12.05.2022 Views

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΚΑΤΑΝΟΗΤΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ - ΑΛΕΞΗΣ ΚΑΡΠΟΥΖΟΣ

You also want an ePaper? Increase the reach of your titles

YUMPU automatically turns print PDFs into web optimized ePapers that Google loves.

Είναι ευρέως αποδεκτό από το μεγαλύτερο μέρος των μελετητών

του Kant, πως το φιλοσοφικό σύστημα που δημιούργησε, παρά τη

μοναδικότητα του, φέρει έντονα τα ίχνη της επίδρασης των Leibniz

και Hume. Ο Hume τού κληροδότησε την εχθρότητα και το σκεπτικισμό

του για τις τολμηρές μεταφυσικές υποθέσεις και κατασκευές.

Ο Leibniz από την άλλη, άφησε πίσω του ένα μεταφυσικό σύστημα,

μια από τις βασικές παραδοχές του οποίου ήταν πως ο χωροχρόνος

δεν ήταν στοιχείο της πραγματικότητας των μονάδων αλλά

αναγκαία συνθήκη και ταξινομικό χαρακτηριστικό του κόσμου των

φαινομένων. Έτσι, εφοδιασμένος με την κριτική και σκεπτικιστική διάθεση

του Hume και γνώστης του φιλοσοφικού έργου του Leibniz

(ο ίδιος ο Kant αναγνωρίζοντας την επίδραση του Hume πάνω στο

έργο του, ήταν ιδιαίτερα φειδωλός στην παραδοχή επιδράσεων

από τον Leibniz), ο Γερμανός φιλόσοφος προχώρησε στην οικοδόμηση

του δικού του συστήματος, που διακρίνεται από τα εξής δύο

χαρακτηριστικά:

i) Στο επίπεδο του όντος δέχεται την ύπαρξη ενός κόσμου ανεξάρτητου

από τον δυνητικό γνώστη του. Τα πράγματα του κόσμου

αυτού - τα καντιανά “πράγματα καθεαυτά” - και οι σχέσεις τους

δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενα σπουδής, κάθε πρόταση

που αναφέρεται σε αυτά, εκτός από εκείνην που αναφέρεται στην

ύπαρξη τους, στερείται νοήματος. Ο Kant αποδεχόμενος το ελάχιστο

δόγμα της ύπαρξης ενός κόσμου πραγμάτων ανεξάρτητου

από το έλλογο ον και αρνούμενος ταυτόχρονα τη δυνατότητα άμεσης

γνώσης του, κατορθώνει από τη μία μεριά να διαφοροποιήσει

τη θέση του από αυτή των φαινομεναλιστών τύπου Berkeley, ενώ,

από την άλλη, επιτυγχάνει να μη δεσμευτεί με μια αλληλουχία μεταφυσικών

υποθέσεων, σχετικά με τη φύση και τις δομικές σχέσεις

ενός κόσμου που δεν μπορεί να γνωσθεί άμεσα.

ii) Στο επίπεδο της γνώσης και πιο συγκεκριμένα στο επίπεδο της

αισθητηριακής αντίληψης, ο Kant δέχεται πως η ιδιαίτερη φύση

του συστήματος των νοητικών εικόνων μας καθορίζεται από εσωτερικούς

παράγοντες και όρους. Δίχως να αποκλείει την ύπαρξη

εξωτερικών επιδράσεων - ο μηχανισμός των οποίων μας είναι ανα-

γκαστικά άγνωστος - δέχεται πως οι εικόνες μας οργανώνονται με

δύο τρόπους, που είναι αναγκαίες εσωτερικές προϋποθέσεις κάθε

εμπειρίας. Οι δύο αυτοί τρόποι αλληλοσυμπληρώνονται και αναφέρονται

στα χαρακτηριστικά που σήμερα θα ονομάζαμε συγχρονικότητα

και διαχρονικότητα του εμπειρικού μας υλικού. Αποτελούν,

με άλλα λόγια, το χωροχρονικό πλαίσιο της ταξινόμησης των εικονιστικών

επιμέρους στοιχείων της εμπειρίας, δίχως το οποίο θα

ήταν αδύνατη η αισθητηριακή αντίληψη και κατ’ επέκταση η γνώση.

Ο χωροχρόνος σαν δυνατότητα ταξινόμησης των εμπειριών μας

προϋπάρχει, αποτελώντας αναγκαίο, εσωτερικό χαρακτηριστικό

της αισθητηριακής αντίληψης. Δεν έχει νόημα να διερωτηθούμε αν

μια ανάλογη χωροχρονική δομή διέπει και καθορίζει το σύνολο

των σχέσεων του ανεξάρτητου από εμάς κόσμου των “καθεαυτά”

πραγμάτων. Μπορούμε να ισχυριστούμε και να δεχτούμε (ο Kant

ισχυρίζεται στην “Κριτική του καθαρού Λόγου” πως αποδεικνύει

την εσωτερική, αναγκαία προτεραιότητα του χωροχρονικού πλαισίου

για τη δομή της αισθητηριακής αντίληψης) πως η φύση της

αισθητηριακής αντίληψης είναι τέτοια, ώστε ο απογυμνωμένος

χωροχρόνος να είναι ο υποδοχέας, ο οργανωτής της εμπειρίας, το

νοητικό εργαλείο, που προϋπάρχει του αυτο-συνειδητοποιημένου

υποκειμένου και που δομεί, με τον μοναδικό τρόπο με τον οποίο

μπορούμε να γνωρίζουμε το υλικό των αντιδράσεων μας στις,

άγνωστης πολυπλοκότητας, επιδράσεις που τα πράγματα “καθεαυτά”

ασκούν πιθανώς πάνω μας.

Συνοψίζοντας, να πούμε, ότι το φιλοσοφικό σύστημα του Καντ, το

οποίο υπέβαλε σε κριτική τόσο τις διάφορες γνωσιολογικές θεωρίες

όσο και τη γνωστική ικανότητα του ανθρώπου, ονομάστηκε

‘’Κριτικισμός’’. Ο ίδιος δε, δεδομένου ότι ο κριτικισμός του προήλθε

από την αντίθεση του δογματισμού και του σκεπτικισμού, αποκαλούσε

τη φιλοσοφία του ‘’διαιτητικό δικαστήριο’’. Αποφεύγοντας τις

ακρότητες τόσο της ορθολογικής όσο και της εμπειρικής σχολής, ο

Καντ, επιχειρεί να αποδείξει ότι η αληθινή γνώση, αποκτάται μόνο

με τη σύζευξη εμπειρίας και των a priori γνωστικών δυνατοτήτων.

Απερίφραστα τονίζει ότι γνώση χωρίς εμπειρικό υλικό ίπταται του

30 31

Hooray! Your file is uploaded and ready to be published.

Saved successfully!

Ooh no, something went wrong!