30.01.2019 Views

ΤΑΣΟΥ ΠΟΡΦΥΡΗ

You also want an ePaper? Increase the reach of your titles

YUMPU automatically turns print PDFs into web optimized ePapers that Google loves.

Τάσου Πορφύρη<br />

«Επαρχία»<br />

ΕΠΑΡΧΙΑ<br />

Για μια ακόμη φορά η επαρχία προσφέρει γην και ύδωρ. Ανοίγει τα σπλάχνα της<br />

να δεχτεί διατηρημένους σπόρους για δεκαετίες ξεχασμένους σε βιτρίνες ευημερίας.<br />

Έτσι τα ζαρζαβατικά διατήρησαν μονάχα χρώμα και σχήμα ενώ η γεύση κλεισμένη<br />

στο κλειδοπίνακο της μνήμης, του αδιαπραγμάτευτου κεφάλαιου της νιότης, να<br />

αναποδογυρίζει ηλικίες ψάχνοντας από την αρχή το δρόμο πίσω στην αφετηρία, στη<br />

σπορά, στα δειλά φτερουγίσματα των νεοσσών, τον βόμβο απ’ το πήγαινε-έλα των<br />

μελισσών, τις πρωινές σταλαγματιές της αντάρας στα δέντρα και στο πολύχρωμο<br />

λιβάδι, κολυμπώντας με το πρωινό αεράκι προς τα χιονισμένα ακόμα βουνά και τις<br />

κρατημένες ανάσες όταν σκάει ο ήλιος από το Πάπιγκο στέλνοντας τις πρώτες<br />

αχτίδες του στον ύπνο της Νεμέρτσκας. Είναι η ώρα που οι πέρδικες λουφάζουν στις<br />

φωλιές τους από το φόβο των κυνηγών και των σκυλιών φέρμας· των πουλόσκυλων.<br />

_ Θεέ μου, αυτό το μικρό σύμπαν μου αρκεί. Δεν μας χρειάζεται τίποτε περισσότερο·<br />

ούτε τα «καφέ», ούτε τα ενοικιαζόμενα δωμάτια -rooms to let- καταλλήλως<br />

ανακαινισμένα για πολυτελή διαβίωση κυρίως τουριστών εκ του εξωτερικού<br />

προερχομένων, μεταξύ των οποίων και ένιοι υπερήλικες -πολύ πιθανόν οι<br />

καταστροφείς, οι εμπρηστές του περιβάλλοντος, οι φονιάδες πληθυσμών- με τις<br />

εικόνες ερμητικά κλεισμένες στα αρνητικά των θηριωδιών τους.<br />

Εκεί λοιπόν που κοιμόνταν τα ζωντανά, οι μυρωδιές με το μηρύκασμα<br />

πλημμύριζαν το κατώι -του τριφυλλιού, του μελισσόχορτου, του δυόσμου, του<br />

θυμαριού, της ρίγανης, του δεντρολίβανου- ανέβαιναν, περνούσαν ανάμεσα από τις<br />

σανίδες του δαπέδου του μαγειρειού και απλώνονταν ως ψηλά σαν εικονοστάσι κι<br />

αρωμάτιζαν τα όνειρά μας. Οι τελευταίοι τριγμοί των κάρβουνων ακούγονταν απ’ το<br />

τζάκι. Κι ήταν η ώρα που ξυπνούσε πρώτη η Μάνα, κατέβαινε στο κατώι από τη<br />

γκλαβανή ν’ αρμέξει τα ζωντανά. Ανέβαινε με γεμάτη την κατσαρόλα, άδειαζε μέρος<br />

της σε μια μικρότερη όσο χρειαζόταν για την πρωινή παπάρα. Καθώς έβραζε το γάλα<br />

του έριχνε δυο πρέζες αλάτι για να γλυκάνει και κρόδες 1 ψωμί της προηγούμενης<br />

ημέρας. Αυτή η πρωινή παπάρα σερβιρισμένη σε βαθιά πιάτα -λίμπες- φουσκωμένη<br />

με το ζεστό γάλα μάς κρατούσε χορτάτους ως το μεσημέρι. Αντί για γάλα<br />

χρησιμοποιούσαμε και ξύδι -ξυδοπαπάρα- ή κόκκινο κρασί -κρασοπαπάρα-. Το<br />

υπόλοιπο γάλα το φύλαγε η Μάνα για τυρί, βούτυρο και σιουρμπέτι· ξινόγαλο. Για<br />

1

Hooray! Your file is uploaded and ready to be published.

Saved successfully!

Ooh no, something went wrong!