12.07.2015 Views

ENGLISH-GREEK DICTIONARY V - slowniki.org.pl

ENGLISH-GREEK DICTIONARY V - slowniki.org.pl

ENGLISH-GREEK DICTIONARY V - slowniki.org.pl

SHOW MORE
SHOW LESS

Create successful ePaper yourself

Turn your PDF publications into a flip-book with our unique Google optimized e-Paper software.

abortive=ανεπιτυχήςabout=γιαabout=περίabout=περίπουabove=άνωaboveboard=ανοικτόςaboveboard=καθαρόςaboveboard=νόμιμοςabrade=λειαίνωabrade=τρίβωabrasion=αμυχήabrasion=απόξεσηabrasion=τριβήabrasion=φθοράabrasive=τραχύςabridge=συντομεύωabridgment=σύνοψηabridgment=σύντμησηabrupt=κοφτόςabruptly=απότομαabruptly=κοφτάabsence=απουσίαabsent=απώνabsolute=απόλυτοςabsolutely=απολύτωςabsolutely=τελείωςabsolution=άφεσηabsolve=απαλλάσσωabsorb=απορροφώabsorbent=απορροφητικόςabsorption=απορρόφησηabsorptive=απορροφητικόςabstain=απέχωabstemious=εγκρατήςabstemious=λιτόςabstemious=φειδωλόςabstinence=εγκράτειαabstract=θεωρητικόςabsurd=παράλογοςabsurdity=γελοιότηταabundance=αφθονίαabundance=συρροήabundant=άφθονοςabundantly=άφθοναabuse=βρίζωabuse=κατάχρησηabuse=καταχρώμαιabuse=λοιδορίαabusive=καταχρηστικόςabusive=υβριστικόςabut=εφάπτομαιabut=συνορεύωabysmal=φοβερόςabyss=άβυσσοςacademic=ακαδημαϊκόςacademy=ακαδημίαaccede=αποδέχομαιaccelerate=επισπεύδωaccelerate=επιταχύνωacceleration=επίσπευσηacceleration=επιτάχυνση


accent=προφοράaccent=τόνοςaccentuate=τονίζωaccept=αποδέχομαιaccept=δέχομαιaccept=παραδέχομαιacceptable=αποδεκτόςacceptable=δεκτόςacceptance=αποδοχήacceptor=αποδέκτηςaccess=πρόσβασηaccess=προσπέλασηaccessible=ευπρόσιτοςaccession=άνοδοςaccession=απόκτημαaccession=ένταξηaccession=προσχώρησηaccessory=συνεργόςaccident=ατύχημαaccidental=τυχαίοςacclaim=επευφημώacclaim=επιδοκιμάζωacclaim=επικροτώacclamation=επευφημίαacclimate=εγκλιματίζομαιacclimatize=εγκλιματίζομαιaccommodate=εξυπηρετώaccommodate=στεγάζωaccommodating=εξυπηρετικόςaccommodation=κατάλυμαaccommodation=στέγασηaccompaniment=συνοδείαaccompany=ακολουθώaccompany=συνοδεύωaccom<strong>pl</strong>ish=επιτυγχάνωaccom<strong>pl</strong>ish=καταφέρωaccom<strong>pl</strong>ish=πραγματοποιώaccom<strong>pl</strong>ishment=διενέργειαaccord=συγκατάθεσηaccord=συμφωνίαaccost=διπλαρώνωaccost=πλευρίζωaccost=πλησιάζωaccount=αναφοράaccount=λογαριασμόςaccount=σημασίαaccountable=δωσίλογοςaccountable=υπόλογοςaccountancy=λογιστικήaccountant=λογιστήςaccredit=διαπιστεύωaccredit=εξουσιοδοτώaccretion=προσαύξησηaccretion=πρόσφυσηaccrual=επαύξησηaccrue=προκύπτωaccrue=προστίθεμαιaccumulate=συσσωρεύωaccumulation=συρροήaccumulation=συσσώρευσηaccuracy=ακρίβεια


accuracy=ορθότηταaccurate=ακριβήςaccurately=ακριβέσταταaccusation=κατηγορίαaccusative=αιτιατικήaccuse=κατηγορώaccused=κατηγορούμενοςaccused=υπόδικοςaccustom=εξοικειώνομαιaccustom=εξοικειώνωaccustom=συνηθίζωacerbic=στυφόςacerbity=δριμύτηταacerbity=οξύτηταacerbity=στυφότηταacetic=οξικόςache=λαχταρώache=πόνοςache=πονώachieve=κατορθώνωachievement=επίτευξηacid=οξύacid=οξύςacidic=όξινοςacidify=οξύνωacidulous=υπόξινοςacknowledge=αναγνωρίζωacknowledgement=αναγνώρισηacme=ακμήacolyte=ακόλουθοςacorn=βελανίδιacoustic=ακουστικόςacoustic=ηχητικόςacoustics=ακουστικήacquaint=γνωρίζωacquaint=πληροφορώacquaintance=γνωριμίαacquiesce=συναινώacquire=αποκτώacquisition=απόκτημαacquisition=απόκτησηacquisitive=άπληστοςacquisitive=κτητικόςacquit=αθωώνωacquit=απαλλάσσωacquittal=αθώωσηacquittal=απαλλαγήacre=στρέμμαacrid=πικρόςacrid=πνιγηρόςacrid=σέρτικοςacrid=στυφόςacrimonious=θυελλώδηςacrimonious=πικρόςacrimony=δριμύτηταacrimony=πικρίαacrobat=ακροβάτηςacrobatic=ακροβατικόςacronym=ακρώνυμοacross=απέναντιact=ενεργώ


act=επενεργώact=πράξηacting=αναπληρωματικόςaction=αγωγήaction=διάβημαaction=δράσηaction=επενέργειαactivate=ενεργοποιώactivation=ενεργοποίησηactive=ακμαίοςactive=δραστήριοςactive=ενεργόςactively=ενεργάactivism=ακτιβισμόςactivity=δραστηριότηταactual=αληθινόςactual=πραγματικόςactually=πράγματιactually=πραγματικάactuate=διεγείρωactuate=παρακινώactuate=προτρέπωacuity=οξυδέρκειαacumen=διορατικότηταacumen=οξύνοιαacupuncture=βελονισμόςacute=έντονοςacute=οξυδερκήςacute=οξύςadage=απόφθεγμαadage=ρητόadamant=άκαμπτοςadamant=αμετάπειστοςadapt=διασκευάζωadapt=προσαρμόζωadaptation=διασκευήadaptation=προσαρμογήadd=προσθέτωadder=οχιάaddict=εθίζωaddict=ναρκομανήςaddiction=εθισμόςadditional=επιπρόσθετοςadditional=πρόσθετοςadditive=πρόσθετοadditive=πρόσμειξηaddress=απευθύνωaddress=διεύθυνσηaddressee=παραλήπτηςadept=επιδέξιοςadept=επιτήδειοςadequacy=επάρκειαadequate=επαρκήςadhere=εμμένωadhere=κολλώadhere=προσκολλώμαιadherence=εμμονήadherent=οπαδόςadhesion=προσκόλλησηadhesive=κόλλαadhesive=κολλητικός


adhesive=κολλώδηςadieu=αντίοadjacent=κοντινόςadjacent=παρακείμενοςadjacent=προσκείμενοςadjectival=επιθετικόςadjective=επίθετοadjoin=γειτονεύωadjoin=εφάπτομαιadjoin=συνορεύωadjoining=διπλανόςadjourn=αναστέλλωadjudge=αποφαίνομαιadjudicate=δικάζωadjudicate=επιδικάζωadjunct=αναπληρωτήςadjunct=συμπλήρωμαadjust=προσαρμόζωadjust=ρυθμίζωadjustment=ρύθμισηadjutant=υπασπιστήςadminister=απονέμωadminister=διοικώadminister=εφαρμόζωadminister=χορηγώadministrate=διοικώadministration=διοίκησηadministration=διοικητικόςadministration=κυβέρνησηadministration=χορήγησηadministrative=διαχειριστικόςadmiral=ναύαρχοςadmiralty=ναυαρχείοadmiration=θαυμασμόςadmire=θαυμάζωadmirer=θαυμαστήςadmissible=αποδεκτόςadmissible=επιτρεπτόςadmission=είσοδοςadmission=ομολογίαadmission=παραδοχήadmit=εισάγωadmit=παραδέχομαιadmittance=είσοδοςadmix=ανακατεύωadmixture=πρόσμειξηadmonish=νουθετώadmonish=παραινώadmonition=νουθεσίαadmonition=παραίνεσηado=ντόροςado=φασαρίαadolescence=εφηβείαadolescent=εφηβικόςadolescent=έφηβοςadopt=αποδέχομαιadopt=υιοθετώadoption=υιοθεσίαadoption=υιοθέτησηadorable=αξιολάτρευτοςadoration=λατρεία


adore=λατρεύωadorn=καλλωπίζωadorn=κοσμώadorn=λουσάρωadorn=στολίζωadroit=επιδέξιοςadulate=κολακεύωadult=ενήλικαςadult=ενήλικοςadulterate=αλλοιώνωadulterate=νοθεύωadulterer=μοιχόςadulterous=μοιχικόςadultery=μοιχείαadvance=προβαίνωadvance=προκαταβάλλωadvance=πρόοδοςadvance=προχωρώadvanced=προχωρημένοςadvancement=ανάδειξηadvancing=προοδευτικόςadvantage=πλεονέκτημαadvantage=προτέρημαadvantageous=πλεονεκτικόςadvent=έλευσηadvent=ερχομόςadventitious=παρείσακτοςadventitious=τυχαίοςadventure=περιπέτειαadventurous=τολμηρόςadverb=επίρρημαadverbial=επιρρηματικόςadversary=αντίπαλοςadverse=δυσμενήςadvert=διαφήμισηadvertise=διαφημίζωadvertisement=διαφήμισηadvertising=διαφημιστικόςadvice=συμβουλήadvisability=ορθότηταadvisability=σκοπιμότηταadvisable=συνετόadvisable=συνετόςadvise=συμβουλεύωadvise=συνιστώadvisor=σύμβουλοςadvisory=συμβουλευτικόςadvocacy=υπεράσπισηadvocate=συνήγοροςadvocate=συνηγορώadvocate=υπερασπιστήςadvocate=υποστηρικτήςaegis=αιγίδαaerate=αερίζωaerial=κεραίαaeronaut=αεροναύτηςaero<strong>pl</strong>ane=αεροπλάνοaerosol=αεροζόλaerosol=σπρέιaesthetic=αισθητικόςafar=αλάργα


afar=μακριάaffability=αβρότηταaffability=προσήνειαaffable=αβρόςaffable=προσηνήςaffair=δεσμόςaffair=υπόθεσηaffect=επηρεάζωaffect=παριστάνωaffectation=εκζήτησηaffectation=επιτήδευσηaffected=επιτηδευμένοςaffection=στοργήaffection=τρυφερότηταaffectionate=στοργικόςaffiliate=προσκτώμαιaffiliate=προσχωρώaffinity=αγχιστείαaffinity=έλξηaffinity=συνάφειαaffirm=βεβαιώνωaffirm=διαβεβαιώνωaffirm=επικυρώνωaffirmation=διαβεβαίωσηaffirmative=καταφατικόςaffix=προσθέτωaffix=πρόσφυμαafflict=βασανίζωafflict=ταλαιπωρώafflicted=βασανιζόμενοςaffliction=βάσανοaffluence=αφθονίαaffluent=εύποροςafforest=αναδασώνωaffray=συμπλοκήaffront=προσβολήaficionado=οπαδόςafter=έπειταafter=μετάaftermath=επακόλουθοafterward=έπειταafterward=μετάafterwards=μετάagain=ξανάagain=πάλιagainst=εναντίονagainst=κατάage=εποχήage=ηλικίαaged=ηλικίαςaged=ηλικιωμένοςageing=γήρανσηagency=πρακτορείοagency=υπηρεσίαagent=μεσίτηςagent=παράγωνagent=πράκτοραςaggravate=επιδεινώνωaggregate=συσσωμάτωμαaggression=επιθετικότηταaggressive=επιθετικός


agile=ευκίνητοςagile=εύστροφοςagile=σβέλτοςagility=ευστροφίαagility=σβελτάδαago=πρινagony=αγωνίαagree=συμφωνώagreeable=ευάρεστοςagreeable=τερπνόςagreement=συμφωνίαagriculture=γεωργίαaid=βοήθειαaid=βοήθημαaid=βοηθώaid=επικουρίαailment=αρρώστιαailment=ασθένειαaim=αποβλέπωaim=βλέψηaim=σκοπεύωaim=σκοπόςaimless=άσκοποςair=αέραςair=ατμόσφαιραairborne=αερομεταφερόμενοςaircraft=αεροσκάφοςairport=αεροδρόμιοairscrew=έλικαςairy=ευάεροςakin=συγγενήςakin=συγγενικόςalabaster=αλάβαστροalacrity=γρηγοράδαalacrity=προθυμίαalarm=συναγερμόςalarm=τρομάζωalbeit=έστωalbum=δίσκοςalbum=λεύκωμαalchemist=αλχημιστήςalchemy=αλχημείαalcohol=αλκοόλalcohol=οινόπνευμαalcoholic=αλκοολικόςalcoholism=αλκοολισμόςalcove=εσοχήalcove=σηκόςale=μπύραalert=άγρυπνοςalertness=επαγρύπνησηalertness=ετοιμότηταalgae=άλγηalias=ψευδώνυμοalibi=άλλοθιalien=αλλοδαπόςalien=εξωγήινοςalienate=αλλοτριώνωalienate=αποξενώνωalienation=αποξένωσηalight=αναμμένος


alight=κατεβαίνωalign=ευθυγραμμίζωalike=όμοιοςalimentary=πεπτικόςalimentary=τροφικόςalive=ζωντανόςalkaline=αλκαλικόςall=όλαall=όλεςall=όλοςallay=ανακουφίζωallay=κατευνάζωallege=ισχυρίζομαιallege=κατηγορώalleged=φερόμενοςallegedly=φερόμενοςallegiance=υπακοήallegoric=αλληγορικόςallegory=αλληγορίαalleviate=ανακουφίζωalleviate=καταπραΰνωalley=πάροδοςalley=σοκάκιalliance=συμμαχίαalliance=συνασπισμόςallied=συμμαχικόςallied=σύμμαχοςallocate=αναθέτωallocate=κατανέμωallocation=καταμερισμόςallocation=κατανομήallot=διανέμωallotment=κλήροςallow=αφήνωallow=επιτρέπωallowance=επίδομαallowance=επιχορήγησηalloy=κράμαall-round=ολόκληροςallure=δελεάζωalluring=σαγηνευτικόςallusion=νύξηallusion=υπαινιγμόςallusive=υπαινισσόμενοςalluvial=προσχωματικόςally=σύμμαχοςalmanac=καζαμίαςalmighty=παντοδύναμοςAlmighty=Παντοκράτοραςalmond=αμύγδαλοalmost=σχεδόνalone=μοναχόςalone=μόνοςalongside=δίπλαaloof=ακατάδεχτοςaloof=υπερόπτηςaloud=φωναχτάalphabet=αλφάβητοalphabetic=αλφαβητικόςalready=ήδηalready=κιόλας


alright=εντάξειalso=επίσηςalso=καιaltar=βωμόςalter=αλλάζωalter=μετατρέπωalter=παραποιώalter=τροποποιώalteration=μεταβολήalteration=τροποποίησηaltercation=λογομαχίαalternate=εναλλάσσωalternation=εναλλαγήaltitude=υψόμετροaltogether=εντελώςaltruist=αλτρουιστήςalveolar=κυψελιδικόςalways=πάνταalways=πάντοτεam=είμαιamalgam=αμάλγαμαamalgam=μίγμαamalgamate=ενώνωamalgamate=συγχωνεύωamalgamation=ένωσηamalgamation=συγχώνευσηamaranth=αμάραντοςamass=αποθησαυρίζωamateur=ερασιτέχνηςamateur=ερασιτεχνικόςamateurish=ερασιτεχνικόςamatory=ερωτικόςamaze=εκπλήσσωamazing=εκπληκτικόςambassador=πρεσβευτήςambassador=πρέσβηςamber=κεχριμπάριamber=πορτοκαλίambiguity=ασάφειαambiguous=διφορούμενοςambition=βλέψηambition=φιλοδοξίαambitious=φιλόδοξοςambivalent=ταλαντευόμενοςambrosia=αμβροσίαambulance=νοσοκομειακόambulant=περιπατητικόςambulatory=περιπατητικόςambush=ενέδραambush=καρτέριameliorate=βελτιώνωamend=τροποποιώamendment=τροπολογίαamethyst=αμέθυστοςamiable=αξιαγάπητοςamiable=προσηνήςamiable=φιλικόςamiable=φιλόφρωνamicable=φιλικόςamid=ανάμεσαamid=μεταξύ


amidst=ανάμεσαamidst=μεταξύamiss=στραβάamity=φιλίαammonia=αμμωνίαamnesia=αμνησίαamnesty=αμνηστίαamoeba=αμοιβάδαamong=ανάμεσαamorous=ερωτικόςamorphous=άμορφοςamount=ανέρχομαιamount=ποσόamount=ποσόνamphibian=αμφίβιοamphibious=αμφίβιοςamphibology=αμφισημίαamphitheatre=αμφιθέατροam<strong>pl</strong>e=αρκετόςam<strong>pl</strong>e=άφθονοςam<strong>pl</strong>ification=ενίσχυσηam<strong>pl</strong>ifier=ενισχυτήςam<strong>pl</strong>ify=ενισχύωam<strong>pl</strong>itude=εύροςam<strong>pl</strong>itude=πλάτοςam<strong>pl</strong>y=ικανοποιητικάamputate=ακρωτηριάζωamputate=ξεκόβωamputation=ακρωτηριασμόςamputation=αποκοπήamulet=φυλαχτόamuse=διασκεδάζωamuse=ψυχαγωγώan=έναan=έναςan=μίαanachronism=αναχρονισμόςanachronistic=αναχρονιστικόςanaemia=αναιμίαanaemic=αναιμικόςanalgesic=αναλγητικόςanalogous=ανάλογοςanalogue=ανάλογοanalogy=αναλογίαanalyse=αναλύωanalysis=ανάλυσηanalyst=αναλυτήςanalytic=αναλυτικόςanarchic=αναρχικόςanarchy=αναρχίαanathema=ανάθεμαanathema=κατάραanatomist=ανατόμοςanatomy=ανατομίαancestor=πρόγονοςancestral=πατρογονικόςancestral=προγονικόςancestry=καταγωγήanchor=άγκυραanchorite=ασκητήςanchovy=αντσούγια


ancillary=βοηθητικόςand=καιanecdote=ανέκδοτοanew=πάλιangel=άγγελοςangelic=αγγελικόςanger=θυμόςanger=οργήanger=φούρκαangle=γωνίαangry=θυμωμένοςangry=οργισμένοςanguish=άγχοςanguish=αγωνίαanguish=αγωνιώangular=γωνιακόςanimadversion=μομφήanimadversion=παρατήρησηanimadvert=μέμφομαιanimal=ζώοanimal=κτήνοςanimate=έμψυχοςanimate=εμψυχώνωanimate=ζωντανεύωanimism=ανιμισμόςanimosity=εμπάθειαanimosity=εχθρότηταanimosity=κακεντρέχειαanimosity=καταφοράanise=γλυκάνισοankle=αστράγαλοςannals=χρονικάannihilate=εκμηδενίζωannihilate=καταστρέφωanniversary=επέτειοςannotate=σχολιάζωannotation=σχολιασμόςannotation=υποσημείωσηannounce=ανακοινώνωannouncement=ανακοίνωσηannouncement=εξαγγελίαannoy=ενοχλώannoyance=ενόχλησηannual=ετήσιοςannuity=πρόσοδοςannul=ακυρώνωannul=ανακαλώannulment=ακύρωσηannulus=δακτύλιοςannunciate=ευαγγελίζομαιanoint=χρίωanomalous=ανώμαλοςanomaly=ανωμαλίαanonymous=ανώνυμοςanorak=ανοράκanother=άλλοςanswer=απάντησηanswer=απαντώant=μυρμήγκιantagonism=ανταγωνισμόςantagonist=ανταγωνιστής


antagonistic=ανταγωνιστικόςante=προantecedent=προηγούμενοςantedate=προχρονολογούμαιantelope=αντιλόπηantenna=κεραίαanterior=πρόσθιοςanteroom=προθάλαμοςanthem=ύμνοςanther=ανθήραςanthology=ανθολογίαanthracite=ανθρακίτηςanthropoid=ανθρωποειδήςanthropology=ανθρωπολογίαantibody=αντίσωμαanticipate=προκαταλαμβάνωanticipate=προλαμβάνωanticipation=αναμονήanticipation=προσδοκίαantidote=αντίδοτοantipathy=αντιπάθειαantiquarian=αρχαιολόγοςantiquated=απαρχαιωμένοςantiquated=πεπαλαιωμένοςantiquity=αρχαιότηταantithetic=αντιθετικόςantonym=αντίθετοanvil=αμόνιanxiety=ανησυχίαanxious=αγχώδηςanxious=ανήσυχοςanybody=κανέναςanyone=κανείςanything=τίποταanyway=πάντωςapace=γρήγοραapart=χωριστάapartment=διαμέρισμαapathetic=απαθήςapathy=απάθειαape=πίθηκοςaperture=οπήapex=αποκορύφωμαaphorism=απόφθεγμαapiary=μελισσοτροφείοapocalypse=αποκάλυψηapocalyptic=αποκαλυπτικόςapocryphal=απόκρυφοςapogee=απόγειοapology=συγνώμηapo<strong>pl</strong>ectic=αποπληκτικόςapo<strong>pl</strong>exy=αποπληξίαapostasy=αποστασίαapostate=αποστάτηςapostle=απόστολοςapostolic=αποστολικόςapostrophe=αποστροφήapothecary=φαρμακοποιόςapotheosis=αποθέωσηappal=συγκλονίζωapparatus=εξοπλισμός


apparatus=συσκευήapparent=έκδηλοςapparent=εμφανήςapparent=προφανήςapparent=φαινομενικόςapparently=φαινομενικάapparition=οπτασίαapparition=φάντασμαappeal=έφεσηappeal=τραβώappear=διαφαίνομαιappear=εμφανίζομαιappear=φαίνομαιappearance=εμφάνισηappearance=παρουσίασηappease=κατευνάζωappellation=επωνυμίαappellation=τίτλοςappend=επισυνάπτωappendage=παράρτημαappendix=παράρτημαappendix=προσάρτημαappertain=σχετίζομαιappetising=ορεκτικόςappetite=όρεξηap<strong>pl</strong>aud=επευφημώap<strong>pl</strong>aud=χειροκροτώap<strong>pl</strong>ause=επευφημίαap<strong>pl</strong>ause=επευφημίεςap<strong>pl</strong>ause=χειροκρότημαap<strong>pl</strong>e=μήλοap<strong>pl</strong>iance=συσκευήap<strong>pl</strong>icable=εφαρμόσιμοςap<strong>pl</strong>icable=ταιριαστόςap<strong>pl</strong>icant=αιτώνap<strong>pl</strong>ication=αίτησηap<strong>pl</strong>ication=εφαρμογήap<strong>pl</strong>ication=προσήλωσηap<strong>pl</strong>ication=χρήσηap<strong>pl</strong>y=αιτούμαιap<strong>pl</strong>y=βάζωap<strong>pl</strong>y=εφαρμόζωappoint=διορίζωappoint=ορίζωappointment=διορισμόςappointment=ορισμόςappointment=ραντεβούappointment=συνάντησηapportion=διανέμωapportion=κατανέμωapposite=ταιριαστόςappraisal=αξιολόγησηappraisal=εκτίμησηappraise=αξιολογώappraise=εκτιμώappreciable=αισθητόςappreciable=αξιοσημείωτοςappreciate=αναγνωρίζωappreciate=εκτιμώappreciate=κατανοώapprehend=συλλαμβάνω


apprehension=ανησυχίαapprehension=σύλληψηapprehension=ταραχήapprehension=φόβοςapprehensive=ανήσυχοςapprentice=δόκιμοςapprenticeship=μαθητείαapprise=γνωστοποιώapproach=μέθοδοςapproach=πλησιάζωapproach=προσεγγίζωapproach=προσέγγισηapproachable=ευπροσήγοροςapproachable=προσηνήςapprobation=έγκρισηapprobation=επιδοκιμασίαappropriate=κατάλληλοςappropriate=οικειοποιούμαιappropriate=σφετερίζομαιappropriately=κατάλληλαappropriately=ταιριαστάappropriation=σφετερισμόςapproval=έγκρισηapproval=παραδοχήapprove=εγκρίνωapprove=επιδοκιμάζωapproximate=περίπουapricot=βερίκοκοapron=ποδιάapse=αψίδαapt=επιρρεπήςapt=κατάλληλοςaptitude=ικανότηταaptitude=κλίσηaptitude=προτέρημαaptitude=ταλέντοaqua=ύδωρaquarium=ενυδρείοaquatic=υδρόβιοςaqueduct=υδραγωγείοarabesque=αραβούργημαarbiter=διαιτητήςarbitrary=αυθαίρετοςarbitrate=διαιτητεύωarbitration=διαιτησίαarbour=κρεβατίναarbour=περβόλιarc=αψίδαarc=τόξοarcade=αψίδωσηarcade=στοάarcane=απόκρυφοςarch=αψίδαarchaeologist=αρχαιολογικόςarchaeology=αρχαιολογίαarchaic=απαρχαιωμένοςarchaic=αρχαίοςarchangel=αρχάγγελοςarchbishop=αρχιεπίσκοποςarchdeacon=αρχιδιάκονοςarcher=τοξότης


archetype=αρχέτυποarchetype=πρότυποarchipelago=αρχιπέλαγοςarchitectonic=αρχιτεκτονικόςarchitectural=αρχιτεκτονικόςarchitecture=αρχιτεκτονικήarchitrave=επιστύλιοArctic=Αρκτικήarctic=αρκτικόςardency=πάθοςardent=φλογερόςardour=θέρμηarduous=επίπονοςarea=περιοχήarena=αρέναargillaceous=αργιλώδηςargot=αργκόargue=διαπληκτίζομαιargue=διαφωνώargue=επιχειρηματολογώargument=διαφωνίαargument=επιχείρημαargument=λογομαχίαargumentative=αμφιλεγόμενοςargumentative=ερειστικόςaria=άριαarid=ξερόςaridity=ξηρότηταarise=εγείρομαιarise=προκύπτωaristocracy=αριστοκρατίαaristocrat=αριστοκράτηςaristocratic=αριστοκρατικόςarithmetic=αριθμητικήarithmetic=μαθηματικάark=κιβωτόςarm=μπράτσοarm=όπλοarm=χέριarmada=αρμάδαarmament=εξοπλισμόςarmchair=πολυθρόναarmour=πανοπλίαarms=όπλαarmy=στρατόςaroma=άρωμαaromatic=αρωματικόςaround=γύρωarouse=διεγείρωarouse=ξεσηκώνωarraign=εγκαλώarraign=καταγγέλλωarraign=κλητεύωarrange=κανονίζωarrange=τακτοποιώarrangement=διακανονισμόςarrangement=διευθέτησηarrangement=ετοιμασίαarrangement=τακτοποίησηarray=διάταξηarray=παράταξη


array=παρατάσσωarrears=καθυστερούμεναarrest=συλλαμβάνωarrival=άφιξηarrive=φθάνωarrive=φτάνωarrogance=αλαζονείαarrogance=έπαρσηarrogance=υπεροψίαarrogant=αλαζόναςarrogant=αλαζονικόςarrogant=υπερόπτηςarrogant=υπεροπτικόςarrogate=σφετερίζομαιarrow=βέλοςarsonist=εμπρηστήςart=τέχνηarterial=αρτηριακόςartery=αρτηρίαartful=πονηρόςartichoke=αγκινάραarticle=άρθροarticulate=έναρθροςarticulate=ευκρινήςarticulation=διάρθρωσηartifice=τέχνασμαartificial=τεχνητόςartillery=πυροβολικόartisan=τεχνίτηςartist=καλλιτέχνηςartistic=καλλιτεχνικόςartistry=καλλιτεχνίαartless=άτεχνοςas=όπωςas=σανasbestos=αμίαντοςascend=αναρριχώμαιascend=ανεβαίνωascension=ανάβασηascent=ανάβασηascertain=διαπιστώνωascertain=εξακριβώνωascetic=ασκητικόςasceticism=ασκητισμόςascribe=αποδίδωascribe=επιρρίπτωasexual=άφυλοςash=στάχτηashen=σταχτήςashen=τεφροειδήςashen=ωχρόςashtray=σταχτοδοχείοashtray=τασάκιashy=τεφρώδηςaside=πλάιasinine=γαϊδουρινόςasinine=ηλίθιοςask=ρωτώaskance=λοξάaskew=στραβάasleep=κοιμώμενος


asparagus=σπαράγγιaspect=άποψηaspect=θωριάaspect=όψηaspect=πλευράaspen=λεύκηasperity=δριμύτηταasperity=οξύτηταaspersion=κακολογίαasphalt=άσφαλτοςasphyxiate=ασφυκτιώaspic=λεβάνταaspirant=φιλόδοξοςaspirate=αναρροφώaspiration=απορρόφησηaspiration=βλέψηaspiration=φιλοδοξίαaspire=φιλοδοξώaspirin=ασπιρίνηass=βλάκαςass=γάιδαροςassailant=επιτιθέμενοςassassin=δολοφόνοςassassinate=δολοφονώassassination=δολοφονίαassault=βιαιοπραγίαassault=επίθεσηassault=επιτίθεμαιassay=δοκιμάζωassemblage=σύναξηassemblage=συναρμολόγησηassemble=συναθροίζωassemble=συναρμολογώassembly=ομήγυρηassembly=συνέλευσηassent=συγκατάθεσηassert=διεκδικώassert=υποστηρίζωassertive=θετικόςassertive=κατηγορηματικόςassess=αποτιμώassess=εκτιμώassessment=εκτίμησηassessor=εκτιμητήςasset=ενεργητικόasset=κεφάλαιοassiduity=επιμέλειαassiduity=προσήλωσηassiduous=ενδελεχήςassiduous=επιμελήςassiduous=εργατικόςassign=αναθέτωassign=αποδίδωassign=διορίζωassignation=ανάθεσηassignation=διανομήassignee=εντολοδόχοςassignment=ανάθεσηassignment=αποστολήassignment=δουλειάassignment=ορισμός


assimilate=αφομοιώνωassimilate=εξομοιώνωassimilation=αφομοίωσηassist=βοηθώassistant=βοηθόςassociate=συνέταιροςassociate=συσχετίζωassociation=σχέσηassort=συναναστρέφομαιassort=ταξινομώassorted=διάφοροςassorted=ποικίλοςassuage=κατευνάζωassume=υποθέτωassumption=υπόθεσηassurance=διαβεβαίωσηassurance=εγγύησηassurance=σιγουριάassure=βεβαιώνωassure=διαβεβαιώνωasterisk=αστερίσκοςasthma=άσθμαastigmatic=αστιγματικόςastonish=εκπλήσσωastonishingly=εκπληκτικάastonishment=εμβροντησίαastound=αποσβολώνωastound=εκπλήσσωastound=ξαφνιάζωastral=αστρικόςastrologer=αστρολόγοςastronaut=αστροναύτηςastronomer=αστρονόμοςastronomic=αστρονομικόςastronomy=αστρονομίαastrophysics=αστροφυσικήastute=ευφυήςastute=τετραπέρατοςasylum=ασυλίαasylum=άσυλοasymmetric=ασύμμετροςasymmetry=ασυμμετρίαasymptote=ασύμπτωτοasynchronous=ασύγχρονοςat=σεatavism=αταβισμόςatavism=προγονισμόςatavistic=αταβιστικόςatheism=αθεϊσμόςatheist=αθεϊστήςatheist=άθεοςathlete=αθλητήςathletic=αθλητικόςathletics=αθλητικάatmosphere=ατμόσφαιραatom=άτομοatomic=ατομικόςatone=εξιλεώνομαιatrocious=απαίσιοςatrocious=αποκρουστικόςatrocity=κτηνωδία


atrocity=ωμότηταatrophy=ατροφίαattach=επισυνάπτωattach=συνδέωattack=επιδρομήattack=επίθεσηattack=επιτίθεμαιattacker=επιτιθέμενοςattain=επιτυγχάνωattain=κατορθώνωattempt=απόπειραattempt=προσπάθειαattempt=προσπαθώattend=παραβρίσκομαιattend=παρακολουθώattendance=παρουσίαattendant=ακόλουθοςattention=προσοχήattention=φροντίδαattentive=γνωστικόςattentive=προσεκτικόςattentively=περιποιητικάattentively=προσεκτικάattenuate=αμβλύνωattenuate=ελαφρύνωattest=μαρτυρώattest=πιστοποιώattestation=κατάθεσηattestation=μαρτυρίαattic=σοφίταattire=αμφίεσηattire=ντύσιμοattitude=στάσηattitude=συμπεριφοράattorney=συνήγοροςattract=έλκωattract=επισύρωattract=προσελκύωattract=τραβώattraction=έλξηattraction=θέαμαattractive=ελκυστικόςattribute=αποδίδωattribute=ιδιότηταattribution=κατανομήattrition=τριβήattrition=φθοράattune=συντονίζωatypical=άτυποςaubergine=μελιτζάναauburn=πυρόξανθοςauction=πλειστηριασμόςaudacity=θράσοςaudience=ακροατήριοaudio=ακουστικόςaudit=ελέγχωauditorium=αίθουσαauditory=ακουστικόςauger=τρυπάνιaugment=αυξάνωaugmentation=αύξηση


augur=προοιωνίζομαιAugust=Αύγουστος.aunt=θείαauntie=θείαaura=φωτοστέφανοaural=ακουστικόςaurora=αυγήaurora=σέλαςauspice=προστασίαauspicious=ευοίωνοςaustere=αυστηρόςaustral=νότιοςauthentic=αυθεντικόςauthentic=γνήσιοςauthenticate=επικυρώνωauthenticate=πιστοποιώauthenticity=γνησιότηταauthor=συγγραφέαςauthoritarian=απολυταρχικόςauthoritative=έγκυροςauthoritative=επιβλητικόςauthority=αυθεντίαauthority=εξουσίαauthority=κύροςautobiography=αυτοβιογραφίαautocracy=αυτοκρατορίαautocrat=αυτοκράτοραςautocrat=δεσποτικόςautocratic=αυτοκρατορικόςautograph=αυτόγραφοautomate=αυτοματοποιώautomatic=αυτοματικόςautomatic=αυτόματοautomation=αυτοματοποίησηautomaton=αυτόματοautomobile=αυτοκίνητοautomotive=αυτοκίνητοςautonomic=αυτόνομοςautonomous=αυτόνομοςautonomy=αυτονομίαautopsy=νεκροψίαautumn=φθινόπωροautumnal=φθινοπωρινόςauxiliary=βοηθητικόςavail=όφελοςavail=χρησιμεύωavail=ωφελώavailable=διαθέσιμοςavalanche=πλημμύραavalanche=χιονοστιβάδαavarice=τσιγκουνιάavarice=φιλαργυρίαavaricious=φιλάργυροςavenge=εκδικούμαιavenue=λεωφόροςaver=αποδεικνύωaver=πιστοποιώaverage=μέσοςaverse=αντίθετοςaversion=αποστροφήavert=αποστρέφω


avert=αποτρέπωaviary=πτηνοτροφείοaviation=αεροπορίαaviator=αεροπόροςavid=ενθουσιώδηςavoid=αποφεύγωavoidance=αποφυγήavow=διαβεβαιώνωavow=ομολογώavowal=ομολογίαawait=αναμένωawait=περιμένωawake=ξυπνώawaken=ξυπνώawakening=ξύπνημαaward=απονέμωaward=βραβείοaward=κατακυρώνωawareness=αντίληψηaway=μακριάawe=δέοςawesome=επιβλητικόςawful=απαίσιοςawkward=αδέξιοςawkward=ατζαμήςawl=ξέστροawl=σουβλίawning=τένταawry=λοξόςawry=στραβάaxe=πέλεκαςaxe=πελέκιaxe=τσεκούριaxial=αξονικόςaxiom=αξίωμαaxiomatic=αξιωματικόςaxiomatic=αυταπόδεικτοςaxis=άξοναςaxle=άξοναςaye=ναιazure=γαλάζιοςazure=γαλανόςazure=κυανόςbabble=ασυναρτησίεςbabble=κελαρύζωbabble=φλυαρώbabe=γκόμεναbabe=μωρόbaby=μωρόbacillus=βακτήριοback=ενισχύωback=πλάτηback=υποστηρίζωbackbite=καταλαλώbackdrop=φόντοbacking=συμπαράστασηbackside=πισινόbackward=καθυστερημένοςbacon=μπέικονbacteria=βακτηρίδιαbad=άσχημος


ad=κακόςbadge=κονκάρδαbadger=ασβόςbadger=παρενοχλώbadly=άσχημαbadly=κακάbag=τσάνταbait=δόλωμαbaker=φούρναρηςbalance=ζυγαριάbalance=ισοζύγιοbalance=ισορροπίαbalance=πλάστιγγαbalcony=μπαλκόνιbald=καραφλόςbald=φαλακρόςbaleful=απελπισμένοςbaleful=θλιβερόςbaleful=ολέθριοςball=κουβάριball=μπάλαballad=μπαλάνταballast=έρμαballast=σαβούραballast=σαβουρώνωballet=μπαλέτοballoon=αερόστατοballoon=μπαλόνιbalmy=γλυκόςban=απαγόρευσηban=απαγορεύωban=αποκλεισμόςban=αποκλείωbanality=πεζότηταbanana=μπανάναband=ταινίαbandage=επίδεσμοςbang=βρόντοςbang=βροντώbang=γδούποςbang=κρότοςbank=ανάχωμαbank=όχθηbank=τράπεζαbanker=τραπεζίτηςbankrupt=χρεοκοπημένοςbanner=λάβαροbanquet=πανδαισίαbanquet=συμπόσιοbaptise=βαφτίζωbaptism=βάπτισμαbar=εμποδίζωbar=κάγκελοbar=μπαρbar=φράζωbarber=κουρέαςbare=γυμνόςbargain=παζαρεύωbargaining=παζάριbarge=μαούναbark=γαβγίζω


ark=γαυγίζωbark=φλοιόςbarking=γαύγισμαbarley=κριθάριbarn=αχυρώναςbaron=βαρόνοςbaroque=μπαρόκbarracks=στρατώναςbarrel=βαρέλιbarren=άγονοςbarren=άκαρποςbarren=στείροςbarricade=οδόφραγμαbarricade=φράσσωbarrier=εμπόδιοbarrier=μπάραbarrier=φράγμαbarrier=φραγμόςbarrow=τύμβοςbase=βάθροbase=ευτελήςbasement=υπόγειοbaseness=ευτέλειαbaseness=προστυχιάbashful=δειλόςbashful=ντροπαλόςbasil=βασιλικόςbasin=λεκάνηbasis=βάσηbask=λιάζομαιbasket=καλάθιbasket=κοφίνιbasket=πανέριbat=νυχτερίδαbat=ρόπαλοbatch=φουρνιάbath=λουτρόbath=μπανιέραbath=μπάνιοbathe=λούζομαιbathroom=λουτρόbaton=σκυτάληbattalion=τάγμαbattery=μπαταρίαbattery=συστοιχίαbattle=μάχηbay=κόλποςbayonet=ξιφολόγχηbe=βρίσκομαιbe=διανύωbe=είμαιbeach=ακτήbeach=αμμουδιάbeach=γιαλόςbead=χάντραbeak=ράμφοςbeam=αχτίδαbeam=δοκόςbeam=καδρόνιbean=φασόλιbeanpole=τηλεγραφόξυλο


ear=αρκούδαbear=γεννώbear=υποφέρωbeard=γένιbeard=μούσιbearded=γενειοφόροςbearded=μουσάτοςbearer=κομιστήςbearer=φορέαςbearing=έδρανοbearing=στάσηbearing=σχέσηbeast=ζώοbeast=κτήνοςbeat=δέρνωbeat=νικώbeat=χτυπώbeater=δάρτηςbeating=παλλόμενοςbeautiful=όμορφοςbeauty=καλλονήbeauty=ομορφιάbeaver=κάστοραςbecause=γιατίbecause=διότιbeckon=γνέφωbecome=αρμόζωbecome=γίνομαιbecoming=αρμόζωνbed=κρεβάτιbedroom=κρεβατοκάμαραbedroom=υπνοδωμάτιοbeer=μπύραbeet=τεύτλοbeetle=σκαθάριbefall=συμβαίνωbefore=πρινbefore=προτούbeforehand=πρινbeg=ζητιανεύωbeg=ικετεύωbeg=παρακαλώbeggar=ζητιάνοςbegin=αρχίζωbeginner=αρχάριοςbeginner=ατζαμήςbeginning=αρχήbeginning=έναρξηbegrudge=φθονώbehave=συμπεριφέρομαιbehaviour=διαγωγήbehaviour=συμπεριφοράbehaviour=φέρσιμοbehold=ιδούbeige=μπεζbeing=όνbelch=ρέψιμοbelief=πεποίθησηbelief=πίστηbelieve=πιστεύωbelittle=υποτιμώ


ell=καμπάναbell=κουδούνιbelligerent=επιθετικόςbelligerent=εριστικόςbelligerent=φιλοπόλεμοςbellow=μουγκρίζωbelong=ανήκωbelongings=υπάρχονταbeloved=αγαπημένοςbelt=ζώνηbelt=ιμάνταςbench=έδραbench=έδρανοbench=παγκάκιbench=πάγκοςbend=γέρνωbend=καμπυλώνεταιbend=σκύβωbend=στροφήbeneficial=επωφελήςbeneficial=ευεργετικόςbeneficial=ωφέλιμοςbenefit=επίδομαbenefit=επωφελούμαιbenefit=όφελοςbenefit=ωφέλειαbenevolence=καλοσύνηbenevolence=φιλανθρωπίαbenevolent=ευμενήςbenevolent=καλόβουλοςbenevolent=συνετόςbenevolent=φρόνιμοςbenign=ήπιοςbenign=καλοήθηςbenign=καλοκάγαθοςbent=κυρτόςbequeath=κληροδοτώberet=μπερέςberry=μούροberry=ρόγαbeside=δίπλαbeside=πλάιbesides=άλλωστεbesiege=πολιορκώbestow=παραχωρώbestow=παρέχωbet=στοίχημαbet=στοιχηματίζωbetoken=σημαίνωbetray=προδίδωbetween=μεταξύbewail=μοιρολογώbewilderment=σύγχυσηbewitch=θέλγωbias=προκατάληψηbiased=προκατειλημμένοςbiblical=βιβλικόςbicycle=ποδήλατοbid=απόπειραbid=προσπάθειαbid=προσφορά


ig=μεγάλοςbigamy=διγαμίαbike=ποδήλατοbilateral=διμερήςbile=χολήbilious=πικρόχολοςbill=λογαριασμόςbill=νομοσχέδιοbill=ράμφοςbillion=δισεκατομμύριοbin=κάδοςbinary=δυαδικόςbind=βιβλιοδετώbind=δένωbind=δεσμεύωbind=πεδικλώνωbinding=δέσιμοbinding=δεσμευτικόςbiographer=βιογράφοςbiography=βιογραφίαbiologist=βιολογικόςbiosphere=βιόσφαιραbirch=σημύδαbird=κόμματοςbird=πουλίbirth=γένναbirth=γέννησηbirthday=γενέθλιαbiscuit=μπισκότοbisect=διχοτομώbishop=επίσκοποςbit=φίμωτροbitch=σκύλαbite=δάγκωμαbite=δαγκώνωbite=τσίμπημαbitter=δριμύςbitter=πικρόςbitterly=πικράbitterly=τσουχτερόςbitterness=πικράδαbivalve=δίθυροςbizarre=εκκεντρικόςblack=μαύροςblackbird=κότσυφαςblackboard=μαυροπίνακαςblacken=αμαυρώνωblackmail=εκβιάζωblackmail=εκβιασμόςbladder=κύστηblade=λεπίδαbland=άνοστοςblank=άγραφοςblank=άγραφτοςblank=κενόblank=λευκόςblanket=κουβέρταblanket=σκεπάζωblast=έκρηξηblatant=χονδροειδήςblaze=ανάφλεξη


laze=πυρκαγιάblaze=φλόγεςbleach=λευκαντικόbleach=χλωρίνηbleak=ανεμοδαρμένοςbleak=γυμνόςbleat=βελάζωbleed=αιμορραγώbleed=ματώνωblemish=αμαυρώνωblemish=στίγμαblemish=ψεγάδιblend=αναμιγνύωbless=ευλογώblessing=ευλογίαblind=θαμπώνωblind=τυφλόςblindly=τυφλάblindness=τύφλωσηblink=αναβοσβήνωbliss=ευδαιμονίαblissful=ευτυχήςblister=φούσκαblister=φουσκάλαblithe=ευτυχήςblizzard=θύελλαblizzard=χιονοθύελλαblob=ρανίδαbloc=συνασπισμόςblock=στηρίγματαblock=φραγμόςblockhead=στουρνάριblond=ξανθόςblonde=ξανθόςblood=αίμαbloody=αιματηρόςbloom=ανθίζωbloom=άνθοςblossom=ανθίζωblossom=άνθοςblot=αμαυρώνωblouse=μπλούζαblow=φυσώblow=χτύπημαblue=μπλεblueprint=πρωτότυποbluff=ευθύςbluff=μπλόφαbluff=ντόμπροςblunt=αμβλύςblunt=απότομοςblunt=μονοκόμματοςbluster=λεονταρισμόςboar=κάπροςboar=χοίροςboard=επιβιβάζομαιboard=σανίδαboarding=σανίδωμαboat=βάρκαbob=αναπηδώbob=ανεβοκατεβαίνω


ob=πλεξούδαbodice=κορσάζbodily=σωματικάbody=σώμαbodyguard=σωματοφύλακαςbodywork=αμάξωμαbog=βάλτοςbog=έλοςboil=βράζωboiler=καζάνιboiler=καυστήραςbold=γενναίοςbold=έντονοςbold=θαρραλέοςbold=τόλμημαboldly=γενναίαboldly=θαρραλέαboldness=τόλμηbolero=μπολερόbolt=αφηνιάζωbomb=βόμβαbombard=βομβαρδίζωbombard=κατακλύζομαιbombard=κατακλύζωbombardment=βομβαρδισμόςbombast=μεγαλορρημοσύνηbomber=βομβιστήςbombing=βομβαρδισμόςbond=δεσμόςbond=συγκολλώbond=συνδέωbone=κόκαλοbonnet=καπόbonnet=πίλοςbonus=πριμboo=αποδοκιμάζωbook=βιβλιάριοbook=βιβλίοbook=καπαρώνωbook-keeping=λογιστικήbooklet=βιβλιαράκιbooklet=φυλλάδιοbookmark=σελιδοδείκτηςbookseller=βιβλιοπώληςbookshop=βιβλιοπωλείοbookstore=βιβλιοπωλείοboom=έξαρσηboorish=αγροίκοςboost=ανεβάζωboost=αυξάνωboost=ενισχύωboot=μπόταbooth=θάλαμοςbooth=πάγκοςbooth=παράπηγμαbooty=λάφυραborder=μεθόριοςborder=ρέλιborder=σύνοροborderline=οριακόςborderline=παραμεθόριος


ore=διατρυπώbore=πλήττωboredom=βαρεμάραboredom=οκνηρίαboring=βαρετόςborrow=δανείζομαιborrower=δανειζόμενοςboss=αφεντικόbossy=αυταρχικόςbother=ενοχλούμαιbother=ενοχλώbother=κόποςbother=σκοτίζομαιbottle=εμφιαλώνωbottle=μπουκάλιbottom=πάτοςbottomless=άπατοςbottomless=απύθμενοςboulder=κοτρόνιbounce=γκελbound=δεμένοςboundary=όριοboundary=σύνοροbounty=επίδομαbounty=πριμοδότησηbouquet=μπουκέτοbow=κόμποςbow=τόξοbow=φιόγκοςbowels=έγκαταbox=κάσαbox=κουτίbox=πυγμαχώboy=αγόριboycott=μποϋκοτάρωboyfriend=γκόμενοςboyish=αγορίστικόςbracelet=βραχιόλιbracing=τονωτικόςbracket=αγκύληbraggart=καυχησιάρηςbraid=κοτσίδαbraid=πλέκωbraid=ρελιάζωbrain=εγκέφαλοςbrainless=άμυαλοςbrainless=ανεγκέφαλοςbrake=τροχοπεδώbrake=φρενάρωbrake=φρένοbraking=φρενάρισμαbramble=βάτοςbranch=κλαδίbranch=κλάδοςbranch=υποκατάστημαbrand=μάρκαbrand=στιγματίζωbrand=σφραγίδαbrandy=κονιάκbrandy=μπράντιbrash=αυθάδης


ass=μπρούτζοςbrat=βρομόπαιδοbravado=λεονταρισμοίbravado=παλικαρισμόςbrave=γενναίοςbrawl=συμπλέκομαιbray=γκαρίζωbrazen=ασύστολοςbreach=αθετώbreach=παραβιάζωbreach=παραβίασηbreach=ρήγμαbread=ψωμίbreadth=φάρδοςbreak=αντεπίθεσηbreak=διάλειμμαbreak=διάλλειμαbreak=σπάζωbreakdown=ρήξηbreast=στήθοςbreath=αναπνοήbreath=ανάσαbreathe=αναπνέωbreech=ουραίοbreeches=παντελόνιbreeches=περισκελίδαbreed=αναπαράγωbreed=γεννοβολώbreed=ράτσαbreeder=εκτροφέαςbreeding=αναπαραγωγήbreeze=αεράκιbreeze=αύραbreezy=κεφάτοςbreezy=χαρωπόςbrevity=συντομίαbrew=βράζωbrew=βράσιμοbrew=μαγειρεύωbrew=ποτόbrewer=ζυθοποιόςbrewery=ζυθοποιείοbrewery=ζυθοποιίαbribe=λουφέςbribery=δεκασμόςbribery=δωροδοκίαbribery=λάδωμαbricklayer=κτίστηςbridal=γαμήλιοςbridge=γέφυραbridge=γεφυρώνωbridle=χαλιναγωγώbridle=χαλινάριbridle=χαλινώνωbrief=σύντομοςbriefcase=χαρτοφύλακαςbriefing=ενημέρωσηbriefly=κοντολογίςbriefly=σύντομαbrigade=ταξιαρχίαbright=λαμπερός


ight=υποσχόμενοςbrightly=λαμπεράbrightly=λαμπράbrightness=φωτεινότηταbrilliant=έξοχοςbrilliant=λαμπερόςbrilliant=φανταστικόςbrim=περιστόμιοbrim=χείλοςbring=φέρνωbristle=ανατριχιάζωbristle=τρίχαbrittle=εύθραυστοςbroad=ευρύςbroad=φαρδύςbroadcast=εκπέμπωbroadcast=μεταδίδωbroadcasting=εκπομπήbroadcasting=μετάδοσηbroadminded=ανεκτικόςbroadminded=προοδευτικόςbroker=μεσίτηςbroker=χρηματομεσίτηςbronze=μπρούτζοςbrooch=καρφίτσαbrooch=πόρπηbrood=μελαγχολώbrood=τσούρμοbroom=αφάναbroom=σκούπαbrother=αδελφόςbrother=αδερφόςbrow=φρύδιbrown=καστανόςbrown=καφέbrowse=βόσκωbruise=μελανιάbruise=μελανιάζωbruise=μώλωπαςbrush=βούρτσαbrush=βουρτσίζωbrush=πινέλοbrush=σκούπαbrusque=απότομοςbrutal=θηριώδηςbrutal=κτηνώδηςbrutality=κτηνωδίαbrute=κτήνοςbrutish=κτηνώδηςbubble=παφλάζωbubble=φούσκαbubble=φουσκάλαbucket=κουβάςbucolic=βουκολικόςbucolic=ποιμενικόςbud=μπουμπούκιbud=πρωτοεμφανίζομαιbudding=ανερχόμενοςbudding=νεαρόςbuddy=κολλητόςbuddy=φιλαράκος


udge=κινούμαιbudget=προϋπολογισμόςbuffer=ασπίδαbuffet=μπουφέςbug=ζουζούνιbug=μαμούδιbuggy=αμαξάκιbugle=σάλπιγγαbuild=ανάστημαbuild=κορμοστασιάbuild=μπόιbuild=χτίζωbuilder=κτίστηςbuilder=οικοδόμοςbuilder=χτίστηςbuilding=κτήριοbulb=βολβόςbulb=γλόμποςbulge=διογκώνωbull=βούλαbull=ταύροςbullet=σφαίραbulletin=δελτίοbully=θρασύδειλοςbully=νταήςbulwark=μετερίζιbum=μόρτηςbump=καρούμπαλοbump=κραδασμόςbump=κύρτωμαbumper=προφυλακτήραςbun=κότσοςbunch=δέσμηbunch=μάτσοbunch=τσαμπίbundle=δεσμίδαbundle=μάτσοbundle=σωριάζωbundle=τσουβαλιάζωbuoy=σημαδούραburden=βάροςburden=ζαλίκιburden=φορτίοburden=φορτώνωburdock=κολλιτσίδαbureaucracy=γραφειοκρατίαbureaucrat=γραφειοκράτηςbureaucrat=γραφειοκρατίαbureaucratic=γραφειοκρατικόςburglar=διαρρήκτηςburglary=διάρρηξηburial=ταφήburly=γεροδεμένοςburly=εύσωμοςburn=καίωburp=ρέψιμοburrow=κουνελοφωλιάburrow=σκάβωburst=ξέσπασμαburst=ξεσπώburst=σπάω


ury=ενταφιάζωbury=θάβωbush=θάμνοςbusiness=δουλειάbusiness=δουλειέςbusiness=επιχείρησηbusiness=υπόθεσηbust=προτομήbusy=απασχολημένοςbut=αλλάbut=όμωςbutcher=κρεοπώληςbutcher=σφάζωbutcher=χασάπηςbutt=κουτουλώbutter=βούτυροbutterfly=πεταλούδαbutton=κουμπίbuy=αγοράζωbuyer=αγοραστήςby=απόbypass=παρακαμπτήριοςcab=ταξίcabaret=καμπαρέcabbage=λάχανοcabin=θαλαμίσκοςcabin=καμπίναcable=καλώδιοcackle=κακαρίζωcactus=κάκτοςcaffeine=καφεΐνηcage=κλουβίcagey=επιφυλακτικόςcagey=φιλύποπτοςcake=κέικcalamity=συμφοράcalculate=λογαριάζωcalculate=υπολογίζωcalculator=κομπιουτεράκιcalculus=λογισμόςcalendar=ημερολόγιοcalf=γάμπαcalf=μοσχάριcalibrate=διαμετρώcalibre=διαμέτρημαcalibre=ολικήcall=κλήσηcall=τηλεφωνώcaller=επισκέπτηςcallous=απάνθρωποςcallous=στυγνόςcalm=ήρεμοςcalm=νηνεμίαcalmly=ήρεμαcalmly=ήσυχαcalumny=διαβολήcalumny=συκοφαντίαcamel=καμήλαcamera=κάμεραcamouflage=συγκάλυψηcamp=στρατόπεδο


campaign=εκστρατείαcampaigner=αγωνιστήςcamping=κατασκήνωσηcan=κουτίcan=μπορώcanal=διώρυγαcanal=κανάλιcanary=καναρίνιcancel=ακυρώνωcancellation=ακύρωσηcancer=καρκίνοςcandid=ειλικρινήςcandidate=υποψήφιοςcandlestick=κηροπήγιοcandlestick=λυχνίαcandy=καραμέλαcanine=σκυλίσιοςcannon=κανόνιcanny=έξυπνοςcanoe=κανόcanonize=αγιοποιώcanopy=σκιάδαcant=υποκρισίαcantankerous=πικρόχολοςcanteen=καντίναcanteen=παγούριcanvas=καμβάςcap=θήκηcap=σκούφοςcap=τραγιάσκαcapable=ικανόςcapacity=χωρητικότηταcape=ακρωτήριοcape=κάπαcape=μπέρταcape=πατατούκαcaper=κάπαρηcapital=πρωτεύουσαcapitalism=καπιταλισμόςcapitalist=καπιταλιστήςcapitalization=κεφαλαιοποίησηcapitalize=κεφαλαιοποιώcapricious=αλλοπρόσαλλοςcapsule=κάψουλαcaptain=καπετάνιοςcaption=λεζάνταcaptive=αιχμάλωτοςcaptive=δέσμιοςcapture=αιχμαλωσίαcapture=αιχμαλωτίζωcar=κούρσαcarapace=καύκαλοcarat=καράτιcaravan=τροχόσπιτοcarbuncle=καλόγεροςcarcass=κουφάριcarcass=ψοφίμιcard=κάρταcardboard=χαρτόνιcardinal=καρδινάλιοςcare=προσέχω


care=προσοχήcare=φροντίδαcare=φροντίζωcareer=καριέραcarefree=αμέριμνοςcarefree=ανέμελοςcarefree=ξέγνοιαστοςcareful=προσεκτικόςcareless=απρόσεκτοςcaress=θωπεύωcaretaker=επιστάτηςcaretaker=θυρωρόςcarnage=μακελειόcarnage=σφαγήcarnal=σαρκικόςcarnation=γαρίφαλοcarnival=Καρναβάλιcarnival=πανηγύριcarnivorous=σαρκοβόροςcarnivorous=σαρκοφάγοςcarp=κυπρίνοςcarpenter=μαραγκόςcarpet=μοκέταcarriage=άμαξαcarriage=βαγόνιcarrier=φορέαςcarrion=ψοφίμιcarry=κουβαλώcarry=μεταφέρωcart=αραμπάςcart=κουβαλώcart=χειράμαξαcartridge=φυσίγγιcartridge=φυσίγγιοcarve=γλύφωcarve=λαξεύωcarve=σκαλίζωcase=βαλίτσαcase=θήκηcase=περιστατικόcase=υπόθεσηcash=εξαργυρώνωcash=μετρητάcash=χρήματαcashier=ταμίαςcashmere=κασμίριcasing=περιτύλιγμαcasino=καζίνοcask=βαρέλιcasket=κιβούριcasket=φέρετροcassette=κασέταcassock=καζάκαcassock=ράσοcast=βολήcast=επιτελείοcast=ρίξιμοcaste=κάσταcastigate=επιπλήττωcastigate=τιμωρώcastle=κάστρο


castrate=ευνουχίζωcastration=ευνουχισμόςcasual=ανεπίσημοςcasual=ξέγνοιαστοςcasualty=θύμαcat=γάταcatalogue=κατάλογοςcatapult=καταπέλτηςcataract=καταρράκτηςcatarrh=καταρροήcatastrophe=πανωλεθρίαcatastrophic=καταστροφικόςcatch=αρπάζωcatch=πιάνωcaterer=τροφοδότηςcatering=τροφοδοσίαcaterpillar=κάμπιαcaterwaul=νιαουρίζωcaterwaul=φωνάζωcatholic=καθολικόςcauldron=καζάνιcaulk=καλαφατίζωcause=αιτίαcause=προκαλώcause=προξενώcause=σκοπόςcauseway=κράσπεδοcaustic=καυστικόςcaustic=σαρκαστικόςcauterize=καυτηριάζωcaution=επιφύλαξηcaution=περίσκεψηcaution=προειδοποίησηcaution=προειδοποιώcautious=επιφυλακτικόςcautious=εφεκτικόςcautiously=επιφυλακτικάcavalry=ιππικόcave=σπηλιάcavern=άντροcavity=κοιλότηταcease=παύωceasefire=ανακωχήceiling=ταβάνιcelebrate=εορτάζωcelebrated=πολύκροτοςcelebration=εορτασμόςcelebration=εορτήcelestial=επουράνιοςcell=κελίcell=κύτταροcellar=κελάριcello=τσέλοcellular=κυτταρικόςcement=λάσπηcement=μπετόcement=τσιμέντοcemetery=νεκροταφείοcensor=λογοκρίνωcensor=λογοκριτήςcensorship=λογοκρισία


censure=επίκρισηcensure=κατακρίνωcensure=μέμψηcensure=ψέγωcentral=κεντρικόςcentre=κέντροcentury=αιώναςcentury=εκατονταετηρίδαceramic=κεραμικόςceramics=κεραμικήcereal=δημητριακόcerebral=εγκεφαλικόςceremonial=τελετουργικόςceremony=εθιμοτυπίαceremony=τελετήcertain=βέβαιοςcertain=σίγουροςcertainly=ασφαλώςcertainly=βέβαιαcertainly=βεβαίωςcertainty=βεβαιότηταcertificate=πιστοποιητικόchaffinch=σπίνοςchagrin=πικρίαchain=αλυσίδαchain=καδέναchair=έδραchair=καρέκλαchalk=κιμωλίαchallenge=προκαλώchallenge=πρόκλησηchamber=θαλάμηchamber=θάλαμοςchamber=κοιλότηταchampagne=σαμπάνιαchampion=πρωταθλητήςchampion=υπερασπιστήςchance=ευκαιρίαchance=πιθανότηταchance=συγκυρίαchance=τύχηchancellor=καγκελάριοςchange=αλλάζωchange=μετατροπήchange=παραλλαγήchange=παραλλάζωchangeable=άστατοςchangeable=ευμετάβλητοςchangeable=μεταβλητόςchannel=διοχετεύωchannel=κανάλιchannel=ρείθροchant=ψέλνωchaos=χάοςchaotic=χαοτικόςchaotic=χαώδηςchapel=εξωκλήσιchaperon=καβαλιέροςcha<strong>pl</strong>ain=εφημέριοςcharacter=χαρακτήραςcharge=αναθέτω


charge=έφοδοςcharge=κατηγορίαcharge=φροντίδαchariot=άρμαcharitable=φιλάνθρωποςcharity=ψυχικόcharlatan=αγύρτηςcharm=γοητεύωcharm=θέλγωcharm=μαγεύωchart=διάγραμμαchart=χάρτηςcharter=καταστατικόcharter=ναυλώνωchase=κυνηγώchasm=άβυσσοςchassis=αμάξωμαchassis=σασίchaste=αγνόςchaste=απέριττοςchasten=κολάζωchasten=τιμωρώchasten=φρονηματίζωchastity=αγνότηταchat=κουβένταchat=κουβεντιάζωchatter=τρίζωchatter=φλυαρώchatterbox=πολυλογάςchatterbox=φαφλατάςchatty=γλαφυρόςchauffeur=σοφέρcheap=φτηνόςcheat=ζαβολιάρηςcheat=κλέβωcheat=φενακίζωcheating=ζαβολιάcheck=ανακόπτωcheck=αναχαιτίζωcheck=καρέcheck=σταματώchecker=ελεγκτήςcheek=αναίδειαcheek=θράσοςcheek=θρασύτηταcheek=μάγουλοcheeky=αναιδήςcheeky=θρασύςcheeky=ξετσίπωτοςcheer=ζητωκραυγάζωcheerful=φαιδρόςcheese=τυρίcheetah=τσίταchef=μάγειραςchef=σεφchemist=φαρμακοποιόςchemist=χημικόςchemistry=χημείαcheque=επιταγήcherry=κεράσιchest=θώρακας


chest=κάσαchest=στήθοςchew=μασώchick=κόμματοςchick=κοτοπουλάκιchicken=κοτόπουλοchicory=ραδίκιchide=μαλώνωchief=ηγετικόςchief=κύριοςchieftain=φύλαρχοςchild=παιδίchill=ανατριχίλαchill=καταψύχωchill=παγερόςchill=ρίγοςchilling=φοβερόςchilling=φρικιαστικόςchime=ηχώchimney=καμινάδαchin=πηγούνιchip=τσιπchirp=τιτιβίζωchisel=καλέμιchisel=λαξεύωchisel=σμίληchivalry=ιπποσύνηchlorophyll=χλωροφύλληchocolate=σοκολάταchoice=εκλεκτόςchoice=επιλογήchoke=στραγγαλίζωchoke=φλομώνωchoking=ασφυξίαchoose=διαλέγωchoose=επιλέγωchop=κόβωchop=τεμαχίζωchop=τσεκουριάchopper=ελικόπτεροchopper=πέλεκαςchoppy=ταραγμένοςchoral=χορωδιακόςchord=συγχορδίαchore=αγγαρείαchristen=βαφτίζωchromosome=χρωμόσωμαchronic=χρόνιοςchronicle=αφηγούμαιchronicle=ιστορώchronicle=χρονικόchronicler=χρονικογράφοςchrysalis=χρυσαλλίδαchuck=πετώchum=φιλαράκοςchum=φίλοςchurch=εκκλησίαchurchyard=νεκροταφείοchurl=αγροίκοςchurlish=αγροίκοςchurn=ανακατεύω


churn=κάδοςchurn=καρδάραchurn=ταράζωcicada=τζίτζικαςcigarette=τσιγάροcinema=κινηματογραφικόςcircle=κύκλοςcircuit=γύροςcircuit=κύκλωμαcircular=κυκλικόςcirculate=κυκλοφορώcirculation=κυκλοφορίαcirculatory=κυκλοφοριακόςcircumcise=περιτέμνωcircumspection=προσοχήcircumvent=παρακάμπτωcircus=τσίρκοcistern=δεξαμενήcitadel=κάστροcitadel=φρούριοcite=αναφέρωcite=παραθέτωcitizen=πολίτηςcity=πόληcivil=ευπροσήγοροςcivilisation=πολιτισμόςclaim=διεκδίκησηclaim=διεκδικώclaim=ισχυρίζομαιclaim=ισχυρισμόςclam=κυδώνιclamber=σκαρφαλώνωclamp=συσφίγγωclamp=σφίγγωclan=φατρίαclang=κλαγγήclap=κροτώclap=χειροκροτώclapper=εγκάθετοςclarify=αποσαφηνίζωclarify=διασαφηνίζωclarinet=κλαρίνοclarity=ευκρίνειαclarity=σαφήνειαclash=αντιπαράθεσηclash=αψιμαχίαclash=κλαγγήclash=προσκρούωclasp=σφίγγωclass=κλάσηclass=τάξηclass=υπάγωclassical=κλασσικόςclassification=ταξινόμησηclassified=απόρρητοςclassify=ταξινομώclatter=κροτώclatter=πάταγοςclause=ρήτραclay=άργιλοςclay=πηλός


clean=εκκαθαρίζωclean=καθαρίζωclean=καθαρόςcleaner=καθαριστήςcleaner=καθαρίστριαcleaning=καθάρισμαcleaning=καθαρισμόςcleanse=εκκαθαρίζωclear=διαυγήςclear=έκδηλοςclear=ελευθερώνωclear=εναργήςclearing=εκκαθάρισηclearing=ξέφωτοclearly=καθαράclearly=ξεκάθαραcleave=σχίζωclemency=επιείκειαclench=σφίγγωclergy=ιερατείοclerical=γραφειοκρατικόςclerk=υπάλληλοςclever=έξυπνοςcleverly=έξυπναclick=κλικclient=πελάτηςclientele=πελατείαcliff=γκρεμόςclimate=κλίμαclimax=αποκορύφωμαclimb=ανεβαίνωclimb=σκαρφαλώνωclimber=ορειβάτηςclimbing=ορειβασίαcling=πιάνομαιclinic=κλινικήclinical=κλινικόςclip=κουρεύωclip=πόρπηclip=συνδετήραςclip=ψαλιδίζωclitoris=κλειτορίδαcloak=καζάκαcloak=μανδύαςclock=ρολόιclod=βώλοςclog=βουλώνωclog=τσόκαροclone=κλώνοςclose=αποπνιχτικόςclose=κολλητόςclose=κοντάclose=πνιγηρόςclosure=κλείσιμοclot=πήζωcloth=πανίcloth=ύφασμαclothes=ρούχαclothing=ρουχισμόςcloud=θολώνωcloud=σύννεφο


cloudy=νεφελώδηςcloudy=συννεφιασμένοςclout=καρπαζιάclout=καρπαζώνωclover=τριφύλλιclown=κλόουνclub=λέσχηclub=ρόπαλοcluck=κακαρίζωclue=ίχνοςclue=κλειδίclumsy=αδαήςcluster=σύμπλεγμαcluster=συστοιχίαclutch=απομόνωσηclutch=αρπάζωclutch=κλώσημαclutch=πιάνωcoach=άμαξαcoach=πούλμανcoach=προπονητήςcoach=προπονώcoagulation=σύμπηξηcoal=άνθρακαςcoal=κάρβουναcoalition=συνασπισμόςcoarse=αγροίκοςcoarse=χονδροειδήςcoast=ακτήcoastal=παραθαλάσσιοςcoastal=παράκτιοςcoastal=παραλιακόςcoat=παλτόcoating=στρώσηcobbler=τσαγκάρηςcock=κόκοραςcock=πετεινόςcockroach=κατσαρίδαcocoa=κακάοcocoa=κακόcoconut=καρύδαcocoon=κουκούλιcod=βακαλάοςcode=κώδικαςcoefficient=συντελεστήςcoerce=πειθαναγκάζωcoercion=εξαναγκασμόςcoexist=συνυπάρχωcoexistence=συνύπαρξηcoffee=καφέςcoffin=κάσαcoffin=κιβούριcoffin=φέρετροcognac=κονιάκcoherence=ειρμόςcohesion=συνοχήcoiffure=κόμμωσηcoil=κουλούραcoil=πηνίοcoin=κέρμαcoincidence=συγκυρία


coincidence=σύμπτωσηcoke=κόλαcold=κρυολόγημαcold=κρύοςcold=πούνταcoldly=ψυχράcolic=κολικόςcolic=κωλικόςcollaboration=συνεργασίαcollaborator=τσιράκιcollapse=καταρρέωcollapse=σωριάζομαιcollar=γιακάςcollar=κολάροcollar=λουρίcollate=παραβάλλωcolleague=συνάδελφοςcollect=συλλέγωcollective=συλλογικόςcollectively=συλλογικάcollector=συλλέκτηςcollege=κολέγιοcollegial=κολεγιακόςcollegiate=κολεγιακόςcollide=συγκρούομαιcollide=συγκρούωcollision=σύγκρουσηcollusion=συμπαιγνίαcolonel=συνταγματάρχηςcolonial=αποικιακόςcolonnade=κιονοστοιχίαcolony=αποικίαcolony=παροικίαcolossal=κολοσσιαίοςcolossus=κολοσσόςcolour=έγχρωμοςcolour=χρώμαcoloured=έγχρωμοςcolourful=γραφικόςcolourful=πολύχρωμοςcolourful=χρωματιστόςcolt=πουλάριcolumn=κολόναcolumn=στήληcoma=κώμαcomb=χτέναcomb=χτενίζωcombat=αγώναςcombat=καταπολεμώcombat=μάχηcombative=μαχητικόςcombination=συνδυασμόςcombine=συνδυάζωcombustible=καύσιμοςcombustion=ανάφλεξηcombustion=καύσηcome=έρχομαιcomeback=επάνοδοςcomedy=κωμωδίαcomet=κομήτηςcomfort=άνεση


comfort=καθησυχάζωcomfort=παρηγορώcomfortable=άνετοςcomfortable=βολικόςcomic=αστείοςcomic=κωμικόςcommand=διατάζωcommand=εντολήcommand=προσταγήcommand=προστάζωcommandant=διοικητήςcommend=επαινώcomment=σχολιάζωcomment=σχόλιοcommentary=σχόλιοcommentator=σχολιαστήςcommercial=διαφήμισηcommercial=εμπορικόςcommission=εξουσιοδότησηcommission=παραγγελίαcommission=παραγγέλλωcommissioner=παραγγελιοδόχοςcommit=δεσμεύωcommit=διαπράττωcommit=κάνωcommitment=δέσμευσηcommittee=επιτροπήcommodity=αγαθόcommodity=εμπόρευμαcommon=κοινόςcommon=συνηθισμένοςcommonly=κοινάcommonly=κοινώςcommonly=συνήθωςcommon<strong>pl</strong>ace=κοινόςcommonwealth=κοινοπολιτείαcommotion=αναταραχήcommotion=σάλοςcommune=κοινόβιοcommunicable=μεταδοτικόςcommunicate=επικοινωνώcommunication=επικοινωνίαcommunism=κομμουνισμόςcommunist=κομμουνιστήςcommunity=κοινότηταcompact=συμπαγήςcompact=συμπυκνωμένοςcompanion=σύντροφοςcompanionship=συντροφιάcompany=εταιρίαcompany=θίασοςcompany=ομήγυρηcompany=παρέαcomparable=εφάμιλλοςcomparable=συγκρίσιμοςcomparative=παραθετικόςcompare=παραβάλλωcomparison=παραβολήcomparison=σύγκρισηcompartment=μέροςcompartment=τμήμα


compass=διαβήτηςcompass=πυξίδαcompassion=οίκτοςcompassion=συμπάθειαcompassion=συμπόνιαcompassionate=πονόψυχοςcompatible=συμβατόςcompatriot=συμπατριώτηςcompel=εξαναγκάζωcompendium=επιτομήcompensate=αναπληρώνωcompensate=αντισταθμίζωcompensation=αποζημίωσηcompensation=συμψηφισμόςcompete=διαγωνίζομαιcompete=συναγωνίζομαιcompetence=αρμοδιότηταcompetition=διαγωνισμόςcompetition=συναγωνισμόςcompetitor=διαγωνιζόμενοςcompile=μεταγλωττίζωcompile=συλλέγωcompile=συντάσσωcom<strong>pl</strong>acency=αυταρέσκειαcom<strong>pl</strong>ain=παραπονιέμαιcom<strong>pl</strong>aint=πάθησηcom<strong>pl</strong>aint=παράπονοcom<strong>pl</strong>ement=συμπλήρωμαcom<strong>pl</strong>ete=ολόκληροςcom<strong>pl</strong>ete=ολοκληρώνωcom<strong>pl</strong>ete=περατώνωcom<strong>pl</strong>etely=εντελώςcom<strong>pl</strong>etion=ολοκλήρωσηcom<strong>pl</strong>etion=τελείωμαcom<strong>pl</strong>ex=περίπλοκοςcom<strong>pl</strong>ex=πολύπλοκοςcom<strong>pl</strong>ex=πολυσύνθετοςcom<strong>pl</strong>ex=σύνθετοςcom<strong>pl</strong>exion=χροιάcom<strong>pl</strong>iance=συμμόρφωσηcom<strong>pl</strong>iant=ενδοτικόςcom<strong>pl</strong>icate=περιπλέκωcom<strong>pl</strong>icated=περίπλοκοςcom<strong>pl</strong>icated=πολύπλοκοςcom<strong>pl</strong>ication=επιπλοκήcom<strong>pl</strong>ication=μπέρδεμαcom<strong>pl</strong>ication=περιπλοκήcom<strong>pl</strong>icity=συνέργειαcom<strong>pl</strong>iment=φιλοφρόνησηcom<strong>pl</strong>imentary=φιλοφρονητικόςcomponent=εξάρτημαcomponent=συστατικόςcompose=αποτελώcompose=συγκροτώcompose=συνθέτωcomposed=ατάραχοςcomposer=συνθέτηςcomposition=έκθεσηcomposition=σύνθεσηcomposure=αταραξίαcomposure=ηρεμία


composure=ψυχραιμίαcompound=επιδεινώνωcompound=σύνθετοςcomprehension=κατανόησηcomprehensive=περιεκτικόςcomprehensive=πλήρηςcompress=πατικώνωcompress=συμπιέζωcompression=συμπίεσηcompressor=συμπιεστήςcomprise=περιλαμβάνωcompromise=διακυβεύωcompromise=συμβιβάζωcompromise=συμβιβασμόςcompulsion=εξαναγκασμόςcompulsion=παρόρμησηcompulsive=παθολογικόςcompulsory=υποχρεωτικόςcompunction=τύψηcomputer=υπολογιστήςcon=απάτηconceal=κρύβωconcealment=απόκρυψηconcealment=συγκάλυψηconcede=παραχωρώconceit=αλαζονείαconceit=έπαρσηconceited=αλαζονικόςconceivable=νοητόςconcentrate=συγκεντρώνομαιconcentrate=συγκεντρώνωconcentrate=συμπυκνώνωconcentration=συγκέντρωσηconcept=αντίληψηconcept=έννοιαconcept=ιδέαconception=σύλληψηconcern=ανησυχίαconcern=ενδιαφέρονconcern=προβληματισμόςconcert=συναυλίαconcession=παραχώρησηconciliatory=συμβιβαστικόςconcisely=περιεκτικάconclude=καταλήγωconclude=συμπεραίνομαιconclude=συμπεραίνωconclude=τελειώνωconclusion=λήξηconclusion=συμπέρασμαconclusion=τέλοςconclusive=αδιαμφισβήτητοςconclusive=πειστικόςconcord=αρμονίαconcord=ομόνοιαconcord=συμφωνίαconcrete=μπετόconcrete=μπετόνconcrete=σκυρόδεμαconcrete=συγκεκριμένοςconcubine=παλλακίδα


concurrence=συγκατάθεσηconcurrently=ταυτόχροναcondemn=καταδικάζωcondemnation=καταδίκηcondemned=καταδικασμένοςcondensation=συμπύκνωσηcondense=συμπυκνώνωcondense=συνοψίζωcondense=υγροποιώcondenser=πυκνωτήςcondition=κατάστασηcondition=πάθησηcondolence=συλλυπητήριαcondone=παραβλέπωcondone=συγχωρώconduct=διαγωγήconduct=διεξάγωconduct=συμπεριφοράconduct=φέρσιμοconduction=αγωγήconductor=μαέστροςconduit=οχετόςcone=κώνοςconfederation=συνομοσπονδίαconfer=προσφέρωconfer=συσκέπτομαιconfer=χορηγώconference=συνέδριοconference=σύσκεψηconfess=διακηρύσσωconfess=εξομολογώconfess=ομολογώconfession=εξομολόγησηconfessor=εξομολογητήςconfidant=έμπιστοςconfidence=αυτοπεποίθησηconfidence=εμπιστοσύνηconfidence=εχεμύθειαconfident=σίγουροςconfidential=εμπιστευτικόςconfiguration=διάταξηconfiguration=διευθέτησηconfine=περιορίζωconfine=περιστέλλωconfirm=διαβεβαιώνωconfirm=επιβεβαιώνωconfirmed=κατασταλαγμένοςconfiscate=δημεύωconfiscate=κατάσχωconfiscation=δήμευσηconflagration=πυρκαγιάconformity=συμμόρφωσηconfront=αντικρίζωconfront=αντιμετωπίζωconfrontation=αντιμετώπισηconfrontation=διαμάχηconfusion=κυκεώναςconfusion=παραζάληconfusion=σύγχυσηconfute=ανασκευάζωcongenial=ευχάριστος


congestion=συμφόρησηcongratulate=συγχαίρωcongregation=εκκλησίασμαconic=κωνικόςconiferous=κωνοφόροςconjectural=εικαστικόςconjugate=κλίνωconjunction=σύνδεσμοςconjure=εξορκίζωconman=απατεώναςconnect=συνδέωconnection=ανταπόκρισηconnection=σύνδεσηconnection=σχέσηconnective=συνδετικόςconquer=κατακτώconqueror=κατακτητήςconquest=κατάκτησηconquest=πόρθησηconscience=συνείδησηconsciously=συνειδητάconsciousness=αισθήσειςconsciousness=επίγνωσηconscription=στρατολογίαconsecutive=διαδοχικόςconsensus=ομοφωνίαconsensus=συναίνεσηconsent=συγκατανεύωconsequence=επίπτωσηconsequence=σημασίαconsequence=συνέπειαconsequently=επομένωςconsequently=συνεπώςconservationist=περιβαλλοντολόγοςconservative=συντηρητικόςconserve=διατηρώconserve=συντηρώconsider=θεωρώconsiderable=αξιόλογοςconsiderable=αρκετόςconsiderably=αρκετάconsideration=σεβασμόςconsideration=σκέψηconsign=αποστέλλωconsistent=σταθερόςconsistent=συνεπήςconsole=παρηγορώconsolidate=εδραιώνωconsolidate=εμπεδώνωconsolidation=εδραίωσηconspicuous=καταφανήςconspicuous=περίβλεπτοςconspicuous=περίοπτοςconspiracy=συνωμοσίαconspirator=συνωμότηςconstant=αδιάκοποςconstant=συνεχήςconstantly=συνεχώςconstellation=αστερισμόςconsternation=άγχοςconsternation=απελπισία


consternation=τρόμοςconstituent=συστατικόςconstitute=αποτελώconstitute=συγκροτώconstitution=σύνταγμαconstitutional=συνταγματικόςconstraint=εξαναγκασμόςconstraint=συστολήconstruct=κατασκευάζωconstruct=οικοδομώconstruct=χτίζωconstruction=ανέγερσηconstruction=κατασκευήconstructive=εποικοδομητικόςconstrue=ερμηνεύωconsulate=υπατείαconsult=ανατρέχωconsult=συμβουλεύομαιconsultant=εμπειρογνώμοναςconsultant=εμπειρογνώμωνconsultant=σύμβουλοςconsume=καταναλώνωconsumer=καταναλωτήςconsumption=κατανάλωσηconsumption=φθίσηcontact=επαφήcontagious=κολλητικόςcontain=αναχαιτίζωcontain=περιέχωcontain=περιλαμβάνωcontaminate=μιαίνωcontaminate=μολύνωcontamination=μίασμαcontamination=μόλυνσηcontem<strong>pl</strong>ation=διαλογισμόςcontem<strong>pl</strong>ation=περισυλλογήcontem<strong>pl</strong>ation=στοχασμόςcontem<strong>pl</strong>ative=στοχαστικόςcontemporary=σύγχρονοςcontempt=καταφρόνιαcontempt=περιφρόνησηcontemptible=περιφρονητέοςcontemptible=ποταπόςcontemptuous=περιφρονητικόςcontent=ευχαριστημένοςcontent=ικανοποιημένοcontent=ικανοποιημένοςcontest=αντιπαράθεσηcontestant=διαγωνιζόμενοςcontext=πλαίσιοcontinent=ήπειροςcontinental=ηπειρωτικόςcontinual=συνεχήςcontinually=συνεχώςcontinuation=συνέχειαcontinue=συνεχίζομαιcontinue=συνεχίζωcontinuity=ειρμόςcontinuity=ενδελέχειαcontinuous=διαρκήςcontour=περίγραμμα


contract=κολλάωcontract=προσβάλλομαιcontract=συμβόλαιοcontract=συστέλλομαιcontraction=συστολήcontractor=εργολάβοςcontradict=αντιλέγωcontradict=αντιφάσκωcontradict=διαψεύδωcontradiction=αντίφασηcontradictory=αντιφατικόςcontrast=αντίθεσηcontrast=αντιπαραθέτωcontrast=συγκρίνωcontribute=συνεισφέρωcontribution=συμβολήcontribution=συνεισφοράcontributor=συνεργάτηςcontrive=εφευρίσκωcontrol=έλεγχοςcontrol=εξουσιάζωcontroller=ελεγκτήςcontroversial=αμφιλεγόμενοςcontroversial=αμφισβητήσιμοςcontroversial=επίμαχοςcontroversy=διαμάχηconundrum=γρίφοςconvalescence=ανάρρωσηconvene=συγκαλώconvenience=άνεσηconvenient=βολικόςconvention=σύμβασηconvention=συνέδριοconvention=συνέλευσηconvention=συνθήκηconventional=συμβατικόςconvergence=σύγκλισηconversation=συνομιλίαconverse=συνομιλώconversion=μετατροπήconvert=μετατρέπωconvertibility=μετατρεψιμότηταconvertible=μετατρέψιμοςconvey=διαβιβάζωconvey=μεταβιβάζωconvey=μεταδίδωconvict=καταδικάζωconvict=κατάδικοςconviction=καταδίκηconviction=πεποίθησηconvivial=εύθυμοςconvocation=σύγκλησηconvocation=σύνοδοςconvulsion=σπασμόςconvulsive=σπασμωδικόςcook=μάγειραςcook=μαγειρεύωcookery=μαγειρικήcookie=μπισκότοcool=δροσερόςcool=ψυχρός


cooler=ψυγείοcooling=δροσιστικόςcooper=βαγενάςcooper=βαρελάςcooperate=συνεργάζομαιcooperation=συνεργασίαcooperative=συνεργάσιμοςcooperative=συνεταιρισμόςcoordinate=συντεταγμένηcoordination=συντονισμόςcope=αντεπεξέρχομαιcopper=χαλκόςcopy=αντίγραφοcopy=αντιγράφωcopy=αντίτυποcopying=αντιγραφήcoquettish=φιλάρεσκοςcoral=κοράλλιcord=κορδόνιcordial=εγκάρδιοςcore=πυρήναςcork=φελλόςcormorant=κορμοράνοςcorn=καλαμπόκιcorner=γωνίαcorner=στριμώχνωcornet=κορνέταcoronation=στέψηcorporal=δεκανέαςcorporation=συντεχνίαcorpse=πτώμαcorpulence=παχυσαρκίαcorpulent=εύσαρκοςcorpulent=παχύσαρκοςcorpulent=τροφαντόςcorpuscle=κύτταροcorpuscle=σωμάτιοcorrect=διορθώνωcorrect=σωστόςcorrection=διόρθωμαcorrection=διόρθωσηcorrectly=σωστάcorrelation=συσχέτισηcorrespond=ανταποκρίνομαιcorrespond=αντιστοιχώcorrespond=συμφωνώcorrespondence=αλληλογραφίαcorrespondent=απεσταλμένοςcorridor=διάδρομοςcorrosion=διάβρωσηcorrupt=αλλοιώνωcorrupt=διαφθείρωcorrupt=εκμαυλίζωcorrupt=ξεμαυλίζωcorruption=διαφθοράcorruption=εκμαυλισμόςcorruption=μαύλισμαcorruption=ξεμαύλισμαcorsage=κορσάζcorset=κορσέcosine=συνημίτονο


cosmopolitan=κοσμοπολίτηςcost=δαπάνηcost=κοστίζωcost=κόστοςcostly=ακριβόςcostly=δαπανηρόςcostume=ενδυμασίαcotton=βαμβακερόcotton=βαμβακερόςcotton=βαμβάκιcouch=ανάκλιντροcouch=καναπέςcouch=ντιβάνιcough=βήχαςcough=βήχωcouncil=δήμοςcouncil=συμβούλιοcounsel=καμαρίλαcounsel=συμβουλεύωcounsellor=σύμβουλοςcount=κόμηςcount=μετρώcountenance=ανέχομαιcountenance=έκφρασηcountenance=όψηcounter=θυρίδαcounterbalance=αντίβαροcounterfeit=κάλπικοςcounterfeit=κίβδηλοςcounterfeit=πλαστόςcounterfeiting=παραχάραξηcounterpart=ομόλογοςcountersign=προσυπογράφωcountry=εξοχήcountry=πατρίδαcountry=χώραcountryside=εξοχήcounty=κομητείαcourage=γενναιότηταcourage=θάρροςcourageous=γενναίοςcourageous=θαρραλέοςcourier=αγγελιοφόροςcourse=πιάτοcourse=πλεύσηcourt=αυλήcourt=δικαστήριοcourt=ερωτοτροπώcourteous=ευπροσήγοροςcourteously=ευγενικάcourtesan=εταίραcourtesy=ευγένειαcourtesy=φιλοφρόνησηcourtier=αυλικόςcourtyard=αυλήcovenant=σύμφωνοcover=καλύπτωcoverage=κάλυψηcovet=εποφθαλμιώcow=αγελάδαcowardly=θρασύδειλος


cowardly=κιοτήςcoy=ντροπαλόςcoy=σεμνόςcoy=σεμνότυφοςcrab=καβουράκιcrack=ραγίζωcrack=ράγισμαcrack=ρωγμήcrack=σπάζωcracker=βαρελότοcrackle=κροτάλισμαcrackle=τριζοβολώcrackle=τρίξιμοcradle=λίκνοcraft=σκάφοςcraftsman=τεχνίτηςcrafty=μουσίτσαcrag=βράχοςcramp=κράμπαcramp=σύσπασηcramped=στενόχωροςcrane=γερανόςcrank=μανιβέλαcrash=κραχcrash=πάταγοςcrash=πέφτωcrash=προσκρούωcrate=καφάσιcrater=κρατήραςcraving=δίψαcraving=λαχτάραcrawl=μπουσουλάωcrawl=σύρομαιcrawl=σύρσιμοcraze=τρέλαcrazy=τρελόςcrazy=τρελούτσικοςcreak=τρίζωcream=κρέμαcrease=ζάρωμαcrease=πτυχήcreate=δημιουργώcreation=δημιουργίαcreative=δημιουργικόςcreator=δημιουργόςcreature=πλάσμαcredit=πίστωσηcreditor=πιστωτήςcredulous=ευκολόπιστοςcredulous=εύπιστοςcreed=πίστηcreek=ρεύμαcreek=ρυάκιcreep=έρπωcreep=κόλακαςcreep=σέρνομαιcrepe=κρεπcrescent=ημισέληνοςcrescent=μισοφέγγαροcress=κάρδαμοcrest=λειρί


crest=λοφίοcrest=οικόσημοcrevasse=ρωγμήcrevice=σχισμήcricket=κρίκετcricket=τριζόνιcrime=έγκλημαcriminal=εγκληματίαςcriminal=εγκληματικόςcriminality=εγκληματικότηταcriminology=εγκληματολογίαcrip<strong>pl</strong>e=ανάπηροςcrisp=ξηρόςcrisp=τραγανιστόςcrisp=τσουχτερόςcriterion=κριτήριοcritic=κριτικόςcritical=καίριοςcriticise=επικρίνωcriticise=κριτικάρωcriticism=επίκρισηcriticism=κριτικήcriticize=επικρίνωcroak=κοάζωcrock=στάμναcrockery=πιατικάcrocodile=κροκόδειλοςcrocus=κρόκοςcrook=απατεώναςcrook=κακοποιόςcrooked=στραβόςcrop=κουρεύωcrop=σοδειάcroquet=κροκέcross=γέμισμαcross=διασχίζωcross=σταυρόςcrossbow=βαλλίστραcross-eyed=γκαβόςcrossing=διάβασηcrow=κουρούναcrowd=πλήθοςcrown=θήκηcrown=κορόναcrown=κορώναcrown=στέμμαcrucial=ζωτικόςcrucial=κρίσιμοςcrude=ακατέργαστοςcrude=χονδροειδήςcrude=ωμόςcruel=απάνθρωποςcruel=σκληρόςcruelly=απάνθρωπαcruelty=απανθρωπιάcruise=κρουαζιέραcrumb=ψίχαcrumb=ψίχουλοcrumble=θρυμματίζωcrum<strong>pl</strong>e=ζαρώνωcrum<strong>pl</strong>e=τσαλακώνω


crunch=κριτσανίζωcrusade=σταυροφορίαcrush=ζουλώcrush=συνθλίβωcrush=συνωστισμόςcrushing=συντριπτικόςcrust=καύκαλοcrust=κόραcrust=κρούσταcrutch=δεκανίκιcrutch=πατερίτσαcry=κλαίωcry=κραυγήcry=φωνάζωcrying=κλάμαcrying=κλάψιμοcrypt=κρύπτηcrystal=κρύσταλλοςcube=κύβοςcubical=κυβικόςcubicle=θαλαμίσκοςcuckoo=κούκοςcucumber=αγγούριcue=στέκαcuff=μανικέτιculinary=μαγειρικόςculprit=δράστηςculprit=φταίχτηςcultivate=καλλιεργώcultivate=σκαλίζωcultural=πολιτιστικόςculture=πολιτισμόςcumulative=αθροιστικόςcumulative=σωρευτικόςcunning=καπάτσοςcunning=πανουργίαcunning=πονηρόςcup=φλιτζάνιcupboard=ντουλάπιcupola=τρούλοςcurator=έφοροςcurb=κράσπεδοcurb=χαλιναγωγώcurdle=πήζωcure=αλατίζωcure=θεραπεύωcure=καπνίζωcure=παστώνωcuriosity=περιέργειαcurious=περίεργοςcurl=κατσαρώνωcurl=μπούκλαcurly=κατσαρόςcurly=σγουρόςcurrency=νόμισμαcurrency=συνάλλαγμαcurrent=ρεύμαcurrent=τωρινόςcurrently=σήμεραcurrently=τώραcurrently=τωρινά


curse=αναθεματίζωcurse=καταριέμαιcursed=αναθεματισμένοςcursed=εναγήςcursed=επάρατοςcursor=κέρσοραςcursory=απρόσεκτοςcursory=βιαστικόςcurtail=κονταίνωcurtail=περικόπτωcurtain=αυλαίαcurtain=κουρτίναcurvature=κύρτωμαcurve=καμπύληcurve=καμπυλώνωcurve=κυρτώνωcushion=μαξιλάριcustody=κηδεμονίαcustody=κράτησηcustody=φύλαξηcustom=έθιμοcustomer=μουστερήςcustomer=πελάτηςcustoms=έθιμαcustoms=τελωνείοcut=κόβωcut=κοπήcut=κόψιμοcute=πανέξυπνοςcute=τετραπέρατοςcuticle=παρανυχίδαcutlery=μαχαιροπήρουναcuttlefish=σουπιάcycle=κύκλοςcycling=ποδηλασίαcyclist=ποδηλάτηςcyclone=κυκλώναςcylinder=κύλινδροςcynical=κυνικόςcynicism=κυνισμόςdab=καλκάνιdad=μπαμπάςdaddy=μπαμπάςdaffodil=ασφόδελοςdagger=μαχαίριdaily=καθημερινόςdaisy=μαργαρίταdam=φράγμαdam=φραγμόςdamage=βλάβηdamage=βλάπτωdamage=ζημιάdamnation=καταδίκηdamnation=κόλασηdamnation=κολασμόςdamned=κολασμένοςdamp=νωπόςdamp=υγρόςdance=χορεύωdancer=χορευτήςdancing=χορός


dandy=δανδήςdanger=κίνδυνοςdangerous=επικίνδυνοςdangerous=ριψοκίνδυνοςdangerously=επικίνδυναdangle=κουνώdangle=κρεμιέμαιdank=νοτερόςdaring=τόλμηdaring=τόλμημαdark=μελαχρινόςdark=μουχρόςdark=σκοτεινόςdark=σκούροςdarn=μαντάρωdart=βέλοςdart=ξεπετάγομαιdash=ραντίζωdash=συντρίβωdash=τρέχωdata=δεδομέναdata=στοιχείαdate=ημερομηνίαdate=χουρμάςdaughter=κόρηdawn=αυγήday=μέραdaydream=ονειροπόλησηdaydream=ρεμβάζωdazzle=θαμπώνωdazzle=τυφλώνωdeacon=διάκονοςdead=νεκρόςdead=πεθαμένοςdeadlock=απραξίαdeadly=μοιραίοςdeaf=κουφόςdeal=αγοράdeal=μοιράζωdealer=έμποροςdean=κοσμήτοραςdear=αγαπητόςdear=ακριβόςdearly=ακριβάdeath=θάνατοςdeathly=νεκρικόςdebacle=κατάρρευσηdebase=προστυχαίνωdebatable=συζητήσιμοςdebate=συζήτησηdebauch=εκμαυλίζωdebauch=μαυλίζωdebauch=ξεμαυλίζωdebauchery=ακολασίαdebauchery=ασωτίαdebauchery=μαύλισμαdebauchery=ξεμαύλισμαdebilitate=καταβάλλωdebility=ατονίαdebit=χρέωσηdebris=συντρίμματα


debt=χρέοςdecade=δεκαετίαdecanter=καράφαdecay=παρακμάζωdecay=παρακμήdecay=σαπίζωdecay=φθοράdeceased=αποθανώνdeceit=απάτηdeceitful=απατηλόςdeceitful=δόλιοςdeceive=εξαπατώdecelerate=επιβραδύνωdecency=φρονιμάδαdecent=ευπρεπήςdecent=εύσχημοςdecent=πρέπωνdeceptive=απατηλόςdeceptive=παραπλανητικόςdecide=αποφασίζωdeciduous=φυλλοβόλοςdecimate=αποδεκατίζωdecision=απόφασηdecisive=αποφασιστικόςdecisive=καθοριστικόςdecisiveness=αποφασιστικότηταdeck=κατάστρωμαdeclaration=κήρυξηdeclare=δηλώνωdecline=κλίνωdecline=μαρασμόςdecline=ξεπεσμόςdeclivity=κατήφοροςdecompose=αποσυνθέτωdecompose=σαπίζωdecorate=διακοσμώdecoration=στολισμόςdecorous=ευπρεπήςdecorum=ευπρέπειαdecorum=κοσμιότηταdecoy=δόλωμαdecoy=κράχτηςdecrease=μείωσηdecree=διάταγμαdecree=θεσπίζωdecree=θέσπισμαdedication=αφιέρωσηdedication=προσήλωσηdeduce=συμπεραίνωdeduce=συνάγωdeduct=εκπίπτωdeduction=έκπτωσηdeem=θεωρώdeem=κρίνωdeep=βαθύςdee<strong>pl</strong>y=βαθιάdeer=ελάφιdeer=ζαρκάδιdefamation=δυσφήμισηdefamation=συκοφαντίαdefamatory=συκοφαντικός


defame=δυσφημώdefault=αθέτησηdefault=αθετώdefault=απουσίαdefeat=ήτταdefeatism=ηττοπάθειαdefeatist=ηττοπαθήςdefect=αποστατώdefect=ελάττωμαdefection=αποσκίρτησηdefection=αποστασίαdefective=ελαττωματικόςdefective=ελλειπτικόςdefence=άμυναdefence=συνηγορίαdefenceless=ανυπεράσπιστοςdefend=αμύνομαιdefend=προστατεύωdefend=υπερασπίζομαιdefend=υπερασπίζωdefendant=εναγόμενοςdefendant=κατηγορούμενοςdefensive=αμυντικόςdefer=αναβάλλωdefiant=ιταμόςdeficient=ελλιπήςdefile=βεβηλώνωdefile=κηλιδώνωdefile=λερώνωdefile=μαγαρίζωdefine=προσδιορίζωdefinite=οριστικόςdefinite=σαφήςdefinitely=οριστικάdefinition=ορισμόςdeflation=αποπληθωρισμόςdeflect=εκτρέπωdeflect=παρεκκλίνωdefloration=διακόρευσηdefloration=εκπαρθένευσηdeformity=παραμόρφωσηdefraud=φενακίζωdefrost=ξεπαγώνωdeft=επιδέξιοςdeft=σβέλτοςdeftly=επιδέξιαdeftly=σβέλταdefy=αντιστέκομαιdefy=αψηφώdegenerate=εκφυλίζομαιdegenerate=έκφυλοςdegeneration=εκφύλισηdegrade=εκφαυλίζωdegrade=εξευτελίζωdegrade=καθαιρώdegrade=υποβαθμίζωdegree=βαθμόςdegree=πτυχίοdelay=καθυστέρησηdelectable=απολαυστικόςdelectable=νόστιμος


delectable=χαριτωμένοςdelegation=αντιπροσωπείαdelete=διαγράφωdelete=εξαλείφωdeliberate=εσκεμμένοςdeliberately=επίτηδεςdeliberately=εσκεμμέναdeliberately=σκόπιμαdelicacy=λεπτότηταdelicacy=λιχουδιάdelicate=λεπτόςdelicate=μαλθακόςdelicate=φίνοςdelicious=νόστιμοςdelight=εντρυφώdelight=ευφροσύνηdelight=ηδονήdelight=χαράdelightful=ευφρόσυνοςdelightful=ευχάριστοςdelightful=τερπνόςdelimit=οριοθετώdelimit=οροθετώdelineate=σκιαγραφώdelinquent=εγκληματίαςdelirium=παραλήρημαdeliver=εκφωνώdeliver=παραδίδωdelivery=παράδοσηdelivery=παραλαβήdelude=εξαπατώdeluge=κατακλυσμόςdelve=αναζητώdelve=ερευνώdelve=ψάχνωdemand=απαίτησηdemand=απαιτώdemand=ζήτησηdemand=ζητώdemarcation=οροθεσίαdemerit=μειονέκτημαdemise=θάνατοςdemise=τέλοςdemise=τερματισμόςdemocratic=δημοκρατικόςdemolition=κατεδάφισηdemon=δαίμοναςdemon=τελώνιοdemonstrate=αποδεικνύωdemonstrate=δείχνωdemonstrate=διαδηλώνωdemonstration=διαδήλωσηdemonstration=επίδειξηdemoralization=έκλυσηdemote=υποβαθμίζωdemur=ένστασηdemure=μαζεμένοςdemure=σεμνόςden=καταγώγιοden=λημέριden=τρώγλη


denial=άρνησηdenigrate=κακολογώdenim=τζινdenizen=κάτοικοςdenote=εμφαίνωdenote=σημαίνωdenote=υποδηλώdense=δασύςdense=πυκνόςdent=βαθούλωμαdent=βαθουλώνωdent=στραπατσάρισμαdental=οδοντικόςdentist=οδοντίατροςdenude=απογυμνώνωdenunciation=καταγγελίαdeodorant=αποσμητικόdeparture=αναχώρησηdeparture=απόκλισηdepend=εξαρτώμαιdependable=αξιόπιστοςdependable=συνεπήςdependence=εξάρτησηdependency=εξάρτησηdepict=απεικονίζωdepiction=απεικόνισηde<strong>pl</strong>ete=εξαντλώde<strong>pl</strong>ete=μειώνωde<strong>pl</strong>ore=ελεεινολογώde<strong>pl</strong>oy=παρατάσσωdepopulate=ερημώνωdeport=απελαύνωdeport=εκτοπίζωdeportation=απέλασηdepose=εκθρονίζωdeposit=επαναθέτωdeposit=ίζημαdeposit=προσχώνωdeprecate=αποδοκιμάζωdepreciation=υποτίμησηdepredation=λεηλασίαdepress=μελαγχολώdepression=κατάθλιψηdepression=ύφεσηdeprivation=στέρησηdeprive=αποστερώdepth=βάθοςderelict=εγκαταλειμμένοςderelict=ετοιμόρροποςderision=χλευασμόςderivative=παράγωγοςderive=αντλώderive=παράγομαιderive=προέρχομαιdescend=προέρχομαιdescendant=απόγονοςdescendant=επίγονοςdescent=καταγωγήdescribe=περιγράφωdescription=περιγραφήdesert=έρημος


deserted=εγκαταλειμμένοςdeserve=αξίζωdesign=σχεδιασμόςdesigner=σχεδιαστήςdesirable=επιθυμητόςdesire=επιθυμίαdesire=καημόςdesk=θρανίοdespair=απόγνωσηdesperate=απεγνωσμένοςdesperate=απελπισμένοςdespicable=αξιοκαταφρόνητοςdespicable=ποταπόςdespotic=δεσποτικόςdessert=επιδόρπιοdestination=προορισμόςdestine=προορίζωdestiny=ειμαρμένηdestiny=μοίραdestiny=πεπρωμένοdestroy=καταστρέφωdestroyer=τορπιλικόdestruction=καταστροφήdestructive=καταστροφικόςdesultory=ακανόνιστοςdesultory=άτακτοςdetach=αποκολλώdetachment=αποκόλλησηdetail=απαριθμώdetail=λεπτομέρειαdetailed=διεξοδικόςdetailed=λεπτομερήςdetain=καθυστερώdetain=κρατώdetect=ανιχνεύωdeteriorate=επιδεινώνωdeteriorate=χειροτερεύωdeterioration=επιδείνωσηdeterioration=χειροτέρευσηdetermination=αποφασιστικότηταdetermine=αποφασίζωdetermine=καθορίζωdetermine=προσδιορίζωdetermine=υπολογίζωdetest=σιχαίνομαιdetestable=βδελυρόςdetour=παράκαμψηdetrimental=επιζήμιοςdevaluation=υποτίμησηdevastate=ερημώνωdevastate=καταστρέφωdevastating=καταστρεπτικόςdevastating=ολέθριοςdevastation=όλεθροςdevastation=ρήμαγμαdevelop=αναπτύσσομαιdevelop=αναπτύσσωdevelopment=ανάπτυξηdevelopment=εξέλιξηdeviate=εκτρέπομαιdeviate=παρεκκλίνω


deviation=απόκλισηdevice=μηχάνημαdevice=συσκευήdevice=τέχνασμαdevil=διάβολοςdevilish=σατανικόςdevious=δόλιοςdevious=ύπουλοςdevise=επινοώdevote=αφιερώνωdevotee=οπαδόςdevotion=αφιέρωσηdevotion=αφοσίωσηdevotion=ευλάβειαdevour=καταβροχθίζωdevout=ευσεβήςdevout=πιστόςdevoutness=ευσέβειαdew=δρόσοςdexterity=δεξιοτεχνίαdexterity=επιδεξιότηταdexterity=επιτηδειότηταdexterous=επιτήδειοςdiabetes=διαβήτηςdiabetic=διαβητικόςdiagnosis=διάγνωσηdial=καντράνdialogue=διάλογοςdiameter=διάμετροςdiamond=διαμάντιdiaper=πάναdiarrhoea=διάρροιαdice=ζάριαdictate=υπαγορεύωdictation=ορθογραφίαdictation=υπαγόρευσηdictator=δικτάτοραςdictatorship=δικτατορίαdictionary=λεξικόdie=αποθνήσκωdie=πεθάνωdie=τεζάρωdiet=διαιτολόγιοdiet=διατροφήdifference=διαφοράdifferent=διαφορετικόςdifferentiate=διαφοροποιώdifferently=διαφορετικάdifficult=δύσκολοςdifficulty=δυσκολίαdifficulty=δυσχέρειαdiffident=άτολμοςdiffident=διστακτικόςdig=κέντρισμαdig=νύξηdig=σαρκασμόςdig=σκάβωdigest=χωνεύωdigestion=πέψηdigestion=χώνεψηdigger=εκσκαφέας


digging=σκάψιμοdigit=ψηφίοdigital=ψηφιακόςdignified=αξιοπρεπήςdignified=επιβλητικόςdignity=αξιοπρέπειαdigression=παρέκβασηdike=τάφροςdilation=διαστολήdilemma=δίλημμαdilettante=ερασιτέχνηςdiligence=επιμέλειαdiligence=φιλοτεχνίαdiligent=επιμελήςdiligent=εργατικόςdill=άνηθοdilute=αραιώνωdim=αμυδρόςdim=θαμπόςdim=θολόςdim=θολωμένοςdimension=διάστασηdiminish=μειώνομαιdiminish=μικραίνωdiminish=συρρικνώνομαιdiminutive=υποκοριστικόςdim<strong>pl</strong>e=λακκάκιdimwit=βλάκαςdin=πάταγοςdin=σαματάςdine=γευματίζωdine=δειπνώdining-room=τραπεζαρίαdinner=βραδινόdinosaur=δεινόσαυροςdip=βουτώdi<strong>pl</strong>oma=δίπλωμαdi<strong>pl</strong>omacy=διπλωματίαdi<strong>pl</strong>omat=διπλωμάτηςdi<strong>pl</strong>omatic=διπλωματικόςdire=έσχατοςdire=τρομερόςdirect=καθοδηγώdirect=σκηνοθετώdirection=κατεύθυνσηdirective=οδηγίαdirector=σκηνοθέτηςdirge=μοιρολόιdirty=βρώμικοςdirty=λερωμένοςdisability=αναπηρίαdisability=ανικανότηταdisable=απενεργοποιώdisable=αχρηστεύωdisadvantage=μειονέκτημαdisaffection=αντιπάθειαdisaffection=δυσαρέσκειαdisagreement=ασυμφωνίαdisappear=εξαφανίζομαιdisappearance=αφανισμόςdisappearance=εξαφάνιση


disappearance=χαμόςdisappoint=απογοητεύωdisappointment=απογοήτευσηdisapproval=αποδοκιμασίαdisarmament=αφοπλισμόςdisassemble=αποσυναρμολογώdisassemble=διαλύωdisaster=καταστροφήdisaster=όλεθροςdisaster=συμφοράdisastrous=καταστροφικόςdisavow=αποκηρύσσωdisbelief=δυσπιστίαdisc=δίσκοςdiscard=απορρίπτωdiscern=διαβλέπωdiscernible=ευδιάκριτοςdischarge=απολύωdischarge=άφεσηdischarge=εκπυρσοκρότησηdischarge=εκροήdisci<strong>pl</strong>e=μαθητήςdisci<strong>pl</strong>inary=πειθαρχικόςdisci<strong>pl</strong>ine=πειθαρχίαdisci<strong>pl</strong>ine=πειθαρχώdisclaim=αποποιούμαιdisclaim=απορρίπτωdisclose=αποκαλύπτωdisclosure=αποκάλυψηdiscomfort=δυσφορίαdiscomfort=ταλαιπωρίαdisconnect=αποσυνδέωdiscontent=δυσφορίαdiscord=ασυμφωνίαdiscord=διχόνοιαdiscount=έκπτωσηdiscount=μείωσηdiscount=σκόντοdiscourage=αποθαρρύνωdiscover=ανακαλύπτωdiscovery=ανακάλυψηdiscredit=αμφισβητώdiscredit=εξευτελίζωdiscreet=διακριτικόςdiscreet=εχέμυθοςdiscrepancy=ασυμφωνίαdiscrete=διακριτικόςdiscretion=διάκρισηdiscretion=διακριτικότηταdiscretion=εχεμύθειαdiscretion=περίσκεψηdiscrimination=διακρίσειςdiscrimination=διάκρισηdiscus=δισκοβολίαdiscuss=συζητώdiscussion=συζήτησηdisdainful=περιφρονητικόςdisease=αρρώστιαdisease=ασθένειαdisease=νόσοςdisembark=αποβιβάζομαι


disembowel=ξεντερίζωdisenchantment=απογοήτευσηdisentangle=ξεμπλέκωdisfavour=δυσμένειαdisgrace=δυσμένειαdisgraceful=επαίσχυντοςdisguise=μεταμφίεσηdisgust=αηδίαdisgust=φρίκηdisgusting=αηδιαστικόςdish=πιάτοdishonest=άτιμοςdisinclination=απροθυμίαdisinfect=απολυμαίνωdisinherit=αποκληρώνωdisinterestedness=ανιδιοτέλειαdisk=δίσκοςdislike=αντιπάθειαdislike=αντιπαθώdislocate=εξαρθρώνωdislocation=εξάρθρωσηdismantle=κατεδαφίζωdismay=ανησυχίαdismay=κατατρομάζωdismay=τρόμοςdismiss=απολύωdismissal=απόλυσηdismissal=αποπομπήdismount=πεζεύωdisobedient=ανυπάκουοςdisorder=ακαταστασίαdisorder=αταξίαdisorder=διαταραχήdisorder=πάθησηdisorderly=ακατάστατοςdisorderly=άτακτοςdisorderly=χαώδηςdisparate=άνισοςdispensable=περιττόςdispensation=απαλλαγήdispensation=απονομήdispense=απονέμωdisperse=διασκορπίζωDispersion=Διασποράdis<strong>pl</strong>acement=εκτόπισμαdis<strong>pl</strong>acement=μετατόπισηdis<strong>pl</strong>ay=εκθέτωdis<strong>pl</strong>ay=οθόνηdis<strong>pl</strong>ay=παρουσιάζωdis<strong>pl</strong>ease=δυσαρεστώdis<strong>pl</strong>easure=δυσαρέσκειαdis<strong>pl</strong>easure=δυσφορίαdisport=διασκεδάζωdisposition=διάθεσηdisputable=αμφισβητήσιμοςdispute=διαφωνίαdispute=διεκδικώdispute=διένεξηdisquiet=ανησυχίαdisregard=άγνοιαdisregard=αμέλεια


disregard=αψηφώdisregard=παραγνωρίζωdisrupt=καταστρέφωdisruption=αναστάτωσηdissatisfaction=δυσαρέσκειαdissect=αναλύωdissect=διαμελίζωdissect=τεμαχίζωdisseminate=διασπείρωdissension=διχόνοιαdissent=διαφωνίαdissent=διίσταμαιdissertation=διατριβήdissertation=πραγματείαdissipate=καταδαπανώdissoluble=διαλυτόςdissolute=ακόλαστοςdissolute=έκλυτοςdissolute=έκφυλοςdissolve=διαλύωdissonance=χασμωδίαdissuade=αποτρέπωdissuade=μεταπείθωdistaff=ρόκαdistance=απόστασηdistant=απόμακροςdistant=απομακρυσμένοςdistillation=απόσταξηdistinctive=ξεχωριστόςdistinctly=σαφώςdistinctness=ευκρίνειαdistort=στρεβλώνωdistract=αποσπώdistract=διασπώdistraction=αναψυχήdistress=αγωνίαdistress=ατυχίαdistress=θλίψηdistress=καημόςdistribute=απονέμωdistribute=διανέμωdistribute=μοιράζωdistribution=διανομήdistribution=κατανομήdistributor=διανομέαςdistrict=μαχαλάςdistrict=περιοχήdistrict=περιφέρειαdistrust=δυσπιστίαdisturb=ενοχλώdisturb=παρενοχλώdisturbance=ενόχλησηditch=τάφροςditch=χαντάκιdive=βουτώdive=καταγώγιοdive=καταδύομαιdiver=δύτηςdiverge=αποκλίνωdivergence=απόκλισηdiversion=αντιπερισπασμός


diversion=διασκέδασηdiversion=παρέκβασηdiversion=παρεκτροπήdiversity=ποικιλίαdivert=παρεκτρέπωdivide=διαιρώdivide=διχάζωdivide=χωρίζωdividend=μέρισμαdivination=μαντοσύνηdivine=θεϊκόςdivine=θεσπέσιοςdiving=κατάδυσηdivision=διαίρεσηdivision=διχασμόςdivision=μεραρχίαdivorce=διαζύγιοdizzy=ζαλισμένοςdo=κάνωdocile=πειθήνιοςdock=αποβάθραdock=αράζωdock=λάπαθοdock=προβλήταdoctor=ιατρόςdocument=έγγραφοdocumentary=ντοκιμαντέρdodge=αποφεύγωdoff=εκδύομαιdog=σκύλοςdoleful=θλιβερόςdoll=κούκλαdollar=δολάριοdolphin=δελφίνιdomain=αρμοδιότηταdomain=κτήσηdomain=κυριαρχίαdomain=περιοχήdome=αψίδαdome=καμάραdome=τρούλοςdomestic=κατοικίδιοςdomestic=οικιακόςdomesticate=εξημερώνωdomesticate=τιθασεύωdomestication=εξημέρωσηdominate=δεσπόζωdominate=κυριαρχώdominion=κυριαρχίαdonation=δωρεάdonor=δότηςdoom=ειμαρμένηdoor=πόρταdoormat=χαλάκιdope=ντοπάρωdose=δοσολογίαdot=κουκίδαdouble=διπλασιάζωdouble=διπλόςdouble=σωσίαςdoubling=διπλασιασμός


doubly=διπλάdoubt=αμφιβάλλωdoubt=αμφιβολίαdoubt=αμφισβητώdoubtful=αμφίβολοςdoubtless=αναμφίβολοςdough=ζύμηdove=περιστέριdowdy=άκομψοςdown=κάτωdown=πούπουλοdownpour=νεροποντήdozen=δωδεκάδαdrag=σέρνωdragon=δράκοςdrain=οχετόςdrain=στραγγίζωdraining=αποστραγγίζωdrama=δράμαdramatic=δραματικόςdrape=τυλίγωdrastic=δραστικόςdraught=βύθισμαdraw=έλκωdraw=επισύρωdraw=ζωγραφίζωdraw=τραβώdrawback=μειονέκτημαdrawer=συρτάριdrawing=ζωγραφιάdream=ονειρεύομαιdream=όνειροdreary=ζοφερόςdrench=βρέχωdrench=μουσκεύωdress=ντύνομαιdress=ντύνωdress=φόρεμαdressing=δέσιμοdressmaker=μοδίστραdressy=λουσάτοςdribble=καταβρέχωdrill=άσκησηdrill=τριβελίζωdrill=τροχόςdrink=πίνωdrink=ποτόdrip=στάζωdrip=σταλάζωdrive=οδηγώdrivel=μωρολογώdriver=οδηγόςdriving=οδήγησηdrizzle=ψιλοβρέχωdrizzle=ψιλοβρόχιdrone=βουίζωdrone=κηφήναςdrop=μειώνομαιdrop=ρανίδαdrop=σταγόναdro<strong>pl</strong>et=σταγονίτσα


droppings=περιττώματαdrought=ξηρασίαdrown=πνίγομαιdrowsiness=νύσταdrowsy=μαχμουρλήςdrowsy=νυσταγμένοςdrubbing=διασυρμόςdrudgery=αγγαρείαdrug=ναρκωτικόdrugstore=φαρμακείοdrum=τύμπανοdrummer=τυμπανιστήςdrunk=μεθυσμένοςdrunk=φέσιdrunkard=μεθύστακαςdrunken=μεθυσμένοςdry=ξηρόςdry=στεγνόςdrying=στέγνωμαdual=διπλόςdub=επονομάζωdub=μεταγλωττίζωduchy=δουκάτοduck=πάπιαduck=σκύβωdue=απαιτούμενοςdue=πρέπωνduel=μονομαχίαduet=ντουέτοdull=βαρετόςdull=μουντόςdull=μουχρόςdull=πληκτικόςduly=δεόντωςdumb=μουγγόςdumb=χαζόςdummy=πιπίλαdump=ξεφορτώνομαιdump=πετώdump=ρίχνωdunce=κούτσουροdunce=τούβλοdune=αμμόλοφοςdung=κοπριάdungeon=μπουντρούμιduration=διάρκειαdusk=λυκόφωςdusk=σουρούπωμαdusky=μουχρόςdust=σκόνηdustbin=σκουπιδοτενεκέςduty=δασμοίduty=καθήκονduvet=πάπλωμαdwarf=επισκιάζωdwarf=νάνοςdwell=διαμένωdwell=κατοικώdwindle=συρρικνώνομαιdye=βάφωdye=βερνίκι


dynamic=δυναμικήdynamite=δυναμίτηςeach=κάθεeager=πρόθυμοςeagerness=προθυμίαear=αυτίearly=νωρίςearly=πρώιμοςearn=κερδίζωearnings=αποδοχέςearnings=απολαβέςearth=γηearth=χώμαearthly=γήινοςearthquake=σεισμόςease=άνεσηease=καταπραΰνωeasily=εύκολαeast=ανατολήeastern=ανατολικόςeasy=άνετοςeasy=εύκολοςeat=τρώωeaves=μαρκίζαeavesdrop=κρυφακούωeavesdrop=ωτακουστώebb=άμπωτηebb=παύσηebb=υποχωρώebony=εβένινοςeccentric=εκκεντρικόςecho=αντήχησηecho=αντηχώecho=αντιλαλώecho=μιμούμαιeclectic=εκλεκτικόςecliptic=εκλειπτικήecological=οικολογικόςecologist=οικολόγοςecology=οικολογίαeconomic=οικονομικόςeconomics=οικονομικήeconomics=οικονομολογίαeconomist=οικονομολόγοςecosystem=οικοσύστημαecstatic=εκστατικόςeczema=έκζεμαeddy=δίνηedge=άκρηedge=περιστόμιοedge=χείλοςedict=διάγγελμαedit=εκδίδωedit=επιμελούμαιedition=τεύχοςeditor=συντάκτηςeducate=εκπαιδεύωeducate=μορφώνωeducation=μόρφωσηeducational=εκπαιδευτικόςeffect=αποτέλεσμα


effect=επίδρασηeffective=αποτελεσματικόςeffectiveness=αποδοτικότηταeffectiveness=αποτελεσματικότηταefficiency=αποτελεσματικότηταefficient=αποδοτικόςefficient=αποτελεσματικόςeffort=προσπάθειαeffusion=διάχυσηegg=αυγόegg<strong>pl</strong>ant=μελιτζάναeggshell=τσόφλιeighth=όγδοοςeither=είτεeither=ήeither=ούτεeject=εκτινάσσωeject=εκτοξεύωelaborate=λεπτομερήςelaborate=περίτεχνοςelaborate=προσεγμένοςelbow=αγκώναςelect=εκλέγωelection=αναγόρευσηelection=εκλογέςelectoral=εκλογικόςelectrician=ηλεκτρολόγοςelectrify=ηλεκτρίζωelectrify=ηλεκτροδοτώelectrocardiogram=ηλεκτροκαρδιογράφημαelectronic=ηλεκτρονικόςelegance=κομψότηταelegant=εκλεπτυσμένοςelegant=κομψόςelegantly=κομψάelegiac=ελεγειακόςelegy=ελεγείαelement=στοιχείοelementary=στοιχειώδηςelephant=ελέφανταςelevate=ανυψώνωelevate=σηκώνωelevate=υψώνωelevation=ανάδειξηelevation=ανύψωσηelevation=ύψωσηelevator=ασανσέρeleven=έντεκαeleventh=ενδέκατοςelicit=αποσπώelicit=βγάζωelicit=επιφέρωelide=αποβάλλωelide=εκθλίβωeligible=άξιοςeligible=εκλέξιμοςeligible=εκλόγιμοςeligible=κατάλληλοςeliminate=αποκλείωeliminate=εξαλείφωelimination=εξάλειψη


elite=αφρόκρεμαelite=ελίτelm=φτελιάelongation=επιμήκυνσηelope=κλέβωeloquence=ευφράδειαeloquent=εύγλωττοςeloquent=ευφραδήςelse=αλλιώςelse=άλλοςelucidate=αποσαφηνίζωelucidate=διευκρινίζωelude=διαλανθάνωelude=διαφεύγωelusive=ασύλληπτοςelusive=φευγαλέοςemanate=απορρέωemancipate=απελευθερώνωemancipate=χειραφετώemancipation=χειραφέτησηembalm=ταριχεύωembankment=ανάχωμαembark=επιβιβάζομαιembark=επιβιβάζωembarkation=επιβίβασηembarrassment=αμηχανίαembassy=πρεσβείαembed=ενσωματώνωembed=μπήγωembed=περιζώνωembellish=καλλωπίζωembellish=λουσάρωembezzle=καταχρώμαιembezzle=σφετερίζομαιembezzle=υπεξαιρώembezzlement=κατάχρησηembody=εκφράζωembody=ενσαρκώνωembody=ενσωματώνωembody=συσσωματώνωembrace=αγκαλιάζωembrace=αγκάλιασμαembroider=κεντώembryo=έμβρυοemerald=σμαραγδένιοςemerald=σμαράγδιemerge=αναδύομαιemigrate=αποδημώemigrate=αποικώemigration=αποδημίαemigration=μετανάστευσηemission=έκλυσηemission=εκπομπήemit=αναδίνωemit=εκπέμπωemotion=συναίσθημαemotional=συναισθηματικόςemperor=αυτοκράτοραςemphasis=έμφασηemphatic=εμφατικόςempire=αυτοκρατορία


enjoy=καρπώνομαιenjoy=χαίρωenlarge=μεγεθύνωenlargement=μεγέθυνσηenlighten=διαφωτίζωenlist=εντάσσωenlist=εξασφαλίζωenlist=κατατάσσομαιennoble=εξευγενίζωenough=νισάφιenquiry=έρευναenquiry=ερώτησηenrage=εξαγριώνωenrich=εμπλουτίζωenrol=εγγράφομαιenrol=εντάσσωenrolment=εγγραφήenslave=σκλαβώνωenslave=υποδουλώνωensue=επακολουθώensue=προκύπτωensure=βεβαιώνομαιensure=εξασφαλίζωentail=συνεπάγομαιenter=εισέρχομαιenter=μπαίνωenterprising=επιχειρηματικόςenterprising=τολμηρόςentertain=φιλοξενώentertainment=ψυχαγωγίαenthusiasm=ενθουσιασμόςenthusiastic=ενθουσιασμένοςentice=δελεάζωentice=παρασύρωentire=ολόκληροςentirely=εντελώςentitle=τιτλοφορώentity=οντότηταentourage=ακολουθίαentrance=είσοδοςentreat=εκλιπαρώentreat=εξορκίζωentreat=θερμοπαρακαλώentreaty=παράκλησηentrepreneur=επιχειρηματίαςentrust=αναθέτωentrust=εμπιστεύομαιentry=είσοδοςentry=καταχώρησηentry=λήμμαenvelope=φάκελοςenvious=ζηλόφθονοςenvironment=περιβάλλονenvisage=προβλέπωenvisage=φαντάζομαιenvy=ζηλεύωenvy=φθόνοςenvy=φθονώenzyme=ένζυμοepic=επικόςepic=έπος


exact=απαιτώexactly=ακριβώςexaggerate=παραλέωexaggerate=υπερβάλλωexaltation=μεταρσίωσηexalted=μεταρσιωμένοςexam=εξέτασηexamination=διεργασίαexamination=εξέτασηexamine=εξετάζωexam<strong>pl</strong>e=παράδειγμαexam<strong>pl</strong>e=υπόδειγμαexasperate=εξοργίζωexcavate=σκάβωexcavator=εκσκαφέαςexceed=ξεπερνώexceed=υπερβαίνωexcel=διαπρέπωexcel=υπερακοντίζωexcellence=υπεροχήexcellent=άριστοςexcellent=εξαίσιοςexcellently=εξαίσιαexception=εξαίρεσηexceptional=εξαιρετικόςexcess=περίσσευμαexcess=πλεόνασμαexcessive=υπερβολικόςexchange=ανταλλάσσωexchange=διαφωνίαexchange=λογομαχίαexchange=συνάλλαγμαexcitable=ευέξαπτοςexcitation=διέγερσηexcitement=διέγερσηexclaim=αναφωνώexclamation=επιφώνημαexclude=αποκλείωexclusion=αποκλεισμόςexclusive=αποκλειστικόςexclusive=αποκλειστικότηταexcommunicate=αναθεματίζωexcommunicate=αφορίζωexcrement=κόπραναexcrement=περίττωμαexcursion=εκδρομήexcusable=συγγνωστόςexcuse=αφορμήexcuse=δικαιολογίαexcuse=συγχωρώexecute=εκτελώexecution=εκτέλεσηexecutioner=δήμιοςexem<strong>pl</strong>ary=υποδειγματικόςexem<strong>pl</strong>ify=εξηγώexempt=απαλλαγμένοςexempt=απαλλάσσωexemption=απαλλαγήexercise=άσκησηexert=ασκώexert=καταβάλλω


exhalation=εκπνοήexhaust=εξάτμισηexhibit=έκθεμαexhibit=εκθέτωexhilarating=συναρπαστικόςexhilaration=ευφροσύνηexhort=παραινώexhort=παρακινώexhortation=παραίνεσηexhortation=προτροπήexhumation=εκταφήexile=εξορίαexile=εξορίζωexist=υπάρχωexistence=ύπαρξηexit=έξοδοςexonerate=απαλλάσσωexorbitant=εξωφρενικόςexorcise=εξορκίζωexotic=εξωτικόςexpand=διαστέλλωexpand=διευρύνωexpand=επεκτείνωexpand=φουσκώνωexpansible=διασταλτόςexpansion=διαστολήexpansion=εξάπλωσηexpansive=επεκτατικόςexpect=αναμένωexpect=περιμένωexpect=προσδοκώexpectation=προσδοκίαexpediency=σκοπιμότηταexpedient=σκόπιμοςexpedite=επισπεύδωexpedition=εκστρατείαexpel=απελαύνωexpel=αποβάλλωexpenditure=δαπάνεςexpenditure=δαπάνηexpense=έξοδαexpensive=ακριβόςexpensively=ακριβάexperience=εμπειρίαexperiment=πείραμαexperiment=πειραματίζομαιexperimental=δοκιμαστικόςexperimental=πειραματικόςexpert=ειδικόςexpert=εμπειρογνώμοναςexpert=εμπειρογνώμωνexpertise=πραγματογνωμοσύνηexpire=λήγωex<strong>pl</strong>anation=εξήγησηex<strong>pl</strong>icit=κατηγορηματικόςex<strong>pl</strong>icit=ρητόςex<strong>pl</strong>icit=σαφήςex<strong>pl</strong>icitly=ρητάex<strong>pl</strong>ode=εκρήγνυμαιex<strong>pl</strong>oit=αξιοποιώex<strong>pl</strong>oit=εκμεταλλεύομαι


ex<strong>pl</strong>oitation=εκμετάλλευσηex<strong>pl</strong>oration=εξερεύνησηex<strong>pl</strong>ore=εξερευνώex<strong>pl</strong>orer=εξερευνητήςex<strong>pl</strong>osion=έκρηξηexport=εξάγωexport=εξαγωγήexpose=εκθέτωexpose=ξεσκεπάζωexposure=έκθεσηexpress=διατυπώνωexpress=εκφράζωexpression=έκφρασηexpressive=εκφραστικόςexpressly=ρητώςexpropriate=αλλοτριώνωexpropriation=απαλλοτρίωσηexpulsion=απέλασηexpulsion=αποβολήextend=εκτείνομαιextend=εκτείνωextend=επεκτείνωextension=έκτασηextension=επέκτασηextension=προέκτασηextensive=διεξοδικόςextensive=εκτεταμένοςextensively=εκτεταμέναextent=βαθμόςextent=έκτασηextinction=αφανισμόςextinction=εξαφάνισηextinguish=σβήνωextol=εκθειάζωextort=εκβιάζωextract=αποσπώextract=εκχύλισμαextraction=εξαγωγήextraction=καταγωγήextraordinarily=ασυνήθισταextraordinary=ασυνήθιστοςextravagant=απλοχέρηςextravagant=πολυδάπανοςextravaganza=φιέσταextreme=ακραίοςextremely=εξαιρετικάextremist=εξτρεμιστήςextremist=φανατικόςexuberance=διαχυτικότηταexuberance=ζωντάνιαexuberant=διαχυτικόςexuberant=ενθουσιώδηςexude=εκκρίνωeye=μάτιeye=οφθαλμόςeyebrow=φρύδιeyelash=βλεφαρίδαeyelash=τσίνοροeyelid=βλεφαρίδαeyesight=όρασηfable=παραμύθι


fabricate=επινοώfabricate=κατασκευάζωfabulous=απίθανοςfabulous=υπέροχοςfacade=πρόσοψηface=αντικρίζωface=αντιμετωπίζωface=κύροςface=πρόσωποfacile=απλοϊκόςfacile=εύκολοςfacilitate=διευκολύνωfacility=ευκολίαfacility=ευχέρειαfacsimile=πανομοιότυποfact=γεγονόςfaction=φατρίαfactor=παράγονταςfactor=συντελεστήςfactory=εργοστάσιοfactual=αληθινόςfactual=πραγματικόςfaculty=διεύθυνσηfad=τρέλαfade=ξεθωριάζωfag=αδελφήfag=τσιγάροfaience=φαγεντιανήfail=αποτυγχάνωfailing=ελάττωμαfailure=αποτυχίαfaint=αμυδρόςfaint=λιποθυμώfair=δίκαιοςfair=ξανθόςfair=πανηγύριfairly=αρκετάfairly=δίκαιαfair-minded=αμερόληπτοςfair-minded=δίκαιοςfairness=δικαιοσύνηfairness=ισότηταfairy=νεράιδαfaith=πίστηfaithful=πιστόςfake=κάλπικοςfake=πλαστογραφίαfake=πλαστόςfalconer=γερακάρηςfall=εκπίπτωfall=πέφτωfall=πτώσηfallow=χέρσοςfalse=αναληθήςfalse=λάθοςfalse=ψευδήςfalse=ψεύτικοςfalsely=ψευδώςfalsification=παραποίησηfalsify=παραποιώfame=φήμη


fault=ελάττωμαfault=λάθοςfault=φτιάξιμοfaultless=αλάθητοςfaulty=ελαττωματικόςfauna=πανίδαfavour=ευνοώfavour=ρουσφέτιfavour=χάρηfavourable=ευμενήςfavourable=ευνοϊκόςfavourably=ευνοϊκάfavourite=αγαπημένοςfax=φαξfealty=υποτέλειαfear=φοβάμαιfear=φόβοςfearful=φοβισμένοςfearsome=τρομακτικόςfearsome=φοβερόςfeasible=εφικτόςfeast=ευωχούμαιfeast=πανδαισίαfeast=πανηγύριfeast=συμπόσιοfeather=φτερόfeature=αφιέρωμαfeature=σουσούμιfeature=χαρακτηριστικόfederal=ομοσπονδιακόςfederalist=φεντεραλιστήςfederation=ομοσπονδίαfee=αμοιβήfee=δίδακτραfee=τιμάριοfeeble=αδύναμοςfeeble=ανίσχυροςfeeble=ασθενικόςfeed=σιτίζωfeed=ταΐζωfeed=τροφοδοτώfeel=αισθάνομαιfeel=νιώθωfeel=υφήfeeling=αίσθημαfeet=πόδιαfeign=επιτηδεύομαιfeign=προσποιούμαιfeint=προσποίησηfelicity=ευδαιμονίαfeline=αιλουροειδήςfell=έπεσαfell=κόβωfellow=άντραςfellow=συνάδελφοςfellow=τύποςfelt=αισθανόμουνfelt=ένιωθαfelt=τσόχαfemale=θηλυκόςfeminist=φεμινίστρια


fence=κλεπταποδόχοςfence=φράχτηςfencing=ξιφασκίαfennel=μάραθοferment=βράζωfern=φτέρηferocious=άγριοςferocious=θηριώδηςferociously=άγριαferry=φεριμπότfertile=γόνιμοςfertilise=γονιμοποιώfertilise=λιπαίνωfertiliser=λίπασμαfertility=γονιμότηταfertility=ευγονίαfertility=ευφορίαfertilizer=λίπασμαfervour=λαύραfestival=εορτήfestival=πανήγυρηfeud=τιμάριοfever=θέρμηfever=πυρετόςfeverish=πυρετώδηςfew=λίγαfew=λίγεςfew=λίγοιfew=λιγοστόςfiasco=φιάσκοfibre=ίναfickle=αλλοπρόσαλλοςfickle=ασταθήςfickle=ευμετάβλητοςfickleness=ευμεταβλησίαfiction=φαντασίαfiddler=βιολιστήςfidelity=πιστότηταfief=τιμάριοfield=πεδίοfield=τομέαςfield=χωράφιfierce=άγριοςfierce=μανιασμένοςfiery=παθιασμένοςfiery=φλογερόςfiesta=φιέσταfifteen=δεκαπέντεfifth=πέμπτοςfiftieth=πεντηκοστόςfifty=πενήνταfig=σύκαfight=καταπολεμώfight=μάχηfight=μάχομαιfigurative=παραστατικόςfigure=αριθμόςfigure=πρόσωποfigurehead=σύμβολοfilament=νημάτιοfilch=κλέβω


filch=ξαφρίζωfile=λιμάρωfile=πίφεροfile=υποβάλλωfill=γεμίζωfilling=γέμισμαfilling=σφράγισμαfilling=χορταστικόςfilm=έργοfilm=ταινίαfilm=φιλμfilter=διηθώfilter=κρησαρίζωfilter=φίλτροfilth=μουρνταριάfilthy=ακάθαρτοςfilthy=βρώμικοςfiltration=διήθησηfin=πτερύγιοfinal=τελικόςfinale=φινάλεfinally=τελικάfinance=χρηματοδοτώfinancial=οικονομικόςfind=ανεύρεσηfind=βρίσκωfind=εύρημαfinding=εύρημαfine=αίθριοςfine=πρόστιμοfine=φίνοςfine=ψιλήfinesse=φινέτσαfinger=δάκτυλοfining=κολλάρισμαfinish=περατώνωfinish=τελειώνωfinish=τέλοςfinish=τερματισμόςfinite=πεπερασμένοςfinite=περιορισμένοςfink=καταδότηςfir=έλατοfire=απολύωfire=πυρκαγιάfire=πυροβολώfire=φωτιάfireman=πυροσβέστηςfire<strong>pl</strong>ace=τζάκιfiring=εκπυρσοκρότησηfirm=εδραίοςfirm=εταιρίαfirm=σταθερόςfirmly=ακράδανταfirmly=σταθεράfirmly=σφικτάfirst=πρώτοςfish=ψάριfist=γροθιάfist=πυγμήfit=αρμόζων


fit=εξοπλίζωfitness=ικανότηταfitness=καταλληλότηταfitted=εντοιχισμένοςfitted=εφαρμοστόςfitting=πρόσφοροςfive=πέντεfix=φτιάχνωfixing=στερέωσηfixture=συνάντησηflabby=πλαδαρόςflag=λάβαροflag=μπαϊράκιflag=σημαίαflake=νιφάδαflammable=εύφλεκτοςflank=πλαγιάflank=πλευρόflap=φτεροκοπώflash=αναλαμπήflash=φλαςflashback=αναδρομήflashy=λουσάτοςflask=παγούριflask=φλάσκαflat=διαμέρισμαflat=επίπεδοςflatten=ισιώνωflatten=ισοπεδώνωflatter=κολακεύωflattering=κολακευτικόςflattery=γαλιφιάflatulence=φούσκωμαflavour=γεύσηflavour=καρυκεύωflaw=ατέλειαflaw=ψεγάδιflawless=άψογοςflax=λινάριflax=λινόfledgling=ανώριμοςfledgling=ξεπεταρούδιfleet=νηοπομπήfleet=στόλοςflesh=σάρκαfleshy=σαρκώδηςflex=κάμπτωflex=λυγίζωflexibility=ευκαμψίαflexibility=ευλυγισίαflexible=εύκαμπτοςflexible=ευλύγιστοςflicker=τρεμοπαίζωflicker=τρέμωflight=πτήσηflight=φυγήflimsy=λεπτόςflimsy=φτωχόςflinch=υποχωρώfling=εξακοντίζωfling=πετώ


flipper=πτερύγιοfloat=επιπλέωfloat=φελλόςfloating=επίπλευσηfloating=πλωτόςflock=αγέληflock=κοπάδιflock=συρρέωflog=μαστιγώνωflood=κατακλύζωflood=πλημμύρεςflood=πλημμυρίζωflooding=πλημμύρεςflooding=πλημμύρισμαfloor=όροφοςfloor=πάτωμαflop=φέσιfloppy=πλαδαρόςflora=χλωρίδαfloral=λουλουδάτοςfloral=λουλουδένιοςflorescence=άνθισμαflorist=ανθοπώληςflounder=παραδέρνωflounder=παραπαίωflour=αλεύριflourish=ακμάζωflourish=ανθίζωflourish=ανθώflourish=κραδαίνωflow=ρέωflow=ροήflower=λουλούδιflowery=εξεζητημένοςflowery=λουλουδένιοςflowing=ριχτόςflu=γρίπηfluctuate=αυξομειώνωfluctuate=κυμαίνομαιfluctuate=ταλαντεύομαιfluctuation=διακύμανσηfluent=άπταιστοςfluently=άπταισταfluid=υγρόfluidity=ρευστότηταfluorescence=φθορισμόςfluoride=φθόριοflurry=αναταραχήflurry=ξέσπασμαflush=κοκκινίζωflute=αυλόςflute=φλάουταflutist=αυλητήςflutter=πτερυγίζωfly=μύγαfly=πετώflying=ιπτάμενοςfoal=πουλάριfoam=αφρίζωfocus=εστίαfocus=εστιάζω


focus=συγκεντρώνωfoe=εχθρόςfoetus=έμβρυοfog=ομίχληfoggy=ομιχλώδηςfoil=αποτρέπωfoil=ματαιώνωfold=διπλώνωfold=πτυχήfoliage=φύλλωμαfollow=ακολουθώfollowing=ακολουθίαfollowing=οπαδοίfollowing=παρακολούθησηfoment=υποκινώfond=στοργικόςfond=τρυφερόςfont=γραμματοσειράfood=τροφήfood=φαγητόfool=βλάκαςfool=κοροϊδεύωfool=χαζόςfoolhardy=απερίσκεπτοςfoolhardy=παράτολμοςfoolish=κουτόςfoolish=χαζόςfoot=πόδιfootball=ποδόσφαιροfootballer=ποδοσφαιριστήςfootnote=υποσημείωσηfootprint=πατημασιάfootwear=παπούτσιαfootwear=υποδήματαfor=γιαforamen=τρήμαforay=επιδρομήforbearance=αποχήforbearance=μακροθυμίαforbid=απαγορεύωforce=βίαforce=δύναμηforce=εξαναγκάζωforceful=ισχυρόςforecast=προβλέπωforecast=πρόγνωσηforehead=κούτελοforehead=μέτωποforeign=εξωτερικόςforeign=ξένοςforeigner=αλλοδαπόςforeigner=ξένοςforeman=εργοδηγόςforemost=πρώτοςforensic=δικανικόςforesight=προνοητικότηταforest=δάσοςforester=δασοφύλακαςforestry=δασοκομίαforestry=δασολογίαforetell=προβλέπω


foretell=προλέγωforfeit=πρόστιμοforfeit=στερούμαιforfeit=τίμημαf<strong>org</strong>ery=πλαστογραφίαf<strong>org</strong>et=ξεχνώf<strong>org</strong>etful=ξεχασιάρηςf<strong>org</strong>ing=παραχάραξηf<strong>org</strong>ive=συγχωρώform=δελτίοform=μορφήformal=επίσημοςformality=τυπικότηταformation=σχηματισμόςformer=πρώηνformerly=άλλοτεformula=τύποςformulate=διατυπώνωforthright=ειλικρινήςforthright=ευθύςfortieth=τεσσαρακοστόςfortification=οχύρωσηfortify=ενδυναμώνωfortify=καρδαμώνωfortitude=αντοχήfortress=οχυρόfortress=φρούριοfortunate=καλότυχοςfortunate=τυχερόςfortunately=ευτυχώςfortune=ευτυχίαforty=σαράνταforward=εμπρόςforward=μπροςforward=μπροστινόςfosse=τάφροςfossil=απολίθωμαfoster=ανατρέφωfoster=θετόςfoster=υιοθετώfoul=ανέντιμοςfoul=απαίσιοςfoul=βρόμικοςfound=βρήκαfound=ιδρύωfoundation=βάθροfoundation=θεμέλιοfoundation=ίδρυμαfoundation=ίδρυσηfounder=ιδρυτήςfounder=ναυαγώfounder=φουντάρωfoundry=χυτήριοfount=πηγήfountain=βρύσηfountain=πηγήfour=τέσσεραfour=τέσσεριςfourfold=τετραπλόςfourteen=δεκατέσσεραfourth=τέταρτος


fowl=πουλερικάfowl=πτηνόfox=αλεπούfoxhole=χαράκωμαfoxy=σέξιfraction=κλάσμαfractional=κλασματικόςfractious=δύστροποςfracture=διχοτομίαfracture=θλάσηfracture=κάταγμαfracture=σπάσιμοfragile=εύθραυστοςfragment=θραύσμαfragment=κομματάκιfragmentary=αποσπασματικόςfragrance=άρωμαfragrance=ευωδιάfragrant=ευώδηςfrail=αδύναμοςfrailty=αδυναμίαframe=πλαίσιοframe=πλαισιώνωframe=σκελετόςframe=σώμαframework=δομήframework=σκελετόςframing=διάρθρωσηframing=πλαισίωσηfranchise=προνόμιοfrankincense=μοσχολίβανοfrantic=μανιώδηςfrantic=φρενιτιώδηςfraternal=αδερφικόςfraud=απάτηfraud=δόλοςfraudulent=απατηλόςfraught=αγχωμένοςfraught=κατάφορτοςfray=ξεφτίζωfray=συμπλοκήfreak=αφύσικοfreak=φρικιόfreakish=εκκεντρικόςfreakish=ιδιότροποςfreckle=φακίδαfree=αυτεξούσιοςfree=δωρεάνfree=τσάμπαfreedom=ελευθερίαfreelance=αδέσμευτοςfreelance=ανεξάρτητοςfreely=απεριόρισταfreely=ελεύθεραfreeze=καταψύχωfreeze=κρουσταλλιάζωfreeze=παγώνωfreezer=καταψύκτηςfreezing=παγερόςfreezing=ψύξηfreight=φορτίο


frenetic=φρενιτικόςfrenzied=έξαλλοςfrenzied=ξέφρενοςfrenzy=παραλήρημαfrenzy=παραφροσύνηfrenzy=ταραχήfrenzy=φρενίτιδαfrequent=συχνάζωfrequent=συχνόςfrequently=συχνάfresco=τοιχογραφίαfresh=δροσερόςfresh=ζωντανόςfresh=νωπόςfresh=φρέσκοςfreshen=ανανεώνωfreshen=φρεσκάρωfreshly=πρόσφαταfreshness=φρεσκάδαfret=μελαγχολώfret=ταράσσομαιfriable=εύθρυπτοςfriction=προστριβήfriction=τριβήfridge=ψυγείοfriend=φίληfriend=φίλοιfriend=φίλοςfriendly=φιλικόςfriendship=φιλίαfrieze=διάζωμαfrieze=ζωφόροςfrigate=φρεγάταfright=τρόμοςfright=φόβοςfrighten=τρομάζωfrighten=φοβίζωfrightful=τρομερόςfrightful=φοβερόςfrigid=ψυχρόςfrill=γαρνίρισμαfrill=πιέταfringe=κρόσσιfringe=παρυφέςfringe=φράντζαfritter=θρυμματίζωfritter=σπαταλώfrivolity=επιπολαιότηταfrivolous=ελαφρόμυαλοςfrivolous=επιπόλαιοςfrizzle=καβουρντίζωfrizzle=ξεροτηγανίζωfrizzle=σγουραίνωfrizzy=κατσαρόςfrock=φόρεμαfrock=φουστάνιfrog=βάτραχοςfrolic=διασκέδασηfrolic=ευθυμίαfrolic=τρέλεςfrom=από


front=μέτωποfront=πρόσοψηfrontier=παραμεθόριοςfrontier=σύνοροfrost=παγετόςfrost=παγωνιάfrost=πάχνηfrost=παχνιάζομαιfrostbite=κρυοπάγημαfrostbite=παγοπληξίαfrosty=παγερόςfrosty=ψυχρόςfroth=αφρίζωfrown=σκυθρωπιάζωfrown=συνοφρυώνομαιfrowzy=απεριποίητοςfructose=φρουκτόζηfrugal=λιτόςfrugality=λιτότηταfruit=καρπόςfruit=φρούτοfruitful=γόνιμοςfruitful=καρποφόροςfruitful=παραγωγικόςfruition=πραγματοποίησηfruitless=άγονοςfruitless=άκαρποςfrustrate=ανατρέπωfrustrate=απογοητεύωfry=καβουρντίζωfry=μαρίδαfry=τηγανίζωfudge=αερολογώfudge=κουραφέξαλαfudge=υπεκφεύγωfuel=καύσιμαfuel=καύσιμοfuel=τροφοδοτώfugitive=φυγάςfugitive=φυγόδικοςfugue=φούγκαfulfil=εκπληρώνωfulfil=πραγματοποιώfull=γεμάτοςfull=μεστόςfull=ολικόςfull=πλήρηςfully=πλήρωςfulminate=δριμύταταfulminate=επικρίνωfumble=πασπατεύωfume=καπνόςfume=καυσαέριοfun=διασκέδασηfun=κέφιfun=πλάκαfunction=δεξίωσηfunction=λειτουργίαfunction=λειτουργώfunctional=λειτουργικόςfund=απόθεμα


fund=κονδύλιfundamental=θεμελιώδηςfundamental=ουσιώδηςfundamentally=ουσιαστικάfunding=χρηματοδότησηfuneral=κηδείαfunerary=επικήδειοςfunereal=νεκρικόςfunereal=πένθιμοςfungible=φθαρτόςfunnel=φουγάροfunnel=χωνίfunny=αστείοςfunny=κωμικόςfunny=περίεργοςfur=γούναfur=τρίχωμαfurbish=καθαρίζωfurbish=λουστράρωfurious=μαινόμενοςfurious=οργισμένοςfurl=μάζεμαfurl=μαζεύωfurl=τύλιγμαfurl=τυλίγωfurlough=άδειαfurnace=κλίβανοςfurnace=φούρνοςfurnish=επιπλώνωfurnish=προμηθεύωfurnishing=επίπλωσηfurniture=έπιπλαfurrier=γουναράςfurrow=αυλάκιfurrow=χαντάκιfurther=μακρύτεροςfurther=παραπέραfurther=περαιτέρωfurthermore=επιπλέονfurtive=κλεφτόςfurtive=κρυφόςfurtive=ύπουλοςfury=λύσσαfury=μανίαfury=οργήfuse=φιτίλιfuse=φυτίλιfuselage=άτρακτοςfusion=σύντηξηfuss=αναστάτωσηfuss=ταραχήfuss=φασαρίαfussy=μικροπρεπήςfuture=μελλοντικόςfuturist=φουτουριστήςfuzzy=χνουδάτοςgable=αέτωμαgag=αστείοgag=φιμώνωgain=απολαβήgain=κερδίζω


gait=βάδισμαgait=περπατησιάgale=ανεμοθύελλαgall=χολήgallery=θεωρείοgallery=πινακοθήκηgalley=γαλέραgallop=γκάλοπgallop=καλπάζωgallop=καλπασμόςgallows=αγχόνηgallows=ικρίωμαgallows=φούρκαgalore=άφθονοςgamble=διακυβεύωgamble=ρισκάρωgamble=ριψοκινδυνεύωgambol=χοροπηδώgame=παιχνίδιgang=σπείραgang=συμμορίαgap=κενόgap=χάσμαgarbage=σκουπίδιαgarden=κήποςgardener=κηπουρόςgardening=κηπουρικήgardening=κηπουρικόςgarlic=σκόρδοgarment=ρούχοgas=αέριοgas=βενζίνηgash=κοπήgasp=αγκομαχώgasp=ασθμαίνωgasp=λαχανιάζωgastric=γαστρικόςgate=αυλόπορταgate=θύραgate=πύληgateway=πύληgather=μαζεύομαιgather=μαζεύωgather=περισυλλέγωgather=συγκεντρώνομαιgathering=συγκέντρωσηgauge=εκτιμώgauge=μετρητήςgauge=υπολογίζωgaunt=κάτισχνοςgauze=γάζαgawky=αδέξιοςgay=εύθυμοςgay=ομοφυλόφιλοςgay=φαιδρόςgay=χαρούμενοςgaze=ατενίζωgaze=βλέμμαgazelle=γαζέλαgazette=εφημερίδαgear=γρανάζια


gear=εργαλείαgear=προσαρμόζωgear=ταχύτηταgelatine=ζελατίνηgelatinous=ζελατινώδηςgem=πετράδιgeminate=διπλασιάζωgeminate=διπλόςgender=γένοςgender=φύλοgene=γονίδιοgeneral=γενικόςgeneral=στρατηγόςgeneralisation=γενίκευσηgeneralisation=γενικότηταgenerally=γενικάgenerate=γεννοβολώgenerate=γεννώgenerate=παράγωgeneration=γενιάgenerator=γεννήτριαgeneric=χαρακτηριστικόςgenerosity=γενναιοδωρίαgenerosity=μεγαλοψυχίαgenerous=ανοιχτοχέρηςgenerous=γενναιόδωροςgenerously=γενναιόδωραgenesis=γένεσηgenetic=γενετικόςgenial=ζεστόςgenial=πρόσχαροςgenial=φιλικόςgenital=γεννητικόςgenitive=γενικήgenocide=γενοκτονίαgenteel=ευγενικόςGentile=Εθνικόςgentle=απαλόςgentle=ευγενικόςgentle=ήπιοςgentle=πράοςgentleman=κύριοςgentlewoman=κυρίαgently=μαλακάgenuflect=γονατίζωgenuflect=γονυπετώgenuine=αυθεντικόςgenuine=γνήσιοςgenuinely=αληθινάgenuinely=γνήσιαgenus=γένοςgeocentric=γεωκεντρικόςgeodesic=γεωδαιτικόςgeodesy=γεωδαισίαgeodetic=γεωδαιτικόςgeographer=γεωγράφοςgeographic=γεωγραφικόςgeography=γεωγραφίαgeologist=γεωλόγοςgeology=γεωλογίαgeometer=γεωμέτρης


geometry=γεωμετρίαgeophysics=γεωφυσικήgeranium=γεράνιgerm=μικρόβιοgerminate=βλαστάνωgerminate=γεννώgerminate=προέρχομαιgerminate=φυτρώνωgestation=κυοφορίαgesticulate=χειρονομώgesture=γνέφωgesture=χειρονομίαgesture=χειρονομώget=αποκτώget=παίρνωgetaway=απόδρασηgetaway=δραπέτευσηgeyser=θερμοπίδακαςgeyser=θερμοσίφωναςghastly=άρρωστοςghastly=φριχτόςgherkin=αγγουράκιghost=φάντασμαgiant=γίγανταςgibber=τραυλίζωgibberish=ανοησίεςgibbet=κρεμάλαgibe=σκώμμαgift=δωρεάgift=δώροgift=πεσκέσιgift=χάρισμαgild=επιχρυσώνωgill=βράγχιοgiraffe=καμηλοπάρδαληgirl=κορίτσιgive=δίνωgive=παραδίνωglad=χαρούμενοςgladly=χαρούμεναglamour=αίγληglance=ματιάgland=αδέναςglare=αγριοκοιτάζωglare=λάμψηglaring=εμφανήςglaring=ολοφάνεροςglass=γυαλίglass=ποτήριglass=τζάμιglasses=γυαλιάgleam=αναλαμπήgleam=μαρμαρυγήgleam=φεγγίζωglen=λαγκάδαglen=χαράδραglib=εύγλωττοςglib=εύστροφοςglib=ευχερήςglider=ανεμόπτεροglimmer=αχτίδα


glint=αστράφτωglint=λαμπυρίζωglint=σπιθίζωglisten=αστράφτωglisten=λαμποκοπώglisten=λάμπωglitter=γυαλίζωglobe=υφήλιοςgloomy=απαισιόδοξοςgloomy=ζοφερόςgloomy=μελαγχολικόςglorify=εκθειάζωglorious=ένδοξοςglory=δόξαglory=μεγαλείοgloss=εξήγησηgloss=ερμηνείαgloss=λούστροglossy=γυαλιστερόςglossy=στιλπνόςglove=γάντιglow=λάμψηglow=πυρακτώνομαιglow=φεγγοβολώglowing=ενθουσιώδηςglowing=θερμόςglowing=πυρακτωμένοςglue=κόλλαglue=κολλώglum=μελαγχολικόςglum=σκυθρωπόςglutton=λιμάρηςgluttonous=λαίμαργοςgluttony=λαιμαργίαgnat=μουσίτσαgo=πηγαίνωgoad=καθοδηγώgoad=κεντρίζωgoal=γκολgoat=γίδαgoat=κατσίκαgobble=καταβροχθίζωgoblet=κύπελλοGod=θεόςgodchild=βαφτιστήριgoddess=θεάgodfather=νονόςgodson=βαφτιστικόςgoitre=βρογχοκήληgold=μάλαμαgold=χρυσόςgolden=χρυσαφένιοςgoldsmith=χρυσοχόοςgondola=γόνδολαgood=αγαθόςgood=καλόςgood-humoured=καλόκαρδοςgood-looking=όμορφοςgood-looking=ωραίοςgoods=αγαθάgooey=γλοιώδης


goose=χήναg<strong>org</strong>e=λαγκάδιg<strong>org</strong>e=φαράγγιg<strong>org</strong>eous=έξοχοςg<strong>org</strong>eous=ωραίοςgorilla=γορίλαgorilla=τραμπούκοςGospel=Ευαγγέλιοgossip=κουτσομπολεύωgossip=κουτσομπόληςgossip=κουτσομπολιόgourmet=καλοφαγάςgovern=διέπωgovern=ιθύνωgovern=κυβερνώgovernment=κυβέρνησηgovernor=κυβερνήτηςgrab=αρπάζωgracious=πρόσχαροςgrade=βαθμολογώgrading=βαθμολόγησηgradual=βαθμιαίοςgradually=βαθμιαίαgradually=σιγάgraduate=απόφοιτοςgraduate=αποφοιτώgraduation=αποφοίτησηgraft=μόσχευμαgraft=μπολιάζωgrafting=εμβολιασμόςgrain=δημητριακάgrain=κόκκοςgrain=σπυρίgrainy=κοκκώδηςgrand=λαμπρόςgrand=μεγάλοςgrand=σπουδαίοςgranddad=παππούςgrandeur=μεγαλείοgrandfather=παππούςgrandmother=βαβάgrandmother=γιαγιάgrandpa=παππούςgranite=γρανίτηςgrant=επίδομαgrant=επιχορηγώgrant=υποτροφίαgrant=χορηγώgrape=σταφύλιgraphics=γραφικάgrap<strong>pl</strong>e=αρπάζομαιgrap<strong>pl</strong>e=δραστηριοποιούμαιgrap<strong>pl</strong>e=παλεύωgrasp=πιάνωgrasp=συλλαμβάνωgrasp=σφίγγωgrasping=κερδομανήςgrass=καταδότηςgrass=πόαgrass=χόρτοgrassy=ποώδης


grate=τρίβωgrater=τρίφτηςgrating=ενοχλητικόςgratitude=ευγνωμοσύνηgratuity=ποδοκόπιgratuity=φιλοδώρημαgrave=καίριοςgrave=τάφοςgrave=τύμβοςgravel=χαλίκιgravestone=ταφόπετραgravity=βαρύτηταgravy=σάλτσαgraze=βόσκωgraze=γδέρνομαιgrease=γράσοgrease=λιπαντικόgreasy=λιπαρόςgreat=απίθανοςgreat=μεγάλοςgreatly=πολύgreed=απληστίαgreed=βουλιμίαgreedy=άπληστοςgreedy=λαίμαργοςgreen=πράσινοςgreenery=πρασινάδαgreenfly=μελίγκραgreenhouse=θερμοκήπιοgreenish=πρασινωπόςgreensward=πρασινάδαgreet=χαιρετίζωgreet=χαιρετώgregarious=αγελαίοςgregarious=κοινωνικόςgrenade=χειροβομβίδαgrey=γκρίζοςgrey=φαιόςgreyhound=λαγωνικόgrid=δίχτυgrid=πλέγμαgrid=σχάραgridiron=πλέγμαgridiron=σχάραgrief=θλίψηgrief=λύπηgrief=οδύνηgrievance=παράπονοgrieve=θλίβομαιgrieve=θρηνώgrieve=πενθώgrievous=θλιβερόςgrievous=σοβαρόςgrill=ανακρίνωgrill=σχάραgrille=κάγκελαgrim=ανελέητοςgrim=αυστηρόςgrim=σκληρόςgrimace=μορφάζωgrimace=μορφασμός


grime=βρομιάgrimy=βρόμικοςgrimy=βρώμικοςgrind=αγγαρείαgrind=αλέθωgrind=λιώνωgrind=τρίζωgrinding=τρίξιμοgrindstone=ακόνιgrip=κράτημαgrip=λαβήgrip=πιάνωgripe=γκρίνιαgripe=γκρινιάζωgrippe=γρίπηgrisly=μακάβριοςgrit=αμμόλιθοςgrit=άμμοςgrit=χαλίκιgrizzly=γκρίζοςgroan=μουγκρίζωgroan=τρίξιμοgrocer=μπακάληςgrocer=παντοπώληςgroggy=ζαλισμένοςgroom=γαμπρόςgroom=ιπποκόμοςgroove=αυλάκιgroove=αυλακώνωgroove=εντομήgrope=ψαχουλεύωgross=αισχρόςgross=ακαθάριστοςgross=πρόστυχοςgross=χοντρόςgrotesque=αλλόκοτοςgrotesque=τερατώδηςgrotesque=τραγελαφικόςgrotto=σπηλιάgrouch=γκρινιάζωgrouch=γκρινιάρηςgrouch=τζαναμπέτηςground=γηground=έδαφοςground=προσαράσσωgroundwork=θεμέλιοgroup=ομάδαgroup=όμιλοςgroup=συγκρότημαgroup=σύμπλεγμαgrouse=γκρινιάζωgrove=άλσοςgrovel=γλείφωgrovel=υποτάσσομαιgrow=αυξάνομαιgrow=μεγαλώνωgrowl=μουγκρίζωgrown=μεγάλοςgrowth=ανάπτυξηgrowth=όγκοςgrub=μάσα


grub=σκαλίζωgrubby=βρόμικοςgrudge=άχτιgrudge=μνησικακίαgruel=κουρκούτιgruesome=φρικτόςgruff=τραχύςgrumble=γκρινιάζωgrumble=μεμψιμοιρώgrumpy=γκρινιάρηςgrunt=γρυλλίζωgrunt=μουρμουρίζωguarantee=αντίκρισμαguarantee=εγγύησηguarantee=εγγυώμαιguarantee=εχέγγυοguarantor=εγγυητήςguaranty=τριτεγγύησηguard=φρουράguard=φρουρώguard=φύλακαςguard=φυλάωguardian=κηδεμόναςguerdon=αμοιβήguess=εικασίαguess=μαντεύωguesswork=εικασίαguest=καλεσμένοςguest=φιλοξενούμενοςguidance=καθοδήγησηguidance=χειραγωγίαguide=καθοδηγώguide=ξεναγόςguide=ξεναγώguide=οδηγόςguidebook=οδηγόςguideline=οδηγίαguideline=οδηγόςguild=ένωσηguild=συντεχνίαguild=σωματείοguile=δολοπλοκίαguile=πανουργίαguileless=άδολοςguilt=ενοχήguilty=ένοχοςguise=αμφίεσηguise=παρουσιαστικόguitar=κιθάραguitarist=κιθαριστήςgulch=φαράγγιgulf=άβυσσοςgulf=κόλποςgulf=χάσμαgull=γλάροςgullible=μωρόπιστοςgully=ρεματιάgully=χαντάκιgulp=καταπίνωgum=μαστίχαgum=ούλο


gummy=κολλώδηςgun=καραμπίναgun=όπλοgun=πιστόλιgush=αναβλύζωgusto=απόλαυσηgusto=κέφιgusto=τέρψηgut=έντεροgutter=οχετόςgutter=ρείθροguttural=λαρυγγικόςguy=παιδίguy=τύποςgym=γυμναστήριοgymnast=γυμναστήςgymnastics=γυμναστικήhabit=έξηhabit=συνήθειαhabitable=κατοικήσιμοςhaggard=καταβεβλημένοςhaggle=παζαρεύωhail=καταιγισμόςhail=χαλάζιhailstorm=χαλαζοθύελλαhair=μαλλιάhair=τρίχαhaircut=κούρεμαhair-do=κόμμωσηhairdresser=κομμωτήςhairdresser=κομμώτριαhairpin=τσιμπιδάκιhairy=μαλλιαρόςhairy=τριχωτόςhalf=μισόςhall=αίθουσαhallmark=γνώρισμαhallow=καθαγιάζωhallucination=παραίσθησηhalt=σταματώham=ζαμπόνhammer=σφυροκοπώhand=δείκτηςhand=δίνωhand=παραδίνωhand=χέριhandbook=εγχειρίδιοhandcuff=χειροπέδηhandful=χούφταhandicapped=ανάπηροςhandkerchief=μαντήλιhandle=μεταχειρίζομαιhandle=χειρίζομαιhandle=χερούλιhandling=μεταχείρισηhandout=δείγμαhandsomely=ωραίαhandy=εύχρηστοςhandy=πρόχειροςhang=απαγχονίζωhang=κρεμώ


hangar=υπόστεγοhanger=κρεμάστραhaphazard=πρόχειροςhaphazard=τυχαίοςha<strong>pl</strong>ess=άτυχοςha<strong>pl</strong>ess=κακόμοιροςhappen=διαδραματίζωhappen=συμβαίνωhappening=συμβάνhappily=ευτυχισμέναhappiness=ευτυχίαhappy=ευτυχισμένοςharass=παρενοχλώharbour=λιμάνιharbour=φυγαδεύωharbour=φωλιάζωhard=δύσκολοςhard=σκληρόςhardship=κακουχίαhard-working=εργατικόςhare=λαγόςharlequin=αρλεκίνοςharlot=εταίραharm=βλάβηharm=βλάπτωharmful=βλαβερόςharmful=επιβλαβήςharmonica=φυσαρμόνικαharmonize=εναρμονίζωharness=ιπποσκευήharp=άρπαharrow=σβάρναharsh=άγριοςharsh=δριμύςharsh=σκληρόςharsh=τραχύςharshness=σκληρότηταharvest=θερίζωharvest=σοδειάharvest=τρύγοςhassle=ενόχλησηhassle=φασαρίαhaste=βιασύνηhasten=σπεύδωhasty=βιαστικόςhasty=εσπευσμένοςhat=καπέλοhat=πίλοςhatch=άνοιγμαhatch=εκκολάπτομαιhatch=επωάζωhatch=μπουκαπόρταhatchet=πέλεκαςhatching=επώασηhate=μίσοςhate=μισώhatred=μίσοςhaughtiness=έπαρσηhaunt=στοιχειώνωhave=έχεhave=έχετε


have=έχουμεhave=έχωhawk=γεράκιhay=σανόςhaystack=θημωνιάhazard=αποτολμώhazard=διακυβεύωhazard=κίνδυνοςhazardous=επικίνδυνοςhaze=αχλήhaze=καταχνιάhazel=φουντουκιάhead=ηγούμαιhead=κεφάλιheadache=πονοκέφαλοςheader=κεφαλιάheading=επικεφαλίδαheading=πορείαheadlight=προβολέαςheadsman=δήμιοςheal=γιατρεύωheal=επουλώνομαιheal=επουλώνωhealth=υγείαhealthy=υγιήςheap=στοιβάδαhear=ακούωhearing=ακοήhearken=αφουγκράζομαιhearsay=διάδοσηheart=καρδιάheartbeat=καρδιοχτύπιheartbeat=παλμόςheartily=θερμάheat=ζεσταίνωheat=ζέστηheat=θερμαίνωheated=βίαιοςheated=σφοδρόςheather=βρύοheather=ρείκιheaven=ουρανόςheavy=βαρύςheavy-handed=αδέξιοςheckler=εγκάθετοςheckler=κλακαδόροςhectare=εκτάριοhectic=πολυάσχολοςhedge=φράκτηςheedless=απρόσεκτοςheel=τακούνιheel=φτέρναheft=ζυγιάζωheft=ζυγίζωhegemony=ηγεμονίαheight=ύψοςheighten=αυξάνωheighten=εντείνωheinous=διαβολικόςheinous=ειδεχθήςheinous=στυγερός


heir=κληρονόμοςheirloom=κειμήλιοhelicopter=ελικόπτεροHell=κόλασηhello=εμπρόςhelm=πηδάλιοhelm=τιμόνιhelmet=κράνοςhelp=αρωγήhelp=βοήθειαhelp=βοηθόςhelp=επικουρίαhelpful=εξυπηρετικόςhel<strong>pl</strong>ess=ανήμποροςhel<strong>pl</strong>ess=ανίκανοςhem=ούγιαhem=ρέλιhemisphere=ημισφαίριοhen=κόταhenchman=τραμπούκοςhepatitis=ηπατίτιδαher=αυτήher=αυτήνher=τηςherald=κήρυκαςheraldry=οικοσημολογίαherb=βότανοherbal=βοτανικόςherbicide=ζιζανιοκτόνοherbivore=φυτοφάγοherbivore=χορτοφάγοherd=αγέληherd=κοπάδιhere=εδώhereditary=κληρονομικόςheredity=κληρονομικότηταheretic=αιρετικόςheritage=κληρονομιάhermit=ασκητήςhermit=ερημίτηςhermitage=ησυχαστήριοhernia=κήληheroin=ηρωίνηheron=ερωδιόςhesitation=δισταγμόςhesitation=διστακτικότηταhew=πελεκώhiatus=χασμωδίαhibernation=διαχείμασηhide=κρύβομαιhide=κρύβωhideous=απεχθήςhideous=βδελυρόςhideout=κρησφύγετοhigh=ψηλόςhigh-handed=αυθαίρετοςhighlight=στιγμιότυποhighlight=τονίζωhighly=ψηλάhijack=αεροπειρατείαhijacker=αεροπειρατής


hijacking=αεροπειρατείαhike=πεζοπορίαhilarious=ξεκαρδιστικόςhilarious=φαιδρόςhill=λόφοςhillock=λοφίσκοςhillock=τούρλαhillside=λοφοπλαγιάhilly=λοφώδηςhim=αυτόνhim=τονhinder=κωλυσιεργώhinder=παρακωλύωhindrance=εμπόδιοhindrance=παρακώλυσηhinge=κλάπαhint=νύξηhint=υπαινιγμόςhint=υποδηλώνωhip=γοφόςhippo=ιπποπόταμοςhire=νοικιάζωhired=βαλτόςhired=μισθοφορικόςhiring=εκμίσθωσηhirsute=δασύςhis=τουhiss=σφυρίζωhistorical=ιστορικόςhit=βαρώhit=σουξέhit=χτυπώhive=κυψέληhoard=απόθεμαhoard=κομπόδεμαhoarding=σανίδωμαhoarding=ταμπέλαhoarse=βραχνόςhobble=χωλαίνωhobby=δεντρογέρακαςhobby=ενασχόλησηhobby=χόμπιhoe=σκαλίζωhoe=σκαπάνηhog=χοίροςhold=αμπάριhold=κρατώholder=θήκηhold-up=καθυστέρησηhole=τρύπαholiday=διακοπέςholidaymaker=παραθεριστήςhollow=βαθουλωμένοςhollow=κοίλοςhollow=κούφιοςhollow=υπόκωφοςholocaust=ολοκαύτωμαholy=ιερόςholy=πανάγιοςhome=σπίτιhomeland=πατρίδα


homeopath=ομοιοπαθητικόςhomily=κήρυγμαhomily=ομιλίαhomogeneous=ομοιογενήςhomosexuality=ομοφυλοφιλίαhonest=έντιμοςhonest=τίμιοςhonesty=ειλικρίνειαhoney=μέλιhonorary=επίτιμοςhonorary=τιμητικόςhonour=τιμώhood=κουκούλαhoof=οπλήhook=άγκιστροhook=αγκιστρώνωhook=γάντζοςhooked=γαμψόςhooker=πόρνηhooligan=χούλιγκανhoop=στεφάνιhoot=σκούζωhoot=σκούξιμοhope=ελπίδαhope=ελπίζωhope=ευελπιστώhopeless=απελπισμένοςhopper=βυθοκόροςhopper=χοάνηhops=λυκίσκοςhorde=ορδήhorde=πλήθοςhorizon=ορίζονταςhorizontal=οριζόντιοςhormone=ορμόνηhorn=κόρναhorn=σάλπιγγαhornbeam=γαύροςhornet=σφήκαhorrible=απαίσιοςhorribly=απαίσιαhorror=φρίκηhorse=άλογοhose=μάνικαhospital=νοσοκομείοhospitality=φιλοξενίαhost=οικοδεσπότηςhost=φιλοξενώhostage=όμηροςhostel=ξενώναςhostess=οικοδέσποιναhostility=εχθρότηταhot=καυτόςhotel=ξενοδοχείοhound=καταδιώκωhound=κυνηγώhound=σκύλοςhour=ώραhourly=ωριαίοςhouse=οίκοςhouse=σπίτι


house=στεγάζωhousehold=οικιακόςhousehold=οικογένειαhousehold=σπίτιhousehold=σπιτικόhousing=στέγασηhousing=στεγαστικόςhow=πωςhow=πώςhowever=όμωςhowl=ουρλιάζωhug=αγκαλιάζωhuge=πελώριοςhuge=τεράστιοςhull=κέλυφοςhum=βουίζωhuman=ανθρώπινοςhuman=άνθρωποςhumane=ανθρωπιστικόςhumane=επιεικήςhumanity=ανθρωπότηταhumble=ταπεινόςhumid=νοτισμένοςhumid=υγρόςhumidity=υγρασίαhumiliate=εξευτελίζωhumiliation=διασυρμόςhumiliation=εξευτελισμόςhumiliation=ταπείνωσηhumility=ταπεινοφροσύνηhumour=χιούμορhump=καμπούραhump=κύρτωμαhumpback=καμπούραhumus=μαυρόχωμαhundred=εκατόνhunger=πείναhungry=πεινασμένοςhunt=κυνηγώhunter=κυνηγόςhunting=κυνήγιhurl=εκσφενδονίζωhurl=πετώhurricane=τυφώναςhurry=βιάζομαιhurry=βιασύνηhurry=σπεύδωhurt=πληγώνωhurt=πονώhurt=τραυματίζωhurt=χτυπώhurtle=ρίχνομαιhusband=σύζυγοςhusk=έλυτροhusk=κέλυφοςhusky=βραχνόςhusky=τραχύςhut=καλύβαhut=υπόστεγοhydrostatic=υδροστατικόςhyena=ύαινα


hymn=ψαλμόςhypo=υπόhypocrisy=υποκρισίαice=πάγοςicicle=κρούσταλλοicon=εικόναicon=σύμβολοicy=παγωμένοςidea=ιδέαideal=ιδανικόςidealism=ιδεαλισμόςidealist=ιδεαλιστήςidealistic=ιδεαλιστικόςideally=ιδεωδώςidentical=ολόιδιοςidentification=ταυτότηταidentify=αναγνωρίζωidentify=ταυτίζωidentity=ταυτότηταidiot=βλάκαςidle=αδρανήςidle=άνεργοςidle=αργόσχολοςidle=τεμπέληςidol=ίνδαλμαidyll=ειδύλλιοidyllic=ειδυλλιακόςif=ανif=εάνignition=ανάφλεξηignition=διακόπτηςignition=μίζαignition=πυροδότησηignominious=επονείδιστοςignominy=όνειδοςignominy=ταπείνωσηignorance=άγνοιαignorance=αμάθειαignorant=αγνοώνignorant=αγράμματοςignorant=αμαθήςignore=αγνοώignore=παραβλέπωill=άρρωστοςillegal=παράνομοςillegible=δυσανάγνωστοςillness=αρρώστιαillusion=παραίσθησηillusionist=μάγοςillusionist=ταχυδακτυλουργόςillusory=πλασματικόςillusory=ψευδαισθητικόςillustrate=διευκρινίζωillustrate=εικονογραφώillustrate=επεξηγώillustration=εικονογράφησηillustrious=διάσημοςillustrious=επιφανήςimage=είδωλοimage=εικόναimaginary=φανταστικός


imagination=φαντασίαimagine=φαντάζομαιimitate=μιμούμαιimitation=απομίμησηimmaculate=άχραντοςimmaculately=άψογαimmaterial=επουσιώδηςimmaturity=ανωριμότηταimmediately=αμέσωςimmense=τεράστιοςimmerse=βουτώimmigrant=μετανάστηςimmigration=μετανάστευσηimminent=επικείμενοςimmoral=ανήθικοςimmortal=αθάνατοςimmune=απρόσβλητοςimmune=άτρωτοςimmunity=ανοσίαimmunity=ασυδοσίαimmutable=αμετάβλητοςimpact=επίδρασηimpact=κρούσηimpact=ορμήimpact=σύγκρουσηimpair=παραβλάπτωimpair=χειροτερεύωimpairment=εξασθένησηimpart=μεταβιβάζωimpart=πληροφορώimpassive=απαθήςimpassive=ατάραχοςimpatience=ανυπομονησίαimpatient=ανυπόμονοςimpeach=εγκαλώimpeccable=άψογοςimpede=δυσχεραίνωimpede=παρακωλύωimpediment=παρακώλυσηimpel=εξωθώimperative=προστακτικήimperious=αλαζονικόςimperious=αυταρχικόςimperious=δεσποτικόςimperious=επιτακτικόςimpersonal=απρόσωποςimpersonate=παριστάνωimpertinence=αυθάδειαimpetuosity=αυθορμητισμόςimpetuosity=βιασύνηimpetuosity=ορμήimpetuous=ακάθεκτοςimpetuous=απερίσκεπτοςimpetuous=ορμητικόςim<strong>pl</strong>ant=εμφυτεύωim<strong>pl</strong>ement=εργαλείοim<strong>pl</strong>ement=όργανοim<strong>pl</strong>ement=υλοποιώim<strong>pl</strong>ementation=εφαρμογήim<strong>pl</strong>icate=εμπλέκωim<strong>pl</strong>icate=ενοχοποιώ


im<strong>pl</strong>ication=έννοιαim<strong>pl</strong>ication=συνέπειαim<strong>pl</strong>ication=υπόνοιαim<strong>pl</strong>ore=θερμοπαρακαλώim<strong>pl</strong>ore=ικετεύωim<strong>pl</strong>y=υπονοώimpolite=αγενήςimport=εισάγωimportance=σημασίαimportant=σημαντικόςimportant=σπουδαίοςimportunate=φορτικόςimpose=επιβάλλωimpossible=αδύνατονimpoverish=φτωχαίνωimpress=εντυπωσιάζωimpression=εντύπωσηimpressionable=ευεπηρέαστοςimpressionist=ιμπρεσιονιστήςimpressionist=ιμπρεσιονιστικόςimprison=φυλακίζωimprisonment=φυλάκισηimprobable=απίθανοςimproper=ανάρμοστοςimproper=απρεπήςimprove=βελτιώνομαιimprovement=βελτίωσηimprovise=αυτοσχεδιάζωimpudence=αναίδειαimpudent=ασύστολοςimpudent=ιταμόςimpudent=ξετσίπωτοςimpudently=αναίσχυνταimpudently=ασύστολαimpulse=ορμήimpulsive=ορμέμφυτοςimpunity=ασυδοσίαimpurity=ακαθαρσίαin=σεinaccessible=απρόσιτοςinaccuracy=ανακρίβειαinaccurate=ανακριβήςinaction=απραξίαinanimate=άψυχοςinappropriate=ακατάλληλοςinarticulate=άναρθροςinarticulate=ανέκφραστοςinattentive=απρόσεκτοςinaugurate=εγκαινιάζωincarcerate=φυλακίζωincendiary=εμπρηστικόςincense=θυμίαμαincense=λιβάνιincentive=κίνητροincessant=ασταμάτητοςincident=επεισόδιοincident=περιστατικόincinerate=αποτεφρώνωincision=εντομήincite=παρακινώincite=υποκινώ


inclination=κλίσηinclination=ροπήinclination=τάσηinclude=περιλαμβάνωinclude=συμπεριλαμβάνωinclusion=προσθήκηinclusion=συμπερίληψηincoherent=ασυνάρτητοςincome=απολαβήincome=εισόδημαincompatible=ασυμβίβαστοςincompetent=ανίκανοςinconsistency=ανακολουθίαinconsistency=ασυνέπειαinconstancy=αστάθειαinconstancy=παλιμβουλίαinconvenience=ενόχλησηinconvenient=άβολοςincorporate=ενσωματώνωincorrect=λάθοςincorruptible=αδιάφθοροςincrease=αυξάνωincrease=αύξησηincredible=απίστευτοςincredulous=απίστευτοςincriminate=ενοχοποιώincubation=επώασηincubator=θερμοκοιτίδαindecisive=διστακτικόςindeed=πράγματιindependence=ανεξαρτησίαindependent=ανεξάρτητοςindependent=αυτεξούσιοςindex=ευρετήριοindicate=δείχνωindicate=εμφαίνωindicate=φανερώνωindication=ένδειξηindicator=πίνακαςindicator=φλαςindict=κατηγορώindifference=αδιαφορίαindigence=ένδειαindigenous=ιθαγενήςindigent=άποροςindigestible=δυσκολοχώνευτοςindignation=αγανάκτησηindiscreet=ακριτόμυθοςindispensable=ουσιώδηςindividual=ατομικόςindividual=άτομοindividualism=ατομικισμόςindividuality=ατομικότηταindividually=ατομικάindividually=χωριστάindolence=νωθρότηταindolent=μαλθακόςindolent=νωθρόςindolent=ράθυμοςindoor=εσωτερικόςindoors=εσωτερικά


induce=επιφέρωinduce=προκαλώinduction=εισαγωγήinduction=επαγωγήindulge=εντρυφώindulgence=επιείκειαindulgence=μακροθυμίαindulgent=επιεικήςindulgent=μακρόθυμοςindustrial=βιομηχανικόςindustrialist=βιομήχανοςindustry=βιομηχανίαinefficient=αναποτελεσματικόςinept=αδέξιοςinept=ανίκανοςinequality=ανισότηταinert=αδρανήςinertia=αδράνειαinevitable=αναπόφευκτοςinevitably=αναπόφευκταinexperience=απειρίαinfallible=αλάνθαστοςinfamous=διαβόητοςinfant=βρέφοςinfantry=πεζικόinfect=μολύνωinfection=λοίμωξηinfection=μόλυνσηinfectious=κολλητικόςinfer=συμπεραίνωinference=επαγωγήinferior=κατώτεροςinferior=παρακατιανόςinferior=υποδεέστεροςinferiority=κατωτερότηταinfertile=στείροςinfiltrate=εισχωρώinfinite=άπειροςinfinity=άπειροinflame=ερεθίζωinflate=εξογκώνωinflate=φουσκώνωinflationary=πληθωριστικόςinflexibility=ακαμψίαinfluence=επενέργειαinfluence=επενεργώinfluence=επιρροήinfluenza=γρίπηinflux=εισροήinform=πληροφορώinformal=ανεπίσημοςinformation=πληροφορίεςinformer=καταδότηςinfrastructure=υποδομήinfringe=παραβαίνωinfringe=παραβιάζωinfringement=παράβασηinfuriate=εξαγριώνωinfuse=ενσταλάζωinfusion=έγχυμαingenious=εφευρετικός


ingenious=πολυμήχανοςingenuity=ευφυΐαingenuity=εφευρετικότηταingratitude=αχαριστίαinhabit=κατοικώinhabitant=κάτοικοςinhalation=εισπνοήinhale=εισπνέωinherit=κληρονομώinheritance=κληρονομιάinhibit=παρεμποδίζωinhibit=περιορίζωinhospitable=αφιλόξενοςinhuman=απάνθρωποςinitial=αρχικάinitiate=εγκαινιάζωinitiate=μυώinitiate=ξεκινώinitiation=μύησηinitiative=πρωτοβουλίαinitiator=εφευρέτηςinject=εισάγωinject=εμφυσώinjection=ένεσηinjunction=εντολήinjury=βλάβηink=μελάνιinland=ενδοχώραinmate=τρόφιμοςinn=πανδοχείοinn=χάνιinner=εσωτερικόςinnocence=αθωότηταinnocent=αθώοςinnovation=καινοτομίαinnovative=καινοτόμοςinnovative=νεωτεριστικόςinnuendo=νύξηinnuendo=υπαινιγμόςinoculate=εμβολιάζωinoculation=εμβολιασμόςinopportune=παράκαιροςinquire=ερευνώinquire=ερωτώinquiring=φιλοπερίεργοςinquiry=ανάκρισηinquiry=εξέτασηinquiry=έρευναinquiry=ερώτησηinquisitive=αδιάκριτοςinquisitor=ιεροεξεταστήςinscribe=επιγράφωinscribe=χαράζωinscription=εγχάραξηinscription=επιγραφήinsect=έντομοinsecticide=εντομοκτόνοinsectivore=εντομοφάγοςinsectivorous=εντομοφάγοςinsecure=ανασφαλήςinsecurity=ανασφάλεια


insemination=γονιμοποίησηinsensitive=αναίσθητοςinsensitive=ανεπηρέαστοςinsert=βάζωinsert=εισάγωinsertion=καταχώρησηinsertion=προσθήκηinside=μέσαinsidious=επίβουλοςinsidiously=επίβουλαinsignia=γαλόνιinsignia=διακριτικόinsignificance=ασημαντότηταinsignificant=ασήμαντοςinsincere=ανειλικρινήςinsinuate=υπαινίσσομαιinsinuate=χώνομαιinsinuation=νύξηinsinuation=υπαινιγμόςinsipid=άγευστοςinsipid=ανούσιοςinsist=επιμένωinsolence=αυθάδειαinsolent=αναιδήςinsolent=θρασύςinsolent=ιταμόςinsoluble=αδιάλυτοςinsomnia=αϋπνίαinspect=επιθεωρώinspect=εποπτεύωinspection=επιθεώρησηinspector=ελεγκτήςinspector=επιθεωρητήςinspector=επόπτηςinspiration=έμπνευσηinspire=εμπνέωinstall=εγκαθιδρύωinstall=εγκαθιστώinstall=τοποθετώinstallation=εγκατάστασηinstance=παράδειγμαinstance=περίπτωσηinstant=στιγμήinstant=στιγμιαίοςinstantly=αμέσωςinstigate=ξεκινώinstil=ενσταλάζωinstinctive=ενστικτώδηςinstinctively=ενστικτωδώςinstitute=επιβάλλωinstitute=θεσπίζωinstitution=θεσμόςinstitution=ίδρυμαinstruct=διδάσκωinstructor=δάσκαλοςinstrument=εργαλείοinstrument=όργανοinsubordination=ανυπακοήinsubordination=απείθειαinsufficiency=ανεπάρκειαinsufficient=ανεπαρκής


insulation=μόνωσηinsult=λοιδορώinsult=προπηλακίζωinsult=προσβάλλωinsult=προσβολήinsulting=δηκτικόςinsulting=προσβλητικόςinsurance=ασφάλειαinsurance=ασφάλισηinsurrection=ξεσήκωμαintegral=ακέραιοςintegrity=ακεραιότηταintellect=νοημοσύνηintellectual=διανοητικόςintellectual=διανοούμενοςintellectual=πνευματικόςintellectually=διανοητικάintelligent=έξυπνοςintelligently=έξυπναintelligentsia=διανοούμενοιintend=σκοπεύωintense=εντατικόςintense=έντονοςintensification=εντατικοποίησηintensification=επαύξησηintensity=έντασηintensive=εντατικόςintensive=επιτακτικόςintensively=εντατικάintent=πρόθεσηintent=σκοπόςintention=προαίρεσηintention=πρόθεσηintention=σκοπόςintentionally=επίτηδεςintentionally=σκόπιμαintercept=ανακόπτωintercept=τέμνωintercession=μεσιτείαintercession=μεσολάβησηinterchange=εναλλαγήintercourse=συνουσίαinterest=ενδιαφέρονinterest=επιτόκιοinterest=τόκοςinteresting=ενδιαφέρωνinterfere=επεμβαίνωinterfere=παρεμβαίνωinterference=παρεμβολήinterior=εσωτερικόinterject=παρεμβάλλωinterlink=αλληλοσυνδέωinterlocutor=συνομιλητήςinterlude=διάλειμμαintermediary=μεσάζωνintermediary=μεσίτηςintermediate=ενδιάμεσοςintermediate=μεσαίοςintermingle=σμίγωintermission=διάλειμμαintermittent=διαλείπων


intern=ιατρόςinternal=εσωτερικόςinternal=εσωτερικώςinternational=διεθνήςinternment=εγκλεισμόςinterpret=ερμηνεύωinterpretation=ερμηνείαinterpreter=διερμηνέαςinterrogate=ανακρίνωinterrogation=ανάκρισηinterrogatory=ανακριτικόςinterrupt=διακόπτωinterruption=διακοπήintersection=διατομήinterval=διάλειμμαinterval=διάστημαintervention=διαπλοκήintervention=μεσολάβησηinterview=συνέντευξηintestine=έντεροintimate=ενδόμυχοςintimate=οικείοςintimate=στενόςintimidate=εκφοβίζωintimidation=εκφοβισμόςintimidation=φοβέραintolerable=ανυπόφοροςintractable=επίμονοςintransigence=αδιαλλαξίαintricacy=περιπλοκήintricate=περίπλοκοςintroduce=εισάγωintroduce=συστήνωintroduction=εισαγωγήintroductory=εισαγωγικόςintruder=εισβολέαςintuitive=διαισθητικόςinundate=κατακλύζωinundate=πλημμυρίζωinvade=εισβάλλωinvader=εισβολέαςinvalid=ανάπηροςinvalidity=ακυρότηταinvaluable=ανεκτίμητοςinvasion=εισβολήinvent=εφευρίσκωinvention=εφεύρεσηinventive=επινοητικόςinventive=εφευρετικόςinventor=εφευρέτηςinversion=αναστροφήinversion=αντιστροφήinvert=αναποδογυρίζωinvert=ανατρέπωinvertebrate=ασπόνδυλοςinvest=διορίζομαιinvest=εξουσιοδοτούμαιinvest=επενδύωinvestigation=διερεύνησηinvestigation=έρευναinvestment=επένδυση


investor=επενδυτήςinvisible=αθέατοςinvisible=αόρατοςinvitation=πρόσκλησηinvite=προσκαλώinvocation=επίκλησηinvoke=επικαλούμαιinvoluntary=ακούσιοςinvolve=εμπλέκομαιinvolve=εμπλέκωinvolve=μπλέκωinvolve=περιλαμβάνωionize=ιονίζωirate=οργισμένοςiris=ίριςirksome=δυσάρεστοςiron=σιδερένιοςiron=σιδερώνωironically=ειρωνικάirregular=ανώμαλοirregular=ανώμαλοςirregularity=ανωμαλίαirregularity=παρατυπίαirregularly=ανώμαλαirrelevant=άσχετοςirreproachable=άμεμπτοςirresponsible=ανεύθυνοςirreverence=ασέβειαirreversible=αμετάκλητοςirreversible=αμετάτρεπτοςirrigate=αρδεύωirrigation=άρδευσηirritable=ευέξαπτοςirritable=οξύθυμοςirritate=ενοχλώirritate=ερεθίζωirritate=παρενοχλώirritating=ενοχλητικόςisinglass=ιχθυόκολλαisland=νησίislander=νησιώτηςisle=νησάκιisolate=απομονώνωisolate=διαχωρίζωisolated=απομονωμένοςissue=θέμαissue=τεύχοςit=αυτόitch=κνίδωσηitch=φαγούραitem=κομμάτιitem=πράγμαiterate=επαναλαμβάνωiterate=ξαναλέωitinerary=δρομολόγιοivy=κισσόςjab=μπηχτήjabber=ψιττακίζωjack=γρύλοςjackal=τσακάλιjackdaw=κάργα


jacket=σακάκιjade=νεφρίτηςjaguar=ιαγουάροςjail=φυλακήjam=συνωστισμόςjar=βαζάκιjaundice=ίκτεροjaundice=ίκτεροςjavelin=ακόντιοjaw=σαγόνιjazz=τζαζjealous=ζηλιάρηςjealousy=ζήλιαjeep=τζιπjeer=λοιδορίαjeer=λοιδορώjejune=άγονοςjejune=στείροςjelly=ζελέςjellyfish=μέδουσαjerk=κλονισμόςjerk=κόπανοςjerk=τράνταγμαjester=γελωτοποιόςjet=αεριωθούμενοjet=πετώjewel=κόσμημαjewellery=κοσμήματαjob=δουλειάjockey=αναβάτηςjockey=τζόκεϊjocular=αστείοςjocular=ευτράπελοςjoin=ενώνωjoin=κατατάσσομαιjoin=συνδέωjoin=συνενώνωjoint=άρθρωσηjoint=γόμφοςjoint=κοινόςjoint=κοψίδιjoke=αστείοjoke=σκέρτσοjolly=εύθυμοςjolly=κεφάτοςjolt=τραντάζωjostle=σκουντώjostle=σπρώχνωjotter=σημειωματάριοjournalism=δημοσιογραφίαjournalist=δημοσιογράφοςjourney=ταξιδεύωjourney=ταξίδιjovial=ευδιάθετοςjovial=εύθυμοςjovial=κεφάτοςjoy=χαράjubilant=ενθουσιώδηςjubilant=περιχαρήςjudge=δικάζωjudge=δικαστής


judge=κρίνωjudge=κριτήςjudgement=κρίσηjudicial=δικανικόςjudicial=δικαστικόςjudiciary=δικαστικόςjudicious=νουνεχήςjudicious=συνετόςjudo=τζούντοjug=κανάταjuice=ζουμίjuice=χυμόςjuicy=ζουμερόςjuicy=χυμώδηςjump=πηδώjunction=διασταύρωσηjungle=ζούγκλαjunior=μικρότεροςjunior=υφιστάμενοςjuniper=άρκευθοςjurisdiction=δικαιοδοσίαjurisprudence=νομολογίαjuror=ένορκοςjust=δίκαιοςjust=μόλιςjustice=δικαιοσύνηjustification=αιτιολογίαjustification=δικαιολογίαjustification=τεκμηρίωσηjustify=δικαιολογώjustify=δικαιώνωjuvenile=ανώριμοςjuvenile=νεανικόςjuxtapose=αντιπαραθέτωjuxtapose=παραθέτωjuxtaposition=αντιδιαστολήjuxtaposition=αντιπαράθεσηjuxtaposition=παράθεσηkaleidoscope=ειδωλοσκόπιοkarate=καράτεkeel=καρίναkeen=ενδιαφερόμενοςkeen=οξυδερκήςkeep=εξακολουθώkeep=κατακρατώkeep=κρατώkernel=πυρήναςkernel=ψίχαkerosene=κηροζίνηkey=κλειδίkeyboard=πληκτρολόγιοkick=κλοτσώkid=κατσικάκιkid=παιδίkid=πιτσιρίκοςkidnapper=απαγωγέαςkidnapping=απαγωγήkidnapping=αρπαγήkidney=νεφρόkill=σκοτώνωkiller=δολοφόνος


killing=δολοφονίαkilogram=κιλόkilometre=χιλιόμετροkind=είδοςkind=ευγενικόςkind=καλόςkindle=ανάβωkindle=διεγείρωkindle=εξάπτωkindly=ευγενικάking=βασιλιάςking=ρήγαςkingdom=βασίλειοkiosk=περίπτεροkiss=φίλημαkiss=φιλίkiss=φιλώkit=εξοπλισμόςkitchen=κουζίναkitten=γατάκιknack=κολάιknead=μαλάζωkneading=πλάσιμοknee=γόνατοkneel=γονατίζωknickers=βράκεςknight=ιππότηςknighthood=ιπποσύνηknit=ζαρώνωknit=θρέφωknit=πλέκωknob=χερούλιknot=δένωknot=κόμβοςknot=φιόγκοςknotty=δυσεπίλυτοςknotty=ροζιάρικόςknow=γνωρίζωknow=ξέρωknowledge=γνώσειςknowledge=γνώσηknown=γνωστόlab=εργαστήριοlabel=ετικέταlaborious=κοπιαστικόςlaborious=πολύμοχθοςlabour=εργάζομαιlabour=εργασίαlabour=κοπιάζωlabourer=εργάτηςlabyrinth=λαβύρινθοςlack=έλλειψηlack=υστέρημαlackadaisical=απαθήςlad=παιδίladder=σκάλαlady=κυρίαlag=υστέρησηlake=λίμνηlamb=αρνίlame=κουτσός


lament=θρήνοςlament=θρηνώlament=μοιρολογώlament=οδυρμόςlamentable=αξιοθρήνητοςlamp=λάμπαlamp=λυχνίαlampoon=σάτιραlampoon=σατιρίζωlancer=λογχοφόροςland=έδαφοςland=προσγειώνομαιland=προσγειώνωlanding=πλατύσκαλοlanding=προσγείωσηlandlord=νοικοκύρηςlandscape=τοπίοlandslide=κατολίσθησηlane=δρομάκιlane=λωρίδαlane=πάροδοςlanguage=γλώσσαlanguish=ατονώlanky=ψηλόλιγνοςlanolin=λανολίνηlantern=φαναράκιlantern=φανάριlantern=φανόςlap=γόναταlap=γύροςlap=παφλάζωlap=πλαταγίζωlapel=πέτοlapel=ρεβέρlapse=παραδρομήlapse=πέφτωlarceny=κλοπήlard=λαρδίlarge=μεγάλοςlargesse=γενναιοδωρίαlargesse=μεγαλοψυχίαlark=κορυδαλλόςlarva=κάμπιαlarva=προνύμφηlash=λοιδορώlash=μαστίζωlast=διαρκώlast=τελευταίοςlast=φτουρώlasting=διαρκείαςlatch=μάνταλοlatch=μανταλώνωlate=αποθανώνlate=αργάlate=αργόςlate=όψιμοςlately=πρόσφαταlateral=πλάγιοςlathe=τόρνοςlatter=τελευταίοςlatter-day=σύγχρονος


lattice=δικτυωτόlattice=πλέγμαlaudable=επαινετόςlaugh=γελώlaughter=γέλιαlaunch=εκτοξεύωlaunch=εξαπολύωlaunch=καθελκύωlaunching=εκτόξευσηlaunching=καθέλκυσηlaunderette=καθαριστήριοlaurel=δάφνηlavatory=αποχωρητήριοlavish=επιδαψιλεύωlavish=πολυτελήςlavishness=επιδαψίλευσηlaw=νόμοςlawful=νόμιμοςlawn=γκαζόνlawn=πελούζαlawsuit=δίκηlawyer=δικηγόροςlax=ελαστικόςlax=λάσκοςlax=χαλαρόςlay=κοσμικόςlay=ξαπλώνωlay=στρώνωlayer=στρώμαlayout=διαρρύθμισηlaziness=οκνηρίαlazy=νωχελήςlazy=τεμπέληςlead=ηγούμαιlead=λουρίlead=μόλυβδοςleader=αρχηγόςleader=ηγεμόναςleader=ηγέτηςleader=ηγήτοραςleadership=ηγεμονίαleadership=ηγεσίαleading=ηγετικόςleading=κορυφαίοςleaf=φύλλοleaflet=φυλλάδιοleague=κατηγορίαleague=πρωτάθλημαleague=συνασπισμόςleak=διαρρέωleak=διαρροήleakage=διαρροήleakage=διαφυγήlean=ακουμπώlean=άπαχοςlean=γέρνωlean=κλίνωleap=αναπηδώleap=πηδώleap=χοροπηδώlearn=μαθαίνω


learning=μάθησηlease=εκμίσθωσηlease=μίσθωσηleather=δερμάτινοςleave=παραιτούμαιleave=παρατάωleave=φεύγωlecture=διάλεξηlecture=νουθετώlecturer=υφηγητήςledge=πρεβάζιledge=χείλοςleek=πράσοleft=αριστερόςleft=άφησαleft=έφυγαleftover=περισσευούμενοςleg=πόδιleg=στάδιοlegal=νόμιμοςlegality=νομιμότηταlegally=νόμιμαlegend=θρύλοςlegendary=θρυλικόςlegendary=μυθικόςlegible=ευανάγνωστοςlegion=λεγεώναlegislation=θεσμοθέτησηlegislation=νομοθεσίαlegislative=νομοθετικόςlegitimacy=νομιμότηταlegitimate=νόμιμοςleisurely=σιγανόςlemon=λεμόνιlemonade=λεμονάδαlend=δανείζωlength=μήκοςlens=φακόςlentils=φακέςleopard=λεοπάρδαληleprosy=λέπραleprosy=λώβαlesion=αλλοίωσηlesion=κάκωσηlessen=ελαττώνωlessen=μειώνωlessen=μικραίνωlesson=μάθημαlet=αφήνωlet=ενοικιάζομαιlethal=φονικόςletter=γράμμαlettuce=μαρούλιlevel=επίπεδοlever=μοχλόςleverage=επιρροήlewd=ασελγήςliability=δωσιδικίαliability=ευθύνηliability=παθητικόliable=δωσίλογος


liar=ψεύτηςlibellous=δυσφημιστικόςliberal=φιλελεύθεροςliberation=χειραφέτησηlibrarian=βιβλιοθηκάριοςlibrary=βιβλιοθήκηlice=ψείραlichen=λειχήνεςlicit=θεμιτόςlicit=νόμιμοςlick=γλείφωlick=νικώlick=συντρίβωlid=καπάκιlid=σκέπασμαlie=κείμαιlie=ψεύδομαιliege=υποτελήςlieutenant=υπολοχαγόςlife=βίοςlife=ζωήlife=ισόβιοςlifeguard=ναυαγοσώστηςlift=ασανσέρlift=σηκώνωlift=υψώνωligament=σύνδεσμοςligature=επίδεσμοςligature=κλωστήligature=σύμπλεγμαlight=ανάβωlight=ξανθόςlight=φωτερόςlight=φωτίζωlighter=αναπτήραςlighter=μαούναlight-hearted=ξένοιαστοςlight-hearted=χαρούμενοςlighting=φωτισμόςlightly=ελαφρώςlightly=επιπόλαιαlightning=αστραπέςligneous=ξυλώδηςlignite=λιγνίτηςlike=αρέσωlike=όπωςlike=σανlike=συμπαθώlikeable=συμπαθητικόςlikelihood=πιθανότηταlikely=μάλλονlikely=πιθανάlikely=πιθανόνlikewise=παρομοίωςliking=αρέσκειαlily=κρίνοςlimb=άκροlimb=κλαδίlimb=μέλοςlime=ασβέστηςlimestone=ασβεστόλιθος


limit=όριοlimit=περιορίζωlimitation=περιορισμόςlimitation=περιστολήlimousine=λιμουζίναlimp=κουτσαίνωlimp=χαλαρόςlimpid=λαγαρόςline=γραμμήline=επενδύωline=παρατάσσωline=ρυτίδαlinen=κλινοσκεπάσματαlinen=λινόςlinger=βραδυπορώlinger=επιμένωlinger=καθυστερώlingo=γλώσσαlingo=διάλεκτοςlinguist=γλωσσολόγοςlinguist=γλωσσομαθήςlinguistic=γλωσσικόςlinguistics=γλωσσολογίαlining=φόδραlink=κρίκοςlink=συνδέωlinking=μεταβατικόςlip=χείλιliquid=υγρόliquidate=εκκαθαρίζωliquidate=ρευστοποιώliquidation=εκκαθάρισηliquidation=ρευστοποίησηliquidator=εκκαθαριστήςlira=λιρέταlisp=τραυλισμόςlisp=ψευδίζωlisp=ψεύδισμαlist=λίσταlisten=ακούωlisten=αφουγκράζομαιlistener=ακροατήςliteral=κυριολεκτικόςliterally=κυριολεκτικάliterary=λογοτεχνικόςliterature=λογοτεχνίαlitre=λίτροlitter=απορρίμματαlitter=σκουπίδιαlittle=λίγοlittle=μικρόςlittoral=παραλιακόςlive=ζωντανόςlive=μένωlivelihood=απασχόλησηliveliness=ζωντάνιαlively=ζωηρόςliver=συκώτιlivid=εξοργισμένοςlivid=μολυβήςliving=έμψυχος


living=ζωντανόςload=γεμίζωload=ζαλίκιload=φορτίζωloading=φόρτωσηloaf=φρατζόλαloafer=τεμπέληςloan=δάνειοloan=δανεισμόςloathe=σιχαίνομαιlobby=λόμπιlobby=προθάλαμοςlobster=αστακόςlocal=τοπικόςlocally=τοπικάlocate=εντοπίζωlocation=τοποθεσίαloch=λίμνηlock=κλειδαριάlocomotive=μηχανήlocus=τόποςlocust=ακρίδαlodge=καταλύωlodge=σφηνώνωlodging=κατάλυμαloft=σοφίταlofty=υπερόπτηςlofty=ψηλόςlogarithm=λογάριθμοςlogarithmic=λογαριθμικόςlogistic=λογιστικόςloiter=περιδιαβάζωloiter=χαζεύωlolly=γλειφιτζούριlone=μοναχικόςlone=μόνοςloneliness=μοναξιάlonely=μόνοςlonesome=μοναχικόςlong=μακρύςlong=μεγάλοςlonging=καημόςlonging=λαχτάραlook=βλέμμαlook=εμφάνισηlook=κοιτάζωlook=φαίνομαιlookout=προοπτικήlookout=σκοπιάlookout=τσιλιαδόροςloom=αργαλειόςloom=ξεπροβάλλωloop=βρόγχοςloop=βρόχοςloop=θηλιάloophole=παραθυράκιloose=λάσκοςloose=λυτόςloose=μπόσικοςloose=χαλαρόςloosely=χαλαρά


loosen=λασκάρωloosen=μολάρωloosen=χαλαρώνωloot=λάφυραloot=λεηλατώloot=λεφτάlop=κλαδεύωloquacious=φλύαροςlord=άρχονταςlord=αφέντηςlord=λόρδοςlorry=φορτηγόlose=χάνωloss=απώλειαloss=ήτταloss=χαμόςloss=χάσιμοlot=κλήροςlot=μοίραloud=βροντερόςloud=ηχηρόςloudspeaker=ηχείοloudspeaker=μεγάφωνοlounge=σαλόνιlouse=ψείραlousy=άθλιοςlove=αγάπηlove=αγαπώlove=έρωταςlover=εραστήςlow=χαμηλόςlower=ταπεινώνωlower=χαμηλώνωloyal=πιστόςloyalty=πίστηlubricant=λιπαντικόlubrication=λίπανσηlucid=ευκρινήςlucid=σαφήςluck=τύχηluckily=ευτυχώςlucky=τυχερόςludicrous=γελοίοςludicrous=περίγελοςlug=σέρνωlug=τραβώluggage=αποσκευέςlukewarm=χλιαρόςlull=νηνεμίαlump=βώλοςlunar=σεληνιακόςlunatic=μανιακόςlunch=μεσημεριανόlung=πνεύμοναςlurch=μετατόπισηlure=δελεάζωlurid=μακάβριοςlurk=παραμονεύωlush=άφθονοςlush=μεθύστακαςlush=πλούσιος


lust=λαγνείαlust=πόθοςluxurious=πολυτελήςluxury=πολυτέλειαluxury=πολυτελήςlymph=λέμφοςlymphatic=λεμφικόςlynch=λυντσάρωlyric=λυρικόςlyrics=στοίχοιmacaroni=μακαρονάδαmachination=δολοπλοκίαmachination=ραδιουργίαmachine=μηχάνημαmachinist=μηχανουργόςmad=θυμωμένοςmad=κουζουλόςmad=λωλόςmad=τρελόςmadness=τρέλαmaelstrom=δίνηmagazine=περιοδικόmagic=μαγείαmagic=μαγικόςmagistrate=δικαστήςmagistrate=ειρηνοδίκηςmagnanimous=μεγάθυμοςmagnanimous=μεγαλόψυχοςmagnetic=μαγνητικόςmagnify=μεγαλοποιώmagpie=καρακάξαmahogany=μαόνιmaiden=παρθένοςmail=ταχυδρομείοmail=ταχυδρομώmailman=ταχυδρόμοςmaim=σακατεύωmain=κύριοςmain=κυριότεροςmainstay=στυλοβάτηςmaintain=διατείνομαιmaintain=διατηρώmaintain=υποστηρίζωmaintenance=συντήρησηmaisonette=διπλοκατοικίαmajestic=μεγαλειώδηςmajestic=μεγαλοπρεπήςmajesty=μεγαλείοmajesty=μεγαλοπρέπειαmajor=σημαντικόςmajor=ταγματάρχηςmajority=πλειονότηταmake=εξαναγκάζωmake=κάνωmake=κατασκευάζωmake=φτιάχνωmaker=κατασκευαστήςmakeshift=πρόχειροςmaladroit=αδέξιοςmalady=αρρώστιαmale=ανδρικός


male=αρσενικόςmalefactor=κακοποιόςmalefactor=κακούργοςmalevolent=κακόβουλοςmalevolent=μοχθηρόςmalice=μοχθηρίαmalice=πονηριάmalice=χαιρεκακίαmalicious=εμπαθήςmalicious=κακόβουλοςmalicious=μοχθηρόςmalign=κακολογώmalignant=κακεντρεχήςmalignant=κακοήθηςmalleable=ελαστικόςmaltreat=κακομεταχειρίζομαιmammal=θηλαστικόman=άνδραςman=άνθρωποςman=επανδρώνωmanage=αντεπεξέρχομαιmanage=διευθύνωmanage=καταφέρνωmanagement=διοίκησηmanager=διευθυντήςmanagerial=διευθυντικόςmandarin=μανταρίνιmandate=εντολήmandatory=επιτακτικόςmandolin=μαντολίνοmane=χαίτηmanger=φάτνηmanic=μανιακόςmanifestation=εκδήλωσηmanifesto=μανιφέστοmanifold=πολλαπλόςmanipulation=χειρισμόςmanipulation=χρήσηmannequin=μανεκένmanner=τρόποςmanoeuvre=ελιγμόςmansion=μέγαροmantle=μανδύαςmanual=εγχειρίδιοmanufacture=κατασκευάζωmanufacturer=κατασκευαστήςmanumit=απελευθερώνωmanure=κοπριάmany=πολλοίmap=χάρτηςmap=χαρτογραφώmar=βλάπτωmarathon=μαραθώνιοςmarble=μαρμάρινοςmarble=μάρμαροmarch=βαδίζωMarch=Μάρτιοςmare=φοράδαmargarine=μαργαρίνηmargin=περιθώριοmargin=τράτο


marginal=οριακόςmarginal=περιθωριακόςmarina=μαρίναmarinade=μαρινάταmarinate=μαρινάρωmarine=θαλάσσιοςmarine=πεζοναύτηςmarionette=νευρόσπαστοmaritime=ναυτικόςmark=βαθμόςmark=σημαίνωmark=σημειώνωmarkdown=έκπτωσηmarkedly=έντοναmarkedly=ξεκάθαραmarkedly=σαφώςmarker=σημάδιmarket=αγοράmarquis=μαρκήσιοςmarriage=γάμοςmarried=παντρεμένηmarried=παντρεμένοςmarrow=μυελόςmarsh=βάλτοςmarsh=έλοςmarsh=μαζεύωmarshal=επιστρατεύωmarshal=στρατάρχηςmarshal=συγκεντρώνωmarshy=ελώδηςmartial=πολεμικόςmartyr=μάρτυραςmartyrdom=μαρτύριοmarvellous=θαυμάσιοςmask=μάσκαmask=προσωπείοmass=μάζαmass=μαζικόςmassacre=μακελειόmassacre=σφαγήmassage=μασάζmassive=ογκώδηςmassive=τεράστιοςmast=ιστόςmast=κατάρτιmaster=αφέντηςmaster=δεξιοτέχνηςmaster=κύριοςmaster=μετρmasturbation=αυνανισμόςmat=χαλάκιmatch=αγώναςmatch=σπίρτοmatch=συνταιριάζωmatch=ταιριάζωmate=ζευγαρώνωmate=ταίριmate=ύπαρχοςmate=φιλαράκοςmaterial=ύληmaterial=υλικός


material=ύφασμαmaterialism=υλισμόςmaterialistic=υλιστικόςmaternal=μητρικόςmaternity=μητρότηταmathematician=μαθηματικόςmaths=μαθηματικάmatrimony=παντρειάmatter=θέμαmatter=νοιάζομαιmatter=ύληmatter=υπόθεσηmattress=στρώμαmature=μεστόςmature=μεστώνωmature=ωριμάζωmature=ώριμοςmaturity=ωριμότηταmaudlin=μεμψίμοιροςmaxim=γνωμικόmayor=δήμαρχοςmaze=λαβύρινθοςme=εμέναme=μεme=μουmead=υδρομέλιmeadow=λιβάδιmeagre=λιγοστόςmeagre=πενιχρόςmeal=γεύμαmean=εννοώmean=παραδόπιστοςmean=σημαίνωmean=τσιγκούνηςmeander=ελίσσομαιmeaning=έννοιαmeaning=σημασίαmeans=μέσοmeans=μέσονmeasure=μέτροmeasure=μετρώmeasurement=καταμέτρησηmeasurement=μέτρησηmeat=κρέαςmeat=σάρκαmechanic=μηχανικόςmechanism=μηχανισμόςmedal=μετάλλιοmedal=παράσημοmedical=ιατρικόςmedicine=ιατρικήmedicine=φάρμακοmedieval=μεσαιωνικόςmediocre=μέτριοςmediocrity=μετριότηταmedium=μεσαίοςmedium=μέσονmedium=μέτριοςmeek=άτολμοςmeek=πειθήνιοςmeek=πράος


meet=συναντώmeeting=αναμέτρησηmelancholy=κατήφειαmellifluous=ηδύφωνοςmelodic=μελωδικόςmelodrama=μελόδραμαmelt=λιώνωmember=μέλοςmember=στέλεχοςmemento=αναμνηστικόmemento=ενθύμιοmemo=σημείωμαmemorable=αλησμόνητοςmemorable=αξέχαστοςmemorable=αξιομνημόνευτοςmemorial=μνημείοmemorial=μνημόσυνοmemorize=απομνημονεύωmemory=ανάμνησηmemory=μνήμηmenacing=απειλητικόςmenagerie=θηριοτροφείοmend=επισκευάζωmental=πνευματικόςmental=ψυχικόςmentality=νοοτροπίαmentality=ψυχοσύνθεσηmention=αναφέρωmention=αναφοράmercenary=μισθοφορικόςmercenary=μισθοφόροςmerchandise=εμπορεύματαmerchandise=πραμάτειαmerchant=έμποραςmerciful=εύσπλαχνοςmerciless=ανηλεήςmercury=υδράργυροςmercy=έλεοςmere=απλόςmerely=απλώςmerge=συγχωνεύομαιmerge=συγχωνεύωmeridian=απόγειοmerit=αξίαmeritorious=άξιοςmerriment=διασκέδασηmerriment=ευθυμίαmerriment=κέφιmerry=εύθυμοςmerry=φαιδρόςmerrymaking=διασκέδασηmesh=δίχτυmesh=ζεύξηmesh=πλέγμαmess=ακαταστασίαmessage=άγγελμαmessage=μήνυμαmessenger=αγγελιοφόροςmessy=ακατάστατοςmetabolism=μεταβολισμόςmetal=μέταλλο


metallic=μεταλλικόςmetallurgic=μεταλλουργικόςmetallurgical=μεταλλουργικόςmetallurgist=μεταλλουργόςmetallurgy=μεταλλουργίαmetamorphosis=μεταμόρφωσηmetaphoric=μεταφορικόςmete=διανέμωmete=επιβάλλωmeteorite=μετεωρίτηςmeteorologist=μετεωρολόγοςmeteorology=μετεωρολογίαmeter=μετρητήςmeter=μέτροmethod=μέθοδοςmethodology=μεθοδολογίαmeticulous=σχολαστικόςmetre=μέτροmetric=μετρικόςmetronome=μετρητήςmetropolis=μητρόποληmetropolitan=μητροπολιτικόςmettle=θάρροςmew=νιαουρίζωmica=μαρμαρυγίαςmicrobe=μικρόβιοmicroscope=μικροσκόπιοmiddle=μεσαίοςmiddle=μέσηmiddleman=μεσάζονταςmidge=μουσίτσαmidget=νάνοςmidnight=μεσάνυχταmight=δύναμηmight=μπορούσαmighty=δυνατόςmighty=ισχυρόςmigrant=μετανάστηςmigrate=αποδημώmigrate=μεταναστεύωmigration=αποδημίαmigration=μετανάστευσηmike=μικρόφωνοmild=ήπιοςmild=πράοςmildew=μούχλαmildew=περονόσποροςmile=μίλιmilitary=στρατιωτικόςmilk=αρμέγωmilk=γάλαmilkman=γαλατάςmill=αλέθωmill=εργοστάσιοmill=μύλοςmiller=μυλωνάςmillet=κεχρίmillion=εκατομμύριοmime=μίμοςmince=κιμάςmind=νοιάζομαι


mind=πειράζωmind=φυλάξουmine=μεταλλείοmine=νάρκηminer=ανθρακωρύχοςmineral=μετάλλευμαmineralogy=ορυκτολογίαminimal=ελάχιστοςminimize=ελαχιστοποιώminimum=ελάχιστοςminister=ιερέαςminister=υπουργόςministerial=υπουργικόςministry=υπουργείοminor=ασήμαντοςminor=ελάσσωνminor=μικρόςminor=υπεξούσιοςminority=μειοψηφίαmint=μένταmint=νομισματοκοπείοminus=πληνminute=λεπτόminute=λεπτομερήςminute=μικροσκοπικόςmiracle=θαύμαmire=βόρβοροςmirror=αντικατοπτρίζωmirror=καθρέφτηςmirth=ευθυμίαmirth=χαράmiscarriage=αποβολήmiscarry=αποβάλλωmischief=μοχθηρίαmisdemeanour=πταίσμαmiser=φιλάργυροςmiserable=άθλιοςmiserable=ελεεινόςmiserable=κακόμοιροςmiserable=χάλιαmiserly=παραδόπιστοςmiserly=φιλάργυροςmisery=δυστυχίαmisery=μιζέριαmisfortune=δυστυχίαmisfortune=κακοτυχίαmisgiving=δισταγμόςmishap=ατύχημαmislead=παραπλανώmisleading=παραπλανητικόςmiss=αστοχώmiss=δεσποινίςmiss=χάνωmissile=πύραυλοςmission=αποστολήmissionary=ιεραπόστολοςmist=ομίχληmist=πούσιmistake=λάθοςmistaken=εσφαλμένοςmistaken=λαθεμένος


mistaken=λανθασμένοςmistrust=δυσπιστίαmisty=ομιχλώδηςmisunderstanding=παρεξήγησηmitt=γάντιmix=ανακατεύωmix=ανακατώνωmix=αναμιγνύωmix=μίγμαmixer=μίξερmixture=μίγμαmoan=μουγκρητόmoan=μουγκρίζωmoan=στενάζωmob=όχλοςmob=συμμορίαmobile=κινητόςmobility=κινητικότηταmock=περιγελώmock=σαρκάζωmock=χλευάζωmockery=κοροϊδίαmockery=παρωδίαmockery=χλευασμόςmocking=εμπαικτικόςmocking=περιπαιχτικόςmodel=μακέταmodel=μανεκένmodel=μοντέλοmoderate=μετριάζωmoderate=μετριοπαθήςmoderate=μέτριοςmoderation=εγκράτειαmoderation=μετριοπάθειαmodern=μοντέρνοςmodern=σύγχρονοςmodest=μετριόφρωνmodest=σεμνόςmodestly=σεμνάmodesty=απλότηταmodesty=μετριοφροσύνηmodesty=σεμνότηταmodesty=ταπεινοφροσύνηmodify=παραλλάζωmodify=τροποποιώmoist=υγρόςmoisten=υγραίνωmoisture=υγρασίαmolar=τραπεζίτηςmole=μόλοςmole=τυφλοπόντικαςmoment=στιγμήmomentarily=προσωρινάmomentous=βαρυσήμαντοςmonarch=ηγεμόναςmonetary=νομισματικόςmoney=λεφτάmoneylender=τοκογλύφοςmonitor=οθόνηmonitor=παρακολουθώmonkey=μαϊμού


Monopoly=Μονοπώλιαmonopoly=μονοπώλιοmonsoon=μουσώναςmonster=κτήνοςmonster=τέραςmonstrous=τραγελαφικόςmonth=μήναςmonthly=μηνιαίοςmonument=μνημείοmonumental=μνημειώδηςmonumental=πελώριοςmoo=μουγκανίζωmood=διάθεσηmood=έγκλισηmood=κέφιmoon=φεγγάριmoon=φωτερόmoor=προσδένωmoor=χερσότοποςmoot=αμφισβητούμενοςmop=σφουγγαρίζωmop=σφουγγαρίστραmoped=μοτοποδήλατοmoral=επιμύθιοmoral=ηθικόςmore=πιαmore=πλέονm<strong>org</strong>ue=νεκροτομείοmorning=πρωίmorrow=αύριοmorsel=λιχουδιάmortal=θανάσιμοςmortal=θνητόςmortality=θνησιμότηταmortgage=υποθηκεύωmortgage=υποθήκηmosque=τζαμίmosquito=κουνούπιmoss=βρύοmost=πλέονmoth=σκόροςmoth=σκώροςmother=μητέραmotherly=μητρικόςmotion=γνέφωmotion=κίνησηmotion=πρότασηmotionless=ακίνητοςmotivate=παρακινώmotivation=κίνητροmotivation=παρακίνησηmotive=κίνητροmotley=ανακατεμένοςmotley=ετερογενήςmotor=μηχανήmotorbike=μηχανήmotorcar=αυτοκίνητοmotorcycle=μηχανήmotoring=οδήγησηmotorist=αυτοκινητιστήςmottle=κηλίδα


mould=μήτραmould=μούχλαmoulding=πλάσιμοmoult=μαδώmound=ανάχωμαmount=ανεβαίνωmount=αυξάνομαιmount=βουνόmount=όροςmountain=βουνόmountain=όροςmountaineer=ορειβάτηςmountaineering=ορειβασίαmountainous=ορεινόςmountebank=αγύρτηςmourn=θρηνώmourn=κλαίωmourn=πενθώmournful=πένθιμοςmournful=περίλυποςmouse=ποντίκιmoustache=μουστάκιmouth=στόμαmouth=στόμιοmouthful=μπουκιάmouthpiece=επιστόμιοmovable=κινητόςmove=κίνησηmove=κινώmove=μετακομίζωmove=σαλεύωmovement=κίνημαmovement=κίνησηmoving=συγκινητικόςmow=θερίζωmuch=πολύmuch=πολύςmuck=βόρβοροςmuck=βρομιάmuck=κοπριάmud=βόρβοροςmud=ιλύςmud=λάσπηmuddle=ανακατεύωmuddle=μπερδεύωmuddle=συγχέωmuddy=ιλυώδηςmuddy=λασπώδηςmuddy=λασπωμένοςmudguard=λασπωτήραςmudguard=φτερόmuff=χάνωmuffle=κουκουλώνωmuffle=πνίγωmug=κούπαmug=μούρηmugger=ληστήςmugging=ληστείαmuggy=πνιγηρόςmulberry=μούροmulct=πρόστιμο


mule=μουλάριmull=ζεσταίνωmultifarious=πολυειδήςmultilingual=πολύγλωσσοςmulti<strong>pl</strong>e=πολλαπλόςmulti<strong>pl</strong>ication=αναπαραγωγήmulti<strong>pl</strong>ication=πολλαπλασιασμόςmulti<strong>pl</strong>y=πολλαπλασιάζωmultitude=πλήθοςmum=μαμάmum=μάναmumble=μουρμουρίζωmummify=ταριχεύωmummy=μαμάmummy=μούμιαmundane=κοσμικόςmundane=τετριμμένοςmunicipal=δημοτικόςmurder=σκοτώνωmurder=φόνοςmurderer=δολοφόνοςmurderous=φονικόςmurk=ζόφοςmurmur=γκρινιάζωmurmur=μουρμουρίζωmuscular=μυϊκόςmuscular=μυώδηςmuse=ρεμβάζωmuseum=μουσείοmushroom=μανιτάριmusic=μουσικήmusician=μουσικόςmusket=μουσκέτοmusket=τουφέκιmust=μούστοςmust=πρέπειmustard=μουστάρδαmuster=συγκεντρώνομαιmuster=συγκεντρώνωmutation=μεταλλαγήmutation=μετάλλαξηmute=μουγγόςmutilate=κουτσουρεύωmutter=μουρμουρίζωmutual=αμοιβαίοςmyrtle=μερσίνηmyrtle=μυρσίνηmyrtle=μύρτοςmysterious=αινιγματικόςmysterious=μυστηριώδηςmysteriously=μυστηριωδώςmystery=αίνιγμαmystery=γρίφοςmystery=μυστήριοmystic=μυστικιστήςmythology=μυθολογίαnab=πιάνωnab=σουφρώνωnab=συλλαμβάνωnag=αποπαίρνωnag=καυγαδίζω


nag=παλιάλογοnail=καρφίnail=νύχιnail=πρόκαnaive=αφελήςnaivety=αφέλειαnaked=γυμνόςnaked=τσίτσιδοςname=όνομαname=ονομάζωname=ονομασίαnameless=ανώνυμοςnamely=ήτοιnap=υπνάκοςnape=σβέρκοςnapkin=πετσέταnapkin=πετσετάκιnapkin=χαρτοπετσέταnappy=πάναnarrator=αφηγητήςnarrow=στενόςnasty=απαίσιοςnation=έθνοςnational=εθνικόςnationalism=εθνικισμόςnationalist=εθνικιστήςnationality=ιθαγένειαnationality=υπηκοότηταnative=ιθαγενήςnative=ντόπιοςnaturally=φυσικάnature=φύσηnaughty=άτακτοςnautical=ναυτικόςnaval=ναυτικόςnave=σηκόςnavigation=ναυτιλίαnavigator=αεροναυτίλοςnavigator=ναυτίλοςnavy=ναυτικόnear=κοντάnearby=κοντάnearby=κοντινόςnearly=παραλίγοnearly=σχεδόνnear-sighted=μυωπικόςneat=ακριβήςneatly=κομψάnecessarily=απαραίτηταnecessary=αναγκαίοςnecessity=αναγκαιότηταneck=αυχέναςneck=λαιμόςneck=σβέρκοςnecklace=κολιέnectar=νέκταρneed=ανάγκηneed=χρειάζομαιneedle=βελόναnefarious=άνομοςnefarious=φαύλος


negative=αρνητικόςnegatively=αρνητικάneglect=αμέλειαneglect=αμελώnegligible=αμελητέοςnegotiate=διαπραγματεύομαιnegotiation=διαπραγμάτευσηnegotiator=διαπραγματευτήςneigh=χλιμιντρίζωneighbour=γείτοναςneighbourhood=γειτονιάneighbourhood=μαχαλάςneighbouring=γειτονικόςneighbourly=φιλικόςnerve=νεύροnervous=νευρικόςnervously=ανήσυχαnest=θαλάμηnest=φωλιάnest=φωλιάζωnestle=φωλιάζωnet=δίχτυnettle=τσουκνίδαnetwork=δίκτυοneutral=νεκρόneutral=ουδέτεροςnever=ποτέnevertheless=ωστόσοnew=καινούριοςnew=νέοςnewfangled=καινοφανήςnewly=πρόσφαταnews=ειδήσειςnews=νέαnewspaper=εφημερίδαnext=επόμενοςnext=μετάnibble=τσιμπολόγημαnice=ωραίοςnicely=ωραίαnicety=ακριβολογίαniche=σηκόςnick=εγκοπήnickname=παρατσούκλιniggard=τσιγκούνηςnight=νύχταnightingale=αηδόνιnimbleness=ευστροφίαnimbus=αύραnine=εννέαnip=τσιμπώnipper=πιτσιρίκοςnip<strong>pl</strong>e=ρόγαnirvana=νιρβάναnitwit=βλάκαςno=κανέναςno=όχιnobility=αριστοκρατίαnoble=αβρόςnobody=κανείςnocturnal=νυχτερινός


nod=κατανεύωnoise=θόρυβοςnoisy=θορυβώδηςnomadic=φερέοικοςnomenclature=ονοματολογίαnominal=ονομαστικόςnominate=διορίζωnominate=προτείνωnomination=υποψηφιότηταnomination=χρίσμαnominative=ονομαστικόςnonchalant=αδιάφοροςnonchalant=οκνόςnonchalant=ράθυμοςnone=κανέναςnon<strong>pl</strong>us=σαστίζωnonsense=ανοησίεςnonsense=βλακείεςnonsensical=ανόητοςnook=γωνίαnook=εσοχήnoon=μεσημέριnor=ούτεnorm=νόρμαnorm=πρότυποnormal=κανονικόςnormal=φυσιολογικόςnormally=κανονικάnorth=Βοράςnorth=Βοριάςnorthern=βόρειοςnose=μύτηnostalgia=νοσταλγίαnostalgic=νοσταλγικόςnostril=ρουθούνιnot=δενnotable=αξιοσημείωτοςnotary=συμβολαιογράφοςnote=σημειώνωnote=σημείωσηnotebook=καρνέnotebook=σημειωματάριοnoteworthy=αξιοσημείωταnothing=τίποταnotice=παρατηρώnotice=πίνακαςnoticeable=αξιοσημείωτοςnotify=γνωστοποιώnotify=ειδοποιώnotion=αντίληψηnotion=ιδέαnotorious=διαβόητοςnotorious=περιβόητοςnourish=καλλιεργώnourish=τρέφωnourishment=θρέψηnourishment=τροφήnovel=καινοφανήςnovel=μυθιστόρημαnow=τώραnoxious=επιζήμιος


nuance=απόχρωσηnuclear=πυρηνικόςnucleus=πυρήναςnudism=γυμνισμόςnuisance=μπελάςnullify=ανατρέπωnullify=ματαιώνωnumber=αριθμόςnumbness=μούδιασμαnumerous=πολυάριθμοςnunnery=μονήnurse=βάγιαnurse=νοσοκόμαnursery=φυτώριοnurture=τρέφωnut=παξιμάδιnutrition=θρέψηnutritional=θρεπτικόςnutritious=θρεπτικόςoak=βελανιδιάoak=δρύινοςoar=κουπίoasis=όασηoath=όρκοςoats=βρόμηoats=βρώμηobedient=πειθήνιοςobedient=υπάκουοςobelisk=οβελίσκοςobese=παχύσαρκοςobesity=παχυσαρκίαobey=υπακούωobituary=νεκρολογίαobject=αντικείμενοobject=αντιτείνωobjection=αντίρρησηobjective=αντικειμενικόςobjurgate=επικρίνωobligation=υποχρέωσηobligatory=υποχρεωτικόςoblige=υποχρεώνωoblique=λοξόςoblique=πλάγιοςobliquity=λοξότηταoblivion=λήθηoblivion=λησμονιάoblong=επιμήκηςoblong=μακρόστενοobscene=αισχρόςobscene=άσεμνοςobscure=δυσνόητοςobscure=κρύβωobscure=σκοτεινόςobservation=παρακολούθησηobservation=παρατηρητικότηταobservatory=παρατηρητήριοobserve=παρατηρώobserve=τηρώobserver=παρατηρητήςobsolete=απαρχαιωμένοςobstacle=εμπόδιο


obstacle=φραγμόςobstinacy=πείσμαobstinate=ισχυρογνώμωνobstinate=πεισματάρηςobstinate=πεισμωμένοςobstruct=κωλυσιεργώobstruct=παρακωλύωobstruction=παρακώλυσηobstruction=στένωσηobtain=αποκτώobtain=προμηθεύομαιobvious=φανερόςobviously=εμφανώςoccasion=περίπτωσηoccasional=σποραδικόςoccasionally=περιοδικάoccasionally=πότεoccult=απόκρυφοςoccupant=κάτοχοςoccupation=επάγγελμαoccupation=κατάληψηoccupation=κατοχήoccupational=επαγγελματικόςoccupy=καταλαμβάνωoccur=συμβαίνωoccurrence=γεγονόςoccurrence=περιστατικόoccurrence=συμβάνocean=ωκεανόςochre=ώχραoctopus=χταπόδιodd=μονόςoddity=ιδιορρυθμίαoddity=παραξενιάodour=οσμήof=απόoff=μακριάoffence=αδίκημαoffence=παράβασηoffence=προσβολήoffend=προσβάλλωoffender=ένοχοςoffender=παραβάτηςoffensive=επίθεσηoffensive=προσβλητικόςoffensive=συνέπειαoffer=προσφέρωoffer=προσφοράoffice=γραφείοoffice=θώκοςofficer=αξιωματικόςofficer=στέλεχοςofficial=αξιωματικόςofficial=επίσημοςofficially=επίσημαofficiate=χοροστατώoffshoot=βλαστόςoffshoot=παρακλάδιoffshoot=παραφυάδαoften=συχνάoil=λάδι


oil=πετρέλαιοointment=αλοιφήold=γέρικοςold=γέροςold=παλαιόςolive=ελιάomelette=ομελέταominous=δυσοίωνοςomission=παράλειψηomit=παραλείπωomnivorous=παμφάγοςon=σεonce=εφάπαξonce=κάποτεone=έναone=έναςone=μίαonerous=βαρύςonerous=επαχθήςonion=κρεμμύδιonlooker=θεατήςonly=μόνοonset=αρχήonto=πάνωonus=βάροςooze=ίζημαooze=κυλώooze=λάσπηooze=στάζωopaque=αδιαφανήςopen=ανοίγωopen=ανοικτόςopen=ανοιχτόςopen=εγκαινιάζωopenly=ανοιχτάopera=όπεραoperate=εγχειρίζωoperate=λειτουργώoperation=εγχείρησηoperation=επιχείρησηoperation=λειτουργίαoperational=λειτουργικόςoperator=χειριστήςopinion=άποψηopinion=γνωμάτευσηopinion=γνώμηopponent=αντίπαλοςopportune=επίκαιροςoppose=αντιτίθεμαιoppose=εναντιώνομαιopposition=αντίθεσηopposition=αντιπολίτευσηoppression=καταδυνάστευσηoppression=καταπίεσηoppressive=καταπιεστικόςoptician=οπτικόςoptimism=αισιοδοξίαoptimistic=αισιόδοξοςoption=επιλογήor=ήoral=προφορικός


orange=πορτοκαλίorange=πορτοκάλιorbit=τροχιάorchard=περιβόλιorchestra=ορχήστραordain=χειροτονώordeal=δοκιμασίαorder=εντολήorder=παραγγελίαorder=παραγγέλλωorder=προσταγήordinary=συνηθισμένοςordination=χειροτονίαore=μετάλλευμαore=ορυκτόoregano=ρίγανη<strong>org</strong>an=όργανο<strong>org</strong>anic=οργανικός<strong>org</strong>anisation=διοργάνωση<strong>org</strong>anisation=οργάνωση<strong>org</strong>anist=οργανίσταςoriental=ανατολικόςoriental=ανατολίτικοςorientate=προσανατολίζωorifice=στόμιοorigin=προέλευσηoriginal=γνήσιοςoriginal=πρωτότυποςoriginality=πρωτοτυπίαoriginate=προέρχομαιorphan=ορφανόςorphanage=ορφανοτροφείοorthodox=ορθόδοξοςorthodoxy=ορθοδοξίαoscillate=ταλαντώνομαιosier=λυγαριάostensible=δήθενostensible=φαινομενικόςostensibly=φαινομενικάostentatious=επιδεικτικόςostentatious=φιγουρατζήςother=άλλοςounce=ουγκιάout=έξωoutbreak=εκδήλωσηoutbreak=έκρηξηoutbreak=ξέσπασμαoutcome=έκβασηoutcome=κατάληξηoutcry=αγανάκτησηoutcry=κατακραυγήoutfit=εξοπλισμόςoutgoing=εκδηλωτικόςoutgoing=εξωστρεφήςoutgoing=κοινωνικόςouting=εκδρομήoutlaw=φυγάςoutlet=διέξοδοςoutline=διατυπώνωoutline=σκιαγράφησηoutline=σκιαγραφώ


outlook=πρόβλεψηoutmoded=ντεμοντέoutmoded=ξεπερασμένοςoutput=παραγωγήoutrage=οργήoutrage=προπηλακίζωoutrage=προσβολήoutrageous=εξωφρενικόςoutrageous=σκανδαλώδηςoutright=απόλυτοςoutset=αρχήoutsider=ξένοςoutskirts=περίχωραoutspoken=ειλικρινήςoutspoken=ντόμπροςoutstanding=εξαιρετικόςoutwit=ξεγελώovary=ωάριοovation=επευφημίαover=πάνωover=τελείωσεoverall=γενικόςoverall=ποδιάoverall=συνολικόςoveralls=ολόσωμαoverburden=παραφορτώνωovercast=μουντόςovercast=συννεφιασμένοςovercoat=παλτόovercoat=πανωφόριovercome=νικημένοςovercome=ξεπερνώoverdo=εξογκώνωoverestimate=υπερεκτιμώoverflow=ξεχειλίζωoverflow=υπερχείλισηoverhear=ωτακουστώoverheat=υπερθερμαίνομαιoverlap=επικαλύπτωoverlap=συμπίπτωoverload=υπερφορτώνωoverlook=παραβλέπωoverlook=παραγνωρίζωoverly=υπερβολικάoverpopulation=υπερπληθυσμόςoverrun=υπερβαίνωoverseas=υπερπόντιοςoversee=επιβλέπωoversee=επιτηρώoverseer=επόπτηςoversight=αβλεψίαoversight=παράλειψηoversim<strong>pl</strong>ify=απλουστεύωovert=φανερόςovertake=ξεπερνώovertake=προσπερνώoverthrow=ανατροπήoverturn=αναποδογυρίζωoverturn=μπατάρωoverweight=υπέρβαροςoverwhelm=καταβάλλω


overwhelm=κατακλύζωoverwhelm=πνίγωoverwhelm=συντρίβωoviduct=σάλπιγγαowe=οφείλωowe=χρωστώowl=κουκουβάγιαown=κατέχωown=της]owner=ιδιοκτήτηςowner=κάτοχοςowner=κτήτοραςownership=ιδιοκτησίαoxide=οξείδιοoxygenation=οξυγόνωσηozone=όζονpace=βήμαpace=δρασκελιάpace=ρυθμόςpace=φόραpacific=ειρηνικόςpack=κατακλύζωpack=πακέτοpack=συσκευάζωpack=τράπουλαpackaging=συσκευασίαpacker=συσκευαστήςpacket=δέμαpacket=δέσμηpacket=πακέτοpadding=παραγέμισμαpaddle=κουπίpage=σελίδαpagoda=παγόδαpail=κουβάςpain=πόνοςpainful=αλγεινόςpainful=οδυνηρόςpainfully=οδυνηράpainless=ανώδυνοςpainstaking=κοπιαστικόςpainstaking=φιλόπονοςpaint=βάφωpainter=βαφέαςpainting=ζωγραφιάpaintwork=λουστράρισμαpair=ζευγάριpal=φιλαράκοςpal=φίλοςpalace=ανάκτοροpalace=μέγαροpalace=παλάτιpalaeontologist=παλαιοντολόγοςpalatable=εύγευστοςpalatable=ευχάριστοςpalate=ουρανίσκοςpalate=υπερώαpale=ξανθόςpale=χλωμόςpaleness=κιτρινίλαpalette=παλέτα


palm=παλάμηpalm=φοίνικαςpancake=τηγανίταpandemonium=πανδαιμόνιοpander=εκμαυλίζωpanel=προεδρείοpanel=φάτνωμαpanic=πανικοβάλλωpanic=πανικόςpannier=κοφίνιpanorama=πανόραμαpansy=πανσέςpant=λαχανιάζωpanther=πάνθηραςpanties=βράκαpantomime=παντομίμαpants=παντελόνιpap=κουρκούτιpap=πολτόςpaper=εφημερίδαpaper=χαρτένιοςpaper=χαρτίpar=ισότηταpar=ισοτιμίαparable=παραβολήparachute=αλεξίπτωτοparade=παρέλασηparadigm=παράδειγμαparadise=παράδεισοςparagon=υπόδειγμαparagraph=παράγραφοςparallel=παράλληλοςparalyse=παραλύωparamilitary=παραστρατιωτικόςparanoia=παράνοιαparanoid=παρανοϊκόςparapet=πεζούλαparasite=παράσιτοparcel=δέμαparch=ξεραίνωpardon=συγχώρησηpardon=συγχωρώpardon=χάρηparish=ενορίαpark=πάρκοparliament=βουλήparliament=κοινοβούλιοparliamentary=κοινοβουλευτικόςparody=παρωδίαparole=ομιλίαparrot=παπαγάλοςparsley=μαϊντανόςparson=εφημέριοςpart=μερίδιοpart=χωρίζωpartial=μερικόςparticipant=συμμέτοχοςpartici<strong>pl</strong>e=μετοχήparticle=μόριοparticle=σωματίδιοparticular=ειδικός


particular=συγκεκριμένοςparticularly=ειδικάparticularly=ιδίωςparting=χωρισμόςparting=χωρίστραpartisan=παρτιζάνοςpartly=μερικώςpartner=σύντροφοςpartner=ταίριpartnership=συνεργασίαpartridge=πέρδικαparturition=τοκετόςparty=παρέαparty=συμβαλλόμενοςpass=κυκλοφορώpass=πέρασμαpass=περνώpass=στενάpassable=διαβατόςpassable=μέτριοςpassage=διάβασηpassage=κείμενοpassenger=επιβάτηςpassing=πέρασμαpassing=περαστικόςpassion=εμπάθειαpassionate=εμπαθήςpassionate=παθιασμένοςpassive=παθητικόςpassively=παθητικάpassword=σύνθημαpast=παρελθόνpast=περασμένοςpasta=ζυμαρικόpaste=κόλλαpastel=κραγιόνιpastime=απασχόλησηpastime=ενασχόλησηpastime=χόμπιpastoral=ποιμενικόςpasture=βοσκότοποςpat=χαϊδεύωpatch=μπάλωμαpaternal=πατρικόςpaternity=πατρότηταpath=διαδρομήpath=μονοπάτιpathfinder=ανιχνευτήςpathogenic=παθογόνοςpathologist=παθολόγοςpathology=παθολογίαpathway=μονοπάτιαpatience=καρτερίαpatience=υπομονήpatient=ασθενήςpatient=υπομονετικόςpatiently=υπομονετικάpatriarch=πατριάρχηςpatrician=πατρίκιοςpatriot=πατριώτηςpatriotic=πατριωτικός


patriotism=πατριωτισμόςpatrol=περιπολίαpatron=θαμώναςpatron=προστάτηςpatronage=πατρονάρισμαpatronage=προστασίαpattern=σχέδιοpaunch=προκοίλιpause=διακοπήpause=διακόπτωpause=παύσηpause=σταματώpave=λιθοστρώνωpavement=πεζοδρόμιοpavement=πεζόδρομοςpay=πληρωμήpay=πληρώνωpayable=πληρωτέοςpea=μπιζέλιpeace=ειρήνηpeace=ησυχασμόςpeach=γιαρμάςpeacock=παγόνιpeak=κορυφήpeak=κορυφώνωpear=απίδιpear=αχλάδιpearl=μαργαριτάριpeasant=χωριάτηςpeat=τύρφηpebble=ψηφίοpeck=ραμφίζωpeckish=πεινασμένοςpeculiar=παράδοξοςpeculiar=παράξενοςpedal=πετάλιpedal=πετάλιοpedantic=σχολαστικόςpedestal=βάθροpedestrian=πεζόςpedigree=οικογένειαpedigree=ράτσαpeel=καθαρίζωpeel=ξεφλουδίζωpeel=ξύσμαpeep=κρυφοκοιτάζωpeer=όμοιοςpeer=ομότιμοςpeer=περιεργάζομαιpeevish=πικρόχολοςpeg=γόμφοςpelvis=πύελοςpen=μάντραpen=στυλόpenal=ποινικόςpenalty=κύρωσηpenalty=ποινήpenalty=πρόστιμοpencil=μολύβιpenetrate=διαπερνώpenetrate=διεισδύω


penetrate=εισχωρώpenetrating=διεισδυτικόςpenetration=διείσδυσηpeninsula=χερσόνησοςpenitentiary=σωφρονιστήριοpension=συνταγήpension=σύνταξηpensioner=συνταξιούχοςpeo<strong>pl</strong>e=άνθρωποιpeo<strong>pl</strong>e=άνθρωποςpeo<strong>pl</strong>e=κόσμοςpep=σφρίγοςpepper=πιπέριpepper=πιπεριάper=ανάper=κάθεperceive=αντιλαμβάνομαιperceive=διαβλέπωpercentage=ποσοστόperceptible=αισθητόςperception=αντίληψηperch=κούρνιαperfect=τελειοποιώperfect=τέλειοςperfection=τελειοποίησηperfectly=τέλειαperfidious=επίβουλοςperforate=διατρυπώperform=αποδίδωperform=εκτελώperformance=απόδοσηperformance=παράστασηperformer=καλλιτέχνηςperfume=άρωμαperfume=ευωδιάperhaps=ίσωςperhaps=μπορείperilous=επικίνδυνοςperiod=διάστημαperiod=περίοδοςperiodically=περιοδικάperipheral=περιφερειακόςperiphery=περιφέρειαperish=χάνομαιperjurer=επίορκοςpermanent=μόνιμοςpermanently=μόνιμαpermeability=διαπερατότηταpermission=άδειαpermit=άδειαpermit=επιτρέπωpernicious=ολέθριοςperpetrate=διαπράττωperpetrator=δράστηςperpetual=ενδελεχήςperpetual=παντοτινόςperpetuity=αιωνιότηταpersecute=καταδιώκωpersecution=διωγμόςpersevere=εμμένωpersevere=επιμένω


persist=επιμένωpersistence=εμμονήpersistence=επιμονήpersistent=διαρκήςpersistent=επίμονοςperson=άνθρωποςperson=άτομοperson=πρόσωποpersonable=ευπαρουσίαστοςpersonal=προσωπικόςpersonality=προσωπικότηταpersonally=προσωπικάpersonification=ενσάρκωσηpersonify=προσωποποιώperspective=άποψηperspective=προοπτικήperspicacious=διορατικόςperspicacity=διορατικότηταpersuade=πείθωpersuasion=πειθώpert=αυθάδηςpert=θρασύςpesky=ενοχλητικόςpessimism=απαισιοδοξίαpester=τριβελίζωpet=θωπεύωpetrol=βενζίνηpetticoat=μεσοφόριpetty=μικροπρεπήςpharmaceutical=φαρμακευτικόςpharmacist=φαρμακοποιόςpharmacy=φαρμακείοphase=φάσηpheasant=φασιανόςphenomenal=εκπληκτικόςphenomenal=φαινομενικόςphilharmonic=φιλαρμονικόςphilologist=φιλόλογοςphilosopher=φιλόσοφοςphilosophical=φιλοσοφικόςphilosophy=φιλοσοφίαphlegm=ροχάλαphlegmatic=φλεγματικόςphoenix=φοίνιξphonetic=φωνητικόςphoto=φωτογραφίαphotograph=φωτογραφίαphotograph=φωτογραφίζωphotographer=φωτογράφοςphotographic=φωτογραφικόςphotography=φωτογραφίαphrase=διατυπώνωphrase=φράσηphysical=σωματικόςphysical=φυσικόςphysician=γιατρόςphysics=φυσικήphysiotherapy=φυσιοθεραπείαphysique=κράσηpianist=πιανίσταςpiano=πιάνο


pick=διαλέγωpick=κασμάςpick=μαζεύωpick=συλλέγωpicket=παλούκιpickle=τουρσίpickpocket=πορτοφολάςpictorial=παραστατικόςpicture=εικόναpicturesque=γραφικόςpie=πίταpier=αποβάθραpier=μόλοςpiercing=διαπεραστικόςpiety=ευσέβειαpig=γουρούνιpigeon=περιστέριpigment=χρωστικόςpigtail=κοτσίδαpigtail=πλεξούδαpile=στοίβαpile=στοιβάδαpile=στοιβάζωpile=σωρόςpilgrim=προσκυνητήςpilgrimage=προσκύνημαpill=χάπιpillar=κολόναpillar=στυλοβάτηςpillar=στύλοςpillow=μαξιλάριpilot=πιλοτάρωpilot=πιλότοςpimp=μαστροπόςpim<strong>pl</strong>e=σπυρίpin=γόμφοςpin=καρφίτσαpinch=βουτώpinch=κλέβωpinch=τσιμπώpine=πεύκοpink=ροζpinnacle=αποκορύφωμαpinpoint=εντοπίζωpioneer=καινοτομώpioneer=προπορεύομαιpioneer=πρωτοπόροςpious=ευσεβήςpip=κουκούτσιpipe=αυλόςpipe=πίπαpipe=σωλήναςpipeline=αγωγόςpiping=σωλήνωσηpirate=πειρατήςpistil=ύπεροςpiston=έμβολοpiston=πιστόνιpit=λάκκοςpit=ορυχείοpitch=γήπεδο


pitch=κατράμιpitch=κλυδωνίζομαιpitcher=στάμναpitiful=αξιολύπητοςpitiful=οικτρόςpity=κρίμαpity=οίκτος<strong>pl</strong>ace=μέρος<strong>pl</strong>ace=τοποθετώ<strong>pl</strong>ace=τόπος<strong>pl</strong>acement=τοποθέτηση<strong>pl</strong>agiarist=λογοκλόπος<strong>pl</strong>agiary=λογοκλοπή<strong>pl</strong>ague=πανώλης<strong>pl</strong>ain=κάμπος<strong>pl</strong>ain=πεδιάδα<strong>pl</strong>ain=σκέτο<strong>pl</strong>ain=σκέτος<strong>pl</strong>aintiff=ενάγων<strong>pl</strong>ait=κοτσίδα<strong>pl</strong>ait=πτυχή<strong>pl</strong>an=σχεδιάζω<strong>pl</strong>an=σχέδιο<strong>pl</strong>ane=επίπεδο<strong>pl</strong>ane=πλάνη<strong>pl</strong>ane=ροκάνι<strong>pl</strong>ane=στάθμη<strong>pl</strong>anet=πλανήτης<strong>pl</strong>ant=εργοστάσιο<strong>pl</strong>ant=φυτεύω<strong>pl</strong>ant=φυτό<strong>pl</strong>antation=φυτεία<strong>pl</strong>aque=πλάκα<strong>pl</strong>aster=γύψος<strong>pl</strong>aster=λευκοπλάστης<strong>pl</strong>asterer=σοβατζής<strong>pl</strong>astering=σοβάτισμα<strong>pl</strong>astic=πλαστικός<strong>pl</strong>ate=πιάτο<strong>pl</strong>ate=πλάκα<strong>pl</strong>ateau=οροπέδιο<strong>pl</strong>atform=εξέδρα<strong>pl</strong>atform=πλατφόρμα<strong>pl</strong>atitude=κοινοτυπία<strong>pl</strong>atitude=σαχλαμάρα<strong>pl</strong>atoon=διμοιρία<strong>pl</strong>atter=πιατέλα<strong>pl</strong>audit=χειροκρότημα<strong>pl</strong>ausible=αληθοφανής<strong>pl</strong>ausible=εύσχημος<strong>pl</strong>ay=έργο<strong>pl</strong>ay=παίζω<strong>pl</strong>ay=παριστάνω<strong>pl</strong>ayer=παίκτης<strong>pl</strong>ayful=εύθυμος<strong>pl</strong>ayful=παιχνιδιάρικος<strong>pl</strong>aything=παιχνίδι<strong>pl</strong>ea=έκκληση<strong>pl</strong>ea=υπεράσπιση<strong>pl</strong>ead=αγορεύω<strong>pl</strong>ead=ικετεύω


<strong>pl</strong>easant=ευάρεστος<strong>pl</strong>easant=ευχάριστος<strong>pl</strong>easantly=ευχάριστα<strong>pl</strong>ease=ευχαριστώ<strong>pl</strong>ease=παρακαλώ<strong>pl</strong>easure=αρέσκεια<strong>pl</strong>easure=ευχαρίστηση<strong>pl</strong>easure=ηδονή<strong>pl</strong>eat=πιέτα<strong>pl</strong>ebiscite=δημοψήφισμα<strong>pl</strong>edge=εχέγγυο<strong>pl</strong>edge=υπόσχομαι<strong>pl</strong>entiful=άφθονος<strong>pl</strong>enty=άφθονος<strong>pl</strong>enty=πολλά<strong>pl</strong>enty=πολλοί<strong>pl</strong>iable=εύκαμπτος<strong>pl</strong>iant=ευλύγιστος<strong>pl</strong>iers=πένσα<strong>pl</strong>ot=πλοκή<strong>pl</strong>ot=συνωμοσία<strong>pl</strong>ot=συνωμοτώ<strong>pl</strong>ough=αλέτρι<strong>pl</strong>ough=οργώνω<strong>pl</strong>oughman=ζευγάς<strong>pl</strong>oughman=οργωτής<strong>pl</strong>oughshare=υνί<strong>pl</strong>uck=μαδώ<strong>pl</strong>ucky=τολμηρός<strong>pl</strong>ug=βύσμα<strong>pl</strong>ug=πρίζα<strong>pl</strong>um=δαμάσκηνο<strong>pl</strong>umage=φτέρωμα<strong>pl</strong>umb=σταθμίζω<strong>pl</strong>umber=υδραυλικός<strong>pl</strong>ume=λοφίο<strong>pl</strong>ume=φτερό<strong>pl</strong>ump=παχουλός<strong>pl</strong>ump=τροφαντός<strong>pl</strong>under=λεηλατώ<strong>pl</strong>unge=βουτώ<strong>pl</strong>unge=καταδύομαι<strong>pl</strong>unge=πέφτω<strong>pl</strong>us=συνpoacher=λαθροκυνηγόςpocket=τσέπηpoem=ποίημαpoet=ποιητήςpoetic=ποιητικόςpoetry=ποίησηpoint=αιχμήpoint=δείχνωpoint=επισημαίνωpoint=στίγμαpointed=αιχμηρόςpointed=μυτερόςpointer=βέργαpointer=δείκτηςpointless=άσκοποςpoise=κορμοστασιάpoison=δηλητηριάζω


poison=δηλητήριοpoisoning=δηλητηρίασηpoisonous=δηλητηριώδηςpoke=σπρώχνωpoke=τσιγκλώpoker=σκαλιστήριpolar=πολικόςpole=παλούκιpole=πάσσαλοςpolice=αστυνομεύωpolice=αστυνομίαpoliceman=αστυνόμοςpoliceman=αστυφύλακαςpolicy=πολιτικήpolish=βερνίκιpolish=γυαλίζωPolish=λουστράρωpolish=λούστροPolish=στιλβώνωpolite=ευγενικόςpolitical=πολιτικόςpolitician=πολιτικόςpollen=γύρηpollute=μαγαρίζωpollution=ρύπανσηpompous=ξιπασμένοςpond=λιμνούλαponder=αναμετρώponder=ζυγιάζωponder=σταθμίζωponder=συλλογίζομαιpony=αλογάκιpool=λιμνούλαpool=πισίναpoor=καημένοςpoor=πενιχρόςpoor=φτωχόςpoorly=φτωχάPope=Πάπαςpope=πάπισσαpopish=παπικόςpo<strong>pl</strong>ar=καβάκιpoppy=παπαρούναpopular=δημοφιλήςpopular=λαϊκόςpopularity=δημοτικότηταpopulation=πληθυσμόςporcelain=πορσελάνηporch=βεράνταpore=πόροςporn=τσόνταpornography=πορνογραφίαport=αριστερόςport=λιμάνιportable=φορητόςportal=πύληportent=προμήνυμαporter=αχθοφόροςportfolio=χαρτοφυλάκιοportion=μερίδαportion=μερίδιο


portly=εύσωμοςportrait=πορτρέτοportrayal=απεικόνισηpose=πόζαpose=ποζάρωposh=λουσάτοςposition=θέσηposition=τοποθεσίαposition=τοποθετώpositive=θετικόςpossess=έχωpossess=κατέχωpossession=κατοχήpossessions=περιουσίαpossessions=τιμαλφήpossessor=κάτοχοςpossible=εφικτόςpossible=πιθανόςpost=δοκάριpost=πόστοpost=ταχυδρομώpostal=ταχυδρομικόςpostcard=κάρταposter=αφίσαpostman=διανομέαςpostman=ταχυδρόμοςpostpone=αναβάλλωpostponement=αναβολήpostulate=αιτώpostulate=ζητώpotable=πόσιμοςpotato=πατάταpotent=κραταιόςpotential=ενδεχόμενοςpotential=πιθανότηταpotential=τάσηpotpourri=ποικιλίαpotter=αγγειοπλάστηςpottery=αγγειοπλαστικήpouch=θύλακαςpouch=σακούλαpound=κοπανίζωpound=λίβραpound=λίμπραpound=μάντραpour=βάζωpour=ρίχνωpour=χιμώpoverty=ένδειαpoverty=μιζέριαpoverty=πενίαpoverty=φτώχειαpowder=πασπαλίζωpowder=πούδραpower=δύναμηpower=εξουσίαpower=κύροςpowerful=δυναμικόςpowerful=δυνατόςpowerful=ισχυρόςpowerless=αδύναμος


powerless=ανίκανοςpractical=πρακτικόςpractically=σχεδόνpractice=άσκησηpractice=πρακτικήpractise=ασκώpractise=εξασκώpraise=εκθειάζωpraise=έπαινοςpraiseworthy=αξιέπαινοςprawn=γαρίδαpray=προσεύχομαιprayer=προσευχήpreacher=ιεροκήρυκαςpreaching=κήρυγμαpreamble=πρόλογοςpreamble=σκεπτικόprecarious=επισφαλήςprecaution=προφύλαξηprecautionary=προληπτικόςprecede=προηγούμαιprecedent=προηγούμενοprecious=πολύτιμοςprecious=τιμαλφήςprecipice=γκρεμόςprecipitate=επισπεύδωprecise=ακριβήςprecise=ακριβολόγοςprecise=συγκεκριμένοςprecisely=ακριβώςprecision=ακρίβειαpreclude=αποκλείωpreclude=παρακωλύωpreconceive=προδικάζωpreconception=προκατάληψηprecursor=προάγγελοςpredatory=αρπακτικόςpredict=προβλέπωpredict=προλέγωprediction=πρόβλεψηprediction=πρόρρησηpredominate=επικρατώpredominate=υπερισχύωpreface=προλογίζωpreface=πρόλογοςpreface=προοίμιοpreference=προτίμησηprefix=πρόθεμαpregnancy=εγκυμοσύνηpregnancy=κύησηpregnant=έγκυοςprehistoric=προϊστορικόςprejudice=προκατάληψηprejudice=πρόληψηpreliminary=προκαταρκτικόςpremature=πρόωροςpremeditated=εσκεμμένοςpremiere=πρεμιέραpremise=κατάστημαpremise=οίκημαpremise=πρόταση


prepare=προετοιμάζωpreparing=προπαρασκευαστικόςpreposition=πρόθεσηprerogative=προνόμιοpresage=προμήνυμαprescribe=διατάσσωprescribe=ορίζωprescribe=προβλέπωprescription=παραγραφήpresence=παρουσίαpresent=δώροpresent=παρουσιάζωpresent=παρώνpresentation=παρουσίασηpreservation=διατήρησηpreserve=διασώζωpreserve=διατηρώpreserve=συντηρώpreside=προεδρεύωpresidency=προεδρίαpresident=πρόεδροςpresidential=προεδρικόςpress=πιέζωpress=πρεσάρωpressure=πίεσηprestige=αίγληprestige=γόητροpresume=υποθέτωpresuppose=προϋποθέτωpretence=εκζήτησηpretend=προσποιούμαιpretension=αξίωσηpretentious=ξιπασμένοςpretty=χαριτωμένοςprevail=επικρατώprevail=υπερισχύωprevalence=επικράτησηprevaricate=υπεκφεύγωprevarication=χρονοτριβήprevent=αποτρέπωprevent=εμποδίζωprevent=προλαβαίνωprevention=αποφυγήprevention=εμποδισμόςprevention=πρόληψηprevious=προηγούμενοςpreviously=προηγούμεναprey=βοράprey=λείαprice=τιμήpriceless=ανεκτίμητοςprick=κέντημαprick=κεντώprick=τρυπώprick=τσιτώνωprickly=ακανθώδηςprickly=δύσκολοςprickly=ευερέθιστοςpride=έπαρσηpride=καμάριpride=φιλοτιμία


priest=παπάςpriesthood=ιερατείοprimacy=πρωτείαprimacy=υπεροχήprimarily=κυρίωςprimary=πρωταρχικόςprimary=πρώτοςprimitive=αρχέγονοςprimitive=πρωτόγονοςprimordial=προϊστορικόςprince=πρίγκιπαςprincely=ηγεμονικόςprincipal=ηγετικόςprinci<strong>pl</strong>e=αρχήprint=εμπριμέprint=τυπώνωprinter=τυπογράφοςprinting=εκτύπωσηpriority=προτεραιότηταprisoner=φυλακισμένοςpristine=πρωτόγονοςprivate=ιδιαίτεροςprivate=ιδιωτικόςprivate=φαντάροςprivy=αποχωρητήριοprivy=μυημένοςprize=βραβείοprize=έπαθλοprobably=πιθανάprobe=εξερευνώprobe=εξετάζωprobe=καθετήραςprobing=εμβάθυνσηproblem=πρόβλημαprocedure=διαδικασίαproceed=προβαίνωproceed=προχωρώproceeding=διενέργειαproceeding=ενέργειαprocess=διαδικασίαprocess=επεξεργάζομαιprocess=κατεργάζομαιprocessing=επεξεργασίαprocession=παρέλασηproclaim=διαλαλώproclaim=καταδεικνύωproclaim=προκηρύσσωproclamation=εξαγγελίαproclamation=κήρυξηprod=σπρώχνωprodigality=ασωτίαprodigious=τεράστιοςproduce=παράγωproduce=προσκομίζωproducer=παραγωγόςproducing=παραγωγικόςproduct=προϊόνproduction=παραγωγήproductive=παραγωγικόςproductivity=παραγωγικότηταprofane=βέβηλος


profession=επάγγελμαprofessional=επαγγελματίαςprofessional=επαγγελματικόςprofessor=καθηγητήςproffer=δίνωproficiency=ικανότηταproficient=ικανόςproficient=προχωρημένοςprofile=επισκόπησηprofile=προφίλprofit=απολαβήprofit=κέρδοςprofit=ωφέλειαprofitable=επικερδήςprofligacy=ακολασίαprofligacy=ασωτίαprofound=βαθύςprofound=βαθυστόχαστοςprofoundly=βαθύταταprofoundly=κατάκαρδαprofuse=αδρόςprofuse=αφειδήςprogeny=απόγονοςprogram=πρόγραμμαprogramme=πρόγραμμαprogramming=προγραμματισμόςprogress=προοδεύωprogress=πρόοδοςprogression=εξέλιξηprogression=πρόοδοςprogressive=προοδευτικόςprohibit=απαγορεύωprohibition=απαγόρευσηproject=προβάλλωproject=πρόγραμμαproject=σχέδιοprojectile=βλήμαprojection=ακτινοβολίαprojection=προβολήprojection=υπολογισμόςprojector=προβολέαςprolixity=μακρηγορίαprolong=παρατείνωpromenade=σεργιανίζωprominent=διακεκριμένοςprominent=διαπρεπήςprominent=ευδιάκριτοςpromise=υπόσχεσηpromise=υπόσχομαιpromote=προάγωpromote=προωθώpromotion=ανάδειξηpromotion=προαγωγήpromotion=προώθησηprompt=γρήγοροςprompt=υποκινώprompt=ωθώprompter=υποβολέαςpromptly=έγκαιραpromulgate=ανακοινώνωpromulgate=κοινοποιώ


prone=μπρούμυταprone=πρηνήςpronounce=προφέρωpronouncement=γνωμάτευσηproof=απόδειξηproof=πειστήριοprop=στυλοβάτηςpropagate=διασπείρωpropeller=έλικαςproper=ευπρεπήςproper=καθωσπρέπειproper=πρέπωνproper=σωστόςproperly=ευπρεπέσταταproperly=σωστάproperty=ακίνητοproperty=κτήμαproperty=περιουσίαproperty=σπίτιpropitiate=εξευμενίζωpropitious=ευμενήςproportion=αναλογίαproportionate=ανάλογοςproposal=πρότασηpropose=προτείνωproposition=επιχείρησηproposition=πρόβλημαpropulsion=ώθησηprosaic=μονότονοςprosaic=πεζόςprosecutor=κατήγοροςprospect=προοπτικήprosper=επιτυγχάνωprosper=ευημερώprosperity=ευημερίαprostitute=ιερόδουληprostitute=πόρνηprotect=κατοχυρώνωprotect=προστατεύωprotection=προστασίαprotective=προστατευτικόςprotector=προστάτηςprotest=διαμαρτυρίαprotest=διαμαρτυρίεςprotest=διαμαρτύρομαιProtestant=Διαμαρτυρόμενοςprototype=πρωτότυποprotractor=μοιρογνωμόνιοprotrude=εξέχωprotrusion=προεξοχήproud=καμαρωτόςproud=περήφανοςproudly=υπερήφαναprove=αποδεικνύωprovenance=προέλευσηproverb=παροιμίαprovide=παρέχωprovide=προνοώprovince=αρμοδιότηταprovince=επαρχίαprovincial=επαρχιακός


provision=διάταξηprovision=μέριμναprovision=προμήθειαprovisional=προσωρινόςproviso=ρήτραprovoke=προκαλώproximity=εγγύτηταproxy=παραγγελιοδόχοςprudence=σωφροσύνηprune=κλαδεύωprurient=ηδυπαθήςpsalm=ψαλμόςpsyche=ψυχοσύνθεσηpsychiatrist=ψυχίατροςpub=μπαρpuberty=ήβηpublic=κοινόςpublication=δημοσίευμαpublication=δημοσίευσηpublication=δημοσιοποίησηpublication=έκδοσηpublicity=δημοσιότηταpublish=δημοσιεύωpublisher=εκδότηςpuddle=λιμνούλαpuddle=λούτσαpuff=τολύπηpull=τράβηγμαpull=τραβώpulley=τροχαλίαpulp=πολτόςpulse=παλμόςpump=αντλίαpump=τρόμπαpump=φουσκώνωpumpkin=κολοκύθαpumpkin=κολοκύθιpunch=γρονθοκοπώpunctilious=ακριβολόγοςpunctual=συνεπήςpunctuality=συνέπειαpunctuate=στίζωpunctuation=στίξηpunish=τιμωρώpunishment=τιμωρίαpuny=αδύνατοςpuny=ασήμαντοςpuny=ισχνόςpup=κουτάβιpupa=νύμφηpupil=μαθητήςpupil=μαθήτριαpuppet=κούκλαpuppet=νευρόσπαστοpuppy=κουταβάκιpurchase=αγοράpurchase=αγοράζωpurchaser=αγοραστήςpure=ατόφιοςpurely=αγνάpurely=τελείως


purge=αποπλύνωpurge=εκκενώνωpurloin=σφετερίζομαιpur<strong>pl</strong>e=μωβpurpose=σκοπόςpurposeful=σκόπιμοςpurr=γουργουρίζωpurse=πορτοφόλιpursue=ασκώpursue=επιδιώκωpursue=παγανίζωpursuit=ασχολίαpursuit=επίτευγμαpursuit=καταδίωξηpurvey=εφοδιάζωpurvey=προμηθεύωpus=πύοpush=σπρώξιμοpush=σπρώχνωpusillanimous=μικρόψυχοςpussy=ψιψίναput=βάζωput=τοποθετώputty=στόκοςpuzzle=προβληματίζωpygmy=πυγμαίοςpyjamas=πιτζάμαpyramid=πυραμίδαpython=πύθωναςquack=καμποτίνοςquack=κράζωquadru<strong>pl</strong>e=τετραπλασιάζωquail=ορτύκιquaint=γραφικόςquaint=παράξενοςqualification=πρόκρισηqualify=προκρίνομαιquality=ποιότηταquantity=ποσότηταquarrel=διαπληκτίζομαιquarrel=καυγαδίζωquarrel=καυγάςquarrel=φιλονικίαquarrelsome=καβγατζήςquarrelsome=φιλόνικοςquarry=νταμάριquarter=μαχαλάςquarter=τέταρτοquartet=κουαρτέτοquartz=χαλαζίαςquaver=τρέμωquay=αποβάθραqueen=βασίλισσαqueer=αδερφήqueer=αλλόκοτοςqueer=παράξενοςquench=σβήνωquerulous=γκρινιάρηςquerulous=μεμψίμοιροςquery=ερώτημαquery=ερώτηση


quest=αναζήτησηquestion=ανακρίνωquestion=ερώτημαquestion=ερώτησηquestion=ζήτημαquestionnaire=ερωτηματολόγιοquick=γοργόςquick=γρήγοροςquicken=επιταχύνωquiet=ησυχασμόςquiet=ήσυχοςquilt=πάπλωμαquince=κυδώνιquintessence=πεμπτουσίαquintet=πεντάδαquip=ευφυολόγημαquirky=εκκεντρικόςquite=αρκετάquite=εντελώςquiver=τρεμουλιάζωquiver=τρέμωquotation=παράθεσηquotation=χωρίοquote=καθορίζωquote=μνημονεύωquote=παραθέτωrabbi=ραβίrabbit=κουνέλιrabid=λυσσαλέοςrace=ράτσαracial=φυλετικόςracism=ρατσισμόςracist=ρατσιστήςrack=βασανιστήριοrack=μέγγενηrack=ράφιrack=σχάραracket=ρακέταradar=ραντάρradiant=ακτινοβόλοςradiant=αστραφτερόςradiate=ακτινοβολώradiate=εκπέμπωradiation=ακτινοβολίαradiator=καλοριφέρradiator=σόμπαradical=ριζικόςradio=ράδιοradius=ακτίναraft=σχεδίαrafter=καδρόνιrafter=πάτεροrag=κουρέλιrage=λυσσομανώrage=μανίαrage=οργήrage=φουντώνωragged=κουρελιασμένοςraid=επιδρομήraider=εισβολέαςrail=ράγα


ailing=διαμαρτυρίεςrailing=κιγκλίδωμαrailway=σιδηρόδρομοςrain=βροχήrainfall=βροχόπτωσηrainstorm=καταιγίδαrainy=βροχερόςraise=αναστηλώνωraise=ανατρέφωraise=σηκώνωraise=υψώνωraising=ανύψωσηram=εμβολίζωram=κριάριramification=διακλάδωσηramification=παρακλάδιramp=ράμπαrampant=αχαλίνωτοςrampart=έπαλξηrampart=μετερίζιrampart=προμαχώναςranch=ράντσοrancour=μίσοςrancour=μνησικακίαrange=διακυμαίνομαιrange=εμβέλειαrange=φάσμαrank=βαθμίδαrank=βαθμολογώrank=βαθμόςrank=κατατάσσωransack=λεηλατώransom=εξαγοράransom=λύτραrapacious=άπληστοςrapacity=αρπακτικότηταrape=βιασμόςrape=κράμβηrapid=γοργόςrapid=γρήγοροςrapidly=γοργάrapidly=γρήγοραrapine=αρπαγήrapture=έκστασηrare=σπάνιοςrarely=σπάνιαrascal=μόρτηςrash=απερίσκεπτοςrash=εξάνθημαrash=παράτολμοςrasp=ράσπαraspberry=βατόμουροrat=αρουραίοςrate=αναλογίαrate=τιμήratify=επικυρώνωratify=κυρώνωrating=εκτίμησηration=κατανέμωration=μερίδαration=σιτηρέσιο


ational=λογικόςrationalize=αιτιολογώrattle=κουδουνίζωrattle=κροταλίζωrattle=τραντάζωraucous=βραχνόςravage=καταστρέφωravage=ρημάζωrave=διθυραμβικόςrave=ενθουσιώδηςravenous=λιμασμένοςravenous=πεινασμένοςravine=λαγκάδαravine=λαγκάδιravine=ρεματιάravine=φαράγγιraw=ωμόςray=ακτίναray=αχτίδαray=σαλάχιraze=ισοπεδώνωraze=κατεδαφίζωrazor=ξυράφιreach=φτάνωreact=αντιδρώreaction=αντίδρασηreactor=αντιδραστήραςread=διαβάζωreader=αναγνώστηςreading=διάβασμαreadjust=αναπροσαρμόζομαιready=έτοιμοςready=πανέτοιμοςreal=πραγματικόςrealism=ρεαλισμόςrealize=υλοποιούμαιreally=αλήθειαreally=πράγματιrealm=σφαίραrealm=τομέαςreap=θερίζωrear=ανατρέφωrear=πισινόςreason=αιτίαreason=αιτιολογίαreason=λόγοςreasonable=λογικόςreasonably=αρκετάreasonably=λογικάreasoning=συλλογισμόςreasoning=συλλογιστικόςreassurance=επιβεβαίωσηreassurance=καθησύχασηreassure=καθησυχάζωrebate=έκπτωσηrebel=επαναστάτηςrebel=επαναστατώrebellion=εξέγερσηrebellion=επανάστασηrebellious=στασιαστικόςrebirth=αναγέννηση


ebuild=ανοικοδομώrebuild=ξανακτίζωrebuilding=ανοικοδόμησηrebuke=επίπληξηrebuke=επιπλήττωrebuke=κατσαδιάζωrebut=αντικρούωrebuttal=αντίκρουσηrebuttal=διάψευσηrecall=θυμάμαιrecede=υποχωρώreceipt=απόδειξηreceipt=λήψηreceipt=παραλαβήreceive=λαμβάνωreceive=παραλαμβάνωreceiver=εκκαθαριστήςreceiver=παραλήπτηςrecent=πρόσφατοςrecently=πρόσφαταreception=λήψηreception=ρεσεψιόνreception=υποδοχήrecess=σηκόςrecipe=συνταγήrecipient=παραλήπτηςreciprocate=ανταποδίνωrecital=ρεσιτάλreckless=απερίσκεπτοςreckless=ατάσθαλοςreckless=παράτολμοςrecklessness=αποκοτιάreckon=υπολογίζωrecognisable=αναγνωριζόμενοςrecognisable=έγκυροςrecognise=αναγνωρίζωrecognition=αναγνώρισηrecollect=θυμάμαιrecommend=προτείνωrecommend=συνιστώrecommend=συστήνωrecompense=αμοιβήreconcile=συμβιβάζωreconcile=συμφιλιώνωreconciliation=συμφιλίωσηrecondite=δυσνόητοςrecondite=σκοτεινόςrecondition=ανακαινίζωrecondition=αποκαθιστώreconnaissance=αναγνώρισηreconnaissance=αναγνωριστικόςreconnaissance=ανίχνευσηreconnoitre=εξερευνώreconstruction=ανασυγκρότησηrecord=δίσκοςrecord=ηχογραφώrecord=καταγράφωrecord=ρεκόρrecording=ηχογράφησηrecording=ηχοληψίαrecount=αφηγούμαι


ecount=διηγούμαιrecover=ανακτώrecover=αναρρώνωrecover=επανακτώrecovery=ανάρρωσηrecreate=αναδημιουργώrecreate=αναπαριστώrecreation=αναψυχήrecruit=νεοσύλλεκτοςrecruit=στρατολογώrecruitment=πρόσληψηrecruitment=στρατολόγησηrectal=πρωκτικόςrectangle=ορθογώνιοrectitude=ακεραιότηταrectitude=ορθότηταrecur=ξανασυμβαίνωrecurrence=επανεμφάνισηrecycling=ανακύκλωσηred=κόκκινοςredeem=εξαγοράζωredemption=εξαγοράredemption=λύτρωσηredolent=αποπνέωνredoubtable=επίφοβοςreduce=ελαττώνωreduce=μειώνωreduce=περιορίζωreduction=αναγωγήreduction=μείωσηreduction=περιστολήredundant=πλεονάζωνredundant=υπεράριθμοςreed=καλάμιreef=ύφαλοςreel=μηχανάκιrefer=αναφέρομαιrefer=παραπέμπωreferee=διαιτητήςreference=αναγωγήreference=αναφοράrefine=βελτιώνωrefine=ραφινάρωrefined=εκλεπτυσμένοςrefined=καλλιεργημένοςrefined=ραφινάτοςrefinement=βελτίωσηrefinery=διυλιστήριοreflect=αντανακλώreflect=αντικατοπτρίζωreflecting=αντανακλαστικόςreforestation=αναδάσωσηreform=ανασχηματισμόςreform=μεταρρυθμίζωreform=μεταρρύθμισηreformation=αναμόρφωσηrefract=διαθλώrefraction=διάθλασηrefrain=απέχωrefrain=επωδόςrefrigerator=ψυγείο


efuge=ησυχαστήριοrefuge=καταφύγιοrefugee=πρόσφυγαςrefuse=σκουπίδιαrefutation=διάψευσηrefute=αναιρώrefute=αντικρούωregal=βασιλικόςregard=θεωρώregent=αντιβασιλέαςregime=δίαιταregime=καθεστώςregime=πολίτευμαregiment=σύνταγμαregister=εγγράφομαιregister=καταχωρώregistrar=ληξίαρχοςregistration=εγγραφήregret=λυπάμαιregret=λύπηregret=μετανιώνωregrettable=ατυχήςregrettable=θλιβερόςregroup=συσπειρώνωregular=ομαλόςregular=τακτικόςregularity=τακτικότηταregularly=τακτικάregulate=κανονίζωregulation=κανονισμόςregulation=ρύθμισηregulator=ρυθμιστήςregurgitate=αναμασώrehabilitation=αποκατάστασηrehearsal=πρόβεςreign=βασιλείαreign=βασιλεύωreimburse=αποζημιώνωreimbursement=αποζημίωσηrein=χαλινάριreinforcement=ενίσχυσηreinstate=αποκαθιστώreject=απορρίπτωrejection=απόρριψηrejoice=πανηγυρίζωrejoice=χαίρομαιrejoin=ανταπαντώrelapse=υποτροπιάζωrelate=διηγούμαιrelated=συγγενικόςrelated=συναφήςrelationship=σχέσηrelative=συγγενήςrelatively=σχετικάrelaxation=εκτόνωσηrelaxation=ξεκούρασηrelay=σκυταλοδρομίαrelease=δημοσιεύωrelease=εκκρίνωrelease=κυκλοφορώrelease=λύτρωση


elentless=αδιάκοποςrelevant=σχετικόςreliability=αξιοπιστίαreliability=σταθερότηταreliable=αξιόπιστοςreliable=εχέγγυοςreliable=συνεπήςreliable=φερέγγυοςrelic=υπόλειμμαrelief=ανάγλυφοςrelief=ανακούφισηrelief=αρωγήrelief=εκτόνωσηrelieve=ανακουφίζωrelieve=ξαλαφρώνωreligion=θρησκείαreligious=θρησκευόμενοςreligious=θρησκευτικόςreligious=θρήσκοςreliquary=λειψανοθήκηrelish=απολαμβάνωrelocate=μετακομίζωreluctance=απροθυμίαreluctant=απρόθυμοςreluctant=διστακτικόςremain=παραμένωremainder=κατάλοιποremains=ερείπιαremains=λείψαναremains=υπολείμματαremark=παρατήρησηremark=παρατηρώremarkable=αξιοσημείωτοςremedy=αποκαθιστώremedy=επανορθώνωremember=θυμάμαιremind=υπενθυμίζωreminder=υπόμνησηreminisce=αναπολώremission=ύφεσηremittance=έμβασμαremnant=ρετάλιremorse=τύψηremote=απόκεντροςremote=απόμακροςremote=απομακρυσμένοςremote=ψυχρόςremoval=αφαίρεσηremoval=εξάλειψηremoval=μετάθεσηremove=μετακομίζωremunerate=αμείβωremunerate=αποζημιώνωremunerate=πληρώνωRenaissance=Αναγέννησηrender=καθιστώrender=κάνωrender=προσφέρωrendition=μετάφρασηrenegade=αποστάτηςrenegade=λιποτάκτης


enew=ανανεώνωrenewable=ανανεώσιμοςrenewal=ανανέωσηrenounce=αποκηρύσσωrenounce=αποποιούμαιrenounce=εγκαταλείπωrenovate=ανακαινίζωrenovation=ανακαίνισηrenowned=διάσημοςrenowned=ξακουστόςrenowned=φημισμένοςrent=ενοικιάζωrent=ενοίκιοrent=νοίκιrental=ενοικίασηrental=μίσθωμαrenunciation=απάρνησηrenunciation=αποποίησηrepair=επισκευάζωrepair=επισκευήreparation=αποκατάστασηreparation=επανόρθωσηrepay=ανταμείβωrepay=ξεπληρώνωrepayment=αποπληρωμήrepeal=ακυρώνωrepeal=ανακαλώrepeal=καταργώrepeat=επαναλαμβάνωrepeated=αλλεπάλληλοςrepeated=επαναλαμβανόμενοςrepercussion=αντίκτυποrepercussion=αντίκτυποςrepercussion=επίπτωσηrepertoire=ρεπερτόριοrepertory=δραματολόγιοrepetition=επανάληψηre<strong>pl</strong>ace=αντικαθιστώre<strong>pl</strong>acement=αντικατάστασηre<strong>pl</strong>acement=αντικαταστάτηςre<strong>pl</strong>ay=ξαναπαίζωre<strong>pl</strong>enish=αναπληρώre<strong>pl</strong>enish=ανεφοδιάζωre<strong>pl</strong>ete=μεστόςre<strong>pl</strong>ete=πλήρηςre<strong>pl</strong>ica=αντίγραφοre<strong>pl</strong>ica=αντίτυποre<strong>pl</strong>y=ανταπαντώre<strong>pl</strong>y=αντίλογοςre<strong>pl</strong>y=απαντώreporter=δημοσιογράφοςreporter=ρεπόρτερrepository=αποθήκηrepository=ταμείοreprehend=αποδοκιμάζωreprehend=αποπαίρνωreprehend=μέμφομαιreprehensible=καταδικαστέοςreprehensible=μεμπτόςrepresent=αντιπροσωπεύωrepresentation=αναπαράσταση


epresentation=αντιπροσώπευσηrepresentation=απεικόνισηrepresentative=αντιπροσωπευτικόςrepresentative=αντιπρόσωποςrepresentative=παραστατικόςreprieve=αναστολήreprimand=επιτιμώreproach=επίπληξηreproduce=αναπαράγομαιreprove=επικρίνωreprove=επιτιμώreprove=κατακρίνωreptile=ερπετόrepublic=δημοκρατίαrepudiation=απάρνησηrepulsive=αντιπαθητικόςrepulsive=απωθητικόςreputable=ευυπόληπτοςreputable=ονομαστόςreputable=τίμιοςreputation=φήμηrequest=ζητώrequest=παρακαλώrequest=παράκλησηrequire=απαιτώrequire=χρειάζομαιrequisition=επίταξηrescind=ακυρώνωrescind=αναιρώrescind=καταργώrescue=διασώζωrescue=διάσωσηresearch=έρευναresearcher=ερευνητήςresentment=αγανάκτησηresentment=μνησικακίαreservation=επιφύλαξηreservation=κράτησηreserve=εφεδρείαreserve=εφεδρικόςreserve=παρακαταθήκηreserve=παρακρατώreserved=επιφυλακτικόςreserved=κρατημένοςreservoir=δεξαμενήresidence=κατοικίαresident=κάτοικοςresident=μόνιμοςresidential=κατοικημένοςresidential=οικιστικόςresidual=υπολειπόμενοςresidue=υπόλοιποresign=αποσύρομαιresign=παραιτούμαιresignation=εγκαρτέρησηresignation=παραίτησηresilience=ανάκαμψηresilience=ελαστικότηταresilient=ανθεκτικόςresin=ρετσίνιresin=ρητίνη


esist=αντιστέκομαιresistance=αντίστασηresistance=αντοχήresistant=ανθεκτικόςresolute=αποφασισμένοςresolve=αποφασίζωresolve=διευθετώresolve=λύνωresonance=απήχησηresonance=ηχηρότηταresonant=ηχηρόςresort=θέρετροresound=ηχώresounding=σκαστόςresounding=τρανταχτόςresource=πόροιresourceful=επινοητικόςresourcefulness=επινοητικότηταresourcefulness=εφευρετικότηταrespect=σεβασμόςrespect=σέβομαιrespectable=έντιμοςrespiration=αναπνοήrespite=ανάπαυλαrespite=διάλλειμαrespond=απαντώresponse=αντίλογοςresponse=απάντησηresponsibility=ευθύνηresponsible=αρμόδιοςresponsible=υπεύθυνοςresponsive=ανταποκρινόμενοςrest=ησυχασμόςrest=ξεκουράζομαιrest=υπόλοιποςrestaurant=εστιατόριοrestful=γαλήνιοςrestful=ξεκουραστικόςrestive=νευρικόςrestless=ανυπόμονοςrestoration=αναπαλαίωσηrestoration=επαναφοράrestore=ανακτώrestore=αναστηλώνωrestore=αποκαθιστώrestrain=αναχαιτίζωrestraint=φραγμόςrestrict=περιορίζωrestriction=περιορισμόςrestriction=περιστολήresult=αποτέλεσμαresult=έκβασηresult=επίπτωσηresume=ξαναρχίζωresurrection=ανάστασηresuscitate=νεκρανασταίνωresuscitate=ξαναζωντανεύωresuscitation=αναζωογόνησηretail=λιανικόςretain=διατηρώretain=κρατώ


etaliate=ανταποδίδωretaliate=εκδικούμαιretaliation=ανταπόδοσηretaliation=αντεκδίκησηretaliation=αντίποιναretard=επιβραδύνωretard=καθυστερώretention=παρακράτησηreticence=επιφυλακτικότηταreticence=ολιγολογίαreticent=εχέμυθοςreticent=κρυψίνουςreticent=λιγόλογοςreticent=λιγομίλητοςretinue=ακολουθίαretire=αποσύρομαιretirement=αποστράτευσηretort=ανταπαντώretort=αντίλογοςretreat=ησυχαστήριοretreat=κρησφύγετοretreat=οπισθοδρομώretreat=υποχωρώretrench=περικόπτωretribution=εκδίκησηretrieve=ανακτώretrieve=επαναφέρωretrieve=σώζωretrospective=αναδρομικόςreturn=γυρίζωreturn=επιστρέφωreturn=επιστροφήreunite=ξανασμίγωreunite=συμφιλιώνομαιreunite=συμφιλιώνωrev=μαρσάρωrevamp=ανακαινίζωreveal=αποκαλύπτωreveal=διαφαίνομαιrevel=ξεφαντώνωreveller=γλεντζέςrevelry=ξεφάντωμαrevenge=εκδίκησηrevenge=ρεβάνςrevenue=εισόδημαrevenue=έσοδοreverberate=ηχώreverend=πανοσιολογιότατοςreversal=αντιστροφήreverse=αντιστρέφωreview=αναθεωρώreview=ανασκόπησηreview=ανασκοπώreview=κριτικήrevile=προπηλακίζωrevival=αναβίωσηrevival=αναζωογόνησηrevival=επιστροφήrevive=αναβιώνωrevive=αναζωογονώrevoke=ανακαλώ


evolt=αποστασίαrevolt=εξέγερσηrevolting=αηδιαστικόςrevolting=επαναστατικόςrevolutionary=επαναστατικόςrevolve=περιστρέφομαιrevolve=περιστρέφωrevolving=περιστρεφόμενοςrevolving=περιστροφικόςreward=αμοιβήreward=ανταμοιβήrewarding=αποδοτικόςrewrite=ξαναγράφωrheumatism=ρευματισμοίrhino=ρινόκεροςrhombus=ρόμβοςrib=πλευρόribald=αισχρόςribald=χυδαίοςribbon=κορδέλαrice=ρύζιrich=πλούσιοςriches=πλούτηrichly=πλούσιαrickets=ραχίτιδαrickety=ξεχαρβαλωμένοςrid=απαλλάσσωriddle=γρίφοςriddle=κοσκινίζωride=ατραξιόνride=βόλταride=ιππεύωrider=αναβάτηςridge=κορυφογραμμήridicule=γελοιοποιώridicule=διασυρμόςridiculous=γελοίοςridiculous=περίγελοςridiculousness=γελοιότηταriding=ιππασίαrife=μπόλικοςrifle=καραμπίναrifle=τουφέκιrift=ρωγμήrift=σχισμήrift=χάσμαrig=εξοπλίζωrig=στήνωrigging=ξάρτιαright=δεξιόςright=δικαίωμαright=σωστόςrighteous=ενάρετοςrighteous=ηθικολόγοςrighteous=ηθικόςrighteousness=ευσυνειδησίαrigid=αδιάλλακτοςrigid=άκαμπτοςrigid=άτεγκτοςrigid=αυστηρόςrigidity=ακαμψία


igorous=εξονυχιστικόςrim=στεφάνηrind=κέλυφοςrind=φλούδαring=δακτυλίδιring=δαχτυλίδιring=μάτιrinse=ξεπλένωrinsing=απόπλυσηriot=όργιοriot=πληθώραriot=ταραχήrioter=ταραξίαςrip=σκίζωripen=μεστώνωripen=ωριμάζωrip<strong>pl</strong>e=κελαρύζωrip<strong>pl</strong>e=κυμάτισμαrip<strong>pl</strong>e=κυματισμόςrise=ανατέλλωrise=αυξάνομαιrise=αύξησηrise=ορθώνομαιrisk=αποτολμώrisk=διακυβεύωrisk=ριψοκινδυνεύωrisky=ριψοκίνδυνοςrival=αντίζηλοςrival=αντίπαλοςrival=παραβγαίνωrivalry=ανταγωνισμόςrivalry=αντιζηλίαriver=ποτάμιrivet=καρφώνωroad=δρόμοςroam=περιπλανιέμαιroar=βρυχηθμόςroar=βρυχώμαιroar=ωρύομαιroast=καβουρδίζωroast=καβουρντίζωroast=ψήνωroasting=κατσάδαroasting=ψήσιμοrob=ληστεύωrob=ξεγυμνώνωrobber=ληστήςrobbery=ληστείαrobe=ρόμπαrobe=τήβεννοςrobe=χιτώναςrobust=γερόςrobust=ρωμαλέοςrock=κουνώrock=λικνίζωrock=πέτραrock=ροκrocket=πύραυλοςrocket=ρόκαrocket=ρουκέταrocky=βραχώδης


ocky=πετρώδηςrod=βέργαrod=κοντάριrod=ραβδίrodent=τρωκτικόroe=ταραμάςrogue=μπερμπάντηςrole=ρόλοςroll=κύλινδροςroll=κυλώroll=ψωμάκιroller=μπικουτίromance=ρομάντζαromantic=ρομαντικόςroof=οροφήroof=σκεπήroof=ταράτσαrook=πύργοςroom=δωμάτιοroom=χώροςroomy=ευρύχωροςroost=κουρνιάζωroot=ρίζαrope=σκοινίrose=τριαντάφυλλοrosette=κονκάρδαrosy=ρόδινοςrot=σαπίζωrotate=περιστρέφομαιrotate=περιστρέφωrote=παπαγαλίστικοςrotten=σαθρόςrotten=σαπισμένοςrotten=σαπρόςrotten=χάλιαrouge=ρουζrough=πρόχειροςrough=σκληρόςrough=τραχύςroughly=πρόχειραroughness=τραχύτηταroulette=ρουλέταround=γύροςround=περιοδείαround=στρογγυλόςroundabout=κόμβοςroute=διαδρομήroute=δρόμοςroute=πορείαroutine=ρουτίναrow=καβγάςrow=κωπηλατώrow=σειράrowdy=ταραχώδηςrowing=κωπηλασίαroyal=βασιλικόςroyal=ηγεμονικόςrub=τρίβωrubber=γόμαrubber=λαστιχένιοςrubbish=βλακείες


ubbish=σαρίδιrubbish=σκουπίδιαrubble=μπάζαrubble=χαλάσματαrubric=υπόδειξηruby=ρουμπίνιrucksack=σακίδιοrudder=δοιάκιrudder=πηδάλιοruddy=ροδαλόςrude=αγενήςrude=αγροίκοςrue=απήγανοςrue=μετανιώνωruff=ψευτομαχητήςruffle=αναμαλλιάζωrug=χαλίruin=ρήμαγμαruin=χαλώruin=χαντακώνωrule=αποφασίζωrule=βασιλεύωrule=ιθύνωrule=κανόναςruler=ρίγαruler=χάρακαςruling=κυρίαρχοςrum=ρούμιrumble=μπουμπουνίζωruminate=αναχαράζωrummy=ραμίrumour=φήμηrumour=φημολογίαrump=πυγήrun=τρέχωrunner=αθλητήςrunner=δρομέαςrunning=τρέξιμοrupture=θλάσηrupture=θραύσηrural=αγροτικόςrush=βιασύνηrush=ορμήrush=τρέχωrustle=θρόισμαrut=αυλάκιruthless=αδίστακτοςruthless=ανελέητοςruthless=άσπλαχνοςrye=σίκαληsable=σαμούριsabotage=δολιοφθοράsabotage=σαμποτάρωsabre=σπάθαsack=απολύωsacred=ιερόςsacred=όσιοςsacrifice=θυσίαsacrifice=θυσιάζωsacristan=σκευοφύλακαςsad=λυπημένος


saddle=σέλαsadly=θλιβεράsadly=λυπημέναsadly=λυπηράsadness=λύπηsafe=ασφαλήςsafe=χρηματοκιβώτιοsafeguard=διασφαλίζωsafeguard=κατοχυρώνωsafeguard=περιφρουρώsafety=ασφάλειαsaffron=ζαφοράsaffron=κρόκοςsag=βουλιάζωsag=κρεμάωsagacity=αγχίνοιαsage=φασκομηλιάsage=φασκόμηλοsail=πανίsail=πλέωsailing=ναυτιλίαsailing=πλεύσηsailor=ναύτηςsaint=άγιαsaint=άγιοςsaintly=αγιοπρεπήςsaintly=άγιοςsalad=σαλάταsalary=μισθόςsale=πώλησηsales=εκπτώσειςsaline=αλατούχοςsaline=αλμυρόςsalivate=σαλιάζωsallow=κίτρινοςsallow=ωχρόςsalmon=σολομόςsalon=μαγαζίsalt=αλάτιsalty=αλμυρόςsalvation=σωτηρίαsalve=κατευνάζωsame=ίδιοςsam<strong>pl</strong>e=γεύομαιsam<strong>pl</strong>e=δείγμαsam<strong>pl</strong>e=δοκιμάζωsanction=επικυρώνωsanction=κύρωσηsanctity=αγιότηταsanctity=απαραβίαστοsanctity=ιερότηταsanctuary=καταφύγιοsand=άμμοςsandal=πέδιλοsandal=σανδάλιsandpit=σκάμμαsandstone=αμμόλιθοςsandwich=σάντουιτςsandy=αμμώδηςsane=λογικόςsanitary=υγιεινός


sanitation=υγιεινήsanity=λογικήsap=εξαντλώsap=ζουμίsap=χυμόςsapper=σκαπανέαςsapphire=ζαφείριsarcastic=σαρκαστικόςsardine=σαρδέλαsardonic=σαρδόνιοςsate=ικανοποιώsate=χορταίνωsatellite=δορυφόροςsatin=σατένsatisfaction=αρέσκειαsatisfaction=ικανοποίησηsatisfy=ικανοποιώsaturate=μουσκεύωsaturation=κορεσμόςsaucy=αναιδήςsaucy=ξετσίπωτοςsaunter=σουλατσάρωsausage=λουκάνικοsavage=άγριοςsavage=βάρβαροςsavagely=άγριαsave=αποκρούωsave=αποταμιεύωsave=διασώζωsave=εκτόςsaving=αποταμίευσηsaving=οικονομίαsaviour=σωτηρίαsavour=γεύομαιsavour=γεύσηsavoury=πικάντικοsaw=είδαsaw=πριόνιsaw=πριονίζωsay=λέωsaying=γνωμικόsaying=παροιμίαsaying=ρήσηscab=απεργοσπάστηςscabies=ψώραscaffold=ικρίωμαscaffold=κρεμάλαscaffold=σκαλωσιάscaffolding=σκαλωσιάscald=ζεματίζωscale=κλίμακαscale=κλίμακαςscale=κλιμάκωσηscale=λέπιscallop=χτένιscamp=μπερμπάντηςscamp=παλιάνθρωποςscan=αγναντεύωscan=ερευνώscan=σαρώνωscanty=λιγοστός


scar=ουλήscarce=σπάνιοςscarcity=έλλειψηscarcity=σπανιότηταscare=εκφοβίζωscare=τρομάζωscarf=κασκόλscarf=μαντήλιscarlet=άλικοςscarlet=κατακόκκινοςscary=τρομακτικόςscathing=δηκτικόςscatter=διασκορπίζομαιscatter=διασκορπίζωscatter=διασπείρωscatter=σκορπίζωscene=σκηνήscene=τοπίοscenery=τοπίοscent=άρωμαscent=ευωδίαscent=μυρωδιάscent=οσμήsceptic=δύσπιστοςsceptic=σκεπτικιστήςscepticism=σκεπτικισμόςsceptre=σκήπτροschedule=πρόγραμμαschedule=προγραμματίζωscheme=πρόγραμμαschool=σχολείοschooner=γαλέταschooner=σκούναscience=επιστήμηscientific=επιστημονικόςscientist=πανεπιστήμωνscion=γόνοςscion=μπόλιscoff=λοιδορίαscoff=περιγελώscolding=επίπληξηscolding=κατσάδαscoop=σέσουλαscooter=βέσπαscorch=καίωscorch=καψαλίζωscore=εικοσαριάscore=σκορscore=σκοράρωscorn=καταφρόνιαscorn=περιφρόνησηscorn=περιφρονώscornful=περιφρονητικόςscornful=χλευαστικόςscotch=αποτρέπωscotch=ουίσκιScotch=Σκοτσέζοςscoundrel=παλιάνθρωποςscour=τρίβωscour=χτενίζωscourge=μάστιγα


scourge=μαστιγώνωscourge=μαστίζωscourge=πληγήscout=ανιχνευτήςscout=ανιχνεύωscout=πρόσκοποςscowl=κατσουφιάζωscowl=συνοφρυώνομαιscraggy=ισχνόςscramble=διαταράσσωscramble=σκαρφαλώνωscrap=αποφάγιαscrape=ξύνωscratch=αμυχήscratch=γρατσουνιάscratch=γρατσουνίζωscratch=ξύνωscream=κραυγάζωscream=κραυγήscream=στριγκλίζωscream=φωνάζωscreen=εξετάζωscreen<strong>pl</strong>ay=σενάριοscrew=βίδαscrew=βιδώνωscribble=ορνιθοσκαλίσματαscript=σενάριοscrotum=όσχεοscrub=θάμνοιscrub=ρουμάνιscrub=τρίβωscrub=χαμόδεντραscruffy=απεριποίητοςscruffy=ατημέλητοςscrupulous=ευσυνείδητοςscrupulous=λεπτολόγοςscuffle=καυγάςscuffle=συμπλοκήsculpt=λαξεύωsculpt=πλάθωsculptor=γλύπτηςsculptor=λαξευτήςsculpture=άγαλμαsculpture=γλυπτικήsculpture=γλυπτόscum=γλίτσαscurf=κασίδαscurrilous=πρόστυχοςscurrilous=χυδαίοςscurvy=σκορβούτοscythe=δρεπάνιsea=θάλασσαsea=πέλαγοςseagull=γλάροςseal=βούλαseal=φώκιαseam=ραφήseaman=ναυτικόςsea<strong>pl</strong>ane=υδροπλάνοsearch=αναζήτησηseashore=γιαλός


seaside=ακτήseaside=γιαλόςseason=νοστιμίζωseason=περίοδοseason=περίοδοςseasonal=εποχικόςseasoning=άρτυμαseat=καθίζωseat=κάθισμαseaweed=φύκιsecession=αποσκίρτησηseclude=απομονώνωsecluded=απομονωμένοςsecluded=ερημικόςseclusion=απομόνωσηsecond=δευτερόλεπτοsecond=δεύτερονsecond=δεύτεροςsecondary=δευτερεύωνsecrecy=εχεμύθειαsecrecy=μυστικότηταsecret=απόρρητοςsecret=μυστικόsecret=μυστικόςsecrete=εκκρίνωsecretive=εχέμυθοςsecretive=μυστηριώδηςsect=αίρεσηsection=τμήμαsection=τομήsecular=κοσμικόςsecure=ασφαλήςsecure=ασφαλίζωsecure=διασφαλίζωsecure=εδραιώνωsecurity=αντίκρισμαsecurity=ασφάλειαsediment=ίζημαsediment=ιλύςsediment=κατακάθιsedition=στασιασμόςseditious=στασιαστικόςseduce=αποπλανώseduce=μαυλίζωseduce=ξελογιάζωseduction=εκμαυλισμόςseductive=δελεαστικόςseductive=θελκτικόςsee=βλέπωseed=εμφυτεύωseed=σπέρνωseed=σπόροςseedling=φιντάνιseedling=φυντάνιseek=αναζητώseek=ψάχνωseeker=αναζητητήςseem=φαίνομαιseep=διαρρέωseesaw=τραμπάλαseethe=βράζω


seethe=κοχλάζωsegment=τμήμαseize=καταλαμβάνωseize=κατάσχωseizure=σπασμόςseldom=σπάνιαselect=διαλέγωselection=επιλογήselective=επιλεκτικόςself-confidence=αυτοπεποίθησηselfish=εγωιστήςselfish=ιδιοτελήςselfishness=εγωισμόςselfishness=ιδιοτέλειαselfishness=φιλαυτίαself-reliant=αυτοδύναμοςself-sufficient=αυτάρκηςsell=εκποιώsell=πουλώselvage=ούγιαsemen=σπέρμαsemester=εξάμηνοsenate=γερουσίαsenator=γερουσιαστήςsend=στέλνωseneschal=οικονόμοςseneschal=τελετάρχηςsenile=γεροντικόςsensation=αίσθημαsensation=αίσθησηsensational=εντυπωσιακόςsensational=θεαματικόςsense=αισθάνομαιsense=αίσθημαsense=νόημαsense=σωφροσύνηsenseless=ανόητοςsenseless=παράλογοςsensible=λογικόςsensitive=ευαίσθητοςsensitivity=ευαισθησίαsensor=αισθητήραςsensor=ανιχνευτήςsensory=αισθητήριοςsensual=αισθησιακόςsentence=καταδικάζωsentence=καταδίκηsentence=πρότασηsentimental=συναισθηματικόςsentinel=σκοπόςsentinel=φρουρόςsentry=καραούλιseparate=ιδιαίτεροςseparate=ξεχωριστόςseparate=χωρίζωseparate=χωριστόςseparation=διαχωρισμόςseparation=χωρισμόςsequence=αλληλουχίαsequence=διαδοχήsequence=σειρά


seraglio=σαράιserenade=πατινάδαserene=ατάραχοςserene=γαλήνιοςserenity=γαλήνηsergeant=αρχιφύλακαςsergeant=λοχίαςserial=σειράserious=σοβαρόςseriously=βαριάseriously=σοβαράsermon=κήρυγμαservant=υπηρέτηςservant=υπηρέτριαserve=υπηρετώservice=εξυπηρέτησηservice=ρουσφέτιservice=σέρβιςservice=υπηρεσίαserving=μερίδαservitude=δουλειάservitude=σκλαβιάsession=ώραset=καθορισμένοςset=τοποθετώsetback=αναποδιάsettee=καναπέςsetting=περιβάλλονsettle=εγκαθίσταμαιsettle=κανονίζωsettlement=οικισμόςsettler=οικιστήςseven=επτάseventh=έβδομοςsever=αποκόβωsever=κόβωseveral=αρκετέςseveral=αρκετοίseverance=διακοπήsevere=αυστηρόςsevere=δριμύςsevere=σέρτικοςsevere=σοβαρόςseverity=αυστηρότηταsew=ράβωsewer=οχετόςsex=έρωταςsex=σεξsex=φύλοsexual=σεξουαλικόςsexuality=σεξουαλικότηταshabby=ακατάστατοςshade=σκιάshadow=σκιάshadowy=σκιώδηςshady=σκιερόςshady=ύποπτοςshaft=άξοναςshake=κουνώshake=σαλεύωshake=σείω


shake=ταράζωshaky=επισφαλήςshallow=επιπόλαιοςshallow=ρηχόςsham=καμώματαshame=κρίμαshame=ντροπήshameless=αδιάντροποςshameless=ασύστολοςshameless=ξετσίπωτοςshampoo=σαμπουάνshape=διαμορφώνωshape=μορφώνωshape=σχήμαshape=σχηματίζωshard=θραύσμαshare=κλήροςshare=μοιράζομαιshare=μοιράζωshared=κοινόςshared=μοιρασμένοςshareholder=μέτοχοςshark=καρχαρίαςsharp=αιφνίδιοςsharp=κοφτερόςsharp=μυτερόςsharp=οξυδερκήςsharpen=ακονίζωsharpen=ξύνωshar<strong>pl</strong>y=κοφτάsharpness=οξυδέρκειαsharpness=στυφότηταshatter=θρυμματίζομαιshatter=θρυμματίζωshave=ξυρίζομαιshawl=σάλιshe=αυτήsheath=κολεόςshed=αποβάλλωshed=καλύβαshed=παράγκαsheen=γυαλάδαsheep=πρόβαταsheep=πρόβατοsheer=απόκρημνοςsheer=απότομοςsheer=καθαρόςsheet=κομμάτιsheet=σεντόνιsheet=στρώμαshelf=ράφιshell=καβούκιshell=κέλυφοςshell=οβίδαshellfish=θαλασσινάshellfish=μαλάκιαshellfish=οστρακοειδήshelter=καταφεύγωshelter=καταφύγιοshelter=προστατεύωshepherd=βοσκός


shepherd=ποιμέναςshield=ασπίδαshield=περίβλημαshift=αλλάζωshift=μετακινώshift=μετατοπίζωshimmer=λαμπυρίζωshimmer=μαρμαρυγήshimmer=τρεμοφέγγωshin=καλάμιshin=κνήμηshine=λάμπωshingle=βότσαλοship=πλοίοshipment=αποστολήshipping=ναυτιλίαshipwreck=ναυάγιοshirt=πουκάμισοshirt=φανέλαshiver=ανατριχίλαshiver=ριγώshiver=τουρτουρίζωshoal=κοπάδιshock=κραδασμόςshock=κρούσηshock=σοκshoe=παπούτσιshoe=πεταλώνωshoelace=κορδόνιshoemaker=τσαγκάρηςshoot=βλαστόςshoot=εκτινάσσωshoot=πυροβολώshooting=πυροβολισμόςshop=μαγαζίshop=προδίδωshop=ψωνίζωshopkeeper=μαγαζάτοραςshopping=ψώνιαshore=ακτήshort=κοντόςshortage=έλλειψηshortcoming=ελάττωμαshorten=κονταίνωshorten=μικραίνωshortly=σύντομαshort-sighted=μυωπικόςshot=πυροβόλησαshot=πυροβολισμόςshot=πυροβολώshot=σκάγιαshoulder=σπάλαshoulder=ώμοςshove=σπρώχνωshovel=φτυάριshow=δείχνωshow=εμφαίνωshow=παράστασηshower=επιδαψιλεύωshower=ντουςshowy=επιδεικτικός


shred=κομματάκιshrew=στρίγγλαshrewd=έξυπνοςshrewd=καπάτσοςshrewd=πανέξυπνοςshrewd=τετραπέρατοςshrewdness=καπατσοσύνηshriek=στριγκλιάshriek=στριγκλίζωshrill=διαπεραστικόςshrimp=γαρίδαshrine=λάρνακαshrine=παρεκκλήσιshrink=μπαίνωshrink=συρρικνώνομαιshrink=συστέλλωshrive=εξομολογώshrub=θάμνοςshutter=παραθυρόφυλλοshuttle=σαΐταshy=δειλόςshy=ντροπαλόςshy=συνεσταλμένοςshyness=ατολμίαshyness=δειλίαshyness=ντροπαλότηταsick=άρρωστοςsickly=φιλάσθενοςside=μεριάside=πλευράsideboard=μπουφέςsideboard=σερβάνταsideboard=σκευοθήκηsidestep=λοξοδρομώsidewalk=πεζοδρόμιοsiege=πολιορκίαsieve=κοσκινίζωsieve=κρησαρίζωsigh=αναστεναγμόςsigh=αναστενάζωsight=όρασηsign=πίνακαςsign=σήμαsign=ταμπέλαsign=υπογράφωsignal=γνέφωsignal=νεύωsignal=σήμαsignatory=υπογράφωνsignature=υπογραφήsignificant=σημαντικόςsilence=σιγήsilence=σιωπήsilence=σωπαίνωsilent=σιωπηλόςsilhouette=διαγράφωsilk=μεταξωτόsilky=απαλόςsilky=στιλπνόςsill=πεζούλιsill=περβάζι


silly=ανόητοςsilly=χαζόςsilt=πρόσχωμαsilver=ασημένιοςsilver=ασημίsimilar=παρόμοιοςsimilarity=ομοιότηταsimilarly=παρομοίωςsimmer=σιγοβράζωsimmer=υποθάλπωsim<strong>pl</strong>icity=απλότηταsim<strong>pl</strong>ification=απλοποίησηsim<strong>pl</strong>ify=απλοποιώsim<strong>pl</strong>y=απλάsim<strong>pl</strong>y=απλώςsimultaneous=ταυτόχρονοςsimultaneously=ταυτόχροναsin=αμαρτάνωsin=αμαρτίαsince=απόsince=αφούsincerely=ειλικρινάsinew=μυςsinew=σθένοςsing=τραγουδώsinger=τραγουδιστήςsinger=τραγουδίστριαsingle=ανύπαντροςsingle=μονόκλινοςsingle=μονόςsingle=μόνοςsingular=ενικόςsingular=ιδιόμορφοςsingular=μοναδικόςsink=βυθίζομαιsink=βυθίζωsink=ναυαγώsink=νεροχύτηςsinner=αμαρτωλόςsip=αργοπίνωsiren=σειρήναsit=κάθομαιsite=τόποςsitting=καθιστικόςsitting=συνεδρίασηsituation=θέσηsituation=κατάστασηsix=έξιsixth=έκτοςsixty=εξήνταsize=μέγεθοςsizzle=τσιγαρίζωsizzle=τσιτσιρίζωskate=βάτοςsketch=σκίτσοsketchy=πρόχειροςski=σκιskid=γλιστρώskid=ντεραπάρωskier=σκιέρskiff=λέμβος


skilful=δεξιοτέχνηςskilful=έντεχνοςskilful=επιτήδειοςskilful=ικανόςskill=επιδεξιότηταskill=ικανότηταskill=τέχνηskill=φιλοτεχνίαskilled=έντεχνοςskim=ξαφρίζωskimp=τσιγκουνεύομαιskin=γδέρνωskin=δέρμαskin=προβιάskinny=κοκαλιάρηςskinny=τσιγκούνηςskirt=φούσταskittish=ζωηρόςskulk=λουφάζωskull=καύκαλοskull=κρανίοskunk=κουνάβιsky=ουρανόςskylark=κορυδαλλόςslab=πλάκαslack=αργοκίνητοςslack=λάσκοςslack=μπόσικοςslack=χαλαρόςslacken=λασκάρωslacken=μολάρωslag=σκωρίαslander=δυσφημώslanderous=συκοφαντικόςslant=γέρνωslant=κλίνωslap=ραπίζωslap=χαστούκιslash=εγκοπήslash=πετσοκόβωslate=πλάκαslate=σχιστόλιθοςslaughter=πελεκώslaughter=σφαγήslave=δούλοςslave=ραγιάςslave=σκλάβοςslaver=σαλιαρίζωslavery=δουλείαslavery=σκλαβιάsleek=άψογοςsleek=γλοιώδηςsleek=καλοφτιαγμένοςsleek=στιλπνόςsleep=κοιμάμαιsleep=τσίμπλαsleep=ύπνοςsleepiness=νύσταsleepy=νυσταγμένοςsleeve=μανίκιslender=λεπτός


slender=λυγερόςslenderness=λιγνάδαslice=φέταslick=κηλίδαslide=γλιστρώslide=τσουλήθραsliding=προοδευτικόςslight=ελαφρύςslight=θίγωslight=μικρόςslight=προσβάλλωslightly=ελαφρώςslightly=λίγοslim=αδυνατίζωslime=γλίτσαsling=κούνιαslip=γλίστρημαslip=γλιστρώslip=ολίσθημαslip=παραδρομήslipper=παντόφλαslippery=γλιστερόςslippery=ολισθηρόςslit=σχισμήslither=γλιστρώsliver=σκλήθραslope=γέρνωslope=κατηφορίζωslope=πλαγιάsloppy=τσαπατσούληςslot=σχισμήslovenly=ατημέλητοςslow=βραδύςslowly=αργάslowly=σιγάslowly=σιγάslow-witted=αργόστροφοςslow-witted=βραδύνουςsludge=βόρβοροςslug=γυμνοσάλιαγκαςslug=σφαίραsluggish=άτονοςsluggish=δυσκίνητοςsluggish=μαχμουρλήςsluggish=νωχελήςslum=φτωχογειτονιάslump=καταρρέωslump=κεσάτιslump=πέφτωslump=σωριάζομαιslut=πατσαβούραslut=πόρνηsly=πανούργοςsly=πονηρόςsly=ύπουλοςslyness=πονηριάsmack=καρπαζιάsmack=χαστούκιsmack=χαστουκίζωsmall=μικρόςsmallpox=ευλογία


smart=κομψόςsmartly=έξυπναsmash=θρυμματίζωsmash=κομματιάζωsmash=σπάζωsmash=συντρίβωsmell=μυρίζωsmell=μυρωδιάsmile=χαμόγελοsmile=χαμογελώsmirch=λερώνωsmirch=ρυπαίνωsmoke=καπνίζωsmoke=καπνοίsmoke=καπνόςsmoker=καπνιστήςsmooth=λείοςsmoothly=λείαsmoothly=ομαλάsmudge=μουτζούραsmudge=μουτζουρώνωsmug=αυτάρεσκοςsmuggler=λαθρέμποροςsmuggling=λαθρεμπόριοsnack=μεζέςsnack=σνακsnail=σαλιγκάριsnatch=αρπάζωsneaking=κρυφόςsneer=ειρωνείαsneer=χλευάζωsneer=χλευασμόςsneeze=φταρνίζομαιsneeze=φτάρνισμαsnide=υποτιμητικόςsnide=χλευαστικόςsniffing=ρουθούνισμαsnipe=μπεκατσίνιsnitch=καταδότηςsnore=ροχαλίζωsnort=φρουμάζωsnow=χιόνιsnow=χιονίζωso=έτσιso=τόσοsoak=εμποτίζωsoak=μουσκεύωsoap=σαπούνιsob=λυγμόςsober=νηφάλιοςsober=ξεμέθυστοςsoccer=ποδόσφαιροsociable=κοινωνικόςsocial=κοινωνικόςsocialism=σοσιαλισμόςsocialist=σοσιαλιστήςsociety=κοινωνίαsock=κάλτσαsocket=πρίζαsocket=υποδοχήsodden=μουλιασμένος


sodden=μουσκεμένοςsofa=καναπέςsoft=μαλακόςsoften=μαλακώνωsoil=μαγαρίζωsojourn=διατριβήsolace=παρηγοριάsolace=παρηγορώsolar=ηλιακόςsolder=κολλώsoldering=κόλλημαsoldier=στρατιώτηςsole=γλώσσαsole=πέλμαsolely=αποκλειστικάsolemn=σεμνοπρεπήςsolemn=σοβαρόςsolemnity=σοβαρότηταsolemnly=ειλικρινάsolemnly=σοβαράsolid=στερεόςsolid=συμπαγήςsolidarity=αλληλεγγύηsolitary=απόκοσμοςsolitary=ασυντρόφευτοςsolitary=μοναχικόςsolitude=μοναξιάsolution=διάλυμαsolution=λύσηsolve=λύνωsolvent=εχέγγυοςsolvent=φερέγγυοςsombre=καταθλιπτικόςsombre=μουντόςsome=λίγοιsome=μερικοίsome=μερικόςsomebody=κάποιοςsomeone=κάποιοςsomewhat=κάπωςson=καμάριson=υιόςsong=τραγούδιsonic=ηχητικόςson-in-law=γαμπρόςsonorous=ηχηρόςsoon=σύντομαsoon=σύντομοςsoot=αιθάληsoot=γάναsoot=καπνιάsoothe=καταπραΰνωsoothsayer=μάντηςsoothsayer=προφήτηςsophisticated=εξεζητημένοςsophisticated=καλλιεργημένοςsophisticated=σοφιστικέsoprano=σοπράνοsorcerer=μάγοςsore=αλγεινόςsorrel=λάπατο


sorrel=οξαλίδαsorry=συγγνώμηsort=είδοςsort=ξεδιαλέγωsort=τακτοποιώsort=τύποςsoul=ψυχήsound=γερόςsound=ήχοςsound=φωνήsounding=βυθομέτρησηsoup=σούπαsour=ξινόςsource=πηγήsouth=νότοςsouthern=μεσημβρινόςsouthern=νότιοςsouvenir=ενθύμιοsovereign=αυτεξούσιοςsovereign=ηγεμόναςsovereign=κυρίαρχοςsovereignty=κυριαρχίαsow=ενσπείρωsow=σπέρνωspace=διάστημαspace=χώροςspacious=ευρύχωροςspade=τσάπαspaghetti=μακαρόνιspan=σπιθαμήspanking=έξοχοςspanking=ράπισμαspare=περισσευούμενοςspare=περισσεύωspare=χαρίζωspark=σπιθοβολώsparkle=απαστράπτωsparkling=αστραφτερόςsparkling=αφρώδηςsparrow=σπουργίτηςsparrow=σπουργίτιsparse=αραιόςspasmodic=σπασμωδικόςspate=κατακλυσμόςspate=πληθώραspawn=γεννοβολώspawn=γεννώspeak=κρένωspeak=μιλώspeaker=ομιλητήςspear=δόρυspear=καμάκιspear=λόγχηspeciality=σπεσιαλιτέspecies=είδηspecies=είδοςspecific=συγκεκριμένοςspecifically=συγκεκριμέναspecify=καθορίζωspecimen=δείγμαspectacular=θεαματικός


spectator=θεατήςspectrum=φάσμαspeculate=διαλογίζομαιspeculate=εικάζωspeculate=κερδοσκοπώspeculation=εικασίαspeculation=κερδοσκοπίαspeculative=εικαστικόςspeculative=θεωρητικόςspeculative=κερδοσκοπικόςspeculative=υποθετικόςspeculator=κερδοσκόποςspeechless=άναυδοςspeechless=άφωνοςspeechless=εμβρόντητοςspeed=επισπεύδωspeed=ταχύτηταspeed=τρέχωspeed=φόραspeedy=γοργόςspell=διάστημαspell=ξόρκιspell=ορθογραφώspell=συλλαβίζωspelling=ορθογραφίαspend=ξοδεύωsperm=σπέρμαspice=καρύκευμαspice=καρυκεύωspice=μπαχαρικόspicy=πικάντικοςspider=αράχνηspill=χύνωspin=γνέθωspin=περιστρέφομαιspin=στριφογυρίζωspinach=σπανάκιspine=αγκάθιspineless=ασπόνδυλοςspinning=στριφογύρισμαspiral=ελικοειδήςspirit=πνεύμαspirits=κέφιαspiritual=πνευματικόςspiritually=πνευματικάspit=πτύωspit=φτύνωspiteful=εμπαθήςspiteful=κακεντρεχήςspiteful=μοχθηρόςs<strong>pl</strong>ash=πιτσιλάωs<strong>pl</strong>ash=πιτσιλίζωs<strong>pl</strong>ash=πλατσουρίζωs<strong>pl</strong>een=σπλήναs<strong>pl</strong>endid=εξαίσιοςs<strong>pl</strong>endid=έξοχαs<strong>pl</strong>endid=υπέροχοςs<strong>pl</strong>int=νάρθηκαςs<strong>pl</strong>inter=αγκίδαs<strong>pl</strong>inter=θραύσμαs<strong>pl</strong>inter=παρασχίδα


s<strong>pl</strong>inter=πελεκούδιs<strong>pl</strong>it=διχοτομίαs<strong>pl</strong>it=μοίραs<strong>pl</strong>it=μοιράζωspoil=κακομαθαίνωspoil=παραχαϊδεύωspoil=χαλώspoke=μίλησαspongy=σπογγώδηςsponsor=χορηγόςsponsor=χορηγώsponsorship=χορηγίαspontaneous=αυθόρμητοςsporadic=σποραδικόςsportsman=αθλητήςspot=βούλαspot=εντοπίζωspot=μέροςspot=σπυρίspouse=σύζυγοςsprain=στραμπουλίζωsprawl=απλώνομαιsprawl=απλωσιάspray=ψεκάζωspread=απλώνωspread=διαδίδωspread=επέκτασηspread=φουντώνωspring=αναπηδώspring=άνοιξηspring=εκτινάσσομαιsprinkle=πασπαλίζωsprinkle=πασπάλισμαsprinkle=ραντίζωsprinkler=ραντιστήριsprinkling=ράντισμαspruce=φιλάρεσκοςspur=κεντρίζωspur=παρακινώspur=σπιρούνιspur=σπιρουνίζωspurt=ξεπετάγομαιspy=κατασκοπεύωspy=κατάσκοποςsquab=περιστεράκιsquab=πιτσούνιsqualid=άθλιοςsqualid=βρώμικοςsqualor=κακομοιριάsquander=διασπαθίζωsquander=καταδαπανώsquander=κατασπαταλώsquander=σπαταλώsquare=πλατείαsquare=τετράγωνοsquash=ζουλώsquash=κολοκύθιsquash=πατικώνωsqueak=γρύζωsqueaky=τριζάτοςsqueal=σκληρίζω


squeal=στριγγλίζωsqueeze=ζουλώsqueeze=στριμώχνωsqueeze=στύβωsquint=λοξοκοιτάζωsquire=ιπποκόμοςsquire=τσιφλικάςsquirrel=σκίουροςstab=μαχαιρώνωstability=σταθερότηταstabilize=σταθεροποιώstable=στάβλοςstable=σταθερόςstack=στοιβάδαstack=σωρόςstadium=στάδιοstaff=προσωπικόstage=σκηνήstage=σκηνοθετώstage=στάδιοstage=φάσηstagger=τρικλίζωstagnant=λιμνάζωνstagnant=στάσιμοςstain=κηλίδαstain=λεκιάζωstainless=ανοξείδωτοςstake=πάσσαλοςstale=μπαγιάτικοςstalk=κυνηγώstalk=παγανίζωstalk=στέλεχοςstamina=δυνάμειςstammer=τραυλίζωstammer=ψελλίζωstamp=γραμματόσημοstamp=χαρτόσημαstand=εξέδραstanding=κύροςstanding=όρθιοςsta<strong>pl</strong>e=βασικόςsta<strong>pl</strong>e=κύριοςsta<strong>pl</strong>e=συνδετήραςstar=αστέριstar=πρωταγωνιστήςstarch=άμυλοstarch=κολλαρίζωstare=ατενίζωstark=γυμνόςstark=σκέτοςstarling=ψαρόνιstarry=έναστροςstart=αρχήstart=αρχίζωstart=ξεκίνημαstart=ξεκινώstarter=αφέτηςstarter=ορεκτικόstarve=λιμοκτονώstarve=πεινώstate=δηλώνω


state=κατάστασηstate=κρατίδιοstate=κράτοςstatement=δήλωσηstatement=κατάστασηstatesman=πολιτικόςstatic=στατικόςstation=σταθμόςstationary=ακίνητοςstatistics=στατιστικήstatue=άγαλμαstatuette=αγαλματάκιstatus=θέσηstatus=κατάστασηstatute=καταστατικόstatute=νομοθεσίαstatutory=καθορισμένοςstave=βαρελοσανίδαstay=μένωsteadfast=ακλόνητοςsteadfast=απτόητοςsteady=σταθερόςsteak=μπριζόλαsteal=βουτώsteal=κλέβωsteam=ατμόςsteam=αχνίζωsteel=ατσαλένιοςsteel=ατσάλιsteel=χάλυβαςsteep=απόκρημνοςsteep=απότομοςsteer=καθοδηγώstem=μίσχοςstem=στείραstem=στέλεχοςstench=βρώμαstench=δυσωδίαstench=μπόχαstentorian=βροντερόςstentorian=βροντόφωνοςstep=βήμαstep=βηματίζωstep=διάβημαstepmother=μητριάstereotype=στερεοτυπίαstereotype=στερεοτυπώstereotyped=κοινότυποςsterile=άγονοςsterile=στείροςsterilise=αποστειρώνωsterilize=αποστειρώνωstern=αυστηρόςstern=βλοσυρόςstern=πρύμνηstethoscope=στηθοσκόπιοstew=στιφάδοsteward=επιστάτηςsteward=θαλαμηπόλοςsteward=οικονόμοςstick=κολλώ


stick=παλούκιstick=χώνωsticker=αυτοκόλλητοsticky=κολλητικόςsticky=κολλώδηςstiff=άκαμπτοςstiff=αλύγιστοςstiff=ισχυρόςstiffness=δυσκαμψίαstiffness=ψυχρότηταstifle=πνίγωstigma=στίγμαstill=ακίνητοςstill=γαλήνιοςstill=ήρεμοςstillness=σιγήstilted=δύσκαμπτοςstilted=εξεζητημένοςstilted=πομπώδηςstimulate=διεγείρωstimulation=διέγερσηsting=κεντρίsting=κεντρίζωsting=τσιμπώstingy=παραδόπιστοςstink=βρόμαstink=βρομιάstink=βρομώstint=τσιγκουνεύομαιstipulate=συμφωνώstipulation=όροςstipulation=ρήτραstir=αναδεύωstir=ανακατεύωstir=κινούμαιstir=κινώstirrer=αναδευτήραςstirring=συνταρακτικόςstitch=ράβωstitch=ραφήstock=απόθεμαstock=παρακρατώstockbroker=χρηματιστήςstomach=στομάχιstone=λιθοβολώstone=πέτραstone=πετροβολώstool=έδρανοstool=σκαμνίstool=σκαμπόstopgap=αναπληρωτήςstopover=στάσηstopper=βύσμαstorage=αποθήκευσηstore=αποθηκεύωstore=βάζωstore=μαγαζίstorey=όροφοςstoring=αποθήκευσηstork=πελαργόςstorm=θύελλα


storm=καταιγίδαstorm=τρικυμίαstory=ιστορίαstory=παραμύθιstout=γερόςstout=εύσωμοςstout=θαρραλέοςstove=κουζίναstow=φυλάωstraight=ευθύςstraight=ίσιοςstraightforward=απλόςstrain=διηθώstrain=ζόριstrain=στραμπουλίζωstrain=τεντώνωstrait=πορθμόςstrand=εξοκέλλωstrand=κλώνοςstrand=νήμαstrange=παράξενοςstrange=περίεργοςstrangle=στραγγαλίζωstrap=ιμάνταςstratagem=στρατήγημαstrategic=στρατηγικόςstraw=άχυροstraw=καλαμάκιstrawberry=φράουλαstray=αδέσποτοςstream=κυλώstream=ρέωstream=ρυάκιstreet=δρόμοςstreet=οδόςstrength=ρώμηstrengthen=εμπεδώνωstrengthen=ενδυναμώνωstrengthen=ενισχύωstrengthen=καρδαμώνωstrenuous=έντονοςstrenuous=επίπονοςstress=άγχοςstress=στρεςstress=τονίζωstress=τόνοςstretch=εκτείνομαιstretch=τεζάρωstretch=τεντώνομαιstretch=τεντώνωstretching=τέντωμαstrict=αυστηρόςstrictly=αυστηράstrictness=αυστηρότηταstride=βήμαstride=βηματίζωstride=δρασκελίζωstrike=απεργίαstrike=χτυπώstring=χορδήstrip=γδύνομαι


strip=γδύνωstrip=γυμνώνωstrip=εκδύωstripe=ράβδωσηstriped=ριγέstrive=πασχίζωstroke=εγκεφαλικόstroke=χαϊδεύωstroke=χτύπημαstroll=σουλατσάρωstrong=δυνατόςstronghold=οχυρόstronghold=φρούριοstrongly=δυνατάstructure=δομήstruggle=αγώναςstruggle=αγωνίζομαιstubble=γένιαstubble=καλαμιέςstubborn=ισχυρογνώμοναςstubborn=πεισματάρηςstubbornly=πεισματικάstud=ιπποτροφείοstud=καρφίstud=κουμπίstudent=φοιτητήςstudent=φοιτήτριαstudy=γραφείοstudy=μελέτηstudy=σπουδάζωstudy=σπουδέςstuff=πράμαstuffy=αποπνικτικόςstultify=αποβλακώνωstultify=ρεζιλεύωstumble=παραπατώstumble=σκουντουφλώstumble=τρικλίζωstump=κούτσουροstun=ζαλίζωstun=συντρίβωstunning=γοητευτικόςstunning=έκπαγλοςstunning=εντυπωσιακόςstupefaction=αποβλάκωσηstupefaction=αποχαύνωσηstupefy=αποβλακώνωstupid=χαζόςstupor=αδράνειαstupor=εμβροντησίαstupor=κατάπληξηstupor=νάρκηsturdy=ανθεκτικόςsturdy=γερόςsturdy=ρωμαλέοςstutter=τραυλίζωstutter=ψελλίζωsty=κριθαράκιsty=χαλάζιοsty=χοιροστάσιοstyle=ρυθμός


style=στυλstyle=στύλοςstyle=ύφοςstylish=κομψόςstylus=στύλοςsubaltern=κατώτεροςsubaltern=υφιστάμενοςsubdivision=υποδιαίρεσηsubdue=υποτάσσωsubject=αντικείμενοsubject=θέμαsubject=υπήκοοςsubject=υποκείμενοsubjective=υποκειμενικόςsubjectivity=υποκειμενικότηταsublimation=εξάχνωσηsubmission=υποταγήsubmit=παραδίδομαιsubmit=υποβάλλωsubmit=υποστηρίζωsubmit=υποτάσσομαιsubordinate=υφιστάμενοςsubordination=υπεξουσιότηταsubscribe=προσφέρωsubscriber=συνδρομητήςsubscription=συνδρομήsubsequent=μεταγενέστεροςsubsequently=κατόπινsubsequently=μεταγενέστεραsubside=υποχωρώsubsidiary=επικουρικόςsubsidiary=θυγατρικήsubsidiary=υποβοηθητικόςsubsidise=επιδοτώsubsidy=επιδότησηsubsidy=επιχορήγησηsubsist=ζωsubsist=υπάρχωsubstance=ουσίαsubstantial=αξιόλογοςsubstantial=ουσιαστικόςsubstantial=στερεόςsubstantiate=τεκμηριώνωsubstantive=ουσιαστικόsubstitute=αναπληρωματικόςsubstitute=αναπληρώνωsubstitute=υποκαθιστώsubterfuge=υπεκφυγήsubterranean=υπόγειοςsubtle=εκλεπτυσμένοςsubtle=λεπτόςsubtle=φίνοςsubtlety=λεπτότηταsubtraction=αφαίρεσηsuburb=προάστιοsubversive=υπονομευτικόςsubvert=ανατρέπωsubvert=υπονομεύωsucceed=επιτυγχάνωsucceed=πετυχαίνωsuccess=επιτυχία


successful=επιτυχημένοςsuccessful=πετυχημένοςsuccession=διαδοχήsuccession=σειράsuccessive=αλλεπάλληλοςsuccessive=διαδοχικόςsuccessor=κληρονόμοςsuccinct=περιεκτικόςsuccinct=σύντομοςsuccinctly=περιεκτικάsuccumb=υποκύπτωsuch=τέτοιοςsuch=τόσοςsuck=γλείφωsuck=θηλάζωsuck=ρουφώsucker=βεντούζαsucker=βλαστάριsucker=παραφυάδαsuckle=θηλάζωsuckling=θηλαστικόςsuction=αναρρόφησηsuction=άντλησηsudden=αιφνίδιοςsudden=ξαφνικόςsuddenly=αιφνιδιαστικάsuddenly=ξαφνικάsue=εγκαλώsue=ενάγωsue=μηνύωsuffer=παθαίνωsuffer=πάσχωsuffer=υποφέρωsuffice=επαρκώsufficient=επαρκήςsufficiently=επαρκώςsuffocate=πνίγωsuffocation=ασφυξίαsugar=ζάχαρηsuggest=προτείνωsuggestion=πρότασηsuicide=αυτοκτονίαsuit=αρμόζωsuit=βολεύωsuit=εξυπηρετώsuit=κοστούμιsuitable=βολικόςsuitable=κατάλληλοςsuitable=πρόσφοροςsuitably=κατάλληλαsuitcase=βαλίτσαsuite=ακολουθίαsuite=σουίταsuitor=μνηστήραςsulk=σκυθρωπιάζωsullen=βλοσυρόςsullen=σκυθρωπόςsully=κηλιδώνωsully=ρυπαίνωsully=σπιλώνωsultry=αποπνικτικός


sultry=πνιγηρόςsum=πράξηsum=σύνολοsummary=περίληψηsummer=θερινόςsummer=καλοκαίριsummit=κορυφήsummon=καλώsun=ήλιοςsundry=διάφοροιsunflower=ήλιοςsunny=ηλιόλουστοςsuper=σούπερsuperb=άριστοςsuperb=θαυμάσιοςsuperb=καταπληκτικόςsuperficial=επιπόλαιοςsuperficial=επιφανειακόςsuperficially=επιφανειακάsuperfluous=περιττόςsuperior=ανώτεροςsuperiority=ανωτερότηταsupersede=εκτοπίζωsupersonic=υπερηχητικόςsuperstition=πρόληψηsuperstitious=δεισιδαίμοναςsuperstitious=προληπτικόςsuperstructure=υπερκατασκευήsupervise=επιβλέπωsupervise=εποπτεύωsupervision=επίβλεψηsupervision=επιτήρησηsupervisor=επιτηρητήςsupervisor=επόπτηςsup<strong>pl</strong>ant=αντικαθιστώsup<strong>pl</strong>ement=συμπλήρωμαsup<strong>pl</strong>ement=συμπληρώνωsup<strong>pl</strong>ementary=συμπληρωματικόςsup<strong>pl</strong>ication=ικεσίαsup<strong>pl</strong>ier=προμηθευτήςsup<strong>pl</strong>y=παρέχωsup<strong>pl</strong>y=παροχήsup<strong>pl</strong>y=προμήθειαsup<strong>pl</strong>y=χορήγησηsupport=βοήθειαsupport=στήριγμαsupport=συμπαράστασηsupport=υποστήριγμαsupporter=οπαδόςsupporter=υποστηρικτήςsuppose=υποθέτωsuppose=υποτίθεταιsupposed=δήθενsuppress=αποκρύπτωsuppress=καταπνίγωsuppress=καταστέλλωsuppression=απόκρυψηsuppression=καταστολήsupremacy=κυριαρχίαsupreme=ανώτατοςsupreme=ύπατος


supreme=υπέρτατοςsure=σίγουροςsurely=σίγουραsurface=αναδύομαιsurface=επιφάνειαsurfeit=κορεσμόςsurge=κύμαsurge=ξεχύνομαιsurgeon=χειρουργόςsurgery=ιατρείοsurgical=χειρουργικόςsurly=κακότροποςsurly=σκυθρωπόςsurmount=ξεπερνώsurmount=υπερβαίνωsurname=επίθετοsurpass=ξεπερνώsurpass=περνώsurpass=υπερακοντίζωsur<strong>pl</strong>us=περίσσευμαsur<strong>pl</strong>us=πλεόνασμαsurprise=έκπληξηsurrender=παραδίδωsurround=περικυκλώνωsurround=πλαισιώνωsurround=πλαισίωσηsurrounding=γύρωsurroundings=περιβάλλονsurroundings=περίχωραsurvey=ανασκόπησηsurvey=έρευναsurvey=μελέτηsurveyor=τοπογράφοςsurvival=επιβίωσηsurvive=επιζώsusceptibility=ευαισθησίαsusceptibility=ευπάθειαsusceptible=επιδεικτικόςsusceptible=εύθικτοςsusceptible=ευπαθήςsuspect=υποπτεύομαιsuspend=αναστέλλωsuspend=κρεμώsuspender=ζαρτιέραsuspension=ανακοπήsuspension=ανάρτησηsuspension=αναστολήsuspension=εναιώρημαsuspicion=υπόνοιαsuspicion=υποψίαsuspicious=καχύποπτοςsuspicious=ύποπτοςsustain=κρατώsustain=συντηρώsustain=υποστηρίζωsuture=ραφήswallow=καταπίνωswallow=χελιδόνιswamp=βάλτοςswamp=έλοςswamp=κατακλύζω


swampy=ελώδηςswan=κύκνοςswap=ανταλλάσσωswarm=σμάριswarm=σμήνοςswat=χτυπώsway=λικνίζομαιsway=πείθωsway=ταλαντεύομαιswear=ορκίζομαιsweep=καμπύληsweep=σαρώνωsweep=σκουπίζωsweeping=σαρωτικόςsweet=γλυκόςsweet=καραμέλαsweetness=γλυκύτηταswell=εξογκώνωswell=πρήζωswell=φουσκώνωswelling=πρήξιμοswelling=φλεγμονήswerve=λοξοδρομώswerve=φάλτσοswiftly=γοργάswill=ξεπλένωswim=κολυμπώswimming=κολύμπιswing=κούνιαswing=κουνώswirl=δίνηswirl=στροβιλίζομαιswitch=αλλαγήswitch=αλλάζωswitch=διακόπτηςswivel=στριφτάριswoop=εφορμώsword=ξίφοςsword=σπάθαsword=σπαθίsworn=ορκίζομαιsworn=ορκισμένοςsyllable=συλλαβήsyllogism=συλλογισμόςsymbol=σύμβολοsymbolic=συμβολικόςsymmetry=συμμετρίαsymphony=συμφωνίαsymptom=σύμπτωμαsynagogue=συναγωγήsyndrome=σύνδρομοsynonymous=συνώνυμοςsynthetic=συνθετικόςsyphilis=σύφιληsyringe=σύριγγαsystem=σύστημαtable=πίνακαςtable=τραπέζιtablet=χάπιtaboo=απαγορευμένοtacit=έμμεσος


tacit=σιωπηρόςtackle=αντιμετωπίζωtact=διπλωματικότηταtactless=αδιάκριτοςtail=ουράtailor=ράπτηςtake=παίρνωtaking=λήψηtale=ιστορίαtale=μύθοςtalented=προικισμένοςtalented=ταλαντούχοςtalk=μιλώtalk=ομιλίαtalkative=ομιλητικόςtalkative=φλύαροςtall=ψηλόςtally=καταμετρώtally=συμφωνώtalon=νύχιtame=τιθασεύωtamper=αλλοιώνωtamper=παραποιώtan=βυρσοδεψώtan=καφετίtan=μαυρίζωtan=μαύρισμαtangible=απτόςtank=δεξαμενήtantamount=ισοδύναμοςtap=βρύσηtap=παρακεντώtape=ταινίαtar=κατράμιtar=ναύτηςtar=πίσσαtardy=αργόςtardy=καθυστερημένοςtarget=στοχεύωtarget=στόχοςtariff=δασμολόγιοtariff=τιμολόγιοtarmac=άσφαλτοςtarnish=αμαυρώνωtarpaulin=μουσαμάςtarry=διαμένωtarry=χρονοτριβώtarsal=ταρσικόςtart=καυστικόςtart=πόρνηtart=στυφόςtart=τάρταtask=δουλειάtask=καθήκονtaste=γεύομαιtaste=γεύσηtaste=γούστοtasty=γευστικόςtatter=κουρέλιtattle=κουτσομπολεύωtattle=φλυαρώ


taunt=λοιδορίαtavern=μπαρtavern=χάνιtax=προβληματίζωtax=φορολογώtax=φόροςtaxi=ταξίtaxi=τροχοδρομώtaxpayer=φορολογούμενοςtea=τσάιteach=διδάσκωteacher=δασκάλαteacher=δάσκαλοςteacher=καθηγητήςteacher=καθηγήτριαteacup=φλιτζάνιteam=ομάδαtear=δάκρυtear=σκίζωtear=σχίζωtease=ξεμπλέκωtease=πειράζωtechnically=τεχνικάtechnique=τεχνικήtechnocracy=τεχνοκρατίαtechnological=τεχνολογικόςtechnology=τεχνολογίαtedious=ανιαρόςtedious=πληκτικόςtedium=πλήξηteem=βρίθωteenager=έφηβοςtelecommunication=τηλεπικοινωνίαtelegraph=τηλέγραφοςtelephone=τηλέφωνοtelephone=τηλεφωνώtelescope=συμπτύσσωtelescope=τηλεσκόπιοtelevision=τηλεόρασηtell=αφηγούμαιtell=διηγούμαιtell=λέωtell=ξεχωρίζωtemper=διάθεσηtemper=μετριάζωtemper=οργήtemper=σκληραίνωtemperamental=ιδιότροποςtemperamental=κυκλοθυμικόςtemperance=εγκράτειαtemperate=εγκρατήςtemperate=εύκρατοςtemperature=θερμοκρασίαtemperature=πυρετόςtempest=θύελλαtempest=τρικυμίαtem<strong>pl</strong>ate=περίγραμμαtem<strong>pl</strong>ate=φόρμαtem<strong>pl</strong>e=μελίγγιtem<strong>pl</strong>e=μηνίγγιtem<strong>pl</strong>e=ναός


tempo=ρυθμόςtemporal=εγκόσμιοςtemporal=κοσμικόςtemporal=χρονικόςtemporarily=προσωρινάtemporary=πρόσκαιροςtemporary=προσωρινόςtempt=δελεάζωtemptation=πειρασμόςten=δέκαten=φροντίζωtenacious=ανυποχώρητοςtenacious=επίμονοςtenancy=κολιγιάtenant=ένοικοςtenant=κολίγαςtenant=νοικάρηςtend=επιμελούμαιtend=περιποιούμαιtendency=ροπήtendency=τάσηtender=μαλακόςtender=τρυφερόςtenderness=άλγοςtenderness=πόνοςtenet=δόγμαtennis=τένιςtenor=τενόροςtense=τεντωμένοςtension=έντασηtent=σκηνήtentacle=πλοκάμιtentative=δειλόςtenth=δέκατοςtenuous=ισχνόςtenuous=λεπτόςterm=διορίαterm=όροςterm=τρίμηνοterminology=ορολογίαterminus=τέρμαtermite=τερμίτηςterrace=ταράτσαterrain=έδαφοςterrible=τρομερόςterrible=φοβερόςterribly=απαίσιαterritorial=εδαφικόςterritory=έδαφοςterror=τρόμοςterrorism=τρομοκρατίαterrorist=τρομοκράτηςterse=βραχύλογοςterse=λακωνικόςterse=λιτόςtest=ελέγχωtestament=διαθήκηtestimonial=πιστοποιητικόtestimony=κατάθεσηtetchy=ευέξαπτοςtext=κείμενο


texture=σύστασηtexture=υφήthan=απόthank=ευχαριστώthat=εκείνοςthat=πουthaw=λιώνωthaw=ξεπαγώνωtheatre=θέατροtheatrical=θεατρικόςtheft=κλοπήthem=αυτάthem=αυτέςthem=αυτούςtheme=θέμαthen=έπειταthen=μετάthen=τότεtheologian=θεολόγοςtheology=θεολογίαtheory=θεωρίαtherapy=θεραπείαthere=εκείtherefore=άραγεthermal=θερμικόςthermometer=θερμόμετροthesis=διατριβήthick=πυκνόςthicken=δένωthicken=πήζωthicken=πυκνώνωthicket=ρουμάνιthickness=πυκνότηταthigh=μηρόςthin=αραιόςthin=αραιώνωthin=λιγνόςthin=ψιλόςthing=πράγμαthink=νομίζωthink=σκέπτομαιthink=σκέφτομαιthinness=λιγνάδαthird=τρίτοςthirsty=διψασμένοςthirty=τριάνταthis=αυτήthis=αυτόthis=αυτόςthistle=γαϊδουράγκαθοthorn=αγκάθιthorough=εξονυχιστικόςthorough=λεπτομερήςthoroughfare=δίοδοςthou=εσύthough=μολονότιthought=νόμιζαthought=σκεφτόμουνthought=σκέψηthoughtless=απερίσκεπτοςthousand=χίλια


thrall=σκλάβοςthread=κλωστήthread=μίτοςthreat=απειλήthreaten=απειλώthreatening=απειλητικόςthree=τρίαthrifty=φειδωλόςthrill=συγκίνησηthrive=ευδοκιμώthrive=ευημερώthrive=προκόβωthroat=λαιμόςthrob=γογγύζωthrob=δονούμαιthrone=θρόνοςthrong=πλήθοςthrong=συναθροίζομαιthrong=συρρέωthrough=διαμέσουthrow=πέταγμαthrow=πετώthrow=ρίχνωthrust=μπήγωthrust=χωμένοςthrust=ώθησηthunder=βροντέςthunder=βροντώthunder=μπουμπουνίζωthwart=εμποδίζωthwart=ματαιώνωthyme=θυμάριtibia=κνήμηtick=τικticket=εισιτήριοtickle=γαργαλίζωtidy=αρκετόςtidy=συγυρίζωtidy=συγυρισμένοςtidy=τακτοποιώtie=γραβάταtie=δένωtiger=τίγρηςtight=στενόςtight=σφιχτόςtighten=σφίγγωtight-fisted=παραδόπιστοςtile=κεραμίδιtile=πλακάκιtill=μέχριtill=ταμείοtiller=δοιάκιtilt=γέρνωtimber=ξυλείαtime=καιρόςtime=φοράtime=χρόνοςtime=ώραtimely=καίριοςtimetable=ωράριοtimid=δειλός


timid=ντροπαλόςtimid=συνεσταλμένοςtimidity=ατολμίαtimidity=δειλίαtin=κασσίτεροςtin=κονσέρβαtincture=βάμμαtinder=προσάναμμαtinfoil=αλουμινόχαρτοtinge=απόχρωσηtiny=μικροσκοπικόςtiny=τοσοδούληςtip=αιχμήtip=ποδοκόπιtip=πουρμπουάρtip=ρεγάλοtirade=κατσάδαtire=εξαντλώtire=κουράζωtiredness=κόπωσηtissue=ιστόςtit=βυζίtitanic=τιτανικόςtitle=τίτλοςto=προςto=σεtoady=κόλακαςtoast=πρόποσηtoast=τοστtobacco=καπνάtobacco=καπνόςtoffee=καραμέλαtogether=μαζίtogetherness=ομόνοιαtoil=κόποςtoil=μόχθοςtoilet=τουαλέταtoken=δείγμαtoken=κουπόνιtolerable=ανεκτόςtolerable=υποφερτόςtolerance=ανεκτικότηταtolerance=ανοχήtolerance=αντοχήtolerant=ανεκτικόςtolerate=ανέχομαιtoll=διόδιαtoll=φόροςtomato=ντομάταtomb=τάφοςtomorrow=αύριοton=τόνοςtone=ατμόσφαιραtone=τόνοςtongs=λαβίδαtongs=τσιμπίδαtongue=γλώσσαtonsil=αμυγδαλήtoo=επίσηςtool=εργαλείοtooth=δόντι


top=κορυφαίοςtop=κορυφήtopic=θέμαtop<strong>pl</strong>e=ανατρέπωtop<strong>pl</strong>e=γκρεμίζομαιtop<strong>pl</strong>e=πέφτωtop<strong>pl</strong>e=ρίχνωtorch=φακόςtornado=ανεμοστρόβιλοςtorpedo=τορπίληtorpid=μουδιασμένοςtorpid=ναρκωμένοςtorpid=χαύνοςtorrent=βροχήtorrent=κρουνόςtorrent=χείμαρροςtorrential=καταρρακτώδηςtorrid=καυτερόςtorrid=φλογισμένοςtorsion=στρέψηtortoise=χελώναtorture=βασανίζωtorture=βασανισμόςtoss=ρίχνωtotal=ολικόςtotal=σύνολοtotter=ταλαντεύομαιtotter=τρεκλίζωtouch=αγγίζωtouch=πινελιάtouchy=ευερέθιστοςtouchy=εύθικτοςtough=δύσκολοςtough=σκληρόςtough=σκληροτράχηλοςtoughen=σκληραίνωtour=γύροςtour=περιοδεύωtour=ταξίδιtourism=τουρισμόςtourist=τουρίσταςtourist=τουριστικόςtournament=τουρνέtournament=τουρνουάtow=ρυμουλκώtow=στουπίtoward=προςtowards=προςtowel=πετσέταtower=πύργοςtowering=πανύψηλοςtown=πόληtownsman=αστόςtoxic=τοξικόςtoy=παιχνίδιtrace=ανακαλύπτωtrace=ανιχνεύωtrace=ίχνοςtrace=υπόλειμμαtrachea=τραχείαtracing=ανίχνευση


track=ανιχνεύωtrack=ίχνηtrack=μονοπάτιtrack=πίσταtractor=τρακτέρtrade=εμπόριοtrade=επάγγελμαtrade=επιτήδευμαtradesman=τεχνίτηςtradition=παράδοσηtraditional=παραδοσιακόςtraditionally=παραδοσιακάtraffic=δοσοληψίαtraffic=κυκλοφορίαtragic=τραγικόςtrail=ίχνοςtrail=μονοπάτιtrailer=νταλίκαtrain=αμαξοστοιχίαtrain=εκπαιδεύωtrain=τρένοtrainee=εκπαιδευόμενοςtrainer=εκπαιδευτήςtrainer=προπονητήςtraining=εκπαίδευσηtraining=προπόνησηtraining=προπονούμενοςtrait=γνώρισμαtrait=χαρακτηριστικόtraitor=προδότηςtram=τραμtramp=αγύρτηςtramp=αλήτηςtramp=μόρτηςtram<strong>pl</strong>e=τσαλαπατώtrance=έκστασηtrance=ύπνωσηtranquil=γαλήνιοςtranquil=ήρεμοςtranquillity=γαλήνηtranquillity=ηρεμίαtranquillity=ησυχασμόςtransaction=διεκπεραίωσηtransaction=δοσοληψίαtransaction=νταραβέριtransaction=συναλλαγήtransatlantic=υπερατλαντικόςtransfer=μεταβίβασηtransfer=μεταγράφωtransfer=μετάθεσηtransfer=μετατάσσωtransform=μεταβάλλωtransform=μετατρέπωtransform=μετουσιώνωtransformation=μεταμόρφωσηtransformer=μετασχηματιστήςtransfusion=μετάγγισηtransgress=παραβαίνωtransgression=παράβασηtransistor=τρανζίστορtransition=μετάβαση


translate=μεταφράζωtranslation=μετάφρασηtransmission=μεταβίβασηtransmit=διοχετεύωtransmit=μεταδίδωtransmitter=διαβιβαστήςtransmitter=μεταδότηςtransmitter=πομπόςtransparency=διαφάνειαtransparent=διαφανήςtrans<strong>pl</strong>ant=μεταμόσχευσηtrans<strong>pl</strong>ant=μεταμοσχεύωtrans<strong>pl</strong>ant=μόσχευμαtransport=μεταφέρωtransport=μεταφοράtransport=συνεπαίρνωtrap=παγίδαtrap=παγιδεύωtrapeze=τραπέζιοtrapezoid=τραπεζοειδήςtraumatic=τραυματικόςtravel=ταξιδεύωtraveller=ταξιδιώτηςtray=δίσκοςtreacherous=προδοτικόςtread=βήμαtread=πατημασιάtread=τσαλαπατώtreason=προδοσίαtreasure=θησαυρόςtreasurer=ταμίαςtreasury=θησαυροφυλάκιοtreat=θεραπεύωtreat=κέρασμαtreat=κερνώtreat=μεταχειρίζομαιtreatise=διατριβήtreatise=πραγματείαtreatment=θεραπείαtreatment=μεταχείρισηtreaty=συνθήκηtreble=τριπλασιάζωtreble=τριπλόςtree=δέντροtrek=οδοιπορίαtrellis=δικτυωτόtremble=τρέμωtrembling=τρεμούλιασμαtremor=δόνησηtremor=τρεμούλιασμαtrench=χαντάκιtrench=χαράκωμαtrend=μόδαtrend=τάσηtrepidation=ταραχήtrepidation=τρεμούλαtrespasser=καταπατητήςtrespasser=παραβάτηςtrial=δίκηtrial=δοκιμασίαtrial=δοκιμαστικός


trial=δοκιμήtriangulation=τριγωνομέτρησηtribe=φάραtribe=φυλήtribunal=δικαστήριοtribunal=επιτροπήtrick=κόλποtrick=ξεγελώtrick=τρικtrickery=απάτηtrickle=μικροποσότηταtrickle=στάζωtrickle=σταλάζωtrickster=κομπιναδόροςtricky=δύσκολοςtricky=πονηρόςtrident=τρίαιναtrifle=πραγματάκιtrigger=σκανδάληtrill=τρίλιαtrim=κλαδεύωtrim=κομψόςtrim=κουρεύωtrim=ψαλιδίζωtrinity=τριάδαtrio=τριάδαtrip=πεδικλώνωtrip=ταξιδάκιtripe=πατσάςtripod=τρίποδαςtrite=κοινότυποςtrite=τετριμμένοςtriumph=θριαμβεύωtriumph=θρίαμβοςtriumphant=θριαμβευτικόςtriumphant=νικηφόροςtriumphantly=θριαμβευτικάtrivial=ασήμαντοςtrophy=κύπελλοtrophy=τρόπαιοtropical=τροπικόςtroposphere=τροπόσφαιραtrot=τριποδίζωtrouble=ενοχλώtrouble=μπελάςtrouble=ταλαιπωρίαtrouble=φασαρίαtroublemaker=ταραξίαςtrousers=παντελόνιtrousers=περισκελίδαtrout=πέστροφαtrowel=μυστρίtrowel=σκαπάνηtruce=ανακωχήtruce=εκεχειρίαtruculent=άγριοςtruculent=κτηνώδηςtrue=αληθήςtruffle=τρούφαtrumpet=καραμούζαtrumpet=τρομπέτα


trunk=κορμόςtrunk=μπαούλοtrunk=προβοσκίδαtrunk=σεντούκιtrust=εμπιστεύομαιtrust=εμπιστοσύνηtrusted=έμπιστοςtrustee=διαχειριστήςtrustee=θεματοφύλακαςtruth=αλήθειαtry=δοκιμάζωtry=εκδικάζωtry=προσπαθώtub=σαπιοκάραβοtube=σωλήναςtubing=σωλήναςtubing=σωλήνωσηtubular=σωληνοειδήςtuck=πιέταtuck=πτύσσωtuck=πτυχήtuck=χώνωtug=τράβηγμαtuition=διδασκαλίαtulip=τουλίπαtumble=κατρακυλώtumble=πέφτωtumour=όγκοςtumult=παραζάληtundra=τούνδραtune=κουρδίζωtune=μελωδίαtunnel=σήραγγαtunnel=τούνελturbid=θολόςturbulent=θυελλώδηςturbulent=πολυτάραχοςturkey=γαλοπούλαturkey=διάνοςTurkey=Τουρκίαturmoil=φασαρίαturn=σειράturn=στρίβωturn=στροφήturner=τορνευτήςturning=στροφήturnkey=δεσμοφύλακαςturnover=κίνησηturnover=τζίροςturquoise=γαλάζιοςturtle=χελώναturtle=χελώναςtusk=χαυλιόδονταςtutor=δάσκαλοςtwaddle=κουραφέξαλαtwelve=δώδεκαtwentieth=εικοστόςtwenty=είκοσιtwig=κλαδάκιtwilight=λυκόφωςtwinkle=ακτινοβολώ


twinkle=αστράφτωtwinkle=λάμψηtwinkle=σπιθίζωtwinkling=λαμπερόςtwinkling=σπινθηροβόλοςtwist=καμπήtwist=πλοκήtwist=στραμπουλίζωtwist=στροφήtwitter=τερετίζωtwo=δυοtycoon=μεγιστάναςtype=δακτυλογραφώtype=είδοςtyphoon=τυφώναςtypical=τυπικόςtypical=χαρακτηριστικόςtyranny=τυραννίαtyre=λάστιχοudder=μαστάριugly=άσχημοςulcer=έλκοςulceration=εξέλκωσηultimate=απώτατοςultimate=έσχατοςultimate=τελικόςultimate=ύστατοςultimately=τελικάumbrella=ομπρέλαunambiguous=ξεκάθαροςunambiguous=σαφήςunanimous=ομόφωνοςunanimously=ομόφωναunarmed=άοπλοςunarmed=αφοπλισμένοςunassuming=απλόςunassuming=μετριόφροναςunassuming=σεμνόςunattended=ασυνόδευτοςunavoidable=αναπόφευκτοςunavoidably=αναπόφευκταunawares=εξαπίνηςunbearable=ανυπόφοροςunbelievable=απίστευτοςunbelievably=απίθαναunbiased=αμερόληπτοςunborn=αγέννητοςuncanny=αλλόκοτοςuncanny=απόκοσμοςuncanny=αφύσικοςuncertain=αβέβαιοςuncertain=αμφίβολοςuncertainty=αβεβαιότηταunchanging=αναλλοίωτοςuncle=θείοςuncomfortable=άβολοςuncomfortably=άβολαunconscious=αναίσθητοςunconsciousness=αναισθησίαuncouth=άξεστοςundercarriage=τροχοί


undergo=υφίσταμαιunderground=υπόγειοςundergrowth=χαμόκλαδαunderline=υπογραμμίζωunderling=τσιράκιunderling=υφιστάμενοςundermine=υποσκάπτωunderpants=σώβρακοunderstand=καταλαβαίνωunderstand=κατανοώunderstanding=κατανόησηundertaking=εγχείρημαunderwear=εσώρουχαunderwrite=ασφαλίζωunderwrite=εγγυώμαιundesirable=ανεπιθύμητοςundignified=άπρεποςundo=ξεκουμπώνωundoubtedly=αναμφισβήτηταundress=γδύνομαιundress=γδύνωunearth=ανακαλύπτωunearth=ξεθάβωunem<strong>pl</strong>oyed=άνεργοςunem<strong>pl</strong>oyment=ανεργίαunequal=άνισοςunerring=αλάνθαστοςuneven=μονόςunexpectedly=απροσδόκηταunfailing=αδιάπτωτοςunfailing=συνεχήςunfairness=αδικίαunfeeling=στυγνόςunfold=ξεδιπλώνωunfortunate=δυστυχήςunfortunately=δυστυχώςunfriendly=εχθρικόςunfurl=ξεδιπλώνωunhappy=δυστυχισμένοςunification=ενοποίησηuniform=ενιαίοςuniform=ομοιόμορφοςuniform=στολήuniformity=ομοιομορφίαunify=ενοποιώuninhabited=ακατοίκητοςuninteresting=αδιάφοροςunion=ένωσηunion=σωματειακόςunique=μοναδικόςunit=μονάδαunite=ενοποιώunite=συνενώνωunity=αρμονίαunity=ενότηταuniversal=παγκόσμιοςuniversity=πανεπιστήμιοunjust=άδικοςunleash=αποδεσμεύωunlike=διαφορετικόςunlikely=απίθανος


unlimited=απεριόρισταunlimited=απεριόριστοςunload=αδειάζωunload=ξεφορτώνωunmanageable=δύσχρηστοςunmanly=θηλυπρεπήςunnecessary=περιττόςun<strong>pl</strong>easant=δυσάρεστοςunreadable=δυσανάγνωστοςunreliable=ασυνεπήςunrestrained=ακάθεκτοςunruffled=ατάραχοςunsafe=επισφαλήςunscramble=ξεμπερδεύωunseen=αθέατοςunselfish=ανιδιοτελήςunsettled=άστατοςunsightly=άσχημοςunsociable=ακοινώνητοςunstable=ανερμάτιστοςunstable=ασταθήςunsteadiness=ευμεταβλησίαunsuitable=ακατάλληλοςuntidy=ακατάστατοςuntil=μέχριuntil=ώσπουuntimely=πρόωροςuntrue=αναληθήςuntrue=ψευδήςuntrue=ψεύτικοςuntruth=ψέμαunusually=ασυνήθισταunwanted=ανεπιθύμητοςunwell=αδιάθετοςunwind=ξεκουράζομαιunwind=χαλαρώνωunwittingly=άθελαunwittingly=ασυναίσθηταunworthy=ανάξιοςup=άνωup=πάνωupbringing=ανατροφήupdate=αναβαθμίζωupdate=αναβάθμισηupgrade=αναβαθμίζωuphill=ανηφορικόςuphill=ανήφοροςupkeep=συντήρησηu<strong>pl</strong>ift=μεταρσιώνωupon=σεupper=άνωupright=δοκάριupright=όρθιοςupright=τίμιοςuprising=εξέγερσηuproar=σάλοςuproarious=θορυβώδηςuproot=ξεριζώνωupset=αναστατώνωupset=ταραγμένοςupshot=αποτέλεσμα


upshot=έκβασηupswing=άνοδοςupswing=αύξησηurban=αστικόςurbane=αβρόςurbanity=αβρότηταurchin=αχινόςurge=παρακινώurge=παρόρμησηurge=παροτρύνωurgent=άμεσοςurgent=επείγωνurine=ούραurn=λάρνακαusage=χρήσηuse=χρήσηuse=χρησιμοποιώuseful=χρήσιμοςusefulness=χρησιμότηταuseless=ανωφελήςuser=χρήστηςusual=συνήθηςusually=συνήθωςusurer=τοκογλύφοςusurp=σφετερίζομαιutensil=σκεύοςuterus=μήτραutmost=μέγιστοςutmost=ύψιστοςutter=απόλυτοςutter=εκστομίζωutter=καθαρόςutter=ξεστομίζωvacancy=κενόvacant=άδειοςvacant=κενόςvacate=αδειάζωvacate=εκκενώνωvacation=διακοπέςvaccinate=εμβολιάζωvaccination=εμβολιασμόςvaccination=εμβόλιοvaccine=εμβόλιοvacillate=αμφιρρέπωvacuum=κενόvagabond=πλάνηςvagabond=πλανόδιοςvagina=κολεόςvaginal=κολπικόςvague=ακαθόριστοςvague=αμυδρόςvague=ασαφήςvaguely=αμυδράvaguely=αόρισταvain=εγωκεντρικόςvain=ματαιόδοξοςvain=μάταιοςvain=ξιπασμένοςvainglorious=καμαρωτόςvalet=θαλαμηπόλοςvaliant=γενναίος


valid=έγκυροςvalid=ισχύωνvalidate=κυρώνωvalidity=ισχύςvalidity=κύροςvalley=κοιλάδαvaluable=πολύτιμοςvaluable=τιμαλφήςvalue=αξίαvalue=εκτιμώvalue=τιμήvalve=βαλβίδαvan=φορτηγάκιvandalism=βανδαλισμόςvane=ανεμοδείκτηςvane=πτερύγιοvanilla=βανίλιαvanity=κενοδοξίαvanity=ματαιοδοξίαvanity=ματαιότηταvanity=φιλαυτίαvanquish=καταβάλλωvanquish=κατανικώvanquish=υπερνικώvapid=αηδήςvapid=άνοστοςvapid=κενόςvapid=σαχλόςvapour=ατμόςvariable=μεταβλητόςvariant=εναλλακτικόςvariation=παραλλαγήvariety=ποικιλίαvarious=διάφοραvarious=διάφοροςvarnish=βερνικώνωvary=παραλλάζωvary=ποικίλλωvascular=αγγειακόςvase=βαζάκιvast=απέραντοςvast=τεράστιοςvat=δοχείοvault=κάβαveer=αλλάζωveer=γυρίζωvegetable=λαχανικόvegetarian=χορτοφάγοςvehement=παράφοροςvehemently=σφοδράvehemently=φλογεράvehicle=όχημαveil=πέπλοςvein=φλέβαvelocity=ταχύτηταvelvet=βελούδινοςvelvet=βελούδοvenality=διαφθοράvenality=δωροληψίαvenality=φαυλότηταvendetta=βεντέτα


venerable=σεβαστόςvenerable=σεπτόςvengeance=εκδίκησηvent=διέξοδοςvent=τρύπαventilate=αερίζωventilation=αερισμόςventure=αποτολμώventure=επιχειρώventure=τολμώveracity=αλήθειαveracity=ειλικρίνειαverb=ρήμαverbal=φραστικόςverbally=φραστικάverdict=ετυμηγορίαverge=μεταίχμιοverify=επαληθεύωveritable=αληθινόςveritable=πραγματικόςvermouth=βερμούτvernacular=καθομιλούμενοςverse=στίχοςversion=εκδοχήversion=τύποςversus=εναντίονvertebra=σπόνδυλοςvertebral=σπονδυλικόςvertebrate=σπονδυλωτόvertex=κορυφήvertical=κάθετοςverve=κέφιvery=πολύvesper=εσπερινόςvessel=αγγείοvessel=πλοίοvessel=σκάφοςvessel=σκεύοςvest=φανέλαvest=φανελάκιvestige=ίχνοςvestige=υπόλειμμαvet=κτηνίατροςveteran=παλαίμαχοςveterinary=κτηνιατρικόςveto=αρνησικυρίαvexation=όχλησηvia=διαviable=βιώσιμοςviable=εφαρμόσιμοςviaduct=υδραγωγείοvibration=δόνησηvibration=κραδασμόςvicar=εφημέριοςvice=ανηθικότηταvice=κακίαvicegerent=αντικαταστάτηςvicious=αισχρόςvicious=φαύλοςvictim=θύμαvictory=νίκη


vie=συναγωνίζομαιview=άποψηviewer=τηλεθεατήςvigorous=δυνατόςvigorous=ρωμαλέοςvilla=βίλαvilla=έπαυληvillage=χωριόvillainous=αχρείοςvindictive=εκδικητικόςvindictive=μνησίκακοςvine=κλήμαvinegar=ξύδιvineyard=αμπέλιvintage=τρύγημαviola=βιόλαviolate=αθετώviolate=παραβαίνωviolate=παραβιάζωviolation=παράβασηviolence=βίαviolent=βίαιοςviolet=μενεξέςviolin=βιολίviolinist=βιολιστήςviral=μολυσματικόςvirgin=παρθέναvirgin=παρθένοςvirtually=ουσιαστικάvirtually=σχεδόνvirtue=αρετήvirtue=προσόνvirtue=προτέρημαvirtue=φρονιμάδαvirtuoso=βιρτουόζοςvirulence=καταφοράvirulent=φαρμακερόςvirus=ιόςvisa=βίζαviscid=γλοιώδηςviscous=γλοιώδηςvisibility=ορατότηταvisible=ορατόςvisibly=αισθητάvisibly=καθαράvisibly=φανεράvision=όραμαvision=όρασηvisionary=οραματιστήςvisit=επισκέπτομαιvisit=επίσκεψηvisitation=επιθεώρησηvisitation=επίσκεψηvisitor=επισκέπτηςvista=ορίζονταςvisual=οπτικόςvisually=οπτικάvital=ζωτικόςvital=ουσιώδηςvitality=ζωτικότηταvitality=ικμάδα


vitiate=διαστρέφωvitiate=φθείρωvitreous=υαλώδηςvituperate=βρίζωvituperate=μέμφομαιvituperate=ονειδίζωvivacious=ζωηρόςvivid=γλαφυρόςvivid=ζωντανόςvividly=ζωηράvixen=μέγαιραvizier=βεζίρηςvocabulary=λεξιλόγιοvocation=επιτήδευμαvoice=εκφράζωvoice=φωνήvoid=κενόvolatile=πτητικόςvolcanic=ηφαιστειακόςvolcano=ηφαίστειοvolition=βούλησηvolition=θέλησηvolley=καταιγισμόςvolume=όγκοςvolume=ποσότηταvolume=φωνήvoluntarily=εθελοντικάvoluntarily=εκούσιαvoluntarily=εκουσίωςvoluntary=εθελοντικόςvolunteer=εθελοντήςvomit=ξερνώvoracious=ακόρεστοςvoracious=άπληστοςvoracious=αχόρταγοςvote=ψηφίζωvote=ψήφοςvoter=ψηφοφόροςvoting=ψήφισμαvoting=ψηφοφορίαvow=ορκίζομαιvow=όρκοςvow=τάζωvulgar=βάναυσοςvulgar=πρόστυχοςvulgar=χυδαίοςvulgarity=προστυχιάvulnerable=ευάλωτοςvulture=γύπαςwad=στουπίwage=μισθόςwager=στοίχημαwager=στοιχηματίζωwages=μισθόςwail=στριγγλίζωwaist=μέσηwaistcoat=γιλέκοwait=περίμενεwait=περιμένωwaiter=τραπεζοκόμοςwake=ξυπνώ


walk=περίπατοςwalk=περπατώwalk=σεργιανίζωwalker=περιπατητήςwalking=περπάτημαwalkout=αποχώρησηwall=τοίχοςwallet=πορτοφόλιwallpaper=ταπετσαρίαwalnut=καρύδιwaltz=βαλςwander=περιφέρομαιwander=τριγυρίζωwane=ελαττώνομαιwant=ανάγκηwant=έλλειψηwant=θέλωwar=πόλεμοςward=θάλαμοςwardrobe=ντουλάπαwarehouse=αποθήκηwarfare=πόλεμοςwariness=περίσκεψηwarm=ζεστόςwarmly=ζεστάwarmth=ζεστασιάwarn=προειδοποιώwarning=προειδοποίησηwarp=διαστρεβλώνωwarrant=ένταλμαwarrior=πολεμιστήςwart=κονδύλωμαwary=επιφυλακτικόςwary=προσεκτικόςwary=προσεχτικόςwash=πλένωwash=πλύνωwasher=ροδέλαwashing=πλύσηwasp=σφήκαwaste=απόβληταwaste=λύμαwaste=σπατάληwaste=σπαταλώwasteful=σπάταλοςwatch=βλέπωwatch=παρακολουθώwatch=ρολόιwatch=φρουράwater=νερόwater=ποτίζωwater=ύδωρwaterfall=καταρράκτηςwaterfront=παραλίαwaterfront=προκυμαίαwaterproof=αδιάβροχοςwatery=βουρκωμένοςwatery=νερουλόςwatery=υγρόςwave=κύμαwaver=αμφιρρέπω


wavy=κυματιστόςwavy=σπαστόςwax=κερίway=τρόποςwe=εμείςweak=αδύναμοςweak=ανίσχυροςweaken=αποδυναμώνομαιweaken=αποδυναμώνωwealth=πλούτοςwealthy=ευκατάστατοςwealthy=εύποροςwealthy=πλούσιοςwean=αποκόβωwean=αποσπώwear=φορώweariness=κόπωσηweary=εξαντλημένοςweary=κουρασμένοςweather=καιρόςweathercock=ανεμοδείκτηςweave=υφαίνωweaver=υφαντήςweaving=ύφανσηwed=παντρεύομαιwedding=γάμοςwedge=γόμφοςwedge=σφήναwee=μικρόςweed=ζιζάνιοweek=εβδομάδαweekly=εβδομαδιαίοςweep=κλαίωweeping=κλάμαweigh=ζυγίζωweight=βάροςweird=αλλόκοτοςweird=απόκοσμοςweld=οξυγονοκολλώweld=συγκολλώwelfare=πρόνοιαwell=αναβλύζωwell=καλάwell=λοιπόνwell=πηγάδιwest=δύσηwestern=δυτικόςwet=βρεγμένοςwet=περιχύωwet=υγρόςwhale=φάλαιναwhat=τιwhatever=οτιδήποτεwhatsoever=καθόλουwheel=ρόδαwheel=τροχόςwhen=ότανwhen=πότεwhere=όπουwhere=πουwhere=πού


whether=ανwhether=είτεwhichever=οποιοδήποτεwhile=ενώwhim=καπρίτσιοwhimsical=άστατοςwhimsical=ιδιότροποςwhining=κλαψιάρικοςwhining=παραπονιάρικοςwhip=μαστιγώνωwhip=μαστίζωwhip=νικώwhirlpool=δίνηwhirlpool=ρουφήχτραwhisk=χτυπητήριwhisper=ψιθυρίζωwhisper=ψιθυρισμόςwhistle=σφύριγμαwhistle=σφυρίζωwhistle=σφυρίχτραwhite=άσπροςwhite=λευκόwhite=λευκόςwhitewash=ασπρίζωwhoever=οποιοσδήποτεwhole=ακέραιοςwhole=άρτιοςwhole=ολόκληροςwholesome=θρεπτικόςwholesome=υγιεινόςwholly=πλήρωςwhore=πατσαβούραwhose=ποιανούwhose=τίνοςwhy=γιατίwick=θρυαλλίδαwick=φιτίλιwicked=κακόςwicked=σατανικόςwide=πλατύςwide=φαρδύςwidely=ευρέωςwidely=πλατέωςwiden=διευρύνωwiden=πλαταίνωwiden=φαρδαίνωwidening=διεύρυνσηwidower=χήροςwidth=φάρδοςwife=γυναίκαwife=σύζυγοςwig=περούκαwild=άγριοςwilderness=έρημοςwildly=άγριαwill=διαθήκηwill=θέλησηwill=προαίρεσηwilling=πρόθυμοςwillingly=εκώνwillingly=πρόθυμα


willingness=προθυμίαwillow=ιτιάwily=μουσίτσαwily=πανούργοςwily=τετραπέρατοςwin=κερδίζωwin=νικώwind=αιολικήwind=άνεμοςwind=κουρδίζωwindow=παράθυροwindy=ανεμώδηςwine=κρασίwine=οίνοςwing=φτερόwinged=φτερωτόςwinner=νικητήςwinnow=λιχνίζωwinter=διαχειμάζωwinter=χειμώναςwipe=σκουπίζωwire=καλώδιοwire=σύρμαwireless=ασύρματοwiry=σπαθάτοςwisdom=σοφίαwisdom=σύνεσηwisdom=σωφροσύνηwise=σοφόςwise=συνετόςwise=φρόνιμοςwisely=σοφάwisely=συνετάwish=ευχήwish=εύχομαιwish=μακάριwisp=τούφαwisp=τσουλούφιwistful=σκεπτικόςwit=εξυπνάδαwit=πνεύμαwitch=μάγισσαwith=μαζίwith=μεwithdraw=αποσύρωwithdraw=υπαναχωρώwithdraw=υπαναχωρώ.withdrawal=ανάληψηwithdrawal=αποχώρησηwither=κατακεραυνώνωwithhold=παρακρατώwithin=εντόςwithin=μέσαwithout=άνευwithout=χωρίςwitness=μάρτυραςwitness=μαρτυρώwitty=πνευματώδηςwitty=σπιρτόζοςwizard=μάγοςwobble=ταλαντεύομαι


wolf=λύκοςwoman=γυναίκαwomb=μήτραwonder=αναρωτιέμαιwonder=διερωτώμαιwonder=θαύμαwonder=θαυμασμόςwonderful=θαυμάσιοςwonderful=υπέροχοςwondrous=θαυμαστόςwood=ξύλοwooden=ξύλινοςwoody=δασώδηςwool=μαλλίwoollen=μάλλινοςwoolly=μαλλιαρόςword=λέξηwork=δουλειάwork=δουλεύωwork=εργάζομαιwork=εργασίαworking=εργαζόμενοςworkman=εργάτηςworkshop=ατελιέworld=κόσμοςworld=υφήλιοςworldwide=παγκόσμιοςworldwide=παγκοσμίωςworld-wide=παγκοσμίωςworry=ανησυχώworry=έννοιαworsen=χειροτερεύωworship=λατρείαworship=λατρεύωworst=χείριστοςworthless=άχρηστοςworthy=άξιοςwound=λαβώνωwound=τραύμαwound=τραυματίζωwound=τραυματισμόςwounded=λαβωμένοςwounded=τραυματισμένοςwrangle=διαπληκτίζομαιwrap=τυλίγωwrapper=κάλυμμαwrathful=οργίλοςwreath=στεφάνιwrench=αποσπώwrench=στραμπουλίζωwrestle=παλεύωwrestler=παλαιστήςwretch=κακόμοιροςwretched=ελεεινόςwretched=πενιχρόςwring=στύβωwrinkle=ζάραwrinkle=ρυτίδαwrinkle=ρυτιδώνωwrit=ένταλμαwrite=γράφω


write=συντάσσωwriter=συγγραφέαςwrithe=σπαρταρώwrithe=σφαδάζωwriting=γραφήwrong=λάθοςwrongly=λανθασμέναwrongly=λανθασμένοςwry=ειρωνικόςwry=στραβόςyacht=θαλαμηγόςyacht=κότεροyank=τράβηγμαyard=αυλήyard=προαύλιοyawn=χασμουρητόyawn=χασμουριέμαιyear=έτοςyear=χρονιάyear=χρόνοςyearly=ετήσιαyearning=καημόςyeast=ζύμηyeast=μαγιάyell=κραυγήyell=στριγγλίζωyell=στριγκλίζωyell=φωνάζωyellow=δειλόςyellow=κίτρινοςyellowish=κιτρινωπόςyelp=βαβίζωyes=ναιyesterday=χθεςyet=ακόμαyet=ωστόσοyield=παραγωγήyield=σοδειάyielding=υποχωρητικόςyoga=γιόγκαyoghurt=γιαούρτιyoke=ζεύωyou=εσείςyou=εσύyou=σαςyoung=μικρόςyoung=νέοςyoungster=νεαρόςyour=σαςyouth=νεαρόςyouth=νεότηταyouthful=νεανικόςzany=παλαβόςzeal=ζήλοςzero=μηδένzest=ζήλος

Hooray! Your file is uploaded and ready to be published.

Saved successfully!

Ooh no, something went wrong!