12.07.2015 Views

ΚΥΠ ΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟ Θ Η ΚΗ

ΚΥΠ ΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟ Θ Η ΚΗ

ΚΥΠ ΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟ Θ Η ΚΗ

SHOW MORE
SHOW LESS

You also want an ePaper? Increase the reach of your titles

YUMPU automatically turns print PDFs into web optimized ePapers that Google loves.

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


ΛΊΙΚΤΠΡΟΣ ΔΟΤΛΗ.ΜΙΑ ΣΕΛΙΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣΥΠΟ ΤΟΥΣ ΝΑΊΤΑΣΠΟΙΗΜΑ ΕΠΙΚΟΝ ΕΙΣ Α2ΜΑΤΑ ΠΕΝΤΕ8υΚΤ ΟΙίΙΟΤΛ ΤΑΗΒΝ ςπίΒυβ ΙΟΚΟΤ188Ε ΤΒΙιΙΙΠΤ3 :ΝΑΜ ΝχςυΒ ΟΗΟΒΟΛ 80ΐτυΗ ΒΕΟΟΙΤ ςττΕΗ νυΐιΤ ΗΛΙΟΤΘ ΒΤ ΗΕΚ9,Ρθ80ΜΐΓπςυΒ οκΑνΒΜ ΡΒΚ30ΚΡΚ κΒΜίττιτ ΑουτυΜ;ΝΕΟ 8ΕΜΡΒΒ ΡΒΒίΕΤ ςυοοουϋαιτΒ ΜητΑΒίτυΒ ΑΒσυβ.(Εοταίίια, Λη ΡοίΟοα..)ντοΙί2ΑΝΝ0Υ Γ. ΚΑΡΑΓΕΩΡΓΙΑΔΟΥ, Ιατρού.ΕΝΚΥΠΡΩι.ΕΝ ΛΕΥΚΩΣΙΑι1895.ΚΥΠΡΟΥ.ΕΚ ΤΟΥ ΤΥΠΟΓΡΑΦΕΙΟΥ ΕΡΒΕΡΤΟΥ Ε. ΚΛΑΡΚ.^1 »ο^\1·1»ΛΙΟ«ΗΚΗΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


Ύνμάται δια τους συν^ρομητας, Φράγκων Χρυσωι/ 2^, ,, ,, μη συν^ρομητας, Σεληνίων . . οΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


ΚΥΠΡΟΣΔΟΥΛΗ«τ ν ' - ΓΤ 'Ιστορική 7Γρο€ΐσαγω'γη τον ΙΙοιηματος,Κατά το 1,183 η Κύπρος διετέλει ύττό τον Δοϋκα Ίσαάκιον τον Κομνηνόν^ψαϋΧον τύραννον, όστις άποστατήσας τοϋ τότε σαθρού Βυζαντίου άνεκηρύχθηβασιλεύς τής Κύπρου.Τότε το Βυζαντινόν Κράτος ιταρηκμάζον εύρίσκετο εΙςμεγάλην παραλυσίαν οιά τέ τάς εμφυλίους ρήξεις κάι τάς επώρομάς και λεηλασίαςτύν γειτόνων βαρβάρων και τών άπο τής δύσεως όρμώντων σταυροφόρων.Κατά τους •χρόνους τούτους περίπου έλάμβανεν υπαρζιν και η τρίτησταυροφορία, ^ς μετέσχε καϊ Ριχάρδος 6 λεοντόθυμος (ΟοβΠΓ-ίΙθ-Ιίίοη), βασιλεύςτής Αγγλίας (1,191). Ούτος άθροίσας στόλον πολυάριθμον εστράτευσεκατά τών Αράβων, ο'ίτινες ειχον αύθις καταστή κύριοι τής ΤΙαλαιστίνηςνπο τοϋ Σουλτάνου Σαλα^ίνου αγόμενοι.Μεταξύ Κρήτης και Κύπρου 6 στόλος τοϋ "Αγγλουβασιλέως καταληφθείςυπό σφο^ρας τρικυμίας διεσκεδάσθη τι^Ι^ε κί^κέϊσε' πλοΊα τινα εν οΤς και το φέροντήν μνηστήν τοϋ βασιλέως Βερεγγέρην, θυγατέρα τοϋ βασιλέως τής Να-€άρρας, κατέφυγον είς τόν ορμον τής Αεμησσοϋ.'ΕκεΤ, Ίσαάκιος ό Κομνηνός^6 τής Κύπρου δυνάστης, ώμος και άθλιος τύραννος, ού μόνον ηχμαλωτισε τάπληρώματα τών ναυαγησάντων πλοίων άλλα και άπρεπώς και δολίως προσηνέχθηπρός τήν μνηστήν τοϋ βασιλέως.Ούτος τό μέν μένεα πνέων, μαθώντά γενόμενα, τό δε και τής Νήσου γλιχόμενος άπέ€η εΙς Αεμησσόν, ένθα και^τέλεσε τούς μετά της Βεραγγέρης γάμους του, η έπέθηκε και τό στέμμα τήςτε Αγγλίας και Κύπρου. Ύέλεον δε κατετρόπωσε παρά τήν Ύριμυθοϋντα τόνΚομνηνόν ύπ' αύτοϋαίχμαλωτισθέντα.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


β'Μετά τήν κατάκτησίν τής Ν//σου άφεις 6 Ριχάρδος ^ιοικητάς απέπλευσε»ΙΙτολεμαί^α πρός συνάντησιν τών πολιορκούιτων αυτήν σταυροφόρων. Εκίϊ,τέλος, επώλησε τήν ΐίήσον άντι εκατόν χιλιάδων δουκάτων {επτά περίπουεκατομ. φράγγων) εΙς τούς Ίππότας τοϋ Τάγματος τών Σαϊτών (ΤθΠίρΙΐθΓβ),οΊτινες ίίραν τοΰ Τάγματος αύτών κατέστησαν τήν Κνπρον εστερημένοι τέωςτοιαύτης μετά τήν άλωσιν τής Ιερουσαλήμ ύπό τοϋ Σαλαοίνου.Οί Να'ΐ'Γαί τοσαϋτα έπραξαν έν Κύπρφ κακά καϊ ανήκουστουςίΐςβιαιονριγίαςκατά τό βραχύ τής όλεθρίας αύτών εξουσίας διάστημα {μόλις διετίαν), ώστεή υπομονή τών κατοίκων έΕηντλήθη' τέλος συνώμωσαν, 'ίνα σφάΣ,ωσι τους απηνείςαύι'ών τυράννους κατά τήν ήμέραν τοϋ ΪΙάσχα (15 Λττρίλ. 1,19-).Άλλ ούτοι μαθόντες τά τής συνωμοσίας ώχυρώθησαν έντος τής Αευκωσίας.Ού^έν ^ττον οι κάτοικοι έρρωμένως προσέβαλοναύτους έν τω φρουριω τούτω.'Έ,μάχοντο εκατέρωθεν λυσσωοώς' οι πολιορκονμενοιέξώρμησαν ξιφήρεις και πολλούς τών πολιορκητώντούς Ίππότας πολιόρκησα ντι ςάνε'ιλον' ην Β' ή σφαγήτοσαύτη, ώστε άπό τοϋ φρουρίου {βε€αίως τοϋ πρός τόν ποταμόν μέρουςαύτοϋ) μέχρι τοϋ ποταμού Πεδα/ου ερρευσε τόαίμα,Έν Γ^ μανίι^ δ' αύτών οι πολιορκου μενοι ούΰ' έφείσθησαν τών εΙς τονναόντής Παναγίας (τόν εν τ^ φρουριω τότε) καταφυγόντων, τό πλείστον παιοίωΐ',γυναικώνκαϊ γερόντων.'Εν τούτοις νοήσαντες οι Να'ϊΥαί οη οί περαιτέρω διαμονή αύτώνένΚύπρωκατέστη αδύνατος άνεχώρησαν, και τών πολιορκητών σννεπινευσάντων, ειςΪΙτολεμαιΒα, δπου εύρίσκετο καϊ ό Ριχάρδος, ψ καϊ άπέΰωκαν αυβις τήνλα€όντες παρ* αντοϋ τό επιστραφεί τίμημα.ίίήσονΔ(ά βραχέων καϊ επιτροχάδην έμνημονεύσαμεν μίαν τής Κυπριακής ^Ιστορίαςσελίδα, τήν πραγματευομένηντά κατά τούς Ναίτας.Αναντιρρήτως ή σελϊς αυτη έστϊ μία τών δυστυχέστερων αλλά και τώνωραιότερων καϊ Βι^ακτικωτέρων.Τϊ ώραιότερον καϊ Βώακτικώτερον ^ τό θεα/χαλαού θραύοντος τής δουλείας τάς πέΐας καϊ ώς είς άνθρωπος έξεγειρομένουπατασσοντος τους απηνείς αύτοϋ τυράννους ;ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗκαι


Τό ύφηλόν αύτο θέμα λεληθότως καϊ οΊονϊ άκοντας συνανίφπασε καϊ ήμας(§) είς Γας αιθέριας εκείνας τής ποιήσεως χώρας είς άς μετά δέους ήτενίσαμενούδεμίαν ουδαμώς τό παράπαν, άξιοϋντες ποιητικήν Βάφνην. 'Εν ώρι/ίσχολής καϊ ζητούντες άναψυχήν, ώσπερ είς οασιν, άπό τοϋ πολυάσχολου Ιατρικούημών βίου καϊ τών ενϊ εκάστψ παρυμαρτουσών κοινωνικών απογοητεύσεωνήθελήσαμεν, ούχϊ ν άναβώμεν τόν 'Ελίκώνα, πολλοΰ γε καϊ δεΤ, άλλα καθεζόμενοιπαρά τους πρόποΐας αύτού ν άναπνεύσωμεν τήν ζωοποιόν καϊ αίθεριώ^ηέκείνην αυραν τήν έκ τών αθανάτων αύτοϋ κορυφών έπιπνέουσαν."Εγραψα τά μέν τρία πρώτα ^σματα έν μηνϊ Αύγούστω, Σεπτεμ^ρίφ καϊ^οεμ€ρίψ, 1892 καί τά δυο τελευΓαΤα εν μηνϊ Μαρτίψ καϊ Άπριλίφ 1893.πέτρον τής Κύπρου δούλης είναι ό δακτυλικός έξάμετρος έν συνουασμω μετάτής ομοιοκαταληξίας, ^Έπραξα τοϋτο ούχϊ μανίας τινός ένεκα πρός καινοτομίαν'άποΖοθήτω μοι μάλλον ή κατηγορία τής Ιδιοτροπίας, "Εστω* αποδέχομαιταύτην, άν ώς έγώ φρονώ, έπέτυχον 'εστω καϊ γλίσχραν τινά, κρείττονα πάντωςρυθμικήν τοϋ λόγουπαράστασιν.Έπε'γραψα τό έργον μου Κύπρος Δούλ»; επόμενος τω άθανάτψ ποιητι^, φίλψ,καϊ διδασκάλφ μου, τής Χίου Αούλης. *ΙΙ κλήσις "Ναϊτιάς ήτι άλλο τούτοιςέμφερές πολύ τό τετριμμένονενέχει καϊ τό άσκοπον.' Αρξαμένου τοϋ Φεβρουαρίου 1894 σφραγίσας τό έμόν 'έργον "έστειλα τι^Πρυτάνεις τοϋ έν 'Αθήναις 'ΈΙΘνικοϋ ΐΐανεπιστημίου 'ίνα καθυποβάλ^ τόΊς Κριτα'ιςτοϋ ΪΙοιητικοϋ διαγωνισμού τοϋ 'έτους. 'Αλλ ατυχώς αΐ ληφθε'ισαι έκ τήςΠρυτανείας πληροφορίαι, μετά πάροδον ενός σχεδόν 'έτους, κατέστησαν μίηγνωστόν δτι άγων ποιητικός ο'ϋτε έτελέσθη, ο'ΰτε ήν πιθανόν δτι έμελλε νάτελεσθή έν προσεχε'ι τουλάχιστον μέλλοντι. Καϊ δ»;, έκόντι άέκοντί γε θυμω,ήναγκάσθην πλέον νά προ€ώ εις τήν δημοσίευσιν αύτοΰ διά τής εκτυπώσεωςύπο€άλλωνούτω αύτο εις τήν πολλω ύπερτέραν κρίσιν τοϋ δημοσίου.(§) ΣΗΜ.—Τό θέμα τοϋτο κα'ι 'ετερον τής Κύπρου τίκνον, 6 φίλτατος ήμϊν ΓεώργιοςΝ. Σι€ιτανίδης διά τοϋ γνω^οϋ τοΐς πασι γλαφυρού ι^ ποιητικού αΰτοϋ καλάμου λίανίπιτυχως ίπεξεργάσθη είς δράμα " Ή Κύπρος ι^ οΐ Ναϊται," δπερ πολλάκις ίπϊ σκηνήςδιίαχθ^ν ϊπίσπασεν αύτφ,


ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


ΚΤΠΡΟΣ ΔΟΤΛΗ.ΠΟΙΗΜΑΙΩΑΝΝΟΥΕΠΙΚΟΝ ΕΙΣ ΑΣΜΑΤΑ ΠΕΝΤΕυποΓ. ΚΑΡΑΓΕΩΡΓΙΑΔΟΥ, Ιατρού.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


ίΦΙΓΕΝΕΤΑιΦιλ5^ ^υνείινο'*ωσπίΐ^'ϋίιμπνίνσάσΐιΐ τί ΜονσηΑνατιθησίΛ'ΟΠθί»ίΓ»/ί·,ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


ΚΥΠΡΟΣΔΟΥΛΗΠΟΙΗΜΑ ΕΠΙΚΟΝ ΕΙΣ ΑΣΜΑΤΑ ΠΕΝΤΕ.ΑΣΜΑΟ ποντοπόρος ευρίσκει ου πόρρω της -γης φαραώνωνΩς αναουουσαν νυμφην έκτος των του πόντου κίυθμώνων^ησον μί-γιστην κΐ ώραίαν ς το άκρον Ασίας κειμίνηνΚι εις άτμοσφαϊραν Βυω^η^ Θερμ^/ν νωχελώς Χουομένην.\αιρί της Κυπρίνος σύ, η φυτάΧυιιος χθων και το Χίκτρον,\ωρα το πάΧαι τοΰ καΧΧονς^ γ^ιριτων το κέντρον καϊ θέΧκτρον'ιο ο ·γ\υκυς ουρανός σου κ^ ευωοης και οοα,αν και κλέος,ΤΐΧην και σκηνάς μαρτυρίου φρικώδεις με άλγος και δε'οΓ.Αραμά σον εν, ω ΥΙατρίς μου, ω Κύπρος, εκ τόσων δραμάτων^άλλω ποθων' και συ, Μούσα, με πνρ εκ τιον θείων βΧεμμάτων,Συ, της εμης διάνοιας τά σκότη σεΧαγισον μονή*Κι 'εμπνευσόν μβ ονσ'η'χ^εΐς νά μ'ή πΧηξουν την \υραν μου τόνοι.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗΑ.'


Λίγε συ πως έκ τοΰ χάους δί οττεο καΧειταιμεσαίωνΎών Ναιτών άνεπηΒησεν α'ίφνης τό Ύαγμα ακμαιον'Πά)? νά XυτρώσΊ^ ορμά τών Αράβων τόν Ύαφον Κΐ'ριου'Πώ? οι Ίππόται κατόπιν πολέμου δεινοΰ, οΧεΟρΙου,Και άφοΰ 'είρεφαν ^άφνας και δόζϊ/ς με^άΧης κΐ ανομίαςΉλθον ε/ς Κΰπρον, τοΰ τέως, Ρ/χά^οοΐ;, Κυρίου Άγ'^ΧίαςΔούλην την Νί}σον ττ^υλί/σαντος τυτε αστορ'γωκ δέσμια ν'Μονοί/ πωλούνται λαοί χωρίς εΧευθεριανΔεν οΐκίί αυτη εν μέσω λαών ασεβών ανήθικωνΜϊ}τε εν μέσω ΰΧώΒους Χατρείας,Μέρος τη% θείας ουσίαςπατριαν.ναών 7/ και οίκων'πΧην έχει τεμένη τά βάθηιης ενάρετου καροιας κΐ ουχί τα υλωοη μας παϋη.Εν Παλαιστίνη το κράτος Αατίνων εκρ}ΐμνιζ ίκί7νοςΟ τί}ς Αί'γύτΓτου Σουλτάνος, ο μέγας, πολύς ΣαλαοΓΐΌ9 (1.)Κ^ ωρμων προς εω ακάθεκτα τών σταυροφόοων τά πΧίιίΙη^Οπως Χυτρώσουν τόν Ύάφον Κυρίου, ως τοτ' ίθρυλληΟη'Όμως εις Βοΰλωσιν Εενων χωρών κΐ αργυρίου νοσφίσειςΜάλλον απέβΧεπον, φόνους, οεινάς προκαλούντες συγχύσεις.Πότε «ς Κΰπρον ευθύ προσωρμίσθη Ριχάρδος Αγγλίας (2.)ΚαθυτΓΟταζας πυρι και σι^ηρω την Νησον'όποίαςΦέρει κακώσεις ο ζένος στρατός είσβαλών πολεμίων !Πλην κΐ ωμότατου τυράννου άπήλλαξε έκείνην τελείως,^Ισαακίου Αουκος Κομνηνοί, αιμοβόρου θηοίουΚαι αποστάτου τυΰ Κράτους τοΰ τότε σαθροΰ Βυζαντίου,ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


κ ν ΑεμησαιΓ. την μνηστήν νυμφευθείς Βερεγγερην Ναβάρρας' Ηό ο Ριχάρδος φρουράν εις την Νί/σον άφίνει κΐ' άπάραςΠλε'ει εις Πτολεμαίδα Α^αθ' ής εττολερουν Να'Γ'ταίΚηι Έταυροφοροιπολλοί ώς η ^ΝΙούσα Κλειώ 8ιηγε?ταιΟμως συνήθης ΖΙν ητο ίγβρός ο δεινό* ΣαλαδΤνος,Ωσπερ ο φανλος κΐ αισ'χ^ρός θηλυδρίατ της Κύπρου έκε7νος.Ητο δεινός ο άγων ο πρός Τούρκουςεκείνων τών χρόνωνΟυτ 'εμφερης προ% αγώνας λαών ομοΖοζων καν μόνον.Και μ(τ αγώνας όεινους -ηττηθέντες οί "γαΰροι ιπποταιΠρός ΣαλαδΤνον συνθηκα% συνηφαν έάσαντες τότεΎάφον τόν Αγιον* πλ)}ν οί Να'ι'ται ώς πλούσιοι οντες (3.)Ηλθον βί9 Κύπρον παρά τοΰ Ριχάρδου αρ^υρωλαβοντες.Πάνοπλοι τότε Ιππόται πολλοί πλημμυροΰσι την Νί)σονΚ^ ώθει ο πους των οξυν πτερνιστηρα τα στέρνα της πλησσων.Επραξαν τόσα κακά και σκληρότητας τοσας συ·>/"χρονως^Ωστε αδύνατον καν νά -γνωριστ^ ο κάλαμοςμονός.Π οσα 9 συλήσεις ναών, αρπαΎας και κτημάτων οημευσεις!Πόσας σφα-γάς απηνείς κΐ άναι^ΐΐς τον δικαίου νοθεύσεις !Πλην τών Κυπρίων ην φίΧος θερμός ο καλός Αεμολοίιος, (4.)Τότε Γού Τάγματος μβγας Μαγι'στωρ, προς δε τελευταίος.Χρόνο9 ολίγος διέρρευσε κ^ αίφνης αύτος ανεκληθη'Ήλθ' είς Γαλλίαν κΐ ευθύς είς εΙρκτην κΐ εις πυράν ίνιβΧηθη.Κργα δέ ταϋτα τοΰ Γάλλου Μονάρχου και ΚΧημεντος Πάπα*Ούτος έμίσει τό Τάγμα κί ο άλλος ποτε δέν ηγάπα.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


Τότε τό Τάγμ' αγαθού άρ^ηγοΰ στεοηθιν και υπεικονΕίς βύγενεΐς άπηνεΤς εκ μεγάλων πλην έλκοντας οίκωνΠλε'ον άπε'πτυσε πάντα αυτό χαλινόν πειθαρχίας"Οτε κΐ ή εύφορος Νήσος κατέστη χαλκεΤον λ'ακιας."Ετη έπέρασαν Βύσποτμα διτο' »/ν εαροίωοα'Σ^ρΤγοτζωης εν τρ ^ύσει παντού διαχε'εται τώρα,Έιτάγεις χρισίΖοντες στέφουν αγρών τα χλοωδη πεδία*Τέρπουν την όρασιν θεΐα, ττολύχροα άνθη παντοία.Ρόδα κΐ ίάσμη ένοΰνται ομού μετ ευχροου λειριου'Μόλις πνοή φιθυριζει' το παν εν σιγρ μυστήριου."Ζ,εφυρος πνέει ήδύπνους κΐ ήρεμα το φύλλωμα τταλλειΚ^' ή αηδών Χυπηρόν καί τερπνόν εν ταύτα άσμα φαλλει.Εις τού Πεδσίου τάς οχθας κΐ ου πόρρω συσκιου δρυμόΐ'οι;.Ενθα οι στόνοι ακούονται νύν φιλερημου τρυγυνοςΚι ήκμαζε πάλαι ποτέ Ταμασός ή περίπυστος πολις,Ης ερειπίων σωρός ΐ'ύν ώς μάρτυς ευρίσκεται μόλις,Μέγα έκει κΐ' ιερόν τε πλησίον δέ σπιιλαιον ητο (5.)Κι' ένδον δέ βράχου εκεί απορρωγος μακράν έζικνειτο.Πέριξ ή φύσις άγρία' σιγή δ έβασίλευε μόνη,Πλην μονότονου ωδής ί,ευγηλάτου την γην πού όργόνει'Πλην της οξείας και λάλου φωνής κολοιού τίνος νέου,'Ή τοΰ φυχρού και βραγ^ωοους κρωγμού σαρκοβόρου όρνιου.Ρίγος αισθάνεται τις και αόριστον α'ίσθημα πόνουΚειθεν περων κΐ ειν εικων μυστηρίου σεμνού, αρχεγόνου.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


Λιρετ εκεΤθεν σειρά γραφική εκ γηλο^ωι' πράσινων,Ωΐ' τινας στίφουσι μύρτοι ενιΌοεις καί δάση έκ βχίνων.\λρόσω κοιλάδον στενής βαθμηδόν πού τά στέρνα τί/ς κλείειΡείθρο ν στενάϊ,ον εκεί νωχελώί ο Πεδαιος κυλίει.ΚτΓίσκοπειον Εε κώμη τεοπιη), προσωτίρω, προς νότου,Εδρα το παΧαι περώ όζος Αρχιερεως τοΰ πρώτου.Πέραν 9 τον άκρον ορίζοντα θέαν λαμπράν εκτυΧισσειΤού Μαχαιρίϊ τό βουνόν και πλοκάμους βάσεις ανελίσσειΑνωθεν τούτου εξαίσιον τ' όμμα πανόραμα βλεπει'Τερπετ ο νους καί γλυκε79 ρεμβασμούς ή καρδία μας ϊρεπει.Κάτω άγροι χλοεροί μέ τερπνά εσπαρμίνοι χωρία,¥.νβ άμιλΧαται η άμπελος ως κ^ η έλαια η θεία.Ήτο πανσέληνος νυζ' μεσονύκτιος ωρα περιπου'Ε^θασ' έκεΐ οδοιπόρος ίρομαιος5πεΖ,ευσας τον Ίππου"Έστ , ήκροάσθη και στονον βαθυν εκ τοΰ στήθους έκβάλλει"Αίφνης πλ ί/ν στονον βαιον *·^' ή ηχω εκεί άλλον προβάλλει.Εφριξε κΐ ίίχε γενεΤ η ω^ρα του μορφή ωχρότερα,Οτε φωνή τις ανόρος ττροσελθοντυς ηαούσθη ετί()α."Ητο ανηρ ρωμαλέος τριάκοντα μολκ ΙΜκιων.Ειχεν άνάστημ' αυτός ραοινον και τό βλέμμα είσΒΰονΕΐ9 τής καροίας τά βάθη έξηστραπτε πΰρ καταφΧέγον'"Ητο μορφή ευγενής και ούδεν τι ένέχον τό φέγον.Νους και 'γορ'γοτης εξόχως ίκεινην έκαλλυνον μάλλονΚ^ έκτακτος θέλ'ησΐ'> 'εστεφε μέτωπον λεΓον και θάλλον.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


ΟίΆ·ου μεγάλου βλαστός ευγενής αύτος ΐ/το Κυπρίου*Όμως ούχί έξ εκείνων ποΰ μόνον φιλοΰ μεγαλείουΟντες αύτοί κΧηρονόμοι ?έΐ' έχουν φνχης μεγαλεΐον.Ητο μεγάλη καρ^ί, αρετής πολυτίμου ταμεΐον.ΠλεΓστας μελετάςποιήσας πολλά εις την £εΊ'>;ν ην 'ετηΚι έλαβε π6ΐραν τοΰ κόσμου πολλήν ει Ααι νέο» εισέτι.Και την πατρίδα Χατρεύων θερμώς έλευθέραν εποθει'Μέλημα όπερ νυκτός και ημέρας απαύστως τον ωθεί.Εβλεπεν οΰτος μετάλ


ί^^ιχε μητρός αγαθής στερηθη θερμοτάτην λατοείανΜόλις αυτός διελθών την φαιοραν παιδικήν ηΧικίαν.ίΐίτυχεν Ομως πατρός άγαθοΰ κι άστοΰ δε τιμίου' Αλλο δέν είχε ς τόν κόσμον τι φίλτερον πΧην τίνος θείου.Όστις τόν βίον ήσπάσθη ποθοϋν μονάχου καί γαλήνην1ί


"Ήρξατο «ί;θις λαλών" ''κ«ί πρός παν ει < ί>^ομενον Τυτε" Μετημ^ιέσθηΐ' ά^είς τού φρουρίου τας πυλας, οιτοτε'" Τής Αευκωαίας έξήλθεν αμέσως ιππότης επίσης,^'Όντινα είχε κατάσκοπον πλάσει ή τέχΐ'η κ'" η φυσιν.'" Μέ κατεσκόπευε κΐ' ήσαν κακοί οι σκοποί του κ^,' οι τροποι'^^ Ότι πους θί\ραν, αύτης εραστής εκ τών πάνυ, εσκοπει''' Ελεγε τότε και -γαΰρος τονς άθλους αυτού ΖιηγεΊτο :"Οτι παρθένων σβ/ινών ο αλάστωρ φθορευς αυτός ητο""Οτι τας κοραί τής Κύπρου ευρίσκει και /«άλλον ευχυμους"" Οτι είς φόνους 'ετρυφα φυ^ας προιάπτων ίφθιμους'*' Κ^' άλλα πολλά έκανχατο ο α'ισχιστος ούτος ανέΐην'" θαΰμα δέ πώς έκρατηθην εκών έμβλη^εις ώς εΊ9 πέδην.'* Εί;γε ίπττότο, τα ειπον αμέσωςπικρς μιιδιάσας'" Είσαι άνδοώπων σπορεύ9' αρετή9 νύν τούς ληρους εάσαν" Καί τών Γραιών θιασώτης πιστός τό '^πΧηθύνεσθε" πράττεις*"' Κτείνων τούς ε'ίλοιτας τους εΧευθερους ουδόλως ταράττεις'•' Φιλανδρωπίαΐ' δεικνύεις έκβαλλων την αίραν τοΰ σίτου" Δι' ελευθέρους τροφήν έλευθέραν παντός παρασίτου.'' Κ^,' ουτω το Τάγμα ποιεί την μεγάλην αρχήν τοΰ Έωτΐφος'" Φίλοι έστέ τών ομοίων κΐ' ομοΰ εύποιίας τό κΰρος."""Έχουν πικρίαν οι λόγοι σου, είπε, δεινόν με έμβλέφας'*' Μή τού Μαγιστορος συ τήν φιλίαν δέν εΐ,σαι ό Ζρέφας;'* Είπα φυχρώς δέ καγχάσας' μικρέμπορος είμαι γυρίζων^'" Πλάνη9 Αται μολις τον αρτον τών τέκνων αου αόνον κβρδί^»ν.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


Αλλοτ εγνωρισ αυτόν ς τοΰ καλοΰ Δεμολα/ου τόν οικον''" \ειρ δε^ια τών κρατούντων τελεί αιμοβόρον καθήκον.Αν θρασυνθεντες οΐ οοΰλοι τολμούν τάς άλύσεις νά σπάσουν,Γ1 ΤΟ εΛ


{ Ούτοι Γϊ7. αρπάζουν ήρεμα τού Κράτους καλήν έπαρχίαν.ι11Ω,/ελευθέραν ποθώ την ΙΙατρίΒα νά Ί'δω ού μόνον' Αλλά και σπουΖαιας δυνάμεις αυτή νά παρέχ είς τόν θρόνον' Κράτου9 ημών τού μεγάλου πού πάντες άπλητως ποδούσι*Ποσαι ζ>αρ^άρων ορδαι πανταχόθεν αυτο άπειλούσι/' Ηδη βαρείς κυλινδούμενοί ττρόσ ώς χιόνθ9 νιφάδες' Θάπτουν τό παν κΐ έρημουνται άγροι κ^' άνθηραι πεδιάδες*' Κ^, αίφνης ώς λύκοι πεινώντες ορμώσι και μιαν πρός μίανΥΙλην φοβερώτερος είναι εχθρός τοΰ λαοΰ αι φατρίαι' Ων καί τά ήθη αί'σχιτβυ αυλής ως αι νύν^υνα'^ειαι' Τού Έυζαντίου παρέχουν" είς δέ τούς μετέπειτα χρόνους' Οιαν τό'Έ.θνος θά πέμπρ άράν εις ήμαί τους συγχρόνους!' Πάτερ, ιδού τί μέ θλίβει" φεΰ! τώρα τού Έθνους μα9 μόνος' Τ^9 δΐΥονείας ο δσι'μων τά σπλάχνα του τρω>γει κΐ ο φθονος'' Μή δεν εξάρχει ωχρός κΐ ειδεχθής ς τόν προγόνων τόν βίον;' Μή κ^' ^/ Ελλάς /ιας ωχρό ν μη δέν είδε τό α'ύραν της δύον;' Μεγαλουργούσι τά έ'θνη αν μέγας άνηρ τά Βιεπτι"' Αν τού9 έρίϊιων σπορεις ζημοκοπους πατασστ^ ως πρέπει"''Άν τών συγχρόνων του μείζων μεγάλων αρχών έμφορηται,' Πλί/ν καί συνήθως μισειτ ύπ αυτών η τρελλος θεωρεΤται.' Τί δ,' άν αυτός βασίΧεύς, Ιημοκράτης η τις τών αρί'^ων;' Μη τό φιλε7ν τήν Πατρίδα παντός ου Ααθήκον τό πλεΤτον;' Βε'βαιον οτι θερμώς τήν ΏατρίΒα πολλοί αγαπώσι,' Πού πλ^ν ό μέγας άνήρ κινδυνεύον τό Γΐίθνος νά σώσρ;'ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


12^^ Αίκαια λέγεις, Ιάκωβε. ' Είπ' υ ηγούμενος συννους'" Μϊ) ό Θεοί κΐ' εις αυτούς τών εθνών τούς μεγάλους κινούνους'' 'ΆνΖρας δέν ?·έλλ' έκ τών κόλπων αύτοΰ τοΰ λαοΰ δέ μεγάλ^Γ.'" "Αφες πλήν τώρα αυτούς τους μεγάλους τοΰ έθνους μας σάλνν''' Πού ό άγων μας ευρίσκεται",ποίας σύ έχεις ειδήσεις;" Ή εορτή προσεγγίζει τού Πάσχα* ω! μη μ απελπισίας.^^''Απασα, Πάτερ, η Νήσος , προσεΤπ ο Ιάκωβος κύφαςΤότε εγγύς τού ώτός του κΐ ετάζον τό βλέμμα του ρίφας," Είναι έτοιμη είς "τάσιν* όέν μέν η το σύνθημα μόνον," θέλω έντος τών ναών την ήμέραν τοΰ Πάσχα τον φονον"' Πάντων ημών τών εχθρών εν τ/; ^^ρο^ αυτών Αευκωσία," Ή εν αυτ"^ κατακλειων τενώς νά συλλάβω τ^ βί'α." Αν επιτυχτι αυτό, έκεΤ θέλω αυτούς νά συλλάβω'' Ως έν μυάγρα ί^ ρεΰσιν αιμάτων πολλήν νά προλάβω"αι αν, ο μη γενοιτ , αυτο αποτυχη ς τα ορη μας τότε'' Θέ ν άναβώμεν της Ελευθερίας πΐ'^οι τρατιώται'*' Έκ Βυζαντίου πλήν ίσως σταλη βοηθείας εν μέρος"*' Πότ' ό Ιγνάτιος ερχετ' έκεΤθεν;;*—" Άλλ' ^λδ.-ν εγκαίρως"Είπ ό η'γούμενος σπεύδων, " ^ τώρα έμέ περιμένει"Είδον δέ ότι ς' τό σύνθημ' αυτός ίκ συμφώνου εμμένει""' Είδον έκει, περιμένων σε, τέκνον μου. φώς άναγγέλλον'' Οτι αφιχθη πριν τ' άτρον φαντ^ τής νυκτός άνατελλον.*' Σπεύδω έκεΐσε* *·],' ε'λπίζω καλάς νά μάς φέρτ^ ειδήσεις"'Ωσπερ πραυνων προάγγελος τις τοΰ λαοΰ γς παθϊ/σεις."ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


13Ούτω9 απηντησ εύθυς ο ίάκωβος πλήν περιλύπως:'' Πλί^ττουν τό ' Κθνος μυρία κακά ί^ δεινός ειν ο κτύπος"'' Νύν εξ Έίύρώπης όρΒαι '^αυροφόρων τό Κράτος κακοΰσι''*'Αλλοι εχθροί έξ Ασίας, οί μάλλον δεινοί, πολεμούσι*" Βλέπεις κΐ εντός κοινωνίαν σαθράν ώς «^ πασαν κακίαν.'"• Κειθεν βοήθειαν. Πάτερ, έγώ δέν ελπίζω καμμίαν!..." Φθάνει Ααζάρου τό σάββατον* νύκτωρ εντός του σπηλαίου'' Τή9 Τα^ασσού θά σκεφθώσ οι εταίροι περί του πρακτέου""'Έρχεσ,' όμοΰ κ^ ό Ιγνάτιος, τότε τό σύνθημα λέγων"" " Έλευθερ/αί^ Κύπρος"—'. Καί τέλος την χεΐρα όρέγωνΧαίρε, προσειπεκΐ ησπασυησαν— Ααιρε, ω τέκνον, ι^ """λινιπ ο ηγούμενος, κΐ ειν ο θεός ευλογήσει την παΛην .Τότε πρός ώραν έχωρίσθησαν ουτ οί καΧοι πατριώταιΠρίν τής ήοΰς ύπαυγάσΐ^ τό σέλας κΐ αι Χαμφεις αι πρώταιΤότ' ό Ιάκωβος έ'βη λαβών την οδόν Αευκωσίαί'Όνειρα πλάττων χρυσά ποθεινης του λαοΰ ευποτμιας.ΐίλήν ό ^Ηγούμενος νΰν την είς Μάριον άγουσαν τότεΣπεύδων έτράπη" με σέβας αύτόν έχαιρετων α


ΕβαινΑΣΜΑο Φοίβος εις δύσιν τά ορη της Νήσου χρυσό νωνΚϊ,' ηχ€ΐ το σήμαντρον πληττον γοργώς τόν αέρα κ» οργονον^"Όπερ έκάλει είς Βέησιν παντας κοινήν της εσπέρας"Αρωμ άγνόν ή ευχή της φνχης ποΰ 7τοθε7 τούς αιθέρας.Τότε ς τόν ορμον έκεΐ τού Μαρίου προσηρασσε πλοΓον (7)Φέρον τά ίχν»/ φθοράς έπ' αύτοΰ έμμανώς τών στοιχείων.Ειχεν αφήσει την πόλιν τού ^ύζαντος κ^' ^λδεν αΙσίωςΒ.'Μέρος φορτίου κομίζον καθώς κ],' έπιβάταςίδίως.Ειχεν εξέλθει του πλοίου άνηρ όστις κύφας έφίλειΤότε την γην τής ΠατρίΒος ί^ ειχ έπ* αύτης Βέ τά χίίλη'Ειχβ τολην μοναχού την σεμνήν κ^,' η μορφή του εΒηλουΑνΖρα με τόλμην /χε?όν ί^ πατρίου άγάπηί κ^ ζήλου.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


Πρώτον αύτύς15προσηυχηθ' είς τόν Πλάτι/ν θερμώς εκ καρΒίαςΚ» €ΐτα προυχωρησ εντός δι οδού πολυθάμνου, πλαγίας*Ανω γηλοφουευρέθη μακράν δέ ούχί τής θαλάσσης"Ητο ειδήμων τών πέριζ, ομοΰ και της χώραςΤ ορός εκείθεν Αώος ύφοΰ νεφογειτον οραταιΚαί εί'ς εκτασεΐί αγνής τερπωλης Βέ τό βλέμμαΝύξ έβενώδης μ' ά?έρων δέ στέμμα παντοϋάπάσης.πλονάτα*.έζηπλοΰτοΚι' εις ρεμβασμούς νΰν γλυκείς βυθισμέν' ή φυχή προαηλοΰτο.Ειχεν αμέσως ανάφει πυράν εκ τού δάσους εκείνοςΓίρΙν της σελήνης ο Βίσκος σκορπίστ/ άκτίνων κάν σμήνος"Είχβ τό τ5θο9 άνΖρός είθισμένου έκ παίδων νά πράττηΌ,τι καλόν έθεώρει τούς άλλους χωρίς νά ταράττψΗτ' ό Ιγνάτιος ούτος ρεμβάζων' τόν εκλνζον σκέφειςΚ2 ήσαν αύτοι της Πατρίδος οι πόθοι τών πόθων τουΗτο δέ παΤς όταν θΰμα κατέστη οίκτραςορφάνιαςΚι είχε γευθή κατά κόρον τον αρτον αυτόν της ττενιας.Είδε νά ρεύσρ πολύστονονλίαν τό εαρ τοΰ βίουτέφις.'Ότε κΐ ήσπάσθη, τόν κόσμον άφείς, την ζωήν τοΰ κελλίον.Είχεν αφήσει τήν ξένην που τόσα του 'ερρευσαν ετηΚι* ηλθεν οίκίσας αυτός τόν Αώον κΐ' ο Νε7λθ5 προσέτι"Είχον Α•^' οί δύο συγχρόνως σχεδόν τήν Μον^ν συνοικίσει» ολον τον 6ίον μ αγαπην οε ειχον ομού οιανυσει.Οΰτοςεκ φύσεως ρέκτης χαλύβδινον θέλ»|σιν είχε"'Άν και μονάζων εις πάν της Πατρίδος συμβάν πλην προσειχε.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


16Είχε προβη δέη νύξ κΐ η σελήνη φαιδρά ανατίίΧει'Ρύαξ ήρεμα τό ρείθρον κυλίων τό ους Α-οτεκηλει*Αρωμ' άγροΰ νΰν ήΒύπνους ο ζέφυρος πνέων εσκορπα'Ψίθυρος μόλις ήκούετο καν και το παν εσιωπαΚαι τά πτηνά ύπνηλά είς τό δάσος πτερίγυζον μοΧις'Νάρκη γλυκεία ήπλοΰτο επάνω της φύσεως όλης.Ηδ ή καρΒία μεστή θυμυδίαΓ ήδέως ωγκοΰτο,Ειχέ τι θεΐον ως όραμα μαγον το υφωμα τοΰτο.Νύν κΐ' ο Ιγνάτιος είχε μεγάλην συγκίνησιν θειαν,'Ήτις ώς ενθεον πΰρ ευγενή κατακλύζει καρΒίαν.Έιφό^ρα έλάτρευεν ούτος τήν Βούλην ΠατρίΒα κΐ έπόνει"Ενθους δέ τότβ εις λόγων εκρήξεις έτράπη κΐ έφώνει.\αιρε, ω γή, ίερά τής ΓίατρίΒος^ σε βλέπω και πάλιν*Ηλθον και πάλιν ποθών τήν σεπτήν μητρικήν σου άγκάλην"Κ^ είναι ο πόθος μου μείζων, φλογώΖης,αν Βούλην σε βλέπω"Τέργιν καμμίαν ποτέ Βέν ευρίσκω μακράν σου νά Βρέπω'ΐίίΐναι ο πόθος φυχής άγαπώσης δέ μύρον μεθύον' Κ^' εί'ς αγωνίας τού βίου αυτό δαι/ΊλέτερονΊ^ρύον.Ω/ ευτυχής, αν κατά τι, Πατρίς μου, σού τ' άλγη πραυνω'Αν σέ κουφιζτ^ θερμής φυχής Βρόσος τό ^άκρυ ποΰ χύνω"Λ.αιρων εκκοπτω προθύμως τό νήμα κΐ αυτής τής ζωής μουΜόνον τ^Γ πάλαι εύκλείας σου, μόνον, νά τύχτ^ς. Πατρίς μου.Χείρας τυράννων άσπλαχνων, εγώ, πον σε πΧήττην, δέν λείχω'Ναι, έλευθέραν σέ θέλω η τάφου ενδόξου νά τύχω.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


•' Φεύ.' σιΒηροπτερν ίππότα περώντες τά '^έρνα σου "πλήττουν17Κ^ ύβρεων ούτοι σωρούς κατά σοΰ έμμανεΐς επιρρίπτουν.ηο η πνοή των εμαρανε, φευ! τα ωραία σου κάλληΤής ευτυχίας τό Βεν^ρον 'ζηράνθη και πλέον δέν θάλλει.Ναί, εΐ9 τους κάμπους χορτάρι κ'' εκεΤ μαραμμένο προβάλλει"" Ποσας κΐ' η γη σου αυτί/ στοναχάς τών εγκάτων έκβάλλει./" Τ' άνθη ώχρα, μαραμμενα ς' τόν κάλυκα στρέφονται, κΧίνουν,'' Φαρμακωμένον νερον και αυτα τα πτωχά τώρα πίνουν"" Κλαίω, ωραία Ηατρις μου, την τυχην σου' όμως ή ωραΤης έκΖικησεως πλέον σημαίνει αμείλικτος τόψα"' Θραύων αύτοΰ τάς αΧύσεις κ^' ^ισχύν αποκτών ώς "Ανταίος*' Νύν τους αύθέντας οργίλος ο Βοΰλος πατάσσει γενναίως.11 ^1^υνικη σου σημαία τη τον ουρανον ανακλωσα" Κ^,' ηΒελφωμενας τήν Πίστιν κ^' Ελπίδα ομού παριστώσα' Θά κυματιστή επάνω τής Νήσου ένδόξως καιπάλιν." Οίας εκστάσεις θά φερτ^ φρενός και νοός παραζάΧην!'' Πλήν άλλ όπόσαι συγχρόνως θυσί' έκατόμβαι θυμάτων!" Τϊ^ν άΧουργίΒα σου αύθις βαφεισαν είς πλήθος αιμάτων" Ω9 βααιλις θά φόρεσες κ^,' ωραία θά λαμφϊ)ς ώς πάλαι"" Ουαρ χρυσοΰν ποΰ έκτρέφουσι κοΰφοι έλπιζες μεγάλαι!'' Πράγμα, Ιγνάτιε, θεία συνάρσει" αλήθεια, πράγμα!" Οχι δέι» ειναί τι κούφου ονείρου Βέ μάταιον πλάσμα""Μέσον τοΰ σκότους αύτοΰ τών μελλόντων κ^' αγνωψων αιώνων" Την ύποφώσκουσαν βΧέπω τοΰ Γένους^ άνάστασιν μόνον.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


18Είπε Χευκόθριξ άνήρ αυτά φέρων στολήν ιερέως"Ητον ό χ^εΐλος* κατέφθασ εκεΤ επι ίππου ζρομαιος.Ούτος ήσπάσθη αύτόν τρυφερώ*: και ώμίλησαν ουτω:'*Ήλθες, '\γνάτιε, τέλος" μακρός χωρισμός εν τοσούτω"" Έκ ΒυΖ^αντίου ελπίδας η φαύλας ειΒήσεις μας φέρεις;''Απελπισίας μή λόγου9, ω! μή, τών χειλέων εκφέρτ^ς'"Ηλθες, Ιγνάτιε, ηδη, εΐ9 ώραν οπότε σημαίνει'' Ή Έπανά^ασις πλέον κ^ ή Νήσος εν νεΰμ' αναμένει.'" Είχον ίδε?. πρό ολίγων ωρών, τον 'ΐ.άκωβον τέως"'" Ανωμεν ήΒη" τά πάντα θά ί«άθ?^ς δεόντως, ταχέως"" .\εγε μοι τώρα συντόμως ενω ς την Μον//ν προχωρούμεΐ'*' Ό Αυτοκράτωρ τι ειπεν; Αύτόν άρωγόν μας ποθοΰμεν.Ααιρω, ω πάτερ, ακυυων νυν οτ η ΙΙατρις οε να ^ραυβ!•' Τέλος τάς πέΖας της κΐ ότι τό δούλειον ημαρ θά παύσρ." Λν ό Θεός τιμωρά δι' ημών αμαρτίας προγόνων"Ομως κ^' ήμίΪΓ σωφρονοΰντας ν άμείφ^ πλήν δύναται μόνον,"' Ο Αυτοκράτωρ λυπεΐται πολύ καί μοι είπε τενά^αν'"'Ότι βοήθειαν Ίσως κρυφήν άποτέλλει Βιτάζων.'" Θεσις τού Κρατου9 οικτρά" οι εχθροίφεΰ! τά ράκη του δρέτοΐΛ" Κ^ οί Βασίλε7ςμα9, ωαισχ^ος.' νωθρώςτούς πολέμους προσβλέπου».Αγωμεν, Πάτερ, βραδύτερον τάλλα" πλήν τώρα ειπέ μοι,"' Πώς ή Ειρήνη Βιάγει, τό θΰμα ή Νήσος ωνγέμει;" Κείνη τοΰ φιΧου μου και άτυχους Γεωργίου ή κόρη;'* Εγεινε θΰμα τής λύπης της ήτις δεινώς 'ταλαιπώριι.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


19Αντη εβρηνει εις μνήμα Βιπλοΰν Κβ πατρός ί^ μνητήρος'Επεσ' ο πρώτος ώς μάρτυς κΐ ό άλλος κατόπιν ώς ήρως." Ειχ ό Γεώργιος φεΰ/ τών τυράννων κινήσει τόν φθόνον"Ούτοι τά πλούτη αυτού άκορέ'^ως ώρεγοντο μόνον"" Τότε ασπλαγχνως ετάλ είς άγ-χόνην ούτος νά σφαΒάζηΩς συνωμότης χαλκεύων κρυφά τούς τυράννους νά σφάζτ).1ελο9 ο Κλέοβΐ9 δέ, ο γενναίος μνη'^ήρ τής Έίίρήνης,' Ο ί^ γαμβρός τοΰ καλοΰ Γεωργίου έν πάλ?/ αμύνης'' Επεσε ^εύ.' τήν τιμήν της μνητής ευθαρσώς προασπίζων'' Με τού υιού τοΰ Αουκος πλήν τό ζίφος, αλλά ^ βυθίζων'*'Οπλον θανάτου ς' τό στήθος τοΰ λάγνου εκείνου ιππότου,*' Φαύλου κΐ αθλίου ανθρώπου εις πασαν κακίαν έκζότου.Ερημος )·υν ή Εί'ρί/ν' ύπό λύπης τοσαύτης έθλίβηΩζ^ε ως ευθρα^Ό^ δονα^; ευθύς παντελώςσυνετρίβη"' Κ^' είναι παράφρων εκείνη η πρώην περίβλεπτος κορη'Πλάνης γυρίζει παντοϋ Κ) πέρα πεΒιάίας ι^ όρη"" Φρίκην, ώ πάτερ, οι λόγοι σου ούτοι μεγάλην μοι φέρουν"'' Πλην πρός τι τάχα τ άθώά σου όντα, θεέ, υποφέρουν;*' Μή τής οργής Σου δέν είν αρκετή τιμωρία ενόχων;^' Μάλλον ίύπρόσδεκτ οί στόνοι αθώων ή όντων έξοχων;Ι.ΙΊίί'' Λ >) - ' ' Γ ' ί(Γρ ' \ V /ΟΛ , 'Αγωμεν ειπ ο ηγούμενος, Ι εκνον, ποτε μη ρλασφημειΩ/ αί Βουλαι τοΰ Ύφΐ'^ου εϊν αγνω'^οι πάντως" ευφημει'" Τήί Βυτυχίας τόν πόνον, ω τέκνον, ό Πλατί/ς γνωρίζειι\2, ουτο? μ ευκενειαν οε επι τεΛους το πΛοσμ ατενιί,ει.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


20Πρός την Μονην έπορεύοντο ηδ οί καλοίπατριώταιΣυνομιλίαν μακράν και σπουδαίαν συνάφαντες οτεΆκτινο^όλοςο ήλιος ηδη άνέτελλε πλέονΚαί θαλπωλήν τής Ζ^ωής εΐ9 την φυσιν παντοϋ ϋΐαχέων.Μ άσματα νΰν τά πτηνά χαροπά τήν χαραν των αγγέλλουνΚ^, έωθινήν προσευχήν πρός τόν Πλάζ-ην τό άσμα των στέλλουΐ',Αύρα ζέφυρου τερπνή ύποκώφως εις πεύκας στενάζειΚ^,' εις λειμώνας τό ποίμνιον βοσκον εύθύμως βελάζειΠοιησις είσαι, Ώατριςμου, η γή σου, τα όρη, τά άνθη"Τις Χησμονεΐ τών αγρών σου το αρωμ αν απαζ ωσφράνθη;Τόσον πλϊ}ν είσ άτυχης πολύ όσον δέ εΐ,σαι κΐ ώραία'Πλήν ο θεός σοι φυλάττει καν μέλλον και έ'παθλα νέα.Δύο παρήΧθονήμέραι" ι^ ητο ^ νύξ θυελλώδ/;ς·Ο ουρανός σκυθρωπός μ άτραπάς ι^ βροντάς παταγώΒεις'Αίφνης Βιέσχιζον νΰν τά ερέβη φωτός καταρράκταιΚ^ ηνοιγον τότε τού χάους προς ωραν οι μέλανες φράκται.Εβλεπε τις πλανωμένας σκιάς τοΰ Πεδαίου πλησίονΟτις έκύλιε κΰμα παφλάζον είς σκότη είσδύον.ϋί συνωμόται έν μέσιρ Ζρυμόνος πυκνοΰ έπροχώρουνΤής Ύαμασού κΐ έντό« άντρου έκεΓ ύπό γήν εισεχώρουν'Χώρ09 τις ην ιερός, ^Έίκκλησία έν Κύπρω ήΗδη ομάς πολιτών εκλεκτή συνεδρίαν έκρότει.πρώτη"Ανδρες ξιφήρεις τό σύνθημ' άπήτουν εγγύς τής εισόδου"'ΙΙτο προφυλαζις δέ κατ έχθρων αίφνηΒίας έφόΒου.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


21Φώς αμνΒρον εκΧαμπτηρων έσκόρπα τά σκότη έκ νέουΚ] ειχέ τι θείου και μέγα τό βάθος αύτοΰ τοΰ σπηλαίου.Τού συνεδρίου κατήρζαντο πάραυτα ανΒρες σπουΒαΐοι"Ησαν και γέροντες δέ θερμουργοί και ευέλπιδες νέοι.Ητο σιγή βαθυτάτ ην ούζει Ζιετάραττε κρότος"Αρχιερεύς Ιωάννης ο Κύπρου ώμίλησε πρώτος. (8)Ούτος ήγέρθη και πάντες ομού οι λοιποί συνωμόταιΚι 'ενθους Βεηθ εύλογησας τά όπλα μέ Βάκρυα τότε:" Αίκαιος, τέκνα μου, ειν ο αγών κΐ ευγενής τής Πατρίδος"" Μηπω9 δέν ^έρει ανέκαθεν θείας τό κΰρος σφραγΐΖος;" Ελευθερία κΐ Ίσότης είν 'εϊ,οχα Βώρα τοΰ Πλάτου." Μϊ) δι αύτας κΐ ο Έωτήρ δέν σταυρώθη πληγείς τάς πλευράς τα;'' Αχρη^ος είμαι εγώ" ή χίών τών ετών μέ βαρύνει"Πλην τον υεον ικετεύω το έργον ημών να ι·3υν^" Κ^,' ε'ίθε ή αφθιτος ϊ)όξα ύμας, την ΗατρίΒα νά στέφ\ι"" Μόνον όλίγην ακόμη ζωήν κΐ εις εμέ νά 'εκπέμφτ^"'Ώστ έλευθέραν νά Ί'δω την φίλην Πατρίδ αποθνήσκων'• Ως αμοι^ην ζηλευτην κ^ σπανιαν ς ΓΟ γήρας ευρισκων.Μέγα το έργον άλλα Κ) μεγί'^η αυτού η ευυυνη'' Πόσον αύτή εις ήμας ϊέ) τά τέκνα ημών θά βαρυντ^!*' Ναί, άΒελφοί μου, θαρρείτε" τό τέρμα τών πόνων εγγίζει" Κ^,' έλευδερία9 άκτίς νΰν αρχίζει ημάς νά φωτίζη.*' Είν ή ροη τών αιμάτων φρικτή, αναγκαία θυσία"^^Αικαιοσύνην πλήν όχι εκδίκησιν θέλ' ή θρησκεία.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


22Είπε κΐ* ήκούσθη χαράς κραυγή τότε τους δόλους νο -ληΓΓ^/,"'Ωσπερ βοη υπόκωφου βροντής ποΰ τά ωτα μας τυπτ\ι.Πλήν επειδή έπεθύμουν νά μάθουν οί πλειτο» εταίροιΤίνας ειδήσεις εσχάτως έλθών ο Ιγνάτιος φέρειΤότε ήγέρθη άαέσως αυτός ευλαβώς χαιρετισαςΚι εΐ,τα ευθύς περί τούτου συντόμως τοιάΖε λαλήσας.""'Όρη σκιώδη άφοΰ «^ θάλασσαςδιέβην άφίχθην1 οτ εις Γ>υ4αντιον οτε κΐ ευυυς ς το ανακτορον ηχυην." Ό Αυτοκράτωρ μ εύμένειαν ήκουσεν όλα προσεχών" Κ^ ειΒον εν Βάκρυ αύτοΰ θαλερόν τών βλεφάρων του τρέχοτ.' Είπε στενάζων Βέ ότι τό Κράτος εχθροί πολεμούσι' Πάντοδεν* έσω φατρίαι Βέ άσπλαγχνοι μάλλον κακούσι.' Οί σταυροφόροι άπαυ'^ως εις χεΐλος κρηανοΰ έξωθούσΓΆνυπομονως οι φραγκοι την πτώσιν τοΰ Κράτους ποθούσι.'^'Έίνεκα τούτου Βι


23'* Η Μοναρχία μας ηδη προΒηΧως είς γήρας προβαίνει*"• Νομός τής Φύσεω9* πλην ώς τό πνεύμα μας άφθαρτον μένει," Ούτω τοΰ Έθνους τό πνεΰμα άθάνατον μένει, Βέν θνησκει"Κι ούτως ηιιάς ενθυμίζει τόν φοίνικα ό^ις ευρίσκειΛυνις ς την τεφραν αυτού την ιοιαν ί,ωην του ηδωσαν'' Τίς ο μή βλέπων παντοϋ τοΰ Θεού δέ την Πρόνοιαν Βρώσαν!" Ω/ από άκρου είς άκρον ή Νήσος, ω φίλοι, στενάζει" Κ^' αύτη εκδίκησιν, τέκνα μου, πλέον έκΒίκησιν κράζει.'" Είν' άνοικτίρμων, σκΧηρός ο εχθρός πρός πλουσίους κΐ' άπορους" Πάντοτε ούτος ευρίσκει ί^ νέας βασάνους ί^ φόρους."" Τις έξ ημών έκΒικών τήν ΠατρίΒα ί^ μίαν νά κάμ^'" Ούτθ9 δέν 'εχει εκδίκησιν κ^' ούτω• Οπου ίππότη9 εύρ'ισκετ' έκεΐ ί^ κακούργημας τό ζ,ίφος νά δράμ^;νέον'"' Αν εύειδή συνάντηση που κορην.. .φρικτόν κΐ' απευκταιον!"' Αν ικεσίας ο Βοΰλος στενάζων τολμά ν άπευθύνη" Μάστιξ αμέσως θωπεύει αύτοΰ τας πλευράς κΐ απαλύνει'* Αν ίερών συληθέντων ποι^ παραστάσεις ο κΧηρος ^•' Αέγουν καγχάζοντες ^^ μύθος τοΰ κλήρου, αφόρητος λήρος.1 ης εξεγέρσεως ηοη η ωρα εγγύς να σαλπισϊ^"' "Οταν φαιΒρώς τήν ήμέραν τοΰ Πάσχα ο κωδων ηχησ^"' Νύκτωρ εντός τών ναών οί εχθροί θα συρρεύσουν" "Οτε κΐ* ευθύς εις παγίΒα έκε? φοβεράν θά έμπέσουν,*'Τάγματ' άνΒρών ατρόμητων ένω θά φυτρώνουν ώς στάχεις^^ Την Αευκωσίαν κυκΧούντα στενώς είς παραταζιν μάχης.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


24'" Ούτω Χριτού ή ^Ανάστασις πάντα9 διττώς θά φαιΒρυνΥ}" Ή σωτηρία κΐ άνάστααις άμα τής Νήσου θα γεινί^.Ηδη τά πάντα γνωρίζετε οντες εν σκέπΐ^ άγνοιαςΚι έχετε πάντες συνάμα καλά9 κΐ άκριβε79 οϊηγίας." Αίμα, ελπίζω, πολύ νά μή ρευστή αΒίκως, ματαίως"*' Είναι φρικτός ο άγων τών αίμάτων αλλά κ^' αναγκαίος." Μόνον τό αίμα έκπλήνει κηΧίΒας Βουλιίας αμώμως" Κι είναι €ιαμμένος μέ αίμα της ελευθέριας ό Βρομος.Είπε" κΐευθύς η συνέλευσις ευελπΐ9 έληξε πλέον*Πάντες άπήλθον ελπίδας και θάρρος κομίσαντες νέον.'Ολ εις έκπληρ>οσιν 'εΒραμον δέ του καθήκοντος τοτε'Ολ υπακούοντες πρόθυμοι ωσπεο πιστοί στρατιώται.Ητο νύν σκοτο9 και νύξ βαθύτατη κ|, ό νότος μυκάτο'Ηνεΰμα ολέθρου επάνω ς τ)ΐν φύσιν ώς εί επλανατο.Νε^η πυκνά κΐ ατραπαι το τερέωμα ^ιχον σκεπάσει"" Ομως ή θύελλα είχε κατόπιν ολίγον κοπάσει.Ητ ο ηγούμενος τότε έγγυς τον καλού Ιγνατίου,Οταν έτράπησαν ούτοι τό μήκος οδού παρόχθιου.Ως κΐ ό Ιάκωβος, βαίνοντες ηδη εγγύς τοΰ Πεδαίου.Ειχον κΐ εναύΧους τους λογούς ενός συνεδρίου σπουδαίουΚ^ ειχ έξαντλϊ/σει ολίγον αυτούς τής ημέρας ό μόχθος"Ηδ' ύποκώφως ηκούετ αύτοΰ τοΰ Πεδαίου ό ρόχθος.ΑΊφνης ήκούσθη φωνή τις μέ πένθιμον ψάλλουσα τόνον"Έζησαν τότε αμέσως αύτοι κΐ ήκροάζοντο μόνον.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


Εις νύκταΆγριουχειμώνος25Μέ λύσσαν πολλήντνφώνοςΜέ φρένα θοΧήνΕπνιγη εκείνη.Ω.^ Βέζαι με κΰμα• ν ' 'Λ • *Ζ, αγκαΚην υγρανα ευρω το μνήμαΝά σβέσω νυράνΠού τόσον μέφλέγει.Εις κλίνην επάνωΟύδέποτ* έγώ,' Εγώ δ αποθάνωΦεΰ! πάτερ, ριγώ . . .Σ ογχόνί|ν σε βλέπω.Σέ βλέπω ν' ασπαιρρς...Τράβα το σχοινί...Πλην βλέπω νά φψ^ςΚ^,' εν Βάφνης κΧωνιΠου μάρτνρας στέφει.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


Οί τύρανν ώς λύκοι26Τ Ν Τ ί # ^^Ο αίμαοιψουν,Τών δούλων, ω φρίκη!Κι άπούτως ύφοΰνΤό ρόΒον μου βλέπωΉΠελέκεις δημίων.Νά ρίπτγ νεκρόνλαΤλα;^ ττλήν δρέπωΑίμόφυρτος''Τ? "Λ Λ 'Λΐιν α\Αθ μικρόν . . .Άλλ όζει αιμάτων!φέρων'Σ τό στήθοςπληγήν,Μνηζ^ηρ μου, κΐ' άσπαίρωνΦεύ/ πίπτεις ςΤο φάσγανον κρύπτωτην γηνΩί πίπτει τό ρόΒον.Μ αίμάτων ροήν . . .Αεσ^ια μου ρίπτωΩς συ Τϊ7νΕις κΰμαζωήναφρώδεςΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


27Τήν φλόγα μου μέλλωΝα σβέσω ώς σύ"Τόν τάφον δέν θέλω . . .Κίς νύκταΑγριουΖωηπερισσήΤήν γήν τι βάρυνα;χειμώνοςΜέ λύσσαν πολλοί·τυφώνοςΜέ φρένα θοληνΈπνίγ»^εκείνη.Ω.' Αέζαι με, κΰμα,•ν' ' 'Λ ' '2ι αγκαλην υγραν.>α ευρω το μνήμαΝά σβέσω πυράνΠού τόσον μεφλέγει.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


28ΙΙίπαυσ εδω της νυκτός τα ερε6η το γσμ αναόευον"Ητο Βέ τόνος φωνής θελκτικής γυναικείας μαγεύων*Φθόγγος γλυκύς κατεισΒύων 'ς αυτά τής καρίίας τά βάθη"Θεία μολπή τής ψυχής μας ήδεως Βονοΰσα τά πάθη.Είχε σιγήσει αλλ όπως σίγα κ] αποθνήσκει πλην τέλοςΤόνος κιθάρας θραυσθείσης χορΒής, ώς τό κύκνειον μέλος.ΕίΐΓ* ό ηγούμενος τότ ενεός άπορων κ2 άτενίσαςΠρός τόν Ιάκωβο ν ότΐϊ έ?·α3 εις τά τιρόσω χωρησαί."" ΚόρηΓ φωνή λιγυρα μή Βέν είναι, Ιάκωβε, μόνον' Πόνον ραγείσης καρΒίας Βηλοΰσα και απελπιν στίίνον;^——"Τού Γεωργίου ουτϊ; ή σεμνή και καλλίμορφος κόρη'" Είναι παράφρων και τώρα γυρίζει κοίΧάΒας και όρη.*' Ειναί καλή μουσουργός και φωνην κεκτημένη σπανιαν.*' Εχει με τέρφει συχνάς τοΰ καλού της πατρός τήν οίκίαν."Σίγησεν ούτος* τό άσμα τής κόρης ήκούσθη και πάλιν.Ει//αλλ αύτη μέ φωνήν θεσπεσίαν κ^ όδύνην μεγάλην,Τό ρόΒον μου βλέπωΝά ρίπτΐ^ νεκρόν.Η λαΐλαφ ττλην ΒρέπωΕν άλλο μικρόν . . .ΑίμόφυρτοςΑλλ' όζει αιμάτων.φέρωνΣ το στήθοϊ πληγήν,Μνηστήρ μου, κ/ άσπαίρωνΦίύ! πίπτεις ς τήν γήν,Ω Γ πίπτει τόρόΐον.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


{«29Οίος φρικτός σπαραγμός, ω θεέ μου, πασχούσης καρΒίας!Ειπ ο Ιάκωβος ρήζας συνάμα κραυγήν αγωνίας"" Θύμα τοιούτον άστοργων τυράννων ουδέποτε μένει" Δίχως ποτε τιμωρίας και αν ο θεός ύπομέν^.Κ^' ετ/^αλλ η κόρη μέ τόνονφωνής βαθμηδόν δέ σζεσθείσης*Κ^' εσβεσαν τέλος και άσμα συγχρόνως και βίος επίσης.Κίς νύκτα χειμώνοςΜέ λύσσανΆγριου τνφώνοςπολλήνΜέ φρένα θοληνΈπνίγη εκείνη.'Ώ! δέίαι με κΰμα»ν> ' 'Λ ' ^Σ αγκαλην υγρανΝά ευρω τό μνήμαΝά σβέσω πυράνΠού τόσον μεφλέγει.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


30\ΐ.πεσ' ή κόοη εντός τοΰ Πεδαίου κ^' ηνοιγη το κΰμαΚ* εθαφεν άσμα καΐ φΧόγα, ζωήν, εις ύγρον εκεί μνήμα.Αάμφις πολλή αστοαπής αι^νιδί«ΐ9 επεσκηφε τότεΚ^ είδον καί θύμα καί ανημα έν φρίκ' οί κάλοι πατριώται.Σκότος βαθύ και σιγή διεδέχθησαν ταΰτα* και πλέον'Έσβεσαν δλα ώς σβύνει ς' τόν κόσμον τό μέγα κΐ' ώραΐον.Φίλοι κατόπιν ένέθαφαν μ άνθη ευροντες το σωμα'Πλϊ/ν και νεκρόν έμειΒία σεμνώς τό χαρίεν της στόμα.Ητο τι ον έξ εκείνων που καποτ η φύσις μας στέλλειΚι ωσπερ Βιαττων ά'^ήρ εις τόν κόσμον αύτόν ανατέλΧει"Φλέγεται, λάμπει, φωτίζει κΐ είς σκότη αυτό παρεισδύει'Οιμοι! ο χρόνος αμείλικτος πάντα αυτός καταλύει.Πλήν κΐ' εαυτόν ό παμφάγος οίκτρώς επι τέλους έσθίει'Μέγα ταμεΐον ή φύσις κΐ άγνώτους δυνάμεις εγκλείει!...Ητο ρο?>οεσσ' αυγή" διεδέχθη το φώς την σκοτιαν,Τώρα γαλήνη τόν σάλον, ευδία δεινήν τρικυμίαν.Ανδρες τίνες ς' τους αγρούς άνά δύο η τρεΤς ώΒοιπόρουνΟύτοι κρυφιως ώμίλουν, αλλά κΐ εσπευσμένως προύχώρουν.Ω! σάς γνωρίζω" θα πλήξετε σεΤς τούς τυράννους ανδρείωςθυματ αθώα ύμεΐς ί^ ΗατρίΒ έκΒικοΰντες ομοίως.Ιρεμετε, τύραννοι" πάσχει δεινώς ή πτωχή άθωότης;Τότε συνήθως έπέρχετ' αυτής τιμωρός ή Θεότης.Καθ^ααγμένη κ^ ^^χρά τών θυμάτων η Οφις φωνάζει,Θέλει εκδίκησιν μόνον έκΒίκησιν στένονσα κράζει.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


ΑΣΜΑΚείται προς αρκτον ού πόρρω πολύ τής καλής ΑευκωσίαςΜέσω δασών ί^ ορέων σειράς τής τερπνής Κυρήνειαςθέσις ωραία, ή Πέλλα Ηα'ις, καταθέλγουσα κώμη, (9)Ητΐ9 1^ τώρα τοπειον τι κάλλους ίζοχον ακόμη.Πύργος ύψίΒμητος ητο εκεΊ ί^ ωραίος έζισου"Ήν θερινόν ένΒιαίτημ αυτό τών αρχόντων της Νήσου.Είχε την φύσιν Βιττην" ην Μονή τε κ^ φρούριον άμα"Φύσις ί^ Τέχνη έκεΐ συνηνοΰντο, Ιδέα ι^ Ηράγμα.Ανω τής γαύρου αύτοΰ κορυφής καθώς στέμμα ήπλοΰτο.Ειδο9 πυργίσκου κϊ' έν μέσω δρυαόνος ύφανχην ύφοντο.Γ."Μέγα πανόραμα ήΒη εκείθεν τό όμμ ανιχνεύει.Οπερ ί^ νουν ί^ κσρΒίαν ομού συναρπάζον μαγεύει.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


Πρόσω μέν τάπης κατάφυτος32κειτ' ή κοιλας ΚυρήνειαςΜέ τάς λευκάς «^ γελώσας σπαρμένη χωρίων οικίας.Ο κυανόχρους δέ πόντος έκεΤ προσωτέρω παφλαζωνΤώρα τόν άΖο^ον βίον θρηνεί τής ΗατρίΒος στενάζων.Καί τής Ελάσσονος πέραν ^Ασίας τά όρη ύφοΰνται"Άπερ ώς νέφη γλαυκά γραφικώς ς τόν ορίζοντ' απλοΰνται.Κάτω 6 φλοίσβος υδάτων ήχ^ΐ πανταχόθεν ρεόντων"Άσμα πτηνών μας μαγεύει εκεί χαροπώς Βέ φαλλόντων"Κι' αύρα λεπτή, μυροβόλος είς πεύκας κ'ζ έΧάτας στενάζει.Ω./ ή καρίία μας παΧλει έκεΐ, έξογκούται, νεάζει.'Όλα ή φύσις τά κάΧλη αυτής 'ερωτύλως ΒεικνύειΚαί τις φωνή έξ αύτης μαγική ς' τήν ψνχήν μας εισούει.Ήτοεσπέρα" ό ήλιος Βυων κατήΧθε τής ΝήσουΚ^' εις πορφυρόχρουν νΰν Βύσιν προβαίνων τήν Φυσιν εχρύσου.Ενδον έκεΤ είσογείου αιθούσης, πλησίον θυρίΒος,'Όθεν είσήρχετο δρόσος ι^ ^^σμα τερπνόν πνραλίΒος,Ανω κλιντηρων κομφώς ειργασμένων /^ όντων είς πλήθθ9Δύο έκάθηυτο ανΒρες κΐ' ώμίλουν μέ άφροντι ήθος.'Φαίνετ ο είς Βέ τήν μέσην τοΰ βίον όδόν ΒιαννσαςΚχ' είχε πυκνόν «^ βαθύν μιξοπόλιον πώγων' άφήσας,Ητο ανηρ ρωμαλέος μέ ίχνη ζωής άκολάτουΚϊ' εΐ5 το πλατν μέτωπόν του χροιάν αρετής επιπλά?Όυ.Εβαινεν ήθους εύγένειαν ώς κ}^ ύπουλότητα τρόπωνΌτε πολΧακις ευκόλως 'επΧάνα πολλούί τών ανθρώπων.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


33Ήτο θρασύς τις κ^' αγέρωχος ώς και στρυφνός τήν καρΒίανΚσί έξεδηλου τών άλλων δεσπόζων μεγάληνκακίαν.Ειρον, πανούργον και μάλλον αλώπεκος βιχβ τό βλέμμαΚ^ είχε την κλήσιν Γουίδος και ήτο Γαλλίας δέ θρέμμα. (10)Αρχ^ων τής Κύπρου και πρώτος ιππότης τοΰ Τάγματος τότε,'Όταν πληθυς συμφορών είς τήν Νήσον έπέσκηφαν πρώται.'Όταν η πρώην γελώσα αυτή ί^ ακμάζουσα χώραΤόπος Ζακρύων, οΖύνης 1^ τόνων κατέτη πλήν τώρα.Μή τούς κατοίκους τής Νήσου αυτός Βέν προσέβλεπ ώς κτήνη;Κι είχε μέ έργα τραχέα αύτους δίχως οΊκτον βαρύνβι;Τί πρός αύτόν άν εκείνους Βονλεία σκληρά εκτραχύνγ;Τάχα ί^ θνήσκων ο Βοΰλος τήν γήν μή καλώς Βέν παχύνει;Κίδεν ό άλλος ούχί δέ πολλούς ν άνατέΧΧοννΔύο


34Ειπ ο Γουίδος εις χείρας συτρέφων 'έν εγγραφον τότε.'" Κ^' είναι, λοιπόν, συγγνωτέοι αύτοι οί φευΒεις πατριώται;'' Πώς; νά συγκλύσουν; τόν κόσμον Βί εν φυσικόν τόσον πράγμα;" Οία θρασύτης, Κρρικε, τοΰ σύγκλυΒος όχΧου! τι θαΰμα;'" Αν ο ύι09 τού ΔίΟυκός, ο υιός μου ΚορράΒος,θηρεύων'* Κορην έπόθει κΐ εις ρη^ιν αυτής τόν μνητΤφα φονεύων"' Πίπτει κ^' έκεΤνοί βληθεις «έ τό ζίφος άθλιου δέ Βούλου!*' Κ^ ιιναι φρικτή η θρασύτης αύτή άνΒραρίον ύπουλου!" Αν τής παρθένου αι φρένες σαλεύουν «^ πνίγετ' εκείνη;'" Αν τοΰ κακούργου αύτη Γεωργίου ή κόρ ή Έ,Ίρήνη;Αν . , . πλήν, 'ΈιρρΙκε, μεγάλην αυτά Βά μοΙ φέρουν ναυτίηΐ'.Ω! Θα πληρώσουν πολύ ακριβά^ μ' αυτηράν τιμωρίαν.Λνεκ αυτών ο μωρός αυτός όχλος ι^ άλλων προσέτι,' Ως ο Γοψρέδος έν τ^δε εγγράφω, ώς είδες, εκθέτει,*' Πάνταί ήμος ο μωρός αυτός όχλος μισεί καΐ φρυάττει"* Τοΰτον κΐ' ομάς δημοκόπων κρυφίως κεντά, συνταράττει." Νύν ο Γοφρεόος, φρουρός τής κοινής ασφαλείας, προτάτης,Ο^ις συνάμα κΐ Επόπτης, ώς κύων καΧός ιχνηλάτης,ΗΒη αύθάΒεις συνέλαβεν ούτος τινας Βημοκόπονς" Κ» ένδον ειρκτής άναπλάττουσι τώρα και πόλεις κ^' άνθρώποικ."Όμως εκείθεν τίνες πλήν ακόμη μάς λείπουν μεγάλοι"" Μ^πως έκει κακορέκτως ό ΝεΓλος πατήρ θέ νά φάλλη;*' Η ο Ίάκωβος φέρων αγέρωχος στέμμα τής Νήσου'^'Ώσπερ ταώί τανυσι'πτερος δέν θά βρενθύετ'εξίσου"**ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


ίίίίίίίί-'35Ομως φρικτή τοΰ ΚορράΒου ή πράζις *' 'προσείπ'Μί Τ7^ν ζωην του επληρωσ αυτήν πλήν άλλ' όχι άΖίκως.Τούτον λυποΰμαι, τόν φίλον πατέρα, αλλά και τό θΰμα"ΤρεΤς κατεβρόχθισε, κόρην, πατέρα, μνηστήρα, τό μνήμα.' Τρι αγαθά τοΰ πολίτου, ζωήν και τιμήν και ούσίανΝα προάσπιζα εγω εννοώ τήν καλήν πολιτείαν.Πώποτε δέ αη φο^οΰ αν αυτά ακριβώς έκτελώνται.*"' Αστατοι μεν οί λαοί πλήν κΐ είς 'εργα καΧά αμιλλώνται.Τότε ο δούλο9 προς όλους ήμας συμπαθώς ποτε ρέπειό *Έ,ρρ7κος.Εις τα Ζεινα του κΐ' ημεΤς συμπαθώς αν φερώμεθα βλέπη.Ειν ο λσος και φιΧήσυχοςώς και νοήμων τής Νήσου*" Τούς ϊημοκοπους αυτός ευτυχών άποστρέφετ' έξίσοΓ." Τόσαι καθείρξεις και τρόμου σκηναί τί καλόν προξενοΰσι;"' Φόβον κΐ' άσθένειαν Βέ τών κρατούντων μη Βέν μαρτυροΰσι;"' Σύ τόν Ίάκωβφν θέλεις μετ άλλων ς' είρκτήν νά έγκλείστ/ς'" Πλην παριυθύς την πυραν θε ν ανάφ^ς ην θέλεις να σβυστ^ς,'' Μή λησμονάς ο Ίάκωβος οτ έν Γαλλί' αγαπαται*' Ότι φιλεΊται ύφ' όλων πολύ και αξίως τιμάται.Ώώς; λησμονείς ότι ειν' ώπΧισμένος μέ τόλμην κ],* ανΒρείαν;^^Ότι θερμήν δι' αύτόν ο λαός Βιατρέφιι λατρείαν;'' Πώς; νά συλλαβές; πλην γνώμην, Γουιδε, οφείλεις ν αΧλάζτ/ς"" Μί^τε ειν' εΰκολον, μήτε καν φρόνιμον τοΰτο νά πράξρς." Μϊ] λησμονείς ότι ειν' ο λαός τιθασσον τι θηρίονίίΛΟπερ ορμά κεντηθέν ισχυρώς μετ' ενστίκτων αγρίων.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


36'' Εργον φρονησεως πλέον, Γουιδε, ν' άλλαξωμεν τροπον'" Σέβας κ^,' άγάπην ομού θ άρυσθώμεν ευθύς τών ανθρώπων." Μέγα συμφέρον τοΰ Τάγματος είναι «^ αμα καθήκον*' Οχι νά άρχϊ; μέ φόρους βαρείς*' Δΐϋταιοσύνη κ], ομοΰ επιείκεια μόνονή δι' έργων αδίκων.αρκοΰσι'" Ναί, οί λαοί, πί-^ευσόν με, Γουι'δε, ιδού τι ποθοΰσι.'ίί*" Δικαιοσύνην, ΈρρΊκε; Πλήν τότε ημείς ας εμβώμενΕνδον κελλίων κ^' αντί ίπποτών ασκηται αςκληθώμεν." Ηώς; έπιείκειαν, λέγεις; πλί^ν αίφνης ο δούλος φρυάσσων"Αίρεται τότε αύθάΖης, θρασύς τόν αύθέντηνπατάσσων." Είσαι και νέος τυχών ί^ θερμής κΐ' άπαΧης σύ καρδίαςΙί'^Ητις είς θέρμην σνντηκετ' ευκόλως άγάπην, λατρείας.α *Οχι τόν Βοΰλον έγώ δέν μισώ" πλήν έ κ ρίζης βιαίως** Τούτου τας τάσεις πρός βίον ελεύθερον κόπτω ταχέως." Ναι, ν' άγαπώμεν ημείς τόν πΧησίον αλλά ώς προσήκει"υλα οεν είναι μιας εις τον κόσμον αλυσεως κρίκοι;Δεν οιαίεχιτ η νυ^ την ήμέραν, το φως-η σκοτία;" Και την ύγείαν ή νόσος, αγάπην τύ μΐσος, κακία;" Σήμερον είσαι ο άρχων; σφιγκτά τάς ήνίας συγκρατεί"'* Μέ την δείλην έπιείκειαν πόσα δέν 'επεσανκράτη!Λνριον άρχων ο οουΛοί αν γειντ/ τους άρχοντας^^ Ζώντας ήμας θενά φήσουν αύτο] οί τρανοί*' Πλην θα καώσιν εντός τής πύρας ην αύτοιτότεπατριώται.συνΒαυλίζουν" Πάντες* κ»* εκεΐ τά ότα ^ αί σάρκες αύτών θέ νά τρίζουν."ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


37Αθυμο9 νύν διετέλει κ^* ωχρός ό 'ΚρρΊκος,οπότ'έΗλθ υπηρέτης κΐ ευθύς τόν Γοφρέ^ον άνήγγειΧε τότε,Ειπο Γουϊδος ευθυν νά είσέλθη έκεΓνος, ταχέω9Ρίπτων ομοΰ πρός τήν θυραν ανήσυχος βλέμμα Αυγκέων.Ηλθ ο Γοψρέδος* πρόβας χαιρέτα σοβαρώς ί^ οίκείωςΚι ήΒη κληθείς έκαθέσθη πλησίον εκείνων όμοίως.Ητο μ·σήλιξ ανηρ ρωααλεος μέ οφιν τοαχεΐαν*Είχε μικρούς οφθαλμούς μαρτυροΰντας πολλήν πονηοίαν*Κ^ ειχ€ μορφήν δυσειδή κΐ ομοΰ ρίνα γρυπήν ώς όρνέουΟπερ και θνήσκον σπαράσσει τ άσπαΐρόν του θΰμα εκ νέου.Κάτισχνος ητο" ξηρός ί^ το σώμα, ξηρός τήν καρΒίαν"Οικτον ποτέ Βέν ρσθάνθη η κάν ευγενή θυμηΒίαν,Ειπ ο Γουϊδος οξέως προσβλέπων έκε7νον κΐ' αργά πως:ίίΚ.αΐρ€, ΤοφρέΒε' πλήν πώς, Ζιατι σκυθρωπός είσαι κάπως)Είναι δά τόσον Βεινά ί^ τραχέα τά πράγματα πλέον;'*'Όπως αύτιί αναφέρεις είς εγγραφον τόσον σπουΖα7ον;" 'Ή /^ δεινότερα ήλθες κομίζων σύ τάχα ϊ^ αΧΧα" Εργα τών φαύλων εχθρών ημών σκοτία όσον /^ φαΰλα;" Είναι γνκστόν σοι, ω Δουξ, πώς λαβών ύπονοίας τελείως" Νύκτωρ έκρύβην γνωρίαας αυτοί όσα ειπον κρυφιως" ΝίΓλος κ»' ^Ιάκωβος, λέγω, εκείνος ο μέγιστος πλάνος"" Τούτους έγώ πρωταιτίους νομίζω κΐ ούχι απιθάνως" Πρέπει ευθύς νά συΧλάβφ συγχρόνως, φρονίμως ίδία," "Αλλως δέν μένει ασφάλεια πλέον εις πάντας καμμία.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


38"Πλϊ/ν τί παθών, ώ Γο0ρέδε, παντοϋ ανευρίσκεις πλεκτανα9,·Είπ' ό Γουίδο9, "άλλ' αφες, μή πλέον απατάς η πλάνας.""Ότι ό δβύλος μισίΐ τόν αύθέντην ί^ τοΰτον εχθαιρεί"" Οτι 1^ πέΧεκυν ούτον, άν Βύναται, μόρσιμον αίρει"" "Οτι τόν τόπον αύτόν κατακλύζουν ψευδείς πατριώται," Οίτινες μ εν τι μειδίαμα μόνον άΧλάσσουσι τότε," ' Αυ ^αφιλώς τό συμφέρον αυτών ή Αρχή θεραπευρ," Η και αν μάλλον εκείνους Ζεοντως κΐ αμέσως παιΖευι/""Ότι . . . πλην ταύτα και άλλα "γινώσκομεν πάντες ομοίως"" ' Ομως ποτέ πώς ο όχλος αυτός ο μωρός και γελοΐοςΟτι εις μάχης πεδίον πεσών δέ να δείξ^ανΒρείαν" Κ^ ελευθερίας βωμόν θά έγε/ρϊ; αυτός είς λατρείαν.ίί''Αρχων τήςΝησου, προσζιπ 6Τοφρ€?)οςπικρώςμειΒιάσας" ΣαΧος υπόκωφος πληττκι τοΰ τόπου τάς τάξεις άπάσας'" Συνομωσία μ·γαλη χαΧκεύεται τώρα κρυφίωςΚι' ήδη άνέδην σοβεί είς πολλάς επαρχίας" Φαίνεται ότι αόρατος χειρ Βιευθύνει τά πάντα,ιδίως.Οτι επίκεινται τώρα δεινά έπί θίραις συμβάντα" Κι οτι εν μέσον ευρίσκω εγώ, και ταχέως επείγον,^^περ και πλήττει την υοραν αυτήν εις τα καίρια υιγον" Ζών η νεκρός ο Ιάκωβος πρέπ' αύθωρεΐ νά έκλείφ^'" Αλλως δεινή εις τήν Νήσον κϊ' ήμας συμφορά θά ενσκήφψΚοπτών εν μέλβς ίαίνεις πολλάκις κακόν προϋπάρχον"' Είπα* κΐ ανενθυνος ίΐμαι τούντεΰθεν τελείως, ώ 'Άρχιβν."ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


39" Κ^ όμως πολλάκις, ω ^ίλε Γοψρέδε, πληγή χειρότερα" Γινετ ενίοτε ούσα τοΰ πρόσθεν κακοΰ υπέρτερα" 'Ειπ ο Ερρίκος άσχάλλων, συντόμως, αλλά κΐ εσπευσμένως*Κ^ ήτ ο Γουϊδος εΐ9 σκέφεις συγχρόνως πολύ βυθισμένος.Τόσων ανθρώπων προς τι αι καθείρξεις ή τόσαι Βημεύσεις:" Κρείττω αίσθήματα Βύνασαι ουτω μ' αυτά νά έμπνευσης;Είναι το μίσος σφοδρότερο ν τότε έκΒίκησιν τίκτον.£Λεον Ααος άτυχης να ελκυρ ημών οε τον οικτον"' Φύσει πραύς ο της Κύπρου λαο9 ρέπ εις έργα είρ{}νης'" Τώρα ουδέν βασιλεύει κακόν πλήν βαθείας γαλήνης." Τί αν σποραΒην ακουωνται τάχα παράπονα μόνον;'' Μήπως δέ τρόμον να σπειρωμεν πρέπει και μάταιον φόνον;Ειπ ο Γο0ρεδος ασχαλΧων αλλά και μ ατάραχον ήθος'" Κ*, ύπό γαλήνην λανθάνει δειν») τρικυμία συνήθως." Δέον ο φρόνιμος ναυκληρος πάντα καλώς να φροντιστή'* Πρίν η σφοΒρά τρικυμία αύτόν και τό πλοΐον βυθίσει." Ειν ο λαότ έσβεσμένον ήφαίτιον όθεν οράται" Ανω γαλήνη ένω είς τό βάθος προδήλως μυκάται.'* Μέχρις εγκάτων δεινώς ο λσος συγκλουεΐται, σφαζαζει'" Εξω γαλήνη ένω είς τά τήθ ή οργή του κοχλαί^ει." Μη δέν προδίδει τ' όργίλον του βλέμμα ατραπτον και καΐον" Τόν κεραυνόν όν θά ρίφ^ ακάθεκτος μένεα πνέων;"*Ηδη τήν έ'κρηξιν τούτου ημείς νά προλάβωμεν Βέον'^^ Αέγω ούχί ς' τήν πυράν νά έγχύσωμεν ελαιον νέον.,.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


40"Ότι επάνω ανθέων ήμεΐς δέν καθευΒομεν τώρα,"π.ιπ ο ιΐ^ρρικος, και οτι εκοικησιν ίσως η χωρά" Ηδ έτοιμά2[ει έγώ δέν αρνούμαι, ω ^ι'λε μου, τούτο*" Πλήν διατί »νω τόσον κακόν πανταχοΰ έξηπλοΰτο," (Κ], είναι ήμέτερον σφάΧμ αν ή Νήσο9 νύν έχει αγρίωτ,)" Τότε φρονίμως ημείς και δικαίως ποιοΰντες κυρίως," Πώς; διατί τού λαοΰ τάς πληγάς πλήν αντί φιλανθρώπως" Τότε ουλούντες έξέσαμεν μάλλον αυτάς πολυτρόπως;' Είναι φρικτόν οτι ούτως αφρονως ημών ενεργούντων"Ηλθεν ο τόπο 9 εις χεΐλος κρημνού* πώ 9; κ^ ημών ηπορούντων'*' Ομω9 ήπίως και όχι σκληρώς νά προλάβωμεν πρέπειΝΰν τό κακόν' αλλ ο σπείρων άκανθας φεΰ! άνθη Βέν δρέπει."Είπε κΐ επήλθε σιγή" ό Γουίδος εσκεπτετο 'ετιΠλην κ^ ήκροάζετο, ότε τοιαΰτα αμέσως προσθέτει:Ισως έγένοντο κάποτε σφάλματα, φίλοι μου, όμως"Τις, έάν θέλ/; νά αρχ^, Βέν πρέπει σκληρώς κ^' άποτόμως" Ηαντοτ έκ ρίζης ευθύς ν' ανασπά τό κακόν κΐ άΒιτάκτως;" Είναι ανάγκη νά €ΐπω ύμΐν η νά δείξω εμπράκτως'' Οτ ή πολλή επιείκεια βλάπτει συνήθως έν τέλειΑρχοντας Βέ και λαούς άν τόν φόβον αύτών τις άφέλγ;' Είναι φρικτόν κΐ άλγεινόν τις τόν χύδην λαόν νά θωπεύ/;.η και τα μίση αυτού ν αποτρεψγ ματαίως υηρευ^,'' Φρόνιμον άρα κ^,' έπάναγκες 'ίνα ό φόβος Βεσπόζγ,Αν τις σκοπρ δέ τό κράτος καλώς, τελεσφόρως νά σώ^|.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


41"Δέον, Γο^ρέδε, πρό πάντων αμέσως νά σπεύσ^ς ΐ'ρομαίοςΟ,τ' ή κοινή σωτηρι άπαιτεΊ νά τελέσϊ/ϊ ταχέως,ίλεον νεκρόν η και ζ,ωντα αυτόν τον ιακωρον πλέον" Τέλεον συ εκ τοΰ μέσου νά άρ|^9* καλόν κ^' άναγκαΐον'* Ομως ώς ομηρον ζώντα αύτόν ασφαλώς νά συΧλάβ^ς'Πρόσεξε πάσαν, τυχόν, τοροχην συνετώς νο προλάβρς*'' Επειτα φρόντισαν Βέ αθορύβως κΐ' εγκαίρως νά τει'λρς" Ανουλο 'κεΐνον τόν Νεΐλον χωρίς τι ς' αύτόν ν'άναγγειλϊ/9" Τόιρα ί' τήν άνω πατρίδο του ήνπερ ώς άγιος θέλει" Μάλλον της νΰν προτιμήσει φυγών τής σαρκός μας τά βέλη.''Πλ*)ν και τόν βλλον εκείνον Ίγνάτιονμή Χησμονηστ^ς"" Πρόσεχε μη της τοιαύτης τιμής έζ,αιρεστ^ επίσης,"Τέλος, ΓοφρέΒε μου, τεΊΧον εις κόρακας πάντας εν γένει""Όσ' ύλακτοΰσιν άνέδην ώς κύνες δολίωςκρυμμένοι.,," Μόνον τοχύτης κΐ' ισχύς ενεργείας άρκοΰσι, νομίζω^"Είπ' ό ΓοφρέΒος" " αλλά και μέ χρήμα ιτολλούς α^οπλιΖω,""'Άπελθε,'' είττ ό Γουίδος, " κ^' ίκτέλεσον πάντο δεόντως" Κ|' ^χε ύπ' οφιν τό μέλλον τοΰ Τάγματος πλην τοΰ παρόντος."" Χαίρετε," είπ' ό ΓοφρέΒος, κΐ' εξήλθε φαιΒρώς χαιρετίσας"Άμα και βλέμμα λοξόν ς' τόν 'ΈρρΊκον αυτός άκοντίσας.'^Χαίρετε" Είπ' ό 'Έρρίκος, κ^' εξήλθε κατόπιν επίσης," Κΐ,' είθε, Γουιδε, ς' τό μέλλον φρικτώς νά μη μετανόησες"" Είναι Βεινη αφροσύνη" 'προσεΐπε^ "μίγάλη ενθννη" Οταν δί έργων σκληρών τοΰ λαοΰ τις τά μίση σφοΒρννι^.'ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


42Ε/χεινε μόνος έκεΐ ό Γουίδθ9 σκεπτόμενος παλιν'Α'ίφνης δ' άνέκραξεν" 'όχι, δέν βλέπω διέξοδον αλλ>;ν**" Πρέπει ε^ άπαξ η πάλη αύτή είς τι τέρμα νά φθασί^'"Πρέπει την δόξαν τοΰ Τάγματος αίσχος ουχί να σκιασ»^*"Είν ή δειλία τών δούλων ό κλήρος κ* ούχι ελευθέρων.'" Πρέπει 6 ΒοΰΧος τρωθεις εις τά καίρια κΐ άοπλος σπαίρωΓ!.Λεο9 τότε αυτός να ψωνησ ο ανάξιος οίκτου,"Μένοντος πλέον τού Κράτους ήσυχου και όλως άθικτου,** Πρέπει τό αίμα άφθόνως χυθέν Βέ τήν γήν νά φοινίζι^'ΙΙρεπει ο όουλοί· τους ποίους αντου εις το αίμα να πνι^//.*Έίνοι καιρός τον ίππότου την σπάθην πλήν πόσον βαρύνει" Ούτος νά μαθτ^ κΐ αν ταύτην ή σαρξ ή σκληρά τβ αμβλύνρ.Ταύτα είπών δέ άπήλθ ο σκληρόκαρΒος άρχων τής Ν ήσον'Κι ηΒη νεανις και γραΐα είσήλθον έκεΐσε εξίσου.Είδεν ή κόρτ; Μάιους ν άνθίσωσιν είκοσι μόλις"Τόν ούρανόν δεν έσκιασε νέφος ζωής φαιΒράς όλης.Ητο φαιΒρά χρυσολλις άκηδώς ιπταμένηΚ^ ισα>ς Ίτοτέ και τό θεΐον τοΰ έρωτος άνθοςΝέα τις Αρτεμις είχε τά Βάση αυτής κατοικίαν"Τόσον ηγαπα τα ορη, τα άλση, την φύσινΗτο μορφής ευει^οΰς κ^ αγαθής ην έπέστεφεεις τ' άνθηάγρίαν.πνεΰμαωσφράνθη.Κ^ ειχ οφθαλμούς κυανούς μέ γλυκύ και μαγεΰον τό βλέμμα,Στοαα μικρόν και χαρίεν Βέ ένθα ό έρως 'πλανατο'Ενθα κατακουν αί Χάριτες όταν ήδέωςσυσπάτο.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


43Ητο θυγάτηρ Γουϊδου τοΰ * Αρχοντος, τέκνον του μόνον,Οταν αυτός τοΰ υίοΰ του ΚορράΒου έθρήν€ΐ τόν φόνον.Πλην ή φνχη της καθώς τοΰ πατρός της Βέν ήτο αγρία"ΟΧως τανάπαΧιν, "ένθερμος ήν κ^ αγαθή τις καρΒία.Ητο σεμνή κ^' αγαθή τον Βορρά δέη κόρη έκείνη'Πάντων έν γένει τό σέβας κΐ ομοΰ τήν άγάπην έκίνει"^ακρν αυτής θαλερόν τοΰ πλησίον ο πόνος προύκάλειΚ^ η δυζ'υχια πολύ συμπαθώς ς' τήν φνχήν της έλάλει.Ειχεν εισέλθει δέ τότε έκεΐ με τήν θείαν της μόνον*'Ητο ωχρά και αφηκε νά φνγτι τοΰ τήθονς της τόνον,' Οτις έδήλου ;^υχής σπαραγμόν, άγωνίαν φρικώΒη'' Ηκουσ ή κόρη έκεΐ όσα ειπον αύτοί τερατώΒη.Ητο έκεΐ μέ τήν θείαν της ενΒον κοιτώνος πλησίονΚαι τής ημέρας τό πύρινον ατρον εθαύμαζε Βύον.ηκουσας, ^εια μου; ειπεν η κόρη εκφρισσουσα ολη" ΟΊμοι! και τώρα ακόμη σφαγάς άντηχοΰσνν οί θόλοι"" Ω/ τόν Ιάκωβον πρέπει νά σώσωμεν τώρα ταχέως," Αλλως κΐ εγώ θ άποθάν , ώς αυτός, εύχαρίτως κΐ ήδέως." Μόνη γνωρίζεις σύ, θεία μου, πόσον έκεΐνον λατρεύω"υτι και μόνον αντον αγαπωσα να ί,ησω θηρεύω" Οτι ουδέν ή ζωή μου ποτέ θέλγητρον τι δά εχρ'* Αν μη ο 'ερως αύτοΰ θαλπωλήν γλυκεράν μοι παρέχρ*" Αν ανεμώνη λεπτή και αύχμώσα Βέν εΐχον έν μέρει" Αρόσον ζωής τόν ήΒύπνουν μου ζέφνρον δέ νά μοι φίρ^.^*ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


44"^Οχι Αουίζα μου,'' είπεν ή θεία τη9 'εντρομος τοτε'' Μ ή λησμονήσωμεν ότι Βέν είμεθα, οχι, προΒοται'"Ότ' είς τάς φλέβας μας αίμα άγνόν τών προγονών"Ότι τό Τάγμα, αυτός ο πατήρ σου, δεινώς νΰν παλαίει*Κίνδυνος μέγας ημάς απειλεί πανταχόθενοέ τωρα'"Ήκουσος, κόρη μου, είναι άνάτατος πλέον ή χωρά.*' Είμαι, θεέ μου, πολύ δυστυχέστατον πλάσμαΙΙΛεον η όσον αςιί,ει και σου εχω, ηεια, το μίσος;Ηδη και σύ ν αγαπάς φεύ! έμέ έβαρύνθης δα πλέον!μας ρεει'και Ίσως^Ιόνη ς τοΰ βίου τήν ερημον είμαι ώς κοραξ τις κλαίωνΜονο9 την πέριξ γαλήνην μέ γόους αρρυθμως ταραττων"ΜόνοΓ κΐ ο τάφος τόν πόνονμας κλείει ήσύχω9 ψυλάττων.Ι^ιπε και Βάκρν αφήκε θερμόν, καθαρόν ώς άδάμαςΓότε νά ρευσ>7* πραυνει ένίοταυτό τά δεινά μας.11 λήν κ2 ηπιώτερον ούτως ή θ^είο της Εμμ άπεκρίθη"Μΐσος, Αονι^α μου, εΐπες; πώς; μίσος; οποία, φεύ! λήθη!Εγεινες ταχο αχάριστος;μΐσος ή δεία σου έ'χει./" Τίς ήσχολήθη πλήν βρέφος όπόταν Βέ σύ νά προσεχτώ;"Οταν η μήτηρ σου Βέ κΐ* άΒελφή μου σ* άφήκε θανούσα" Τίς ς τήν κοιτίΖα σον άγρυπνος εκλιν' ώς μήτηρ πονοΰσα;'" Κι όταν συ έφηβος κόρη και πόρρωκινδύνων έν μέρει• Τίς τήν θερμήν μητρικήν δέ άγάπην και τότε προσφέρει;• Μί)τηρ έγώ δέ ή βλοχος είχόν σε τέκνον μουΟχι, Αουιζα μον, όσον καί μήτηρ αισθάνομαιμόνον'πόνον.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


45Ειν ο 'Ιοκωβοί βέβαι άνήρ εκ τών πρώτων τον τόηονι εχει τι εζοχον ολ η Ζ,ωη κΐ η μορφή του άνθρωπου.Είναι εικων και γνησίουίππότου^ κλεινού, θαρραλέον.Κι εχει τον τέλειον τύπον ανΒρός ευγενούς και γενναίου.Ισως κΐ αυτός ο πατήρ σον καλώς Βέ τόν ανΖρα γνωρίζων,Ως κοί μοι ειπέ ποτε και συγχρόνωςΙσως ποτέ θά συνρνου τας τύχαςμεγάλα έλπίζων^σας ούτος ένόνων.Αν ο Ιάκωβος τόσον δέν 'ετρεφε μΐσον κοί φθόνονΗρος τε τό Γάγμα καί πάντα τά €ργα τον ούτος έν γένει"Τώρα φοβούμαι, ότι έλπις τις καμμία Βέν μένει.Μήπως και σύ έλησμονησας όσα σοι ειπεν εμπρόςΚι' ειχον οί λόγοιΟτι πολύ σ' εκτιμά, ς' άγαπ^μον;τον πλήξει δεινώς τάς νευράς τοΰ ώτός μον.κ^' ή φνχή τον λατρεύει""Ότι ουδέποτε ετερόν τι εις τόν κόσμον θηρεύει*"Ότι και θνήσκων εντός τής φυχής αύτον ζώσαν εν μέρειΤότε ποθεί την είκόνα σου αμα ς τόν Πλάστην νο φίρτ^.Όμως ώρκίσθη αν μή τήν πατρίΒα αύτον έλενθερανΠρώτοΡ ίδρ νά μή θίξ»; πλήν ταύτης Βέ τέρφιν ετεραν."Ώστε, ώς βλέπεις,εις πράξιν τονς πόθους τβ σήμερον βάλλειΚϊ,' ούτω ίβινη έπανάστασις τώρα ηρέμα προδαλλει.θέλει επάνω πτωμάτων αντός ιπποτών νά εγειρτ^Την ννβΐφικήν τον παστάΒα και μ' αίμα αύτην νά συμφνρτ^,θέλεις ΤΓΟτέ εις τόν άνδρα αύτόν σν τήνχεΐρά σου οοσει;Η Ο πατήρ σον ποτε την τιμήν αντον ί,ων υ αμαυρώσει;ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


46ιπε κ^ ευθυ4 την Αουιζαν αντη ατενως ευεωρειΣτένουσα πλήν κΐ' ωχρότερα θανάτου προσειπεν η κόρη:*' Δέν έλησμόνησα ότι πατρίδα ποθε'ι έλευθέραν,""Ότι κ^' ό 'ερως ς' τό τήθός του θέσιν κατέχει δευτέραν." Είναι μέν τοΰτο σκληρόν Βί ημάς αμφότερους κυρίως"" Κ^ όμως εις τίτλος Βέ πλέον αγάπης δέν είναι ί^ιως;" Τόσον ί^ μέγας κΐ ομοΰ προσφιλής ο Ιάκωβος τώρα,^^'Ότι κΐ* αυτός ευγενώς κινΒυνεύει κΐ ή πάτριος χώρα!" Κ^' είναι άγων εύγενέτερος τούτου μέ τόσην ανΒρείαν;"Ηρώς τανΰν άξιοΐ παρ έμοΰ πλειοτέραν λατρείαν." Τί «^ αν πίσρ μαχόαενος τότε ώς ηριος γενναίως;" Μή το ότά μας τούλάχιτον δέν δά ένοΰνται ήδέως;Είπε «9 θάρρος έπέδειξεν όπερ συνήθωςεμπνέειΜόνον απόγνωσΐ9 ήτις δεινώς ς' τήν φνχην μας παλαίει.*' Κόρη μου, είπε με τόνον φωνής μειλιχίου η θεία.Ητις ί^ ^άκρυ θερμόν έκ τής κόρης απέσπα ιΒία'" Κράτει γενναίως πλην τώρα ι^ σύ τή5 καρδίας τόν πόνον""' Οχι «πόγνωσιυ* εΧπιζε πάντοτε κ^ εΧπιζε μόνον.*' Ισως ποτέ ο πατήρ σου Βέ γνώμην άλλά^ρ συνάμα*"'Ίσως έν τέλει εύχάριτος Χύσις έπελθ' είς τό Βραμα."Τις δέ γινώσκει τί τάχα ή αυριον δέλει μας φέρει;θαρρεί" 1^ θέλω λαλήσει θερμώς ς τόν Γουίδον έν μέρει,Ότ η ί,ωη του ανορος αυτόν πλέον οεν πρέπει να παΚι οτ ή ζωη σου εις βέβαιον κίνδυνον πρέπει νά μάθ// »5ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


47Κλαίουσα έπεσε νΰν εις τής θείας αυτής τήνάγκαΧηνΚί, εύγλωττος ι/το σιγή αέ λυγμούς ι^ όδύνην μεγάλην.Είν ή σιγή /ΙΧ04 τών λόγων δέ εζοχος ρήτωρ συνήθως"Στό νος μας εις η λυγμός μαρτυρεί τών βασάνων μας πλήθος.Εκλαυσαν ουτω κ^ αι δυο χωρίς «^ να ειπωσι λεξινΚ^ εφυγον τέλος τροπεΐσοι εις έργο τοΰ βίου καυ έξι ν.Όπως ηφαίτειον εσω κοχλάζον γαλήνην δεικνύειΚ_' έξωθεν φέρει χιόνας κΐ αύτάς βαθμηΒόν διαλύει*Ούτω κΐ ή Αίτνα αύτή τής φυχής μας γαλήνην Βεικνύει,Αν παγερά τις προς ωραν απογνωσις τ αΧγη μας λύι^,Κ>' όπως ή λάβαορμά δέ


ΑΣΜΑΔ.'Ητο Απρίλιος μήν" τοΰ μεγάλου σοββάτου ημέρα* (11)'Κ»,* έλουε δύσις χρυσή τής ημέρας τόν ΒύοντΖέφυρος τότε ήρεμα προσπνέων ετέναζε μολιςατέρα.Κ»' όλη έλούετο μ' άρωμα τής Αευκωσίας ή πόλις. (12).*Ητο δέ τόση πλ^ν τότε έκεΐ ς τάί οδούς ερημιά,Τόση ς' την πόλιν τήν πρίν θορηβώΖη γαΧήνη"Ώστε /^ άκων ένόει τις ότ' ή γαλήνηεκείνηβαθεΐα,Σάλον νπέκρνπτεν ίσως ς τό βάθος «^ φόβον έκίνει"Α'ισθημ άόριτον τρόμου ψνχρον ς' την ψνχήν επροξένειΚι,' όλως ΤΓρος τοσην ζωην εν τρ ^ύσει άντέφασκεν γένει.Οντα» κί,' οί ναΰται φοβούνται νωθράς νηνεμίας πάν είδοςΗης συνήθως προάγγελοςείναι δεινής καταιγίδας.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


49Ητο προς νοτον τής πόλεως όχι μακράν τονΜονή, κομφη τις οικία βν μέσω τερπνούΔύο εκαθηντο άνδρες έκεΐ ί^ ώμίλουνΕπαινον ηδος δέ Ζπερκηπαρίου'κρνφίως"έΒηλου τό εμφρον ιδίως.φρονρίονΗτ' ο Ιάκωβος ότις έλθών είς τόν οικόν του πλέονΕνδον τοΰ κηπον εκαθητο αί>ραν τερπνήν άναπνέων.Είχε δε μοΧις αυτός επανέλθει αφοΰ επαρχίαςΟλας διήλθε τά πάντα ορών ι^ διδούς οΒηγίας.Ειχ' ή μορφή του ωχρόν τι κΐ' όλίγην έδηλον γαλήνηνΚ],' εφερεν ίχνη προδήλως Λαμάτου ούχι Βέ κΐ όδύνην.Ειχ' έν τψ μέσω τών δύο πυκνών του οφρύωνρυτίδαςδείγμα μεγάλης τοΰ πνεύματος πάλης, τών πόνων σφραγίΒας.Ητο ομήλιξ 1^ φίλος αύτού παιΖικός τις ο άλλος"Είχε μορφήν ευγενή ώς και χάριν σπανιαν και κάλλος.Ζηνων' καλε7το και ί/λθε τον φιλον να ιδρ και πάλινΉλθε και πάλιν κομίζων ειΒήσεις προσφάτους ς' την πάλην.Ητο και γόνος τις οίκον μεγάλου πλουσίου τής Νήσου"Τοΰτον ήγάπων πολϊται κΐ αγροται, οι πάντες εξίσου.Ειχον αύτονς τα δεινά τής Ηατρίοος αρρηκτως ενώσειΚαί τάς πληγάς της θερμώς ήμιλλώντο Βέ τίς νά ούλώσρ.Ειπ' ο Ίάκωβος τότε τόν φίλον αύτοΰάτενίσαςΟτε και στονον άφήκε τον στήθους πικρώς νΰν Βακρύσας:" Κ^ είναι λοιπόν εκ* είρκτψ κΐ ο Αημητριος, φίλε μον, τώρα;" Φρούρησον πάντας, θεέ μον, νΰν ότε εγγίζει ή ωρα.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


50" Είν ό Αημήτριος Βέ αρχηγός τολμηρός τών Πα


51Α,ιφνης θεράπων προσήλθε κρατών έπιστόλιον πάλιν"Ειπ' αναγνούς ό Ίάκα^βος κΐ έ'χων χαράν νΰν μεγάλην:" Ειν ο Ιγνάτιον γράφων μοι ότι τά πάντα έν τάζει"ίί-'Οτιο Δούξ όταν μαδτ; «^ ταΰτα δειυώς θά φρυζάη"Οτι ο Κλέων ένοπλβς πολλούς, αρχηγός τών Ααπήθων, (13)Φέρει έτοιμους ε\ς πόλεμον ηΒη προτρέπων και πείθων." Πάσαν κυκλοΰντες την Πελλαπαις ώς ομήρους κρατοΰσι" Τώρα το τέκνον εκεί τοΰ Δουκός όν δεινώς άπειλοΰσι*" Κ^ 'εχουσι κΐ' άλλους ομαίμονας τούτου εις χεΐράς των τώρο"" Είν' ο 'ΈΑρρΊκος μετ άλλων τυχόντων δέ που έν τρ χώρα." Κ^' δτι γνωρίζει βεβαίως ο Δούξ τί θά κάμ^ ό Βοΰλος,'• Αν τήν ζωην μου μισών με αυτός απειλησρ ύπούλως,"" Μετρον αυτο ασφαλές και λαμπρόν, άπεκρίθη ο Ζήνων**' Πρόσεχε όμως, Ιάκωβε* τώραείν' ώρα κινδύνων." Πότε καί πόσοι ανδρείοι θά έλθουν έκτος τοΰ φρουρίου;" Ερχονται, φθάνουν πολύ πρίνο Βίσκος φανι/ τοΰ ήλίον,Είπ' ό Ίάκωβος μόνον όΧίγους αύτών συνοφίσας"" Ερχετ ο Νείλος πολλούς τοΰ Αώου ένοπλουΓ αθροίσας"'' Ηλείτβςκί ό άρχων, ώςλέγβν αύτόν, τοΰ Ολύμπβο Σταύρος* (14)""Όχι ολίγους ό Φάνης τών Γόλγων κομίζει Βέ λαύρως, (15.)" Αρχει ολίγων αλλά εκλεκτών Αεμησσίων ο Βίας" Κ|' 'έχει ό Πέτρος εύσωμους οπλίτας τής Μεσαορίας." Τών όρόΐνών Καρπασίων ηγείται ο ρίκτης ΆνΒρέας" Κϊ,' άγει ό Αάμπρος ταχε7ς γεωργούς τής τερπνήν δέ Σολέος.(16.)ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


52Πάντα τα άλλα γνωρίζεις" υπάρχουν πλην τοντων ακόμη" Πλείστοι φρουροΰντες ΒιόΒους, τενά, τών οποίων οι δρόμοι'' Μόνοι είς πόλεων ογουσιν ούτοι κοινάς λεωφόρους"ί* Βλέπω παντού," άπεκρίθη ο Ζήνων, " σκοπούς τελεσφόρπ^'" Τώρα θ' απέλθω ν' την μάχην κοιιίζων ελπίδας μεγάλας*" Σπεΰσον καΐ σύ" σέ προσμένουσι πάντες είς φίΧας άγκάλος."" Είπε* κΐ ήκούσθη μακράν είς τό βάθος ο κρότος θορύβου"" Ειν'ο ΓοφρέΒος μ ένοπλβν,' ηκουσ& ή φωνή νΰν τοΰ Φοίβ«.Ητ ο πιστός του θβράπων φωνάζων πριν εμβουν εκείνοι"Φ»γε συ, Δηνων, προσειπ ο Ιακωρος μόνον ο α γειν{ί*''"0,τι τό Θεΐον κελεύει* πλϊ^ν χαίρε" πρόςπάντας ύγείαν*ίί-'Ανοιξον, Φοίβε, και ^έρε τους άνδρας" μακράν άπό βίαν.,,Είπε 1^ καύσος 'εν εγγραφον εσπευσ' εντός τής αίθούσης*Είχε τί/ν οφιν γαΧηνιον, δείγμα φυχης ήρεμούσης.Τότε εισ^λθ* ο Γοψρέδος ι^ ετη αγέρωχοςβλέπων*Είχε ν' τό βλέμμα του μΐσος πολύ ειν όργήν επιρρεπών.Ειπεν ευθύς σκωπτικώς ο ίππότηςτάς λέξεις τονι'Σ^ων;" Σπεύδω τόν εξοχον άνϊρα τής Νήσου έδώ χαιρετίζων*11.ιναι ο οίκος αυτός οι υμάς Ια ανάρμοστοςπλέονΕχω λοιπόν ετοιμάσει εν άλλον κατάΧληλον, νέον.Εινοι αντάξιος δέ τών μεγάλων ανδρών τήν πατριΒοςΟΊτινες ζώσι μακράν άπό πάσης έκεΐ καταιγίΒος." Ειν αμοιβή ήν ό Δούξ πρό πολλοΰ είν ύμον έχρεωτει*14·^ »»_ 'ΛΛ^'' ' < ^». _»/1/Λ\ — >>—πευσον, ελί/ε ευχαριτως και μη αμφιβολλϊ/ς ττοσώς τι.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


53Ειπε' κ^' ευθύς άπεκρίθ ό Ιάκωβον νΰν θαρραλΧέως'Κι είχε δεινόν ακοντίσει και βλέμμα φυχρόν τίκτον Βέος:Εισ ευπατρίΒης πιτός κΐ ευγενείας ο 'ενσαρκος τύπος"Ουτε ποτέ ς' απωθεί ο τοΰ δούλου επάρατος ρύπος." Μόνον σου μέλημα είναι θέρμη αρωγή τοΰ πλησίον"" Είσαι προΒηλως γενναίων, χρηστών αίσθημάτων ταμεΐον.' Είναι πολύ γενναιόφρων κΐ ο Δούξ προχωρών κΐ είς σπατάλην''" Εχει τι άξιον τούτου τό δώρημ', αγάπηνμεγάλην." Είμαι καν τώρα ή μέριμν' αύτοΰ καΙ τών τούτου συμβούλων"" Τρέμει νυν τόσην τοργην πρός τον πρώην μισούμενον δοΰλον." Είναι βεβαίως μεγάλη αύτή συγκατάβασιν τώρο*" Ισως κ^' ο δοΰλος άζίζει τι όταν δονήτοι η χώρα.Ω.' εννοώ εντελώς η τιμή οε αυτη τι σημαίνει" Εργον συνέσεως, προξιν Ζικαιου προδήλως εμφαίνει.ί'ί'Τ? "* ·* η ' •^ \ ' Ύ ^ ' .Ετοιμον είμαι εις ο,τι ο Αρχων οριί,ει και τωοαΟμως σοι λέγω νυν οτι επερχετ, επηΛ-ίεν η ωρα" Οτε μέ λύπην σου σύ θά μ' αφήσ^ς ελεύθερον πλέον*^^"ΊΆτερον άγγελμα σύ τού :^ουκός θέ να λοβρν πλην νέον.Είρον μειδίαμα έ'χων ς' τά χείλη και μΤισος εις τ'όμμαΕίπ' ό ΤοφρέΒος πικρώς και ηρέμα συσπάσας το τομα:" Ναι, η Θεά τόν κετόν της τόν μάγον και νύν Βέν προτάττει;" θαύματα μήπως και νΰν ή τού Ερωτον μητηρ Βέν πράττει;" Βέβαι' αύτή νπέρ σού μεριμνώσα τί δέν Βιαπράττει;"'"Ε./ ή Αουίζα βεβαίως τό παν πανταχού σννταράττει.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


54" Κρίμα! δά ότι ό Δούξ χαλυβδίνην κατέχει καρΒίαν"'·' Αλλί/ν αυτός ών πατήρ τρυφεράν και ων αρχ^ων ολλοία»^^^ Ήτο ιππότης πατέρα δέ πριν ο ύμέναιος ψεφ^"" Κ^' 'ε'χει μ' ελπίδας μεγάλας τό Τάγ^ια αύτόν διεκθρέι/^ει.'Πληρη9 οργής ο 'Ιάκωβο9 είπεν αύτόν Βιακοπτων"" Κ^,' όμως θά ρναι τό πράγμα βεβαίως έκ τών απροόπτων'" Τί9 σοί έλάλησ· δέ περί Ερωτος η τήν Πο^ίος;" Είναι μωρός ο πιτεύων είς τόσον φιλάς συμπαθείας"" Κ^' έ"τι μωρότερος ότι ποτέ καν ιππότου κιρΒία,"'Ητις πολύ σκληρότερα γρανίτου, ω! ναί, μά τόν Αία,ίίίί*Οτι ποτέ θά εκάμπτετο μόνον κ^,' βιν τέκνον του τόνουςΗ είς έρωσης καρδίας Βειλούς τεναγμούς η και πόνους.ίί Ι?' Λ _ /


55'*' ·· Εφυγον γράμμα αφού είς τόν Αούκα έκόμισ' αγρότης'" Κ^' ηλθον κομίζων ειδήσεις του,^^ είπεν ό νέος ιππότηςΚ],' ετεινεν 'έγγραφον όπερ λοβών ο ΓοφρέΒος έφίλει'Ειτ' οναγνους δέ ωχρίασε κ^,' είπε μέ τρέμοντα χείλη"Εφερ επάνω το σχήμα σταυρού Βέ Χευκού καί ύσγίνου (17).Κι' είχε το γράμμα αυτο μυτικον τι σημεΐον κινΒύνου." Είναι ρητϊ) έντοΧή τοΰ Αονζός ο Ιάκωβος τώοα" Πλέον ελεύθερος ϊν άψεθρ παρευθύς έν τρ χώρα." Κλίνω και άκων, λοιπόν, κεφαλήν κ^' αύθωρεΐ σέ άφίνω'"Ομως έάν έκ Βευτέρου σέ τύχω ομνύω νά γείνωί


56" Εμεινα, ^ίλε, διότι καθήκον μου ήτο νά μείνω*" Αίκαιον ητο ώς συ έθελούσιον θύμα νά γεινω.^""Ί^πειτα Βέ κ^,' η φυγή μου άούνατος ητο βεβαίως"'" Έίχον κυκλώσει τόν οίκον εκείνοι καλώς και ταχέως.""Έμβθον όλο έδώ που πλησίον κρύβεις και άκουσας'' Ηάσας τάς λέξεις σφοΒρώς εις τά ωτά μου ετι ήχούσας," Κ^' είναι λοιπόν τού σχεδίου το ημισν έργον χαμένον'""Ήδη τό Πάσχα εντός των ναών τών έχθρων σννηγμένων*' Είναι ή σύλληι//ΐς πλέον αδύνατος*''Μένει πλην τώρα^^Είπ ό Ίάκωβος, " κ^ είναι η μαΧλον Βέ κρίσιμος ώρα," Μένει αύτών ή έγκάθειρξις ένδον αύτοΰ τού φρονρίον,""Όπερ είν' έργον ποΧέμου βεβαίως Βεινοΰ και άγριον,Γ^χω φωτίσει τους παντας και οωσει αυτοιν οοηγιας,' Ωστε ούΒεις τόν έχθρόν νά τσράξρ εντός εκκλησίας.'• Πριν τής ηοΰς Βέ τό σέλας φαν^ ύπαυγάζον ηρέμα"Ομων δεινή προσβολή τοΰ φρουρίου θά γείνρ και αίμα" ΟΊμοι! πολύ θέ να ρεύστ;* τίς οίδε δέ πο7ον τό τέλος;' Μήπως γινόισκί) και πού θέ νά 0θάσρ ο ρίπτωνΠοσας θυσίας δέν φέρει τοιαύτη αμείλικτος πάλι//"τό βέλος;^"Ότι μέ αίμα ή γή βά 0οινίξρ τίν καν αμφιβάλλει;*^" Ειπεν ο Ζήνων δέ ότις θερμώς έπεθύμει τήν πάλην" Κΐ είχε και θάρρος εκείνος κΐ ελπίδα έν τούτοις μεγάλψ'Ανευ πολλών θυσιών και μεγάλων η δόξα δέν κτάται*Κΐ είναι τών δούλων Χαών ζηλευτοί οί γεννοΓοι προ?·οται.''ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


57ί. ^Αγωμεν, ειπ ο '\άκω^ος" " πάνοπλοι έρχονται τίοραΤόσοι γενναίοι" το έδοί^ος τρέμει, Βονείται ή χώρο' Υπο τούς πο^ας αύτών κινουμένων άπαύτως, ταχέως." Αγωμεν 'ενθα τήν πόλιν προσψαύει φιλών ό Πεδαίος*'' Είναι το μάλλον έπίκαιρον μέρος έκεΐ τοΰ φρουρίου"" Οπου το κέντρον δα ήναι ποΧέμου λυσσώδους, άγριουΚΐ οπού ο Νεΐλον θά /χένρ κατέχων αυτό Βά ίδίωςΟπως εξόδους έκκρού ίπποτών έφορμώντων άγρίως."Είπε κΐ ευθύς ανεχέορησαν δίχως ν ακούηται κρότοςΚΐ ειχεν ηρέμα αυτούς αποκρυφει το νύκτιον σκότος.Ούτω τελείως τό 'ερε^ος μαύρης νυκτός αποκρύπτειΤόν φλογερόν κεραυνόν σμερΒαλέος οπόταν ένσκηπτϊ;.Ώδευον ουτω μέ βήμα ταχύ οΒοιπορου ζρομαίου'Ειχον δέ μολις εκείνοι έγγυς αφιχθή τοΰ ΠεδαίουΚ^,' αίφνης ήκούσθη τό κάλπασμα ίππου ταχύ προσεγγίζονΚαι τήν ύπνώττουσαν ϊ/δη ηχώ τών αγρών εζ,υπνιζον"Έκ τών οπλών φωτοβόλοι σπινθήρες έπηδων ζιαιωςΚαι τής νυκτός τά ερέβη διέσχιζον ούτοι ταχέως.'Ητο ίππεύς έκ τοΰ ατεως τρέχων ώς δαίμων μέ 'ζιανΚαί τής νυκτός τήν πυκνήν διασχίζων απαύτως σκοτιαν.Αίφνης ό ίππος τρομάζει, όρθούται, δεινώς χρεμετίζειΚΐ άγριωπός άνορθοι τά ώτία κΐ οπίσω γυρίζει." Στάσου ίππότα, ήκούσθ" ή φωνή τού καλού 'Ιακω^ου''* Πώς; σύ τάς τάζεις ημών νά διέλδ)?ς τολμάς άνευ φόζου:ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


58" Είσαι κατάσκοπος θέλων νά μάθ/;ς μέ κίνΒυνον Ιτοια" Ι^Αναι έδώ τά ημέτερα (ργα; οποία βλακεία.^*" Μόνον τόν θάνατον δέλεις αμέσως έδώ συναντήσει"" Ηέπρωται νΰν ή ζωη σου άδόξως έΐ'ταύθα νά σβύσ{/."* Η μήπως είσαι τοΰ Λοχοντβς άγγελος φέρων είδησεις;Ούτως αν εχρ η άλλως πως λέγε ταχέως επίσης.Ι'.ίπε* κΐ ευθύς άνταπίιντησ' εκείνος τοιαΰτα ΧαΧησας:"Όχι, δέν είμαι κατάσκοπος άχαρι 'εργον ποθησας"""Άγγελμαφέρω εις Πέλλα πα/ς τού Δουκός" πλήν αλλ όμ-ας"' Φέρω και 'έγγραφον εις τον Ιγνάτιον λέγον συντόμως:—" Τώρο ελεύθερος ειν' ο Ίακω'ζος* πεμφον ομήρους""Εχω ρητάς αμφοτέρων υμών υποσχέσεις άπειρους.Κι-ε* /^ τεινας αμέσως το εγγραφον ετη προσμένων"Ιΐσαν εγγύς τών Ελληνιηυ προσκόπων πυκνώς τεταγμένων,['.φερον φώς κΐ αναγνοΰς ό Ιάκωβος έλεξευ ούτω."" Εχει καλώς* αληδές είναι ότ ύπεσχέθημεν τοΰτο.ί . V » ' » Τ ' « Λ · / / . ,Γΐ^ιν Ο Ιγνάτιον ηοη ενήμερος πάντων εν γένει"Ότις ταχύς, καθ οδόν ευρισκόμενος, τώρα προβαίνει.Γ^γραψα ηοη αυτψ περί τούτου τα πάντα γνωρισας."' Απελθε σώος ί^ πάλιν οπίσω όπόταν γυρίσας" Φέρϊ/9 όμοΰ τούς ομήρους ούδίί9 την όδόν σου θά φράξ\ι.2,πευσον ιοου έβ ο Δηνων εις τουτο ευθύς θα συμπραζη.Ούτως ο^οΰ συνωμίλησαν 'επειτα 'έφυγον πλέον""Ηκουον πλην τόν ίππία καλπάζοντα αύθις Βρομαΐον.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


^1.^59ητρεχ ως δαίμων τού σκότους τά σκότη ταχύς διασχίζωνΚ^ εθιγον μολις οι ποί^ς τοΖ Ίππου τό 'εΒαφος τρίζον.Ρυακας, θάμνους ί^ τάφρους έπήΐα άπαύτως προβαίνωνΚαι τήν ανάντη οδόν εν ριπ^ πρός βορραν άναβαίνων.Τ/ .' • "7 ' ' -^Λ ^ * ' '^/ Ύωρα κΐ ο Δ,ηνων απηλ-ίε προς παντας ειοησεις κομιζ,ωνΚ^ αμα τϊ^ν δίοδον είς τους όμηρους καλώς ασφαλιζών.Εσπευδε τώρα κΐ ή νύξ* ί^ σιγή έβασίλευ έξ άλλου"Μόνον ή πένθιμος ηχεί φωνή νυκτικόρακος λάλουΚαι ποτ ο φλύαρος φλοίσβος εκρότει νωθρώς τού Πεδαίου.Τί9 νΰν αισθήματος δέν έπληροΰτο αγνοΰ ^ γενναίου;Είναι ή Φύσις πηγή συγκινήσεων θείων, ποικίλων"Υλη αύτή, άλλ εγκλείει πληδύν πολλών κόσμων άύλων,ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


ΑΣΜΑ Ε."1\το ασέλινος νυξ* μεσονύκτιος πένθιμος ωρα*λνρα ζέφυρου λεπτ η ιιυρο^όλος προσέπνεε τώρα.' 11 γουν τα σήμαντρα νΰν τών ναών τής κλεινής ΑευκωσιαςΚαι προσεκαλουν εις τέλεσιν θειας τοΰ Πάσχα λατρείας.Λί πενθηραι των φωναι ς τάν εκτάσεις αντηχούν\\αι τήν ύπνώττουσανοζέωςπέρι^ */Χ*^ διεξύπνων μοιραίως.Σκότος βαθύ ήπλωμένον επάνω υπήρχε ς τήν φύσινΚι ϊ/ρεαος τις «^ γλυκεία γαλήν ήμιλλάτο πρός Ί'σηνΑάμφιν ατέρων αιθρι ούρανοΰ ύπαυγάζουσαν τέως.Μόί'ον υποκωφον κρότον έποίει νωθρός ο Πίδαΐο9Κ_? 'ίβΧεπέ τις είς τά πέριζ έκεΐ κατάφυτουπεδίουΆνω Κβ κάτω σκιάς πλανωμένας εγγύς τοΰ φρουρίου.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


61•'ν Εβαινον ποτε έν τίιζει κσί πότε ατάκτωςδέ μάλλονΚ^ ήρχοντο πάλιν και εφευγον πάλιν αμέσως μετ άλλων,ερι^ εκυκΛουν τ


62ίί ΧΤ " 'Τ' /3 ^ .' ' Λ * ' ^ ' ' ·Ααιρε Ιακωρε, συ κΐ οι λοιποί αρχηγοί οι παρόντες" Είδε μέ λύπην ο Δούξ ότι σύ κΐ οί λοιποί παρι?)όντες'* Τόσην εύμένειαν ώς κΐ αγαθότητα τρόπων ανόμων" Τώρα κΐ άφρόνως εις τάσιν ηγέρθητε πάντες" αλλ όμως*' Θέλων ο Δούξ νά προλάβρ αδίκους νύν ρεύσειςαιμάτωνΚι οικτον πολύν αισθανομενος ούτος προ τόσων θυμάτων" \άριν παρέχει είς πάντας ευθύς συγχωρών και οικτείρων," Αν αύθωρεΐ καταθέσητε πάντες τά όπλα και χείρων" Ταύτης κοτατοσις μή τις έπέΧθη, οπότε ομνύει'Οτι ό Ζήμιος, πλήν τοΰ πολέμου, φρικτώς θα κυλί^" Πλήθος παντού κεφαλών ειν τήν Νήσον θερίζων έν γένει.ϋιν ί)ε ακόμη ^α ειπώ και τοοτο αγαπην εμφαίνει.Αν είς τούς λογούς πεισθέντες αυτούς'* Τότε τιμάς κΐεύπειθεΓν σεΪ9


63" Απελθε τωοα κΐ είπε εις τόν Αοΰκα τούς Βούλπς 1^ μονάς" Μόνον φοβίζουν μέ ρεύσεις αίμάτων κακώσεις η φόνους." Είμεδο ανΖρες εΧεύθεροι πλέον καί 'ίσοι του τώρα"' Είναι δέ τώρα κΐ αύτή ελευθέρα ή Βύτηνος χώρα.**Είπε" κΐ ευθύς εις τήν πόλιν έτράφη ο κήρυΒ καλπάζων"Ε^υγε δε κΐ ο ίάκωβος τρίχων παντού κΐ εξετάζων.Ειχεν έκΖράμει τας τάξεις ταχύς τών ανΒρών παροτρύνωνΚι 'επη τοιαύτα τινα φλογερά προς αυτούς αποτείνων:" ΑνΒρες γενναι, ή Πατριν πρό ν ύμας υπερήφανος τρέφει"" Τώρο ελπίδος αισθήματα μάταια, οχι, Βέν τρέφει"" Ελαβον σάρκα κΐ ήνΒρώθησαν τέλος οί πόθοι μας πλέον*" Εθρετ/^ε τούτους τό αίμα τοσούτων θυμάτων έκρέον.'* Είναι δεινός ο άγων* υπέρ πάντων μοχόμεθα, φίλοι*" Δόξης ήμερα έπίζηλος πλήν δι' ημάς θ άνατείλτ^,'' Τότε τοΰ Κόσμου ή άφευτος Βίβλον κΐ ημάς θ αναφερ^*' Κ^' ενΒοζον τέφανον μάρτυρος δέ ό πεσών θέ νά φέρρ.Είπε κϊ' εύθύν έντολήν είχε Ζώσει εις πάντας έκθύμωςΊνα ^αΒίσωσι πρώτοι πρός μάχην ταχθέντες ετοίμως.Ταΰτα ενά) έτελοΰντο έκει έν σιγτ^, μέΒεήσεις,Είχ' έν τη πόλει 6 Δούξ έκμανή Βέ μαθών μετά λυσσηςΌσα ό κήρυζ έλθών άφηγήθη και πάραυτα βαίνωνΏρμησε τότε ταχύς άνελθών τάς έπάλξειν κΐ ασθμαίνων*Κ^' ήγαγεν εξω τήν πόλεων σώμα τράτου ποροτάξος*Είπε δε πρώτον τόν όρκον ενθύς τοΰ ίππότου προταξας:ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


64" ""Ενδοξ* ίππόται, ίδού ό εχθρός πρό ημών έϋ-ρρι^ων" Πάντος κΐ ομού αύθαΒώς έν φρουριω ημάς φυλακίζων.*' 'Εμεινε τάχα είς χείρας τών δούλων ων άθυρμα νέον"Όλ' ή τιμή και τό κλέος τοΰ Τάγματος σήμερον πλέον;^' Μένει ακόμη αύθάΖεια Βέ ατιμώρητος τόση;'' Π )έπει πλην τώρ* άκριτα ό λαός υ μωρό: »'« πλί/ρωσ»/**' Πρέπει τό αίμα αύτών κρουνηΖόν ς τόν Πεδαΐον να φθάσει" (Ι^ί]" Πρέπει τό λήιον τούτων πτωμάτων πληθυς να σκεπαστ/.^' Αγετε* δόξην αμάραντοι τέφανος θέλει σαί '7ίφει"'* Αγετε* μη τις υμών κλονηθεις δέ τά νώτα του τρέφ\ι." Πόσον αξίζει έκάτου ίππότου ή 'ενίοξος σπάθη** Τώρα ό Βοΰλος τάς σάρκας του κόπτων εμπράκτως ας μαθ^.Είπε* κΐ ευθύς άνεβόησαν πάντες Βεινώς οί ίππόται"Ούτως ό ήχος βροντής παταγώδης ακούεται τότε'Όταν 6 νότος τάς ααύρας νεφέλας σφοΒρός συναγειρωνΜέ τόν βορέαν συγκρούεται βρέμων και τρόμον ενσπειρωνΟύτοι σημαίας τοΰ Αρεως ειτ ανεπέτασαν γαύρως (19)·Κ^' αμα δεινώς αλαλαζαντες πρόσω έζώρμησαν λαύρως.Ητο άνθρώπινον τείχος κινούμενον, τρέχον μέ βίαν*Ηρχεν αύτών ο Βερτράνίος, ίππότης μέ πεΐραν κΐ ανόρειανΚ^ 7/γε κατόπιν αυτών ο ΓοφρέΖος έφέΖρους προσάγων"Είχε και χρέος αυτός τραυματίας τής μάχης έξάγων.Τότε αφίχθησαν όχι μακράν τών Ελλήνων όρμώντωνΝΰν άκαθέκτως κΐ έκΒίκησιν τέλος δικαίαν πνεόντων.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


65'Αΐΐββ(ΙΚ>86(ΙΙί(** άνεκραύγασαν νυν οί Ιππόται φρενήρεις (20)Κΐ ώρμησαν άλλοι κραδαίνοντες λόγχην και άλλοι ξι^ηρειν."Ήκουέ τιν και μακράν τας κραυγάς τών ανΖρών μαχόμενων"''Απαυστος ήτο κΐ ο κρότος λογχών και ξιφών κρουομενων,Άγριαι τόσαι πολέμου κρανγαι εις τα πέριξ εβροντων*Τόοι και τόνοι ομοΰ αναμιξ πληγωμένων, θνησκόντωνΈπληττον νυν τόν αέρα και πέριξ αντηχεί ή χώρα*'Ήτο άγρια σφαγή άνθρωπίνη και πένθιμος τώρα.'Έπιπτον άνδρες έτέρωθεν τόσοι και επιπτονπάλιν,'Έψευγον άλλοι και εσπευδον άλλοι κοί πάλιν ς την πάλην.'Έπιπτον όπως θερίζει τούς τάχεις τό Βρέπανον ττλήσσονΚ^,'ερρεεν αίμα άχνίζον, θερμόν και τήν γήν εκφοινίσσον.Είδ' ό ΓοφρέΒος τόν Νεΐλον πλησίον και ωρμησε λέγων.*" Είσαι ποιμήν δεξιός τά Βασύμαλλα πρό€ατ άμελγων*""Ό/ιως αμέσως θά δείξω, σοφέ ρασοφόρεμου, τωρο""""Οτι δέν χάνει τι όταν σέ χάσ ή αχάριστος χ^ρο."" θέλω σοι Βείζει τό ζίφος άντι της λαμπάΒος πώς φέρουν," Πώς τών ηρώων τά κλέ' οί πατέρες οί άγιοι αιρονν.Είπε κΐ ευθύς άνασπάσας τό ζίφος βαρνς επετέθη"νΕ/ιοδε δέ πρό δεινού αντιπάλου πλήνότι ενρέθη.Εκρονον τότε το ξί^η κλογγην και σπινθήραςγεννώνταΕίπε κ2,' ό Νεΐλον: *' Νΰν θέλω άντί τον οδόντος οδόντα*' Αίμ' άντί αίματος θέλω Βικαίως, νομίμως εκχύσει*' θέλω τό αίμα πατρόςΑΟΙ πατρίΒα ομον €κΖικησα,ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


66" Τώρα τήν μαύρην φνχήν σου, ΓοφρέΒε, ς τον αδην θα στείλ»•"Όμων τούς λόγους άφήσας τ ήν πάλην νά βλέπω οφείλω.Είπε κΐ ώς λέων έμάχετο θραυσας το ζιφος εν τέλιιΝ ύν τού έχθροΰ ο οποίος εις κίνΒυνον δα διετέλει*Έσωσαν όμως αύτόν οί ίππόται ΒραμοντεςΌτε κ»' ή πάλϊ; κατ έτη κοινή είς εκείνο τόεγκαίρως,μέρος.Ούτως υπήρχε παντοϋ γενική προσβολή, λυσσαλέα"Πότε ή φάλαγξ εχθρών ύπεχώρει και ποτε ακμαία' Ηντλει δυνάμεις άπαύτως καί ωθεί οπίσω έν μέρειΤότε τούς'Ελληνβς όπως έκεΐθεν μακράν παραφέρψΉγγιζεν ηδ ή εσπέρα οπότε οί 'Έιλληνες πλέονΌρμησαν αύθις ακάθεκτοι θάρρος αντλησαντες νέον.Τώρα παντοϋ κΐ οί ίππόται «ν τάξ υποχωρούν λυσσώντεςΚι εσπευδον πλέον ς τό φοούριον μάτην τα πάντα τολμώντεν.Τότε διώκοντες τούτους οί Ελληνες ειχον ωθήσειΜέχρι τών τάφρων και ένδον αυτών τολμηρών εισπηδησει.Εγεινε τότε σφαγή τρομερά νεκρών πλήθος αφείσαΚι 'επαυσε μόνον τον μαΰρον της πέπλον ή νυξ έπιθεΐσα.Ούτως έμάχοντο ασιτοι ολην αυτήν τήν ημερανΚί, ειδον ποθοΰντεν εχθροί τε και μή τήν έλθοΰσον έσπέραι^Εθηκε τέρμα το σκότος προσκαίρως ς ανΒρόφονον μαχψ'"Τότε κτ οί Ελληνες πλέον ί' τό φρούριον στρέψαντες ράχ»Ήλθον αδί'ωκτοι μέχρι τών πέριξ τής πόλεως λόφωνΚι αρτον εγευοντο κ^ οινον τανΰν ανθοσμίαν 'ερρόφων.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


67ιχον πριν όσον ηονναντο όμως όεοντως φροντίσειΚι εξω τής μάχης ποΧλονς 7ραυιιατίας εγκαίρως κομίσει.Ανοριν αυτούς ιατροί φιλανθρώπως θεράπευον ηδη'Εσπευσε οε κ^ ο Ιάκωβος τούτους ποοθύμως νά ίΖη.Επειτα πλήθος προέταξαν ούτοι άγρυπνων προσκόπωνΓ ' / ' ? > ' Λ ^ ' ' ~ · - /Κ^ οπηυοηκοτες ποΛυ ονεπαυοντο νυν εκ των κοπών.Ταΰτα ενω ί^τελοΰντο εκεΐ έν -ρ πόλ οί ίππόταιΕιχον κλεισθή και αφού αί άνάγκαι αύτών Βέ αί πρώταιΗδ ήνωρθόίθησαν κΐ ειχον φρουρούς ς τάς έπάλξειν άφί^σειΤοτ εν τω υπνω ολιγην άνάπαυσιν ειχον ζητήσει.Αγρυπνος πλήν ό Γουϊόος κ^ πριν η ηώς ύπαυγάστ)Ηοη τα πάντα προς μαχην της αυριον ειχ ετοιμάσει.Ώ9 όταν ελθ ή λυσιγυιος νυξ, κεκμηκότων ή φίλη,< Οτε κΐ ο ύπνος ύπνώττοντος καποτ' εκτάκτως ποικίΧΧει"Οτε ονείρους χρυσούς ώς συνήθως οντι οέ να βλέπρΜόνον δεινούς έφιάΧτας ριγών ατενίζει και δρέπειΤότε τού φόβου καρπούς Βέ πικρούς μέ πολλήν άηΒίαν"Ουτ ο Γουίδος τήν νύκτα ύττέτη φρικτήν άγωνίαν"Είχ έξυπνίσει ί^ λίαν πρωί κοιμηθείς δέ κΐ όλίγον..Ούτως κΐ οί άλλοι ίππόται τό πλείτον τήν νύκτα Ιιηγον.,Κΐ όταν ο Φοίβο ν κ^ αυτός ματωμένος έφανη προ€,αίνωνΚ^ είχε λαμπρός δέ φωτίσει τάν τάφρους ώς βάραθρον χαινονΤότε 1^ πλήθον πτωμάτων ς αυτάς έπεφάνη


68Μόλις τής "Έω χρυσαΐ έρυθρίων αί πνλαιΒημονωςΚι' ήλθεν αυτός ο Γουίδον τρατεύσας τανΰν τοΰ αγώνος,Είχεν ή μάχη αρχίσει και πάλιν εύθύν τήν πρώιον"Πλήθος πολύ ίπποτών έξεχύδη παντού μέ μανίαν."Ίλος ίππέων πνκνάς κΐ ό 'Έρρίκος ώδηγει έμπειρους"Είχε κ', αυτός επανέλθει ομοΰ μέ τους αλλονςομήρους.Φάλαγγας τώρα πνκνάς ί^ οί Ελληνες ειχον προτάξειΚ ,} Η ' / β " ' ' » » > » / ί .ι ωρμων ακάθεκτοι η νπεχωρονν ενιοτ εν τάξει,Είχ ο Ιγνάτιος τότε προσελθ εις τήν μάχην έγκραίρωςΚιεΧαβ ο Κλέων είς ταύτην επίσης έπίΒοζον μέρος.Εργα μεγάλης άνΒρείας ί^ φήμης έγένοντο τότεΩς έάν ήσαν του Αρεως τέκνα οί πρώηνάγρόται.Ητο λυσσώδης αγών μαχητών ατρόμητων, γενναίων"Σώμα πρός σώμα ί^ τήθος πρός τήδος έπάλαιε πλέον.Έ^σφαζον μόνον ι^ εσφαζον πάλιν έτέρωθεν τώρα"Δέν ήτο μάχη, αλλ ητο σφαγείον φρικτόν 'εν τρ χώρα.Αίμα τοσοΰτον έχνθ ώς ή Μοΰσα Κλειώ αναφέρειΩτε ώς ρυβξ τις ερρεεν έκ τοΰ φρουρίουέν μέρειΚΐ επιπτ εντός τοΰ Πεδαίου φοινίσσον τό ύδωρ εκείνου*Ητο λουτρον αυτο πλέον έξ αίματος φεύ!Μόνον το αίμα καθαιρεί συνήθως κηλίδαςΚιανθρωπίνου.δουλείαςείναι το έθνη ελεύθερα μόνον μέ πλείτας θυσίας.Οίμοι! τό μέγ' αγαθόν έκ τού Πλάτον ΐ^ ύ^ιτον δώρονΠεπρωται ινα παρέχηται μ αψθονον αίματοςφόρον.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


69Πόσοι δεν έπεσον τότ εκατέρωθεν άνδρες γενναίοι!Μτ) τις και σήμερον μάρτυρας τόσους γεραίρων Βέν κλαίει;Είχε τρωθή ακίνδυνων ό Φάνης τών Γόλγων δέ τότεΚ|, επεσ ο Ααμπρος, ηγέτης άνΒρών έκ Σολέος, οπότεΕιχ ο Βερτράνδον ορμήσει πλαγίως τό ξίφος έμ πηγώνΜέσον τοΰ στήθους του κΐ έπεσε κάτω βαρύς τήν γήν θίγων.Ομως κΐ ο γέρων έλδών τοΰ Όλύμπου ό Σταύρος μέ λύσσανΕκοφ ευθύς τόν λαιμόν τού Βερτράνδον μέ ζίφος έκχύσαν* Ηδη τό μαΰρον του αίμα καί ούτων εξέπνευσε πλέον.Ειδ ο ΓοφρέΒος μέ πόνον τό αίμα τοΰ φίλου του ρέονΚι ωρμησ αμέσως τόν φόνον είς πάντας μέ λύσσαν σκορπίζων'Επλης ο Βίαν ουτον ολλα μόνον τό δέρμα του σχίζων.ΊΎΤ^ Λ ' ' ' ' ? • ' ""Λ , ' " ' /ΕΑκλιν εν τούτοις εις ουσιν ο ήλιος κΐ όμως ακόμηΤότε Βιήρκειη μάχη λυσσώδης κ^ ούδεις παλινδρομεί.Ούτως έμάχοντο σφάζοντες μέχρι νυκτός προϊούσης"Μόνον τό νυκτιον σκότος έπέθηκε τέρμα, μή ούσηςΤότεφικτής τής ενός τών μερών κατισχύσεων μόνον'Ελληνες νύν ί^ ίππόταιήξίουν την Βάφνην αγώνωνΟύς Βιεξήγον ένδόξως έκάτεροι δέ ι^ αγρίων.Ηόαοι τήνγήν άνομιξ δέν έκάλυφαν ταύτην ανΒρείως!Ολην την νύκτα αφοΰ έκορεσθησανούτοι σιτιωνΕιχον άνάπαυσιν ευρει ειν υπνον έκάτεροι θείον.Ομως πρϊν ετι 6 Ζίσκος πυρφόρος φανή τοΰήλιουΕίχον αρχίσει ί^ πάλιν τόν πόλεμον πρό τού φρουρίου.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


Ούτως η μία ήμερα πολέμουΠάλιν μέ λύσσαν70τήν άλλην ομοίωςαύτή διεδέχετο δίχως τελείωςΤίν έκ τών δύο τόν ενα νά Βύναταικαν νά δαμάσϊ;*Κΐ είχον ήμέραι τοιαΰται πολλαί μ άγωνίαν περάσει. (21).Πότε οί Έλληνες ώθουν ς' τήν πόλινεκείνους ευκόλως*Πότε δ' εκείνους άπώθουν ίππόται ι^^ 'εφέρον όλωςΝΰν παρά τήν σιτοφόρον έκεΐ πεΒιάΒα τήν πάληνκΐ είς τόν καλλίρρουν ΠεδαΓον αυτούς κατεΒίωκον πάλιν.Φέροντες πλήν οί Νάίται τήν υβριν αυτήν δέ βαρέωςΚΐ 'έχοντες άνΒρας πολλούν άπολέσ' είς τάς μάχας βεβαίωςΚ^' άμα ίδόντες τά τρόφιμα ότι ς' τήν πόλιν σπανίζουν"Ήρχισαν ?}δη συχνά μεταξύ των αύτοι νά ερίζουν."Ήθελον πλέον οί πλεΐτοι νά φύγουν συνθηκας ποιουντες"Πλήν ό Γουίδος μετ άλλων νά μείνουνεδώ πολεμούντες.Τότε συνέλευσιν είχ' ό Ερρίκος προτείνύΐ νά γείνρ.Ίνα τό Τάγμα γνωρίσρ αν πρεπτ) νά φύγη να μεινί^.Τούτου τήν γνώμην ήσπάσθησαν πάντες" οπότε ταχέωςΗδη συνήλθον οί πρώτοι τοΰ Τάγματος κ^' είπε δριμέωςΠρώτος τόν λόγον λαβών ο 'Έ^ρρικος κΐ αυτούς χαιρετισας'Κάτωχρον ηδη ήγέρθη αμέσως τοιαΰταΧαλησας:Μάταιον ειν , αΒεΧφοί μου ίππόται, νά χύνηται πλέον" Τόσον πολύτιμον αίμα ανδρών ατρόμητων, γενναίων.Αρονος οιερρευσεν ηο ικανός εις εξοοουςλυσσωοεις" Κ^' εινοι, νομίζω, ή θέσις ημών όπωσοΰν κινδυνώδης.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


71Μάτην ηλπίσο/ΐεν, ότι άκόπως ημείςί^ταχέωςΤρόμον παντοϋ εις τήν Νήσον δά ηγομεν άμα ί^ δέον.•' Μάτην κατόπιν ηλπίσαμεν ότι μέ μάχας φρικώδεις" (Κ^ ειν ή κατάτασις τώρα τοΰ τόπβ οίκτρά ί^ θρϊ/νώδην.)Οτι ημείς τους ανταρτας ήθέλομεν τέλος δαμάσει*ι\.1 όμως ιοου οτι τώρα το 1 αγμο ματαίως να σπαστή" θέλει το τείχος αυτό τών ανθρώπων ποΰ τώρα μάς κλείει.•' Ομως κΐ αν τοΰτο έπέλθρ τί τάχα κατόπιν κωλύει"' Ωστε κοι πάλιν συχνά ανταρσίας νά 'εχωμεν νέας;ηοη ειν ωρ , αοελψοι μου ιπποτ , ενέργειας σπουοαιας." Είτε νά φέρωμεν νύκτωρ σφαγήν ς τους αντάρτας χυθέντες'" Είτε έντίμως νά φύγωμεν μάλλον τήν Νήσον αφέντες.*' Είναι τό πρώτον μέν πράζις γενναία αλλά κΐ άπευκταΐον""' Βέ/3αι' αδίκως «^ μόνον τό αίμα θά ρεύσ^γενναίων."'Όμων τό δεύτερον είναι και κρείττον άσφάλειαν κΧειον'" Είναι δά πλίον ή Νήσος δυσβάτακτον πάντως φορτίονΕίπε* κϊ,' ευθύς ό Γουίδος ήγέρθη οργίλοςέκχύσας"Άφθονον τότε πικρίαν και λόγους τοιούτους λαλησας:'' Αέχομαι, 'έτω, 'Έίρρίκε, τό πρώτον ών εντιμον μόνον"" Νύκτωρ νά φέρωμεν θέλω ς εκείνους αμείΧικτον φονον,""Όμως ά νάνδρως νά φύγωμεν πλέον την Νήσον αφέντες" Μήτε δέ τώρα θά πράξωμεν μήτε κατόπιν πείσθέντες,ΪΙέΐν ανάξια ιππότου η προτασις αυτη, ω φιΛοι'' Κ^' όμως άνέδην ώς Βεύτερος άρχων σας ούτος ώμίλειΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


72Είπε* καί θόρυβος άμα υπόκωφος τότε ήγέρθηΓέρων ίππότης, ο Κλαύδιος, ότις εύδυς προσεφέρθη"Ίνα τήν εριν προλά^·^ φρονίμως αυτήν ΒιαλύσαςΕιίπε μέ λόγους ταχείς Βέ αμέσως τοιαύτα λαλησας:" Είν , αδελφοί μου ίππότοί, αί σκέφεις όρθαι αμφοτέρων"" Αέγω Βέ ότ είς Συρίαν νά φύγωμεν πρέπει και χαίρων" Τοΰτο θά ίδω αν μόνον τά όπλα είς χείρον κρατούντες" Πάντες έξε'λθωμεν κΐ ουτω εντιμως ημείς εκχωροΰντες." Αν οι άντάρται πλήν τοΰτ απορριφουν οι κοΰφοι άφρονας," Τότε ζιφηρεις ορμήσαντες νύκτωρ ως τίγρεις απονως" θάνατον αμα οίκτρόν εις αυτούς νά κομίσωμεν πρέπει." Οχι* ό μή κινδυνεύων τήν δόξης καρπούς ουδείς Βρέπει.^'Ούτως ο γέρων ελάλησε* κ^ ηρεσ ό λόγος είν όλους*Ηάραυτα κήρυζ εστάλη κομίζων προτάσεις άδόλουν.αυτα εκεί έτελοΰντο ενα, και οι ϋίλληνες τότεΕίχον ομοίως συνέλθ* είς συνέλευσιν πρόθυμοι,δτβιοον οα οτ εις οπογυωσιν ηλοον οεινην οι ιπποταιι ειχον αποφασιν καμ εις ουοεν να ενδοσωσι τότε.Ωστε ό κηρυζ έλδών εκεί άπρακτος τέλον εστράφηΟύτω κΐ αύτή ή έλπίς τών σκληρών ίπποτών κατεστράφη.Εμαθον ταΰτα φρενήρεις γενόμενοι κΐ είχον όμόσειΠασαν τήν πολιν Ίνα τό Τάγμα θυμάτων πληρώσρ.Ηρχισε τότε σφαγήεν τρ πόλει αθώων Βέ Οντων*Μήτε εφεισθημεν καν τών έντος τών ναώνπροσφνγοντων.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


73Ησαν αγρίων Βέ πράξειν μετών θηριώδουςμανίας*Εσταξαν πλήθον εντός τον ναοΰ αύτού τής Παναγίας. (22).Παίδες αδώοι έκεΐ ί^ γυναίκες έσφάγησανπρώται.Οταν εκ ^οβου ψνχροΰ παγωμένοι κατέφνγον τότε.Ητο θνσι ανθρωπινή αγρία σκληρώςγενομένη"Ηάς ο την Δέλτον τού Κοσμ' αναγνούς 1^ νΰν άναυδος μένει.Ούτως είργάσθησαν δλην αυτήν τήν ήμέραν εκείνοι^ί ^'^χον ολίγοι πολΓτ επιζώντεν περίτρομοι μείνει.Τότε έπήλθεν ή νύξ άργαλέα κΐ άφοΰ έκ τού φόνουΕπαυσαν ηΒ οι ιππόται τροφής έαπλησθέντες άφθονου,Ειχον ζητήσει άνάπαυσιν νΰν εκ τών κόπων εκείνωνΟιτινες τόσων θυμάτων αθώων προύκάλεσαν θρηνον.Ομως τόν ύπνον απώθησαν χρόνον πολύν προ τοΰ ΦοίβουΚ^ έσπευσαν εξω τής πόλεως πάνοπλοι άνευ θορύβου.Φάλαγγας τρείς σχηματίσαντες «χον πρός τρεΊς διευθύνσειςΗδη ^αΒίσει μετά τάς συνήθεις αυτώνπαροτρύνσεις."Ώρμησαν νύκτωρ κ| ύφέρποντες μάλλον σίγα έν τ^Ήτο σιγή" κΐ ελαφρός τοΰ Πεδαίου ο ρόχθος έκρότει.Εφθασαν οντω εγγύς τών προσκόπων αθέατοι τοτε'Ησαν δ' άμέριμν οί Ελληνες τώρα πλειτοι, οπότεΎπνος ολέθριος είχε πολλούν άκηδώς καταλάβει.Μόνον ίδέον τις καν άμυδράν Βννατον να συλλοβϊ;Τί έν τώ σκότει έκεΐνω συνέβη έν πάΧι^ ννκτι^,"Ένθο αίμάσσων, λνσσών ό καθείς φρικωΒώς ηγωνια.σκότει.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


74Ήχ ή κλαγγή κρουομενων ζιφών και λογχών επιμόνωςΚι εσχιζον αίφνης τά σκότη σπινθήρες πετώντες συγχ^ρονωκ.Στόνοι θνησκόντων κΐ ομοΰ οιμωγαι πληγωμένων ήνούντοΚ^, όλ αί εκτάσεις μ' ανδρών μαχόμενων κραυγάς έπληροΰντο."Ορυμαγδός τοΰ ποΧέμου φρικτός πανταχοΰ έζε-^είτοΚΐ είς ούρανόν ώς €:ροντή παταγώΒης, πυκνή εξικνειτο.Ηκουέ τις τήν ηχώ τών αγρών γοερώς νά τενάζτ;,Ων έάν ήτό τις ϊαίαων τοΰ άδου έκεΓ νά καγχάζρΚ^ ώς τεναγμος νά θρηνι^ τών ανθρώπων τόν φίλεριν βίονΟτις μοιροίως βραχύς τελεντα μετ άφθονων Ζακρύων.Ειν ευτυχής ο τελέσας πιτών τό καθήκον του μόνον'Μόνον αυτός συγκιρνά μέ χαράν δέ τοΰ βίου τόν πόνον.Ητο λυσσώδης εν τούτοις σφαγή μαινόμενωνανθρώπωνΟιτινες πάντα προς όλεθρον πάντων είργάζοντο τρόπον.Εσφαζον τότε αλλήλους έχδροί τε και φίλοι ωσαύτως.' ίίιπληττον πάλιν και 'επληττον πάντοτε πάντας άπαύτωςΚ-,' '' "ΛΛ ι ' ' ' ''Λ' ' ' 'ι επιπτον άλλοι κΐ ηγειροντ οΛιγοι ενίοτε μόνονΙνα και αυοις νεκροί καταπέσουν εκπεαπουτες τουον.}ύτως έμάχοντο μέχρις αυγής έν νυκτι ερεβώΒειΗτις καθιψα σκηνήν φοβεράν 'ετι μάλλον φρικώΒη.Είναι τά έργα τοΰ σκότους πλήν φαΰλα και χείρονα 'έτίΌσων συνήθων κακών ή ήμερα είς φώς μάςεκθέτει.Οταν Β έφάνη χρυσή ή αυγή βαθμηδόν νά προβαίνρΙοτε κΐ η πάλη έμαίνετο ήττον λυσσώδης έν γένει.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


75Εσταξαν πλήθον Ελλήνων έκεΐ οί μαινόμενίππόται^Ι *'Χ"^ ""^ροζ ωραν αυτούς πανταχόσε σκορπίσει και τότεΗλπισαν οτι όιέσπασαν πλέον τό άπειρον πλήθοςΟπερ εκ ζώσης σαρκός «νθρωπίνης ανήγειρε τείχος,'Όαως άφοΰ ή αυγήτά ερέβη έσκόρπισε πλέον'ϊώρ ανανηφαντες ήντλησαν θάρρος οί "Ελληνες νέου.Είδ' ό 'Ιάκωβος έξω φρενών τήν φυγήν τών ΕλλήνωνΚ^ ωρμησε λέγων οργίλων τοιαύτα αυτούς παροτρύνων:" Αίσχος είς πάντας κΐ ανάθεμα ηδ' είς τόν φεύγοντα μόνον''• Στήτε* πού φεύγετε άνανδρα τέκνα ένδοξων προγόνων;' Τρέμετε νΰν τους ιπποτας ους χθέ^ ένικοτεγενναίως;Ψυγετ εγω ^ απουανω και μονός εύω τε\ευταιος.Είπε* κΐ έν μέσψ έχθρων έφορμώντων έρρίφθη ζιφήρης'Τότε έχθροι πανταχόθεν έκύκλωσαν τοΰτον φρενήρεις.Ολεθρον άφευκτον οΰτος θά εΰρισκεν άν μή ταχέωςΝύν οί φυγάΒες εύτόλμως έπήρχοντο κΐ αν μή ΒρομάίοςΗρχετ ο ΝεΓλος επίκουρος φέρων τούς Ελληνος πάλινΟίτινες τώρα θαρσήσαντες αίφνης έξώρμων εις πάληνΜονός έκεΐ κατ αρχάς ο Ίακω^ος ητο παλαιώνΩσπερ αδούλωτος τις δασυχοίτης ατρόμητος λέων.Τούτον ίδών ό ΓοφρέΒος προσέδραμε πάλλων τό ζίφοςΚι είπε χλευάζων έκεΐνον μέ ειρον κΐ' αγερωχον υφός:" ^αίρω τόν άνακτσ τώρα τής Νήσου έδώ συναντήσας"*'Ευνους, ω άναξ, τό ζίφος μου ϊέχθητι τώρα τίμησαν.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


Είπε κΐ ορμήσας ώς τίγρις76πεινώσα δεινώς συνεπλά


77" Αθυμοι είναι πολλοί υί εχθροί, άΒελφοί μου ίππόται"" Επαθον τόσην φθοράν κΐ έξητμίσδησαν πλέον οί πρώται" Τούτων τραχείς αξιώσεις άφοΰ κΐ ό Ιάκωβος θνησκει*" Μϊ) τϊ)ν παροΰσαν τιγμήν ώς κατάλΧηλόν τις δέν εύοίσκει"Ίνα προτάσεις καί αύθις έντιμους αύτο7ς αποτείνει;" Πρέπει αμέσως το Ταγιια συνθηκας λοιπόν νά ταχύνϊ;"'' Πάντες έν οπλοιν την Νήσον αυτήν να αφήσωμενπρέπει"" Μόνον τις Ζύνατ εγκαίρως καρπούς εκ τών έργων νά δρέπρ.Είπε* κΐ ευθύς επευφήμησαν πάντες" διό κΐ άπετάληΚήρυξ κομίζων προτάσεις εύθυς Ίνα παύσττι ή πάλη.Πρόσφορος ήτο αυτή ή τιγμή προς τοιαύτας προτάσεις"Πάντες έθρήνουν τόν ήρωα τώρα τής χώρας απασης.Ταύτα ενώ έτελοΰντο έκεΐ κατηφείς, τεθλιμμένοιΉλθον ό Νεΐλον κ^' οί άλλ'αρχηγοί τών Ελλήνων έν γένει,"Ίνο τόν φίλον 'Ιάκωβον 'ιΒωσι καϊ ασπασθώσι.Πόσοι άνΒρεΐοι δέν 'έπαυον τότε ομοΰ νά θρηνώσι!Ήτ' ό 'Ιάκωβος ενΒον σκηνής έπι κλίνης ύπνώττωνΚΐ εβλεπεν ηδη κοτ' όνορ τήν φίλην πατρίΒα τό πρώτονΤώρ' άΧουργίΒα νά φέρτ^ ί^ σκήπτρον, ώς είπ έξυπνίσας'Ήλθον εκείνοι /^ 'έκυψ* ό ΝεΓλος τόν φίλονΕίπ' ό Ιάκωβον τοΰτον ίδών* διετέλει πΐ'ρέσσων*φιλήσας." Πάτερ μβ," είπε τραφεί ν πρόν τόν Νεΐλον, "τι/ν χείρα σα θέσον"Άν« τοΰ τ^θους μου δπερ πυρέσσεικαμένους έγκλεΐοι'"'Ίδε· τοΰ βίου μον τώρα κατέρχβτ ό ήλιος δύων.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


78^^'Άρχεται φώς άνατελλον άίΒιον οπού η δυσις*" Χαίρετε, φίλοι μον, σείς, ή Πατρίς ή γλυκεία κΐ ή φύσις." Μέσον τοΰ σκότους αύτοΰ διαβλέπω είς βάθος αιώνων" Όλου τού "Έθνους άνάτασιν, παΰσιν βάσανων ί^ πόνων.Μόλις έλάλησ αυτά κ^ είσήλθεν οπλίτης άγγέλλων()τι άφίχθη κομίζων προτάσεις τις κήρυξ κ/ θέλων'Ίνο ό "ίδιος ε"ίπ;; συντόμως ο Δούξ τι ορίζει.Κ^' ότι έπίσημον 'έγγραφον ούτος συγχρόνως κομίζει." Φέρετε τοΰτον' ύφ' όλων ν' ακούηται πρέπει ΧαΧησας'Είπ' ό Ίάκωβος ότις ήγέρθ εις τήν κλίνην καθίσας'Εγειν αμέσως Βεκτός κ^ είσήχθ εύλαβώς χαιρετισας"Ετειν εκείνος τό 'έγγραφον κΐ είπε τοιαύτα λαΧησας:" Χαίρετε πάντες ύμεις, αρχηγοί τών γενναίων Ελλ//νων'" Ευχετ ο Δούξ τόν αγώνα νά παύσητε πλέον προτείνων' Ινα συνθηκην συνάφαντες ένοπλοι φύγωμεντώραΚ^ ουτω ϋα μειν ελευυερα αυτη η ωραία σας χωρά.' Εχω ρητήν έντολήν νά κυρώσω τό πράγμα εμπράκτωςΟπερ δηλοΰται κΐ εις τοΰτο τό 'έγγραφον τώρ άΒιτάκτως.Είπε* κΐ αμέσως ό Νεΐλος τό εγγραφον 'έλαβε τότεΟπερ ΐ:β πάντες ανέγνωσαν Βέ οί καλοί πατριώταιΗδη ένά^ συνομιλούν ό Νείλον κ^' ό 'Ιάκωβος κρύφα"ι εψαιν η οψις τοο ηρωος οτ εις αυτο ενετρυφα.Οταν ωμιλησαν ούτοι κΐ ευρέθησαν σύμφωνοι τρέφαςΙοτε ο ΝείΧος ελάλησεν ούτως τούς άνΒρας προτρέφας:ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


Εινοι καιρός, αδελφοί μου, νά παύσγ ό πόλεμος πλέον.' Πρέπει να πουσρ το αίμα νά ρέη τοσούτωνί. £Λ'\> ' 'Τ' 1° " ί' ' ^ ^ ' /υεΛ ο Ιακω^ον αμα κι εγω να κυρωσωμενγενναίων.τωοα" Πασαν συνθήκήν καθ ην ελευθέρα καθίτατ ή χώρα." Αν τις αλΧέως φρον^ άς προσέλθϊ/ νά είπ ελευθέρως*" Βλέπω πλην όμως κάνεις δέν ζητεί τοΰ πολέμου τό μέρος.""Είπε* κΐ εύθύν επευφήμησαν πάντες εξίσου μεγάλως"Πάντεν υπέγραφαν κΐ 'επαυσ ευθύς τοΰ πολέμου ο σάλος.Ταύτα ένώ έτελοΰντο είσήλθεν οπλίτης άγγέλλων' Οτι κομφος τις «^ νέος ιππότης κατεφθασε θέλωνΤώοα ευθύς νά ιδρ τόν 'Ιάκωβον' φαινετασθμαίνων"Δέν διετέλεσεν ούτος ί^ χρόνον πολύν περιμένων.Είπ* ό Ιάκωβος, όν περιέ^αλλ ώχρότης θανάτου,'Ίνο είσέλθη" κΐ ίδού έπεφάν ή μορφή η ωχρά του,"Ερρηξε τότε κραυγήν ό Ιάκωβος Βάκρυα χνσας'" Πρόσελθε, φίλη Αουίζα μου '* ίίπε μετ' άλγους ψωνησαν,Κ^' επεσ' ό είς ς' τήν άγκάλην τοΰ άλλου Βακρύοντεςκΐ εχυνον Βάκρυα πάντες κΐ τ^σθάνοντο δάκνοντα πονονμόνον"Κ»' εβλεπον πάντες ς' αυτό συμφοράν ή κακόν άπευκταΐον.Αίφνης ερρίγησε κΐ έντρομος είπ' ό *1άκωβος κλαίων:"Είσαι, θεέ μου, κατ άφυχρος.. .πάσχεις. Αον'ίία μου φίλη"" Οίμοι! ώχρότης θανάτου σ εκάλυφ .... ωμιλει'"Άπειρος είναι ό 'έρως μου" πάντοτ* ακμάζει Βέ νίος.Στονον άφείσα βαθύν ή Λουίζ' άπεκρίθη βραδέων.*ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


80" Εμαθον δτι έτρώθη δεινώς είς τό ήπαρ και θνησκει" Πλέον ό ήρως μου κΐ ότι τιγμήν ο πατήρ μου ευρίσκει" Τώρα πολύ άραοϊιίαν τό Τάγμα την Νήσον ν αφηστ^"" Κ^ είμ ώρκιαμένη ό τάφος ημάς άμφοτέρονς να κλεισρ.υυτος τουλοχιτον καν τα οτα ημών τωρο ν ενωσρ" Επ',ον, ναί, Βηλητήριον" κΐ είχον πρίν όΧην κενώσει"' Μέχρι πυθμένος τοΰ άλγοΓϊ τήν κύλικα" τόιρ αποθνήσκω*' \ώρον τής φύσεως θείον τόν θάνατον, φίλε,Μόνον ομούενρισκω.τά ότά μας νά κείνται, Ιάκωβε, θέλω*θέλω τήν κόνιν μου όχι τής κόνεως σον και ν αφέλω.θέλω γή όταν εις γήν έπιτρέφω γήν σέ ν αγκαΧίασω"" Γότε τ' τόν φίλτατονσέ τής ζωής μου ποτέ Βέν θά χάσω.ίί ΙΛι' " ' ' < Λ » ΐ ν Ν < » Ο'ΛΚ,^ όταν ων μητηρ η γη αυτήσε τον υιον περιροΑρ" θέλω κΐ έμέ ή αύτή προσφιΧής νά μέίθλίφ)^ αγκάλη." θέλω... πλτ)ν ϊιός μοι τήν χείρα σου καν τήν φιλτάτην..." Βλέπω νύν σκότος,... θεέ μου... τοΰ βίου τιγμήν τήν ύτάτην...•' Μήτερμ· .. .έρχομαι...χοίρε,Ιάκωβε,.. .ερχβ.. .το.. .χέ.. .«ί.'"Επαυσ έδώ ή φωνή της κ' όμοΰ ή ζωή της βραΒέως'Κάλλος, νεότης, ζωή, ό,τι θείον ς' τόν κόσμον έσβέσθη!Ειτα δέ ειπ ο 'Ιάκωβος όταν θρηνών 'εκορέαθη:Βλέπετε, ^ίλοι μου, είναι πολύτιμον αύτηθυσίαΗν ή Πατρίς μοι έπέβαλ όπόταν δεινώς ήγωνία"Φόρος βαρύς ς τόν βωμόν της άγνόν, ίλατήριον θΰμα...κτελω ομού να ταφω μετ αυτής ειν το ιοιον μνήμα.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


81'· Ναί, προσφιλές μοι Αουίζα, είς γήν προσφιλή τεθαμμένοι"Μόνον περιμεν όλίγον κΐ ίδού Βιαρκώς ηνωμένοι"•'Μόνον όλίγαι τιγμαί μ' άπεΧείφθησαν πλέον τοΰ βίου*θνησω —ροθυμως αλλασσων αύτόν άντί άλλ' ουρανίου.' θνήσκω άφου έλευθέραν όρώ τϊ)ν Πατρίδα μου πλέον...•" Δεξοι, θεέ μου, τό άφθαρτον πνεΰμά μου" Σύ δέ άκμαίον" Τώρα, Ηατρις μπ, το σώμα αβ δέξαι ... αυτό σοι ανήκει..." Μη τιν Πατρίδι πασχούσρ νά θύσρ τό πάν δέν προσήκει; ...Μόνον ειν παντας οιιονοιαν, φίλοι, προτρέπω αέ πόνον*Κ^ ίΐν αρετή ευτυχώς —ου σπανιί, ειν το ϋίΟνος μας μόνον! ...*' Βλέπω νύν αλλην γην ... Πάτερ μβ, ευχβ υπέρ τής φυχής μ» .,." Χαίρετε, φίλοι,., .Αβίζα μβ, έρχομαι .. . χαίρε, Ηα. . .τρίς.. .μβ.',Επουσ έδώ ή φωνή" και ζωή ένεκρώθη κΐ άνΒρία'"ΊΓ Λ ' ^ 'Λ Λ ' ' 'Λ ' ' ^'ϋιπαυσε πλέον να παλλ η μεγαΛη εκείνη καροιαΚι εσβεσε ρώμη, νεότης, ζωή, ό,τι μέγα ς τόν κόσμον.υπως οεν μεν ή το άρωμα μόνον ανοεων εύοσμωνΟταν κΐ αυτά μαρανθέντ αποθάνουν ωχρά, λυπημένα"Ουτω δίΐ' μένουν ημών δέ θονοΐ'των ποτέ νεκρωμέναΕργ' άρετης εφάμιλλου κλεινών και ενδόξων προγόνων"Τ αρωμ αυτής έπιζή και αύτοΰ τοΰ εργάτου της μόνον.Πόσου σκληοός και αμείλικτος άμα Βέν είναι ο χρόνος!Απλειτος ων κΐ αΖηφάγος έσθιει τά παντ αυτός μονός.ΑνίΛ φθοοας ή όποΐ' άεννάως παντού διαρρέειΜόνη ή δόξα μεγάλων λαών και ανδρών επιπλέει.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


82Οχι μακράν τοΰ φρουρίου" πλησίον έκει που χωρίου, (-')"Ένθα και τώρ' άναπαύετ' ή κόνις εντός κηπαρίουΟντων ήμίίν προσφιλών" έκεΐ, ένθα τενάζ' ο Πεδοΐος,Εργον φιλίων χειρών, ο τοΰ ήρωος τάφος ωραίοςΤότε ύττήρχεν έν μέσω δυάδος έκεΐκυπαρίσσων,ΑΊτινες κΧινουσαι ανω ήνοΰντο μεθ' έλξεων ίσων*όντων η μια την αλλην με ιτοσον ενιοτ εφιΑειΚΐ έλεγον δτι έτέναζέ τις έκεΐ νύκτωρ κΐ ώμίΧει"Οταν και τώρα ο ζέφυρος νύκτωρ τενάζων προσπνέρ,Είτε έκει νυκτικόραζ όξύφωνος κ^ποτ» κλαίτ^,' Αν διαβάτης περάσρ εκείθεν είς φόβον τις ρέπωνΤότε -ποιεί τοΰ ταυροΰ τό σημεΐον φαντάσματαΣτί χ: τοΰΠοιήματος1,849.ΤΕΛΟΣΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΔΟΥΛΗΣ.βλ έπίΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗΓίιΜ'


ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ•τ < 1 ,ίστορικαι και τοπογραφικοίις τα πείΓί άσματα τον ποιήματοςΣΗΜ.1. στ/χ."ϋ της Αϊγυπτον Σουλτάνος ο μέγαν. πολύς ΣαλαδϊνονΣίλλαχ—ονί—οιν^Σαλα^^κίτ η ΣαλαίΤνος. ό φοβερός άρ\ηγός τών Σαοηκηνώι'ούτος κνριευσας τήν ίΙαΧαιστίνην(.ατελυσε τό ^αγιι-α.Όν Βασίλειοι-•'ής ΊερονσαΧημ (1,181) αί)(^αλί


^αθμηϋον καϊ νροηχθη εις μέγα δυνάμεως. Είχε ^έ και κτηματικήν τεριον^ι.αν, ίίς υποστατικά και άλλα, σημαντικήν ου μόνον έν ΆνατοΧί^ άλλα ιαίττανταχοΰ τής Ευρώπης.Καί αληθές μέν οτι όρθέντες εις πΧοϋτον καϊ ισνννοι Ιία'Ί"Γαι έζετράπησαν, τί) πλείστον αύτών καϊ μάλιστα έν τοΊς μεθΰστερορ\ρ6νοις, εις •χΧι^ήν, ύπερηψανίαν καϊ τά τούτοις παρεπόμενα κακά, ίηλ. ιίςνπεροπΧίαν, εις €ίον ήκιστα ηθικόν, εις σκανταΧω^εις αθετήσεις τοϋ τε κοινννικοΰ καϊ Βημοσίον δικαίου κ.τ,Χ.'Αλλά μήπως οι Να'Γτοι ύπήρζαν μόνοντοιούτοι; τϊ 2έ; μήτοιγε έτερα τάγματα ή οΐ άΧΧοι σταυροφόροι, οΊτινες αθρόοιέπέΐραμον έπϊ τήν ΆνατοΧήν ^ιέπραζαν ήττονα τούτων κακά;II ίίς πΧοϋτον καϊ Ίσχύν προαγωγή τών Σαϊτών ^ρκεσεν Ίνα ^δη άττιί τονηάττα Βονιφατίου, ασπόνδου αύτών έχθροΰ, έζενεχθή κατ αύτώ^ ύπο τούτουκαϊ τοΰ €ασιΧεως τής Γαλλίας, ή καταδικαστική άπόφασις. Ή ττληρης 6μ»ςκαθαίρεσις καϊ ^ιάΧνσις τοΰ Τάγματος έπετεύ^χθη οριστικώς έπϊ ΚΧήμεντοςΠάπα, κατα^ικασθέντων ποΧΧών έζ αύτών καϊ καέντων εΙς τήνπνράν ώς &τΙ·στων καϊ αΙρετικώνΤό αληθές είναι οτι τό Τάγμα ό^' ένος μεν εκίνησε τον φθόνον πάντων Ιιατε τά αμύθητα αύτοΰ πΧούτη, άφ έτερον δέ έΐ,εκαυσε τήν όργήν τοϋ τε κΧηρηκαϊ τής πολιτικής άρχης διότι άπέστερζε νά ύπακούσζ} εΐς τά άπό τής ΡώμηςκεΧευσματα ινα καταστή πειθείνιον όργανον έν ταΊς χερσϊ τοϋ ΤΙατριάργοντή(Ιερουσαλήμκαϊ ύπαχθή ύπό τόν βασιλέα αΰτης.ΣΗΜ. 4 στίχ.Πλήν τών Κυπρίων ην φίλος θερμός ό καλός ^εμοΧαίος.Ιάκωβος ΑεμοΧα'ιος (^3,^ς[αβ8 (1θ Μοί&ί), ό Με'γας ΜαγΙστωρ, ό καϊ τι·ΧευταΊος τοΰ Τάγματος τών Να'ιτών, ομολογουμένως ^ν άνήρ φιΧο^ίκαως κοΙενάρετος" ούτος, α' ους Χόγους ^δη ΐΐ,έθημεν έν τρ προηγουμεντ] σημειίιβαπροσκΧηθεϊς ΙοΧίως είς Γαλλίαν ύπό τοΰ τότε βασιλε'ως αυτής ένεκαθεΐρ^^μετ ίίλλων τίνων έκ τών αρχηγών καϊ μετά Βεκαπενταετή περίπου κάθεψζι*(ίκασθεϊς καϊ κατα^ικασθεϊς είς τον διά πυρός θάνατον, ώς αιρετικός, τήν ΙΙ»»»»ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


Μαρτίου 1,314, έΐ'ώπιον τοϋ τε €ασιλέως καϊ Πάπα, έν Παρισίοις, έΐί'βλήθηό μαρτνς εις την πυράν μετ άλλωι περίπου πεντήκοντα οπαοών" οντω οέ μετάνπαρίιν υπερέιακυσιετή τό Τάγμα ίιεΧύθη καϊ ίιεσπάρησαν άνά τήν Έιύρώπηνάπασαν Ίππόται περί τους όκτακισ\ιΧίονς.Τό έπισόοειον τοΰτο τής εις θάνατον καταίίκης τοΰ άρχηγοϋ καϊ τής ίιαΧύσεωςτοΰΤάγματος έλαβε χ(ί»ραν ενα περίπου αιώνα μετά τά συμβεβηκότα, έφ'ων στηρίζεται ή πΧοκή τοϋ ποιήματος" οΰεέν ήττον όμοΧογοΰμεν οτι έκ προθέσεωςέποιήσαμεν τον άναχρονισμόν αύτόν, ίιότι ού μόνον έίοζεν ημίν οτι έν τι^(ίεργασί^. τοΰ έργου ούτως ίεει ποιήσαι αλλά καί ιστορικώς ούίέν τό παράπανέντυγχάνει αμάρτημα καθόσον ίίς ετι καϊ μετά τά γεγονότα ταΰτα €Χέπομεντους Ναΐτας εγκαθιστά μένου ς έν Κύπρω υπό τους Αουσινιανους, πρός ίε οτιό τελευταίος αύτών αρχηγός, Αεμολαϊος, ην εν Κύπρω μετά τοΰ Τάγματοςοπόθεν τό 1303 άνεχώρησεν ανεπιστρεπτί εΊς Γαλλίαν τη δολίςϊ ώς ήΰη ε'ιρηται,προσκΧήσει τοΰ βασιλέως" έκεΐ δέ μί)λις παραγενόμενος συΧληψθεϊς έρρίφθηεΊς τήνείρκτήν.ΣΗΜ. 5 στίχ.Μέγα έκεΐ κ^' ίερόν τι πλησίον δέ σπήλαιον ητοΟί Απόστολοι Παϋλος καί Βαρνάβας έλθόντες είς Κί'-ρον πρώτον έ-ισκσπονέν τ^ νί]σψ κατέστησαν τόν 'ΙΙρακΧείΙην, Κύπριον, πρϊν 'ΥίρακΧέωναόνομαζόμενον, καϊ ώρισαν αύτώ συγχρόνως ίνα ή πρώτη αυτη έκκΧησία συνέρχηταιέν τω σπηΧαίω τω παρά τήν πόλιν Ταμασσόν, οπού νιη) περίπου τοχωρίον Ώ.οΧιτικόν" ουτω κΧηθέν έκ τοϋ έφ' ού ή πόΧις = -ο\ιτικυν, τό έφ' ούίηΧονότι ήν ή πόΧις Ύαμασσός. 'Εκε'ι ιέ που πΧησίον καϊ το χωρίον νΰν Έπισκοπείό,(Έπισνοπεΐον), ή έίρα'βηΧονότι τοϋ Επισκόπου Ταμασσοΰ.—Όλίγονπροσωτέρω υπάρχει τό μοναστήριον τοΰ Άγιου 'Ηρακλειδίου πολλω €>ραΙύτερο>·ίίρνθέν εις μνήμην τοΰ πρώτου τοΰτου τής Κύπρου Άρχιερεως, Οστις έμαρτύρησενέν Σαλαμϊνι -ής Κύπρου κ-αί τοΰ οποίου η μνήαη τελείται υπό τής 'Έ,κ-»:λ/}σίας τρ 17"Σεπτεμβρίου.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


4ΣΗΜ. 6 στίχ."Έσεβον πάντες κ^ ήγάπων εξόχως και Νεΐλοςκαλεΐτο.Ιϊ καθίίρυσις μοναστηριών έν Κύπρω χ^ίονοΧογιΊται κυρίως άπο του 1?^.(ΐΐώνος' Χ.χ. τό τοΰ Κύκκου έπϊ λύτοκράτορος Αλεξίου τοΰ Κομνηνοΰ (Κ'ΝΙ-1118)' τό τοΰ Άγίον Νεοφύτου εν Πά^ω ρπί Ίσαακίου τοϋ 'λγγέΧου (118,"))·κπί τό τής Μαχαιράδος όπερ έκτίσθη έπϊ τοϋ Αντοκρατορος ^ΙανουήΧ τανΚομνηνοΰ (1144-1180). Ο ί μοναχοί Ιγνάτιος ναί Προκ·ί>πιος έπέτυχον παράτών έν Κωνσταντινουπόλει χρυσό^ονΧΧον γράμμα δι ου πλήρης παρείχετοασυδοσία τη οΊκοΙομηθησομένίΐ μονή έπϊ τοΰ υρους Άωου, ένθα άμφΐπεροι ούτοιέμόναζοί'. 'ΊΙγούμενος τοΰ μοναστηρίου τούτου έγένετο, ζώντος ετι τονΙγνατίου, !> μοίαχός Νείλος.ΣΗΜ. 7. στίχ.Τότε ς τόν ορμον έκιΐ τοΰ Μαρίου προσηρασσε πΧο7ονΕπί τής μεταί,υ Αεμησσοϋ καϊ Αάρνακος λεωφόρου έγγυς τοϋ ΖυγΙου παράτόν Τέτιον, ποταμόν έκ τοΰ 'Αωου ίκ^λύζοιτα, (τόν καϊ Βασιλοπόταμον κλη·θέντα, ίΐότι //Αγία Έλενη επιστρέφουσα έκ τοΰ ^ Αγίου Τάφου άπεβιβόσθΐ}τΓί/ρίι τάς έκβολάς αύτοϋ), όλίγφ μεσογειότερον ή αρχαία πόΧις Μάριον 'έκειτυί ί'θα νϋν πιθανώςτό χωρίον Μαρ!.ΣΗΜ. 8στίχ.Άξ)χιερεύς Ίωάννην ό Κύπρου ώμίλησε πρώτος"^Ιωάννης ^.' Αρχιεπίσκοπος Κύπρου (1155). Μί'χρι τοϋ 1,215 οί Αρχιεπίσκοποιειχον εν Αρσινότ) τήν 'έιραν των" άπό τών άρχων όμως τοϋ ιγ.'αΊώνος ό θρόνος τής Αρχιεπισκοπής οριστικώς ύπό τών Αατίνων εΊς Αευκωσίανμετηνεχθη.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


5ΣΗΜ. 9. στίχ.θέσις ωραία, η Πέλλο Παις, καταθέλγουσα κώμη"Η κατάφυτος «ταί ωραιότατη αύτη κώμη ή παρά τάς υπώρειας τών τήςΚνρηνείας ορέων κείμενη έστϊ μία τών ωραιότερων ή μάλλονή ωραιότερα τώντής Ν»/σου τοποθεσιών, αυτό τοΰτο έ-ιγειος μαγικός τταράίεισος υπέρτεροςτάσης περιγραφής. Παρά την κώμην αυτήν καϊ έν τω μέσψ άλσους ίτυνηρεφοϋςν\^(ροοα ετι καϊ νϋν αΊρωοϋνται τά μεγαλοπρεπή ερείπια τοϋ Ιιφυοϋςγοτοικοϋ οΊκοεομήματος, δίκην φρουρίου ή ανακτόρου καϊ μονής αμα, ου ή Ί^ρυσιςκαί έπί τό βασιλικώτερον ειασκευή ανάγεται Ουγω τώ Γ.' Μνημεΐον περικαλλες«ταί νϋν ετι έκ έύο ορόφων σννιστάμενον άΧλ{}Χοις υπερκειμένων και ωκοεομημένονέπϊ ήχΙνΧής τοποθεσίας ύπήρζε βασιλικοί· ενδιαίτημα Αουκών καϊΒασιλέων τής Νί/σου κατά τους μέσους αίώνας.ΣΗΜ. 10. στίχ.Κ^' είχε τήν κλήσιν Γουίδος καί ητο Γαλλίας δέ θρέμμα"Καθ οσόν γε »}με7ς γινώσκομεν ή ιστορία ιέν μνημονεύει τών ονομάτων τώνΝαίτώντών κ"αταλαβόντων τότε τήν Κν—ρον. Καί μετά πολλάς έρευνας δένήδννηθημεν θετικόν τι περϊ τούτου νά μάθωμεν. Άλλ' δμως τά ονόματαΓουΐδος, Κορράδος κτλ. άπαντώσι σνχνάκις μεταζύ τών ίττποτών τών κατά τι).·' Κνατολην τότε. 'Ο Γουΐδος μάλιστα (ό Ιιαδϊ^Πδη) ό καί ίδρυτης έν Κυττρψτής τών Αουσινιανών βασιλείας, όστις καϊ έν Κύπρω ουνηγωνίσθη τω Ριχάρδ^καί μεγάλως οντω ββοήθησεν είς τήν τής Νήσου κατάληψιν, όλίγωβραδύτερονούτος παρε'λαβεν έν Πτολεμαίοι παρά τών έκ Κύπρου έζωσθέντωνΧαιτώντί]ν νήσον αυτήν (1192).ΣΗΜ. 11. στίχ.'Ητο Απρίλιος μην" τοΰ μεγάλου σαζ^,άτου ημβρα''Η κατά τών Ναίτών φο€ερά αύτη έΐ,έγερσις τών Κυπρίων έγένετο κατά μήναΆπρίλιον 1192. Οί5τως τήν 15 "Απριλίου ήμέραν τοϋ Πάσχα, οί ΚύπριοιΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


προσέβαλον κρατίριίς τους δυνάστας των πολιοριτήσαντες αύτουςεντός τοϋ ύκ(ΐύτών άνακαινισθέντος φρουρίου τής Αευκωσίας εν τψ ότΓοΐψ ειχον ώχνρωθήεγκαίρως μαβόντες τά τεκταινόμενα.ΣΗΜ. 12. στίχ.Κ^ όΧη Ιλούετο μ" άρωμα της Αευκωσιας η "ηοΧις.'Ο κίΐτ' '.Λττρίλιον // Μάϊον τήν πρωτεύουσαν τής Νήσου επισκεφθείς ούδέποτιβέλει λησμονήσιι τήν μυρο€όΧον άτμόσφαιραν ήτις περιλούει αυτήν πανταχόθεν.'Γίς δί ν άνεπνευσε τότε ήδεως έν ανταΊςταΊς όδοΐς τής πόλεως τό ^δύ κοί τερ-\!/ίθυμυν άρωμα όπερ ^αφιΧές έκχεΊται άπό τών παμπληθών αυτής πορτοκα-Χίώνων; Μίτάρσιος και οΊονεϊ βεβακ'χευμε'νη α'ίρεται αληθώς ή φνχή προς τάςχωράς τοΰ Ί^ανκοΰ. Πασάκις εκεΐ, παις έτι ύν, δέν ήσθάνθην συγκίνησιν ίεράνλοί ή \1υχή μου ονειροπόλος καϊ ένθους δέν άφίπτατο φερομένη έπϊ τύν πτερύγωντής φαιτασίας άνά τάς αιθέριους εκτάσεις !ΣΗΜ. 13. στίχ.Οτι ο Κλέων ενόπλους πολλούς, αρχηγός τών Λαπν/δω!*!Ή Αάπηθος τάνΰν κώμη μεγάλη καϊ κατάφυτος τρεις ώρας περίπου &ιτίχουσατής Κυρυνείας έ'σχε τό όνομα έκ τής παρ' αυτήν αρχαίας πόλεως Λατ^·βου, ήτις ^το πόλις λαμπρά καϊ κατά τούς χρόνους Ίίτι τύν Αονσινιανύνβασιλέων ύπερ τάο δε'κα χιλιάδας κατοίκους αριθμούσα.ΣΗΜ. 14. στίχ.1 Ιλείτους κ» ο αοχωυ, ών λέγουν αύτόν^ τοΰ Όλύμπου ό Σταύρος.'Ο Ολυμπος κοινώς καλούμενος νϋν Τρόοδος είναι τό νφηλότερον όρος τήςΚύπρου" 'έχει οέ ύφος 6,000 ποδών περίπου. Δάση πυκνά κυρίως εκ πενκώνθαλερών καί ύφιτενών καλύπτουσι τό εκτεταμένον τοϋτο 'όρος. Έπϊ δέ τονίύρέως καϊ μαγευτικού του οροπείίου, έχοντος υφός 5,600 ποδών, κοΓοσκηνοϊΐ'ϋν ό Αγγλικός στρατός κατά τό θέρος.ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ. ί ι';'',

Hooray! Your file is uploaded and ready to be published.

Saved successfully!

Ooh no, something went wrong!