10.01.2015 Views

Manos Gavras - Xalkiadakis

Manos Gavras - Xalkiadakis

Manos Gavras - Xalkiadakis

SHOW MORE
SHOW LESS

You also want an ePaper? Increase the reach of your titles

YUMPU automatically turns print PDFs into web optimized ePapers that Google loves.

ΥΠΕΡΧ<br />

TO ΠEPIOΔIKO TΩN SUPER MARKETS XAΛKIAΔAKH | ΤΕΥΧΟΣ 57 | ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ 2010 | ΔΙΑΝΕΜΕΤΑΙ ΔΩΡΕΑΝ<br />

▲<br />

ΧΑΛΚΙΑΔΑΚΗΣ<br />

ΠEρΙβΑΛΛoΝ<br />

τα παιδιά, το μέλλον<br />

του τόπου μας,<br />

δίνουν το σύνθημα<br />

για ένα καλύτερο<br />

αύριο<br />

2<br />

ΧΑΛΚΙΑΔΑΚΗΣ<br />

NEWS<br />

ΝΕΑ<br />

ΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΑ<br />

ΣΤΟ ΗΡΑΚΛΕΙΟ<br />

<strong>Manos</strong> <strong>Gavras</strong><br />

Η ζωή είναι<br />

ένα όμορφο δώρο<br />

▲<br />

Ο Κρητικός που κατάφερε να σταματήσει τον Αττίλα<br />

ΟΙ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΙ ΖΕΥΓΑΔΕΣ / ΡΟΚΑ, ΕΝΑ ΑΠΟΡΘΗΤΟ ΟΧΥΡΟ ΣΤΗΝ ΚΙΣΑΜΟ<br />

Κρήτη: γη<br />

και άνθρωποι


ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ<br />

8 «Χαλκιαδάκης»<br />

NEWS<br />

12 Φωτογραφήματα<br />

Φωτογραφίες και κείμενα: Ν. Ψιλάκης<br />

20 Ανακύκλωση<br />

22 Κρήτη: γη και άνθρωποι<br />

Η έκθεση της Έφης στη Χερσόνησο<br />

26 Περιβάλλον<br />

28 <strong>Manos</strong> <strong>Gavras</strong><br />

Η ζωή είναι ένα όμορφο δώρο.<br />

Tης Έφης Ψιλάκη<br />

38 Ο Κρητικός που κατάφερε<br />

να σταμάτησει τον Αττίλα<br />

Του Νίκου Ψιλάκη<br />

46 Οι τελευταίοι ζευγάδες<br />

Tης Έφης Ψιλάκη<br />

58 Spinalonga, stato da mar<br />

Toυ Κωστή Μαυρικάκη<br />

64 Η μεταφορά των προυκιών<br />

Του Νίκου Ψιλάκη<br />

70 Η ζωή του βοσκού χθές<br />

Της Ευαγγελίας Γεωργεδάκη<br />

74 ΡΟΚΑ<br />

Ένα απόρθητο οχυρό στην Κίσαμο<br />

Του Νίκου Ψιλάκη<br />

26 46 59<br />

38<br />

70<br />

12<br />

Tριμηνιαία έκδοση<br />

των Σ/M XAΛKIAΔAKH<br />

τηλ. 2810 824 140<br />

1o χιλ. Γαζίου-Κρουσώνα 7005 Ηράκλειο<br />

Διανέμεται δωρεάν από<br />

τα καταστήματα της εταιρείας<br />

Yπεύθυνος σύμφωνα με το νόμο:<br />

ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΧΑΛΚΙΑΔΑΚΗ<br />

Eκδοτική φροντίδα:<br />

Tμήμα Δημοσίων Σχέσεων<br />

της A.E. XAΛKIAΔAKH<br />

Φωτογραφία εξωφύλλου:<br />

ΝΙΚΟΣ ΨΙΛΑΚΗΣ<br />

Σύμβουλος έκδοσης:<br />

NIKOΣ ΨIΛAKHΣ<br />

Yπεύθυνοι Δημοσίων Σχέσεων<br />

της A.E. XAΛKIAΔAKH:<br />

ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΧΑΛΚΙΑΔΑΚΗ<br />

ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΑΚΗΣ<br />

Σχεδίαση εντύπου:<br />

NIKOΣ NTPETAKHΣ<br />

Φωτοστοιχειοθεσία<br />

Mακέτες - Eκτύπωση:<br />

TYΠΟΚΡΕΤΑ<br />

BI.ΠE. Hρακλείου<br />

Tηλ. 2810 380882 FAX: 2810 380887<br />

Tα κείμενα που δημοσιεύονται δεν εκφράζουν<br />

κατ’ ανάγκην και την άποψη<br />

της εταιρείας ή του περιοδικού.


30<br />

ρόνια<br />

αλκιαδάκης<br />

Δυο μήνες γιορτής και προσφορών<br />

Τα σούπερ μάρκετ Χαλκιαδάκης ετοιμάζονται να γιορτάσουν μαζί σας τα 30 χρόνια λειτουργίας<br />

τους. Τότε, το 1980, η αρχική ιδέα φάνηκε τολμηρή. Σε μια πόλη και σε ένα νησί με παραδοσιακές<br />

εμπορικές δομές μια νέα αντίληψη φαινόταν παρακινδυνευμένη. Δεν ήταν όμως… Καμιά δραστηριότητα<br />

δεν θα μπορούσε να είναι (και δεν είναι τελικά) ποτέ σταθερή και αμετάβλητη.<br />

6▲<br />

Τριάντα χρόνια μετά η μοντέρνα ιδέα του 1980<br />

έχει γίνει παράδοση. Οι άνθρωποι της εταιρείας<br />

ήξεραν να συνδυάζουν το καινούργιο με την παραδοσιακή<br />

νοοτροπία. Άλλωστε και οι ίδιοι οι δημιουργοί<br />

της σημερινής αλυσίδας δεν ήρθαν στον<br />

τόπο μας ούτε από κάποιον άλλο πλανήτη, ούτε από κάποια άλλη<br />

περιοχή του κόσμου. Ήταν και είναι σαρξ εκ της σαρκός αυτής της<br />

κοινωνίας. Εμποτισμένοι με τις ίδιες αξίες, γαλουχημένοι με τις<br />

ίδιες παραδόσεις, μεγαλωμένοι με τον κρητικό αέρα που αναπνέουμε<br />

όλοι μας.<br />

Ο καινούργιος τρόπος αγορών έγινε παράδοση επειδή τα κριτήρια<br />

δεν ήταν αμιγώς εμπορικά. Δεν έλειψε η κοινωνική ευαισθησία<br />

ποτέ. Και, ακόμη, ξέραμε από το ξεκίνημα ότι για να είναι<br />

κάποιος καλά πρέπει και το σύνολο, οι άλλοι δίπλα του, να είναι<br />

καλά. Αυτό αποτελεί και το μικρό μυστικό μας. Στηρίξαμε την παραγωγή,<br />

τον μικρό και τον μεγάλο επιχειρηματία που δίνει τον δικό<br />

του αγώνα στον ίδιο τόπο με μας. Τα προϊόντα της Κρήτης ήταν<br />

πάντα στην πρώτη γραμμή. Και είναι. Και θα είναι…<br />

Δεν μας ενδιέφερε ποτέ ποιος ήταν ο παραγωγός, αν ήταν μικρός<br />

ή μεγάλος, αν ήταν απλά ένας γυναικείος συνεταιρισμός που<br />

αναζητούσε διέξοδο στην αγορά. Μας αρκούσε να παράγονται<br />

ποιοτικά προϊόντα. Γι’ αυτό και καθιερώσαμε τα ειδικά τμήματα με<br />

τα τοπικά προϊόντα. Στους χώρους αυτούς τα ποιοτικά προϊόντα<br />

του νησιού μας δεν παίζουν απλά πρωταγωνιστικό ρόλο, αλλά<br />

προβάλλονται κατ’ αποκλειστικότητα… Ακόμη κι όταν γνωρίζαμε<br />

ότι κάποιο προϊόν δεν μπορεί να πετύχει τους στόχους του δημιουργού<br />

του, αυτό είχε θέση στα ράφια μας, του δίναμε την ευκαιρία.<br />

Μόνη προϋπόθεση: η απόλυτη προστασία του καταναλωτή, η<br />

ποιότητά του.<br />

Τριάντα χρόνια μετά το ένα (μικρό για τα δεδομένα της εποχής<br />

μας) κατάστημα επεκτάθηκε. Άνοιξε δεύτερο, τρίτο, τέταρτο. Σήμερα<br />

είναι 36 και εκτείνονται από το ένα άκρο της Κρήτης μέχρι<br />

το άλλο. Σ’ αυτόν τον όμορφο κόσμο της μεγάλης αλυσίδας απασχολούνται<br />

σήμερα πάνω από 900 εργαζόμενοι. Και όλοι μαζί<br />

συναποτελούν μια μεγάλη οικογένεια με συνοχή και στόχους.<br />

Όμως εμείς αισθανόμαστε ότι η μεγάλη αυτή οικογένεια δεν αποτελείται<br />

μόνο από 900 ή 1000 εργαζόμενους. Συμπεριλαμβάνουμε<br />

σ’ αυτούς τους προμηθευτές μας. Από τον απλό παραγωγό<br />

κηπευτικών μέχρι τον βιοτέχνη και τον βιομήχανο. Και περισσότερο<br />

ακόμη συμπεριλαμβάνουμε τους ανθρώπους που αποτελούν<br />

αληθινό στήριγμά μας, αυτούς που άλλοι τους λένε «πελάτες»<br />

αλλά εμείς τους αισθανόμαστε σαν συνεργάτες και φίλους. Μας<br />

κοιτάζουν στα μάτια. Και τους κοιτάζουμε στα μάτια. Ξέρουμε ότι<br />

μας ενώνει μια σχέση εμπιστοσύνης, μας ενώνει ο τόπος, οι κοινές<br />

αξίες.<br />

Φέτος, λοιπόν, συμπληρώνονται 30 χρόνια. Τα τριάντα πρώτα<br />

χρόνια. Μπορεί να είναι δύσκολες οι εποχές, αλλά αυτό μας κάνει<br />

πιο αποφασιστικούς όλους. Και κυρίως, δεν μας πτοεί… Επιμένουμε<br />

σε μια κοινή προσπάθεια ξέροντας πως η έξοδος από την<br />

κρίση απαιτεί μεγαλύτερη προσπάθεια. Επομένως, μια σχέση εμπιστοσύνης<br />

είναι πιο αναγκαία από ποτέ.<br />

Φέτος, λοιπόν, γιορτάζουμε. Οι δυο τελευταίοι μήνες του χρόνου<br />

είναι αφιερωμένοι όχι μόνο σε μια επέτειο, αλλά και σε μια σχέση<br />

που οικοδομήθηκε και συντηρήθηκε για τριάντα ολόκληρα χρόνια<br />

με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Συνεχίζοντας να στηρίζουμε την<br />

τοπική οικονομία και τον τοπικό καταναλωτή, γεμίζουμε τα καταστήματα<br />

με εντυπωσιακές προσφορές, εκπλήξεις και δώρα.<br />

Γεμίζουμε τις καρδιές μας με αισιοδοξία και δίνουμε τις ίδιες<br />

υποσχέσεις, όπως και τότε, πριν από τριάντα χρόνια: σεβασμό,<br />

εμπιστοσύνη, στήριξη της οικονομίας της Κρήτης.<br />

Και φυσικά δεν παραλείπουμε να πούμε σε όλους ένα μεγάλο ευχαριστώ.


ΧΑΛΚΙΑΔΑΚΗΣ<br />

NEWS1<br />

2NEA<br />

καταστήματα<br />

Χαλκιαδακης<br />

το 2010<br />

Παρά τις δύσκολες οικονομικές συγκυρίες, η<br />

Χαλκιαδάκης Α.Ε., υλοποιώντας το πρόγραμμα<br />

ανάπτυξης, εγκαινίασε φέτος το καλοκαίρι δύο<br />

νέα καταστήματα στην πόλη του Ηρακλείου.<br />

ΝΕΑ<br />

ΑΛΙΚΑΡΝΑΣΣΟΣ<br />

ΝΕΑ<br />

ΑΛΑΤΣΑΤΑ<br />

▲<br />

Πιο συγκεκριμένα, τόσο στην Ηροδότου & Διονύσου<br />

στη Ν. Αλικαρνασσό όσο και στη Μονής & Μαλίων στα<br />

Νέα Αλάτσατα, τα νέα καταστήματα είναι έτοιμα να εξυπηρετήσουν<br />

τους πελάτες της περιοχής, παρέχοντας<br />

τη γνωστή ποιότητα προϊόντων των super markets<br />

Χαλκιαδάκης στις καλύτερες τιμές.<br />

8


ΧΑΛΚΙΑΔΑΚΗΣ<br />

NEWS2<br />

Δεκάδες νικητές<br />

κάθε μήνα πλούσια δώρα<br />

και εκπλήξεις!<br />

Η ποιότητα των προϊόντων και οι καλύτερες προσφορές είναι<br />

δεδομένα<br />

για τα super makets Χαλκιαδάκης. Οι αγορές ανταμείβονται επιπλέον συμμετέχοντας κάθε μήνα<br />

σε κληρώσεις ακόμα και για προϊόντα πολύ μικρής χρηματικής αξίας. Τα επιπλέον μεγάλα δώρα<br />

που μπορεί να κερδίσει κανείς δίνουν τεράστια, απροσδόκητη χαρά στους νικητές, σε πολλούς<br />

από τους οποίους η τύχη χαμογελά για πρώτη φορά!<br />

/ Αξίζει να αναφερθεί ότι τον Απρίλιο 3<br />

τυχεροί πελάτες επιλέγοντας προϊόντα<br />

L’OREAL έλαβαν μέρος σε κλήρωση και<br />

κέρδισαν 3 Home Cinema LG και 20 τυχεροί<br />

που αγόρασαν καφέ ILLY κέρδισαν<br />

μηχανές espresso FRANCIS<br />

FRANCIS X1.<br />

/ Το Μάιο 7 τυχεροί βρήκαν το σχιστό<br />

κουπόνι και κέρδισαν 7 LSD τηλεοράσεις<br />

SAMSUNG αγοράζοντας προϊόντα<br />

PEPSI και 20 τυχεροί που βρήκαν το τυχερό<br />

σχιστό κουπόνι σε συσκευασίες<br />

NESTLE κέρδισαν αντίστοιχα 20 NI-<br />

TENDO wii.<br />

/ Τον Ιούλιο 3 τυχεροί από Χανιά, Σητεία<br />

και Ηράκλειο κέρδισαν σε κλήρωση<br />

αντίστοιχα 3 πλυντήρια WHIRLPOOL<br />

επιλέγοντας στις αγορές τους απορρυπα-<br />

ντικά PLANET. Τον ίδιο μήνα 20<br />

τυχεροί κέρδισαν ποδήλατα mountain<br />

λαμβάνοντας μέρος σε κλήρωση της<br />

POWERADE.<br />

/ Τον Αύγουστο στη μεγάλη κλήρωση<br />

που έγινε ζωντανά στο Χαλκιαδάκης<br />

ΜΑΧ της Ν. Αλικαρνασσού, σε συνεργασία<br />

με τον ΣΚΑΪ Κρήτης, 5 τυχερά ζευγάρια<br />

που αγόρασαν καφέ Δανδάλη<br />

κέρδισαν εξ ολοκλήρου πληρωμένες τις<br />

καλοκαιρινές τους διακοπές στην<br />

Κάρπαθο για μια εβδομάδα. Τα δώρα<br />

των τοπικών επιχειρηματιών του νησιού<br />

και της Α.Ν.Ε.Κ. περιελάμβαναν: μεταφορικά,<br />

διαμονή, διατροφή και ποτά,<br />

ενώ οι νικητές είχαν και την ευκαιρία για<br />

δωρεάν μαθήματα αυτόνομης κατάδυσης<br />

στα καταγάλανα νερά της Καρπάθου.


Μαστίχα και μαχλέπι<br />

Μοναστήρι παλιό η Φανερωμένη του Τράχηλα,<br />

στη βόρεια ακτή της Σητείας, έρημο<br />

σήμερα. Κάθε καλοκαίρι αποκτά και πάλι<br />

ζωή. Σπεύδουν οι πιστοί, «καπαρώνουν»<br />

τα παλιά κελιά, μένουν εκεί για δεκαπέντε<br />

μέρες, όσο κρατά ο κρητικός Δεκαπενταύγουστος.<br />

Οι παλιές εικόνες στολίζονται με<br />

λουλούδια και βότανα, μοσχομυρίζει ο βασιλικός<br />

και το λιβάνι, υψώνονται τα θυμιάματα<br />

στον γαλανό ουρανό, ακούγονται από<br />

μακριά τα δοξαστικά και τα Κυρελέησο... Το<br />

παλιό αρχονταρίκι λάμπει με τις δαντέλες<br />

του. Εκεί μένει ο ιερέας που αναλαμβάνει<br />

κάθε χρόνο τέτοιες μέρες το ρόλο του.<br />

Αδιάκριτος ο φακός μετατρέπει σε εικόνα<br />

την προσφορά. Και το διάλογο. Εστιάζει στα<br />

πρόσωπα, αγωνιά να καταγράψει όχι μόνο<br />

τις μορφές αλλά και το ήθος. Οι πέντε άρτοι<br />

που προσφέρονται την παραμονή της μεγάλης<br />

γιορτής. Καινούργια αρώματα,<br />

εκείνα του φρεσκοψημένου γλυκού ψωμιού,<br />

η κανέλα, η μαστίχα, το μαχλέπι, η μυρωδιά<br />

της θείας ευχαριστίας.<br />

Παναγία Φανερωμένη του Τράχηλα. Παλιό<br />

μοναστήρι που για δεκαπέντε μέρες κάθε<br />

χρόνο ζωντανεύει. Με τους Κρητικούς Δεκαπενταριστές<br />

να είναι εκεί, πιστοί στο ετήσιο<br />

ραντεβού τους, άξιοι συνεχιστές μιας<br />

παμπάλαιας παράδοσης.<br />

◗<br />

12


ΦΩΤΟΓΡΑΦΗΜΑΤΑ<br />

ΦΩΤΟΓΡΑΦIΕΣ & ΚΕIΜΕΝΑ: ΝΙΚΟΣ ΨΙΛΑΚΗΣ<br />

N


N ΦΩΤΟΓΡΑΦIΕΣ & ΚΕIΜΕΝΑ: ΝΙΚΟΣ ΨΙΛΑΚΗΣ<br />

Αχ, Ελλάδα,<br />

σ’ αγαπώ!<br />

Σαν σύνθημα γραμμένο στον τοίχο… «Η<br />

πιο γλυκιά πατρίδα είναι η καρδιά». Όπως<br />

το είπε ο δικός μας ο Μανώλης Ρασούλης.<br />

Υπάρχει, άραγε, μεγαλύτερη επιτυχία<br />

για έναν δημιουργό; Να γίνεται ο στίχος<br />

του σύνθημα, να τον τραγουδούν στις γειτονιές<br />

και στις ρούγες. Και στο τέλος κάποιοι<br />

να τον υιοθετούν σε τέτοιο βαθμό,<br />

ώστε να τον κάνουν σύνθημα.<br />

Θυμάμαι τα χρόνια του στρατού. Πέντ-έξι<br />

φαντάροι καθισμένοι στην ταβέρνα του<br />

Πατάπα, κάπου σε μια πλατεία του ολόδροσου<br />

Αιγαίου, σαμιώτικο κρασί μυρωδάτο,<br />

μεζεδάκια, ευχές (εξήντα και μία,<br />

παιδιά!) και στο πικ–απ η υπέροχη Χαρούλα<br />

να τραγουδά σε στίχους του Ρασούλη:<br />

«Έλα στην παρέα μας φαντάρε…».<br />

Το τραγούδι συνέχιζε… «Ξέχνα καψόνια<br />

και σκοπιές…». Αλλά, πώς να ξεχάσεις τα<br />

καψόνια και τις σκοπιές, εσύ ο αγουροξυπνημένος<br />

από το «γερμανικό νούμερο»<br />

(δύο με τέσσερις τη νύχτα); Πώς να ξεχάσεις<br />

τα καψόνια και αυτόν τον άθλιο Χρυσοσπ…<br />

(όνομα λοχαγού) που σε είχε<br />

βάλει να πλένεις όλη τη μέρα καζάνια;<br />

Δεν αφήσαμε τη Χαρούλα μοναχή. Τη συνοδεύσαμε<br />

με άγριες φωνές, όσο πιο δυνατά<br />

μπορούσαμε. Το τραγούδι τέλειωσε<br />

κάποτε, αλλά εμείς… εκεί!<br />

«Πατάπα, από την αρχή, το ίδιο». Και ξανάρχιζε,<br />

δυο τρεις, τέσσερις φορές. Από<br />

το βάθος ακούγονταν φωνές: «Ένα καραφάκι<br />

στα παιδιά από μένα». Κι αμέσως…<br />

άλλες προσφορές «Κι από μένα, κι από<br />

μένα».<br />

Με την επόμενη τζούφια άδεια (με τέχνασμα,<br />

δεν το ξεχνώ) συνάντησα τον Ρασούλη<br />

στην Αθήνα. Οδός Νικηφόρου<br />

Ουρανού, λίγο πάνω από το πάρκο.<br />

- Μανώλη, σου χρωστώ ένα κέρασμα, του<br />

είπα. Ή, μάλλον, εσύ μου το χρωστάς!<br />

Στην ουσία δεν χρωστούσε κανείς. Ο καλλιτέχνης<br />

έκανε τη δουλειά του και απογείωνε<br />

με ένα παιγνίδι των λέξεων.<br />

Στις αρχές του Σεπτέμβρη που περνούσα<br />

από ένα ωραίο κρητικό χωριό (Μυρσίνη<br />

το όνομά του) είδα γραμμένο με μπογιά το<br />

σύνθημα για τη γλυκιά πατρίδα που λέγεται<br />

καρδιά. Μου μίλησε στην καρδιά ο<br />

ίδιος ο Ρασούλης. Όχι μόνο για το τραγούδι<br />

αλλά και γι’ αυτή την απίστευτη ικανότητά<br />

του να πλέκει σε λέξεις τις πιο<br />

όμορφες εικόνες. Χωρίς να το καταλάβω<br />

εστίασα το φακό μου στον τοίχο, θυμήθηκα<br />

το ταβερνάκι του Πατάπα, τα βάσανα<br />

του στρατού (τότε που δεν ήταν… κολέγιο<br />

η θητεία) και άρχισα να σιγοτραγουδώ…<br />

Αχ, Ελλάδα, σ’ αγαπώ!<br />

ΥΓ.. Τον Ρασούλη τον φωτογράφησα σε<br />

αίθουσα αεροδρομίου, μπροστά σ’ έναν<br />

αδρό τοίχο φωτισμένο από το θείο φως<br />

του απογεύματος.<br />

◗<br />

Αχ, Ελλάδα, σ' αγαπώ<br />

και βαθιά σ' ευχαριστώ<br />

γιατί μ' έμαθες και ξέρω<br />

ν' ανασαίνω όπου βρεθώ<br />

να πεθαίνω όπου πατώ<br />

και να μη σε υποφέρω.<br />

Αχ, Ελλάδα, θα στο πω<br />

πριν λαλήσεις πετεινό<br />

δεκατρείς φορές μ' αρνιέσαι.<br />

Μ' εκβιάζεις, μου κολλάς<br />

σαν το νόθο με πετάς<br />

μα κι απάνω μου κρεμιέσαι.<br />

Η πιο γλυκιά πατρίδα είναι η καρδιά<br />

- Οδυσσέα, γύρνα κοντά μου -<br />

που τ' άγια χώματά της πόνος και χαρά<br />

καθένας είναι ένας που σύνορο πονά<br />

κι εγώ είμαι ένας κανένας που σας σεργιανά.<br />

Καθένας είναι ένας<br />

που σύνορο πονά<br />

κι εγώ είμαι ένας κανένας<br />

που σας σεργιανά.


ΥΠΕΡ Χ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ 2010 <br />


N ΦΩΤΟΓΡΑΦIΕΣ & ΚΕIΜΕΝΑ: ΝΙΚΟΣ ΨΙΛΑΚΗΣ<br />

Η ρίζα λυκ-<br />

Γλυκοχαράζει στην ανατολή, σε κάποιο ψήλωμα<br />

του Νομού Λασιθίου. Παρακολουθώ<br />

τις ψαρόβαρκες, απολαμβάνω τον ήλιο<br />

που αναδύεται από το πέλαγο σαν ένας τεράστιος<br />

κιτρινόλευκος δίσκος και συλλογίζομαι<br />

τη… ρίζα λυκ! Λύκτος και Λύκαστος,<br />

πόλεις της Κρήτης. Λυκία, χώρα της Ανατολής.<br />

Λυκαυγές και λυκόφως. Και αμφιλύκη.<br />

Ύμνος στο φως! Κι αν η Λυκία θεωρήθηκε<br />

ως χώρα του φωτός, τι μπορεί να είναι η<br />

Λύκτος και η Λύκαστος; Πόλεις του φωτός,<br />

βέβαια!<br />

Ο ήλιος ανηφορίζει στο θόλο του, νομίζω<br />

πως στο βάθος βλέπω τη νεαρή μορφή<br />

που λέγεται Φαέθων να κοιτάζει από τα<br />

ύψη και να χορταίνει την ομορφιά του κόσμου.<br />

Πόσο δίκιο είχε ο Καζαντζάκης όταν<br />

μονολογούσε, μάλλον συνεπαρμένος,<br />

«όμορφη που ’ναι η Κρήτη». Νομίζω πως<br />

το πρωινό ξύπνημα την κάνει πιο όμορφη…<br />

Λυκαυγές, λοιπόν. Και λυκόφως. Η ρίζα<br />

λυκ-. Η ξεχασμένη γοητεία της λέξης. Ήχοι<br />

και χρώματα. Και αυτό το υπέροχο ροδόχρωμα<br />

της ανατολής.<br />

Όμορφη που ’ναι η Κρήτη… Όμορφη!<br />


ΥΠΕΡ Χ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ 2010 <br />

Η Ελλάδα της θάλασσας<br />

Κατάπλους ή απόπλους; Οι ώρες μοιάζουν, οι μέρες μοιάζουν, τα καλοκαίρια μοιάζουν σαν<br />

σταγόνες νερού θαλασσινού. Οι ναύτες ξέρουν να πετούν το σκοινί, απολαμβάνουν το στροβίλισμα<br />

στον αέρα πριν το δουν να προσγειώνεται κάθε φορά στη στεριά. Για τη ναυτοσύνη<br />

δεν είναι ούτε ρουτίνα, ούτε συνήθεια, μάλλον μοιάζει με τελετουργία που δεν ξεφτίζει ποτέ.<br />

Στιγμές από τη ζωή ενός ελληνικού λιμανιού, η νησιώτικη Ελλάδα μπορεί να συντηρεί το μύθο<br />

της, τα πλεούμενα έρχονται και φεύγουν τώρα και χιλιάδες χρόνια στα ίδια λιμάνια.<br />

Λίγη ώρα μετά την ανατολή (το λυκόφως που λέγαμε…) και η δύσκολη δουλειά της θάλασσας<br />

απαιτεί εγρήγορση. Το χοντρό ναυτικό σκοινί ανακατεύεται με τα νερά του λιμανιού, οι<br />

επιβάτες μπορούν να γεμίζουν τους κόσμους τους με την ομορφιά της ζωής και τον πυρετό<br />

της πρωινής εργασίας.<br />

Καλημέρα, Ελλάδα της θάλασσας. Των νησιών, της καρδιάς μας!


N ΦΩΤΟΓΡΑΦIΕΣ & ΚΕIΜΕΝΑ: ΝΙΚΟΣ ΨΙΛΑΚΗΣ<br />

◗<br />

Του χρόνου πάλι<br />

Αφιέρωμα σε ένα καλοκαίρι που πέρασε. Εικόνα Ελλάδας<br />

το χταπόδι στον ήλιο. Οι βάρκες, οι ψαράδες<br />

και ο παραλιακός οικισμός που ξαποσταίνει παραδομένος<br />

στην απογευματινή ραθυμία. Λιόπαστα, μελίχλωρα,<br />

λιοψημένα. Σας αφήνω να διαλέξετε τις<br />

λέξεις. Κάποια θα βρείτε να ταιριάζει στα γούστα<br />

σας.<br />

Χταπόδια στην απλώστρα του ήλιου, χταποδάκι στα<br />

κάρβουνα. Αντίο, ελληνικό καλοκαίρι. Καλημέρα,<br />

ήπιε χειμώνα του Αιγαίου.<br />

Του χρόνου πάλι.


ΥΠΕΡ Χ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ 2010 <br />

Αποσπερίδας απόηχος<br />

Πόσο άδειοι μπορεί να είναι οι δρόμοι όταν<br />

δεν αντηχούν στους παλιωμένους τοίχους<br />

οι παιδικές φωνές; Απαντήσεις δεν υπάρχουν.<br />

Ίσως να υπάρχουν μόνο απορημένα<br />

βλέμματα που κοιτάζουν με καλοσύνη τον<br />

παράξενο ξένο με το φωτογραφικό φακό<br />

τον αδιάκριτο.<br />

Απλώς θυμήθηκα πως είχα ξαναπεράσει<br />

από δω. Πριν από 10 χρόνια; Πριν από 20;<br />

Πάντως, είχα ξαναπεράσει. Χωρίς φακούς.<br />

Μόνο που τότε τα σκαλοπάτια ήταν γεμάτα,<br />

έτσι όπως συνηθιζόταν παλιότερα στα<br />

χωριά μας. Να κάθονται οι γυναίκες στις<br />

άκρες των δρόμων, σε πεζούλια, σε πέτρες,<br />

σε δοκάρια και ν’ αποσπερίζουν κουβεντιάζοντας,<br />

να λένε ιστορίες και να<br />

διασώζουν το ήθος λες και ήταν μικρές τελετουργίες<br />

μύησης.<br />

Είναι μια γωνιά στον Ξιδά (επιμένω να<br />

αγαπώ τα χωριά με τα ονόματά τους, όχι<br />

με τις πλαστογραφήσεις της μνήμης).<br />

Ακόμη κι όταν βασιλεύει η μοναξιά, το<br />

χωριό είναι όμορφο…<br />

◗◗


ΧΑΛΚΙΑΔΑΚΗΣ<br />

ΑΝΑΚΥΚΛΩΣΗ<br />

Οι μαθητές στηρίζουν<br />

την ανακύκλωση στα s/m Χαλκιαδάκης<br />

Μόνο παράδειγμα προς μίμηση, κυρίως για τους μεγαλύτερους, θα μπορούσε ν’ αποτελέσει η προσπάθεια των μαθητών<br />

του 5ου Γυμνασίου στις Μεσαμπελιές για συλλογή ανακυκλώσιμων υλικών & τηγανισμένου λαδιού. Οι μαθητές<br />

πήραν την πρωτοβουλία και, με το συντονισμό των καθηγητών τους, συνέλεξαν άχρηστες ηλεκτρικές συσκευές<br />

και δεκάδες μπουκάλια τηγανισμένου λαδιού, τα οποία παρέδωσαν στα κατάλληλα δοχεία στο κοντινότερο κατάστημα<br />

Χαλκιαδάκης επί της Ούλαφ Πάλμε.<br />

Για τους ανθρώπους των<br />

Σ/Μ Χαλκιαδάκης ήταν<br />

μια ευχάριστη έκπληξη.<br />

Είδαμε κι εμείς στα πρόσωπα<br />

αυ -τών των παιδιών<br />

μια καλύτερη γενιά, είδαμε τους<br />

μελλοντικούς πολίτες που θα σέβονται<br />

και θα προστατεύουν αποτελεσματικά το<br />

περιβάλλον. Είναι αλήθεια ότι τα τελευταία<br />

χρόνια γίνεται σε πολλά σχολεία της<br />

πατρίδας μας πολύ σοβαρή προσπάθεια<br />

για παροχή πραγματικής παιδείας. Και,<br />

φυσικά, παιδεία δεν είναι μόνο η συσσώρευση<br />

χρήσιμων (ή και.. λιγότερο<br />

χρήσιμων) γνώ- σεων αλλά η διάπλαση<br />

▲<br />

τα παιδιά,<br />

το μέλλον του<br />

τόπου μας, δίνουν<br />

το σύνθημα για<br />

ένα καλύτερο<br />

αύριο<br />

πολιτών με υπόβαθρο,<br />

κουλτούρα, κοινωνικές<br />

και περιβαλλοντικές ευαισθησίες.<br />

Στο 5ο Γυμνάσιο φαίνεται να γίνεται<br />

καλή δουλειά. Το υποκατάστημα ΧΑΛ-<br />

ΚΙΑΔΑΚΗΣ στην περιοχή γιόρτασε μαζί<br />

με τα παιδιά. Ήταν μια από τις λεγόμενες<br />

«μικρές χαρές» που προφέρει η ζωή.<br />

Και η χαρά αυτή γίνεται μεγαλύτερη όταν<br />

προέρχεται από τους αυριανούς πολίτες<br />

αυτού του τόπου. Το συμβολικό κέρασμα<br />

που πρόσφερε η διευθύντρια του<br />

υποκαταστήματος στους μαθητές δεν<br />

ήταν μια πράξη ανταμοιβής αλλά μια έμπρακτη<br />

συμπαράταξη στον<br />

αγώνα για ένα καλύτερο περιβάλλον.<br />

Οι άνθρωποι της εταιρείας έχουν<br />

αποδείξει πολλές φορές ότι είναι κομμάτι<br />

αυτής της κοινωνίας.<br />

Όχι μόνο αναλαμβάνουν πρωτοβουλίες<br />

κοινωνικής και περιβαλλοντικής προσφοράς<br />

αλλά και είναι πρόθυμοι να σταθούν<br />

δίπλα σε κάθε πολίτη ή σε κάθε<br />

συλλογική κίνηση με ευγενείς στόχους.<br />

Μπράβο στους καθηγητές, μπράβο και<br />

στα παιδιά του 5ου Γυμνασίου Ηρακλείου.<br />

Και να το ξανακάνουν!<br />

20


Η ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΦΗΣ ΣΤΗ ΧΕΡΣΟΝΗΣΟ<br />

Γη<br />

ΚΡΗΤΗ<br />

&<br />

ΑΝΘΡΩΠΟΙ<br />

Στις 22 Σεπτεμβρίου άνοιξε τις<br />

πύλες της στην αίθουσα του Λιμενικού<br />

Ταμείου Χερσονήσου η έκθεση<br />

φωτογραφίας της Έφης<br />

Ψιλάκη με τον γενικό τίτλο «Κρήτη:<br />

Γη και Άνθρωποι».


| KΡΗΤΗ: ΓΗ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ<br />

ΗΚρήτη των χρωμάτων, η Κρήτη του<br />

ονείρου, η Κρήτη του ανθρώπινου μόχθου.<br />

Ο φακός της Έφης σταματά με σεβασμό<br />

στον ιδρώτα του ζευγά, καταγράφει<br />

το πανηγύρι του θερισμού, υμνεί<br />

το διάχυτο φως του φθινοπώρου, παρακολουθεί<br />

την κίνηση της πεταλούδας<br />

και το παιγνίδι της με τα λουλούδια της<br />

άνοιξης. Το αιώνιο αυτό παιγνίδι φαίνεται<br />

να αποτελεί μια πρόκληση για την<br />

ίδια. Ο φακός δεν παρεμβαίνει στη φύση, απλώς μεταβάλλεται σε<br />

δυναμικό παρατηρητή της μετουσιώνοντας το χρώμα, το σχήμα, το<br />

φως σε τέχνη.<br />

Έχοντας παρακολουθήσει θεωρητικά μαθήματα φωτογραφίας σε<br />

Πανεπιστήμιο της Ισπανίας η Έφη Ψιλάκη είδε τη φωτογραφία ως<br />

τέχνη και παράλληλα κατανόησε την έννοια του τεκμηρίου, του<br />

ντοκουμέντου που εκφράζει μια εποχή με τρόπο άμεσο και εύληπτο.<br />

Παρακολούθησε τα σεμινάρια της Ελληνικής Φωτογραφικής<br />

Εταιρείας Κρήτης της οποίας είναι ενεργό μέλος και συμμετέχει σε<br />

παγκόσμια φωτογραφικά γεγονότα, έχοντας κατακτήσει δεκάδες<br />

χρυσά μετάλλια και άλλες σημαντικές διακρίσεις.<br />

Η έκθεση στο Λιμάνι της Χερσονήσου είναι ένα δείγμα της δουλειάς<br />

των τελευταίων τεσσάρων ετών. Ωστόσο, ο κόσμος που καταγράφει<br />

μοιάζει να κινείται σε πολλαπλούς χρόνους. Βρήκε τους<br />

τελευταίους καλλιεργητές δημητριακών, κατέγραψε τις προβιομηχανικές<br />

τεχνικές και προσπάθησε να συνθέσει με διαφορετικούς<br />

φωτισμούς, πάντα φυσικούς. Οι άνθρωποι της Κρήτης εμφανίζονται<br />

στους οικείους χώρους. Στο χωράφι, στο αλώνι, στο καφενείο.<br />

Και κοντά σε αυτές τις στιγμές της καθημερινότητας<br />

αισθάνεται κανείς τη γοητεία της τελετής. Ο αγιασμός είναι μια μετάβαση<br />

από το ανθρώπινο προς το θείο και στη φωτογραφία της<br />

Έφης το ανθρώπινο πρόσωπο λάμπει λουσμένο στο φως, αναδεικνύοντας<br />

το ακαταμάχητο εσωτερικό κάλλος. Στα λουλούδια<br />

του Μαρμακέτου αναδεικνύεται το κοινωνικό περιεχόμενο. Η αγαστή<br />

συνεργασία των κατοίκων ενός χωριού που εργάζονται εντατικά<br />

συνεχίζοντας μια πολύ παλιά λατρευτική παράδοση.<br />

Στην ενότητα με τις πεταλούδες η φωτογραφία φαίνεται να υμνεί<br />

τη φύση, να αφιερώνεται στα μικρά κλάσματα του χρόνου, την<br />

ώρα που ένα πολύχρωμο έντομο πλησιάζει το λουλούδι, την ώρα<br />

που καθίζει σε έναν κρητικό έβενο, την ώρα που προσπαθεί να<br />

ρουφήξει το νέκταρ από ένα ασήμαντο λουλουδάκι. Εικόνες ζωής,<br />

μηνύματα περιβαλλοντικής συνείδησης. Ο φακός της Έφης μας<br />

διδάσκει ότι ο κόσμος μας συντίθεται από αναρίθμητους μικρόκοσμους,<br />

μικροσυστήματα, που το καθένα λειτουργεί με τους δικούς<br />

του κανόνες. Μας αποκαλύπτει τη λεπτομέρεια και<br />

ταυτόχρονα συνθέτει μικρά σύνολα που όσο καλύτερα τα γνωρίζουμε<br />

τόσο περισσότερο τα αγαπάμε.<br />

24<br />


ΥΠΕΡ Χ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ 2010


ΧΑΛΚΙΑΔΑΚΗΣ<br />

ΠEρΙβΑΛΛ á<br />

Μια όμορφη γιορτή για την παγκόσμια ημέρα<br />

των ζώων οργανώθηκε στο Χαλκιαδάκης ΜΑΧ<br />

Ν<br />

<br />

Μεγάλη επιτυχία είχε και η γιορτή που διοργανώθηκε<br />

στον παιδότοπο του Χαλκιαδάκης ΜΑΧ<br />

στη Νέα Αλικαρνασσό τη Δευτέρα 4 Οκτωβρίου,<br />

στο ευρύ πλαίσιο των εκδηλώσεων που πραγματοποιήθηκαν<br />

υπό την αιγίδα των φιλοζωικών<br />

σωματείων Creta Animal Welfare και Ζωόφιλη Δράση στο<br />

Ηράκλειο, για τον εορτασμό της Παγκόσμιας Ημέρας των<br />

Ζώων.<br />

Δεκάδες παιδιά διασκέδασαν και έμαθαν για τα ζώα μέσα από<br />

δημιουργικό παιχνίδι, ζωγραφιές και χορό, ενώ είχαν την ευκαιρία<br />

να δημιουργήσουν καλλιτεχνικές κατασκευές με υλικά<br />

φιλικά προς το περιβάλ λον.<br />

▲<br />

26<br />

Τη διοργάνωση ανέλαβε το Angel plans με το παιδικό εργαστήρι<br />

η Χώρα της Φαντασίας. Υποστηρικτές της εκδήλωσης<br />

ήταν η AMITA fun και νο νέο κατάστημα COSTIS εντός του<br />

Χαλκιαδάκης ΜΑΧ, προσφέροντας εκλεκτές γεύσεις σε μικρούς<br />

και μεγάλους.<br />

Ευχόμαστε να βάλουμε όλοι μαζί το λιθαράκι και να ευαισθητοποιηθούν<br />

οι νέες γενιές ώστε να είναι φιλικότερες προς τα ζώα<br />

για ένα αύριο με λιγότερα αδέσποτα και μία πιο πολιτισμένη<br />

εικόνα στις πόλεις μας.<br />

Ë


◗<br />

Ο ΚΡΗΤΙΚΟΣ ΗΘΟΠΟΙΟΣ ΠΟΥ ΚΑΝΕΙ ΚΑΡΙΕΡΑ ΣΤΗΝ ΑΜΕΡΙΚΗ<br />

MANOS GAVRAS<br />

Η ζωή είναι<br />

ένα όμορφο δώρο!


| Η ΖΩΗ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑ ΟΜΟΡΦΟ ΔΩΡΟ<br />

Ξεκίνησε από τις αλάνες του Ηρακλείου.<br />

Στη Β΄ Λυκείου του ζήτησαν να<br />

παίξει ένα ρόλο στο σχολικό θέατρο.<br />

Για να το αποφύγει ζήτησε να κάνει…<br />

τον ταμία της θεατρικής ομάδας. Χρειάστηκε<br />

να πλάσει πολλά όνειρα, να<br />

φανταστεί τον εαυτό του οικονομολόγο,<br />

μέχρι να απογειωθεί στο χώρο<br />

του θεάματος. Από τότε η πτήση συνεχίζεται.<br />

Τώρα ο Μάνος χτίζει τα όνειρά<br />

του στη Μητρόπολη του παγκόσμιου<br />

θεάματος…<br />

| Tης Έφης Ψιλάκη<br />

Ξεκίνησε από την Κρήτη παίζοντας ποδόσφαιρο<br />

στις αλάνες και κατέληξε στην<br />

Αμερική παίζοντας (όχι ποδόσφαιρο βέβαια,<br />

αλλά το δύσκολο παιγνίδι του θεάματος)<br />

πλάι σε πασίγνωστους ηθοποιούς.<br />

Ο λόγος για τον Μάνο Γαβρά,<br />

τον Ηρακλειώτη που έφτασε μέχρι το<br />

Λος Άντζελες, ξεκινώντας μια λαμπρή<br />

καριέρα.<br />

Υπάρχουν άραγε συνταγές επιτυχίες;<br />

Για τον Μάνο τα πράγματα είναι απλά. Εφοδιασμένος με πλούσιο<br />

ταλέντο, έπρεπε να δουλέψει σκληρά. Και να έχει «άστρο»,<br />

όπως λέμε στην απλή γλώσσα. Πάντως, ο νεαρός ηθοποιός<br />

από την Κρήτη έχει καταφέρει πράγματα που για κάποιους άλλους<br />

θα μπορούσε να είναι άπιαστα όνειρα.<br />

Η μέχρι τώρα πορεία του περιλαμβάνει συμμετοχές σε επιτυχημένες<br />

ταινίες τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό, σκηνοθεσία<br />

δύο ντοκιμαντέρ και ενός μιούζικαλ και διδασκαλία σε<br />

σχολές υποκριτικής. Και είναι μόνο στην αρχή…<br />

Αυτή την περίοδο βρίσκεται στη Νέα Υόρκη όπου κάνει casting<br />

για ταινίες αλλά στο μυαλό του είναι πάντα η Ελλάδα. Σύμφωνα<br />

με τον ίδιο εμείς οι Έλληνες, ακόμα και με τόσες δυσκολίες και<br />

οικονομικά προβλήματα, ξέρουμε να ζούμε και να βρίσκουμε<br />

μικρές στιγμές ευτυχίας για να γλεντήσουμε και να πούμε<br />

«όπα» σαν ένας σύγχρονος Ζορμπάς, με τα πόδια ξυπόλητα<br />

αλλά την καρδιά γεμάτη...<br />

Τον συνάντησα στο τελευταίο ταξίδι του. Καλοκαιριάτικα. Όσο<br />

κι αν ήταν πιεσμένος, όσο κι αν ετοίμαζε το ταξίδι της επιστροφής,<br />

καταφέραμε να τα πούμε. Μεγάλο προσόν το να ξέρεις να<br />

διαχειρίζεσαι το χρόνο. Να τον χωρίζεις σε ώρες διακοπών,<br />

συντροφιάς με τους φίλους, δηλαδή σε χρόνο δουλειάς και<br />

χρόνο ζωής. Ο Μάνος επιστρέφει στην πόλη του, επιστρέφει<br />

στα παλιά σοκάκια που έχουν αλλάξει, μιλά για όλα με την<br />

άνεση ενός ανθρώπου που μπορεί να κάνει το βίωμα τέχνη.<br />

Δεν είναι τυχαίο πρόσωπο ο Μάνος Γαβράς, όπως δεν είναι<br />

τυχαίο και το γεγονός ότι δεν περιορίστηκε σε μια καριέρα στη<br />

μίζερη νεοελληνική πραγματικότητα, αλλά άνοιξε τα φτερά του.<br />

Αναλογίζομαι ότι πολλοί ταλαντούχοι παρέμειναν ισοβίως… ταλαντούχοι<br />

επειδή τους κατάπιε το σκοτάδι των μικρών (και μικρόψυχων)<br />

κυκλωμάτων.<br />

Λόγος μεστός, χωρίς υπεκφυγές, πνευματώδης, περιγραφικός.<br />

Τον ακούω να λέει ότι «η ζωή είναι ένα όμορφο δώρο που<br />

όμως διαρκεί λίγο» και σκέφτομαι πόσες ζωές αναλώθηκαν<br />

άδικα, πόσα απλά και συγχρόνως σπουδαία νοήματα κρύβει<br />

αυτή η ολιγόλεξη φράση. Νομίζω, Μάνο, ότι μια ζωή διαρκεί περισσότερο<br />

όταν ξέρεις να τη γεμίζεις, να μην την σπαταλάς σε<br />

δεύτερα πράγματα. Να, όπως ξέρεις να τη γεμίζεις εσύ!<br />

Ο Μάνος μπορεί να κινείται με μεγάλη άνεση ανάμεσα στο<br />

όνειρο και την πράξη, μπορεί να βλέπει καθαρά τον κόσμο και<br />

να διακρίνει τους στόχους του. Άλλωστε, σε ένα τόσο δύσκολο<br />

χώρο δεν έχει δικαίωμα να μην ονειρεύεται, όπως δεν έχει δικαίωμα<br />

και να μην… πατά τα πόδια του στη γη. Τη γη που μπο-<br />

30


ΥΠΕΡ Χ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ 2010 <br />

31


| Η ΖΩΗ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑ ΟΜΟΡΦΟ ΔΩΡΟ<br />

ρεί να λέγεται Ελλάδα ή Αμερική. «Απού φελά (ωφελεί), παντού<br />

φελά», λέγανε οι παλιοί εδώ στην Κρήτη. Βήματα σίγουρα,<br />

λοιπόν. Εμείς να του ευχηθούμε απλά καλοτάξιδος. Όχι μόνο<br />

όταν ταξιδεύει από τον παλιό κόσμο προς το νέο. Αλλά και όταν<br />

ανοίγει τα δικά του φτερά για καινούργιους γαλαξίες και καινούργιες<br />

επιτυχίες.<br />

Η συζήτηση, λοιπόν, αρχίζει…<br />

Μίλησέ μας για τα παιδικά σου χρόνια στο Ηράκλειο.<br />

- Έχω όμορφες αναμνήσεις από τα παιδικά μου χρόνια στο Ηράκλειο.<br />

Είμαι από τους τυχερούς που πρόλαβαν το παιχνίδι στη<br />

γειτονιά. Και όταν λέω γειτονιά εννοώ τους δρόμους, τις αλάνες,<br />

τα πεζοδρόμια των γειτονικών σπιτιών. Κάθε χιλιοστό της…<br />

Θυμάμαι παίζαμε ποδόσφαιρο και το τέρμα ήταν στη μέση της<br />

διασταύρωσης Αντιστάσεως και Παπανδρέου. Αν κάποιος περάσει<br />

τώρα από εκεί και σκεφτεί ότι μερικές δεκαετίες πριν ως<br />

παιδιά στο σημείο εκείνο είχαμε στήσει γήπεδο, θα καταλάβει<br />

τι εννοώ. Όταν περνούσε κάποιο αυτοκίνητο, εμείς κάναμε στην<br />

άκρη και έπειτα συνεχίζαμε το παιχνίδι μας. Τώρα περιμένεις να<br />

βρεις κενό μεταξύ αυτοκινήτων για να περάσεις στην άλλη<br />

μεριά του δρόμου.<br />

Στη γειτονιά μου στεγάζονταν ακόμα τότε η πυροσβεστική υπηρεσία<br />

και πηγαίναμε συχνά από εκεί. Οι πυροσβέστες μας βοηθούσαν<br />

να φτιάχνουμε αυτοσχέδια πατίνια και άλλα τέτοια. Είχα<br />

μια απλή ζωή όπως κάθε άλλο παιδί της γειτονιάς μου αλλά<br />

πολύ όμορφη. Και φυσικά δεν θα ξεχάσω κατά τις 9 το βράδυ<br />

τους καλοκαιρινούς μήνες τη μητέρα μου να μου φωνάζει: «Μανόλη,<br />

το φαγητό είναι έτοιμο»! Συνήθως μπιφτέκια με τηγανητές<br />

πατάτες που ήταν το μόνιμό μου αίτημα εκείνη την εποχή.<br />

Ήταν η αποκορύφωση της ημέρας…<br />

Το μόνο που θυμάμαι ότι δεν μου άρεσε είναι όταν είχαμε τον<br />

τρύγο το καλοκαίρι και τις ελιές τον χειμώνα. Δεν υπήρξα μεγάλος<br />

fun του αθλήματος. Παρόλα αυτά πήγαινα για να βοηθώ<br />

τους γονείς μου. Βέβαια κατάφερνα να την σκαπουλάρω αρκετές<br />

φορές (γέλια).<br />

Πώς και πότε γεννήθηκε η ιδέα να γίνεις ηθοποιός; Υπήρξε<br />

κάποια θεατρική παράσταση ή κάποια κινηματογραφική ταινία<br />

που σε σημάδεψε;<br />

Δεν θα το έλεγα με αυτή την έννοια.. Η ιδέα μου ήρθε περίπου<br />

όταν ήμουν 18-19 και έψαχνα να δω τι είναι αυτό που πραγματικά<br />

θέλω να κάνω στη ζωή μου. Είχα περάσει από διάφορα<br />

στάδια όπως η μουσική (στο σχολειό έφτιαχνα μπάντες και<br />

groups και κάναμε συναυλίες). Επίσης κάποια στιγμή έκανα τον<br />

εαυτό μου να πιστέψει ότι θέλει να ασχοληθεί με τα οικονομικά.<br />

Δεν ήταν όμως παρά μια βεβιασμένη απόφαση που προέκυψε<br />

από ένα αναποφάσιστο εφηβικό μυαλό που βρισκόταν μπροστά<br />

σε ένα επαγγελματικό αδιέξοδο. Το μόνο που ήξερα πολύ καλά<br />

ήταν ότι δεν ήθελα να σπαταλήσω τη ζωή μου κάνοντας απλά<br />

μια δουλειά, αλλά να κάνω επαγγελματικά κάτι για το οποίο έχω<br />

πάθος. Έτσι λοιπόν ένιωσα την ανάγκη να δοκιμάσω αυτή τη<br />

μορφή έκφρασης που λέγεται υποκριτική, χωρίς, όμως, να έχω<br />

κανένα συγκεκριμένο ερέθισμα ή εμπειρία. Αντιθέτως όταν στη<br />

Β΄ Λυκείου η φιλόλογος μου πρότεινε να παίξω σε ένα θεατρικό<br />

που ανέβαζαν τότε εγώ της αρνήθηκα ευγενικά και προσφέρθηκα<br />

να κρατάω το ταμείο της παράστασης. Τώρα που το<br />

σκέφτομαι, πιο πολύ από το ψώνιο της ηλικίας ξεκίνησα και από<br />

32


ΥΠΕΡ Χ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ 2010 <br />

◗◗<br />

Ο Μάνος κινείται<br />

με μεγάλη άνεση ανάμεσα<br />

στο όνειρο και την πράξη.


| Η ΖΩΗ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑ ΟΜΟΡΦΟ ΔΩΡΟ<br />

μια βαθύτερη φωνή που μου έλεγε να κινηθώ προς τα εκεί περισσότερο<br />

παρά προς οτιδήποτε άλλο.<br />

Ηθοποιός σημαίνει φως;<br />

Να πω το κλασικό; Και ρεύμα και τηλέφωνο και τώρα αέριο.<br />

(γέλια). Σίγουρα είναι και αυτό μέρος της δουλειάς αλλά πολύ<br />

δευτερεύον όπως το αντιλαμβάνομαι εγώ. Ένας ηθοποιός που<br />

είναι πραγματικά ηθοποιός και όχι «επώνυμος» χρειάζεται όσο<br />

φως είναι αρκετό για να προβάλει και να πάει παρακάτω τη<br />

δουλειά του. Τουλάχιστον αυτοί οι άνθρωποι με αφορούν<br />

εμένα ως καλλιτέχνες. Όλα τα υπόλοιπα αφορούν τους tv stars<br />

και τους magazine stars που δεν έχουν καμία σχέση με τη δουλειά<br />

του ηθοποιού.<br />

Όπως διαβάζουμε στο βιογραφικό σου, έχεις σκηνοθετήσει<br />

δύο ντοκιμαντέρ και ένα μιούζικαλ και έχεις διδάξει σε σχολές<br />

υποκριτικής. Πόσο γοητευτικό είναι να βρίσκεται κανείς<br />

πίσω από την κάμερα;<br />

Όσο γοητευτικό είναι το να βρίσκεται και μπροστά. Πολλές<br />

φορές και περισσότερο γοητευτικό. Το θέμα δεν είναι αν η<br />

θέση σου είναι μπροστά ή πίσω από την κάμερα αλλά κατά<br />

πόσο αισθάνεσαι ότι «δημιουργείς». Αυτό είναι που σε κάνει<br />

να πετάς πραγματικά. Έχω βρεθεί σε όλες τις θέσεις κατά καιρούς:<br />

του σεναριογράφου, του σκηνοθέτη, του παραγωγού, του<br />

πρωταγωνιστή. Δεν είχε να κάνει με τη θέση που είχα στο project<br />

την εκάστοτε φορά, αλλά με το ίδιο το project και πόσο με<br />

αντιπροσώπευε. Παρόλα αυτά, αν είχα να διαλέξω θα διάλεγα<br />

του ηθοποιού. Εκεί για μένα παντρεύονται όλα, το κείμενο, η εικόνα,<br />

ο χαρακτήρας, τα συναισθήματα.<br />

Εκτός από την υποκριτική, τι άλλη εκπαίδευση έχεις λάβει;<br />

Έχω εκπαιδευτεί σε διαφορετικά είδη χορού, σε φωνητική, μουσικά<br />

όργανα, σκηνοθεσία και παραγωγή κινηματογράφου,<br />

γραφή σεναρίου, ξένες γλώσσες, καθώς και συγκεκριμένες<br />

προφορές και διαλέκτους.<br />

Ποιος είναι ο αγαπημένος σου ρόλος;<br />

Δεν έχω κάποιο συγκεκριμένο μοτίβο. Έχει και πάλι να κάνει<br />

με το project. Σε γενικές γραμμές, πάντως, μου αρέσει να παίζω<br />

αντιφατικούς χαρακτήρες. Αυτό που λέμε ιδιαίτερους ανθρώπους<br />

και πολυεπίπεδους χαρακτήρες.<br />

Και ποιος είναι ο ρόλος που θα ήθελες να παίξεις;<br />

Ένας από τους ρόλους που θα ήθελα να παίξω θα ήταν ένας<br />

αληθινός χαρακτήρας. Κάποιος κατά προτίμηση που είναι<br />

ακόμα εν ζωή, με τον οποίο θα μπορούσα να καθίσω ώρες ψάχνοντας<br />

τις πτυχές της ζωής του και έτσι να κάνω μια έγκυρη<br />

έρευνα και προσέγγιση πριν αρχίσω να χτίζω τον ρόλο. Δεν<br />

έχει να κάνει απαραίτητα με το αν αυτός ο άνθρωπος μεγαλούργησε<br />

στη ζωή του ή απλά απέτυχε. Κάθε άνθρωπος είναι<br />

ένας ήρωας μέσα του. Μικρός, μεγάλος, σημαντικός ή ασήμαντος.<br />

Δεν έχει σημασία. Δεν παύει να έχει ζήσει σαν ένας<br />

ακόμα ήρωας.<br />

Αν μπορούσες να διαλέξεις μερικούς ηθοποιούς με τους<br />

οποίους θα ήθελες να συνεργαστείς, ποιοι θα ήταν αυτοί;<br />

Αν μιλάμε για Έλληνες συναδέλφους δεν θέλω να αναφερθώ<br />

ονομαστικά για ευνόητους λόγους. Υπάρχουν όμως πολλοί ταλαντούχοι<br />

ηθοποιοί που με αρκετούς είχα την τύχη να συνερ-<br />

34


ΥΠΕΡ Χ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ 2010 <br />

◗◗<br />

Ό,τι κατακτάμε γίνεται<br />

αυτόματα φύση μας<br />

και μετά κοιτάμε πάλι<br />

μπροστά...<br />

35


| Η ΖΩΗ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑ ΟΜΟΡΦΟ ΔΩΡΟ<br />

γαστώ ήδη και με άλλους ελπίζω στο μέλλον. Από το εξωτερικό<br />

τώρα σίγουρα το όνομα του Daniel Day Lewis, του Robert<br />

Downey Junior, του Edward Norton, του Robert Duvall, του Vincent<br />

Cassel, του Javier Bardem, της Julian Moore, της Meryl<br />

Streep και αρκετών άλλων ανήκει σε αυτό που θα λέγαμε<br />

dream team για μένα. Αλλά ας το αφήσουμε στο όνειρο αυτό!<br />

(γέλια)<br />

Τι ήταν το πιο περίεργο ή το πιο απαιτητικό πράγμα που χρειάστηκε<br />

να κάνεις για κάποιο ρόλο;<br />

Επειδή είμαι φανατικός στο να χτίσω ένα ρόλο όταν έρχεται η<br />

ώρα, πραγματικά δεν υπάρχουν πολλά πράγματα που θεωρώ<br />

περίεργα ή απαιτητικά.<br />

Μίλησέ μου για τις συνθήκες δουλειάς. Πώς κατάφερες εσύ,<br />

ένας Έλληνας, να φτάσεις στην παγκόσμια μητρόπολη του<br />

θεάματος;<br />

Με Delta Airlines! (γέλια)<br />

Ειλικρινά δεν νιώθω ότι έχω φτάσει κάπου και μακάρι να μην<br />

το νιώσω ποτέ. Έτσι κι αλλιώς κάθε τι που κατακτάμε γίνεται<br />

αυτόματα φύση μας και μετά απλά κοιτάμε μπροστά. Αυτή είναι<br />

η φύση μας. Όχι από αχαριστία, καθόλου. Είμαι πολύ ευγνώμων<br />

για ό,τι έχω ζήσει ως τώρα. Απλά θέλω μόνο να έχω την<br />

υγεία μου για να ζήσω κι άλλες δυνατές εμπειρίες. Τίποτα άλλο.<br />

Η ζωή είναι ένα πολύ όμορφο δώρο μικρής διάρκειας από ένα<br />

ανώτερο ον και πρέπει να το παίρνουμε, να λέμε ευχαριστώ και<br />

να το χαιρόμαστε όσο περισσότερο γίνεται. Πάντα με ευγνωμοσύνη,<br />

αγάπη και ταπεινότητα. Ο λόγος που στα λέω αυτά<br />

είναι γιατί έτσι ακριβώς αντιλαμβάνομαι τη δουλειά μου. Όχι ως<br />

δουλειά αλλά ως ένα δώρο. Μια ζωή μέσα στη ζωή μου που<br />

στην ουσία είναι ένα και το αυτό.<br />

Δεν είμαι εδώ για να κατακτήσω τίποτα και δεν θέλω να αποδείξω<br />

τίποτα σε κανέναν. Ίσως κάποιος συμμαθητής μου μπορεί<br />

να μην έφυγε ποτέ από το Ηράκλειο, να μην έχει ζήσει<br />

τίποτα από όλα αυτά που έχω ζήσει εγώ, αλλά να έχει τα παιδιά<br />

του και την οικογένειά του και να νιώθει 10 φορές πιο τυχερός<br />

και ευτυχισμένος από εμένα. Κι έτσι είναι. Εγώ λοιπόν<br />

ζω τη δική μου ευτυχία, που δεν είναι ανταγωνιστική ούτε συγκρίσιμη,<br />

αλλά προσωπική και αφορά στο πώς χαίρομαι εγώ<br />

αυτό το δώρο που μου έχει δοθεί και λέγεται ζωή.<br />

Όσον αναφορά τώρα στις συνθήκες δουλειάς στην Αμερική,<br />

δεν νομίζω ότι είναι ανάγκη να αναφερθώ. Είναι κοινή λογική<br />

ότι στην Αμερική, και στο εξωτερικό γενικότερα, τα πράγματα<br />

λειτουργούν πολύ πιο επαγγελματικά, αξιοκρατικά, οι συνθήκες<br />

και οι αποδοχές είναι πολύ καλύτερες, και γενικά αισθάνεσαι<br />

ότι παλεύεις για ένα ανώτερο σκοπό και ότι ανά πάσα<br />

στιγμή είσαι ανοιχτός σε μεγάλες ευκαιρίες άσχετα με το αν δεν<br />

έρθουν ποτέ. Υπάρχουν όμως...<br />

Αυτά όμως όσον αφορά στις συνθήκες εργασίας. Γιατί υπάρχει<br />

και αυτό που λέμε τρόπος ζωής. Εκεί λοιπόν έχουμε τα εύσημα<br />

στην Ελλάδα. Ακόμα και με τόσες δυσκολίες και<br />

οικονομικά προβλήματα και όλα τα αρνητικά και τα χούγια που<br />

κουβαλάμε, ξέρουμε να ζούμε και να βρίσκουμε μικρές στιγμές<br />

ευτυχίας για να γλεντήσουμε και να πούμε «όπα» σαν ένας σύγχρονος<br />

Ζορμπάς, με τα πόδια ξυπόλητα αλλά την καρδιά γεμάτη...<br />

Αυτό δεν υπάρχει στην Αμερική…<br />

Τελικά πόσο μεγάλη είναι η απόσταση ανάμεσα στην Ελλάδα<br />

και το Hollywood;<br />

15 ώρες με το αεροπλάνο, 15 δεκαετίες σε χρόνο, αλλά ίσως<br />

και 15 λεπτά... Ποιος ξέρει, ο χρόνος γίνεται υποκειμενικός αν<br />

το θελήσουμε. Από εμάς εξαρτάται.<br />

Προτεραιότητα για μένα όταν αναλαμβάνω ένα ρόλο έχει ο χαρακτήρας<br />

που φτιάχνω και πώς θα τον υποδυθώ όσο πιο πιστά<br />

και αληθινά μπορώ και να μην λειτουργώ ως Μάνος.<br />

Μία από τις τελευταίες προσθήκες στο βιογραφικό σου είναι<br />

η συνεργασία με τον Alan Poul, έναν από τους σκηνοθέτες<br />

της εξαιρετικής σειράς Six Feet Under, και με την Jennifer<br />

Lopez στην ταινία The Back-up Plan. Πόσο διαφορετικό και<br />

πόσο δύσκολο είναι να συμμετέχει κανείς σε μία χολιγουντιανή<br />

παραγωγή;<br />

Oι δυο λέξεις που ανέφερες είναι το κλειδί και η απάντηση.<br />

Είναι πολύ «δύσκολο». Αν κάποιος δεν έχει περάσει τη διαδικασία<br />

δεν θα καταλάβει πόσο. Η λέξη ανταγωνισμός σε αυτό το<br />

επίπεδο αποκτά άλλη σημασία που πρέπει να τη νιώσεις για να<br />

καταλάβεις.<br />

Όταν όμως επιτέλους καταφέρεις να περάσεις, τότε πας στο<br />

«διαφορετικό». Που είναι τόσο μαγικό. Αισθάνεσαι σαν πρίγκιπας.<br />

Μιλώντας πάντα φυσικά για μια μεγάλη παραγωγή σαν<br />

κι αυτή. Σε προσέχουν όλοι σαν να είσαι από γυαλί, όλα είναι<br />

στη θέση τους, τα πάντα λειτουργούν ρολόι, έχεις όλες τις ανέ-<br />

36


ΥΠΕΡ Χ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ 2010 <br />

σεις και τις πολυτέλειες. όχι γιατί σε αγαπούν ή σε θεωρούν<br />

ξεχωριστό αλλά γιατί απλά έτσι είναι. Αυτές είναι οι συνθήκες<br />

για να μπορείς κι εσύ να δώσεις τον καλύτερο εαυτό σου χωρίς<br />

νεύρα, άγχος και stress. Είναι μέρος της διαδικασίας. Για δύο<br />

μέρες και δύο μικρές σκηνές που γυρίσαμε με την Jennifer<br />

Lopez, μου φέρθηκαν σαν να ήμουν ο πρωταγωνιστής της ταινίας.<br />

Με δικό μου διπλό trailer, προσωπικό οδηγό, menu για να<br />

μπορώ να παραγγείλω ακόμα και vegetarian στον προσωπικό<br />

μου χώρο. Ένα ευχαριστώ σε όλους τους συνεργάτες, συμπεριλαμβανομένης<br />

και της Jennifer. Ξέρω ότι το περιγράφω ως<br />

ιδανικό αλλά δεν μπορώ να του βρω λάθος από τη στιγμή που<br />

δεν είχε.<br />

Τελικά υπάρχει... υποστηρικτικό σχέδιο για τον ελληνικό κινηματογράφο;<br />

Δεν υπάρχει, αν εννοείς κάτι από τον δημόσιο τομέα ή από<br />

καμιά ακαδημία σινεμά ή από κάποιον κρατικό φορέα. Αν και<br />

πρόσφατα δημιουργήθηκε Ακαδημία Κινηματογράφου, που δεν<br />

έχει προλάβει ακόμα να δείξει τις δυνατότητές της. Έχουν εμπλακεί,<br />

όμως, αρκετοί αξιόλογοι άνθρωποι και παρά τους χαλεπούς<br />

καιρούς που ζούμε, ελπίζω κάποια στιγμή να φανούν<br />

σημαντικά αποτελέσματα.<br />

Από την άλλη μεριά υπάρχουν κάποια σημαντικά βήματα από<br />

μία-δυο εταιρίες παραγωγής που από όσο ξέρω σχεδιάζουν<br />

για το μέλλον τη δημιουργία αρκετών ταινιών σε σχέση με τα<br />

προηγούμενα χρόνια και με αρκετά υψηλό επίπεδο παραγωγής.<br />

Επίσης υπάρχει και μια μικρή κίνηση όσον αφορά σε συμπαραγωγές<br />

από ελληνικής πλευράς κάποιων ξένων ταινιών.<br />

Όλα αυτά βέβαια από τον ιδιωτικό τομέα. Μένει να δούμε τα<br />

αποτελέσματα. Όπως και να έχει, όμως, πιστεύω ότι η επόμενη<br />

δεκαετία του ελληνικού cinema θα είναι κλάσεις ανώτερη από<br />

τις προηγούμενες δεκαετίες με περισσότερες και πιο αξιόλογες<br />

παραγωγές.<br />

Ποιες είναι οι πιο ευχάριστες στιγμές ενός ηθοποιού;<br />

Όταν μαθαίνει ότι πήρε ένα ρόλο που επιθυμούσε πολύ…<br />

Η ώρα που ζει τον ρόλο του (μιλάμε για μικρές σε διάρκεια στιγμές<br />

που όμως σου δίνουν μια απερίγραπτη αίσθηση και σε κάνουν<br />

μερικές φορές να νιώθεις ότι πραγματικά πετάς)… Και<br />

τέλος, ειδικά όταν το αποτέλεσμα είναι καλό, είναι το χειροκρότημα<br />

και η αποδοχή του κόσμου στην πρεμιέρα, είτε μια<br />

απλή κουβέντα από έναν περαστικό στο δρόμο.<br />

Και οι λιγότερο ευχάριστες;<br />

Όταν χάνεις έναν ρόλο που ήθελες πολύ.<br />

Όταν έχεις μείνει εκτός δουλειάς.<br />

Όταν η δουλειά που έχεις κάνει δεν τυγχάνει αποδοχής από τον<br />

κόσμο.<br />

Τι περιλαμβάνουν τα σχέδιά σου για το μέλλον;<br />

Αυτό το διάστημα έχω φτιάξει τη βάση μου στη Νέα Υόρκη<br />

όπου και κάνω castings. Τον ερχόμενο Οκτώβριο και Νοέμβριο<br />

θα συμμετάσχω σε δύο αμερικανικές ταινίες με δύο πολύ δύσκολους,<br />

διαφορετικούς μεταξύ τους και ιδιαίτερα ενδιαφέροντες<br />

ρόλους. Για οτιδήποτε άλλο δεν ξέρω.<br />

Η κάθε μέρα μπορεί να σου αλλάξει την επόμενη. Αυτή ,άλλωστε,<br />

είναι και η φύση της δουλειάς που επέλεξα. x<br />

37


Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΣΤΡΑΤΙΩΤΗ ΜΠΙΚΑΚΗ<br />

ΑΠΟ ΤΑ ΑΣΤΕΡΟΥΣΙΑ<br />

Ο Κρητικός που<br />

κατάφερε<br />

να σταματήσει<br />

τον Αττίλα<br />

ΚΑΤΕΣΤΡΕΨΕ ΕΝΑΝ ΟΥΛΑΜΟ<br />

ΑΡΜΑΤΩΝ ΜΑΧΗΣ<br />

ΚΑΙ ΔΙΕΛΥΣΕ EΝΑ ΤΑΓΜΑ<br />

ΤΟΥΡΚΙΚΟΥ ΠΕΖΙΚΟΥ!!!<br />

TOY | Nίκου Ψιλάκη<br />

◗◗<br />

38


Συγκλονίστηκα με την ιστορία του Μανώλη<br />

Μπικάκη, ενός Κρητικού από τον Αμύγδαλο<br />

Αστερουσίων, που δεν είναι πια στη ζωή. Δεν<br />

τον ήξερα, δεν ήξερα τίποτα για τη ζωή και τη<br />

δράση του. Κάποιος φίλος μου έστειλε ένα κείμενο<br />

από το διαδίκτυο, όπου περιγράφεται η<br />

δράση του. Έτσι άρχισε μια μικρή έρευνα γύρω<br />

από μια εντυπωσιακή μορφή της κυπριακής<br />

τραγωδίας. Επειδή στο αρχικό κείμενο αναφερόταν<br />

ότι καταγόταν από την Ασί Γωνιά, αναζήτησα<br />

εκεί τους συγγενείς του. Τελικά τους<br />

βρήκα στον κάμπο της Μεσαράς, όπου έχουν<br />

μετοικήσει οι κάτοικοι των έρημων σήμερα<br />

ποιμενικών οικισμών των Αστερουσίων.<br />

Ποιος ήταν, λοιπόν, ο Μπικάκης;<br />

Ένας απλός Έλληνας στρατιώτης<br />

που τα έβαλε με ολόκληρο στρατό<br />

και ξεκλήρισε έναν ουλαμό αρμάτων<br />

μάχης και ένα τμήμα του<br />

τουρκικού πεζικού. Βρέθηκε με<br />

ελάχιστα πολεμοφόδια μέσα σε<br />

έναν απίστευτο καταιγισμό<br />

πυρών. Ήξερε καλά πως κανένα<br />

βλήμα δεν έπρεπε να πάει χαμένο.<br />

Δεν είχε δικαίωμα να αστοχήσει. Και τα κατάφερε!<br />

Κατέστρεψε εχθρικά τανκς, γκρέμισε, πυρπόλησε. Ήταν οι<br />

μέρες που η Χούντα της Αθήνας είχε προδώσει την Κύπρο<br />

μέσα σε ένα απίστευτο μίγμα ανοησίας και έπαρσης.<br />

Μετά από μια ραδιοφωνική εκπομπή άρχισε να ξετυλίγεται<br />

μπροστά μου, σαν ταινία κινηματογραφική, η ζωή ενός ανθρώπου<br />

που κατάφερε να γλιτώσει μέσα από τα δόντια του<br />

Αττίλα, αλλά τον κατάπιε το θηρίο που λέγεται άσφαλτος μια<br />

θλιβερή ημέρα του 1994, όταν ο Μανώλης ήταν μόλις 40<br />

χρονών! Με τη βοήθεια των συγγενών του μίλησα με την<br />

αγαπημένη του σύντροφο, τη Νίκη (όχι Ελένη όπως γράφεται<br />

στο διαδίκτυο). Είναι μια ευγενέστατη Κυρία με πλατύ χαμόγελο,<br />

είναι το μικρό κορίτσι που σκεφτόταν ο ήρωας της<br />

Κύπρου εκείνες τις δύσκολες ημέρες του 1974.<br />

Ο Μανώλης Μπικάκης είναι το παλικαρόπουλο που 20 χρονών<br />

τα έβαλε μόνος του με ολόκληρο τον Αττίλα! Διέλυσε<br />

έξι τανκς μέσα σε λίγα λεπτά, σε μια κρίσιμη στιγμή της κυπριακής<br />

ιστορίας, λίγο πριν την ανακωχή.<br />

Τα παιδικά χρόνια<br />

Τούτο το «ρεπορτάζ» γράφεται, λοιπόν, με μεγάλη καθυστέρηση.<br />

Δεν ξέρω αν είχε μιλήσει ο Μανώλης ποτέ δημοσίως,<br />

αν είχε αναφερθεί στα απίθανα περιστατικά που<br />

συνέθεσαν το μωσαϊκό της ζωής του. Ζήτησα από την κυρία<br />

Νίκη να ξεδιπλώσει το κουβάρι των δικών της αναμνήσεων,<br />

να μεταφέρει τις αφηγήσεις του Μανώλη της, αφού υπήρξε<br />

το πιο κοντινό του πρόσωπο. Επίσης, πολλές πληροφορίες<br />

οφείλονται στην αδελφή του Κατερίνα, τον ανιψιό του<br />

Γιώργη Σπιθάκη, στη θεία του και σε άλλους συγγενείς και<br />

φίλους της οικογένειας. Ίσως να ενδιαφέρει πολύ λίγο η<br />

προ του 1974 ζωή του Μπικάκη, αφού τα συγκλονιστικά γεγονότα<br />

εκείνου του Αυγούστου επισκιάζουν κάθε άλλη περίοδο.<br />

39


| Ο ΚΡΗΤΙΚΟΣ ΠΟΥ ΚΑΤΑΦΕΡΕ ΝΑ ΣΤΑΜΑΤΗΣΕΙ ΤΟΝ ΑΤΤΙΛΑ<br />

να περιγράψει το σκηνικό. Με συγκινεί καθώς διαβάζω το γράμμα<br />

της: «Αν θέλεις να γράψεις ένα βιβλίο, έλα να με βρεις να σου διηγηθώ<br />

ιστορίες που ούτε στα παραμύθια δεν τις έχεις ακούσει…»<br />

Ναι, κυρία Κατίνα, γιατί και οι ζωές μας μοιάζουν με παραμύθια. Και<br />

περισσότερο η ζωή του Μανώλη. Συνεχίζει η Κατίνα:<br />

«Έχει ο πατέρας μου ένα αδελφό στους Στόλους [χωριό της Μεσαράς],<br />

εκεί τον πήρε και ετελείωσε το Δημοτικό. Πήγαινε στο σχολείο<br />

όταν δεν ήταν άρρωστος, δηλαδή αρά και πού».<br />

Η περιπέτεια δεν τελειώνει. Πηγαίνει σε άλλον συγγενή, στον Άγιο<br />

Θωμά. Ζωή χωρίς λύτρωση για ένα παιδί που δεν υπήρξε ουσιαστικός<br />

θύτης αλλά άτυχο θύμα μιας κακιάς στιγμής. Έτσι κυλούν οι<br />

μήνες και το παιδί μεγαλώνει χωρίς τη μητρική στοργή…<br />

Κατίνα: «…Μετά αγοράσαμε ένα σπίτι στο Ασήμι, πήγε η αδελφή μου<br />

και του έκανε παρέα… άρχισε να μαθαίνει επιπλοποιός. Πήγαινε η<br />

μητέρα μας να το δει. Όταν έφευγε εκείνη την ακολουθούσε δυο και<br />

| Οι γονείς του. Κάτω, σε οικογενειακές στιγμές.<br />

Ωστόσο, η ζωή αυτού του ανθρώπου ήταν μια διαρκής περιπέτεια.<br />

Ήταν μόλις 11 χρονών όταν έφευγε πικραμένος και απελπισμένος<br />

από το χωριό του. Ένα παιδικό παιγνίδι ήταν αιτία. Δυο ξαδελφάκια<br />

περιεργάζονταν ένα όπλο. Το βρήκαν στα βουνά, στη μάντρα της οικογένειας.<br />

Το όπλο εκπυρσοκρότησε. Το παιδί που βρέθηκε απέναντι<br />

από την κάνη διαλύθηκε κυριολεκτικά.<br />

Η Κατίνα, η αδελφή του Μανώλη, είχε την καλοσύνη να μου στείλει<br />

ένα εκπληκτικό κείμενό της, ένα γράμμα οκτώ σελίδων τετραδίου.<br />

Εξιστορεί τα γεγονότα με τον ατόφιο λαϊκό λόγο που γίνεται συγκλονιστικός<br />

στην απλότητά του. Γράφει η Κατίνα:<br />

«Το 1966 διακοπές του Πάσχα, ο αδελφός μου, 11 χρονών, και τα<br />

δυο παιδιά του θείου μου, έξι το μικρό και οκτώ το άλλο, πήγαν στη<br />

μάντρα όπου είχαμε τα πρόβατα. Εκεί ήταν η μάνα τους και έφτιαχνε<br />

το γάλα. Βρήκαν ένα όπλο στη μάντρα, το περιεργαζότανε, πήρε<br />

φωτιά αυτό και σκοτώθηκε το 6 χρονών Αντωνιό. Δεν περιγράφεται<br />

τι έγινε αφού εβρέθηκε το όπλο στο χέρι του Μανώλη».<br />

Θρήνος στον Αμύγδαλο. Ο Μανώλης δεν επιστρέφει στο χωριό.<br />

Πώς μπορεί να σκεφτεί ένα 11χρονο παιδί ότι η ουσιαστική ευθύνη<br />

ανήκε όχι στα παιδιά, ανήκε σε άλλους, ίσως σε ένα κακό παιγνίδι<br />

της τύχης; Λίγες μέρες μετά φεύγει και από το χωριό. Από τη στεναχώρια<br />

αρρωσταίνει. Νιώθει σαν χαμένος σε έναν κόσμο που δεν<br />

μπορούσε να του παράσχει ουσιαστική στήριξη. Η Κατίνα δεν τολμά<br />

τρία χιλιόμετρα έξω από το χωριό. Η μάνα φοβόταν, του έλεγε:<br />

- Γύρισε, παιδί μου, πίσω γιατί είσαι μοναχός και μακριά και δεν<br />

κάνει να είσαι μόνος…<br />

Και της έλεγε:<br />

- Άσε με ακόμη λίγο…”<br />

Δεν είχε χορτάσει την αγκαλιά της μάνας.<br />

Δεν πήγε στο γάμο της Κατίνας ο Μανώλης. Δεν ξαναπήγε στο<br />

χωριό, όπου όλα του θύμιζαν εκείνη τη φρικτή κατάληξη ενός παιγνιδιού.<br />

Άλλωστε, όλα τα παιδιά παίζουν με τα όπλα. Συνήθως,<br />

όμως, τα όπλα είναι ψεύτικα.<br />

Για πρώτη φορά ξαναγύρισε στον Αμύγδαλο μετά την απόλυσή του<br />

από το στρατό. Αλλά τότε δεν ήταν το Μανωλιό του 1966. Ήταν ο<br />

ήρωας της Κύπρου!<br />

Μόνος εναντίον όλων!<br />

Προσπαθώ να ανασυνθέσω την εποχή του χαμού, τις πικρές ημέρες<br />

του Ελληνισμού, βασιζόμενος κυρίως στις πληροφορίες που<br />

πρόθυμα (και πρόσχαρα) μου έδωσε η Νίκη, στις μνήμες των στενών<br />

συγγενών του και στις τοπογραφικές και ιστορικές πληροφορίες<br />

που έλαβα από τον καλό μου φίλο, τον ιστορικό ερευνητή<br />

Κωστή Κοκκινόφτα (επιστημονικό συνεργάτη στο Πολιτιστικό Ίδρυμα της Μονής Κύκκου).<br />

40


| Οι συνηθισμένες αναμνηστικές<br />

φωτογραφίες από το στρατό..<br />

ΥΠΕΡ Χ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ 2010 <br />

◗<br />

Τελικά, ο Μπικάκης<br />

ήταν αλάνθαστος.<br />

Δεν του περίσσευε ούτε ένα βόλι.<br />

Κύπρος 1974. Μια μέρα μετά τη μεγάλη γιορτή της Παναγιάς, Αύγουστος<br />

μήνας. Ο Μανώλης Μπικάκης είναι μόλις 20 χρονών (είχε<br />

γεννηθεί το 1954), παλικάρι γεροδεμένο. Υπηρετούσε στις Ειδικές<br />

Δυνάμεις, ήταν ένας από τους καταδρομείς εκείνους που είχαν μεταφερθεί<br />

από τα Χανιά στην Κύπρο για να αντιμετωπίσουν τους εισβολείς<br />

του Αττίλα. Κανείς δεν ήξερε πού θα πήγαιναν όταν<br />

επιβιβάστηκαν στο αεροπλάνο. Τους είπαν απλά ότι επρόκειτο να<br />

πάνε στη Ρόδο. Η μετάβαση στην Κύπρο και η περιπέτεια της προσγείωσης<br />

των ελληνικών πολεμικών αεροπλάνων συνιστούν λεπτομέρειες<br />

που δεν χωρούν σε αυτό το κείμενο, έχουν άλλωστε<br />

γραφτεί πολλές φορές. Στην Κρήτη η οικογένειά του δεν ήξερε τίποτα.<br />

Όταν άκουσαν όμως για αλεξιπτωτιστές που έφυγαν από τα<br />

Χανιά, οι συγγενείς πάγωσαν. Ήξεραν ότι ο Μανώλης θα ήταν ένας<br />

απ’ αυτούς. «Τηλεφωνώ στη μονάδα του, λέει τώρα η Κατίνα, δεν<br />

απαντούσε κανείς. Μετά από πεντέξι μέρες μου είπαν πως δεν μπορούν<br />

να μιλήσουν και πως είναι καλά… Έλιωνα χωρίς να ξέρω τι γινόταν<br />

όσο περνούσαν οι μέρες. Ξαναπαίρνω μια μέρα τηλέφωνο<br />

και τους ζητώ ευθέως να μου πουν αν είναι σκοτωμένος, αιχμάλωτος,<br />

αν είναι ζωντανός. Και μου λέγανε πάντα: δεν ξέρομε, δεν μπορούμε,<br />

όταν είναι κάτι θα ειδοποιήσουν τον πατέρα του…»<br />

Εκείνη τη μέρα του Αυγούστου, λοιπόν, ο Μανώλης βρέθηκε στη<br />

Λευκωσία, κοντά στη Σχολή Γρηγορίου, σε θέση άμυνας. Από την<br />

προ-προηγούμενη μέρα είχε αρχίσει το δεύτερο μέρος της τραγωδίας.<br />

Η επέλαση των εισβολέων, η προσπάθεια κατάληψης της Αμμοχώστου,<br />

ο εγκλωβισμός των χωριών προς την περιοχή της<br />

Καρπασίας. Οι μάχες γύρω από τη Λευκωσία είναι σκληρές. Οι<br />

Τούρκοι προσπαθούν με κάθε τρόπο να εξασφαλίσουν τον έλεγχο<br />

όσο το δυνατόν περισσότερων εδαφών, να στραγγαλίσουν την<br />

Πρωτεύουσα, να την αποκλείσουν από μεγάλα τμήματα της ενδοχώρας.<br />

Σήμερα, με τη γνώση των γεγονότων που ακολούθησαν,<br />

μπορούμε να κατανοήσομε τους λόγους. Το ίδιο βράδυ επρόκειτο να<br />

υπογραφεί ανακωχή.<br />

Ο Μανώλης βρέθηκε με ένα συνάδελφό του στη γραμμή του πυρός.<br />

Είχε διασπαστεί η μοίρα και είχαν απλωθεί οι άνδρες για να απο-<br />

41


| Ο ΚΡΗΤΙΚΟΣ ΠΟΥ ΚΑΤΑΦΕΡΕ ΝΑ ΣΤΑΜΑΤΗΣΕΙ ΤΟΝ ΑΤΤΙΛΑ<br />

κρούσουν καλύτερα τις εχθρικές επιθέσεις. Μέσα στη βροχή από<br />

σφαίρες, στις συνεχείς εκρήξεις και στα πυρά του εχθρού οι δυο<br />

σύντροφοι χάνονται μεταξύ τους. Οι λόγοι είναι άγνωστοι, αλλά κατανοητοί.<br />

Λίγο να μετακινήθηκαν προς αντίθετες κατευθύνσεις, λίγο<br />

να άλλαξαν θέσεις… Άλλωστε οι Τούρκοι είχαν την αεροπορική υπεροπλία.<br />

Μαχητικά και βομβαρδιστικά πετούσαν διαρκώς προς κάθε<br />

κατεύθυνση.<br />

Αληθινή κόλαση ο τόπος που σήμερα περιγράφεται απλά ως «νεκρή<br />

ζώνη». Το εικοσάχρονο παλικάρι από την Κρήτη έχει ένα αντιαρματικό<br />

όπλο ΠΑΟ στον ώμο του και μόλις οκτώ βλήματα στη διάθεσή<br />

του. Όπως είπαμε, ο άλλος στρατιώτης, Μπινιχάκης το όνομά του,<br />

είχε χαθεί. Τον φώναξε μερικές φορές ο Μανώλης αλλά απόκριση<br />

δεν πήρε. Ήταν, άλλωστε, πολύ δύσκολο να ακούσει κανείς ανθρώπινη<br />

φωνή μέσα σε εκκωφαντικούς ήχους και πυροβολισμούς.<br />

Συγκλονίστηκε ο Μανώλης. Μπροστά στις μπούκες των αρμάτων<br />

σκεφτόταν αυτό το άτυχο παιδί, το σύντροφό του, που πίστευε ότι<br />

χτυπήθηκε από βόλι εχθρικό. Αψήφησε τον καταιγισμό και άρχισε<br />

να ψάχνει για το άψυχο κουφάρι του. Δεν έβρισκε τίποτα. Ωστόσο,<br />

ένας ουλαμός αρμάτων προχωρούσε προς το μέρος του. Βρίσκονταν<br />

μόλις 300 μέτρα μακριά. Ήταν ζήτημα χρόνου να χαθεί κι ό ίδιος.<br />

Έρποντας κινήθηκε προς το όπλο και τα οκτώ βόλια που είχε στη<br />

διάθεσή του. Πήρε ένα, όπλισε.<br />

«Βρισκόταν μέσα σε κάτι χαρακώματα ο Μανώλης, όταν είδε τα άρματα<br />

μάχης να κατευθύνονται προς το μέρος του», λέει η Νίκη.<br />

«Χωρίς να χάσει καιρό σημαδεύει το πρώτο και το πετυχαίνει»…<br />

Ήταν ένα θηρίο Μ48, αμερικάνικης κατασκευής. Από τα πιο βαριά<br />

που χρησιμοποιήθηκαν στην εισβολή. Η βολή του παλικαριού από<br />

τα Αστερούσια κάνει συντρίμμια το αμερικάνικο θηρίο.<br />

Αυτή ήταν η αρχή. Ο εικοσάχρονος πολεμιστής βρίσκεται πια ανάμεσα<br />

σε διασταυρούμενα πυρά. Προσπαθούν όλοι να τον πετύχουν.<br />

Εκείνος, λες κι είναι μεθυσμένος (θυμάστε το «αθάνατο κρασί του<br />

21» που έγραφε ο μεγάλος Παλαμάς;) Δεν υπολογίζει το θάνατο.<br />

Έπρεπε να υπερασπιστεί ένα λόφο και να μην αφήσει τους Τούρκους<br />

να περάσουν. Η περιοχή βρίσκεται κοντά στο σημερινό κόμβο<br />

«Κολοκασίδης», σε ένα στρατηγικό σημείο για τον έλεγχο της<br />

πόλης. Πολύ κοντά ήταν ο δρόμος προς Μόρφου και Γερόλακκο και<br />

περνούσε δίπλα από τη σχολή Γρηγορίου. Κι εκεί στο Γερόλακκο<br />

ήταν η βάση της ΕΛΔΥΚ, της Ελληνικής Δύναμης Κύπρου.<br />

Μόνος ο στρατιώτης Μπικάκης απέναντι σε ολόκληρο στρατό. Λέγεται<br />

πως απέναντί του βρίσκονταν έξι ή οκτώ άρματα μάχης που<br />

καθάριζαν το έδαφος και ακολουθούσε το τουρκικό πεζικό, ένα ολόκληρο<br />

τάγμα. Σέρνεται στο χώμα για να μη γίνει αντιληπτός. Είχε<br />

αρχίσει να πλησιάζει το δεύτερο άρμα. Στέκεται παλικαρίσια απέναντί<br />

του, το σημαδεύει, πυροβολεί. Εύστοχη και τούτη η βολή. Το<br />

42


ΥΠΕΡ Χ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ 2010 <br />

| Επίσημες πιστοποιήσεις. Ωστόσο, η δράση του ήταν πολύ μεγαλύτερη.<br />

θηρίο Μ48 γίνεται συντρίμμια και τα καύσιμά του αρπάζουν φωτιά.<br />

Του μένουν πια μόνο έξι βλήματα. Έπρεπε να διατηρήσει την ψυχραιμία<br />

του και, κυρίως, να είναι απόλυτα εύστοχος. Σημαδεύει το<br />

τρίτο τανκ. Πάει κι αυτό! Ο Μανώλης μετακινείται από τη μια θέση<br />

στην άλλη. Κουβαλά το όπλο, μεταφέρει τις βολίδες, γλιστρά ανάμεσα<br />

στις σφαίρες, αιφνιδιάζει τους απέναντι.<br />

Δυο άλλα άρματα μάχης, αυτά που ακολουθούσαν, αλλάζουν κατεύθυνση.<br />

Κανείς δεν έμαθε αν τα πληρώματά τους φοβήθηκαν ή αν<br />

προσπάθησαν να μετακινηθούν για να αντιμετωπίσουν τον απρόσμενο<br />

αντίπαλο. Η Νίκη δεν είναι σίγουρη για τις λεπτομέρειες, ούτε<br />

για την ακριβή διαδοχή των γεγονότων. Ο Μανώλης απέφευγε να<br />

μιλά πολύ γι’ αυτά, τα θεωρούσε όλα πολύ φυσιολογικά, πίστευε<br />

απλά ότι «έκανε αυτό που έπρεπε να κάνει». Είναι, όμως, σίγουρη<br />

ότι κατέστρεψε και το επόμενο άρμα, αυτό που ακολουθούσε, δηλαδή<br />

το έκτο. Ένα άλλο άρμα ξεμυτίζει από το κτήριο του σχολείου,<br />

όπου κρυβόταν. Μόλις εμφανίστηκε το βάζει ο Μανώλης στο στόχαστρο.<br />

Αλάθητος σκοπευτής ο Μπικάκης. Φωτιές ξεπετάγονται<br />

μέσα από τα διαλυμένα σιδερικά.<br />

Οι βολίδες τέλειωναν πια. Έμεναν μόλις τρεις. Έμενε κι ένα τανκ. Οι<br />

μαρτυρίες από δω και μετά είναι μπερδεμένες. Κρίμα που δεν ζει ο<br />

ίδιος να τις ξεκαθαρίσει και να δώσει την εικόνα ενός ήρωα, ενός<br />

παλικαριού που περιφρόνησε τον θάνατο. Τελοσπάντων, ο Μανώλης<br />

κατάφερε να εγκλωβίσει στο στόχαστρό του και το έκτο άρμα<br />

μάχης. Το επίσημο χαρτί που του έδωσε το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας<br />

κάνει λόγο για τέσσερα. Λίγη σημασία έχει, αλήθεια, αν κατέστρεψε<br />

τέσσερα ή έξι άρματα μάχης συνολικά. Αλλά, το χαρτί αυτό<br />

υπογράφηκε λίγες ημέρες μετά, τον Σεπτέμβρη. Ήταν δύσκολο να<br />

γίνει ακριβής αποτίμηση.<br />

Το τουρκικό τάγμα διασκορπίστηκε. Βρήκαν ένα κτήριο και κατέφυγαν<br />

εκεί με τη βοήθεια της αεροπορίας. Όσο για τον Μπικάκη…<br />

αυτός ήταν πραγματικά άφαντος. Ήξερε να κρύβεται, να μετακινείται,<br />

να μη δίνει στόχο. Όπως έλεγε μετά, πίστευε ότι είχε ξεγελάσει<br />

τους Τούρκους που δεν ήξεραν τι είχαν να αντιμετωπίσουν, δεν ήξεραν<br />

πόσος στρατός, πόσοι βαρεοπλίτες κρύβονταν στο λόφο. Και<br />

ξαφνιάστηκαν γιατί ήξεραν ότι η περιοχή είχε θεωρηθεί προσπελάσιμη<br />

μετά τις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις της αεροπορίας τους.<br />

Μετακινούμενος διαρκώς ο Μανώλης με το βαρύ όπλο ΠΑΟ (Πυροβόλο<br />

Άνευ Οπισθοδρομήσεως) στον ώμο και με μόνο δυο βολίδες<br />

στη διάθεσή του, βλέπει τους άνδρες του πεζικού να<br />

καταφεύγουν στο κτήριο. Οι δυο βολίδες αρκούσαν να τους πετσοκόψει.<br />

Δεν του έμενε πια τίποτα. Ήταν ολομόναχος, χωρίς πυρομαχικά,<br />

χωρίς ελπίδα.<br />

«Μου έλεγε ότι πίστευε στη σωτηρία του», θυμάται η Νίκη. «Προσπάθησε<br />

να κρυφτεί. Πέρασαν κάμποσες μέρες, νομίζω τέσσερις ή<br />

43


| Ο ΚΡΗΤΙΚΟΣ ΠΟΥ ΚΑΤΑΦΕΡΕ ΝΑ ΣΤΑΜΑΤΗΣΕΙ ΤΟΝ ΑΤΤΙΛΑ<br />

πέντε, και οι άλλοι στρατιώτες, οι σύντροφοί του, νόμιζαν πως ήταν<br />

σκοτωμένος. Ο Μανώλης ήξερε να επιβιώνει σε πολύ αντίξοες συνθήκες,<br />

άλλωστε ήταν τέτοια η εκπαίδευσή του. Πολλές φορές μου<br />

έλεγε ότι δεν είχε βάλει τίποτε στο στόμα του, ούτε φαγητό, ούτε<br />

νερό…» Χωρίς νερό, λοιπόν. Και ήταν Αύγουστος μήνας. Στο θερμό<br />

κλίμα της Κύπρου.<br />

Όταν η περιπέτειά του έφτασε στο τέλος της ο μικρός ήρωας ήταν<br />

εξαντλημένος…<br />

«Μόλις είδε τους συντρόφους του ζήτησε φαΐ και νερό…»<br />

Η Νίκη<br />

Επιστρέφοντας από την Κύπρο ο ήρωας του 1974 πήγε στην Αγιά<br />

Φωτιά της Μεσαράς κι από κει στην Αθήνα. Τη Νίκη την ήξερε από<br />

πριν αλλά εκείνη ήταν κοριτσάκι ακόμη, κόρη μαραγκού που είχε<br />

τύχει να συναντήσει τον Μανώλη και να τον συμπαθήσει. Έρωτας<br />

μετά τη μάχη. Η άλλη πλευρά της ζωής. Ή, μάλλον, η ίδια η ζωή που<br />

δείχνει πότε το σκληρό πρόσωπό<br />

της και πότε καλοσυνεύει<br />

και χαμογελά.<br />

Κλέβει ο Μανώλης τη Νίκη,<br />

έτσι όπως έκαναν στην Κρήτη<br />

του παλιού καιρού και τη φέρνει<br />

στην Κρήτη. Η οικογένεια<br />

της κοπελιάς δεν αντιδρά, τον<br />

καλοδέχεται. Ο γάμος έγινε<br />

στην Κρήτη.<br />

Από τότε οι δρόμοι τους δεν<br />

χώρισαν πια. Ως τον Οκτώβριο<br />

του 1994. Εκείνος δούλευε<br />

στην Τρίπολη εκείνη την εποχή.<br />

Ένα Σάββατο ξεκίνησε για να<br />

τη συναντήσει. Δεν έφτασε<br />

ποτέ στον προορισμό του. Ένα<br />

μεγάλο φορτηγό, μια νταλίκα…<br />

Τροχαίο. Έτσι γιατί μια λέξη<br />

μπορεί να κλείσει το βιβλίο<br />

μιας ολόκληρης ζωής. Τροχαίο! Ο Μανώλης άφησε πίσω του δυο<br />

παιδιά. Αν ζούσε σήμερα, στα 56 του, θα ήταν παππούς. Και θα μπορούσε<br />

να λέει στα εγγόνια του παραμύθια, σαν εκείνα που άκουγε<br />

στα Αστερούσια όταν ήταν κι εκείνος παιδί. Πιθανόν, όμως, να μην<br />

τους έλεγε ποτέ, ή να μην τους έλεγε συχνά, τη δική του ιστορία που<br />

μοιάζει σαν συναρπαστικό παραμύθι. Έτσι γιατί πίστευε ότι έκανε<br />

αυτό που έπρεπε να κάνει. Είναι λόγια δικά του. Και η Νίκη του δεν<br />

θα τα ξεχάσει ποτέ. Σκέφτεται, όμως, πόσο δύσκολη ήταν η ζωή και<br />

πόσο σκληρή απέναντί του: «Αν ζούσε θα χαιρόταν τώρα το εγγονάκι<br />

μας», λέει.<br />

Αν ο Μανώλης…<br />

Η περιοχή στην οποία πολέμησε ο Μπικάκης υπήρξε κρίσιμη για την<br />

τελική έκβαση της εισβολής. Σήμερα καλύπτεται από τη «νεκρή<br />

ζώνη». Η σκόνη του χρόνου καλύπτει τα βήματα των ανθρώπων,<br />

μια περιοχή χωρίς ζωή. Και του Μανώλη τα βήματα από τη σκόνη<br />

του χρόνου καλύπτονται. Οι συμπολεμιστές και οι συγγενείς του<br />

λένε με καμάρι ότι με τα χέρια, το μάτι, το μυαλό και την παλικαριά<br />

του σταμάτησε την τουρκική επέλαση. Αυτός ο ένας! Η αλήθεια είναι<br />

ότι δόθηκαν στην περιοχή του Αγίου Δομετίου σκληρές μάχες ανάμεσα<br />

στην ΕΛΔΥΚ και τους εισβολείς. Ακολούθησαν οδομαχίες<br />

σκληρές και άγριες. Μια από τις πιο σημαντικές άμυνες ήταν αυτή<br />

του Μανώλη. Αν κατάφερναν να περνούσαν οι Τούρκοι εκείνη τη<br />

μέρα θα ήταν αλλιώς η Κύπρος σήμερα. Η Πρωτεύουσα, η Λευκωσία,<br />

θα ήταν κλεισμένη ασφυκτικά. Ο κυκλικός κόμβος Κολοκασίδη<br />

που βρίσκεται στα δυτικά της πόλης, στο προάστειο Άγιος Δομέτιος,<br />

οδηγούσε στο αεροδρόμιο της Λευκωσίας, αυτό το αεροδρόμιο που<br />

από τότε παραμένει φάντασμα. Νεκρό κι εκείνο. Όπως και η «Σχολή<br />

Γρηγορίου», ένα εκπαιδευτήριο που από τότε παραμένει με τα σημάδια<br />

των εκρήξεων και των βολίδων μέσα στη νεκρή ζώνη. Το<br />

τάγμα του πεζικού που είχε ξεπαστρέψει ο Μπικάκης είχε καταφύγει<br />

στο σχολή. Το ισόγειο και έναν από τους ορόφους της είχε σημαδέψει<br />

με τις δυο τελευταίες βολίδες του ο Κρητικός. Ποταμοί αιμάτων,<br />

κραυγές και δάκρυα στοίχειωσαν σε ένα κτήριο που είχε ως<br />

προορισμό του την παιδεία…<br />

Για να επανέλθουμε: κανείς δεν ξέρει τι θα είχε συμβεί στη Λευκωσία<br />

αν ο Μπικάκης δεν ήταν τόσο τολμηρός και τόσο εύστοχος.<br />

Μένομε, λοιπόν, σ’ αυτή την<br />

εκτίμηση που λέει ότι οι Τούρκοι<br />

θα έλεγχαν ένα πολύ μεγαλύτερο<br />

κομμάτι της Λευκωσίας<br />

και ότι η ζωή στην διχοτομημένη<br />

πόλη θα ήταν πιο μαρτυρική,<br />

σχεδόν αβίωτη… Η<br />

κατάληψη της περιοχής θα σήμαινε<br />

τον εγκλωβισμό της<br />

πόλης και από τα δυτικά, με<br />

μόνο πλέον άνοιγμά της το<br />

νότιο.<br />

Σαν ήρωας<br />

από τα παλιά…<br />

Το αρχικό (καλογραμμένο και<br />

λεπτομερές) κείμενο για τον<br />

Μανώλη Μπικάκη δημοσιεύτηκε<br />

στο διαδίκτυο από τον «Σύλλογο για τα ανθρώπινα δικαιώματα<br />

οικογενειών αγνοουμένων και πεσόντων κυπριακής τραγωδίας<br />

1974». Στάθηκε πλοηγός για τη έρευνά μου.<br />

Ύστερα από μια σύντομη ραδιοφωνική εκπομπή διαπίστωσα ότι την<br />

ιστορία του την ξέρουν πολλοί, οι συγγενείς, οι φίλοι, οι κοντοχωριανοί,<br />

οι συμπολεμιστές του (που τον τιμούν και τον σέβονται). Την<br />

ξέρουν και όσοι Έλληνες υπηρέτησαν έκτοτε στην Κύπρο. Τη λένε<br />

με θαυμασμό, όσο κι αν ξέρουν αποσπασματικά κάποια από τα στοιχεία<br />

που τη συνθέτουν. Μίλησα με πάνω από δεκαπέντε ανθρώπους.<br />

Στα μάτια τους ο Μπικάκης δεν είναι ένας κοινός θνητός αλλά<br />

ένας υπερφυσικός άνθρωπος που ζωντανεύει όλες εκείνες τις παλιές<br />

ιστορίες, όσες ακούγονται στην Κρήτη από την εποχή της Τουρκοκρατίας.<br />

Να, σαν τον άλλο μεθυσμένο με το κρασί της Λευτεριάς,<br />

τον Ξωπατέρα. Ένα δημοτικό τραγούδι περιγράφει τη μάχη του λέγοντας<br />

ότι οι σφαίρες περνούσαν δίπλα από το κορμί του σαν μύγες,<br />

χωρίς να τον πετυχαίνουν.<br />

Έτσι κι ο Μπικάκης. Καμιά σφαίρα δεν τον βρήκε. Και όπως λέει ο<br />

άγνωστός μου συγγραφέας του διαδικτύου, ο ίδιος ενσαρκώνει τη<br />

δύναμη του ανθρώπου απέναντι στη μηχανή.<br />

Αλήθεια, θυμήθηκε να τιμήσει κανείς αυτόν τον ήρωα; x<br />

44


ΥΠΕΡ Χ ΑΝΟΙΞΗ 2010


Οι τελευταίοι ζευγάδες…<br />

Μερικές δεκαετίες πριν από σήμερα, τέτοιες μέρες, η αγροτική Ελλάδα ζούσε στον πυρετό της σποράς.<br />

Καθώς ο αγροτικός εκσυγχρονισμός είχε μάλλον αργήσει και σε πολλές περιοχές η διαμόρφωση του<br />

εδάφους δεν ευνοούσε τη χρήση μηχανημάτων, οι Έλληνες χωρικοί συνέχιζαν να χρησιμοποιούν το<br />

ησιόδειο άροτρο. Ακόμη και οι συμβουλές που μας άφησε ο ποιητής – αγρότης, ο Ησίοδος, αποτελούσαν<br />

ένα άγραφο ευαγγέλιο για τους καλλιεργητές της γης.<br />

| ΚΕΙΜΕΝΟ-ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ | Έφη Ψιλάκη<br />

46


◗◗<br />

47


| ΟΙ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΙ ΖΕΥΓΑΔΕΣ<br />

Σήμερα το όργωμα της γης με τον παραδοσιακό<br />

τρόπο αποτελεί σπάνιο φαινόμενο.<br />

Μπορεί να το συναντήσει κανείς σε<br />

μερικά νησιά, στη γη που δεν έχει επηρεάσει<br />

η τουριστική υπερ-εκμετάλλευση.<br />

Μερικοί ηλικιωμένοι νησιώτες αρνούνται<br />

να υποταχθούν στις προσταγές των καιρών<br />

και επιμένουν να σπέρνουν και να<br />

θερίζουν. Άλλοτε με δυο βόδια και τον<br />

ζυγό, άλλοτε με γαϊδουράκια (τα λιγοστά<br />

που έχουν απομείνει), άλλοτε με μουλάρια και άλλοτε (σε σπανιότερες<br />

περιπτώσεις) με άλογα.<br />

Ίσως να ήμουν τυχερή που κατάφερα να ζήσω τη μυσταγωγία του<br />

οργώματος στα ορεινά της Κρήτης, στο Απάνω Μεραμπέλλο, μια<br />

περιοχή με επικλινείς εκτάσεις αλλά και με μεγάλη παράδοση στην<br />

καλλιέργεια της γης. Πάνε δυο χρόνια από τότε. Αργότερα που το<br />

κουβέντιασα με τους φίλους μου κατάλαβα ότι ήμουν η μόνη από<br />

έναν κύκλο νέων που είχα καταφέρει να δω το ζευγά σε ώρα εργασίας,<br />

να ακούσω τα παραγγέλματα προς τα βόδια, να καταγράψω<br />

σε ψηφιακή εικόνα την τέχνη των λεπτών και επιδέξιων<br />

χειρισμών που απαιτούνται για να οργωθεί ένα χωράφι. Και δεν<br />

θα ξεχάσω πώς κατάφερνε ο ζευγάς να οργώνει τη γη γύρω από<br />

τα ελαιόδεντρα χωρίς να πληγώνει τις ρίζες. Οι υπόλοιποι είχαν<br />

ακούσει από τους γονείς, οι περισσότεροι από παππούδες και γιαγιάδες<br />

για το όργωμα. Ή ακόμη κι από τα σχολικά βιβλία.<br />

48


| Εικόνες από έναν κόσμο που χάθηκε.<br />

ΥΠΕΡ Χ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ 2010 <br />

◗◗<br />

Μόνο αν είσαι τυχερός<br />

μπορεί να συναντήσεις<br />

ζευγά στην Κρήτη.<br />

49


| Ο μπάρμπα Δημήτρης επί το έργον...<br />

ΥΠΕΡ Χ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ 2010 <br />

Από τότε αναζητώ τέτοιες εικόνες. Σε μερικά νησιά του Αιγαίου<br />

βλέπω θημωνιές και αλώνια. Σε πολλά κυκλαδονήσια μπορούν<br />

να συνυπάρχουν οι εποχές, το μακρινό χθες με το σήμερα. Όπως<br />

και σε πολλές περιοχές της Κρήτης επιβιώνουν συνήθειες από<br />

άλλους καιρούς.<br />

Στην Κασταμονίτσα ο μπάρμπα-Δημήτρης πελεκούσε το ξύλο του<br />

πουρναριού για να φτιάξει αλέτρι. Είναι ο τελευταίος που ξέρει να<br />

φτιάχνει ξύλινα άροτρα. Παρακολούθησα έκθαμβη τη δουλειά του.<br />

Σαν μυσταγωγία μου φάνηκε. Όλα ήταν λιτά και όμορφα. Τα εργαλεία<br />

απλά, ένα τσεκούρι, ένα πριόνι, ένα σφυρί, ο ξυλοφάς<br />

(είδος λίμας που λειαίνει το ξύλο). Μεταλλικά καρφιά βάζει πολύ<br />

λίγα. Στηρίζει όλη την κατασκευή στο καλό ταίριασμα των ξύλων.<br />

Μόνο το υνί είναι μεταλλικό, το κάτω αιχμηρό μέρος του αρότρου,<br />

αυτό που σκίζει τη γη για να τη γονιμοποιήσει. Τον ρώτησα πώς<br />

ονομάζονται τα διάφορα μέρη και τα εξαρτήματα του αρότρου. Κι<br />

άκουσα πάλι τη μουσική των λέξεων που μας έρχεται αναλλοίωτη<br />

από το χθες. Η έχερη, το σταβάρι, η σπάθη, τα παρούθια…<br />

Η ελληνική Λαογραφία έχει προλάβει κι έχει καταγράψει όλες<br />

αυτές τις λέξεις – ποιήματα και μάλιστα σε πολλές περιοχές της<br />

χώρας. Άλλο είναι, όμως, να τις διαβάζει κανείς σε ένα βιβλίο, σε<br />

μια μελέτη, κι άλλο να ακούει έναν άνθρωπο να τις λέει όπως τις<br />

έλεγε και ο παππούς του, με τη<br />

φυσικότητα του βιώματος. Ο<br />

μπάρμπα–Δημήτρης δεν οργώνει<br />

πια τη γη του. Έχουν περάσει<br />

τα χρόνια, έχει κλείσει τα 88 κι<br />

ας φαίνεται 70. Το αλέτρι το<br />

έφτιαξε για θυμητάρι...<br />

Καθώς παρακολουθώ τη δουλειά<br />

του, μου λέει πως έψαξε<br />

πολύ καιρό για να βρει το κατάλληλο<br />

ξύλο: πουρνάρι για να αντέχει.<br />

Και πως το κόβουν μόνο<br />

στη λίγωση του φεγγαριού για<br />

να μη σαπίσει. Θυμάται την εποχή που κάθε χρόνο το καλοκαίρι<br />

επισκεύαζε το παλιό αλέτρι ή έφτιαχνε καινούργιο για να οργώσει<br />

τη γη. Όχι πολύ παλιά. Εκείνος σταμάτησε να οργώνει και να σπέρνει<br />

στα τέλη της δεκαετίας του 1970. Μέχρι τότε κάθε σπίτι είχε<br />

και τον αλωνότοπό του, κάθε νοικοκύρης είχε και την αγελάδα<br />

του. Κι όποιος είχε μόνο μια αγελάδα (οι περισσότεροι στο χωριό)<br />

έπρεπε να βρει κάποιον άλλο και να συνεργαστεί: τον συζευτή.<br />

Έτσι σχημάτιζαν ένα ζευγάρι με αγελάδες και το χρησιμοποιούσε<br />

πότε ο ένας και πότε ο άλλος. Συνεργατικοί θεσμοί που<br />

διατηρήθηκαν στο χρόνο και δημιούργησαν ακατάλυτους<br />

κανόνες εθιμικής<br />

συμπεριφοράς. Οι συζευτάδες<br />

ένιωθαν να έχουν<br />

μια βαθύτερη σχέση<br />

και σέβονταν ο ένας<br />

τον άλλον. Η συνεργασία<br />

τους έπρεπε να είναι άριστη.<br />

Και, σχεδόν<br />

πάντα, ήταν. Έπρεπε να μοιραστούν ακριβοδίκαια<br />

τις καλές ημέρες του φθινοπώρου<br />

για να σπείρουν. Μερικές φορές οι άλλοι πείραζαν<br />

τους συζευτάδες και τους έλεγαν συμπεθέρους.<br />

Το πείραγμα και το γέλιο κάνουν πιο ωραία τη ζωή και<br />

πιο εύκολη τη δουλειά. <br />

Όλα είναι απλά<br />

και όμορφα.<br />

Αρκούν λίγα εργαλεία<br />

και σκληρό ξύλο<br />

για να φτιαχτεί<br />

ένα αλέτρι.<br />

◗◗<br />

51


| ΟΙ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΙ ΖΕΥΓΑΔΕΣ<br />

| Η ευλογία των δημητριακών καρπών..<br />

Η τελετουργία της σποράς<br />

Τόσο στην Κρήτη όσο και στα υπόλοιπα νησιά η σπορά αρχίζει<br />

αμέσως μετά τα πρωτοβρόχια, συνήθως Οκτώβριο μήνα. «Οκτώβρη<br />

και δεν έσπειρες, οκτώ σακιά δεν έβγαλες», λέει η πανελλήνια<br />

παροιμία. Κι αν δεν βρέξει τον Οκτώβρη, αλλοίμονο! Το φάσμα<br />

της πείνας αρχίζει να πλανάται. Λιτανείες και δεήσεις παντού για<br />

να ξορκίσουν το κακό. Αλλού οι άνθρωποι θυμούνται τα παλιά<br />

έθιμα, σαν κι εκείνο της Περπερούνας, που γίνεται και την άνοιξη<br />

(όταν σταματήσουν οι βροχές χωρίς να έχουν ωριμάσει τα γεννήματα)<br />

αλλά και το φθινόπωρο (όταν αργούν τα πρωτοβρόχια).<br />

Στολίζουν με πρασινάδες ένα κορίτσι (6-10 ετών περίπου) και το<br />

περιφέρουν σε όλα τα σπίτια του χωριού τραγουδώντας να<br />

«δώσει μια βροχή<br />

για βροχή βασιλικιά,<br />

(ε)δω στα στάρια στα κριθάρια<br />

στα λιανά τα παρασπόρια».<br />

Και στην Κοζάνη;<br />

«Περπερούνα περπατεί<br />

περπατεί καμαρουτή<br />

κι του Θεού παρακαλεί:<br />

Θε μου ρίξι μια βρουχή<br />

δρουσερή κι σιγανή<br />

να φυτρώσουν τα χορτάρια<br />

και να γίνουν τα σιτάρια.<br />

Κάθε στάχυ κι κιλό…<br />

Μάρις, μπάρις τα νιρά<br />

λίμνις, λίμνις τα κρασιά».<br />

.<br />

Κι η κάθε νοικοκυρά τρέχει να ρίξει με μια κανάτα λίγο νερό στο<br />

κεφάλι της Περπερούνας. Ο νόμος της ομοιότητας! Όπως πέφτει<br />

το νερό από το κανάτι στο κεφάλι του κοριτσιού, θα πέσει και από<br />

τον ουρανό. Κι όπως είναι στα πράσινα ντυμένο το κορίτσι, έτσι θα<br />

ντυθεί στα πράσινα, θα βλαστήσει και η γη. Πάνε πολλά χρόνια,<br />

όμως, από τότε που ντύθηκε για τελευταία φορά ένα κορίτσι με<br />

πράσινα φύλλα…<br />

Η προετοιμασία για τη σπορά αρχίζει στην αρχή ή στα μέσα του Σεπτέμβρη.<br />

Συνήθως τη μέρα του Σταυρού (14 Σεπτεμβρίου). Οι<br />

ζευγάδες πάνε σακουλάκια με σπόρο στην εκκλησία. Άλλοι βάζουν<br />

κι ένα ρόδι μαζί. Ο παπάς διαβάζει την ευχή του σπόρου. Κι<br />

ο νόμος της ομοιότητας επιβάλλει επανάληψη του παραδείγματος<br />

του ροδιού. Όπως είναι γεμάτο με σπόρια το ρόδι, έτσι θα γεμίσουν<br />

με σπόρους τα χωράφια, τα σακιά, οι αποθήκες. Κατόπιν<br />

ανακατεύουν τον ευλογημένο σπόρο με τον υπόλοιπο. Μέχρι το<br />

1970 περίπου ήταν πολύ συνηθισμένη η ευλογία των σπορικών.<br />

Σήμερα γίνεται όλο και πιο σπάνια. Ίσως να οφείλεται στο γεγονός<br />

ότι παλιότερα ο κάθε αγρότης έπρεπε μόνος του να φροντίζει<br />

για τα σπορικά του, να τα διαλέγει από τα καλύτερα φυτά για να<br />

βελτιώνει διαρκώς την ποιότητα της παραγωγής του. Σήμερα<br />

αυτοί που σπέρνουν με μηχανές αγοράζουν έτοιμους τους σπόρους.<br />

Σε μερικές περιπτώσεις όμως οι παλιοί ζευγάδες φροντίζουν<br />

να πηγαίνουν τα σπορικά τους στην εκκλησία και να ζητούν<br />

από τον παπά να τους διαβάσει την ευχή. Ο παπά Γιώργης, ένας<br />

παραδοσιακός ιερέας από την Κρήτη, μου έδωσε την ευκαιρία να<br />

βρεθώ σε ένα τέτοιο γεγονός.<br />

Παρακολουθώ τον κυρ Μανώλη στο Μεραμπέλλο. Κι όταν καθίζει<br />

να ξαποστάσει (πράγμα σπάνιο - είναι νευρώδης και αεικίνητος),<br />

52


| ΟΙ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΙ ΖΕΥΓΑΔΕΣ<br />

| Σπορά στο Μεραμπέλλο..<br />

κουβεντιάζουμε. Το ίδιο και με τον μπάρμπα Δημήτρη και με όλους<br />

τους ζευγάδες που έχω συναντήσει στη νησιωτική Ελλάδα. Έτσι<br />

ζωντανεύουν μπροστά μου όσα έχω διαβάσει σε λαογραφικές<br />

περιγραφές.<br />

Η σπορά δεν αρχίζει ποτέ αν δεν είναι γέμωση του φεγγαριού.<br />

Αλλιώς δεν θα πάει καλά η σοδειά. Δεν πρέπει να είναι Τρίτη η<br />

πρώτη μέρα της σποράς, την Τρίτη<br />

δεν αρχίζουν ποτέ σπουδαίες δουλειές,<br />

πιστεύουν πως είναι γρουσούζικη<br />

μέρα. Κι όταν βρεθεί η κατάλληλη<br />

μέρα είτε γίνεται αγιασμός στο χωράφι,<br />

είτε αρχίζει με επίκληση της<br />

βοήθειας του θεού. Από το προηγούμενο<br />

βράδυ έχει φροντίσει να ταΐσει<br />

καλά τα βόδια («ε τα καημένα κι αυτά<br />

ζόρι που τραβάνε», λέει με αληθινή<br />

συμπάθεια ο κυρ Μανώλης). Έχει<br />

φροντίσει και το σποροσάκι, ένα<br />

υφαντό ή πάνινο σακούλι μέσα στο<br />

οποίο βάζουν το σιτάρι ή το κριθάρι<br />

που υπολογίζουν ότι θα χρειαστούν<br />

την επόμενη μέρα. Μέσα στο ίδιο σακούλι<br />

υπάρχει συνήθως κι ένα ρόδι<br />

ολόκληρο, ροδοκόκκινο και ζωηρό.<br />

Αυτό θα μείνει εκεί μέχρι να τελειώσει<br />

η σπορά. Και την τελευταία μέρα<br />

το πετούν στο χωράφι με δύναμη για<br />

να σπάσει και να σκορπιστούν οι καρποί<br />

του παντού. Όπως γινόταν κάποτε<br />

και στους γάμους, μετά την επιστροφή<br />

του νεόνυμφου ζευγαριού από την εκκλησία.<br />

Και πάλι ο νόμος της ομοιότητας,<br />

σκέφτομαι…<br />

Τον πρώτο καρπό που σπέρνουν τον<br />

πετούν ψηλά. Για να ψηλώσουν αναλόγως<br />

και τα σπαρτά! Στο τέλος πετούν<br />

ψηλά και το σποροσάκι για τον<br />

ίδιο λόγο. Μερικές φορές «γητεύουν»<br />

◗<br />

τα πουλιά να μην πάνε να φάνε το<br />

στάρι πριν φυτρώσει.<br />

Εκείνο που με εντυπωσιάζει περισσότερο<br />

είναι η σχέση του ζευγά με τα<br />

βόδια. Θυμάμαι πως οι Μυκηναίοι Έλληνες<br />

έδιναν ονόματα στα βόδια. Το<br />

ίδιο κάνουν και οι νεότεροι. Κανέλα<br />

και Ρούσσα και Στεφανοκέρης είναι<br />

ονομασίες που προέρχονται από το<br />

χρώμα των ζώων και από το σχήμα<br />

των κεράτων τους. Ο κυρ Μανόλης τα χαϊδεύει τα ζώα του, τους<br />

μιλά, τους τραγουδά, η σπορά είναι απλώς ένα κουραστικό πανηγύρι.<br />

Ξεχωρίζω τα λόγια του:<br />

«Έλα, έλα, έλα γεια σας<br />

κι όλα τα άχερα δικά σας».<br />

Εικόνες που αναδύονται<br />

από το χθες, εμπειρίες<br />

χιλιάδων χρόνων.<br />

Το σιδερένιο αλέτρι του ανοίγει τη γη. Το δρομολόγιο των ζώων<br />

και του ζευγολάτη είναι συνεχές, ακατάπαυστο. Πάνω – κάτω,<br />

πέρα – δώθε. Τα ζώα φαίνονται εκπαιδευμένα. Όταν είναι να στρίψουν<br />

κοντοστέκεται το ένα, αυτό που βρίσκεται από την εσωτερική<br />

πλευρά. Το άλλο κάνει μεγαλύτερο κύκλο για να σχηματίσει<br />

γωνία 180 μοιρών. Κι όταν είναι να «παραβολιάσουν» επιβραδύνουν<br />

το βήμα τους. Εκείνη την ώρα ο ζευγάς προσπαθεί να οργώσει<br />

τη γη κοντά σε κάποια ξερολιθιά,<br />

όσο πιο κοντά γίνεται. Ας μην<br />

φανταστείτε πως όλα αυτά τα κάνουν<br />

μόνα τους· ο ζευγολάτης κρατά με το<br />

ένα χέρι την έχερη (λαβή του αρότρου)<br />

και με το άλλο τα σκοινιά με τα<br />

οποία καθοδηγεί τα ζώα.<br />

Όταν βρεθούν δίπλα σε δέντρο αρχίζει<br />

μια διαδικασία περικύκλωσης. Ο<br />

καλός ζευγάς δεν πληγώνει ποτέ τα<br />

δέντρα. Στη Μεσόγειο η καλλιεργήσιμη<br />

γη δεν είναι άφθονη. Και στις περισσότερες<br />

περιπτώσεις δεν είναι<br />

επίπεδη. Ανάμεσα στα σπαρτά υπάρχουν<br />

δέντρα, ελιές ή οπωροφόρα. Η<br />

μια καλλιέργεια δεν μπορεί να αποβαίνει<br />

εις βάρος της άλλης. Οι πολύ<br />

αραιοί ελαιώνες σπέρνονται, αλλά<br />

σπέρνονται τελευταίοι για να μπορούν<br />

να μαζευτούν οι ελιές πριν φυτρώσουν<br />

τα σπαρτά. Ο καλός ζευγάς,<br />

ο τεχνίτης και νοικοκύρης, φαίνεται<br />

στις λεπτομέρειες, πώς «παραβολιάζει»,<br />

πώς γυροβολιάζει τα δέντρα.<br />

Εικόνες που αναδύονται από το χθες<br />

και ενσωματώνουν εμπειρίες χιλιάδων<br />

χρόνων. Από τότε που ο άνθρωπος<br />

έκανε το πρώτο μεγάλο βήμα<br />

πολιτισμού ανακαλύπτοντας την καλλιέργεια<br />

της γης και την αποθήκευση<br />

των καρπών. Ο κυρ Μανόλης είναι<br />

ίσως ο τελευταίος Έλληνας που τρώει<br />

ψωμί ποτισμένο με τον ιδρώτα του. Τα<br />

κάνει όλα μόνος του στο πλαίσιο της<br />

οικογενειακής συνεργασίας. Σπέρνει<br />

ο ίδιος, θερίζει με τη γυναίκα του, ζυμώνουν<br />

και φουρνίζουν. Η τελευταία<br />

αχτίδα ενός πανάρχαιου φωτός που<br />

φώτισε τις κοινωνίες της αυτοκατανάλωσης.<br />

Καθώς μεταφέρω τώρα τις εικόνες<br />

προσπαθώντας να τις μετατρέψω σε<br />

γραπτό λόγο, σε κείμενο, αντιλαλεί στ’ αυτιά μου το τραγούδι και<br />

τα αρχαιοπρεπέστατα παραγγέλματα. Όταν θέλει να οργώσει πιο<br />

κοντά στην ξερολιθιά, πιο μέσα, φωνάζει «έσω». Έτσι απλά, σα<br />

να μιλά τη γλώσσα του Ομήρου. Τα παραγγέλματα «έα», «ία» και<br />

τα άλλα που κάποτε αντηχούσαν στους ελληνικούς αγρούς μπορεί<br />

να φαίνονται ακατανόητα για το σημερινό άνθρωπο. Αποτελούν<br />

όμως μια πολύτιμη παρακαταθήκη που χάνεται, λέξεις που<br />

ακούγονται σχεδόν απαράλλακτες τώρα και πολλούς αιώνες. <br />

54


ΥΠΕΡ Χ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ 2010


| ΟΙ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΙ ΖΕΥΓΑΔΕΣ<br />

Η κληρονομιά του Βουζύγη<br />

Δεν ξέρω πόσοι από μας θα δουν ξανά εικόνες σαν αυτές του<br />

Απάνω Μεραμπέλλου ή της Κασταμονίτσας. Οι τελευταίοι ζευγάδες<br />

αισθάνονται το βάρος του χρόνου και ένας – ένας σταματούν<br />

τη δουλειά. Στις περιοχές αυτές μπορεί να μην καλλιεργηθεί ποτέ<br />

ξανά σιτάρι και κριθάρι. Οι νόμοι της αγοράς δεν το επιτρέπουν. Οι<br />

στρεμματικές αποδόσεις είναι μικρές και ο κόπος μεγάλος, δυσανάλογος<br />

με τα οφέλη.<br />

Καθώς παρακολουθούσα τον κυρ Μανώλη στο Μεραμπέλλο προσπαθούσα<br />

να θυμηθώ ανάλογες εικόνες από τους ελληνικούς μύθους.<br />

Τη Δήμητρα, τον Κρητικό εραστή της τον Ιασίωνα, τον<br />

Τριπτόλεμο από την Αττική, τον Βουζύγη, τον Οδυσσέα από την<br />

Ιθάκη. Όλοι συνδέονται κατά κάποιον τρόπο με τη σπορά και το<br />

όργωμα της γης. Ο Ιασίων και η Δήμητρα ξάπλωσαν σε ένα τρεις<br />

φορές οργωμένο χωράφι της Κρήτης. Σε σημερινές μελέτες διαβάζω<br />

πως έκαναν το ίδιο και οι αγρότες του παλιού καιρού για να<br />

μεταφέρουν γονιμότητα στη γη.<br />

Ο Βουζύγης ήταν ο μυθικός εφευρέτης του ζυγού, αυτός είχε ζέψει<br />

πρώτος τα βόδια και είχε αλλάξει τον τρόπο καλλιέργειας. Αυτός<br />

είχε εισηγηθεί έναν παράξενο νόμο που έλεγε πως απαγορεύεται<br />

να σκοτώνουν αγελάδες και ταύρους επειδή χρησιμοποιούνται<br />

για την καλλιέργεια της γης. Είναι απίστευτο κι όμως αυτός ο<br />

άγραφος νόμος εθιμικού δικαίου ίσχυσε μέχρι και πριν από έναν<br />

αιώνα σε πολλές ελληνικές περιοχές.<br />

Ο Οδυσσέας έμεινε στον κόσμο του μύθου για τα κατορθώματά<br />

του στην Τροία (όπως ο Δούρειος Ίππος) και για τις περιπέτειες<br />

της επιστροφής στην πατρίδα του. Ωστόσο, μια από τις πρώτες<br />

πράξεις που αναφέρονται σ’ αυτόν σχετίζεται με το όργωμα. Δεν<br />

ήθελε να πάει στον πόλεμο της Τροίας. Κι όταν πήγε να τον ψάχνει<br />

ο Παλαμήδης ως απεσταλμένος των Αχαιών, έζεψε ένα βόδι και<br />

ένα άλογο, άρχισε να οργώνει τη γη και να σπέρνει… αλάτι. Δεν<br />

υπήρχε, ίσως, καλύτερος τρόπος για να αποδείξει ότι είχε σαλέψει<br />

ο νους του. Η εικόνα ήταν απολύτως κατανοητή σ’ όλους τους<br />

Έλληνες. Προδόθηκε όμως όταν ο Παλαμήδης πήρε ένα νήπιο,<br />

τον γιο του τον Τηλέμαχο, και τον έβαλε μπροστά στο υνί. Σταμάτησε,<br />

καθώς, αν συνέχιζε, θα το σκότωνε.<br />

Οι εικόνες της σποράς που μας παραδίδει ο Όμηρος είναι πραγματικά<br />

εντυπωσιακές. Μια τέτοια σκηνή φιλοτέχνησε ο Ήφαιστος<br />

στην ασπίδα του Αχιλλέα:<br />

«…Κι έβαζε ακόμα απάνω [στην ασπίδα] νιόσκαφτο, παχύ πλατύ<br />

χωράφι<br />

μ’ αφράτο χώμα, τριπλογύριστο. Πολλοί ζευγάδες μέσα<br />

φέρναν τριγύρω τα ζευγάρια τους κι οργώναν δώθε-κείθε.<br />

Και κάθε που γυρίζαν κι έφταναν στου χωραφιού την άκρα,<br />

τους ζύγων’ ένας και τους έδινε γλυκό κρασί μια κούπα…»<br />

(Μετάφραση Ν. Καζαντζάκη – Ι. Κακριδή)<br />

Οι τελευταίοι ζευγάδες λιγοστεύουν. Οι πεζούλες, οι αναβαθμίδες,<br />

τα επικλινή εδάφη του μεσογειακού χώρου δεν καλλιεργούνται<br />

πια. Ας συγκροτήσουν τουλάχιστον, μαζί με τις τελευταίες<br />

εικόνες, μια παρακαταθήκη μνήμης. x<br />

◗◗<br />

Παρόμοιες εικόνες συναντάμε<br />

στον Όμηρο, στον Ησίοδο,<br />

σε κείμενα της κλασικής εποχής.<br />

56


SPINALONGA<br />

STATO DA MAR<br />

|Toυ Κωστή Ε. Μαυρικάκη<br />

◗◗


Πριν από 341 χρόνια, ο ισλαμικός στρατός με επικεφαλής τον πρωθυπουργό της Οθωμανικής<br />

Αυτοκρατορίας, τον Μεγάλο Βεζίρη Φαζίλ Ζαδέ Αχμέτ Κιοπρουλού, εισερχόταν<br />

θριαμβευτής, μετά από συνθήκη παράδοσης στο ρημαγμένο Μεγάλο Κάστρο, στο Χάνδακα<br />

του Μοροζίνι. Είχε προηγηθεί μια κοσμοϊστορική 22χρονη πολιορκία, που για τα<br />

δεδομένα της εποχής ισοδυναμούσε με παγκόσμιο πόλεμο που κινητοποίησε όλες τις ευρωπαϊκές<br />

αυλές ενάντια στους Οθωμανούς για να μην χαθεί το τελευταίο προπύργιο της<br />

χριστιανοσύνης. Η Σπιναλόγκα μαζί με τη Σούδα και τη Γραμβούσα ήταν τα τρία φρούρια<br />

που, μετά τις εξαντλητικές διαπραγματεύσεις για την παράδοσή τους, κόντεψαν να<br />

ακυρώσουν την τελευταία στιγμή τη συνθήκη παράδοσης, αφού ο Κιοπρουλού δεν αντέγραψε<br />

στο τουρκικό κείμενο της συνθήκης ότι τα τρία φρούρια θα εξακολουθούσαν<br />

να παραμένουν στην κυριότητα της Βενετίας, όπως είχε συμφωνηθεί.<br />

Eίναι φρούρια που,<br />

όσο κι αν έχουν<br />

ερειπωθεί, όσο κι<br />

αν οι αιώνες και οι<br />

τρικυμιές ρίγωσαν<br />

τα τείχη τους, διατηρούν<br />

στην καταστροφή<br />

τους κάτι το<br />

περήφανο, το γοητευτικό<br />

και το προκλητικό.<br />

Μια ιαχή πολέμου και μια ανάταση<br />

αντίστασης κάνουν σπαραξικάρδια και επιβλητική<br />

τη σιωπή τους για το παρόν και για<br />

τους καιρούς που θα ’ρθουν.<br />

Στις γκρεμισμένες επάλξεις τους, στις ορφανές<br />

από κανόνια κανονιοθυρίδες τους,<br />

στους ρηγματωμένους προμαχώνες τους,<br />

στις ντάπιες και στις σκοπιές τις χορταριασμένες,<br />

θαρρείς πως βλέπεις την ψυχή<br />

τους να πετρώνει σα μια βίγλα των οριζόντων,<br />

όπως στις εποχές που αυτά ιερουργούσαν<br />

στον πόλεμο και στην ειρήνη, μέσα<br />

από την πολυτάραχη ιστορική τους διαδρομή,<br />

πάνω σε γλαυκές θάλασσες και σε<br />

αφύλακτες ακτές του ελληνικού αρχιπελάγους.<br />

Ένα απ’ αυτά, το επιθαλάσσιο οχυρό της<br />

Σπιναλόγκας, μοναδικό δείγμα επάκτιας<br />

αναγεννησιακής φρουριακής αρχιτεκτονικής,<br />

βιγλίζει αιώνες τώρα στην είσοδο του<br />

κόλπου της Ελούντας, του τεκτονικού βυθίσματος<br />

που γέμισε με τα ειρηνικά και<br />

ήσυχα νερά στην μεγάλη ώρα της κυοφορίας<br />

του κόσμου για να γίνει ένα ασφαλές<br />

λιμάνι ανά τους αιώνες. Εδώ η Γαληνότατη<br />

| Francesco Morosini:<br />

Ο γενικός αρχιστράτηγος των<br />

ενετικών δυνάμεων στην<br />

Κρήτη, o Capitan Generale και<br />

μετέπειτα Δόγης της Βενετίας,<br />

μετά τη συνθήκη παράδοσης<br />

του Χάνδακα, επιθεώρησε τα<br />

τρία φρούρια που παρέμειναν<br />

στην κυριότητα της<br />

Δημοκρατίας (Σπιναλόγκα,<br />

Σούδα και Γραμβούσα) και<br />

όρισε προβλεπτές για την<br />

οργάνωσή τους ως μόνες<br />

εναπομένουσες στρατιωτικές<br />

βάσεις τους στην Κρήτη.<br />

Από τη Σπιναλόγκα πέρασε το<br />

πρώτο δεκαήμερο του<br />

Οκτωβρίου 1669 με τη γαλέρα<br />

Santa Felicita.<br />

Δημοκρατία της Βενετίας αποφάσισε να<br />

«οχυρώσει» την αρχόμενη παρακμή της<br />

μετά την απώλεια της Κύπρου από τους<br />

Οθωμανούς για να προασπίσει το μονοπώλιο<br />

των θαλάσσιων δρόμων της Ανατολής.<br />

Το φρουριακό οχυρό, παρά την<br />

ατμόσφαιρα του «τετελεσμένου», κρατά<br />

μιαν αγέρωχη πρόζα σαν τους μαρμαρωμένους<br />

εκείνους σιδερόφρακτους Βενετσιάνους<br />

που την οχύρωσαν και που δεν<br />

έχουν αφήσει από τα χέρια τους, και στο<br />

θάνατο ακόμα, το βαρύ ξίφος υπεράσπισης<br />

της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας του Αδρία.<br />

Κάτω από μιαν αυγουστιάτικη φωτοπλημμύρα,<br />

ενός γλαυκού και απέραντου ουρανού,<br />

κάτω από έναν ανελέητο ασπιδοφόρο<br />

ήλιο, ο οχυρός περίβολος με το δρόμο περιπολεί<br />

περιμετρικά το νησί και οδηγεί τους<br />

καθημερινά χιλιάδες επισκέπτες του καλοκαιριού<br />

στα κρημνοπρεπή και υψίπυργα<br />

επιθαλάσσια τείχη της που, μετά από πάμπολλες<br />

αντεγκλήσεις και διαφωνίες, το<br />

Κολλέγιο, η Γερουσία και το Συμβούλιο<br />

των Δέκα επικύρωσαν την ανοικοδόμησή<br />

τους μέσα στο Palazzo Ducale, με τις<br />

φωνές του Δόγη, που αντιδρούσε, να<br />

ακούγονται μέχρι και τη γέφυρα Rialto του<br />

μεγάλου καναλιού της Βενετίας…<br />

Μέσα σε μια σκηνική οπτασία, με την απεραντοσύνη<br />

του πελάγους από τα ανατολικά,<br />

η ψυχή και το βλέμμα πάνω στο φρούριο<br />

νοιώθουν στην ενατένισή τους μιαν ήρεμη<br />

και μαζί ιλαρή ολοκλήρωση. Αισθάνεσαι<br />

τον εαυτό σου πάνω στα τείχη λησμονημένο<br />

από τον καιρό. Σκύβοντας από τις<br />

59


| ΣΠΙΝΑΛΟΓΚΑ<br />

Ένα πέπλο μελαγχολίας καλύπτει τα κάστρα του παρελθόντος.<br />

◗<br />

60


ΥΠΕΡ Χ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ 2010 <br />

| Ο νότιος προμαχώνας<br />

Barbariga πίσω από την καμπάνα<br />

του Αγίου Γεωργίου.<br />

| Η σημαία της Γαληνοτάτης<br />

Δημοκρατίας της Βενετίας με<br />

το σύμβολό της, το φτερωτό<br />

λιοντάρι του Αγίου Μάρκου.<br />

| Αριστερά: Το ανάγλυφο<br />

λιοντάρι του Αγ. Μάρκου,<br />

σύμβολο της Δημοκρατίας,<br />

δεσπόζει στην εξωτερική όψη<br />

του νότιου προμαχώνα<br />

Barbariga, με την ανάγλυφη<br />

επιγραφή PAX TIBI MARCE<br />

EVANGELISTA MEUS<br />

(Ειρήνη σε σένα, ευαγγελιστή<br />

Μάρκε).<br />

επάλξεις βλέπεις το τείχος να πέφτει κάθετα<br />

πάνω στις αφιλόξενες φλέβες των τεφροκόκινων<br />

βράχων και των θαλασσινών<br />

σπηλιών που ρίχνουν τον ίσκιο τους πάνω<br />

στην μπλαβοπράσινη θάλασσα και την ίδια<br />

τη θάλασσα τόσο χαμηλά κάτω απ’ τα πόδια<br />

σου που νοιώθεις ίλιγγο στο κοίταγμά της.<br />

Συλλογιέσαι τους μονοκόμματους σκληρούς<br />

πολεμιστές, μισθοφόρους και τυχοδιώκτες,<br />

με τα μεγάλα ακόντιά τους και τις<br />

ατσαλόπλεχτες στολές να πηγαινοέρχονται<br />

πάνω σ’ αυτές τις επάλξεις κοιτάζοντας<br />

ανατολικά κατά τη θάλασσα, αναμένοντας<br />

τις πειρατικές γαλέρες, τα τουρκικά γαλλιόνια<br />

και μπρικαντίνια με τους σιδερόφραχτους<br />

πολεμιστές τους…<br />

Όλοι αυτοί φαίνονται πιο κοντινοί κι απ’<br />

τους σημερινούς κατοίκους, τους τουρίστες<br />

και τους θαμώνες των καταστημάτων και<br />

των ξενοδοχείων της κοσμοπολίτικης<br />

Ελούντας, της Πλάκας και του Αγίου Νικολάου<br />

που κατά εκατοντάδες την επισκέπτονται<br />

καθημερινά το καλοκαίρι…<br />

Συνήθως όλα τα κάστρα του παρελθόντος<br />

είναι λίγο πολύ τυλιγμένα σ’ ένα μελαγχολικό<br />

πέπλο, που όμως κανείς δεν τα αφήνει<br />

χωρίς μια κρυφή ανακούφιση. Και τούτο<br />

γιατί πεθαίνουν γέρικα και ξεπεσμένα,<br />

αργά και απελπιστικά. Αντίθετα η Σπιναλόγκα<br />

έχει τελευτήσει «εν πλήρει ζωή»,<br />

όπως η Πομπηία από την καυτή λάβα της<br />

Αίτνας…<br />

Δεν έζησε για να μεταμορφωθεί και να<br />

προσαρμόσει στο απορροφητικό παρόν την<br />

ταυτότητά της. Είναι και σήμερα αυθεντική,<br />

όπως και τότε, μέχρι που η Σερενίσιμα την<br />

είχε σαν τελευταίο αποκούμπι των εμπορικών<br />

δρόμων της στο Λεβάντε, μέχρι και την<br />

ολέθρια γι’ αυτήν συνθήκη του Πασάροβιτς<br />

το 1715, όταν οριστικά, «σαν έτοιμη από<br />

καιρό», αποχαιρέτησε την Ανατολή...<br />

Οι αιφνίδιοι θάνατοι των κάστρων, όπως<br />

και των ανθρώπων, δεν αλλοιώνουν. Ακινητοποιούν<br />

μιαν έκφραση, ένα αποτύπωμα,<br />

και το μετουσιώνουν σ’ αιωνιότητα.<br />

Η Σπιναλόγκα, χωρίς ζωή, ζει μια ζωή αυταπάτης<br />

και ζωντανού θρύλου. Πάνω από<br />

τα επιθαλάσσια τείχη της επιζούν ακόμη ο<br />

ρυθμός και το πνεύμα που επιστάτησαν<br />

στην οικοδόμησή τους. Το φρούριο έχει τη<br />

μυστηριώδη εκείνη ατμόσφαιρα που διατηρεί<br />

η σκηνή μετά το τέλος του θεάτρου:<br />

Θαρρεί κανείς, σε κάθε στιγμή, πως θα δει<br />

να παρελαύνουν, σιωπηλά κι αργά, μπροστά<br />

του πρόσωπα της ιστορίας και του<br />

ονείρου. Η σιγή της δεν έχει την οριστικότητα<br />

και την τελεσιδικία των τάφων, αλλά<br />

δονείται συνεχώς από αόρατες παρουσίες.<br />

Η Σπιναλόγκα είναι σα να ζει έξω και πέρα<br />

από τους καιρούς και τα σύνορα του χρόνου.<br />

Ζει στην άχρονη μονιμότητα μιας αιωνιότητας<br />

που την καθόρισε για να είναι<br />

61


| ΣΠΙΝΑΛΟΓΚΑ<br />

| Ο βόρειος επιθαλάσσιος<br />

προμαχώνας Michiel της Σπιναλόγκας<br />

από την δυτική πλευρά.<br />

«Οι φλέβες του βράχου κατέβαιναν από ψηλά, στριμμένα κλήματα,<br />

γυμνά πολύκλωνα ζωντανεύοντας στ' άγγιγμα του νερού,<br />

καθώς το μάτι ακολουθώντας τις πάλευε να ξεφύγει<br />

το κουραστικό λίκνισμα χάνοντας δύναμη ολοένα.<br />

Από το μέρος του ήλιου ένας μακρύς γιαλός ολάνοιχτος<br />

και το φως τρίβοντας διαμαντικά στα μεγάλα τείχη».<br />

( Γ. Σεφέρης, Ο Βασιλιάς της Ασίνης).<br />

αιώνια. Σήμερα, αιώνες μετά, αν κάνεις τα χέρια χωνί και φωνάξεις<br />

πάνω απ’ τις επάλξεις και τα τείχη, νομίζεις ότι θα σ’ ακούσουν οι<br />

Ενετοί αξιωματούχοι μηχανικοί Bressani και Orsini που επόπτευαν<br />

την ανοικοδόμησή τους, έτσι όπως όταν ο Σατωμπριάν φώναξε<br />

τρεις φορές πάνω από τα ερείπια της αρχαίας Σπάρτης «Λεωνίδαααα!...».<br />

Ο Ζακ ντε Λακρετέλ στις εντυπώσεις του από την Ελλάδα μιλά με<br />

κάποια περιφρόνηση για τα βενετσιάνικα κάστρα, μη βρίσκοντας κανένα<br />

δεσμό ανάμεσα σ’ αυτά και στο ελληνικό τοπίο, και ειρωνεύεται<br />

ελαφρά τον Μωρίς Μπαρές που θέλησε να ξεθάψει και να εξάρει<br />

τις αναμνήσεις της βενετοκρατίας στην Ελλάδα. Όμως, αυτά τα πετρωμένα<br />

απ’ τον καιρό κάστρα δίνουν μιαν απερίγραπτη συγκίνηση.<br />

Εκτός από την ερήμωση που έφερε πάνω τους ο καιρός, νοιώθει<br />

κανείς γι’ αυτά την πικρή οδύνη της εξορίας τους. Η Σπιναλόγκα,<br />

αυτό το αλίκλειστο οχυρό, αντί να ορθώνεται πεισματικά με τις επάλξεις<br />

και τους προμαχώνες του σε πείσμα των αιώνων, μου φαίνεται<br />

σα να περιμένει υπομονετικά με απελπισία και με παράπονο. Σα<br />

να βιγλίζει τους ορίζοντες από τ’ ανατολικά κατά την απεραντοσύνη<br />

του πελάγους με την αγωνιώδη προσδοκία να δει ξανά τις γαλέρες<br />

της Βενετίας με το φτερωτό λιοντάρι του Αγίου Μάρκου στα καραβόπανά<br />

τους, να τη ζυγώνουν. Μάταια όμως... Γλάροι και θαλασσοπούλια<br />

μόνο κρώζουν πάνω από τις άδειες επάλξεις και τις<br />

κανονιοθυρίδες. Απαίσιες αράχνες σφραγίζουν όλο και περισσότερο<br />

με τα γλοιώδη τους πλέγματα τη σιωπή που γεμίζει τις σκοπιές<br />

πάνω από τις οχυρώσεις. Οι γαλέρες και οι σιδερόφραχτοι γαλεώτοι<br />

που προσδοκά το φρούριο αναπαύονται κάτω από τις σκιές των<br />

κυμάτων στους βυθούς του ελληνικού αρχιπελάγους και το μεγάλο<br />

αρσενάλε της Βενετίας δε ναυπηγεί πια για τη σημαία του Αγίου<br />

Μάρκου, που έπαψε να κυματίζει εδώ και σχεδόν τρεις αιώνες στο<br />

Λεβάντε…<br />

Στη Σπιναλόγκα είναι παρούσα η πιο δυνατή συνιστώσα της αιωνιότητας.<br />

Αυτό το διαρκές και μοναδικό συνταρακτικό αποτύπωμα<br />

και η συναρπαστική ιστορική της διαδρομή με αποκορύφωση τον<br />

τελευταίο αιώνα όταν μετατράπηκε σε αποικία χανσενικών, όπως<br />

ανεπανάληπτα αποδόθηκε στο καταπληκτικό λογοτεχνικό αριστούργημα<br />

«Το Νησί» της Victoria Hislop που έγινε σχεδόν παγκόσμιο<br />

best seller, είναι αυτά που αναμφίβολα την κατατάσσουν στους<br />

μοναδικούς πρεσβευτές για την ειρηνική συνύπαρξη των λαών στον<br />

παρόντα αιώνα. Σήμερα η ανθρωπότητα, που έχει όλο και μεγαλύτερη<br />

επίγνωση και συνείδηση της ενότητας των ανθρωπίνων αξιών,<br />

θεωρεί όλα τα μνημεία σαν κοινή κληρονομιά και ευθύνη της για τις<br />

μελλοντικές γενιές. Για τούτο η προσπάθεια ένταξής της σήμερα<br />

στον κατάλογο προστασίας της UNESCO, ως μνημείο παγκόσμιας<br />

πολιτιστικής κληρονομιάς, είναι μια εθνική υπόθεση με πολυποίκιλους<br />

συμβολισμούς. x<br />

Κωστής Ε. Μαυρικάκης<br />

Πολιτικός Μηχανικός<br />

komavr@otenet.gr<br />

62


Γάμοι του παλιού καιρού στην Κρήτη<br />

Η μεταφορά<br />

των προυκιών<br />

Φωτογραφίες από μιαν εποχή που πέρασε αφήνοντας<br />

μόνο αμυδρές εικόνες, περισσότερο γνωστές σήμερα<br />

από αφηγήσεις και περιγραφές. Ιδού, λοιπόν, η αξία<br />

μιας φωτογραφίας όταν την εκλαμβάνει κανείς ως τεκμήριο<br />

της παρελθούσας ζωής… Κοιτάζοντας τη λεπτομέρεια<br />

καταλαβαίνει κανείς καλύτερα το σύνολο,<br />

κατανοεί την ίδια τη ζωή σε παλιότερες εποχές.<br />

| Του Νίκου Ψιλάκη<br />

64


◗◗<br />

65


| Η ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΤΩΝ ΠΡΟΥΚΙΩΝ<br />

Íσως κάποιοι Κρητικοί μεγαλύτερης ηλικίας να θυμούνται<br />

ακόμη τις περίφημες πομπές των κρητικών γάμων. Τις<br />

πολυπρόσωπες συνοδείες που αποτελούσαν γεγονότα<br />

ιδιαίτερης σημασίας για τις μικρές κοινωνίες της υπαίθρου.<br />

Είναι φωτογραφίες από γάμους της δεκαετίας του<br />

1940 και του 1950, τότε που οι φωτογράφοι ήταν πολύ<br />

λίγοι. Πιο συγκεκριμένα, είναι όχι οι πομπές των γαμηλίων<br />

τελετών, αλλά οι ομάδες των «προυκολόγων» ή<br />

«προυκάρηδων», αυτών που ήταν επιφορτισμένοι με τη<br />

μεταφορά της νυφικής προίκας. Επειδή αυτής της μορφής<br />

οι πομπές ήταν πολύ συνηθισμένες στα κρητικά χωριά, οι ντόπιοι<br />

φωτογράφοι δεν τις απαθανάτιζαν. Μόνον οι ξένοι που ζούσαν ένα<br />

θεαματικό έθιμο προσπαθούσαν να τις κρατήσουν στη μνήμη ως<br />

εξωτικά βιώματα. Η μια φωτογραφία, αυτή με το γαϊδουράκι, ανήκει<br />

σε ξένο (μάλλον Γάλλο) που ήρθε στην Κρήτη γύρω στο 1950.<br />

Δεν γνωρίζομε τίποτε γι’ αυτήν. Και φυσικά δεν γνωρίζουμε τον<br />

τόπο τον οποίο απεικονίζει. Οι άλλες προέρχονται από χωριό της<br />

Μεσαράς (Πετροκεφάλι). Κάποιος Γερμανός αξιωματικός που βρισκόταν<br />

εκεί κατά την περίοδο της ναζιστικής κατοχής εντυπωσιάστηκε<br />

παρακολουθώντας ένα γάμο και τράβηξε μερικές<br />

φωτογραφίες. Όπως φαίνεται, χρησιμοποίησε μηχανή μεσαίου<br />

φορμά (6Χ6, αν κρίνομε από το τετράγωνο σχήμα τους). Έτσι δεν<br />

κράτησε μόνο στη δική του μνήμη το γεγονός αλλά τροφοδότησε<br />

και τη δική μας, τη συλλογική μνήμη, με ζωντανές μαρτυρίες και τεκμήρια<br />

του παρελθόντος.<br />

Σε όλες απεικονίζονται εικόνες σχεδόν τυπικές για την εποχή τους.<br />

Είναι η μεταφορά της προίκας που προηγείται της γαμήλιας τελετής.<br />

Αλλού με γαϊδούρια και μουλάρια, όταν η νύφη πήγαινε μακριά, σε<br />

άλλο χωριό. Αλλού με τα πόδια, όταν το πατρικό σπίτι δεν ήταν μακριά.<br />

Καθένας που ακολουθούσε κρατούσε κι από ένα αντικείμενο.<br />

Ρούχο ή οικιακή συσκευή: μια πατανία, ένα πήλινο τσικάλι, μια καρέκλα<br />

ξύλινη, το σταμνί και το προσώμι, το κόσκινο, το τυλιγάδι, το<br />

στρώμα, τα μικρά και τα μεγάλα αντικείμενα που ήταν απολύτως<br />

απαραίτητα για ένα αγροτικό ή κτηνοτροφικό νοικοκυριό… Όλα αυτά<br />

αποτελούσαν τη «μαγιά» για το καινούργιο σπιτικό. Τα γαϊδουράκια<br />

φορτωμένα ως πάνω. Μέσα στα κοφίνια και τα καλαμένια «κανισκάρια»<br />

βρίσκονταν συνήθως τα ασπρόρουχα και άλλα ενδύματα ή<br />

αντικείμενα πολύτιμα εκείνη την εποχή.<br />

◗<br />

Όταν η φωτογραφία<br />

γίνεται ντοκουμέντο...<br />

66


ΥΠΕΡ Χ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ 2010 <br />

Σε άλλα κοφίνια ήταν κλεισμένες οι όρνιθες. Πεντ-έξι, ή και παραπάνω,<br />

ανάλογα με τη δυνατότητα του πατρικού οίκου. Και ένας πετεινός<br />

φυσικά για να μην είναι άγονα τα αυγά όταν θα κλωσούσαν<br />

οι όρνιθες. Πάνω από το κοφίνι έδεναν ένα πρόχειρο ύφασμα για<br />

να μη φεύγουν τα ζωντανά. Σπίτι χωρίς «κούμο» για τα πουλερικά<br />

δεν μπορούσε να υπάρξει. Συνήθως κάποιος από τη συνοδεία<br />

έσερνε και μιαν αίγα ή ένα πρόβατο. Η οικόσιτη κτηνοτροφία δεν<br />

ήταν επαγγελματική δραστηριότητα για πολλά από τα καθαρά αγροτικά<br />

νοικοκυριά αλλά τρόπος επιβίωσης. Και οι συνεισφέρουσες<br />

πατρικές οικογένειες έπρεπε να βοηθήσουν τα παιδιά τους στο ξεκίνημα<br />

της καινούργιας ζωής.<br />

Μερικές μέρες πριν, ίσως και μια βδομάδα, οι «γ-εδικοί» της νύφης<br />

είχαν φροντίσει να δείξουν στον κόσμο τα καλούδια της «καινούργιας<br />

νοικοκεράς». Είχαν απλώσει παντού τα προυκιά, να τα δουν οι<br />

συγγενείς κι οι φίλοι. Για λίγες μέρες το σπίτι ήταν μια ατελείωτη<br />

έκθεση χειροτεχνίας. Δεν έδινε «εξετάσεις» απέναντι στις τοπικές<br />

κοινωνίες μόνο η νύφη. Έδινε όλη η οικογένεια! Αν υπήρχε και<br />

«άλλο θηλυκό κοπέλι» στο σπίτι, η έκθεση της προίκας της μιας<br />

κόρης αποτελούσε κάτι σαν… κάλεσμα υποψηφίων γαμπρών και για<br />

την άλλη. Ή και τις άλλες…<br />

Όπως είναι φυσικό, οι «προυκολόγοι» ανήκαν εξ ολοκλήρου στο<br />

σόι του γαμπρού. Αν ήταν από άλλο χωριό, όπως στη μια φωτογραφία<br />

μας, τότε η διαδικασία θύμιζε αληθινό πανηγύρι. Την ορισμένη<br />

γι’ αυτό το σκοπό μέρα μαζεύονταν οι στενοί συγγενείς και οι<br />

φίλοι και ξεκινούσαν έχοντας μπροστά τους τη λύρα, ή την ασκομαντούρα.<br />

Αν δεν υπήρχε οργανοπαίχτης έδινε κι έπαιρνε το τραγούδι.<br />

Της στράτας και του γάμου. Όσο μακρινό κι αν ήταν το<br />

δρομολόγιο, η ώρα της διαδρομής περνούσε ευχάριστα. Με μαντινάδες<br />

που τις επαναλάμβαναν όλοι.<br />

Όταν έφταναν στο σπίτι της νύφης, έσμιγαν τα σόγια, έσμιγαν και τα<br />

τραγούδια τους. Στην πόρτα τους περίμενε το πρώτο κέρασμα. Τα<br />

καλοψίκια με τη ρακή τους ή το κρασί με το μεζέ του. Καρύδια κι<br />

αμύγδαλα με σταφίδες και ζυμωτά καλορίζικα δεν έλειπαν ποτέ. Τα<br />

συνόδευαν πάντα οι ευχές όλων. Τις πιο πολλές τις έλεγαν με μαντινάδες:<br />

Τ’ ανέφαλο που πέρασε βαστά νερά και χιόνια<br />

ας είναι καλορίζικα τση νύφης τα σεντόνια.<br />

Οι συγγενείς του γαμπρού μπορούν τούτη την ώρα<br />

να αισθάνονται τη νύφη δική τους:<br />

Μάνα τση νύφης, κράτηξε χαρτί και καλαμάρι<br />

και γράψε πως σου παίρνουνε το πι’ ακριβό βλαστάρι.<br />

Αλλά γέλιο χωρίς δάκρυ δεν υπάρχει. Η επικείμενη οριστική αναχώρηση<br />

από τον πατρικό οίκο φόρτιζε επικίνδυνα το κλίμα.<br />

Μισεύγεις, μήλο τση μηλιάς, φεύγεις, νερό τση κρήνης,<br />

και το σταμνί μας τ’ αδειανό χωρίς δροσά τ’ αφήνεις.<br />

67


| Η ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΤΩΝ ΠΡΟΥΚΙΩΝ<br />

Στο κόνισμα τση Παναγιάς πιάσε να προσκυνήσεις<br />

τη μάνα που σε γέννησε μην τη ξελησμονήσεις.<br />

Η μεταφορά των προυκιών ήταν ενταγμένη στο επίσημο τελετουργικό<br />

του κρητικού γάμου. Καθώς ήταν ορισμένη από καιρό η μέρα<br />

αυτή, οι ετοιμασίες άρχιζαν πολύ πριν. Μαζεύονταν οι κοπελιές του<br />

χωριού, έπλυναν, άπλωναν, σιδέρωναν, δίπλωναν. Δεν ήταν έθιμο<br />

παντού να απλώνονται τα ρούχα στο πατρικό σπίτι. Αυτό γινόταν<br />

συνήθως όταν υπήρχαν κι άλλα απάντρευτα κορίτσια. Στις περισσότερες<br />

περιπτώσεις τα πολυμελή συνεργεία που ετοίμαζαν την<br />

προίκα τοποθετούσαν τη «ρουχική» μέσα σε μεγάλα υφαντά τσουβάλια<br />

λευκού χρώματος. Ωστόσο, άφηναν πάντα μερικά κομμάτια,<br />

τα πιο όμορφα, έξω από τα σακιά. Αυτά θα αποτελούσαν την πιο<br />

εύγλωττη μαρτυρία για τη νοικοκυροσύνη της νύφης. Σε μερικές περιπτώσεις<br />

οι προυκολόγοι, που ήθελαν να παινέψουν τη νύφη που<br />

έπαιρναν, μετέφεραν ξεδίπλωτα κάμποσα προυκιά, τα κρατούσαν<br />

επιδεικτικά για να φαίνονται, για να τα βλέπουν όλοι στο δρόμο. Μια<br />

καλή κεντημένη κουβέρτα ή ένα πρωτότυπο σχέδιο υφαντού το κρατούσαν<br />

δυο ή τέσσερις κοπελιές, μια από κάθε γωνία. Καθώς προχωρούσαν<br />

τις σταματούσαν οι περαστικοί για να θαυμάσουν κι<br />

εκείνοι την πιτηδειοσύνη της νύφης.<br />

Σε πολλά χωριά της Κρήτης οι κανόνες για τη μεταφορά ήταν πιο<br />

αυστηροί. Δεν μπορούσε να μεταφέρει ο καθένας ό,τι ήθελε. Τα μεταξωτά<br />

και τα λευκά τα κουβαλούσαν οι γυναίκες. Οι ανύπαντρες<br />

συνήθως.<br />

Όπως είναι φυσικό, στην πρώτη – πρώτη σειρά της γαμήλιας πομπής<br />

βρισκόταν ένα παιδί «μανοκυρουδάτο» (να έχει μάνα και κύρη,<br />

ο αμφιθαλής παις της αρχαιότητας, να είναι δηλαδή τυχερό και να<br />

μην έχει γνωρίσει το μίασμα του θανάτου). Αυτό κρατούσε την εικόνα.<br />

Υποχρέωση της μάνας ήταν να στέλνει στην κόρη της ένα εικόνισμα,<br />

ευλογία και ευχή μαζί. Συχνά ήταν υποχρέωση και της<br />

οικογένειας του γαμπρού, ιδιαίτερα όταν υπήρχε οικογενειακός<br />

άγιος που έπρεπε να τον τιμούν και να τον γιορτάζουν οι απόγονοι.<br />

Επομένως, ο παραλήπτης της εικόνας ήταν υποχρεωμένος να τηρεί<br />

χωρίς παρεκκλίσεις το οικογενειακό εορταστικό έθιμο. Αν δεν<br />

υπήρχε τέτοιος άγιος, ο «κύρης» της νύφης παράγγελνε στο ζωγράφο<br />

ή αγόραζε τον άγιο που είχε το όνομα του γαμπρού του. Γι’<br />

αυτό και σε όλα τα κρητικά σπίτια υπήρχε, σαν εφέστια θεότητα, ο<br />

συνονόματος του σπιτονοικοκύρη άγιος. Στις αρχές του 20ου<br />

αιώνα κυκλοφορούσαν στο εμπόρια άφθονες έτοιμες εικόνες και<br />

σε καλή τιμή. Ήταν ρωσικές χαλκογραφίες κολλημένες πάνω σε<br />

ξύλο. Ωστόσο, επειδή τα έθιμα δεν ήταν παντού τα ίδια, σε πολλές<br />

περιοχές οι προυκολόοι συνορίζονταν ποιος θα πάρει το πολύτιμο<br />

κόνισμα, όπως και τα άλλα συμβολικά αντικείμενα.<br />

Είναι αλήθεια ότι το έθιμο της μεταφοράς των προυκιών, όχι και<br />

τόσο γνωστό σήμερα αλλά και όχι ιδιαίτερα μελετημένο από τη Λαογραφία,<br />

ήταν από τα πιο συγκλονιστικά του εθιμικού βίου των Κρητικών.<br />

Ιδιαίτερα όσον αφορά στα συμβολικά χαρακτηριστικά του,<br />

που τα συναντάμε παντού. Η μάνα ήταν υποχρεωμένη να στείλει<br />

στην κόρη της το προζύμι για το καθημερινό ψωμί. Ήταν κάτι σαν<br />

ομφάλιος λώρος που συνέχιζε να δένει τη μάνα με την κόρη. Κι αν<br />

σκεφτούμε ότι το ίδιο είχε κάνει και η δική της μάνα, βλέπομε πολύ<br />

καθαρά τους κρίκους μιας μακράς αλυσίδας συγγενικών δεσμών<br />

σε μια εξαίσια συμβολική έκφραση. Η μάνα έπρεπε να φροντίσει<br />

για το λύχνο, για το φως. Μπορούσε να ήταν πολύτιμος, μεταλλικός<br />

ή πήλινος. Αλλά όσο φτωχή κι αν ήταν, έπρεπε να προσφέρει στην<br />

κόρη της το λυχνάρι, δηλαδή το φως. Όπως και το λάδι. Σπιτικό<br />

χωρίς το πιθάρι με το λάδι δεν μπορούσε να στηθεί. Λάδι (πάντα<br />

λιόλαδο) πρόσφεραν και οι δυο πατρικές οικογένειες. Και του γαμπρού<br />

και της νύφης. Το σταμνί με το νερό έπρεπε να προέρχεται<br />

από το σπίτι της νύφης.<br />

Το κρητικό ήθος απαιτούσε να δίνονται χωρίς βαρυγκώμια όλα τα<br />

διαθέσιμα αγαθά (προυκιά και άλλα χαρίσματα) στο καινούργιο ζευγάρι.<br />

Οι γονείς πρόσφεραν ό,τι μπορούσαν με την καρδιά τους.<br />

Μόνο ένα πράγμα επιτρεπόταν να φύγει από το σπίτι χωρίς την έγκρισή<br />

τους. Αυτό ήταν… το απαραίτητο κλοπιμαίο! Ένα παράξενο<br />

έθιμο επέβαλλε την κλοπή. Κάποιος από τη συνοδεία έπρεπε να<br />

κλέψει… «Για το αντέτι», λέγανε… Δεν είχε σημασία η αξία του αντικειμένου<br />

που θα έπαιρναν χωρίς να γίνουν αντιληπτοί, αλλά η ίδια<br />

η πράξη. Μπορεί να ήταν ένα πολύτιμο κόσμημα, ένα ρούχο, ένα<br />

υφαντό, μπορεί να ήταν και ένα κρεμμύδι! Συχνά, όμως, δεν υπήρχε<br />

μόνο ένας κλέφτης στην παρέα, αλλά περισσότεροι. Προσπαθούσαν<br />

να χάνονται από τα μάτια των συγγενών για να… αρπάξουν ό,τι<br />

έβρισκαν μπροστά τους. Γι’ αυτό και την ώρα που έφευγε η πομπή<br />

με τα προυκιά καμπόσοι συγγενείς της νύφης παραφύλαγαν εκτελώντας<br />

χρέη… φρουράς σε όλα τα δωμάτια του σπιτιού. Μπορούσαν<br />

να εμποδίσουν την κλοπή και να την αποτρέψουν αλλά, από τη<br />

στιγμή που κάποιος κατάφερνε να πάρει στα χέρια του ένα αντικείμενο,<br />

δεν είχαν δικαίωμα να του το αποσπάσουν από τα χέρια. Λέγεται<br />

ότι στις περιοχές όπου υπήρχε το έθιμο, οι οικείοι της νύφης<br />

άφηναν σε κοινή θέα αντικείμενα τα οποία επιθυμούσαν οι ίδιοι να<br />

προσφέρουν για να αποτρέψουν την «κλοπή» άλλων.<br />

68


ΥΠΕΡ Χ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ 2010 <br />

Όταν έφταναν αυτές οι χαρούμενες συνοδείες στον προορισμό<br />

τους, στο σπίτι του νέου ζευγαριού, στηνόταν γλέντι. Όχι με σπατάλες<br />

και αλόγιστη κατανάλωση κρέατος όπως θα φανταζόταν κάποιος<br />

σήμερα. Τη μέρα που μετέφεραν «τα προυκιά τση νύφης»,<br />

λίγες μέρες πριν από το γάμο, έσφαζαν και τα ζώα για το μεγάλο<br />

τραπέζι. Επειδή, λοιπόν, τα εντόσθια των ζώων δεν άντεχαν μέχρι<br />

την Κυριακή, τότε που θα άναβαν τους φούρνους και θα έστηναν τα<br />

καζάνια για το βραστό, φρόντιζαν να τηγανίσουν τα συκώτια και να<br />

μαγειρέψουν τις κοιλιές. Συνήθως μαγείρευαν κοιλιές με τα ροβίθια…<br />

Υπέροχο γιορταστικό (γαμήλιο) φαγητό, τόσο συνηθισμένο σε<br />

όλο σχεδόν το νησί. Βέβαια, η γαμήλια τελετή ήταν πολύμορφη. Οι<br />

γάμοι δεν διαρκούσαν ένα απόγευμα, ή, έστω, μια μέρα. Συνήθως<br />

◗<br />

ΟΙ ΠΡΟΥΚΑΡΗΔΕΣ<br />

(Μια ωραία έμμετρη περιγραφή των «Προυκάρηδων»<br />

από τον Στεργιογιάννη γραμμένη το 1957.<br />

Το έργο του τιμήθηκε την ίδια χρονιά<br />

στον Ξανθουδίδειο Λαογραφικό Διαγωνισμό της ΕΚΙΜ).<br />

Τιμή μεγάλη τα προυκιά δίδουνε εις το σπίτι,<br />

καμώτρα και νοικοκερά δείχνουν πως είν' η νύφη.<br />

Μαζώνουνται οι κοπελιές, ντακέρνουν και διπλώνουν<br />

για να σακιάσουν τα προυκιά, καλά τα σιντερώνουν.<br />

Όντε δ’ ανοίξουν το σακί, το πρώτο που θα πιάσουν:<br />

«στ’ άνομα του θεού» θα πουν, ετσά θα το σακιάσουν.<br />

«Έλα ευκή τση μάνας τση, έλα και του κυρού τζη,<br />

των παπουδολαλάδων τζη, έλα και του νονού τζη».<br />

Εδά στο κάθ’ ένα προυκιό. που στα σακιά τση βάνουν,<br />

μιά μαντινάδα λέν’ παλιά, γή μια καινούργια βγάνουν.<br />

Παινάδια λεν τση νύφης μας, γι’ αυτή, για τα προυκιά τζη,<br />

για τα νοικοκεράτα τζη και για την ομορφιά τζη.<br />

Φέρνει η νύφη, τσοι κερνα, πίνουν, ευκές τση δίνουν<br />

κι απαίνευτο κι αξόμπλιαστο πράμα δε της αφήνουν.<br />

Τση νύφης πάει η μάννα τζη και φέρνει καλοψίκια,<br />

σταφίδες και αμύγδαλα, καρύδια και φιντίκια.<br />

Αυτά τα βάνουν σκορπιστά, ανάμεσα στην προύκα,<br />

γή σε σακούλια βάνουν τα, μη βάφουνε τα ρούχα.<br />

Φέρνει και καλορίζικα, που είν’ ευλοημένα,<br />

απού τον επιτάφιο τα ’χουνε φυλαμένα.<br />

Εις τα σακιά τα ρίχνουνε, τα ράφτουν ένα - ένα<br />

και λένε τότες: «τα προυκιά είναι ετοιμασμένα».<br />

Η νύφη τσοι ευχαριστά, λέει τως στη χαρά ντως<br />

και να σακιάσουν γλήγορα κι εκείνες τα προυκιά ντως.<br />

η διαδικασία κρατούσε δυο ολόκληρες βδομάδες γι’ αυτό και οι πιο<br />

στενοί συγγενείς αποκαλούνταν «καλεσμένοι από οχτώ σ’ οχτώ».<br />

Οκτώ μέρες πριν και οκτώ μέρες μετά έπρεπε να βρίσκονται επί<br />

ποδός. Και τα έθιμα δεν ήταν τα ίδια παντού…<br />

Συνήθως η μεταφορά των προυκιών γινόταν απόγευμα. Το ίδιο<br />

βράδυ το σπίτι μετατρεπόταν σε έκθεση υφαντών. Τα άπλωναν παντού.<br />

Για να τα θαυμάσει το καινούργιο σόι. Πατανίες, πατητές, κεντήματα,<br />

ενδύματα.. Όλα ήταν απλωμένα έτσι που να τα βλέπουν<br />

όλοι. Ήταν η πιο σημαντική δημόσια εμφάνιση της νύφης. Τα περισσότερα<br />

υφαντά ήταν φτιαγμένα με τα χέρια της. Και τα κεντήματα<br />

το ίδιο. Έμπαιναν οι συγγενείς του γαμπρού και άρχιζαν τα παινάδια.<br />

Η απίθανη γοητεία του λαϊκού λόγου συναντούσε το κάλλος της<br />

προίκας. Κι όταν σώνονταν τα λόγια άρχιζαν οι μαντινάδες.<br />

ΤΟ ΞΕΚΙΝΗΜΑ ΤΩΝ ΠΡΟΥΚΑΡΗΔΩΝ<br />

Ανεμαζώνει ο γαμπρός τσοι φίλους, τσοι γνωστούς του<br />

και τσοι πλια μπορεζάμενους απου τσοι χωργιανούς του.<br />

Έρχονται με τα χτήματα, καθένας το δικό ντου,<br />

χοντρά, λιανά, ό,τ' έχουνε γή με τον απατό ντου.<br />

Όλοι στο σπίτι του γαμπρού μαζώνουντ’ ένας-ένας<br />

και ξεκινούν όλοι μαζί, δίχως να λείπει ένας.<br />

Στο κάθ’ ένα χτηματσερό δυο άνθρωποι κλουθούνε,<br />

σα δα φορτώσουν τα προυκιά, να τα παρακρατούνε.<br />

Και ο λυράρης του χωργιού κλουθά κι αυτός μαζί ντως<br />

και παίζει το λυράκι ντου κι ανοίγ’ η όρεξη ντως.<br />

Στη στράτα χωρατεύγουνε και τραγουδολογούνε,<br />

φτάνουν στση νύφης την αυλή κι ακριβοχαιρετούνε:<br />

«Χίλια καλώς εφτάξαμε, χίλια και δυο χιλιάδες,<br />

στον κάμπο με τα λούλουδα και με τσοι πρασινάδες».<br />

Εκείνοι πάλι απαντούν με άλλες μαντινιάδες,<br />

που’ χουν βαθιά νοήματα, πολλές ονοστιμάδες:<br />

«Καλώς ήρθαν τα σύννεφα και φέραν τον αέρα<br />

και δροσερέψαν τα κλαδιά, που ’σανε μαραμένα».<br />

Σάζουν τζοι και ποσάζουν τζοι και τσοι βαγιοκλαδίζουν,<br />

τραπέζι τώσε στένουνε, ώρα πολλή γλεντίζουν.<br />

69


ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΕΣ… ΑΠΟ ΤΗ ΣΦΑΚΙΑΝΗ ΜΑΔΑΡΑ<br />

Η ζωή<br />

του βοσκού χθες<br />

| Της Ευαγγελίας Γεωργεδάκη ◗◗<br />

70


ΥΠΕΡ Χ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ 2010 <br />

Ήταν βραδάκι. Ένας καταγάλανος ουρανός<br />

και μια όμορφη πλάση γύρω, όταν βγήκα για<br />

ένα μικρό περίπατο λίγο έξω από το χωριό.<br />

Ξαφνικά είδα να έρχεται ένας χωριανός με<br />

το αμάξι του φορτωμένο ζωοτροφές. Σταμάτησε<br />

σαν με είδε για να μου μιλήσει.<br />

Bλέπω μπόλικες ζωοτροφές, του<br />

είπα, σαν με χαιρέτησε.<br />

-Ναι, μπόλικες. Μα δε ρωτάς και τι<br />

κούραση έχω; Θαρρώ πως ήταν<br />

καλύτερα τότε που δεν υπήρχαν<br />

ζωοτροφές και τα πρόβατα έτρωγαν<br />

ό,τι έβρισκαν στην εξοχή.<br />

Αυτά μου είπε κι έφυγε. Κι εγώ με<br />

τη σκέψη μου γύρισα πολύ πίσω…<br />

Στο χθες. Κάμποσες δεκαετίες πριν,<br />

όταν δεν ερχόταν δρόμος στο χωριό, όταν δεν υπήρχαν<br />

αγροτικά αυτοκίνητα και ζωοτροφές.<br />

Αλήθεια, σκέφτηκα, πώς ήταν η ζωή του βοσκού χθες;<br />

Εντελώς διαφορετική από τη σημερινή. Τότε έφευγε ξημέρωμα<br />

από το σπίτι κι όλη την ημέρα ήταν στο πόδι. Περισσότερο<br />

την εποχή που γεννούσαν τα πρόβατα ή τα κατσίκια.<br />

Έπρεπε να προσέχει μήπως πέσει πάνω τους καμιά «βιτσίλα»<br />

(αετός) που έκανε μεγάλη ζημιά στα μικρά αρνάκια<br />

και τα κατσικάκια. Έπρεπε να φροντίζει να οδηγεί το κοπάδι<br />

σε τόπο με καλό χόρτο για να βοσκήσουν. Και μετά, το καλοκαίρι,<br />

ανέβαζαν τα πρόβατα στα βουνά, ψηλά στις Μαδάρες.<br />

Είχαν απογαλακτίσει τα αρνιά και ήταν έτοιμοι να<br />

αρχίσουν την παραγωγή. Έφτιαχναν τυρί και μυζήθρα, πεντανόστιμα<br />

αλήθεια, γιατί τα ζώα έτρωγαν μόνο χόρτα και μυρωδάτα<br />

βότανα απ’ αυτά που φυτρώνουν στη Μαδάρα.<br />

Τα μιτάτα<br />

Στα παλιότερα χρόνια μαζεύονταν συνήθως δύο ή τρεις βοσκοί<br />

μαζί σ’ ένα μιτάτο. Συνεργάζονταν μεταξύ τους και μοιράζονταν<br />

τη δουλειά και το εισόδημα. Το μιτάτο είναι χτίριο<br />

χτισμένο μόνο με πέτρες χωρίς να ’χει μπει ανάμεσά τους<br />

λάσπη. Μέσα υπήρχε ένας μεγάλος «πυρόμαχος», όπως τον<br />

έλεγαν οι γέροι, ή παραστιά. Πάνω στην παραστιά τοποθετούσαν<br />

ένα πολύ μεγάλο «λαβέντζι», το δοχείο που έβαζαν<br />

μέσα το γάλα για να φθιάξουν το τυρί. Αριστερά και δεξιά<br />

υπήρχε πεζούλα, χτισμένη συνήθως μόνο με πέτρες, για να<br />

κάθονται ή και να κοιμούνται καμιά φορά φτιάχνοντας πρόχειρα<br />

στρώματα με ξερούς θάμνους. Ένα τραπέζι βρισκόταν<br />

πάντα στη μέση κατασκευασμένο συνήθως από τον βοσκό,<br />

με χοντρές σανίδες που τις έφθιαχνε ο ίδιος από ξύλο κυπαρισσιού.<br />

Σε μια μεριά του κτηρίου υπάρχει η «ξεπορταρέ»,<br />

71


| Η ΖΩΗ ΤΟΥ ΒΟΣΚΟΥ<br />

ένα πολύ χοντρό, καλά πελεκημένο ξύλο από κυπαρίσσι. Έχει<br />

φάρδος μέχρι τη μέση περίπου, γύρω στους 40-45 πόντους και<br />

στενεύει μέχρι να φθάσει στο τέλος γύρω στους 20. Εκεί έβαζαν<br />

το καλούπι με το τυρί, που μόλις είχε βγει από το λαβέντζι. Από<br />

κάτω υπήρχε ένα δοχείο για να μαζεύει τον χουμά, τα απόνερα<br />

που βγαίνουν όταν στεγνώνει το τυρί.<br />

Μια πόρτα στην άκρη του ενός τοίχου οδηγεί στον «τυροκόμο»,<br />

ένα άλλο δωμάτιο του μιτάτου. Εκεί έβαζαν οι βοσκοί του παλιού<br />

καιρού το τυρί, μέχρι να «καταστέσει», να στεγνώσει και να είναι<br />

έτοιμο για την αγορά. Έχει πολύ λίγο φως και πολλή υγρασία, ό,τι<br />

χρειάζεται για να ωριμάσει το τυρί.<br />

Τότε, βέβαια, δεν υπήρχαν ψυγεία. Υπήρχαν όμως τα φυσικά ψυγεία,<br />

τα μεγάλα και δροσερά σπήλια με νερό μέσα. Εκεί πήγαιναν<br />

τη μυζήθρα, ώσπου να περάσει ο καιρός, να κλείσει το μιτάτο και<br />

να πάρει ο καθένας το δικό του μερίδιο, ανάλογα με το πόσα πρόβατα<br />

ή κατσίκια είχε.<br />

◗<br />

Η χαρά της ζωής<br />

Δουλειά πολλή, άρμεγμα πρωί-βράδυ (αυτό γίνεται και σήμερα)<br />

και πολλή φροντίδα, όση που χρειάζεται το τυρί μέχρι να καταστέσει.<br />

Κι όμως! Είχε κι αυτή η ζωή τις χάρες της και την ομορφιά<br />

της. Όταν κούρευαν τα πρόβατα μαζεύονταν 20-30 άτομα, δούλευαν<br />

όλοι μαζί και μετά το κούρεμα των προβάτων έστρωναν<br />

τραπέζι κάτω από τη δροσιά μεγάλων πρίνων. Μπόλικο βραστό<br />

κρέας, τσιγαριαστό, μυζηθρόπιτες, μπόλικο κρασί και με την πολύ<br />

καλή διάθεση όλων δεν αργούσε να ανάψει το γλέντι. Εκεί, κάτω<br />

από αιωνόβιους πρίνους, αντηχούσε το ριζίτικο τραγούδι, καθάριο,<br />

όμορφο, αρμονικό. Αντηχούσαν οι μαντινάδες και οι ευχές.<br />

Να… χιλιάσει ο βοσκός τα πρόβατα, να ’ναι πάντα γερός, αυτός<br />

και η οικογένειά του.<br />

Σκληρή ζωή και δύσκολη. Κι όμως, όσοι την έζησαν κρατούν στη<br />

μνήμη τους με νοσταλγία την απλή ομορφιά της. x<br />

Ευαγγελία Γεωργεδάκη / Άγιος Ιωάννης Σφακίων<br />

Δύσκολη ζωή.<br />

Άρμεγμα πρωί και βράδυ.<br />

Αλλά οι άνθρωποι ήξεραν<br />

να απολαμβάνουν τις χαρές της.<br />

72


ΡΟΚΑ<br />

Ένα απόρθητο<br />

οχυρό<br />

στην Κίσαμο<br />

◗◗<br />

Οι παλιότεροι πολιτισμοί άφησαν τα ίχνη<br />

τους πάνω στη σκληρή πέτρα της Κισάμου.<br />

Τοπίο παράξενο, όπως λέει και τ’ όνομά<br />

του: Τρουλί. Ή και Ρόκα, όπως ήταν γνωστό<br />

πριν από κάμποσους αιώνες. Ρόκα λέγεται<br />

και το μικρό χωριό που είναι χτισμένο στα<br />

ριζά του. Τοπίο οχυρό, σχεδόν απροσπέλαστο.<br />

Αρκούσε να γίνουν κάποιες παρεμβάσεις,<br />

να χτιστούν τείχη. Μεγάλοι γκρεμοί και<br />

απότομες κλίσεις του εδάφους καθιστούσαν<br />

απαγορευτικό το ανέβασμα σε όποιον<br />

προσπαθούσε να ανηφορίσει ως εδώ. Φυσικό<br />

οχυρό απόρθητο η Ρόκα…<br />

74


ΥΠΕΡ Χ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ 2010 <br />

Τα ίχνη της ανθρώπινης παρουσίας χάνονται<br />

καθώς οι αρχαιολογικές πληροφορίες<br />

δεν είναι επαρκείς. Είναι<br />

σίγουρο, όμως, ότι οι Βυζαντινοί, που<br />

είχαν κατανοήσει καλά τον σημαίνοντα<br />

στρατηγικό ρόλο της Κρήτης, είχαν οχυρώσει<br />

το ύψωμα. Κατέστρεψαν όμως τα<br />

ίχνη των παλαιότερων πολιτισμών, τα<br />

κατάλοιπα που πρέπει να θεωρείται βέβαιο<br />

ότι υπήρχαν παντού και χρονολογούνταν<br />

από την προϊστορική εποχή. Έτσι γίνεται κάθε φορά. Τα<br />

νεότερα κτίσματα καταστρέφουν τα προηγούμενα αλλά δεν τα<br />

αφανίζουν. Αυτό μπορεί να καυχηθεί ότι το έχει πετύχει μόνο ο<br />

σημερινός άνθρωπος με τα τεχνικά μέσα που διαθέτει.<br />

Φαίνεται πως οι Μινωίτες, με την ιδιαίτερη αγάπη που είχαν στα<br />

βουνά, ανηφόρισαν πρώτοι στη Ρόκα. Να υπήρχε κάποιο ιερό κορυφής<br />

εκεί; Να έπαιζε ρόλο στο αμυντικό σύστημα της Κρήτης ως<br />

τόπος ορατός από πολλά άλλα υψώματα; Να ήταν και τα δυο, ή και<br />

άλλα που δεν μπορούμε να τα ξέρομε σήμερα; Εξετάζοντας μόνο<br />

τη γεωμορφολογία του χώρου πιθανολογούμε ότι δεν θα μπορούσε<br />

να απουσιάζει η Ρόκα από το μινωικό σύστημα τηλεειδοποίησης:<br />

Στα υψώματα άναβαν φωτιές και μέσα σε ελάχιστο<br />

χρόνο όλο το νησί μπορούσε να γνωρίζει πράγματα πολύ σημαντικά…<br />

Οι Βυζαντινοί ακολούθησαν τα ίχνη των προηγούμενων πολιτισμών.<br />

Το ύψωμα της Ρόκας φαίνεται ότι απέκτησε ζωή. Λαξευτές<br />

δεξαμενές, ναοί, μονοπάτια, πύλες εισόδου. Μέχρι και<br />

κατάλοιπα θεάτρου σημειώνει ότι είχε δει εδώ ο σπουδαίος Ιταλός<br />

ενετολόγος Γκιουζέπε Γκερόλα που ήρθε στην Κρήτη στις<br />

αρχές του 20ου αιώνα.<br />

75


| ΡΌΚΑ; ΈΝΑ ΑΠΌΡΘΗΤΟ ΟΧΥΡΌ ΣΤΗΝ ΚΊΣΑΜΟ.<br />

◗<br />

Περπατώντας ανάμεσα στις πεσμένες πέτρες μπορούμε να υποθέσομε<br />

πού βρίσκονταν τα αρχαία μονοπάτια, να αναζητήσομε<br />

τους άξονες επικοινωνίας, να δούμε τα λαξεύματα στους βράχους,<br />

να αναζητήσομε τη θέση των σπιτιών που μπορεί να σωριάστηκαν<br />

πολλές φορές στη γη, αλλά οι πέτρες, το οικοδομικό υλικό τους,<br />

χρησιμοποιήθηκε ξανά και ξανά σε μεταγενέστερα έργα.<br />

Ο Άγγλος πλοίαρχος Σπραττ, που επισκέφτηκε την Κρήτη κατά τη<br />

δεκαετία του 1850, έστησε εκεί τη σκηνή του και εξερεύνησε την<br />

περιοχή αναζητώντας τα ίχνη μιας αρχαίας πόλης και ένα ιερό, της<br />

Αρτέμιδος. Ο παθιασμένος αυτός αναζητητής των αρχαίων καταλοίπων<br />

παρατήρησε τις αρχαίες αναβαθμίδες, διάβασε τις επιγραφές<br />

στα παλιά εκκλησάκια και μας άφησε ενδιαφέρουσες<br />

πληροφορίες για τη μορφή που είχε το τοπίο στα χρόνια του. Γράφει,<br />

για τις αρχαίες αναβαθμίδες στις οποίες είχε δει κομμάτια από<br />

μάρμαρα και θεμέλια κτηρίων: «Μερικές από τις αρχαιότερες κατοικίες<br />

ήταν κτισμένες στην απότομη βάση του ψηλού βράχου, η<br />

επιφάνεια του οποίου ήταν λαξευμένη ώστε να αποτελεί την πίσω<br />

πλευρά των κτηρίων. Σώζονται οι εσοχές που ήταν λαξευμένες<br />

στην πρόσοψή του και χρησίμευαν ως ντουλάπια ή ως υποδοχές<br />

για τα δοκάρια της οροφής».<br />

Τοπίο σημαδιακό η Ρόκα. Από αυτά που μένουν στη θύμηση, που<br />

δεν ξεχνιούνται. Και, όπως είναι φυσικό, οι θαμμένοι πολιτισμοί<br />

περιμένουν τους ειδικούς, περιμένουν τη στοργή και τη φροντίδα<br />

του σύγχρονου ανθρώπου που απλώς αρκείται να θεωρεί τον<br />

εαυτό του «κληρονόμο» του παρελθόντος. Ψ<br />

Τοπίο σημαδιακό η Ρόκα.<br />

Από αυτά που μένουν στη θύμηση,<br />

που δεν ξεχνιούνται.<br />

76


Kαλημέρα! Mε γεύσεις από Kρήτη στο ποτήρι σας!<br />

H BIOXYM AE ιδρύθηκε το 1956 στα Xανιά Kρήτης. Eδώ και 50 χρόνια διαθέτει φρέσκο συμπυκνωμένο χυμό όχι μόνο<br />

στο Nομό Xανίων, στην Kρήτη και σε ολόκληρη την Eλλάδα αλλά και στο εξωτερικό.<br />

H BIOXYM AE είναι ένα από τα λιγοστά εργοστάσια στην Eλλάδα που ασχολούνται παράλληλα με τη μεταποίηση των<br />

εσπεριδοειδών και την τυποποίηση των χυμών. Παραλαμβάνει και εκχυμώνει φρέσκα κρητικά εσπεριδοειδή (πορτοκάλια,<br />

μανταρίνια, λεμόνια, γκρέιπ φρουτ) και στη συνέχεια τα διαθέτει είτε σε μορφή ημιέτοιμων προϊόντων όπως τους<br />

συμπυκνωμένους χυμούς πορτοκαλιού, μανταρινιού, λεμονιού, γρέιπ φρουτ και τα αιθέρια έλαια των παραπάνω εσπεριδοειδών,<br />

είτε στην επεξεργασμένη μορφή των ημιέτοιμων προϊόντων για την παρασκευή φυσικών χυμών και νέκταρ<br />

σε συσκευασία TETRABRIX και ζαχαρούχων χυμών σε συσκευασία γυάλινων φιαλλών των 840 γρ, 910 γρ., 1850 γρ.,<br />

2.000 γρ. και δοχεία (κάνιστρα).<br />

Θερίσου 1, Xανιά | τηλ.: 28210 96861, 93957, 93022 | fax: 28210 95132 | e-mail: bioxym@otenet.gr<br />

Oι ζαχαρούχοι χυμοί<br />

φέρουν το εμπορικό<br />

σήμα της εταιρείας<br />

“BIOXYM”<br />

ενώ οι φυσικοί χυμοί<br />

και τα νέκταρ φέρουν το<br />

λογότυπο της<br />

“CRETA FRESH”


| ΣΠΙΝΑΛΟΓΚΑ<br />

78

Hooray! Your file is uploaded and ready to be published.

Saved successfully!

Ooh no, something went wrong!