09.06.2015 Views

Ανθρώπων Έργα, Τεύχος 7, Ιούνιος 2015

Digital Art Magazine

Digital Art Magazine

SHOW MORE
SHOW LESS

You also want an ePaper? Increase the reach of your titles

YUMPU automatically turns print PDFs into web optimized ePapers that Google loves.

<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

Digital Art Magazine<br />

ΤΕΥΧΟΣ 7 ΙΟΥΝΙΟΣ <strong>2015</strong><br />

ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΟΙ<br />

ΔΗΜΗΤΡΑ ΤΡΑΚΑ<br />

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ ΚΑΝΤΖΙΟΥ<br />

ΕΥΣΤΡΑΤΙΟΣ ΠΑΠΑΝΗΣ<br />

ΛΥΔΙΑ ΨΑΡΑΔΕΛΛΗ<br />

ΜΗΛΕΒΑ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΔΟΥ<br />

ΔΗΜΗΤΡΑ ΘΕΟΔΩΡΙΔΟΥ<br />

ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΔΡΑΓΟΥΝΗ<br />

ΜΑΙΡΗ ΜΑΡΓΑΡΙΤΗ<br />

ΕΛΛΗ ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ<br />

ΦΩΤΕΙΝΗ ΤΕΝΤΗ<br />

ΕΛΠΙΔΑ ΝΟΥΣΑ<br />

ΜΑΙΡΗ ΚΑΝΤΑ<br />

Η ΚΛΕΙΩ ΤΣΑΛΑΠΑΤΗ<br />

ΔΙΑΒΑΖΕΙ ΚΑΙ ΜΑΣ ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ<br />

ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΔΕΚΟΥΛΟΥ<br />

ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ<br />

ΤΟ ΑΣΤΕΡΙ<br />

ΘΩΜΑΣ ΑΓΡΑΦΙΩΤΗΣ<br />

Ο ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ ΚΑΙ<br />

ΟΙ ΒΑΣΙΛΕΙΣ ΤΩΝ ΟΡΕΩΝ<br />

ΑΠΕΙΚΑΣΜΑΤΑ ΣΚΕΨΗΣ<br />

ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΙΚΕΣ ΣΥΝΑΝΤΗΣΕΙΣ<br />

ΝΕΕΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΕΣ ΒΙΒΛΙΩΝ<br />

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ<br />

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ<br />

ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΑΛΠΟΥΖΟΣ<br />

ΝΑΤΑΣΑ ΓΚΟΥΤΖΙΚΙΔΟΥ<br />

ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΣΩΠΥΛΗ<br />

ΜΗΛΕΒΑ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΔΟΥ<br />

ΑΝΝΑ ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΗ-ΔΑΡΔΑΛΗ<br />

ΘΩΜΑΣ ΑΓΡΑΦΙΩΤΗΣ<br />

<strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 1


Editorial<br />

“Έφυγε ο συγγραφέας<br />

του γιασεμιού και των<br />

μαστιχόδεντρων”<br />

Απεβίωσε στις 14/5/15 ο γνωστός<br />

και αγαπημένος συγγραφέας Νίκος<br />

Γούλιας μετά από σύντομη μάχη με<br />

την επάρατη νόσο. Γεννημένος στην<br />

Αθήνα το 1955, ο συγγραφέας Νίκος<br />

Γούλιας αποφοίτησε το 1980 από την<br />

Αρχιτεκτονική Σχολή του Εθνικού<br />

Μετσόβιου Πολυτεχνείου. <strong>Έργα</strong> του,<br />

ιδιωτικά και δημόσια, μικρά και μεγάλα,<br />

βρίσκονται υλοποιημένα σε ολόκληρο τον Ελλαδικό χώρο. Έχει τιμηθεί<br />

με είκοσι πέντε μέχρι σήμερα Πανελλήνια Αρχιτεκτονικά Βραβεία<br />

και Διακρίσεις, ενώ έργα του έχουν δημοσιευτεί σε αρχιτεκτονικά<br />

περιοδικά και βιβλία.<br />

Η πρώτη του λογοτεχνική προσπάθεια είδε το φως της δημοσιότητας<br />

το 2012 από τις Εκδόσεις Ψυχογιός με τίτλο “Στα χρόνια της ομίχλης<br />

– Ιάσμη” και ήταν και η αρχή της τριλογίας που ολοκληρώθηκε με τα<br />

επόμενα δύο βιβλία του “Στα χρόνια της ομίχλης – Χατισέ” και “Στα<br />

χρόνια της ομίχλης – Σμύρνα”. Με την τριλογία του αναπλάθει και<br />

αναβιώνει την ιστορία του ελληνικού Έθνους από την καταστροφή<br />

της Χίου και μετά.<br />

Η αρχιτεκτονική του παρούσα στην εξαιρετική τους δομή, η ιστορική<br />

έρευνα και η ζωγραφική, τα χρώματα, όλα εκείνα που τον μάγευαν<br />

και μας μαγεύουν.<br />

Με την παρακάτω συγκινητική ανάρτηση οι οικείοι του ανήγγειλαν<br />

τον θάνατό του. Τον συγγραφέα, ζωγράφο,<br />

φωτογράφο, αρχιτέκτονα και αγαπημένο<br />

συγγενή και φίλο αποχαιρέτησαν όσοι τον<br />

αγάπησαν και τον ξεχώρισαν για το ήθος, την<br />

ευγένεια και το ταλέντο του στις 17 Απριλίου<br />

<strong>2015</strong>.<br />

“Ο Νικόλας με την Ιάσμη χάθηκαν...<br />

Χάθηκαν στην ομίχλη που απο αργά το βράδυ,<br />

εκεί γύρω στις τρείς μετά τα μεσάνυχτα, ήρθε<br />

σιγά σιγά κι αθόρυβα από απέναντι και μέχρι<br />

το πρωί τα είχε σκεπασμένα όλα. Αδύνατο πια<br />

να ψάξουν έγκαιρα, αδύνατο να βρούν κάτι<br />

οι λιμενικοί, ούτε κανένας άλλος. Ακουγόταν<br />

πού και πού η μπουρού που φυσούσε μπας<br />

και υπήρχε απόκριση. Μα απόκριση, καμία...<br />

Για μέρες και μήνες ψάχνανε στις ακτές,<br />

στα ακρογιάλια, στους κόλπους και στα<br />

πόρτα, ψάχναν στις γύρω θάλασσες και στις<br />

βραχονησίδες.Ποτέ δεν βρήκαν τίποτα.<br />

Ο Νικόλας και η Ιάσμη είχαν χαθεί οριστικά.<br />

Μαζί είχαν αναληφθεί στο γαλαξία των<br />

μύθων...”<br />

Καλό ταξίδι Νικόλα<br />

3 Μαϊου 1955 - 14 Απριλίου <strong>2015</strong><br />

Το ηλεκτρονικό περιοδικό “<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong>”<br />

μέσω του εκδότη του Σάββα Τριανταφυλλίδη<br />

και των συνεργατών του, θα ήθελε με τη<br />

σειρά του να αποχαιρετήσει τον Νίκο Γούλια<br />

και να τον ευχαριστήσει για τις στιγμές του<br />

ταξιδιού που χάρισε στους αναγνώστες και<br />

βιβλιοφάγους αυτού του τόπου μέσα από την<br />

ξεχωριστή γραφή του.<br />

2 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 3


<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

Digital Art Magazine<br />

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ<br />

ΤΕΥΧΟΣ 1 ΤΕΥΧΟΣ 2<br />

ΤΕΥΧΟΣ 3 ΤΕΥΧΟΣ 4<br />

ΤΕΥΧΟΣ 5 ΤΕΥΧΟΣ 6<br />

4 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 5


Ὦ κρίνε ὁλόλευκε<br />

Ἐὰν μυρίζουν τ’ ἄνθη ἄνοιξιν,<br />

ἔχεις ἐσὺ τὸ μοίρασμα ζωῆς,<br />

χρωμάτων κι ἀρωμάτων,<br />

ὦ ὀπτασία τοῦ πρωινοῦ φωτός,<br />

τοῦ πρωινοῦ οὐρανοῦ φιλὶ<br />

καὶ τῆς θλιμμένης βρεγμένης γῆς,<br />

καρδιὰ τοῦ ῥόδου ἐσύ,<br />

κρίνε ὁλόλευκε.<br />

Ὦ μικρή μου δρύινη νεράιδα,<br />

μὴν θαρρῇς τῶν ἀνέμων κόρη,<br />

πὼς μὲ νικᾶ ἡ νύκτα ἤ μιὰ βροχή.<br />

Ὀρθὸς νὰ σὲ διεκδικῶ στέκω ἐμπρός τους,<br />

κρίνε ὁλόλευκε.<br />

Ὦ πανανθρώπινη γῆς,<br />

ἔρωτα ἀπὸ μίσχον γιασεμιοῦ γεννημένε,<br />

ἀπ’ τὶς πηγὲς τοῦ Θεοῦ Στρυμώνα ποτισμένε,<br />

δέξου γοργόφτερη, μυριανθοστολισμένη,<br />

στέφανον ἀπ’ ἄγριους ἀνθούς,<br />

οἱ ἀφροὶ ὁποὺ γεννοῦν εἰς τὸ δείλι τοῦ Αἰγαίου<br />

καὶ μονάχα εἰς τὸ βύθισμα ζοῦν τῶν λευκῶν δελφινιῶν<br />

καὶ πέρα ἀπ΄τὴν ἀγκάλην τῆς πρώτης τῶν θνητῶν δροσιᾶς,<br />

εἰς τὸ χρῶμα τῶν ματιῶν σου ἐμπρός,<br />

δέξου<br />

ὦ κρίνε ὁλόλευκε.<br />

Μούκας Παναγιώτης<br />

©2012 - Η νεράιδα της σκέψης μου<br />

Δεσποτάκης τῆς Δαμητρὸς<br />

Ἕλλην<br />

8 – 5 - 2014<br />

6 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 7


Ιχνηλατώντας - Κωνσταντίνα Βαλερά<br />

Την Τετάρτη 15 Απριλίου <strong>2015</strong>, στον Πολυχώρο “Δίαυλος”,<br />

έγινε η παρουσίαση-έκθεση ζωγραφικής, του τετράγλωσσου<br />

βιβλίου με τίτλο “Ιχνηλατώντας” της ζωγράφου κας<br />

Κωνσταντίνας Βαλερά σε εκδόσεις Μπατσιούλας.<br />

Τo βιβλίο παρουσίασαν ο Γιάννης Ζιώγας, Ζωγράφος και<br />

Επίκουρος Καθηγητής της Σχολής Καλών Τεχνών Φλώρινας,<br />

η Κέλλη Σακάκου, Δημοσιογράφος και Παρουσιάστρια και ο<br />

Θάνος Καληώρας, Ηθοποιός, Απόφοιτος Εθνικού θεάτρου.<br />

Προλόγισε: η Βάνα Μπαζιωτοπούλου, Καθηγήτρια Κλασικής<br />

Φιλολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου<br />

Αθηνών.<br />

8 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 9


Ιχνηλατώντας - Κωνσταντίνα Βαλερά<br />

Ιχνηλατώντας - Κωνσταντίνα Βαλερά<br />

Το συντονισμό της εκδήλωσης τον έκανε η Σέσσυ Σαμόλη,<br />

Δημοσιογράφος και μέλος της ΕΣΗΕΑ.<br />

Μια βραδιά στην οποία συνυπήρξαν διαφορετικές μορφές<br />

τέχνης, μέσω του εικονοποιημένου λόγου, συνενώνοντας<br />

τη ζωγραφική και την ποίηση της Κωνσταντίνας Βαλερά.<br />

Το βιβλίο “Ιχνηλατώντας” της κας Κωνσταντίνας Βαλερά,<br />

αποτελεί κάτι πρωτοποριακό για τα ελληνικά δεδομένα.<br />

Πρόκειται για ένα έργο πολυμορφικό, όπου η τεχνολογία<br />

δεν θα μπορούσε να απουσιάζει, αφού σε κάθε ποίημα<br />

εμπεριέχεται και το bar code, ώστε ο αναγνώστης να έρχεται<br />

άμεσα σε επαφή οπτικό-ακουστικά, με τα video art των<br />

ποιημάτων.<br />

Χορηγός Επικοινωνίας: Boxtv.gr<br />

Επιμέλεια Ρεπορτάζ: Δημήτρης Γκοσμάνης.<br />

Την επιμέλεια του video έκανε η εταιρεία:<br />

Earthview Productions.<br />

Κωνσταντά 15, Αθήνα<br />

τηλ: 215 505 4074<br />

mobile: 6979 367 200<br />

e-mail: se@earthview.gr<br />

site: www.earthview.gr<br />

10 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 11


12 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 13


Τίτλος: Μια συγγνώμη για το τέλος<br />

Συγγραφέας: Λένα Μαντά<br />

Σελίδες: 496<br />

Εκδόσεις: Ψυχογιός<br />

Μυρσίνη Σερμένη-Τσακίρη-Ιδομενέα<br />

Κόρη του Σαράντη Σερμένη, που εκδιώχθηκε από τους γονείς<br />

του, επειδή ερωτεύτηκε παράφορα τη γυναίκα του αδελφού<br />

του. Άχρωμη, σχεδόν άσχημη, μεγάλωσε σ’ ένα σπίτι όπου<br />

έλειπε η αγάπη και υπερτερούσε η αυστηρότητα.<br />

Σύζυγος του Κωστάκη Τσακίρη, γεμάτη απέχθεια για τον άντρα<br />

που διά της βίας παντρεύτηκε, και, πολύ σύντομα, χήρα του.<br />

Σύζυγος, κατόπιν, του Θεμιστοκλή Ιδομενέα, γιου του<br />

συνταγματάρχη Μιλτιάδη Ιδομενέα, στα χρόνια της Χούντας,<br />

της εποχής που είχαν μπει στο στόχαστρο τόσο οι αριστεροί<br />

όσο και οι ομοφυλόφιλοι.<br />

Αδελφή του Θεόφιλου Βέργου, νόθου γιου του πατέρα της.<br />

ΝΕΕΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΕΣ<br />

Όλα τα είδε η Μυρσίνη στη ζωή, όλα τα γεύτηκε και όλα τα<br />

υπέμεινε. Μόνο ένα δεν της είπαν: μια συγγνώμη για το τέλος.<br />

14 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 15


Τίτλος: Στην αγκαλιά του ήλιου<br />

Συγγραφέας: Ρένα Ρώσση-Ζαϊρή<br />

Σελίδες: 608<br />

Εκδόσεις: Ψυχογιός<br />

Άκουσα σειρήνες να ουρλιάζουν. Το φώτα τους με τύφλωσαν.<br />

Περιπολικά σταμάτησαν απότομα κοντά μου. Τα φρένα τους<br />

στρίγκλισαν. Προσπάθησα να βρω μια διέξοδο, να ξεφύγω.<br />

Άρχισα να τρέχω. Προς το πουθενά, προς το σκοτάδι. Έστριψα<br />

σε ένα στενό, δίπλα στο ξενοδοχείο. Και συνέχισα να τρέχω.<br />

Όταν πίστεψα πως τα είχα καταφέρει, όταν σταμάτησα να<br />

πάρω μια ανάσα, κάποιος με άρπαξε άγρια από το μπράτσο.<br />

«Αστυνομία! Ψηλά τα χέρια! Συλλαμβάνεσαι!» μου φώναξε.<br />

Γύρισα προς το μέρος του αλαφιασμένη. Ήταν ο Νικόλας!<br />

Ο άντρας που αγαπούσα. Ο άντρας που μου είχε ζητήσει να<br />

γίνω γυναίκα του. Κρατούσε στο χέρι του ένα πιστόλι. Και<br />

με σημάδευε.<br />

ΝΕΕΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΕΣ<br />

Η Βαλέρια είναι κλέφτρα. Ένας θηλυκός Ρομπέν των Δασών.<br />

Ο Νικόλας είναι αστυνομικός. Ανάμεσά τους φουντώνει ένας<br />

έρωτας φωτιά∙ σε ένα μυθιστόρημα γεμάτο ανατροπές που<br />

χορεύει πεντοζάλι, ανάμεσα στην αλήθεια και τη φαντασία,<br />

στο παρόν και το παρελθόν∙ στον έρωτα μιας Κρητικοπούλας<br />

κι ενός Γερμανού, στα χρόνια του πολέμου. Και ταξιδεύει με<br />

το Οριάν Εξπρές της καρδιάς μας στην αγκαλιά του ήλιου.<br />

Γιατί τη ζωή μας τη ζούμε στις πιο μικρές ευτυχισμένες μας<br />

στιγμές. Και γιατί αξίζει να γίνουμε ήλιοι για να φωτίσουμε<br />

τους σβησμένους ήλιους των άλλων…<br />

16 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 17


Τίτλος: Το μάτι του βοριά<br />

Συγγραφέας: Χρυσηίδα Δημουλίδου<br />

Σελίδες: 592<br />

Εκδόσεις: Ψυχογιός<br />

Ονομάζομαι Δάμος Χαρμίνης και θα σας διηγηθώ τη ζωή μου<br />

ξεκινώντας δωδεκάχρονο παιδί από τη Θεσσαλονίκη του<br />

1970, όπου ένα γεγονός πάγωσε μέσα μου κάθε συναίσθημα<br />

και με μετέβαλε αργότερα σε «μάτι του βοριά», που σάρωσε<br />

ζωές και κρεβάτια πολλών γυναικών.<br />

Πέρα από αυτό, θα αναφερθώ σε πολιτικά σκάνδαλα, στη<br />

σκοτεινή πλευρά της νύχτας και των ναρκωτικών, στον πόλεμο<br />

των νυχτερινών κέντρων, όπως τον έζησα, στη μάστιγα του<br />

αιώνα, το aids, στις άγριες νύχτες μου τη δεκαετία 1980-1990<br />

στη Μύκονο, τότε που το νησί ήταν ο απόλυτος παράδεισος<br />

και υπήρχαν μόνο χρυσαφένια άμμος, θάλασσα, ουρανός και<br />

γυμνοί άνθρωποι.<br />

ΝΕΕΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΕΣ<br />

Η γλώσσα που χρησιμοποιώ είναι πολύ σκληρή και στις<br />

σκηνές που περιγράφω, κυρίως πάνω στο κρεβάτι μου, υπάρχει<br />

ωμός ρεαλισμός, έτσι ακριβώς όπως τα έκανα, χωρίς κανένα<br />

απαγορευτικό και χωρίς τον λυρισμό που ίσως απαιτεί ένα<br />

λογοτεχνικό βιβλίο. Δεν είμαι συγγραφέας. Είμαι ένας άντρας<br />

που βίωσα με πάθος τα λάθη μου.<br />

Αν το μετάνιωσα; Αν καταστράφηκα; Αν δικαιώθηκα; Θα το<br />

μάθετε στο τέλος. Ένα είναι σίγουρο. Για να διαβάσεις τη ζωή<br />

μου, πρέπει να μπορείς και να την αντέξεις…<br />

18 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 19


Τίτλος: Τη μέρα που έπεσα απ’ τα σύννεφα<br />

Συγγραφέας: Ελένη Δαφνίδη<br />

Σελίδες: 416<br />

Εκδόσεις: Ψυχογιός<br />

Τα κακά νέα είναι ότι πέθανα.<br />

Τα καλά νέα είναι ότι ίσως και να είμαι ακόμη ζωντανός.<br />

Τώρα θα αναρωτηθείς πώς γίνεται αυτό.<br />

Κι όμως... γίνεται.<br />

Κι εγώ προ εκπλήξεως βρέθηκα, μη νομίζεις.<br />

ΝΕΕΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΕΣ<br />

Το μόνο σίγουρο είναι πως τα πράγματα δεν είναι έτσι όπως<br />

τα ήξερες και πως το τέλος δεν είναι ακριβώς τέλος∙ ακόμη<br />

κι όταν, μια ηλιόλουστη μέρα, η αδίστακτη και εγωκεντρική<br />

Κοραλία Πόντε σε κάνει χαλκομανία με το τζιπ της.<br />

Υπάρχει κάποιος σπουδαίος λόγος που διαβάζεις αυτό το<br />

σημείωμα, κυρίως επειδή ο σκοπός του είναι να σου φανερώσει<br />

την ύπαρξη ενός μυστικού κόσμου, για τον οποίο δεν είχες την<br />

παραμικρή ιδέα έως τώρα. Κι αν μέχρι σήμερα δεν πίστευες<br />

στις δεύτερες ευκαιρίες, καιρός να αρχίσεις να πιστεύεις…<br />

20 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 21


Τίτλος: Γυναίκες στα πρόθυρα... γάμου<br />

Συγγραφέας: Θεοφανία Ανδρονίκου-Βασιλάκη<br />

Σελίδες: 320<br />

Εκδόσεις: Ψυχογιός<br />

ΝΕΕΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΕΣ<br />

Η Στέλλα, η Κέλυ, η Λένα και η Ρίτσα συναντιούνται στον<br />

γάμο της Νίκης, με την οποία κατάγονται από την ίδια περιοχή.<br />

Πολύ σύντομα αντιλαμβάνονται πως δε βρίσκονται τυχαία<br />

στο ίδιο τραπέζι, αλλά επειδή είναι οι μοναδικές ανύπαντρες.<br />

Λίγο πριν από τα σαράντα, για άλλη μια φορά στη ζωή τους,<br />

αντιμετωπίζουν τον ρατσισμό κατά της... γεροντοκόρης από<br />

την κοινωνία και τον περίγυρό τους. Καμιά άλλη επιτυχία,<br />

καμιά άλλη ικανότητα ή χάρισμα, πλην του γάμου, δε μετράει,<br />

σύμφωνα με τους γονείς και τους γνωστούς τους.<br />

Από εκείνη τη βραδιά και μετά, η μοίρα και η αλληλεγγύη<br />

για τον κοινό στόχο τις φέρνουν πιο κοντά. Αποφασίζουν να<br />

αποδυθούν στο κυνήγι του… γαμπρού, που επιτέλους θα τις<br />

απαλλάξει από το στίγμα της γεροντοκόρης και… το ράφι!<br />

Τα αποτελέσματα; Απρόβλεπτα και ξεκαρδιστικά!<br />

22 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 23


24 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 25


Τίτλος: Οι δεσμώτες των σκιών<br />

Συγγραφέας: Ευαγγελία Ευσταθίου<br />

Σελίδες: 704<br />

Εκδόσεις: Α.Α. Λιβάνη<br />

Ο Σεμπάστιαν Ντάνιελ Αλεξάντερ Κέιν ανατράφηκε με<br />

σκληρότητα για έναν και μόνο σκοπό: να εκπληρώσει τις<br />

γραφές μιας πανάρχαιας κέλτικης προφητείας την οποία<br />

πίστευαν τυφλά δύο αντίπαλα μυστικιστικά τάγματα. Είχε<br />

το σημάδι. Ήταν απόγονος βασιλικής γενιάς. Και όφειλε να<br />

ενωθεί με τη Μία για να φέρουν στον κόσμο ένα πλάσμα τέλειο,<br />

άτρωτο από όλες τις ασθένειες, ευφυές και χαρισματικό, που<br />

προοριζόταν να καθορίσει την τύχη του κόσμου.<br />

Η Καρολίνα Σερέτη μεγάλωσε προστατευμένη από την ίδια<br />

αυτή μοίρα, θεωρώντας ότι το σημάδι του λωτού στο δέρμα της<br />

ήταν μια τυχαία ατέλεια, αν και από μικρό κορίτσι διαισθανόταν<br />

πως η ύπαρξή του θα καθόριζε με κάποιον τρόπο τη ζωή της.<br />

Εκείνος δεν πίστεψε ποτέ. Επέλεξε τη σύγκρουση, τη φυγή,<br />

τον πόλεμο.<br />

ΝΕΕΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΕΣ<br />

Εκείνη δεν έμαθε ποτέ. Ζούσε με τα όνειρα και τα γοητευτικά<br />

παραμύθια της, μέχρι την έναρξη της μάχης.<br />

Όμως, όσο σθεναρά αντιστέκονταν και οι δυο στην παραφορά<br />

της εμμονής και στο όραμα της κυριαρχίας, τόσο πιο ανελέητα<br />

ισχυρές γίνονταν οι αόρατες δυνάμεις που οδηγούσαν στην<br />

ένωσή τους.<br />

26 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 27


Ήταν ο Ένας και η Μία, απόγονοι του ίδιου βασιλιά.<br />

Κουβαλούσαν την ίδια παντοδύναμη μοίρα.<br />

Ήταν δεσμώτες των σκιών, που απειλούσαν να πνίξουν στα<br />

γκρίζα σύννεφα τη ζωή τους.<br />

Καθώς ο θάνατος παραμονεύει, καθώς η αγάπη αναζητά το<br />

ξίφος που θα κόψει τις αλυσίδες και ο φόβος εναλλάσσεται<br />

αδιάκοπα με την ελπίδα, οι ασπίδες μοιάζουν καμωμένες από<br />

χαρτί και σκόνη. Ο Σεμπάστιαν και η Καρολίνα δίνουν μάχη<br />

για να σπάσουν τα δεσμά και να απαλλαγούν από το βάρος<br />

της Προφητείας. Θα τα καταφέρουν, ή θα υποταχθούν τελικά<br />

στο πεπρωμένο;<br />

28 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 29


Τίτλος: Το βιβλίο της Ευδοκίας<br />

Συγγραφέας: Θεοδώρα Τζόκα<br />

Σελίδες: 400<br />

Εκδόσεις: Α.Α. Λιβάνης<br />

Τη μάνα μου τη λέγανε Ευδοκία κι αυτή είναι η ιστορία της<br />

καθώς και η ιστορία των ανθρώπων που την πλαισίωναν στο<br />

τόσο σύντομο αλλά και τόσο τραγικό πέρασμά της από τον<br />

κόσμο. Αν μου ζητούσατε να περιγράψω το βλέμμα της μάνας<br />

μου με μία μόνο λέξη, αυτή που αβίαστα έρχεται στο νου μου<br />

είναι η λέξη «αντάρα». Έτσι τη θυμάμαι· ως μια μεσογειακή<br />

λυγερόκορμη καλλονή, με βλέμμα θεοσκότεινο, ανταριασμένο<br />

σαν την γκριζόμαυρη θάλασσα που μας ταξίδεψε στην Αμερική<br />

το φθινόπωρο του 1950.<br />

Φεύγοντας, άφηνε πίσω της τα πάντα: τη μάνα της, τα<br />

δύο αδέρφια της, το σπίτι της και μια χώρα ρημαγμένη και<br />

εξαθλιωμένη από έναν παγκόσμιο πόλεμο και μια εμφύλια<br />

σύρραξη χειρότερη από τη φασιστική λαίλαπα που σάρωσε<br />

όλη την Ευρώπη. Ακολούθησε το πεπρωμένο της, που ζητούσε<br />

εκδίκηση.<br />

ΝΕΕΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΕΣ<br />

Σύντομα οι πρώτες θύελλες των ανέμων που σπάρθηκαν στην<br />

Ελλάδα θα ξεσπάσουν στη Γη της Επαγγελίας, απαιτώντας<br />

αιματηρές ανθρωποθυσίες για να κοπάσει η οργή τους και<br />

να επέλθει η νηνεμία.<br />

Όταν η Ευδοκία παντρεύτηκε τον Αριστείδη, κανείς στο χωριό<br />

30 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 31


δεν μπορούσε να πιστέψει πώς ένα κορίτσι μόλις δεκαεννιά<br />

χρονών κι από το γάργαρο νερό γαργαρότερο, δόθηκε στο<br />

μαυραγορίτη Αριστείδη.<br />

Η αλήθεια, όμως, είναι πως η μάνα μου συναίνεσε σ’ αυτή<br />

την παράταιρη ένωση. Όταν κάποτε, μικρό κοριτσάκι και<br />

γεμάτο περιέργεια όπως όλα τα παιδιά της ηλικίας μου, τη<br />

ρώτησα αν αγαπούσε τον μπαμπά, εκείνη είχε πει ένα ξερό<br />

«όχι», κι όταν επέμεινα να μάθω γιατί τότε τον παντρεύτηκε,<br />

αρκέστηκε σε ένα εξίσου ξερό «έτσι».<br />

Είχα την εντύπωση πως πίσω από αυτή τη λακωνική απάντηση<br />

κρυβόταν μια μεγάλη ιστορία που δεν ήθελε να τη μοιραστεί<br />

με κανέναν.<br />

32 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 33


Τίτλος: Μη με λησμόνει*<br />

Συγγραφέας: Κώστας Κρομμυδάς<br />

Σελίδες: 480<br />

Εκδόσεις: Διόπτρα<br />

ΝΕΕΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΕΣ<br />

Στο Παρίσι, μια γυναίκα με μυστηριώδες παρελθόν γράφει<br />

την τελευταία λέξη σε ένα γράμμα με άγνωστο παραλήπτη…<br />

Στην άκρη των ματιών της έχει περισσέψει ένα δάκρυ για<br />

τον μοναδικό άνθρωπο που βρέθηκε να την αγαπήσει. Έναν<br />

άνθρωπο που τον «σκότωσαν» γιατί ο έρωτάς τους θεωρήθηκε<br />

έγκλημα.<br />

Την ίδια ώρα, η Πέρσα στροβιλίζεται στη σκηνή με κλειστά<br />

τα μάτια. Το θυελλώδες χειροκρότημα του κόσμου την<br />

τραβάει από την έκσταση και την κάνει να τα ανοίξει. Ένας<br />

άγνωστος άντρας στην πρώτη σειρά την κοιτάζει μαγεμένος.<br />

Το βλέμμα του κλειδώνει στο δικό της. Ο νεαρός φωτογράφος<br />

Κωνσταντίνος αισθάνεται ότι αντικρίζει μια αρχαία θεά. Και η<br />

Πέρσα νιώθει ότι μόλις συνάντησε το πεπρωμένο που έψαχνε<br />

χρόνια.<br />

Ένας φωτεινός δρόμος ανοίγει. Μια συγκλονιστική αληθινή<br />

ιστορία αρχίζει να ξετυλίγεται περνώντας από τα Γιάννενα,<br />

το Γαλαξίδι και την Πάτμο. Ένα μικρό μπλε λουλούδι σε ένα<br />

γράμμα κρύβει το μεγάλο μυστικό.<br />

Πόσο μπορεί κανείς το παρελθόν να λησμονήσει…<br />

* Άγριο λουλούδι, που ανθίζει μόλις ο χειμώνας φύγει. Μεταξύ<br />

άλλων, συμβολίζει τη δύναμη της μνήμης, του έρωτα και της<br />

αληθινής αγάπης.<br />

34 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 35


ΝΕΕΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΕΣ<br />

Τίτλος: Η πρώτη κυρία<br />

Συγγραφέας: Γιώτα Γουβέλη<br />

Σελίδες: 504<br />

Εκδόσεις: Διόπτρα<br />

Η ονειρική Ήρια…<br />

η φλογερή Ερατώ…<br />

η λογική Νίκη…<br />

η ατίθαση Μαρίνα…<br />

Τέσσερις γυναίκες μεγαλώνουν με έντονες εμπειρίες όλων<br />

των αποχρώσεων απ’ τα καλοκαίρια τους στο παραθαλάσσιο<br />

οικογενειακό εξοχικό. Καθεμία φιλοδοξεί να χαράξει τη<br />

δική της πορεία. Καθεμία θα ριχτεί σε μια κούρσα μυστικών<br />

και μηχανορραφιών. Καθεμία θα γνωρίσει τον θυελλώδη<br />

έρωτα. Σάρκα και αισθήσεις παίρνουν φωτιά, οι αντιστάσεις<br />

κάμπτονται, και ξανά και ξανά θα προτιμήσουν την κολασμένη<br />

ευτυχία από την ξαστεριά.<br />

Μα πάνω απ’ όλα, το πεπρωμένο τους έχει κεντηθεί με κλωστές<br />

υφασμένες με πόθο, μίσος και εκδίκηση. Καθώς τα χρόνια<br />

περνούν, οι ζωές τους σημαδεύονται από ίντριγκες και ανηλεή<br />

ανταγωνισμό, ενώ η κορυφή πλησιάζει με ιλιγγιώδη ταχύτητα.<br />

Μία από τις τέσσερις θα φτάσει να γίνει πρωθυπουργός της<br />

Ελλάδας. Όμως, παρά τη σαρωτική επιτυχία της, το μυαλό<br />

της πάντα θα επιστρέφει στον άντρα που τη σημάδεψε…<br />

Στο παιχνίδι της εξουσίας δεν αρκεί να κόψεις πρώτος το<br />

νήμα. Πραγματικός νικητής γίνεσαι μόνο αν δεν προδώσεις<br />

τον εαυτό σου.<br />

36 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 37


Τίτλος: Ο χορός των αιθέρων<br />

Συγγραφέας: Βάσω Παπάκου<br />

Σελίδες: 400<br />

Εκδόσεις: Διόπτρα<br />

ΝΕΕΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΕΣ<br />

Η Θεσσαλονίκη του ’40 είναι μια πόλη με πολύ φως, αλλά και<br />

πολύ σκοτάδι. Παρά τις δυσκολίες της φτώχειας, η Ευανθία θέλει<br />

να διεκδικήσει μια καλύτερη και αξιοπρεπή ζωή. Γνωρίζεται με<br />

μια παρέα νεαρών αεροπόρων που συχνάζουν στην πλατεία<br />

Αριστοτέλους και δέχεται να παντρευτεί τον Ευάγγελο, αν<br />

και η καρδιά της χτυπάει από την πρώτη στιγμή για το φίλο<br />

του, τον Περικλή.<br />

Στην πορεία θα πληρώσει ακριβά την επιλογή της, καθώς η<br />

αγάπη γνωρίζει μόνο τη γλώσσα της καρδιάς, και η προσπάθειά<br />

της να την κατευθύνει θα πέσει στο κενό. Η ίδια θα μείνει<br />

χαμένη και μπερδεμένη μπροστά στα παιχνίδια της μοίρας. Ο<br />

Περικλής γίνεται το απωθημένο της Ευανθίας, και ενώ μέρα<br />

τη μέρα το πάθος της θεριεύει, σημειώνονται απρόσμενες<br />

εξελίξεις, με αποκαλύψεις που συγκλονίζουν και συναρπάζουν.<br />

Ο έρωτας είναι τυφλός και λειτουργεί πέρα από κάθε λογική,<br />

μακριά από μονοπάτια βατά και συνηθισμένα.<br />

Μέσα από την περιπετειώδη ζωή των αεροπόρων ξετυλίγονται<br />

στο βιβλίο αυτό σημαντικές ιστορικές στιγμές της ελληνικής<br />

αεροπορίας σε συνδυασμό με τον έντονο ψυχισμό και τα<br />

συναισθήματα των ηρώων: την ανδρεία, το σθένος, το θάρρος,<br />

το πάθος, μα πάνω απ’ όλα τον έρωτα και την αγάπη που<br />

ομορφαίνουν τη ζωή μας.<br />

38 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 39


40 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 41


Τίτλος: Το στίγμα<br />

Συγγραφέας: Ρούλα Σαμαϊλίδου<br />

Σελίδες: 364<br />

Εκδόσεις: Μιχάλη Σιδέρη<br />

Στο χωριό τους, μια κοινωνία κλειστή, όπου μοιραία βασίλευαν<br />

και όριζαν τη ζωή των ανθρώπων παμπάλαια ήθη και έθιμα,<br />

προκαταλήψεις και άγραφοι νόμοι, έφθανε και μια κουβέντα<br />

μόνο να στιγματίσει κάποιον βάζοντάς τον στο περιθώριο.<br />

Πόσο μάλλον όλο αυτό που έγινε…<br />

Σήκωσαν λοιπόν γύρω τους τείχη ψηλά και έκλεισαν όλους<br />

τους άλλους απ’ έξω. Οι πληγές τους ποτέ δεν έκλεισαν.<br />

Κακοφόρμισαν μάλιστα και μόλυναν και τους ίδιους.<br />

Ξεκομμένοι ζούσαν εκεί στην άκρη του χωριού μέχρι που<br />

έφυγαν οι παλιοί και έμειναν οι καινούριοι.<br />

Η ιστορία τους όμως κάθε άλλο παρά ξεχάστηκε. Πέρασε<br />

από γενιά σε γενιά σαν παραμύθι.<br />

ΝΕΕΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΕΣ<br />

Παραμύθι που ακόμη και ο θάνατος των παλιών δεν μπόρεσε<br />

να φέρει και τη δική του λήθη αλλά σαν ποτάμι παρέσυρε<br />

στο διάβα του όλους τους ζωντανούς επηρεάζοντάς τους και<br />

διατηρώντας τους σκιές μέσα στη ζωή.<br />

Πώς να αντέξουν ακόμη ένα στίγμα που θα έφερνε η γέννηση<br />

του εξώγαμου παιδιού της Χρυσάνθης;<br />

42 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 43


Τίτλος: Κρυφές ανάσες<br />

Συγγραφέας: Κατερίνα Σωπύλη<br />

Εκδόσεις: Ελληνική Πρωτοβουλία<br />

Μάνη, λίγο πριν τον μεγάλο πόλεμο. Κλειστή κοινωνία,<br />

σκληρές εποχές, πιο σκληροί άνθρωποι.<br />

Η θέση της γυναίκας μετέωρη, η αξία της αμφισβητούμενη,<br />

οι οικογενειακές αξίες ακλόνητες... Μέχρι που έρχεται η ώρα<br />

της αλήθειας... “Ποιάς αλήθειας απ’ όλες”, θα πει ο Στάμος,<br />

ένας απ’ τους ήρωές μας... και θα εχει απόλυτο δίκιο...<br />

Η αλήθεια που κρύβεται πίσω απ’ τα μεγαλύτερα μυστικά,<br />

που ψιθυρίζεται μόνο μέσα από κρυφές ανάσες...<br />

44 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 45


Τίτλος: Έρωτας μαϊστρος<br />

Συγγραφέας: Δέσποινα Χατζή<br />

Σελίδες: 400<br />

Εκδόσεις: Μίνωας<br />

Στα δεκαοχτώ της η Νίνα φεύγει απ’ το νησί που μεγάλωσε με<br />

σκοπό να μην ξαναγυρίσει ποτέ, απογοητευμένη από τον πόνο<br />

και την απόρριψη που εισέπραξε απ’ τα ίδια της τα αδέλφια.<br />

Στην Αθήνα προσδοκά τη λύτρωση, αλλά ένας έρωτας<br />

οδυνηρός και «απαγορευμένος» τη στιγματίζει...<br />

ΝΕΕΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΕΣ<br />

Όταν αρκετά χρόνια μετά επιστρέφει στο νησί, καινούρια<br />

ερωτήματα γεννιούνται. Τι δεν πρόλαβε να της πει ο πατέρας<br />

της πριν πεθάνει; Πόσο τυχαία είναι η συνάντησή της στο<br />

νησί με έναν σαραντάχρονο γεωπόνο; Με τη βοήθεια της<br />

Φρόσως, της ενορατικής γυναίκας που τη μεγάλωσε, θα<br />

οδηγηθεί βήμα βήμα στις απαντήσεις…<br />

Θα καταφέρει η Νίνα να απεγκλωβιστεί οριστικά από το<br />

παρελθόν της, να πιάσει την άκρη του νήματος και να την<br />

ενώσει με το σήμερα; Θα επιστρέψει στον ζωγράφο Άλκη<br />

Φωτίου, που την περιμένει υπομονετικά στην Αθήνα, για να<br />

ζήσουν μαζί έναν έρωτα μαΐστρο;<br />

Για να γεννηθεί το καινούριο, πρέπει να πεθάνει το παλιό.<br />

Για να ζήσεις το παρόν, πρέπει να κλείσεις τους λογαριασμούς<br />

σου με το παρελθόν.<br />

46 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 47


Τίτλος: Πάνθηρας μαυρόγατος<br />

Συγγραφέας: Βάσια Ακαρέπη<br />

Σελίδες: 192<br />

Εκδόσεις: Μίνωας<br />

ΝΕΕΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΕΣ<br />

Εδώ είμαι κι εγώ! Ποιος;<br />

Μα ο Πάνθηρας Μαυρόγατος, ένας μικρός μαύρος γάτος γεμάτος<br />

όνειρα και φιλοδοξίες!<br />

Παρά την ατυχία μου να χάσω τους δικούς μου, είχα την τύχη να<br />

βρεθώ σε αυτό το σπίτι, παρέα με τον Στέλιο και τη μαμά του, την<br />

Αλίκη.<br />

Μη σας ξεγελάει το μέγεθός μου...<br />

Είμαι μικρός, αλλά θαυματουργός.<br />

Μπορώ να κάνω τα πάντα.<br />

Από το να σκαρφαλώνω στα πιο ψηλά μέρη του σπιτιού προκαλώντας<br />

καταστροφές στο πέρασμά μου, μέχρι να «χειρίζομαι» τον υπολογιστή.<br />

Από το να βοηθάω τους προληπτικούς να καταλάβουν επιτέλους<br />

ότι οι μαύρες γάτες ΔΕ φέρνουν γρουσουζιά, μέχρι να προσπαθώ<br />

να κερδίσω την αγάπη της «γιαγιάς» Εύας, της άλλης γάτας του<br />

σπιτιού, η οποία δε χάρηκε καθόλου που έγινα μέλος της οικογένειας!<br />

Όλα τα καταφέρνω εγώ...<br />

Χμμμ… Εντάξει…<br />

Όχι κι όλα!<br />

Κάποιες φορές οι γκάφες μου με φέρνουν σε πολύ δύσκολη θέση,<br />

αλλά αυτό είναι μια πονεμένη, βρεγμένη και πεινασμένη ιστορία!<br />

Συμπέρασμα:<br />

Τα παθήματα γίνονται μαθήματα.<br />

Aπορία<br />

Πόσα «μαθήματα» θα «πάθω» ακόμα;<br />

48 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 49


Τίτλος: Διδασκαλία και ετερότητα<br />

Συγγραφέας: Κυριακή Θεοδοσιάδου<br />

Σελίδες: 150<br />

Εκδόσεις: Μπατσιούλας<br />

Η δημογραφική αλλαγή που συντελέστηκε στη χώρα μας τις<br />

τελευταίες δεκαετίες λόγω της εισροής μεταναστών διαμόρφωσε<br />

μια νέα- πολυπολιτισμική- πραγματικότητα που έχρηζε άμεσης<br />

αντιμετώπισης, δεδομένης της έξαρσης του εθνικισμού και της<br />

ξενοφοβίας.<br />

Η κατάσταση που αντιμετώπισαν τα παιδιά των μεταναστών και των<br />

προσφύγων σε εκπαιδευτικό επίπεδο περιλάμβανε μεταξύ άλλων<br />

προβλήματα που σχετίζονταν με αδυναμία στη χρήση και κατανόηση<br />

της γλώσσας, χαμηλή αυτοεκτίμηση, περιθωριοποίηση. Μέσα σε αυτό<br />

το πλαίσιο, ο ρόλος του εκπαιδευτικού κρίνεται νευραλγικός, καθώς<br />

είναι σε θέση με τη στάση και τη συμπεριφορά του να επηρεάσει,<br />

είτε θετικά, είτε αρνητικά, τις επιδόσεις, τη συμπεριφορά και τη<br />

ψυχολογία των μαθητών του, γηγενών και αλλοδαπών.<br />

Στο παρόν βιβλίο επιχειρείται η μελέτη των προσωπικών θεωριών που<br />

διαμορφώνουν εκπαιδευτικοί της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης που<br />

διδάσκουν σε πολυπολιτισμικές τάξεις. Η μελέτη των προσωπικών<br />

θεωριών για τη διαχείριση της ετερότητας μέσα στη σχολική τάξη<br />

φωτίζει αθέατες πτυχές της διδασκαλίας και αποτελεί πολύτιμο οδηγό<br />

για τον εκπαιδευτικό που θέλει να στοχαστεί πάνω στη διδακτική<br />

πράξη έτσι, ώστε να λάβει την απαραίτητη ανατροφοδότηση,<br />

προκειμένου να αντιμετωπίζει αποτελεσματικότερα προβληματικές<br />

καταστάσεις που αφορούν την ετερότητα μέσα στην τάξη του.<br />

50 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 51


52 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 53


Κοχύλια νεκρά στην άμμο<br />

Κοράλλια ξεβρασμένα στην ακτή<br />

Ελπίδες που πέθαναν δίχως αντίο<br />

Μαντάτα που χάθηκαν στου χρόνου τη σκόνη<br />

Πλοία σκοτεινά με συντροφεύουν<br />

Χωρίς πυξίδα, χωρίς πανιά.<br />

Καράβι άπληρο<br />

Στον χρόνο τον άκληρο.<br />

Μα εγώ εσένα γυρεύω<br />

Σβησμένους φάρους παλεύω<br />

Δίχως πυξίδα σε ψάχνω,<br />

Δίχως πανιά...<br />

Μα εγώ εσένα γυρεύω<br />

Με τους φάρους παλεύω<br />

Μες του χρόνου τη σκόνη, δεν ήσουν πουθενά...<br />

Θάλασσα θυμήσου πόσα μου χάρισες<br />

Θάλασσα θυμήσου πόσα μου πήρες<br />

Σβησμένοι φάροι σιωπηλοί με ταξιδεύουν<br />

Σε άλλες στεριές τώρα με πάνε, απάτητες και μακρινές<br />

Μα εγώ πάντα εσένα γυρεύω<br />

με σβησμένους φάρους παλεύω…<br />

Νατάσα Γκουτζικίδου<br />

54 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 55


Η ΝΑΤΑΣΑ ΓΚΟΥΤΖΙΚΙΔΟΥ<br />

ΣΕ ΜΙΑ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΗΝ<br />

ΒΕΝΗ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ<br />

Δεν την έχω δει ποτέ από κοντά,<br />

δεν έχουμε μιλήσει μήτε στο<br />

τηλέφωνο... Διάβασα το βιβλίο<br />

της με τίτλο, «Το μυστικό<br />

των αλόγων» και πραγματικά<br />

μου άρεσε πάρα πολύ. Πριν<br />

διαβάσω το βιβλίο της, την είχα<br />

τοποθετήσει πάνω σε ένα άλογο,<br />

να καλπάζει χωρίς σέλα… Κάτι σαν αμαζόνα... Την Νατάσα<br />

Γκουτζικίδου. Με το χαμόγελο πάντα στα χείλη, όπως την<br />

βλέπω στις φωτογραφίες.<br />

Έχει γράψει αρκετά βιβλία και όλα πετυχημένα. Όταν καλπάζεις<br />

με συντροφιά τον άνεμο και δεν σε τρομάζει η ταχύτητα…<br />

Τότε, κυριαρχείς, στο είναι σου, κατακτάς τον εαυτό σου και<br />

υπερπηδάς τα εμπόδια. Φθάνεις στην ολοκλήρωση... Ότι<br />

σημαίνει, για τον κάθε άνθρωπο, η ολοκλήρωση.<br />

Η Νατάσα είναι εκπαιδευτικός και συγγραφέας. Η συζήτηση<br />

μαζί της, είναι όμορφη. Μπείτε στον κόσμο της Νατάσας...<br />

Θα σας αρέσει!<br />

Βένη Παπαδημητρίου<br />

Δημοσιογράφος και συγγραφέας<br />

56 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 57


-Γεια σου, Νατάσα μου.<br />

Σε γνώρισα νομίζω στην<br />

Ηλεκτρονική Λέσχη Βιβλίου,<br />

πριν μερικά χρόνια, ή κάνω<br />

λάθος;<br />

-Πολύ σωστά, Βένη μου. Η<br />

αρχική μας γνωριμία ήλθε<br />

μέσα από την Ηλεκτρονική<br />

Λέσχη Βιβλίου, μια ομάδα που<br />

λειτουργούσε στο Facebook και παραδέχομαι ότι με έφερε<br />

κοντά με πολλούς ανθρώπους, ένας εκ των οποίων ήσουν κι<br />

εσύ. Χαίρομαι γι’ αυτό, είναι μερικά από τα θετικά των social<br />

medias.<br />

-Πως ξεκίνησε η συγγραφή; Το είχες κατά νου, ήρθε ξαφνικά;<br />

-Ήταν κάτι που δεν επέλεξα, αλλά με επέλεξε. Δεν το είχα<br />

σκεφτεί και ούτε θα είχε προκύψει μάλλον, αν κάποιος δεν<br />

επέλεγε να με εμπιστευτεί κι αυτή δεν ήταν άλλη από την<br />

κυρία Αλεξία Κιουρτσίδου, την υπεύθυνη των εκδόσεων<br />

Ελληνική Πρωτοβουλία. Εγώ, μέχρι τότε, ό,τι έγραφα, το<br />

καταχώνιαζα στο συρτάρι μου, χωρίς να με<br />

νοιάξει ποτέ το μέλλον του.<br />

-Έγραψες αρκετά βιβλία. Πες μας ποια είναι,<br />

και μια μικρή περιγραφή τους.<br />

-Το πρώτο μου βιβλίο κυκλοφόρησε το 2007<br />

από τις εκδόσεις Ελληνική Πρωτοβουλία και<br />

ήταν «Το μυστικό των αλόγων», ένα βιβλίο που<br />

αφορά στην ιστορία μιας νεαρής γυναίκας που<br />

επιστρέφει στη γενέτειρά της για να βρεθεί<br />

αντιμέτωπη με ένα τρομερό οικογενειακό<br />

μυστικό που θα ανατρέψει ό,τι μέχρι τότε<br />

θεωρούσε δεδομένο.<br />

Το 2008 ακολούθησε «Ο χορός της νύμφης»,<br />

ένα βιβλίο που μας ταξιδεύει σε ένα μικρό<br />

χωριό, όπου μια άφιξη θα ταράξει τα νερά της<br />

μέχρι τότε ήρεμης ζωής των κατοίκων.<br />

Φτάνουμε στο 2010 με «Της φωτιάς και<br />

του έρωτα», ένα βιβλίο που βασίζεται<br />

σε πραγματική ιστορία και αφορά στη<br />

Μικρασιατική Καταστροφή.<br />

Το 2011 κυκλοφορούν οι «Άγγελοι πολέμου»<br />

για να μας ταξιδέψουν στο Λονδίνο του 1940<br />

και στην ιστορία μιας ελληνικής οικογένειας<br />

που ζει εκεί.<br />

Το 2012 κυκλοφόρησε το «Θυμήσου πόσα<br />

μου χάρισες…» από τις εκδόσεις Δυάς και<br />

πρόκειται για μια ιστορία που περιστρέφεται<br />

γύρω από έναν θρύλο σχετικό με έναν φάρο.<br />

Το 2013, οι εκδόσεις Ελληνική Πρωτοβουλία,<br />

58 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 59


λόγω της μεγάλης απήχησης που είχε γνωρίσει<br />

μέχρι τότε το πρώτο μου βιβλίο «Το μυστικό των<br />

αλόγων», ζητούν τη συνέχεια του η οποία ήρθε<br />

με το «Μυστικό των αλόγων, η επιστροφή».<br />

Ήταν η χρονιά που κυκλοφόρησαν από μένα<br />

δύο τίτλοι. Ο δεύτερος ήταν τα «Δάκρυα από<br />

αλάτι», μια αισθηματική ιστορία με φόντο το<br />

Παρίσι κι ένα ερώτημα να πλανάται: μπορούν<br />

δέκα μέρες να αλλάξουν για πάντα τη ζωή δύο ανθρώπων;<br />

Και φτάνουμε στο 2014 με την έκδοση του<br />

βιβλίου μου «Βροχή πάνω στην πέτρα»<br />

(εκδόσεις Μάτι) και ένα παιδικό βιβλίο με<br />

τίτλο «Η Δανάη στο παλάτι του Ήλιου»<br />

(εκδόσεις Μάτι). Επιπλέον, έχω συμμετάσχει<br />

στο συλλογικό έργο «Οίκαδε» από τις εκδόσεις<br />

Ελληνική Πρωτοβουλία και έχω συγγράψει<br />

το παιδικό βιβλίο «Γη, το σπίτι μου» με το<br />

ψευδώνυμο Ζωή Ρέμου.<br />

-Πως αισθάνεσαι ως συγγραφέας; Δίνεις κάτι από σένα στα<br />

βιβλία σου, ή είναι εξωτερικά τα ερεθίσματα;<br />

-Νομίζω πως δεν θα μπορούσα να ζήσω χωρίς να γράφω. Ακόμα<br />

κι όταν δεν το κάνω κυριολεκτικά, στο πίσω μέρος του μυαλού<br />

δουλεύω ασταμάτητα. Φυσικά και δίνω πράγματα από μένα<br />

στα βιβλία μου, χωρίς να σημαίνει πως είναι αυτοβιογραφικά.<br />

Όμως, εγώ δίνω πνοή στους ήρωές μου, σε πρώτη φάση<br />

τουλάχιστον, εγώ σχεδιάζω το μέλλον τους και τις δικές μου<br />

σκέψεις καταθέτω. Άρα, ναι.<br />

Δίνω πράγματα από μένα<br />

στα βιβλία μου.<br />

-Πως εμπνέεσαι με λίγα<br />

λόγια. Δουλεύει σαφώς η<br />

φαντασία, υπάρχουν όμως<br />

πραγματικά στοιχεία στα<br />

βιβλία σου; Από που τα<br />

εισπράττεις;<br />

-Εμπνέομαι από το<br />

παραμικρό. Αγαπώ τη<br />

θάλασσα και τα σύννεφα,<br />

μα κυρίως τους ανθρώπους<br />

παρότι δεν τους αντέχω<br />

πάντα. Είμαστε σκληροί πολλές φορές δίχως να μας νοιάζει<br />

ο συνάνθρωπος. Ωστόσο, πιστεύω πως δεν μπορεί τίποτα να<br />

εμπνεύσει περισσότερο έναν συγγραφέα από μια ανθρώπινη<br />

συμπεριφορά, από ένα ζευγάρι μάτια, από ένα χαμόγελο ή<br />

ένα αυστηρό βλέμμα.<br />

-Είσαι πολύ νέα και έχεις πετύχει ως συγγραφέας. Αισθάνεσαι<br />

υπεροχή ή, αίσθημα ευθύνης απέναντι στο αναγνωστικό<br />

κοινό, να δώσεις κάτι καλύτερο και όλο και κάτι περισσότερο;<br />

-Δεν ξέρω αν έχω πετύχει ως συγγραφέας, αυτό είναι κάτι<br />

που θα το δείξει ο χρόνος και το αναγνωστικό κοινό. Εγώγια<br />

μένα- απλώς γράφω ώστε να ταξιδεύω. Ωστόσο χαίρομαι<br />

60 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 61


ιδιαίτερα, μπορώ να χοροπηδήσω από τη χαρά μου όταν<br />

διαπιστώνω πως κάποιος ταυτίζεται τις σκέψεις μου, όταν<br />

βλέπει στο πρόσωπό του κάποιον από τους ήρωές μου. Είναι<br />

ευθύνη λοιπόν και άγχος, γιατί παρότι προσπαθώ να δίνω<br />

τον καλύτερό μου εαυτό, φοβάμαι πως δεν τα καταφέρνω<br />

πάντα αλλά σίγουρα προσπαθώ για το καλύτερο δυνατό.<br />

Άλλωστε, αν με ρωτήσει κανείς ποιο είναι το χειρότερό μου<br />

ελάττωμα θα απαντήσω δίχως δεύτερη σκέψη η τελειομανία<br />

που με χαρακτηρίζει, πόσο δε σε κάτι που αγαπώ πολύ.<br />

-Ποια είναι η Νατάσα;<br />

“Είναι αυτή που φαίνεται...”<br />

-Η Νατάσα είναι αυτό που φαίνεται, χωρίς φτιασίδια και<br />

υπερβολές. Ευθύς, ειλικρινής σε βαθμό που καταντάει<br />

ενοχλητικό καμιά φορά, τελειομανής όπως ανέφερα παραπάνω,<br />

πεισματάρα και καμιά φορά, οξύθυμη αλλά κυρίως αθεράπευτα<br />

ρομαντική χωρίς αυτό να σημαίνει πως δεν πατάω γερά στη<br />

γη όταν απαιτείται.<br />

-Απομόνωση, ή κυκλοφορία<br />

μέσα στη ζωή, για αναζήτηση<br />

ερεθισμάτων;<br />

-Χρειάζονται όλα, νομίζω. Άλλωστε,<br />

πραγματικά δεν απομονώνεσαι ποτέ.<br />

Μπορείς να κρυφτείς από τον εαυτό<br />

σου;<br />

-Σε στηρίζει η οικογένειά σου, προφανώς. Οι φίλοι, πως<br />

αντιδρούν, στις επιτυχίες σου; (αλήθειες θέλω).<br />

-Ναι, δεν έχω κανένα παράπονο. Οι δικοί μου άνθρωποι, οι<br />

φίλοι μου, οι γονείς μου, με στηρίζουν όλοι έμπρακτα και<br />

δίνουν τον καλύτερό τους εαυτό στην προσπάθειά τους να<br />

στηρίξουν αυτό που κάνω. Θυμάμαι παρουσιάσεις που κύλησαν<br />

πολύ ομαλά, επειδή ακριβώς κάποιος δικός μου άνθρωπος<br />

αγωνίστηκε γι’ αυτό.<br />

“Ο ανταγωνισμός των συγγραφέων”<br />

-Υπάρχει ανταγωνισμός στους συγγραφείς;<br />

-Φυσικά και υπάρχει. Θα ήταν ψέμα να λέγαμε το αντίθετο.<br />

Είναι κι αυτός ένα χώρος σαν πολλούς άλλους, όπου υπάρχουν<br />

γκρίνιες, ανταγωνισμοί και καμιά φορά, δυστυχώς και κακίες.<br />

Είμαστε άνθρωποι και δρούμε ως τέτοιοι. Στην πραγματικότητα,<br />

υπάρχει χώρος για όλους. Το βιβλίο είναι για να αγαπιέται και<br />

να ταξιδεύει και ο αναγνώστης δεν ενδιαφέρεται για ποιος<br />

το γράφει, αλλά πώς και αν θα τον ταξιδέψει και σε ποια<br />

ανοιχτά.<br />

-Έχεις αγαπημένους συγγραφείς, ποιητές, σε επηρέασε<br />

κάποιος από αυτούς;<br />

-Αγαπώ την ποίηση του Ελύτη και του Σεφέρη, ενώ καταλήγω<br />

πάντα στον λυρισμό του Λειβαδίτη που μιλάει απευθείας<br />

στην καρδιά μου. Λατρεύω τη σοφία του Καζαντζάκη και<br />

62 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 63


“Η γραφή είναι σίγουρα εσωτερική ανάγκη και<br />

παράλληλα, ένα άνοιγμα της ψυχής του συγγραφέα<br />

στον κόσμο. Στα δύσκολα, το χαρτί και η πένα σου<br />

γίνονται όπλο, φάρμακο αλλά καμιά φορά και<br />

δηλητήριο αφού σε φέρνει αντιμέτωπο με τον ίδιο<br />

σου τον εαυτό.”<br />

64 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 65


τα ταξίδια του νου που μου προσφέρει ο Τερζάκης. Ωστόσο,<br />

διαβάζω κυριολεκτικά τα πάντα, όποιο ανάγνωσμα πέσει<br />

στα χέρια μου ανάλογα με την τρέλα της στιγμής: από κόμικς<br />

μέχρι φιλοσοφία.<br />

“Η Νατάσα και οι μαθητές της...”<br />

-Είσαι εκπαιδευτικός. Αγαπάς τα παιδιά; Να δίνεις τη γνώση;<br />

-Ο κόσμος των παιδιών είναι υπέροχα συναρπαστικός κι ενώ<br />

θεωρητικά είμαι εγώ που από τη θέση του εκπαιδευτικού<br />

προσφέρω τη γνώση, στην πραγματικότητα είναι αμφίδρομη η<br />

σχέση. Απέναντι σε ένα παιδί παύεις να είσαι ο διδάσκων και<br />

γίνεσαι ο διδασκόμενος και αυτό από μόνο του είναι μαγικό.<br />

-Λυτρώνεσαι με το γράψιμο; Είναι εσωτερική ανάγκη, έτσι;<br />

Ξέσπασμα;<br />

-Η γραφή είναι σίγουρα εσωτερική ανάγκη και παράλληλα,<br />

ένα άνοιγμα της ψυχής του συγγραφέα στον κόσμο. Στα<br />

δύσκολα, το χαρτί και η πένα σου γίνονται όπλο, φάρμακο<br />

αλλά καμιά φορά και δηλητήριο αφού σε φέρνει αντιμέτωπο<br />

με τον ίδιο σου τον εαυτό. Σίγουρα όμως δεν είναι ζιζάνιο να<br />

το ξεπατώσεις από μέσα σου, αλλά ακριβώς το αντίθετο.<br />

“Η κρίση σε σχέση με το βιβλίο”<br />

-Πως βλέπεις την πορεία του βιβλίου μέσα από την κρίση<br />

που διανύουμε;<br />

-Το βιβλίο πλήττεται όπως ήταν<br />

αναμενόμενο. Δεν θα μπορούσε<br />

άλλωστε να μείνει ανεπηρέαστο<br />

από τις εξελίξεις, όταν υπάρχουν<br />

οικογένειες με δύο ανέργους<br />

και ανάγκες που πρέπει πάσα<br />

θυσία να καλυφθούν, ανάγκες<br />

που επείγουν. Ποιος θα σκεφτεί<br />

να αγοράσει βιβλίο όταν πρέπει<br />

να πληρώσει λογαριασμούς και<br />

φόρους;<br />

-Θα συνεχίσεις, σίγουρα. Να<br />

περιμένουμε σύντομα ένα νέο<br />

“παιδί”;<br />

-Κάτι γράφεται, αλλά δεν θα έρθει μέσα στο <strong>2015</strong>. Το μόνο<br />

που αναμένεται σύντομα είναι ένα ακόμα παιδικό βιβλίο.<br />

-Η νύχτα ή η ημέρα, σε εμπνέει για το γράψιμο;<br />

-Μπορώ να γράψω κάθε ώρα της ημέρας, αλλά προτιμώ τη<br />

νύχτα που όλα ησυχάζουν και ηρεμούν. Ωστόσο, η βασική<br />

προϋπόθεση για να γράψω είναι να νιώθω εσωτερικά γαλήνια<br />

και ευτυχισμένη.<br />

“Τα μηνύματα των βιβλίων”<br />

-Κατά την άποψή σου, τι προσφέρει το βιβλίο στον αναγνώστη;<br />

66 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 67


Τα δικά σου και των άλλων. Θα πρέπει να δίνουν κάποια<br />

μηνύματα. Ποια κατ’ εσένα;<br />

-Ένα βιβλίο, ανάλογα με το είδος που υπηρετεί, μπορεί να<br />

προσφέρει δεκάδες πράγματα στον αναγνώστη. Να του μιλήσει<br />

για αξίες και ιδανικά, να του προσφέρει τη γνώση, να τον<br />

ταξιδέψει με μάτια ανοιχτά, να του δημιουργήσει εικόνες.<br />

Μου αρέσουν όμως περισσότερο τα βιβλία που στο τέλος<br />

τους τροφοδοτούν τον αναγνώστη με την ελπίδα, ιδίως σε<br />

καιρούς δύσκολους.<br />

“Η Αμαζόνα Νατάσα”<br />

-Πιστεύω πως... ανέβηκες στο άλογο, και καλπάζεις χωρίς<br />

σέλα, στη συγγραφή... Έτσι σε βλέπω. Εσύ το αισθάνεσαι<br />

αυτό;<br />

-Νομίζω πως ανέβηκα στο άλογο και καλπάζω χωρίς σέλα,<br />

χωρίς να με φοβίζει η φορά του ανέμου. Άλλωστε, ο άνεμος<br />

είναι φίλος και σύμμαχος, αρκεί να μπορείς να κρατήσεις τα<br />

μάτια ανοιχτά και να μην τον αφήσεις να σε τυφλώσει.<br />

“Ο έρωτας...”<br />

-Τι ρόλο παίζει ο έρωτας στη ζωή σου;<br />

-Πρωταρχικό. Όποιος αποποιείται χωρίς έρωτα, έχει πεθάνει<br />

και δεν το ξέρει.<br />

-Έχεις κάποιους στόχους; Ανεβάζεις τον πήχη;<br />

-Πάντα βάζω στόχους και κάθε φορά ανεβάζω τον πήχη.<br />

Άλλωστε, με θεωρώ ανικανοποίητη φύση, πάντα υπάρχει<br />

κάτι που θέλω να αγγίξω. Παλεύω, επιμένω, προσπαθώ χωρίς<br />

αυτό να σημαίνει φυσικά πως κατακτιέται πάντα η κορυφή,<br />

αλλά η προσπάθεια είναι που κάνει τη διαφορά.<br />

68 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 69


70 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 71


Η Κλειώ Τσαλαπάτη γεννήθηκε στη<br />

Ρόδο το 1970. Το 1974 μετακόμισε μόνιμα<br />

στην Αθήνα με την οικογένειά της, όπου<br />

και ζει έκτοτε. Σπούδασε οικονομικές<br />

επιστήμες στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο<br />

Αθηνών (πρώην ΑΣΟΕΕ) και στη συνέχεια<br />

τελειοποίησε τις γνώσεις των Αγγλικών<br />

της, ενώ γνωρίζει γαλλικά και ισπανικά.<br />

Από τα φοιτητικά της χρόνια ξεκίνησε<br />

να εργάζεται στο λογιστήριο ανώνυμης εμπορικής εταιρείας, ενώ<br />

παράλληλα παρέδιδε ιδιαίτερα μαθήματα σε τελειόφοιτους Λυκείου.<br />

Από το 2002 έως και σήμερα ασχολείται αποκλειστικά με τη<br />

διδασκαλία των οικονομικών, της διοίκησης επιχειρήσεων και της<br />

αγγλικής γλώσσας.<br />

Η λογοτεχνία είναι αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής της, καθώς<br />

διαβάζει πολύ από την παιδική ακόμα ηλικία χωρίς διακοπή. Θεωρεί<br />

τον εαυτό της «βιβλιοσκώληκα» και είναι υπερήφανη γι’ αυτό.<br />

Αναζητώντας ολοένα και περισσότερα βιβλία προς ανάγνωση<br />

ανακάλυψε το κοινωνικό διαδίκτυο του Facebook και τις αντίστοιχες<br />

λογοτεχνικές ομάδες που υπάρχουν σε αυτό.<br />

Θέλοντας να εκφράζει απρόσκοπτα, και με τους δικούς της όρους, τις<br />

απόψεις της για τα βιβλία που διαβάζει δημιούργησε δύο λογοτεχνικές<br />

ομάδες, τους «Φίλους Της Ελληνικής Λογοτεχνίας» και τους «Φίλους<br />

Της Παγκόσμιας Λογοτεχνίας», για την ελληνική και την ξένη<br />

λογοτεχνία αντίστοιχα, οι οποίες βρήκαν αρκετή ανταπόκριση από<br />

αντίστοιχους αναγνώστες-βιβλιοσκώληκες, αλλά και συγγραφείς.<br />

Προσπαθώντας να παρουσιάσει συγκεντρωμένους τους σχολιασμούς<br />

της, αλλά και άλλων φίλων αναγνωστών για κάποια βιβλία που<br />

θεωρούν άξια λόγου, δημιούργησε πρόσφατα τον ιστότοπο «Φίλοι<br />

Της Λογοτεχνίας». Μέσω αυτών των ομάδων είχε την τύχη να<br />

γνωρίσει προσωπικά αρκετούς έλληνες συγγραφείς και ορισμένοι<br />

εξ’ αυτών την τίμησαν ζητώντας της να προσφωνήσει τα βιβλία<br />

τους σε παρουσιάσεις αυτών.<br />

Βασικό της “πιστεύω” είναι ότι “χωρίς τη Λογοτεχνία, ελληνική και<br />

παγκόσμια, ο άνθρωπος θα ήταν πολύ φτωχότερος, πνευματικά και<br />

συναισθηματικά”, γι’ αυτό και απευθύνει ένα τεράστιο ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ<br />

προς τους απανταχού λογοτέχνες για την θεμελιώδη συνεισφορά<br />

τους στον πολιτισμό.<br />

Η Κλειώ Τσαλαπάτη διαβάζει και μας προτείνει κάποια<br />

μυθιστορήματα από την Ελληνική και Παγκόσμια<br />

Λογοτεχνία.<br />

Μπορείτε να επισκεφτείτε τις ομάδες που διαχειρίζεται<br />

στο facebook αλλά και τον ιστότοπο που έχει φτιάξει και<br />

να διαβάσετε πλήθος πληροφοριών από τα βιβλία που έχει<br />

διαβάσει, πατώντας σε ένα από τα παρακάτω εικονίδια.<br />

72 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 73


«ΛΙΠΕΣΑΝΟΡΕΣ – Τα Χρόνια Του<br />

Φιδιού», του Δημήτρη Βαρβαρήγου<br />

Εκδόσεις: Ν. & Σ. Μπατσιούλας<br />

Σελίδες: 540<br />

«Ψάλε μου, θεά την οργή του Αχιλλέα,<br />

του γιου του Πηλέα, αυτή την<br />

καταραμένη οργή, που προξένησε<br />

στους Αχαιούς αμέτρητες συμφορές<br />

κι έστειλε τις ατρόμητες ψυχές πολλών<br />

ηρώων στον Άδη, αφήνοντας τα<br />

σώματά τους βορά στα σκυλιά και στα όρνεα· αυτό ήταν το<br />

θέλημα του Δία από τότε που έπεσε μίσος για πρώτη φορά<br />

ανάμεσα στο βασιλιά γιο του Ατρέα και το θεόμορφο Αχιλλέα.»<br />

(Πηγή: Βικιπαιδεία: ΙΛΙΑΔΑ)<br />

Έτσι ξεκινάει το μεγαλύτερο έπος όλων των εποχών, η Ιλιάδα<br />

του Ομήρου, ένα ποίημα που αποτελείται από 24 ραψωδίες<br />

(όσα και τα γράμματα του ελληνικού αλφάβητου) και 15.693<br />

στίχους! Η οργή, η ‘μάνητα’ του ξακουστού ήρωα των Ελλήνων,<br />

του Αχιλλέα, έγινε η αφορμή για την περιγραφή ενός πολέμου,<br />

τόσο μεγαλειώδους για την εποχή του που έμεινε γνωστός<br />

στους αιώνες ως η μεγαλύτερη πολεμική σύρραξη του γνωστού<br />

τότε κόσμου, και ο οποίος ξέσπασε το 1194-1184 π.Χ, σύμφωνα<br />

με τον αρχαίο ιστορικό Ερατοσθένη. Όλες οι πόλεις – κράτη<br />

της Ελλάδας συμμάχησαν κάτω από την αδιαφιλονίκητη<br />

ηγεμονία του Αγαμέμνονα, του ανθρώπου που έμεινε στην<br />

ιστορία γνωστός ως «ο Λέων των Μυκηνών» – λόγω της<br />

δύναμης, του θάρρους, της πυγμής αλλά και των ηγετικών<br />

ικανοτήτων του – και συγκέντρωσαν τα καράβια και τις<br />

στρατιωτικές τους δυνάμεις, γύρω στα 1.200 πλοία και 70.000<br />

έως 300.000 στρατιώτες, ξεκινώντας μια εκστρατεία εναντίον<br />

της Τροίας, η οποία θα έμενε αλησμόνητη σε ολόκληρη την<br />

ανθρωπότητα ως «ο Τρωικός Πόλεμος»!<br />

Ένας πόλεμος του οποίου τα αίτια ήταν κυριαρχικά και<br />

οικονομικά, ενώ η αφορμή του, αυτή που τον έκανε και<br />

γνωστό στα πέρατα του κόσμου, ήταν μια γυναίκα, ίσως και<br />

η κυριότερη «Λιπεσάνορα» όλων – αφού έλειπε στον άντρα<br />

της τον Μενέλαο – η Ωραία Ελένη της Σπάρτης. Όπως η<br />

Ελένη, έτσι και άλλες γυναίκες «Λιπεσάνορες» ήταν εκείνες<br />

οι οποίες έμεναν στα μετόπισθεν των ηρωικών μαχών του<br />

μεγαλύτερου πολέμου των ανθρώπων, βρίσκονταν στην<br />

πρώτη γραμμή της ζωής των ανδρών τους και των πατρίδων<br />

τους, αυτές τους έδιναν ζωή, αυτές τους ανάτρεφαν και τους<br />

γαλουχούσαν, αυτές τους ξελόγιαζαν και τους ενέπνεαν πάθη,<br />

αυτές τους έκλαιγαν στη νεκρική πυρά, αυτές δέχονταν τα<br />

άδικα αντίποινα από τον εκάστοτε κατακτητή…<br />

Σε αυτές τις γυναίκες λοιπόν, σαν την Ελένη, την Ανδρομάχη,<br />

τη Θέτιδα, τη Κλυταιμνήστρα, την Εκάβη, την Κασσάνδρα, τη<br />

Βρισηίδα – η οποία έγινε άθελά της η αιτία για την μάνητα του<br />

Αχιλλέα – αλλά και σε άλλες σημαντικές μορφές εκείνης της<br />

εποχής, έδωσε ‘φωνή’ ο αγαπημένος και εξαίρετος συγγραφέας<br />

74 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 75


Δημήτρης Βαρβαρήγος. Οι γυναίκες αυτές παίρνουν για πρώτη<br />

φορά το λόγο και μας αφηγούνται διαδοχικά, και η κάθε μια<br />

από τη δική της σκοπιά τα γεγονότα που διαδραματίστηκαν<br />

πριν και κατά τη διάρκεια του Τρωικού πολέμου. Μέσα από τις<br />

συγκλονιστικές διηγήσεις των δεκαπέντε γυναικών, Ελληνίδων<br />

και Τρωάδων, οι οποίες μοιάζουν να είναι πραγματικά βγαλμένες<br />

μέσα από τα δικά τους χείλη, και με περισσή ευαισθησία,<br />

γλαφυρότητα, παραστατικότητα και διεισδυτική ματιά ο<br />

συγγραφέας μας ‘ξεναγεί’ στα παρασκήνια αλλά και στα ίδια<br />

τα γεγονότα ενός πολέμου ο οποίος έγινε σημείο αναφοράς<br />

για όλες τις μελλοντικές γενιές.<br />

Αυτό που αποκαλύπτεται είναι η άλλη όψη του έπους της<br />

Ιλιάδας, όχι μόνον αυτή των επικών μαχών, των αθάνατων<br />

ηρώων, των ιστορικών γεγονότων που έμειναν αλώβητα στο<br />

πέρασμα του χρόνου μέσα από τις ραψωδίες του Ομήρου και<br />

έλαβαν το επίχρισμα του μύθου, αλλά αυτή των γυναικών<br />

πίσω από τους πολυτραγουδισμένους ήρωες.<br />

Δεν μας εξιστορούνται απλά τα γεγονότα και οι καταστάσεις<br />

ή οι ήρωες που έλαβαν μέρος σ’ αυτό τον πόλεμο, αλλά<br />

ουσιαστικά ‘μπαίνουμε’ μέσα στα παλάτια, περιδιαβαίνουμε<br />

τα απόμερα δώματα, ταξιδεύουμε με τα καράβια, μαχόμαστε<br />

στα στρατόπεδα και τα πεδία μάχης, θωρούμε τα απόρθητα<br />

τείχη της Τροίας, κρυβόμαστε ακόμα και μέσα στο Δούρειο<br />

Ίππο, και αισθανόμαστε τον αρχαίο κόσμο της εποχής εκείνης<br />

να ‘ζωντανεύει’ μπροστά στα έκπληκτα μάτια μας. Γινόμαστε<br />

μάρτυρες των ιδιωτικών στιγμών, των παθών, των ερώτων,<br />

των θρήνων, της οργής, των τύψεων, της εκδίκησης, των πιο<br />

μύχιων συναισθημάτων και των κατορθωμάτων ηρώων και<br />

ηρωίδων όπως ο Αχιλλέας, η Θέτιδα, ο Πηλέας, η Ωραία Ελένη,<br />

ο Μενέλαος, ο Αγαμέμνονας, η Κλυταιμνήστρα, η Ιφιγένεια,<br />

ο Πάρις, ο Πρίαμος, ο Έκτορας, η Ανδρομάχη, η Κασσάνδρα,<br />

ο Νεοπτόλεμος, η Εκάβη, η Βρισηίδα, η Λήδα, ο Οδυσσέας,<br />

η Πηνελόπη, η Ευρύκλεια, ο Πάτροκλος, ο Φιλοκτήτης, ο<br />

Αίαντας ο Τελαμώνιος, ο Αίαντας ο Λοκρός, ο Αινείας, ο<br />

Διομήδης και τόσων άλλων που μέσα από την χαρισματική<br />

πένα του Δημήτρη Βαρβαρήγου παίρνουν σάρκα και οστά.<br />

Πολλά ακόμα θα μπορούσαν να γραφούν για αυτό το<br />

πραγματικά επικό ιστορικό μυθιστόρημα, το οποίο είναι<br />

αντάξιο του έπους της Ιλιάδας, αλλά είναι προτιμότερο ο<br />

αναγνώστης να το διαβάσει ο ίδιος και να ‘ταξιδέψει’ σε εκείνες<br />

τις εποχές και τα γεγονότα τα οποία θα τον μαγέψουν, θα τον<br />

συγκλονίσουν και θα μείνουν χαραγμένα για πάντα στη μνήμη<br />

του. Τα θερμά μου συγχαρητήρια στο συγγραφέα που για μια<br />

ακόμα φορά δημιούργησε ένα λογοτεχνικό αριστούργημα.<br />

Διαβάστε το Φίλοι μου!<br />

Υπόθεση Οπισθόφυλλου:<br />

«Λιπεσάνορες... Βαρύνουσα η ευθύνη του γυναικείου ρόλου<br />

σας, για ένα ανάξιο λάφυρο.<br />

76 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 77


Δεκαπέντε τραγικές φιγούρες γυναικών με το ίδιο πεπρωμένο<br />

αφηγούνται την τραγωδία του πολέμου, τον ηρωισμό της<br />

καθημερινής ζωής, την αξία της καρτερίας, τη νοσταλγία της<br />

ειρήνης, τις ευθύνες του ανθρώπου για τις πράξεις του, για<br />

τους υπερασπιστές του δικαίου.<br />

Μιλούν μέσα απ’ την ψυχή τους για τα δεινά και τις συμφορές<br />

τους, για τα δικά τους παθήματα και προσωπικά πάθη.<br />

Εκμυστηρεύονται μύχια μυστικά, πως βίωσαν τη χαρά, τη<br />

φιλία, τον έρωτα, την αγάπη, τη μητρότητα, την εκδίκηση και<br />

την περιφρόνηση, τη σκλαβιά και το θάνατο. Εξιστορούν την<br />

τόλμη, τους ήρωες, τη γενναιότητα, την αξία των ιδανικών<br />

ν’ αγωνίζεται κανείς για την πατρίδα του ως το τέλος.<br />

Οι “Λιπεσάνορες” είναι ένα βιβλίο που έχει τα στοιχεία του<br />

παραμυθιού, αλλά είναι μια αληθινή ιστορία που ολοκληρώνει<br />

ένα πολεμικό τραγούδι.»<br />

“Η άλλη όψη του έπους της Ιλιάδας, όχι αυτή των επικών<br />

μαχών, των αθάνατων ηρώων και των ιστορικών γεγονότων,<br />

αλλά αυτή των γυναικών πίσω από τους πολυτραγουδισμένους<br />

ήρωες”<br />

Κλειώ Τσαλαπάτη<br />

Κριτικός Λογοτεχνίας<br />

Η κριτική δημοσιεύθηκε αρχικά στο blog<br />

“Φίλοι της Λογοτεχνίας”, της Κλειώς Τσαλαπάτη<br />

78 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 79


«Θανάσιμα Σταυροδρόμια», της<br />

Βάσως Παπαδοπούλου<br />

Εκδόσεις: Άνεμος Εκδοτική<br />

Σελίδες: 224<br />

Το αστυνομικό μυθιστόρημα είναι ένα<br />

είδος λογοτεχνίας δύσκολο που απαιτεί<br />

μεθοδευμένη και πολύ προσεχτική<br />

δουλειά από το συγγραφέα. Πρέπει<br />

να έχει την ικανότητα να αποκρύπτει<br />

βασικά στοιχεία που δύνανται να<br />

αποκαλύψουν την πλοκή πέρα από το επιθυμητό, να κρατάει<br />

το ενδιαφέρον του αναγνώστη αμείωτο έτσι ώστε, ακόμα κι αν<br />

ο πεπειραμένος αναγνώστης ανακαλύψει τον πιθανό ένοχο<br />

σχετικά νωρίς – ακόμα κι αν δεν είναι ο συνήθης ύποπτος,<br />

ο μπάτλερ... – να μην είναι σε θέση να ξεκαθαρίσει τα αίτια<br />

που τον οδήγησαν στα εγκλήματά του, πριν ο συγγραφέας<br />

του το επιτρέψει.<br />

Η εξαίρετη συγγραφέας Βάσω Παπαδοπούλου κατάφερε<br />

να ξεπεράσει όλες τις παραπάνω συνήθεις ‘παγίδες’, στις<br />

οποίες μπορεί να υποπέσουν οι συγγραφείς της αστυνομικής<br />

λογοτεχνίας, με μαεστρία και ταλέντο ανεπανάληπτο. Μας<br />

δίνει κάθε φορά τα στοιχεία που πρέπει ώστε να αρχίσουμε<br />

να υποψιαζόμαστε κάποιον από τους ήρωες του βιβλίου της<br />

αλλά, ταυτόχρονα, να μην είμαστε εντελώς σίγουροι σε τέτοιο<br />

σημείο ώστε να αρχίσουμε να αμφιβάλουμε για την αρχική<br />

μας υποψία. Σε αυτό συνδράμει η ευρηματική και πρωτότυπη<br />

πλοκή αλλά και τα πολλά και ετερόκλητα πρόσωπα της<br />

υπόθεσης.<br />

Η ιστορία μας ξεκινά από το ψιλικατζίδικο του Ανάργυρου<br />

στην Καλλιθέα, ενός από μια ομάδα παλιών συμμαθητών<br />

που βρίσκονται πια στα 53 τους χρόνια. Οι φίλοι αυτοί<br />

συνηθίζουν να συναντιούνται συχνά πυκνά σε ένα παρακείμενο<br />

ταβερνάκι για να βρίσκονται, να αναπολούν τα παλιά και<br />

να διατηρούν μια υποτυπώδη, άλλοτε ουσιαστικότερη και<br />

άλλοτε περιστασιακή επικοινωνία. Όλα βαίνουν καλώς, ή<br />

έστω αναμενόμενα αδιάφορα, μέχρι τη στιγμή που λαμβάνουν<br />

χώρα πολλαπλοί και συνεχόμενοι θάνατοι κάποιων από τους<br />

παλιούς συμμαθητές. Τα περιστατικά προκαλούν, όπως είναι<br />

φυσικό, την επέμβαση της αστυνομίας η οποία, με επικεφαλής<br />

τον αστυνόμο Κλεόβουλο Χαλατσάκη και την ομάδα του,<br />

προσπαθεί να διευκρινίσει τα αίτια του κάθε μεμονωμένου<br />

θανάτου, καθώς και την τυχόν σχέση μεταξύ τους.<br />

Έτσι, αρχίζει να ξετυλίγεται ένας πολύ μπερδεμένος μίτος που<br />

σιγά σιγά και μεθοδικά μας αποκαλύπτει λίγα στοιχεία κάθε<br />

φορά, αρκετά ώστε να αρχίσουμε να υποψιαζόμαστε και να<br />

‘ποντάρουμε’ στον πιθανό δολοφόνο, αλλά και ανεπαρκή ώστε<br />

να μπορούμε να αποκλείσουμε κάθε άλλο υποψήφιο. Κάθε<br />

αποκάλυψη φέρνει στο φως κι ένα καλά κρυμμένο μυστικό, μια<br />

ανομολόγητη πράξη, μια χαμένη ευκαιρία για ευτυχία, πάθη<br />

καλά θαμμένα στο μνήμα του χρόνου, σχέσεις διαβρωμένες<br />

80 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 81


από την κακία και τον φθόνο τρίτων προσώπων, αλήθειες που<br />

ποτέ δεν ειπώθηκαν κι έτσι απέκτησαν την πικρή γεύση του<br />

δηλητήριου, αποφάσεις που ποτέ δεν πάρθηκαν και άφησαν<br />

τη ζωή να ξεγλιστρήσει ανούσια, οικογενειακές σχέσεις που<br />

δεν αφέθηκαν να ευδοκιμήσουν.<br />

Τα «Θανάσιμα Σταυροδρόμια» είναι ένα εξαίρετο αστυνομικό<br />

μυθιστόρημα, αριστοτεχνικά γραμμένο, με γερές δόσεις<br />

σασπένς, χιούμορ, αγωνίας και στοχασμού που κεντρίζει τη<br />

σκέψη του αναγνώστη τοποθετώντας τον στην θέση του<br />

αστυνόμου ο οποίος προσπαθεί να συνδέσει τα φαινομενικά<br />

ασύνδετα κομμάτια ενός δολοφονικού παζλ και να αποδώσει<br />

τεκμηριωμένα τις ευθύνες εκεί όπου αναλογούν. Γιατί η<br />

συγγραφέας επέλεξε αυτόν το συγκεκριμένο τίτλο θα το<br />

αφήσω σε εσάς να το ανακαλύψετε, διαβάζοντας το βιβλίο,<br />

καθώς πρόκειται για μια πολύ πρωτότυπη και ευφυή έμπνευση<br />

με την οποία ενώνονται περίτεχνα τα νήματα της υπόθεσης.<br />

Πολλά συγχαρητήρια στη Βάσω Παπαδοπούλου και σας<br />

προτείνω ανεπιφύλακτα να το διαβάσετε Φίλοι μου!<br />

Όλοι παρακολουθούν περίεργοι στην αρχή, ανήσυχοι στη<br />

συνέχεια και αποσβολωμένοι στο τέλος τους πολλαπλούς<br />

συνεχόμενους θανάτους που αποδεκατίζουν την παρέα. «Σαν<br />

να καλεί ο Άγιος Πέτρος την κλάση μας», λένε μεταξύ τους.<br />

Η αστυνομική έρευνα μοιραία φέρνει στην επιφάνεια παλιά,<br />

καλά κρυμμένα μυστικά. Φιλίες χρόνων αποδεικνύονται<br />

ψεύτικες, σταθερές οικογενειακές σχέσεις καταρρέουν.<br />

Όσο οι φόνοι συνεχίζονται, όλο και περισσότερο<br />

αποκαλύπτονται μίση, πάθη, πρόσωπα και καταστάσεις ενός<br />

όχι και τόσο μακρινού παρελθόντος που κάποιοι δεν θέλησαν<br />

ή δεν μπόρεσαν να ξεχάσουν…»<br />

Κλειώ Τσαλαπάτη<br />

Κριτικός Λογοτεχνίας<br />

Η κριτική δημοσιεύθηκε αρχικά στο blog<br />

“Φίλοι της Λογοτεχνίας”, της Κλειώς Τσαλαπάτη<br />

Υπόθεση Οπισθόφυλλου:<br />

«Μια παρέα αντρών, παλαιών συμμαθητών, στα 53 χρόνια<br />

τους πια, συνεχίζουν ευλαβικά τις μηνιαίες συναντήσεις τους.<br />

Ο μοναχικός Ανάργυρος, που δεν εγκατέλειψε ποτέ τη<br />

μητρική εστία, αποτελεί τον συνδετικό κρίκο, κυρίως λόγω<br />

επαγγέλματος – είναι ο ψιλικατζής της γειτονιάς.<br />

82 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 83


84 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 85


«Κινηματογραφικές βραδιές με την<br />

Μέριλ Στρίπ», της Mia March<br />

Εκδόσεις: Κλειδάριθμος<br />

Σελίδες: 424<br />

Η Μέριλ Στριπ είναι αδιαμφισβήτητα<br />

η κορυφαία ηθοποιός της γενιάς της.<br />

Πανέμορφη, με έναν δικό της εντελώς<br />

τρόπο, γλυκύτατη, χαμηλών τόνων<br />

στην προσωπική της ζωή αλλά απόλυτα<br />

δυναμική στην έβδομη Τέχνη, έχει την<br />

ικανότητα να μετουσιώνει το ανεξάντλητο ταλέντο της σε<br />

ετερόκλητους ρόλους και να μας χαρίζει ανεπανάληπτες<br />

ερμηνείες. Στο αρχικό σημείωμα της συγγραφέως αναφέρεται η<br />

εξής απάντηση που έδωσε η διάσημη ηθοποιός στην ακόλουθη<br />

ερώτηση δημοσιογράφου σε κάποια συνέντευξη: «Εάν υπάρχει<br />

Παράδεισος, τι θα θέλατε να σας πει ο Θεός όταν φτάσετε<br />

στις Πύλες του;» Η Μέριλ Στριπ ανοίγοντας τα χέρια της<br />

διάπλατα απαντά: «Όλοι μέσα!».<br />

Η συγγραφέας Μία Μάρτς, δικαίως λοιπόν, ανήκει στο<br />

φαν κλαμπ της εξαίρετης ηθοποιού και ορμώμενη από τις<br />

πάμπολλες και ξεχωριστές ταινίες της μας χάρισε ένα υπέροχο<br />

μυθιστόρημα, θεωρώντας το ένα φόρο τιμής σε εκείνη. Μη<br />

ξεγελαστείτε και θεωρήσετε ότι το βιβλίο αφορά αποκλειστικά<br />

και μόνο τη Μέριλ Στριπ… Είναι ένα βιβλίο που αφορά πολλά<br />

περισσότερα από κάποιες λατρεμένες ταινίες – ορόσημο<br />

της κινηματογραφικής πορείας της ηθοποιού. Αφορά τα<br />

μηνύματα τα οποία επιδιώκει να περάσει η συγγραφέας στους<br />

αναγνώστες της μέσα από τις ταινίες αυτές και, εν τέλει,<br />

αφορά την ίδια τη ζωή.<br />

Το εξώφυλλο εμπνευσμένο και σε απόλυτη συμφωνία με<br />

το σκηνικό του βιβλίου μας παραπέμπει σε μια παραλιακή<br />

κωμόπολη, το Μπούθμπεϊ Χάρμπορ στο Μέιν, της Αμερικής,<br />

και συγκεκριμένα στην «Πανσιόν Των Τριών Καπετάνιων»,<br />

την οποία διευθύνει η πενηντάχρονη Λόλι Γουέλερ. Μαζί<br />

της συνδέονται η κόρη της Κατ και οι ανιψιές της Ίζαμπελ<br />

και Τζουν. Η μοίρα και ένα τραγικό συμβάν τα φέρνουν έτσι<br />

ώστε δεκαπέντε χρόνια πριν από το παρόν, οι τέσσερίς τους<br />

να αναγκαστούν να συγκατοικήσουν. Τα χρόνια περνούν,<br />

κάθε μια τους ακολουθεί την πορεία που επέλεξε και θα<br />

απομακρυνθούν καθώς δεν υπάρχει ουσιαστική επικοινωνία<br />

μεταξύ τους.<br />

Η Λόλι θα συνεχίσει να διευθύνει αγόγγυστα την πανσιόν<br />

διατηρώντας την παράδοση των τριών καπετάνιων προγόνων<br />

της. Η κόρη της η Κατ μεγαλώνει δίπλα της μη γνωρίζοντας<br />

τίποτε άλλο πέρα από το Μέιν, ασχολούμενη με τη μεγάλη της<br />

αγάπη, την ζαχαροπλαστική και αμφιταλαντευόμενη εάν θα<br />

πρέπει να δεχτεί την πρόταση γάμου του παιδικού της φίλου<br />

και πρώτης της αγάπης, Όλιβερ, ή να ακολουθήσει τα όνειρά<br />

της μακριά από τη γενέτειρά της. Η Ίζαμπελ παντρεύεται τον<br />

εφηβικό της έρωτα τον Έντουαρντ, μόνο για να ανακαλύψει<br />

86 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 87


δέκα χρόνια μετά πως την απατά και μάλιστα καταπατώντας<br />

την μεταξύ τους συμφωνία που είχαν κάνει όταν ήταν ακόμη<br />

έφηβοι. Η αδερφή της Ίζαμπελ, Τζουν, επιλέγει το δύσκολο<br />

δρόμο της μονογονεϊκής οικογένειας και δεσμεύεται απέναντι<br />

στον επτάχρονο γιο της Τσάρλι να βρει τον πατέρα του, Τζον<br />

Σμιθ, ο οποίος αγνοείται πριν ακόμα ο μικρός γεννηθεί.<br />

Μετά από μια αναπάντεχη αποκάλυψη εκ μέρους της θείας<br />

τους Λόλι, οι δύο αδερφές Ίζαμπελ και Τζουν αναγκάζονται<br />

να επιστρέψουν στην «Πανσιόν των Τριών Καπετάνιων»<br />

όπου καλούνται να έρθουν αντιμέτωπες με τα φαντάσματα<br />

του παρελθόντος τους, αναγκάζονται να αναγνωρίσουν το<br />

ρόλο που έπαιξε η θεία τους ως ‘φύλακας άγγελός’ τους,<br />

αναθεωρούν πολλά από τα πιστεύω τους αφήνοντας πίσω<br />

τους παλιούς εγωισμούς και την αναίτια επίρριψη ευθυνών<br />

για τα δεινά που τις βρήκαν σε άτομα που δεν ευθύνονταν,<br />

βρίσκουν κοινά σημεία επαφής μεταξύ τους που αγνοούσαν<br />

πως υπήρχαν, ανακαλύπτουν τον εαυτό τους και η μία την<br />

άλλη, πριν να είναι πολύ αργά, αλλά ανακαλύπτουν και την<br />

πραγματική αγάπη και την ύπαρξη ευτυχίας από εκεί όπου δεν<br />

το περιμένεις. Και όλα αυτά στον απόηχο οκτώ πασίγνωστων<br />

ταινιών της αγαπημένης Μέριλ Στριπ, μέσα από τις οποίες οι<br />

ηρωΐδες μας λαμβάνουν και αξιοποιούν όλα τα μηνύματα που<br />

τους δίνονται, αναθεωρώντας όλα όσα μέχρι τότε θεωρούσαν<br />

ως δεδομένα για τη ζωή, την αγάπη, την φιλία, την πίστη, την<br />

οικογένεια και τις ανθρώπινες σχέσεις.<br />

Η υπόθεση του μυθιστορήματος είναι ευρηματική, σφιχτοδεμένη,<br />

με χαρακτήρες άρτιους και ολοζώντανους, περιγραφές<br />

που ‘φωτογραφίζουν’ πρόσωπα, τοπία και καταστάσεις και<br />

καθηλώνουν τον αναγνώστη ο οποίος, παρασυρμένος όλο<br />

και περισσότερο μέσα στην πλοκή, δένεται με τις ηρωΐδες και<br />

τους ήρωες, συμπάσχει μαζί τους, αγανακτεί με τα παθήματά<br />

τους και τα σφάλματά τους και λυτρώνεται με την κατάληξή<br />

τους. Ένα βιβλίο τρυφερό, αληθινό, μαγευτικό, συγκινητικό<br />

που αφήνει μια γλυκιά, αξεπέραστη αίσθηση στον αναγνώστη,<br />

όπως όταν έχει περάσει κανείς μια όμορφη κινηματογραφική<br />

βραδιά βλέποντας την αγαπημένη του ταινία, με ένα μπολ ποπκορν<br />

στην αγκαλιά του και τους αγαπημένους του ανθρώπους<br />

δίπλα του. Απλά, διαβάστε το Φίλοι μου!<br />

Υπόθεση Οπισθόφυλλου:<br />

«Τρεις γυναίκες βρίσκουν απρόσμενες απαντήσεις, κατακτούν<br />

την ευτυχία και ανακαλύπτουν η μία την άλλη με αφορμή τις<br />

ταινίες της Μέριλ Στριπ…<br />

Οι αδελφές Ίζαμπελ και Τζουν, και η ξαδέλφη τους Κατ,<br />

μεγάλωσαν μαζί, αλλά έχουν αποξενωθεί από χρόνια. Τώρα,<br />

όμως, καλούνται να επιστρέψουν στην οικογενειακή πανσιόν<br />

στα παράλια του Μέιν…<br />

Με αφορμή τις Κινηματογραφικές Βραδιές στην πανσιόν,<br />

οι γυναίκες αυτές θα έλθουν πιο κοντά μεταξύ τους και θα<br />

88 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 89


αρχίσουν να αποκαλύπτουν τα μυστικά τους, να συζητούν ως<br />

αργά το βράδυ και να αμφισβητούν όλα όσα πίστευαν για τη<br />

ζωή, την αγάπη και τις ανθρώπινες σχέσεις.<br />

Κάθε μια τους θα δει την περίπλοκη ζωή της μέσα από τη<br />

μαγεία του κινηματογράφου… Ο σύζυγος της Ίζαμπελ έχει<br />

εξωσυζυγική σχέση, ενώ μια παλιά συμφωνία που είχαν κάνει οι<br />

δυο τους την εμποδίζει να πραγματοποιήσει το σημαντικότερο<br />

γι’ αυτήν όνειρο· η Τζουν έχει υποσχεθεί στον εφτάχρονο γιο<br />

της ότι θα εντοπίσει τον πατέρα του, τον οποίο δεν γνώρισε<br />

ποτέ· και η Κατ αμφιταλαντεύεται για το αν πρέπει να δεχτεί<br />

την πρόταση γάμου του παιδικού της φίλου...<br />

Με αφορμή τις ταινίες της Μέριλ Στριπ, οι γυναίκες αυτές<br />

καλούνται να ανακαλύψουν τον εαυτό τους, να γνωρίσουν<br />

επιτέλους η μια την άλλη και να διεκδικήσουν ένα χάπι εντ<br />

για τη ζωή τους.»<br />

Η Mia March ζει με την οικογένειά της σε ένα μικρό χωριό στα<br />

παράλια του Μέιν. Μπορείτε να επισκεφθείτε την ιστοσελίδα<br />

της, στη διεύθυνση http://www.miamarch.com<br />

Κλειώ Τσαλαπάτη<br />

Κριτικός Λογοτεχνίας<br />

Η κριτική δημοσιεύθηκε αρχικά στο blog<br />

“Φίλοι της Λογοτεχνίας”, της Κλειώς Τσαλαπάτη<br />

90 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 91


92 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 93


ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΚΑΛΠΟΥΖΟΥ<br />

ΣΤΗΝ ΚΛΕΙΩ ΤΣΑΛΑΠΑΤΗ<br />

ΓΙΑ ΤΟ ΜΠΛΟΓΚ<br />

«ΦΙΛΟΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ»<br />

Το Συγγραφέα, ίσως καλύτερα θα<br />

έπρεπε να γράψω το Λογοτέχνη,<br />

Γιάννη Καλπούζο τον γνώρισα για<br />

πρώτη φορά συγγραφικά το 2011 μέσα<br />

από το βιβλίο του «Άγιοι & Δαίμονες»,<br />

ένα ιστορικό μυθιστόρημα που έμελλε<br />

να με στιγματίσει ως αναγνώστρια,<br />

καθώς έθεσε τον πήχυ επιλογής<br />

αναγνωσμάτων μου πολύ ψηλότερα<br />

από πριν. Πλέον, αυτό το βιβλίο του<br />

θα ορθωνόταν πάντοτε αδυσώπητο ως μέτρο σύγκρισης για<br />

όλα τα επόμενα που θα επέλεγα να διαβάσω. Σκοπός μου<br />

έγινε να συγκεντρώσω όλα τα δικά του μυθιστορήματα που<br />

κυκλοφορούσαν, καθώς θεωρώ πως τα λογοτεχνικά έργα του<br />

Γιάννη Καλπούζου πρέπει να κοσμούν την βιβλιοθήκη κάθε<br />

αναγνώστη που σέβεται τον εαυτό του.<br />

Η ευκαιρία να γνωρίσω και προσωπικά τον εξαίρετο αυτό<br />

λογοτέχνη μου δόθηκε λίγα χρόνια αργότερα, σε μία από<br />

τις παρουσιάσεις του προτελευταίου μυθιστορήματός του,<br />

της «Ουρανόπετρας», σε κάποιο μεγάλο βιβλιοπωλείο. Ο<br />

ενθουσιασμός και η εκτίμησή μου προς το πρόσωπό του<br />

μεγάλωσαν ακόμα περισσότερο καθώς διαπίστωσα πως<br />

απέναντί μου είχα έναν υπέροχο άνθρωπο με μεγάλη ευγένεια<br />

και καλλιέργεια ψυχής, προσήνεια, μόρφωση, καταδεκτικότητα<br />

και χιούμορ ο οποίος εξακολουθεί να βρίσκεται πάντα κοντά<br />

στον αναγνώστη και να αφουγκράζεται τους ανθρώπους,<br />

χωρίς να έχει επιτρέψει στη φήμη και την αναγνώριση, που<br />

δικαίως απολαμβάνει, να τον ‘διαβρώσει’, ούτε στο ελάχιστο!<br />

94 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 95


Έτσι λοιπόν, μέσα από αυτή τη συνέντευξη την οποία μου<br />

παραχώρησε ο Γιάννης Καλπούζος, και με αφορμή το τελευταίο<br />

του βιβλίο «Ό,τι Αγαπώ Είναι Δικό Σου» από τις εκδόσεις<br />

Ψυχογιός, θα έχετε την ευκαιρία να γνωρίσετε κι εσείς λίγο<br />

περισσότερο το λογοτέχνη, το συγγραφέα που συνδυάζει<br />

εξίσου ικανοποιητικά την πεζογραφία, την ποίηση και τη<br />

στιχουργία και μαγεύει όλους εμάς τους αναγνώστες του,<br />

τους Φίλους της πραγματικής Λογοτεχνίας!<br />

Τον ευχαριστώ ειλικρινά για την τιμή που μου έκανε, του<br />

εύχομαι ολόψυχα καλή επιτυχία σε κάθε νέο του πόνημα και<br />

δίνω από τώρα το επόμενο αναγνωστικό μου ραντεβού μαζί του<br />

σε λίγες μέρες, και συγκεκριμένα μέσα στο Γενάρη, αναμένοντας<br />

την επανέκδοση του πολυαγαπημένου μου, συγκλονιστικού<br />

βιβλίου του «Σάος – Παντομίμα Φαντασμάτων»!<br />

Κλειώ Τσαλαπάτη<br />

Κριτικός Λογοτεχνίας<br />

-Αγαπητέ Γιάννη, είσαι ένας λογοτέχνης που συνδυάζει<br />

την πεζογραφία με την ποίηση και την στιχουργία εξίσου<br />

επιτυχημένα, έχοντας πολύ πλούσιο και αξιόλογο έργο και<br />

στις τρεις κατηγορίες. Πότε ένιωσες την ανάγκη, ή την<br />

παρόρμηση να συγγράψεις και γιατί;<br />

-Τυχαία γεγονότα και φίλοι με παρακίνησαν να ανακαλύψω<br />

το όποιο συγγραφικό ταλέντο διαθέτω. Υπήρξε μια χρονική<br />

περίοδος από το 1990 μέχρι το 2000, κατά το οποίο θα<br />

χαρακτήριζα την ενασχόλησή μου με τη γραφή ως άσκηση<br />

και μαθητεία, κάτι βεβαίως που δεν σταματά ποτέ. Έγραφα<br />

ποιήματα και στίχους για τραγούδια, χωρίς ακόμα να καώ<br />

απόλυτα από το Θείο Πυρ και τη Θεία μανία, τη μέθεξη<br />

της γραφής. Εκεί, περί το 2000, με κέρδισε ολοκληρωτικά.<br />

Ωστόσο θεωρώ ότι από παιδί καταχωρούνταν μέσα μου<br />

όσα χρωμάτισαν την ψυχή μου και κέντρισαν το πνεύμα<br />

μου, ωσότου έρθει η ώρα να αναδυθούν και να θελήσω να<br />

μοιραστώ τον δικό μου τρόπο πρόσληψης του κόσμου με<br />

τους αναγνώστες. Δεν ξέρω αν άρχισε από ανάγκη, ή από<br />

παρόρμηση, ή παρακίνηση. Πάντως λέω: “Όλοι ξεκινούν για<br />

τη δόξα, στον δρόμο κάποιοι γίνονται ποιητές”. Ελπίζω στο<br />

τέλος της πορείας μου οι αναγνώστες να με κατατάξουν στη<br />

δεύτερη κατηγορία.<br />

-Τα βιβλία σου «Ιμαρέτ», «Άγιοι & Δαίμονες» και<br />

«Ουρανόπετρα» είναι συνδυασμός ιστορικών γεγονότων<br />

και μυθοπλασίας και τοποθετούνται σε διαφορετικούς<br />

τόπους και χρόνους. Από πού αντλείς την έμπνευση για<br />

κάθε έργο σου και πόσο δύσκολο είναι να συγκεντρώσεις τις<br />

απαραίτητες πληροφορίες για την συγγραφή κάθε ιστορικού<br />

μυθιστορήματός σου;<br />

-Η ίδια η ζωή και ο άνθρωπος, όσα απασχολούν την ψυχή και<br />

τον νου μας αποτελούν πάντα το έναυσμα να με επισκεφτεί<br />

η έμπνευση. Συνάμα η Ελλάδα και τα μηνύματα που θέλω να<br />

αντανακλούν στο σήμερα. Βεβαίως, προσκαλώ την έμπνευση<br />

δημιουργώντας την κατάλληλη ατμόσφαιρα, ακούγοντας<br />

μουσική, διαβάζοντας ποίηση, αφήνοντας τη σκέψη να<br />

ταξιδεύει ελεύθερα και το συναίσθημα να με κατακτήσει. Πώς<br />

96 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 97


ακριβώς γεννιέται η αρχική ιδέα,<br />

δεν είναι εύκολο να το εξηγήσω.<br />

Επιλέγω δεκάδες θέματα, θαρρώ<br />

ότι διαμορφώνεται μέσα μου η<br />

μαγιά μιας μυθοπλασίας, ξεκινώ<br />

να γράφω, όμως στην πορεία<br />

όλα, ή πάρα πολλά, αλλάζουν. Η<br />

γραφή είναι μια περιπέτεια, μια<br />

διαρκής μάχη, όπου τα όπλα του<br />

συγγραφέα είναι ο τρόπος που<br />

ζυμώνει και υφαίνει τη γλώσσα, η<br />

αναπαραστατική δύναμη του λόγου<br />

του, η φαντασία, το κατακλυσμιαίο<br />

συναίσθημα που τον μεταβολίζει από καθημερινό άνθρωπο<br />

σε δημιουργό, η ικανότητά του να υποδύεται ρόλους, να τους<br />

αποτυπώνει στο χαρτί, αλλά και να τους υπηρετεί με βάση<br />

τα χαρακτηριστικά που τους προσδίδει αρχικά κι ύστερα με<br />

βάση την αυτονομία που αποκτούν, η εμπειρία, τα βιώματά<br />

του από τα αναγνώσματα μέχρι ό,τι βίωσε και παρατήρησε<br />

ολόγυρά του και μέσα του στο διάβα της ζωής του, η υπομονή,<br />

η επιμονή, το δημιουργικό πείσμα, ο μόχθος, το πάλεμα να<br />

διατηρήσει την ατμόσφαιρα ενός κειμένου, το ύφος και τον<br />

ρυθμό του επί μήνες, ή και χρόνια, κόντρα σε όλα όσα έξωθεν<br />

υπονομεύουν την ψυχολογία του, οι αμέτρητες συνδυαστικές<br />

σκέψεις που καλείται να κάνει σχεδόν σε κάθε παράγραφο<br />

και τόσα άλλα τα οποία δε χωρούν σε ορισμούς, ή θα έπρεπε<br />

να μιλάμε επί ώρες για να τα αναλύσουμε. Κοντολογίς, ο<br />

συγγραφέας πασχίζει να λειτουργήσει ως μικρός Θεός και να<br />

πλάσει έναν ολόκληρο κόσμο, ο οποίος πρέπει ν’ αντέχει σε<br />

αληθοφάνεια, να υπηρετεί τη λογοτεχνία και να επιτυγχάνει<br />

τη λύτρωση, καθώς και να κτίσει μια μυθοπλασία η οποία να<br />

ελκύει να γοητεύει τον αναγνώστη, ενώ πρώτα πρέπει να<br />

μαγεύει τον ίδιο τον συγγραφέα.<br />

Όσον αφορά τις πηγές για το ιστορικό μυθιστόρημα ανατρέχω<br />

σε οτιδήποτε μπορεί να μου δώσει στοιχεία για την εποχή<br />

που εξελίσσεται το εκάστοτε μυθιστόρημα, και πολλές φορές<br />

απαιτείται η μελέτη και πολύ παλαιότερων χρόνων, ώστε<br />

να κατανοήσω φυλές, θρησκείες, φιλοσοφίες, νοοτροπίες<br />

και συμπεριφορές. Ενδεικτικά αναφέρω βιβλία περιηγητών,<br />

αρχιτεκτονικής, ιατρικής, ιστορικά, για τα φάρμακα ή τα<br />

γιατροσόφια, τις συγκοινωνίες, τη λαογραφία, τις ενδυμασίες,<br />

διαβάζω περιοδικά, εφημερίδες, επιστολές, απομνημονεύματα,<br />

συγκεντρώνω προφορικές μαρτυρίες, αναζητώ βιβλία για το<br />

εμπόριο, τα επαγγέλματα, τα καταστήματα, τα νομίσματα,<br />

τα ιστιοφόρα, τα ατμόπλοια, τις<br />

άμαξες, το θέατρο, τα πανηγύρια,<br />

βιβλία με μύθους, δεισιδαιμονίες,<br />

συνήθειες, ήθη και έθιμα, μελετώ<br />

τραγούδια, φωτογραφίες,<br />

γκραβούρες και πόσα άλλα. Η<br />

δυσκολία έγκειται κυρίως στην<br />

άντληση στοιχείων που αφορούν<br />

την καθημερινή ζωή και τους<br />

απλούς ανθρώπους και πολύ<br />

λιγότερο στα καθ’ αυτού ιστορικά<br />

και μεγάλα γεγονότα. Κι αφού<br />

συγκεντρωθεί ένας τεράστιος<br />

98 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 99


όγκος πληροφοριών, έπειτα αρχίζει<br />

άλλος αγώνας. Να επιλέξεις τί και<br />

πώς θα το εντάξεις λειτουργικά σε<br />

μια μυθοπλασία. Όλα με στόχο να<br />

μεταφερθεί ο αναγνώστης στην<br />

κατά περίπτωση εποχή, ώστε να<br />

ζήσει παραστατικά το μυθιστόρημα,<br />

αλλά και να κατανοήσει τον τρόπο<br />

ζωής και σκέψης των ανθρώπων<br />

και να κρίνει με βάση τα μέτρα και<br />

τα σταθμά που ίσχυαν τότε κι όχι<br />

με τον τρόπο που σκεπτόμαστε<br />

σήμερα.<br />

-Στα βιβλία σου έχεις καταπιαστεί με θέματα ιστορικά,<br />

κοινωνικά, φαντασίας και εποχές παρελθοντικές, ή<br />

σύγχρονες. Πιστεύεις πως το επιστημονικό υπόβαθρο είναι<br />

απαραίτητο για τη συγγραφή ενός βιβλίου, ή αρκεί το έμφυτο<br />

συγγραφικό ταλέντο;<br />

-Βασική προϋπόθεση αποτελεί το συγγραφικό ταλέντο.<br />

Χωρίς αυτό δε γίνεσαι καλός συγγραφέας. Όμως, είναι ένα<br />

ακατέργαστο διαμάντι. Το ταλέντο εκπαιδεύεται, εξελίσσεται,<br />

ακονίζεται. Η γραφή είναι διαρκής άσκηση και μαθητεία. Πρέπει<br />

να διαβάζεις, να πειραματίζεσαι, να οξύνεις τη φαντασία σου<br />

και την παρατήρησή σου, να γράφεις και να ξαναγράφεις.<br />

Απαιτείται μεγάλος μόχθος, πολλή δουλειά. Η συγγραφή δεν<br />

είναι επιστήμη, είναι τέχνη. Το επιστημονικό ή όποιο άλλο<br />

υπόβαθρο συμβάλλει υποβοηθητικά.<br />

-Πότε, πού και πώς προτιμάς να συγγράφεις; Υπάρχει κάποια<br />

συγκεκριμένη ώρα, διάθεση, ή τόπος που να σε προδιαθέτει<br />

να γράψεις, ή είναι κάτι που ‘ρέει’ αβίαστα από μέσα σου<br />

συνέχεια;<br />

-Γράφω πάντα νύχτα, αλλά πολλές φορές μακραίνει πολύ και<br />

φτάνω μέχρι οκτώ, εννιά, δέκα το πρωί, και μόνο στον χώρο<br />

μου, στο γραφείο μου. Ποτέ, πλην μερικών σημειώσεων, δεν<br />

έγραψα αλλού. Είτε η έμπνευση στέργει να με επισκεφτεί<br />

είτε όχι, όταν αρχίζει το πάλεμα της γραφής είμαι πάντα εκεί.<br />

Υπήρξαν ολόκληρες νύχτες που σημείωνα μονάχα παύλες στο<br />

χαρτί. Μέχρι να στέρξει ο δαίμονας της έμπνευσης ν’ αστράψει<br />

εντός μου. Μάχομαι κι όταν η διάθεσή μου δεν στηρίζει την<br />

προσπάθειά μου κι ας τα σκίσω όλα μετά. Μπορεί να γεννηθεί<br />

κάτι, μπορεί όχι. Όμως αυτό το πάλεμα είναι αποδεδειγμένο<br />

ότι θα κυοφορήσει τις επόμενες νύχτες. Είναι σαν τον σπόρο<br />

που τον φυτεύεις και καρτεράς να φυτρώσει. Συνάμα όπου και<br />

να κινούμαι το διάστημα που γράφω, ζω σαν σε παράπλευρη<br />

πραγματικότητα. Η σκέψη μου βρίσκεται συνεχώς στους ήρωές<br />

μου και στη μυθοπλασία. Υπάρχουν νύχτες που γράφω σε<br />

πυρετώδη κατάσταση, θαρρείς και κάποιος μου υπαγορεύει<br />

με καταιγιστικούς ρυθμούς. Δεν προλαβαίνω να καταγράψω<br />

όσα γεννά ο νους μου. Πώς και γιατί συμβαίνει, δεν εξηγείται.<br />

-Ο συγγραφέας Γιάννης Καλπούζος είναι και αναγνώστης;<br />

Ποια είναι τα αγαπημένα σου βιβλία και συγγραφείς; Θεωρείς<br />

ότι έχεις δεχθεί επιρροές από κάποιους ομότεχνούς σου,<br />

έλληνες ή ξένους, στο δικό σου τρόπο γραφής, ή θεματολογίας;<br />

100 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 101


-Ο συγγραφέας βουτά μες στις γραφές του και μες στις γραφές<br />

των άλλων. Δε γίνεται να γράφεις χωρίς να διαβάζεις. Είναι<br />

μέρος της άσκησης και της μαθητείας που προανέφερα. Συνάμα<br />

η ανάγνωση είναι απόλαυση. Είναι έρωτας, ζω πολλές ζωές<br />

μέσα από τα βιβλία των άλλων. Συγκεκριμένα πρότυπα ποτέ<br />

δεν είχα, ούτε θεωρώ ότι δέχτηκα επιρροές. Εάν συμβαίνει,<br />

δεν είναι σε γνώση μου. Ενδεχομένως, όπως κάθε βίωμα, να<br />

έρχονται επιρροές υποσυνείδητα, ως μέρος όσων έπλασαν<br />

και χρωμάτισαν την ψυχή μου και τον λογισμό μου. Άλλωστε<br />

πασχίζω να έχω το δικό μου ύφος, να καταθέσω το δικό μου<br />

αποτύπωμα. Μου αρέσουν τα έργα πολλών και σπάνια όλα<br />

τα έργα κάποιου συγγραφέα ή ποιητή.<br />

-Από την ελληνική και παγκόσμια λογοτεχνία υπάρχει κάποιο<br />

βιβλίο το οποίο έχεις λατρέψει και το οποίο «ζηλεύεις» ως<br />

λογοτεχνικό έργο και θα ήθελες να έχεις συγγράψει εσύ;<br />

-Πάρα πολλά. Από «Το Θείο Τραγί» του Σκαρίμπα, μέχρι<br />

το «Άρωμα» του Ζίσκιντ. Από την «Πάπισσα Ιωάννα» του<br />

Ροΐδη, μέχρι τα «Εκατό Χρόνια Μοναξιάς» του Μαρκές και<br />

δεκάδες άλλα.<br />

-Πιστεύεις πως οι συγγραφείς θα έπρεπε να προβληματίζουν<br />

τους αναγνώστες “κεντρίζοντας” τη σκέψη τους, ή ο σκοπός<br />

των βιβλίων τους θα έπρεπε να είναι καθαρά και μόνο<br />

ψυχαγωγικός;<br />

-Αν ερμηνεύσουμε τον όρο ψυχαγωγία ως αγωγή της ψυχής,<br />

αυτονόητο είναι ότι η ανάγνωση ενός βιβλίου οφείλει να<br />

κεντρίζει τη σκέψη. Αυτός είναι<br />

ο ρόλος της λογοτεχνίας κι αυτό<br />

κεντρίζει και το δικό μου ενδιαφέρον.<br />

Ο ψυχαγωγικός ρόλος με την<br />

έννοια μόνο της διασκέδασης, δε<br />

με ελκύει ούτε ως συγγραφέα ούτε<br />

ως αναγνώστη. Όμως, είναι άλλο<br />

το κέντρισμα κι άλλο η διδαχή την<br />

οποία επιχειρούν πολλά βιβλία. Κατά<br />

τη γνώμη μου το καλό βιβλίο πρέπει<br />

να αφήνει τα συμπεράσματα στον<br />

αναγνώστη.<br />

-Μέσα από τα βιβλία σου, υπάρχουν κάποια μηνύματα που<br />

επιδιώκεις να ‘περάσεις’ στους αναγνώστες σου και σε ποιό<br />

είδος αναγνωστικού κοινού, συνήθως, απευθύνεσαι μέσα<br />

από το έργο σου;<br />

-Κάθε βιβλίο μου πραγματεύεται διαφορετικά θέματα, και δεν<br />

επικεντρώνεται μόνο σε ένα. Για παράδειγμα στο «Ιμαρέτ»<br />

μιλούσα για τη συνύπαρξη των λαών, τη διαφορετικότητα,<br />

το μπόλιασμα των πολιτισμών, τη φιλία, τον φανατισμό, την<br />

αλαζονεία και τόσα άλλα. Στο «Άγιοι και Δαίμονες» για τον<br />

πόθο, τον φόβο, τον όχλο, τον άγιο και τον δαίμονα που<br />

υπάρχει μέσα στον ίδιο άνθρωπο και φανερώνεται ανάλογα<br />

με την καλλιέργειά του, τις συνθήκες που επικρατούν και<br />

τις καταστάσεις που καλείται να αντιμετωπίσει, και πολλά<br />

ακόμη θέματα. Στην «Ουρανόπετρα» για το δέσιμο με τους<br />

προγόνους μας, για τον πατριωτισμό, πώς στέκεται κανείς<br />

102 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 103


απέναντι στο άδικο και το δίκαιο, τους διαφορετικούς μα και<br />

ολόιδιους κατακτητές, την πορεία προς την αυτογνωσία και<br />

λοιπά.<br />

Σε όλα μου τα βιβλία χρησιμοποιώ την τεχνική και την<br />

στρατηγική της πολυεπίπεδης γραφής. Να μπορεί το βιβλίο<br />

να επιδέχεται πολλαπλές αναγνώσεις και συνάμα να παρέχεται<br />

η δυνατότητα στον αναγνώστη να επιλέξει εάν θα μείνει μόνο<br />

στη μυθοπλασία ή εάν θα ψάξει να ανακαλύψει όσα κρύβονται<br />

κάτω από αυτή. Με αυτή την έννοια τα βιβλία μου απευθύνονται<br />

σχεδόν σε όλους τους αναγνώστες. Σε κάθε περίπτωση δεν<br />

ξεδιαλέγω ούτε αναγνώστες, ούτε ψυχές. Απεναντίας, πιστεύω<br />

ότι τα βιβλία γράφονται για να διαβαστούν όσο γίνεται από<br />

περισσότερους αναγνώστες.<br />

-Υπάρχει κάποιο είδος λογοτεχνίας το οποίο προτιμάς να<br />

διαβάζεις ή να γράφεις περισσότερο από τα άλλα και γιατί;<br />

-Το πρώτο μου μέλημα σαν συγγραφέας είναι η γλώσσα. Από<br />

κει ξεκινά για μένα η λογοτεχνία. Έτσι και σαν αναγνώστης<br />

θέλω να με γοητεύει η γλώσσα ενός βιβλίου, να με συνεπάρει<br />

η αναπαραστατική της δύναμη. Φυσικά μ’ ενδιαφέρει και τι<br />

πραγματεύεται. Κοντολογίς πώς και τί λέει ένα βιβλίο. Εάν<br />

επιχειρήσω να οριοθετήσω ως κατηγορία ποια βιβλία μου<br />

αρέσουν, θα έλεγα τα κοινωνικά μυθιστορήματα με φόντο<br />

την ιστορία. Δε διαβάζω ποτέ αστυνομικά μυθιστορήματα,<br />

ή ρομάντζα. Με αφήνουν παγερά αδιάφορο. Επίσης,<br />

μυθιστορήματα χωρίς μύθο ή υπολειπόμενα σε μυθοπλασία. Γιατί<br />

πολλά βιβλία βαφτίζονται παραπλανητικά ως μυθιστορήματα<br />

για εμπορικούς σκοπούς και άλλα αναλίσκονται σε ατέλειωτες<br />

σελίδες καταγραφής απόψεων, στοχασμών, ιδεολογημάτων<br />

και ιδεοληψιών. Προτιμώ, δηλαδή, να διαβάσω φιλοσοφία κι<br />

όχι ένα βιβλίο που φορά τον μανδύα του μυθιστορήματος και<br />

φιλοσοφεί παραμελώντας ή αδυνατώντας ο συγγραφέας του<br />

να πλάσει έναν ελκυστικό μύθο. Αυτό το τελευταίο αποτελεί<br />

χαρακτηριστικό έλλειμμα πολλών ελληνικών βιβλίων που<br />

φέρουν την ετικέτα “μυθιστόρημα”.<br />

-Πιστεύεις ότι ο συγγραφέας θα έπρεπε να ασχολείται<br />

με διαφορετικά είδη λογοτεχνίας και να πειραματίζεται<br />

ρισκάροντας το υπάρχον αναγνωστικό του κοινό, ή θα<br />

πρέπει να εμμένει στο είδος που τον έχει καθιερώσει;<br />

-Ανάλογα με τις ικανότητες του καθενός και το αποτέλεσμα.<br />

Όλα στη ζωή, και ειδικότερα στη γραφή, κρίνονται από το<br />

αποτέλεσμα. Αν είναι να γεννηθεί ένα αριστούργημα, ή έστω<br />

ένα πολύ καλό βιβλίο, γιατί να μην πειραματισθεί κανείς<br />

σε οποιοδήποτε είδος λόγου; Υπάρχει βεβαίως κι αυτό που<br />

έχει γράψει σε έναν στίχο του ο Νίκος Καρούζος: «Σφάξε<br />

τη μια την ομορφιά, να πιει το αίμα η άλλη». Με την έννοια<br />

πώς ό,τι κάνεις σε θέλει αφιερωμένο. Να δίνεις όλη σου τη<br />

δύναμη προς μια κατεύθυνση, να μην κατακερματίζεσαι,<br />

να μην αποδυναμώνεσαι. Ωστόσο θεωρώ ότι μπορείς να<br />

ασχολείσαι με διαφορετικά είδη, αρκεί να αφιερώνεσαι στο<br />

καθένα απόλυτα για μεγάλο διάστημα. Όπως και να ‘χει, το<br />

αποτέλεσμα θα δικαιώσει ή όχι.<br />

-Ένα παλαιότερο μυθιστόρημά σου, και για μένα το αγαπημένο<br />

104 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 105


μου, είναι η «Παντομίμα Φαντασμάτων». Πρόκειται για ένα<br />

βιβλίο ανατρεπτικό, πρωτότυπο, συγκλονιστικό καθώς, δε<br />

νομίζω να υπάρχει κάτι παρόμοιο στην ελληνική λογοτεχνία.<br />

Θα ήθελες να μας μιλήσεις λίγο για αυτό, ποια ήταν η πηγή<br />

της έμπνευσής σου; Προγραμματίζεται κάποια επανέκδοσή<br />

του και πότε;<br />

-Αυτό το βιβλίο θα επανεκδοθεί από τις εκδόσεις Ψυχογιός<br />

στις 22 Γενάρη με νέο τίτλο Σάος και υπότιτλο Παντομίμα<br />

φαντασμάτων. Το έχω δουλέψει στο σύνολό του ως προς τη<br />

γλώσσα και τη δομή του, ενώ στη μυθοπλασία δεν άλλαξα<br />

σχεδόν τίποτε. Η μυθοπλασία του διαδραματίζεται σε ένα<br />

φανταστικό νησί κάπου στο Αιγαίο, με τοπωνύμια από όλη<br />

την Ελλάδα και την Κύπρο. Ύστερα από έναν τρομερό σεισμό<br />

και εκρήξεις ηφαιστείων το νησί βυθίζεται προοδευτικά και<br />

οι άνθρωποι ανεβαίνουν ολοένα ψηλότερα για να σωθούν.<br />

Η κανονικότητα της ζωής του Παρασκευά, της αγαπημένης<br />

του εγγονής Θαρρενής, μα και<br />

όλων των κατοίκων ανατρέπεται<br />

απότομα. Έρχονται αντιμέτωποι<br />

με τον κίνδυνο, τον φόβο, την<br />

απόγνωση και τον θάνατο, ενώ θ’<br />

αναμετρηθούν με ανομολόγητα<br />

μυστικά, πόθους και πάθη.<br />

Στην ανάβαση προς το βουνό Σάος,<br />

που ολοφάνερα παραπέμπει στο<br />

χάος, περιπλέκονται μια αινιγματική<br />

διαθήκη, πολιτικοί καρικατούρες,<br />

βιαστές και δολοφόνοι, ηγέτες νάνοι, καθημερινοί άνθρωποι<br />

γίγαντες, το καθήκον, η αλληλεγγύη και ο φιλοτομαρισμός,<br />

η μετάλλαξη των χαρακτήρων σε ατομικό και συλλογικό<br />

επίπεδο, ο έρωτας που φυτρώνει σαν λουλούδι στη ραγισματιά<br />

της ασφάλτου, ο πλούτος και η φτώχεια των ψυχών, η ηθική<br />

και συναισθηματική κατάπτωση, η αποκτήνωση, η ελπίδα,<br />

το ίδιο το νησί, που θα μπορούσε να είναι η Ελλάδα, ή ο<br />

κόσμος ολόκληρος. Θεωρώ, πάντα μέσα από τον συμβολισμό<br />

και την υπερβολή που πολλές φορές χρησιμοποιεί η τέχνη<br />

και τηρουμένων των αναλογιών, ότι όσα συμβαίνουν σ’<br />

αυτό το βιβλίο αντανακλούν στη σημερινή κρίση στον τόπο<br />

μας. Εύχομαι να μην αποδειχτεί προφητικό και καταλήξει η<br />

υπερβολή ή ο συμβολισμός, που υποστηρίζονται βεβαίως ως<br />

αληθοφάνεια στο μυθιστόρημα, να ταυτιστούν απόλυτα με<br />

την πραγματικότητα.<br />

Χαίρομαι και σ’ ευχαριστώ πολύ για τον χαρακτηρισμό<br />

“συγκλονιστικό”. Άκου τώρα, αγαπητή Κλειώ, τη σύμπτωση.<br />

Για το ίδιο βιβλίο, μόλις πριν από λίγο, η επιμελήτρια του<br />

εκδοτικού οίκου και του εν λόγω μυθιστορήματός μου Άννα<br />

Μαράντη, της οποίας εμπιστεύομαι το κριτήριο και τη<br />

διεισδυτική της ματιά και την εκτιμώ βαθύτατα, μου έστειλε<br />

ένα μήνυμα: “Σήμερα τέλειωσα το συγκλονιστικό βιβλίο σου”.<br />

Αν και δεν μου πρέπει να μεταφέρω εγώ προσωπικά τέτοιες<br />

επαινετικές απόψεις για τα βιβλία μου, αφέθηκα στη χαρά και<br />

στη συγκίνηση που μου προσφέρατε και οι δυο σας, οπότε<br />

ελπίζω να μου συγχωρέσουν το ατόπημα οι αναγνώστες της<br />

σελίδας σου.<br />

106 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 107


-Το τελευταίο σου μυθιστόρημα, το «Ό,τι Αγαπώ Είναι Δικό<br />

Σου», είναι κάτι τελείως διαφορετικό από τα προηγούμενα<br />

βιβλία σου, εννοώντας κυρίως τα τρία ιστορικά σου<br />

μυθιστορήματα. Θα ήθελες να μας μιλήσεις λίγο για αυτό,<br />

καθώς και για τη σχέση του με το ομότιτλο πολύ γνωστό<br />

τραγούδι, των οποίων έχεις γράψει τους στίχους;<br />

-Πραγματεύεται το μεγαλείο του έρωτα, ο οποίος κατά<br />

τη γνώμη μου μεταβολίζεται στο κείμενο σε λογοτεχνικό<br />

καρπό, και συγχρόνως, μέσα από τα πρόσωπα, όπου πάνω<br />

τους αντιφεγγίζουν οι λαβωματιές της ιστορίας, και την<br />

πολυπλοκότητα των σχέσεων, απεικονίζεται η σύγχρονη<br />

Ελλάδα από το 1960 μέχρι το 1994, ενίοτε με παιγνιώδες<br />

ύφος και έντονα σαρκαστικό τρόπο, ενώ στις τελευταίες<br />

σελίδες αποκαλύπτεται ότι πολλά από όσα συμβαίνουν στο<br />

μυθιστόρημα, καθώς και οι ήρωες, κτίζουν σαν κομμάτια<br />

του πάζλ μια αλληγορία για τις επιπτώσεις του εμφυλίου<br />

σπαραγμού στην Ελληνική κοινωνία.<br />

Η ταραχώδης ζωή των δύο κεντρικών ηρώων και τόσο<br />

διαφορετικών χαρακτήρων μεταξύ τους, του Άνδη και της<br />

Θάλειας, είναι μια πορεία προς την αυτογνωσία. Να γνωριστούν<br />

και να γνωρίσουν τον εαυτό τους μέσα από τον άλλον και να<br />

μπορέσουν να νικήσουν όλα όσα αποχρωματίζουν τη ζωή τους<br />

και τους επηρεάζουν έξωθεν. Παράλληλα το μυθιστόρημα μιλά<br />

για θέματα όπως: οι τόσο ξεχωριστές πορείες των ανθρώπων<br />

την ίδια στιγμή· η αξία της ατομικής καλλιέργειας της ψυχής<br />

και του πνεύματος· πόσο το συναίσθημα επηρεάζει τη λογική·<br />

πόσο τα κρίματα των προηγούμενων γενιών βασανίζουν τις<br />

επόμενες· και πολλά άλλα.<br />

Όσον αφορά τον τίτλο όντως<br />

προέρχεται από το ομώνυμο<br />

τραγούδι σε δικούς μου στίχους,<br />

σύνθεση του Χριστόφορου<br />

Γερμενή και ερμηνεία από τη<br />

Γλυκερία. Τον χρησιμοποίησα<br />

γιατί συμπυκνώνει την ερωτική<br />

πτυχή του μυθιστορήματος και ένα<br />

από τα κεντρικά μηνύματά του.<br />

Ότι ο έρωτας και η αγάπη, σε μια<br />

κοινωνία η οποία χαρακτηρίζεται<br />

από τον εγωκεντρισμό, την ιδιοτέλεια και το κυνήγι της χαράς<br />

μέσα από το χρήμα και τα υλικά αγαθά, έχουν τη δύναμη<br />

να μεταλλάξουν το “δικό μου” και να το κάνουν “δικό σου”.<br />

Βεβαίως, αυτό παραπέμπει και στην αλληλεγγύη και στην<br />

ανθρωπιά και στον τρόπο που μπορεί κανείς να χαρεί και να<br />

βιώσει τις ομορφιές της ζωής.<br />

-Είχες κάποιους “ενδοιασμούς” όταν αποφάσισες να δώσεις<br />

το πρώτο σου βιβλίο προς έκδοση; Αγωνιούσες ως προς την<br />

αποδοχή που θα τύχαινε από το αναγνωστικό κοινό; Τι θα<br />

συμβούλευες όλους τους νέους επίδοξους συγγραφείς, που<br />

ονειρεύονται να δουν κάποτε ένα βιβλίο τους στις προθήκες<br />

των βιβλιοπωλείων;<br />

Από το 2002 και μετέπειτα ποτέ δεν είχα κανέναν ενδοιασμό<br />

εάν θα πρέπει να εκδοθεί κάποιο από τα βιβλία μου. Κι αυτό<br />

108 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 109


δεν είναι αλαζονικό. Εννοώ ότι δουλεύω τόσο πολύ τα κείμενά<br />

μου μέχρι να νιώσω ότι το αποτέλεσμα με ικανοποιεί. Οπότε<br />

εκλείπει και κάθε ενδοιασμός. Η αγωνία πώς θα προσλάβουν<br />

οι αναγνώστες και ποιάς υποδοχής θα τύχει κάθε βιβλίο μου<br />

υπήρχε και θα υπάρχει για όσο συνεχίζω να γράφω και να<br />

εκδίδω τα πονήματά μου.<br />

Στους νέους συγγραφείς έχω να συστήσω να είναι οι ίδιοι<br />

οι αυστηρότεροι κριτές του έργου τους και να δουλεύουν<br />

πολύ σκληρά. Τίποτε σπουδαίο δε γεννιέται χωρίς μόχθο.<br />

Εάν μοχθήσουν και προσπαθήσουν όσο πρέπει κι εφόσον<br />

διαθέτουν το συγγραφικό ταλέντο, να είναι σίγουροι ότι οι<br />

κόποι τους δε θα πάνε χαμένοι. Να επιμείνουν, να παλέψουν<br />

με πείσμα και μια μέρα θα δικαιωθούν.<br />

που μπορώ να υποσχεθώ είναι ότι θα πασχίζω κάθε φορά με<br />

όλες μου τις δυνάμεις για το καλύτερο αποτέλεσμα, χωρίς να<br />

παρεκκλίνω από το λογοτεχνικό μου όραμα.<br />

Σημείωση: Η συνέντευξη του Γιάννη Καλπούζου στην Κλειώ<br />

Τσαλαπάτη, δημοσιεύθηκε στις 11/12/2014 στο λογοτεχικό blog<br />

“Φίλοι της Λογοτεχνίας” απ’ όπου και έγινε και η αναδημοσίευση<br />

στο ηλεκτρονικό περιοδικό “<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong>”.<br />

-Κλείνοντας και, αφού σε ευχαριστήσω πολύ για την τιμή<br />

που μου έκανες παραχωρώντας μου αυτή τη συνέντευξη<br />

και σου ευχηθώ ολόψυχα καλή επιτυχία στο νέο βιβλίο<br />

σου, θα ήθελα να σε ρωτήσω σχετικά με τα μελλοντικά σου<br />

σχέδια. Τι να περιμένουμε από σένα, ποια είναι τα άμεσα<br />

συγγραφικά σου σχέδια;<br />

-Εδώ και πολύ καιρό γράφω ένα μυθιστόρημα με υπόστρωμα<br />

τον Πόντο και τους Ποντίους. Έχω μπροστά μου ατέλειωτα<br />

ξενύχτια και θα ήμουν ευτυχής εάν καταφέρω να το ολοκληρώσω<br />

τέτοια εποχή του χρόνου. Για άλλες λεπτομέρειες είναι πολύ<br />

νωρίς. Από κει και πέρα είμαι ταγμένος και αφιερωμένος<br />

στη γραφή κι ελπίζω να συνεχίσω να ανταποκρίνομαι στις<br />

προσδοκίες που γέννησαν τα προηγούμενα βιβλία μου. Εκείνο<br />

110 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 111


112 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 113


Απεικάσματα Σκέψης<br />

Απεικάσματα Σκέψης<br />

“Έψαξα την αγάπη”<br />

Τρόμαξα στην ιδέα<br />

ότι δεν θα έβρισκα<br />

εκείνη την γαλάζια<br />

Αιγαιοπελαγίτικη αγάπη<br />

που βούλιαξα<br />

τόσα καλοκαίρια<br />

μέσα της.<br />

Μα ευτυχώς<br />

ήταν εκεί.<br />

Στην πίσω μεριά<br />

του κεντήματος.<br />

Να συγκρατεί τις κλωστές<br />

στα μοτίβα της γιαγιάς.<br />

Τόσο μικρή...<br />

σαν κόμπος.<br />

Τόσο ασχημάτιστη...<br />

σαν Κυκλαδίτικο ειδώλιο.<br />

Μαίρη Μπριλή<br />

114 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 115


Απεικάσματα Σκέψης<br />

Απεικάσματα Σκέψης<br />

Με ρωτάς τι αγαπώ πιότερο πάνω σου<br />

και σ’ αποκρίνομαι...<br />

- Τους κατακλυσμούς των ματιών σου!<br />

Κάθε που στην ψυχή σου ξεχειλίζει η θλίψη<br />

κι ανοίγουν οι ουρανοί στο βλέμμα σου.<br />

Ω, πόσο τ’ αγαπώ αυτά τα υγρά μερόνυχτα<br />

και πόσο λατρεύω κάθε που ξαστερώνει<br />

κι ένα κλαδί ελιάς φανερώνει εκεί ζερβά στα χείλη<br />

σου,<br />

να μου υπόσχεται μια νέα αύριο απ’ την αρχή.<br />

Αρχή μου...<br />

Σταυρούλα Δεκούλου - Παπαδημητρίου<br />

10/01/15<br />

Ο πίνακας ανήκει στην ζωγράφο Φωτεινή<br />

Παππά και είναι από την σειρά έργων της<br />

με τίτλο “Ταξιδεύοντας”<br />

116 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 117


Απεικάσματα Σκέψης<br />

Απεικάσματα Σκέψης<br />

Τις νύχτες, σαν λύνει τα μαλλιά της να κοιμηθεί,<br />

πλημμυρά η κάμαρα με ροδοπέταλα...<br />

όταν το νυχτικό της το πάτωμα ακουμπά,<br />

είναι η ώρα εκείνη που λάμπει ο ουρανός<br />

και η μαύρη νύχτα,<br />

ξεκινά να χαιδεύεται απο τ’αστέρια...<br />

Γυναίκα του δάσου ατίθαση,<br />

της αγκαλιάς μου πελαγίσια βροχή και άτακτο<br />

κύμα...<br />

πως απομένουν βουβοί οι ποιητές<br />

σε τέτοιου κάλους φλογισμένη ρίμα.....;<br />

εγώ λοιπόν, ο φυτευτής των βλαστών<br />

και των κρυφών δακρύων ο ποτιστής,<br />

πως ν’αγαπώ μια λευκή πεταλούδα,<br />

σε μιας χλόης αιώνων σιωπή.....;<br />

θα εισπνέω ψιθύρους σε μιά καταιγίδα...<br />

γιατί το φως της, διαπερνά το δειλινό<br />

και μοιάζει τριαντάφυλλο κι η νύχτα...<br />

την ώρα που αναδύεται η αυγή,<br />

κλέβει κάθε χαμόγελό της<br />

Ο πίνακας ανήκει στην ζωγράφο Φωτεινή<br />

Παππά και έχει τίτλο “Υπόσχεση”<br />

και γίνεται ποίημα...<br />

Σακελλάρης Καμπούρης<br />

118 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 119


Απεικάσματα Σκέψης<br />

Απεικάσματα Σκέψης<br />

Εμείς όρθιοι στο λυκαυγές,<br />

σε παράμερη γωνία,<br />

ψηλαφούμε ευοίωνες τελετουργίες<br />

ως μνηστήρες της μυθολογίας.<br />

Χτυπάνε οι καμπάνες,<br />

-μήτρες πρόσκλησηςμε<br />

του καημού τις βαριές αλυσίδες,<br />

αρματωμένοι οι σταυροί της κατήφειας<br />

από ακάνθινα στεφάνια.<br />

Τραχείς αναδύονται οι στίχοι<br />

απ’ τα κάστρα της απόγνωσης,<br />

ματώνοντας τις λευκές σελίδες<br />

των πεπρωμένων μας.<br />

“Κυνηγώντας το μέλλον”<br />

Μην οργώνεις την ψυχή μου,<br />

ξεριζώνεις τις πετρωμένες παπαρούνες σου<br />

λίγο πριν ροδίσουν οι ρώγες των σταφυλιών,<br />

την ώρα της ανέπαφης εξομολόγησης.<br />

Τα μαλακά στήθια του ουρανού<br />

ταΐζουν με τρόμο τις αναμνήσεις,<br />

συμπλέουν τα σπαθιά<br />

ανασκαλεύοντας τις πίκρες.<br />

Τίποτα δεν έχει χαθεί...<br />

οι ποιητές παραμένουν<br />

πρωτόπλαστοι προφήτες,<br />

με τα ρόδινα δειλινά<br />

αρματωσιές ονείρων πλάθουν,<br />

καταργώντας την ρουτίνα του θανάτου.<br />

Το υψιπετές φως, αγέραστος εραστής,<br />

με διάφανο βλέμμα λικνίζει<br />

το μέλλον του κόσμου.<br />

Χάρης Παπασάββας<br />

120 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 121


Απεικάσματα Σκέψης<br />

Απεικάσματα Σκέψης<br />

Τελείωσε...<br />

Ο κόσμος γκρίζωσε.<br />

Δεν θα ξημερώσει άλλη μέρα<br />

στον κόσμο που τόσο αγαπώ.<br />

Η ψυχή μου περιπλανιέται<br />

στα στενά σοκάκια της θλίψης.<br />

Στα παλιατζίδικα γυρεύει ρούχα να ντυθεί.<br />

Η καρδιά βαριά αγκομαχάει στο ξεγέλασμα της.<br />

Ερημιά στους δρόμους...<br />

Ο κόσμος άδειασε...<br />

Κι ένα ολόγιομο φεγγάρι φωτίζει τον ίσκιο μου<br />

που ψάχνει σιωπηλά στην παγωμένη νύχτα<br />

τα ψεύτικα τοπία της επιστροφής.<br />

Άννα Γεωργαλή<br />

122 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 123


124 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 125


Απεικάσματα Σκέψης<br />

Απεικάσματα Σκέψης<br />

“Η νοσταλγία της μικρής σταλαγματιάς”<br />

Γιατί να ξεπλένεις τις πληγές σου<br />

πάνω στο θαμμένο νερό της νιότης σου;<br />

Γιατί να προσδοκάς με τα μάτια της φωτιάς<br />

το μεγάλο μυστήριο της φουρτούνας;<br />

Ύστερα αναγαλλιάζεις στην τελευταία σου λέξη,<br />

στον τελευταίο ήχο του ανέμου.<br />

Καλωσήρθες με τα χρώματα του μεσημεριού.<br />

Τα διλήμματα της νύχτας σκορπίσανε το χρόνο σου<br />

στο φευγαλέο της ύπαρξης,<br />

στην οργή που σε πνίγει<br />

καθώς σκάβεις με τα νύχια σου τις μνήμες.<br />

Το δικό σου ποτό είναι<br />

η αναγνώριση του συναισθήματος.<br />

Αυτό εξατμίζει τ’ αποτυπώματα της μοίρας<br />

στο ραγισμένο σώμα σου.<br />

Αυτό σου δίνει το κουράγιο<br />

με της θάλασσας τα δάκρυα να μεθάς,<br />

ακοίμητος ο κοντυλοφόρος της ελπίδας που κρατάς.<br />

Λάσκαρης Π. Ζαράρης<br />

126 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 127


Απεικάσματα Σκέψης<br />

Απεικάσματα Σκέψης<br />

“Σαν έρθεις”<br />

Σαν έρθεις<br />

μην επιτρέψεις την υπόνοια<br />

της φυγής σου.<br />

Να μου μιλήσεις για ομορφιές<br />

της άλλης μέρας<br />

και για φεγγάρια ολόκληρα.<br />

Σαν έρθεις<br />

εμπόδισέ με να σου δώσω<br />

την καρδιά μου ολόκληρη.<br />

Δεν θα μπορώ<br />

να την πάρω πίσω.<br />

Σαν έρθεις<br />

κρύψε μου<br />

λίγη απ’ την ομορφιά σου<br />

για να μπορώ να ζω<br />

στην απουσία σου.<br />

Στέλλα Βρακά<br />

09-01-2014<br />

128 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 129


Απεικάσματα Σκέψης<br />

Απεικάσματα Σκέψης<br />

Όλα σώπασαν γύρω.<br />

Τα όνειρα, άδειασαν.<br />

Έρημες οι ελπίδες έγειραν<br />

στον ώμο του άχρωμου ορίζοντα.<br />

Τα σύννεφα χαμήλωσαν την ταχύτητα...<br />

Ο ήλιος δεν χαμογελούσε όπως πρώτα...<br />

Και εκείνος ο τόσο δικός μου ουρανός<br />

δεν ήτανε το ίδιο Γαλάζιος όπως άλλοτε<br />

που οι σκέψεις μου τρέχανε ξέγνοιαστες<br />

τυλίγοντας τοπία γεμάτα υπόσχεση<br />

σε ένα τετράδιο χρυσό...<br />

Κάπως έτσι πέθανε ο τελευταίος μου στίχος,<br />

στους δρόμους μιας λησμονιάς<br />

κοντοστάθηκε μονάχα για λίγο<br />

κι ύστερα πέταξε για ένα σύμπαν<br />

που ίσως οι στίχοι δεν θα πεθαίνουν ποτέ.<br />

Μαρία Νάντη<br />

Απόσπασμα από την Ποιητική της Συλλογή<br />

“Στο δάσος των απολιθωμένων ονείρων”<br />

130 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 131


Απεικάσματα Σκέψης<br />

Απεικάσματα Σκέψης<br />

Έναν έρωτα ζήτησα από το σύμπαν και εκείνο<br />

μου έστειλε σώμα δεμένο, μια μαύρη λεπίδα,<br />

δυό μάτια παλιά που με γύρευαν και ένα<br />

δαχτυλίδι ακοίμητο.<br />

Έναν έρωτα ζήτησα, και εκείνο μου έστειλε ένα<br />

αφανισμένο παραμύθι, φιδόμορφα ονείρατα και<br />

πυρωμένη σάρκα.<br />

Έναν έρωτα γύρεψα... και κάθε που νυχτώνει<br />

μυούμαι στο ανεκπλήρωτό μου,<br />

μεθυσμένη από τους κύκλους των νερών<br />

ψιθυρίζω τα “σ’ άγαπώ” μου σε μυθωδούς και<br />

κολασμένους...<br />

Ψυχή μου... έναν έρωτα ζήτησα...<br />

Σε σώμα δανεικό... σε εκείνα τα μιλημένα από<br />

καιρό, πως να κατέλθω;<br />

Μαίρη Μαυρωνά<br />

132 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 133


Απεικάσματα Σκέψης<br />

Απεικάσματα Σκέψης<br />

“Για σένα”<br />

Αν γυρίσεις<br />

ίσως έρθεις να με δεις<br />

Tα δάχτυλά σου θ’ αγγίξουν<br />

απαλά το μάνταλο<br />

Ίσως κοντοσταθείς με δισταγμό<br />

ενοχή της απουσίας σου<br />

ή απογοήτευση;<br />

Ίσως απομακρυνθείς<br />

ακροπατώντας στα σκαλιά μου<br />

άρνηση ή θλίψη;<br />

Αν έρθεις τράβηξε<br />

κατά τη θάλασσα<br />

ίσως με βρεις πλάι της<br />

να σε περιμένω…<br />

Χρυσούλα Παπαβασιλείου<br />

134 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 135


Απεικάσματα Σκέψης<br />

Απεικάσματα Σκέψης<br />

“Πρυτανεύσαμε στις ακόρεστες αισθήσεις”<br />

Σκαρφαλώσαμε στον αυτόφωτο<br />

πλανήτη της συν-ύπαρξης…<br />

αχρηστέψαμε τα πριόνια που καραδοκούσαν τα<br />

σκαλοπάτια μας…<br />

αφήσαμε πίσω μας σάπια φέρετρα<br />

με αλλοιωμένους νεκρούς…<br />

Φθάσαμε στην αγόρευση που αναβλύζει<br />

στην θέα της αγάπης…<br />

πρυτανεύσαμε στα άυλα μονοπάτια<br />

των ακόρεστων αισθήσεων…<br />

υπο-γράψαμε συμβόλαιο πίστης<br />

με συμπαραστάτη τον Θεό μας…<br />

Αιχμαλωτίσαμε τον μεγιστάνα Έρωτα<br />

στην αχαλίνωτη δίψα μας…<br />

περ-πατάμε στους καταρράκτες των οργασμών μας<br />

σαν αέρινα ξωτικά…<br />

κυριαρχούν οι ζωές μας στα αδάμαστα επίγεια όνειρα<br />

που ανά-γεννούμε…<br />

“H Ψυχή αναβιώνει με το φιλί του Έρωτα”<br />

ή “Έρως και Ψυχή” του Ιταλού γλύπτη Antonio Canova<br />

Δίχως αυτ-απάτες και εθελοτυφλίες…<br />

Ζούμε στον δικό μας παράδεισο…<br />

Ψυχούλα μου…<br />

Εσύ…<br />

Στέλιος Κοντοδήμος<br />

136 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 137


138 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 139


Απεικάσματα Σκέψης<br />

Απεικάσματα Σκέψης<br />

“Ξένος ήλιος”<br />

Τετραγωνισμένος κύκλος<br />

στην άσφαλτο<br />

αστέγων ονείρων,<br />

ξένος ήλιος<br />

στο παραθύρι<br />

θαμπών ελπίδων<br />

που θέλησες να κεντήσεις<br />

με δύσεις και ανατολές,<br />

χρώματα της παλίρροιας<br />

ξεβάφουν στην άμπωτη<br />

που γιόρτασες το τίποτα,<br />

απρόσκλητοι εραστές<br />

θάβουν βαρκάδες<br />

στο φεγγάρι<br />

και η κόλαση<br />

καίει το δέρμα σου,<br />

χωρίς ανάσταση,<br />

αναίτια ακόμη φυσά,<br />

μάταια πάλι γυρνά,<br />

η απουσία σου<br />

τη νύχτα<br />

ξανά προστάζει.<br />

Δημήτρης Π. Κρανιώτης<br />

140 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 141


Απεικάσματα Σκέψης<br />

Απεικάσματα Σκέψης<br />

Δες εκείνο το σπίτι… – Η αγάπη μου, πού ΄ναι;<br />

– Μην θελήσεις σαν τότε να σκεφτείς βιαστικά.<br />

– Είν’ οι φίλες μου που ‘ρθαν βιαστικά να μου πούνε,<br />

όλα εκείνα του κόσμου τα κρυφά μυστικά.<br />

– Δες το πρώτο σου κλάμα… – Έρωτά μου, μεγάλε!<br />

– Βάλε τάξη στην σκέψη… – Μα πηγαίνω σιγά!<br />

Μες στην τάξη μου βλέπω της καρδιάς το φινάλε,<br />

με πειράζει έν’ αγόρι και η καρδιά μου ριγά.<br />

– (Η ζωή της ποτάμια μοιάζει ορμή που κυλάει.)<br />

– Η καρδιά μου, μες στ’ άνθη! – Ποια χαρά συναντά;<br />

– Σ’ εκκλησιά μέσα βλέπω κάποιον να με φιλάει.<br />

Η καημένη γιαγιά μου… – Είσ’ εσύ, που κεντά.<br />

“Χρόνος”<br />

Όταν γείρουν τα χρόνια και μονάχη σου θα ‘σαι<br />

και θα πάψεις πια τόσο να μπορείς ν’ αγαπάς,<br />

όσα πέρασες κοίτα να μπορείς να θυμάσαι.<br />

Θέλει να ‘χεις αγάπη στην ψυχή για να πας.<br />

Αν γκρεμίσαν οι τόποι κι όλα γύρω σου αλλάξαν,<br />

κλείσ’ τα μάτια του νου σου για να δεις πιο μακριά.<br />

Το παλιό μονοπάτι δεν μπορεί να πειράξαν.<br />

Δεν αλλάζουν εκείνα του μυαλού τα παλιά.<br />

– Αχ, τα λόγια σου μοιάζουν μ’ ένα δώρο μεγάλο!<br />

Τι ‘σαι συ που μου δίνεις και σοφά μου μιλάς;<br />

– Είμ’ ο Χρόνος εγώ, που ‘βρες μες στο ρεγάλο.<br />

Tα στερνά πριν τα φτάσεις, σκέψου πώς σπαταλάς…<br />

©Δήμητρα Δελακούρα<br />

Δωρεάν Ηλεκτρονικό Βιβλίο<br />

http://joom.ag/0Hpb<br />

142 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 143


Απεικάσματα Σκέψης<br />

Απεικάσματα Σκέψης<br />

“Μισή ζωή...”<br />

Στην απουσία σου,<br />

περίμενα η ευχή,<br />

ως άνθος<br />

να φυτρώσει,<br />

μάταια...<br />

΄Ολα τα καλά<br />

ξοδεύτηκαν<br />

στην παρουσία σου,<br />

να γίνει η οργή ευχή,<br />

να μην έχω το κρίμα<br />

στο λαιμό μου.<br />

Και τώρα που έφυγες,<br />

πως θα παλέψω την ζωή,<br />

εγώ που αναλώθηκα,<br />

να ξεφύγω από σένα.<br />

...............................<br />

΄Αει στην ευχή!<br />

...μισή ζωή...<br />

Κνάκαλος<br />

144 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 145


Απεικάσματα Σκέψης<br />

Απεικάσματα Σκέψης<br />

Φως αιχμηρό τούτη τη νύχτα<br />

Τα χειρόγραφα φαίνονται ολοκάθαρα.<br />

Τα γράμματα χαράσσουν το λευκό.<br />

Μέσα σε μουντζούρες, ρήματα σκυθρωπά<br />

διακρίνονται.<br />

Ευπαθή δισύλλαβα επίθετα<br />

ωχριούν στο περιθώριο.<br />

Λέξεις μεγάλες δίχως αντίκρισμα.<br />

Ονόματα δίχως άρθρο και πρόσωπο.<br />

Εις μάτην ο ποιητής αναζητά μουσική στις<br />

καμπύλες των φωνηέντων<br />

Ή έστω μια κόκκινη ορθογώνια λέξη.<br />

Σκίζει τα χαρτιά σε σαράντα οκτώ κομμάτια,<br />

(όσα και τα χρόνια του)<br />

Και όλα τα πετά στο καλάθι των αχρήστων.<br />

Όλα… εκτός από μια άγραφη σελίδα<br />

με τον αριθμό τριάντα ένα.<br />

Είναι η χρονιά που έζησε.<br />

Είναι ο αριθμός που καίγεσαι.<br />

Μαρία Μαραγκουδάκη<br />

146 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 147


Απεικάσματα Σκέψης<br />

Απεικάσματα Σκέψης<br />

“Διαφάνεια”<br />

Και πως να εμπιστευτώ<br />

τόση διαφάνεια,<br />

που αστράφτουν όλα!<br />

Φωτεινές σκέψεις,<br />

σε σκοτεινά στερημένα βλέμματα<br />

που χρόνια σμιλευτήκανε<br />

από λύπες!<br />

Κρατάω τις μνήμες μου ευπρεπώς,<br />

μ’ένα πλατύ χαμόγελο,<br />

να σε υποδεχτώ!<br />

Ποιος ξέρει, πόσα “βαριά”<br />

κι εσένα, η βαλίτσα σου αντέχει!<br />

Ησύχασε!<br />

Σε δυο χαρακωμένες ελπίδες...<br />

θά’ χει να τρέξει ο ιδρώτας της ζωής!<br />

Νίκη Γεωργοπούλου<br />

Ακριλικό σε καμβά της Νίκης Γεωργοπούλου<br />

148 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 149


Απεικάσματα Σκέψης<br />

Απεικάσματα Σκέψης<br />

“Λύτρωση“<br />

Τώρα πια...<br />

μόνο οι μύτες των μολυβιών,<br />

θα δίνουν ραντεβού στις χάρτινες λεωφόρους<br />

πολυφωνικών συνάξεων.<br />

Ανάμεσα σε βιαστικά, μυστικά αγγίγματα<br />

της μνήμης και του ανεκπλήρωτου.<br />

Στο μεταίχμιο του πορτοκαλί, των απρόσωπων<br />

φαναριών.<br />

Μπλεγμένο κάρμα στη συγκυρία του χρόνου.<br />

Εκεί λίγο πριν την τελεία, το κώμα.<br />

Διασωληνωμένη η αγάπη σαλεύει<br />

κι εκλιπαρεί κάποιος, κάποιος...<br />

ας τραβήξει το σωληνάκι.!<br />

Γεωργία Μπακάλη<br />

150 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 151


152 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 153


Απεικάσματα Σκέψης<br />

“ΕΛΕΥΘέΡΙΑ ΠΟΡΕΙΑ”<br />

μου.<br />

Απεικάσματα Σκέψης<br />

Θέλω να φωνάξω μα δε βγαίνει φωνή.<br />

Θέλω να κλάψω μα δεν κυλάει δάκρυ.<br />

Θέλω να μιλήσω μα δεν μπορώ να αρθρώσω<br />

λέξη.<br />

Θέλω να πω όσα δε τόλμησα ποτέ μου μα τα<br />

κλειδώνω στο μαύρο σεντούκι της ψυχής μου!<br />

Προσπαθώ να περπατήσω μα μένω κολλημένη,<br />

στάσιμη στον συνήθη Εαυτό μου.<br />

Προσπαθώ να κουνήσω τα δάχτυλα μα σαν<br />

αντικείμενα κέρινου ομοιώματος μένουν εκεί<br />

άπραγα να στολίζουν την επιφανειακή μου<br />

βιτρίνα.<br />

Νιώθω τη βαριά ανάσα μου μα δεν ακούω τον<br />

χτύπο της καρδιάς μου.<br />

Ακούω ήχους από γύρω μου μα δεν αισθάνομαι<br />

τον κόσμο που δραστηριοποιούμαι.<br />

Είναι σα να είμαι άνθρωπος αλλά και σα να<br />

μην είναι κιόλας!<br />

Σα να έχω σάρκα με οστά μα σα να μην έχω<br />

εγκέφαλο και νεύρα για να κινήσω το σώμα<br />

Δεν είναι πως νιώθω ρομπότ! Είναι που οι<br />

άλλοι με ανάγκασαν να γίνω! Κι εγώ απλώς<br />

υπάκουσα!<br />

Κι όχι πως τους χρεώνω τα λάθη μου! Τους<br />

πιστώνω όμως την ώθησή μου σε αυτά!<br />

Είμαι άνθρωπος;<br />

Δεν είμαι;<br />

Είμαι μια φιγούρα;<br />

Μια μαριονέτα;<br />

Ένα ριγμένο κουτάλι στον ωκεανό;<br />

Είμαι ένα τίποτα;<br />

Είμαι τα πάντα, όλα;<br />

Είμαι ο αληθινός μου εαυτός;<br />

Ή μήπως το ορόσημο κάποιου άλλου;<br />

Είμαι;<br />

Αισθάνομαι;<br />

Ζω;<br />

154 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 155


Απεικάσματα Σκέψης<br />

Απεικάσματα Σκέψης<br />

Αναρωτιέμαι;<br />

Γιατί αναρωτιέμαι!<br />

Ο ζωντανός οργανισμός ρωτάει;<br />

Απαντάει;<br />

Αναλώνεται;<br />

Ελπίζει;<br />

Ορίζει;<br />

Γεννά;<br />

Αγαπά;<br />

Ένα είναι σίγουρο!<br />

Αισθάνεται!<br />

Κι εγώ αισθάνομαι!<br />

Καταπλακωμένη από χιλιάδες μίτους Αριάδνης<br />

μπορώ ακόμη να αισθάνομαι.<br />

Ψάχνω, ψάχνω το λαβύρινθο τον ψάχνω, θα<br />

είναι ψέμα αν δε το παραδεχτώ, όμως ξέρω!<br />

Ξέρω πως για κάθε είσοδο υπάρχει και μία<br />

έξοδος. Η ίδια είσοδος μπορεί να είναι και<br />

έξοδος!<br />

Χάθηκα κάπου στους ανόητους διαδρόμους<br />

του απέραντου λαβυρίνθου που δε θυμάμαι<br />

αν εγώ ή κάποιοι άλλοι με τοποθέτησαν, μα<br />

ομολογώ πως θα βρω την άκρη!<br />

Μπορώ να βρω την άκρη ακόμη κι αν το<br />

φανάρι που κρατώ στο χέρι μου σβήσει!<br />

Ακόμη κι αν ο μικροσκοπικός μου φακός<br />

χαλάσει. Ακόμη κι αν οι δαυλοί που φέγγουν<br />

σε ορισμένα, επικίνδυνα σημεία πάψουν να<br />

τρεμοπαίζουν. Ακόμη κι αν απογοητευτώ και<br />

σκεφτώ να τα παρατήσω μπορώ και πάλι να<br />

βρω τον δρόμο! Την έξοδο! Την είσοδο! Τη<br />

σωστή επιλογή μου!<br />

Μπορώ! Ακόμη κι αν μόνη μείνω σε ένα<br />

φαράγγι βαθύ, μπορώ να σκάψω με τα νύχια<br />

μου ένα νέο, ολόδικό μου πέρασμα.<br />

Το μόνο που χρειάζεται είναι η υπομονή και<br />

η επιμονή μου! Ακόμη κι αν δεν έχω τίποτα<br />

156 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 157


Απεικάσματα Σκέψης<br />

από αυτά η θέλησή μου είναι τόσο γενναία και<br />

δυνατή που κράνος - ασπίδα φορά, απέναντι<br />

στις εκάστοτε, αδιανόητες συνθήκες!<br />

Όσο σκοτάδι κι αν πέσει στη γη, όσο μαύρος κι<br />

άραχνος γίνει ο προσωπικός μου λαβύρινθος,<br />

όσους ταύρους – εμπόδια προσθέσει κάποιος<br />

στα χαλινάρια της ζωής μου, όσο μόνη κι<br />

αβοήθητη μ’ αφήσει, όση πίσσα κι αν ρίξει στο<br />

μαύρο πέπλο της αέναης ζωής μου, μπορώ να<br />

σου πω με σιγουριά πως Εγώ θα τα καταφέρω!<br />

Κι αφού μπορώ εγώ να είσαι σίγουρος/σίγουρη<br />

πως μπορείς κι Εσύ, κι Εσύ, κι Εσύ!<br />

Στη μαύρη πίσσα που σίγουρα καποια στιγμή<br />

θα βυθιστείς ή θα σε βυθίσουν οι άλλοι, δυο<br />

πράγματα χρειάζεσαι!<br />

Αυτοσυγκέντρωση και αυτοβοήθεια! Μην<br />

περιμένεις να σε βοηθήσουν οι άλλοι αν δεν<br />

τολμήσεις να βοηθήσεις ο ίδιος τον εαυτό σου!<br />

Μην περιμένεις να ’ρθει η στιγμή που κάποιος<br />

Απεικάσματα Σκέψης<br />

θα πατήσει το κουμπί του «γενικού» για να<br />

έρθει και πάλι το φως στη ζωή σου! Λάβε το<br />

λυχνάρι που έχεις στην καρδιά και δυνάμωσε<br />

τη χαμηλή του φλόγα!<br />

Άκουσε τον χτύπο της καρδιάς και θα<br />

καταλάβεις που οδηγείσαι! Εκείνος ξέρει! Είναι<br />

της Eλευθέριας πορείας ο ξεκάθαρος οδηγός<br />

μας! Ακόμη και με κλειστά τα μάτια μπορείς<br />

να επιβιώσεις! Να οδηγηθείς στην πλήρη<br />

Ελευθερία.<br />

Μάθε να ακούς! Μάθε να οδηγείς! Μάθε να<br />

αφουγκράζεσαι τους χτύπους της καρδιάς σου,<br />

τις δικές σου προσωπικές ανάγκες! Μάθε να<br />

μην παρερμηνεύεις, ούτε να εξηγείς, απλώς να<br />

εκτελείς τον δρόμο που η ψυχή χαράζει!<br />

Μπορεί να μοιάζει με θρόισμα, μπορεί με<br />

γδούπο, μπορεί με δείκτη ρολογιού, μπορεί<br />

απλώς να κινείται μέσα σου, μα να ξέρεις πως<br />

είναι η καρδιά, είναι η Ζωή!<br />

Είναι μια λάμψη που κάποιος την ξέχασε στο<br />

χθες, μα σύντομα σα βεγγαλικό στον ουρανό<br />

158 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 159


Απεικάσματα Σκέψης<br />

Απεικάσματα Σκέψης<br />

θα «ανθίσει»!<br />

Και να θυμάσαι! Είναι όλη δική σου!<br />

Την αξίζεις!<br />

Ανάσανε!<br />

Ανάσανε!<br />

Γέμισε τα πνευμόνια σου με οξυγόνο!<br />

Για κάθε λεπτό που αναπνέεις μπορείς ακόμη<br />

να πολεμάς!<br />

Και να κερδίζεις!<br />

Κική Κωνσταντίνου<br />

Από την ποιητική της συλλογή<br />

“Τα λάφυρα της ψυχής μου”<br />

160 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 161


Απεικάσματα Σκέψης<br />

Απεικάσματα Σκέψης<br />

“Γαλάζια είναι η αγάπη”<br />

Όταν κοιτάζω τη θάλασσα<br />

πάντα βλέπω εσένα,<br />

αυτό το απέραντο,<br />

που δεν μπορώ να φτάσω,<br />

αυτή την αγκαλιά<br />

που δεν θέλω να χάσω,<br />

αυτές τις αναμνήσεις,<br />

που σαν κύματα σκάνε<br />

στου μυαλού μου τα λιμάνια,<br />

αυτά τα γλαροπούλια,<br />

που αντιγράφουν<br />

το πέταγμά σου,<br />

αυτά τα σύννεφα,<br />

που γλείφουν τους αφρούς<br />

και πετάγονται λουλουδιασμένοι κήποι,<br />

αυτοί οι ήχοι,<br />

που ψιθυριστά μιλάνε<br />

για αγάπη...<br />

όταν κοιτάζω τον ουρανό<br />

πάντα βλέπω εσένα,<br />

γιατί είσαι το γαλάζιο της ψυχής μου,<br />

σε αυτό αφήνω τα φτερά μου να πετούν.<br />

Γαλάζια είναι η αγάπη,<br />

λίγοι το ξέρουν...<br />

γιατί λίγοι την είδαν γυμνή...<br />

Ντίνα Ευθυμίου<br />

162 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 163


Απεικάσματα Σκέψης<br />

Απεικάσματα Σκέψης<br />

Εχθές ψιθύρισα τ’ ανέμου<br />

να πει σε νοιάζομαι.<br />

Δεν τ’ άκουσες.<br />

Απόψε του ψιθύρισα<br />

να πει ένα σ’ αγαπώ.<br />

Μα δεν το άκουσες.<br />

Κι άλλη βραδιά θα ‘ρθει μ’ απογοήτευση.<br />

Έρημο κορμί τριγυρνάς τα βράδια<br />

στης πόλης τη βουή<br />

και δεν ακούς τα ψιθυρίσματα μου . . .<br />

Γιώτα Τσερτεκίδου<br />

164 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 165


Απεικάσματα Σκέψης<br />

Απεικάσματα Σκέψης<br />

Στους μακρινούς καιρούς του τότε,<br />

αλήθειες έψαξα να βρω<br />

κι ύστερα είδα στον καθρέφτη,<br />

το είδωλο μου σκοτεινό.<br />

Πέρασαν χρόνια δεν θυμάμαι,<br />

γιατί αγαπήθηκα ίσως χθες,<br />

πόσοι με πόνεσαν και πόσους,<br />

θα πλήγωσα κι εγώ, όπως λες.<br />

Στους μακρινούς καιρούς του τότε,<br />

θυμάμαι μπλε τα γιασεμιά<br />

κόκκινο τ’ όνειρο να ανθίζει,<br />

προτού ραγίσει η καρδιά.<br />

Πέρασαν χρόνια, δεν γνωρίζω<br />

μέσα στο πλήθος, «τι ζητώ»<br />

κι ίσως να φταίει το φεγγάρι,<br />

ίσως να φταίω μόνο εγώ.<br />

Στους μακρινούς καιρούς του τότε,<br />

αλήθειες έψαξα να βρω<br />

κι ύστερα είδα στον καθρέφτη,<br />

το είδωλο μου σκοτεινό.<br />

Άννα Πάτσου<br />

166 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 167


Απεικάσματα Σκέψης<br />

Απεικάσματα Σκέψης<br />

“Νιώθω”<br />

Να μπορείς να ακούσεις<br />

το πέταγμα της πεταλούδας<br />

είναι ευλογία.<br />

Να μπορείς να δεις<br />

το χέρι που σε σταυρώνει<br />

είναι ευλογία.<br />

Να μπορείς να ακούσεις<br />

το σ’ αγαπώ από την μάνα σου<br />

είναι ευλογία.<br />

Να μπορείς να νιώσεις τα χείλη του πατέρα σου<br />

είναι ευλογία.<br />

Να μπορείς να προσκυνήσεις το παιδί σου<br />

είναι ευλογία.<br />

Όταν σ’ έχω στην αγκαλιά μου<br />

νιώθω ευλογημένος.<br />

Σπύρος Ποδαράς<br />

Από την ποιητική του συλλογή<br />

“Το βαλς των στίχων” σε εκδόσεις Όστρια<br />

168 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 169


Απεικάσματα Σκέψης<br />

Απεικάσματα Σκέψης<br />

“Ο ήχος της φωνής σου”<br />

Μου λείπει ο ήχος της φωνής σου<br />

Φωτογραφίες μιλούν σιωπηλά<br />

Για στιγμές που έζησαν<br />

Για στιγμές που πέρασαν<br />

Αισθάνομαι θαρρείς το κύμα<br />

να βρέχει τις άκρες των δαχτύλων<br />

Σχεδόν μυρίζω τα λουλούδια<br />

που ανθίζουν στις πλαγιές<br />

Πρόσωπα γελαστά<br />

κάτω από έναν ήλιο βασιλιά<br />

ή μέσα στο ψιλόβροχο<br />

που δρόσιζε τα χείλη<br />

Φωτογραφίες που χαμογελούν<br />

μα δεν μιλούν<br />

κι ο ήχος της φωνής σου<br />

μου λείπει...<br />

Βάσω Αποστολοπούλου-Αναστασίου<br />

Από την ποιητική της συλλογή “Ψηφίδες”<br />

170 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 171


172 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 173


Απεικάσματα Σκέψης<br />

“Παίζουμε;”<br />

Σε μια ανάμνηση θολή εντέλει εγκαταστάθηκε ένας<br />

έρωτας πεθαμένος. Ναι, πεθαμένος. Μήτε πνοή,<br />

μήτε θέληση, μήτε σάρκα τίποτε. Εκείνη ακριβώς<br />

τη στιγμή έμεινα γυμνή. Ίσως επειδή φοβήθηκα το<br />

βάρος που φέρει η ελευθερία της<br />

επιλογής. Όσο να πεις, όσο καιρό<br />

τριγυρνάς με παρέα είναι ωραία<br />

να γκρινιάζεις. Μόλις τελειώσει<br />

ο χρόνος που ξοδεύεις με τους<br />

άλλους, αρχίζουν τα δύσκολα.<br />

Τι νόμιζες; Εύκολα σε ανέχεται<br />

ο εαυτός σου;<br />

Μιλάς μόνος σου...<br />

(Έχεις μιλήσει ποτέ μόνος σου;<br />

Εγώ το κάνω συνέχεια. Έχει<br />

ενδιαφέρον.)<br />

Τσακώνεσαι μόνος σου…<br />

(Αυτό έχει μεγαλύτερο ενδιαφέρον)<br />

Γελάς μόνος σου...<br />

(Τούτο και αν είναι υπέροχο! Απελευθερωτικό,<br />

λυτρωτικό, δίχως να είσαι υποχρεωμένος να δώσεις<br />

εξηγήσεις σε κανέναν. Ωχ αμάν πια, κάθε φορά να<br />

εξηγείσαι γιατί γελάς, γιατί κλαις, γιατί φεύγεις...)<br />

Εγκαταστάθηκε ο έρωτας ο νεκρός αυταρχικά!<br />

Απεικάσματα Σκέψης<br />

Με κοιτούσε αδιάφορα. Με προκαλούσε να βγω να<br />

αναζητήσω συντροφιά. Με περιγελούσε ενίοτε. Ταφή<br />

καμία.<br />

Ταφή ανέπαφη ακόμη στις οδούς της αβύσσου, η<br />

οποία προφανώς ήταν ενήμερη για την δική μου<br />

απόγνωση και με υπομονή φλυαρούσε<br />

περί ανέμων και υδάτων, ουδόλως<br />

καθαρών!<br />

Κάποια στιγμή το πήρα<br />

απόφαση πως μαζί του θα<br />

συμβιώνω τα ανόμοια και θα<br />

τελώ τα αβίαστα ως παράπονα.<br />

Παίζουμε; (του είπα).<br />

Κρυφτό! (μου είπε).<br />

Ήμουν σίγουρη!<br />

Το παιχνίδι που πάντα κερδίζει<br />

εκείνος!<br />

Ήξερα πως ήμουν χαμένη πριν καν<br />

ξεκινήσω.<br />

Ηττημένη από τον Έρωτα ακόμη και<br />

νεκρό!<br />

Δέχθηκα να ρίξω κάτι επάνω μου να<br />

σκεπάσω την γύμνια Του.<br />

Ντύθηκα σοφία και έφυγα.<br />

Άννα Τσεκούρα<br />

Από την ποιητική της συλλογή<br />

“Η πόρνη που την έλεγαν μοναξιά”<br />

174 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 175


Απεικάσματα Σκέψης<br />

Απεικάσματα Σκέψης<br />

“Λέξεων Ανομήματα”<br />

Κρυφά σημάδια, μηνύματα στην άμμο, χνάρια<br />

βαθιά, ραγίσματα του ανέμου. Ριγά η ψυχή σε<br />

κάθε κόκκο, κυλάει το αίμα ανάμεσα. Σκόνη.<br />

Λέξεις που ξοδεύτηκαν άσκοπα, καταναλώθηκαν<br />

λαίμαργα χωρίς ν’ αφήσουν ένα ίχνος, μια<br />

χαραγματιά στο πέλαγος, ένα σκίσιμο στην πέτρα.<br />

Τίποτα. Ότι απέμεινε μοναχά είναι ένα όνειρο<br />

δεμένο όπως όπως στη φτερούγα κάποιου γλάρου.<br />

Το ταξιδεύει λεύτερος. Ανήξερα, επιπόλαια.<br />

Δοσμένος από πάντα στον κατάδικό του αγώνα να<br />

νικήσει τη βαρύτητα του κόσμου τούτου. Τι ξέρει<br />

αυτός από λέξεις, μήτε που τις συνάντησε ποτέ.<br />

Εκεί ψηλά πετούνε μόνο όνειρα.<br />

Όνειρα και πόθοι.<br />

Κατερίνα Παπαδημητρίου<br />

176 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 177


Απεικάσματα Σκέψης<br />

Απεικάσματα Σκέψης<br />

Δωμάτιο μικρό,<br />

το σώμα νεκρό,<br />

φιλιά ξεχασμένα,<br />

στην πόρτα θα μπει<br />

εικόνα θαμπή<br />

απ’ τα περασμένα.<br />

“Το τρύπιο παλτό”<br />

Τ’ αστέρια θαμπά<br />

σε έν’ αραμπά<br />

κι εγώ τριγυρνάμε,<br />

φεγγάρι μουντό<br />

μην κλαις, δεν ρωτώ<br />

απόψε που πάμε.<br />

Στην πόλη γυρνώ,<br />

αντίο στερνό<br />

διαβάζω στα χείλη,<br />

φανάρια σβηστά,<br />

μπαλάντες, κρουστά<br />

παίζουν το δείλι.<br />

Ποια είν’ δεν ρωτώ,<br />

το τρύπιο παλτό<br />

παλιά μου θυμίζει,<br />

μιας πόρτας τριγμός<br />

και ένας λυγμός<br />

στ’ αφτιά τριβελίζει.<br />

Η νύχτα θα ’ρθει,<br />

ξανά θα βρεθεί<br />

γυμνό το φεγγάρι<br />

και για να ντυθεί,<br />

σε ύπνο βαθύ<br />

εμένα θα πάρει.<br />

Γιάννης Καμπύλης<br />

18/20-12-08, Πειραιάς<br />

178 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 179


Απεικάσματα Σκέψης<br />

Δεν θα σου πω πολλά<br />

δεν θα σου βάλω δύσκολα<br />

δεν θα σου δώσω ακαθόριστες λέξεις<br />

ούτε δύσκολα νοήματα<br />

και αναπάντητα ερωτηματικά.<br />

Δεν θα σε ρωτήσω που σπούδασες<br />

ούτε που έχεις ταξιδέψει<br />

τι χρώματα φοράς ή<br />

τι φαγητό έχεις στο τραπέζι σου.<br />

Όμως με νοιάζει,<br />

με νοιάζει αν πονάς,<br />

αν ξύπνησες καλά σήμερα<br />

Απεικάσματα Σκέψης<br />

και τι σκέψεις σε τύλιξαν το πρωί.<br />

Τι αγωνίες έχεις και<br />

για τι χτυπά η καρδιά σου,<br />

τι λαχτάρας και τι ζητάς,<br />

ποιος σου λείπει<br />

και για τι προσεύχεσαι...<br />

τι ελπίζεις και τι ζητάς,<br />

τι φοβάσαι και για τι αγωνιάς<br />

κι ένα θα σου πω,<br />

είμαι εδώ,<br />

είμαι δίπλα σου<br />

σε νιώθω, σε καταλαβαίνω<br />

πάω όπου πας,<br />

λαχταρώ ότι λαχταράς.<br />

Ίσως δεν μπορώ να νιώσω τον πόνο σου<br />

και ίσως δεν χτυπά η καρδιά μου<br />

σαν τη δικιά σου,<br />

αλλά είμαι εδώ...<br />

και κοίτα...<br />

ανάβω το φως...<br />

ξεκουράσου...<br />

σ’ αγαπώ...<br />

Χριστιάνα Πέτρου<br />

180 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 181


Απεικάσματα Σκέψης<br />

Απεικάσματα Σκέψης<br />

“Ματωμένα Φιλιά....”<br />

Ματωμένα φιλιά<br />

ψάχνουνε τόν αποδέκτη τους<br />

σε ερωτικές φωλιές<br />

χωρίς χαρά,<br />

εκεί πού ο έρωτας δήμιος<br />

αφαιρεί την ζώη και την ελπίδα<br />

της αγάπης<br />

χωρίς φρόνηση, χωρίς λογική,<br />

χωρίς γλυκό κρασί,<br />

μόνο με την γεύση τού ψέμματος<br />

στά χείλη<br />

καί τό σώμα ερείπιο<br />

στην δίνη των ψεύτικων υποσχέσεων.<br />

Η πανωλεθρία τών πόθων<br />

και η συντριβή του Μοιραίου<br />

μπροστά στό αφελές...!!!<br />

Χιλιάδες στιγμές ευτυχίας<br />

λύγισαν μπρός σε μάτια<br />

ασύστολα<br />

πού θέλησαν τήν αγάπη<br />

νά προδώσουν...!!!!<br />

Μαρία Μπελαντή<br />

182 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 183


Απεικάσματα Σκέψης<br />

Απεικάσματα Σκέψης<br />

“Ο Έρωτας είναι ποίηση”<br />

Ο Έρωτας είναι ποίηση<br />

Είναι λέξεις που γίνονται ανάσες<br />

Και ανάσες που γίνονται ζωή<br />

Ζωή που γίνεται βίωση και όχι επι-βίωση!<br />

Δίχως Έρωτα<br />

Οι μέρες περνούν<br />

Ημερολογιακά<br />

Αλλάζεις χαρτάκια<br />

Μονόχρωμα, μαύρα<br />

Κι ο χρόνος κυλά<br />

Μονότονος, μαύρος<br />

Ο Έρωτας κάνει το πέρασμα<br />

χρωματισμένο να είναι<br />

Τα χαρτάκια υπόσταση αποκτούν<br />

Τότε, κι εσύ με στίχους δικούς σου<br />

θες θα τα γεμίσεις<br />

Εσύ, ο Ποιητής!<br />

Με λάγνες εικόνες και αρώματα της νύχτας<br />

Με ανατριχίλες<br />

και συσπάσεις των ιδρωμένων κορμιών<br />

Με τις ορμόνες του πάθους στα χείλη σου<br />

και μία μόνη επιθυμία:<br />

Πότε θα ξανασμίξουν οι δύο σάρκες σε μία<br />

Ο Έρωτας σε κάνει ποιητή!<br />

Αριστέα Κούτα<br />

184 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 185


Απεικάσματα Σκέψης<br />

Απεικάσματα Σκέψης<br />

“Εαρινή ασυμφωνία χαρακτήρων”<br />

Οι ευρωπαίοι δανειστές αυτοί οι καλοί φίλοι<br />

δυο μήνες τώρα αλυχτούν. Γιατί γινήκαν σκύλοι;<br />

Στα πλαίσια κινούμαστε και βάσει πρωτοκόλλου<br />

γι’ αλληλεγγύη μας μιλούν, αυτά είναι του κώ…<br />

…λουκούμια πάρε Αλέξη μου όταν θα πας στους ξένους<br />

κι όταν τα τρώνε μίλα τους για τους απολυμένους<br />

για φτώχεια, μετανάστευση, στου Έλληνα τη φάρα<br />

που φέραν τα μνημόνια του καθενός παπά…<br />

…ραγιά πάντα τον ήθελαν να ‘ναι προσκυνημένος<br />

με χρέη και με δανεικά πάντοτε φεσωμένος<br />

θηλιές να τονε πνίγουνε κεφάλι μη σηκώσει<br />

κι αυτοί συναγωνίζονται ποιος θα τον πρωτοχώ…<br />

…συ όμως φίλε Ελληναρά και μάλιστα βαρβάτε<br />

απ’ τα μνημόνια κονομάς. Γεια σου ρε αεράτε!<br />

Το νου σου όμως αρχηγέ πρόσεχε πότε πότε<br />

γιατί όταν σε επισκεφτούν δεν θα φορούν κα…<br />

…ποτές δεν αναστήθηκε λαός που’ χει γινάτι<br />

που με τα χέρια προσπαθεί να βγάλει το’ να μάτι<br />

έτρεξαν και σηκώσανε όλοι τις καταθέσεις<br />

κι αν βρεις ρευστό στις τράπεζες εμένα να με χέ…<br />

…σεις που υψώνετε δάχτυλο λες κι είμαστε παιδάκι<br />

σοκαριστήκατε καλέ από του Βαρουφάκη;<br />

Στα γιες σας σκατομάθανε του Σαμαρά τα γίδια<br />

οι νέοι όμως σας γράφουνε σ’ ένα ζευγάρι αρχί…<br />

…δια τούτο λοιπόν φίλοι μας καλοί μας ευρωπαίοι<br />

μάθετε πως σαν όμορφοι θα έχουμε και χρέη<br />

και όσοι είστε δυσκοίλιοι και δεν θα μας σταθείτε<br />

θα σας το πω ορθά κοφτά, να πα να γαμη…<br />

…θύτες και θύματα θαρρώ δεν ζουν ποτέ αντάμα<br />

κι όποτε βρέθηκαν μαζί χύθηκε πολύ κλάμα<br />

στο δεύτερο παγκόσμιο έχασε ο γιός τη μάνα<br />

κι οι φρίτσηδες κατάλαβαν πως είμαστε πουτά…<br />

…να όμως που η Ελλάδα μας ξανά τους αντιστέκεται<br />

όλους τους έχει απέναντι στη μοίρα της πορεύεται<br />

σ’ αυτόν εδώ τον πόλεμο στην κλίνη του Προκρούστη<br />

είμαστε πλέον μοναχοί και μας κοιτούν σαν πού…<br />

…στη μέση μας εβάλανε κι από παντού μας ρίχνουν<br />

κι αν δεν σωθούν οι σφαίρες τους ήσυχη δεν αφήνουν<br />

μια χώρα υπερήφανη κι έναν λαό μ’ αξία<br />

που πάνω τους δοκίμασαν την κάθε μαλα…<br />

…κι αν απορείτε η μαγκιά του Έλληνα που βγαίνει<br />

γιατί ενώ είναι άφραγκος ακόμα επιμένει<br />

ως που θα φτάσει η αποκοτιά, η τρέλα ως που θα βγει<br />

-ακούστε το σκατόμυαλοι και ας μη σας αρέσειλεφτά<br />

ίσως δεν έχουμε μα έχουμε ΨΥΧΗ!<br />

Πέτρος Κ. (Ακυβέρνητος)<br />

Πρώτο βραβείο στο 7ο Συμπόσιο Ποίησης που διοργανώνει<br />

η Αριστέα Κούτα στο blog της “Η ζωή είναι ωραία”<br />

186 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 187


188 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 189


Η Βασιλική Μελισσουργού<br />

γεννήθηκε στην Αθήνα και<br />

κατάγεται από τη Νάξο. Έχει,<br />

όμως και ιδιαίτερη αγάπη στο<br />

Μεσολόγγι από όπου είναι η<br />

καταγωγή της μητέρας της.<br />

Έχει σπουδάσει οικονομικά<br />

και εργάζεται ως τραπεζικός<br />

υπάλληλος.<br />

τίτλους “Περί Έρωτος” και “InteLLiGentsia - Ο κύκλος των<br />

ποιητων - [01]”, σε ραδιοφωνικές εκπομπές, καθώς και ως<br />

ομιλήτρια σε εκδηλώσεις που αφορούν στη λογοτεχνία και την<br />

ποίηση. Τους τελευταίους δυο μήνες πραγματοποιεί δική της<br />

ραδιοφωνική εκπομπή στο Feelings Radio και μέσα από την<br />

εκπομπή “Δίχως Λογική“ μιλάει για τα συναισθήματα. Αυτό<br />

τον καιρό, είναι υπό έκδοση η τρίτη της ποιητική συλλογή<br />

που θα κυκλοφορήσει μέσα στο <strong>2015</strong>.<br />

Ασχολείται με τη γραφή τα τελευταία δυο χρόνια και γράφει<br />

κυρίως ποίηση. Ασχολείται επίσης με το διάβασμα, τις πολεμικές<br />

τέχνες, το ερασιτεχνικό ψάρεμα και τη ζωγραφική. Ως τα τώρα<br />

έχει εκδώσει δύο ποιητικές συλλογές. Η πρώτη, έχει τίτλο<br />

«Εγώ, η μέλισσα» και η δεύτερη «Το λευκό και οι αποχρώσεις<br />

του».<br />

Η γραφή της, άλλοτε ρομαντική, άλλοτε οργισμένη<br />

και αντισυμβατική, κινείται συνειρμικά ανάμεσα στην<br />

πραγματικότητα και στις μελλοντικές ματιές που αφήνεται να<br />

την οδηγήσει η σκέψη και οι επιθυμίες της. Τα νοήματα των<br />

στίχων της τρυφερά μα και δυνατά συνάμα. Γεμάτα μυστικά<br />

και εξομολογήσεις. Ερωτηματικά και προβληματισμούς. Μα<br />

κυρίως, γεμάτα εικόνες και συναισθήματα.<br />

Έχει συμμετάσχει σε βραδιές ποιητικές, σε δυο ανθολόγια με<br />

190 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 191


“Τα ευαίσθητα”<br />

Πλέον θα ακούς φωτιά να σιγοκαίγεται<br />

και τα φτερά ν’ ανοίγουν τα σπασμένα.<br />

Κι έτσι χλωμή η ζεστασιά να φλέγεται<br />

και τα κλειδιά στην είσοδο παρμένα.<br />

“Σε χρειάζομαι”<br />

Όχι γυμνό, ντυμένο σε χρειάζομαι.<br />

Γεμάτο σπίτι, που με δέχεται.<br />

Να παρατάω το σύμπαν<br />

και να λαχταρώ τη φωλιά σου.<br />

Δυο φτερούγες τα χέρια σου.<br />

Αχ!! που τρεμουλιάζουν σαν μ’ αγγίζουν.<br />

Σε θέλω εκεί που τρυπώνει<br />

ο άνεμος της καρδιάς<br />

και δεν υπάρχει σιγαλιά<br />

στο αίσθημα αυτό αγάπη μου.<br />

Θόλωσε τα τζάμια,<br />

να κυματίζει σταγόνες το πάθος μας.<br />

Όχι γρατζουνιές, φιλιά στα πυρωμένα χείλη θέλω.<br />

Και είναι το μέλι, η ποίηση<br />

και είναι το γάλα, ο στίχος.<br />

Όχι γυμνό, ντυμένο σε χρειάζομαι.<br />

Πλέον θα αφήσω τον μπαξέ στην τύχη του<br />

να έρθει η βροχή να τον αποτελειώσει.<br />

Να μοιάζουν πέτρινα όλα τα τείχη του ποτέ ξανά καρπός<br />

να μη φυτρώσει.<br />

Πλέον θα μάθω κι άλλων τα ονόματα<br />

κι ο χρόνος θα μου δώσει ευκαιρίες.<br />

Της εποχής τα δωρεάν βιώματα<br />

του πόνου να τελειώσουν οι εφημερίες.<br />

Τώρα που μου στερέψαν τα ευαίσθητα<br />

κι έχει η ραχοκοκαλιά σκληρύνει,<br />

σε καρτερεί ο δρόμος με τα αναίσθητα<br />

να μάθεις πως θα αναζητάς ειρήνη.<br />

192 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 193


“Σαρκικό”<br />

Λυσσασμένο ρυάκι,<br />

καιρό ξεραμένο.<br />

Αποζητά νερό,<br />

νερό και σπέρμα.<br />

Κι η βροχή το έλουσε,<br />

φούσκωσε<br />

κι ήταν τόσο ποθητό.<br />

Κι ήταν τόσο!<br />

Ένας κορμός παρασύρθηκε μέσα του, ένας κορμός<br />

ξεσηκώθηκε.<br />

Κι ενώθηκαν μέχρι και βλέμματα,<br />

βαθιά σμιλεμένα μάτια,<br />

δάκρυα.<br />

Κι ο κορμός τα κοίταξε και τρόμαξε.<br />

Τα είδε.<br />

Ακατανίκητη επιθυμία η γέννα.<br />

Δε σταματά.<br />

Χόρευε οργασμούς η φύση.<br />

Γυμνά τοπία που αρέσκονταν να ανάβουν εκκενώσεις .<br />

“Η περιέργεια”<br />

Κι εγω η άκαρδη πήγα<br />

Και ρώτησα το χώμα<br />

αν αγαπάει την βροχή.<br />

Διαολεμένη περιέργεια<br />

ανοίγεις πληγές στο<br />

έδαφος.<br />

“Σαπίλα”<br />

Ανόθευτος στέκομαι εδώ<br />

στο δείκτη του ρολογιού.<br />

Έμπειρος από αναίσθητες<br />

γονιμοποιήσεις.<br />

Ανυπόκριτος και ψεύτης<br />

για τους ψεύτες,<br />

θεοπάλαβος για το<br />

δικό μας σήμερα.<br />

Επιδήμει ο κόσμος<br />

κι ο αλέρωτος είμαι<br />

“βρωμιά” , ο δόλιος.<br />

Ο λουτρώνας των πολιτικών σκούριασε και δεν υπάρχει<br />

πια δαπάνη για νέες κολυμπήθρες.<br />

194 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 195


εκφράζει όλη τη φύση πάνω σου.<br />

Ναι, απουσιάζει η μέση.<br />

Μηδέν “τα πάντα“<br />

κι όλα “το τίποτα“.<br />

Κι έπειτα;<br />

Έπειτα όλα τα χώματα μυρίζουν τη σκέψη σου<br />

μυρίζουν τις αποχρώσεις σου<br />

μυρίζουν φραγμένες αρτηρίες.<br />

Και πως να μπεί άλλο<br />

αίσθημα μες στην καρδια μου;<br />

Βασιλική Μελισσουργού<br />

“Φραγμένες αρτηρίες”<br />

Και όντας ερωτευμένη· στο έρωτα μαζί σου σε αγγίζω έως<br />

“τα πάντα “ και σε δέχομαι ίσαμε “τίποτα”.<br />

Στάθηκαν τα γόνατα στο χώμα κι εκεί<br />

μπροστά σου μπορώ να αφήνω τις ρίζες μου. Για πάντα, σε<br />

κάθε ελευθερία, σε κάθε δέσμευση εσύ θα είσαι ο κορμός<br />

που θα ζωντανεύει τους χτύπους για να νιώθω.<br />

Είναι πληγή η απουσία σου<br />

που επίμονα<br />

196 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 197


198 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 199


ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΗΣ ΑΝΝΑ ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΗ-ΔΑΡΔΑΛΗ<br />

ΣΤΗΝ ΛΥΔΙΑ ΨΑΡΑΔΕΛΛΗ<br />

Μια αποτυχημένη συνέντευξη και ένα<br />

χρωστούμενο μπουκάλι λευκό κρασί<br />

άνοιξαν τον δρόμο της γνωριμίας μας.<br />

Οι ευθύνες της καθημερινότητας τον<br />

δυσκόλεψαν αλλά μερικοί δρόμοι,<br />

είναι γραπτό τους να συναντιούνται,<br />

έτσι και οι δικοί μας διακλαδώθηκαν<br />

ευχάριστα αρκετές φορές. Σιωπηλός<br />

παρατηρητής της πορείας της τα προηγούμενα χρόνια, θαύμασα<br />

όχι μόνο την συγγραφική της εξέλιξη, την αστείρευτη ενέργεια<br />

αλλά και την ηρωική της δυναμική απέναντι στις δυσκολίες<br />

της ζωής. Ας συνομιλήσουμε με την lifelong learner, Άννα<br />

Βασιλειάδη-Δαρδάλη.<br />

Λυδία Ψαραδέλλη<br />

-Σε επηρεάζει η ανταπόκριση που έχει ένα βιβλίο ή ένα<br />

κείμενό σου στο αναγνωστικό κοινό; Μια κακή κριτική σε<br />

επηρεάζει συγγραφικά;<br />

-Πιστεύω πως κάθε δημιουργός επηρεάζεται κάπως από την<br />

ανταπόκριση που έχει στο κοινό του, σε οποιαδήποτε μορφή<br />

τέχνης. Εξαρτάται πώς χρησιμοποιεί ο καθένας αυτή την<br />

ανταπόκριση. Μια κακή κριτική ενδεχομένως να με επηρεάσει<br />

στο βαθμό που είναι καλοπροαίρετα κακή – αν μπορεί να<br />

200 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 201


θεωρηθεί δόκιμος αυτός ο όρος – δηλαδή αν όντως εντοπίζει<br />

σημεία τα οποία θα μπορούσα να βελτιώσω για να εξελιχθώ. Αν<br />

δεν βρω τέτοια σημεία ή αν θεωρήσω ότι είναι κακοπροαίρετα<br />

κακή, απλά θα την προσπεράσω. Και φυσικά γνωρίζω ότι<br />

κάθε δημιουργός έχει το κοινό του και τους πολέμιούς του.<br />

Δεν μπορούμε να είμαστε σε όλους αρεστοί.<br />

-Πιστεύεις στον διαχωρισμό εμπορικού και ποιοτικού<br />

βιβλίου; Γράφεις βάσει του τι μπορεί να θέλει να διαβάσει<br />

το κοινό και έχει αλλάξει το κοινό στο οποίο απευθύνεσαι<br />

μέσα στα τόσα χρόνια που ασχολείσαι με την συγγραφή;<br />

-Σαφέστατα υπάρχει διαχωρισμός εμπορικού και ποιοτικού<br />

βιβλίου, χωρίς να αποκλείεται κάποιο βιβλίο να έχει την<br />

τύχη να είναι και τα δύο. Όμως η πληθώρα παραγωγής, η<br />

δυνατότητα πλέον πολλών δημιουργών να αυτοεκδίδονται –<br />

πολλάκις χωρίς ποιοτικό έλεγχο – η επιθυμία των εκδοτικών<br />

για εμπορικό κέρδος (που είναι και κατανοητό), οι απρόβλεπτες<br />

επιθυμίες του κοινού και κυρίως η διαφήμιση, επηρεάζουν την<br />

εμπορικότητα ενός βιβλίου είτε είναι ποιοτικό είτε όχι.<br />

Το κοινό στο οποίο απευθύνομαι, λόγω της ενασχόλησής<br />

μου τόσο με λογοτεχνία για παιδιά όσο και για ενήλικες, δεν<br />

πιστεύω πως έχει αλλάξει ιδιαίτερα ως προς το ηλικιακό εύρος.<br />

Δεν επηρεάζομαι από το τι θέλει να διαβάσει το κοινό. Γράφω με<br />

τον δικό μου τρόπο – που δεν είναι μόνο ένας τρόπος γραφής<br />

– και πιστεύω ότι εκφράζω ένα κοινό που μ’ έχει ανακαλύψει<br />

και ικανοποιείται από τον τρόπο που τού παρουσιάζω αυτά<br />

για τα οποία θέλω να εκφραστώ. Είτε αυτό το κοινό είναι λίγο<br />

είτε πολύ, σημασία για μένα έχει πως είναι ικανοποιημένο,<br />

και νιώθω ευχαριστημένη γι’ αυτό.<br />

Ίσως αναρωτηθείς αν θα ήθελα να «πουλάω» περισσότερο...<br />

Ναι, θα ήθελα. Αλλά δεν πιστεύω πως γι’ αυτό φταίνε τα<br />

κείμενά μου – ή τουλάχιστον δεν μου έχει γίνει θέμα γι’ αυτό,<br />

κρίνοντας από το γεγονός ότι όσοι μ’ έχουν διαβάσει έχουν<br />

βρει σ’ εμένα κάτι που τους αγγίζει. Ηθικά έστω, αυτό μου<br />

φτάνει.<br />

-Το Χρηστικό Λεξικό της Ακαδημίας Αθηνών που<br />

κυκλοφόρησε στο τέλος του 2014 φωτογραφίζει τη γλωσσική<br />

κουλτούρα της εποχής μας, αλλά ταυτόχρονα συνάντησε<br />

πολλές αντιδράσεις, κυρίως από τους πιο συντηρητικούς<br />

που θεωρούν ότι με το να εμπεριέχονται λέξεις της αργκό<br />

όπως πχ “τσαχπινογαργαλιάρα, μωρουλίνι, προχώ, θα<br />

βάλω τη γάτα μου να κλαίει, κάγκουρας” δεν προωθείται<br />

η ελληνική γλώσσα. Πιστεύεις ότι η γλώσσα είναι ένας<br />

ζωντανός οργανισμός που εξελίσσεται και προσαρμόζεται<br />

ή είσαι υπέρ των αυστηρών κανόνων που ίσχυαν και πρέπει<br />

να ισχύουν και στο μέλλον, προφυλάσσοντας την ελληνική,<br />

οποιαδήποτε άλλη, γλώσσα;<br />

-Ως λογοτέχνης πιστεύω πως η γλώσσα μας πρέπει να<br />

προφυλάσσεται αλλά και να αναδεικνύεται μέσα από τα<br />

βιβλία, είτε αυτά είναι για ενήλικες είτε είναι για παιδιά – θα<br />

έλεγα κυρίως όταν είναι για παιδιά. Έχουμε μια πλουσιότατη<br />

γλώσσα με τη χρήση της οποίας μπορούμε να εκφράσουμε τα<br />

πάντα! Βεβαίως, δεν αρνούμαι την εξέλιξη της κάθε εποχής.<br />

Κι η ίδια προσωπικά, όταν γράφω σατυρικά / σαρκαστικά<br />

κείμενα, παίζω με την γλώσσα μας. Αλλά και σ’ αυτό προσπαθώ<br />

202 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 203


να κρατήσω ένα όριο που να<br />

μην ευτελίζει την γλώσσα.<br />

-Διαβάζει ο κόσμος σήμερα<br />

ή η οικονομική κρίση και η<br />

τεχνολογική εξέλιξη έχουν<br />

επηρεάσει την σχέση μας<br />

με τα βιβλία;<br />

-Ο κόσμος στην Ελλάδα<br />

δεν διάβαζε ποτέ ιδιαίτερα.<br />

Ήδη στις «καλές εποχές» η<br />

αναγνωσιμότητα, βάση μετρήσεων τότε του ΕΚΕΒΙ, ήταν στο<br />

5% - μιλώντας για λογοτεχνία φυσικά.<br />

Η τεχνολογική εξέλιξη μπορεί να έχει επηρεάσει τη σχέση<br />

μας με τις εφημερίδες και την ενημέρωση, όμως τη σχέση<br />

μας με τα βιβλία σίγουρα την έχει επηρεάσει η οικονομική<br />

κρίση. Όταν κάποιος δεν έχει να πάρει τα βασικά αγαθά για<br />

το σπίτι του, δεν θα δώσει χρήματα για να διαβάσει. Ίσως<br />

βέβαια, κάποιος που έχει αγάπη για τα βιβλία, να στραφεί<br />

στις δανειστικές βιβλιοθήκες, στα παζάρια βιβλίων, ή στα<br />

ανταλλακτήρια.<br />

-Θεωρείς ότι η δική σου σχέση, ως συγγραφέα, με τα βιβλία<br />

είναι διαφορετική σε σχέση με ενός απλού αναγνώστη;<br />

Διαβάζεις;<br />

-Εννοείται! Διαβάζω πολύ από μικρό παιδί, και γράφω ήδη<br />

από την 3η δημοτικού. Διαβάζω από ευχαρίστηση, διαβάζω<br />

για να ξεχνιέμαι, διαβάζω για να μορφώνομαι, διαβάζω για<br />

να εμπλουτίζομαι, διαβάζω για να μπορώ να έχω άποψη για<br />

κάποιον συγγραφέα, διαβάζω για το διάβασμα! Στην πορεία<br />

του χρόνου έχω μάθει να κάνω καλύτερες επιλογές και να<br />

μην πέφτω πια στην παγίδα να αγοράζω βιβλία που δεν είναι<br />

των προτιμήσεών μου απλά και μόνο επειδή είναι εμπορικά.<br />

Δεν με αφορά η εμπορικότητα ενός βιβλίου. Μ’ ενδιαφέρει<br />

να έχει κάτι να μου αφήσει. Κάποια αγαπημένα βιβλία που<br />

κοσμούν την βιβλιοθήκη μου, μπορεί να τα έχω διαβάσει και<br />

2η και 3η φορά, ακόμα και παραπάνω.<br />

Θεωρώ ότι η σχέση ενός λογοτέχνη με τα βιβλία είναι σαφώς<br />

διαφορετική. Τα εκτιμάει και τα αξιολογεί διαφορετικά, τα<br />

σέβεται και τ’ αγαπάει περισσότερο.<br />

-Είσαι υπέρ του έντυπου βιβλίου ή της ψηφιακής μορφής;<br />

Εσύ ποια απολαμβάνεις περισσότερο;<br />

-Πιθανότατα η ψηφιακή μορφή είναι μια ευκολία στο να έχει<br />

κάποιος πάντα ένα βιβλίο μαζί του. Προσωπικά, τώρα τελευταία<br />

υιοθέτησα λίγο αυτή τη μορφή ανάγνωσης, περνώντας κάποια<br />

βιβλία (που όμως ήδη έχω στη βιβλιοθήκη μου) σ’ ένα τάμπλετ,<br />

ώστε να μην χρειάζεται να κουβαλάω πάντα στην τσάντα μου<br />

ένα βιβλίο. Διαβάζω οπουδήποτε βρεθώ, στις συγκοινωνίες,<br />

σε μια αίθουσα αναμονής, περιμένοντας στη στάση, για<br />

παράδειγμα. Όμως είμαι υπέρ του έντυπου βιβλίου, κι αυτό<br />

παραμένει στην προτίμησή μου. Στο σπίτι, ή στη θάλασσα,<br />

και γενικά εκεί που γνωρίζω ότι θα έχω χρόνο να διαβάσω,<br />

πάντα έχω μαζί μου βιβλίο σε έντυπη μορφή.<br />

204 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 205


-Πως ξεκινάς την συγγραφή ενός βιβλίου;<br />

-Δεν έχω συγκεκριμένη φόρμουλα. Είναι θέμα έμπνευσης.<br />

Έχει τύχει σε βιβλίο μου, να μου έρθει πρώτα ο τίτλος και μετά<br />

η ιστορία. Δεν λειτουργώ με νόρμες και κανόνες. Εκφράζω<br />

αυτό που έχω να πω. Βγαίνει αυθόρμητα. Φυσικά στο τέλος,<br />

πάντα διαβάζω ξανά και ξανά ένα μου πόνημα, και προσπαθώ<br />

να το δω και σαν αναγνώστης.<br />

-Μίλησέ μας λίγο για την μεταφραστική σου δουλειά μέχρι<br />

σήμερα. Αν έπρεπε να διαλέξεις μεταξύ του να γράφεις<br />

ιστορίες ή να μεταφράζεις έργα άλλων συγγραφέων, τι θα<br />

επέλεγες;<br />

-Το μεταφραστικό μου έργο ξεκίνησε εντελώς συμπτωματικά,<br />

θέλοντας να μεταφέρω στα Ελληνικά κάποια βιβλία που<br />

θεωρούσα αξιόλογα. Δεν υπάρχει ακριβής σύγκριση μεταξύ<br />

των δύο. Είναι εξίσου δύσκολα, αν θέλει κάποιος να κάνει<br />

τη δουλειά του σωστά. Στη μετάφραση επίσης διαβάζω<br />

πολύ, ελέγχω τα ιστορικά ή μυθολογικά στοιχεία που έχει<br />

περιλάβει ο αρχικός συγγραφέας, προσπαθώ να «μπω» μες<br />

στο μυαλό του, να είμαι πιστή σ’ αυτό που θέλει να εκφράσει,<br />

και να το αποδώσω όσο γίνεται ακριβέστερα για το Ελληνικό<br />

αναγνωστικό κοινό, αλλάζοντας κυρίως εκφράσεις της<br />

καθημερινότητας ή παροιμίες με αυτές που αντιστοιχούν<br />

στα Ελληνικά. Προσέχω και προσπαθώ να τηρώ ακόμα και<br />

τα σημεία στίξης του συγγραφέα που μεταφράζω, όπου αυτό<br />

είναι δυνατόν. Μέχρι στιγμής είχα την τύχη (και το ζήτησα)<br />

να έχω και άμεση επικοινωνία με τους συγγραφείς μου, ώστε<br />

αν κάπου έχω αμφιβολία για το τι θέλουν να πουν να μπορώ<br />

να μιλήσω μαζί τους. Αγαπώ τις μεταφράσεις μου σαν δικά<br />

μου παιδιά, με τον ίδιο τρόπο που αγαπώ τα δικά μου βιβλία.<br />

Ίσως γιατί και στην μετάφραση δίνομαι πολύ σε αυτό που<br />

κάνω. Το παίρνω προσωπικά.<br />

-Ξεχνάς τους χαρακτήρες των βιβλίων σου μετά την<br />

κυκλοφορία τους ή συνεχίζεις να γράφεις διαφορετικά<br />

σενάρια στο μυαλό σου; Πεθαίνουν ή υπάρχουν μέσα στο<br />

μυαλό σου για πάντα; Νιώθεις υπεύθυνη γι αυτούς;<br />

-Δεν μπορούν να ξεχαστούν οι χαρακτήρες μου. Είναι κομμάτια<br />

της σκέψης μου. Τους έχω δώσει μια ζωή είτε ευχάριστη είτε<br />

βασανισμένη είτε τραγική, και φυσικά συνεχίζουν να ζουν<br />

μέσα μου. Για να τους αποδώσω, έχω καταναλώσει κομμάτια<br />

206 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 207


της ψυχής μου. Δεν γράφω για να γράφω, για το φαίνεσθαι...<br />

Γράφω όταν η ψυχή και το μυαλό μου έχουν κάτι να πουν προς<br />

τα έξω. Και υπάρχουν πολλοί και διάφοροι ακόμη χαρακτήρες<br />

που δεν έχουν καν εμφανισθεί!<br />

-Γράφεις κάθε μέρα; Είναι ανάγκη αυτή που υπονομεύει ή<br />

ενδυναμώνει κάθε άλλη ενασχόλησή σου;<br />

-Γράφω οποτεδήποτε έχω χρόνο, και οπουδήποτε μπορεί να<br />

βρεθώ. Ενίοτε, γράφω απλά μες στο μυαλό μου – δεν είναι<br />

πάντα εφικτό, ξέρεις, να βγάζεις ένα σημειωματάριο σε μια<br />

ομιλία, έναν κινηματογράφο, θέατρο, ή απλά όταν είσαι στο<br />

λεωφορείο. Οτιδήποτε μπορεί να γίνει έμπνευση για γράψιμο.<br />

Μια απλή σκηνή στο δρόμο, μπορεί να μπει στο μυαλό μου<br />

και να δημιουργήσει ολόκληρη ιστορία που θα μπει στο χαρτί<br />

όταν την ανασύρω από τη μνήμη. Δεν γράφω κατά παραγγελία,<br />

γράφω από έμπνευση. Και είναι<br />

μια ανάγκη που με δυναμώνει<br />

γενικότερα.<br />

-Κυκλοφόρησες στο τέλος<br />

του 2014, δύο βιβλία σχεδόν<br />

ταυτόχρονα. Διαβάζοντας<br />

κάποια αποσπάσματά τους,<br />

οφείλω να ομολογήσω ότι<br />

το χιούμορ τους πηγάζει<br />

μέσα από την αλήθεια της<br />

καθημερινότητάς μας. Σχέσεις<br />

που δοκιμάζονται, ζωές που<br />

διασταυρώνονται. Πόσο<br />

δύσκολο ήταν να αποτυπώσεις<br />

την σκληρή αλήθεια μέσα από<br />

μια πιο χιουμοριστική χροιά;<br />

-Δεν είναι και τα δύο<br />

χιουμοριστικά. Είναι δυο<br />

διαφορετικοί τύποι γραφής<br />

μου. Όμως μια κι αναφέρεσαι<br />

στο χιουμοριστικό, εξαρτάται<br />

κι αυτό από τον τρόπο που<br />

βλέπει καθένας τα πράγματα.<br />

Έχω ζήσει προσωπικά σκληρές<br />

πραγματικότητες από μικρό<br />

παιδί. Μέσα από την ανάγκη ν’ αντιμετωπίσω τις δυσκολίες,<br />

έμαθα πρώτα να σαρκάζομαι και μετά να σαρκάζω. Το κάθε<br />

τι. Από μία άποψη είναι φοβερά δύσκολο, από μια άλλη όμως<br />

η αποτύπωση της σκληρής αλήθειας μέσα από χιουμοριστική<br />

χροιά είναι λυτρωτική, σε βοηθάει να περάσεις μέσα από τη<br />

φωτιά με στολή πυρασφάλειας.<br />

-Η Leslie M.Mcintyre (γυναίκα καριέρας που ασχολείται<br />

με το ανθρώπινο δυναμικό), έχει δηλώσει ότι “Κανείς δεν<br />

αντιτίθεται σε μια γυναίκα η οποία είναι καλή συγγραφέας ή<br />

γλύπτρια η γενετίστρια, αν κατορθώνει να είναι ταυτόχρονα<br />

καλή σύζυγος, καλή μητέρα, καλοφτιαγμένη, καλότροπη,<br />

περιποιημένη και καθόλου επιθετική”. Έχεις έρθει αντιμέτωπη<br />

με τέτοιου είδους αντιμετώπιση από τους άλλους;<br />

208 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 209


-Συχνότατα! Πολλοί άνθρωποι, και των δύο φύλων, προσπαθούν<br />

ν’ απαξιώσουν αυτό που είναι κάποιος είτε γιατί το φθονούν,<br />

είτε γιατί δεν μπορούν να το διαχειριστούν. Δυστυχώς, αν<br />

και δεν έχω προσπαθήσει ποτέ μου να μειώσω κανέναν ή να<br />

επιδειχθώ σε κανέναν, έχω αντιμετωπίσει την συμπεριφορά<br />

της απαξίωσης. Συν τω χρόνω, εκπαιδεύω τον εαυτό μου, να<br />

παρακάμπτω και να προχωρώ παρακάτω, είτε αυτό αφορά<br />

φιλική, προσωπική, συγγενική σχέση, είτε επαγγελματική.<br />

-Μίλησέ μας με την ενασχόλησή σου με την Γυναικεία<br />

Λογοτεχνική Συντροφιά (ΓΛΣ).<br />

-Στη Γ.Λ.Σ. έγινα μέλος κάπου το 2007, αφού είχα ήδη εκδώσει<br />

5 παιδικά βιβλία, και κατόπιν σύστασης παλαιών μελών, όπως<br />

της κ. Αγγελικής Βαρελλά, που πρώτη μου πρότεινε να μπω<br />

στην Συντροφιά τους. Με το πέρασμα του χρόνου, φέτος έτυχε<br />

να γίνω και Γενική Γραμματέας. Η Γ.Λ.Σ. είναι ένα Σωματείο<br />

Γυναικών Λογοτέχνιδων που γράφουν για παιδιά και προωθούν<br />

και στηρίζουν την λογοτεχνία για παιδιά, που έχει τις ρίζες<br />

του πολλά πολλά χρόνια. Δεν θα επεκταθώ στο ιστορικό της<br />

Γ.Λ.Σ. γιατί είναι μεγάλο, και μπορεί οποιοσδήποτε να το<br />

δει στην ιστοσελίδα της Συντροφιάς. Απλά θα σημειώσω ότι<br />

θεωρώ τιμή μου και χαρά μου να έχω γνωρίσει κολοσσούς<br />

της λογοτεχνίας για παιδιά, να μιλάω με τέτοιες γυναίκες,<br />

να τις παίρνω ή να με παίρνουν τηλέφωνο ακόμη και σαν<br />

κοινωνική επικοινωνία, να τις έχουν γνωρίσει τα παιδιά μου.<br />

Θεωρώ ότι τόσο για μένα όσο και γι’ αυτά, είναι μια τεράστια<br />

και ιδιαίτερη εμπειρία.<br />

“είναι άλλο να είσαι συγγραφέας, που είναι<br />

ευρύτερος όρος και αναφέρεται σε όποιον συνγράφει,<br />

και διαφορετικό να είσαι λογοτέχνης,<br />

δηλαδή να κατέχεις την τέχνη του λόγου.”<br />

210 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 211


-Γεννιέται κάποιος συγγραφέας ή γίνεται;<br />

-Θα ξεκινήσω με μια διευκρίνηση... είναι άλλο να είσαι<br />

συγγραφέας, που είναι ευρύτερος όρος και αναφέρεται σε<br />

όποιον συν-γράφει, και διαφορετικό να είσαι λογοτέχνης,<br />

δηλαδή να κατέχεις την τέχνη του λόγου. Ο δεύτερος μπορεί<br />

να είναι και ο πρώτος, όμως το αντίθετο δεν είναι πάντοτε<br />

βέβαιο. Με κίνδυνο να γίνω αντιπαθής, θα σου απαντήσω<br />

«γεννιέται». Φυσικά στην πορεία μπορεί κάποιος να γίνει<br />

καλύτερος, να διορθώνεται, να εμπλουτίζει τις γνώσεις, το<br />

λεξιλόγιό του, να μελετάει, ν’ αλλάζει, να εξελίσσεται. Όμως<br />

αρχικά, γεννιέται. Είναι, θαρρώ, ένα χάρισμα δοσμένο, όπως<br />

το κάθε χάρισμα που έχει κάθε άνθρωπος. Οτιδήποτε κι αν<br />

κάνουμε στη ζωή μας, χρειάζεται το αντίστοιχο χάρισμά του.<br />

Δεν κάνουμε όλοι για όλα. Για παράδειγμα, επαγγελματικά<br />

μιλώντας, εγώ ήμουν πάντα καλή διοικητική υπάλληλος.<br />

Δεν θα μπορούσα να κάνω τη δουλειά που κάνουν άνθρωποι<br />

σε εργασίες όπως τηλεφωνικές ή άλλες πωλήσεις. Δεν έχω<br />

το χάρισμα. Θα ήμουν άχρηστη. Συγγραφικά, το ότι είμαι<br />

λογοτέχνης δεν σημαίνει πως μπορώ να γίνω και τραγουδίστρια<br />

ή ηθοποιός. Κάθε ένας από εμάς, οφείλει στον εαυτό του, ν’<br />

ανακαλύψει το χάρισμα που του δόθηκε (ενίοτε και πάνω από<br />

ένα) και να παραμείνει και να αγωνισθεί γι’ αυτό, με επιμονή<br />

και ταπεινότητα, χωρίς έπαρση και μεγαλοστομίες.<br />

-Πιστεύεις στις δεύτερες ευκαιρίες που δίνονται σε<br />

ανθρώπους στην καριέρα τους ακόμα και σε μεγάλη<br />

ηλικία; Ένας άνθρωπος που δεν έχει πτυχίο, μπορεί να<br />

γίνει συγγραφέας, αν αυτό είναι η μεγάλη του αγάπη και<br />

το ανακαλύψει σε μεγαλύτερη ηλικία χωρίς να είναι, για<br />

παράδειγμα, φιλόλογος;<br />

-Πιστεύω πως κάθε άνθρωπος πρέπει να κυνηγάει το όνειρό του.<br />

Και δεν χρειάζεται πτυχίο για να γίνεις οπωσδήποτε αυτό που<br />

θες. Ποιος είπε ότι κάθε φιλόλογος μπορεί να γίνει λογοτέχνης<br />

ή επιμελητής κειμένων ή μεταφραστής; Γνωρίζω φιλόλογους<br />

που κάνουν τραγικά λάθη – ξέρω πως πάλι κινδυνεύω να γίνω<br />

κακιά. Κάνοντας επιμέλειες και διορθώσεις βιβλίων (γιατί<br />

έχω κάνει και αυτό) έχει χρειαστεί να ρωτήσω φιλόλογους<br />

κάποιες λεπτομέρειες και η απάντηση που πήρα ήταν «δεν<br />

ξέρω!» Την κάθε γνώση, εξαρτάται πώς την χρησιμοποιεί ο<br />

καθένας από εμάς.<br />

Κάποτε ένας έγκριτος συγγραφέας και ιστορικός με συνεχάρη<br />

για μια μετάφρασή μου και με ρώτησε αν είμαι φιλόλογος.<br />

«Όχι,» απάντησα, «είμαι απλά λογοτέχνης!»<br />

Όσο για την μεγάλη ηλικία, θ’ απαντήσω ότι απλά δίνει<br />

τον χρόνο σε κάποιους ανθρώπους να κάνουν αυτό που<br />

πάντα αγαπούσαν και δεν μπορούσαν να το κάνουν όταν οι<br />

υποχρεώσεις της ζωής δεν τους επέτρεπαν να πάρουν ανάσα.<br />

Οπότε, γενικεύοντας, θα πω «ναι... ποτέ δεν είναι αργά!»<br />

-Ο Καζαντζάκης γράφει για την ευτυχία στο “Βίος και<br />

Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά” ότι: “Η ευτυχία είναι πράγμα<br />

απλό και λιτοδίαιτο -ένα ποτήρι κρασί, ένα κάστανο, ένα<br />

φτωχικό μαγκαλάκι, η βουή της θάλασσας. Τίποτα άλλο.”<br />

Τι είναι για σένα ευτυχία;<br />

-Θα συμφωνήσω με τον μεγάλο Καζαντζάκη! Φυσικά στην<br />

212 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 213


καταναλωτική εποχή που<br />

ζούμε πολλά μπορεί να<br />

μας κάνουν χαρούμενους.<br />

Όμως πραγματική ευτυχία<br />

για μένα είναι μια καλή<br />

παρέα, λίγο κρασί, ένα ζεστό<br />

φτωχικό, μια βόλτα, μια<br />

όμορφη συζήτηση, όμορφες<br />

μουσικές, απλές όμορφες<br />

στιγμές... και κυρίως<br />

ΓΑΛΗΝΗ! Γαλήνη, η βουή<br />

της θάλασσας οπωσδήποτε<br />

(!) και παντού γύρω μου βιβλία και σημειωματάρια. Εκεί<br />

μπορείτε να με ξεχάσετε και να με πάρετε μετά από χρόνια!<br />

-Πιστεύεις ότι υπάρχει ελπίδα;<br />

-Δεν θα πω ψέματα, ότι δεν υπάρχουν στιγμές που πιστεύω το<br />

αντίθετο. Όμως οφείλω στον εαυτό μου, στα παιδιά μου, στον<br />

κόσμο που με διαβάζει, να πιστεύω ότι υπάρχει. Διαφορετικά<br />

θα πάψουμε να έχουμε τη θέληση να υπάρχουμε. Η θέληση<br />

είναι που δημιουργεί την ελπίδα, και η ελπίδα την θέληση.<br />

-Φοβάσαι την μοναξιά ή την απολαμβάνεις; Πως γεμίζεις<br />

τις ώρες αυτές;<br />

-Φοβάμαι την πολυκοσμία που δημιουργεί μοναξιά. Την μοναξιά<br />

δεν την φοβάμαι. Ενίοτε την αποζητώ για να την απολαύσω.<br />

Μου αρέσει αυτό το «τίποτα» που μέσα του μπορώ ν’ ακούσω<br />

την αγαπημένη μου μουσική, να δω μια αγαπημένη ταινία, να<br />

χωθώ σ’ ένα αγαπημένο βιβλίο, ή στο γράψιμο. Δεν υπάρχει<br />

στιγμή ή μοναξιά που δεν μπορώ να γεμίσω! Άλλωστε εκτός<br />

από αυτά, μου αρέσει πολύ ν’ ασχολούμαι με τη διακόσμηση<br />

και τις κατασκευές για το σπίτι, να βασανίζω το μπαλκόνι μου,<br />

να ζωγραφίζω τις γλάστρες μου, να γυαλίζω βοτσαλάκια και<br />

κοχύλια που έχω μαζέψει, να ζωγραφίζω (κρυφά) και πολλά<br />

άλλα πράγματα.<br />

-Είναι δύσκολο να είσαι μητέρα στις μέρες μας;<br />

-Θεωρώ ότι πάντα ήταν δύσκολο να είσαι γονιός, γενικά. Είναι<br />

κάτι το οποίο δεν διδάσκεται και οι απαιτήσεις του αλλάζουν<br />

με τις εποχές. Είναι ειδικότερα δύσκολο να είσαι μητέρα, γιατί<br />

η μητέρα επιφορτίζεται με όλες τις απαιτήσεις, κι ακόμα πιο<br />

δύσκολο να είσαι μόνη μητέρα! Έχεις διπλές υποχρεώσεις, και<br />

με το παραμικρό λάθος περιμένει ένα δάχτυλο να σε σημαδέψει<br />

και να σε στήσει στον τοίχο. Για όλους είναι πανεύκολο να<br />

κάνουν κριτική, χωρίς να έχουν κάνει τίποτα. Το να είσαι<br />

μητέρα και να έχεις κι ενασχολήσεις κι ανησυχίες... είναι<br />

τραγικό! Και 48 ώρες να είχε το 24ωρο, πάλι θα ήταν λειψές.<br />

-Τι θέλεις να φέρει το μέλλον στην Άννα;<br />

-Γαλήνη... τη βουή της θάλασσας... μια αξιοπρεπή επιβίωση,<br />

και χρόνο ν’ ασχολούμαι μ’ αυτά που αγαπώ!<br />

Σ’ευχαριστώ πολύ, Άννα!<br />

214 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 215


Η Άννα τώρα πια, δεν ζει κοντά στη θάλασσα, όπως αναφέρεται<br />

στο πρώτο πρώτο βιογραφικό της. Ζει στην Αθήνα με τις δυο<br />

κόρες της, που είναι πια κοπέλες. Όμως πάντα τρέχει κοντά<br />

της, την αφουγκράζεται, την συμβουλεύεται, μιλάει μαζί της...<br />

είναι μια αγάπη που δεν έχει υποστεί τη φθορά του χρόνου.<br />

Επίσης πρόσφατα παρουσιάστηκε η λογοτεχνική-παραμυθένια<br />

της επένδυση στην «Νεραϊδοχώρα», μια παράσταση της σχολής<br />

μπαλέτου της φίλης της Μπέττυ Βυτινάρου.<br />

Λυδία Ψαραδέλλη<br />

Τέλος Μαΐου, ορκίστηκε καθώς πήρε το πτυχίο της στα<br />

Οικονομικά από το Πανεπιστήμιο Πειραιά, και θα συνεχίσει<br />

τις σπουδές της σε άλλο Πανεπιστημιακό κλάδο.<br />

Κάνει κάποιες ομιλίες σχετικά με την λογοτεχνία και την<br />

μετάφραση λογοτεχνίας, ενώ ταυτόχρονα συμμετέχει σε<br />

αφηγήσεις, παρουσιάσεις βιβλίων, και διάφορες άλλες<br />

εκδηλώσεις, εντός κι εκτός σχολίων.<br />

Σε τακτική βάση εξωτερικεύει σύντομα καμώματα της σκέψης<br />

της στην ιστοσελίδα newsage.gr. Παράλληλα, τακτοποιεί τα<br />

συρτάρια της και βγάζει από μέσα συγγράμματα, μελέτες,<br />

σημειώσεις, κι επεξεργάζεται νέα βιβλία τόσο για παιδιά όσο και<br />

για ενήλικες, ετοιμάζοντας παράλληλα την συνέχεια του <strong>Έργα</strong><br />

και Ημέρες της τρέλας που τελικά αποφάσισε να προχωρήσει<br />

σε Νο.2 (ο τίτλος... εν αναμονή!)<br />

Συνεχίζει να μελετάει ακατάπαυστα σε κάθε λεπτό ευκαιρίας,<br />

και συνεχίζει να έχει ένα μυαλό ανήσυχο κι αδάμαστο. Συνεχίζει<br />

να φωτογραφίζει τη ζωή είτε με την πένα της είτε με τον φακό<br />

της, και να βασανίζει το σπίτι της με τις διακοσμητικές της<br />

δημιουργίες και ιδέες.<br />

216 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 217


218 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 219


Σταυρούλα Δεκούλου - Παπαδημητρίου<br />

Στην χώρα του παραμυθιού<br />

“Το αστέρι”<br />

Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένα αστέρι. Ένα<br />

αστέρι μικρό. Έτσι το έβλεπαν οι άνθρωποι από<br />

τη γη, μικρό και με αδύναμο φως. Κρεμόταν εκεί<br />

ψηλά στον ουρανό, αγκιστρωμένο στο μαύρο<br />

στερέωμα και κάθε βράδυ χάριζε απλόχερα το<br />

φως του και μοίραζε τη λάμψη του κάτω στη γη.<br />

Αυτό το αστέρι, λοιπόν, είχε την ατυχία να<br />

αγαπήσει το φεγγάρι. Μαγεύτηκε από το<br />

στρογγυλό του σχήμα και τα θλιμμένα μάτια που<br />

ήταν πάντα ζωγραφισμένα πάνω στην επιφάνειά<br />

του. Ήταν όμως τόσο μα τόσο μακριά του που με<br />

το ζόρι και το ίδιο το φεγγάρι το πρόσεχε. Σπάνια<br />

έστρεφε το βλέμμα προς το μέρος του, αλλά και<br />

το αστεράκι δε μπορούσε να κάνει πολλά για να<br />

έρθει πιο κοντά του. Πώς να παραβεί τους νόμους<br />

της φύσης;<br />

220 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 221


Σταυρούλα Δεκούλου - Παπαδημητρίου<br />

Στην χώρα του παραμυθιού<br />

Μια νύχτα όμως, η ανάγκη του να πλησιάσει<br />

έστω και μια στάλα παραπάνω ό,τι λάτρευε το<br />

ώθησε να αγνοήσει του παγκόσμιους νόμους<br />

τους σύμπαντος και έκανε κάτι απίστευτα τρελό.<br />

Άρχισε να σπρώχνει τη συμπαγή του μάζα προς<br />

το φεγγάρι. Ξαφνικά σαν κάποιος να του έκοψε<br />

την κλωστή που το κρατούσε άρχισε να πέφτει<br />

στη γη.<br />

222 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 223


Σταυρούλα Δεκούλου - Παπαδημητρίου<br />

Στην χώρα του παραμυθιού<br />

Έπεφτε, έπεφτε, έπεφτε και προσγειώθηκε<br />

μέσα σε μια λίμνη. Το καημένο το αστεράκι<br />

είχε προσπαθήσει τόσο μα τόσο πολύ να<br />

βρεθεί ένα βήμα πιο κοντά στο φεγγάρι και<br />

ξαφνικά είχε καταλήξει να χάσει όλόκληρο<br />

τον ουρανό. ‘Εμεινε βυθισμένο μέσα στο<br />

νερό να δακρύζει και ούτε τα δάκρυά του<br />

να μη βρίσκουν προορισμό αφού κι αυτά<br />

χάνονταν μέσα στα ίδια τα νερά που το<br />

κάλυπταν. Η λύπη του δεν περιγράφονταν.<br />

Κάποια στιγμή νύχτωσε. Το αστέρι ένιωσε<br />

να κόβεται στα δυο σαν είδε ότι είχε χάσει<br />

ακόμα και το δικό του φως και τώρα όχι<br />

μόνο ήταν καταδικασμένο να υπάρχει στον<br />

πάτο μιας λίμνης ανάμεσα σε βρύα και ψάρια,<br />

αλλά είχε χάσει και το λόγο της ύπαρξής του.<br />

Να σκορπά το φως γύρω του. Σφίχτηκε η<br />

μικρή του καρδιά και δάκρυα ανάβλυσαν και<br />

πάλι από τα στρογγυλά ματάκια του.<br />

224 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 225


Σταυρούλα Δεκούλου - Παπαδημητρίου<br />

Δεν είχε περάσει<br />

ούτε μια ώρα<br />

όταν ξαφνικά<br />

είδε το φεγγάρι<br />

να εμφανίζεται<br />

περίλαμπρο και<br />

ολόφωτο πάνω<br />

στην επιφάνεια<br />

της λίμνης.<br />

Κοίταζε και<br />

ξανακοίταζε και<br />

δεν πίστευε στα<br />

μάτια του. ‘Ο,τι<br />

αγαπούσε σε<br />

αυτόν τον κόσμο<br />

ήταν μόλις δυο<br />

μέτρα μακριά του. Όχι βέβαια, αυτό καθεαυτό,<br />

αλλά η αντανάκλασή του. Ακόμα όμως κι αυτή<br />

ήταν αρκετή αφού μπορούσε να βλέπει τη λάμψη<br />

του και να αντικρύζει το θλιμμένο του πρόσωπο<br />

πάνω στην επιφάνειά του νερού. Και ξαφνικά<br />

δεν είχε σημασία αν είχε χάσει τον ουρανό, ούτε<br />

αν ήταν κρυμμένο στον πάτο μιας λίμνης. Του<br />

ήταν αρκετό ότι κάθε βράδυ ό,τι αγαπούσε θα<br />

εμφανίζονταν μπροστά του ακόμα και μέσω αυτής<br />

της αντανάκλασής του.<br />

Στην χώρα του παραμυθιού<br />

Είναι φορές που η αγάπη βρίσκεται μακριά και<br />

μοιάζει απροσπέλαστη. Αξίζει όμως να θυσιάσεις<br />

κάθε ουρανό, αξίζει να συμβιβαστείς ακόμα και<br />

με την αντανάκλασή της, γιατί από μόνη της η<br />

αγάπη όταν συμβαίνει και είναι αληθινή κρύβει<br />

μέσα της τόσο μεγαλείο που είναι πέρα από<br />

γήινες υποστάσεις και νόμους της φύσης.<br />

Σταυρούλα Δεκούλου - Παπαδημητρίου<br />

226 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 227


228 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 229


Θωμάς Αθ. Αγραφιώτης<br />

Ο Καραγκιόζης και οι Βασιλείς των ορέων<br />

«Ο ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ ΚΑΙ ΟΙ<br />

ΒΑΣΙΛΕΙΣ ΤΩΝ ΟΡΕΩΝ»<br />

του Θωμά Αθ. Αγραφιώτη,<br />

εκπαιδευτικού-καραγκιοζοπαίχτη<br />

(μπαίνει στην παράγκα)<br />

Έργο σε 2 πράξεις, με 1 αλλαγή<br />

σκηνικών και 10 φιγούρες<br />

ΠΡΑΞΗ ΠΡΩΤΗ<br />

ΣΚΗΝΗ 1η<br />

ΣΚΗΝΙΚΟ: Αριστερά η παράγκα του Καραγκιόζη και δεξιά<br />

το σαράι του Πασά<br />

ΦΩΤΙΣΜΟΣ: Κανονικός<br />

ΜΟΥΣΙΚΗ: Το χασαποσέρβικο του Καραγκιόζη<br />

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: (βγαίνει από την παράγκα χορεύοντας)<br />

Ε ρε, ξυπόλυτη οικογένεια! Γεια σου, μανέστρο! Ώπα! (Η<br />

μουσική σταματάει) Αχ! Τι χορός ήταν αυτός! Συγχαρητήρια,<br />

μανέστρο! Αύριο σε πληρώνω, γιατί δεν έχω ούτε ψιλά ούτε<br />

και χοντρά! Λοιπόν! Κυρίες, κύριοι και παιδιά, σήμερα θα<br />

σας παρουσιάσουμε το έργο «Οι Βασιλείς των Ορέων»! Θα<br />

περάσουμε υπέροχα! Θα φάμε τίποτα και θα χορτάσουμε<br />

καθόλου! Ακούστε που σας λέω εγώ! Όποιος έχει, θα χάσει! Ας<br />

πάω τώρα μέσα στην παράγκα, για να αρχίσει η παράσταση!<br />

ΣΚΗΝΗ 2η<br />

ΜΟΥΣΙΚΗ: Το Βερίκοκο από τα Κολλητήρια<br />

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: (βγαίνει από την παράγκα μαζί με τα<br />

Κολλητήρια) Να σταματήσει ο χορός σας, παρακαλώ. Για<br />

πες μου, παιδί μου Κολλητήρη!<br />

ΚΟΛΛΗΤΗΡΗΣ: Μάλιστα, πατέρα!<br />

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Τι μάθημα έχετε αύριο για το σχολείο;<br />

ΚΟΛΛΗΤΗΡΗΣ: Έχουμε το μάθημα της Γεωγραφίας!<br />

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Ωραία! Για πες μου, τι σημαίνει η λέξη<br />

«έρημος»;<br />

230 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 231


Θωμάς Αθ. Αγραφιώτης<br />

Ο Καραγκιόζης και οι Βασιλείς των ορέων<br />

ΚΟΛΛΗΤΗΡΗΣ: Η λέξη «έρημος», πατέρα μου, σημαίνει<br />

ένα κομμάτι γης, στο οποίο δεν φυτρώνει τίποτα.<br />

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Άριστα! Ο μικρός τώρα!<br />

ΜΠΙΡΙΓΚΟΓΚΟΣ: Μάλιστα, πατερούλη μου!<br />

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Πες μου κι εσύ, μικρέ, μια γνωστή έρημο!<br />

ΜΠΙΡΙΓΚΟΓΚΟΣ: Η έρημος Σαχάρα!<br />

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Άριστα! Για πες μου κι εσύ, μεσαίε, ακόμα<br />

μια γνωστή έρημο.<br />

ΚΟΠΡΙΤΗΣ: Δηλαδή ένα μέρος που δεν φυτρώνει τίποτα;<br />

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Ναι!<br />

ΚΟΠΡΙΤΗΣ: Η φαλάκρα σου!<br />

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Αμάν! Τι παιδιά είναι αυτά που έχω;<br />

Κολλητήρη;<br />

ΚΟΛΛΗΤΗΡΗΣ: Μάλιστα, πατέρα!<br />

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Ποιο κεφάλαιο παρέδωσε σήμερα ο<br />

δάσκαλός σας στο μάθημα της Γεωγραφίας;<br />

ΚΟΛΛΗΤΗΡΗΣ: Μιλήσαμε, πατέρα μου, για τα Πιέρια Όρη!<br />

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Και τι ξέρεις, παιδάκι μου, για τα Πιέρια<br />

Όρη;<br />

ΚΟΛΛΗΤΗΡΗΣ: Τα Πιέρια Όρη, πατέρα μου, βρίσκονται<br />

βορειοδυτικά του Ολύμπου. Η συνολική τους έκταση μοιράζεται<br />

σήμερα σε 3 νομούς: το νομό Κοζάνης, το νομό Ημαθίας<br />

και το νομό Πιερίας. Η ψηλότερη κορυφή τους ονομάζεται<br />

Φλάμπουρο και αγγίζει τα 2200 μέτρα.<br />

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Και κάτι ακόμα! Στην κορυφή που λες,<br />

βρίσκεται και η στάνη του Μπαρμπαγιώργου. Θα ξεκινήσω,<br />

για να τον επισκεφτώ, σε λίγο. Θα έρθει μαζί μου και ο φίλος<br />

μου, ο Χατζηαβάτης. Περάστε, λοιπόν, γρήγορα μέσα όλοι!<br />

(μπαίνουν όλοι μέσα στην παράγκα)<br />

ΣΚΗΝΗ 3η<br />

ΜΟΥΣΙΚΗ: Το τραγούδι του Χατζηαβάτη<br />

ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: (βγαίνει από το σαράι χορεύοντας) Αχ!<br />

(η μουσική σταματά) Έφτασα στην καλύβα του Καραγκιόζη.<br />

Καραγκιόζη! Βγες έξω!<br />

232 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 233


Θωμάς Αθ. Αγραφιώτης<br />

Ο Καραγκιόζης και οι Βασιλείς των ορέων<br />

ΣΚΗΝΗ 4η<br />

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: (βγαίνει από την παράγκα με την Αγλαΐα)<br />

Παρών!<br />

ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Καλώς τον! Είσαι έτοιμος, ματάκια μου;<br />

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Πανέτοιμος, φρυδάκια μου! Ξεκινάμε!<br />

Αγλαΐα, φεύγουμε! Να προσέχεις τα παιδιά!<br />

ΑΓΛΑΪΑ: Στο καλό, αντρούλη μου, λεβέντη και αχαΐρευτε!<br />

Να μην ανησυχείς καθόλου! Θα τα προσέχω! Να δώσετε<br />

χαιρετισμούς στον Μπαρμπαγιώργο! (ακούγεται κλασική<br />

μουσική, η Αγλαΐα φεύγει προς την παράγκα, οι 2 ήρωες προς<br />

την πλευρά του σαραγιού και σβήνουν τα φώτα)<br />

ΠΡΑΞΗ ΔΕΥΤΕΡΗ<br />

ΣΚΗΝΗ 1η<br />

ΣΚΗΝΙΚΟ: Αριστερά δέντρα και δεξιά βουνό<br />

ΦΩΤΙΣΜΟΣ: Κανονικός<br />

ΜΟΥΣΙΚΗ: Κλασική μουσική<br />

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: (βγαίνει από την πλευρά των δέντρων)<br />

Αυτόν τον Χατζατζάρη, αν τον είχα μπροστά μου, θα του<br />

δάγκωνα τη μύτη και θα μου έμενε σαν λουκάνικο στο στόμα.<br />

Δεν προλάβαμε να ξεκινήσουμε και εξαφανίστηκε. Πήγε τάχα<br />

να μαζέψει ρίγανη. Στη Σκούλιαρη πήγε και δεν μπορώ να τον<br />

βρω; Αν τον πιάσω, θα του κάνω ένα καρούμπαλο σαν ροδάκινο<br />

Βελβενδού. Θα τον κυνηγάω μέχρι το Παλαιογράτσανο και<br />

θα καταφύγει στο Καταφύγι! Μέχρι τότε όμως, ας ρίξω έναν<br />

υπνάκο να ξεκουραστώ λιγάκι. (ξαπλώνει μπροστά από τα<br />

δέντρα) ΧΡΡΡΡΡΡΡΡΡ…..<br />

ΣΚΗΝΗ 2η<br />

ΜΕΓΑΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ: (βγαίνει από την πλευρά του βουνού<br />

με τη συνοδεία της μουσικής «Μακεδονία ξακουστή») (η μουσική<br />

σταματάει)<br />

Βαριαστενάζουν τα βουνά και οι κάμποι σιγοκλαίνε.<br />

Κι οι λίμνες με τους ποταμούς μια διήγηση τους λένε.<br />

Τους λένε για τη συμφορά, το φόβο, την αντάρα.<br />

Για το κακό που προκαλεί την πιο τρανή λαχτάρα.<br />

Τρόμο, μαυρίλα, πανικό σπέρνει το όνομά του.<br />

Τρέμουνε όλοι μονομιάς στον ήχο απ’ τη λαλιά του.<br />

Τρέμει όλη η πλάση φοβερά στον ήχο καταιγίδας.<br />

Συντέλεια και συμφορά χλωρίδας και πανίδας.<br />

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: (ξυπνάει και σηκώνεται) Χατζατζάρη, εσύ<br />

είσαι που ψέλνεις; Αμάν! Τι βλέπουν τα ματάκια μου; Ένας<br />

καστρόπλαστος! Όμορφος σαν Αχιλλέας και δυνατός σαν<br />

Ηρακλής!<br />

234 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 235


Θωμάς Αθ. Αγραφιώτης<br />

Ο Καραγκιόζης και οι Βασιλείς των ορέων<br />

ΜΕΓΑΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ: Γεια σου, Καραγκιόζη!<br />

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Μα αυτός είναι ο Μεγαλέξανδρος! Ένας<br />

ήρωας με τη στολή του και το δόρυ του! Να προσέχω να<br />

μη μου βγάλει κανένα μάτι! Αλλά εσύ πώς με γνωρίζεις,<br />

Μεγαλέξανδρε;<br />

ΜΕΓΑΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ: Είσαι ο λαός, Καραγκιόζη! Γι’ αυτό<br />

και σε γνωρίζω! Γιατί εσύ, ο λαός, είσαι που γεννάς εμάς τους<br />

ήρωες!<br />

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Και τι θέλεις εδώ στα χώματά μας;<br />

ΜΕΓΑΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ: Μα πάντοτε βασίλευα εδώ, στα<br />

χώματα της Μακεδονίας, Καραγκιόζη! Μέχρι που έφυγα για<br />

τα βάθη της Ανατολής!<br />

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Ήσουν κι εδώ κοντά; Στον Όλυμπο;<br />

ΜΕΓΑΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ: Εδώ ήσαν πάντοτε, από τα<br />

αρχαία χρόνια, οι δώδεκα Θεοί. Και ακόμη, μέσα στα Πιέρια,<br />

ζούσαν οι εννέα Πιερίδες Μούσες, οι κόρες του Πιέρου, που<br />

τραγουδούσαν με τη μελωδική φωνή και που ακόμα και σήμερα<br />

βρίσκονται εδώ γύρω και τριγυρνάνε σαν πουλιά. Αλλά εδώ<br />

κοντά βρίσκεται και κάτι άλλο, Καραγκιόζη!<br />

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Τι πράγμα; Γιατί σκοτείνιασε το πρόσωπό<br />

σου;<br />

ΜΕΓΑΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ: Βρίσκεται και πάλι το καταραμένο<br />

φίδι, για να σκορπίσει τις φλόγες του εδώ κι εκεί, καίγοντας<br />

τα πολύτιμα τα δάση.<br />

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Ακόμα εδώ είναι το φίδι; Δεν το σκότωσες<br />

παλιά;<br />

ΜΕΓΑΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ: Όσες φορές και να το σκοτώσω,<br />

πάντοτε θα ξαναβγαίνει, σαν τη Λερναία Ύδρα, για να σπείρει<br />

τη φωτιά και το κακό. Πριν χρόνια, κόντεψε να κάψει όλα τα<br />

Πιέρια στο όνομα του κέρδους.<br />

ΣΚΗΝΗ 3η<br />

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: (σκύβει) Αχ! Μανούλα μου! Πόσο μεγάλες<br />

συμφορές φέρνει το χρήμα και η απληστία; (όσο είναι σκυμμένος<br />

ο Καραγκιόζης, φεύγει ο Μεγαλέξανδρος προς το βουνό και<br />

236 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 237


Θωμάς Αθ. Αγραφιώτης<br />

Ο Καραγκιόζης και οι Βασιλείς των ορέων<br />

έρχεται πάλι από τη μεριά του βουνού ένας ερημίτης με τη<br />

συνοδεία βυζαντινής μουσικής)<br />

ΕΡΗΜΙΤΗΣ: (η μουσική σταματάει) Έχεις δίκιο!<br />

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Θλίβομαι, Μεγαλέξανδρε, αλλά όσο θα<br />

ζεις εσύ, δεν έχω να φοβηθώ τίποτα. Γιατί εσύ θα είσαι πάντα<br />

η καρδιά και το πνεύμα του Ελληνισμού! (σηκώνεται, βλέπει<br />

τον ερημίτη και τρομάζει) Μανούλα μου! Τι είναι τούτος;<br />

Χατζατζάρη; Πού είσαι; Δεν έχεις μαζέψει όλη τη ρίγανη<br />

ακόμη; Αποθέματα για την κρίση θέλεις να συγκεντρώσεις;<br />

ΕΡΗΜΙΤΗΣ: Σε ανθρώπινα σώματα ασφαλισμένος κείται.<br />

Θησαυρός που με τα λόγια, αχ, δεν κατανοείται.<br />

Κι απ’ έξω έχει μοναχά μια μικρή επιγραφή.<br />

Που είναι ακατανόητη, αχ, για να εξηγηθεί:<br />

«Η ΑΓΙΑ ΤΑΠΕΙΝΩΣΙΣ»<br />

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Αυτός ο παππούς φαίνεται να είναι πιο<br />

φτωχός και από μένα.<br />

ΕΡΗΜΙΤΗΣ: Δεν ξέρω αν είμαι φτωχός, παιδάκι μου! Αλλά<br />

ξέρω ότι θα ήθελα πολύ να είμαι πτωχός τω πνεύματι. Αιώνες<br />

τώρα τριγυρνώ εδώ στα Πιέρια Όρη και στον Όλυμπο. Οι<br />

δώδεκα χαθήκανε μέσα στην άχλη των αιώνων. Τώρα η Τριάδα<br />

βασιλεύει, ακόμα και σήμερα, ακόμα και μέσα στους έρημους<br />

τοίχους. Κάποτε όμως, αυτοί οι τοίχοι έσφυζαν από ζωή.<br />

Κάποιοι ίσως και να κατοικούνται ακόμα από θνητούς,<br />

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Και εσύ πού κατοικείς;<br />

ΕΡΗΜΙΤΗΣ: Εγώ είμαι σαν τα πτηνά, καλό μου παιδί! Σπίτι<br />

μου είναι ο ουρανός και η γη. Ο Πατέρας, ο Υιός και το Πνεύμα<br />

νοιάζονται ακόμα και για τα πουλιά! Εμένα θα εγκαταλείψουν;<br />

Μου χάρισαν τη φύση για πατρίδα. Περιπλανιέμαι ολημερίς<br />

και προσεύχομαι για όλον τον κόσμο.<br />

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: (σκύβει για να μην τον ακούσει ο ερημίτης)<br />

Μπας και το έργο αυτό έχει μπερδευτεί με την κωμωδία «Η<br />

αφεντομουτσουνάρα μου στο Τρελάδικο»; (ο ερημίτης φεύγει<br />

προς το βουνό και έρχεται πάλι από τη μεριά του βουνού ένας<br />

τσολιάς με τη συνοδεία κλέφτικης μουσικής)<br />

ΣΚΗΝΗ 4η<br />

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Ποιος ξέρει άραγε; Τους ξέφυγε ή τον<br />

αμολήσανε; (σηκώνεται, βλέπει τον τσολιά και τρομάζει) Αμάν!<br />

(η μουσική σταματάει) Νέα μεταμόρφωση! Άντε πάλι! Πού<br />

πήγε ο παππούς; Αναλήφθηκε;<br />

ΚΛΕΦΤΗΣ:<br />

Ο Ζιούδρος κάνει τη χαρά, χαρά για τον ιγιό του.<br />

Κι ακάλεσε την κλεφτουριά, τα δώδεκα πρωτάτα.<br />

Το Λάπα δεν ακάλεσε, το μαύρο ψυχοπαίδι…<br />

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Άλλος καστρόπλαστος αυτός! Θηρίο!<br />

Παλικάρι με τα όλα του! Όμως δεν τον ακούω να λέει κουβέντα!<br />

Το αμίλητο νερό ήπιε; Τραγούδησε πρώτα και τώρα σιώπησε…<br />

ΚΛΕΦΤΗΣ: (πολύ δυνατά) Ωρέ, ζαγάρι! Ποιος είσαι εσύ;<br />

238 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 239


Θωμάς Αθ. Αγραφιώτης<br />

Ο Καραγκιόζης και οι Βασιλείς των ορέων<br />

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: (φοβισμένα) Εγώ είμαι ο…<br />

ΚΛΕΦΤΗΣ: (πολύ δυνατά) Λέγε, ωρέ, ποιος είσαι; Μίλα!<br />

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: (με οργή) Σταμάτα να μου φωνάζεις και<br />

θα σπάσεις κανένα από τα ελατήρια της επιστήμης…<br />

ΚΛΕΦΤΗΣ: Τούρκος είσαι;<br />

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Όχι! Έλληνας! Και ψάχνω το θείο μου τον<br />

τσέλιγκα, τον Μπαρμπαγιώργο!<br />

ΚΛΕΦΤΗΣ: Ανιψιός του Μπαρμπαγιώργου είσαι; Πες το,<br />

παιδί μου! Ο θείος σου είναι το καλύτερό μου παλικάρι! Όμως<br />

εδώ πάντα προσέχουμε, γιατί είμαστε συνεχώς σε εγρήγορση.<br />

Πολεμάμε διαρκώς τον εχθρό.<br />

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Κηρύχτηκε κανένας πόλεμος και δεν το<br />

έμαθα;<br />

ΚΛΕΦΤΗΣ: Ο πόλεμος δεν έχει σταματήσει ποτέ! Αιώνες μετά<br />

την πτώση της Βασιλεύουσας και πολεμάμε ακόμα. Κάναμε<br />

επαναστάσεις εδώ στο βουνό και διώξαμε τον Τούρκο από<br />

τα άγια χώματά μας! Τον στείλαμε στην Κόκκινη Μηλιά και<br />

ακόμα παραπέρα! Όμως, ο πόλεμος δεν έχει πάψει! Ο Τούρκος<br />

έφυγε, αλλά ο εχθρός παρέμεινε και φοράει όχι τουρμπάνι,<br />

αλλά ευρωπαϊκό καπέλο. Φοράει επίσημο κουστούμι και είναι<br />

πολύ χειρότερος και από τον Τούρκο. Ο πόλεμος συνεχίζεται…<br />

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Και εγώ μαζί σου τότε! Θα μπω στην πρώτη<br />

γραμμή του πυρός… Θα πολεμήσω στο πλάι σου, όπως με<br />

τον Κατσαντώνη και τον Αθανάσιο Διάκο! Όπως με τον<br />

Πατριάρχη και τον Καπετάν Γκρη!<br />

ΚΛΕΦΤΗΣ: Μπράβο, παιδί μου! Χαιρετισμούς στον<br />

Μπαρμπαγιώργο! Σε αφήνω! (φεύγει με σάλτο προς το βουνό)<br />

ΣΚΗΝΗ 5η<br />

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Πώς το έκανε αυτό το άλμα; Πω! Πω! Πω!<br />

Πριν τον ακολουθήσω όμως για τη μεγάλη μάχη, ας ρίξω<br />

πρώτα καμιά σαρανταριά υπνάκους, για να πάρω δυνάμεις!<br />

(ξαπλώνει μπροστά από τα δέντρα) ΧΡΡΡΡ… (έρχονται από<br />

το βουνό ο Χατζηαβάτης και ο Μπαρμπαγιώργος)<br />

ΣΚΗΝΗ 6η<br />

ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Εδώ είναι, κύριε Γιώργο! Κοιμάται πάλι!<br />

Ξύπνα, βρε παιδάκι μου! Σε χάσαμε και ανησυχήσαμε! Ξύπνα<br />

240 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 241


Θωμάς Αθ. Αγραφιώτης<br />

Ο Καραγκιόζης και οι Βασιλείς των όρεων<br />

τέλος πάντων! Έχουμε και δουλειές να κάνουμε! Ο θείος σου<br />

μας περιμένει εδώ και ώρα!<br />

ΜΠΑΡΜΠΑΓΙΩΡΓΟΣ: Να τουν καταβριέξου να ξυπνήσ;<br />

Να του ρίξου μιρικίς σφαλιάρις; Ξύπνα, Καραγκιόζ! Ξύπνα,<br />

ανιψιούδ! Φιέρνου νιρού!<br />

ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Αφήστε τον, κύριε Γιώργο! Ξυπνάει! Σήκω,<br />

βρε!<br />

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Χατζατζάρη; Θείε; Πού πήγε ο τσολιάς;<br />

ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Εδώ είναι ο θείος σου, Καραγκιόζη!<br />

Μπροστά σου!<br />

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Όχι! Δεν εννοώ τον μπάρμπα μου! Εννοώ<br />

τον τσολιά που ήρθε μετά τον Αλέξανδρο της Μακεδονίας<br />

και τον παππού.<br />

ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Αχ, ματάκια μου! Όνειρο μάλλον θα<br />

έβλεπες! Εδώ είμαστε μόνο εγώ και ο κύριος Γιώργος! Ούτε<br />

άλλος τσολιάς, ούτε παππούδες, ούτε Μεγαλέξανδρος, ούτε<br />

μέγας ψεύταρος. Εκτός από σένα!<br />

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Όχι! Τους είδα σου λέω! Μιλήσαμε για τα<br />

παλιά!<br />

ΜΠΑΡΜΠΑΓΙΩΡΓΟΣ: Αχ, ιέρμου! Θαταν οι βασλείς του<br />

βνου, μαθές. Ιστουρίες παλιές, πτς λιέμι τνύχτα μι τα πράτα<br />

να πιερνάνι οι ώρις!<br />

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Οι βασιλείς των ορέων! Οι Αρχαίοι, οι<br />

βυζαντινοί και οι νεότεροι. Έχω ακούσει και εγώ αυτόν το<br />

θρύλο. Τον είδα στο όνειρό μου! Ε, ρε μανούλα μου! Ας ρίξουμε<br />

όμως τώρα και ένα χορό, για να ξυπνήσουμε μια και καλή!<br />

Αλλά πρωτίστως να ειδοποιήσουμε τις κυρίες, τους κυρίους<br />

και τα μικρά παιδιά ότι τα έργο μας «Οι Βασιλείς των Ορέων»<br />

έλαβε τέλος! Γεια σας και χαρά σας μέχρι τα σπίτια σας!<br />

(φεύγουν προς το βουνό με τη συνοδεία παραδοσιακής μουσικής)<br />

ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ<br />

Θωμάς Αθ. Αγραφιώτης<br />

Εκπαιδευτικός - Καραγκιοζοπαίχτης<br />

242 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 243


Η Λυδία Ψαραδέλλη<br />

συζητάει με τον<br />

Θωμά Αθ. Αγραφιώτη<br />

244 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 245


Όταν έχεις απέναντί σου έναν<br />

πολυδιάστατο άνθρωπο, με πολλά<br />

ενδιαφέροντα και ασχολίες, με<br />

διακρίσεις σε όποιον τομέα κι αν έχει<br />

κινηθεί, νιώθεις δέος, προσπαθείς<br />

να μάθεις το μυστικό της επιτυχίας<br />

ή ψάχνεις την αδυναμία του; Ας<br />

συνομιλήσουμε με τον συγγραφέα,<br />

Δρ. παιδαγωγικής και καραγκιοζοπαίχτη, κύριο Θωμά Αθ.<br />

Αγραφιώτη.<br />

-Μπορεί ένας άνθρωπος να είναι πολυτάλαντος;<br />

-Ναι, φυσικά και μπορεί να είναι πολυτάλαντος ο οποιοσδήποτε<br />

άνθρωπος, από τον πρώτο μέχρι και τον τελευταίο, κάτι που<br />

αποτελεί πρόνοια της ίδιας της φύσης ή της θείας ενέργειας ή<br />

και τα δύο, ο καθένας μπορεί να το ερμηνεύσει όπως θέλει. Όλοι<br />

οι άνθρωποι, ανεξαιρέτως, είμαστε προικισμένοι με ταλέντα, τα<br />

οποία μπορεί να μην φαίνεται, πάντοτε, ότι είναι πολλά, αλλά<br />

είναι πολλά, καθώς δεν αποκλείεται να κρύβονται και να μην<br />

κάνουν αισθητή την παρουσία τους, είτε λόγω σεμνότητας, είτε<br />

λόγω αθόρυβης δουλειάς, είτε λόγω προσωπικής πεποίθησης,<br />

είτε και λόγω εξωγενών προβληματικών παραγόντων.<br />

-Οπότε ο άνθρωπος γεννιέται με το ταλέντο ή επιτυγχάνει<br />

ένα άριστο αποτέλεσμα, μετά από μεγάλη προσπάθεια και<br />

επιμονή; Είναι θεϊκό δώρο το ταλέντο; Μπορεί να χαθεί με<br />

κάποιον τρόπο;<br />

-Ανατρέχοντας στην Καινή Διαθήκη, μου έκανε, πάντοτε,<br />

ιδιαίτερη εντύπωση η παραβολή των ταλάντων. Μου έκανε,<br />

μάλιστα, επιπρόσθετη εντύπωση το γεγονός ότι δεν έχουν<br />

όλοι οι άνθρωποι τα ίδια τάλαντα, τόσο ποιοτικά όσο και<br />

ποσοτικά. Με άλλα λόγια, ποικίλουν, ως προς τα τάλαντά τους.<br />

Το θέμα, όμως, είναι αν τα αξιοποιούν και τα εκμεταλλεύονται,<br />

με την καλή έννοια. Άνθρωποι με δέκα τάλαντα, μπορεί να τα<br />

αφήσουν να χαθούν, ενώ άτομα με λιγότερα τάλαντα, μπορεί<br />

να το δουλέψουν και να διαπρέψουν. Συνεπώς όντως, κάποιος<br />

μπορεί να είναι πολυτάλαντος, πλην όμως δεν αρκεί, απλώς<br />

και μόνο, το ταλέντο. Χρειάζεται και η σκληρή δουλειά. Αυτά<br />

πάνε μαζί. Το πολύπλευρο και θείο, ας το αποκαλέσουμε<br />

έτσι, τάλαντο, που δεν πρέπει να θάβουμε στη γη και να το<br />

αφήνουμε στάσιμο.<br />

-Αν έπρεπε να διαλέξεις ένα χώρο δραστηριοποίησης, ποιον<br />

από όλους θα διάλεγες και γιατί;<br />

-Αναμφιβόλως, η τέχνη του Θεάτρου Σκιών ξεχωρίζει και<br />

οφείλω να τη διαλέξω, διότι είναι η τέχνη πάνω στην οποία<br />

πάτησα, για να αναπτύξω όλα τα άλλα τάλαντα. Αυτό<br />

οφείλεται στο ότι ο Καραγκιόζης, ως τέχνη, συνιστά μια<br />

«παντολογία». Περιέχει τα πάντα και επειδή την άσκησα, ως<br />

τέχνη, από μικρός, μου έδωσε όλα τα απαιτούμενα εφόδια,<br />

για να αναπτύξω το γραπτό και τον προφορικό λόγο, την<br />

επικοινωνιακή δεξιότητα, τη συσχέτιση θεωρίας και πράξης,<br />

τη ζωγραφική, την κατασκευή, την υποκριτική, τη συγγραφή.<br />

Για το λόγο αυτό, πιστεύω, ακράδαντα, ότι η αξιοποίηση της<br />

τέχνης αυτής στα σχολεία, δίνει τρομερά εφόδια στα παιδιά,<br />

246 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 247


πέρα από την εκπληκτική της δυνατότητα να μαγνητίζει το<br />

ενδιαφέρον, ταυτόχρονα με το άναμμα των φώτων της σκηνής.<br />

-Θα σε έκανε ευτυχισμένο αυτή η επιλογή σου;<br />

-Μα είμαι ευτυχισμένος, έτσι κι αλλιώς. Δεν φαντάζομαι τον<br />

εαυτό μου να κάνω κάτι άλλο. Ωστόσο, δεν θα πρέπει, ποτέ<br />

μας, να επαναπαυόμαστε. Εχθρός του καλού είναι το καλύτερο,<br />

ενώ όλοι μας είμαστε επιδεκτικοί βελτίωσης. Συνεπώς, δεν<br />

θα πρέπει να νιώθουμε πλήρως καλυμμένοι με όσα κάνουμε,<br />

αλλά να είμαστε ανήσυχοι και να αγωνιζόμαστε για κάτι ακόμα<br />

καλύτερο, αλλιώς θα αφήσουμε τα τάλαντά μας στάσιμα,<br />

όπως είπαμε και παραπάνω και για να καταλήξουμε εκεί που<br />

ξεκινήσαμε. Η ζωή είναι αγώνας διαρκείας. Ποτέ μας, δεν<br />

μπορούμε να πούμε ότι δεν υπάρχει κάτι καινούριο και πιο<br />

καλό, από όσα έχουμε κάνει ως τώρα.<br />

-Τι σε εμπνέει στα κείμενά σου και πώς ξεκινάς, συνήθως,<br />

τη συγγραφή τους;<br />

-Όσο και να φαίνεται περίεργο και με βάση και την τρίτη<br />

ερώτηση, η τέχνη του Θεάτρου Σκιών είναι αυτή που με<br />

καθοδηγεί ακόμα και στις συγγραφικές εμπνεύσεις μου. Όντας<br />

«παντολογία», ο Καραγκιόζης είναι το πάτημά μου, πάνω στο<br />

οποίο αντλώ τις εμπνεύσεις μου για τα κείμενά μου, ακόμα και<br />

όταν αυτά φαίνεται να έχουν μια άλλη θεματική. Από εκεί και<br />

στο εξής, δουλεύω μέσα την ιδέα μου, την «κοιλοπονάω», όπως<br />

έλεγε και ο δάσκαλός μου, με αποτέλεσμα, όταν έρθει η ώρα<br />

να την αποτυπώσω γραπτώς, να μπορώ να την καταγράψω<br />

μέσα σε απίστευτα μικρό χρονικό διάστημα. Περισσότερο<br />

χρόνο, από εκεί και στο εξής, χάνω στη λεγόμενη «μάχη των<br />

λέξεων», για λεπτομέρειες γραμματικές ή συντακτικές, παρά<br />

στην ουσία. Η ουσία έχει σχεδόν οριστικοποιηθεί, ως σκέψη<br />

και πριν από τη συγγραφή, μέσα στο μυαλό μου.<br />

-Φέρεσαι σκληρά στους χαρακτήρες σου; Τους ωθείς στα<br />

άκρα; Σου αρέσει να τους δοκιμάζεις;<br />

-Οι χαρακτήρες μου είναι η προέκταση του εαυτού μου. Τους<br />

φέρομαι, όπως θα ήθελα να φερθώ στον ίδιο μου τον εαυτό.<br />

Ποιητική αδεία, ωστόσο, μπορεί να γίνω και πιο σκληρός, από<br />

όσο θα έπρεπε, αλλά πάντα με βασική αρχή την παιδαγωγική<br />

αντιμετώπισή τους, με την έννοια ότι (πρέπει να) τους<br />

248 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 249


αντιμετωπίζουμε έτσι, ώστε να βελτιώνονται και να βγαίνουν<br />

καλύτεροι, μέσα από τις δοκιμασίες τους. Συνεπώς, και στα<br />

άκρα θα φτάσουν και θα δοκιμαστούν, αλλά για το καλό τους.<br />

Μην ξεχνάμε, όμως, το ότι, πολλές φορές, η ζωή γίνεται πιο<br />

σκληρή και από την τέχνη. Συνεπώς, η μυθοπλασία μπορεί<br />

και να γίνει πραγματικότητα, με ακόμα πιο ρεαλιστικό τρόπο.<br />

Οπότε προσοχή, καθώς τέχνη και ζωή «αλληλοαντιγράφονται».<br />

-Πιστεύεις ότι μπορείς να ασχοληθείς με όλα τα θέματα,<br />

με τον ίδιο άριστο τρόπο ή προτιμάς συγκεκριμένα είδη<br />

γραφής;<br />

-Ο καθένας έχει τις ιδιαίτερες επιλογές του και το χώρο του,<br />

πάνω στον οποίο κινείται πιο άνετα και πιο δημιουργικά.<br />

Είναι καλό να πειραματιζόμαστε και να δοκιμάζουμε και άλλα<br />

πράγματα. Ωστόσο, είναι ακόμα καλύτερο να ξέρουμε τα όριά<br />

μας και να κινούμαστε εκεί που μπορούμε να πετύχουμε τα<br />

καλύτερα δυνατά αποτελέσματα. Συνεπώς, η απάντηση είναι<br />

κάπου στη μέση. Αξιοποιούμε την έφεσή μας και τα ταλέντα<br />

μας, στους τομείς που (νιώθουμε ότι) αγγίζουμε την αριστεία,<br />

αλλά ανοίγουμε και άλλους δρόμους. Αν μας βγουν σε καλό,<br />

τους κρατάμε, αλλιώς επιστρέφουμε στο σίγουρο, συνεχίζοντας<br />

τους πειραματισμούς. Σημασία έχει η αρχική επιλογή. Για το<br />

λόγο αυτό, επαναλαμβάνω ότι το Θέατρο Σκιών, σαν αρχική<br />

επιλογή, ανοίγει πολύ περισσότερους δρόμους, σε σχέση με<br />

άλλες επιλογές σαν εφαλτήριο.<br />

-Σε επηρεάζει η ανταπόκριση που θα έχει ένα έργο σου στο<br />

αναγνωστικό κοινό;<br />

-Υπάρχει κανείς που δεν θα ήθελε να τον αγαπάει το κοινό;<br />

Η σχέση είναι αλληλένδετη. Όταν το εκάστοτε κοινό σου<br />

ανταποκρίνεται θετικά, αυτό λειτουργεί σαν ένα είδος<br />

ανατροφοδότησης και σε κάνει να θες να γίνεις ακόμα<br />

καλύτερος. Αν λείπει αυτή η θετική ανταπόκριση, τότε πρέπει<br />

να την αναζητήσει κανείς, όχι σαν αυτοσκοπό, αλλά διότι<br />

αυτή ακριβώς η θετική αίσθηση αποτελεί τη βάση, πάνω στην<br />

οποία μπορούμε να πατήσουμε, για να γίνουμε ακόμα πιο<br />

δημιουργικοί και αποτελεσματικοί. Ο καλός λόγος θρέφει<br />

και βοηθά στην ανάπτυξη και στη βελτίωση.<br />

-Γεννήθηκες στην Κοζάνη, εργάζεσαι στην Πάτρα. Πώς<br />

επηρεάζει αυτό έναν άνθρωπο του πνεύματος;<br />

-Η Κοζάνη, κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, ήταν μια<br />

πόλη γραμμάτων και τεχνών, αντάξια των Ιωαννίνων εκείνης<br />

250 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 251


της εποχής. Ωστόσο, μετά την απελευθέρωσή της από τους<br />

Τούρκους, βασίστηκε, ως πόλη, σε άλλες βάσεις, χάνοντας<br />

κάπως την πνευματική της αίγλη, την οποία οφείλει να<br />

αποκτήσει ξανά. Από την άλλη, η Πάτρα είναι το μέρος, όπου<br />

γεννήθηκε και ανδρώθηκε το νεοελληνικό Θέατρο Σκιών,<br />

στα τέλη του 19ου αιώνα, κάτι που αποτελεί για μένα πηγή<br />

έμπνευσης και δημιουργίας. Στην Κοζάνη, δεν υπήρχε παράδοση<br />

Θεάτρου Σκιών. Είμαι, όσο και αν φαίνεται περίεργο, ο πρώτος<br />

δυτικομακεδόνας καραγκιοζοπαίχτης, δεν υπήρχε άλλος, πριν<br />

από μένα. Δεν υπήρχε σχετική παιδεία και παράδοση. Όμως,<br />

στην Πάτρα, στην κοιτίδα του Καραγκιόζη, βρίσκομαι μέσα<br />

στην ίδια την πηγή του θεάματος. Τι καλύτερο για μένα, που<br />

έχω το Θέατρο Σκιών ως κορυφή των εμπνεύσεων και των<br />

ενδιαφερόντων μου;<br />

-Τι σημαίνουν οι ταινίες για σένα;<br />

-Ο κινηματογράφος, όπως έχει ειπωθεί, είναι ένα «παράθυρο<br />

στον κόσμο». Συνεπώς, οι ταινίες είναι αυτές που, προσωπικά,<br />

μου ανοίγουν διαδρόμους, ώστε να ταξιδέψω παντού, ακόμα<br />

και εκεί που δεν μπορεί να πάει κανείς. Ποιητική αδεία, στον<br />

κινηματογράφο, όπως και στο Θέατρο Σκιών, κάνεις τα<br />

πάντα και πας παντού. Συνεπώς, για μένα, οι ταινίες είναι<br />

ένα διαβατήριο για τα πιο απίθανα ταξίδια και με τους πιο<br />

απίθανους συνεπιβάτες. Κάτι που αποτελεί, γενικότερα,<br />

προνόμιο της τέχνης.<br />

-Παλιός ή νέος κινηματογράφος; Ελληνικός ή ξένος;<br />

-Δεν είμαι υπέρ αυτών των διλημμάτων, γιατί φαίνεται,<br />

μέσα τους, να κρύβουν ένα είδος αντιπαράθεσης, η οποία<br />

βεβαίως και υποβόσκει, αλλά πρέπει να την αντιμετωπίζουμε<br />

ως ιστορικό φαινόμενο και όχι ως στάση ζωής. Σαφώς και<br />

έχω προτιμήσεις, αλλά με βασική αρχή ότι, παντού, μπορεί<br />

να βρει κανείς καλή και κακή ποιότητα. Είμαι υπέρ του<br />

παλιού κινηματογράφου, διότι αυτός διακρίνεται από μια<br />

αυθεντικότητα, μια νοσταλγία και μια γοητευτική παλαιότητα.<br />

Είμαι υπέρ του νέου κινηματογράφου, γιατί πρέπει, πάντοτε,<br />

να ανοίγουμε νέους δρόμους, που και αυτοί, με τη σειρά τους,<br />

θα γίνουν παλιοί. Είμαι υπέρ του ελληνικού κινηματογράφου,<br />

διότι αυτός είναι μοναδικός στο είδος του και, ως Έλληνας,<br />

οφείλω να τον μελετώ και να τον ενισχύω. Είμαι υπέρ του ξένου<br />

κινηματογράφου, διότι ένας σωστός κινηματογραφόφιλος<br />

δεν πρέπει να παραμελεί καμία κινηματογραφική τάση και<br />

διότι, όπως και να το κάνουμε, δεν μπορώ να φανταστώ πώς<br />

θα ήταν η ζωή μου, αν δεν είχα δει ξένες κινηματογραφικές<br />

ταινίες, αλλά και ελληνικές, με την έννοια ότι υπάρχουν<br />

αριστουργήματα που πρέπει να βλέπουμε, να μελετούμε και<br />

να διδάσκουμε.<br />

-Αν έγραφες ένα κινηματογραφικό σενάριο, τι ύφος θα είχε;<br />

Θα είχε τη γαλλική κουλτούρα, το ελληνικό ταμπεραμέντο,<br />

το ρωσικό φορμαλισμό, την αμερικανική δράση ή κάτι<br />

διαφορετικό;<br />

-Το ιδανικό είναι να μπορώ να συνδυάζω, επιτυχώς, όλα τα<br />

προαναφερθέντα, αλλά και κάτι περισσότερο. Θέλω να πω<br />

ότι ένα καλό σενάριο πρέπει να διέπεται από πολλά επίπεδα<br />

252 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 253


ανάγνωσης. Συνεπώς, πρέπει να έχει, μέσα του, κρυμμένα<br />

πολλά πράγματα, τα οποία να μπορούν να ανιχνευθούν,<br />

από άλλους λιγότερο και από άλλους περισσότερο. Κάποιοι<br />

αποδέκτες του έργου μας, ίσως, θα μείνουν μόνο στο ένα<br />

στοιχείο, για παράδειγμα, στο ταμπεραμέντο ή στη δράση.<br />

Κάποιοι άλλοι, όμως, θα αναζητήσουν κάτι περισσότερο. Αυτό<br />

είναι το ιδανικό. Να μπορούμε να γράψουμε ένα πολύπτυχο<br />

και πολυεπίπεδο έργο, μέσα στο οποίο να συνδυάζονται όσα<br />

περισσότερα πράγματα γίνονται, αλλά με έναν απλό τρόπο.<br />

Να συνυπάρχει δηλαδή το απλό με το σύνθετο. Σαφώς όμως,<br />

όλοι μας, πάντοτε, έχουμε και κάποιες ιδιαίτερες επιλογές, οι<br />

οποίες ξεχωρίζουν. Προσωπικά, π.χ., λατρεύω το μαγικό και<br />

το παραμυθένιο στοιχείο, ακόμα και μέσα από τις ρεαλιστικές<br />

περιγραφές και καταστάσεις.<br />

-Το καλοκαίρι που μας πέρασε, τέθηκε, για άλλη μια φορά,<br />

ερώτημα περί καταγωγής του Καραγκιόζη και πήρες δημόσια<br />

θέση. Η σταθερή αυτή τοποθέτησή σου περί καταγωγής,<br />

είναι αποτέλεσμα της γνώσης;<br />

-Αν θέλουμε να τοποθετηθούμε πάνω σε ένα ζήτημα, πρέπει<br />

να το γνωρίζουμε όσο πιο καλά γίνεται. Εν προκειμένω,<br />

προσπαθώ να τοποθετούμαι επί του συγκεκριμένου θέματος,<br />

τόσο μέσα από την αισθητική-φιλοσοφική, όσο και μέσα από<br />

την ιστορική γνώση. Μέσα από αυτόν το συνδυασμό, θέλω να<br />

πιστεύω ότι εκπροσωπώ την ορθότερη και αντικειμενικότερη<br />

δυνατή άποψη πάνω στο θέμα της καταγωγής αυτού του ήρωα,<br />

αποφεύγοντας τις εθνικιστικές ή διεθνιστικές ακρότητες, αλλά<br />

λέγοντας τα πράγματα με το όνομά τους, τόσο καλλιτεχνικά,<br />

όσο και επιστημονικά. Για το λόγο αυτό, ασχολούμαι με το<br />

Θέατρο Σκιών όχι μόνο ως καραγκιοζοπαίχτης, αλλά και<br />

ως επιστήμονας-συγγραφέας, κάτι που με βοηθάει να έχω<br />

σφαιρικότερη άποψη και γνώση.<br />

-Τι είναι ο Καραγκιόζης για σένα; Χόμπι, αυστηρή ενασχόληση<br />

ή συναίσθημα;<br />

-Είναι έρωτας και επάγγελμα, ταυτοχρόνως.<br />

-Επηρεάζει η αντίδραση του παιδικού κοινού την έκβαση<br />

του έργου; Αντλείς δύναμη από μια ζεστή ανταπόκριση των<br />

παιδιών;<br />

-Η σχέση ανάμεσα στο εκάστοτε κοινό και τον<br />

254 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 255


καραγκιοζοπαίχτη, είναι μια σχέση αμφίδρομη. Όσο καλύτερο<br />

το κοινό, τόσο καλύτερη και η παράσταση Θεάτρου Σκιών,<br />

καθώς ο επικοινωνιακός χαρακτήρας και η αμεσότητα της<br />

τέχνης του Καραγκιόζη δεν έχουν προηγούμενο στο χώρο<br />

της τέχνης. Μόνο στον Καραγκιόζη, ο πομπός γίνεται δέκτης<br />

και ο δέκτης γίνεται πομπός, μέσα σε ελάχιστα δευτερόλεπτα<br />

και με εναλλαγές που δεν μπορεί να δει κανείς σε καμία άλλη<br />

τέχνη, κάτι που οφείλεται στην αμεσότητα του φωτισμένου<br />

πανιού και της σκιάς, σε συνδυασμό πάντοτε και με το ζωοποιό<br />

λόγο. Πολύ περισσότερο με το παιδικό κοινό, το οποίο, από<br />

τη φύση του, είναι το πιο ειλικρινές, το πιο αυθόρμητο και το<br />

πιο έντιμο. Το παιδί χειροκροτεί, μόνο όταν κάτι του αρέσει.<br />

Μπορεί να σου αποθεώσει μια παράσταση και, αν δεν προσέξει<br />

κανείς, μπορεί και να σου την τινάξει στον αέρα. Ένα τέτοιο<br />

θετικό παιδικό κοινό είναι η καλύτερη επιβράβευση και σε<br />

βοηθά να γίνεις ακόμα καλύτερος.<br />

Καραγκιόζη, με τόση μεγάλη αγάπη;<br />

-Το Θέατρο Σκιών αποτελεί μια τέχνη πανάρχαια, άμεση,<br />

δυναμική και ταυτισμένη με την ελληνική παράδοση. Πολύ<br />

περισσότερο σήμερα, που ο κόσμος έχει αρχίσει να κουράζεται<br />

από την τεχνολογία και αναζητάει, πάλι, την επιστροφή στις<br />

ρίζες του, δηλαδή αναζητάει το λόγο, το μύθο και την ποίηση.<br />

Πέρα από όλα αυτά όμως, ο Καραγκιόζης είναι διαχρονικός.<br />

Όπως διαχρονική είναι και η δύναμη των σκιών. Όσο υπάρχει<br />

η σκιά μας, ο κόσμος θα αγαπά τον Καραγκιόζη. Όσο υπάρχει<br />

αδικία στον κόσμο, ο Καραγκιόζης θα είναι πάντα επίκαιρος.<br />

Και όσο έχουμε ανάγκη το θέατρο, πάντα θα έχουμε ανάγκη<br />

και τον Καραγκιόζη.<br />

-Υπάρχει αποτυχημένη παράσταση;<br />

-Στον Καραγκιόζη και γενικά στο θέατρο, κάθε παράσταση<br />

γεννιέται και πεθαίνει την ίδια τη στιγμή. Συνεπώς, κάθε<br />

παράσταση είναι και διαφορετική. Μια παράσταση είναι<br />

αποτυχημένη, μέχρι να επαναληφθεί με πετυχημένο τρόπο,<br />

την επόμενη φορά. Και το αντίστροφο: Μια παράσταση είναι<br />

πετυχημένη, μέχρι να αρχίσει η αμέσως επόμενη, η οποία<br />

οφείλει να είναι το ίδιο πετυχημένη. Στο θέατρο, κάθε μέρα,<br />

δίνεις εξετάσεις.<br />

-Γιατί συνεχίζει ο κόσμος να παρακολουθεί παραστάσεις<br />

256 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 257


-Πώς θα όριζες αυτό που κάνεις στο διαδικτυακό περιοδικό<br />

του Πανελλήνιου Σωματείου Θεάτρου Σκιών, «Ο καραγκιόζης<br />

μας», όπου αρθρογραφείς και επιμελείσαι;<br />

-Το ψηφιακό περιοδικό του Πανελλήνιου Σωματείου Θεάτρου<br />

Σκιών «Ο Καραγκιόζης μας» κυκλοφορεί στο διαδίκτυο, κάθε<br />

μήνα, στην ηλεκτρονική διεύθυνση www.karagkiozis.com και<br />

εκεί, από το 2007 και εξής, που ξεκίνησε η τρίτη (διαδικτυακή)<br />

περίοδός του, γράφω και βοηθάω ανελλιπώς. Το ορίζω αφενός<br />

σαν μια τιμή που μου γίνεται, να συνεισφέρω, όσο μπορώ, με<br />

το έργο μου, σε αυτό που λέμε υποστήριξη της λαϊκής τέχνης<br />

του Θεάτρου Σκιών, και αφετέρου στο ότι έτσι αυτή η τέχνη<br />

είναι σε θέση, με τη συγκεκριμένη έκδοση, να αποδείξει ότι<br />

εξακολουθεί και παραμένει ζωντανή και δυναμική, δίνοντας<br />

κάθε μήνα το δυναμικό «παρών», μέσα στον πλουραλιστικό<br />

κόσμο του ιντερνέτ, στον οποίο αν δεν εξασφαλίσεις την<br />

παρουσία σου, σε τακτική βάση, κινδυνεύεις να ξεχαστείς και<br />

να αφανιστείς. Όμως, ο Καραγκιόζης, κάθε μήνα, αποδεικνύει<br />

ότι υπάρχει με πλούσιο, πρωτότυπο και ποιοτικό, θέλω να<br />

πιστεύω, νέο υλικό, μέσω του περιοδικού του.<br />

-Σε πολύ μικρή ηλικία και έχεις καταφέρει τόσα πολλά.<br />

Φοβάσαι το θάνατο; Πιστεύεις ότι έχεις κερδίσει, μέσω των<br />

επιτευγμάτων σου, μια θέση στην αιωνιότητα;<br />

-Ο θάνατος είναι μια κατάσταση, που δυστυχώς την<br />

αντιμετωπίζουμε με λάθος τρόπο. Παρά το γεγονός ότι η<br />

ελληνική παράδοση και η θρησκεία έχουν νικήσει το θάνατο,<br />

σαν ιδέα και στάση ζωής, βλέπουμε ότι το θέμα του θανάτου,<br />

πάντοτε, μας κατατρέχει. Συνεπώς, το πρόβλημα αυτό πρέπει<br />

να το καταπολεμήσουμε, όσο ακόμα ζούμε και είμαστε δυνατοί.<br />

Δεν ξέρω αν θα το καταφέρω, γιατί είναι κάτι δύσκολο. Ούτε<br />

ξέρω αν έχω καταφέρει πολλά, γιατί σίγουρα μπορώ να<br />

καταφέρω πολύ περισσότερα. Όμως, η υστεροφημία είναι<br />

κάτι δελεαστικό και σίγουρα αποτελεί, μαζί με τα άλλα, μια<br />

νίκη κατά του θανάτου. Μακάρι να πετύχουμε όλοι μας, αυτό<br />

που πέτυχε ο Αχιλλέας. Πέθανε νέος στη μάχη, αλλά κέρδισε<br />

την αιώνια δόξα. Και δεν το έκανε για τον ίδιο, αλλά για το<br />

σύνολο. Αυτή η στάση του είναι που τον καταξίωσε.<br />

-Ποιο θεωρείς ότι είναι το σημαντικότερο πράγμα που<br />

μπορεί να κάνει κάποιος στη ζωή του;<br />

-Το προαναφερθέν. Να μπορέσει να κερδίσει το στοίχημα<br />

με το θάνατο, όσο ζει ακόμα και μέσα από το έργο του, το<br />

οποίο όμως πρέπει να είναι, πρώτα, υπέρ του συνόλου, για<br />

να μπορέσει να λειτουργήσει και υπέρ μας, προσωπικά.<br />

-Είναι ευτυχία τα παιδιά; Πώς επηρεάζει η εκπαιδευτική<br />

εργασία σου, σαν δασκάλου, τη ζωή σου;<br />

-Ένα παλιό ρητό έλεγε πως αν έχεις παιδιά, να τα χαίρεσαι.<br />

Και αν δεν έχεις παιδιά, να χαίρεσαι. Τα παιδιά είναι αυτό<br />

που λέμε, ένας «ευχάριστος πονοκέφαλος». Αυτό σημαίνει<br />

ότι συνεπάγονται πολλές ευθύνες. Τόσο τα βιολογικά παιδιά,<br />

όσο και τα πνευματικά παιδιά. Με την έννοια αυτή, είμαι<br />

πολύτεκνος. Τόσο χάρη στους μαθητές μου, όσο και χάρη<br />

στα συγγραφικά τέκνα μου, όπως έλεγε, για τα τελευταία, ο<br />

258 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 259


Αλέκος Σακελλάριος.<br />

-Αν σε ρώταγε ένας από τους μαθητές σου, τι σημαίνει “ζωή”,<br />

τι θα του έλεγες;<br />

-Με μια λέξη, ζωή σημαίνει «αγώνας».<br />

-Υπάρχει ελπίδα σήμερα στις καρδιές των ανθρώπων;<br />

-Αν δεν υπάρχει, πρέπει να την καλλιεργήσουμε. Αν υπάρχει,<br />

πρέπει να πολεμήσουμε, για να μείνει φλογερή. Ακόμα όμως<br />

και αν φαίνεται πως δεν υπάρχει, βρίσκεται, κατά βάθος, μέσα<br />

μας. Απλώς, πρέπει να αγωνιστούμε, για να την φανερώσουμε<br />

και να την αποκαλύψουμε.<br />

-Ευχαριστώ πολύ για τη συνέντευξη!<br />

-Κι εγώ σας ευχαριστώ, θερμά!<br />

Αυτήν την περίοδο, ο Θωμάς Αθ. Αγραφιώτης παρουσιάζει<br />

παραστάσεις Καραγκιόζη, συνεχίζει το πολυποίκιλο εκπαιδευτικό<br />

του έργο και αναπτύσσει έντονη συγγραφική δραστηριότητα,<br />

κινούμενος κυρίως γύρω από τα καλλιτεχνικά του ενδιαφέροντα.<br />

Λυδία Ψαραδέλλη<br />

260 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 261


262 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 263


<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

“Έρωτας είναι η αιτία…”<br />

Γράφει η Δήμητρα Τράκα<br />

Έρωτας είναι η αιτία… όπως λέει κι<br />

ένα παλιό άσμα. Και όχι μόνο ένα.<br />

Έχουν γραφτεί πολλά στιχάκια, πολλά<br />

τραγούδια, κείμενα αμέτρητα, βιβλία<br />

ολόκληρα, τοίχοι βάφτηκαν στο κόκκινο και όλα αφιερωμένα<br />

στο ευλογημένο συναίσθημα του έρωτα.<br />

Καθισμένη στο γραφείο και χωμένη σε χαρτιά, βιβλία κι εμπρός<br />

σε μια οθόνη υπολογιστή που περίμενε το επόμενο θέμα<br />

που από μέρες τριγύριζε στο μυαλό<br />

μου, άνοιξα το στερεοφωνικό<br />

και χαμήλωσα την ένταση της<br />

μουσικής για ν’ αφοσιωθώ στο<br />

γράψιμο. Πριν ακουμπήσω το μικρό<br />

μαύρο κουμπάκι του ήχου, έδωσα<br />

προσοχή στα λόγια του τραγουδιού<br />

που έπαιζε εκείνη τη στιγμή. Ένα<br />

αργό, παλιό, ερωτικό κομμάτι.<br />

Δυνάμωσα τότε την ένταση, άναψα<br />

ένα τσιγάρο κι έγειρα αναπαυτικά<br />

στην καρέκλα του γραφείου μου.<br />

<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

Οι στίχοι πλημμύρισαν το<br />

μυαλό μου. Ένα άλμπουμ<br />

αναμνήσεων άνοιξε μέσα<br />

μου και ο χρόνος κύλισε<br />

αντίστροφα. Εικόνες<br />

όμορφες, τρυφερές<br />

ξεπήδησαν εμπρός<br />

μου κι ένα χαμόγελο<br />

σχηματίστηκε στα χείλη<br />

μου. Ο ήχος της μουσικής<br />

και οι στίχοι του τραγουδιού κατάφεραν να με κάνουν να<br />

νιώσω ρίγος. Αναρωτήθηκα κάποια στιγμή, πόση δύναμη<br />

έχουν οι λέξεις όταν προφέρουν ένα ερωτικό κάλεσμα…<br />

Κάποιοι χαρακτηρίζουν τον έρωτα ως ανίατη ασθένεια,<br />

άλλοι του έχουν δώσει τη μορφή του φτερωτού μπέμπη που<br />

σκορπά βέλη στις καρδιές, κάποιοι άλλοι πιστεύουν πως<br />

είναι καταστροφή, ενώ απέναντί τους στέκονται κάποιοι και<br />

λεν πως είναι λύτρωση. Όλοι τους έχουν δίκιο. Εγώ από την<br />

πλευρά μου, λέω πως είναι το πιο ευλογημένο συναίσθημα<br />

που μπορεί να βιώσει ο άνθρωπος.<br />

Δεν έχει ηλικία, δεν χρειάζεται ταυτότητα, δεν βάζει<br />

όρους και κανόνες, καταργεί τη λογική και κινεί βουνά αν<br />

χρειαστεί. Εμφανίζεται συνήθως με συμπτώματα αφηρημάδας,<br />

264 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 265


που αγαπάς.<br />

<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

φτερουγίσματα στο στομάχι,<br />

σε κάνει να κολλάς με<br />

τραγούδια ερωτικά και<br />

παθιασμένα, συμπεριφέρεσαι<br />

σαν μικρό παιδί, δημιουργεί<br />

παραισθήσεις και παντού<br />

βλέπεις το πρόσωπο του<br />

αγαπημένου σου, χάνεις την<br />

αίσθηση του χρόνου και<br />

νευριάζεις που οι δείκτες του<br />

ρολογιού δεν βιάζονται για να<br />

φτάσει η ώρα του ραντεβού<br />

και φυσικά, αδιαφορείς για<br />

όλους και για όλα, πλην αυτού<br />

Λίγα είναι αυτά τα συμπτώματα; Υπάρχει αρρώστια με πιο<br />

πολύπλοκες ενδείξεις; Υπάρχει ασθένεια που να επιθυμείς<br />

να την κολλήσεις εκτός από αυτήν που λέγεται έρωτας; Μην<br />

αγχώνεστε, τις ξέρω τις απαντήσεις. Μόνο όποιος δεν το έχει<br />

ζήσει δεν ξέρει. Μόνο όποιος δεν έχει ζήσει την εφηβεία του<br />

ξανά στα είκοσι, στα τριάντα, στα σαράντα, στα πενήντα και<br />

βάλε, δεν μπορεί να καταλάβει τι λέμε τώρα.<br />

Ποια δουλειά, ποιες υποχρεώσεις, ποια προβλήματα είναι<br />

ικανά να σε σταματήσουν να σκέφτεσαι τη γλύκα του φιλιού;<br />

<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

Ποιος Θεός μπορεί να απαγορέψει το ιερό σμίξιμο; Κανείς!<br />

Ο Θεός ο ίδιος χάρισε στον άνθρωπο αυτή την ευλογία για<br />

να κατορθώσει να φτάσει στην ολοκλήρωση της αγάπης.<br />

Ποιος μπορεί να δώσει ορισμό; Με άλλα λόγια θα τον<br />

συναντήσεις στα μαθητικά λευκώματα, με άλλα στην πρώτη<br />

νιότη, με άλλα στην ενηλικίωση, με άλλα στην ώριμη ηλικία<br />

και με άλλα όταν τα μαλλιά ασπρίσουν. Σε κάθε στιγμή της<br />

ζωής μας, έχει και διαφορετική γεύση, όνομα και ουσία. Πάντα<br />

όμως δίνει στα χείλη μια μορφή, εκείνη του χαμόγελου…<br />

Ακόμα κι εκείνος ο έρωτας που πλήγωσε, ακόμα κι εκείνος που<br />

αφήνει μια γλυκόπικρη γεύση, αφήνει το δικό του σημάδι στην<br />

καρδιά και μάλιστα ανεξίτηλο. Κι εκείνος που πολεμήθηκε<br />

και δεν στέριωσε γιατί τον<br />

στοίχειωσαν τα πρέπει των άλλων;<br />

Κι αυτός, είναι ουσιαστικός. Γιατί<br />

μήπως ο ανεκπλήρωτος; Αυτός ο<br />

μαρτυρικός που ποτέ δεν πήρε<br />

σάρκα και οστά κι έμεινε για πάντα<br />

μια αέρινη οπτασία. Αυτός πολλές<br />

φορές είναι και πιο ισχυρός από<br />

τον γήινο και τον απτό. Ή μήπως<br />

ο απαγορευμένος δεν έχει αξία;<br />

Ο κρυφός αυτός απαγορευμένος<br />

266 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 267


<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

καρπός, πόση γλύκα έχει καμιά φορά και πόσα περνά μέχρι να<br />

γίνει αποδεκτός; Για να μην πω για τον πλατωνικό, που εγώ<br />

του δίνω τον ορισμό του παντοτινού. Ναι, είναι παντοτινός,<br />

γιατί τίποτα δεν μπορεί να τον αγγίξει, τίποτα δεν μπορεί να<br />

τον σταματήσει και τίποτα δεν μπορεί να τον σκοτώσει.<br />

Άπειρες μορφές μπορώ να σκεφτώ. Άλλες τις έχουμε βιώσει,<br />

άλλες τις έχουμε ακούσει κι άλλες τις έχουμε φανταστεί. Όλες<br />

όμως είναι υπαρκτές και μοναδικές για τον καθένα μας. Όλες<br />

αποδεκτές από την καρδιά μας κι όλες αληθινές!!!<br />

Κοίτα να δεις ζημιά που μπορεί<br />

να κάνει ένα τραγούδι τελικά!<br />

‘Κερδοφόρα’ ζημιά. Τώρα θα<br />

μου πείτε πώς γίνεται αυτό;<br />

Ζημία με κέρδος; Κι όμως<br />

γίνεται. Ο έρωτας έχει θέση<br />

σε κάθε στιγμή της ζωής μας.<br />

Τρυπώνει παντού, αρκεί να τον<br />

αφήσεις. Έχει την ικανότητα<br />

να σε πάρει μακριά από την<br />

πραγματικότητα και να σε<br />

ταξιδέψει εκεί που λαχταρά<br />

η ψυχή σου…<br />

<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

Αυτό έκανε και σε εμένα σήμερα, μέσα από τη μουσική, τους<br />

στίχους και τη φωνή ενός αγνώστου. Με ταξίδεψε ως εκεί που<br />

ήθελε να είναι το σώμα μου και η ψυχή μου. Δοκιμάστε το<br />

κι εσείς. Μη διστάσετε και μην ντραπείτε. Την ψυχή σας δεν<br />

μπορεί να την ακούσει κανείς άλλος εκτός από εσάς. Αφήστε<br />

για λίγα λεπτά ένα τραγούδι να σας ταξιδέψει με οδηγό τον<br />

έρωτα. Σταματήστε ό, τι κι αν κάνετε και χαρίστε λίγο χρόνο<br />

στον εαυτό σας για να σκεφτείτε αυτούς που αγαπάτε και θα<br />

συνειδητοποιήσετε πόση είναι η δύναμη του έρωτα!!!<br />

Δήμητρα Τράκα<br />

268 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 269


270 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 271


<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

“Πέτρινη Ανθρωπιά”<br />

Γράφει η Κωνσταντίνα Καντζιού<br />

<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

λογική του ενήλικα προσπαθούσα να αναθιβάλω τις στιγμές<br />

αυτές ως ένα πορτρέτο παιδικών αναμνήσεων.<br />

Ήταν Κυριακή και οι μυρωδιές<br />

από την κουζίνα της μητέρας<br />

μου σεργιάνιζαν στο σαλόνι<br />

σαν δελεαστικές αύρες που σε<br />

τραβούσαν προς την κουζίνα. Ο<br />

πατέρας μου πάντοτε αυτή την μέρα<br />

έβρισκε λίγο χρόνο και διάβαζε την<br />

εφημερίδα του καθισμένος στην<br />

παλιά πολυθρόνα, βυθισμένος σε βαθιά περισυλλογή. Μόλις η<br />

μητέρα ανακοίνωνε πως το τραπέζι ήταν έτοιμο με εκείνη την<br />

κελαριστή μα συνάμα γλυκιά λαλιά της ο πατέρας δίπλωνε την<br />

εφημερίδα δύο φορές, με κοιτούσε όλο νόημα και πιάνοντας<br />

με από τον ώμο κατευθυνόμασταν προς το διπλανό δωμάτιο.<br />

Το τραπέζι κάθε Κυριακή ήταν όπως το περιέγραφε η μητέρα<br />

μου “κάτι κοντά στο πλουσιοπάροχο”, μια φράση που πάντα<br />

ακολουθούταν από ένα πεταχτό γελάκι του πατέρα μου.<br />

Μέσα σε αυτή την απειροελάχιστη στιγμή εκδηλωνόταν η<br />

στιγμιαία ειρωνεία για την λιτότητα του τραπεζιού και μέχρι<br />

το τέλος του γεύματος δεν αναφερόταν κάτι σχετικό ξανά.<br />

Παρά την νοστιμιά του σπιτικού φαγητού οι δύο σύντροφοι<br />

το γεύονταν με δυσπιστία και άχθος, ωστόσο εγώ αυτό το<br />

ανακάλυψα πολύ αργότερα όταν με την τετραγωνισμένη<br />

Εκείνη την Κυριακή ήταν που ο πατέρας μου με ρώτησε κάτι που<br />

σημάδεψε την συνείδηση μου, έδωσε ένα καλούπι πεποιθήσεων<br />

έτοιμο προς σμίλευμα στα παιδικά<br />

μου χέρια. Η μητέρα μου έπλενε<br />

δίπλα του τα πιάτα όταν η ερώτηση<br />

σαν ξαφνική φωτοβολίδα έσκασε<br />

στον αέρα.<br />

“Θες να πετάξεις;”<br />

Θα ήμουν δεν θα ‘μουν πέντε<br />

χρονών τότε, όταν με θέρμη και<br />

ευχαρίστηση του βροντοφώναξα:<br />

“Ναι, θέλω να πετάξω μέχρι τα πιο<br />

μακρινά σύννεφα!”, η μητέρα μου<br />

γύρισε αρμονικά και με κοίταξε<br />

λες και τα λόγια μου της έφερναν<br />

την ύστατη ευτυχία.<br />

Εκείνος μου χαμογέλασε<br />

απρόσκοπτα και με πήρε στην<br />

αγκάλη του. Έπειτα με κάθισε στο<br />

δεξί του γόνατο και περιδιάβηκε<br />

το τραχύ του χέρι ανάμεσα από<br />

τα μαλλιά μου.<br />

272 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 273


<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

“Παιδί μου για να πετάξεις πρέπει πρώτα να γυμνάσεις τα<br />

φτερά σου. Ξέρεις πόσες φορές θα χρειαστεί να κυλιστείς στο<br />

χώμα, να συρθείς κατάχαμα, να γευτείς την λάσπη που πατάς<br />

μέχρι ο αιθέρας να σε ανυψώσει στα ουράνια;”<br />

“Δεν με πειράζει, εγώ με τα φτερά μου θα κατακτήσω τον<br />

κόσμο.”<br />

“Δεν είναι τόσο εύκολο. Στα λόγια η αποτυχία είναι ένας<br />

φευγαλέος ψίθυρος και η επιτυχία μια σίγουρη κατάληξη, όμως<br />

στην πράξη κάθε αποτυχία σου στερεί ένα κομμάτι ελπίδας,<br />

σε αποθαρρύνει και σε κρατά μακριά από τον στόχο σου.”<br />

“Μα εγώ πιστεύω στα φτερά μου. Αυτό δεν αρκεί για να<br />

ξαναπροσπαθήσω;”<br />

“Σκέψου ότι σε κάθε πτώση σου σε κοιτάζουν με επίκριση,<br />

γελούν σαν λυσσασμένες ύαινες και διαβουλεύονται την<br />

προσπάθεια σου. Με την ίδια ευκολία θα επιχειρούσες να<br />

ξαναπροσπαθήσεις;”<br />

“Τα φτερά μου μπαμπά, τα<br />

φτερά μου κοιτάω εγώ..<br />

Αυτούς δεν τους βλέπω, τους<br />

κρύβει ο ίσκιος των φτερών<br />

μου, μόλις αυτά ανοίξουν.”,<br />

σηκώθηκα από την αγκαλιά<br />

του γεμάτος αυτοπεποίθηση<br />

και σθεναρά τέντωσα τα χέρια<br />

μου παράλληλα στο πάτωμα,<br />

<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

λύγισα ελάχιστα τα πόδια μου και<br />

άρχισα να τρέχω γύρω-γύρω από<br />

το μικρό τραπεζάκι της κουζίνας<br />

μας. Οι γονείς μου αντάλλαξαν<br />

εύθυμες ματιές και μέσα σε<br />

εκείνα τα φευγαλέα βλέμματα<br />

γεννιόταν σαν νεοσύστατος<br />

φοίνικας η ελπίδα. Πετιόταν από<br />

τις στάχτες της και ηλέκτριζε το<br />

ζευγάρι που έβλεπε το σπλάχνο<br />

τους να αισιοδοξεί αρκετά για<br />

να υπερκαλύψει την δικιά τους<br />

ασυναίσθητη απαισιοδοξία. Η μητέρα μου παράτησε το πλύσιμο<br />

των πιάτων και κάθισε στην καρέκλα που μόλις πριν λίγες<br />

στιγμές βρισκόμουν εγώ, έπιασε τον καρπό του πατέρα μου<br />

σφιχτά και μαζί με παρατηρούσαν για ώρα να τρέχω και να<br />

παριστάνω τον περήφανο αετό.<br />

Από τότε ο πατέρας μου δεν έπαψε να μου κάνει αυτή την<br />

ερώτηση. Με την διαφορά πως η στιγμή της εμφάνισης της<br />

στην κουβέντα ήταν απροσδιόριστη στον χρονικό ορίζοντα<br />

και το κλίμα των γεγονότων επηρέαζε την κάθε μου απάντηση.<br />

Ποτέ δεν τόλμησα να τον ρωτήσω γιατί και πως αφού αυτό<br />

το λογοπαίγνιο ήταν το μεράκι του και καθόρισε την σχέση<br />

μας ανάμεσα στα χρόνια.<br />

274 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 275


<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

‘’Θες να πετάξεις γιε μου;”, ήρθε η δεύτερη ερώτηση ένα χρόνο<br />

πριν ενηλικιωθώ. Καθόμασταν δίπλα στο τζάκι, μια μέρα πριν<br />

τα δέκατα έβδομα μου γενέθλια, όταν από την απόλυτη σιγή<br />

και τα τσαλίμια της φλόγας ξεπήδησε η καίρια ερώτηση του.<br />

“Θέλω πατέρα. Θέλω να πετάξω για να γνωρίσω τον κόσμο<br />

από ψηλά.”, του απάντησα με σθένος.<br />

“Είσαι σίγουρος πως θες να γνωρίσεις τον κόσμο από μια<br />

<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

τόσο μεγάλη απόσταση;”, με ρώτησε αινιγματικά. Εγώ για<br />

λίγο δίστασα, σταγόνες ιδρώτα περιέλουσαν το μέτωπο μου<br />

και αναρωτιόμουν αν ήταν από την ζέστη που διέδιδε το τζάκι<br />

ή από τον εγκεφαλικό καύσο που μου είχε δημιουργήσει η<br />

συζήτηση με τον πατέρα μου.<br />

“Τα φτερά μου θα τα χρησιμοποιήσω για να πετάξω από μέρος<br />

σε μέρος, όχι για να περιπλανιέμαι άσκοπα πάνω από τον<br />

κόσμο χάνοντας τις εξελίξεις, αγνοώντας τα γεγονότα που<br />

συμβαίνουν εδώ κάτω.”, ικανοποιημένος από τα λόγια μου<br />

για λιγάκι ηρέμησα μα ο πατέρας μου ήταν ο πλάστης αυτού<br />

του δυστοπικού παιχνιδιού και ήξερε να βρίσκει πάντα κάτι<br />

στραβό σε κάθε μου απάντηση.<br />

“Οι αέρηδες βουλώνουν εύκολα τα αυτιά, θολώνουν τα μάτια,<br />

αποτρελαίνουν με τον ήχο τους το μυαλό και ο ταξιδιώτης<br />

συχνά ξεχνά από που ξεκίνησε και για που κινάει. Εσύ από<br />

που ξεκίνησες και για που κινάς γιε μου;”, η φωνή του έγινε<br />

βραχνή, σχεδόν αγνώριστη σε μένα. Φούσκωσα αργά τα<br />

πνευμόνια μου αέρα, καθώς έστηνα την απάντηση μέσα στο<br />

κεφάλι μου με την μεγαλύτερη δυνατή ευρεσιτεχνία για το<br />

νεαρό της ηλικίας μου.<br />

“Ξεκίνησα από το ταπεινό μου σπίτι και κινάω να δω ανθρώπους,<br />

κουλτούρες, πολιτισμούς μα τελικά στο σπίτι μου ξανά σκοπεύω<br />

να γυρίσω. Εσύ από που ξεκίνησες και για που κινάς πατέρα;”,<br />

τόλμησα να τον ρωτήσω πρώτη φορά εγώ. Ένα τσιτωμένο<br />

χαμόγελο χαράχτηκε με ανακριβείς αναλογίες πάνω στο<br />

276 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 277


<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

πρόσωπο του. Φάνηκε να χάρηκε που βρήκα το θάρρος να<br />

του κάνω την ίδια ερώτηση, μα παράλληλα αισθάνθηκε το<br />

βάρος της δικής του απόκρισης προς εμένα.<br />

“Εγώ παιδί μου ξεκίνησα από την φωτιά και το νερό στα χρόνια<br />

μου γυρεύω. Όχι για να σβήσω την φωτιά που καίει απάνω μου<br />

χρόνια τώρα, όχι για να ξεδιψάσω την δίψα που στράγγιξε τα<br />

σωθικά μου και γέρασε το κορμί μου, μονάχα για να πλύνω τις<br />

παλιές και τις καινούριες μου πληγές. Καταλαβαίνεις γιατί σε<br />

ρωτώ λοιπόν όλα τούτα;”, γύρισε ξαφνικά και μου αποκρίθηκε<br />

με φωνή σπασμένη.<br />

“Μπαμπά φοβάμαι πως όχι, όμως ελπίζω μια μέρα να καταλάβω.”,<br />

την φράση μου ακολούθησε το κατέβασμα του κεφαλιού του<br />

και η αναπάντεχη σίγαση των ερωτήσεων του.<br />

Χρόνια πολλά πέρασαν μέχρι ο πατέρας μου να επαναφέρει<br />

εκείνη την ερώτηση στις συζητήσεις μας. Εγώ ήλπιζα να την<br />

ακούσω σύντομα από τα χείλη του γιατί ήξερα πως μέσα<br />

από εκείνες τις απαντήσεις πια με έκρινε σαν άνθρωπο, με<br />

περνούσε από ένα μεταλλικό κόσκινο σαν ξεχασμένο αλεύρι<br />

που ήθελε να χρησιμοποιήσει για να φτιάξει φρέσκο ψωμί. Δεν<br />

ήθελα να τον απογοητεύσω, να φανώ ανάξιος της ανατροφής<br />

που με μόχθο και ιδρώτα μου έδωσε. Δεν με ένοιαζε αν ποτέ<br />

καταλάβαινα πραγματικά το νόημα εκείνης της φλέγουσας<br />

ερώτησης που ταλάνιζε το μυαλό μου και έδενε την παρουσία<br />

του πατέρα μου ισχυρά με την καρδιά μου. Το μόνο που με<br />

ένοιαζε ήταν να βρω εκείνη<br />

την απάντηση που εκείνος<br />

έψαχνε μέσα στα λόγια<br />

μου, όχι ως παπαγαλία των<br />

δικών του πεποιθήσεων και<br />

πιστεύω, αλλά ως ένδειξη<br />

πως είχε δώσει στο παιδί<br />

του όσα μπόρεσε και τίποτα<br />

παραπάνω.<br />

<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

Μεγάλωνα εγώ, μεγάλωνε και ο πατέρας μου μα δεν τολμούσα<br />

να αναφέρω εγώ το ερώτημα εκείνο που περίμενα αγωνιωδώς να<br />

μου θέσει όλα αυτά τα χρόνια. Οι συζητήσεις μας περιορίστηκαν<br />

στα δεδομένα της καθημερινότητας και έχασαν την αιώνια<br />

χροιά τους, αυτή την γεύση που μου άφηναν όταν ξεκινούσαν<br />

με εκείνη την φράση.<br />

Παντρεύτηκα, έκανα δύο υγιέστατα κοριτσάκια και μαζί με<br />

την γυναίκα μου παρατηρούσαμε και συμμετείχαμε στην<br />

ανατροφή τους με υπομονή και αφοσίωση. Ίσως ο πατέρας<br />

μου να μην ήθελε να διακόψει με οποιονδήποτε τρόπο την<br />

ανατροφή των παιδιών μου και έτσι περιοριζόταν μονάχα σε<br />

πράγματα απτά και καθημερινά, δεν σκάλιζε ενδότερα στο<br />

συνειδητό μου. Μα η ανάγκη μου να τον ρωτήσω ο ίδιος<br />

μεγάλωνε κάθε φορά που βρισκόταν απέναντι μου, σαν να<br />

278 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 279


<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

ήμουν μια λακκούβα στο πιο στενό δρομάκι μια βροχερή μέρα.<br />

Μια λακκούβα που γέμιζε νερό και ήταν έτοιμη να ξεχειλίσει<br />

από την αναμονή. Κρατώντας αυτή την επιθυμία μου κρυφή<br />

φοβούμενος μήπως τον στενοχωρήσω αν τυχόν έπαιρνα την<br />

πρωτοβουλία να αρχίσω πρώτος εγώ το δικό του δυστοπικό<br />

παιχνίδι, σώπαινα και περίμενα. Μέχρι που τα παιδιά μου<br />

μεγάλωσαν και το σπιτικό μου άδειασε από τις φωνές, τα<br />

τρεχαλητά και την ζωντάνια τους. Ένα απόγευμα εγώ και η<br />

γυναίκα μου πήγαμε να επισκεφτούμε τους γονείς μου. Ο<br />

πατέρας μου τα τελευταία δύο χρόνια ήταν καθηλωμένος<br />

στο κρεβάτι και ζούσε μακριά από την ενεργητικότητα που<br />

τον χαρακτήριζε και τον ευχαριστούσε ως νεαρό.<br />

Μόλις φτάσαμε στο πατρικό μου η γυναίκα μου προσφέρθηκε<br />

να βοηθήσει την μητέρα μου με τους καφέδες, ενώ εγώ<br />

κατευθύνθηκα στο υπνοδωμάτιο των γονιών μου. Ο πατέρας<br />

μου με μια αρμονία, σαν άλλοτε, ακουμπούσε σε τρία μαξιλάρια<br />

και διάβαζε ξαπλωμένος την εφημερίδα του. Ξαφνικά θυμήθηκα<br />

εκείνο το κυριακάτικο μεσημέρι και η ελπίδα ιχνηθετήθηκε<br />

μέσα μου σαν φωσφορίζουσα ουσία. Μόλις αντιλήφθηκε την<br />

παρουσία μου με προσκάλεσε να κάτσω στο πλευρό του,<br />

χάιδεψε τον ώμο μου και μου είπε σιγανά:<br />

“Γιε μου τα χρόνια πέρασαν μα δεν ξέχασα..Περίμενα την<br />

στιγμή που μέσα σου όλα θα ήταν ήρεμα, μεστωμένα αλλά<br />

και ευέλικτα σαν ακριβό μέλι. Παιδί μου απάντησε μου τώρα.<br />

<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

Θες να πετάξεις;”, έσφιξε τον καρπό μου σαν μου μαρτυρούσε<br />

το πιο κρυφό του μυστικό.<br />

Εγώ παρόλα τα χρόνια που ανέμενα την ερώτηση εκείνη,<br />

παρόλες τις απαντήσεις που είχα στήσει έντεχνα μέσα στο<br />

κεφάλι μου καλύπτοντας όλα τα πιθανά σενάρια και εκδοχές<br />

έκβασης ετούτης της συζήτησης, στάθηκα μια στιγμή ακίνητος<br />

σαν στήλη άλατος και κοίταξα στωικά τον πατέρα μου.<br />

“Πατέρα επιθυμώ να πετάξω μα μονάχα αν έχω στο πλευρό<br />

μου έναν άξιο και έμπιστο συνοδοιπόρο. Η ζωή στην μοναξιά<br />

θα έφερνε ένα γρήγορο και απότομο τέλος στην πτήση μου, θα<br />

έριχνε το ηθικό μου, θα με άφηνε στο έλεος της ματαιοδοξίας<br />

μου.”<br />

“Μπορεί ο συνοδοιπόρος σου να σε πάει μέχρι τα όρια του<br />

κόσμου;”<br />

“Μπορεί να με πάει πατέρα, τον εμπιστεύομαι με την ζωή μου.”<br />

“Ποια είναι τέλος πάντων αυτά τα όρια του κόσμου;”, ρώτησε<br />

ξαφνικά και η απορία του ήταν αυθόρμητη, πηγαία.<br />

“Για μένα πατέρα τα όρια του κόσμου είναι τα όρια του εαυτού<br />

μου. Αν λοιπόν ο συνοδοιπόρος μου με φτάσει ως εκεί και με<br />

γυρίσει σώο πίσω μπορώ να ελπίζω στην επιτυχία της πτήσης<br />

μου.”<br />

Ένα ελαφρύ μειδίαμα ζωγραφίστηκε στο πρόσωπο του πατέρα<br />

μου.<br />

280 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 281


<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

“Είσαι ικανός συνειδητά<br />

να αφεθείς εξ ολοκλήρου<br />

στα χέρια ενός άλλου<br />

ανθρώπου;”<br />

“Όχι πατέρα δεν είμαι<br />

ούτε στο ελάχιστο ικανός<br />

με την συνείδηση μου να<br />

αφεθώ, όμως ποντάρω<br />

στην επιμονή του άλλου<br />

ατόμου που έχω στο πλάι<br />

μου. Ελπίζω ασυνείδητα να με κάνει να δοθώ, με τέτοιο τρόπο<br />

που ούτε εγώ να το αντιληφθώ.”<br />

“Πες μου τώρα γιε μου πιστεύεις στα φτερά σου;”<br />

“Όχι πατέρα, δεν πιστεύω..”<br />

“Γιατί;”<br />

“Γιατί δεν υπάρχουν φτερά πάνω στην δικιά μου ράχη, παρά<br />

σε αυτή του συνοδοιπόρου μου. Αυτός με ανεβάζει ψηλά όταν<br />

επιθυμώ να δω τον κόσμο;”<br />

“Φοβάσαι την προδοσία του;”<br />

“Φοβάμαι..”<br />

“Ακόμα;”<br />

“Πάντα θα φοβάμαι..”<br />

“Ο φόβος είναι ύπουλος σύμβουλος. Σου ψιθυρίζει την κάθε<br />

ατέλεια της σκέψης σου.”<br />

“Ο φόβος μου πατέρα δεν είναι για τον σύντροφο της πτήσης<br />

<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

μου, αλλά για μένα. Φοβάμαι πως η αξία μου φθίνει, η αρετή<br />

μου εξαντλείται και ο συνοδοιπόρος μου θα σταματήσει κάποτε<br />

να με εξωθεί στα όρια, να μου δείχνει τον κόσμο, την αγάπη<br />

του.”, ο τόνος της φωνής μου ήταν παρόλη την εξομολόγηση<br />

μου έντονος.<br />

“Ησύχασε γιε μου..Θα σε ακούσουν!”, τελείωσε την συζήτηση<br />

μας απότομα εκείνος.<br />

Δεν ήταν πολλά χρόνια μετά, όταν είχα πάει να τον επισκεφτώ,<br />

καθώς η κατάσταση του είχε χειροτερέψει τους τελευταίους<br />

μήνες και με δυσκολία άφηνε το κρεβάτι του. Το πρόσωπο του<br />

έφερνε περισσότερο σε κέρινο ομοίωμα, παρά σε ανθρώπινη<br />

μορφή, το σώμα του είχε ρουφηχτεί προς τα μέσα, σαν μια αθέατη<br />

δύναμη να ασκούνταν αντίρροπα από αυτή της εκπνοής του,<br />

τα άκρα του αδύναμα και αδυνατισμένα στέκονταν ακούνητα<br />

στον κορμό του σαν ξύλινες εξαρτήσεις μιας καλοφτιαγμένης<br />

μαριονέτας. Ο φωτισμός στο δωμάτιο ήταν χαμηλός, σχεδόν<br />

μυστηριακός, αφού το έντονο φως τον ενοχλούσε και του<br />

δημιουργούσε πονοκέφαλο. Εκείνος σκεπασμένος μέχρι την<br />

μέση και μισοκαθισμένος στα μαξιλάρια του με περίμενε<br />

με την ανυπομονησία μικρού παιδιού και την αταραξία του<br />

συνειδητοποιημένου ενήλικα. Κάθισα στο πλάι του όπως<br />

πάντα και έσπευσε να μου πιάσει συζήτηση. Η όρεξη του για<br />

συνομιλία αντιπαρατέθηκε σθεναρά με την ασθένεια του και<br />

την κατατρόπωσε πανηγυρικά.<br />

282 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 283


<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

“Πώς είσαι παιδί μου;”, με ρώτησε σε εύθυμο τόνο σαν νεαρός<br />

πάνω στην ακμή της νεότητας του.<br />

“Με προβληματίζουν πολλά πατέρα. Και δεν με πειράζει το<br />

γεγονός ότι συναντώ έγνοιες στην ζωή μου, αλλά ότι κάθε<br />

μέρα μία ακόμα εμφανίζεται μπροστά στα μάτια μου χωρίς να<br />

έχω προλάβει να επιλύσω την προηγούμενη. Έχω χάσει τον<br />

λογαριασμό.”, του απάντησα μηχανικά, κοιτώντας το πάτωμα.<br />

“Η ζωή δεν είναι τεφτέρι για να κρατάς λογαριασμό. Δεν<br />

μετριέται με το πόσα προβλήματα ευκαίρησες να λύσεις, πόσες<br />

οκάδες αγαθά πρόλαβες να αποθηκεύσεις, πόσα χρήματα<br />

βαραίνουν την τσέπη σου. Η ζωή είναι αέρινο πανωφόρι που<br />

σε ζώνει άλλοτε ασφυκτικά και νιώθεις πως ήρθε το τέλος σου<br />

και άλλοτε σαν παλιά ζώνη που χαλάρωσε σε περιτριγυρίζει<br />

και αισθάνεσαι πως η παρουσία σου είναι χαμένη ανάμεσα<br />

στο τίποτα και στα πάντα. Γιε μου καταλαβαίνεις τώρα; Τι<br />

αποζητώ από σένα;”<br />

“Προσπαθώ χρόνια τώρα πατέρα να ερμηνεύσω τα λόγια σου.<br />

Μα όσο περνά ο καιρός ο λόγος σου γίνεται δαιδαλώδης σαν<br />

λαβύρινθος και η ουσία κρύβεται όλο και πιο υποδόρια σαν<br />

ξύλινο θραύσμα καλαμιάς. Πριν να είναι ακόμα αργά και για<br />

τους δυο μας σου ζητώ να παύσεις να προκαλείς την νόηση<br />

μου, γιατί είναι προφανές πως υπολείπεται της δικιάς σου,<br />

και να μου αποκαλύψεις την δικιά σου απάντηση σε τούτη<br />

την ερώτηση. Θέλεις να πετάξεις;”, η τελευταία πρόταση<br />

αρθρώθηκε με περισσή δυσκολία από μέρους μου και ένιωσα<br />

<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

λες και η έκφραση της ξόδεψε όλη μου την ενέργεια, με άφησε<br />

εξουθενωμένο, ένα άδειο δοχείο που περίμενε την απάντηση<br />

για να το γεμίσει.<br />

Ο πατέρας μου με κοίταξε με βλέμμα υγραμένο, η όρεξη<br />

διαγράφτηκε ακαριαία από το πρόσωπο του και αντικαταστάθηκε<br />

από μια πρωτόγνωρη για μένα έξαψη λες και μια ενδότερη<br />

284 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 285


<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

δύναμη τον έσπρωχνε να απαντήσει αμέσως στην ερώτηση<br />

μου.<br />

“Έχω σε κάθε ώμο μου από ένα σκουριασμένο βαρίδι που<br />

κρατάει στο έδαφος κάθε επιθυμία μου να πετάξω μακριά.”<br />

“Δεν μπορεί κάποιος να σε αλαφρώσει από το βάρος αυτό<br />

που σε κρατάει πίσω;”<br />

“Όχι γιε μου γιατί αυτό το βάρος τοποθετήθηκε εκεί πολύ<br />

νωρίτερα από κάθε άνθρωπο που βρίσκεται τώρα στην ζωή<br />

μου. Χρειάζεται να ζω με αυτό, να υπομένω τα σημάδια του<br />

πάνω στο δέρμα μου, τον πόνο στο λογικό και την αλόγιστη<br />

απώλεια που επέφερε.”<br />

“Για αυτό λοιπόν πατέρα θες εγώ να πετάξω; Γιατί εσύ δεν<br />

πέταξες ποτέ..”<br />

“Θέλω να πετάξεις γιε μου γιατί εγώ δεν προσπάθησα ποτέ.”<br />

“Είμαι λίγο μεγάλος για αυτά δεν βρίσκεις;”, του απάντησα<br />

χαριτολογώντας.<br />

“Εγώ κοντεύω στα ογδόντα και ακόμα αποζητώ να προσπαθήσω,<br />

μα τα βαρίδια με κρατούν δεσμευμένο κάτω στο χώμα, μου<br />

χαράσσουν το δέρμα ανελέητα φωνάζοντας μου την ανημποριά<br />

μου.”<br />

“Πώς βρέθηκαν εκεί αυτά τα βάρη;”<br />

“Μην ρωτάς πως βρέθηκαν εκεί, ρώτα καλύτερα ποιος τα<br />

τοποθέτησε εκεί.”<br />

“Ποια η διαφορά όταν το αποτέλεσμα είναι ίδιο;”<br />

“Μεγάλη σαν αχανές φαράγγι η διαφορά γιε μου, όταν αυτός<br />

<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

που έβαλε το πρώτο βάρος πάνω μου ήταν ο προστάτης μου,<br />

ήταν ο ίδιος μου ο πατέρας.”<br />

Εγώ σάστισα. Ο πατέρας μου δεν μου είχε μιλήσει ποτέ για<br />

τον παππού μου και όταν μικρότερος έμπαινα στον πειρασμό<br />

να τον ρωτήσω υπέκφευγε της αναλυτικής απάντησης με<br />

κοφτές προτάσεις που μιλούσαν για τον πρόωρο θάνατο του<br />

παππού στον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, αναφερόμενος σε<br />

αυτόν όχι σαν μεσοπολέμιο ήρωα αλλά σαν ένα θύμα της<br />

ανθρώπινης έπαρσης και βιαιότητας. Μα δεν ήταν αυτό που<br />

παραξένευε τον ακροατή και πόσο μάλλον εμένα ως εγγονό<br />

του, αλλά η βιάση του πατέρα μου να τελέψει την συζήτηση,<br />

να αποτινάξει την αύρα του πατέρα του από πάνω του όσο το<br />

δυνατόν γρηγορότερα. Όταν το εντόπισα αυτό, έπαψα να τον<br />

ρωτάω για τον παππού. Μόλις, λοιπόν, αναφέρθηκε εκείνος<br />

στην συζήτηση, σώπασα αμέσως και ρούφηξα αχόρταγα κάθε<br />

λεπτομέρεια του λόγου του.<br />

“Ο πατέρας μου δεν πέθανε στον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο,<br />

πολέμησε μεν αλλά ο Θάνατος αρνήθηκε να τον θερίσει και<br />

τον άφησε να γυρίσει πίσω σε μας. Παρόλη την φτώχεια και<br />

την στέρηση που βιώναμε εκείνα τα χρόνια ένα πράγμα ήταν<br />

πάνω από όλα, η αξιοπρέπεια της οικογένειας μας. Και όσο<br />

ανένδοτος ήταν σχετικά με αυτή ο πατέρας μου πριν τον<br />

πόλεμο, τόσο στυγνός και άκαμπτος έγινε κατά τον γυρισμό<br />

του.<br />

286 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 287


<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

Έτσι δεν παραξενεύτηκα καθόλου όταν στα δεκατρία μου με<br />

έκοψε από το σχολείο και επικαλέστηκε την οικογενειακή<br />

αξιοπρέπεια για να με στείλει να δουλέψω στην οικοδομή.<br />

Αργότερα δεν έφερα αντίρρηση όταν μου απαγόρευσε να<br />

διαβάζω λογοτεχνία και μου αράδιαζε τις εφημερίδες και<br />

τα πορνοπεριοδικά πάνω στο τραπέζι, γιατί έτσι έπρεπε να<br />

φέρεται ένας άντρας. Πιο μετά έδειξα υπομονή στον θυμό του<br />

για το λιγοστό μας εισόδημα, που ξεσπούσε πάνω μου σαν<br />

κύμα από χαστούκια και στάμπαρε το κορμί μου με μελανιές,<br />

επειδή ήταν ο στυλοβάτης του σπιτιού και εκείνος ήταν ο<br />

κύριος εντολέας. Κατά τα άλλα, μου μιλούσε για το χρέος<br />

του αρσενικού, το υψηλό ήθος που αποκόμισε ως δεκανέας<br />

στον πόλεμο, την ασημαντότητα των υλικών μπροστά στο<br />

πνεύμα και τον παροξυσμό της βίας μπροστά στην γαλήνη<br />

της αρετής.<br />

Μα φταίω εγώ που πήρα<br />

την ιεραρχία πολύ στα<br />

σοβαρά και άργησα να<br />

αμφισβητήσω τα λόγια του,<br />

άργησα πάρα πολύ παιδί<br />

μου, γιατί ο πατέρας μου<br />

αποδείχθηκε πως έπλασε<br />

την ανθρωπιά του πάνω<br />

στην πέτρινη καρδιά του.<br />

<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

Ήταν ο τέταρτος χρόνος που δούλευα στις οικοδομές αλλά<br />

δεν ζούσα την ζωή μου με βάση το “συναξάρι” του πατέρα μου.<br />

Από τα λεφτά που έβγαζα του έδινα το ένα τρίτο, τα υπόλοιπα<br />

τα έδινα στην μητέρα μου και την παρακαλούσα να μην του<br />

αναφέρει κουβέντα, καθώς είχε φτάσει στα αυτιά μου πως<br />

τα περισσότερα τα έπαιζε στον ιππόδρομο και τα υπόλοιπα<br />

τα σπαταλούσε στο ποτό και τις γυναίκες. Δυο απογεύματα<br />

την εβδομάδα μίσθωνα έναν καθηγητή Γυμνασίου να μου<br />

διδάξει τα βασικά γύρω από την γλώσσα, την έκφραση και την<br />

λογοτεχνία στο σπίτι του φυσικά για να μην πάρει χαμπάρι<br />

ο πατέρας μου.<br />

Μέχρι που μια μέρα γιε μου, ένας γείτονας ανέφερε στον<br />

πατέρα μου πως ο γιος του επισκέπτεται τον λόγιο της<br />

γειτονιάς και σπαταλά μαζί του τρεις ολόκληρες ώρες, δύο<br />

φορές την εβδομάδα. Φουρκισμένος και φανερά μεθυσμένος<br />

ο πατέρας μου έσπευσε στο σπίτι όπου βρήκε την μητέρα<br />

μου να πληρώνει την ράφτρα για μια μικρή επιδιόρθωση που<br />

είχε ζητήσει σε ένα της φόρεμα. Ο θυμός του τότε θέριεψε,<br />

έδιωξε κακήν κακώς την ράφτρα από το σπίτι και άρχισε την<br />

ανάκριση στην μητέρα για το που βρήκε τα λεφτά. Η μητέρα<br />

μου αρνιόταν να του πει την αλήθεια με αποτέλεσμα να μασάει<br />

τα λόγια της. Κάπου εκεί τους βρήκα εγώ γυρίζοντας από το<br />

μεροκάματο στην οικοδομή, όταν αγνοώντας το πταίσμα της<br />

μητέρας απευθύνθηκε σε μένα, κατευθύνοντας όλο το μένος<br />

288 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 289


<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

του πάνω μου.<br />

“Θέλεις να πετάξεις ε; Να γεμίσεις το κεφάλι σου και να<br />

αδειάσεις τις δικιές μας τσέπες! Μου τα πρόφτασαν ότι σε<br />

δασκαλεύουν εδώ και καιρό.”, μου είπε ενώ τα μάτια του<br />

ματώνονταν, τόσο από την ένταση όσο και από το μεθύσι.<br />

“Όχι πατέρα. Θέλω απλά να βοηθήσω.”, τόλμησα να ψιθυρίσω<br />

εγώ.<br />

“Βούλωσε το. Το ξέρω πως θες να φύγεις. Νομίζεις πως εγώ<br />

αν μπορούσα δεν θα έφευγα; Δεν θα σε παρατούσα και σένα<br />

και αυτή εδώ την βρωμιάρα;”, γύρισε προς την μητέρα μου<br />

και έφτυσε στο πάτωμα.<br />

Αυτή ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι για μένα.<br />

“Φύγε. Άλλωστε η οικογένεια από εμένα συντηρείται πια.”,<br />

του απάντησα με επιτακτικό θράσος.<br />

“Βρε ρεμάλι!”, ρίχτηκε καταπάνω μου για να μου σερβίρει<br />

ακόμα ένα χαστούκι.<br />

Τότε ήταν που η μητέρα μου μπήκε στην μέση για να με<br />

προστατεύσει από εκείνον και δέχτηκε όλη του την δύναμη. Το<br />

πρόσωπο της στράφηκε με το άγγιγμα του προς τα δεξιά και<br />

πέφτοντας ο σβέρκος της συνάντησε την γωνία του τραπεζιού.<br />

Το μόνο που θυμάμαι είναι μια στιγμή σιωπής και ακινησίας<br />

και έπειτα την μητέρα μου κατάκοιτη, κρύα και ανέκφραστη.<br />

Δεν έκλαψα, ούτε δάκρυ δεν εμφανίστηκε στα τσίνορα μου.<br />

Όλοι οι μύες του προσώπου μου ήταν τσιτωμένοι από το νεύρο<br />

<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

και την αναπάντεχη δυστυχία. Γύρισα στον πατέρα μου. Με<br />

κοιτούσε εμβρόντητος.<br />

“Φύγε...”, ψέλλισα πίσω από τα σφιγμένα δόντια μου και<br />

εκείνος έτρεξε προς την πόρτα.<br />

Τώρα καταλαβαίνεις γιατί ποτέ δεν θα μπορέσω να πετάξω;”<br />

“Τώρα καταλαβαίνω γιατί μου είπες ότι ο παππούς πέθανε<br />

στον πόλεμο.”<br />

“Για τον ίδιο λόγο άφησα όλες μου τις προσδοκίες από την<br />

ζωή, εγκατέλειψα κάθε προσωπική απολαβή και τα χάρισα<br />

όλα στην γυναίκα και τα παιδιά μου. Γιατί ήθελα να είμαι ότι<br />

δεν ήταν εκείνος, να γίνω όσα εκείνος ισχυριζόταν πως έγινε,<br />

αλλά ποτέ δεν άγγιξε.”, τα μάτια του υγράνθηκαν ξανά.<br />

“Ησύχασε πατέρα, θα σε ακούσουν.”, τελείωσα την συζήτηση<br />

μας απότομα εγώ.<br />

Παρόλο που έχουν περάσει χρόνια και ο πατέρας μου έχει<br />

φύγει από την ζωή, ακόμα μνημονεύω τις συζητήσεις εκείνες<br />

που ξεκινούσαν με την καίρια ερώτηση “Θέλεις να πετάξεις;”.<br />

Προσπαθώ ακόμα να καταλάβω γιατί ο πατέρας μου ήθελε<br />

τόσο πολύ να γίνω εγώ όσα δεν έγινε αυτός, όταν όλα όσα<br />

τον χαρακτήριζαν ήταν για μένα αξιοθαύμαστα. Βέβαια με<br />

τον ίδιο τρόπο ήταν και για αυτόν αξιοσέβαστος ο πατέρας<br />

του και ίσως φοβόταν πως εγώ ποτέ δεν τον αμφισβήτησα.<br />

Κατέληξα τελικά πως ο παππούς μου χάραξε την ανθρωπιά<br />

290 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 291


<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

πάνω στην πέτρινη καρδιά του. Η καρδιά αυτή ράγισε όταν<br />

σκότωσε την γυναίκα του μπροστά στον γιο του. Έπειτα<br />

εκείνος έγινε ο κουβαλητής της ανθρωπιάς που κρυβόταν<br />

πίσω από δύο αιώνια βάρη που τον εμπόδιζαν να πετάξει. Μα<br />

δεν γνώριζε πως είχε δώσει φτερά αλλού και αυτό ήταν που<br />

είχε ύψιστη σημασία. Eκείνος έφτασε στα όρια του κόσμου<br />

άπειρες φορές χωρίς να το γνωρίζει, αφού δάμασε τον εαυτό<br />

του και χαλιναγώγησε την θλίψη.<br />

<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

Κωνσταντίνα Καντζιού<br />

292 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 293


<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

“Βαθιές ρίζες”<br />

Γράφει η Λυδία Ψαραδέλλη<br />

Είμαι πρωτευουσιάνος. Σίγουρα<br />

ξέρετε τι σημαίνει αυτό. Μεγάλωσα<br />

στην πολυτέλεια της πρωτεύουσας,<br />

με όλα τα θετικά και τα αρνητικά της.<br />

Η φύση είναι μια ουτοπία που ναι,<br />

το ξέρω ότι υπάρχει εντέλει αλλά εγώ δεν σκοπεύω να έρθω<br />

ποτέ σε επαφή με αυτή. Για να ισχυροποιήσω την άποψή μου<br />

ανέπτυξα αλλεργίες απέναντι σε κάθε τι μπορεί να την θυμίζει:<br />

αλλεργική ρινίτιδα την ονομάζουν και σας το ομολογώ την<br />

προτιμώ από οποιαδήποτε εξόρμηση στην ύπαιθρο.<br />

Η ευθύνη βαραίνει αυτούς που με γαλούχησαν. Γονείς αυστηροί,<br />

αποστειρωμένοι ψυχικά και σωματικά, απέφυγαν οποιοδήποτε<br />

ταξίδι έξω από τα όρια της Αθήνας εκτός και εαν αφορούσε<br />

ταξίδια πολυτελείας στο εξωτερικό. Σε τέτοια περίπτωση οι<br />

λεπτομέρειες του ταξιδιού ρυθμίζονταν σε χρόνο μηδέν και<br />

σύντομα έπινα το γαλατάκι μου –και αργότερα τον καφέ μουατενίζοντας<br />

το κέντρο του Παρισιού ψηλά από τον Πύργο<br />

του Άιφελ. Συνήθισα να ζω έτσι. Στόχευα πάντα ψηλά και<br />

ποτέ δεν ένιωσα να μου λείπει κάτι –δεν ένιωθα, δεν ήξερα,<br />

κάποια στιγμή θα το συνειδητοποιούσα.<br />

<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

Οι ρίζες μου εξακολουθούσαν να μην με απασχολούν και<br />

ουσιαστικά η ζωή μου ήταν καλά βολεμένη. Ρουτίνα δεν γνώριζα<br />

και έμαθα να αποφεύγω τους προγόνους που κυκλοφορούσαν<br />

μαζί με μένα σε αυτό που είχα γνωρίσει από μικρός για σπιτικό.<br />

Οι δεσμοί μας χαλαροί –είχαν ήδη σπάσει στο πέρασμα του<br />

χρόνου. Σκιές που κυκλοφορούσαν αποφεύγοντας η μια την<br />

άλλη.<br />

Ένα οικογενειακό συμβούλιο που συγκαλέστηκε έφερε τα<br />

πάνω κάτω. Απορίας άξιο πως οδηγήθηκε κάποιος σε αυτή<br />

την ρύθμιση. Φρίκη η αναμονή της ανακοίνωσης. Αδιάφορη<br />

τελικά η αναφορά, υποτιμήθηκε άμεσα από μένα καθώς δεν<br />

θεωρούσα ότι με αφορά. «Ο παππούς Κώστας είναι άρρωστος<br />

και θα πρέπει να έρθει να μείνει μαζί μας κάποιες μέρες». Η<br />

πρόταση κύλησε από τα χείλη της μητέρας μου με φανερή<br />

ενόχληση. Για μερικά δευτερόλεπτα ξέχασα την αδιαφορία<br />

μου και κινδύνεψα σχεδόν να αισθανθώ την όχλησή της<br />

από το όλο γεγονός. Ένας παρείσακτος πρόγονος εισέβαλε<br />

με θράσος στην ζωή μας. Η μητέρα ίσιωσε το ανάστημά της<br />

σαν να ήθελε να προτάσσει τα στήθη της απέναντι σε αυτή<br />

την εισβολή αλλά σύντομα επανήλθε στην αρχική στάση.<br />

Το πρώτο ράγισμα είχε επέλθει αλλά εμένα εξακολουθούσε<br />

να μην με αφορά. «Θα μείνει στο δωμάτιό σου και εσύ θα<br />

κοιμάσαι για ένα διάστημα στο καναπέ» είπε χαμηλόφωνα<br />

η γυναικεία φιγούρα και ξαφνικά το ράγισμα αφορούσε τα<br />

294 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 295


<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

δικά μου θεμέλια. Οι πρώτες ζαλισμένες αντιδράσεις και οι<br />

θυμωμένες των επόμενων ημερών ποσώς εισακούσθηκαν.<br />

Πράγματα που ούτε ήξερα ότι είχα μεταφέρθηκαν στο σαλόνι<br />

στην προσπάθειά μου να αγκιστρωθώ από κάπου. Δομές και<br />

συνήθειες ετών δοκιμάστηκαν και τάραξαν τον μικρόκοσμό<br />

μου. Έπαψα να νιώθω ασφαλής και πόσο μάλλον αδιάφορος.<br />

Το δίκιο μου με έπνιγε. Έχασα την βολή μου για έναν πρόγονο<br />

που είχα γνωρίσει ελάχιστα μέσα από κάποιες ξεθωριασμένες<br />

φωτογραφίες.<br />

Ο παππούς, πατέρας της μητέρας μου, άνθρωπος της υπαίθρου,<br />

μεγαλωμένος κοντά στην Λίμνη Πλαστήρα, δεν είχε καμία<br />

<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

προηγούμενη επαφή με αυτή την οικογένεια τα προηγούμενα<br />

χρόνια. Απλός, με λίγες έως καθόλου απαιτήσεις και εξίσου<br />

καθόλου μετακινήσεις έξω από τον δικό του μικρόκοσμο, δεν<br />

μας είχε δώσει λαβές για να τον μισήσουμε. Ή τουλάχιστον σε<br />

μένα. Ποτέ όμως δεν είναι αργά! Βλέποντας τα στιβαγμένα<br />

βιβλία μου στο πάτωμα του σαλονιού, τον υπολογιστή μου<br />

πάνω στην οικογενειακή τραπεζαρία και τα ρούχα μου σε<br />

νάιλον τσάντες, το μίσος που μπορούσα να νιώσω για άνθρωπο<br />

ίσως πλησίαζε τα όρια της δολοφονίας. Δεν ήμουν πλέον<br />

ασφαλής ούτε προστατευμένος. Τα πάντα μπορούσαν ανά<br />

πάσα στιγμή να ανατραπούν και η δεδομένη κατάστασή μου<br />

το αποδείκνυε περίτρανα.<br />

Ένα ταξί ανέλαβε να φέρει τον ηλικιωμένο άντρα στην<br />

πρωτεύουσα. Κανένας δεν θα έκανε την όποια προσπάθεια<br />

να οδηγήσει μέχρι εκεί και να τον φέρει. Η πρωτευουσιάνικη<br />

στόφα μας δεν μας το επέτρεπε. Η μητέρα μου τον υποδέχτηκε<br />

σχεδόν ψυχρά. Αν είχε ταραχθεί ο δικός μου μικρόκοσμος δεν<br />

μπορώ να φανταστώ σε τι κατάσταση βρισκόταν ο δικός της.<br />

Ήταν μόλις 17 χρονών όταν έφυγε μακριά από το πατρικό της<br />

λαβωμένη από βαρύ έρωτα, ανομολόγητο και ανεπίτρεπτο,<br />

στα μάτια του κόσμου αλλά κυρίως του πατέρα της. Στα<br />

χρόνια που πέρασαν η επαφή με την μητέρα της δοσμένη με<br />

δοσομετρητή, ίσα μια ανάσα για την γριά μάνα που «έφυγε»<br />

χτυπημένη από βαριά πίκρα. Και τώρα οι δυο τους εδώ.<br />

296 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 297


<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

Ο ηλικιωμένος στάθηκε στην<br />

είσοδο, περιμένοντας οδηγίες για<br />

την μετέπειτα πορεία. Η κόρη του<br />

ανίκανη να διαχειριστεί την όλη<br />

κατάσταση έμεινε απέναντί του<br />

με μια νάυλον στα χέρια φερμένη<br />

από μακριά γεμάτη καλούδια.<br />

Δεν αμφέβαλλα ότι σύντομα<br />

θα πεταγόταν στον κάδο των<br />

σκουπιδιών. Αποστειρωμένοι<br />

άνθρωποι αποστειρωμένες<br />

σκέψεις.<br />

Η αμηχανία άργησε να διαλυθεί, αν τελικά συνέβη αυτό κάποτε.<br />

Τα επόμενα λεπτά σταμάτησαν μέσα στον χρόνο μας και μας<br />

χάραξαν βαθιά. Η ιδέα ότι αν αυτός ο άντρας δεν αντιδρούσε<br />

όπως αντέδρασε κάποτε απέναντι στον έρωτα της μάνας<br />

μου, δεν θα ήμουν εν ζωή εγώ σήμερα πέρασε από το μυαλό<br />

μου, κύκλωσε το δωμάτιο και μέσα από την ματιά μου τους<br />

χτύπησε δυνατά. Αυτό ήταν αρκετό για να συνέλθει η μητέρα<br />

μου που πια δρούσε σαν μικρό παιδί μπροστά στον πατέρα<br />

της, και γυρίζοντας σε μένα με σύστησε στον κουρασμένο<br />

άντρα. Η συνειδητοποίηση ότι μας σημάδευε το ίδιο όνομα<br />

ήταν συγκλονιστική.<br />

<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

Και τότε έγινε αυτό που γκρέμισε την ζωή που ήξερα μέχρι τότε.<br />

Ο αποστεωμένος άντρας με τράβηξε με δύναμη αταίριαστη για<br />

το μέγεθός και την ηλικία του στην αγκαλιά του. Με παρέσυρε<br />

να σκύψω και τα χέρια του με κύκλωσαν με τόση στοργή που<br />

ένιωσα την αποστειρωμένη μου ζωή από γκρίζα να γίνεται<br />

πολύχρωμη όπως το ουράνιο τόξο. «Δεν αλλάζουν τα πάντα<br />

μέσα σε μια στιγμή» θα έχετε ακούσει να λένε. Ψέματα!<br />

Η καθημερινότητά μου θόλωσε το πρώτο διάστημα. Συνήθειες<br />

άλλαξαν από τις βάσεις τους, άνθρωποι νέοι μπήκαν στην ζωή<br />

μου –συγγενείς που ούτε καν τους ήξερα μπαινόβγαιναν πια<br />

στο σπίτι μας- και ιστορίες του παππού άρχισαν να πλέκουν<br />

τις ρίζες μου βαθιά στα χώματα της γής του. Με κέρδισε<br />

πιο γρήγορα από ότι κέρδισε<br />

την μητέρα μου –γιατί ναι,<br />

έγινε και αυτό- και μετά<br />

ήρθε η μεγάλη συμφιλίωση.<br />

Είχε έρθει ο καιρός για τους<br />

δυο μεγάλους άντρες του<br />

σπιτιού να αναμετρηθούν.<br />

Η σιωπή μεταξύ τους ήταν<br />

αδυσώπητη –βάρος στους<br />

ώμους τους. Την αρχή την<br />

έκανε ο παππούς μερικές<br />

μέρες μετά τον ερχομό του<br />

298 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 299


<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

στο σπίτι. Πλησίασε τον πατέρα μου που πίσω από την εφημερίδα<br />

έκανε ότι ενημερώνεται και με απλωμένο το χέρι περίμενε<br />

να ολοκληρώσουν μια χειραψία-συμφωνία-αποδοχή του<br />

νεότερου από τον μεγαλύτερο. «Σε ευχαριστώ που προσέχεις<br />

την κόρη και τον εγγονό μου! Έκανες καλή δουλειά!» είπε και<br />

πρώτη φορά είδα τον πατέρα μου σαστισμένο. Συναισθήματα<br />

απαγορευόντουσαν μέσα σε αυτό το σπίτι και μέσα σε μια<br />

εβδομάδα αυτός ο απλός άνθρωπος μας είχε «κολλήσει» την<br />

δική του ανθρωπιά.<br />

Αλήθειες και συγνώμες ειπώθηκαν πολλές μέχρι τις τελευταίες<br />

μέρες του παππού. Ιστορίες<br />

λατρείας του προς την γιαγιά<br />

μου, τον έρωτα της ζωής του<br />

αλλά και ιστορίες της γης<br />

που φρόντισε όλη του τη<br />

ζωή γέμισαν το σπίτι και μας<br />

έδεσαν. Το δικό του μεγάλωμα<br />

διαφορετικό από το δικό<br />

μου, σκληρό, κερδήθηκε με<br />

πολύ κόπο. Η φύση απέκτησε<br />

άλλη διάσταση μέσα από<br />

τις περιγραφές του, και την<br />

αγάπησα. Έμαθα τα πάντα<br />

για τα ζωντανά που έμειναν<br />

<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

παραπίσω αλλά θα αποτελούσαν<br />

δική μου περιουσία σε λίγο. Ένα<br />

προς ένα τα έμαθα με το όνομά<br />

τους, τις αδυναμίες και τα χούγια<br />

τους. Η αδιαφορία μου έλιωσε<br />

και η έγνοια μου για αυτά πήγασε<br />

ασυναίσθητα: «Ποιος τα φροντίζει<br />

τώρα τα ζωντανά, παππού;»<br />

Ο ηλικιωμένος άντρας, με το<br />

χαραγμένο πρόσωπο από τις ρυτίδες<br />

αχνογέλασε, ευχαριστημένος<br />

από την ανταπόκρισή μου. Με<br />

καθησύχασε ότι ο γείτονάς του φροντίζει το βιός μας ώσπου<br />

να το αναλάβει κάποιος άλλος. Η συνειδητοποίηση της<br />

τακτοποίησης που είχε κάνει πριν έρθει στην πρωτεύουσα<br />

με συγκλόνισε. Είχε πει το δικό του «αντίο» σε γη, ζώα και<br />

ανθρώπους πριν κάνει το ταξίδι του προς την πόλη μας.<br />

Οι τελευταίες μέρες του ήταν δύσκολες. Απαραίτητη κρίθηκε<br />

η παραμονή του στο νοσοκομείο. Ήλπιζα με αγωνία να γίνουν<br />

όλα όπως πρώτα και να τον δω και πάλι να κοιμάται στο<br />

δικό μου κρεβάτι. Μάταια όμως. Έδωσε σκληρό αγώνα και<br />

όταν πια ένιωσε νικημένος ζήτησε να μου μιλήσει. Μια χάρη<br />

ζήτησε: να τον θάψουμε στο πλάι της γυναίκας που αγάπησε<br />

μια ζωή. Λίγο πριν «φύγει» με περιέβαλε με λόγια αγάπης<br />

300 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 301


<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

και περηφάνειας. Ήταν<br />

τόσο τυχερός που η ζωή<br />

τον είχε φέρει κοντά μου<br />

έστω και για τόσο μικρό<br />

διάστημα. Πρόλαβα<br />

να του πω ότι και γω<br />

αισθανόμουν το ίδιο ενώ<br />

δάκρυα στόλισαν τον<br />

αποχαιρετισμό μας.<br />

Μερικές μέρες μετά η<br />

οικογένειά μου ταξίδεψε<br />

στις ρίζες μας για την<br />

κηδεία του παππού.<br />

Θαμμένος όπως ακριβώς επιθυμούσε στο πλευρό της γυναίκας<br />

του. Οι άνθρωποι που τον ήξεραν μίλαγαν με τα καλύτερα<br />

λόγια για κείνον. Έμεινα μαγεμένος αντικρίζοντας την ομορφιά<br />

του τόπου μας, την γη που περπάταγε κάθε μέρα εκείνος. Η<br />

φύση δεν ήταν όπως την φανταζόμουν. Λάτρεψα τις ομορφιές<br />

της, περπάτησα στα μονοπάτια της, οσμίστηκα τον καθαρό<br />

αέρα της –χωρίς κανένα ενοχλητικό σύμπτωμα αλλεργίαςαγάπησα<br />

τους ανθρώπους της που με αγκάλιασαν με αγάπη<br />

όπως ακριβώς είχε κάνει και ο παππούς μου. Το σπίτι και<br />

τα ζωντανά του παππού με άφησαν άφωνο. Περιποιημένα,<br />

φτιαγμένα, φροντισμένα όπως ακριβώς έκανε εκείνος τα είχε<br />

<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

και ο γείτονας. Τα αναγνώρισα ένα προς ένα όπως μου τα<br />

είχε περιγράψει. Με τα ονόματα, τις αδυναμίες και τα χούγια<br />

τους. Κάθισα μαζί τους, τα τάισα και τα πότισα όπως μου<br />

έδειξαν. Φρόντισα το κτήμα του και τον φαντάστηκα να το<br />

κοιτάζει με αγάπη.<br />

Ένιωσα γεμάτος. Ένιωσα για πρώτη φορά στην ζωή μου<br />

ευτυχισμένος! Ένιωσα ευγνωμοσύνη για αυτόν τον άνθρωπο<br />

που ήρθε στην ζωή μου και την άλλαξε προς το καλύτερο,<br />

την γέμισε ζωή, αγάπη και χιλιάδες όμορφα συναισθήματα.<br />

Τον παππού μου.<br />

Λυδία Ψαραδέλλη<br />

302 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 303


304 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 305


<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

“Πεδίο Μάχης: Ζωή”<br />

Της Δήμητρας Θεοδωρίδου<br />

Θυμός. Απογοήτευση.<br />

Τύψεις. Αυτά ήταν τα<br />

κυρίαρχα συναισθήματα<br />

που κατέκλυζαν την καρδιά<br />

της Βερονίκης. Ήταν τόσο<br />

μεγάλος ο θυμός που το σώμα της αντιδρούσε άσχημα σε<br />

εκείνο το συναίσθημα. Κατέτρωγε τα σωθικά της σαν υγρό,<br />

καυστικό οξύ και μέρα με τη μέρα σκότωνε κάθε αθώα σκέψη<br />

του μυαλού της. Η απογοήτευση ήταν εκεί, φωλιασμένη μέσα<br />

στα βάθη της κατεστραμμένης καρδιάς της σαν σκοτεινό<br />

δαιμόνιο που δεν της άφηνε περιθώρια να σκεφτεί λογικά.<br />

Είχε αποτύχει.<br />

Αποτυχία. Σύνθετη λέξη. Παράγωγο της τύχης. Όχι, η Βερονίκη<br />

δεν πίστεψε ποτέ στην τύχη. Έλεγε πάντα πως τίποτα δεν<br />

είναι τυχαίο στη ζωή. Μα κάποιες φορές δεν μπορούσε να<br />

εξηγήσει διαφορετικά τα γεγονότα που συνέβαιναν στην ίδια<br />

αλλά και στους γύρω της. Ήταν καθαρή τύχη ή έλλειψη αυτής;<br />

Ήταν απλή συγκυρία; Θεού θέλημα; Όχι, όχι. Ο Θεός δεν θα<br />

μπορούσε να ευθύνεται για τις πράξεις μας. Όχι αν αυτές<br />

είναι παράλογες. Και η Βερονίκη υπήρξε αρκετά παράλογη<br />

στη ζωή της. Αν με αυτή τη λέξη μπορούμε να περιγράψουμε<br />

την ανούσια ύπαρξη της…<br />

Μάρτιος 2008<br />

<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

306 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 307<br />

******<br />

Υποσχέθηκα να σου γράφω πιο συχνά, όμως δεν είχα το<br />

χρόνο. Θα έπρεπε να χαίρεσαι για αυτό! Σημαίνει πως κάτι<br />

έχω να κάνω στη ζωή μου. Χαχαχα! Την τελευταία φορά που<br />

σου έγραψα ήταν παραμονή Πρωτοχρονιάς και είχα γεμίσει<br />

σελίδες ολόκληρες με υποσχέσεις που πίστευα θα κρατήσω<br />

με τον ερχομό του νέου έτους. Φυσικά δεν το έκανα. Είναι<br />

μια ψευδαίσθηση που οι περισσότεροι άνθρωποι επιμένουν να<br />

τροφοδοτούν ανά τους αιώνες κι εγώ δεν αποτελώ εξαίρεση.<br />

Πιστεύουν πως θα αλλάξουν<br />

όμως ουσιαστικά τίποτα δεν<br />

αλλάζει. Όλα παραμένουν<br />

ίδια. Καταθλιπτικά, κενά και<br />

ανούσια.<br />

Πόσο θα’ θελα να εξαφανιστώ<br />

μια μέρα και να ξεχάσω ό, τι με<br />

κρατάει δεμένη με το<br />

παρελθόν. Αν και στην<br />

πραγματικότητα γνωρίζω πως<br />

δεν έχω παρελθόν. Μα ούτε


και μέλλον… Ήταν ψέμα να σου γράψω πως έχω πλέον με<br />

κάτι να ασχολούμαι στη ζωή μου. Για ακόμη μια φορά είμαι<br />

κενή. Εσύ με ξέρεις καλύτερα απ’ τον καθένα, δεν μπορώ να<br />

σου κρυφτώ. Βαρέθηκα. Η μιζέρια ποτέ δεν θα έπρεπε να<br />

ήταν μέρος της ζωής μου. Τι πήγε στραβά, αγαπημένο μου<br />

ημερολόγιο;<br />

Αύγουστος 2008<br />

<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

Όλοι έχουν αυτό που θέλουν. Χαμόγελα παντού και χαρούμενες<br />

συζητήσεις. Κι εγώ πρέπει να κάνω τον κλόουν για να μην<br />

καταλάβουν κάτι. Μα είμαι τόσο καλή σε αυτό. Ποτέ, κανείς<br />

δεν κοίταξε κάτω από την επιφάνεια μου. «Η Βερονίκη είναι<br />

απόλυτα καλά! Θα βρει το<br />

δρόμο της! Πιστεύουμε σε<br />

εκείνη!». Ηλιθιότητες. Έχω<br />

δυο αδελφές που περιμένουν<br />

με ανυπομονησία να κάνω<br />

το λάθος βήμα και να<br />

ζητωκραυγάσουν. Όμως το<br />

χαμόγελο τους δεν χάνεται<br />

ποτέ όταν είμαι μπροστά τους.<br />

Υποκρισία. Η μεγαλύτερη από<br />

τις τρείς μας, παντρεμένη.<br />

Εγώ, η δεύτερη κόρη, χαμένη<br />

στον κόσμο μου. Η τρίτη και μικρότερη, αρραβωνιασμένη.<br />

Μεγαλώνουμε, πηγαίνουμε σχολείο, κάνουμε φίλους,<br />

σπουδάζουμε, αρραβωνιαζόμαστε, παντρευόμαστε, κάνουμε<br />

παιδιά, τα σπουδάζουμε κι εκείνα, μετά έρχονται τα εγγόνια,<br />

αν ήμαστε τυχεροί τα στέλνουμε σχολείο και μετά πεθαίνουμε,<br />

έχοντας ζήσει μια γεμάτη ζωή. Με ποια δεδομένα; Με ποια<br />

«πρέπει»; Με ποιους κανόνες; Γιατί να υπάρχει μόνο ένα<br />

καλούπι για όλους μας;<br />

Μισώ την ψεύτικη ευτυχία. Μισώ την εφήμερη αγάπη. Μισώ<br />

τις ηλιόλουστες μέρες. Τίποτα δεν κρατάει για πάντα. Πότε<br />

θα το καταλάβει αυτό η ανθρωπότητα; Δεν μπορείς να πεις<br />

σε έναν άνθρωπο «θα σ’ αγαπάω για πάντα» γιατί όπως και<br />

οι εποχές, έτσι και η αγάπη έχουν συγκεκριμένη διάρκεια.<br />

Μάιος 2009<br />

<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

Με την απομόνωση από τον έξω κόσμο κερδίζεις πολλά.<br />

Δεν είναι η ησυχία αυτή που ημερεύει την ψυχή σου αλλά η<br />

άγνοια. Όταν δεν μπορείς πλέον να αντικρίσεις την ψευτιά του<br />

κόσμου, γαληνεύεις. Κι όμως… Βρίσκεται ακόμα μέσα μου. Το<br />

αισθάνομαι. Νέα από φίλους και συγγενείς ταξιδεύουν μέσω<br />

τηλεφωνικών γραμμών και η απογοήτευση μου μεταλλάσετε<br />

σε οργή. Δεν γίνεται να ζουν! Δεν μπορεί να έχουν αυτά που<br />

308 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 309


εγώ ποτέ δεν απέκτησα!<br />

«Τα έμαθες;; Η Γιολάντα, το κοντό κοριτσάκι που είχαμε<br />

στο Δημοτικό με τα σγουρά μαλλιά και τα γυαλιά, έγινε<br />

φωτογράφος!! Το τρελό νέο είναι πως εργάζεται στη Νέα<br />

Υόρκη με τα καλύτερα μοντέλα!!». Τι υπέροχα νέα. Σαν σωστός<br />

και καλός άνθρωπος θα έπρεπε να χαίρομαι ή το λιγότερο, να<br />

αδιαφορώ. Όμως η πρώτη μου σκέψη ήταν πικρόχολη. Δεν<br />

της άξιζε! Μα ποια είμαι εγώ για να την κρίνω;<br />

Βερονίκη Πετροπούλου, ετών 29. Αυτό δηλώνω τα τελευταία 6<br />

χρόνια. Ταυτότητα ποτέ δε μου ζητήθηκε. Μα πέρα από<br />

την ηλικία μου, ποια είμαι πραγματικά; Μια γυναίκα που<br />

ονειρεύεται. Μέσα στα σενάρια του μυαλού μου όλα είναι<br />

υπέροχα στημένα. Δεν είναι ονειρικά όπως τα παραμύθια.<br />

Έχουν πόνο, λύπη, χαμό. Όμως είναι φτιαγμένα έτσι όπως<br />

εγώ θέλω. Η ζωή που ποτέ δεν έζησα. Ίσως γιατί η φαντασία<br />

μου είχε περισσότερα χρώματα απ’ την πραγματικότητα μου…<br />

Σεπτέμβριος 2012<br />

<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

Ημερολόγιο μου, σε ξέχασα. Ξέχασα κι εμένα. Είναι άσχημο να<br />

βουλιάζεις στην ανυπαρξία, στην ακινησία, στην αβεβαιότητα.<br />

Άλφα στερητικό. Δηλώνει έλλειψη, απουσία, στέρηση. Λείπει<br />

η ζωντάνια απ’ την ψυχή και το σώμα μου. Ήταν φυσικό<br />

<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

επακόλουθο με τον τρόπο που<br />

επέλεξα να πορευτώ στη ζωή<br />

που μου χάρισε ο Θεός. Μου<br />

την χάρισαν απλόχερα κι εγώ<br />

την έκανα κουβάρι και την<br />

πέταξα.<br />

Επιλογές! Αυτό θα μου έλεγε ο<br />

καθένας. Είχα επιλογές. Είχα;<br />

Όχι πάντα. Δεν περνούσαν<br />

όλα απ’ το χέρι μου. Είχα<br />

ένα ταλέντο, στη συγγραφή<br />

μυθιστορημάτων, όμως ποτέ<br />

δεν κατάφερα να το αναπτύξω.<br />

Οι γονείς μου απεβίωσαν και<br />

έμεινα μόνη στο πατρικό μου να κοιτάω τους τέσσερις τοίχους.<br />

Οι αδελφές μου είχαν τις ζωές τους κι εγώ ποτέ δεν θα γινόμουν<br />

βάρος σε άλλον άνθρωπο. Η περηφάνια ήταν πάντα ένα από<br />

τα δυνατά χαρακτηριστικά μου. Όσο περνούσαν τα χρόνια,<br />

άλλαζα. Δεν ήμουν πια το χαριτωμένο, μικρό κοριτσάκι που<br />

όλοι συμπαθούσαν. Όσοι με ήξεραν πραγματικά, έβλεπαν το<br />

μίσος που έκαιγε πίσω απ’ τα μάτια μου. Αρκετά! Κατέστρεφα<br />

τον εαυτό μου με πλήρη επίγνωση γιατί όπως πάντα έλεγα,<br />

μου άρεσε να ονειρεύομαι. Τα όνειρα μου ήταν καλύτερα<br />

απ’ την πραγματικότητα τους. Την πραγματικότητα που οι<br />

310 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 311


<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

άνθρωποι μου πλάσαραν ως σωστή και πρέπον.<br />

Δεν υπάρχει σωστό, δεν υπάρχει λάθος. Στον δικό μου κόσμο<br />

δεν υπήρχαν κανόνες. Τα χρώματα ήταν πιο ζωντανά, οι<br />

σχέσεις πιο αληθινές, η αγάπη πιο βαθειά. Εκεί που ζούσα εγώ<br />

όταν τα μάτια μου έκλειναν, δεν υπήρχε αδικία, δεν υπήρχε<br />

προδοσία, δεν υπήρχε υποκρισία! Βαρέθηκα να ζω στον κόσμο<br />

σας! Είναι άδικο να μου επιβάλετε τον τρόπο ζωής που εσείς<br />

θεωρείτε σωστό! Εγώ ποτέ δεν σας επέβαλα να μπείτε στα<br />

όνειρα μου! Δεν ανήκετε<br />

εκεί! Εγώ θα ζήσω την ζωή<br />

που θέλω είτε σας αρέσει,<br />

είτε όχι! Θα το κάνω!<br />

<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

Βερονίκη δεν έμαθε ποτέ να ζει πραγματικά. Δεν γνώρισε<br />

την αγάπη ενός συντρόφου, δεν γέλασε με την καρδιά της<br />

όταν ήταν με φίλους, δεν κράτησε στην αγκαλιά της ένα μωρό<br />

δικό της. Η εμμονή της με τα όνειρα την απομάκρυνε απ’ την<br />

πραγματικότητα. Τόσο πολύ που το μυαλό της δεν άντεξε άλλο.<br />

Το μίσος, η κακία και η ζήλια που ένιωθε για κάθε ζωντανό ον<br />

του πλανήτη, μετατράπηκε σε αυτοκαταστροφή. Ζούσε μέσα<br />

από τα όνειρα της που πλέον είχαν γίνει εφιάλτες. Όσο καλά<br />

γραμμένες κι αν ήταν οι ιστορίες της, δεν είχαν ποτέ τέλος.<br />

Ήταν ανίκανη να δώσει ένα τέλος στην τρέλα που ζούσε από<br />

φόβο και μόνο μην τελειώσει το όνειρο και ξυπνήσει σε έναν<br />

κόσμο που δεν την αρέσει. Πίστευε πως η πραγματικότητα<br />

ήταν χειρότερη από αυτό που βίωνε. Πόσο λάθος έκανε…<br />

******<br />

Αν αναρωτιέστε, όχι, η<br />

Βερονίκη δεν έζησε ποτέ<br />

έτσι όπως ονειρευόταν.<br />

Ήταν μια πολύ όμορφη<br />

κοπέλα που είχε επενδύσει<br />

πολλά στον εαυτό της<br />

αλλά τίποτα στους γύρω<br />

της. Ο φόβος να αφεθεί<br />

την τράβηξε μακριά στην<br />

απομόνωση κι έτσι η<br />

Κλεισμένη σε ένα σκοτεινό σπίτι, με τα φαντάσματα του μυαλού<br />

και του παρελθόντος της, φανταζόταν πόσο όμορφη ήταν η<br />

ζωή της. «Έβλεπε» τον εαυτό της ντυμένο με φανταχτερά<br />

φουστάνια και γελούσε. Κοιτούσε το πρόσωπο της στον<br />

θαμπό πλέον καθρέφτη και έβλεπε μια πορσελάνινη κούκλα<br />

να της χαμογελά. Δεν μπορούσε πλέον να αναγνωρίσει τα<br />

ανησυχητικά σημάδια του χρόνου. Τα σημάδια της τρέλας.<br />

Τα ξεπλυμένα, γαλάζια της μάτια ήταν μονίμως άδεια και το<br />

τηλέφωνο δεν χτυπούσε πλέον για εκείνη. Την είχαν ξεχάσει<br />

όλοι. Δεν υπήρχε κανείς για εκείνη. Μόνο οι πολλοί εαυτοί<br />

της.<br />

312 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 313


<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

Τα χρόνια πέρασαν<br />

όμως… Και η Βερονίκη<br />

δεν άντεξε να περιμένει για<br />

ένα καλύτερο αύριο. Όταν<br />

βρήκαν το άψυχο κορμί<br />

της, τυλιγμένο σε τούλια<br />

και κορδέλες, τρόμαξαν να<br />

την αναγνωρίσουν. Ήταν<br />

μόλις 41 ετών κι όμως,<br />

έδειχνε πολύ μεγαλύτερη.<br />

Αυτό ίσως να ήταν και ο μεγαλύτερος φόβος της αν μπορούσε<br />

να καταλάβει τι έβλεπε στον καθρέφτη κάθε φορά που το<br />

είδωλο της αντικατοπτριζόταν στο γυαλί. Ένα κομμάτι χαρτί<br />

υπήρχε μόνο τσαλακωμένο μέσα στο δεξί χέρι της και ένα<br />

άδειο μπουκάλι με ηρεμιστικά στο άλλο.<br />

<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

υπάρχεις την κατάλληλη στιγμή. Χάνοντας όμως τη ζωή σου,<br />

χάνεις και την μοναδική ευκαιρία που έχεις για να εξελιχθείς.<br />

Ποτέ δεν είναι αργά για να κάνεις μια νέα αρχή και να ζήσεις.<br />

Μόνο ο θάνατος θα βάλει τέλος στα σχέδια σου. Φρόντισε<br />

να κάνεις όσα περισσότερα μπορείς πριν σου χτυπήσει την<br />

πόρτα όπως έκανε σε εμένα… Μετά θα είναι αργά.<br />

Βερονίκη Π.»<br />

ΤΕΛΟΣ<br />

Δήμητρα Θεοδωρίδου<br />

«Η πραγματική ζωή δεν ήταν ποτέ προορισμένη να γίνει βιβλίο.<br />

Δε χωράει σε λέξεις. Δεν περιγράφεται με λόγια. Δεν μπορείς<br />

να την φανταστείς, να την προβλέψεις αλλά ούτε να της βάλεις<br />

όρια. Έκανα το λάθος να προσπαθήσω να την αλλάξω. Δεν<br />

ήθελα να ζήσω. Έχασα πολύτιμο χρόνο παλεύοντας να κάνω<br />

τα όνειρα μου πραγματικότητα, όμως ποτέ δεν έδωσα χώρο<br />

στη ζωή μου να εξελιχθεί. Όλα αυτά τα χρόνια προσπαθούσα<br />

με κόπο να βρω τον λόγο ύπαρξης μου κι έτσι έχασα την ίδια<br />

μου τη ζωή. Δεν είναι αυτό το νόημα. Θα καταλάβεις γιατί<br />

314 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 315


316 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 317


<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

“Τραύματα”<br />

Γράφει η Βασιλική Δραγούνη<br />

«Πρέπει να μου πεις».<br />

«Όχι!», φωνάζει με όση δύναμη<br />

έχουν τα μικρά της πνευμόνια.<br />

«Σου είπα όχι!», ούρλιαξε ξανά<br />

γυρνώντας από την άλλη<br />

πλευρά με τα χέρια διπλωμένα.<br />

Εκείνος γονατίζει μπροστά της<br />

και αγγίζει απαλά τον ώμο της.<br />

«Σε παρακαλώ», επιμένει.<br />

Το παιδί σκυθρωπιάζει.<br />

«Είπα, δεν θέλω!».<br />

«Έλα καλή μου, μίλησε στον γέρο πατερούλη σου».<br />

Τα χείλη της τρεμουλιάζουν και δάκρυα αρχίζουν να τρέχουν.<br />

«Τι σου έκανε;»<br />

Τα δάκρυα γίνονται αναφιλητά, σιγανά στην αρχή, όλο και<br />

πιο δυνατά στη συνέχεια.<br />

Την παίρνει στην αγκαλιά του και προσπαθεί να την ηρεμήσει,<br />

τραγουδώντας της το νανούρισμα που της άρεσε όταν ήταν<br />

μωρό. Εκείνη κολλά το μουσκεμένο από τα δάκρυα πρόσωπό<br />

της στο πουκάμισό του, παραμένοντας σιωπηλή. Παίρνει<br />

το χέρι της και το κρατά, παρατηρώντας τα μπλε και μαύρα<br />

<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

σημάδια κάτω από το λεπτό της δέρμα.<br />

Πώς ήταν δυνατόν έχει χτυπήσει τόσο πολύ; Με ποιον τρόπο<br />

θα μπορούσε να έχει αποκτήσει άραγε όλες αυτές τις μελανιές;<br />

«Έπεσε και χτύπησε», είχε πει η γυναίκα του. Η πρώην<br />

γυναίκα του, τελοσπάντων. Φτηνή δικαιολογία. Το παιδί<br />

ήταν χτυπημένο σε όλο του το σώμα. Θα έπρεπε να είχε<br />

κατρακυλίσει από κανένα βράχο για να έχει χτυπήσει σε τόσα<br />

πολλά διαφορετικά σημεία.<br />

Την παίρνει στην αγκαλιά του, ενώ εκείνη εξακολουθεί να κλαίει<br />

και την πηγαίνει στη μικρή κουζίνα τους. Την βάζει πάνω σε<br />

μια καρέκλα και της φτιάχνει μια ζεστή σοκολάτα. Αυτό πάντα<br />

την καθησύχαζε, κάθε φορά που ερχόταν καταρρακωμένη<br />

από το σπίτι τους. Θα έπρεπε να το είχε καταλάβει από πριν<br />

ότι κάτι δεν πήγαινε καλά με αυτούς. Τότε όμως δεν ήταν<br />

τόσο προφανές.<br />

Αναστενάζει. Ποτέ δεν θα ξεχάσει το βλέμμα στο προσωπάκι<br />

της, όταν άνοιξε την πόρτα. Τόσο απίστευτα λυπημένο για<br />

ένα πεντάχρονο παιδί. Στεκόταν εκεί, με το μικρό της χέρι<br />

μέσα στο χέρι της μητέρας της, το σφιγμένο με γενναιότητα<br />

πηγούνι της να γέρνει προς τα κάτω και τα άκρα της να<br />

κρέμονται, σαν η δύναμη της βαρύτητας να υπερνικούσε τις<br />

δικές της δυνάμεις.<br />

318 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 319


<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

«Τι έχει το παιδί;» ρώτησε την Καίτη.<br />

«Τίποτα. Έπεσε. Πήραμε ένα τραμπολίνο. Φαίνεται ότι<br />

ενθουσιάστηκε περισσότερο απ’ όσο έπρεπε».<br />

«Τραμπολίνο;» Της πήραν τραμπολίνο; Αυτοί δεν της είχαν<br />

πάρει ποτέ ούτε μια κούκλα Barbie.<br />

«Πρέπει να φύγω. Ο Πέτρος περιμένει».<br />

Το κοριτσάκι του μπήκε μέσα, κρατώντας τα μάτια της<br />

καρφωμένα στο γκρίζο χαλί. Μόλις η πόρτα έκλεισε, έτρεξε<br />

κατευθείαν στο δωμάτιό της και κλείδωσε την πόρτα. Έμεινε<br />

μέσα κλειδωμένη για ώρες. Της χτυπούσε την πόρτα, αλλά<br />

εκείνη δεν έμπαινε στον κόπο να του απαντήσει.<br />

Ένας οξύς πόνος τον ξυπνάει από τις σκέψεις του. Κάηκε στη<br />

σόμπα. Αυτός δεν είναι που λέει ότι πρέπει πάντα να είμαστε<br />

προσεκτικοί με τις φωτιές;<br />

Τι κάνει τώρα άραγε;<br />

Της ρίχνει μια διακριτική ματιά, για να μην την αναστατώσει.<br />

«Μυρτώ μου, θα πιεις λίγη ζεστή σοκολάτα;»<br />

Καμία απάντηση. Βάζει το αχνιστό φλιτζάνι μπροστά της.<br />

Εκείνη δεν το αγγίζει. Δεν μπαίνει καν στον κόπο να το δει.<br />

Εκείνος περιμένει. Το παιδί παραμένει στη θέση του ακίνητο.<br />

Γονατίζει για να την κοιτάξει. Βάζει τα χέρια του στους ώμους<br />

της.<br />

«Έλα τώρα γλυκιά μου. Ξέχνα το. Είσαι μαζί μου τώρα. Όλα<br />

<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

είναι εντάξει».<br />

Κατεβάζει το φερμουάρ του μπουφάν της. Το φοράει όλη τη<br />

μέρα.<br />

«Μήπως κρυώνεις;»<br />

Μέσα στο σπίτι κάνει αρκετή ζέστη. Έχει φροντίσει να<br />

πληρώσει όλους τους λογαριασμούς του αυτό το μήνα, για να<br />

μην ισχυριστούν ξανά ότι το σπίτι του δεν είναι περιβάλλον<br />

κατάλληλο για παιδιά. Το ρεύμα και το φυσικό αέριο, λοιπόν,<br />

δεν έχουν κοπεί. Μήπως το παιδί είχε κρυώσει;<br />

Τον αφήνει να της βγάλει το μπουφάν χωρίς καμία αντίδραση.<br />

Και τότε βλέπει τα σημάδια. Καλά κρυμμένα από τα ρούχα<br />

της. Είναι σαν στρογγυλά μπαλώματα αποχρωματισμένης<br />

σάρκας. Εγκαύματα. Μεγάλα καψίματα από τσιγάρο.<br />

Και μετά θυμάται. Ο Πέτρος καπνίζει πούρα, μεγάλα πούρα. Τα<br />

κάπνιζε την ημέρα που έγινε το δικαστήριο για την κηδεμονία<br />

του παιδιού, μετά από την αγωγή διαζυγίου. Δίκη την οποία<br />

βέβαια κέρδισαν. Ήταν η επιβεβαίωση του θριάμβου του, της<br />

νίκης του Πέτρου πάνω στο δικό του μικρό κορίτσι, τη Μυρτώ<br />

του. Ο Πέτρος είχε στιγματίσει το μικροσκοπικό σώμα της<br />

με τον ίδιο τρόπο που είχε στιγματίσει και τη δική του ψυχή<br />

την ημέρα που έχασε τα πάντα.<br />

320 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 321


<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

Πώς μπόρεσε η Καίτη να τον αφήσει να το κάνει αυτό στην<br />

κόρη τους; Στο μικρό, αβοήθητο παιδί τους...<br />

Ήταν Σάββατο βράδυ. Σε λιγότερο από είκοσι τέσσερις ώρες θα<br />

έρχονταν να πάρουν πίσω τη Μυρτώ για άλλη μια εβδομάδα.<br />

Τι θα έπρεπε να κάνει τώρα; Να πάει στην αστυνομία; Πώς<br />

να υποβάλλει καταγγελία, τη στιγμή που δεν μπορούσε να<br />

ανταπεξέλθει οικονομικά ούτε την αμοιβή ενός δικηγόρου;<br />

Από την άλλη, αυτός ο αλήτης θα έφερνε μαζί του μια ομάδα<br />

δικηγόρων. Καλών δικηγόρων. Κάποιους από τα παλιά<br />

φιλαράκια του, που είχαν αποφοιτήσει μετά πολλών επαίνων<br />

απ’ το Χάρβαρντ. Θα ήταν και φίλοι με τον δικαστή, χωρίς<br />

αμφιβολία.<br />

Και στη συνέχεια οι δημοσιοσχετίστες του λαμπρού στελέχους<br />

θα διοργάνωναν ένα μεγάλο φιλανθρωπικό γεγονός για τα<br />

κακοποιημένα παιδιά με τεράστια κάλυψη από τον Τύπο. Άντε<br />

να τα βάλεις με μια τέτοια ομάδα. Μια αγέλη από αιμοβόρα<br />

σκυλιά. Θα κατέρριπταν όλες τις αποδείξεις. Θα έφταναν<br />

ακόμη και στο σημείο να ισχυριστούν ότι αυτός τα έκανε<br />

όλα αυτά στο φτωχό παιδί. Θα αποδείκνυαν ότι έχει τάση<br />

για βίαιη συμπεριφορά. Θα υπερτόνιζαν την ανεργία του, το<br />

σαραβαλιασμένο του σπίτι - περιβάλλον ακατάλληλο για<br />

μικρό παιδί – συν το γεγονός ότι ο ίδιος δεν μπορούσε να<br />

πληρώσει τα δίδακτρα ή ακόμη και τα έξοδα διαβίωσης της<br />

<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

κόρης του. Θα την έχανε για πάντα. Και, το χειρότερο, θα<br />

έπεφτε στα χέρια του Πέτρου. Τότε πια, δεν θα μπορούσε να<br />

κάνει τίποτα για το μικρό του κοριτσάκι.<br />

«Ο μπαμπάς θα διώξει τον πόνο μακριά, εντάξει Μυρτούλα<br />

μου;»<br />

Περιποιείται τις πληγές της με φροντίδα, όσο πιο καλά μπορεί.<br />

Όλα εκείνα τα μαθήματα Πρώτων Βοηθειών δεν πήγαν χαμένα<br />

τελικά. Δεν μπορούσε να την πάει σε γιατρό. Θα έπρεπε να<br />

καλέσουν αμέσως την αστυνομία και υπήρχε κίνδυνος να<br />

βάλουν εκείνον φυλακή. Στην τελική, κανείς δεν πιστεύει<br />

έναν πρώην κατάδικο.<br />

Μετάνιωνε τώρα για τον παρορμητικό του χαρακτήρα που<br />

στο παρελθόν δεν μπορούσε να ελέγξει, για τα τόσα λάθη που<br />

είχε κάνει χωρίς να προβλέψει τις συνέπειες. Βλάκα. Βλάκα!<br />

Ένα βαθύ σφύριγμα ξέφυγε από τα χείλη του κοριτσιού.<br />

«Με συγχωρείς γλυκιά μου, σε πόνεσε;»<br />

«Με τσιμπάει».<br />

«Είναι γιατί σε βοηθάει να γίνεις καλά».<br />

Παραμένουν σιωπηλοί για λίγο. Της βάζει μια ειδική αλοιφή<br />

πάνω στα εγκαύματα. Το δέρμα της έχει γίνει κατακόκκινο.<br />

Ίσως περάσει. Είναι πολύ μικρή ακόμα για να μείνει σημαδεμένη<br />

για όλη της τη ζωή.<br />

«Μπαμπά; Μπαμπά, δεν θέλω να επιστρέψω εκεί! Δεν θέλω<br />

να πάω στη μαμά! Σε παρακαλώ, μην με αφήσεις να φύγω!»<br />

322 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 323


<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

Αυτός παγώνει. Τι να της πει; Ούτε αυτός θέλει να την αφήσει<br />

να φύγει, ποτέ. Και ξαφνικά, το να την προστατέψει, διώχνει<br />

οποιαδήποτε άλλη σκέψη από το μυαλό του. Φτάνει να είναι<br />

μαζί. Όσο ο μπαμπάς είναι μαζί της, όλα θα είναι μια χαρά.<br />

«Μην ανησυχείς γλυκιά μου, ο μπαμπάς θα το φροντίσει. Ο<br />

μπαμπάς θα διώξει μακριά όλα αυτά που σε στενοχωρούν».<br />

Σκύβει στο αυτί του και του λέει ψιθυριστά, σαν να φοβάται<br />

μην την ακούσει κανείς «θα πας να σταματήσεις τον κακό<br />

άνθρωπο;»<br />

Όλος ο πόνος και ο φόβος στη σπασμένη της φωνή, τον<br />

αιφνιδίασε σαν γροθιά στο στομάχι. Σηκώνεται και την παίρνει<br />

στην αγκαλιά του.<br />

«Ναι, αγάπη μου. Θα τα διώξω όλα μακριά. Θα τον διώξω<br />

μακριά. Δεν θα σου ξανακάνει ποτέ κακό. Το υπόσχομαι. Ο<br />

μπαμπάς σου το υπόσχεται, αγάπη μου».<br />

<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

έναν συγκρατούμενο, «για την κακιά την ώρα». Κάτι που είχε<br />

ορκιστεί να μην χρησιμοποιήσει ποτέ ξανά.<br />

Αφήνει το όπλο πάνω στο κρεβάτι, δίπλα από τη μισοφτιαγμένη<br />

βαλίτσα. Ήταν καιρός να πάρει μια απόφαση.<br />

Βασιλική Δραγούνη<br />

Το παιδί ξεσπάει σε δάκρυα. Οι λυγμοί ταρακουνούν το<br />

μικροσκοπικό της σώμα. Την κουνάει απαλά στην αγκαλιά<br />

του και της τραγουδά μέχρι να ηρεμήσει. Σε λίγο αποκοιμιέται.<br />

Γλιστρά έξω από το δωμάτιο και αρχίζει να πακετάρει τα<br />

πράγματα τους.<br />

Μέσα σε ένα αναστατωμένο συρτάρι διακρίνει κάτι στο βάθος.<br />

Τα δάχτυλά του αγγίζουν το κρύο μέταλλο και σφίγγουν<br />

γύρω από τη λαβή. «Δώρο» από ένα παλιό φιλαράκι του,<br />

324 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 325


Κάντε κλικ επάνω στην καρδιά για να<br />

διαβάσετε ή να κατεβάσετε την υπέροχη<br />

ιστορία που έγραψαν 15+1 blogger.<br />

326 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 327


<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

“Αργυρή Επέτειος”<br />

Της Έλλης Οικονόμου<br />

Το μεγάλο γεγονός<br />

πλησίαζε - πέντε μέρες<br />

απέμεναν πια - και όλη<br />

η οικογένεια το περίμενε<br />

πώς και πώς. Η κόρη του<br />

είχε αναλάβει να διοργανώσει την οικογενειακή γιορτή, αλλά<br />

όποιος και να τη ρωτούσε για τις λεπτομέρειες, μιλιά δεν<br />

της έπαιρνε. Ούτε καν ο ίδιος! Ούτε τα παιδιά της, που τα<br />

έτρωγε η περιέργεια! Η κόρη του κρατούσε τις ιδέες της για<br />

την χαρμόσυνη ημέρα σαν επτασφράγιστο μυστικό.<br />

Ο γιος του από την άλλη, είχε ένα μόνιμο μειδίαμα. Δεν<br />

είχαν συζητήσει και πολλά για τη μεγάλη μέρα, αλλά ήξερε τι<br />

σκεφτόταν. Δεν ήταν και λίγα τόσα χρόνια γάμου! «Αργυρή<br />

επέτειος», έτσι του είπε πως λένε το να κλείνει κανείς 25<br />

χρόνια γάμου και αρμονικής συμβίωσης.<br />

«Πρόσεξε να μην κάνεις καμιά χαζομάρα και έρθεις στο σπίτι με<br />

τίποτα… αργυρό!» τον πείραζε ο γιος του. «Από λευκόχρυσο<br />

και πάνω πρέπει να κρατάς στα χέρια σου, για να ανταποδώσεις<br />

όλα όσα της χρωστάς…»<br />

Ήταν αλήθεια. Τώρα που καθόταν στο γραφείο του, λίγο<br />

πριν το τέλος της εργάσιμής του μέρας και μην έχοντας άλλη<br />

επείγουσα δουλειά, σκεφτόταν τη γυναίκα του και τα λόγια<br />

<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

του γιου του.<br />

Είδε για πρώτη φορά την Τασία, κοπελίτσα ακόμα, στις<br />

εποχές εκείνες που ήταν δύσκολο να γνωρίσεις, δύσκολο<br />

να εκφραστείς, δύσκολο να αγαπήσεις. Τα νεαρά κορίτσια<br />

- και ειδικά αυτά που ήταν σε ηλικία γάμου - ήταν απόλυτα<br />

προστατευμένα από νεαρούς και «πονηρές» συναντήσεις.<br />

Εκείνος πάλι, δεν ήταν και τόσο μικρός… Ήταν κοντά στα<br />

τριάντα και μόλις πρόσφατα είχε αρχίσει να ξεπερνά το κενό<br />

που άφησε στην ψυχή του ένας διαλυμένος αρραβώνας, ο<br />

οποίος οδηγήθηκε στη διάλυση γιατί έγινε από προξενιό και<br />

καμιά από τις δυο πλευρές δεν κατάφερε τελικά να ταιριάξει.<br />

Δούλευε ως βοηθός τότε σε ένα σιδεράδικο και τον είχε<br />

στείλει ο μάστορας, όπως θυμόταν τώρα, στο χωριό της Τασίας<br />

για δουλειά. Πάνω που είχε τελειώσει τη δουλειά κι έφευγε,<br />

ταλαιπωρημένος και λερωμένος, πέρασε μπροστά από ένα<br />

σπίτι με μια ολάνθιστη αυλή. Και την είδε. Είδε μια οπτασία,<br />

κρεμασμένη από το παράθυρό της, να προσπαθεί να κόψει<br />

ένα τριαντάφυλλο από την αναρριχώμενη τριανταφυλλιά. Τα<br />

πόδια του σαν να καρφώθηκαν μονομιάς στο έδαφος, εκεί που<br />

στεκόταν, κι απέμεινε να θαυμάζει την κοπέλα με το άσπρο<br />

φόρεμα και τα μακριά, λυτά μαλλιά που τα ανάδευε ο αέρας.<br />

Εκείνη τον πρόσεξε και του χαμογέλασε, χωρίς να κρίνει με<br />

το βλέμμα της τη βρώμικη εμφάνισή του. Όχι κανένα πλατύ<br />

χαμόγελο, ένα αμήχανο και μαζεμένο χαμόγελο του χάρισε,<br />

γεμάτο θηλυκότητα, το οποίο όμως έφτασε μεμιάς ως την<br />

328 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 329


<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

καρδιά του κι έφερε την Ανάσταση. Τότε δεν ήξερε το όνομά<br />

της, αλλά για χρόνια μετά, αυτό έγινε ένα μικρό αστείο μεταξύ<br />

τους: «Αχ, Αναστασία μου, μόλις σε είδα τότε ήταν σαν την<br />

Ανάσταση, όλο βεγγαλικά και πυροτεχνήματα» έλεγε και<br />

την πείραζε.<br />

Ωραίες εποχές… Για να τη δει έστω και για λίγο, πήγαινε<br />

στο χωριό της κάνοντας χιλιόμετρα και χιλιόμετρα με τα πόδια,<br />

φορώντας πάντα τα βρώμικα ρούχα της δουλειάς για να μη<br />

δίνει στόχο. Αν τον έβλεπε κανείς, θα νόμιζε ότι πήγαινε σε<br />

κάποιο σπίτι για να μαστορέψει. Αν ήταν τυχερός κι εκείνη<br />

ήταν στο παράθυρό της, την έβλεπε για μια στιγμή - μόνο<br />

για μια στιγμή - κι έπειτα γυρνούσε πάλι με τα πόδια πίσω.<br />

Άλλες φορές, όταν ο καιρός δεν ήταν καλός κι εκείνη ήταν<br />

κλεισμένη μέσα στο σπίτι ή τύχαινε να είναι απασχολημένη<br />

με τις δουλειές, εκείνος επέστρεφε άπραγος, χωρίς να έχει<br />

μπορέσει να τη δει καθόλου. Κι όταν συνέβαινε αυτό, τις<br />

επόμενες μέρες ήταν τόσο κακόκεφος, που κανείς άνθρωπος<br />

δεν μπορούσε να τον προσεγγίσει. Μέχρι να καταφέρει να<br />

την ξαναδεί, παρέμενε ράθυμος και συννεφιασμένος.<br />

Κι αυτές του οι διαδρομές, από και προς το χωριό, να<br />

συνεχίζονται για χρόνια…<br />

«Πόσες δυσκολίες περνούσαμε για την αγάπη», ψιθύρισε και<br />

αναστέναξε. Τώρα τα πράγματα ήταν πολύ πιο εύκολα, δεν<br />

υπήρχαν τα ίδια εμπόδια από τις καταστάσεις, ούτε οι ίδιοι<br />

περιορισμοί από τις οικογένειες. Θυμόταν ακόμα το πόσο<br />

<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

ανεξέλεγκτα έτρεμαν τα πόδια του, όταν τελικά βρήκε λίγο<br />

θάρρος, στα τριανταπέντε του πια, για να πάει στο σπίτι<br />

της, να σταθεί ενώπιον του αυστηρού πατέρα της και να τη<br />

ζητήσει σε γάμο.<br />

«Κύριε Κοσμά;»<br />

Η γραμματέας του, η Σοφία, μπήκε μέσα στο δωμάτιο και<br />

τον γύρισε απότομα πίσω στο παρόν, βγάζοντάς τον από<br />

την ονειροπόληση. Η πόρτα του γραφείου του ήταν ανοιχτή<br />

πάντοτε, εκτός κι αν είχε κάποια επίσκεψη. Του άρεσε να έχει<br />

άμεση επαφή με τους υπαλλήλους του και ειδικά με τη Σοφία,<br />

η οποία εδώ και χρόνια ήταν «το δεξί του χέρι», άξια βοηθός<br />

του στην εταιρεία.<br />

«Θα μου υπογράψετε την παραγγελία για να τη στείλω;»<br />

«Φέρ’ τη, κορίτσι μου, γιατί θα φύγω σε λίγο», της είπε.<br />

Μόλις η κοπέλα έφυγε, ο Κοσμάς επανήλθε στις σκέψεις<br />

του. Εδώ και χρόνια είχε τη δική του επιχείρηση, δεν ήταν<br />

βοηθός άλλων πια, όπως τότε που ήταν νέος. Είχε καταξιωθεί.<br />

Η Τασία τον στήριξε σε όλες τις αποφάσεις του, ήταν δίπλα<br />

του πάντα, ήταν η τέλεια σύζυγος και μητέρα. Εκείνος όμως,<br />

εδώ και κάμποσα χρόνια, είχε αναγκαστικά εγκλωβιστεί στις<br />

πολύωρες υποχρεώσεις της δουλειάς. Πέρασαν κι άλλες<br />

επέτειοι, κι άλλες γιορτές, κι εκείνος κατέληξε να έχει το χρόνο<br />

μόνο για βιαστικά επιλεγμένα μικροδωράκια και ένα τραπέζι<br />

σε ένα καλό εστιατόριο, που έκλεινε όμως για λογαριασμό<br />

του η Σοφία. Τώρα, στα εξήντα του, σκεφτόταν τα λόγια του<br />

330 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 331


<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

γιου του και αισθανόταν ντροπή.<br />

«Σοφία, φεύγω, κορίτσι μου» είπε και σηκώθηκε.<br />

«Καλό απόγευμα, κύριε Κοσμά!»<br />

Βγήκε στο δρόμο, ξαφνικά αλλά αμετάκλητα αποφασισμένος.<br />

Θα πήγαινε σε ένα κοσμηματοπωλείο και θα της διάλεγε κάτι<br />

που όμοιό του ούτε θα είχε ξαναδεί, ούτε θα είχε ξαναφορέσει.<br />

Το άξιζε, εξάλλου, και με το παραπάνω.<br />

Σιγουρεύτηκε ότι είχε μαζί του το μπλοκ των επιταγών του<br />

και διέσχισε το δρόμο με γρήγορα βήματα, κατευθυνόμενος<br />

προς το κέντρο. Είχε υπόψη του να επισκεφθεί ένα κατάστημα<br />

που θεωρούνταν από τα καλύτερα του είδους.<br />

Φτάνοντας έξω από το κοσμηματοπωλείο, προς στιγμήν<br />

δίστασε. Κοίταξε τη φωτισμένη βιτρίνα, τα κοσμήματα που<br />

αστραφτοκοπούσαν. Δεν είχε τίποτα συγκεκριμένο στο νου<br />

του, έλπιζε στη βοήθεια του πωλητή και ευχόταν να μπορούσε<br />

να βρει κάτι αντάξιο της Τασίας. Μπήκε μέσα και βάλθηκε<br />

να περιεργάζεται τις προθήκες.<br />

«Καλησπέρα, μπορώ να σας βοηθήσω;» κατέφτασε ένας<br />

καλοντυμένος πωλητής.<br />

Ο Κοσμάς χάρηκε που ο κοσμηματοπώλης ήταν άντρας,<br />

οι άντρες πάντα καταλαβαίνονται μεταξύ τους καλύτερα<br />

κι αυτός αισθανόταν να βρίσκεται σε μια περίεργη θέση –<br />

ένιωθε σαν μαθητούδι, το οποίο καλούνταν να διαλέξει για<br />

πρώτη φορά ένα καλό δώρο για την αγαπημένη του, θέλοντας<br />

οπωσδήποτε να της αρέσει.<br />

<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

«Ξέρετε, ψάχνω ένα δώρο για τη σύζυγό μου», είπε. «Δεν ξέρω<br />

τι ακριβώς, δεν έχω στο νου μου κάτι συγκεκριμένο και ίσως<br />

χρειαστώ τη βοήθειά σας για να μου προτείνετε».<br />

«Βεβαίως, κύριε, μην ανησυχείτε, έχω πολλά σχέδια να σας<br />

δείξω και είμαι σίγουρος ότι κάτι θα βρούμε που να της<br />

ταιριάζει».<br />

Αναθάρρησε ο Κοσμάς.<br />

«Έχουμε επέτειο γάμου, γι’ αυτό και θα ήθελα κάτι ιδιαίτερο»,<br />

είπε στον πωλητή. «Δε με απασχολεί το κόστος…»<br />

Ο κοσμηματοπώλης στο μεταξύ είχε αρχίσει να βγάζει διάφορα<br />

κοσμήματα από τις προθήκες και από το θησαυροφυλάκιο,<br />

άλλα λιτά κι άλλα βαρύτιμα. Το θησαυροφυλάκιο καταλάμβανε<br />

ολόκληρο τον ένα τοίχο του καταστήματος. «Μάλιστα, κύριε,<br />

τις θερμότερες ευχές μου. Θα θέλατε να περάσετε στο σαλονάκι<br />

μας, για να τα δείτε με την ησυχία σας;»<br />

Ο Κοσμάς αρνήθηκε.<br />

«Όχι, θα προτιμούσα εδώ, γιατί χρειάζομαι τη γνώμη σας».<br />

Τα κοσμήματα τοποθετήθηκαν κάτω από τους προβολείς και<br />

εκτέθηκαν με αξιοθαύμαστη προσοχή, ακρίβεια και ταχύτητα<br />

μπροστά στον Κοσμά. Οι πολύτιμες πέτρες και το μέταλλο<br />

άστραψαν στην επαφή τους με το έντονο φως και έστειλαν<br />

παντού ζωηρές λάμψεις.<br />

Μπροστά του υπήρχαν ήδη αρκετά περιδέραια, σκουλαρίκια<br />

και βραχιόλια για να δει και ο κοσμηματοπώλης πρόσθετε<br />

τώρα και μερικά δαχτυλίδια. Ο Κοσμάς ξαφνικά αγχώθηκε.<br />

332 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 333


<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

«Θα προτιμούσα να αναζητήσουμε κάτι το οποίο να μπορεί να<br />

φορεθεί σχετικά εύκολα, όχι κάτι το εξεζητημένο» είπε στον<br />

πωλητή. «Η σύζυγός μου προτιμάει τα ασυνήθιστα σχέδια<br />

στα κοσμήματα, αλλά είναι γεγονός πως δεν της αρέσουν τα<br />

βαρυφορτωμένα. Κι εγώ από την πλευρά μου θα ήθελα να<br />

μπορεί να φοράει συνέχεια, αν το θέλει, το κόσμημα που θα<br />

διαλέξω για εκείνη».<br />

Ο κοσμηματοπώλης, αφού του ζήτησε την άδεια, πήρε και<br />

τοποθέτησε ξανά πίσω στις προθήκες τους κάποια από τα<br />

περιδέραια που ήταν αρκετά φαρδιά, μεγάλα ή φορτωμένα<br />

με ογκώδεις πολύτιμες πέτρες.<br />

Ο Κοσμάς κοιτούσε προσεκτικά τα κομμάτια που είχε τώρα<br />

μπροστά του, αλλά δυσκολευόταν να αποφασίσει. Σε σχέση με<br />

τα δώρα που επέλεγε για την Τασία στο παρελθόν, σε άλλες<br />

γιορτές ή επετείους, τούτα εδώ ήταν κατά πολύ ανώτερα. Το<br />

συναίσθημα της ντροπής ξαναγύρισε, τώρα όμως ήταν παρέα<br />

με μια αδικαιολόγητη ανασφάλεια. Συνοφρυώθηκε.<br />

«Είναι τόσο δύσκολο να διαλέγεις κάτι για κάποιον, όταν τον<br />

αγαπάς…», μονολόγησε σιγανά.<br />

«Πώς είπατε;» ο πωλητής δεν τον άκουσε καλά.<br />

«Τίποτα, μια διαπίστωση έκανα» είπε αμήχανα ο Κοσμάς.<br />

«Είπα ότι είναι δύσκολο να διαλέγεις κάτι για κάποιον, όταν<br />

τον αγαπάς… Το έχετε σκεφτεί ποτέ; Εγώ πρώτη φορά το<br />

συνειδητοποίησα, τουλάχιστον έτσι όπως σήμερα».<br />

Ο πωλητής τον κοίταξε με ένα ερωτηματικό βλέμμα. Δεν<br />

<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

είχε καταλάβει.<br />

«Εννοώ ότι όταν αγαπάς κάποιον, η επιλογή ενός δώρου<br />

φαντάζει δύσκολη, γιατί νοιάζεσαι υπερβολικά για το πώς θα<br />

του φανεί. Θέλεις να του αρέσει, θέλεις να είναι το καλύτερο<br />

δώρο που έχει λάβει ποτέ του. Ό,τι κι αν είναι αυτό. Θέλεις<br />

να πιάσεις το «στίγμα» του, θέλεις να πετύχεις αυτό που<br />

προτιμά… Τον αγαπάς και σε νοιάζει, καταλάβατε; Ενώ σε<br />

κάποιον τρίτο… όταν δεν είναι τόσο σημαντικός για σένα…<br />

θα μπορούσες να επιλέξεις οποιοδήποτε δώρο, χωρίς να σε<br />

ενοχλεί τόσο αν αυτό δεν είναι του γούστου του, εφόσον μπορεί<br />

να το αλλάξει… Αντίθετα, η γυναίκα μου για παράδειγμα,<br />

δε θα ήθελα να αλλάξει αυτό που της έχω διαλέξει, θα με<br />

στενοχωρούσε, θα ήταν σαν να είχα αποτύχει στην επιλογή<br />

μου.»<br />

Ο Κοσμάς σταμάτησε να μιλάει. Η προσοχή του είχε στραφεί<br />

σε ένα περίτεχνο δαχτυλίδι-πεταλούδα, κατασκευασμένο<br />

από λευκόχρυσο. Μόλις το είδε, κατάλαβε ότι ήταν αυτό που<br />

έψαχνε. Το πήρε στα χέρια του.<br />

Η πεταλούδα είχε ανοιχτά τα φτερά της, καλύπτοντας<br />

όλο το πλάτος ενός γυναικείου δαχτύλου. Τα φτερά της ήταν<br />

καλυμμένα από μικρές μπλε πέτρες, οι οποίες έκαναν κομψή<br />

αντίθεση με το ασημί χρώμα του λευκόχρυσου. Ο Κοσμάς<br />

πρόσεξε τις άκρες των κεραιών της, όπου γυάλιζαν κι εκεί<br />

δυο μικρές πετρούλες, διαφανείς αυτή τη φορά.<br />

«Μπορείτε να μου πείτε περισσότερα γι’ αυτό το δαχτυλίδι;»<br />

334 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 335


<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

Ο πωλητής, πρόθυμος, άρχισε να μιλάει δίχως σταματημό.<br />

Το δαχτυλίδι ήταν κατασκευασμένο από λευκόχρυσο, του<br />

είπε, οι μπλε πέτρες στα φτερά της πεταλούδας ήταν ζαφείρια,<br />

προερχόμενα από τη Μοντάνα των Ηνωμένων Πολιτειών της<br />

Αμερικής και από τα καλύτερα του είδους σε χρώμα και σε<br />

καθαρότητα. Οι πετρούλες στις κεραίες της ήταν μπριγιάν.<br />

Ο Κοσμάς είχε θαμπωθεί ήδη, αλλά ο κοσμηματοπώλης<br />

είχε βαλθεί να του πει ακόμη περισσότερα.<br />

«Ξέρετε, πάντοτε το ζαφείρι θεωρούνταν ότι έφερνε στον<br />

κάτοχό του ευτυχία και σοφία, ενώ προστάτευε από τις<br />

ασθένειες» του είπε. «Παλιότερα, δινόταν και σαν φυλαχτό,<br />

ως η προστάτιδα πέτρα της ανθρώπινης περιουσίας! Εμείς<br />

συνήθως το προτείνουμε ως δώρο για την πέμπτη ή την<br />

τεσσαρακοστή πέμπτη γαμήλια επέτειο…»<br />

Ο Κοσμάς γέλασε.<br />

«Δυστυχώς, ούτε η πέμπτη, ούτε η τεσσαρακοστή πέμπτη<br />

επέτειός μας είναι, αλλά δε θα τα χαλάσουμε εδώ… Το δαχτυλίδι<br />

αυτό μου άρεσε πολύ και για μας θα μπορούσε να έχει ακόμη<br />

μία, συμβολική σημασία: η σύζυγός μου μεταμόρφωσε τη ζωή<br />

μου, δε θα ήμουν αυτό που είμαι σήμερα χωρίς την υποστήριξή<br />

της και χωρίς την παρουσία της δίπλα μου. Ακριβώς όπως<br />

η πεταλούδα συμβολίζει τη μεταμόρφωση… Θα το πάρω,<br />

νομίζω ότι είναι το ιδανικό δώρο που θα μπορούσα να της<br />

προσφέρω».<br />

Ο κοσμηματοπώλης έσπευσε να του γνωστοποιήσει το<br />

<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

κόστος. Το ποσό ήταν αστρονομικό, αλλά ο Κοσμάς ούτε καν<br />

ασχολήθηκε. Έβγαλε το μπλοκ του και έκοψε μια επιταγή.<br />

«Θα ήθελα παρακαλώ να εσωκλείσω και μια κάρτα στη<br />

συσκευασία δώρου που θα ετοιμάσετε», είπε στον πωλητή.<br />

Εκείνος του έδωσε μια κάρτα και μια πένα και του έδειξε ένα<br />

τραπεζάκι με μια πολυθρόνα, όπου μπορούσε να καθίσει και<br />

να τη γράψει.<br />

Ο Κοσμάς δεν το σκέφτηκε πολύ: «Στη γυναίκα της ζωής<br />

μου», έγραψε. Κι από κάτω: «Η ζωή μου ήταν ασήμαντη,<br />

μέχρι που ήρθες εσύ και την άλλαξες, τη μεταμόρφωσες.<br />

Ευτυχισμένη επέτειο! Ανυπομονώ να ζήσουμε μαζί πολλές<br />

άλλες ακόμη…»<br />

Πήρε το κουτάκι με το πολύτιμο περιεχόμενο από τον<br />

πωλητή, τον ευχαρίστησε για το χρόνο του και τη βοήθεια που<br />

του προσέφερε και βγήκε από το κατάστημα, τοποθετώντας<br />

παράλληλα το κουτί στην εσωτερική τσέπη του σακακιού<br />

του. Αισθανόταν πολύ χαρούμενος και ανυπομονούσε να<br />

φορέσει το δαχτυλίδι στην Τασία. Κοίταξε τον ουρανό και<br />

είδε να πετούν δυο λευκά πουλιά, από αυτά που κατέκλυζαν<br />

τα δέντρα της κοντινής πλατείας. «Σημαδιακό», σκέφτηκε<br />

και κατέβηκε από το πεζοδρόμιο για να διασχίσει το δρόμο.<br />

Είδε φευγαλέα, με την άκρη του ματιού του, μια κίνηση –<br />

κάτι κινήθηκε, κάτι ροζ. Και κάτι ερχόταν. Πρόλαβε να ακούσει<br />

μια απίστευτη φασαρία, είδε μια λάμψη που τον πόνεσε και<br />

την επόμενη στιγμή είδε την άσφαλτο να έρχεται με ταχύτητα<br />

336 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 337


<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

καταπάνω του. Χύθηκε κάτι και απλώθηκε, πού βρέθηκε το<br />

κόκκινο κρασί; Και μετά ο κόσμος σκοτείνιασε κι αυτός δεν<br />

ήταν πουθενά.<br />

Φώτα. Σειρήνες. Κάτι πράσινο. Κι άλλα φώτα, φασαρία.<br />

Δυσκολευόταν να αναπνεύσει. Κάτι ακούμπησε στη μύτη του<br />

και όλα βυθίστηκαν ξανά στο σκοτάδι.<br />

Ξύπνησε και είδε ξανά τα φώτα, πιο πολλά και πιο έντονα<br />

αυτή τη φορά. Και μετά είδε κάτι τρομερά περίεργο. Είδε<br />

ένα χειρουργείο, πολλούς γιατρούς με πράσινες ποδιές πάνω<br />

από έναν ασθενή. Προσπαθούσαν να τον επαναφέρουν<br />

με ένα μηχάνημα ανάνηψης, έναν απινιδωτή. Νοσοκόμες<br />

πηγαινοέρχονταν. Αυτός πετούσε στο ταβάνι. «Όνειρο βλέπω»,<br />

σκέφτηκε. Πρόσεξε τους χειρουργούς και είδε τα πρόσωπά<br />

τους, πάντα ψηλά από το ταβάνι, εκεί όπου αιωρούνταν.<br />

Δεν έβλεπε τον ασθενή, αλλά κάτι του θύμιζε το σχήμα του<br />

σώματός του. Αιωρήθηκε πιο δίπλα, για να βλέπει καλύτερα.<br />

Και κοκάλωσε. Ο ασθενής είχε το δικό του πρόσωπο, το σώμα<br />

ήταν το δικό του.<br />

Αισθάνθηκε να τραμπαλίζεται και κάτι, δεν ήξερε τι ήταν,<br />

τον ρούφηξε από την αφάνεια απότομα. Η αίσθηση ήταν<br />

τρομερή και επώδυνη.<br />

Ξύπνησε ξανά και προσπάθησε να ανοίξει τα μάτια του.<br />

Πονούσαν. Τον πονούσε το φως. Κάτι είχε στο στόμα του, κάτι<br />

μεγάλο, προσπάθησε να το βγάλει. Ένα χέρι τον σταμάτησε<br />

και με κόπο, άνοιξε τα μάτια του και προσπάθησε να εστιάσει.<br />

<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

«Μπαμπά, μη, μην κουνιέσαι» άκουσε τη φωνή της κόρης<br />

του. «Μη το βγάζεις αυτό, σε βοηθάει να αναπνέεις».<br />

Πού είσαι; Πού είμαι;<br />

Δεν μπορούσε να μιλήσει, η γλώσσα του δε γύριζε για<br />

να σχηματίσει τις λέξεις. Βυθίστηκε πάλι σε μια παρήγορη<br />

ανυπαρξία.<br />

Όταν ξύπνησε ξανά, μπόρεσε να ανοίξει πιο εύκολα τα μάτια<br />

του. Είδε ένα άσπρο δωμάτιο - νοσοκομείου; - κι ένα κρεβάτι<br />

με άσπρα σεντόνια, πάνω στο οποίο ήταν τοποθετημένος.<br />

Μετά είδε τα παιδιά του. Κοιμόντουσαν αποκαμωμένοι στο<br />

τέρμα του κρεβατιού, δίπλα στα πόδια του.<br />

Προσπάθησε να κουνήσει τα πόδια του. Τίποτα. Δεν ένιωθε<br />

τίποτα. Του ήταν αδύνατο να ανασηκωθεί με όλα αυτά τα<br />

σωληνάκια. Και δεν ένιωθε τα πόδια του, ήταν σαν να μην<br />

υπήρχαν στη θέση τους, παρόλο που έβλεπε το σχήμα τους<br />

κάτω από το σεντόνι.<br />

Έβγαλε ένα βραχνό μουρμουρητό και ο γιος του πετάχτηκε<br />

αμέσως πάνω, σαν ελατήριο. Μια στιγμή μετά, πετάχτηκε και<br />

η κόρη του.<br />

«Μπαμπά μου, εδώ είμαστε» του είπε. «Θα γίνεις καλά, όλα<br />

θα πάνε καλά».<br />

Ο γιος του τον πλησίασε.<br />

«Η Τα…σία;…Τι έ-γι…νε;» κατόρθωσε να αρθρώσει.<br />

Ο γιος του κουμπώθηκε.<br />

«Θα έρθει σε λίγο», του είπε. «Εσύ κοίτα να κοιμηθείς, χρειάζεσαι<br />

338 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 339


<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

ξεκούραση…»<br />

«Νε…ρό…»<br />

Του έβρεξαν τα χείλη με μια γάζα. Μια νοσοκόμα ήρθε να<br />

τον θερμομετρήσει.<br />

Πού είναι η Τασία; Τι έχω πάθει, τι μου συμβαίνει και είμαι<br />

εδώ, γιατί δεν αισθάνομαι τα πόδια μου;<br />

Ο Κοσμάς, απορημένος, παραδόθηκε για άλλη μια φορά στη<br />

λήθη.<br />

Ξύπνησε και ήταν νύχτα. Τα παιδιά του ήταν ακόμη εκεί,<br />

παραδομένα κι αυτά στον ύπνο και χλωμοί και οι δυο τους.<br />

Τώρα, αν εξαιρέσει κανείς τα πόδια του, αισθανόταν πολύ<br />

καλύτερα. Προσπάθησε να αποτιμήσει την κατάσταση.<br />

«Κάτι μου συνέβη, κάποιο ατύχημα…» σκέφτηκε. «Γι’ αυτό<br />

και βρίσκομαι εδώ… θα χτύπησα στα πόδια μου, γι’ αυτό και<br />

δεν τα νιώθω, με έχουν ναρκώσει…»<br />

Θυμόταν ένα ακαθόριστο όνειρο, πολλά φώτα, πράσινες<br />

μπλούζες και διάφορους ανθρώπους, ένα ταβάνι… πετούσε…<br />

Ασύνδετες μεταξύ τους εικόνες, που δεν μπορούσε όμως να<br />

ανακαλέσει σωστά και να τις ενώσει μεταξύ τους.<br />

«Μπαμπά, ξύπνησες;» η κόρη του, ανήσυχη, είχε πεταχτεί<br />

από την άβολη πολυθρόνα και τώρα έσκυβε πάνω του. «Πώς<br />

είσαι;»<br />

«Εντάξει… είμαι» είπε. Ευτυχώς τώρα μιλούσε κάπως πιο<br />

καθαρά, αν και ακόμη κόμπιαζε λίγο. «Τι συνέβη; Η μαμά;<br />

Πού… είναι;»<br />

<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

Είδε την κόρη του που μαγκώθηκε.<br />

«Πες μου, παιδί μου…»<br />

Δεν ήταν από τους ανθρώπους που του άρεσαν οι υπεκφυγές<br />

και τα παιδιά του το ήξεραν. Και η γλώσσα του σώματος της<br />

κόρης του δεν φανέρωνε κάτι καλό.<br />

«Μπαμπά…» Αυτός ήταν ο γιος του. «Σε χτύπησε αυτοκίνητο…<br />

Ήσουν στο κέντρο της πόλης, θυμάσαι;»<br />

Θυμόταν. Ξαφνικά του ήρθαν όλα, σκόρπιες εικόνες του νου<br />

που άρχισαν να παίρνουν τη σωστή τους θέση: η πεταλούδα,<br />

ο πωλητής, το κόκκινο κρασί στο δρόμο. Δεν ήταν κρασί<br />

τελικά, το αίμα του ήταν. Ανατρίχιασε.<br />

«Μπαμπά;»<br />

«Το ροζ… τι ήταν το ροζ; Είδα κάτι ροζ…» είπε κι έλπισε ο<br />

γιος του να καταλάβει.<br />

«Ήταν ένα κοριτσάκι… πετάχτηκε ξαφνικά στο δρόμο και το<br />

αυτοκίνητο προσπάθησε να το αποφύγει. Έχασε τον έλεγχο<br />

και έπεσε πάνω σου, μπαμπά. Χτύπησες τα πόδια σου».<br />

«Δεν τα νιώθω…»<br />

«Το ξέρω» είπε η κόρη του. «Ο γιατρός είπε ότι χτύπησες πολύ<br />

άσχημα, αλλά θα γίνεις καλά… θα σε βοηθήσουμε όλοι…»<br />

Κατάλαβε από το βλέμμα της το ψέμα. Ίσως να μην<br />

περπατούσε ξανά, λοιπόν; Γι’ αυτό δεν αισθανόταν καθόλου<br />

τα πόδια του;<br />

«Η Τασία; Πείτε μου πού είναι, δεν μπορείτε να μου κρυφτείτε<br />

εμένα, γιατί με αποφεύγετε και δε μου λέτε;»<br />

340 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 341


<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

«Μπαμπά, η μαμά είναι εδώ, στο νοσοκομείο», απάντησε ο<br />

γιος του. Όσο μιλούσε, κοιτούσε αλλού, ένα μικρό σημείο<br />

στον τοίχο, πέρα από το κρεβάτι, πέρα από αυτό το δωμάτιο.<br />

«Γιατί δεν έρχεται;»<br />

Η πόρτα άνοιξε απότομα και ένας γιατρός με καλοσυνάτο<br />

πρόσωπο μπήκε στο δωμάτιο. Η συζήτηση διακόπηκε. Το<br />

πρόσωπο του γιατρού, για κάποιο ανεξήγητο λόγο, ήταν<br />

γνωστό και οικείο στον Κοσμά. Θυμήθηκε: είχε δει το γιατρό<br />

στο όνειρό του, ήταν μέσα στο χειρουργείο και προσπαθούσε<br />

να επαναφέρει το άτομο πάνω στο χειρουργικό τραπέζι, το<br />

άτομο που έμοιαζε τόσο πολύ με εκείνον.<br />

Ο γιατρός ζήτησε από το γιο και την κόρη του να περάσουν<br />

έξω και πλησίασε έπειτα στο κρεβάτι του Κοσμά.<br />

«Πώς αισθάνεσαι;» τον ρώτησε. «Μας τρόμαξες λίγο στο<br />

χειρουργείο, αλλά είσαι εδώ, μαζί μας κι αυτό έχει σημασία».<br />

Ο Κοσμάς του είπε πώς αισθανόταν και ζήτησε να μάθει<br />

περισσότερα για την κατάστασή του.<br />

«Χτύπησες πολύ, Κοσμά» είπε ο γιατρός. «Λίγο ακόμη και δε θα<br />

μπορούσαμε να σώσουμε τα πόδια σου. Θα χρειαστείς χρόνο<br />

και υποστήριξη για να περπατήσεις ξανά. Θα αναρρώσεις<br />

αργά και δύσκολα, αλλά πιστεύω ότι τελικά θα τα καταφέρεις,<br />

ακολουθώντας πιστά την αγωγή και κάνοντας συχνές<br />

φυσιοθεραπείες».<br />

Ο Κοσμάς βουβάθηκε. Να γιατί τα παιδιά του απέφευγαν<br />

τις απαντήσεις.<br />

<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

«Η γυναίκα μου, γιατρέ, πού βρίσκεται; Ρωτώ και κανείς δε μου<br />

λέει τίποτα, τα παιδιά μου γυρνούν από την άλλη κάνοντας<br />

ότι δεν ακούνε. Τι συμβαίνει επιτέλους;»<br />

«Κανείς δεν σου είπε τίποτα, λοιπόν;»<br />

Ο γιατρός κάθισε στο κρεβάτι σκεφτικός.<br />

«Λυπάμαι που πρέπει να σου μεταφέρω τέτοια νέα, Κοσμά.<br />

Να φανείς δυνατός… Το αυτοκίνητο που σε χτύπησε, το<br />

οδηγούσε η γυναίκα σου. Βρισκόταν καθ’ οδόν για το σπίτι,<br />

όταν μπροστά στις ρόδες της πετάχτηκε ένα κοριτσάκι. Για να<br />

το αποφύγει, έκανε έναν απότομο ελιγμό και έπεσε πάνω σου,<br />

έξω από ένα κατάστημα στο κέντρο. Σε έφεραν στα Επείγοντα<br />

σε κακή κατάσταση και μπήκες αμέσως στο χειρουργείο. Η<br />

γυναίκα σου ήρθε μαζί σου, αλλά ήταν σε κατάσταση σοκ.<br />

Οι νοσοκόμες της έδωσαν τα πράγματά σου, τα ρούχα σου…<br />

και μέσα στο σακάκι σου, βρήκε ένα κουτί. Μου μετέφεραν<br />

το γεγονός οι νοσοκόμες. Η γυναίκα σου το άνοιξε, διάβασε<br />

- όπως μου είπαν - ένα καρτελάκι και λιποθύμησε».<br />

Ο Κοσμάς έκανε υπεράνθρωπη προσπάθεια για να<br />

επεξεργαστεί τις πληροφορίες. Όταν αισθάνθηκε έτοιμος,<br />

έκανε μία και μοναδική ερώτηση.<br />

«Πώς είναι;»<br />

«Η γυναίκα σου νοσηλεύεται εδώ, Κοσμά. Την παρακολουθούν<br />

οι γιατροί και ένας ψυχολόγος μας, αλλά…»<br />

Ο γιατρός έκανε μια παύση. Πέρασε ασυναίσθητα το χέρι<br />

του από το μέτωπό του κι έπειτα ανάσανε βαθιά.<br />

342 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 343


<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

«Γιατρέ;»<br />

«Η γυναίκα σου έχει πέσει σε κατάθλιψη από το σοκ. Και σε<br />

κατατονία. Στάθηκε αδύνατο να την κάνουμε να μας δει, να<br />

μας προσέξει, να μιλήσει».<br />

Σ’ ένα άσπρο δωμάτιο - νοσοκομείου; - μια γυναίκα κάθεται<br />

σε μια πολυθρόνα. Έχει μια περίεργη στάση, άβολη, αλλά δεν<br />

δείχνει να το προσέχει. Είναι χλωμή. Η κόρη της είναι μαζί της,<br />

αλλά δεν τη βλέπει. Ο γιος της είναι μαζί της, αλλά δεν τον<br />

ακούει που της μιλάει. Στα μάτια της χορεύει μία πεταλούδα<br />

και οι πεταλούδες συμβολίζουν τη μεταμόρφωση. Ξέρει κάπου<br />

μέσα της ότι έχει μεταμορφώσει τη ζωή ενός ανθρώπου κι όχι<br />

μία, αλλά δυο φορές, όμως δε θυμάται ποιος είναι και γιατί.<br />

Δεν της αρέσει που το έχει κάνει. Κάτι άσχημο έχει κάνει. Το<br />

αισθάνεται και γι’ αυτό θέλει να αποτραβηχτεί στο κενό. Δε<br />

μιλάει, γιατί έχει ξεχάσει πώς να το κάνει. Η πεταλούδα χορεύει<br />

μπροστά της κι εκείνη αγγίζει ασυναίσθητα ένα δαχτυλίδιπεταλούδα<br />

στο δάχτυλό της, χωρίς να μπορεί πια να το νιώσει,<br />

χωρίς να μπορεί πια να προσέξει την ομορφιά του.<br />

Έλλη Οικονόμου<br />

344 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 345


<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

“Ταξιδιωτικές Αναμνήσεις”<br />

Γράφει ο Ευστράτιος Παπάνης<br />

Υπερπλήρες το πλοίο της επιστροφής<br />

την Κυριακή του Θωμά στο νησί.<br />

Αυτή τη φορά την κατάληψη είχαν<br />

κάνει οι φοιτητές, που επέστρεφαν<br />

απρόθυμοι στα καθήκοντά τους.<br />

Είναι αλήθεια πως τον τελευταίο<br />

καιρό το προνόμιο αυτό κατέχουν οι<br />

χιλιάδες μετανάστες, που ψάχνουν<br />

οδούς διαφυγής. Είναι εξάλλου η<br />

μοναδική στιγμή πολυτέλειας, ακόμα και αν κοιμούνται σε<br />

καθίσματα, καταστρώματα, βάρκες, τουαλέτες.<br />

Όμως οι πραγματικοί άρχοντες, οι βασιλείς στην ταλαιπωρία,<br />

οι τρισευτυχισμένοι σε παρόμοιες καταστάσεις, οι απόλυτα<br />

προσαρμοσμένοι και εύκαμπτοι είναι οι τσιγγάνοι, που κατά<br />

ορδές επελαύνουν στα νησιά. Στο γκαράζ έντεκα άτομα<br />

χώρεσαν σε ένα ελάχιστο αυτοκίνητο μαζί με χαλιά και<br />

μπιχλιμπίδια, αδιαμαρτύρητα, παιχνιδιάρικα, ακροβατικά.<br />

Μου είπαν τη βάσκανο μοίρα μου και τους ρώτησα πώς<br />

γιόρτασαν την παγκόσμια ημέρα για τους Ρομά. Τι είναι οι<br />

Ρομά με ρώτησαν, γεμάτοι απορία και καχυποψία. Σίγουρος<br />

είμαι πια πως όλοι όσοι ασχολούνται με προγράμματα για<br />

βελτίωση της ποιότητας ζωής των τσιγγάνων είναι ή ηλίθιοι<br />

ή απατεώνες..<br />

Παρέες-παρέες με κιθάρες, τράπουλες, χιούμορ, ιδεολογία,<br />

αποποινικοποιημένες κουκούλες οι φοιτητές έζωναν ασφυκτικά<br />

κάθε σημείο του καραβιού. Και κατά τις δώδεκα τα μεσάνυχτα,<br />

είχαμε περάσει το κάβο ντόρο, αποκαμωμένοι μετακίνησαν<br />

τα στρώματά τους στους διαδρόμους και τους μαιάνδρους<br />

κάθε καταστρώματος.<br />

Όδευα και γω προς την καμπίνα μου, πηδώντας πάνω από<br />

σάκους, πόδια, ροχαλητά. Στο διάδρομο ένας φοιτητής, που<br />

κρατούσε σφιχτά μια όμορφη, νεαρή κοπέλα μου λέει: “Αυτή<br />

είναι η κοινωνική ανισότητα. Άλλοι στις καμπίνες και άλλοι<br />

στρωματσάδα”. Πήρα την κάρτα-κλειδί της καμπίνας, του την<br />

πρότεινα και του απάντησα: “Ω μείραξ, πάρε την καμπίνα και<br />

δώσε μου την αγκαλιά<br />

και τις αναπνοές της<br />

κοπέλας, που έχεις δίπλα<br />

σου”.<br />

Δεν ανταπάντησε, αλλά<br />

έσφιξε την αγαπημένη<br />

του περισσότερο.<br />

Καθώς έκλεινα την πόρτα<br />

ένιωσα διαπεραστικό και<br />

επίμονο το βλέμμα της<br />

νεαράς να με παρατηρεί...<br />

<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

346 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 347


348 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 349


<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

“Ο τυχαίος θάνατος ενός ξένου”<br />

Γράφει η Μηλέβα Αναστασιάδου<br />

Ο μπαμπάς σκοτώθηκε. Δεν υπάρχει<br />

πια. Κανείς δεν τον θυμάται πια<br />

εκτός από εμένα και τη μαμά. Κι<br />

η μαμά νομίζω ότι σιγά σιγά τον<br />

ξεχνάει. Κανείς δεν ασχολήθηκε με<br />

το θάνατό του. Ούτε καν η αστυνομία που ήταν κι η δουλειά<br />

της να ασχοληθεί. Ήταν βέβαια αναγκασμένοι να έρθουν για<br />

να διερευνήσουν το συμβάν. Αρχικά μας διαβεβαίωσαν ότι<br />

πρόκειται για αυτοκτονία. Η μαμά δεν τους πίστεψε από την<br />

αρχή και την θυμάμαι να φωνάζει με μανία ότι ο μπαμπάς<br />

ποτέ δεν θα μας εγκατέλειπε με την θέλησή του.<br />

“Δεν κάναμε τόσες θυσίες για να τα παρατήσουμε έτσι.”<br />

“Τι θυσίες κάνατε δηλαδή;” την ρώτησε ο αστυνομικός απέναντί<br />

της ατάραχος. Υποθέτω ότι οι αστυνομικοί αντιμετωπίζουν<br />

τέτοια περιστατικά καθημερινά, οπότε δεν είναι παράξενο να<br />

παραμένουν ατάραχοι απέναντι στην οργή και τον πανικό<br />

των φυσιολογικών ανθρώπων, αλλά ακόμα κι εγώ που είμαι<br />

πολύ μικρός κατάφερα να διακρίνω το ειρωνικό μειδίαμα του<br />

αστυνομικού που προφανώς απευθυνόταν στον συνάδελφό<br />

του. Αυτή η ανεπαίσθητη σύσπαση των χειλιών ήταν αρκετή<br />

για να με κάνει να θυμώσω. Μέχρι εκείνη την στιγμή είχα<br />

φανεί πολύ ψύχραιμος, για το χατήρι της μαμάς. Όρμησα στον<br />

<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

αστυνομικό και τον χτυπούσα με όλη μου την δύναμη η οποία<br />

όμως δεν ήταν αρκετή για να εμποδίσει τον μεγαλόσωμο<br />

άντρα να με κάνει πέρα με ένα απλό κούνημα του δεξιού του<br />

χεριού.<br />

“Σύνελθε μικρέ” μου είπε, σκύβοντας προς το μέρος μου.<br />

“Καταλαβαίνω ότι ζορίζεσαι, αλλά αν το ξανακάνεις δεν θα<br />

είμαι τόσο ευγενικός μαζί σου.”<br />

Τότε ήταν που η μαμά έβαλε τα κλάματα. Ανάμεσα σε λυγμούς,<br />

σκουπίζοντας τα δάκρυά της αραιά και που όταν πια την<br />

τύφλωναν τόσο πολύ που δεν έβλεπε μπροστά της, χαμηλόφωνα<br />

διηγήθηκε στους δυο αστυνομικούς την περιπέτειά της. Ήθελε<br />

να μιλήσει για το πώς η φτώχεια την ανάγκασε να εγκαταλείψει<br />

τον τόπο της και να ψάξει για τη τύχη της εδώ, τους τόνισε<br />

πως είμαστε πια “νόμιμοι” και πως με το νόμο δεν έχουμε<br />

προβήματα, ούτε θέλαμε ποτέ να έχουμε. Εκείνοι όμως δεν<br />

επιθυμούσαν λεπτομέρειες, ήταν σαφείς ως προς αυτό. Τα είχαν<br />

ξανακούσει αυτά άλλωστε από πολλούς ακόμα. Δεν άντεχαν<br />

μια ακόμα δακρύβρεχτη ιστορία στις τρεις τα ξημερώματα.<br />

“Μ’αυτόν τον αλήτη να μην ξανακάνεις παρέα, μ’ακούς;” Ο<br />

μικρός έδειχνε να μην καταλαβαίνει γιατί έπρεπε να διακόψει τα<br />

πάρε-δώσε με τον καλύτερό του φίλο, αλλά έγνεψε καταφατικά<br />

ότι ακούει. Η Μαρία είχε τους λόγους της που δεν ήθελε το<br />

παιδί της να έχει πολλά πολλά με τον γιο των ξένων. Είχε δει<br />

τον άντρα της να καλοκοιτάει την ξένη από την πρώτη στιγμή<br />

350 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 351


<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

που πατήσανε το πόδι τους στη γειτονιά. Αυτός βέβαια δεν το<br />

παραδέχτηκε ποτέ. Τι να πει στην γυναίκα του εξάλλου, την<br />

οποία πάντα είχε “κορώνα στο κεφάλι του”, όπως συνήθιζε<br />

να λέει. Κρατούσε το στόμα του κλειστό, αλλά κάθε φορά<br />

που η ξένη ερχόταν στο μαγαζάκι του, όλο και κάτι θα την<br />

κερνούσε στην προσπάθειά του να την εντυπωσιάσει. Ποτέ<br />

δεν καταδεχόταν τα κεράσματά του η νεαρή γυναίκα, γεγονός<br />

που στενοχωρούσε τον Γιώργο, ο οποίος επιθυμούσε μόνο να<br />

είναι ευγενικός, όπως ισχυρίστηκε στην γυναίκα του, όταν<br />

καλοθελητές της σφύριξαν τα νέα για τα καμώματα του συζύγου<br />

της. Μπορούσε στ’αλήθεια κανείς να τον κατηγορήσει επειδή<br />

προσπαθούσε να είναι ευγενικός με τους ξένους;<br />

Μετά από μερικές μέρες επιβεβαιώθηκε από τον ιατροδικαστή<br />

ότι ο μπαμπάς δεν έφυγε μόνος του από την ζωή, αλλά πως<br />

κάποιος τον βοήθησε. Ο πατέρας μου είχε δολοφονηθεί,<br />

αλλά ο ένοχος δεν βρέθηκε. Το απέδωσαν, απ’όσο θυμάμαι,<br />

σε “ξεκαθάρισμα λογαριασμών”. Η μαμά βέβαια επέμενε<br />

ότι ο μπαμπάς δεν είχε ανοιχτούς λογαριασμούς με κανένα.<br />

Αντιθέτως, έβαζε πάντα τα δυνατά του για να πληρώνει όλους<br />

τους λογαριασμούς στην ώρα τους.<br />

Τους πρώτους δυο μήνες μετά τον θάνατό του, τους πέρασα<br />

ξεφυλλίζοντας περιοδικά. Στο σχολείο δεν είχα διάθεση να πάω<br />

κι η μαμά ήταν πολύ απασχολημένη με την επιβίωσή μας για<br />

<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

να το προσέξει, πόσο μάλλον για να με πιέσει. Οι αναθυμιάσεις<br />

από την εικονική πραγματικότητα που περιγράφονταν στις<br />

σελίδες τους, μου εξασφάλισαν για λίγο την χαμένη αίσθηση<br />

της μονιμότητας που τόσο μου έλειπε. Όσο τα χάζευα και<br />

ξεχνιόμουν στις πολύχρωμες σελίδες, όλα κυλούσαν πάλι<br />

όμορφα και φυσιολογικά. Ο μπαμπάς ήταν στην κουζίνα και<br />

με περίμενε να εμφανιστώ για να μοιραστούμε το βραδινό<br />

φαγητό.<br />

Λίγο λίγο, συνήθισα τελικά την απουσία του και ξεμύτισα<br />

από το σπίτι. Το είχα πάρει απόφαση ότι δεν θα έβλεπα ξανά<br />

τον μπαμπά μου, όχι τουλάχιστον σε τούτο τον κόσμο. Αλλά<br />

ήμουν σίγουρος πως κάποια μέρα θα ξανασυναντηθούμε,<br />

εκεί που βρίσκονται όλοι οι άνθρωποι με τα αγαπημένα τους<br />

πρόσωπα, όταν εγκαταλείψουν τη ζωή όπως την γνωρίζουμε.<br />

Αποδέχτηκα το γεγονός ότι ο μπαμπάς μου αποτελούσε ακόμα<br />

μια περίπτωση τυχαίου θανάτου, που κανείς δεν μπορούσε<br />

να προβλέψει ή με κάποιον τρόπο να αποτρέψει.<br />

Ο Γιώργος διατηρούσε ένα μαγαζάκι με ψιλικά λίγα τετράγωνα<br />

μακριά από το σπίτι του. Τους καλούς καιρούς τα λεφτά έφταναν<br />

και περίσσευαν κιόλας. Δεν είχε τίποτα να χωρίσει με τους<br />

ξένους, ίσα ίσα που τους συμπαθούσε κιόλας. Ήταν οι καλύτεροι<br />

πελάτες, από τότε που η γειτονιά γέμισε με αλλοδαπούς. Η<br />

αλήθεια βέβαια είναι ότι τον άντρα της ποτέ δεν τον συμπάθησε.<br />

352 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 353


<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

Του φάνηκε πως ο νεαρός άντρας από την διπλανή χώρα<br />

τον αγριοκοιτούσε αρκετές φορές, όταν παραήταν διαχυτικός<br />

μαζί της, επιχειρώντας να κερδίσει μια ματιά της, που θα<br />

μπορούσε να καταλήξει σε ελπιδοφόρο άγγιγμα. Το άγγιγμά<br />

παρέμεινε ευσεβής πόθος για τον Γιώργο, που ωστόσο δεν το<br />

έβαζε κάτω, μέ την βεβαιότητα του καταφερτζή να ξεχειλίζει<br />

σε κάθε περίσταση.<br />

Είχε κάθε δίκιο ο Γιώργος να πιστεύει στον εαυτό του. Η μάνα<br />

του τον μεγάλωσε φτωχικά μεν, αλλά μέσα στα χάδια και στις<br />

διαβεβαιώσεις ότι πρόκειται για μεγάλο κελεπούρι. Πέρασαν<br />

δώδεκα περίπου χρόνια από τότε που η Μαρία “τον τύλιξε” με<br />

την απρόσμενη εγκυμοσύνη της, προς μεγάλη απογοήτευση<br />

της μάνας που άλλα φανταζόταν για τον κανακάρη της. Τον<br />

ήθελε εξασφαλισμένο τον μορφονιό της με μια καλή γυναίκα<br />

που θα είχε κι ένα ικανοποιητικό κομπόδεμα στην άκρη. Δεν<br />

το ονόμασε ποτέ προίκα το όνειρό της, αυτά είναι από άλλες<br />

εποχές, αλλά ούτε λίγο ούτε πολύ αυτό ακριβώς εννοούσε.<br />

“Οτιδήποτε εντάσσεται στο παλιό πλαίσιο απορρίπτεται ως<br />

οπισθοδρομικό. Αν σε τέτοιο σφάλμα πέφτουν άτομα, είναι<br />

δυνατόν να το αποφύγουν οι κοινωνίες;” έλεγε συχνά πυκνά<br />

ο Γιώργος στον γιο του, επιχειρώντας να δικαιολογήσει τις<br />

δικές του απόψεις, αλλά και της κοινωνίας μέσα στην οποία<br />

ζει, όταν ο μικρός τολμούσε να εκφράσει τις απορίες του.<br />

“Έτσι τα βρήκαμε, έτσι θα τα αφήσουμε” υποστήριζε με πάθος<br />

η Μαρία, χωρίς περισσότερα λόγια και διευκρινίσεις, όταν ο<br />

<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

μικρός απευθυνόταν σ’εκείνη για να βρει την άκρη.<br />

Ακόμα κι ο καλύτερός μου φίλος ξαφνιάστηκε που με είδε στο<br />

σχολείο. Φαντάζομαι πως είναι δύσκολο για τους ανθρώπους<br />

να βρουν τα σωστά λόγια σε τόσο δύσκολες περιπτώσεις,<br />

οπότε είναι πιο βολικό να σε αποφεύγουν. Δεν μου φάνηκε<br />

παράξενο που όλοι, μαζί κι αυτός, κρατούσαν τις αποστάσεις<br />

τους. Στο τρίτο πια διάλειμμα δεν έκανα καν τον κόπο να<br />

σηκωθώ από το θρανίο μου. Είχε παραγίνει. Έκαναν λες κι εγώ<br />

ο ίδιος είχα σκοτώσει τον πατέρα μου. Μου καρφώθηκε για<br />

λίγο στο μυαλό η ιδέα σαν σαΐτα που πέτυχε τον στόχο της.<br />

Δεν ξέρω ποιο χέρι κρατούσε το πιστόλι που απελευθέρωσε<br />

την σφαίρα, αλλά εγώ στα σίγουρα ήμουν υπεύθυνος που<br />

η σφαίρα βρήκε τον δρόμο της στην καρδιά του. Δεν ήμουν<br />

εκεί για να τον προστατέψω. Το βράδυ εκείνο που χάθηκε,<br />

παίζαμε μπάλα μέχρι αργά. Ξεχάστηκα. Η μαμά ήταν ακόμα<br />

στο εργοστάσιο. Έφτασε πρώτη σπίτι. Τον βρήκε πεθαμένο στο<br />

πάτωμα. Δεν υπήρχαν ίχνη παραβίασης. Έτσι είπε η αστυνομία.<br />

Γι’αυτό ήταν σίγουροι αρχικά για την αυτοκτονία. Όταν το<br />

ενδεχόμενο απορρίφθηκε από τους ειδικούς, θεώρησαν<br />

σίγουρο ότι ο δράστης ήταν κάποιος γνωστός. Ίσως να τον<br />

περίμενε ο πατέρας μου. Ίσως είχε προηγούμενα μαζί του.<br />

Αν είχα γυρίσει λίγο νωρίτερα, αν ήμουν ένα καλό παιδί που<br />

επιστρέφει στο σπίτι νωρίς για να διαβάσει τα μαθήματά του,<br />

μπορεί να είχε σωθεί.<br />

354 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 355


<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

Ήταν βουβά τα δάκρυά μου. Δεν έκλαιγα σαν τη μαμά, με<br />

λυγμούς κι αναφιλητά, αλλά σιωπηλά, νοσταλγώντας τις<br />

ανέμελες μέρες που νόμιζα ότι ποτέ δεν είχα, μέχρι που η<br />

μύτη μου βούλωσε και μούσκεψε το πουκάμισό μου.<br />

Το μαγαζί του Γιώργου, το οποίο ο ίδιος ονόμαζε “επιχείρηση”, δεν<br />

άργησε να πέσει έξω, όταν άρχισαν οι συνθήκες να δυσκολεύουν.<br />

Θα την έβρισκε την άκρη ο Γιώργος, γι’αυτό ήταν βέβαιος,<br />

όπως την έβρισκε πάντα. Τα λεφτά που είχε βάλει στην άκρη<br />

για μια δύσκολη στιγμή, εξαντλήθηκαν στα γρήγορα, μια με<br />

τα χρέη του μαγαζιού, μια με τα έξοδα τα σπιτιού, αλλά ακόμα<br />

δεν ανησυχούσε. Μπορεί να μην κατάφερε να σπουδάσει,<br />

καθώς από μικρός μπλέχτηκε στα βάσανα με οικογένεια και<br />

δουλειές, αλλά είχε πολλές γνωριμίες, οι οποίες σίγουρα θα του<br />

εξασφάλιζαν μια καλή θέση σε μια αξιόπιστη εταιρία. Ακόμα<br />

και το “δημόσιο” στο τσεπάκι το είχε. Τόσα χρόνια χάριζε την<br />

ψήφο του σε άξιους ανθρώπους με δύναμη και κύρος, οι οποίοι<br />

ήταν ικανοί να βρουν τον τρόπο να του προσφέρουν μια σίγουρη<br />

δουλειά σε δημόσια υπηρέσια, χωρίς πολλές υποχρεώσεις και<br />

έγνοιες. Σαν ευκαιρία είδε την χρεωκοπία του ο Γιώργος. Σαν<br />

ένα πρόσταγμα της μοίρας να ξεκουραστεί και να απολαύσει<br />

τους καρπούς των κόπων του. Μόνο που λογάριασε χωρίς τον<br />

ξενοδόχο. Γιατί η χώρα του πήγαινε από το κακό στο χειρότερο<br />

και ο ίδιος εγκατέλειψε κάθε ελπίδα για δουλειά μετά τον<br />

πρώτο χρόνο αναζήτησης.<br />

<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

Επιστρέφοντας στο σπίτι από το σχολείο, σκέφτηκα να περάσω<br />

από το σπίτι του καλύτερού μου φίλου, που θα αργούσε<br />

μάλλον να επιστρέψει, καθώς παρά τις δυσκολίες, επέμεναν<br />

οι δικοί του να περιορίζουν τα έξοδα για να διαθέτουν τα<br />

χρήματα στις ξένες γλώσσες. Μπορεί να μην είχε την δύναμη<br />

να μου μιλήσει στο σχολείο, αλλά σίγουρα θα έβρισκε κάτι<br />

παρηγορητικό να μου πει στο δικό του περιβάλλον, όπου θα<br />

ένιωθε πιο άνετα. Αποφάσισα να τον περιμένω στην αυλή για<br />

να μην ενοχλήσω τους γονείς του μεσημεριάτικα, οι οποίοι<br />

ποτέ δεν με συμπάθησαν έτσι κι αλλιώς, για ανεξήγητους<br />

λόγους, στους οποίους ποτέ δεν έδωσα σημασία. Ο πατέρας<br />

του ειδικά μου φαινόταν ένας κακομοίρης που του ήρθαν όλα<br />

ανάποδα. Μάλλον τον λυπόμουν.<br />

Ένα ζουμερό, γινομένο πορτοκάλι κρεμόταν ετοιμοφάγωτο<br />

στο δέντρο έξω από την κουζίνα, μέσα στην οποία μπορούσα<br />

να διακρίνω από το ανοιχτό παράθυρο την κυρία Μαρία να<br />

στρώνει το τραπέζι.<br />

“Δεν θα αργήσει πολύ, για να ετοιμάζεται η μάνα του” σκέφτηκα,<br />

ενώ ασυναίσθητα έπιασα το πορτοκάλι με τα δυο μου χέρια,<br />

τραβώντας με δύναμη το φρούτο προς το μέρος μου.<br />

“Γιώργο, έλα να δεις” ακούσα την κυρία Μαρία να φωνάζει<br />

από το ανοιχτό παράθυρο.<br />

“Φύγε από δω, αλητάκο. Απατεώνας σαν τον πατέρα σου είσαι<br />

και του λόγου σου” ακολούθησαν τα λόγια από τον κύριο<br />

356 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 357


<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

Γιώργο που βγήκε τρέχοντας στην εξώπορτα. Το πορτοκάλι<br />

μου έπεσε από το χέρι. Έμεινα ακίνητος να τον κοιτάω.<br />

“Δεν ακούς τι σου λέω; Απατεώνες είστε όλοι σας. Μας πήρατε<br />

τις δουλειές, τώρα θα μας πάρετε και το φαγητό από το πιάτο.”<br />

Όταν είδε πως δεν έπαιρνα τα πόδια μου, καθηλωμένος καθώς<br />

ήμουν από μια αόρατη δύναμη, με καρφωμένα τα πόδια, σαν<br />

να μαρμάρωσα ξαφνικά και να έγινα άγαλμα, καταδικασμένο<br />

στην ακινησία, έβγαλε από την τσέπη του ένα πιστόλι και με<br />

σημάδεψε κατευθείαν στην καρδιά.<br />

“Δεν θέλω να πεθάνω σαν τον πατέρα μου” σκέφτηκα κι<br />

έκλεισα τα μάτια μου. Όταν τα άνοιξα, το είχα ήδη βάλει στα<br />

πόδια.<br />

“Μπρος, λοιπόν. Ξεκουμπίσου. Και να μην ξαναπατήσεις<br />

το πόδι σου εδώ, μ’ακούς;” τον άκουσα να λέει, καθώς<br />

απομακρυνόμουν.<br />

Τώρα που η φτώχια ήταν τόσο κοντά του άρχισε να τον πειράζει<br />

τον Γιώργο. Πιο μακριά δεν τον ενοχλούσε. Στις εικόνες, κανένα<br />

τοπίο δεν είναι τόσο αποκρουστικό. Όταν η φτώχια όμως σε<br />

πλησιάζει, όταν κοντεύει να σ’αγγίξει, τότε ανατριχιάζεις.<br />

Απογοητεύτηκε λοιπόν ο Γιώργος, καθώς ζόριζε η κατάσταση.<br />

Τα λίγα λεφτά που του είχαν απομείνει τα φύλαγε σαν φυλαχτό,<br />

μέχρι και πιστόλι αγόρασε για να είναι σίγουρος ότι δεν θα του<br />

τα αρπάξουν. Η εποχή που είχε σίγουρη την ανωτερότητά του<br />

φάνηκε να περνάει ανεπιστρεπτί. Ήταν η εποχή εκείνη που η<br />

<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

καταξίωση περνούσε μέσα από το πρίσμα της κατανάλωσης.<br />

Ακριβά σπίτια, αυτοκίνητα, ρούχα, παπούτσια, ήταν η απόδειξη<br />

ότι ήσουν ξεχωριστός. Τώρα πια η δυνατότητα να αγοράσεις<br />

την μοναδικότητά σου τέλειωσε για τους περισσότερους. Ο<br />

πιο απλός τρόπος να την αποκτήσεις είναι να έχεις γεννηθεί<br />

με αυτή. Να την έχεις από πάντα δηλαδή.<br />

Ούτε την επόμενη μέρα μου μιλούσε κανένας στο σχολείο.<br />

Ακούγοντας κουβέντες από δω κι από κει κατέληξα στο<br />

συμπέρασμα ότι από παλιόφιλος είχα μετατραπεί άθελά μου<br />

σε “γιο του απατεώνα”. Φάνηκε πως όλοι ξεχνούσαν ότι ο<br />

πατέρας μου ήταν το θύμα. Αυτός ήταν πεθαμένος, ενώ ο<br />

εγκληματίας που τον είχε σκοτώσει ήταν ακόμα ελεύθερος.<br />

Το μυαλό μου έτρεχε αχαλίνωτο σε μονοπάτια δύσβατα για<br />

ένα παιδικό μυαλό σαν το δικό μου. Τον γνώριζα καλά τον<br />

πατέρα μου. Δεν ήταν απατεώνας. Μου φαινόταν αδιανόητο<br />

να θέλει κάποιος το κακό του. Ποιος μπορεί να ήθελε να τον<br />

βλάψει με τέτοιο τρόπο;<br />

“Γιατί τόσο μίσος;” αναρωτήθηκα σχεδόν φωναχτά. Εγώ ήμουν<br />

κανονικά αυτός που έπρεπε να μισεί, αλλά καθώς το μίσος<br />

μου δεν έβρισκε στόχο, εξαφανιζόταν μαγικά, αφήνοντας ένα<br />

απύθμενο κενό. Εμένα όμως γιατί με μισούσαν; Τι κακό είχα<br />

κάνει εγώ, ώστε να με απομονώνουν και να μου φέρονται<br />

εχθρικά, σαν τους είχα βλάψει με το χειρότερο τρόπο;<br />

“Είναι πιο εύκολο να έχεις γεννηθεί ξεχωριστός, από το<br />

358 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 359


<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

να παλεύεις μια ζωή για να διακρίνεις και να αναδείξεις τη<br />

μοναδικότητα σου. Να το θυμάσαι αυτό” μου ψυθίρισε η<br />

δασκάλα και γύρισε πίσω στην έδρα. Δεν έδωσα προσοχή<br />

στο υπόλοιπο μάθημα, καθώς το μυαλό μου επεξεργαζόταν<br />

μανιωδώς την φράση της δασκάλας μου. Δεν μου πήρε πολύ<br />

για να καταλάβω. Σηκώθηκα όρθιος και με τρεμάμενα πόδια<br />

περπάτησα ως την έδρα.<br />

“Εσείς φταίτε που ο πατέρας μου δεν ζει πια” φώναξα με όλη<br />

μου την δύναμη. Με κοίταξαν με απορία. Στράφηκα βιαστικά<br />

προς τον παλιό μου φίλο.<br />

“Ο πατέρας σου είναι δολοφόνος” του είπα με σιγουριά.<br />

Πετάχτηκε από το θρανίο του και με δυο δρασκελιές έπεσε<br />

πάνω μου, χτυπώντας με με μανία.<br />

“Σιωπή” φώναξε η δασκάλα, αλλά η κατάσταση ήταν πια<br />

εκτός ελέγχου.<br />

Έγινε επίσημα πια καταγγελία την οποία η αστυνομία απρόθυμα<br />

αναγκάστηκε να διερευνήσει. Ήταν εύκολο ωστόσο. Τόσο εύκολο<br />

που ακόμα κι οι αστυνομικοί έτριβαν τα χέρια τους. Ξεκούραστη<br />

υπόθεση χωρίς πολύ άγχος κι αγωνία. Ο λόγος των ξένων<br />

απέναντι σε έντιμους ντόπιους δε θα μετρούσε και πολύ, ό,τι<br />

στοιχεία και να εμφανίζονταν. Έσπασε ο διάολος το ποδάρι<br />

του ωστόσο και το θέμα πήρε έκταση και δημοσιότητα. Ήταν<br />

σαφές ότι το όπλο που κρατούσε ο Γιώργος στο σπίτι του ήταν<br />

το όπλο του φόνου. Με σκυμμένο το κεφάλι ο Γιώργος τραύλιζε<br />

<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

πως ήταν αθώος. Δεν είχε τίποτα με τον ξένο που πέθανε, αλλά<br />

και πάλι, αν ήθελε ασφάλεια ο ξένος, ας έμενε στη χώρα του.<br />

Μήνες μετά, αποδείχτηκε πως δεν το έκανε ο ίδιος, αλλά ο<br />

γιος του και καλύτερος φίλος του γιου του θύματος. Το παιδί<br />

ομολόγησε την πράξη του, περιγράφοντας με ανατριχιαστικές<br />

λεπτομέρειες, πως μια ασήμαντη αφορμή τον οδήγησε να<br />

τραβήξει την σκανδάλη και να σημαδέψει την καρδιά του άτυχου<br />

άντρα. Το παιδί ήθελε μόνο να παίξει μπάλα. Αναζητώντας<br />

τον φίλο του μετά από μια κοπιαστική μέρα στο σχολείο και<br />

το φροντιστήριο, ήρθε αντιμέτωπος με το θύμα. Κουβαλούσε<br />

το πιστόλι μαζί του για να το δείξει στον καλύτερό του φίλο.<br />

Αλλά αντίκρισε τον πατέρα του στην πόρτα. Ο άτυχος άντρας<br />

έκοβε ψωμί εκείνη την ώρα και κρατούσε το κουζινομάχαιρο<br />

στο χέρι, καθώς καλωσόριζε τον μικρό επισκέπτη. Κανείς δεν<br />

κατάλαβε ποτέ γιατί το παιδί ήταν τόσο φοβισμένο, ώστε να<br />

χρησιμοποιήσει το όπλο και να σκοτώσει τον άντρα απέναντί<br />

του.<br />

Μηλέβα Αναστασιάδου<br />

360 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 361


362 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 363


Η «Ανταλέτ», μπήκε στην<br />

καρδιά μου. Ομολογώ πως μου<br />

άρεσε πάρα πολύ. Και ζήτησα<br />

το «Μενταγιόν» της.. (ακόμη<br />

το θέλω..)<br />

Η συγγραφέας της, η Κατερίνα<br />

Σωπύλη, έκανε την υπέρβαση.<br />

Με τη δημιουργία μιας Λέσχης<br />

στο facebook για συγγραφείς και αναγνώστες, ανέδειξε<br />

αρκετούς (συγγραφείς και ποιητές). Κάποια στιγμή, το<br />

αποφάσισε. Να γράψει.<br />

Πιστεύω πως έπραξε σωστά. Αν και όπως θα διαβάσετε στην<br />

«κουβέντα» μας, τα φώτα της δημοσιότητας που έπεσαν πάνω<br />

της, δεν της αρέσουν. Τόσο, που σκέφθηκε να παρατήσει τη<br />

συγγραφή. Πιστεύω πως η Κατερίνα θα βρει μια ισορροπία<br />

σε αυτό το θέμα.<br />

Μιλήσαμε για πολλά. Για τη συγγραφή, τα βιβλία της, το θέμα<br />

της φιλίας, του έρωτα, της στήριξης των φίλων..<br />

Θα σας αρέσει..<br />

Ακολουθείστε μας..<br />

Βένη Παπαδημητρίου<br />

Δημοσιογράφος και συγγραφέας<br />

364 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 365


-Ξεκίνησες τη σελίδα για το βιβλίο, την Ηλεκτρονική Λέσχη.<br />

Πως έγινε αυτό; αγαπούσες το βιβλίο, διάβαζες;<br />

-Αγαπούσα πάντα το βιβλίο. Διαβάζω από μικρή ηλικία,<br />

ταξιδεύω με το διάβασμα και θεωρώ ότι εκείνος που διαβάζει<br />

είναι και ο σκεπτόμενος ορθά άνθρωπος. Διαβάζω τα βιβλία<br />

που επιλέγω αργά ώστε να τα μελετώ ταυτόχρονα, δίνοντας<br />

έτσι στον εκάστοτε συγγραφέα να μου παραδώσει τα κρυφά<br />

μηνύματα που θέλει να δώσει. Γιατί κάθε βιβλίο έχει να δώσει.<br />

Η ομάδα δημιουργήθηκε με την φίλη μου Ιωάννα Πορτοκάλη<br />

γιατί ο χρόνος μας είχε πια περιοριστεί με τις υποχρεώσεις<br />

μας. Μας άρεσε να συναντιόμαστε και να ψάχνουμε για<br />

βιβλία. Ύστερα τα συζητούσαμε και ήταν μια όμορφη συνήθεια.<br />

Ανάμεσα στην αναζήτηση μας αυτή είχαμε ξεχωρίσει πολλούς<br />

συγγραφείς-αφανείς ήρωες- Ελληνικής λογοτεχνίας που δεν<br />

άνηκαν σε μεγάλους εκδοτικούς οίκους. Δηλαδή σε αυτούς<br />

που συναντάς σε κάθε βιτρίνα βιβλιοπωλείου. Αυτός ήταν<br />

και ο αρχικός μου σκοπός. Να γνωρίσει ο πολύς ο κόσμος<br />

αυτές τις απίστευτες πένες. Μια τέτοια πένα είναι και του<br />

Χρήστου Φασούλα. Την εποχή εκείνη είχε πέσει στα χέρια<br />

μου το βιβλίο του ‘’Ο εραστής της αβύσσου’’ και νομίζω ότι<br />

ήταν και το πρώτο βιβλίο που ανέβασα.<br />

“Το ξεκίνημα της Κατερίνας”<br />

-Στη συνέχεια, αφού προώθησες από τη σελίδα αρκετούς<br />

συγγραφείς, έγραψες το πρώτο σου βιβλίο. Πως συνέλαβες<br />

την ιδέα του βιβλίου, πως ξεκίνησε η όλη ιστορία με τη<br />

συγγραφή;<br />

-Ναι, θεωρώ ότι πολλοί<br />

βοηθήθηκαν από αυτή την<br />

ομάδα. Τους ευχαριστώ που<br />

τότε με εμπιστεύθηκαν εμένα<br />

και την Ιωάννα. Νομίζω ότι<br />

τελικά η λέσχη έκανε τη δουλειά<br />

για την οποία δημιουργήθηκε.<br />

Το πρώτο μου βιβλίο. Είναι<br />

μια ιστορία κοινωνική. Το είχα<br />

γράψει και το είχα στο συρτάρι.<br />

Και πάλι η φίλη μου Ιωάννα<br />

πήρε την πρωτοβουλία να με<br />

‘’μπριζάρει’’ να το προχωρήσω<br />

προς έκδοση. Έτσι το έστειλα<br />

στην κα Στυλιανού Μαρία στις εκδόσεις Αναζητήσεις. Το<br />

ταξίδι του ξεκίνησε πριν ακόμα το καταλάβω. Δεν περίμενα<br />

ότι αυτά που έγραφα θα αποκτούσαν αξία κάποτε.<br />

“Οι φίλοι...”<br />

-Πως σε αντιμετώπισαν οι φίλοι. Είτε εκείνοι που βοήθησες,<br />

είτε όχι. Οι κολλητοί και οι μη κολλητοί.<br />

-Εκείνοι που ήξεραν ότι γράφω, απλά αναφώνησαν ένα..<br />

“Επιτέλους”. Όσο για τους υπόλοιπους από το διαδίκτυο, είχα<br />

και άτομα που έδειξαν την χαρά τους, άτομα που έδειξαν την<br />

αδιαφορία τους και άτομα που έδειξαν απλά αυτό το “ώρε<br />

366 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 367


που πας ξυπόλητη στα αγκάθια.” Όλα δεκτά. Η αλήθεια είναι<br />

ότι μπήκα σε έναν χώρο που δεν ήξερα. Έκαναν μια κίνηση<br />

να εκδώσω το έργο μου δίχως καμιά πλάτη πίσω μου. Δίχως<br />

γνωριμίες και κύκλο αν θες. Κάτι που στον χώρο του βιβλίου<br />

είναι απαραίτητο. Σιγά-σιγά άρχισα να κάνω τον δικό μου<br />

κύκλο. Και όχι από την λέσχη όπως πολλοί πιστεύουν διότι<br />

φρόντιζα να μη προωθώ την δική μου δουλειά μέσα από την<br />

ομάδα.<br />

Κολλητούς στον χώρο της συγγραφής δεν έχω. Έχω άτομα<br />

που με βοήθησαν σε τεχνικά θέματα γραφής και άτομα που<br />

αργότερα απέκτησαν ξεχωριστή θέση στην καρδιά μου. Τον<br />

όρο όμως κολλητό φίλο δεν θα τον χρησιμοποιούσα ποτέ.<br />

-Συνέχισες να γράφεις. Πότε<br />

κατάλαβες ότι το έχεις, με τη<br />

συγγραφή; Πιο πριν, αλλά δεν<br />

τολμούσες να το επιχειρήσεις;<br />

-Συνέχισα να γράφω και<br />

φρόντιζα να στέλνω μικρά<br />

διηγήματα σε διάφορες<br />

λογοτεχνικές σελίδες. Ύστερα<br />

από καιρό ήρθε και το δεύτερο<br />

μου βιβλίο από τις εκδόσεις<br />

Ελληνική Πρωτοβουλία με<br />

τίτλο “Ανταλέτ”.<br />

“Ανταλέτ”<br />

Με την συγγραφή δεν ξέρω από πότε το έχω. Τι εννοώ. Γράφω<br />

μικρές φανταστικές ιστορίες από μικρή. Θυμάμαι στο χωριό<br />

μου όταν όλοι κοιμόντουσαν εγώ γέμιζα σελίδες. Δεν είχα<br />

σκεφτεί όμως, ποτέ να κοινοποιήσω τις ιστορίες μου, από<br />

ντροπή και από ανασφάλεια. Η ανάγκη όμως να δημιουργώ<br />

χαρακτήρες υπήρχε πολλά χρόνια μέσα μου. Αλλά από την<br />

φύση μου χαμηλών τόνων άνθρωπος δεν έκανα την κίνηση<br />

μέχρι το 2012.<br />

-Σε στήριξαν οι δικοί σου άνθρωποι και εννοώ την οικογένεια.<br />

-Η οικογένεια μου με στήριξε πολύ. Αν σκεφτείς ότι είχα<br />

μωρό παιδί και άλλα δυο μεγαλύτερα και παρόλα αυτά το<br />

βιβλίο μου ταξίδεψε ως και την Κομοτηνή. Αφήνοντας πίσω<br />

τον σύζυγο μου να μου προσφέρει χώρο για τα όνειρα μου.<br />

Δεν υπάρχει νομίζω μεγαλύτερη στήριξη. Και μέχρι τώρα ο<br />

αγαπημένος μου σύζυγος και σύντροφος και φίλος, στολίζει<br />

τα βιβλία μου με τις υπέροχες μουσικές του.<br />

«Είμαι μια συγγραφέας νέα, σχεδόν άπειρη», λέει η<br />

Κατερίνα, κάτι που σπάνια θα ακούσεις από κάποιον..<br />

-Πως αισθάνθηκες που τα “παιδιά” σου, κυκλοφόρησαν<br />

στα βιβλιοπωλεία, έγιναν αποδεκτά από τον κόσμο;<br />

-Το συναίσθημα που σου προκαλεί όλο αυτό το ταξίδι,<br />

είναι ανεπανάληπτο. Να βλέπεις τα βιβλία σου στα μεγάλα<br />

βιβλιοπωλεία και να φιγουράρει το όνομα σου. Να γνωρίζεις<br />

ότι με τους ήρωες έχεις ζήσει, έχεις συνομιλήσει και τώρα να<br />

368 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 369


στέκονται εκεί να περιμένουν να μαγέψουν και άλλους.<br />

Τι σημαίνει αποδεκτό; Υπάρχει κόσμος και κοσμάκης που<br />

το βιβλίο τον αφήνει αδιάφορο. Υπάρχουν και εκείνοι όπως<br />

εγώ που εκτιμούν ακόμα και την εφημερίδα. Τα όνειρα<br />

επανακυκλοφόρησαν από τις εκδόσεις Όστρια με πιο πλούσια<br />

ύλη αλλά και με άλλον τίτλο. Μετονομάστηκαν σε “Στα<br />

Μονοπάτια της καρδιάς” και άρχισαν και πάλι το ταξίδι<br />

τους. Αν με ρωτάς για αυτό το βιβλίο, ναι, έγινε αποδεκτό. Το<br />

“Ανταλέτ” με έφερε σε επαφή με κόσμο που δεν θα γνώριζα<br />

αλλιώς.<br />

Άκουσα και είδα γραμμένα σχόλια στα διάφορα φόρουμ για<br />

το βιβλίο και καλά και κακά αλλά και χείριστα. Αρχικά δεν<br />

καταλάβαινα πως κάποιος χαρακτηρίζει ένα βιβλίο και με<br />

τι γνώσεις και τι σκεπτικό.<br />

Έπειτα μπήκα στην θέση του<br />

αναγνώστη και παραδέχτηκα<br />

απλά ότι δεν μπορώ να αρέσω<br />

σε όλους.<br />

συγγραφή, μαθαίνεις<br />

να επιβιώνεις. Εγώ θα<br />

συνεχίζω να νιώθω<br />

όμορφα για όλους τους<br />

ομότεχνους δίχως να<br />

κρίνω κανέναν.<br />

Αφήνω την φαντασία<br />

μου να τρέχει και το<br />

προσωπικό μου στυλ<br />

να χτίζεται μέρα με την<br />

ημέρα και συνεχίζω το<br />

έργο μου όπως εγώ ξέρω, και όπως με ευχαριστεί...<br />

-Πως βλέπεις τους συγγραφείς του σήμερα;<br />

-Υπάρχουν συγγραφείς που γράφουν γιατί δεν μπορούν να<br />

ζήσουν αλλιώς και άλλοι που γράφουν απλά για να γράψουν.<br />

Θεωρώ ότι τα θέματα των βιβλίων έχουν χιλιοειπωμένα και<br />

χρειάζεται άλλη θεματική γιατί πολύ απλά η φαντασία του<br />

συγγραφέα είναι ανεξάντλητη. Να μου πεις, το λες εσύ αυτό<br />

που έχεις γράψει ένα ακόμα ανάμεσα στα τόσες χιλιάδες<br />

βιβλία για την καταστροφή της Σμύρνης.<br />

Είμαι μια συγγραφέας νέα.<br />

Σχεδόν άπειρη. Το παράπονο<br />

μου είναι ότι κάποιοι φίλοι<br />

πάτησαν επάνω σε αυτή την Από την άλλη, κάνουν όλοι σκληρή προσπάθεια να κρατήσουν<br />

ανασφάλεια που ένιωθα και την αγάπη μας, το έντυπο βιβλίο στη επιφάνεια, μέσα από<br />

ενδεχομένως έβγαζα προς τα τα έργα τους.<br />

έξω και το εκμεταλλεύτηκαν<br />

ώστε να με πληγώσουν. -Έχεις αγαπημένους συγγραφείς;<br />

Μαθαίνεις μέσα από την<br />

370 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 371


-Η πρώτη συγγραφέας που αγάπησα είναι η Περλ Μπάκ και<br />

έπειτα γνώρισα τα βιβλία του Τζόσεφ Κρόνιν. Θεωρώ ότι ο<br />

Κρόνιν με επηρέασε περισσότερο. Μου αρέσει ο μη, λυρικός<br />

τρόπος γραφής. Με κουράζουν οι βαρύγδουπες και ντυμένες<br />

με χρυσό περιτύλιγμα έννοιες. Επίσης αυτοί που ξεχώρισα<br />

από τους Έλληνες συγγραφείς είναι η Ευρυδίκη Αμανατίδου<br />

και η Μαρία Προδρόμου που ναι, είναι από τις αγαπημένες<br />

μου.<br />

-Σε επηρέασε κάποιος από αυτούς;<br />

-Νομίζω ότι έχω επηρεαστεί από αυτούς τους δυο σπουδαίους<br />

λογοτέχνες που ανέφερα παραπάνω, πιο πολύ από τον Κρόνιν<br />

και το έργο του “Το Κάστρο”.<br />

-Ποια είναι η Κατερίνα Σωπύλη;<br />

-Η Κατερίνα Σωπύλη, είναι μια ονειροπόλα νοσηλεύτρια.<br />

Χαμηλών τόνων αλλά με δυναμική που τις περισσότερες<br />

φορές αντί να με βγάλει από την δύσκολη θέση με μπλέκει<br />

περισσότερο. Δεν αντέχω την αδικία καθώς και την κοροϊδία.<br />

Με κουράζουν οι αγέλαστοι άνθρωποι δεν διστάζω να βάλω<br />

Χ σε ότι με κουράζει και με κάνει να νιώθω άσχημα.<br />

-Έχεις οικογένεια, παιδιά, δουλειά, πότε βρίσκεις το χρόνο<br />

να γράφεις;<br />

-Αυτή την ερώτηση μου την κάνουν συχνά. Δεν ξέρω αλήθεια<br />

πότε προλαβαίνω να γράφω. Απλά γράφω. Κυκλοφορώ με ένα<br />

τετράδιο στην τσάντα μου και κάθε σκέψη μου καταγράφεται.<br />

Στο τρένο, στη δουλειά, στην κουζίνα ακόμα. Ίσως είναι<br />

όλα θέμα οργάνωσης και κατανόησης από τα παιδιά και τον<br />

σύζυγο μου.<br />

-Η απομόνωση βοηθά;<br />

-Απομόνωση, κάτι που εγώ συχνά έχω ανάγκη. Ναι, εμένα<br />

με βοηθά. Να σκεφτώ να μιλήσω με τον εαυτό μου , να βάλω<br />

σε σειρά τα σχέδια μου για το μέλλον. Συχνά γράφω μετά τις<br />

δώδεκα που κυριαρχεί η ηρεμία και είμαι πραγματικά μόνη<br />

μου εγώ και οι χαρακτήρες που δημιουργώ.<br />

-Σε εμπνέει η καθημερινότητα, η δική σου, των άλλων, ή<br />

τα γεγονότα του παρελθόντος;<br />

-Με εμπνέουν τα πάντα. Η καθημερινότητα μου, ένα τραγούδι,<br />

μια εικόνα και φυσικά το παρελθόν όχι το δικό μου. Το ευρύτερο<br />

παρελθόν. Οι παλαιότερες εποχές ας πούμε. Από πάντα ήθελα<br />

να ζω σε άλλη εποχή και θεωρώ ότι προέρχομαι από άλλη<br />

εποχή... Κάπου χάθηκα και βρέθηκα σε αυτό τον αιώνα που<br />

δεν μου ταιριάζει καθόλου.<br />

-Ποιο βιβλίο σου, σου αρέσει περισσότερο;<br />

-Το βιβλίο μου που αγάπησα ήταν το “Ανταλέτ”. Μιλά για<br />

τον αγώνα μιας κοπέλας που παλεύει να βρει την αλήθεια<br />

ανάμεσα σε τόσα μυστικά που συνδέουν παρελθόν και μέλλον.<br />

Ένα ταξίδι στην Σμύρνη του 1919 στην Κωνσταντινούπολη<br />

372 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 373


και την Αθήνα. Μου άρεσε η πλοκή του αλλά και ο τρόπος<br />

που η ηρωίδα χειρίστηκε τις καταστάσεις . Ίσως μέσα στο<br />

βιβλίο αυτό κρύβεται κάτι από εμένα. Αυτή η δυναμική που<br />

ανέφερα παραπάνω. Το “Ανταλέτ” κυκλοφορεί από το 2013<br />

από τις εκδόσεις Ελληνική Πρωτοβουλία. Σου παραθέτω το<br />

οπισθόφυλλο:<br />

H Ισμήνη και η οικογένειά της φεύγουν από τη Σμύρνη χωρίς<br />

εμφανή λόγο. Το ταξίδι και η εγκατάσταση στην Αθήνα θα<br />

κλονίσουν οικογενειακές σχέσεις και αξίες ενώ στο επίκεντρο<br />

θα βρεθεί ένα παράξενο δαχτυλίδι με το αρχικό γράμμα άλφα<br />

σκαλισμένο στην επιφάνειά του. Ένα μεγάλο μυστικό έρχεται<br />

σταδιακά στην επιφάνεια. Μια αδικία αναζητά δικαιοσύνη<br />

-παρά τον χρόνο που πέρασε- και η αληθινή αγάπη αποδεικνύει<br />

ότι ο χρόνος δεν είναι ικανός να τη σβήσει, όταν στηρίζεται<br />

σε γερά θεμέλια. Ένα οδοιπορικό στη Σμύρνη, στην Αθήνα<br />

και στην Κωνσταντινούπολη του 20ου αιώνα. Πρόσωπα και<br />

καταστάσεις, δεμένα με αόρατους δεσμούς, σε ένα παιχνίδι για<br />

γερά νεύρα. Τελικά, η δικαιοσύνη θα βρει το δρόμο της;<br />

Η Μυρτώ μια κλασική εργαζόμενη μητέρα. Βάζει τη ζωή της σε<br />

δεύτερη μοίρα για χάρη της οικογένειας της. Μια αποκάλυψη<br />

θα έρθει να ταράξει τα ήρεμα νερά της καθημερινότητας της.<br />

Τι γίνεται όταν η Μυρτώ αντιλαμβάνεται πως, ο’τι κάνει δεν<br />

έχει αντίκρυσμα;<br />

Μια ιστορία βασισμένη σε πραγματικά γεγονότα. Μια γυναίκα<br />

που ψάχνει να βρει την χαμένη της αυτοπεποίθηση κάνοντας<br />

ένα νέο ξεκίνημα. Η Μυρτώ είναι η γυναίκα της διπλανής<br />

πόρτας. Ψάχνει να βρει τρόπο και τόπο να στεγάσει τα όνειρα<br />

της ακολουθώντας τα μονοπάτια της καρδιά της. Που θα την<br />

οδηγήσει άραγε η προσπάθεια, να κερδίσει τα χαμένα όνειρα<br />

της...<br />

-Κυκλοφορεί τώρα, νομίζω,<br />

το νέο σου βιβλίο. Πες μας<br />

λίγα λόγια γι αυτό και πως<br />

“έπιασες” το θέμα...<br />

“Στα μονοπάτια της καρδιάς”<br />

-Ναι κυκλοφορεί από<br />

τις εκδόσεις Ελληνική<br />

Το άλλο μου βιβλίο που κυκλοφόρησε το 2014 από τις εκδόσεις Πρωτοβουλία με τίτλο<br />

Όστρια και ονομάζεται “Στα μονοπάτια της καρδιάς”, είναι “Κρυφές ανάσες”. Είναι ένα<br />

ένα κοινωνικό βιβλίο που έχει συγκεκριμένο μήνυμα να δώσει ανατρεπτικό βιβλίο που<br />

και νομίζω ότι το πετυχαίνω. Πρόκειται για την Μυρτώ, μια θεωρώ ότι θα συζητηθεί.<br />

γυναίκα με οικογένεια που χάνεται μέσα στην καθημερινότητα<br />

της. Βαλτώνει η σχέση της με τον άντρα της και η ζωή της -Πως θα χαρακτήριζες τον<br />

αλλάζει. Και εδώ μυστικά και πάθη έρχονται στην επιφάνεια εαυτό σου;<br />

δυσκολεύοντας την ζωή της. Σου παραθέτω το οπισθόφυλλο:<br />

374 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 375


-Ευαίσθητη υπέρ του δέοντος....<br />

-Πιστεύεις στη φιλία;<br />

-Πιστεύω στη φιλία τη διαχρονική. Φίλος δεν είναι εκείνος<br />

που περνάμε μαζί του πολλές ώρες. Φίλος είναι εκείνος που<br />

σε μια δύσκολη στιγμή σου παραμένει δίπλα σου δίχως να<br />

σε κρίνει.<br />

-Υπάρχουν αληθινοί φίλοι;<br />

-Υπάρχουν και έχω την τύχη να έχω... Αληθινούς φίλους.<br />

-Ο έρωτας; Παίζει σημαντικό ρόλο στη ζωή σου, σου δίνει<br />

δύναμη, έμπνευση να γράψεις;<br />

-Ο έρωτας είναι αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής μου αλλά όχι,<br />

δεν μου δίνει έμπνευση. Μου δίνει την δύναμη να συνεχίσω<br />

γιατί ακόμα και μετά από 15 χρόνια γάμου αισθάνομαι από<br />

τις τυχερές που ακόμα είμαι ερωτευμένη με τον άνθρωπο που<br />

αντάλλαξα αιώνιους όρκους αγάπης.<br />

“Η δημοσιότητα…”<br />

-Σε ωθεί ο σύζυγος στις συγγραφικές σου προσπάθειες;<br />

-Με ωθεί και με βοηθά στο να βρίσκω χρόνο να γράφω. Δεν<br />

σου κρύβω ότι έχω σκεφτεί πολλές φορές να τα παρατήσω<br />

και ότι δεν αξίζει στην ιδιοσυγκρασία μου τόση δημοσιότητα.<br />

Μια ζωή είχα συνηθίσει να ζω στην αφάνεια μου, να μη δίνω<br />

δικαιώματα. Τώρα με τη συγγραφή, γνώρισαν εμένα , την<br />

οικογένεια μου και πολλές φορές ένιωσα εκτεθειμένη... Αυτό<br />

μου προκάλεσε μια εσωτερική αναταραχή και πολλές φορές<br />

σκέφτηκα να αποσυρθώ. Εκεί ήταν που ο σύζυγος μου με<br />

βοήθησε να σκεφτώ λογικά.<br />

-Τα παιδιά σου, πως σε βλέπουν, όταν βλέπουν τα βιβλία<br />

σου;<br />

-Τα παιδιά μου, φροντίζω να μη τα εμπλέκω με όλο αυτό το<br />

σκηνικό της συγγραφής. Συχνά που συζητάμε ειδικά με τον<br />

μεγάλο μου γιο που διανύει τον 13ο χρόνο της ζωής του, μου<br />

ζητά να διαβάσει τα βιβλία μου. Δείχνουν την υπερηφάνεια<br />

τους για αυτή μου την ιδιότητα και τους έχω υποσχεθεί ότι<br />

σύντομα θα φτιάξουμε το δικό μας παραμύθι με δικές τους<br />

εικόνες – ζωγραφιές.<br />

-Τα μαθαίνεις να διαβάζουν βιβλία, σίγουρα..<br />

-Πάντα διαβάζαμε, Το κρεβάτι τους έχει γίνει καράβι πειρατικό,<br />

σπηλιά με άγρια ζώα και πολλά ακόμα που πηγάζουν από τα<br />

παραμύθια που διαβάζαμε κατά καιρούς. Ευτυχώς ο μεγάλος<br />

μου γιος έχει πάρει αυτή την όμορφη συνήθεια, διαβάζει<br />

αγγλικά και ελληνικά μυθιστορήματα -εφηβικά- . Είναι<br />

σημαντικό να προωθούμε την φιλαναγνωσία στα παιδιά.<br />

Οι εποχές που μεγαλώνουν είναι ιδιαίτερα σκληρές και δεν<br />

αφήνουν περιθώρια για όνειρα, κάτι που κάνει το βιβλίο.<br />

376 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 377


378 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 379


<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

Η κύρια εργασία μου<br />

είναι μεταφράστρια.<br />

Κατέληξα εκεί αφού<br />

περιπλανήθηκα σε<br />

διάφορους χώρους,<br />

όπως της Ψυχολογίας<br />

και της Πληροφορικής.<br />

<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

Βιβλιοφάγος εκ<br />

γενετής, οι λέξεις ήταν<br />

πάντα το όχημα που προτιμούσα, άλλωστε όλα<br />

τα άλλα δεν με προτιμούσαν εκείνα (δεν οδηγώ<br />

ούτε ποδήλατο)!<br />

Η λογοτεχνική γραφή ήταν μια αποκάλυψη για<br />

μένα, ένα ταξίδι γεμάτο εκπλήξεις που ελπίζω<br />

να συνεχιστεί τόσο όμορφα όσο άρχισε. Με<br />

ανέλπιστες συγκινήσεις και προορισμούς που<br />

δεν έχουν χαρτογραφηθεί ακόμα.<br />

Γράφω διηγήματα, παιδικά παραμύθια, νουβέλες<br />

και ό,τι άλλο ορίζει από μόνο του το ίδιο το όχημα<br />

μια και είναι αυτόβουλο και δεν δίνει ιδιαίτερη<br />

σημασία στις δικές μου αποφάσεις.<br />

Κείμενά μου δημοσιεύονται κάθε εβδομάδα στη<br />

στήλη Αλαφροΐσκιωτη στο ηλεκτρονικό περιοδικό<br />

www.eyedoll.gr.<br />

Το email της Κατερίνας από τη δουλειά της στον<br />

Αντώνη, ήταν αυτό:<br />

«...Νομίζω πως σήμερα σε στεναχώρησα. Το κάνω<br />

συχνά τελευταία, δεν ξέρω γιατί. Δεν θέλω να σε<br />

στεναχωρώ, αλλά όλο έτσι γίνεται. Ένα άδειο<br />

φλιτζάνι καφέ, ένα κερατένιο φλιτζάνι που είχες<br />

πιεί τον καφέ σου, αυτό έφταιγε! Το είχες αφήσει<br />

πάνω στο τραπεζάκι του σαλονιού μαζί με τα τσιγάρα<br />

σου και το γεμάτο τασάκι. Τα τσιγάρα τα μάζεψες<br />

γιατί σου χρειάζονταν. Το φλιτζάνι και το τασάκι<br />

380 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 381


<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

όχι. Ούτε σου χρειάζονταν, ούτε τα μάζεψες.<br />

Να πάρει, σου το έχω πει τόσες φορές! Δεν είμαι<br />

υπηρέτρια να γυρνάω γύρω-γύρω στο σπίτι να μαζεύω<br />

ό,τι αφήνεις. Ακόμη περισσότερο τα γεμάτα τασάκια<br />

σου που μυρίζουν αποτσίγαρα και μου ανακατεύουν<br />

το στομάχι. Δεν το αντέχω το τσιγάρο, το ξέρεις.<br />

Γιατί πρέπει να καπνίζω μαζί σου; Εσύ πρέπει να<br />

το κόψεις, όχι εγώ να το ανεχθώ.<br />

...Ναι, έχεις δίκιο. Πριν χρόνια μου φαινόσουν<br />

γοητευτικός με το τσιγάρο στο στόμα. Σχεδόν μου<br />

άρεσε που κάπνιζες. Πριν χρόνια όμως, έβγαινες<br />

κι εσύ στο μπαλκόνι να καπνίσεις για να μην με<br />

ενοχλείς. Κι εγώ έβαζα ζακέτα και καθόμουν μαζί<br />

σου να σε κοιτάω και να σου μιλάω.<br />

Δεν ξέρω πώς έγινε, αλλά ώρες-ώρες νομίζω πως ο<br />

καπνός σου και η ανακατωσούρα μου δεν χωράνε<br />

πια στο ίδιο δωμάτιο. Συγκρούονται. Πιάνονται στα<br />

χέρια και παλεύουν για το ποιος θα πετάξει τον άλλον<br />

κάτω. Θέλω να σε ξαπλώσω στο πάτωμα. Όχι για να<br />

σου κάνω έρωτα. Για να σε ακινητοποιήσω και να<br />

ακρωτηριάσω όλα όσα με ενοχλούν επάνω σου. Την<br />

ακαταστασία σου, τις παραξενιές σου, την ασυνέπειά<br />

σου, το τσιγάρο, τα ξεχασμένα φλιτζάνια…<br />

<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

Θέλω να σε αλλάξω, αυτό μου συμβαίνει. Να σε<br />

κάνω κάποιον άλλον, κάποιον που δεν ερωτεύτηκα<br />

ποτέ. Σχιζοφρένεια, το λένε. Αυτόν τον άλλο δεν<br />

θα τον ερωτευόμουν με τίποτα, αλλά εσένα που σ’<br />

ερωτεύτηκα, έρχονται ώρες που δεν σε αντέχω.<br />

Όταν με ακούω να σου φωνάζω, με σιχαίνομαι.<br />

Ακούω μια υστερική που τσιρίζει για άπλυτα πιάτα<br />

και σκόρπιες κάλτσες, ενώ το μόνο που θέλει να<br />

φωνάξει είναι “Τελείωσε; Είχαμε υποσχεθεί ότι<br />

θα ήμασταν ερωτευμένοι για πάντα. Ο έρωτας<br />

τελείωσε;”.<br />

Δεν ξέρεις όμως ότι το πιο ανυπόφορο απ’ όλα είναι<br />

πως δεν θέλω να στεναχωριέσαι. Θέλω να είσαι καλά.<br />

Δεν σε μισώ, δεν θέλω να πάθεις κάτι. Νομίζω ότι<br />

σ’ αγαπάω. Πολύ. Περισσότερο από παλιά.<br />

Δεν θέλω να φανταστώ τη ζωή μου χωρίς τα ρούχα<br />

σου στην ντουλάπα κρεμασμένα δίπλα στα δικά μου,<br />

χωρίς το τηλεφώνημα των τρεις, χωρίς το βλέμμα<br />

σου του μικρού αγοριού όταν βλέπεις αθλητικά,<br />

χωρίς τη μυρωδιά σου, χωρίς να με περιμένεις τα<br />

βράδια να μοιραστούμε το τελευταίο κομμάτι από<br />

το αγαπημένο μας γλυκό.<br />

Λες; Λες να μπορούμε να ζήσουμε με τσιγάρα και<br />

φλιτζάνια σκορπισμένα; Γιατί στο διάολο να είναι<br />

382 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 383


<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

τόσο σημαντικά μερικά άδεια φλιτζάνια; Γιατί για<br />

να πω την αλήθεια όταν αυτά εξαφανίζονται από<br />

την εικόνα, βλέπω ακόμα γιατί σε έχω ερωτευτεί...».<br />

<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

Το email-απάντηση του Αντώνη στην Κατερίνα<br />

ήταν αυτό:<br />

«...Έχει λήξει προ πολλού η εγγύηση. Μα το προϊόν<br />

ήταν άριστης ποιότητας και με προδιαγραφές<br />

διαρκείας δεκαετιών. Αξίζει να το επισκευάσουμε.<br />

Εκτός από αγάπη, στην εργαλειοθήκη βρήκα και<br />

πάθος.<br />

Θα είμαι στο μπαλκόνι και θα καπνίζω. Πάρε εκείνη<br />

τη ζακέτα κι έλα. Έχουμε καιρό να τα πούμε...».<br />

Το παραπάνω κείμενο φιλοξενήθηκε στον<br />

ιστότοπο www.eyedoll.gr<br />

Ευχαριστούμε τους συντελεστές του site<br />

και την κα Φωτεινή Τέντη για την άδεια<br />

αναδημοσίευσης του.<br />

http://www.eyedoll.gr<br />

Μάιος 2014 | <strong>Τεύχος</strong> 4 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | 385<br />

384 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 385


386 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 387


<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

“Προδοσία”<br />

Μια ιστορία της Μαίρης<br />

Μαργαρίτη<br />

<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

μπούκλα απ΄τα μαλλιά της και βάλθηκαν να ψηλαφούν την<br />

κυρτότητά της. Δε συμμετείχε στην κουβέντα των άλλων δυο<br />

και ίσως να μην έδινε καν προσοχή σ’ αυτά που λέγονταν.<br />

Ο καλοντυμένος άγνωστος<br />

κύριος ελευθέρωνε συνεχώς<br />

δαχτυλίδια καπνού στον αέρα<br />

με αυτοπεποίθηση ανθρώπου που<br />

αποκτά πάντα αυτό που θέλει. Είχε καθίσει αναπαυτικά στην<br />

καρέκλα και τα χέρια του ακουμπούσαν στα πλαϊνά της.<br />

Φαινόταν έμπειρος στις διαπραγματεύσεις, υπομονετικός και<br />

επίμονος συνάμα. Κοίταζε τον νεαρό ίσα στα μάτια όταν του<br />

μιλούσε σαν να τον γύμνωνε για να δει το βάθος της ψυχής<br />

του.<br />

Ο νεαρός άνδρας απέναντί του που συστήθηκε ως Στράτος<br />

ένα μισάωρο πριν, δίσταζε να πάρει μια απόφαση. Είχε το<br />

βλέμμα του κολλημένο στο τραπέζι. Πότε πότε ανασήκωνε<br />

το κεφάλι και κοίταζε από αμηχανία τους διερχόμενους από<br />

το μπαρ του ξενοδοχείου που εκείνη την ώρα είχε αυξημένη<br />

κίνηση.<br />

Δίπλα του καθόταν μια κοπέλα με μαύρα σγουρά μαλλιά και<br />

ανέκφραστο πρόσωπο. Τα δάχτυλα της είχαν παγιδεύσει μια<br />

Ο καλοντυμένος κύριος έπαιζε καλά το παιχνίδι του. Έβγαλε<br />

απ΄τη τσέπη του τα κλειδιά του αυτοκινήτου και τα έριξε<br />

πάνω στο τραπέζι. Ο μεταλλικός ήχος που έκαναν πέφτοντας<br />

έσβησε μες τη βαβούρα του κόσμου γύρω.<br />

«Δικό σου!» του είπε με στυλ ανθρώπου που ξοδεύει αδιακρίτως<br />

απ’ τα πολλά που έχει. Ήξερε ότι τελικά ο νεαρός δε θα<br />

μπορέσει να αντισταθεί στην πρότασή του. Το θέμα ήταν να<br />

δεχτεί εκείνος. Όλα τ΄άλλα κανονίζονταν.<br />

Ο νεαρός Στράτος έδειξε έκπληξη στην κίνηση του αγνώστου.<br />

Πείστηκε τελικώς πως το εννοούσε ότι επρόκειτο να του<br />

χαρίσει ένα ακριβό αυτοκίνητο. Η ανάσα του κόπηκε μπροστά<br />

σ’ ένα τέτοιο ενδεχόμενο, γούρλωσε τα μάτια στη θέα<br />

των κλειδιών και ξεροκατάπιε. Έμεινε να τα κοιτάζει σαν<br />

υπνωτισμένος. Πρώτη φορά στη ζωή του αισθάνθηκε τόσο<br />

τυχερός. Μια απέραντη ευτυχία απλώθηκε μέσα του και<br />

έφερε ένα μούδιασμα στα χείλη του που δεν μπορούσε να<br />

αρθρώσει λέξη. Φαντάστηκε τον εαυτό του μέσα στο ακριβό<br />

αυτοκίνητο που λίγο πριν του είχε δείξει ο άγνωστος κύριος<br />

παρκαρισμένο έξω απ΄το ξενοδοχείο, να προκαλεί τη ζήλια<br />

των συνομηλίκων του. Αυτή τη ζήλεια που συνήθως ένιωθε<br />

388 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 389


<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

ο ίδιος σε ανάλογες περιπτώσεις.<br />

Κανείς δε μίλησε για δυο τρία λεπτά. Ο άγνωστος κύριος<br />

ζύγιζε τις αντιστάσεις του νεαρού κοιτώντας τον συνέχεια<br />

και επίμονα στα μάτια. Η κοπέλα εξακολουθούσε να δείχνει<br />

αδιαφορία για όλα αυτά. Το παιχνίδι τώρα παίζονταν, τα<br />

κρίσιμα δευτερόλεπτα της τελικής απάντησης.<br />

Ο Στράτος πήρε την απόφασή του. Το μόνο που φοβόταν ήταν<br />

η αντίδραση της κοπέλας. Μια εβδομάδα σχεδόν τη γνώριζε.<br />

Δεν είχε κάποιο συναισθηματικό δέσιμο μαζί της. Εκείνη<br />

πάλι μπορεί και να τον αγαπούσε. Δεν ήταν σίγουρος. Για<br />

ένα μόνο ήταν σίγουρος, ότι ήθελε πολύ αυτό το αυτοκίνητο.<br />

Ετοιμάστηκε να της ζητήσει ευθέως να ενδώσει στην πρόταση<br />

του άγνωστου κυρίου και την τελευταία στιγμή δίστασε. Μετά<br />

μάζεψε όλο το θάρρος και το θράσος του σε ένα παρακλητικό<br />

βλέμμα και έστρεψε το κεφάλι του προς το μέρος της:<br />

«Τζίνα… Όλα από σένα εξαρτώνται…» της είπε ήρεμα<br />

συγκρατώντας την ανυπομονησία του να την πείσει όσο πιο<br />

γρήγορα γινόταν. Εκείνη σα να ξύπνησε από λήθαργο, σα να<br />

κατάλαβε μόλις αυτή τη στιγμή ότι το θέμα την αφορούσε<br />

άμεσα. Του επέστρεψε ένα ξαφνιασμένο έντρομο βλέμμα:<br />

«Δεν πιστεύω να μιλάς σοβαρά; » του είπε ταραγμένη. Ο<br />

Στράτος συνέχιζε να την κοιτάζει παρακλητικά δηλώνοντας<br />

την τόσο μεγάλη του επιθυμία για τ΄αυτοκίνητο και τη χάρη<br />

<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

που επίμονα της ζητούσε να κάνει. Στη σύντομη γνωριμία<br />

τους δεν του είχε χαλάσει ποτέ χατίρι. Πρέπει να τον είχε<br />

ερωτευτεί.<br />

Η Τζίνα ξεπερνώντας την πρώτη της έκπληξη τον κοίταζε<br />

τώρα με θλίψη. Έσφιξε τα χείλη της από πίκρα περισσότερο<br />

παρά από θυμό και τα δάχτυλα της άφησαν την παγιδευμένη<br />

μπούκλα να κυλήσει στον ώμο της. Λίγα δευτερόλεπτα μετά<br />

έσκυψε το κεφάλι συγκαταβατικά στο αίτημα του συντρόφου<br />

της.<br />

Ο άγνωστος κύριος παρακολουθούσε με ενδιαφέρον τις<br />

αντιδράσεις του ζευγαριού στην ανήθικη πρότασή του. Ύστερα<br />

φαντάστηκε τις λεπτές τιράντες της Τζίνας να γλιστρούν<br />

απ΄τους ώμους της και σιγά σιγά να γλιστρά όλο το φόρεμά<br />

της προς τα κάτω αποκαλύπτοντας το δροσερό της στήθος.<br />

Έσπρωξε τα κλειδιά πάνω στο τραπέζι προς το μέρος του<br />

νεαρού και έτεινε το χέρι του προς την κοπέλα με τρόπο<br />

ευγενικό, όπως αρμόζει σε κύριο του επιπέδου του.<br />

Η Τζίνα με το κεφάλι σκυφτό και τα χείλη σφιγμένα απέφυγε<br />

να κοιτάξει τον Στράτο. Με αργές κινήσεις πήρε το τσαντάκι<br />

της και βρέθηκε στο πλάι του αγνώστου κυρίου που ήδη<br />

κατευθυνόταν προς το ασανσέρ.<br />

«Θα σε περιμένω εδώ!» φώναξε πίσω απ΄την πλάτη τους ο<br />

390 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 391


<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

Στράτος και η φωνή του σκόνταψε πάνω στην πόρτα του<br />

ασανσέρ που έκλεινε. Έπιασε τα κλειδιά του αυτοκινήτου και<br />

τα έριξε βιαστικά στην τσέπη του.<br />

***<br />

Όταν έμεινε μόνος του τον κατέλαβε μια έντονη επιθυμία<br />

ν’ αγγίξει το νέο του απόκτημα. Ήπιε βιαστικά το υπόλοιπο<br />

ουίσκι και βγήκε έξω απ’ το ξενοδοχείο. Κατευθύνθηκε στο<br />

αυτοκίνητο, το ξεκλείδωσε, μπήκε μέσα και κάθισε. Ακούμπησε<br />

αναπαυτικά το κεφάλι του στο κάθισμα και εξέπνευσε μια<br />

μεγάλη ποσότητα αέρα. Για άλλη μια φορά αισθάνθηκε πολύ<br />

τυχερός εκείνο το βράδυ. Σκέφτηκε να πάει μια βόλτα και να<br />

ξαναγυρίσει. Άλλαξε γνώμη. Καλύτερο ήταν να περιμένει την<br />

Τζίνα.<br />

Γύρισε στο μπαρ του ξενοδοχείου. Κάθισε και παράγγειλε<br />

ένα ποτό. Σκέφτηκε την Τζίνα. Όλα σ’ εκείνη τα όφειλε.<br />

Δική της ιδέα ήταν ακόμη και το να πάνε να πιούν ποτό στο<br />

συγκεκριμένο ξενοδοχείο αντί του μπαρ που συνήθιζε εκείνος.<br />

Μετά σκέφτηκε ότι αναμφίβολα υπάρχουν τόσο εκκεντρικοί<br />

πλούσιοι που μοιράζουν αυτοκίνητα για μια γυναίκα! Θα<br />

μπορούσε να βρει συντροφιά με πολύ λιγότερα απ΄το να<br />

δωρίσει ένα ακριβό αυτοκίνητο. Αυτό ακριβώς αποδεικνύει<br />

πόσο γοητευτική ήταν η νέα του σύντροφος. Γιατί ήταν ωραία<br />

γυναίκα η Τζίνα. Αντικειμενικά ωραία. Και αυτή η έμφυτη<br />

<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

συστολή της την έκανε ακαταμάχητη.<br />

Αναλογιζόμενος το βραχύ ερωτικό του παρελθόν<br />

συνειδητοποίησε ότι ποτέ άλλοτε δεν είχε σχετιστεί με μια<br />

τόσο όμορφη και γοητευτική γυναίκα. Πέρα απ’ αυτό όμως<br />

ήταν και καλός χαρακτήρας, γυναίκα με περίσσευμα στοργής<br />

και κατανόησης. Επιπλέον πρέπει να τον είχε ερωτευτεί. Απόψε<br />

κιόλας την είχε πείσει μ ΄ ένα βλέμμα του μόνο να κάνει κάτι<br />

που οι περισσότερες θ ‘ αρνούνταν να κάνουν. Και μάλιστα<br />

για κάποιον που γνωρίζουν μια εβδομάδα μόλις. Όχι, στ’<br />

αλήθεια πρέπει να τον είχε ερωτευτεί.<br />

Οι σκέψεις αυτές του έφεραν μια απροσδόκητη μελαγχολία<br />

που αμαύρωσε τον πρότερο ενθουσιασμό του. Άρχισε να<br />

τον τσιμπά το αγκίστρι της ενοχής. Δεν έπρεπε να φερθεί με<br />

τέτοιο τρόπο, να την σπρώξει σε κάτι τόσο ανήθικο…<br />

Εντωμεταξύ ο καθισμένος στο διπλανό σκαμπό πρέπει να ήταν<br />

μεθυσμένος. Είχε ακουμπήσει τους αγκώνες του στο μπαρ και<br />

με τα χέρια του είχε καλύψει το κεφάλι του. Μονολογούσε. Σε<br />

μια στιγμή τινάχτηκε και γύρισε προς το μέρος του Στράτου.<br />

Χαμογέλασε με μια σύσπαση στην αριστερή πλευρά των<br />

χειλιών του και έριξε το χέρι του σαν παράλυτο στον ώμο<br />

του Στράτου εν είδει φιλικού χαιρετισμού.<br />

«Φίλε μου, τα λάθη πληρώνονται!» του είπε και ύστερα έσκυψε<br />

392 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 393


<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

το πρόσωπο του συνωμοτικά κοντά στο αυτί του νεαρού και<br />

συμπλήρωσε:<br />

«Όταν χάνεις κάτι, τότε χάνεις την αξία!» Σα να του φάνηκε<br />

αστείο το λεκτικό του σφάλμα και άρχισε να χαχανίζει δυνατά.<br />

Μην ελέγχοντας την ένταση της φωνής του ακούστηκε πολύ<br />

δυνατά όταν πίνοντας μονορούφι το ποτό του ευχήθηκε «Άντε<br />

γεια μας!». Στην προσπάθεια του να κατέβει γλίστρησε απ΄το<br />

σκαμπό και σχεδόν έπεσε πάνω στον Στράτο.<br />

«Λάθος εγώ, λάθος εσύ!» του είπε δυνατά και άρχισε πάλι να<br />

χαχανίζει. Τρεκλίζοντας απομακρύνθηκε απ’ το μπαρ.<br />

Τα τυχαία λόγια του μεθυσμένου επέτειναν το αίσθημα ενοχής<br />

του Στράτου. Σα να τον κατηγορούσε προσωποποιημένη η<br />

συνείδηση του. Δεν έπρεπε να ενδώσει στην πρόταση του<br />

αγνώστου. Το αποψινό συμβάν μπορεί να ήταν η αιτία να χάσει<br />

την Τζίνα. Σίγουρα θα ήταν πικραμένη μαζί του. Θα μπορούσε<br />

να του συγχωρήσει τέτοια προδοσία; Τι κι αν γνωρίζονταν<br />

μια εβδομάδα μόλις; Η σχέση τους θα μπορούσε να εξελιχτεί<br />

σε κάτι πολύ όμορφο στο μέλλον. Αυτή η γυναίκα άξιζε να<br />

μείνει στη ζωή του. Τώρα όμως; Τι μέλλον θα είχε; Σίγουρα<br />

θα ήταν θυμωμένη μαζί του και απαρηγόρητα πικραμένη.<br />

Άρχισε να κακιώνει με τον εαυτό του. Τι το ήθελε το ακριβό<br />

αυτοκίνητο; Ζήτησε να του βάλουν κι άλλο ποτό και βάλθηκε<br />

να το πίνει βιαστικά με μεγάλες ρουφηξιές. Η μεταμέλεια<br />

<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

έκανε κύκλους γύρω του και τον ζάλιζε. Τον έριχνε στο<br />

φρεάτιο του ασανσέρ όπου πρωτύτερα είχαν μπει η Τζίνα<br />

και ο άγνωστος κύριος και έπειτα τον τίναζε δυνατά ως το<br />

ρετιρέ του ξενοδοχείου. Ξανά και ξανά. Τι το ήθελε το ακριβό<br />

αυτοκίνητο; Και πώς θα το δικαιολογούσε σε φίλους και<br />

γνωστούς; Όλοι ήξεραν ότι δεν ήταν δυνατόν να το είχε<br />

αγοράσει ο ίδιος. Θα έλεγε την αλήθεια; Ποτέ! Θα έλεγε ότι<br />

του το παραχώρησε ένας θείος του από το εξωτερικό, ότι το<br />

κληρονόμησε τελοσπάντων από κάποιον που δεν τον ξέρουν.<br />

Και η Τζίνα που θα ήταν μπροστά, θα άκουγε το ψέμα του<br />

και θα θυμόταν την προδοσία. Και μια μέρα θα τον άφηνε και<br />

θα έβρισκε έναν άλλο άνδρα που να μη ντρέπεται γι ‘αυτόν.<br />

Μια μεγάλη θλίψη στένευε την αναπνοή του. Ένιωσε το<br />

ελάχιστο βάρος των κλειδιών στη τσέπη του σα μεγάλο<br />

φορτίο. Τα ένιωθε να καίνε πάνω στο μηρό του. Δεν είναι<br />

ότι φοβόταν τον θυμό της Τζίνας μόνο. Ντρεπόταν για τον<br />

εαυτό του πλέον. Πώς καταδέχτηκε να κάνει τέτοιο πράγμα;<br />

Να συμμετέχει στα παιχνιδάκια ενός πλουσίου; Να τολμά<br />

να σου κάνει τέτοιες προτάσεις ένας άγνωστος και να τις<br />

δέχεσαι; Τώρα τι θα μπορούσε να γίνει; Να το δώσει πίσω;<br />

Τώρα η ζημιά είχε γίνει. Να περιμένει την Τζίνα, να την πάρει<br />

να φύγουνε, να φύγουνε μακριά και να μην ξαναπατήσουν<br />

ποτέ σ’ εκείνο το μέρος.<br />

394 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 395


<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

Η ώρα περνούσε βασανιστικά. Κάθε λίγο ο νεαρός γυρνούσε<br />

και κοιτούσε προς το ασανσέρ. Η απελπισία και η ντροπή του<br />

είχαν γίνει σύννεφο καπνού από απανωτά τσιγάρα που τον<br />

έπνιγε. Σε μια στιγμή είδε την Τζίνα να βγαίνει από το ασανσέρ<br />

και να έρχεται προς το μέρος του. Είχε ύφος παγωμένο και όσο<br />

πλησίαζε τόσο ένιωθε την ψύχρα της. Τινάχτηκε όρθιος και<br />

στάθηκε σαν άγαλμα μπροστά της. Εκείνη τον πλησίασε και<br />

του μίλησε με συσπάσεις θυμού στα χείλη της. Του πετούσε<br />

τις λέξεις σα να τον έφτυνε:<br />

«Δε θέλω να σε ξαναδώ ποτέ! Ποτέ!» Γύρισε την πλάτη της<br />

και κατευθύνθηκε προς την έξοδο του ξενοδοχείου με νευρικό<br />

βηματισμό.<br />

Ο νεαρός κάθισε απότομα στο σκαμπό σα να μη σήκωναν<br />

τα πόδια του το βάρος του κορμιού του. Οι ώμοι του είχαν<br />

γύρει προς τα μπρος και το κεφάλι του σκυφτό στο στήθος.<br />

Έμεινε αρκετή ώρα έτσι. Ύστερα ανασηκώθηκε και ήπιε μια<br />

τελευταία γουλιά από το ουίσκι του. Κοίταξε γύρω. Δυο<br />

τρία άτομα είχαν απομείνει στο μπαρ. Άγγιξε ελαφρά με<br />

την παλάμη του την τσέπη όπου είχε βάλει τα κλειδιά του<br />

αυτοκινήτου και προχώρησε προς την έξοδο. Δεν είχε κουράγιο<br />

ν’ αναζητήσει την Τζίνα εκείνη την ώρα. Θα την άφηνε να<br />

ηρεμήσει και θα της τηλεφωνούσε αύριο ή μεθαύριο. Θα την<br />

θερμοπαρακαλούσε να τον συγχωρήσει. Αύριο ή μεθαύριο.<br />

Απόψε δεν είχε άλλο κουράγιο. Μπήκε στο νέο του αμάξι με<br />

<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

ύφος ανθρώπου νικημένου από τον ίδιο του τον εαυτό. Και<br />

έφυγε. Ορκίστηκε ποτέ πια να μην ξαναπατήσει σ’ εκείνο το<br />

μέρος.<br />

396 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 397<br />

***<br />

Μετά από μία περίπου ώρα η Τζίνα ξαναγύρισε στο ξενοδοχείο.<br />

Κοίταξε διερευνητικά αν το αυτοκίνητο ήταν παρκαρισμένο<br />

απ΄έξω και μετά για σιγουριά κοίταξε στο μπαρ μην τυχόν ο<br />

Στράτος βρισκόταν ακόμα εκεί. Πήρε το ασανσέρ και ανέβηκε<br />

στο δωμάτιο 502 όπου ήταν και προηγουμένως . Χτύπησε<br />

ελαφρά την πόρτα τρεις φορές. Ο καλοντυμένος άγνωστος<br />

κύριος την περίμενε.<br />

«Εντάξει;» τη ρώτησε με αγωνία.<br />

«Μια χαρά!» του απάντησε εκείνη. «Πήρε το αυτοκίνητο και<br />

έφυγε».<br />

«Έχω έτοιμα τα πράγματα!» είπε στα πεταχτά ο καλοντυμένος<br />

κύριος. «Θα πάμε σε άλλο ξενοδοχείο για ασφάλεια. Μπορεί<br />

απόψε κιόλας να τον τσακώσουν οι μπάτσοι και ν’ αρχίσει να<br />

λέει την ιστορία…».<br />

Η Τζίνα χαμογέλασε: «Και ποιος θα τον πιστέψει; Το αυτοκίνητο<br />

έχει μόνο τα δικά του αποτυπώματα πλέον και το αναζητά<br />

η αστυνομία. Ούτε άλλοθι έχει. Ήταν μαζί μου την ώρα της<br />

ληστείας. Πώς θα ξεμπλέξει; »<br />

«Πάμε να φύγουμε καλύτερα!» είπε ο καλοντυμένος κύριος.


<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

Άρχισαν να συγκεντρώνουν τις αποσκευές τους κοντά στην<br />

έξοδο. Εκείνος άρχισε να γελά:<br />

«Και είχα έναν φόβο ότι κάτι θα πάει στραβά… Λέω τώρα<br />

θα ζητήσει τα χαρτιά του αυτοκινήτου! Μα αυτός ούτε καν<br />

υποπτεύτηκε!»<br />

Η Τζίνα με αργές κινήσεις τράβηξε και έβγαλε την περούκα της<br />

με τις μαύρες μπούκλες. Την παράχωσε σε μια ανοιχτή βαλίτσα.<br />

Ύστερα γύρισε και τον κοίταξε με ένα πολλά υποσχόμενο<br />

ερωτικό βλέμμα.<br />

«Ξέρω και τους διαλέγω, μωρό μου!» του είπε. Και σήκωσε<br />

τα χέρια της, τα τύλιξε τρυφερά γύρω απ΄ το λαιμό του και<br />

τον φίλησε με πάθος.<br />

ΤΕΛΟΣ<br />

Μαίρη Μαργαρίτη<br />

398 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 399


<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

“Η εκδίκηση”<br />

Γράφει η Μαίρη Κάντα<br />

Ο Χρήστος και ο Τάκης<br />

ήταν δύο πολύ αγαπημένα<br />

αδέρφια και εξαιρετικοί<br />

αστυνομικοί. Τους θαύμαζαν<br />

για την γενναιότητα τους,<br />

την σκληρή δουλειά τους<br />

και την ευγενική τους ψυχή.<br />

Μέχρι που συνέβη το μεγάλο κακό. Τα δύο αδέρφια ήρθαν<br />

αντιμέτωποι με ένα ένοπλο ληστή τραπέζης.Προσπάθησαν να<br />

τον ακινητοποιήσουν μα αυτός πιο γρήγορος πυροβόλησε τον<br />

Τάκη και ξέφυγε. Ο θάνατος του ήταν ακαριαίος. Ο Χρήστος<br />

όντας παρών στο θάνατο του αδερφού του, ορκίστηκε να<br />

εκδικηθεί. Θα έπιανε το δολοφόνο ό,τι και αν γινόταν.<br />

Άρχισε να ψάχνει παντού για τον δολοφόνο: σε κακόφημα μπαρ,<br />

σε συμμορίες του δρόμου και σε στέκια ναρκομανών. Καθώς<br />

ερευνούσε την ζωή του δολοφόνου άλλαζε ο χαρακτήρας του<br />

Χρήστου. Τώρα πια ήταν απόμακρος, δεν μιλούσε σε κανέναν,<br />

είχε κλειστεί στον εαυτό του και το μόνο που τον ενδιέφερε<br />

ήταν η εκδίκηση. Δεν το ένοιαζε πια η δουλειά του, ούτε οι<br />

συνάδερφοι του. Ήθελε μόνο να κάνει κακό σε αυτόν που<br />

σκότωσε το μοναδικό του στήριγμα. Μετά από μήνες έρευνας<br />

ανακάλυψε ένα κλαμπ λίγο έξω από την Αθήνα, στο οποίο<br />

<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

συνήθιζε να πηγαίνει ο κακοποιός.<br />

Ο Χρήστος άρχισε να σχεδιάζει την σύλληψη του δράστη. Ήταν<br />

χαρούμενος. Δεν θα έμενε ατιμώρητος αυτός που σκότωσε<br />

τον αδερφό του. Άρχισε να παρακολουθεί τα βράδια το<br />

συγκεκριμένο κλάμπ και περίμενε να εμφανιστεί ο δράστης<br />

για να τον συλλάβει. Με την σύλληψη του, όλα θα τέλειωναν.<br />

Ο Χρήστος με την βοήθεια της δικαιοσύνης θα έπαιρνε την<br />

εκδίκησή του, θα θρηνούσε για τον αδερφό του και σιγά-σιγά<br />

θα αποδεχόταν τον θάνατό του.<br />

Είχε περάσει ένας μήνας και ο Χρήστος συνέχιζε να<br />

παρακολουθεί το κλαμπ δίχως κάποιο αποτέλεσμα. Ώσπου<br />

ένα βράδυ τον βλέπει να μπαίνει στο κλαμπ. “Πρέπει να<br />

τιμωρηθεί αυτή την στιγμή” συλλογίστηκε ο Χρήστος. Χωρίς<br />

δεύτερη σκέψη εισέβαλλε και αυτός στο κλαμπ. Δεν υπολόγισε<br />

όμως στους “φίλους” του κακοποιού. Μία ομάδα 5-6 ατόμων<br />

επιτέθηκε στον σαστισμένο Χρήστο και ο κακοποιός κατάφερε<br />

να ξεφύγει. Ό Χρήστος ήταν πολύ απογοητευμένος. Η απόφασή<br />

του να μπει ολομόναχος μέσα στο κλαμπ ήταν λανθασμένη.<br />

Ήταν τυχερός που δεν σκοτώθηκε εκεί.<br />

Δεν ήξερε τι άλλο μπορούσε να κάνει. Συνέχιζε να παρακολουθεί<br />

το συγκεκριμένο κλαμπ αλλά από την εμπειρία του ως<br />

αστυνομικός γνώριζε πως ο δολοφόνος του αδερφού του δεν<br />

θα ρίσκαρε να ξαναπάει εκεί. Θα κρυβόταν αρκετά καλά ώστε<br />

400 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 401


<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

να μη τον βρουν όσοι τον έψαχναν. Ο Χρήστος βυθιζόταν<br />

όλο και περισσότερο στη απόγνωση. Μάταια οι συνάδερφοι<br />

του προσπαθούσαν να τον βοηθήσουν.<br />

Μία μέρα, λίγο πριν να τελειώσει η βάρδια του Χρήστου<br />

συνελήφθη κάποιος. Την ώρα που ο συνάδερφος οδηγούσε τον<br />

συλληφθέντα στο κελί του, ο Χρήστος τον αναγνώρισε. Ήταν ο<br />

δολοφόνος του αδερφού του. Η τύχη φάνηκε να του χαμογελάει.<br />

Για πολύ λίγο όμως. Λόγω έλλειψης αρκετών αποδεικτικών<br />

στοιχείων ο συλληφθέντας Τάσος Παπαδογεωργίου δεν θα<br />

έμενε για πολύ στη φυλακή. Κατηγορήθηκε μόνο για κατοχή<br />

μικροποσότητας ναρκωτικών και σύντομα θα ήταν ελεύθερος.<br />

Κανείς δεν μπόρεσε να τον κατηγορήσει ούτε για την ληστεία<br />

της τράπεζας, ούτε για την δολοφονία του αστυνομικού.<br />

Λίγο πριν αφεθεί ελεύθερος ο Τάσος Παπαδογεωργίου ζήτησε<br />

να μιλήσει με τον Χρήστο. Ο Χρήστος δέχτηκε να μιλήσει<br />

μαζί του. Σύμφωνα με αυτόν, ο αδερφός του Χρήστου ήταν<br />

μπλεγμένος με εμπόριο ναρκωτικών. Γνώριζε τον δολοφόνο<br />

του από παλιά, όταν του πουλούσε ναρκωτικά. Ο Χρήστος<br />

δεν ήξερε πώς να αντιδράσει και τι να πιστέψει. Ο αγαπημένος<br />

του αδερφός ήταν έμπορος; Ένας τόσο καλός αστυνομικός<br />

και να πουλάει τον θάνατο;<br />

Δεν μπορούσε να το χωρέσει το μυαλό του. Νόμιζε πως θα<br />

τρελαθεί. Ζήτησε μερικές μέρες άδεια από την δουλειά του<br />

και επέστρεψε στο σπίτι. Εκεί, άρχισε νέα έρευνα. Αυτή την<br />

<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

φορά έψαχνε το παρελθόν του αδερφού του. Άρχισε να κάνει<br />

άνω-κάτω το σπίτι που έμενε μαζί με τον αδερφό του, μήπως<br />

βρει κάτι που να εξηγεί όσα του είχε πει ο Τάσος. Δεν έβρισκε<br />

τίποτα. “Και αν το σπίτι δεν ήταν καλή κρυψώνα για τον Τάκη;<br />

Μήπως έκρυβε κάτι σημαντικό εκτός σπιτιού;” αναρωτιόνταν<br />

ο Χρήστος.<br />

Όταν τέλειωσε η άδεια του, επέστρεψε στη δουλειά και άρχισε<br />

να ψάχνει το γραφείο και το ντουλάπι του αδερφού του.<br />

Πίστευε πως εκεί θα έβρισκε κάτι για το παρελθόν του Τάκη.<br />

Και βρήκε ένα κλειδί που άνοιγε μία θυρίδα. Ο Χρήστος δεν<br />

ήξερε τίποτα για αυτή την θυρίδα. Έτσι άρχισε να πιστεύει τα<br />

λόγια του Τάσου, του ανθρώπου που σκότωσε τον αδερφό<br />

του. Είχε θυμώσει με τον αδερφό του, ποια μυστικά έκρυβε;<br />

Τι μπορεί να είχε η θυρίδα; Έπρεπε να την ανοίξει σύντομα<br />

αλλά δεν τολμούσε.Τι θα γινόταν αν όντως ο αδερφός του<br />

ήταν έμπορος ναρκωτικών;<br />

Οι μέρες περνούσαν και ακόμα δεν μπορούσε να πάει να ανοίξει<br />

την θυρίδα. Φοβόταν να δει τι είχε μέσα. Μα καταλάβαινε πως<br />

έπρεπε να μπει ένα τέλος σε όλο αυτό . Έτσι, μη αντέχοντας να<br />

ζει μες στη άγνοια, αποφάσισε να την ανοίξει. Χλώμιασε στη<br />

θέα όσων είδε μέσα στη θυρίδα. Είδε ένα όπλο που δεν ήταν<br />

το υπηρεσιακό του Τάκη, μία τσάντα με χρήματα και μεγάλη<br />

ποσότητα ναρκωτικών ουσιών. Ο Τάσος έλεγε την αλήθεια.<br />

Ο αδερφός του Χρήστου ήταν έμπορος. Φτάνοντας στο σπίτι<br />

402 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 403


<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

ο Χρήστος κατέρρευσε. Ήταν απίστευτα θυμωμένος με τον<br />

αδερφό του. Πώς μπορούσε να το κάνει αυτό; Καλύτερα να<br />

μη ήξερε τίποτα για το κρυφό παρελθόν του Τάκη. Αν δεν<br />

γνώριζε για τα ναρκωτικά, θα τον θρηνούσε σαν ήρωα που<br />

σκοτώθηκε εν ώρα καθήκοντος. Θα εκδικιούνταν για τον<br />

θάνατο του. Τι θα έκανε όμως τώρα;<br />

Ο δολοφόνος ήταν ελεύθερος, ο αδερφός του νεκρός και<br />

αυτός μόλις είχε γνωρίσει την σκοτεινή πλευρά του αδερφού<br />

του. Δεν μπορούσε να αντέξει τα νέα αυτά δεδομένα. Το<br />

μίσος του για το Τάσο δυνάμωνε. Γιατί έπρεπε να του πει<br />

αυτά για τον αδερφό του; Δεν έφτανε που τον σκότωσε μία<br />

φορά, έπρεπε να τον “σκοτώσει” και δεύτερη; Ήθελε όμως<br />

να τιμωρήσει και τον αδερφό του. Αποφάσισε να παραιτηθεί<br />

από την δουλειά, αφού πρώτα μιλήσει στο διοικητή του για<br />

όσα έμαθε για τον αδερφό του.<br />

Την επομένη, με την παραίτηση στο χέρι και όσα βρήκε στη<br />

θυρίδα, ο Χρήστος κατευθύνθηκε στο γραφείο του διοικητή.<br />

Πριν προλάβει να πει κάτι ο διοικητής, ο Χρήστος άφησε<br />

στο γραφείο την παραίτηση, το όπλο, τα χρήματα και τα<br />

ναρκωτικά. Με δάκρυα στα μάτια άρχισε να εξηγεί τα πάντα:<br />

πού τα βρήκε, ποιος του είπε για το “σκοτεινό” παρελθόν<br />

του αδερφού του, για την εκδίκηση που ήθελε και για την<br />

παραίτησή του.<br />

<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

Όταν ολοκλήρωσε αυτά που ήθελε να πει, ο διοικητής σηκώθηκε<br />

από την καρέκλα του και τον αγκάλιασε. Καταλάβαινε τον<br />

πόνο του. Τους μήνες μετά το θάνατο του Τάκη, προσπάθησε<br />

να τον στηρίξει, μα δεν τα καταφερε πολύ καλά. Τώρα ήταν η<br />

ώρα να μάθει την αλήθεια ο Χρήστος για τον Τάκη. Ο Χρήστος<br />

κάθησε και περίμενε να ακούσει αυτά που θα του έλεγε ο<br />

διοικητής του. Όχι, ο Τάκης δεν ήταν έμπορος ναρκωτικών.<br />

Ψέμματα του είχε πει ο Τάσος.<br />

Ο Τάκης δούλευε μυστικά για την εξάρθρωση μεγάλου<br />

κυκλώματος ναρκωτικών. Για να γίνει αυτό, έπρεπε όλοι να<br />

πιστέψουν πως ασχολούνταν με το εμπόριο ναρκωτικών. Για<br />

αυτό το λόγο, ο διοικητής του είχε παραχωρήσει την θυρίδα,<br />

τα χρήματα, ένα όπλο που δεν ήταν καταχωρημένο πουθενά<br />

και το σακουλάκι με την λευκή σκόνη. Ο Χρήστος άρχισε<br />

να κλαίει με αναφιλητά. Πώς μπόρεσε να αμφισβητήσει τον<br />

αδερφό του και να πιστέψει τον δολοφόνο του; Πώς; Δεν θα<br />

συγχωρούσε ποτέ τον εαυτό του γι αυτό που έκανε.<br />

Παραιτήθηκε από την δουλειά. Δεν μπορούσε να εργάζεται<br />

έχοντας τόσο μίσος για τον δολοφόνο του αδερφού του. Ο<br />

δοικητής δεν μπόρεσε να του αλλάξει γνώμη. Τα άλλοτε<br />

γαλάζια και φωτεινά μάτια του, έμοιαζαν πια τόσο σκούρα<br />

και νεκρά. Η καρδιά του ήταν παγωμένη. Έπαψε να βγαίνει<br />

την μέρα από το σπίτι και έβγαινε μόνο την νύχτα. Άρχισε να<br />

χάνει σιγά-σιγά το μυαλό του. Ήθελε πάσα θυσία να πάρει<br />

404 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 405


<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

εκδίκηση για τον αδερφό του.<br />

<strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong><br />

“Θα τον εκδικηθώ, θα τον εκδικηθώ” μουρμούριζε σε όποιον<br />

περαστικό συναντούσε στο δρόμο. “Αφού δεν μπόρεσε να<br />

τον τιμωρήσει η δικαιοσύνη, θα τον τιμωρήσω εγώ” άρχισε να<br />

σκέφτεται. Μέσα στο θολωμένο του μυαλό, η δολοφονία του<br />

Τάσου, ήταν η μόνη λύση. Ξεκίνησε να παρακολουθεί ξανά<br />

το στέκι του Τάσου. Ήταν σίγουρος πως κάποια στιγμή θα<br />

έκανε το λάθος και θα εμφανιζόταν στο κλαμπ.<br />

Και αυτό ακριβώς έγινε. Μετά από μέρες παρακολούθησης,<br />

ο Χρήστος είδε τον Τάσο λίγο πριν να μπει μέσα στο κλαμπ.<br />

Κατέβηκε από το αυτοκίνητο και μολις τον είδε ο Τάσος<br />

προσπάθησε να φύγει. Μα δεν πρόλαβε. Ο Χρήστος τον<br />

πυροβόλησε και έπεσε νεκρός στο έδαφος.Κατάφερε να<br />

εκδικηθεί για τον θάνατο του αδερφού του. Λίγο πριν φτάσουν<br />

οι αστυνομικοί για να τον συλλάβουν, έστρεψε το όπλο προς<br />

το μέρος του και αυτοκτόνησε.<br />

Μαίρη Καντά<br />

406 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 407


Όσοι είστε πιστοί αναγνώστες<br />

κάποιου συγκεκριμένου συγγραφέα,<br />

θα το έχετε βιώσει. Σταδιακά, θα έχετε<br />

νιώσει την αλλαγή στην γραφή του,<br />

θα έχετε παρατηρήσει τα αγαπημένα<br />

θέματα γραφής, τα στοιχεία που<br />

κρατάει αναλλοίωτα στο πέρας του<br />

χρόνου αλλά και τα βήματα εξέλιξης<br />

που πραγματοποιεί.<br />

Η ΜΗΛΕΒΑ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΔΟΥ<br />

ΣΕ ΜΙΑ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΕ ΤΗΝ<br />

ΛΥΔΙΑ ΨΑΡΑΔΕΛΛΗ<br />

Πολλοί θα σας έχουν απογοητεύσει και ελάχιστοι θα σας έχουν<br />

δικαιώσει με την πρόοδο που παρουσιάζει ο τρόπος γραφής<br />

τους. Λες και ο ξεχωριστός χαρακτήρας τους “ξεπηδάει”<br />

θαρρετά πλέον μέσα από τις λέξεις που έχει ταιριάξει με τον<br />

δικό του μοναδικό τρόπο στην σελίδα. Σα να ήρθε εκείνη η<br />

χρονική στιγμή που όλα μπαίνουν στην σωστή σειρά και ο<br />

συγγραφέας μπορεί να φανερωθεί στους αναγνώστες του,<br />

με όλη την αυτοπεποίθηση καθώς έχει βρει τον δικό του<br />

δρόμο αυτοπραγμάτωσης. Όταν αυτός ο δρόμος, συναντάει<br />

την ωρίμανση στην γραφή και την ποιότητα, ο αναγνώστης<br />

δικαιώνεται με την επιλογή του να βαδίζει παράλληλα με τον<br />

λογοτέχνη.<br />

Αν googlάρετε το όνομα “Μηλέβα Αναστασιάδου”, ο browser<br />

σας θα γεμίσει αξιόλογες επιλογές. Το όνομα έχει γεμίσει το<br />

διαδίκτυο, και μπορείτε να το βρείτε παντού: από λογοτεχνικές<br />

408 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 409


ιστοσελίδες, βιβλιοπωλεία, εκδοτικούς οίκους, ανακοινώσεις<br />

λογοτεχνικών βραβείων, ιατρικές σελίδες.<br />

Έχοντας την μοναδική τιμή να παρακολουθώ την λογοτεχνική<br />

ωρίμανση της Μηλέβας Αναστασιάδου, την “ανακρίνω”<br />

σήμερα για να την γνωρίσετε λίγο καλύτερα, γιατί είμαι<br />

σίγουρη ότι έχετε διαβάσει ήδη πολλές από τις δημιουργίες<br />

της. Προσωπικά, με δικαιώνει μέρα με την ημέρα όλο και<br />

περισσότερο.<br />

Λυδία Ψαραδέλλη<br />

-Μηλέβα, πως αποφάσισες να γράψεις τις πρώτες λέξεις<br />

στο χαρτί; Ποια είναι η ανάγκη που κάνει κάποιον να θέλει<br />

να γράψει ιστορίες;<br />

-Έχεις συγγενείς που ασχολούνται με την συγγραφή;<br />

-Όχι, κανέναν, οπότε πραγματικά δεν ξέρω πώς μου ήρθε η<br />

ιδέα να ασχοληθώ. Γενικά στην ζωή μου κάνω πράγματα με<br />

τα οποία δεν έχει ασχοληθεί κάποιος άλλος στην οικογένειά<br />

μου, χωρίς να ξέρω ακριβώς πώς μου ήρθε να τα κάνω. Είναι<br />

προνόμιο ωστόσο να μπορείς να χαράζεις δική σου πορεία,<br />

χωρίς εμπόδια από άλλους, αλλά με στήριξη στις επιλογές<br />

σου ακόμα κι αν είναι διαφορετικές.<br />

-Τι σου αρέσει να γράφεις; Ποιο είδος σε “γεμίζει”<br />

περισσότερο;<br />

-Δεν είμαι ταγμένη σε κάποιο συγκεκριμένο είδος λογοτεχνίας.<br />

Μου αρέσει ωστόσο να γράφω ιστορίες που θέτουν ερωτήματα<br />

και προκαλούν προβληματισμό. Έχω μια τάση να χρησιμοποιώ<br />

συχνά το φανταστικό στοιχείο, κυρίως γιατί το βρίσκω<br />

ενδιαφέρον καθώς βρίσκω την ρεαλιστική απεικόνιση της<br />

πραγματικότητας κουραστική ενίοτε.<br />

-Πάντα μου άρεσε ο γραπτός λόγος ως μορφή επικοινωνίας.<br />

Πολλές φορές στην ζωή μου τον χρησιμοποίησα για να<br />

εκφράσω συναισθήματα που δυσκολευόμουν να εκφράσω<br />

αλλιώς. Μου άρεσαν επίσης πάντα τα βιβλία κι οι ιδέες που<br />

κυοφορούσαν. Οι ιστορίες λοιπόν είναι ένας καλός τρόπος<br />

να επικοινωνήσεις συναισθήματα, ερωτήματα και ιδέες.<br />

-Είναι προδιαγεγραμμένη η ζωή των χαρακτήρων σου ή σε<br />

καθοδηγούν βήμα βήμα οι ίδιοι καθώς ασχολείσαι με την<br />

ζωή τους; Μεροληπτείς υπέρ κάποιου εξ αυτών;<br />

-Ποτέ δεν ξέρω από την αρχή πώς θα κυλίσει η ιστορία. Συμβαίνει<br />

αρκετά συχνά να έχω μια γενική ιδέα για το πώς θα ήθελα<br />

410 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 411


να εξελιχθούν τα πράγματα<br />

και τελικά να βγαίνει κάτι<br />

τελείως διαφορετικό.<br />

Φυσικά και μεροληπτώ υπέρ<br />

κάποιων χαρακτήρων μου<br />

που συμπαθώ περισσότερο,<br />

αλλά αυτοί συνεχίζουν και<br />

κάνουν τα δικά τους και με<br />

απογοητεύουν.<br />

-Με μια γεμάτη ζωή και<br />

ένα ιδιαίτερα απαιτητικό επάγγελμα (η Μηλέβα είναι<br />

γιατρός, νευρολόγος), μένουν ώρες για να ασχολείσαι με<br />

την συγγραφή; Σε γεμίζει ενέργεια ή απορροφά ενέργεια<br />

από σένα η συγγραφή;<br />

-Δεν μένουν απαραίτητα, αν δεν το απαιτήσω και το διεκδικήσω,<br />

ωστόσο έχω αντιληφθεί, ότι για να λειτουργήσω καλύτερα<br />

στους υπόλοιπους τομείς της ζωής μου, οφείλω να έχω το<br />

χρόνο να γράψω. Η συγγραφή δεν απαιτεί καθόλου ενέργεια<br />

παραδόξως, πέρα της ενέργειας που χρειάζεται για την αναπνοή<br />

και την ξεκούραση.<br />

-Πως επηρεάζει μια αδρανής, συγγραφική περίοδος, τους<br />

υπόλοιπους τομείς της ζωής σου;<br />

-Εξαρτάται. Αν έχω κάτι να πω και δεν το λέω, είναι βασανιστικό<br />

το συναίσθημα, οπότε προσπαθώ να βρω χρόνο να γράψω.<br />

Αν δεν έχω κάτι να πω, δεν με πειράζει. Μερικές φορές<br />

μάλιστα προσπαθώ να κάνω αναγκαστικά διαλείμματα από<br />

την συγγραφή, με σκοπό να ζήσω λίγο πιο έντονα έξω από<br />

το μυαλό μου, αλλά συνήθως δεν κρατάνε πολύ.<br />

-Μπορεί ένας άνθρωπος να είναι πολυτάλαντος;<br />

-Νομίζω ότι όλοι οι άνθρωποι έχουν πολλά ταλέντα, αλλά<br />

επιλέγουν ποια θα αναπτύξουν. Κατά την γνώμη μου δεν<br />

είμαστε εδώ για να αξιοποιήσουμε τα ταλέντα μας, αλλά για<br />

να γίνουμε ευτυχισμένοι.<br />

-Ο Βενιαμίν Φραγκλίνος έλεγε ότι “Είτε γράψε κάτι που<br />

αξίζει να διαβαστεί είτε κάνε κάτι που αξίζει να γραφτεί”.<br />

Γράφεις βιβλία που θα ήθελες η ίδια, πριν από όλους, να<br />

διαβάσεις; Είναι αυτό κάτι που το σκέφτεσαι κατά την<br />

διαδικασία συγγραφής;<br />

-Σίγουρα ναι. Δεν θα μπορούσα ποτέ να γράψω ένα βιβλίο<br />

που δεν θα ήθελα να διαβάσω.<br />

-Αν σε ρωτήσω, χωρίς να κάνεις μια μικρή έρευνα, μπορείς<br />

να μου πεις πόσα βραβεία και διακρίσεις σου έχουν χαρίσει<br />

τα έργα σου μέχρι σήμερα;<br />

412 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 413


-Δεν είναι πάρα πολλές οι διακρίσεις, αλλά δεν τις μετράω<br />

κιόλας. Περισσότερο θυμάμαι την πρώτη μου διάκριση, με το<br />

μυθιστόρημα “Τσίχλες και νεραϊδόσκονη” από την Πανελλήνια<br />

Ένωση Λογοτεχνών, το πρώτο μου δημοσιευμένο διήγημα, μετά<br />

από τον διαγωνισμό της ιστοσελίδας Eyelands.gr, καθώς και<br />

την διάκρισή μου στον διαγωνισμό των εκδόσεων Πανέκτυπον,<br />

που οδήγησε στην έκδοση του πρώτου μου βιβλίου.<br />

-Και είναι σημαντικές διακρίσεις από έγκυρους φορείς με<br />

κύρος στους συγγραφικούς κύκλους. Πάντα σε σχέση με<br />

τις διακρίσεις, ψάχνοντας το επόμενο βήμα σου, βάζεις<br />

υψηλότερους στόχους ή αρκεί να είναι κάτι νέο, κάτι το<br />

διαφορετικό από ότι έχεις δοκιμάσει μέχρι σήμερα;<br />

-Δεν έχω ως στόχο τις διακρίσεις. Μου προσφέρουν μια<br />

επιβεβαίωση όμως, η οποία αποτελεί ένα παραπάνω κίνητρο<br />

για να συνεχίσω να γράφω. Ως αποτέλεσμα, δεν θεωρώ ότι<br />

θέτω υψηλότερους στόχους, ούτε ψάχνω από την άλλη κάτι<br />

διαφορετικό, καθώς μερικά είδη λόγου δεν τα “αγγίζω”,<br />

τουλάχιστον προς το παρόν. Δεν θέλω να εκβιάσω κάτι από<br />

τον εαυτό μου, αλλά προτιμώ να πρωχωράω με ό,τι μου βγαίνει.<br />

-Η επιτυχία ή η βράβευση ενός έργου σου σε τρομάζει<br />

θέτοντας κάποια στάνταρτς για το επόμενο βήμα σου;<br />

-Με χαροποιεί η διάκριση, χωρίς να με τρομάζει καθόλου.<br />

Γνωρίζω πως ό,τι γράφω<br />

δεν γίνεται να είναι εξίσου<br />

καλό ή να αρέσει σε όλους<br />

το ίδιο.<br />

-Νιώθεις ότι κατά κάποιο<br />

τρόπο έχεις κερδίσει μια<br />

θέση στην αιωνιότητα,<br />

μέσω των έργων σου;<br />

-Σίγουρα όχι. Δεν νομίζω ότι είναι κίνητρο η θέση στην<br />

αιωνιότητα, από την άποψη, ότι το ανθρώπινο είδος κάποτε<br />

θα εξαφανιστεί μαζί με όλα τα έργα του έτσι κι αλλιώς, οπότε<br />

πραγματική αιωνιότητα δεν υπάρχει. Επίσης θεωρώ λίγο<br />

ματαιόδοξο να δημιουργεί κάποιος ή ακόμα και να κάνει<br />

παιδιά, με στόχο την επίλυση ενός βαθύτερου υπαρξιακού<br />

προβλήματος. Φυσικά υπάρχουν σημαντικοί λογοτέχνες που<br />

έχουν καταφέρει να αποκτήσουν μια σημαντική θέση στην<br />

ανθρώπινη ιστορία, αλλά ανάμεσά τους δεν είμαι εγώ.<br />

-Σε τι διαφέρει η ζωή ενός συγγραφέα από αυτή ενός απλού<br />

ανθρώπου;<br />

-Όλοι μας ανεξαιρέτως είμαστε “απλοί” άνθρωποι. Οι<br />

συγγραφείς φαντάζομαι πως σαν ομάδα έχουν κάποιες<br />

χαρακτηριστικές ιδιαιτερότητες, τις οποίες δεν είμαι σίγουρη<br />

414 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 415


αν τις προκαλεί η συγγραφή, ή αποτελούν την αιτία της. Η<br />

συγγραφή απαιτεί πολύ χρόνο με τον εαυτό σου και μπόλικη<br />

φαντασία, οπότε συνήθως οι άνθρωποι που γράφουν είναι<br />

πιο εσωστρεφείς σε σχέση με τον μέσο όρο και πιάνουν τα<br />

“σήματα”, εξωτερικά ή εσωτερικά, ώστε να πλάσουν τις<br />

ιστορίες τους. Κατά τ’άλλα, οι ζωές τους είναι παρόμοιες με<br />

των ανθρώπων που δεν γράφουν, όσο δυο ζωές μπορεί να<br />

είναι παρόμοιες βέβαια, καθώς οι διαφορές δεν υπάρχουν<br />

εξαιτίας της συγγραφής, αλλά στα πλαίσια άλλων τυχαίων<br />

παραγόντων.<br />

-Έχεις κερδίσει ή έχεις χάσει φίλους με την συγγραφική σου<br />

ενασχόληση;<br />

-Έχω χάσει κάποιους φίλους πιθανότατα, χωρίς να το καταλάβω<br />

μάλιστα, λόγω του χρόνου που αφιερώνω στο γράψιμο. Θέματα<br />

ζήλιας και ανταγωνισμού δεν έχουν υπάρξει, γιατί δεν υπάρχει<br />

λόγος να υπάρχουν. Από την άλλη έχω γνωρίσει υπέροχους<br />

ανθρώπους, με τους οποίους<br />

μοιράζομαι πολλά κοινά<br />

ενδιαφέροντα από τότε που<br />

ξεκίνησα να γράφω.<br />

-Έχει η κοινωνία μας ανάγκη<br />

τους συγγραφείς;<br />

-Εννοείται ότι όποιος δεν έχει<br />

εξασφαλίσει τα βασικά για την επιβίωση, δεν έχει καμιά όρεξη<br />

να ανοίξει βιβλίο, καθώς προτεραιότητά του είναι να επιβιώσει.<br />

Ωστόσο η ανταλλαγή ιδεών που γίνεται μέσα από τα βιβλία,<br />

οι καινούριοι ορίζοντες που προσφέρουν, είναι οπωσδήποτε<br />

ανάγκες μια κοινωνίας που θέλει να θεωρείται πολιτισμένη.<br />

-Φαντάζομαι ότι πλάθεις συνεχώς ιστορίες στο μυαλό σου;<br />

Πως επηρεάζει αυτό την καθημερινότητά σου;<br />

-Μ’αρέσει να πλάθω ιστορίες με το μυαλό μου, αλλά δεν έχω<br />

την πολυτέλεια να το κάνω συνεχώς. Ωστόσο συμβαίνει αρκετά<br />

συχνά, κατά την διάρκεια της μέρας να μου έρχονται ιδέες.<br />

Εκείνη την ώρα πολύ θα ήθελα να κάνω ένα διάλειμμα για να τις<br />

σημειώσω και να τις επεξεργαστώ, αλλά η πραγματικότητα δεν<br />

μ’αφήνει. Η πραγματικότητα απαιτεί να είμαι συγκεντρωμένη<br />

στην στιγμή και δεν το καταφέρνω πάντα, αλλά το προσπαθώ.<br />

-Συγκρίνεις το έργο σου με έργα μεγάλων συγγραφέων;<br />

Αποτελεί ένα μέτρο σύγκρισης ή έναν στόχο;<br />

-Δεν τολμώ βέβαια να συγκρίνω τις ιστορίες μου με έργα<br />

μεγάλων συγγραφέων. Αν το έκανα, δεν θα είχα γράψει τίποτα<br />

μέχρι τώρα. Ο καθένας κάνει εξάλλου ό,τι μπορεί κι εκφράζεται<br />

με τον δικό του τρόπο, ο οποίος μπορεί να μην είναι εξίσου<br />

καλός με κάποιον άλλο, αλλά αυτό που μετράει στο τέλος<br />

είναι να πεις αυτά που θες και κάποιοι να σε καταλάβουν.<br />

416 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 417


-Υπάρχει κάποιος, του οποίου το έργο θαυμάζεις, και θα<br />

ήθελες να βρεθείς να συζητάς μαζί του πίνοντας έναν καφέ;<br />

-Θαυμάζω πολλούς συγγραφείς. Αν πρέπει να διαλέξω, θα<br />

ήθελα να πιω καφέ και να συζητήσω με τον Σάλιντζερ, τον<br />

Έσσε ή τον Τομ Ρόμπινς. Ο τελευταίος σχεδόν μου έκανε την<br />

χάρη με το τελευταίο του βιβλίο.<br />

-Εν αναμονή νέων εκδόσεων, μίλησέ μας για τις “Όμορφες<br />

μέρες”, το βιβλίο σου που κυκλοφόρησε το 2013 από τις<br />

Εκδόσεις “Παράξενες Μέρες”. Ήταν μια ικανοποιητική<br />

δουλειά, που σε γέμισε ψυχικά; Θα άλλαζες κάτι αν μπορούσες,<br />

στο βιβλίο σου;<br />

-Δεν μπορώ να είμαι αντικειμενική με τις “Όμορφες μέρες”,<br />

γιατί τις αγαπάω πολύ. Όλη τους η πορεία ήταν ένα όμορφο<br />

ταξίδι, από την στιγμή που ξεκίνησα να γράφω, μέχρι την<br />

παρουσίαση και τις αντιδράσεις από τους ανθρώπους που<br />

μου έκαναν την τιμή να αφιερώσουν λίγο από τον χρόνο τους<br />

για να τις διαβάσουν. Δεν νομίζω ότι θα άλλαζα τίποτα στο<br />

βιβλίο αυτό.<br />

-Μπορείς να νιώσεις την εξέλιξή σου σαν συγγραφέα στην<br />

πάροδο των έργων σου;<br />

-Σίγουρα έχω δει κάποιες διαφορές με τον χρόνο σε όσα γράφω,<br />

νομίζω προς το καλύτερο.<br />

Έχουν περιοριστεί<br />

κάποιοι φόβοι μου και<br />

κάποιες ανασφάλειες,<br />

χωρίς βέβαια να έχουν<br />

εξαφανιστεί, χειρίζομαι<br />

με μεγαλύτερη ευκολία<br />

κάποια θέματα που με<br />

δυσκόλευαν, ωστόσο το<br />

ύφος παραμένει το ίδιο,<br />

όπως βλέπω πάντα εκ των<br />

υστέρων.<br />

-Ο Albert Camus έγραψε ότι: “Ακόμα κι όταν κάποιος είναι<br />

πεπεισμένος για την απελπισία του, πρέπει να δρα σαν να<br />

ελπίζει. Ή να αυτοκτονεί. Ο πόνος δεν δίνει δικαιώματα.”.<br />

Πιστεύεις ότι στις μέρες μας υπάρχει ελπίδα;<br />

-Η ελπίδα πάντα υπάρχει κι αν πάει να χαθεί, οφείλουμε να<br />

την δημιουργούμε. Έχω γράψει ένα διήγημα, την “Χρονιά<br />

της παπαρούνας”, όπου η ελπίδα χάνεται και όλοι στο τέλος<br />

αυτοκτονούν. Στις “Όμορφες μέρες” αναφέρεται μια ταινία, το<br />

“Perfect sense”, όπου η ελπίδα παραμένει και η ζωή συνεχίζεται<br />

κανονικά, παρά το επικείμενο τέλος. Αυτή η ελπίδα είχε φανεί<br />

σχεδόν αηδιαστική στον ήρωα, αλλά χωρίς αυτήν η ζωή δεν<br />

συνεχίζεται.<br />

418 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 419


-Η ζωή είναι μια μικρή περιπέτεια μέρος ενός μεγαλύτερου<br />

βιβλίου;<br />

-Αυτή η ιδέα πάντα μου άρεσε, αλλά δεν ξέρω αν ισχύει<br />

πραγματικά. Θα ήθελα πολύ να πιστεύω πως η ζωή του καθενός<br />

μου είναι μέρος ενός μεγαλύτερου σχεδίου. Μπορεί όλοι μας<br />

να είμαστε ήρωες ενός μυθιστορήματος, χαρακτήρες στο<br />

μυαλό ενός συγγραφέα. Ο Jostein Gaardeer, αγαπημένος μου<br />

συγγραφέας, έχει παίξει σε αρκετά έργα του με την ιδέα αυτή.<br />

-Τι θέλεις να φέρει το μέλλον για τη Μηλέβα;<br />

Ευτυχία, αγάπη, υγεία, τα συνηθισμένα. Δεν τα θέλω όλα<br />

αυτά αποκλειστικά για την Μηλέβα ωστόσο, αλλά για κάθε<br />

άνθρωπο ξεχωριστά.<br />

Σ’ευχαριστώ πολύ!<br />

420 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 421


Παίζοντας με τις λέξεις<br />

“Το μανιφέστο της Εκάλης”<br />

“Το μανιφέστο της Εκάλης”<br />

Της Μαρίας Κανελλάκη<br />

Σύντροφοι και συντρόφισσες<br />

της ηρωικής περιοχής μας,<br />

σας καλωσορίζω στην<br />

πρώτη μας αντιεξουσιαστική<br />

κινητοποίηση! Με ιδιαίτερη<br />

συγκίνηση διακρίνω ανάμεσα<br />

στο ακροατήριο, παλιούς<br />

συναγωνιστές απ’ το τένις<br />

κλαμπ, γόνους πολύπαθων<br />

εφοπλιστικών οικογενειών και ένδοξους πολιτικούς<br />

που συνθλίβονται σήμερα κάτω απ’ τις ερπύστριες του<br />

κομμουνιστικού θηρίου. Το παρών τους επίσης δίνουν<br />

διακεκριμένοι μαχητές της δημοσιογραφίας, αλλά και απλοίανώνυμοι<br />

πολίτες που υψώνουν τη γροθιά τους στο τυραννικό<br />

καθεστώς της ανάλγητης αντιελιτίστικης κυβέρνησης.<br />

Τα μηνύματα που καταγράφονται καθημερινά απ’ τους<br />

σκληρά χειμαζόμενους συμπολίτες μας, προκαλούν<br />

αγανάκτηση κι ανησυχία. Πενταμελής οικογένεια στην περιοχή<br />

Δημοσιογραφικά, αδυνατεί να συντηρήσει το σκυρόδεμα<br />

στην εσωτερική τους πισίνα. Ηλικιωμένο ζευγάρι στην οδό<br />

Ρόδων, σιτίζεται αποκλειστικά με κατεψυγμένες καραβίδες και<br />

δευτεροκλασάτο χαβιάρι Σεβρούγκα, ενώ έχουν καταγραφεί<br />

και περιπτώσεις οικογενειών που δεν έχουν πρόσβαση σε<br />

Chardonnay Sauvignon Blanc!... Η τραγωδία συνεχίζεται με<br />

μαρτυρίες για λιποθυμίες παιδιών στο St Catherine’s British<br />

Embassy school, για δραματική μείωση της κατανάλωσης<br />

αστακού, καθώς και για τραγικές περικοπές στις επανορθωτικές<br />

θεραπείες spa και ανόρθωσης γλουτών. Σήμερα το πρωί είχαμε<br />

επώνυμη καταγγελία από κάτοικο της περιοχής, που μας<br />

εξομολογήθηκε συντετριμμένος πως θα καταφύγει σε αίτηση<br />

επιδόματος για την επισκευή του πίσω θερμαινόμενου τζαμιού<br />

της Porche Cayenne.<br />

Φίλες και φίλοι,<br />

Ας σταθούμε αλληλέγγυοι στον συνάνθρωπο που ζει δίχως<br />

Φιλιππινέζα στη μεζονέτα του.<br />

Στον εφοπλιστή που κινδυνεύει άμεσα απ’ την επερχόμενη<br />

ληστρική φορολόγηση.<br />

Στον τέως υπουργό και συμπολίτη μας, που αφιέρωσε τη ζωή<br />

του στον πολιτικό στίβο της χώρας και σήμερα αναγκάζεται<br />

να πουλάει βιβλία για να θρέψει την πολυμελή οικογένειά<br />

του, έχοντας άνεργη γυναίκα και μωρό παιδί.<br />

Στην απλή, ανώνυμη Εκαλιώτισσα, που συνωστίζεται στα<br />

μπαζάρ επώνυμων ρούχων για μια Celia Kritharioti κι αντέχει<br />

στωικά το μαρτύριο του κεριού για την αποτρίχωση στο<br />

μπικίνι της, μην έχοντας πλέον τους οικονομικούς πόρους<br />

422 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 423


Παίζοντας με τις λέξεις<br />

“Το μανιφέστο της Εκάλης”<br />

για μια στοιχειώδη θεραπεία λέιζερ.<br />

Στα παιδιά που μεγαλώνουν ασφυκτικά, σ’ ένα περιβάλλον<br />

δίχως πριβέ πάρτι, δίχως ποδηλατοδρόμιο, με το γκαζόν<br />

ακούρευτο σε πολλά πάρκα και με το i-phone 5 ακόμα στις<br />

σάκες τους. Κι αυτό δίχως αναβάθμιση!...<br />

Στον ένδοξο δημοσιογράφο, τον αφανή εργάτη των<br />

συμφερόντων μας, που δίνει σκληρές μάχες στο μετερίζι της<br />

βαυαρικής ενημέρωσης.<br />

του πάλη.<br />

Θα ακολουθήσει πορεία προς το σκληρά δοκιμαζόμενο<br />

Κεφαλάρι, όπου και θα κατατεθεί στεφάνι βιντάζ, φτιαγμένο<br />

από πέρλες και ροζ ορχιδέες Σιγκαπούρης.<br />

Τόπος συνάντησης: Sushi Bar στην κεντρική πλατεία.<br />

Να μη λείψει κανείς!<br />

Κανένα σπίτι δίχως σούσι!<br />

Καλούμε όλους τους συμπολίτες να συμμετέχουν δυναμικά<br />

στην αυριανή κινητοποίηση, με την ευκαιρία της συμπλήρωσης<br />

πέντε μηνών απ’ την κομμουνιστική επέλαση στην περιοχή<br />

μας. Την εκδήλωση θα ανοίξει η συντρόφισσα Άννα Βίσση,<br />

που θα απαγγείλει στίχους απ’ την «Μεθυσμένη Πολιτεία» και<br />

μνημειώδη αποσπάσματα Καρβέλα και Ναταλίας Γερμανού.<br />

Θα ακολουθήσει ανάγνωση του επικού αριστουργήματος «Το<br />

φιλί του Δράκου», απ’ την εμβληματική συγγραφέα Χρύσα<br />

Δημουλίδου, η οποία θα τιμήσει την εκδήλωση πριν μεταβεί<br />

στο Πέραμα για να κάνει παρέα με απλούς ψαράδες.<br />

Θα εκτεθεί αρχειακό υλικό με παράνομες εκδόσεις απ’ το<br />

«Πρώτο Θέμα», «ΤΑ ΝΕΑ» και «ΤΟ ΒΗΜΑ». Επίσης θα<br />

προβληθούν πενήντα εκπομπές του Σταύρου Θεοδωράκη,<br />

όλες οι προεκλογικές ομιλίες του και ιστορικές συλλογές<br />

άρθρων απ’ το Protagon, εμπνευσμένες απ’ την αντιστασιακή<br />

Μαρία Κανελλάκη<br />

Το “Παίζοντας με τις λέξεις” είναι ένα παιχνίδι που ξεκίνησε<br />

από το http://texnistories.blogspot.gr/ και σήμερα συνεχίζεται<br />

από το http://mytripssonblog.blogspot.gr/.<br />

Είναι ένα παιχνίδι δημιουργίας, που βασίζεται στη<br />

φαντασία μας, αλλά και σε πέντε λέξεις τις οποίες πρέπει να<br />

ενσωματώσουμε στα κείμενά μας. Μπορούμε να γράψουμε ό, τι<br />

θέλουμε: ιστορίες, ποιήματα, κειμενάκια, ευθυμογραφήματα,<br />

παραμύθια... δεν υπάρχει κανένας περιορισμός ως προς το<br />

είδος.<br />

Ο νικητής, ή η νικήτρια του κάθε παιχνιδιού, δίνει τις λέξεις<br />

για το επόμενο παιχνίδι!<br />

424 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 425


426 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 427


Φίλιππος Γαλιάσος<br />

Μεταμεσονύχτιες σκέψεις<br />

Βγήκα έξω στη βεράντα για το<br />

συνηθισμένο βραδινό τσιγάρο μου.<br />

Είχα φέρει μαζί μου ένα κουτάκι<br />

μπύρα και το έβαλα να καθίσει<br />

στο τραπέζι πριν καθίσω εγώ. Οι<br />

κυρίες πάντοτε προηγούνται και η<br />

μπύρα δε θα μπορούσε να αποτελεί<br />

εξαίρεση. Στρίμωξα το δάκτυλο<br />

μου στην “ένας θεός ξέρει γιατί<br />

την κάνουν τόσο μικρή” μεταλλική<br />

προεξοχή του ανοίγματος της και με έναν τσαχπίνικο ελιγμό<br />

την έκανα να βγάλει την πρώτη της ανάσα.<br />

Καθώς ρουφούσα την μπύρα μου ένιωσα ως ένας άνθρωπος<br />

τυχερός που μπορούσα ακόμα να περνώ τέτοιες μαγικές νύχτες<br />

παρέα με όμορφες κυρίες. Σκέφτηκα πως έχω περάσει διάφορες<br />

πόρτες στη ζωή, άλλες μεγάλες, άλλες μικρές και άλλες που<br />

με έκαναν να ρουφάω την κοιλιά μαζί με τα παϊδάκια μου<br />

για να μπορέσω να περάσω. Κάποιες από αυτές τις πόρτες<br />

ξεχνούσα να της κλείσω πίσω μου. Παρότι εγώ προχωρούσα<br />

προς άλλες πόρτες εκείνες έμεναν αγέρωχα ανοιχτές πίσω<br />

μου. Και υπήρχαν μέρες που σήκωναν τους ανέμους και τους<br />

έμπαζαν μέσα σε εκείνο το χωροχρόνο που εγώ ανοιγόκλεινα<br />

πόρτες σπρώχοντας τον εαυτό μου προς το μέλλον, ανέμους<br />

που με σήκωναν και με στροβίλιζαν και με έπαιζαν στις παλάμες<br />

τους.<br />

Ο κανόνας είναι ένας και είναι βασικός. Για κάθε πόρτα που<br />

ανοίγει κανείς πρέπει πρώτα να θυμάται να κλείσει μια πίσω<br />

του. Μόνο έτσι δεν δημιουργείται ρεύμα. Αν ήταν σοφό το<br />

να ξεχνάς μια πόρτα ανοικτή για κάθε μια που ανοίγεις τότε<br />

δεν θα θα υπήρχαν πόρτες καν. Σύμφωνα βέβαια με μια άλλη<br />

θεώρηση πραγμάτων που μου ήρθε την ώρα που ρουφούσα<br />

την μπύρα μου, αν τα πολλά ανοίγματα ήταν προσόν τότε οι<br />

μπύρες θα είχαν πέντε με έξι άβολες τάπες για να τις ανοίξεις<br />

όλες και να δεις μετά το από που θέλεις να ρουφήξεις.<br />

Τι τα θες όμως, οι νύχτες σε τούτη τη βεράντα πάντα ήταν<br />

νύχτες παράξενες, με συλλογισμούς παράξενους και με εκείνα<br />

τα ενοχλητικά φώτα να φεύγουν πάνω σε άχαρους στύλους,<br />

στερώντας μου λίγη από τη λάμψη της αστερόσκονης που<br />

κυμάτιζε τη φωτεινότητα της στον ουρανό. Ήταν τόσο<br />

παράξενες που έπρεπε συνέχεια να σκέφτομαι κάτι για να<br />

μου αποσπάσει την προσοχή. Ακόμα και το άνοιγμα μιας<br />

μπύρας που την έβαλα να καθίσει πρώτη στο τραπέζι.<br />

Η μπύρα έχει μια πόρτα, η ζωή δύο και όλοι εμείς πολλές.<br />

Βασικά όλες τους θέλουν ικανότητα για το άνοιγμα τους, ειδικά<br />

428 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 429


Φίλιππος Γαλιάσος<br />

αν σκεφτείς όλους αυτούς τους νεωτερίστικους μηχανισμούς<br />

που κάθε φορά πρέπει να εκπαιδευτείς, ενώ μόνο η μπύρα δε<br />

σου ζητά να κλείσεις κάτι. Η ζωή όμως και συ ο ίδιος πρέπει<br />

να εξασκηθείς σε αυτό. Το να κλείνεις πόρτες είναι ίσως<br />

σημαντικότερο από το να μάθεις να τις ανοίγεις. Το να τις<br />

κλείνεις πρώτα είναι απαραίτητο για να προχωρήσεις προς<br />

μια άλλη πόρτα.<br />

Αυτά. Ας ανάψω τώρα το καθιερωμένο μου βραδινό τσιγάρο<br />

στη βεράντα νιώθοντας όλη εκείνη την αστερόσκονη να φέρνει<br />

σουλάτσα στον ουρανό δίχως εγώ να μπορώ να την δω.<br />

Φίλιππος Γαλιάσος<br />

430 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 431


432 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 433


Ταξιδιωτικός προορισμός...<br />

“Πάρος”<br />

Γράφει η Δήμητρα Τράκα<br />

Ήρθε το καλοκαιράκι και λέμε<br />

να κάνουμε μια βουτιά στα<br />

καταγάλανα νερά του Αιγαίου<br />

και στα όμορφα κυκλαδίτικα<br />

νησιά. Εντελώς τυχαία επιλέγω<br />

την Πάρο. Ένα νησί που δεν θα<br />

σε ταλαιπωρήσει ιδιαίτερα για να το γνωρίσεις, αλλά θα<br />

σου χαρίσει απλόχερα την ευκαιρία να κάνεις όμορφες και<br />

ξένοιαστες διακοπές. Θα γευτείς, θα θαυμάσεις, θα περπατήσεις,<br />

θα κολυμπήσεις, θα ξεκουραστείς, θα απολαύσεις διακοπές…<br />

γράφει η Δήμητρα Τράκα<br />

Τέσσερις χιλιάδες<br />

χρόνια λοιπόν ιστορίας,<br />

μετρά η Πάρος. Ίωνες<br />

και Αιολείς άποικοι,<br />

Ενετοί κατακτητές,<br />

Βυζαντινοί, πειρατές,<br />

όλοι όσοι πάτησαν τα<br />

χώματα της άφησαν<br />

το στίγμα τους, τα<br />

αρχιτεκτονήματα τους, τα σημάδια του πολιτισμού τους, σ’<br />

ένα μοναδικό πάντρεμα από διαφορετικές κουλτούρες, οι<br />

οποίες έχουν αφομοιωθεί εξαιρετικά σε μία. Μια κουλτούρα<br />

με την οποία ο επισκέπτης έρχεται σε επαφή αμέσως μόλις<br />

πατήσει το πόδι του στο λιμάνι της Παροικιάς.<br />

Αρκεί μια ματιά στα δεξιά, για να δει κανείς το Φραγκοκάστελο<br />

και στα αριστερά ορθώνεται ο κατάλευκος ανεμόμυλος,<br />

απαραίτητος για τη διαβίωση των κατοίκων τα περασμένα<br />

χρόνια, όταν ήταν<br />

απαραίτητο να εξασφαλίζουν<br />

την τροφή τους εντός της<br />

Πάρου.<br />

Η απόφαση να αναζητήσετε<br />

το Φραγκοκάστελο θα<br />

434 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 435


Ταξιδιωτικός προορισμός...<br />

γράφει η Δήμητρα Τράκα<br />

σας αποζημιώσει. Βέβαια θα χρειαστεί να εντοπίσετε την<br />

χαρακτηριστική πορτοκαλί πινακίδα και στη συνέχεια, αφού<br />

ανεβείτε τα σκαλιά, να προσπεράσετε το πλάτωμα, με τα αρχαία<br />

ερείπια και την καταπληκτική θέα στο ανοιχτό πέλαγος. Ότι<br />

έχει απομείνει από το Φραγκοκάστελο βρίσκεται πίσω από τα<br />

πρώτα σπιτάκια. Και όταν βρείτε το μοναδικό σωζόμενο τοίχο<br />

του, σίγουρα θα ρίξετε και δεύτερη και τρίτη ματιά, καθώς με την<br />

πρώτη θα πιστέψετε ότι σας γελούν τα μάτια σας. Ολόκληρος<br />

ο τοίχος του Φραγκοκάστελου είναι κατασκευασμένος από<br />

αρχαίες κολώνες ναών και άλλα αρχιτεκτονικά μέλη, τα οποία<br />

διακρίνονται πεντακάθαρα. Δε θα πρέπει βέβαια να ξεχνάμε<br />

ότι το Κάστρο χτίστηκε στα ερείπια πέντε αρχαίων ναών,<br />

τριών αρχαϊκών και δύο κλασικών, αλλά άλλο να το ξέρεις και<br />

άλλο να το βλέπεις μπροστά σου. Ωστόσο αρχαίες κολώνες<br />

και γενικά αρχαία μάρμαρα δεν είναι ενσωματωμένα μόνο<br />

στο Φραγκοκάστελο αλλά και στα τέσσερα εκκλησάκια, που<br />

είναι ακουμπισμένα επάνω του, χτισμένα κολλητά το ένα<br />

δίπλα στο άλλο. Σχεδόν γελάς όταν αντικρίζεις την πεσμένη<br />

και ασβεστωμένη αρχαία κολώνα, που αποτελεί τη στήριξη<br />

της κάτασπρης εκκλησούλας.<br />

Παναγία Εκατονταπυλιανή<br />

Αν όμως θέλεις να θαυμάσεις πραγματικά ένα ιδιαίτερο<br />

χριστιανικό σύμβολο και σήμα κατατεθέν της Πάρου,<br />

άφησε για λίγο τα δαιδαλώδη<br />

δρομάκια της Παροικιάς και<br />

αναζήτησε την Παναγία την<br />

Εκατονταπυλιανή. Αφού<br />

θαυμάσεις την μεγαλοπρέπεια<br />

του ναού, μην ξεχάσεις να<br />

ρωτήσεις και για τους θρύλους<br />

που την στοιχειώνουν.<br />

Η Παναγία η Εκατονταπυλιανή<br />

δεν είναι ένας και μόνο ναός<br />

αλλά ένα μεγάλο κτιριακό<br />

συγκρότημα, αποτελούμενο<br />

από τον κυρίως ναό και άλλα<br />

προσκτίσματα, όπως τα έξι<br />

παρεκκλήσια, αφιερωμένα<br />

σε αγίους: το παρεκκλήσι<br />

του Αγίου Νικολάου, που<br />

πιστεύεται ότι πρόκειται για<br />

τον αρχικό ναό στον οποίο<br />

προσευχήθηκε η Αγία Ελένη,<br />

και γι’ αυτό θεωρείται και η<br />

παλαιότερη εκκλησία στην<br />

Πάρο, των Αγίων Αναργύρων,<br />

του Αγίου Φιλίππου, της<br />

Αγίας Θεοδοσίας, του Αγίου<br />

Δημητρίου και της Οσίας<br />

Θεοκτίστης, της πολιούχου<br />

της Παροικιάς, που έζησε,<br />

μόνασε, πέθανε και τάφηκε σ’<br />

αυτόν ακριβώς το χώρο, κατά<br />

τη διάρκεια του 9ου αι., όταν<br />

η Πάρος είχε εγκαταλειφθεί<br />

από τους κατοίκους της, λόγω<br />

των συνεχών επιδρομών των<br />

πειρατών, και ήταν ολόκληρη<br />

σκεπασμένη από άγρια δάση.<br />

Εκτός από τα παρεκκλήσια<br />

κόσμημα για το ναό αποτελεί<br />

το αρχαιότερο σ’ ολόκληρη την<br />

ορθόδοξη Ανατολή σωζόμενο<br />

βαπτιστήριο, του 4ου αι,<br />

που αποτελεί και μια ισχυρή<br />

απόδειξη για την ύπαρξη του<br />

ναού εκείνη την περίοδο, όταν<br />

οι βαφτίσεις περιορίζονταν<br />

στους ενηλίκους και δεν είχε<br />

ξεκινήσει ακόμα η βάπτιση<br />

των νηπίων, πρακτική που<br />

διαδόθηκε από τον 6ο αι. και<br />

436 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 437


Ταξιδιωτικός προορισμός...<br />

γράφει η Δήμητρα Τράκα<br />

εξής.<br />

Αρχαιολογικό Μουσείο<br />

Πολύ κοντά στην Εκατονταπυλιανή, ακριβώς πίσω από το Ναό<br />

για την ακρίβεια, βρίσκει κανείς το Αρχαιολογικό Μουσείο. Στο<br />

μουσείο αυτό, μπορείτε να θαυμάσετε το χρονικό της ιστορίας<br />

του νησιού, με σημαντικά ευρήματα από τη Νεολιθική έως<br />

τη Ρωμαϊκή εποχή, πλούσια συλλογή από βάζα και γλυπτά<br />

καθώς και πληροφορίες για σημαντικούς ανθρώπους της<br />

εποχής, των τεχνών και των γραμμάτων.<br />

Αρχαία Λατομεία Μαρμάρων<br />

Αξιόλογα αρχαιολογικά ευρήματα, ανακαλύφθηκαν και στα<br />

αρχαία λατομεία μαρμάρων. Βρίσκονται στην περιοχή Μάραθι<br />

της Πάρου και αν και είναι εγκαταλελειμμένα αξίζει να τα<br />

επισκεφτείτε. Είναι ο τόπος που στην αρχαιότητα παραγόταν<br />

το μοναδικό άσπρο ημιδιάφανο μάρμαρο, που είναι πασίγνωστο<br />

σε όλο τον κόσμο, γιατί χρησιμοποιήθηκε στην κατασκευή<br />

αριστουργημάτων όπως, ό Ερμής του Πραξιτέλη και η Αφροδίτη<br />

της Μήλου. Περπατώντας το μαρμάρινο μονοπάτι περνάτε,<br />

από παλιά κτίρια και καταλήγετε στο τέλος του μονοπατιού<br />

στα αριστερά να βρείτε την είσοδο των λατομείων.<br />

Οι ομορφιές της Νάουσας<br />

Νάουσα, το παραδοσιακό αυτό ψαροχώρι με το μεγαλύτερο<br />

αλιευτικό στόλο στις Κυκλάδες. Βρίσκεται στις βόρειες ακτές<br />

της Πάρου με κέντρο της ένα από τα πιο γραφικά λιμανάκια<br />

438 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 439


Ταξιδιωτικός προορισμός...<br />

γράφει η Δήμητρα Τράκα<br />

βόλτας, με ένα από τα καΐκια που πραγματοποιούν τακτικά<br />

και πυκνά δρομολόγια από και προς αυτές. Για αυτούς που δεν<br />

θέλουν να απομακρυνθούν από τον οικισμό ή προτιμούν ένα<br />

σύντομο μπάνιο, η ιδανική λύση είναι η παραλία Πιπέρι που<br />

βρίσκεται μέσα στα όρια του χωριού σε ελάχιστη απόσταση<br />

από το λιμάνι.<br />

Αντίπαρος<br />

πλημμυρισμένο με ψαροκάικα.<br />

Πρέπει να επισκεφθείτε το θαλασσοδαρμένο βενετσιάνικο<br />

Κάστρο του 14ου αι. που κλείνει από βορρά το λιμάνι της<br />

Νάουσας, τον Άγιο Αθανάσιο στη δυτική είσοδο του χωριού,<br />

όπου στεγάζεται η Συλλογή Κειμηλίων Βυζαντινής και<br />

Μεταβυζαντινής Τέχνης της Νάουσας, τα δύο λαογραφικά<br />

Μουσεία της και την Μονή Λογγοβάρδας λίγο έξω από τον<br />

οικισμό στο δρόμο προς την Παροικιά.<br />

Η Αντίπαρος είναι ένα μικρό νησί νοτιοδυτικά της Πάρου,<br />

σε απόσταση 4 μιλίων. Μπορείτε να πάτε με βάρκα από την<br />

Παροικία ή την Πούντα, μέσα σε μισή ώρα με πολύ μικρό<br />

κόστος. Είναι το κατάλληλο μέρος για οικογενειακές διακοπές,<br />

Σε πολύ κοντινή απόσταση στην γύρω περιοχή υπάρχουν<br />

αρκετές υπέροχες παραλίες (Μοναστήρι, Κολυμπήθρες, Άγιοι<br />

Ανάργυροι, Λάγγερη, Σάντα Μαρία), τις οποίες μπορείτε<br />

να επισκεφθείτε οδικώς ή αν είστε λάτρης της θαλασσινής<br />

440 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 441


Ταξιδιωτικός προορισμός...<br />

μακριά από τη φασαρία<br />

και την πολυκοσμία. Μην<br />

παραλείψετε να επισκεφτείτε<br />

πάνω στο βουνό τη σπηλιά<br />

που υπάρχει. Είναι γεμάτη<br />

σταλακτίτες και σταλαγμίτες<br />

και είναι πολύ εντυπωσιακή.<br />

γράφει η Δήμητρα Τράκα<br />

Μην κάθεστε, οι βαλίτσες ανά χείρας και φύγαμε…<br />

Δήμητρα Τράκα<br />

Κολύμπι και ξενοιασιά<br />

Και βέβαια δεν πρέπει να ξεχάσουμε ότι παραλίες όπως<br />

το Μοναστήρι, οι Κολυμπήθρες, η Λάγγερη, η Σάντα<br />

Μαρία, ο Καλόγερος, η Χρυσή Ακτή, ο Φάραγγας και η<br />

Πούντα(Αντίπαρο), με τα γαλαζοπράσινα νερά τους μας<br />

περιμένουν να κάνουμε τις βουτιές μας και ν’ απολαύσουμε<br />

ένα ήλιο καυτό και μια φιλοξενία που δεν έχει ταίρι.<br />

442 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 443


Ελπίδα Νούσα<br />

“Από την αναγεννησιακή Mantovana<br />

στου Μολδάβα τα γάργαρα νερά!”<br />

της Ελπίδας Νούσα<br />

Από την αναγεννησιακή Mantovana στου Μολδάβα τα γάργαρα νερά!<br />

Είναι ο Μολδάβας, που στα νερά του<br />

καθρεφτίζεται απαλά το φως του<br />

εσπερινού ήλιου και δημιουργεί λευκές λωρίδες<br />

στο γκριζομπλέ της επιφάνειάς του...<br />

Eίναι ο Μολδάβας, που τα ασάλευτα νερά του παίρνουν του<br />

δειλινού το χρώμα το πυρακτωμένο...<br />

ο ποταμός, π’αναζητά κάποιον να παρασύρει...<br />

να εξομολογηθεί τα μυστικά του...”<br />

Κάπως έτσι, σε μια προσπάθεια ερασιτεχνικής ποιητικής<br />

αποτυπώνω τον παραπάνω πίνακα ζωγραφικής με τίτλο:<br />

“Πράγα, κατά μήκος του Μολδάβα”, λάδι σε καμβά, που<br />

φιλοτέχνησε ο Δανός ζωγράφος Άνταμ Μύλλερ.<br />

Ο Άνταμ Mύλλερ, είναι πιο γνωστός για τα ιστορικά έργα<br />

ζωγραφικής του.<br />

Adam Muller : “View of Prague, crossing the Vltava River”<br />

“Στον ουρανό τα σύννεφα, πουλιά κυνηγημένα απ’τον άνεμο.<br />

Το παραμύθι δραπετεύει στην πόλη αυτή και συναντά στα δεξιά<br />

τη μεγαλόπρεπη, πέτρινη γέφυρα του βασιλιά.<br />

Aτμόσφαιρα ήρεμη, αύρα ρομαντική...<br />

Του Καρόλου η επιβλητική γέφυρα, που κάτω της ρέει<br />

το φιδίσιο υδάτινο κορμί του...<br />

Όνειρο μοιάζει αυτός ο ποταμός!<br />

Το 1834 όμως, ταξιδεύοντας στη Βοημία και γνωρίζοντας από<br />

κοντά τη φυσική χάρη, που απλόχερα δώρισε ο Δημιουργός<br />

στην περιοχή, αποτύπωσε με τα χρώματα και τα πινέλα του<br />

τα τοπία της, που τον γοήτευσαν περισσότερο.<br />

Στο συγκεκριμένο έργο, εύκολα κανείς μπορεί να διακρίνει<br />

το μέγεθος της έκστασης, που προκάλεσε η θέα της Πράγας<br />

στο ζωγράφο.<br />

Για όσους έχουν ταξιδέψει στην Τσεχία, κάθε περιγραφή,<br />

444 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 445


Ελπίδα Νούσα<br />

ακόμα και του πιο έμπειρου λογοτέχνη φαντάζει φτωχή.<br />

Ο πίνακας, ένας εικαστικός ύμνος στο Μολδάβα, την υδάτινη<br />

καρδιά της Τσέχικης γης!<br />

Από το ποτάμι αυτό, εμπνέεται και ο συνθέτης Σμέτανα,<br />

κύριος εκπρόσωπος της Τσέχικης Εθνικής Σχολής, αφού<br />

στο έργο του χρησιμοποίησε λαϊκούς θρύλους και μύθους<br />

της πατρίδας του, με αντιπροσωπευτικότερο τον κύκλο<br />

συμφωνικών ποιημάτων με τίτλο “ΠΑΤΡΙΔΑ ΜΟΥ”.<br />

Το έργο αυτό αποτελείται από έξι αυτόνομα μέρη, το καθένα<br />

Από την αναγεννησιακή Mantovana στου Μολδάβα τα γάργαρα νερά!<br />

Tο θρυλικό κάστρο της Πράγας, ΒΙΝΣΕΝΓΚΡΑΤ...η γραφική<br />

Βοημική πόλη ΤΑΜΠΟΡ...το τσέχικο βουνό ΜΠΛΑΝΙΚ,<br />

όπου κατέφυγε ο προστάτης της χώρας Αγ.Βίνσεσλας...και<br />

κείνη τη γυναίκα με την αγέρωχη κορμοστασιά, τη ΣΑΡΚΑ<br />

της τσέχικης μυθολογίας, την αρχηγό των παρθένων<br />

πολεμιστριών...Πλέκει εγκώμιο στη ΒΟΗΜΙΚΗ ΕΞΟΧΗ<br />

και υμνεί μοναδικά μέσα από γάργαρους ήχους την υδάτινη<br />

καρδιά της χώρας, το ΜΟΛΔΑΒΑ!<br />

Στο έργο αυτό, ο Σμέτανα προβάλλει τις κατακτήσεις<br />

της «συμφωνικής ποιητικότητας» σε σχέση με τις φυσικές<br />

προεκτάσεις που μπορούν να συνδέεουν την ροή της<br />

μουσικής με τη συμβολική, διαφορετική ροή και περιδιάβαση<br />

των πηγών του Μολδάβα μέσα απο τα δάση, τις πόλεις, τα<br />

κάστρα, τα ερείπια και τα βράχια της Τσεχίας .<br />

Στο μέρος του “Μολδάβα”, ο τσέχος δημιουργός σαν βασικό<br />

μουσικό θέμα χρησιμοποιεί μια μελωδία της αναγέννησης<br />

“La Mantovana”, γνωστή και ως Giuseppino από το όνομα<br />

του τενόρου που την πρωτοεκτέλεσε, Giuseppe Cenci,<br />

προσαρμοσμένη στο μουσικό ύφος της λαϊκής τσέχικης<br />

μουσικής.<br />

από τα οποία περιγράφει τοποθεσίες ή μυθικά πρόσωπα της<br />

Τσεχίας.<br />

Η μελωδία, σε μορφή μαδριγαλίου, έγινε ευρέως γνωστή ως<br />

“χορός ή άρια της Μάντοβα” με τίτλο : “fuggi-fuggi”.<br />

446 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 447


Ελπίδα Νούσα<br />

Από την αναγεννησιακή Mantovana στου Μολδάβα τα γάργαρα νερά!<br />

Μια μουσική γλυκιά ξεχύνεται και μοιάζει να σέρνει μνήμες<br />

με τη βοήθεια των ανέμων και να φορά φουστάνια των<br />

καιρών, με νότες και ρυθμούς, παράλληλες στων εποχών τα<br />

πρόσωπα...<br />

Ένα παλιό ιταλικό τραγούδι με ρομαντικές ρίζες και τσέχικη<br />

ανασμίλευση συνδέει την ανάμνηση της μελωδικής ροής με<br />

την “αναβάπτιση” του κόσμου μας μέσα από τον υδάτινο<br />

ρου.<br />

Η μουσική φόρμα έχει το ρόλο της φύσης και προτάσσει τις<br />

σχέσεις που προκύπτουν μεταξύ της ύλης, της μορφής, της<br />

φαντασίας και της πραγματικότητας.<br />

Το νερό του Μολδάβα φλύαρο, ορμητικό, όπως ορμητικά,<br />

έντονα και τα συναισθήματα, που δημιουργεί η ακρόαση<br />

του έργου του Σμέτανα.<br />

Όπως ασυγκράτητη του Μολδάβα η ροή, έτσι και της<br />

έμπνευσης το ποτάμι, που πηγάζει απ’της ψυχής τα βάθη...<br />

Αχ, Μουσική μου, κυρά μου αριστότεχνη!<br />

Θαυμαστό το έργο σου μεγάλη πριγκηπέσσα,<br />

που από της αναγέννησης το μαδριγάλι,<br />

είσαι ικανή για μεταμόρφωση ταχυδακτυλουργική...<br />

...και το χορό τον εύθραυστο του ζευγαριού,<br />

που μ’ακριβείς, κάτω απ’τον πολυέλαιο κινήσεις<br />

μεταμορφώνει<br />

σε θρύλο λαϊκό, σε απεικόνιση ρομαντική...<br />

Να σημειώσουμε πως ο Σμέτανα ήταν τελείως κουφός όταν<br />

συνέθεσε το έργο “Πατρίδα μου”, (έτσι δεν το άκουσε ποτέ),<br />

περί το 1875, στο οποίο υμνεί το φυσικό κάλλος της Τσεχίας,<br />

αλλά ταυτόχρονα τονώνει και το πατριωτικό αίσθημα.<br />

Ο χορός ΜΟΝΤΑVANA, αυθεντικό μέρος του ιταλικού<br />

πολιτισμού από τη μια, η τσέχικη παράδοση αυτοπροσώπως<br />

στο συμφωνικό ποίημα, από την άλλη, δείχνει πώς συνδέονται<br />

οι δύο κουλτούρες, αλλά και πώς κάθε μια καταφέρνει να<br />

συγκρατεί την ανεξαρτησία και τη μοναδικότητά της.<br />

Από τις καλύτερες εκτελέσεις, αυτή της συμφωνικής της<br />

448 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 449


Ελπίδα Νούσα<br />

Βιέννης υπό τη δ/νση του φον Κάραγιαν, που καταφέρνει<br />

να μεταδώσει το άφθαρτο, την αιωνιότητα της μουσικής<br />

φόρμας, με τρόπο αφηγηματικό προβάλλοντας αυτή την<br />

ασίγαστη ορμή της υγρής ύλης που ανασυντάσσεται προς<br />

μια υψηλότερη μορφή.<br />

Οι μουσικοί κινούνται με συντονισμένη πνευματικότητα<br />

προσπαθώντας οι ίδιοι να αφουγκραστούν τους ήχους της<br />

μετάβασης προς την αέναη εξέλιξη, πετυχαίνοντας ένα<br />

ανάγλυφο, διάφανο και εντυπωσιακό αποτέλεσμα.<br />

Ελπίδα Νούσα<br />

450 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 451


Φωτεινή Παππά, η ζωγράφος υμνωδός της<br />

γυναικείας ομορφιάς και των λουλουδιών.<br />

Η Φωτεινή Παππά γεννήθηκε<br />

στο χωριό Καμαρίνα του<br />

Δήμου Ζαλόγγου στην<br />

Πρέβεζα. Δεν έχει κάνει<br />

σπουδές στη Ζωγραφική,<br />

δουλεύει και είναι παντρεμένη<br />

και μητέρα δυο παιδιών. Το<br />

μεγάλο της όνειρο για τη<br />

ζωγραφική άρχισε να γίνεται<br />

πραγματικότητα όταν ξεκίνησε να εργάζεται από το 1997<br />

καθημερινά.<br />

Το 2013 έλαβε μέρος στον διαγωνισμό energyAthens του<br />

Ευρωπαϊκού Κέντρου Τεχνών, Μητροπόλεως 74, στην Αθήνα<br />

και επιλέχθηκε το έργο της “Άγρια Ομορφιά”. Ήταν η πρώτη<br />

της επαφή με το κοινό και από τότε έχει πάρει μέρος σε πολλές<br />

ομαδικές εκθέσεις. Στο διαγωνισμό energyAthens για δεύτερη<br />

φορά φέτος επιλέχθηκαν τα έργα της “Ορίζοντες” και “FREE<br />

– Zήσε”. Η πρώτη της ατομική έκθεση έγινε τον Αύγουστο<br />

του 2014 στην πινακοθήκη «ΜΟΡΑΛΛΗΣ» στην Πρέβεζα.<br />

<strong>Έργα</strong> της έχουν κοσμήσει το εξώφυλλο ποιητικών<br />

“Άγρια ομορφιά”, πίνακας της ζωράφου Φωτεινής Παππά<br />

συλλογών του Σωτήρη Σπηλιώτη και έχουν χρησιμοποιηθεί<br />

για την εικονογράφηση χριστουγεννιάτικων ποιημάτων.<br />

Επίσης συμμετείχε στα εικαστικά ανθολόγια Διαδρομές<br />

Τέχνης – Βόλτα στο Φεγγάρι και στο εικαστικό ανθολόγιο<br />

των Εκδόσεων Όστρια τον Απρίλιο του <strong>2015</strong>.<br />

Σκοπός της ζωής για την Φωτεινή Παππά είναι η ευτυχία, και<br />

η ζωγραφική είναι για εκείνη ο δρόμος που την οδηγεί στην<br />

ολοκλήρωση αυτού του σκοπού. Αγαπημένο θέμα στα έργα<br />

της είναι η γυναίκα και τα λουλούδια. Αγαπά δε ιδαίτερα να<br />

δουλεύει τα έργα της με μολύβι.<br />

452 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 453


“Free - Ζήσε” πίνακας της ζωγράφου Φωτεινής Παππά<br />

“Ορίζοντες” πίνακας της ζωγράφου Φωτεινής Παππά<br />

454 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 455


“Αγάπες χαμένες” πίνακας της ζωγράφου Φωτεινής Παππά<br />

Στις 27/05/<strong>2015</strong> συμμετείχε με έργα της στην Έκθεση της<br />

Πανελλήνιας Εταιρείας Πολιτιστικών Εκδηλώσεων που<br />

πραγματοποιήθηκε στην Αίθουσα ΠΑΡΝΑΣΣΟΣ, ενώ στο<br />

άμεσο μέλλον ακολουθούν η έκθεση της Art Way στην Πάρο<br />

τον Ιούλιο και η συμμετοχή της στο Φεστιβάλ Τέχνης στην<br />

Κεφαλονιά τον Ιούλιο.<br />

“Τρίπτυχο - Ο προορισμός” πίνακας της ζωγράφου Φωτεινής Παππά<br />

Πρόσφατα πήρε την 3η θέση, με τον πίνακα “Τα κρίνα”, στον<br />

Διαγωνισμό της σελίδας Art Freaks People’s Choice Art Contest,<br />

ανάμεσα σε 570 περίπου συμμετοχές, λαμβάνοντας 657<br />

ψήφους!<br />

456 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 457


458 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 459


460 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 461


Άννα Βασιλειάδη-Δαρδάλη<br />

Η Μπέττυ σκέφτηκε η φετεινή<br />

παράσταση της σχολής της να<br />

είναι μια «Νεραϊδοχώρα». Κι<br />

εγώ ξαφνικά μαγεύτηκα... «Η<br />

Νεραϊδοχώρα είναι ο τόπος<br />

μου,» σκέφτηκα. Κι έτσι η μία<br />

και μία γίναμε δύο! Ήδη φίλες<br />

καλές, βάλαμε μπροστά τη<br />

δουλειά και το όραμα. Η Μπέττυ<br />

χορογραφούσε με τις μικρές και<br />

μεγάλες νεράιδές της, με την<br />

Καλή Νεράιδα και τον Πρίγκηπά<br />

της, κι εγώ παρακολουθούσα τις πρόβες.<br />

Όχι... δεν βγήκε η χορογραφία από τα κείμενα της Νεραϊδοχώρας,<br />

αλλά τα κείμενα από την κίνηση των Νεραϊδών!<br />

Γιατί μ’ αρέσει να πειραματίζομαι με το αντίστροφο, μ’ αρέσει<br />

να ονειρεύομαι, και μ΄αρέσει να δημιουργώ...<br />

Μπέττυ, σ’ ευχαριστώ!<br />

Άννα Βασιλειάδη - Δαρδάλη<br />

Νεραϊδοχώρα<br />

Η ζωή είναι ένα παραμύθι<br />

που το γράφουν Νεράιδες<br />

και ξωτικά σ’ ένα ονειρεμένο<br />

ξέφωτο του δάσους, σ’ έναν<br />

τόπο μυστικό και καλά<br />

φυλαγμένο, σ’ ένα τόπο<br />

μαγευτικό, που κατοικούν<br />

όλα τα πλάσματα, κι ανθίζουν όλα τα φυτά και τα λουλούδια του<br />

σύμπαντος. Είναι ένας τόπος φτιαγμένος μόνο για Νεράιδες,<br />

κι ευλογημένους ανθρώπους. Αυτός ο τόπος ο μοναδικά<br />

πλασμένος, λέγεται Νεραϊδοχώρα...<br />

Η Νεραϊδοχώρα και τα ξωτικά, η Καλή Νεράιδα κι ο ευγενικός<br />

Πρίγκηπάς της, θα διευθύνουν τον Μεγάλο Χορό των στοιχείων<br />

του δάσους σε μια μεγαλειώδη πολύχρωμη γιορτή για να<br />

υποδεχθούν το καλοκαίρι.<br />

Θα ξυπνήσουν οι Νεραϊδοπεταλούδες απ’ τα κουκούλια τους,<br />

θ΄απλώσουν τα πολύχρωμα φτερά τους αναζητώντας τα<br />

μικρά μπουμπούκια. Κι αυτά με την σειρά τους, θ΄αφήσουν τον<br />

γαλήνιο ύπνο του χειμώνα, ζωντανεύοντας από το κάλεσμα<br />

της φύσης.<br />

Τα ζαβολιάρικα ξωτικά αναστατώνουν χαρούμενα το δάσος<br />

με τον χοροπηδηχτό χορό τους, ανακατεύοντας χαριτωμένα<br />

462 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 463


Άννα Βασιλειάδη-Δαρδάλη<br />

Νεραϊδοχώρα<br />

ζώα και φυτά. Λικνίζονται τα φύλλα των δένδρων στον<br />

Νεραϊδοχορό, η φύση γιορτάζει, απλώνεται σ’ όλο της το<br />

μεγαλείο, μεταφέροντας την αισιοδοξία, την ελπίδα, και την<br />

αγάπη στα πέρατα του κόσμου.<br />

Οι μικρές Νεράιδες, θα<br />

ξεγλιστρήσουν απαλά μέσα<br />

απ’ τα λουλούδια, ξορκίζοντας<br />

ευγενικά τα σκανταλιάρικα<br />

ξωτικά που όλο ζημιές<br />

αφήνουν στο πέρασμά τους και<br />

κρυφογελούν κρυμμένα πίσω<br />

από τους θάμνους. Το ξέφωτο το<br />

γιορτινό θα στολιστεί με ήχους<br />

ευγενικούς κι ονειρεμένους, σαν<br />

εικόνα που ξεπηδά από το κάδρο<br />

μιας φαντασίας ζωγραφισμένης<br />

με τα πιο πλούσια χρώματα του νου. Η γιορτή είναι μεγάλη,<br />

σημαντική, και οι μικρές Κυρίες της Νεραϊδοχώρας, δεν θα<br />

επιτρέψουν με τίποτα να ταραχτεί, για κανένα λόγο. Όλο το<br />

ξέφωτο, θα είναι μια δυνατή αχτίδα χαράς στον εορτασμό<br />

της εποχής που έρχεται...<br />

Τα πνεύματα του δάσους θα στριφογυρίσουν χορεύοντας<br />

ανάμεσα στα ακλόνητα κλαδιά, θα σιγοψιθυρίσουν στους<br />

καρπούς που δειλιάζουν ν’ αντικρύσουν το φως του ήλιου,<br />

θα πάρουν την αύρα την καλοκαιρινή την χαρούμενη και θα<br />

την οδηγήσουν στα κυμματιστά χαμόγελα της θάλασσας.<br />

Σ’ αυτήν την πολύχρωμη, πολύβουη γιορτή, οι Νεράιδες του<br />

Χειμώνα θα συμμετέχουν πρόθυμα αποχαιρετώντας τρυφερά<br />

για λίγο το δάσος. Θ’ αγγίξουν απαλά με τ’ ακροδάχτυλά τους<br />

τα φυλλαράκια που ξεπετάγονται στον ερχομό της ζέστης, θ’<br />

ανεμίσουν τα πανέμορφα μπλαβιά φτερά τους στους ανθούς<br />

που περιμένουν το σύνθημα για να εμφανιστούν, θα θροίσουν<br />

ακροπατώντας στην ποτισμένη γη που αγωνιά για τις καυτές<br />

αχτίδες του ήλιου.<br />

Δεν είναι θλιμμένες, όχι... το<br />

δάσος θα είναι πάντα εκεί<br />

και θα τους περιμένει όταν<br />

θα έρθει και πάλι η σειρά<br />

του Χειμώνα. Γιορτάζουν!<br />

Γιορτάζουν την εναλλαγή<br />

της ζωής που ξεκινά και<br />

καταλήγει πάντα στο<br />

φως! Γιορτάζουν που κάθε<br />

χειμώνας φέρνει πάντα ένα<br />

καλοκαίρι...<br />

464 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 465


Άννα Βασιλειάδη-Δαρδάλη<br />

Νεραϊδοχώρα<br />

Πιο βιαστικές και χαρωπές, οι Νεράιδες του Καλοκαιριού, θα<br />

διαδεχθούν τις φίλες τους, με τον γρήγορο κι ορμητικό χορό<br />

τους στην πλάση. Θα ξεχυθούν στο ξέφωτο αγγίζοντας τα<br />

ζώα του βουνού που θα φύγουν τρέχοντας να διαλαλήσουν<br />

τον ερχομό της νέας εποχής. Θα ταξιδέψουν το άγγιγμά τους<br />

στην φύση όλη που θα ανοίξει τα πέταλά της, θα ξεχειλίσει<br />

τα αρώματά της, τα πολύχρωμα άνθη της και τους ζουμερούς<br />

καρπούς της στην Μεγάλη Γιορτή.<br />

αυτήν την Γιορτή και τον ερχομό του Καλοκαιριού μ’ έναν<br />

χορό ονειρεμένο, μαγευτικό, που όμοιός του δεν υπάρχει<br />

σ’ όλα τα πλάσματα του ονείρου και της πραγματικότητας.<br />

Είναι ο ξεχωριστός, μοναδικός χορός του Πριγκηπικού<br />

Νεραϊδοζεύγους που πάντα εναρμονίζει τις αλλαγές των<br />

εποχών και της φύσης, που ευλογεί και προστατεύει κάθε<br />

αναγέννηση, και κάθε μικρό ή μεγάλο όνειρο που ξεπηδάει<br />

κι αναζητά την πραγματοποίησή του...<br />

Τα πάντα έτοιμα, τα πάντα στολισμένα και γιορτινά, θα<br />

υποδεχθούν την Καλή Νεράιδα που συντροφιά με τον<br />

καλοσυνάτο και δυνατό Πρίγκηπά της, θα ολοκληρώσουν<br />

Η ένωση όλων των μαγευτικών πλασμάτων του δάσους, σ’<br />

ένα υπέροχο, τεράστιο λουλούδι, τον άρχοντα όλων των<br />

σκέψεων που ανθίζουν, συμβολίζει και προστατεύει αυτήν την<br />

αναγέννηση και την ευτυχία που φέρνει η ζεστασιά του φωτός,<br />

466 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 467


Άννα Βασιλειάδη-Δαρδάλη<br />

Νεραϊδοχώρα<br />

την εκπλήρωση όλων<br />

των αγαθών ονείρων...<br />

Οι άνθρωποι, είτε<br />

πιστεύουν είτε όχι,<br />

θα έχουν πάντα μια<br />

Καλή Νεράιδα που θ’<br />

ανασαίνει διακριτικά<br />

στο πλάι τους, έναν<br />

γενναίο Πρίγκηπα που θα εμφυσεί δύναμη και μαχητικότητα<br />

στα όνειρά τους.<br />

Γιατί η ζωή είναι ένα όνειρο που δεν το αφήνει η Νεραϊδοχώρα<br />

να σβήσει απ’ το μυαλό μας και να χαθεί. Τα όνειρα που<br />

κυνηγάμε, είναι οι δυνατές επιθυμίες μας, είναι η ίδια η ζωή...<br />

Και τώρα, θα σας πάρω από το χέρι, και θα σας απομακρύνω αργά<br />

από τη Νεραϊδοχώρα, που είναι ο τόπος που πραγματοποιούνται<br />

όλα τα όνειρα... Θα διανύσουμε το μονοπάτι του δάσους<br />

που μας φέρνει πίσω<br />

στην πραγματικότητα,<br />

και μέσα από τον<br />

επόμενο χορό, θα<br />

δούμε τα Χελιδόνια, τα<br />

αποδημητικά πουλιά που<br />

με χαρά επιστρέφουν<br />

την άνοιξη, γνωρίζοντας<br />

πως δεν θα βρουν τίποτα<br />

ίδιο όπως το άφησαν,<br />

και πως θα πρέπει να<br />

ξαναφτιάξουν τις φωλιές<br />

τους από την αρχή, με<br />

υπομονή και πείσμα.<br />

Όπως η Νεράιδα του Χειμώνα έρχεται κάθε φορά φέρνοντας<br />

μαζί της μια μικρή θλίψη που φεύγει η Νεράιδα του Καλοκαιριού,<br />

έτσι κι αυτά, όταν έρχεται το κρύο, όταν το δάσος είναι ψυχρό<br />

και άφυλλο, όταν βροντά ο κίνδυνος και μπουμπουνίζει το<br />

κακό σαν σφαίρες, αναγκάζονται να φύγουν μακριά, σε μέρη<br />

άγνωστα και ίσως εχθρικά κι αφιλόξενα, αφήνοντας πίσω<br />

τους ένα μεγάλο κομμάτι της ζωής τους, πιθανότατα το πιο<br />

όμορφο, μέχρι να βρουν κάπου ν’ απαγκιάσουν, αναζητώντας<br />

την ευκαιρία να ζήσουν κάπου καλύτερα.<br />

Κι όπως η Νεράιδα του Καλοκαιριού αποχαιρετά τη Νεράιδα<br />

του Χειμώνα, έτσι κι αυτά ξανάρχονται στο δάσος, που έχει<br />

γίνει ένας τόπος καλύτερος, πιο φιλόξενος και πιο ζεστός.<br />

Γιατί οι εναλλαγές, η θλίψη και η χαρά, ο χειμώνας και το<br />

καλοκαίρι, ο αποχαιρετισμός και το σμίξιμο, το άσχημο και<br />

το όμορφο, το κακό και το καλό, είναι κομμάτια της ίδιας<br />

468 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 469


Άννα Βασιλειάδη-Δαρδάλη<br />

μας της ζωής. Και όλοι μας κάποτε, ίσως έχουμε ταξιδέψει, ή<br />

πρόκειται να ταξιδέψουμε, σαν Χελιδόνια, για να κάνουμε πιο<br />

όμορφη και λουλουδένια αυτήν την ζωή, ελπίζοντας πως όπου<br />

κι αν βρεθούμε, θα μας υποδεχθεί μια μικρή Νεραϊδοχώρα...<br />

Συντελεστές:<br />

Σχολή Χορού Μπέττυ Βυτινάρου<br />

Παπαναστασίου και Κριεζή 15<br />

Καστέλλα, Πειραιάς τηλ.210-4174602<br />

Ιδέα, Χορογραφία, Σκηνοθεσία, Σχεδιασμός κουστουμιών:<br />

Μπέττυ Βυτινάρου<br />

Διδασκαλία, εκμάθηση χορογραφιών: Τάσος Ζούπης, Γιασεμή<br />

Παπαϊωάννου<br />

Κείμενα, αφήγηση: Άννα Βασιλειάδη-Δαρδάλη<br />

Κουστούμια: Idol Ballet<br />

Φωτογράφηση: Στέλιος Δανιήλ & Γεωργια Σιέττου (S&G<br />

Face2Face Photography)<br />

470 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 471


Μαγιάτικο<br />

MyTripssOnBlog.blogspot.gr<br />

“...Για μαύρη μπόρα δεν είναι ώρα,<br />

έχει η άνοιξη χορό δυο μήνες τώρα...”<br />

...τραγουδάει η Sadahzinia...<br />

Και λέω να πλέξουμε στεφάνια.<br />

Στεφάνια με παπαρούνες.<br />

Ναι, ξέρω πως οι παπαρούνες πεθαίνουν μόλις κοπούν και<br />

είναι από τα λίγα λουλούδια που δεν ξεγελιέμαι πια να<br />

κόψω.<br />

Ζουν που ζουν λίγο, ας ζήσουν στο δικό τους περιβάλλον.<br />

Κι εκεί να τις χαρούμε κι εμείς, με στεφάνια που θα<br />

πλέξουμε στη φαντασία μας.<br />

Κατακόκκινα στεφάνια, προκλητικά όμορφα!<br />

Όσο προκλητικό είναι το έντονο κόκκινο που έρχεται έτσι<br />

αναπάντεχα και ξαφνιάζει γλυκά φύση και ανθρώπους.<br />

Κάθε φορά το ίδιο ξάφνιασμα, η ίδια χαρά.<br />

Μια χαρά που χτυπάει κόκκινο!<br />

Στο ρυθμό της παπαρούνας έγραφα πέρυσι...κι έχουν<br />

ρυθμό οι παπαρούνες.<br />

Κυλάει στο μίσχο τους, χτυπάει στην καρδιά του άνθους<br />

τους, ξεχύνεται από τα πέταλά τους.<br />

472 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 473


Μαγιάτικο<br />

MyTripssOnBlog.blogspot.gr<br />

Δεν είναι που ο άνεμος τις χαϊδεύει συνέχεια κι εκείνες<br />

αφήνονται ριγώντας στο χάδι του, είναι που κι όταν παύει<br />

να φυσάει, αυτές συνεχίζουν να χορεύουν σε ένα δικό<br />

τους, κατάδικό τους ρυθμό.<br />

Είναι που σηκώνουν στα πέταλά τους ανείπωτη, μα<br />

ευάλωτη ομορφιά!<br />

“Σε ένα εφήμερο κόκκινο φυλάκισες αιώνια όνειρα.<br />

Πώς να τα αντέξει;”<br />

474 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 475


Μαγιάτικο<br />

MyTripssOnBlog.blogspot.gr<br />

“Πάνω σε αέρινα πέταλα διάφανα,<br />

μέσα από μίσχους λεπτούς<br />

τα μυστήρια της ζωής τα άχραντα<br />

ταξιδεύουν στους καιρούς.”<br />

Ναι, ξέρω πως Πρωτομαγιά δεν είναι μόνο τα λουλούδια<br />

και η φύση.<br />

Κανείς μας δεν ξεχνάει, πως δεν είναι αργία, αλλά απεργία!<br />

“...Πλέξε ζωή ένα μαγιάτικο στεφάνι και δως μου<br />

να το βάλω στο λαιμό του μπαγιάτικου αυτού κόσμου,<br />

να σκεπάσω τη ντροπή και το αίμα με βάγια·<br />

ξύπνα την άνοιξη με μάγια...”<br />

Sadahzinia<br />

476 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 477


Μαγιάτικο<br />

“...Οι ευχές θα γίνουν μυρωδιές, κυριακάτικες φωνές<br />

που γλυκαίνουν το λαιμό και τη καρδιά σου με γέλια<br />

και μαγιάτικα στήνουν νυχτέρια...”<br />

Sadahzinia<br />

478 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 479


συμμετέχουν επίσης πολλά Δημοτικά Σχολεία του Δήμου<br />

Σκύδρας, η Δημοτική Βιβλιοθήκη, το ΚΑΠΗ, οι χορευτικοί<br />

σύλλογοι της Σκύδρας και πολλοί άλλοι δημότες που<br />

συμβάλλουν με φωτογραφίες ή αντικείμενα από την ιστορία<br />

και καθημερινότητα της περιοχής.<br />

Ένα μοναδικό εικαστικό γεγονός παρουσιάζεται τις ημέρες<br />

αυτές στο Δήμο Σκύδρας. Πρόκειται για την Ομαδική<br />

Εικαστική Έκθεση «Χώροι-Σύμβολα-Μνήμες», με χορηγούςυποστηρικτές<br />

το Δήμο Σκύδρας, το Εργαστήριο Art House,<br />

την Εφορεία Αρχαιοτήτων Πέλλας, το Γενικό Λύκειο Σκύδρας<br />

και πολλούς άλλους φορείς και καλλιτέχνες από την περιοχή<br />

που συμμετέχουν στην έκθεση.<br />

Στην έκθεση περιλαμβάνονται έργα ζωγραφικά, φωτογραφίες,<br />

χαρακτικά, κατασκευές, εγκαταστάσεις κ.ά. από καλλιτέχνες<br />

του Δήμου Σκύδρας και μαθητές του Εργαστηρίου ζωγραφικής<br />

και τεχνών Art House του Λεωνίδα Γκέλου. Με έργα<br />

Όπως αναφέρει η Δήμαρχος Σκύδρας κα Κατερίνα Ιγνατιάδου η<br />

ομαδική εικαστική έκθεση «Σκύδρα: Χώροι-Σύμβολα-Μνήμες»,<br />

με τα δικά της καλλιτεχνικά στοιχεία και τη δική της δύναμη,<br />

όπου το παρόν ζωντανεύει το παρελθόν, χαράσσει το δικό<br />

του δρόμο που είναι η βάση και η αφετηρία του μέλλοντος.<br />

Ο χώρος που επιλέχθηκε για να στεγάσει την έκθεση, η<br />

Αποθήκη της Ένωσης, έχει τη δική του ιστορία και συμβάλλει<br />

στο τελικό καλλιτεχνικό<br />

αποτέλεσμα. Η άλλοτε<br />

Αποθήκη της Ένωσης,<br />

διαμορφώθηκε κατάλληλα<br />

και σηματοδοτεί την<br />

σταδιακή μετάλλαξη της<br />

Σκύδρας από το μικρό<br />

ιστορικό Βέρτικοπ (ο<br />

ιστορικός Σιδηροδρομικός<br />

Σταθμός στο χώρο του<br />

οποίου βρίσκεται η<br />

Αποθήκη) σε ένα σύγχρονο<br />

αστικό κέντρο με πλούσια<br />

480 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 481


εμπορική, πολιτιστική και κοινωνική δραστηριότητα.<br />

Ο Αντιπεριφερειάρχης Πέλλας κ. Θεόδωρος Θεοδωρίδης,<br />

καλεί όλους τους φιλότεχνους πολίτες της Πέλλας και της<br />

ευρύτερης περιοχής να επισκεφτούν το Δήμο Σκύδρας και<br />

την Ομαδική Εικαστική Έκθεση, ταξιδεύοντας στην ιστορία<br />

και στον πολιτισμό της περιοχής, μέσα από τα μοναδικά και<br />

πολύ αξιόλογα καλλιτεχνικά έργα της έκθεσης.<br />

Η έκθεση λειτουργεί στην Αποθήκη της Ένωσης (δίπλα από<br />

το πάρκινγκ ΟΣΕ Σκύδρας) κάθε απόγευμα 5.30-10.00μ.μ.<br />

καθώς και πρωινά Παρασκευής και Κυριακής (11.00-14.00).<br />

Περίοδος λειτουργίας: 9 Μαΐου έως και 12 Ιουνίου <strong>2015</strong>.<br />

Πηγή: www.tastv.gr<br />

482 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> 483


Ξενώνας Καλλίνικος<br />

Λουτράκι Αριδαίας<br />

Λουτρά Πόζαρ<br />

Τηλ: 23840-91288<br />

www.kalinikos.gr<br />

484 | <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 3 | Απρίλιος 2014<br />

484 <strong>Ανθρώπων</strong> <strong>Έργα</strong> | <strong>Τεύχος</strong> 7 | <strong>Ιούνιος</strong> <strong>2015</strong>

Hooray! Your file is uploaded and ready to be published.

Saved successfully!

Ooh no, something went wrong!