Manos Gavras - Xalkiadakis
Manos Gavras - Xalkiadakis
Manos Gavras - Xalkiadakis
You also want an ePaper? Increase the reach of your titles
YUMPU automatically turns print PDFs into web optimized ePapers that Google loves.
ΥΠΕΡΧ<br />
TO ΠEPIOΔIKO TΩN SUPER MARKETS XAΛKIAΔAKH | ΤΕΥΧΟΣ 57 | ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ 2010 | ΔΙΑΝΕΜΕΤΑΙ ΔΩΡΕΑΝ<br />
▲<br />
ΧΑΛΚΙΑΔΑΚΗΣ<br />
ΠEρΙβΑΛΛoΝ<br />
τα παιδιά, το μέλλον<br />
του τόπου μας,<br />
δίνουν το σύνθημα<br />
για ένα καλύτερο<br />
αύριο<br />
2<br />
ΧΑΛΚΙΑΔΑΚΗΣ<br />
NEWS<br />
ΝΕΑ<br />
ΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΑ<br />
ΣΤΟ ΗΡΑΚΛΕΙΟ<br />
<strong>Manos</strong> <strong>Gavras</strong><br />
Η ζωή είναι<br />
ένα όμορφο δώρο<br />
▲<br />
Ο Κρητικός που κατάφερε να σταματήσει τον Αττίλα<br />
ΟΙ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΙ ΖΕΥΓΑΔΕΣ / ΡΟΚΑ, ΕΝΑ ΑΠΟΡΘΗΤΟ ΟΧΥΡΟ ΣΤΗΝ ΚΙΣΑΜΟ<br />
Κρήτη: γη<br />
και άνθρωποι
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ<br />
8 «Χαλκιαδάκης»<br />
NEWS<br />
12 Φωτογραφήματα<br />
Φωτογραφίες και κείμενα: Ν. Ψιλάκης<br />
20 Ανακύκλωση<br />
22 Κρήτη: γη και άνθρωποι<br />
Η έκθεση της Έφης στη Χερσόνησο<br />
26 Περιβάλλον<br />
28 <strong>Manos</strong> <strong>Gavras</strong><br />
Η ζωή είναι ένα όμορφο δώρο.<br />
Tης Έφης Ψιλάκη<br />
38 Ο Κρητικός που κατάφερε<br />
να σταμάτησει τον Αττίλα<br />
Του Νίκου Ψιλάκη<br />
46 Οι τελευταίοι ζευγάδες<br />
Tης Έφης Ψιλάκη<br />
58 Spinalonga, stato da mar<br />
Toυ Κωστή Μαυρικάκη<br />
64 Η μεταφορά των προυκιών<br />
Του Νίκου Ψιλάκη<br />
70 Η ζωή του βοσκού χθές<br />
Της Ευαγγελίας Γεωργεδάκη<br />
74 ΡΟΚΑ<br />
Ένα απόρθητο οχυρό στην Κίσαμο<br />
Του Νίκου Ψιλάκη<br />
26 46 59<br />
38<br />
70<br />
12<br />
Tριμηνιαία έκδοση<br />
των Σ/M XAΛKIAΔAKH<br />
τηλ. 2810 824 140<br />
1o χιλ. Γαζίου-Κρουσώνα 7005 Ηράκλειο<br />
Διανέμεται δωρεάν από<br />
τα καταστήματα της εταιρείας<br />
Yπεύθυνος σύμφωνα με το νόμο:<br />
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΧΑΛΚΙΑΔΑΚΗ<br />
Eκδοτική φροντίδα:<br />
Tμήμα Δημοσίων Σχέσεων<br />
της A.E. XAΛKIAΔAKH<br />
Φωτογραφία εξωφύλλου:<br />
ΝΙΚΟΣ ΨΙΛΑΚΗΣ<br />
Σύμβουλος έκδοσης:<br />
NIKOΣ ΨIΛAKHΣ<br />
Yπεύθυνοι Δημοσίων Σχέσεων<br />
της A.E. XAΛKIAΔAKH:<br />
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΧΑΛΚΙΑΔΑΚΗ<br />
ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΑΚΗΣ<br />
Σχεδίαση εντύπου:<br />
NIKOΣ NTPETAKHΣ<br />
Φωτοστοιχειοθεσία<br />
Mακέτες - Eκτύπωση:<br />
TYΠΟΚΡΕΤΑ<br />
BI.ΠE. Hρακλείου<br />
Tηλ. 2810 380882 FAX: 2810 380887<br />
Tα κείμενα που δημοσιεύονται δεν εκφράζουν<br />
κατ’ ανάγκην και την άποψη<br />
της εταιρείας ή του περιοδικού.
30<br />
ρόνια<br />
αλκιαδάκης<br />
Δυο μήνες γιορτής και προσφορών<br />
Τα σούπερ μάρκετ Χαλκιαδάκης ετοιμάζονται να γιορτάσουν μαζί σας τα 30 χρόνια λειτουργίας<br />
τους. Τότε, το 1980, η αρχική ιδέα φάνηκε τολμηρή. Σε μια πόλη και σε ένα νησί με παραδοσιακές<br />
εμπορικές δομές μια νέα αντίληψη φαινόταν παρακινδυνευμένη. Δεν ήταν όμως… Καμιά δραστηριότητα<br />
δεν θα μπορούσε να είναι (και δεν είναι τελικά) ποτέ σταθερή και αμετάβλητη.<br />
6▲<br />
Τριάντα χρόνια μετά η μοντέρνα ιδέα του 1980<br />
έχει γίνει παράδοση. Οι άνθρωποι της εταιρείας<br />
ήξεραν να συνδυάζουν το καινούργιο με την παραδοσιακή<br />
νοοτροπία. Άλλωστε και οι ίδιοι οι δημιουργοί<br />
της σημερινής αλυσίδας δεν ήρθαν στον<br />
τόπο μας ούτε από κάποιον άλλο πλανήτη, ούτε από κάποια άλλη<br />
περιοχή του κόσμου. Ήταν και είναι σαρξ εκ της σαρκός αυτής της<br />
κοινωνίας. Εμποτισμένοι με τις ίδιες αξίες, γαλουχημένοι με τις<br />
ίδιες παραδόσεις, μεγαλωμένοι με τον κρητικό αέρα που αναπνέουμε<br />
όλοι μας.<br />
Ο καινούργιος τρόπος αγορών έγινε παράδοση επειδή τα κριτήρια<br />
δεν ήταν αμιγώς εμπορικά. Δεν έλειψε η κοινωνική ευαισθησία<br />
ποτέ. Και, ακόμη, ξέραμε από το ξεκίνημα ότι για να είναι<br />
κάποιος καλά πρέπει και το σύνολο, οι άλλοι δίπλα του, να είναι<br />
καλά. Αυτό αποτελεί και το μικρό μυστικό μας. Στηρίξαμε την παραγωγή,<br />
τον μικρό και τον μεγάλο επιχειρηματία που δίνει τον δικό<br />
του αγώνα στον ίδιο τόπο με μας. Τα προϊόντα της Κρήτης ήταν<br />
πάντα στην πρώτη γραμμή. Και είναι. Και θα είναι…<br />
Δεν μας ενδιέφερε ποτέ ποιος ήταν ο παραγωγός, αν ήταν μικρός<br />
ή μεγάλος, αν ήταν απλά ένας γυναικείος συνεταιρισμός που<br />
αναζητούσε διέξοδο στην αγορά. Μας αρκούσε να παράγονται<br />
ποιοτικά προϊόντα. Γι’ αυτό και καθιερώσαμε τα ειδικά τμήματα με<br />
τα τοπικά προϊόντα. Στους χώρους αυτούς τα ποιοτικά προϊόντα<br />
του νησιού μας δεν παίζουν απλά πρωταγωνιστικό ρόλο, αλλά<br />
προβάλλονται κατ’ αποκλειστικότητα… Ακόμη κι όταν γνωρίζαμε<br />
ότι κάποιο προϊόν δεν μπορεί να πετύχει τους στόχους του δημιουργού<br />
του, αυτό είχε θέση στα ράφια μας, του δίναμε την ευκαιρία.<br />
Μόνη προϋπόθεση: η απόλυτη προστασία του καταναλωτή, η<br />
ποιότητά του.<br />
Τριάντα χρόνια μετά το ένα (μικρό για τα δεδομένα της εποχής<br />
μας) κατάστημα επεκτάθηκε. Άνοιξε δεύτερο, τρίτο, τέταρτο. Σήμερα<br />
είναι 36 και εκτείνονται από το ένα άκρο της Κρήτης μέχρι<br />
το άλλο. Σ’ αυτόν τον όμορφο κόσμο της μεγάλης αλυσίδας απασχολούνται<br />
σήμερα πάνω από 900 εργαζόμενοι. Και όλοι μαζί<br />
συναποτελούν μια μεγάλη οικογένεια με συνοχή και στόχους.<br />
Όμως εμείς αισθανόμαστε ότι η μεγάλη αυτή οικογένεια δεν αποτελείται<br />
μόνο από 900 ή 1000 εργαζόμενους. Συμπεριλαμβάνουμε<br />
σ’ αυτούς τους προμηθευτές μας. Από τον απλό παραγωγό<br />
κηπευτικών μέχρι τον βιοτέχνη και τον βιομήχανο. Και περισσότερο<br />
ακόμη συμπεριλαμβάνουμε τους ανθρώπους που αποτελούν<br />
αληθινό στήριγμά μας, αυτούς που άλλοι τους λένε «πελάτες»<br />
αλλά εμείς τους αισθανόμαστε σαν συνεργάτες και φίλους. Μας<br />
κοιτάζουν στα μάτια. Και τους κοιτάζουμε στα μάτια. Ξέρουμε ότι<br />
μας ενώνει μια σχέση εμπιστοσύνης, μας ενώνει ο τόπος, οι κοινές<br />
αξίες.<br />
Φέτος, λοιπόν, συμπληρώνονται 30 χρόνια. Τα τριάντα πρώτα<br />
χρόνια. Μπορεί να είναι δύσκολες οι εποχές, αλλά αυτό μας κάνει<br />
πιο αποφασιστικούς όλους. Και κυρίως, δεν μας πτοεί… Επιμένουμε<br />
σε μια κοινή προσπάθεια ξέροντας πως η έξοδος από την<br />
κρίση απαιτεί μεγαλύτερη προσπάθεια. Επομένως, μια σχέση εμπιστοσύνης<br />
είναι πιο αναγκαία από ποτέ.<br />
Φέτος, λοιπόν, γιορτάζουμε. Οι δυο τελευταίοι μήνες του χρόνου<br />
είναι αφιερωμένοι όχι μόνο σε μια επέτειο, αλλά και σε μια σχέση<br />
που οικοδομήθηκε και συντηρήθηκε για τριάντα ολόκληρα χρόνια<br />
με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Συνεχίζοντας να στηρίζουμε την<br />
τοπική οικονομία και τον τοπικό καταναλωτή, γεμίζουμε τα καταστήματα<br />
με εντυπωσιακές προσφορές, εκπλήξεις και δώρα.<br />
Γεμίζουμε τις καρδιές μας με αισιοδοξία και δίνουμε τις ίδιες<br />
υποσχέσεις, όπως και τότε, πριν από τριάντα χρόνια: σεβασμό,<br />
εμπιστοσύνη, στήριξη της οικονομίας της Κρήτης.<br />
Και φυσικά δεν παραλείπουμε να πούμε σε όλους ένα μεγάλο ευχαριστώ.
ΧΑΛΚΙΑΔΑΚΗΣ<br />
NEWS1<br />
2NEA<br />
καταστήματα<br />
Χαλκιαδακης<br />
το 2010<br />
Παρά τις δύσκολες οικονομικές συγκυρίες, η<br />
Χαλκιαδάκης Α.Ε., υλοποιώντας το πρόγραμμα<br />
ανάπτυξης, εγκαινίασε φέτος το καλοκαίρι δύο<br />
νέα καταστήματα στην πόλη του Ηρακλείου.<br />
ΝΕΑ<br />
ΑΛΙΚΑΡΝΑΣΣΟΣ<br />
ΝΕΑ<br />
ΑΛΑΤΣΑΤΑ<br />
▲<br />
Πιο συγκεκριμένα, τόσο στην Ηροδότου & Διονύσου<br />
στη Ν. Αλικαρνασσό όσο και στη Μονής & Μαλίων στα<br />
Νέα Αλάτσατα, τα νέα καταστήματα είναι έτοιμα να εξυπηρετήσουν<br />
τους πελάτες της περιοχής, παρέχοντας<br />
τη γνωστή ποιότητα προϊόντων των super markets<br />
Χαλκιαδάκης στις καλύτερες τιμές.<br />
8
ΧΑΛΚΙΑΔΑΚΗΣ<br />
NEWS2<br />
Δεκάδες νικητές<br />
κάθε μήνα πλούσια δώρα<br />
και εκπλήξεις!<br />
Η ποιότητα των προϊόντων και οι καλύτερες προσφορές είναι<br />
δεδομένα<br />
για τα super makets Χαλκιαδάκης. Οι αγορές ανταμείβονται επιπλέον συμμετέχοντας κάθε μήνα<br />
σε κληρώσεις ακόμα και για προϊόντα πολύ μικρής χρηματικής αξίας. Τα επιπλέον μεγάλα δώρα<br />
που μπορεί να κερδίσει κανείς δίνουν τεράστια, απροσδόκητη χαρά στους νικητές, σε πολλούς<br />
από τους οποίους η τύχη χαμογελά για πρώτη φορά!<br />
/ Αξίζει να αναφερθεί ότι τον Απρίλιο 3<br />
τυχεροί πελάτες επιλέγοντας προϊόντα<br />
L’OREAL έλαβαν μέρος σε κλήρωση και<br />
κέρδισαν 3 Home Cinema LG και 20 τυχεροί<br />
που αγόρασαν καφέ ILLY κέρδισαν<br />
μηχανές espresso FRANCIS<br />
FRANCIS X1.<br />
/ Το Μάιο 7 τυχεροί βρήκαν το σχιστό<br />
κουπόνι και κέρδισαν 7 LSD τηλεοράσεις<br />
SAMSUNG αγοράζοντας προϊόντα<br />
PEPSI και 20 τυχεροί που βρήκαν το τυχερό<br />
σχιστό κουπόνι σε συσκευασίες<br />
NESTLE κέρδισαν αντίστοιχα 20 NI-<br />
TENDO wii.<br />
/ Τον Ιούλιο 3 τυχεροί από Χανιά, Σητεία<br />
και Ηράκλειο κέρδισαν σε κλήρωση<br />
αντίστοιχα 3 πλυντήρια WHIRLPOOL<br />
επιλέγοντας στις αγορές τους απορρυπα-<br />
ντικά PLANET. Τον ίδιο μήνα 20<br />
τυχεροί κέρδισαν ποδήλατα mountain<br />
λαμβάνοντας μέρος σε κλήρωση της<br />
POWERADE.<br />
/ Τον Αύγουστο στη μεγάλη κλήρωση<br />
που έγινε ζωντανά στο Χαλκιαδάκης<br />
ΜΑΧ της Ν. Αλικαρνασσού, σε συνεργασία<br />
με τον ΣΚΑΪ Κρήτης, 5 τυχερά ζευγάρια<br />
που αγόρασαν καφέ Δανδάλη<br />
κέρδισαν εξ ολοκλήρου πληρωμένες τις<br />
καλοκαιρινές τους διακοπές στην<br />
Κάρπαθο για μια εβδομάδα. Τα δώρα<br />
των τοπικών επιχειρηματιών του νησιού<br />
και της Α.Ν.Ε.Κ. περιελάμβαναν: μεταφορικά,<br />
διαμονή, διατροφή και ποτά,<br />
ενώ οι νικητές είχαν και την ευκαιρία για<br />
δωρεάν μαθήματα αυτόνομης κατάδυσης<br />
στα καταγάλανα νερά της Καρπάθου.
Μαστίχα και μαχλέπι<br />
Μοναστήρι παλιό η Φανερωμένη του Τράχηλα,<br />
στη βόρεια ακτή της Σητείας, έρημο<br />
σήμερα. Κάθε καλοκαίρι αποκτά και πάλι<br />
ζωή. Σπεύδουν οι πιστοί, «καπαρώνουν»<br />
τα παλιά κελιά, μένουν εκεί για δεκαπέντε<br />
μέρες, όσο κρατά ο κρητικός Δεκαπενταύγουστος.<br />
Οι παλιές εικόνες στολίζονται με<br />
λουλούδια και βότανα, μοσχομυρίζει ο βασιλικός<br />
και το λιβάνι, υψώνονται τα θυμιάματα<br />
στον γαλανό ουρανό, ακούγονται από<br />
μακριά τα δοξαστικά και τα Κυρελέησο... Το<br />
παλιό αρχονταρίκι λάμπει με τις δαντέλες<br />
του. Εκεί μένει ο ιερέας που αναλαμβάνει<br />
κάθε χρόνο τέτοιες μέρες το ρόλο του.<br />
Αδιάκριτος ο φακός μετατρέπει σε εικόνα<br />
την προσφορά. Και το διάλογο. Εστιάζει στα<br />
πρόσωπα, αγωνιά να καταγράψει όχι μόνο<br />
τις μορφές αλλά και το ήθος. Οι πέντε άρτοι<br />
που προσφέρονται την παραμονή της μεγάλης<br />
γιορτής. Καινούργια αρώματα,<br />
εκείνα του φρεσκοψημένου γλυκού ψωμιού,<br />
η κανέλα, η μαστίχα, το μαχλέπι, η μυρωδιά<br />
της θείας ευχαριστίας.<br />
Παναγία Φανερωμένη του Τράχηλα. Παλιό<br />
μοναστήρι που για δεκαπέντε μέρες κάθε<br />
χρόνο ζωντανεύει. Με τους Κρητικούς Δεκαπενταριστές<br />
να είναι εκεί, πιστοί στο ετήσιο<br />
ραντεβού τους, άξιοι συνεχιστές μιας<br />
παμπάλαιας παράδοσης.<br />
◗<br />
12
ΦΩΤΟΓΡΑΦΗΜΑΤΑ<br />
ΦΩΤΟΓΡΑΦIΕΣ & ΚΕIΜΕΝΑ: ΝΙΚΟΣ ΨΙΛΑΚΗΣ<br />
N
N ΦΩΤΟΓΡΑΦIΕΣ & ΚΕIΜΕΝΑ: ΝΙΚΟΣ ΨΙΛΑΚΗΣ<br />
Αχ, Ελλάδα,<br />
σ’ αγαπώ!<br />
Σαν σύνθημα γραμμένο στον τοίχο… «Η<br />
πιο γλυκιά πατρίδα είναι η καρδιά». Όπως<br />
το είπε ο δικός μας ο Μανώλης Ρασούλης.<br />
Υπάρχει, άραγε, μεγαλύτερη επιτυχία<br />
για έναν δημιουργό; Να γίνεται ο στίχος<br />
του σύνθημα, να τον τραγουδούν στις γειτονιές<br />
και στις ρούγες. Και στο τέλος κάποιοι<br />
να τον υιοθετούν σε τέτοιο βαθμό,<br />
ώστε να τον κάνουν σύνθημα.<br />
Θυμάμαι τα χρόνια του στρατού. Πέντ-έξι<br />
φαντάροι καθισμένοι στην ταβέρνα του<br />
Πατάπα, κάπου σε μια πλατεία του ολόδροσου<br />
Αιγαίου, σαμιώτικο κρασί μυρωδάτο,<br />
μεζεδάκια, ευχές (εξήντα και μία,<br />
παιδιά!) και στο πικ–απ η υπέροχη Χαρούλα<br />
να τραγουδά σε στίχους του Ρασούλη:<br />
«Έλα στην παρέα μας φαντάρε…».<br />
Το τραγούδι συνέχιζε… «Ξέχνα καψόνια<br />
και σκοπιές…». Αλλά, πώς να ξεχάσεις τα<br />
καψόνια και τις σκοπιές, εσύ ο αγουροξυπνημένος<br />
από το «γερμανικό νούμερο»<br />
(δύο με τέσσερις τη νύχτα); Πώς να ξεχάσεις<br />
τα καψόνια και αυτόν τον άθλιο Χρυσοσπ…<br />
(όνομα λοχαγού) που σε είχε<br />
βάλει να πλένεις όλη τη μέρα καζάνια;<br />
Δεν αφήσαμε τη Χαρούλα μοναχή. Τη συνοδεύσαμε<br />
με άγριες φωνές, όσο πιο δυνατά<br />
μπορούσαμε. Το τραγούδι τέλειωσε<br />
κάποτε, αλλά εμείς… εκεί!<br />
«Πατάπα, από την αρχή, το ίδιο». Και ξανάρχιζε,<br />
δυο τρεις, τέσσερις φορές. Από<br />
το βάθος ακούγονταν φωνές: «Ένα καραφάκι<br />
στα παιδιά από μένα». Κι αμέσως…<br />
άλλες προσφορές «Κι από μένα, κι από<br />
μένα».<br />
Με την επόμενη τζούφια άδεια (με τέχνασμα,<br />
δεν το ξεχνώ) συνάντησα τον Ρασούλη<br />
στην Αθήνα. Οδός Νικηφόρου<br />
Ουρανού, λίγο πάνω από το πάρκο.<br />
- Μανώλη, σου χρωστώ ένα κέρασμα, του<br />
είπα. Ή, μάλλον, εσύ μου το χρωστάς!<br />
Στην ουσία δεν χρωστούσε κανείς. Ο καλλιτέχνης<br />
έκανε τη δουλειά του και απογείωνε<br />
με ένα παιγνίδι των λέξεων.<br />
Στις αρχές του Σεπτέμβρη που περνούσα<br />
από ένα ωραίο κρητικό χωριό (Μυρσίνη<br />
το όνομά του) είδα γραμμένο με μπογιά το<br />
σύνθημα για τη γλυκιά πατρίδα που λέγεται<br />
καρδιά. Μου μίλησε στην καρδιά ο<br />
ίδιος ο Ρασούλης. Όχι μόνο για το τραγούδι<br />
αλλά και γι’ αυτή την απίστευτη ικανότητά<br />
του να πλέκει σε λέξεις τις πιο<br />
όμορφες εικόνες. Χωρίς να το καταλάβω<br />
εστίασα το φακό μου στον τοίχο, θυμήθηκα<br />
το ταβερνάκι του Πατάπα, τα βάσανα<br />
του στρατού (τότε που δεν ήταν… κολέγιο<br />
η θητεία) και άρχισα να σιγοτραγουδώ…<br />
Αχ, Ελλάδα, σ’ αγαπώ!<br />
ΥΓ.. Τον Ρασούλη τον φωτογράφησα σε<br />
αίθουσα αεροδρομίου, μπροστά σ’ έναν<br />
αδρό τοίχο φωτισμένο από το θείο φως<br />
του απογεύματος.<br />
◗<br />
Αχ, Ελλάδα, σ' αγαπώ<br />
και βαθιά σ' ευχαριστώ<br />
γιατί μ' έμαθες και ξέρω<br />
ν' ανασαίνω όπου βρεθώ<br />
να πεθαίνω όπου πατώ<br />
και να μη σε υποφέρω.<br />
Αχ, Ελλάδα, θα στο πω<br />
πριν λαλήσεις πετεινό<br />
δεκατρείς φορές μ' αρνιέσαι.<br />
Μ' εκβιάζεις, μου κολλάς<br />
σαν το νόθο με πετάς<br />
μα κι απάνω μου κρεμιέσαι.<br />
Η πιο γλυκιά πατρίδα είναι η καρδιά<br />
- Οδυσσέα, γύρνα κοντά μου -<br />
που τ' άγια χώματά της πόνος και χαρά<br />
καθένας είναι ένας που σύνορο πονά<br />
κι εγώ είμαι ένας κανένας που σας σεργιανά.<br />
Καθένας είναι ένας<br />
που σύνορο πονά<br />
κι εγώ είμαι ένας κανένας<br />
που σας σεργιανά.
ΥΠΕΡ Χ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ 2010 <br />
◗
N ΦΩΤΟΓΡΑΦIΕΣ & ΚΕIΜΕΝΑ: ΝΙΚΟΣ ΨΙΛΑΚΗΣ<br />
Η ρίζα λυκ-<br />
Γλυκοχαράζει στην ανατολή, σε κάποιο ψήλωμα<br />
του Νομού Λασιθίου. Παρακολουθώ<br />
τις ψαρόβαρκες, απολαμβάνω τον ήλιο<br />
που αναδύεται από το πέλαγο σαν ένας τεράστιος<br />
κιτρινόλευκος δίσκος και συλλογίζομαι<br />
τη… ρίζα λυκ! Λύκτος και Λύκαστος,<br />
πόλεις της Κρήτης. Λυκία, χώρα της Ανατολής.<br />
Λυκαυγές και λυκόφως. Και αμφιλύκη.<br />
Ύμνος στο φως! Κι αν η Λυκία θεωρήθηκε<br />
ως χώρα του φωτός, τι μπορεί να είναι η<br />
Λύκτος και η Λύκαστος; Πόλεις του φωτός,<br />
βέβαια!<br />
Ο ήλιος ανηφορίζει στο θόλο του, νομίζω<br />
πως στο βάθος βλέπω τη νεαρή μορφή<br />
που λέγεται Φαέθων να κοιτάζει από τα<br />
ύψη και να χορταίνει την ομορφιά του κόσμου.<br />
Πόσο δίκιο είχε ο Καζαντζάκης όταν<br />
μονολογούσε, μάλλον συνεπαρμένος,<br />
«όμορφη που ’ναι η Κρήτη». Νομίζω πως<br />
το πρωινό ξύπνημα την κάνει πιο όμορφη…<br />
Λυκαυγές, λοιπόν. Και λυκόφως. Η ρίζα<br />
λυκ-. Η ξεχασμένη γοητεία της λέξης. Ήχοι<br />
και χρώματα. Και αυτό το υπέροχο ροδόχρωμα<br />
της ανατολής.<br />
Όμορφη που ’ναι η Κρήτη… Όμορφη!<br />
◗
ΥΠΕΡ Χ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ 2010 <br />
Η Ελλάδα της θάλασσας<br />
Κατάπλους ή απόπλους; Οι ώρες μοιάζουν, οι μέρες μοιάζουν, τα καλοκαίρια μοιάζουν σαν<br />
σταγόνες νερού θαλασσινού. Οι ναύτες ξέρουν να πετούν το σκοινί, απολαμβάνουν το στροβίλισμα<br />
στον αέρα πριν το δουν να προσγειώνεται κάθε φορά στη στεριά. Για τη ναυτοσύνη<br />
δεν είναι ούτε ρουτίνα, ούτε συνήθεια, μάλλον μοιάζει με τελετουργία που δεν ξεφτίζει ποτέ.<br />
Στιγμές από τη ζωή ενός ελληνικού λιμανιού, η νησιώτικη Ελλάδα μπορεί να συντηρεί το μύθο<br />
της, τα πλεούμενα έρχονται και φεύγουν τώρα και χιλιάδες χρόνια στα ίδια λιμάνια.<br />
Λίγη ώρα μετά την ανατολή (το λυκόφως που λέγαμε…) και η δύσκολη δουλειά της θάλασσας<br />
απαιτεί εγρήγορση. Το χοντρό ναυτικό σκοινί ανακατεύεται με τα νερά του λιμανιού, οι<br />
επιβάτες μπορούν να γεμίζουν τους κόσμους τους με την ομορφιά της ζωής και τον πυρετό<br />
της πρωινής εργασίας.<br />
Καλημέρα, Ελλάδα της θάλασσας. Των νησιών, της καρδιάς μας!
N ΦΩΤΟΓΡΑΦIΕΣ & ΚΕIΜΕΝΑ: ΝΙΚΟΣ ΨΙΛΑΚΗΣ<br />
◗<br />
Του χρόνου πάλι<br />
Αφιέρωμα σε ένα καλοκαίρι που πέρασε. Εικόνα Ελλάδας<br />
το χταπόδι στον ήλιο. Οι βάρκες, οι ψαράδες<br />
και ο παραλιακός οικισμός που ξαποσταίνει παραδομένος<br />
στην απογευματινή ραθυμία. Λιόπαστα, μελίχλωρα,<br />
λιοψημένα. Σας αφήνω να διαλέξετε τις<br />
λέξεις. Κάποια θα βρείτε να ταιριάζει στα γούστα<br />
σας.<br />
Χταπόδια στην απλώστρα του ήλιου, χταποδάκι στα<br />
κάρβουνα. Αντίο, ελληνικό καλοκαίρι. Καλημέρα,<br />
ήπιε χειμώνα του Αιγαίου.<br />
Του χρόνου πάλι.
ΥΠΕΡ Χ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ 2010 <br />
Αποσπερίδας απόηχος<br />
Πόσο άδειοι μπορεί να είναι οι δρόμοι όταν<br />
δεν αντηχούν στους παλιωμένους τοίχους<br />
οι παιδικές φωνές; Απαντήσεις δεν υπάρχουν.<br />
Ίσως να υπάρχουν μόνο απορημένα<br />
βλέμματα που κοιτάζουν με καλοσύνη τον<br />
παράξενο ξένο με το φωτογραφικό φακό<br />
τον αδιάκριτο.<br />
Απλώς θυμήθηκα πως είχα ξαναπεράσει<br />
από δω. Πριν από 10 χρόνια; Πριν από 20;<br />
Πάντως, είχα ξαναπεράσει. Χωρίς φακούς.<br />
Μόνο που τότε τα σκαλοπάτια ήταν γεμάτα,<br />
έτσι όπως συνηθιζόταν παλιότερα στα<br />
χωριά μας. Να κάθονται οι γυναίκες στις<br />
άκρες των δρόμων, σε πεζούλια, σε πέτρες,<br />
σε δοκάρια και ν’ αποσπερίζουν κουβεντιάζοντας,<br />
να λένε ιστορίες και να<br />
διασώζουν το ήθος λες και ήταν μικρές τελετουργίες<br />
μύησης.<br />
Είναι μια γωνιά στον Ξιδά (επιμένω να<br />
αγαπώ τα χωριά με τα ονόματά τους, όχι<br />
με τις πλαστογραφήσεις της μνήμης).<br />
Ακόμη κι όταν βασιλεύει η μοναξιά, το<br />
χωριό είναι όμορφο…<br />
◗◗
ΧΑΛΚΙΑΔΑΚΗΣ<br />
ΑΝΑΚΥΚΛΩΣΗ<br />
Οι μαθητές στηρίζουν<br />
την ανακύκλωση στα s/m Χαλκιαδάκης<br />
Μόνο παράδειγμα προς μίμηση, κυρίως για τους μεγαλύτερους, θα μπορούσε ν’ αποτελέσει η προσπάθεια των μαθητών<br />
του 5ου Γυμνασίου στις Μεσαμπελιές για συλλογή ανακυκλώσιμων υλικών & τηγανισμένου λαδιού. Οι μαθητές<br />
πήραν την πρωτοβουλία και, με το συντονισμό των καθηγητών τους, συνέλεξαν άχρηστες ηλεκτρικές συσκευές<br />
και δεκάδες μπουκάλια τηγανισμένου λαδιού, τα οποία παρέδωσαν στα κατάλληλα δοχεία στο κοντινότερο κατάστημα<br />
Χαλκιαδάκης επί της Ούλαφ Πάλμε.<br />
Για τους ανθρώπους των<br />
Σ/Μ Χαλκιαδάκης ήταν<br />
μια ευχάριστη έκπληξη.<br />
Είδαμε κι εμείς στα πρόσωπα<br />
αυ -τών των παιδιών<br />
μια καλύτερη γενιά, είδαμε τους<br />
μελλοντικούς πολίτες που θα σέβονται<br />
και θα προστατεύουν αποτελεσματικά το<br />
περιβάλλον. Είναι αλήθεια ότι τα τελευταία<br />
χρόνια γίνεται σε πολλά σχολεία της<br />
πατρίδας μας πολύ σοβαρή προσπάθεια<br />
για παροχή πραγματικής παιδείας. Και,<br />
φυσικά, παιδεία δεν είναι μόνο η συσσώρευση<br />
χρήσιμων (ή και.. λιγότερο<br />
χρήσιμων) γνώ- σεων αλλά η διάπλαση<br />
▲<br />
τα παιδιά,<br />
το μέλλον του<br />
τόπου μας, δίνουν<br />
το σύνθημα για<br />
ένα καλύτερο<br />
αύριο<br />
πολιτών με υπόβαθρο,<br />
κουλτούρα, κοινωνικές<br />
και περιβαλλοντικές ευαισθησίες.<br />
Στο 5ο Γυμνάσιο φαίνεται να γίνεται<br />
καλή δουλειά. Το υποκατάστημα ΧΑΛ-<br />
ΚΙΑΔΑΚΗΣ στην περιοχή γιόρτασε μαζί<br />
με τα παιδιά. Ήταν μια από τις λεγόμενες<br />
«μικρές χαρές» που προφέρει η ζωή.<br />
Και η χαρά αυτή γίνεται μεγαλύτερη όταν<br />
προέρχεται από τους αυριανούς πολίτες<br />
αυτού του τόπου. Το συμβολικό κέρασμα<br />
που πρόσφερε η διευθύντρια του<br />
υποκαταστήματος στους μαθητές δεν<br />
ήταν μια πράξη ανταμοιβής αλλά μια έμπρακτη<br />
συμπαράταξη στον<br />
αγώνα για ένα καλύτερο περιβάλλον.<br />
Οι άνθρωποι της εταιρείας έχουν<br />
αποδείξει πολλές φορές ότι είναι κομμάτι<br />
αυτής της κοινωνίας.<br />
Όχι μόνο αναλαμβάνουν πρωτοβουλίες<br />
κοινωνικής και περιβαλλοντικής προσφοράς<br />
αλλά και είναι πρόθυμοι να σταθούν<br />
δίπλα σε κάθε πολίτη ή σε κάθε<br />
συλλογική κίνηση με ευγενείς στόχους.<br />
Μπράβο στους καθηγητές, μπράβο και<br />
στα παιδιά του 5ου Γυμνασίου Ηρακλείου.<br />
Και να το ξανακάνουν!<br />
20
Η ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΦΗΣ ΣΤΗ ΧΕΡΣΟΝΗΣΟ<br />
Γη<br />
ΚΡΗΤΗ<br />
&<br />
ΑΝΘΡΩΠΟΙ<br />
Στις 22 Σεπτεμβρίου άνοιξε τις<br />
πύλες της στην αίθουσα του Λιμενικού<br />
Ταμείου Χερσονήσου η έκθεση<br />
φωτογραφίας της Έφης<br />
Ψιλάκη με τον γενικό τίτλο «Κρήτη:<br />
Γη και Άνθρωποι».
| KΡΗΤΗ: ΓΗ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ<br />
ΗΚρήτη των χρωμάτων, η Κρήτη του<br />
ονείρου, η Κρήτη του ανθρώπινου μόχθου.<br />
Ο φακός της Έφης σταματά με σεβασμό<br />
στον ιδρώτα του ζευγά, καταγράφει<br />
το πανηγύρι του θερισμού, υμνεί<br />
το διάχυτο φως του φθινοπώρου, παρακολουθεί<br />
την κίνηση της πεταλούδας<br />
και το παιγνίδι της με τα λουλούδια της<br />
άνοιξης. Το αιώνιο αυτό παιγνίδι φαίνεται<br />
να αποτελεί μια πρόκληση για την<br />
ίδια. Ο φακός δεν παρεμβαίνει στη φύση, απλώς μεταβάλλεται σε<br />
δυναμικό παρατηρητή της μετουσιώνοντας το χρώμα, το σχήμα, το<br />
φως σε τέχνη.<br />
Έχοντας παρακολουθήσει θεωρητικά μαθήματα φωτογραφίας σε<br />
Πανεπιστήμιο της Ισπανίας η Έφη Ψιλάκη είδε τη φωτογραφία ως<br />
τέχνη και παράλληλα κατανόησε την έννοια του τεκμηρίου, του<br />
ντοκουμέντου που εκφράζει μια εποχή με τρόπο άμεσο και εύληπτο.<br />
Παρακολούθησε τα σεμινάρια της Ελληνικής Φωτογραφικής<br />
Εταιρείας Κρήτης της οποίας είναι ενεργό μέλος και συμμετέχει σε<br />
παγκόσμια φωτογραφικά γεγονότα, έχοντας κατακτήσει δεκάδες<br />
χρυσά μετάλλια και άλλες σημαντικές διακρίσεις.<br />
Η έκθεση στο Λιμάνι της Χερσονήσου είναι ένα δείγμα της δουλειάς<br />
των τελευταίων τεσσάρων ετών. Ωστόσο, ο κόσμος που καταγράφει<br />
μοιάζει να κινείται σε πολλαπλούς χρόνους. Βρήκε τους<br />
τελευταίους καλλιεργητές δημητριακών, κατέγραψε τις προβιομηχανικές<br />
τεχνικές και προσπάθησε να συνθέσει με διαφορετικούς<br />
φωτισμούς, πάντα φυσικούς. Οι άνθρωποι της Κρήτης εμφανίζονται<br />
στους οικείους χώρους. Στο χωράφι, στο αλώνι, στο καφενείο.<br />
Και κοντά σε αυτές τις στιγμές της καθημερινότητας<br />
αισθάνεται κανείς τη γοητεία της τελετής. Ο αγιασμός είναι μια μετάβαση<br />
από το ανθρώπινο προς το θείο και στη φωτογραφία της<br />
Έφης το ανθρώπινο πρόσωπο λάμπει λουσμένο στο φως, αναδεικνύοντας<br />
το ακαταμάχητο εσωτερικό κάλλος. Στα λουλούδια<br />
του Μαρμακέτου αναδεικνύεται το κοινωνικό περιεχόμενο. Η αγαστή<br />
συνεργασία των κατοίκων ενός χωριού που εργάζονται εντατικά<br />
συνεχίζοντας μια πολύ παλιά λατρευτική παράδοση.<br />
Στην ενότητα με τις πεταλούδες η φωτογραφία φαίνεται να υμνεί<br />
τη φύση, να αφιερώνεται στα μικρά κλάσματα του χρόνου, την<br />
ώρα που ένα πολύχρωμο έντομο πλησιάζει το λουλούδι, την ώρα<br />
που καθίζει σε έναν κρητικό έβενο, την ώρα που προσπαθεί να<br />
ρουφήξει το νέκταρ από ένα ασήμαντο λουλουδάκι. Εικόνες ζωής,<br />
μηνύματα περιβαλλοντικής συνείδησης. Ο φακός της Έφης μας<br />
διδάσκει ότι ο κόσμος μας συντίθεται από αναρίθμητους μικρόκοσμους,<br />
μικροσυστήματα, που το καθένα λειτουργεί με τους δικούς<br />
του κανόνες. Μας αποκαλύπτει τη λεπτομέρεια και<br />
ταυτόχρονα συνθέτει μικρά σύνολα που όσο καλύτερα τα γνωρίζουμε<br />
τόσο περισσότερο τα αγαπάμε.<br />
24<br />
◗
ΥΠΕΡ Χ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ 2010
ΧΑΛΚΙΑΔΑΚΗΣ<br />
ΠEρΙβΑΛΛ á<br />
Μια όμορφη γιορτή για την παγκόσμια ημέρα<br />
των ζώων οργανώθηκε στο Χαλκιαδάκης ΜΑΧ<br />
Ν<br />
<br />
Μεγάλη επιτυχία είχε και η γιορτή που διοργανώθηκε<br />
στον παιδότοπο του Χαλκιαδάκης ΜΑΧ<br />
στη Νέα Αλικαρνασσό τη Δευτέρα 4 Οκτωβρίου,<br />
στο ευρύ πλαίσιο των εκδηλώσεων που πραγματοποιήθηκαν<br />
υπό την αιγίδα των φιλοζωικών<br />
σωματείων Creta Animal Welfare και Ζωόφιλη Δράση στο<br />
Ηράκλειο, για τον εορτασμό της Παγκόσμιας Ημέρας των<br />
Ζώων.<br />
Δεκάδες παιδιά διασκέδασαν και έμαθαν για τα ζώα μέσα από<br />
δημιουργικό παιχνίδι, ζωγραφιές και χορό, ενώ είχαν την ευκαιρία<br />
να δημιουργήσουν καλλιτεχνικές κατασκευές με υλικά<br />
φιλικά προς το περιβάλ λον.<br />
▲<br />
26<br />
Τη διοργάνωση ανέλαβε το Angel plans με το παιδικό εργαστήρι<br />
η Χώρα της Φαντασίας. Υποστηρικτές της εκδήλωσης<br />
ήταν η AMITA fun και νο νέο κατάστημα COSTIS εντός του<br />
Χαλκιαδάκης ΜΑΧ, προσφέροντας εκλεκτές γεύσεις σε μικρούς<br />
και μεγάλους.<br />
Ευχόμαστε να βάλουμε όλοι μαζί το λιθαράκι και να ευαισθητοποιηθούν<br />
οι νέες γενιές ώστε να είναι φιλικότερες προς τα ζώα<br />
για ένα αύριο με λιγότερα αδέσποτα και μία πιο πολιτισμένη<br />
εικόνα στις πόλεις μας.<br />
Ë
◗<br />
Ο ΚΡΗΤΙΚΟΣ ΗΘΟΠΟΙΟΣ ΠΟΥ ΚΑΝΕΙ ΚΑΡΙΕΡΑ ΣΤΗΝ ΑΜΕΡΙΚΗ<br />
MANOS GAVRAS<br />
Η ζωή είναι<br />
ένα όμορφο δώρο!
| Η ΖΩΗ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑ ΟΜΟΡΦΟ ΔΩΡΟ<br />
Ξεκίνησε από τις αλάνες του Ηρακλείου.<br />
Στη Β΄ Λυκείου του ζήτησαν να<br />
παίξει ένα ρόλο στο σχολικό θέατρο.<br />
Για να το αποφύγει ζήτησε να κάνει…<br />
τον ταμία της θεατρικής ομάδας. Χρειάστηκε<br />
να πλάσει πολλά όνειρα, να<br />
φανταστεί τον εαυτό του οικονομολόγο,<br />
μέχρι να απογειωθεί στο χώρο<br />
του θεάματος. Από τότε η πτήση συνεχίζεται.<br />
Τώρα ο Μάνος χτίζει τα όνειρά<br />
του στη Μητρόπολη του παγκόσμιου<br />
θεάματος…<br />
| Tης Έφης Ψιλάκη<br />
Ξεκίνησε από την Κρήτη παίζοντας ποδόσφαιρο<br />
στις αλάνες και κατέληξε στην<br />
Αμερική παίζοντας (όχι ποδόσφαιρο βέβαια,<br />
αλλά το δύσκολο παιγνίδι του θεάματος)<br />
πλάι σε πασίγνωστους ηθοποιούς.<br />
Ο λόγος για τον Μάνο Γαβρά,<br />
τον Ηρακλειώτη που έφτασε μέχρι το<br />
Λος Άντζελες, ξεκινώντας μια λαμπρή<br />
καριέρα.<br />
Υπάρχουν άραγε συνταγές επιτυχίες;<br />
Για τον Μάνο τα πράγματα είναι απλά. Εφοδιασμένος με πλούσιο<br />
ταλέντο, έπρεπε να δουλέψει σκληρά. Και να έχει «άστρο»,<br />
όπως λέμε στην απλή γλώσσα. Πάντως, ο νεαρός ηθοποιός<br />
από την Κρήτη έχει καταφέρει πράγματα που για κάποιους άλλους<br />
θα μπορούσε να είναι άπιαστα όνειρα.<br />
Η μέχρι τώρα πορεία του περιλαμβάνει συμμετοχές σε επιτυχημένες<br />
ταινίες τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό, σκηνοθεσία<br />
δύο ντοκιμαντέρ και ενός μιούζικαλ και διδασκαλία σε<br />
σχολές υποκριτικής. Και είναι μόνο στην αρχή…<br />
Αυτή την περίοδο βρίσκεται στη Νέα Υόρκη όπου κάνει casting<br />
για ταινίες αλλά στο μυαλό του είναι πάντα η Ελλάδα. Σύμφωνα<br />
με τον ίδιο εμείς οι Έλληνες, ακόμα και με τόσες δυσκολίες και<br />
οικονομικά προβλήματα, ξέρουμε να ζούμε και να βρίσκουμε<br />
μικρές στιγμές ευτυχίας για να γλεντήσουμε και να πούμε<br />
«όπα» σαν ένας σύγχρονος Ζορμπάς, με τα πόδια ξυπόλητα<br />
αλλά την καρδιά γεμάτη...<br />
Τον συνάντησα στο τελευταίο ταξίδι του. Καλοκαιριάτικα. Όσο<br />
κι αν ήταν πιεσμένος, όσο κι αν ετοίμαζε το ταξίδι της επιστροφής,<br />
καταφέραμε να τα πούμε. Μεγάλο προσόν το να ξέρεις να<br />
διαχειρίζεσαι το χρόνο. Να τον χωρίζεις σε ώρες διακοπών,<br />
συντροφιάς με τους φίλους, δηλαδή σε χρόνο δουλειάς και<br />
χρόνο ζωής. Ο Μάνος επιστρέφει στην πόλη του, επιστρέφει<br />
στα παλιά σοκάκια που έχουν αλλάξει, μιλά για όλα με την<br />
άνεση ενός ανθρώπου που μπορεί να κάνει το βίωμα τέχνη.<br />
Δεν είναι τυχαίο πρόσωπο ο Μάνος Γαβράς, όπως δεν είναι<br />
τυχαίο και το γεγονός ότι δεν περιορίστηκε σε μια καριέρα στη<br />
μίζερη νεοελληνική πραγματικότητα, αλλά άνοιξε τα φτερά του.<br />
Αναλογίζομαι ότι πολλοί ταλαντούχοι παρέμειναν ισοβίως… ταλαντούχοι<br />
επειδή τους κατάπιε το σκοτάδι των μικρών (και μικρόψυχων)<br />
κυκλωμάτων.<br />
Λόγος μεστός, χωρίς υπεκφυγές, πνευματώδης, περιγραφικός.<br />
Τον ακούω να λέει ότι «η ζωή είναι ένα όμορφο δώρο που<br />
όμως διαρκεί λίγο» και σκέφτομαι πόσες ζωές αναλώθηκαν<br />
άδικα, πόσα απλά και συγχρόνως σπουδαία νοήματα κρύβει<br />
αυτή η ολιγόλεξη φράση. Νομίζω, Μάνο, ότι μια ζωή διαρκεί περισσότερο<br />
όταν ξέρεις να τη γεμίζεις, να μην την σπαταλάς σε<br />
δεύτερα πράγματα. Να, όπως ξέρεις να τη γεμίζεις εσύ!<br />
Ο Μάνος μπορεί να κινείται με μεγάλη άνεση ανάμεσα στο<br />
όνειρο και την πράξη, μπορεί να βλέπει καθαρά τον κόσμο και<br />
να διακρίνει τους στόχους του. Άλλωστε, σε ένα τόσο δύσκολο<br />
χώρο δεν έχει δικαίωμα να μην ονειρεύεται, όπως δεν έχει δικαίωμα<br />
και να μην… πατά τα πόδια του στη γη. Τη γη που μπο-<br />
30
ΥΠΕΡ Χ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ 2010 <br />
31
| Η ΖΩΗ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑ ΟΜΟΡΦΟ ΔΩΡΟ<br />
ρεί να λέγεται Ελλάδα ή Αμερική. «Απού φελά (ωφελεί), παντού<br />
φελά», λέγανε οι παλιοί εδώ στην Κρήτη. Βήματα σίγουρα,<br />
λοιπόν. Εμείς να του ευχηθούμε απλά καλοτάξιδος. Όχι μόνο<br />
όταν ταξιδεύει από τον παλιό κόσμο προς το νέο. Αλλά και όταν<br />
ανοίγει τα δικά του φτερά για καινούργιους γαλαξίες και καινούργιες<br />
επιτυχίες.<br />
Η συζήτηση, λοιπόν, αρχίζει…<br />
Μίλησέ μας για τα παιδικά σου χρόνια στο Ηράκλειο.<br />
- Έχω όμορφες αναμνήσεις από τα παιδικά μου χρόνια στο Ηράκλειο.<br />
Είμαι από τους τυχερούς που πρόλαβαν το παιχνίδι στη<br />
γειτονιά. Και όταν λέω γειτονιά εννοώ τους δρόμους, τις αλάνες,<br />
τα πεζοδρόμια των γειτονικών σπιτιών. Κάθε χιλιοστό της…<br />
Θυμάμαι παίζαμε ποδόσφαιρο και το τέρμα ήταν στη μέση της<br />
διασταύρωσης Αντιστάσεως και Παπανδρέου. Αν κάποιος περάσει<br />
τώρα από εκεί και σκεφτεί ότι μερικές δεκαετίες πριν ως<br />
παιδιά στο σημείο εκείνο είχαμε στήσει γήπεδο, θα καταλάβει<br />
τι εννοώ. Όταν περνούσε κάποιο αυτοκίνητο, εμείς κάναμε στην<br />
άκρη και έπειτα συνεχίζαμε το παιχνίδι μας. Τώρα περιμένεις να<br />
βρεις κενό μεταξύ αυτοκινήτων για να περάσεις στην άλλη<br />
μεριά του δρόμου.<br />
Στη γειτονιά μου στεγάζονταν ακόμα τότε η πυροσβεστική υπηρεσία<br />
και πηγαίναμε συχνά από εκεί. Οι πυροσβέστες μας βοηθούσαν<br />
να φτιάχνουμε αυτοσχέδια πατίνια και άλλα τέτοια. Είχα<br />
μια απλή ζωή όπως κάθε άλλο παιδί της γειτονιάς μου αλλά<br />
πολύ όμορφη. Και φυσικά δεν θα ξεχάσω κατά τις 9 το βράδυ<br />
τους καλοκαιρινούς μήνες τη μητέρα μου να μου φωνάζει: «Μανόλη,<br />
το φαγητό είναι έτοιμο»! Συνήθως μπιφτέκια με τηγανητές<br />
πατάτες που ήταν το μόνιμό μου αίτημα εκείνη την εποχή.<br />
Ήταν η αποκορύφωση της ημέρας…<br />
Το μόνο που θυμάμαι ότι δεν μου άρεσε είναι όταν είχαμε τον<br />
τρύγο το καλοκαίρι και τις ελιές τον χειμώνα. Δεν υπήρξα μεγάλος<br />
fun του αθλήματος. Παρόλα αυτά πήγαινα για να βοηθώ<br />
τους γονείς μου. Βέβαια κατάφερνα να την σκαπουλάρω αρκετές<br />
φορές (γέλια).<br />
Πώς και πότε γεννήθηκε η ιδέα να γίνεις ηθοποιός; Υπήρξε<br />
κάποια θεατρική παράσταση ή κάποια κινηματογραφική ταινία<br />
που σε σημάδεψε;<br />
Δεν θα το έλεγα με αυτή την έννοια.. Η ιδέα μου ήρθε περίπου<br />
όταν ήμουν 18-19 και έψαχνα να δω τι είναι αυτό που πραγματικά<br />
θέλω να κάνω στη ζωή μου. Είχα περάσει από διάφορα<br />
στάδια όπως η μουσική (στο σχολειό έφτιαχνα μπάντες και<br />
groups και κάναμε συναυλίες). Επίσης κάποια στιγμή έκανα τον<br />
εαυτό μου να πιστέψει ότι θέλει να ασχοληθεί με τα οικονομικά.<br />
Δεν ήταν όμως παρά μια βεβιασμένη απόφαση που προέκυψε<br />
από ένα αναποφάσιστο εφηβικό μυαλό που βρισκόταν μπροστά<br />
σε ένα επαγγελματικό αδιέξοδο. Το μόνο που ήξερα πολύ καλά<br />
ήταν ότι δεν ήθελα να σπαταλήσω τη ζωή μου κάνοντας απλά<br />
μια δουλειά, αλλά να κάνω επαγγελματικά κάτι για το οποίο έχω<br />
πάθος. Έτσι λοιπόν ένιωσα την ανάγκη να δοκιμάσω αυτή τη<br />
μορφή έκφρασης που λέγεται υποκριτική, χωρίς, όμως, να έχω<br />
κανένα συγκεκριμένο ερέθισμα ή εμπειρία. Αντιθέτως όταν στη<br />
Β΄ Λυκείου η φιλόλογος μου πρότεινε να παίξω σε ένα θεατρικό<br />
που ανέβαζαν τότε εγώ της αρνήθηκα ευγενικά και προσφέρθηκα<br />
να κρατάω το ταμείο της παράστασης. Τώρα που το<br />
σκέφτομαι, πιο πολύ από το ψώνιο της ηλικίας ξεκίνησα και από<br />
32
ΥΠΕΡ Χ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ 2010 <br />
◗◗<br />
Ο Μάνος κινείται<br />
με μεγάλη άνεση ανάμεσα<br />
στο όνειρο και την πράξη.
| Η ΖΩΗ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑ ΟΜΟΡΦΟ ΔΩΡΟ<br />
μια βαθύτερη φωνή που μου έλεγε να κινηθώ προς τα εκεί περισσότερο<br />
παρά προς οτιδήποτε άλλο.<br />
Ηθοποιός σημαίνει φως;<br />
Να πω το κλασικό; Και ρεύμα και τηλέφωνο και τώρα αέριο.<br />
(γέλια). Σίγουρα είναι και αυτό μέρος της δουλειάς αλλά πολύ<br />
δευτερεύον όπως το αντιλαμβάνομαι εγώ. Ένας ηθοποιός που<br />
είναι πραγματικά ηθοποιός και όχι «επώνυμος» χρειάζεται όσο<br />
φως είναι αρκετό για να προβάλει και να πάει παρακάτω τη<br />
δουλειά του. Τουλάχιστον αυτοί οι άνθρωποι με αφορούν<br />
εμένα ως καλλιτέχνες. Όλα τα υπόλοιπα αφορούν τους tv stars<br />
και τους magazine stars που δεν έχουν καμία σχέση με τη δουλειά<br />
του ηθοποιού.<br />
Όπως διαβάζουμε στο βιογραφικό σου, έχεις σκηνοθετήσει<br />
δύο ντοκιμαντέρ και ένα μιούζικαλ και έχεις διδάξει σε σχολές<br />
υποκριτικής. Πόσο γοητευτικό είναι να βρίσκεται κανείς<br />
πίσω από την κάμερα;<br />
Όσο γοητευτικό είναι το να βρίσκεται και μπροστά. Πολλές<br />
φορές και περισσότερο γοητευτικό. Το θέμα δεν είναι αν η<br />
θέση σου είναι μπροστά ή πίσω από την κάμερα αλλά κατά<br />
πόσο αισθάνεσαι ότι «δημιουργείς». Αυτό είναι που σε κάνει<br />
να πετάς πραγματικά. Έχω βρεθεί σε όλες τις θέσεις κατά καιρούς:<br />
του σεναριογράφου, του σκηνοθέτη, του παραγωγού, του<br />
πρωταγωνιστή. Δεν είχε να κάνει με τη θέση που είχα στο project<br />
την εκάστοτε φορά, αλλά με το ίδιο το project και πόσο με<br />
αντιπροσώπευε. Παρόλα αυτά, αν είχα να διαλέξω θα διάλεγα<br />
του ηθοποιού. Εκεί για μένα παντρεύονται όλα, το κείμενο, η εικόνα,<br />
ο χαρακτήρας, τα συναισθήματα.<br />
Εκτός από την υποκριτική, τι άλλη εκπαίδευση έχεις λάβει;<br />
Έχω εκπαιδευτεί σε διαφορετικά είδη χορού, σε φωνητική, μουσικά<br />
όργανα, σκηνοθεσία και παραγωγή κινηματογράφου,<br />
γραφή σεναρίου, ξένες γλώσσες, καθώς και συγκεκριμένες<br />
προφορές και διαλέκτους.<br />
Ποιος είναι ο αγαπημένος σου ρόλος;<br />
Δεν έχω κάποιο συγκεκριμένο μοτίβο. Έχει και πάλι να κάνει<br />
με το project. Σε γενικές γραμμές, πάντως, μου αρέσει να παίζω<br />
αντιφατικούς χαρακτήρες. Αυτό που λέμε ιδιαίτερους ανθρώπους<br />
και πολυεπίπεδους χαρακτήρες.<br />
Και ποιος είναι ο ρόλος που θα ήθελες να παίξεις;<br />
Ένας από τους ρόλους που θα ήθελα να παίξω θα ήταν ένας<br />
αληθινός χαρακτήρας. Κάποιος κατά προτίμηση που είναι<br />
ακόμα εν ζωή, με τον οποίο θα μπορούσα να καθίσω ώρες ψάχνοντας<br />
τις πτυχές της ζωής του και έτσι να κάνω μια έγκυρη<br />
έρευνα και προσέγγιση πριν αρχίσω να χτίζω τον ρόλο. Δεν<br />
έχει να κάνει απαραίτητα με το αν αυτός ο άνθρωπος μεγαλούργησε<br />
στη ζωή του ή απλά απέτυχε. Κάθε άνθρωπος είναι<br />
ένας ήρωας μέσα του. Μικρός, μεγάλος, σημαντικός ή ασήμαντος.<br />
Δεν έχει σημασία. Δεν παύει να έχει ζήσει σαν ένας<br />
ακόμα ήρωας.<br />
Αν μπορούσες να διαλέξεις μερικούς ηθοποιούς με τους<br />
οποίους θα ήθελες να συνεργαστείς, ποιοι θα ήταν αυτοί;<br />
Αν μιλάμε για Έλληνες συναδέλφους δεν θέλω να αναφερθώ<br />
ονομαστικά για ευνόητους λόγους. Υπάρχουν όμως πολλοί ταλαντούχοι<br />
ηθοποιοί που με αρκετούς είχα την τύχη να συνερ-<br />
34
ΥΠΕΡ Χ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ 2010 <br />
◗◗<br />
Ό,τι κατακτάμε γίνεται<br />
αυτόματα φύση μας<br />
και μετά κοιτάμε πάλι<br />
μπροστά...<br />
35
| Η ΖΩΗ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑ ΟΜΟΡΦΟ ΔΩΡΟ<br />
γαστώ ήδη και με άλλους ελπίζω στο μέλλον. Από το εξωτερικό<br />
τώρα σίγουρα το όνομα του Daniel Day Lewis, του Robert<br />
Downey Junior, του Edward Norton, του Robert Duvall, του Vincent<br />
Cassel, του Javier Bardem, της Julian Moore, της Meryl<br />
Streep και αρκετών άλλων ανήκει σε αυτό που θα λέγαμε<br />
dream team για μένα. Αλλά ας το αφήσουμε στο όνειρο αυτό!<br />
(γέλια)<br />
Τι ήταν το πιο περίεργο ή το πιο απαιτητικό πράγμα που χρειάστηκε<br />
να κάνεις για κάποιο ρόλο;<br />
Επειδή είμαι φανατικός στο να χτίσω ένα ρόλο όταν έρχεται η<br />
ώρα, πραγματικά δεν υπάρχουν πολλά πράγματα που θεωρώ<br />
περίεργα ή απαιτητικά.<br />
Μίλησέ μου για τις συνθήκες δουλειάς. Πώς κατάφερες εσύ,<br />
ένας Έλληνας, να φτάσεις στην παγκόσμια μητρόπολη του<br />
θεάματος;<br />
Με Delta Airlines! (γέλια)<br />
Ειλικρινά δεν νιώθω ότι έχω φτάσει κάπου και μακάρι να μην<br />
το νιώσω ποτέ. Έτσι κι αλλιώς κάθε τι που κατακτάμε γίνεται<br />
αυτόματα φύση μας και μετά απλά κοιτάμε μπροστά. Αυτή είναι<br />
η φύση μας. Όχι από αχαριστία, καθόλου. Είμαι πολύ ευγνώμων<br />
για ό,τι έχω ζήσει ως τώρα. Απλά θέλω μόνο να έχω την<br />
υγεία μου για να ζήσω κι άλλες δυνατές εμπειρίες. Τίποτα άλλο.<br />
Η ζωή είναι ένα πολύ όμορφο δώρο μικρής διάρκειας από ένα<br />
ανώτερο ον και πρέπει να το παίρνουμε, να λέμε ευχαριστώ και<br />
να το χαιρόμαστε όσο περισσότερο γίνεται. Πάντα με ευγνωμοσύνη,<br />
αγάπη και ταπεινότητα. Ο λόγος που στα λέω αυτά<br />
είναι γιατί έτσι ακριβώς αντιλαμβάνομαι τη δουλειά μου. Όχι ως<br />
δουλειά αλλά ως ένα δώρο. Μια ζωή μέσα στη ζωή μου που<br />
στην ουσία είναι ένα και το αυτό.<br />
Δεν είμαι εδώ για να κατακτήσω τίποτα και δεν θέλω να αποδείξω<br />
τίποτα σε κανέναν. Ίσως κάποιος συμμαθητής μου μπορεί<br />
να μην έφυγε ποτέ από το Ηράκλειο, να μην έχει ζήσει<br />
τίποτα από όλα αυτά που έχω ζήσει εγώ, αλλά να έχει τα παιδιά<br />
του και την οικογένειά του και να νιώθει 10 φορές πιο τυχερός<br />
και ευτυχισμένος από εμένα. Κι έτσι είναι. Εγώ λοιπόν<br />
ζω τη δική μου ευτυχία, που δεν είναι ανταγωνιστική ούτε συγκρίσιμη,<br />
αλλά προσωπική και αφορά στο πώς χαίρομαι εγώ<br />
αυτό το δώρο που μου έχει δοθεί και λέγεται ζωή.<br />
Όσον αναφορά τώρα στις συνθήκες δουλειάς στην Αμερική,<br />
δεν νομίζω ότι είναι ανάγκη να αναφερθώ. Είναι κοινή λογική<br />
ότι στην Αμερική, και στο εξωτερικό γενικότερα, τα πράγματα<br />
λειτουργούν πολύ πιο επαγγελματικά, αξιοκρατικά, οι συνθήκες<br />
και οι αποδοχές είναι πολύ καλύτερες, και γενικά αισθάνεσαι<br />
ότι παλεύεις για ένα ανώτερο σκοπό και ότι ανά πάσα<br />
στιγμή είσαι ανοιχτός σε μεγάλες ευκαιρίες άσχετα με το αν δεν<br />
έρθουν ποτέ. Υπάρχουν όμως...<br />
Αυτά όμως όσον αφορά στις συνθήκες εργασίας. Γιατί υπάρχει<br />
και αυτό που λέμε τρόπος ζωής. Εκεί λοιπόν έχουμε τα εύσημα<br />
στην Ελλάδα. Ακόμα και με τόσες δυσκολίες και<br />
οικονομικά προβλήματα και όλα τα αρνητικά και τα χούγια που<br />
κουβαλάμε, ξέρουμε να ζούμε και να βρίσκουμε μικρές στιγμές<br />
ευτυχίας για να γλεντήσουμε και να πούμε «όπα» σαν ένας σύγχρονος<br />
Ζορμπάς, με τα πόδια ξυπόλητα αλλά την καρδιά γεμάτη...<br />
Αυτό δεν υπάρχει στην Αμερική…<br />
Τελικά πόσο μεγάλη είναι η απόσταση ανάμεσα στην Ελλάδα<br />
και το Hollywood;<br />
15 ώρες με το αεροπλάνο, 15 δεκαετίες σε χρόνο, αλλά ίσως<br />
και 15 λεπτά... Ποιος ξέρει, ο χρόνος γίνεται υποκειμενικός αν<br />
το θελήσουμε. Από εμάς εξαρτάται.<br />
Προτεραιότητα για μένα όταν αναλαμβάνω ένα ρόλο έχει ο χαρακτήρας<br />
που φτιάχνω και πώς θα τον υποδυθώ όσο πιο πιστά<br />
και αληθινά μπορώ και να μην λειτουργώ ως Μάνος.<br />
Μία από τις τελευταίες προσθήκες στο βιογραφικό σου είναι<br />
η συνεργασία με τον Alan Poul, έναν από τους σκηνοθέτες<br />
της εξαιρετικής σειράς Six Feet Under, και με την Jennifer<br />
Lopez στην ταινία The Back-up Plan. Πόσο διαφορετικό και<br />
πόσο δύσκολο είναι να συμμετέχει κανείς σε μία χολιγουντιανή<br />
παραγωγή;<br />
Oι δυο λέξεις που ανέφερες είναι το κλειδί και η απάντηση.<br />
Είναι πολύ «δύσκολο». Αν κάποιος δεν έχει περάσει τη διαδικασία<br />
δεν θα καταλάβει πόσο. Η λέξη ανταγωνισμός σε αυτό το<br />
επίπεδο αποκτά άλλη σημασία που πρέπει να τη νιώσεις για να<br />
καταλάβεις.<br />
Όταν όμως επιτέλους καταφέρεις να περάσεις, τότε πας στο<br />
«διαφορετικό». Που είναι τόσο μαγικό. Αισθάνεσαι σαν πρίγκιπας.<br />
Μιλώντας πάντα φυσικά για μια μεγάλη παραγωγή σαν<br />
κι αυτή. Σε προσέχουν όλοι σαν να είσαι από γυαλί, όλα είναι<br />
στη θέση τους, τα πάντα λειτουργούν ρολόι, έχεις όλες τις ανέ-<br />
36
ΥΠΕΡ Χ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ 2010 <br />
σεις και τις πολυτέλειες. όχι γιατί σε αγαπούν ή σε θεωρούν<br />
ξεχωριστό αλλά γιατί απλά έτσι είναι. Αυτές είναι οι συνθήκες<br />
για να μπορείς κι εσύ να δώσεις τον καλύτερο εαυτό σου χωρίς<br />
νεύρα, άγχος και stress. Είναι μέρος της διαδικασίας. Για δύο<br />
μέρες και δύο μικρές σκηνές που γυρίσαμε με την Jennifer<br />
Lopez, μου φέρθηκαν σαν να ήμουν ο πρωταγωνιστής της ταινίας.<br />
Με δικό μου διπλό trailer, προσωπικό οδηγό, menu για να<br />
μπορώ να παραγγείλω ακόμα και vegetarian στον προσωπικό<br />
μου χώρο. Ένα ευχαριστώ σε όλους τους συνεργάτες, συμπεριλαμβανομένης<br />
και της Jennifer. Ξέρω ότι το περιγράφω ως<br />
ιδανικό αλλά δεν μπορώ να του βρω λάθος από τη στιγμή που<br />
δεν είχε.<br />
Τελικά υπάρχει... υποστηρικτικό σχέδιο για τον ελληνικό κινηματογράφο;<br />
Δεν υπάρχει, αν εννοείς κάτι από τον δημόσιο τομέα ή από<br />
καμιά ακαδημία σινεμά ή από κάποιον κρατικό φορέα. Αν και<br />
πρόσφατα δημιουργήθηκε Ακαδημία Κινηματογράφου, που δεν<br />
έχει προλάβει ακόμα να δείξει τις δυνατότητές της. Έχουν εμπλακεί,<br />
όμως, αρκετοί αξιόλογοι άνθρωποι και παρά τους χαλεπούς<br />
καιρούς που ζούμε, ελπίζω κάποια στιγμή να φανούν<br />
σημαντικά αποτελέσματα.<br />
Από την άλλη μεριά υπάρχουν κάποια σημαντικά βήματα από<br />
μία-δυο εταιρίες παραγωγής που από όσο ξέρω σχεδιάζουν<br />
για το μέλλον τη δημιουργία αρκετών ταινιών σε σχέση με τα<br />
προηγούμενα χρόνια και με αρκετά υψηλό επίπεδο παραγωγής.<br />
Επίσης υπάρχει και μια μικρή κίνηση όσον αφορά σε συμπαραγωγές<br />
από ελληνικής πλευράς κάποιων ξένων ταινιών.<br />
Όλα αυτά βέβαια από τον ιδιωτικό τομέα. Μένει να δούμε τα<br />
αποτελέσματα. Όπως και να έχει, όμως, πιστεύω ότι η επόμενη<br />
δεκαετία του ελληνικού cinema θα είναι κλάσεις ανώτερη από<br />
τις προηγούμενες δεκαετίες με περισσότερες και πιο αξιόλογες<br />
παραγωγές.<br />
Ποιες είναι οι πιο ευχάριστες στιγμές ενός ηθοποιού;<br />
Όταν μαθαίνει ότι πήρε ένα ρόλο που επιθυμούσε πολύ…<br />
Η ώρα που ζει τον ρόλο του (μιλάμε για μικρές σε διάρκεια στιγμές<br />
που όμως σου δίνουν μια απερίγραπτη αίσθηση και σε κάνουν<br />
μερικές φορές να νιώθεις ότι πραγματικά πετάς)… Και<br />
τέλος, ειδικά όταν το αποτέλεσμα είναι καλό, είναι το χειροκρότημα<br />
και η αποδοχή του κόσμου στην πρεμιέρα, είτε μια<br />
απλή κουβέντα από έναν περαστικό στο δρόμο.<br />
Και οι λιγότερο ευχάριστες;<br />
Όταν χάνεις έναν ρόλο που ήθελες πολύ.<br />
Όταν έχεις μείνει εκτός δουλειάς.<br />
Όταν η δουλειά που έχεις κάνει δεν τυγχάνει αποδοχής από τον<br />
κόσμο.<br />
Τι περιλαμβάνουν τα σχέδιά σου για το μέλλον;<br />
Αυτό το διάστημα έχω φτιάξει τη βάση μου στη Νέα Υόρκη<br />
όπου και κάνω castings. Τον ερχόμενο Οκτώβριο και Νοέμβριο<br />
θα συμμετάσχω σε δύο αμερικανικές ταινίες με δύο πολύ δύσκολους,<br />
διαφορετικούς μεταξύ τους και ιδιαίτερα ενδιαφέροντες<br />
ρόλους. Για οτιδήποτε άλλο δεν ξέρω.<br />
Η κάθε μέρα μπορεί να σου αλλάξει την επόμενη. Αυτή ,άλλωστε,<br />
είναι και η φύση της δουλειάς που επέλεξα. x<br />
37
Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΣΤΡΑΤΙΩΤΗ ΜΠΙΚΑΚΗ<br />
ΑΠΟ ΤΑ ΑΣΤΕΡΟΥΣΙΑ<br />
Ο Κρητικός που<br />
κατάφερε<br />
να σταματήσει<br />
τον Αττίλα<br />
ΚΑΤΕΣΤΡΕΨΕ ΕΝΑΝ ΟΥΛΑΜΟ<br />
ΑΡΜΑΤΩΝ ΜΑΧΗΣ<br />
ΚΑΙ ΔΙΕΛΥΣΕ EΝΑ ΤΑΓΜΑ<br />
ΤΟΥΡΚΙΚΟΥ ΠΕΖΙΚΟΥ!!!<br />
TOY | Nίκου Ψιλάκη<br />
◗◗<br />
38
Συγκλονίστηκα με την ιστορία του Μανώλη<br />
Μπικάκη, ενός Κρητικού από τον Αμύγδαλο<br />
Αστερουσίων, που δεν είναι πια στη ζωή. Δεν<br />
τον ήξερα, δεν ήξερα τίποτα για τη ζωή και τη<br />
δράση του. Κάποιος φίλος μου έστειλε ένα κείμενο<br />
από το διαδίκτυο, όπου περιγράφεται η<br />
δράση του. Έτσι άρχισε μια μικρή έρευνα γύρω<br />
από μια εντυπωσιακή μορφή της κυπριακής<br />
τραγωδίας. Επειδή στο αρχικό κείμενο αναφερόταν<br />
ότι καταγόταν από την Ασί Γωνιά, αναζήτησα<br />
εκεί τους συγγενείς του. Τελικά τους<br />
βρήκα στον κάμπο της Μεσαράς, όπου έχουν<br />
μετοικήσει οι κάτοικοι των έρημων σήμερα<br />
ποιμενικών οικισμών των Αστερουσίων.<br />
Ποιος ήταν, λοιπόν, ο Μπικάκης;<br />
Ένας απλός Έλληνας στρατιώτης<br />
που τα έβαλε με ολόκληρο στρατό<br />
και ξεκλήρισε έναν ουλαμό αρμάτων<br />
μάχης και ένα τμήμα του<br />
τουρκικού πεζικού. Βρέθηκε με<br />
ελάχιστα πολεμοφόδια μέσα σε<br />
έναν απίστευτο καταιγισμό<br />
πυρών. Ήξερε καλά πως κανένα<br />
βλήμα δεν έπρεπε να πάει χαμένο.<br />
Δεν είχε δικαίωμα να αστοχήσει. Και τα κατάφερε!<br />
Κατέστρεψε εχθρικά τανκς, γκρέμισε, πυρπόλησε. Ήταν οι<br />
μέρες που η Χούντα της Αθήνας είχε προδώσει την Κύπρο<br />
μέσα σε ένα απίστευτο μίγμα ανοησίας και έπαρσης.<br />
Μετά από μια ραδιοφωνική εκπομπή άρχισε να ξετυλίγεται<br />
μπροστά μου, σαν ταινία κινηματογραφική, η ζωή ενός ανθρώπου<br />
που κατάφερε να γλιτώσει μέσα από τα δόντια του<br />
Αττίλα, αλλά τον κατάπιε το θηρίο που λέγεται άσφαλτος μια<br />
θλιβερή ημέρα του 1994, όταν ο Μανώλης ήταν μόλις 40<br />
χρονών! Με τη βοήθεια των συγγενών του μίλησα με την<br />
αγαπημένη του σύντροφο, τη Νίκη (όχι Ελένη όπως γράφεται<br />
στο διαδίκτυο). Είναι μια ευγενέστατη Κυρία με πλατύ χαμόγελο,<br />
είναι το μικρό κορίτσι που σκεφτόταν ο ήρωας της<br />
Κύπρου εκείνες τις δύσκολες ημέρες του 1974.<br />
Ο Μανώλης Μπικάκης είναι το παλικαρόπουλο που 20 χρονών<br />
τα έβαλε μόνος του με ολόκληρο τον Αττίλα! Διέλυσε<br />
έξι τανκς μέσα σε λίγα λεπτά, σε μια κρίσιμη στιγμή της κυπριακής<br />
ιστορίας, λίγο πριν την ανακωχή.<br />
Τα παιδικά χρόνια<br />
Τούτο το «ρεπορτάζ» γράφεται, λοιπόν, με μεγάλη καθυστέρηση.<br />
Δεν ξέρω αν είχε μιλήσει ο Μανώλης ποτέ δημοσίως,<br />
αν είχε αναφερθεί στα απίθανα περιστατικά που<br />
συνέθεσαν το μωσαϊκό της ζωής του. Ζήτησα από την κυρία<br />
Νίκη να ξεδιπλώσει το κουβάρι των δικών της αναμνήσεων,<br />
να μεταφέρει τις αφηγήσεις του Μανώλη της, αφού υπήρξε<br />
το πιο κοντινό του πρόσωπο. Επίσης, πολλές πληροφορίες<br />
οφείλονται στην αδελφή του Κατερίνα, τον ανιψιό του<br />
Γιώργη Σπιθάκη, στη θεία του και σε άλλους συγγενείς και<br />
φίλους της οικογένειας. Ίσως να ενδιαφέρει πολύ λίγο η<br />
προ του 1974 ζωή του Μπικάκη, αφού τα συγκλονιστικά γεγονότα<br />
εκείνου του Αυγούστου επισκιάζουν κάθε άλλη περίοδο.<br />
39
| Ο ΚΡΗΤΙΚΟΣ ΠΟΥ ΚΑΤΑΦΕΡΕ ΝΑ ΣΤΑΜΑΤΗΣΕΙ ΤΟΝ ΑΤΤΙΛΑ<br />
να περιγράψει το σκηνικό. Με συγκινεί καθώς διαβάζω το γράμμα<br />
της: «Αν θέλεις να γράψεις ένα βιβλίο, έλα να με βρεις να σου διηγηθώ<br />
ιστορίες που ούτε στα παραμύθια δεν τις έχεις ακούσει…»<br />
Ναι, κυρία Κατίνα, γιατί και οι ζωές μας μοιάζουν με παραμύθια. Και<br />
περισσότερο η ζωή του Μανώλη. Συνεχίζει η Κατίνα:<br />
«Έχει ο πατέρας μου ένα αδελφό στους Στόλους [χωριό της Μεσαράς],<br />
εκεί τον πήρε και ετελείωσε το Δημοτικό. Πήγαινε στο σχολείο<br />
όταν δεν ήταν άρρωστος, δηλαδή αρά και πού».<br />
Η περιπέτεια δεν τελειώνει. Πηγαίνει σε άλλον συγγενή, στον Άγιο<br />
Θωμά. Ζωή χωρίς λύτρωση για ένα παιδί που δεν υπήρξε ουσιαστικός<br />
θύτης αλλά άτυχο θύμα μιας κακιάς στιγμής. Έτσι κυλούν οι<br />
μήνες και το παιδί μεγαλώνει χωρίς τη μητρική στοργή…<br />
Κατίνα: «…Μετά αγοράσαμε ένα σπίτι στο Ασήμι, πήγε η αδελφή μου<br />
και του έκανε παρέα… άρχισε να μαθαίνει επιπλοποιός. Πήγαινε η<br />
μητέρα μας να το δει. Όταν έφευγε εκείνη την ακολουθούσε δυο και<br />
| Οι γονείς του. Κάτω, σε οικογενειακές στιγμές.<br />
Ωστόσο, η ζωή αυτού του ανθρώπου ήταν μια διαρκής περιπέτεια.<br />
Ήταν μόλις 11 χρονών όταν έφευγε πικραμένος και απελπισμένος<br />
από το χωριό του. Ένα παιδικό παιγνίδι ήταν αιτία. Δυο ξαδελφάκια<br />
περιεργάζονταν ένα όπλο. Το βρήκαν στα βουνά, στη μάντρα της οικογένειας.<br />
Το όπλο εκπυρσοκρότησε. Το παιδί που βρέθηκε απέναντι<br />
από την κάνη διαλύθηκε κυριολεκτικά.<br />
Η Κατίνα, η αδελφή του Μανώλη, είχε την καλοσύνη να μου στείλει<br />
ένα εκπληκτικό κείμενό της, ένα γράμμα οκτώ σελίδων τετραδίου.<br />
Εξιστορεί τα γεγονότα με τον ατόφιο λαϊκό λόγο που γίνεται συγκλονιστικός<br />
στην απλότητά του. Γράφει η Κατίνα:<br />
«Το 1966 διακοπές του Πάσχα, ο αδελφός μου, 11 χρονών, και τα<br />
δυο παιδιά του θείου μου, έξι το μικρό και οκτώ το άλλο, πήγαν στη<br />
μάντρα όπου είχαμε τα πρόβατα. Εκεί ήταν η μάνα τους και έφτιαχνε<br />
το γάλα. Βρήκαν ένα όπλο στη μάντρα, το περιεργαζότανε, πήρε<br />
φωτιά αυτό και σκοτώθηκε το 6 χρονών Αντωνιό. Δεν περιγράφεται<br />
τι έγινε αφού εβρέθηκε το όπλο στο χέρι του Μανώλη».<br />
Θρήνος στον Αμύγδαλο. Ο Μανώλης δεν επιστρέφει στο χωριό.<br />
Πώς μπορεί να σκεφτεί ένα 11χρονο παιδί ότι η ουσιαστική ευθύνη<br />
ανήκε όχι στα παιδιά, ανήκε σε άλλους, ίσως σε ένα κακό παιγνίδι<br />
της τύχης; Λίγες μέρες μετά φεύγει και από το χωριό. Από τη στεναχώρια<br />
αρρωσταίνει. Νιώθει σαν χαμένος σε έναν κόσμο που δεν<br />
μπορούσε να του παράσχει ουσιαστική στήριξη. Η Κατίνα δεν τολμά<br />
τρία χιλιόμετρα έξω από το χωριό. Η μάνα φοβόταν, του έλεγε:<br />
- Γύρισε, παιδί μου, πίσω γιατί είσαι μοναχός και μακριά και δεν<br />
κάνει να είσαι μόνος…<br />
Και της έλεγε:<br />
- Άσε με ακόμη λίγο…”<br />
Δεν είχε χορτάσει την αγκαλιά της μάνας.<br />
Δεν πήγε στο γάμο της Κατίνας ο Μανώλης. Δεν ξαναπήγε στο<br />
χωριό, όπου όλα του θύμιζαν εκείνη τη φρικτή κατάληξη ενός παιγνιδιού.<br />
Άλλωστε, όλα τα παιδιά παίζουν με τα όπλα. Συνήθως,<br />
όμως, τα όπλα είναι ψεύτικα.<br />
Για πρώτη φορά ξαναγύρισε στον Αμύγδαλο μετά την απόλυσή του<br />
από το στρατό. Αλλά τότε δεν ήταν το Μανωλιό του 1966. Ήταν ο<br />
ήρωας της Κύπρου!<br />
Μόνος εναντίον όλων!<br />
Προσπαθώ να ανασυνθέσω την εποχή του χαμού, τις πικρές ημέρες<br />
του Ελληνισμού, βασιζόμενος κυρίως στις πληροφορίες που<br />
πρόθυμα (και πρόσχαρα) μου έδωσε η Νίκη, στις μνήμες των στενών<br />
συγγενών του και στις τοπογραφικές και ιστορικές πληροφορίες<br />
που έλαβα από τον καλό μου φίλο, τον ιστορικό ερευνητή<br />
Κωστή Κοκκινόφτα (επιστημονικό συνεργάτη στο Πολιτιστικό Ίδρυμα της Μονής Κύκκου).<br />
40
| Οι συνηθισμένες αναμνηστικές<br />
φωτογραφίες από το στρατό..<br />
ΥΠΕΡ Χ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ 2010 <br />
◗<br />
Τελικά, ο Μπικάκης<br />
ήταν αλάνθαστος.<br />
Δεν του περίσσευε ούτε ένα βόλι.<br />
Κύπρος 1974. Μια μέρα μετά τη μεγάλη γιορτή της Παναγιάς, Αύγουστος<br />
μήνας. Ο Μανώλης Μπικάκης είναι μόλις 20 χρονών (είχε<br />
γεννηθεί το 1954), παλικάρι γεροδεμένο. Υπηρετούσε στις Ειδικές<br />
Δυνάμεις, ήταν ένας από τους καταδρομείς εκείνους που είχαν μεταφερθεί<br />
από τα Χανιά στην Κύπρο για να αντιμετωπίσουν τους εισβολείς<br />
του Αττίλα. Κανείς δεν ήξερε πού θα πήγαιναν όταν<br />
επιβιβάστηκαν στο αεροπλάνο. Τους είπαν απλά ότι επρόκειτο να<br />
πάνε στη Ρόδο. Η μετάβαση στην Κύπρο και η περιπέτεια της προσγείωσης<br />
των ελληνικών πολεμικών αεροπλάνων συνιστούν λεπτομέρειες<br />
που δεν χωρούν σε αυτό το κείμενο, έχουν άλλωστε<br />
γραφτεί πολλές φορές. Στην Κρήτη η οικογένειά του δεν ήξερε τίποτα.<br />
Όταν άκουσαν όμως για αλεξιπτωτιστές που έφυγαν από τα<br />
Χανιά, οι συγγενείς πάγωσαν. Ήξεραν ότι ο Μανώλης θα ήταν ένας<br />
απ’ αυτούς. «Τηλεφωνώ στη μονάδα του, λέει τώρα η Κατίνα, δεν<br />
απαντούσε κανείς. Μετά από πεντέξι μέρες μου είπαν πως δεν μπορούν<br />
να μιλήσουν και πως είναι καλά… Έλιωνα χωρίς να ξέρω τι γινόταν<br />
όσο περνούσαν οι μέρες. Ξαναπαίρνω μια μέρα τηλέφωνο<br />
και τους ζητώ ευθέως να μου πουν αν είναι σκοτωμένος, αιχμάλωτος,<br />
αν είναι ζωντανός. Και μου λέγανε πάντα: δεν ξέρομε, δεν μπορούμε,<br />
όταν είναι κάτι θα ειδοποιήσουν τον πατέρα του…»<br />
Εκείνη τη μέρα του Αυγούστου, λοιπόν, ο Μανώλης βρέθηκε στη<br />
Λευκωσία, κοντά στη Σχολή Γρηγορίου, σε θέση άμυνας. Από την<br />
προ-προηγούμενη μέρα είχε αρχίσει το δεύτερο μέρος της τραγωδίας.<br />
Η επέλαση των εισβολέων, η προσπάθεια κατάληψης της Αμμοχώστου,<br />
ο εγκλωβισμός των χωριών προς την περιοχή της<br />
Καρπασίας. Οι μάχες γύρω από τη Λευκωσία είναι σκληρές. Οι<br />
Τούρκοι προσπαθούν με κάθε τρόπο να εξασφαλίσουν τον έλεγχο<br />
όσο το δυνατόν περισσότερων εδαφών, να στραγγαλίσουν την<br />
Πρωτεύουσα, να την αποκλείσουν από μεγάλα τμήματα της ενδοχώρας.<br />
Σήμερα, με τη γνώση των γεγονότων που ακολούθησαν,<br />
μπορούμε να κατανοήσομε τους λόγους. Το ίδιο βράδυ επρόκειτο να<br />
υπογραφεί ανακωχή.<br />
Ο Μανώλης βρέθηκε με ένα συνάδελφό του στη γραμμή του πυρός.<br />
Είχε διασπαστεί η μοίρα και είχαν απλωθεί οι άνδρες για να απο-<br />
41
| Ο ΚΡΗΤΙΚΟΣ ΠΟΥ ΚΑΤΑΦΕΡΕ ΝΑ ΣΤΑΜΑΤΗΣΕΙ ΤΟΝ ΑΤΤΙΛΑ<br />
κρούσουν καλύτερα τις εχθρικές επιθέσεις. Μέσα στη βροχή από<br />
σφαίρες, στις συνεχείς εκρήξεις και στα πυρά του εχθρού οι δυο<br />
σύντροφοι χάνονται μεταξύ τους. Οι λόγοι είναι άγνωστοι, αλλά κατανοητοί.<br />
Λίγο να μετακινήθηκαν προς αντίθετες κατευθύνσεις, λίγο<br />
να άλλαξαν θέσεις… Άλλωστε οι Τούρκοι είχαν την αεροπορική υπεροπλία.<br />
Μαχητικά και βομβαρδιστικά πετούσαν διαρκώς προς κάθε<br />
κατεύθυνση.<br />
Αληθινή κόλαση ο τόπος που σήμερα περιγράφεται απλά ως «νεκρή<br />
ζώνη». Το εικοσάχρονο παλικάρι από την Κρήτη έχει ένα αντιαρματικό<br />
όπλο ΠΑΟ στον ώμο του και μόλις οκτώ βλήματα στη διάθεσή<br />
του. Όπως είπαμε, ο άλλος στρατιώτης, Μπινιχάκης το όνομά του,<br />
είχε χαθεί. Τον φώναξε μερικές φορές ο Μανώλης αλλά απόκριση<br />
δεν πήρε. Ήταν, άλλωστε, πολύ δύσκολο να ακούσει κανείς ανθρώπινη<br />
φωνή μέσα σε εκκωφαντικούς ήχους και πυροβολισμούς.<br />
Συγκλονίστηκε ο Μανώλης. Μπροστά στις μπούκες των αρμάτων<br />
σκεφτόταν αυτό το άτυχο παιδί, το σύντροφό του, που πίστευε ότι<br />
χτυπήθηκε από βόλι εχθρικό. Αψήφησε τον καταιγισμό και άρχισε<br />
να ψάχνει για το άψυχο κουφάρι του. Δεν έβρισκε τίποτα. Ωστόσο,<br />
ένας ουλαμός αρμάτων προχωρούσε προς το μέρος του. Βρίσκονταν<br />
μόλις 300 μέτρα μακριά. Ήταν ζήτημα χρόνου να χαθεί κι ό ίδιος.<br />
Έρποντας κινήθηκε προς το όπλο και τα οκτώ βόλια που είχε στη<br />
διάθεσή του. Πήρε ένα, όπλισε.<br />
«Βρισκόταν μέσα σε κάτι χαρακώματα ο Μανώλης, όταν είδε τα άρματα<br />
μάχης να κατευθύνονται προς το μέρος του», λέει η Νίκη.<br />
«Χωρίς να χάσει καιρό σημαδεύει το πρώτο και το πετυχαίνει»…<br />
Ήταν ένα θηρίο Μ48, αμερικάνικης κατασκευής. Από τα πιο βαριά<br />
που χρησιμοποιήθηκαν στην εισβολή. Η βολή του παλικαριού από<br />
τα Αστερούσια κάνει συντρίμμια το αμερικάνικο θηρίο.<br />
Αυτή ήταν η αρχή. Ο εικοσάχρονος πολεμιστής βρίσκεται πια ανάμεσα<br />
σε διασταυρούμενα πυρά. Προσπαθούν όλοι να τον πετύχουν.<br />
Εκείνος, λες κι είναι μεθυσμένος (θυμάστε το «αθάνατο κρασί του<br />
21» που έγραφε ο μεγάλος Παλαμάς;) Δεν υπολογίζει το θάνατο.<br />
Έπρεπε να υπερασπιστεί ένα λόφο και να μην αφήσει τους Τούρκους<br />
να περάσουν. Η περιοχή βρίσκεται κοντά στο σημερινό κόμβο<br />
«Κολοκασίδης», σε ένα στρατηγικό σημείο για τον έλεγχο της<br />
πόλης. Πολύ κοντά ήταν ο δρόμος προς Μόρφου και Γερόλακκο και<br />
περνούσε δίπλα από τη σχολή Γρηγορίου. Κι εκεί στο Γερόλακκο<br />
ήταν η βάση της ΕΛΔΥΚ, της Ελληνικής Δύναμης Κύπρου.<br />
Μόνος ο στρατιώτης Μπικάκης απέναντι σε ολόκληρο στρατό. Λέγεται<br />
πως απέναντί του βρίσκονταν έξι ή οκτώ άρματα μάχης που<br />
καθάριζαν το έδαφος και ακολουθούσε το τουρκικό πεζικό, ένα ολόκληρο<br />
τάγμα. Σέρνεται στο χώμα για να μη γίνει αντιληπτός. Είχε<br />
αρχίσει να πλησιάζει το δεύτερο άρμα. Στέκεται παλικαρίσια απέναντί<br />
του, το σημαδεύει, πυροβολεί. Εύστοχη και τούτη η βολή. Το<br />
42
ΥΠΕΡ Χ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ 2010 <br />
| Επίσημες πιστοποιήσεις. Ωστόσο, η δράση του ήταν πολύ μεγαλύτερη.<br />
θηρίο Μ48 γίνεται συντρίμμια και τα καύσιμά του αρπάζουν φωτιά.<br />
Του μένουν πια μόνο έξι βλήματα. Έπρεπε να διατηρήσει την ψυχραιμία<br />
του και, κυρίως, να είναι απόλυτα εύστοχος. Σημαδεύει το<br />
τρίτο τανκ. Πάει κι αυτό! Ο Μανώλης μετακινείται από τη μια θέση<br />
στην άλλη. Κουβαλά το όπλο, μεταφέρει τις βολίδες, γλιστρά ανάμεσα<br />
στις σφαίρες, αιφνιδιάζει τους απέναντι.<br />
Δυο άλλα άρματα μάχης, αυτά που ακολουθούσαν, αλλάζουν κατεύθυνση.<br />
Κανείς δεν έμαθε αν τα πληρώματά τους φοβήθηκαν ή αν<br />
προσπάθησαν να μετακινηθούν για να αντιμετωπίσουν τον απρόσμενο<br />
αντίπαλο. Η Νίκη δεν είναι σίγουρη για τις λεπτομέρειες, ούτε<br />
για την ακριβή διαδοχή των γεγονότων. Ο Μανώλης απέφευγε να<br />
μιλά πολύ γι’ αυτά, τα θεωρούσε όλα πολύ φυσιολογικά, πίστευε<br />
απλά ότι «έκανε αυτό που έπρεπε να κάνει». Είναι, όμως, σίγουρη<br />
ότι κατέστρεψε και το επόμενο άρμα, αυτό που ακολουθούσε, δηλαδή<br />
το έκτο. Ένα άλλο άρμα ξεμυτίζει από το κτήριο του σχολείου,<br />
όπου κρυβόταν. Μόλις εμφανίστηκε το βάζει ο Μανώλης στο στόχαστρο.<br />
Αλάθητος σκοπευτής ο Μπικάκης. Φωτιές ξεπετάγονται<br />
μέσα από τα διαλυμένα σιδερικά.<br />
Οι βολίδες τέλειωναν πια. Έμεναν μόλις τρεις. Έμενε κι ένα τανκ. Οι<br />
μαρτυρίες από δω και μετά είναι μπερδεμένες. Κρίμα που δεν ζει ο<br />
ίδιος να τις ξεκαθαρίσει και να δώσει την εικόνα ενός ήρωα, ενός<br />
παλικαριού που περιφρόνησε τον θάνατο. Τελοσπάντων, ο Μανώλης<br />
κατάφερε να εγκλωβίσει στο στόχαστρό του και το έκτο άρμα<br />
μάχης. Το επίσημο χαρτί που του έδωσε το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας<br />
κάνει λόγο για τέσσερα. Λίγη σημασία έχει, αλήθεια, αν κατέστρεψε<br />
τέσσερα ή έξι άρματα μάχης συνολικά. Αλλά, το χαρτί αυτό<br />
υπογράφηκε λίγες ημέρες μετά, τον Σεπτέμβρη. Ήταν δύσκολο να<br />
γίνει ακριβής αποτίμηση.<br />
Το τουρκικό τάγμα διασκορπίστηκε. Βρήκαν ένα κτήριο και κατέφυγαν<br />
εκεί με τη βοήθεια της αεροπορίας. Όσο για τον Μπικάκη…<br />
αυτός ήταν πραγματικά άφαντος. Ήξερε να κρύβεται, να μετακινείται,<br />
να μη δίνει στόχο. Όπως έλεγε μετά, πίστευε ότι είχε ξεγελάσει<br />
τους Τούρκους που δεν ήξεραν τι είχαν να αντιμετωπίσουν, δεν ήξεραν<br />
πόσος στρατός, πόσοι βαρεοπλίτες κρύβονταν στο λόφο. Και<br />
ξαφνιάστηκαν γιατί ήξεραν ότι η περιοχή είχε θεωρηθεί προσπελάσιμη<br />
μετά τις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις της αεροπορίας τους.<br />
Μετακινούμενος διαρκώς ο Μανώλης με το βαρύ όπλο ΠΑΟ (Πυροβόλο<br />
Άνευ Οπισθοδρομήσεως) στον ώμο και με μόνο δυο βολίδες<br />
στη διάθεσή του, βλέπει τους άνδρες του πεζικού να<br />
καταφεύγουν στο κτήριο. Οι δυο βολίδες αρκούσαν να τους πετσοκόψει.<br />
Δεν του έμενε πια τίποτα. Ήταν ολομόναχος, χωρίς πυρομαχικά,<br />
χωρίς ελπίδα.<br />
«Μου έλεγε ότι πίστευε στη σωτηρία του», θυμάται η Νίκη. «Προσπάθησε<br />
να κρυφτεί. Πέρασαν κάμποσες μέρες, νομίζω τέσσερις ή<br />
43
| Ο ΚΡΗΤΙΚΟΣ ΠΟΥ ΚΑΤΑΦΕΡΕ ΝΑ ΣΤΑΜΑΤΗΣΕΙ ΤΟΝ ΑΤΤΙΛΑ<br />
πέντε, και οι άλλοι στρατιώτες, οι σύντροφοί του, νόμιζαν πως ήταν<br />
σκοτωμένος. Ο Μανώλης ήξερε να επιβιώνει σε πολύ αντίξοες συνθήκες,<br />
άλλωστε ήταν τέτοια η εκπαίδευσή του. Πολλές φορές μου<br />
έλεγε ότι δεν είχε βάλει τίποτε στο στόμα του, ούτε φαγητό, ούτε<br />
νερό…» Χωρίς νερό, λοιπόν. Και ήταν Αύγουστος μήνας. Στο θερμό<br />
κλίμα της Κύπρου.<br />
Όταν η περιπέτειά του έφτασε στο τέλος της ο μικρός ήρωας ήταν<br />
εξαντλημένος…<br />
«Μόλις είδε τους συντρόφους του ζήτησε φαΐ και νερό…»<br />
Η Νίκη<br />
Επιστρέφοντας από την Κύπρο ο ήρωας του 1974 πήγε στην Αγιά<br />
Φωτιά της Μεσαράς κι από κει στην Αθήνα. Τη Νίκη την ήξερε από<br />
πριν αλλά εκείνη ήταν κοριτσάκι ακόμη, κόρη μαραγκού που είχε<br />
τύχει να συναντήσει τον Μανώλη και να τον συμπαθήσει. Έρωτας<br />
μετά τη μάχη. Η άλλη πλευρά της ζωής. Ή, μάλλον, η ίδια η ζωή που<br />
δείχνει πότε το σκληρό πρόσωπό<br />
της και πότε καλοσυνεύει<br />
και χαμογελά.<br />
Κλέβει ο Μανώλης τη Νίκη,<br />
έτσι όπως έκαναν στην Κρήτη<br />
του παλιού καιρού και τη φέρνει<br />
στην Κρήτη. Η οικογένεια<br />
της κοπελιάς δεν αντιδρά, τον<br />
καλοδέχεται. Ο γάμος έγινε<br />
στην Κρήτη.<br />
Από τότε οι δρόμοι τους δεν<br />
χώρισαν πια. Ως τον Οκτώβριο<br />
του 1994. Εκείνος δούλευε<br />
στην Τρίπολη εκείνη την εποχή.<br />
Ένα Σάββατο ξεκίνησε για να<br />
τη συναντήσει. Δεν έφτασε<br />
ποτέ στον προορισμό του. Ένα<br />
μεγάλο φορτηγό, μια νταλίκα…<br />
Τροχαίο. Έτσι γιατί μια λέξη<br />
μπορεί να κλείσει το βιβλίο<br />
μιας ολόκληρης ζωής. Τροχαίο! Ο Μανώλης άφησε πίσω του δυο<br />
παιδιά. Αν ζούσε σήμερα, στα 56 του, θα ήταν παππούς. Και θα μπορούσε<br />
να λέει στα εγγόνια του παραμύθια, σαν εκείνα που άκουγε<br />
στα Αστερούσια όταν ήταν κι εκείνος παιδί. Πιθανόν, όμως, να μην<br />
τους έλεγε ποτέ, ή να μην τους έλεγε συχνά, τη δική του ιστορία που<br />
μοιάζει σαν συναρπαστικό παραμύθι. Έτσι γιατί πίστευε ότι έκανε<br />
αυτό που έπρεπε να κάνει. Είναι λόγια δικά του. Και η Νίκη του δεν<br />
θα τα ξεχάσει ποτέ. Σκέφτεται, όμως, πόσο δύσκολη ήταν η ζωή και<br />
πόσο σκληρή απέναντί του: «Αν ζούσε θα χαιρόταν τώρα το εγγονάκι<br />
μας», λέει.<br />
Αν ο Μανώλης…<br />
Η περιοχή στην οποία πολέμησε ο Μπικάκης υπήρξε κρίσιμη για την<br />
τελική έκβαση της εισβολής. Σήμερα καλύπτεται από τη «νεκρή<br />
ζώνη». Η σκόνη του χρόνου καλύπτει τα βήματα των ανθρώπων,<br />
μια περιοχή χωρίς ζωή. Και του Μανώλη τα βήματα από τη σκόνη<br />
του χρόνου καλύπτονται. Οι συμπολεμιστές και οι συγγενείς του<br />
λένε με καμάρι ότι με τα χέρια, το μάτι, το μυαλό και την παλικαριά<br />
του σταμάτησε την τουρκική επέλαση. Αυτός ο ένας! Η αλήθεια είναι<br />
ότι δόθηκαν στην περιοχή του Αγίου Δομετίου σκληρές μάχες ανάμεσα<br />
στην ΕΛΔΥΚ και τους εισβολείς. Ακολούθησαν οδομαχίες<br />
σκληρές και άγριες. Μια από τις πιο σημαντικές άμυνες ήταν αυτή<br />
του Μανώλη. Αν κατάφερναν να περνούσαν οι Τούρκοι εκείνη τη<br />
μέρα θα ήταν αλλιώς η Κύπρος σήμερα. Η Πρωτεύουσα, η Λευκωσία,<br />
θα ήταν κλεισμένη ασφυκτικά. Ο κυκλικός κόμβος Κολοκασίδη<br />
που βρίσκεται στα δυτικά της πόλης, στο προάστειο Άγιος Δομέτιος,<br />
οδηγούσε στο αεροδρόμιο της Λευκωσίας, αυτό το αεροδρόμιο που<br />
από τότε παραμένει φάντασμα. Νεκρό κι εκείνο. Όπως και η «Σχολή<br />
Γρηγορίου», ένα εκπαιδευτήριο που από τότε παραμένει με τα σημάδια<br />
των εκρήξεων και των βολίδων μέσα στη νεκρή ζώνη. Το<br />
τάγμα του πεζικού που είχε ξεπαστρέψει ο Μπικάκης είχε καταφύγει<br />
στο σχολή. Το ισόγειο και έναν από τους ορόφους της είχε σημαδέψει<br />
με τις δυο τελευταίες βολίδες του ο Κρητικός. Ποταμοί αιμάτων,<br />
κραυγές και δάκρυα στοίχειωσαν σε ένα κτήριο που είχε ως<br />
προορισμό του την παιδεία…<br />
Για να επανέλθουμε: κανείς δεν ξέρει τι θα είχε συμβεί στη Λευκωσία<br />
αν ο Μπικάκης δεν ήταν τόσο τολμηρός και τόσο εύστοχος.<br />
Μένομε, λοιπόν, σ’ αυτή την<br />
εκτίμηση που λέει ότι οι Τούρκοι<br />
θα έλεγχαν ένα πολύ μεγαλύτερο<br />
κομμάτι της Λευκωσίας<br />
και ότι η ζωή στην διχοτομημένη<br />
πόλη θα ήταν πιο μαρτυρική,<br />
σχεδόν αβίωτη… Η<br />
κατάληψη της περιοχής θα σήμαινε<br />
τον εγκλωβισμό της<br />
πόλης και από τα δυτικά, με<br />
μόνο πλέον άνοιγμά της το<br />
νότιο.<br />
Σαν ήρωας<br />
από τα παλιά…<br />
Το αρχικό (καλογραμμένο και<br />
λεπτομερές) κείμενο για τον<br />
Μανώλη Μπικάκη δημοσιεύτηκε<br />
στο διαδίκτυο από τον «Σύλλογο για τα ανθρώπινα δικαιώματα<br />
οικογενειών αγνοουμένων και πεσόντων κυπριακής τραγωδίας<br />
1974». Στάθηκε πλοηγός για τη έρευνά μου.<br />
Ύστερα από μια σύντομη ραδιοφωνική εκπομπή διαπίστωσα ότι την<br />
ιστορία του την ξέρουν πολλοί, οι συγγενείς, οι φίλοι, οι κοντοχωριανοί,<br />
οι συμπολεμιστές του (που τον τιμούν και τον σέβονται). Την<br />
ξέρουν και όσοι Έλληνες υπηρέτησαν έκτοτε στην Κύπρο. Τη λένε<br />
με θαυμασμό, όσο κι αν ξέρουν αποσπασματικά κάποια από τα στοιχεία<br />
που τη συνθέτουν. Μίλησα με πάνω από δεκαπέντε ανθρώπους.<br />
Στα μάτια τους ο Μπικάκης δεν είναι ένας κοινός θνητός αλλά<br />
ένας υπερφυσικός άνθρωπος που ζωντανεύει όλες εκείνες τις παλιές<br />
ιστορίες, όσες ακούγονται στην Κρήτη από την εποχή της Τουρκοκρατίας.<br />
Να, σαν τον άλλο μεθυσμένο με το κρασί της Λευτεριάς,<br />
τον Ξωπατέρα. Ένα δημοτικό τραγούδι περιγράφει τη μάχη του λέγοντας<br />
ότι οι σφαίρες περνούσαν δίπλα από το κορμί του σαν μύγες,<br />
χωρίς να τον πετυχαίνουν.<br />
Έτσι κι ο Μπικάκης. Καμιά σφαίρα δεν τον βρήκε. Και όπως λέει ο<br />
άγνωστός μου συγγραφέας του διαδικτύου, ο ίδιος ενσαρκώνει τη<br />
δύναμη του ανθρώπου απέναντι στη μηχανή.<br />
Αλήθεια, θυμήθηκε να τιμήσει κανείς αυτόν τον ήρωα; x<br />
44
ΥΠΕΡ Χ ΑΝΟΙΞΗ 2010
Οι τελευταίοι ζευγάδες…<br />
Μερικές δεκαετίες πριν από σήμερα, τέτοιες μέρες, η αγροτική Ελλάδα ζούσε στον πυρετό της σποράς.<br />
Καθώς ο αγροτικός εκσυγχρονισμός είχε μάλλον αργήσει και σε πολλές περιοχές η διαμόρφωση του<br />
εδάφους δεν ευνοούσε τη χρήση μηχανημάτων, οι Έλληνες χωρικοί συνέχιζαν να χρησιμοποιούν το<br />
ησιόδειο άροτρο. Ακόμη και οι συμβουλές που μας άφησε ο ποιητής – αγρότης, ο Ησίοδος, αποτελούσαν<br />
ένα άγραφο ευαγγέλιο για τους καλλιεργητές της γης.<br />
| ΚΕΙΜΕΝΟ-ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ | Έφη Ψιλάκη<br />
46
◗◗<br />
47
| ΟΙ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΙ ΖΕΥΓΑΔΕΣ<br />
Σήμερα το όργωμα της γης με τον παραδοσιακό<br />
τρόπο αποτελεί σπάνιο φαινόμενο.<br />
Μπορεί να το συναντήσει κανείς σε<br />
μερικά νησιά, στη γη που δεν έχει επηρεάσει<br />
η τουριστική υπερ-εκμετάλλευση.<br />
Μερικοί ηλικιωμένοι νησιώτες αρνούνται<br />
να υποταχθούν στις προσταγές των καιρών<br />
και επιμένουν να σπέρνουν και να<br />
θερίζουν. Άλλοτε με δυο βόδια και τον<br />
ζυγό, άλλοτε με γαϊδουράκια (τα λιγοστά<br />
που έχουν απομείνει), άλλοτε με μουλάρια και άλλοτε (σε σπανιότερες<br />
περιπτώσεις) με άλογα.<br />
Ίσως να ήμουν τυχερή που κατάφερα να ζήσω τη μυσταγωγία του<br />
οργώματος στα ορεινά της Κρήτης, στο Απάνω Μεραμπέλλο, μια<br />
περιοχή με επικλινείς εκτάσεις αλλά και με μεγάλη παράδοση στην<br />
καλλιέργεια της γης. Πάνε δυο χρόνια από τότε. Αργότερα που το<br />
κουβέντιασα με τους φίλους μου κατάλαβα ότι ήμουν η μόνη από<br />
έναν κύκλο νέων που είχα καταφέρει να δω το ζευγά σε ώρα εργασίας,<br />
να ακούσω τα παραγγέλματα προς τα βόδια, να καταγράψω<br />
σε ψηφιακή εικόνα την τέχνη των λεπτών και επιδέξιων<br />
χειρισμών που απαιτούνται για να οργωθεί ένα χωράφι. Και δεν<br />
θα ξεχάσω πώς κατάφερνε ο ζευγάς να οργώνει τη γη γύρω από<br />
τα ελαιόδεντρα χωρίς να πληγώνει τις ρίζες. Οι υπόλοιποι είχαν<br />
ακούσει από τους γονείς, οι περισσότεροι από παππούδες και γιαγιάδες<br />
για το όργωμα. Ή ακόμη κι από τα σχολικά βιβλία.<br />
48
| Εικόνες από έναν κόσμο που χάθηκε.<br />
ΥΠΕΡ Χ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ 2010 <br />
◗◗<br />
Μόνο αν είσαι τυχερός<br />
μπορεί να συναντήσεις<br />
ζευγά στην Κρήτη.<br />
49
| Ο μπάρμπα Δημήτρης επί το έργον...<br />
ΥΠΕΡ Χ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ 2010 <br />
Από τότε αναζητώ τέτοιες εικόνες. Σε μερικά νησιά του Αιγαίου<br />
βλέπω θημωνιές και αλώνια. Σε πολλά κυκλαδονήσια μπορούν<br />
να συνυπάρχουν οι εποχές, το μακρινό χθες με το σήμερα. Όπως<br />
και σε πολλές περιοχές της Κρήτης επιβιώνουν συνήθειες από<br />
άλλους καιρούς.<br />
Στην Κασταμονίτσα ο μπάρμπα-Δημήτρης πελεκούσε το ξύλο του<br />
πουρναριού για να φτιάξει αλέτρι. Είναι ο τελευταίος που ξέρει να<br />
φτιάχνει ξύλινα άροτρα. Παρακολούθησα έκθαμβη τη δουλειά του.<br />
Σαν μυσταγωγία μου φάνηκε. Όλα ήταν λιτά και όμορφα. Τα εργαλεία<br />
απλά, ένα τσεκούρι, ένα πριόνι, ένα σφυρί, ο ξυλοφάς<br />
(είδος λίμας που λειαίνει το ξύλο). Μεταλλικά καρφιά βάζει πολύ<br />
λίγα. Στηρίζει όλη την κατασκευή στο καλό ταίριασμα των ξύλων.<br />
Μόνο το υνί είναι μεταλλικό, το κάτω αιχμηρό μέρος του αρότρου,<br />
αυτό που σκίζει τη γη για να τη γονιμοποιήσει. Τον ρώτησα πώς<br />
ονομάζονται τα διάφορα μέρη και τα εξαρτήματα του αρότρου. Κι<br />
άκουσα πάλι τη μουσική των λέξεων που μας έρχεται αναλλοίωτη<br />
από το χθες. Η έχερη, το σταβάρι, η σπάθη, τα παρούθια…<br />
Η ελληνική Λαογραφία έχει προλάβει κι έχει καταγράψει όλες<br />
αυτές τις λέξεις – ποιήματα και μάλιστα σε πολλές περιοχές της<br />
χώρας. Άλλο είναι, όμως, να τις διαβάζει κανείς σε ένα βιβλίο, σε<br />
μια μελέτη, κι άλλο να ακούει έναν άνθρωπο να τις λέει όπως τις<br />
έλεγε και ο παππούς του, με τη<br />
φυσικότητα του βιώματος. Ο<br />
μπάρμπα–Δημήτρης δεν οργώνει<br />
πια τη γη του. Έχουν περάσει<br />
τα χρόνια, έχει κλείσει τα 88 κι<br />
ας φαίνεται 70. Το αλέτρι το<br />
έφτιαξε για θυμητάρι...<br />
Καθώς παρακολουθώ τη δουλειά<br />
του, μου λέει πως έψαξε<br />
πολύ καιρό για να βρει το κατάλληλο<br />
ξύλο: πουρνάρι για να αντέχει.<br />
Και πως το κόβουν μόνο<br />
στη λίγωση του φεγγαριού για<br />
να μη σαπίσει. Θυμάται την εποχή που κάθε χρόνο το καλοκαίρι<br />
επισκεύαζε το παλιό αλέτρι ή έφτιαχνε καινούργιο για να οργώσει<br />
τη γη. Όχι πολύ παλιά. Εκείνος σταμάτησε να οργώνει και να σπέρνει<br />
στα τέλη της δεκαετίας του 1970. Μέχρι τότε κάθε σπίτι είχε<br />
και τον αλωνότοπό του, κάθε νοικοκύρης είχε και την αγελάδα<br />
του. Κι όποιος είχε μόνο μια αγελάδα (οι περισσότεροι στο χωριό)<br />
έπρεπε να βρει κάποιον άλλο και να συνεργαστεί: τον συζευτή.<br />
Έτσι σχημάτιζαν ένα ζευγάρι με αγελάδες και το χρησιμοποιούσε<br />
πότε ο ένας και πότε ο άλλος. Συνεργατικοί θεσμοί που<br />
διατηρήθηκαν στο χρόνο και δημιούργησαν ακατάλυτους<br />
κανόνες εθιμικής<br />
συμπεριφοράς. Οι συζευτάδες<br />
ένιωθαν να έχουν<br />
μια βαθύτερη σχέση<br />
και σέβονταν ο ένας<br />
τον άλλον. Η συνεργασία<br />
τους έπρεπε να είναι άριστη.<br />
Και, σχεδόν<br />
πάντα, ήταν. Έπρεπε να μοιραστούν ακριβοδίκαια<br />
τις καλές ημέρες του φθινοπώρου<br />
για να σπείρουν. Μερικές φορές οι άλλοι πείραζαν<br />
τους συζευτάδες και τους έλεγαν συμπεθέρους.<br />
Το πείραγμα και το γέλιο κάνουν πιο ωραία τη ζωή και<br />
πιο εύκολη τη δουλειά. <br />
Όλα είναι απλά<br />
και όμορφα.<br />
Αρκούν λίγα εργαλεία<br />
και σκληρό ξύλο<br />
για να φτιαχτεί<br />
ένα αλέτρι.<br />
◗◗<br />
51
| ΟΙ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΙ ΖΕΥΓΑΔΕΣ<br />
| Η ευλογία των δημητριακών καρπών..<br />
Η τελετουργία της σποράς<br />
Τόσο στην Κρήτη όσο και στα υπόλοιπα νησιά η σπορά αρχίζει<br />
αμέσως μετά τα πρωτοβρόχια, συνήθως Οκτώβριο μήνα. «Οκτώβρη<br />
και δεν έσπειρες, οκτώ σακιά δεν έβγαλες», λέει η πανελλήνια<br />
παροιμία. Κι αν δεν βρέξει τον Οκτώβρη, αλλοίμονο! Το φάσμα<br />
της πείνας αρχίζει να πλανάται. Λιτανείες και δεήσεις παντού για<br />
να ξορκίσουν το κακό. Αλλού οι άνθρωποι θυμούνται τα παλιά<br />
έθιμα, σαν κι εκείνο της Περπερούνας, που γίνεται και την άνοιξη<br />
(όταν σταματήσουν οι βροχές χωρίς να έχουν ωριμάσει τα γεννήματα)<br />
αλλά και το φθινόπωρο (όταν αργούν τα πρωτοβρόχια).<br />
Στολίζουν με πρασινάδες ένα κορίτσι (6-10 ετών περίπου) και το<br />
περιφέρουν σε όλα τα σπίτια του χωριού τραγουδώντας να<br />
«δώσει μια βροχή<br />
για βροχή βασιλικιά,<br />
(ε)δω στα στάρια στα κριθάρια<br />
στα λιανά τα παρασπόρια».<br />
Και στην Κοζάνη;<br />
«Περπερούνα περπατεί<br />
περπατεί καμαρουτή<br />
κι του Θεού παρακαλεί:<br />
Θε μου ρίξι μια βρουχή<br />
δρουσερή κι σιγανή<br />
να φυτρώσουν τα χορτάρια<br />
και να γίνουν τα σιτάρια.<br />
Κάθε στάχυ κι κιλό…<br />
Μάρις, μπάρις τα νιρά<br />
λίμνις, λίμνις τα κρασιά».<br />
.<br />
Κι η κάθε νοικοκυρά τρέχει να ρίξει με μια κανάτα λίγο νερό στο<br />
κεφάλι της Περπερούνας. Ο νόμος της ομοιότητας! Όπως πέφτει<br />
το νερό από το κανάτι στο κεφάλι του κοριτσιού, θα πέσει και από<br />
τον ουρανό. Κι όπως είναι στα πράσινα ντυμένο το κορίτσι, έτσι θα<br />
ντυθεί στα πράσινα, θα βλαστήσει και η γη. Πάνε πολλά χρόνια,<br />
όμως, από τότε που ντύθηκε για τελευταία φορά ένα κορίτσι με<br />
πράσινα φύλλα…<br />
Η προετοιμασία για τη σπορά αρχίζει στην αρχή ή στα μέσα του Σεπτέμβρη.<br />
Συνήθως τη μέρα του Σταυρού (14 Σεπτεμβρίου). Οι<br />
ζευγάδες πάνε σακουλάκια με σπόρο στην εκκλησία. Άλλοι βάζουν<br />
κι ένα ρόδι μαζί. Ο παπάς διαβάζει την ευχή του σπόρου. Κι<br />
ο νόμος της ομοιότητας επιβάλλει επανάληψη του παραδείγματος<br />
του ροδιού. Όπως είναι γεμάτο με σπόρια το ρόδι, έτσι θα γεμίσουν<br />
με σπόρους τα χωράφια, τα σακιά, οι αποθήκες. Κατόπιν<br />
ανακατεύουν τον ευλογημένο σπόρο με τον υπόλοιπο. Μέχρι το<br />
1970 περίπου ήταν πολύ συνηθισμένη η ευλογία των σπορικών.<br />
Σήμερα γίνεται όλο και πιο σπάνια. Ίσως να οφείλεται στο γεγονός<br />
ότι παλιότερα ο κάθε αγρότης έπρεπε μόνος του να φροντίζει<br />
για τα σπορικά του, να τα διαλέγει από τα καλύτερα φυτά για να<br />
βελτιώνει διαρκώς την ποιότητα της παραγωγής του. Σήμερα<br />
αυτοί που σπέρνουν με μηχανές αγοράζουν έτοιμους τους σπόρους.<br />
Σε μερικές περιπτώσεις όμως οι παλιοί ζευγάδες φροντίζουν<br />
να πηγαίνουν τα σπορικά τους στην εκκλησία και να ζητούν<br />
από τον παπά να τους διαβάσει την ευχή. Ο παπά Γιώργης, ένας<br />
παραδοσιακός ιερέας από την Κρήτη, μου έδωσε την ευκαιρία να<br />
βρεθώ σε ένα τέτοιο γεγονός.<br />
Παρακολουθώ τον κυρ Μανώλη στο Μεραμπέλλο. Κι όταν καθίζει<br />
να ξαποστάσει (πράγμα σπάνιο - είναι νευρώδης και αεικίνητος),<br />
52
| ΟΙ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΙ ΖΕΥΓΑΔΕΣ<br />
| Σπορά στο Μεραμπέλλο..<br />
κουβεντιάζουμε. Το ίδιο και με τον μπάρμπα Δημήτρη και με όλους<br />
τους ζευγάδες που έχω συναντήσει στη νησιωτική Ελλάδα. Έτσι<br />
ζωντανεύουν μπροστά μου όσα έχω διαβάσει σε λαογραφικές<br />
περιγραφές.<br />
Η σπορά δεν αρχίζει ποτέ αν δεν είναι γέμωση του φεγγαριού.<br />
Αλλιώς δεν θα πάει καλά η σοδειά. Δεν πρέπει να είναι Τρίτη η<br />
πρώτη μέρα της σποράς, την Τρίτη<br />
δεν αρχίζουν ποτέ σπουδαίες δουλειές,<br />
πιστεύουν πως είναι γρουσούζικη<br />
μέρα. Κι όταν βρεθεί η κατάλληλη<br />
μέρα είτε γίνεται αγιασμός στο χωράφι,<br />
είτε αρχίζει με επίκληση της<br />
βοήθειας του θεού. Από το προηγούμενο<br />
βράδυ έχει φροντίσει να ταΐσει<br />
καλά τα βόδια («ε τα καημένα κι αυτά<br />
ζόρι που τραβάνε», λέει με αληθινή<br />
συμπάθεια ο κυρ Μανώλης). Έχει<br />
φροντίσει και το σποροσάκι, ένα<br />
υφαντό ή πάνινο σακούλι μέσα στο<br />
οποίο βάζουν το σιτάρι ή το κριθάρι<br />
που υπολογίζουν ότι θα χρειαστούν<br />
την επόμενη μέρα. Μέσα στο ίδιο σακούλι<br />
υπάρχει συνήθως κι ένα ρόδι<br />
ολόκληρο, ροδοκόκκινο και ζωηρό.<br />
Αυτό θα μείνει εκεί μέχρι να τελειώσει<br />
η σπορά. Και την τελευταία μέρα<br />
το πετούν στο χωράφι με δύναμη για<br />
να σπάσει και να σκορπιστούν οι καρποί<br />
του παντού. Όπως γινόταν κάποτε<br />
και στους γάμους, μετά την επιστροφή<br />
του νεόνυμφου ζευγαριού από την εκκλησία.<br />
Και πάλι ο νόμος της ομοιότητας,<br />
σκέφτομαι…<br />
Τον πρώτο καρπό που σπέρνουν τον<br />
πετούν ψηλά. Για να ψηλώσουν αναλόγως<br />
και τα σπαρτά! Στο τέλος πετούν<br />
ψηλά και το σποροσάκι για τον<br />
ίδιο λόγο. Μερικές φορές «γητεύουν»<br />
◗<br />
τα πουλιά να μην πάνε να φάνε το<br />
στάρι πριν φυτρώσει.<br />
Εκείνο που με εντυπωσιάζει περισσότερο<br />
είναι η σχέση του ζευγά με τα<br />
βόδια. Θυμάμαι πως οι Μυκηναίοι Έλληνες<br />
έδιναν ονόματα στα βόδια. Το<br />
ίδιο κάνουν και οι νεότεροι. Κανέλα<br />
και Ρούσσα και Στεφανοκέρης είναι<br />
ονομασίες που προέρχονται από το<br />
χρώμα των ζώων και από το σχήμα<br />
των κεράτων τους. Ο κυρ Μανόλης τα χαϊδεύει τα ζώα του, τους<br />
μιλά, τους τραγουδά, η σπορά είναι απλώς ένα κουραστικό πανηγύρι.<br />
Ξεχωρίζω τα λόγια του:<br />
«Έλα, έλα, έλα γεια σας<br />
κι όλα τα άχερα δικά σας».<br />
Εικόνες που αναδύονται<br />
από το χθες, εμπειρίες<br />
χιλιάδων χρόνων.<br />
Το σιδερένιο αλέτρι του ανοίγει τη γη. Το δρομολόγιο των ζώων<br />
και του ζευγολάτη είναι συνεχές, ακατάπαυστο. Πάνω – κάτω,<br />
πέρα – δώθε. Τα ζώα φαίνονται εκπαιδευμένα. Όταν είναι να στρίψουν<br />
κοντοστέκεται το ένα, αυτό που βρίσκεται από την εσωτερική<br />
πλευρά. Το άλλο κάνει μεγαλύτερο κύκλο για να σχηματίσει<br />
γωνία 180 μοιρών. Κι όταν είναι να «παραβολιάσουν» επιβραδύνουν<br />
το βήμα τους. Εκείνη την ώρα ο ζευγάς προσπαθεί να οργώσει<br />
τη γη κοντά σε κάποια ξερολιθιά,<br />
όσο πιο κοντά γίνεται. Ας μην<br />
φανταστείτε πως όλα αυτά τα κάνουν<br />
μόνα τους· ο ζευγολάτης κρατά με το<br />
ένα χέρι την έχερη (λαβή του αρότρου)<br />
και με το άλλο τα σκοινιά με τα<br />
οποία καθοδηγεί τα ζώα.<br />
Όταν βρεθούν δίπλα σε δέντρο αρχίζει<br />
μια διαδικασία περικύκλωσης. Ο<br />
καλός ζευγάς δεν πληγώνει ποτέ τα<br />
δέντρα. Στη Μεσόγειο η καλλιεργήσιμη<br />
γη δεν είναι άφθονη. Και στις περισσότερες<br />
περιπτώσεις δεν είναι<br />
επίπεδη. Ανάμεσα στα σπαρτά υπάρχουν<br />
δέντρα, ελιές ή οπωροφόρα. Η<br />
μια καλλιέργεια δεν μπορεί να αποβαίνει<br />
εις βάρος της άλλης. Οι πολύ<br />
αραιοί ελαιώνες σπέρνονται, αλλά<br />
σπέρνονται τελευταίοι για να μπορούν<br />
να μαζευτούν οι ελιές πριν φυτρώσουν<br />
τα σπαρτά. Ο καλός ζευγάς,<br />
ο τεχνίτης και νοικοκύρης, φαίνεται<br />
στις λεπτομέρειες, πώς «παραβολιάζει»,<br />
πώς γυροβολιάζει τα δέντρα.<br />
Εικόνες που αναδύονται από το χθες<br />
και ενσωματώνουν εμπειρίες χιλιάδων<br />
χρόνων. Από τότε που ο άνθρωπος<br />
έκανε το πρώτο μεγάλο βήμα<br />
πολιτισμού ανακαλύπτοντας την καλλιέργεια<br />
της γης και την αποθήκευση<br />
των καρπών. Ο κυρ Μανόλης είναι<br />
ίσως ο τελευταίος Έλληνας που τρώει<br />
ψωμί ποτισμένο με τον ιδρώτα του. Τα<br />
κάνει όλα μόνος του στο πλαίσιο της<br />
οικογενειακής συνεργασίας. Σπέρνει<br />
ο ίδιος, θερίζει με τη γυναίκα του, ζυμώνουν<br />
και φουρνίζουν. Η τελευταία<br />
αχτίδα ενός πανάρχαιου φωτός που<br />
φώτισε τις κοινωνίες της αυτοκατανάλωσης.<br />
Καθώς μεταφέρω τώρα τις εικόνες<br />
προσπαθώντας να τις μετατρέψω σε<br />
γραπτό λόγο, σε κείμενο, αντιλαλεί στ’ αυτιά μου το τραγούδι και<br />
τα αρχαιοπρεπέστατα παραγγέλματα. Όταν θέλει να οργώσει πιο<br />
κοντά στην ξερολιθιά, πιο μέσα, φωνάζει «έσω». Έτσι απλά, σα<br />
να μιλά τη γλώσσα του Ομήρου. Τα παραγγέλματα «έα», «ία» και<br />
τα άλλα που κάποτε αντηχούσαν στους ελληνικούς αγρούς μπορεί<br />
να φαίνονται ακατανόητα για το σημερινό άνθρωπο. Αποτελούν<br />
όμως μια πολύτιμη παρακαταθήκη που χάνεται, λέξεις που<br />
ακούγονται σχεδόν απαράλλακτες τώρα και πολλούς αιώνες. <br />
54
ΥΠΕΡ Χ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ 2010
| ΟΙ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΙ ΖΕΥΓΑΔΕΣ<br />
Η κληρονομιά του Βουζύγη<br />
Δεν ξέρω πόσοι από μας θα δουν ξανά εικόνες σαν αυτές του<br />
Απάνω Μεραμπέλλου ή της Κασταμονίτσας. Οι τελευταίοι ζευγάδες<br />
αισθάνονται το βάρος του χρόνου και ένας – ένας σταματούν<br />
τη δουλειά. Στις περιοχές αυτές μπορεί να μην καλλιεργηθεί ποτέ<br />
ξανά σιτάρι και κριθάρι. Οι νόμοι της αγοράς δεν το επιτρέπουν. Οι<br />
στρεμματικές αποδόσεις είναι μικρές και ο κόπος μεγάλος, δυσανάλογος<br />
με τα οφέλη.<br />
Καθώς παρακολουθούσα τον κυρ Μανώλη στο Μεραμπέλλο προσπαθούσα<br />
να θυμηθώ ανάλογες εικόνες από τους ελληνικούς μύθους.<br />
Τη Δήμητρα, τον Κρητικό εραστή της τον Ιασίωνα, τον<br />
Τριπτόλεμο από την Αττική, τον Βουζύγη, τον Οδυσσέα από την<br />
Ιθάκη. Όλοι συνδέονται κατά κάποιον τρόπο με τη σπορά και το<br />
όργωμα της γης. Ο Ιασίων και η Δήμητρα ξάπλωσαν σε ένα τρεις<br />
φορές οργωμένο χωράφι της Κρήτης. Σε σημερινές μελέτες διαβάζω<br />
πως έκαναν το ίδιο και οι αγρότες του παλιού καιρού για να<br />
μεταφέρουν γονιμότητα στη γη.<br />
Ο Βουζύγης ήταν ο μυθικός εφευρέτης του ζυγού, αυτός είχε ζέψει<br />
πρώτος τα βόδια και είχε αλλάξει τον τρόπο καλλιέργειας. Αυτός<br />
είχε εισηγηθεί έναν παράξενο νόμο που έλεγε πως απαγορεύεται<br />
να σκοτώνουν αγελάδες και ταύρους επειδή χρησιμοποιούνται<br />
για την καλλιέργεια της γης. Είναι απίστευτο κι όμως αυτός ο<br />
άγραφος νόμος εθιμικού δικαίου ίσχυσε μέχρι και πριν από έναν<br />
αιώνα σε πολλές ελληνικές περιοχές.<br />
Ο Οδυσσέας έμεινε στον κόσμο του μύθου για τα κατορθώματά<br />
του στην Τροία (όπως ο Δούρειος Ίππος) και για τις περιπέτειες<br />
της επιστροφής στην πατρίδα του. Ωστόσο, μια από τις πρώτες<br />
πράξεις που αναφέρονται σ’ αυτόν σχετίζεται με το όργωμα. Δεν<br />
ήθελε να πάει στον πόλεμο της Τροίας. Κι όταν πήγε να τον ψάχνει<br />
ο Παλαμήδης ως απεσταλμένος των Αχαιών, έζεψε ένα βόδι και<br />
ένα άλογο, άρχισε να οργώνει τη γη και να σπέρνει… αλάτι. Δεν<br />
υπήρχε, ίσως, καλύτερος τρόπος για να αποδείξει ότι είχε σαλέψει<br />
ο νους του. Η εικόνα ήταν απολύτως κατανοητή σ’ όλους τους<br />
Έλληνες. Προδόθηκε όμως όταν ο Παλαμήδης πήρε ένα νήπιο,<br />
τον γιο του τον Τηλέμαχο, και τον έβαλε μπροστά στο υνί. Σταμάτησε,<br />
καθώς, αν συνέχιζε, θα το σκότωνε.<br />
Οι εικόνες της σποράς που μας παραδίδει ο Όμηρος είναι πραγματικά<br />
εντυπωσιακές. Μια τέτοια σκηνή φιλοτέχνησε ο Ήφαιστος<br />
στην ασπίδα του Αχιλλέα:<br />
«…Κι έβαζε ακόμα απάνω [στην ασπίδα] νιόσκαφτο, παχύ πλατύ<br />
χωράφι<br />
μ’ αφράτο χώμα, τριπλογύριστο. Πολλοί ζευγάδες μέσα<br />
φέρναν τριγύρω τα ζευγάρια τους κι οργώναν δώθε-κείθε.<br />
Και κάθε που γυρίζαν κι έφταναν στου χωραφιού την άκρα,<br />
τους ζύγων’ ένας και τους έδινε γλυκό κρασί μια κούπα…»<br />
(Μετάφραση Ν. Καζαντζάκη – Ι. Κακριδή)<br />
Οι τελευταίοι ζευγάδες λιγοστεύουν. Οι πεζούλες, οι αναβαθμίδες,<br />
τα επικλινή εδάφη του μεσογειακού χώρου δεν καλλιεργούνται<br />
πια. Ας συγκροτήσουν τουλάχιστον, μαζί με τις τελευταίες<br />
εικόνες, μια παρακαταθήκη μνήμης. x<br />
◗◗<br />
Παρόμοιες εικόνες συναντάμε<br />
στον Όμηρο, στον Ησίοδο,<br />
σε κείμενα της κλασικής εποχής.<br />
56
SPINALONGA<br />
STATO DA MAR<br />
|Toυ Κωστή Ε. Μαυρικάκη<br />
◗◗
Πριν από 341 χρόνια, ο ισλαμικός στρατός με επικεφαλής τον πρωθυπουργό της Οθωμανικής<br />
Αυτοκρατορίας, τον Μεγάλο Βεζίρη Φαζίλ Ζαδέ Αχμέτ Κιοπρουλού, εισερχόταν<br />
θριαμβευτής, μετά από συνθήκη παράδοσης στο ρημαγμένο Μεγάλο Κάστρο, στο Χάνδακα<br />
του Μοροζίνι. Είχε προηγηθεί μια κοσμοϊστορική 22χρονη πολιορκία, που για τα<br />
δεδομένα της εποχής ισοδυναμούσε με παγκόσμιο πόλεμο που κινητοποίησε όλες τις ευρωπαϊκές<br />
αυλές ενάντια στους Οθωμανούς για να μην χαθεί το τελευταίο προπύργιο της<br />
χριστιανοσύνης. Η Σπιναλόγκα μαζί με τη Σούδα και τη Γραμβούσα ήταν τα τρία φρούρια<br />
που, μετά τις εξαντλητικές διαπραγματεύσεις για την παράδοσή τους, κόντεψαν να<br />
ακυρώσουν την τελευταία στιγμή τη συνθήκη παράδοσης, αφού ο Κιοπρουλού δεν αντέγραψε<br />
στο τουρκικό κείμενο της συνθήκης ότι τα τρία φρούρια θα εξακολουθούσαν<br />
να παραμένουν στην κυριότητα της Βενετίας, όπως είχε συμφωνηθεί.<br />
Eίναι φρούρια που,<br />
όσο κι αν έχουν<br />
ερειπωθεί, όσο κι<br />
αν οι αιώνες και οι<br />
τρικυμιές ρίγωσαν<br />
τα τείχη τους, διατηρούν<br />
στην καταστροφή<br />
τους κάτι το<br />
περήφανο, το γοητευτικό<br />
και το προκλητικό.<br />
Μια ιαχή πολέμου και μια ανάταση<br />
αντίστασης κάνουν σπαραξικάρδια και επιβλητική<br />
τη σιωπή τους για το παρόν και για<br />
τους καιρούς που θα ’ρθουν.<br />
Στις γκρεμισμένες επάλξεις τους, στις ορφανές<br />
από κανόνια κανονιοθυρίδες τους,<br />
στους ρηγματωμένους προμαχώνες τους,<br />
στις ντάπιες και στις σκοπιές τις χορταριασμένες,<br />
θαρρείς πως βλέπεις την ψυχή<br />
τους να πετρώνει σα μια βίγλα των οριζόντων,<br />
όπως στις εποχές που αυτά ιερουργούσαν<br />
στον πόλεμο και στην ειρήνη, μέσα<br />
από την πολυτάραχη ιστορική τους διαδρομή,<br />
πάνω σε γλαυκές θάλασσες και σε<br />
αφύλακτες ακτές του ελληνικού αρχιπελάγους.<br />
Ένα απ’ αυτά, το επιθαλάσσιο οχυρό της<br />
Σπιναλόγκας, μοναδικό δείγμα επάκτιας<br />
αναγεννησιακής φρουριακής αρχιτεκτονικής,<br />
βιγλίζει αιώνες τώρα στην είσοδο του<br />
κόλπου της Ελούντας, του τεκτονικού βυθίσματος<br />
που γέμισε με τα ειρηνικά και<br />
ήσυχα νερά στην μεγάλη ώρα της κυοφορίας<br />
του κόσμου για να γίνει ένα ασφαλές<br />
λιμάνι ανά τους αιώνες. Εδώ η Γαληνότατη<br />
| Francesco Morosini:<br />
Ο γενικός αρχιστράτηγος των<br />
ενετικών δυνάμεων στην<br />
Κρήτη, o Capitan Generale και<br />
μετέπειτα Δόγης της Βενετίας,<br />
μετά τη συνθήκη παράδοσης<br />
του Χάνδακα, επιθεώρησε τα<br />
τρία φρούρια που παρέμειναν<br />
στην κυριότητα της<br />
Δημοκρατίας (Σπιναλόγκα,<br />
Σούδα και Γραμβούσα) και<br />
όρισε προβλεπτές για την<br />
οργάνωσή τους ως μόνες<br />
εναπομένουσες στρατιωτικές<br />
βάσεις τους στην Κρήτη.<br />
Από τη Σπιναλόγκα πέρασε το<br />
πρώτο δεκαήμερο του<br />
Οκτωβρίου 1669 με τη γαλέρα<br />
Santa Felicita.<br />
Δημοκρατία της Βενετίας αποφάσισε να<br />
«οχυρώσει» την αρχόμενη παρακμή της<br />
μετά την απώλεια της Κύπρου από τους<br />
Οθωμανούς για να προασπίσει το μονοπώλιο<br />
των θαλάσσιων δρόμων της Ανατολής.<br />
Το φρουριακό οχυρό, παρά την<br />
ατμόσφαιρα του «τετελεσμένου», κρατά<br />
μιαν αγέρωχη πρόζα σαν τους μαρμαρωμένους<br />
εκείνους σιδερόφρακτους Βενετσιάνους<br />
που την οχύρωσαν και που δεν<br />
έχουν αφήσει από τα χέρια τους, και στο<br />
θάνατο ακόμα, το βαρύ ξίφος υπεράσπισης<br />
της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας του Αδρία.<br />
Κάτω από μιαν αυγουστιάτικη φωτοπλημμύρα,<br />
ενός γλαυκού και απέραντου ουρανού,<br />
κάτω από έναν ανελέητο ασπιδοφόρο<br />
ήλιο, ο οχυρός περίβολος με το δρόμο περιπολεί<br />
περιμετρικά το νησί και οδηγεί τους<br />
καθημερινά χιλιάδες επισκέπτες του καλοκαιριού<br />
στα κρημνοπρεπή και υψίπυργα<br />
επιθαλάσσια τείχη της που, μετά από πάμπολλες<br />
αντεγκλήσεις και διαφωνίες, το<br />
Κολλέγιο, η Γερουσία και το Συμβούλιο<br />
των Δέκα επικύρωσαν την ανοικοδόμησή<br />
τους μέσα στο Palazzo Ducale, με τις<br />
φωνές του Δόγη, που αντιδρούσε, να<br />
ακούγονται μέχρι και τη γέφυρα Rialto του<br />
μεγάλου καναλιού της Βενετίας…<br />
Μέσα σε μια σκηνική οπτασία, με την απεραντοσύνη<br />
του πελάγους από τα ανατολικά,<br />
η ψυχή και το βλέμμα πάνω στο φρούριο<br />
νοιώθουν στην ενατένισή τους μιαν ήρεμη<br />
και μαζί ιλαρή ολοκλήρωση. Αισθάνεσαι<br />
τον εαυτό σου πάνω στα τείχη λησμονημένο<br />
από τον καιρό. Σκύβοντας από τις<br />
59
| ΣΠΙΝΑΛΟΓΚΑ<br />
Ένα πέπλο μελαγχολίας καλύπτει τα κάστρα του παρελθόντος.<br />
◗<br />
60
ΥΠΕΡ Χ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ 2010 <br />
| Ο νότιος προμαχώνας<br />
Barbariga πίσω από την καμπάνα<br />
του Αγίου Γεωργίου.<br />
| Η σημαία της Γαληνοτάτης<br />
Δημοκρατίας της Βενετίας με<br />
το σύμβολό της, το φτερωτό<br />
λιοντάρι του Αγίου Μάρκου.<br />
| Αριστερά: Το ανάγλυφο<br />
λιοντάρι του Αγ. Μάρκου,<br />
σύμβολο της Δημοκρατίας,<br />
δεσπόζει στην εξωτερική όψη<br />
του νότιου προμαχώνα<br />
Barbariga, με την ανάγλυφη<br />
επιγραφή PAX TIBI MARCE<br />
EVANGELISTA MEUS<br />
(Ειρήνη σε σένα, ευαγγελιστή<br />
Μάρκε).<br />
επάλξεις βλέπεις το τείχος να πέφτει κάθετα<br />
πάνω στις αφιλόξενες φλέβες των τεφροκόκινων<br />
βράχων και των θαλασσινών<br />
σπηλιών που ρίχνουν τον ίσκιο τους πάνω<br />
στην μπλαβοπράσινη θάλασσα και την ίδια<br />
τη θάλασσα τόσο χαμηλά κάτω απ’ τα πόδια<br />
σου που νοιώθεις ίλιγγο στο κοίταγμά της.<br />
Συλλογιέσαι τους μονοκόμματους σκληρούς<br />
πολεμιστές, μισθοφόρους και τυχοδιώκτες,<br />
με τα μεγάλα ακόντιά τους και τις<br />
ατσαλόπλεχτες στολές να πηγαινοέρχονται<br />
πάνω σ’ αυτές τις επάλξεις κοιτάζοντας<br />
ανατολικά κατά τη θάλασσα, αναμένοντας<br />
τις πειρατικές γαλέρες, τα τουρκικά γαλλιόνια<br />
και μπρικαντίνια με τους σιδερόφραχτους<br />
πολεμιστές τους…<br />
Όλοι αυτοί φαίνονται πιο κοντινοί κι απ’<br />
τους σημερινούς κατοίκους, τους τουρίστες<br />
και τους θαμώνες των καταστημάτων και<br />
των ξενοδοχείων της κοσμοπολίτικης<br />
Ελούντας, της Πλάκας και του Αγίου Νικολάου<br />
που κατά εκατοντάδες την επισκέπτονται<br />
καθημερινά το καλοκαίρι…<br />
Συνήθως όλα τα κάστρα του παρελθόντος<br />
είναι λίγο πολύ τυλιγμένα σ’ ένα μελαγχολικό<br />
πέπλο, που όμως κανείς δεν τα αφήνει<br />
χωρίς μια κρυφή ανακούφιση. Και τούτο<br />
γιατί πεθαίνουν γέρικα και ξεπεσμένα,<br />
αργά και απελπιστικά. Αντίθετα η Σπιναλόγκα<br />
έχει τελευτήσει «εν πλήρει ζωή»,<br />
όπως η Πομπηία από την καυτή λάβα της<br />
Αίτνας…<br />
Δεν έζησε για να μεταμορφωθεί και να<br />
προσαρμόσει στο απορροφητικό παρόν την<br />
ταυτότητά της. Είναι και σήμερα αυθεντική,<br />
όπως και τότε, μέχρι που η Σερενίσιμα την<br />
είχε σαν τελευταίο αποκούμπι των εμπορικών<br />
δρόμων της στο Λεβάντε, μέχρι και την<br />
ολέθρια γι’ αυτήν συνθήκη του Πασάροβιτς<br />
το 1715, όταν οριστικά, «σαν έτοιμη από<br />
καιρό», αποχαιρέτησε την Ανατολή...<br />
Οι αιφνίδιοι θάνατοι των κάστρων, όπως<br />
και των ανθρώπων, δεν αλλοιώνουν. Ακινητοποιούν<br />
μιαν έκφραση, ένα αποτύπωμα,<br />
και το μετουσιώνουν σ’ αιωνιότητα.<br />
Η Σπιναλόγκα, χωρίς ζωή, ζει μια ζωή αυταπάτης<br />
και ζωντανού θρύλου. Πάνω από<br />
τα επιθαλάσσια τείχη της επιζούν ακόμη ο<br />
ρυθμός και το πνεύμα που επιστάτησαν<br />
στην οικοδόμησή τους. Το φρούριο έχει τη<br />
μυστηριώδη εκείνη ατμόσφαιρα που διατηρεί<br />
η σκηνή μετά το τέλος του θεάτρου:<br />
Θαρρεί κανείς, σε κάθε στιγμή, πως θα δει<br />
να παρελαύνουν, σιωπηλά κι αργά, μπροστά<br />
του πρόσωπα της ιστορίας και του<br />
ονείρου. Η σιγή της δεν έχει την οριστικότητα<br />
και την τελεσιδικία των τάφων, αλλά<br />
δονείται συνεχώς από αόρατες παρουσίες.<br />
Η Σπιναλόγκα είναι σα να ζει έξω και πέρα<br />
από τους καιρούς και τα σύνορα του χρόνου.<br />
Ζει στην άχρονη μονιμότητα μιας αιωνιότητας<br />
που την καθόρισε για να είναι<br />
61
| ΣΠΙΝΑΛΟΓΚΑ<br />
| Ο βόρειος επιθαλάσσιος<br />
προμαχώνας Michiel της Σπιναλόγκας<br />
από την δυτική πλευρά.<br />
«Οι φλέβες του βράχου κατέβαιναν από ψηλά, στριμμένα κλήματα,<br />
γυμνά πολύκλωνα ζωντανεύοντας στ' άγγιγμα του νερού,<br />
καθώς το μάτι ακολουθώντας τις πάλευε να ξεφύγει<br />
το κουραστικό λίκνισμα χάνοντας δύναμη ολοένα.<br />
Από το μέρος του ήλιου ένας μακρύς γιαλός ολάνοιχτος<br />
και το φως τρίβοντας διαμαντικά στα μεγάλα τείχη».<br />
( Γ. Σεφέρης, Ο Βασιλιάς της Ασίνης).<br />
αιώνια. Σήμερα, αιώνες μετά, αν κάνεις τα χέρια χωνί και φωνάξεις<br />
πάνω απ’ τις επάλξεις και τα τείχη, νομίζεις ότι θα σ’ ακούσουν οι<br />
Ενετοί αξιωματούχοι μηχανικοί Bressani και Orsini που επόπτευαν<br />
την ανοικοδόμησή τους, έτσι όπως όταν ο Σατωμπριάν φώναξε<br />
τρεις φορές πάνω από τα ερείπια της αρχαίας Σπάρτης «Λεωνίδαααα!...».<br />
Ο Ζακ ντε Λακρετέλ στις εντυπώσεις του από την Ελλάδα μιλά με<br />
κάποια περιφρόνηση για τα βενετσιάνικα κάστρα, μη βρίσκοντας κανένα<br />
δεσμό ανάμεσα σ’ αυτά και στο ελληνικό τοπίο, και ειρωνεύεται<br />
ελαφρά τον Μωρίς Μπαρές που θέλησε να ξεθάψει και να εξάρει<br />
τις αναμνήσεις της βενετοκρατίας στην Ελλάδα. Όμως, αυτά τα πετρωμένα<br />
απ’ τον καιρό κάστρα δίνουν μιαν απερίγραπτη συγκίνηση.<br />
Εκτός από την ερήμωση που έφερε πάνω τους ο καιρός, νοιώθει<br />
κανείς γι’ αυτά την πικρή οδύνη της εξορίας τους. Η Σπιναλόγκα,<br />
αυτό το αλίκλειστο οχυρό, αντί να ορθώνεται πεισματικά με τις επάλξεις<br />
και τους προμαχώνες του σε πείσμα των αιώνων, μου φαίνεται<br />
σα να περιμένει υπομονετικά με απελπισία και με παράπονο. Σα<br />
να βιγλίζει τους ορίζοντες από τ’ ανατολικά κατά την απεραντοσύνη<br />
του πελάγους με την αγωνιώδη προσδοκία να δει ξανά τις γαλέρες<br />
της Βενετίας με το φτερωτό λιοντάρι του Αγίου Μάρκου στα καραβόπανά<br />
τους, να τη ζυγώνουν. Μάταια όμως... Γλάροι και θαλασσοπούλια<br />
μόνο κρώζουν πάνω από τις άδειες επάλξεις και τις<br />
κανονιοθυρίδες. Απαίσιες αράχνες σφραγίζουν όλο και περισσότερο<br />
με τα γλοιώδη τους πλέγματα τη σιωπή που γεμίζει τις σκοπιές<br />
πάνω από τις οχυρώσεις. Οι γαλέρες και οι σιδερόφραχτοι γαλεώτοι<br />
που προσδοκά το φρούριο αναπαύονται κάτω από τις σκιές των<br />
κυμάτων στους βυθούς του ελληνικού αρχιπελάγους και το μεγάλο<br />
αρσενάλε της Βενετίας δε ναυπηγεί πια για τη σημαία του Αγίου<br />
Μάρκου, που έπαψε να κυματίζει εδώ και σχεδόν τρεις αιώνες στο<br />
Λεβάντε…<br />
Στη Σπιναλόγκα είναι παρούσα η πιο δυνατή συνιστώσα της αιωνιότητας.<br />
Αυτό το διαρκές και μοναδικό συνταρακτικό αποτύπωμα<br />
και η συναρπαστική ιστορική της διαδρομή με αποκορύφωση τον<br />
τελευταίο αιώνα όταν μετατράπηκε σε αποικία χανσενικών, όπως<br />
ανεπανάληπτα αποδόθηκε στο καταπληκτικό λογοτεχνικό αριστούργημα<br />
«Το Νησί» της Victoria Hislop που έγινε σχεδόν παγκόσμιο<br />
best seller, είναι αυτά που αναμφίβολα την κατατάσσουν στους<br />
μοναδικούς πρεσβευτές για την ειρηνική συνύπαρξη των λαών στον<br />
παρόντα αιώνα. Σήμερα η ανθρωπότητα, που έχει όλο και μεγαλύτερη<br />
επίγνωση και συνείδηση της ενότητας των ανθρωπίνων αξιών,<br />
θεωρεί όλα τα μνημεία σαν κοινή κληρονομιά και ευθύνη της για τις<br />
μελλοντικές γενιές. Για τούτο η προσπάθεια ένταξής της σήμερα<br />
στον κατάλογο προστασίας της UNESCO, ως μνημείο παγκόσμιας<br />
πολιτιστικής κληρονομιάς, είναι μια εθνική υπόθεση με πολυποίκιλους<br />
συμβολισμούς. x<br />
Κωστής Ε. Μαυρικάκης<br />
Πολιτικός Μηχανικός<br />
komavr@otenet.gr<br />
62
Γάμοι του παλιού καιρού στην Κρήτη<br />
Η μεταφορά<br />
των προυκιών<br />
Φωτογραφίες από μιαν εποχή που πέρασε αφήνοντας<br />
μόνο αμυδρές εικόνες, περισσότερο γνωστές σήμερα<br />
από αφηγήσεις και περιγραφές. Ιδού, λοιπόν, η αξία<br />
μιας φωτογραφίας όταν την εκλαμβάνει κανείς ως τεκμήριο<br />
της παρελθούσας ζωής… Κοιτάζοντας τη λεπτομέρεια<br />
καταλαβαίνει κανείς καλύτερα το σύνολο,<br />
κατανοεί την ίδια τη ζωή σε παλιότερες εποχές.<br />
| Του Νίκου Ψιλάκη<br />
64
◗◗<br />
65
| Η ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΤΩΝ ΠΡΟΥΚΙΩΝ<br />
Íσως κάποιοι Κρητικοί μεγαλύτερης ηλικίας να θυμούνται<br />
ακόμη τις περίφημες πομπές των κρητικών γάμων. Τις<br />
πολυπρόσωπες συνοδείες που αποτελούσαν γεγονότα<br />
ιδιαίτερης σημασίας για τις μικρές κοινωνίες της υπαίθρου.<br />
Είναι φωτογραφίες από γάμους της δεκαετίας του<br />
1940 και του 1950, τότε που οι φωτογράφοι ήταν πολύ<br />
λίγοι. Πιο συγκεκριμένα, είναι όχι οι πομπές των γαμηλίων<br />
τελετών, αλλά οι ομάδες των «προυκολόγων» ή<br />
«προυκάρηδων», αυτών που ήταν επιφορτισμένοι με τη<br />
μεταφορά της νυφικής προίκας. Επειδή αυτής της μορφής<br />
οι πομπές ήταν πολύ συνηθισμένες στα κρητικά χωριά, οι ντόπιοι<br />
φωτογράφοι δεν τις απαθανάτιζαν. Μόνον οι ξένοι που ζούσαν ένα<br />
θεαματικό έθιμο προσπαθούσαν να τις κρατήσουν στη μνήμη ως<br />
εξωτικά βιώματα. Η μια φωτογραφία, αυτή με το γαϊδουράκι, ανήκει<br />
σε ξένο (μάλλον Γάλλο) που ήρθε στην Κρήτη γύρω στο 1950.<br />
Δεν γνωρίζομε τίποτε γι’ αυτήν. Και φυσικά δεν γνωρίζουμε τον<br />
τόπο τον οποίο απεικονίζει. Οι άλλες προέρχονται από χωριό της<br />
Μεσαράς (Πετροκεφάλι). Κάποιος Γερμανός αξιωματικός που βρισκόταν<br />
εκεί κατά την περίοδο της ναζιστικής κατοχής εντυπωσιάστηκε<br />
παρακολουθώντας ένα γάμο και τράβηξε μερικές<br />
φωτογραφίες. Όπως φαίνεται, χρησιμοποίησε μηχανή μεσαίου<br />
φορμά (6Χ6, αν κρίνομε από το τετράγωνο σχήμα τους). Έτσι δεν<br />
κράτησε μόνο στη δική του μνήμη το γεγονός αλλά τροφοδότησε<br />
και τη δική μας, τη συλλογική μνήμη, με ζωντανές μαρτυρίες και τεκμήρια<br />
του παρελθόντος.<br />
Σε όλες απεικονίζονται εικόνες σχεδόν τυπικές για την εποχή τους.<br />
Είναι η μεταφορά της προίκας που προηγείται της γαμήλιας τελετής.<br />
Αλλού με γαϊδούρια και μουλάρια, όταν η νύφη πήγαινε μακριά, σε<br />
άλλο χωριό. Αλλού με τα πόδια, όταν το πατρικό σπίτι δεν ήταν μακριά.<br />
Καθένας που ακολουθούσε κρατούσε κι από ένα αντικείμενο.<br />
Ρούχο ή οικιακή συσκευή: μια πατανία, ένα πήλινο τσικάλι, μια καρέκλα<br />
ξύλινη, το σταμνί και το προσώμι, το κόσκινο, το τυλιγάδι, το<br />
στρώμα, τα μικρά και τα μεγάλα αντικείμενα που ήταν απολύτως<br />
απαραίτητα για ένα αγροτικό ή κτηνοτροφικό νοικοκυριό… Όλα αυτά<br />
αποτελούσαν τη «μαγιά» για το καινούργιο σπιτικό. Τα γαϊδουράκια<br />
φορτωμένα ως πάνω. Μέσα στα κοφίνια και τα καλαμένια «κανισκάρια»<br />
βρίσκονταν συνήθως τα ασπρόρουχα και άλλα ενδύματα ή<br />
αντικείμενα πολύτιμα εκείνη την εποχή.<br />
◗<br />
Όταν η φωτογραφία<br />
γίνεται ντοκουμέντο...<br />
66
ΥΠΕΡ Χ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ 2010 <br />
Σε άλλα κοφίνια ήταν κλεισμένες οι όρνιθες. Πεντ-έξι, ή και παραπάνω,<br />
ανάλογα με τη δυνατότητα του πατρικού οίκου. Και ένας πετεινός<br />
φυσικά για να μην είναι άγονα τα αυγά όταν θα κλωσούσαν<br />
οι όρνιθες. Πάνω από το κοφίνι έδεναν ένα πρόχειρο ύφασμα για<br />
να μη φεύγουν τα ζωντανά. Σπίτι χωρίς «κούμο» για τα πουλερικά<br />
δεν μπορούσε να υπάρξει. Συνήθως κάποιος από τη συνοδεία<br />
έσερνε και μιαν αίγα ή ένα πρόβατο. Η οικόσιτη κτηνοτροφία δεν<br />
ήταν επαγγελματική δραστηριότητα για πολλά από τα καθαρά αγροτικά<br />
νοικοκυριά αλλά τρόπος επιβίωσης. Και οι συνεισφέρουσες<br />
πατρικές οικογένειες έπρεπε να βοηθήσουν τα παιδιά τους στο ξεκίνημα<br />
της καινούργιας ζωής.<br />
Μερικές μέρες πριν, ίσως και μια βδομάδα, οι «γ-εδικοί» της νύφης<br />
είχαν φροντίσει να δείξουν στον κόσμο τα καλούδια της «καινούργιας<br />
νοικοκεράς». Είχαν απλώσει παντού τα προυκιά, να τα δουν οι<br />
συγγενείς κι οι φίλοι. Για λίγες μέρες το σπίτι ήταν μια ατελείωτη<br />
έκθεση χειροτεχνίας. Δεν έδινε «εξετάσεις» απέναντι στις τοπικές<br />
κοινωνίες μόνο η νύφη. Έδινε όλη η οικογένεια! Αν υπήρχε και<br />
«άλλο θηλυκό κοπέλι» στο σπίτι, η έκθεση της προίκας της μιας<br />
κόρης αποτελούσε κάτι σαν… κάλεσμα υποψηφίων γαμπρών και για<br />
την άλλη. Ή και τις άλλες…<br />
Όπως είναι φυσικό, οι «προυκολόγοι» ανήκαν εξ ολοκλήρου στο<br />
σόι του γαμπρού. Αν ήταν από άλλο χωριό, όπως στη μια φωτογραφία<br />
μας, τότε η διαδικασία θύμιζε αληθινό πανηγύρι. Την ορισμένη<br />
γι’ αυτό το σκοπό μέρα μαζεύονταν οι στενοί συγγενείς και οι<br />
φίλοι και ξεκινούσαν έχοντας μπροστά τους τη λύρα, ή την ασκομαντούρα.<br />
Αν δεν υπήρχε οργανοπαίχτης έδινε κι έπαιρνε το τραγούδι.<br />
Της στράτας και του γάμου. Όσο μακρινό κι αν ήταν το<br />
δρομολόγιο, η ώρα της διαδρομής περνούσε ευχάριστα. Με μαντινάδες<br />
που τις επαναλάμβαναν όλοι.<br />
Όταν έφταναν στο σπίτι της νύφης, έσμιγαν τα σόγια, έσμιγαν και τα<br />
τραγούδια τους. Στην πόρτα τους περίμενε το πρώτο κέρασμα. Τα<br />
καλοψίκια με τη ρακή τους ή το κρασί με το μεζέ του. Καρύδια κι<br />
αμύγδαλα με σταφίδες και ζυμωτά καλορίζικα δεν έλειπαν ποτέ. Τα<br />
συνόδευαν πάντα οι ευχές όλων. Τις πιο πολλές τις έλεγαν με μαντινάδες:<br />
Τ’ ανέφαλο που πέρασε βαστά νερά και χιόνια<br />
ας είναι καλορίζικα τση νύφης τα σεντόνια.<br />
Οι συγγενείς του γαμπρού μπορούν τούτη την ώρα<br />
να αισθάνονται τη νύφη δική τους:<br />
Μάνα τση νύφης, κράτηξε χαρτί και καλαμάρι<br />
και γράψε πως σου παίρνουνε το πι’ ακριβό βλαστάρι.<br />
Αλλά γέλιο χωρίς δάκρυ δεν υπάρχει. Η επικείμενη οριστική αναχώρηση<br />
από τον πατρικό οίκο φόρτιζε επικίνδυνα το κλίμα.<br />
Μισεύγεις, μήλο τση μηλιάς, φεύγεις, νερό τση κρήνης,<br />
και το σταμνί μας τ’ αδειανό χωρίς δροσά τ’ αφήνεις.<br />
67
| Η ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΤΩΝ ΠΡΟΥΚΙΩΝ<br />
Στο κόνισμα τση Παναγιάς πιάσε να προσκυνήσεις<br />
τη μάνα που σε γέννησε μην τη ξελησμονήσεις.<br />
Η μεταφορά των προυκιών ήταν ενταγμένη στο επίσημο τελετουργικό<br />
του κρητικού γάμου. Καθώς ήταν ορισμένη από καιρό η μέρα<br />
αυτή, οι ετοιμασίες άρχιζαν πολύ πριν. Μαζεύονταν οι κοπελιές του<br />
χωριού, έπλυναν, άπλωναν, σιδέρωναν, δίπλωναν. Δεν ήταν έθιμο<br />
παντού να απλώνονται τα ρούχα στο πατρικό σπίτι. Αυτό γινόταν<br />
συνήθως όταν υπήρχαν κι άλλα απάντρευτα κορίτσια. Στις περισσότερες<br />
περιπτώσεις τα πολυμελή συνεργεία που ετοίμαζαν την<br />
προίκα τοποθετούσαν τη «ρουχική» μέσα σε μεγάλα υφαντά τσουβάλια<br />
λευκού χρώματος. Ωστόσο, άφηναν πάντα μερικά κομμάτια,<br />
τα πιο όμορφα, έξω από τα σακιά. Αυτά θα αποτελούσαν την πιο<br />
εύγλωττη μαρτυρία για τη νοικοκυροσύνη της νύφης. Σε μερικές περιπτώσεις<br />
οι προυκολόγοι, που ήθελαν να παινέψουν τη νύφη που<br />
έπαιρναν, μετέφεραν ξεδίπλωτα κάμποσα προυκιά, τα κρατούσαν<br />
επιδεικτικά για να φαίνονται, για να τα βλέπουν όλοι στο δρόμο. Μια<br />
καλή κεντημένη κουβέρτα ή ένα πρωτότυπο σχέδιο υφαντού το κρατούσαν<br />
δυο ή τέσσερις κοπελιές, μια από κάθε γωνία. Καθώς προχωρούσαν<br />
τις σταματούσαν οι περαστικοί για να θαυμάσουν κι<br />
εκείνοι την πιτηδειοσύνη της νύφης.<br />
Σε πολλά χωριά της Κρήτης οι κανόνες για τη μεταφορά ήταν πιο<br />
αυστηροί. Δεν μπορούσε να μεταφέρει ο καθένας ό,τι ήθελε. Τα μεταξωτά<br />
και τα λευκά τα κουβαλούσαν οι γυναίκες. Οι ανύπαντρες<br />
συνήθως.<br />
Όπως είναι φυσικό, στην πρώτη – πρώτη σειρά της γαμήλιας πομπής<br />
βρισκόταν ένα παιδί «μανοκυρουδάτο» (να έχει μάνα και κύρη,<br />
ο αμφιθαλής παις της αρχαιότητας, να είναι δηλαδή τυχερό και να<br />
μην έχει γνωρίσει το μίασμα του θανάτου). Αυτό κρατούσε την εικόνα.<br />
Υποχρέωση της μάνας ήταν να στέλνει στην κόρη της ένα εικόνισμα,<br />
ευλογία και ευχή μαζί. Συχνά ήταν υποχρέωση και της<br />
οικογένειας του γαμπρού, ιδιαίτερα όταν υπήρχε οικογενειακός<br />
άγιος που έπρεπε να τον τιμούν και να τον γιορτάζουν οι απόγονοι.<br />
Επομένως, ο παραλήπτης της εικόνας ήταν υποχρεωμένος να τηρεί<br />
χωρίς παρεκκλίσεις το οικογενειακό εορταστικό έθιμο. Αν δεν<br />
υπήρχε τέτοιος άγιος, ο «κύρης» της νύφης παράγγελνε στο ζωγράφο<br />
ή αγόραζε τον άγιο που είχε το όνομα του γαμπρού του. Γι’<br />
αυτό και σε όλα τα κρητικά σπίτια υπήρχε, σαν εφέστια θεότητα, ο<br />
συνονόματος του σπιτονοικοκύρη άγιος. Στις αρχές του 20ου<br />
αιώνα κυκλοφορούσαν στο εμπόρια άφθονες έτοιμες εικόνες και<br />
σε καλή τιμή. Ήταν ρωσικές χαλκογραφίες κολλημένες πάνω σε<br />
ξύλο. Ωστόσο, επειδή τα έθιμα δεν ήταν παντού τα ίδια, σε πολλές<br />
περιοχές οι προυκολόοι συνορίζονταν ποιος θα πάρει το πολύτιμο<br />
κόνισμα, όπως και τα άλλα συμβολικά αντικείμενα.<br />
Είναι αλήθεια ότι το έθιμο της μεταφοράς των προυκιών, όχι και<br />
τόσο γνωστό σήμερα αλλά και όχι ιδιαίτερα μελετημένο από τη Λαογραφία,<br />
ήταν από τα πιο συγκλονιστικά του εθιμικού βίου των Κρητικών.<br />
Ιδιαίτερα όσον αφορά στα συμβολικά χαρακτηριστικά του,<br />
που τα συναντάμε παντού. Η μάνα ήταν υποχρεωμένη να στείλει<br />
στην κόρη της το προζύμι για το καθημερινό ψωμί. Ήταν κάτι σαν<br />
ομφάλιος λώρος που συνέχιζε να δένει τη μάνα με την κόρη. Κι αν<br />
σκεφτούμε ότι το ίδιο είχε κάνει και η δική της μάνα, βλέπομε πολύ<br />
καθαρά τους κρίκους μιας μακράς αλυσίδας συγγενικών δεσμών<br />
σε μια εξαίσια συμβολική έκφραση. Η μάνα έπρεπε να φροντίσει<br />
για το λύχνο, για το φως. Μπορούσε να ήταν πολύτιμος, μεταλλικός<br />
ή πήλινος. Αλλά όσο φτωχή κι αν ήταν, έπρεπε να προσφέρει στην<br />
κόρη της το λυχνάρι, δηλαδή το φως. Όπως και το λάδι. Σπιτικό<br />
χωρίς το πιθάρι με το λάδι δεν μπορούσε να στηθεί. Λάδι (πάντα<br />
λιόλαδο) πρόσφεραν και οι δυο πατρικές οικογένειες. Και του γαμπρού<br />
και της νύφης. Το σταμνί με το νερό έπρεπε να προέρχεται<br />
από το σπίτι της νύφης.<br />
Το κρητικό ήθος απαιτούσε να δίνονται χωρίς βαρυγκώμια όλα τα<br />
διαθέσιμα αγαθά (προυκιά και άλλα χαρίσματα) στο καινούργιο ζευγάρι.<br />
Οι γονείς πρόσφεραν ό,τι μπορούσαν με την καρδιά τους.<br />
Μόνο ένα πράγμα επιτρεπόταν να φύγει από το σπίτι χωρίς την έγκρισή<br />
τους. Αυτό ήταν… το απαραίτητο κλοπιμαίο! Ένα παράξενο<br />
έθιμο επέβαλλε την κλοπή. Κάποιος από τη συνοδεία έπρεπε να<br />
κλέψει… «Για το αντέτι», λέγανε… Δεν είχε σημασία η αξία του αντικειμένου<br />
που θα έπαιρναν χωρίς να γίνουν αντιληπτοί, αλλά η ίδια<br />
η πράξη. Μπορεί να ήταν ένα πολύτιμο κόσμημα, ένα ρούχο, ένα<br />
υφαντό, μπορεί να ήταν και ένα κρεμμύδι! Συχνά, όμως, δεν υπήρχε<br />
μόνο ένας κλέφτης στην παρέα, αλλά περισσότεροι. Προσπαθούσαν<br />
να χάνονται από τα μάτια των συγγενών για να… αρπάξουν ό,τι<br />
έβρισκαν μπροστά τους. Γι’ αυτό και την ώρα που έφευγε η πομπή<br />
με τα προυκιά καμπόσοι συγγενείς της νύφης παραφύλαγαν εκτελώντας<br />
χρέη… φρουράς σε όλα τα δωμάτια του σπιτιού. Μπορούσαν<br />
να εμποδίσουν την κλοπή και να την αποτρέψουν αλλά, από τη<br />
στιγμή που κάποιος κατάφερνε να πάρει στα χέρια του ένα αντικείμενο,<br />
δεν είχαν δικαίωμα να του το αποσπάσουν από τα χέρια. Λέγεται<br />
ότι στις περιοχές όπου υπήρχε το έθιμο, οι οικείοι της νύφης<br />
άφηναν σε κοινή θέα αντικείμενα τα οποία επιθυμούσαν οι ίδιοι να<br />
προσφέρουν για να αποτρέψουν την «κλοπή» άλλων.<br />
68
ΥΠΕΡ Χ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ 2010 <br />
Όταν έφταναν αυτές οι χαρούμενες συνοδείες στον προορισμό<br />
τους, στο σπίτι του νέου ζευγαριού, στηνόταν γλέντι. Όχι με σπατάλες<br />
και αλόγιστη κατανάλωση κρέατος όπως θα φανταζόταν κάποιος<br />
σήμερα. Τη μέρα που μετέφεραν «τα προυκιά τση νύφης»,<br />
λίγες μέρες πριν από το γάμο, έσφαζαν και τα ζώα για το μεγάλο<br />
τραπέζι. Επειδή, λοιπόν, τα εντόσθια των ζώων δεν άντεχαν μέχρι<br />
την Κυριακή, τότε που θα άναβαν τους φούρνους και θα έστηναν τα<br />
καζάνια για το βραστό, φρόντιζαν να τηγανίσουν τα συκώτια και να<br />
μαγειρέψουν τις κοιλιές. Συνήθως μαγείρευαν κοιλιές με τα ροβίθια…<br />
Υπέροχο γιορταστικό (γαμήλιο) φαγητό, τόσο συνηθισμένο σε<br />
όλο σχεδόν το νησί. Βέβαια, η γαμήλια τελετή ήταν πολύμορφη. Οι<br />
γάμοι δεν διαρκούσαν ένα απόγευμα, ή, έστω, μια μέρα. Συνήθως<br />
◗<br />
ΟΙ ΠΡΟΥΚΑΡΗΔΕΣ<br />
(Μια ωραία έμμετρη περιγραφή των «Προυκάρηδων»<br />
από τον Στεργιογιάννη γραμμένη το 1957.<br />
Το έργο του τιμήθηκε την ίδια χρονιά<br />
στον Ξανθουδίδειο Λαογραφικό Διαγωνισμό της ΕΚΙΜ).<br />
Τιμή μεγάλη τα προυκιά δίδουνε εις το σπίτι,<br />
καμώτρα και νοικοκερά δείχνουν πως είν' η νύφη.<br />
Μαζώνουνται οι κοπελιές, ντακέρνουν και διπλώνουν<br />
για να σακιάσουν τα προυκιά, καλά τα σιντερώνουν.<br />
Όντε δ’ ανοίξουν το σακί, το πρώτο που θα πιάσουν:<br />
«στ’ άνομα του θεού» θα πουν, ετσά θα το σακιάσουν.<br />
«Έλα ευκή τση μάνας τση, έλα και του κυρού τζη,<br />
των παπουδολαλάδων τζη, έλα και του νονού τζη».<br />
Εδά στο κάθ’ ένα προυκιό. που στα σακιά τση βάνουν,<br />
μιά μαντινάδα λέν’ παλιά, γή μια καινούργια βγάνουν.<br />
Παινάδια λεν τση νύφης μας, γι’ αυτή, για τα προυκιά τζη,<br />
για τα νοικοκεράτα τζη και για την ομορφιά τζη.<br />
Φέρνει η νύφη, τσοι κερνα, πίνουν, ευκές τση δίνουν<br />
κι απαίνευτο κι αξόμπλιαστο πράμα δε της αφήνουν.<br />
Τση νύφης πάει η μάννα τζη και φέρνει καλοψίκια,<br />
σταφίδες και αμύγδαλα, καρύδια και φιντίκια.<br />
Αυτά τα βάνουν σκορπιστά, ανάμεσα στην προύκα,<br />
γή σε σακούλια βάνουν τα, μη βάφουνε τα ρούχα.<br />
Φέρνει και καλορίζικα, που είν’ ευλοημένα,<br />
απού τον επιτάφιο τα ’χουνε φυλαμένα.<br />
Εις τα σακιά τα ρίχνουνε, τα ράφτουν ένα - ένα<br />
και λένε τότες: «τα προυκιά είναι ετοιμασμένα».<br />
Η νύφη τσοι ευχαριστά, λέει τως στη χαρά ντως<br />
και να σακιάσουν γλήγορα κι εκείνες τα προυκιά ντως.<br />
η διαδικασία κρατούσε δυο ολόκληρες βδομάδες γι’ αυτό και οι πιο<br />
στενοί συγγενείς αποκαλούνταν «καλεσμένοι από οχτώ σ’ οχτώ».<br />
Οκτώ μέρες πριν και οκτώ μέρες μετά έπρεπε να βρίσκονται επί<br />
ποδός. Και τα έθιμα δεν ήταν τα ίδια παντού…<br />
Συνήθως η μεταφορά των προυκιών γινόταν απόγευμα. Το ίδιο<br />
βράδυ το σπίτι μετατρεπόταν σε έκθεση υφαντών. Τα άπλωναν παντού.<br />
Για να τα θαυμάσει το καινούργιο σόι. Πατανίες, πατητές, κεντήματα,<br />
ενδύματα.. Όλα ήταν απλωμένα έτσι που να τα βλέπουν<br />
όλοι. Ήταν η πιο σημαντική δημόσια εμφάνιση της νύφης. Τα περισσότερα<br />
υφαντά ήταν φτιαγμένα με τα χέρια της. Και τα κεντήματα<br />
το ίδιο. Έμπαιναν οι συγγενείς του γαμπρού και άρχιζαν τα παινάδια.<br />
Η απίθανη γοητεία του λαϊκού λόγου συναντούσε το κάλλος της<br />
προίκας. Κι όταν σώνονταν τα λόγια άρχιζαν οι μαντινάδες.<br />
ΤΟ ΞΕΚΙΝΗΜΑ ΤΩΝ ΠΡΟΥΚΑΡΗΔΩΝ<br />
Ανεμαζώνει ο γαμπρός τσοι φίλους, τσοι γνωστούς του<br />
και τσοι πλια μπορεζάμενους απου τσοι χωργιανούς του.<br />
Έρχονται με τα χτήματα, καθένας το δικό ντου,<br />
χοντρά, λιανά, ό,τ' έχουνε γή με τον απατό ντου.<br />
Όλοι στο σπίτι του γαμπρού μαζώνουντ’ ένας-ένας<br />
και ξεκινούν όλοι μαζί, δίχως να λείπει ένας.<br />
Στο κάθ’ ένα χτηματσερό δυο άνθρωποι κλουθούνε,<br />
σα δα φορτώσουν τα προυκιά, να τα παρακρατούνε.<br />
Και ο λυράρης του χωργιού κλουθά κι αυτός μαζί ντως<br />
και παίζει το λυράκι ντου κι ανοίγ’ η όρεξη ντως.<br />
Στη στράτα χωρατεύγουνε και τραγουδολογούνε,<br />
φτάνουν στση νύφης την αυλή κι ακριβοχαιρετούνε:<br />
«Χίλια καλώς εφτάξαμε, χίλια και δυο χιλιάδες,<br />
στον κάμπο με τα λούλουδα και με τσοι πρασινάδες».<br />
Εκείνοι πάλι απαντούν με άλλες μαντινιάδες,<br />
που’ χουν βαθιά νοήματα, πολλές ονοστιμάδες:<br />
«Καλώς ήρθαν τα σύννεφα και φέραν τον αέρα<br />
και δροσερέψαν τα κλαδιά, που ’σανε μαραμένα».<br />
Σάζουν τζοι και ποσάζουν τζοι και τσοι βαγιοκλαδίζουν,<br />
τραπέζι τώσε στένουνε, ώρα πολλή γλεντίζουν.<br />
69
ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΕΣ… ΑΠΟ ΤΗ ΣΦΑΚΙΑΝΗ ΜΑΔΑΡΑ<br />
Η ζωή<br />
του βοσκού χθες<br />
| Της Ευαγγελίας Γεωργεδάκη ◗◗<br />
70
ΥΠΕΡ Χ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ 2010 <br />
Ήταν βραδάκι. Ένας καταγάλανος ουρανός<br />
και μια όμορφη πλάση γύρω, όταν βγήκα για<br />
ένα μικρό περίπατο λίγο έξω από το χωριό.<br />
Ξαφνικά είδα να έρχεται ένας χωριανός με<br />
το αμάξι του φορτωμένο ζωοτροφές. Σταμάτησε<br />
σαν με είδε για να μου μιλήσει.<br />
Bλέπω μπόλικες ζωοτροφές, του<br />
είπα, σαν με χαιρέτησε.<br />
-Ναι, μπόλικες. Μα δε ρωτάς και τι<br />
κούραση έχω; Θαρρώ πως ήταν<br />
καλύτερα τότε που δεν υπήρχαν<br />
ζωοτροφές και τα πρόβατα έτρωγαν<br />
ό,τι έβρισκαν στην εξοχή.<br />
Αυτά μου είπε κι έφυγε. Κι εγώ με<br />
τη σκέψη μου γύρισα πολύ πίσω…<br />
Στο χθες. Κάμποσες δεκαετίες πριν,<br />
όταν δεν ερχόταν δρόμος στο χωριό, όταν δεν υπήρχαν<br />
αγροτικά αυτοκίνητα και ζωοτροφές.<br />
Αλήθεια, σκέφτηκα, πώς ήταν η ζωή του βοσκού χθες;<br />
Εντελώς διαφορετική από τη σημερινή. Τότε έφευγε ξημέρωμα<br />
από το σπίτι κι όλη την ημέρα ήταν στο πόδι. Περισσότερο<br />
την εποχή που γεννούσαν τα πρόβατα ή τα κατσίκια.<br />
Έπρεπε να προσέχει μήπως πέσει πάνω τους καμιά «βιτσίλα»<br />
(αετός) που έκανε μεγάλη ζημιά στα μικρά αρνάκια<br />
και τα κατσικάκια. Έπρεπε να φροντίζει να οδηγεί το κοπάδι<br />
σε τόπο με καλό χόρτο για να βοσκήσουν. Και μετά, το καλοκαίρι,<br />
ανέβαζαν τα πρόβατα στα βουνά, ψηλά στις Μαδάρες.<br />
Είχαν απογαλακτίσει τα αρνιά και ήταν έτοιμοι να<br />
αρχίσουν την παραγωγή. Έφτιαχναν τυρί και μυζήθρα, πεντανόστιμα<br />
αλήθεια, γιατί τα ζώα έτρωγαν μόνο χόρτα και μυρωδάτα<br />
βότανα απ’ αυτά που φυτρώνουν στη Μαδάρα.<br />
Τα μιτάτα<br />
Στα παλιότερα χρόνια μαζεύονταν συνήθως δύο ή τρεις βοσκοί<br />
μαζί σ’ ένα μιτάτο. Συνεργάζονταν μεταξύ τους και μοιράζονταν<br />
τη δουλειά και το εισόδημα. Το μιτάτο είναι χτίριο<br />
χτισμένο μόνο με πέτρες χωρίς να ’χει μπει ανάμεσά τους<br />
λάσπη. Μέσα υπήρχε ένας μεγάλος «πυρόμαχος», όπως τον<br />
έλεγαν οι γέροι, ή παραστιά. Πάνω στην παραστιά τοποθετούσαν<br />
ένα πολύ μεγάλο «λαβέντζι», το δοχείο που έβαζαν<br />
μέσα το γάλα για να φθιάξουν το τυρί. Αριστερά και δεξιά<br />
υπήρχε πεζούλα, χτισμένη συνήθως μόνο με πέτρες, για να<br />
κάθονται ή και να κοιμούνται καμιά φορά φτιάχνοντας πρόχειρα<br />
στρώματα με ξερούς θάμνους. Ένα τραπέζι βρισκόταν<br />
πάντα στη μέση κατασκευασμένο συνήθως από τον βοσκό,<br />
με χοντρές σανίδες που τις έφθιαχνε ο ίδιος από ξύλο κυπαρισσιού.<br />
Σε μια μεριά του κτηρίου υπάρχει η «ξεπορταρέ»,<br />
71
| Η ΖΩΗ ΤΟΥ ΒΟΣΚΟΥ<br />
ένα πολύ χοντρό, καλά πελεκημένο ξύλο από κυπαρίσσι. Έχει<br />
φάρδος μέχρι τη μέση περίπου, γύρω στους 40-45 πόντους και<br />
στενεύει μέχρι να φθάσει στο τέλος γύρω στους 20. Εκεί έβαζαν<br />
το καλούπι με το τυρί, που μόλις είχε βγει από το λαβέντζι. Από<br />
κάτω υπήρχε ένα δοχείο για να μαζεύει τον χουμά, τα απόνερα<br />
που βγαίνουν όταν στεγνώνει το τυρί.<br />
Μια πόρτα στην άκρη του ενός τοίχου οδηγεί στον «τυροκόμο»,<br />
ένα άλλο δωμάτιο του μιτάτου. Εκεί έβαζαν οι βοσκοί του παλιού<br />
καιρού το τυρί, μέχρι να «καταστέσει», να στεγνώσει και να είναι<br />
έτοιμο για την αγορά. Έχει πολύ λίγο φως και πολλή υγρασία, ό,τι<br />
χρειάζεται για να ωριμάσει το τυρί.<br />
Τότε, βέβαια, δεν υπήρχαν ψυγεία. Υπήρχαν όμως τα φυσικά ψυγεία,<br />
τα μεγάλα και δροσερά σπήλια με νερό μέσα. Εκεί πήγαιναν<br />
τη μυζήθρα, ώσπου να περάσει ο καιρός, να κλείσει το μιτάτο και<br />
να πάρει ο καθένας το δικό του μερίδιο, ανάλογα με το πόσα πρόβατα<br />
ή κατσίκια είχε.<br />
◗<br />
Η χαρά της ζωής<br />
Δουλειά πολλή, άρμεγμα πρωί-βράδυ (αυτό γίνεται και σήμερα)<br />
και πολλή φροντίδα, όση που χρειάζεται το τυρί μέχρι να καταστέσει.<br />
Κι όμως! Είχε κι αυτή η ζωή τις χάρες της και την ομορφιά<br />
της. Όταν κούρευαν τα πρόβατα μαζεύονταν 20-30 άτομα, δούλευαν<br />
όλοι μαζί και μετά το κούρεμα των προβάτων έστρωναν<br />
τραπέζι κάτω από τη δροσιά μεγάλων πρίνων. Μπόλικο βραστό<br />
κρέας, τσιγαριαστό, μυζηθρόπιτες, μπόλικο κρασί και με την πολύ<br />
καλή διάθεση όλων δεν αργούσε να ανάψει το γλέντι. Εκεί, κάτω<br />
από αιωνόβιους πρίνους, αντηχούσε το ριζίτικο τραγούδι, καθάριο,<br />
όμορφο, αρμονικό. Αντηχούσαν οι μαντινάδες και οι ευχές.<br />
Να… χιλιάσει ο βοσκός τα πρόβατα, να ’ναι πάντα γερός, αυτός<br />
και η οικογένειά του.<br />
Σκληρή ζωή και δύσκολη. Κι όμως, όσοι την έζησαν κρατούν στη<br />
μνήμη τους με νοσταλγία την απλή ομορφιά της. x<br />
Ευαγγελία Γεωργεδάκη / Άγιος Ιωάννης Σφακίων<br />
Δύσκολη ζωή.<br />
Άρμεγμα πρωί και βράδυ.<br />
Αλλά οι άνθρωποι ήξεραν<br />
να απολαμβάνουν τις χαρές της.<br />
72
ΡΟΚΑ<br />
Ένα απόρθητο<br />
οχυρό<br />
στην Κίσαμο<br />
◗◗<br />
Οι παλιότεροι πολιτισμοί άφησαν τα ίχνη<br />
τους πάνω στη σκληρή πέτρα της Κισάμου.<br />
Τοπίο παράξενο, όπως λέει και τ’ όνομά<br />
του: Τρουλί. Ή και Ρόκα, όπως ήταν γνωστό<br />
πριν από κάμποσους αιώνες. Ρόκα λέγεται<br />
και το μικρό χωριό που είναι χτισμένο στα<br />
ριζά του. Τοπίο οχυρό, σχεδόν απροσπέλαστο.<br />
Αρκούσε να γίνουν κάποιες παρεμβάσεις,<br />
να χτιστούν τείχη. Μεγάλοι γκρεμοί και<br />
απότομες κλίσεις του εδάφους καθιστούσαν<br />
απαγορευτικό το ανέβασμα σε όποιον<br />
προσπαθούσε να ανηφορίσει ως εδώ. Φυσικό<br />
οχυρό απόρθητο η Ρόκα…<br />
74
ΥΠΕΡ Χ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ 2010 <br />
Τα ίχνη της ανθρώπινης παρουσίας χάνονται<br />
καθώς οι αρχαιολογικές πληροφορίες<br />
δεν είναι επαρκείς. Είναι<br />
σίγουρο, όμως, ότι οι Βυζαντινοί, που<br />
είχαν κατανοήσει καλά τον σημαίνοντα<br />
στρατηγικό ρόλο της Κρήτης, είχαν οχυρώσει<br />
το ύψωμα. Κατέστρεψαν όμως τα<br />
ίχνη των παλαιότερων πολιτισμών, τα<br />
κατάλοιπα που πρέπει να θεωρείται βέβαιο<br />
ότι υπήρχαν παντού και χρονολογούνταν<br />
από την προϊστορική εποχή. Έτσι γίνεται κάθε φορά. Τα<br />
νεότερα κτίσματα καταστρέφουν τα προηγούμενα αλλά δεν τα<br />
αφανίζουν. Αυτό μπορεί να καυχηθεί ότι το έχει πετύχει μόνο ο<br />
σημερινός άνθρωπος με τα τεχνικά μέσα που διαθέτει.<br />
Φαίνεται πως οι Μινωίτες, με την ιδιαίτερη αγάπη που είχαν στα<br />
βουνά, ανηφόρισαν πρώτοι στη Ρόκα. Να υπήρχε κάποιο ιερό κορυφής<br />
εκεί; Να έπαιζε ρόλο στο αμυντικό σύστημα της Κρήτης ως<br />
τόπος ορατός από πολλά άλλα υψώματα; Να ήταν και τα δυο, ή και<br />
άλλα που δεν μπορούμε να τα ξέρομε σήμερα; Εξετάζοντας μόνο<br />
τη γεωμορφολογία του χώρου πιθανολογούμε ότι δεν θα μπορούσε<br />
να απουσιάζει η Ρόκα από το μινωικό σύστημα τηλεειδοποίησης:<br />
Στα υψώματα άναβαν φωτιές και μέσα σε ελάχιστο<br />
χρόνο όλο το νησί μπορούσε να γνωρίζει πράγματα πολύ σημαντικά…<br />
Οι Βυζαντινοί ακολούθησαν τα ίχνη των προηγούμενων πολιτισμών.<br />
Το ύψωμα της Ρόκας φαίνεται ότι απέκτησε ζωή. Λαξευτές<br />
δεξαμενές, ναοί, μονοπάτια, πύλες εισόδου. Μέχρι και<br />
κατάλοιπα θεάτρου σημειώνει ότι είχε δει εδώ ο σπουδαίος Ιταλός<br />
ενετολόγος Γκιουζέπε Γκερόλα που ήρθε στην Κρήτη στις<br />
αρχές του 20ου αιώνα.<br />
75
| ΡΌΚΑ; ΈΝΑ ΑΠΌΡΘΗΤΟ ΟΧΥΡΌ ΣΤΗΝ ΚΊΣΑΜΟ.<br />
◗<br />
Περπατώντας ανάμεσα στις πεσμένες πέτρες μπορούμε να υποθέσομε<br />
πού βρίσκονταν τα αρχαία μονοπάτια, να αναζητήσομε<br />
τους άξονες επικοινωνίας, να δούμε τα λαξεύματα στους βράχους,<br />
να αναζητήσομε τη θέση των σπιτιών που μπορεί να σωριάστηκαν<br />
πολλές φορές στη γη, αλλά οι πέτρες, το οικοδομικό υλικό τους,<br />
χρησιμοποιήθηκε ξανά και ξανά σε μεταγενέστερα έργα.<br />
Ο Άγγλος πλοίαρχος Σπραττ, που επισκέφτηκε την Κρήτη κατά τη<br />
δεκαετία του 1850, έστησε εκεί τη σκηνή του και εξερεύνησε την<br />
περιοχή αναζητώντας τα ίχνη μιας αρχαίας πόλης και ένα ιερό, της<br />
Αρτέμιδος. Ο παθιασμένος αυτός αναζητητής των αρχαίων καταλοίπων<br />
παρατήρησε τις αρχαίες αναβαθμίδες, διάβασε τις επιγραφές<br />
στα παλιά εκκλησάκια και μας άφησε ενδιαφέρουσες<br />
πληροφορίες για τη μορφή που είχε το τοπίο στα χρόνια του. Γράφει,<br />
για τις αρχαίες αναβαθμίδες στις οποίες είχε δει κομμάτια από<br />
μάρμαρα και θεμέλια κτηρίων: «Μερικές από τις αρχαιότερες κατοικίες<br />
ήταν κτισμένες στην απότομη βάση του ψηλού βράχου, η<br />
επιφάνεια του οποίου ήταν λαξευμένη ώστε να αποτελεί την πίσω<br />
πλευρά των κτηρίων. Σώζονται οι εσοχές που ήταν λαξευμένες<br />
στην πρόσοψή του και χρησίμευαν ως ντουλάπια ή ως υποδοχές<br />
για τα δοκάρια της οροφής».<br />
Τοπίο σημαδιακό η Ρόκα. Από αυτά που μένουν στη θύμηση, που<br />
δεν ξεχνιούνται. Και, όπως είναι φυσικό, οι θαμμένοι πολιτισμοί<br />
περιμένουν τους ειδικούς, περιμένουν τη στοργή και τη φροντίδα<br />
του σύγχρονου ανθρώπου που απλώς αρκείται να θεωρεί τον<br />
εαυτό του «κληρονόμο» του παρελθόντος. Ψ<br />
Τοπίο σημαδιακό η Ρόκα.<br />
Από αυτά που μένουν στη θύμηση,<br />
που δεν ξεχνιούνται.<br />
76
Kαλημέρα! Mε γεύσεις από Kρήτη στο ποτήρι σας!<br />
H BIOXYM AE ιδρύθηκε το 1956 στα Xανιά Kρήτης. Eδώ και 50 χρόνια διαθέτει φρέσκο συμπυκνωμένο χυμό όχι μόνο<br />
στο Nομό Xανίων, στην Kρήτη και σε ολόκληρη την Eλλάδα αλλά και στο εξωτερικό.<br />
H BIOXYM AE είναι ένα από τα λιγοστά εργοστάσια στην Eλλάδα που ασχολούνται παράλληλα με τη μεταποίηση των<br />
εσπεριδοειδών και την τυποποίηση των χυμών. Παραλαμβάνει και εκχυμώνει φρέσκα κρητικά εσπεριδοειδή (πορτοκάλια,<br />
μανταρίνια, λεμόνια, γκρέιπ φρουτ) και στη συνέχεια τα διαθέτει είτε σε μορφή ημιέτοιμων προϊόντων όπως τους<br />
συμπυκνωμένους χυμούς πορτοκαλιού, μανταρινιού, λεμονιού, γρέιπ φρουτ και τα αιθέρια έλαια των παραπάνω εσπεριδοειδών,<br />
είτε στην επεξεργασμένη μορφή των ημιέτοιμων προϊόντων για την παρασκευή φυσικών χυμών και νέκταρ<br />
σε συσκευασία TETRABRIX και ζαχαρούχων χυμών σε συσκευασία γυάλινων φιαλλών των 840 γρ, 910 γρ., 1850 γρ.,<br />
2.000 γρ. και δοχεία (κάνιστρα).<br />
Θερίσου 1, Xανιά | τηλ.: 28210 96861, 93957, 93022 | fax: 28210 95132 | e-mail: bioxym@otenet.gr<br />
Oι ζαχαρούχοι χυμοί<br />
φέρουν το εμπορικό<br />
σήμα της εταιρείας<br />
“BIOXYM”<br />
ενώ οι φυσικοί χυμοί<br />
και τα νέκταρ φέρουν το<br />
λογότυπο της<br />
“CRETA FRESH”
| ΣΠΙΝΑΛΟΓΚΑ<br />
78