Μια Διαφορετική Χριστουγεννιάτικη Ιστορία ΔΕΙΓΜΑ
- No tags were found...
Create successful ePaper yourself
Turn your PDF publications into a flip-book with our unique Google optimized e-Paper software.
<strong>Μια</strong> <strong>Διαφορετική</strong> <strong>Χριστουγεννιάτικη</strong> <strong>Ιστορία</strong><br />
φ<br />
έτος δεν χιόνισε πολύ.<br />
Στην πραγματικότητα δεν χιόνισε καθόλου.<br />
Δεν το περιμέναμε γιατί τα τελευταία χρόνια δεν μας έχει<br />
συνηθίσει σε τέτοιες ομορφιές. Όχι Χιονισμένα Χριστούγεννα!<br />
Βέβαια εμείς οι βορειοελλαδίτες είμαστε συνηθισμένοι στο χιόνι και<br />
το κρύο. Και μας αρέσουν υποτίθεται. Εγώ προσωπικά όμως αν και<br />
είμαι γέννημα θρέμμα δεν τα έχω καμιά όρεξη.<br />
Η ονομαστική μου γιορτή ερχόταν με ιλιγγιώδη ταχύτητα και από τις<br />
12 το βράδυ και μετά θα περνούσε το κατώφλι μου.<br />
"Πλημυρισμένος" λοιπόν από το πνεύμα των γιορτών περιφέρομαι στο<br />
κέντρο της πόλης με τα κάλαντα των παιδιών στα αυτιά μου.<br />
Ψώνισα το ένα, πήρα το άλλο, όλα πάντα στο πνεύμα της γιορτής. <strong>Μια</strong><br />
χαρά ξεχάστηκα.<br />
Στο σπίτι με υποδέχτηκε ο σκύλος μου που πάνω στην χαρά του κόντεψε<br />
να ρίξει τα πακέτα από τα χέρια. Έ, όλο και κάτι θα του τράβηξε<br />
την προσοχή με την μυρουδιά του. Φυσικά ήταν δικό του.<br />
Τίναξα από τις μπότες μου το χώμα χτυπώντας τα πόδια στο χαλάκι<br />
της πόρτας. Πάλι ισορρόπησα με το ζόρι τα πακέτα αποφεύγοντας<br />
την πτώση τους.
Πέρασα την μεγάλη σκαλιστή ξύλινη εξώπορτα και εκεί η γλυκιά ζέστη<br />
με αγκάλιασε κάνοντας με να ταλαντευτώ για άλλη μια φορά και τα<br />
πακέτα να κινδυνεύσουν και πάλι.<br />
Έσπευσα να τα ακουμπήσω στο μεγάλο τραπέζι μέσης του σαλονιού.<br />
Κάθε λαός έχει το ποτό που πίνει τις γιορτές. Εγώ τέτοια εποχή κάνω<br />
την κατάχρηση και την σπατάλη να ανοίγω και να τελειώνω ένα<br />
μπουκάλι ακριβό κονιάκ. Ελληνικό, όχι γαλλικό όπως ίσως φανταστήκατε<br />
γιατί και το δικό μας είναι γεμάτο βραβεία.<br />
--------------------------------------------------------------------------------------<br />
Β<br />
αριά σιωπή έπεσε στο σαλόνι. Οι αναμνήσεις ζωντάνεψαν κάνοντας<br />
το τώρα να φαντάζει μακρινό και το τότε πιο ζωντανό από<br />
το σήμερα.<br />
Πρώτος ο άγιος συνήλθε, άλλωστε ποιος ήμουν εγώ; Ένας θνητός ένα<br />
τίποτα. Ένα πληγωμένο παιδάκι που θύμωσε γιατί έμεινε από νωρίς<br />
ορφανό και πάλεψε μόνο του να κερδίσει μια θέση στον ήλιο.<br />
-Με χρειάζεσαι, αλλά όχι μόνο για να πιστέψεις σε μένα. Κάτι κακό θα<br />
σε βρει και πρέπει να σε βοηθήσω για να σου ξεπληρώσω την χάρη που<br />
δεν μπόρεσα να σου κάνω.<br />
-Ναι αλλά είμαι μια χαρά, άγιε!<br />
-Και δυο τρομάρες θα έλεγα. Έχεις καθόλου γάλα; Και κανένα κουλουράκι!<br />
-Σοβαρά;<br />
-Άντε κουνήσου!<br />
Ξεκίνησα για την κουζίνα. Ευτυχώς είχα γάλα, εβαπορέ βέβαια αλλά<br />
τέτοιες ώρες… Έπρεπε να ταΐσω και τον σκύλο μου τον Ιάσωνα. Άπλωσα<br />
το χέρι στο σακί με τις κροκέτες και θυμήθηκα τα καλούδια που του<br />
αγόρασα από το μάρκετ. Του έβαλα και από εκείνα στο μεταλλικό πιάτο.<br />
Γύρισα στο σαλόνι, ο Άγιος δεν είχε κουνηθεί από εκεί. Έμοιαζε σαν<br />
ψεύτικος από εκείνους που βλέπουμε στις βιτρίνες.<br />
Ξερόβηξα. Άνοιξε τα μάτια και μου έκανε νόημα να αφήσω το πιάτο<br />
και το ποτήρι στο τραπέζι.<br />
Μου έπιασε το χέρι και ένοιωσα να με διαπερνάει ενέργεια ικανή να<br />
φωτίσει την μισή πόλη. Αμέσως το κεφάλι μου γέμισε εικόνες. Εγώ με<br />
τον σκύλο μου στην αυλή μας να μπαίνουμε στο αυτοκίνητο και να ξεκινάμε<br />
χαρούμενοι για κάποιο ταξίδι αναψυχής τώρα στις γιορτές. Η ημερομηνία<br />
στο ραδιόφωνο 25η δωδεκάτου. Μα φυσικά αύριο είναι να
πάμε στον θείο μου τον Περικλή στην Χαλκιδική για να περάσουμε μια<br />
αξέχαστη μέρα και να γνωρίσουμε και εκείνη την καταπληκτική κοπέλα.<br />
Το αυτοκίνητο ξεκινά και εμείς το ακολουθούμε με τα άυλα σώματά<br />
μας πετώντας από πάνω του. Φυσικά ο Άγιος με κρατά από το χέρι.<br />
Ξαφνικά ο χρόνος αρχίζει να κυλά πολύ πιο αργά. Όλα κινούνται σε<br />
αργή κίνηση. Από τα αριστερά στην διασταύρωση εμφανίζεται μια μεγάλη<br />
μαύρη νταλίκα που τρέχει με ιλιγγιώδη ταχύτητα.<br />
-ΠΡΟΣΕΧΕ! Φωνάζω στον εαυτό μου. Δεν ακούγεται τίποτα!<br />
----------------------------------------------------------------------------------------------<br />
-Πάμε! Με έπιασε πάλι από το χέρι.<br />
Στον αέρα ξανά.<br />
-Που πάμε Άγιε;<br />
-ΣΤΗΝ ΚΑΙΣΑΡΕΙΑ, ΣΤΗΝ ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΑ! 1 Βροντοφώναξε για ν' ακουστεί<br />
πάνω από το βουητό του αέρα.<br />
Χιονοθύελλα από κάτω μας.<br />
-ΦΤΑΣΑΜΕ.<br />
Προσγειωθήκαμε επιτέλους, βούιζαν τα' αυτιά μου. Σαν ν' ανακατεύτηκε<br />
και το στομάχι μου. Τι να σας κάνω κι' εγώ ένας απλός θνητός είμαι.<br />
Χιόνι μέχρι το γόνατο. Ωραία, πάνω που το είχα πιθυμήσει το άτιμο.<br />
Να και χιονισμένα Χριστούγεννα.<br />
Κίνηση στον δρόμο ελάχιστη. Στράφηκα στον Άγιο.<br />
-Ξέρω που θα είναι το τέρας, μου είπε και με μιας βρεθήκαμε μπροστά<br />
σε ένα πέτρινο κτίριο με την επιγραφή ΟΡΦΑΝΟΤΡΟΦΕΙΟ.<br />
Φσοουτ! Κατ' ευθείαν στην μεγάλη του χιονισμένη αυλή.<br />
-ΦΑΝΕΡΩΣΟΥ ΒΔΕΛΥΓΜΑ! Η φωνή του Άγιου έκανε τα τζάμια του κτιρίου<br />
να τρίξουν.<br />
Τίποτα. Άκρα ησυχία. <strong>Μια</strong> περίεργη βαριά ησυχία. Όπως όταν έχει παγωνιά<br />
αλλά αυτή ήταν απόλυτη.<br />
<strong>Μια</strong> λάμψη δίπλα μου και ο Άγιος εξαφανίστηκε.<br />
Μα που πήγε πάλι; Ξεκίνησα να προχωρώ προς το κτίριο όταν ένοιωσα<br />
μια δύναμη να με τραβά προς τα εκεί.<br />
1 Ο Άγιος Βασίλειος έφτιαξε κοντά στην Καισάρεια ένα ίδρυμα που λειτουργούσε νοσοκομείο, ορφανοτροφείο,<br />
γηροκομείο και ξενώνας για την φροντίδα και ιατρική περίθαλψη των φτωχών, αρρώστων<br />
και ξένων. Αυτή ήταν η Βασιλειάδα. Πηγή: http://cosmopoliti.com/
Βρέθηκα σε μια μεγάλη άδεια τραπεζαρία. Στην μια άκρη του τεράστιου<br />
τραπεζιού ο Άγιος. Στην άλλη, ο Κράνπους. Αλλά τι δαίμονας ήταν<br />
αυτός; Τεράστιος ίσα με τρία μέτρα ψηλός. Μέσα από τον κόκκινο<br />
σκούφο-απομίμηση του δικού μας-ξεπρόβαλαν τεράστια γυριστά κέρατα.<br />
Βρε κερατούκλη σκέφτηκα και πήγα να γελάσω αλλά δεν ήμασταν για<br />
γέλια.<br />
-Καλώς τα παιδιά. Δεν ήταν ανθρώπινη φωνή αυτή. Ήταν η φωνή του<br />
κτήνους! Ούτε τα μουγκρητά των θηρίων της ζούγκλας δεν ήταν ικανά<br />
να προκαλέσουν τον φόβο που γέννησε αυτός ο ήχος στην ψυχή μου.<br />
Χάθηκε και η ελαφριά διάθεση και όλα.<br />
-Μην φοβάσαι Χρηστάκο, συγκεντρώσου.<br />
Αυτό είναι ένα δείγμα από το Χριστουγεννιάτικο διηγηματάκι μου<br />
που μπορείτε να το βρείτε εδώ:<br />
ΜΙΑ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΗ ΧΡΙΣΤΟΓΕΝΝΙΑΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ<br />
ΚΑΛΗ ΧΡΟΝΙΑ!!!