Εφτά στιγμές στο χωροχρόνο (Βαγιώ Στρατιώτη)
http://www.easywriter.gr/ebooks/item/231
http://www.easywriter.gr/ebooks/item/231
- No tags were found...
Create successful ePaper yourself
Turn your PDF publications into a flip-book with our unique Google optimized e-Paper software.
<strong>Βαγιώ</strong> <strong>Στρατιώτη</strong><br />
<strong>Εφτά</strong> <strong>στιγμές</strong> <strong>στο</strong> <strong>χωροχρόνο</strong>
Πρόλογος<br />
Σύμφωνα με τη θεωρία του χάους σε συνδυασμό με τη θεωρία της σχετικότητας,<br />
ένα περιστατικό σε κάποιο σημείο της γης, κάποια συγκεκριμένη χρονική στιγμή,<br />
μπορεί να επηρεάσει και να επηρεαστεί από άλλα γεγονότα αλλού ή εκεί, που<br />
συμβαίνουν στην ίδια εποχή, <strong>στο</strong> μακρινό παρελθόν ή <strong>στο</strong> απώτερο μέλλον,<br />
μεταξύ άλλων.
Στιγμή 1η<br />
Η Κατρίνα έγειρε πίσω <strong>στο</strong> κάθισμά της. Δεν ωφελούσε σε τίποτα να προσπαθεί,<br />
το σκίτσο δεν της έβγαινε με κανένα τρόπο.<br />
Τι ανόητη που ήταν, να πιστέψει πως θα καταφέρει να τελειώσει στα ξαφνικά κι<br />
ενώ είχε χρόνια να πιάσει μολύβια και χρώματα στα χέρια της, εκείνη την<br />
εικονογράφηση που της έστειλε ο θεός και η τύχη, πάνω που είχε απίστευτη<br />
ανάγκη από λίγα χρήματα…<br />
Ό,τι κι αν είχε κάνει για να βρει μια οποιαδήποτε μικρή δουλειά, να κερδίσει έστω<br />
και λίγα λεφτά για να πληρώσει τη θεραπεία του γιου της, στάθηκε αδύνατον.<br />
Είχε παρακαλέσει για καθαρίστρια, για αποκλειστική νοσοκόμα, για ένα βράδυ,<br />
για λίγες ώρες, για ιδιαίτερα μαθήματα. Τίποτα και μόνο αυτό, να τι είχε<br />
καταφέρει και δεν ήταν και τόσο παράξενο.<br />
Η πόλη ήταν γεμάτη από ανθρώπους στη δική της θέση, ανθρώπους που είχαν<br />
ζήσει καλύτερα χρόνια, ευτυχισμένα νιάτα, ανέμελη παιδική ηλικία, που είχαν<br />
μάθει να θεωρούν δεδομένο το πιάτο το φαγητό, το τίμιο μεροκάματο κι αρκετά<br />
ακόμη πράγματα.<br />
Ξαφνικά φύσηξε λαίλαπα, πέρασε τυφώνας κι όλα έγιναν μια βάναυση άγρια<br />
ζούγκλα, όπου το απλούστερο πράγμα ήταν κανείς να εγκληματήσει για ένα<br />
κομμάτι ψωμί. Αν είχες αθώες ψυχές στην ευθύνη σου, παιδιά, γέρους,<br />
ανήμπορους και δεν ήσουν ικανός να τους εγκαταλείψεις <strong>στο</strong> δρόμο όπως έκαναν<br />
πολλοί, οι επιλογές λιγόστευαν δραματικά.<br />
Εκείνη ευχαρι<strong>στο</strong>ύσε το θεό που είχε γλυτώσει το βούρκο, μέχρι που αρρώστησε<br />
το παιδί, αυτό την έκανε να μην βλέπει μπροστά της το έδαφος όπου πατούσε.<br />
Μια παράξενη ζάλη την έκανε να βλέπει μονάχα ένα πράγμα, όπου κι αν ήταν και<br />
ό,τι κι αν έκανε, μόνο ένα στόχο, ένα σκοπό, αδιάφορη για όλα τα άλλα, ήθελε να<br />
τον κάνει καλά.<br />
Στα χρόνια της ευτυχίας είχε σπουδάσει φιλόλογος και ζωγράφος σε ανώτατες<br />
σχολές, μπορούσε να διδάξει και τα δυο αντικείμενα (λόγο και εικόνα), μπορούσε<br />
να γράψει και να εικονογραφήσει μια σάγκα πολλών τόμων με παραμύθια. Μα<br />
ποιος διάβαζε πια; Ποιος έγραφε;<br />
Γι αυτό έκανε τα πάντα κι οτιδήποτε, αρκεί να ήταν τίμιο, όσο και σκληρή και<br />
βρώμικη δουλειά, όμως είχε αποκάμει πια από τον πόνο, την αγωνία, την
κούραση, την απελπισία. Ήταν βέβαιη πως αν είχε τη σωματική δύναμη και την<br />
τόλμη, κανένας ηθικός ενδοιασμός δεν θα την συγκρατούσε από το να ληστέψει<br />
τον πρώτο καλοντυμένο μαυραγορίτη που θα συναντούσε, για να πληρώσει την<br />
επόμενη επίσκεψη του γιου της <strong>στο</strong> γιατρό.<br />
Μέσα της έβλεπε μόνο μίσος, και ακόρε<strong>στο</strong>.<br />
Όταν πέρασε από σχολαστικότητα από το καθημερινό ραντεβού της με το γραφείο<br />
εύρεσης εργασίας, όπου σχημάτιζαν ουρές εξαθλιωμένοι, υποσιτισμένοι άνθρωποι<br />
με κακή εμφάνιση και χειρότερη υγεία, τσεκάρισε μόνο τον πίνακα χειρόγραφων<br />
ανακοινώσεων, τον ανεπίσημο, όπου χωρίς την διαμεσολάβηση καμιάς δημόσιας<br />
υπηρεσίας, ιδιώτες έβαζαν με δική τους ευθύνη αγγελίες, αναζητώντας κάποιο<br />
εργάτη, ή υπάλληλο. Είτε αυτός που έβαζε την αγγελία, ή αυτός που απαντούσε,<br />
διακινδύνευε να βρεθεί νεκρός με οποιοδήποτε κίνητρο. Ληστεία, εμπορία<br />
οργάνων κλπ κλπ.<br />
Από εκεί και μόνο είχε μπορέσει τον τελευταίο χρόνο να βρει ό,τι της απέφερε ένα<br />
ελάχι<strong>στο</strong> βιοπορισμό και ήταν τυχερή που μόνο μια-δυο φορές χρειάστηκε να<br />
υπερασπιστεί τον εαυτό της, με τα χέρια και με την ταχύτητα των ποδιών της.<br />
Ένα χρωματιστό χαρτάκι post-it σε μια γωνιά πάνω αριστερά <strong>στο</strong>ν πίνακα<br />
ανακοινώσεων έμοιαζε να προσπαθεί να κρυφτεί, ή να κρατηθεί να μην<br />
ξεκολλήσει και γράμματα πλαγιαστά, καλλιγραφικά αν και κάπως ψυχρά και<br />
τυπικά, ζητούσαν "εικονογράφο παιδικών παραμυθιών".<br />
Η Κατρίνα νόμισε πως βρίσκεται σε ένα χάσμα του χρόνου. Μήπως κάποια<br />
διακοπή στην κανονική αλληλουχία των εποχών, την έβγαλε για μια στιγμή από<br />
την κόλαση όπου ζούσε και έτσι μόνο και μόνο για μια στιγμιαία παρηγοριά, την<br />
γύρισε πίσω <strong>στο</strong>ν καιρό της νιότης της, στα χρόνια της αληθινής ζωής;<br />
Σε κλάσματα δευτερολέπτου συνήρθε. Πήρε μαζί της το χαρτάκι υπολογίζοντας<br />
τις πιθανότητες να ήταν η πρώτη που το είδε. Λογικά είχε αυτή την τεράστια τύχη,<br />
αν είχε προλάβει κάποιος άλλος ενδιαφερόμενος, το χαρτάκι δεν θα ήταν πια εκεί.<br />
Φυσικά με τα πόδια διέσχισε την πόλη, χωρίς να χάσει καθόλου καιρό για να<br />
διορθώσει κάτι στην εμφάνισή της ή για οτιδήποτε άλλο.<br />
Γύρω, όλα άλλαζαν κι από τρώγλες και βρώμικοι δρόμοι, σκοτεινά χρώματα κι<br />
επικίνδυνα στενά, ξάνοιγαν σε ηλιόλουστες βίλλες με τεράστιους κήπους<br />
φυλαγμένους από ψηλούς τοίχους, αυτόματα σεκιούριτι και ζωντανούς φρουρούς,<br />
αλλά κανένας τοίχος δεν μπορούσε να κρύψει την καλοζωία που ανέδιδαν. Μέσα<br />
πρέπει να υπήρχαν όλα τα καλά και κάθε είδους αφθονία.
Έφτασε <strong>στο</strong> σπίτι που έλεγε το σημείωμα, κτύπησε το ηλεκτρικό κουδούνι και<br />
άναψε μια κάμερα ελέγχου. Την κοίταξαν, την ενέκριναν και η πόρτα άνοιξε με<br />
ένα μαλακό τρίξιμο πάνω σε καλολαδωμένους μεντεσέδες.<br />
Μπήκε σε ένα μικρό εξωτερικό προθάλαμο, κάτι σαν πρόστεγο μπροστά στην<br />
πόρτα, όπου κανείς μπορούσε να φυλαχτεί σε ενδεχόμενη ξαφνική νεροποντή,<br />
περιμένοντας να περάσει παραμέσα, ένα κανονικό σπιτάκι θα το έλεγες.<br />
Άλλο ένα σημείο ελέγχου από ζωντανό σεκιούριτι αυτή τη φορά.<br />
Ο φρουρός κοίταξε την κόρη των ματιών της με ένα ειδικό φακό, απόδειξη ότι δεν<br />
ήταν σεσημασμένη για παρανομίες από το ειδικό σύστημα εντοπισμού<br />
εγκληματιών μέσω της ίριδας και την πέρασε στην αυλή του σπιτιού, όπως το είχε<br />
μαντέψει ένα παραδεισένιο κήπο, σαν αυτούς που έβλεπε άλλοτε σε παλιά<br />
εικονογραφημένα ανατολίτικα παραμύθια συλλεκτικής αξίας.<br />
Η Κατρίνα ήταν μόνο σε θέση να προσπεράσει, το μυαλό της ήταν ακόμα<br />
συντονισμένο στην ίδια μοναδική συχνότητα όπως εδώ και λίγο καιρό. Το<br />
άρρω<strong>στο</strong> παιδί που την περίμενε <strong>στο</strong> σπίτι.<br />
Μηχανικά υπολόγιζε τις πιθανότητες κακοποίησής της και τις έβρισκε λίγες, σε<br />
τόσο πλούσια περιβάλλοντα μόνο μια περίπτωση υπήρχε, απαγωγή από εμπόρους<br />
λευκής σαρκός.<br />
Προχώρησε σε ένα μικρό κιόσκι <strong>στο</strong>ν κήπο όπου την οδηγούσε ο σεκιουριτάς κι<br />
εκεί την περίμενε μια νεαρή κοπέλα της ανώτερης τάξης, δηλαδή όλων εκείνων<br />
που μόλις έγινε η καταστροφή πρόλαβαν τις μεγάλες ευκαιρίες επειδή δεν<br />
ονειρεύτηκαν καν να ξοδέψουν πολύτιμο χρόνο σε αμφιβολίες και ηθικολογίες<br />
προκειμένου να πλουτίσουν άμεσα.<br />
Το κορίτσι ήταν υπεροπτικό, χειριζόταν μια γλώσσα για συναλλαγές με ωμό,<br />
εκβιαστικό και απειλητικό ύφος που φανερά από κάπου αντέγραφε, αλλά<br />
συγχρόνως ήταν πιθανό κάποιον να φοβάται κι εκείνο.<br />
Ήθελε μέσα σε μια βδομάδα μια "υψηλής ποιότητας εικονογράφηση για ένα<br />
οποιοδήποτε παιδικό παραμύθι". Η Κατρίνα μπόρεσε να υποθέσει ότι θα τη<br />
χρησιμοποιούσε σαν "νέγρα", δηλαδή θα οικειοποιούνταν το έργο και θα το<br />
παρουσίαζε με τη δική της υπογραφή σε κάποια ανώτατη σχολή ή κριτική<br />
επιτροπή του εσωτερικού ή του εξωτερικού, από εκείνες όπου κοπέλες σαν κι αυτή<br />
θεωρούν αναγκαίο για την εικόνα τους να λένε ότι έχουν σπουδάσει ή βραβευτεί.<br />
Της έκανε μόνο ερωτήσεις για τις σπουδές της τα παλιά χρόνια και δεν ζήτησε<br />
δείγμα δουλειάς της, απόδειξη ότι κι η ίδια βιαζόταν ή ίσως δεν ήθελε να μαθευτεί<br />
ούτε καν <strong>στο</strong> δικό της κύκλο το εγχείρημά της.
Η Κατρίνα δεν μπορούσε να αποτιμήσει την αμοιβή, εάν είναι καλή ή κακή. Θα<br />
μπορούσε να πληρώσει μ’αυτήν τρεις επισκέψεις <strong>στο</strong> γιατρό, αυτό ήταν σίγουρο.<br />
Πώς να υπολογίσει ένας άνθρωπος σαν αυτήν, την αμοιβή για ένα ζωγραφικό<br />
έργο, όταν τα προηγούμενα χρήματα που κέρδισε ήταν από καθάρισμα τουαλέτας<br />
σε κέντρο διασκέδασης τελευταίας διαλογής;<br />
Πώς να σκεφθεί και να κο<strong>στο</strong>λογίσει την αξία της πινελιάς, της έμπνευσης, και της<br />
αγάπης, σε παρόμοιες συνθήκες ζωής; Βιάστηκε να δεχτεί να αναλάβει τη<br />
δουλειά, πήρε μάλιστα και μια μικρή προκαταβολή, έφυγε για το σπίτι της και<br />
αγόρασε <strong>στο</strong> γιο της ένα γλιφιτζούρι.<br />
Της ζητούσε βδομάδες το συγκεκριμένο χαζόπραμα, που το έβλεπε να το έχουν<br />
παιδιά από αυτά που οι γονείς τους δεν ζητιανεύουν τη δεκάρα. Ήταν στην<br />
παιδική μόδα της άγριας πόλης και πανάκριβο. Του το πήρε και σκεφτόταν τη<br />
ματιά του όταν θα την αντίκριζε να γυρνά σπίτι με μια τέτοια "πολυτέλεια".<br />
Αλλά δεν υπολόγισε ένα παράγοντα.. Η ζωγραφική της δεν της έκανε την τιμή να<br />
την υπακούσει.<br />
Από πότε είχε να ζωγραφίσει; Aπό "εκείνα τα χρόνια". Δεν είχε προκύψει καν<br />
σκέψη για κάτι τέτοιο ενώ πάλευε να κρατηθεί στην επιφάνεια, ανάμεσα <strong>στο</strong>υς<br />
ναυαγούς ενός απέραντου Τιτανικού. Το θεωρούσε δεδομένο πως οποτεδήποτε θα<br />
επικαλούνταν τις παλιές της δεξιότητες θα επέστρεφαν, άλλωστε δεν είχε υποστεί<br />
κανένα σοβαρό ψυχολογικό σοκ, να της προκαλέσει μερική αμνησία ή κάποια<br />
απώθηση. 'Ηξερε τις ξένες γλώσσες που ήξερε, μπορούσε να παίξει ακόμα<br />
μουσική.<br />
Όμως οι μέρες της διορίας περνούσαν επικίνδυνα, η Κατρίνα καθόταν νηστική ή<br />
κακοταισμένη, ο μικρός κελαηδούσε στα πόδια της παίζοντας με κάποιο κουτάκι<br />
κι εκείνη ήταν ανίκανη να τραβήξει μια γραμμή.<br />
Τι της είχε συμβεί;<br />
Eίχε αποφασίσει να εικονογραφήσει τις "Χίλιες και μια νύχτες". Θα έφτιαχνε<br />
εφτά εικόνες που θα διάλεγε η ίδια, ένα παλιό της όνειρο -ίσως και σχέδιο- που<br />
γκρεμίστηκε μαζί με όλα τα άλλα και το είχε κιόλας πια ξεχάσει.<br />
Μα το χαρτί δυστροπούσε.<br />
Απελπισμένη, σε απόγνωση, πέταξε χάμω την παλέτα με τα χρώματα. Όλα τα<br />
σύνεργα της ζωγραφικής της τα φύλαξε κατά λάθος, θα είχαν προ πολλού<br />
πουληθεί σε κανένα παζάρι, ή πλανόδιο, ή και ευκατάστατο "γνωστό", αν δεν<br />
είχαν ξεχαστεί <strong>στο</strong> πατάρι του σπιτιού κάτω από μερικά χαρτοκιβώτια.<br />
Όταν τα έψαξε και τα βρήκε το θεώρησε καλοσημαδιά, όμως τα χρώματα δεν<br />
τιθασεύονταν…
Τα πέταξε χάμω μαζί με το χαρτί και την παλέτα και κοίταξε γύρω της χωρίς να<br />
βλέπει. Η απογοήτευση, η παραίτηση, η ήττα της δάγκωναν την καρδιά <strong>στο</strong>ν<br />
πυρήνα της, εκεί όπου χάνονται και κερδίζονται οι μάχες.<br />
Είναι ίλιγγος που δεν επιζείς απ' αυτόν εύκολα, το να γνωρίζεις ότι όχι μόνο<br />
πρέπει να δώσεις επικές μάχες για το σημερινό ξεροκόμματο, μα να αντέχεις να<br />
δίνεις το ίδιο σκληρούς αγώνες για όλες τις μέρες που θα' ρθουν, σε όλο το<br />
μέλλον. Οι ήρωες που μας δίδαξαν στα σχολεία, αριθμημένες φορές<br />
ανδραγάθησαν, δεν ήταν ηρωισμός η καθημερινότητά τους εσαεί…
η συνέχεια <strong>στο</strong>...<br />
http://www.easywriter.gr/ebooks/item/231