03.02.2015 Views

ΛΑΡΙΣΑ ΜΝΗΜΕΙΑ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΑ ΑΠΟ ΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ ΣΤΟ ΠΑΡΟΝ

ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ

ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ

SHOW MORE
SHOW LESS

Create successful ePaper yourself

Turn your PDF publications into a flip-book with our unique Google optimized e-Paper software.

+<br />

<strong>ΛΑΡΙΣΑ</strong>,<br />

<strong>ΜΝΗΜΕΙΑ</strong> <strong>ΚΑΙ</strong><br />

<strong>ΙΣ<strong>ΤΟ</strong>ΡΙΑ</strong>. <strong>ΑΠΟ</strong> <strong>ΤΟ</strong><br />

<strong>ΠΑΡΕΛΘΟΝ</strong> Σ<strong>ΤΟ</strong><br />

<strong>ΠΑΡΟΝ</strong><br />

Υπεύθυνοι καθηγητές:<br />

Αργυρούλη Ευαγγελία<br />

Πάνος Κωνσταντίνος


ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ 14 ου ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ <strong>ΛΑΡΙΣΑ</strong>Σ<br />

ΣΧΟΛΙΚΟ Ε<strong>ΤΟ</strong>Σ 2013 - 2014<br />

«Λάρισα, μνημεία και ιστορία, από το παρελθόν στο παρόν»<br />

Η ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ <strong>ΤΟ</strong>Υ ΟΝΟΜΑ<strong>ΤΟ</strong>Σ ΤΗΣ <strong>ΛΑΡΙΣΑ</strong>Σ<br />

Το όνομα Λάρισα είναι προελληνικό πελασγικής προέλευσης και σημαίνει ισχυρά<br />

οχυρωμένος λόφος ή ακρόπολη. Σύμφωνα με τη μυθολογία η πόλη της Λάρισας<br />

χτίστηκε στην πελασγική περίοδο από τον Λάρισο, γιο του Πελασγού, πριν από<br />

4000 χιλιάδες χρόνια περίπου.<br />

Λέγεται ακόμη ότι η Νύμφη Λάρισα παίζοντας με το τόπι της, στις όχθες του<br />

ποταμού Πηνειού, γλίστρησε, έπεσε, έχασε τη ζωή της και από κείνη πήρε το όνομα<br />

της η πόλη. Η νύμφη Λάρισα ήταν σύζυγος του Ποσειδώνα και μητέρα του<br />

Αχαιού, του Φθία και του Πελασγού ή σύμφωνα με άλλη εκδοχή, ήταν κόρη του<br />

Πελασγού. Η μορφή της απεικονίζεται στον εμπροσθότυπο των αρχαίων<br />

νομισμάτων της πόλης.<br />

Στη Λάρισα, σύμφωνα με τις αρχαιολογικές ενδείξεις, η κατοίκηση υπήρξε από την<br />

Πρώιμη εποχή του Χαλκού, οπότε και πρωτοκατοικείται στη σημερινή θέση λόφος<br />

«Φρούριο», μέχρι σήμερα. Σε αυτή την ίδια θέση αποκαλύφθηκε η αρχαία<br />

ακρόπολη.<br />

O ΠΗΝΕΙΟΣ ΓΙΟΣ <strong>ΤΟ</strong>Υ ΩΚΕΑΝΟΥ<br />

Ο Πηνειός ποταμός που διασχίζει την πόλη, κατά την μυθολογία, ήταν γιος του<br />

Ωκεανού και της Τυθήος, και με την νύμφη Κρέουσα γέννησε τον Ιψέα, βασιλιά<br />

των Λαπίθων. Στην περιοχή του Πηνειού ζούσε ο θεός Απόλλωνας, θεός της<br />

μουσικής, του φωτός και του κάλλους. Εκεί ερωτεύτηκε την Δάφνη, κόρη του<br />

Πηνειού. Φοβούμενος ο Πηνειός για την τύχη της κόρης του την μεταμόρφωσε στο<br />

θάμνο δάφνη και από τότε ζει και ανθίζει αιώνια στις όχθες του.<br />

Η <strong>ΛΑΡΙΣΑ</strong> ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΡΟIΣ<strong>ΤΟ</strong>ΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟ<br />

Λάρισα σημαίνει φρούριο ή ακρόπολη και είναι πελασγικό –προθεσσαλικό- όνομα.<br />

Σύμφωνα με την μυθολογία η πόλη κτίστηκε από τον Λάρισο, γιο του Πελασγού,<br />

πριν από 4000 χιλιάδες χρόνια περίπου.<br />

Λέγεται ακόμη ότι η Νύμφη Λάρισα παίζοντας με το τόπι της, στις όχθες του<br />

ποταμού Πηνειού, γλίστρησε, έπεσε, έχασε τη ζωή της και από κείνη πήρε το όνομα<br />

της η πόλη. Η νύμφη Λάρισα ήταν σύζυγος του Ποσειδώνα και μητέρα του<br />

Αχαιού, του Φθία και του Πελασγού ή σύμφωνα με άλλη εκδοχή, ήταν κόρη του<br />

Πελασγού. Η μορφή της απεικονίζεται στον εμπροσθότυπο των αρχαίων<br />

νομισμάτων της πόλης.<br />

Στη Λάρισα, σύμφωνα με τις αρχαιολογικές ενδείξεις, η κατοίκηση υπήρξε από την<br />

1


Πρώιμη εποχή του Χαλκού, οπότε και πρωτοκατοικείται στη σημερινή θέση λόφος<br />

«Φρούριο», μέχρι σήμερα. Σε αυτή την ίδια θέση αποκαλύφθηκε η αρχαία<br />

ακρόπολη.<br />

Οι προϊστορικοί οικισμοί που ήλθαν στο φως στα όρια της σύγχρονης πόλης της<br />

Λάρισας μαρτυρούν την κατοίκηση της σε αυτή από την Αρχαιότερη Νεολιθική<br />

Εποχή (6.000 - 5.800 π.Χ.). Τόσο η έκταση της σύγχρονης πόλης της Λάρισας όσο<br />

και η ευρύτερη περιοχή είναι από τις λίγες στον ελλαδικό χώρο που κατοικούνται<br />

συνεχώς από την 6η χιλιετία.<br />

Από τις ανασκαφές προϊστορικών οικισμών στο Νομό Λάρισας που διεξήχθησαν<br />

τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια προέκυψαν νέα δεδομένα για την οργάνωση των<br />

οικισμών, τον πολιτισμό και τη ζωή των κατοίκων στη μακρινή αυτή περίοδο.<br />

Κατά τη νεολιθική εποχή (περ. 6700 - 3300 π.Χ.), οι οικισμοί περιβάλλονταν συχνά<br />

από περίβολους ή τάφρους που προστάτευαν τα νοικοκυριά των νεολιθικών<br />

γεωργοκτηνοτρόφων. Τα σπίτια ήταν κατά κανόνα μικρά και αποτελούνταν από<br />

ένα δωμάτιο ή καλύβες με ελαφρώς εμβαθυμένο δάπεδο. Οι τοίχοι<br />

κατασκευάζονταν κυρίως από πλιθιά ξεραμένα στον ήλιο, μερικές φορές πάνω σε<br />

χαμηλή θεμελίωση από πέτρες, αλλά και με ξύλινο σκελετό από πασσάλους και<br />

επάλειψη πηλού, ενώ η στέγη επιχρίονταν με παχύ στρώμα πηλού ή ήταν<br />

χορτάρινη. Η οικοσκευή των νεολιθικών σπιτιών αποτελούνταν από κατασκευές<br />

για την αποθήκευση και Παρασκευή της τροφής (εστίες, φούρνοι), αγγεία,<br />

εργαλεία από πέτρα ή κόκκαλο ζώων, αντικείμενα σχετικά με την υφαντική<br />

(σφοντύλια) αλλά και ειδώλια ή προσωπικά αντικείμενα των ενοίκων τους π.χ.<br />

κοσμήματα.<br />

Στη Εποχή του Χαλκού (περ. 3300 - 1100 π.Χ.) παρατηρούνται διαφοροποιήσεις<br />

στις κατόψεις των σπιτιών και στη χωροοργάνωση των οικισμών, απόρροια της<br />

διαφορετικής κοινωνικής οργάνωσης. Τα σπίτια της Μέσης Εποχής του Χαλκού<br />

(περ. 1900 - 1550 π.Χ.) είναι μεγάλα, αψιδωτά και μακρόστενα (τύπος «μεγάρου»)<br />

και κτισμένα το ένα δίπλα στο άλλο.<br />

Η <strong>ΛΑΡΙΣΑ</strong> ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΑΡΧΑΪΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟ<br />

Κατά την αρχαϊκή εποχή (τέλη του 7ου αι. π.Χ.) διαμορφώθηκε η ισχυρή<br />

πρωτεύουσα της Πελασγιώτιδας, η Λάρισα, πάνω στην ακρόπολη. Οι Θεσσαλοί<br />

αφού κυριάρχησαν των προθεσσαλικών Πελασγικών φύλων διαχωρίστηκαν σε<br />

τέσσερα φυλετικά κράτη που ονομάστηκαν «τετράδες ή μοίρες» και διαίρεσαν έτσι<br />

την περιοχή, δηλαδή τις δυο πεδιάδες που διασχίζει ο Πηνειός και τα βουνά<br />

Όλυμπος και Όσσα, που τις χωρίζουν.<br />

Οι λαοί της περιφέρειας αποκλείονταν από αυτή τη Θεσσαλική Τετραρχία δηλαδή<br />

την Πελασγιώτιδα, την Εστιαιώτιδα, τη Θεσσαλιώτιδα και τη Φθιώτιδα. Ο<br />

μυθικός Αλεύας κατά τον Αριστοτέλη ήταν ο εμπνευστής αυτού του διαχωρισμού.<br />

Τα παραπάνω θεσσαλικά κράτη επισύναψαν συμμαχία κατά το τέλος του 7ου<br />

2


αιώνα π.Χ. δημιουργώντας το Κοινό των Θεσσαλών, ένα διοικητικό κυρίως θεσμό.<br />

Η Θεσσαλική Τετραρχία κατά τον Γερμανό μελετητή Friedrich Stählin κατάφερε να<br />

παραμείνει σε ισχύ λίγο πιο πριν το 196 π.Χ., ενώ τελευταία φορά αναφέρεται κατά<br />

την περίοδο που κυριάρχησε ο Φίλιππος ο Β’.<br />

Σε περίοδο κρίσης, ισχυρές αριστοκρατικές οικογένειες, όπως αυτή των Αλευάδων<br />

αναλάμβαναν την αντιμετώπιση της με την οργάνωση στρατιωτικών δυνάμεων και<br />

αυτοδιορίζονταν προσωρινοί άρχοντες ή αλλιώς «ταγοί». Μετά το πέρας της<br />

κρίσης προσπαθούσαν να διατηρήσουν την εξουσία τους και να επωφεληθούν του<br />

συμβολικού κεφαλαίου που είχαν συσσωρεύσει με κληρονομικό τρόπο. Ως πρώτος<br />

ταγός αναφέρεται ο Αλεύας ο Πυρρός, ιδρυτής του ηγεμονικού οίκου της<br />

Λάρισας. Ο ίδιος οργάνωσε τη συμμαχία στρατιωτικά. Το πεζικό δεν<br />

περιλαμβανόταν σε αυτές τις στρατιωτικές συνθέσεις λόγω της ικανότητας των<br />

Θεσσαλών να εκτρέφουν μεγάλο αριθμό αλόγων. Στην τέχνη εξάλλου είναι<br />

ιδιαίτερα αγαπητό το θέμα του αλόγου αλλά και στα νομίσματα από τα πρώιμα<br />

ακόμη χρόνια.<br />

Σε πολιτικό επίπεδο, ο οίκος πάντως των Αλευάδων δεν άσκησε ιδιαίτερα επιτυχή<br />

πολιτική, κυρίως κατά τη χρονική περίοδο που έγινε η εισβολή του Ξέρξη. Απλά, ο<br />

ηγεμονικός χαρακτήρας του οίκου μετατοπίστηκε σε μεγάλο βαθμό, από τις<br />

πολιτικές στις οικονομικές πρακτικές και η Λάρισα έγινε η κύρια πόλη της<br />

θεσσαλικής νομισματικής ενώσεως (1).<br />

Σε πνευματικό επίπεδο, οι ηγεμονικές οικογένειες όπως αυτή των Αλευάδων<br />

προσκαλούσαν φιλοσόφους και προσωπικότητες του πνεύματος. Ανάμεσα τους<br />

ήταν οι ποιητές Ανακρέων, Σιμωνίδης, Πίνδαρος, Βακχυλίδης, ο σοφιστής Γοργίας<br />

και ο ιατρός Ιπποκράτης.<br />

Ενδιαφέρον έχει εδώ να αναφερθεί η εξέχουσα προσωπικότητα του Φίλωνα του<br />

Λαρισαίου, ο οποίος γεννήθηκε στη Λάρισα το 159/158 π.Χ. και πέθανε το<br />

84/83π.Χ. (159/158-84/83 π.Χ.). Πήγε στην Αθήνα όπου και έγινε μαθητής του<br />

Κλιτόμαχου. Σύμφωνα με τον Sextus Empiricus, ήταν ιδρυτής της «τέταρτης<br />

ακαδημίας» του Πλάτωνα (2). Ήταν διδάσκαλος του Αντίοχου του Ασκαλωνίτη.<br />

Κατά την διάρκεια του πρώτου Μιθριδατικού πολέμου έφυγε από την Αθήνα και<br />

μετέβη στην Ρώμη. Δυστυχώς, τα συγγράμματά του δεν διασώθηκαν. Ο Φίλωνας<br />

ανήκε στη φιλοσοφική σχολή των σκεπτικών (3).<br />

(1) Stählin F., Η αρχαία Θεσσαλία (Θεσσαλονίκη: Εκδοτικός Οίκος Αδελφών<br />

Κυριακίδη α.ε./ Φιλολογικός Ιστορικός Λογοτεχνικός Σύνδεσμος (Φ.Ι.Λ.Ο.Σ.)<br />

Τρικάλων, 2008), Σειρά: Κείμενα και Μελέτες, 2η Έκδοση διορθωμένη<br />

(2) Sextus Empiricus, Hypotyp. i. 220<br />

(3) Brittain C., Philo of Larissa (Oxford University Press, 2001) ISBN 0198152981<br />

3


Η <strong>ΛΑΡΙΣΑ</strong> ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΗΣ <strong>ΚΑΙ</strong> ΡΩΜΑΪΚΗΣ<br />

ΚΥΡΙΑΡΧΙΑΣ<br />

Γύρω στον 4ο αι. π.Χ., η Λάρισα στην προσπάθεια της να διατηρήσει τη δύναμη<br />

της και την πρωτοκαθεδρία της στο θεσμό της ταγείας ενεπλάκη σε μάχη με την<br />

αντίζηλο της, Φάρσαλο και με τη βοήθεια δυνάμεων από την Κεντρική Ελλάδα, τη<br />

νίκησε. Αυτή η νίκη όμως πιθανόν να την εξουθένωσε και της στοίχησε την<br />

αυτονομία της διότι η ελευθερία της χάθηκε όταν ο Φίλιππος ο Β’ εισέβαλε στην<br />

περιοχή. Από το 344 π.Χ. έως το 196 π.Χ. η Λάρισα ήταν υποταγμένη στο όνομα<br />

ενός συνασπισμού στους βασιλείς της Μακεδονίας.<br />

Οικονομικά και δημογραφικά η Λάρισα υπέφερε. Αργότερα όμως όταν οι Ρωμαίοι<br />

εισέβαλαν στην περιοχή, «απελευθερώνοντας» τη Λάρισα από τους Μακεδόνες,<br />

στην εξουσία επικράτησε η αντιμακεδονική παράταξη η οποία ευνοούνταν από<br />

τους Ρωμαίους κατακτητές. Κάτω από τη δική τους δημοκρατική διακυβέρνηση, η<br />

πόλη γνώρισε μια σύντομη αναλαμπή ακμής χωρίς να παραλείπονται και πολλές<br />

φάσεις παρακμής.<br />

Μια από τις πιο λαμπρές στιγμές στην ιστορία της ήταν η ίδρυση των Ελευθέριων.<br />

Τα Ελευθέρια ιδρύθηκαν προς τιμής του Ελευθερίου Διός, κατά το 2ο αιώνα π.Χ.<br />

Ήταν μια μεγάλη πανθεσσαλική γιορτή με απήχηση σε όλο τον αρχαίο ελληνικό<br />

κόσμο, σε πόλεις της Μικράς Ασίας ακόμη και της Ιταλίας. Αυτά περιλάμβαναν<br />

μεγάλους ιππικούς αγώνες καθώς και φιλολογικούς, χορευτικούς, γυμνικούς,<br />

μουσικούς αγώνες.<br />

Στον αντίποδα, φάση παρακμής διαπιστώνεται όταν στη Λάρισα συγκροτούνται<br />

μεγάλες ιδιοκτησίες γης των Ρωμαίων στη Θεσσαλία. O άλλοτε ισχυρός διοικητικός<br />

θεσμός του Κοινού των Θεσσαλών τώρα υποβαθμίζεται. Η ζωή γίνεται ακόμη πιο<br />

δύσκολη με τους ρωμαϊκούς εμφυλίους ενώ παρατηρείται γενική μείωση του<br />

πληθυσμού. Παρόλες τις αντίξοες συνθήκες που επικρατούν, η Λάρισα καταφέρνει<br />

να ξεπεράσει την κρίση με μετοικήσεις πληθυσμών από τις γύρω πόλεις ενώ<br />

παράλληλα γίνονται και απελευθερώσεις δούλων (1).<br />

Ενδιαφέρον έχει εδώ να αναφερθεί ότι η πιο παλαιά πολιτογράφηση που<br />

γνωρίζουμε, όσον αφορά μετοικήσεις άλλων πληθυσμών, έγινε στο τέλος του 5ου<br />

αι. π.Χ. από το Γοργία το Σοφιστή, από τον οποίο αναφέρεται σαν τον αστείο των<br />

Λαρισαίων. «Ο Γοργίας φέρεται ειπών ότι, όπως ακριβώς οι ολμοποοιοί της Λαρίσης<br />

κατεσκευάζον εις τα εργαστήρια της αγοράς τους όλμους, τοιοτοτρόπως και ωρισμένοι<br />

άρχοντες της Λαρίσης είχον κατασκευάσει τότε τους Λαρισαίους πολίτας, γενόμενοι τρόπον<br />

τινά Λαρισοποιοί». Το σκώμμα του Γοργία αναφέρεται στις πολιτογραφήσεις ξένων<br />

που οφείλονταν μάλλον σε σοβαρή κυβερνητική μεταβολή.<br />

Μια άλλη πολιτογράφηση έγινε στο τέλος του 3ου αι. π.Χ., όταν ο Φίλιππος,<br />

βασιλιάς των Μακεδόνων, έστειλε στους Λαρισαίους γραπτή εντολή να εκλέξουν<br />

πολίτες για λόγους πολιτικούς στρατιωτικούς και οικονομικούς. Ειδικότερα, οι<br />

4


λόγοι αφορούσαν την προετοιμασία του πολέμου κατά των Ρωμαίων, την<br />

ελάττωση του σώματος των ελεύθερων πολιτών από ολιγανθρωπία και λειψανδρία,<br />

τη χαμηλή στάθμη της καλλιέργειας και της σιτοπαραγωγής της Πελασγιώτιδας,<br />

και γενικότερα την παραμέληση της αγροτικής καλλιέργειας στην Ελλάδα κατά<br />

την τελευταία δεκαετία της Μακεδονικής ηγεμονίας και τους μετέπειτα Ρωμαϊκούς<br />

χρόνους (2).<br />

Η Λάρισα βέβαια, κατάφερε να αυξηθεί τόσο λόγω των παραπάνω μέτρων όσο της<br />

αγαστής προσπάθειας των Λαρισαίων πολιτών να διασώσουν το περιβάλλον τους.<br />

Ο Στράβωνας (3) αναφέρει ότι οι Λαρισαίοι κατασκεύαζαν «αντιπλημμυρικά έργα<br />

στη περιοχή Αμυρίου πεδίου» για να προστατεύουν και να βελτιώνουν τη<br />

γεωργική παραγωγή τους. Έτσι γίνεται αντιληπτό ότι η χώρα της πόλης της<br />

Λάρισας από μια μικρή ημικυκλική έκταση κοντά στην πόλη, με ένα σύστημα<br />

κλειστής οικονομίας που επικρατούσε για αιώνες στην αρχαία Ελλάδα, έγινε μια<br />

πολιτική και οικονομική ενότητα που περιελάμβανε όλη την πεδιάδα της<br />

Πελασγιώτιδας.<br />

(1) F. Stählin, Η αρχαία Θεσσαλία (Θεσσαλονίκη: Εκδοτικός Οίκος Αδελφών Κυριακίδη α.ε./<br />

Φιλολογικός Ιστορικός Λογοτεχνικός Σύνδεσμος (Φ.Ι.Λ.Ο.Σ.) Τρικάλων, 2008), Σειρά: Κείμενα και<br />

Μελέτες, 2η Έκδοση διορθωμένη<br />

(2) Helly, Br., 1985 Η περιοχή της Αρχαίας Λάρισας. Έκταση, όρια, οργάνωση. Πρακτικά του Α'<br />

Ιστορικού- Αρχαιολογικού Συμποσίου, Λάρισα: Παρελθόν και μέλλον, Συντακτική Επιτροπή:<br />

Γαλλής Κ., Σακελλίων Γ., Σπανός Κ. Λάρισα, Δήμος Λάρισας, 1985<br />

(3) Στράβων, Γεωγραφικά, IX, 440.<br />

Μνημεία που δεν διασώθηκαν (Κλασικοί – Ρωμαϊκοί Χρόνοι)<br />

Τα αλληλεπικαλυπτόμενα στρώματα κατοίκησης, οι διαφορετικές ανάγκες των<br />

πολιτών σε κάθε εποχή επέφεραν αλλαγές στον τοπογραφικό - πολεοδομικό ιστό<br />

της πόλης της αρχαίας Λάρισας. Πάρα πολλά μνημεία που μας είναι γνωστά από<br />

ιστορικές πηγές σήμερα δεν είναι ορατά. Σωστικές ανασκαφές, που έγιναν από το<br />

1973, αποκάλυψαν αρκετά στοιχεία για την αρχαία πολεοδομία. Πολλά όμως από<br />

τα ευρήματα δε διατηρήθηκαν, καθώς η αποκάλυψη τους έγινε στα πλαίσια<br />

εκτέλεσης ιδιωτικών έργων.<br />

Εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζουν το Α’ και Β’ Αρχαίο Θέατρο που<br />

αποκαλύφθηκαν εντός του σημερινού ιστορικού κέντρου της Λάρισας και τα οποία<br />

διαμορφώνουν την πολιτιστική ταυτότητα της πόλης αφού είναι τα μόνα ορατά<br />

σήμερα.<br />

5


Εικόνα 1 Α΄ Αρχαίο θέατρο<br />

Εικόνα 2 Β΄ Αρχαίο θέατρο<br />

Άλλα δημόσια οικοδομήματα είναι γνωστά μόνο από επιγραφικές μαρτυρίες και γραπτές<br />

πηγές. Τέτοια ήταν ο ναός της Πολιάδας Αθηνάς, η οποία βρισκόταν ανατολικά του<br />

σημερινού Αγίου Αχιλλείου. Ο ναός πιθανολογείται ότι ήταν το Αρχείο της πόλης. Ακόμη,<br />

στο χώρο που οριοθετούν οι σημερινές πλατείες Κεντρική και Ταχυδρομείου, και στον οποίο<br />

εκτεινόταν, η Αρχαία Αγορά, πιθανολογείται ότι βρισκόταν ο ναός του Κερδώου<br />

Απόλλωνος που θα πρέπει να χτίστηκε στις αρχές του 4ου αι. π.Χ. Ο ναός αυτός<br />

διαδραμάτιζε επίσης το ρόλο του Αρχείου αφού σε αυτόν στήνονταν τα ψηφίσματα του<br />

Δήμου και οι δικαστικές αποφάσεις. Στα αναθήματα που ήταν ανιδρυμένα στο ιερό<br />

περιλαμβάνεται η στήλη του Θεοτίμου, θεσσαλού ιππέα που σκοτώθηκε στη μάχη της<br />

Τανάγρας του 457π.Χ.<br />

Εικόνα 3 457 π. Χ. Επιτύμβια στήλη του Θεοτίμου<br />

Γύρω στον 2ο αι. π.Χ. μετά τη Ρωμαϊκή κατάκτηση και βορειοανατολικά της<br />

πλατείας Ταχυδρομείου, πιθανολογείται ότι χτίστηκε ο ναός του Διός Ελευθερίου.<br />

Ο ναός ήταν χώρος φυλάξεως των επίσημων εγγράφων του Κοινού των Θεσσαλών.<br />

Εκτός των παραπάνω, αναφέρονται σε επιγραφές ο ναός του Μειλιχίου Διός,<br />

ένας ιππόδρομος και δυο γυμνάσια των οποίων δε γνωρίζουμε ούτε την ακριβή<br />

θέση ούτε κάποια άλλα επιπρόσθετα πληροφοριακά στοιχεία. Σε σχέση με την<br />

ύπαρξη των γυμνασίων γνωρίζουμε μόνο δυο ονόματα γυμνασιαρχών, αυτά του<br />

Τιμασίθεου και του Εύδημου.<br />

Πηγές:<br />

• Ανθή Μπάτζιου-Ευσταθίου, Δρ.Αρχαιολόγος - Προϊσταμένη της ΙΕ’ Εφορείας<br />

Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων Λάρισας<br />

• Stählin F., Η αρχαία Θεσσαλία (Θεσσαλονίκη: Εκδοτικός Οίκος Αδελφών Κυριακίδη<br />

6


α.ε./ Φιλολογικός Ιστορικός Λογοτεχνικός Σύνδεσμος (Φ.Ι.Λ.Ο.Σ.) Τρικάλων, 2008), Σειρά:<br />

Κείμενα και Μελέτες, 2η Έκδοση διορθωμένη<br />

BYZANTINH <strong>ΛΑΡΙΣΑ</strong><br />

Παλαιοχριστιανική περίοδος (4ος - 7ος αι. μ.Χ.)<br />

Με την άνοδο του Μεγάλου Κωνσταντίνου στο θρόνο, τη μεταφορά της<br />

πρωτεύουσας του κράτους στην Κωνσταντινούπολη και την εγκαθίδρυση του<br />

Χριστιανισμού ως επίσημης θρησκείας, η Θεσσαλία εξακολουθεί να αποτελεί<br />

διοικητική επαρχία, η οποία διοικητικά υπάγεται στο Ανατολικό Ιλλυρικό και<br />

εκκλησιαστικά στον πάπα της Ρώμης. Οι σημαντικότερες πόλεις της αρχαιότητας<br />

στο νομό, όπως η Λάρισα και τα Φάρσαλα συνεχίζουν να ακμάζουν, ενώ μια σειρά<br />

από αρχαία αστικά κέντρα εξακολουθούν να αναφέρονται στις πηγές μέχρι το<br />

τέλος της περιόδου.<br />

Από το τέλος του 4ου αι. αρχίζει μια σειρά βαρβαρικών επιδρομών, που οδηγούν<br />

σε ερήμωση στην ύπαιθρο και δοκιμάζουν την αντοχή των οχυρωμένων θέσεων,<br />

αρκετές από τις οποίες ερειπώνονται. Στο πρώτο μισό του 6ου αιώνα, ο<br />

Ιουστινιανός αναλαμβάνει γενναία προσπάθεια ανακαίνισης αρκετών φρουρίων<br />

και τόνωσης της ζωής των πόλεων, ενώ ιδρύει και μια νέα οχυρωμένη πόλη στους<br />

πρόποδες του Κισσάβου, η οποία δεν έχει ταυτισθεί μέχρι στιγμής.<br />

Το σημαντικότερο νέο στοιχείο της περιόδου είναι η εξάπλωση του Χριστιανισμού.<br />

Όσον αφορά στην εξάπλωσή του στη Λάρισα, μεγάλη θεωρήθηκε κατά ορισμένες<br />

πηγές και η συμβολή του Αγίου Αχιλλίου, ίσως του πρώτου Επισκόπου της, για τον<br />

οποίο αναφέρεται ότι συμμετείχε στην Α’ Οικουμενική Σύνοδο (324 μ.Χ.) και<br />

υπήρξε ιδρυτής αρκετών κοινωφελών ιδρυμάτων στην πόλη, ενώ επιμελήθηκε ο<br />

ίδιος τον τάφο του στο λόφο του φρουρίου.<br />

Στην περιοχή του Λόφου του Φρουρίου ανασκάφηκε τα τελευταία χρόνια<br />

σημαντική παλαιοχριστιανική βασιλική του 6ου αιώνα κτισμένη πάνω σε 2<br />

καμαροσκεπείς τοιχογραφημένους τάφους επίσημων προσώπων. Ένας από<br />

αυτούς μπορεί να συσχετισθεί με τον Άγιο Αχίλλιο, όπως προκύπτει από τις<br />

επιγραφές που βρέθηκαν επιτόπου καθώς και όσα παραδίδουν οι σωζόμενοι βίοι<br />

του.<br />

Εικόνα 4 Παλαιοχριστιανική Βασιλική λόφου φρουρίου<br />

7


Άλλη μια μεγάλη παλαιοχριστιανική βασιλική, πιθανόν πεντάκλιτη,<br />

ανασκάφηκε στην οδό Κύπρου 22 και διατηρείται σε κατάχωση. Χρονολογείται<br />

στα τέλη του 4ου με αρχές 5ου αιώνα και υπήρξε το σημαντικότερο κτίριο της<br />

Λάρισας μετά την επικράτηση της νέας θρησκείας. Η βασιλική έφερε σημαντική<br />

ζωγραφική, αξιόλογο ψηφιδωτό, όπως το περίφημο ψηφιδωτό των παγονιών<br />

που βρέθηκε στο νάρθηκα, και γλυπτό διάκοσμο. Η κόγχη της βρέθηκε στην<br />

πλατεία Μπλάνα, ενώ το αίθριό της έφθανε μέχρι την οδό Ανδρούτσου.<br />

Εικόνα 5 Ψηφιδωτό παλαιοχριστιανικής βασιλικής Κύπρου<br />

Πλήθος άλλων ευρημάτων της περιόδου, πολλά από τα οποία ανακαλύφθηκαν σε<br />

κοσμικά κτίρια, αποδεικνύουν ότι η Λάρισα υπήρξε ακμάζουσα πόλη στην<br />

παλαιοχριστιανική εποχή και σημαντικό καλλιτεχνικό κέντρο.<br />

Από εκκλησιαστική άποψη, η επισκοπή της Λάρισας από πολύ νωρίς ανυψώθηκε<br />

σε μητρόπολη, με υποτελείς όλες τις επισκοπές της Θεσσαλίας, τα όρια της οποίας<br />

έφθαναν τότε προς Νότο μέχρι την Υπάτη, ενώ προς Βορρά μέχρι τις πόλεις της<br />

σημερινής Δυτικής Μακεδονίας, Καισάρεια και Διοκλητιανούπολη.<br />

Κυρίως Βυζαντινή περίοδος (7ος - 13ος αι. μ.Χ.)<br />

Την ακμάζουσα παλαιοχριστιανική περίοδο, κατά την οποία συνεχίζεται ως ένα<br />

σημείο η ζωή των αρχαίων θεσσαλικών πόλεων -διαφοροποιημένων ωστόσο υπό<br />

την επίδραση του χριστιανισμού- έρχεται να διακόψει από τα τέλη του 6ου αιώνα<br />

μια μεγάλη περίοδος ταραχών και αναστατώσεων, κατά την οποία οι πόλεις της<br />

Θεσσαλίας παύουν να αναφέρονται στις πηγές. Το φαινόμενο αυτό, που<br />

δημιουργήθηκε κατά μεγάλο μέρος από τις βαρβαρικές επιδρομές, χαρακτηρίζει ως<br />

ένα βαθμό και τις υπόλοιπες επαρχίες του βυζαντινού κράτους, γι’ αυτό και οι<br />

αιώνες 7ος και 8ος ονομάζονται σκοτεινοί αιώνες.<br />

Σημαντική αναστάτωση δημιουργείται από τις επιδρομές των σλαβικών φύλων,<br />

μέρος των οποίων εγκαθίσταται μόνιμα σε περιοχές της Θεσσαλίας και της<br />

Μακεδονίας. Δεν υπάρχουν ακριβείς πληροφορίες για το χρόνο και τις θέσεις<br />

εγκατάστασης τους, αλλά ένα από αυτά, οι Βελεγεζήται, αναφέρονται τον 8ο αιώνα<br />

8


στα παράλια του Παγασητικού κόλπου. Με την κατάλληλη πολιτική των<br />

βυζαντινών αυτοκρατόρων, οι Σλάβοι εκχριστιανίζονται και σταδιακά<br />

ενσωματώνονται στο ντόπιο πληθυσμό.<br />

Μετά τη διοικητική αναδιοργάνωση του κράτους για την αντιμετώπιση των νέων<br />

κινδύνων, η Θεσσαλία ανήκει πλέον στο Θέμα Ελλάδος για να επεκταθεί<br />

αργότερα προς Νότο. Κατά καιρούς, η Λάρισα αποτέλεσε την πρωτεύουσα του<br />

Θέματος κυρίως την εποχή των Βουλγαρικών πολέμων. Από τον 8ο αιώνα αρχίζει<br />

και η σύγχυση των πηγών όσον αφορά στην ονομασία της Θεσσαλίας, αφού ο όρος<br />

αυτός αποδίδεται πλέον στην περιοχή της Θεσσαλονίκης και ο χώρος της<br />

σημερινής Θεσσαλίας αναφέρεται ως Δευτέρα Θεσσαλία, ενώ από τον 12ο αιώνα<br />

και εξής, συχνά και ως Βλαχιά ή Μεγάλη Βλαχιά.<br />

Τον 10ο αιώνα σημειώνονται και άλλες καταστρεπτικές επιδρομές στη<br />

Θεσσαλία. Μία από αυτές, του 901 – 902 μ.Χ., σχετίζεται κατά πάσα πιθανότητα<br />

με Άραβες.<br />

Στη συνέχεια η Θεσσαλία απειλείται σοβαρά από τις αλλεπάλληλες επιδρομές των<br />

Βουλγάρων, οι οποίες κορυφώνονται τις δυο τελευταίες δεκαετίες του 10ου αιώνα<br />

με την κατάληψη της Λάρισας το 982 μ.Χ. από τον τσάρο Σαμουήλ, μετά από<br />

τρίχρονη πολιορκία και αιχμαλωσία των κατοίκων της. Τον ίδιο καιρό<br />

μεταφέρθηκαν και τα λείψανα του Αγίου Αχιλλίου από τη Λάρισα στην Πρέσπα,<br />

όπου κτίσθηκε ναός προς τιμή του.<br />

Για αρκετά χρόνια όλη η περιοχή υπέφερε πολλά δεινά μέχρι την ήττα των<br />

Βουλγάρων το 966 μ.Χ. από τον στρατηγό Νικηφόρο Ουρανό στη μάχη του<br />

Σπερχειού.<br />

Ακολουθεί μια εποχή ειρήνης και αναδιοργάνωσης του Βυζαντίου από τον<br />

αυτοκράτορα Βασίλειο Β’, ο οποίος φρόντισε μεταξύ των άλλων και για την<br />

ανόρθωση των κατεστραμμένων φρουρίων της Θεσσαλίας.<br />

Ο επόμενος σοβαρός κίνδυνος για τη Θεσσαλία εμφανίσθηκε από την εκστρατεία<br />

των Νορμανδών, την εποχή του αυτοκράτορα Αλεξίου Α’ Κομνηνού (1082- 1118<br />

μ.Χ.). Ο ηγεμόνας των Νορμανδών, Βοημούνδος, λεηλάτησε την περιοχή και<br />

πολιόρκησε για μεγάλο διάστημα τη Λάρισα, αλλά αντιμετωπίσθηκε επιτυχώς με<br />

την εκστρατεία του Αλεξίου το 1083 μ.Χ.<br />

Από τον 9ο αιώνα και εξής, εκτός από τα γνωστά κέντρα Λάρισα, Φάρσαλα,<br />

Ελασσόνα εμφανίζονται στο προσκήνιο και νέες πόλεις στην περιοχή, όπως η<br />

Βέσαινα, που παλιότερα ταυτιζόταν με τον Αετόλοφο Αγιάς και τελευταία με τον<br />

ερειπωμένο σήμερα κοντινό του οικισμό, Βαθύρεμα. Εδώ σώζεται η εκκλησία της<br />

Παναγίας με σημαντικές τοιχογραφίες σε περισσότερα από ένα στρώματα που<br />

χρονολογούνται στην περίοδο αυτή. Σημασία επίσης αποκτούν οι οχυρωμένες<br />

θέσεις.<br />

Από τον 12ο αι., και περισσότερο στην υστεροβυζαντινή περίοδο, αρχίζει να<br />

9


γίνεται φανερή η διάσπαση της κεντρικής οργάνωσης του κράτους και η εμφάνιση<br />

μικρών περιφερειών με διάφορα ονόματα, σύστημα με ιδιαίτερη διάδοση στη<br />

Θεσσαλία με τις τεράστιες πεδινές και εύφορες εκτάσεις, που προκαλούσαν τον<br />

ενδιαφέρον των ισχυρών της εποχής.<br />

Έτσι αναφέρονται η επίσκεψη Ρεβενίκου και Φαρσάλων, η επαρχία Βλαχίας, η<br />

επίσκεψη Δομοκού και Βεσαίνης και άλλες, οι οποίες αποτελούσαν στα 1204<br />

ιδιοκτησία της αυτοκράτειρας, συζύγου του Αλεξίου Γ’ Κομνηνού.<br />

Υστεροβυζαντινή περίοδος (13ος- 14ος αι. μ.Χ.)<br />

Το πρώτο μέρος της υστεροβυζαντινής περιόδου αποτελεί την εποχή της<br />

Φραγκοκρατίας, η οποία στη Θεσσαλία είναι σύντομη και διαρκεί λιγότερο από<br />

είκοσι χρόνια. Όταν το 1204 καταλύθηκε το βυζαντινό κράτος και η<br />

Κωνσταντινούπολη με το μεγαλύτερο μέρος της βυζαντινής επικράτειας περιήλθε<br />

στην εξουσία των Λατίνων Ιπποτών της Δ’ Σταυροφορίας, η Θεσσαλία αποδόθηκε<br />

στον βασιλέα της Θεσσαλονίκης Βονιφάτιο του Μομφερρά, ο οποίος την κατέλαβε<br />

χωρίς αντίσταση και εγκατέστησε λατινική εξουσία στις πόλεις.<br />

Στη Λάρισα τοποθετήθηκε ως ηγεμόνας, ο Λομβάρδος ευγενής Γουλιέλμος, ο<br />

οποίος πρόσθεσε στον τίτλο του την προσωνυμία ντι Λάρσα.<br />

Οι αναστατώσεις της περιόδου αυτής προέρχονται κυρίως από τις συγκρούσεις των<br />

Λατίνων Ιπποτών μεταξύ τους, όπως η στάση των Λομβαρδών της Λάρισας το 1209<br />

και η κατάπνιξη της από τον αυτοκράτορα της Κωνσταντινούπολης<br />

Ερρίκο. Σημαντικές έριδες πυροδότησε επίσης και η επέμβαση του Πάπα, ο οποίος<br />

εγκατέστησε καθολικούς ιερωμένους ως επικεφαλής των επισκοπών, γεγονός που<br />

προκάλεσε μεγάλες αντιδράσεις καθώς και διεκδικήσεις οικονομικού χαρακτήρα<br />

για την εκμετάλλευση των εύφορων εκτάσεων της εκκλησιαστικής και μοναστικής<br />

περιουσίας.<br />

Τις ταραχές αυτές εκμεταλλεύθηκαν οι ηγεμόνες του ανεξάρτητου βυζαντινού<br />

κράτους της Ηπείρου και άρχισαν την σταδιακή προσάρτηση της Θεσσαλίας, η<br />

οποία ολοκληρώθηκε το 1224 με την κατάλυση του φραγκικού κρατιδίου της<br />

Θεσσαλονίκης. Από την εποχή αυτή οι τύχες της Θεσσαλίας συνδέθηκαν στενά με<br />

αυτές του κράτους της Ηπείρου από το οποίο θα αποσπασθεί αργότερα για να<br />

αποτελέσει ανεξάρτητο κρατίδιο με κέντρο την Υπάτη και πρώτο ηγεμόνα τον<br />

Ιωάννη Α (1268/70- 1289/90), νόθο γιο του Μιχαήλ Β’ της Ηπείρου.<br />

Κατά τη διάρκεια του 14ου αιώνα και άλλοι ξένοι λαοί θα εισβάλλουν στη<br />

Θεσσαλία και πάντοτε χωρίς να συναντήσουν οργανωμένη αντίσταση, όπως οι<br />

Καταλανοί, οι οποίοι θα την λεηλατήσουν για μεγάλο χρονικό διάστημα από το<br />

1304 και εξής- ενώ ορισμένα εδάφη, όπως το φρούριο στο Καστρί, θα παραμείνει<br />

για πολλές δεκαετίες στην κατοχή τους. Αργότερα εμφανίζονται οι Σέρβοι, που θα<br />

αρχίσουν σταδιακά την κατάληψη της περιοχής από το 1342 για να ιδρύσουν<br />

10


τελικό ιδιαίτερο κρατίδιο από το 1348 με έδρα τα Τρίκαλα.<br />

Σ’ όλη αυτή την εποχή, η Θεσσαλία περιήλθε για μικρές μόνον χρονικές<br />

περιόδους στην κατοχή του επίσημου βυζαντινού κράτους, οι οποίες δεν<br />

αρκούσαν για την αποκατάσταση της εξουσίας του, που είχε κλονισθεί σοβαρά ήδη<br />

από τον 12ο αιώνα με την αύξηση της δύναμης των μεγάλων γαιοκτημόνων. Αυτοί<br />

έγιναν σταδιακά κυρίαρχοι των καλύτερων εδαφών της Θεσσαλίας -με<br />

προεξάρχουσες τις αρχοντικές οικογένειες των Μαλιασσηνών στην Ανατολική<br />

Θεσσαλία και των Γαβριηλόπουλων στη Δυτική Θεσσαλία.<br />

Εκτός από τους παραπάνω γαιοκτήμονες που απέκτησαν τις ακίνητες περιουσίες<br />

τους αρχικά με αυτοκρατορική παραχώρηση, τεράστιες εκτάσεις γης με ολόκληρα<br />

χωριά βρίσκονταν στην κατοχή των μεγάλων μοναστηριών όλο το διάστημα από<br />

τη Φραγκοκρατία μέχρι την έναρξη της Τουρκοκρατίας το 1396. Η έλλειψη<br />

κεντρικής εξουσίας στη Θεσσαλία, οι έριδες των ευγενών μεταξύ τους, η καταπίεση<br />

του πληθυσμού και η ερήμωση της υπαίθρου θεωρούνται από τις βασικές αιτίες<br />

που διευκόλυναν την τουρκική εγκατάσταση στη Θεσσαλία που άρχισε από το<br />

1393 και διήρκεσε συνολικά 500 περίπου χρόνια.<br />

Παρ’ όλες τις αναστατώσεις και την πολιτική παρακμή της περιόδου, υπήρχε ζωή<br />

στις πόλεις και πολιτιστική δημιουργία η οποία εκδηλώθηκε κυρίως με την ίδρυση<br />

και ανακαίνιση πολλών ναών και μοναστικών ιδρυμάτων, φαινόμενο που<br />

χαρακτηρίζει γενικότερα την Παλαιολόγεια περίοδο.<br />

Από καλλιτεχνική άποψη, το σημαντικότερο μνημείο της περιόδου στον σημερινό<br />

νομό της Λάρισας, και το μοναδικό που διασώθηκε ακέραιο, είναι η μονή της<br />

Ολυμπιώτισσας στην Ελασσόνα που ιδρύθηκε στο τέλος του 13ου αιώνα. Στις<br />

πόλεις δυστυχώς δεν σώθηκαν μνημεία διότι καταστράφηκαν από την έντονη<br />

οικονομική δραστηριότητα των Τούρκων κατά την επόμενη περίοδο.<br />

Πηγή:<br />

Σδρόλια Στ., Δρ Βυζαντινής Αρχαιολογίας - Αρχαιολόγος 7ης ΕΒΑ.<br />

ΤΕΔΚ Νομού Λάρισας, Οδηγός Νομού Λάρισας, Λάρισα 1998<br />

Η <strong>ΛΑΡΙΣΑ</strong> ΥΠΟ ΟΘΩΜΑΝΙΚΗ ΚΑΤΑΚΤΗΣΗ<br />

Πρώιμη Οθωμανική Περίοδος (14ος - 16ος αι.)<br />

Η τουρκική κατάκτηση της Λάρισας ολοκληρώθηκε σε τρεις φάσεις, στην πρώτη,<br />

κατά την εποχή του σουλτάνου Μουράτ Α΄, ο Γαζής Εβρενός Μπέης (Gazi Evrenos<br />

Bey) και ο Χαϊρεντίν Πασάς (Hayreddin Pasa) καταλαμβάνουν την πόλη το έτος<br />

788 από Εγίρας (1386/7).<br />

Στη δεύτερη, το 1392/3, με τον Evrenos Bey και το σουλτάνο Βαγιαζίτ Α΄ (1389-<br />

1402).<br />

11


Στην τρίτη φάση, το 1423 όταν πλέον οριστικά η Λάρισα και ολόκληρη η<br />

Θεσσαλία, θα κατακτηθούν και θα παραχωρηθούν ως τιμάριο από το σουλτάνο<br />

Μουράτ Β΄, στο στρατηγό του, Γαζή Τουρχάν Μπέη (Gazi Turhan Bey). Τη<br />

διοίκηση αναλαμβάνουν αργότερα ο γιος και εγγονός του τελευταίου, Ομέρ Μπέης<br />

(Ömer Bey) και Χασάν Μπέης (Hasan Bey), αντίστοιχα.<br />

Την εδραίωση της τουρκικής κυριαρχίας διευκόλυνε η κοινωνικοπολιτική<br />

αποσύνθεση και η γενικότερη παρακμή που επικράτησε τα αμέσως προηγούμενα<br />

χρόνια (το 14ο αι.) με διάφορους Έλληνες και ξένους δυνάστες να εκμεταλλεύονται<br />

οικονομικά μεγάλο μέρος του πληθυσμού, κυρίως του αγροτικού.<br />

Η τούρκικη κατάκτηση συνέβαλε, ακόμη περισσότερο, στο μαρασμό της ήδη<br />

παρακμασμένης οικονομίας, με αποτέλεσμα την αθρόα μετακίνηση πληθυσμών<br />

από την πεδιάδα προς τα ορεινά. Αυτή η μετακίνηση προς τα ορεινά τροφοδότησε<br />

ελπίδες σε μεγάλος μέρος του χριστιανικού πληθυσμού για μια πιο ασφαλή και<br />

ελεύθερη ζωή, μακριά από την οθωμανική εξουσία.<br />

Το κενό που άφηναν πίσω τους οι χριστιανοί, στο πλαίσιο μιας πολιτικής<br />

εποικισμού καλυπτόταν από μουσουλμανικά νομαδικά φύλα, τα οποία διείσδυαν<br />

άλλοτε ειρηνικά και άλλοτε βίαια, σε περιοχές μεγάλης στρατηγικής σημασίας για<br />

τον κατακτητή. Είναι γνωστό ότι ύστερα από την μερική κατάληψη της ανατολικής<br />

Θεσσαλίας από τον Evrenos Bey, το 1387, αρκετοί νομάδες [Γιουρούκοι (Yürük)] οι<br />

οποίοι ακολούθησαν τον Evrenos Bey από διάφορα μέρη της πυκνοκατοικημένης<br />

Μ.Ασίας και Ανατολίας, εγκαταστάθηκαν κυρίως στην περιοχή της Λάρισας και<br />

των Φαρσάλων.<br />

Ακολούθησαν και άλλοι, προγραμματισμένοι αυτή τη φορά, εποικισμοί, στα<br />

χρόνια του Βαγιαζίτ Α΄ και, λίγο αργότερα, στα χρόνια του Μουράτ Β΄. Μετά τους<br />

αλλεπάλληλους αυτούς εποικισμούς, γύρω στα 1454/5, η Λάρισα είχε μετατραπεί<br />

σε μια καθαρά μουσουλμανική πόλη, με 355 μουσουλμανικά νοικοκυριά, (τα 217<br />

από τα οποία ανήκαν σε βιοτέχνες) και 66 χριστιανικά. Έτσι, μπορεί να εξηγηθεί η<br />

επίσημη τουρκική ονομασία της, Γενί Σεχίρ, η οποία όμως επικράτησε μόνο στη<br />

διπλωματική γλώσσα.<br />

Αλλαγή στη σύσταση του πληθυσμού συμβαίνει, επίσης, στα τέλη του 15ου αι. -<br />

αρχές 16ου αι., όταν πολλοί Εβραίοι της Ισπανίας κατέφυγαν στα εδάφη τής<br />

Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, μετά τη βίαιη εκδίωξή τους από τους βασιλείς<br />

Φερδινάνδο και Ισαβέλα (1492). Ένας αριθμός προσφύγων καταφεύγει τότε και στη<br />

Λάρισα, αναζωογονώντας την παλιότερη εβραϊκή κοινότητα. Κατά την ίδια<br />

περίοδο (1463-79 και 1499-1503) και κατά τη διάρκεια των βενετοτουρκικών<br />

πολέμων των ετών 1463-79 και 1499-1503 παρατηρούνται αθρόοι εξισλαμισμοί. Την<br />

επικίνδυνη αυτή κατάσταση, στη Λάρισα, προσπαθεί να αντιμετωπίσει ο<br />

πατριάρχης Διονύσιος Α΄ (1472-78 και 1490-93) φροντίζοντας να καλύψει την κενή<br />

με κάποιο τρόπο τη μητροπολιτική έδρα τής πόλης.<br />

12


Η έκρυθμη πάντως αυτή κατάσταση διαρκεί σχεδόν όλο τον 16ο αιώνα σε<br />

ολόκληρο το βαλκανικό χώρο και ιδιαίτερα στη Θεσσαλία. Στις ορεινές περιοχές<br />

δημιουργούνται εστίες ένοπλου αντιστασιακού αγώνα. Οι αρματολοί (martalos),<br />

σώματα κάτω από οθωμανική αρχικά διοίκηση, συμπράττουν πολλές φορές στο<br />

πλευρό του υποτιθέμενου εχθρού τους (των κλεφτών), ενώ και οι δυο μαζί<br />

απομυζούν, ταλαιπωρούν και προσβάλλουν με τις ωμότητές τους, τους<br />

χριστιανικούς πληθυσμούς των ορεινών περιοχών.<br />

Στα τέλη του 16ου- αρχές 17ου αι., αρχίζει η αντίστροφη κίνηση των χριστιανών<br />

από τα ορεινά προς τα πεδινά και τα μεγάλα αστικά κέντρα. Οι παράγοντες που<br />

συνετέλεσαν σε αυτό ήταν:<br />

• Η βαθμιαία παρακμή της οθωμανικής αυτοκρατορίας.<br />

• Η διείσδυση του ευρωπαϊκού κεφαλαίου στον ελληνικό χώρο [υπογραφή των<br />

πρώτων Διομολογήσεων (Capitulations), το 1535].<br />

• Οι αυξημένες πλέον ανάγκες των αστικών κέντρων, στα οποία αρχίζουν σιγά<br />

σιγά να δημιουργούνται οι συνθήκες για την οικονομική ανάπτυξη των<br />

υπόδουλων.<br />

Σε μια τέτοια ατμόσφαιρα ζυμώσεων, είναι αξιοσημείωτο να αναφερθεί, η<br />

οργάνωση επαναστατικού κινήματος το 1600, από το μητροπολίτη Διονύσιο Β΄,<br />

τον επονομαζόμενο Φιλόσοφο, ή, σκωπτικά, Σκυλόσοφο, το οποίο όμως<br />

δυστυχώς αποτυχαίνει ενώ ο ίδιος καθαιρείται (15 Μαΐου 1601).<br />

Πηγή Θεόδωρος Παλιούγκας<br />

Ύστερη Οθωμανική Περίοδος Ι (17ος- 18ος αι.)<br />

Στις αρχές του 17ου αι, η Λάρισα ανθεί οικονομικά και εμπορικά. Είναι<br />

μεγαλύτερη πληθυσμιακά τόσο σε σχέση με την πόλη των Ιωαννίνων, όσο και των<br />

Τρικάλων και κατατάσσεται μεταξύ των δέκα κυριότερων πόλεων του ευρωπαϊκού<br />

τμήματος της οθωμανικής αυτοκρατορίας.<br />

Κατά τη διάρκεια του Γ΄ βενετοτουρκικού πολέμου (1645-69), ο σουλτάνος Μεχμέτ<br />

Δ΄(1648-87) μεταφέρει την έδρα του στη Λάρισα, για την καλύτερη παρακολούθηση<br />

των επιχειρήσεων στην Κρήτη. Η εγκατάστασή του αυτή τρέπει πολλούς<br />

χριστιανούς στα ορεινά. Ο ίδιος, κατά την παραμονή του, χτίζει μεγαλοπρεπές<br />

ανάκτορο, και πολλοί ξένοι διπλωμάτες εγκαθίστανται στη Λάρισα και στο<br />

γειτονικό Τύρναβο. Οι τεράστιες πολεμικές δαπάνες αναγκάζουν τον Μεχμέτ Δ΄ να<br />

επιβάλλει βαριά φορολογία, εξαντλώντας οικονομικά τον υπόδουλο πληθυσμό τής<br />

ευρύτερης περιοχής τής Λάρισας. Σε όλα αυτά προστίθενται μεγάλες επιδημίες και<br />

φυσικές καταστροφές: το 1667 και 1688 ο πληθυσμός μειώνεται από επιδημίες, και<br />

13


το 1684, μια μεγάλη πλημμύρα του Πηνειού δημιουργεί προβλήματα και<br />

δυσχεραίνει τη διαβίωση.<br />

Φυσικές καταστροφές συμβαίνουν και κατά το πρώτο μισό του 18ου αι.: στα 1719,<br />

το μεγάλο «θανατικό» αποδεκάτισε τον πληθυσμό, ενώ το 1729, μεγάλη πλημμύρα<br />

προκάλεσε τεράστιες καταστροφές σε αρκετά χωριά της θεσσαλικής πεδιάδας, ενώ<br />

στη Λάρισα, κατακλύσθηκαν από τα νερά του Πηνειού οι συνοικίες Πέρα,<br />

Ταμπάκικα και Αρναούτ.<br />

Οι πολεμικές επιχειρήσεις των Ρώσων στην περιοχή της Κριμαίας και του Αζόφ<br />

(1735-39), και των Αυστριακών στην περιοχή του Βελιγραδίου (1737-39),<br />

προκάλεσαν αναστάτωση στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, εγκαινιάζοντας μια<br />

περίοδο μεγάλης αναρχίας στη Θεσσαλία. Σε αυτή τη χρονική περίοδο έχουμε την<br />

αρχή της λεγόμενης «αρβανιτοκρατίας», με τις καταστροφικές επιθέσεις Ελλήνων<br />

και τουρκαλβανών κλεφταρματολών, όσο και την τρομοκρατία των γενίτσαρων<br />

(yeniҫeri) σε βάρος του πληθυσμού των πόλεων. Τα ταξίδια στη Θεσσαλία γίνονται<br />

ιδιαίτερα επικίνδυνα κατά την περίοδο αυτή, κάτι που επιβεβαιώνει ο Άγγλος<br />

περιηγητής Richard Pococke.<br />

Μετά την έκρηξη του Α΄ ρωσοτουρκικού πολέμου, για τον εκφοβισμό των<br />

χριστιανών της Λάρισας, οι Τούρκοι πυρπολούν και κατεδαφίζουν το<br />

μητροπολιτικό ναό του Αγ. Αχιλλίου, στις 12 Ιουνίου το 1769. Η ανοικοδόμησή του<br />

απαγορεύτηκε, ενώ ο μητροπολίτης Μελέτιος Δ΄ (1769-91) εκδιώχτηκε και κατέφυγε<br />

στο γειτονικό Τύρναβο. Τη φυγή του ακολούθησαν αρκετοί κάτοικοι της πόλης.<br />

Κατά τη διάρκεια του πολέμου αυτού εκδηλώθηκε στον ελλαδικό χώρο<br />

επαναστατικό κίνημα, γνωστό ως Ορλωφικά (1770), το οποίο απέτυχε. Στη Λάρισα,<br />

η οποία από το 1770 είχε αναγνωριστεί ως πρωτεύουσα της Θεσσαλίας, η τάξη<br />

διασαλεύεται και ακολουθούν αρκετές βιαιότητες σε βάρος του πληθυσμού.<br />

Αν και από το 1774, με τη συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή, η νικήτρια Ρωσία<br />

ανέλαβε το ρόλο του προστάτη των χριστιανών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας,<br />

στη Λάρισα, στις 4 Ιουνίου 1779, ο Καπουδάν Χασάν Πασάν έφτασε με έξι χιλιάδες<br />

στρατιώτες, έχοντας ως στόχο να επιβάλλει την τάξη σε ομάδες Αλβανών ατάκτων.<br />

Ο Καπουδάν επωφελείται όμως της γενικότερης σύγχυσης, προχωρώντας σε διώξεις<br />

χριστιανών της πόλης.<br />

Από το 1783, με την εμπορική συνθήκη της Κωνσταντινούπολης, στα μεγάλα<br />

κέντρα της Θεσσαλίας αναπτύσσονται ευνοϊκοί όροι για τη διεύρυνση του<br />

εμπορίου. Ιδιαίτερα το εμπόριο του βαμβακιού και των βαμμένων νημάτων έδωσε<br />

μεγάλη ώθηση στην οικονομική ανάπτυξη ορισμένων χωριών και κωμοπόλεων της<br />

ευρύτερης περιοχής τής Λάρισας (Τσαριτσάνη, Αμπελάκια, Ραψάνη, Φάρσαλα,<br />

Αγιά, Τύρναβος κ.ά.).<br />

14


Στα 1794, ανοικοδομείται ναός του Αγ. Αχιλλίου. Η πολυπόθητη άδεια δόθηκε<br />

ύστερα από μακροχρόνιους αγώνες των χριστιανών, έναντι γενναίων οικονομικών<br />

ανταλλαγμάτων.<br />

Κατά την περίοδο αυτή παρατηρείται έντονη πνευματική άνθηση, με τον<br />

Κωνσταντίνο Κούμα, γύρω στα 1798, να διαδραματίζει σημαντικό ρόλο σε αυτή,<br />

διδάσκοντας ελληνικά και μαθηματικά στο Ελληνικό Σχολείο που είχε ιδρύσει ο<br />

μητροπολίτης Διονύσιος κοντά στο ναό του Αγ. Αχιλλίου.<br />

Η Λάρισα μετά την απελευθέρωση (από το 1881 έως τον Α΄ Παγκόσμιο<br />

Πόλεμο)<br />

Στις 31 Αυγούστου 1881 έγινε η ενσωμάτωση του μεγαλύτερου τμήματος της<br />

Θεσσαλίας και ενός μικρού τμήματος της Ηπείρου στον κορμό του μικρού τότε<br />

Ελληνικού Κράτους.<br />

Οι ελπίδες για την ανασύνταξη και οργάνωση του Θεσσαλικού χώρου ήταν<br />

μεγάλες και πολλές, δυστυχώς όμως δε συνοδεύτηκαν από τα κατάλληλα μέτρα και<br />

εκείνες τις ενέργειες που θα επέτρεπαν την πραγματοποίηση τους. Γι ’αυτό η<br />

πορεία της Θεσσαλίας μετά το 1881 είναι μια ατέρμονη σειρά τραυματικών<br />

εμπειριών, οι οποίες προήλθαν είτε από τις δεσμεύσεις που επιβλήθηκαν στην<br />

Ελλάδα με την Ιουλιανή Σύμβαση, είτε από τη δραματική διάψευση των ελπίδων<br />

του πληθυσμού της Θεσσαλίας.<br />

Το πλέον σημαντικό ήταν οι ατυχείς ρυθμίσεις σχετικά με την απόκτηση γης, όπου<br />

οι Έλληνες μεγιστάνες του εξωτερικού που έρχονται στη Θεσσαλία, αλλά και οι<br />

ντόπιοι κεφαλαιούχοι αποκτούν, πριν και αμέσως μετά την<br />

Απελευθέρωση, μεγάλες γαιοκτησίες (τσιφλίκια) στη Θεσσαλία και στην περιοχή<br />

της Λάρισας, που, λόγω της θέσης της, γίνεται έδρα των γεωργικών τους<br />

επιχειρήσεων. Αυτό το φαινόμενο της συγκέντρωσης της ιδιοκτησίας σε λίγους,<br />

ήταν η αφετηρία μιας πικρής ζωής για τους Θεσσαλούς κολίγους.<br />

Η Λάρισα, η μεγαλύτερη σε πληθυσμό πόλη, κατά την περίοδο αυτή,<br />

εξακολουθεί να είναι το κέντρο της Θεσσαλίας. Γίνεται η έδρα του ομώνυμου<br />

Δήμου με το από 31-03-1883 Βασιλικό Διάταγμα (Φ.Ε.Κ. 126/2 Απριλίου 1883).<br />

Λόγω της γεωγραφικής της θέσης, ήταν φυσικό επόμενο να γίνει στρατιωτικό<br />

κέντρο, έδρα δικαστικών και διοικητικών αρχών και να αποτελέσει πολύ γρήγορα<br />

ένα σημαντικό πόλο έλξης πληθυσμών από μακρινές και πιο κοντινές περιοχές.<br />

Η Ελληνική Νομοθεσία άρχισε να εφαρμόζεται από το 1882 στις «νέες χώρες»<br />

(Νόμος ΠΜ'/1882 Φ.Ε.Κ. 16/20 Μαρτίου 1882), αλλά η κακοδιοίκηση δεν είχε<br />

προηγούμενο. Γι’ αυτή την κατάσταση, που επικρατούσε στους διοικητικούς<br />

θεσμούς της Λάρισας, ακούστηκαν στη Βουλή, κατά καιρούς και κάποιες φωνές<br />

έντιμων πολιτικών, οι οποίοι παρουσίαζαν μια εικόνα της δημόσιας τάξης<br />

15


χειρότερη από εκείνης της περιόδου της Τουρκοκρατίας. Μέσα σε μια τέτοια<br />

ατμόσφαιρα, η οικονομική ανάπτυξη δεν ήταν δυνατή. Χωρίς τάξη και ασφάλεια,<br />

χωρίς γη στους αγρότες, η προκοπή του τόπου δε διαφαινόταν στον ορίζοντα. Ίσα,<br />

ίσα ακύρωνε και τις όποιες θετικές ενέργειες της Πολιτείας.<br />

Ο δρόμος για τη δημιουργία μιας ανθρώπινης πόλης δεν ήταν καθόλου<br />

εύκολος. Το οδικό δίκτυο είχε παραμεληθεί από τους Τούρκους (αφού διέθεταν τα<br />

τοπικά έσοδα σε στρατιωτικές ανάγκες), η πόλη ήταν συχνά υποκείμενη στο έλεος<br />

των πλημμυρών του Πηνειού, τα νερά του οποίου συχνά προξενούσαν μεγάλες<br />

καταστροφές στις παρακείμενες στις όχθες του συνοικίες (1883). Οι λοιπές<br />

επικοινωνίες εξυπηρετούνται στοιχειωδώς με διπλές ή μονές τηλεφωνικές γραμμές<br />

και ταχυδρομικά γραφεία κυρίως στη Λάρισα και στα σημαντικότερα<br />

περιφερειακά της κέντρα.<br />

Παρά τις δυσκολίες, η πόλη αρχίζει να κινείται. Εκδίδονται τοπικές εφημερίδες,<br />

ενώ έρχονται και εφημερίδες από το Βόλο, που υπερτερεί στο σημείο αυτό ακόμη<br />

και από την Αθήνα. Η πόλη αρχίζει να γεμίζει καταστήματα εμπορικά και<br />

υπηρεσιών, ενώ την περίοδο αυτή κάνουν την εμφάνιση τους και τα πρώτα<br />

σωματεία.<br />

Σημαντικό γεγονός είναι η ίδρυση του «Ελληνικού Αγροτικού Συλλόγου» το 1884,<br />

με στόχο την προαγωγή της ελληνικής γεωργίας, την εξάπλωση νέων καλλιεργειών,<br />

την ενημέρωση -επιμόρφωση των αγροτών, τη διοργάνωση εκθέσεων κ.λπ.<br />

Αν και οι προθέσεις ήταν καλές, στο θέμα της ανάπτυξης της γεωργίας δεν υπήρχε<br />

πολιτική βούληση και οι μεγαλοϊδιοκτήτες είχαν βραχυκυκλώσει όλους τους<br />

μηχανισμούς της πολιτείας, μέσω των οποίων θα μπορούσε να επιτευχθεί η<br />

ποθούμενη αναγέννηση του αγροτικού κόσμου.<br />

Σε όλα αυτά προστέθηκε και η δεύτερη σύντομη κατοχή της Θεσσαλίας από τους<br />

Τούρκους (1897- 1898), που ήταν το αποτέλεσμα της εξέλιξης του Κρητικού<br />

Ζητήματος και των βεβιασμένων ενεργειών της Ελληνικής Κυβέρνησης. Ο ισχυρός<br />

αυτός κλονισμός της δεύτερης κατοχής έφερε όμως και την αναγκαία περισυλλογή<br />

και αφύπνιση για το κυρίαρχο ζήτημα που συνέχιζε να είναι το Αγροτικό.<br />

Τα εκάστοτε νομοσχέδια απείχαν πολύ από το να δίνουν λύσεις και η αντίδραση<br />

των αγροτών ήταν άμεση. Εξάλλου το πρόβλημα οξύνθηκε όταν στη Θεσσαλία<br />

εγκαταστάθηκαν πρόσφυγες από την Ανατολική Ρωμυλία, των οποίων η ομαλή<br />

ένταξη και κυρίως η αποκατάσταση μαζί με τους λοιπούς Θεσσαλούς αγρότες,<br />

έχρηζε άμεσης απάντησης.<br />

Σύλλογοι αγροτών, συλλαλητήρια, δυναμικές εκδηλώσεις θορύβησαν τους<br />

μεγαλοϊδιοκτήτες που αντέδρασαν σπασμωδικά φτάνοντας και σε ακραίες λύσεις,<br />

μέσα στις οποίες περιλαμβάνονται η δολοφονία του Μαρίνου Αντύπα και η βίαιη<br />

16


διάλυση του αγροτικού συλλαλητηρίου στο Κιλελέρ και στη Λάρισα στα 1907-<br />

1910.<br />

Πηγή: Δημήτριος Αγραφιώτης, Ιστορικός<br />

Η Λάρισα από τον Α’ Παγκόσμιο έως σήμερα<br />

Η περίοδος 1914-1917 (Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος) υπήρξε κρίσιμη για τη Θεσσαλία.<br />

Η μακροχρόνια στράτευση πολλών ανδρών στερούσε από τη γεωργία τα εργατικά<br />

χέρια και οι αναστατώσεις του Εθνικού Διχασμού δεν άφησαν ανεπηρέαστο<br />

ολόκληρο το Νομό Λάρισας. Τα «στρατόπεδα» των οπαδών του Ελευθέριου<br />

Βενιζέλου («Εθνική Άμυνα») και των φιλοβασιλικών («Επίστρατοι του Ιωάννη<br />

Μεταξά») έκαναν την εμφάνιση τους ακόμη και στα μικρότερα χωριά του νομού.<br />

Αργότερα, την Άνοιξη του 1917, η Θεσσαλία τάχθηκε με το μέρος της Κυβέρνησης<br />

της Θεσσαλονίκης (Κυβέρνηση Ελ. Βενιζέλου).<br />

Την κατάσταση θα επιδεινώσει το πικρό τέλος του Μικρασιατικού Πολέμου, η<br />

καταστροφή, η προσφυγιά. Ο Θεσσαλός Πλαστήρας θα επιταχύνει μετά το 1922 τα<br />

αργά βήματα προς την αποκατάσταση των αγροτών που είχαν αρχίσει ήδη από το<br />

1917.<br />

Κατά τη διετία 1923-1925, αλλά και αργότερα, αρχίζει μια εργώδης προσπάθεια<br />

καθορισμού των απαλλοτριωτέων εκτάσεων, επιλογής των δικαιούχων κλήρου,<br />

ποσοτικού προσδιορισμού του γεωργικού-κτηνοτροφικού κλήρου κ.λπ., μέσα από<br />

τις Υπηρεσίες και τους Αναγκαστικούς Γεωργοπιστωτικούς Συνεταιρισμούς.<br />

Η διαδικασία αυτή, αν και ολοκληρώθηκε πολύ αργότερα (1952-1953), έδωσε μια<br />

κάποια λύση στο θέμα που ταλαιπώρησε τόσο τη Θεσσαλία όσο και γενικότερα την<br />

περιοχή της Λάρισας, η οποία διέθετε τα μεγαλύτερα και περισσότερα τσιφλίκια<br />

άρα περισσότερους κολίγους και ακτήμονες. Σ’ αυτούς προστέθηκαν και<br />

σαρακατσάνοι, που σταδιακά εγκατέλειπαν το νομαδικό βίο και σχεδόν<br />

αναγκαστικά επέλεγαν να γίνουν μικροκτηνοτρόφοι και γεωργοί.<br />

Τα Φάρσαλα, η Ελασσόνα, η Αγιά κι ο Τύρναβος ενισχύθηκαν πληθυσμιακά,<br />

όμως το μεγαλύτερο μερίδιο στην αύξηση του πληθυσμού το αποκόμισε η<br />

Λάρισα, η οποία από ένα μεγάλο και απλωμένο σε έκταση χωριό, μετατρεπόταν<br />

σταδιακά σε αστικό κέντρο ως έδρα των κάθε είδους κρατικών υπηρεσιών, καλών<br />

σχολείων, Διδασκαλείου (Ακαδημίας αργότερα), νοσοκομείου, τραπεζών, καθώς<br />

και ως κέντρο εμπορίου-αγοράς και ως χώρος διασκέδασης.<br />

Η Λάρισα ήταν η πόλη με τις μεγαλύτερες ανάγκες (νέα ρυμοτομία, φωτισμός,<br />

νερό). Οι στενοί δρόμοι ήταν ανάγκη να αντικατασταθούν από φαρδύτερους κι<br />

από λασπόδρομοι να γίνουν πιο στερεοί και καθαροί. Τα φανάρια του πετρελαίου<br />

ή της ασετυλίνης έπρεπε να αντικατασταθούν από τον ηλεκτρισμό. Οι νερουλάδες<br />

17


(σακατζήδες), που μετέφεραν στα σπίτια το νερό από τον Πηνειό, έπρεπε να<br />

αντικατασταθούν ένα δίκτυο, το οποίο θα εξασφάλιζε τις απαραίτητες συνθήκης<br />

υγιεινής.<br />

Η προσπάθεια άρχισε το 1911, όταν ηλεκτροδοτήθηκε η πόλη και άρχισαν να<br />

εκτελούνται έργα υδρεύσεως, οι δρόμοι άρχισαν να πλαταίνουν, πολλοί να<br />

ασφαλτοστρώθηκαν, νέα κτίρια κτίστηκαν, πλατείες δημιουργήθηκαν, για να<br />

πάρει σταδιακά η Λάρισα τη νέα όψη της, την προπολεμική. Ταυτόχρονα, έκαναν<br />

την εμφάνιση τους αξιόλογες βιομηχανικές μονάδες (αλευρόμυλοι, υφαντουργεία,<br />

παγοποιεία, εργοστάσια υποδημάτων, ζαχαροπλαστικής, ποτοποιεία) και πλάι<br />

τους μικρότερες βιοτεχνίες και καταστήματα, αρκετά για να καλύψουν όχι μόνο τις<br />

ανάγκες της πόλης αλλά και του νομού.<br />

Σε ένα τέτοιο περιβάλλον οργανώθηκε μια κοινωνική ζωή που σταδιακά<br />

εγκατέλειπε τις παλιές συνήθειες και αποκτούσε κάποια κοσμικά κέντρα, λέσχες,<br />

ωδείο και μουσική ευρωπαϊκή αντί των αμανέδων, θέατρο, κινηματογράφο,<br />

ποδήλατα και τα πρώτα αυτοκίνητα, γραμμόφωνα και αργότερα ραδιόφωνα. Οι<br />

εφημερίδες των Αθηνών, του Βόλου αλλά και οι τοπικές αποτελούν με το<br />

περιεχόμενο τους το καθημερινό οικονομικό, κοινωνικό και πολιτικό θερμόμετρο.<br />

Οι σύλλογοι (κυριών, αθλητικοί, μουσικοί, πνευματικοί) αποτελούν τους χώρους<br />

όπου πιστοποιείται η έξοδος από το σπίτι και η δραστηριοποίηση μέσα στο<br />

κοινωνικό σύνολο.<br />

Εν κατακλείδι, θα έλεγε κανείς ότι μέσα σε αυτά τα εξήντα χρόνια (1881-1940) το<br />

τοπίο διαφοροποιήθηκε σε όλες του τις διαστάσεις. Ο ερχομός του Β’ Παγκοσμίου<br />

Πολέμου ήρθε να επιδεινώσει την κατάσταση και να επισφραγίσει η τρομακτική σε<br />

μέγεθος φυγή πληθυσμών (1955-1965) προς τα αστικά κέντρα ή τις ξένες χώρες.<br />

Από τα τέλη της δεκαετίας του ΄80 και μετά, η Λάρισας μεταμορφώθηκε σε ένα<br />

σύγχρονο αστικό κέντρο, που ζει με έντονους ρυθμούς και έχει δημιουργήσει<br />

πυλώνες πολιτιστικής, επιστημονικής και βιομηχανικής δραστηριότητας, δίνοντας<br />

την αίσθηση μιας πόλης με πολλές δυνατότητες και ακόμη περισσότερες<br />

προοπτικές.<br />

18


ΣΠΟΥΔΑΙΕΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ <strong>ΛΑΡΙΣΑ</strong>Σ<br />

Κωνσταντίνος Κούμας (1777, Λάρισα - 1836, Τεργέστη)<br />

Η μεγαλύτερη πνευματική φυσιογνωμία της Λάρισας στο πέρασμα από τον 18ο<br />

στον 19ο αιώνα, είναι ο Κωνσταντίνος Κούμας (1777, Λάρισα - 1836, Τεργέστη).<br />

Στις αρχές του 1797 αναλαμβάνει να διδάξει στη σχολή της Λάρισας. Αλλά όχι για<br />

πολύ. Γρήγορα εγκαταλείπει τη Λάρισα για το σχολείο της Τσαριτσάνης όπου<br />

διδάσκει ελληνικά και επιστημονικά μαθήματα στην απλοελληνική και εισάγει ως<br />

νέο μάθημα την άλγεβρα. Στα 1799 έρχεται στα Αμπελάκια, όπου με τον Ασάνη<br />

μεταφράζουν το έργο του Abbe de la Caille «Περί κωνικών τομών». Το έργο θα<br />

τυπωθεί στη Βιέννη το 1803. Ο Κωνσταντίνος Κούμας από τους πλέον συνεπείς<br />

διαφωτιστές θα ακολουθήσει τη μοίρα των ανθρώπων που αναζητούν ως πατρίδα<br />

το πνεύμα και την προσφορά. Οι σταθμοί της πορείας του είναι το 1803 η Βιέννη<br />

(με τον Άνθιμο Γαζή), το 1809 η Σμύρνη (με τον Κωνσταντίνο Οικονόμου), το 1813<br />

η Πόλη, το 1815 πάλι η Σμύρνη, το 1817 η Βιέννη, το 1818 τα Πανεπιστήμια της<br />

Γερμανίας και μετά δύο χρόνια η Σμύρνη.<br />

Με την κήρυξη της ελληνικής επανάστασης διαφεύγει στην Τεργέστη και από κει<br />

στη Βιέννη. Θα συλληφθεί από τους αυστριακούς με την κατηγορία της συμμετοχής<br />

σε συνωμοσία, γρήγορα, όμως, θα αφεθεί ελεύθερος με περιοριστικούς όρους. Στη<br />

Βιέννη θα συγγράψει το πιο σημαντικό του έργο, τη δωδεκάτομη «Ιστορία των<br />

ανθρωπίνων πράξεων από των αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι το 1831». Θα πεθάνει<br />

στην Τεργέστη από χολέρα σε ηλικία πενήντα εννέα ετών.<br />

Ο Κούμας είναι αντίπαλος της αρχαΐζουσας, την οποία θεωρεί ως μέγα εμπόδιο για<br />

την πρόοδο του γένους και «ο πιστότερος και συνεπέστερος οπαδός του Κοραή''.<br />

Στις γλωσσικές θέσεις του είναι φανερή η επίδραση του της θεωρίας του Κοραή για<br />

τον καθαρμό και τη διόρθωση της γλώσσας».<br />

19


Οικονόμου ο εξ Οικονόμων Κωνσταντίνος (1780-1857)<br />

Διαπρεπής λόγιος, ευρυμαθής ρήτορας, εξέχουσα φυσιογνωμία της Ορθόδοξης<br />

Εκκλησίας, συγγραφέας και ιεροκήρυκας. Αποτελούσε χαρακτηριστικό<br />

παράδειγμα ηθικής, σύνεσης, μόρφωσης αστείρευτης πηγής ενέργειας και γνώσης.<br />

Διέθετε την ιδιαίτερη ικανότητα να απαγγέλλει ραψωδίες του Ομήρου και να<br />

γράφει στίχους στην ομηρική γλώσσα. Το γεγονός ότι ήταν πολυμαθής και<br />

οξυδερκής με ιδιαίτερη ευφράδεια λόγου, τον βοήθησε να καταξιωθεί και να<br />

χαρακτηριστεί μεγάλη μορφή της Εκκλησίας και του ΄Εθνους. Γεννήθηκε στην<br />

Τσαριτσάνη τη χρονιά που γεννήθηκε και ο Καραϊσκάκης.<br />

Ήταν γιος του ιερέα Κυριάκου Οικονόμου. Ο πατέρας του και οι παππούδες του<br />

ήταν οικονόμοι, γι’ αυτό και έλαβε τον τίτλο «ο εξ Οικονόμων». Στα Αμπελάκια<br />

πήρε τις βασικές γνώσεις και διδάχτηκε γαλλικά και ιερά γράμματα.<br />

Αργότερα ανέλαβε τη θέση του πατέρα του ως κληρικός και οικονόμος της<br />

Επισκοπής Ελασσόνας. Δίδαξε στην ιδιαίτερη πατρίδα του και υπήρξε ευεργέτης<br />

αυτής. Έμπρακτη απόδειξη του ενδιαφέροντός του για την πνευματική ανάταση<br />

του τόπου, ήταν η προσφορά του πατρικού του σπιτιού για διδακτήριο, καθώς<br />

επίσης και ενός σεβαστού ποσού για τη μισθοδοσία των διδασκάλων.<br />

Το 1806 φυλακίστηκε από τον Αλή Πασά ως ύποπτος και αφού ελευθερώθηκε,<br />

έφυγε για τις Σέρρες και αργότερα ταξίδεψε στη Θεσσαλονίκη. Στην Σμύρνη,<br />

διατέλεσε δάσκαλος και σχολάρχης και έπειτα από πρόσκληση του πατριάρχη<br />

Κωνσταντινούπολης πήγε στην Πόλη, όπου ονομάστηκε «καθολικός ιεροκήρυκας<br />

της Μεγάλης Εκκλησίας και πασών των ορθοδόξων του ελληνικού γένους<br />

Εκκλησιών».<br />

Ταξίδεψε στην Οδησσό, στην Πετρούπολη, όπου έγινε δεκτός από τον τσάρο<br />

Αλέξανδρο τον Α΄. Μετά το χαμό της οικογένειάς του εγκατέλειψε τη Ρωσία και<br />

ταξίδεψε δυτικά. Αφού περιπλανήθηκε σε χώρες της Δύσης, βρέθηκε στην Αθήνα<br />

20


(1837), όπου και έζησε μέχρι το τέλος της ζωής του.<br />

Αγωνίστηκε εναντίον του Θεόκλητου Φαρμακίδη για το ζήτημα της αυτοκέφαλης<br />

ελληνικής Εκκλησίας, πιστεύοντας ότι αυτή πρέπει να έρχεται σε συνεννόηση με το<br />

Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης. Περισπούδαστος μελετητής της αρχαίας<br />

ελληνικής γραμματείας, μετέφρασε και συνέγραψε πολλά έργα, τα οποία<br />

χωρίζονται σε τρεις ομάδες: α) Εκκλησιαστικά, β) Φιλοσοφικά, γ) Λόγοι.<br />

Ενδεικτικά αναφέρονται: «Περί των τριών ιερατικών της Εκκλησίας βαθμών»<br />

(1835), «Σημειώσεις εις το περί ανεξαρτησίας της Ελληνικής Εκκλησίας γαλλικόν<br />

υπόμνημα» (1837), «Περί βαττολογίας παροδικόν μελέτημα» (1837), «Επίκρισις εις<br />

την περί νεοελληνικής Εκκλησίας σύντομον απάντησιν του σοφού διδασκάλου κ.<br />

Νεοφύτου Βάμβα» (1852). Επίσης έγραψε πολλά ερμηνευτικά, όπως: «Περι των Ο'<br />

ερμηνευτών της Παλαιάς θείας Γραφής βιβλία τέσσαρα» (1844-1849).<br />

Θεόκλητος Φαρμακίδης [1784, Νεμπεγλέρ (Νίκαια) -1860, Αθήνα]<br />

Ο Θεόκλητος Φαρμακίδης* [1784, Νεμπεγλέρ (Νίκαια) -1860, Αθήνα], κατά κόσμον<br />

Θεοχάρης Φαρμακίδης, έλαβε τη βασική μόρφωση στο χωριό του και τη Λάρισα<br />

όπου και χειροτονήθηκε διάκονος το 1802.<br />

Φοίτησε στη Μεγάλη του Γένους Σχολή (1804-1806), στη Σχολή των Κυδωνιών και<br />

στην Ακαδημία του Ιασίου (1806-1811). Χειροτονήθηκε πρεσβύτερος στο<br />

Βουκουρέστι και διορίστηκε εφημέριος του Ι. Ναού Αγίου Γεωργίου στη Βιέννη<br />

(1811 μέχρι το 1818).<br />

Μετείχε με τον Άνθιμο Γαζή και τον Κωνσταντίνο Κοκκινάκη στην έκδοση του<br />

περιοδικού «Λόγιος Ερμής» και μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία. Το Μάιο του 1821,<br />

κατέβηκε στην Ελλάδα και εντάχθηκε στο επιτελείο του Δημήτριου Υψηλάντη. Τον<br />

Αύγουστο του 1821 στην Καλαμάτα εκδίδει την «Ελληνική Σάλπιγγα» την πρώτη<br />

ελληνική εφημερίδα που κυκλοφόρησε σε ελλαδικό έδαφος η έκδοση της οποίας<br />

21


διακόπηκε εξ αιτίας της διαφωνίας του με τον Υψηλάντη.<br />

Έλαβε μέρος στις δύο πρώτες Εθνοσυνελεύσεις, διορίστηκε μέλος του Αρείου<br />

Πάγου Ανατολικής Ελλάδος, Έφορος της Παιδείας και της Ηθικής Ανατροφής των<br />

Παίδων (5 Ιουλίου 1823) και δίδαξε το διάστημα 1823-1825 στην Ιόνιο Ακαδημία<br />

της Κέρκυρας. Στα 1825 διορίστηκε από την κυβέρνηση αρχισυντάκτης της<br />

"Γενικής Εφημερίδος της Ελλάδος". Παραιτήθηκε από αυτή τη θέση το 1827.<br />

Υπήρξε υποστηρικτής του «Αγγλικού κόμματος» γι’ αυτό και διαφώνησε εξαρχής<br />

με τον Κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια, τον οποίο θεωρούσε όργανο της ρωσικής<br />

πολιτικής. Δικάστηκε και φυλακίστηκε γιατί επέκρινε τον κυβερνήτη.<br />

Το 1832, διορίστηκε έφορος του εν Αιγίνη Γενικού και Προκαταρκτικού Σχολείου<br />

(14 Απριλίου 1832). Από την αντιβασιλεία χρησιμοποιήθηκε ως σύμβουλος σε<br />

εκκλησιαστικά ζητήματα. Με ενέργειες του Φαρμακίδη στις 23 Ιουλίου 1832<br />

εξεδόθη Βασιλικό Διάταγμα για την κήρυξη του αυτοκεφάλου της ελλαδικής<br />

εκκλησίας. και την ανεξαρτησία της από το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως. Ο<br />

Κωνσταντίνος Οικονόμος ο εξ Οικονόμων και κύκλοι που ανήκαν στο "ρωσικό<br />

κόμμα" άσκησαν εναντίον του εντονότατη πολεμική για πάνω από δύο δεκαετίες.<br />

Το 1833 διορίστηκε Γραμματέας της Ιεράς Συνόδου και το 1837 έγινε τακτικός<br />

καθηγητής Θεολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, στο οποίο όμως δεν δίδαξε ποτέ.<br />

Αργότερα διορίστηκε καθηγητής στη Φιλοσοφική Σχολή. Όταν στις 29 Ιουνίου 1850<br />

το Οικουμενικό Πατριαρχείο εξέδωσε Τόμο ανακήρυξης του αυτοκεφάλου της<br />

Εκκλησίας της Ελλάδος, ο Φαρμακίδης, θεωρώντας τους όρους του Τόμου<br />

αντικανονικούς και περιοριστικούς για την άσκηση ελεύθερης διοίκησης, εξέδωσε<br />

ως «Αντιτόμο» το σύγγραμμα «Ο Συνοδικός Τόμος ή περί αληθείας» (23 Απριλίου<br />

1852) με τις θέσεις του, έργο που επηρέασε καταλυτικά την όλη νομολογία και<br />

πρακτική του ελληνικού κράτους έναντι της Εκκλησίας. Πέθανε στην Αθήνα το<br />

1860.<br />

Ο Θεόκλητος Φαρμακίδης υπήρξε πιστός υπερασπιστής των ιδεών του Κοραή. Το<br />

έργο του δεν είναι μόνον θεολογικό. Είχε την άποψη ότι η Αγία Γραφή έπρεπε να<br />

μεταγλωττιστεί στην απλοελληνική ώστε να γίνεται κατανοητή από τα ευρύτερα<br />

λαϊκά στρώματα. Έγραψε τα «Στοιχεία ελληνικής γλώσσης» το 1815 με το οποίο<br />

συστηματοποιεί τη διδασκαλία του Κοραή και αργότερα την «Χρηστομάθεια<br />

ελληνική».<br />

Όμως, η προσφορά του Θεόκλητου Φαρμακίδη και του Κωνσταντίνου Κούμα στην<br />

ιδιαίτερη πατρίδα τους, παρά το πνευματικό διαμέτρημα και το θαυμασμό που<br />

προκαλούσε το έργο τους στους συμπατριώτες τους, δεν ήταν η ανάλογη. Βασική<br />

αιτία ήταν το γεγονός ότι, ακολουθώντας την προτροπή του Κοραή για<br />

μεταλαμπάδευση των «φώτων» από την Ευρώπη, κανείς εκ των δύο δεν παρέμεινε<br />

22


για μακρό χρονικό διάστημα στη Λάρισα ώστε να επηρεάσει το εδώ πνευματικό<br />

κλίμα.<br />

Πέζαρος Δημητριάδης Ιωάννης (1749-1806)<br />

Θερμός λάτρης και βαθύς γνώστης του κλασικού ελληνικού πολιτισμού. Γεννήθηκε<br />

στον Τύρναβο, πήρε τις βασικές γνώσεις από τους Ιωάννη Αγραφιώτη και Λάμπρο<br />

Πάσχο και βρέθηκε στα Γιάννενα μαθητής του Κοσμά Μπαλάνου και του<br />

Κύριλλου. Ενώ αντιμετώπιζε οικονομικό πρόβλημα, συνέχισε τις σπουδές του στη<br />

σχολή του ΄Αθωνος, όπου διδάχτηκε μαθήματα νεότερης φιλοσοφίας από το<br />

μαθητή του Ευγένιου Βούλγαρη, Κυπριανό (1771).<br />

Ασχολήθηκε με τη μελέτη πολλών εκκλησιαστικών συγγραφέων και δίδαξε στο<br />

νεοϊδρυμένο σχολείο του Λιβαδίου Ελασσόνας (1768-69) και στη Σχολή της<br />

Τσαριτσάνης (1771-76), προσελκύοντας με τη φήμη του πλήθος μαθητών. Κατά<br />

καιρούς τού προτάθηκε να διδάξει σε πολλά σχολεία της χώρας, όμως ο ίδιος<br />

προτίμησε να προσφέρει τις γνώσεις του στην ιδιαίτερη πατρίδα του.<br />

Το 1780 ανέλαβε την περίφημη Σχολή του Τυρνάβου στη θέση του εκλιπόντος<br />

Λάμπρου Πάσχου, την οποία θέση διατήρησε ως το 1806 που πέθανε.<br />

Προηγουμένως το 1790, μετά το γάμο του, χειροτονήθηκε ιερέας και έλαβε το<br />

αξίωμα του οικονόμου.<br />

Ως ιεροκήρυκας, δίδαξε το Ευαγγέλιο στις 16 εκκλησίες της πατρίδας του, του<br />

Τυρνάβου. Ανάμεσα στους μαθητές του ήταν ο Κωνσταντίνος Κούμας, ο μετέπειτα<br />

διδάσκαλος του Γένους, ο Στέφανος Δούγκας, λόγιος που υπηρέτησε στα<br />

στρατεύματα του Αλ. Υψηλάντη στη Μολδοβλαχία και ο ιατροφιλόσοφος<br />

Διονύσιος Πύρρος. Πολλοί απ’αυτούς δίδαξαν στα χρόνια της Τουρκοκρατίας στη<br />

Θεσσαλία, τη Μακεδονία και την Κωνσταντινούπολη.<br />

Στο Αρχείο του Τυρνάβου στην Εθνική Βιβλιοθήκη σώζονται επιστολές του σε<br />

πολλούς λόγιους της εποχής του, με τους οποίους αλληλογραφούσε.<br />

23


Περραιβός Χριστόφορος (1773-1863)<br />

Ψευδώνυμο του Χρυσάφη Χατζηβασιλείου, δηλωτικό της καταγωγής του.<br />

Γεννήθηκε σε χωριό του Ολύμπου, ήταν συγγραφέας και οπλαρχηγός του Αγώνα.<br />

Σπούδασε στην Ελληνική Σχολή του Βουκουρεστίου και κατόπιν στη Βιέννη.<br />

Συνδέθηκε με το Ρήγα και έγινε φίλος και άξιος συνεχιστής των αγώνων του. Στη<br />

διάρκεια ενός ταξιδιού του στην Τεργέστη της Ιταλίας, συνελήφθη, όπως και ο<br />

Ρήγας. Η μεσολάβηση των Γάλλων και η γαλλική υπηκοότητά του, τον βοήθησαν<br />

να αφεθεί ελεύθερο. Δίδαξε για ένα χρόνο στα σχολεία της Κέρκυρας και έπειτα<br />

έγινε συνοδός του Ρώσου πρίγκιπα Μιχαήλ Δολγορούκι.<br />

Ταξίδεψε στη Λευκάδα με 4 εκατονταρχίες για την ενίσχυση της άμυνας του<br />

νησιού από τον Αλή πασά. Η επάνοδος των Γάλλων στα Επτάνησα το 1807, τον<br />

βρίσκει υπασπιστή του κυβερνήτη Μπερκέ με το βαθμό του χιλίαρχου. Το 1814<br />

διώκεται στη Βαρλέτα της Νεάπολης. Το 1817 στη Μόσχα, μυήθηκε στην Φιλική<br />

Εταιρεία και υπέβαλε στον αυτοκράτορα Αλέξανδρο επαναστατικό σχέδιο για όλη<br />

την Ελλάδα. Πρόσφερε τις γνώσεις του και την πείρα του ως πολιτικός<br />

διαφωτιστής, στο πέρασμά του από διάφορες πόλεις της Ελλάδας (Μάνη, Σούλι,<br />

Τρίπολη). Όταν παραιτήθηκε από τα στρατιωτικά του καθήκοντα, πήρε μέρος στις<br />

μάχες Σκιάθου, ΄Αμπλιανης, Σκάλας, Χαϊδαρίου, Αράχωβας, Αττικής, Δίστομου,<br />

Κερατσινίου και Πέτρας.<br />

Το 1825 του απονεμήθηκε ο τίτλος του στρατηγού της Επανάστασης. Επίσης πήρε<br />

μέρος στην Εθνοσυνέλευση του ΄Αργους το 1829 ως πληρεξούσιος της Θεσσαλίας.<br />

Το 1863 τον βρίσκει με το βαθμό του υποστράτηγου και στις 5 Μαΐου του ίδιου<br />

χρόνου, πεθαίνει. Μερικά από τα έργα του είναι: «΄Υμνος εγκωμιαστικός παρ’όλης<br />

της Γραικίας προς τον αρχιστράτηγον Μποναπάρτε, ποίημα Χριστόφορου<br />

Περραιβού. Εν Κερκύρα, χρόνος έκτος πολιτικός» (1798), «Ιστορία του Σουλίου και<br />

Πάργας» (1803), «Απομνημονεύματα πολεμικά διαφόρων μαχών συγκροτηθεισών<br />

μεταξύ Ελλήνων και Οθωμανών κατά το Σούλιον και Ανατολικήν Ελλάδα από του<br />

1820 μέχρι το 1829 έτους», «Βιογραφία του Ρήγα του Θεσσαλού».<br />

24


Κατσίγρας Γεώργιος (1914-1998)<br />

Μέλος της οικογένειας Κατσίγρα, που ξεκίνησε την πορεία της από τη<br />

Φιλιππούπολη της Βουλγαρίας, σημαντικό εμπορικό κέντρο της Βαλκανικής.<br />

Χειρούργος, αντιστασιακός, φιλότεχνος και δωρητής έργων τέχνης.<br />

Σπούδασε ιατρική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, όπου και αναγορεύτηκε Διδάκτορας<br />

της χειρουργικής. Στα χρόνια της Κατοχής συνελήφθη από τους Ιταλούς και<br />

φυλακίστηκε στη Λάρισα και την Αθήνα. Εγκαταστάθηκε κατόπιν μόνιμα στη<br />

Λάρισα, όπου ίδρυσε χειρουργική κλινική, η οποία από το 1987 και έπειτα στεγάζει<br />

την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας.<br />

Διακρινόταν για την -αδιανόητη για πολλούς- μετριοφροσύνη του, ενώ ήταν<br />

ακούραστος συνεχιστής των δραστηριοτήτων του μέχρι το τέλος της ζωής του.<br />

Διέθετε πλούσιο καλαισθητικό συναίσθημα και απέκτησε μια σπάνια συλλογή -<br />

ανυπολόγιστης αξίας- πινάκων ζωγραφικής, χαρακτικής και σχεδίων, 700 περίπου<br />

έργων Ελλήνων καλλιτεχνών, την οποία επιδαψίλευσε στη γενέτειρά του Λάρισα<br />

και αποτέλεσε το έναυσμα της δημιουργίας του πολιτιστικού φορέα «Δημοτική<br />

Πινακοθήκη Λάρισας-Μουσείο Γ. Ι. Κατσίγρα», αποτελώντας βαρυσήμαντη<br />

συμβολή στην ανύψωση της εικαστικής παιδείας του τόπου.<br />

Οι πίνακες της Συλλογής καλύπτουν χρονολογικά μια μεγάλη περίοδο της<br />

νεοελληνικής ζωγραφικής και χαρακτικής, εάν λάβουμε υπόψη την ηλικία του<br />

παλιότερου ζωγράφου (1768-1834). Στην ίδια συλλογή ανήκουν προσωπικά<br />

αντικείμενα (γραφείο) του αρχαιολόγου της Τροίας και των Μυκηνών, Ερρίκου<br />

Σλήμαν. Η δωρεά του συνοδεύτηκε με 1.000 εικονογραφημένους πολυτελείς τόμους<br />

βιβλίων, με βιογραφίες Ελλήνων και ξένων ζωγράφων, σκίτσα και<br />

φωτογραφημένα έργα τους. Ο Γεώργιος Κατσίγρας θεωρείται μεγάλο τέκνο της<br />

πόλης της Λάρισας και αποτελεί υπόδειγμα γνήσιου πατριώτη και άξιου<br />

επιστήμονα.<br />

25


Εικόνα 6 Γουναρόπουλος, "κορίτσια που κεντούν"<br />

Εικόνα 7 Τα έπιπλα του γραφείου του Ερρίκου Σλήμαν<br />

Θεσσαλικοί ιδιωματισμοί και ντοπιολαλιές<br />

«...Πώς μπορώ να πάω στο δημαρχείο της Λάρισας», ρωτά κάποιος έναν Θεσσαλό.<br />

Κι εκείνος απαντά: Ντουγρού! Δηλαδή ευθεία.<br />

Είναι ένας συνηθισμένος διάλογος με θεσσαλικές αναφορές που αποτελεί<br />

χαρακτηριστικό δείγμα του τρόπου ομιλίας των ανθρώπων της περιοχής, που σε ένα<br />

πολύ μεγάλο ποσοστό χρησιμοποιούν στην καθημερινότητά τους λέξεις λίγο...<br />

διαφορετικές.<br />

Εκείνο όμως που κάνει τους Θεσσαλούς να ξεχωρίζουν στον τρόπο με τον οποίο<br />

εκφράζονται είναι η προφορά τους, δηλαδή η συνήθειά τους να κόβουν τις λέξεις<br />

αλλά και τις φράσεις. Έτσι πολλές δισύλλαβες λέξεις, συνήθως μετατρέπονται σε<br />

μονοσύλλαβες, όπως για παράδειγμα, το «κάτω» γίνεται «κατ'», ή το «κόβεις»<br />

μετατρέπεται σε «κοβ'ς».<br />

Ένα άλλο φαινόμενο που παρατηρείται είναι ότι το ο-ω μετατρέπεται σε «ου» και<br />

το ε-αι αντίστοιχα σε «ι». Για παράδειγμα το ρήμα «έρχεται» γίνεται «έρχιτι»,<br />

και τα ουσιαστικά «ποδάρι» γίνονται «πουδάρ'», ή κοσμάκης μετατρέπεται σε<br />

«κουσμάκ'ς».<br />

Η πιο γνωστή φράση πια που κατέληξε σε ανέκδοτο είναι και η αστεία «Λεν μι λεν σι<br />

λέου», δηλαδή «Ελένη με λένε σου λέω». Τοπικοί ιδιωματισμοί ή ντοπιολαλιές που<br />

χρησιμοποιούνται κατά κόρον από ανθρώπους κάθε ηλικίας, κάνοντας τους<br />

Θεσσαλούς να ξεχωρίζουν με την ιδιαίτερη προφορά τους σε όλη τη Ελλάδα.<br />

Σε ό,τι αφορά στους ιδιωματισμούς ή ντοπιολαλιές σύμφωνα με τον<br />

γλωσσιοκοινωνιολογικό ορισμό της έννοιας γλώσσα είναι γλώσσες λεξικογραμματικά<br />

πλήρεις και σημαντικές, ανεξάρτητα από την κοινωνική ιεράρχηση, που τους έχει<br />

26


γίνει μέσα στα διάφορα εκπαιδευτικά συστήματα ή αυθαίρετα από απαίδευτους και<br />

ανιστόρητους. Οι ιδιωματισμοί αναδεικνύουν την ιδιοσυγκρασία, την κουλτούρα, τις<br />

ιδιαίτερες ιστορικές, πολιτικές και οικονομικές συνθήκες μιας περιοχής. Στην<br />

ελληνική επικράτεια η γλώσσα μας αν και παρέμεινε ενιαία από την αρχαιότητα έως<br />

σήμερα, ποτέ δεν μιλήθηκε ομοιόμορφα σε ολόκληρο τον γεωγραφικό χώρο με<br />

αποτέλεσμα να διαμορφωθούν τοπικές παραλλαγές.<br />

ΘΕΣΣΑΛΙΚΟΙ ΙΔΙΩΜΑΤΙΣΜΟΙ<br />

Ενδεικτικά σας παραθέτουμε ένα μικρό δείγμα από τους Θεσσαλικούς<br />

ιδιωματισμούς που λίγο - πολύ είναι γνωστοί στους Θεσσαλούς, προκαλώντας σε<br />

αρκετές περιπτώσεις ευθυμία και αφορμή για πειράγματα σε μεγαλύτερους σε<br />

ηλικία πολίτες.<br />

Ιδού ...αρκετές:<br />

... κασκαρίκα = φάρσα, κασκέτο = καπέλο, κατ' = κάτω, καταΐ = κάτω, κατσιό =<br />

καθισιό, καψαλίσ'κα = κάηκα, κενώνω = μοιράζω φαγητό, κλησσιά = εκκλησία,<br />

κλοκύθι = το κολοκύθι, κλόστης = πλάστης, κλουρ' = κουλούρι, κοκοτσέλο =<br />

μικρός κόκορας, κολ'τσίδα = φορτικός άνθρωπος, κοπάνα = σκάφη, κουρίτσια =<br />

κορίτσια, κουσούρι = στραβά, κουτουλάω = τρακάρω, κούτσ'κο = μικρό παιδί,<br />

κούτσινο = το μικρό, κωλοφωτιά = πυγολαμπίδα, λαβίδα = κουτάλι, λαΐνι = στάμνα,<br />

λαμπίκο = πεντακάθαρο, Λάρ'σα = Λάρισα, λέλεκας = πελαργός, λιανά =<br />

ψιλά,λιγνός = λεπτός, μικρός, λόρδα = μεγάλη πείνα, λούμπα = λακκούβα με νερό,<br />

μαγαρίζω = βρομίζω, λερώνω, μανάρι = πρόβατο, μανιά = γιαγιά, μάπα = λάχανο,<br />

μασλάτι = η κουβέντα, μάστι = μάζεψε, ματαρθώ = ξαναέρθω, μαχαλάς = συνοικία,<br />

η γειτονιά, μεσάμπρα = ντουλάπα, μεσσάλα = τραπεζομάντηλο, μίρλα = κλάμα,<br />

μισίρια= γαλοπούλες, μόρτης = αλήτης, κακός, μόρχεται = μου έρχεται, μουσκάρι =<br />

μοσχάρι, μπαϊλντισα = κουράστηκα, μπακρατσούλι =μικρή κατσαρόλα, μπάμπαλου =<br />

σκουπιδάκι μικρό, μπομπίρκο=μικρό και ζωηρό παιδί, μπιζέρσα = βαρέθηκα,<br />

κουράστηκα, μπουρτζόβλαχος = πολύ βλάχος, μπριτζόλες= μπριζόλες, μυαλό<br />

κουρκούτι = μυαλό ζαλισμένο, μωρή = καλέ, νίβομαι = πλένομαι στο πρόσωπο,<br />

νταγλαράς = εύσωμος, νταλάκιασα = δίψασα, νταξ = εντάξει, ντερλίκωσα = έφαγα<br />

πολύ, ντι βερλίνγκα τι απόι = αυτός που πάει από εδώ και εκεί, ντίπ = καθόλου,<br />

ντουγρού=ίσα, ευθεία, ντουρλάπ = βροχή, ντράβαλα = μπερδέματα, ξεμπλέτσος =<br />

ξεκούμπωτος, ξεποδαριάζομαι = κουράζομαι απ' το περπάτημα, ξερακιανός =<br />

αδύνατος, ξυλιά = χτύπημα με ξύλο, ολουνούς = όλοι, οντάς= δωμάτιο, όξω = έξω,<br />

ορνία = κότες, ουι γιεμ= επιφώνημα έκπληξης, ούλα = όλα, σάκα = τσάντα,<br />

σακατεύτηκα = χτύπησα πολύ, σαλβάρι= το παντελόνι, σαματάς = φασαρία, σαπάν =<br />

επάνω, σαπέρα = εκεί πέρα, σαρώνω = σκουπίζω, σαφρακιασμένος = άρρωστος,<br />

σινί = ταψί, σιούτος = όταν το κριάρι ή ο τράγος δεν έχουν ανεπτυγμένα κέρατα ή<br />

τα χάσουν για κάποιο λόγο λέγονται 'σιούτα' στη γλώσσα των κτηνοτρόφων. Άρα<br />

27


σιούτος είναι αυτός που έχει χάσει τη δύναμή του και θεωρείται παρηκμασμένος<br />

και ανάξιος λόγου, σκασμένο = χαζό, χλιάρας = αυτός που είναι περιορισμένου<br />

νοητικού επιπέδου, χλιάρι = κουτάλι, χλιαρός = αυτός που είναι νωχελικός,<br />

χαλαρός, χούι = κουσούρι, συνήθεια, χτικιό = βάσανο, χώλωσα = θύμωσα, ψένω =<br />

ψήνω, ψες = χθες, ψίχες = ψίχουλα.<br />

Αρχαία νομίσματα της Λάρισας<br />

Η Λάρισα είχε κόψει νόμισμα, και αρκετά αρχαία κέρματα έχουν διασωθεί<br />

1) Μια αργυρή δραχμή του δεύτερου ήμισυ του 5ου αι. π.Χ. απεικονίζει την<br />

αριστερή πλευρά ενός έφηβου. Φοράει χλαμύδα στους ώμους<br />

και πέτασο (καπέλο) στον αυχένα. Δαμάζει έναν ταύρο που τον έχει πιάσει<br />

και του έχει δέσει ένα σκοινί στα κέρατα. Στο έδαφος διακρίνεται να<br />

φυτρώνει χορτάρι. Φέρει την επιγραφή [Τ.Ο]. Η πίσω όψη<br />

φέρει βουστροφηδόν την επιγραφή ΛΑ ΡΙΣΑ σε δύο τμήματα, επάνω και<br />

κάτω αντίστοιχα και απεικονίζει ένα καλπάζον άλογο με χαλινάρι. Το κέρμα<br />

έχει διάμετρο 20 χιλ. και ζυγίζει 5,96 γραμ.<br />

Εικόνα 8:Δραχμή Λάρισας 5ος αι .π.Χ.<br />

2) Μια άλλη αργυρή δραχμή της ίδιας εποχής παρουσιάζει τα ίδια χαρακτηριστικά<br />

με το προηγούμενο νόμισμα. Λείπει το χορτάρι στο έδαφος, αφού ο ταύρος<br />

αναπηδάει και έχει σηκώσει τον έφηβο στον αέρα, κάνοντας την χλαμύδα του<br />

να κυματίζει. Η πίσω όψη φέρει την επιγραφή ΛΑΡ[Ι] ΣΑΙ Α σε δύο τμήματα,<br />

επάνω και κάτω αντίστοιχα και απεικονίζει ένα άλογο που καλπάζει<br />

περισσότερο, έχοντας σπάσει το χαλινάρι. Το κέρμα αυτό έχει διάμετρο 19 χιλ.<br />

και ζυγίζει 5,85 γραμ.<br />

28


Εικόνα 9: Δραχμή Λάρισας 5ος αι. π.Χ.<br />

3) Μια αργυρή δραχμή του πρώτου ήμισυ του 4ου αι. π.Χ. απεικονίζει την<br />

προτομή της νύμφης Λάρισα. Φοράει σκουλαρίκι, ενώ τα μαλλιά της είναι<br />

περιποιημένα (οπισθοσφενδόνη). Μπροστά από την προτομή, το κέρμα φέρει<br />

την επιγραφή ΚΛΕΙ. Η πίσω όψη φέρει την επιγραφή ΛΑΡ[Ι] ΣΑΙ Α σε δύο<br />

τμήματα, επάνω και κάτω αντίστοιχα και απεικονίζει το γνωστό καλπάζον<br />

άλογο με σπασμένο χαλινάρι. Το κέρμα έχει διάμετρο 20 χιλ. και ζυγίζει 5,96<br />

γραμ.<br />

Εικόνα 10: Δραχμή Λάρισας 4ος αι. π.Χ.<br />

29


4) Δύο άλλες αργυρές δραχμές της ίδιας εποχής απεικονίζουν την νύμφη Λάρισα<br />

με το πρόσωπο ελαφρώς στραμμένο στα αριστερά ή από εμπρός με ελαφριά<br />

κλίση στα αριστερά. Φοράει σκουλαρίκια, περιδέραιο και κοκαλάκι στα μαλλιά<br />

(άμπυξ). Η πίσω όψη φέρει την επιγραφή ΛΑΡΙΣ ΑΙΩΝ σε δύο τμήματα,<br />

επάνω και κάτω αντίστοιχα και απεικονίζει ένα άλογο που βόσκει. Το ένα<br />

κέρμα έχει διάμετρο 21 χιλ. και ζυγίζει 5,97 γραμ., ενώ το άλλο έχει διάμετρο<br />

20 χιλ. και ζυγίζει 5,95 γραμ.<br />

30


Πηγές<br />

www.culture.gr<br />

http://culture.larissa-dimos.gr/index.phplang=gr<br />

http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9B%CE%AC%CF%81%CE%B9%CF%83%<br />

CE%B1<br />

Στην έρευνα, συγκέντρωση και καταγραφή του υλικού συμμετείχαν εκτός από<br />

τους υπεύθυνους εκπαιδευτικούς του προγράμματος Αργυρούλη Ευαγγελία<br />

και Πάνο Κωνσταντίνο και οι μαθητές:<br />

Ακριτίδου Ελένη<br />

Ανδρεοπούλου Βάϊα<br />

Αντωνάκη Αναστασία<br />

Βούρτουρα Ιππονίκη<br />

Γκαμπούρα Ζαχαρένια<br />

Διαμαντά Μαρία<br />

Κότσα Γεωργία<br />

Λίτσιου Μαριάννα<br />

Λώνα Ανθή<br />

Μαρκοπούλου Άννα<br />

Μιχαηλίδης Δημήτρης<br />

Μίχου Κωνσταντίνα<br />

Μορφούλια Ελένη<br />

Μπλάτσα Σοφία<br />

Μπουτουρίδης Νίκος<br />

Πράττος Γιάννης<br />

Σακελαρίου Γιάννης<br />

Σαμαράς Αλέξανδρος<br />

Χαραχούσος Θοδωρής<br />

31

Hooray! Your file is uploaded and ready to be published.

Saved successfully!

Ooh no, something went wrong!