12.07.2015 Views

Download this publication as PDF

Download this publication as PDF

Download this publication as PDF

SHOW MORE
SHOW LESS

Create successful ePaper yourself

Turn your PDF publications into a flip-book with our unique Google optimized e-Paper software.

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


ΠΑΝΙΕΡΩΤΑΤΩκ Ι τΤΩ«ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ* ιι ΕΩ ΝΚ'^?^ Κ^ Κ Τ Ρ ι Λ Λ Ω'ΑΝΔΡΙ ΤΑ ΜΑ\Α ΦΙΑΟΜΟΥΣΩΪ;ΑΙ ΕΝΘΕΡΜΩΤΗΣ ΠΑΤΡϊΛΟΣ ΠΡΟΣΤΑΤΗΕΪ2 ΕΝΔΕΙΗΪΝ 2ΕΒΑΧΜ0Υ ΚΑΙ ΒΥΓΝΩΜΟΜΥΗΧιΑΝΑΤΙΘΗΣΙΝΟ ΠΟΙΗΤΗΣ.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗι


ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


ΣΤίΓΜΑΙιΜΚΑΑΓΧΟΑΙΑΙ.Κ«{·υ« τά (Αί'σαι μου, ©ωηά τά μίσβ [χου ^λβγίζίΐ,Φωτιά μίγβλη χι' άσβεστη «ου νά μήν ειχεν άψει!"Ολ» 6«α τό >ουφάρι μου άπ6 αυτήν ά/νίζειΚα\ ή νβρζ|ά μ' έχιι πολλά άχόμα γιο νά κλάψηβ^ηνβύρι πιάνει με β^θυ άτέ>ειωτο Ορηνούρι,Μά 5έν μέ |5ρ\/ΐι γλήγορα ς'τό ττοΟητό μνημούρι.ίι.Άπελισιά πλοχένει με μΐ τή μελαγ/ολίαΚαι σέρνομαι ίδώ κ" έχει ό βϊ^υοπΛηγωμένος,Άλλα δέν ϊ/ΐΛ σύντροφο κβί τή' άναιστηβία,Άπό τοδ κόσμου τά δει«ο γ^ά ναμ' άπαλλβγμίνος !Πιρ.Αζωή μιρτυρίΛή, μά δέ βγαίν' ή ψυχή μουΝ' άνβπβυτ», τό δύστη^'0, τβ «χβρο χορμί μβυ.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


^1 βάρκα ποΰ τή"ΕτσιΚαι λίγο)(^^)(δ·:_:νου''ε κΰματ' άγριωμίναΜγ-> φαίνεται πο; πάει ν« βολιάςγ),τά πάΟτ τά'χαιχά μέ Οίρνουνε χ'έμενα'Αμά ή οόλίά μου ψυχή δίν μπορεί νά πετάζ/)Νβ ήτυ/άίτ/) τό κορμί χι' αύτη νό ήσυχάσγ)'Γί νά τήν χάαη τή ζ'οή χορο«αμ·'νη πλάση *,Δέν εχω ίλπίδα οΰτε μιί στό^ χόσμον έδώ περ*Μοιάζω ποτίίμ', του βου οΟ, πιυ μίσ' σέ χάοςΜοιάζω τόφΰλ/ο το ξτ^ρό, που πάει στέν αέρα.Ώ !ΚάλλιαδΓϊν ε-α; σ^ντρορο στον κόσμ» έδώ δέν έ'χει,να χάμη συντροφιά τό μνήμα'ν' άγΑαλνίαίΥ^Τή μάνα τήν άληΟ^.ή, μ' ούτή νά ή»υ/άϊ/]."Οτβιν πε64νω, ό παπάς μονάχος*^Οά μέ παίρνη,Χωρίς καμιά παράταζη φτω^ό Οάν φορεμένος,φτωχό τό ξυλοι-ρίβοιτο, δπου θέ νά μέ σίρνη"^Ρ^χιιΙνοΊ ό τάφος μου Οέ νά φανή χι' αύ:ός μετανοιωμένοςΙΐώ; θά σκιπάίν]'ποιη'·ή μαρτύριο. Οά σκεπάση,Θά φοβηθή τή φλόγα μου Χ3ΐ δέν ΘΪ μ' άγκαλιάση.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


)(δ)(Τ6 λείψανο μου χαΐ οΟ :ό Οαν τ: ιρι τϊονέμί.ο,Γιατί 6£ν Οά βιεΟή χβνί·^ νο τ6 «αλοα το")ίαη ί'Από κρυφά παράπονα Οι είε λυητ^α·-οΚα» γ(ά τήν ύστίρη φ:;3 ποίς^Οε/ο:ό φιλήση;Κάτω σ' τό χρύο μνήμα ταυ, Οα ^^ρυινασιεναζη,Αλλά χανεΐ; δέν Οά τ' άττάζη,*Η κουκο·-βάγ·. 1 μο ί-/7 το χ/3ΐΐα τη; ^ά '/ύνη ]Τό αχβρο κελαοημι Οί μέ μελβν/ςλίηΚ·ι βαρετή θά ·»ίνετοι κοΊ ή στερνή μου «λίνη !"Ω, δ/ΐ, ε/ω συντροφιά \ε


χ*χΙ1Ρ0Ι ΤΑΣ ΔΕΙΓΙΟΣΥΝΑΣ.Καθώς ευρίσκεται τό ρόδονέν μέσω ακανθών χαί φΰλλων,Κα\ ^π αύτών φρουρείται μόνοναπέναντι τών φιλανθιμων,Οΰτ(θ και ή χαλή παρθένοςβλέπουσα ή γνωατάΐ ή φιΑον,"Αν θέλη τήν ζωήν ήρεμανά τήν δ'έλθη και ευδαίμων^Τά ρόδον νά άπβμιμήται,προβάλλουσα ώς προμαχώνα,Α!δώ, τιμήν και σωφροσύνην,αυτά τά τρίκ σώζουν μόνα.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


)(5)(Σ ΤΗ ΜΑΝΑ ΜΟΥΗόσα έτράβη^ες κακά, βααα^ισμίίΐη μ^άνχ,"Οσο ν' άφήση τό κορμί ή άχαρη ψυχή σου .'"Ηχουα νά χ'ϊυπα βωβά ή νεκρική καμπάνα . . .Μά δέν τό πίστευα έγώ γίατ" ήμουνα παιδί σου,ΈΟάρρεψα πώς ήθελε εύσπλαγχνισχή ή Μοιρ»Έμενα τον πεντάρφανο και σένανε τή χήρα.Άλλοίμονο, μανοΟλά μου, τά βάσανα κ' οι π:ν.ιΣοΐί φάγανε τά σωτικά σ' έχουνε φαρμακώσειΈχάνωσουν σάν τό κερί που καίεται και ληόνει,Σ'τό χάρο πης(Απορίΐμπροστά τόβλέμμα νά σηκώση;Έοε'ν'άπό πολύ καιρό σέ είχε πληγωμένηΚι' ά; ζούσες ήσουνβ νεκρή, μάνα χαρεκαμένη.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


Ό)(6)(κόσμος δλος σΜτζεται του τόφ-υ τό σκοτάδι,Μά συ πό τά πολλά δεινά γ)' αύτό έλαχταροΟσεςΙΐίχες τά μέσα σκοτεινά σάν τάρταρα του αδηΚαι ή ζο)ή σ' έκούρ^ζε γη τάφ' ολο μιλούσες"ΊΐπόΟησες στην παγερή καΐ κρύατουάγχάληΝά κο'μηΟής, μανούλα μου, νά γύρης τό κεφά)ι.Άπό/^ι(ι^εςμ£ 'σ τού; κοιμ-ΰς -α ίΐτϋΆπόβουτηγμένηΛύπη και κλάψα χαι χο)ή ν'ά/ης γιά σύντροφο σοντόν χάρο τόν σκληρό νάιαι πβροδαρμένη'ίίπέταξίς έκεΐ ψηλά ναυρης τόν εαυτό σου,Τον άχαρο πατέρα μου τ' άμοιρα τά παιδιά σουΤή μόνη πούχες άλλοτε δώ πέρα συντροφ^ιά σου.Μά έγώ ; έγώ πό τά καλά δλα ζεκληρωμένοςΕλπίδες, όνειρα, χαρίς αβεσθήκανε γιά 'μένα"Αχ! δποης είναι ό^φινός γ^ά όλα είναι ξένος."βχω 'στά βάθη τής ψυχής κρυμμένο ηόΟον έ'να :Νά μέ σκεπάση γρήγορα δ παγωμένος τάφοςΓιατί π^ά έβαρέθηκα, μανούλα μου μονάχος.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


Σ)(7)(Ε Κ Ε ι Ν ΗΙΙΟτέ μου δέν σέ >ησμονώ, ψυχή μου αγαπημένη,ελπίδα μου μονά/ριβη, γλυκεία παρηγοριά μ·υ,μέσα 'ς τόν νου μ«υ βώσκεσαι, παρθένα ζηλεμένη,κ' έχεις γιά μόν» σου Ορο/ι τήν άχαρη καρδιά μ»υ."Ω! ναι, τή μαύρη μου καροιά δπου τήν παραδέρνειτής μαγικής αγάπης σου τό χϋμβπβϋ μέ σέρνει.Μακρυά σου δταν βρίσκομαι τέ δάκρυ πλημμυρίζειλιποψυχώ χι' άπελπ-σίάς πλαχόνει με σχ·τάδιτά σωτικά μου σφάζονται, ή λύπη τά ξεσ/ίζεικαι βάλσαμο παρηγ-^ριας δέν βρίσκεται σημάδιΚαι άχόμι άν ζώ, κα\ σέρνωμαι μέσα 'ς τήν χοινωνίβΣτό πλάγι αου άν δέβν'σκωμαιι είμαι 'ς τήν έρημία·.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


)(8)(Γ]ά μένα είνε έγκλημα τόν νοδ μου άλλοΐί νά στρέψωχι" ε^ άλλο αντικείμενο 'στόν χεσμο νά πβΟήσωτό κάλλος, τήν έντέ)εΐϊ εΰρίσχ' όταν προσβλέψω'στό θελκτικό σου πρόσωπο χαΐ όταν ατενίσωτο βλέμμα έκεϊνβ, που ζωή κα'ι νιότη δεχατίζει,που δίνει τόν ΙΙαράδεισο και Κόλασι, χαρίζει."Εχω Λαχτάρα χαϊ χαρά, αλλά μιζϋ μέ λύπη·Κυμαίνεται 'σ τές σκέψες μου μαύρη αμφιβολίαπώς μέσα στην αγάπη μας 'σϊύτό τό καρδιοχτύπικάπου χα'ι κάπου φιίνεται οέ σένα άστασία,που δέν πρέπει 'στό κάλλος σου καθόλου δέν τεριάζει,μο.άζει μ' αχτίδα τοΟ φωτός που νέφος τήν σκιάζει.Κυτάζω πρός τήν Οάλασια που κείται ήσυχασμένηκαι μου θυμίζει τής ψ'-»χής τήν η^ότερ·ίΐ γαλήνη.πώς ή ζωή μου έδίάβαινε κα'ι τώρα πώς διαβαίνειτό ξίρω έγώ μονάχος μου, τό ξέρω έγώ χ' εκείνη,Εκείνη που μέ πλήγωσε, έχείνη, που π/ηγώνεικαθένα νειό αέ μιά αατιά χαΐ που τον σαββνόνέι.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


"Ητανί)(9)(Ε Τ Σ Τ ΗΝ Κ ΡΗΤΗ Ννύχτα σκοτεινή, όλββαΟο οκοτάδ».ποϋ σκέπαζε τήν άμοιρη ναι ξακουσμένη Κρήτη,κλάψες, καμοι χα· βάσανα, μαρτύρια του"Αδη.Άπό ψηλά άκουστή


χ 10 ;(*Η γή της φαρμακώθηκε, χορτάρι δέν φυτρώνει,γέννατ" άγέρχ στεναγμούς, τά δάση μαραμμέναγέρνευνε καΐ ψυ^ομαχοΟν, πουλάκι δέν ζυγώνειμυρολογα άπό μακρυά κυττάζει τρομασμένακ' ή βρύσες μέ τό μυστικό αύτό μουρμούρισμά τουςάφίνουν γογγυτό βαθύ, ματώνουν τά νερά τους.Τά α'ίματα που πήξανε στή γή τή χορτασμένηχ βί μαύροι οί άνασιεναγμοΊ, ποΰ ή σκλαβιά γεννοΟσεμέσ' στο σκοτάδι τό βϊθύ, σέ ώρα ξεχασμένη,έο του Θίοΰ τί μάτιάνταμωθήκανε κρυφά, εδώκανε τό χέριτά θωρούσεκ ε


Χ " χΠροβάλλει κόρη φωτερή, του Παραδείσου αχτίδακρατώντας είς τά χεριά της τά δάφνινα στεφάνια,τό ό'νειρο του "Ελληνα,πουτή μό./η μας ελπίδα,τά φοροΟνε αδελφοί μέ τόση "περηφάνιαχΓ ώς Ηγεμόνα δέ/ουντβι μέ δόξα χαι καμάριτοΰ Βασιληά μας τό παιδί, του Θρόνου μας βλαστάρι.Ή φύσις έλςυλούδιοεν, αρώματα ακορπίζ-ι·γιορτάζουν ίίλοι οί "Ελλη-ες, αναγαλλιάζει ή οφ&Ιρα.χβμεγελα δ ουρανός, κάθε πουλίτονίζειτό μαγικό τραγοΰοί του, γιατί μιά θυγατέραπ*υταν στον "Αδη, στης Τουρκιάς τά χέρια σκλαβωμένη,ίσπασεπΐ|ά τά σίδερα καΐ ζή 'λεφτερωμένη.Χαίρε, νησί μου ξ«κβυστό, μαρτυρικό νησί μου,κόρη πιστή τής Μάνας μας, παίδι τοΰ 'κοσιέναμέ τόσες π^λαβις ίύχΐςδέξου καί τή δική μου."Αμποτες ναρΟη δ καιρός κ' έμεϊς καθώς εσένατέτοια γιορτή νά κάμουμε, κ' εύ3ύ; ά; ξεψυχίσωδέν είμαι σκλάβος, μάποθώ ελεύθερος \ά ζήσω.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


χ ^2 )(ΤΟ ΑΝΘΟΣ ΤΩΝ ΑΝΘΕΩΝΤά άνθη τά προσέφ'ρεν δ ποιητής εΐς "ΑνθοςΟπερ τών άλλων φαίνεται οτ' είνε κορωνίς^Αν δέν τό έφανέρωσεν ώς σήμερον χάνεις,Τ' έμβλογεΐ ίριστικώς τό φλνογερόν του πάθος.Δέξαι ώ κόρη, τ'άνθη του ώς φόρον τής λατρείας.Περίβαλε τα πρός στιγμήν μ' ?ν βλέμμα συμπαθείας.Διότι τά συνέδεσε μ' άγάπην, μέ φιλίαν,Μ' ελπίδα, £ρωτα, χβράν και πίστιν αί


Ηχ Ί3 )(ΕΛΕΗΜΟΣΥΝΗ.Ανοίξετε τ^ χίρι σα; ς τήν ελεημοσύνηΓιά νά φανήτε άνθρωποι πώς είστε κ' δτι ζήτε,Όιτοιος έ'χιι προαίρειη λίγο, πολύ κα'ι δίνειΦαίνεται π^ίς δέ^ ξίχασε τό/ Πλά 3τη κ Γ άΟ ^μεΐται"Οτι κΓ αύτό; είν' άνθρωπος, π^ος εΐμπορεϊ νά πί'ϊη·Ηρΐσέχετε, τών δυ5τυχών γιατρεύετε τά πάθη.Μή τούς αφήνετε ποτέ- μές' στην άπελπιοίαΕίνε χΓ αύτοι, δτως χαι σεΤς, άνθρωπβι, άδίρ^οί σ·^Έάν άλλά,ζη κάποτε ή τύχη είνε μίί,ΣήμΓρον είνε δι' αυτούς κα'ι αύριο δική σας."^Ισως δ,τι τού; δίνετε τό έδωκαν κ' έκεΐνοι.Είνε λιμάνι σ' ιο φχωχό ή ελεημοσύνη.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


χ -14 ΧΔέν πρέπει νά προσμένετε χάνεις νά σάς ζητήση."Ιίχει φτωχό ποΰ δέ'^ ξ{ρει μιά λίξί) νά άρ4ρώβΐ|)^Πνίγεται μές* στήνέ«τροπή, δέν'μηβρεϊ νά μι)ή·η.Άχόμα χαι τβ βλέμμα του ζητάει νβ χαμηλώση,Νά μή δ'.αβάϊουνε σ' αύτό τόν έξευτελι*μό τ·υ."Οποιος τήν φτώχεια σέβεται τίμα τόν εαυτ4 ί·ν.Εινε φριχτό τής συμφορά; τό μβνίαίμένο χΟμβ.Ό-φάνια, τύφλωση, χη;ΐ)ά κα'ι γηρατειά νά δέρν||.Εΐν' αμαρτία αμέτρητη, τό πε20 μεγάλο χρίμα,"Οταν κανε'ς κάτι μποριί να δίνη ή νά πβίρνηΚαι τό κρατεί κβλήτερα άκέμα γ)« νά ζήση.Τό χυμ' αύτό, τό ί'όιο θά τόν χαταπ·ντίση. -Τείνετε χίρι σπλογ^νίχό στον γέβο\-τα διαβάτη,. ΠοΟ τό κορμί του δ?2νουνε τών γηρατειών ι\ πόνοι*Σεβάστητε τά χρονιά του κο\ δώσετε του κάτι.Αγ'·ν', δτ'χν δί'.ξε*ε. β πό.ο: έλβφίόνιι.Τό δώρο γίνεται διπλό και τήν ψυχή δρίβίζειΦιλία κα\ ευγένεια οπόταν τό σ'τολί'ζη.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


χ-15 χΣτεγάσετε τήν ίρημη χα'ι πικραμμένη χήρα ·Μου μόνο γιά παρηγοριά τά δάκρυα της ίχει,*Αν χ^λεύη ΧΕΙ ταπείνωση τής ίδωκβνή μοΐραΜή τήν άφίνετε γυμνή, ξεπόλυτη νά τρέ)^/).Εί/' έντρ·πή χι' ασέβεια 'ς τόν Πλάστη νά θωρήτεΤό πλάσμα του στερούμενο, νά μή τό έλεήτε.Εί; τόν τυ^λό ποΟ δέν είδε τβΰ ήλτ.υ τήνΔώστε τ·ύλά·/ιστοάχτίδ«ροβδι γιά μόνο στήριγμα τβυ·Τ· πλάσμα τό κσκβμοιρβ άν δίν ίγΎ\ ελπίδαΝά έχουν Ινα όδηγόν τ' άχαρα βήματα τουΚαί τόν Θεϊν νά εύλογη πώς βρέΟηκ' έ'να χέριΠ«ρηγϋρί»ν είς αύιόν μ'έ'να ρ*βδί νά φέρη.Είς τ' δρφανό δώσ-ε φιλί ζεστό τιώχει γλυκάδϊ,Πίατε του λόγια τρυφ§ρά. "Αχ! δέι» είδε μητέρα !Τής όρφιν^ας τ" άνέΟρεψεν ή μούρη φ^ρμα/άδϊ,Κ' αγάπης ίέν άνίπν-υσε ποτέ του τόν άέρβ.ϋάλτε το στην άγ/άλη οας, σφίξτε το 'στήν καρδιά σ·ςΚ' ένΟ*^μ.ηΟε?»ε τή σ ιγμή εκείνη τά παιδιά σας.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


χ 16 χΤήν ορφανή προσέχετε, μήπως κα\ει; σηκώ'ίη'Κακόβουλος βλέμμα ποιέ «νότιο έμπρό; της.Ι'Ιίνε ώς νά ήθέλησεν αυτήν νά φχρμακώίηΓΐϊτΊΚαί τότε προτιμότερο; τότε δ θάνατος της.ά' ζή ή ταλαίπωρη χαι ζή ατιμασμένη,θάφτηπβ, εΐνε άπό καιρό χίλιες φ^ρέ; θαμμένη.Άλλοίμονο 'στόν άνθρωπον που αίσθημα δέν ίχειΤιμής, αγάπης κ' έν^τροηής, άκόμι και φιλίας !"Ω ί τόν ταλαίπωρον, αυτός στον όλεθρο τβυ τρέ/ει,Δέν έπβτίσΟη, φαίνεται, μέ νάματα θρησκείαςΚαι τόσον ε-α δυττυχή ποτέ θά Ιλεήση"Οιβν 9 "Αδη; ημπορεί τόν χόϊμο νά φωτίση.'Αλλά χαρά μέ; στην καρο^άν εκείνη που παρέχει"Αίυλο, φόρεμα, τροφή στους ταλαιπωρβυμένουςΜέσ' 'στά πελάγη πάντοτετής εύτυ/ίας τρέχει"Οταν κανί'ις τούς δ^στυχε*ς δέν τούς νομίζη ξέν·υς,Κί' α·* άποθάνη ζωντβνος αιώνια θα μείνη,Δέν αποθνήσκει, φίλοι μου, ή "Ελεημοσύνη !ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


Ε \ ΙΙ'έΑ Σ Τ ΡΜβ·;α* ί-ϊ. *ιΐ ζ\ ί'-ΧΓ ώ./;ό* ά--;:*. »^ ίχείν*.Ήτις ί·Γ'ο» α* ας "ι* *3 ί.ίςασ::- α ·· -ε:Και να χ>5Γ^ Ι. -Γ;ΟΙ»;- .-ερ &ΓΛΟ . -Γ; ά^ο.τ·;,IIέ «»;£'-?· Ι» μ?'!ί< τώ* -.*:!. Ι::ρα άγ;'ουΚ>: Χί'ίγηοια-;ιχ·: *έ«Μν *:Τί-*ι». >:;., ? ·-'Λ^'α.2»τ'α»α 3ζ»νΐι.; τβς έϊτι;»; ^Αας -«εΓίΐς,Λ; * 'Λ^ομε> :. ί>; --.: Γ·>μζα;£ ; α»·:ί.3ςΤ-- ^·;μ: *;*Τ5: ζ^'Κ\ ';-».Αί:3 -ί.'Γ?-ν£# £ «α: σΙ- ίσ'ίο» 2α2.;«::^^.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


χ 18)(Άναζέει τος πληγάς μου ή σεπτή σδυ παρ·υσ:'α,Κα'ι άέννϊο; κατέστη ή ζ'οή μου τρικυμ'α.Εΐς λαβύρινθον έμβήκικει εΙς άβυσιεν οδύνης*Είνε κόλασι;, ώ άστριν, ή ζωή μεκράν ίκιίνης,"Ητις μ" Ιχει άγ«πή»ει·Τή; νίότητός μ^υ'^τ' ά.Ο η έχβυσι φυλλορροήσει-^Παρελθόν λελατρευμένον, χαίρε ίπ»χή γλυκεία,Κ^ρη, χ*ΐρί, τών όνιίρων, τής ζωής μου ή μαγεία.Τής ζωής μου, ήν είς ράκη έ'χί'ζ, κβρη, μεταβάλει,Κα'ι συντρίμματα ά/ είνε ή καρδία μου Οά πάλλη.Ναϊ, Οί πάλλη ή τεθλιμμένη-Ύπό Σοΰ, φευ ! αιωνίως είν' ΚΪ ταδιδικασμέ-η^Ώχρό' άσ·ρον μή μ'άφήιη;, σύντροφε τώνέδυ·ών μβυ-Γής φυγούσης εύιυχίας κ«Ί μυχίων στεναγμών μου.Τήν πλη')ύ< τών έριννύων πάίχον νά διερμηνίύσης*Κ ί'(χ πλέον άσπαβμόν μου τε/ευ ταΐον νά τή πέαφης,Δεΐγμι'.λσπασμόν περιπαΟείσς,ύτ τίτον αγάπης χ' αιωνίου μου φι Αίας.·ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


χ 19)(Ρίψε έπ' αυτής ακτίνα εί


)( 20 )(ΣΕ ΚΟΡΗ.Είπα 'ς το τριαντάφυλλο όψη γιά νά σοΟ ^έρη·στό κρίνο έποράγγειλα άσπράδα νά σβΟ δώση,γιά νά μήν 'χης πουθενά στιν κόσμο τβυτο ταίρι·κ' εκείνα μ' άπ·κρίΟηκαν μέ φοΟρκα, χόρη, τεσηβτι γι' βύτή δέν ίχ^ομι τίποτε τήν παρ·ένα,γιά κύτβξε τί ε^υ πε : ηώς οέ κείνη .έγώ νά κάμο τι καλό ; άς ξηρανΟώ νά πίσω,£χασα τήν αξία μου μιζύ μέ τή δροσ;ά μου ·και κινδυνεύει νά χαθή γι' αυτήν χαί τ' 6'νομά μοι*.Έστράφηκα στης άνοιξης τά μυρωμένα κάλληστές χαραυγο-'ϊλλες, στ'βύρανου τ'άστέρια ποΰ φωτάνεγιά νά σοΟ δώσουν τά καλά ποΰ δέν τά ?/ει άλλη,στές ΜοΟσες και στέ; Χάριτες δπου γιά σέ μ'λδνΐ,και μ' άποκρίθ/|καν μέ μιά; δη αέ σέ δοσμέ^ϊτά χάλλη της τά χάρισεν ή φύση ενα, ένϊ.•-^-",.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


ΠΟΝΟΣχ 21 χ '"Ητανε ψυχοίάββατο ημέραΟΡΦΑΝΟναγιασμένηποΰ κόλυδα στην εκκλησιά καθ ένας πά καί παίρνεικαι σάν βαροϋσιν πέ^/Οιμα τά σήμαντρα ή καμπάνεςκβί λειτουργές έπϊίρνχνε παιόιά, πατίρες, μάν^ς,Μέ γβγγυτό, μέ δάκρυα, μέ κουρασμένο βήμα'στό κο'μττηρι τράβηξα, 'σ τή: μά^ας μου το μνήμαγίά νά ττροσευ/η^Ιώ ή της*Δέ>» ήαποροϋσε κόλυβι νά χάμη τό παιοί της,χ" επήρε μΟΌ ενβ κερί "σ τό μνήμα της ν' άνσψηχΓ άπο καρδιάς νά κλάψη,και γιά λιβάνι στεναγμούς ατέλειωτους ν' άφήση,τέτο^» επήρε χόλυβα νά τήν παρηγόρηση.Αξέχαστη μανούλα μου, τά μαϋρά μου τά δώρα,©που σοΟ φέρνω τώρα,δίξου τα, κ' είνε καρδιακά.—"^Αρά γε ή καϋμένηνάνοιώΟηποΰναι δώ βαθειά στήμαΟρη γή θαμμένη; —Κ' ένώ τόν νου μου σκότιζαν αυτά τά μαΰρα λόγια,τής λύπης μοιρολόγια,μοΟ φάνηκε πώς εσκεσε τό χώμα τοΟ μνημάτευκι" άκουσα μέ π«ράπ·;νο τό θΰμα του θανάτουνά. μου λαλή: ιΠεντάρφαν·, κακόμοιρο παιδί μ^υ,ψυχή καρδιά δική μου,"υλοι νεκροί οίστάνονται, χαί κόκκαλα κα'ι χώμασάν γίνουνε άχόμα ! »ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


ΠΆ/οΟς έκεΐ; νά της)( 22 )(ΙΑ Ω Σ Σ Ο V'μιλώ >;' αυτή νά μή θελήσηνά στάμα τήση μ^ά στιγμή ! Καπνάδες ποΟ ιέ ς έ'χει 1Τό ξέρω, 6ΐμαι βέβαιος, Οά τό μετονοή^ηΚαι τώρα, πάλι, ώς χα'ι τ'ρ' >, να'όπι μου Οά τρ·';^η,αλλά 'α


χ 23)(ν« μοΰ φορτωτής άπονα. Τό ριζικό τό μαΰροπώς θά φανή; γιΐμέσα ε' τήνπίτεμου. Μιά μέρα τριγυρνούσαπόλη μοναχός, κάτι ζητούσα ναύρωποΰ δέν Ιυμαμε τί 'τανε. Κ' έκεΐ που π?ρπατοΰσοκ' έ3κέφτουμουν τή φτώχεια μου ξιφύτρώσε μπροστά μουκίΐ μούπε ". · Σΰρε γρήγορα και πήγαινε στό σπήτι,γιατ' Ι/ιοκάτι νά σοΰ πώο. Εί^ε καλή ή καρδιά μο^υ,κβ'ι τράβηξα εύτύς έκεϊ· ήταν ήμ^ρ» τρίτη,,πόΟ γι* άπαφράδα τήν χρο τοΰν, έ τρόμαζα 'σ τ' αλήθεια.Σ'τό ν τρόμο μο·» νάσου χι' αυτή· τ ί θέλεις ; )έγω ζήτα,αγάπη μου μονάκριβη, — άκουσε παραμύθιαποΟ τσαμπούνα δ παλιάνθρωπος· τήν'Άλφα καΙτήνΒήταεί»«ι καλό; νά μου χάσκα;. ΚαΙ μπήγει τές φωνές ττς.έκείναις τές ατέλειωτες, κάμνει ενα ταβαττουρι,δπου θαρρώ καμμιά 'πο σά; δέ' τό κάμε ποτέ της·Καϊ 'γώ'σάν στρουθοκάμηλος ρίχυουαι ττε^ά στά βούρηχ«Ί άν μέ πιίσης! "Εφυγα! , . . άλλα μέ συγχωρ-ίτε!:.· Τρίτη δέν ήτανε θαρρώ, είπα μ·γ·ίλο ψέμαΗ μοΙ συνέβησαν αυτά, τετάρτη ; π·:μπτη ; μή'ε !,' "Αχ ! ήτανε σάν σήμερα Κυριαχή ! Ι'ό σίμ-χστές φλέβις μου έπίγοσε ! 'Η γλωσσά μου χρατιέτιι !. β' ά:>ήτ'.> πειά τό βήμ αύτό! Ή σκέψη μέ τρομιζέιΐτώς π'μπν-^ί ^^ίρΟη κ' ΐδώ... . 'Λχ! πρός θΐοϋ ίδίτ^! ίν,ατι ό διάβολος πιντοϋ σάν θέλίΐ τά ταιρ'άζίΐ.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


ΤΗχ 24 χ.ΘΑΝΟΥΣΗΠένθος ήφάνισ' έμου εύΟυ,αίϊν και πάταν. χαράν μου·Τρέχ'ή ζωή μου ασκόπως ώ; ρύχκος υδ-ορ εις χάος . . .'Πδη κατέχει μελύπη οικτρά κα'ι δ νους μου προς τ' άνωΣτρέφίτοι, ι να αυ :ή; τήν ψυ^'ήν είς τά Οψη ζητ ηση . ..Μάτην ! . . αυτής ή ψυ/ή άγγελόμορφο; ούια πλανάτβι"Αγγελοι οπού υπάρχουν.μεγάλω; ιύρραίνουια τούτους.Ούτοι έ/είνηί βπόΟουν, αυτή δ άν^επόΟησ' εκείνους,"Είχε δέ πέρις ό πόθος αύτών και ήνώΟησιν τέ^ος . . ,Βίου άντίΟεσ ς ! άφρο>τις ήαην, ευδϊ'μανόδίτης-Νΰν κε>


)( 25 ΚΚρύφ^ητι,"ΠλΊε, μή άνατείλης,ώ ! μή ! σβυσον πλέον,"Ινα έν σκότει το πάν διαμένη, Έχείνης θανούεης . . .Νύκτιοι λύχνοι, αστέρες, σελήνη εΐς νέφη κρυφΙήτεΠάντες, έμ^υ συναλγουντβς, ίμίΐ συμπενθεΐτε.θρήνον τά πάντα έγγέλλετβ φεΟ ! δλ' ή φύσις άλγοΟσαβρή'ος γίνέσΐω χα'ι «ληκτβν γόβν Ιρηνήσατε πάντα.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


)( 2-0)(ΤΗ Α.Ε.ΤΩ Μ.ΑΡΜ0ΣΤΗΣ1Ρ0ΥΩΑΤΕΡ'Ά ς προστεθή £ν όνομα 'στήνΙστορίαν έ'τιΣΕΝΔΑΑ*Ως τών στηλών της κόσμημα, άΟάνατόν τι ρήμα,• "Νά μή τό φθείρη, ώ; ήμά;, ό /ρόνζ,ς καΐ τά ετη·Να εΐνε έπ'" άόοιστον ευγνωμοσύνη; δείγμαΐ)>ω^ ημών κα'ι μιΟ ήμα; 'ώ^ μ» ταγίνεστέρωνΤό μεγαλίϊον παριστώ.», τό έ'/ομα γ?ριϊρον.Οί δέ μεταγίνέστεροι ώ; Οά φυλλολογώσιίΝα ('δωσι τό κόσμημα αύιό τή; Ίστορίας,Από τοΰ βάΟ^υ; της ψυχή; δά)'ρυ2 Ο' άποσιτώσιΚαι ΰιχίρ Σου Οά πίμπωσι τω Πλάστη ευλογίας.Επί τω δτι ή ΙΙ»τρΊς ή ταλαιπωρουμε'νηΟ'δϊν ήμ?ρϊ; ευτυχεί; ε'ς Σέ έρειζομένη.Ω, ναί. Ιό χεΐ^ίς καΟενό; ιύχάς Οά ψιΟυριζη,Πάτικαρδία υπέρ ΣοΟ Οα πάλλη αιωνίως,Ίδ "Ο'Ομά Σου συμπαθώ; ή μ-ημη Οι λικνίζη."Ο/Τι. ς θά εΐν6 άληκτος ο ίο'.κό; τ-υ βίος,Ά»οϋ αργάτης άγαΟό; τής Κύ-^ρου άν-φά-η;ΔιΟ άποθάνη;, '\ρμ;στά, ποτέ δΐν V άποΟίνης.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


)( 21 XΕΙΤΙ ΤΗ ΑΝΑΧΩΡΗΣΕΙυτε όια ρο^ων ου·ε οιβννεωνΪΟΓτήν χλινήν Σου ρϊίνο^ ήοη χεφιλήν,ΆγαΟοιργίαι, σύμπλεγμαώροΐον,μέ τοσαύτη- 0>ξχ' χ τι τ ιμή - τ:·)λλήνΣ ε/ουν περιβάλει, οίονεΊ στεφάνηάφΟιτο; χ'α'ι Οίίϊ στέμμα ζηλευτόν.Πρός τού; ιύ-^γέτα; εταινο; δέν φθάνει·ώνριου^ κ' οί λόγο'. πρό τών αρετών.Σ' τάς ψυ^ά; άπάσα; όντων ίύαιοΟήτωντό άίίμνηστόν Σου όνομ' αντηχεί,ΣΊΙΚ^ΟΧΟ^ αγάπης, σέμνωμα Χαρίτωνκα'ι 0:ρμη 'ς τόν Πλάστΐ|ν £ΐνε προσευχή.Ή μ^ρΐήΣου έ'τι έγ-ιεχαραγμένη'ς τάς καρδίας δλων, άλτ^Οή; παιάν,Εί.^ε, κ'είς τό μέλλον έ'σ τα ι ΰμνουμένηάπό γενεά; τε χαί είς γενεάν.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


χ 28 χΤάς εΰχάς τής Κύπρου αυνοδβίαν ίχεις,σέβας και άγάπην άίβλβν, άγνήν.ΝΟν Ιτέ Οαλάββας νέας διατρέχειςχαί αυτήν άφίνεις πλέον όρφανήν^Αυτή λυσικόμως, κόρη τεθλιμμένη,ένω Σέ προπέμπει τήχετα», πονεί.Ή ευγνωμοσύνη Εέν τή είνε ξένη·μή την λησμενήσης, δέν Σέ λησμονεί.-- --«£:5?2??ί'ϊΡ(β'?ΐ»-τ—*ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


^)( 29 )(Α Σ Τ Ε Ι· Σ Μ Ο Σ.•Έλα , ψυχή μου, μυστικά θέλω νά σου μιλήσω,^λα κοντά μ·υ νά σου πώ..^•ί..%(>.·δέν ξ^'ρεις βτι σ' αγαπώκαί πώς μέ σέ Οά ζτ^τω ;•Τ: θέλεις νά μου πής, καλέ, μ' αύτό τό μυστικό σου;άρχισε πειά νά μου μιλάς·άλλα γιατί χαμογελάς;Α . ξέρω τό σκοπό σου.-Τί ξέρεις; λέγε μου, λοιπόν. Κι' αμέσως τήν αρπάζωτήν μάγισσα μου τήν τρελλή,χ' ίνχγλυκό, ζεστό, φιλίστό στόμα τής τινάζω.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


)( 30 χ'Εθύμωσε καί μ' έ'σπρωξεν ή κόρη τρομαγμένη,π/ρασέ, πάει τό κακό*νά τό φύλαξης μυστικό,μου είπε "ντροπιασμένη.Της τώταξα 'ίάν εύσπλαχνος, άλλα μέ συμφωνί


χ 3.1 )^Σ' Ω Ρ Α Ι Α Ν ΚΥΡΙΑ Ν'Π χαραυγοΟλα 'ντρέπεται 'μπροστά σου νά προβάληκι' ούτλς ό 'Πλιος κρύβεται σέ νέφη μαυρισμένα,χλωμϊάζουνε τής άνοιξης τά μυρωμένα χάλλη,τ' αστέρια τρεμοσβύνουνε κα'ι πέφτουν ενα ενα,Ή Χάρι-ες ζηλεύουνε, ή Μούσες σου γρι^ιάζουνΚαί ή Θε"·ς καχίώνουνε γιατί μέ σέ δέν μοιάζουν."Αν δέ' είσαι βασίλισσα μέ διαμαντένιο στέμμα,μά τέ τοια είσαι ουσικά'σ ταΐς '/άρίς χα'ι 'σ τό βλέμμα.Φ θ Α Ν Ε ΤΕτσι λοιπόν, νά βρίσχωμαι μές' στή* αμφιβολία,χωρΊς αγάπη; όνειρα, ελπίδα νά φανή,νά ταξει^εύω πέλαγο; και μιύρη τρικυμίανά μέ παιδεύη αλύπητα και νά μέ τυραννή ;'Αφε; ν' αράξω ύ δύστηνο.- σέ τοΟητό λιμάνιποΰνε γιά μέ ή ΐνάτη σου· απόστασα πειά, φτάνει...ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


)( 32 )(Α Η Σ Μ Ο Ν Ε ΙΜΕ.Διατί τόσεν συμπαθώς μοί μειδιάς εισέτι'Άνάφοΰ τό» πόνον θεωρείς σιήν κατηφή μορφήν μου ;σέ συνήντων άλλοτε είς ευτυχή μου ετηβτε τό πυρ του ίρωτος έφλεγε τήν ψυχήν μου,Όποία τότε δι' έμέ και σέ ευδαιμονία !Φαιδροί θ> έφιέμεθβ ε?ς χαροπά τοπεΐα.Άλλ' δαω; ήΐη ίπαυσε το στήθος μου νά πάλλη."Εχουν αί λύπαι πρό πολλοϋ τόν ποιητήν χηδεύσει.Τό ρόδον,.δ έμάρανε βορράς, δέν άνβθάλλει. -Φέρει δονήσεις καρδιών ό έ'ρως ώς τοξίύση,'Ενώ μέ όνειρα τερπνά μάς τρέφει αιωνίως.Είνε σκληρόν μαρτύριον έν τω έραν ό βίος.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


)(33 )('Πδέως δταν πρός έμέ στρέφη; κα'ι άτενίζηςΜαντεύω τό άπόκρυφον, τό τί δια«.οεΐσβι·Και παΰσον τήν νεότητα, τό κάλλος σου ύβριζίΐ;.Ανάγκη τών βλιμμάτωνσου τήν λάμψιν νά λυπήσαι,Νά μή φωτίζης άχαρι κ' έρημο'μένβν μέρος,Καρδίαν, ήν έκήρυξεν άπόκληρον 6 έρως.Έν εποχή ύπίφερα πολύ παρορχημένη-Κρύφια φλόξ πυρχαϊάς διατηρεΐτ' ίντός μου.Ώσει ακοίμητος λαμπάς, άσβίστος, ά.ημμένη,"Αοορον δώρον τοΰ ποτέ ακμαίου έρωτος μου,'"Ον εΙς έμέ παρήγαγεν άκτινοβόλον όμμα,Και-ήοη πάσχωντήκομαι ό δυστυχής ακόμα,Ματαίωζ έν έμοί ζητείς νά εύρης δ,τι θέλεις-'Π κνήδη δέν άπο-ε>εΐ δκσμην μετά του ίου.Είς άκαιρον μαρτύριο^ νά περιπίσης μέλλεις.Δέν εινε σύντροφες ποτέ τό σκέτοςτου'Πλίου.Ευθύς ώ; άναφτίνΕται ά'.τ'ις φω-ός του μίί,"Ω/ετο, διαλύεται άμ.'ΐ ος ή σκοτία.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


χ 31 χΦέρε τό βήμα άλλβχβυ 6!ς κήπεν ευτυχίαςΚαί ρόδσν μήπω άνοιγέν δρέψε τοΰ κάλυκος του.'Απόβλιψον άμέτοχβν πινρίας, δυστυχίας·Τό ρόδον δ όσει σοι τερπνόν δ κέκτηται έντό; τουΤήν ιύωδίαν^ πάροχον χαράς χ»\ ευφροσύνης"Αφ·; έμέ τόν ^ιί^ζυ^χ^ τό 05μι της. Εκείνης . .Τής κατϊΐγίδος άπεχε,.φοβοΰ τήν τρικυμίαν,Μή προσεγγίζης τήν πυράν και Οά σέ πυρπόληση.Σεβάσθητι τηκόμενον είς λύπην αίωνίανΑδυνατεί δ άνθρωπος νεκρόν νά άνασχήση,Κα'ι εί^ί προτιμάτερον νά μέ καλύ'ψ' ή λήθη,Και συμφορώτερον ει; σέ· λησμϊνει με κα'ι ζήθι.— --^^^Ζ>^''?€^^^ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


)(35)(ΑΓ ΑΠΗ ΞΕΧΑΣΜΕΝΗ.Εΐοες πώς μέ .ιατάντητες; νά σέ θωρώ μέ μάτιΨ"ΧΡο> χωρίς χαι κάτινά νοιώθω νά πονώ!Κ«1 άν τυχΊν τό χέρι σου μβΰ δώτης και κρατήσω,νά θέλω νά τ' αφήσωνά σέ περιφρονώ.Βλέπεις πώ; μεταβάλΟη/,α; το στήθια μου τά μαυριπούχανε τόση λαύρα,σπίθα δέν έχουν μ^ά,Κβί βλί'πω τής αγάπης μου τά ρόδα μαρβμμέν«,σκωληκοφαγωμένανά πέφτουν μ' άπονιά.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


)( 30 )(Σ' άκολουΟοΰτα ό δύττηος πιστά, σάν τή σκιά σ3υ,Μ' άρκοΟσε μιά ματιά σου,ττώβλεπα μυστικά.Κρεμώμουνα στά λόγια σου, στό κίνημα σου μόνοκ' έδιάβαινα τόν πόνομέ ί-ειρα γλυκά.Κοντά σου όνους μου έτρεχε πάντα νά σταματήσηζητοΰβε νά δροσίσηφωτιά ερωτική.Τόσις πβρΟένες ήια'ε γιά μέ μονάχη ζοΟσεςπαν τοϋ μοσκοβολβΟσεςχί' άς μην ήσουν έκίΐ.Καμμιά φ3ρά σάν έβλεπα τήν όψη σου θλιμμένητό στόμα νά σωπαί^ηνά μή ροδογελα,θαρρούσα οτι σκέπαζε τήν πλάση το σκοτάδιτοΟ φλογεροί τοΟ "Αδη,κι' ό κόσμος πώς χαλ3.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


)(3·? ΧΜά πάλι, σάν έκύτοζα χαμόγελο 'στά χείλητοϋ Μάη· χαι τ' Απρίληθαρρούσα τή στολή*Η Φύση βτιντύνονταν κα'ι χαίρονταν μέ σένα,αχάριστη παρθένα,π' αγάπησα πολύ.Τά λόγ^β πβΰ μου έλεγες, λόγια ψιμμυθι·ομένβ,ήτανί ζυμωμε'ναμέ δόλο και ψευτιά,Κ' εΐ τόβφΐ σου αναστεναγμοί μέ τέχνη καμωμένε»δέν ήτον βαφτισμένοισέ φλόγα κα'ι φωτιά.'Εφίλεψε μέ άνοιξη φθινόπωρο κανένα ;ζουν άπομανρυσμένακαι δέν θά ίοωΟουν.Τ6 ένα φέρνει αρώματα καί τ' άλλο τ' αφανίζειχα'ι τοΰτο μάς θυμίζειπώς δέν Ο' άγαπηΟοΟν.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


)(38)(Κ'έμεΐς άγαπη^ήκαμεν ; Όνείρου ήταν .πλάνη !Σέ γνώρισα πε|ά, φτάνει ίΑγάπης πουθενά,Βλαστάρι δέν έφάνηκε μές στ' άπονα σου στήθια,τβ ψέμα στην αλήθεια'ντρέπεται, ξεκινά.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


Σ Ε)( 31) )(ΦΙ ΑΟΝΜή μου τήν άνίφέρνης πειά, φτάνει νά φαρμαχώνηΤ· μαραμμένο μου κορμί, ποϋ σίββανο τοβ λείπει.ΚάΙε μ3τ)·ΰ της κίνημα τά μέσα μ·υ 'ματώνει'Π κλάψα μέ σαράκωσε μΙ κατατρώγει ή λύπηΚ} ·Οτή δέν άπ·σταίνει πειά νά παίζη, δέν βαρυέται-Κρίμα π·ΰ δέν σπλα^νίζεται και δέ~ν ψοχβπονϊέται.ή μ«0 τήν ανβφβρνίΐς πίί«, μέ βλέπει και τό ξέρειΠώς λυώνω μεστούς στεναγμούς καίπνίγομαι στούςπβνους"Εχωσε μεσ' τα σπλάχνα μϊυ Οανατηρό μαχαίρι,^ Της νε^άτης μ·υ σαβάνωεε τ·ύ; ζηλεμέν·υς χ^όνενςΚαί τ ή ζωή της χαίρεται 'σάν χάνω τήν δική μου.,. Αυτή ! 'μπ^ρβϊ καΐ ν* / τρή άχόμα]^στή θανή μου.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


χ 40)(Στού; στίναγμούς μου τό δεχτρί μαραίνεται ΧΛΊ γ£ίνε:Τ' αστέρι φέγγει θαμπερά ιΐς τό περπάτημα μουΚάθ' εμψυχβ καί άψυχο παρηγοριά^ μοΰ φέρνει,Σπλαχνίζετσι τή λύπη μου, τά μαΟρα βάσανα μβυΚι'αυτή μένει άναίστητη, Οαρριϊς καρδιά δέν έχει,Καί ό τρέλλβς μου πάντα νβΟς ^Ίέλει σ' αυτή νά τρέχη.Σάν δέ φ-ά/Όυ- ςί στενά γυιί ι ή- άίτβνη χαρδιά ιήςτγιατΊ νά Οε/Ϊ] την φωτίά νά μοΰ τή ξεσπιΟίζη ;ΈΟέριεψιν ή άη^·^^.. ;Λέσ« 'στά σωτ'κά τηςΚαί δ^ν λυπά-.α·. τόν'νέχρβ χι" ακόμα τον λβχτίζηΤί κρίμα ποΰ τη^ ΐψη τής κανείς σάν άντικρύση"ΠλΊου θωρεί Ανατολή καί στην καρδιά της Δύση.Μή μοΰ τήν άνβφ-'ρνης πε'ΐά, νά μή δώ τή θωρειά τηΓΑνατριχιάζει τό κβρμί, σπλαχνίσου με, λυπήσου,Γιατί παγώνει κ'ή "καρδιά άκόμ'α στ' όνομάΕίρεις πώς τήν έλάτρευσα,τη^.τόν έρωτα Ου'μήσουΚι'άφες με,,είνε πενά -γ^ά μέ Ά γ ά π η Ξ ε χ α σ μ ε ν ην^Α! όχι. "Όχι!βλαστημώ· ΑΧΡ.ΧΑΣΤΠ ΘΑ ΜΕΝΙξΤ.~" ~.^2^ο?,-^'/ί^"ι»ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ

Hooray! Your file is uploaded and ready to be published.

Saved successfully!

Ooh no, something went wrong!