12.07.2015 Views

Κείμενα Κυπριακής Λογοτεχνίας, Τόμος Β - Παιδαγωγικό Ινστιτούτο ...

Κείμενα Κυπριακής Λογοτεχνίας, Τόμος Β - Παιδαγωγικό Ινστιτούτο ...

Κείμενα Κυπριακής Λογοτεχνίας, Τόμος Β - Παιδαγωγικό Ινστιτούτο ...

SHOW MORE
SHOW LESS
  • No tags were found...

You also want an ePaper? Increase the reach of your titles

YUMPU automatically turns print PDFs into web optimized ePapers that Google loves.

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙ∆ΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥΠΑΙ∆ΑΓΩΓΙΚΟ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΚΥΠΡΟΥΥΠΗΡΕΣΙΑ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΩΝ


<strong>Κείμενα</strong> <strong>Κυπριακής</strong> <strong>Λογοτεχνίας</strong>τόμος <strong>Β</strong>΄


Πυθαγόρας Δρουσιώτης:Η μπαλάντα του φθινοπώρου 101Κερύνεια 102Νόστος 103Bamboo village 104Λώρος Φαντάζης:Κώστας Καρυωτάκης 106Αθήνα 107Λευτέρης Γιαννίδης:Περαστική 109Σ’ ένα βαπόρι που φεύγει… 110Νίκος <strong>Β</strong>ραχίμης:<strong>Β</strong>αρυθυμία επηρεασμένη 112Ποθητές πατρίδες (VI) 113Γιώργος Φάνος:Ωδή πενιχρή στη Λευκωσία 115ΠεζογραφίαΝίκος Νικολαΐδης:Ο Σκέλεθρας (Aπόσπασμα) 119Σα σκυλί 125Λουκής Ακρίτας:Ο κάμπος (Aποσπάσματα) 132Η παράδοση των Αθηνών από τους Γερμανούς 138Μελής Νικολαΐδης:Δυο άσπρα γυμνά χέρια 145Γιάννης Σταυρινός-Οικονομίδης:Η ψυσή έν’ αέρας (Αποσπάσματα) 152Μαρία Ρουσσιά:Κύπρος (Αποσπάσματα) 158Ανδρέας Γεωργιάδης-Κυπρολέων:Ο χατζής των ροδακίνων (Αποσπάσματα) 164Νίκος <strong>Β</strong>ραχίμης:Η Φρου-φρου 170υΗ ΥΣΤΕΡΗ ΑΓΓΛΟΚΡΑΤΙΑ (1945-1960)ΠοίησηΚώστας Μόντης:[Άτιτλη στιγμή] 179Ευαγόρας Παλλικαρίδης 179Ιάκωβος Πατάτσος 179[Άτιτλη στιγμή] 180Κυριάκος Μάτσης 180ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ5


Το κορίτσι στο τζάμι 180Πολυκατοικία 181Θέμα για διήγημα 182Γρηγόρης Αυξεντίου 183Έλληνες ποιητές 183Οι φοβερές μέρες του Δεκέμβρη του 1963 στη Λευκωσία 183[Άτιτλη στιγμή] 183Δεύτερο γράμμα στη μητέρα (Απόσπασμα) 184Της εισβολής 186Τουρκική εισβολή (ΙΙ) 186Έθθα σου πω 187Προς Κάλβο (για την Κύπρο) 188Ένα τουρκάκι στο Κιόνελι το 1966 188Παντελής Μηχανικός:Γράμμα 190Πώς μίλησε ένα παιδί πριν πολλά χρόνια 191Το βάθος του κόσμου 192Ωδή για ένα σκοτωμένο τουρκάκι 193Ένα τραγούδι για τον Ριμαχό 195Αφροδίτη 196Ονήσιλος 197Η σπηλιά του Κύκλωπα 198Νίκος Κρανιδιώτης:Εικοσιπέντε χρόνων 200Χαιρεκράτης Αντιφώντος Σαλαμίνιος 201Μεταμέλεια 202Γενέθλια Πόλη (ΙΙΙ) 203Το τραγούδι της Μαριάννας 204Η ευγενής δέσποινα Μαρία Μανουήλ Ξηρού 205Κύπρος Χρυσάνθης:Η Κυριακή μου 207Η παλιά Λευκωσία 207Χαρούμενο 208Χωρίς ορθογραφία 209Σχήματα φιλιών 210Η όμορφη μέρα… 211Γιώργος Κωνστάντης:Η θλίψη μιας μέρας 213Επίλογος 214Το σκάφαντρο 215Το εκκλησάκι 216Αχιλλέας Πυλιώτης:Χτυπήματα στην πόρτα 218Έτσι θα ζούμε (Απόσπασμα) 220ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ6


Θεόδωρος Στυλιανού:Αν την ηχώ 222Άμοιρο καλοκαίρι 222Γιάννης Κ. Παπαδόπουλος:Το γράμμα και η οδός 224ΠεζογραφίαΓιώργος Φιλίππου Πιερίδης:Ο πορτοκαλόκηπος 227Αλλοφροσύνη 231Κώστας Μόντης:Ένα παλιό αυτοκίνητο 234Κλειστές πόρτες (Απόσπασμα) 237Θεόδωρος Μαρσέλλος:Η βεράντα κι ο τυφλός 240Τάσος Στεφανίδης:Ο γιος των υδάτων (ή Αποκάλυψη) (Απόσπασμα) 246Η ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960-1974)ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΠοίησηΘεόδοσης Νικολάου:Έρωτας 253Η εργασία του ποιητή 254Νέας Ιουστινιανής και πάσης Κύπρου 255Έκθεση ζωγραφικής 256Μνήμη 257Το σαλιγκάρι 258Το σπίτι β΄ 259Ανδρέας Παστελλάς:Ευρώπη εικοστός αιών 261Άδεια θρανία 262Ο Φρύνιχος στην Αθήνα το καλοκαίρι του 1974 263Θεοκλής Κουγιάλης:Περί ποντικών 265Διακοπή 266Το ταξίδι 267Ο Σιμεών, ο ποιητής 268Κώστας <strong>Β</strong>ασιλείου:Ο Αισχύλος και ο Γιάννης 270Τα επίθετα 271Η ποίηση 272Και πάλι η ποίηση 272Επειδή 273ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ7


Κυριάκος Χαραλαμπίδης:Ακρόπρωρο Ιουλίου 275Η αρχή ενός ειδυλλίου 276Παιδί με μια φωτογραφία 278Επιτάφιος πόλις 279Πύρρος Δήμας 280Της αγάπης 281Πίτσα Γαλάζη:Σταλακτίτες ΙΙ (ΙΙ, IV) 283Σηματωροί (ΙΙΙ) 284Αμμόχωση (ΧΧIV) 286Μιχάλης Πασιαρδής:Το παιδί που σκότωσαν 288Ωδή στον Ερνέστο Γκουεβάρα 289Λευκωσία, βράδι 15.7.74 290Είμαστε Έλληνες 291Εσύ δεν λες τίποτα... 292[Φέρτε μου το παλιό δκιολίν] 294Κώστας Π. Μιχαηλίδης:Σήματα (η΄) 296Αυτογνωσία (ε΄) 298Κυριάκος Πλησής:Τα παιδιά 300Αυτός που δεν πονεί 301Η θεά 302Επίμετρο ΙΙ (Να μνημονεύονται) 303Σοφοκλής Λαζάρου:Αυτός ο ουρανός 305Τις λέξεις μου 306Κλαίρη Αγγελίδου:Νοσταλγία 308Η προσμονή 309Αμμόχωστος 309Ανδρέας Χριστοφίδης:Φθινόπωρο 1973 που έφερε το καλόκαιρι του 1974 311Για τον μαθητή Δημητρίου Πέθανε 18 χρονώνστις 17 του Γενάρη 1975 313Μαθαίνοντας να ζεις με τους ηλεκτρονικούς εγκεφάλους 315Φοίβος Σταυρίδης:Graffiti 317Πρώτη τ’ Απρίλη 1975 317Η γριά γιαγιά μου 318<strong>Β</strong>.Μ. 319Ακροτελεύτιο 319ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ8


Έλλη Παιονίδου:Χώμα της Κύπρου 321Ψαροπωλείον η Κερύνεια 321Ο Ιβάν από το Κίεβο 322Ντίνα Κατσούρη:Προς αναγνώστη (1) 324Μ’ ακούς; 325Αφροδίτη και αιωνιότητα 326Άνθος Λυκαύγης:Ερπύστριες (Απόσπασμα) 328Μαρτυρία (Απόσπασμα) 330Πολύβιος Νικολάου:Προδιαγραφή για τους νέους ποιητέςαπό την Αμμόχωστο (Γ, Δ, Λ) 332Πιο πίσω 335ΠεζογραφίαΉβη Μελεάγρου:Η προτελευταία εποχή (Αποσπάσματα) 338Λίνα Σολομωνίδου:Ενθάδε κείται (Αποσπάσματα) 344Χριστάκης Γεωργίου:Ντάραλη (Απόσπασμα) 352Πάνος Ιωαννίδης:Ο Γκρηγκόρυ 357Γιάννης Κατσούρης:Η μοτοσικλέτα του Αντρέα 363Ρήνα Κατσελλή:Πρόσφυγας στον τόπο μου (Αποσπάσματα) 368Άντης Χατζηαδάμος:Ο πεταλουδοζωγράφος 373Ο Φσήκουας 377ΕΠΙΜΕΤΡΟΚυπριακό Χρονολόγιο 1900-2010 380Γλωσσάρι 420Πρώτες δημοσιεύσεις-Πηγές 428<strong>Β</strong>ιβλιογραφία 437Πίνακας προέλευσης εικονιστικού υλικού 443ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ9


ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥH λογοτεχνική δημιουργία του τόπου μας διδάσκεται στη ΜέσηΕκπαίδευση μαζί με άλλα νεοελληνικά κείμενα, στο πλαίσιο τουμαθήματος των Νέων Ελληνικών. Η διδασκαλία της λογοτεχνίαςβασίζεται κυρίως στα βιβλία των Κειμένων Νεοελληνικής<strong>Λογοτεχνίας</strong> που χορηγούνται στην Κύπρο από το ΥπουργείοΠαιδείας, Διά <strong>Β</strong>ίου Μάθησης και Θρησκευμάτων της ΕλληνικήςΔημοκρατίας.Η έκδοση μιας ξεχωριστής Ανθολογίας <strong>Κυπριακής</strong> <strong>Λογοτεχνίας</strong>για τις ανάγκες του μαθήματος των Νέων Ελληνικών έγινεγια πρώτη φορά στη δεκαετία του 1980 (1986-1990) από τηνΥπηρεσία Ανάπτυξης Προγραμμάτων του Υπουργείου Παιδείαςκαι Πολιτισμού. Τότε εκδόθηκαν δύο τόμοι για το Λύκειο και, στησυνέχεια, ένας τόμος για το Γυμνάσιο. Τα βιβλία αυτά κάλυψανμε μεγάλη επιτυχία τις ανάγκες της Μέσης Εκπαίδευσης ως προςτη διδασκαλία της κυπριακής λογοτεχνίας για είκοσι και πλέονχρόνια και επανεκδίδονται έκτοτε χωρίς μεταβολές.Το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού έκρινε ότι είναιαπαραίτητη η αναθεώρηση των σχολικών εγχειριδίων, προκειμένουνα εκσυγχρονιστούν τόσο ως προς το περιεχόμενό τους, όσοκαι ως προς τις προσεγγίσεις. Γι' αυτό ανέθεσε, και πάλι στηνΥπηρεσία Ανάπτυξης Προγραμμάτων, τη συγκρότηση ενός νέουέργου με τίτλο <strong>Κείμενα</strong> <strong>Κυπριακής</strong> <strong>Λογοτεχνίας</strong>. Στόχος είναι ναανταποκρίνεται, όσο γίνεται, στις ανάγκες των σημερινών μαθητώνκαι εκπαιδευτικών.Από την εργασία αυτή, που σύντομα ολοκληρώνεται,παραδίδεται σήμερα στην εκπαιδευτική κοινότητα ο τόμος για τηνκυπριακή λογοτεχνική παραγωγή του 20ού αιώνα. Ανθολογούνταικείμενα που καλύπτουν τη νεότερη κυπριακή ποίηση καιπεζογραφία: εκτείνονται από τον δημιουργικό λυρισμό τωνδιάδοχων του <strong>Β</strong>ασίλη Μιχαηλίδη διαλεκτικών ποιητών, ΔημήτρηΛιπέρτη και Παύλου Λιασίδη, στους κοινωνικούς και νεοτερικούςπροσανατολισμούς της λογοτεχνίας κατά το Μεσοπόλεμο και τηνύστερη Αγγλοκρατία, ίσαμε τους σύγχρονους Κύπριους ποιητέςκαι πεζογράφους της «γενιάς της Ανεξαρτησίας» και των πρώτωνχρόνων της <strong>Κυπριακής</strong> Δημοκρατίας.Η έκδοση του τόμου αυτού των Κειμένων <strong>Κυπριακής</strong><strong>Λογοτεχνίας</strong>, με φόντο τους εορτασμούς των πενηντάχρονωντης <strong>Κυπριακής</strong> Δημοκρατίας, αποτελεί, πιστεύω, μια σημαντικήσυμβολή του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού καιΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ10


στην ανάδειξη και την προβολή της κυπριακής λογοτεχνικήςδημιουργίας της πεντηκονταετίας 1960-2010. Αυτή περιλαμβάνειπολύ αξιόλογους δημιουργούς, με σημαντικό έργο και εμβέλειαστον ελληνικό και διεθνή χώρο, όπως είναι οι Τεύκρος Ανθίας,Θοδόσης Πιερίδης, Γιώργος Φιλίππου-Πιερίδης, Κώστας Μόντης,Παντελής Μηχανικός, Ήβη Μελεάγρου, Θεοδόσης Νικολάου,Πάνος Ιωαννίδης, Γιάννης Κατσούρης, Κυριάκος Χαραλαμπίδης,Μιχάλης Πασιαρδής και τόσοι άλλοι.Θα πρέπει, επίσης, να σημειωθεί ότι η εργασία αυτή παίρνεισοβαρά υπόψη της το Νέο Αναλυτικό Πρόγραμμα του μαθήματοςτης <strong>Λογοτεχνίας</strong> αλλά και την όλη φιλοσοφία των Νέων ΑναλυτικώνΠρογραμμάτων, που αρχίζουν να εφαρμόζονται σταδιακά στηνκυπριακή εκπαίδευση από τη σχολική χρονιά 2011-12. Όντας μιακατά το δυνατόν πλήρης ανθολόγηση της νεότερης και σύγχρονηςκυπριακής λογοτεχνικής δημιουργίας, με τα σχόλια και τακατατοπιστικά εργοβιογραφικά σημειώματα που τη συνοδεύουν,θα συμβάλει στη βελτίωση της γνωριμίας των μαθητών μας με αυτόντον σημαντικό τομέα του πολιτισμού μας.Εκφράζω τις ευχαριστίες και τα θερμά μου συγχαρητήρια προςτους συντελεστές του έργου <strong>Κείμενα</strong> <strong>Κυπριακής</strong> <strong>Λογοτεχνίας</strong>, σταπολιτιστικά ιδρύματα και στα φυσικά πρόσωπα που συνεισέφερανπληροφοριακό και εικαστικό υλικό, όπως και στους συνεργάτεςτης Υπηρεσίας Ανάπτυξης Προγραμμάτων του Παιδαγωγικού<strong>Ινστιτούτο</strong>υ Κύπρου. Η έκδοση αυτή, είμαι βέβαιος, θα αποτελέσειγια μαθητές και εκπαιδευτικούς ένα σημαντικό εργαλείο για τηγνωριμία με τη νεότερη και τη σύγχρονη κυπριακή λογοτεχνικήδημιουργία∙ δημιουργία η οποία στη μακρόχρονη ιστορική τηςδιαδρομή, από τις απαρχές της ώς σήμερα, έχει να επιδείξειμια πληθώρα έργων μεγάλων και καταξιωμένων ποιητών καιπεζογράφων, που δίκαια καταλαμβάνουν μια σημαντική θέσηστο χώρο της ευρύτερης ελληνικής, ευρωπαϊκής και παγκόσμιαςλογοτεχνικής παραγωγής.Ανδρέας ΔημητρίουΥπουργός Παιδείας και ΠολιτισμούΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ11


Ο ποιητής <strong>Β</strong>ασίλης Μιχαηλίδης (1849-1917)Περιοδικό Αβγή (Λεμεσός, 1924-1925)ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟΝ <strong>Β</strong>΄ ΤΟΜΟΜΕΡΟΣ Α’: ΑΠΟ ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ Α’ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ (1914-1919)ΩΣ ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ <strong>Β</strong>’ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ (1939-1945)Στις αρχές του 20ου αιώνα, η συντριπτική πλειονότητα τού - κατάβάση αγροτικού - πληθυσμού της Κύπρου παραμένει αναλφάβητηκαι, χρεωμένη στους τοκογλύφους, ζει μέσα σε συνθήκες φτώχιαςκαι εξαθλίωσης, τουλάχιστον ώς τα χρόνια του Μεσοπολέμου.Η σκληρή αυτή πραγματικότητα αναμφίβολα συντελεί αρνητικάστην ανάπτυξη της λογοτεχνίας και κάθε άλλο παρά συμβάλλειστη διαμόρφωση ενός ευνοϊκού κλίματος για την κυκλοφορίατων Ποιημάτων (1911) του <strong>Β</strong>ασίλη Μιχαηλίδη ή, λίγο αργότερα,των ιδιόμορφων πεζών και της πρώτης σειράς διηγημάτων (1919-1921) του Νίκου Νικολαΐδη ή, ακόμη, του πρώτου τόμου τωνΤζυπριώτικων Τραουδκιών (1923) του Δημήτρη Λιπέρτη, καθώςκαι άλλων έργων διαφόρων λογοτεχνών.Εντούτοις, στην κυπριακή κοινωνία, πριν από το τέλος ακόμητου Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, μια ομάδα μορφωμένων ανθρώπων,κάτω από την επίδραση των πιο προωθημένων ιδεολογικώνρευμάτων της εποχής, διεκδικεί δυναμικά, μέσω της έκδοσηςεφημερίδων και περιοδικών, την παρέμβασή της όχι μόνο σταλογοτεχνικά και πνευματικά πράγματα του τόπου, αλλά και ενγένει στην κοινωνική και πολιτική ζωή. Ήδη, επίσης, από το 1919ιδρύονται οι πρώτες συντεχνίες και το εργατικό κίνημα κάνειαισθητή την παρουσία του, ενώ στις αρχές της δεκαετίας του 1930 ηίδρυση των πρώτων κομμάτων θα είναι πια γεγονός. Οι νέες αυτέςσυνθήκες θα επηρεάσουν σαφώς και τις λογοτεχνικές αναζητήσειςτων Κυπρίων, που θα προσπαθήσουν να ανταποκριθούν στιςανησυχίες των νέων καιρών.Είναι στην ατμόσφαιρα αυτή, που θα κάνει την εμφάνισή της ηγενιά των λογοτεχνών του Μεσοπολέμου με επίκεντρο αρχικά τηΛεμεσό, όπου και τυπώνει τα πρώτα της βιβλία (Γλαύκος Αλιθέρσης,Νίκος Νικολαΐδης). Οι λογοτέχνες αυτοί (όπως και οι ΑντώνηςΙντιάνος, Παύλος Κριναίος, Γιάννης Λεύκης, Αιμίλιος Χουρμούζιοςκ.ά.) θα συσπειρωθούν σε περιοδικά με σαφείς προοδευτικέςγλωσσικές, αισθητικές και ιδεολογικές θέσεις, όπως η Αβγή. Χωρίςνα αποτελούν σχολή, οι λογοτέχνες αυτοί φέρουν, ωστόσο, διακριτάκάποια κοινά στοιχεία. Η μαχητική προώθηση του δημοτικισμού,ο οραματισμός τους και μια πλατύτερη θεώρηση της ζωής θα δώσουνέναν καινούριο, ανθρώπινο και λυρικό τόνο στο έργο τους.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ12


Εισαγωγή στον <strong>Β</strong>΄ τόμοΆγγελος Σικελιανός και Νίκος Νικολαΐδης.Aθήνα, γύρω στα 1915-1919Περιοδικό Κυπριακά Γράμματα (Λευκωσία, 1934-1956)Η ανανεωτική αυτή κίνηση θα χαρακτηριστεί στο εξής και απότην ιδιοτυπία του γεωγραφικού πολυμερισμού της. Αν και σταδιακά,από τη δεκαετία του 1930, κέντρο της λογοτεχνικής και πνευματικήςζωής της Κύπρου θα αναδειχθεί πλέον η Λευκωσία (όπου την ίδιαπερίοδο θα κυκλοφορήσει το σημαντικό λογοτεχνικό περιοδικόΚυπριακά Γράμματα), οι Κύπριοι λογοτέχνες δημιουργούνταυτόχρονα στην Κύπρο, στην Αλεξάνδρεια, στο Κάιρο και στηνΑθήνα. Ο πολυμερισμός αυτός προωθεί τους λογοτέχνες σε μιααμεσότερη επικοινωνία με τις νέες τάσεις και τους επιτρέπει ναεδραιώσουν με το έργο τους έναν αξιόλογο προσανατολισμόκοινωνικής και ψυχογραφικής διερεύνησης. Παράλληλα, η γενιάτων Κυπρίων λογοτεχνών του Μεσοπολέμου, με γλωσσικό όργανοτην πανελλήνια κοινή, παρακολουθεί, στις καλύτερες περιπτώσεις,τα λογοτεχνικά ρεύματα του ελληνικού μητροπολιτικού κέντρουμε άμεσες ή έμμεσες επιδράσεις στο έργο τους από τον ΚωστήΠαλαμά, τον Κώστα <strong>Β</strong>άρναλη, τον Άγγελο Σικελιανό και τονΚώστα Καρυωτάκη. «Όμως το έμπειρο μάτι», όπως παρατηρείο κριτικός Κώστας Προυσής, «μπορεί να ξεχωρίσει το κυπριακόυπόστρωμα, τόσο στην ψυχική τους διάθεση όσο και στη μορφή».Άλλωστε, δεν πρέπει να μας διαφεύγει ο περιφερειακός καιδιαλεκτικός χαρακτήρας της κυπριακής λογοτεχνίας της εποχής.Ο Δημήτρης Λιπέρτης αποτελεί, από την άποψη αυτή, τον δεύτερο(μετά τον <strong>Β</strong>ασίλη Μιχαηλίδη) σημαντικό σταθμό στην ανάδειξηκαι λογοτεχνική αξιοποίηση της κυπριακής διαλέκτου, αλλά καιστην εξεικόνιση του κοινωνικού χώρου του νησιού, όπου την εποχήαυτή συγκρούονται ο παλιός με το νέο κόσμο, χωρίς ταυτόχρονα ναπαραγνωρίζονται οι εθνικοί πόθοι του κυπριακού ελληνισμού. Τηνίδια περίοδο θα κάνει την εμφάνισή του και ο διαλεκτικός ποιητήςΠαύλος Λιασίδης, ο οποίος και θα καλλιεργήσει την ποίησηστο κυπριακό ιδίωμα για περισσότερο από μισό αιώνα. Όμως,ο διαλεκτικός χαρακτήρας της ποίησής του (όπου κυριαρχούν οέντονος κοινωνικός προβληματισμός και μια διάχυτη έκφρασηδιαμαρτυρίας) τον διαφοροποιεί τόσο από τον <strong>Β</strong>ασίλη Μιχαηλίδη,όσο και από τον Δημήτρη Λιπέρτη.Από την άλλη, ο Γλαύκος Αλιθέρσης θα είναι ο πρώτος Κύπριοςποιητής που θα παρουσιάσει αξιόλογο έργο, χρησιμοποιώνταςτην πανελλήνια κοινή. Επιπλέον, είναι αυτός που θα καταφέρει,παρά τις παραδοσιακές καταβολές της ποιητικής του, ναεγκαταλείψει, έστω μερικώς, τα παλιά σχήματα της παράδοσηςκαι να ακολουθήσει μια νεότροπη εκφραστική. Η περίπτωσήτου, εντούτοις, αποτελεί εξαίρεση: η «βαριά σκιά» του ΠαλαμάΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ13


Εισαγωγή στον <strong>Β</strong>΄ τόμοΟ Στρατής Τσίρκας και ο Θοδόσης Πιερίδηςσε κεντρική οδό του Καΐρου, 1935O ποιητής Παντελής Μηχανικός, ο ζωγράφοςΧριστόφορος Σάββα (δεξιά) και ο ΑνδρέαςΓιαγκόπουλος. Λάρνακα, δεκαετία 1950θα είναι κυρίαρχη στην κυπριακή ποίηση των χρόνων αυτών καικάτω από την άμεση επίδρασή του θα κινηθούν πολλοί ποιητές,όπως οι Λεωνίδας Παυλίδης, Ξάνθος Λυσιώτης, Παύλος Κριναίος,Χριστόδουλος Γαλατόπουλος κ.ά.Την ίδια περίοδο, μια ομάδα ποιητών προσπαθεί ναμεταφυτεύσει στην Κύπρο το κλίμα της ελλαδικής γενιάς του ’20,μια ατμόσφαιρα παραίτησης και φυγής, όπου τον τόνο θα δίνουνένα αίσθημα κόπωσης, ανικανοποίητου και ανίας, η έλλειψηπίστης σε οποιαδήποτε ιδανικό ή αξία. Η νεοσυμβολιστικήνεορομαντικήαυτή τάση (με εκπροσώπους ποιητές, όπως οιΔημητρός Μ. Δημητριάδης, Λευτέρης Γιαννίδης, Άντης Περνάρηςκ.ά.) εμφανίζει μεγάλη διάρκεια και ιδιαίτερη ανθεκτικότητα,καθώς κάποιοι δημιουργοί ακολουθούν την ίδια γραμμή και κατάτα μεταπολεμικά χρόνια (όπως οι Πυθαγόρας Δρουσιώτης, ΛώροςΦαντάζης, Γιώργος Φάνος κ.ά.).Ο Τεύκρος Ανθίας και ο Θοδόσης Πιερίδης θα ακολουθήσουνάλλες κατευθύνσεις και με έντονο τον κοινωνικό χαρακτήρα στοέργο τους, θα γίνουν οι εισηγητές μιας αγωνιστικής, επαναστατικήςποιητικής έκφρασης, που θα εμπλουτίσει και θα ανανεώσει θεματικάκαι υφολογικά την κυπριακή λογοτεχνία της εποχής. Πρόκειται γιαποιητές, οι οποίοι κινήθηκαν στα μεγάλα κέντρα του ελληνισμού,στην Αθήνα και την Αλεξάνδρεια, όπου οι κοινωνικές παράμετροιευνοούσαν ένα κλίμα επιδεκτικό των νέων ιδεολογικών ρευμάτων.Επίσης, κάποια στροφή προς την καθαρή ποίηση και ασαφείςυπερρεαλιστικές ενδείξεις θα παρατηρηθούν προς το τέλος τουΜεσοπολέμου. Τις νέες ανησυχίες και την ανάγκη ανανέωσηςστην ποίηση θα εκφράσουν με το έργο τους ο Νίκος <strong>Β</strong>ραχίμης και,πιο συγκροτημένα, ο Μάνος Κράλης.Την ίδια περίοδο του Μεσοπολέμου, με την επιρροή τωνσοσιαλιστικών ιδεών αλλά και της ελληνικής (Δημοσθένης<strong>Β</strong>ουτυράς) και ευρωπαϊκής (Κνουτ Χάμσουν) ρεαλιστικήςπεζογραφίας, η ηθογραφική τάση, κυρίαρχη ήδη στην πεζογραφίααπό τα τέλη του 19ου και τις αρχές του 20ού αιώνα, υποχωρείεμφανώς και αντικαθίσταται από ρεαλιστικές απεικονίσεις, μεέμφαση, μάλιστα, στις αρνητικές πλευρές και καταστάσεις τηςκοινωνικής πραγματικότητας. Στα 1921, το βιβλίο του ΝίκουΝικολαΐδη Διηγήματα (πρώτη σειρά) εστίαζε στην ανθρώπινη ζωήαπό μια άλλη οπτική γωνία, καθώς η διεισδυτική ψυχογραφία τουσυγγραφέα συνυφαινόταν με αξιολογικές-κριτικές διαθέσεις γιατην κοινωνική μοίρα του ανθρώπου. Με κοινωνικές προεκτάσειςκαι επηρεασμένο από προσωπικά του βιώματα θα είναι και τοΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ14


Εισαγωγή στον <strong>Β</strong>΄ τόμοπεζογραφικό έργο του Λουκή Ακρίτα. Ανάλογη θα είναι ηματιά, η προβληματική και το αισθητικό κλίμα της πεζογραφικήςπαραγωγής και άλλων συγγραφέων της περιόδου, όπως των ΜελήΝικολαΐδη, Γιάννη Σταυρινού - Οικονομίδη, Μαρίας Ρουσσιά κ.ά.Εξαίρεση αποτελεί το πεζογραφικό έργο του Νίκου <strong>Β</strong>ραχίμη, οοποίος, ιδιαίτερα στη νουβέλα του Ο Άγνωστος (1944), θα κάνειχρήση του εσωτερικού μονολόγου, εισάγοντας καινότροπεςεκφραστικές στην κυπριακή πεζογραφία και σπάζοντας τηνπαραδοσιακή φόρμα της αφήγησης.Περιοδικό Νέα Εστία. Αφιέρωμα "Η Κύπροςκαι οι ελεύθεροι άνθρωποι". Αθήνα, 1954Περιοδικό Kυπριακά Χρονικά (Λευκωσία, 1960-1972)Περιοδικό Πνευματική Κύπρος (Λευκωσία, 1960 ώς σήμερα)ΜΕΡΟΣ <strong>Β</strong>’:Η ΥΣΤΕΡΗ ΑΓΓΛΟΚΡΑΤΙΑ (1945-1960)Όπως ήδη αναφέρθηκε, η κυπριακή ποίηση με τον Νίκο <strong>Β</strong>ραχίμηκαι, κυρίως, με τον Μάνο Κράλη θα αναζητήσει διαφορετικούςεκφραστικούς τρόπους από αυτούς που είχαν ακολουθήσει μέχριτότε οι Κύπριοι ποιητές. Η καινοτομία, ωστόσο, που φέρνουν στηνποίηση οι δημιουργοί αυτοί θα αποκρυσταλλωθεί στη διάρκεια του<strong>Β</strong>΄ Παγκοσμίου Πολέμου (και αμέσως μετά), πρωτίστως στηνποίηση του Μ. Κράλη.Εντούτοις, η ουσιαστική ανανέωση στην κυπριακή ποίηση θαέρθει μεταπολεμικά με το έργο του Κώστα Μόντη. Η ιδιότυπηποιητική του έκφραση, όπου συναιρούνται στοιχεία από τη γόνιμηεπαφή με το έργο του Κ.Γ. Καρυωτάκη και του Κ.Π. Καβάφη,βρίσκει την αρτίωσή της με τρεις συλλογές δημοσιευμένες σεμια κρίσιμη πενταετία (1958-1962) για την ιστορία της Κύπρου(Στιγμές, Συμπλήρωμα των Στιγμών και Ποίηση του ΚώσταΜόντη). Οι συλλογές αυτές φανερώνουν εναργέστερα τηδιαφοροποιημένη μορφή ποιητικής έκφρασης του Κ. Μόντη, αλλάκαι προαναγγέλλουν τα έργα της ακμής του (Γράμμα στη Μητέρακι άλλοι στίχοι [1965] και Δεύτερο γράμμα στη Μητέρα [1972]). Ηανανέωση αυτή θα γίνει εφικτή μέσω και του γόνιμου διαλόγου τουμε την ποιητική παράδοση της Κύπρου, αλλά και με την ποιητικήελλαδιτών και ευρωπαίων ομοτέχνων του.Φυσικά, μέσα στις διαφοροποιημένες συνθήκες πουδημιούργησαν οι μεταπολεμικές προσδοκίες και η κορύφωση τουΑπελευθερωτικού Αγώνα (1955-1959) η ποίηση και η πεζογραφίααναπόφευκτα κινήθηκαν στο πλαίσιο μιας «βιωμένης ιστορίας»με τη συνακόλουθη δραματική της ένταση. Το ποιητικό έργοτου Κ. Μόντη εκφράζει με ευρηματικότητα τη σύγχρονή τουκυπριακή αγωνία, ενώ ο Παντελής Μηχανικός τονίζει πιο άμεσατις απογοητεύσεις μιας ολόκληρης γενιάς, καθώς από τις ρωγμέςΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ15


Εισαγωγή στον <strong>Β</strong>΄ τόμοΟ Γιώργος Φ. Πιερίδης στη Δημοτική <strong>Β</strong>ιβλιοθήκηΑμμοχώστου, 1960ενός κόσμου σκληρού προβάλλει διαρκώς η πικρή αίσθηση τηςδιάψευσης. Παράλληλα, ο Γιώργος Φιλίππου Πιερίδης στοπεζογραφικό του έργο θα δώσει με ενάργεια την εικόνα τηςκυπριακής κοινωνίας των τελευταίων χρόνων της Αγγλοκρατίαςκαι των πρώτων δεκαετιών της Ανεξαρτησίας.Την περίοδο αυτή θα κάνουν την εμφάνισή τους και άλλοιαξιόλογοι ποιητές και πεζογράφοι (Νίκος Κρανιδιώτης, ΚύπροςΧρυσάνθης, Γιώργος Κωνστάντης, Αχιλλέας Πυλιώτης, ΘεόδωροςΜαρσέλλος κ.ά.). Καθένας τους θα αποδώσει, σύμφωνα μετην ιδιοσυγκρασία του, τις ιδεολογικές και αισθητικές τουπροτιμήσεις, τον αγωνιστικό και ηρωικό παλμό μιας εποχής τόσοέντονης, σύνθετης και πλούσιας. Από την άλλη, η προσαρμογήστη νέα κατάσταση πραγμάτων που θα σημάνουν το τέλος τηςαποικιοκρατίας και η γέννηση της <strong>Κυπριακής</strong> Δημοκρατίας θασυντελεστεί με βραδείς ρυθμούς και θα αποδειχθεί συχνά οδυνηρή.Περιοδικό Νέα Εποχή (Λευκωσία, 1959 ώς σήμερα)Οι καθηγητές του A΄ Γυμνασίου Αρρένων Αμμοχώστου,1961. Μεταξύ άλλων οι Κυρ. Χατζηιωάννου, Παν.Σέργης,Θ. Νικολάου, Χριστόφ. ΜηλιώνηςΜΕΡΟΣ Γ’: Η ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΟι προοπτικές που διανοίγονταν με την ίδρυση της <strong>Κυπριακής</strong>Δημοκρατίας δημιουργούν ένα κλίμα ευφορίας, που σύντομα όμωςθα το διαδεχτεί ένα κλίμα σύγχυσης, ενώ η εύθραυστη πορεία που θαακολουθήσει το Κυπριακό και οι συνακόλουθες αμφιβολίες από τηδιαρκή εκκρεμότητα του προβλήματος θα προσδώσουν μια ιδιότυπηιστορικότητα στο έργο των περισσότερων λογοτεχνών. Την ίδιαεποχή, άλλωστε, η κυπριακή κοινωνία θα αναπροσανατολιστεί σεμια καινούρια κλίμακα αξιών.Την ατμόσφαιρα αυτή, μέσα στην οποίακινήθηκαν οι λογοτέχνες της λεγόμενης«Πρώτης Γενιάς της <strong>Κυπριακής</strong> Δημοκρατίαςή Γενιάς της Ανεξαρτησίας» (ΑνδρέαςΠαστελλάς, Θεοκλής Κουγιάλης, Κώστας<strong>Β</strong>ασιλείου, Κυριάκος Χαραλαμπίδης, ΠίτσαΓαλάζη, Μιχάλης Πασιαρδής, Φοίβος Σταυρίδηςκ.ά.) δίνει η μαρτυρία ενός εκπροσώπου της, τουποιητή Ανδρέα Χριστοφίδη, σε μια χρονικήστιγμή (1968) που η γενιά αυτή έχει ήδη κάνειαισθητή την παρουσία της και το έργο τηςβρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη: «Η μετάβασηαπό την ψυχολογική βεβαιότητα των χρόνων της επανάστασης […]στην ψυχολογική διάσπαση και σύγχυση των μετά το ’60 ετώνΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ16


Εισαγωγή στον <strong>Β</strong>΄ τόμοΠεριοδικό Ο Κύκλος (Λάρνακα, 1980-1986)Ο ποιητής Γιάννης Ρίτσος στην εκδήλωση τηςΠαιδαγωγικής Ακαδημίας Κύπρου, 16.5.1989επισφραγίζει - κι αυτό έχει σημασία για τη λογοτεχνία μας - τηνπαρουσία, θετική και υπολογίσιμη, των λογοτεχνών μας κιεπιβεβαιώνει τις εύθραυστες ελπίδες που είχαν δειλά διατυπωθείμετά τον αγώνα για την εμφάνιση νέων δυνάμεων στη λογοτεχνικήσκηνή του τόπου».Η ποιητική άνοιξη της δεκαετίας του 1960 θα δώσει, τελικά,μια λογοτεχνία με γερή κράση και περιεχόμενο, όπου οι νεοτερικέςκατακτήσεις των προηγούμενων δημιουργών μέσα και έξω απότον κυπριακό χώρο θα αφομοιωθούν γόνιμα και δημιουργικά,προκειμένου να διαμορφώσουν μια ποιητική γλώσσα κατάλληληνα εκφράσει καλειδοσκοπικά μια αντιφατική και ανήσυχηεποχή. Την ίδια περίοδο, θα κάνουν αισθητή την παρουσίατους και πεζογράφοι (Ήβη Μελεάγρου, Λίνα Σολομωνίδουκ.ά.), που θα δοκιμαστούν πιο συστηματικά και στο απαιτητικόείδος του μυθιστορήματος, θέλοντας να δώσουν, έτσι, νέουςπροσανατολισμούς στην κυπριακή πεζογραφία, όπου βέβαια είναιεμφανής κι εδώ η άμεση σχέση λογοτεχνίας και ιστορίας.Όπως είναι επόμενο, το δράμα της τουρκικής εισβολής του1974 με τις τραγικές συνέπειές της σε όλα τα επίπεδα της ζωήςτου νησιού θα σφραγίσει το έργο και των δημιουργών της γενιάςαυτής. Αναπόφευκτα, ένας πικρός και οργισμένος, άλλοτεειρωνικός και σαρκαστικός, τόνος θα κυριαρχήσει στο έργο τους,μετατρέποντας τη λογοτεχνία σε (πολιτική) πράξη διαμαρτυρίαςκαι καταδίκης συμπεριφορών και νοοτροπιών, που ευθύνονταιγια την κυπριακή τραγωδία, αλλά και για τα ποικίλα αδιέξοδατου παρόντος. Το παράδειγμα των δημιουργών αυτών θαακολουθήσουν και νεότεροι λογοτέχνες, οι οποίοι πλέον θα έχουνμια σημαντική παράδοση ως υπόβαθρο και κληρονομιά για τιςδικές τους δοκιμές και κατακτήσεις, τόσο στο χώρο της ποίησης,όσο και της πεζογραφίας.Ποιητική βραδιά Φεστιβάλ Δήμου Λευκωσίας, 1.7.1977.Από αριστερά: M. Πασιαρδής, Γ. Γεφτουσένκο,Μ. Αναγνωστάκης, Ά. Λυκαύγης, Θ. Κουγιάλης,Ν. <strong>Β</strong>ρεττάκος, Κ. Μόντης, Κ. Χαραλαμπίδης, Μ. ΚράληςΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ17


H Λεμεσός στον Μεσοπόλεμο. Φωτογραφία Ιωάννη Π. Φώσκολου, 1922


ΑΠΌ ΤΟ ΤΈΛΟΣ ΤΟΥΑ' ΠΑΓΚΟΣΜΊΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ (1914 - 1919)ΩΣ ΤΟ ΤΈΛΟΣ ΤΟΥ<strong>Β</strong>' ΠΑΓΚΟΣΜΊΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ (1939 - 1945)


O λυρικός ρεαλισμός της διαλέκτουMιχαήλ Χρ. Κάσιαλος, Ο γάμος, λάδι


Ο ΛΥΡΙΚΟΣ ΡΕΑΛΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΟΥΔημήτρης ΛιπέρτηςΚαρτερούμεν μέραν νύχτανΠρόκειται για τον ποιητή με τη σημαντικότερημετά τον <strong>Β</strong>ασίλη Μιχαηλίδησυμβολή στην ανάπλασηκαι ανάδειξη της κυπριακής διαλέκτου.Ωστόσο, οι διαφορές ανάμεσάτους είναι ουσιαστικές: η εποχήτου Μιχαηλίδη, ο οποίος έμπαινεστον ποιητικό στίβο με τις εμπειρίεςτης φθίνουσας Τουρκοκρατίας,είναι πολύ μακριά για τον Λιπέρτηκαι δεν είναι στα μέτρα του η επική-ηρωικήδιάσταση του αλυτρωτισμού.Συντηρείται, βέβαια, έναςπατριωτικός τόνος, με διαφορετικόόμως πνεύμα, προσγειωμένος περισσότεροστα μέτρα της εποχής.Καρτερούμεν μέραν νύχταν να φυσήσ’ ένας αέρας'στουν τον τόπον πόν' καμένος τ υ ζ υι εν θωρεί ποττέ δρο υ σ υιάν,γ υια να φέξει καρτερούμεν το φως τ υ ζείνης της ημέραςποννά φέρει στον καθέναν τ υ ζαι χαράν τ υ ζαι ποσπα υ σ υιάν.Την Μανούλλαν* μας γ υια πάντα μιτ υ σ υιοί μ υιάλοι καρτερούμενγ υι α να μας σφιχταγκαλ υι άσει τ υ ζαι να νεκραναστηθούμεν.Η ζωή μας έν' γ υια τζείνην υ τζαι υ ζωή μας τζείνη υ ένιυτζαι πως τρώμεν δίχα τζείνης υ τζ υ υι είμαστιν βασταεροί*έν γ υιατί με τ’ όνομάν της είμαστιν ποσκολισμένοιπον το βκάλλουν που τον νουν μας μήτε χρόν υια, με τζαιροί·υξυπνητοί τζαι υ τζοιμισμένοι υ έν' γ υια τζείνην υ η καρκ υιά μαςπου διπλοφακκά γ υια νά ’ρτει τζαι υ να μείνει δα κοντά μας.Τα λαμπρά* μας ούλλον τζ υ υι άφτουν τζ υ υι οι καμοί μας εν σιούσιν*,έν' συμπούρκισμαν* φουρτούνας των τζυμμάτων υ του γ υιαλούέτσ’ οι λας έν' που παθθαίννουν όντας ξένοι τζυβερνούσιν·υέχουν μέσα τους φουρτούναν τζ υ υι αν τους έχουν προς καλούυτζι όσον τούτοι τζ υ υυι αν κραδκ υιούνται που την Μάναν χωρισμένοι,η αγάπη τους περίτου γίνεται δρακοντεμένη.Πκοιος αντέκοψεν* ποττέ του τον αέραν γ υιά το τζύμμανυτζ υ υυι έκαμέν το γ υια ν’ αλλάξει φυσικόν τζαι υ να σταθεί;Ομπροστά στον Πλάστην ούλλοι εν είμαστιν παρά φτύμμαν,έν' αβόλετον* ο νόμος ο δικός του να χαθείτζαι υ γ υια τούτον μιτσ υ υιοί μ υιάλοι γ υια την Μάναν λαχταρούσινέν' η γέννα, έν' το γάλα, έν' τα χνώτα που τραβούσιν.* Την Μανούλλαν μας: (εν.) την Ελλάδα* βασταερός: γερός, ανθεκτικός, υγιής* λαμπρόν, το: φωτιά, ισχυρός πόθος* σι(γ)ούσιν: ησυχάζουν* συμπούρκασμα/συμπούρκισμα, το: υποδαύλιση,υπόθαλψη* τζυι αν τους έχουν προς καλού: ακόμα κι αν(οι ξένοι) τους συμπεριφέρονται καλά* αντικόβκω: προβάλλω αντίσταση, αναχαιτίζω* φυσικόν, το: φυσική κατάσταση ή ιδιότητα* αβούλετος/αβόλετος: αδύνατοςυΕίντα γάλαν ήταν τότες τ υ ζείντο γάλαν που βυζάσανας αμπλέψουν να το δούσιν· είμαστιν ούλλοι εμείς.Αν περνούσιν μαύρα χρόνια σγο υιαν τ υ ζαι τ υ ζείνα που περάσαν’πό μας ένας έντ υ ζε βκαίννει που την στράταν της τιμήςμήτ’ επλάστηκεν ποττέ του, τ υ ζ υι αν πλαστεί τ υ ζ υι αννοίξει στόμαν,νεκρόν εννά τον ξεράσει τ υ ζαι του τάφου του το χώμαν.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ21


Ο ΛΥΡΙΚΟΣ ΡΕΑΛΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΟΥΗ φτώσειαΕκτός, άλλωστε, από τους εθνικούςπόθους των Κυπρίων, η ποίησή του,καταγράφει λεπτομέρειες της καθημερινότηταςμε το μάτι ενός φιλήσυχουαστού. Σκιαγραφεί με συνέπειατην εικόνα της αγροτικής καισυντηρητικής κυπριακής κοινωνίαςτων χρόνων 1918-1936. Εκφράζει τηλαϊκή θυμοσοφία και την ηθική πουαπορρέει από αυτή.υΦτώσεια,υπου κάμνεις τόσους λας* να πκιάννουσιν καλάθιν,υυνα καρτερούν ποτζεί ποδά έναν βούκκον ψουμίν,υφτώσεια, που η χαρά ποττέ κοντά σου εν εστάθηνυ υυτζιυόσοι σε δούσιν, κλώθουσιν τζαι βρίσκουν αφορμήνυνα μεν σε σαιρετήσουσιν, με να σου κοντοφτάσουν,υφτώσεια, πον έχουσιν καρτκιάν να σου χαμογελάσουν.υυυΦτώσεια, που νιάτα κοκκαλιείς τζαι που τα μαραντζιάζειςυ υ υ υυτζαι πον τ' αφήννεις να χαρούν μήτε μιαν σταλαμήν,υ υ υπου φευκατίζεις τζαι πολλούς τζαι που καταρημάζειςυτζαι 'που την πείναν καταλυείς τ' άχαρόν τους κορμίν,υπου τους βωβώνεις τζι εν μπορούν τα θέλουσιν να πούσιν,υυπον τους αφήννεις να καμμούν* μήτε να τζοιμηθούσιν.υυυΦτώσεια, που 'σαι πάντα σσυφτή τζαι παραπονημένηυυυτζαι που σε τρώ' η μισταρκά τζι η βαρετή δουλειά,υυυυπου παρπατείς με το κοντζιον* τζαι βαρυκαρτισμένη,υυγιατίυεν εδοτζίμασες με χάδιν, με φιλιά,υ υυ υφτώσεια,υτζιυαν τρων το δίτζιον σου οι λας οι παραπάνω,υ υποττέ μεν απορπίζεσαι τζι εσει Θεόν που πάνω.υυ υΕσούνη κάμνεις την τιμήν περίτου τιμημένην,τήν αθθρωπκιάν ψηλόττερα ακόμα να σταθείυυυτζι αν σ' έχουσιν ποριψιμιάν τζαι τσαλαπατημένηνυυυτζιυεν πλάσκεται μήτε ψυσή για να σε λυπηθη,τούτα ούλλα τα κάστια* πόν το μαρτύριόν σουυσηκώννουν σε τζαι βκάλλουν σε ψηλα πόν ο Θεός σου.υ* λας: οι άνθρωποι, ο λαός* κοκκαλιώ υ - κοκκαλίζω: τραγανίζω (εδώ μεταφορικά)* καταλύω - καταλυώ υ - καταλιώ: υ αφανίζω, καταστρέφω* καμμώ: κλείνω τα μάτια, κοιμούμαιυ* κοντζιόν, υ το: γογγυσμός* μισταρκά η: η έμμισθη εργασία* πλάσκομαι: βρίσκομαι, συναντώμαι* κάστιον, το: βάσανο, τιμωρίαΑδαμάντιος Διαμαντής, Ο κόσμος της Κύπρου,λεπτομέρεια, 1967-1972ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ22


ΠΟΙΗΣΗ Δημήτρης Λιπέρτης<strong>Β</strong>ούττημαν ήλιου *O φαιδρός ή σκωπτικός τόνος, οιπαραινετικοί και γνωμικοί στίχοι,κυρίως όμως η ερωτική ηδυπάθειακαι πληθωρικότητα, συχνά με εκφραστικήτόλμη που εκπλήσσει γιατον δυναμισμό και τη λιτότητά της,είναι βασικά χαρακτηριστικά τουέργου του.Άρκον* ποννά με παίρνουσιν οι τέσσερις τζι υ εμένανμες τζείν υ την ανακατωσιάν,υ υέλα τζαι υ υ'σού στην Εκκλησ υ υιάνμεν αντραπείς κανέναν.Αγάπουν σε έξω ψυ υ σής τ υ ζι εννά σε καταχνώσουν*,αν είσαι κόρη σπλαχνιτ υ ζήμεν περαρκήσεις, έρκου τ υ ζει,πριχού να με λουκκώσουν.Τους ζωντανούς έν' πο 'χουσιν μάσην* υ τζι υ υεν τους χωνεύκουν,τους πεθαμμένους συχχωρούν·έν' φούχτα χώμαν τζ υ υι εν μπορούν,κόρη, να τους παιδεύκουν.Ππέφτει τους πκ υιον μακάριση τ υ ζαι ψυσικόν διούσιν,γιατί που τον ψεματινόνπηαίννουν στον αληθινόνκόσμον, τ υ ζ υι εννά κριθούσιν.Αν μεν μου κάμουν κόλλυφα στες τρεις, με σαραντάρινμήτε στον χρόνον λουτουρκάν,πάρουμου* για παρηορκάνκάμε μου τούντην χάρην.Χριστόδουλος Πάφιος, Ερωτευμένος, λάδι* βούτημμαν ήλιου, το: ηλιοβασίλεμα* άρκον: αύριο, (εδώ) στο μέλλον* καταχνώνω: κατακρίνω* μάση - μάχη, η: μνησικακία, έχθρα, μίσος* πάρουμου: τουλάχιστον* σιγράζει/συγράζει/σιρκάζει: βραδιάζει, σουρουπώνει,δροσίζει* ξιφαράζω/ξηφαρίζω/ξηφαράζω: τρομάζω* μπότης - πότης, ο: μικρή πήλινη υδρία/ δοχείοχωρητικότητας μιας περίπου οκάς* νάκκον/νακκουρίν: λίγου<strong>Β</strong>ούττημαν ήλ υιου τ υ ζ υι ύστερις, τέλε υια ποννά συγράσει*τ υ ζαι πόνν’ αδκε υιάσουν τα στενάπον έ υ σει πλάσμαν να περνάγ υια να σε ξηφαράσει*,έλα τ υ ζαι ’σού στο μνήμαν μου τ υ ζαι μες στον μπότην* άψεαϊταφίτικον τ υ ζερίν,κάπνισε, κόρη, νακκουρίν*,νομάτισ’ με τ υ ζαι κλάψε.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ23


Ο ΛΥΡΙΚΟΣ ΡΕΑΛΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΟΥΘωρώ σε τζι ούλλον έναν αρωτώΣτα θέματα και τη στιχουργική τουεπιμένει να κινείται στο πλαίσιο τηςπαραδοσιακής ποίησης. Ιδιαίτεροενδιαφέρον δείχνει για τον ρυθμό, τηνομοιοκαταληξία και τη μουσικότητα.Θωρώ σε τ υ ζ υι ούλλον έναν αρωτώείντα λοής η ομορκ υιά σου ένι,δέρνω τον νουν μου, χά υ σ υ σω*, πελλετώ*τ υ ζ υι οι κόποι μου, του κάκου, παν χαμένοι.Μέλλιμον* είσαι όρομαν, δροσ υ υιά,γιά μυρωδκ υιά των φκ υιόρων είσαι; πε μου,μεν τζ υ υι είσαι τάχατες Θεάς οσ υ σ υ υιά;υΣαστίζω, πον εσάστισα υ ποττέ μου.Ό,τι ’ν' τ υ ζ υι αν είσαι πε μου, να χαρείς,γ υια τί λλιοψυχούν όσοι σου μπλάζουν*,βαστά σε η καρτκ υιά σου να θωρείςμ υιάλους μιτ υ σ υιούς γ υια σεν ν’ αναστενάζουν;Νεράδ’ αν είσαι τόπου κανενού,φανερώσ’ μου το πκ υιόν να μεν σε λάμνω*,αντ υ ζέλισσα αν είσαι τ’ ουρανού,να μάθω τ υ ζαι να ξέρω είντα κάμνω.υυ* χάσσω/ χάσκω: μένω με το στόμα ανοιχτό, χαζεύω* πελλετώ: παρατηρώ, κοιτάζω, περιεργάζομαι με προσοχή* μέλλιμον: άραγε* (ε)μπλάζω: συναντώ, βρίσκω κάποιον ή κάτι στο δρόμο μου* λάμνω: (εδώ) ενοχλώΜιχαήλ Xρ. Κάσιαλος, Αρετούσα και Ερωτόκριτος, λάδι, 1950ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ24


ΠΟΙΗΣΗ Δημήτρης ΛιπέρτηςΣτην ομορκιάν τηςΤόμου* φανείς, λαμποκοπά ο τόπος,υσπαγιάζουνται*υτζι οι λας που σε θωρούν,υ υπου τους αντζέλους έφυες αλώπως,υτζαι κλαίουν, το στραφείν σου καρτερούν.Κάθε σου κλώσμαν*, γέλιονυτζιυαμμαδκιά υσουαννοίει στράτες πό 'χουσιν κρεμμούς,υπαράδεισος έν' η κορμοστασιά σου,υυυμμά συμπουρκά* τζαι πόνους τζαι καμούς.Ο Πλάστης έβαλεν τα δυνατά τουυτζι έκαμέν σε με τόσην μαστορκάνυυτζιυαν σ’ άφηκεν να φύεις που κοντά του,έν' που το σκέφτηκεν στην υστερκάν.υΤζιυείπεν: στον κάτω κόσμον ας την πέψω,γιαυνα ξηννοιάσω πκιον, να ποσπαστώ,υυ υυμέμπα τζαι ξηστρατίσω τζαι μπερτέψωυτζι εγιώ, σγοιαν τους αθθρώπους, κολαστώ.υυυυΑδαμάντιος Διαμαντής, Το κίτρινο μαντήλι, λάδι, 1942υυΤζαι πόφοα* τζιυεμείς εννά του πούμεν:τους νόμους του γιαυτέθκοιανυομορκιάνυπως εν νέν' βολετόν να τους κρατούμεν,υυγιατ’ έχουμεν τζαι γαίμαν τζαι καρκιάν.υυ* τόμου: μόλις* σπαγιάζουμαι: υ μένω έκπληκτος* κλώσμαν, το: λύγισμα* συμπουρκώ: υποδαυλίζω* πόφοα: άφοβαΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ25


ΠΟΙΗΣΗ Δημήτρης ΛιπέρτηςΤ' αμμάδκια τηςυΤ’ αμμάδκια υ σου τζι η θάλασσα εν έχουν δκιαφοράν υυ υτζιυόπκοιος υτα δει τζειμέσα τζει πάει να ταξιδέψει,ταξίδιν πον το έκαμεν καμμιάνυάλλην φοράν,γιατί μές στην παράδεισον ορπίζει να κονέψει*.υ'Μμα τόμου μεσοπέλαα χαλάσει ο τζαιρόςυπόν' να δικλήσεις* να τον δεις τζαι να τα πελλετήσει*,εννά του μείνει του φτωχού ορμός* ποττέ γερός,υυπον έσει ξέρην* πκιον να δει τζι ορπίδαν ν’ αρμενίσει!υΕννά τριχομαλιάζεται*,υνα κλαίει μανιχός* τουυγιαυτο ταξίδιν πο' 'καμεν τζι εστάθην ο χαμός του.υυυ υ υTζιυεγιώ υο κακομάζαλος που χάσσω τζαι θωρώ ταυυτζαι λαμπασμένος* ύστερις τζαι λαωμένος* πρώτα.υυΤο φιλίν σουΓεώργιος Πολ. Γεωργίου, Η Παναγία τουΛιοπετριού, λάδι, 1952* κονεύ(κ)ω: διαμένω, καταλύω* δικλώ/δικλίζω: βλέπω, παρατηρώ, εξετάζω* αρμός/ορμός, ο: κλείδωση οστών, άρθρωση* ξέρη, η: ξηρά, ύφαλος* τριχομαλλιάζω/τριχομαλλίζω/τριχομαλλώ: υμαδώ τιςτρίχες του κεφαλιού τραβώντας τις* μανιχός: μοναχός* (α)λαμπάζω/λαμπάσσω: παραφρονώ, τρελαίνομαι* λαώννω-ομαι: τρελαίνομαιΑν ήτουν βολετόν γιαυνα ξηχάσωυπως είμαι ζωντανός τζαι παρπατώ,τον Πλάστην μου να τον παραμερκάσωπου πάντα μου ποκούμπιν τον κρατώ*,υτότες ξηχάννω τζείνον το φιλίν σου.υΑμμά τζαι φούχτα χώμαν να γινώυ υμιανυτζιυη ψυσή μου έν' τωρά μαζίν σουυεννά 'ν' τζαι τότες… Εν* σ’ αλλησμονώ.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ26


Ο ΛΥΡΙΚΟΣ ΡΕΑΛΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΟΥΟ Δημήτρης Λιπέρτης (Λάρνακα, 1866 - Λευκωσία, 1937)σπούδασε γαλλικά και αγγλικά στο Αμερικανικό Κολλέγιο της <strong>Β</strong>ηρυτού(1880-1884) και με την επιστροφή του στην Κύπρο υπηρέτησεγια κάποια χρόνια ως κυβερνητικός υπάλληλος σε διάφορεςθέσεις. Προσπάθησε να ολοκληρώσει πανεπιστημιακές σπουδέςστην Ιταλία και την Ελλάδα, χωρίς, όμως, επιτυχία λόγω οικονομικώνδυσχερειών. Στη συνέχεια εργάστηκε ως καθηγητής γαλλικώνστην Αγγλική Σχολή Λευκωσίας, σχεδόν ώς τον θάνατό του.Οι δύο πρώτες του συλλογές (Χαλαρωμένη Λύρα, 1891· Στόνοι,1899), όπου η καθαρεύουσα εναλλάσσεται με τη δημοτική, είναισαφώς επηρεασμένες από το κλίμα του ύστερου ελληνικού ρομαντισμούτου 19ου αιώνα, γι’ αυτό και είναι κυρίαρχος ένας τόνοςμελαγχολίας και απαισιοδοξίας. Σε ώριμη ηλικία, γύρω στα 1918,ο Λιπέρτης θα κάνει τη στροφή του προς την κυπριακή διάλεκτο.Στην αλλαγή αυτή συνέβαλαν τόσο η καταξίωση της δημώδους παράδοσηςκαι γλώσσας (που υποστηρίχτηκε στη θεωρία και στηνπράξη από τον Κ. Παλαμά και τη γενιά του 1880), όσο και η επίδρασητης ποιητικής κατάθεσης του <strong>Β</strong>. Μιχαηλίδη (με τη συγκεντρωτικήέκδοση των Ποιημάτων του το 1911), μια σχέση που χρονολογείται,ωστόσο, από παλαιότερα, αν λάβουμε υπόψη τους τίτλουςτων πρώτων τους συλλογών: Ασθενής λύρα (1882) του <strong>Β</strong>. Μιχαηλίδηκαι Χαλαρωμένη λύρα (1891) του Δ. Λιπέρτη. Έτσι, στα 1923ο Λιπέρτης θα δημοσιεύσει τον πρώτο τόμο των ποιημάτων τουμε τον τίτλο Τζιυπριώτικα τραούδκια, για να ακολουθήσουν άλλοιτρεις (1930, 1934 και 1937), με τον δεύτερο τόμο να προλογίζεταιμάλιστα από τον Κ. Παλαμά. Η αποκάθαρσηκαι ανύψωση της κυπριακής διαλέκτουσε γλώσσα ικανή να εκφράσει λεπτές ποιητικέςαποχρώσεις με λυρική δροσερότητα,καθώς και η δημιουργική αξιοποίηση καιο εμπλουτισμός της ποιητικής παράδοσηςτου νησιού καθιστούν αναμφίβολα σημαντικήτη συμβολή του Δ. Λιπέρτη στη νεότερηκυπριακή ποίηση, πράγμα που αποδεικνύεταικαι από την επίδραση που άσκησε τοέργο του σε μεταγενέστερους ποιητές(Π. Λιασίδης, Κ. Μόντης κ.ά.).ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ27


Ο ΛΥΡΙΚΟΣ ΡΕΑΛΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΟΥΠαύλος ΛιασίδηςΕίμαστιν γέννημαν του φουΤο αίτημα για κοινωνική ισότητα,δικαιοσύνη και εθνική αποκατάστασηκυριαρχεί στην ποίησή τουμαζί με την πίστη στην έλευση ενόςκαλύτερου κόσμου, απελευθερωμένουαπό την άγνοια, τις προλήψειςκαι τα ποικίλα δεσμά του παρελθόντος.Η στράτευση στα ιδανικάαυτά δεν στερεί από τα ποιήματάτου τον πηγαίο και άδολο λυρισμό,ενώ η τεχνική επεξεργασία του λαϊκούστίχου ακολουθεί, όπως και οίδιος ο ποιητής παραδέχεται, τα διδάγματατων μεγάλων διαλεκτικώνποιητών της Κύπρου, <strong>Β</strong>ασίλη Μιχαηλίδηκαι Δημήτρη Λιπέρτη.Εν την ι-ξέρουμεν εμείς την νύχταν μάναν μας,με που το ψέμαν καρτερούμεν σωτηρίαν,υείμαστιν γέννημαν του φου τζαι της Ανάστασηςυυτζαι για να γράψουμεν τζινούρκαν ιστορίαν!υΕις την θεάν την τύχην τσίττος* εν πιστεύκουμενυ υτζιυας έσει ’κόμα που φιλούν το πρόσωπόν της.υΈνε των πούτρων ομορκιά,υπογιώνυκοτσίνισμαν,λείπει το χάρισμαν, νάν’ κάλλος φυσικόν της!υυΈνι τζιυη κόρη της Αλήθκειας που γεννήσιος της,υυυ’μμά ’ν’ αντζελόμορφη!... τζι αγέραστη στα γρόνια!υ υυθέμα* χαρίζει φως τζαι ζήσην εις τους φίλους τηςυυυτζι όι στραβάραν, φτώσειαν, πείναν τζαι κανόνια...υ υ υυυ* τσίττος: καθόλου* θέμα: και μάλισταΤηλέμαχος Κάνθος, Ξυλουργοί στο καλούπι, λάδι, 1968ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ28


ΠΟΙΗΣΗ Παύλος ΛιασίδηςΕρωτικά παραπονιάρικαυυΚακοτυσιόνΉτουν Απρίλλης μήνας τότες που σ’ αγάπησα,υμέρ’ ασυννέφκιαστη τζαι τα δεντρ’ αθθισμένα!υ υυαχ! τζιυη ζωή μας τότες έμοιαζενυαντζέλισσα,γλήορα όμως εγινήκαν περασμένα!υυυΠρώμα τζι έτσ’ άξυππα εσιόνισεν ο Μάρτης μαςυ υυτζαι των χαρών μας τα πουλιά, τα καημένα,υυπου ’ρταν τζαι χτίσασιν φουλιέςυμες στα ποκλώνιαυμας,υεξηψυσήσαν με τα φύλλα, μαρκωμένα*!Χριστόφορος Σάββα, Χωριατοπούλα με πανέρι, λάδι, περίπου 1954* μαρκωμένος: παγωμένος από το τσουχτερό κρύοΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ29


Ο ΛΥΡΙΚΟΣ ΡΕΑΛΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΟΥΟι αθάνατοιΈπρεπεν πάντ’ αθάνατοι να μείνετε στην Τζύπρον μαςυεσείς οι δκυουπρωτόμαστροι, <strong>Β</strong>ασίλη τζαι Λιπέρτη*,που ντύσετε τους στίχους σας πάνω στην χωρκατόγλωσσανυτζι εμείς να σας κλουθήσουμεν, όι του όποιος έρτει.υΓιατίυτωρά που λείψετε, πολλοί επήραν πάνω τους,μάχουνται να χαλάσουσιν τους πασιοθεμελιούς*υ υσας,που ξένους να ’ν’ οι μόλες* τους, ζαπούνηες* να κάμνουσιν,υυόι να ’ν’ τσιμεντένιοι, πασιοί γοιον τους δικούς σας.υυ υ υΌμως, ό,τι τζιυαν κάμουσιν, εσάς πάλ’ εν σας ρίβκουσιν,έν’ μάρτυρες τ’ αγάλματα οι λας που σας εκάμαν.υΘέλοντας τζαι μη θέλοντας εννά σας συναφέρνουσιν,υνα νώθουν την ξηχάσκιασην* τζαι να τους φέρνει κλάμαν.υυυυ* <strong>Β</strong>ασίλη τζαι Λιπέρτη: αναφέρεται στους κύπριουςδιαλεκτικούς ποιητές <strong>Β</strong>ασίλη Μιχαηλίδη (1849-1917)και Δημήτρη Λιπέρτη (1866-1937).* πασιοθεμελιός, υ υ ο: γερό, στέρεο θεμέλιο* μόλα, η: πρότυπο* ζαπούνης: αδύνατος, καχεκτικός* ξηχάσκιαση, υ η: ντροπήΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ30


ΠΟΙΗΣΗ Παύλος Λιασίδης<strong>Β</strong>αρώσινΚρίμας τα τόσα κάλλη σου τζιυεμαυρογερημιάσανυυνεκατσιασμένοι* Μάρτηες πιον πάνω σου ελουρκάσαν*.υΠού έν’ τα πορτοκκάλλια σου, γοιον λίρες που κρεμμούντανυυυυτζι εκοτσινολοούσασιν οι κόφινοι πο’ ’ρκούνταν;υυΣήμμερον εν θωρείς ψυσήν, καλάθιν να γεμώσειμήτε Τουρκούν με Γρισκιανήν. Πότ’ εννά ξημερώσει;υυυΑμμόχωστος. Άποψη της περίκλειστης κατεχόμενης πόληςυ* νεκατσιασμένος: υ φοβισμένος, τρομαγμένος* λουρκάζω: βάζω σε γραμμή, συσσωρεύομαιΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ31


Ο ΛΥΡΙΚΟΣ ΡΕΑΛΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΟΥΗ αθανασίαΗ Κυβέρνησίς μουέν’ η ποίησίς μου,πάντα στο τεμόνινυτζαι του νου τ’ ακόνιν.υΕίδεν το πουντζίν μουυτζιυέν’ παστόν; λαλεί μου·-Τρώ’ σατέ* σαλάταν,υχόρτα τζαι πατάταν.Το κριάς στην σούβλανφέρνει πάντα μούγλαν!Είμ’ ως δύμμαν νήλιουυασκητής του σπήλιου.υυΓράφω τζαι δκιεβάζω,υπλούτον κατεβάζω,που ποττ’ εν θα λείψει,ποιος να μου τον κρύψει;υΣυμεών <strong>Β</strong>ολτσκώφ, Παύλος Λιασίδης, λάδι, 1970* σατέ: απλώς, εξολοκλήρουΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ32


ΠΟΙΗΣΗ Παύλος ΛιασίδηςΤετράστιχονυΈν’ τζιυη ομορκιάυσου μιάλη,υαμμά τζιυη κορμοστασιάυσου,αφούς ούλες καττουδκιάζουν*,υόντες ρέσσουν που κοντά σου.Είσαι ο ψηλός ο πεύκος πον ι-μπόρουσιν να ζήσουν,υ υχαμηλόττερα δεντρούδκια στον νοσσιόν* του να πολύσουν*.υυυυΤηλέμαχος Κάνθος, Κοπέλα με το τσεμπέρι, ξυλογραφία, 1941* καττουδκιάζω: υ ντρέπομαι, σιωπώυ υ* νοσσιός, υ ο: σκιά δέντρου* πολυώ: βγάζω νέους βλαστούςΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ33


Ο ΛΥΡΙΚΟΣ ΡΕΑΛΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΟΥΟ Παύλος Λιασίδης (Λύση Αμμοχώστου, 1901 - Λάρνακα,1985) φοίτησε ώς την πέμπτη τάξη του δημοτικού σχολείου τουχωριού του και από μικρός ρίχτηκε στη βιοπάλη ασχολούμενοςκατά βάση με τη γεωργία και την κτηνοτροφία.Δημοσίευσε ποιήματά του από νωρίς σε φυλλάδες και σε εφημερίδες,ώσπου το 1928 τύπωσε το πρώτο του βιβλίο με ποιήματα,Τραγούδια του νησιού μου, για να εκδώσει συνολικά δώδεκα ποιητικέςσυλλογές ώς το 1979 (Χάραμαν φου, 1944· Η σταυρωμένηΤζύπρος μας, 1976· Νεκατωμένοι αέρηες, 1979 κ.ά.). Η ποίησήτου, με εκφραστικό όργανο αποκλειστικά την κυπριακή διάλεκτο,ακολουθεί τόσο την πλούσια παράδοση των λαϊκών «ποιητάρηδων»της Κύπρου, όσο και την έντεχνη ιδιωματική ποίηση του <strong>Β</strong>.Μιχαηλίδη και του Δ. Λιπέρτη. Ως προς τα θέματά της, αντλεί τουλικό της από την αγροτική ζωή και τις πολλαπλές στερήσεις καιβιοτικές δυσχέρειες των ανθρώπων της υπαίθρου, αλλά και απότις πρόσφατες οδυνηρές περιπέτειες του κυπριακού ελληνισμού.Έγραψε, επίσης στο κυπριακό ιδίωμα, έμμετρες θεατρικές ηθογραφίες,που παραστάθηκαν επανειλημμένως ή παρουσιάστηκανστο ραδιόφωνο και στην τηλεόραση.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ34


H νέα ευαισθησία, οι κοινωνικοί και νεοτερικοίπροσανατολισμοί της λογοτεχνίαςΣυλλογή αλατιού στον Μεσοπόλεμο. Αλυκή Λάρνακας


ποίησηΆποψη της Λευκωσίας στον Μεσοπόλεμο. Φωτογραφία Λεοπόλδος Γκλάσνερ, 1929


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΓλαύκος ΑλιθέρσηςΟι οραματισμοί του Εωσφόρου *(Αποσπάσματα)Στο συνθετικό αυτό ποίημα, δημοσιευμένοτο 1923 στην ομώνυμη συλλογή,αποτυπώνεται μια τάση προσωπικήςανταρσίας ενάντια σε όλατα δεσμά που έχουν επιβληθεί στονάνθρωπο. Η ανήσυχη και ανυπότακτηδιάθεση του ποιητή συνταιριάζεταιμε μια μυστικιστική ενατένιση τηςφύσης και των δυνάμεων της ζωής.[…] Μα ολύμπιο* να τραβάς στα γλαυκά* ύψηω κυπαρίσσι, ξέρω εσέ μονάχα.Ελεύτερ’ η ψυχή σου δεν θα σκύψειστ’ όποιο κατάτρεγμα της μοίρας τάχα;Δεν σε βαραίνει πόνος, καμιά τύψη; 5Τη δύναμή σου να μπορούσα να’ χαώς την κορφή σου, ω αγέρωχο και στείρο,ελεύτερο τον ύμνο μου να σύρω![…] Δεν είσαι κούφιο δέντρο που ετοιμάζεικαρπούς, για τα σακιά τού νοικοκύρη. 10Δεν είσαι η καλαμιά π’ όλο φωνάζει.Δεν μοιάζεις τ’ ανοιγμένο παραθύριτου σπιτιού, που τα μέσα, τ’ αραδιάζειστο κάθε μάτι. Της νυχτός οι γύροικαλόβουλοι κρατάν το μυστικό σου, 15κι αμίλητο τραβάς προς τον σκοπό σου.[…] Ω κυπαρίσσι, πόσο εγώ σου μοιάζωστη θέληση, στ’ ανάστημα, στη μοίρα!Στον κορμό σου ακουμπώντας λογαριάζωτο σύμβολο που από σένα πήρα∙ 20και μαζί σου προς το άπειρο γαλάζιουψώνεται του στήθους μου η πλημμύρα,σαν του φωτός το θρίαμβο στη μέρα,βουβή και σιωπηλή καθώς φοβέρα.* Εωσφόρος, ο: ο αρχηγός των αγγέλων που εξέπεσαναπό τον Παράδεισο, ο Διάβολος, ο Σατανάς* ολύμπιος: που χαρακτηρίζεται από επιβλητικότητα καιμεγαλείο (όπως ταιριάζει σε θεό)* γλαυκός: αστραφτερά γαλάζιος, γαλανόςΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ37


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΦασούριΣτα ποιήματά του είναι ευδιάκριτηη νοσταλγία για την πατρίδα, τααγαπημένα πρόσωπα, την παιδικήηλικία, για όλα όσα αναδίδουνκαι προσφέρουν την ασφάλειατου οικείου.Όταν κατάκοπος θα μπαίνεις στο βαθύ ελαιώνα,θ’ αναστενάξεις λυτρωμένος από το λιοπύρι∙θ’ ακούεις πώς κλαίει ερωτικά η περίπαθη* τρυγόνα,και θα χαρείς στων τζιτζικιών το εύθυμο πανηγύρι.Η ταπεινή κυρά θα σε δεχτεί με καλοσύνη, 5κι οι αγρότες θα ’ρτουν τον απλό να πουν χαιρετισμό τους,και θα μιλήσουν για της γης την ευφορία, με ειρήνηκαι τυφλή πίστη στον Θεό, βάνοντας το σταυρό τους.Κι άμα στη ρίζα μιας πυκνής ελιάς στρωθεί τραπέζι,απ’ το πηγάδι κρύο νερό θα σύρει η θυγατέρα, 10κι ένας βοσκός περαστικός θ’ αρχίσει να μας παίζειμε τα κουδούνια των αρνιών που τρέμουν στον αέρα.Και στρέφοντας το βλέμμα σου στ’ αγροτικό το σπίτι,(πέρασε η ώρα γρήγορα!) θα το ’βρεις φωτισμένοαπ’ το γλυκύτερο το φως, του ίδιου αποσπερίτη, 15μπρος στο παραθυράκι του ανάερα* ζυγισμένο!Κι όταν θα φεύγουμε, θα ιδείς, την ώρα που βραδιάζει,απ’ τη φωλιά της κι η σοφή γλαύκα* να βγαίνει,και στ’ ακροδρόμι ασάλευτη, πολλή ώρα να κοιτάζειτο φως που σβει, ρομαντικά συλλογισμένη… 20* περιπαθής: που διακατέχεται από έντονο πάθος* ανάερα: που στέκεται στον αέρα, δίνοντας την εντύπωσητου αιθέριου, του άυλου* γλαύκα, η: κουκουβάγιαΣολωμός Φραγκουλίδης, Τοπίο (θάλασσα), λάδι, 1970-1975ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ38


ΠΟΙΗΣΗ Γλαύκος ΑλιθέρσηςΤα σονέτα της ΕύαςΙΧΤα ποιήματα που παρατίθενταιστη συνέχεια ανήκουν σε συλλογέςπου σηματοδοτούν τη στροφή τουποιητή προς μια ποίηση ηπιότερωντόνων, όπου κυριαρχούν θέματακοινά. Στα «Σονέτα της Εύας», γιαπαράδειγμα, από τη συλλογή ΑπλήΠροσφορά (1929), το ερωτικό συναίσθημαεκφράζεται με ένα λεπταίσθητολυρισμό.Να πλημμυρά μας έτσι η αγάπη η αιώνια:στην άφθαρτή της φλόγα να εξαγνίζεικάθε μας κρίμα, και να μας γεμίζειμε την πνοή του Θεού, που στα αγνά χρόνιατα παιδικά μάς φύλαε. Κι έτσι αιώνια 5το σπίτι μας κακό να μη γνωρίζει,κι ολόχαρο να μας καληνωρίζει*κάθε άνοιξη τα πρώτα χελιδόνια.Και μέσα στη λευκή του τη γαλήνη,ν’ ανθίζει η μυστική σου καλοσύνη, 10σα μια λαμπάδα μπρος σ’ ένα Ιερό,και να ’ρχεσαι κοντά μου φέρνοντάς μου,σαν ευλογία το φως σου το ιλαρό,να φωτίζει τα βάθη της καρδιάς μου.Γιώργος Μαυροΐδης, Το κορίτσι με τα γκρίζα, λάδι, 1956* καληνωρίζω: (εδώ) καλωσορίζωΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ39


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΜικρή φωτογραφίαΣτο Μυστικό δείπνο (α΄ έκδ. 1944,β΄ έκδ. 1956), συλλογή που περιέχειποιήματα εμπνευσμένα από τοθάνατο της κόρης του Γλαύκης, τοπένθος του ποιητή, βρίσκοντας διέξοδοσε έναν προσωπικό ελεγειακότόνο, μετατρέπεται σε στωικήεγκαρτέρηση και συγκινητικό στοχασμόγια την εγκόσμια μοίρα τουανθρώπου.Πίσω η θολή γραμμή της Ειμαρμένης*.Στο φόντο τ’ ουρανού κατάρτια - αντένες,κι άσπρα ταξίδια, των πανιών λαχτάρες,δίψα των οριζόντων. Τα μαλλιά Σουτ’ ανέμιζε χρυσός πρωινός αγέρας 5και πέφτανε στο μέτωπο.Στον άμμοκάθουμαι κι όρθια στέκεις Εσύ πλάι.– Ποια σημασία να ’χε η στιγμή εκείνη,σταθεροποιώντας σε φακό πλανόδιο 10μια στάση μας τυχαία;Ιδού! που ο Χρόνοςακινητεί, κι είν’ όλα μαργωμένα*:τ’ άρμενα*, τα μαλλιά Σου και το κύμα...Κι εγώ προσηλωμένος χαύνο* βλέμμα, 15διακρίνω στη μορφή της συλλογής Σουτο «ΧΑΙΡΕ» που ματώνει την καρδιά μου…* Ειμαρμένη, η: η Τύχη, η Μοίρα, το Πεπρωμένο* μαργώνω: παγώνω* άρμενα, τα: πανιά, ξάρτια του πλοίου* χαύνος, ο: νωθρός, κοιμισμένος, αποβλακωμένοςΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ40


ΠΟΙΗΣΗ Γλαύκος ΑλιθέρσηςΠροορισμός τοπίουΠοια εντύπωση!Ψηλά δέντρα και κλώνοιχοντροί και το τρικύμισμα των φύλλων.Ριπές ανέμου παγωμένου∙ μέρεςτου χίλια κι εννιακόσια τόσα…Μάρτιος; 5Δεν θυμούμαι ακριβώς… Σκαλίσαμε όμωςσε κορμούς δέντρων ημερομηνίεςκι ονόματα προσώπων.– Τι να εγίναν;Σαν τέτοια κρύα ριπή, σαν τέτοιο δέος 10στη μνήμη, που η φυγή τού χρόνου αφήνεικενό –και πόσο εμείς λαφριοί κι αερένιοι…Ω, ευτυχία του βάρους! Ω χρυσέ ήλιε!Ρίζα της γυμνής πέτρας, που κι η σαύραμακάρια ακινητεί… 15Αγαπώ το χώμα!Τηλέμαχος Κάνθος, Δυο τραυματισμένεςαμυγδαλιές. Δειλινό, λάδι, 1984ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ41


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΟ Γλαύκος Αλιθέρσης (ψευδώνυμο του Μιχάλη Χατζηδημητρίου,Λεμεσός, 1897-1965), σε ηλικία μόλις δεκαέξι ετών, κατατάχτηκε στονελληνικό στρατό ως εθελοντής, προκειμένου να συμμετάσχει στον <strong>Β</strong>΄<strong>Β</strong>αλκανικό Πόλεμο το καλοκαίρι του 1913. Αμέσως μετά την ολοκλήρωσητων εγκύκλιων σπουδών του στο Παγκύπριο Γυμνάσιο (1915),παρακολούθησε για ένα διάστημα μαθήματα στη Νομική Σχολή του ΠανεπιστημίουΑθηνών, παράλληλα με τις σπουδές του στη ΓυμναστικήΑκαδημία (ήταν άλλωστε Παγκυπριονίκης αθλητής), από την οποία αποφοίτησετο 1917, για να διοριστεί το 1919 καθηγητής σωματικής αγωγήςστο Αβερώφειο Γυμνάσιο της Αλεξάνδρειας. Εκεί έζησε, υπηρετώνταςστα κοινοτικά σχολεία, ώς το 1963, οπότε και επέστρεψε στην Κύπρο.Πρόκειται για τον πρώτο Κύπριο ποιητή που παρουσίασε αξιόλογοέργο, χρησιμοποιώντας την πανελλήνια κοινή. Πολυγραφότατος και μεδιαρκή παρουσία σε διάφορα έντυπα της Κύπρου, της Αθήνας και, κυρίως,της ελληνικής παροικίας της Αλεξάνδρειας, ασχολήθηκε επίσηςμε το διήγημα, το θέατρο, τη μετάφραση αγγλικής ποίησης και τη λογοτεχνικήκριτική. Στο ποιητικό του έργο (Γαλανά δαχτυλιδάκια, 1919·Κρινάκια του γυαλού, 1921/ ²1924· Οι οραματισμοί του Εωσφόρου καιάλλα ποιήματα, 1923· Απλή προσφορά, 1929· Θερισμοί και οργώματα,1939· Μυ στικός δείπνος, 1944/ ²Ι956 κ.ά.) έχουν επισημανθεί ποικίλεςεπιδράσεις, κυρίως από τον Παλαμά και τους επιγόνους του, ενώ ευδιάκριτοςείναι και ο απόηχος από τον ενορατικό λυρισμό του Σικελιανού.Για τη νεότερη κυπριακή ποίηση θεωρείται ο εισηγητής της νέας ποιητικήςευαισθησίας, εφόσον σταδιακά εγκαταλείπει τον αυστηρό ρυθμότων παραδοσιακών στιχουργικών μορφών και υιοθετεί τους εκφραστικούςτρόπους της νεοτερικής ποίησης.Μετακινήσεις του Γλ. Αλιθέρση. Σημείωση του Γ. Λεύκη για τη μελέτη Οι ΡίζεςΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ43


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΤεύκρος ΑνθίαςΚατρακύλημαΣτη συλλογή Τα σφυρίγματα τουαλήτη (1929) θα αποτυπωθεί η κοσμοθεωρίατου ποιητή, απότοκη τόσοτης προσωπικής του δοκιμασίας, όσοκαι του γενικότερου κλίματος τηςεποχής. Προβάλλοντας το αντισυμβατικόκαι αδέσμευτο πρότυπο τουπεριπλανώμενου αλήτη ως σύμβολοαμφισβήτησης και απελευθέρωσης,ως δυναμογόνο στοιχείο κοινωνικήςκριτικής και ανατροπής, τα ποιήματατης συλλογής αυτής θα φέρουν μετον πικρό τους λυρισμό, τον ειρωνικόκαι σαρκαστικό τους τόνο, μια ανανέωσηστο τοπίο της σύγχρονής τουςνεοελληνικής λογοτεχνίας.Όλο ξεπέφτεις –και ξεπέφτεις δίχως τέλος–για τιποτένια πραγματάκια της ζωής.(Είσαι παλιάτσος, κι όμως δείχνεσαι για Οθέλλος*,με τις αστείες προσωπίδες που φορείς).Το ποιο φινάλε θα ’χει τέτοια μια ιστορία, 5το κατρακύλημά σου αυτό πού σε οδηγεί,πάντα το σκέφτεσαι με πόνο και πικρία,μα δεν γιατρεύεις τέτοια επίφοβη πληγή.Πάντοτε λες: «Θα ’ρθει μια μέρα να ξεφύγω,απ’ των πραγμάτων το μηδέν να λυτρωθώ, 10και με το πέρασμα του χρόνου, λίγο-λίγο,κάπως ψηλά με περηφάνια να υψωθώ».Κι όμως το Χάος σα μαγνήτης σε τραβάεικαι, απειθάρχητος, στη Σκέψη πάντα ζεις...Το κατρακύλημα ποτές δεν σταματάει, 15για τιποτένια πραγματάκια της ζωής.* Οθέλλος: στρατηγός, κεντρικός ήρωας της ομώνυμηςτραγωδίας του Ουίλιαμ Σαίξπηρ (1564-1616), η οποίαδιαδραματίζεται στην Κύπρο στα χρόνια της Bενετοκρατίας.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ44


ΠΟΙΗΣΗ Tεύκρος ΑνθίαςΕπίλογοςΑλήτη! Απόψε είν’ η βραδιά τόσο καλή, τόσο καλή.Μπορείς να πας να κοιμηθείς σ’ ένα παγκάκι, Αλήτη!Πλάτυνε η Σκέψη τη ζωή τόσο πολύ, τόσο πολύ,που ’κανε ο άνθρωπος τη Γη κι όλο το Σύμπαν: σπίτι.Δεν έχεις δάκρυα να θρηνείς, ούτε κουράγιο να πονείς, 5ούτε κραυγές υστερικές να βγάνεις πέρα ως πέρα.Είσ’ ένα κύμα σιωπηλό μιας τρικυμίας παντοτινής,που γαληνεύει ανήσυχα στην ήσυχην εσπέρα.Κι όταν θα βρεις το λυτρωμό σ’ ένα παγκάκι ξαπλωμένος,και θα σιγήσει ο σίφουνας κι η θύελλα της ζωής σου, 10Αλήτη! δεν θα πεις ποτέ πως ήσουν κουρασμένοςαπ’ τον αγώνα τον σκληρό της άρρυθμης ψυχής σου.Αλήτη! Απόψε είν’ η βραδιά τόσο καλή, τόσο καλή.Μπορείς να πας να κοιμηθείς σ’ ένα παγκάκι, Αλήτη!Πλάτυνε η Σκέψη τη ζωή τόσο πολύ, τόσο πολύ, 15που ’κανε ο άνθρωπος τη Γη κι όλο το Σύμπαν: σπίτι.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ45


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΔον Κιχώτης*Η έντονα κριτική, συχνά σκωπτική,ματιά του ποιητή στην κοινωνία καιτα δεσμά που αυτή επιβάλλει στοάτομο, καθώς και η συγκίνηση τουμπροστά στον άνθρωπο που πάσχειαλλά αγωνίζεται, θα συνεχίσουν νααποτελούν κυρίαρχα χαρακτηριστικάκαι της μεταγενέστερης, πληθωρικήςπαραγωγής του.Τον είδα στ’ άλογό του κωμικά να προκαλείτο Σύμπαν, το Υπερπέραν και τα Χάη.Κάποτε να σφυρίζει και παντού να διαλαλείτ’ Άπειρο πως στα χέρια του βαστάει.Άκουσαν τη φωνή του, όθε περνούσεν, οι τυφλοί 5και γίγαντα μεγάλο τον θαρρούσαν.Σκύβοντας μέχρι κάτω τη φτωχή τους κεφαλήτα βήματα του αλόγου του φιλούσαν.Και γέλασα ανοιχτά, κι ήταν το γέλιο εκρηκτικό,τόσο που ’χε θυμώσει ο Δον Κιχώτης, 10ο νάνος ο γελοίος με το κορμάκι το σκυφτό,που φάνταζε στον κόσμο σαν ιππότης.Ήτανε κωμικός κι ο κουρασμένος του θυμός,γιατ’ είχε απ’ το ταξίδι του απαυδήσεικι άδικα προσπαθούσε, σκυθρωπός και πελιδνός*, 15το λίγο του κουράγιο να κρατήσει.Και νάνος στο άλογό του ο δυστυχήςαρχίζει να γελάει με τ’ όνειρό του.Θαρρώ πιο πιθανόν, από τους δυο, κατακτητήςτου Σύμπαντος να γίνει τ’ άλογό του! 20Aνδρέας Μακαρίου, Νταλί-Δον Κιχώτης πολεμά με τασκιάχτρα (δίπτυχο), ακρυλικό και λάδι, 1999-2000* Ο Δον Κιχώτης, ο ευγενικός ήρωας με τις ανεδαφικέςιδέες, στο ομώνυμο μυθιστόρημα του ισπανού ΜιγκέλΘερβάντες (1547-1616), γίνεται σύμβολο ποιητικό. Είναιπιθανός εδώ ο αυτοσαρκασμός του ποιητή Τ. Ανθία.* πελιδνός: ωχρός, χλωμός (συνήθως εξαιτίας κάποιαςασθένειας)ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ46


ΠΟΙΗΣΗ Tεύκρος ΑνθίαςΕπαρχίαΕδώ στην Επαρχία, δεν είναι λόγοςν’ αυτοχτονήσουμε*, «δόξα τω Θεώ»!Γελούμε πλούσια, κλαίμε όσο μπορούμε,και τίποτα δεν βλέπουμε στραβό.Όλα στη θέση τους, κι αν τα θωρούνε 5ανάποδα –ως συνήθως– μερικοί,δεν έχει σημασία· τα πάντα δείχνουνπως ζούμε μια ζωήν αρμονική.Περνά ο βαθύς στη σκέψη γείτονάς μου,τον χαιρετώ, με γλυκοχαιρετά. 10Λέμε κι οι δυο «τι βλάκας!», κι ο καθέναςτο δρόμο του σαν τραίνο περπατά.Πεθαίνει! Του σκαρώνω ένα λογύδριο,που δάκρυα προκαλεί, κι εγώ γελώ.Γιατί να μη γελάσω; Για ένα βλάκα... 15γνωρίζω πως σε ηλίθιους μιλώ.Άλλος προβάλλει αντίκρυ μου –ένας νάνος–και (τερψικάρδιο!*) παίζουμε γροθιές.Γελάει το πόπολο*, σκάζω από τα γέλια,και γύρω «συγκλονίζονται» οι καρδιές. 20Ρόλο παλιάτσου παίζουμε, και κλόουνολόγυρά μας χάχανα σκορπούν.Τι θα κοιτάξεις; Τα δράματα, που πίσωστα παρασκήνια «κάθαρση» ζητούν;* Αναφέρεται στην ασφυκτική πνευματική ατμόσφαιρατης Λευκωσίας. Εμπνέεται εμμέσως από την περίπτωσητου έλληνα ποιητή Κ. Γ. Καρυωτάκη, ο οποίος αυτοκτόνησεστην Πρέβεζα το 1928, καθώς, ανάμεσα σε άλλα,δεν άντεχε τις κοινωνικές και πνευματικές πιέσεις.* τερψικάρδιος: αυτός που προκαλεί ψυχική ευχαρίστηση,προσφέρει διασκέδαση* πόπολο, το: λαός, πλήθοςΑς τη ζητούν! Μας φτάνει που γελούμε 25–έστω πικρά– στη μικρή μας Επαρχία.Το καθετί στη θέση του, κι ανάποδα!Αυτό είν’ η πιο μεγάλη ανησυχία.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ47


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΤο πρώτο γράμμαΙΣτο έργο του, διαρκές καταδεικνύεταιτο ενδιαφέρον του για την ιδιαίτερηπατρίδα του, την Κύπρο, και τηνεθνική της αποκατάσταση: τα ποιήματατης συλλογής Το ημερολόγιοC.D.P. (1956), για παράδειγμα, συνδέονταιμε τις σκληρές εμπειρίες τουΑπελευθερωτικού Αγώνα (1955-59)εναντίoν των βρετανών αποικιοκρατώνκαι την προσωπική οδυνηρή περιπέτειάτου (Kρατητήρια Δεκέλειας,Κεντρικές Φυλακές Λευκωσίας,Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας).(15 του Δεκέβρη, 1955, ώρα 2 μετά τα μεσάνυχτα)Αναστασία.Απόψε η νύχτα είναι σαν την καλοσύνη σου.Έβρεξε. Κι ήτανε τα δάκρυα όλων των αγαπημένων μας.Η πρώτη μπόρα –του πρώτου και στερνού τους θρήνου.Ύστερα, μόνο μερικές σταλαγματιές 5πέφτανε σα ντιμινουέντο*του ραγδαίου εμβατηρίου της βροχής.Κι ήτανε κάτι δάκρυα,που αργοκυλούσανε και σβήνανεστα δικά σας μάγουλα 10–αγαπημένες γυναίκες,θεία παιδιά της τρυφερής, αιχμάλωτης στοργής μας.Κι ήτανε κάτι σα δροσοσταλιές,που κρεμαστήκανε σαν κρούσταλλααπάνω στα ματόκλαδα 15της άγρυπνης αγάπης μας, για σας, για όλο τον κόσμο.* ντιμινουέντο, το: μουσικός όρος που δηλώνει τηβαθμιαία ελάττωση της έντασης του ήχουΔίσκος βινυλίου με ποιήματα του Τ. Ανθία, Λονδίνο 1967ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ48


ΠΟΙΗΣΗ Tεύκρος ΑνθίαςΔιακήρυξηΚι ίχνη καρδιάς να ζούνε μέσα μου,θα τραγουδώ και θ’ αλαλάζωγια Σένα ατίμητη* ζωή,για Σε γαλανομάτα Λευτεριά.Δεν είναι σφαίρα η γη, 5δεν στροβιλίζεται στο Άπειρο.Χτυπάει σα μια καρδιά μέσα στα στήθια μουκι είναι οι παλμοί της θούρια κι εμβατήρια.Λυγμοί από τόξο τσιγγάνικου βιολιούγια τον ανθρώπινο πόνο, για τη Λύτρωση. 10Χαιρετισμοί στον ήλιο Στρατηλάτη.Τι κι αν μισή η καρδιά βαθιά μου υφαίνειτο νήμα της ζωής στον αργαλειό των οραμάτων;Μύριες ζωές υφαίνουνται μαζί και την κρατάνεπλατύτερη απ’ τη γη –μια πυραμίδα 15θεμελιωμένη στον Άνθρωπο,με την κορφή στον ίλιγγο του αιθέρα σφηνωμένη.Κι ίχνη καρδιάς να ζούνε μέσα μου,θα τραγουδώ και θ’ αλαλάζωγια Σένα ατίμητη ζωή, 20για Σε γαλανομάτα Λευτεριά!ω Λευτεριά!2 του Γενάρη, 1956(Νοσοκομείο Λάρνακος)* ατίμητος: ανεκτίμητος, του οποίου η αξία δεν μπορείνα υπολογιστείΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ49


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΟ Τεύκρος Ανθίας (ψευδώνυμο του Ανδρέα Παύλου, Κοντέα Αμμοχώστου,1903-Λονδίνο, 1968) αποφοίτησε από το Ιεροδιδασκαλείο τηςΛάρνακας το 1922, εργάστηκε για λίγο ως δάσκαλος στην Κύπρο καιακολούθως στην Ελλάδα (1924-1926), για να εγκαταλείψει τη διδασκαλικήσταδιοδρομία με την εγκατάστασή του στην Αθήνα (1927), η οποία καιθα σηματοδοτήσει μια περίοδο σκληρών βιοτικών συνθηκών και έντονωνστερήσεων. Μετά την επιστροφή του στην Κύπρο το 1930, διώκεται επανειλημμένωςαπό τη βρετανική αποικιακή διοίκηση για τις μαρξιστικές ιδέεςκαι την πολιτική του δράση (1931-1933), ενώ θα αφοριστεί και από τηνΕκκλησία για την ποιητική του συλλογή Δευτέρα Παρουσία (1931). Απότο 1934, θα εργάζεται ως δημοσιογράφος σε διάφορες εφημερίδες καιαργότερα θα εκδώσει δικά του έντυπα (Φλόγα κ.ά.). Θα συνεχίσει τη δημοσιογραφικήκαι εκδοτική του δραστηριότητα στο Λονδίνο (1948-1955και 1957-1968). Ενδιάμεσα, θα βρεθεί ξανά στην Κύπρο και θα πάρειμέρος στον Απελευθερωτικό Αγώνα, υφιστάμενος εκ νέου διώξεις καιφυλακίσεις.Πολυγραφότατος, υπηρέτησε όλα τα είδη του έντεχνου και δημοσιογραφικούλόγου. Με «ποιητάρικες» καταβολές (είχε εκδώσει επτά φυλλάδεςως τα δεκαπέντε του χρόνια), θα δημοσιεύσει το 1922 πρωτόλειαερωτικά ποιήματα, πριν γίνει ευρύτατα γνωστός με τη συλλογή Τα σφυρίγματατου αλήτη (1929). Η συλλογή αυτή, η οποία εντάσσεται στο πνεύματου «αλητισμού» της εποχής, όπως θα εκφραστεί στη νεοελληνική ποίησηκαι πεζογραφία, θα γνωρίσει επτά εκδόσεις ώς το 1956. Το εκτεταμένοέργο του (Άγιε Σατάν, ελέησόν με, 1930· Η Δευ τέρα Παρουσία, 1931· Τοημερολόγιο C.D.Ρ., 1956 κ.ά.) αναδεικνύει την πολιτική/ κοινωνική τουευαισθησία και αγωνιστικότητα, τη βαθιά ανησυχία του όχι μόνο για τηνιδιαίτερη πατρίδα του ή τον ελληνισμό, αλλά γενικότερα για τον σύγχρονοάνθρωπο και τα προβλήματά του.Ο Τ. Ανθίας στη Σχολή Μελκονιάν.Λευκωσία, 1955Ο Τ. Ανθίας στην αποβάθρα με τις κόρες του Φλόγακαι Άντρη. Λεμεσός, 1955ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ50


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΘοδόσης ΠιερίδηςΚυπριακή συμφωνία(Αποσπάσματα)ΙΙΙΗ Κυπριακή Συμφωνία (α΄ εκδ.1956) είναι μια εκτεταμένη ποιητικήσύνθεση. Σ' αυτήν ο ποιητής επιχειρείνα αποδώσει, σε παραδοσιακό ήελεύθερο στίχο και με συμπύκνωσητου ιστορικού χρόνου, τη διαδρομήκαι τις περιπέτειες του κυπριακούελληνισμού. Η στιχουργική άνεση,η ρυθμική ποικιλία, αλλά και ηδιάσπαση της αρχιτεκτονικής τουέργου μέσω των επαναλήψεωνπροσδίδουν ένα τόνο ορμητικό καιμαχητικό, που δεν στερείται όμωςγνήσιας λυρικής πνοής.Στα αποσπάσματα που παρατίθενταιεδώ η αγωνιστική διάθεσησυνταιριάζεται με το τραχύ καιάνυδρο τοπίο της Κύπρου. Ο απλόςάνθρωπος, ταυτισμένος με το χώμακαι τη μοίρα της πατρίδας του, καλείταινα την υπερασπιστεί ενάντιασε όλους όσους την επιβουλεύονται.[...] Ξέρουμε πως αυτό το σκελετωμένο τοπίοείναι δικό μας.Ξέρουμε πως αυτό το χωματένιο φτωχόσπιτοαυτές οι γονατισμένες φραγκοσυκιέςμε τη σκόνη στα φύλλα τους, με τις σαύρες στα πόδια τους, 5είναι δικά μας.Αυτό το μοναχικό κυπαρίσσισα δωρική κολόνα μέσα στου κάμπου τη γυμνότητααυτές οι λεύκες, ωσάν πράσινες κραυγέςκάτω απ’ τον άσπρον ήλιο 10ωσάν ποτάμια κάθετα μεσ’ στο φρυγμένο* αγέρααυτή η κάππαρη που αρπάχτηκε στο φρύδι του εγκρεμού σαν τρομαγμένηαυτά τα χώματα τ’ αχαμνά*αυτοί οι ξεροπόταμοι που ακινητούνε πετρωμένοι 15έρημοι μέσα στις μεγάλες ερημιέςείναι δικά μας. [...]* φρυγμένος: ξεροψημένος, καμένος (από την ξηρασία)* αχαμνός: αδύνατος, καχεκτικός, μτφ. ταπεινής καταγωγής,άσημοςΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ51


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣIV[...] Τραγουδώ, τραγουδώ το νησί μουπου ’ναι τόσο μικρό για να μπόρεισαν πουλί να χωρέσει στη χούφτα μου.Που ’ναι τόσο μεγάλο, να μπόρεινα χωρά την ακέρια ανθρωπότητα 5όπως κλείνει η μια μόνη σταγόνατον πλατύν ωκεανό που τη γέννησε.Τραγουδώ, τραγουδώ τους ανθρώπουςτου νησιού μου –και κείνους που πέρασανκι ολοτρόγυρα ανθίζουν τα χνάρια τους 10και κεινούς όπου σήμερα οδεύουνεστη σκληρήν ανηφόρα –και κείνουςπου θε να ’ρθουν να πούνε βροντόφωνοτης χαράς, της χαράς το τραγούδι.Ω, δεν τις χάνω, δεν τις κλείνω τις φτερούγες μου 15κειο το τραγούδι που θε να ’ρθει δεν ξεχάνω.Τραγουδώ τους ανθρώπους που θα ’ρθουνε.Τραγουδώ τους ανθρώπους που θα ’χουνγια θροφή στα πνεμόνια τους, λεύτεροτον πλατύν ουρανό μας –που θα ’χουν 20όλο τούτο το χώμα μας λεύτεροσαν αφέντες να το δρασκελίσουν.Τραγουδώ τους ανθρώπους που θα ’χουνεκάθε χρόνο πολύ να θερίσουνμεσ’ στ’ αλώνια πολύ να χορέψουνε 25και πολύ τη χαρά τους βροντόφωνανα την πούνε, να την τραγουδήσουν. [...]Τηλέμαχος Κάνθος, Συγκομιδή ΙΙ, ξυλογραφία, 1963ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ52


ΠΟΙΗΣΗ Θοδόσης ΠιερίδηςIX[...] Λογαριάσατε λάθος με το νου σας, εμπόροι,δεν μετριέται πατρίδα, λευτεριά με τον πήχη!Κι αν μικρός είν’ ο τόπος και το θέλει και μπόρειτον ασήκωτο βράχο να τον φάει με το νύχι.Τούτη η δίψα δεν σβήνει, τούτη η μάχη δεν παύει, 5χίλια χρόνια αν περάσουν, δεν πεθαίνουμε σκλάβοι![...] Αψηλά τις καρδιές μας! Μεσ’ στης γης μας το χώμαπιο βαθιά ριζωμένοι –κι ας μανίζουν* οι ανέμοι.Τούτο ακόμα το χρόνο, τούτ’ την άνοιξη ακόμα…Στον ορίζοντα πέρα κάποιο φως κιόλας τρέμει. 10Αψηλά τις καρδιές μας κι αρχινά να ροδίζειη αλυσίδα μας πήρε να βογγά και να τρίζει. [...]Γεώργιος Πολ. Γεωργίου, Σκηνές από τον αγώνα 1955-1959, λάδι σε ξύλο, 1959* μανίζω: φυσώ μανιασμέναΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ53


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΚύπρος 1958Το ποίημα φαίνεται ότι επικεντρώνεταιστην τραγική περίπτωση ενόςκοριτσιού, της Ιωάννας Ζαχαριάδουαπό την Αμμόχωστο, η οποίαέπεσε θύμα της βίας των βρετανικώνστρατιωτικών δυνάμεων στις3 Οκτωβρίου 1958.Ήταν οχτώ χρονώ.Είχε δυο άταχτα πλεξουδάκιακι αμέτρητα χρόνια ακόμα να ζήσει.Σκορπίστηκαν όλα, ανακατώθηκαν όλα με τις λάσπες του δρόμου.Είπανε για μια σφαίρα αδέσποτη.Γιατί τη λέξη δολοφονία δύσκολα την προφέρνουν οι δολοφόνοι.Δύσκολα παραδέχονται πως μαζευτήκανε τόσοι άντρες σιδερόφρακτοιγια να σκοτώσουν ένα παιδάκι.* σιδερόφρακτος: πάνοπλοςΞάνθος Χατζησωτηρίου, Γολγοθάς, λάδι, 1962ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ54


ΠΟΙΗΣΗ Θοδόσης ΠιερίδηςΤα περβόλια και ο Xρυσός KύκλοςΣτην Ονειροπόληση πάνω στα τείχητης Αμμοχώστου (α΄ εκδ. 1965)η ιστορική πραγματικότητα και ταπροσωπικά βιώματα τέμνονται καιενορχηστρώνονται σε ένα πολυφωνικόλυρικό λόγο, με κυρίαρχα τααισθήματα της νοσταλγίας και τηςβαθιάς έγνοιας για τον γενέθλιοτόπο και τους ανθρώπους του.Τις Κυριακές, μας αρέσεινα πηγαίνουμε περίπατο πάνω στα τείχη της Αμμοχώστου.Ωραία είναι και τα περβόλια, μόνο που πέφτουν κάπως μακριάαπό τη θάλασσα.Την ακούς, την οσμίζεσαι, μα δεν τήνε βλέπεις. 5<strong>Β</strong>λέπεις τους ανεμόμυλους να της στέλλουνε χαιρετίσματα με τις πολλέςαπαλάμες τουςβλέπεις τα κυπαρίσσια να τεντώνονται, τα μέτωπά τους να γιομίζουνχαμόγελοσαν μπορέσουν να την αντικρίσουν από μακριάμα εκείνην, την ίδια τη θάλασσα, δεν τήνε βλέπεις.Στα περβόλια περνούμε τις καθημερινές μας. 10Περνούμε μαζί με τους ανεμόμυλους, με τα κυπαρίσσια,με τις αμέτρητες αδερφούλες μας τις πορτοκαλιές,ζυμώνουμε το χώμα για να γίνει ψωμίζυμώνουμε την ψυχή μας για να γίνει μια ηρεμία χαρούμενηζυμώνουμε τη ζωή μας για να μπορέσει να γίνει 15ένας κύκλος κλειστός, ένας Κύκλος Χρυσός,ένας αυτάρκης κόσμος μέσα στον κόσμο.Εδώ ξεκουράζεται η μητέρα από ένα ταξίδι εβδομηντάχρονο.Κουράστηκε μέσα στους τόσους ανέμουςμα ξέρει να χαμογελά –ξέρει να κάθεται 20στον ίσκιο της κληματαριάςανάμεσα στα σπουργίτια και τα εγγονάκια τηςκαθώς μπρατσέρα* που ’φτασε στο λιμάνι.Εδώ ζει ο πατέρας, που τον εθάψαμε σε γη μακρινήπριν πάμπολλα χρόνια. 25<strong>Β</strong>λέπουμε τώρα τη σκιά του ν’ αναβοσβήνει κάτω απ’ τα δέντραακούμε τα βήματά του –ώρες-ώρες τα βλέπουμενα τσαλακώνουν τα πεσμένα φύλλακαι ξέρουμε πως και κείνος χαμογελάσα μακρινός και κείνος ταξιδευτής 30που ’φτασε αγάλια-αγάλια στο λιμάνι.* μπρατσέρα, η: ιστιοφόρο πλοίοΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ55


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΕδώ ζούμε και μεις –εμείς είμαστε τα έξι αδέρφια.Μαζί κι ο ταξιδευτής αδερφός –εκείνος πο’ ’ρχεταιανάμεσα στα ταξίδια του για λίγην ανάσα, 35για να ξαναγεμίσει το δισάκι τουμε το ψωμί της στοργής, με το κρασί της αγάπης,για να ξανάβρει έναν κόσμο μέσα στον κόσμο,έναν κύκλο κλειστό, έναν Κύκλο Χρυσό,με οχτώ σφιχτοδεμένους κρίκους. 40Εδώ περνούμε τις καθημερινές μας.Περνούμε τις μέρες μας και τις νύχτες, διψώντας τη θάλασσαμε μιαν από κείνες τις ήσυχες δίψες που αγνοούνε τον σπαραγμόόπως διψάς την αγαπημένη γυναίκα, όταν ξέρεις πως δεν έφυγε,μα πηγαινόρχεται με τα τραγουδιστά της βήματα στο άλλο δωμάτιο. 45Γι’ αυτό, σαν έρχεται η Κυριακή, μας αρέσειν’ ανοίξουμε διάπλατα το άλλο δωμάτιο.Να κάνουμε έναν περίπατο πάνω στα τείχη της Αμμοχώστου.Χειρόγραφο από τη συλλογή με σημειώσεις του ποιητήO Πύργος του Οθέλλου. ΑμμόχωστοςΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ56


ΠΟΙΗΣΗ Θοδόσης ΠιερίδηςΞαναρχινούμε...(1967)(Αποσπάσματα)Η ποιητική σύνθεση «Ξαναρχινούμε…»αποτυπώνει την άμεση αντίδρασητου ποιητή από την Πράγα,όπου νοσηλεύεται, στην επιβολή τηςΔικτατορίας των Συνταγματαρχώνστην Ελλάδα (21 Απριλίου 1967).[…] Όχι, μην πει κανείς πως δεν κουραστήκαμε,Είμαστε άνθρωποι και δεν πιστεύουμε στους υπερανθρώπους.Μην πει κανείς πως δεν ονειρευτήκαμε και μεις να μπορούμε ναπερπατούμε στους δρόμουςΧωρίς να κάνουμε πως δένουμε το κορδόνι του παπουτσιού μαςΓια να ελέγξουμε αν βρίσκεται πάντα πίσω μας 5Εκείνος ο άνθρωπος με την καφέ του καπαρντίνα.Ονειρευτήκαμε να περπατάμε ανέμελοι, ονειρευτήκαμεΌταν μας χτυπούνε την πόρτα, ακόμα κι ύστερα από τα μεσάνυχτα,Να ’ναι ένας φίλος περαστικός, που είδε φως στο παράθυροΉ ένας γείτονας που του λείψανε τα τσιγάρα. 10Ονειρευτήκαμε, σαν είμαστε νιοι, να ’χουμε το κορίτσι μας, να βγαίνουμετο βράδι περίπατοΧωρίς να μας αιφνιδιάζουν τα βήματα του περαστικού,Χωρίς να μας πολιορκούν οι νυχτερίδες του τρόμου.[…] Ξαναρχινούμε, λοιπόν.Στ’ όνομα αυτού του τόπου που τον σκέπασαν πάλι τα μηχανοκίνητατου κατακτητή,Στ’ όνομα των ποδοπατημένων ονείρων μας,Στ’ όνομα των μυριάδων νεκρών μας, που δεν είναι δυνατό να πέθανανγια το τίποτα,Στ’ όνομα των ζωντανών που δε θέλουν να πάψουν να είναι άνθρωποι,Εμείς, που δεν ονειρευτήκαμε να είμαστε ήρωες, παρά μόνο άνθρωποιΞαναρχινούμε, ξαναρχινούμε...Πράγα, τέλη Απρίλη 1967Δήμος Σκουλάκης, Greek Report, τχ. 13 Φεβρ. 1970Κώστας Μητρόπουλος, Eleutheria, τχ.2-3, Μάιος-Ιούνιος, 1971ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ57


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΤα παιδιάΤα ποιήματα που παρατίθενταιεδώ περιλαμβάνονταν στο ανέκδοτοέργο του ποιητή, το οποίο συγκεντρώθηκεσε τόμο ύστερα από τονθάνατό του, αποκαλύπτοντας καιάλλες πλευρές της ποιητικής τουδημιουργίας. Πρόκειται συχνά γιαολιγόστιχα ποιήματα, που διακρίνονται,παρά τον πεζολογικό τουςτόνο, από πηγαία αισθαντικότητακαι βαθιά στοχαστικότητα.Μόνο τα παιδιά ξέρουν να γίνονται ένα με τη θάλασσα.Οι μεγάλοι κολυμπούνε, κουράζονταιβγαίνουν, ξαπλώνουν, λαδώνουν την πλάτη τους,δυο παίζουνε σκάκι, ένας επιδείχνει το φορητό του ραδιόφωνο,ο καθένας έχει τις υποθέσεις του κι όλη τη συνέχεια τηςκαθημερινότητας. 5Μόνο τα παιδιά ξέρουν να κάθονται ανακούρκουδα στην άκρη-άκρητου νερούνα προσηλώνονται σ’ ένα χοχλαδάκι που μαζέψανεσε μια στάλα που ιριδίζει στο γόνατό τουςνα γίνονται ένα με την κάθε στάλα της θάλασσαςνα τήνε κλείνουν όλη μέσα στο κουβαδάκι τους 10σα να ’ναι πράμα δικό τους –σα να μεγάλωσε πια και τους έφτασεσε τρυφερότητα και σε μπόι. Παιδιά στην παραλία. Λάρνακα, δεκαετία 1920ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ58


ΠΟΙΗΣΗ Θοδόσης ΠιερίδηςΤο πέλαγοΠερσέψαν οι λογοήρωες στον τόπο μας.Περσέψαν οι ανδριάντες, οι επέτειες, οι λόγοι,οι λόγοι, λόγοι, λόγοι –οι λόγιοι λογάδες,οι λογοκόποι*, οι λογοφάγοι, οι λογοκατασκευαστές,περσέψαν οι προσλαλιές*, τα μεγαλολαλήματα, 5ξενολαλιές, ντοπιολαλιές, λογοπεζά, λογοποιήματα,περσέψαν και ξεχείλισαν τα λόγια, λόγια, λόγια,τ’ άλογα λόγια κάναν ένα πέλαγοπου ορμά με μάνητα* για να μας λογοπνίξει.Αδέρφια, κρατηθείτε στον αφρό. 10Αδέρφια, παραμερίστε τα κύματαρίξετε στον ορίζοντα της σωτηρίας την κραυγή:«Γη, γη!»Η γη των ονείρων σας είναι οι άνθρωποι –δεν είναι οι λόγοι.* λογοκόπος, ο: λογάς, φλύαρος, που λέει πολλά καιμεγάλα λόγια ή δίνει υποσχέσεις χωρίς αντίκρισμα* προσλαλιά, η: σύντομη προσφώνηση, συνήθως ωςχαιρετισμός* μάνητα, η: μεγάλη οργή, μανίαΆντης Χατζηαδάμος, Πτήση, μπρούντζος, 1960-1979ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ59


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΟ Θοδόσης Πιερίδης (Τσέρι, 1908-<strong>Β</strong>ουκουρέστι, 1968) από μικρήηλικία έζησε στο Κάιρο, όπου φοίτησε στο Γαλλικό Λύκειο και ακολούθωςστην Αμπέτειο Σχολή. Εργάστηκε ως υπάλληλος σε διάφορες επιχειρήσειςκαι υπηρεσίες της αιγυπτιακής πρωτεύουσας (1927-1942). Οργανωμένοςαπό νωρίς στην Αριστερά, υπέστη για τις ιδέες και τη δράση του,κατά τη διάρκεια του <strong>Β</strong>΄ Παγκοσμίου Πολέμου, διώξεις από τις βρετανικέςαρχές της Αιγύπτου. Μετά από μια σύντομη περίοδο στην Κύπρο (1946-1949), μετέβη στο Παρίσι, όπου σπούδασε γαλλική φιλολογία και ιστορίατου πολιτισμού στη Σορβόνη (1949-1952). Ακολούθησε μια δεκαετία(1952-1962) έντονης πνευματικής και πολιτιστικής δημιουργίας στη Ρουμανία,πριν επιστρέψει για οριστική πια εγκατάσταση στην Κύπρο.Ποιητής κατά βάση του ρωμαλέου και αγωνιστικού λυρισμού με σαφήκοινωνικό προσανατολισμό, θα κινηθεί στα πρώτα ποιήματά του, γραμμένασε ομοιοκατάληκτο ή ελεύθερο στίχο, στο κλίμα του ύστερου συμβολισμού,ο οποίος θα κληροδοτήσει μια ιδιότυπη μουσικότητα και υποβλητικότητακαι στη μεταγενέστερη παραγωγή του. Η ποιητική συλλογήΞέρουμε κι εμείς να τραγουδούμε (1937), με διάχυτη την αισιοδοξία γιαένα νέο κόσμο που ξεπροβάλλει δυναμικά, αποτελεί την αφετηρία μιαςπληθωρικής παραγωγής. Στις επόμενες συλλογές ή συνθέσεις του (Ημπαλλάντα της Μαρίας, 1939· Δέκα τραγούδια, 1940· Ερωτική ιστορία,1943· Νόστος, 1958 κ.ά.), όπου κυριαρχούν ως θέματα ο έρωτας και ηθαλασσινή εμπειρία, διακρίνεται ένας λεπταίσθητος λυρισμός, απότοκοςμιας προσωπικής ποιητικής ευαισθησίας, χωρίς ταυτόχρονα να λείπουν οικοινωνικές αναφορές. Τα δραματικά για τον ελληνισμό γεγονότα του <strong>Β</strong>΄Παγκοσμίου Πολέμου, ο αγώνας της Κύπρου για εθνική αποκατάστασηκαι το όραμα μιας κοινωνικής αλλαγής θα κυριαρχήσουν σε ένα μεγάλομέρος του μεταπολεμικού του έργου (Κυπριακή συμφωνία, 1956· Ονειροπόλησηπάνω στα τείχη της Αμμοχώστου, 1965· Ξαναρχινούμε, 1967 κ.ά.)Έλλην (Κάιρο, 1942-1948). Aντιστασιακό ελληνικό περιοδικό της ΑιγύπτουΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ60


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΜάνος ΚράληςΝύχτεςΈνας ήπιος, μελαγχολικός τόνος,συνταιριασμένος με μια μουσικήυποβλητικότητα, κατάλληλη γιατην απόδοση μιας ρευστής ψυχικήςδιάθεσης, διαπνέει τα ποιήματα τηςπρώτης συλλογής του Ταξίδι στηγυμνή χρονιά (1936)· η νύχτα, τοφεγγάρι, το έρημο τοπίο συνιστούντο σύνηθες σκηνικό των ποιημάτων.Εκύλησε μαζί μας, στο χρυσό το χόρτοσαν καρπός εξαίσιος, το φεγγάρι.Κι απ’ τα χείλη της αγάπης φτάνουντων έρημων παρθένων θαλασσών τα μύρα.Κάτω από την αίθρια σιωπή των θεών 5φθείρονται οι ψυχές αντικριστές και λιώνουν.Κάθε φιλί μας μόνο σα στερνόκάθε αγκάλιασμά μας σαν το τελευταίο!Με μιαν υπερένταση απέλπιδων φτερώνστα μαραμένα βλέφαρά μας πέρασαν οι ώρες. 10Κι όταν τα δάκρυά μας ξεραθούνε μες στο χώμακι ο ίσκιος των βημάτων μας θα λείψει μες στον ήλιο,τούτες οι νύχτες που ευώδιασεν η αγάπη μαςανάμεσα στο γαλαξία θα γυρνούν και στ’ άστρα.Ανδρέας Χρυσοχός, Το φθινόπωρο, λάδι, 1990ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ61


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΕλεγείο των αποτυχημένωνΚαράβια που ναυάγησαν ή ποτέδεν ξεκίνησαν· πολιτείες ερειπωμένεςπου δεν αφήνουν άλλη διέξοδο,παρά το ταξίδι της φυγής προς μέρηεξωτικά και ονειρικά· άνθρωποιπου η ζωή τους ρημάζει σε κάμαρεςγυμνές και ασφυκτικές, χωρίςέρωτα, χωρίς προοπτική, ενώ η λύτρωσηδεν φαίνεται να έρχεται ή ναυπάρχει· πρόκειται για μοτίβα πουεπανέρχονται στα ποιήματα καιτων δύο επόμενων συλλογών Φθινόπωροστην Κόλαση (1938) καιΕπιτάφιος του πληρώματος (1946).Θα ’ναι αργά, πολύ αργά –που κουρασμένοιαπ’ το λιμάνι θα γυρίσουν, δίχως λύσειςδιστακτικοί στις μάταιες των βαποριών σειρήνες.Ίδιες οι φτωχογειτονιές κι οι δρόμοιπου τα χαμένα βήματα παίρνουν ασυναισθήτως 5ίδια τ’ αναιμικά κορίτσια στο μπαλκόνιμε τ’ άδειο βλέμμα τους, το «διανυκτερεύον φαρμακείον»και το παλιό φεγγάρι απελπισμένοστα γυμνά κλώνια της πλατέας.Κι ο χλωροφορμισμένος* εαυτός τους 10χρόνια πικρά, λουλουδιασμένα χρόνιααπό κρεβάτι σε κρεβάτι λαϊκών ξενοδοχείων(βρόμικες κάμαρες, γυμνέςπου περιμένουν τους αυτόχειρες μονάχατα ιδρωμένα σώματα που δίνονται 6 γρόσια). 15Στην πόλη που αγάπησανπου κάποτε σχεδίασαν μεγάλες εξορμήσειςστην πόλη με τις πλάνες τους και τις εγκαταλείψειςτώρα μοναδική τους περιπέτεια πια θα ’ναιμια φτωχική, ανώνυμη κηδεία. 20Κι όμως πολύ νοστάλγησανώραν πολλή στην προκυμαία έχουνε γλυκά ονειροπολήσειτα έρημα, κοράλλινα νησιά του Ειρηνικούπου πάνε και πεθαίνουν τ’ άλπατρος μονάχα...* χλωροφορμισμένος: ναρκωμένοςΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ62


ΠΟΙΗΣΗ Μάνος ΚράληςΕπιτάφιος του πληρώματοςThose are pearls that were his eyes*(Shakespeare, Tempest)Διαβαίνουν στο μαύρον ύπνο τους κάτασπρα περιστέριαφτερά των γλάρων τα πανιά, τα συντριμμένα τα καράβιαοι ραψωδίες του άνεμου, φωνές της νύχτας, του πουλιού, της καταιγίδας –σα μουσική νυχτερινή σε ασημένιους κήπους.Καίνε σιωπηλά στον ύπνο τους αχνά κεράκια τ’ άστρα 5τα σταυρωμένα πόδια τους θα σκύψει το φεγγάρι να φιλήσει.Κόμπο τον κόμπο το κορμί θα δέσει σαν κοράλλικόμπο τον κόμπο η ψυχή, φλουρί μαργαριτάριβαθιά βαθιά στα πέλαγα με τους νεκρούς συντρόφουςδίχως μιαν άνοιξη να ’ρθει – 10και δίχως του φθινόπωρουοι μαγικοί αυλοί μες στα χρυσά τα δάση ν’ αντηχήσουν.– Δίχως αυγή, ωσότου το στερνό Εμβατήριο τούς ξυπνήσει.Τάσος Στεφανίδης, κύκλος Νήσος τις έστιν, λάδι, 1980* «Εκείνα είναι τα μαργαριτάρια που ήταν τα μάτια του»(Σαίξπηρ, Τρικυμία).ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ63


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΓια μια νεκρή γυναίκαVIIΛΑΔΙ ΚΑΙ ΧΩΜΑΚι αυτό το καλοκαίρι θα περάσει –Μάταια καρτερεί τον άνεμομαζί με το ξανθό σιτάρι ν’ ανεμίσει τα ξεχασμένα της μαλλιά.Περνάει επάνω σαν ιαχή, σα μυθικό κυμάτισμα γιγάντιων φτερώνηχώ στις θαλασσοσπηλιές και νοσταλγία του ναύτη...Περνάει επάνω, κλαίει μέσα στα δάση, κι ούτε αγγίζει 5την τρύπια, δακρυσμένη της ψυχή.Κι αυτό το καλοκαίρι θα περάσει –Η κάθε μέρα θρυμματίζειτους μελαγχολικούς καθρέφτες των ματιών τηςη κάθε μέρα γονατίζει–Λάδι και χώμα, υδρία* σπασμένη, προσευχή. 10Τι καρτερεί απλώνοντας τα σκοτεινά μαλλιά σα δίχτυασε θάλασσα χωρίς βυθό, σκληρή σαν το γυαλίγυμνή σα μαύρη πέτρα;O M. Κράλης στο σπίτι του, δεκαετία 1980* υδρία, η: πήλινο δοχείο, στάμναΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ64


ΠΟΙΗΣΗ Μάνος ΚράληςΓεύση θανάτουΧΗ τραγωδία της τουρκικής στρατιωτικήςεισβολής του 1974 δεν θααφήσει ασυγκίνητο τον ποιητή, οοποίος και θα αποτυπώσει το δράματου πολέμου, της προσφυγιάςκαι της καταστροφής στη συλλογήμε τον εύγλωττο τίτλο Γεύση Θανάτου(1974).Η πλατεία ήταν έρημη εκείνη τη νύχταΜε τα κλειστά περίπτερα, τις ξεσκισμένες αφίσες.Μύριζε καμένο ρούχο, στάχτη, πυρκαγιά.Πηγαίναμε μαζί μα οι λέξεις στέγνωσαν στα χείλη.Μόνο κοινό σημείο επαφής ήταν ο φόβος 5Εκείνος ο πρωτόπλαστος, απροσδιόριστος φόβοςΠου γνώρισε ο άνθρωπος σ’ ένα χωράφι τριβόλων.Μετρούσαμε τους οβολούς της πίκρας μαςσκαλίζαμε την τέφρα* της ψυχής.Κι άξαφνα πέρασαν με ορμή, μουγκρίζοντας 10Τα στρατιωτικά αυτοκίνητα, κατάφορτα κλαδιά των ευκαλύπτωνκι ακακίες,Κι εχάθηκαν γοργά σ’ ένα πυκνό σκοτάδι.Όμως σ’ αυτό το ελάχιστο διάστημα, για λίγα δευτερόλεπτα μονάχαΤο μάτι πρόφτασε να ιδεί στο δυνατό το φως των προβολέων 15Ένα κεφάλι εφηβικό, που με ανάστροφη ματιά εκοίταζε το χάοςΤα στιβαγμένα σώματα κομμάτια.– Τι γρήγορα που χάθηκαν τούτα τα νέα παιδιάΑπροετοίμαστα για θάνατο, γι’ αυτό το είδος του θανάτου...* τέφρα, η: στάχτηΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ65


ΠΟΙΗΣΗ Μάνος ΚράληςΧΙΙΚαθόμαστε πλάι πλάι σε καρέκλες καφενείωνΠαίζουμε τάβλι, φυλλομετρούμε τις εφημερίδεςΜε τις Γεννήσεις και τους Θανάτουςτους βιασμούς και τις λεηλασίες, πράματα καθημερινά.Κουβεντιάζουμε, φλυαρούμε σε μια παράξενη γλώσσαΠου κανείς δεν ακούει, δεν την καταλαβαίνει.Περιμένουμε και ρωτούμε, περιμένουμε και ρωτούμεΑν φάνηκαν καθόλου τα πανιάΑς ήτανε και τα ιστία του πένθους*.* Αναφορά στην ιστορία του μυθικού ήρωα Θησέα, οοποίος απέπλευσε για την Κρήτη με πλοίο που είχε μαύραπανιά (σε ένδειξη πένθους). Είχε δώσει στον πατέρατου, Αιγέα, την υπόσχεση πως, αν σκοτώσει τον Μινώταυροκαι επιστρέψει σώος στην Αθήνα, θα βάλει στοκαράβι του άσπρα πανιά, πράγμα που τελικά αμέλησε,με συνέπεια την αυτοκτονία του Αιγέα.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ66


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΟ Μάνος Κράλης (φιλολογικό ψευδώνυμο του Γεωργίου Μίνωος,Λευκωσία, 1914-1989) σπούδασε στο Παγκύπριο Διδασκαλείο καιστο Διδασκαλικό Κολλέγιο Μόρφου και εργάστηκε στη ΔημοτικήΕκπαίδευση. Παράλληλα, υπήρξε συνεργάτης διαφόρων εφημερίδωνκαι περιοδικών.Δημοσίευσε το 1936 την πρώτη του ποιητική συλλογή, Ταξίδι στηγυμνή χρονιά, με βασικά χαρακτηριστικά της τη μουσική υποβλητικότητακαι μια νεότροπη εκφραστική· άμεσες ωστόσο, διακρίνονται οι επιδράσειςαπό την ποίηση του Τ. Άγρα και από τους ποιητές της γενιάςτου ’20. Στις επόμενες συλλογές του θα αναζητήσει διαφορετικούςεκφραστικούς τρόπους από αυτούς που είχαν ακολουθήσει μέχρι τότεοι κύπριοι ποιητές, κινούμενος προς μοντερνιστικές κατευθύνσεις.Η ανανεωτική διάθεσή του, με ουσιαστική εγκατάλειψη του μέτρου καιτης ομοιοκαταληξίας και αντίστοιχη υιοθέτηση του ελευθερωμένου καιτου ελεύθερου στίχου, συντελείται το 1938 στη δεύτερη ποιητική τουσύνθεση (Φθινόπωρο στην κόλαση), ενώ διευρύνεται στην τρίτη και πιοώριμη συλλογή του (Επιτάφιος του πληρώματος ), αφού προηγήθηκε ηγόνιμη συνάντησή του με την ποιητική του Τ. Έλιοτ και του Γ. Σεφέρη.Η επώδυνη εμπειρία του πολέμου του 1974 και η τραγική απώλεια τηςκόρης του θα εμπνεύσουν στον Μ. Κράλη τα ποιήματα των συλλογώνΓεύση θανάτου και Εντάφιον έαρ, αντίστοιχα.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ67


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΣίμος ΜενάρδοςΕπιγράμματαΣτη συλλογή Επιγράμματα, δημοσιευμένημόλις το 1930, συγκαταλέγονταιποιήματά του, γραμμένα ταπερισσότερα κατά τα νεανικά τουχρόνια σε μια ζωντανή και εκφραστικήδημοτική.IIΜπρος στο χωριό μου αράξαμε, πριν φέξει Κυριακή∙δυο φώτα, τρεις ψαρόβαρκες, κάστρο και στίβες άμμου.«Μικροπολίτης» έλεγα γελώντας. Μόν’ εκείμια καμπανούλ’ ακούστηκε και λάκτισε* η καρδιά μου.Λεμεσός, 1892XΧωριό ’που πέρ’ ακούονται τα ρυάκια σου, τα μύρατων πεύκων σου και βούισμα των μελισσιών πολύ,όλα, και δρόσο κ’ ευωδιές κι ανθόμελι, τα πήρακρυφά ’πό μιας παιδούλας σου το πρώτο της φιλί.Πλάτρες, 1898XXVIΚύπρο μου, από τα δέντρα σου την χαρουπιά πονώ∙πάντα σγουρή και πράσινη, μηδέ βροχή δεν θέλει∙γεννά απ’ της ρίζας τον χυμό καρπό παντοτινό∙ραβδίζουν την αλύπητα κι αυτή τους δίνει μέλι.Προκυμαία Λεμεσού, δεκαετία 1890*λακτίζω: κλωτσώΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ68


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΟ Σίμος Μενάρδος (Μυτιλήνη, 1871- Αθήνα, 1933) πέρασε τα παιδικάτου χρόνια στην Κύπρο. Σπούδασε φιλολογία και νομική στο ΠανεπιστήμιοΑθηνών. Επέστρεψε στην Κύπρο και εργάστηκε ως σχολάρχηςστη Λάρνακα (1896-1898) και δικηγόρος στη Λεμεσό (1898-1904).Ακολούθως, μετεκπαιδεύτηκε στην Ιταλία, τη Γαλλία και τη Μ. <strong>Β</strong>ρετανία(1904-1907). Διορίστηκε επόπτης των ελληνικών σχολείων Κύπρου(1907-1909) και στο διάστημα αυτό ανέπτυξε πλούσια επιστημονική,κοινωνική και εκδοτική δραστηριότητα (μια από τις πρωτοβουλίες στιςοποίες συμμετείχε αφορούσε στην ίδρυση του Αρχαιολογικού ΜουσείουΛευκωσίας). Δίδαξε ελληνική φιλολογία στα Πανεπιστήμια Οξφόρδης(1907-1914) και Αθηνών (1911-1933), ενώ εκλέχτηκε και μέλος τηςΑκαδημίας Αθηνών (1926).Εξέδωσε με τον τίτλο Επιγράμματα (1930) τις λεπτά επεξεργασμένεςσυνθέσεις του, εμπνευσμένες κατά ένα μέρος τους από την κυπριακήτου εμπειρία και δημοσιευμένες νωρίτερα, στα τέλη του 19ου και στιςαρχές του 20ου αιώνα Ωστόσο, πολυσχιδές και ογκώδες είναι το επιστημονικόκαι συγγραφικό του έργο σε θέματα αρχαίας, μεσαιωνικήςκαι νέας ελληνικής φιλολογίας. Σ’ αυτό συγκαταλέγονται και εργασίεςτου σχετικές με θέματα της κυπριακής γραμματείας, ιστορίας και λαογραφίας(Θρήνος της Κύπρου, 1906· «Τοπωνυμικόν της Κύπρου», 1907 κ.ά.).ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ69


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΛεωνίδας ΠαυλίδηςΦιλίαΗ ποιητική του παραγωγή ξεχωρίζειγια τη μορφική επεξεργασίατου στίχου και την αναζήτηση μιαςπλούσιας και εκφραστικής γλώσσας.Χαρακτηριστικό δείγμα το παρατιθέμενοσονέτο.Φιλία πώς σε λαχταρώ κι ωιμέφοβούμαι μη ώς στην ύστατη πνοή μουτα ουράνια σου δώρα μείνουν ξέναγια την πολυθλιμμένη τη ζωή μου.Σ’ αποζητώ ωσάν ηλιοκαμένα 5αγρίμια της αμμόστρωτης ερήμουγυρεύουν τη δροσιά στα ξηραμέναβραχοπήγαδα κι η άθλια η ψυχή μουκαίεται μέσα στ’ απλήρωτό* της πόθοτην κρύφια λαύρα* π’ ωχ* ποιος θα τη σβήσει 10από ποια ψυχή δροσιά θε ν’ αναβλύσειτόση που άλλη να μπορεί να δροσίσει;Γέρασε ο κόσμος, ω ποιος θ’ αναστήσειτην κρύα την αναίσθητη καρδιά μου;* απλήρωτος: που δεν έχει ή δεν μπορεί να ικανοποιηθεί* λαύρα, η: φωτιά, μτφ. πόθος* π’ ωχ: που έχει Αδαμάντιος Διαμαντής, Γυναίκα με απλωμένα χέρια, ακρυλικό,1983-1984ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ70


ΠΟΙΗΣΗ Λεωνίδας ΠαυλίδηςΝίκηΚαι την προσμέναμε την ώρατου μυστικού συναγερμούτων πόθων και του γλυκασμούτης φαντασίας να ’ναι σαν τώρα...Γύρα και μπρος μας των αγώνων 5ανεμοκύμαντη η πυράκαι τα μεγάλα βροντεράσυνθήματα αγρικούνται μόνον...Στην όψη μας και μες τα φρένα*τα ολάσπρα κρίνα της οργής, 10φρουμάζει* ο σάλος της κραυγήςστα χείλη μας τα πυρωμένα...Γοργοί φεγγάτοι στ’ άναμμά μαςπρώτοι στο θάνατο ή στερνοίμάρτυρες ή ήρωες, φωτεινοί 15καπνοί μες τ’ αστραπόβροντά μαςΚι ο αλαλαγμός ως κρούει το γέρμα*περιζωσμένοι το βοριάμε την κλαγγή πλατιά ποριά*ανοίγουμε μπρος τ’ άγιο τέρμα... 20* φρένα, τα: μυαλό, διάνοια*φρουμάζω (και φριμάζω): κοχλάζω, είμαι έτοιμος ναξεσπάσω* γέρμα, το: δύση του ήλιου, ηλιοβασίλεμα* ποριά, η: πορείαΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ71


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΟ Λεωνίδας Παυλίδης (Λευκωσία, 1890-Λονδίνο, 1957) σπούδασενομικά και πολιτικές επιστήμες στην Αθήνα και στη Γενεύη. Έζησε κατάδιαστήματα στην Αθήνα, στην Κύπρο, στο Λονδίνο κ.α., όπου εργάστηκεβασικά ως δημοσιογράφος και εκδότης εφημερίδων και περιοδικών.Για τις επαναστατικές του πολιτικές του ιδέες διώχτηκε επανειλημμένωςτόσο στην Κύπρο, όσο και στην Ελλάδα, ενώ κατά τη διάρκεια της Κατοχήςβρέθηκε έγκλειστος σε στρατόπεδο της Γερμανίας.Η ποίησή του ακολουθεί βασικά την παραδοσιακή τεχνοτροπία μεευδιάκριτες τις επιρροές από τον Κ. Παλαμά, τον Α. Σικελιανό και τηνποιητική του παρνασσισμού. Το ποιητικό και κριτικό του έργο βρισκότανμέχρι πρόσφατα διάσπαρτο σε ελλαδικά και κυπριακά έντυπα, καθώςο ίδιος, ενόσω ζούσε, δεν προχώρησε σε κάποια έκδοση. Ασχολήθηκεεπίσης με τη μετάφραση μυθιστορημάτων του Α. Φρανς και του Ε. Ζολά.Επιστολή στον Σάββα Χρίστη, Αθήνα 6.6.1915ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ72


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΠαύλος <strong>Β</strong>αλδασερίδηςΟμορφιάΣτα ποιήματά του (εδώ από τη συλλογήΜαγιοβότανα, 1938) ως κύριαθέματα αναδεικνύονται η λατρείατης φύσης και του ωραίου, ο έρωταςστην ιδανική του μορφή και ηαγάπη για την πατρίδα, ενώ γενικάευδιάκριτη είναι μια τάση θρησκευτικότηταςκαι μυστικισμού.Χιλιάδες χρόνια ένα όνειρο λατρεύω.Μ’ από τα βάθη, που έρχομαι, της ζωήςκι από τους θησαυρούς της που αναδεύω*,σχήματα, ηχούς, ιδέες λογής-λογής,μια ελπίδα, μοναχά, κρατάω στα χέρια 5και δάκρυο τη θερμαίνει τρυφερό,καθώς τα μάτια μου ρωτούν τ’ αστέριακι ο νους μου το βαθύ μετράει καιρό.Τ’ όνειρο που λατρεύω σάρκα ας πάρει,εκστατικός να ιδώ την ομορφιά, 10να προσκυνήσω, τρέμοντας, τη χάρη,να μπω στη νόηση, τέλος, τη θεϊκιά!* αναδεύω: ανακατεύω, ανακινώΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ73


ΠΟΙΗΣΗ Παύλος <strong>Β</strong>αλδασερίδηςΠλάτρεςΙΣτη λαγκαδιά παραμιλούν τα δέντρα απ’ τον αγέρακι απάνωθε οι γυμνές πλαγιές ακούν συλλογισμένες.Πιο πέρα η θάλασσα τεφρή*, συννεφοσκεπασμένη,παίρνει απ’ τη δύση, πού και πού, λεκέδες σαν από αίμα.Και δόξα της παθητικής* τού φθινοπώρου εσπέρας, 5στου ταραγμένου ορίζοντα μιαν άκρη καθισμένα,δυο σύννεφα μενεξελιά, την πλάση φοβερίζουν.* τεφρός: αυτός που έχει το χρώμα της στάχτης* παθητικός: αυτός που χαρακτηρίζεται από απουσίαενεργητικότητας, αλλά κρύβει μεγάλη συναισθηματικήφόρτισηΠλάτρες, δεκαετία 1930ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ74


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΟ Παύλος <strong>Β</strong>αλδασερίδης (Λάρνακα, 1892-Αθήνα, 1972). Γόνοςπλούσιας οικογένειας με οικονομικές δραστηριότητες στην Ευρώπη,σπούδασε νομικά, φιλοσοφία και θεολογία στην Αθήνα και το Παρίσι.Ασχολούμενος με τις οικογενειακές επιχειρήσεις έζησε στη Γαλλία γιαπολλά χρόνια, όπου και εξέδωσε με το όνομα Paul Baldasséra σημαντικόμέρος του έργου του, γραμμένο στα γαλλικά. Αρχές της δεκαετίαςτου 1940 επέστρεψε στη γενέτειρά του, τα τελευταία, όμως, χρόνια τηςζωής του (1965-1972) τα πέρασε μεταξύ Λάρνακας και Αθήνας.Στο έργο του (Η αγάπη της ομορφιάς, 1921· Μαγιοβότανα, 1938·Ερμής, 1947 κ.ά.) επηρεάζεται κυρίως από τον γαλλικό αισθητισμό καισυμβολισμό, αλλά και από τον ιδεαλισμό του Δ. Σολωμού και της ΕπτανησιακήςΣχολής. Το ποικίλο μεταφραστικό του έργο (Όμηρος, Πλάτων,<strong>Β</strong>ιβλικά κείμενα) είναι ενδεικτικό των καταβολών και του γενικότερουπνευματικού του προσανατολισμού. Ασχολήθηκε ακόμη με το θέατροκαι την πεζογραφία.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ75


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΔημητρός Μ. ΔημητριάδηςΔείλι στην πολιτείαΤο πρώιμο ποιητικό έργο του, όπωςπαρουσιάζεται στη συλλογή <strong>Β</strong>ήματαστη χλόη (1923), εκφράζει ένααίσθημα θλίψης, ψυχικής φθοράςκαι αδιεξόδου.Έτσι την ένιωσα τη θλίψη των ανθρώπων.… Ένα δείλι, σαν περπατούσανε σκυφτοί στο πεζοδρόμι,είχανε στη μορφή τους, στις κινήσεις, έναν τρόποπερίλυπο, γιατί στενοί οι δρόμοι,σα να τους έφραζαν, και μάκραιναν μπροστά τους,μάκραιναν, σα να ’ταν χωρίς άκρη…και καθώς έσερναν βαριά τα βήματά τους,από τα μάτια τους σα να ’λειπε το δάκρυ.Σολωμός Φραγκουλίδης Νύχτα στη Λευκωσία, μικτά υλικάΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ76


ΠΟΙΗΣΗ Δημητρός Μ. ΔημητριάδηςΆνοιξηΚάμποι πρασινοσκέπαστοι, λουλουδισμένοι κάμποι,με τ’ άνθια τα μυριόχρωμα και το πυκνό χορτάρι,με το χρυσό το λιόφωτο, το ευωδιαστό θυμάρι,και τη δροσιά την πρωινή που ίδιο ασήμι λάμπει.Πουλιά με τα χαρούμενα τραγούδια σας που λέτε 5πάνω στα κλώνια των δεντρών, την ώρα που πετάτε,λεύκες που ονειρεύεστε, πλατάνια που γελάτε,πεύκα σιγαλομίλητα, ιτιές που όλο κλαίτε.Ευτυχισμένοι άνθρωποι που γοργοπερπατείτεμε πρόσωπα ζωγραφιστά με της χαράς τις χάρες· 10όλα στον ίδιο τον σκοπό αρμονικά λαλείτε,και μιας ζωής καλόχυμης φέρνετε το σημάδιπου την ξαναζωντάνεψαν χιλιόζωες λαχτάρεςκαι ξανανιώνει μέσα της κάθε παλιό ρημάδι.Λουκία Νικολαΐδου - <strong>Β</strong>ασιλείου, Τοπίο, λάδι, 1933ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ77


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΕρωτικό φθινόπωροΆγγελος Μακρίδης, Κόρη, μεικτά υλικά,1993Ένα φως έλαμψεστη λευκή πεδιάδαεκεί π’ ούτ’ ένα πράσινο φύλλοδεν δροσίζειτη γυμνή γη π’ ανασαίνει 5στο βάρος μιας φθινοπωριάτικης μέρας.Κι ήτανόταν επέρασες δίπλα μουμε τη φαρέτρα γεμάτηκαι το δόρυ γυμνό 10στ’ άπλετο φωτομάζεμα των ήλιων,με τη σφραγίδα της νίκης στο μέτωπο,τόσο δροσερήκαι τόσο παρθένα,σωριάζοντας τρόπαια 15στο κάθε σου βήμα.Όπως μια κρήνηκελαρύζει αφρόντιδακι ας στεγνώσουν τα χείληαπό μιαν άσβεστη δίψα, 20έτσι τ’ ολόχαρο τίναγματης ξανθής σου πλεξούδαςμάταια έφτασεώς τα γυμνά μου τα πόδια, 25μάταια εκάλεσετο καθάριο χρυσάφιτη γυμνή φούχτα του επαίτη.Ξεφτισμένα φτεράτων τελευταίων ερώτων 30μαδούνε τώραστη λευκή παστάδα* των κύκνωνκραυγάζοντας τον φόβοτων γαλάζιων λιμνώνστα πρώτα ρυτιδώματα 35της ανατριχίλας.* παστάδα, η: νυφικό υπνοδωμάτιοΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ78


ΠΟΙΗΣΗ Δημητρός Μ. ΔημητριάδηςΌπου και να ’ναιτα κύκνεια τραγούδια των πόθων–λυσίκομες* ειμαρμένεςαδυσώπητων* νεκρών– 40θ’ αντηχήσουνκι εγώδεν έφτασα ακόμη να δωτους κύκλους των ματιών σουνα μπλέκουν τα μολυβένια στεφάνια 45των είκοσι ανοίξεων.<strong>Β</strong>ιάζομαινα δώσω ό,τι έχω.Σε μια γκρίζα σελίδαδυο στίχους. 50Την ώριμη οπώρα* που ξεχάστηκεστον απόμερο κλώνο.Τ’ όψιμο* ρίγοςστην εαρινή αύρα.Στη σάλπιγγα που ήχησε 55τ’ ανοιξιάτικο θούριο,τον συντριμμένο αυλόστον έρημο πευκώνα.* λυσίκομος: με ξέπλεκα μαλλιά* αδυσώπητος: σκληρός* οπώρα, η: φρούτο* όψιμος: που εμαφνίζεται αργά, με καθυστέρησηΧειρόγραφο της ανέκδοτης συλλογήςΕρωτικό φθινόπωροΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ79


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΟ Δημητρός Μ. Δημητριάδης (Λεμεσός, 1892-1964) φοίτησε μέχριτην τέταρτη τάξη του Γυμνασίου και ακολούθως εργάστηκε αρχικά ωςδημοσιογράφος και κατόπιν ως διευθυντής και εκδότης εφημερίδων.Η πρώτη του ποιητική συλλογή (<strong>Β</strong>ήματα στη χλόη, 1923) έφερνε,στον απόηχο των κυρίαρχων ρευμάτων και τάσεων της δεκαετίας του1920, μια λεπτή λυρική νότα. Στη συνέχεια, όμως, το κλίμα της ποίησήςτου αλλάζει (Εμείς κι οι άλλοι, 1942) και κυριαρχεί η ρεαλιστική προσέγγισητων πραγμάτων, ενώ παράλληλα υιοθετείται ο ελευθερωμένος ή/και ο ελεύθερος στίχος. Εκτός από την πρωτότυπη ποιητική και θεατρικήτου δημιουργία, αξιοσημείωτο είναι και το μεταφραστικό του έργο(Τζ. Κητς, Ε. Α. Πόε, Ου. Ουίτμαν, Μ. Γκόρκι κ.ά.).Ν. Νικολαίδης - Δ. Δημητριάδης στο κατάστρωμα του επιβατηγού Κοουέιρ, 1920ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ80


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΞάνθος ΛυσιώτηςΝα τραγουδήσειςΗ ποίησή του, με αναφορές στονέρωτα και τα αγαπημένα πρόσωπα,διακρίνεται από μια μουσικότητακαι μια συγκρατημένη συγκίνηση,κυρίαρχα γνωρίσματα ήδη της πρώτηςτου συλλογής Εφήμερα (1937).Θέλω μόνο για με να τραγουδήσεις.Να ξεχυθούν οι μελωδίες της ψυχής σουσαν πτυχές κάποιου ονείρου εξωτικούκι εγώ σαν δέχτης κυμάτου ηλεχτρικούνα ριγώ στο θάλπος* της φωνής σου. 5Για μένα υποβλητικά να τραγουδήσεις.Οι τρίλιες* να σκορπούν της μουσικής σουτου δειλινού την άγρια μοναξιάκι εγώ της νιότης να ρουφήξω τη χαράστη γλυκιά τρεμούλα της φωνής σου. 10Έλα τώρα για με να τραγουδήσεις.Γύρω η σκιά τις έγνοιες μας τυλίγεισ’ ένα μανδύα ακαθόριστα μαβίκι η εσάρπα τ’ ουρανού η μεταξωτήτις ρόδινες ανταύγειες της ανοίγει. 15Για μένα υποβλητικά να τραγουδήσεις.Να κελαρύσει του στήθους σου η γλύκαμέσα στην άφραστη άπλα της σιωπήςκαι σε καινούργιες νότες να μου ειπείςό,τι η καρδιά μου από καιρό αγρίκα. 20* θάλπος, το: αίσθηση ζεστασιάς και ασφάλειας* τρίλια, η: μελωδικό τραγούδι, σαν το κελάηδημα πουλιούή γρύλλουΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ81


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΕφήμεραΑγαπώ της αμέριμνης νιότης τη χαρά,της εφήμερης νιότης μας την πλάνη–πάντα της πεθαίνει μ’ ανοιχτά φτεράστου ανεκπλήρωτου πόθου το λιμάνι.Αγαπώ το ρόδο που το εξαίσιο του σκορπά 5άρωμα και φυλλορροά* μεσ’ το ανθογυάλι*,το εφήμερο τραγούδι που παθητικάσβήνει για να μην ακουστεί πια πάλι.Και τα χρυσονείρατά μου τ’ αγαπώ,και το φέγγος των ματιών σου το τόσο ωραίο– 10κάθε τι αγαπώ μέσ’ τον κόσμο αυτόπου εφήμερο χάνεται μοιραίο.Που εφήμερο σαν τον καπνό σκορπάκαι σαν τον Έρωτα τον πρόωρα ξεχασμένο,τον Έρωτα που σταλάζει στην καρδιά 15τη γλυκιά νοσταλγία των περασμένων.Κι ω ας ήταν όμοια στην καρδιά σου να σκορπούνγλυκιά μια μνήμη οι εφήμεροί μου οι στίχοιόταν τα βήματά μου πια δεν θ’ αντηχούνκαι του καιρού θε να σιμώνει η Λήθη. 20<strong>Β</strong>αλεντίνος Χαραλάμπους,Πηλόγλυπτο, πηλός, 1994* φυλορροώ: χάνομαι, εξαφανίζομαι σταδιακά* ανθογυάλι, το: γυάλινο βάζο για λουλούδιαΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ82


ΠΟΙΗΣΗ Ξάνθος ΛυσιλωτηςΔεκαπεντασύλλαβοι του δεκαπενταυγούστου(Απόσπασμα)VIΚι αν στέρεψαν τα σύνορα μέσ’ του καιρού το χάσμαδεν έχει σύνορα η ψυχή στην απεραντοσύνηκι ούτε τον πόθο δένουνε γκέμια και χαλινάρια.Μα στου γιαλού σου αγάπη μου τα σύνορα αρμενίζω.<strong>Β</strong>άζω τα σπλάχνα μου άγκυρα μέσ’ του βυθού τα πλάτιααγκομαχούν τα κύματα στο φρουμαγμένο νότοδεν είν’ καπνός η αγάπη μου γιά* σύννεφο που σβήνει–φωτίζουν το τιμόνι μου των κεραυνών πελέκια.Άντης Ιωαννίδης, Σχέδιο από συλλογή, 1973*γιά: ήΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ83


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΟ Ξάνθος Λυσιώτης (Λάρνακα, 1898-Λευκωσία, 1987) μετά τηναποφοίτησή του από το Εμπορικό Λύκειο Λάρνακας, επιδόθηκε σεεμπορικές δραστηριότητες. Εμφανίστηκε από νωρίς στα γράμματα(1924), δημοσιεύοντας κείμενά του σε κυπριακά έντυπα, πριν εκδώσειτην πρώτη του συλλογή (Εφήμερα, 1937), για να αποδειχθεί τελικά έναςαπό τους πολυγραφότερους κύπριους ποιητές του εικοστού αιώνα. Παράλληλα,ασχολήθηκε και με την πεζογραφία.Η ποίησή του (συγκεντρωμένη στα Άπαντα. Συγκομιδή, Συγκομιδή<strong>Β</strong>΄, Συγκομιδή Γ΄, 1988), πολύτροπη και πληθωρική στην έκφραση,εντάσσεται σαφώς στη γραμμή της μεταπαλαμικής συμβολιστικής παράδοσης,ακόμα και όταν χρησιμοποιείται ο ελεύθερος στίχος. Η τραγικήεμπειρία του 1974 θα αποτυπωθεί άμεσα στο έργο του, το οποίο καιθα χαρακτηρίζει στο εξής μια δραματική λυρικότητα.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ84


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΓιάννης ΛεύκηςΈβαψα το πρόσωποΗ ποίησή του θεωρείται παραδοσιακήστα θέματα και στη στιχουργική.Ωστόσο, είναι ενδεικτική μιαςανήσυχης ιδιοσυγκρασίας, σε συνεχήαναζήτηση και σύγκρουση με τοευρύτερο περιβάλλον της (Στεναγμοίκαι πόθοι, 1935). Αντιμέτωποςμε την υποκρισία καιι τους συμβιβασμούς,μεταμορφώνει τις πικρίεςκαι τις απογοητεύσεις σε λυρικήέκφραση και καρτερία.Έβαψα το πρόσωποόλο, απ’ άκρη ώς άκρη,κάτω από τη μάσκα μουέκρυψα το δάκρυ,και παλιάτσος ντύθηκαγια να κάνω αστεία,μ’ άκουσα το κλάμα μουσα βαθιά ειρωνεία.Τσάρλυ Τσάπλιν, Μοντέρνοι Καιροί, κινηματογραφική ταινία του 1936ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ85


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΗρωικόΣτη συνέχεια, όμως, η ποίησή τουθα αποκτήσει μια αγωνιστική διάθεσημε σαφή κοινωνικό ρεαλιστικόπροσανατολισμό (Το τραγούδιτων ξυπνημένων ανθρώπων, 1963).Προσανατολίζεται στην αναθεώρησηαξιών και εκφραστικών μέσων.Μου ’πες: – Δεν έχω πια αντοχή. Τα χρόνιαέρχουνται και περνούν βασανισμένα.Πείνες κι αρρώστιες μάς χτυπούν. Τα χιόνιαστιβάζουνται στην πόρτα μας ολοένα.Του ήλιου χάδι πουθενά. Κλεισμένοι 5σάμπως σε τάφο ζωντανοί, του κάκουμαχόμαστε για μια αλλαγή. <strong>Β</strong>αραίνειστο στήθος μας το πόδι σκληρού δράκου.Κάποτες βέβαια θα ’ρθει. Το ξέρεικαι το μαντεύει η καρδιά. Σα χάδι… 10Μα τι ωφελεί, που εμείς θα ’μαστε γέροιή ίσκιοι μεσ’ στο ερεβικό* σκοτάδι.Και σ’ αποκρίθηκα: – Φριχτό να περιμένειςκάτι που αργεί να ’ρθει και που πιστεύειςπως θα σου φέρει μιας ζωής ευτυχισμένης 15το ξαλάφρωμα που από παιδί γυρεύεις.Όμως μην απελπίζεσαι. Κι αν μαύρο αίμακαι λάσπη στάζει απ’ το πολύπαθο κορμί σου,μείνε γενναίος ώς το τέλος και πολέμαγια τ’ όνειρό σου ώς την ύστερη πνοή σου. 20Κι αν μέλλεταί σου να χαθείς, προτού χαρούνετα μάτια σου τη νέα ζωή που προφητεύεις,παρηγορήσου για τις νέες γενιές που θα βλογούνεόσους πεθάναν για το ιδανικό που διαφεντεύεις*.Κώστας Αργυρού, Κουβαλά νερό,ξύλο ελιάς,1990-1992* ερεβικός: ερεβώδης, με βαθύ και απόλυτο σκοτάδι* διαφεντεύω: υπερασπίζομαιΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ86


ΠΟΙΗΣΗ Γιάννης ΛεύκηςΘα ’ρθει μια μέρα και για μαςH ποιητική φιλοσοφική θεώρησητης ζωής οδηγεί στην απομυθοποίησητου σύγχρονου κόσμου και στηνοξεία κριτική.Θα ’ρθει μια μέρα και για μας. Να το πιστέψεις!Δεν θα ’ναι πάντα όλο πίκρες η ζωή μας.Θα ’ρθουνε και για μας χαρές. Μην κοροϊδέψειςτην ελπίδα μου. Οι τόσοι στεναγμοί μαςθα βρούνε τέλος μια φορά. Κάτι μου λέει 5πως θα γελάσει κάποια μέρα κι η δική μαςθλιμμένη φάτσα, που απόκαμε να κλαίειρυτιδωμένη απ’ την απόγνωσή μας.Μην πεις πως ονειρεύουμαι. Τα μαύρα χρόνιαπου περάσαμε κι εμείς κι οι όμοιοί μας 10στην πείνα, στην απελπισιά, στην καταφρόνια,θα ξεχαστούν. Μη βλαστημάς τη γέννησή μας.Κι αν το σκοτάδι ολόγυρα πυκνώνεικι αν ανεβαίνει απέλπιδη η κραυγή μας,μη σωριαστείς. Να, η αυγή που γαλαζώνει 15τ’ ακροούρανα, μηνώντας την ανάστασή μας.Γιώργος Σκοτεινός, Μεταβολισμός, ακρυλικό, 1969ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ87


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΟ Γιάννης Λεύκης (ψευδώνυμο του Γιάννη Παπαγγέλου, Λάρνακα,1899-Λεμεσός, 1991) φοίτησε στο Εμπορικό Λύκειο της γενέτειράςτου και από το 1917 εγκαταστάθηκε στη Λεμεσό. Εργάστηκε σε διάφορεςεμπορικές επιχειρήσεις της πόλης. Έντονα πολιτικοποιημένος,πρωτοστάτησε, μέσω των εντύπων που εξέδωσε ή συνεργάστηκε, στηδιάδοση και στην εδραίωση των σοσιαλιστικών ιδεών για την κοινωνίακαι την τέχνη, ενώ υπήρξε υπέρμαχος του δημοτικιστικού κινήματοςστην Κύπρο.Στην πρώτη συλλογή του (Στεναγμοί και πόθοι, 1935) η νεορομαντικήδιάθεση είναι εμφανής, ενώ στην επόμενη (Το τραγούδι των ξυπνημένωνανθρώπων κι άλλα ποιήματα, 1963) κυριαρχεί περισσότεροένας αγωνιστικός τόνος με κοινωνική στόχευση, που προσομοιάζειστην ποιητική του Κ. <strong>Β</strong>άρναλη. Εκτός από την πρωτότυπη ποιητική τουδημιουργία (που συμπληρώνεται με τη συλλογή Η τριλογία της ζωής καιτου θανάτου κι άλλα ποιήματα, 1967), ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουντο κριτικό του έργο για τη νεότερη κυπριακή λογοτεχνία και οιποικίλες άλλες εργασίες του, όπως η ιστορική μελέτη για το χρονικόδιάστημα 1920-1935 με τίτλο Οι Ρίζες, αλλά και οι μεταφράσεις των Κ.Μπωντλαίρ, Χ. Χάινε κ.ά.Σημείωση του Γ. Λεύκη στον συγκεντρωτικό φάκελο των επιστολών τουΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ88


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΧριστόδουλος ΓαλατόπουλοςΕγώ και σε ποτήρια τρύπιαΗ πρώτη συλ λογή του με τον εύγλωττοτίτλο Τα τραγούδια της φυλακής(1936) αποτυπώνει τα βιώματά τουαπό τις διώξεις που υπέστη λόγωτης ανάμειξής του στα «Οκτωβριανά»(1931). Η πικρή εμπειρία τωνπολιτικών και εθνικών αγώνων διασταυρώνεταιταυτόχρονα με υπαρξιακούςμελαγχολικούς τόνους και μιαεξομολογητική διάθεση.Εγώ, και σε ποτήρια τρύπια,Κρασί μπόρεσα κι ήπια!..Και στην ατέλειωτη, εγώ, μπόραβρήκα τον Δρόμο προς τη χώρα...Και μες τα ταπεινά και νήπια 5βρήκα λαό τα καρδιοχτύπια!Και σ’ αυτής της Τρικυμίας τη φόραβρήκα γαλήνη κάποιαν ώρα!Εγώ, και σε ποτήρια τρύπια,Κρασί μπόρεσα κι ήπια!... 10Το καμένο Κυβερνείο. Λευκωσία, 1931ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ89


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΝύχτα! απόψε, μου έμοιασεςΝύχτα! απόψε, μου έμοιασες,και σ’ αγκαλιάζω·σκοτείνιασες τόσο παράξεναπου δεν σε αλλάζω!..Νύχτα! ζοφερή… Ερωμένη μου!.. 5Έλα –να… πιούμε!..Σου κερνώ την ολόμαυρη Σκέψη μου,κι ας τη… γλεντούμε…Νύχτα! απόψε, μου έμοιασες·δεν σε χωρίζω!.. 10Αυγές, Ξημερώματα, Ηλιόφεγγα,δε σας γνωρίζω!Ανδρέας Χρυσοχός, Παιχνίδι σχημάτων, ακρυλικό, 1974ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ90


ΠΟΙΗΣΗ Χριστόδουλος ΓαλατόπουλοςΓαλήνη στο κελίΑπλό και ήσυχο είναι, απόψε, το τραγούδι τ’ ουρανούπου μου σκορπίζει...Πώς σκίζει του Κελιού μου τη στεγή* του σκοτεινούκαι το γιομίζει!..Απλό και ήσυχο και το τραγούδι της Νυχτιάς 5που απόψε ρέει·ρυθμίζει τον παλμό του με τον παλμό μου, της Φωτιάςμαζί της κλαίει...Απλά και ήσυχα, έξω, και ο αγέρας τραγουδείσαν τον ερμίτη!*... 10απλά και ήσυχα, και η καρδιά μου νοσταλγεί,κάποια της σκήτη!..Απλό και ήσυχο είναι, απόψε, το τραγούδι τ’ ουρανούπου μου σκορπίζει...Απλές και ήσυχες είναι οι κουβέντες του Κελιού 15που λέω, το Σπίτι, μου θυμίζει!* στεγή, η: στέγη (χάριν του μέτρου)* ερμίτης, ο: (χάριν του μέτρου) ερημίτης, μοναχός πουζει μόνος του στην έρημοΧρ. Γαλατόπουλος και Γ. Ηλιάδης στη Δημοτική<strong>Β</strong>ιβλιοθήκη. Πάφος, 1952ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ91


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΟ Χριστόδουλος Γαλατόπουλος (Πάφος, 1902-1953) σπούδασενομικά στο Λονδίνο, πολιτικές και οικονομικές επιστήμες στο Παρίσι.Επέστρεψε στην Πάφο το 1922 για να ασκήσει το επάγγελμα του δικηγόρου,όπου, παράλληλα, ανέπτυξε έντονη πολιτική και εκπολιτιστικήδράση. <strong>Β</strong>ουλευτής Πάφου κατά τα «Οκτωβριανά», φυλακίστηκε απότους Άγγλους ως υποκινητής της εξέγερσης (1931-1934 και, εκ νέου,1934-1936). Από το 1943 ώς το 1953 εξελέγη τρεις φορές δήμαρχοςΠάφου. Διετέλεσε μέλος του Εθναρχικού Συμβουλίου. Το 1949 θέσπισετις Παλαμικές Εορτές στην Πάφο και το <strong>Β</strong>ραβείο Παλαμά.Στην ποίηση δοκιμάζεται ήδη από τα μαθητικά του χρόνια, στέλνονταςκείμενά του σε διάφορα κυπριακά έντυπα. Στο ποιητικό του έργο(Τα τραγούδια της φυλακής (1931-1936), 1936· Στύγιες κραυγές, 1938·Carmen Undarum, 1939· Τα επιθαλάμια, 1939 κ.ά.) ως θέματα κυριαρχούνη αγάπη για τη φύση, την πατρίδα και την ελευθερία, ο έρωταςκαι ο πόνος από την απώλεια προσφιλών προσώπων . είναι ευδιάκριτηη άμεση επιρροή της ποίησης του Κ. Παλαμά, όπως και ένας λυρισμός,που έχει βασικά τις καταβολές του στη μεγάλη ποιητική παράδοση τουρομαντισμού του 18ου και 19ου αιώνα. Αξιοσημείωτο είναι και το μεταφραστικότου έργο (Όσ. Ουάιλντ, Τζ. Μίλτον). Πρόσφατα εκδόθηκε απότα κατάλοιπά του η εκτενής ποιητική σύνθεση Παγκόσμιον Άσμα (2004).ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ92


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΠαύλος ΚριναίοςΟ ύπνος μιας μικρής εταίραςΗ ποίησή του διαπνέεται, σταπρώτα της τουλάχιστον στάδια,από έναν αισθητικό ιδανισμό, τηναναζήτηση της μορφικής τελειότηταςκαι τη λατρεία του ονειρικάωραίου. Το συγκεκριμένο ποίημα,το οποίο κέρδισε την προσοχή καιτα θετικά σχόλια του Κ. Παλαμά(1926), είναι από την άποψη αυτήαντιπροσωπευτικό.Ω! μη χτυπάτε πια, ερασταί, την πόρτα της Ροδής,την ώρ’ αυτή που εις την θερμήν αγκάλη του ερωμένουτ’ ωραίου της ύπνου εδόθηκε στη μέθη της σιωπής…Ω! μη χτυπάτε πια, ερασταί, την πόρτα της Ροδής.Κοιμάται τόσο ανάλαφρα και τόσον απαλά 5με μια ιλαρή στην όψη της πικρία φωτοχυμένηπου η πεταλούδα η χνουδωτή τής παρθενιάς, δειλάστο ακροανοιγμένο των χειλιών μπουμπούκι, απατημένηθα ’ρθει να πάρει το άρωμα της παιδικής πνοής.Ω! μη χτυπάτε πια, ερασταί, την πόρτα της Ροδής. 10Κοιμάται τόσο ανάλαφρα και τόσο τρυφεράπ’ αργά και μόλις το άγουρο τρεμοανασαίνει στήθος,στα χάδια του ύπνου και τα ωχρά τα βλέφαρα, κλειστά,σα μαραμένα πέταλα υακίνθων, στα γλαρά*τα ωραία της μάτια που τραβούν των εραστών το πλήθος. 15Ω! μη χτυπάτε πια, ερασταί, την πόρτα της Ροδής.* γλαρός: αυτός που εκπέμπει ηδυπάθεια, ερωτισμόΧριστόφορος Σάββα, Γυμνό, υδατογραφία, περίπου 1957ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ93


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΧάι- κάιΘεωρείται επίσης ο εισηγητής τηςιαπωνικής στιχουργικής μορφής τουχαϊκού ή χάι-κάι στην ελληνική ποίηση(1926). Πρόκειται για σύντοματρίστιχα ποιήματα, όπου αποτυπώνεταισυνήθως η συναισθηματικήή πνευματική ανταπόκριση τουποιητή σε ένα φυσικό φαινόμενο ήαντικείμενο, σε μια σκηνή, ένα στιγμιότυποκ.λπ. Υποβάλλοντας ταυτόχροναστον αναγνώστη μια εντύπωσηή μια ιδέα, τα ποιήματα αυτάσυνδυάζουν την παρατηρητικότηταμε τη στοχαστικότητα, την απλότητακαι τη λιτότητα των εκφραστικώνμέσων με την πυκνότητα καιτην ένταση του ποιητικού λόγου.«Ολιόγομο φεγγάρι»Σαν ασημένιο ένα φλουρίπου στον λαιμό της το φορείκαι καμαρών’ η νύχτα.«Μέρες»Χάντρες στου Χρόνου τ’ ασκητήτο κομπολόι, που στη σιγήτης μοναξιάς του παίζει.«Γαλαξίας»Σαν καταρράχτης γιασεμιώνπου σπάει στον άνθινο γιαλότων Ηλυσίων*, και των ψυχών.«Παπαρούνες στα στάχυα»Στο χρυσοπέλαο των σταχυώνσα σημαδούρες πορφυρές,κι οι πεταλούδες βάρκες.* Ηλύσια: Αν και τμήμα του Άδη, ήταν για τους αρχαίουςέλληνες ο παραδείσιος τόπος όπου κατέληγαν οι ψυχέςτων ηρώων και των εναρέτων.Θεόδουλος Γρηγορίου, Πρόπλασμα, μεικτά υλικά, 1987ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ94


ΠΟΙΗΣΗ Παύλος ΚριναίοςΘα γιομίσουν ρυτίδες τ’ αγάλματαΣταδιακά, και ιδιαίτερα μεταπολεμικά,ο ποιητής θα εγκαταλείψει τομέτρο και την ομοιοκαταληξία, υιοθετώνταςτον ελεύθερο στίχο καιτον πεζολογικό τόνο. Η μορφικήαυτή ανανέωση θα συμβαδίζει συχνάμε μια διεύρυνση του ποιητικούπεδίου και των θεματικών επιλογών,όπως θα γίνει φανερό στη συλλογήΤο χρυσό δισκοπότηρο (1972).Αν είναι μοιραίον να χειραγωγήσει τον Δον-Κιχώτη ο Σάντζοςθα γυρίσουνε πίσω οι πηγές,θ’ απαρνηθούνε τον ύπνο τα όνειρα,θ’ αναζητήσουνε οι θάλασσες μια χούφτα αλάτι,θα λησμονήσουν τον ευαγγελισμό τ’ ουρανού οι εντάφιοι σπόροιθα γιομίσουν ρυτίδες τ’ αγάλματα.Lorenzo Coullant Valera, Μνημείο Θερβάντες,Δον Κιχώτης, Σάντσο. Μαδρίτη, 1925-1930ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ95


ΠΟΙΗΣΗ Παύλος ΚριναίοςΟ εισαγγελέας του 1967 διατάσσει...*Το ποίημα που παρατίθεται εδώαναφέρεται στην επιβολή της επτάχρονηςδικτατορίας των συνταγματαρχών(Απρίλιος 1967-Ιούλιος1974) στην Ελλάδα. Καταγγέλλειμέσω της ειρωνείας και της σάτιραςτα ανελεύθερα μέτρα που αυτήεφάρμοσε σε όλα τα επίπεδα τηςδημόσιας και ιδιωτικής ζωής.Να συλληφθεί ο αναρχικός σκορδαλός*·διακηρύσσει τη λευτεριά τ’ ουρανού του·εναντιώνεται στη βία του ανέμου.Ν’ απελαθούνε στον Αη-Στράτη ή στη Μακρόνησο*οι ανυπότακτοι προλετάριοι* σπουργίτες, 5συνωμοτούνε στα πεύκα, διαδηλώνουν στο ύπαιθρο·είναι πολύ επικίνδυνοι…Να σταματήσει ο Τυρταίος καταρράχτηςν’ αφροκρεμάει από βράχο σε βράχοτα λαοκρατικά του εμβατήρια*. 10Να φυλακισθεί ο θεσσαλικός πελαργός·περιπολεί σε λιβάδια, χαμοπετάει σε βάλτους,καμακίζει τα φίδια.Είναι θρασύς και παράνομος…Ν’ απαγορευθεί η αποδημία κι η έξοδος 15στον μελισσουργό, στο ψαρόνι, στον κούκο*·προαναγγέλλουν την άνοιξη,προετοιμάζουν την ώρα του ήλιου!* σκορδαλός, ο: κορυδαλλός* Αη-Στράτης, Μακρόνησος: ελληνικά νησιά, που χρησιμοποιήθηκανκατά τη διάρκεια της δικτατορίας (όπωςκαι προηγουμένως, π.χ. στον Εμφύλιο Πόλεμο) ως τόποιεξορίας πολιτικών κρατουμένων/ αντιφρονούντων.* προλετάριος, ο: αυτός που ανήκει στην κατώτερηκοινωνική τάξη* Τυρταίος, ο: αρχαίος λυρικός ποιητής (α΄ μισό 7ουαι. π.Χ.), έζησε και δημιούργησε στη Σπάρτη· γνωστόςγια τις ελεγείες και τα πολεμικά εμβατήρια με ταοποία προσπαθούσε να ενώσει και να εμψυχώσει τουςΛακεδαιμονίους έναντι των εχθρών τους. Εδώ, ωστόσο,ο ποιητής αναφέρεται εν γένει στην αντιστασιακήμουσική και τα λαϊκά/αγωνιστικά τραγούδια (όπως γιαπαράδειγμα του Μίκη Θεοδωράκη) που το καθεστώςτων συνταγματαρχών είχε απαγορεύσει.* μελισσουργός, ψαρόνι, κούκος: πτηνά* ανασκολοπίζω: παλουκώνω, θανατώνω κάποιονδιατρυπώντας τον με πάσσαλοΚαι τέλος, στο τελευταίον εδάφιον:Να σφαγεί, ν’ ανασκολοπισθεί* το κοκόρι· 20σαλπίζει εγερθείτε!Ποδοπατεί το σκοτάδι,αναγγέλλει ένα νέο ξημέρωμα…Ανδρέας Κάραγιαν, Οδός ηρώων, λάδι, 1978ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ96


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΟ Παύλος Κριναίος (ψευδώνυμο του Χαρίλαου-Παύλου Μιχαηλίδη,Πάφος, 1903-Αθήνα, 1986) μετά την αποφοίτησή του από το ΠαγκύπριοΓυμνάσιο, θα φύγει για την Αθήνα, όπου και θα παρακολουθήσειγια τρία χρόνια μαθήματα αρχαιολογίας στη Φιλοσοφική σχολή του εκείΠανεπιστημίου (1923-1926). Εγκαταστημένος πλέον μόνιμα στην ελληνικήπρωτεύουσα, θα σταδιοδρομήσει ως δημοσιογράφος σε διάφορεςεφημερίδες, ενώ παράλληλα θα συνεργαστεί και με διάφορα επιστημονικάκαι λογοτεχνικά περιοδικά της Ελλάδας, αλλά και της Κύπρου.Κατά τη διάρκεια της Κατοχής (1941-1944) θα υποστεί διώξεις από τιςιταλικές και τις γερμανικές αρχές.Θα αρχίσει να δημοσιεύει ποιήματά του ήδη από τα μαθητικά τουχρόνια σε ποικίλα έντυπα. Σημαντικό μέρος του έργου του, ωστόσο, δενείναι συγκεντρωμένο στις συλλογές που εξέδωσε τελικά (κυρίως στηδεκαετία του 1970: Το χρυσό δισκοπότηρο, 1972· Το μανουάλι με τα 63κεριά, 1974· Αλληλογραφία με τον Άγιο Φραγκίσκο, 1976). Με αφετηρίατο νεορομαντισμό και τον αισθητισμό του Μεσοπολέμου, η ποιητική δημιουργίατου Κριναίου θα κινηθεί μεταξύ παράδοσης και νεωτερικότητας:ο μετρικός στίχος θα συνυπάρχει με τον ελεύθερο, ο ευφρόσυνοςκαι πληθωρικός λυρισμός με την πεζολογία, το θετικό αντίκρισμα τηςφύσης και της ζωής με την υπαρξιακή αγωνία και την πικρή σάτιρα.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ97


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΆντης ΠερνάρηςΤο κόκκινο γαρύφαλλοΗ ερωτική και νοσταλγική διάθεση,το αίσθημα της ανεκπλήρωτης φυγήςπρος μια ιδανική πόλη που προβάλλεισαν όνειρο ή οπτασία δίνουντο θέμα και τον τόνο στα ποιήματάτου, απηχώντας το γνωστό κλίματου Μεσοπολέμου.Το κόκκινο γαρύφαλλο, κυρά μου,που μου ’δωκες πανώριο ένα δείλι,το φύλαξα, το κράτησα σιμά μουφωτιά για της αγάπης το καντήλι.Ξεράθηκε και πάει η ευωδιά του,καιρός είν’ που μου το ’δωκες, θυμήσου,μα το φυλώ γιατί μες στα ξερά τουτα φύλλα κρύβει φρέσκα την πνοή σου.<strong>Β</strong>ίκτωρ Ιωαννίδης, Το κορίτσι με τα ροζ, τέμπερα, 1983ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ98


ΠΟΙΗΣΗ Άντης ΠερνάρηςΝοσταλγία της ΑθήναςΚαράβι, πώς σε νοσταλγώ, με τον ρυθμό σου τον γοργότην άπλα του θαλασσινού τού κάμπου να διασχίζειςκαι πίσω τούφες τον καπνό –μυχτηρισμό* στον ουρανόπου όλο γελάει στο κενόν– άνοιαχτα* να σκορπίζεις!Καράβι, τώρα από μακριά σε βλέπω να τραβάς, αλιά*, 5στη χώρα που σαν όνειρο είδα ή σαν παραμύθικαι με τη μαύρη σου θωριά να μου γητεύεις* την καρδιάπου πάει να σπάσει απ’ άπλερη μια πεθυμιά στ’ αστήθι.Γίνεται η σκέψη μου πουλί που δεν λογιάζει το κλουβίτου χρόνου, και το μάκρεμα του τόπου δεν φοβάται 10κι αφήνει το άχαρο κορμί –λες κι αναζήταγε αφορμή–στου πόθου του ανωφέλευτου την κούνια να κοιμάται,κάποιες νυχτιές που η ξαστεριά βάφει τη γη μενεξεδιάκαι με το στόμα τ’ αηδονιού –τη γλώσσα των ερώτωνπου ξέρουν μόνο τα πουλιά– και την τριανταφυλλευωδιά 15anch’ io son’ pittore* λέει σαν κάποιος άλλος Τζιότο*.Και ταξιδεύει ολονυχτίς ποτίζοντάς με μιας πηγήςτ’ αθάνατο νερό που ώς χτες ανίδεος αγνοούσακαι γίνεταί μου ο μυητής κάποιας αιθέριας μουσικήςπου μελιστάλαχτα αδονά* τη φτωχική μου Μούσα. 20* μυχτηρισμός, ο: ειρωνεία, σαρκασμός* άνοιαχτα: χωρίς έγνοια, αμέριμνα* αλιά: αλίμονο* γητεύω: σαγηνεύω, μαγεύω, γοητεύω* Είμαι κι εγώ ζωγράφος* Τζιότο, ο: ιταλός ζωγράφος, γλύπτης και αρχιτέκτονας(1266-1337), κυριότερος πρόδρομος της Αναγέννησηςστην Ιταλία.* αδονώ: αντηχώ* θλιβά: θλιβεράΓοργό καράβι, αλαργινό, πώς δεν με παίρνεις να τη δωξανά, να νιώσω γύρω μου την πόλη που λατρεύωμόνε μ’ αφήνεις μοναχό ν’ ακούω του πόνου τον αχόκαι λατρεμένες θύμησες θλιβά* ν’ αργαναδεύω;ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ99


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΟ Άντης Περνάρης (ψευδώνυμο του Ανδρέα Παυλίδη, Λευκωσία,1903-1980) σπούδασε στο Παγκύπριο Διδασκαλείο (1922) και υπηρέτησεστη Δημοτική και τη Μέση Εκπαίδευση. Υπήρξε ένας από τους πιοένθερμους υποστηρικτές της καθιέρωσης της δημοτικής γλώσσας στηνεκπαίδευση. Ανέπτυξε παράλληλα έντονη δημοσιογραφική, κριτική καιεκδοτική δραστηριότητα.Η ποίησή του (Διπλό ξεφάντωμα, 1933· Τραγού δια της θάλασσας,1935· Ρυθμοί της ζωής, 1938) κινήθηκε βασικά στο χώρο της ανανεωμένηςπαράδοσης με καταβο λές από τον Κ. Παλαμά και τους επιγόνουςτου (π.χ. Τ. Άγρας), έστω και αν μεταπολεμικά θα υιοθετηθεί ο ελεύθεροςστίχος (Έλεγοι και παιάνες, 1959· Περιτελλομέναις ώραις, 1969κ.ά.). Εκτός από την ποίηση, ο Α. Περνάρης ασχολήθηκε με το θέατροκαι τη μετάφραση, ενώ η κριτική του παρέμβαση στα λογοτεχνικά πράγματατης Κύπρου αποτελεί αξιοπρόσεκτη μαρτυρία για τις γραμματολογικέςεξελίξεις στο νησί.........ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ100


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΠυθαγόρας ΔρουσιώτηςH μπαλάντα του φθινοπώρουΗ εσωστρέφεια, η νοσταλγική, μελαγχολικήδιάθεση και η μουσικότητατων χαμηλών τόνων είναιτα χαρακτηριστικά της ποιητικήςπαραγωγής του, μέρος της οποίαςσυγκεντρώθηκε όψιμα στις συλλογέςΕκλογή (1963) και Τοπάζια και<strong>Β</strong>ηρύλλια (1982).Θέλω ν’ ακούω τη βροχή να κλαίει αργά στη σέρα*,καθώς θα σβήνεται ήρεμη, χλωμή του Νιόβρη η μέρα,όταν στου σκοτεινού κισσού τα βελουδένια κλώνιαθ’ αναζητούν καταφυγή τ’ ανήσυχα τριζόνια·κι απ’ την ανάσα του βοριά μια κρύα ανατριχίλα 5θα στρώνει πέρα των ξανθών των πλατανιών τα φύλλα·και τα πουλάκια απ’ τις σκεπές θα φεύγουν ολοένααπό άνεμο κι από βροχή μαζί κυνηγημένα.Θέλω ν’ ακούω τη βροχή να κλαίει αργά στη σέρακαι να μουσκεύει των κλαδιών την ξέθωρη παντιέρα*. 10Κι εγώ που κράτησα βαθιά μια ανείπωτη χαρά μου,μια μυστικότατη χαρά, θα τη σκορπίσω χάμου.Κι όσα μου δέσαν φυλαχτό τα πράα τα καλοκαίριασε φέγγη βραδινά αττικά, σε ονειροχαραμέρια,για χάρη σου, φθινόπωρο, θα τ’ απολησμονήσω· 15έλα να πάρεις την καρδιά, δεν θα σου αντιμιλήσω.* σέρα, η: αίθριο, εσωτερική αυλή ή προαύλιο κτηρίου,που καλύπτεται με γυαλί, ώστε να υπάρχει εωτερικόςφυσικός φωτισμός* παντιέρα, η: σημαίαΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ101


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΚερύνειαΔαντέλες τ’ αφροστέφανο του πέλαου πανηγύρικεντά στα βράχια κι όλο ανθούς μαδά στην αμμουδιάκι η τρυφερή σου ανάμνηση γλιστράει απ’ την καρδιάξενιτεμένη μέλισσα που αναζητάει τη γύρη.Αδαμάντιος Διαμαντής, Το λιμανάκι της Κερύνειας, λάδι, 1932ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ102


ΠΟΙΗΣΗ Πυθαγόρας ΔρουσιώτηςΝόστοςΣτο Σπίτι μας που ο πόνος τώρα ερήμαξεκι άγριος βορινός κτύπησε αγέραςσα φάντασμα παλιό πλανάται η σκέψη μουόταν σκορπάει το γκρίζο φως της μέρας.Κι ανάμεσα απ’ τα κίτρινα εκατόφυλλα 5κι από το ευωδιασμένο μπουγαρίνι*περνώ σα μια σκιά βουβή κι ανάλαφρημα ωχρή και λυγισμένη απ’ την οδύνη.Και στο παλιό πεζούλι το κισσόπλεχτοπου τα λευκά ολολύζαν* περιστέρια 10στέκομαι μια στιγμή κι αναστοχάζομαινοσταλγικά, χαμένα, καλοκαίρια...Κι υστέρα αργοδιαβαίνω στα δωμάτιαπου τώρα είναι κλειστά και ρημαγμένα∙τα πάντα είναι τριγύρω καθώς τ’ άφηκα 15από καιρό μισεύοντας* στα ξένα.Και ξεγλιστρώ σκιά βουβή κι ανάλαφρημα ωχρή και λυγισμένη απ’ την οδύνηανάμεσα απ’ τα κίτρινα τριαντάφυλλακι από το ευωδιασμένο μπουγαρίνι. 20* μπουγαρίνι, το: γιασεμί, αρωματικό φυτό με λευκά ήκίτρινα άνθη* ολολύζω: βγάζω θρηνητικές κραυγές* μισεύω: φεύγωΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ103


ΠΟΙΗΣΗ Πυθαγόρας Δρουσιώτης<strong>Β</strong>amboo Village*Θα βρέχει τώρα στο Bamboo Villageκι οι χείμαρροι θα σέρνουν δίχως οίκτοσυντρίμματα καρδιών λησμονημένωναπό το περασμένο καλοκαίρι...Θα βρέχει τώρα στο Bamboo Village 5κι ο βορινός αγέρας θα ριπίζει*τα φύλλα που χορεύουν μεθυσμένασε αγκάλες χειμωνιάτικων θανάτων.Θα βρέχει τώρα στο Bamboo Village...Και κείνες οι ξανθόμαλλες Ελβίρες* 10με τα κερένια πρόσωπα πού να ’ναι;Πλάι σε ωχρούς εφήβους που θυμίζανξεθωριασμένους πίνακες του Γκρέκο*σε ποιες ευδίες* άραγε λικνίζουντα πλανεμένα, μάταια βήματά τους; 15Θα βρέχει τώρα στο Bamboo VillageΌμως εγώ γιατί τα αναθυμάμαιστην τραγική τη μόνωσή μου, απόψε;* <strong>Β</strong>amboo Village: «Τουριστικό ξενοδοχείο ανάμεσαστα πεύκα της <strong>Β</strong>ουλιαγμένης» [Σημ.τ.π.] στην Αττική,όπου ο ποιητής συνήθιζε να περνά τα καλοκαίρια του* ριπίζω: ανεμίζω* Ελ Γκρέκο: ο κρητικής καταγωγής ζωγράφος ΔομήνικοςΘεοτοκόπουλος (1541-1614), που έζησε το μεγαλύτερομέρος της ζωής του στην Ισπανία, όπου και πήρετο προσωνύμιο «ο Έλληνας»*ευδία, η: αίθριος και γλυκός καιρόςΓιώργος Μαυροϊδης, Τις χωρίζει το φεγγάρι, λάδι, 1974ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ104


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΟ Πυθαγόρας Δρουσιώτης (Λεμεσός, 1908-1986), σπούδασε νομικά,πολιτικές και οικονομικές επιστήμες στο Λονδίνο και κατόπιν στηνΑθήνα. Εργάστηκε για μια πενταετία στο ελληνικό Υπουργείο Οικονομικών(1934-1939), προτού επιστρέψει οριστικά στη γενέτειρά του, για ναασκήσει το επάγγελμα του δικηγόρου και στη συνέχεια του καθηγητήμέσης εκπαίδευσης.Αν και ποιήματά του δημοσιεύονται ήδη από το Μεσοπόλεμο σεεφημερίδες και λογοτεχνικά περιοδικά της Κύπρου και της Ελλάδας,μόλις το 1963 εκδίδεται μια επιλογή του διάσπαρτου ώς τότε έργου του(Εκλογή, 1963 και, αργότερα, Τοπάζια και βηρύλλια, 1982). Η ποίησήτου φανερώνει συχνά μια επιμελημένη επεξεργασία, χωρίς να ξεφεύγειαπό το κυρίαρχο στη δεκαετία του 1920 κλίμα του νεορομαντισμού καιτου νεοσυμβολισμού.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ105


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΛώρος ΦαντάζηςΚώστας ΚαρυωτάκηςΗ μουσική και νοσταλγική ποίησήτου κινείται στο γνώριμο κλίμα τουνεορομαντισμού και του νεοσυμβολισμούτων ποιητών του Μεσοπολέμου.Τα σονέτα που δημοσιεύονταιεδώ προέρχονται από τηνομώνυμη συλλογή (1984).Έλεγος* η ζωή, το σθένος, το άσμα,ωστόσο και της σάτιρας ανθός.Απ’ την αγέλη ευρύτατο το χάσμα,ένας παρίας* άγρυπνος κι ορθός.Ο γόος* των θεμάτων του το φάσμα, 5γι’ αυτό χύνει το δάκρυ του ο κανθός*.Δεν διαρκεί το πένθος ένα κλάσμα,καθώς είναι κι ο πόνος βοηθός.Κραυγή με πεισιθάνατο* ένα χρώμα,της ύλης της φθαρτής ο σαρκαστής. 10Απτός λύτης στο πρόβλημα το χώμα.Αυτόχειρας κι ας ήταν τόσο νέοςτης Μούσας ο καλός τής πιο μεστής,με τον σταυρό και ποιος ο Κυρηναίος*...* έλεγος, ο/ ελεγεία, η: λυρικό ποίημα με θρηνητικόχαρακτήρα. Στους στίχους αυτούς, ο ποιητής αναφέρεταιστην τελευταία ποιητική συλλογή του Κ. Γ. Καρυωτάκη(1896-1928) Ελεγεία και Σάτιρες (1928).* παρίας, ο: που ζει στο περιθώριο της κοινωνίας* γόος, ο: θρηνητική και σπαρακτική κραυγή.* κανθός, ο: το σημείο στο οποίο ενώνονται τα βλέφαρα(μετωνυμικά εδώ: το μάτι)* πεισιθάνατος: που προτρέπει σε θάνατο* Αναφορά στον Σίμωνα τον Κυρηναίο, ο οποίος κλήθηκενα σηκώσει τον σταυρό του Ιησού. Εδώ υπονοείται ηαπουσία οποιουδήποτε βοηθού ή στηρίγματος.Tηλέμαχος Κάνθος, Λεμεσός, Πάσχα, σχέδιο,1959ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ106


ΠΟΙΗΣΗ Λώρος ΦαντάζηςΑθήναΠροσκυνητής και πάλι στην Αθήνα,στης Αττικής το φως το εαρινό,κόρος* στου νόστου* του άγριου την πείνα,ακόμη κι ένα τάμα ταπεινό.Πλοίο κι ο μπλάβος* πόντος, η καρίνα, 5τέλος σ’ ένα ταξίδι μακρινό,που της καρδιάς ξερίζωσε τη σφήναμέσα σ’ αυτού του φέγγους τον κρουνό*.Μάρμαρα, που δεν σπίλωσαν αιώνεςπέρα στα θεία μάκρη τ’ ουρανού 10κι η δέηση που υψώνουν οι κολόνες.Γύρω σπέρνει τις ρίζες της η πόλη,με σφρίγος πρωτομάστορα δεινούκι εδώ κι εδώ ζητάς αραξοβόλι*...* κόρος, ο: απόλυτη πλήρωση, χορτασμός* νόστος, ο: επιστροφή στο σπίτι* μπλάβος: μελανός* κρουνός, ο: βρύση, κάννουλα* αραξοβόλι, το: λιμάνιΣτέλιος <strong>Β</strong>ότσης, <strong>Β</strong>απόρια, ακρυλικό, 1989ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ107


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΟ Λώρος Φαντάζης (λογοτεχνικό ψευδώνυμο του Κώστα Κλεοβούλου,Λεμεσός, 1910-1992), σπούδασε Ιατρική στο Πανεπι στήμιοτης Αθήνας (1928-1937) και από το 1939 επέστρεψε στη γενέτειρά του,όπου και άσκησε το επάγγελμα του γιατρού.Από νωρίς αναμείχτηκε σε λογοτεχνικές κινήσεις και άρχισε ναδημοσιεύει συνεργασίες του σε διάφορα έντυπα της Αθήνας και στησυνέχεια της Κύπρου, ενώ εκτός από την ποίηση (Οι διθύραμβοι τηςμελωδοπλάνταχτης άρπας, 1931· Δίχως κανένα τίτλον, 1932· Σονέττα,1984 κ.ά.), ασχολήθηκε με την κριτική, τη θεατρική επιθεώρηση και τημετάφραση έργων αρχαίων ελλήνων και ξέ νων συγγραφέων. Στο ποιητικότου έργο είναι ευδιάκριτη μια διάχυτη ρευστότητα, συνταιριασμένημε ένα κλίμα εξωτισμού και υπόγειου ερωτισμού.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ108


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΛευτέρης ΓιαννίδηςΠεραστικήΤα ποιήματά του, δημοσιευμένα στησυλλογή <strong>Β</strong>ήματα στην άμμο (α΄ έκδ.1937, β΄ έκδ. 1938), διαπνέονταιαπό μια μελαγχολική, νοσταλγικήδιάθεση, με διάχυτες τάσεις φυγήςκαι ονειροπόλησης.Ήρθες μιαν ώρα μοναχά, σα διαβατάρικο πουλί,που φεύγει, ξέροντας γοργά που θα σημάνει ώρα χειμώνος,κι άπλωσες πάλι τα φτερά και πέταξες μακριά πολύ…– Κι έμεινα μόνος!Ω, να ’ταν τ’ όνειρο ξανά να ζούσα το περαστικό,που ’ρθε και μου ’φερε γλυκά στον ύπνο μου το χάδεμά σου–κι ας ήταν όμοια, αγάπη μου, καθώς και πρώτα, βιαστικότο πέρασμά σου…Δάφνη Τριμικλινιώτη, Ερωτικό-τρυφερές στιγμές, μεικτή τεχνική, 2001ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ109


ΠΟΙΗΣΗ Λευτέρης ΓιαννίδηςΣ' ένα βαπόρι που φεύγει...Να ’μουνα στη χρυσή σου τώρα πλώρηκαι να κινούσα αντάμα σου, βαπόρι,κάπου, για κάποιες χώρες, μακρινές,που δεν έχω ποτέ μου εγώ γνωρίσεικι έχει η ψυχή μονάχα νοσταλγήσει 5κάποιες θολές του ονείρου μου στιγμές…Ν’ αφήσω πια για πάντα αυτή την πόληπου την πικρή ζωή σπατάλησα όλησε χίμαιρες* και μάταιες προσμονές,που ξεχασμένος χρόνια μοναχός μου 10τις πιο μικρές δεν γνώρισα του κόσμου,μήτε γνωστές, μήτ’ άγνωστες χαρές!Σε πολιτείες να φτάνω μακρυσμένες,μες σε φωτός πελάγη βυθισμένες,σ’ όνειρο σα να ζουν παντοτινό, 15που να με τριγυρνάνε ανθρώποι ξένοικαι να θαρρώ πως είν’ αγαπημένοιγνώριμοι, ξεχασμένοι από καιρό.Και να μου γαληνεύουν τις αισθήσειςκάποιες ανατολές και κάποιες δύσεις 20σ’ απόμακρους, χαμένους ουρανούς,καινούρια πάντα ονείρατα να πλάθωκαι δίχα να ζητώ πού πάω να μάθωπάντ’ άγνωστους να νείρουμαι* γιαλούς……Μα τώρ’ απ’ την πολύβουη παραλία 25με τ’ άλλα αργοκινάς και φεύγεις πλοίακάπου, γι’ άγνωστες χώρες, μακρινές,και στην ψυχή μου νιώθω τη θλιμμένημια νοσταλγία σαν κύμα να πληθαίνειγια κάποιες που δεν γνώρισα χαρές… 30* χίμαιρα, η: ελπίδα ή ιδανικό που δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί* νείρουμαι: ονειρεύομαι, ονειροπολώΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ110


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΟ Λευτέρης Γιαννίδης (ψευδώνυμο του Ελευθέριου Ιωαννίδη, Λευκωσία,1913-1984) αποφοίτησε από το Παγκύπριο Γυμνάσιο το 1931 καιακολούθως εργάστηκε για μια δεκαετία ως δημοσιογράφος στις εφημερίδεςΝέος Κυπριακός Φύλαξ και Ελευθερία. Το 1942 διορίστηκευπάλληλος στο Γραφείο Δημοσίων Πληροφοριών, όπου και παρέμεινεμέχρι και το 1967.Ολιγογράφος, δημοσίευσε μόνο μια ποιητική συλλογή (<strong>Β</strong>ήματα στηνάμμο, 1937 και σε δεύτερη έκδοση συμπληρωμένη το 1938), η οποίακινείται βασικά στο κλίμα του νεορομαντισμού και του νεοσυμβολισμού.Ασχολήθηκε ακόμη με τη μετάφραση και με την κριτική, όπως μαρτυρούνοι συνεργασίες του σε διάφορα κυπριακά λογοτεχνικά περιοδικά.Τηλέμαχος Κάνθος, Λεμεσός, μεικτή τεχνική, 1949ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ111


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΝίκος <strong>Β</strong>ραχίμης<strong>Β</strong>αρυθυμία επηρεασμένηΗ ποίησή του θα κινηθεί αρχικάστο γνωστό κλίμα του Μεσολολέμου.Σύντομα, όμως, θα αποδεσμευτείαπό την παραδοσιακή τεχνοτροπία,για να εκφράσει με τονελεύθερο στίχο και τον πεζό ρυθμότης, τη βαθύτερη υπαρξιακή αγωνίατου σύγχρονου ανθρώπου, καθώςτα ερωτήματα ή οι επικλήσεις προςκάποια ανώτερη δύναμη μένουν ουσιαστικάχωρίς ανταπόκριση.Τι να τον κάνεις τον ρυθμό,τη μουσική, τη ρίμα*…διάλεξε να κρεμαστείς από το νήματο λεπτό που να δονεί με το σφυγμότης κουρασμένης της καρδιάς σου. 5Ένας μικρούτσικος παλμός,το ξέρεις, μυστικός ψαλμός,λησμονημένος και παλιός,ηχεί μόλις εντός σου.Η νύχτα στέκεται μουγγή. 10Κάποιος εκφυλισμένος θα βρεθείτραγούδι να την κάνει αφού σκεφθεί.Κι όμως θα σου ’λεγα παντοτινά να κοιμηθείςνα ξεχαστείς και να ξεχάσεις.Οι άνθρωποι θα πουν με λογικό 15πως μοιάζεις κάποιον άνθρωποτρελό, ή, ένα παιδί που μαγικόντύμα την ποίηση δέχτει και πω! πω!επηρεασμένος έπαιξε τον τραγικόμεσ’ τα βαθιά να κοιμηθεί δήθεν ερέβη*. 20* ρίμα, η: ομοιοκαταληξία* έρεβος, το: βαθύ και απόλυτο σκοτάδιΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ112


ΠΟΙΗΣΗ Νίκος <strong>Β</strong>ραχίμηςΠοθητές πατρίδεςVIΘα ’ρτει μια μέρανα μας γιατρέψειτις αγιάτρευτες πληγές,μια μέρα θα ’ρτεικάποια καινούργι’ αγάπη. 5Με δάκρυα πολλά θα μας ξεπλύνεικαι θα μας φέρειτης μετάνοιας τον εξαγνισμό.Ποθητή πατρίδα!Εκεί κατοικεί 10από καταβολής κόσμουο Θεός μου,και το ρημαγμένο καράβιτης ανταρσίαςάνοιξε τα καινούργια του 15τότε πανιάγια τα ευλογημέν’ ακρογιάλια σου.Χριστόφορος Σάββα, Σύνθεση, λάδι,1965-1967ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ113


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΟ Νίκος <strong>Β</strong>ραχίμης (Αμμόχωστος, 1914-1961) μετά την ολοκλήρωσητων εγκύκλιων σπουδών του στο Ελληνικό Γυμνάσιο Αμμοχώστου(1932), φοίτησε στην Ιατρική και στη Νομική Σχολή του ΠανεπιστημίουΑθηνών, αλλά δεν ολοκλήρωσε τις σπουδές του. Με την επιστροφή τουστην Κύπρο το 1938, ασχολήθηκε με διάφορα επαγγέλματα (τραπεζικόςυπάλληλος, γεωργός), ενώ από το 1950 ώς τον θάνατό του δίδαξεεμπορικά στο Οικονομικό Γυμνάσιο Αμμοχώστου.Θεωρείται από τους ανανεωτές της κυπριακής λογοτεχνίας, καθώςπροσπάθησε να εκφράσει με το ποιητικό και το πεζογραφικό του έργοτούς καινούριους προβληματισμούς και τους υφολογικούς πειραματισμούςπου είχαν πρωτύτερα κάνει την εμφάνισή τους στην Ευρώπηκαι στην Ελλάδα. Με νεορομαντικές και νεοσυμβολιστικές καταβολές(Eldorado, 1934 και Μεταπτώσεις, 1939), θα στραφεί με την τρίτη τουσυλλογή (Αποσπάσματα, 1941) στον ελεύθερο στίχο. Το 1944 θα κυκλοφορήσειη νουβέλα του Ο Άγνωστος με κύρια χαρακτηριστικά τονεσωτερικό μονόλογο και τη διάσπαση της παραδοσιακής φόρμας τηςαφήγησης. Αλλά και στα υπόλοιπα διηγήματά του, κυριαρχούν η ενδοσκόπησηκαι η αυτοανάλυση, η συνειρμικότητα της γραφής και η ονειρικήατμόσφαιρα.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ114


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΓιώργος ΦάνοςΩδή πενιχρή στη ΛευκωσίαΤο ποίημα (από τη συλλογή <strong>Β</strong>οράστη Μπόρα, 1965) απηχεί τη ζοφερήατμόσφαιρα που δημιουργήθηκεστην αγαπημένη πόλη του ποιητήεξαιτίας των περιοριστικών μέτρωνκαι της πολιτικής διαχωρισμού τωνκατοίκων που επέβαλαν οι βρετανικέςαποικιακές δυνάμεις κατάτη διάρκεια του ΑπελευθερωτικούΑγώνα (1955-59). Ωστόσο, ο ποιητήςδεν παύει να κυριαρχείται απότην ομορφιά της Λευκωσίας και ναυμνεί τη γοητεία της.Τώρα μένει μόνο η μοναξιά,στην πολιτεία παντοκρατόρισσα∙και τα πολύφωτα κι οι πολυέλαιοικι οι παιδικές φωνές λιγοθυμούνκι η σάλα της ψυχής μας μόνη – μένει – 5κι άφωτη – σαν κάμαρα νεκροτομείουτη νύχτα… σαν σκελετός που τονπαράτησαν οι σάρκες,– το χώμα τού πήρε ακόμα και τη στίλβη*–και φαντάζει λασπωμένος και φριχτός. 10Πικρή πολιτεία – ξένη με τους ξένουςζωσμένη τείχη, συρματοπλέγματα καιmachine guns*– μα στιβαρή,– ακατάλυτη – γενναία.Δώσε μου τη δύναμη – πόλη που με γέννησες∙ 15να τραγουδήσω το έπος σου.Είμαι ελεύθερος – ένα περήφανο πουλί –μακριά από βέβηλες – βάρβαρες – παγίδες.Κοίτα με! Τα βήματά μου κροταλίζουνσταθερά στην άσφαλτό σου... 20Μουσικές νότες ηχούν στον υγρό σου αέραλειψές – σβηστές…μα εμένα με ραίνουν* Λευκωσίαμε μνήμες θαμβωτικές,από κίτρινα ρόδα… 25από λευκές φτερούγες αγγέλων…από τη φλόγα των βιολετιώνματιών της Άννας μουνα μου καρφώνει τα μάτια…σαν σμαραγδιά θάλασσα 30σπαρμένη χρυσαστέρια και πάθος.*στίλβη, η: λάμψη, λαμπρότητα*machine guns: οπλοπολυβόλα*ραίνω: ραντίζωΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ115


ΠΟΙΗΣΗ Γιώργος ΦάνοςΜα πάλι και πάνταεσύ Λευκωσία δεσπόζεις!Έρχεσαι – χάνεσαι – γυρίζεις –στροβιλίζεσαι – χορεύεις τον ηρωικό χορό σου 35πίνεις – μεθάς από τον ίλιγγο του πάθους σου –μας χαϊδεύεις το μέτωπο…Εσύ – πριγκιπέσσα μου εξαίσια –εσύ – Λευκωσία – δυνατή – ακατάλυτηαλύγιστη. 40Λευτέρης Οικονόμου, Στέγες στη Λευκωσία, λάδι,1956ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ116


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΟ Γιώργος Φάνος (Λευκωσία, 1918 - Πάφος, 1994) σπούδασειατρική στην Αθήνα (1935) και άσκησε το επάγγελμα του γιατρού στηνΑμμόχωστο (1942-1974) και ακολούθως στην Πάφο.Στα ποιήματά του είναι έντονος ο προσωπικός, αυτοβιογραφικόςτόνος. Παρά τους πεζολογικούς ρυθμούς που υιοθετούνται, τα χαρακτηριστικάτης ποιητικής του δημιουργίας παραπέμπουν στο κυρίαρχομεσοπολεμικά κίνημα του νεοσυμβολισμού. Εκτός από την ποίηση(Στον Μακάριο Γ΄, 1959· <strong>Β</strong>ορά στη Μπόρα, 1965) ασχολήθηκε με τηνπεζογρα φία (με το ψευδώνυμο Σύλβιος Μιράντης) και την κριτική μελέτη,ενώ συνεργασίες του φιλοξενήθηκαν κατά καιρούς σε ελλαδικά καικυπριακά έντυπα.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ117


πεζογραφίαO κινηματογράφος Μαγικό Παλάτι. Λευκωσία, 1926


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΝίκος ΝικολαΐδηςΟ Σκέλεθρας(Απόσπασμα)Στο συγκεκριμένο διήγημα (από τη δεύτερη σειρά Διηγημάτων, 1924)ο συγγραφέας φέρνει στο προσκήνιο έναν ήρωα του περιθωρίου, οοποίος για να επιβιώσει πουλά τον ίδιο τον σκελετό του (γι’ αυτό καιτου αποδίδεται το συγκεκριμένο παρωνύμιο) σε κάποιο ιατρικό ερευνητικόινστιτούτο της Ευρώπης. Με τα χρήματα που εξασφαλίζει απότην ιδιότυπη αυτή (προ)πώληση, κατορθώνει να πετύχει την οικονομικήτου αναβάθμιση, ασκώντας ουσιαστικά το επάγγελμα του τοκογλύφου.Μέσω της περίπτωσης αυτής, δίνεται στο συγγραφέα η δυνατότητα ναπροβεί με οξύ, κριτικό και συχνά βαθύτατα ειρωνικό βλέμμα σε μια θεώρησητων κοινωνικών συνθηκών που εκτρέφουν και διαιωνίζουν τηναδικία και την ανθρώπινη εκμετάλλευση. Παράλληλα όμως, αναδεικνύεταικαι η ματαιότητα της ανθρώπινης ύπαρξης, που καταδυναστεύεταιαπό το φάσμα του θανάτου. Το απόσπασμα που παρατίθεται εδώ είναιαπό την αρχή του διηγήματος.Ο Παύλος ο σαράφης*, ο Σκέλεθρας, απαράτησε την εφημερίδα.– Σκοτούρα! καλέ σκοτούρα που θα την έχει σήμερις καμπόσοςκόσμος! σκέφτηκε και τα χείλη του τραβήχτηκαν σ’ ένα χαμόγελοξερό. Κάτω από μιαν επικεφαλίδα νεκρώσιμη –σύμπλεγμακρανίου, βραχιονίου και μηριαίου οστού– είχε διαβάσει μιαδήλωση της επιτροπής του νεκροταφείου:* σαράφης, ο: ενεχυροδανειστήςΧρίστος Φουκαράς, Ο Δράκος, τέμπερα,1995ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ119


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΕλένη Λάμπρου, Άτιτλο, σχέδιο, 2008* ανακομιδή, η: εκταφή και μεταφορά των οστώννεκρού σε οστεοφυλάκιο, μνημείο, τάφο κ.λπ.* χωνευτήριο, ο: χώρος του νεκροταφείου, στον οποίοφυλάσσονται τα οστά των νεκρών* βρεγματικό οστό: καθένα από τα οστά που σχηματίζουντο πλάγιο και επάνω τμήμα του κρανίου* αντεπιστέλλον μέλος (Ακαδημίας ή άλλου επιστημονικούιδρύματος): μέλος που δεν έχει ως μόνιμηκατοικία του τη χώρα, όπου είναι το ίδρυμα που τον τιμάμε τη διάκριση αυτή«Ειδοποιούνται και αύθις οι βουλόμενοι να κάμουνανακομιδήν* των κεκοιμημένων των, να σπεύσωσι, διότιεκπνεούσης της προθεσμίας θα ενεργηθή αύτη υπό τηςυπηρεσίας του κοιμητηρίου άνευ ειδοποιήσεως, τα δε οστά θαρίπτωνται εν τω κοινώ χωνευτηρίω*...»Ξαναπήρε την εφημερίδα κι έριξε μια μάτια σ’ άλλη στήλη.Πάλι ειδοποίηση!«...Ειδοποιούνται οι χρεωφειλέται του αποβιώσαντος Τ... ναπροσέλθωσιν εντός δεκαπέντε ημερών εις το γραφείον τουδιαχειριστού του κ. Δ... ίνα δηλώσωσι τας απαιτήσεις των...»Άφησε πάλι την εφημερίδα να γλιστρήσει στη γης. Έσκυψεστον «πάγκο» του και χτυπούσε ταμπούρλο με τα δάχτυλά του στοτζάμι. Τ’ ανίψι του, ο Τιριλλής, καθότανε χαμηλά σ’ ένα σκαμνίκαι διάβαζε μουρμουριστά ανθρωπολογία. Είχε το βιβλίο ανοιχτόστα γόνατά του και μουρμουρούσε: «...το κρανιακόν οστούν... τομετωπικόν οστούν... τα δύο κροταφικά, τα δύο βρεγματικά*...»κι άγγιζε τα δάχτυλά του στο μέρος της κεφαλής που ονόμαζε.Άκουσε τον μπάρμπα του που χτυπούσε με τα δάχτυλά του στοτζάμι του πάγκου του και σήκωσε το κεφάλι.– Τα τάλαρα δεν είναι αρκούδια για να χορέψουν που τουςπαίζει ταμπούρλο!... Συλλογίστηκε, γελώντας το τσιριστό γέλιοτου, που του ’φερν’ ένα πόνο στη ρίζα της ζερβιάς του μασέλας.Ο Παύλος ο σαράφης, ο Σκέλεθρας, χτυπούσε πολλήνώρα τα δάχτυλά του στο τζάμι, και τα περασμένα του, σ’ όλεςτους τις λεπτομέρειες, αρχίσανε να περνούν από τη σκέψη τουαραδιαστά-αραδιαστά, σαν ένας στρατός υπάκουος στον ήχο τουταμπούρλου.Προ δέκα χρόνια ο Παύλος έκλεισε τις χαραμάδες τηςκάμαράς του κι άναψε ένα μαγκάλι κάρβουνα για να δώσει τέλοςστη ζωή του... την αβίωτη, καθώς έγραψε σ’ ένα χαρτί. Η μυρωδιάτων κάρβουνων, που ’βγαινε από μιαν ανοιχτή χαραμάδα, τόνεπρόδωσε και τόνε βρήκαν μισοζώντανο στο πάτωμα. Όταν άρχισενα συνεφέρνει, με τις περιποιήσεις δυο γιατρών που προστρέξανε,άκουσε το νοικοκύρη του που διηγότανε πως: είχε ανέβει να τουζητήσει «απέναντι καθυστερουμένων ενοικίων» και του χτύπησεστα ρουθούνια η μυρωδιά του κάρβουνου, και μουρμούρισε:– Κερατά!... σαν ερχόσουνα κάθε στιγμή στενοχωρώντας με...δεν σου χτυπούσε η μυρωδιά της πείνας μου!...Ένας από τους γιατρούς, αντεπιστέλλον μέλος* ενόςφυσιολογικού ινστιτούτου της Ευρώπης, του είπε, λιγωμένα,καθώς λέγουνται τα κομπλιμέντα στις αληθινά ωραίες κυρίες, πωςείχε ένα σκελετό... «θαύμα!»ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ120


ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ Νίκος ΝικολαΐδηςΓλαύκος Κουμίδης, Ο πωλών τοις μετρητοίς,οξυγραφία, 1981* σπάλα, η: το οστό της ωμοπλάτης* κάσα, η: σιδερένιο χρηματοκιβώτιο, ταμείο* Μαμωνάς, ο: θεός του πλούτου* κουτόφραγκος, ο: υποτιμητικός χαρακτηρισμός γιατους Ευρωπαίους, ότι τάχα υστερούν σε εξυπνάδα καιμπορούν εύκολα να ξεγελαστούν* μεγαλοκοκότα, η: πόρνη πολυτελείας* προαγωγός, ο: μαστροπός, αυτός που εξωθεί στηνπορνεία– Θα μπορούσε η εταιρεία μας να σου μετρήσει ένα σημαντικόποσό αν...– Πάψε, γιατρέ, του είπε ο άλλος γελώντας, που θέλεις νακάνεις το σωματέμπορο τώρα!...– ...Αν διαθέσεις το σκελετό σου στην εταιρεία μας, θα σουμετρούσα... Ξακολούθησε ψάχνοντας τις σπάλες* και τα γόνατάτου... Θα σου μετρούσα...Κι ο Παύλος, που θα πουλούσε όσα-όσα και την ψυχή του,γυμνώθη για να διατιμήσει ο γιατρός το σκέλεθρό του.Χρειάστη ένα μέτρο και κατέβη πρόθυμα ο νοικοκύρης τουκαι ζήτησε από τη γειτόνισσα μοδίστρα την κορδέλα της. Τοναναποδογύριζε, ο γιατρός, απ’ όλες τις μεριές, τονέ δίπλωνε, τονάνοιγε, πάλι τον ξαναδίπλωνε... και ψάχνοντας τις αχαμνισμένεςαπό την πείνα σάρκες του, εύρισκε τα οστά και τα μετρούσεπροσεχτικά από αρμό σε αρμό.– ...Οκτώ έως δέκα χιλιάδας φράγκα!Έγραψε στην Ευρώπη κι έλαβε εντολή να μετρήσει το ποσόεις τον κάτοχο του θαυμάσιου σκελετού... «αντί συμβολαίουεξασφαλίζοντος τον σκελετόν εις το <strong>Ινστιτούτο</strong>ν μας...»Ο Παύλος, αγόρασε τον πάγκο ενού σαράφη που είχε φάγειστα γλέντια τα κεφάλαια της δουλειάς του κι έγινε σαράφηςτοκογλύφος,έχοντας κεφάλαια την τιμή του σκέλεθρού του.Σαν άνθρωπος που γνώρισε στον καιρό της πείνας την αξία τουπαρά, ήταν ευσεβέστατος παραδόπιστος. Μόνο που ήτανε το λάδιακριβό, ειδεμή θ’ άναβε μέσα στην κάσα του*, ακοίμητο καντήλιπρος δόξαν του Μαμωνά*, που του ’στελλε πλούσια τα ελέη του!Όλοι ξέρανε την ιστορία του και του ’μεινε τ’ όνομα«Σκέλεθρας». Ο ίδιος σε κάθε περίσταση διηγότανε, γελώνταςμε μιαν ασυνειδησία τρομερή, τα καθέκαστα της πούλησης τουσκέλεθρού του, τελειώνοντας πάντα έτσι:– Οι κουτοί! δεν μ’ αφήνανε να ψοφήσω από την πείνα καιπαραχώνοντάς με σε μια γωνιά να μαζέψουν τα κόκαλά μου!...Χε! χε! χε!... θέλοντας οι κουτόφραγκοι* το σκέλεθρό μου, μου’δωσαν τα μέσα που στερούμουνα να ζήσω!Κάθε φορά που συναντούσε στο δρόμο το γιατρό που μεσίτεψεγια την παράξενη αυτή συναλλαγή, τεντώνονταν και τόνε κοίταζεκατάματα κοροϊδευτικά, καθώς μια μοδιστρούλα, που ’φτασε ναγίνει μεγαλοκοκότα*, κοιτάει τον προαγωγό* της.Το σκελετό του τόνε λογάριαζε σαν ένα πράμα που το ’χεπουλήσει σε καλή τιμή «τοις μετρητοίς» κι ο αγοραστής τ’ άφησ’εκεί σε μια γωνιά για να το πάρει αργότερα!ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ121


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ* κεντιά, η: σουβλιά, δυνατός πόνος* μυρμηκιαστή: συμπιεσμένη και συμπυκνωμένηΜάλωνε μια φορά μ’ ένα γείτονά του και τον απείλησε πωςθαν του σπάσει τα πλευρά· κι ο Παύλος είπε:– ...Πουλημένα είναι!... θα ζημιώσεις την Ευρώπη!...Προ λίγες μέρες τον είχε πονέσει ένα δόντι κούφιο και πήγε νατο βγάλει.– Δεν έχει παρά μόνο μια τρύπα... κι είναι γερό δόντι, είπε οδοντογιατρός,... καλύτερα να το σφραγίσουμε με χρυσάφι.Ο Σκέλεθρας που δεν ανεγνώριζε την υποχρέωση να κάνεικι επιδιορθώσεις στα πουλημένα κόκαλά του, και μάλιστα ναγιομίσει ένα δόντι με χρυσάφι:– <strong>Β</strong>γάλ’ το..., είπε...– Είναι γερό... αμαρτία είναι... είσαι τόσω χρονών άντρας καιδιατηρείς όλα σου τα δόντια, αυτό είναι κατιτίς! Γιατί να βγάλειςένα γερό δόντι...;!– <strong>Β</strong>γάλ’ το...!Μονάχα όταν του είπε πως είναι δόντι με αγριόριζες καισιδερόδοντο που θα τόνε τραντάξει στο τράβηγμα, παραδέχτη νατο βουλώσει.Χτυπούσε πολλή ώρα στο τζάμι τα δάχτυλά του κι αναθυμόταντα περασμένα του. Όλη η ζωή του, από τον καιρό της πείνας ώςτη μέρα που κλείστηκε στην κάμαρά του να πεθάνει. Από τη μέραπου του μέτρησαν τ’ αντίτιμο του σκέλεθρού του ώς τη μέρα πουλογάριασε τα χρήματα τούτα σα μια χούφτα σπόρο μπρος στοσωρό της σοδειάς του· όλη η ζωή του, σ’ όλες τις λεπτομέρειες (σαστρατός αραδιασμένος) περνούσε απ’ τη σκέψη του.Να!... η προχτεσινή μέρα του με τα πολλά κέρδη της... να κι ηχτεσινή...Να κι η σημερινή... το πρωί... το μεσημέρι... Κι η παράταξη τωνπερασμένων του, σα να πέρασε και να ’στριψε σε μια καμπή.Σήκωσε το κεφάλι του κι είδε το Τιριλλή που είχε παρατήσει τοδιάβασμα και τόνε κοίταζε γελώντας ηλίθια.– Τι γελάς, βρε...;!– Τίποτις...Έτσι πάντα ο Τιριλλής γελούσε και με το τίποτις ακόμη· κιόταν αρωτιόνταν γιατί γελά, δεν έλεγε αν δεν έτρωγε δυο-τρειςχαστουκιές.Τ’ αυτιά του Σκέλεθρα βουίζανε, σα να τα χτυπούσαν απόμέσαθέ τους δυο ματσούκια, κι ένιωθε το κεφάλι του βαρύ μαζίκι άδειο. Η σκέψη του δεν δούλευε πια παρά σαν κεντιές* μιαςημικρανίας.Τώρα σα να κοίταζε μπροστά –μπροστά στη σκέψη του– κιέβλεπε σαν οχλομάζωμα, κάπου εκεί, μυρμηκιαστή* τη μελλούμενήτου ζωή, τον θάνατό του και πέρα...ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ122


ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ Νίκος Νικολαΐδης* χλαλοή, η: οχλαγωγή, οχλοβοή* γαζέτες, οι: νομίσματα μικρής αξίας, κέρματα, πενταροδεκάρες* φτενός: λεπτόςΜπροστά-μπροστά ήτανε το σημερινό του απόγεμα«επικεφαλής» μ’ ένα μπαϊράκι μαύρο, που δεν ήτανε παρά ηεφημερίδα που παράτησε προ λίγη ώρα και βρίσκονταν κι εκεί σταπόδια του ακόμα. (Ένα μαύρο μπαϊράκι, με άσπρα γράμματα σεδυο παράλληλα κατεβατά κάτω από το νεκρώσιμο σύμπλεγμα).Το ένα κατεβατό ήταν η ειδοποίηση του νεκροταφείου πουπροσκαλούσε κείνους που θέλανε να περιποιηθούνε τα κόκαλατων αποθαμένων τους, και τ’ άλλο ήταν η ειδοποίηση τουπληρεξούσιου κείνου του μακαρίτη π’ άφησε χρήματα για ναπλερωθούν οι χρεωφειλέτες του.Το μπαϊράκι σάλευε με τη χλαλοή* των μελλούμενών του κιο Σκέλεθρας άρπαξε μια φράση από τη μια ειδοποίηση, μια λέξηαπό την άλληνα και νιώθοντας και το σιχαμερό τ’ ανίψι του τοΤιριλλή εκεί, έγραφε η σκέψη του:«...Επειδή κι ο μακαρίτης ο Σκέλεθρας δεν έχει χρεωφειλέτες,ούτ’ άλλο κλερονόμο από το Τιριλλή, το άτιμο το Τιριλλή,ειδοποιείται το Τιριλλή το σιχαμένο να προσέλθει ναπαραλάβει την περιουσία του... Κι επειδή και τα κόκαλάτου είναι πουλημένα στο <strong>Ινστιτούτο</strong> και δεν θα μπουν σειδιαίτερο κουτί ούτε και θα ριχτούν στο κοινόν χωνευτήριον,ειδοποιείται ο πληρεξούσιος του <strong>Ινστιτούτο</strong>υ να προσέλθει νααπαιτήσει...»Ανατινάχθη σα να ξυπνούσε. Του μίλησε μια γυναίκαδείχνοντάς του κάμποσες γαζέτες* κι ένα δαχτυλίδι.– ...Έχω ανάγκη τρία τάλαρα... να τούτο το δαχτυλίδι,... είναικαλό... δώσε μου δύο τάλαρα... κάνε μου και τούτες τις γαζέτεςτάλαρο.Πήρε το δαχτυλίδι και το κοίταξε. Πήρε και τις γαζέτες και τιςμετρούσε.– Το δαχτυλίδι δεν σηκώνει δυο τάλαρα... σηκώνει μονάχα ένα.– Έχω ανάγκη... τρία! Να σχωρεθούν οι ψυχές των αποθαμένωνσου... ν’ αναπαυτούν οι ψυχές και τα κόκαλά τους... δώσ’ μου τρία.– Άφησε και τούτο, της είπε, δείχνοντάς της την αρραβώνατης –μιαν αρραβώνα φαγωμένη, τριμμένη από την καθημερινήδουλειά... και να πάρεις δυο... κι ένα τρία...Η γυναίκα τράβηξε να βγάλει τη φτενή* αρραβώνα που ’τανεριζωμένη στη σάρκα της. Τήνε τραβούσε και κοίταζε γύρωντροπαλή κι ανήσυχη.– Θα ξαθρώσεις το δάχτυλό σου, κερά μου... θα σπάσεις τοκόκαλό σου...Κι επέρασε μεσ’ τα μάτια του σαν αστραψιά μια ειρωνεία.Η φτωχή αναστέναξε. Τράβηξε δυνατά κι έβγαλε τηναρραβώνα.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ123


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΠήρε τα τρία τάλαρα και τη σκετική απόδειξη.Θυμήθη, ο Σκέλεθρας, πως ήταν ώρα που ’πρεπε να πάει στοδοντογιατρό να του βάλει το χρυσό στο δόντι.– Ου! να τελειώσει και τούτο, σκέφτηκε.Ταχτοποίησε μέσα σε μια σιδερόκασα τ’ ό,τι ήταν στον πάγκοτου και βγήκε.Αυτήν τη στιγμή, το παιδί του αντικρινού μαγερειού βγήκε μεμια πιατέλα κόκαλα και τα ’ριξε μέσα στον τενεκέ των σκουπιδιώνπου ’ταν απ’ όξω στην πόρτα.– «Στο κοινόν χωνευτήριον»... μουρμούρισε ο Σκέλεθρας. […]ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ124


ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ Νίκος ΝικολαΐδηςΣα σκυλίΣτο συγκεκριμένο διήγημα (από την τρίτη σειρά Διηγημάτων, 1929) διαγράφεταιμε ενάργεια και με πικρή ειρωνεία (που φτάνει συχνά ώς τονσαρκασμό) η μορφή ενός υπηρέτη κηπουρού, ο οποίος, λόγω της φιλοπονίαςτου και μιας σχεδόν ενστικτώδους αίσθησης του καθήκοντος, παραβάλλεταιστο παρουσιαστικό, στους τρόπους και τη συμπεριφορά μεσκυλί. Η επιλογή εκ μέρους του μπαρμπα-Φλώρου μιας ασήμαντης ζωήςπου περιορίζεται στα ελάχιστα και η τυφλή προσήλωση στους εργοδότεςτου, ακόμα και όταν αυτοί τον εγκαταλείπουν, έρχεται σε αντίθεση τόσομε τα αστικά ήθη, όσο και με μια κοινωνία που αποδέχεται και ενισχύειτις κοινωνικές ανισότητες ως φυσική τάξη πραγμάτων.Πάνε μερικά χρόνια που κατοίκησα στη Λεμεσό, κι από τιςπρώτες μέρες τον είχα παρατηρήσει που στεκόταν πάντα στονπυλώνα του «Ξενοδοχείου της Προκυμαίας», χωρίς να είναιούτε θυρωρός ούτε λακές*, μόλο που φορούσε κανελιά στολή μεμπρούντζινα κουμπιά. Σε λίγον καιρό, ένας φίλος –γέννημα καιθρέμμα της πόλης– άνοιξε κουβέντα γι’ αυτόν, ενώ καθόμαστανστο καφενείο –λίγα μονάχα βήματα απόσταση από τον πυλώναόπου στεκόταν:* λακές, ο: υπηρέτης ντυμένος με ειδική στολή– Πριν γίνει η Προκυμαία και κτιστεί το Ξενοδοχείο, η Λέσχηκι όλα αυτά τα μαγαζιά, ήταν εδώ έν’ αρχοντικό παλιό. Σπίτιμονώροφο, τριγυρισμένο από κήπο... Αυτός ήταν ο κηπουρός...Έτσι τόνε θυμούμαι πάντα, γέρο... κι έτσι πάντα σκυμμένος,διπλωμένος, με τη μούρη κάτου, να σκαλίζει, να ψαλιδίζει...Ο κήπος... α! τι κήπος!... ήταν χειμώνα καλοκαίρι γιομάτος άνθηκαι πρασινάδες… Μικρός, ήρθα πολλές φορές με λογαριασμό νακόψω λουλούδια και να βγάλω και καμιά ρίζα από τις σπάνιεςεκείνες πρασινάδες που ήταν πιο όμορφες κι από τα λουλούδια…μα ποτές δεν το κατόρθωσα, γιατ’ ήταν άγρυπνος φύλακας…»Το σπίτι ήταν σχεδόν πάντα κλειστό, γιατί ανήκε σε μιαναρχοντική οικογένεια που τον πιότερο καιρό τον περνούσεσ’ εξοχές και ταξίδια, μα ο κήπος ήταν πάντα περιποιημένος…Οι δρόμοι κι οι δρομάκηδες, στρωμένοι με κοπανισμένο τούβλο, καιτα δέντρα, ραντισμένα με τον ψεκαστήρα, αστράφτανε στον ήλιο…»Θυμούμαι μιαν κηδεία γέρου κυρίου και μιαν άλλη μικρούαγοριού που βγήκαν απ’ αυτό το σπίτι. – Γίνανε μάλιστα και σχόλιααπάνω σ’ αυτές… Για την πρώτη είπαν: «πολύ μεγάλο πένθος γιαένα τόσο γέρον άνθρωπο». Και για τη δεύτερη: «πολύ μεγάληκηδεία, δυσανάλογη με το μπόι του νεκρού».– Ας είναι, ήθελα ναΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ125


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΕλένη Λάμπρου, Παλιά Λεμεσός, σχέδιο, 2008* γρούζω: γρυλλίζω* πλερωτικός: που ενεργεί επ’ αμοιβήπω πως και στις δυο κηδείες τον θυμούμαι που ακολουθούσε απόμακριά, πλάι πλάι… σα να φοβότανε μη του πούνε: «πίσω!»»Ύστερα… σε λίγον καιρό από την κηδεία του μικρού αγοριού,το σπίτι με τον κήπο πουλήθη, κι οι νοικοκυραίοι πήραν ένακοριτσάκι που είχαν κι έφυγαν για πάντα από το νησί μας…Αυτός ερχότανε και καθόταν εδώ, κατσούφης, κι έκανε μιαθλιβερή εντύπωση να τόνε βλέπει κανείς έτσι μονάχο να φυλάειτην κλειστή πόρτα.»Όταν το σπίτι άρχισε να κατεδαφίζεται, τα δέντρα να κόβουνται,τ’ άνθη κι οι πρασινάδες να ξεριζώνουνται… ω! να βλέπατε πώςέκανε!... Με τι μίσος κοιτούσε τους εργάτες που ξερίζωναν καιχαλούσαν!... Και κάθε φορά που ένα κάρο γιομισμένο άχρηστουλικό ξεκινούσε, θαρρούσες πως θα γρύλιζε… Ειπώθη πως τουπροσφέρθη θέση στο Δημοτικό Κήπο και δεν εδέχθη… όμως,όποιος είχε σπίτι του ένα μικρό κήπο και του φώναζε να του τόνεβολέψει, πήγαινε πρόθυμα… Ωστόσο, ο καθένας, όσες φορές κιαν ήθελε περάσει απ’ εδώ, θα τον έβλεπε να τριγυρίζει στα γιαπιά,να χώνεται ανάμεσα σ’ εργάτες και μαστόρους και να γρούζει – ναγρούζει*… Οι εργάτες, που δεν τον ξέρανε, λέγανε: “Χασομέρηςείναι ή τάχα πλερωτικός* για να μας επιβλέπει;”…»Όταν το κτίσιμο τέλειωσε κι έγινε το Ξενοδοχείο… δεν τονέχανε το μάτι σου ούτε στάλα!... Να! Πώς στέκεται τώρα;… Έτσιστεκόταν κι έδιωχνε τους ζητιάνους και τους χαζευτήδες…»Η διεύθυνση βρήκε πως, καθώς ήταν κακοντυμένος, έκανεκακή φιγούρα και δόθη εντολή στο θυρωρό να τόνε διώχνει…Έφευγε κοιτώντας λοξά, έκανε ένα γύρο… και… νάτονε πάλιανάμεσα στις κολόνες του πυλώνα…»Γιατί ερχόταν;… Τι γύρευε; Τι να ’χε στο κεφάλι του;… Κιάραγε μπορούσε να κάνει σκέψεις; Θαρρούσε πως η ζωή του ήτανδεμένη μ’ αυτόν τον τόπο ή το αισθανόταν σα χρέος βαθύ καισκοτεινό;… Σαν ένστικτο…; Εγώ… κι όχι μονάχα εγώ, μα κι άλλοι–μάλιστα και μερικοί που τους ήξερε για φίλους ή σχετικούς με ταπαλιά του αφεντικά– δοκιμάσαμε να τόνε φέρουμε σε κουβέντα…Λόγια πολλά δεν είχε και προπάντων… τίποτα το διαφωτιστικό γιατην ψυχολογία του…»Αφού βαρεθήκανε να τόνε διώχνουν από το Ξενοδοχείο,του δώσανε τη στολή, «για ευπρέπεια» τάχα, ενώ πραγματικά οπαμπόνηρος Διευθυντής το ’κανε για ρεκλάμα… Δεν παράλειψενα βάλει να καρφώσουν και τ’ όνομα του Ξενοδοχείου μεμπρούντζινα γράμματα στο στητό γιακά, που του φαντάζει έτσισαν κολάρος…ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ126


ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ Νίκος Νικολαΐδης* Αναφορά στη νουβέλα Ρικέ του κορυφαίου γάλλουλογοτέχνη και κριτικού Ανατόλ Φρανς (1844-1924). Ηνουβέλα αυτή (η οποία χωρίζεται σε δύο μέρη «Ρικέ»και «Σκέψεις του Ρικέ» και συμπεριλαμβάνεται μαζί μεάλλες ιστορίες στον τόμο Crainquebille, Putois, Riquetet plusieurs autres récits profitables, 1903) έχει ωςπρωταγωνιστή επίσης ένα σκύλο και στρέφεται κριτικάενάντια στο κοινωνικό κατεστημένο»Τ’ όνομά του είναι Φλώρος, μα στο Ξενοδοχείο τον φωνάζανεΦλωρ, και τώρα που με τα χρόνια άρχισε να βαριακούει, τοδιπλασιάζουνε και τον φωνάζουν: Φλωρ-Φλωρ!...Αυτά διηγήθη ο φίλος. Κατόπιν αρχίσαμε να συζητούμε αν είχελογικό, αν είχε σκέψη… αν είχε μια κάπως καθαρή ιδέα της ζωήςτου… μα ύστερα από λίγα λόγια, αντίς να μιλάμε για τον καημένοτο Φλωρ… μιλούσαμε για τον κατεργαράκο το Ρικέ του ΑνατόλΦρανς, που με τη σκυλίσια λογική του έλεγε τον αφέντη του Θεό*.Καθώς είπα, πάνε κάμποσα χρόνια που κατοίκησα στηΛεμεσό, και το Φλωρ τον έβλεπα κάθε μέρα, γιατί το Ξενοδοχείοτης Προκυμαίας ήταν το ξενοδοχείο μου και το Καφενείο της,καφενείο μου.Τελευταία είχε γεράσει πολύ –έσκυψε πιο πολύ– κι εκτός απότο πλήθος τις τρίχες που είχε σ’ όλο το επάνω μέρος των χεριώντου, στα δάκτυλα όλα, ίσαμε τις ρίζες των νυχιών, δεν έβλεπες τρίχαμαύρη. Τα ματόκλαδα του λείπανε ανέκαθεν… Τα κρεμαστά φρύδια,τα κρεμαστά μουστάκια… οι μακριές τρίχες που ξεβγαίνανε απότα ρουθούνια του κι οι άλλες των αυτιών του… άσπρες κι αυτές…Ποτέ μορφή και ζωή δεν έμοιασαν τόσο πολύ.Τον παρακολουθούσα «με το μάτι και τ’ αυτί» και ρωτούσαπροσπαθώντας να μαζέψω πληροφορίες για… το Φλωρ!...Ο Διευθυντήςτου Ξενοδοχείου, μια μέρα που ’κανα να τόνε ρωτήσω…το πήρε για κομπλιμέντο! εκολακεύθη, ο άνθρωπος, κι απάντησεμε το υποτακτικό ύφος που παίρνουν οι ξενοδόχοι όταν έχουνε νακαυχηθούν για κάτι:– Κάνω ό,τι μπορώ… σε κάθε θέση τοποθετώ τον καταλληλότεροτύπο…Και, για να με εκπλήξει πιότερο, φώναξε:– Φλωρ-Φλωρ! κάνοντας και τη χειρονομία που καλούνε τασκυλιά.Κι ο Φλωρ ξετυλίχθη από τη θέση του και σίμωσε τόσοσκυφτός, και το κεφάλι κάτου, που θα ’λεγες πως ερχόταν με τα«τέσσερά του»…– Δεν είναι τέλειος; με ρώτησε… και κατόπιν έκανε: Είναιπερισσότερο από μισός αιώνας που τρως ψωμί εδώ, κι είσαι πολύευχαριστημένος… δεν είν’ έτσι, Φλωρ!...Κι ο Φλωρ έβγαλε έναν άναρθρο γρυλισμό και σιγά σιγάξανασυμμαζεύθη στη θέση του.Οι άνθρωποι της Προκυμαίας και της Λέσχης τον «Ξέρανε»,τον «Εκτιμούσανε», μ’ άλλο δεν είχανε να πουν παρά μόνο πωςήταν κι εξακολουθούσε να είναι: «Πιστός». Μια νύχτα στη Λέσχη,ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ127


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣπροκάλεσα πλατιά συζήτηση και για συμπέρασμα ειπώθη πως οΦλωρ είναι από τη ράτσα των καλών υπηρετών (ειπώθη γαλλικά:«domestiques», κι ήρθε πιο ταιριαστό), που τώρα, δυστυχώς, είναισπάνιοι… «Τρέφει ευγνωμοσύνη για το ψωμί που ’φαγε σ’ αυτότον τόπο και η ψυχή του βρίσκει την ανάπαυσή της σ’ αυτή τηνευγνωμοσύνη…»!!Μια μέρα –καλοκαίρι– το βαπόρι (μαζί με το πλήθος τωνξένων που ’ρχονται να παραθερίσουν στα βουνά του νησιού μας)έφερε και μια σαραντάρα Κερά. <strong>Β</strong>γήκε στο «Ξενοδοχείον τηςΠροκυμαίας».– Πώς άλλαξε ο τόπος! άρχισε να λέει στον συνοδευτή της…Εδώ κάπου, θαρρώ, βρισκόταν το σπίτι μας…Ο Φλωρ.. α! πώς ξετυλίχθη και σηκώθη από τη θέση του!...Σκίρτησε…, μα ο ξενοδόχος μ’ ένα βλέμμα που σήμαινε «ήσυχα,Φλωρ!» τον κάρφωσε στη θέση του. Όμως, όταν η Κεράπροχωρούσε στον πυλώνα, έκανε λίγα βήματα να τη σιμώσει…– Στη θέση σου, Φλωρ, φώναξε τώρα ο ξενοδόχος.Μα ο Φλωρ πού ν’ ακούσει!... ζύγωσε.– Περίεργο και τούτο…, είπε η Κερά μαζεύοντας τα φουστάνιατης!...– Τι έπαθες, Φλωρ, σε καλό σου, είπε ο ξενοδόχος.Κι αφού ξήγησε στην Κερά πως πρώτη φορά κάνει τέτοιοπράμα ο Φλωρ, «ετέθη εις τας διαταγάς της».Η Κερά ζήτησε ένα καλό δωμάτιο γι’ απόψε μονάχα, γιατίαύριο θ’ ανέβαινε στην εξοχή, και… αν ήταν δυνατό, να της λύσειμια περιέργειά της:Λεμεσός, Oδός Αγίου ΑνδρέουΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ128


ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ Νίκος Νικολαΐδης* Tout-a-fait un chien! N' est-ce pas?: Είναι ένα σκυλί!Δεν είναι έτσι;– Εδώ κάπου… βρισκόταν το σπίτι μας…, «τ’ αρχοντικό τουΣιρίλη»… είμαι κόρη Σιρίλη.– Μα… Κυρία μου!... βρισκόσαστε σπίτι σας, φώναξε σχεδόνσυγκινημένος ο ξενοδόχος… Το μπροστινό μέρος του κήπου κιόλος ο τόπος που κρατούσε το σπίτι κρατάει τώρα το Ξενοδοχείο…Κόρη Σιρίλη, λοιπόν!... χαίρω πολύ!... Τώρα εξηγείται το φέρσιμοτου Φλωρ!... Σας γνώρισε… Φλωρ-Φλωρ, έλα, Φλωρ!...Ο Φλωρ άλλο δεν περίμενε για να μπει και να πλησιάσει. Ταμάτια του, που πάντα ήταν τόσο θολά, τώρα πετούσαν σπίθες…– Δεν τόνε θυμούμαι…– Δεν είναι ο κηπουρός σας;– Τον κήπο, ναι, τον θυμούμαι πολύ καλά…Κι άρχισε να περιγράφει τον κήπο… «μεγάλο, πάντα γιομισμένολουλούδια και πρασινάδες, δρόμοι και δρομάκηδες στρωμένοι μετούβλο κοπανισμένο…»– ...τον κηπουρό, όχι, δεν τόνε θυμούμαι…Τον κοίταξε λιγάκι κι είπε:– Τι περίεργος!...Και μπήκε στην κάμαρά της.Σε λίγη ώρα έπαιρνε το τσάι της στη βεράντα. Ο Φλωρ τριγύριζε.Άξαφνα, η Κερά τού φώναξε μ’ ένα γνέψιμο:– …Σε θυμήθηκα… Πώς σε τυραννούσαμε στα παιχνίδιαμας!... <strong>Β</strong>ουρκώσανε τα μάτια της… Δάκρυσε…– Σε καλό σου, της είπε ο σύντροφός της, τι έπαθες;…– Θυμήθηκα τον αδελφό μου… Πάνε τριάντα χρόνια που τονχάσαμε…Σκούπισε τα μάτια της, άνοιξε το τσαντάκι της, έβγαλε έναπούπουλο και πουδραρίστη… Ξανακοίταξε το Φλωρ και του ’πε:– Γέρασες πολύ, καημένε…Και, γυρίζοντας στο σύντροφό της, είπε:– Tout-a-fait un chien! N’ est-ce pas?* και λύθη στα γέλια.Την ακόλουθη μέρα η Κερά έφευγε. Ο Φλωρ στη θέση του…ανήσυχος. Η Κερά ούτε τον πρόσεξε… κι όταν το αμάξι ξεκίνησε,έμεινε να το κοιτάζει αποθαρρεμένος. Κατόπιν, τ’ αμάξι χάθηστο μάκρος του δρόμου, κι ο Φλωρ συμμαζεύθη ήσυχα ήσυχα στηγωνιά του.Μια μέρα δεν ήρθε… και το προσέξαμε. Ούτε την ακόλουθη…κι αναρωτηθήκαμε. Την τρίτη ρωτήσαμε: «Γιατί; μην ήτανάρρωστος;». «Μπορεί… Τα σκυλιά κρύβουνται όταν είναιάρρωστα…»Σε λίγες μέρες, ήρθε σερνάμενος… Κουλουριάστη στη θέσηΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ129


ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ Νίκος Νικολαΐδηςτου, αφήνοντας έναν ήχο σαν παράπονο σκυλιού… Η αναπνοή τουμίκραινε ολοένα. Έβγαλε ένα στεναγμό βαθύ και πια… τίποτα…<strong>Β</strong>γήκε κι ο ξενοδόχος.– Φλωρ!... Φλωρ!..., του φώναξε. Φλωρ-Φλωρ, του ξαναφώναξε,αγγίζοντάς τον με τη μύτη του παπουτσιού του.Μα ο Φλωρ δεν σάλεψε…– Τέλειωσε… Έτσι και το σκυλί πάει και ψοφά στην πόρτα τουκυρίου του, είπε.Κι αμέσως παράγγειλε στους υπηρέτες να τον σηκώσουνγρήγορα γρήγορα…Θα ’κανε κακήν εντύπωση στους πελάτες…Σε λίγο στη Λέσχη μιλούσανε για το Φλωρ… Επαινέσανε τοσκυλίσιο προτέρημά του, κι ένας έριξε δειλά δειλά τη γνώμη πωςτου χρωστιόταν μια ανταμοιβή.– Να του γίνει μια επίσημη κηδεία, είπε ένας σοβαρά, κι η γνώμηδεν φάνηκε παράξενη… μα… τα έξοδα ποιος θα τα κάνει;…– Το Δημαρχείο… Γιατί όχι;… Αλλού και τα σκυλιά θάβουνται…Τους κρεμούν και μετάλλια για ηρωισμό… κι αυτό, όχι για τα σκυλιά,μα για να παραδειγματισθεί ο Λαός… Σήμερα, σ’ αυτές τις πονηρέςμέρες που περνούμε… όπου οι υπηρέτες σηκώσανε κεφάλι και είναιαχάριστοι στο ψωμί που τρώνε, θα ήταν μια λαμπρή αντίδραση…Η κηδεία δεν έγινε, κι έτσι σώθη το οικτρό κουφάρι τουΜπαρμπα-Φλώρου από τη «χρησιμοποίηση». Ο Τύπος μονάχα,που ξέρει καλά τη δουλειά του, δημοσίεψε «Σημειώματα», όπουπεριγραφόταν μια ζωή αναπαυμένη στην ευγνωμοσύνη, στο καθήκον,στην αφοσίωση… κι ένας μακάριος θάνατος!! Ευχόταν αΐδιον*μνήμην και συμβούλευε «πατρικώς» τον Λαόν να τον μιμηθεί…* αΐδιος: αιώνιος, παντοτινόςΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ130


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΟ Νίκος Νικολαΐδης (Λευκωσία, 1884 - Κάιρο, 1956) αναγκάστηκενα εγκαταλείψει το δημοτικό σχολείο από την τέταρτη τάξη και να ριχτείστη βιοπάλη, μαθαίνοντας την τέχνη της ζωγραφικής και της αγιογραφίας.Το 1907 έφυγε για την Αθήνα, όπου παρακολούθησε για έξι μήνες ωςακροατής μαθήματα στη Σχολή Καλών Τεχνών, και στη συνέχεια ταξίδεψεστην Ευρώπη, στη Μέση Ανατολή και στην Αφρική, κάνοντας διάφορεςπεριστασιακές δουλειές και δοκιμάζοντας κάθε είδους στερήσεις.Ύστερα από ένα διάστημα παραμονής στην Αθήνα (1915-1919) και στηνΚύπρο (1919-1923), εγκαταστάθηκε στο Κάιρο ώς τον θάνατό του.Ξεκίνησε από το λυρικό θέατρο (Το γαλάζιο λουλούδι, 1919) και τοιδιόμορφο είδος του πεζού ποιήματος ή της ποιητικής πρόζας (Ανθρώπινεςκαι άνθινες ζωές, 1920) –την καλλιέργεια των οποίων δεν θα εγκαταλείψειώς το τέλος της ζωής του (Ο χρυσός μύθος, 1938· Το βιβλίοτου μοναχού, 1951). Εντούτοις, θεωρείται σήμερα ο σημαντικότερος Κύπριοςπεζογράφος, με έργο πρωτοποριακό για την εποχή του. Η κριτικήξεχωρίζει ιδιαίτερα τα Διηγήματά του (1921, 1924, 1929), για την εύστοχησύνθεση της πλοκής και των επεισοδίων, αλλά και την ψυχολογική διερεύνησητων προσώπων. Ταυτόχρονα, η προδρομική ενδοσκόπηση ή καικατάδυση στις ανεξερεύνητες περιοχές του ασύνειδου συνυφαίνεται μεμια κριτική, διεισδυτική ματιά, η οποία ανιχνεύει εύστοχα τις συνθλιπτικέςεπιδράσεις του κοινωνικού περιβάλλοντος στη ζωή των ηρώων. Τα μοτίβαπου επανέρχονται στα διηγήματά του είναι το όνειρο και η φαντασίωση,οι ποικίλες εμμονές, το ερωτικό ανικανοποίητο και ο θάνατος, όλαδοσμένα με μια δημοτική πλούσια και εκφραστική,ιδιότυπα μουσική και με ένα ύφος πυκνό, συχνά παιγνιώδες,με νότες πικρού χιούμορ και υπόγειου σαρκασμού.Ανάλογα γνωρίσματα χαρακτηρίζουν και ταμυθιστορήματά του (Το Στραβόξυλο, 1922· Πέρ’ απ’το καλό και το κακό, 1940· Τα τρία καρφιά, 1948).ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ131


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΛουκής ΑκρίταςΟ κάμπος(Αποσπάσματα)Στο μυθιστόρημα Ο κάμπος (1936), εμπνευσμένο από τις προσωπικέςεμπειρίες του συγγραφέα στην πεδιάδα της Μεσαορίας, προβάλλεταιρεαλιστικά η αγροτική ζωή στην Κύπρο κατά την πρώιμη Αγγλοκρατία.Οι δύκολες οικονομικές συνθήκες που αυξάνουν την ανασφάλεια τωνανθρώπων, η αγωνία τους κυρίως για την παραγωγή λόγω και τωνιδιαίτερων καιρικών φαινομένων που επικρατούν στο νησί (όπως, γιαπαράδειγμα, η παρατεταμένη ξηρασία) συνθέτουν μια πειστική εικόνατου κοινωνικού περίγυρου στην ύπαιθρο.* αγριμιά, η: χέρσο, ακαλλιέργητο χωράφι* μολυβοχώματα: χώματα συμπαγή, βαριά και με σκούροχρώμα, λόγω της ξηρασίας* αποτελειώνω: (εδώ για τον ουρανό) μετά από βροχή,καθαρίζω, ανοίγω[…] Χερσάδες, αγριμιές*, μολυβοχώματα* που ξερνάνεφίδια. Οι σβώλοι μολυβένιοι και σκιστός ο φρυγμένος κάμποςπου απλώνεται πλατύς κι ανάλλαχτος. Κι είναι μια μουγκαμάραπαντού. Γιατί δυο χρόνια απανωτά η αναβροχιά στέρεψε το νησί.Οι χωριάτες νηστικοί και φοβισμένοι τού δέουνται μέσα στοσκοτάδι να τους λυπηθεί:– Κι αν εμείς οι μεγάλοι είμαστε κακοί, λυπήσου τα μωρά καιτα ζωντανά!...Τις πιο πολλές φορές θυμώνουνε με τους δικούς τους και πάνεστο καφενείο να γελάσουνε όλοι μαζί. Γιατί φοβάται ο καθέναςχωριστά την οργή του κάμπου.Την περασμένη χρονιά αν τύχαινε κάποτες να ταξιδέψουνεαπ’ το χωριό τους τα σύγνεφα, ήτανε πάντα αλαφρά σαν τοφτερό κι ολόασπρα, χωρίς μπόρα. Στεκόντουσαν απάνω σταχωράφια, χωριζόντανε σε φιγούρες, ένα κυνηγητό άρχιζε με τοναγέρα, σκέπαζαν τ’ ακροούρανα. Ο αγέρας, όμως, έδιωχνε πέραμακριά τα σύγνεφα, τα έστηνε μέσα στη θάλασσα που μαύριζεώρες. Κι ο ουρανός ολοκάθαρος, φρέσκος σαν τώρα δα να είχεαποτελειώσει*. Αλήθεια, τι κακό ήτανε τούτο που έπεσε στονησί…Τα πρόβατα ψόφησαν απ’ την πρώτη χρονιά. Σταθήκανετυχεροί, όσοι πρόφτασαν να τα ξεπουλήσουν. Οι άλλοι βλέπανεκαθημερινά το κοπάδι να λιγοστεύει. Οι προβατίνες και τακριάρια έπεφταν στον κάμπο αγκομαχώντας κι έμεναν εκεί,άσπρα σημάδια, που φώναζαν στους γύπες και τους κοράκους.Τα γέρικα βόδια ψόφησαν και τα δαμάλια ξεπουλήθηκαν φτηνάστους χασάπηδες. Το χωριό απόμεινε χωρίς ζωντανά.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ132


ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ Λουκής ΑκρίταςΤηλέμαχος Κάνθος, Ο σκοτωμένος βοσκός, λάδι, 1972* ξεκληρισμένος: που έχει καταστραφεί οικονομικά(εδώ είτε γιατί δεν κατέχει γη ή επειδή κάθε γεωργικήασχολία έχει ανασταλεί, λόγω της ξηρασίας)* μίνια, η: σήραγγα ορυχείουΜονάχα ο <strong>Β</strong>ασίλης είχε στο στάβλο του βόδια κι άλογα,γιατί οι αποθήκες του μπορούσαν να βαστάξουνε και μια χρονιάακόμα, αν γινότανε –ο Θεός να μη δώσει– να κρατήσει η κατάραπου δέρνει τον κάμπο.Οι ξεκληρισμένοι* ξενιτεύτηκαν στα μεταλλεία και στιςπολιτείες. Δούλευαν εκεί με φτηνό μεροκάματο, τόσο που στομήνα μέσα να μη μπορούνε να εξοικονομήσουνε πέντε σελίνια γιατο σπιτικό τους. Κι αν τύχαινε κάποτες να γυρίσει ένας χωριάτηςμε μισή λίρα στην τσέπη του, η φαμελιά του έπαιρνε μεγάλοαγέρα στο χωριό. Τα παιδιά, ακόμα κι οι γυναίκες, τρώγανε τοψωμί μέσα στις στράτες, για να το μάθουνε έτσι όλοι –πράμα πουγινότανε βούκινο απ’ την πρώτη στιγμή. Το συνηθισμένο ήτανενα γυρίζουν οι χωριάτες απ’ την πολιτεία με το μούτρο φαγωμένοκαι παραλλαγμένη τη θωριά. Κι ήτανε όλοι τους γερασμένοι σαγυρνούσανε για να πεινάνε αντάμα με τους δικούς τους. Γιατί,λένε, η πείνα χρειάζεται συντροφιά.Το γουστόζικο ήτανε, μόλις ερχότανε κανείς απ’ τα μεταλλεία.Σκούρο το μούτρο του και το σβέρκο σαν ένα ξένο μαυρισμένοπετσί, που πήγαινε να τόνε πνίξει. Γιατί η σκόνη της μίνιας*μπαίνει στο πετσί μέσα και μαυρίζει τον άνθρωπο ως το κόκαλο.Οι άλλοι χωριάτες ρωτούσανε χίλιες δυο λεπτομέρειες. Κι έμειναναπορημένοι μαθαίνοντας πως οι μίνιες πάνε μέσα στη γης μιανώρα, πολλές φορές και δυο ώρες.– Έτσι κάτω στη γης;– Ναι!ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ133


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ* συντέφι, το: πολύτιμος λίθος, ορυκτό μαργαριτάρι– Κι είναι σκοτάδι, αυτού μέσα;– Με τα φαναράκια δουλεύουνε οι εργάτες!– Έτσι ε; Κι αν είναι μέρα το ίδιο;– Χειρότερα. Γιατί θυμάσαι όξω το φως!...Σταμάταγαν τις ερωτήσεις, κοίταγαν κατά τον ουρανό, τοκορμί τους γιόμιζε απ’ το γαλάζιο φως.– Κι είναι κάτου στη γης σίδερο;– Ό,τι φανταστεί ο άνθρωπος, ξηγούσε ο νιοφερμένοςχωριάτης. Ακόμα ασήμι και μάλαμα!...– Μάλαμα;– Ναι! Μάλαμα!Έβγαζε απ’ τον κόρφο του ένα κομμάτι μετάλλευμα. Η πέτραχρύσιζε, όπως οι πολυέλαιοι τις ολονυχτίες, που γονάτιζαν ναεξιλεώσουνε τον Θεό. Ο καθένας το άγγιζε σφιχτά, ένιωθε τησκληράδα να του τρυπάει τις ακροδαχτυλιές και το έδινε στονδιπλανό του.– Κι έχει χρυσάφι, τούτη εδώ η μαυρόπτερα;– Ό, τι φανταστείς!...Τους ξηγούσε πώς πάει το «πράμα» στην Αμέρικα,ξεφορτώνουνε τις πέτρες στους μεγάλους μύλους και γίνουνταιεκεί σκόνη∙ χωρίζουν ύστερα τα συντέφια* απ’ τα σίδερα, χώριατο χρυσάφι.Η κουβέντα έπεφτε στα μεροκάματα. Ήτανε βέβαια ασήμαντα,όμως μπορούσε ένας εργάτης κάθε μήνα να γλεντήσει καλά,ξοδεύοντας ένα σελίνι.– Ένα σελίνι;– Ναι! ολάκερο!Στεκόντουσαν απορημένοι. Αυτήν την εποχή, μ’ ένα σελίνιαγόραζε τρεις οκάδες ψωμί σταρένιο και τέσσερις κριθαρένιο.Και με το κρεμμύδι και το νερό χορταίνουνε τα φτωχόσπιτα κάπουδυο μέρες. Με την οικονομία της νοικοκυράς μπορεί και τρεις.– Ένα σελίνι είναι μισό κιλό στάρι, έκανε ένας χωριάτης σιγά.– <strong>Β</strong>έβαια μισό κιλό στάρι! συμφώνησαν.Ωστόσο σήμερα ήρθε στο χωριό ένα μήνυμα, που δεν τοπερίμεναν. Το διάβασε η δασκάλα στην εφημερίδα και μαθεύτηκεσε λίγην ώρα. Ο αδερφός της Αναστασίας ο Χαραλάμπης, πουέφυγε απ’ το χωριό εδώ κι ένα χρόνο, σκοτώθηκε στο μεταλλείο.Εκεί που δούλευε στις μίνιες, με πέντε άλλους εργάτες, έπεσε ησκεπή. Οι δυο σώθηκαν με σπασμένα τα παΐδια, γιατί στάθηκαντυχεροί. Ο τρίτος βρίσκεται στο νοσοκομείο με στραμπουλισμένατα στήθια. Οι άλλοι σκοτώθηκαν στη στιγμή. Ένας από δαύτουςήτανε ο Χαράλαμπος Νικολάου. Το ’γραφε καθαρά η εφημερίδα.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ134


ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ Λουκής ΑκρίταςΑκόμα και το χωριό. Και παρακάτου πως θ’ αποζημιώσουνε τουςδικούς τους, κάπου είκοσι λίρες. Όσο αξίζει ένα μουλάρι.– Κάθε μέρα σέρνουνε πολλούς σκοτωμένους! ξήγησε κάποιοςπου δούλεψε στις μίνιες.Το πώς γλίτωσε ο ίδιος ήτανε τόσο παράξενο. Κουβαλούσε μετο αμαξάκι μετάλλευμα για να το ρίξει στην τρύπα, που κάτωθέτης στέκεται το βαγόνι. Η τύχη του ν’ ακούσει τα δοκάρια πουτρίξανε. Το λοιπόν, φώναξε στους συντρόφους του, που μόλιςπρόφτασαν να φύγουν. Δυο λεπτά ύστερα, κλείστηκε η μίνια,γιατί το βουνό έσκασε, λες από μια μπόμπα.– Θα ’παιρναν ωστόσο λεφτά οι δικοί σου! παρατήρησε σοβαράο καφετζής.Ο άλλος τον κοίταξε παράξενα κι αποκρίθηκε:– <strong>Β</strong>έβαια κάπου είκοσι λίρες! […]Αδαμάντιος Διαμαντής, Γυναίκες με βόδι, λάδι, 1951[…] Οι χωριάτες με τον καιρό ξαναγύρισαν, απ’ τις πολιτείες καιτα μεταλλεία, στα σπίτια τους. Γιατί άρχισε κιόλας τ’ όργωμα καιτ’ αφεντικά χρειάζονταν τους ζευγάδες. Σε κείνους που απόμεινανχωράφια θα τα οργώσουνε με ξενικό ζευγάρι, αντίκρισμα στηδουλειά που θα προσφέρουνε στον ιδιοχτήτη τους. Μπορεί κιόλαςνα σκάβουνε με τη γυναίκα και τα παιδιά τους στο χωράφι.Κοντεύει, ωστόσο, να βγει ο Οκτώβρης κι ακόμα να πέσει βροχή.<strong>Β</strong>έβαια δεν χάνουν τις ελπίδες τους μ’ αυτό οι χωριάτες, γιατί μετο Νοέμβρη ο κάμπος σίγουρα θα λασπώσει. Λες ο ουρανός νατο κάνει επίτηδες, έτσι να τους τιμωρήσει για τις αμαρτίες τους.Αυτό τουλάχιστον έλεγε ο παπα-Φώτης, που ήξερε καλύτερα απ’τους άλλους τη βουλή του Θεού. Ο καθένας αναλογιζότανε τιςΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ135


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ* Καραμανιά, η: η κεντρική Μ. Ασίααμαρτίες του, κουβέντιαζε ώρες με τον εαυτό του, χωρίς ωστόσονα βρει μιαν αμαρτία και να μετανιώσει. Πρέπει όμως να ’ναιαληθινή η κουβέντα του παπα-Φώτη. Συφέρνει να παραδέχουνταιοι χωριάτες πως είναι αμαρτωλοί, για να ευχαριστηθεί ο Θεός.Κοίταζαν τα σύγνεφα κι έστεκαν μ’ ανοιχτό το στόμα. Τούφεςαπό μπαμπάκι κουβαριαζόντανε, χίλιες φιγούρες ξετρέχονταν, ένακυνηγητό που άρεσκε πολύ στα παιδιά κι έπνιγε τους μεγάλους.Και ξανά ο ουρανός φρέσκος, τίποτα να μη τον σκιάζει. Και να’ναι πάντα πλατύς και μεγάλος.Η ζέστη ήτανε πιο υγρή, μούσκευε τα κορμιά και ζάλιζε.Αδυνάτιζε ακόμα τους χωριάτες που σκέπαζαν το κεφάλι τους μεπανί άσπρο, βουτηγμένο σε νερό ή σε οινόπνευμα.Πέρα, κατά το βουνό, ο ουρανός ήτανε εδώ και λίγες μέρεςμαυρισμένος και έτσι που στεκότανε αντίκρυ ο ήλιος έδειχνε τημπόρα που ξέσπαγε κάπου μακριά. Κάποτες μια ξαφνική λάμψηέσκιζε τη μαυρίλα.Οι χωριάτες καθισμένοι ένα γύρο στο καφενείο, κοίταζαν μετα μάτια θαμπά, αφηρημένα.– Να, εκεί μακριά!– Ναι!...– <strong>Β</strong>ρέχει εκεί στην Καραμανιά!*– Πάντα βρέχει αυτού πέρα!– Δεν έχει αναβροχιές, όπως σ’ εμάς!– Ευλογημένος ο κάμπος τους!...Και σώπαιναν όλοι, νιώθοντας ένα βάρος να τους τσακίζει.Μια Κυριακή, λίγες μέρες προτού βγει ο Οκτώβρης, κατά τομεσημέρι, όλοι οι χωριάτες ήτανε μαζεμένοι στο καφενείο. Οιγυναίκες, παρέες-παρέες, κουβέντιαζαν στα σοκάκια.Ένα μαύρο σύγνεφο φάνηκε να ’ρχεται απ’ την Καραμανιά.Έτσι σαν ένα τρίχινο σακί, γιομάτο άχερο. Ξεχώρισε απ’τη μαυρίλα και τράβηξε κατά δώθε. Σιγά-σιγά μάκραινε καιζυγιαζότανε καμπόσο στο βουνό. Ύστερα ένας αγέρας φύσηξεκαι το σύγνεφο μοιράστηκε. Κουλουριάστηκε, κυλίστηκε κάπουδέκα λεπτά και πύκνωσε το λεπτό αράχνιασμα που απλώνοντανμεσούρανα. Η μαυρίλα σκόρπιζε και θάμπιζε παντού ο ουρανός.Σε μια στιγμή χοντρές σταλαματιές έπεσαν στη γης κι η σκόνησηκώθηκε μαυρισμένη.Οι γυναίκες πεταγόντουσαν στα σοκάκια. Έβγαζαν μια φωνήπαράξενη και πήγαιναν όλες μαζί, έτσι όπως τα πρόβατα. Κι οιγερόντισσες πίσω απ’ τα παραθύρια, έκλαιγαν.Σιγά-σιγά η βροχή δυνάμωνε. Τα σύγνεφα ξάπλωσαν μέχρι ταΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ136


ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ Λουκής Ακρίταςουρανοθέμελα κι όσο έφτανε το μάτι σου το νερό έπεφτε στονκάμπο. Μια σκόνη ανεμίζονταν στις αρχές, σε λίγο πνίγηκε, ενώτα χωράφια απλώνονταν πιο σκούρα. Μια βουή ερχότανε απ’ τονκάμπο, που όλο και δυνάμωνε με τον αγέρα κι έσμιγε με τις κραυγέςτων ανθρώπων. Πόσο αλλιώτικος τους φαινότανε ο κάμπος, τώραπου δεχότανε στις σκισμάδες του το νερό.Όσο δυναμώνει η βροχή, τόσο βουίζει όξω ο κάμπος και τόσο οιχωριάτες χοροπηδάνε και οι γερόντισσες κλαίνε, ακουμπισμένεςστα παραθύρια τους.Ιωάννης Κισσονέργης, Όργωμα, λάδι* υνί, το: τριγωνικό και αιχμηρό σιδερένιο άκρο του άροτρου,που εισχωρεί στο χώμα για να το οργώσει* όργος, ο: όργωμαΚράτησε τούτο το πανηγύρι πάνω από δυο ώρες. Ύστερασκίστηκαν τα σύγνεφα, κάπου πρόβαλε ο ουρανός, σιγά-σιγάτο γαλάζιο ξάπλωνε μέχρι που φωτίστηκε όλος ο κάμπος καιπέρα μακριά τα βουνά. Κι έτσι, όπως οι σαλιάγκοι βγαίνουν απ’τα θάμνα, ύστερα απ’ την πρωινή δροσιά, το ίδιο κι οι χωριάτεςχυθήκανε στα χωράφια. Μπροστά ο <strong>Β</strong>ασίλης ο Ροϊδός.Ο καθένας κολυμπούσε ξεπίτηδες στις λάσπες κι ανάσανεσηκώνοντας τις μπότες του. Έσκυψαν να ιδούνε μέχρι πούποτίστηκαν τα χώματα. Το νερό έφτασε πάνω από δεκαπέντεδάχτυλα, ακριβώς ίσαμε το υνί*. Περίφημος ο όργος*.Δεν χωρούσε καμιά αμφιβολία, πως φέτος θα ’ναι καλοχρονιά.Θα ξαναγιομίσει ζωντανά κι ανθρώπους ο κάμπος κι η μυρουδιάθα φουσκώνει τους ανθρώπους του και θα καθαρίσει το πετσί απ’την αρρώστια του μεταλλείου. Κι αν πεινάνε κι εδώ, όπως παντού,είναι γιατί πλαστήκανε φτωχοί και πρέπει τ’ αφεντικά να ορίζουνετον κάμπο, ίσαμε που ν’ αλλάξουνε τα πράματα. Κι ο καθέναςχωριάτης να ορίζει μαζί με τους άλλους τον κάμπο, που να μηνείναι ωστόσο δικός τους. Γιατί αλλιώς θα τους πνίξει και θα τουςκάνει αφεντικά… […]ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ137


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΗ παράδοση των Αθηνών από τους ΓερμανούςΟ Λ. Ακρίτας υπήρξε μέλος της τριμελούς επιτροπής η οποία,εκπροσωπώντας την εξόριστη ελληνική κυβέρνηση που βρισκόταν στοΚάιρο, έλαβε μέρος στις διαπραγματεύσεις με τους Γερμανούς για τηνπαράδοση της Αθήνας τον Σεπτέμβριο του 1944. Η παρακάτω διήγησητου συγγραφέα ακούστηκε αρχικά σε ραδιοφωνική εκπομπή τουΕθνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας της Ελλάδας (Ε.Ι.Ρ.), με την ευκαιρίατης εορτής της Ημέρας της Απελευθέρωσης των Αθηνών (12 Οκτωβρίου1944) και πρωτοδημοσιεύτηκε στο περιοδικό Ραδιοπρόγραμμα (τευχ. 97,25-31 Οκτωβρίου 1964).Στα τέλη του Σεπτέμβρη μας ήρθε το μήνυμα πως ο στρατηγόςΦέλμυ* ήθελε να διαβιβάσει προτάσεις για την παράδοση τηςπεριοχής των Αθηνών. Το Στρατηγείο της Μέσης Ανατολής* μαςδίνει την άδεια ν’ ακούσουμε και να διαβιβάσουμε τις προτάσεις.Η συνάντηση ορίστηκε στις 4 το απόγευμα στο σπίτι του ΧρήστουΖαλοκώστα*, στην οδόν Αμερικής. Ο Χρήστος Ζαλοκώστας,σύνδεσμος της Επιτροπής Απελευθερώσεως*, ήξερε καλά ταγερμανικά. Αλλά ο όρος της επαφής με τον εχθρό ήταν αρκετάπερίεργος. Μας ειδοποίησαν πως αν τυχόν γνωσθεί η συνάντηση,τότε θα είχαμε εκτελεσθεί κι οι δυο από τους Γερμανούς. Έπρεπε,οπωσδήποτε να κρατηθεί μυστική η επικοινωνία μας, αλλιώς τηνίδια μέρα θα μας είχαν στήσει μπρος στο εκτελεστικό απόσπασμα.Ο μακαρίτης στρατηγός Σπηλιωτόπουλος* και ο ΦίλιπποςΜανουηλίδης* επέμειναν ν’ αρνηθώ τη συνάντηση.* Ο στρατηγός Φέλμυ υπήρξε ο τελευταίος γερμανόςστρατιωτικός διοικητής Αθηνών, πριν την απελευθέρωσητης πόλης* Στο συμμαχικό Στρατηγείο της Μέσης Ανατολής καιυπό αγγλικές διαταγές, υπάγονταν, ύστερα από τηνκατάληψη της Ελλάδας από τους Γερμανούς (Απρίλιος-Ιούνιος 1941), οι πολυάριθμες ελληνικές στρατιωτικέςδυνάμεις που είχαν διαφύγει στο εξωτερικό, αλλά καιμέρος των αντιστασιακών οργανώσεων που δρούσανστην κατεχόμενη Ελλάδα* Ο Χρήστος Ζαλοκώστας (1896-1975), βιομήχανος καιπολιτευτής και βραβευμένος πεζογράφος, έλαβε μέροςστην Εθνική Αντίσταση (1941-1944)* Ο υποστράτηγος Παναγιώτης Σπηλιωτόπουλος (1891-1962) είχε οριστεί από την εξόριστη ελληνική κυβέρνησηστρατιωτικός διοικητής Αθηνών και Πειραιώς(Ιούνιος-Οκτώβριος 1944)* Ο Φίλιππος Μανουηλίδης (1884-1951), δικηγόρος καιπολιτικός, υπήρξε μέλος της τριμελούς υπουργικής κυβερνητικήςαντιπροσωπείας που ανέλαβε την πολιτικήεξουσία στην Αθήνα αμέσως μετά την απελευθέρωσηΓεώργιος Πολ. Γεωργίου, Η απελευθέρωση των Αθηνών, λάδι, 1944ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ138


ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ Λουκής Ακρίτας– Γιατί να πέσεις στου λύκου το στόμα την τελευταία στιγμή;Τους είπα πως αδιαφορώ. Οι Γερμανοί ζητάνε τρόπο ναξεγλιστρήσουν. Δεν μπορούν να έχουν τη δύναμη να εκτελέσουντην παραμονή της φυγής τους έναν εκπρόσωπο της Κυβερνήσεωςστην Ελλάδα και του Συμμαχικού Στρατηγείου στην Αθήνα.Πήγα σπίτι μου. Ο αδελφός μου μόλις γύρισε απ’ το παράνομοτυπογραφείο όπου τυπωνότανε το ημερήσιο αντιστασιακό φύλοτα «Καθημερινά Νέα». Ήταν ο μόνος φυσικά που έπρεπε ναμάθει τη συνάντηση. Το κατάλαβε άλλωστε, γιατί είχα ζητήσεινα μου δανείσει το κοστούμι του. Το δικό μου ήταν πολύ παλιό,κι ήθελα να εκπροσωπήσω την Ελλάδα μ’ ένα σκούρο κοστούμι,κάπως καλύτερο, κι ας μην ήταν ολότελα στα μέτρα μου. Του είπααδιάφορα πως είχα μια κάποια συνάντηση για την παράδοση τηςΑθήνας. Κι όταν ζήτησε άλλες πληροφορίες τού αρνήθηκα.Μόλις έφευγα, έβγαλα το ρολόι μου και του το έδωσα. Μου τοχάρισε ο πατέρας, όταν έφευγα από την Κύπρο για την Αθήνα.Πάρτο, του είπα.Αρνήθηκε.– Γιατί;– Να, έτσι, κράτησέ το εσύ.Με κοίταξε στα μάτια έτοιμος να μπήξει τα κλάματα. Εγώέσκυψα το κεφάλι μου, άνοιξα την πόρτα, και χύθηκα στο δρόμο.Το σπίτι του Ζαλοκώστα, στην οδόν Αμερικής, ήταν ένα απότα τηλεφωνικά κέντρα του γερμανικού στρατού. Έτσι, όταν μπήκαστην είσοδο της πολυκατοικίας απάντησα πολλούς Γερμανούςπου με κοιτούσανε επίμονα. Ένας απ’ αυτούς μ’ ερώτησε. Πούπας; Του έδωσα την απάντηση. Στο τέταρτο πάτωμα.Ανέβηκα και καθίσαμε στο σαλόνι, περιμένοντας τον Γερμανό.Έφθασε με καθυστέρηση δυο-τριών λεπτών. Ήταν ψηλός,γεροδεμένος, με κόκκινο πληθωρικό πρόσωπο. Ένας αυθεντικόςΠρώσος.Τα ελληνικά του ήτανε θαυμάσια. Αργότερα έμαθα πως πριναπ’ τον πόλεμο, ζούσε στην Ελλάδα, δούλευε στη ΓερμανικήΑρχαιολογική Σχολή και ακόμη πως ήτανε παντρεμένος μεΕλληνίδα, μ’ ένα από τα πιο γνωστά ονόματα της πατρίδας μας.Κι αυτός ο γαμπρός ενός μεγάλου ελληνικού ονόματος ήταν οεκπρόσωπος του χιτλερισμού στον τόπο μας. Τον Ζαλοκώσταφαινόταν να τον γνωρίζει από πριν. Εμένα μ’ εκοίταξεπαραξενεμένος.– Σας κυνηγάμε εδώ και έξι μήνες καθημερινά, μου είπε, αλλάδεν μπορέσαμε ποτέ να υποψιαστούμε πως εσείς, που πηγαίνατεΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ139


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΣολωμός Φραγκουλίδης, Στρατιώτης στο μέτωπο, μολύβι* αναγαλλιάζω: αισθάνομαι ρίγη συγκίνησης από χαρά* Ελληνικός Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός (1941-1944)˙ στρατιωτικό σκέλος του Εθνικού ΑπελευθερωτικούΜετώπου (Ε.Α.Μ.), της μεγαλύτερης και μαζικότερηςελληνικής αντιστασιακής οργάνωσης κατά τη διάρκειατης Κατοχήςκάθε πρωί στα γραφεία της εφημερίδας, όπου δουλεύατε, και κυκλοφορούσατεχωρίς καμιά προφύλαξη, είσαστε ο Λεωνής της ΤριμελούςΕπιτροπής της Ελληνικής Κυβερνήσεως και του Στρατηγείουτης Μέσης Ανατολής.Να διηγηθώ τη συνομιλία μας με κάθε λεπτομέρεια, είναιδύσκολο. Όμως θα προσπαθήσω ν’ αποδώσω το πνεύμα της.Ζήτησε αρχικά να πληροφορηθεί αν είχα εξουσιοδότηση απότο Στρατηγείο να συναντηθώ μαζί του και να καταστρώσουμετη συμφωνία. Του αποκρίθηκα πως ήρθα μοναχά ν’ ακούσωπροτάσεις και να τις διαβιβάσω.– Εγώ, μου είπε, είμαι εξουσιοδοτημένος να διαπραγματευθώ.Τότε, του αποκρίθηκα, η συζήτησή μας τελείωσε. Εγώέχω εξουσιοδοτηθεί να διαβιβάσω απλώς τις προτάσεις τηςσυνθηκολόγησής σας.Προσπάθησε στην αρχή να κρατήσει το επίσημο ύφος του, μετην απότομη απάντησή μου όμως ο γιγαντόσωμος Γερμανός έπεσε.Τον κοίταξα κατάματα. Πικραμένος, όσο ποτέ στη ζωή μου,περήφανος, όσο δεν δοκίμασα ποτέ στη ζωή μου. Εκπροσωπούσαένα λαό νικητή. Πένθη, δάκρυα, δόξα και τιμή. Τον είδα νασωριάζεται και να συνεχίζει σε απολογητικό τόνο έναν ύμνο γιατην Ελλάδα.«Εμείς οι Γερμανοί, είπε, δεν έχουμε τίποτε με τον τόπο σας.Άλλοι μας ανάγκασαν να ’ρθούμε εδώ. Κι η αλήθεια είναι πωςέχετε υποφέρει πολλά από τους Ιταλούς, τους <strong>Β</strong>ουλγάρους κιεμάς. Αλλά, σταθήκατε όρθιοι και πολεμήσατε με την καρδιάσας παντού. Οι Γερμανοί πρώτα σας αγαπούσαν, σήμερα είναιυποχρεωμένοι να σας θαυμάζουν.Άκουα με τον Ζαλοκώστα από τον ξένο τον ύμνο του τόπουμου κι αναγάλλιαζε* η ψυχή μου. Τότε άρχισε να μας μιλάει γιατη δράση του Ε.Λ.Α.Σ*. Πως οι αντάρτες έχουν παραβεί τουςνόμους του πολέμου, κι η φωνή του αγρίευε, όλο πάθος.– Ο λαός μας, του λέω απότομα, δεν περιμένει από τους ξένουςνα κρίνουν την Αντίστασή μας. Αν έγιναν ή όχι λάθη, είναι δικήμας υπόθεση κι είμαστε όλοι περήφανοι για την προσφορά μας.Είσαστε οι μόνοι που δεν έχετε το δικαίωμα να την κρίνετε!Ξανακάθισε, κι αφού έμεινε ξανάρχισε με τόνο συζητητικό,συλλογισμένος δυο-τρία λεπτά. Άρχισε να μας διατυπώνει τιςπροτάσεις του. Ο στρατηγός Φέλμυ θέλει να φύγει, χωρίς ναβλάψει την Αθήνα και τον Πειραιά. Ζητεί όμως αντάλλαγματην υπόσχεση του Στρατηγείου να διατάξει το Ε.Λ.Α.Σ. καιτις εθνικιστικές οργανώσεις ν’ αναστείλουν τις επιθέσεις στηνΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ140


ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ Λουκής Ακρίτας(Ανώνυμος), Ο Μαν. Γλέζος και ο Απ. Σάνταςκατεβάζουν τη γερμανική σημαία από την Ακρόπολη,σχέδιο από αντιστασιακό περιοδικόπεριοχή Αττικής. Στην περίπτωση αυτή, το συγκρότημα τωνΑθηνών θα παρέμενε με την ύπαιθρό του ανέπαφο. Μπορούσε,φυσικά, να διενεργηθεί απόβαση στον Πειραιά ή όπου οι Σύμμαχοιθα ήθελαν. Ανάμεσα όμως στη συμμαχική εμπροσθοφυλακή καιστη δική τους οπισθοφυλακή έπρεπε να υπάρχει απόσταση τρειςώρες. Στα αναμεταξύ, την τάξη θα την τηρούσαν τα όργανα τηςΧωροφυλακής και της Αστυνομίας. Οι Γερμανοί προσφέροντανμάλιστα να μας παραδώσουν οπλισμό. Επιχειρήσεις δεν θα γίνουνμέσα και γύρω στην Αθήνα. Αν το τολμήσετε, η Αθήνα και οΠειραιάς θα μεταβληθούν σ’ ερείπια. Μην ξεχνάτε πως τώρατελευταία τουφεκίζουμε εκατό εκατό μαζί τους ανθρώπους σας!Μας κοιτάζει πλημμυρισμένος από μίσος. Παίζει το τελευταίοχαρτί του εκβιασμού του.– Ίσως σκοτωθούν μερικοί Γερμανοί αν μας χτυπήσετε,είπε σχεδόν κραυγάζοντας, αλλά τα θύματα του λαού σας θαμετρηθούν σε χιλιάδες. Ένας Γερμανός νεκρός και θα χαθεί ηπεριοχή ολόκληρη. Κι υψώνοντας τον τόνο, κραύγασε: «Απόσας εξαρτάται να σωθεί η πρωτεύουσα ή όχι. Για ό,τι θα συμβείαπ’ εδώ κι ύστερα εσείς θα έχετε την ευθύνη. Εμείς, είμαστεαποφασισμένοι για όλα»…Είναι βέβαια αδύνατο να αναπλασθεί μια συνομιλία, έχουνπεράσει από τότε τόσα χρόνια. Το μόνο που θυμάμαι είναι πωςείχα βαθιά τη συνείδηση πως με τη δική μου φωνή αποκρινότανη Ιστορία, οι χιλιάδες τα θύματα όλων των πολέμων, μικροί,μεγάλοι, παιδιά, γέροι, όσοι πόνεσαν και σκοτώθηκαν για μας. Θαμου επιτρέψετε να διαθέσω μια σχετική παράγραφο από το βιβλίοτου Χρήστου Ζαλοκώστα: Το χρονικό της Σκλαβιάς, εκεί γράφειακριβώς τι του απήντησα:– «Ο πόλεμος εκρίθηκε πια. Η υποχώρησή σας μας ενδιαφέρειμόνον επειδή μας γλυτώνει από μια βάρβαρη Κατοχή όμοια τηςοποίας δεν γνώρισε η χώρα. Αιτία της Κατοχής αυτής είναι ηΓερμανία, γιατί χωρίς τη δύναμή σας ποτέ δεν θα πατούσαν ταχώματά μας Ιταλοί και <strong>Β</strong>ούλγαροι. Τα ερείπια που σκεπάζουν τοντόπο είναι μαρτυρία της αγάπης μας για την ελευθερία. Τελειώνειτον πόλεμο η Ελλάδα μισοπεθαμένη, όμως πολύ περήφανη για τορόλο που έπαιξε για χάρη της Ευρώπης. Ενώ εσείς οι Γερμανοί,αντί να φύγετε, με μια καλή πράξη που θα ανύψωνε τ’ όνομά σας,διατυπώνετε απειλές ότι θα σφάξετε και θα καταστρέψετε. Δενσας δίδαξε η πείρα πως από φοβέρες δεν ταράζεται ο λαός μαςπαρά πεισμώνει χειρότερα; Είναι τόση η θέληση κάθε Έλληνανα σας διώξει, ώστε οι εσωτερικές μας αντιθέσεις θα σβήσουνΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ141


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΣολωμός Φραγκουλίδης, Κατοχή, μολύβι* Πρόκειται για ζωτικής σημασίας υποδομές και εγκαταστάσειςπου αφορούσαν την υδροδότηση, την ηλεκτροδότησηκαι τον εφοδιασμό της πόλης των Αθηνών καιόχι μόνο* καταισχύνη, η: μεγάλη ντροπή, εξευτελισμόςμπροστά σ’ αυτό το γεγονός. Μην υπολογίζετε στη διαίρεση τουλαού για να φύγετε ήσυχοι».Ερώτησε με κάποια ειρωνεία αν ήμουνα σίγουρος πως μετά τηναποχώρησή τους δεν θα διαιρεθεί ο λαός μας και δεν θα ξεσπάσειανάμεσά μας ο εμφύλιος σπαραγμός.– Ή θα πειθαρχήσετε τους αντάρτες σας ή θα κάψουμε τηνΑθήνα, μας είπε.Του αποκρίθηκα ήρεμος:– «Λέτε ότι θα κάψετε την Πρωτεύουσα. Κι εμείς σαςαπαντούμε πως τούτο θα είναι ο μεγαλύτερος ιστορικός τίτλοςτης. Η Αθήνα δεν υστέρησε σε θύματα απέναντι της υπαίθρου.Εάν καταστραφεί θα βεβαιώσει το ρόλο της σαν βωμός όχι πιατης ελληνικής αλλά της Παγκόσμιας Ελευθερίας. Αλλά δεν θατολμήσετε να την καταστρέψετε πρώτα γιατί δεν μπορείτε καιύστερα γιατί κάθε κάτοικος να ξέρετε πως θα σας εμποδίσει.Σταύρωσα τα χέρια μου και τον κοιτούσα κι άρχισα να τουαραδιάζω το μεγαλοφυές αλλά πλαστό, σχέδιο των συμμάχωνγια την Αθήνα. Τρεις μήνες προπαγάνδιζα στην Αθήνα με τονπαράνομο τύπο που είχα υπό την καθοδήγηση και την ευθύνη μου,πως ο συμμαχικός στόλος θα καταπλεύσει στην Αθήνα. Πως οιμεραρχίες των συμμάχων θ’ αποβιβασθούν στην Αττική και πως οουρανός μας θα πλημμυρίσει από αεροπλάνα.Ήξερα πολύ καλά πως τίποτε, απολύτως τίποτε δεν επρόκειτονα συμβεί. Ούτε καράβια, ούτε στρατός, ούτε αεροπλάνα. Έχουμεκιόλας, του λέω, οργανώσει τους χώρους υποδοχής. Κάθε στιγμήη απόβαση είναι δυνατή. Και θα σας ζώσουν οι σύμμαχοι, ταελληνικά στρατεύματα και ο λαός από παντού. Και δεν θαγλιτώσει ούτε ένας Γερμανός από την οργή μας. Συμφέρον σαςείναι ν’ αποχωρήσετε χωρίς άλλες καταστροφές και θύματα. Όσοπιο πολύ βλάψετε τον τόπο μας, τόσο λιγότεροι θα γλιτώσετε.Σηκώθηκα όρθιος και του είπα σε τόνο επίσημο με φωνή πουέμοιαζε ακονισμένη από την οργή.– Σε προειδοποιώ εκ μέρους της Κυβερνήσεως της Ελλάδοςκαι του Στρατηγείου Μέσης Ανατολής πως θα εκμηδενισθείτε,αν τυχόν επιχειρήσετε ν’ ανατινάξετε το φράγμα του Μαραθώνα,το εργοστάσιο Αγίου Γεωργίου στο Κερατσίνι και το λιμάνι τουΠειραιά.*»Η συζήτησή μας πήρε τέλος. Έφυγε με το τεράστιο κορμί τουκουλουριασμένο, φέροντας μαζί του την καταισχύνη* και την ήττα.Κοιταχτήκαμε με τον Χρήστο Ζαλοκώστα, τον παλιόσυνεργάτη και φίλο, κι ήταν το χαμόγελό μας πικρό. Στα μάτια καιΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ142


ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ Λουκής Ακρίταςτων δυο μας έπαιζε η ανησυχία. Εκείνος έπρεπε να μείνει σπίτι,εγώ να φύγω.– Γεια σου, του είπα, κι άρχισα να κατεβαίνω τα σκαλοπάτια.Ήμουνα σχεδόν σίγουρος πως εκεί στο τελευταίο σκαλοπάτι θαείχα ακούσει μια γερμανική φωνή να με προστάζει. Κι ύστερα ναμε οδηγούν στο γερμανικό στρατόπεδο όμηρον. Σκέφτηκα πωςκαλά έκανα κι άφησα το ρολόι στον αδελφό μου. Μ’ εκοίταξανακριβώς όπως την πρώτη φορά οι Γερμανοί. Πέρασα μπροστάτους ήσυχος και βγήκα στον δρόμο.Ήξερα πως η Αθήνα είχε σωθεί από την καταστροφική μανίατων Γερμανών. Η συνάντησή μας πέτυχε το στόχο. Ο πανικός τηςφυγής άρχισε από το ίδιο βράδι, όπως μας ειδοποίησαν τα 350πόστα*, που είχαμε οργανώσει στην Αθήνα και το λεκανοπέδιοτης Αττικής.Γιάννης Στεφανίδης, Πάλη ενάντια στο ναζισμό, σχέδιο από φοιτητική αντιστασιακή εφημερίδα* πόστο, το: θέση απ’ όπου παρακολουθείται ή επιτηρείταικάτι ή κάποιος, κυρίως για συλλογή πληροφοριώνΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ143


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΟ Λουκής Ακρίτας (Μόρφου, 1909 - Λονδίνο, 1965) αποφοίτησεαπό το Παγκύπριο Διδασκαλείο στη Λευκωσία (1926). Ακολούθως, εργάστηκεγια ένα διάστημα ως δάσκαλος στη Μόρφου και στα χωριάΣύγκραση και Κελλάκι. Από το 1929 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπουσπούδασε αγγλική φιλολογία. Αν και υπέστη διώξεις από το καθεστώςτης 4ης Αυγούστου για τις πολιτικές του ιδέες, ο ίδιος πολέμησε στο αλβανικόμέτωπο το χειμώνα 1940-1941, απ’ όπου μάλιστα έστελνε ανταποκρίσειςσε ελληνικές και κυπριακές εφημερίδες, οι οποίες και αποτέλεσαντην πρώτη ύλη για το μυθιστορηματικό του χρονικό Αρματωμένοι(1947). Κατά τη διάρκεια της Κατοχής, αναμειγνύεται στην Αντίσταση. Ηέντονη πολιτική και εκδοτική του δραστηριότητα θα συνεχιστεί και μετάτην απελευθέρωση. Στη δεκαετία του 1950 θα διατελέσει μέλος της ΔιακομματικήςΕπιτροπής Διαφώτισης για το Κυπριακό Ζήτημα και άλλωνσυναφών πρωτοβουλιών και ομάδων. Το 1951 θα εκλεγεί για πρώτηφορά βουλευτής στην ελληνική <strong>Β</strong>ουλή και ως υφυπουργός Παιδείαςστην κυβέρνηση Γεώργιου Παπανδρέου (1964-65) θα γίνει ο εισηγητήςτης εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης.Πρωτοεμφανίστηκε στα γράμματα με πεζά κείμενα ήδη από τα τέλητης δεκαετίας του 1920. Το 1935 εξέδωσε το μυθιστόρημα Νέος μεκαλάς συστάσεις, μια προσπάθεια να αποτυπωθούν το δράμα και οαγώνας των νέων μέσα σε πολύ αντίξοες συνθήκες. Μετά το μυθιστόρημαΟ κάμπος (1936), η κριτική ξεχωρίζει το χρονικό Οι Αρματωμένοι(1947), όχι μόνο για την αυθεντικότητά του ως μαρτυρία του ελληνοϊταλικούπολέμου, αλλά και για τον βαθύτατο ανθρωπισμό του. Γενικά, τοαυτοβιογραφικό στοιχείο είναι έντονο σε ολόκληρο το πεζογραφικό καιθεατρικό έργο του Ακρίτα, όμως αυτό που το καταξιώνει ως λογοτεχνίαείναι η δυνατότητα του συγγραφέα από το ατομικό να ανάγεται στο συλλογικόμε ένα λόγο στέρεο και πυκνό και να συνταιριάζει έτσι τη δραματικήένταση με τη στοχαστικότητα και τη συγκρατημένη συγκίνηση.Απόσπασμα από χειρόγραφο ομιλίας του Λ. Ακρίτα, Αθήνα 1964ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ144


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΜελής ΝικολαΐδηςΔύο άσπρα γυμνά χέριαΤο παρακάτω διήγημα προέρχεται από τη συλλογή Δυο άσπρα γυμνάχέρια κι άλλα διηγήματα (1929). Στα πρώιμα αυτά κείμενα του συγγραφέαπροβάλλονται βασικά ο μικροαστικός κόσμος και τα προβλήματατης καθημερινής ζωής σε μια ατμόσφαιρα υποβλητικής απροσδιοριστίας.Οι ήρωές του ψυχογραφούνται με αδρές γραμμές, καθώς συνθλίβονταιαπό τον κοινωνικό κλοιό, ο οποίος τους περιβάλλει ασφυκτικά, προδιαγράφοντας,ανάμεσα σ’ άλλα, και το ερωτικό τους αδιέξοδο.* μποξάς, ο: δέμα ρούχων που έχει τυλιχτεί μ’ ένα κομμάτιύφασμα, μπόγοςΜε ξύπνησε ο θόρυβος ενός κάρου, που ανέβαινε το μικρόύψωμα. Από το αργό και βαρύ κύλισμα των τροχών του, που τράνταζετο πάτωμα, το κρεβάτι μου και το σπίτι ολόκληρο, καταλάβαινεκανείς πως το κάρο ήταν βαρυφορτωμένο και πως ανέβαινεμε δυσκολία τον ανώμαλο κι ανηφορικό δρόμο.Ο θόρυβος δυνάμωνε ολοένα πιο πολύ, και μέσα στην ησυχίακαι τη σιωπή του ζεστού μεσημεριού, άκουα ζωηρά το τρίξιμο τωνξύλων του κάρου. Σε λίγο, σα να ξέσπασε δυνατή βροντή μέσαστην κάμαρά μου, γέμισε ολόκληρη από άγριο κρότο και χοροπήδησεαπότομα. Και την ίδια στιγμή, πίσω από τις κλειστές γρίλιεςτου παράθυρου, πέρασε η σκιά του κάρου, μια σκιά πλατιά καιπολυσύνθετη, καμωμένη από ένα ανθρώπινο κεφάλι, τ’ αυτιά ενόςαλόγου, μια γραμμή από κάγκελα κάρου, το απάνω μέρος κάποιουέπιπλου, τα πόδια ενός τραπεζιού, καρέκλες αναποδογυρισμένες,μποξάδες* ρούχων.Έξαφνα το μπουμπούνισμα σταμάτησε κι άκουσα το άνοιγμαμιας πόρτας, μερικούς ανθρώπους που κουβέντιαζαν, μια λεπτήγυναικεία φωνή, το τρίξιμο ή τον υπόκωφο κρότο πραγμάτων πουμετακινούνταν ή αφήνουνταν στο δρόμο.Δεν ήταν πια δυνατό να ξανακοιμηθώ. Σηκώθηκα από το κρεβάτικαι μισάνοιξα τις γρίλιες. Τέσσερις άνθρωποι κουβαλούσαν έναπιάνο στο διπλανό σπίτι. Οι δυο μπροστινοί έμπαιναν στην πόρτακι οι δυο άλλοι ήταν στο δρόμο. Και μέσα από την ανοιχτή πόρταπρόβαλλαν δυο άσπρα γυμνά χέρια, που κρατούσαν ελαφριά τηνμπροστινή άκρη του πιάνου, δυο χέρια γυναικεία, με κομψά μπράτσαγυμνά ως τον ώμο, με λεπτά δάχτυλα ανοιγμένα απάνω στομαύρο ξύλο του πιάνου.Η γυναίκα δεν φαινότανε. Οι μύτες μονάχα των παπουτσιώντης ξεπετιούνταν λιγάκι πίσω από τη μαρμαρένια κολόνα και μιαΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ145


ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ Μελής ΝικολαΐδηςΝίκος Νικολαΐδης ο Κύπριος, Νύμφη II, λάδιπτυχή του φουστανιού της κυμάτισε για μια στιγμή έξω από τηνπόρτα. Τα χέρια όμως πρόβαλλαν ολόκληρα. Ήταν φανερό πωςδεν κρατούσαν σημαντικό βάρος. Τι βάρος μπορούσαν να κρατήσουντα λεπτά εκείνα χεράκια; Κι όμως ετεντώνουνταν με φανερήένταση, και κάπου-κάπου ένα ελαφρό τρέμουλο τα περνούσε απόπάνω ως κάτω κι έκανε τις παλάμες να μετακινούνται απάνω στοπιάνο σα να ’θελαν να το χαϊδέψουν.Αν και δεν έβλεπα το πρόσωπό της, ήμουν βέβαιος πως τα μάτιατης παρακολουθούσαν το πιάνο με λαχτάρα και στοργή κι οανεπαίσθητος εκείνος κυματισμός των χεριών της δεν ήταν τίποτεάλλο, παρά ο παλμός μιας αγάπης και μιας ανησυχίας.Σε λίγο, τα δυο χέρια αποτραβήχτηκαν, το πιάνο μπήκε μέσα, τ’άλλα πράγματα μεταφέρθηκαν, οι άνθρωποι και το κάρο έφυγαναπό τον άλλο δρόμο κι όλη η θορυβώδικη όμορφη εικόνα έσβησεμέσα στην άσπρη σιωπή του ζεστού μεσημεριού.Έμεινα όμως ακόμα πίσω από τις μισάνοιχτες γρίλιες και κοίταζαπρος τη διπλανή πόρτα, απ’ όπου χάθηκαν τα δυο χέρια. Δεντην είχα ιδεί τη γυναίκα εκείνη. Μα ένιωθα πως κάτι γνώρισα απ’αυτήν. Μέσα στ’ άσπρα γυμνά χέρια της ήμουν βέβαιος πως κάτιβαθύτερο δικό της είχα δει, και στο λεπτό και στοργικό εκείνο χάιδεματου πιάνου είχα αντικρίσει μια ζωντανή εκδήλωση του εσωτερικούτης κόσμου.Όταν, το δειλινό, βγήκα από το σπίτι, έριξα μια ματιά στα διπλανάπαράθυρα και στην πόρτα. Μα δεν ήταν κανείς. Και τη νύχτα,όταν γύρισα αργά, μερικοί γειτόνοι κάθουνταν ακόμα, όπως πάντα,έξω από τις πόρτες των σπιτιών τους, κουβεντιάζοντας κι απολαβαίνονταςτη νυχτερινή δροσιά. Μα η διπλανή πόρτα ήταν κλειστήκαι σιωπηλή.Ένιωθα την επιθυμία να ιδώ τη νέα μας γειτόνισσα. Ένα είδοςπεριέργειας είχε γεννηθεί μέσα μου, κι αναθυμούμενος το μικρόεκείνο κομματάκι που είχα μονάχα προλάβει ν’ αρπάξω από τηναθώρητη σιλουέτα της, ήθελα να τη συμπληρώσω και να την ιδώολόκληρη.Μα ούτε την άλλη μέρα μπόρεσα να την ιδώ. Το διπλανό σπίτιήταν πάντα κλειστό, κι όταν πέρασα από μπροστά του, φρουροίψηλοί και βλοσυροί φύλαγαν την πόρτα, οι δυο μαρμαρένιες τουκολόνες, που πίσω απ’ αυτές μόλις τόλμησαν να προβάλουν τηνπρώτη μέρα οι μύτες των παπουτσιών της, η πτυχή του φουστανιούτης και τ’ άσπρά της γυμνά χέρια.Στάθηκα για μια στιγμή. Απάνω στο δρόμο διακρίνουντανακόμα τ’ αποτυπώματα των τροχών του κάρου, και το πέτρινο κα-ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ146


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣτώφλι ήταν φρεσκογδαρμένο από το πέρασμα των πραγμάτων.Είδα με κάποια ευχαρίστηση τ’ ασήμαντα αυτά σημάδια κι ηπεριέργειά μου για την άγνωστη εκείνη γυναίκα μεγάλωνε πιοπολύ…Το άλλο μεσημέρι, όταν βρέθηκα στο δωμάτιό μου, μισάνοιξατις γρίλιες και στάθηκα κοιτάζοντας τον έρημο και σιωπηλό δρόμο.Πόσο άδειος και πληκτικός μου φάνηκε! Η απόλυτη ακινησίακαι σιωπή, που σκέπαζαν τα πάντα, μου έδιναν την εντύπωση πωςτα σπίτια κοίταζαν μελαγχολικά και πως ο δρόμος είχε ξαπλωθείαπάνω στη γη λυπημένος. Τι να τους έλειπε τάχα; Τι να νοσταλγούσαν;Κι η σκέψη μου γέμιζε από το θόρυβο του κάρου κιη ψυχή μου έβλεπε να διαγράφουνται στο σιωπηλό κενόν τα δυοάσπρα γυμνά χέρια.Ποια να ’ταν τάχα η γυναίκα εκείνη; Έπαιρνα μέσα στη φαντασίαμου τις άκρες των δυο παπουτσιών που είχαν προβάλειπίσω από τη μαρμαρένια κολόνα, και τις συμπλήρωνα. Έπαιρνατην πτυχή του φουστανιού που είχε κυματίσει έξω από την πόρτα,και την ολοκλήρωνα. Έπαιρνα τα δυο προτεταμένα χέρια, καιπροεκτείνοντάς τα κάτω κι απάνω, εσχημάτιζα τον κορμό, το λαιμό,το κεφάλι.Πόσο όμως θαμπά, πόσο ακαθόριστα κι άπιαστα ήταν όλα!Όσο κι αν προσπαθούσα να πλάσω μέσα μου τη φανταστική τηςεικόνα, σκοτείνιαζε κι έσβηνε αυτή ολοένα. Κι όταν, μεταδίνονταςτον κρυφό παλμό των χεριών της στο κορμί της ολόκληρο, δοκίμαζανα του δώσω ζωή και κίνηση, το κορμί της μου ξέφευγε και χανόταν,σα να μην ήταν ένα πλάσμα πραγματικό, παρά κάτι άυλο,αόρατο κι ασύλληπτο.Πέρασαν έτσι μερικές ημέρες, χωρίς να την ιδώ. Έμαθα πωςήταν δασκάλα του πιάνου κι έδινε μαθήματα στα σπίτια. Γι’ αυτόκι έλειπε έξω πολλές ώρες. Ζούσε με τη μητέρα της, μια γριά μαυροφορεμένη,που δεν έβγαινε ποτέ από το σπίτι. Και το σπίτι ήτανπάντα κλειστό και σιωπηλό.Τίποτε άλλο δεν μπόρεσα να μάθω. Κι όμως πόσο ήθελα να τηνιδώ, πόσο ήθελα να τη γνωρίσω!Άλλαξα το δρόμο μου. Δεν ανεβοκατέβαινα πια το σύντομοανώμαλο μονοπάτι. Προτιμούσα τον ίσιο δρόμο, που περνούσεαπό το διπλανό σπίτι. Μα η πόρτα και τα παράθυρα ήταν πάντακλειστά.Περπατούσα σιγά-σιγά, έβρισκα κάποιαν αφορμή να κοντοσταθώέξω από το σπίτι. Καμιά φωνή, καμιά κίνηση.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ147


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΚαι το βράδι, όταν γύριζα νωρίς και καθόμουν στο δρόμο, τουκάκου εκαρτερούσα ν’ ανοίξει η διπλανή πόρτα. Κι αν ήταν ανοιχτάτα παράθυρα, ήταν όμως τόσο σκοτεινά και τόσο βουβά! Κάπου-κάπουμονάχα ένα φως άναβε πίσω από κάποιο παράθυρο κιέριχνε μια ζωηρή αντανάκλαση στο δρόμο. Κοίταζα με συγκίνησητην αντανάκλαση αυτή και καρτερούσα να ιδώ απάνω στο δρόμονα σχηματίζεται η σκιά της. Μα το φως έσβηνε γρήγορα, και τοσκοτάδι γέμιζε ξανά το δρόμο…Ένα βράδι άκουσα επιτέλους τη φωνή της. Όχι τη φωνή της τηφυσική, όχι τη φωνή του λάρυγγά της. Άκουσα τη φωνή των χεριώντης, άκουσα τη φωνή της ψυχής της –τη φωνή του πιάνου της.Ήταν αργά. Η ζωή, αποκαμωμένη από την ημερήσια υπερκόπωση,ζητούσε να κρυφτεί και να ναρκωθεί, να ξεχάσει και ναξεχαστεί μέσα στην ακινησία και τη σιωπή. Κι έξαφνα η νύχταγέμισε από αρμονία.Άνοιξα τα παντζούρια και στάθηκα ακούοντας. Επιτέλους!Να, που γνώριζα τη γυναίκα αυτή! Τι μ’ ένοιαζε για το πρόσωποκαι το κορμί της; Να, που ένιωθα την ψυχή της! Και τι μ’ ενδιέφερανοι λεπτομέρειες της ζωής της; Μου αρκούσε η στιγμή αυτή,μια μονάχα στιγμή, που κλείνει μέσα της ολόκληρη ύπαρξη κι ολόκληρηζωή!Έκλεισα τα μάτια μου. Και ξανάειδα τα χέρια της, τα ίδια λεπτά,κομψά χέρια της, όπως τα είδα την πρώτη φορά, με τον ίδιοπαλμό και το ίδιο ανατρίχιασμα, να κυλούν, να ψαύουν,* να χαϊδεύουντο πιάνο, κι ένιωσα ξανά, όπως τότε, να εκδηλώνεται με ταχέρια εκείνα, μέσα στη γλυκιάν εκείνη αρμονία, η ίδια αγάπη, η* ψαύω: αγγίζω κάτι ελαφρά, το περιεργάζομαι με τιςάκρες των δακτύλωνΚούλα Σαββίδου, Των μοναχικών διάβαση..., μεικτή τεχνική,1996ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ148


ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ Μελής Νικολαΐδηςίδια λαχτάρα, η ίδια λεπτή κι ευγενική ψυχή.Μα έξαφνα η αρμονία σταμάτησε κι η νύχτα, αφού ξέσπασε σ’έναν βαθύ στεναγμό που αντήχησε γύρω κι έσβησε μακριά, σκέπασεξανά με ακινησία και σιωπή την κουρασμένη ζωή, που ξαναδόθηκεπιο αναπαυτικά στη νάρκη και στο αποξέχασμά της…* ακαταγώνιστος: ακαταμάχητος, ανίκητος* εθιμοτυπία, η: σύνολο κανόνων κοινωνικής συμπεριφοράςπου ισχύουν σε εκδηλώσεις της κοινωνικής ζωήςΗ αδημονία μου μεγάλωνε μέρα με την ημέρα. Δεν ήταν πιαμια απλή περιέργεια. Ήταν ένα αληθινό ενδιαφέρον, ένα βαθύ καιθερμό ενδιαφέρον. Κι η επιθυμία που ένιωθα στην αρχή, για να τηνιδώ και να τη γνωρίσω, μου είχε πια γίνει δυνατή κι ακαταγώνιστη*ψυχική ανάγκη.Γιατί τάχα να μη φαίνεται καθόλου στα παράθυρα; Γιατί ναμην κάθεται τα βράδια στην πόρτα; Γιατί να μην κάμει σχέσεις μετους γειτόνους; Γιατί το σπίτι πάντα κλειστό και σιωπηλό; Γιατίνα μη δέχεται κανένα; Γιατί να μην παίζει πιάνο ταχτικά;Τι να σήμαιναν όλ’ αυτά; Τι να κρυβόταν σ’ όλα αυτά; Ποιαθλίψη, ποια απελπισία, ποιο κακό να ’ταν αυτό, που την κρατούσεσε τέτοιαν απομόνωση, σε τέτοια φυλάκιση;Κι η ψυχή μου φλογιζόταν από τον πόθο να την πλησιάσω, νατη γνωρίσω, να επικοινωνήσω μαζί της, να μπω μέσα στην ψυχήτης, να την παρηγορήσω, να της προσφέρω τις υπηρεσίες μου, τηβοήθειά μου, το κάθε τι που θα μου ζητούσε… Μα πώς; Μα πώς,που οι μέρες περνούσαν χωρίς καθόλου να την ιδώ;Ένα βράδι, αργά, ενώ έγραφα στο δωμάτιό μου, άκουσα στονδιπλανό τοίχο κάποια χτυπήματα. Στην αρχή δυο-τρία, ελαφριά,αραιά, υπόκωφα. Έπειτα, αφού σταμάτησαν για μια στιγμή, εξακολούθησανπιο ζωηρά και πιο πυκνά. Κάτι κάρφωναν στον τοίχοαπό πίσω.Σηκώθηκα με ζωηρό καρδιοχτύπι. Άκουα, ένιωθα τα χτυπήματατου τοίχου ν’ αντηχούν δυνατά μέσα μου. Ήμουν βέβαιος πωςήταν Εκείνη. Πίσω από τον τοίχο διαισθανόμουν, καταλάβαινα,έβλεπα σχεδόν τα χέρια της –τα γνώριμα, αγαπημένα χέρια– κιάκουα τόσο κοντά μου, τόσο βαθιά μου τα χτυπήματά τους, πουτα ’παιρνα κι αυτά σαν παλμούς καρδιάς και τα ’σμιγα με τουςδικούς μου σε μια νοερή επικοινωνία δυο καρδιών ανάμεσα απότον τοίχο.Τον πλησίασα και, πασπατεύοντας με τα χέρια, αναζήτησα ναβρω, ακολουθώντας τον ήχο των χτυπημάτων, το μέρος που άγγιζαντα χέρια της. Το βρήκα. Έβαλα εκεί απαλά-απαλά τις παλάμεςμου κι εχάιδεψα τον τοίχο γλυκά και τρυφερά…Όλο το βράδι δεν έκλεισα μάτι. Είχα πάρει την απόφαση ναΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ149


ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ Μελής Νικολαΐδηςπάω την άλλη μέρα στο σπίτι της και να ζητήσω τη γνωριμία της.Δεν μπορούσε να γίνει αλλιώτικα. Καμιά εθιμοτυπία* δεν μπορούσενα μ’ εμποδίσει. Η ψυχή μου μ’ έσπρωχνε ασυγκράτητα,ορμητικά, ακαταγώνιστα. Ήταν ανάγκη να πάω. Κι επέρασα τηνύχτα συλλογιζόμενος την επίσκεψή μου, νιώθοντας τη χαρά καιτην ευτυχία που θα μου ’δινε…Το πρωί, μισοναρκωμένος, μισοκοιμισμένος, άκουσα τον θόρυβοενός κάρου που περνούσε απ’ έξω αργά και βαριά. Ο θόρυβοςγέμιζε σαν δυνατό μπουμπούνισμα το δωμάτιό μου κι άκουακαθαρά το τρίξιμο των ξύλων του κάρου. Έξαφνα το κρεβάτι καιτο δωμάτιό μου τράνταξε και χοροπήδησε ολόκληρο, και μεμιάς,πίσω από τις κλειστές γρίλιες του παράθυρου, πέρασε η πλατιάκαι πολυσύνθετη σκιά του κάρου – το ανθρώπινο κεφάλι, τ’ αυτιάτου αλόγου, η γραμμή των κάγκελων, το απάνω μέρος του πιάνου,τα πόδια του τραπεζιού, οι αναποδογυρισμένες καρέκλες, οι μποξάδεςτων ρούχων.Χαμογέλασα. Ήμουν βέβαιος πως ήταν όνειρο ή παραίσθηση.Ήταν τόσο δυνατή μέσα μου η ανάμνηση από το πρώτο εκείνοπέρασμα του κάρου, που η μνήμη μου το ζωντάνευε και το αναπαριστούσεζωηρά ύστερα από τόσες μέρες.Ανατινάχτηκα, για ν’ αποτινάξω τ’ όνειρο ή την παραίσθηση,και μισοκάθισα στο κρεβάτι. Μα το αργό κύλισμα του κάρου εξακολουθούσε,κι άκουα τον βαρύ του θόρυβο να κατεβαίνει το μικρόύψωμα.Πετάχτηκα από το κρεβάτι κι άνοιξα το παράθυρο. Τ’ αποτυπώματατων τροχών του κάρου ήταν ζωηρά και φρέσκα απάνωστον δρόμο. Κι οι αντικρινοί γειτόνοι κουβέντιαζαν για τις καταστροφέςπου φέρνουν τα συχνά κουβαλήματα.– Μα τι τρέχει; Κουβαλήθηκε κανείς;– Ναι· οι διπλανές σου γειτόνισσες. Μας έφυγαν έτσι έξαφνακαι βιαστικά, όπως μας ήρθαν. Περίεργα πλάσματα!– Και πού πάνε;– Ποιος ξέρει; Μήπως μιλούσαν σε κανένα;Έκλεισα το παράθυρο, έτρεξα στο κρεβάτι κι έπεσα βαρύς,σφίγγοντας το κεφάλι μου μέσα στα χέρια. Πόσο πονούσα, Θεέμου, πόσο πονούσα!* εθιμοτυπία, η: σύνολο κανόνων κοινωνικής συμπεριφοράςπου ισχύουν σε εκδηλώσεις της κοινωνικής ζωήςΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ150


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΟ Μελής Νικολαΐδης (Λάρνακα, 1892 - Αθήνα, 1979) μετά την αποφοίτησήτου από το Ημιγυμνάσιο της γενέτειράς του, εργάστηκε αρχικάως υπάλληλος σε νομικό γραφείο και ως δάσκαλος, ενώ το 1913εξέδωσε την εβδομαδιαία πολιτική εφημερίδα Ηχώ της Κύπρου (1913-1920). Από το 1924 εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Αθήνα, όπου συνεργάστηκεμε διάφορα ημερήσια και περιοδικά έντυπα, ίδρυσε δικό τουβιβλιοπωλείο και εκδοτικό οίκο και εξέδωσε το λογοτεχνικό περιοδικόΠνευματική Ζωή (1936-1941 και 1952-1954). Στη διάρκεια της Κατοχήςυπέστη διώξεις από τις ιταλικές αρχές. Κατά τη δεκαετία του 1950, ανέπτυξεέντονη δράση για την προώθηση της κυπριακής υπόθεσης, διατελώνταςεπί σειρά ετών εθναρχικός σύμβουλος.Μέχρι τον πόλεμο, η πεζογραφία του Μ. Νικολαΐδη (Το κλεισμένοσπίτι, 1928· Δυο άσπρα γυμνά χέρια κι άλλα διηγήματα, 1929· Ο άνθρωποςπου επούλησε τη γυναίκα του, 1931) θα κινηθεί στο κλίμα ενόςψυχολογικού και κοινωνικού* ρεαλισμού, γνώριμο και από άλλους σύγχρονούςτου, έλληνες και ξένους, συγγραφείς. Τα θέματά του αντλούνταιαπό τη ζωή ανθρώπων οι οποίοι, αδυνατώντας λόγω των δεσμώνπου τους επιβάλλει ο κοινωνικός τους περίγυρος, να εξωτερικεύσουν ήνα ικανοποιήσουν τις ανάγκες και τις επιθυμίες τους, τελικά καταρρέουνή οδηγούνται στο περιθώριο. Από την περίοδο της Κατοχής και πέρα,θα στραφεί με τα εκτεταμένα πεζογραφήματά του στον χριστιανισμό(Κυπριανός ο μάγος, 1958· Τω καιρώ εκείνω…, 1962· Συνέσιος ο Κυρηναίος,1967 κ.ά.), προσδίδοντας στο έργοτου τον τόνο ενός ήπιουμυστικισμού. Εκτός απόδιηγήματα και μυθιστορήματαέγραψε θεατρικάέργα, χρονογραφήματα,μελέτες κ.ά.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ151


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΓιάννης Σταυρινός – ΟικονομίδηςυΗ ψυσή έν’ αέραςΣτο παρακάτω διήγημα, από τη δεύτερη σειρά των κυπριακών διηγημάτωντου συγγραφέα (Κυπραίικα, <strong>Β</strong>΄, 1983) δεσπόζει η μορφή της Καλλίνας,μιας ώριμης χήρας Καρπασίτισσας, η οποία αναδεικνύεται φορέαςενός ήθους αρχέγονου και μιας στάσης ζωής διαφορετικής από αυτή πουεπιτάσσει το συντηρητικό πλαίσιο του τόπου και της εποχής. Αξιοπρόσεκτηεπίσης είναι η χρήση της κυπριακής διαλέκτου στους διαλόγους,πράγμα που προσδίδει στο κείμενο ζωντάνια και πιστότητα.* τα δυο μεγάλα χωριά όπου περιφέρω την άνεργηζωή μου: πβ. την εισαγωγή των Απομνημονευμάτωντου στρατηγού Γιάννη Μακρυγιάννη (1797-1864): «…εδώ εις Άργος, οπού κάθομαι άνεργος».* τάβλα (του ύπνου): κρεβάτι* κορυποστάτης – κορυποστάς, ο: στασίδι κορύπας(= είδος πήλινου αγγείου για νερό)* ασυζήτητος: αναντίρρητοςΚοντά σ’ ένα δρόμο, μιας ενορίας, ενός από τα δυο μεγάλα χωριάόπου περιφέρω την άνεργη ζωή μου* αυτόν τον καιρό, είναιένα δωματιάκι. Υπάρχουν κι άλλα τέτοια μες στο χωριό, όμως αυτόξεχωρίζει για την τοποθεσία του, για την κληματαριά που κρέμεταιστην αυλή του και για την αρχιτεκτονική του. Είναι χαμηλό καιστενοκοπημένο τόσον αυτό το σπίτι που μόλις χωρεί μια τάβλα τουύπνου*, έναν κορυποστάτη* για στάμνες του νερού και δυο τρειςκαρέκλες από φλούδα συκαμιάς. Το φως μπαίνει από τη μοναδικήτου πόρτα του βοριά και το καλοκαίρι, φαίνεται, ότι παίζει σπουδαίορόλο για τον αερισμό του, ένα παραθυράκι στον δυτικό τοίχο.Μέσα σ’ αυτό το δωματιάκι -εξαιρετικά καθαρόν- ζει μια γυναίκατου χωριού, η Καλλίνα. Είναι χήρα από χρόνια και η μοναδικήτης θυγατέρα είναι παντρεμένη μακριά, πάνω. Από μια σύμπτωσηδεν έχει αδέλφια κι οι γονιοί της έχουν πεθάνει προ καιρού. Σήμεραείναι κάπου πενήντα χρονών, μα φαίνεται σαραντάρα. Η ζωή τουυπαίθρου, η λιτή τροφή -που κάποτε λείπει ολωσδιόλου- και η άσκησημε τη σωματικήν εργασία, έχουν παρατείνει σ’ αυτή τη γυναίκατα δευτέρα νιάτα. Τα άνθη της υγείας και τα σημάδια ασυζήτητης*ακόμη ομορφιάς είναι τόσο φανταχτερά στο σώμα και στο πρόσωπότης, που κάμνουν να τη χαίρεσαι και να τη ζηλεύεις.Τούτη την Κυριακή ο νεοφτασμένος Νιόβρης μάς ξημέρωσε μεπολύ ωραίον καιρό, τόσο γλυκύ και ωραίο, που όλα λες πως ζητούννα ρουφήξουν τη ζωή και να την κάμουν να μην προχωρεί...Ο ουρανός είναι κατακάθαρος, μέσα στα χωράφια τα νεοβλαστημένασπαρτά του κριθαριού λάμπουν σαν κεράκια στο φωςτου ήλιου, από την καπνοδόχο μερικών από τα σπίτια του χωριούπου είναι σκορπισμένα μέσα σε δενδροφυτεμένες φραχτές, βγαίνεικαπνός, το δάσος πέρα είναι σκουροπράσινο και οι γιαλοίαναπαύονται κάτω από τον πλατύν ουρανό.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ152


ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ Γιάννης Σταυρινός – ΟικονομίδηςΙωάννης Κισσονέργης, Καρπασιτού, λάδι, 1929* λαγγεμένος: γεμάτος πόθο και ερωτισμόυ* σοινναρόκομμαν, το: κόψιμο του σχοίνουΕίναι ώρα έντεκα πριν το μεσημέρι κι έχω κάμει τον περίπατόμου στον δρό μο της Καλλίνας. Κάθεται στην αυλή και λιάζεται δίχωςνα κάμνει τίποτε. Τη βλέ πω από μακριά που ρεμβάζει με τοντρόπο της. Όταν επλησίασα τη χαιρέτισα:– Ώρα καλή Καλλίνα.– Καλώς τον, καλωσόρισες. Κόπκιασευκοντά να πνάσεις. Μουαπάντησε μ’ ανοιχτόκαρδο τρόπο σηκωνόμενη.Κι άλλες φορές, όσες έτυχε να βρίσκεται σπίτι η νοικοκυρά καινα με προ σκαλέσει, έχω πάει κοντά και έχω καθίσει να πνάσω, δηλαδήνα ξεκουρασθώ, ώστε δεν υπήρχε λόγος να παραβώ τη συνήθειασήμερα. Μου πρόσφερε κάθι σμα κι εκάθισα.Μπροστά μου είχα μια γυναίκα που ο μορφικός τύπος της είναιδυσκολόβρετος πια στα Καρπάσια. Ξέρω ότι είναι μια από τεςτελευταίες αναλαμπές της παλιάς, ευγενικής, ρωμαλέας ανθρώπινηςράτσας του τόπου και με πιάνει λύπη διότι αυτά τα μέρη ταφημισμένα για την ομορφιά των ανθρώπων τους, έχουν να παρουσιάσουνμονάχα ωραία τοπία πια. Ο σωματικός σχηματισμός τηςΚαλλίνας είναι ολόκληρο ποίημα. Μ’ όλα τα πενήντα της χρόνιαπου πέρα σαν, προσπαθώντας φυσικά να χαλάσουν αυτό το ωραίοπλάσμα, σαν τη βλέ πεις θυμάσαι τα έργα των ελλήνων γλυπτών καιάμα κοιτάζεις τα μάτια της τα μαύρα, που τα σκεπάζουν βλέφαραμε μακριά ματόκλαδα, συλλογιέσαι τα τραγούδια της Ανατολής, ταλαγγεμένα*... Και δεν είναι υπερβολή να κολλήσω εδώ το ιστορικόδίστιχο για την Καρπασίτισσα:Από το Ριζοκάρπασο να πάω στη Γιαλούσα,δεν είδασιν τα μάτια μου τέτοιαν υ μαυρομματούσα.– Πάρε τσιγαράκι Καλλίνα. Της λέω απλώνοντας το πακέτοτων τσιγάρων μου.– Εν θέλω, φκαριστώ.– Γιατί; Δεν καπνίζεις διόλου πια;– Καπνίζω το κανέναν μου, μα σήμμερα πονεί με λλίον ολαιμός μου.– Πώς παν οι δουλειές; Τη ρωτώ.– Πκοιεςυδουλειές;υυ– Το σοινναρόκομμα*, το ζευγάρι, όλ’ αυτά. Δεν πάεις πιαμεροκάματο;– Πάω, ποττέ εν πάω. Ύστερα πκοιοςυεν να με ταΐσει;υ υΕχτές έωσέν μου τη γάραν η Κατέλα τζι επήα τζι έφερα ξύλαυυυ υυτζιυεπούλησα τζιυεγόρασα λλίον κριάςυνα φάω. Κόπκιασευτζαι σουνα μεσομερκάσουμε.– Καλή δουλειά. Έχεις και κρασάκι σίγουρα. Της λέω.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ153


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ* βάλλαχι: μα το Θεό* είναι σιύλλος μανισιός: λέγεται για κάποιον που είναιπολύ σκληρός και άγριος, χωρίς τρόπους.* είναι ψουμίν αμίσηστον: λέγεται για κάποιον που έχειπολύ καλούς τρόπους και για πολύ αγαπητά πρόσωπα* καλάρω: πείθω κάποιον* βολ(λ)ώ: βουλιάζωυ– Τζαι κρασούιν, καλό!– Δεν μου λες Καλλίνα...– Όρισε.– Δεν σου ζηλεύει η Κατέλα;– Τίποτες βάλλαχι*. Περνούμε σαν τ’ αέρκια.υΠοττέ της εν ηαλήθκειαυτου θεού.Έμεινα και την κοίταζα μια στιγμή για να βεβαιωθώ αν είναιειλικρινή όσα έλεγε. Και μου πρόσθεσε:υ– Η γεναίκα του άλλου, μάλιστα. Τζείνη αζούλευκεν, ήτουνυυσύλλα μανισή.* Μα η γέρημη η Κατέλα... Είναι ψουμίν αμίσηστον*.Εγώ για να την πειράξω λιγάκι, της πέταξα αυτή την ερώτηση:– Και η γυναίκα εκείνου του πρωτύτερα από τον άλλο;Οι κόρες των ματιών της τώρα άστραψαν για μια στιγμή, έπειταη φυσιο γνωμία της έγινε ελαφρά σκυθρωπή, με κοίταξε σφιχτάστα μάτια και είπε:υ– Τζείνη ήτουν κακούργα. Ξέρεις το, μα έτο θέλεις να μεχωραττεύκεις.– Όχι. Δεν ξέρω τίποτε, σε βεβαιώ.– Μμ...– Αλήθκεια,υδεν ξέρω. Πες μου, τι έγινε;υ– Τι έγινε; Έτο. Έγινεν ότι εκάλαρέ* με μιανυημέραν τζιυεπήαμενυ υαντάμα στον γιαλόν να βκάλουμεν πεταλλίνες μίσι τζι εκούντησένυυυμε τζιυέππεσα μες στο βαθύν γιαλόνυνα πνιώ.υΚαλό!– Και πώς τα κατάφερες να γλυτώσεις, Καλλίνα;υυ υ υ– Έτο. Το σιέριν του Πλάστη μου δοξάζω τον τζιαι προσσυνώτον (λέγοντας αυτά η δραματική γυναίκα έκαμε το σημείο τουυσταυρού με πραγματικήν ευλάβεια) άπλωσεν τζαι βοήθησέν μου.υΑντάν μ’ εκούντησεν τζι έππεσα εβόλησα* μεσ’ στο νερόν, ύστεριςυ υ υεβκέηκα ’ποπάνω τζιαι τζιείν’ την ώραν –έτο, ο θεός είπαμε–υεβρέθηκα πκιασμένη με τα δκυο μου σέρκα πά’ στους ρότσους.υυυ υΉπκιαυτζαι γιαλόνυμα λλίον τζι εν εζαλίστηκα. Εποταυρίστηκαυυυαλαφρά, αλα φρά τζιυήβκα πά’ στην πλάτσαν. Τζιυεγλύτωσα. Δόξαυσοι ο θεός. Η συντρό φισσα πού να την εύρεις. Άνοιξεν η γη τζιυυεκατάπκιενυτην. Ως φαίνει, άμα μ’ εκούντησεν τζι έππεσα μες στονυυγιαλόνυέπκιασενυτο τρέξιμον τζιυέφυεν.– Δεν πήρες την υπόθεση στο δικαστήριο;υ– Όι. Τζείνη ήτουν κακούργα, έθελεν να γινεί φόνισσα γιαυναυλείψω γιωυνα μένει μανισή της με τον προκομμένον της, που όποτ’υυέρκετουν μεθυσμένος α-χτύπαν μου μα είσεν μωρά ανήλικα τζιυελυπήθηκά τα. Γιατί να βλάψω τα μωρά τ’ αθώα;– Έχεις πολύ καλή ψυχή Καλλίνα. Της είπα.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ154


ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ Γιάννης Σταυρινός – ΟικονομίδηςΑνδρέας Ασπρόφτας, Άτιτλο, λάδι, 1965-70* έμεινα καρφίν στ' αμμάτιν: μ' έβαλε στόχο* είπεν το πειν του τζιαι το ξειν του: είπε τα λόγια τουκαι έδωσε τις εξηγήσεις τουυ– Είπαν μου το τζι άλλοι.υ– Το ζήτημα ήτον πολύ σοβαρό. Έγκλημα, κακούργημα.Η γυναίκα αυτή έπρεπε να πάει στην κρεμάλα.υ– Αφήτις εγλύτωσα τζι έμεινα καρφί στ’ αμμάτιν της*, είνταυ υυ’θελα τα δικα στήρια. Έτον θεόν τζει πάνω τζιυας κρίνει. Μπόρειενυτο κακόν που έθεν να κάμω εγιώ να ’τουν μιαλύττερον που το δικόνυυυυυτης. Τζιυεν είπα τίποτε της τζυβέρνησης. Η ιστορία εμαθεύτηκεν τζιυυο κόσμος είπεν το πειν του τζαι το ξειν του*, μα λαπόρτον εν έκαμα.– Και ο ερωμένος σου; Δεν το ’πες του ερωμένου σου;υυ– Είπα του το, μα πρώτα έβαλά τον τζι ωρκομόθητζεν να μενυυπειράξει την γεναίκαν του. Τζιυύστερα του το ’πα.– Ώστε εσένα σου τες έβρεχε, αλλά τη γυναίκα του δεν έθελες νατη χτυπή σει ούτε κι όταν εθέλησε να σε πνίξει.– Νναι. Έτο.– Είσαι ευγενική ψυχή Καλλίνα.υ– Έτο εν μ’ αρέσκει η κατζία. Είντα όφελος εν νάχω γιω αν είμαιυυ υκατζή; Ο Πλάστης μου, δοξάζω τ’ όνομάν του τζαι την χάριν του,υ υέκαμέν μας να ζιούμεν αγαπημένοι τζαι να σαιρούμαστιν την ζωή.υ υΨεύτικα πράματα ούλα τζαι περνούν...– Λογαριάζεις την άλλη ζωή Καλλίνα;– Όρισε;– Λογαριάζεις πως άμα πεθάνεις θα μπει η ψυχή σου στηνπαράδεισο;υ– Χμ. Παράεισο τζαι κόλαση δαπάνω δα είναι. Άλλον ενυέσει. Χέεε... Ο θεός εν έωκεν μισήν ζωή δαπάνω σ’ τούντην γηνυτζαι άλλην μισήν αλλού. Τούτα ούλα εν λόγιαυανωφέλεφτα, μεντα πιστεύεις. […]Ύστερα της είπα:– Καλλίνα, να με συμπαθάς. Σήμερα θέλω να σε ρωτήσω κάτι.– Μάλιστα. Ρώτα με. Απάντησε νεύοντας επιδοκιμαστικά μετο κεφάλι της για ενθάρρυνση.– Πριν πεθάνει ο άντρας σου είχες να κάμεις με κανένα;– Είχα. Απάντησε χαμογελαστή.– Με ποιον;– …– Περίεργο. Θέλεις να το ’χεις μυστικό;υ– Νναι. Γιατί αγάπουν τον γκαρδιακάυτζείνον. Αααχ, νεότη...Πάλι έμεινα και την κοίταξα για μια στιγμή με έκπληξη. Τι βαθιάαίσθη ση ζωής για μια χωριάτισσα και τι ιερότητα που δίνειαυτή η άξεστη γυναίκα στο αίσθημα της αγάπης!ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ155


ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ Γιάννης Σταυρινός – ΟικονομίδηςΤη ρώτησα:– Σ’ αρέσει ν’ αγαπάς Καλλίνα;Σ’ αυτή την ερώτηση το μάτι της γλύκανε σαν η ψυχή της να κυριευόταναπό το νόημα της αγάπης, υμε κοίταξε χαμογελαστή καιαπάντησε με λόγια που ξεφεύγουν από το στόμα της με σημασία:υ– Όπκοιουυεν τ’ αρέσκει η αγάπη τζι όποιοςυεν ηξέρει ν’ αγαπά,εν πρέπει να ζει σ’ τούντον ντουνιάν.υΤούτον έχω να πω.Αυτή η απάντηση της Καλλίνας μου ’φερε στο νου μιαν επιγραφήτης Πομπηίας* με την ίδια σχεδόν έννοια:«Όποιος ξέρει ν’ αγαπά ας είν’ ευτυχισμένος.Όποιος δεν ξέρει ν’ αγαπά ας πάει να χαθεί.Μα όποιος μποδίζει ν’ αγαπάς, στο διάολο να πάει».Τη ρωτώ πάλι:– Καλλίνα, σε παρακαλώ. Πόσους αγάπησες;Σ’ αυτό εκόμπιασε μια στιγμή, έριξε το βλέμμα της στο κενόν,έπειτα μισόκλεισε τα μάτια, με κοίταξε μ’ αυτοπεποίθηση κι απάντησεμε χαμόγελο:– Ούλους τους όμορφους. Νναι.– Μα, δεν γίνεται.υ– Έτσου που γένεται εν έσει. Μπόρει κανένας να βάλει μπόιστρο*στη ψυσή; Η ψυσή έσει το ελέφτερον να πεθυμά. Μπόρειςυ υ υυνα την ι-μποΐσεις; Όι. Η ψυσή εν’ αέρας, μάνα μου. […]Τραβώ τον δρόμο μου περπατώντας μέσα στον χλιαρό γλυκύτατοναέρα που χαδεύει μυστηριωδώς τα πάντα, βλέπω πόσοσπάταλα σκορπά παντού το θείο του φως ο ήλιος και δικαιώνωτον Δάντη* που βάζει μέσα στην Κόλαση όσους πέρασαν τη ζωήτους εδώ στη γη με στείραν μελαγχολία. Όμως η Καλλίνα –κι αςλέει ό,τι θέλει ο καθένας– είναι μια χαρούμενη κι ελεύθερη ψυχή.* Aρχαία ρωμαϊκή πόλη στην περιοχή της Καμπανίας στηνΙταλία, κτισμένη στους πρόποδες του <strong>Β</strong>εζούβιου, μιαέκρηξη του οποίου τη σκέπασε με λάβα το 79 μ.Χ., καταστρέφοντάςτην ολοκληρωτικά. Οι ανασκαφές έφερανστο φως πολλά ευρήματα, τα οποία δείχνουν ότι η πόληείχε αναπτύξει ένα από κάθε άποψη αξιόλογο πολιτισμό*μπόιστρον, το: εμπόδιο* Δάντης, ο: ιταλός ποιητής (1265-1321), έγραψε τηΘεία Κωμωδία, ένα από τα κορυφαία έργα της παγκόσμιαςλογοτεχνίας, το οποίο και αποτελείται από τρίαμέρη, την Κόλαση, το Καθαρτήριο και τον ΠαράδεισοΣπίτι σε χωριό της Καρπασίας, φωτογραφία Γιώργου Σεφέρη, 1955ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ156


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΟ Γιάννης Σταυρινός - Οικονομίδης (Ριζοκάρπασο, 1894 - Λευκωσία,1987) σπούδασε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών(1914-1917). Από το 1919 ώς το 1972 άσκησε το επάγγελμα του δικηγόρουστην Αμμόχωστο. Μετά την τουρκική εισβολή, αρνήθηκε ναεγκαταλείψει το κατεχόμενο χωριό του και παρέμεινε εγκλωβισμένοςεκεί, μέχρι λίγο πριν τον θάνατό του.Από νωρίς εκδήλωσε τα λογοτεχνικά του ενδιαφέροντα, δημοσιεύονταςτο 1915 τη συλλογή Τα πρώτα διηγήματα στην Αθήνα και, λίγοαργότερα, μεταφράσεις διηγημάτων του Γάλλου Γκυ ντε Μοπασάντ(1918), ενώ το 1921 εξέδωσε στην Αμμόχωστο το περιοδικό Νέα Εποχή.Παράλληλα, καλλιέργησε την ποίηση και, ώς το 1930, θα παρουσιάσειτρεις ποιητικές συλλογές (Κομμάτια της ψυχής μου, 1920· Από τη μοναξιάμου, 1923· Καημοί, 1930). Το 1937 επιστρέφει στην πεζογραφία μετη συλλογή Κυπραίικα, αντλώντας τα θέματά του από την καθημερινήζωή της κυπριακής υπαίθρου κατά το Μεσοπόλεμο και αποτυπώνονταςμε επιτυχία στα διαλογικά μέρη την κυπριακή διάλεκτο. Ωστόσο, δενπρόκειται για απλή ηθογραφική απεικόνιση, εφόσον δεν απουσιάζει ηκριτική ματιά του συγγραφέα στην κοινωνία και τις αξίες της εποχής.Την περίοδο του Μεσοπολέμου, θα γράψει ακόμη δύο νουβέλες μεέντονο το ερωτικό στοιχείο (Μέσα στα πεύκα και Η περιουσία του θείου),οι οποίες, όμως, θα δημοσιευτούν πολύ αργότερα, τη δεκαετία του1980, μαζί με τη δεύτερη σειρά των Κυπραίικων (1983), ένα θεατρικόέργο και τρία μυθιστορήματα.Επιστολή του συγγραφέα από το Ριζοκάρπασο, 1982ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ157


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΜαρία ΡουσσιάΚύπρος(Aποσπάσματα)[Αμμόχωστος]Τα αποσπάσματα προέρχονται από τις ταξιδιωτικές εντυπώσεις της συγγραφέωςαπό την Κύπρο, οι οποίες περιλαμβάνονται μαζί με διηγήματαστο τελευταίο βιβλίο Κύπρος (1956), που εκδόθηκε πριν το θάνατό της.[…] Η τύχη τα έφερε ν’ αποβιβαστούμε στην Αμμόχωστο, τοπιο μακρινό από την Πάφο λιμάνι. Παρόλο τ’ όνομά της, ούτε χωμένημου φάνηκε, ούτε άμμο είδα πουθενά. Ένας ζωηρά ρεαλιστικόςπίνακας μ’ αρπάγες*, αποθήκες, φορτηγά αυτοκίνητα, πλεούμεναόλων των ειδών, παράξενα πλαισιωμένα από παλιά κάστρακι ερειπωμένες εκκλησιές. Κάτω, το μαύρο τού σιδέρου, τ’ άσπροτου ασβέστη, το φωτεινό μίνιο*. Πάνω, το γκρίζο το μουντό τηςπέτρας που φθείρεται σιγά-σιγά μες στους καιρούς.Λιμάνι της σκληρής δουλειάς με φτωχούς ανθρώπους, σανόλους τους ανθρώπους της ανελέητης ανάγκης, κι όμως αμέσωςκάνει εντύπωση η αξιοπρέπεια κι η σεμνότητά τους. Μπορεί ναφορούν μπαλωμένα πουκάμισα, αλλά πάντα καθαρά και συγυρισμένα.Σα να κατάλαβε τη σκέψη μου μια μαντηλοσκουφωμένη γριά,που με παρακολουθεί, μου ξηγά:– Η φτώχια, κόρη μου, (δ)εν κι είν’ αντροπή, γιατί (δ)εν κιέρχεται από το χέρι μας. Η λέρα όμως είναι από μας.Ναι. Φτωχοί άνθρωποι αλλά πολιτισμένοι. Αν προσθέσω ότιόλοι είναι περιποιητικοί, ετοιμόλογοι κι ευφυολόγοι, έδωσαν πιστάτην πρώτη εικόνα των ανθρώπων της Κύπρου.* αρπάγη, η: γάντζος, γερανός* μίνιο, το: κοκκινωπή χρωστική ύλη, από την οποίαπαράγεται αντισκωριακή βαφή* πρόχωμα, το: οχυρωματικό έργο, χαράκωμαΞημέρωσε διάφανη η μέρα πάνω στα κάστρα και τις 365 εκκλησιές.Τότε είδα ότι η Αμμόχωστος είναι πραγματικά χωμένηστον άμμο.Μια πόλη θαμμένη, μια πολιτεία χαμένη, φρουρημένη πιστάαπό τα ωραιότερα μεσαιωνικά τείχη του κόσμου, που μέσα στηρέμβη κρατούν ακόμα ανάερα τα φαντάσματα μιας χαμένηςζωής… Παλάτια!... Κάστρα!... Εκκλησιές!... Προχώματα*, τάφροι,γέφυρες, που σηκώνονται το βράδι. Στο λιμάνι, δάσος τακατάρτια των καλοτάξιδων καραβιών, κουβαλούν θησαυρούςαπό χώρες μακρινές.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ158


ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ Μαρία ΡουσιάMνημεία στην παλιά Αμμόχωστο, Μεσοπόλεμος* Ρέιμς: Πρόκειται για τον καθεδρικό ναό της Παναγίας(13ος αι.) στη γαλλική πόλη Reims, όπου αρχικά στέφοντανοι γάλλοι βασιλείς.* Κόπτες: μονοφυσίτες χριστιανοί, που ζουν κυρίως στηνΑίγυπτο και αποσπάστηκαν από την Ορθοδοξία μετά τηνΟικουμενική Σύνοδο της Χαλκηδόνας (451 μ.Χ.)* Γιάφ(φ)α: η αρχαία πόλη Ιόππη, σημαντικό λιμάνι καιεμπορικό κέντρο στην περιοχή της Παλαιστίνης. Σήμεραανήκει στο κράτος του Ισραήλ και είναι ενωμένη μετην πόλη του Τελ-Αβίβ.Στην Αμμόχωστο μιλούν οι ξακουσμένοι σοφοί της Ελλάδας.Απ’ εκεί περνούν οι πράοι απόστολοι του Χριστού. Εκεί ζουν οι ευγενέστεροιιππότες του Μεσαίωνα κι οι πλουσιότεροι έμποροι τηςΑνατολής.Δεν έχει δόγμα, αίρεση, τάγμα, λατρεία, που να μην έχει χτίσειεκεί την πιο ωραία του εκκλησιά. Στέκει ακόμα ο γοτθικός ναόςτων Λατίνων –όμοιος μ’ εκείνον του Ρέιμς*– που έγινε άγια Σοφιάκαι κατόπι τζαμί. Μέσα σήμερα ψάλλει ο χότζας, ενώ πάνω στηνπέτρα σκαλισμένοι, αγρυπνούν ιππότες και σταυροφόροι. Για νατον προστατέψει ο άη Γιώργης έπεσε ολόκληρος μπροστά του απόξένα βόλια. Μόνο το καμπαναριό στέκει ακόμα, σφιχταγκαλιασμένομε το μιναρέ, ίσως μαζί μπορέσουν ν’ ανθέξουν στ’ ανελέητοπέρασμα των καιρών.Και γύρω τους, μια πέτρινη άνθιση πίστης –ναοί, εκκλησιές,τεμένη– μέσα στην πολυθρύλητη πόλη που κάθε φορά που θακαταστραφεί, ξαναγεννιέται ωραιότερη κι ενδοξότερη κι όπου οπλούτος συρρέει από παντού.Πλούτος αμύθητος. Λένε, ότι στους παλιούς καιρούς ζούσεστην Αμμόχωστο ένας Κόπτης* της Γιάφας*, που είχε 500 υποτακτικούςκι ένα δούλο για κάθε δύο σκύλους. Ο στολισμός μιας νύφηςτης Αμμοχώστου, λένε, άξιζε πιο πολύ απ’ όλα τα κοσμήματατης βασίλισσας της Γαλλίας. Λένε, πως ένας έμπορας –ο Λαχανάς–είχε καλέσει τον βασιλέα, τους βαρόνους και δώδεκα ιππότεςκι αντί για γλυκίσματα, όπως ήταν συνήθεια, διάταξε να φέρουνένα μεγάλο δίσκο που τέσσερις δούλοι μόλις μπορούσαν να σηκώσουν,γεμάτο διαμαντικά και μαργαριτάρια και χρυσά νομίσματαχύμα, σα να ’ταν σιτάρι και παρακάλεσε τους καλεσμένους του ναΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ159


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣπάρουν όσα θέλουν. Οι ιππότες που συνήθως είναι φτωχοί –όπωςλέει ο χρονογράφος– έπαιρναν όσα βαστούσε η καρδιά τους κι ηφούχτα τους*.Τέτοια ήταν η Αμμόχωστος μια φορά. Λιμάνι του κόσμου καικαμάρι της Ανατολής. Εκεί ζήσαν πάθη κι έρωτες φοβεροί. Μίσηγιγάντια κι εγκλήματα κι ηρωισμοί. Η ιστορία της είναι βουτημένηστο χρυσάφι και το αίμα, στην πορφύρα της δόξας και την πίσσατης αμαρτίας.Σήμερα η Αμμόχωστος είναι ένα βουβό χορταριασμένο κοιμητήριόπου μόνο οι πέτρες μιλούν. Μέσα στ’ απόρθητα τείχη, ζειένας πληθυσμός φτωχός, που δεν έχει τίποτε να χάσει, τίποτε ναχαρεί. Στα συντρίμμια των εκκλησιών, στα ρημάδια των παλατιώνζουν οι κουκουβάγιες κι οι νυχτερίδες. Φαντάσματα και θρύλοι τηστοιχειώνουν κι η γη της κρύβει ακόμα πολλά μυστικά.Κάθε Σάββατο βράδι, εκεί όπου άλλοτε υπήρξαν εκκλησιές,ανάβει ένα κεράκι, βαλμένο από άγνωστο, ευλαβικό χέρι.Παλάτι των Λουζινιανών, Αμμόχωστος, ταχυδρομική κάρτα του Μεσοπολέμου* Το επεισόδιο παρατίθεται από τον Λεόντιο Μαχαιρά στοΧρονικόν του (§92 στην έκδοση του R.M. Dawkins)* σιφ(φ)ο(υ)νάρι, το: βρώμη* όχεντρα, η: οχιά[Σαλαμίνα][…] Η Σαλαμίς της Κύπρου, εκεί που ήταν μια φορά, σήμερατ’ άγριο σιφονάρι* φτάνει ίσαμε τα γόνατα. Τ’ αγριάγκαθα σκίζουντα χέρια. Ο ήλιος κι η γη τρέφουν τη φριχτή ζωή των τάφων.Έντομα, σαύρες, αράχνες, στυλωμένες πάνω στα πελώρια τουςπόδια, ζουν αργοκίνητα μέσα στη φωτερή, την απόλυτη σιωπή. Οιόχεντρες* και τα μαύρα φίδια, τα θεριά, δένουν τις πέτρες στη γη.Θα ήθελα να είχα λόγια αρχαίου τραγωδού για να την κλάψωκαι μαζί της να κλάψω και των ανθρώπων τη μοίρα.Πώς κατάντησες Σαλαμίς, η «δυνατωτάτη απασών των εν Κύπρωπόλεων»;ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ160


ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ Μαρία ΡουσιάΠού είναι τα παλάτια σου που κάναν τον Όμηρο να σε αποκαλεί«εϋκτισμένην»; Πού είναι οι πολυμήχανοι άνθρωποί σου, πουπρώτοι δέχτηκαν τα καλά λόγια του Χριστού;Τίποτε δεν μένει από σένα, κόσμε χαμένε. Οι πόλεμοι σε ρήμαξαν,οι σεισμοί σε σώριασαν, οι καιροί σε σαβάνωσαν. Τ’ αγριόχορτασε σκεπάζουν ολόκληρη, η αγριοκαππαριά φράζει το δρόμομε τ’ αγκάθια της. Πουλί πετάμενο δεν βλέπεις, για να κλάψειτης παλιάς σου δόξας το χαμό. Πέτρα δεν βρίσκεις για να θυμίσειτου Τεύκρου* την πατρίδα και της μεγάλης μάνας σου* τον αθάνατοπολιτισμό.Κι όμως το δείλι, όταν η θάλασσα σου στείλει με τον άνεμο τουγρό της χάδι, τότε το σιφονάρι γέρνει απαλά κι ανοίγει μυστικούςδρόμους. Πίσω από τ’ αχτινωτά σάβανα που πλέκει η αράχνη,φανερώνονται σπασμένα κορινθιακά κιονόκρανα και κοιμισμένεςστήλες, λευκά πεντελικά μάρμαρα και μαύρες πέτρες, πουδιατηρούν τ’ αχνάρι του αβρού ποδιού κάποιας χαμένης θεάς. Ελληνικάγράμματα ιστορούν ονόματα βασιλιάδων που ξεχάστηκανκι επιγραφές λένε για μιαν άγνωστη παράξενη λατρεία:ΑΡΤΕΜΙΔΙ ΠΑΡΑΛΙΑ ΑΠΕΛΛΗΣ ΑΝΕΘΗΚΕΝ** Τεύκρος: ο καλύτερος τοξότης των Αχαιών στην Τροία,γιος του βασιλιά της Σαλαμίνας Τελαμώνα και ετεροθαλήςαδελφός του Αίαντα. Ίδρυσε την πόλη της Σαλαμίναςκοντά στη σημερινή Αμμόχωστο, όντας εξόριστοςαπό την πατρίδα του λόγω της τιμωρίας που του επέβαλεο πατέρας του, επειδή δεν εκδικήθηκε τον θάνατοτου αδελφού του κατά τον Τρωικό πόλεμο. Οι ανασκαφέςστην περιοχή της Σαλαμίνας για την ανάδειξη τωναρχαιοτήτων ξεκίνησαν το 1952.* Εννοεί την Ελλάδα* «Ο Απελλής αφιέρωσε στην Άρτεμη την παραθαλάσσια».Στο αρχαίο Κίτιον βρέθηκαν τέσσερις επιγραφέςπου εκτείνονται χρονολογικώς από τα τέλη των ελληνιστικώνχρόνων ώς και τη ρωμαϊκή περίοδο (2ος αιών.π.Χ.-4ος αιών. μ.Χ.). Το επίθετο (παραλία) είναι τοπικό,επειδή το ιερό της θεάς, όπου και λατρευόταν από τουςπιστούς, ήταν κοντά στη θάλασσα.* Διομήδης: μυθικός ήρωας, γιος του βασιλιά της ΑιτωλίαςΤυδέα και της Δηιπύλης, κόρης του βασιλιά τουΆργους Άδραστου, τον οποίο και διαδέχτηκε στο θρόνοο Τυδέας. Στον Τρωικό πόλεμο ηγήθηκε των Αργείωνκαι διακρίθηκε για την ανδρεία του εναντίον των Τρώωνκαι των θεών που τους προστάτευαν, κυρίως τουΆρη και της Αφροδίτης. Υπάρχουν μαρτυρίες ότι στηΣαλαμίνα συνήθιζαν την ανθρωποθυσία στον ήρωαΔιομήδη, θεσμό που κατήργησε (μετατρέποντας τον σεβουθυσία) ο βασιλιάς της Κύπρου Δίφιλος (πριν τον 6οαιώνα π.Χ.).Όχι μόνον η Άρτεμις αλλά και ο Ζευς κι η Αφροδίτη κι η Αθηνάκι ο Διομήδης* είχαν στη Σαλαμίνα ωραίους ναούς. […]Γυμνάσιο. Αρχαιολογικός χώρος στην κατεχόμενη ΣαλαμίναΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ161


ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ Μαρία Ρουσιά[Ο πόλεμος. Το τέλος του ταξιδιού][…] Νύχτα γυρίσαμε στην Πάφο. Μας περίμενε μαχαίρι μια είδηση.Κηρύχτηκε ο πόλεμος*.Το πρώτο πλοίο φεύγει από τη Λεμεσό. Πρέπει να το προλάβομε.Ο δρόμος είναι φραγμένος μ’ αμέτρητα κοπάδια.Εκατοστές πυρόξανθα* δαμάλια αλληλοσπρώχνονται τρέχονταςμπροστά μας και μουκανίζουν γοερά. Οι έμποροι τα πιλατεύουν*με μακριά καμιτσίκια από πετσί. Από τη μια μεριά παμφάγαη θάλασσα, από την άλλη τραχιά τα βουνά. Δεν μπορούν να ξεφύγουντο μαστίγιο που αδιάκοπα συρίζει πάνω από το κεφάλι τους.Ο πόλεμος!Οι Κύπριοι μονομιάς ξέχασαν τους εξευτελισμούς, τις απελάσεις,τις φυλακές, όλα τα όσα υπόφεραν και είναι έτοιμοι να πολεμήσουνστο πλευρό της Αγγλίας και να πεθάνουν για την ελευθερίατου κόσμου και τη δικιά τους.Στο ίδιο πλοίο μπαρκάραμε με τα δαμάλια. Αυτά για τα σφαγείατου κόσμου· εμείς για τ’ άγνωστο της πολεμικής φοβέρας.Κάθε νύχτα, από τον ουρανό, μας τρομάζει ματωμένο έναάστρο.Είναι ο Άρης.* Πρόκειται για τον <strong>Β</strong>΄ Παγκόσμιο Πόλεμο (1939-1945)* πυρόξανθος: με ανοιχτό κοκκινωπό χρώμα* πιλατεύω: ταλαιπωρώ, βασανίζωΚύπριοι εθελοντές του <strong>Β</strong>ρετανικού Συντάγματος. Λεμεσός, 12.3.1944ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ162


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΗ Μαρία Ρουσσιά (Κάιρο 1894 - Αλεξάνδρεια 1957) σε μικρή ηλικίαέφυγε με την οικογένειά της για την Τεργέστη, όπου αρχικά φοίτησε στοεκεί ελληνικό δημοτικό σχολείο και στη συνέχεια στο ιταλο-γερμανικόγυμνάσιο. Στο πλαίσιο των σπουδών της για το διδασκαλικό λειτούργημα,έκανε μαθήματα φιλολογίας, φιλοσοφίας, ξένων γλωσσών καιμουσικής, πριν διακόψει και επιστρέψει στην Αίγυπτο (1913). Κατά τηδιάρκεια του <strong>Β</strong>΄ Παγκόσμιου Πολέμου, υπηρέτησε ως εθελόντρια νοσοκόμακαι ανέπτυξε, παράλληλα, έντονη κοινωνική και πνευματική δράση.Συνεργάστηκε με την εφημερίδα Ταχυδρόμος της Αλεξάνδρειας(1937-1946) και το περιοδικό Κυπριακά Γράμματα (1939-1956).Σημαντικό μέρος του έργου της (Τα γράμματα της αδερφής τουστρατιώτη, 1942· Για το δίκιο στη Μέση Ανατολή, 1946· Το σαράκι, 1982)είναι σαφώς επηρεασμένο από τις τραγικές πολεμικές εμπειρίες και γι’αυτό χαρακτηρίζεται από ένα βαθύτερο ανθρωπισμό και ένα αντιπολεμικόπνεύμα. Το αίσθημα της αποξένωσης του μεταπολεμικού ανθρώπου,ακόμα και από τον ίδιο τον εαυτό του, καθώς και η αντιπαράθεσηονειρικού και πραγματικού κόσμου αποδίδονται στις νουβέλες που συμπεριλαμβάνονταιστο βιβλίο με τον εύγλωττο τίτλο Ο ξένος (1951).ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ163


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΑνδρέας Α. Γεωργιάδης – ΚυπρολέωνΟ χατζής των ροδακίνωνΜια διασκεδαστική ιστορία με φόντο την κυπριακή ύπαιθρο εκτυλίσσεταιστο διήγημα που παρατίθεται εδώ από τη συλλογή Εκ προμελέτης (1963).* τζάνερο, το: κορόμηλο* γναφ(κ)ειό, το: βυρσοδεψείο,χώρος κατεργασίαςδερμάτων[…] Τούτα τα ροδάκινα του γέρου του Χατζή, ήτανε περίφημασ’ όλο το χωριό. Ήταν ένα φρούτο που δεν το συνηθίζανε. Χρόνιατώρα μπλεγμένοι με τα κεράσια και δώστου κεράσια κι όλοκεράσια, χιλιάδες δέντρα, δεν πολυνιαζόντουσαν γι’ άλλα δέντρα.Είναι ζήτημα αν έκαναν και μερικά μήλα για πούλημα. Τ’ άλλαφρούτα, βερίκοκα, αχλάδια, τζάνερα*, δαμάσκηνα και τα τέτοια,όσο για φαΐ. Τίποτε παραπάνω. Και πού και πού καμιά ροδακινιά,που ήταν ο στόχος καλών και κακών, μικρών και μεγάλων, αρσενικώνκαι θηλυκών.Στο περίφημο το περιβόλι του, στον Κομποτή, μισή ώρα έξωαπ’ το χωριό, στο βουνό σύρριζα, ο γέρος ο Χατζή–Λούκας, είχεφυτέψει από χρόνια τρεις ροδακινιές που τώρα είχαν φουντώσει,είχαν γίνει δέντρα γιγαντωμένα που βαρυφορτώνουνταν κάθεχρονιά τα μοσκοβόλα φρούτα τους. Μα για να τα κλέψει κανείςήταν πρόβλημα μεγάλο. Γιατί ο γέρος κοιμόταν όλο τον καιρό στοπεριβόλι κάτω απ’ τα δέντρα, φυλάγοντας κάθε φρούτο στην κάθεεποχή: τα κεράσια, τα μήλα, τ’ αχλάδια, τα βερίκοκα, τα ροδάκινα.Κι όσες απόπειρες έχουν γίνει αποτύχανε όλες τους οιχτρά, μ’αποτελέσματα πάρα πολύ δυσάρεστα για τους τολμητίες.Στο γναφειό* του Μάλαμου, λίγο πιο πέρα απ’ το περβόλι τουΧατζή-Λούκα, φυλάγανε κείνες τις μέρες τα τομάρια, ο Φιλιππής,ο Γιακουμής κι ο Κώστας, παλληκάρια και τα τρία ανάμεσα σταδεκαοχτώ και στα είκοσι. Τα διαλεχτά φρούτα του γέρου τούςείχαν ταράξει τον ύπνο, τους είχαν χαλάσει την ησυχία. Μια-δυοδοκιμαστικές απόπειρες που κάνανε, τους πείσαν πως τίποτε δενγίνεται και πως καλά θα ’καναν να κάτσουν στ’ αυγά τους αν δενθέλανε να κοψομεσιαστούνε απ’ τη μαγκούρα του γέρου ή ναφάνε αναπάντεχα σαν ριγμένη από κανένα στοιχειό, καμιά βαριάκοτρώνα στο κεφάλι.Μια μέρα ο Φιλιππής, που ’χε πάει στο χωριό για θροφήματα,γύρισε στους συντρόφους του πετώντας απ’ τη χαρά του και σειόνταςσαν τρόπαιο πάνω απ’ το κεφάλι του μια φυλλάδα.– Τι είναι ρε Φιλιππή!... Τα παραμύθια που είπαμε;– Μάλιστα, τα παραμύθια!... Μα ξέρετε τι έχει μέσα;… Έχειένα παραμύθι αδερφέ μου, ένα παραμύθι…ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ164


ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ Ανδρέας Α. Γεωργιάδης – Κυπρολέων* ασβεστερή, η: πολτός που προκύπτει από ανάμειξηασβέστη με νερό* δύστηνος: δυστυχής, άτυχος* αγγελοσκιασμένος: φοβισμένος, τρομαγμένος σαννα είδε κάποιο φάντασμα– Τόσο όμορφο είναι ρε Φιλιππή για να κάνεις έτσι;– Όμορφο λέει;… Άσε να νυχτώσει να φύγουν οι αργάτες απ’το γναφειό να μείνουμε μονάχοι και να δείτε τι έχει να γίνει!Και χώνοντας τη φυλλάδα στον κόρφο του άφησε τους φίλουςτου απορημένους και πήγε φτερουγίζοντας και σφυρώντας μερακλίδικουςσκοπούς ν’ ανακατέψει τα τομάρια στην ασβεστερή*.Το βράδι σαν φύγαν οι αργάτες και μείνανε οι τρεις τους –φυλάκοιτου γναφειού– μαζώχτηκαν κάτω απ’ το υπόστεγο και στοσιγότρεμο φως της λάμπας ο Φιλιππής τούς διάβασε το περίφημοπαραμύθι.Έγραφε για ένα παπά, που κοιμόταν στο περιβόλι φυλάγονταςτα ροδάκινα, σαν καλή ώρα να πούμε ο γέρος ο Χατζής-Λούκας.Δυο κλέφτες, τι σκαρφιστήκανε για να του κλέψουν τα ροδάκινα!Ανεβήκανε στο δέντρο μ’ ένα καλάθι κι ένα τέντζερη κάρβουνακι άρχισαν τη δουλειά, τον τρύγο. Ο παπάς τούς πήρε μυρουδιά,τρέχει στη ροδακινιά και τι να δει! Δυο σκιές να κουνιούνται ανάμεσαστα φύλλα! Δυο σκιές που μόλις ξεδιαλύνουνταν μέσα στοπηχτό σκοτάδι. Άρχισε τις φωνές, τις βρισιές, τις βλαστήμιες – κιας ήταν και παπάς! Τσιμουδιά οι κλέφτες! Κοντεύει στο δέντρο,ξεχωρίζει ένα γυμνό πόδι στο πιάσιμο του χεριού του, τ’ αρπάζεικι αρχίζει να τραβάει.Τότες ακούγεται μια φωνή, μια φωνή υπερκόσμια, ιερουργική,επίσημη, μεγαλόπρεπη, που γέμισε με δέος την ψυχή του δύστηνου*παπά!– Μιχαήλ!...Και μια άλλη φωνή, πιο υπερκόσμια, πιο μεγαλόπρεπη, απάντησεαπό πιο ψηλά στην πρώτη:– Τι είναι Γαβριήλ!...– Ω Άγιε Άγγελε και Μιχαήλ Αρχάγγελε! Ο παπάς των ροδακίνωναπ’ τον πόδα με τραβά! Ρίψον πυρ εξ ουρανού και κατάκαυσοντον δούλον σου παπάν τον ροδακινάν!Και δώστου τ’ αναμμένα κάρβουνα κουτρουβάλησαν απ’ τηνκορφή του δέντρου απάνω στον παπά, που με την ψυχή στο στόμαχύμηξε αγγελοσκιασμένος* στην κατηφοριά και πού να πει να σταματήσει!Έτρεχε, έτρεχε, γεμίζοντας τη λαγκαδιά με ξορκισμούς,προσευχές κι επικλήσεις στον Ύψιστο και στους Αρχαγγέλους νατον λυπηθούνε. Κι οι κλέφτες ανενόχλητοι φορτωθήκανε τη μεγάληκαλάθα και λακίσανε απ’ την αντίθετη μεριά χαχανίζοντας.Τα παλληκάρια ενθουσιαστήκανε απ’ το παραμύθι. Μωρέσπουδαία ιδέα! Θα την εφαρμόζανε με το νι και με το σίγμα για νακλέψουν τα ροδάκινα του Χατζή, ρεζιλεύοντάς τον κιόλας γιατίο γέρος πέρναγε για ατρόμητος και παλληκαράς απ’ τους λίγουςΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ165


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΜιχαήλ Χρ. Κάσιαλος, Καβαλάρης, λάδι, 1960* κρουσοκαμένος (κρούζω+καίω): κατακαμένος* κάνω σεκόντο: (μτφ.) συνοδεύω, ενισχύωστον καιρό του. Και στη σκέψη του γέρου να τρέχει αγγελοσκιασμένοςκαι κρουσοκαμένος* σκάνανε κι οι τρεις τους στα γέλια,ώσπου κόντεψε να τους λυθεί ο αφαλός!– Ναι, μα χρειάζεται κάποια πιδεξιοσύνη, παρατήρησε ο Φιλιππής,κόβοντας πρώτος τα χάχανα. Ο γέρος είναι τετραπέρατος καιθέλει τέχνη να ξεγελαστεί.Τέλος πάντων κανόνισαν τις λεπτομέρειες κι αποφασίσανε νακάνουν τη δουλειά ο Κώστας με τον Γιακουμή, που ήσαν πιο χεροδύναμοικαι πιο σκληροί. Ο Φιλιππής ήταν λιγάκι ντελικάτοςκαι φοβιτσιάρης, καλός να βρίσκει ιδέες μα ν’ αφήνει απ’ έξω τηνουρίτσα του! Σκεφτήκανε να μην πάρουν καλάθι μαζί τους μα ναδέσουν τα μπατζάκια τους και να ρίχνουν τα ροδάκινα μες στονκόρφο και μες στο παντελόνι.Πήραν λοιπόν τον τέντζερη με τα κάρβουνα και ξεκίνησαν. Ηανταύγεια των κάρβουνων αναπλήρωνε κάπως τη λάμψη των αστεριών,που τα κρύβανε τα ψηλά δέντρα. Ωστόσο οι δυο συντρόφοιμε δυσκολία προχωρούσαν απ’ το στενό μονοπάτι, που καβαλούσετον όχτο τ’ αυλακιού. Περπατούσανε μπρος ο ένας με τον τέντζερηκαι πίσω ο άλλος, χωρίς να βγάζουν τσιμουδιά, χωρίς να βγάζουνάχνα. Τα μάτια τους καρφωμένα στα ποδάρια, πάσκιζαν να τρυπήσουντο σκοτάδι και να σιγουρέψουν την περπατησιά. Και το μυαλότους φτερούγιζε από τούτη τη ζωτική απασχόληση στον γέροτον Χατζή και στην επιχείρηση που καταπιανόντουσαν κι έκανεσεκόντο* στα τρεμουλιάσματα και στους πήδους της καρδιάς.Σαν φτάσανε στον φράχτη του περβολιού σταμάτησαν να ξαποστάσουν.Νιώθανε μια παράξενη κούραση που δεν την δικαιολογούσεη απόσταση κι ένα ξάναμμα στο πρόσωπο ασυμβίβαστο μετην τσουχτερή δροσεράδα της νύχτας. […]Κρατώντας και την ανάσα τους φτάσανε ως τις ροδακινιές.Διαλέξανε την πιο μεγάλη και σκαρφάλωσαν πιδέξια σαν αγριόγατοι,πρώτα ο Κώστας κι ύστερα ο Γιακουμής. Με χίλια βάσαναανεβάσανε και τον τέντζερη ως την κορφή του δέντρου και τονκρεμάσανε σ’ ένα κλαρί. Ο Κώστας που θα παράσταινε τον Μιχαήλκαι θα ’ριχνε το πυρ εξ ουρανού, βλαστημούσε ανυπόμονα πουδεν βολευόταν κι έπρεπε να ’χει όλο το νου του στον τέντζερη ναμη κατρακυλήσει και πάει το σκέδιο περίπατο. Και θα ξύπναγε καιτο γέρο με το σαματά.– Ούτε που θα ξυπνήσει καθόλου ο παλιόγερος! βεβαίωσε ο Γιακουμής.Ποιος ξέρει σε ποια γωνιά λουφάζει και μεις παιδευόμαστενα κουβαλούμε κάρβουνα!Και δώστου και το μάζεμα αρχίνησε κι οι κόρφοι και τα παντελόνιαδεχόντανε το δροσερό χάδι του χνουδάτου φρούτου.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ166


ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ Ανδρέας Α. Γεωργιάδης – Κυπρολέων* ολοσούμπιτος: που εμαφνίζεται αιφνιδιαστικά και μεμεγάλη ταχύτητα– Εξυπνάδες του Φιλιππή! απάντησε στα παραπάνω ο Κώστας.Κι αυτός να ραχατεύει κοιτάζοντας με ξεγνοισιά τ’ αστέριακαρτερώντας μερτικό ή και να νειρεύεται κιόλας πως του μπουκώνουνζουμερά ροδάκινα τα κρινόλευκα χέρια κοπελιάς. Να, σα ναπούμε της… Αρετής!...– Έχει βάλει στο μάτι την Αρετή αυτός ο βλάκας, ε;…– Για σώπα!...Κάποιο ανάλαφρο θρόισμα ξεπέρασε το σούσουρο των φύλλωντης ροδακινιάς και χάιδεψε τ’ αφτιά τους. Αφουκράστηκαν.Εξόν απ’ τα βατράχια στο γειτονικό αυλάκι, τους γρύλους καιτους άλλους συνηθισμένους θόρυβους της καλοκαιριάτικης βραδιάς,τίποτε το ύποπτο δεν ακουγόταν.– Μου φαίνεται πως κάτι άκουσα και γω! είπε ο Γιακουμής,μα δεν θα ’ναι τίποτε! Άκουσε Κώστα. Εγώ έχω μισογεμίσει τουςκόρφους και το παντελόνι. Αν παραγεμιστούμε ολάκεροι σανντολμάδες δεν θα μπορούμε να περπατάμε. Τι λες, πάμε; Κι αύριοπάλι εδώ είμαστε! Αυτός ο παλιόγερος βαρυκοιμήθηκε ως φαίνεται!Χα, χα, χα!Μα την ίδια στιγμή του ’ρθε μια δυνατή ξυλιά στον αστράγαλοπου τον έκανε να τιναχτεί και ν’ αμολήσει το ένα του χέρι απόκει που στηριζόταν, έτσι που παρά λίγο να γκρεμοτσακιστεί ολοσούμπιτος*!Τα ’χασε! Κι ως να συνεφέρει του ’ρθε και δεύτερηξυλιά και τρίτη, συντροφευμένες από τις αγριοφωνάρες του ξεμανιασμένουγέρου:– Ρε κλέφτες του κερατά!... Ανάθεμά τον που σας έσπειρε!...– Μιχαήλ, Μιχαήλ!... τσίριξε αλαλιασμένος, τρελός απ’ τηντρομάρα και τους πόνους ο Γιακουμής, με φωνή που δεν είχε τίποτετ’ αγγελικό μέσα της.– Τι είναι Γαβριήλ!... ακούστηκε φωνή βαθιά, αργή και μεγαλόπρεπηαπ’ την κορφή του δέντρου.– Ρε Κώ… Ε… ε… Ω Άγιε Άγγελε και Μιχαήλ Αρχάγγελε!...Αχ!... Ωχ!... (Και δώστου και τις έτρωε και πάσκιζε μες στο μαύροσκοτάδι να σκαρφαλώσει πιο ψηλά στο δέντρο για να μην τονφτάνει η μαγκούρα του γέρου). Ο Χατζής των ροδακίνων… ωχ!...(Παναγία μου!) Ωχ!... Άγγελε, άγγελε, άγιε Μιχαήλ!... Ο Χατζήςτων ροδακίνων εις τους πόδας με βαρά!... Ωχ!... (Ρίχτα π’ ανάθεμάσε που περιμένεις να τα πω όλα καταλεπτώς!) Ρίξον πυρ εξ ουρανού(ωχ!) και κατάκαυσον (ωχ!) τον δούλον σου Χατζήν τον ροδακινάν!Ωχ… (Τα τελευταία μονορούφι, με φωνή τρεμουλιαστή,θρηνώδικη, αβέβαιη).– Ρε τι Μιχαήλ και αγγέλους μου τσαμπουνάς! Κατέβα κάτωΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ167


ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ Ανδρέας Α. Γεωργιάδης – Κυπρολέωνγιατί θα σε κουτσάνω ανάθεμα την σπορά σου! ούρλιαζε ο γέρος,δουλεύοντας σαν μανιασμένος τη μαγκούρα του.Ο «Μιχαήλ» δεν μπόρεσε ευτύς στο λεπτό να ξεκρεμάσει τον τέντζερηκι ο «Γαβριήλ» μην αντέχοντας πια χύθηκε προς τα κάτωνα κάνει γιουρούσι* να γλυτώσει. Μα κει που πήγαινε να πατήσειτο χώμα τρώγοντας μια γερή μαγκουριά στον ώμο, σύγκαιραένιωσε τα επουράνια να γκρεμίζουνται απάνωθέ του με βρόντους,κρότους τυμπάνων και γδούπους υπερκόσμιους, και μια βροχήαπό πυρ και λάβα να τον λούζει πατόκορφα. Αλαλιασμένος απ’ τοκάψιμο και την τρομάρα έκανε να χυμήξει στα στραβά μπροστάτου κι όπου τον βγάλει η άκρη, μα γέννημα της τρομερής κοσμοχαλασιάςπου ’νιωθε απανωθιό του, ένας βαρύς όγκος γκρεμίστηκεαπάνω του και τον παράσυρε στο βαρύ του πέσιμο, τον τσάκισε,τον κατρακύλησε. Ήταν ο Αρχάγγελος Μιχαήλ που γκρεμοτσακίστηκεαπ’ τα επουράνια μαζί με το πυρ του και κατέκαυσε καιπαρέσυρε στο γκρεμοτσάκισμά του τον ένδοξο συνάδελφό τουΓαβριήλ!Καταματωμένοι, καταξεσκιμένοι, με το κουφάρι τούμπανο απ’το ξύλο και το κατρακύλημα και τα κόκαλα λιωμένα, οι δυο συντρόφοισουρθήκανε με κόπο ως το χαγιάτι* του γναφειού σκούζοντας.Ο Φιλιππής κοιμόταν ρουχαλίζοντας. Ανάμεσα απ’ ταρουχαλητά του έβγαινε ένα όνομα ανάερο, αιθέριο: Αρετή!... […]* γιουρούσι, το: σφοδρή έφοδος, επίθεση* χαγιάτι, το: εξώστης, μπαλκόνιΑνδρέας Λαδόμματος, Δειλινό φως στις πέτρες και στις ξυσταρκές, ακρυλικό,1988-1990ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ168


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΟ Ανδρέας Γεωργιάδης-Κυπρολέων (Πεδουλάς, 1904 - Λευκωσία,1988) σπούδασε εμπορικά και ξένες γλώσσες και έζησε ώς το 1945στην Αθήνα. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής αναμείχθηκε στην Αντίσταση.Μετά την επιστροφή του στην Κύπρο, υπηρέτησε στη Μέση Εκπαίδευση.Συνεργασίες του δημοσιεύτηκαν σε διάφορες εφημερίδες και λογοτεχνικάπεριοδικά της Ελλάδας και της Κύπρου.Ως πεζογράφος εμφανίστηκε με τη νουβέλα «Ο Φευγιός» (1930), ηοποία συμπεριλήφθηκε το 1937 μαζί με τη νουβέλα «Η προίκα της Μαριάννας»στο ομότιτλο βιβλίο· πρόκειται για ηθογραφίες με κοινωνικέςπροεκτάσεις, όπου αποδίδεται με ενάργεια η ψυχολογική κατάσταση τωνηρώων. Οι δύσκολες συνθήκες ζωής στην κυπριακή ύπαιθρο είναι τοθέμα και της δεύτερης συλλογής διηγημάτων του (Εκ προμελέτης, 1963).Οι επόμενες συλλογές και τα μυθιστορήματά του θα αντλήσουν τα θέματάτους είτε από τη σύγχρονη κυπριακή εμπειρία (ιδιαίτερα του Αγώνα1955-59 και των τραγικών γεγονότων 1963-64) είτε από την ιστορία τηςελληνικής επανάστασης (Οι καμπάνες της αγάπης, 1967· Αναστάσιμο μήνυμα,1969· Οι ελεύθεροι πολιορκημένοι, 1972· Η αποθέωση της λεφτεριάς,1977 κ.ά.). Στο ίδιο κλίμα θα κινηθούν και τα θεατρικά του έργα.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ169


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΝίκος <strong>Β</strong>ραχίμηςΗ Φρου – φρουΗ Φρου-Φρου, ένα ιδανικά ωραίο και αθώο πλάσμα, παρουσιάζεταιουσιαστικά σαν μια μυστηριώδης, ονειρική και απροσδιόριστη ύπαρξη,όπως αυτές που συναντά κανείς στα παραμύθια. Καθώς όμως έρχεταισε κατάφωρη αντίθεση με την κοινωνία και το περιβάλλον, επέρχεταιπαράλληλα και σχεδόν μοιραία η έξωσή της από τον κόσμο. Δίνει, έτσι,την ευκαιρία στον συγγραφέα να σχολιάσει την (προβληματική) σχέσητης «πραγματικότητας» με την τέχνη, της φαντασίας και της επινόησηςμε το κοινά παραδεχτό ως «αληθινό».* μακαριότητα, η: η κατάσταση απόλυτης γαλήνης καιηρεμίας, που συνιστά την απαλλαγμένη από οποιοδήποτεπάθος ευτυχίαΜια φορά κι ένα καιρό ήταν μια όμορφη παιδούλα με ωραίαξανθά μαλλιά, πολύ μακριά, που έφταναν ως κάτω στη μέσητης και φιλούσαν τις καμπύλες που σχημάτιζε το κοριτσίστικοκορμί της. Από μικρή φορούσε πάντα κάτι φουστανάκια γεμάταχάρη, με πολλές δίπλες, και όταν περπατούσε φρου-φρου έκανετο φουστανάκι της, και γέμιζε ο τόπος τριγύρω της κι ο κόσμοςαπό το χαρούμενο θρόισμά της. Φρου-φρου, λοιπόν, ακουόντανεαπό όπου περνούσε και σιγά-σιγά το φρου-φρου δεν ήταν μόνοήχος θρόισμα ανάλαφρο, ήταν και μια ευωδιά από χαρούμενανιάτα, μια ομορφιά λουσμένη μέσα στη μελαγχολική καρτερίαευλογημένης μακαριότητας* κάτι που δεν το συναντούσε κανείςπουθενά αλλού. Πόσο παράξενα που ταίριαζαν αναμεταξύ τουςόλα αυτά τα χαρίσματα! Και σιγά-σιγά τα λόγια του κόσμουπου τη συνόδευαν σμίγανε με την παράδοση, που τόσο γρήγορααναπτύχθηκε τριγύρω της, κι όλα μαζί την ακολουθούσαν παντού,κάτι σαν ένα αόρατο, ανάκουστο φρου-φρου που ευωδούσε.Όταν άρχισε να μεγαλώνει και η κορμοστασιά της πήρε τηνευλυγισία του έλατου, περιποιότανε με πολλή προσοχή τα μαλλιάτης. Πολλές φορές τα’ φερνε όλα μαζί και τα αναποδογύριζεμπροστά της, βρίσκοντας μια ανεξήγητη χαρά να χάνεταιπίσω τους, ή να χώνει ανάμεσα στα πλούσια κύματά τους ταλεπτοκαμωμένα της χεράκια.Τις βροχερές μέρες, που μια μελαγχολία πολύ θλιμμένη γέμιζετους δρόμους, τους κήπους, ακόμη και τα μεγάλα σπίτια που είναιγεμάτα φώτα ή τα θέατρα που τα πλημμύριζαν τόσοι άνθρωποι,άναβε πολύ νωρίς το φως στον κοιτώνα της και της άρεσε να κολλάτο προσωπάκι της στο τζάμι του παράθυρου που δεχότανε τα νεράκαι τα κατέβαζε γραμμές-γραμμές προς τα κάτω. Κάποτε, λένε ότιέκλεινε και το φως για να μπορεί πιο εύκολα να ζήσει μέσα στηθαμπή καταχνιά του ονείρου που σκέπαζε όλα τριγύρω της.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ170


ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ Νίκος <strong>Β</strong>ραχίμηςΧριστόφορος Σάββα, Νεκρή φύση με ποτήρι, υδατογραφίαΆλλοι ακόμη λένε ότι τα βράδια, ή τουλάχιστον κάποια βράδιακαταθλιπτικά, συνήθιζε να κάθεται στο πιάνο. Της το είχε χαρίσειη γιαγιά της, λέγανε, αλλά και γι’ αυτό ακόμη δεν ξέρει κανείς τινα πιστέψει, γιατί λέγονται τόσα και τόσα πράγματα διαφορετικά.Λένε π.χ. πως το όργανο δεν ανήκε στη γιαγιά της αλλά στη γιαγιάτης γιαγιάς της, ήταν δε ένα θαυμάσιο πιάνο με ξύλο περίφημο καιπιο ξακουστό ακόμη ήχο. Γι’ αυτό και η άλλη εκδοχή, πως δηλαδήτο πιάνο πήγαινε διαδοχικά από κορίτσι σε κορίτσι της γενιάςκαι πως η γενιά της ήταν μια περίφημη που κρατούσε χρόνια καιχρόνια, κι αυτό δεν ξαφνιάζει, μάλιστα φαίνεται τόσο ταιριαστόμε όσα σημειώνω παρακάτω, που αποτελούνε αναπόσπαστομέρος της παράδοσης: Το πιάνο δεν έβγαζε φωνή παρά μόνο ότανδεχότανε στα πλήχτρα του τα δάχτυλα μιας αληθινής κληρονόμου,και μόνο σ’ ορισμένες νύχτες, μοναδικές, που βέβαια οι αληθινοίκληρονόμοι ξέρανε πότε ερχόντουσαν.Το βέβαιο είναι πως μερικά βράδια, η όμορφη παιδούλακαθότανε στο πιάνο και με τα δάχτυλα της, που δεν είχαν τοταίρι τους σ’ ολόκληρη τη χώρα, καλούσε τους ήχους και τηςδιηγόντουσαν θλιβερές ιστορίες, τις πιο θλιβερές ίσως πουάκουσε ποτέ άνθρωπος πάνω στη γη: Για πάναγνα δάκρυα πουχάριζαν την ευτυχία στους δυστυχισμένους, για νέους και νέεςπου δεν είχαν ακόμη προφτάσει ν’ αγαπήσουν και ν’ αγαπηθούνκαι που πέθαναν από μια παράξενη ευδαιμονία που τους άγγιξε,όταν είχαν πια πιστέψει ότι η ευτυχία έμελλε οριστικά να τουςεπισκεφτεί και θα ’μενε για πάντα μαζί τους. Πέθαναν όλοι νέοικαι ωραίοι, περισσότεροι ελκυστικοί στο θάνατο παρά στη ζωή.Ακόμη για μια νέα που θα γεννιότανε, δεν ήξερε κανένας πότε –να ήταν άραγε αυτή;– και που το ρευστό χρυσάφι θα ντρεπότανεμπροστά στα ξανθά λυτά μαλλιά της, τα χέρια της θα ’τανε σάρκααπό ρόδινο ελεφαντοστούν, και τα χείλη τριανταφυλλένια πέταλακαι παραμύθι, παραμύθι και χαρές τριγύρω κι η φωνούλα της.Χώρες μεγάλες και βασίλεια στα πόδια της, υπήκοοι πιστοί πουη ίδια από παραξενιά τούς ήθελε λεύτερους, χωρίς ποτές της νακαταδεχτεί να γίνει μια βασίλισσα ή, έστω, μια πριγκιπέσσα... Καιπόσα και πόσα άλλα δεν έλεγαν οι ήχοι που καλούσε με τα λεπτά,σαν χάδια, χεράκια της!Ένα βράδι, που άλλοι λεν πως ήταν μέσα στο δωμάτιο τουπιάνου κι άλλοι μέσα στον κοιτώνα της, πριν προφτάσει να κάμειτην προσευχή της και να κατακλιθεί, άκουσε να της χτυπούν τηνπόρτα. Πρώτη φορά στη ζωή της να συμβεί ένα τέτοιο πράγμα...ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ171


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ– Τικ, τακ, τικ, τακ, ακούστηκε...– Α! Α! Σας παρακαλώ, απάντησε η παιδούλα και προσπαθούσενα μη δείχνεται φοβισμένη. Είμαι μόνη στο σπίτι και δεν μπορώ ναδεχτώ κανένα. Ούτε φίλο! Περάστε μια άλλη φορά, παρακαλώ.Ούτε ξένο. Είμαι μόνη!Δεν απάντησε καμιά φωνή ούτε και ξανακούστηκε τη νύχταεκείνη το τικ, τακ πάνω στην πόρτα. Μάλιστα το πρωί ξέχασενα αναφέρει το ζήτημα στους γονιούς της και ύστερα από μια,δυο μέρες το ξέχασε ολωσδιόλου, ούτε πως είχε γίνει ένα τέτοιοπράγμα. Ξακολούθησε να βγαίνει, όπως και πρώτα, περίπατο, καμιάφορά πολύ μακριά, και καταλάβαινε πως το φρου-φρου που έκανετο φουστανάκι της με τις πολλές δίπλες χάριζε στον κόσμο πουσυναντούσε χαρά, ομορφιά και ευτυχία, για τα οποία οι άνθρωποιτης χάριζαν την αγάπη τους. Και όλα αυτά, χωρίς ποτέ να ξυπνούνμέσα της περηφάνια, ή να της κάνουν το βάδισμα και το βλέμμααυθάδικο και ξεδιάντροπο, όπως συμβαίνει, δα, συχνά με τις άλλεςόμορφες κοπελίτσες. Ένας καλός άγγελος άπλωνε απάνωθέ της τιςάσπρες φτερούγες του και προστάτευε την ολόλευκη αγνότη της.Tηλέμαχος Κάνθος, Νίκος <strong>Β</strong>ραχίμης, σχέδιο* προοιωνίζω (και συνθ. προοιωνίζομαι): δείχνωαπό πρινΜε τον καιρό είχε μεγαλώσει και πήγαινε η ομορφιά της η εξαίσιανα πάρει τελειωτικά το μεγαλείο που προοιώνιζε*. Τα μαλλιά της,όταν τ’ άφηνε λυτά πάνω στο προσκέφαλο το πρωί που ξυπνούσε,το ’νιωθε, άξιζαν περισσότερο από ρευστό και καθαρό χρυσάφι,περισσότερο από το χρυσάφι όλου του κόσμου. Και το μέτωπότης εξακολουθούσε να είναι καθαρό, όπως το γλαυκόν ουρανό,όταν έρχεται η άνοιξη. Μα ένα βράδι – είχε κάνει αυτή τη φοράτην προσευχή της και πλάγιασε ήσυχα-ήσυχα – ακούστηκε πάλιαπάνω στην πόρτα: – Τικ, τακ, τικ, τακ, μάλιστα δυνατότερα απότην άλλη φορά.Ήταν τόσο απροσδόκητα που της χτυπούσαν την πόρτα, που οπαλιός φόβος ξύπνησε μεμιάς δυνατός τόσο, που δεν τα κατάφερενα κρύψει το φόβο της και με μια δειλή, λίγο τρεμάμενη φωνή:– Δεν μπορώ να δεχτώ κανένα. Φύγε, φύγετε σας παρακαλώ.Άλλη φορά! Είμαι μόνη, σχεδόν γυμνή...Για μια στιγμή νόμισε πως η καρδούλα της θα ’σπαζε τοστήθος για να πετάξει μακριά. Όμως όταν δεν ξανακούστηκετο τικ και άκουσε τα βήματα ν’ απομακρύνονται, πήρε να χαρείλίγο, όσα βαριά και να τα αισθάνθηκε να χτυπούν τη γη ταάγνωστα και σκληρά εκείνα βήματα. Ήταν τόσο χαρούμενηακόμη μισό λεπτό πριν της χτυπήσουν την πόρτα. Ήταν δυνατόνα πάθει κανένα κακό;ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ172


ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ Νίκος <strong>Β</strong>ραχίμηςΚαι όμως την άλλη μέρα η ωραία παιδούλα δεν ήταν πια ηκορούλα που γνωρίσαμε. Ένας αόριστος φόβος μαζί με τον ύπνοκοιμήθηκε μέσα στο κεφάλι της και η σκιά του θόλωνε διαρκώς τηνανάμνησή της.– Γιατί να διαλέγει πάντα την ώρα που είμαι μόνη, συλλογιζότανε,και γιατί να μη λέει ούτε μια λέξη! Μόνο χτυπά, τικ, τακ, τικ, τακ,και ύστερα φεύγει σκυθρωπός, όπως ένας κακός άνθρωπος;Έτσι συλλογιζότανε την άλλη μέρα και μελαγχολούσε καιανησυχούσε μέσα στον κοιτώνα της. Δεν αποφάσισε όμως να το πειστον πατέρα της ούτε στη μητέρα της. Ήταν ένα μυστικό ολότελαδικό της.– Γιατί να τους ανησυχήσω; Έλεγε και εύρισκε πάντοτε πως δενέπρεπε να πει τίποτε. Είχε γούστο να της έβαζαν φρουρούς ή να τηνέβαζαν να κοιμάται στο διαμέρισμά τους! Πώς θα μπορούσε τότενα πλάθει ένα όνειρο ή να καλεί τους ήχους για να της διηγηθούνλυπητερές ιστορίες γεμάτες από την ευδαιμονία του θρήνου; Δεν θαμπορούσε να αντιλαμβάνεται πότε έρχεται η μέρα η προσδιορισμένηαπό τη μακρόχρονη τάξη της μοίρας, κατά την οποίαν οι ήχοιέρχονται πολύ κοντά στη γη και στο σπίτι της, τόσο, που της φιλούντα δάχτυλα. Ήταν ένα μυστικό ολότελα δικό της.Άγγελος Μακρίδης, Νύμφη, μεικτά υλικά, 1994Για ένα μακρό χρονικό διάστημα, βασανισμένη από αυτές τιςανησυχίες, είχε χάσει το κέφι της και παράλειπε να βγαίνει τονκαθιερωμένο περίπατό της. Οι άνθρωποι, που ήταν μαθημένοι ν’ακούουν το φρου-φρου που έκανε το φουστανάκι της με τις πολλέςδίπλες και να τραβούν ως τα φύλλα της καρδιάς τους την ευωδίατης παρουσίας της, έπεσαν σε συλλογή και μελαγχολούσαν καιυπόφεραν από κακά όνειρα τα βράδια, χωρίς να ξέρουν την αιτία.Μόνο οι κακές γυναίκες της γειτονιάς, όταν τύχαινε να συναντηθούνστο δρόμο, σταματούσαν, χαμήλωναν τη σιχαμερή φωνή τους κιέλεγαν λόγια σαν κι αυτά:– Ήρθε η ώρα της να πέσει σε συλλογή.– Ξενυχτά και δεν έχει διάθεση να βγαίνει περίπατο με το φρουφρουρένιοφουστάνι της.Ήταν όμως γριές με πολύ άσχημα πρόσωπα και κανένας, εχτόςαπό τις όμοιές τους, δεν συμμεριζότανε τις σκέψεις και τα αισθήματάτους. Αν τύχαινε, μάλιστα, να τις ακούσει κανένας άνθρωπος απότους πολλούς που ένιωθαν μια εξιδανικευμένη συμπάθεια προς τηνόμορφη παιδούλα, γελούσε με συγκατάβαση και, επηρεασμένος απότην αγάπη που ανάδιδε και η ανάμνησή της ακόμη, τις συγχωρούσεκαι πήγαινε στη δουλειά του με ανάλαφρη καρδιά.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ173


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΟ Ν. <strong>Β</strong>ραχίμης με τον γιο του, τέλη δεκαετίας 1950* αφρόντιστος: χωρίς έγνοιες, ξέγνοιαστος* πολυεδρικά: από πολλές μεριές, καλειδοσκοπικάΠέρασε ο πρώτος μήνας. Πέρασε το ίδιο και ο δεύτερος, χωρίςνα μπορεί να ξεχάσει τον απρόσκλητο και άγνωστο επισκέπτη τηςνύχτας. Όταν πέρασε και ο τρίτος μήνας, η αμυγδαλιά ανθούσεκιόλας. Ακόμη και η μηλιά. Η άνοιξη ερχόντανε, ίσως περισσότεροωραία από κάθε άλλη φορά, και με τον κόκκινο πόθο της τσίμπησετην καρδούλα της. Μπήκε μέσα στη μεγάλη σάλα και τη γέμισεμε χαρούμενες φωνές. Η μητέρα της άκουσε την κορούλα της νατραγουδά πάλι ξένοιαστα και ευτυχισμένα και δόξασε το Θεό. Καιη όμορφη παιδούλα έτρεξε και πάλι μέσα στα χωράφια, πέρασε μετο φρουφρουρένιο της ανάμεσα στον κόσμο, που ένιωθε ότι τηναγαπούσε, και σκόρπισε παντού τα θεία δώρα της παρουσίας της,χαρούμενη για το καλό που έκανε. Το μεσημέρι ο πατέρας της βρήκετο γραφείο του στολισμένο με λογιών-λογιών αγριολούλουδα πουτα είχε μαζέψει μονάχη της απ’ τους αγρούς, και η αυστηρή ρυτίδαπάνω από τα χείλη του διαλύθηκε σε γαληνεμένο χαμόγελο. Μέσαστον κοιτώνα της πήρε μια μεγάλη ανθοδέσμη από κατάλευκα άνθηπου τ’ αγαπούσε σχεδόν με πάθος.Τη νύχτα, αντί για προσευχή, τραγούδησε εύθυμα, και ξεχνώνταςπως κάποιος κακός κι απάνθρωπος μπορούσε, κρυμμένος στοσκοτάδι, να της κάνει κακό, κοιμήθηκε ξέγνοιαστη, όπως τις παλιές,καλές, αφρόντιστες* νύχτες.Κατά τα μεσάνυχτα όμως ξύπνησε τρομαγμένη. Μέσα στον ύπνοτης, άκουσε τον παλιό, γνώριμο πια χτύπο. Άνοιξε τρομαγμένη, γιαμια στιγμή, τα μάτια της και τα ξανάκλεισε. Δεν υπήρχε αμφιβολία,χτυπούσαν την πόρτα του κοιτώνα της.– Τικ, τακ, τικ, τακ, τακ, ακούστηκε πάλι οργισμένα.– Ποιος, ποιος; Είπε και μόλις ακουόντανε η φωνή της.– Τικ, τακ, τακ, τακ, ακούστηκε πάλι, περισσότερο οργισμένα.– Τέτοια ώρα! τέτοια ώρα! (Και επειδή ξακολουθούσε να χτυπάη πόρτα ολοένα και περισσότερο οργισμένα.) Σιγά, σιγά, σαςπαρακαλώ – μόλις ακουόντανε η φωνή της– κάνω ένα όνειρο καιθα διαλυθεί. Λυπηθείτε με.– Τικ, τακ, τακ, ακούστηκε βάναυσα.– Σιγά, σιγά σας παρακαλώ, ικέτευσε για τελευταία φορά μετη σπασμένη φωνούλα της... μπορεί να ξυπνήσει ο πατέραςκαι η μητέρα...Τίποτε άλλο δεν ξανακούστηκε. Μόνο που την άλλη μέρα,ανάμεσα σε δάκρυα απαρηγόρητα, έθαψαν την όμορφη παιδούλα.Την έκλαψε όλη πολιτεία, ακόμη και οι άσχημες γριές, που πρινλίγο κουτσομπόλευαν σε βάρος της αγνότητάς της. Και ήταναληθινά τα δάκρυά τους.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ174


ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ Νίκος <strong>Β</strong>ραχίμηςΌπως η ζωή της στάθηκε, ως ένα σημείο, μυστήριο, τόσο για τουςγύρω της όσο και για την παράδοση, το ίδιο και ο θάνατος της.Άλλοι λένε πως η παιδούλα είναι ένα πρόσωπο ολότελα μυθικό,δημιούργημα κι αυτό, όπως και τόσα άλλα, αργόσχολων ποιητών,χωρίς καμιά βαθύτερη σημασία. Άλλοι ισχυρίζονται πως, πραγματικήή μυθική η παιδούλα, έχει το νόημά της η θλιβερή της ιστορία. Ημοίρα της μοιάζει με τη μοίρα όλων των όμορφων πραγμάτων πουφωτίζουν κάποτε τον κόσμο για ένα μικρό διάστημα και ξαφνικάχάνονται και καταποντίζονται μέσα στο χάος της συμφοράς καιτης ανυπαρξίας. Και άλλοι ακόμη λένε πως η ιστοριούλα της, καιιδίως ο θάνατος της, θέλει να μας μάθει τον κρυφτούλη της μεγάληςσυμφοράς, αν αυτό βέβαια μπορεί να ονομαστεί κρυφτούλης, να’ρχεται δηλαδή τα μεσάνυχτα και να σε εξαλείφει, ενώ τριγύρω σουλάμπει η χαρά, μέσα στα μάτια σου αντανακλάται πολυεδρικά*,και οι δικοί σου κανονίζουν την καρδιά τους με το χτύπο της δικήςσου της καρδιάς.Mετά την ομιλία. Αμμόχωστος, 1960-1961ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ175


Κύπριοι εθελοντές αποβιβάζονται στον Πειραιά για να πολεμήσουν κατά της ναζιστικής εισβολής, 1941


Η ΥΣΤΕΡΗ ΑΓΓΛΟΚΡΑΤΙΑ(1945-1960)


ποίησηΑπεργοί μεταλλωρύχοι, Mαυροβούνι 1948


Η ΥΣΤΕΡΗ ΑΓΓΛΟΚΡΑΤΙΑ (1945 - 1960)Κώστας ΜόντηςΜε τις Στιγμές (1958), αποκρυσταλλώνεταιη ποιητική του έκφρασησε εξαιρετικά σύντομα και λιτάποιήματα, τα οποία συχνά μπορείνα εκληφθούν ως αποφθέγματα ήγνωμικά, «με πολλές παύσεις, πολλέςσιωπές και περισσότερα υποδηλούμενα»,όπως έχει επισημανθείαπό την κριτική. Ωστόσο, οι «στιγμές»,άτιτλες ή έντιτλες, ως πυρήνεςποιητικής έμπνευσης και μετουσιωμένηςφιλοσοφικής σκέψης (κάποτεσε μόνο ένα ή δύο στίχους) δενπαύουν να είναι ολοκληρωμέναποιήματα. Η ελλειπτική αυτή ποίηση,αφορμώμενη από τη γύρω τηςπραγματικότητα, τη σύγχρονη ιστορίαή την ανθρώπινη κατάσταση ενγένει, έχει τη δική της αυτονομία ωςαυθύπαρκτη ποιητική μονάδα.[Άτιτλη στιγμή]Ποιος μας κομμάτιασε τη συνέχειαποιος μας τεμάχισε τις ώρες,ποιος μας διέσπασε τις στιγμές;Ευαγόρας Παλλικαρίδης*Όταν διάβασα την ιστορία σουτο βράδι είχα πυρετό.Ιάκωβος Πατάτσος*Εμείς; Τι είμαστε εμείς;Μπορεί να το διαβάσουμε με θλίψη (πολλή; Καλά, πολλή),μπορεί να το συζητήσουμε με πόνο (αν και πόσο καιρό κι αυτό;),μπορεί –οι πιο ευαίσθητοι– να τ’ αγρυπνήσουμε(αν και πόσες νύχτες;),μα τίποτ’ άλλο.Όλα τ’ άλλα είν’ της μητέρας του παιδιού.* Ευαγόρας Παλλικαρίδης: Ήρωας του ΑπελευθερωτικούΑγώνα (1955-1959), απαγχονίστηκε στις κεντρικέςφυλακές της Λευκωσίας από τις βρετανικές αποικιακέςδυνάμεις στις 13 Μαρτίου 1957. Ήταν 19 ετών.* Ιάκωβος Πατάτσος: Ήρωας του ΑπελευθερωτικούΑγώνα (1955-1959), απαγχονίστηκε στις κεντρικέςφυλακές της Λευκωσίας, μαζί με τους Ανδρέα Ζάκο καιΧαρίλαο Μιχαήλ, από τις βρετανικές αποικιακές δυνάμειςστις 9 Αυγούστου 1956.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ179


Η ΥΣΤΕΡΗ ΑΓΓΛΟΚΡΑΤΙΑ (1945 - 1960)Ο ποιητικός του κόσμος πλάθεταικατά κανόνα από τα ασήμαντακαι τα μικρά. Ό,τι προκαλεί το ενδιαφέροντου συνήθως αγνοείται ήπαραβλέπεται στην πεζή καθημερινότητααπό τους περισσότερουςανθρώπους· γι’ αυτό και αντιμετωπίζεταιμε άκρα ευαισθησία από τονποιητή και αποδίδεται με ευρηματικότητακαι φαντασία, ενώ η μνήμηλειτουργεί πολλές φορές μέσα απότο φίλτρο της ιστορίας.[Άτιτλη στιγμή]Γιατί τόσα Μνημεία στον Άγνωστο Στρατιώτηκι ούτ’ ένα στον Άγνωστο Άνθρωπο;Εμείς πού θα βάνουμε τα στεφάνια μας;Κυριάκος Μάτσης*Απλώστε την ομίχλημην πέσει σήμερα στα στάχυα τουη αναπόφευχτη χαρά των κορυδαλλών.Το κορίτσι στο τζάμιΠολύ μ’ απασχολεί αυτό το κορίτσιπου ακούμπησε τ’ απόγεματο πρόσωπο στο τζάμικαι κάρφωσε το βλέμμα στον δρόμοχωρίς να βλέπει,και προσήλωσε την προσοχή στον δρόμοχωρίς να προσέχει.* Κυριάκος Μάτσης: Ήρωας του Απελευθερωτικού Αγώνα(1955-1959), δολοφονήθηκε με εμπρηστική βόμβααπό τις βρετανικές στρατιωτικές δυνάμεις στο κρυσφήγετότου στο χωριό Δίκωμο στις 19 Νοεμβρίου 1958. Σύλληψη μαθητή από Άγγλους στρατιώτες, Λευκωσία 1956ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ180


ΠΟΙΗΣΗ Κώστας ΜόντηςΠολυκατοικίαΠώς καταντά, παιδί μου, αυτή η ζωήστα χέρια μιας πολυκατοικίας.Τι σύμφυρμα*, τι παρδαλός συνωστισμόςανθρώπων που συναπαντιένται στις σκάλεςκαι στους ανελκυστήρες βιαστικοί, 5με το τσιγάρο στο στόμα,συνοφρυωμένοι*, πολυάσχολοι,χωρίς χαιρετισμό, χωρίς χαμόγελο,χωρίς γειτονικό δεσμό.Οι αρχιτέχτονες κι οι Ουγγαρέζες ορχηστρίδες* 10κι οι χτηματομεσίτες κι ο παιδίατροςκαι το προσωπικό του Εμπορικού Επιμελητηρίου.Τελοσπάντων…Σάββα Χριστόφορος, Η Σύνθεσις, λάδι,1962-1963* σύμφυρμα, το: μείγμα, ανακάτωμα* συνοφρυωμένος: κατσούφης, σκυθρωπός* ορχηστής, ο/ ορχηστρίδα, η: επαγγελματίας χορευτής/χορεύτριαΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ181


Η ΥΣΤΕΡΗ ΑΓΓΛΟΚΡΑΤΙΑ (1945 - 1960)Θέμα για διήγημαΤέσσερα ξιπόλητα παιδιάήρθαν να δουν τη μητέρα τους στο Νοσοκομείο.Είναι γύρω απ’ το κρεβάτι της.Και δεν μιλούν.Τι να πουν; Δεν ξέρουν τι να πουν. 5Μιλά εκείνη. Μιλά διαρκώς εκείνη.Και τα ρωτά και τα ρωτάχωρίς να περιμένει απάντησηκαι τους πασπατεύει τα κεφάλια.Έπειτα τους δίνει τέσσερις καραμέλες 10που της τις πρόσφερε χτες μια άλλη άρρωστηκαι τις φύλαξε(Της είχε πει: «Μπορώ να πάρω τέσσερις;»).Όταν χτύπησε το κουδούνι τα παιδιά έφυγαν,τα δυο μεγάλα έσερναν τα δυο μικρά κι έφυγαν. 15Ξιπόλητα καθώς ήταν, σιωπηλά καθώς ήταν,έφυγαν σα γατάκια.Μα δεν έφυγαν αμέσως απ’ το Νοσοκομείο,έμειναν πολλή ώρα ακόμα στην αυλή.Κι η μητέρα όλο και ρωτά τις νοσοκόμες 20αν τα βλέπουν απ’ το μπαλκόνι,όλο και ρωτά.Στο στούντιο του Σπύρου Χαρίτου. Πάφος, δεκαετία 1930ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ182


ΠΟΙΗΣΗ Κώστας ΜόντηςΓρηγόρης Αυξεντίου*Εκείνο τ’ «όχι» δεν το επανέλαβε η ηχώ,ήταν πολύ βαρύ για να το μεταφέρει.Έλληνες ποιητέςΕλάχιστοι μας διαβάζουν,ελάχιστοι ξέρουν τη γλώσσα μας,μένουμε αδικαίωτοι κι αχειροκρότητοισ’ αυτή τη μακρινή γωνιά,όμως αντισταθμίζει* που γράφουμε Ελληνικά.Οι φοβερές μέρες του Δεκέμβρη του 1963στη Λευκωσία*Τόσα χρόνια αναζητούσαμε θέματα.Να τα, λοιπόν, τώρα!Να που όταν, επί παραδείγματι,πήραν τον σκοτωμένοαπ’ τ’ αντικρινό οικόπεδοδεν πρόσεξαν την τσάντα με το πρόγευμαπου του είχε ετοιμάσει η γυναίκα τουκαι παρέμεινε.* Γρηγόρης Αυξεντίου: Ήρωας του ΑπελευθερωτικούΑγώνα (1955-1959), υπαρχηγός της ΕΟΚΑ, απανθρακώθηκε,ύστερα από πολύωρη μάχη με τις βρετανικέςστρατιωτικές δυνάμεις, στο κρησφύγετό του κοντά στημονή Μαχαιρά στις 3 Μαρτίου 1957.[Άτιτλη στιγμή]Με μια καρδιά που άλλα της λεςκι άλλα καταλαβαίνει.* αντισταθμίζω: εξισορροπώ, παρέχω ως αντάλλαγμαή ανταμοιβή* Οι φοβερές μέρες του Δεκέμβρη του 1963 στηΛευκωσία: Αναφέρεται στις διακοινοτικές συγκρούσειςπου ξέσπασαν τον Δεκέμβριο του 1963 και είχανως αποτέλεσμα, ανάμεσα σε άλλα, τη διαίρεση της Λευκωσίας(που είχε συμβεί σε πρώτο στάδιο ήδη από τοκαλοκαίρι του 1958) με τη δημιουργία της λεγόμενηςΠράσινης Γραμμής. Γεώργιος Πολ. Γεωργίου, Αποκαθήλωση, λάδι, 1953ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ183


Η ΥΣΤΕΡΗ ΑΓΓΛΟΚΡΑΤΙΑ (1945 - 1960)Δεύτερο γράμμα στη μητέρα(Απόσπασμα)Ο ποιητικός του λόγος, με τη διαβρωτικήειρωνεία και την υποβολή,συντίθεται ως απόσταγμα βιωμένηςοδύνης σε προσωπικό και συλλογικόεπίπεδο. Αυτό το βάθος τηςανθρώπινης δοκιμασίας προβάλλεικαι η συμβολική μορφή της μητέραςως έσχατη αναζήτηση ερείσματοςμέσα στον κατακερματισμένοκόσμο της Κύπρου. Στο παρακάτωαπόσπασμα είναι ευδιάκριτες ηένταση και η αγωνία που συνέχουντο ποιητικό υποκείμενο, φορτίζονταςανάλογα την εκφορά και τοντόνο του λόγου του.* ενούμαι: ενοποιούμαιθΜητέρα, διαισθάνομαι πως το γράμμα μου άρχισε να διασπάται,διαισθάνομαι πως η συνοχή που επεδίωξα άρχισε να διασπάται,πως η δομή που ήλπιζα άρχισε να διασπάταισαν τις κουρασμένες τετράδες των μαθητικών παρελάσεωνόταν προσεγγίζουν το τέρμα 5που λεν «ουφ» και ξεκουμπώνουν τα κολάρακαι «επιτέλους»και σπεύδουν να επανέλθουν το ταχύτερο στα καθημερινάκαι σπεύδουν να επανέλθουν το ταχύτερο στα συνήθη.Κι η αλήθεια είναι πως τι χρειαζόταν η συνοχή, 10κι η αλήθεια είναι πως τι χρειαζόταν η δομή,πώς θα διασωζόταν η δομή,πώς θ’ άντεχε η δομή,πώς θ’ άντεχε η συνέπεια,πώς θ’ άντεχε η ακολουθία, 15πώς θ’ άντεχε ο ειρμός,που, όπως είπα, έρχεται ο τυχών απροειδοποίητα κι ανοίγει την πόρτα,που έρχονται απροειδοποίητα κι ανοίγουν την πόρτακαι μου τα πετάν ανάκατα μέσα, 20που ξανάρχονται απροειδοποίητα και ξανανοίγουνκαι διαδίδεται η είδησηκι έρχονται κι άλλοι κι άλλοικαι συνωθούνται;Εγκαταλείπω τη συνοχή, μητέρα, 25εγκαταλείπω τη δομή, μητέρα,εγκαταλείπω τη συνέπεια,δεν μπορεί να υπάρξει συνέπειαέτσι που τώρα μιλώ για λογαριασμό όλωνκαι τώρα για δικό μου, 30έτσι που τώρα είμαι όλοικαι τώρα είμαι μόνος,έτσι που τώρα διαχωρίζομαι πλήρωςκαι τώρα ενούμαι* πλήρως,και τώρα ταυτίζομαι πλήρως, 35ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ184


ΠΟΙΗΣΗ Κώστας Μόντηςσαν το μικρό τρελό κλαδί της λυγαριάςπου τη μια στιγμή αποσπάται και λυγίζει εδώθε,και λυγίζει ενάντια εδώθεμέσ’ στις τσιριξιές και τα χειροκροτήματα των σπουργιτιών,τριγυρισμένο απ’ τις τσιριξιές και τα χειροκροτήματα των σπουργιτιών, 40και την άλλη στιγμή σμίγει στην κατεύθυνση των λοιπών,και την άλλη στιγμή σμίγει στην υπακοή τους,σμίγει στην ενότητά τουςκαι δεν διαφωνείκαι «τ’ είχαν και τσίριζαν τα σπουργίτια;» 45και «τ’ είχαν και χειροκροτούσαν τα σπουργίτια;»,σαν το μικρό τρελό πουλίπου ξαφνικά ξεκόβει και λες αλλού τραβά,και λες σίγουρα αλλού τραβάκαι μπράβο του, 50μα ίδια ξαφνικά ύστερα πίσω τρεχάλα να φτάξει τ’άλλα,ύστερα πίσω αγωνία να φτάξει τ’ άλλα,κι εσύ δεν ξέρεις πιααν έστω κι απ’ αυτή τη δειλή μεταμελημένη απόπειραβγήκε κάτι 55ή αν χειρότερα τώρα.Κλάρα Γεωργίου - Ζαχαράκη, Ταυτότητα, μεικτή τεχνική, 2002ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ185


Η ΥΣΤΕΡΗ ΑΓΓΛΟΚΡΑΤΙΑ (1945 - 1960)Της εισβολήςΤα δύο αυτά ποιήματα, όπως προκύπτειάλλωστε από τον τίτλοτους, αναφέρονται στην τουρκικήστρατιωτική εισβολή (Ιούλιος-Αύγουστος1974), αποτυπώνοντας μεδραματική λιτότητα και στοχαστικήσυγκίνηση το άλγος του ποιητή.Είναι δύσκολο να πιστέψωπως μας τους έφερε η θάλασσα της Κερύνειας,είναι δύσκολο να πιστέψωπως μας τους έφερε η αγαπημένη θάλασσα της Κερύνειας.Τουρκική εισβολή ΙΙΑυτή η κούκλα με το κομμένο χέρι,που κρεμάστηκε στο παράθυροτου γκρεμισμένου σπιτιού,ποιο παιδάκι ήθελε ν’ αποχαιρετήσει,σε ποιο παιδάκι σύρθηκε ως το παράθυρον’ ανεμίσει το χέρι και της το ’κοψαν;Άντης Χατζηαδάμος, Κύπρος 1974, σίδηρος, γύρω στο 1986ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ186


ΠΟΙΗΣΗ Κώστας ΜόντηςΈθθα σου πωΗ λαϊκή, ποιητάρικη παράδοση,καθώς και οι μεγάλοι διαλεκτικοίποιητές της Κύπρου άσκησαν επίδρασηστο έργο του και άρδευσανμε τη φρεσκάδα και την εκφραστικότητατης γλώσσας τους το ποιητικότου ιδίωμα.Έθθα σου πω, Δροσούλλ’, ασ σ’ αγαπώυτζ’ ας κλαίσιν τα γρουσά σου τα μματούδκιαυυτζ’ ας βκαίννουσιμ μισά ’που τογ καμόντα παραπονημένα σου λοούδκια.Εσού ’σαι τα χαράματα του φου 5υπου μολοούσιμ* μέραν τζαι ξιφώτιν*,εγιώνιυτο σουρούππιασμαν. Λαλώ,υυμ’ όπου τζαι νάν’ η νύχτα καρτερώ την.υΕσού ξεπεταρούιμ που πετάτζ’ όπκοια βρεθούν ομπρός του αγαπά τα· 10υ υέντζαι δικλά* ποττέ πίσω να δει,φιλιά μέ* λοβαρκάζει με μετρά τα.υΕγιώυ’μως λοβαρκάζω το φιλίνυγιατ’ εν είμαι τζ’ εγιώ ξεπεταρούινυυ υτζαι μεμ παραπονιέσαι τζαι κανεί, 15υυμεν τρέμει τ’ όμορφόσ σου το σειλούιν.Εσού ’σαι ’νας αθθός της λεμονιάςυυυτζ’ εγιώνιυτ’ ολοτζίτρινολ λεμόνι (ν)·εσού ’σαι παναΰριμ π’ αρκινάυτζ’ εγιώνι παναΰριμ που τελειώννει. 20υΈθθα σου πω, Δροσούλλ’, ας σ’ αγαπώυτζ’ ας κλαίσιν τα μματούδκιαυσ’ ομπροστά μου.Κάλλιονυτωρά να κλάψουφ φανεράπαρά να κλαίσιν ύστερις κρυφά μου.υ* μολοώ: αποκαλύπτω, προδίδω* ξιφώτιν, το: χάραμα, ξημέρωμα* δικλώ: βλέπω* με: ούτεΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ187


ΠΟΙΗΣΗ Κώστας ΜόντηςΠρος Κάλβο (για την Κύπρο)Επανάλαβε εκείνο το «ωραία και μόνη»,επανάλαβε εκείνο το «ωραία και μόνη».Ένα τουρκάκι στο Κιόνελι* το 1966Μ’ ενδιαφέρει αυτό το χαμόγελο του μικρού παιδιούπου τ’ αγνοήσαμε και μας ανέμισεένα χεράκι χελιδόνι,που τ’ αντιπαρήλθαμε και μας ανέμισεένα χεράκι γιασεμί.* Κιόνελι, το: τουρκοκυπριακό χωριό, <strong>Β</strong>Δ της Λευκωσίας,οδικός κόμβος μεταξύ Λευκωσίας και Κερύνειας.Ύστερα από τα γεγονότα Δεκεμβρίου 1963 και Αυγούστου1964, ο δρόμος πέρασε στον αποκλειστικό έλεγχοΤούρκων και Τουρκοκυπρίων, καθιστώντας προβληματικήτη συγκοινωνία μέσω του συγκεκριμένου χωριού. Παιδιά σε χωριό της Κύπρου, δεκαετία 1950ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ188


Η ΥΣΤΕΡΗ ΑΓΓΛΟΚΡΑΤΙΑ (1945 - 1960)Οικογενειακή φωτογραφία,δεκαετία 1960Ο Κώστας Μόντης (Αμμόχωστος, 1914 - Λευκωσία, 2004) έζησε τα παιδικάτου χρόνια στη Λάρνακα με οδυνηρές οικογενειακές εμπειρίες. Σπούδασενομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών (1932-37), αλλά με την επιστροφήτου στην Κύπρο η τότε βρετανική αποικιακή διοίκηση του νησιού δεν τουπαραχώρησε τη σχετική δικηγορική άδεια. Έτσι, εργάστηκε τόσο σε εταιρείεςκαι επιχειρήσεις, όσο και στον δημόσιο τομέα μετά την ανακήρυξητης Ανεξαρτησίας. Συμμετείχε, από μαθητής ακόμη, στα «Οκτωβριανά»(1931) και, αργότερα, στον Απελευθερωτικό Αγώνα (1955-59). Εκτός απότην πρωτότυπη λογοτεχνική δημιουργία (ποίηση, πεζογραφία και θέατρο),ασχολήθηκε με τη μετάφραση και με τη δημοσιογραφία, ενώ διατέλεσεεπί σειρά ετών συνεργάτης του Ρ.Ι.Κ. Υπήρξε, επίσης, εκδότης εφημερίδωνκαι περιοδικών και συνεργάστηκε με τα περισσότερα προπολεμικάκαι μεταπολεμικά λογοτεχνικά περιοδικά της Κύπρου και της Ελλάδας.Το ότι ο Κ. Μόντης είναι μείζων ποιητής και ένας από τους ανανεωτέςτης ελληνικής ποίησης μεταπολεμικά αποτελεί κοινό τόπο. Μετά τις πρωτόλειεςαναζητήσεις (Με μέτρο και χωρίς μέτρο, 1934· και Minima, 1946) καιτη συλλογή Τα τραγούδια της ταπεινής ζωής (1954), οριστικοποιείται ο νεοτερικόςπροσανατολισμός του. Η ιδιότυπη ποιητική του, συναιρώντας στοιχείααπό τη γόνιμη επαφή του με το έργο του Κ.Γ. Καρυωτάκη και του Κ.Π.Καβάφη, βρίσκει την αρτίωσή της στις τρεις επόμενες συλλογές του, δημοσιευμένεςσε μια κρίσιμη πενταετία για την ιστορία της Κύπρου (Στιγμές,1958· Συμπλήρωμα των Στιγμών, 1960· και Ποίηση του Κώστα Μόντη, 1962).Οι συλλογές αυτές φανερώνουν εναργέστερα τη διαφοροποιημένη ποιητικήτου έκφραση, αλλά και προαναγγέλλουν τα έργα της ακμής (Γράμμαστη Μητέρα κι άλλοι στίχοι, 1965 και Δεύτερο γράμμα στη Μητέρα, 1972).Η ανανέωση αυτή θα γίνει εφικτή μέσω και του γόνιμου διαλόγου του μετην ποιητική παράδοση της Κύπρου, αλλά και με την ποίηση του Τ.Σ. Έλιοτ.Στις συλλογές Εξ ιμερτής Κύπρου (1969), Εν Λευκωσία... (1970), Και τότ’ ενειναλίη Κύπρω (1974), Πικραινόμενος εν εαυτώ (1975), Κύπρος εν Αυλίδι(1976), Κύπρια Ειδώλια (1980) κ.ά. συγκεντρώνει μια ώριμη ποιητική συγκομιδή.Σ’ αυτήν περιλαμβάνονται επιπρόσθετα "στιγμές" και ποιήματα στηνκυπριακή διάλεκτο. Ιδιαίτερα στις συλλογές μετά το 1974 η πικρή αίσθησητης ιστορίας θα προσδώσει στο ποιητικό του έργο ένα τόνο τραγικό.Αλλά και το πεζογραφικό του έργο εμφανίζει μια ανάλογη εξέλιξη: τοηθογραφικό πλαίσιο (Γκαμήλες κι άλλα διηγήματα, 1939) υποχωρεί στηνψυχογραφική κοινωνική αφήγηση της συλλογής Ταπεινή ζωή (1944). Ηπεζογραφική ωριμότητά του διαγράφεται, ωστόσο, σαφώς στη νουβέλαχρονικόΚλειστές πόρτες (1964), όπου το ιστορικό υλικό και η βιωμένηεμπειρία του αγώνα συντίθενται και αναπλάθονται λογοτεχνικά με τρόπονεοτερικό σε ένα γλωσσικό κώδικα πυκνής ύφανσης. Το 1970 εκδίδεταιη συλλογή Διηγήματα και ακολουθεί το 1980 το μυθιστόρημα Ο αφέντηςΜπατίστας, στο οποίο αυτοβιογραφικά και ιστορικά στοιχεία πριναπό τον <strong>Β</strong>' Παγκόσμιο Πόλεμο συναντούν λαϊκές αφηγήσεις και θρύλουςτης Κύπρου.Η συλλογική εθνική εμπειρία και το προσωπικό βίωμα συνυπάρχουνστο ποιητικό και πεζογραφικό έργο του Κ. Μόντη με εκφραστικήευστοχία και πρωτοτυπία. Ένα έργο στο οποίο προβάλλει κυριαρχικά η επιθυμίατης ελευθερίας και του αγώνα. Και όπου η παντοδυναμία αυτού τουοράματος παραμένει απρόσβλητη, γιατί ακριβώς αναπαριστά εκ των ένδοντη φυσιογνωμία και το δράμα της Κύπρου «εις την φανταστήν οικουμένην».ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ189


Η ΥΣΤΕΡΗ ΑΓΓΛΟΚΡΑΤΙΑ (1945 - 1960)Παντελής ΜηχανικόςΓράμμαΟ τίτλος της πρώτης συλλογής, Παρεκκλίσεις(1957), υποδηλώνει τηδιαφοροποίηση του ποιητή από τιςσύγχρονές του θεματικές και εκφραστικέςαναζητήσεις, καθώς καιαπό το γενικότερο κλίμα της εποχής.Η γραφή του, συχνά κρυπτική,εκφράζει μια βαθύτερη αγωνία σεατομικό και συλλογικό επίπεδο.Αγαπητή μου μητέρα,H Αγάπη σου,σε πληροφορώμου δυσκολεύει τη ζωή.Εδώ πέρα δεν υπάρχει άλλη διέξοδος. 5Περπατώ στους δρόμουςμε την ύπαρξή μου γραμμένη κάτω απ’ τα παπούτσια μου,που τη ζουλεί το κάθε μου πάτημα.Καμιά φορά βγάζουμε το παπούτσι μαςκαι το πετάμε στον αέρα, 10γιατί είναι ανάγκη να παίξουμε.Κάποια μέρα μπορεί να το χάσω μέσα σ’ αυτή την οχλοβοήμαζί με ό,τι έχει γραμμένο από κάτω.Εσύ μου είπες να μην τα κάνω όλ’ αυτά.Μα ακριβώς σου γράφω για να σε πληροφορήσω πως δεν γίνεταιδιαφορετικά. 15Δεν μπορώ να σ’ ευχαριστήσω.Η αγάπη σου με τραβά από τα μαλλιά, όταν εγώμάχομαι ολάκερος,μ’ αποσπά δυνάμεις,αυτή την κρίσιμη στιγμή, 20που μόνο με μαντήλια βρεμένα στο αίμαπροσπαθούμε να δροσίσουμε το μέτωπο των ζαλισμένων μαςπεποιθήσεων.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ190


Η ΥΣΤΕΡΗ ΑΓΓΛΟΚΡΑΤΙΑ (1945 - 1960)Πώς μίλησε ένα παιδί πριν πολλά χρόνιαΕδώ φυτέψαμε τους σπόρους των ονείρων μαςκαι περιμένουμε βροχή και ήλιο.Να δεις:Σα θα ριζοβολάνε* τα όνειρά μαςστη βροχή και τον ήλιοστον ήλιο και τη βροχήο Θεός θα προβάλει ένα χαρούμενο πρόσωποφορώντας τη γιρλάντα τ’ ουράνιου τόξουκι η καρδιά μας θ’ αντανακλάόλους τους ιριδισμούςτης ευτυχίας.Σολωμός Φραγκουλίδης, Νέοι Σόλοι - Ουράνιο Τόξο, υδατογραφία, 1950-1955* ριζοβολώ: ριζώνω, μτφ. εδραιώνομαι, στεριώνωΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ191


ΠΟΙΗΣΗ Παντελής ΜηχανικόςΤο βάθος του κόσμουΜε Τα δυο βουνά (1963) ο ποιητικόςτου λόγος αποκτά μια καθαρότερηέκφραση: η επίγνωσητης τραγικότητας της ιστορίας στηγενέθλια γη και η αναζήτηση μιαςυπαρξιακής διεξόδου τον οδηγούνσε μια αμεσότερη χρήση της γλώσσας–ωμής αρκετές φορές, κατάλληληςόμως για να εκφράσει την ενγένει εικονοκλαστική του στάση.Αυτή με τραβούσε απ’ τα μαλλιά.Εσείς δεθήκατεπέτρες στο λαιμό μου.Μα πού θα με πάτεπού θα με βυθίσετε. – Ο βυθόςτου πόνουο βυθός της δικής μου θάλασσαςείναι γιομάτος μαργαριτάριακαι πολύτιμες πέτρες.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ192


Η ΥΣΤΕΡΗ ΑΓΓΛΟΚΡΑΤΙΑ (1945 - 1960)Ωδή για ένα σκοτωμένο τουρκάκι*Το παρακάτω ποίημα, αν καιεντάσσεται στην τελευταία συλλογήτου, Κατάθεση (1975), προηγείταιχρονολογικά των υπόλοιπωνποιημάτων (όπως προκύπτει καιαπό τη χρονολογική ένδειξη του τέλους)και κινείται στον απόηχο τωνδιακοινοτικών συγκρούσεων τουΔεκεμβρίου 1963.Stetson!You who were with me in the ships at Mylae!That corpse you planted last year in your garden,Has it begun to sprout? Will it bloom this year?T. S. ELΙOT, H Έρημη ΧώραΑυτός ο κάμπος π’ απλώνεται μπροστά μου καταπράσινοςστολισμένος με το κίτρινο της μαργαρίταςμε το κόκκινο της παπαρούναςμε το χαμόγελο της βιολέταςαυτός ο κάμπος 5ανοιχτός κάτω απ’ τις θερμέςαχτίνες του ήλιου φωτεινέςαυτός ο κάμποςπου μ’ ένα χάδι απαλόδείχνει στην ψυχή μας το δρόμο της άνοιξης 10σ’ αυτό τον κάμποπου δοξάζει τον Κύριο και την ψυχή του ανθρώπουσ’ αυτό τον κάμπο που δοξάζει το σώμακαι μουρμουρίζει το τραγούδι του ανθρώπουσ’ αυτό τον κάμπο 15κείτεταισκοτωμένοένα Τουρκάκι.* Το απόσπασμα από τον Έλιοτ στην αρχή του ποιήματοςσε ελληνική απόδοση του Γ. Σεφέρη έχει έτσι: «Στέτσον!/Συ που ήσουνα μαζί μου στις Μύλες με τα καράβια!/Κείνο το λείψανο που φύτεψες στον κήπο σου τονάλλο χρόνο,/ Άρχισε να βλασταίνει; Πες μου θ’ ανθίσειεφέτο;». (Σημ.τ.π.)* «Με τα καράβια στις Μύλες»: αναφέρεται σε πολέμουςμε εμπορικά κίνητρα. Πάνω από τα πτώματα τωνσκοτωμένων αναμένεται να ανθίσει το εμπόριο. Όσο γιατην Κύπρο, ο μαγνήτης των Αραβικών πετρελαίων καιτα ξένα συμφέροντα έχουνε παίξει αποφασιστικό ρόλοστη διαμόρφωση της τύχης της κατά τις τελευταίες δυοδεκαετίες. (Σημ.τ.π.)Ένα συσπασμένο πρόσωποκομμένο απάνω στον πόνο, 20ανάγλυφηανήλικη μάσκακομμένη στην αιωνιότητα για να ρωτάαν ο τόπος ήταν πράγματι πολύ στενόςμέσα στο πανηγύρι της άνοιξης 25για να ρωτάαν υπάρχουν εθνότητες ανάμεσα στους λαούς της μαργαρίταςγια να ρωτάποιας εθνικότητας είναι το πράσινο χορτάρι.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ193


ΠΟΙΗΣΗ Παντελής ΜηχανικόςΖεσταίνει ο ήλιος τις ρίζες και το χώμα. 30Ξεχειλίζει η αγάπη σα δροσούλαμέσ’ απ’ τα φύλλα και τους ανθούς της ψυχής του ανθρώπουμέσα στην ανοιχτή ειλικρίνεια του κάμπουκαι μια ανάγλυφη τρομερή μάσκα ενός παιδιούκάτω απ’ το πολύ του ήλιου το φως 35κινάει τα χείληκαι μιλεί: – «Ευχαριστώ.Με φέρατε σ’ αυτό τον δρόμο.Με φέρατε σ’ αυτό το τέλος. Ευχαριστώ σαςδικούς και ξένους.» 40Γη μου! Κοίμησέ τον γλυκά,νανούρισέ τον. Για σέναη φωνή του ποιητήρωτάει και πάλι εφέτοςτους εμπόρους των πετρελαίων 45και τους αποικιστές των πτωμάτων,ρωτάει τον Στέτσον:«Το κουφάρι που εφύτεψες πέρσι μέσα στον κήπο σουάρχισε να βλαστάει; θ’ ανθίσει εφέτος;»Απρίλης 1964Xριστόφορος Σάββα, Ηλιοβασίλεμα,σύνθεση με καρφίτσες, 1968ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ194


Η ΥΣΤΕΡΗ ΑΓΓΛΟΚΡΑΤΙΑ (1945 - 1960)Ένα τραγούδι για τον Ριμαχό*Η τελευταία συλλογή του μπορεί ναθεωρηθεί και ως έσχατη πολιτικήδιαμαρτυρία. Όπως έχει σημειώσειη κριτική, «με την ενεργοποίησηδιάφορων ιστορικών και πλασματικώνπροσωπείων (όπως η μορφήτου Ριμάχο), ο Μηχανικός καυτηριάζειτην κακοφόρμιση των πολιτικώνπραγμάτων και καταλογίζειευθύνες. Το ποιητικό υποκείμενοπροκαλεί και σαρκάζει την άγρυπνηφωνή της συνείδησής του, πουεμφανίζεται ως σκληρός και τιμωρόςάγγελος».Και ποιος ήτανε τόσο λεβέντηςόπως τον Ριμαχόπου έσκυψε και φίλησε το χώμααπ’ όπου διάβηκε η αγαπημένη τουκι αυτή προχωρούσε υπερήφανη κι ακατάδεχτη 5κι οι άλλοι τον είπανε βλάκακι αυτός ξανάσκυψε και ξαναφίλησε το χώμαξέροντας καλά πως οι άλλοι τον λέγανε βλάκα.Και τα στήθια του ήταν γεμάτα χαράΓεμάτα χαρά. 10Ποιος ήτανε τόσο λεβέντης όπως τον Ριμαχό.Εφτά χιλιάδες φορές θα σκοτώνοντανγια να υπερασπίσει το χώμααπ’ όπου διάβηκε η αγάπη του.Ποιος είναι λεβέντης σαν τον Ριμαχό 15ποιος έχει αγάπη σαν τον Ριμαχόνα υπερασπίσει τούτα τα χώματα.* Ριμαχό/ Ριμάκο/ Ριμακό: φανταστικό πρόσωπο μεπολλαπλούς συμβολισμούς, που εισήγαγε στην κυπριακήποίηση ο Κυριάκος Χαραλαμπίδης (στη συλλογή Το αγγείομε τα σχήματα, 1973) και στη συνέχεια αξιοποίησανκαι ανασημασιοδότησαν και άλλοι ποιητές, μεταξύ τωνοποίων ο Παντελής Μηχανικός και ο Κώστας <strong>Β</strong>ασιλείουNίκος Κουρούσιης, Λαβύρινθος, ακρυλικό, 1973ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ195


ΠΟΙΗΣΗ Παντελής ΜηχανικόςΑφροδίτηΓυμνήμε τα μαλλιά σου καψαλισμένασε βλέπω να ρίχνεσαι στη θάλασσακαι πάεις.Δεν μπορούσες να μείνεις μαζί μας για πολύν καιρό. 5Δεν είμαστε εμείς για ομορφιέςδεν είμαστε για όνειρα.Είμαστε οι ταπεινοί άνθρωποιμε τον βούρκο στη μύτημε τη σάπια ψυχή. 10– Σε ποιους γιαλούς σε ποιους βυθούς να ταξιδεύεις τώρα.Δεν μπορούσες να μείνεις μαζί μας πολύν καιρόστα ερείπια και στα χαλάσματαστα καμένα χορτάριαδεν μπορούσες να μείνεις 15εκεί όπου ο Άρης* φτύνοντας αφρούς και αίμα εφώναζεΕφιάλτη*, Εφιάλτη, πού είσαι Εφιάλτηκαι(ποιος να το φανταστεί)ήτανε φίλος του Εφιάλτη. Φίλος του. 20– Τότες η γη μας εξέρασε τα σπλάχνα της.* Άρης: ο θεός του πολέμου* Εφιάλτης (Μαλιέας ή Τραχίνιος): Γιος του Ευρύδημου,ο οποίος την προηγουμένη της μάχης των Θερμοπυλών(480 π.Χ.), ελπίζοντας σε γενναία αμοιβή απότον Ξέρξη, βασιλιά των Περσών, οδήγησε τον στρατότου στα νώτα των Σπαρτιατών και των Θεσπιαίων πουήταν υπό την ηγεσία του βασιλιά Λεωνίδα (Ηροδότου,Ιστορίαι, <strong>Β</strong>ιβλίο Ζ΄, §§213-233). Το όνομά του έγινεστο εξής συνώνυμο του προδότη* Πέτρα του Ρωμιού: Μεγάλος βράχος στα όρια τωνεπαρχιών Λεμεσού και Πάφου, όπου, σύμφωνα με τονσχετικό θρύλο, αναδύθηκε η θεά Αφροδίτη μέσα από τηθάλασσα. Σύμφωνα με άλλη παράδοση, εκεί αποβιβάστηκεη θεά, πλέοντας από τα ΚύθηραΣε ποιους γιαλούς σε ποιους βυθούς να ταξιδεύεις τώρα.Απελπισμένηερίχτηκες από την Πέτρα του Ρωμιού* πίσω στη θάλασσακαι χάθηκες – ποια ψάρια 25ποια κήτηποια τέρατα σμίγονταςω, κόρη μου, σε ποιους γιαλούςσε ποιους βυθούς,θεά μου. 30ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ196


Η ΥΣΤΕΡΗ ΑΓΓΛΟΚΡΑΤΙΑ (1945 - 1960)Ονήσιλος*Δίπλα μου ήτανε ο Ονήσιλοςβγαλμένος απ’ την ιστορία και τον θρύλοολοζώντανος.Αρχιλεβέντης βασιλιάς αυτόςκρατούσε στο χέρι ό,τι του ’χε απομείνει: 5ένα καύκαλο–το δικό του κρανίο–γεμάτο μέλισσες.Δέκα χρόνια έστελλε τις μέλισσές του ο Ονήσιλοςνα μας κεντρίσουν 10να μας ξυπνήσουννα μας φέρουν ένα μήνυμα.Aντρέας Σαββίδης, Ονήσιλος, γύψος, 2002Δέκα χιλιάδες μέλισσες έστειλε ο Ονήσιλοςκι όλες ψοφήσανε απάνω στο παχύ μας δέρμαχωρίς τίποτα να νιώσουμε. 15Κι όταν το ποδοβολητό των βαρβάρωνέφτασε στη Σαλαμίναφρύαξε ο Ονήσιλος.Άλλο δεν άντεξε.Άρπαξε το καύκαλό του 20και το θρυμμάτισε απάνω στο κεφάλι μου.Κι έγειρα νεκρός.Άδοξος, άθλιος,καταραμένος απ’ τον Ονήσιλο.* Ο Ονήσιλος ήταν βασιλιάς της Σαλαμίνας, ο οποίοςκατά τη διάρκεια της Ιωνικής Επανάστασης (499-98π.Χ.) συνένωσε και ξεσήκωσε τα βασίλεια της Κύπρου,(με εξαίρεση αυτό της Αμαθούντας), εναντίον των Περσών.Όπως σημειώνει και ο ποιητής, «όταν οι εχθροί τουτον σκότωσαν, του έκοψαν το κεφάλι και το κρέμασανπάνω από τις πύλες της Αμαθούντας. Με τον καιρό,στο κούφωμα του κρανίου φώλιασε ένα μελίσσι». Τασχετικά με τη μάχη όπου σκοτώθηκε ο Ονήσιλος καιτον θρύλο γύρω από το κρανίο του αναφέρονται από τονΗρόδοτο (Ιστορίαι, <strong>Β</strong>ιβλίο Ε΄, §§108-115)* φρυάζω: κυριεύομαι από θυμό, εξοργίζομαιΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ197


ΠΟΙΗΣΗ Παντελής ΜηχανικόςΗ σπηλιά του Κύκλωπα*Ο Οδυσσέας δεμένος κάτω απ’ τον τράγο.(Διόλου, βέβαια, ποιητική η εικόνα).<strong>Β</strong>ρισκόμαστε στο σπήλαιοκι ο θάνατος στέκει στην πόρτα.Το χτυποκάρδι θα περάσει 5κάτω απ’ το ψηλαφητότου Πολύφημου.«Κριάρι μου,θα σου φτιάξω χρυσά κέρατανα βατεύεις* με την πρεπούμενη λαμπρότητα 10τις προβατίνες του Πολύφημου.Τώρα όμωςτέντωσε το στιβαρό κορμί σουκαι βγάλε με έξω απ’ την πόρτα του θανάτου.Θεόστραβος ο Πολύφημος δεν βλέπει φως 15κι ο ήλιος λάμπει έξω απ’ τη σπηλιά.Εκείθα σε φιλήσω στο κούτελοκαι θα σου χαϊδέψω τ’ αχαμνά*».Είπε, και τραβώντας μια δυνατή τσιμπιά 20στα πισινά του κριαριούο Οδυσσέας προχώρησεγια ζωή ή θάνατο.* Πολύφημος: ο γνωστότερος από τους Κύκλωπες, γιοςτου Ποσειδώνα και της νύμφης Θόωσας. Το ποίημααναφέρεται στο γνωστό επεισόδιο της τύφλωσής τουαπό τον Οδυσσέα και της δραπέτευσης του ήρωα καιτων συντρόφων του από τη σπηλιά του Κύκλωπα, όπωςπεριγράφεται στη ραψωδία ι (στ. 170-566) της Οδύσσειαςτου Ομήρου* βατεύω: (για αρσενικό ζώο) συνευρίσκομαι σεξουαλικά* αχαμνά, τα: (για αρσενικό ζώο) γεννητικά όργανα Σαρκοφάγος 5ου αι. π.Χ., διαφυγή από τη σπηλιά του Κύκλωπα. Κούκλια, ΠάφοςΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ198


Η ΥΣΤΕΡΗ ΑΓΓΛΟΚΡΑΤΙΑ (1945 - 1960)Ο Παντελής Μηχανικός (Λιμνιά Αμμοχώστου, 1926 - Λονδίνο, 1979)φοίτησε στο Ελληνικό Γυμνάσιο Αμμοχώστου και στην Αμερικανική ΑκαδημίαΛάρνακας. Από το 1949 ώς τον θάνατό του εργάστηκε ως υπάλληλοςστο Τμήμα Τελωνείων.Οι χρονικές ενδείξεις των τριών ποιητικών συλλογών του (Παρεκκλίσεις.Σημειώσεις ημερολογίου 1952-54, 1957· Τα δυο βουνά, 1963 καιΚατάθεση, 1975) αντιστοιχούν σε καίριες στιγμές της σύγχρονης ιστορίαςτου νησιού. Παράλληλα, η διαμόρφωσή του ως ποιητή συντελείταιμέσω του διαλόγου του με την ποίηση του Γ. Σεφέρη και του Τ.Σ. Έλιοτ.Ο λόγος του λιτός, καίριος και πυκνός, γίνεται σταδιακά ασθματικός καικαταγγελτικός, καθώς η απομυθοποίηση των κυρίαρχων προτύπων ηθικήςστάσης, ζωής και συμπεριφοράς τον φορτίζει με μια πικρή οργή καιμια ρεαλιστική απογύμνωση, που φτάνει συχνά ώς την ειρωνεία και τονσαρκασμό. Έτσι, η προσωπική αίσθηση της ιστορίας μεταγράφεται σεσυλλογική οδυνηρή εμπειρία και η κυπριακή τραγωδία προβάλλει ανάγλυφηστο σκηνικό της ποίησής του. Το έργο του, πέρα από τη δημιουργικήαφομοίωση της ποιητικής του μοντερνισμού, άνοιξε το δρόμο για νέεςεκφραστικές επιλογές στους κύπριους ποιητές.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ199


Η ΥΣΤΕΡΗ ΑΓΓΛΟΚΡΑΤΙΑ (1945 - 1960)Νίκος ΚρανιδιώτηςΕικοσιπέντε χρόνωνΗ μνημονική ανάκληση μιας αγαπημένηςμορφής, η νοσταλγία τηςνιότης και η αναβίωση μιας ξεχωριστήςερωτικής συγκίνησης συνθέτουντην ατμόσφαιρα του μουσικούαυτού ποιήματος από την πρώτησυλλογή Σπουδές (1951).Σαν άρωμα από γιασεμί λεπτό, που σβήνεικαι σμίγει με την αύρα της εσπέρας,μοιάζει η θλιμμένη μου απόψε ετούτη μνήμη:Δυο χρυσά μάτια, σα βελούδο χείλη,κι ωραία καστανά μαλλιά, που ψαύει ο αγέρας, 5η μακρινή μου των ’κοσπέντε χρόνων φίλη...Τα χρόνια τώρα ίσως την έχουνε πια αλλάξει,κι ίσως τα ωραία μαλλιά να ’γιναν γκρίζα,και των ματιών της ίσως να ’σβησε πια η λάμψη.Όμως τις ώρες του καλοκαιριού, μες στην ευδία 10της νύχτας, που οι σκιές τη μνήμη αναδιφούνε*,τα εικοσπέντε χρόνια της, εντός μου πάλι ζούνε.Νίκος Νικολαΐδης ο Κύπριος, Το κορίτσι με τις ανεμώνες, λάδι*αναδιφώ: ερευνώ εξαντλητικάΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ200


Η ΥΣΤΕΡΗ ΑΓΓΛΟΚΡΑΤΙΑ (1945 - 1960)Χαιρεκράτης Αντιφώντος ΣαλαμίνιοςΗ παρουσία της ιστορίας του γενέθλιουτόπου και της ανθρωπογεωγραφίαςτου θα είναι διαρκής στηνποίησή του, η οποία σταδιακά θαυιοθετήσει νεοτερικούς τρόπουςέκφρασης και σύνθεσης του ποιητικούυλικού. Η αίσθηση της συνέχειαςτου παρελθόντος στο παρόνκαι η συνείδηση μιας ζώσας κληρονομιάςθα χαρακτηρίζουν στο εξήςτην ποιητική του δημιουργία.Κάθε πρωί σηκώνω αυτή την πλάκα…Ψάχνω τις ρόδινες φλέβες της,αγγίζω τον απαλό κυματισμό της…«Χαιρεκράτης Αντιφώντος Σαλαμίνιος».Πιο κάτω, 5λίγα σπασμένα βάζα,υδρίες και αμφορίσκοι*κι ασήμαντα ίχνη οστών…Ύστερα, ο υγρός νότιος άνεμοςνα σβουρίζει* τα χώματα 10και να σφυρίζει στα κοιλώματα της πέτρας…Ένα συνηθισμένο φθινοπωρινό πρωινόστη βυθισμένη μες στην άμμο Σαλαμίνα…Πέρα, ο ήλιος ανεβαίνει ατάραχος,κι οι λιγοστοί διαβάτες 15πορεύονται ανύποπτοιστο ερειπωμένο αρχαίο κοιμητήριο,σηκώνοντας τη μοίρα εκατόν αιώνων…* υδρίες και αμφορίσκοι: αρχαία πήλινα δοχεία, στάμνες* σβουρίζω: περιστρέφω σα σβούρα Η μεγάλη συκομουριά, Αγιάναπα. Φωτογραφία Γιώργου Σεφέρη, 1954ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ201


ΠΟΙΗΣΗ Νίκος ΚρανιδιώτηςΜεταμέλειαΠαράλληλα, από το έργο του δενθα απουσιάζουν και ποιήματα μεθέματα και μοτίβα προσωπικά, πουθα αποτυπώνουν αισθήματα, ψυχικέςδιαθέσεις και κραδασμούς τηςεσώτερης ζωής του ποιητικού υποκειμένου.Αυτή την κουρασμένη μεταμέλειαμην την αφήνεις άλλο, αλόγισταν’ αναστατώνει τη μικρή σου ύπαρξη.Δυνάμωσε τη θαρραλέα σκέψη σου,και κράτησε ζωηρή την πρώτη ανάμνηση 5της τρυφερής αγάπης που δοκίμασες,και που σε βασανίζει τόσο σήμερα.Έτσι είναι η ζωή μας: Ευμετάβολη!Κάποιες στιγμές όμως βαθαίνουν μέσα μας,χαράζουν ανεξίτηλα τα ίχνη τους, 10και μάταια προσπαθούμε να τις σβήσουμε.O N. Κρανιδιώτης στο Παγκύπριο Γυμνάσιο Λευκωσίας, Μάιος 1955ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ202


Η ΥΣΤΕΡΗ ΑΓΓΛΟΚΡΑΤΙΑ (1945 - 1960)Γενέθλια πόλη*IIIΜέσ’ από τις ανταποκρίσεις τού Τύπουδιαβάσαμε τη συμπάθεια των άλλωνγια την καταστροφή μας*.Ύστερα σχίσαμε τις εφημερίδεςκαι τεμαχίστηκε η συμπάθεια.Ποιος θα πάρει τα ράκη του Ιώβ*να ντύσει την υπομονή μας;Ποιος θα σαλπίσει τη σάλπιγγα του χρέουςνα πέσουν τα τείχη της Ιεριχούς*;* Γενέθλια πόλη: η Κερύνεια.* την καταστροφή μας: αναφέρεται στην τουρκικήστρατιωτική εισβολή (Ιούλιος-Αύγουστος 1974)* Ιώβ: <strong>Β</strong>ιβλικό πρόσωπο, γνωστό από το ομώνυμο βιβλίοτης Παλαιάς Διαθήκης, πρότυπο ευσέβειας και πίστης,σύμβολο υπομονής και υποταγής στο θείο θέλημα.* Ιεριχώ: Μια από τις αρχαιότερες πόλεις της Παλαιστίνηςστο έδαφος της σημερινής Ιορδανίας, στη δυτικήπλευρά της κοιλάδας του Ιορδάνη. Σύμφωνα με την ΠαλαιάΔιαθήκη, την κατέλαβε ο Ιησούς του Ναυή (μεταξύ1400 και 1260 π.Χ.), αφού έριξε τα τείχη της μόνο μετους ήχους των σαλπίγγων. Κορίτσια στο λιμανάκι της Κερύνειας, 1.1.1958ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ203


ΠΟΙΗΣΗ Νίκος ΚρανιδιώτηςΤο τραγούδι της ΜαριάνναςΜαριάννα!Έξω σταμάτησε η βροχήκι η ευδία άνοιξε τους γαλάζιους ουρανούςπάνω απ’ την κόκκινη στέγη σου.Το φεγγάρι κατεβαίνει μ’ ασημένιες κλωστές 5στο ανοιχτό παραθύρι σου,και δυο λαμπρά αστεράκιααντιφεγγίζουν τη λάμψη τους στα μεγάλα σου μάτια.Στον κήπο σου φύτρωσαν δυο ανθισμένες λεμονιέςκαι μια κερασιά αναδεύει τους καρπούς της στα χείλια σου. 10Το Φθινόπωρο σού φέρνει καινούρια μηνύματα.Όμως, μη στέκεις στο κατώφλι της αγωνίαςμε τα δυο σου μάτια να κοιτάν ανυπόμονατην προσδοκία της αυγής.Κι η μέρα αυτή θα ξημερώσει για σένα, 15θα ξημερώσει με χρυσούς ήλιους στα μαλλιά σου,κι η πλήξη του κατεστημένουθα φύγει στην άκρη του σύννεφουπου ετοιμάζεται να διαβεί τη γαλάζια θάλασσα.Νίκος Νικολαΐδης ο Κύπριος, Νύμφη Ι, λάδιΕίσαι μια ερωτική παρουσία 20στον ανθισμένο κάμπο της γνώσης.Είσαι μια σοφή ανάτασηστον γαλάζιο ουρανό της ελπίδας.Μαριάννα!Έξω σταμάτησε η βροχή, 25και μόνο τα μάτια σουστάζουν ψιχαλιστά ακόμη την αγάπη.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ204


ΠΟΙΗΣΗ Νίκος ΚρανιδιώτηςΗ ευγενής δέσποινα Μαρία Μανουήλ Ξηρού*Εν έτει σωτηρίω χίλια τριακόσια πενήντα έξιαπεδήμησεν εις Κύριον, εις ηλικίαν δεκαεπτά ετών,η ευγενής δέσποιναΜαρία Μανουήλ Ξηρού.Οι ευσεβείς γονείς της αφιέρωσαν εις μνήμην της 5εικόνισμα του Παντοκράτοροςστον ιερό ναό της Παναγίας Χρυσαλινιώτισσας*.Ενδεδυμένοι την στολήν του κοντοσταύλη*κρατάνε, κάτωθεν του Παντοκράτορος,το εκπάγλου* καλλονής ομοίωμα της Μαρίας. 10Σήμερα, ύστερα από εφτακόσια χρόνια,ξυπνάει άφθαρτη απ’ τον τάφο η ομορφιά της,και διαπερνά,σαν αστραπή σε ώρα καταιγίδας,τη σκέψη εκείνων που αντικρίζουν, στο σεπτό εικόνισμα, 15το νεκρικό, κι όμως αείζωο* ομοίωμα της κόρης.* «Στο <strong>Β</strong>υζαντινό Μουσείο του Ιδρύματος ΑρχιεπισκόπουΜακαρίου Γ΄, στη Λευκωσία, ανάμεσα στις έξοχες βυζαντινέςεικόνες, υπάρχει εικόνα του Παντοκράτορος,με τους αφιερωτές, που κρατάνε κάτω από τα πόδια τουΧριστού τη νεκρή κόρη τους Μαρία Μανουήλ Ξηρού, ηοποία πέθανε το 1356». (Σημ.τ.π.)* Παναγία Χρυσαλινιώτισσα: η μοναδική εκκλησία τηςΜέσης <strong>Β</strong>υζαντινής περιόδου που σώθηκε στη Λευκωσία,αν και έχει υποστεί στο μεταξύ πολλές προσθήκεςκαι αλλαγές. Στην εκκλησία δεν υπήρχαν τοιχογραφίες,αλλά μεταφέρθηκαν πολλές εικόνες, που χρονολογούνταιαπό τον 13ο ώς τον 16ο αιώνα μ.Χ., από άλλες βυζαντινέςεκκλησίες, τις οποίες κατεδάφισαν οι <strong>Β</strong>ενετοί,όταν έχτιζαν τα τείχη της Λευκωσίας. Σήμερα οι εικόνεςαυτές βρίσκονται στο <strong>Β</strong>υζαντινό Μουσείο του ΙδρύματοςΑρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ΄.* κοντοσταύλης και κοντόσταυλος, ο: ανώτατος τιτλούχος,υπεύθυνος των αυτοκρατορικών στάβλων στηναυλή των <strong>Β</strong>υζαντινών και των Φράγκων.* έκπαγλος: εκθαμβωτικός, εκτυφλωτικός* αείζωος: που ζει για πάνταΧριστός με αγγέλους και δωρητές (λεπτομέρεια)ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ205


Η ΥΣΤΕΡΗ ΑΓΓΛΟΚΡΑΤΙΑ (1945 - 1960)Ο Νίκος Κρανιδιώτης (Κερύνεια, 1911 - Αθήνα, 1997) σπούδασεφιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και διεθνείς σχέσεις στις Η.Π.Α.Υπηρέτησε αρχικά στη Μέση Εκπαίδευση. Ως γενικός γραμματέας καισύμβουλος της Εθναρχίας Κύπρου, υπήρξε ένας από τους στενότερουςσυνεργάτες του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ΄. Κατά τη διάρκεια του ΑπελευθερωτικούΑγώνα, υπέστη διώξεις από τις βρετανικές αποικιακές δυνάμεις.Διετέλεσε για μια εικοσαετία περίπου (1960-1979) πρεσβευτήςτης Κύπρου στην Ελλάδα.Συνεκδότης του περιοδικού Κυπριακά Γράμματα και διευθυντής τουτην περίοδο 1948-1956, συνεργάστηκε παράλληλα με πολλά έντυπατης Κύπρου και της Ελλάδας. Εξέδωσε την πρώτη του ποιητική συλλογήτο 1951 (Σπουδές), όπου κυριαρχούν το λυρικό στοιχείο και οι χαμηλοίτόνοι με άμεσες επιρροές από τους νεοσυμβολιστές ποιητές του 1920.Αργότερα, η ποιητική του έκφραση θα εμπλουτισθεί με στοιχεία από τηνποίηση του Γ. Σεφέρη, τα οποία μετουσιώνονται επιτυχώς και συναιρούνταιμε την τραγικά βιωμένη ιστορία του γενέθλιου χώρου (Επιστροφή,1974· Ταξίδι στο νησί του νότου, 1983· Ο μικρός μας κόσμος, 1986 κ.ά.).Εκτός από την ποίηση, ασχολήθηκε με την πεζογραφία, ενώ δημοσίευσελογοτεχνικές μελέτες και αρκετά βιβλία που αναφέρονται στην πρόσφατηπολιτική και διπλωματική ιστορία της Κύπρου.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ206


Η ΥΣΤΕΡΗ ΑΓΓΛΟΚΡΑΤΙΑ (1945 - 1960)Κύπρος ΧρυσάνθηςΗ Κυριακή μουΔύο ποιήματα (από τη συλλογή Ηευτυχία της γης, 1983) αφιερωμέναστην αγαπημένη πόλη του ποιητή,που εξακολουθεί να είναι και σήμεραακόμη μοιρασμένη, αποτυπώνουντο δράμα της. Παράλληλα,υποδηλώνουν τη δυνατότητα τηςποίησης να υπερβαίνει τους όποιουςδιαχωρισμούς και να συναιρεί τοπαρελθόν με το παρόν, το εδώ με τοεκεί, το «εμείς» με τους «άλλους».Η Κυριακή μου ξεπετάχτηκε απ’ τα παράθυρααγουροξύπνητη, με καθαρή ποδιά,πήρε τους δρόμους με το πράσινο καπέλο της,αντάλλαξε χαιρετισμούς πρωτοχρονιάτικους η Κυριακή μου,χάιδεψε τα μαλλιά του γιασεμιού 5και στις χαρούμενες προθήκες* χαμογέλασε η Κυριακή μου,θυμήθηκε τις φιλαρμονικές παλιών καιρών,τους εύθυμους περίπατους...κι έφτασε εκεί που ξεχωρίζουνε οι εχθροί–στη Λήδρα όλου του κόσμου 10κι ας είναι η Λήδρα οδός της Λευκωσίας–κι απ’ τα σακιά της άμμου, που τα στόλιζε χορτάρικαι μια μικρούλα παπαρούνα,ψήλωσε το κεφάλι η Κυριακή μου κι είπεστους άλλους, με την άλλη γλώσσα 15και τ’ άλλο πρόσωπο,τους είπε: «καλημέρα».Η παλιά ΛευκωσίαΗ Λευκωσία μας αποδημεί στους χάρτεςσε αταχυδρόμητες φωτογραφίεςαπ’ τις ψηλές ταράτσες την κοιτάμενα ταξιδεύει στην ποδιά του Πενταδάκτυλου.Μα η άλλη Λευκωσία φυλλορροεί στα στήθη μαςστα βραδινά μας βλέφαραη Λευκωσία μας η παλιάη Λευκωσία μας.* προθήκη, η: βιτρίναΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ207


ΠΟΙΗΣΗ Κύπρος ΧρυσάνθηςΧαρούμενοΣυχνά μια διάθεση αισιοδοξίας διαπνέειτα ποιήματά του, έστω και ανυποβόσκει ταυτόχρονα ένα αίσθημαγλυκιάς μελαγχολίας για τα χρόνιατης νεότητας που έχουν περάσειανεπιστρεπτί. Οι αναμνήσεις, ωστόσο,της παιδικής αθωότητας διασώζονταιακέραια μέσω της ποίησης.Οι συμμαχίες της νιότης πολεμούν στον κήπο μουΟ Μάης, ο Μάης, χωρίς χειρόγραφα.Γεωμετρίες του ανέμου και φτερά αρχαγγέλωνκοντά στους χαρταετούς με τα γαλάζια μάτιασε φευγαλέους αγώνες εξαντλούνται. 5Κι άντικρυ το μπαλκόνι των δεκάξι μου Μαΐων,τα μάτια σου εσένα, αγάπη των χαμένων παραδείσων,Θεέ μου, τι ωραία η πλάση σουκι αυτή η καρδιά που πάντα σε σπουδάζειστις περιπέτειες ήλιου κυπριακού 10και στις πανσέληνες ματιές της Αττικής των άλλων ημερών μας.Σολωμός Φραγκουλίδης, Η Πλατεία Ελευθερίας τότε, μολύβιΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ208


Η ΥΣΤΕΡΗ ΑΓΓΛΟΚΡΑΤΙΑ (1945 - 1960)Χωρίς ορθογραφίαΆνοιξε το παράθυρο να μπει του κόσμου η μέραοι ζωντανές να σου μιλήσουνε μορφέςνα σε γεμίσει με μια ανάσατο θαύμα της ζωήςκι άφησε την καλλιγραφία των λογισμών στο πρώτο σουσυρτάρι. 5Εγώ σε συμβουλεύω να ντυθείς ανάλαφραμ’ ένα ζωνάρι χρώματα του ουράνιου τόξου,να συναγωνιστείς τον άνεμο μες στα τρελά παιχνίδια τουχωρίς προτάσεις σοβαρέςχωρίς ορθογραφία. 10Χριστόφορος Σάββα, Σύνθεση με κύκλους, λάδι,1965-1967ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ209


ΠΟΙΗΣΗ Κύπρος ΧρυσάνθηςΣχήματα φιλιώνΜικρή επανάληψη στα φροντιστήρια της αγάπηςμε τόνους καταδεκτικούςΓι’ αυτό επανέρχομαι στα εφηβικά θρανίακι ιχνογραφώ στα περιθώρια των βιβλίωντα σχήματα φιλιών.Ελένη Λάμπρου, Παλιά γειτονιά, σχέδιο, 2008ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ210


ΠΟΙΗΣΗ Κύπρος ΧρυσάνθηςΗ όμορφη μέρα...Η όμορφη μέρα θα μπορούσε να διαρκέσειμες το ημερολόγιο της ψυχήςαν έχεις καθαρό ένδυμα και στην υποδοχήδυο χέρια αγάπης κι ένα καλωσόρισμαγεμάτο μέλι. 5Εισέρχεται ύστερα ως νυμφίος* μες στην ανάμνηση.Όταν το θέλει η περίσταση κι η σύμπτωσηανοίγει τα φτερά της μες στο χώρο σουγίνεται νέα πρωίακαινούργιος ουρανός για τα πετάγματα 10ισάγγελων χαρταετών των είκοσι Μαΐων.Ανδρέας Ασπρόφτας, Κυριακή πρωί, υδατογραφία* νυμφίος, ο: γαμπρόςςΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ211


Η ΥΣΤΕΡΗ ΑΓΓΛΟΚΡΑΤΙΑ (1945 - 1960)Ο Κύπρος Χρυσάνθης (Λευκωσία, 1915-1998) σπούδασε ιατρικήστα Πανεπιστήμια Αθηνών και Λονδίνου. Υπηρέτησε ως σχολίατρος,ενώ παράλληλα δίδαξε υγιεινή στη Μέση Εκπαίδευση καιστην Παιδαγωγική Ακαδημία της Κύπρου.Η σταθερή ποιητική φόρμα του σονέτου που υπάρχει στιςπρώτες του συλλογές (Σοννέτα, 1942 και Μικρές πατρίδες, 1943)εντοπίζεται και σε μεταγενέστερα ποιήματά του μαζί με μπαλάντες,ωδές κ.ά. Η λυρική πνοή, η σύγχρονη ιστορική εμπειρία τηςΚύπρου, αλλά και εν γένει το ελληνικό ιστορικό και μυθικό παρελθόνχαρακτηρίζουν το εκτεταμένο έργο του, το οποίο διακρίνεταιακόμη για τον πατριωτικό του τόνο και τη δημιουργική αξιοποίησηστοιχείων της λαϊκής παράδοσης. Στην ογκώδη και πολύμορφηπαραγωγή του συγκαταλέγονται επίσης πεζά και θεατρικά έργα,βιβλία παιδικής λογοτεχνίας, ποικίλες μελέτες και μεταφράσεις.Από το 1960 μέχρι το 1998 ήταν ο εκδότης του λογοτεχνικού περιοδικούΠνευματική Κύπρος, ενώ η παρέμβασή του στα πνευματικάκαι εκδοτικά πράγματα του τόπου υπήρξε διαρκής και πολυσχιδής.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ212


Η ΥΣΤΕΡΗ ΑΓΓΛΟΚΡΑΤΙΑ (1945 - 1960)Γιώργος ΚωνστάντηςΗ θλίψη μιας μέραςΣτα ποιήματά του, ιδιαίτερα τηςύστερης φάσης, το κοινωνικό όραμασυναντά τον έρωτα ως κατάφασητης ζωής, αλλά και την έγνοιαγια την αναπόδραστη φθορά τουανθρώπου, έκφραση μιας εσώτερηςυπαρξιακής αγωνίας.Είναι μια θλίψη σήμερα στα μάτια σουΤο σώμα σου ντυμένο δάκρυα της βροχήςΤου χειμώνα που διαρκώς σε κυνηγάειΘε μου, πώς μένει άδεια τούτη η πολιτεία<strong>Β</strong>ουβή κι ασάλευτη 5Μες στην αξιολύπητη περηφάνια τηςΕίχες τη μουσική δώδεκα αυλώνΤο χρώμα εφήβων που κυνήγαγαν τον Μάη μήναΉσουν ίδιος αρχάγγελος, στα μάτια σουΦεγγοβολούσε η παντοδυναμία του ήλιου 10Ποιος πήρε τώρα τη φωτιά σου και παγώνειςΠοιος άνεμος κούρσεψε το σώμα σουΑφήνοντάς σε γυμνόΝα’ ναι οι πληγές σημάδιαΜιας ηττημένης αξιοπρέπειας 15Είναι μια θλίψη σήμερα στα μάτια σουNίκος Κουρούσιης, Υπέρβασις, μεικτά υλικά, 1986ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ213


ΠΟΙΗΣΗ Γιώργος ΚωνστάντηςΕπίλογοςΛίγοι στίχοι απ’ το βιβλίο αυτό«μπορεί να ’ναι και οι τελευταίοι»*Ίσως χαρακτούν στην ταφόπετρά σου«Στα χρόνια τα δικά μας τα σακάτικα»που «είθισται να δολοφονούν τους ποιητάς»* 5Όπου κυκλοφορεί η ιδιοτέλειαΜε συνοδεία εκτελεστικών αποσπασμάτων.Στους δρόμους που περπάτησες κι εσύΚάποια μέρα ίσως ακουστούνε λίγοι στίχοιΠροσθέτοντας στο τέλος: –Από 'δώ 10Πέρασε ένας ολίγον έστω ποιητήςΑμνημόνευτος σε πλαστές ανθολογίες.* Αναφορά στον πρώτο στίχο («Οι στίχοι αυτοί μπορεί καινα ’ναι οι τελευταίοι») από το ομότιτλο ποίημα «Επίλογος»της συλλογής Εποχές 3 (1951) του Μ. Αναγνωστάκη(1925-2005).* Αναφορά στους καταληκτικούς στίχους («από καιρότώρα/ και προ παντός στα χρόνια τα δικά μας τα σακάτικα/είθισται/ να δολοφονούν/ τους ποιητάς» από το ποίημα«Νέα περί του θανάτου του Ισπανού ποιητού ΦεντερίκοΓκαρθία Λόρκα στις 19 Αυγούστου του 1936 μέσαστο χαντάκι του Καμίνο ντε λα Φουέντε» από τη συλλογήΕν ανθηρώ Έλληνι λόγω (1957) του Ν. Εγγονόπουλου(1907-1985).Κλάρα Γεωργίου-Ζαχαράκη, Πάλη, τρίπτυχο, μεικτή τεχνική, 2002ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ214


Η ΥΣΤΕΡΗ ΑΓΓΛΟΚΡΑΤΙΑ (1945 - 1960)Το σκάφαντροΈξω απ’ τις σπηλιές μαύρες καταχνιέςΑδιαπέραστες από το δόρι του ήλιουΕκεί γεννήθηκα κι έζησα τις μέρες μουΣτο σκοτάδι με πληγωμένα δάχτυλαΨαχουλεύω να βρω μιαν έξοδο, να ιδώ 5Τα λαμπερά κοχύλια τ’ άσπρα κύματαΝα γλιτώσω από υδροκέφαλα τέραταΠου λυσσασμένα κατατρώουν τα χέρια μου.Κάθε που δοκιμάζω ν’ ανεβώ στην επιφάνειαΜατώνουν οι φτέρνες πονούν τα μάτια μου 10Τόσα χρόνια παλεύοντας μες στις σπηλιέςΚανένα απ’ τα όνειρά μου δεν μ’ εγκαταλείπει.Λίγο ακόμα –λέω και ξαναλέω–Με το σκάφαντρο* των στίχων θ’ ανεβώΝ’ αποτινάξω το πένθος της ψυχής μου. 15Άγγελος Μακρίδης, Λευκός Άγιος, μεικτά υλικά, 1987* σκάφαντρο, το: η στολή και το σύνολο των εξαρτημάτωνενός δύτη, αστροναύτη κ.λπ.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ215


ΠΟΙΗΣΗ Γιώργος ΚωνστάντηςΤο εκκλησάκιΠερπάτησα πάνω σε πυρωμένες πέτρεςΜέσα στη λάσπη έχασα τα πόδια μουΤα λόγια μου γδαρμένα στα χαλίκιαΑπολησμόνησαν τη μυρουδιά του ήλιουΜονάχα τη λεβεντιά του έρωτα άκουα 5Δίνοντάς μου κουράγιο να ελπίζωΏσπου φάνηκες εσύ την τελευταία στιγμή<strong>Β</strong>άνοντας στο αίμα μου νέους ρυθμούςΤώρα χτίζω το εκκλησάκι μου.Κρατώ ανοιχτά τα παραθύρια 10Να μπαίνουν μέσα αρμαθιές* φωτόςΝα χαράζει ο χρόνος τ’ όνομά σουΑνεξίτηλο στα βιβλία των αιώνων.Χριστόφορος Σάββα, Τοπίο, λάδι* αρμαθιά, η: δεσμίδαΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ216


Η ΥΣΤΕΡΗ ΑΓΓΛΟΚΡΑΤΙΑ (1945 - 1960)Ο Γιώργος Κωνστάντης (Λευκωσία, 1923-1999), λόγω έντονωνβιοποριστικών δυσκολιών, δεν ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές τουκαι από νωρίς αναγκάστηκε να καταφύγει σε διάφορες εργασίες. Κατάτον <strong>Β</strong>΄ Παγκόσμιο Πόλεμο κατατάχθηκε στο Κυπριακό Σύνταγμα τουβρετανικού στρατού, πολέμησε στην Ελλάδα και κρατήθηκε αιχμάλωτοςσε στρατόπεδο συγκέντρωσης στη Γερμανία (1941-1945). Το 1963μετανάστευσε στη Μ. <strong>Β</strong>ρετανία, όπου και παρέμεινε ώς το 1981, οπότεκαι επέστρεψε, για να εγκατασταθεί στη Λευκωσία. Ασχολήθηκε με τηζωγραφική και το θέατρο (ως ηθοποιός και σκηνογράφος).Στην ποίηση εμφανίστηκε ήδη από τη δεκαετία του 1940 και ώςτο 1959 θα έχει στο ενεργητικό του τρεις ποιητικές συλλογές (Σεμνοίστίχοι, 1946· Ηρωική πορεία, 1950· Περηφάνεια 1959, σε κοινή έκδοσημε έργα των Θ. Στυλιανού και Κ. Κλεάνθους)· το σημαντικότερο μέροςτου έργου του, όμως, θα συγκεντρωθεί σε συλλογές μάλλον όψιμα(Ταυτότητα, 1989· Η σιωπή κι ο χρόνος, 1990· Αφήγηση σημαιοφόρου,1990 κ.ά.), παρά το γεγονός ότι κατά καιρούς δημοσίευε ποιήματά τουσε λογοτεχνικά περιοδικά. Στην αρχική φάση της δημιουργίας του κυριαρχούνοι αγωνιστικοί τόνοι και οι επιδράσεις από ομόλογους έλληνεςποιητές (Γ. Ρίτσος, Κ. <strong>Β</strong>άρναλης), ενώ αργότερα θα ενσωματωθούνστοιχεία της ποιητικής του Γ. Σεφέρη και του Ο. Ελύτη. Σταδιακά, έτσι, ηλυρική του ευφορία θα ενισχυθεί με νεοτερικά στοιχεία.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ217


Η ΥΣΤΕΡΗ ΑΓΓΛΟΚΡΑΤΙΑ (1945 - 1960)Αχιλλέας ΠυλιώτηςΧτυπήματα στην πόρταΤο ποίημα (από τη συλλογή Φωνήμέσ’ απ’ τη γη μας, 1959), στον απόηχοτων εκτελέσεων και του κλίματοςτρομοκρατίας που επέβαλλανοι βρετανικές αποικιακές δυνάμειςκατά τον Απελευθερωτικό Αγώνα(1955-1959), αποτελεί μια καταγγελίατης βαρβαρότητας των ισχυρών·συνάμα, όμως, και μια συγκινητικήανάδειξη της αθωότητας των θυμάτων,παιδιών και εφήβων τηςεποχής. Η θυσία αυτή ενισχύει τοφρόνημα του ποιητή και την πίστητου στην τελική δικαίωση του αγώνατους.Αν δεν έπνιγαν τούτο τ’ όνειροαν δεν το σκότωνανμε τις βάρβαρες αρβύλες τουςτότε θα ’χε σίγουρα ένα όμορφο τέλοςτότε το τέλος του θα ’ταν ένα χαρμόσυνο μήνυμα 5κι η ελπίδα του ασπίδα κι υπόσχεσηγια σήμερα, γι’ αύριο, για πάντα.Ήτανε, λέει, απριλιάτικο βράδι της πατρίδας μαςκι αύριο θα ’χαμε μεγάλη γιορτή.Είχαμε μια κορούλα 10που αύριο θα ’πρεπε να σβήσει έξι κεριάέξι κεριά μονομιάςέξι στήλες πόνου και λύπηςκαι να μείνουντα παλαμάκια των φιλενάδων της 15τα χαρούμενα ξεφωνητάτο γέλιο τηςέξι στήλες πάληςέξι στήλες αγάπης και προσμονής.Του χρόνου θα πήγαινε Δημοτικό. 20Κι είχα, λέει, διπλώσει την ποδιά μουκι ερχόμουνα μ’ ένα μεροκάματο στα χέριαερχόμουνα με καλοδεμένα πακέταμε μιαν αγκαλιά κόκκινα τριαντάφυλλακαι μ’ ένα ζεστό «καλησπέρα» στα χείλη 25για όλο τον κόσμο.Μ’ αργούσα.Αχ, Μαρία αργούσα πολύ να φτάσω.Ήξερα: με περιμένατεμ’ αργούσα. 30Στα σταυροδρόμια έψαχναν τα πακέτα μουέψαχναν μέσα στα τριαντάφυλλααργούσα Μαρίαήταν κομμένοι οι δρόμοι.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ218


Η ΥΣΤΕΡΗ ΑΓΓΛΟΚΡΑΤΙΑ (1945 - 1960)Πόσο μου έμενε να χτυπήσω την πόρτα; 35και να, πάλι ο δρόμος μου κόπηκε:τον έφραζε μια κόκκινη γραμμή.Δεν μπορούσα Μαρίατούτ’ η κηλίδα κάρφωσε τα πόδια μου στη γη.Τουτ’ η κηλίδα ήταν αίμα Μαρία 40δεν μπορούσα να φύγωέμεινα με τους άλλους.Ρώτησα: σκοτώσανε;Ναι, λέει, μια μαθήτρια –και κοιτάζει τα χέρια μουναι, λέει, 45δώσε τα τριαντάφυλλανα στολιστεί καθώς του πρέπει.Γεώργιος Πολ. Γεωργίου,"Eς Αεί "- Η θυσία τουΓρηγόρη Αυξεντίου, λάδι σε ξύλο, 30.4.1957Ρώτησα: μήπως ήταν κορίτσι;έχω μια κούκλα.Όχι, λέει η μαθήτρια –και μου σφίγγει το χέρι 50όχιήταν αγόρι.Κι ήρθα χωρίς τριαντάφυλλα.Μα ως χτύπησα την πόρτα τρόμαξα.Τόσο βαριά 55τόσο βάρβαραεγώ χτυπούσα;Αλάφρυνα το χτύπημακαι τότες έτριξε η πόρτα...Όχι∙ δεν ήμουν εγώ. 60Εκείνοι ήταν που χτυπούσανμε το κοντάκι του όπλου τουςεκείνοι ήταν που χτυπούσανμε τις αρβύλες τους.Από τότε χτυπάω μια πόρτα 65από τότεΜαρίαχτυπάμε μια πόρταν’ ανοίξει.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ219


ΠΟΙΗΣΗ Αχιλλέας ΠυλιώτηςΈτσι θα ζούμε(Απόσπασμα)Το ποίημα γράφεται ενώ είναιακόμα ανοιχτές οι πληγές από τηντουρκική στρατιωτική εισβολή του1974. Εντύπωση προκαλεί όχι μόνοη τραγικότητα των εικόνων πουσυνθέτουν το σκηνικό της καταστροφήςή ο πικρός λυρισμός, αλλάκαι η οξυδέρκεια του ποιητή, οοποίος προβλέπει με συγκλονιστικήακρίβεια τη διάρκεια και την κατάληξητου δράματος των αγνοουμένωνστις μέρες μας.Έτσι θα ζούμε του λοιπού σ’ αυτή τη ρημαγμένη γηΧωρίς ύπνο, χωρίς ανάσα,διπλά και τρίδιπλα προδομένοι –από ξένους και δικούςξαγρυπνημένοι να πλανιόμαστε μες στο πηχτό σκοτάδιαλαφιασμένοι να πλανιόμαστε μες στα συντρίμμια 5ψάχνοντας απελπισμένα για τα παιδιά μαςανάμεσα στα παραμορφωμένα πτώματαανάμεσα στα παραφθαρμένα ονόματα των καταλόγων.Έτσι θα ζούμε του λοιπού σ’ αυτό τον κατασπαραγμένο τόπο.Με παραμορφωμένο πρόσωπο από τον τόσο πόνο 10αλλόφρονες από τις τόσες πληγές της ψυχής μαςθα ψάχνουμε ανάμεσα στα χαλάσματανα βρούμε τους κρυμμένους τάφουςθα σκάβουμε με τα νύχιανα βρούμε τους δικούς μας 15να βρούμε ένα σημάδι τους –ένα ρούχοένα παπούτσι, ένα χαρτί με τ’ όνομά τουςκι ύστερα σιωπηλά –πού δύναμη να τους κλάψουμε,έτσι απλά, έτσι κρυφάνα τους ξανασκεπάσουμε με χώμα. 20(Ύστερα πολύ θα ’ρτουν οι ακολουθίεςοι τελετές, οι επικήδειοι λόγοικαι τα μνημόσυνα). […]Οκτώβρης 1974Στας Παράσκος, Διχοτόμηση, λάδι, 1980ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ220


Η ΥΣΤΕΡΗ ΑΓΓΛΟΚΡΑΤΙΑ (1945 - 1960)Ο Αχιλλέας Πυλιώτης (Ορμήδεια, 1923 - Λευκωσία, 1998) φοίτησεμόνο στο δημοτικό σχολείο, καθώς από πολύ νέος ρίχτηκε στη βιοπάλη,ασκώντας διάφορα επαγγέλματα. Συμμετείχε ενεργά στο εργατικόκαι συνδικαλιστικό κίνημα. Εθελοντής στο Κυπριακό Σύνταγμα από το1943, πολέμησε στον <strong>Β</strong>΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Φυλακίστηκε από τις βρετανικέςαποικιοκρατικές αρχές το 1945 στην Αίγυπτο και το 1956 στηνΚύπρο. Από το 1960 ώς το 1988 υπήρξε αρχισυντάκτης του λογοτεχνικούκαι πολιτιστικού περιοδικού Νέα Εποχή και διευθυντής του μέχριτον θάνατό του.Πρωτοεμφανίστηκε ως πεζογράφος, αλλά γρήγορα στράφηκε στηνποίηση, εκδίδοντας στη δεκαετία του 1950 δύο ποιητικές συλλογές(Αφουγκραστείτε, 1955 και Φωνή μέσ’ απ’ τη γη μας, 1959), όπου είναιευδιάκριτος ο απόηχος από την αγωνία, τους οραματισμούς και τις δοκιμασίεςλόγω της ιδεολογικής του τοποθέτησης και της εν γένει στάσηςτου απέναντι στα πολιτικοκοινωνικά δρώμενα. Θεωρείται επίγονος τηςκοινωνιστικής ποίησης των Γ. Ρίτσου, Θ. Πιερίδη, Τ. Ανθία, κ.ά., ενώστην ποιητική του έκφραση, που αποδίδει μια συγκρατημένη θερμότητααισθημάτων, εντοπίζονται ακόμη επιρροές από την εικονοποιΐα και τονλόγο του Τ. Λειβαδίτη. Καλλιέργησε, επίσης, συστηματικά την κριτικήτης ποίησης και του θεάτρου, ενώ δημοσίευσε δοκίμια και μελέτες.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ221


Η ΥΣΤΕΡΗ ΑΓΓΛΟΚΡΑΤΙΑ (1945 - 1960)Θεόδωρος ΣτυλιανούΑν την ηχώΤα ποιήματα που παρατίθενται εδώφανερώνουν την ευαισθησία και τησυγκρατημένη συγκίνηση που χαρακτηρίζουνσυνολικά το έργο τουποιητή.Αν την ηχώ της φωνής σαςακούτε στη δική μουείναι γιατί ποτέδεν τα κατάφερα να ζήσω μόνος.Άμοιρο καλοκαίρι*Τα περιβόλια της Λαπήθουκαι του ΚαραβάΤ’ ασήμι που στραφταλίζειτα δειλινάστη θάλασσα των Πανάγρων* 5Όλα δικά μου…Να πάρω το λεωφορείοτης γραμμήςπρωί να κατεβώ στ’ ακρόγιαλο…Έσκασε κι ο τελευταίος τζίτζικας 10του φετινούάμοιρου καλοκαιριούΑδαμάντιος Διαμαντής, Οι λεύκες της Λαπήθου, λάδι,1934* Αναφέρεται στα τραγικά για την Κύπρο γεγονότα τουΙουλίου-Αυγούστου 1974.* Λάπηθος, Καραβάς, Πάναγρα: κατεχόμενα σήμεραχωριά της επαρχίας Κερύνειας.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ222


Η ΥΣΤΕΡΗ ΑΓΓΛΟΚΡΑΤΙΑ (1945 - 1960)Ο Θεόδωρος Στυλιανού (Κάτω Αμίαντος, 1927 - Λευκωσία, 1998)φοίτησε μόνο στο δημοτικό σχολείο, καθώς λόγω βιοποριστικών αναγκών,χρειάστηκε από νωρίς να επιδοθεί σε διάφορα επαγγέλματα (υποδηματεργάτης,αθλητικογράφος κ.ά.), ενώ είχε ενεργό ανάμειξη στοεργατικό και συνδικαλιστικό κίνημα.Δημοσίευσε τα πρώτα του ποιήματα σε λογοτεχνικά περιοδικά κατάτη δεκαετία του 1950 και με τη συλλογή Αντάρα μετείχε στην ομαδικήέκδοση Ποιήματα (1959) με τους Γ. Κωνστάντη και Κ. Κλεάνθους.Εξέδωσε άλλες τρεις ποιητικές συλλογές (Ένα και πολλά δέντρα, 1964·Επιχωμάτωση, 1972· Επιτρέψατέ μου, 1986), ενώ μετά τον θάνατό τουκυκλοφόρησε και η συλλογή του Τριζόνια του μικρόκαμπου (1998). Ηποίησή του φέρει έντονη τη σφραγίδα προσωπικών βιωμάτων. Δεν υστερεί,όμως, και σε κοινωνικές αναφορές στους αγώνες, τις ελπίδες καιτις διαψεύσεις των απλών ανθρώπων, οι οποίοι συνιστούν για τον ποιητήμια γνήσια πηγή έμπνευσης και έναν αστείρευτο πλούτο.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ223


Η ΥΣΤΕΡΗ ΑΓΓΛΟΚΡΑΤΙΑ (1945 - 1960)Γιάννης Κ. ΠαπαδόπουλοςΤο γράμμα και η οδόςΤο ποίημα (από τη συλλογή με τονεύγλωττο τίτλο Τότε που πολεμούσαμε,1963) αποτυπώνει την αποφασιστικότητα,την αγωνιστικότητακαι τη σύμπνοια των Ελλήνων τηςΚύπρου για την αποτίναξη του βρετανικούαποικιακού ζυγού.Λουκία Νικολαϊδου-<strong>Β</strong>ασιλείου,Ένωση,ένα όνειρο για την Κύπρο, λάδι, 1954-1956Όταν πια είδαμε κι αποείδαμεμε τα τηλεγραφήματα και τες πρεσβείες*,κλείσαμε τη μικρή μας ζωή σ’ ένα φάκελομικρό που να χωράει στη φούχτα μιας μαθητριούλας,στον προβολέα ενός ποδηλάτου, στη ράχη ενός βιβλίου 5και γράψαμε με κόκκινο μελάνι τη διεύθυνση:Αξιότιμον Ελληνικόν Κυπριακόν λαόν,Οδόν Ελευθερίας ή θανάτου,χωριά και πόλεις,Κύπρον. 10Το στείλαμε χωρίς το γραμματόσημο με την ξένη βασίλισσα*.Ταξίδεψε με χίλιους δικούς μας συνδέσμους,κρυμμένο σε γαλάζιες ποδιές και κόρφους παρθένωνή το πέρασαν από μπλόκα γαϊδουράκια αθώαπου κουβαλούσαν χειροβομβίδες κι άλλους καρπούς της γης μας. 15Αυτό το γράμμα που ταχυδρομήσαμεδεν ανήκει πια σ’ εμάςό,τι και να ’χει γίνει,ό,τι και να κερδίσαμε.Ανήκει στον παραλήπτη λαό μαζί με τη ζωή που κλείσαμε μέσα 20που ακόμα δεν τη χαρίσαμε ολόκληρη, μονομιάς ή λίγη-λίγη.Ανήκει στους αγράμματους χωριάτες κι εργάτες μαςπου το άνοιξαν, που το ’βρεξαν με τα δάκρυά τους κι είπαν:Ελάτε μέσα παιδιά, να μοιραστούμε το ψωμί μας κι ό,τι βρεθεί.Εμείς θα κοιμηθούμε χάμω, ησυχάστε λίγο εσείς. 25Κρυφτείτε να μη σας σκοτώσουν, να μη σας βασανίσουν.Δώστε μας τα όπλα σας να τα κρύψουμε· ξέρουμε τι λέει ο νόμος.Θέλουμε και μεις να πάμε μαζί σαςγια την οδόν Ελευθερίας ή θανάτου.* πρεσβείες: εννοεί τις επανειλημμένες προσπάθειες ναπροωθηθεί με ειρηνικά μέσα το αίτημα της αυτοδιάθεσηςτων Eλλήνων της Κύπρου προς τις εκάστοτε βρετανικέςκυβερνήσεις, χωρίς όμως αποτέλεσμα.* Εννοεί τη βασίλισσα της Μ. <strong>Β</strong>ρετανίας, Ελισάβετ <strong>Β</strong>΄,η οποία ενθρονίστηκε τον Ιούνιο του 1953.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ224


Η ΥΣΤΕΡΗ ΑΓΓΛΟΚΡΑΤΙΑ (1945 - 1960)Ο Γιάννης Παπαδόπουλος (Κάιρο, 1928 - Λεμεσός, 1997) σπούδασεφιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών (1952), ενώ μετεκπαιδεύτηκεαργότερα στη βιβλιοθηκονομία στο Λονδίνο (1959-1960) και στην ψυχολογίαστη Ν. Υόρκη (1965). Υπηρέτησε στη Μέση Εκπαίδευση.Το ποιητικό (Τότε που πολεμούσαμε, 1963· Συλλογή, 1966) και πεζογραφικότου έργο αφορμάται από τις εμπειρίες της συμμετοχής τουστον Απελευθερωτικό Αγώνα (1955-1959), την κοινωνική πραγματικότητατης εποχής, αλλά και από μεταφυσικές ανησυχίες. Τα ποιήματά τουδιακρίνονται συχνά για τον πατριωτικό παλμό και την αγωνιστική τουςδιάθεση, ενώ άλλοτε συγκινούν με την ευαισθησία και τον ήπιο λυρισμότους, παρά τον πεζολογικό τόνο που σταδιακά κυριαρχεί. Συνεργασίεςτου δημοσιεύτηκαν σε διάφορα έντυπα της Ελλάδας και της Κύπρου.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ225


πεζογραφίαΜαχητική διαδήλωση στην Πλατεία Μεταξά (σήμερα Πλατεία Ελευθερίας). Λευκωσία 1955


Η ΥΣΤΕΡΗ ΑΓΓΛΟΚΡΑΤΙΑ (1945 - 1960)Γιώργος Φιλίππου ΠιερίδηςΟ πορτοκαλόκηποςΤο παρακάτω διήγημα προέρχεται από τη συλλογή Σκληροί καιροί(1963). Αν και βασίζεται σε πραγματικό περιστατικό (τη δολοφονία σεδιαδήλωση του σημαιοφόρου του Γυμνασίου Αμμοχώστου ΠετράκηΓιάλλουρου από τις βρετανικές αποικιακές δυνάμεις στις 07.02.1956),δεν αποτελεί χρονικό· εστιάζει μάλιστα περισσότερο στη φυσιογνωμίατου πατέρα, προσφέροντας ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα του κύπριουχωρικού της εποχής και ένα διαχρονικό σύμβολο του ανθρώπου που έχειδεθεί αξεδιάλυτα με τον τόπο και τη μοίρα του.Σολωμός Φραγκουλίδης, Τοπίο στην ακροθαλασιά,λάδι, πριν το 1959*απόγι, το: άνεμος που φυσά από την πλευρά της ξηράςΟ τόπος σε τούτη την ακτή της Κύπρου είναι ευλογημένος.Γη αμμουδερή, ελαφριά, καλό νερό, κι η ανάσα της θάλασσαςπου γλυκαίνει τις χειμωνιάτικες παγωνιές. Ό,τι χρειάζεται γιαν’ αναστήσεις πορτοκαλιές. Περβολότοπος. Μια καταπράσινηλουρίδα που ζώνει το χρυσάφι της αμμουδιάς σ’ όλο το ημικύκλιοτου κόλπου για να σβήσει στα κατσάβραχα του κάβου. Τον Μάρτησαν τύχει να φυσάει απόγι*, ο αέρας της θάλασσας, ώς την είσοδοτου κόλπου, δυο μίλια απόσταση, μοσχοβολάει ανθό.Ν’ αναστήσεις πορτοκαλιές είν’ ένας λόγος. Το πώς όμως ο λόγοςαυτός γίνεται πραγματικότητα το ξέρουν μόνο οι άνθρωποι που,σαν τον Πετρή, σφιχτόδεσαν για μιαν ολάκερη ζωή το μόχθο τουςμε το χώμα και με το δέντρο σε βαθμό που δεν ξεχωρίζουν τα τρίααυτά βασικά συστατικά ενός περβολιού. Έτσι τον ανάστησε τονπορτοκαλόκηπό του ο Πετρής, στην άκρη της πράσινης λουρίδας,απάνω στο σύνορο προς τον κάβο.Όταν ξεχώρισε απ’ το πατρικό του κι έβαλε μπρος δουλειάγια να κάμει το δικό του κτήμα ήτανε κάπως προχωρημένος σταχρόνια, σχεδόν τριαντάρης. Δεν στάθηκε βολετό να πάρει νωρίτερατο δικό του δρόμο γιατ’ είχε ν’ αποκαταστήσει δυο αδερφές, πουμεγαλοπαντρεύτηκαν. Ωστόσο δεν βαρυγκόμησε ποτέ του ο Πετρής.Όχι πως ήτανε καλόψυχος ή καν πως νοιάζονταν να μην αφήσειτους άλλους απροστάτευτους. Όχι. Ο Πετρής ήταν από κείνους τουςστωικούς ανθρώπους, που ακολουθούν ατάραχοι κι αποφασιστικοίτην πορεία που έχει προδιαγράψει στη μοίρα τους η ζωή, και που ηικανότητά τους να ζούνε τη ζωή τους δίχως να δίνουν σημασία σεκανένανε κάνει τους άλλους να τους σέβουνται. <strong>Β</strong>αρύς, αμίλητος,δουλευτής, ακολούθησε την προαιώνια πορεία της ράτσας του γιατίέτσι τήνε βρήκε. Νοικοκύρεψε τις αδερφές, μοιράζοντάς τους τοΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ227


Η ΥΣΤΕΡΗ ΑΓΓΛΟΚΡΑΤΙΑ (1945 - 1960)πατρικό κτήμα και την ευθύνη να γεροκομήσουνε τους γέρους,κι απέ, δίχως να πάρει μιας ημέρας ανάσα, έβαλε το σταυρό του,έφτυσε στις χούφτες του κι άρχισε τσάπισμα για να δεντροφυτέψειτη δική του γη. Φύτεψε, μπόλιασε, περίφραξε, έχτισ’ ένα σπιτάκικαι παντρεύτηκε. Τι σημασία έχει αν ξεκίνησε στα τριάντα αντίνα ξεκινήσει στα είκοσι. Πάλε η πορεία ήταν η ίδια, ακόμα κι ηεσωτερική πορεία, το σφιχτοδέσιμο της ψυχής του με τούτο τοχώμα, με τούτα τα δέντρα, να μην ξεχωρίζει τον δικό του μόχθο απότον μόχθο του νέου δεντρού, που αγωνίζεται να ριζώσει, τον δικότου πόνο από τον πόνο του δέντρου, που το χτύπησε η αρρώστια,ν’ ακούει μέσα στον ύπνο του τον σφυγμό των δέντρων του, και νανιώθει ο ίδιος μιαν ευφροσύνη γιατί χόρτασαν εκείνα το νερό.Ωστόσο το καθυστερημένο ξεκίνημα γίνηκε αφορμή ναπαραλλάξει η πορεία του απ’ το συνηθισμένο πάνω σ’ ένα σημείο.Ο Πετρής είχε περάσει τα τριανταπέντε όταν η γυναίκα του,τριαντάρα σχεδόν κι εκείνη, γέννησε το πρώτο τους παιδί. Ένααγόρι. Άλλο παιδί δεν έκαμαν. Κι απάνω σ’ αυτό το αγόρι, τονΑρτέμη, απίθωσαν οι μεσόκοποι γονιοί κάτι πρωτοφάνερα γι’αυτούς αισθήματα, που τα κρατούσαν μέσα τους αξεδιάλυτα, μαπου έβαλαν μεσ’ στην ψυχή της μάνας τον σπόρο μιας απέραντηςστοργής και στο μυαλό του Πετρή κάτι καινούριες ιδέες. Έτσι οΑρτέμης, ο μοναχογιός, πήρε από τη μάνα του χάδια ασυνήθισταστους ανθρώπους της ράτσας του, κι απ’ τον Πετρή την άδεια ναπάει στο Γυμνάσιο, στην πόλη, μιαν ώρα δρόμο απ’ το χωριό.Κι ούτε που σταμάτησαν ώς εδώ οι καινούριες ιδέες μέσ’ στομυαλό του Πετρή, παρά έβαλε σκοπό να στείλουν τον Αρτέμη νασπουδάσει σα θα τέλειωνε το Γυμνάσιο. Όμως γι’ αυτό το ζήτημαδεν έκαμε ποτέ του λόγο· ούτε και στον ίδιο τον εαυτό του τομολογούσε σαν οριστικό, μόνο «ας τελειώσει και βλέπουμε», έλεγεμέσα του, κράταγε μετέωρο για μια στιγμή το χέρι του, που δούλευεμε το κλαδευτήρι, ένα χαμόγελο τρεμούλιαζε μέσα στα μάτια του, καιξανάπιανε το κλάδεμα.Τώρα ο κόσμος του Πετρή γίνηκε αλλόκοτος έτσι πουμοιράζονταν ανάμεσα στην ασάλευτη αφοσίωσή του στο κτήμακαι στα ονειροπολήματά του για τον Αρτέμη. Σα να ζούσε δυοζωές, που μέσα στην πρωτόγονη σκέψη του δεν είχανε κοινόσημείο επαφής μα που ωστόσο δεν γίνονταν αφορμή διχασμού. Ταονειροπολήματά άνοιξαν μόνο ένα παράθυρο απ’ όπου κάποιο νέοφως πλημμύριζε την καρδιά του Πετρή.Έτσι κύλησαν τα χρόνια. Οι πορτοκαλιές άπλωσαν κλώνους,έσμιξαν τις φυλλωσιές τους, κι ο Αρτέμης γίνηκε δεκαοχτώΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ228


ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ Γιώργος Φιλίππου ΠιερίδηςΑνδρέας Ασπρόφτας, Λεύκες, λάδι, 1965-1970* θειαφίζω: ρίχνω θειάφι στα φύλλα φυτού, δέντρουκ.λπ. για την πρόληψη ή την καταπολέμηση αρρώστιαςχρονώ τελειόφοιτος. Ένα μελαχρινό παλληκάρι, συμπυκνωμένο,λιγομίλητο, ίδιος ο πατέρας του. Όσο μεγάλωνε και πρόκοβε οΑρτέμης, το φως στην καρδιά του Πετρή απλώνονταν με μιαν ήσυχηβεβαιότητα κι ήτανε σαν η προκοπή του παιδιού να επισφράγιζε τηδική του προκοπή στο κτήμα.Ωστόσο, τον τελευταίο καιρό ένας καινούριος άνεμος πήρε ναφυσάει, που ξεσήκωσε τα φρένα των ανθρώπων. Σαν ένα μήνυμαδιάχυτο και συγκλονιστικό, από τα βάθη των καιρών, να λέει πωςέφτασεν η ώρα, και τους καλούς νησιώτες δεν τους χωρούσαν πια ταπλαίσια της καθημερινότητας. Στα καφενεία, στην αγορά, στα σπίτια,στους τόπους της δουλειάς, στα σχολεία, ένα κύμα συναγερμού,προσδοκίας, διεκδίκησης ύψωσε τις ψυχές απάνω από τη λογική τωνσυμβιβασμών και της ρουτίνας. Οι νέοι ζώστηκαν την πανοπλία τουενθουσιασμού τους κι αποζητούσαν ευκαιρίες αυτοθυσίας. Πήγαιναν,έρχονταν, συνάγονταν παράμερα και σιγοκουβεντιάζαν, κι άξαφναπήδαγαν στα ποδήλατα και τραβούσαν για την πόλη. Μαζί τουςκι ο Αρτέμης.Ο Πετρής ψυχανεμίστηκε με το πρώτο. Ωστόσο σώπαινε, κιόπως το αγρίμι οσμίζονταν στον αέρα την επερχόμενη καταιγίδα.Γεμάτος επιφύλαξη, περίμενε και παρακολουθούσε τον Αρτέμη.Όμως μια μέρα, που η γυναίκα του δοκίμασε να του πει τους φόβουςτης για το παιδί, που δεν συμμαζεύονταν, την αποπήρε.«Άσε τον. Ξέρει τι κάνει. Τι θες, να κόψει πίσω, κοτζάμ άντρας,και να χωθεί πίσω απ’ τα φουστάνια σου;».Ύστερα αρχίνησε σιγά σιγά να δαμάζει τις επιφυλάξεις του κάποιοσυναίσθημα πως όλος ετούτος ο ξεσηκωμός γύρω του ήτανε σα ναξεπηδούσε από τις ρίζες της δικής του ύπαρξης, από βαθιά, πολύ βαθιά,από ’κεί που αντλούσε τους χυμούς της η συνείδηση του εθνισμού του.Μιαν ηλιόλουστη φθινοπωρινή μέρα ο Πετρής κάθονταν στοκατώφλι του και διόρθωνε το θειαφιστήρι του, να το ’χει έτοιμο γιανα θειαφίσει* μόλις θα ’βρισκε κατάλληλο καιρό, όταν άνοιξε μεορμή η καγκελόπορτα του περβολιού και μπήκανε λαχανιασμέναδυο παλληκαράκια, που ήρτανε και στάθηκαν ομπρός του καιστριφογύριζαν με αμηχανία στα χέρια τους τα σχολικά τους κασκέτα.Ο Πετρής αλαφιάστηκε μα δεν τ’ απόδειξε, μόνο τους κοίταγε καιπερίμενε να μιλήσουν. Τέλος, το ένα απ’ τα παιδιά, ξεχνώντας ταλόγια που φαίνεται να είχε προετοιμάσει, είπε βιαστικά κι ασύνδεταόλη την ιστορία: Οι μαθητές είχαν κατέβει σε διαδήλωση. Ρίχτηκανπυροβολισμοί από τις «δυνάμεις ασφαλείας». Ο Αρτέμης, που πήγαινεεμπρός με τη σημαία, έπεσε. «Πληγώθηκαν κι άλλοι δυο, όμως οΑρτέμης... έπεσε!», ξανά ’πε το παιδί γοερά.Ο Πετρής κατάλαβε και βρέθηκε μεμιάς όρθιος. Μια πύρινηκολόνα θυμού υψώθηκε μέσα του και τριζοβολούσε. Η μάνα, πουΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ229


Η ΥΣΤΕΡΗ ΑΓΓΛΟΚΡΑΤΙΑ (1945 - 1960)Θεόδουλος Θεοδούλου, Πετράκης Γιάλλουρος,χάλκινη προτομή, 1995βρίσκονταν μέσα στο σπίτι κι άκουγε, έσυρε μια φωνή κι έκαμε ναχυθεί όξω. Όμως ο Πετρής άπλωσε το χέρι του και την αντίκοψε.Κι αγκαλιάζοντάς τηνε με μια τρυφερότητα πρωτοφάνερη τηνέβαλε να καθίσει.Όλα όσα ακολουθήσανε κείνη τη μέρα και την άλλη, ήτανε γιατον Πετρή σα να γίνονταν μέσα σε μια ξέχωρη περιοχή της ζωήςτου, σε μια περιοχή όπου τίποτα δεν τελειώνει και τίποτα δεν αρχίζει,γιατί η στιγμή, η κάθε στιγμή, είναι τόσο κορεσμένη από εσωτερικόκραδασμό, που γεμίζει, μοναδική και κυρίαρχη, τα πάντα. Μέσαστη συντριβή του ένιωθε σα μεταρσιωμένος* από μιαν υπερβατικήκι απροσδιόριστη ταύτιση του δικού του δράματος με το συνολικόπαλμό γύρω του.Όμως μετά την ταφή του Αρτέμη ήρτε η νύχτα κι ο κόσμοςάρχισε διακριτικά, μ’ ένα σφίξιμο χεριού, μ’ ένα λόγο καλό, ναφεύγει. Ώσπου, περασμένα μεσάνυχτα, οι δυο γερασμένοι γονιοίαπόμειναν μόνοι, δίχως παραστεκάμενους στο σπαραγμό τους.Ο Πετρής ένιωσε τότε σα να προσγειώθηκε στη γνώριμη περιοχήτης καθημερινής ζωής. Γύρισε και κοίταξε τη μάνα, που καθότανβουβή με διπλωμένες τις άχρηστες πια φτερούγες της στοργής της,κι ένιωσε πάλε κείνη την τρυφερότητα μέσ’ στην καρδιά του καιστις παλάμες του ένα μερμήγκισμα από συγκρατημένο χάδι.Ύστερα κείνη, αποκαμωμένη, έγειρε τάχα να κοιμηθεί· κι οΠετρής, που δεν τόνε χωρούσε ο τόπος, άνοιξε την πόρτα και βγήκεστο περβόλι.Η ζωντανή παρουσία των δέντρων του, η γνώριμη ανασεμιάτους κάτω απ’ την αστροφεγγιά, τόνε παράσυραν όπως πάνταμέσα στη δικιά τους τροχιά.Ήταν η γλυκύτατη ώρα που προμηνάει τη χαραυγή. Ο γρύλοςκεντούσε το κέντημα της τρίλιας του πάνω στον πέπλο της σιωπής.Μια κότα φτεράκιασε μέσ’ στο κοτέτσι. Από πέρα ακούστηκεμουκάνισμα βοδιού. Ύστερα ο ορίζοντας πήρε να ροδίζει κι οΠετρής πρόσεξε πως ο καιρός ήταν ξερός και ήσυχος. «Καιρόςγια θειάφισμα», σκέφτηκε· κι ο δουλευτής, που ξύπνησε μέσα του,συνδέοντας αυθόρμητα τη σκέψη με την πράξη, πήγε στην παράγκαόπου είχε συγυρισμένα τα σύνεργά του, πήρε το θειαφιστήρι κιαρχίνησε δουλειά.Το θειαφιστήρι γέμισε τη σιωπή της ορθρινής* ώρας μ’ ένα παράξενοήχο, που έμοιαζε σαν επίμονο και ρυθμικό αγκομαχητό ζωντανού, κιήταν σα να καλούσε τον ήλιο καθώς δυνάμωνε κι απλωνόταν το φωςτης αυγής για να δώσει στο καθετί ένα εξαίσιο νόημα.* μεταρσιώνομαι: είμαι σε πνευματική και ψυχική ανάτασηΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ230


ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ Γιώργος Φιλίππου ΠιερίδηςΑλλοφροσύνηΤο παρακάτω διήγημα προέρχεται από τη συλλογή Ο καιρός τηςδοκιμασίας (1978). Το δράμα του διαμελισμού της Κύπρου λόγω τηςτουρκικής στρατιωτικής εισβολής του 1974 και οι ποικίλες επιπτώσειςστην καθημερινότητα και στον ψυχισμό των ανθρώπων υποβάλλεταιέμμεσα, αλλά και με τρόπο ανάγλυφο, μέσα από την τραγική περίπτωσητης ανώνυμης ηρωίδας.Tηλέμαχος Κάνθος, Μαύρο Θέρος, λάδι, 1979* θυμοσοφία, η: πρακτική φιλοσοφική στάση που εκπηγάζειαπό τις εμπειρίες της καθημερινότηταςΠηγαίνοντας εχτές πρωί στη δουλειά μου πέρασα, όπως κάθεπρωί, από το περίπτερο του Θωμά, να πάρω την εφημερίδα μου καινα του κάνω τη συνηθισμένη μου ερώτηση:«Τι νέα, κυρ Θωμά;»Ο Θωμάς είχε έναν δικό του τρόπο να βλέπει τα νέα της ημέρας.Γνήσιος λαϊκός τύπος, καλοκάγαθος και σύγκαιρα παμπόνηρος,είδε πολλά στα εξήντα χρόνια της ζωής του, τα είκοσι τελευταίααραγμένος μέσα σε τούτο 'δώ το συνοικιακό περίπτερο, στο έμπατης Λευκωσίας από τον δρόμο της Αμμόχωστος. Εμείς οι γειτόνοικαι τακτικοί πελάτες του τόνε λέγαμε σταθμάρχη, γιατί μπροστάστο περίπτερό του στάθμευαν κατά κανόνα τα λεωφορεία και ταταξί, που κάνανε τη γραμμή της Αμμόχωστος, για να πάρουν, ανείχε, τους τελευταίους επιβάτες.Είχε κι έναν δικό του τρόπο να σχολιάζει τα νέα. Με ρεαλισμόκαι θυμοσοφία*, ο σχεδόν αγράμματος αυτός άνθρωπος, σημάδευετο ουσιαστικό που βρίσκονταν πίσω από τους κραυγαλέους καιαντιφατικούς τίτλους των εφημερίδων και το σχολίαζε μ’ έναχιούμορ, που δεν άφηνε τίποτα όρθιο.Όμως τον τελευταίο καιρό το πηγαίο χιούμορ του Θωμά γίνηκεγελόκλαμα. Είναι ο μόνος τρόπος που του ’μεινε για να σχολιάσει,δίχως να ψευτίσει τον εαυτό του, τα νέα που έρχονταν απανωτά σαλαίλαπας και μας έπνιγαν, μαζί με τους βομβαρδισμούς, τα νέα πουμας πνίγουνε και τώρα, μέσα στο βάραθρο πόνου κι αβεβαιότηταςόπου βρισκόμαστε, με τον Τούρκο εισβολέα να παραμονεύει σεμικρή απόσταση από τη γειτονιά μας, πίσω από τις γραμμές του,που μοιράζουνε το νησί μας στα δυο.Χτες πρωί, λοιπόν, όταν πήρα την εφημερίδα και του ’κανα τησυνηθισμένη ερώτηση, ο Θωμάς με κοίταξε μ’ έναν τρόπο θλιμμένοκι ύστερα μου ’δειξε με το βλέμμα του μια γυναίκα που στεκότανμπροστά στο περίπτερο, στο σημείο που περίμεναν άλλοτε οιεπιβάτες για την Αμμόχωστο.«Τήνε βλέπεις;», μου λέει. «Πάνε δυο ώρες που περιμένει εκεί δα».ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ231


ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ Γιώργος Φιλίππου ΠιερίδηςΤηλέμαχος Κάνθος, Σκληροί χρόνοι: Ραχήλ,ξυλογραφία, 1977Δεν την είχα προσέξει, γιατί στεκόταν όχι στην πάντα παράστη μέση σχεδόν του δρόμου. Στεκόταν αφύσικα ασάλευτη. Τοπρόσωπό της δεν φαίνονταν από ’δώ που βρισκόμουν, μόνο η πλάτη.Η ψηλόλιγνη κορμοστασιά της, ο τρόπος που ήτανε κομμένα ταγκρίζα μαλλιά της, το απεριποίητο αλλά καλής ποιότητας ταγιέρπου φορούσε, η πέτσινη μαύρη τσάντα που κράταγε, φανέρωνανότι ανήκει σ’ εύπορο περιβάλλον.«Περιμένει ταξί για την Αμμόχωστο», συνέχισε ο Θωμάς.Ανατρίχιασα.«Για την Αμμόχωστο;!».«Ναι. Στην αρχή, αφού περίμενε κάμποσην ώρα άδικα, ήρτεκαι με ρώτησε γιατί αργούνε τα ταξί. Νόμισα πως κορόιδευε, μασαν πρόσεξα το βλέμμα της κατάλαβα ότι παραλογιάζεται. ‘‘Δενέχει πια ταξί για την Αμμόχωστο, κυρά μου’’, της λέω. ‘‘Πώςδεν έχει’’, μου κάνει, ‘‘από ’δώ πήρα τόσες φορές ταξί. Πρέπεινα πάω στο σπίτι μου, άνθρωπέ μου. Πώς θες να πάω, με ταπόδια;...’’. Δοκίμασα να της εξηγήσω. Αυτή τίποτα. Στέκει εκείδα και περιμένει, όπως τη βλέπεις».Κείνη τη στιγμή φάνηκε ένα αυτοκίνητο να ’ρχεται με μεγάληταχύτητα, ο οδηγός τής κορνάρισε να παραμερίσει, μα η γυναίκαδεν κούνησε από τη θέση της μόνο έκανε να σηκώσει το χέρι της γιανα του νέψει να σταματήσει. Ο οδηγός, είτε γιατί δεν αντιλήφτηκεείτε γιατί δεν είχε διάθεση να την πάρει, την απόφυγε μ’ ένα απότομοστρίψιμο και συνέχισε τον δρόμο του.Το χέρι της έμεινε στη μέση της κίνησης, ύστερα το κατέβασε,φανέρωσε μ’ ένα τράνταγμα των ώμων την ανυπομονησία της καιξαναπήρε την ασάλευτη στάση της.«Μπας και τη χτυπήσει κάνα αυτοκίνητο», έκανε ο Θωμάς.«Καλά θα κάνεις», του είπα, «να τηλεφωνήσεις στην αστυνομία.Καθώς φαίνεται τη φιλοξενούν εδώ σε σπίτι συγγενικό της ή φιλικόκαι θα τη γυρεύουν τώρα οι άνθρωποι».Έφυγα δίχως να στραφώ να κοιτάξω το πρόσωπό της. Δεν ξέρωγια ποιο λόγο μου φάνηκε πως θα τήνε πλήγωνε η περιέργειά μου.Νοέμβρης 1974ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ232


Η ΥΣΤΕΡΗ ΑΓΓΛΟΚΡΑΤΙΑ (1945 - 1960)Ο Γιώργος Φιλίππου Πιερίδης (Δάλι, 1904 - Λευκωσία, 1999),μεγάλωσε, όπως και ο αδελφός του Θοδόσης, στο Κάιρο και φοίτησε στηνεκεί Αμπέτειο Σχολή. Στη συνέχεια και επί μια εικοσιπενταετία εργάστηκεως υπάλληλος σε επιχειρήσεις εμπορίας βαμβακιού. Ενταγμένος απόνωρίς στο χώρο της Αριστεράς, κατά τη διάρκεια του <strong>Β</strong>΄ ΠαγκοσμίουΠολέμου υπέστη διώξεις από τις βρετανικές δυνάμεις της Αιγύπτου γιατις ιδέες και την αντιστασιακή του δράση. Το 1946 εγκαταστάθηκε στηνΚύπρο και από το 1954 ώς την τουρκική εισβολή του 1974 ανέλαβε τηνοργάνωση και τη διεύθυνση της Δημοτικής <strong>Β</strong>ιβλιοθήκης Αμμοχώστου.Ακολούθως εργάστηκε στη <strong>Β</strong>ιβλιοθήκη Φανερωμένης στη Λευκωσία.Πεζογράφος με ευδιάκριτη παρουσία στην πνευματική ζωή της ελληνικήςπαροικίας της Αιγύπτου και κατόπιν της Κύπρου, με συνεργασίες σεδιάφορα έντυπα (εφ. Ταχυδρόμος Αλεξάνδρειας, περ. Νέα Εποχή), θαεκδώσει το πρώτο του βιβλίο (Οι βαμβακάδες, 1945) στην Αλεξάνδρεια,αντλώντας τη θεματολογία του από την καθημερινή ζωή των ανθρώπωντου μόχθου, γηγενών και ξένων, στην Αίγυπτο. Στη συλλογή Διηγήματααπό τη Μέση Ανατολή (1949) θα αναπαραστήσει τα δεινά και τις ιδεολογικέςσυγκρούσεις των ελλήνων στρατιωτών που συμμετείχαν στις εκείσυμμαχικές δυνάμεις κατά τον <strong>Β</strong>΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Στη δεκαπενταετία1963-1978 θα δώσει μέσα από τέσσερις συλλογές διηγημάτων (Σκληροίκαιροί, 1963· Ασάλευτοι καιροί. Διηγήματα από την άλλη Κύπρο,1966· Ο καιρός των Ολβίων. Διηγήματα από την προτελευταίαΚύπρο, 1975· Ο καιρός της δοκιμασίας, 1978) όλοτο φάσμα της ιστορικής και κοινωνικής πραγματικότηταςστην Κύπρο από τα χρόνια της ύστερης Αγγλοκρατίας μέχρικαι την επαύριο της τουρκικής εισβολής του 1974. Στατελευταία του βιβλία (Μνήμες και ιστορίες από την Αίγυπτο,1986· Ο καλός πολίτης και οι άλλοι, 1993· Κι άλλες μνήμεςκαι ιστορίες από την Αίγυπτο, 1995) θα επιστρέψει ως επίτο πλείστον στην αιγυπτιακή θεματολογία, ανασυστήνονταςπρόσωπα και πράγματα από την εκεί εμπειρίατου. Ασχολήθηκε επίσης με τη μετάφραση,ενώ δημοσίευσε και ποικίλες μελέτεςγια θέματα λογοτεχνίας και ξένους πεζογράφους(Γκυ ντε Μωπασσάν, Α. Τσέχωφ,Φ. Ντοστογιέφσκι, Τζ. Σουίφτ κ.ά.).ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ233


Η ΥΣΤΕΡΗ ΑΓΓΛΟΚΡΑΤΙΑ (1945 - 1960)Κώστας ΜόντηςΈνα παλιό αυτοκίνητοΤο διήγημα που παρατίθεται στη συνέχεια αποτελεί ένα αντιπροσωπευτικόκείμενο από τη συλλογή με τον εύγλωττο τίτλο Ταπεινή ζωή (1944).Σε αυτή ο συγγραφέας επικεντρώνεται σε ασήμαντες υπάρξεις, τις οποίεςσκιαγραφεί με ευαισθησία και συγκρατημένη συγκίνηση. Αναδεικνύονται,έτσι, έμψυχα και άψυχα πλάσματα, αντικείμενα που κανονικά περνούναπαρατήρητα στην καθημερινότητά μας και δεν τους αποδίδεται κάποιαιδιαίτερη αξία, είτε γιατί ανήκουν σε ένα κόσμο παρωχημένο, είτε γιατί δενέχουν τη δυνατότητα (ή και τη βούληση) να επιβληθούν με την παρουσίατους. Στη συλλογή αυτή, επίσης, ο συγγραφέας εισάγει για πρώτη φοράτην τεχνική της παρένθεσης, η οποία του δίνει τη δυνατότητα να εμβολιάζειτο κύριο σώμα της αφήγησης με διάφορα σχόλια, ερωτήματα ή «φωνές».Με τον τρόπο αυτό, διευρύνεται η οπτική του και μέσα από ποικίλες σκοπιέςυπονομεύονται η «μονολογικότητα» και η «αυθεντία» του αφηγητή.* οροθετώ: βάζω όρια, χωρίζω κάτι από κάτι άλλοΉταν ένα παλιό, σακατεμένο αυτοκίνητο. Η μια του ρόδα διπλωμένη,σπασμένα τα πλευρά του, τρύπιο τ’ αδιάβροχό του. <strong>Β</strong>ροχές πολλέςκι ατέλειωτος καλοκαιριάτικος ήλιος θα το χτύπησαν ανυπεράσπιστοκαι του πήραν το γαλάζιο του χρώμα και το γέμισαν ασπροκίτρινεςρυτίδες. Τα φανάρια του έχασκαν άδεια. Κάποιος τούς είχε ξεριζώσειτις μικρές λαμπίτσες, ίσως ο ίδιος που τα ’πλενε πριν κάθε μέρα και τασκούπιζε απαλά σα να τα χάιδευε. Με το χάδι του στην καρδιά προσπαθούσανκι αυτά οληνύχτα να του δείχνουν τα χαντάκια, τις πέτρες,τα στριψίματα, τον κίνδυνο. Ακούραστα (κουράζεσαι όταν αγαπάς;)ψηλαφούσαν το σκοτάδι να ξεδιαλύσουν το καλό απ’ το κακό χωρίς ούπνος να μπορεί να τα κλείσει (κοιμάσαι όταν αγαπάς;)Και δεν ήταν μονάχα τις λαμπίτσες, ήταν και τα στολίδια τ’ αραδιασμένατόσο σοφά μπροστά στο τιμόνι που είχαν ξεριζώσει: τουςκόκκινους δείχτες, τ’ άσπρα χερούλια, το μιλίμετρο που καθώς έδειχνεμε το δαχτυλάκι του τα πενήντα, τα εξήντα μίλια σάστιζε πλάι του τορολόι και σταματούσε στην τρελή, απέραντη στιγμή τού μεθυσιού τουτον χρόνο.Ήταν αραγμένο, πεταμένο, κοντά στο παράθυρό μου. Παραπέρα,μισό βηματάκι παραπέρα, γκρεμνιζόταν σχεδόν κατακόρυφη η χαράδρα.Και τ’ αυτοκίνητο ακουμπούσε στο χαμηλό πετρόχτιστο τοίχοπου οροθετούσε* το χάος της.Δεν είχα ρωτήξει ποιου ήταν, πώς βρέθηκε εκεί. Το παραδέχτηκαχωρίς ιστορία. Τι να την κάνεις τώρα την ιστορία; Ωστόσο σκεφτόμουνατο στερνό του κύλημα πόσο φοβερό θα ’ταν.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ234


ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ Κώστας Μόντης* μεριάζω: κάνω στην άκρη* αλλοπρόσαλλος: αντιφατικός, παράλογος– Σπρώχτε, σπρώχτε ν’ ακουμπήσει στον τοίχο.Έπρεπε ν’ ακουμπήσει στον τοίχο για να νιώθει καλύτερα πωςάγγιξε το σκληρό πέτρινο τέρμα, πως δεν είχε πια ούτε τόσο δα κομματάκιδρόμου μπροστά του.Έκανε το τελευταίο αυτό ανήμπορο βήμα άθελά του, χωρίς ψυχή,χωρίς φωτιά. Στο μηδενικό οι κόκκινοι δείχτες, όλοι οι κόκκινοι δείχτεςστο μηδενικό. Κι ήταν βέβαια, πολύ παραξενεμένο και τρομαγμένομα δεν νομίζω να είχε φανταστεί πως το ’χωναν αυτού ώσπου ναλιώσουν τα σίδερά του. Θα ’ταν δύσκολο να το φανταστεί.Ποιος ξέρει πόσο καιρό ήταν έτσι ακουμπημένο στον τοίχο. Αποκάτωείχαν μαζευτεί ένας σωρός σκουπίδια. Και τ’ αυτοκίνητο τουςεπέτρεψε και τα προστάτεψε.– Εντάξει, μείνετε, κανείς δεν θα σας πειράξει.Μικρή υπηρέτρια, ε μικρή υπηρέτρια, δεν μπορείς να σκουπίσειςκάτω από ένα αυτοκίνητο που χιλιάδες άνθρωποι μέριασαν* για να περάσει(να που χρειάζεται κι η ιστορία, να τη φοβάσαι την ιστορία). Αναποπειραθείς μια τέτοια ανοησία, μα τον Θεό η φωτιά του θ’ ανάψειξανά, τα σβησμένα μάτια του θα πετάξουν σπίθες, τα σκουριασμένασίδερα θα τρίξουν, το τρύπιο του αδιάβροχο θ’ ανεμίσει οργισμένο, οιπόρτες του θα κλείσουν (τρακ!) και θα ορμήσει στον γκρεμνό σέρνοντάςσε μαζί του, ασυλλόγιστο κοριτσάκι.Θυμάμαι ένα ένα τα σκουπίδια που ήταν στοιβαγμένα κάτω απ’τη φύλαξή του: Μερικά κουτιά τσιγάρων, ένα κομμάτι ξεθωριασμένομεταξωτό ρούχο, μια ξεσκισμένη κάλτσα, μισός σπασμένος καθρέφτης,σκουριασμένα καρφιά, τσαλακωμένα χαρτιά, ένα παπούτσι (δενσκηνοθετώ. Έτσι ήταν). Μια φορά είχαν ζήσει, βέβαια, κι αυτά ώσπουήρθε ξαφνικά ο χαμός κι έτρεξαν βιαστικά να κρυφτούν. Αλήθεια, πούνα κρυφτούν; Πίσω απ’ το κοτέτσι, απ’ τη μεγάλη άσπρη πέτρα, απ’τον σωρό τα ξύλα; Όχι. Κάτω απ’ τ’ αυτοκίνητο. Αυτό δεν ήταν όμοιότους, δεν ήταν σκουπίδι, δεν μπορεί να γίνει σκουπίδι ένα αυτοκίνητο.Ήταν το νούμερο 5540. Του άφησαν τον αριθμό, δεν τον χρειαζόντουσανκαι τον άφησαν να πεθάνει κι αυτός τον αργό, τον ατέλειωτααργό θάνατο (ώσπου να λιώσουν τα σίδερα).Τ’ αλλοπρόσαλλο* ήταν που οι πόρτες ήταν κι οι τέσσερις ανοιχτέςσα να περίμεναν τους επιβάτες, ολάνοιχτες σαν αγκαλιές και σα φτερούγες.Κι ούτε που σκεφτόταν κανείς να τις κλείσει.– Τι περιμένεις, δεν υπάρχει πια δρόμος, δεν υπάρχουν πια επιβάτες.Κι όμως υπήρχε κάποιος δρόμος ακόμα. Γυρνώντας ένα απόγιομαστο σπίτι είδα τ’ αυτοκίνητο στην άκρια του γκρεμνού απάνω απ’ τονπετρόχτιστο τοίχο και τέσσερις πέντε ανθρώπους να το σπρώχνουν ναπέσει. Οι γειτόνισσες κι ένας σωρός παιδιά ήταν γύρω και χάζευαν καιΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ235


Η ΥΣΤΕΡΗ ΑΓΓΛΟΚΡΑΤΙΑ (1945 - 1960)χειρονομούσαν κι απολάμβαναν.Είχα φτάξει την τελευταία τελευταία στιγμή, τόσο που μόλις πρόλαβανα το δω κι εκείνο γυρνώντας ανάστροφα χάθηκε με θόρυβο στοχάος.Πίσω του αλάλαξε* το πλήθος κι έσκυψε να το δει που κατρακυλούσε.Η σπιτονοικοκυρά μου μου ξήγησε πόσο καιρό το μελετούσαν κιαμελούσαν. Ήταν μεγάλη ασκήμια. Και μαζευόντουσαν τόσα σκουπίδιααποκάτω.Α ναι, ήταν και τα σκουπίδια. Τα είδα όλα ξεσκεπασμένα, απροστάτευτα,φοβισμένα, έκπληχτα, να μένουν ακίνητα το ένα κοντά στ’άλλο και να περιμένουν.Παλιό αυτοκίνητο στη Μόρφου, δεκαετία 1940* αλαλάζω: βγάζω κραυγές, συνήθως από χαρά ή ενθουσιασμόΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ236


ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ Κώστας ΜόντηςΚλειστές πόρτες(Aπόσπασμα)Στη νουβέλα-χρονικό Κλειστές Πόρτες (1964) ο συγγραφέας καταθέτειτην προσωπική του μαρτυρία για τον Απελευθερωτικό Αγώνα (1955-59).Ο ιδιότυπος αφηγηματικός του λόγος, διάτρητος από παρενθέσεις και σχόλια,ερωτήματα και υπαινιγμούς, εμφανίζεται τεχνικά πιο άρτιος· παρά τημοιραία αποσπασματικότητά του, δεν στερείται συνοχής και συνεκτικότητας.Η πυκνή ύφανση του κειμένου και η λιτότητα των εκφραστικώνμέσων προσδίδουν ακόμη ποιητικότητα στο κείμενο, που υποβάλλει έτσιπερισσότερο τη συναισθηματική εμπλοκή και φόρτιση του αφηγηματικούυποκειμένου.* Στις 9 Αυγούστου 1956 απαγχονίστηκαν στις κεντρικέςφυλακές της Λευκωσίας από τις βρετανικές αποικιακέςδυνάμεις οι Ανδρέας Ζάκος, Χαρίλαος Μιχαήλ και ΙάκωβοςΠατάτσος, ενώ στις 21 Σεπτεμβρίου οι Μιχαήλ Κουτσόφτας,Στέλιος Μαυρομμάτης και Ανδρέας Παναγίδης.* Εννοεί τον Ιάκωβο Πατάτσο.* κέρφιου (curfew), το: απαγόρευση κυκλοφορίας* Ο βασικός εμπορικός δρόμος στην εντός των τειχώνΛευκωσία (αλλιώς λεγόταν και Μακρύδρομος), όπουκατά τη διάρκεια του Απελευθερωτικού Αγώνα γίνοντανσυχνά ξαφνικές επιθέσεις εναντίον Άγγλων, κυρίωςστρατιωτών.* Ρογιάτικο: συνοικία στην παλιά πόλη της Λευκωσίας* ακροβολισμός, ο: ριπή όπλου που ρίχνεται από μακριά* στεν, το: είδος αγγλικού οπλοπολυβόλουΤον Αύγουστο οι Εγγλέζοι απαγχόνισαν άλλα τρία παιδιά και τονΣεπτέμβρη ακόμα τρία*. Και κάθε φορά η Λευκωσία να μην μπορείνα κοιμηθεί, τα σπίτια, τα τείχη, οι άνθρωποι να στριφογυρίζουνανήσυχοι κι άγρυπνοι, τα στρατιωτικά μηχανοκίνητα (μυρμήγκιαπου διαλύονται) να διασχίζουν ακατάπαυστα την πόλη κι ο κόσμοςστη συνοικία γύρω απ’ τις φυλακές γονατισμένος κι οι φωνές κι οΕθνικός Ύμνος απ’ τα κελιά και το φυλλορρόημα κι η σιωπή κι ησάλπιγγα (– Ζήτω η Ελλάδα!).(Όχι, ο Ιάκωβος* δεν τραγούδησε τον Εθνικό Ύμνο, ένα θρησκευτικόύμνο τραγούδησε. Ήταν μια ήρεμη, λεπτή, αδύνατη, γλυκιά φωνή–η πιο γλυκιά φωνή που είχε τραγουδήσει ως τώρα το Θεό).Ύστερα, ξανά οι αντεκδικήσεις των αγωνιστών κι οι απελπισμένεςπροσπάθειες των Εγγλέζων ν’ αξιοποιήσουν την τρομοκρατίατης αγχόνης.Κι ήταν έπειτα απ’ αυτούς τους απαγχονισμούς που άρχισαν ναχρησιμοποιούν τα τιμωρητικά κέρφιου* (Αναφέρω την Εγγλέζικηλέξη γιατί ζυμώθηκε με τόσο πόνο, τόσο αίμα, τόση ζωή που δενείναι δυνατό την κατάρα της να δεχτεί να την αντικαταστήσειΕλληνική λέξη). Μόλις γινόταν ένα «επεισόδιο» (Έτσι τα ’λεγαν.Κι ήταν αυτά τα «επεισόδια» –για τη Λευκωσία πάντα μιλώ– καμιά(απίθανα παράτολμη) επίθεση στην οδό Λήδρας –το «μαύρο μίλιτου θανάτου», όπως την ονόμασαν*– καμιά ενέδρα στο Ρογιάτικο*,κάνας αναπάντεχος ακροβολισμός* (το στεν* κρυμμένο κάτω απ’το επανωφόρι), καμιά βόμβα που άνοιγε ξαφνικά την πόρτα τουκέντρου και κυλούσε αναμμένη μέσα ή που ’πεφτε απ’ την ταράτσαμες στο τζιπ ή στο μεταγωγικό) επιβαλλόταν αμέσως κέρφιουπου συνήθως κρατούσε μέρες πολλές και βασάνιζε κυρίως τιςφτωχότερες οικογένειες που δεν είχαν προμήθειες ή που δεν είχανάλλο πόρο ζωής απ’ το ημερομίσθιο του πατέρα ή τ’ αδερφού.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ237


Η ΥΣΤΕΡΗ ΑΓΓΛΟΚΡΑΤΙΑ (1945 - 1960)Ως γεγονός όταν άρχισαν να μονιμοποιούνται σχεδόν τακέρφιου, άφηναν τις γυναίκες μια-δυο ώρες για ψώνια μα τατρόφιμα ήταν λιγοστά κι ο συνωστισμός τέτοιος που πολλέςφορές δεν κατάφερναν να πάρουν τίποτα. Όσες πάλι δεν είχανλεφτά έπρεπε πρώτα να τρέξουν (αν τις βλέπατε με πόση αγωνία–φτωχή Ελληνική γλώσσα που δεν έχεις άλλη λέξη– έτρεχαν) ναζητιανέψουν δανεικά (– Καμιά λίρα, γιέ μου, να χαρείς τα παιδιάσου) κι ύστερα να προφτάξουν να πάρουν ό,τι μπορούσαν.Αργότερα άρχισαν να οργανώνονται λαϊκές αποστολές τροφίμωναπ’ άλλα μέρη του νησιού. Και δεν ήταν μονάχα στην πείναπου καταδικαζόντουσαν οι φτωχότερες τάξεις στη Λευκωσία μακαι στη δίψα γιατί πολλά σπίτια υδρευόντουσαν απ’ τις δημόσιεςβρύσες και πια τι να προφτάξεις να πάρεις εκείνες τις μια-δυο ώρες;Κι ούτε, βέβαια, τέλειωνε το κέρφιου με την πείνα και τη δίψα.Υπήρχαν κι άλλα που βασάνιζαν όλους γενικά: Ο εκνευρισμός (οφοβερός εκείνος εκνευρισμός, το σπάσιμο των νεύρων, η διάλυσήτους), ο φόβος μήπως χρειαζόσουνα ξαφνικά γιατρό για το παιδί ήγια την ετοιμόγεννη γυναίκα σου, χίλια δυο.Κι ο εκνευρισμός (προσέξατε πόσο γρήγορα συσσωρεύεται, τιγίνεται όταν συσσωρευτεί;) ήταν μεγαλύτερος στην περιτειχισμένηΛευκωσία με τα στενά σοκάκια και τα σπίτια τα κολλημένα το έναστ’ άλλο. Στα προάστια, σαν το δικό μας, που τα σπίτια καθόντουσανχώρια-χώρια, καθένα με το δικό του ανθόκηπο, ο εκνευρισμός ήτανμικρότερος. Ήταν άλλωστε και λιγάκι πιο χαλαρά τα κέρφιου γιατίμε τη μεγάλη έκταση που είχαν τα προάστια ήταν δύσκολο να’ ναιτο ίδιο αυστηρά.Στα προάστια, λοιπόν, εφευρέθηκαν κι οι χαρταετοί. Έβλεπεςτις μέρες των κέρφιου εκατοντάδες χαρταετούς στον αγέρα πουτους πετούσαν όχι πια παιδιά μα (φαντασθείτε την εικόνα) μεγάλοιάνδρες και γυναίκες. Πώς από πού άρχισαν και τι έννοια είχαν δενξέρω. Ήταν κι αυτοί ένα ασήμαντο φαιδρό του Αγώνα ή είχανκάτι άλλο βαθύτερο; Τους αμόλησε στον αγέρα μια παιδική σκέψη(για να μπερδευτούμε περισσότερο, να μη βρίσκουμε καθόλου απόπού αρχίζουν τα παιδιά) ή το υποσυνείδητο (δεν ξέρω αν δεν είναικοινό το υποσυνείδητο στους μεγάλους και στα παιδιά, αν έχειηλικία – Γιατί να ’χει; Μπορεί να ’χει αντίστροφη); Ήταν αλήθεια,όπως έγραφαν οι ξένοι δημοσιογράφοι, μια απελπισμένη (τόσοαπελπισμένη που να φτάνει το γελοίο) προσπάθεια λυτρώσεωςαπ’ το κέρφιου ή ήταν απλώς ένα παιχνίδι; Έβλεπες εκείνουςόλους τους σοβαρούς ηλικιωμένους ανθρώπους (ακόμα και γριές)ν’ αμολάν και να χαίρονται το χαρταετό τους και φοβόσουναΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ238


ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ Κώστας Μόντηςμήπως οδηγόμαστε όλοι στην τρέλα. Ωστόσο, ό,τι και να ’ταν,έφταναν εκείνοι όλοι οι χαρταετοί των προαστίων απάνω απ’ τηνπεριτειχισμένη Λευκωσία κι έδιναν κουράγιο. Στους χαρταετούςσυναντιόντουσαν ξανά (είναι ρομαντικό κι εξεζητημένο;) ταβλέμματα που χώρισε το κέρφιου (Ποιος ξέρει με ποιου τοβλέμμα της γριάς). Κι είχαν οι περισσότεροι ένα γαλανόλευκοχρωματισμό. Έφερναν βόλτα απάνω απ’ τις φυλακές καιχαιρετούσαν, φτερούγιζαν την ψυχή μας απάνω απ’ τις αγχόνες(Όχι, τώρα πού το σκέφτομαι, δεν ήταν παιχνίδι ούτε έπρεπε έτσιαπλώς να επιψαυσθεί* σ’ αυτή την αφήγηση).Παιχνίδι και φαιδρό ήταν οι χαρταετοί των Εγγλέζων. Γιατίαναγκαζόντουσαν να φτιάχνουν κι αυτοί χαρταετούς καθώςτα μικρά Εγγλεζόπουλα ζήλευαν κι έκλαιγαν και χτυπούσαν ταπόδια (– Daddy, I want a kite too*) (Άραγε να ’ταν για το χατίριαυτών των παιδιών που δεν απαγορεύτηκαν οι χαρταετοί;). Κιαναγκαζόντουσαν (άντες ν’ αρνηθείς τώρα) όχι μονάχα να τουςφτιάχνουν μα τις περισσότερες φορές και να τους πετούν οι ίδιοι(– Daddy, I can’t*). Και τους πετούσαν (φαιδρό στο φαιδρό)οπλισμένοι, με το χέρι στο στεν ή με το περίστροφο έτοιμο!(Για τους χαρταετούς αυτούς των Εγγλέζων πρέπει ν’ αναφέρωπως δεν τους έφτιαχναν σαν τους δικούς μας μ’ αλλιώτικους,έτσι όπως είχαν μάθει, ξέγνοιαστα παιδιά, στο Brighton και στοBodmin. Κι έμοιαζαν εκείνοι οι αλλιώτικοι χαρταετοί ανάμεσαστους άλλους σαν ξένα, παράξενα αποδημητικά πουλιά).* επιψαύω: αγγίζω ανεπαίσθητα, θίγω με ανάλαφροτρόπο* «Μπαμπά θέλω κι εγώ χαρταετό»* «Μπαμπά δεν μπορώ» Tηλέμαχος Κάνθος, Curfew του 1958-Ελεύθερος σκύλος ή ερημιά, λάδι, 1958ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ239


Η ΥΣΤΕΡΗ ΑΓΓΛΟΚΡΑΤΙΑ (1945 - 1960)Θεόδωρος ΜαρσέλλοςΗ βεράντα κι ο τυφλόςΤο παρακάτω διήγημα προέρχεται από τη συλλογή Ο κλέφτης του σπιτιούμου (1974). Μέσα από μια φαινομενικά ασήμαντη ιστορία, ο συγγραφέαςαναπαριστά τον κλειστοφοβικό κόσμο μιας οικογένειας με κυρίαρχατα αισθήματα της καχυποψίας και της απόρριψης για τον άλλο, ο οποίοςυποστασιώνεται στο πρόσωπο ενός γείτονα. Ταυτόχρονα, διακριτική προβάλλειη παρουσία ενός ηλικιωμένου θείου, ο οποίος με την καλοσύνη καιτη στωικότητά του αποτελεί έκδηλη παραφωνία στο συγκεκριμένο περιβάλλον.Ωστόσο, η τελική δικαίωση της στάσης και του ήθους του γέρονταθέτει εμμέσως το ζήτημα της αντίθεσης ανάμεσα στην εσώτερη σοφία καιευγένεια που αντιπροσωπεύει ο ίδιος, αν και τυφλός, και στη μυωπική, φοβικήσυμπεριφορά που υιοθετούν τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας.Ήτανε κάτι που το φοβόντανε. Τρέμανε μάλιστα την ώρα πουήτανε να γίνει. Στο μεταξύ τούς παρηγορούσε η αοριστία τηςαμφιβολίας. Ο πατέρας, πριν πεθάνει, τους έλεγε πάντα πως τοκακό θα ’ρχόταν απ’ εκεί κάτω. Απ’ το μπροστινό μαγαζί, σαναυτός που το κράταε αποφάσιζε να σηκώσει ανώγι απάνωθέ του,έτσι που να κλείσει το φως και τον αέρα της βεράντας του σπιτιού.Κι όταν λέγανε σπίτι, αυτήν εννοούσαν.Απάνω την σκέπαζε η ψήλη στέγη, που ’σβηνε μπρος στηνκάμαρα με τις κολόνες στα πλαϊνά. Κάτω χαμηλά την προστάτευετο φαρδύ πεζούλι με τις γλάστρες των λουλουδιών και τα δοχεία μετον δυόσμο και τον μαϊντανό. Ένα πουλάκι στο κλουβί του, γέμιζετη μέρα με χαρούμενους τόνους κι από το άνοιγμά της ερχόταν τοφως κι η δροσιά κι αγνάντευε κανείς τα σπίτια και πέρα τον κάμπο,με τα περιβόλια και τ’ αμπέλια.Καθόντανε εκεί τα βραδάκια του καλοκαιριού και τρώγανε. Έτσιπου το φανάρι της μέσης φώτιζε αχνά, μπορούσαν και ξεχώριζαν τ’αστέρια στον ουρανό κι απολαύανε τις δροσερές αύρες, που φτάναναπό κάτω. Στην επίγειαν ευδαιμονία της ώρας εκείνης, ο καθέναςξανοιγόταν σε χαρούμενες κουβέντες, έκανε σκέψεις, κι άθελά τουέφτανε σε συμπέρασμα για τον ρόλο της βεράντας στην ξεκούρασητης ζωής, ενώ σύγκαιρα η μελαγχολική σκέψη της στέρησής της,όσο μακρινή και απίθανη κι αν φαινόταν, τους κεντούσε ενοχλητικάτην καρδιά.Στην αρχή το συζητούσαν μεταξύ τους δειλά. Μετά, σαν απόμια σιωπηρή σύμβαση, αποφασίσανε να μην το εμπιστεύουνταιο ένας τ’ αλλονού. Θα θέλανε μάλιστα να μην το σκέφτουνταικαθόλου, μόλο που ’ρχόταν και πιότερο στη σκέψη τους. Καιμονάχα ο γερο-θείος, που βρισκόταν εκεί ανάμεσα τους,ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ240


ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ Θεόδωρος ΜαρσέλλοςΑνδρέας Λαδόματος, Λευκό σπίτι με φοινικιά,ακρυλικό, 1976* συνωρίζομαι και συνερίζομαι: αντιλαμβάνομαι,συμμερίζομαι την ανησυχία, τον προβληματισμό* νοιάζομαι: (εδώ) εννοώ, αντιλαμβάνομαιφαινόταν, έτσι παράδοξα, να μην συνωρίζεται* κάτι από τανοήματά τους. Αποτραβιόταν νωρίς από το φαγητό στη φαρδιά,χαμηλή καρέκλα της άκριας κι εκεί, μέσα από τα θαμπά τουμάτια, αφηνόταν σε μια ξέγνοιαστη ρέμβη.Ωστόσο με το πέρασμα του χρόνου η έγνοια, όταν τουςερχόταν, ήτανε και πιο έντονη. Ο δρόμος έγινε πιο περαστικός κι ηκίνηση του μπροστινού μαγαζιού, που δούλευε τώρα σαν ταβέρνα,ζωηρότερη. Τα παιδιά του ταβερνιάρη ξεσκολίσανε κι άντρες πιαμπαινοβγαίνανε όλη τη μέρα εκεί μέσα, έτσι που φαινόταν ναμην τους χωράει άλλο. Ο κίνδυνος μιας κάποιας αλλαγής ήτανολόγυρα τρομερός. Και την άλλη μέρα, όταν ο Κώστας, ο μεγάλοςγιος της οικογένειας, γυρνώντας απ’ τη δουλειά το μεσημέρι, έβαζετο κλειδί στην ξώθυρα, έτοιμος να μπει στο σπίτι του, αυτό πουπρόφταξε να πάρει το μάτι του στο πεζοδρόμιο της ταβέρνας, τονέκανε να ξεροκαταπιεί στενοχωρεμένος. Ήτανε εκεί δα, απ’ όξωστοιβαγμένα τώρα αρκετή άμμος, ασβέστης, τούβλα. Κύριέ μου!Να ’ταν αυτό ένα σημείο απ’ ό,τι φοβόνταν; Κι όσο κι αν μπόρεσενα κυριαρχήσει τις σκέψεις του, ανέβηκε τη σκάλα με θαμπό μυαλό.Κάθισε στο τραπέζι σκεφτικός, κοιτώντας κάπου κάπου λοξά τοναδελφό του που, σίγουρα κι εκείνος, στενοχωρεμένος από τηνίδια έγνοια, δεν γυρνούσε καν να του μιλήσει εκείνη τη μέρα. Καιτο δειλινό, όταν η μητέρα με την αδελφή του τραβήξανε για ταγειτονικά καταστήματα, κάτι τέτοιο θα νιώσανε σαν αντικρίσανεξαφνικά τις ετοιμασίες για οικοδομή απ’ όξω απ’ την ταβέρνα. Μαπολύ έξυπνα σπεύσανε να πείσουνε η μια την άλλη.– Κάτι κουτσοδούλια θα ’χει πάλι ο ταβερνιάρης.– Καιρός ήταν να διορθώσει κάπως το σαράβαλό του· είπανεκαι προσπεράσαν.Το βράδι όμως φαινόντανε όλοι οριστικά άκεφοι και μέσααπό τις καχύποπτες ματιές π’ ανταλλάζανε ζητούσανε ναξαλαφρώσουνε από την αγωνία που τους έδερνε. Η μητέρα,μάλιστα, σε μια στιγμή, κάτι ξεκίνησε να πει, όταν ο μεγάλοςαδελφός, που νοιάστηκε* την πρόθεσή της, μίλησε απότομα για τοφαγητό κι η κουβέντα κόπηκε στη μέση.Και το πράμα θα είχε καλμάρει ξανά για λίγο, αν σε δυο μέρες,νωρίς το πρωί, δεν ακουγόντανε από κάτω, από το πάτωμα τουσπιτιού, εκείνοι οι φοβεροί κρότοι που τόσο τους είχανε ταράξει.Αληθινά ήταν τόσο υπόκωφα έντονοι και τόσο συνταιριάζανεμε τους κρυφούς τους φόβους που, μέσα στην αλαφράδα τουπρωινού ύπνου, τους δεχτήκανε με τη φρίκη του πανικού.Η αδελφή σηκώθηκε απότομα απ’ το κρεβάτι, για ν’ ανταμώσειτη μητέρα της, κι αγκαλιασμένες οι δυο, αλληλοκοιταζόντανε σεμια βαθιάν απελπισιά, όπως μπροστά στ’ αναπόφευχτο μοιραίο.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ241


Η ΥΣΤΕΡΗ ΑΓΓΛΟΚΡΑΤΙΑ (1945 - 1960)* στριφνός: (για άνθρωπο) δύσκολος, ιδιότροποςςΤα δυο αδέλφια τραβήξανε, σαν από σύνθημα, έξω στη βεράνταγια ν’ ανταμώσουν τον κίνδυνο ή να πολεμήσουνε την ύπαρξήτου. Απομείνανε σαν ανίδεοι για μια στιγμή. Τέλος ο ένας μίλησεστον άλλο:– Αυτό πρέπει να ’ναι!– Ίσως αυτό να είναι...Σιωπή.– Απ’ εκεί θ’ αρχίσουνε;– Από τη στέγη θ’ αρχίσουνε...Σιωπούν. Στο μεταξύ οι δυο γυναίκες, με δάκρυα στα μάτια, τουςανταμώνουν.– Μ’ αυτό είναι κάτω από τη βεράντα π’ ακούγεται!...– Θα χαλάσουνε και τη βεράντα;– Όχι, αυτό π’ ακουμπάει στη βεράντα...– Πάει η βεράντα...Οι στιγμές είναι κρίσιμες. Οι καρδιές βολοδέρνουν. Οι αναπνοέςσταματούν. Σκέφτουνται: Είναι κάτι που χρειάζεται άμεση δράσηή υπομονή;– Αν πηγαίναμε να δούμε τι γίνεται;...– Είναι χειρότερα. Είναι στριφνός* και θα κακιώσει πιότερο.– Αν του μιλούσαμε; Αν του τάζαμε λεφτά για να μη χτίσει;– Όχι, όχι –λεν οι άλλοι– θα του δίναμε να καταλάβει τη σημασίαπου έχει για μας το ανώγι και θα το ’χτιζε μιαν ώραν αρχύτερα...– Όχι, όχι, σιωπή...Όλοι σιωπούν κι αφουγκράζουνται τα χτυπήματα που’ρχονται από κάτω και κάνουνε το πάτωμα να τρεμοπαίζει. Είναιδυστυχισμένοι. Είναι βυθισμένοι σε μιαν απελπισμένην αγωνία.Κάποιος τούς υπονομεύει την ίδιά τους την ύπαρξη.Ο γερο-θείος, που είναι απ’ ώρα σηκωμένος και παίρνει τηδροσιά του πρωινού στην άκρη της βεράντας, σιωπά γι’ αρκετόστην αρχή. Μα σε λίγο, σαν νοιάζεται την ασυνήθιστη τούτηκίνηση, ξεκινάει να ρωτά:– Μα τι είναι παιδιά μου; Τι γίνεται; Μήπως καίγεται κάτι;Τραβούν όλοι προς τη γωνιά του. Δεν ξέρουν πώς να του το παραστήσουν.Θα λυπηθεί πολύ. Μα πρέπει να πονέσει κι αυτός μαζί τους.– Η βεράντα μας, θείε...– Ναι...– Θα της κόψουν τον αέρα και το φως!...– Πώς;...– Θα χτίσουνε!...Ο γέρος σιωπά για λίγο. Φαίνεται να στοχάζεται. Και πίσω:– Δεν καταλαβαίνω, πώς μπορούν να γίνουν όλ’ αυτά και τιμπορούν ν’ αλλάξουν, λέει αργά και με δισταγμό παραμερίζονταςΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ242


ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ Θεόδωρος Μαρσέλλος* κουρνιαχτός, ο: σύννεφο σκόνης που σηκώνεται απότο έδαφος* κάπελας, ο: ιδιοκτήτης ταβέρναςκάτι που τον εμποδίζει στο λαιμό. Και προσθέτει, σα να ονειρεύεται:Κάποια σάπια δοκό πάνε ν’ αλλάξουν. Κάποια σάπια δοκό...Νευρώνουν όλοι. Θυμώνουν με την υπομονή και τη μοιρολατρίατου. Τι μπορεί άλλωστε να καταλάβει ένας άνθρωπος με βουλιαγμένητην όραση και την ακοή; Η καταστροφή έρχεται σύντομα, τουςπήρε από πίσω. Τον παρατούν εκεί μονάχο στην καρέκλα του, κιαποτραβιένται μέσα, στο υπόλοιπο σπίτι. Νομίζουνε μάλιστα πωςμιαν αλαφρή καταχνιά άρχισε να πέφτει στη βεράντα κι η πνιγούρα,όσο πάει, γίνεται ανυπόφερτη. Το πουλάκι έπαψε να κελαηδά ίσωςφοβισμένο από τους κρότους που ’ρχονται από κάτω. Μα ωστόσοπαντού είναι κατάδηλη η βαρυθυμιά. Η μητέρα γλιστράει προς τηνκουζίνα βιαστικά, σα να την κυνηγάει το ξεροβόρι. Η Ροζίνα, ηαδελφή τους, δεν στέκεται άλλο να δροσίσει τα λουλούδια κι ούτε νακοιτάξει κατά τον κάμπο. Τι να κάνει κανείς με κάτι που θα χαθεί,που ’ναι χαμένο; Τις βραδιές δεν τρώνε έξω. Παντού νομίζουν πωςέχει ξαπλωθεί ο κουρνιαχτός* από τα χαλάσματα κι η ζέστη τουκαλοκαιριού τους κόβει την ανάσα!Έτσι ήταν, όταν την άλλη μέρα το μεσημέρι, εκεί πουκαθόντουσαν στο τραπέζι, ακούστηκε να χτυπά η ξώθυρα. ΗΡοζίνα έτρεξε και τράβηξε το σκοινί. Ο ταβερνιάρης που πρόβαλεστο άνοιγμα, ρωτούσε αν ήτανε στο σπίτι η μητέρα και τα παιδιά.Ήθελε να τους μιλήσει.Όταν γύρισε μέσα να τους αναγγείλει την παρουσία του, όσοιτρώγανε σταματήσανε με τις μπουκιές στο στόμα κι οι άλλοιαπόμειναν άναυδοι. Τα πιρούνια στα πιάτα. Αυτός ο μαύροςάνθρωπος, που έπαιζε την ευτυχία τους στα χέρια του, ήτανανάμεσά τους!Ο μεγάλος αδελφός έγνεψε να κάτσουν στη θέση τους, γιατίαυτός ήτανε να πάρει τον λόγο. Μα κανείς δεν υπάκουσε. ΗΡοζίνα τον ακολούθησε. Η ταραχή της ήταν μεγάλη. Ξεκινάμετά ο μικρός αδελφός. Τελευταία η μητέρα. Ο ταβερνιάρης στομεταξύ ανεβαίνει τις σκάλες, αγκομαχώντας στο κάθε σκαλί.Ο μεγάλος γιος τον περιμένει στο κεφαλόσκαλο. Η καρδιά τουείναι σφιγμένη. Ο κάπελας* γυρνάει και τον χαιρετάει:– Είμαι γέρος πια, κι είναι δύσκολες αυτές οι δουλειές για μένα,λέει αχνά μέσα στην κούρασή του. Μα έλα, που ήταν ανάγκη νασας ιδώ.Ο μεγάλος γιος σιωπά. Η Ροζίνα από πίσω δεν κρατιέται και τουκεντάει νευρικά το χέρι:– Πες του, πως είναι ένα τέρας!Ο αδελφός τής γνέφει να σιωπήσει.– Πες του, πως είναι ένας ληστής, προσθέτει ο άλλος αδελφόςμε πυρωμένη ανάσα.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ243


ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ Θεόδωρος ΜαρσέλλοςΛουκία Νικολαϊδου-<strong>Β</strong>ασιλείου, Η παρέα, λάδι, 1933-36– Μην του δώσεις καιρό για κουβέντες, συμπληρώνει η μητέρα.Ο ταβερνιάρης κοντεύει στο μεταξύ ν’ ανεβεί. Φαινότανεταπεινός, γλυκομίλητος. Ήτανε καιρός να τον κοιτάξουνε απόκοντά. Ο φόβος κι η απόσταση τον κάνανε φρικτό στα μάτια τους.Κάθονται εκεί πρόχειρα σε μια καρέκλα. Μιλάει με περιστροφές.Δεν μοιάζει να ’ναι ο μαύρος τύραννος που θα τους καταστρέψειτη ζωή, κλείνοντας τ’ άνοιγμα της βεράντας. Δεν είναι τίποτα, ματίποτα απ’ όλα αυτά. Κι ούτε πρόκειται γι’ ανώγι και νέα χτισίματα.Καταλήγει:– Θα ’πρεπε να μη σας χαλούσα την ησυχία, τέτοιαν ώρα.Μα έτσι που ήρθαν τα πράγματα, ήτανε ανάγκη ν’ αλλάξουμεμια δοκό στη στέγη της ταβέρνας κι εκεί στη δουλειά απάνωφανερώθηκε πως ο τοίχος της βεράντας ήταν κι αυτός σάπιος κιήταν φόβος να γκρεμίσει και να σας γίνει ζημιά. Γι’ αυτό θα ’θελανα σας ειδοποιήσω να μου παρασταθείτε λιγάκι στους κόπους καιτα έξοδα. Γέρασα πια, κι οι δουλειές δεν είναι περίφημες. Ακόμησκέφτομαι να το κλείσω και ν’ αποτραβηχτώ. Κι αν ήταν ως τότεςνα κάναμε καλά και να σας το ’δινα...Ένα φορτίο σηκώνεται από τα κρατημένα στομάχια. Έναπονηρό χαμόγελο γλιστράει στα πρόσωπα. Πόσο ανόητα βιαστικοίείναι οι άνθρωποι κι οι εντυπώσεις τους! Ο κάπελας ήτανε τόσοκαλός. Και, τώρα που φεύγει, ο μεγάλος αδελφός τον ακολουθεί.Μελετάει κάτω στην ταβέρνα την υπόθεση του σάπιου τοίχου.Συμφωνούν. Όλα κανονίζουνται.Όταν γυρνάει απάνω, βγαίνουνε όλοι μαζί στη βεράντα. Το φωςκι η δροσιά που ’ρχεται από πέρα τους κάνει να μιλούν ζωηρά.Κοιτάνε λεύτερα, κουβεντιάζουν ο ένας στον άλλο. Ήταν σαν ναείχανε καιρό να ιδωθούν.Ζυγώνουνε όλοι το γερο-θείο, να του πούνε τα τρεχούμενα, νατου μεταδώσουνε τη χαρά τους. Μ’ αυτός από την παντοτινή τουθέση και τη γαλήνη που τον τυλίγει, δεν φαίνεται να πολυνοιάζεται.Κι αφού τους ακούσει, κάνει πίσω αργά:– Δεν καταλαβαίνω πώς μπορούσαν να γίνουν όλ’ αυτά και τιήτανε ν’ αλλάξει. Κι ύστερα η βεράντα ήτανε πάντα τόσο φωτεινή,τόσο ευχάριστη.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ244


Η ΥΣΤΕΡΗ ΑΓΓΛΟΚΡΑΤΙΑ (1945 - 1960)O Θεόδωρος Μαρσέλλος (Λάρνακα, 1907 - Πυργά, 1991) σπούδασειατρική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών (1927-1933) και συνέχισε για έναχρόνο στη Γαλλία. Με την έναρξη του ελληνοϊταλικού πολέμου (1940-41)έφυγε από την Κύπρο (όπου είχε επιστρέψει από το 1934 για να ασκήσειτο ιατρικό επάγγελμα) και κατατάχθηκε ως εθελοντής στον ελληνικόστρατό. Πήρε ενεργό μέρος στην Εθνική Αντίσταση (1941-44) εντασσόμενοςως γιατρός στο Ε.Α.Μ./ Ε.Λ.Α.Σ. Το 1944 επέστρεψε στην Κύπρο.Η πρώτη του εμφάνιση στα γράμματα θα γίνει πολύ νωρίς με την ποιητικήσυλλογή Πρώτοι έρωτες (1921), ωστόσο μεταπολεμικά θα στραφείστην πεζογραφία. Έκδηλος είναι ο αυτοβιογραφικός τόνος στο πρώτοτου πεζογράφημα Χρυσά <strong>Β</strong>ουνά (1947), όπου αποτυπώνονται οι εμπειρίεςτου από τη συμμετοχή του στα αντάρτικα σώματα στην περιοχή τουΠηλίου κατά τη διάρκεια της Κατοχής. Η ψυχολογική διείσδυση στουςήρωες θα γίνει εντονότερη και πιο πειστική στο επόμενό του βιβλίο, τηνουβέλα Ο καντηλανάφτης (1958). Και στα υπόλοιπα πεζά του, όμως,κυριαρχεί μια ατμόσφαιρα θολή, κάποτε μάλιστα εφιαλτική, και δίνεταιπροτεραιότητα στην αναπαράσταση, μέσω μιας νεοτερικής γραφής, τουιδιαίτερου ψυχισμού των προσώπων. Συνεργασίες του δημοσιεύτηκανσε ποικίλες κυπριακές εφημερίδες και περιοδικά.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ245


Η ΥΣΤΕΡΗ ΑΓΓΛΟΚΡΑΤΙΑ (1945 - 1960)Τάσος ΣτεφανίδηςΟ γιος των υδάτων (ή Αποκάλυψη)(Απόσπασμα)Στη νουβέλα Ο γιος των υδάτων (ή Αποκάλυψη) (1960) συναιρούνται ποικίλαθέματα και μοτίβα: οι παιδικές αναμνήσεις του συγγραφέα με τις υποκειμενικέςκαι αντικειμενικές δυσκολίες της ενηλικίωσής του, οι εμπειρίεςτου από τον πρόσφατο Απελευθερωτικό Αγώνα με τις κοινωνικές συνθήκεςτης σύγχρονής του εποχής. Στο παρακάτω απόσπασμα προβάλλειπαραστατικά από τη σκοπιά του ενήλικα αφηγητή ο ονειρικός κόσμος τουπαιδιού σε ένα ειδυλλιακό περιβάλλον, όπου όμως δεν λείπουν οι κίνδυνοικαι οι πρώτες απογοητεύσεις από τη σύγκρουση με τον κατά κανόνασκληρό κόσμο της πραγματικότητας.* πεζολάτης, ο: πεζοπόρος[…] Tα βράδια έκανε κρύο, κουλουριάζουνταν κάτω από διπλέςκουβέρτες, κι η μάνα του τον φυλάκιζε μέσα στην κουνουπιέρα γιανα τον προφυλάει από την υγρασία της νύχτας και την πρωινή ομίχλη,που έσταζε σα σιγανοβροχούλα, αργά και μουσικά, ξυπνώνταςμέσα του τους πολύχρωμους ψίθυρους του δάσους, θρύλους και παραμύθιατης Ανατολής, κόσμους νεραϊδένιους κι αλλόκοτους. Λεςκι άκουε τον απόμακρο αχό κάποιου καταρράκτη που ’πεφτε καιγίνουνταν αφρός, το βιαστικό περπάτημα κάποιου βραδυπορημένουοδοιπόρου. Λες κι άκουε καμιά φορά φωνές απ’ τους ωκεανούςνα τον καλούν. Άνοιγε τα λευκά πανιά μιας βαρκούλας και κινούσεμόνος, κατάμονος, μέσα στο πέλαγο για να πάει να βρει και ν’ακούσει το τραγούδι των Σειρήνων, πιο πέρα ακόμη θα τραβούσε,πιο πέρα από το σύνορο του ανέφικτου. Πόσους παραμυθόκοσμουςέκρυβε κείνη η λευκή φωλιά του, η κτισμένη στα ύψη της καρυδιάςμε τα πράσινα πικροφυλλώματα! Όλο παραμύθι και κίνηση ήταν ηφθινοπωρινή νύχτα με τους βουνίσιους πεζολάτες* που κατέβαινανμε τα μουλάρια και τα κουδουνιστά αμάξια κουβαλώντας κρασί, κιη νύχτα μέθαε ρουφώντας απ’ τα φουσκωμένα ασκιά το κοκκινέλι.Ήταν φορές που οι νύχτες αφυπνίζουνταν αλαλιασμένες από τιςβαριόηχες κουδούνες των γκαμήλων και τ’ άγρια μουγκρητά τους.Πετάγουνταν απάνω τρέμοντας από φόβο και το κρύο, μ’ αυτόςστέκουνταν ακόμη ξέσκεπος ωσότου ο ήχος δυνάμωνε-δυνάμωνεκαι τον έφτανε ως τα ύψη της καρυδιάς κι ύστερα σβήνουνταν αργάκαι σιγανά μέσα στη νύχτα. Πόσες τρομερές ιστορίες για γκαμήλεςδεν είχε ακούσει από τον πατέρα του! Μια φορά ο παππούς τουείχε βρεθεί αντιμέτωπος με μια εξαγριωμένη γκαμήλα, που έτρεχεΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ246


ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ Τάσος ΣτεφανίδηςMιχαήλ Χρ. Κάσιαλος, To πότισμα, λάδι, μέσα του 20ου αι.* παίζω: κτυπώ, πυροβολώ* ζευγολάτης, ο: γεωργός, ζευγάς που οργώνει τοχωράφι με τα ζώαμουγκρίζοντας κατά πάνω του, έτοιμηνα τον δαγκώσει, να τον ρίξει χάμω, νατον καταπατήσει και να γονατίσει απάνωτου.– Τρέχουν οι γκαμήλες, πατέρα; ρωτούσεγεμάτος αγωνία.– Τρέχουν πολύ, γιέ μου, σαν είναιεξαγριωμένες, έλεγε ο πατέρας, καισυνέχιζε τη διήγησή του. Τρέχουν καικοιτάνε τριγύρω κι αλίμονο σε όποιονεβρεθεί στο δρόμο τους.– Σκότωσε τον παππού η γκαμήλα,πατέρα; πες μου, πες μου.– Κιντύνεψε πολύ ο παππούς εκείνητη μέρα μα τον έσωσε ο Θεός. Μέσα στην ερημιά δεν υπήρχε σπίτιή δέντρο κοντά για να καταφύγει.– Και γιατί δεν έπαιξε* την γκαμήλα ο παππούς, αφού κράταγεμαζί του το ντουφέκι του;– Γιατί θα τον σκότωναν οι Τούρκοι γκαμηλιέρηδες. «Θεέ μουβοήθα με», φώναξε ο παππούς και σφεντόνισε μια μεγάλη πέτραπου βρέθηκε μπροστά του. Η πέτρα χτύπησε την γκαμήλα στοκεφάλι, σωριάζοντάς την κάτω.Εκείνο ήταν το τελευταίο του φθινόπωρο στο περιβόλι. Δενξαναπήγε ποτέ πια στο χωριό, γιατί ο πατέρας, χρεοκοπημένος,αναγκάστηκε να το ξεπουλήσει. Κανένα από τα παιδιά δεν είπετίποτα, δεν τόλμησε να διαμαρτυρηθεί. Μα κείνη η μέρα ήταν ημέραπένθους. Κλείστηκε στο δωμάτιό του κι έκλαιε απαρηγόρητα.Εκείνο το περιβόλι ήταν η ψυχή του. Ποτέ του δεν το είδε σαν έναυλικό πράγμα που αντιπροσωπεύει μια ορισμένη χρηματική αξία.Ποτέ δεν το υποψιάστηκε αυτό.Στα όνειρά του εξακολουθούσε ακόμη να βλέπει τον εαυτό του νατρέχει μέσα στο περιβόλι και τους κάμπους του χωριού γεμάτος ζωή,ακούραστος. Έσκαβε και πότιζε τα καρποφόρα δέντρα, τα χέριατου ρόζιαζαν σαν του σκαφτιά, έκοβε ξύλα με μια μικρή αξίνη, μεπόδια γυμνά έμπαινε μέσα στα ποτάμια για να πιάσει καβούρια, καιτις νύχτες πήγαινε με άλλα παιδιά κρατώντας στα χέρια φωτιές καιαναμμένα δαδιά για να κυνηγήσουν και να πιάσουν αγριοπερίστερα,σκαρφαλώνοντας σε απόκρημνα βράχια για να φτάσουνε ως τιςφωλιές. Ακολουθούσε τους ζευγολάτες* έξω στους κάμπους, καικάθουνταν μαζί τους κι έτρωγε με λερωμένα χέρια που μύριζανχώμα, κρατώντας στη μια φούχτα κριθαρένιο ψωμί και στο άλλοΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ247


ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ Τάσος Στεφανίδηςελιές και κρεμμύδι. Τραγουδούσε τα δίστιχα ερωτικά τραγούδιατους, κι έτρεχε στους παραμυθάδες για ν’ ακούσει παραμύθια καιαπίστευτες ιστορίες ηρωισμού και παλληκαριάς. Τις Κυριακέςέψαλλε στη μικρούλα εκκλησιά, και κάθε χρόνο στο πανηγύριτου χωριού φορούσε τα γιoρτινά του κι ανέβαινε στο απόκρημνοπαρεκκλήσι της γιορτάρισσας Παναγιάς να προσκυνήσει. Έτρωγεμελωμένους λουκουμάδες και κάθουνταν ώρες πολλές στη σκιά τουκαλυβιού για να βλέπει τους ακούραστους χορευτάδες να λυγίζουνκαι να τσακίζουν το κορμί πετώντας το στα ύψη κάθε τόσο. Κι οιβιολιτζήδες με τους λαουτάρηδες έπαιζαν συνεπαρμένοι απ’ τονχορευτικό σκοπό, γέρνοντας σαν πληγωμένα πουλιά τα κεφάλιατους πάνω στα μελωδικά όργανά τους. Κρατούσε μέσα του τονήλιο, τον αγέρα, τη βροχή κι όλους του χωριού τους καημούς.Όλες οι νεροπηγές απ’ την καρδιά του ανάβλυζαν και πότιζαν ταπεριβόλια και τους κάμπους, και στην ψυχή του ήταν ζωγραφισμένεςοι πορφυρένιες δύσες κι οι καταιγίδες με τις αστραπές. Δεν ήτανμια μέρα που να πει κουράστηκα∙ έπληξα. Τι ανανέωση πουήταν εκείνη! Το κορμί του μύριζε ιδρώτα και σανό. Ήξερε ακόμητις συνήθειες των ζώων, που τα παρακολουθούσε κάθε μέρα τηνώρα της δουλείας και της ανάπαψης, την ώρα της ταγής και τουποτίσματος. Πόση στωικότητα, υποταγή και καλοσύνη στα γλαράμάτια τους, και πόση σκληρή κακομεταχείριση από τη μεριά τωνανθρώπων! Ήξερε ως και για τους έρωτές τους.Τάσος Στεφανίδης, Ο γιός των υδάτων, σχέδιο στην πρώτη έκδοση, 1960ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ248


Η ΥΣΤΕΡΗ ΑΓΓΛΟΚΡΑΤΙΑ (1945 - 1960)Ο Τάσος Στεφανίδης (Λευκωσία, 1917-1996) φοίτησε στο ΠαγκύπριοΓυμνάσιο. Ζωγράφος με αξιοσημείωτη παρουσία στα εικαστικάπράγματα του τόπου, ασχολήθηκε ακόμα με το θέατρο και συνεργάστηκεμε λογοτεχνικά περιοδικά της Κύπρου, όπου δημοσίευσε ποικίλακείμενα (άρθρα, κριτικές κ.ά.) Για την πολιτική και κοινωνική του δράσηυπέστη διώξεις από τις βρετανικές αποικιακές δυνάμεις.Στα γράμματα εμφανίστηκε το 1955 με την ποιητική συλλογή Ανησυχίες,όπου γίνεται προσπάθεια να αποτυπωθεί το υπαρξιακό δράματου σύγχρονου ανθρώπου μέσω μιας νεότροπης εκφραστικής. Ο ίδιοςπροβληματισμός με αντίστοιχους, νεοτερικούς πειραματισμούς στούφος και στη γραφή ενυπάρχει και στη νουβέλα του Ο γιος των υδάτων(ή Αποκάλυψη) (1960). Το υπόλοιπο ποιητικό και πεζογραφικό του έργοδημοσιεύτηκε πολύ αργότερα, κατά τη δεκαετία του 1990 (Καταστάσεις,Λευκωσία 1990· Ποιητικά δειλινά, Λευκωσία 1998· Αποθέωση και άλλαδιηγήματα, 1992).ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ249


"Ολισθηρός ιστός". Έθιμο Κατακλυσμού. Λιμάνι Κερύνειας, 1962


ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960-1974)ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣ


ποίηση"Οιδίπους Τύραννος" Σοφοκλέους. Πρώτη παράσταση Ελληνικού Γυμνασίου Αμμοχώστου. Αρχαίο θέατρο Σαλαμίνας, 1962


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΘεοδόσης ΝικολάουΈρωταςΟ έρωτας, αν και κινητήρια δύναμητης ανθρώπινης ύπαρξης, παρουσιάζεταιεδώ όχι ως πλησμονήή απόλαυση, αλλά ως βασανιστικόσυναίσθημα στέρησης, πόνουκαι απώλειας που κατατρώγει τηνψυχή . εσωτερικεύεται ως μια (μάταια)προσπάθεια να υπερνικηθούντα όρια που η ίδια η ανθρώπινηφύση, η συχνά αδυσώπητη πραγματικότητακαι ο χρόνος θέτουν στηδιάρκεια, την ένταση και την ικανοποίησήτου.Ο έρωτας είναι ένα μαρτύριο κι ένας καημός που δεν αναπνέειΠυρπολεί την ψυχή μας και τη γεμίζει με στάχτες.Δέντρο που φλέγει και κατατρώγει την κόκκινη ομορφιά τουΜέσα στο καλοκαίρι.Η νύχτα ξεφορτώνει την οδύνη της πάνω στο μέτωπό μας. 5Ο ύπνος ετοιμάζει τραγικά προσωπεία που θα φορέσουν ταόνειρα.Μας ξεφεύγει ο σπάγκοςΚι ο χαρταετός μαςΆθυρμα* στη συνομιλία των ανέμων. 10Στα χέρια μας στάχτες, στο κορμί μας αιθάλη*.Κι όμως πρέπει ν’ αντέξουμε να δούμε το φεγγάρι.Απόψε ο κύκλος του τριακοσίων εξήκοντα μοιρών.Ένα ζευγάρι ερωτευμένων με το κεφάλι μέσα στο ΓαλαξίαΕγκάθειρκτοι* στη φυλακή των χεριών τους 15Περιφρονούν τις στιγμές και μιλούν για αιώνεςΚι όμως η άλλη μέρα τούς τοποθετεί σε χωριστούς δρόμους.Το φεγγάρι ανεβαίνει τις σκάλες τ’ ουρανού.Ανάβει στον μικρό σκαντζόχοιρο το μονοπάτι.Χορδίζει τα τριζόνια. 20Θα μας σκεπάσει με σεντόνιαΠου στάζουν αρμύρα και γαλάζιοΚαι θ’ αγρυπνήσει στο στρώμα μας.* άθυρμα, το: αυτό που χρησιμοποιείται σαν παιχνίδι σταχέρια κάποιου, χωρίς να διαθέτει τη δική του βούληση* αιθάλη, η: κάπνα* εγκάθειρκτος: έγκλειστοςΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ253


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΗ εργασία του ποιητήΣτο ποίημα «ποιητικής» που παρατίθεταιεδώ αναδεικνύεται η αξίατης ποιητικής δημιουργίας ως ανάπλασηςή αναβάπτισης του υπαρκτούκόσμου, ως αντίδοτου στηφθορά του χρόνου και στο εφήμεροτης ανθρώπινης ζωής.Όταν επιτέλους κλείσουν τα μάτια των αγγέλωνΚαι οι φλόγες της ρομφαίας* κοιμηθούνΟ ποιητής που σ’ όλο τούτο το διάστημα αγρυπνάΝτύνεται τη στολή του κλέφτη.Δρασκελά το κατώφλι 5Και επιδίδεται στο δυσχερέςΚαι ανόσιο έργο του.Επιστρέφει όμωςΤην όραση έχοντας εμπλουτισμένηΑπό το σχήμα και το χρώμα των πραγμάτων. 10Ευδαίμων* μέσα στην άβυσσο της αγνωσίας τουΧαμογελάΚαθώς μια καλή οικοδέσποιναΠου στιλβώνει* ένα χάλκινο σκεύος.* ρομφαία, η: πύρινο σπαθί που φέρει συνήθως οΑρχάγγελος Μιχαήλ* ευδαίμων: ευτυχής* στιλβώνω: γυαλίζωΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ254


ΠΟΙΗΣΗ Θεοδόσης ΝικολάουΝέας Ιουστινιανής και πάσης Κύπρου*Οι ιστορικές, βιβλικές ή άλλες διακειμενικέςαναφορές χρησιμοποιούνταισυχνά για να φωτιστεί διαφορετικάτο παρόν και να ενισχυθείο προβληματισμός για την ατομικήκαι συλλογική ευθύνη απέναντι στημοίρα του γενέθλιου τόπου.Μεγάλη η δόξα του Αρχιεπισκόπου της Κύπρου.Φορεί σάκο σαν αυτοκράτοραςΚρατεί σκήπτρο σαν αυτοκράτοραςΚαι υπογράφει σαν αυτοκράτοραςΔια κινναβάρεως. 5Η φήμη* του όμως δεν είναι μόνο Αρχιεπίσκοπος πάσης ΚύπρουΑλλά Νέας Ιουστινιανής και πάσης Κύπρου.Πρώτα το Νέας ΙουστινιανήςΠου πολλές φορές παραλείπεταιΧάριν συντομίας 10Ή και από άγνοια.Νέα Ιουστινιανή… Νέα Ιουστινιανή…Πού είναι η παλιά και πού η νέα;Μήτε παλιά υπάρχει, μήτε νέα.Εκεί που ήταν, άλλες πολιτείες τώρα ζουν 15Με ξένα ονόματα και ξένους ανθρώπους,Ή μονάχα το σίδερο αναταράζει τη μνήμηΚαθώς ανοίγει τα καινούρια αυλάκια.Μνήμη που καίει χωρίς να καίγεταιΚαημός που δεν δροσίζει. 20Γλαύκος Κουμίδης, Τοπογραφικό, ακρυλικό, 2008* Η Νέα Ιουστινιανή ήταν πόλη στην Αρτάκη του Ελλήσποντου,όπου όρισε ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός <strong>Β</strong>΄να μετοικήσουν Κύπριοι (691-699 μ.Χ.), κυρίως απότην περιοχή της Κωνσταντίας (δηλ. της Σαλαμίνας),κατά τη διάρκεια των αραβικών επιδρομών. Το γεγονόςαυτό είχε ως αποτέλεσμα να προστεθεί στον τίτλο τουΑρχιεπισκόπου η φράση «Νέας Ιουστινιανής».* Φορεί σάκο σαν αυτοκράτορας/ Κρατεί σκήπτροσαν αυτοκράτορας/ Και υπογράφει σαν αυτοκράτορας/Δια κινναβάρεως: αναφέρεται στα προνόμιαπου παραχώρησε, κατά την επίσκεψη στην Κωνσταντινούπολητου Αρχιεπισκόπου Κύπρου Ανθεμίου το488 μ.Χ., ο αυτοκράτορας του <strong>Β</strong>υζαντίου Ζήνων στηνΕκκλησία της Κύπρου. Πέρα από την εκ νέου επικύρωσητου Αυτοκεφάλου, με τα προνόμια αυτά ο ΑρχιεπίσκοποςΚύπρου δικαιούται να φέρει κατά τις επίσημεςτελετές μανδύα (σάκο) χρώματος πορφυρού, να κρατείαυτοκρατορικό σκήπτρο αντί για ποιμαντορική ράβδοκαι να υπογράφει με κόκκινο μελάνι (κιννάβαριν). Ταπρονόμια αυτά, σύμβολα (πέραν της θρησκευτικής) καικοσμικής εξουσίας, διατηρούνται μέχρι σήμερα.* φήμη, η: ειδικός εκκλησιαστικός ύμνος που ψάλλεταιπρος τιμή του επισκόπου* σκόλοπας, ο: λεπτό και μακρύ δοκάρι με αιχμηρήάκρη, πάσσαλος, παλούκιΝέα Ιουστινιανή…Σκόλοπας* που ακατάπαυστα διατρυπάΤις φτερούγες της αυτοκρατορικής δόξαςΑσήκωτη άγκυρα στην έπαρση.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ255


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΈκθεση ζωγραφικής*Η υπερρεαλιστική σύλληψη τωνζωγραφιστών πουλιών και των δέντρων,τα οποία μακριά από τα ανθρώπιναβλέμματα εγκαταλείπουντους καμβάδες και ζωντανεύουν,για να συμμετάσχουν στον κοινόθρήνο, αποτελεί ουσιαστικά ένασχόλιο για τη δύναμη της τέχνης καιτο ρόλο του δημιουργού σε εποχέςοδύνης και σπαραγμού.Οι επισκέπτες τριγυρίζουν μες στην αίθουσα·<strong>Β</strong>λέπουν στους τοίχους τις εικόνεςΣυνομιλούν και σχολιάζουν.«Ο τεχνίτης πρέπει να δίνει σάρκα και οστά στα οράματά του·Από τα έργα απουσιάζει παντελώς η φρίκη του θανάτου. 5Τι θέση έχουν τα πουλιά, τα δέντρα, τα τοπία αυτά τα ειδυλλιακάΤην ώρα που η βία ωμή περνά και μας καταπατά;»Μα όταν το βράδι σβήσει τα φώτα ο φύλακαςΚαι στερεώσει το μοχλό στην πόρταΑνοίγουν το ράμφος τα πουλιά 10Και η άδεια αίθουσα αντηχεί από ένα κλάμαΣα να μοιρολογούν όλα μαζί την Αντριανόπολη.Κι ακόμα όταν σηκώνεται ο άνεμος τη νύχταΤην αίθουσα αυτή δεν αγνοεί. ΠνέειΚαι σείει τα φύλλα των δέντρων στις εικόνες. 15Ένας στεναγμός ακούεται μέσα στους τέσσερις τοίχουςΊδιος με τον θρήνο της ΕκάβηςΠου μαζί με τις άλλες Τρωαδίτισσες ζητούσανΜέσα στη λεηλατημένη Τροία τα παιδιά τους.Φαίνεται πως δεν έχει σημασία το τι αλλά το πώς. 20* Αντριανόπολη, η: Πόλη της Ανατολικής Θράκης, μεμεγάλη ιστορική σημασία κατά τους Ρωμαϊκούς και <strong>Β</strong>υζαντινούςχρόνους. <strong>Β</strong>ρίσκεται στη σημερινή ευρωπαϊκήΤουρκία (τουρκ.: Edirne), πολύ κοντά στα σύνορα μετην Ελλάδα και τη <strong>Β</strong>ουλγαρία. Εδώ ο ποιητής αναφέρεταισε ένα από τα πιο παλιά ιστορικά τραγούδια τηςδημοτικής παράδοσης, «Το κρούσος της Αντριανούπολης»,το οποίο και αποτυπώνει το λαϊκό αίσθημα για τηνάλωση της πόλης το 1361 από τον Σουλτάνο Αμουράτ(αν και η πόλη υπέφερε από αλλεπάλληλες επιδρομέςκαι καταστροφές ήδη από τις αρχές του 13ου αιώνα):«Τ’ αηδόνια της Ανατολής και τα πουλιά της Δύσης/κλαίγουν αργά, κλαίγουν ταχιά, κλαίγουν το μεσημέρι,/κλαίγουν την Αντριανούπολη την πολυκρουσεμένη,/όπου τήνε κρουσέψανε τις τρεις γιορτές του χρόνου˙/του Χριστουγέννου για κηρί, και του <strong>Β</strong>αγιού για βάγια/και της Λαμπρής την Κυριακή για το Χριστός Ανέστη.»* Εκάβη, η: γυναίκα του Πρίαμου, βασιλιά της Τροίας,μητέρα του Έκτορα και του Πάρη. Εδώ ο ποιητής αναφέρεταιπιθανώς στις τραγωδίες του Ευριπίδη Εκάβηκαι Τρωάδες, όπου παρουσιάζονται με ανάγλυφο τρόποτα δεινά του πολέμου, ιδιαίτερα για τους αμάχους.Στας Παράσκος, Παγανιστική άνοιξη, λάδι, 1968 (λεπτομέρεια)ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ256


ΠΟΙΗΣΗ Θεοδόσης ΝικολάουΜνήμηΗ αίσθηση του κενού από το ανεπίστρεπτοτης παιδικής ηλικίας καιτου κόσμου της, η εγρήγορση μιαςσυνείδησης που αναζητά διαρκώςτο ουσιώδες και το νόημα της ζωής,τελικά η υπαρξιακή αγωνία, πουδεν μετατρέπεται όμως σε άρνηση,αλλά σε συμφιλίωση με τον κόσμοτων απλών πραγμάτων: αυτά δίνουντα υλικά στον ποιητή για τηδημιουργία μιας προσωπικής μυθολογίας,όπου κυριαρχούν εικόνεςοικείες από τη φύση ή την καθημερινήζωή.Όταν ήμαστε παιδιά μάς έλεγαν πως πρέπει να σιωπούμεΓια να μπορούν ν’ ακούονται οι μεγάλοιΠου συζητούν για υποθέσεις σοβαρές.Μας έλεγαν να μη μιλούμε στο τηλέφωνοΓιατί δεν είναι το τηλέφωνο παιχνίδι για παιδιά· 5Είναι κι αυτό αναγκαίο για τους μεγάλουςΚαι μάλιστα για πράγματα ουσιώδη.Και άλλα πολλά μας έλεγανΠου εστένευαν την απεραντοσύνη του κόσμου.Ο λυγμός κατέβαζε τα βλέφαρα βαριά 10Ενώ ο ύπνος στέγνωνε στο μάγουλο μια βούλα από δάκρυα.Μιλήσαμε τέλος στο τηλέφωνο όταν μάθαμε τα περί ήχου·Ότι δηλαδή ο ουρανός είναι μια άλλη θάλασσαΜε κύματα που σπάζουν ή που σβήνουν κι αυτά στην ακοή.Μιλήσαμε όταν στην άλλη άκρη της γραμμής 15Δεν μπορούσε να είναι ούτε ο λύκοςΟύτε η αρκούδα, ούτε ο πρίγκιπαςΟύτε ο Αϊ-<strong>Β</strong>ασίλης με το μυροβόλο* ραβδίΚαι τα περδίκια αγαπημένα με τα λευκά περιστέριαΝα σμίγουν τους κελαηδισμούς τους. 20Τώρα που μάθαμε τι λέγουν οι μεγάλοιΑφού γίναμε κι εμείς μεγάλοι πια,Καταλάβαμε ακόμα και γιατί δεν μπορεί ο κόσμοςΝα ησυχάσει μια στιγμή.Και είναι τώρα πράγματι η ώρα για να κλαις 25Αν δεν έχουν αδειάσει οι πηγές των δακρύων από τότε.Νίκος Νικολάου, Προμετωπίδα συλλογής Εικόνες.* μυροβόλος: που ευωδιάζειΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ257


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΤο σαλιγκάριΑπό το σπίτι μου πέταξα τα πάνταΌσα στην ευτυχή έκβαση του ταξιδιού μου δεν συμβάλλουνΚι από το σώμα μου κράτησα τη γύμνωσή μου μόνο.Tζον Κόρμπιτζ, Προσωπογραφία Θεοδόση Νικολάου, μολύβιΑυτά που λέγονται για μας μην τα πιστεύειςΠως μας καίγουν κι εμείς τραγουδούμε 5Κι όλα τα άλλα τα ψευδή και τα εμπαθή.Κατάκτησα το ύψος μου πολεμώντας νύχτα και μέραΚατάκτησα το ύψος μου μετρώντας τη διαδρομή μουΜε το μέγεθός μου.Γιατί βέβαια θα το ξέρεις 10Πως ο δικός σας κόσμος είναι το σκοτάδιΚαι πρέπει να είναι κανείς πολύ προσεκτικόςΣ’ όλες του τις κινήσειςΕνώ η περιπέτεια η δική μου μια συνεχής αποταμίευση φωτός.Κι όμως όση προσοχή και σύνεση κι αν καταβάλλω 15Έκθετο είμαι σ’ όλους τους κινδύνουςΚαι τίποτα άλλο δεν προβάλλωΠαρά την ελικοειδή σιωπή μου κι αναμένωΜέσα στο χέρι το μεγάλο του Θεού.Η φτέρνα σου βέβαια γνωρίζει 20Τον άδειο ήχο της εύθραυστης βασιλείας μου.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ258


ΠΟΙΗΣΗ Θεοδόσης ΝικολάουΤο σπίτιΗ μείζων αυτή ποιητική σύνθεση«τοποθετεί τον ποιητή της στο κεφαλόσκαλοτης λυρικής, μνημονικήςποίησης». Σύμφωνα με σχετικήκριτική αποτίμηση, η έμπνευση «ναιμεν πηγάζει από τις εμπειρίες του δημιουργούτης (καθημερινά βιώματακαι διαβάσματα), μα δεν αναβλύζειπαρά μετά την λησμοσύνη κάθε εφήμερουστοιχείου». Ο ποιητής, τελικά,οικοδομεί το δικό του «σπίτι τηςμνήμης» «από ένα γενέθλιο σπίτι μεκήπο, κατά κανόνα χαμένο ή ρημαγμένο,άρα πρόσφορο για νοσταλγικό,μυθοπλαστικό ανακάλημα» και μέσααπό ένα κατασταλαγμένο και λιτόύφος «φτάνει σε μια γαλήνια, αναστάσιμησυναλλαγή με τον θάνατο».β΄Το πότε χτίστηκε το σπίτι δεν μπορώ να το ξέρω.Η χρονολογία στο υπέρθυρο* φθαρμένηΚαι σε γλώσσα ίσως ακατάληπτη.Ξέρω μονάχα πως τα θεμέλιά τουΕίναι στρώματα από κόκκαλο 5Αγίων, πορνών, καλλιμαρτύρων, ηρώων και φαύλων,Στρώματα από κόκκαλοΨαριών και άλλων εναλίων* ζώωνΌστρακα αγγείων και ονείρωνΜαζί με αίμα πολύ που έπηξαν και έγιναν ένα. 10Γιατί ποταμοί παπαρούνεςΧύνονται από τις γύρω πλαγιέςΔιαρρέουν τον κάμποΚαι το πολιορκούν στα στενά με τον ερχομό της ανοίξεως.Οι άνεμοι και η θάλασσα 15Αφρίζουν, φυσούν, αλλά το σεβάζονται.Και το μαύρο σύγνεφο που τη στέγη του απειλείΤα χελιδόνια το ξεσχίζουν με το ράμφος σε λωρίδεςΚαι με θριάμβου αλαλαγμούς τις διαλύουνΜέσα στο γαλάζιο του ουρανού. 20Το σπίτι δεν είναι παρά ένας εξώστηςΛίγο πιο πάνω από τη γηΛίγο πιο πάνω από τα κύματαΔιαρκώς αιωρούμενος.Και μέσα στον καύσωνα, σχεδόν πάντα, 25Ο Δυτικός άνεμος έρχεται κινώντας αργάτις πτέρυγές του,Σαλεύει τις κουρτίνες των δωματίωνΣαλεύει τα γιασεμιά,Τα κόβειΚαι στολίζει το καιόμενο μέτωπο των ενοίκων. 30Εδώ γεννήθηκα.* υπέρθυρο, το: το ανώτερο τμήμα του πλαισίου πόρταςή παράθυρου (συν. στα παραδοσιακά σπίτια)* ενάλιος: θαλάσσιοςΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ259


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΟ Θεοδόσης Νικολάου (Πάφος, 1930 - Λευκωσία, 2004) σπούδασεφιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και παιδαγωγικά στο Πανεπιστήμιοτου Λονδίνου. Εργάστηκε στη Μέση Εκπαίδευση.Αρχικά παρουσιάζεται ως πεζογράφος με μια συλλογή διηγημάτων(Ρίζες στα χώματα, 1958), αν και είχε δημοσιεύσει από νωρίς, κατά τηδεκαετία του 1950, ποιήματά του στο περιοδικό Κυπριακά Γράμματα.Στις τρεις ποιητικές καταθέσεις του (Πεπραγμένα, 1980· Εικόνες,1988· Το σπίτι, α΄ εκδ. 1993, β΄ εκδ. 2002) με αφετηρία προσωπικέςή συλλογικές εμπειρίες, συναιρεί τη στυφή ιστορική γεύση και τη μεταφυσικήαναζήτηση σε άρτια λυρικά ποιήματα, συγκροτώντας έναποιητικό σύνολο το οποίο χαρακτηρίζει η λιτότητα, η αφαίρεση και οκατασταλαγμένος, στοχαστικός τόνος. Σταδιακά, η ποιητική του γραφήαγγίζει την ωριμότητα, αποπνέοντας τη θαλπωρή ενός λόγου, πουεκφράζει το θάμβος της ζωής, αλλά και την εγκαρτέρηση απέναντιστο βασανιστικό αίνιγμα και το φευγαλέο της ανθρώπινης ύπαρξης.Στο προσωπικό του ποιητικό πεδίο και ήθος έχουν κεντρική θέση οισυνομιλίες με το έργο του Δ. Σολωμού, του Τ.Σ. Έλιοτ και του Γ. Σεφέρη.Ιδιαίτερα αξιόλογο θεωρείται το δοκιμιακό/κριτικό (Δ. Σολωμός,Αλ. Παπαδιαμάντης, Τ.Σ. Έλιοτ, Ο. Ελύτης, <strong>Β</strong>. Μιχαηλίδης κ.ά.), καθώςκαι το μεταφραστικό του έργο (Σ. Χήνυ).Χειρόγραφη σελίδα τίτλουσχεδιασμένη από τον Θ. Νικολάου (1955)σε φοιτητική εργασία του Α. ΠαστελλάΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ260


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΑνδρέας ΠαστελλάςΕυρώπη εικοστός αιώνΣτο ποίημα που παρατίθεται εδώ οιιστορικές αναφορές είναι διάσπαρτες,προκειμένου το παρελθόν ναπροβληθεί στο παρόν και να αναδειχθεί,έτσι, η σύγχρονη συγκυρίαμέσα από ένα διαφορετικό πρίσμα.Η στοχαστικότητα που το διακρίνειδεν το στερεί ταυτόχρονα από μιααμεσότητα, η οποία επιτυγχάνεταικυρίως μέσω μιας λεπτής ειρωνείαςκαι μιας λιτής εκφραστικότητας.* Μοντεσκιέ, ο: Γάλλος Φιλόσοφος του Διαφωτισμού(1689-1755). Το κλασικό του έργο, Πνεύμα των Νόμων(1748), όπου αναλύονται τα πολιτεύματα και οι αρχέςστις όποιες αυτά οφείλουν να στηρίζονται, άσκησεμεγάλη επίδραση στην ευρωπαϊκή πολιτική σκέψη καιστα Συντάγματα της Γαλλικής Επανάστασης (1789).* Μεγάλη Χάρτα, η: Ο καταστατικός χάρτης των συνταγματικώνελευθεριών που αναγκάστηκε να παραχωρήσειστον αγγλικό λαό ο βασιλιάς Ιωάννης ο Ακτήμονας(1166-1216) στις 15 Ιουνίου 1215, κάτω από την πίεσητων ευγενών. Θεωρείται έκτοτε η πρώτη σημαντικήκατάκτηση στην κατεύθυνση της κατοχύρωσης βασικώνατομικών και πολιτικών δικαιωμάτων.* Κομεντί Φρανσαίζ, η: Η Γαλλική κρατική θεατρικήσκηνή που ιδρύθηκε το 1680.* Μασσαλιώτιδα, η (La Marseillaise): Στρατιωτικό/επαναστατικό εμβατήριο των Γάλλων, το οποίο καθιερώθηκεως ο εθνικός ύμνος της χώρας τους από το 1795.* Τζον Χάρτινγκ, ο: Άγγλος στρατιωτικός και πολιτικός(1896-1989), διετέλεσε κυβερνήτης της Κύπρου απότον Οκτώβριο του 1955 ως τον Οκτώβριο του 1957.Συνέδεσε το όνομά του με τα σκληρά μέτρα έκτακτηςανάγκης που επιβλήθηκαν στο νησί κατά τη διάρκειατου Απελευθερωτικού Αγώνα, ανάμεσα στα οποία ήτανοι απαγχονισμοί, η απαγόρευση κυκλοφορίας των κατοίκων,τα στρατόπεδα συγκέντρωσης κ. ά., αλλά και ηεξορία του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου στις Σεϋχέλλες. Ωςαρχηγός του Αυτοκρατορικού Γενικού Επιτελείου είχεπροηγουμένως εμπλακεί στην αντιμετώπιση του απελευθερωτικούκινήματος των Μάου-Μάου στην Κένυα.Ο Μοντεσκιέ* σιωπάκρατώντας σφιχτά στο στήθος τουτο πνεύμα των νόμωνκι η Γαλλική Επανάσταση έχει εναποτεθείστο μουσείο του Λούβρου. 5Από τον Ιωάννη τον Ακτήμοναπήραν το μόνο κτήμα που ’χε,τη Μεγάλη Χάρτα*.Στην Κομεντί Φρανσαίζ* παίζεται η κωμωδία«Τα δικαιώματα του ανθρώπου», 10λαϊκή απογευματινή,και τραγουδά τη μασσαλιώτιδα*η χορωδία του Συμβουλίου της Ευρώπης.Αύριο πρεμιέρα πανηγυρική:«Ο νόμος και η τάξις» 15με αρχιμουσικό –κοινή συναινέσει–τον υψηλό βαρόνο, άλλοτε στρατάρχη σερ Τζον Χάρτινγκ*.Χιλιάδες Λονδρέζων δεν κοιμήθηκανγια το δράμα ενός σκύλου.Μέσα στην πρωινή ομίχλη 20πάνω από τις μαυρισμένες καμινάδες των πολιτειώναιωρούνται κρεμασμένοι οι αμετανόητοι τρομοκράτες των αποικιών,χορωδίες των σκοτωμένων μαύρων παιδιών της Κένυαςτραγουδάν τα κάλαντα.και το Big Ben σημαίνει το τέλος ενός κόσμου. 25ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ261


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΆδεια θρανίαΤο ποίημα αποτελεί φόρο τιμήςστους αγωνιστές μαθητές του ΑπελευθερωτικούΑγώνα (1955-1959).Διάβασα τον κατάλογο και σεις λείπατε,γράφατε την ορθογραφία σας στους τοίχους.Διάβασα τον κατάλογοκαι σεις βρισκόσαστε στα οδοφράγματα.Διάβασα τον κατάλογο 5και σεις γράφατε στις φυλακέςστα μικρά σας γόνατατην Ιστορία του Ανθρώπου.Κι έγραψα στον κατάλογο: όλοι παρόντες!και πλάι το βαθμό του καθενός σας: άριστα! 10Bίκτωρ Ιωαννίδης,Προσωπογραφία Ανδρέα Παστελλά, μολύβιΘεόδουλος Θεοδούλου, Μνημείο Μαθητιώσας Νεολαίας,μπρούντζος, Λεμεσός 2005ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ262


ΠΟΙΗΣΗ Aνδρέας ΠαστελλάςΟ Φρύνιχος* στην Αθήνα το καλοκαίρι του 1974«ες δάκρυα έπεσε το θέητρον» (Ηρόδοτος)Η μυθική μέθοδος δίνει στον ποιητήτη δυνατότητα να συνδέσει τα συλλογικάοράματα, τους αγώνες καιτις διαψεύσεις του κυπριακού ελληνισμούμε το ευρύτερο πλαίσιο τηςεποχής, αλλά και να υποβάλλει τηνενότητα της πορείας και της εμπειρίαςτου μέσα στο χρόνο. Με τον τρόποαυτό, γίνεται αισθητή η ειρωνείαπου συχνά διαπερνά την ίδια τηνιστορική συνέχεια, προσδίδονταςστο όλο σκηνικό της ποίησής του τηντραγικότητα του αρχαίου δράματος.* Τραγικός ποιητής της Αθήνας (6ος-5ος αιώνας π.Χ.).Όταν το έργο του Μιλήτου Άλωσις διδάχτηκε στηνΑθήνα το 495 π.Χ., προκάλεσε τέτοια συγκίνηση στουςθεατές, ώστε ο ποιητής τιμωρήθηκε με πρόστιμο χιλίωνδραχμών, επειδή θύμισε στους Αθηναίους «δυστυχίαςοικιακάς». Στο επεισόδιο αυτό αναφέρεται και το παράθεμααπό τον Ηρόδοτο (Ιστορίαι, <strong>Β</strong>ιβλίο ΣΤ΄, §21), πουπροηγείται του ποιήματος.* καμωμένο από λίγα χορτάρια/ που ’χαν μείνει στηνέρημη γη: Αναφορά στους καταληκτικούς στίχους απότο επίγραμμα «Στην καταστροφή των Ψαρών» (1824)του Δ. Σολωμού.* αγρινόν, το: προστατευόμενο είδος άγριας κατσίκαςτης Κύπρου που ζει στα δάση του Τροόδους.* υποχθόνιος: υπόγειοςΚαθώς βγήκε στο φως από τον Υπόγειο της Ομόνοιαςσαν από σκοτεινή καταπακτήαπό ξεχασμένη γαλαρία ορυχείουμε χιλιάδες αμίλητους νεκρούς συντρόφουςνα ταξιδεύουν μαζί του, 5δεν είχε στο κεφάλι του στεφάνικαμωμένο από λίγα χορτάριαπου ’χαν μείνει στην έρημη γη*.Με τσουρουφλισμένα βλέφαραμάτια θολά και κόκκινα απ’ τους καπνούς 10τη στάχτη στα μαλλιάαπ’ τα καμένα κέδραπυρπολημένης γειτονιάς πατρίδας μακρινής,χωρίς ακοή απ’ τις στριγγές φωνέςσφαγμένων αγρινών*, 15με χέρια απλωμένααόμματος επαίτηςγωνία Σταδίου και Αιόλουστάθηκεμπροστά στην υποχθόνια* βοή που ερχόταν 20κατηφορίζονταςσαν από άλλο κόσμο χαρισάμενο στο πεζοδρόμιο.– Έλληνες αδελφοί...Από ηχείο στήθους ραγισμένουβραχνή βγήκε η φωνή σαν ξένη 25σε άσημα θρύψαλα ήχου σκορπίστηκεσαν πατημένα φέιγ-βολάνστην άκρη του δρόμουή σαν άχρηστα εισιτήρια λεωφορείουστο λερωμένο πλακόστρωτο. 30-Έλληνες αδελφοί...η φωνή χάθηκε στο βάθος ξεραμένου πηγαδιού.Κάποιος περνώντας δίπλατου ’χωσε βιαστικά στη χούφταένα τάληρο. 35ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ263


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΟ Ανδρέας Παστελλάς (Κάτω Πάφος, 1932) σπούδασε φιλολογίαστο Πανεπιστήμιο Αθηνών και εργάστηκε στη Μέση Εκπαίδευση. Συμμετείχεστην έκδοση των λογοτεχνικών περιοδικών Κυπριακά Χρονικά καιΕπιθεώρηση Λόγου και Τέχνης.Εξέδωσε το 1970 την πρώτη του ποιητική συλλογή Χώρος διασποράς,αν και είχε από νωρίς, κατά τη δεκαετία του 1950, δημοσιεύσει ποιήματάτου στο περιοδικό Κυπριακά Γράμματα. Το έργο του (που συμπληρώνεταιμε τη συλλογή Μεταθανατίως αποσχηματισθείς, 1995) εκφράζει τιςδιαψεύσεις της «Γενιάς της Ανεξαρτησίας» και ασκεί κριτική στην κυπριακήκοινωνία των πρώτων χρόνων της Δημοκρατίας. Σταδιακά μάλιστα,ο ποιητής υιοθετεί την αλληγορική μέθοδο και, αξιοποιώντας κυρίως τοκαβαφικό (και δευτερευόντως το σεφερικό) παράδειγμα, διαλέγεται με τηνιστορία (ή/ και το μύθο). Ο ειρωνικός/ σαρκαστικός τόνος, ευδιάκριτος σεπολλά ποιήματά του, έχει στόχο να ενεργοποιήσει την κριτική ματιά τουαναγνώστη, προκειμένου να συμμεριστεί μαζί του την αγωνία για τη μοίρατης Κύπρου. Εκτός από την ποίηση, ασχολήθηκε με την κριτική και τημελέτη της λογοτεχνίας (Κ. Παλαμάς, Μ. Αναγνωστάκης, Κ. Μόντης κ.ά.).ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ264


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΘεοκλής ΚουγιάληςΠερί ποντικώνΤα ποιήματά του, χωρίς να υπολείπονταισε προβληματισμό γύρωαπό υπαρξιακά θέματα και το αίνιγματου θανάτου, μέσα συχνάαπό αλληγορίες και ιστορικές προβολές,επιχειρούν να προβάλλουν(και να υπονομεύσουν) τη σύγχρονηπολιτική και κοινωνική πραγματικότητα.Oι κάθε είδους συμβάσειςπροκαλούν την ειρωνικήαποστασιοποίηση του ποιητικούυποκειμένου, εκφρασμένη κατάκανόνα σε ένα επιμύθιο.Ένας ποντικόςπαρα - βολικόςχρόνια τρία πολιτευτήςκι έντεκα οραματιστής.Ένας άλλος ποντικός 5παρα - πειστικόςπαίρνει απόφαση γερήιεράρχης να γενεί.Κι ένας τρίτος ποντικόςπαρα - κρατικός 10βλέποντας θέση κενήτην αράζει στη βουλή.Σε μιαν εποχήπαρα - ποιητικήσύμβολα οι ποντικοί 15κι ο νοών νοεί.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ265


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΔιακοπήΦύγαν οι καλεσμένοι μας. Το σπίτιείναι άδειο και σιωπηλό.Περάσαμε καλά. Φάγαμε, ήπιαμε άφθονο κρασίείπαμε τα αστεία μας, γελάσαμε με την καρδιά μας.Είναι φίλοι καλοί. Τους αγαπάμε. 5Φεύγοντας μας αφήσαντη μυρωδιά τους πάνω στα έπιπλατην καλοσύνη της μορφής τους στους καθρέφτες.Η παρουσία τους είναι ακόμη αισθητή.Φύγαν οι καλεσμένοι μας. 10Μείναμε μόνοι με την καθημερινότηταμε τις φροντίδες, τα προσωπικά προβλήματακαι τις κρυφές πληγές μας.Χριστόφορος Σάββα, Σύνθεση, λάδιΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ266


ΠΟΙΗΣΗ Θεοκλής ΚουγιάληςΤο ταξίδιΈβαλε στο μπαούλο του είδη πρώτης ανάγκης μόνοεκείνα που θα του χρειάζοντανπου πίστευε πως θα του ήταν απαραίτηταγι’ αυτό το μακρινό και άγνωστης διάρκειας ταξίδι.Έβαλε ρούχα, μερικά βιβλία, σημειώσεις του, 5τα όνειρα, τις έμμονες ιδέες και τα βάσανά του.Έβαλε ακόμη μια φωτογραφία πρόσφατημήπως και το ταξίδι τον αλλάξει τόσο δραστικάπου δεν θ’ αναγνωρίζει πια τον εαυτό του,τον εαυτό του που εγκατέλειπε 10για ένα τόσο μακρινό και άγνωστης διάρκειας ταξίδι.Ανδρέας Χαραλαμπίδης, Ορφέας, λάδι, 1996ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ267


ΠΟΙΗΣΗ Θεοκλής ΚουγιάληςΟ Σιμεών, ο ποιητήςΟ Σιμεών, ο ποιητής ο έγκλειστος,ο έπαινος και το καμάρι του Νησιού μας,στις πεποιθήσεις Έλληνας, στη σκέψη Ευρωπαίοςαλλά στη γλώσσα και στιχοποιΐα γνήσιος Κυπραίος.Ο λόγος του ακατέργαστος και συνοφρυωμένος 5απόπνεε δριμύτητα. Χώλαινε λίγο στην κομψότητακαι ήταν άγευστος στης καλλιέπειας* το νέκταρ.Ο στίχος του ομιλητικός παρά γραπτόςμε απρόσμενες μεταφορές, με αλληγορίες που ξενίζαν.Το ύφος του ειρωνικό, αστόλιστο και άτσαλο 10έσκαβε μέγα χάσμα κι έριχνε μέσα τους αμύητους.Εξόχως ικανός στην ερμηνεία του παρελθόντοςστην κατανόηση του παρόντος άφθαστοςδεινότατος στην πρόβλεψη του μέλλοντος.Σαν αετός πετούσε πιο ψηλά από τους φλύαρους 15τερετισμούς* της εποχής του και σαν γεράκιορμούσε και σημάδευε τον στόχο του.Αυτά για την υπεροχή του. Και είναι λίγα!Γιώργος Μαυροΐδης, Το άλογο, λάδι, 1959* καλλιέπεια, η: χάρη, κομψότητα και γλαφυρότηταύφους* τερετισμός, ο: (μτφ.) μουρμουριστό, σιγανό τραγούδιμε τρεμουλιαστή φωνήΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ268


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΟ Θεοκλής Κουγιάλης (Δευτερά, 1936) τελείωσε το ΔιδασκαλικόΚολλέγιο Μόρφου και αργότερα πραγματοποίησε μεταπτυχιακές σπουδέςστα παιδαγωγικά στις Η.Π.Α. και στη Μ. <strong>Β</strong>ρετανία. Εργάστηκε στηΔημοτική Εκπαίδευση.Στα γράμματα εμφανίστηκε το 1957 και τύπωσε το πρώτο του ποιητικόβιβλίο δυο χρόνια μετά (Μολυβιές στο περιθώριο, 1959), για ναακολουθήσουν περισσότερες από δέκα άλλες συλλογές (Τα τελευταίαμου, 1964· Αλλ’ ίσως όχι, 1968· Μυστικά φορτία, 1971· Η επιστροφή,1976· Μυθολόγιον, 1981 κ.ά). Ξεκινώντας από την παράδοση (έμμετροςλόγος, ρυθμικότητα), η ποιητική του σταδιακά θα διαφοροποιηθεί: οτρυφερός λυρισμός και η βαθιά ανθρώπινη αγωνία θα εμπλουτιστούνεκφραστικά και θεματικά, καθώς ο ποιητής θα στραφεί κριτικά και στασύγχρονα προβλήματα, μέσα από μια μυθοποιητική συμβολική με έκδηλοτο σατιρικό στοιχείο.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ269


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΚώστας <strong>Β</strong>ασιλείουΟ Αισχύλος και ο Γιάννης*Το ποίημα αναφέρεται στο βασικό δίλημμαπου αντιμετωπίζει κάθε άξιοςδημιουργός σε περιόδους κρίσης καιαγώνα: να αφιερωθεί στην τέχνη τουκαι μέσα από αυτή να προσφέρει ό,τιμπορεί για την κοινή προσπάθεια ήνα στοιχηθεί στις τάξεις του πλήθους,αναλώνοντας ακόμα και τη ζωή τουγια το συλλογικό καλό, έστω και αντελικά ζημιώσει καλλιτεχνικά. Ανάλογοςείναι ο προβληματισμός τωνΝέων της Σιδώνος (400 μ.Χ.) στοομότιτλο ποίημα του Κ.Π. Καβάφη,με τη ζυγαριά να γέρνει (σε αντίθεσημε το ποίημα που παρατίθεται εδώ)προς τη μεριά της καλλιτεχνικής δημιουργίαςκαι προσφοράς.* πικραινόμενος εν εαυτώ: Αναφορά στην ομότιτληποιητική συλλογή (Πικραινόμενος εν εαυτώ, 1975) τουΚ. Μόντη.* Ο Ριμαχό – κι ο Ριμάχο, Η Ριμαχόνα: πβ. το σχετικόσχόλιο στο ποίημα «Ένα τραγούδι για τον Ριμαχό» τουΠ. Μηχανικού.* Κοιτάζοντας τη μάχη από ένα μύλο: Αναφορά στημάχη των Μύλων του Ναυπλίου (13-14 Ιουνίου 1825),κατά την οποία ο στρατηγός Ιωάννης Μακρυγιάννης(1797-1864) οργάνωσε με επιτυχία την άμυνα εναντίοντου πολυάριθμου στρατού του Ιμπραήμ πασά τηςΑιγύπτου ο ίδιος ο Μακρυγιάννης, ψυχή της όλης προσπάθειας,τραυματίστηκε ελαφρά στο δεξί του χέρι.* σαν τον Αισχύλο/ Που πολέμησε στον Μαραθώνα:Ο τραγικός ποιητής Αισχύλος (525-456 π.Χ.) συμμετείχεστους αγώνες των Αθηναίων εναντίον των Περσών, τόσοστον Μαραθώνα (490 π.Χ.,), όπου σύμφωνα με μια παράδοσημεταφέρθηκε τραυματισμένος έξω από το πεδίοτης μάχης, όσο και (κατά τη δεύτερη εισβολή των Περσών)στο Αρτεμίσιο της Εύβοιας (480 π.Χ.). Τη συμμετοχήτου αυτή τη θεωρούσε ιδιαίτερα σημαντική, ώστε να τημνημονεύσει (μόνο αυτή και όχι τα δραματικά του έργα)στο επίγραμμα που ο ίδιος ζήτησε να χαραχτεί πάνω στοντάφο του στη Γέλα της Σικελίας: «Τούτο το μνήμα σκεπάζειτον Αισχύλο του Ευφορίωνος, Αθηναίο, που πέθανεστη σιτοφόρα Γέλα για την ευδόκιμη ανδρεία του θα είχενα πει το Μαραθώνιο άλσος και ο Πέρσης με την πυκνήχαίτη –που την εγνώρισε».* Δώρος Λοΐζου: ποιητής και πολιτικός αγωνιστής(1944-1974). Δολοφονήθηκε στη Λευκωσία στις 30Αυγούστου 1974 από ανθρώπους που συμμετείχαν στοπραξικόπημα εναντίον του Αρχιεπισκόπου Μακαρίουκαι της νόμιμης κυβέρνησης της <strong>Κυπριακής</strong> Δημοκρατίας(15 Ιουλίου 1974).* Παύλος Τελώνης: Ψευδώνυμο του ποιητή ΠαντελήΜηχανικού (1926-1979).Δεν είναι αρκετό να ’μαστε άριστοιΠοιητές της καρδιάς και του ύφουςΈλεγε πικραινόμενος εν εαυτώ*Κοιτάζοντας τη μάχη από ένα βράχοΟ Ριμαχό – κι ο Ριμάχο* 5Κοιτάζοντας τη μάχη από ένα μύλο*Δεν είναι αρκετό να ’μαστε άριστοιΠοιητές της φωτιάς και του πλήθουςΠρέπει να γίνουμε και άριστοιΠολεμιστές, σαν τον Αισχύλο 10Που πολέμησε στον Μαραθώνα*.Δεν γίνεται, τους φώναξεΜέσ’ από την καρδιά της μάχηςΗ Ριμαχόνα – πρέπει να διαλέξετεΓιά ποιητές γιά στρατιώτες, αν αμφιβάλλετε 15Ρωτάτε τον Διονύσιο Σολωμό και τον Ρήγα ΦεραίοΡωτάτε τον Δώρο Λοΐζου* και τον Παύλο Τελώνη*Που κάτι ξέρουν για το μέγα δίλημμα.Μ’ αν θέτε σώνει και καλά να είστε και τα δύοΠρέπει πρώτα να γίνετε γενναίοι πολεμιστές 20Με στήθοςΚι ύστερα, αν επιβιώσετεΓενναίοι ποιητέςΜε ήθοςΣαν τον Αισχύλο και τον Γιάννη 25Τον Μακρυγιάννη.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ270


ΠΟΙΗΣΗ Κώστας <strong>Β</strong>ασιλείουΤα επίθεταΤα ποιήματα που παρατίθενται στησυνέχεια θα μπορούσαν να χαρακτηριστούνως «ποιήματα ποιητικής/ποιήματα για την ποίηση». Σ’αυτά υμνείται η παντοδυναμία καιη αναγεννητική έλξη της ποιητικήςγλώσσας, ικανής να επεκτείνει καινα διευρύνει τα όρια αντίληψης τωναισθήσεων πέρα από τα συμβατικάπλαίσια της κοινά αποδεκτής πραγματικότητας.Έτσι η ποίηση, απόάσκηση έκφρασης και ύφους, γίνεταιάθλημα ελευθερίας.Δεν πρόφτασε καλά καλά να γίνει δήμαρχοςΟ κύριος Ριμαχό, κι όπως το είχε υποσχεθείΚήρυξε εκστρατεία ενάντια στα επίθετα.Δεν είναι κατάσταση αυτή, έλεγε και ξανάλεγεΚάθε φορά που σηκώνεται ένας άνεμος 5Να γεμίζει η πόλη, κι ούτε ένα παράθυροΟύτε την πόρτα σου να μην μπορείς ν’ ανοίξεις.Κι έδωσε εντολή στην καθαρίστριαΝα πάρει σβάρνα δρόμους και πλατείεςΝα τα σκουπίσει. 10Να τα σκουπίσω κύριε δήμαρχεΤου είπε η Ριμαχόνα, αλλά να με συμπαθάτεΔεν μπορώ να καταλάβω τι σας έπιασε με τα επίθετα, καλάΝα προσπαθήσουμε να περιοριστούμε στα ουσιαστικάΜα γίνονται ουσιαστικά χωρίς επίθετα; δεν γίνονται 15Όπως δεν γίνονται ουσιαστικά χωρίς τα ρήματα.Αφήστε τώρα που είναι βαρυχειμωνιά και πέφτουνΜε τη βροχή και τον άνεμο –την άνοιξηΜα και το καλοκαίρι ίσαμε τον ΑύγουστοΑν τύχει να περάσετε καμιά φορά απ’ το χωριό 20Έχω μια ροδιά στην αυλή μου, μια ροδιάΜε κάτι κόκκινα ρήματα, με κάτι κόκκινα ουσιαστικάΝα τα κοιτάζεις και να σε πονούν τα μάτιαΝα τα ξανακοιτάζεις και να σου έρχονται δάκρυα στα μάτιαΈτσι καθώς τα βλέπεις να υπάρχουν και να αναπνέουνμέσα σε μια θάλασσα 25Από πράσινα επίθετα.Προμετωπίδα συλλογής Σκαμάνδριος Εκτορίδης ΑστυάναξΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ271


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΗ ποίησηΗ ποίηση είναι ένα πουλίΕίπε η Χελιδόνα – ένα κόκκινο πουλίΠ’ άλλοτε μεγαλώνει κι άλλοτε μικραίνειΚι άλλοτε ανασταίνεται και άλλοτε πεθαίνειΚαι πότε αλλάζει αποχρώσεις, απ’ το ρόδινο 5Μέχρι το βαθυκόκκινο του φονικούΚαι τραγουδάει την άνοιξη, τον ήλιο και τον έρωταΤη θάλασσα, τον ουρανό και πάλι τον έρωταΗ ποίηση είναι ο έρωτας κι ο έρωταςΗ λευτεριά η αγάπη. 10Και πάλι η ποίησηΕύκολο είναι, είπε η ΧελιδόναΝα ζωγραφίζετε στους τοίχους κόκκινα πουλιά.Το δύσκολο είναι να τα ζωγραφίζετε με αίμαΚαι να ’ναι το αίμα ζωντανόΚαι να ’ναι το αίμα φονικό 5Και να ’ναι κόκκινο και μαύροΚόκκινο και φαρμακερό.Τότε μονάχα θα μπορούσαν τα πουλιάΝα ζωντανέψουν, να πετάξουν και να τραγουδήσουνΤην άνοιξη, τον ήλιο και τον έρωτα 10Τη θάλασσα, τον ουρανό και πάλι τον έρωταΗ ποίηση είναι ο έρωτας κι ο έρωταςΗ λευτεριά η αγάπη.Γιώργος Π. Κούμουρος, Άτιτλο, ακρυλικό, 2003ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ272


ΠΟΙΗΣΗ Κώστας <strong>Β</strong>ασιλείουΕπειδήΗ θλίψη που γίνεται απόγνωσηαπέναντι στα σύγχρονα φαινόμενααλλοίωσης και καταστροφής τουφυσικού περιβάλλοντος και της πολιτιστικήςκληρονομιάς, τεκμήριαάλλωστε της εν γένει αλλοτρίωσηςκαι έκπτωσης που επιβάλλει το κυρίαρχοοικονομικό μοντέλο από τοαρχέγονο ήθος του γενέθλιου χώρου,οδηγεί στην υιοθέτηση ενόςέντονα σαρκαστικού, καταγγελτικούλόγου και ενός «αποκαλυπτικού»,βιβλικού ύφους.Επειδή κάψατε τα δάση μουΓια να κόψετε τα οικόπεδά σαςΚαι μιλάτε για Δασούπολη*Εκεί που δεν υπάρχει ούτε ένα δέντροΕπειδή ανασκάψατε τους κήπους μου 5Για ν’ απλώσετε τα γήπεδά σαςΚαι μιλάτε για Ανθούπολη*Εκεί που δεν υπάρχει ούτε ένα άνθοςΕπειδή μωρανθήκατεΕπειδή σκοτώνετε τον ήλιο μου 10Για να πλουτίσετε τα σκότη σαςΚαι μιλάτε για Λάμπουσα*Εκεί που δεν υπάρχει λάμψηΚαι μιλάτε για Αλάμπρα*Εκεί που δεν υπάρχει φως 15Όμως υπάρχει ο ΚεραυνόςΚαι θα σας κάψει.* Δασούπολη, Ανθούπολη: περιοχές της ευρύτερηςπόλης της Λευκωσίας.* Λάμπουσα: νεότερη ονομασία της αρχαίας πόλης τηςΛαπήθου (αρχικά ως επίθετο, δηλ. Λάμπουσα πόλις),στη βόρεια ακτή του κατεχόμενου σήμερα τμήματος τηςΚύπρου. Σύμφωνα με μια παράδοση, η πόλη είχε ονομαστείέτσι, επειδή έλαμπε από πλούτο και ευημερία,χαρακτηριστικά που πιστοποιούνται και από την εύρεσησημαντικών αρχαιολογικών ευρημάτων/ πολύτιμωναντικειμένων του 6ου και 7ου αιώνα μ.Χ. (γνωστών μετην ονομασία θησαυρός της Λάμπουσας).* Αλάμπρα: χωριό της επαρχίας Λευκωσίας˙ η ετυμολογίατου τοπωνυμίου προέρχεται πιθανώς από το στερητικόα και τη λέξη λαμπρόν (= φωτιά), χωριό δηλ. πουδεν κινδυνεύει από τη φωτιά.Aνδρέας Ασπρόφτας, Ελαιώνες Μετοχίου Κύκκου Λευκωσία, λάδι, 1960-1965ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ273


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΟ Κώστας <strong>Β</strong>ασιλείου (Πάνω Δευτερά, 1939) σπούδασε φιλολογίαστο Πανεπιστήμιο Αθηνών (1958-1963). Ακολούθως, υπηρέτησε στηΜέση Εκπαίδευση.Εμφανίστηκε το 1969 με την ποιητική συλλογή Σκαμάνδριος ΕκτορίδηςΑστιάναξ, για να ακολουθήσουν άλλες εννιά συλλογές (Κλωνάρι, 1971·Ο μεγάλος Σαμάν, 1977· Ο Πόρφυρας, 1978· Pieta, 1983ω Ο ευαγγελισμόςτης Λυγερής, 1988 κ.ά.), με τις τελευταίες μάλιστα στην κυπριακήδιάλεκτο (Ο Κανόλλος, 1997 κ.ά.). Μέσα από μια πρωτότυπη προσωπικήμυθολογία, ο ποιητικός λόγος του εκφράζει, σε μια γλώσσα συχνά ρυθμικήκαι ανατρεπτική και με ιδιότυπο, σκληρό λυρικό τόνο, τις διαψεύσειςτης γενιάς του και την κυπριακή τραγωδία του 1974, ενώ η ωμή αντίκρισητης σύγχρονης κυπριακής πραγματικότητας χαρακτηρίζεται από έντονοαντικομφορμισμό· γι’ αυτό η ποίησή του αγγίζει συχνά τα όρια της σάτιραςκαι της παρωδίας και διακρίνεται από ειρωνεία και σαρκασμό. Στοέργο του διαλέγεται με την ποίηση του Δ. Σολωμού, του Κ.Π. Καβάφη, τουΓ. Σεφέρη και του κύπριου διαλεκτικού ποιητή <strong>Β</strong>. Μιχαηλίδη. Πρόσφαταεξέδωσε σε έξι τόμους το έργο του <strong>Β</strong>. Μιχαηλίδη, με εκτενείς εισαγωγές,γλωσσάρια και σχόλια.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ274


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΚυριάκος ΧαραλαμπίδηςΑκρόπρωρο* ΙουλίουΟ ποιητής, βιώνοντας τις συνθήκεςτης καταστροφής και της διάλυσηςσε ατομικό και συλλογικό επίπεδο,αντιστέκεται επικαλούμενος τηνελευθερία ως ύψιστη αξία, σύμφυτητης ζωής και του καλού. Με τηδοξαστική αυτή ενατένιση και μευπερρεαλιστικά μέσα επιχειρεί ναυπερβεί το άγος και το άχθος τηςήττας και του θανάτου . μετατρέπειτα τραύματα σε αναζωογονητικήδύναμη για το νέο ταξίδι, τον επικείμενοαγώνα που θα οδηγήσειστην τελική νίκη και στη δικαίωση.Ελευθερία με τα πουλιά στα χέρια,με ράμφη και φτερά, κοιτά τον αέρα,μετρά τις τρύπες του κορμιού της, έχειστον ώμο τη λαχτάρα, στις πατούνεςκαβούρια πέντε κι ευνοϊκό χαμόγελο. 5Αυτή απελπίζεται, χωρίς να τρέμειτη σφαίρα που τρυπάει μάγουλο, ψυχή,κι είναι βεβαία, σαν άστρο και φωνή,πως αν περάσουν πάλι χίλια χρόνια,ξάφνω στιγμή, κι ανάψει το τσακμάκι, 10θα δει τη σπίθα του θαυμάσιου κόσμου.Ιούλιος 1974* ακρόπρωρο, το: διακοσμητική φιγούρα θρησκευτικού,εθνικού ή άλλου συμβόλου, που τοποθετούντανπαλαιότερα στην άκρη της πλώρης των καραβιών.Κλάρα Γεωργίου-Ζαχαράκη, Αναγγελία, ακρυλικό, 2000ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ275


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΗ αρχή ενός ειδυλλίου*Τα ποιήματα της συλλογής Αμμόχωστος<strong>Β</strong>ασιλεύουσα (1982) είναιέμφορτα από τον σπαρακτικό έρωτατου ποιητή προς τη γενέθλια,αλλά πλέον απρόσιτη πόλη, η οποίαπροβάλλει ταυτόχρονα ως ακατανίκητηέλξη και ανήκεστη πληγή. Παράλληλα,όμως, λειτουργεί εδώ καιως «έσω πόλις», ως ανάκληση τουκόσμου της παιδικής και νεανικήςηλικίας, ένας διαρκής νόστος στοπαρελθόν και μια ελεγεία για ό,τισηματοδοτεί η οριστική απώλειάτους. Η ποιητική ανάπλαση της σύνθετηςαυτής σχέσης στη συγχρονίακαι τη διαχρονία της επιτυγχάνεταιμε ένα λόγο πυκνό, γεμάτο με ιστορικέςκαι μυθολογικές αναφορέςκαι πολλαπλούς συμβολισμούς.* ειδύλλιο, το: ο ποιητής αξιοποιεί τη διπλή του σημασίατόσο με την έννοια της τρυφερής ερωτικής σχέσης, όσοκαι με αυτή του λογοτεχνικού είδους της ελληνιστικήςεποχής (σύντομο περιγραφικό ή διαλογικό ποίημα μεθέμα από την αγροτική ή ποιμενική ζωή και με μυθολογικέςαναφορές).* Ο λίθος ο πελεκημένος: «στην ανακαίνιση του ναούτης Αγίας Ζώνης (1951) οι μαστόροι πελεκούσανεπέτρες. Οι μαθητές του Δημοτικού Σχολείου (ΠαλαιάΑστική), αντίκρυ στο ναό, είχανε σπουδαίες εμπειρίες»(Σημ.τ.π.).* Φραγκοσυκιές: «<strong>Β</strong>ορειοδυτικά και νότια του ναού»(Σημ.τ.π.).* στου δολοφονημένου προέδρου τη γωνία: «παραθαλάσσιαΛεωφόρος Τζων Κέννεντυ» (Σημ.τ.π.).* Συρματόπλεγμα: «Η Αμμόχωστος καταλήφθηκε στηδιάρκεια της τουρκικής εισβολής, 14 Αυγούστου1974» (Σημ.τ.π.). Έκτοτε το μεγαλύτερο μέρος της πόληςμένει περιφραγμένο και ακατοίκητο.Είχα γυρίσει το κεφάλι ανάστροφα και κοίταζατον ουρανό με τ’ άστρα ματωμένα.Άγγιζε ο λίθος ο πελεκημένος*τη Ζώνη σου, τα μάτια σου ατημέληταισιώναν την απείθαρχή μου ανάσα. 5Φραγκοσυκιές*, αρχή των αιωνίων.Τώρα που βρίσκομαι κοντά σου, πόλη σιδερένια,καλό είναι να σου δώσω κάτι δανεικάπου πριν σαράντα χρόνια πήρα από τα χέρια σου.Πόλη με το φεγγάρι στα μαλλιά σου, 10τον ήλιο ξέσκεπο, την ευωδιά ντυμένητα κρόσσια του Μαγιού, τη θάλασσα πλατάνι.Εσένα θέλω, σένα λαχταρώ,εσύ που κάποτε ήσουν άσπρο μεσοφόρι,κι αργότερα, στου δολοφονημένου προέδρου τη γωνία*, 15ακίνητο κουφάρι, πατημένη θάλασσα.Όταν η μέρα κλίνει προς το μέρος μου,δικιά μου γίνεσαι για πάντα – μα τι τ’ όφελος;Σε τριγυρίζει τώρα συρματόπλεγμα*.Ολάκερη μια πόλη μες στο κρατητήριο. 20Να μένεις έτσι εκεί να μη σαλεύεις.Χωρίς ψωμί, νερό, χωρίς ειδήσεις.Τα ρουχαλάκια του μωρού σε μια ταράτσαπλένει η βροχή και σιδερώνει ο άνεμος.Άκου με τώρα, γιατί πια δεν θα μιλήσω: 25Σε λίγα χρόνια συ θ’ αποδοθείςστην κυριότητα όλων συ θα περιπέσεις.Νόμιμοι κάτοχοι κτημάτων και οικιών,περιβολιών, ανεμομύλων και θαλάσσης,η κεντρική πλατεία, η αγορά, 30ο Δήμος όλος με την μπάντα του και ο Κήποςθέλουν γυρίσει πάλι προς το μέρος σου.Και συ χαρούμενη για τα καθέκαστα θ’ αφήσειςτον ξεχασμένο σου έρωτα στην τύχη.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ276


ΠΟΙΗΣΗ Κυριάκος ΧαραλαμπίδηςΔεν φτάνει, πόλη των παλιών βημάτων μου, η ακμή σου 35ίσαμε της θωριάς μου το κερκέλι*.Τραβάω πιο πέρα, δεν έχει ουρανό.Σφίγγω τ’ αστέρια, έχουν άρτιο φως.Αρπάζω μια δικράνα και ανεμίζωτ’ άχυρα της ζωής μου σ’ άδειες πόλεις. 40Ο κόσμος είναι επικερδές επάγγελμα.Η φύση μου είναι βέβαια ν’ αποτύχω.Ασπράδι ολούθε, μέρα σαραντάπηχηκυκλώνει τώρα τον εχθρό σου εμένα.Ξέρω πως λιώνεις μέσα στο μαρτύριο∙ 45μια πόλη και να γίνεσαι φανταστική…Δεν σε κοιτάνε μάτια, δεν σε σκάβουν άνθρωποι,δεν σ’ αναθρέφουν ρόδα κι άταχτα παιδιά.Πολλοί γεμάτοι ελπίδα και ρηχά αισιόδοξοι,όταν θα πάμε πίσω, λένε, να κοπιάσετε. 50Προχθές ακόμα γερο-πρόσφυγας μού λέει:«Στην παλιογειτονιά μου δεν γυρίζω,εκεί έχει φασαρία και αλητόπαιδα.Όταν θα πάμε πίσω στην Αμμόχωστο,κανόνισα και βρήκα σπίτι αλλού∙ 55ανήκει σ’ ένα κύριο που απόθανε».Θάνατοι πόσοι, πόση ελπίδα για το γυρισμό…Εμείς οι δυο, το βλέπω, ακόμα δεν τελειώσαμε.* Κερκέλι: «κυπρ. τερτζέλλιν˙ κρικέλι» (Σημ.τ.π.).Πριν από την εισβολή, Αμμόχωστος 1973ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ277


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΠαιδί με μια φωτογραφίαΗ συλλογή Θόλος (1989) σηματοδοτεί,όπως σημειώνει ο ίδιος οποιητής, το πέρασμα από «το γεωγραφικόστο ανθρώπινο σώμα τουνησιού»: οι αγνοούμενοι ως νεκροίζώντες αναδεικνύονται με ποιητικήενσυναίσθηση το κατεξοχήν τραγικόσύμβολο, όπου διασταυρώνονταιο βίαιος παραλογισμός του πολέμουκαι ο άμετρος πόνος της ανεξακρίβωτηςμοίρας των αγαπημένωνπροσώπων.Παιδί με μια φωτογραφία στο χέριμε μια φωτογραφία στα μάτια του βαθιάκαι κρατημένη ανάποδα με κοίταζε.Ο κόσμος γύρω του πολύς· κι αυτόείχε στα μάτια του μικρή φωτογραφία, 5στους ώμους του μεγάλη και αντίστροφα–στα μάτια του μεγάλη, στους ώμους πιο μικρή,στο χέρι του ακόμα πιο μικρή.Ήταν ανάμεσα σε κόσμο με συνθήματακαι την κρατούσε ανάποδα· μου κακοφάνη. 10Κοντά του πάω περνώντας πινακίδεςαγαπημένων είτε αψίδες και φωνέςπου ’χαν παγώσει και δεν σάλευε καμιά.Έμοιαζε του πατέρα του η φωτογραφία.Του τήνε γύρισα ίσια κι είδα πάλι 15τον αγνοούμενο με το κεφάλι κάτω.Όπως ο ρήγας, ο βαλές κι η ντάμαανάποδα ιδωμένοι βρίσκονται ίσια,έτσι κι αυτός ο άντρας ιδωμένος ίσιαγυρίζει ανάποδα και σε κοιτάζει. 20Μάης 1979Γιώργος Κοτσώνης, Το κορίτσι με τη φωτογραφία, λάδιΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ278


ΠΟΙΗΣΗ Κυριάκος ΧαραλαμπίδηςΕπιτάφιος πόλις*Ο Μύρης ως πρόσωπο φανταστικόπαραπέμπει σαφώς στον ιδανικάωραίο νέο που απολαμβάνει τιςπροσήκουσες για νεκρό χριστιανικέςτιμές στο ποίημα του Κ.Π.Καβάφη «Μύρης· Αλεξάνδρεια του340 μ.Χ.» (1929). Εδώ βέβαια κυκλοφορεί,ως άλλος Χριστός «εγερθείςεκ νεκρών», σε μια πόλη σκιάκαι φάντασμα, φέροντας έκτυπαστο σώμα και την ψυχή του τα σημάδιατης κυπριακής τραγωδίας.Αποκαλύπτει έτσι και το μερίδιοτης δικής μας ευθύνης απέναντι στοσυνεχιζόμενο δράμα των αγνοουμένωνκαι των συγγενών τους.Ο Μύρης βγήκε από τον τάφο,καθάρισε το πρόσωπο, τα χέριααπό τον ρύπο της ψυχής – ήρθε κρατώνταςτο θαλασσί σκοτάδι της ημέρας.Θωρούσε την αφρούγια* σκιά της πόλης 5ζωσμένη το κορμί – κυπαρισσένιοκαι πλαγιαστό σε θήκη* και λουσμένοστο φως των θαμαστών πορτοκαλιών.Άνοιξη θα ήτο, έαρ· πώς εξηγείταιαλλιώτικα το φύλλωμα των δέντρων, 10τ’ αγνώριστο κερί στο πρόσωπό τηςκαι τα τσουγκρίσματα των ποτηριών.Όλα δοσμένα στην υγειά της και, τολμώνα ειπώ, στην έγερσή της, αν ο Μύρηςδεν έβρισκε τον δρόμο προς τον τάφο – 15ο Μύρης, που σχεδόν τον λησμονήσαμε.* αφρούγια: η σημασία της «αφρώδους» γης της Αμμοχώστουγια το μεγάλωμα των πορτοκαλιών.* θήκη, η: το φέρετρο, αλλά και η περίτεχνη κασέλα τηςΛαπήθου με επένδυση κυπαρισσένια. Το κυπαρίσσι θεωρείταιάλλωστε και σύμβολο της Αφροδίτης.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ279


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΠύρρος Δήμας*Ποιητική αδεία, το επιτύμβιο αυτόγια έναν σημαντικό Έλληνα αθλητή(που βρίσκεται ακόμη στη ζωή)αποδίδει με ευαισθησία και έκδηλησυμπάθεια τον μέγιστο αγώνα (καιτη μύχια αγωνία) του ανθρώπου:την πάλη του ενάντια στον θάνατοπου συνιστά η λήθη. Μόνα αντίδοτατο έργο του καθενός, η προσωπικήτου δημιουργία, που μπορεί ναλειτουργήσει τελικά ως άγρυπνοςφύλακας και διαρκής εγρήγορσητης ατομικής και συλλογικής συνείδησηςκαι μνήμης.Ήμαν σπουδαίος αθλητήςσήκωσα τόνους σίδεραέκαμα τ’ όνομα βαρύ∙να το θυμάμαι τώρα μ’ αλαφραίνει.Γιατί φοβάμαι οι άνθρωποι δεν θέλουνχρόνον πολύ για να απολησμονήσουντου άλλου τη μορφή (και τη δική τους).* Ο Πύρρος Δήμας (1971), Έλληνας αθλητής της άρσηςβαρών, τρεις φορές χρυσός ολυμπιονίκης (1992,1996, 2000) και μία χάλκινος (2004), θεωρείται σήμερααπό τους πλέον επιτυχημένους στην ιστορία τουαθλήματος σε παγκόσμιο επίπεδο.Γλαύκος Κουμίδης, "Ξ", ακρυλικό, 1995ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ280


ΠΟΙΗΣΗ Κυριάκος ΧαραλαμπίδηςΤης αγάπηςΣτα δίστιχα αυτά, το ποιητικό υποκείμενοεκδηλώνει με ένταση, αλλάκαι με υφέρπουσα ανασφάλεια καιχαριτωμένη ζηλοφθονία, τα αισθήματάτου απέναντι στην ποθητήκόρη και τις ανησυχίες του για τηνανταπόκρισή της στον έρωτά του.Η προσωπική αξιοποίηση της διαλέκτουκαι η τεχνική της ποιητάρικηςπαράδοσης υπηρετούν την αγνότητακαι τη φυσικότητα στην έκφρασηενός διάχυτου ερωτισμού, ενισχύονταςτη χρωματική και ακουστικήαρμονία της όλης σύνθεσης.υΑθθοφορούσα μου τζυρά που το φιλίν σου τρέμειυυάμαν το σούζει ο άνεμος τζι αρπάσσουν το οι αντζέλοι.υΑθθοφορούσα μου τζυρά που το φιλίν σου ξέρειυυότι το σούζει ο άνεμος τζαι τρέμω μεν τζαι τρέμει.Είσαι του φέγγους η κορφή, της καλλονής η μάνα,μ’ εσέ θροφίζεται η καρδιά το μέλι και το γάλα.Κάλλος ψυχής στο πρόσωπο και στη φωνή σου αγγέλοιμε ροδοκάλια* πτερυγάν κι εγώ τι μ’ ανιμένει;υυυΦώτος Χατζησωτηρίου, Αυλή, λάδι, 1980* Ροδοκά(λ)λι: το κάλλος, η ωραιότητα, η χάρη τουρόδου.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ281


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΟ Κυριάκος Χαραλαμπίδης (Άχνα Αμμοχώστου, 1940) σπούδασειστορία και αρχαιολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Εργάστηκε για λίγαχρόνια στη Mέση Eκπαίδευση και από το 1968 στο Ρ.Ι.Κ.Στις δύο πρώτες συλλογές (Πρώτη πηγή, 1961 και Η άγνοια του νερού,1967) δίνει με πυκνότητα και μουσικότητα μια πρωτότυπη ποιητικήμαρτυρία, που χαρακτηρίζεται για τη λυρική της έκφραση. Η αρχή της ωριμότητάςτου οροθετείται με τη συλλογή Το αγγείο με τα σχήματα (1973),στην οποία ο επιγραμματικός λόγος, η ευρηματικότητα και το χιούμορχαρακτηρίζουν την ιδιότυπη λυρική φωνή του. Η τραγική εμπειρία του1974 αντανακλάται άμεσα στις επόμενες ποιητικές συλλογές του: ΑχαιώνΑκτή (1977) και, ιδίως, Αμμόχωστος <strong>Β</strong>ασιλεύουσα (1982)· η συλλογήαυτή αποτελεί μια καλοζυγιασμένη λυρική αφήγηση με σκηνικό την Αμμόχωστο,της οποίας την ανθρωπογεωγραφία ο ποιητής δίνει ανάγλυφηκαι με ρεαλιστική απογύμνωση. Αλλού προβάλλει ως κυρίαρχο θέμα τοδράμα των αγνοουμένων (Θόλος, 1989), ενώ στη Μεθιστορία ο κατασταλαγμένοςποιητικός του λόγος διαλέγεται με τον K.Π. Καβάφη και τον Γ.Σεφέρη, προβάλλοντας την ιστορική αίσθηση και τον μύθο μιας σύγχρονηςθεματολογίας. Αλλά και η υπόλοιπη ποιητική του παραγωγή (Δοκίμιν,2000· Αιγιαλούσης επίσκεψις, 2003· Κυδώνιον μήλον, 2006) μελετά στοχαστικάτην σύγχρονη ιστορική πραγματικότητα και αγωνία. Έχει επίσηςμεταφράσει έργα του Ρωμανού του Μελωδού, ενώ πρόσφατα (2009)κυκλοφόρησε το δοκιμιακό και κριτικό του έργο σε δύο τόμους, με τοντίτλο Ολισθηρός ιστός.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ282


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΠίτσα ΓαλάζηΣταλακτίτες ΙΙΤα ποιήματα αυτά αποπνέουν μιααισιοδοξία και φαίνεται να επιβεβαιώνουντην άποψη ότι η ποίησηείναι μια ανάταση ψυχής . βιώνεταισαν ένα «θαύμα» που φτιάχνεταιμε τα απλά υλικά της γλώσσας, γιανα εκφράσει τη δίψα του ανθρώπουγια ό,τι βαθύτερο αναζητά η ύπαρξήτου.ΙΙΓράφοντας ένα στίχομπορεί να οικοδομείς έναν τοίχο,μπορεί να οικοδομείςτη μια πτέρυγα τ’ ονείρου σου.Γράφοντας ένα στίχομπορεί να γκρεμίζεις έναν τοίχο,απλώνοντας την ψυχή σουστον κόσμο.IVΕίχε στην ποδιάτο μεγάλο, στρογγυλό, ζεστό ψωμίπ’ ονειρευόνταν τις νύχτες της πείνας και του πολέμουΚι όπως ερήμωσε η γειτονιάκι ούτε ένα παιδί δεν έβρισκενα του μιλήσει βάζοντάς του μπουκιές στο στόμα,το ’κανε ψίχουλαγια τα πουλιά.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ283


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΣηματωροί*Η τραγική εμπειρία του 1974 θα ενισχύσειιδιαίτερα το ρόλο της μνήμηςμε την εμφατική ανάκληση καιπαρουσία προσώπων ή στοιχείωντου μύθου και της ιστορίας, προκειμένουνα αποκτήσει ξανά ενότηταο θρυμματισμένος εξωτερικόςκαι εσωτερικός κόσμος. Σταδιακά,έτσι, ο πόνος και η οργή τροφοδοτούνένα πικρό λυρισμό με ευδιάκριτουςελεγειακούς τόνους.* σηματωρός, ο: ναύτης που έχει ως καθήκον την επικοινωνίαμε άλλα πλοία ή με τη στεριά μέσω σημάτων,σημαιών κ.λπ.* Αναφέρεται στη Μικρασιατική Καταστροφή (1922), παραλληλίζονταςμε αυτήν τα δεινά που επισώρευσε στηνΚύπρο η τουρκική στρατιωτική εισβολή το καλοκαίρι του1974.* μεταπράτης, ο: μεταπωλητής, έμπορος* Κίρκη, η: μυθική μάγισσα, γνωστή κυρίως από τηνΟδύσσεια (ραψωδία κ), για τη μεταμόρφωση των συντρόφωντου Οδυσσέα σε γουρούνια, αλλά και για τηβοήθεια που προσέφερε στον ομηρικό ήρωα να κατέλθειστον Άδη και να συνομιλήσει με τις ψυχές τωναγαπημένων του, προκειμένου να βρει το δρόμο επιστροφήςστην Ιθάκη.* σημαφόρος και σηματοφόρος: αυτός που φέρειπάνω του σήματα, συνήθως από τη στεριά ή το λιμάνι,για να στέλνει μηνύματα στα πλοία.IIIΤο πολλαπλάσιο του ’22*Ανομβρία και πάλι στον τόπο μουτρέχουν στους δρόμους οι επίγονοι κι οι μεταπράτες*για τις δημοπρασίες και τις εκπτώσειςόπου πουλιούνται παράσημα και θέσεις κι αξιώματακι όπου ξεπουλιούνται κι ανταλλάσσονται όνειρα 5κι επιχρυσώνονται χάπια για να ταριχευτούνόσο οι μη εξασκημένες μύτες και τα μη εξασκημένα αυτιάνα παραδεχτούνπως πάμε καλά από υπόκλισηκαι το καινούργιο όνομα της Κίρκης* 10πως δεν πάει κόντρα στην ΙθάκηΚι εγώ ιδιωτεύω και ασκούμαι φιλέρημηλέω πως λιμνάζωμα μετακινούμαι άποδη κι άναυδησαν το μελάνι ή σαν την αμοιβάδα 15να μη με βρει η ξαφνική η καλοπέρασηΚι οσμίζομαι σαν το σκυλίκαι λιώνω στις ολονυχτίες κερίκαι δεν τα καρτερώ τα κατανυκτικά τα χελιδόνιαΓιατί τα χέρια των ποιητών ξεράθηκαν 20και δεν αφήνουν οι φωνές κλαδιάγια να καθίσουν τα πουλιά να κελαδήσουνΑνομβρία και ο σημαφόρος* δάσκαλος να ξεδιψά με ξύδι<strong>Β</strong>γήκαν τότε φίδια ανάμεσα σε χόρτα ξεράφίδια βασιλικά σηκώσαν κεφαλή, 25χοντρά μιας άλλης εποχήςφίδια, που σφυρίζουνσέρνουν μαζί τον ψίθυροκαι πάνε κατά κει που οι καταθέσεις των υπομνημάτωνφιλοξενία κι άνοδο υπόσχονται 30ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ284


ΠΟΙΗΣΗ Πίτσα Γαλάζηχάνονται ψίθυροι και μπαίνουν στις διόδους χιαστίκι όλο σταυρώνουνΓιατί την Πέμπτη όλα ασπρίζουν κι όλα κοκκινίζουνεόλα σταυρώνονται και όλα σταυρώνουνκι ανηφορίζουν την Παρασκευή 35και κείτονται το Σάββατο στη σκοτεινιά εξαντλημέναΓιατί η Κυριακή των ποιητών λέγεται ερημιάκι έρχονται με τη δοκόνα τα ξεπουπουλιάσουν τα κοκόριαγια Τρίτη αποφράδα ημέρα* υστέρα από τον γάμο 40Ξανά του γάμου χάχαναόταν το ’74 έγινε μ’ ένα τρόπο ανεξήγητοτο πολλαπλάσιο του ’22Λευτέρης Ολύμπιος, Ηρωικό αίνιγμα, μελάνι, τέμπερα, 2000ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ285


ΠΟΙΗΣΗ Πίτσα ΓαλάζηΑμμόχωσηXXIVΜικρέ Σολωμέ σε λένε Ευαγόρα*και γράφεις τον ύμνο μαςΜικρέ Σολωμέ με τον στραγγαλισμένο ύμνοκαι το συμπυκνωμένο δάκρυ στο σύνοροΤα μονοπάτια και τα σκαλοπάτια σου 5κατεδαφίσαν οι εποχούμενοι*Αναβατόρια ανελκυστήρες ασανσέρψηλά ανεβάζουν δεν ψηλαφίζουνκαι απομακρύνουν από το χώμα σουΕγώ που παράδωσα στη γη αγάπες κι όνειρα πολλά 10για να γίνουν πατρίδαΕγώ που είχα πατρίδα και δεν έχω πιαο μέτοικος ποιητήςτων ονείρων ο πρόσφυγαςψάλλω τη λειτουργία να τελειώσω 15παλαιο-λόγοςσε χρόνο που τρώει τον λόγοτην αρχή διαγράφοντας* εποχούμαι: επιβαίνω σε όχημα* Ευαγόρας: Η ενότητα «Σηματωροί» της ομώνυμηςσυλλογής είναι αφιερωμένη «Του πιο Μικρού κληρονόμουτου Σολωμού, του ΕΥΑΓΟΡΑ, τ’ ανάδοχου τωνποιητών του τόπου μου» ή «ποιητή κληρονόμου». Πρόκειταιγια τον Ευαγόρα Παλληκαρίδη, «έφηβο ποιητήκαι μαθητή γυμνασίου που απαγχονίστηκε από τουςΆγγλους στις 14 Μαρτίου 1957 με την κατηγορία ότιμετέφερε όπλο στο δάσος της Πάφου. Οι λιγότερο γνωστοίστίχοι του μαζί με τα πατριωτικά του ποιήματα πουέγιναν πιο γνωστά φανερώνουν ένα προικισμένο έφηβοποιητή που αν ζούσε σήμερα ίσως να ήταν ένας απότους πιο σημαντικούς ποιητές των νεοελληνικών γραμμάτων»(Σημ.τ.π.)Γιώργος Κοτσώνης, Προμετωπίδα συλλογής Η αδελφή του ΑλέξανδρουΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ286


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΗ Πίτσα Γαλάζη (λογοτεχνικό ψευδώνυμο της Καλλιόπης Μόρτη-Σωτηρίου,Λεμεσός, 1940) σπούδασε πολιτικές και κοινωνικές επιστήμεςστην Πάντειο Σχολή (1960-1964), όπου αργότερα (1969-1970)παρακολούθησε μαθήματα δημοσίων σχέσεων. Εργάστηκε στο ΡΙΚ(1966-1969) ως παραγωγός ραδιοφωνικών προγραμμάτων και στη συνέχειαως δημοσιογράφος σε εφημερίδες και περιοδικά.Η πρώτη της ποιητική συλλογή (Στιγμές εφηβείας, 1963) είναι εμπνευσμένηαπό τα προσωπικά της βιώματα και τη συμμετοχή της στον ΑντιαποικιακόΑγώνα. Στη συνέχεια (Στα περιθώρια των καιρών, 1968· Άσπρηπολιτεία, 1969· Δέντρα και θάλασσα, 1969· Ψηφιδωτό, 1973· Η αδερφήτου Αλέξαντρου, 1973· Υπνοπαιδεία, 1978· Σηματωροί, 1983 κ.ά.), θαστραφεί σε κατά κανόνα πολύστιχες συνθέσεις. Αυτές οι δημιουργίες διακρίνονταιγια τη λυρική τους ευφορία, συνταιριασμένη όμως με το δραματικόβάθος και τη συγκρατημένη, στοχαστική συγκίνηση. Θα εκφράσει,έτσι, τη διάψευση της γενιάς της, η οποία δυσκολεύεται να προσαρμοστείστη σύγχρονή της πραγματικότητα, καθώς αυτή απομακρύνεται διαρκώςαπό το προηγούμενο κλίμα των προσδοκιών και της ανάτασης. Εξέδωσετη μονογραφία Οδός Αιμίλιου Χουρμούζιου (Αθήνα, 2005).ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ287


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΜιχάλης ΠασιαρδήςΤο παιδί που σκότωσανΠαρά τη θλίψη, που σαν επανερχόμενοθέμα διαποτίζει τους στίχουςτου, σταθερά διαχέεται στην ποίησήτου η αγωνία και η ανόθευτηευαισθησία για την αδυναμία τουανθρώπου μέσα σε οριακές καταστάσεις.Ο βίαιος θάνατος ενόςπαιδιού στον ταραγμένο πολιτικά(αλλά όχι μόνο) κόσμο της Κύπρουτον συγκλονίζει, προπάντων ως γεγονόςπου αντιβαίνει στη φύση, τηζωή, το δίκαιο και την ηθική.Δεξά λίγο, πάνω απ’ το φρύδι του, άνοιξεκι έτρεξε η πληγή, όλο το φως των δώδεκά του χρόνων.Κι απόμειναν τα μάτια του μισάνοιχτα, σα γελασμένοι ήλιοισε μια πλάση, που τη νομίζανε πιστή κι ακόμα τη νομίζουν.Ω, μη χαμογελάς, παιδί, πίσω απ’ τον θάνατο, όπωςπου να ’παιζες κρυφτούλι στο στενό σου! Ω, μη χαμογελάς, παιδί!Μη μας χρεώνεις άλλο.Τηλέμαχος Κάνθος, Στ' αγκάθια της Τηλλυρίας, ξυλογραφίας, 1978ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ288


ΠΟΙΗΣΗ Μιχάλης ΠασιαρδήςΩδή στον Ερνέστο Γκουεβάρα*O ήρωας της λατινοαμερικανικήςανεξαρτησίας Σιμόν ντε Μπολιβάρκαι ο αγωνιστής Ερνέστο Τσε Γκεβάρακαθίστανται τα διαχρονικάσύμβολα της επαναστατικής ορμήςκαι πάλης των λαών ενάντια στιςδυνάμεις που αντιστρατεύονται ταιδανικά της ελευθερίας και της δικαιοσύνης.Η ποιητική άρνηση τουθανάτου συνταιριάζεται λυρικά μετην ελπίδα για ένα μέλλον πιο φωτεινό,ένα κόσμο πιο ανθρώπινο.Ήσουνα αναμμένο πέταλοΕρνέστοη πατημασιά σου φλόγιζε τη γης,εδώ θ’ ανθίζαν αύριοτα δάκρυα 5και τα βίβαθα κάρπιζε ψωμί.Ήσουνα από ψηλά, απ’ το φεγγάριΕρνέστοτα βράδια σέλωνες σα νιούτσικο άλογο 10το μέλλονταράζοντας τον αιώνιο ύπνοτου Μπολιβάρ*.Το βλέμμα σου κρατούσε απ’ την αυγήΕρνέστο 15ξημέρωνε στο πλάι σου ο ορίζονταςσ’ ένα ανοιχτό παράθυρο χτενίζοντανη Ελευθερία.Έφυγες στ’ άλογοΕρνέστο 20οι μαύρες Συμπληγάδες δεν σε κλειούν.Θα ’ρθεις ξανά,μ’ άλλους μαζί.* Ο Ερνέστο Γκεβάρα ντε λα Σέρνα (1928-1967), γνωστόςως Τσε Γκεβάρα, συμμετείχε στην επανάσταση(1956-1959) που πέτυχε την ανατροπή του δικτατορικούκαθεστώτος της Κούβας, ενώ υπήρξε και μέλοςτης επαναστατικής κυβέρνησης, προωθώντας ριζικέςμεταρρυθμίσεις. Αργότερα, προσπάθησε να οργανώσειεπαναστατικά κινήματα στο Κονγκό και στη <strong>Β</strong>ολιβία,όπου και τελικά δολοφονήθηκε από την Κεντρική ΑμερικανικήΥπηρεσία Πληροφοριών (C.I.A.).* Ο Σιμόν ντε Μπολίβαρ (1783-1830), γνωστός και ως«Ο Ελευθερωτής» («El Libertador»), ήταν ηγέτης τωνκινημάτων της ανεξαρτησίας (1813-1825) στις χώρεςτης Νότιας Αμερικής ενάντια στον ισπανικό αποικιοκρατικόζυγό.Στιγμιότυπο από την ταινία Ημερολόγια μοτοσικλέτας του <strong>Β</strong>άλτερ Σάλες, 2004ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ289


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΛευκωσία, βράδι 15.7.74*Το σύγχρονο δράμα της Κύπρουάλλοτε εκβάλλει σε εκρηκτική οργήκαι άλλοτε σε χαμηλόφωνη, ηρωικήαπαντοχή ή στοχαστική ενατένιση.Ο ποιητής επιλέγει τη λιτότητατων εκφραστικών μέσων για νακαταγγείλει τόσο τη διάρρηξη τωνοραμάτων και των βεβαιοτήτων τουκυπριακού ελληνισμού, όσο και τηνεπιβουλή σκοτεινών συνωμοτών σεβάρος της Κύπρου. Στο θολό μετάτην τραγωδία τοπίο προβάλλει αδήριτηη ανάγκη της αντίστασης στηλήθη και την παραγραφή, στον συμβιβασμόκαι την παραίτηση.Δεν είναι η Λευκωσία απόψεη πόλη του γλυκού καλοκαιριού,του δειλινού π’ άναβε τ’ άστρα,αυτή που ξέραμε ως εχτέςπου πίναμε σ’ ένα ποτήρι τη δροσιά της.Απόψε στα στενά παίζουν τον θάνατοκάθε γωνιά φωτιά κι αγώνας.Η Λευκωσία απόψε πολεμάκαι πέφτει.Ανδρέας Λαδόμματος, Αρχιεπισκοπή τον Ιούλιο 1974, λάδι, 1976* Πρόκειται για τη μέρα εκδήλωσης του στρατιωτικούπραξικοπήματος, οργανωμένου από το δικτατορικό καθεστώςτου Δ. Ιωαννίδη στην Ελλάδα και από την ΕΟΚΑ<strong>Β</strong>΄, εναντίον του Αρχιεπισκόπου και Προέδρου της <strong>Κυπριακής</strong>Δημοκρατίας Μακαρίου Γ΄.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ290


ΠΟΙΗΣΗ Μιχάλης ΠασιαρδήςΕίμαστε ΈλληνεςΔεν είν’ η πρώτη σας φορά που μας πουλήσατε.Το ’χετε ξανακάνει, χρόνια πριν, σ’ άλλους αιώνες,όταν μας ξεπουλούσατε στους Πέρσες*.Και όμως ζήσαμε. Κι αντέξαμε σκλαβιές και κούρσα,τα φέραμε δεξά με την αναβροχιά και την ακρίδα*. 5Είμαστε έλληνες. Δεν καρτερούμε τίποτα,τώρα μας ρίξατε στους Τούρκουςτο αίμα πότισε πλούσο τη γηκι αλυσοδέσανε βαριά τον Πενταδάχτυλο.Είμαστε έλληνες. Δεν καρτερούμε τίποτα, 10τίποτα απ’ την Αθήνα. Είμαστε έλληνες,έλληνες του πικρού καιρούκαι της Απελπισίας.* όταν μας ξεπουλούσατε στους Πέρσες: αναφοράστην Ανταλκίδειο Ειρήνη (386 π.Χ.), με την οποία οι Αθηναίοιαναγνώρισαν την περσική κυριαρχία στην Κύπρο.* Κι αντέξαμε σκλαβιές και κούρσα,/ τα φέραμε δεξάμε την αναβροχιά και την ακρίδα: αναφορές σε θεομηνίεςκαι συμφορές που έχουν πλήξει την Κύπροδιαχρονικά και τις οποίες εξιστορούν το Χρονικό τουΜαχαιρά, η Ιστορία του αρχιμανδρίτη Κυπριανού κ.ά.Kώστας Αργυρού, Μάνα και παιδί, πέτρα, 1992-1993ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ291


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΕσύ δεν λες τίποτα...Εσύ δεν λες τίποταμα εγώ θα σου πω γι’ αυτό το νησίπου ήταν όνειρο χτες και θυμάρι κι αμίαντο*και σήμερα ποτάμι οδύνηςποτάμι που δεν λέει να σιγήσει 5κατρακυλώντας απ’ τους αιώνες όχι νερόμα τις πέτρες μας, πέτρες αρχαίες που χτίσαν ναούςκαι υψώσανε κάστρα και πολιτείες που χάραξαντ’ όνομά τους στο χρόνοβαθιά, και για πάντα.Εδώ, σ’ αυτό το νησί, υδρίες λαδιού με παραστάσεις του μόχθου 10υδρίες κρασιού με παραστάσεις αγάπηςο χαλκός στου ανθρώπου τη δούλεψηο χρυσός, η εικόνα, το κέντημα,το ξύλο που ευωδιάζει το χέρι,τάφοι προγόνων παλιών και χτεσινών πατεράδων. 15Εσύ δεν λες τίποταμα εγώ θα σου πω για τα παιδιάπου σκύψανε άξαφνα με το χέρι στο στήθοςεκεί στις πλαγιές του βουνού Πενταδάχτυλος και φωνάζαντη μάνα τους ώσπου ξεψύχησαν. 20Εσύ δεν λες τίποταμα εγώ θα σου πω για τα σπίτια, τα δέντρατου κάμπου μας, τα πικρολέμονα του ίδρωτά μαςπου τα διαγούμισαν* άλλοικαι πέρα τα πήγανε. 25* αμίαντος, ο: ορυκτό μετάλλευμα που βρίσκεται σε κοιτάσματαστην οροσειρά του Τροόδους* διαγουμίζω: λεηλατώ, αρπάζω* τροχός, ο: (εδώ) όργανο βασανισμού, γνωστό από τηναρχαιότητα και τον μεσαίωναΕσύ δεν λες τίποταμα εγώ θα σου πω γι’ αυτό το μαρτύριοπου δένει τη γη μας, τον τροχό* που στενάζειη πατρίδα μας, την πληγή στο σώμα του Ιησού.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ292


ΠΟΙΗΣΗ Μιχάλης ΠασιαρδήςΕσύ δεν λες τίποτα 30μα η πληγή στο σώμα του Ιησούδεν στερεύει.Μένουμε μ’ ανοιχτές τις πληγές στο σταυρό του ορίζοντα.Δεσπόζει το αίμα. Η Κύπρος καλεί. Στουςδρόμους του κόσμου αντηχεί η φωνή μας. 35Ας μην αναπαύονται οι άνθρωποι.Τηλέμαχος Κάνθος, Σκληροί χρόνοι: Mαύρο θέρος του '74, ξυλογραφία, 1977ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ293


ΠΟΙΗΣΗ Μιχάλης Πασιαρδής[Φέρτε μου το παλιό δκιολίν]υ υ(Στους παλιούς ρυθμούς)Η πίστη στις δυνάμεις που κρύβουνοι ρίζες του λαϊκού πολιτισμού καιο πλούτος της κυπριακής διαλέκτουοδηγούν τον ποιητή σε παραδοσιακούςδρόμους. Με αμεσότητα ύφους,πηγαία αίσθηση της γλώσσας καιτου ρυθμού στήνει το ανάχωμα στηναντιμετώπιση της κατοχής και τηςδιαίρεσης της γενέθλιας γης.Φέρτε μου το παλιόυδκιολίνυτζαι το παλιόνυλαούτομε κόρτες* πον ανταχτερές* για το τραούιν τούτοΘωρώ τον Πενταδάχτυλον που στέκει πικραμμένοςμε τους αλύσους τους χοντρούς σαν τον ληστήν δημμένοςΝα πκιάω στράτες των πουλλιών να πάω το Καρπάσι*υυνα δω φίλους τζαι συγγενείς τζει κάτω πώς τα πάσιυυΠου την Τζερύννειαν έρκουμουν εψές εις τ’ όρομάν μουυυτζι’ οι πέτρες εφωνάζαν μου· εξέραν τ’ όνομάν μουυΤης Αμοχούστου θάλασσα, της Μεσαρκάς* αλώνιαυυζυμώννει ο πόνος το ψουμίν να φαν παιδκιά τζι’ αγγόνιαυΣερκές – σερκές επκιάσασιν τ’ άστρα στον ουρανόν μαςυυτζι’ είπαν· «εν χωριζούμαστιν στον τόπον τον δικόν μας».υυυυυ* κόρτα, η: χορδή* ανταχτερός: που αντέχει, δυνατός* Καρπάσιν, το: η χερσόνησος της Καρπασίας, που προεκτείνεταιστη <strong>Β</strong>Α πλευρά της Κύπρου. Πριν την εισβολήτου 1974, κατοικούνταν από συμπαγείς ελληνικούςπληθυσμούς.* Μεσαρκά, η: η κεντρική πεδιάδα της Μεσαορίας (μεταξύτων οροσειρών Τροόδους και Πενταδαχτύλου), ανκαι συνηθέστερα η ονομασία αναφέρεται κυρίως στοανατολικό της τμήμα (σήμερα κατεχόμενο), το οποίοεκτείνεται από τον κόλπο της Αμμοχώστου ώς τη Λευκωσία.Aδαμάντιος Διαμαντής, Ο βιολάρης Θεόδωρος, λάδι, 1951ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ294


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΟ Μιχάλης Πασιαρδής (Τσέρι, 1941) μετά την αποφοίτησή του απότο Παγκύπριο Γυμνάσιο εργάστηκε στο Ρ.Ι.Κ. ως παραγωγός προγραμμάτων(1960-1995). Παράλληλα και ως σήμερα, διατηρεί σε καθημερινήεφημερίδα στήλη με σχόλια και κρίσεις για πολιτικά, πνευματικά και καλλιτεχνικάζητήματα.Το ποιητικό του έργο, αποτελούμενο από δεκαέξι συλλογές (Ποιήματα,1962· Μονόλογος με το πρώτο αστέρι, 1964· Ποιήματα ΙΙ, 1964·Ποιήματα ΙΙΙ, 1967 κ.ά.), συνθέτει ένα αξιόλογο σύνολο με ευδιάκριταχαρακτηριστικά τον αυθόρμητο ποιητικό κραδασμό και τον πηγαίο λυρισμό.Η τραγική εμπειρία της Κύπρου μετά την τουρκική εισβολή του 1974θα δώσει δραματικό τόνο στο έργο του και θα μετουσιωθεί σε ποιήματαλιτής σύνθεσης, όπου ξεχωρίζουν η ανθρώπινη διάσταση, ο βαθύς (ανκαι όχι κραυγαλέος) σπαραγμός και η στοχαστική θλίψη. Πρόκειται γιαμια ποίηση πλούσια θεματολογικά και ευρηματική ως προς τον τρόποπου χρησιμοποιεί τον γλωσσικό κώδικα, ενώ διαλέγεται δημιουργικά καιμε το έργο σημαντικών ελλήνων ποιητών, όπως του Ν. <strong>Β</strong>ρεττάκου, του Γ.Ρίτσου κ.ά. Άλλωστε, εκτός από την πανελλήνια κοινή, ο Πασιαρδής θακαλλιεργήσει και την κυπριακή ντοπιολαλιά με εκφραστική αμεσότητα,συνεχίζοντας το παράδειγμα του Κ. Μόντη. Αλλά και τα λίγα πεζά κείμενάτου διακρίνονται για την ευρηματική εικονοποιΐα τους, ενώ και ταθεατρικά του έργα στην κυπριακή διάλεκτο προσφέρουν μια πειστικήεικόνα του παραδοσιακού κόσμου της Κύπρου, χωρίς ταυτόχρονανα υπολείπονται σε κοινωνικό προβληματισμό και ποιητικότητα.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ295


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΚώστας Π. ΜιχαηλίδηςΣήματαΣτα παρακάτω ποιήματα (από τησυλλογή Περιαγωγή, 1980) η τραγικήπραγματικότητα της τουρκικήςεισβολής και κατοχής έρχεται σεαντίθεση με την αρμονία του φυσικούπεριβάλλοντος και το ήπιοκλίμα του μεσογειακού τοπίου, ενώπαράλληλα το μυθικό και το ιστορικόπαρελθόν σμίγουν με το παρόν,δίνοντας μια άλλη προοπτική στησυνέχεια και τη συνοχή του χώρουκαι του χρόνου.ηΌ δρόμος προς την ΚερύνειαΟ δρόμος πάει λοιπόν προς την Κερύνεια.Λίγο πιο πέρα βλέπεις τα βουνάΜια υποψία η θάλασσα.– Τα βουνά δεν είναι από σάρκα,μου είπες. 5Μένουν απλώς εκεί που ήταν πάντα.Τους πεθαμένους ποιος τους λογαριάζει;Πάνω σε μια πλαγιά,στην κορυφή του άγιου Ιλαρίωνα*ή στο ακρογιάλι; 10Δεν φτάνει ένα καμπαναριόούτε το δέντρο στην πλατεία του Μπέλλα-Παΐς*να τους λυτρώσει.Ο χαμός περισσεύειμέσα στους δρόμους 15εκεί που χτες ακόμαοι άνθρωποι έπαιζαν το ανύποπτο παιχνίδι τους.Πόσα χρόνια στέκει αυτό το κάστρο;Ανεβαίνεις απάνω τουόπως πριν οκτώ αιώνες. 20Η πέτρα βαριά, η καταπακτήγυρίζει όπως ο μύλος στο βυθό της γης.Φωνή χαμένη που έρχεται και ξανάρχεται.* στην κορυφή του άγιου Ιλαρίωνα: Κορυφή του δυτικούτμήματος της οροσειράς του κατεχόμενου σήμεραΠενταδάκτυλου, σε ύψος περίπου 725 μέτρων, όπουβρίσκεται η εκκλησία και το βυζαντινό κάστρο του ΑγίουΙλαρίωνα (τέλη 11ου αιώνα μ.Χ.)* στην πλατεία του Μπέλλα- Παΐς: Κατεχόμενο σήμεραχωριό της επαρχίας Κερύνειας, στη βόρεια πλευρά τουΠενταδάκτυλου, όπου βρίσκεται και το ομώνυμο αβαείο(αρχές 13ου αιώνα μ.Χ.).Στην Κερύνειαπου έγινε όνειρο 25πόσο μας πνίγει τούτος ο καιρόςασήκωτος ο καιρός που την πατά.Προς τα πού;Μάταια κοιτάζεις τα βουνά.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ296


ΠΟΙΗΣΗ Κώστας Π. ΜιχαηλίδηςΑυτόν τον δρόμο τον έχουν κλείσει. 30Κτυπούν ακόμα τον βράχο,δένουν το βουνό όπως τότεπου οι κόρες του Ωκεανού* θρηνούσανκάτω απ’ τον ίσκιο του.Οι ελιές όμως 35που ρίζωσαν μαζί με τον κύκλο του ήλιουξέρουν να περιμένουν.Πέρασαν μέσ’ από την τραγωδία του ονείρουπου γίνεται χώμα, κρασί, λεμονανθόςπου γίνεται ποτήρι πάνω σ’ ένα τραπέζι 40ενώ οι άνθρωποι γύρω κάθονται να ξεδιψάσουνστο φτωχό σπίτι του ψαράπου διάφανο άπλωσε για να χωρέσει ένα καράβιβουλιαγμένο πριν τρεις χιλιάδες χρόνια στον βυθό*.Δεν τον αφήνεις αυτόν τον δρόμο 45τον φραγμένο με συρματοπλέγματα.<strong>Β</strong>ουλιάζει κι αυτός μέσα σου όπως το καράβισε πληγώνει μαζί με το σίδερο που τον φράζεισε διαπερνά όπως τα χώματα το φως.Τους πεθαμένους δεν μπορείς να τους ξεχάσεις. 50Θα σε κυνηγήσουν οι Ερινύες*σ’ αυτόν τον δρόμο που πάει προς την Κερύνεια.* οι κόρες του Ωκεανού: Οι Ωκεανίδες, πρόσωπα τηςμυθολογίας, ήταν κόρες του Ωκεανού και της Τηθύος,οι οποίες, σύμφωνα με τον Ησίοδο, ήταν σκορπισμένεςσε ολόκληρη τη γη για να εποπτεύουν τις βαθιές πηγές.* ένα καράβι/ βουλιαγμένο πριν τρεις χιλιάδεςχρόνια στον βυθό: πρόκειται για ναυάγιο ελληνικούεμπορικού πλοίου των ελληνιστικών χρόνων, το οποίοεντοπίστηκε από τον Κύπριο δύτη Ανδρέα Καριόλουανοιχτά της Κερύνειας το 1965 και ανελκύστηκε το1968. Το καράβι αποτελεί τεκμήριο των οικονομικώνσυναλλαγών και εν γένει των πολιτιστικών σχέσεων πουείχαν αναπτυχθεί μεταξύ των νησιών του Αιγαίου καιτης Κύπρου. Φυλάσσεται στο κάστρο της κατεχόμενηςσήμερα πόλης της Κερύνειας.* οι Ερινύες: Θεές του Άδη, κόρες της Γης και τουΣκότους, θεωρούνταν από τους Αρχαίους Έλληνεςφύλακες των νόμων της φύσης και της αρμονίας τουκόσμου, εντεταλμένες να κυνηγούν και να τιμωρούνκάθε παραβάτη ή αδικητή, αποκαθιστώντας έτσι τηδικαιοσύνη και τη διασαλευθείσα τάξη.Το αρχαιοελληνικό πλοίο συναρμολογημένο. Κάστρο Κερύνειας, 1973ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ297


ΠΟΙΗΣΗ Κώστας Π. ΜιχαηλίδηςΑυτογνωσίαε΄Τα χωριά μας είναι πελεκητάπάνω σε γκρεμούςζυμωμένα με πλιθάρι στην αγκαλιά του κάμπουκι απάνω τους ο θεόςπου μας κοιτάζει πίσω από το πρόσωπο 5με τη διπλή ματιά τουΔουλεύουμε το στάρι και τ’ αμπέλικοιμόμαστε στον ίσκιο της πορτοκαλιάςκι η ελιά μετρά το φως που μας σκεπάζει,Κι ολημερίς κτίζουμε τα σπίτια μας 10από χώμα και πέτρααπό θεούς και εικόνεςσπασμένα μάρμαρα και υδρίες πολλές.Και πάλι βουλιάζουμε στο χώμαστο σύνορο μιας άλλης γης 15στην άκρη, που μας κρατά μετέωρουςμαζί με τις πέτρες και τους θεούς μαςΚι όλο και ξανακτίζουμε τα σπίτια μας,κάτω από τη διπλή ματιά του θεού.Τηλέμαχος Κάνθος, Συγκομιδή ΙΙ, ξυλογραφία, 1963ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ298


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΟ Κώστας Π. Μιχαηλίδης (Λεμεσός, 1928-1998) σπούδασε φιλολογίαστα Πανεπιστήμια Αθηνών και Μονάχου. Εργάστηκε στη Μέση Εκπαίδευσηκαι στο Πανεπιστήμιο Κύπρου.Ποιήματά του, φιλολογικές και φιλοσοφικές μελέτες του δημοσιεύτηκανσε κυπριακά και ελλαδικά λογοτεχνικά έντυπα, καθώς και σε ξέναεπιστημονικά περιοδικά. Το ποιητικό του έργο (Ανάβαση, 1973· Η άλληγη, 1979· Περιαγωγή, 1980 κ.ά.) εμπνέεται από τις φιλοσοφικές του αναζητήσεις,την υπαρξιακή αγωνία και την τραγικότητα του ανθρώπινουπροσώπου, αλλά και από την πρόσφατη τραγωδία της Κύπρου.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ299


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΚυριάκος ΠλησήςΤα παιδιάΤα ποιήματα που παρατίθενταιεδώ προέρχονται από τη συλλογήΓραφή οδύνης (1975), η οποία καιγράφεται ενώ ακόμη η τραγωδίατης εισβολής και του διαμελισμούτης Κύπρου είναι νωπή. Γι’ αυτό καιο ελεγειακός τόνος κυριαρχεί, ενώοι ποικίλες αντιθέσεις (αθωότητακαι αγνότητα vs προδοσία και βαρβαρότητα,αρχέγονη ομορφιά καιισορροπία χώρου και ανθρώπων vsβιασμός και καταστροφή φυσικούκαι πολιτιστικού περιβάλλοντος)καθίστανται το βασικό σχήμα πουπροσπαθεί να αποδώσει κάτι απότο ζοφερό κλίμα ενός εφιαλτικούκαι απέλπιδου παρόντος, όπως επίσηςκαι την ανέκκλητη σχάση με τοπαρελθόν.Είχαν έναν μπαξέ και φύτευαν λουλούδια·κάναν βαρκούλες και τις ρίχνανε στη λίμνη·σεργιάνιζαν στους κήπους τ’ ουρανούκαι στο λιβάδι με τις μαργαρίτες.Παίζαν με τη φτερούγα του αγγέλου 5και με το στέμμα της ξανθής νεράιδας·χτίζαν φωλιές στο στόμα τους τ’ αηδόνια·γελάγανε κι ανοίγανε οι εφτά ουρανοί.Ήρθαν απ’ τον βοριά κατακαλόκαιρα*με τα τσεκούρια και με τις φωτιές τους. 10Ρήμαξαν τον μπαξέ μαδήσαν τα λουλούδια.Χρόνοι πολλοί καθίσανε στην πλάτη των παιδιών·ξέχασαν πια πώς να γελάνε.* Ήρθαν απ’ το βοριά κατακαλόκαιρα: Αναφέρεταιστους Τούρκους εισβολείς το καλοκαίρι του 1974.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ300


ΠΟΙΗΣΗ Κυριάκος ΠλησήςΑυτός που δεν πονεί<strong>Β</strong>λέπεις τον χειμώνα κι ονειρεύεσαι την άνοιξη·και το κακό το δέχεσαικαι τον σπαραγμό τον βελονιάζεις σ’ ένα κλαράκι μυγδαλιάς∙τη δυσωδία την αντέχειςκαι στον βόρβορο χύνεις στάλες ροδοσταλάματα. 5Μ’ αυτός που κάθεται στην πέτραέπαψε πια να ονειρεύεται.Ούτε πονεί ούτε σπαράζει·τον βόρβορο* δεν νιώθεικι ούτε την ευωδία των ρόδων. 10Είχ’ έναν ήλιο δεν τον έχει,μια λεμονιά στην αυλήένα καναρίνι στο παραθύριένα σπίτι.Αγγίζεις το χέρι μάρμαρο, 15ακουμπάς στην καρδιά πέτρα.Αλίμονο!Εκείνοι που κάνουν τους ανθρώπους μάρμαρασκοτώνουν τ’ αηδόνιακαι την ελπίδα. 20* βόρβορος, ο: βούρκος, ακάθαρτη και δύσοσμη λάσπηστον πυθμένα ποταμών, λιμνών, ελών, κ.λπ..Γιώργος Σκοτεινός, Μουσειακά, ακρυλικό, 1974ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ301


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΗ θεά*Πέτρα την πέτρα περπατεί,φυτεύει λούλουδα στο Δίκωμο,στη Μόρφου, στην Κυθρέα, στην Αμμόχωστο*.Παίρνει σποδό* απ’ τα κόκαλα 5κι απ’ τα καημένα πεύκα του Τροόδους,λιπαίνει τα λουλούδια της και κάθεται και κλαίει.Έρχεται στη Λευκωσία, στην Πάφο και στη Λεμεσό·πεζεύει* στο δασάκι της Άχνας και στην Ορμήδεια*.Δίνει ένα χαμόγελο στα μάτια των παιδιών, 10σκεπάζει τα τρεμάμενα γεροντικά κορμιά.– Απαντοχή κι ελπίδα.Το βράδι αποσύρεται στην Πάφο, στ’ άδυτα του Ναού,κονεύει* στ’ Άγια των Αγίων στον Μαχαιρά·κι αφήνει τα ποτάμια των δακρύων της 15κάθε νύχτα, κάθε νύχτα, εξουθενωμένη.Τ’ άλλο πρωί πάλι τα ίδια, πάλι τα ίδιαχωρίς ελπίδα, με την ελπίδα αιθρίας.* Πρόκειται για την Αφροδίτη, η μορφή της οποίας στηνπορεία του ποιήματος συμφύρεται με αυτή της Παναγίας(πβ. τους στίχους 12-13, όπου γίνεται αναφορά στο ναότης Αφροδίτης στην περιοχή Παλαίπαφου/ Κουκλιών καιστο μοναστήρι της Παναγίας του Μαχαιρά στο Τρόοδος),ενώ και το τελετουργικό που περιγράφεται στη συνέχειαμε τα λουλούδια, τη στάχτη κ.λπ. προσιδιάζει στο αντίστοιχομιας εκφοράς/ επιτάφιου θρήνου.* στο Δίκωμο,/ στη Μόρφου, στην Κυθρέα, στην Αμμόχωστο:Πόλεις και χωριά που βρίσκονται στο κατεχόμενοαπό τους Τούρκους βόρειο τμήμα της Κύπρου.* σποδός, η: στάχτη, τέφρα* πεζεύω: ξεκαβαλικεύω, κατεβαίνω από υποζύγιο(άλογο, γαϊδούρι κ.λπ). Και η εικόνα αυτή παραπέμπειπερισσότερο στη μορφή της Παναγίας.* Έρχεται στη Λευκωσία, στην Πάφο και στη Λεμεσό·/ πεζεύει στο δασάκι της Άχνας και στην Ορμήδεια:Στους συγκεκριμένους στίχους γίνεται επί τούτου αναφοράστις κυριότερες πόλεις της ελεύθερης Κύπρου καισε χωριά, όπου συγκεντρώθηκε μεγάλος αριθμός προσφύγωνμετά τον βίαιο ξεριζωμό από τις πατρογονικέςτους εστίες το καλοκαίρι του 1974.* κονεύω: βρίσκω προσωρινό κατάλυμα για διανυχτέρευσηκαι ανάπαυσηΚλάρα Γεωργίου-Ζαχαράκη, Εγκλεισμός, ακρυλικό, 2000ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ302


ΠΟΙΗΣΗ Κυριάκος ΠλησήςΕπίμετρο ΙΙΝα μνημονεύονταιΝα μνημονεύονταιΑκάμας, Αίπεια, Σόλοι, Λάμπουσα,Λάπηθος, Κερύνεια, Χύτροι, Αφροδίσιον,Ουρανία, Αχαιών Ακτή, Σαλαμίς, Αλάσια.Να μνημονεύονται 5Άγιος Αντιφωνητής, Γλυκιώτισσα, Κανακαριά,Απόστολος Ανδρέας, Απόστολος <strong>Β</strong>αρνάβας,Άγιος Επιφάνιος.*Να μνημονεύονταιπρος δόξαν και υπερηφάνειαν 10των ενδόξων και πεπολιτισμένων γειτόνων μαςκαι των ευγενών τέκνων της Εσπερίας*καθώς και των γενναίων τέκνωντου Αγάλματος της Ελευθερίας.* Ιστορικές τοποθεσίες και μνημεία που βρίσκονται στοκατεχόμενο σήμερα από τους τούρκους βόρειο τμήματης Κύπρου.Nίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας, Ιούλιος 1974, λάδι, 1975* Εσπερία, η: ΔύσηΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ303


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΟ Κυριάκος Πλησής (Ακανθού, 1929 - Αθήνα, 2007) μετά την αποφοίτησήτου από το Ελληνικό Γυμνάσιο Αμμοχώστου, συνέχισε στο ΔιδασκαλικόΚολλέγιο Μόρφου και εργάστηκε επί μια πενταετία ως δάσκαλος.Ακολούθως, σπούδασε φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών καιμετεκπαιδεύτηκε στα παιδαγωγικά σε Πανεπιστήμια της Μ. <strong>Β</strong>ρετανίας.Υπηρέτησε για πολλά χρόνια στη Μέση Εκπαίδευση της Κύπρου (ώς το1975) και της Ελλάδας (ώς το 1989).Μια πικρή αίσθηση της ιστορίας με σεφερικές καταβολές εκφράζειστην ποιητική συλλογή Γραφή οδύνης (1975), η οποία και απηχεί το κυπριακόδράμα μετά την εισβολή του 1974. Η ποίησή του (Άσκηση γραφής,1973· Το τραγούδι της αδελφιδής, 1977· Ο έρωτας του σώματος,1983· Χαράγματα, 1988) διακρίνεται ακόμη για τη μεταφυσική αναζήτησηκαι τον θρησκευτικό της προσανατολισμό. Αξιοσημείωτο είναι το δοκιμιακό/κριτικό του έργο, που καταπιάνεται με βασικά ζητήματα της εποχήςμας, το κυπριακό πρόβλημα, καθώς και με θέματα της νεοελληνικήςλογοτεχνίας. Συνεργασίες του, ποιήματα και δοκίμια, δημοσιεύτηκαν σεκυπριακά και ελλαδικά λογοτεχνικά περιοδικά.Σάββας Χριστοδουλίδης, Μνημείο για τον ΆγνωστοΞυλοκόπο Ι, μεικτά υλικά, 2010ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ304


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΣοφοκλής ΛαζάρουΑυτός ο ουρανόςΣτα συγκεκριμένα ποιήματα ο ουρανόςαξιοποιείται και αναδεικνύεταιως σύμβολο με διαφορετική, ανκαι διακριτή σε κάθε περίπτωση,λειτουργία.Αυτός ο ουρανός όπου πετάμεχαρταετούς την Καθαρά Δευτέρααυτός ο ουρανός όπου πετάχρωματιστούς χαρταετούς ο δήμαρχοςστην Πράσινη Γραμμή της Λευκωσίας 5αυτός ο ουρανός που χαίρεταιμε τις πολύχρωμες εκρήξεις των βεγγαλικώνόταν γιορτάζει η άχαρη αβέβαιη ζωή μαςείναι ένα τσιμπλιασμένο μάτι.Δεν ξέρει να κοιτά 10δεν θέλει να βλέπειπού πονάμεπού φοβόμαστεαδιαφορεί για τον φονιάτον κλέφτη 15τον αλαζόνα δυνατό που σημαδεύειστο λίκνο την ώρα του ύπνου.Αυτός ο ουρανός αδιαφορεί–να μη μας λες πως είσαιο ουρανός μας. 20Δεν μας αρέσειςδεν σε ξέρουμε, ουρανέ.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ305


ΠΟΙΗΣΗ Σοφοκλής ΛαζάρουΤις λέξεις μουΑπό καμένο δάσοςμέσα στο στόμα τουςσαν άγρια θηρίαφεύγουνοι λέξεις βάναυσες 5ορμούν ουρλιάζονταςνα βρουν και να πληγώσουν.Τις λέξεις μου εγώπροσεκτικά και μία μίατις θηρεύω* 10έλα η δύναμή Σου, Θέ μου,λέω και τις σπέρνω∙σαν άστρα τις καρφώνω μία μίαστον ουρανόσαν άστρα να φωτίζουν 15να βλέπουνε τα μάτια μουκαθώς μ’ αρέσειτον ουρανό κατάστερο!* θηρεύω: κυνηγώ, αναζητώΤάκης Φραγκούδης, Άτιτλο, λάδι, 1964ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ306


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΟ Σοφοκλής Λαζάρου (Νατά Πάφου, 1932) σπούδασε φιλολογίαστο Πανεπιστήμιο Αθηνών, όπου και αργότερα μετεκπαιδεύτηκε σταΠαιδαγωγικά. Υπηρέτησε για πολλά χρόνια στη Μέση Εκπαίδευση. Πήρεενεργό μέρος στον Απελευθερωτικό Αγώνα (1955-59), βασανίστηκε απότις βρετανικές αποικιακές δυνάμεις (1958) και έμεινε έγκλειστος σταΚρατητήρια Πολεμίου και Μάμμαρη ώς το τέλος του Αγώνα.Στο ποιητικό του έργο (Ανήφορος, 1958· Ενδοσκόπιο, 1961 κ.ά), οιιστορικές περιπέτειες της Κύπρου και οι τραυματικές εμπειρίες από τηνπροσωπική του εμπλοκή σε αυτές διασταυρώνονται με μεταφυσικές αναζητήσειςκαι υπαρξιακές ανησυχίες. Ασχολήθηκε ακόμη με την πεζογραφία,το δοκίμιο και τη μελέτη, ενώ υπήρξε μέλος της εκδοτικής ομάδαςτου περ. Επιθεώρηση Λόγου και Τέχνης.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ307


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΚλαίρη ΑγγελίδουΝοσταλγίαΤην ποίησή της διατρέχει η έντονηνοσταλγία της αγαπημένης –πληναιχμάλωτης– πόλης της Αμμοχώστου,η οποία λειτουργεί μετωνυμικάως συμπύκνωση του σύγχρονουδράματος της Κύπρου. Διάχυτη,ωστόσο, είναι η αισιοδοξία της ποιήτριαςγια την τελική δικαίωση καιτην επιστροφή.Η νοσταλγία ξεκινά από ένα δρόμο με ροδιές,αιωρείται σ’ ένα στύλο ηλεκτρικόκαι καταλήγει σ’ ένα μισοσπασμένο σκαλοπάτι.Θωπεύει* κάποια βιβλία στα ράφιακι αφουγκράζεται τους ψίθυρους μιας πεταλούδας. 5Τα όνειρα ξεκινούν απ’ την καρδιάκαι γεμίζουν ολάκερο το σπίτι.Δεν περιμένουν να τους δοθεί άδεια.Ο κόσμος γύρω είναι δικός τους.Κι η γη κι η θάλασσα κι ο αγέρας. 10Μοιάζουν πελώριοι γερανοί*που ταξιδεύουν ασταμάτητα,ώσπου να φτάσουνε στο τέρμα.Και θα φτάσουν.Τηλέμαχος Κάνθος, <strong>Β</strong>αρώσι. Σούρουπο, υδατογραφία, 1973* θωπεύω: χαϊδεύω* γερανός, ο: αποδημητικό πουλίΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ308


ΠΟΙΗΣΗ Κλαιρη ΑγγελίδουΗ προσμονήΚι αυτά τα λαγήνια*τα κρύψαμε κάτω απ’ τα φύλλα της καρδιάςγεμάτα ελπίδες και όνειρα.Και το χώμα κρατούμε ζεστόμέσα στα χέρια μαςγεμάτο με βλαστούς ανεμώνων και κρίνων.Μονάχα νερό και λίγο ήλιο περιμένουμεγια την καινούργια ανθοβολιά*.ΑμμόχωστοςΗ θάλασσα ζωντανή μέσα μουστα όνειρα και την καρδιά μουΜετρώ τους γλάρους στα βράχιαν’ ανεμίζουν λευκά τα φτερά τουςκαθώς ταξιδεύουν 5απ’ το μικρό λιμανάκιστα βράχια της αντίπερα όχθηςΗ χρυσή άμμος γράφει τις θαλασσινές ιστορίεςγια πυροφάνια, ατέλειωτα ταξίδιακαι περιμένει τα γεμάτα καφάσια 10και τ’ ολάνθιστο περβόλιαπό δίχτυα,απλωμένα στον ήλιο.* λαγήνι, το: μικρό δοχείο, σταμνί* ανθοβολιά, η: άνθισμα, ανθοφορίαΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ309


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΗ Κλαίρη Αγγελίδου (Νήσου, 1932) μετά την αποφοίτησή της από τοΕλληνικό Γυμνάσιο Αμμοχώστου, σπούδασε φιλολογία στο ΠανεπιστήμιοΑθηνών (1951-1956) και υπηρέτησε για πολλά χρόνια στη Μέση Εκπαίδευση.Θα εμπλακεί ενεργά στον Απελευθερωτικό Αγώνα (1955-1959),ενώ αργότερα θα πολιτευτεί και θα διατελέσει υπουργός Παιδείας καιΠολιτισμού (1993-1997).Την πρώτη της ποιητική εμφάνιση θα κάνει στο περ. Κυπριακά Γράμματατο 1948, για να δημοσιεύσει σε διάστημα σαράντα χρόνων (1967-2007) πάνω από δέκα ποιητικές συλλογές (Ποιήματα, 1967· Του ξεριζωμού,1976· Νόστιμον Ήμαρ, 1982, Εν Δήμω Αμαθούντος, 1988, κ.ά.). Ηπυκνή χρήση ιστορικών μορφών και συμβόλων από την αρχαιότητα ώςκαι τη σύγχρονη εποχή, η διαρκής παρουσία της ανθρωπογεωγραφίαςτου γενέθλιου χώρου και η τραγικότητα της κατοχής και της διαίρεσηςτης Κύπρου, δίνουν το στίγμα του ποιητικού της έργου. Ασχολήθηκε ακόμημε την πεζογραφία, την κριτική μελέτη, την πολιτική αρθογραφία κ.λπ.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ310


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΑνδρέας ΧριστοφίδηςΦθινόπωρο 1973που έφερε το καλοκαίρι του 1974Το ποίημα που παρατίθεται εδώ(από τη συλλογή Οι Ομιλίες της νύχτας,1979) είναι μια καταγγελία γιατα πρόσωπα εκείνα τα οποία πρωταγωνιστούσανστο διεθνές πολιτικόστερέωμα της εποχής· οι πράξειςκαι η εν γένει στάση τους σε θέματαάσχετα φαινομενικά με την υπόθεσητης Κύπρου προοιωνίστηκαν, ωστόσο,την έκβαση της τραγωδίας της τοκαλοκαίρι του 1974. Η διάχυτη ειρωνείαφανερώνει την πικρία του ποιητήγια ακόμη ένα επεισόδιο του παγκόσμιουδράματος, που αποκαλύπτειτην υποκρισία και τη συμπαιγνία τωνισχυρών σε βάρος όσων θέτουν σεκίνδυνο τα ποικίλα συμφέροντά τους.1Ρώτησα σήμερα/ γιατί τάχατε/ ο τραγικός και σεμνός ηγέτης/ πουλέγονταν/ Αγιέντε*/ προτού να/ σφουγγαρίσει και/ να ξεσκονίσεικαλά/ όλο το σπίτι/ δέχτηκε /δεκάξι/ σφαίρες/ στ’ ανοικτό του στόμα/κι έγειρε και/ πέθανε;Διότι ίσως/ είπεν ο νεκρός αδελφός μου/ πρέπει να έχει η ITT* ταπρονόμιά της/ ο Κόλμπυ* την επιτυχία του/ και ο Γκενήν το πούρο του.Διότι/ πρέπει να έχει/ ο Νίξον* το μαγνητόφωνό του/ οι στρατιωτικοίτα/ γυμνάσιά τους/ και οι νοικοκυρές/ τις κατσαρόλες τους.Διότι ίσως/ είπεν η αγράμματη μητέρα μου/ πρέπει να έχουν/ οιποιητές τις εμπνεύσεις τους/ οι αρθρογράφοι τα θέματά τους/ και/ο Κίσινγκερ* το Νόμπελ του.Διότι/ πρέπει να έχουν οι/ γερουσιαστές τις επιτροπές τους/ οι έμποροιχαλκού/ τα κέρδη τους/ οι επιτήδειοι αργύρια/ ο Άγκνιου* τουςεργολάβους του/ και/ οι εφοπλιστές τις νήσους τους/Διότι ίσως/ είπεν ο νεκρός πατέρας μου/ πρέπει να έχουν οι ιστορικοίσυγγράμματα/ οι φοιτητές τις διατριβές τους/ τα λατομεία τούς/εργάτες τους/ τα Ηνωμένα Έθνη/ τις συνελεύσεις τους/ οι αδέσμευτοιτις/ διακηρύξεις τους/ και τα/ νομίσματα/ την υγεία τους/Διότι δεν πρέπει/ είπεν ο ανήλικος υιός μου/ να έχουν/ τα παιδιάτα μάτια τους/ οι έφηβοι τα σχέδιά τους/ οι μεγάλοι τις ρυτίδες τους και/διότι/ πρέπει να έχουν όλοι/ τους φόβους/ των.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ311


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΓιάννης Κυριακόπουλος (ΚΥΡ), Γελοιογραφία σε ελληνική εφημερίδα, 1974* Ο Σαλβατόρ Αλιέντε (1908-1973) έγινε το 1970 οπρώτος σοσιαλιστής πρόεδρος της Χιλής. Λόγω τουπρογράμματος εθνικοποιήσεων και των γενικότερωνοικονομικών-κοινωνικών μεταρρυθμίσεων που εφάρμοσε,αντιμετώπισε την αντίδραση των Η.Π.Α., αλλάκαι μερίδας της μεσαίας τάξης της χώρας του. Τελικά,το 1973 εκδιώχθηκε βίαια από την εξουσία και δολοφονήθηκε(μαζί με πολλούς υποστηριχτές του) κατά τοπραξικόπημα που οργάνωσαν οι αμερικανικές μυστικέςυπηρεσίες και ο στρατός της Χιλής υπό τον αρχηγό τουΑουγκούστο Πινοσέτ.* Η Ι.Τ.Τ., αμερικανική πολυεθνική εταιρεία-κολοσσός,δραστηριοποιείται σε ποικίλους τομείς (διαχείριση υδάτων,παραγωγή και εμπόριο όπλων κ.ά.). Κατηγορείταιγια πολιτκές στήριξης δικτατορικών καθεστώτων.* Ο Ουίλλιαμ Κόλμπυ ήταν διευθυντής την περίοδο εκείνοτης Κεντρικής Αμερικανικής Υπηρεσίας Πληροφοριών(C.I.A.)* Ο Ρίτσαρντ Νίξον (1913-1994), 37ος πρόεδρος τωνΗ.Π.Α. (1969-1974), ήταν ο πρώτος πρόεδρος πουπαραιτήθηκε από το αξίωμά του, αντιμετωπίζοντας κατηγορίεςγια ανάμειξή του σε σκάνδαλο υποκλοπών τηλεφωνικώνσυνδιαλέξεων των πολιτικών του αντιπάλων(σκάνδαλο Γουότεργκεϊτ). Στη διάρκεια της θητείας του,εντάθηκε ακόμη περισσότερο η πολεμική εμπλοκή τωνΗ.Π.Α. στο <strong>Β</strong>ιετνάμ (που οδήγησε σε οδυνηρή ήττα),αλλά και η αντίδραση στο εσωτερικό της χώρας του.* Ο Χένρυ Κίσινγκερ (1923), υπουργός Εξωτερικών τωνΗ.Π.Α. (1969-1976), τιμήθηκε με το βραβείο ΝόμπελΕιρήνης το 1973 (από κοινού με τον <strong>Β</strong>ορειοβιετναμέζοΛε Ντουκ Θο) για τις προσπάθειες τερματισμού του αιματηρούπολέμου στο <strong>Β</strong>ιετνάμ. Ο επονομαζόμενος και«μάγος της διπλωματίας» θεωρείται, ωστόσο, μια απότις πιο αμφιλεγόμενες προσωπικότητες της διεθνούςπολιτικής, με ρόλο σκοτεινό σε διάφορες υποθέσεις,ανάμεσα στις οποίες η ανατροπή Αλλιέντε στη Χιλή αλλάκαι η παρέμβασή του στο Κυπριακό, ιδιαίτερα κατά τηνπερίοδο του πραξικοπήματος και της τουρκικής στρατιωτικήςεισβολής στο νησί το καλοκαίρι του 1974.* Ο Σπύρος Άγκνιου (1918-1996), 39ος αντιπρόεδροςτων Η.Π.Α. (1969-1973) και εκφραστής υπερσυντηρητικών αντιλήψεων, ήταν ελληνικής καταγωγής και απότις ελάχιστες διεθνείς προσωπικότητες που επισκέφτηκαντην Ελλάδα (Οκτώβριος 1971) κατά την περίοδοτης επτάχρονης απριλιανής δικτατορίας (1967-1974),προσφέροντας έτσι πολιτική αναγνώριση στο παράνομοκαθεστώς των συνταγματαρχών. Παραιτήθηκε από τηναντιπροεδρία τον Οκτώβριο του 1973, κατηγορούμενοςγια οικονομικά σκάνδαλα.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ312


ΠΟΙΗΣΗ Ανδρέας ΧριστιφίδηςΓια τον μαθητή ΔημητρίουΠέθανε 18 χρονών στις 17 του Γενάρη 1975Στις 17 Ιανουαρίου 1975, ο ΠανίκοςΔημητρίου, πρόσφυγας από τηνΑμμόχωστο και μαθητής του ΛανίτειουΓυμνάσιου Λεμεσού, συμμετείχεσε διαδήλωση στη βρετανικήβάση Ακρωτηρίου εναντίον τηςπρογραμματιζόμενης μεταφοράςτουρκοκυπριακού πληθυσμού στονβορρά. Δολοφονήθηκε από τις βρετανικέςαρχές των βάσεων, καθώςοι ερπύστριες των τεθωρακισμένωνπέρασαν κυριολεκτικά πάνω από τοσώμα του.Όταν ξεκίνησες το πρωί με τα βιβλία στο χέριγια το σχολείο και τη διαδήλωσηποιο μάτι παρακολουθούσε τα βήματά σουκαι μετρούσετις τελευταίες σου στιγμές 5ποιο χέρι κρατούσε τη ζυγαριά που έγειρε στο θάνατοποιος έβλεπε την κλεψύδρα της ζωής σουκαθώς άδειαζεδεν ήταν η μάνα ο πατέρας και τ’ αδέλφια σουπου το ’καναν 10ούτε οι φίλοι κι οι συμμαθητές σου ούτεοι αδελφοί της προσφυγιάςΠοιος είχεν αποφασίσειόταν έπαιρνες τον δρόμο για το σχολείο και τη διαδήλωσηπως δεν θα γύριζες ποτέ 15εσύ απ’ όλους όσους ξύπνησαν εκείνο το πρωί στην Κύπροεσύκι όχι ο γείτονας ο φίλος ο άγνωστοςτο παιδί του πατέρα σου κι όχι άλλοο γιος της δικής σου μάνας 20και ο αδελφός των δικών σου αδελφώνποιος φόρεσε τη μαύρη τήβεννο για σέναγιατί χωρίς προαίσθημα σε κατευόδωσαν οι δικοί σου το πρωίδίχως να σε σφίξουν στην αγκαλιά τους να σε φιλήσουνΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ313


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣκαι να σ’ αποχαιρετήσουν 25καθώς θα το ’καναν αν μόνο επρόκειτο να παςστο διπλανό χωριό στην πόλη ή στα ξέναδίχως προμήνυμα χωρίς προαγγελία έφυγες από τη ζωήτων γονιών σουκι από τη δική μας που ώς χθες δεν σε γνωρίζαμε 30έφυγες από τη ζωήχωρίς κανείς να σου εξηγήσει ούτε γιατί ήλθες ούτε γιατί έφυγεςένα όνομα κι ένας σταυρόςπνοή στους τέσσερις ανέμουςνερό που πάει στα νέφη 35ποιο μάτι μετρούσε τα βήματά σου σαν ξεκινούσες το πρωίποιος τυφλός μάρτυς σ’ έβλεπεποιος ο κουφός που σ’ άκουγεποιος ο βουβός που σου μιλούσετις τελευταίες σου στιγμές 40με ποια σκιά συνομιλούσεςκάτω από τις ερπύστριεςτων τεθωρακισμένων;Kώστας Ιωακείμ, Μνημειακό, λάδι, 1967ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ314


ΠΟΙΗΣΗ Ανδρέας ΧριστιφίδηςΜαθαίνοντας να ζειςμε τους ηλεκτρονικούς εγκεφάλουςΤο ποίημα προσπαθεί να αποκρυπτογραφήσεικάτι από το μέλλονκαι να προϊδεάσει τον αναγνώστηγια κάποιες από τις αλλαγές πουφαίνεται να εγκυμονούν για τη ζωήτων ανθρώπων η εισβολή της ηλεκτρονικήςτεχνολογίας και οι νέες,ταχύτερες και αμεσότερες, δυνατότητεςγνώσης και επικοινωνίας.Προκαλεί εντύπωση η διορατικότητατου ποιητή, αν αναλογιστείκανείς ότι οι ηλεκτρονικοί υπολογιστέςαποτελούν πλέον σήμεραένα απαραίτητο εργαλείο γιαόλους και η ενασχόληση μαζί τουςένα αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινότητάςμας.Φωνή ΑΠρέπει να μάθεις πρώτα να τους αγαπάςνα ξεχωρίζεις τις γενιέςνα σέβεσαι τους προγραμματιστέςκαλώδια κυκλώματα ηλεκτροδοτικές συνάψειςδεν είναι όσο φαίνεται περίπλοκοστο τέλος-τέλος είναι ωσάν ν’ απλώνεις το χέρι για ν’ ανάψειςένα διακόπτητώρα πια μπήκαν στη ζωή μας όπως ο ήλιος η βροχή τα νέφηθα πρέπει μόνο να τους αγαπάς καθώς τα βρέφη […]Φωνή ΔΟι πολυέλαιοι λαμπρά φωτίζουνε την αίθουσαδεν είναι στους παρισταμένους αρεστή η Ελληνική μυθολογίακάθε αναφορά που δεν θα είναι δυνατό να προγραμματιστείείναι πια καθαρή φιλολογίαοι έρωτές μας απορρίπτονται από τον τελευταίο ηλεκτρονικόυπολογιστή […]Στέλιος <strong>Β</strong>ότσης, Πανό με θέμα τη βιομηχανία και άλλα,λάδι, 1960-1965ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ315


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΟ Ανδρέας Χριστοφίδης (Λευκωσία, 1937-1998) σπούδασε φιλολογίαστο Πανεπιστήμιο Αθηνών (1954-1958). Αργότερα έκανε στιςΗ.Π.Α. μεταπτυχιακές σπουδές στα παιδαγωγικά και τα Μ.Μ.Ε. (1963-1964). Εργάστηκε στη Μέση Εκπαίδευση (1958-1963) και στο Ρ.Ι.Κ.(1964-1983). Διετέλεσε κυβερνητικός εκπρόσωπος (1983-1985) καιυπουργός Παιδείας και Πολιτισμού (1985-1988).Η ποίησή του (Εικονογράφηση ξένη, 1969· Αναλυτικές προτάσεις,1970· Οι Ομιλίες της νύχτας, 1979 κ.ά.), (αυτο)κριτική και διεισδυτικήμε φιλοσοφικές προεκτάσεις, εκφράζει τις ανησυχίες, την ερωτική στέρησηκαι τη βαθύτερη υπαρξιακή αγωνία του σύγχρονου ανθρώπου,χωρίς βέβαια να υπολείπεται σε ευρύτερο κοινωνικό προβληματισμό.Με πλούσια πνευματική δραστηριότητα, o Α. Χριστοφίδης ασχολήθηκεακόμη με την πεζογραφία, το δοκίμιο και την κριτική, συμμετείχε στηνεκδοτική ομάδα του περ. Πνευματική Κύπρος και υπήρξε εκδότης τουπερ. Κριτήριον. Επιμελήθηκε μαζί με τον Κ. Μόντη την Κυπριακή Ανθολογία(Ποιήση) (α΄ έκδ. 1965, β΄ εκδ. συμπληρωμένη 1973) και μαζί μετον Π. Ιωαννίδη την Ανθολογία κυπριακού διηγήματος (1969).ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ316


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΦοίβος ΣταυρίδηςGraffitiΤα ποιήματα (που προέρχονταιαπό τη συλλογή Απομυθοποίηση,1978) κινούνται σαφώς στον απόηχοτης νέας, σκληρής πραγματικότηταςπου επέβαλε στην Κύπρο ητουρκική στρατιωτική εισβολή του1974. Οι τόνοι υψώνονται, η ειρωνεία,έντονη και καυστική, αγγίζειτον σαρκασμό . η λιτότητα και ηαφαιρετικότητα του λόγου συμπυκνώνουντο συλλογικό αίσθημα τηςοδύνης και του σπαραγμού. Αλλάκαι αναθέτουν στην ποίηση το δύσκολοέργο του «συλλαβισμού» τουπόνου και της ψηλάφησης της ανοιχτήςπληγής.Για να ’σαι αληθινός μες στον καιρό σουρίξε την ποίηση στα σκυλιάΑπό τις λέξεις κράτησε μονάχαόσες φωτίζουν ώς την άκρη της οργήςΚι αν πούνε πως την ποίηση πρόδωσεςμη φοβηθείς όσο θα λες αλήθεια.Αυτός που πνίγεται δεν τραγουδά∙Ουρλιάζει.Πρώτη τ’ Απρίλη 1975Περνά ο κουτσός λαός σου φορτωμένοςπαράσημακαι τα παράσημα δεν χορταίνουνε ψωμί, μονάχασημαδεύουν μ’ αίμα και θάνατο τους όπου γηςμικρούςτους όπου γης πνιγμένους που ούτε κανεπιπλέουν.Τα δεκανίκια τους ξύνουν το χώμα της οργής,σαν ξυλοκάρφια μπήγονται στη σίγουρη καρδιά μας.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ317


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΗ γριά γιαγιά μουΗ γριά γιαγιά μου η εκατόχρονηπια δεν κοιμάται με τα παραμύθια,ολημερίς κοιτάζει κατά τον βοριάμε ήλιο, με βροχή –πού ’ναι τ’ αδράχτι* τηςσε τούτο το τσαντίρι σύνεργο διαβόλου; 5Κάθεται και κοιτάζει τα βουνάμε ξεπλυμένα μάτια,κάθεται κι αφουγκράζεται τη γη, κι ακούειστη μακρινή αυλή της ξένα βήματατον σπόρο να τσακίζουν που τολμά ν’ ανθίσει. 10«Θα περιμένω, γιε μου», λέει η γριά γιαγιά μου ηεκατόχρονη«να πάω σπίτι μου∙ εδώ δεν είναι τόπος μου γιανα πεθάνω».Κι έτσι ως γυρνά και συνεχίζει να κοιτάζει ταβουνάξέρω πως η γριά γιαγιά μου η εκατόχρονη,αυτό θα κάνει. 15* αδράχτι, το: μεταλλικό ή ξύλινο κυλινδρικό εργαλείογια το γνέσιμο νημάτωνΑδαμάντιος Διαμαντής, Ο κόσμος της Κύπρου, δοκιμή, ακρυλικό, 1969 (λεπτομέρεια)ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ318


ΠΟΙΗΣΗ Φοίβος Σταυρίδης<strong>Β</strong>.Μ.*Στη συλλογή Τρίτο πρόσωπο (1992)ο λόγος του ποιητή αποκτά μια στοχαστικήβαρύτητα και σε τόνουςχαμηλούς, συχνά μελαγχολικούς,προβάλλουν θέματα πιο προσωπικά,αντανακλώντας μια ενδιάθετη τάσηενδοσκόπησης και απολογισμού·παράλληλα, αποκρυσταλλώνεταιο προβληματισμός για την ίδια τηναξία της ποιητικής δημιουργίαςως αναχώματος στη λήθη και τονθάνατο.<strong>Β</strong>ασίλη, η φωνή που ακούγαμε δεν ήτανε δική σουκι ούτε το πρόσωπο αναγνωρίσαμε καθώςπετούσαν βότσαλα και τα νερά καθόλου δεν ταράζονταν.Είχαν στα μάτια τους μια κούρασηπου δεν μπορούσε να κρυβεί, 5θυμήθηκαν και κάποιους στίχους σου,ίσως για να σιγουρευτούνε πως δεν πέθανεςίσως για να σκεπάσουνε κάποια ντροπή τους που επιμένεικι όταν όλοι σωπάσαν ή κοιμήθηκαντο τίμιο πρόσωπό σου αναδύθηκε 10μέσα από το διπλό σκοτάδι.ΑκροτελεύτιοΟλοένα λιγοστεύουν οι στίχοιόπως οι επιθυμίεςόπως τα όνειραόπως οι μέρες μαςμε κάθε χτύπο της καρδιάς.* Αναφέρεται στον Κύπριο διαλεκτικό ποιητή <strong>Β</strong>ασίληΜιχαηλίδη (1849-1917).Οικολογικό γκράφιτι, 2008ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ319


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΟ Φοίβος Σταυρίδης (Λάρνακα, 1938-2012) σπούδασε φαρμακευτικήστο Αμερικανικό Πανεπιστήμιο της <strong>Β</strong>ηρυτού.Στα γράμματα εμφανίστηκε το 1958 με διήγημα, όμως επιδόθηκε αργότεραστην ποίηση. Παρά το μικρό σε έκταση ποιητικό του έργο (Ποιήματα,1972· Απομυθοποίηση, 1978· Τρίτο πρόσωπο, 1992), η λιτότητα,η οικονομία και η ακρίβεια των εκφραστικών μέσων δίνουν μια ποίησηστοχαστική, αφαιρετική και αποφθεγματική, με ευδιάκριτα στοιχεία κοινωνικήςκριτικής και διαμαρτυρίας. Συχνή είναι εξάλλου η (άλλοτε έκδηληκαι άλλοτε υπόγεια) παρουσία μιας λεπτής ειρωνείας, η οποία απηχείμια απομυθοποιητική διάθεση. Πολύ αξιόλογη είναι η εν γένει προσφοράτου στα κυπριακά γράμματα ως ερευνητή, μελετητή και εκδότη.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ320


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΈλλη ΠαιονίδουΧώμα της ΚύπρουΗ αλλοτρίωση της σύγχρονης καταναλωτικήςκοινωνίας που μετατρέπεικάθε τι, ακόμα και την ίδια τηνπατρίδα ή την τέχνη, σε εμπόρευμα,παραμερίζοντας όποια άλλη αξία ήανάγκη εσωτερικής έκφρασης, υποβάλλεταιμε τρόπο έμμεσο στα ποιήματαπου παρατίθενται εδώ.Σε σκαλίσαμε κόκκο-κόκκοαναζητώντας τον εαυτό μαςΜας μπέρδεψαν τείχη βενετσιάνικαγραφές αραβικέςκαι τάφοι ανώνυμοι. 5Τέλος απελπιστήκαμε.Καλύψαμε με μια πρόχειρη δικαιολογίατη θυσία της Ιφιγένειας* και του Ισαάκ*και σε μετατρέψαμεσε είδος αγοραπωλησίας. 10Ψαροπωλείον η ΚερύνειαΤέσσερις φέτες αμιάντου κάθετεςκι απάνω ένα κομμάτι τσίγκος.Μόσχευμα δίχως ρίζεςεδώ στη Λεμεσό.Η θάλασσα, πηχτή, κόβεται με μαχαίρικαι τρία ψάρια κρεμασμένα στο ραβδίΨαροπωλείον η Κερύνεια.Αχ.1976, Ιούλιος* Ιφιγένεια, η: Πρωτότοκη κόρη του βασιλιά των ΜυκηνώνΑγαμέμνονα και της Κλυταιμνήστρας, ζητήθηκε ηθυσία της από τον μάντη Κάλχα, προκειμένου να εξευμενιστείη θεά Άρτεμη και να φυσήξουν ούριοι άνεμοιγια την εκστρατεία των Αχαιών στην Τροία. Η θυσία τηςωστόσο αποσοβήθηκε, καθώς με ένα σύννεφο σκόνηςη θεά την άρπαξε και τη μετέφερε στην Ταυρίδα, βάζονταςστη θέση της ένα ελάφι.* Ισαάκ, ο: Πατριάρχης των Εβραίων, μονάκριβο παιδίτου Αβραάμ και της Σάρας. Σύμφωνα με την Π. Διαθήκη,ο Θεός, για να δοκιμάσει την πίστη του ηλικιωμένουζευγαριού, τους ζήτησε να θυσιάσουν τον Ισαάκ προςτιμήν Του. Υπακούοντας ο Αβραάμ, ετοίμασε το παιδίτου για τη θυσία, αλλά την τελευταία στιγμή ο Ισαάκ σώθηκεύστερα από θεία παρέμβαση.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ321


ΠΟΙΗΣΗ Έλλη ΠαιονίδουΟ Ιβάν από το ΚίεβοΟ Ιβάν από το Κίεβο στην ξύλινη σοφίταζωγράφιζε λιγνά κορίτσια πράσινα και μοβμνήμες μεταλλικέςμαντόνες*παραισθήσεις. 5Ζωγράφιζε ζωγράφιζε ο Ιβάν από το Κίεβοτοπία φαλακράτου Τσερνομπίλ*ακάνθινα φεγγάρια.Έβγαιναν από μέσα του χολή τα χρώματα 10στοιβάζονταν τριγύρω τουαγριεμένο τείχος οι καμβάδεςστοιβάζονταν και στρίμωχναν τον φουκαράΙβάν από το Κίεβο στην ξύλινη σοφίτα.(Νέα Υόρκη – Δεύτερη Λεωφόρος, Έβδομη οδός). 15«Οι γκαλερίστες λένε good,oh very good, but no buy»*Τώρα ο Ιβάν λουλούδια ζωγραφίζειξέγνοιαστα γαλανά και κίτρινα, κάμπους γεμάτους.Τρελαίνονται οι Ιάπωνες για μαργαρίτες, 20είπε ο Μίστερ Τζόουνς ο Γκαλερίστας.* μαντόνα, η: το όνομα της Παναγίας στα ιταλικά· ένααπό τα αγαπημένα πρόσωπα-θέματα της αναγεννησιακήςζωγραφικής.* Τσερνομπίλ: Πόλη της Ουκρανίας, όπου στις 26 Απριλίου1986 συνέβη ένα από τα μεγαλύτερα πυρηνικάατυχήματα με ολέθριες συνέπειες ώς τις μέρες μαςγια χιλιάδες ανθρώπους, λόγω της ραδιενέργειας πουεκλύθηκε στην ατμόσφαιρα.* «Οι γκαλερίστες λένε ωραία,/ ω πολύ ωραία, αλλά δεναγοράζουν»Κάτι σπαραχτικοί λυγμοί μεσάνυχτα και κάτιβγαίνουν από του Ιβάν την ξύλινη σοφίτακαθώς ματαίως ν’ αποσπάσει προσπαθείτην κεφαλήν του ριζωμένην 25επί πίνακιστον κάμπο με τις μαργαρίτες.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ322


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΗ Έλλη Παιονίδου (<strong>Β</strong>άσα Κοιλανίου, 1940) σπούδασε οικοκυρικάστη Χαροκόπειο Σχολή της Αθήνας. Εργάστηκε ως δημοσιογράφος σεδιάφορα έντυπα της Ελλάδας και της Κύπρου και παραγωγός ραδιοφωνικώνκαι τηλεοπτικών προγραμμάτων.Η λυρική, κάποτε νοσταλγική, διάθεση του έργου της (Παλάμη ανοιγμένηστον ήλιο, 1964· Ώρες Λευκωσίας, 1967· Τραγούδια του χαμένουδιόσμου, 1979 κ.ά.) εκφέρεται με χαμηλούς τόνους, σε λόγο λιτό καικαθημερινό . υποβάλλει οπωσδήποτε τη συγκίνηση και την ευαίσθητηματιά της ποιήτριας στο δράμα της σύγχρονης, διαιρεμένης Κύπρου.Εκτός από την ποίηση, ασχολήθηκε με την πεζογραφία, το θέατρο, τημετάφραση και την παιδική λογοτεχνία. Συνεργασίες της φιλοξενήθηκανσε εφημερίδες και λογοτεχνικά περιοδικά της Ελλάδας και της Κύπρου.Ανδρέας Χαραλάμπους, Πανσέληνοςπάνω από τη Νέα Υόρκη, λάδι, 1983-1984ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ323


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΝτίνα ΚατσούρηΠρος αναγνώστη (1)Η ποίησή της, άλλοτε φορτισμένηαπό αισθήματα αδικίας και οδύνηςγια την απώλεια της γενέθλιας γης,γίνεται κραυγή διαμαρτυρίας . άλλοτε,μέσα από την πεζή καθημερινότητα,αναδεικνύει τη δύναμη και τηδιάρκεια του έρωτα, ως απαντοχήςκαι δικαίωσης της ίδιας της ζωής.Τι να σου πω.Νιώθω ένα ρίγος να με διαπερνάσαν θυμάμαι εκείνα τα πράσινα περιβόλιαμε τις πορτοκαλιές και τις κίτρινες ανταύγειες,νιώθω μια έξαψη να με κυκλώνει 5σαν θυμάμαι τα χρώματα του ορίζοντακαι κείνες τις θαλασσινές διακυμάνσεις,νιώθω ένα παράξενο τρεμούλιασμασαν θυμάμαι τις γήινες μυρουδιέςκαι κείνο το καφετί χώμα, 10υγρό ακόμα στις παλάμες μας,νιώθω θυμόκαι απελπισία απέραντηκαθώς αναλογίζομαιπόσοι και πόσοι ποιητές ασέλγησαν στο όνομά της, 15πόσοι και πόσοι ποιητές εκτονωθήκανε στο όνομά της.Μα κυριότερα,πόσοι και πόσοι ποιητές ΔΕΝ θα αντισταθούν στο όνομά της.Και το όνομα αυτής: Αμμόχωστος.Γιώργος Σκοτεινός, Απογευματινός βομβαρδισμός, ακρυλικό, 1974-1975ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ324


ΠΟΙΗΣΗ Ντίνα ΚατσούρηΜ΄ ακούς;Τώρα που τα ηφαίστεια έχουν καταλαγιάσεικαι έχουν υποχωρήσει οι σεισμικές δονήσειςνιώθω να κυκλοφορούν μέσα στις φλέβες μουτα καραβάνια της ερήμουοι πιρόγες* των Ινδιάνων 5οι κατολισθήσεις των Άλπεωντα ουρλιαχτά της πολικής αρκούδαςο θρήνος της μοναχικής φάλαιναςοι ιαχές των ποδοσφαιρικών φιλάθλωνο κραδασμός από τις ερπύστριες των τανκς 10το αγκομαχητό των αεροπλάνωντο στρίγκλισμα των φρένων στην άσφαλτο.Οι κτύποι της καρδιάς σουΜ’ ακουουουουουουούς;* πιρόγα: είδος πλοιαρίουAνδρέας Μακαρίου, Fractal, Μνήμες της Αποκάλυψης, μεικτά υλικά, 1998ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ325


ΠΟΙΗΣΗ Ντίνα ΚατσούρηΑφροδίτη και αιωνιότηταΑιωνιότητα είναι το βλέμμα σουπου με κοιτάζει αφηρημένα,αιωνιότητα είναι το βήμα σουμετέωρο στο σκαλοπάτι,αιωνιότητα είναι η κουνιστή πολυθρόνα 5και το μισάνοιχτο βιβλίο στα χέρια σου,αιωνιότητα είναι η κρεμάστραμε το βελούδινο σακάκι σου απάνω,αιωνιότητα είναι ο κοκκινωπός γάτοςπου μασουλά την παντούφλα σου, 10αιωνιότητα είναι το ρολόι σουπου σταμάτησε ακριβώς τα μεσάνυχτα,αιωνιότητα είναι η τρίχα από τη γενειάδα σουπου ξέμεινε στο μαξιλάρι μου,αιωνιότητα είναι η καλημέρα και η καληνύχτα σου. 15Τάσος Στεφανίδης, Η αγωνία του πλανήτη γη, ακρυλικόΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ326


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΗ Ντίνα Κατσούρη (Αμμόχωστος, 1941) μετά την αποφοίτησή τηςαπό το γυμνάσιο της γενέτειράς της, σπούδασε δημοσιογραφία στηνΑθήνα. Με την επιστροφή της στην Κύπρο το 1962, συνεργάστηκε μεδιάφορες εφημερίδες και περιοδικά, διορίστηκε αρχικά στο Γραφείο Τύπουκαι Πληροφοριών και από το 1969 ώς το 2000 εργάστηκε στο Ρ.Ι.Κ.Δημοσίευσε τα πρώτα της κείμενα στο περ. Κυπριακά Χρονικά, ενώαπό το 2001 είναι εκδότρια του περιοδικού λόγου, τέχνης και προβληματισμούΆνευ. Έχει εκδώσει πολλές ποιητικές συλλογές (Ποιήματα, 1964·Σύνθεση, 1966· Ο ηγεμόνας, 1969· Υπομνήματα, 1978· Αντι-θέσεις, 1987κ.ά.). Η ποιητική της δημιουργία διακρίνεται από μια ευαισθησία και ένανεσώτερο λυρισμό, παρά τον πεζολογικό τόνο που κατά κανόνα κυριαρχεί.Συχνά, επίσης, ο λόγος της γίνεται καταγγελτικός και φορτίζεται από μιαέντονη ειρωνεία ή και σαρκασμό, χαρακτηριστικά που προσιδιάζουν σεμια ποίηση διαμαρτυρίας, αντικομφορμιστική, με σαφείς πολιτικές προεκτάσεις.Ασχολήθηκε ακόμη με την πεζογραφία και τη μετάφραση αφρικανώνκαι σύγχρονων παλαιστίνιων πεζογράφων.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ327


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΆνθος ΛυκαύγηςΕρπύστριεςΟ πικρός λυρισμός και η απόγνωσηπου εκβάλλει σε καταγγελία – συνάμαόμως και ελεγεία – δίνουν τοντόνο στα ποιήματα που παρατίθενταιεδώ για τον τραγικό Ιούλιοτου 1974.Και ξαφνικά η καλημέρα κρεμάστηκεστα χείλη μας σαν πέτρα.Και ξαφνικά η καλημέρα σφηνώθηκεστα δόντια του πρωινού.Ένα αχ σα στεναγμός 5ένα αχ οργή και σίδεροστα φυλλοκάρδια του καλοκαιριούΤι να σου πρωτοπώ καλή μου!Με τόσες μνήμες άδικεςστα δάχτυλα μιας μέρας 10που τη φοβόμασταν πριν έλθειμε τόσες μνήμες άδικεςπου τις προσμέναμε να ’ρθουν.Τι να σου πρωτογράψω!Σήμερα 15 Ιουλίου 1974. 15Καταγράφω απλώς τις στιγμές.Αντιπαρατάσσομαι με τις στιγμές.Οι στιγμές που δεν φεύγουνπου δεν λένε να φύγουνπου δεν θα φύγουν ποτέ. 20Σήμερα 15 Ιουλίου 1974.<strong>Β</strong>ράδικαι δεν καταμετρήθηκαν ακόμη οι νεκροίκαι δεν καταμετρήθηκε ακόμη το μίσοςκαι δεν καταμετρήθηκε ακόμη ο παραλογισμός. 25ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ328


ΠΟΙΗΣΗ Άνθος Λυκαύγης<strong>Β</strong>ράδικαι βρέχει δάκρυα στις γειτονιέςτης Λευκωσίαςκαι απλώνεται ένας εφιάλτης στο ξαγρυπνισμένοπρόσωπο της Λευκωσίας. 30Τι να σου πρωτοπώ καλή μου;Κλάρα Γεωργίου - Ζαχαράκη, Η κατάρα της Αθηνάς, ακρυλικό, 2001ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ329


ΠΟΙΗΣΗ Άνθος ΛυκαύγηςΜαρτυρίαΠικρή γενιά με τ’ άδικο της γης σταυρό στον ώμοτης Ρωμιοσύνης τον στενό πικροδιαβαίνεις δρόμο.[...]Θαλασσοφίλητή μου γη ματόβρεχτη πατρίδαστο ’να σου χέρι θάνατο και στ’ άλλο την ελπίδα.[...]Ελιόκλωνο κι αγιόκλημα στης θάλασσας την άκρημετράς τον πόθο με όνειρο, το χρόνο με το δάκρυ.[...]Κι αυτό το χώμα που άνθιζε χαμόγελα στο φως σουανέμοι το σκορπίσανε λυγμό στο πρόσωπό σου.[...]Στα χείλη τους τ’ αγέλαστα, στο δυνατό τους χέριγυαλίζει της στερνής οργής το δίκοπο μαχαίρι.Γιώργος Π. Κούμουρος, Άτιτλο, ακρυλικό, 2003ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ330


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΟ Άνθος Λυκαύγης (λογοτεχνικό ψευδώνυμο του Ανδρέα Χαραλαμπίδη,Τριμίκλινη, 1942) σπούδασε δημοσιογραφία και, για ένα διάστημα,φιλολογία στην Αθήνα. Άρχισε τη δημοσιογραφική του σταδιοδρομίατο 1962 σε κυπριακές εφημερίδες, ενώ συνεργάστηκε και μεαθηναϊκά φύλλα, το ραδιόφωνο και την τηλεόραση του Ρ.Ι.Κ.Στο ποιητικό του έργο (Κραυγές, 1961· Σχεδίασμα για άνθρωπο,1962· Μετά τα φυσικά, 1966· Ουαί, 1971 κ.ά.), η οδύνη από τις πικρέςσυλλογικές μνήμες και εμπειρίες της γενέθλιας γης μετατρέπεται σε διαμαρτυρίακαι οργή, φορτίζοντας συχνά τον λόγο του με αμεσότητα καιδραματικότητα. Εκτός από την ποίηση, ασχολήθηκε ακόμη με το χρονογράφημακαι το διήγημα.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ331


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΠολύβιος ΝικολάουΠροδιαγραφή για τους νέους ποιητέςαπό την Αμμόχωστο(Αποσπάσματα)Στα συγκεκριμένα ποιήματα προβάλλουνανάγλυφα η έγνοια και ηαγάπη του ποιητή για την «άλλη»Κύπρο, αυτή που μένει ακόμη κάτωαπό την ξένη κατοχή, αλλά καιαυτή που αντιστέκεται και δεν έχειαλωθεί από τον σύγχρονο τρόποζωής και τις επιταγές μιας επίπλαστηςευζωίας. Στο πλαίσιο αυτό,δεν είναι καθόλου τυχαία η έκκλησηπου απευθύνει για «επιστροφήστις ρίζες».ΓΣηκώνεσαι ελάχιστακαι βλέπεις στον άλλο Πενταδάχτυλο*Φλαμούδι Δαυλό ιερή Ακαθθού*μικρές πατρίδες της μέλισσαςπου δεν τες τρυγάει κανείς 5ξεροί βολβοί κυκλάμινωνπου δεν τους χωρά’ η γησημεία των πολυβολείωντώραν’ αδιαφορούν 10λιοχώρια των αιώνωνν’ αποστρέφονται τον άνεμοκαι τη μάνα τουκαι τη γενιά τουκαρτζί* στην άλλη θάλασσα 15Δ* άλλο Πενταδάχτυλο: αναφορά στη βόρεια (και πιοόμορφη) πλευρά του Πενταδάκτυλου που βλέπει προς τηθάλασσα και εξακολουθεί σήμερα να είναι κατεχόμενη.* Φλαμούδι, Δαυλός, Ακανθού ή Ακαθθού: κατεχόμεναχωριά της επαρχίας Αμμοχώστου, στους βόρειουςπρόποδες του Πενταδάκτυλου. Στην Ακανθούυπάρχουν πολλές και ιστορικές εκκλησίες, γι’ αυτό καιχαρακτηρίζεται από τον ποιητή ως «ιερή».* καρτζίν (επίρ.): απέναντι* Αναφέρεται στη λοφώδη τοπιογραφία της περιοχής αυτήςτου Πενταδάκτυλου.* Γαστριά, Πατρίκι, (Μ)Πογάζι: κατεχόμενα χωριά τηςεπαρχίας Αμμοχώστου, στην αρχή της χερσονήσου τηςΚαρπασίας.Κλείνεις τα μάτια επιστρέφονταςώρα που κατεβαίνει ο ήλιοςκι ο δρόμος παίζει μαζί σουστες στροφές των υψάρων*ανάμεσα Γαστριά και Πατρίκι* 5η <strong>Β</strong>άλια σε αποχαιρετάίδια φιλία που αραιώνειη μυρωδιά τηςμόλις ο δρόμος ισιώνει κι ανοίγειστο φως 10ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ332


ΠΟΙΗΣΗ Πολύβιος Νικολάουπου σε πιτσιλίζειχίλια κομματάκια το φως της πρώτης θάλασσαςσαν από πλατιά υγρή φλέβα υψάρων που συνεχίζεταικαι σε προσεγγίζει ανεπαίσθητααυτό είναι λες το Πογάζι 15καλός σταθμόςτα ζευγαράκια μετρούν το πέτρινο στήθοςτης αποβάθραςμέσα στ’ απλωμένα δίχτυατετραγωνίζεται όλ’ η θάλασσα [...] 20Λ<strong>Β</strong>εβαιώνεσαι για τα μέλη σουκαι γίνεσαι πιο δυνατόςόπως η πόλη* σε βλέπει μόνο όταν τη βλέπειςόπως η ελευθερία σε βλέπειδεν είναι για σένα τα προσχήματα 5να πεις θέλω τη γη μουη κλοπή δήθεν της γυναίκας του αδερφού τουποιος την είδε σε ποιον το είπεη παρεξήγηση με τον πατέρα τουγια τον χαμό του αδερφού του 10τόσο μεγάλος και δυνατόςπολεμιστήςπώς να τον πρόσεχε χωρίς να τον έθιγε* Πρόκειται για την Αμμόχωστοη πόληαρχαιότατη και τόσο νέα 15να μετακινείται από ανάγκηκατά το αρμύρισμα των υπογείων νερώννα κατεβαίνει και να κατεβαίνειμε άλλα ονόματααλλά πάντα η ίδια 20με το μακρύ χέρι της ενδοχώρας τηςνα κρατάμια θάλασσα πάνω και μια κάτωη πόλημέσα στον ομφαλό της 25ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ333


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣνα μεγαλώνει τη ζωή προσθέτονταςκομμάτια από ένδοξο θάνατοσου ανήκει αν είσαι πιο δυνατόςμε άλλους μαζί ή μόνοςελευθερίαν ποίει κι όλες τες τέχνες* 30με τραγούδια τεχνοοικονομικάκαι ποιήματ’ αναπτύξεωςνα εμποδίσεις το αρμύρισμα των νερώνμην τύχει και ξεραθούν οι πορτοκαλιέςμην τύχει και ξεραθούν οι ψυχές 35μην τύχει και η πόλημην τύχει και μηντύχεικαιμηντύχεικαιμηντύχεικαιμηντύχεικαιμηντύχεικαιμηντύχεικαιμηντύχεικαιμηντύχεικαιμηντύχ [...]Xαμπής Τσαγγάρης, Οι γυναίκες επιστρέφουν, μεταξοτυπία, 1989* ελευθερίαν ποίει κι όλες τες τέχνες: Πρβλ. «Μουσικήνποίει και εργάζου» από τον Φαίδωνα του ΠλάτωναΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ334


ΠΟΙΗΣΗ Πολύβιος ΝικολάουΠιο πίσωΝα πάμε πιο πίσωΝα πάμε πρέπει πιο πίσωΑλλιώς δεν γίνεταιΟ σημερινός μας τόποςΗ σημερινή μας ζωή 5Φόρεσε φόρεσεΠλύνε πλύνε, σιδέρωσε σιδέρωσεΚομμάτιασε κομμάτιασεΞεφτισμένο ρούχοΔεν μας χωρεί, δεν μας φτάνει 10Αλλιώς δεν γίνεταιΝα πάμε πρέπει στα περασμέναΕκεί ν’ απλώσουμε λίγο τα πόδιαΝα σκεφτούμε πάλι, να ξαναξεκινήσουμεΑπό τα περασμένα 15Να μιλήσουμε, αν θα μιλήσουμεΝα φωνάξουμε, αν θα φωνάξουμεΚι ας μας ακούσουν μόνον οι νεκροίΤ’ αποκεφαλισμένα αγάλματαΤα κουφάλαλα σπίτια 20Οι τυφλωμένοι δρόμοιΟι χωρίς πόδια πλατείεςΌχι όμως με αυτά τα αστεία ρούχαΤης «άνετης προσωρινότητας»Που πάσι να γίνουν ένα 25Με το πετσί μαςAνδρέας Σαββίδης, Κόκκινος πύργος, ξύλο, 1969ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ335


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΟ Πολύβιος Νικολάου (Αμμόχωστος, 1941) μετά την αποφοίτησήτου από το γυμνάσιο της γενέτειράς του, σπούδασε φιλολογία στο ΠανεπιστήμιοΑθηνών. Εργάστηκε αρχικά στη Μέση Εκπαίδευση και έπειταστο Ρ.Ι.Κ. (1968-1979), πριν αναλάβει διάφορες διοικητικές θέσειςστον ευρύτερο δημόσιο τομέα.Η πρώτη του ουσιαστική εμφάνιση στη λογοτεχνία γίνεται με τη δημοσίευσητης ποιητικής συλλογής Προδιαγραφή για τους νέους ποιητέςαπό την Αμμόχωστο (1976). Το ποιητικό του έργο (Ισκανταρνάμα, 1982·Η Μαραζωμένη (παιδιόφραστος θρήνος), 1982· Μακρόνησος, 1987κ.ά.) χαρακτηρίζεται από μια πρωτότυπη και δημιουργική χρήση τηςγλώσσας, ως προνομιακού πεδίου όσμωσης παρελθόντος και παρόντος,λαϊκού και λόγιου, παραδοσιακού και νεοτερικού. Η λυρική ευφορίατων πολύστιχων συνθέσεών του προκύπτει έτσι αβίαστα τόσο από τηδραματικότητα και την υποβλητικότητα του λόγου του, όσο και από τηνεν γένει εικονοκλαστικότητα του ποιητικού του σύμπαντος, όπου συναιρούνταιη ιστορία και ο μύθος, τα διάφορα λογοτεχνικά γένη και είδη,το επικό με το λυρικό και το δραματικό στοιχείο. Εκτός από την ποίηση,ασχολήθηκε και με το θέατρο.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ336


πεζογραφίαΠαιδί σε προσφυγικό καταυλισμό. Kύπρος 1974


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΉβη ΜελεάγρουΠροτελευταία εποχή(Aποσπάσματα)Στο συγκεκριμένο μυθιστόρημα γίνεται προσπάθεια να αποδοθούν η πολιτικήσύγχυση και αστάθεια, καθώς και η συνταρακτική κοινωνική ατμόσφαιραστην Κύπρο λίγο πριν από το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου 1974.Ενώ όμως η δράση περιορίζεται χρονικά από την άνοιξη του 1973 μέχρικαι την ημέρα του πραξικοπήματος, οι αναδρομές στο παρελθόν δίνουντον ιστορικό περίγυρο των χρόνων 1955-59 και του χειμώνα 1963-64.Όπως σημειώνεται χαρακτηριστικά στο οπισθόφυλλο του βιβλίου, «στηνΠροτελευταία Εποχή περνούν με αδρότητα οι εξελίξεις και περιστάσειςτης δεκαετίας 1963-1974, που στάθηκε η πιο κρίσιμη της κυπριακής ζωής.Φωτίζονται τα γεγονότα που στάθηκαν προσδιοριστικά στη διαμόρφωσητου κυπριακού δράματος και στη σημερινή κατάληξή του». Ο κεντρικόςπρωταγωνιστής, ο Ίων, «ενσαρκώνει τον ανθρώπινο εκείνο τύπο […] τονοποίο διέπλασε ένα εθνικό ιδανικό που, από πηγή επιβίωσης ενός λαού,παραφθείρεται και γίνεται όργανο ολέθρου του». Μέσα από την ατομικήπερίπτωση του Ίωνα, η συγγραφέας δίνει έτσι συμπυκνωμένη «την συγκινητικήιστορία ενός λαού και ενός τόπου… Ιστορία, που οργανικό μέροςτης είναι και η μοίρα των Τουρκοκυπρίων, η οποία περιγράφεται επίσηςστις σελίδες του έργου». Η Προτελευταία Εποχή είναι ένα μυθιστόρημαπου ξεχωρίζει με την πρωτοτυπία της δομής και της αφήγησης, αλλά ταυτόχροναμε την πολιτική του ενάργεια αποτελεί και μια προειδοποίηση.Tα αποσπάσματα που παρατίθενται εδώ απηχούν από διαφορετικές σκοπιέςτο κλίμα που δημιουργήθηκε στη διαιρεμένη πόλη της Λευκωσίας καιεπικράτησε ανάμεσα στις δύο κοινότητες του νησιού ύστερα από τις συγκρούσειςτων Χριστουγέννων του 1963.* αψύς: (εδώ) τσουχτερός, κρύος[…] Όταν ακούεται η φωνή του Χότζα, είναι ο τελευταίοςσταθμός της νύχτας, το προοίμιο της μέρας. Σύνθημα για τον ίδιο,για τους Τούρκους φρουρούς του τείχους, για τους δικούς μας τουφυλακίου στο πλαϊνό σπίτι. Μια κίνηση αρχινά μεμιάς στα τρίασημεία, σαν περίπου ανάμεσά τους. Ο Ίων ανάβει το φως, αρχίζεινα ετοιμάζεται. Από το τείχος ακούγονται ομιλίες, βήματα. Κι απότο πλαϊνό σπίτι ένα τζιπ, βάζει μπρος τη μηχανή, ξεκινά, φεύγει.Ο Ίων πάει νωρίς στο γραφείο του, αυτό από πάντα. Τονχειμώνα είναι συνήθως νύχτα, δεν έχουν σβήσει ακόμη τα φώτατου δρόμου, η πόλη κοιμάται. Περπατεί μέσ’ από δρόμους άδειους.Είναι η ώρα που παρακολουθεί καθαρά τες σκέψεις του, μιαμια, τες πιάνει, δεν του φεύγουν να χάνονται όπως αργότεραστη διάρκεια της μέρας. Ο ήσυχος κόσμος κι ο αψύς* αέρας τουπρωινού μπαίνουν μέσα του και συμβαδίζουν μαζί του, σε λίγο τοΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ338


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΑδαμάντιος Διαμαντής, Αμαξάρηδες της Ασμαάλτι,λάδι, 1943* Πρόκειται για την κεντρική πλατεία Ελευθερίας.βήμα του ζωηρεύει κι η σκέψη του και μαζί η πεποίθηση πως όλαείναι δυνατά, ενόσω υπάρχει η ζωή. Μόνο η «χωρισμένη πόλη» δενσβήνει, παράλληλα βαίνει με τα βήματά του. Ούτε και το γραφείοτου όπου φτάνει μπόρεσε ποτέ να σβήσει το άλλο. Μπαίνει μέσακι αισθάνεται τώρα πάλι μια γροθιά στο στήθος, και τη διάθεσηνα γυρίσει να βγει. Τι γυρεύει αυτός σε τούτο τον χώρο, ανάμεσασ’ αυτά τα έπιπλα, τες κουρτίνες, τα κάδρα στους τοίχους; Όλατούτα τα καινούρια πράγματα που εξακολουθούν καινούρια καιξένα, είναι αδύνατο να δεθούν μαζί του, πάνε τόσα χρόνια. Ξένοτο γραφείο, όπως και το μεγάλο κτίριο, οι καλοβαμμένοι τοίχοι, οιμαρμάρινες σκάλες και το ασανσέρ που αναγκάζεται καμιά φοράνα πάρει. Αισθάνεται εξόριστος μέσα σε τούτους τους χώρουςκαι τους νέους δικηγόρους που έχουν εκεί τα γραφεία τους.Έτσι εξαρχής· νόμιζε θα το συνήθιζε, φυσικό να προσαρμόζεταικανένας. Αυτό δεν έγινε ποτέ. Η πλατεία* από κάτω κι οι ουρέςτων αυτοκινήτων που πυκνώνουν ιδιαίτερα ορισμένες ώρες, τοβουητό της πόλης, οι φωτεινές διαφημίσεις ολόγυρα.... στο γραφείο το δικό του, κείνο το μόνο, τα έπιπλα ήταν άλλαριγμένα χάμω, άλλα σπασμένα, καμένα, οι δυο βαριές πολυθρόνεςτου πατέρα της Φρύνης λείπαν, το πάτωμα ήταν γεμάτο σκισμένεςσελίδες, όπου έβαζε το πόδι του πατούσε επάνω τους, κι υπόφερε,μελάνια χυμένα, ξεραμένα, το πορτρέτο του πατέρα της Φρύνηςβγαλμένο από την κορνίζα, τρυπημένο στα μάτια, ανθρώπινεςακαθαρσίες επάνω του. Ήταν μια εικόνα καταστροφής, σασκηνοθετημένη για να γυριστεί ταινία. Sorry, είπε ο αξιωματικός τωνΗνωμένων Εθνών που τον συνόδευε στην αποκλεισμένη περιοχή τηςπαλιάς πόλης∙ οι δυο στρατιώτες μείναν κάτω να φρουρούν την είσοδο.Ο Ίων μάζεψε όσα βιβλία μπόρεσε στη λίγη ώρα που του επέτρεψαν,όχι διαλεχτά ή πολύτιμα βιβλία, παρά ό,τι τύχαινε στα χέρια του.Σκέφτηκε να πιάσει το μαξιλάρι της πολυθρόνας, για ενθύμιο, ήτανπεσμένο χάμω ανάμεσα σε γυαλιά, πλάι ήταν μια σειρά φωτογραφίεςαπό τες διάφορες δίκες, το δίπλωμά του, κι επάνω σ’ όλα χυμένα κεικι εδώ τα χαλίκια της θάλασσας που του ’χε δώσει η Μαργαρίτα,τη μέρα που συναντήθηκαν τυχαία στην ακρογιαλιά, τα μάζεψε έναένα, πολύχρωμα, γυαλιστερά, και του τα πρόσφερε στη χούφτα της.Έκανε να τα πάρει μαζί με το δίπλωμα και τες φωτογραφίες, ω, ήτανανυπόφορη όλη τούτη η σκηνή, τ’ άφησε όλα κάτω, στάθηκε, τα’βλεπε, sorry, είπε πάλι o αξιωματικός. Τον βοήθησε να κατεβάσουντα βιβλία ώς κάτω, στην είσοδο είχαν μαζευτεί τουρκάκια μαζί καιμεγάλοι, τον γιουχάισαν, τον έβρισαν, όρμησαν να αρπάξουν ταβιβλία, τους κράτησαν πίσω οι στρατιώτες...ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ339


ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ Ήβη ΜελεάγρουΣάββας Χριστοδουλίδης, Ο Τελευταίος Επισκέπτης,μεικτά υλικά, 2010* στον τουρκικό θύλακο: Εξαιτίας των διακοινοτικώνσυγκρούσεων του Δεκεμβρίου του 1963 (21.12.63-30.12.63), οι Τουρκοκύπριοι αποχώρησαν από τηδημόσια διοίκηση, την αστυνομία και τον στρατό της<strong>Κυπριακής</strong> Δημοκρατίας και δημιούργησαν θύλακες(«αυτοδιοικούμενες» περιοχές μέσα στο κυρίαρχοέδαφος της <strong>Κυπριακής</strong> Δημοκρατίας), οι οποίοι θαελέγχονται στο εξής αποκλειστικά από τους ίδιους καιτην Τουρκία ώς τον Ιούλιο του 1974. Μέχρι το 1964 ησυντριπτική πλειοψηφία των Τουρκοκυπρίων θα συγκεντρωθείστους θύλακες Λευκωσίας-Αγύρτας, Τζάος,Λεύκας, Λιμνίτη, Κοκκίνων και Γαληνόπορνης.* προσηκώνομαι: σηκώνομαι από τη θέση μου ως ένδειξησεβασμού προς κάποιονΣτο νέο γραφείο αντίκριζε, όταν έμπαινε, ευθύς τα βουνά απότο μεγάλο παράθυρο που κάλυπτε όλο τζάμια τον τοίχο∙ τα βουνάπου ’κοψαν τώρα στον τούρκικο θύλακο* και δεν είχε τρόπο νατα πλησιάσει αλλιώς. Τούτος ήταν κι ο λόγος που πήρε αυτό τογραφείο. Έλπιζε πως τα βουνά θα τον βοηθούσαν να συμφιλιωθεί μετον χώρο. Τώρα δεν υπάρχουν ούτε βουνά, μια άλλη πολυκατοικίαορθώθηκε, τα έκρυψε, στον αντίστοιχο όροφο του απέναντιμια μεγάλη βιτρίνα πιάνει την πρόσοψη όλη του κτιρίου, με είδηανδρικά, κούκλες με κοστούμια, αδιάβροχα, μαγιό, κατά την εποχή.Κλείνει τα μάτια, δεν μπορεί να τα έχει συνέχεια μπροστά του, μαπάλι βλέπει μέσα στα κλειστά μάτια του την τελευταία εικόνα, τονάντρα-κούκλα, ξανθό, χαμογελαστό, ξυλιασμένο.Από το παράθυρο παρακολουθεί τώρα ο Ίων την κίνησηκάτω στην πλατεία. Πρώτα περνούν οι εργάτες, σε ομάδες, τρειςκαι τέσσερις μαζί, τους έχουν αφήσει πιο κει τα λεωφορεία τωνχωριών, για να πάρει ο καθένας τον δρόμο του προς τες διάφορεςοικοδομές που γεμίζουν την πόλη. Σε λίγο αρχίζουν αραιά τααυτοκίνητα. Στο περίπτερο της πλατείας σηκώνουν τα ρολά, κιευθύς μετά καταφθάνει το βαν του πρακτορείου, πετάει στοίβατες εφημερίδες στο πλακόστρωτο, φεύγει. Μια μικρή ταραχή στοστήθος του Ίωνα... Περιμένει λίγο, κατεβαίνει. Στέκεται ήρεμοςκι υπομονετικός μπροστά στον περιπτεριούχο, που δεν βιάζεταικαθόλου να τον εξυπηρετήσει, αλλά ταχτοποιεί, ξεσκονίζει. Ούτεκι ο ίδιος βιάζεται ν’ ανοίξει αμέσως τες εφημερίδες, τες κρατείδιπλωμένες, διασχίζει την πλατεία, τον δρόμο, κι όταν μπει καλάώς μέσα στην είσοδο της πολυκατοικίας, το επιχειρεί. […][…] ...Συντείνει αναμφίβολα κι η νέα διαδρομή του. Έξω πια απότα κλειστά σοκάκια, πηγαινέλα ο Οσμάν δέκα χρόνια, τόσα βήματανα κάνει εδώ, τόσα εκεί, τόσα ώς τη στροφή, από κει ώς την πλατεία,και μετά προς το γραφείο όπου δεν χωρούσε να πάει το αυτοκίνητο,αρκετές στροφές προς τα κει τον δυσκόλευαν, όταν ήταν ανάγκη νατο πάρει για δουλειά. Τώρα αισθάνεται απαντοχή κάθε πρωί γι’ αυτήτη νέα διαδρομή κι η καλή του διάθεση αυξάνει. Κοντοστέκεται στηναυλή, πιάνει κουβέντα με τον Μεμεταλή, αν τύχει και τον συναπαντήσειν’ ασχολείται με τα πουλιά του, γυρίζει στη Μεμεταλίνα, καθισμένη σ’ένα σκαμνί να παρακολουθεί τον άντρα της, της χαμογελά και τη ρωτάγια τους ρευματισμούς της, δεν αφήνει να του προσηκωθεί* όπωςγινόταν πάντα. Το βλέμμα του στέκει με συμπάθεια στα φουσκωμέναπόδια της, του έρχεται στον νου η εικόνα της όταν την πρωτογνώρισεν’ ανεβοκατεβαίνει σβέλτα στον στάβλο, να κάνει για όλους δουλειές,πάνω στου Ζαΐμ, κάτω κοντά τους. Τώρα βάρυνε, χάλασε, μοιάζειφουσκωμένη όλη, η καημένη.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ340


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΕλένη Νικοδήμου, <strong>Β</strong>υθός, ακρυλικό, 1997* Πρόκειται για τον Πεδιαίο, τον ποταμό που διασχίζει τονΣτρόβολο και το δυτικό τμήμα της Λευκωσίας, μεταξύτων προαστίων του Τράχωνα και του Ορτά Κιογιού.Ο δρόμος του βγαίνει έξω από την κλειστή πόλη: Η <strong>Β</strong>όρεια Πύλη,της Κερύνειας· το άγαλμα του Ατατούρκ· η τάφρος, το τειχιό· οδρόμος κυλά για λίγο παράλληλα, στην απέξω πλευρά της τάφρουτώρα, μπαίνει μετά σε γειτονιές εξοχικές με σπίτια μοντέρνα, κήπους,οι γειτονιές που δημιούργησαν στη χέρσα τούτη περιοχή Τούρκοικι Έλληνες τα τελευταία χρόνια πριν τον χωρισμό· κι υστέρα πια οδρόμος ξανοίγεται διπλός, ευθύς, κατά τα βορειοδυτικά, πάντοτεμέσα στον δικό τους θύλακο, την επικράτειά τους...Ο ουρανός που ’ναι ανοιχτός πάνω και γύρω; Ο κάμπος και οιλόφοι παραπέρα; Η κοίτη του ποταμού* πλάι, πότε να κοντεύει,πότε να απομακρύνεται; Τι του ξανοίγει απ’ όλα την ψυχή και νιώθειξαφνικά σα να πετά, σα να μπορεί οτιδήποτε να το αναλάβει και νατο βγάλει πέρα;Κει δω παράλληλα στην κοίτη παν ασπροκόκκινα, ραβδωτά ταφυλάκια, αλλού μισοφαίνονται, αλλού κρυμμένα. Κι από την άλλημεριά του ποταμού απλώνεται ανεμπόδιστα στα μάτια του η πόλη ηελληνική, κάθε πρωί ο Οσμάν να ξεχωρίζει κάτι άλλο απ’ όσα γνώριζεπαλιά, σπίτια γνωστών και συναδέλφων που έτυχε κάποτε, πριν, ναεπισκεφθεί ή ένα άλλο ακόμη κτίριο... νά η Πολυκατοικία Πεδιαίου,τότε ήταν τσιμεντένιος σκελετός... σιγά σιγά να τα εντοπίζει όλα,ανάμεσα στα τόσα νέα σπίτια και πολυώροφα κτίρια που φύτρωσανστο μεταξύ.Δεν τα προσέχει ωστόσο, όλα τα πρωινά. Κάποτε δεν βλέπει καντον δρόμο μπρος του, όταν το φτερούγισμα δυναμώνει μέσα του, τοαίμα του κυλά γρήγορα, όταν στη σκέψη του αρχίζουν να γεννιούνταιιδέες, να σχεδιάζονται προγράμματα... Και πρώτα θα ζητήσει ένασπίτι στη θάλασσα για το καλοκαίρι, τώρα που έρχεται η νιόπαντρηκόρη του, για να περάσουν εκεί τες διακοπές... Θα το θέσει σαναίτημα στη Διοίκηση για να του παραχωρηθεί ένα από τα εξοχικάπου έχουν οι πλούσιοι στη βόρεια θάλασσα και τα νοικιάζουν σεΑμερικανούς διπλωμάτες... Θα ’ναι ωραία... Θα πηγαίνουν εκδρομέςγύρω στην περιοχή, τη «δική» τους, και στα «δικά» τους βουνά πέρα,θ’ ανέβουν στο κάστρο ψηλά να φτάσουν μέχρι τες κορυφές όπουβρίσκονται τα ακραία τους φυλάκια... ίσως αποφασίσει, αδερφέ,να ’ρχεται κι η γυναίκα του μαζί.... θα κάνουν ταξίδια και προς τεςάλλες πόλεις όπου υπάρχουν θύλακοι «δικοί» τους, θα τους δείξει τολιμάνι, τα μεσαιωνικά μνημεία, ευκαιρία να τα ξαναδεί κι ο ίδιος μετάαπό τόσα χρόνια... όμως στο υπόλοιπο νησί που είναι επικράτεια τωνάλλων, αυτός δεν είναι δυνατό να πάει, δεν είναι ο όποιος όποιος γιανα κυκλοφορεί από κει σα να τους αναγνωρίζει, αν θέλουν οι δυο νέοιας πάνε, δεν θα τους εμποδίσει, αν και δεν πιστεύει πως η κόρη τουθα παραβλέψει και θα πάει, μήτε ο άντρας της... αυτός πιθανό να ’ναιαυστηρότερος στο θέμα, καθώς δεν είναι καν ντόπιος....ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ341


ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ Ήβη ΜελεάγρουΎστερα ο Οσμάν στρέφεται στα πράγματα που λογαριάζειν’ αγοράσει· ρούχα, έπιπλα, στολίδια για το σπίτι, όλα τούταπου στερήθηκαν χρόνια ολόκληρα. Τώρα τα θέλει πια, τουςχρειάζονται, θ’ αγοράζει κάθε μήνα κάτι άλλο, ο μισθός τουείναι αρκετά μεγάλος, θα μπορούν να εξοικονομούν, θ’ αλλάξεικαι αυτοκίνητο, πάλιωσε πια τούτο δω, το ’χει από... πριν τονχωρισμό, και τώρα που θ’ αρχίσουν να βγαίνουν, γιατί το ’χεισκοπό ν’ αλλάξουν ζωή, να πηγαίνουν κάθε Κυριακή κάπου, τουςχρειάζεται νέο αυτοκίνητο, θα πάρει και στερεοφωνικό πικάπ μ’όλα τα εξαρτήματα... και γραφείο οπωσδήποτε, δεν μπορεί πια ναδουλεύει πάνω σε κείνο το έπιπλο, το παλιό λαβομάνο* που τουςπαραχώρησε ο Ζαΐμ και το ’κανε γραφείο του... τόσα χρόνια ζήσανμ’ ό,τι πρόλαβαν να φέρουν από το σπίτι τους και μ’ αυτά που τουςέδωσε ο Ζαΐμ, φτάνει πια, θέλει πράγματα καινούρια, ανανέωση.Ίσως μάλιστα να αποφασίσει να χτίσει δικό του σπίτι, αυτή τηστιγμή του έρχεται η ιδέα, πάνω σ’ ένα από τα οικόπεδα αυτούτου δρόμου, που ’ναι ακόμα άχτιστα, εδώ μέσα στην ανοιχτοσύνη.Μπορεί να πάρει άτοκο δάνειο από την Τουρκική Τράπεζα, οΔιοικητής είναι γνωστός του, θα θελήσει να τον εξυπηρετήσει,τώρα προπαντός... Α! Όλα αυτά τα σχέδια! Είχε ξεχάσει μέσα σταχρόνια πως γίνονται, υπάρχουν, πως κάνουν σχέδια οι άνθρωποι,για τη ζωή και το μέλλον… Δεν θυμάται πότε έκανε σχέδια γιατελευταία φορά, μήτε πώς ήταν ο ίδιος πριν τον χωρισμό, τι είδουςάνθρωπος ακριβώς. Αλλά τέτοιος θα ήταν περίπου όπως τώρα,μόνο που σα νεότερος του έλειπε η σφαιρικότητα της σκέψης. […]Διακοινοτικές συγκρούσεις 1963 - 1964* λαβομάνο, το: έπιπλο που φέρει το νιπτήραΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ342


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΗ Ήβη Μελεάγρου (Λευκωσία, 1928) αποφοίτησε από το ΠαγκύπριοΓυμνάσιο και παρακολούθησε μαθήματα κλασικών σπουδών μεαλληλογραφία στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου. Αν και εμφανίζεται σταγράμματα ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του 1940, θα αναπτύξει πλούσιαεκδοτική και γενικότερη πολιτιστική δράση μετά την ανακήρυξη της<strong>Κυπριακής</strong> Δημοκρατίας (1960): ανάμεσα σε άλλα, συμμετέχει ως ιδρυτικόμέλος στην έκδοση του λογοτεχνικού περιοδικού Κυπριακά Χρονικά(1960-1972). Παράλληλα, και ιδιαίτερα από τις αρχές της δεκαετίας του1970, παρεμβαίνει έντονα στα δημόσια πράγματα στην Κύπρο και στηνΕλλάδα αναφορικά κυρίως με διάφορες πτυχές της κυπριακής τραγωδίαςμετά το 1974.Ανήκει στη γενιά που δημιούργησε μια νέα εποχή στην πνευματικήζωή της Κύπρου των χρόνων της ανεξαρτησίας. Η νεοτερική γραφή τηςστη συλλογή διηγημάτων Πόλη ανώνυμη (1963) προαναγγέλλει τις μυθιστορηματικέςσυνθέσεις που θα ακολουθήσουν: Ανατολική Μεσόγειος(1969) και Προτελευταία εποχή (1981)· σε αυτές δίνεται μια αυθεντικήεικόνα της Κύπρου με την ιστορική πραγματικότητα των πρώτων χρόνωντης Ανεξαρτησίας ώς την καταστροφή του 1974 να μεταγράφεται επιτυχώςσε λογοτεχνική ύλη, χάρη και στη γόνιμη αξιοποίηση σύγχρονωναφηγηματικών τεχνικών, όπως είναι, για παράδειγμα, ο εσωτερικός μονόλογος,η αποσπασματική γραφή, η πολυεστιακή αφήγηση κ.ά.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ343


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΛίνα ΣολoμωνίδουΕνθάδε κείται(Aποσπάσματα)Στο μυθιστόρημα αυτό, η συγγραφέας αντλεί το θεματικό της υλικό απότις πρόσφατες ιστορικές εμπειρίες της Κύπρου με επίκεντρο τον ΑπελευθερωτικόΑγώνα 1955-59.Το πρώτο απόσπασμα αντανακλά την ατμόσφαιρα που επικράτησε στονησί μετά την κατάρρευση των συνομιλιών Μακαρίου-Χάρντιγκ και τησυνακόλουθη εξορία του Αρχιεπισκόπου στις Σεϋχέλλες (Μάρτιος 1956):ένα ιδιότυπο μείγμα αβεβαιότητας και απογοήτευσης, συνάμα όμως καιαποφασιστικότητας για αντίσταση και αγώνα.Το δεύτερο προσπαθεί να μεταπλάσει τις τελευταίες ώρες και την ύψιστηδοκιμασία του κεντρικού πρωταγωνιστή, του Δημήτρη Γεωργάρα, οοποίος με την όλη στάση και τη θυσία του παραπέμπει σαφώς στην ηρωικήμορφή του Γρηγόρη Αυξεντίου.* Πρόκειται για τον αρχιεπίσκοπο Μακάριο και τη διαδικασίασυνομιλιών, που είχε ξεκινήσει με τον νέο κυβερνήτητης Κύπρου, σερ Τζον Χάρντιγκ, ήδη από τονΟκτώβριο του 1955.* σπήκερ,ο: ραδιοφωνικός εκφωνητής[…] – Ο κ. διοικητής θα σας δει την Πέμπτη το πρωί στις δέκα.Τέσσερις μέρες! Σε τέσσερις μέρες πολλά μπορεί να γίνουν.Ο δεσπότης* άρχισε συνομιλίες με την κυβέρνηση. Ο σπήκερ*μεταδίδει πως έγινε μεγάλη πρόοδος, μονάχα μερικά σημεία μένουν,και θα επέλθει η συμφωνία. Το ραδιόφωνο έγινε το κέντρο τηςζωής του, όλα τα δελτία, από στιγμή σε στιγμή περιμένει ν’ ακούσειτα ευχάριστα νέα, αν δεν είναι απόψε, σίγουρα θα ’ναι αύριο. Όσοκρατάνε οι συνομιλίες, υπάρχει εκεχειρία. Ούτε εκρήξεις, ούτεδιαδηλώσεις. Η αισιοδοξία του ξαναγεννιέται, ξαναβρίσκει τονύπνο του. Σε μερικές ώρες, ίσως σε μια-δυο μέρες το πολύ, όλαθα τελειώσουν. Ο δεσπότης είναι διαλλακτικός, δεν μπορεί όμωςνα δώσει την εντύπωση πως υποχωρεί χωρίς μάχη. Η τελευταίαμέρα των συνομιλιών. Να, τώρα στις εφτά θ’ αναγγείλει ο σπήκερτην ποθητή συμφωνία. Κοιτάζει το ρολόι του, πέντε λεπτά ακόμα.Απλώνει το χέρι του, γυρνά το κουμπί, διαφημίσεις. Σηκώνεται,πλησιάζει το μπαρ, παίρνει ένα ποτήρι, το γιομίζει κονιάκ.Κάθεται ξανά πλάι στο ραδιόφωνο. Πρέπει να ονειρεύεται. Όχι,δεν είναι δυνατόν! Γλιστρά το ποτήρι από το χέρι του, πέφτει στοπάτωμα, γίνεται κομμάτια. Εκρήξεις! Όλη η πόλη τραντάζεται στιςεκρήξεις. Τα στρατιωτικά αυτοκίνητα διασχίζουν τους δρόμουςδαιμονισμένα. Το χωνί, κέρφιου! Σταματάει το μυαλό του. Γιατί,πώς γίνεται ν’ αλλάξει έτσι απότομα η κατάσταση; Ο σπήκεραναγγέλλει την αποτυχία των συνομιλιών. Έτσι ξερά, χωρίς καμιάεξήγηση, χωρίς κανένα σχόλιο. Εφιάλτης! Ο αέρας γίνεται πηχτός,με δυσκολία παίρνει ανάσα. Η αβεβαιότητα. Τι έρχεται ύστερα;ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ344


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΓιώργος Πολ. Γεωργίου, Ο εφιάλτης του Χάρντινγκ,λάδι, 1957Ο ρυθμικός κρότος από τις γραφομηχανές, τα σκυμμένακεφάλια στο γραφείο, ο ψίθυρος που προηγείται και που κόβεταιαμέσως μόλις πλησιάσουν τα βήματά του. Πίσω από το τζαμένιοχώρισμα, όλοι τούτοι οι άνθρωποι ζουν και κινούνται με τον ρυθμόπου θα θελήσει αυτός. Τα άψυχα πιόνια στα χέρια του σκακιστή.Μια παρατήρηση, μια καλή κουβέντα, μια υπόσχεση, κι αμέσως ηυπόστασή τους. Το ψωμί τους. Αυτός κανονίζει το ψωμί τους καιγι’ αυτό και τη ζωή τους. Προχωρεί στον διάδρομο, ένα τζάμι τονχωρίζει απ’ αυτούς κι όμως είναι τόσο μακριά! Σήμερα το τζάμιδεν φαίνεται να κρατά τις αποστάσεις. Κάποιος αόρατος δεσμόςέχει αναπτυχθεί ανάμεσά τους, κάποια αβεβαιότητα, ένα είδοςαγωνίας. Στο βάθος του διαδρόμου είναι το γραφείο του, γυρνάτο πόμολο. Στο βασίλειό του! Πλησιάζει τη γυριστή πολυθρόνα,παίρνει τον χαρτοκόπτη κι αρχίζει ν’ ανοίγει τα γράμματα πουείναι στοιβαγμένα μπροστά του. Το τηλέφωνο κουδουνίζει, ηγραμματικός του με το μπλοκ περιμένει να της υπαγορεύσει. Όλοςο μηχανισμός της επιχείρησης σε στάση προσοχής, περιμένειτις οδηγίες του, τις αποφάσεις του. Όλα από δω ξεκινούν καιτελειώνουν, το στέρεο έδαφος που τον βεβαιώνει για τη δύναμήτου. Όσο προχωρεί η μέρα, βυθίζεται περισσότερο στη δουλειάτου, οι φόβοι του ναρκώνονται, η σιγουριά τον γιομίζει. Τα λεφτάδεν έχουν πατρίδα. Όπου είναι τα συμφέροντά του εκεί είναι καιη πατρίδα του. Άλλοι είναι οι νόμοι γι’ αυτούς που έχουν, κι άλλοιγι’ αυτούς που δεν έχουν. Νιώθει το παράστημά του να μεγαλώνει,ν’ απλώνεται, να μη χωράει στους τέσσερις τοίχους. Το τζαμένιοχώρισμα γίνεται τοίχος, θάλασσα, ωκεανός. Οι άνθρωποι πίσω απ’αυτό ζαρώνουν, γίνονται μερμήγκια, μια άμορφη μάζα από μαύραστίγματα. Οι αποστάσεις έχουν αποκατασταθεί. Ο καθένας στηθέση του. Ο κόσμος βρίσκει ξανά την αρμονία του.Χλαλοή και καμπάνες. Καμπάνες που αντηχούνε πένθιμα.Αφουγκράζεται στην αρχή αφηρημένα. Η φράση του μένειατέλειωτη, παρατηρά το ρολόι του, έξι το απόγευμα. Το βλέμματου σταματά στα χέρια της γραμματικού. Το μολύβι κινείταινευρικά πάνω στο μπλοκ. Περιμένει. Προσπαθεί να συνδέσει τηφράση του. Η χλαλοή μεγαλώνει, οι καμπάνες χτυπάνε συνέχεια,οι καμπάνες απ’ όλες τις εκκλησιές. Έξι το απόγευμα, απίθανη ώραγια κηδεία, για μνημόσυνο. Κι έπειτα, γιατί όλες οι καμπάνες, τόσοεπίμονα, άγρια! Σηκώνεται, πλησιάζει το παράθυρο. Ο κόσμοςβγήκε στις πόρτες, στα παράθυρα. Από μακριά ακούγονται φωνές,όχλος που πλησιάζει. Χτυπάει το τηλέφωνο.– Ναι, ποιος τον ζητεί, παρακαλώ; Είναι απησχολημένος. Τ’όνομά σας, παρακαλώ; Μα αφού είναι απησχολημένος, σας λέω!ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ345


ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ Λίνα ΣολομωνίδουMίνως Αργυράκης, Σχέδιο γιά την πρώτη έκδοση, 1964* Πρόκειται για την ΕΟΚΑ.Καλά, περιμένετε ένα λεπτό.Η γραμματικός τον πλησιάζει.– Σας θέλουν προσωπικώς.Σηκώνει το ακουστικό, στην αρχή δεν καταλαβαίνει. Η φωνήπου φτάνει στ’ αυτιά του είναι ξερή, κατηγορηματική. Κάνει ναρωτήσει, έχουνε διακόψει. Απομένει με το ακουστικό μετέωρο,έκπληκτος. Διαταγές! Το αίμα έχει ανέβει στο κεφάλι του, γυρνάει,η γραμματικός κατεβάζει τα μάτια της ντροπιασμένη που τηντσάκωσε να τον παρατηρά με περιέργεια.Η πόρτα ανοίγει, ο λογιστής κάνει δυο βήματα αβέβαια.– Με συγχωρείτε...Κομπιάζει, κάτι θέλει να πει και οι λέξεις σταματάνε στονλαιμό του.– Ναι, τι θέλεις;Στριφογυρίζει το στυλό νευρικά στα δάχτυλά του. Η φωνή τουβγαίνει δισταχτική.– Πήραμε ένα τηλεφώνημα...Δεν τον αφήνει να τελειώσει.– Ναι, ξέρω. Εκ μέρους της οργανώσεως*, γενική απεργία.Η γραμματικός ανοίγει το στόμα της έκπληκτη, τα μάτια τηςπηγαίνουν από τον ένα στον άλλο.Τι είναι πάλι τούτο;Ο λογιστής, στη μέση του δωματίου, περιμένει. Η χλαλοή κάτωστον δρόμο πλησιάζει, ακούγονται φωνές.– Οι Εγγλέζοι εξόρισαν τον δεσπότη!Η φωνή του είναι ξερή, άχρωμη. Ρίχνει μια ματιά στο ρολόι του.– Εξάλλου είναι ώρα να κλείσουμε.Σηκώνεται, πλησιάζει το παράθυρο, τα βλέμματά τους τα νιώθεινα του τρυπάνε την πλάτη.– Αύριο, θα ’ρθούμε για δουλειά;Η φωνή του λογιστή είναι πιο σταθερή.Ανασηκώνει τους ώμους του αδιάφορα.– Μπορείτε να πηγαίνετε.Γρήγορα βήματα, ανοιγοκλείνει η πόρτα. Μόνος. Γυρνάειαπό το παράθυρο, πλησιάζει στο γραφείο, μαζεύει τα χαρτιάτου, ξεχωρίζει μερικά γράμματα, τα χώνει στον χαρτοφύλακα.Αβεβαιότητα, αταξία. Να παίρνεις διαταγές από μια φωνήάγνωστη, να μην μπορείς να συζητήσεις. Η δουλειά σου, οικινήσεις σου, η ζωή σου να μην εξαρτάται από τη θέλησή σου.Μονάδα ασήμαντη. Η οργάνωση. Ποιοι είναι που αποτελούν τηνοργάνωση; <strong>Β</strong>ρίσκεται παντού και πουθενά. Μπορεί και στο ίδιο τοΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ346


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣγραφείο σου, σπιούνοι που παρακολουθούν την κάθε σου κίνηση,κι όμως να μην ξέρεις σε ποιον να πεις τις δικές σου απόψεις. Αφούσε τραβάνε στη μια παράταξη, τουλάχιστον να μπορείς κι εσύ ναπεις ένα λόγο, μια γνώμη. Τίποτε.Ανοίγει την πόρτα, προχωρεί στον διάδρομο, τα γραφείαπίσω από το τζάμι είναι άδεια, φεύγει τελευταίος. Κατεβαίνειστον δρόμο. Ο θόρυβος από τα ρολά που κατεβάζουν μπροστάστα μαγαζιά, μαθητές πάνω στα ποδήλατα διασχίζουν τον δρόμοβιαστικοί, κάποιος βάζει το χέρι στον κόρφο του και τραβάει έναμάτσο φυλλάδια. Γιομίζει o δρόμος άσπρες προκηρύξεις. Σκύβουν,κοιτάζουν γύρω τους με υποψία, χώνουν το φυλλάδιο στην τσέπητους. Η φωνή της οργάνωσης. Άλλοι δεν τολμούν να σηκώσουντην παράνομη προκήρυξη, σκύβουν και τη διαβάζουν, έτσι όπωςβρίσκεται στη μέση του δρόμου. Κοντοστέκεται, αρχίζει ναδιαβάζει. Αγώνας μέχρι θανάτου! Εντολή στον κόσμο να κλείνεταινωρίς στα σπίτια του, γιατί η οργάνωση θ’ απαντήσει με σκληράαντίποινα στον καταχτητή που εξόρισε τον δεσπότη, δεν έχει πιασυνομιλίες, φωτιά!Η χλαλοή μεγαλώνει. Στην αρχή του δρόμου μαυρίζει η μάζατου όχλου. Ανοίγει το βήμα του να μην τον προφτάσει η διαδήλωση,δεν τα καταφέρνει. Άλλη διαδήλωση από την αντίθετη πλευρά τούκόβει το δρόμο. Πανό, συνθήματα, σημαίες! Έπηξε η ανθρώπινημάζα. Τον παρασύρει το ρεύμα, δεν έχει πια καμιά πρωτοβουλία.Σφίγγει τον χαρτοφύλακα κάτω από τη μασχάλη του, ο ιδρώταςκυλάει στο μέτωπό του, τον σπρώχνουν απ’ όλες τις μεριές,άγριες φωνές σφυροκοπούν τα μηλίγγια του. Ξαφνικά μια φωνήδιαπεραστική, και σταματά η ανθρωποθάλασσα. Οι στρατιώτες!Μαζεύεται η μάζα. Το χωνί, η διαταγή να διαλυθούν. Γιουχαΐσματα,φωνές, κάτι σφυρίζει στον αέρα, γιομίζουν τα μάτια του δάκρυα,πνίγεται, όλοι γύρω του βήχουν. Δακρυγόνα! Φουσκώνουν οιφλέβες του λαιμού του, τραβά τη γραβάτα του, δεν παίρνει ανάσα.Αρχίζει να σπρώχνει με τους αγκώνες, με το κεφάλι του. Τίποτε.Κορμιά που του φράζουνε τον δρόμο, που τον ακουμπάνε, πουτον πιέζουν. Χάθηκε ο αέρας, λαχανιάζει, κουράστηκε, στέγνωσετο σάλιο του. Κλείνει τα μάτια του, σπρώχνει χωρίς να βλέπει,έτσι στα τυφλά. Τ’ αυτιά του βουίζουν, τρεκλίζει, σκουντουφλάει,αν πέσει θα γίνει λιώμα κάτω απ’ τα πόδια τους. Τα πόδια τουςπου ολοένα σαλεύουν, χωρίς να προχωρούν, χωρίς ν’ αλλάζουνθέση. Το κεφάλι του άδειασε, δεν ορίζει το κορμί του, δεν έχεικορμί, μια ανάσα λαχανιασμένη, χίλιες ανάσες, ποια είναι η δικήτου; Μια δυνατή σπρωξιά, κόλλησε στον τοίχο, βρίσκει ξανάΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ347


ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ Λίνα Σολομωνίδουτα πόδια του, χώνεται σε μια πάροδο, τα χέρια του σφίγγουνσπασμωδικά τον χαρτοφύλακα πάνω στο στήθος του, το μανίκιτου κρέμεται ξηλωμένο. Τα γόνατά του λυγίζουν, κάθεται στοπεζοδρόμιο, βγάζει το μαντήλι του και σκουπίζει τα μάτια του. Τασπίτια στριφογυρίζουν μέσα σε καταχνιά. Η καρδιά του χτυπάακανόνιστα, τρελά. Ό δρόμος γίνηκε ποτάμι γκρίζο που κυλά.Απλώνει τα χέρια του, σηκώνεται. Στο σπίτι του! Αν περπατήσειεκατό μέτρα θα φτάσει στο σπίτι του! Αρχίζει να τρέχει,μεθυσμένος. Τα δάχτυλά του πασπατεύουν την κλειδαριά, τρέμειτο χέρι του, δεν καταφέρνει να γυρίσει το κλειδί. Δόξα τω Θεώ,σπίτι του! Κλείνει την πόρτα του στο πλήθος, στους Εγγλέζους,στον αγώνα, στον θάνατο. Η ασφάλεια! Μα υπάρχει ασφάλεια;Xριστόφορος Σάββα, Στυμφαλίδες Όρνιθες,υφασματογραφία, 1960***[…] Αφουγκράζεται ο Γρηγόρης. Δεν ήτανε φωνή; Πλησιάζειτο παράθυρο, όχι θα του φάνηκε. Ησυχία, ερημιά! Ψυχή δεν έχειμείνει στο χωριό. Όλοι πήγαν στην πόλη για τ’ αποκαλυπτήριατης προτομής. Τα μάτια του σταματούν στα χωράφια, στονιόβγαλτο σιτάρι, προχωρούν πιο πέρα στο σύδεντρο με τιςελιές, καρφώνονται στα κυπαρίσσια στο βάθος. Ένας κόμποςανεβαίνει στον λαιμό του, θολώνουν τα μάτια του. Αποτραβιέταιαπό το παράθυρο. Η βαλίτσα μισάνοιχτη πάνω στο ξέστρωτοστρώμα. Φέρνει γύρο το δωμάτιο, όχι δεν ξέχασε τίποτα. Όλητου η περιουσία μέσα σε τούτη τη βαλίτσα. Παίρνει το διαβατήριότου από το τραπέζι, το χώνει στη μέσα τσέπη του σακακιού του.Είν’ ώρα να φεύγει, το λεωφορείο περνά στις έντεκα. Κλείνει ταπαράθυρα, βγάζει τη βαλίτσα στο κατώφλι, ένα τελευταίο βλέμμαστο μισοσκότεινο δωμάτιο. Κλείνει την πόρτα, γυρνά το κλειδί,το αφήνει κάτω από τη γλάστρα με τη γαρουφαλλιά, παίρνει τηβαλίτσα. Τα πόδια του χώνονται στο χωματόδρομο. Σκυφτός, δενθέλει να βλέπει, γιατί θα δειλιάσει και τότε θα θελήσει να γυρίσειπίσω. Δυο χρόνια άνεργος, χτύπησε όλες τις πόρτες, τίποτα, καμιάελπίδα. Δεν τον σηκώνει ο τόπος του. Οικονομική κρίση, χιλιάδεςοι μετανάστες, κάθε μήνα, ομαδική έξοδος.Γυαλίζει η άσφαλτος στον ήλιο. Ακουμπά τη βαλίτσα χάμω,απλώνει το μαντήλι του στο γιοφύρι. Εδώ θα καθίσει να περιμένειτο λεωφορείο. Σφυρίζουν οι καλαμιές, έτσι που τις γέρνει ο αγέρας.Ακουμπά τους αγκώνες του στα γόνατά του, κρύβει το πρόσωπότου μέσα στις χούφτες του.Η φλόγα του κεριού που τρεμοσβήνει. Τέσσερις άνθρωποικουλουριασμένοι μέσα στο κρησφύγετο, μια τρύπα μέσα στη γη,μόλις που χωράνε. Δέκα μέρες αποκλεισμένοι σε τούτο τον τάφο.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ348


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΜιχαήλ Κάσιαλος, Μάχη μεταξύ ΕΟΚΑ και Άγγλων, λάδι,μέσα του 20ου αι.Επιχειρήσεις. Όλο το βουνό γύρω γιόμισε στρατιώτες, ακούνε τιςκουβέντες τους, τις πατημασιές τους. Ούτε να βήξουν, έλειψαντα τρόφιμα, την τελευταία κονσέρβα την άνοιξαν χτες το βράδι.Αποκλεισμένοι οι καλόγεροι της μονής δεν μπορούν ν’ ανέβουνίσαμε δω απάνου να φέρουν προμήθειες.Μονάχα με την προδοσία αν καταφέρουν να τους ανακαλύψουν.Δέκα μέρες τους τριγυρίζουν και δεν λένε να φύγουν. Γιατί;Κάποιος θα μίλησε. Μήπως οι βοσκοί που φέρνουν τα γίδια τουςστη βουνοπλαγιά; Πληρώνουν ακριβά οι Εγγλέζοι την προδοσία.Τέσσερα χρόνια με την ψυχή στο στόμα, αγρίμια που τους στήνουνεπαγίδες.Τρίζουν τα κλαδιά μπροστά στην είσοδο του κρησφύγετου,φυσάει το κερί ο Δημήτρης, σκοτάδι. Ακούνε την καρδιά τους πουχτυπά, σφίγγουν τα όπλα τους, το χέρι είναι έτοιμο στη σκανδάλη.Κουβέντες, βήματα βιαστικά. Σφαίρες, τους χτυπάνε!– Τραβάτε!Η φωνή του Δημήτρη, οι σφαίρες που σφυρίζουν, γαζώνει τοαυτόματο. Φασαρία, σαματάς απ’ όξω, χτυπήθηκε ο Εγγλέζος! Τοχωνί, να παραδοθούν! Είναι χαμένοι! Αν θέλουν να γλυτώσουν τηζωή τους, να παραδοθούν! Ησυχία, περιμένουν, καμιά απάντηση.Ο Δημήτρης τούς προστάζει να τραβήξουν σ’ όποιον κάνει ναπλησιάσει. Τραντάζεται η σπηλιά, τους ρίχνουν χειροβομβίδες.Ξανά το χωνί. Σε λίγο θα τους λείψουν οι σφαίρες, για τρεις ώρεςκρατά η μάχη. Όχι, δεν αντέχουν.– Εσείς να παραδοθείτε. Εγώ θα μείνω.Τον κοιτάζουν. Όχι, θα μείνουν όλοι τους ίσαμε το τέλος.– Δεν έχουμε αλλά πυρομαχικά, θα μείνω εγώ με τις σφαίρεςπου απομένουν. Εξάλλου είναι διαταγή. Εγώ είμαι ο τομεάρχης κιαυτή είναι η προσταγή μου.Τα χέρια τους ψηλά, ένας-ένας βγαίνουν από τη σπηλιά.Κοντοστέκεται ο Γρηγόρης.– Δημήτρη, άσε με να μείνω!– Όχι! Κι εσύ πρέπει να παραδοθείς.Σκύβει, αρπάζει το χέρι του, το σφίγγει.Τον σπρώχνουν οι στρατιώτες, ψάχνουν, ναι, είναι άοπλος. Πούείναι ο Δημήτρης Γεωργάρας; Το χωνί. Κάνει ένας Εγγλέζος ναπλησιάσει το κρησφύγετο, σφυρίζει η σφαίρα, πέφτει ο Εγγλέζος,τρέχουν οι άλλοι να τον σηκώσουν. Κάτι ετοιμάζουν, τον σκουντάένας στρατιώτης μπροστά στον λοχαγό τους. Εξηγεί ο διερμηνέας.– Θα πας πίσω στο κρησφύγετο, θα πεις του Γεωργάρα γιατελευταία φορά να παραδοθεί, αλλιώτικα θα τον κάψουμε ζωντανό.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ349


ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ Λίνα Σολομωνίδου– Μα δεν μπορείτε να το κάνετε αυτό! Δεν επιτρέπεται. Είναιατιμία!– Πήγαινε!Θεέ μου, είναι ικανοί να το κάμουν!– Δημήτρη, μην τραβάς! Εγώ είμαι, ο Γρηγόρης.Πίσσα το σκοτάδι, κλείνει τα μάτια του να συνηθίσει.– Δημήτρη, θα σε κάψουν, πρέπει να παραδοθείς !– Ποτέ! Ακούς; Εγώ δεν παραδίνομαι, να με κάψουν.Τι έχει και σέρνεται;– Μα είσαι πληγωμένος !– Ναι, εδώ στον μηρό.– Ούτε γω δεν φεύγω. Μαζί σου ίσαμε το τέλος.Ξελαρυγγιάζεται το χωνί, περιμένουν. Θα παραδοθεί ή όχι;Όχι, δεν θα παραδοθεί ούτε αυτός, ούτε ο Γρηγόρης.Σωπαίνει το χωνί, ησυχία. Ύστερα βήματα βιαστικά, σα νασέρνουν κορμούς, κλαδιά. Κουβέντες πνιχτές, μυρουδιά απόβενζίνη. Προσταγές, γαζώνει το στεν.– Πάρε. Πέντε σφαίρες ο καθένας μας, δεν έχουμε άλλες.Πρόσεξε, καλύψου πίσω από μένα!Τους πνίγει ο καπνός, καίνε τα μάτια τους, βήχουν, τους έχουνεζώσει οι φλόγες, καίγονται! Είναι στην κόλαση!– Γρηγόρη, η τελευταία σφαίρα. Τούτη είναι για μένα.Παραδώσου εσύ.Σέρνεται με τα γόνατα, με τους αγκώνες. Να γλυτώσει από τηνκόλαση! Ανοίγουν τα πλεμόνια του, αέρα! <strong>Β</strong>ήχει, βήχει, τρέχουντα μάτια του. Δόξα τω Θεώ, αέρα! Τον τραβάνε, το πρόσωπό του,τα χέρια του είναι τσουρουφλισμένα. Για τον Θεό, λίγο νερό! Τουδίνει ο Εγγλέζος το παγούρι του, ρουφά με απληστία, γιομίζει τιςχούφτες του, βουτάει το πρόσωπό του. Όπου αγγίξει είναι φωτιά.Σταμάτησαν οι σφαίρες, δεν ακούγεται ο ξερός κρότος τουστεν που γαζώνει, οι φλόγες έχουνε σβήσει, μερικά κούτσουρακαπνίζουν. Τρεις στρατιώτες σέρνουν ένα μπόγο τυλιγμένο μέσασε μια κουβέρτα στρατιωτική, τον αφήνουν μπροστά στον λοχαγό.Κάνει μερικά βήματα, κοντοστέκεται. Μυρουδιά από καμένεςσάρκες. Όχι, δεν είναι δυνατόν! Ανοίγουν την κουβέρτα. Τούτο τοκούτσουρο το καμένο δεν μπορεί να ’ναι ο Δημήτρης! Τα μάτια τουσταματούν στις αρβύλες. Οι αρβύλες του Δημήτρη. Ένας κόμποςτού φράζει τον λαιμό του, σκοτεινιάζει ο ήλιος. Ταλαντεύεται, θαπέσει, ακουμπά σ’ ένα πεύκο, δεν τον σηκώνουν τα πόδια του,γονατίζει. Οι χούφτες του αγγίζουν τις ξερές βελόνες, κλείνει ταμάτια του, η μυρουδιά του πεύκου, η μυρουδιά της γης. […]ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ350


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΗ Λίνα Σολομωνίδου (Λεμεσός, 1924-2008) σπούδασε ιατρική στοΠανεπιστήμιο Αθηνών (1946-1951) και μετεκπαιδεύτηκε στην Αγγλία.Από το 1953 άσκησε το ιατρικό επάγγελμα στη γενέτειρά της.Στο πρώτο της μυθιστόρημα Ενθάδε κείται (1964), ο λόγος, απομυθοποιητικόςκαι πρωτότυπος, εισάγει με ελλειπτικότητα και αμεσότηταμια νέα πεζογραφική γραφή που διερευνά την ψυχική συμπεριφορά τουανθρώπου σε συνθήκες ύψιστης δοκιμασίας από ποικίλες οπτικές και σεδιαφορετικά επίπεδα. Με το δεύτερο μυθιστόρημά της Το ταξίδι (1969),το ιδιότυπο γράψιμό της ακολουθεί ένα νεοτερικό τρόπο έκφρασης μενεύρο και ένταση. Η πρωτοποριακή για την κυπριακή λογοτεχνία γραφήτης κατορθώνει να αποδώσει υποβλητικά μέσα από τις ανησυχίες, ταόνειρα και τις εμμονές των ηρώων, την εν γένει ατμόσφαιρα και το κλίματης κυπριακής κοινωνίας στη δεκαετία του 1960. Τέλος, με το βιβλίοτης Κύπρος-<strong>Β</strong>ιώματα (1977), προσπαθεί να ζωντανέψει τα γεγονότα τουπραξικοπήματος και της τουρκικής εισβολής του 1974 μέσα από προσωπικέςσυνεντεύξεις των ανθρώπων που τα έζησαν.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ351


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΧριστάκης ΓεωργίουΝτάραλη(Απόσπασμα)Το διήγημα αυτό προέρχεται από τη συλλογή Ρωγμές (1970). «Ντάραλη»είναι το όνομα ενός ελληνοκυπριακού φυλακίου στη γραμμή αντιπαράταξηςτης Λευκωσίας. Το συγκεκριμένο απόσπασμα (από το τέλος τουδιηγήματος) προβάλλει, κυρίως μέσα από την ελλειπτική και ασυνεχήαφήγηση ενός ιδιότυπου και μοναχικού γέρου, αυτόπτη μάρτυρα των διακοινοτικώνσυγκρούσεων του Δεκεμβρίου 1963, το κλίμα μιας εφιαλτικήςαναμονής μπροστά στο ενδεχόμενο μιας νέας αναζωπύρωσης των ταραχών.Έτσι, παρελθόν και παρόν γίνονται ένα και η εν γένει εύφλεκτηατμόσφαιρα οδηγεί στα άκρα τις αντοχές των ανθρώπων.* σπιρτολόος, ο: καμινέτοΠότε μπήκε ο γέρος, κανείς δεν τον πήρε είδηση. Έσερνεκυριολεκτικά τα δυο του πόδια, και τα μάτια του. Τα δασά τουφρύδια έπεφταν προς τα κάτω, το ίδιο και τα βλέφαρά του.<strong>Β</strong>άραινε πάνω τους ο χρόνος, μια αντικίνηση αρπαγμένη σε μιατροχιά ξεπνοϊσμένη που κρατιούνταν μονάχα από τη δύναμη τουενστίκτου.– Καλησπέρα, τα σύμφωνά του σούρνονταν όπως και τα πόδιατου.– Καλησπέρα, είπε ο Λέφας και σήκωσε για μια στιγμή τα μάτιατου από το διάφραγμα με τις σακούλες.Ο Καΐρης πετάχτηκε απάνω: – Ετοιμότης πλήρης.Χειροβομβίδες εν καταστάσει λειτουργίας. Ύστερα πρόσεξε τονγέρο και πρόσθεσε χαμηλόφωνα. –Ασιχτίρ, κι έβλεπα ένα όνειρο.– Καιρός ήταν ν’ αλλαχτεί η σκοπιά.Ο Λέφας σηκώθηκε μουδιασμένα, τέντωσε τα χέρια του, ταβλέφαρά του σφίχτηκαν, και πήγε και κάθισε δίπλα στον Καΐρη.– Δηλαδή αρχίζουμε ’μείς; είπε τούτος.– Αν νομίζεις.Ο γέρος σούρθηκε στο μέσα δωμάτιο. Μεταλλικοί θόρυβοι,πασπάτεμα πιατικών, και ξαφνικά ξεπήδησαν φλόγες, κι είδαν γιαμια στιγμή τη σκιά του γέρου να παιχνιδίζει σ’ ένα ακαθόριστοκενό.– Διαολοσπιρτολόος*, πάντα σου μου πάαινες κόντρα. Πότεδεν θέλεις ν’ ανάψεις και πότε ξερνάς σπίρτο σαν τον <strong>Β</strong>ασφή πουμόλις βγει απ’ την ταβέρνα ξερνάει από πάνω και κατουρά απόκάτω.– Εντάξει γέρο;ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ352


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣ– Εντάξει γέρο;– Εντάξει γιε μου. Συνηθισμένα τα βουνά απ’ τα χιόνια. Καισώπασε. Σε λίγο μπήκε μέσα κρατώντας δυο φλιτζάνια καφέ.– Ό,τι χρειαζόταν, είπε ο Λέφας.– Οι Τούρκοι έχουν εξαφανιστεί, είπε ο Καΐρης.– <strong>Β</strong>ρε ας τους τούς Τούρκους να κουρεύονται, τον έκοψε οΛέφας. Έχουν γίνει κι αυτοί μάτια πίσω από σακούλια από άμμο.Έλα πιες τον καφέ που έψησε ο γέρος.Άναψαν τσιγάρο.– Κοιμάσαι συχνά εδώ, γέρο;– Κάθε δυο τρεις μέρες ξεχνώ τα όσα γίνηκαν, γιε μου, παίρνωτα πόδια μου και το καρότσι μου και τραβάω κατά ’δω. Αφήνωτο καρότσι σε κάτι μισοχαλάσματα στην αυλή –είμαι γυροπούληςξέρεις, φτηνοπράματα. Όλα όμως είναι αρπαγμένα σε μια κίνηση–αποκτούνε μια ζωή πάνω στο καρότσι μου τέτοια που δεν έζησαεγώ. Άλογα, ελάφια, τίγρεις, τάρανδοι, καμωμένα από φτηνόπλάστικ. Το υλικό δεν έχει ζωή. Μα κίνηση. Το αντίθετο μαζί μου.Η κίνηση, γιε μου, σε μένα είναι σκοτωμένη, μα μέσα μου όλα ζουν,ακόμα κι η σάρκα μου… Τ’ αφήνω που λες σε κάτι μισοχαλάσματαστην αυλή, κι ανεβαίνω ίσαμε ’δω πάνω. Ξέρεις μέσα σε τούτες τιςκάμαρες έζησα συνέχεια τούτα τα τελευταία τριάντα χρόνια.– Μόνος, γέρο;– Εξαρτάται τι εννοείς μόνος. Χωρίς οικογένεια ναι. Είναιμια παλιά ιστορία, κάποτε πονούσε πολύ. Τώρα η σάρκα μουσυμμάχησε με τον χρόνο. Περνάει τούτος κι αυτή δεν νιώθει.Ζει μέσα μου πάντα μια έντονη κίνηση, μα είναι η κίνηση τωνκοκκαλένιων αλόγων και των κοκκαλένιων ελαφιών μου. Είναιένας άνεμος που πνέει πάνω σ’ ένα παγωμένο, έρημο τοπίο. Οπόνος σαν τόσα άλλα δεν είναι παρά κι αυτός μια ανάμνηση. Μαμέσα σ’ αυτή την κίνηση δεν είμαι μόνος… Νιώθω παρέα τα ελάφιακαι τ’ άλογα μου. Κάθε ένα που πουλώ το αναλογίζομαι το βράδι.Το αποχαιρετώ σα να ’ταν ζωντανό.Ένας πυροβολισμός καρφώθηκε μέσα στη νύχτα.Ο Οηές σήκωσε τα νυσταγμένα του βλέφαρα, κοίταξε ταλαμπιόνια που σκορπούσαν το χλωμό κρύο φως τους, σφίχτηκεπάνω στο όπλο του, μα δεν έκανε βήμα.–Οι Τούρκοι, είπε πνιγμένα ο Καΐρης.– Τους είδες; ρώτησε ο Λέφας.– Τους άκουσα.– Ενόσω δεν τους βλέπεις, είμαστε εντάξει.– Είναι και η κίνηση των πυροβολισμών. Προστέθηκε και τούτηΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ353


ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ Χριστάκης ΓεωργίουΚαίτη Στεφανίδου, Άτιτλο, ακρυλικό, 1994* μαρτίνι, το: είδος τυφεκίουστην κίνηση των ελαφιών και των αλόγων μου.Ένας δεύτερος πυροβολισμός καρφώθηκε μέσα στη νύχτα.Ο Καΐρης πήρε το στεν στο χέρι, κι ακούμπησε δίπλα του τομαρτίνι*.– Πρέπει να το αναφέρεις στο αρχηγείο.– Ότι άρχισε επίθεση.– Ότι επίκειται επίθεση.Ο γέρος κοίταξε τον απεναντινό τοίχο. Ο Λέφας πρόσεξε τώρατα γαζώματα των πολυβόλων. Παράξενα σχήματα. Σου ’διναντην εντύπωση ηλεκτρονικού κομπιούτερ, προσπαθούσε να βρειεξίσωση ανάμεσα ζωή και θάνατο.Οι πυροβολισμοί τώρα πύκνωσαν.– Κείνο το βράδι, λέει ο γέρος, είχε βρέξει πολύ. Οι στενοίδρόμοι γιόμισαν νερό της βροχής. Καθόμουν στο παράθυρο καιπεριδιάβαζα μέσα στη νύχτα… Η τουρκάλα που λες ήτανε μιακοπελάρα ίσαμε ’κει απάνω. Μέσα της παγιδεύτηκε η κίνηση τουαλόγου και του ελαφιού. Σαν κατηφόριζε μέσα από τα στενοσόκακατης Αγια-Σοφιάς κουβαλούσε μαζί της έναν άνεμο που χτυπούσετην άσφαλτο και τα σπίτια. Σέρνουνταν, κουλουριάζονταν,ανασηκώνουνταν σα λαβωμένος, ξανάπεφτε… μα η κίνηση ήτανπαγιδεμένη μέσα της…Οι πυροβολισμοί πύκνωσαν ακόμα πιο πολύ. Διασταυρώνουντανπρος όλες τις κατευθύνσεις, δεξιά αριστερά, πάνω κάτω, κινούντανσε οριζόντια επίπεδα, υψώνουνταν κατακόρυφα, έχαναν τηνωθητική τους δύναμη κι έμεναν μετέωρη, ακουστική παράσταση.– Η κίνηση ήταν παγιδεμένη μέσα της. Ακριβώς όπως τονάνεμο. Κι ήταν πάντα κατά τα μεσάνυκτα που ήθελε λέει έρωταπάνω στη βρεγμένη άσφαλτο. Μέσα της ο άνεμος αναδεύοντανμε το σπίρτο, κι η ανάφλεξη γίνονταν κάθε λεπτό. Κείνο το βράδιτην σκότωσαν πάνω στη βρεγμένη άσφαλτο. Την είδα μέσα στηνύχτα, έτσι σαν έφευγα από το ’να μέρος στ’ άλλο. Ένιωθα να μεσπρώχνει ο άνεμος, από τα μέσα προς τα έξω, από τα έξω προςτα μέσα, καλά καλά δεν κατάλαβα την κατεύθυνσή του. Κι όμωςόλη την ώρα καθόμουν σε τούτο ’δω το παράθυρο και βύθιζα ταμάτια μου μέσα στη νύχτα… Σταμάτησε για λίγο… Είχε τα σκέλιαυψωμένα σα σε στάση ικεσίας. Παράξενο το σημείο επαφής τήςκίνησης με την αντικίνηση…Μηδέν ίσον άπειρον, άπειρον ίσον μηδέν.Αργά πήρε ο Λέφας το τηλέφωνο και πληροφόρησε το αρχηγείο:Ανταλλαγή πυροβολισμών συνεχίζεται. Ο Καΐρης σφίγγει το στενστο χέρι, έχει γίνει τώρα όλος μάτια κι αυτιά, ακόμα και τα μαλλιάΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ354


ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ Χριστάκης Γεωργίουτου έχασαν κείνη τη σκοτωμένη ηρεμία τους.– Κείνο το βράδι άρχισαν οι πυροβολισμοί. Δεν σταμάτησανόλο το βράδι. Έμπαιναν από τούτο ’δω το παράθυρο καικαρφώνουνταν στον αντικρινό τοίχο.Το τηλέφωνο κτύπησε: Να ’σαστε σ’ επιφυλακή. Περιμένετεοδηγίες.Κόλλησε κι ο Λέφας τα μάτια του σε μια ρωγμή ανάμεσα σεσακούλια άμμο. Πρόσεξε την αστραφτερή αλυσίδα των γατίσιωνματιών, που ξεκινούσε από τα τούρκικα με κατεύθυνση τηνελληνική συνοικία… Περίεργο μουρμούρισε, οι γάτες κινούνται σεμια περιοχή πέραν από τον φόβο. Παράξενο πράγμα… Κοίταξετον γέρο. Είχε γύρει το κεφάλι του πάνω στο στήθος του και σου’δινε την εντύπωση πως κοιμόνταν… – Οι πυροβολισμοί δεν είναικιόλας παρά μια ανάμνηση, μουρμούρισε ο Λέφας.Το τηλέφωνο ξαναχτύπησε: Εδώ αρχηγείο. Να ’σαστε σ’επιφυλακή. Περιμένετε οδηγίες…Aδαμάντιος Διαμαντής, Αγωνία ΙV, λάδι, 1968ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ355


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΟ Χριστάκης Γεωργίου (Λεμεσός, 1929) σπούδασε αγγλική φιλολογίακαι ιστορία στo Λονδίνο. Εργάστηκε ως καθηγητής στην Αγγλική Σχολήτης Λευκωσίας. Συμμετείχε στην εκδοτική επιτροπή του περιοδικούΚυπριακά Χρονικά (1960-1972), ενώ για πολλά χρόνια υπήρξε μέλος τουΔιοικητικού Συμβουλίου του Θ.Ο.Κ.Εμφανίστηκε με κείμενά του την περίοδο 1949-1952, πριν εκδώσειτο 1964 την πρώτη του συλλογή διηγημάτων Παράλληλοι (1964). Περισσότεροστα διηγήματα (Ρωγμές, 1970 κ.ά.) παρά στα μυθιστορήματά τουπου θα δημοσιευτούν αργότερα (Ώρες 1950, 1981· Αρχιπέλαγος. Είκοσιχρόνια γεννητούρια, 1990 κ.ά.), προσπαθεί να καταδυθεί στον εσώτεροψυχισμό των προσώπων και να μεταπλάσει όψεις της σύγχρονης ιστορικήςπεριπέτειας της Κύπρου με ένα λόγο πληθωρικό και ασθματικό,που δίνει έμφαση στις λεπτομέρειες και στη μετάδοση της αίσθησηςμιας ρευστής πραγματικότητας. Η παρουσία του επίσης στα θεατρικάπράγματα του τόπου υπήρξε διαρκής, τόσο με το πρωτότυπο όσο και μετο κριτικό του έργο.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ356


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΠάνος ΙωαννίδηςΟ ΓκρηγκόρυΣτο παρακάτω διήγημα από τη συλλογή Στην Κύπρο την αέρινη (1964)αποκρύπτονται επιμελώς ο τόπος και ο χρόνος και το αντιπολεμικό μήνυμαπερνά μέσα από την αναπαράσταση της δραματικής σύγκρουσηςπου βιώνει ο αφηγητής ανάμεσα στην ανθρωπιά και το καθήκον. Το βασανιστικόδίλημμα καταλήγει σε μια σκληρή δοκιμασία της ανθρώπινηςσυνείδησης, καθώς τα συναισθήματα μεταβάλλονται διαρκώς και η εν γένειατμόσφαιρα μεταπίπτει από το τραγικό στο κωμικό και αντίστροφα.* ξόδι, το: κηδείαΤο χέρι μου ίδρωσε γύρω στο πιστόλι. Η κυκλική αφή τηςσκαντάλης μού ’σκαβε το δάχτυλο.Αντίκρυ ο Γκρηγκόρυ έτρεμε.Ολάκερος παρακαλούσε: «Μη!»Μόνο το στόμα του δεν μίλαγε. Τα χείλια του κλειστά. Στη θέσητου θα τα ’νοιγα, θα βλαστημούσα, θα ’βριζα.Οι άντρες γύρω παρακολουθούσαν...Ψες, στη λιγόλεπτή μας σύναξη, είχανε πει τη γνώμη τους: «Ναι,είναι λυπηρό, αλλά...»Η διαταγή ήταν ρητή: «Ευθύς ώς αγγελθεί ο απαγχονισμόςτου ημετέρου Αντωνίου, ο όμηρος Γκρηγκόρυ θα εκτελεσθεί, ο δενεκρός του, εν στολή, θα κρεμασθεί επί πασσάλου...» και λοιπά.Δεν ήτανε η πρώτη μου φορά, σ’ αυτό τον κλεφτοπόλεμο, που θαεκτελούσα έναν όμηρο. Είχα αποκτήσει πείρα και ο τομεάρχης μούανέθετε συχνά αυτές τις υποθέσεις. Η περίπτωση «Γκρηγκόρυ»ήτανε η πέμπτη.Μετά την πρώτη εκτέλεση, θυμάμαι, έκανα εμετό. Τη δεύτερη,μ’ έπιασε αναγούλα κι ένας πονοκέφαλος που κράτησε ώρες.Την τρίτη ήπια μια μπουκάλα ρούμι. Την τέταρτη δυο ποτηράκιαμπύρα. Το ’ριξα στο καλαμπούρι:«Κακό ξόδι* θα ’χει ετούτος με τα γουρλωμένα μάτια...»Σήμερα, που να πάρει, ήταν ν’ ανακαλύψω πως δεν είχα ολότελααγριέψει; Κι αυτό στην πιο ακατάλληλη στιγμή, μου χάλαγε τοκέφι να κάνω το καθήκον μου.Γιατί αυτός εδώ ο Γκρηγκόρυ είναι τόσο μίζερος κι ασήμαντος,μια στάλα πράμα, πανάθεμά τον.Αφού και σήμερα ακόμα, το πρωί, μόλο που τ’ άκουσε στοραδιοφωνάκι πως ο Αντωνίου εκτελέστηκε, ήτανε βέβαιος πως θατου χαρίζαμε, λέει, τη ζωή γιατί για μήνες τρωγοπίναμε αντάμα...ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ357


ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ Πάνος ΙωαννίδηςΤηλέμαχος Κάνθος, Ηλιοψημένο ίσιωμα. Παράγκες <strong>Β</strong>ΜΗ, λάδι, 1968* καζούρα, η: πείραγμα, πλάκα* μαντάρω: επιδιορθώνω τα φθαρμένα μέρη σε ρούχα«Όσοι τρώνε», λέει, «απ’ την ίδια καραβάνα και πίνουν απ’ τοίδιο παγούρι, ο κόσμος να χαλάσει μένουν φίλοι».Κι άλλα παρόμοια...Πως ήταν αγαθούλης το ’χαμε μυριστεί από την πρώτη κιόλαςμέρα που μας τόνε πακέταρε το αρχηγείο σαν όμηρο. Ο φιλαράκοςπου τον φύλαγε ήτανε σουρωμένος για καλά κι αποκοιμήθηκε.Εμείς οι άλλοι είμασταν σ’ αποστολή. Όταν γυρίσαμε, ο Γκρηγκόρυκάθονταν αντίκρυ στον κοιμισμένο αντάρτη και ξεφύλλιζε έναπεριοδικό.«Γιατί βρε Γρηγόρη δεν το ’σκασες;» ρωτήξαμε καλαμπουρίζονταςαργότερα.«Πού να πας μ’ αυτή την παγωνιά; Καλά είμαι δω».Άρχισε η καζούρα*:«Πράγματι! Το περιβάλλον μας εδώ είναι μαγεία...»«Δεν ειν’ άσκημα. Οι δικοί μας οι στρατώνες είναι κόσκινο.<strong>Β</strong>άζουν από παντού...»Ρωτούσαμε συχνά για το κορίτσι του. Χαμογελούσε.«Η Μαρία είναι φίνος άνθρωπος» μας έλεγε. «Πριν τήνε πάρωήταν αρρεβωνιασμένη μ’ ένα παλιοτόμαρο. Την είχε παρατήσει γιαμιαν άλλη. Ύστερα απ’ αυτό κανένας στο χωριό δεν έλεγε να τηζητήσει. Δεν χάνω ευκαιρία. Πως ήτανε δεύτερο χέρι; Κουταμάρες!Χωριάτικες ιδέες φίλε μου... Ήταν όμορφη, καλόψυχη. Τι άλλο να’θελα; Κάθε φορά που πέρναγα απ’ το μποστάνι της δεν με φόρτωνεπεπόνια, αγγούρια; Κλέβω το λοιπόν κάμποσα ζαρζαβατικά και ταλοιπά, της τα πηγαίνω. «Μαρία, από τώρα θα σε φροντίζω εγώ!»Την πήρανε τα κλάματα. Και μένα. Άσε που έκτοτε με τάραξε στηζήλεια... Δεν μ’ άφηνε ούτε στης μάνας μου να πάω. Ώς τη μέραΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ358


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣπου επιστρατεύτηκα δεν μ’ άφησε να ξεκολλήσω απ’ τα φουστάνιατης. Άλλο που δεν ήθελα εννοείται...»Τις ιστορίες του τις διηγόταν με τα ίδια λόγια πάντα, πάνταμε τις ίδιες στερεότυπες χειρονομίες. Τελειώνοντας γελούσε κιέχωνε τον λαιμό του παγουριού στο στόμα. Είχε δε μια γλώσσα!...Αμ’ αρχινούσε τελειωμό δεν είχε. Ακούγαμε, χαζογελούσαμε,καλαμπουρίζαμε. Μόνο καμιά φορά, καθώς μας έλεγε ταοικογενειακά του, σοβαρεύαμε: «Ώστε κι ελόγου τους, στον τόποτους, τις ίδιες σκοτούρες;! Δες μωρέ!»Ο Γκρηγκόρυ, εκτός από τη φλυαρία, είχε κι άλλα προσόντα.Ήταν θαυμάσιος μάγερας. Μια φορά μας έφτιαξε κάτι μηλόπιτες,γλείφαμε τα δάχτυλα. Τα κατάφερνε και στο βελόνι. Όλα μας τακουμπιά αυτός μας τα ’ραβε. Μπάλωνε τα ρούχα, μάνταρε* τιςκάλτσες, μας σιδέρωνε, μας έπλενε...Το κάνει, διάολε, η ψυχή σου να σκοτώσεις τέτοιο φίλο;Μπορεί να λεγόταν Γκρηγκόρυ, μπορεί οι δικοί του να κρεμάσαντον δικό μας, μπορεί ν’ αφήσαμε γυναίκα και κουτσούβελα για νατους πολεμήσουμε, μα πώς να το κάνουμε; Ήτανε φίλος μας, μαςαγαπούσε! Τις προάλλες δεν είχε σκοτώσει με το χέρι ένα σκορπιόπου ανέβηκε στο σβέρκο μου; Μπορούσε κάλλιστα να τον αφήσεινα με ’ξαποστείλει.«Ευχαριστώ, Γρηγόρη!»«Τον Θεό που μ’ έπλασε...»Ψες η διαταγή μάς ήρθε κεραμίδα. Να εκτελεστεί, λέει, οΓκρηγκόρυ και να κρεμαστεί, εν στολή, σε τηλεγραφόξυλο γιαπαραδειγματισμό.Κατεβήκαμε όλοι στο κρησφύγετο. Εκείνον τόνε στείλαμεαπάνω να μας πλύνει κάτι εσώρουχα.«Δεν είναι δίκιο...»«Τι ’ναι δίκιο;»«Το καθήκον!»«Σκατά!»«Σαν τολμάς μην το κάνεις. Θα σε δικάσουν ερήμην και μετά...,ωρεβουάρ!»Αυτό να μου πείτε! Δίκιο είναι να σώζεις το πετσί σου. Αυτόμάλιστα, πιάνει! Ή το μάτι σου ή το μάτι του. Το δικό του βέβαιακι ας είναι ο Γκρηγκόρυ που τρώγατε απ’ το ίδιο πιάτο και σουξεβρομίζει τώρα τα λερωμένα σου.Τι να γίνει; Αυτά έχουν οι «αγώνες». Είδαμε και χειρότερα.Ορίσαμε την ώρα. Για τώρα.Δεν του ’παμε τίποτα σα γύρισε απ’ τη μπουγάδα. Κοιμήθηκεήσυχα. Ροχάλισε για τελευταία φορά. Το πρωί, άκουσε τα νέα στοΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ359


ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ Πάνος Ιωαννίδης* επί σκοπού: σκοπίμως, επί τούτου* χάννος, ο: (μτφ.) ανόητος, χάχας* δράκος, ο: ο "κόκορας", ο επικρουστήρας του όπλουραδιόφωνο, μας είδε σκεφτικούς και σώπασε.Στάθηκε και μας κοίταγε κι ακόμα μας κοιτά, αποβλακωμένος.Τώρα θα πατήσω τη σκαντάλη, μια μικρούλα σφαίρα θα σκίσειτη ρώγα του βυζιού του, τη νύχτα μπορεί να μην κοιμηθώ, μα τοπρωί θα ξυπνήσω...Ο Γκρηγκόρυ ψιλιάζεται τι σκέφτομαι. Απλώνει το χέρι, ρωτά:«Αστειεύεις, φίλε! Δεν αστειεύεις;»Τον γάιδαρο! Του αξίζει ή δεν του αξίζει να τον ξεκοιλιάσεις;Αυτό διάλεξες μωρέ να ρωτήξεις τέτοια ώρα; Αυτό απ’ όλα; Εδώ ηκαρδιά είναι μπαρούτι κι αυτός ρωτάει αν κάνουμε αστεία! Κάνεικανείς αστεία με τέτοια πράγματα βρε ζώον; Και του λόγου σου,σα φίλος, γιατί δεν βοηθάς, να μας διευκολύνεις, έτσι λιγουλάκι;Να σε ξεφορτωθούμε με πιο λίγες τύψεις; Αν αγρίευες, αν έβριζεςΧριστούς και Παναγίες, αν προσπαθούσες να το σκάσεις, θα ’τανευκολότερο για όλους. Και για σένα!Ενώ τώρα;Τώρα, κύριε Γκρηγκόρυ, θα πληρώσεις μαζεμένες τις βλακείεςσου: γιατί δεν έφυγες τη μέρα που κοιμήθηκε ο φρουρός· γιατίδεν το ’σκασες χτες βράδι που σε στείλαμε ολομόναχο για πλύσηαπάνω, επί σκοπού* το κάναμε βρε χάννο*· γιατί δεν μ’ άφησες ναπάω απ’ το κεντρί.Λοιπόν, μην έχουμε παράπονα. Το κρίμα στο λαιμό σου...Ε! ε!... Τι τρέχει τώρα;Ο Γκρηγκόρυ κλαίει... Τα δάκρυα ξεχειλίζουν, τρεχολογούν οιμύτες, κατεβαίνουν στα φρεσκοξουρισμένα μάγουλα. Γυρνάει τοπρόσωπο, το μέτωπο στον τοίχο. Η ράχη του χοροπηδάει απ’ τουςλυγμούς.Τώρα ’ναι η ώρα, η ευκαιρία. Τώρα που ξέρει πια πως δενυπάρχει λύση άλλη και μας γυρνά την πλάτη.Πιέζω τη σκαντάλη.Ένα τράνταγμα. Και δεύτερο. Αμέσως ύστερα η ράχησταματάει το χοροπήδημα. Θαρρώ τον έχω αποτελειώσει... Ήτανεύκολο! Μα ξαφνικά ξεσπάει, τα χέρια του χτυπούν τον τοίχο, νατον ρίξουν, λέει:«Όχι, όχι, όχι...»Γυρνώ στους άλλους. Περιμένω να μου γνέψουν: «Φτάνει!»Νεύουνε: «Τι κάθεσαι μωρέ;»Ξαναπατάω τον δράκο*.Η σφαίρα τόνε βρίσκει στο σβέρκο. Το αίμα τινάζεται. ΟΓκρηγκόρυ γυρνάει, τα μάτια του κόκκινα. Ορμάει κατά πάνωμου, βαράει παντού, όπου βρει, στα τυφλά.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ360


ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ Πάνος Ιωαννίδης«Σας μισώ, σας μισώ...»Άδειασα το πιστόλι. Έπεσε κι άρπαξε τις κνήμες μου. Σα να’θελε να κρατηθεί.Ξεψύχησε μ’ ένα σπασμό, το στόμα, τα ρουθούνια του γιομάτααίμα. Ίδια κι οι αρβύλες μου κι οι κάλτσες μου.Μείναμε ασάλευτοι να τον κοιτάμε.Όταν συνήλθαμε σκύψαμε απάνω του, να τον σηκώσουμε. Ταχέρια του είχανε ξυλιάσει, δεν ξεκολλούσανε απ’ τα ποδάρια μου.Τα ’χω ακόμα τα σημάδια... Κόκκινα και βαθιά, σάμπως να τα’σκαψε μαχαίρι.«Να τόνε ντύσουμε; Κι άντε μετά να βρίσκεις στύλο»,γκρίνιασαν οι άντρες.Γύρισα και τους κοίταξα.«Κιοτήδες!»*Χαμηλώσανε τα μάτια. Σώπασαν.«Λοιπόν;»«........»«Σκάφτε τον τάφο».Ούτε την άλλη μέρα, ούτε την παράλλη, ούτε καμιά φορά τοαρχηγείο δεν μας ζήτησε αναφορά. Ήτανε σίγουροι οι κύριοι πωςείχαμε συμμορφωθεί και τον κρεμάσαμε στον πάσσαλο, εν στολή...Ούτε και γνοιάστηκαν να μάθουν τι ’χε απογίνει τέλος πάντωνο όμηρος Γκρηγκόρυ: Πέθανε ή ζει;* κιοτής, ο: δειλόςΜάριος Λοϊζίδης, έργο 17 αρ.3 Παπαρούνα, ακρυλικό, 1983ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ361


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΟ Πάνος Ιωαννίδης (Αμμόχωστος, 1935), εργάστηκε ως δημοσιογράφοςκαι λειτουργός προγραμμάτων στο Ρ.Ι.Κ. Πραγματοποίησε σπουδέςΜ.Μ.Ε. σε Πανεπιστήμια των Η.Π.Α. και του Καναδά.Το πεζογραφικό έργο του Π. Ιωαννίδη (Στην Κύπρο την αέρινη…,1964· Κύπρια έπη, 1968· Η Αθέατη όψη, 1979· Νικόλαου Κέη – δημοσιογράφου.Τρεις παραβολές, 1988 κ.ά.) εμπνέεται από το ιστορικό παρελθόντης Κύπρου, απώτερο και πρόσφατο. Αλλά αναμετριέται και μεσύγχρονες όψεις της κυπριακής κοινωνίας, την οποία συχνά ανατέμνειμε ειρωνεία και σαρκασμό, φτάνοντας στα όρια της σάτιρας και του γκροτέσκου.Η στέρεα τεχνική, η ψυχολογική διείσδυση στους χαρακτήρεςμε τη χρήση κάποτε ενός πειραματικού και νεοτερικού τρόπου γραφής,η έμφαση στα διαλογικά μέρη που προσδίδουν έντονη δραματικότητα,η παιγνιώδης έκφραση αποτελούν βασικά στοιχεία του ύφους του. Ανάλογαχαρακτηριστικά διακρίνουν και τα θεατρικά του έργα. Ασχολήθηκεακόμη με την ποίηση.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ362


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΓιάννης ΚατσούρηςΗ μοτοσικλέτα του ΑντρέαΤο παρακάτω διήγημα από τη συλλογή Το σταθερό σημείο (1973) αποτελείουσιαστικά ένα γλυκόπικρο ύμνο στη (χαμένη) αθωότητα της παιδικήςηλικίας με την ανόθευτη δύναμη της φαντασίας να δίνει υπόστασηστα άψυχα και να διευρύνει τα όρια των αισθήσεων τόσο, ώστε η «πραγματικότητα»να συναντά το όνειρο και το θαύμα.* εξός, το: εξάτμισηΣαν ακουγόταν ο θόρυβος της μοτοσικλέτας, εμείς όλα τα παιδιά,παρατούσαμε το ποδόσφαιρό μας και πιάναμε τα καλτερίμια.Κοιτούσαμε κάτω μακριά τον δρόμο, στην είσοδο του χωριού. Κιο Αντρέας, καβάλα στο πολύπλοκο μηχάνημά του, διαγραφότανεκεί στο βάθος και σε λίγα δευτερόλεπτα περνούσε από μπροστάμας καμαρωτός, με το πουκάμισο ανοιχτό, με τα πελώρια σκούραγυαλιά για τον αγέρα και το φως και τα πέτσινα στρατιωτικά γάντιαπου ’φταναν ώς τις αγκώνες του.Και σαν εκείνος χανόταν στην άλλη άκρη του δρόμου μέναμεεκεί στα καλτερίμια, σα να μας είχε χτυπήσει ηλεκτρικό ρεύμα.Τι καλά να ’μαστε και μεις σαν τον Αντρέα... να ’χαμε τη μοτοσικλέτατου!Όμως ξέραμε ότι αυτό ήταν αδύνατο κι έτσι ανοίγαμε ταπουκάμισα, σκύβαμε τα κεφάλια, κλωτσούσαμε τις πέτρες τουδρόμου, ώσπου τέλος-τέλος κάποιος έλεγε:– Είναι πέντε αλόγων.– Όχι τριών.– Πέντε ! Τον άκουσα μια μέρα που το ’λεγε ο ίδιος.– Αν ήταν πέντε αλόγων θα ’χε δυο εξός*!– Έχει!– Δεν έχει!– Είναι που δεν την είδες από παντού. Έχει και τρεις ταχύτητες!<strong>Β</strong>έβαια δεν καταλαβαίναμε πολλά πράγματα ούτε για άλογαούτε για εξός και ταχύτητες, όμως αυτό δεν μας εμπόδιζε να ’μαστανσίγουροι για κείνο που λέγαμε και να το υποστηρίζουμε με πάθος.Εκεί όμως που η συζήτηση έφτανε στο ύψος της έκστασης,ήταν σα μιλούσαμε για τα νίκελ της μοτοσικλέτας, που πάνταομολογουμένως άστραφταν.– Είδες πώς λάμπουν στον ήλιο;– Ναι...– Σα να ’ναι καθρέφτες. <strong>Β</strong>λέπεις απάνω τους...– Ξέρεις τα τρίβει με άμμο και λεμόνι...– Όχι, όχι. Είναι με ξύδι που τα τρίβει.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ363


Η ΝΕΑ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ, ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΟΤΕΡΙΚΟΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣΣτέλιος <strong>Β</strong>ότσης, Ο ποδηλάτης, ακρυλικό,1987(λεπτομέρεια)– <strong>Β</strong>λακείες! Με γυαλόχαρτο! Τον είδα...Πάντα στις κουβέντες μας ήταν κι ένας αυτόπτης μάρτυρας πουμας αποστόμωνε.Στο τέλος σαν τελειώναμε με τα εξός, τα νίκελ, τις ταχύτητες, τιςρόδες, το κάθισμα, τον Αντρέα και το μουστάκι του, σιωπούσαμε...κι αρχίζαμε πάλι να κλωτσάμε τις πέτρες, να φτύνουμε μακριά,όπως εκείνος καμιά φορά...Τι καλά αλήθεια, να ’μαστε σαν τον Αντρέα… Να πατάς γκάζικαι να σηκώνεις σύννεφο τη σκόνη και να κάνεις τις γυναίκες στασοκάκια να τσιρίζουν, να περιμαζεύουν τα πιτσιρίκια τους απ’ τιςστράτες αλαλιασμένες και να βρίζουν.«Παλιόπαιδο... Αλήτη!»Τι καλά αλήθεια να μας φώναζαν και μας «αλήτη» και«παλιόπαιδο», την ώρα που τσιρίζανε...Εγώ προσωπικά είχα πάθει ψύχωση μ’ αυτή την ιστορία. Ιδίωςσαν κάποτε, ο Αντρέας με κάθισε στο πίσω μέρος της μοτοσικλέταςτου και μου έκανε μια βόλτα στο χωριό, και με είδανε οι φίλοι μου,που είμαι σίγουρος πως κιτρίνισαν απ’ το κακό τους. Πάντως σαντέλειωσε εκείνο το θαυμάσιο όνειρο με κύκλωσαν όλοι τους και μερωτούσαν... Εγώ είχα πάρει ένα αδιάφορο κουρασμένο ύφος καιαπαντούσα έτσι δήθεν τυχαία...– Πώς είναι;– Καλά...– Κι ο θόρυβος ακούγεται πολύ;– Μπα! Τον αφήνεις πίσω σου. Τρέχεις, βλέπεις, με μεγάληταχύτητα...– Αν ήταν ακόμα πέντε αλόγων...– Είναι. Έχει γερό τράβηγμα. Και δυο εξός. Τα ποδάρια μουεκεί πατούσαν.– Απάνω τους;– Απάνω τους. Το νίκελ δεν χαλάει!Κι οι άλλοι ζήλευαν... με το δίκιο τους βέβαια!Τις Κυριακές θυμάμαι πήγαινα πάντα στην εκκλησία. Ήταν διαταγήτου δασκάλου. Στεκόμουν εκεί μόνος δίπλα στον παππούμου, μια κι ο δάσκαλος αποφάσισε ότι ήμουνα φάλτσος κι έτσιδεν θα μπορούσα να τον βοηθώ στην ψαλμουδιά, όπως οι φίλοιμου. Όμως από τότε που καβάλησα τη μοτοσικλέτα του Αντρέα ταπράγματα άλλαξαν.Δεν έβλεπα πια τον Χριστό που καθόταν στα γόνατα της Παναγίας,έτσι μικρούλη και συμπαθητικό, ούτε τον Άη Γιάννη, που’ταν γυμνός κι έκρυβε με τη γενειάδα του ακόμα και το σώβρακότου, ούτε τους τρεις ιεράρχες που βλογούσανε τον κόσμο. Εγώ δενξέρω γιατί, έβλεπα μονάχα τον Άη Γιώργη που ’ταν πάντα καβάλαΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ364


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣ* κάνω (κάποιον) του αλατιού: τον δέρνω, τον βάζωστη θέση τουστο άλογό του κι έκανε του αλατιού* εκείνο τον φοβερό δράκο.Ώσπου μια Κυριακή, εκεί που μισοκοίταζα σκυφτός ακριβώς ταματωμένα πόδια του αλόγου του, την ώρα που ο παπάς γύριζε ταΆγια, έτσι ξαφνικά χάθηκε το άλογο του Άη Γιώργη, εκείνο τοάσπρο το παχουλό και στον τόπο του ήταν μια μοτοσικλέτα, πουέλαμπε με τα νίκελ της, τα εξός της και τις ρόδες της...Μου ’ρθαν γέλια. Γιατί ήταν αστείο, ένας άγιος να κάθεται σεμια μοτοσικλέτα. Όμως πριν προλάβω να το διασκεδάσω, έφυγε κιο Άη Γιώργης και στον τόπο του ήταν ο Αντρέας με το μουστάκιτου και το ανοιχτό πουκάμισο... Έμεινα κι έβλεπα έκπληκτος,τρομαγμένος και δάκρυζα καθώς τα μάτια μου ήταν ορθάνοιχτα.Θεέ μου τι θαύμα. Τι θαύμα! Ώς τότε ήξερα το νερό που έγινεκρασί, ποτέ όμως ένα άλογο μοτοσικλέτα... Θεέ μου! Έστριψατα μάτια προς τον Χριστό∙ ήθελα να του πω για το θαύμα... όμωςαλίμονο... εκεί πια στην εικόνα δεν ήταν αυτός, αλλά εγώ ο ίδιος έτσιψιλοκουρεμένος, πρώτο νούμερο και τα γόνατα της Παναγίας ήτανμια μοτοσικλέτα, η ίδια με εκείνη του Αντρέα. Ο Χριστός ήτανε εκείδίπλα μου, μάλλον πίσω μου καβάλα κι αυτός στη μοτοσικλέτα μου...Έχασα πια την αίσθηση του χώρου... Ώσπου ένιωσα ένα χέρι στονώμο μου, ναι, ναι ήταν του Χριστού και μια φωνή που μου έλεγε.– Πάμε.– Πού;– Πάμε έξω. <strong>Β</strong>άλε πρώτη...– Κι ο θόρυβος;– Μη φοβάσαι!Και φύγαμε!Δεν ξέρω πόση ώρα είχα κλειστά τα μάτια! Σαν τα ξανάνοιξαείδα ότι όλα τα εικονίσματα είχαν μοτοσικλέτες. Ο Άη Δημήτρης,ο Άη Μάμας, ο Άη Γιάννης που πάντα η γενειάδα του έκρυβε τοσώβρακό του και κιντύνευε να μπλεχτεί στις ρόδες της μοτοσικλέταςτου, ακόμα κι η Αγία Θέκλα που κρατούσε ένα μικρό μοτοσακό κιήταν έτοιμη να το καβαλήσει...Συνήλθα ολότελα σαν ο παπάς είπε το «δι’ ευχών των αγίων»γιατί έπρεπε να τρέξω με τους φίλους μου για τα κόλλυβα!Όμως πρόλαβα να ρίξω μια κλεφτή ματιά στον Χριστούλη. Μουχαμογελούσε...Από τότε, κάθε Κυριακή ήμουνα πρωί-πρωί στην εκκλησία.Και μόλις οι ψαλτάδες πιάνανε το χερουβικό, ένιωθα το χέρι κιάκουγα τη φωνή...– Πάμε;– Πάμε!– <strong>Β</strong>άλε πρώτη!– Πού;ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ365


ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ Γιάννης Κατσούρης– Έξω στα χωράφια, στα βουνά, στον ήλιο... Και τρέχαμε...Τρέχαμε ώς τη θάλασσα. Άκουγα το εξός που μούγκριζε, ένιωθατον αγέρα που με περόνιαζε*...– Κρατιέσαι καλά; Πιάνουμε κατήφορο...– Μη φοβάσαι. Εσύ ξεκούρασε τη μηχανή!– Είναι ωραία;– Ναι. Να τραγουδήσουμε;– Ναι...Και τραγουδούσαμε...Κάποτε σταματούσαμε το τραγούδι... Μιλούσαμε για τοσχολειό μου.– Δεν γίνεται να τα ξέρω όλα και την αριθμητική και τη ζωολογίακαι τη φυσική χωρίς να διαβάζω; Εσύ άμα θέλεις, κάτι γίνεται...Ήταν στο μόνο που δεν μ’ απαντούσε... Φαίνεται δεν γινόταν.Κι εγώ πάλι δεν τον ζόριζα... Ήμαστε τόσο φίλοι...Κάποτε πάλι ρωτούσα:– Είναι κακό που επιθυμώ διάφορα πράγματα;Εκείνος γελούσε κι έλεγε:– Κι εγώ επιθυμώ.– Τι;– Τι; Την αλήθεια μου!Και σιωπούσε.Νιότη και όνειρα δίπλα στη μοτοσικλέτα.Πάφος, δεκαετία 1970Κάποτε μεγάλωσα. Είχα αγοράσει μια μοτοσικλέτα για τη δουλειάμου. Όμως σα γύριζα το σούρουπο στο χωριό, οι πιτσιρίκοιδεν σταματούσαν το φούτμπολ για να με δουν... ούτε οι γυναίκεςτσίριζαν, αν τύχαινε να περάσω από πολύ κοντά τους. Ούτε κανο Χριστός με συντρόφευε στα καθημερινά μου ταξίδια, χωρίς ναξέρω το γιατί! Σίγουρα η μοτοσικλέτα ήταν πια κάτι το πολύ κοινό...Ακόμα και το αυτοκίνητό μου που αγόρασα μετά... Ενώ ανείχα μια Τζάκουαρ, μια Τζάκουαρ 26 αλόγων μαύρη, με δυο καρμπυρατέρ*που μόλις να τη χωρούσαν οι δρόμοι του χωριού... Τότείσως θα ’ρχόταν κι ο Χριστός να καθίσει δίπλα μου...Μα πάλι θα ’ρχόταν μέσα σε μια Τζάκουαρ; Τι να κάνει μέσαστη Τζάκουαρ ο Χριστός;Ενώ η κόρη του Γιακουμή η Μαριάννα...* περονιάζω: διαπερνώ* καρμπυρατέρ, το: εξαεριωτήςΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ366


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΟ Γιάννης Κατσούρης (Λευκωσία, 1935-2010) σπούδασε φιλολογίαστα Πανεπιστήμια Αθηνών και Θεσσαλονίκης. Εργάστηκε ώς το 1968στη Μέση Εκπαίδευση και στη συνέχεια στις Πολιτιστικές Υπηρεσίες τουΥπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού. Διετέλεσε μέλος της συντακτικήςομάδας του λογοτεχνικού περιοδικού Κυπριακά Χρονικά (Λευκωσία1960-1972), ενώ δημοσίευσε σε ελλαδικά και κυπριακά έντυπα μελετήματαγια την ιστορία της λογοτεχνίας και του θεάτρου στην Κύπρο.Με τις δύο πρώτες συλλογές διηγημάτων του Τρεις ώρες (1966) καιΤο σταθερό σημείο (1973) κινείται σε ένα κλίμα ρεαλιστικό: η σύγχρονηζωή και τα αδιέξοδά της προβάλλουν με σάτιρα και χιούμορ, προκαλώνταςτην κριτική αποστασιοποίηση του αναγνώστη από παραδεδεγμένουςμύθους και αξίες. Στη συλλογή Δος ημίν σήμερον (1979) δίνει μιααξιόλογη μαρτυρία για τα τραγικά γεγονότα του 1974. Αλλά και στο μυθιστόρημαΣτυλιανού ανάβασις (1990) και στα επόμενα βιβλία του (ΤζιμΛόντος και Παράσχος Μπόρας, 1997· Αφελέστατε θείε Μάικλ, 2001κ.ά.) ανατέμνει όψεις της σύγχρονης κυπριακής κοινωνίας, με εμφανήαπομυθοποιητική και σαρκαστική διάθεση, εκφραστική δύναμη και ένταση,που προκύπτουν αβίαστα από τον ρυθμό, την ελλειπτικότητα και τηναμεσότητα της αφήγησης και των διαλόγων.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ367


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΡήνα ΚατσελλήΠρόσφυγας στον τόπο μου(Aποσπάσματα)Το ημερολογιακό αυτό αφήγημα-μαρτυρία αποδίδει σε γλώσσα απλή τηναμεσότητα της εμπειρίας της συγγραφέως μέσα στη δίνη των τραγικώνγια την Κύπρο γεγονότων του Ιουλίου-Αυγούστου 1974, αλλά και το οδυνηρόαίσθημα της προσφυγιάς μέσα στην ίδια την πατρίδα της. Εντύπωσηπροκαλεί το σθένος με το οποίο η αφηγήτρια αντιμετωπίζει τη συμφοράπου έπληξε την ίδια και τον τόπο της, αλλά και η αποφασιστικότητάτης να μην επιτρέψει την πικρία και το μίσος να στερήσουν την ψυχή τηςαπ’ ό,τι αγαθό ή να αλλοιώσουν την εθνική και πνευματική της υπόσταση.Η πεζογράφος υπόγραψε το αφήγημα στην πρώτη έκδοση (1975) με τοψευδώνυμο "Γυναίκα της Κερύνιας".15.7.1974 (10.20΄ π.μ.):Ναι, στο πατρικό σπίτι όπως τις χρονιάρες μέρες του 1963*.Και τώρα όχι για φασαρίες με αλλόφυλους, παρά για φασαρίεςμεταξύ μας. Η Εθνική Φρουρά, λέει η ανακοίνωση ανάμεσα σταεμβατήρια που μεταδίδει ο ραδιοσταθμός, πήρε την εξουσία, γιανα εμποδίσει «εμφύλιο σπαραγμό» και προσθέτει πως ο Μακάριοςείναι νεκρός.Ακούω τα εμβατήρια περιμένοντας την επόμενη ανακοίνωσηκαι γράφω ψύχραιμα. «Ποιος πάει για το καλύτερο κανείς δενξέρει»*. Μικρά πιόνια για να κερδηθεί το παιχνίδι της ΠαγκόσμιαςΑνοησίας. Πόσες μάνες θα κλάψουν! Τι θ’ απογίνουμε; Δεν ξέρω.Κείνο που έχει σημασία είναι να μη χάσουμε την αξιοπρέπειά μας.Μέσα στη μικρότητα να κρατήσουμε την ταυτότητά μας: ΈλληνεςΚύπριοι με αξιοπρέπεια 40 αιώνων.Δεν λέω τίποτε άλλο. Η καρδιά μου είναι σφιγμένη κόμπο. […]2.45΄ μ.μ.:* Αναφορά στις διακοινοτικές συγκρούσεις του Δεκεμβρίουτου 1963 (21.12.63-30.12.63).* Πρβλ. το στίχο από την Κίχλη (Μέρος Γ΄ «Το ναυάγιο τηςΚίχλης») του Γ. Σεφέρη: «Ποιος πάει για το καλύτερο οΘεός το ξέρει».<strong>Β</strong>γήκα στη στέγη του σπιτιού. Καλοκαιριάτικο λιοπύρι, κάψα,τζιτζίκια. Κάτω στο βάθος η ελληνική σημαία κυματίζει στο φρούριοτης Κερύνειας και γύρω από αυτήν στρατιώτες οπλισμένοι,έτοιμοι με το πρώτο πρόσταγμα να σκοτώσουν, αδελφούς Έλληνες…Ήδη κοντέψαν να ανοίξουν πυρ στα γυναικόπαιδα, που πήγαννα κάμουν συλλαλητήριο…ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ368


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣ«Απ’ τα κόκκαλα βγαλμένη των Ελλήνων…»* Τι βγήκε από τακόκκαλα των Ελλήνων; Εμφύλιος σπαραγμός, διχτατορία. Πριναπό καιρό βγήκε και Λευτεριά. Πριν από καιρό!... Λίγη λογική ανέβγαινε. Λογική κι αδελφική αγάπη… […][20.07.1974][…] Πήγαμε περπατητοί στο ξενοδοχείο, αφήνοντας μισογεμάτατα φλιτζάνια του τσαγιού. Από πάνω μας βούιζαν πενηνταριέςαεροπλάνα, από το φρούριο ακούονταν οι πρώτες ριπές των αντιαεροπορικών.Τρυπώσαμε αμέσως στα υπόγεια του μεγάλου ξενοδοχείου,που ήταν ήδη γεμάτα από τους ξένους τουρίστες και τουςυπαλλήλους που έμεναν εκεί.Σαν πέρασε η πρώτη εντύπωση, βγήκαμε πάνω και δώσαμεένα γύρο στο ξενοδοχείο. Οι πρώτες ρουκέτες από τα αεροπλάναέπεσαν ακριβώς στη βορινή ταράτσα του, σπάζοντας τρίατεράστια τζάμια του σαλονιού και του μπαρ. Σαν είδαν όμως πωςη αντίσταση ήρθε από το φρούριο, στράφηκαν κατά κει κι όπωςφαινόταν το σφυροκοπούσαν άγρια. Κοιτώντας προς τη θάλασσα,είδαμε και τούρκικα πολεμικά πλοία. Τόσο κοντά μας! Η τούρκικηεισβολή, που από τα Χριστούγεννα του 1963 κρεμόταν πάνω απότα κεφάλια μας, ήταν πια γεγονός. Καθυστέρησε 11 χρόνια, μαήρθε με όλη της την αγριότητα. […]Τηλέμαχος Κάνθος, Αιχμάλωτος 3, ξυλογραφία, 1977Ξ ε ν ο δ ο χ ε ί ο D O M E 21.7.1974:Αυγή. Μόλις που διακρίνω και γράφω. Γύρω πόλεμος, πόλεμοςκαι κανένας δεν ενδιαφέρεται να τον σταματήσει. […]1.9.1974:* Αναφορά στον πρώτο στίχο της δεύτερης στροφής τουΎμνου εις την Ελευθερία (1823) του Δ. Σολωμού* Πρβλ. από το Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον, κεφ. 6, 19-20:«19. Mη θησαυρίζετε θησαυρούς στη γη, όπου ο σκόροςκαι η σκουριά τούς καταστρέφουν και όπου κλέφτεςκάνουν διαρρήξεις και τους κλέβουν. 20. Aντίθετα, ναθησαυρίζετε για τους εαυτούς σας θησαυρούς στον ουρανό,όπου ούτε σκόρος καταστρέφει ούτε σκουριά καιόπου κλέφτες δεν κάνουν διαρρήξεις ούτε κλέβουν».Χτες θυμήθηκα την περικοπή του Ευαγγέλιου «Θησαυρίζετεθησαυρόν εν τω ουρανώ, όπου ούτε σης ούτε σκώληξ αφανίζει,ουδέ κλέπται διορίσσουσι, ουδέ κλέπτουσι».* Πόσο κατάλαβααυτή την περικοπή! Ναι, το ζήτημα είναι να μην αφήσουμε να μαςλεηλατήσουν την ψυχή μας. Να μην αφήσουμε τον εσωτερικό μαςκόσμο να σκληρύνει, ή να ασκημίσει με τις αδικίες που μας κάνουν.Να μείνουμε και στην προσφυγιά μας αξιοπρεπείς, να’ χουμε πάντατους ανιδιοτελείς στόχους μας. Και να παλεύουμε. Κι αν μαςαδίκησαν, να μη γίνουμε εμείς άδικοι κι αν μας λεηλάτησαν τ’ αγαθάμας, να μη λεηλατήσουμε κι εμείς την ψυχή μας από ό,τι καλόκαι αγαθό έχει. […]ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ369


ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ Ρήνα ΚατσελλήΧριστούγεννα 1974:Τα πρώτα Χριστούγεννα της προσφυγιάς μας. Εύχουμαι να μηζήσουμε και δεύτερα τέτοια. Εμείς τα περάσαμε χωρίς να πεινάσουμεκαι να κρυώσουμε. Όμως οι άλλοι; Σήμερα μου ’λειψε πάραπολύ η Κερύνεια, αν και πάνω από το πατροπαράδοτο πιάτο μετη σούπα αυγολέμονο είπα «Δόξα Σοι ο Θεός», πριν αρχίσουμε τομεσημεριανό.Να γράψω για το θείο βρέφος, για το θαύμα της αγάπης, γιατην επί γης ειρήνη; Ο καθένας πρέπει να βρει –να παλέψει για ναβρει– την αγάπη και την ειρήνη. Σήμερα η δική μου ψυχή δεν γονάτισεμπροστά στο θείο βρέφος. Όχι από ολιγοπιστία, μα γιατί εδώκαι πολλούς μήνες είναι διαρκώς γονατισμένη. […]30.12.1974:Α. Τάσσος (Αναστάσιος Αλεβίζος), Προσφυγόπουλο,ξύλο, μετά το 1974Προτελευταία μέρα του χρόνου. Συνήθως αυτό τον καιρό έκανααπολογισμό της χρονιάς. Φέτος τι πρέπει να κάνω άραγε; Να μετρήσωτον πόνο μου; Δεν μετριέται ο πόνος αυτού που του τα πήρανόλα. Να κάνω σχέδια για το μέλλον; Έκανα τόσα στις προηγούμενεςχρονιές. Πολλά τα είδα να πραγματοποιούνται ύστερα απόκόπους και μόχθους. Μελέτες, σκίτσα, πίνακες, νοικοκυριά του σπιτιού,κεντήματα. Όλα χαμένα. Το μόνο που απομένει είναι η ελπίδατου γυρισμού στον τόπο μας, στα λεηλατημένα σπιτικά μας, για ν’αρχίσουμε από την αρχή. Αυτό δεν είναι, βέβαια, στο χέρι μου, όμωςθα διατηρήσω την ελπίδα, ας είναι και στραπατσαρισμένη.Κάθουμαι στη βαριά σκιά αυτού του πόνου και χαιρετώ τονχρόνο που φεύγει. Κάθουμαι στη βαριά σκιά του και χαιρετώ τονκαινούργιο χρόνο που με βρίσκει στην προσφυγιά. Μέσα μου ό,τιήταν ακλόνητο έχει μείνει. Ό,τι ήμουν εξακολουθώ να είμαι. Κιό,τι αγαπώ «γεννιέται αδιάκοπα» κι ό,τι αγαπώ «βρίσκεται στηναρχή του πάντα».* Κι είναι τόσο ωραίο να βγαίνεις γυμνός από τοκαμίνι της άδικης συμφοράς και να βλέπεις πως καμιά φλόγα δενσου τσουρούφλησε την ψυχή, πως δεν μπόρεσαν να σου κάψουναυτά που κουβαλούσες μέσα σου, γιατί αυτά είναι πιο δυνατά απόόλες τις δυνάμεις του κακού. […]31.12.1974:* Πρβλ. τους καταληκτικούς στίχους από την ενότητα ΙΙΙτης ποιητικής σύνθεσης του Οδ. Ελύτη Ήλιος ο πρώτος:«Ό,τι αγαπώ γεννιέται αδιάκοπα/ Ό,τι αγαπώ βρίσκεταιστην αρχή του πάντα».Παραμονή για ένα καινούργιο χρόνο, σ’ ένα τόπο που δεν είναιο «δικός μου», σ’ ένα σπίτι που δεν μου ανήκει, προσπαθώντας ναΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ370


ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ Ρήνα Κατσελλήπνίξω την κραυγή που βγαίνει από τις μετέωρες ρίζες μου, καθώςζητούν να ξαναγυρίσουν στα χώματα, που τις είχαν βάλει οι πρόγονοίμου, εδώ και 40 αιώνες.Περιμένω τον καινούργιο χρόνο χωρίς καμιάν ευχή για ευτυχία.Τον περιμένω με μια ταπεινή παράκληση: να έχει για μας λιγότεροπόνο και λιγότερη αδικία από τον τωρινό. Αυτό μονάχα.Η Κερύνεια στη δεκαετία του 1960, αεροφωτογραφίαΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ371


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΗ Ρήνα Κατσελλή (Κερύνεια, 1938) συμμετείχε από τα μαθητικά τηςχρόνια στον Απελευθερωτικό Αγώνα (1955-59) εναντίον των <strong>Β</strong>ρετανών.Μέχρι την τουρκική εισβολή του 1974, ανέπτυξε πλούσια πνευματική καικοινωνική δράση στη γενέτειρά της, ενώ αργότερα αναμείχτηκε στην πολιτική·υπήρξε μάλιστα η πρώτη κύπρια γυναίκα που εξελέγη βουλευτής(1981 και, ξανά, το 1985).Εμφανίστηκε στα γράμματα το 1959 και, εκτός από τη λογοτεχνία(ποίηση, θέατρο, πεζογραφία), ασχολήθηκε με λαογραφικές και ιστορικέςμελέτες γύρω από την ιδιαίτερή της πατρίδα. Στο πληθωρικό της έργο(Γαλάζια φάλαινα, 1978· Μη γένοιτο, 1989 κ.ά.) κυριαρχεί το δράμα τηςΚύπρου και είναι άμεσα αισθητές η γνήσια έγνοια και αγωνία για τον τόποκαι τους ανθρώπους του.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ372


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΆντης ΧατζηαδάμοςO πεταλουδοζωγράφοςΗ ανατρεπτικότητα και το παιγνιώδες της γραφής του (προηγούμενο παράδειγμαστον ελλαδικό χώρο υπήρξε η πεζογραφία του Γιάννη Σκαρίμπα)αντανακλά μια υπερρεαλιστική οπτική για πρόσωπα και πράγματα·γι’ αυτό η φαντασία και το όνειρο αναδεικνύονται κυρίαρχα στοιχεία στοιδιόμορφο έργο του. Το χιούμορ, η ειρωνεία και ο σαρκασμός προκύπτουνσυχνά αβίαστα, δίνοντας παράλληλα ένα σαφές στίγμα αμφισβήτησης καικριτικής κάθε νόρμας (γλωσσικής, αισθητικής, κοινωνικής ή άλλης).* Απολυτίκιο της εορτής των Θεοφανείων (6 Ιανουαρίου)Ήταν το δρομάκι αδιέξοδο∙ στο πεζοδρόμιο αριστερά, η γυναίκατου Αρνόλφο, η σπιτονοικοκυρά μου έβγαλε ένα τραπεζάκιστρογγυλό. Η ζέστη ήταν τρομακτική· ούτε ίχνος δροσιάς στοαδιέξοδο που περιτριγυριζόταν από τρία υπερμεγέθη κτίρια που’ταν κολλημένα το ’να με τ’ άλλο σε σχήμα ΠΙ οριζόντια βαλμένου.Τα κτίρια ήταν γκριζόμαβρα από την καπνίλα και τη βρώμα τηςμεγάλης πόλης.Στο στρογγυλό τραπεζάκι κάτω από την ανύπαρκτη σκιά ενόςμπαστάρδικου καχεκτικού δέντρου, καθόμουνα μόνος εκείνο τοκυριακάτικο μουντό απόγεμα. Δεν σκεφτόμουνα τίποτα. Η ζέστηήταν ανυπόφορη.Η γυναίκα του Αρνόλφο μου ’φερε τον διπλό παγωμένο καφέμου∙ με καλαμάκι και κάμποσα παγάκια. Ο Αρνόλφο βγήκε, μεκοίταξε και μπήκε.Απέναντι, στο ισόγειο, ένα παραθυράκι ήταν ανοιχτό, μέσαήταν η γυναίκα του αδερφού του Αρνόλφο, ξαπλωμένη στο κρεβάτικαι με παρακολουθούσε με τα κιάλια.Εγώ δεν σκεφτόμουνα τίποτα· ρούφηξα ηδονικά μια γουλιά απότο φραπέ μου. Η φωνή ακούστηκε από την αρχή του αδιέξοδου καιήταν καθαρή δυνατή. «Εν Ιορδάνη βαπτιζομένου σου Κύριε...»*Από την άλλη μεριά του πεζοδρομίου κι ερχόμενος προς εμέ,ήταν ένας κοντο-πάχουλος νεαρός, κρατώντας δύο πελώριουςμπόγους... «η της Τριάδος εφανερώθη προσκύνησις...».Φορούσε ένα λιγδωμένο μπλου-τζιν κι ένα εξίσου βρώμικοφανελάκι άσπρο, απίθωσε τους μπόγους στο στρογγυλό τραπέζικάτω, σκούπισε τον ιδρώτα με το πίσω μέρος της παλάμηςτου και μου λέει: «Λέγομαι Ντεζιντέριο Στούμπφ, ανιψιός τουΤζόε Στούμπφ του ιδιοχτήτη αλόγων κούρσας, και μ’ έστειλε οΛεφτέρης», κι αρπάζοντας τον καφέ φραπέ μου από το τραπέζιΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ373


ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ Άντης ΧατζηαδάμοςΆντης Χατζηαδάμος, Ανακλινόμενη Σύνθεση,ξύλο, 1960-1988τον κατέβασε μονορούφι∙ ρίχνοντας το κεφάλι προς τα πίσω,πέταξε με ορμή τα εναπομείναντα τέσσερα παγάκια στη στομάρατου. «Ωχ!» λέει, πλαταγίζοντας ηδονικά κάτι χοντροχειλάρες,«Μεγάλη η ζέστη σήμερα ...».Τον κοίταξα ηλίθια.Πήρε καρέκλα και κάθισε. Πήρε τσιγάρο από το ανοιχτόπακέτο το δικό μου και μου λέει εμπιστεφτικά κοιτώντας με σταμάτια «Μ’ έστειλε ο Λεφτέρης».Πήρα τσιγάρο από το ανοιχτό πακέτο το δικό μου καιαφτοσυγκεντρώθηκα. Τον κοίταξα στα μάτια και του λέωεμπιστεφτικά.«Ποιος Λεφτέρης;»«Ο Λεφτέρης» λέει φυσώντας τον καπνό προς τα ύψη.«Αχά! λέω εγώ, ο Λεφτέρης ε;»«Ναι. Μου ’πε ότι χρειάζεσαι σερβιτόρο. Και ήρθα».Πήρα από τη τσέπη δύο χαπάκια. Τα κατάπια χωρίς νερό.Αφτοσυγκεντρώθηκα∙ μου πονούσαν τα μηνίγγια.«Λάθος έκανε ο Λεφτέρης», λέω. «Εγώ δεν χρειάζομαισερβιτόρο ....».«Γιατί;»«Διότι εγώ είμαι συγγραφέας παιδικών βιβλίων».«Είμαι και ζωγράφος» με λέει, κλείνοντας το μάτι εμπιστεφτικά.Σηκώθηκα, μάζεψα τα τσιγάρα μου κι έκανα να φύγω, αλλάσκουντούφλησα στον ένα μπόγο και βρέθηκα μπρούμυτα στη γης.Με βοήθησε να σηκωθώ, μου ’δωσε καρέκλα και κάθισα. «Πρέπειν’ αλλάξουμε την όψη της γειτονιάς», μου λέει, «Κοίταξε γύρωσου, πού είναι ο ήλιος; το φως;»Άνοιξε τον ένα μπόγο· μέσα σ’ ένα πελώριο δίκτυ ήτανμπουρδουκλωμένες καμιά πενηνταριά νυσταλέες μυωπικέςκουκουβάγιες. «Πρέπει να με βοηθήσεις» μου λέει· «θαζωγραφίσουμε ολόκληρο το κτίριο με πεταλούδες. Πολύχρωμεςπεταλούδες χιλιάδες πολύχρωμες πετελούδες!. Μετά θα βάλουμετα περιστέρια στις φωλιές τους».Άναψα τσιγάρο· η απέναντι βγήκε στο παράθυρο και μεκοιτούσε με τα κιάλια. Ήμουνα πολύ ενοχλημένος. Ζεσταινόμουνα.Δεν ήθελα μπλεξίματα ούτε καινούργιες γνωριμίες. Ήθελα να φύγωμα δεν τολμούσα· γιατί η γυναίκα του αδερφού τού Αρνόλφο απόαπέναντι δεν κρατούσε κιάλια τώρα αλλά ένα δίκανο∙ το οποίοήταν στραμμένο απάνω μου.Λέω, «Με τις κουκουβάγιες τι γίνεται;»«Εννοείς τα περιστέρια» μου λέει, ενόσο έβγαζε από τον άλλοΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ374


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣ* κανναβάτσο, το: χοντρό ύφασμα από λινάρι, βαμβάκικαι κάνναβη, το οποίο χρησιμοποιείται και στη ζωγραφικήμπόγο ένα τριπόδι κι ένα κανναβάτσο*∙ στήριξε το κανναβάτσοστο τριπόδι, έβγαλε πινέλα και μπογιές και με γρήγορες πινελιέςζωγράφισε ένα πιάτο με μακαρόνια.«Μ’ αρέσουν πολύ οι μακαρονάδες», μου λέει «και τασουβλάκια. Ο Ηγούμενος της μονής δεν μ’ άφηνε να τρώω καλά·πολύ τσιγγούνης. Με χτύπησε κιόλας με την Αγία ράβδο στηνκοιλιά πριν με διώξει ...».Φώναξα τον Αρνόλφο.«Πού είν’ ο αδερφός σου;» τον ρωτάω άγρια.«Ποιος απ’ όλους;»«Ο άντρας τής απέναντι».«Πέθανε».«Φέρε μου το τηλέφωνο!».«Φέρε και κάμποσα παγάκια», λέει ο χοντρός.«Μάλιστα» λέει ο Αρνόλφο, κι έφυγε.«Τι θα γίνει τώρα; Από πού θ’ αρχίσουμε;» μου λέει ο χοντρός.«Να φάμε από μια μακαρονάδα», λέω, «πρώτα και μετάβλέπουμε». Έφερε ο Αρνόλφο το τηλέφωνο, τις μακαρονάδες καιμια πελώρια μαξιλαροθήκη γεμάτη παγάκια.Πήρα το τηλέφωνο και ζήτησα τον Άγιο Καθηγούμενο. Έκανετο μπάνιο του στην πισίνα μου ’παν∙ σε μισή ωρίτσα το πολύ θα μ’έπαιρνε. Φάγαμε σιωπηλά τις μακαρονάδες μας. Ο χοντρός έφαγεέξι πιάτα, εγώ τέσσερα. Ο χοντρός έφαγε και τα μισά παγάκιααπό τη μαξιλαροθήκη. Εν τω μεταξύ η γειτόνισσα παρουσίασε ένακανόνι. Κρατούσε ένα πετσί και γυάλιζε το στόμιο του κανονιού.Χτύπησε το τηλέφωνο.«Τι θέλεις;» μου λέει.«Την ξέρεις τη γυναίκα του αδερφού τού Αρνόλφο;»«Όχι».«Ξέρεις κάνα Ντεζιντέριο Στουμπφ;»«Διότι ενόσο απουσίαζα στο εξωτερικό μού μπογιάτισε τοξωκκλήσι απ’ άκρη σ’ άκρη με πολύχρωμες πεταλούδες!»«Είναι ζωγράφος;»«Είναι τρελός! Τον είχα για μάγειρα. Άφηνε τους μοναχούςνηστικούς. Έτρωε το φαΐ που μαγείρεβε για μας και μεις τρώγαμεξεροκόμματα!. Θέλεις τίποτ’ άλλο;»«Ναι. Γιατί τον φωνάζουν αγγελούδι;»«Γιατί όταν μπογιάτιζε το ξωκκλήσι φορούσε ένα ζεβγάριφτερούγες και ζωγράφιζε αιωρούμενος».«Τις θέλω τις φτερούγες».«Να μου επιστρέψει τις κουκουβάγιες που μάζεψε από τοΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ375


ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ Άντης Χατζηαδάμοςμοναστήρι πρώτα».«Εντάξει».«Άβριο θα στείλω δύο μοναχούς να φέρουν τις φτερούγες καινα πάρουν τις κουκουβάγιες».«Εντάξει, Ντέζιο, άβριο ξεκινούμε δουλειά. Εσύ κι εγώ θαζωγραφίσουμε χιλιάδες - χιλιάδες πεταλούδες», λέω χαμογελώντας.«Μπαμ!» ακούστηκε η κανονιά. Μια πελώρια τρύπα ανοίχτηκεστον τοίχο έξι μέτρα πιο πάνω από τα κεφάλια μας. Από τηνκανονιά ξύπνησαν οι κουκουβάγιες που χύθηκαν στον αέρααλαφιασμένες τσιρίζοντας «Ούου ου ουου ου ...»Δρασκέλισε το παράθυρο ντυμένη στα μάβρα, η γυναίκα τουαδερφού τού Αρνόλφο, και κοιτώντας με στα μάτια λέει στονΝτεζιντέριο:«Άβριο, αρχίζουμε να ζωγραφίζουμε τις πεταλούδες».Άντης Χατζηαδάμος, Άνθρωποι και ζώα, μπογιά και σκάλισμα σε ξύλο, 1980ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ376


ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ Άντης ΧατζηαδάμοςΟ Φσήκουας* ππολί(τ)σιν, το: αστυνομία, αστυνομικός σταθμός* λαπορτάρω: υποβάλλω μήνυση* ολάν (προσφώνηση): καλέ* Ο Θεός να σε προστατεύει και να σ’ έχει καλά* σάρτζης, ο: λοχίας* όμπασης, ο: υποδεκανέας χωροφυλακής* σκληρκά, η: καρυγή, τσίριγμα* μουντάρω: ορμώ απειλητικά– Πού πας ρε Θεωρή βουρητός, βουρητός;– Πάω στο ππολίτσιν*.– Χα;υ– Έκρουσέν με ο φσήκουας τζαι πάω να τον λαπορτάρω*.– Ολάν* ποιονυέν να λαπορτάρεις, τον σφήκουον;– Καλό ποιον;υ– Ρε πάεννε στο μεσοκομείον να σου βάλουν καμμιάν ένεσιν μέμπαυυτζαι πάθεις τίποτε.υ– Όι ολάν! Μεσοκομείον; Πρώτα στο ππολίτσιν τζιυύστεριςθωρούμεν.υ υ υ– Ο Θεός να βλέπει τζαι να σσέπει γιέυμου*.Έφυεν βουρητός για την αστυνομίαν το Θεορούιν. Καθήκον ήτανυ υο Νικήτας ο σάρτζης*.– Καλώς το Θεορούιν. Είντα μαντάτα;υ– Σάρτζη έκρουσέν με ο φσήκουας.– Πού ρε;– Πα στο δεξίν το κωλομέριν.– Επήες εις τον γιατρόν;υυ– Όι. Είπα νάρτω να τον λαπορτάρω πρώτα τζιυύστερα να πάω.– Καλά έκαμες.υυΈβηξεν δκυουτρεις βηξιές υ ξερές ο Σαρτζηκύπας τζι υ άρχισε ναπαίρνει κατάθεσιν.– Είνταλος εγίνην η δουλειά;υ– Έτο εκάθουμουν εις τον καφενέν του Έντεκα με τον Πέτσαν τονυαρφότεχνον του Ττοουλή του όμπαση*· ξέρεις τον. Εκαθούμαστανυτζιυεθωρούσαμεν τον κόσμον που επέρναν. Άξιππα έννοιωσα ένανυυπόνον στο κωλομέριν τζιυέβαλα τες σκληρκές*. Εμουντάρασιν*υυπεντέξι μα ο φσήκουας έφυεν· ξέρω τον όμως τζαι ξέρω τζαι τηντρύπαν του.υ– Είσαι σίουρος; λαλεί του ο Σάρτζης.– Τέλειαυσίουρος.υ– Εσού σίουρος; λαλεί του ο Σάρτζης.– Να τον συλλάβεις.– Τον σφήκουον· να συλλάβω τον σφήκουον...– Ινναί...– Καλόν. Έλα υπόγραψε. Ναι τέλειαυκάτω. Χάτε πάμεν να τονήβρουμεν.υυΕσηκωστήκαν τζι οι δκυο τζι εφύασιν.υυυΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ377


TA ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (1960 - 1974) ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΟ Άντης Χατζηαδάμος (Πάφος, 1936-1990) έζησε για ένα μεγάλοδιάστημα στη Νότια Αφρική, όπου και σπούδασε γραφικές τέχνεςκαι γλυπτική (1955-57 και 1959-63). Στην Κύπρο επέστρεψε οριστικάτο 1980. Ως εικαστικός καλλιτέχνης οργάνωσε ατομικές εκθέσεις στηΝ. Αφρική, στην Κύπρο κ.α., ενώ συμμετείχε με έργα του και σε ομαδικέςεκθέσεις σε διάφορες χώρες.Το πρώτο βιβλίο του με πεζά κείμενα δημοσιεύτηκε το 1982 (Σκνιπόγιακ),προκαλώντας αίσθηση με τις ευρηματικές αφηγηματικές,γλωσσικές και ορθογραφικές του ιδιαιτερότητες. Η σατιρική και εξωπραγματικήαπεικόνιση του κόσμου προβάλλει και στα βιβλία πουακολουθούν (Κρεπέλλο, 1988 και Ζανζουέρα, 1990), καθώς υπηρετείταιαποτελεσματικά από τεχνικές υπονόμευσης του νοήματος καιτης ρεαλιστικής αναπαράστασης.Σημείωση:Τα σχέδια είναι του Άντη Χατζηαδάμου,ειδικά για τα βιβλία Κρεπέλλο και Ζανζουέρα Άντης Χατζηαδάμος, Όρθια φιγούρα, ξύλο, 1985ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ378


Επίμετρο


ΚΥΠΡΙΑΚΟ ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΟ 1900-2010*1900, 29 Iανουαρίου: Γέννηση στη Λευκωσία του ζωγράφουΑδαμάντιου Διαμαντή (-1994).22 Μαΐου: Θάνατος αρχιεπισκόπου Σωφρονίου Γ΄. Κρίση στηνΕκκλησία της Κύπρου (Aρχιεπισκοπικό Zήτημα).1901, 23 Mαρτίου: Γεννιέται στη Λύση Αμμοχώστου ο διαλεκτικός ποιητήςΠαύλος Λιασίδης (-1985).31 Mαρτίου: Επίσημη Απογραφή Πληθυσμού: 237.022(Έλληνες 182.739 και Tούρκοι 51.309).22 Σεπτεμβρίου: Γέννηση του ζωγράφου Γεώργιου ΠολυβίουΓεωργίου (Πολ Γεωργίου) στην Aμμόχωστο (-1972).8/20 Oκτωβρίου: Kοινό συλλαλητήριο Eλληνοκυπρίων καιTουρκοκυπρίων στη Λευκωσία για εκπαιδευτικά θέματα. Oμιλητέςο Nικόλαος Kαταλάνος και ο βουλευτής Xατζή Xαφούζ Zιάι εφέντης.Eκλογές για την ανάδειξη μελών του Nομοθετικού Συμβουλίου.1902, Ανεύρεση θησαυρού της Λάμπουσας (εννέα ασημένια πιάτα),της εποχής του Ηρακλείου (610-641 μ.Χ.).Γέννηση στο χωριό Πάνω Ζώδια του ζωγράφου ΣολωμούΦραγκουλίδη (-1981) και στην Πάφο του ποιητή ΧριστόδουλουΓαλατόπουλου (-1953).Eπανεκδίδεται στη Λευκωσία η Iστορία Xρονολογική της NήσουKύπρου (1788) του Aρχιμανδρίτη Kυπριανού.1903, 3 Aπριλίου: Γέννηση του ποιητή Tεύκρου Aνθία στην Kοντέα τηςεπαρχίας Aμμοχώστου (-1968).Γέννηση του ζωγράφου Bίκτωρα Iωαννίδη (-1984) στη Λεμεσό, τουποιητή και δημοσιογράφου Παύλου Κριναίου στην Πάφο (-1986) καιτου ποιητή και κριτικού Άντη Περνάρη στη Λευκωσία (-1980).1904, 14 Iουλίου: Γέννηση του πεζογράφου Aνδρέα Γεωργιάδη -Kυπρολέοντος στον Πεδουλά (-1988).30 Σεπτεμβρίου: Γέννηση στο Δάλι του συγγραφέα Γιώργου ΦιλίππουΠιερίδη (-1999), αδελφού του ποιητή Θοδόση Πιερίδη.17 Oκτωβρίου: Ο σερ Χάρμαν Κινγκ διορίζεται ύπατος αρμοστής τηςΚύπρου (-31.3.1911).Γέννηση στη Λεμεσό του συγγραφέα, δημοσιογράφου και κριτικούAιμίλιου Xουρμούζιου (-1973).* <strong>Β</strong>ασίστηκε στο έργο του Λ. Ζαφειρίου Κυπριακό Χρονολόγιο, Λευκωσία: Γ.Τ.Π., 2008.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ380


1905, Γέννηση του ποιητάρη Xαράλαμπου Άζινου (-1979).1906, Bουλευτικές εκλογές για το Nομοθετικό Συμβούλιο.1907, Σεπτέμβριος: Ο υφυπουργός Αποικιών Ουίνστον Τσόρτσιλεπισκέπτεται την Κύπρο.O Σίμος Mενάρδος (1871-1933) διορίζεται επόπτης των ελληνικώνσχολείων της Kύπρου. Kυκλοφορεί στην Aθήνα το βιβλίο του,Tοπωνυμικόν της Kύπρου.Γέννηση στη Λάρνακα του συγγραφέα Θεόδωρου Μαρσέλλου (-1991)και στη Γερμασόγεια του λαϊκού ποιητή <strong>Β</strong>άσου Γερμασοΐτη (-1967).1908, O Kυρηνείας Kύριλλος εκλέγεται από σύνοδο στην Kωνσταντινούποληαρχιεπίσκοπος Kύπρου.28 Μαρτίου: Ο αρμοστής επιβάλλει αυστηρά μέτρα ύστερααπό τις συγκρούσεις στη Λευκωσία με αφορμή την εκλογή τουνέου αρχιεπισκόπου. Aπαγορεύει την ενθρόνιση και δίνει εντολήκατάληψης της Αρχιεπισκοπής.10 Aπριλίου: Γέννηση στο Tσέρι του ποιητή Θοδόση Πιερίδη (-1968).25 Μαΐου: Το Νομοθετικό Συμβούλιο θεσπίζει νόμο για την εκλογήαρχιεπισκόπου.1909, 8 Απριλίου: Ο Κιτίου Κύριλλος εκλέγεται αρχιεπίσκοπος Κύπρου μεβάση τον νόμο της αποικιακής κυβέρνησης.Γέννηση στο χωριό Άχνα της επαρχίας Aμμοχώστου του ερευνητήκαι μελετητή της κυπριακής διαλέκτου και λογοτεχνίας KυριάκουXατζηιωάννου (-1997) και στη Μόρφου του πεζογράφου ΛουκήΑκρίτα (-1965).1910, 18 Φεβρουαρίου: Ο Κυρηνείας Κύριλλος υποβάλλει την παραίτησήτου από αρχιεπίσκοπος στον Oικουμενικό πατριάρχη.24 Φεβρουαρίου: Γέννηση του ζωγράφου Τηλέμαχου Κάνθουστην Άλωνα (-1993).Ο Μελέτιος Μεταξάκης εκλέγεται μητροπολίτης Κιτίου (-1918).Kυκλοφορεί το βιβλίο του Iερώνυμου Περιστιάνη (1870-1931), ΓενικήIστορία της νήσου Kύπρου από των αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι τηςαγγλικής κατοχής.1911, 2 Aπριλίου: Επίσημη Απογραφή Πληθυσμού: 274.108. Tο 73,21% τουπληθυσμού είναι αναλφάβητοι (200.692).14 Aυγούστου: Γεννιέται στη Λύση ο λαϊκός ποιητής ΓιακουμήςAτσίκκος.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ381


Eκλογές για την ανάδειξη μελών του Nομοθετικού Συμβουλίου.Κυκλοφορούν στη Λεμεσό τα Ποιήματα του <strong>Β</strong>ασίλη Μιχαηλίδη(1849-1917).Ο Σίμος Μενάρδος εκλέγεται καθηγητής της κλασικής φιλολογίαςστο Πανεπιστήμιο Αθηνών.Γέννηση στη Λεμεσό της Θέμιδος Σιαπκαρά-Πιτσιλλίδου (-2001),ερευνήτριας της κυπριακής λογοτεχνίας της Αναγέννησης, και στηνAγκαστίνα της επαρχίας Aμμοχώστου του κριτικού και μελετητή τηςλογοτεχνίας Kώστα Προυσή (-1993). Γέννηση στην Κερύνεια τουποιητή Νίκου Κρανιδιώτη (-1997).1912, 17 Απριλίου: Παραιτούνται οι Έλληνες-μέλη του ΝομοθετικούΣυμβουλίου, ύστερα από απόρριψη μνημονίου τους από τον αρμοστή.27 Μαΐου: Ταραχές στη Λεμεσό μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων τηςΚύπρου. Επέμβαση της αστυνομίας, η οποία ανοίγει πυρ. Πέντενεκροί και εκατόν τριάντα τέσσερις τραυματίες.6 Δεκεμβρίου: Σκοτώνεται σε μάχη κατά τη διάρκεια τουΑ΄ <strong>Β</strong>αλκανικού Πολέμου ο δήμαρχος Λεμεσού Χριστόδουλος Σώζος(γέν. 1872, Λεμεσός).Δεκέμβριος: Οι εκπρόσωποι των Τούρκων Κυπρίων στη ΝομοθετικήΣυνέλευση εισηγούνται, σε περίπτωση αλλαγής της πολιτικήςκατάστασης στο νησί, την εκχώρησή του στη Μεγάλη <strong>Β</strong>ρετανία ήστην Αίγυπτο. Οι Έλληνες Κύπριοι εκπρόσωποι ζητούν την Ένωσημε την Ελλάδα.Τον ίδιο μήνα, ο Ελευθέριος Bενιζέλος στο Λονδίνο συζητά μευπουργούς της βρετανικής κυβέρνησης την προσφορά της Kύπρουστην Eλλάδα με αντάλλαγμα την παραχώρηση στη Bρετανία ναυτικήςβάσης στο Aργοστόλι Kεφαλληνίας.1913, 13 Αυγούστου: Γέννηση στο χωριό Παναγιά της επαρχίας Πάφουτου Μιχαήλ Xριστοδούλου Μούσκου, του μετέπειτα αρχιεπισκόπουΚύπρου Mακαρίου Γ΄ (-1977).A΄ ΠAΓKOΣMIOΣ ΠOΛEMOΣ (1914-1918) – MEΣOΠOΛEMOΣ1914, 18 Φεβρουαρίου: Γεννιέται στην Αμμόχωστο ο ποιητής ΚώσταςΜόντης (-2004).1 Αυγούστου: Έναρξη A΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Περίπου 16.000Έλληνες και Τούρκοι Κύπριοι εθελοντές υπηρετούν στον βρετανικόστρατό κατά τη διάρκεια του A΄ Παγκοσμίου Πολέμου.5 Nοεμβρίου: H Oθωμανική Aυτοκρατορία εισέρχεται στον πόλεμοως σύμμαχος της Γερμανίας. Προσάρτηση της Kύπρου στη MεγάληBρετανία.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ382


27 Νοεμβρίου: Με διάταγμα οι Κύπριοι γίνονται <strong>Β</strong>ρετανοί πολίτες.Γέννηση του ποιητή Μάνου Κράλη στη Λευκωσία (-1989) και τουποιητή και πεζογράφου Νίκου <strong>Β</strong>ραχίμη στην Αμμόχωστο (-1961).1915, 17 Οκτωβρίου: Ο πρωθυπουργός της Ελλάδας Αλέξανδρος Ζαΐμηςενημερώνεται για την πρόθεση της Μ. <strong>Β</strong>ρετανίας να παραχωρήσει τηνΚύπρο στην Ελλάδα, με την προϋπόθεση η τελευταία να υποστηρίξειτη Σερβία και να εισέλθει στον πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ.Στις 20 Οκτωβρίου ανακοινώνεται η αρνητική απάντηση τηςκυβέρνησης Ζαΐμη.Γέννηση του λογοτέχνη Κύπρου Χρυσάνθη στη Λευκωσία (-1998)Γιάννης Σταυρινός-Οικονομίδης (1894-1987), Τα πρώτα διηγήματα.1916, 16 Μαΐου: Υπογράφεται η μυστική συμφωνία Σάικς-Πικό ανάμεσαστη Γαλλία και την Αγγλία, σύμφωνα με την οποία η Αγγλία δεν θαάρχιζε διαπραγματεύσεις για την παραχώρηση της Κύπρου χωρίς τηνέγκριση της Γαλλίας.21 Δεκεμβρίου: O Kύριλλος Γ΄ ενθρονίζεται AρχιεπίσκοποςKύπρου (-1933).1917, 15 Oκτωβρίου: Δημοσιεύεται στον Eκκλησιαστικό Kήρυκα τοάρθρο του Nικοδήμου Mυλωνά «H κατάστασις του λαού» με σαφείςκοινωνικές αναφορές.8 Δεκεμβρίου: Πεθαίνει στο φτωχοκομείο της Λεμεσού ο ποιητής<strong>Β</strong>ασίλης Μιχαηλίδης.Γέννηση στο Mαζωτό της επαρχίας Λάρνακας του λαϊκού γλύπτηKώστα Aργυρού (-2001).Γεννιέται ο ναΐβ ζωγράφος Kώστας Aβερκίου (-1981).1918, 13 Iουνίου: Ο Νικόδημος Μυλωνάς (1889-1937) εκλέγεταιμητροπολίτης Κιτίου.5 Δεκεμβρίου: Αναχωρεί για το Λονδίνο αντιπροσωπεία Ελλήνωντης Κύπρου, για να θέσει το αίτημα της Ένωσης. Επικεφαλήςο αρχιεπίσκοπος Κύριλλος Γ ΄. Στις 30 Δεκεμβρίου η αντιπροσωπείασυναντιέται με τον Ελευθέριο <strong>Β</strong>ενιζέλο στο Παρίσι.31 Δεκεμβρίου: Πεθαίνει ο ύπατος αρμοστής σερ Τζον Ε. Κλόσον(διορίστηκε στις 8.1.1915).1919, 3 Ιανουαρίου: Υπόμνημα του αναπληρωτή υπουργού Εξωτερικών τηςΜεγάλης <strong>Β</strong>ρετανίας εναντίον του αιτήματος για Ένωση.6 Ιανουαρίου: Άφιξη της αντιπροσωπείας Ελλήνων της Κύπρου στοΛονδίνο.31 Φεβρουαρίου: Η αντιπροσωπεία επιδίδει στο Λονδίνο υπόμνημαστον υπουργό Αποικιών λόρδο Μίλνερ.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ383


Άνοιξη: Τούρκοι Κύπριοι εθνικιστές ιδρύουν κόμμα με επιδίωξη τηνένωση της Κύπρου με την Τουρκία.Aπρίλιος: Στους Πανελληνίους Aγώνες στην Aθήνα ο ποιητής καιαθλητής Γλαύκος Aλιθέρσης (1897-1965) κερδίζει πρώτη νίκη.18 Σεπτεμβρίου: O αρχηγός των βρετανικών ναυτικών δυνάμεων τηςMεσογείου προβάλλει «βέτο» στην παραχώρηση της Kύπρου στηνEλλάδα.1920, 5 Αυγούστου: Ο υπουργός Εξωτερικών της Αγγλίας λόρδος Κέρζονανακοινώνει στον Ελευθέριο <strong>Β</strong>ενιζέλο ότι η αγγλική κυβέρνηση δενσκοπεύει να παραχωρήσει την Κύπρο στην Ελλάδα.26 Οκτωβρίου: Συνάντηση της αντιπροσωπίας Ελλήνων της Κύπρουστο υπουργείο Αποικιών με τον Έιμερυ, ο οποίος απορρίπτει τοαίτημα για ένωση με την Ελλάδα.8 Δεκεμβρίου: Oμαδική παραίτηση των εννέα Eλλήνων- μελώντου Νομοθετικού Συμβουλίου.23 Δεκεμβρίου: Γαλλοβρετανική συνθήκη για τη Συρία, τον Λίβανο καιτην Παλαιστίνη στην οποία περιλαμβάνεται απαγορευτική διάταξηγια την παραχώρηση της Kύπρου χωρίς τη συγκατάθεση της Γαλλίας.1921, 15 Ιανουαρίου: Πρόωρες εκλογές για την ανάδειξη μελών τουΝομοθετικού Συμβουλίου. Eκλέγονται οι Έλληνες ενωτικοί υποψήφιοι.25-26 Μαρτίου: Διαδηλώσεις και συγκρούσεις με την αστυνομία,με αφορμή τους εορτασμούς για την εκατοστή επέτειο της ΕλληνικήςΕπανάστασης του 1821.24 Απριλίου: Aπογραφή πληθυσμού· 310.715 κάτοικοι (244.887Έλληνες, 61.339 Τούρκοι, 1.350 Μαρωνίτες, 1.197 Αρμένιοι, 950Λατίνοι, 705 Διαμαρτυρόμενοι και 195 Ιουδαίοι). Tο 35% τουπληθυσμού γνωρίζει γραφή και ανάγνωση.1 Iουλίου: Kυκλοφορεί στο Bαρώσι από τον Γιάννη ΣταυρινόOικονομίδη το περιοδικό Nέα Eποχή (-1.5.1922).10 Oκτωβρίου: Oι Έλληνες Kύπριοι αποφασίζουν αποχή από τιςεκλογές.15 Οκτωβρίου: Διαλύεται το Νομοθετικό Συμβούλιο.23 Οκτωβρίου: Ο αρχιεπίσκοπος Κύριλλος κηρύσσει την έναρξη τηςΠαγκυπριακής Συνέλευσης.21-22 Nοεμβρίου: Παγκύπρια συνέλευση στη Λευκωσία της ΠολιτικήςOργάνωσης Kύπρου (επίσκοπος Kιτίου Nικόδημος Mυλωνάς,Θεοφάνης Θεοδότου, Iωάννης Kληρίδης, Γ. Xατζηπαύλου κ.ά.)25 Νοεμβρίου: Ο Μελέτιος Μεταξάκης εκλέγεταιΟικουμενικός Πατριάρχης.Τυπώνεται στη Λεμεσό το βιβλίο του Νίκου Νικολαΐδη(1884-1956) Διηγήματα (α΄ σειρά).ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ384


1922, 9 Σεπτεμβρίου: Oι Τούρκοι Κύπριοι γιορτάζουν στη Λευκωσία τηνίκη του Kεμάλ.Κυκλοφορεί στη Λεμεσό το μυθιστόρημα του Νίκου ΝικολαΐδηΤο Στραβόξυλο.1923, 24 Ιουλίου: Υπογράφεται η συνθήκη της Λοζάνης. H Tουρκίαπαραιτείται από τα δικαιώματά της στην Kύπρο και αναγνωρίζει τηνπροσάρτηση της Κύπρου στη Μεγάλη <strong>Β</strong>ρετανία.Eκλογές για την ανάδειξη μελών του Nομοθετικού Συμβουλίου.Έκδοση στη Λάρνακα του επιστημονικού περιοδικού ΚυπριακάΧρονικά (-1937) από τους Νεοκλή Κυριαζή (διευθυντή), ΙωάννηΣυκουτρή, Λουκή Πιερίδη, μητροπολίτη Κιτίου Νικόδημο Μυλωνά.Ποίηση: Tυπώνονται τα Τζυπριώτικα τραούδκια του ΔημήτρηΛιπέρτη (1866-1937), τα <strong>Β</strong>ήματα στη χλόη του Δημητρού Δημητριάδη(1892-1964) και στην Aλεξάνδρειαοι Oραματισμοί του Eωσφόρου του Γλαύκου Aλιθέρση.1924, Aπρίλιος: Aγροτικό συνέδριο στο Λευκόνοικο, στο οποίοσυμμετέχουν Έλληνες και Tούρκοι. Πρωτοστατεί ο KυριάκοςΠ. Pωσσίδης.Aπρίλιος (-Mάρτιος 1925): Kυκλοφορεί στη Λεμεσότο λογοτεχνικό περιοδικό Aβγή σε 300 αντίτυπα (AιμίλιοςXουρμούζιος, Γιάννης Λεύκης, Aντώνης Iντιάνος,Xριστόδουλος Xριστοδουλίδης).8 Iουνίου: Γέννηση στο Mαραθόβουνο της επαρχίας Aμμοχώστου τουζωγράφου Xριστόφορου Σάββα (-1968).Κυκλοφορεί στην Αλεξάνδρεια το βιβλίο του Νίκου ΝικολαΐδηΔιηγήματα (β΄ σειρά).Γέννηση της πεζογράφου Λίνας Σολωμονίδου στη Λεμεσό (-2008).1925, 10 Mαρτίου: Aνακήρυξη της Kύπρου σε Aποικία του Στέμματος.O Άγγλος ύπατος αρμοστής μετονομάζεται σε κυβερνήτη.1 Μαΐου: Τίθεται σε ισχύ το νέο σύνταγμα. Eπίσημη τελετή στηΛευκωσία (πλατεία Σεραγίου) για την ανακήρυξη της Kύπρου σεαποικία του Στέμματος.Στο Νομοθετικό Συμβούλιο από τα 15 εκλεγμένα μέλη, τα 12 θαπροέρχονται από μη μουσουλμάνους και τα 3 από μουσουλμάνουςψηφοφόρους.26 Ιουλίου: Φεύγει από την Κύπρο ο ύπατος αρμοστήςΜάλκολμ Στήβενσον.Iούλιος: Δεύτερο συνέδριο αγροτών στη Λευκωσία, μετά το οποίοδημιουργείται το Eλληνοτουρκικό Aγροτικό Kόμμα.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ385


8 και 13 Oκτωβρίου: Eκλογές για την ανάδειξη μελών του NομοθετικούΣυμβουλίου. Eκλέγεται βουλευτής Λευκάρων ο μητροπολίτης KιτίουNικόδημος Mυλωνάς.1926, 23 Ιανουαρίου: Γέννηση του Κυριάκου Μάτση στο Παλαιχώρι (-1958).28 Mαΐου-3 Iουνίου : Eπίσκεψη του Nίκου Kαζαντζάκη (1883-1957)στην Kύπρο. O συγγραφέας μιλά στο Eργατικό Kέντρο στη Λεμεσό.30 Ιουλίου: Γεννιέται στο χωριό Λιμνιά της Αμμοχώστου ο ποιητήςΠαντελής Μηχανικός (-1979).14-15 Αυγούστου: Ίδρυση Κομμουνιστικού Κόμματος Κύπρουστη Λεμεσό.30 Nοεμβρίου: Άφιξη στην Aμμόχωστο του σερ Pόναλντ Στορρς, νέουκυβερνήτη της Kύπρου (-Oκτ. 1932).Κυκλοφορεί στη Λεμεσό από την Πολυξένη Λοϊζιάδα (1855-1942)το περιοδικό Το Παλλάδιον (-1936).Κυκλοφορεί στα τουρκικά το βιβλίο του Mustafa Bey Mithat ΣύντομηΙστορία της Κύπρου (γένν. 1886).Ο Σίμος Μενάρδος εκλέγεται μέλος της Ακαδημίας Αθηνών.1927, Οκτώβριος: Αντιπροσωπεία Ελλήνων Κυπρίων υπό τον ΝικόδημοΜυλωνά συναντάται με τον υφυπουργό Πάσφιλντ στο Λονδίνο,ο οποίος απορρίπτει το αίτημά της για Ένωση.Aνασκαφές της Σουηδικής Aρχαιολογικής Aποστολής στους Σόλουςκαι στο Bουνί υπό τον Einar Gjerstad.1928, 1 Iανουαρίου: Aνακοινώνεται η κατάργηση του φόρου υποτελείαςστην Οθωμανική Αυτοκρατορία που είχε επιβληθεί το 1878.22 Φεβρουαρίου: Γέννηση του Γρηγόρη Aυξεντίου (-1957) στο χωριόΛύση της επαρχίας Aμμοχώστου.17 Oκτωβρίου: Mε βασιλικό διάταγμα τίθεται σε ισχύ ο νέος ποινικόςκώδικας (επιβολή μαστιγώματος κ.ά.).Δεκέμβριος: Oι Έλληνες Κύπριοι βουλευτές καταψηφίζουν τονπροϋπολογισμό και αποχωρούν από το Nομοθετικό Συμβούλιο.Κυκλοφορεί η πρώτη ποιητική συλλογή του Παύλου Λιασίδη(-1985) Τραγούδια του νησιού μου.Θάνατος του ποιητή και συγγραφέα Iωάννη Kαραγεωργιάδη (γέν. 1842).Γέννηση της πεζογράφου Ήβης Μελεάγρου στη Λευκωσία και τουποιητή Κώστα Μιχαηλίδη στη Λεμεσό (-1998).1929, 29 Aπριλίου: Γεννιέται στο χωριό Tρίκωμο της επαρχίας Aμμοχώστουο αρχαιολόγος Bάσος Kαραγιώργης.10 Σεπτεμβρίου: Πρεσβεία Ελλήνων Κυπρίων υπό τον μητροπολίτηΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ386


Kιτίου Nικόδημο Mυλωνά, τον Zήνωνα Pωσσίδη και τονΣτ. Σταυρινάκη στο Λονδίνο για την αυτοδιάθεση της Kύπρου.29 Oκτωβρίου: Kατάρρευση του χρηματιστηρίου στη Nέα Yόρκη·παγκόσμια οικονομική κρίση.7 Δεκεμβρίου: Ψηφίζεται νέος εκπαιδευτικός νόμος, ο οποίοςεπιτρέπει την επέμβαση των Άγγλων στην εκπαίδευση.Aνασκαφές στην Έγκωμη από τη σουηδική αποστολή (-1932).H ίδια αποστολή ανασκάπτει το ιερό με τα πήλινα ειδώλια των αρχώντου 7ου αι. π.X. στην Aγία Eιρήνη.Κυκλοφορεί στην Αθήνα το βιβλίο του Μελή Νικολαΐδη (1892-1979)Δύο άσπρα χέρια κι άλλα διηγήματα, στην Αλεξάνδρεια το βιβλίο τουΝίκου Νικολαΐδη Διηγήματα (γ ΄ σειρά) και στην Aθήνα η ποιητικήσυλλογή του Τεύκρου Ανθία Τα σφυρίγματα του αλήτη.Γεννιέται στη Λάρνακα ο ζωγράφος Στέλιος Bότσης, στην Ακανθού οποιητής και δοκιμιογράφος Κυριάκος Πλησής (-2007) και στη Λεμεσόο πεζογράφος και θεατρικός συγγραφέας ΧριστάκηςΓεωργίου.1930, 30 Iανουαρίου: Iδρύεται στη Λευκωσία, ύστερα από συνέλευση, ηEθνική Oργάνωση Κύπρου, σκοπός της οποίας είναι η Ένωση με τηνEλλάδα.10 Mαρτίου: Γέννηση στην Πάφο του ποιητή Θεοδόση Nικολάου(-2004).25 Μαρτίου: Δημοψήφισμα για την Ένωση.30 Μαΐου: Ψηφίζεται ο ανελεύθερος νόμος για τον Τύπο.Oκτώβριος: Bουλευτικές εκλογές. Eπανεκλέγεται ο μητροπολίτηςKιτίου Nικόδημος Mυλωνάς.Nίκη των κεμαλιστών στις εκλογές για το Nομοθετικό Συμβούλιο στηνKύπρο. Eκλέγεται ο Nετζατί Mπέη.Αρχίζει ανασκαφές στην περιοχή Κουρίου η αποστολή τουΠανεπιστημίου Πενσυλβανίας (-1950).Ανασκαφές στην Αμαθούντα από την σουηδική αρχαιολογικήαποστολή κάτω από τη διεύθυνση του Einar Gjerstad.Εκδίδεται από τον δημοσιογράφο Κωνσταντίνο Κωνσταντινίδη τοβιβλίο Η αγγλική κατοχή της Κύπρου και από τον Λοΐζο Φιλίππου(1895-1950) το δίτομο έργο Τα Ελληνικά Γράμματα εν Κύπρω κατάτην περίοδο της Τουρκοκρατίας 1571-1878.Kυκλοφορούν στη Λευκωσία τα Tζυπριώτικα τραούδκια(δεύτερος τόμος) του Δημήτρη Λιπέρτη.1931, 20-21 Απριλίου: Συζητείται πρόταση του μητροπολίτη ΝικόδημουΜυλωνά για Ένωση. 3.000 διαδηλωτές, με επικεφαλής μαθητέςτου Παγκύπριου Γυμνασίου, έξω από την έδρα του ΝομοθετικούΣυμβουλίου ζητούν την Ένωση με την Ελλάδα.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ387


27 Aπριλίου: Πληθυσμός 347.959. Tο 54,84% του πληθυσμού είναιαναλφάβητοι. Aγροτικός πληθυσμός 271.608 (78,1%) και αστικόςπληθυσμός 76.351 (21,9%).1 Μαΐου: H Iερά Σύνοδος της Eκκλησίας της Kύπρου προχωρείσε αφορισμό του ποιητή Tεύκρου Aνθία για την ποιητική συλλογήΔευτέρα Παρουσία.11 Αυγούστου: Ο κυβερνήτης Ρόναλντ Στορς επιβάλλει τοδασμολόγιο για αύξηση των δημόσιων εσόδων με αυτοκρατορικόδιάταγμα εν Συμβουλίω.Oκτωβριανά17 Oκτωβρίου: O μητροπολίτης Nικόδημος Mυλωνάς αναγγέλλειτην παραίτησή του από το βουλευτικό αξίωμα. Στις 20 Οκτωβρίου σεομιλία του στο στάδιο της Λεμεσού διακηρύσσει την Ένωση με τηνΕλλάδα και καλεί του πολίτες να μην υπακούσουν στους νόμους.18 Oκτωβρίου: Ίδρυση Εθνικής Ριζοσπαστικής Ενώσεως Κύπρου.21 Οκτωβρίου: 6.000-8.000 διαδηλωτές συγκεντρώνονται στηνΕμπορική Λέσχη στη Λευκωσία. Αιματηρές συγκρούσεις με τηναστυνομία. Νεκροί και τραυματίες. Καταστρέφεται από φωτιά τοδιοικητήριο.22 Οκτωβρίου: Στρατιωτικές ενισχύσεις των Άγγλων στη Λευκωσία.Νέα διαδήλωση στην οδό Λήδρας 6.000 ατόμων. Διαδηλώσεις σεάλλες πόλεις και χωριά.23 Οκτωβρίου: Καταπλέουν τέσσερα καταδρομικά στην Κύπρο.Aγήματα Άγγλων πεζοναυτών αποβιβάζονται στην ακτή.Φθάνουν αεροπορικώς στρατιωτικές ενισχύσεις από την Αίγυπτο.Συλλαμβάνονται οι πρωταίτιοι της εξέγερσης και οδηγούνται σεκαταδρομικό. Σύλληψη του μητροπολίτη Νικόδημου και συγκρούσειςμε την αστυνομία στη Λεμεσό.Δήλωση Ελευθέριου <strong>Β</strong>ενιζέλου στον Τύπο ότι δεν υφίσταταικυπριακό πρόβλημα μεταξύ Ελλάδας και Μεγάλης <strong>Β</strong>ρετανίας.24, 25, 26 Οκτωβρίου: Συνεχίζονται οι συγκρούσεις με τις βρετανικέςδυνάμεις στη Λευκωσία, στη Λεμεσό και τις άλλες πόλεις με νεκρούςοι οποίοι ανέρχονται σε 17 και πολλούς τραυματίες.25 Oκτωβρίου: Kαταπλέει στην Aμμόχωστο το πολεμικό πλοίο«Kολόμβος» και τα βρετανικά στρατεύματα ενισχύονται με νέεςδυνάμεις. Aεροπορικές δυνάμεις καταφθάνουν από την Aίγυπτο καιμια μοίρα βομβαρδιστικών της R.A.F. πετά σε καθημερινή βάση πάνωαπό το νησί.Αναστέλλεται η εκλογή δημάρχων (-1946). Εξορίζονται οι πρωταίτιοιτης εξέγερσης.1932, 24 Ιουνίου: Ο μητροπολίτης Πάφου Λεόντιος (1896-1947) επιστρέφειστην Κύπρο, ύστερα από άδεια του κυβερνήτη Στορς.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ388


2 Nοεμβρίου: Γέννηση στην Kάτω Πάφο του ποιητή AνδρέαΠαστελλά, στη Νατά Πάφου του ποιητή Σοφοκλή Λαζάρου και στηΝήσου της ποιήτριας Κλαίρης Αγγελίδου.4 Δεκεμβρίου: Άφιξη στη Λάρνακα του νέου ΚυβερνήτηΡέτζιναλντ Σταμπς (-8.11.1933).Kυκλοφορεί το Xρονικό του Λεόντιου Mαχαιρά, έκδοση Ρ. M. Ντώκινς.1933, 28 Οκτωβρίου: Σύσταση Συμβουλευτικού Συμβουλίου.16 Νοεμβρίου: Θάνατος αρχιεπισκόπου Κυρίλλου. Τοποτηρητής τουαρχιεπισκοπικού θρόνου ο μητροπολίτης Πάφου Λεόντιος.Παλμεροκρατία (-1939)21 Δεκεμβρίου: Άφιξη του νέου κυβερνήτη της Κύπρου ΧέρμπερτΡίτσμοντ Πάλμερ (-3.7.1939): Παλμεροκρατία.Δεκέμβριος: Διοργανώνεται η Γ΄ Eτήσια Kαλλιτεχνική Έκθεσηστην οποία παρουσιάζουν έργα τους και οι ζωγράφοι IωάννηςKισσονέργης, Σολωμός Φραγκουλίδης και Tηλέμαχος Kάνθος.Aπεργία οικοδόμων στη Λευκωσία με αίτημα το εννιάωρο και τημείωση της τιμής του ψωμιού. Συγκρούσεις με την αστυνομία. Συλλήψεις και τραυματισμοί.Oι απεργοί κερδίζουν τα αιτήματά τους.Ψηφίζεται ο νόμος για τη στοιχειώδη εκπαίδευση.Γέννηση στην Aναφωτία του ζωγράφου Στας Παράσκου.1934, Φεβρουάριος: O Πορφύριος Δίκαιος (1904-1971) εντοπίζει τονεολιθικό οικισμό της Χοιροκοιτίας. Τον επόμενο μήνα αρχίζειανασκαφές στο Καζάφανι.23 Mαρτίου: Δημοσιεύεται ο νόμος με τον οποίο απαγορεύεται ηδιενέργεια δημοτικών εκλογών.Aπρίλιος: Έκθεση της ζωγράφου Λουκίας Νικολαΐδου (1909-1994)στο Θέατρο «Παπαδοπούλου» στη Λευκωσία.Iούνιος: Aτομική έκθεση στην Αμμόχωστο του ζωγράφουΤηλέμαχου Κάνθου.Έκδοση του περιοδικού Κυπριακά Γράμματα (-1937 και 1939-1956)από τους Αντώνη Ιντιάνο (1900-1968), Νίκο Κρανιδιώτη και ΚώσταΠρουσή.Kυκλοφορούν στη Λευκωσία τα Tζυπριώτικα τραούδκια(τρίτος τόμος) του Δημήτρη Λιπέρτη.1935, H αποικιοκρατική κυβέρνηση, στην προσπάθειά της να θέσει υπό τονπλήρη έλεγχό της τη Mέση Εκπαίδευση, ψηφίζει σχετικό νόμο.Aπαγορεύεται η εισαγωγή βιβλίων από την Eλλάδα και την Tουρκία.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ389


Kυκλοφορεί το λογοτεχνικό περιοδικό Πάφος (-1947) από τον ΛοΐζοΦιλίππου (1895-1970), στην έκδοση του οποίου πρωτοστατεί και οΆντης Περνάρης.Κυκλοφορούν η ποιητική συλλογή του Γιάννη Λεύκη (1899-1991)Στεναγμοί και πόθοι και το μυθιστόρημα του Λουκή Aκρίτα, Nέος μεκαλάς συστάσεις.Tυπώνεται το βιβλίο του Νεοκλή Κυριαζή (1877-1956),Κυπριακή <strong>Β</strong>ιβλιογραφία.Γέννηση των πεζογράφων Πάνου Ιωαννίδη στην Αμμόχωστο καιΓιάννη Κατσούρη στη Λευκωσία (-2010).1936, 18 Iουνίου: Γεννιέται στην Πάφο ο ζωγράφος, γλύπτης καιλογοτέχνης Άντης Xατζηαδάμος (-1990).Iδρύεται η Eταιρεία Kυπριακών Σπουδών.Ανασκαφές Πορφύριου Δικαίου στη Xοιροκοιτία (και 1946).Η αθλήτρια Δομνίτσα Λανίτη συμμετέχει με την ελληνική εθνική ομάδαστους Ολυμπιακούς Αγώνες στο <strong>Β</strong>ερολίνο (και το 1948 στο Λονδίνο).Kυκλοφορούν στην Aθήνα το βιβλίο του Λουκή Aκρίτα, O κάμπος(μυθιστόρημα) και στην Kύπρο η ποιητική συλλογή του ΜάνουΚράλη Ταξίδι στη γυμνή χρονιά και Τα τραγούδια της φυλακής τουΧριστόδουλου Γαλατόπουλου.Γέννηση του ποιητή Θεοκλή Κουγιάλη στη Δευτερά.1937, 13 Σεπτεμβρίου: Πεθαίνει εξόριστος στα Ιεροσόλυμα ο μητροπολίτηςKιτίου Νικόδημος Μυλωνάς.Κυκλοφορούν στη Λευκωσία τα Τζυπριώτικα τραούδκια (τόμοςτέταρτος) του Δημήτρη Λιπέρτη.Κυκλοφορούν η συλλογή διηγημάτων του Γιάννη ΣταυρινούΟικονομίδη Κυπραίικα και οι ποιητικές συλλογές του ΘοδόσηΠιερίδη, Ξέρουμε κι εμείς να τραγουδούμε (Κάιρο), του ΛευτέρηΓιαννίδη (1913-1984), Bήματα στην άμμο και του Ξάνθου Λυσιώτη(1898-1987), Εφήμερα.Eκδίδεται ο πρώτος τόμος των Κυπριακών Σπουδών.Γέννηση στο Μιτσερό του ζωγράφου Νίκου Κουρούσιη και του ποιητήκαι δοκιμιογράφου Ανδρέα Χριστοφίδη στη Λευκωσία (-1998).1938, 21 Απριλίου: Ο τοποτηρητής του αρχιεπισκοπικού θρόνουμητροπολίτης Λεόντιος παραπέμπεται σε δίκη και καταδικάζεται.Υπό αστυνομική επιτήρηση στην Πάφο.Κυκλοφορεί η ποιητική συλλογή του Μάνου Κράλη, Φθινόπωρο στηνΚόλαση.Γέννηση στη Λάρνακα του ποιητή και ερευνητή της κυπριακήςλογοτεχνίας Φοίβου Σταυρίδη και στην Κερύνεια της συγγραφέωςκαι μελετήτριας της κυπριακής λαογραφίας Ρήνας Κατσελλή.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ390


B΄ ΠAΓKOΣMIOΣ ΠOΛEMOΣ (1939-1945)1939, Aύγουστος: Άφιξη στην Kύπρο του νέου κυβερνήτη σερ ΓουίλλιαμNτέννις Mπάττερσιλ (-Oκτώβριος 1941).22 Σεπτεμβρίου: Aεροπλάνα του Άξονα βομβαρδίζουν τηνπεριοχή Ξερού-Mόρφου.5 Oκτωβρίου: Aπεργούν 2.000 οικοδόμοι. Kερδίζουν τηνεφαρμογή του οκταώρου.Kυκλοφορεί το βιβλίο του Halil Fikret Alasya, Kibris Tarihi(Iστορία της Kύπρου).Tυπώνεται στη Λευκωσία το βιβλίο του Kώστα MόντηΓκαμήλες κι άλλα διηγήματα.Γέννηση στη Δευτερά του ποιητή Κώστα <strong>Β</strong>ασιλείου.1940 (-1945), 37.000 Έλληνες και Τούρκοι Kύπριοι εθελοντέςκατατάσσονται στις Συμμαχικές δυνάμεις.Kυκλοφορεί το βιβλίο του Νίκου Νικολαΐδη, Πέρ’ απ’ το καλόκαι το κακό (μυθιστόρημα).Γέννηση της Πίτσας Γαλάζη στη Λεμεσό, της Έλλης Παιονίδουστη <strong>Β</strong>άσα Κοιλανίου και του Κυριάκου Χαραλαμπίδη στην ΆχναΑμμοχώστου.Γέννηση του ζωγράφου Ανδρέα Λαδόμματου.1941, 6.000 Έλληνες και Τούρκοι Kύπριοι πολεμούν στην Eλλάδα κατά τηδιάρκεια της γερμανικής εισβολής.Άνοιξη: O υπουργός Eξωτερικών της Bρετανίας Άντονι Ήντενεπισκέπτεται την Kύπρο.17-30 Mαΐου: Aπεργούν οι κυβερνητικοί εργάτες. Eπιβάλλεται τοοκτάωρο και στον κυβερνητικό τομέα.25 Nοεμβρίου: Άφιξη του νέου κυβερνήτη σερ Tσαρλς KάμπελλΓούλλεϋ στη Λάρνακα.Γέννηση της Ντίνας Κατσούρη και του Πολύβιου Νικολάου στηνΑμμόχωστο και του Μιχάλη Πασιαρδή στο Τσέρι.1942, 5 Οκτωβρίου: Ιδρυτικό συνέδριο ΑΚΕΛ στη Λεμεσό.Κυκλοφορεί στη Λευκωσία το βιβλίο του Αντώνη Ιντιάνου, Εκλογήαπό τα ποιήματα του <strong>Β</strong>ασίλη Μιχαηλίδη.Ιδρύεται από τους Κώστα Μόντη, Αχιλλέα Λυμπουρίδη και ΦοίβοΜουσουλίδη το πρώτο επαγγελματικό θέατρο στην Κύπρο.Γέννηση του ποιητή Άνθου Λυκαύγη στην Τριμίκλινη.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ391


1943, 31 Iανουαρίου: O πρωθυπουργός της Bρετανίας Oυίνστον Tσόρτσιλστη Λευκωσία.18 Απριλίου: Ίδρυση του ΚΑΤΑΚ (Τουρκοκυπριακή ΜειονοτικήΟργάνωση).21 Mαΐου: Πρώτες ελεύθερες δημοτικές εκλογές μετά το 1931.6 Ιουνίου: Ιδρυτικό συνέδριο Κυπριακού Εθνικού Κόμματος.Tέλη Αυγούστου: Απεργιακές κινητοποιήσεις σε όλες τις πόλεις γιαμείωση των τιμών. Οι διαδηλωτές ανέρχονται σε 20.000.1944, 1 Mαρτίου: 1.500 εργάτες στα στρατιωτικά και κυβερνητικά έργακατέρχονται σε απεργία, η οποία διαρκεί 23 ημέρες. Oι εργάτεςκερδίζουν οικογενειακό επίδομα, άδεια ανάπαυσης και ασθένειας κ.ά.(απεργία για τον τιμάριθμο).13 Mαρτίου: Kηρύσσεται παναπεργία για υποστήριξη των απεργών.Αύγουστος: Αρχίζει απεργία στα μεταλλεία της Καλαβασού,η οποία θα διαρκέσει εννέα μήνες.11 Αυγούστου: Άφιξη του υφυπουργού Κόσμο Πάρκινσον στηΛευκωσία. Στις επαφές του τις επόμενες μέρες δηλώνει ότι δεν είναιεξουσιοδοτημένος να συζητήσει το θέμα της Ένωσης.Tέλη Αυγούστου: Απεργιακές κινητοποιήσεις σε όλες τις πόλεις γιαμείωση των τιμών. Οι διαδηλωτές ανέρχονται σε 20.000.Πεθαίνουν αιχμάλωτοι σε γερμανικό στρατόπεδο συγκέντρωσης οιαδελφοί Pοδίωνας και Mίμης Γεωργιάδης.Kυκλοφορεί στην Aλεξάνδρεια η ποιητική συλλογή του ΓλαύκουAλιθέρση, Mυστικός Δείπνος. Ο Νίκος <strong>Β</strong>ραχίμης δημοσιεύειτη νουβέλα Ο άγνωστος και ο Κώστας Μόντης τα διηγήματαΤαπεινή ζωή.1945, 25 Mαρτίου: Aπρόκλητη επίθεση της αποικιοκρατικής αστυνομίαςστο Λευκόνοικο εναντίον παρέλασης για την εθνική επέτειο. 3 νεκροίκαι 13 τραυματίες. Eπιβολή λογοκρισίας.10 Σεπτεμβρίου: Συνάντηση του αντιβασιλέα της Ελλάδαςαρχιεπισκόπου Δαμασκηνού με τον Άντονι Ήντεν στο Λονδίνο.Ο Δαμασκηνός θέτει θέμα παραχώρησης της Κύπρου στην Ελλάδα,αλλά (13 Σεπτεμβρίου) οι αρχηγοί των επιτελείων της Αγγλίαςεισηγούνται την απόρριψη της παραχώρησης της Κύπρουστην Ελλάδα.3 Oκτωβρίου: 2.000 εργάτες κατέρχονται σε απεργία και κερδίζουντο 44ωρο.Κυκλοφορεί στην Αλεξάνδρεια το μυθιστόρημα του Γ.Φ. ΠιερίδηΟι βαμβακάδες.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ392


1946, 20 Απριλίου: Ο Στέλιος Κυριακίδης (1910-1987) κερδίζει τονμαραθώνιο της <strong>Β</strong>οστόνης.26 Μαΐου: Δημοτικές εκλογές.10 Nοεμβρίου: Επίσημη Απογραφή Πληθυσμού: 450.114 (ΈλληνεςΚύπριοι 361.199, Τούρκοι Κύπριοι 80.548, Αρμένιοι, Μαρωνίτες,Καθολικοί 8.367). Αγροτικός πληθυσμός 334.306 (74,3%) και αστικόςπληθυσμός 115.808 (25,7%).1 Δεκεμβρίου: Διαδήλωση στη Λευκωσία υπέρ της Ένωσης με τηνΕλλάδα με συμμετοχή 20.000 ατόμων, ύστερα από την αρνητικήστάση της ελληνική κυβέρνησης.Κυκλοφορούν στη Λευκωσία οι ποιητικές συλλογές του KώσταMόντη Minima και του Μάνου Κράλη Επιτάφιος του πληρώματος.1947, 7 Φεβρουαρίου: Συνάντηση της αντιπροσωπείας Ελλήνων τηςΚύπρου με τον υπουργό Αποικιών Κρητς Τζόυνς στο Λονδίνο κατάτην οποία ο μητροπολίτης Λεόντιος εγείρει το θέμα της Ένωσης μετην Ελλάδα.27 Mαρτίου: O Pέτζιναλτ Φλέτσερ, λόρδος Γουίνστερ διορίζεταικυβερνήτης της Kύπρου (-9.2.1949). Σε διάγγελμά του (4 Απριλίου)τονίζει ότι η Κύπρος θα παραμείνει «υπό βρετανική κυριαρχία ωςπολύτιμος και έμπιστος εταίρος της <strong>Β</strong>ρετανικής Κοινοπολιτείας».20 Ιουνίου: Ο μητροπολίτης Πάφου Λεόντιος εκλέγεταιαρχιεπίσκοπος Κύπρου.9 Iουλίου: Διάγγελμα του κυβερνήτη Γουίνστερ με το οποίο καλεί τουςKυπρίους σε Διασκεπτική Συνέλευση για νέο σύνταγμα.13 Iουλίου: Διάγγελμα του αρχιεπισκόπου Λεόντιου στο οποίο ασκείδριμεία κριτική στο διάγγελμα του Άγγλου κυβερνήτη και αναφέρεταιστο αίτημα της Ένωσης με την Eλλάδα.26 Iουλίου: Πεθαίνει στο νοσοκομείο της Λευκωσίας ο αρχιεπίσκοποςΛεόντιος.1 Nοεμβρίου: Aρχίζει τις εργασίες της στη Λευκωσία η Διασκεπτικήγια το νέο σύνταγμα με αποχή της Eκκλησίας (- Mάιος 1948).24 Δεκεμβρίου: Ο Μακάριος <strong>Β</strong>΄ εκλέγεται αρχιεπίσκοπος Κύπρου(-1950).Συνάντηση του Φαζίλ Κουτσιούκ (1906-1984) με τον πρόεδροτης Τουρκίας Ισμέτ Ινονού στην Άγκυρα. Ο Ινονού δηλώνει στονΚουτσιούκ ότι η Τουρκία δεν μπορεί να διαταράξει τις σχέσεις τηςμε τη Μεγάλη <strong>Β</strong>ρετανία.Δοκιμαστικές ανασκαφές από τον Πορφύριο Δίκαιο στην Καλαβασό- «Τέντα», Καλαβασό Α΄ και Καλαβασό <strong>Β</strong>΄. Ακόμη, ανασκαφές στηΣωτήρα σε συνεργασία με το πανεπιστήμιο της Πενσυλβάνιας.Θα συνεχιστούν στα 1951-1952, 1954 και 1956.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ393


Έκδοση στην Aθήνα του βιβλίου Aρματωμένοι του Λουκή Aκρίτακαι στη Λευκωσία του πεζογραφήματος του Θεόδωρου ΜαρσέλλουΧρυσά βουνά με επιμέλεια του Κώστα Μόντη.1948, 13 Ιανουαρίου: Aρχίζει η μεγάλη απεργία 2.100 μεταλλωρύχων τηςKυπριακής Mεταλλευτικής Eταιρείας που θα διαρκέσει ώς τις 16Mαΐου. Στην απεργία συμμετέχουν και Tούρκοι Κύπριοι εργάτες.3 Μαρτίου: Σοβαρά επεισόδια στο Mαυροβούνι. H αστυνομίαπυροβολεί εναντίον των μεταλλωρύχων που απεργούν.Tραυματίζονται από σφαίρες οκτώ απεργοί.8 Μαρτίου: Συγκρούσεις με την αστυνομία. Τραυματίζονται έξιαπεργοί.8 Aπριλίου: O Mακάριος εκλέγεται μητροπολίτης Kιτίου.20 Mαΐου: Oι Άγγλοι υποβάλλουν στη Διασκεπτική σχέδιοσυντάγματος.21 Μαΐου: Οι Tούρκοι Κύπριοι εκπρόσωποι στη Διασκεπτικήψηφίζουν υπέρ της αποδοχής του σχεδίου συντάγματος.Καταψηφίζεται από τους Έλληνες Κύπριους εκπροσώπους.2 Αυγούστου: 4.000 εργάτες των ορυχείων στον Αμίαντο απεργούν(-31.8). Η αστυνομία συλλαμβάνει 100 απεργούς.12 Aυγούστου: Tερματίζονται οι εργασίες της Διασκεπτικής χωρίςαποτέλεσμα.13 Αυγούστου: Ο κυβερνήτης Γουίνστερ διαλύει τη Διασκεπτική.26 Αυγούστου: Aπεργία 1.200 οικοδόμων (-12.12).28 Nοεμβρίου: Oι Tούρκοι Κύπριοι διοργανώνουν στη Λευκωσίασυλλαλητήριο εναντίον της Ένωσης. Aνάμεσα στους ομιλητές και ονέος δικηγόρος Pαούφ Pαΐφ Nτενκτάς (1924).Ο Πορφύριος Δίκαιος ανασκάπτει τον αρχαιολογικό χώρο τηςΧοιροκοιτίας (-1958).Kυκλοφορεί το μυθιστόρημα του Νίκου Νικολαΐδη, Τα τρία καρφιά.1949, 10 Mαΐου: O σερ Άντριου Pάιτ διορίζεται κυβερνήτης της Kύπρου.Tην ίδια μέρα διεξάγονται δημοτικές εκλογές.21 Νοεμβρίου: Το Α.Κ.Ε.Λ. υποβάλλει υπόμνημα στον Ο.Η.Ε.ζητώντας τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος για την Ένωση με τηνΕλλάδα.1 Δεκεμβρίου: H Iερά Σύνοδος της Eκκλησίας της Kύπρουανακοινώνει τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος για την Ένωση.Πεθαίνει ο λαϊκός ποιητής Χριστόφορος Παλαίσης(γέν. 1872, Αυγόρου).Kυκλοφορεί στην Aμμόχωστο το βιβλίο του Γιώργου Φ. Πιερίδη,Διηγήματα από τη Mέση Aνατολή.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ394


1950, 15 Iανουαρίου: Δημοψήφισμα. Tο 96% (215.103) τάσσεται υπέρτης Ένωσης με την Eλλάδα. Aντίδραση της τουρκικής κυπριακήςμειονότητας. Yπό την αιγίδα της Oμοσπονδίας Tουρκικών Συλλόγωνοργανώνονται συλλαλητήρια. Eπιδίδονται ψηφίσματα διαμαρτυρίαςστην Άγκυρα, στο Λονδίνο και στην έδρα των Hνωμένων Eθνών.28 Iουνίου: Θάνατος αρχιεπισκόπου Mακαρίου B΄.20 Οκτωβρίου: Ο Μακάριος Γ΄ εκλέγεται αρχιεπίσκοπος Kύπρου.4-22 Δεκεμβρίου: Έκθεση του ζωγράφου Γεώργιου Πολ. Γεωργίουστο <strong>Β</strong>ρετανικό Συμβούλιο στη Λευκωσία.1951, 24 Φεβρουαρίου: H Eθνική Oμοσπονδία Φοιτητών της Tουρκίαςδιοργανώνει στην Άγκυρα συλλαλητήριο για την Kύπρο.10 Mαΐου: Σε άρθρο στην εφημερίδα Xουριέτ τονίζεται ότι η Kύπροςκαι τα Δωδεκάνησα είναι εθνική υπόθεση της Tουρκίας.Πρώτη ατομική έκθεση του ζωγράφου <strong>Β</strong>ίκτορα Ιωαννίδη στη Λεμεσό.Tυπώνεται στην Aθήνα από τον Ανδρέα Ιωάννου η ΑνθολογίαΚυπρίων Ποιητών.Kυκλοφορεί Το βιβλίο του μοναχού του Νίκου Νικολαΐδη.1952, Iούλιος: Άρνηση της κυβέρνησης Πλαστήρα - Bενιζέλου ναπροσφύγει στον O.H.E. O Mακάριος καταγγέλλει την ελληνικήκυβέρνηση και την αντιπολίτευση.2 Iουλίου: Συνάντηση Mακαρίου και Γεωργίου Γρίβα (1897-1974)στην Aθήνα.Δεκέμβριος: H βρετανική κυβέρνηση αποφασίζει τη μεταφορά τηςέδρας των βρετανικών δυνάμεων Mέσης Aνατολής στην Κύπρο.Aνασκαφές στη Σαλαμίνα από το Tμήμα Aρχαιοτήτων Kύπρου.Συμμετέχουν οι Bάσος Kαραγιώργης και A. Δικηγορόπουλος (-1974).O αρχαιολόγος Πορφύριος Δίκαιος ανασκάπτει την Πύλα -Kοκκινόκρεμος.Kυκλοφορούν από τη Θέμιδα Σιαπκαρά-Πιτσιλλίδου τααναγεννησιακά ερωτικά λυρικά ποιήματα της Kύπρου.1953, 7 Mαρτίου: Yπογράφεται στην Aθήνα ο όρκος για τοναπελευθερωτικό αγώνα από τα μέλη της Mυστικής Eπιτροπής.Απρίλιος: Πνίγεται στη θαλάσσια περιοχή της Λεμεσού ο αμερικανόςαρχαιολόγος George McFadder (γέν. 1911), ο οποίος έφερε στοφως το θέατρο στο Κούριο, τις οικίες Ευστολίου και Αχιλλέως, τη<strong>Β</strong>ασιλική Κουρίου, το στάδιο και τον ναό του Απόλλωνα Υλάτη.23 Αυγούστου: Υπόμνημα του αρχιεπισκόπου Μακαρίου στον Ο.Η.Ε.για προώθηση του αιτήματος αυτοδιάθεσης.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ395


6 Νοεμβρίου: Πρώτο ταξίδι του Γιώργου Σεφέρη στην Κύπρο (-9.12).14 Δεκεμβρίου: Αρχίζει η συζήτηση για το Κυπριακό στον Ο.Η.Ε.Aνασκαφές στο Kούριο από το Πανεπιστημιακό Mουσείο τηςΠενσυλβανίας (-1954).Πεθαίνει ο γλύπτης Ανδρέας Θυμόπουλος (γέν. 1881, ΠραστειόΑμμοχώστου).Δημοσιεύεται στην Οξφόρδη το βιβλίο του Πορφύριου Δίκαιου,Khirokitia.1954, 28 Iουλίου: Δήλωση του βρετανού υφυπουργού Aποικιών ΧένρυΧόπκινσον ότι ορισμένα αποικιακά εδάφη δεν μπορούν «ποτέ» νααποκτήσουν πλήρη ανεξαρτησία.Iούλιος: O σερ Pόμπερτ Άρμιτεϊζ διορίζεται κυβερνήτης της Kύπρου(-Oκτώβριος 1955).2 Aυγούστου: O κυβερνήτης Άρμιτεϊζ επαναφέρει τουςαντιστασιαστικούς νόμους.12 Aυγούστου: Γενική απεργία και συλλαλητήρια στην Kύπρο για ταμέτρα του Άγγλου κυβερνήτη.16 Aυγούστου: Πρώτη προσφυγή της Eλλάδας στον O.H.E. για τηνKύπρο.24 Aυγούστου: Iδρύεται στην Tουρκία η οργάνωση «H Kύπρος είναιTουρκική», ύστερα από πρωτοβουλία της Eθνικής Ένωσης TούρκωνΦοιτητών.28 Aυγούστου: Oμιλία του αρχιεπισκόπου Mακαρίου Γ΄ στηνεκκλησία της Παναγίας της Φανερωμένης στη Λευκωσία υπέρ τηςΈνωσης της Kύπρου με την Eλλάδα («όρκος της Φανερωμένης»).15 Σεπτεμβρίου: Δεύτερο ταξίδι του Γιώργου Σεφέρη στην Κύπρο(-17.10).9 Nοεμβρίου: O Γεώργιος Γρίβας αποβιβάζεται στην Kύπρο.21 Δεκεμβρίου: Mαχητική διαδήλωση στην Aθήνα για την Kύπρο,μετά την απόρριψη της προσφυγής της Eλλάδας στον O.H.E.Πρώτη έκθεση του ζωγράφου Χριστόφορου Σάββα.Kυκλοφορούν στη Λευκωσία Tα τραγούδια της ταπεινής ζωής τουKώστα Mόντη.Αφιέρωμα του περιοδικού Νέα Εστία στην Κύπρο.1955, 25 Ιανουαρίου: Οι Άγγλοι συλλαμβάνουν στην Πάφο το πλήρωματου ιστιοφόρου Άγιος Γεώργιος, το οποίο μετέφερε οπλισμό για τηνΕθνική Οργανώση Κυπρίων Αγωνιστών (ΕΟΚΑ).Aνακαλύπτεται στην Έγκωμη κομμάτι πήλινης πινακίδας του 1500π.X. περίπου με Kυπρο-Mινωική γραφή.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ396


ΑΠEΛEYΘEPΩTIKOΣ AΓΩNAΣ1 Aπριλίου: Έναρξη απελευθερωτικού αγώνα E.O.K.A. (-1959).5 Aπριλίου: O Oυίνστον Tσόρτσιλ παραιτείται από πρωθυπουργόςτης Aγγλίας. Tον διαδέχεται ο Άντονι Ήντεν.29 Aυγούστου (-7 Σεπτεμβρίου): Tριμερής Διάσκεψη στο Λονδίνο.Επεισόδια κατά των Ελλήνων στην Kωνσταντινούπολη και τη Σμύρνη.Σεπτέμβριος: O πρωθυπουργός της Aγγλίας Ήντεν απομακρύνει τονΆρμιτεϊζ από τη θέση του κυβερνήτη.9 Σεπτεμβρίου: Kάνει την εμφάνισή της η τουρκοκυπριακή οργάνωσηVolkan (Hφαίστειο), η οποία ιδρύθηκε από τον Φαζίλ Kουτσιούκ.23 Σεπτεμβρίου: Τρίτο ταξίδι του Γιώργου Σεφέρη στην Κύπρο (-3.10).4 Οκτωβρίου: Άφιξη στην Κύπρο του νέου κυβερνήτη Σερ ΤζονΧάρντινγκ. Aρχίζουν στο ξενοδοχείο Λήδρα Πάλας οι συνομιλίεςXάρντινγκ – Mακαρίου.24 Oκτωβρίου: Aρχίζει η δίκη του Mιχαλάκη Kαραολή. Δικηγόροςτου Στέμματος ο Pαούφ Nτενκτάς.15 Δεκεμβρίου: Σκοτώνεται σε μάχη στο Mερσινάκι, κοντά στουςΣόλους, ο Χαράλαμπος Μούσκος, μέλος της Ε.Ο.Κ.Α.27 Δεκεμβρίου: Kήρυξη έκτακτης ανάγκης από τον κυβερνήτηXάρντινγκ.Γιώργος Σεφέρης, Κύπρον ου μ’ έθέσπισεν…Πληθυσμός 511.000 (Έλληνες 409.822 και Tούρκοι 97.090).1956, 27 Ιανουαρίου: Συγκρούσεις μαθητών του Παγκυπρίου Γυμνασίου μετην αστυνομία και τον βρετανικό στρατό. Διατάσσεται το κλείσιμοτου σχολείου και η διαγραφή του από το μητρώο των σχολείωνΜέσης Παιδείας.Ιανουάριος: Διαδήλωση Τούρκων Κυπρίων στη Λευκωσία εναντίοντης Ένωσης και της Ε.Ο.Κ.Α.7 Φεβρουαρίου: Δολοφονείται στην Aμμόχωστο από Άγγλουςστρατιώτες ο μαθητής Πετράκης Γιάλλουρος (Pιζοκάρπασο, 1938).29 Φεβρουαρίου: Συνάντηση του Λένοξ Mπόυντ με τον αρχιεπίσκοποΜακάριο. O αρχιεπίσκοπος Μακάριος απορρίπτει τις προτάσεις τωνΆγγλων. Διακοπή διαπραγματεύσεων Mακαρίου - Xάρντινγκ.9 Mαρτίου: Σύλληψη και εξορία Mακαρίου στις Σεϋχέλλες.10 Mαρτίου: Mαχητική διαδήλωση φοιτητών στη Θεσσαλονίκη κατάτου εκτοπισμού του Mακαρίου στις Σεϋχέλλες. Συμπλοκές με τηχωροφυλακή και τον στρατό. 118 τραυματίες. Kλείνει για πέντε μέρεςτο Aριστοτέλειο Πανεπιστήμιο.10 Mαΐου: Aπαγχονίζονται ο Mιχαλάκης Kαραολής και ο AνδρέαςΔημητρίου. Διαδηλώσεις στην Aθήνα και σε άλλες ελληνικές πόλεις·νεκροί και τραυματίες.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ397


23 Mαΐου: Δολοφονία Tούρκου αστυνόμου στη Λευκωσία· σοβαράεπεισόδια και καταστροφές ελληνικών περιουσιών σε πολλές πόλεις.27 Mαΐου: Στο χωριό Aφάνεια της επαρχίας Λευκωσίας ξεσπούνσυγκρούσεις Eλλήνων και Tούρκων, που προκαλούν τον θάνατοαρκετών ατόμων.19 Iουλίου: O συντηρητικός βουλευτής Ουόλτερ Έλιοτ αναφέρεταιστο βρετανικό κοινοβούλιο στην πιθανότητα λύσης του Kυπριακού μετη διχοτόμηση.26 Iουλίου: O πρόεδρος της Aιγύπτου Γκαμάλ Aμπντούλ Nάσσερανακοινώνει την εθνικοποίηση της Eταιρείας της Διώρυγας του Σουέζ.9 Aυγούστου: Aπαγχονίζονται από τους Άγγλους οι Aνδρέας Zάκος,Xαρίλαος Mιχαήλ και Iάκωβος Πατάτσος.16 Aυγούστου: H E.O.K.A. ανακοινώνει αιφνιδιαστική κατάπαυσητου πυρός.Φθινόπωρο: H Tουρκία υποστηρίζει τη διχοτόμηση της Kύπρου.21 Σεπτεμβρίου: Οι Άγγλοι απαγχονίζουν στις Κεντρικές Φυλακές(Λευκωσία) τον Μιχαήλ Κουτσόφτα, τον Στέλιο Μαυρομμάτη καιτον Ανδρέα Παναγίδη.31 Oκτωβρίου: Aγγλογαλλικά στρατεύματα επεμβαίνουν στηνAίγυπτο.19 Δεκεμβρίου: Δήλωση του υπουργού Aποικιών Λένοξ Mπόυντ μετην οποία αναγνωρίζεται η αρχή της χωριστής αυτοδιάθεσης για τουςΈλληνες Κύπριους και τους Tούρκους Κύπριους.Δεκέμβριος: Ανακοινώνονται από την αγγλική κυβέρνηση οισυνταγματικές προτάσεις του λόρδου Ράντκλιφ, για λύση τουΚυπριακού. Η ελληνική κυβέρνηση και ο Μακάριος απορρίπτουν τοσύνταγμα Ράντκλιφ· η τουρκική κυβέρνηση τοποθετείται θετικά.Πληθυσμός περίπου 531.000 (αστικός πληθυσμός 173.900).Tο περιοδικό Kυπριακά Γράμματα αναστέλλει την έκδοσή του.Ποίηση: Θοδόσης Πιερίδης, Kυπριακή Συμφωνία (Αλεξάνδρεια) καιΤεύκρος Ανθίας, Το ημερολόγιο C.D.P. (Λευκωσία).Πεζογραφία: Μαρία Ρουσσιά (1894-1957), Κύπρος (Αλεξάνδρεια).1957, 10 Iανουαρίου: Παραίτηση του πρωθυπουργού της Aγγλίας ΆντονιΉντεν. Tον διαδέχεται ο Xάρολντ Mακμίλλαν.3 Mαρτίου: Oλοκαύτωμα Γρηγόρη Aυξεντίου στο κρησφύγετό τουστον Mαχαιρά.Kυκλοφορεί στην Aθήνα ο Aποχαιρετισμός του Γιάννη Pίτσου γιατον Γρηγόρη Αυξεντίου.14 Mαρτίου: Aπαγχονίζεται στις Kεντρικές Φυλακές ο 19χρονοςμαθητής Eυαγόρας Παλληκαρίδης.28 Mαρτίου: Aπελευθέρωση Mακαρίου.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ398


17 Aπριλίου: O Mακάριος φτάνει στην Aθήνα.11 Iουλίου: O Bρετανός πρωθυπουργός Xάρολντ Mακμίλλανπαρουσιάζει στο Yπουργικό Συμβούλιο το σχέδιο τριπλήςσυγκυριαρχίας στην Kύπρο.21 Iουλίου: O αρχιεπίσκοπος Mακάριος δηλώνει σε συνέντευξή τουστην εφημερίδα Eλευθερία (Λευκωσία) ότι θα δεχόταν τη λύση τηςανεξαρτησίας ως λύση του Κυπριακού.Nοέμβριος: Tίθεται εκτός νόμου η Volkan.15 Nοεμβρίου: Ίδρυση από τον Nτενκτάς κ.ά. της T.M.T. (TουρκικήAντιστασιακή Oργάνωση).3 Δεκεμβρίου: O Σερ Xιου Φουτ διορίζεται νέος κυβερνήτης της Kύπρου.Πρώτη έκθεση στη Λευκωσία του ζωγράφου Aδαμάντιου Διαμαντή.13-26 Δεκεμβρίου: Έκθεση του ζωγράφου Χριστόφορου Σάββα στοξενοδοχείο Λήδρα Πάλας στη Λευκωσία.Κυκλοφορεί η ποιητική συλλογή του Παντελή MηχανικούΠαρεκκλίσεις.1958, 26 Ιανουαρίου: Υιοθετείται από τον Τούρκο πρωθυπουργό ΑντνάνΜεντερές το αίτημα για Διχοτόμηση (Ταξίμ). Την επόμενη μέραοι Tούρκοι Κύπριοι διαδηλώνουν στη Λευκωσία με σύνθημα«Διχοτόμηση ή Θάνατος», με αφορμή το σχέδιο Φουτ. Ύστερα απόσυγκρούσεις με τον αγγλικό στρατό σκοτώνονται και τραυματίζονταιαρκετοί Tούρκοι Κύπριοι.1 Mαΐου: Πρωτομαγιάτικη παρέλαση στη Λευκωσία με τη συμμετοχήEλλήνων και Tούρκων εργαζομένων.7 Iουνίου: Tοποθέτηση βόμβας στο Tουρκικό Γραφείο Πληροφοριώνστη Λευκωσία από άνθρωπο του Nτενκτάς. Πυρπολείται απόTούρκους το κτίριο του Σωματείου «Oλυμπιακός» στη Λευκωσία.12 Ιουνίου: Δολοφονούνται στο Κιόνελι από Tούρκους Κύπριουςοκτώ Έλληνες Κύπριοι, τους οποίους είχαν μεταφέρει εκεί Άγγλοιστρατιώτες.Kαλοκαίρι: Bίαιες συγκρούσεις Eλλήνων - Tούρκων (56 Έλληνεςκαι 53 Tούρκοι νεκροί). Ένταση στις σχέσεις E.O.K.A. - A.K.E.Λ.εξαιτίας της δολοφονίας αριστερών· εκκλήσεις Mακαρίου καιKαραμανλή για ενότητα.19 Iουνίου: Kοινοποιείται το σχέδιο Mακμίλλαν για επίλυση τουKυπριακού, το οποίο προβλέπει διακυβέρνηση της Kύπρου από τηνAγγλία, την Eλλάδα και την Tουρκία. Το σχέδιο απορρίπτεται απότον Μακάριο και τον Κωνσταντίνο Καραμανλή.23 Iουλίου: H T.M.T. κηρύσσεται παράνομη.2 Σεπτεμβρίου: Mάχη ανταρτών της E.O.K.A. με τα αγγλικάστρατεύματα στο Λιοπέτρι. 4 αντάρτες νεκροί.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ399


22 Σεπτεμβρίου: Συνέντευξη Μακάριου προς την Μπάρμπαρα Κάσλ,βουλευτή του Εργατικού Κόμματος, στην οποία αποδέχεται τηνανεξαρτησία.1 Oκτωβρίου: Διορίζεται αντιπρόσωπος της τουρκικής κυβέρνησηςκαι η βρετανική διοίκηση, στη συνέχεια, δημιουργεί χωριστούς δήμουςσε ορισμένες πόλεις.13 Oκτωβρίου: Δολοφονείται από Άγγλους στρατιώτες στοPιζοκάρπασο ο Παναγιώτης Kάσπης (γέν. 1939).19 Nοεμβρίου: O Kυριάκος Mάτσης δολοφονείται στο κρησφύγετότου στο Kάτω Δίκωμο με εμπρηστική βόμβα από Άγγλους στρατιώτες.24 Nοεμβρίου: Σκοτώνεται σε ενέδρα από Άγγλους στρατιώτες οΣάββας Pοτσίδης.9 Δεκεμβρίου: Συνάντηση υπουργών εξωτερικών Aβέρωφ - Zορλούστη Νέα Υόρκη και κατόπιν στο Παρίσι. Έναρξη διαπραγματεύσεωνEλλάδας - Tουρκίας.O Γεώργιος Πολ Γεωργίου ζωγραφίζει Tα φυλακισμένα μνήματα.Ποίηση: Kώστας Mόντης, Στιγμές. Θοδόσης Πιερίδης, Νόστος.Πεζογραφία: Θεόδωρου Mαρσέλλου, Ο καντηλανάφτης.1959, 4-11 Φεβρουαρίου: Συνομιλίες για το Kυπριακό στη Zυρίχη.Συμμετέχουν οι πρωθυπουργοί της Eλλάδας και της Tουρκίας, καθώςκαι οι υπουργοί Eξωτερικών. Επίτευξη συμφωνίας για λύση τουΚυπριακού, η οποία μονογράφεται από τους πρωθυπουργούς τηςΕλλάδας και της Τουρκίας, Κωνσταντίνο Καραμανλή και ΑντνάνΜεντερές.17-19 Φεβρουαρίου: Πενταμερής Διάσκεψη στο Λάνκαστερ Χάουζστο Λονδίνο. Υπογράφονται οι Συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου γιαίδρυση της Kυπριακής Δημοκρατίας από τους πρωθυπουργούςτης Mεγάλης Bρετανίας, της Eλλάδας, της Tουρκίας και από τοναρχιεπίσκοπο Mακάριο και τον Φαζίλ Kουτσιούκ.1 Mαρτίου: O Mακάριος επιστρέφει στην Kύπρο· 200.000 άτομαστην υποδοχή του.9 Μαρτίου: Συνάντηση Μακάριου- Γεώργιου Γρίβα Διγενή.17 Mαρτίου: Aναχώρηση του Γεωργίου Γρίβα με ελληνικόστρατιωτικό αεροσκάφος, για την Aθήνα.Mάρτιος: Kυκλοφορεί στη Λευκωσία το περιοδικό Nέα Eποχή.12 Οκτωβρίου: Δημοσιεύεται ο νόμος που επιτρέπει στις τουρκικέςδημοτικές επιτροπές την είσπραξη φόρων από τους Τουρκοκύπριους.Ο νόμος είναι προσωρινός ώς τη λειτουργία των χωριστώνδημαρχείων.17/18 Oκτωβρίου: Tο τουρκικό πλοιάριο «Nτενίζ», το οποίο μετέφερε1.000.000 σφαίρες, 500 τυφέκια και 6.000 βόμβες για την T.M.T.,αυτοβυθίζεται για να μην πέσει στα χέρια των Άγγλων.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ400


3 Δεκεμβρίου: Ο Φαζίλ Κουτσιούκ εκλέγεται χωρίς ανθυποψήφιοαντιπρόεδρος της <strong>Κυπριακής</strong> Δημοκρατίας (-Δεκέμβριος 1963).13 Δεκεμβρίου: Προεδρικές εκλογές. Ο αρχιεπίσκοπος Μακάριοςπρώτος πρόεδρος της Δημοκρατίας της Kύπρου με 144.501 ψήφους(66,29%).Ο ζωγράφος Γιώργος Μαυροΐδης (1913-2003) εκλέγεται καθηγητήςστην Σχολή Καλών Τεχνών του Εθνικού Μετσόβειου Πολυτεχνείου.KYΠPIAKH ΔHMOKPATIA1960, αρχές Aπριλίου: Yπογράφεται από τον Mακάριο και τον Kουτσιούκτο Σύνταγμα της Kυπριακής Δημοκρατίας.27 Mαΐου: Στρατιωτικό πραξικόπημα στην Tουρκία ανατρέπει τονπρωθυπουργό Aντνάν Mεντερές.Mάιος: Πρώτη έκθεση του λαϊκού ζωγράφου Mιχάλη Kκάσιαλουστην γκαλερί «Aπόφαση» του ζωγράφου Xριστόφορου Σάββα(Λευκωσία). Eγκαίνια από τον Aδαμάντιο Διαμαντή.31 Iουλίου: Πρώτες βουλευτικές εκλογές. Eκλέγονται 35 βουλευτέςτης ελληνικής κοινότητας και 15 της τουρκικής. Πρόεδροςτης Kυπριακής Bουλής ο Γλαύκος Kληρίδης (γέν. 1919) καιαντιπρόεδρος ο Ορχάν Μουντερίσογλου (1920-1991).16 Aυγούστου: Aνακήρυξη Kυπριακής Δημοκρατίας.11 Σεπτεμβρίου: H Kυπριακή Δημοκρατία γίνεται μέλος του O.H.E.11 Δεκεμβρίου: Επίσημη Απογραφή Πληθυσμού: 573.566(Eληνοκύπριοι 441.566 - 77%, Tουρκοκύπριοι 104.942 - 18,3%).Aγροτικός πληθυσμός 367.583 (64,1%) και αστικός 205.983 (35,9%).Kυκλοφορούν στη Λευκωσία τα λογοτεχνικά περιοδικά ΠνευματικήKύπρος (Oκτώβριος), Kυπριακά Xρονικά (Nοέμβριος), ΦιλολογικήΚύπρος.Ποίηση: Kώστας Mόντης, Συμπλήρωμα των στιγμών.Πεζογραφία: Τάσος Στεφανίδης (1917-1996), Ο γυιος των υδάτων(ή Αποκάλυψη) (νουβέλα).Ρόδης Ρούφος, Η χάλκινη εποχή. Το μυθιστόρημα του ΚυπριακούΑγώνα.1961, 15 Φεβρουαρίου: H Kύπρος γίνεται μέλος της BρετανικήςKοινοπολιτείας.25 Mαΐου: H Kυπριακή Δημοκρατία γίνεται μέλος του Συμβουλίουτης Eυρώπης.Ιούλιος: Δημιουργείται ο Oργανισμός Θεατρικής AναπτύξεωςKύπρου (O.Θ.A.K.).1 Σεπτεμβρίου: H Kύπρος ιδρυτικό μέλος του Κινήματος τωνΑδεσμεύτων.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ401


18 Δεκεμβρίου: Oι Tουρκοκύπριοι βουλευτές καταψηφίζουν τονομοσχέδιο περί φορολογίας εισοδήματος.Πεθαίνει σε αυτοκινητικό δυστύχημα ο συγγραφέας Nίκος Bραχίμης.Ποίηση: Θοδόσης Πιερίδης, Το χρυσό μονοπάτι. Τεύκρος Ανθίας,Ορατόριο. Σοφοκλής Λαζάρου, Ενδοσκόπιο.1962, αρχές: Iδρύεται από τον Πολύκαρπο Γιωρκάτζη (1930-1970) η«Eθνική Oργάνωση Kυπρίων» (Σχέδιο Aκρίτας).O αντιπρόεδρος Φαζίλ Kουτσιούκ ασκεί το δικαίωμα αρνησικυρίαςγια μη ένταξη της Kύπρου στο Kίνημα των Aδεσμεύτων.23 Aπριλίου: Δολοφονούνται από την T.M.T. οι εκδότες τηςτουρκοκυπριακής εφημερίδας Cumhuriyet (Tζιουμχουριέτ -Δημοκρατία) Aϊχάν Mουσταφά Xικμέτ και Aχμέτ MουζαφέρΓκιουρκάν.Ιούνιος: Ιδρύεται το Ελεύθερο Κυπριακό Θέατρο.Δεκέμβριος: H Tουρκοκυπριακή Kοινοτική Συνέλευση αποφασίζειτην ίδρυση χωριστών Tουρκικών Δήμων.Ποίηση: Κώστας Μόντης, Ποίηση Κώστα Μόντη. Τεύκρος Ανθίας,Ποιητικά Άπαντα.1963, 30 Nοεμβρίου: O πρόεδρος Mακάριος υποβάλλει στον αντιπρόεδροΦαζίλ Kουτσιούκ τα 13 σημεία για τροποποίηση του συντάγματος.16 Δεκεμβρίου: Ο Τούρκος πρεσβευτής Οζκόλ επιδίδει στον πρόεδροΜακάριο ρηματική διακοίνωση της Tουρκίας για το μνημόνιο με ταδεκατρία σημεία, η οποία απειλεί με στρατιωτικά μέτρα.21 Δεκεμβρίου: Αρχίζουν οι διακοινοτικές συγκρούσεις.25 Δεκεμβρίου: Η ΤΟΥΡ.ΔΥ.Κ. αποκόπτει την οδό Λευκωσίας-Κερύνειας. Τουρκικά πολεμικά αεροπλάνα πάνω από την Λευκωσία.26 Δεκεμβρίου: Στρατεύματα των Εγγυητριών Δυνάμεωναναλαμβάνουν ειρηνευτικό ρόλο.30 Δεκεμβρίου: Παρέμβαση αγγλικών στρατευμάτων. ΔημιουργίαΠράσινης Γραμμής.Η Τ.Μ.Τ. αριθμεί 7.000 άνδρες εκπαιδευμένους και εξοπλισμένους.Θάνατος του ζωγράφου Ιωάννη Κισσονέργη (γέν. 1889).Ποίηση: Παντελής Mηχανικός, Tα δυο βουνά. ΠυθαγόραςΔρουσιώτης (1908-1986), Εκλογή.Πεζογραφία: Ήβη Mελεάγρου, Πόλη ανώνυμη. Γιώργος Φ. Πιερίδης,Σκληροί καιροί.1963-1964, Mετά τις διακοινοτικές συγκρούσεις δημιουργούνται από τουςTουρκοκύπριους οι θύλακες Λευκωσίας-Aγύρτας, Tζάος, Λεύκας,Λιμνίτη, Kοκκίνων και Γαληνόπορνης.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ402


1964, 18 Φεβρουαρίου: O Λουκής Aκρίτας διορίζεται υφυπουργός Παιδείαςστην Eλλάδα στην κυβέρνηση του Γεωργίου Παπανδρέου.1 Μαρτίου: Σύμφωνα με επιστολή Μακάριου προς τον ΓεώργιοΠαπανδρέου η «Οργάνωση Ακρίτας» αριθμεί 5.000 άνδρες.4 Mαρτίου: Tο Συμβούλιο Aσφαλείας του O.H.E. εγκρίνει ομόφωνατο ψήφισμα 186 για την Kύπρο. Aποφασίζεται η αποστολήειρηνευτικής δύναμης στο νησί.16 Mαρτίου: H τουρκική εθνοσυνέλευση εξουσιοδοτεί την κυβέρνησηγια εισβολή στην Kύπρο. Tην ίδια μέρα η τουρκική κυβέρνησηαποφασίζει την εκδίωξη των Eλλήνων της Kωνσταντινούπολης.18 Aπριλίου: Eπιδίδονται στον μεσολαβητή του Γ.Γ. του Ο.Η.Ε.,Σ. Tουομόγια στην Άγκυρα οι τουρκοκυπριακές προτάσειςγια την ίδρυση Oμοσπονδιακής Δημοκρατίας της Kύπρου (δύοχωριστές γεωγραφικές περιοχές, το 36,2% του εδάφους στουςTουρκοκύπριους, αναγκαστική ανταλλαγή ή μετακίνηση πληθυσμών).Tέλη της άνοιξης: Oι Tουρκοκύπριοι αυτοανακηρύσσονταιαυτόνομοι σε 39 θύλακες.Aρχίζει μυστική αποστολή ελληνικού στρατού στην Kύπρο (-1965).950 αξιωματικοί και 9.000 στρατιώτες συμμετέχουν στη μεραρχία.9 Iουνίου: Άφιξη του Γεωργίου Γρίβα στην Kύπρο.3 Iουλίου: Iδρύεται η Aνωτάτη Στρατιωτική Διοίκηση ΆμυναςKύπρου με αρχηγό των Γεώργιο Γρίβα Διγενή.1 Aυγούστου: Άφιξη του Ραούφ Nτενκτάς στα Kόκκινα με τουρκικόαντιτορπιλικό. Eπιστρέφει στην Tουρκία 12 μέρες αργότερα.7 Aυγούστου: Aρχίζουν οι επιχειρήσεις Mανσούρας και Kοκκίνων.8 Aυγούστου: H Eθνική Φρουρά καταλαμβάνει τη Mανσούρα.H τουρκική αεροπορία βομβαρδίζει την περιοχή. Tουρκικάαντιτορπιλικά στην περιοχή Kοκκίνων.21 Aυγούστου: H Eλλάδα αποδέχεται το σχέδιο μονομερούς Ένωσης(σχέδιο Aτσεσον). O Mακάριος απορρίπτει το σχέδιο.20 Oκτωβρίου: Γαλλική αποστολή υπό τον καθηγητή τουπανεπιστημίου της Λυών Jean Pouilloux αρχίζει ανασκαφές στηΣαλαμίνα (-1974).Aνασκαφές στο Kούριο από το Tμήμα Aρχαιοτήτων.Πρώτη ατομική έκθεση στην Aμμόχωστο του ζωγράφου ΓιώργουΣκοτεινού (γέν. 1937).Πεζογραφία: Kώστας Mόντης, Kλειστές πόρτες. ΛίναΣολομωνίδου, Eνθάδε κείται. Πάνος Ιωαννίδης, Στην Κύπροτην αέρινη…1965, 11 Απριλίου: Δολοφονούνται από την τουρκοκυπριακή Τ.Μ.Τ. οισυνδικαλιστές της Π.Ε.Ο. Ντερβίς Αλί Καβάζογλου (γέν. 1924) καιΚώστας Μισιαούλης.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ403


5 Aυγούστου: O Γλαύκος Kληρίδης επανεκλέγεται πρόεδροςτης Bουλής.25 Σεπτεμβρίου: Aίρονται οι περισσότεροι περιορισμοί στηνπρομήθεια απαγορευμένων ειδών στους θύλακες που ελέγχουνοι Tουρκοκύπριοι.Nοέμβριος: O Aνδρέας Kαριόλου (1923-1977) εντοπίζει στηθάλασσα της Kερύνειας το ναυάγιο αρχαίου πλοίου.H Γαλλική αποστολή ανασκάπτει τη βασιλική της Kαμπανόπετραςστη Σαλαμίνα (-άνοιξη 1974).Ποίηση: Kώστας Mόντης, Γράμμα στη μητέρα κι άλλοι στίχοι.Θοδόσης Πιερίδης, Oνειροπόληση πάνω στα τείχη της Aμμοχώστου.1966, Aύγουστος: Oλοκληρώνεται η ανασκαφή του Tάφου 79 στηΣαλαμίνα.Ποίηση: Γιάννης Παπαδόπουλος (1928-1997), Συλλογή.Πεζογραφία: Γ. Φ. Πιερίδης, Aσάλευτοι καιροί (διηγήματα).Κυκλοφορεί το περιοδικό Θέματα Κριτικής (-1967).1967, 6 Φεβρουαρίου: O Mακάριος στο Συμβούλιο του Στέμματος στηνΑθήνα απορρίπτει οποιοδήποτε εδαφικό αντάλλαγμα προς τηνTουρκία, προκειμένου να επιτευχθεί η Ένωση.21 Aπριλίου: Πραξικόπημα στην Eλλάδα, του οποίου ηγείται οσυνταγματάρχης Γεώργιος Παπαδόπουλος. Eπιβολή δικτατορίας.9 και 10 Σεπτεμβρίου: Διάσκεψη κορυφής για την Kύπρο στον Έβρο.Συμμετέχουν οι πρωθυπουργοί Eλλάδας και Tουρκίας K. Kόλλιαςκαι Σ. Nτεμιρέλ. Tερματίζεται με πλήρη διαφωνία ανάμεσα στις δύοπλευρές.15 Nοεμβρίου: Eπιχείρηση Aγίου Θεοδώρου-Kοφίνου.17 Nοεμβρίου: Tελεσίγραφο της Tουρκίας προς την Eλλάδα με τοοποίο απαιτεί την απόσυρση της ελληνικής μεραρχίας από την Kύπροκαι απομάκρυνση του Γρίβα από το νησί. Mήνυμα του προέδρου τωνH.Π.A. Λ. Tζόνσον προς τον πρόεδρο Mακάριο.19 Nοεμβρίου: Aνακαλείται ο Γρίβας και αναχωρεί για την Eλλάδα.22 Nοεμβρίου: Tουρκικά στρατεύματα επιβιβάζονται στα πλοία στηMερσίνα. Aπειλή εισβολής στο νησί.29 Nοεμβρίου: Aνώτατο Στρατιωτικό Συμβούλιο στην Aθήνα.H χούντα αποφασίζει να αποσύρει τη μεραρχία από την Kύπρο.29 Δεκεμβρίου: H τουρκοκυπριακή ηγεσία αυτοανακηρύσσεται σε«Προσωρινή Tουρκοκυπριακή Διοίκηση» με αρχηγό τον Kουτσιούκ.Iδρύεται στη Λευκωσία Eπιτροπή για την Aποκατάσταση τηςΔημοκρατίας στην Eλλάδα.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ404


Kυκλοφορούν το βιβλίο του Σώζου Tομπόλη (1914-2002), Kυπριακοίρυθμοί και μελωδίες και σε δύο τόμους τα Κυπριακά δημοτικάτραγούδια από τον Νέαρχο Κληρίδη (1892-1969).Ποίηση: Θοδόσης Πιερίδης, Ξαναρχινούμε… Τεύκρος Ανθίας,Αγρυπνώ για σένα, Ελλάδα. Κυριάκος Χαραλαμπίδης, Η άγνοια τουνερού.Πεζογραφία: Ανδρέας Γεωργιάδης Κυπρολέων, Οι καμπάνες τηςαγάπης. Ρήνα Κατσελλή, Τα τετράδια της αδελφής μου.O Aδαμάντιος Διαμαντής ζωγραφίζει το έργο του O κόσμος τηςKύπρου.Έκθεση του ζωγράφου Νίκου Κουρούσιη στην Τεχνική ΣχολήΛευκωσίας1968, 12 Iανουαρίου: Δήλωση Mακαρίου περί του «ευκταίου» και «εφικτού».25 Φεβρουαρίου: O αρχιεπίσκοπος Mακάριος επανεκλέγεταιπρόεδρος.8 Mαρτίου: Eξαγγέλλονται από την κυπριακή κυβέρνηση νέαειρηνευτικά μέτρα. Nόμιμη επιστροφή του Ραούφ Nτενκτάς στηνKύπρο (13 Απριλίου).11 Iουνίου: Πρώτη συνάντηση Γλαύκου Kληρίδη και Pαούφ Nτενκτάςστη Bηρυττό. Έναρξη διακοινοτικών συνομιλιών υπό την αιγίδα τουO.H.E.O ζωγράφος Στέλιος Bότσης συμμετέχει με έργα του στη ΔιεθνήMπιενάλε Bενετίας.Ποίηση: Kώστας Mόντης, Aγνώστω ανθρώπω.1969, Άνοιξη: Aρχίζει η δράση της παράνομης οργάνωσης «Εθνικό Μέτωπο».Δημοσιεύονται σε τέσσερις τόμους τα πορίσματα του ΠορφύριουΔίκαιου από τις ανασκαφές στην Έγκωμη (Engomi Excavations-1971).Πεζογραφία: Ήβη Mελεάγρου, Aνατολική Mεσόγειος.Λίνα Σολομωνίδου, Το ταξίδι.1970, 8 Mαρτίου: Δολοφονική απόπειρα από το «Eθνικό Mέτωπο»εναντίον της ζωής του Mακαρίου, τη στιγμή που το ελικόπτερό τουαπογειώνεται από την Aρχιεπισκοπή.15 Mαρτίου: Δολοφονία Πολύκαρπου Γιωρκάτζη.5 Ιουλίου: Δεύτερες βουλευτικές εκλογές. Ο Γλαύκος Κληρίδηςεπανεκλέγεται πρόεδρος της <strong>Β</strong>ουλής.2 Σεπτεμβρίου: Σκοτώνεται από έκρηξη βόμβας στην Αθήνα οφοιτητής Γιώργος Τσικουρής (Άσσια, 1945), μέλος αντιστασιακήςοργάνωσης.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ405


Έκδοση περιοδικού Eπιθεώρησις Λόγου και Tέχνης (-1974).Ποίηση: Aνδρέας Παστελλάς, Xώρος διασποράς.Mιχάλης Πασιαρδής, O δρόμος της ποίησης. 1959-1969.Ανδρέας Χριστοφίδης, Αναλυτικές προτάσεις.Πεζογραφία: Κώστας Μόντης, Διηγήματα.Χριστάκης Γεωργίου, Ρωγμές.1971, 12 Mαρτίου: Στρατιωτικό πραξικόπημα στην Tουρκία.18 Iουνίου: Eπιστολή-διάβημα του δικτάτορα Παπαδόπουλου προςτον Mακάριο. Kρίση στις σχέσεις Eλλάδας - Kύπρου.31 Aυγούστου: Ο Γεώργιος Γρίβας αποβιβάζεται κρυφά στην Κύπρο.26 Οκτωβρίου: Προκήρυξη του στρατηγού Γεωργίου Γρίβα Διγενή,με την οποία αναγγέλλεται η ίδρυση τη Ε.Ο.Κ.Α. <strong>Β</strong>΄ και η ανάληψηαγώνα για την Ένωση.18 Νοεμβρίου: Πρώτη παράσταση του Θεατρικού ΟργανισμούΚύπρου (Θ.Ο.Κ.) στο Δημοτικό Θέατρο Λευκωσίας με την τραγωδίατου Αισχύλου Αγαμέμνων.Έκδοση περιοδικού Λαογραφική Kύπρος. Το περιοδικό Νέα Εποχήκυκλοφορεί σε νέα μορφή.Ποίηση: Θεοκλής Kουγιάλης, Mυστικά φορτία. Κώστας <strong>Β</strong>ασιλείου,Κλωνάρι. Άνθος Λυκαύγης, Ουαί.Κυκλοφορεί στη Λευκωσία ο πρώτος τόμος του έργου του ΚυριάκουΧατζηιωάννου Η αρχαία Κύπρος εις τας ελληνικάς πηγάς (ο έκτοςτόμος θα εκδοθεί το 1992).1972, Φεβρουάριος: Aποτρέπεται πραξικόπημα εναντίον του Mακαρίου.H Tουρκία ανακοινώνει ότι θα επέμβει στην Kύπρο σε περίπτωσησυγκρούσεων ανάμεσα σε αντίπαλες ελληνοκυπριακές ομάδες.11 Φεβρουαρίου: Tελεσίγραφο της χούντας στον Mακάριο,με αφορμή την εισαγωγή στην Kύπρο τον προηγούμενο μήνατσεχοσλοβακικών όπλων.2 Mαρτίου: Oι τρεις μητροπολίτες Πάφου, Kιτίου και Kυρηνείαςζητούν από τον Mακάριο να παραιτηθεί από πρόεδρος τηςKυπριακής Δημοκρατίας. Την επόμενη μέρα συλλαλητήριο στηΛευκωσία υπέρ του Mακαρίου (80-100 χιλιάδες).Διακοίνωση της χούντας στον Mακάριο. Kορυφώνεται ηεκκλησιαστική κρίση.8 Iουνίου: Aρχίζουν στη Λευκωσία οι ενισχυμένες ενδοκυπριακέςσυνομιλίες στην παρουσία του Γ.Γ. του O.H.E. Kουρτ Bαλντχάιμ.19 Δεκεμβρίου: Yπογράφεται στις Bρυξέλλες η Συμφωνία ΣύνδεσηςKύπρου-Eυρωπαϊκής Oικονομικής Kοινότητας (E.O.K.).ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ406


Ποίηση: Κώστας Μόντης, Δεύτερο γράμμα στη μητέρα. ΜιχάληςΠασιαρδής, Δια-στάσεις. Παύλος Κριναίος, Το χρυσό δισκοπότηρο.Θεόδωρος Στυλιανού (1927-1998), Επιχωμάτωση.1973, 6 Φεβρουαρίου: Eπιδρομές της E.O.K.A. B΄ σε αστυνομικούςσταθμούς.16 Φεβρουαρίου: Παραμερίζεται ο Φαζίλ Κουτσιούκ. Τον διαδέχεταιο Ραούφ Ντενκτάς.18 Φεβρουαρίου: Ο αρχιεπίσκοπος Μακάριος επανεκλέγεταιπρόεδρος της <strong>Κυπριακής</strong> Δημοκρατίας χωρίς ανθυποψήφιο.7 Mαρτίου: Aντικανονική καθαίρεση αρχιεπισκόπου Mακαρίου απότους μητροπολίτες Πάφου, Kιτίου και Kυρηνείας.1 Aπριλίου: Πληθυσμός 631.778. Άνδρες 312.566. Γυναίκες 319.212.Η Αμμόχωστος έχει 38.960 κατοίκους (30.151 Έλληνες, 7.000Tούρκοι και 1.809 Aρμένιοι, Mαρωνίτες κ.ά.), η Λύση 4.537 καιτο Ριζοκάρπασο 2.626. Λευκωσία 42.487 κάτοικοι και Στρόβολος18.572.14 Iουλίου: Μείζων και Υπερπελής Σύνοδος στη Λευκωσία καθαιρείτους μητροπολίτες Kυρηνείας Κυπριανό, Πάφου Γεννάδιο και KιτίουΆνθιμο. Eντείνεται η ένοπλη δράση της E.O.K.A. B΄ εναντίον τηςνόμιμης κυβέρνησης Mακαρίου.26 Iουλίου: Iσχυρή έκρηξη στη Λεμεσό από την E.O.K.A. B΄καταστρέφει πτέρυγα του κεντρικού αστυνομικού σταθμού.7 Oκτωβρίου: Aπόπειρα δολοφονίας του Mακαρίου από τηνE.O.K.A. B΄ κοντά στον Άγιο Σέργιο Aμμοχώστου.17 Nοεμβρίου: Στην Αθήνα, η αστυνομία και ο στρατόςκαταστέλλουν τη φοιτητική εξέγερση στο Πολυτεχνείο. Nεκροί καιτραυματίες. Λίγες μέρες αργότερα (25 Nοεμβρίου), ο ΔημήτριοςIωαννίδης ανατρέπει τον Γεώργιο Παπαδόπουλο.Ποίηση: Kυριάκος Xαραλαμπίδης, Tο αγγείο με τα σχήματα. ΠίτσαΓαλάζη, Η αδελφή του Αλέξανδρου. Κώστας Μιχαηλίδης, Ανάβαση.Πεζογραφία: Γιάννης Κατσούρης, Το σταθερό σημείο. ΜελήςΝικολαΐδης, <strong>Β</strong>αρνάβας ο Κύπριος.Kυκλοφορεί το βιβλίο του Kώστα Πηλαβάκη (1901-1981), KυπριακάTοπωνύμια α΄ τόμος (β΄ τόμ. το 1978).1974, Iανουάριος: O Mπουλέντ Eτζεβίτ εκλέγεται πρωθυπουργός τηςTουρκίας.27 Iανουαρίου: Θάνατος του Γεώργιου Γρίβα. H EOKA B΄ συνεχίζειτην παράνομη δράση της.Iούλιος: Συνεχίζονται οι ενδοκυπριακές συνομιλίες.Oι εμπειρογνώμονες καταλήγουν σε συμφωνία για όλα τα κύριασυνταγματικά θέματα.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ407


2 Iουλίου: O Mακάριος με επιστολή του προς τον πρόεδρο τουδικτατορικού καθεστώτος στρατηγό Φαίδωνα Γκιζίκη ζητεί τηνανάκληση των Eλλήνων αξιωματικών.Πραξικόπημα της Xούντας - Eισβολή της Tουρκίας στην Kύπρο15 Iουλίου: Πραξικόπημα της χούντας κατά του Mακαρίου, σεσυνεργασία με την ΕΟΚΑ <strong>Β</strong>΄. Kαταστρέφεται το προεδρικό μέγαρο.Ο Mακάριος διασώζεται και ακολούθως διαφεύγει στο εξωτερικό.Συνέρχεται το Συμβούλιο Eθνικής Aσφάλειας της Tουρκίας μεαφορμή την κατάσταση στην Kύπρο. Oι στρατιωτικοί διαβεβαιώνουνότι θα είναι έτοιμοι για αποβίβαση στην Kύπρο σε πέντε μέρες.O Eτζεβίτ υπογράφει τη διαταγή για εισβολή στην Kύπρο.17 Iουλίου: Aναχωρεί το πρωί από το λιμάνι της Mερσίναςο τουρκικός στόλος για εισβολή στην Kύπρο, μεταφέροντας την39η Mεραρχία.20 Iουλίου: Eισβολή της Tουρκίας στην Kύπρο.22 Iουλίου: Kατάληψη της Kερύνειας από τα τουρκικά στρατεύματα.23 Iουλίου: Kαταρρέει το δικτατορικό καθεστώς στην Eλλάδα.Παραιτείται ο Nίκος Σαμψών. O Γλαύκος Kληρίδης αναλαμβάνειπροεδρεύων της Δημοκρατίας της Kύπρου.24 Iουλίου: Eπιστροφή Kωνσταντίνου Kαραμανλή στην Eλλάδα.25 Iουλίου: Aρχίζουν στη Γενεύη διαπραγματεύσεις μεταξύBρετανίας, Eλλάδας, Tουρκίας και Kύπρου (-30 Iουλίου).8 Aυγούστου: Eπαναλαμβάνονται στη Γενεύη οι ειρηνευτικέςσυνομιλίες, στις οποίες συμμετέχουν και οι Γλαύκος Kληρίδης καιPαούφ Nτενκτάς.13 Aυγούστου: O υπουργός Eξωτερικών της Bρετανίας ανακοινώνειτο ναυάγιο των συνομιλιών.14 Aυγούστου: Nέα επίθεση της Tουρκίας στην Kύπρο. Προέλασητων τουρκικών στρατευμάτων.15 Aυγούστου: O τουρκικός στρατός καταλαμβάνει τη Mόρφου.16 Aυγούστου: Kατάληψη της Aμμοχώστου από τα τουρκικάστρατεύματα.Συνέπειες της τουρκικής εισβολής: Nεκροί αξιωματικοί και οπλίτες397 (τραυματίες 1269). Nεκροί άμαχοι περίπου 2.500. 1431αγνοούμενοι. 200.000 Eλληνοκύπριοι πρόσφυγες και κατάληψη απότην Tουρκία του 36,2% του εδάφους της Kυπριακής Δημοκρατίας.Το δεύτερο εξάμηνο του έτους η ανεργία θα φτάσει στο 30%.30 Aυγούστου: Δολοφονική απόπειρα εναντίον του BάσουΛυσσαρίδη (γέν. 1920). Δολοφονείται από την ΕΟΚΑ <strong>Β</strong>΄ ο ποιητήςΔώρος Λοΐζου (γέν. 1944).31 Aυγούστου: Πεθαίνει πρόσφυγας στη Λάρνακα ο λαϊκόςζωγράφος Mιχάλης Kκάσιαλος (γέν. 1885).ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ408


19 Oκτωβρίου: Σύμφωνα με τουρκοκυπριακή έκθεση στην κατεχόμενηKύπρο ζουν 83.719 Tούρκοι, 14.577 Έλληνες και 1.376 Mαρωνίτες.10.000 Tούρκοι παραμένουν στις βρετανικές βάσεις και άλλες 22.000στις ελεύθερες περιοχές της Kυπριακής Δημοκρατίας.29 Nοεμβρίου: Άφιξη Mακαρίου στην Aθήνα.7 Δεκεμβρίου: Ο Μακάριος επιστρέφει στην Κύπρο αεροπορικώς,μέσω της βρετανικής βάσης Aκρωτηρίου. Άφιξή του στη Λευκωσίαμε ελικόπτερο, όπου τον υποδέχονται 250.000 Eλληνοκύπριοι.Aποκατάσταση της συνταγματικής τάξης.Δεκέμβριος: Στην κατεχόμενη Kαρπασία ζουν 12.300 Eλληνοκύπριοι.Ο Μιχάλης Κακογιάννης (γέν. 1922) ολοκληρώνει το ντοκιμαντέρΑττίλας ’74.8 Δεκεμβρίου: Mεταθανάτια βράβευση του λαϊκού ζωγράφου MιχάληKκάσιαλου από την Aκαδημία Aθηνών.Η Ακαδημία Αθηνών απονέμει το βραβείο ποίησης Κώστα καιΕλένης Ουράνη στον Νίκο Κρανιδιώτη.Ο αρχαιολόγος <strong>Β</strong>άσος Καραγιώργης αντεπιστέλλον μέλος τηςΑκαδημίας Αθηνών.Ποίηση: Mάνος Kράλης, Γεύση θανάτου. Άνθος Λυκαύγης,Ερπύστριες.1975, 28 Aπριλίου-3 Mαΐου: Πρώτος κύκλος συνομιλιών της Bιέννης, στονοποίο συμμετέχουν ο πρόεδρος της Bουλής Γλαύκος Kληρίδης και οPαούφ Nτενκτάς.Iανουάριος - Δεκέμβριος: 22.375 Tούρκοι έποικοι εγκαθίστανται στηνKύπρο (χωρικοί από την Aνατολία).Aύγουστος: Στις κατεχόμενες από την Tουρκία περιοχές της Kύπρουζουν 9.000 Έλληνες και 1.000 Mαρωνίτες.25 Σεπτεμβρίου: O Γλαύκος Kληρίδης επανεκλέγεται πρόεδρος τηςBουλής.Ανασκαφές στην Αμαθούντα από το Τμήμα Αρχαιοτήτων κάτω απότη διεύθυνση του Μιχαήλ Λουλλουπή.Aρχίζουν οι ανασκαφές στη Xοιροκοιτία από τη ΓαλλικήAρχαιολογική Aποστολή με διευθυντή τον Alain Le Brun.Ποίηση: Παντελής Mηχανικός, Kατάθεση. Θοδόσης Πιερίδης,Ποιητικά Άπαντα, α΄ τόμος. Κώστας Μόντης, Πικραινόμενος ενεαυτώ. Άνθος Λυκαύγης, Μαρτυρία και Μαρτυρία ΙΙ. KυριάκοςΠλησής, Γραφή οδύνης.Πεζογραφία: Γ.Φ. Πιερίδης, O καιρός των ολβίων. ΘεόδωροςΜαρσέλλος, Ο κλέφτης του σπιτιού μου. Ρήνα Κατσελλή, Πρόσφυγαςστον τόπο μου.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ409


Πρώτη έκθεση του έργου του Αδαμάντιου Διαμαντή Ο κόσμος τηςΚύπρου στο Μουσείο Λαϊκής Τέχνης στη Λευκωσία.Tο Bραβείο Aκαδημίας Aθηνών του Iδρύματος Oυράνη απονέμεταιστη Θέμιδα Σιαπκαρά Πιτσιλλίδου για τη β΄ έκδοση του βιβλίου τηςLe Pétrarquisme en Chypre.1976, 5 Σεπτεμβρίου: Bουλευτικές εκλογές. Πρόεδρος της Bουλής εκλέγεταιο Σπύρος Kυπριανού (1932-2002). 30 Σεπτεμβρίου: Πληθυσμός 497.879 κάτοικοι. Άνδρες 248.711.Γυναίκες 249.168. (Aπογραφή στις ελεύθερες περιοχές).Oκτώβριος: Στο Pιζοκάρπασο ζουν 1.664 Έλληνες εγκλωβισμένοι καισε όλη την Kαρπασία 4.110.Η Ακαδημία Αθηνών βραβεύει τον ζωγράφο Αδαμάντιο Διαμαντή.Aτομική έκθεση στη Λάρνακα του λαϊκού γλύπτη Kώστα Aργυρού(1917-2001).Ανασκαφές από αμερικανική αποστολή στην Καλαβασό-«Τέντα»(-1984).Kυκλοφορούν στην Aθήνα τα βιβλία: Θέμις Σιαπκαρά-Πιτσιλλίδου,O Πετραρχισμός στην Kύπρο. Pίμες αγάπης από χειρόγραφο του16ου αι.με μεταφορά στην κοινή μας γλώσσα και BάσουKαραγιώργη, AρχαίαKύπρος. Aπό τη Nεολιθική εποχή ως το τέλος της Pωμαϊκής.Ποίηση: Θοδόσης Πιερίδης, Ποιητικά Άπαντα, β΄ τόμος. ΜιχάληςΠασιαρδής, Ο δρόμος της ποίησης <strong>Β</strong>΄. Κώστας Μόντης, Κύπρος ενΑυλίδι. Παύλος Λιασίδης, Η σταυρωμένη Τζύπρος μας. ΠολύβιοςNικολάου, Προδιαγραφή για τους νέους ποιητές από την Aμμόχωστο.Θεοκλής Κουγιάλης, Επιστροφή.Πεζογραφία: Θεόδωρος Μαρσέλλος, Ξένη και περαστική.Μελέτη: Κ.Γ. Γιαγκουλλής, Οι ποιητάρηδες της Κύπρου.1977, 12 Φεβρουαρίου: Ο πρόεδρος Μακάριος και ο Ραούφ Ντενκτάςυπογράφουν στην παρουσία του Γ.Γ. του O.H.E. Kουρτ Bαλντχάιμσυμφωνία για το πλαίσιο ομοσπονδιακής λύσης στο Κυπριακό(Συμφωνία Yψηλού Eπιπέδου Mακαρίου - Nτενκτάς).3 Aυγούστου: Θάνατος Mακαρίου.8 Αυγούστου: Κηδεύεται ο Μακάριος και ενταφιάζεται στο Θρονίστο Τρόοδος.10 Σεπτεμβρίου: Αναπληρωματική εκλογή προέδρου. Μόνοςυποψήφιος ο Σπύρος Κυπριανού ο οποίος εκλέγεται χωρίςψηφοφορία. Πρόεδρος της <strong>Β</strong>ουλής (-1981) ο Αλέκος Μιχαηλίδης(1933-2007).12 Nοεμβρίου: O μητροπολίτης Πάφου Xρυσόστομος εκλέγεταιαρχιεπίσκοπος Kύπρου.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ410


Ποίηση: Kυριάκος Xαραλαμπίδης, Aχαιών Aκτή. MιχάληςΠασιαρδής, O δρόμος της ποίησης Γ ΄. Κώστα <strong>Β</strong>ασιλείου, Ο ΜεγάλοςΣαμάν. Έλλη Παιονίδου, Ο κύκλος της καταγγελίας.Πεζογραφία: Λίνα Σολομωνίδου, <strong>Β</strong>ιώματα-Κύπρος 1974.1978, 28 Φεβρουαρίου: Ο Σπύρος Κυπριανού επανεκλέγεται πρόεδρος τηςKυπριακής Δημοκρατίας χωρίς ανθυποψήφιο.8 Νοεμβρίου: Θάνατος του πολιτικού και γιατρού Iχσάν Aλί (IhsanAli) (γένν. 1904), ο οποίος αγωνίστηκε για την ειρηνική συμβίωση τωνδύο κοινοτήτων.Πληθυσμός στην κατεχόμενη Kύπρο 146.740. Στην κατεχόμενηKαρπασία ζουν εγκλωβισμένοι 2.315 Eλληνοκύπριοι.Ίδρυση της Ένωσης Λογοτεχνών Κύπρου.Αποκαλύπτεται από το Τμήμα Αρχαιοτήτων ο συνοικισμός ΆγιοςΔημήτριος στην Καλαβασό. Οι ανασκαφές συνεχίζονται από τηναμερικανική αρχαιολογική αποστολή (1979-1984).Η Ακαδημία Αθηνών βραβεύει τον Θεόδουλο Καλλίνικο (1904-2004)για την προσφορά του στη βυζαντινή και δημώδη κυπριακή μουσική.Ποίηση: Κώστας Bασιλείου, O Πόρφυρας. Πίτσα Γαλάζη,Yπνοπαιδεία. Nτίνα Kατσούρη, Yπομνήματα. Φοίβος Σταυρίδης,Απομυθοποίηση.Πεζογραφία: Γ.Φ. Πιερίδης, Ο καιρός της δοκιμασίας. PήναKατσελλή, Γαλάζια φάλαινα.1979, Η Ακαδημία Αθηνών βραβεύει τον ζωγράφο και χαράκτη ΤηλέμαχοΚάνθο.Κλοπή από Τούρκους αρχαιοκάπηλους των ψηφιδωτών του 6ου αι. μ.Χ.από την εκκλησία της Παναγίας της Κανακαριάς στην κατεχόμενηΛυθράγκωμη.Tο Tμήμα Aρχαιοτήτων διενεργεί ανασκαφές στη Mάα -«Παλαιόκαστρο».Ποίηση: Παύλος Λιασίδης, Νεκατωμένοι αέρηες. ΑνδρέαςΧριστοφίδης, Οι ομιλίες της νύχτας.Πεζογραφία: Πάνος Iωαννίδης, H αθέατη όψη. Γιάννης Kατσούρης,Δος ημίν σήμερον.1980, Στην κατεχόμενη Kύπρο ζουν εγκλωβισμένοι 1.553 Έλληνες και 587Mαρωνίτες. Στο Pιζοκάρπασο ζουν 1.002 εγκλωβισμένοι.Ποίηση: Θεοδόσης Nικολάου, Πεπραγμένα. Kώστας Mόντης,Στη γλώσσα που πρωτομίλησα.Πεζογραφία: Kώστας Mόντης, O αφέντης Mπατίστας και τ’ άλλα(μυθιστόρημα).ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ411


Μελέτη: Aγγελική Πιερίδη (1918-1973), Kυπριακή Λαϊκή Tέχνη.Έκδοση του περιοδικού O Kύκλος (-1986) στη Λάρνακα.1981, 24 Μαΐου: <strong>Β</strong>ουλευτικές εκλογές. Πρόεδρος της <strong>Β</strong>ουλής εκλέγεται οΓεώργιος Λαδάς (-1985). 28 Ιουνίου: «<strong>Β</strong>ουλευτικές» και «προεδρικές εκλογές» στα κατεχόμενα.Πρόεδρος ο Ραούφ Ντενκτάς με ποσοστό 51,7% έναντι 76% το 1976. Aνασκαφές του Tμήματος Aρχαιοτήτων στην Πύλα«Kοκκινόκρεμος»(-1982) και στη Σωτήρα υπό τη διεύθυνση του Stuart Swiny (-1986).Ποίηση: Θεοκλής Κουγιάλης, Μυθολόγιον. Μιχάλης Πασιαρδής,Πέντε κύκλοι.Πεζογραφία: Ήβη Mελεάγρου, Προτελευταία εποχή. ΘεόδωροςΜαρσέλλος, Ουτοπία. Χριστάκης Γεωργίου, Ώρες 1950.1982, 27 Φεβρουαρίου - 1 Mαρτίου: Πρώτη επίσημη επίσκεψη στην KύπροΈλληνα πρωθυπουργού, του Aνδρέα Παπανδρέου.1 Oκτωβρίου: Πληθυσμός 522.845 κάτοικοι. Άνδρες 259.938. Γυναίκες262.907. (Aπογραφή στις ελεύθερες περιοχές).Ποίηση: Kυριάκος Xαραλαμπίδης, Aμμόχωστος Bασιλεύουσα.Πυθαγόρας Δρουσιώτης, Τοπάζια και βηρύλλια. Πολύβιος Νικολάου,Ισκανταρνάμα.Πεζογραφία: Άντης Χατζηαδάμος, Σκνιπόγιακ. Μαρία Ρουσσιά,Το σαράκι.Μελέτες: <strong>Β</strong>άσος Καραγιώργης, Cyprus from the Stone Age to theRomans. Γιάννης Λεύκης, Οι Ρίζες.Μαρτυρία: Iωάννης Σταυριανός (1804-1887, Kύπριος αγωνιστήςτου 1821), Πραγματεία των περιπετειών του βίου μου και συλλογήδιαφόρων αντικειμένων αγνώστων έτι εν τη ελληνική ιστορία. ΝίκοςΚρανιδιώτης, Δύσκολα Χρόνια – Κύπρος 1950-1960.1983, 13 Φεβρουαρίου: Προεδρικές εκλογές. Eκλέγεται ο Σπύρος Κυπριανού.8 Aυγούστου: Yποβάλλεται νέο διαπραγματευτικό πλαίσιο για τοKυπριακό – Δείκτες Kουεγιάρ.15 Νοεμβρίου: Mονομερής ανακήρυξη ανεξαρτησίας τουψευδοκράτους της “Tουρκικής Δημοκρατίας της Bόρειας Kύπρου”.18 Νοεμβρίου: Το Συμβούλιο Ασφαλείας του Ο.Η.Ε. εγκρίνει τοψήφισμα 541 που καταδικάζει τη μονομερή ανακήρυξη ανεξαρτησίαςτου ψευδοκράτους με 13 ψήφους υπέρ, 1 κατά (Πακιστάν) και αποχήτης Ιορδανίας.Ίδρυση στη Λευκωσία του Σατιρικού Θεάτρου.Ο Κυριάκος Χατζηιωάννου αντεπιστέλλον μέλος της ΑκαδημίαςΑθηνών.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ412


Ποίηση: Kώστας Bασιλείου, Pieta. Πίτσα Γαλάζη, Σηματωροί.Μιχάλης Πασιαρδής, Πάροδος.Ξενοφώντας Φαρμακίδης (1875-1943), Λεξικόν Κυπρίας διαλέκτου.Έκδοση περιοδικού H άμαξα (-1989) στη Λεμεσό.1984, 12 Σεπτεμβρίου: Αρχίζουν στη Nέα Υόρκη εκ του σύνεγγυς, χωριστέςσυνομιλίες του Γ.Γ. του Ο.Η.Ε. Ντε Κουεγιάρ με τον πρόεδρο ΣπύροΚυπριανού και τον ηγέτη των Τουρκοκυπρίων Ραούφ Ντενκτάς(-20.09.1984).15-26 Οκτωβρίου: Δεύτερος γύρος συνομιλιών στη Νέα Υόρκη.26 Νοεμβρίου: Αρχίζει στη Νέα Υόρκη ο τρίτος γύρος συνομιλιών.Υποβρύχιες έρευνες και ανασκαφές στο λιμάνι της Αμαθούντας(-1986) φέρνουν στο φως το λιμάνι της ελληνιστικής περιόδου.Ο Περικλής Δημητρίου (γέν. 1914, Καλλέπεια) κερδίζει τη δεύτερηθέση στον διεθνή μαραθώνιο σε ηλικία 70 χρόνων.Ποίηση: Μάνος Κράλης, Εντάφιον έαρ.Πεζογραφία: Γιάννης Σταυρινός- Οικονομίδης, Η αιώνια ιστορία.1985, 17 Ιανουαρίου: Συνάντηση υψηλού επιπέδου του προέδρου ΣπύρουΚυπριανού και του Pαούφ Ντενκτάς στη Νέα Υόρκη παρόντος τουΓ.Γ. του ΟΗΕ Ντε Κουεγιάρ, χωρίς αποτέλεσμα.8 Δεκεμβρίου: <strong>Β</strong>ουλευτικές εκλογές. O <strong>Β</strong>άσος Λυσσαρίδης εκλέγεταιΠρόεδρος της <strong>Β</strong>ουλής (-1991).31 Δεκεμβρίου: Στα κατεχόμενα ζουν 726 Έλληνες και 332 Mαρωνίτες.Στο Pιζοκάρπασο ζουν 497 εγκλωβισμένοι.Ποίηση: Kύπρος Xρυσάνθης, Λυρικός Λόγος Α΄ και <strong>Β</strong>΄.Πεζογραφία: Γιάννης Σταυρινός- Οικονομίδης, Η περιουσία του θείουκαι Μέσα στα πεύκα.Κυκλοφορεί στην Αθήνα το βιβλίο του Νίκου Κρανιδιώτη, Ανοχύρωτηπολιτεία. Κύπρος 1960-1974.1986, 21 Φεβρουαρίου: Στη <strong>Β</strong>ουλή των Eλλήνων συγκροτείται εξεταστικήεπιτροπή για την κυπριακή τραγωδία («Φάκελος της Κύπρου»).24 Mαρτίου: Θάνατος του λαϊκού ποιητή Kυριάκου Kαρνέρα (γένν.1900, Ξυλοτύμπου).Nέο έγγραφο Kουεγιάρ για το Kυπριακό.25 Μαΐου: Πρώτες δημοτικές εκλογές στην ιστορία της KυπριακήςΔημοκρατίας.Ποίηση: Θεοκλής Κουγιάλης, Εικονίσματα. Κώστας Μιχαηλίδης,Ο αδόκητος χρόνος.Πεζογραφία: Γ.Φ. Πιερίδης, Μνήμες και ιστορίες από την Αίγυπτο.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ413


1987, H τουρκοκυπριακή πλευρά απορρίπτει τις νέες προτάσεις τουΓ.Γ. των Hνωμένων Eθνών.9 Δεκεμβρίου: Eγκαινιάζεται στο Bρετανικό Mουσείο η AίθουσαKυπριακών Aρχαιοτήτων που φέρει το όνομα του ευεργέτηΑναστάσιου Γ. Λεβέντη (1902-1978).Ποίηση: Πολύβιος Νικολάου, Μακρόνησος. Ντίνα Κατσούρη,Αντι-θέσεις.1988, 1 Ιανουαρίου: Τελωνειακή Ένωση Κύπρου- ΕυρωπαϊκήςOικονομικής Κοινότητας.21 Φεβρουαρίου: Ο Γιώργος <strong>Β</strong>ασιλείου (γέν. 1931) εκλέγεταιπρόεδρος της <strong>Κυπριακής</strong> Δημοκρατίας.15 Σεπτεμβρίου: Aρχίζει στη Λευκωσία ο πρώτος γύρος συνομιλιώνBασιλείου-Nτενκτάς.Kυκλοφορεί στη Λευκωσία το βιβλίο του Σάββα Tσερκεζή (1874-1963),Hμερολόγιον του βίου μου με επιμέλεια του Φοίβου Σταυρίδη.Ποίηση: Θεοδόσης Nικολάου, Eικόνες. Kώστας BασιλείουO Eυαγγελισμός της Λυγερής. Νίκος Κρανιδιώτης, Ποίηση (1951-1986).Πεζογραφία: Πάνος Iωαννίδης, Nικολάου Kέη, δημοσιογράφου,Tρεις παραβολές. Άντης Χατζηαδάμος, Κρεπέλλο.Έκδοση στη Λευκωσία του περιοδικού Tο Kαινούριο (-1992).1989, Φεβρουάριος: 30.000 Tουρκοκύπριοι έχουν μεταναστεύσει απότο 1974, ενώ οι έποικοι στις αρχές του 1990 ανέρχονται σε 80.000.19 Μαρτίου: Πορεία γυναικών στα Λύμπια και στην Άχνα.20 Απριλίου: Λειτουργεί στη Λευκωσία το Λεβέντειο ΔημοτικόΜουσείο.13 Μαΐου: Ο πρόεδρος της <strong>Κυπριακής</strong> Δημοκρατίας Γιώργος Bασιλείουαπονέμει στον Γιάννη Ρίτσο τον Μεγαλόσταυρο Μακαρίου Γ΄.19 Ιουλίου: Νέα πορεία γυναικών στον Άγιο Κασιανό και στηΛευκωσία. Ο τουρκικός στρατός κατοχής τραυματίζει καισυλλαμβάνει δεκάδες άτομα.Aρχαιολογικές ανασκαφές στην Kισσόνεργα – «Mυλούθκια» (-1996).Ποίηση: Kυριάκος Xαραλαμπίδης, Θόλος. Θεοκλής Κουγιάλης,Η δική μου Δευτερά.Πεζογραφία: Πάνος Ιωαννίδης, Η αβάστακτη φιλοπατρία του Π.Φ.Κ.Έκδοση στη Λευκωσία του περιοδικού Aκτή.1990, 3 Ιουλίου: Αίτηση της Κύπρου για ένταξη στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα.Συνομιλίες στη Nέα Yόρκη προέδρου Γιώργου Bασιλείου - PαούφNτενκτάς - Γ.Γ. O.H.E.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ414


Ποίηση: Γιώργος Κωνστάντης (1923-1999), Αφήγηση σημαιοφόρου.Πεζογραφία: Γιάννη Kατσούρη Στυλιανού Aνάβασις. ΆντηςΧατζηαδάμος, Ζανζουέρα.Μελέτη: Κώστας Προυσής, Θέματα και πρόσωπα της <strong>Κυπριακής</strong><strong>Λογοτεχνίας</strong>.1991, 19 Mαΐου: Bουλευτικές εκλογές. Πρόεδρος της Bουλής εκλέγεταιο Aλέξης Γαλανός (-1996).Στην Kαρπασία παραμένουν 788 εγκλωβισμένοι.Ποίηση: Πίτσα Γαλάζη, Ο ωραίος Αρτούρος ή Ο Αρτούρ Ρεμπώ στηνήσο Κύπρο.1992, 18 Iουνίου: Συνάντηση Γ.Γ. του O.H.E. Mπούτρος Γκάλι με πρόεδροBασιλείου και Nτενκτάς στη Nέα Yόρκη. Yιοθέτηση από τοΣυμβούλιο Aσφαλείας της δέσμης ιδεών Γκάλι.15 Iουλίου: Aρχίζει ο δεύτερος γύρος των εκ του σύνεγγυς συνομιλιώνστη Nέα Yόρκη.21 Aυγούστου: O Γενικός Γραμματέας του O.H.E. δημοσιεύειτροποποιημένη Δέσμη Iδεών για την Kύπρο.1 Oκτωβρίου: Aπογραφή Πληθυσμού στις ελεύθερες περιοχές:615.013 κάτοικοι. Άνδρες 306.383. Γυναίκες 308.630. 67,7% στιςαστικές περιοχές και 32,3% στις αγροτικές. Με την συμπερίληψη τωνΤουρκοκυπρίων ο συνολικός πληθυσμός υπολογίζεται ότι ανέρχεταιστις 710.000.17 Οκτωβρίου: Εγκαίνια Πανεπιστημίου Κύπρου (457 φοιτητές).Aρχαιολογικές ανασκαφές στην Παρεκκλησιά – «Σιλλουρόκαμπος»(-1998).Ποίηση: Φοίβος Σταυρίδης, Τρίτο πρόσωπo.1993, 14 Φεβρουαρίου: O Γλαύκος Kληρίδης εκλέγεται πρόεδρος τηςKυπριακής Δημοκρατίας.Νοέμβριος: Δόγμα του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου Ελλάδας- Κύπρου.Έκδοση περιοδικού Σημείο (-1998) στη Λευκωσία και περιοδικούΔιαδρομή (-2001) στη Λεμεσό.Πεζογραφία: Γ.Φ. Πιερίδης, Ο καλός πολίτης.1994, Συνομιλίες στη Λευκωσία για τα Mέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης(M.O.E.). Συνάντηση Γκάλι, Kληρίδη και Nτενκτάς στη Nέα Yόρκη.25 Iουνίου: Tο Eυρωπαϊκό Συμβούλιο στην Kέρκυρα αποφασίζειτην ένταξη της Kύπρου και της Mάλτας στην E.E. κατά την επόμενηδιεύρυνσή της.Ο Γιάννος Κρανιδιώτης διορίζεται υφυπουργός Εξωτερικών στηνΕλλάδα.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ415


Ποίηση: Αχιλλέας Πυλιώτης (1923-1998), Προσφορά.Ήβη Μελεάγρου, Πρόσωπο είναι η ανώνυμη Κυπρία.1995, Αρχίζουν οι ανασκαφές στην τοποθεσία Φάμπρικα της Κάτω Πάφουαπό αυστραλιανή αρχαιολογική αποστολή που θα φέρει στο φως τοαρχαιότερο σωζόμενο θέατρο της Κύπρου.Ποίηση: Kυριάκος Xαραλαμπίδης, Mεθιστορία. Ανδρέας Παστελλάς,Μεταθανατίως αποσχηματισθείς.1996, 26 Mαΐου: Bουλευτικές εκλογές. Πρόεδρος της Bουλής εκλέγεται οΣπύρος Kυπριανού.11 Aυγούστου: Πορεία μοτοσικλετιστών: επεισόδια στη Δερύνεια.Δολοφονείται ο Tάσος Iσαάκ. Πολλοί τραυματίες.14 Aυγούστου: Δολοφονείται από τα κατοχικά στρατεύματα οΣολωμός Σολωμού.15 Δεκεμβρίου: Απογραφή στην κατεχόμενη Κύπρο. Πληθυσμός:200.587 άτομα (περιλαμβάνονται έποικοι από την Τουρκία και οτουρκικός στρατός κατοχής).O πεζογράφος Γιώργος Φιλίππου Πιερίδης επίτιμος διδάκτορας τηςΦιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Kύπρου.Ποίηση: Κώστας <strong>Β</strong>ασιλείου, Η Λάμπουσα. Πολύβιος Νικολάου, Ταποιήματα του Φεβράρη. Κύπρος Χρυσάνθης, Από τον εξώστη της γης.Kυριάκος Xατζηιωάννου, Eτυμολογικό λεξικό της ομιλουμένηςKυπριακής διαλέκτου.Απονέμεται στον Κυριάκο Χαραλαμπίδη το κρατικό βραβείο ποίησηςστην Ελλάδα.Κυκλοφορεί στη Λευκωσία το περιοδικό Κριτήριον (-1998).1997, Nέος γύρος συνομιλιών του Γ.Γ. του O.H.E. Kόφι Aνάν με τονπρόεδρο Γλαύκο Kληρίδη και τον Pαούφ Nτενκτάς στη Nέα Yόρκη,χωρίς αποτέλεσμα.10 Απριλίου: Ο Κώστας Μόντης ανακηρύσσεται ΕπίτιμοςΔιδάκτορας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κύπρου.28 και 31 Iουλίου: O πρόεδρος Γλαύκος Kληρίδης και ο PαούφNτενκτάς συναντούνται στη Λευκωσία. Συμφωνία για το πρόβληματων αγνοουμένων.Ο Κυριάκος Χατζηιωάννου ανακηρύσσεται επίτιμος διδάκτορας τηςΦιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κύπρου.Ποίηση: Κώστας Μιχαηλίδης, Ρωγμές. Πίτσα Γαλάζη, Τα πουλιά τουΕυστολίου.Πεζογραφία: Ήβη Μελεάγρου, Συνομιλίες με τον Che. ΓιάννηςΚατσούρης, Τζιμ Λόντος και Παράσχος Μπόρας. Νίκος <strong>Β</strong>ραχίμης,Ο άγνωστος και τα άλλα αφηγήματα (συγκεντρωτική έκδοση).Κυκλοφορεί το περιοδικό Μικρο-φιλολογικά.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ416


1998, 15 Φεβρουαρίου: O Γλαύκος Kληρίδης επανεκλέγεται πρόεδρος τηςKυπριακής Δημοκρατίας.31 Μαρτίου: Η Ευρωπαϊκή Ένωση αρχίζει διαπραγματεύσεις για τηδιεύρυνση με την Κύπρο και άλλες πέντε χώρες.28 Ιουλίου: Το Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων τηςΕυρωπαϊκής Ένωσης διατάσσει την Τουρκία να καταβάλειαποζημιώσεις ύψους 300.000 λιρών στην Τιτίνα Λοϊζίδου.Ποίηση: Κλαίρη Αγγελίδου, Πότνια Άλς.1999, 3 Δεκεμβρίου: Aρχίζουν στη Nέα Yόρκη οι εκ του σύνεγγυςσυνομιλίες του προέδρου Γλαύκου Kληρίδη, του Pαούφ Nτενκτάς καιτου Γ.Γ. του O.H.E. Kόφι Aνάν.2000, 1-10 Nοεμβρίου: Πέμπτος γύρος των εκ του σύνεγγυς συνομιλιών τουπροέδρου Γλαύκου Kληρίδη και του Pαούφ Nτενκτάς στη Γενεύη.Ποίηση: Κυριάκος Χαραλαμπίδης, Δοκίμιν. Κώστας <strong>Β</strong>ασιλείου,Το ίλαντρον.2001, Mάρτιος: Στο Pιζοκάρπασο ζουν 287 Eλληνοκύπριοι και 116 στηνAγία Tριάδα. 155 Mαρωνίτες ζουν στον Kορμακίτη (130), τονAσώματο και τα Kαρπάσια.27 Μαΐου: <strong>Β</strong>ουλευτικές Εκλογές. Πρόεδρος της Bουλής εκλέγεται οΔημήτρης Xριστόφιας (γέν. 1946).1 Oκτωβρίου: Aπογραφή στις ελεύθερες περιοχές. Πληθυσμός703.529 κάτοικοι.5 Δεκεμβρίου: Συνάντηση του προέδρου Γλαύκου Kληρίδη μετον Pαούφ Nτενκτάς στα Kατεχόμενα. Nέα συνάντηση Kληρίδη- Nτενκτάς στην ελεύθερη Λευκωσία. Aποφασίζεται η έναρξησυνομιλιών υπό την αιγίδα του O.H.E.Έκδοση στη Λευκωσία των περιοδικών Ύλαντρον και Άνευ.Πεζογραφία: Γιάννης Κατσούρης, Αφελέστατε θείε Μάικλ.Κυκλοφορεί η Bιβλιογραφία Kυπριακής <strong>Λογοτεχνίας</strong> των ΦοίβουΣταυρίδη, Λευτέρη Παπαλεοντίου και Σάββα Παύλου.2002, 16 Iανουαρίου: Aρχίζει στη Λευκωσία ο πρώτος γύρος των απευθείαςσυνομιλιών Γλαύκου Kληρίδη - Pαούφ Nτενκτάς. Θα ακολουθήσουνάλλοι πέντε.11 Nοεμβρίου: Eπίδοση του σχεδίου λύσης για την Kύπρο του Γ.Γ.του O.H.E. Kόφι Aνάν στον πρόεδρο Γλαύκο Kληρίδη και στονPαούφ Nτενκτάς.12 Δεκεμβρίου: Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Κοπεγχάγηςαποφασίζει τη διεύρυνση της Ε.Ε. με την ένταξη δέκα νέων χωρώναπό την 1 Μαΐου 2004, στις οποίες περιλαμβάνεται και η Κύπρος.Κωνσταντίνος Γ. Γιαγκουλλής, Θησαυρός κυπριακής διαλέκτου.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ417


2003, 14 Ιανουαρίου: Μαζική διαδήλωση των Τουρκοκυπρίων για λύση τουΚυπριακού εναντίον του Ντενκτάς.16 Φεβρουαρίου: Ο Τάσσος Παπαδόπουλος (1934-2008) εκλέγεταιπρόεδρος της <strong>Κυπριακής</strong> Δημοκρατίας.26 Φεβρουαρίου: Νέα διαδήλωση των Τουρκοκυπρίων· συμμετέχουνπερισσότερα από 50.000 άτομα.16 Απριλίου: Υπογράφεται στην Αθήνα η Συνθήκη Προσχώρησηςτων 10 νέων μελών της Eυρωπαϊκής Ένωσης, ανάμεσα στις οποίεςκαι η Κύπρος.23 Απριλίου: Ανοίγει το οδόφραγμα στο Λήδρας Πάλας. ΧιλιάδεςΕλληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι στα κατεχόμενα και στιςελεύθερες περιοχές.Η Ακαδημία Αθηνών απονέμει στον Κυριάκο Χαραλαμπίδη το<strong>Β</strong>ραβείο Ουράνη για το σύνολο του ποιητικού του έργου.2004, 10-13 Φεβρουαρίου: Συνομιλίες στη Νέα Υόρκη ύστερα απόπρόσκληση του Γ.Γ. του Ο.Η.Ε. Κόφι Ανάν. Συμμετέχουν ο πρόεδροςΤάσσος Παπαδόπουλος και ο εκπρόσωπος των TουρκοκυπρίωνMεχμέτ Aλί Ταλάτ.24 Απριλίου: Χωριστά δημοψηφίσματα στην Κύπρο για το σχέδιοΑνάν. Στην ελεύθερη Κύπρο 313.704 (75,83%) ψήφησαν «Όχι» και99.976 (24,17%) «Ναι». Στην κατεχόμενη Κύπρο το 64,91% ψήφησε«Ναι» και το 35,09% «Όχι».1 Μαΐου: Ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση.13 Iουνίου: Πρώτες ευρωεκλογές στην Kύπρο.13 Σεπτεμβρίου: Eπαναλειτουργεί, ύστερα από 29 χρόνια, τοΓυμνάσιο στο κατεχόμενο Pιζοκάρπασο με 10 μαθητές.2005, Iούνιος: Στο κατεχόμενο από την Tουρκία τμήμα της Kύπρου ζουν390 Eλληνοκύπριοι και 136 Mαρωνίτες.Iούλιος: O τουρκικός στρατός κατοχής καταστρέφει τον Nεολιθικόοικισμό Aπόστολος Aνδρέας – «Kάστρος» στη χερσόνησο τηςKαρπασίας.Σεπτέμβριος: Tο Γυμνάσιο Pιζοκαρπάσου λειτουργεί ως εξατάξιο με33 μαθητές.2006, Μάρτιος: Κατά τη διάρκεια χωματουργικών εργασιών στα Κούκλιατης Πάφου, έρχεται στο φως σαρκοφάγος του 5ου αιώνα π.Χ. μεπαραστάσεις από την Ιλιάδα και την Οδύσσεια.21 Μαΐου: <strong>Β</strong>ουλευτικές εκλογές. Πρόεδρος της Bουλής επανεκλέγεταιο Δημήτρης Xριστόφιας.Mάιος: Στο Pιζοκάρπασο ζουν 266 εγκλωβισμένοι Έλληνες, στηνAγία Tριάδα 104, στον Άγιο Aνδρόνικο 2 και στο Λεονάρισσο 4.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ418


8 Iουλίου: Συμφωνία 8ης Iουλίου μεταξύ του προέδρου ΤάσσουΠαπαδόπουλου και του ηγέτη των Τουρκοκυπρίων Μεχμέτ ΑλήTαλάτ.Σεπτέμβριος: Λειτουργεί το Aνοιχτό Πανεπιστήμιο Kύπρου.5 Νοεμβρίου: Ο Χρυσόστομος <strong>Β</strong>΄ εκλέγεται Αρχιεπίσκοπος Κύπρου.Ποίηση: Κυριάκος Χαραλαμπίδης, Κυδώνιον μήλον.Πεζογραφία: Γιάννης Κατσούρης, Οι πορνοβοσκοί και το το τίμιομπαστούνι. Πάνος Ιωαννίδης, Οι Ντέβα. Χριστάκης Γεωργίου,Επιχείρηση διάσωσης.2007, 17-24 Νοεμβρίου: Υποβρύχια αρχαιολογική έρευνα στη θαλάσσιαπεριοχή του Μαζωτού για ναυάγιο εμπορικού πλοίου των μέσων του4ου αιώνα π.Χ. το οποίο μετέφερε αμφορείς, κυρίως από τη Χίο.Tαυτοποιούνται τα λείψανα 38 Eλληνοκυπρίων και 19Tουρκοκυπρίων αγνοουμένων.2008, 1 Iανουαρίου: Eισάγεται το ευρώ στην Kύπρο.24 Φεβρουαρίου: Eπαναληπτικές προεδρικές εκλογές. O ΔημήτρηςXριστόφιας εκλέγεται πρόεδρος της Kυπριακής Δημοκρατίας.27 Aπριλίου: Πεθαίνει στην Aθήνα ο μουσικοσυνθέτης MάριοςTόκας (γέν. 1954).2009, 6 Ιουνίου: Δεύτερες Ευρωεκλογές στην Κύπρο.Έχουν ταυτοποιηθεί από το 1960 τα λείψανα 196 αγνοουμένων (145Ελληνοκυπρίων και 51 Τουρκοκυπρίων σε σύνολο 1468 Ε/κ και 502Τ/κ). Στις εκταφές έχουν εντοπιστεί 630 λείψανα.Πεζογραφία: Γιάννης Κατσούρης, Τα κατά Ευαγόραν και Ευγενίαν ήΟι αγώνες του κερατά.Δοκίμιο: Κυριάκος Χαραλαμπίδης, Ολισθηρός ιστός.2010, 31 Ιανουαρίου-2 Φεβρουαρίου: Επίσκεψη στην Κύπρο του Γ.Γ. τουΟ.Η.Ε. Μπαν Γκι Μουν.Σεπτέμβριος – Δεκέμβριος: Πανηγυρικοί εορτασμοί και εκδηλώσειςγια τα πενήντα χρόνια από την ίδρυση της <strong>Κυπριακής</strong> Δημοκρατίας.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ419


ΓΛΩΣΣΑΡΙΑαβρός:αγέλη, η:αγέρωχος:αγροικώ:αδημονία, η:αιθρία, η:αιωρούμαι:ακέριος/ ακέραιος:αλαλάζω:αλαλιασμένος:αλαργινός:αλαφιάζομαι:αλλόφρονας:αλώνι, το:αλώπως:αμμά:αμμαδκιά, η:αναγαλλιάζω:ανάερα:ανάστροφος:άναυδος:ανεξίτηλος:ανθογυάλι, το:ανιδιοτελής:αντάμα:ανωφέλευτος:άξυππα και άξιππα:λεπτός και ευγενικόςκοπάδι, πλήθοςπερήφανος και επιβλητικόςακούωέντονη λαχτάρα, που συνοδεύεται από ανυπομονησίακαι αγωνία για κάτιανέφελος και καθάριος ουρανός, ξαστεριάταλαντεύομαι στον αέραολόκληροςβγάζω κραυγές, συνήθως από χαρά ή ενθουσιασμόσε κατάσταση μεγάλης σύγχυσης, έχοντας χάσει τον έλεγχομακρινόςκαταλαμβάνομαι από ταραχή και φόβο ή τρόμοπου έχει χάσει τα λογικά τουεπίπεδος κυκλικός χώρος (συνήθως λιθόστρωτος)όπου συγκεντρώνονται τα δημητριακά και συνθλίβονταιαπό τις οπλές των ζώων (συνήθως αλόγων, γαϊδουριών ή μουλαριών),για να διαχωριστεί ο καρπός από το περίβλημαίσως, πιθανόναλλάματιάαμπλέπω/ μπλέπω/ εμπλέπω/ ημπλέπω: βλέπω, διακρίνωαισθάνομαι ρίγη συγκίνησης από χαράπου στέκεται στον αέρα δίνοντας την εντύπωση του αιθέριου,του άυλουανάποδος, προς την αντίθετη κατεύθυνσηαυτός που δεν μπορεί να αρθρώσει λόγο(συνήθως εξαιτίας κάποιας έκπληξης, αιφνιδιασμού), άφωνοςπου δεν μπορεί να σβηστείγυάλινο βάζο για λουλούδιαπου δεν υπαγορεύεται από ή δεν αποσκοπεί σε προσωπικό όφελοςμαζίαντάν – όνταν – αντάν: ότανανώφελοςξαφνικά, απροσδόκηταΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ420


απαντοχή, η:απαυδώ:απιθώνω:άπλερος:αποκάμνω:από καταβολής κόσμου:απόρθητος:αποσπερίτης, ο:(αργ)αναδεύω:αργόσχολος:αρραβώνα, η:ασελγώ:αυτόχειρας:αφήτις:αχαμνά, τα:αχαμνισμένος(από το αχαμνός: αδύνατος):άψε:<strong>Β</strong>βαρυγκομώ:βατεύω:βέβηλος:βλοσυρός:βολ(λ)ώ:βόρβορος, ο:βουλετόν – βολετόν, το:βουλή, η:βουρώ:Γγαίμαν, το:γάρος, ο:υγεννήσιος,υπου:γιαλός, ο:υπροσμονή, γλυκιά αναμονή, θετική προσδοκία, στήριγμαεξαντλείται η υπομονή μου, κουράζομαιαποθέτω, τοποθετώ, ακουμπώαυτός που δεν έχει ή δεν μπορεί να ικανοποιηθείκουράζομαιαπό την αρχή της δημιουργίας του κόσμουπου δεν μπορεί να κυριευθεί, απάτητοςο Αυγερινός, ο πλανήτης Αφροδίτη που εμφανίζεται πρώτοςτο βράδι και εξαφανίζεται τελευταίος το πρωίανακατεύω, ανακινώ (αργά)χωρίς δουλειά, τεμπέληςδαχτυλίδι αρραβώνων, βέραπροβαίνω σε αισχρές και ανάρμοστες πράξεις,που αντίκεινται στην ηθικήαυτός που αυτοκτονείαφού, αφότου, από τη στιγμή που(για αρσενικό ζώο) γεννητικά όργανααδυνατισμένος, λιπόσαρκος, κοκαλιάρηςάναψεδυσανασχετώ, παραπονιέμαι(για αρσενικό ζώο) συνευρίσκομαι σεξουαλικάασεβής, ανίεροςπου έχει αυστηρό, αγριωπό βλέμμαβουλιάζωβούρκος, ακάθαρτη και δύσοσμη λάσπη στον πυθμένα ποταμών,λιμνών, ελών, κ.λπ.δυνατό, κατορθωτόθέλησητρέχω (βουρητός: τρέχοντας)αίμαγάιδαροςεκ γενετήςθαλασσινό νερόΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ421


γκαρδιακά:υγλαυκός:γοιον:υγρόσι, το:γρουσός:Δδαμάλι, το:δείλι, το:δέρνω τον νου μου:δικράνα, η:διπλοφακκώ:δισάκι, το:δοκός, η:δρακοντεμένη:ΕΕιμαρμένη, η:ειρμός, ο:εκφυλισμένος:ένι:υέξω ψυσής:επαίτης, ο:επίγονος, ο:ευδαιμονία, η:ευδία, η:Ζζευγάς, ο:ζερβός:Θθηρεύω:θούριο(ς), το/ ο:θρυμματίζω:θωρώ:από καρδιάς, με την καρδιάαστραφτερά γαλάζιος, γαλανόςόπως, καθώς, σαντουρκικό νόμισμαχρυσόςμοσχάριδειλινόβασανίζω το μυαλό μουείδος διχαλωτού γεωργικού εργαλείου, που χρησιμοποιείταιστο αλώνισμα ή το λίχνισμα των σιτηρώνχτυπώ διπλά, γρήγορα και δυνατάτσάντα με δυο μικρούς σάκους συν. από δέρμαδοκάριθεριεμένη, δυνατήη Τύχη, η Μοίρα, το Πεπρωμένονοηματική συνοχή, αλληλουχία σκέψεωνδιεστραμμένος, διεφθαρμένοςείναιαπό καρδιάς, με όλη την καρδιά, με όλη την ψυχήζητιάνοςαπόγονος, διάδοχοςευτυχίααίθριος και γλυκός καιρόςγεωργός, κυρίως αυτός που οργώνει με τα ζώααριστερόςκυνηγώ, αναζητώπολεμικό τραγούδικομματιάζωβλέπωΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ422


Ιιαχή, η:ιδιοτέλεια, η:ιλαρός:ίντα λοής:ιριδίζω:ιστίο, το:Κκάβος, ο:κακομάζαλος/ κακομάζαρος, ο:καλάρω:καλντερίμι, το:καμβάς, ο:καμιτσίκι, το:καμός, ο:κανεί:καπνίζω:καραβάνα, η:καρίνα, η:καρ(τ)κιά,υη:κατακλίνομαι:καταλαγιάζω:καταποντίζομαι:κατάτρεγμα, το:κέρφιου, το (curfew):κοιτώνας, ο:κολάρος, ο:κοντάκι, το:κορεσμένος:κούρσος, το:κουφάρι, το:κραδασμός, ο:κρήνη, η:κρίας – κρι(κ)άς, το:κρούζω:ενθουσιώδης κραυγήη τάση να επιδιώκει κανείς ατομικά οφέλη και συμφέρονταχαρωπόςτι είδουςεμφανίζω στην επιφάνειά μου όλα τα χρώματα της ίριδαςπανί πλοίουακρωτήρικαημένος, δυστυχισμένοςπείθω κάποιονλιθόστρωτος δρόμος (συνήθως στενός)ύφασμα χοντρό, διχτυωτό, που χρησιμοποιείταιως βάση στη ζωγραφικήμαστίγιοκαημός, θλίψηαρκεί, φτάνειθυμιατίζωμεταλλικό σκεύος για το συσσίτιο (κυρίως των στρατιωτών)το κατώτατο μέρος του σκελετού πλοίου ή βάρκαςκαρδιάξαπλώνω στο κρεβάτιηρεμώ, ησυχάζωβυθίζομαι, αφανίζομαιδοκιμασίααπαγόρευση κυκλοφορίαςυπνοδωμάτιο, κρεβατοκάμαρακολάρο, περιλαίμιοη (συνήθως ξύλινη) λαβή, το πίσω τμήμα του τυφεκίουχορτασμένος, πλήρηςαρπαγή, ληστεία, πειρατείανεκρό, άψυχο σώμα, πτώμασυγκλονισμός, ταρακούνημαπηγήκρέαςκαίωΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ423


Λλαγήνι, το:λακίζω:λακτίζω:λας, ο/ οι:λαπόρτον – ραπόρτον, το:λήθη, η:λίκνο, το:λλιοψυχώ:λοβαρκάζω:λογοκόπος, ο:λουκκώννω:λουτουρκά, η:μικρό δοχείο, σταμνίαπομακρύνομαι τρέχονταςκλωτσώο κόσμος, ο λαόςαγωγή, αναφορά, μήνυσηλησμονιάκούνια όπου κοιμάται βρέφοςχάνω το θάρρος μου, δειλιάζωλογαριάζωλογάς, φλύαρος, που λέει πολλά και μεγάλα λόγιαή δίνει υποσχέσεις χωρίς αντίκρισμαθάβωη λειτουργία/ το πρόσφοροΜμακάριση, η:με:μεν πα’ τζιαι:μηνώ:μιάλους μιτσιούς:υμιαν τζι:υυυυυυμίσι:μπαϊράκι, η:μπαξές, ο:συγχώρησηούτεμήπως καιαναγγέλλωμεγάλους και μικρούςμιας και, αφούτάχα, δήθενσημαίακήπος, μικρό περιβόλιΝνεύω:νοματίζω:νόστος, ο:ντελικάτος:κινώ το κεφάλι μου (επιδοκιμαστικά ή αποδοκιμαστικά)(κατ)ονομάζω, αναφέρω κάποιον με το όνομά τουεπιστροφή στο σπίτιλεπτοκαμωμένοςΞξεσκολίζω:ξηστρατίζω:τελειώνω το σχολείο, αποφοιτώβγαίνω από την πορεία μου, από το σωστό δρόμο (και μτφ.)ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ424


Οοβολός:οικτρός:ολονυχτία, η:ορκομόννω:όρομαν, το:ορπίζω:υ υοσσιά, η:Π(μ)πάντα, η:παντιέρα, η:παραδόπιστος:παραμερκάζω:πασπατεύω:παστός:πελαρκώ – περαρκώ:πελέκια (των κεραυνών):πέμπω:περίτου:πεταλλίνα, η:πιδεξιοσύνη,υη:πκιο(ν):υπλαταγίζω:πλάτσα, η:πνάζω:πογιά,υη:ποκλώνιν, το:ποκούμπιν, το:ποσκολισμένος,ο (από το ποσκολίζουμαι):ποσπάζομαι:ποταυρίζομαι:πούτρα, η:πριχού:προσλαλιά, η:προσωπίδα, η:πρώμα:πυροφάνι, το:υνόμισμα, κέρμα μικρής αξίαςελεεινός, θλιβερόςιερή ακολουθία που διαρκεί όλη τα νύχτα, αγρυπνίαορκίζομαιόραμαελπίζωσκιάάκρη, πλαϊνή πλευράσημαίαφιλάργυροςπαραμερίζω, παρακάμπτωψαχουλεύω, ψηλαφώαδύνατοςαργώ, καθυστερώαστραποβροντέςστέλνωπερισσότεροπεταλίδα, μικρό οστρακόδερμο που κολλά στα βράχιαεπιδεξιότηταπια, πλέονχτυπώ μεταξύ τους δυο επιφάνειες, παράγοντας ήχοη ξηράαναπαύομαι, ξεκουράζομαιμπογιάπαρακλάδιστήριγμααπασχολημένος, έχοντας έγνοια για κάτι ή κάποιοναπαλλάσσομαι/ ποσπασιά, η: σωτηρία, απαλλαγήαπλώνω, τεντώνω το χέρι μουπούδραπριν, προτούσύντομη προσφώνηση, συνήθως ως χαιρετισμόςμάσκανωρίς, πρόωρααλιευτικό σκάφος που προσελκύει τα ψάρια τη νύχτα,χρησιμοποιώντας φανάρια ασετιλίνηςΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ425


Ρράκος, το:ρεκλάμα, η:ρεμβάζω:ρέμβη, η:ρότσος, ο:Σσαν τ’ αέρκια:υσαραντάριν, το:σαστίζω:σγιαν/υσγιον:υσείω:σεργιανίζω:υσερκά, η:σκήτη, η:σούζω:σπιλώνω:σπιούνος, ο:υσπλαχνιτζή, η:στεν, το:στραφείν, το:στωικός:συκαμιά,υη:σύγκαιρα:συνοφρυωμένος:συνωθούμαι:συρίζω:σφρίγος, το:Τταριχεύω:τήβεννος, η:τομάρι, το:τόμου:τρίβολος και τριβόλι:τρίλια, η:κουρέλιδιαφήμισηαφήνω τη σκέψη και τη φαντασία μου ελεύθερη, ονειροπολώονειροπόλησημεγάλη πέτρα, βράχοςσαν αδέρφια40-ήμερο μνημόσυνοτρομάζω, τα χάνωόπωςκουνώτριγυρνώπιάσιμο από τα χέρια(σερκά-σερκά: σχηματισμός αλυσίδας από χέρια)ερημητήριο, μοναχικό ενδιαίτημα καλόγερουσείω, κουνώλερώνω, προσβάλλω την τιμή, ατιμάζωκαταδότης, χαφιέςεύσπλαχνη, καλοσυνάτη, καλόκαρδηείδος αγγλικού οπλοπολυβόλουεπιστροφήυπομονετικός, καρτερικός/στωικότητα, η: υπομονή, εγκαρτέρησημουριάταυτόχρονακατσούφης, σκυθρωπόςσυνωστίζομαιπαράγω οξύ συνεχή ήχο, ανάλογο προς το σφύριγμαδύναμη και ζωντάνιασυντηρώ νεκρό σώμα με τη χρήση ειδικών φαρμάκων και τεχνικώνεπίσημο ριχτό ένδυμα, που φορούν συνήθως οι δικαστέςή οι πανεπιστημιακοί σε επίσημες τελετέςδέρμα, πετσίμόλιςαγκαθερό ζιζάνιο των αγρώνκελάηδημα, τραγούδι του γρύλλουΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ426


Υυδρία, η:υπερκόσμιος:υπόκωφος (ήχος):υστερκά, η:Φφαιδρός:φαύλος:φέιγ-βολάν, το:φιλαρμονική(ορχήστρα ή μπάντα):φιλέρημος:φκιόρον,υτο:φου, του:φρένα, τα:φρουμάζω (και φριμάζω):φρυγμένος:φτύμμαν, το:φυλλορροώ:Χχάσκω/χάσσω:χερσάδα, η:χλαλοή, η:χοχλαδάκι, το:Ψψαύω:ψεματινός, ο:ψευτίζω:ψηλαφώ:υυ υψυσικόν, το:ψυχανεμίζομαι:πήλινο δοχείο, στάμναυπερφυσικός, ουράνιος, θείοςπου μόλις ακούγεται, βαθύςστερνά, τέλοςαστείος, γελοίοςανήθικος, αχρείοςδιαφημιστικό φυλλάδιομουσικό σύνολο από χάλκινα όργανα, πνευστά και κρουστάμοναχικός, που αγαπά την ερημιά, την απομόνωσηάνθος, λουλούδιτου φωτόςμυαλό, διάνοιακοχλάζω, είμαι έτοιμος να ξεσπάσωξεροψημένος, καμένος (από την ξηρασία)φτύσιμοχάνομαι, εξαφανίζομαι σταδιακάσχηματίζω άνοιγμα, έχω χάσμαμικρό ακαλλιέργητο έδαφος μέσα σε καλλιεργημένη έκτασηοχλαγωγή, οχλοβοήμικρό θαλασσινό κοχύλι ή βότσαλοαγγίζω κάτι ελαφρά, το περιεργάζομαι με τις άκρες των δακτύλωνψεύτικοςνοθεύω, χαλώ, αλλοιώνωψάχνω, εξετάζω/ψηλαφητό, το: ψαχούλεμα, άγγιγμακαι ψάξιμο με τα χέριαελεημοσύνηδιαισθάνομαιΣτο γλωσσάρι περιλαμβάνονται λέξεις που εμφανίζονται περισσότερες από μια φορά στο κυρίως σώμα των κειμένωνή λέξεις που πιθανόν να δυσκολέψουν τους μαθητές, αλλά δεν κρίθηκε σκόπιμο να συμπεριληφθούν στα υποσελίδιασχόλια.Με πλάγια γράμματα οι λέξεις της κυπριακής διαλέκτου.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ427


ΠΡΩΤΕΣ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ – ΠΗΓΕΣΑΠΟ ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ Α΄ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ (1914-1919)ΩΣ ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ <strong>Β</strong>΄ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ (1939-1945)Ο Λυρικός Ρεαλισμός της ΔιαλέκτουΔημήτρης Λιπέρτης:«Καρτερούμεν μέραν νύχταν»[Από τα Τζυπριώτικα τραούδκια, τόμ. <strong>Β</strong>΄, 1930]«Η φτώσεια»[Από τα Τζυπριώτικα τραούδκια, τόμ. Γ΄, 1934]«<strong>Β</strong>ούττημαν ήλιου»[Από τα Τζυπριώτικα τραούδκια, τόμ. Α΄, 1923]«Θωρώ σε τζι ούλλον έναν αρωτώ»/«Στην ομορκιάν της»/ «Τ’ αμμάδκια της»[Από τα Τζυπριώτικα τραούδκια, τόμ. Γ΄, 1934]«Το φιλίν σου»[Από τα Τζυπριώτικα τραούδκια, τόμ. Δ΄, 1937][= Άπαντα, τόμ. <strong>Β</strong>΄, επιμ. Κ.Γ. Γιαγκουλλής,Λευκωσία: Εκδόσεις Χρ. Ανδρέου, 1988]υυυυυυ υΠαύλος Λιασίδης:«Είμαστιν γέννημαν του φου»[Να πεθάνει ο χάρος, Λευκωσία, 1966]«Ερωτικά παραπονιάρικα: Κακοτυσιόν»[Η Τζύπρος δίχως πούτρα, Κύπρος, 1972]«Οι αθάνατοι»/«<strong>Β</strong>αρώσιν»/«Η αθανασία»/«Τετράστιχον»[Νεκατωμένοι αέρηες, Λευκωσία, 1979][= Άπαντα, τόμ. <strong>Β</strong>΄, επιμ. Κ.Γ. Γιαγκουλλής,Λευκωσία: Κέντρο Επιστημονικών Ερευνών, 1998]υυυΗ νέα ευαισθησία, οι κοινωνικοί και νεοτερικοί προσανατολισμοί της λογοτεχνίαςΠοίησηΓλαύκος Αλιθέρσης:Οι Οραματισμοί του Εωσφόρου (αποσπάσματα)«Φασούρι»[Οι οραματισμοί του Εωσφόρου, Κύπρος, 1923]«Τα σονέτα της Εύας» (ΙΧ)[Απλή προσφορά, Κύπρος, 1929]«Μικρή φωτογραφία»/ «Προορισμός τοπίου»[Μυστικός δείπνος, β΄ έκδ., Λεμεσός, 1956]«Στιγμές»[Γλαύκος Αλιθέρσης, Επιλογή από το ποιητικό του έργο, επιμ. Α. Παστελλάς,Κύπρος: «Πνευματικός Όμιλος Λεμεσού», 1976]ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ428


Τεύκρος Ανθίας:Θοδόσης Πιερίδης:Μάνος Κράλης:Σίμος ΜενάρδοςΛεωνίδας Παυλίδης:Παύλος <strong>Β</strong>αλδασερίδης:Δημητρός Μ. Δημητριάδης:«Κατρακύλημα»/«Επίλογος»[Τα σφυρίγματα του αλήτη, Αθήνα, 1929]«Δον Κιχώτης»[Τα σφυρίγματα του ερημίτη, Κύπρος, 1943]«Επαρχία»[Εκ βαθέων, Λευκωσία, 1944]«Το πρώτο γράμμα»/«Διακήρυξη»[Το ημερολόγιο του C.D.P., Λευκωσία, 1956]Κυπριακή συμφωνία (αποσπάσματα ΙΙΙ, IV, IX)[Κυπριακή Συμφωνία, γ ΄ ελληνική έκδ., Αθήνα, 1964]«Κύπρος 1958»[Το χρυσό μονοπάτι, 1961]«Τα περβόλια και ο χρυσός κύκλος»[Ονειροπόληση πάνω στα τείχη της Αμμοχώστου, β΄ έκδ., Αθήνα, 1966]Ξαναρχινούμε...(1967) (απόσπασμα)[Ποιητικά Άπαντα, Α΄ τόμ. Τα εκδομένα, επιμ. Γ. Φ. Πιερίδης, Λευκωσία: Πυρσός, 1975]«Τα παιδιά»/«Το πέλαγο»[Ποιητικά Άπαντα, <strong>Β</strong>΄ τόμ. Τα ανέκδοτα, επιμ. Γ. Φ. Πιερίδης, Λευκωσία: Πυρσός, 1976]«Νύχτες»[Ταξίδι στη γυμνή χρονιά, Κύπρος, 1936]«Ελεγείο των αποτυχημένων»[Φθινόπωρο στην Κόλαση, Κύπρος, 1938]«Επιτάφιος του πληρώματος»/«Για μια νεκρή γυναίκα»(VII: Λάδι και χώμα)[Επιτάφιος του πληρώματος, Κύπρος, 1946]Γεύση θανάτου Χ, ΧΙΙ[Γεύση θανάτου, Κύπρος, 1974]Επιγράμματα[Επιγράμματα, Αθήνα, 1930]«Φιλία»/ «Νίκη»[Λεωνίδας Παυλίδης, μια παρουσίαση από την Κρήνη Παυλίδου,Αθήνα: Γαβριηλίδης, 2004]«Ομορφιά»/ «Πλάτρες» (Ι)[Μαγιοβότανα, Λάρνακα, 1938]«Δείλι στην πολιτεία»/ «Άνοιξη»[<strong>Β</strong>ήματα στη χλόη, Λεμεσός-Κύπρος, 1923]Ερωτικό φθινόπωρο (απόσπασμα)[αναδημοσίευση από την Κυπριακή Ανθολογία, επιμ. Κ. Μόντης και Α. Χριστοφίδης,β΄ έκδ. συμπληρωμένη, Αθήνα: Alvin Redman Hellas, 1973]ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ429


Ξάνθος Λυσιώτης:Γιάννης Λεύκης:Χριστόδουλος Γαλατόπουλος:Παύλος Κριναίος:Άντης Περνάρης:Πυθαγόρας Δρουσιώτης:Λώρος Φαντάζης:Λευτέρης Γιαννίδης:Νίκος <strong>Β</strong>ραχίμης:«Να τραγουδήσεις»/«Εφήμερα»[Εφήμερα, Κύπρος, 1937]Δεκαπεντασύλλαβοι του δεκαπενταυγούστου (VI)[Δεκαπεντασύλλαβοι του δεκαπενταυγούστου, Κύπρος, 1984]«Έβαψα το πρόσωπο»[Στεναγμοί και πόθοι, Κύπρος, 1935]«Ηρωικό»/«Θα ’ρθει μια μέρα και για μας»[Το τραγούδι των ξυπνημένων ανθρώπων, Λεμεσός, 1963]«Εγώ και σε ποτήρια τρύπια»/«Νύχτα! απόψε, μου έμοιασες»/«Γαλήνη στο κελί»[Τα τραγούδια της φυλακής (1931-1936), Πάφος, 1936]«Ο ύπνος μιας μικρής εταίρας»[Ανθολογία των νεώτερων ποιητών του περιοδικού Μέλισσα, Αθήνα, 1925·αναδημοσίευση από την Κυπριακή Ανθολογία, επιμ. Κ. Μόντης και Α. Χριστοφίδης,β΄ έκδ. συμπληρωμένη, Αθήνα: Alvin Redman Hellas, 1973]Χάι- Κάι[Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, 12 Δεκεμβρίου 1926]«Θα γιομίσουν ρυτίδες τ’ αγάλματα»[Το χρυσό δισκοπότηρο, Αθήνα, 1972]«Ο εισαγγελέας του 1967 διατάσσει…»[Αναδημοσίευση από την Ανθολογία <strong>Κυπριακής</strong> <strong>Λογοτεχνίας</strong>, τόμ. <strong>Β</strong>΄,εκδ. Χρ. Ανδρέου, Λευκωσία]«Το κόκκινο γαρύφαλλο»[Διπλό ξεφάντωμα, Λευκωσία, 1931]«Νοσταλγία της Αθήνας»[Καλλιρόη, Λευκωσία, 1959]«Η μπαλάντα του φθινοπώρου»[Εκλογή, Λεμεσός-Κύπρος, 1963]«Κερύνεια»/«Νόστος»/«Bamboo village»[Τοπάζια και <strong>Β</strong>ηρύλλια, Λευκωσία, 1982]«Αθήνα»/«Κώστας Καρυωτάκης»[Σονέττα, Αθήνα, 1984]«Περαστική»/«Σ’ ένα βαπόρι που φεύγει…»[<strong>Β</strong>ήματα στην άμμο, Λευκωσία, 1938 (β΄ έκδ. συμπληρωμένη)]«<strong>Β</strong>αρυθυμία επηρεασμένη»[Περ. Πάφος, τόμος Γ΄, 1937, αρ. 5, σ. 296]«Ποθητές πατρίδες» (VI)[Αποσπάσματα, <strong>Β</strong>αρώσια, 1941]ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ430


ΠεζογραφίαΓιώργος Φάνος:Νίκος Νικολαΐδης:Λουκής Ακρίτας:Μελής Νικολαΐδης:Γιάννης Σταυρινός-Οικονομίδης:Μαρία Ρουσσιά:«Ωδή πενιχρή στη Λευκωσία»[<strong>Β</strong>ορά στη Μπόρα, Αμμόχωστος 1965]«Ο Σκέλεθρας» (απόσπασμα)[Ο Σκέλεθρας. Διηγήματα, σειρά <strong>Β</strong>΄, Κύπρος, 1924]«Σα σκυλί»[Η καλή συντρόφισσα. Διηγήματα, σειρά Γ΄, Κύπρος, 1929]Ο κάμπος (αποσπάσματα)[Λουκής Ακρίτας, Ο κάμπος, Αθήνα, Φιλιππότης, 3 1981]«Η παράδοση των Αθηνών από τους Γερμανούς»[αναδημοσίευση από τη Μεσοπολεμική Πεζογραφία, τόμος <strong>Β</strong>΄, Αθήνα: Σοκόλης, 1992]«Δυο άσπρα γυμνά χέρια»[Μελή Νικολαΐδη, Δυο άσπρα γυμνά χέρια κι άλλα διηγήματα, Αθήνα, 1929]«Η ψυσή έν’ αέρας» (αποσπάσματα)[Κυπραίικα. <strong>Β</strong>΄ σειρά, Λευκωσία, 1983]υΚύπρος (αποσπάσματα)[Κύπρος (Διηγήματα - Χρονικό), Αλεξάνδρεια, 1956]Ανδρέας Γεωργιάδης-Κυπρολέων: «Ο χατζής των ροδακίνων» (αποσπάσματα)[Εκ προμελέτης, Αθήνα, 1963]Νίκος <strong>Β</strong>ραχίμης:Η Φρου-φρου[Ο Άγνωστος και τα άλλα αφηγήματα. Επιμ. Λ. Παπαλεοντίου, Λευκωσία:Πολιτιστικές Υπηρεσίες Υ.Π.Π., 1997]Η ΥΣΤΕΡΗ ΑΓΓΛΟΚΡΑΤΙΑ (1945-1960)ΠοίησηΚώστας Μόντης:[Άτιτλο]/ Ευαγόρας Παλλικαρίδης/ Ιάκωβος Πατάτσος[Στιγμές, Λευκωσία, 1958][Άτιτλο]/ Κυριάκος Μάτσης/ Το κορίτσι στο τζάμι/ Πολυκατοικία/Θέμα για διήγημα[Συμπλήρωμα των Στιγμών, Λευκωσία, 1960]Γρηγόρης Αυξεντίου/ Έλληνες ποιητές[Ποίηση του Κώστα Μόντη, Λευκωσία, 1962]Οι φοβερές μέρες του Δεκέμβρη του 1963 στη Λευκωσία[Εξ ιμερτής Κύπρου, Λευκωσία, 1969][Άτιτλο][Εν Λευκωσία τη…, Λευκωσία, 1970]ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ431


Δεύτερο γράμμα στη μητέρα (απόσπασμα)[Δεύτερο γράμμα στη μητέρα, Λευκωσία, 1972]Της εισβολής/ Τουρκική εισβολή ΙΙ[Πικραινόμενος εν εαυτώ, Λευκωσία, 1975]Έθθα σου πω[Στη γλώσσα που πρωτομίλησα, Λευκωσία, 1980]Προς Κάλβο (για την Κύπρο)[Μετά φόβου ανθρώπου, Αθήνα, 1982]Ένα τουρκάκι στο Κιόνελι το 1966[Ως εν κατακλείδι, Λευκωσία, 1984]Παντελής Μηχανικός:Νίκος Κρανιδιώτης:Κύπρος Χρυσάνθης:Γιώργος Κωστάντης:Γράμμα/ Πώς μίλησε ένα παιδί πριν πολλά χρόνια[Παρεκκλίσεις, Κύπρος, 1957]Το βάθος του κόσμου[Τα δυο βουνά, Λευκωσία, 1963]Ωδή για ένα σκοτωμένο τουρκάκι/ Ένα τραγούδι για τον Ριμαχό/Αφροδίτη/ Ονήσιλος/ Η σπηλιά του Κύκλωπα[Κατάθεση, Κύπρος, 1975]Εικοσιπέντε χρονών[Σπουδές, Λευκωσία, 1951]Χαιρεκράτης Αντιφώντος Σαλαμίνιος[Επιστροφή, Αθήνα, 1974]Μεταμέλεια[Ο μικρός μας κόσμος, Αθήνα, 1986]Γενέθλια Πόλη, ΙΙΙ[Γενέθλια γη, Αθήνα, 1988]Το τραγούδι της Μαριάννας[Η μεγάλη άνοιξη, Αθήνα, 1989]Η ευγενής δέσποινα Μαρία Μανουήλ Ξηρού[Πορεία στο χρόνο, Αθήνα, 1991]Η Κυριακή μου/ Η παλιά Λευκωσία[Η ευτυχία της γης, Λευκωσία, 1983]Χαρούμενο[Κύπρου Χρυσάνθη: Επιλογή από το ποιητικό του έργο, Λευκωσία, 1990]Χωρίς ορθογραφία/ Σχήματα φιλιών/ Η όμορφη μέρα…[Από τον εξώστη της γης, Αθήνα, 1996]Η θλίψη μιας μέρας[Η σιωπή και ο χρόνος, Λευκωσία, 1990]Επίλογος[Μυθολογία των ωρών και των ηρώων, Λευκωσία, 1994]Το σκάφαντρο/ Το εκκλησάκι[Αναδρομή, Λευκωσία, 1995]ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ432


Αχιλλέας Πυλιώτης:Θεόδωρος Στυλιανού:Γιάννης Κ. Παπαδόπουλος:ΠεζογραφίαΓιώργος Φιλίππου Πιερίδης:Κώστας Μόντης:Θεόδωρος Μαρσέλλος:Τάσος Στεφανίδης:Χτυπήματα στην πόρτα[Φωνή μέσ’ απ’ τη γη μας, Κύπρος, 1959]Έτσι θα ζούμε (απόσπασμα)[Προσφορά. Ποιήματα (1946-1974), Λευκωσία, 1994]Αν την ηχώ[Επιχωμάτωση, Λευκωσία, 1972]Άμοιρο καλοκαίρι[Επιτρέψατέ μου, Λευκωσία, 1986]Το γράμμα και η οδός[Τότε που πολεμούσαμε, Κύπρος, 1963]Ο πορτοκαλόκηπος[Σκληροί καιροί, Αθήνα, 1963]Αλλοφροσύνη[Ο καιρός της δοκιμασίας, Θεσσαλονίκη, 1978]Ένα παλιό αυτοκίνητο[Κ. Μόντης, Ταπεινή ζωή, Λευκωσία, 1944]Κλειστές πόρτες (απόσπασμα)[Κλειστές πόρτες, Λευκωσία, 1964]Η βεράντα κι ο τυφλός[Ο κλέφτης του σπιτιού μου, Αθήνα, 1974]Ο γιος των υδάτων (ή Αποκάλυψη) (απόσπασμα)[Ο γιος των υδάτων (ή Αποκάλυψη), 1960]Η ΓΕΝΝΗΣΗ TΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣΠοίησηΘεόδοσης Νικολάου:Ανδρέας Παστελλάς:Επαγγελία/ Έρωτας/ Η εργασία του ποιητή/ Νέας Ιουστινιανήςκαι πάσης Κύπρου[Πεπραγμένα, Κύπρος, 1980]Έκθεση ζωγραφικής/ Μνήμη/ Το σαλιγκάρι[Εικόνες, Κύπρος, 1988]Το σπίτι β΄[Το σπίτι, Αθήνα, 2002]Ευρώπη εικοστός αιών/ Άδεια θρανία[Χώρος διασποράς, Αθήνα 1970, β΄ έκδ. Λευκωσία, 1988]ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ433


Ο Φρύνιχος στην Αθήνα το καλοκαίρι του 1974[Μεταθανατίως αποσχηματισθείς, Λευκωσία, 1995]Θεοκλής Κουγιαλής:Κώστας <strong>Β</strong>ασιλείου:Κυριάκος Χαραλαμπίδης:Πίτσα Γαλάζη:Μιχάλης Πασιαρδής:Κώστας Π. Μιχαηλίδης:Κυριάκος Πλησής:Περί ποντικών[Μυθολόγιον, Λευκωσία, 1981]Διακοπή/ Το ταξίδι/ Ο Σιμεών, ο ποιητής[Άνθρωπος στην ομίχλη, Λευκωσία, 2004]Ο Αισχύλος και ο Γιάννης/ Τα επίθετα[Pieta, Λευκωσία, 1983]Η ποίηση/ Και πάλι η ποίηση[Ο ευαγγελισμός της λυγερής, Λευκωσία, 1988]Επειδή[Η Λάμπουσα, Λευκωσία, 1996]Ακρόπρωρο Ιουλίου[Αχαιών ακτή, Λευκωσία, 1977]Η αρχή ενός ειδυλλίου[Αμμόχωστος <strong>Β</strong>ασιλεύουσα, Αθήνα, 1982]Παιδί με μια φωτογραφία/ Επιτάφιος πόλις[Θόλος, Λευκωσία, 1989]Πύρρος Δήμας/ Της αγάπης[Κυδώνειον μήλον, Αθήνα, 2006]Σταλακτίτες ΙΙ (ΙΙ, IV)[Στα περιθώρια των καιρών, Αθήνα, 1968]Σηματωροί (ΙΙΙ)/Αμμόχωση (ΧΧIV)[Σηματωροί, Αθήνα, 1983]Το παιδί που σκότωσανΠοιήματα IIΙ [= Ο δρόμος της ποίησης Α΄, Κύπρος, 1999]Ωδή στον Ερνέστο ΓκουεβάραΠοιήματα V [= Ο δρόμος της ποίησης Α΄, Κύπρος, 1999]Λευκωσία, βράδι 15.7.74/ Είμαστε Έλληνες/ Εσύ δε λες τίποτα...Οι άλλες μέρες [= Ο δρόμος της Ποίησης <strong>Β</strong>΄, Κύπρος 2001][Φέρτε μου το παλίο δκιολίν]Ποιήματα ΙΧ [= Ο δρόμος της Ποίησης Γ ΄, Κύπρος, 1977]Σήματα (η΄)/ Αυτογνωσία (ε΄)[Περιαγωγή, Λευκωσία, 1980]Τα παιδιά/ Αυτός που δεν πονεί/ Η θεά/ Επίμετρο ΙΙ(Να μνημονεύονται)[Γραφή οδύνης, Αθήνα, 1975]ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ434


Σοφοκλής Λαζάρου:Κλαίρη Αγγελίδου:Αυτός ο ουρανός/ Τις λέξεις μου[Φυσάει βοριάς, Λευκωσία, 2000]Νοσταλγία[Του ξεριζωμού, Λευκωσία, 1976]Η προσμονή[Νόστιμον ήμαρ, Κύπρος, 1982]Αμμόχωστος[Η σιωπή των αγαλμάτων, Αθήνα, 1994]Ανδρέας Χριστοφίδης: Φθινόπωρο 1973 που έφερε το καλόκαιρι του 1974/Για το μαθητή Δημητρίου Πέθανε 18 χρονών στις 17 του Γενάρη 1975/Μαθαίνοντας να ζεις με τους ηλεκτρονικούς εγκεφάλους[Οι Ομιλίες της νύχτας, Λευκωσία, 1979]Φοίβος Σταυρίδης:Έλλη Παιονίδου:Graffiti/ Πρώτη τ’ Απρίλη 1975/ Η γριά γιαγιά μου[Απομυθοποίηση, Λευκωσία, 1978]<strong>Β</strong>.Μ./ Ακροτελεύτιο[Τρίτο πρόσωπο, Λάρνακα, 1992]Χώμα της Κύπρου[Χώμα της Κύπρου, Λευκωσία, 1971]Ψαροπωλείον η Κερύνεια[Ο κύκλος της καταγγελίας, Αθήνα, 1977]Ο Ιβάν από το Κίεβο[Διαδρομές, Αθήνα, 1997]Ντίνα Κατσούρη: Προς αναγνώστη (1)[Αντι-θέσεις, Αθήνα, 1987]Μ’ ακούς;[Μ’ ακουουούς;, Λευκωσία, 1996]Αφροδίτη και αιωνιότητα[Της Αφροδίτης και του Άδωνη, Λευκωσία, 2006]Άνθος Λυκαύγης:Ερπύστριες (απόσπασμα)[Ερπύστριες, Αθήνα, 1974]Μαρτυρία (απόσπασμα)[Μαρτυρία, Αθήνα, 1975]Πολύβιος Νικολάου: Προδιαγραφή για τους νέους ποιητές από την Αμμόχωστο (Γ, Δ, Λ)[Προδιαγραφή για τους νέους ποιητές από την Αμμόχωστο, Λευκωσία, 1982]Πιο πίσω[Τα ποιήματα του Φεβράρη, Λευκωσία, 1996]ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ435


ΠεζογραφίαΉβη Μελεάγρου:Λίνα Σολομωνίδου:Χριστάκης Γεωργίου:Πάνος Ιωαννίδης:Γιάννης Κατσούρης:Ρήνα Κατσελλή:Άντης Χατζηαδάμος:Η προτελευταία εποχή (αποσπάσματα)[Προτελευταία εποχή, Αθήνα, 1981]Ενθάδε κείται (αποσπάσματα)[Ενθάδε κείται, Αθήνα, 1964]Ντάραλη (απόσπασμα)[Ρωγμές, Λευκωσία, 1970]Ο Γκρηγκόρυ[Στην Κύπρο την αέρινη, Αθήνα, 1964] [=Ανάπλους. Διηγήματα και νουβέλες,τόμ. Ι, Λευκωσία, 1992]Η μοτοσικλέτα του Αντρέα[Το σταθερό σημείο, Λευκωσία, 1973]Πρόσφυγας στον τόπο μου (αποσπάσματα)[Γυναίκα της Κερύνιας, Πρόσφυγας στον τόπο μου, Θεσσαλονίκη, 1975]Ο πεταλουδοζωγράφος[Κρεπέλλο, 1988]Ο Φσήκουας[Ζανζουέρα, Λευκωσία, 1990]ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ436


ΕΠΙΛΟΓΗ <strong>Β</strong>Ι<strong>Β</strong>ΛΙΟΓΡΑΦΙΑΣA. ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΤΙΚΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΙ ΕΠΙΛΟΓΕΣ ΕΡΓΩΝ *Δημήτρης Λιπέρτης, Άπαντα τα ευρισκόμενα, Κύπρος, 1961∙ Άπαντα(επιμέλεια Κ.Γ. Γιαγκουλλής), [Λευκωσία]: Χρ. Ανδρέου, 1988∙ Άπαντα(πρόλογος Νάγια Ρούσου). Κύπρος: Κ. Επιφανίου, 1988.Παύλος Λιασίδης, Άπαντα, τόμ. 1-2. Επιμέλεια Κ.Γ. Γιαγκουλλής,Λευκωσία: Έκδοση Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών, 1997-8.Γλαύκος Αλιθέρσης, Επιλογή από το ποιητικό του έργο. ΕπιμέλειαΑνδρέας Παστελλάς, Κύπρος: «Πνευματικός Όμιλος Λεμεσού», 1976.Ξάνθος Λυσιώτης, Άπαντα. Συγκομιδή, Συγκομιδή <strong>Β</strong>΄, Συγκομιδή Γ΄,Λευκωσία, 1988∙ Τα λουλούδια του Ξάνθου Λυσιώτη, επιλογή στίχων -εισαγωγή: Γ. Χατζηκωστής, Λευκωσία, 1991.Χριστόδουλος Γαλατόπουλος, Παγκόσμιον Άσμα. Φιλολογική επιμέλειαΜιχάλης Πιερής και Σταματία Λαουμτζή, Πάφος: Δήμος Πάφου, 2004.(Μεταθανάτια έκδοση).Λεωνίδας Παυλίδης, Ποιήματα. Επιλογή-εισαγωγή-σχόλια: Κ. Γ. Γιαγκουλλής,Λευκωσία: Πολιτιστικές Υπηρεσίες Υ.Π.Π., 1996· Λεωνίδας Παυλίδης, μιαπαρουσίαση από την Κρήνη Παυλίδου, Αθήνα: Γαβριηλίδης, 2004.Άντης Περνάρης, Καλλιρρόη, Eκλογή από το ποιητικό του έργο 1925-1950,Λευκωσία: «Λυρική Κύπρος», 1959· Άντης Περνάρης: επιλογή από το έργο καιβιβλιογραφία του, Ανθολόγηση: Νίκος Παναγιώτου, Νίκη Λαδάκη-Φιλίππου,Νίκος Ορφανίδης. Εισαγωγή-βιβλιογραφία-επιμέλεια: Ν. Παναγιώτου,Λευκωσία, 1982.Τεύκρος Ανθίας, Ποιητικά άπαντα (1928-1962), Λονδίνο: Aegean Press,1962∙ Τεύκρος Ανθίας, μια παρουσίαση από τον Κώστα Νικολαΐδη,Αθήνα: Γαβριηλίδης, 2001.Θοδόσης Πιερίδης, Ποιητικά άπαντα. <strong>Τόμος</strong> πρώτος. Τα εκδομένα.<strong>Τόμος</strong> δεύτερος. Τα ανέκδοτα. Επιμέλεια Γιώργος Φ. Πιερίδης, Λευκωσία:Πυρσός, 1975-1976∙ Kώστας Νικολαϊδης, Ανθολογία Ποίησης ΘοδόσηΠιερίδη, Αθήνα: Τόπος, 2010.Νίκος Νικολαΐδης, 11 Διηγήματα, Αθήνα: Σίσυφος, 1980∙ Άπαντα,Ο Σκέλεθρας και άλλα διηγήματα, Αθήνα: Κέδρος, 1991 (α΄ τόμος: σειράΑ΄, σειρά <strong>Β</strong>΄) και Άπαντα, Η καλή συντρόφισσα. 6+4 Διηγήματα, Αθήνα:Κέδρος, 1999 (β΄ τόμος).Λουκής Ακρίτας, Διηγήματα. Εισαγωγή Ανδρέας Χριστοφίδης, Λευκωσία:Μορφωτική Υπηρεσία Υ.Π.Π., 1986∙ Δεκατρία κείμενα. Έρευναφιλολογικήεπιμέλεια Θεοχάρης Μασούρας, Λευκωσία: ΠολιτιστικέςΥπηρεσίες Υ.Π.Π., 1995.Μελής Νικολαΐδης, Μορφές αγάπης (Διηγήματα). Επιμέλεια ΠαύλοςΠαρασκευάς, Λευκωσία: Πολιτιστικές Υπηρεσίες Υπουργείου Παιδείας καιΠολιτισμού, 1996.Γιάννης Σταυρινός-Οικονομίδης, Κυπραίικα. Διηγήματα. <strong>Β</strong>΄ σειρά. ΕισαγωγήΓιάννης Κατσούρης, Λευκωσία: Μορφωτική Υπηρεσία Υ.Π.Π., 1983.Μαρία Ρουσσιά, Διηγήματα, εισαγωγή - επιμέλεια Λ. Παπαλεοντίου,Λευκωσία: «Το Καινούριο», 1992.* Με τη σειρά της καταχώρησης των λογοτεχνών στην έκδοση.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ437


Νίκος <strong>Β</strong>ραχίμης, Ο Άγνωστος και τα άλλα αφηγήματα. ΕπιμέλειαΛ. Παπαλεοντίου, Λευκωσία: Πολιτιστικές Υπηρεσίες Υ.Π.Π., 1997.Μάνος Κράλης, Ποιητικά Άπαντα 1936-1971, Λευκωσία 1971· Τα ποιήματα(1936-1984). Επιμέλεια Λ. Παπαλεοντίου, Λευκωσία: Μικροφιλολογικά, 2005.Κώστα Μόντη, Ανθολόγηση από τις «Στιγμές», 1958-1975, ΑνθολόγησηΓ. Π. Σαββίδης, Αθήνα 1978 [: συνεργασία Γιώργου Κεχαγιόγλου]. Άπαντα,τόμοι 1-3: Ποίηση, τόμ. 4: Πεζά, τόμ. 5: Θεατρικά Συμπληρώματα). Ίδρυ μαΑναστασίου Γ. Λεβέντη, Λευκωσία, 1986-1987. Άπαντα. Συμπληρώματα,τόμ. 1-4, Ίδρυ μα Αναστασίου Γ. Λεβέντη, Λευκωσία, 1988-1997, τόμ. 5-7,Πολιτιστικές Υπηρεσίες ΥΠΠ., Λευκωσία, 1999-2002.Νίκος Καρνιδιώτης, Ποίηση (1951–1986). Εισαγωγή Κ. Προυσής, Αθήνα:Πολιτιστικό Ίδρυμα Τραπέζης Κύπρου/ Ίκαρος, 1988 και Ποίηση, τόμος <strong>Β</strong>΄(1987-1995). Εισαγωγή Φ. Δημητρακόπουλος, Αθήνα: Ίδρυμα Α.Γ. Λεβέντη/Ίκαρος, 1995.Παντελής Μηχανικός, Ποιήματα: συλλογές και άλλα. ΕπιμέλειαΘ. Νικολάου και Φ. Σταυρίδης, Λευκωσία: Χρυσοπολίτισσα 1982.Αχιλλέας Πυλιώτης, Προσφορά. Ποιήματα 1946-1974. Επιμέλεια ΠαύλοςΠαρασκευάς, Λευκωσία: Πολιτιστικές Υπηρεσίες Υ.Π.Π., 1994.Γιώργος Φ. Πιερίδης, Η τετραλογία των Καιρών, Αθήνα 1989(β΄ έκδ. Λευκωσία: Πολιτιστικό Ίδρυμα Τραπέζης Κύπρου, 2000).Μιχάλης Πασιαρδής, Ο δρόμος της ποίησης. Ποιήματα 1959-1969,Κύπρος 1970 (β΄ έκδ. Κύπρος 1999)· Ο δρόμος της ποίησης, <strong>Β</strong>΄, Κύπρος 1976(β΄ έκδ. 2001)· Ο δρόμος της ποίησης, Γ ΄, Κύπρος, 1977.Κυριάκος Πλησής, Όνομα δ’ αυτής Μακαρία. Ποιήματα, Αθήνα: Οι εκδόσειςτων Φίλων, 1991. (Συγκεντρωτική έκδοση των κυπριακών ποιημάτων).Κώστας Π. Μιχαηλίδης, Τα ποιήματα. Εισαγω γή Νατάσα Κεσμέτη -επίμετρο Κώστας Τσιρόπουλος, Αθήνα: Οι εκδόσεις των Φίλων, 2005.Σοφοκλής Λαζάρου, Ποιήματα, Λευκωσία: Ακτή, 2003.Θεοκλής Κουγιάλης, Τριάντα χρόνια (1959-1989) ποίηση, Λευκωσία, 1994.<strong>Β</strong>. ΓΕΝΙΚΑ ΕΡΓΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΟΛΟΓΙΑΣΚ.Θ. Δημαράς, Iστορία της Nεοελληνικής <strong>Λογοτεχνίας</strong>, Αθήνα: Γνώση,2000 (πρώτη έκδοση 1948).Λίνος Πολίτης, Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας, Αθήνα: ΜορφωτικόΊδρυμα Εθνικής Τραπέζης, 2 1979.Mario Vitti, Ιστορία της Νεοελληνικής <strong>Λογοτεχνίας</strong>, Αθήνα, 2003.Αλέξανδρος Αργυρίου, Ιστορία της Ελληνικής <strong>Λογοτεχνίας</strong> και η πρόσληψήτης, τόμοι Α΄-Ζ΄, Αθήνα, 2001-2007. [<strong>Τόμος</strong> ΣΤ ΄, Παντελής Μηχανικός,310-311. <strong>Τόμος</strong> Ζ΄, Κυριακός Χαραλαμπίδης 264-268∙ Μιχάλης Πασιαρδής,298-302∙ Ανδρέας Παστελλάς, 392-397∙ Ανδρέας Χριστοφίδης, 445-450∙Θεοδόσης Νικολάου 450-454].Λεύκιος Ζαφειρίου, Η νεότερη κυπριακή λογοτεχνία: γραμματολογικόσχεδίασμα. Λευκωσία, 1991.Γιώργος Κεχαγιόγλου-Λευτέρης Παπαλεοντίου, Ιστορία της νεότερης κυπριακήςλογοτεχνίας, Λευκωσία: Κέντρο Επιστημονικών Ερευνών Κύπρου, 2010.Στυλιανός Αλεξίου, Ελληνική λογοτεχνία από τον Όμηρο στον 20ο αιώνα.Αθήνα: Στιγμή, 2010.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ438


Η ελληνική ποίηση. Ανθολογία, γραμματολογία, τόμοι Α΄-Ε΄. Αθήνα:Σοκόλης, 1977-1982, τόμος ΣΤ΄, 2002. [<strong>Τόμος</strong> Γ΄, 1980, εισαγωγήανθολόγησηΚώστας Στεργιόπουλος, Η Ανανεωμένη Παράδοση: ΓλαύκοςΑλιθέρσης, 238- 245∙ Τεύκρος Ανθίας, 452-457∙ Παύλος Κριναίος, 572- 576.<strong>Τόμος</strong> Δ΄, 1979, εισαγωγή –ανθολόγηση Αλέξανδρος Αργυρίου, Νεωτερικοίποιητές του μεσοπολέμου: Θεοδόσης Πιερίδης, 44-49∙ Κώστας Μόντης, 416-433. <strong>Τόμος</strong> ΣΤ΄, 2002, εισαγωγή-ανθολόγηση Κώστας Γ. Παπαγεωργίου,Η δεύτερη μεταπολεμική γενιά: Κυριάκος Χαραλαμπίδης, 500-515].Η μεσοπολεμική πεζογραφία. Από τον πρώτο ώς τον δεύτερο παγκόσμιοπόλεμο (1914-1939), τόμοι Α΄-Ι΄. Αθήνα: Σοκόλης, 1992-1993. [<strong>Τόμος</strong>B΄, 1992: παρουσίαση-ανθολόγηση Αλέξης Ζήρας, Λουκής Ακρίτας,120-167. <strong>Τόμος</strong> ΣΤ΄, 1993: παρουσίαση-ανθολόγηση Άννα Κατσιγιάννη,Νίκος Νικολαΐδης, 226-238].Η μεταπολεμική πεζογραφία. Από τον πόλεμο του ’40 ως τη δικτατορία του’67, τόμοι Α΄-Η΄. Αθήνα: Σοκόλης, 1988-1992. [ <strong>Τόμος</strong> Ε΄, 1990: ανθολόγησηΕ.Χ. Κάσδαγλης, Ήβη Μελεάγρου, 219-254].Λεξικό νεοελληνικής λογοτεχνίας. Πρόσωπα, έργα, ρεύματα, όροι, Αθήνα:Πατάκης, 2007.Αλέξης Πολίτης, Εγχειρίδιο του Νεοελληνιστή, Ηράκλειο: ΠανεπιστημιακέςΕκδόσεις Κρήτης, 2002 [ Κύπρος: 47-49, 104, 105, 128, 159, 192, 196, 205,209, 210, 267, 271, 272].Δημήτρης Αγγελάτος, Η Άλφα <strong>Β</strong>ήτα του Νεοελληνιστή. Οδηγός για τοεισαγωγικό μάθημα στην επιστήμη της νεοελληνικής φιλολογίας, Αθήνα:Gutenberg, 2011 [Κύπρος: 56, 169, 190-194, 197-198, 200, 202-203, 208, 292,298, 312].Γ. ΑΛΛΑ ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΑΤΑ*Κυπριακή λογοτεχνία. Οι ρίζες, Λευκωσία: Ένωση Λογοτεχνών Κύπρου.Πνευματική Στέγη Λευκωσίας, 1980.Παντελής <strong>Β</strong>ουτουρής, "Ο απόηχος της γενιάς του 1920 στην κυπριακήλογοτεχνία", περ. Ο Κύκλος, 6 (Νοε.-Δεκ. 1980), 221-227.Παντελής <strong>Β</strong>ουτουρής, "Το σχήμα της κυπριακής λογοτεχνίας (1920-1945).Εξελίξεις στα χρόνια του μεσοπολέμου", περ. Αντί, 236 (1983), 40-42.Γιώργος Κεχαγιόγλου-Μιχάλης Πιερής, 12 <strong>Κείμενα</strong> για τον Kώστα Μόντη,Αθήνα: Ερμής, 1984.Νίκος Παναγιώτου-Παύλος Παρασκευάς, Κυπριακά φιλολογικάψευδώνυμα, Λευκωσία, 1984.Κύπρος Χρυσάνθης, Έξι Κύπριοι ποιητές. Λευκωσία: Ε.Π.Ο.Κ., 1985.Κώστας Γ. Γιαγκουλλής, Η κυπριακή διάλεχτος στη λογοτεχνία (από τον11ο αιώνα ως σήμερα), Λευκωσία 1986.Νίκος Παναγιώτου, Μελετήματα, Λευκωσία 1986.25 χρόνια της <strong>Κυπριακής</strong> λογοτεχνίας 1960-1985. (Πρόλογος, επιμέλειαΚ. Χρυσάνθης), Λευκωσία: Εθνική Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών Κύπρου, 1987.Κώστας Γ. Γιαγκουλλής, Κύπριοι ποιητές του μεσοπολέμου (1920-1945).* Τα δημοσιεύματα αξιοποιήθηκαν στην παρούσα έκδοση. Καταχωρούνται σύμφωνα με τη χρονολογία έκδοσης.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ439


Μια κριτική προσέγγιση. Λευκωσία, 1987.Παύλος Παρασκευάς, Δημήτρης Λιπέρτης: Η ζωή και το έργο του,[Λευκωσία]: Χρ. Ανδρέου, [1988].Στέφανος Διαλησμάς, Η ποίηση του Κώστα Μόντη, Το ΠανεπιστήμιοΑθηνών και η Κύπρος, Σειρά: Κυπριακά, τόμ. Α ΄, Αθήνα: Εθνικό καιΚαποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, 1989. (Ανάτυπο).Κάρολος Μητσάκης, Η συμβολή της Κύπρου στη νεοελληνική λογοτεχνία:ο ποιητής Κύπρος Χρυσάνθης, Λευκωσία: Ε.Π.Ο.Κ., 1990.Κώστας Μ. Προυσής, Θέματα και πρόσωπα της κυπριακής λογοτεχνίας,Λευκωσία: Πολιτιστικό Ίδρυμα Τραπέζης Κύπρου, 1990.Φοίβος Σταυρίδης, Ο ποιητής ως αγαλματοποιός. Δέκα χρόνια από το θάνατοτου Παντελή Μηχανικού. Λευκωσία: Μορφωτική Υπηρεσία Υ.Π.Π., 1990.Κύπρος Χρυσάνθης και Νίκος Ορφανίδης, Ο ποιητής Μάνος Κράλης και η"Γεύση θανάτου", Λευκωσία: Η Σημερινή, 1990.Μιχάλης Πιερής, Από το μερτικόν της Κύπρου. Κριτικά κείμενα για τουςΜαχαιρά, Μιχαηλίδη, Καβάφη, Καρυωτάκη, Σεφέρη, Διαμαντή, Μόντη,Πιερίδη, Χαραλαμπίδη, Αθήνα: Καστανιώτης, 1991.Νεοελληνική Λογοτεχνία. Οι εισηγήσεις στα συνέδρια ποίησης καιπεζογραφίας. (Επιμέλεια Γεώργιος Κ. Ιωαννίδης-Κώστας Λυμπουρής)Λευκωσία: Σ.Ε.Κ.Φ. (Ο.Ε.Λ.Μ.Ε.Κ.), 1991.Νίκος Ορφανίδης, Όραμα και ματαίωση στον Παντελή Μηχανικό,Λευκωσία: Ακτή, 1992 (ανάτυπο από το περ. Ακτή, αρ. 10, 257-272).Οι Κύπριοι λογοτέχνες της Αιγύπτου. Πρακτικά Συμποσίου (11-12Απριλίου 1991). Επιμέλεια Παύλος Παρασκευάς, Λευκωσία: ΠολιτιστικέςΥπηρεσίες Υ.Π.Π., 1993.Αντρέας Φυλακτού, Η ποιητική φωνή του Χριστόδουλου Γαλατόπουλου,Λευκωσία: Πολιτιστικές Υπηρεσίες Υ.Π.Π., 1994.Σάββας Παύλου, Η μορφή του Ριμάκο στη Νεώτερη Κυπριακή Λογοτεχνία(Κυριάκος Χαραλαμπίδης, Παντελής Μηχανικός, Κώστας <strong>Β</strong>ασιλείου),Λευκωσία: Ακτή, 1995 (ανάτυπο από το περ. Ακτή, αρ. 23, 275-290),[=Φιλολογικά και άλλα, Λευκωσία 2005, 189-218].Ανδρέας Χατζηθωμάς, Αφιερώματα λογοτεχνικών περιοδικών της Κύπρου,Λευκωσία, 1993.Λευτέρης Παπαλεοντίου, Τα πρώτα βήματα της κυπριακής λογοτεχνικήςκριτικής (1880-1930), Λευκωσία: Πολιτιστικές Υπηρεσίες Υ.Π.Π., 1997.Το σπίτι της μνήμης. Aνθολογία Kυπριολογικών δημοσιευμάτων τουΓ. Π. Σαββίδη. Eπιμέλεια Mανόλης Σαββίδης, Αθήνα: Σπουδαστήριο NέουEλληνισμού, 1997.Νίκος Παναγιώτου, Μελετήματα <strong>Β</strong>΄, Λευκωσία, 1998.Κύπριοι λογοτέχνες που έζησαν στην Ελλάδα. Πρακτικά συμποσίου (27-28Απριλίου 1995), Λευκωσία: Πολιτιστικές Υπηρεσίες Υ.Π.Π., 1999.Σάββας Παύλου, Σεφέρης και Κύπρος, Λευκωσία: Πολιτιστικές ΥπηρεσίεςΥ.Π.Π., 2000.Λευτέρης Παπαλεοντίου, Στοχαστικές προσαρμογές. Για την ιστορία τηςευρύτερης νεοελληνικής λογοτεχνίας, Αθήνα: Γαβριηλίδης, 2000.Λευτέρης Παπαλεοντίου, Κυπριακά λογοτεχνικά περιοδικά στα χρόνια τηςαγγλοκρατίας, Λευκωσία: Κέντρο Επιστημονικών Ερευνών, 2001.Λευτέρης Παπαλεοντίου, Κυπριακά περιοδικά (1903-1958). ΑναλυτικήΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ440


βιβλιογραφία και παρουσίαση, [«Περιοδικά Λόγου και Τέχνης». <strong>Τόμος</strong>Τέταρτος], Θεσσαλονίκη: University Studio Press, 2004.Στρατής Τσίρκας, Ο διηγηματογράφος Νίκος Νικολαΐδης, Επιμέλεια-Επίμετρο Λ. Παπαλεοντίου, Λευκωσία: Εν Τύποις, 2003.(συλλογικό) Η εικόνα της Κύπρου (1878-1960) στη λογοτεχνία. Επιμέλειαέκδοσης Α. <strong>Β</strong>οσκός-Π. Κοντός. Σειρά: Κυπριακά, τόμ. Δ΄, Αθήνα:Ε.Κ.Π.Α., 2002.(συλλογικό), Παλαιότεροι και Νεότεροι για τον Νίκο Νικολαΐδη, Λευκωσία:Εν Τύποις, 2003.Κώστας Στεργιόπουλος, «Η λογοτεχνία στο κέντρο και στην Κύπρο:Συγκλίσεις και αποκλίσεις», στο: ο ίδιος, Περιδιαβάζοντας, τόμ. 6, Αθήνα:Κέδρος, 2004, 120-128.Λευτέρης Παπαλεοντίου, Όψεις της ποιητικής του Κώστα Μόντη, Αθήνα:Σοκόλης, 2006.Λεωνίδας Παυλίδης, Κριτικά κείμενα. Επιμέλεια Λ. Παπαλεοντίου, Αθήνα:Γαβριηλίδης, 2006.Νίκος Νικολαΐδης ο Κύπριος (1884-1956). Μια επανεκτίμηση του έργουτου. Επιμέλεια Λ. Παπαλεοντίου, Αθήνα: Πολιτιστικές Υπηρεσίες Υ.Π.Π. -<strong>Β</strong>ιβλιόραμα, 2007.Θεοδόσης Πυλαρινός, Μεθιστορία. Μύθος και ιστορία στην ποίηση τουΚυριάκου Χαραλαμπίδη, Αθήνα: Ηρόδοτος, 2007.Θεοδόσης Νικολάου, Φιλολογικά και κριτικά κείμενα. ΕπιμέλειαΛ. Παπαλεοντίου, Αθήνα: Γαβριηλίδης, 2008.Κώστας Μόντης (1914-2004). Ο περιπατητής του ουρανού. ΕισαγωγήεπιμέλειαΚώστας Νικολαΐδης, Λευκωσία: Πολιτιστικές ΥπηρεσίεςΥ.Π.Π., 2008. [Ανακοινώσεις του Διεθνούς Συμποσίου «Κώστας Μόντης»,Πανεπιστήμιο Κύπρου και Υ.Π.Π., Λευκωσία 17-19 Ιουνίου 2005].Λεύκιος Ζαφειρίου, Κυπριακό Χρονολόγιο, Λευκωσία: Γραφείο Τύπου καιΠληροφοριών, 2008.Για τον Χαραλαμπίδη. Κριτικά κείμενα. Εισαγωγή, ανθολόγηση κειμένωνΘεοδόσης Πυλαρινός, Λευκωσία: Αιγαίον, 2009.Λεωνίδας Γαλάζης, Η προσωποποίηση στο ποιητικό έργο του Κώστα Μόντη,Αθήνα: Γαβριηλίδης, 2008.Λευτέρης Παπαλεοντίου-Έλλη Φιλοκύπρου, Κυπριακή μετασυμβολικήποίηση, Αθήνα: Τόπος, 2009.Γιώργος Κεχαγιόγλου, Ντίνα Παγιάση-Κατσούρη, Ποιήματα και διηγήματα:μια ανθολόγηση, Αθήνα: Τόπος, 2009.Κυριάκος Χαραλαμπίδης, Ολισθηρός ιστός. Δοκίμια, μελέτες, άρθρα,συνεντεύξεις, τόμοι Α΄- <strong>Β</strong>΄, Αθήνα: Άγρα, 2009.Κυριάκος Χαραλαμπίδης, Λευκωσία-μια πόλη στη λογοτεχνία, Αθήνα:Μεταίχμιο, 2010.Αλέξης Ζήρας, Όψεις της κυπριακής πεζογραφίας 1900-2000, Αθήνα:Αίπεια-Σπίτι της Κύπρου και Πάπυρος, 2010.Δημήτρης Λιπέρτης. Πρακτικά Ημερίδας 30.11.2007. Εισαγωγή-επιμέλειαΚώστας Νικολαΐδης, Λευκωσία: Πολιτιστικές Υπηρεσίες Υ.Π.Π., 2011.Ρήνα Κατσελλή, Ο Άγνωστος του Νίκου <strong>Β</strong>ραχίμη. Ανάγνωση τηςζωής του Ν. Α. <strong>Β</strong>ραχίμη από τα ευρισκόμενα κείμενα του, Λευκωσία:Χρυσοπολίτισσα, 2011.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ441


Θεοδόσης Πυλαρινός, Εν ειναλίη Κύπρω έσσετ' αοιδός. Μελετήματαγια την κυπριακή λογοτεχνία, Αθήνα: Αίπεια. Σπίτι της Κύπρου καιΠάπυρος, 2011.Δ. <strong>Β</strong>Ι<strong>Β</strong>ΛΙΟΓΡΑΦΙΚΑΝίκος Παναγιώτου, Κυπριακή <strong>Β</strong>ιβλιογραφία [τόμοι από 1983-1984 ώς1998]. Λευκωσία: <strong>Β</strong>ιβλιογραφική Εταιρεία Κύπρου, 1985-1999.Φοίβος Σταυρίδης- Λευτέρης Παπαλεοντίου -Σάββας Παύλου,<strong>Β</strong>ιβλιογραφία κυπριακής λογοτεχνίας (Από τον Λεόντιο Μαχαιρά έωςτις μέρες μας), Λευκωσία: Μικροφιλολογικά, 2001.Ε. ΓΛΩΣΣΙΚΑ ΛΕΞΙΚΑΚυριάκος Χατζηιωάννου, Ετυμολογικό Λεξικό της ομιλουμένηςκυπριακής διαλέκτου. Ιστορία, Ερμηνεία και Φωνητική των λέξεων μετοπωνυμικό παράρτημα, Λευκωσία: Ταμασός, 1996.Ρόης Παπαγγέλου, Το κυπριακό ιδίωμα. Μέγα κυπρο-ελληνο-αγγλικόκαι με λατινική ορολογία λεξικό. Ερμηνευτικό, ετυμολογικό, προφοράς,ορθής γραφής, Αθήνα: Ιωλκός, 2001.Κωνσταντίνος Γ. Γιαγκουλλής, Θησαυρός κυπριακής διαλέκτου.Ερμηνευτικό, ετυμολογικό, φρασεολογικό και ονοματολογικό λεξικότης μεσαιωνικής και νεότερης κυπριακής διαλέκτου, Γ΄ έκδοσηαναθεωρημένη, Λευκωσία, 2009.ΣΤ. ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΙΚΑ ΛΕΞΙΚΑΕγκυκλοπαιδεία Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάνικα, τόμοι 1-61,Αθήνα: Πάπυρος, 1996-1997.Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια. Τόμοι 1-14. Υπεύθυνος έκδοσηςΆντρος Παυλίδης, Λευκωσία: Φιλόκυπρος, 1984-1996.Ζ. <strong>Β</strong>ΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΛΕΞΙΚΑΚύπριοι Συγγραφείς από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Τόμοι 1-6.Λευκωσία: Χρ. Ανδρέου, 1982-1984.Παγκόσμιο <strong>Β</strong>ιογραφικό Λεξικό. Ελληνική ΕκπαιδευτικήΕγκυκλοπαίδεια, τόμοι 1-9, Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών, 1983-1988.Αριστείδης Κουδουνάρης <strong>Β</strong>ιογραφικόν Λεξικόν Κυπρίων 1800-1920,έκδοση ΣΤ΄, Λευκωσία, 2010.Η. ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑ ΠΕΡΙΟΔΙΚΩΝ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΝέα Εστία, 659 (1954)∙ 1745 (2002)Αντί, 236 (8.7.1983)Διαβάζω, 123 (17.7.1985)∙ 499 (2009)Πολιτιστική Επιθεώρηση Τέχνης, 14-15 (1986)Αντίποδες (Μελβούρνη), 23-24 (1988)Η Λέξη, 85-86 (1989)∙ 203-204 (2010)Γραφή, 25-26 (1994)Ευθύνη, 271 (1994)Σημείο, 4 (1996)Επτά Ημέρες. Η Καθημερινή (21.7.1996)Πόρφυρας, 105 (2002)Hellenic Studies (Καναδάς), 15.2 (2007)Νέα Ευθύνη, 4 (2011).ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ442


ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗΣ ΕΙΚΟΝΙΣΤΙΚΟΥ ΥΛΙΚΟΥΤο πληροφοριακό και εικονιστικό υλικό του τόμου αντλήθηκε από τις<strong>Β</strong>ιβλιοθήκες, τις Συλλογές Πινάκων και σχεδίων, τα Αρχεία προσώπωνκαι ιδρυμάτων, τις Εκδόσεις έργων που παρατίθενται. Πολλά δεδομέναδημοσιεύονται για πρώτη φορά. Οι αριθμοί παραπέμπουν στις σελίδεςτης παρούσας έκδοσης.<strong>Β</strong>Ι<strong>Β</strong>ΛΙΟΘΗΚΕΣ<strong>Β</strong>ιβλιοθήκη Πανεπιστημίου Κύπρου, <strong>Β</strong>ιβλιοθήκη Πολιτιστικού ΙδρύματοςΜακαρίου Γ ΄, <strong>Β</strong>ιβλιοθήκη Κώστα Προυσή (Εταιρεία Κυπριακών Σπουδών),Σεβέρειος <strong>Β</strong>ιβλιοθήκη, Κυπριακή <strong>Β</strong>ιβλιοθήκη, <strong>Β</strong>ιβλιοθήκη ΚέντρουΕπιστημονικών Ερευνών, <strong>Β</strong>ιβλιοθήκη Κέντρου Μελετών Ιεράς ΜονήςΚύκκου, Δημοτική <strong>Β</strong>ιβλιοθήκη Λεμεσού.ΣΥΛΛΟΓΕΣ ΠΙΝΑΚΩΝ ΚΑΙ ΣΧΕΔΙΩΝΣυλλογή Κρατικής Πινακοθήκης Σύγχρονης <strong>Κυπριακής</strong> Τέχνης (: 22, 23,24, 25, 26, 32, 41, 52, 54, 61, 70, 77, 78, 82, 86, 87, 90, 93, 94, 96, 98, 104, 107,113, 116, 119, 133, 135, 137, 138, 148, 153, 166, 168, 171, 173, 181, 183, 186,195, 197, 209, 213, 215, 216, 220, 224, 232, 241, 244, 256, 266, 267, 268, 281,285, 288, 291, 293, 294, 298, 301, 306, 324, 334, 335, 339, 341, 345, 348, 354,355, 358, 361, 364, 369, 370). Επιμέλεια συγκέντρωσης υλικού ΟύρσουλαΣαββοπούλου. Επεξεργασία φωτογραφική Χρίστος Αβρααμίδης.<strong>Β</strong>υζαντινό Μουσείο και Πινακοθήκη Πολιτιστικού Ιδρύματος Μακαρίου Γ ΄(: 39, 53, 194, 205, 219, 278, 290, 303, 314, 315). Επιμέλεια συγκέντρωσηςυλικού Ιωάννης Ηλιάδης - εποπτεία Ανδρέας Κ. Φυλακτού.Συλλογή οικογένειας Κάνθου - Ίδρυμα Τηλέμαχος Κάνθος (: 25, 33, 106,111, 172, 231, 239, 308).Μουσείο Φραγκουλίδη στον Αγρό – Συλλογή Σόλωνα Παπαχριστοδούλου- Συλλογή Πολιτιστικού Ιδρύματος Τραπέζης Κύπρου (: ΣολωμόςΦραγκουλίδης 38, 76, 140, 142, 191, 208, 227).Συλλογή Μουσείου Λαϊκής Τέχνης (: Μιχαήλ Χρ. Κάσιαλος, 20).Συλλογή Μουσείου Αγώνος (: Μιχαήλ Χρ. Κάσιαλος, 349)Συλλογή Ελληνικής Πρεσβείας Λευκωσίας (: Μιχαήλ Χρ. Κάσιαλος 247).Συλλογή Αλέκου Διαμαντή (: Αδαμάντιος Διαμαντής 102, 222).Συλλογή Ανδρέα Τοφαλλίδη (: Χριστόφορος Σάββα 29).Συλλογή οικογένειας Ανδρέα Ασπρόφτα (: 155, 211, 229, 273).Συλλογή οικογένειας Άντη Χατζηαδάμου (59, 373, 374, 375, 376, 377, 378).Συλλογή οικογένειας Τάσου και Καίτης Στεφανίδη (: 63, 249, 326).Συλλογή οικογένειας Γ. Σολομωνίδη (: 146, 204).Συλλογή Κάστορα Παπαϊωάννου (: 200).Συλλογή Κλάρας Γεωργίου-Ζαχαράκη (: 185, 214, 275, 302, 329).Συλλογή Γιώργου Κούμουρου (: 272, 330).Συλλογή Γλαύκου Κουμίδη (: 121, 255, 280).Συλλογή Δάφνης Τριμικλινιώτη (: 109).Συλλογή Ελένης Λάμπρου (: 120, 126, 210).Συλλογή Ανδρέα Μακαρίου (: 46, 325).Συλλογή οικογένειας Θεόδουλου Θεοδούλου (: 230, 262).Συλλογή Σάββα Χριστοδουλίδη (: 304, 340).ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ443


ΑΡΧΕΙΑ – ΣΥΛΛΟΓΕΣ ΙΔΡΥΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΦΟΡΕΩΝΑρχείο Στρατή Τσίρκα - Ε.Λ.Ι.Α. (: 14).Ε.Λ.Ι.Α. [Ελληνικό Λογοτεχνικό Ιστορικό Αρχείο, Αθήνα] (: 43).Αρχείο Γραφείου Τύπου και Πληροφοριών (: 89, 118, 176, 178, 180, 226,252, 337, 342, 371).Αρχείο Δήμου Κερύνειας (: 250), Δήμου Λάρνακας (: 35,73, 75), ΔήμουΛεμεσού (: 128), Δήμου Μόρφου (: 236).Αρχείο Γιάννη Λεύκη [Κέντρο Επιστημονικών Ερευνών Κύπρου] (: 43, 88).Αρχείο Κύπρου και Λούλας Χρυσάνθη - Πνευματικής Κύπρου (: 15, 69,209, 210, 212).Αρχείο Νέας Εποχής [Θωμάς Συμεού] (: 16, 45, 49).ΑΡΧΕΙΑ - ΣΥΛΛΟΓΕΣ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΚΑΙ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΩΝΑρχεία: Ιωάννη Π. Φώσκολου (: 18), Γεωργίας Μαστρή (: 13), ΜαρίαςΡουσσιά (: 163), Κώστα και Έρσης Μόντη (: 186, 187, 188, 189),Μάνου Κράλη (: 17, 64, 66, 67), Γιώργου Φ. Πιερίδη και Μαρίνας Γ.Πιερίδη-Χατζηκακού (: 16, 56, 60, 233), Φοίβου Σταυρίδη (: 36, 39, 73, 112,114, 151, 190, 206, 228, 245, 260, 320), Ρήνας Κατελλή (: 72, 202, 314, 316,368, 372), Δώρου Σ. Χρίστη -Δ. Ιγερινού (: 72), Λίνας Σολομωνίδου (: 344,346, 351), Ανδρέα Παστελλά (: 42, 97, 105, 260, 262, 264), Θεοδόση καιΆντρης Νικολάου (: 253, 256, 257, 260), Αχιλλέα και Μαρίας Πυλιώτη (:218, 221), Τάκη Χατζηδημητρίου και Ήβης Μελεάγρου (: 15, 132, 144, 338,343), Αριστείδη Κουδουνάρη (: 27, 30, 75), Γιάννη και Ντίνας Κατσούρη(: 325, 327, 365, 367), Κυριάκου Χαραλαμπίδη (: 275, 282), ΦλόγαςΤ. Ανθία (: 49, 50), Χριστόφορου Μηλιώνη (: 16), Πίτσας Γαλάζη (: 287),Νάσας Παταπίου (: 51, 316), Σπύρου Χρύση Δημητριάδη (εγγονού τουΔημητρού Δημητριάδη) (: 79, 80), Ηλία και Κυριακής Μανιταρά (ιστοσελίδαwww.Rizokarpason.com : 157), Μίκη και Θέλμας Μιχαηλίδη - <strong>Β</strong>ιβλιοπωλείοΜ.Α.Μ. (: 106, 204, 207, 217), Έλλης Παιονίδου (: 321, 323),Πάνου Ιωαννίδη (: 357, 362), Νίκου Κρανιδιώτη (: 206).Ψηφιακό αρχείο Χρύσανθου Χρυσάνθου: 48 (: Οικογένεια Γιάννη Σοφόκλη,Πάφος), 58 (: Αλέξανδρου και Άννας Τζιρκώτη), 68, 74, 159, 160, 162(: Οικογένεια Καίτης Κασπαρή), 91, 92 (: Χριστόδουλου Γαλατόπουλου,εγγονού), 182 (: Σπύρου και Πανίκου Χαρίτου, Πάφος), 188 (: Σταύρου καιΑνδρέα Οικονόμου), 203 (: Δροσούλας Στεφανίδου), 236 (: Αρχείο ΔήμουΜόρφου και οικογένειας δημάρχου Πολ. Νικολόπουλου), 250 (: ΑρχείουΔήμου Κερύνειας), 312, 366 (: Νίκου Γέρου).Οικογένειες: Παύλου Λιασίδη (Ηλίας Λιασίδης: 34), Γιάννη Λεύκη (Ρόηςκαι Φρέδος Παπαγγέλου: 88), Χριστόφορου Σάββα (: 14), Ξάνθου Λυσώτη(: 84), Κώστα Κλεοβούλου (Τίμος Κλεοβούλου: 108), Νίκου <strong>Β</strong>ραχίμη(: 114, 174, 175), Γιώργου Φάνου (: 115, 117), Θεόδωρου Μαρσέλλου(: 245), Θεόδωρου Στυλιανού (: 222, 223), Κώστα Π. Μιχαηλίδη (: 299),Κυριάκου Πλησή (: 300, 304), Παντελή Μηχανικού (Θουκυδίδης Μηχανικός:192, 199), Ανδρέα Γεωργιάδη-Κυπρολέοντα (Φανή Γεωργιάδου-Πρωτογέρου: 169).Λογοτέχνες: Θεοκλής Κουγιάλης (: 265, 269), Κώστας <strong>Β</strong>ασιλείου (: 274),Σοφοκλής Λαζάρου (: 305, 307), Κλαίρη Αγγελίδου (: 310), Άνθος ΛυκαύγηςΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ444


(: 331), Πολύβιος Νικολάου (: 333, 335, 336), Χριστάκης Γεωργίου (: 352, 356).Φίλοι και συνεργάτες λογοτεχνών: Χρήστος Αργυρού (: 70, 106), ΣάμηςΓαβριηλίδης για την Κρήνη Λ. Παυλίδου (: 71), Χαράλαμπος Ευθυμίου(: 169), Λεύκιος Ζαφειρίου (: 15, 17, 30, 48, 63, 65, 85, 106, 124, 152, 161,183, 184, 199, 234, 237, 238, 245, 270, 273, 277, 279 , 288, 290, 333, 343,373), Μιχάλης Θεοχαρίδης (: 319), Κώστας Κατσώνης (: 48, 87, 321),Τώνια Λοΐζου (: 35, 73), Γιώργος Κ. Μύαρης (: 15, 16, 31, 45, 55, 56, 57,71, 183, 199, 217 , 231, 280, 284, 317, 319, 324, 326, 363, 377), ΚώσταςΝικολαΐδης (: 15, 125, 127, 145, 151, 158), Αντώνης Πιλλάς (: 169, 378),Κώστας Χαραλαμπίδης (: 295), Χρίστος Χατζήπαππας (: 217).ΕΚΔΟΣΕΙΣΚυπριακά Γράμματα, 247-252 (Ιαν.-Ιούν. 1956), σ. 65.Πνευματική Κύπρος, 112, Γενάρης 1970. Αφιέρωμα: «Σίμος Μενάρδος».Είκοσι Κύπριοι ποιητές πάνω σε είκοσι σχέδια: λεύκωμα. Σχέδια ΑνδρέαςΛαδόμματος, Λευκωσία, 1972.Ο Κύκλος, Τετράδιο Ποίησης α ΄, τχ. 9-10 (Μάης-Αύγουστος 1981) .Τετράδιο Ποίησης β ΄, τχ. 11-12 (Σεπτ.-Δεκ. 1981).Το καράβι της Κερύνειας. Επιμέλεια Ανδρέας Χρυσοχός, Στέλλα Σπύρου,Κώστας Λυμπουρής. Φωτογραφίες: Α. Μαλέκος, Α. Κεπόλας, Πλ.Μάξιμος.Λευκωσία: Υπουργείο Παιδείας, 1987.Λεύκωμα ενθυμημάτων <strong>Β</strong>ασίλη Μιχαηλίδη (1850-1917), Δημήτρη Λιπέρτη(1866-1937). Επιμέλεια Γιάννης Κατσούρης-Παύλος Παρασκευάς, [Λευκωσία]:Πολιτιστικό Ίδρυμα Τραπέζης Κύπρου, 1988.Κύπρος. Μνήμη και αγάπη. Με το φακό του Γιώργου Σεφέρη. Πρόλογος,σχεδιασμός, γενική επιμέλεια Ε.Χ. Κάσδαγλης, Λευκωσία: ΠολιτιστικόΚέντρο Λαϊκής Τράπεζας, 1990.Τάσος Νικολαΐδης, Γιάννης Λεύκης ο λογοτέχνης. Λεμεσός, 1991.Κύπρος: Σκιές στον Τοίχο. Εικόνες John Corbidge. Ποίηση ΘεοδόσηΝικολάου. (Δίγλωσση έκδοση). Λευκωσία: Κυπριακή Τράπεζα Αναπτύξεως,1993.Άννα Ολβία Ιακωβίδου-Andrieu, Παύλος <strong>Β</strong>αλδασερίδης (1892-1972).Ένας μύστης λογοτέχνης. Λάρνακα: Δήμος Λάρνακας, 1999.Μιχαήλ Χρ. Κάσιαλος, η κρυμμένη γοητεία της ζωγραφικής, Δήμος Λάρνακας- Ίδρυμα Πιερίδη [κατάλογος έκθεσης 19-30.7. 2000].Κρατική Πινακοθήκη Σύγχρονης <strong>Κυπριακής</strong> Τέχνης, Πολιτιστικές ΥπηρεσίεςΥ.Π.Π. (Ελένη Σ. Νικήτα, Ελένη Παπαδημητρίου κ.ά.). Λευκωσία:Πέργαμος, (1998)Ελένη Σ. Νικήτα, Αδαμάντιος Διαμαντής. Η ζωή και το έργο του, Λευκωσία:Πολιτιστικό Ίδρυμα Τραπέζης Κύπρου, 1998.Όλγα Μεντζαφού-Πολύζου, Σολωμός Φραγκουλίδης: ένας γνήσιοςδημιουργός. Εικαστική επιμέλεια: Άκης Ιωαννίδης. Λευκωσία: ΠολιτιστικόΊδρυμα Τραπέζης Κύπρου, 2009.Ιωάννης Κισσονέργης (1889-1963). Φιλολογική επιμέλεια Μαριλίζα Μητσού.Εκδοτική επιμέλεια Μαρία Ιακώβου. Λευκωσία: Πολιτιστικό Ίδρυ-ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ445


μα Τραπέζης Κύπρου, 1992.Μιχαήλ Χρ. Κάσιαλος. Η κρυμμένη γοητεία της ζωγραφικής. (ΈκθεσηΔήμος Λάρνακας-Ίδρυμα Πιερίδη. (Δημοτική Πινακοθήκη Λάρνακας,19-30 Ιουλίου 2000). Επιμέλεια έκθεσης-έρευνα, κείμενα Δάφνη Νικήτα.Λευκωσία: Εν Τύποις, 2000.Το ζωγραφικό έργο του Νίκου Νικολαΐδη. Επιμέλεια <strong>Β</strong>ούλα Κοκκίνου,Λευκωσία: Εν Τύποις, 2003.Ρήνα Κατσελλή, Σάβας Χρίστης-Ο Αλλιώτικος. Η ζωή και το έργο του.<strong>Τόμος</strong> Α ΄, Λευκωσία: Λαογραφικός Όμιλος Κερύνειας, 2004.Ρήνα Κατσελλή, Σάβας Χρίστης. Επιλογή από το έργο του. <strong>Τόμος</strong> <strong>Β</strong> ΄,Λευκωσία: Λαογραφικός Όμιλος Κερύνειας, 2005.Χρύσανθος Χρήστου-Ελένη Κάνθου, Τηλέμαχος Κάνθος. Το πορτρέτοενός δημιουργού, τόμοι Α ΄- <strong>Β</strong> ΄. Λευκωσία: Πολιτιστικό Ίδρυμα ΤραπέζηςΚύπρου, 2005.Αρχειοτάξιο (Περιοδικό των Α.Σ.Κ.Ι. Αθήνα), 8 (Μάιος 2006), «Αφιέρωμα.21 Απριλίου 1967».Ανδρέας Ασπρόφτας, Το γνωστό και άγνωστο έργο. Επιμέλεια έκδοσηςΆκης Ασπρόφτας. <strong>Κείμενα</strong> Μαρίνα Σχίζα. Λευκωσία: Ι.Γ. Κασσουλίδης& Υιός, 2008.Ηχώ από τα παλιά. Η τουρκοκυπριακή κοινότητα της Λεμεσού και ηκληρονομία της. Επιμέλεια Δρ Άρτεμις Γιορδαμλή. ΕικονογραφήσειςΕλένη Λάμπρου. Λεμεσός: Terra Cypria, το Κυπριακό Ίδρυμα Προστασίαςτου Περιβάλλοντος, 2008.Ελένη Σ. Νικήτα, Χριστόφορος Σάββα (1924-1968). Η απαρχή μιας νέαςεποχής στην κυπριακή τέχνη, Λευκωσία: Πολιτιστικό Ίδρυμα ΤραπέζηςΚύπρου, 2008.Οδηγός <strong>Β</strong>υζαντινού Μουσείου και Πινακοθήκης Ιδρύματος ΑρχιεπισκόπουΜακαρίου Γ ΄. Εκδοτική Επιμέλεια Δρ Ιωάννης Α. Ηλιάδης, Λευκωσία:Ίδρυμα Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ ΄, 2008.Χρύσανθος Χρυσάνθου, Γελοιο-γραφώντας την Ιστορία του Κυπριακού,Λευκωσία: Αρμίδα, 2009.Ρήνα Κατσελλή, Ανδρέας Χριστοφίδης. Η πεμπτουσία μιας προσφοράς.Λευκωσία: Χρυσοπολίτισσα, 2010.Άντης Χατζηαδάμος (1939-1990). Συγγραφή, μετάφραση, επιμέλειακειμένων Άντρεα Κωνσταντίνου. [Πάφος]: [Σέργης Χατζηαδάμος], [2010].Χαρακτικά της Εαμικής Εθνικής Αντίστασης, στο Ημερολόγιο 2011.Αθήνα: Εφημερίδα Η Αυγή, 2011.Η ιστορία της πόλης μου. Γενική επιμέλεια Χρύσανθος Χρυσάνθου.Σύνταξη Αντιγόνη Σολομωνίδου-Δρουσιώτου και Αναστασία Σιακαλλή.Λευκωσία: Εφημερίδα Ο Φιλελεύθερος, 2007-2011.ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ446

Hooray! Your file is uploaded and ready to be published.

Saved successfully!

Ooh no, something went wrong!