27.11.2018 Views

ΒΟΡΕΙΟ ΠΑΚΙΣΤΑΝ

You also want an ePaper? Increase the reach of your titles

YUMPU automatically turns print PDFs into web optimized ePapers that Google loves.

Το ταξίδι στο βόρειο Πακιστάν είναι από μόνο του μια<br />

περιπέτεια: Ανυπότακτες φυλές, ψηλά βουνά, περίεργες<br />

συνήθειες, αλλά και λαμπρά μνημεία, καταπληκτική<br />

φιλοξενία και μια ιστορία πολλών αιώνων.<br />

Πόλεις που έχουν χρόνια να δουν δυτικούς ταξιδιώτες,<br />

με δαιδαλώδη και εξωτικά παζάρια. Παλιά χωριά σκαρφαλωμένα<br />

στις απότομες πλαγιές και κοιλάδες με τα<br />

μοναδικά τοπία των Ιμαλαϊων. Διαδρομή μέσα από<br />

γκρεμούς, φαράγγια, παράξενα χωριά και οικισμούς<br />

για να φτάσουμε στην κοιλάδα της Swat, την πατρίδα<br />

της Μαλάλα και στο απομονωμένο Chitral και τις ξεχασμένες<br />

κοιλάδες των αινιγματικών Καλάς, τη μυστηριώδη<br />

αυτή φυλή, που οι ενδυμασίες, τα έθιμα και η<br />

γλώσσα της δείχνουν να έχουν στοιχεία ελληνικά. Ο<br />

θρύλος αναφέρει ότι οι Καλάς γεννήθηκαν όταν 5 στρατιώτες<br />

του Σικαντέρ (Αλεξάνδρου) είδαν τις όμορφες<br />

κόρες του Διονύσου στην κοιλάδα του Καφιριστάν.<br />

Ένας μάλιστα από τους πρώτους της φυλής των Καλάς<br />

ταυτίζεται με τον Σαλακσά (Σέλευκο), στρατηγό του Μ.<br />

Αλεξάνδρου και ιδρυτή του Βασιλείου των Σελευκιδών.<br />

Το Πακιστάν είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον για τους<br />

Έλληνες, όχι μόνο για το ιστορικό παρελθόν του αλλά<br />

και για το παρόν του. Ο σημερινός επισκέπτης ακούει<br />

έκπληκτος τους φιλόξενους πολίτες αυτής της χώρας<br />

να φέρουν με πολλή υπερηφάνεια το όνομα «Σικαντέρ<br />

Αζάμ» (Αλέξανδρος ο Μέγας). Να μιλούν για τις<br />

6 Αλεξάνδρειες που υπάρχουν στη χώρα τους, μεταξύ<br />

των οποίων είναι η Νίκαια-Αλεξάνδρεια και η Βουκεφάλεια-Αλεξάνδρεια.<br />

Να εμπιστεύονται την «Younani<br />

Medicine», δηλαδή την ελληνική Ιατρική, παιδί της<br />

Ιπποκράτειας, που έφερε μαζί του ο Αλέξανδρος.<br />

Έκπληκτος ο Έλληνας επισκέπτης των μουσείων του<br />

Πακιστάν, διαβάζει γραμμένα στα ελληνικά τα ονόματα<br />

των 41 Ελλήνων βασιλέων της Βακτρίας και της Ινδίας<br />

πάνω στα χρυσά και αργυρά τους νομίσματα: Δημήτριος,<br />

Μένανδρος, Αγαθοκέλεια. Βλέπει το Βούδα με τα<br />

απολλώνια χαρακτηριστικά,ντυμένο με τον ελληνικό<br />

χιτώνα, και διακρίνει στα ανάγλυφα της Gadhara, δίπλα<br />

στις Βουδιστικές Θεότητες, Ελληνικές, όπως του Δία και<br />

της Αθηνάς. Ανάμεσα στους κορινθιακούς κίονες και τις<br />

πέτρινες γιρλάντες με τ’ αμπελόφυλλα, τους κισσούς<br />

και τους ερωτιδείς, τους Τρίτωνες και τους Άτλαντες,<br />

τα ανάγλυφα με τις βακχικές σκηνές και τους ελληνικούς<br />

χιτώνες των αγαλμάτων, ξεχνά την απόσταση που<br />

χωρίζει το Πακιστάν από την Ελλάδα της Μεσογείου.<br />

Η Πεσαβάρ, πολύ κοντά στα Αφγανικά σύνορα και το<br />

Πέρασμα Khyber, κρύβει ομορφιές όσο και κινδύνους,<br />

με μια ατμόσφαιρα που έχει χαθεί από τα περισσότερα<br />

μέρη της Ασίας. Πόλη της φυλής των Παστούν, που<br />

καυχιούνται για την πανάρχαια ιστορία τους και που<br />

πολλοί υποστηρίζουν ότι έχουν μακρινή συγγένεια<br />

με τους αρχαίους Μακεδόνες. Με το σημαντικότερο<br />

μουσείο Ελληνοβουδιστικής τέχνης στον κόσμο.<br />

Η Πεσαβάρ, τα Τάξιλα αλλά και η περιοχή της κοιλάδας<br />

της Σουάτ, εκεί όπου η Ελληνική τέχνη συνάντησε τον<br />

βουδισμό και πορεύθηκαν μαζί στον χρόνο αφήνοντας<br />

πίσω εντυπωσιακά δείγματα της Ελληνοβουδιστικής<br />

τέχνης της Γκαντάρα, της τέχνης που ήκμασε στο<br />

Βόρειο Πακιστάν από τον 5 ο π.Χ. ως τον 3 ο μ.Χ. αιώνα<br />

και από όπου το πέρασμα του Αλεξάνδρου ήταν καθοριστικό.<br />

Εδώ ο Βούδας πρωτοεκφράστηκε ανθρωπομορφικά<br />

στη γλυπτική. Ως τον 1 o μ.Χ. αιώνα εικονιζόταν<br />

συμβολικά, ως ίχνος πέλματος ή ως δένδρο. Θεωρείται<br />

ότι ως ανθρωποκεντρικό μοντέλο χρησιμοποιήθηκε ο<br />

ελληνικός Απόλλωνας με την εξιδανικευμένη ηρεμία.<br />

Γλυκό, μελαγχολικό βλέμμα, το σώμα να διαγράφεται<br />

με πλαστικότητα κάτω από τον χιτώνα.<br />

Ο αρχαιολογικός χώρος στα Τάξιλα έχει ξεκάθαρα τα<br />

ίχνη της ελληνιστικής πόλης. Ο Αλέξανδρος πέρασε<br />

επευφημούμενος από τον κεντρικό δρόμο στο<br />

Σιρπάκ, την καλύτερα διατηρημένη από τις πόλεις<br />

στην περιοχή. Τελευταίος βασιλιάς της Βακτρίας ήταν<br />

ο Ερμαίος, το 25 π.Χ. Μερικά χρόνια αργότερα, όταν<br />

ο απόστολος Θωμάς, το 44 μ.Χ., επισκέφθηκε την<br />

περιοχή, έγραψε «η πόλη έχει κάστρο ολόγυρα όπως<br />

οι ελληνικές πόλεις, οι δρόμοι θυμίζουν τους δρόμους<br />

της Αθήνας και τα σπίτια είναι διώροφα». Για διακόσια<br />

ακόμη χρόνια παρέμεινε η ελληνιστική επίδραση<br />

στη γλώσσα, στα νομίσματα, στη μεταλλοτεχνία, στη<br />

γλυπτική και στα κοσμήματα και σιγά σιγά μετατράπηκε<br />

σε ελληνοϊνδική. Συνολικά 36 Ελληνο-Ινδικά Βασίλεια<br />

είναι γνωστά, μέσω των διασωζόμενων επιγραφών<br />

και νομισμάτων, και αφορούν την περίοδο μεταξύ του<br />

180 π.χ. – 100-200 μ.χ.<br />

Από την πρώτη, ήδη, επαφή με την πρωτεύουσα και<br />

την χώρα αισθάνεσαι μια «συγγένεια». Το Ισλαμαμπάντ<br />

είναι ένα ελληνικό «δημιούργημα». Μια πόλη σχεδιασμένη<br />

από το γραφείο του Κ. Δοξιάδη και των Συνεργατών<br />

του, μόλις το 1960. Στο Εθνολογικό Μουσείο<br />

του Πακιστάν το αίσθημα της «συγγένειας» γίνεται<br />

εντονότερο, καθώς το πρώτο που αντικρίζεις είναι μια<br />

τοιχογραφία και μια πινακίδα με τα ονόματα των 16<br />

«Μεγάλων» που πέρασαν από την γη τους. Κατακτητές,<br />

εξερευνητές, τυχοδιώκτες, ιμάμηδες, σοφοί, βασιλιάδες.<br />

Και το πρώτο όνομα στην λίστα κληρονομιάς,<br />

το πρώτο πρόσωπο στις απεικονίσεις είναι ο Μεγαλέξανδρος.<br />

Πόλεις με ελληνοβουδιστικό και ελληνοϊνδικό πολιτισμό.<br />

Και άνθρωποι που τον κουβαλούν στους αιώνες.<br />

Που, όταν ακούν «Γιουνάν», ένα φωτεινό χαμόγελο<br />

φωτίζει το πρόσωπο μετά την πρώτη έκπληξη. Γιατί<br />

κάθε φυλή θέλει να πιστεύει ότι η ανοιχτόχρωμη<br />

επιδερμίδα, τα καστανόξανθα μαλλιά, τα γαλάζια μάτια,<br />

έστω κάποιες σταγόνες από το αίμα τους, είναι απομεινάρια<br />

της εποχής που ο Μεγαλέξανδρος ερωτευόταν<br />

τις βασιλοπούλες τους και στρατηγοί και στρατιώτες<br />

του άνοιγαν σπιτικά, γοητευμένοι από το μέρος και<br />

τους ντόπιους. Και δεν σε νοιάζει ούτε τους νοιάζει τι<br />

βγάζουν τα τεστ DNA.<br />

Τρεις μοναδικές μέρες στους Καλάς, όπου ο δάσκαλος<br />

μας ξενάγησε στο μειονοτικό σχολείο που έχτισε και<br />

συντηρεί η Ελλάδα, όπου ο Δήμαρχος μας είπε ότι<br />

σπούδασε με χρήματα Ελλήνων. Το ξενοδοχείο στην<br />

σκιά του Ινδοκαύκασου που λέγεται «Alexander Post”,<br />

η επίσκεψη στο ναό της Τζέστακ (Εστία;) με τα ξυλόγλυπτα<br />

κριάρια στην είσοδο και στο εσωτερικό τους<br />

σκαλισμένους με παγανιστικά σύμβολα κίονες και τα<br />

απομεινάρια της φωτιάς που άναψαν με συγκεκριμένα<br />

χόρτα και ξύλα που μάζεψαν τελετουργικά νέοι από<br />

το βουνό, μοναδικά. Και χορεύοντας με τους ντόπιους<br />

στις τριήμερες γιορτές της σοδειάς Uchao των Καλάς,<br />

αυθόρμητα σιγοψιθυρίζεις «Kι είτε με τις αρχαιότητες<br />

είτε με ορθοδοξία, των Eλλήνων οι κοινότητες φτιάχνουν<br />

άλλο γαλαξία».…<br />

Ένα ταξίδι σε μέρη πρωτόγνωρα, όπου πολλοί<br />

άνθρωποι ζουν πρωτόγονα αλλά που το αξιοθέατο<br />

ήμασταν εμείς. Διότι οι περισσότεροι, δεν είχαν δει<br />

ποτέ Δυτικό. Όπου καταλάβαμε γιατί περπατούν<br />

χιλιάδες χιλιόμετρα σε φαράγγια και έρημο, θαλασσοπνίγονται,<br />

είναι ολόκληρες οικογένειες σε ομηρία στους<br />

τοκογλύφους, για να εξασφαλίσουν ένα κομμάτι ψωμί<br />

στην «πολιτισμένη» Δύση, που τους μεταχειρίζεται ως<br />

απολίτιστους υπάνθρωπους, στοιβάζοντάς τους σε<br />

αποθήκες και κλέβοντας τα χρήματα του μόχθου τους.<br />

Τους ανθρώπους μιας πλούσιας χώρας με πολιτισμό<br />

αιώνων. Και γι’ αυτό η λέξη Πακιστανός, που συχνά την<br />

χρησιμοποιούμε απαξιωτικά ως χαρακτηρισμό, αξίζει<br />

όλον τον σεβασμό και την αγάπη μας.<br />

Δήμητρα Στασινοπούλου<br />

Οκτώβριος 2018


<strong>ΠΑΚΙΣΤΑΝ</strong><br />

Στο σταυροδρόμι Νότιας Ασίας, Μέσης Ανατολής και<br />

Κεντρικής Ασίας, το Πακιστάν είναι μια όμορφη χώρα<br />

με μοναδική ιστορία και πολιτιστική κληρονομιά. Στο<br />

Πακιστάν βρίσκονται κάποιοι από τους παλιότερους<br />

ανθρώπινους οικισμούς: ο σημαντικός, προϊστορικός<br />

πολιτισμός της κοιλάδας του Ινδού, το χωνευτήρι<br />

αρχαίων αυτοκρατοριών, θρησκειών και πολιτισμών.<br />

Η μορφολογία της γης του Πακιστάν περιλαμβάνει<br />

από επιβλητικά βουνά στο βορά, το Καρακορούμ και<br />

τα Ιμαλάια, μέχρι ρηγματώδη οροπέδια και εύφορες<br />

προσχωσιγενείς πεδιάδες στο Παντζάμπ. Ακολουθεί<br />

η άγονη γη του Μπαλουχιστάν και οι ζεστές, ξηρές<br />

έρημοι του Σιντ, που γίνονται ένα με τα ατελείωτα<br />

χιλιόμετρα χρυσών παραλιών στις ακτές του Μακράν.<br />

Αυτό το πολύπλοκο έθνος αποτελείται από διάφορες<br />

εθνότητες, η κάθε μία με την κουλτούρα και τις<br />

υποκουλτούρες της, που ενώνονται όμως υπό τις<br />

κοινές αξίες της φιλοξενίας, της τιμής, και του σεβασμού<br />

για τους μεγαλύτερους. Στον πυρήνα της<br />

κοινωνίας του Πακιστάν βρίσκονται οι στενοί οικογενειακοί<br />

δεσμοί και ο σεβασμός για τα ανθρώπινα<br />

συναισθήματα. Οι διαφορές στη γλώσσα δεν αποτέλεσαν<br />

ποτέ αιτία πολιτικής αστάθειας και η χώρα έχει<br />

καταφέρει να διατηρήσει τη συνοχή της κυρίως χάρη<br />

στην εργατικότητα των κατοίκων και τους οικογενειακούς<br />

δεσμούς. Στο Πακιστάν συναντά κανείς ακραία<br />

παραδείγματα πλούτου και φτώχειας, για τους περισσότερους<br />

ανθρώπους όμως, η καθημερινότητα είναι<br />

δύσκολη. Ωστόσο όλοι ξέρουν πώς να αντιμετωπίζουν<br />

τις κρίσεις. Δημιουργικοί, σκληραγωγημένοι<br />

και ευπροσάρμοστοι, οι Πακιστανοί είναι από τους<br />

πιο αυτόνομους λαούς του κόσμου, και καταφέρνουν<br />

να ξανασταθούν στα πόδια τους έπειτα από μεγάλες<br />

καταστροφές. Είναι παθιασμένοι, πολυμήχανοι και<br />

αξιοθαύμαστοι άνθρωποι.<br />

Σε έναν τόπο που διέσχισαν αμέτρητες φορές αρχαίοι<br />

κατακτητές, το Πακιστάν είναι μια νεαρή χώρα<br />

με ιστορία χιλιάδων χρόνων. Είναι η πατρίδα δύο<br />

αρχαίων πολιτισμών – των Ινδών και των Γκαντάρα –<br />

και ο πολιτισμός του διαμορφώθηκε από κατακτητές,<br />

νομαδικές φυλές, φατρίες, πρόσφυγες, και κήρυκες<br />

διαφόρων θρησκειών.<br />

Η περιοχή γύρω από τις ανατολικές όχθες του Ινδού<br />

ποταμού αποτελούσε πόλο έλξης για τους αρχαίους<br />

Έλληνες και τους Πέρσες. Πολυάριθμες φυλές<br />

έφτασαν εδώ, προχώρησαν για αλλού ή εγκαταστάθηκαν<br />

στις εύφορες κοιλάδες. Η ροή της μετανάστευσης<br />

συνεχίστηκε ακόμα και στη σύγχρονη<br />

εποχή, καθώς εκατομμύρια άνθρωποι εισέρρευσαν<br />

από την Ινδία την εποχή της Διχοτόμησης, από το<br />

Μπαγκλαντές και από το Αφγανιστάν στα τέλη του<br />

20 ου αιώνα.<br />

ΟΙ ΈΛΛΗΝΕΣ ΤΗΣ ΒΑΚΤΡΙΑΝΉΣ<br />

Η περσική αυτοκρατορία των Αχαιμενιδών κατέρρευσε<br />

υπό την επέλαση του Μεγάλου Αλέξανδρου<br />

τον 4 ο αιώνα π.Χ. Ο Αλέξανδρος διέσχισε τους ποταμούς<br />

Ινδό και Σουάτ και έφτασε στα Τάξιλα το 326<br />

π.Χ., όπου τον καλωσόρισε ο τοπικός ηγεμόνας, ο<br />

Βασιλιάς Αμπί, στο παλάτι του στον λόφο Μπιρ. Ο<br />

Αλέξανδρος συνέχισε στον ποταμό Υδάσπη (σημερινή<br />

ονομασία: Τζελούμ), πολέμησε τον βασιλιά<br />

Πώρο και κατέκτησε το Μουλτάν. Ο εξουθενωμένος<br />

στρατός του αρνήθηκε να προχωρήσει πέρα από<br />

τον ποταμό Ύφαση (σημερινή ονομασία: Μπέας)<br />

και αναγκάστηκε να στραφεί πίσω προς την ακτή<br />

του Μακράν ώστε να ξεκινήσει την επιστροφή.<br />

Άφησε πίσω του στην Κεντρική Ασία πολυάριθμους<br />

Έλληνες, που ίδρυσαν το Ελληνοβακτριανό Βασίλειο<br />

της Γκαντάρα. Το Βασίλειο διατηρήθηκε για παραπάνω<br />

από πεντακόσια χρόνια, με ηγεμόνες δεκατρείς<br />

Έλληνες βασιλείς και βασίλισσες, και η τέχνη<br />

και η θρησκεία του είχαν σημαντική επιρροή στην<br />

ανάπτυξη της περιοχής.<br />

Αυτός ο πολιτισμός ήταν το αποτέλεσμα της αλληλεπίδρασης<br />

αρκετών λαών που ακολούθησαν τους<br />

Έλληνες – Σκύθες, Πάρθοι και Κουσάν – οι οποίοι<br />

έφταναν ο ένας μετά τον άλλο από την Κεντρική Ασία<br />

ακολουθώντας διαφορετικές οδούς και ενσωματώθηκαν<br />

στην τοπική κοινωνία. Υπό τη δική τους βασιλεία<br />

αναπτύχθηκε εδώ η νέα μορφή του βουδισμού,<br />

η Μαχαγιάνα.<br />

Υπό την ενθάρρυνση αυτών των βασιλέων, οι βουδιστές<br />

μοναχοί μετακινούνταν ελεύθερα στον «δρόμο<br />

του μεταξιού», τη μεγάλη διηπειρωτική οδό του<br />

εμπορίου, και μετέφεραν τη θρησκεία τους στην<br />

Κεντρική Ασία, την Κίνα, την Κορέα και την Ιαπωνία.<br />

Το εμπόριο κατά μήκος του δρόμου του μεταξιού<br />

ελεγχόταν κυρίως από τους αυτοκράτορες Κουσάν,<br />

που έχτισαν μια ισχυρή αυτοκρατορία, με πρωτεύουσα<br />

την Πεσαβάρ. Η περίοδος των Κουσάν, από<br />

τον 1ο έως τον 3 ο μ.Χ. αιώνα, ήταν η χρυσή εποχή<br />

του Πακιστάν, με τον δρόμο του μεταξιού να φέρνει<br />

απαράμιλλη ευημερία στην περιοχή.<br />

ΟΙ ΆΝΘΡΩΠΟΙ<br />

Το Πακιστάν αποτελεί τον ορισμό του πολυεθνοτικού<br />

κράτους όπου ζουν άνθρωποι διαφόρων τοπικών<br />

εθνοτήτων. Η οικοδόμηση της εθνικής ταυτότητας<br />

ήταν δύσκολη. Η χώρα πέρασε διαδοχικές τραυματικές<br />

κοινωνικοπολιτικές εμπειρίες από τότε που<br />

απέκτησε την ανεξαρτησία της, εξακολουθεί όμως να<br />

επιδεικνύει ανθεκτικότητα και την ικανότητα επιβίωσης<br />

και προσαρμογής στις αλλαγές συνθηκών.<br />

Οι άνθρωποι του Πακιστάν είναι ζεστοί και φιλόξενοι.<br />

Η αγάπη τους για τα χρώματα είναι εμφανής στην<br />

καθημερινή τους ζωή, με τα έντονα χρωματισμένα<br />

σπίτια, τις πόρτες, τα παράθυρα. Στους δρόμους<br />

συναντά κανείς παντού εντυπωσιακά διακοσμημένα<br />

φορτηγά και λεωφορεία, ζωγραφισμένα με ορεινά<br />

τοπία, θρησκευτική καλλιγραφία ή στίχους από<br />

διάσημους τοπικούς ποιητές. Η μουσική Καουάλι, που<br />

παίζεται στα ιερά των αγίων των Σούφι στο Παντζάμπ<br />

και στο Σιντ, είναι μοναδική και προσελκύει εκατομμύρια<br />

ανθρώπους κάθε χρόνο, που φτάνουν για να<br />

κάνουν μια ευχή ή να καταθέσουν δωρεές και να<br />

ακούσουν τη μουσική και τις απαγγελίες ποίησης. Το<br />

πάθος των Πακιστανών για το κρίκετ είναι γνωστό,<br />

και σε κάθε πόλη και χωριό υπάρχει μια ομάδα με<br />

νεαρούς παίκτες που φιλοδοξούν να παίξουν για την<br />

εθνική ομάδα.<br />

Το Πακιστάν είναι μια πολυπολιτισμική και πολυεθνοτική<br />

κοινωνία που φιλοξενεί έναν από τους μεγαλύτερους<br />

πληθυσμούς προσφύγων στον κόσμο,<br />

κυρίως από το Αφγανιστάν. Αυτή η ποικιλία είναι<br />

περισσότερο ορατή με όρους πολιτισμικούς και<br />

γλωσσικούς, παρά θρησκευτικούς ή γενετικούς.<br />

Σχεδόν όλοι οι Πακιστανοί ανήκουν σε κάποια από<br />

τις ομάδες των Ινδο-άριων φυλών, που περιλαμβάνουν<br />

τους Παντζάμπ, τους Παστούν, τους Σίντι, τους<br />

Μπαλόχι, τους Μπαρούχι, τους Μπάλτι και δεκάδες<br />

άλλες μικρότερες φυλές. Στα βόρεια ορεινά βρίσκο-


νται κάποιες από τις αρχαιότερες άριες φυλές, οι<br />

Νταρντού, οι Κασμίρ και οι Σουάτ. Οι μετανάστες από<br />

την Ινδία που μιλούν ούρντου και ζουν κυρίως στο<br />

Καράτσι ταξινομούνται σύμφωνα με τη γλώσσα τους<br />

και όχι την εθνότητά τους.<br />

Ο πληθυσμός του Πακιστάν υπολογίζεται στα 200<br />

εκατομμύρια, 6 η χώρα στον κόσμο πληθυσμιακά.<br />

Περίπου το 95% του πληθυσμού είναι μουσουλμάνοι,<br />

ενώ οι υπόλοιποι χωρίζονται σε μικρές ομάδες<br />

ινδουιστών, χριστιανών, σιχ, πάρσι (ζωροαστριστών),<br />

βουδιστών και πιστών άλλων θρησκειών. Η πλειοψηφία<br />

των μουσουλμάνων ανήκουν στο δόγμα του<br />

σουνισμού.<br />

Η ΔΗΜΙΟΥΡΓΊΑ ΤΟΥ ΠΑΚΙΣΤΆΝ<br />

Η λέξη «Πακιστάν» ήταν αρχικά ένα ακρωνύμιο από<br />

τις πέντε βορειοδυτικές περιοχές όπου οι μουσουλμάνοι<br />

αποτελούν την πλειοψηφία: Παντζάμπ,<br />

Αφγανία, Κασμίρ, Σιντ και Μπαλοχιστάν. Ωστόσο<br />

«Πακ» στα ούρντου σημαίνει επίσης «αγνός», κι έτσι<br />

το Πακιστάν είναι και η «γη των αγνών». Οι μουσουλμάνοι<br />

της Ινδίας υιοθέτησαν το όνομα το 1933 απαιτώντας<br />

μια ξεχωριστή και ανεξάρτητη πατρίδα.<br />

To Διάταγμα περί ανεξαρτησίας της Ινδίας του 1947<br />

καθορίζει ότι οι επαρχίες με πλειοψηφία μουσουλμανικού<br />

πληθυσμού (όπως το δυτικό Παντζάμπ, το<br />

Σιντ, το Μπαλοχιστάν) θα ενσωματώνονταν στο Πακιστάν.<br />

Οι περιοχές με πλειοψηφία ινδουιστών (όπως<br />

το ανατολικό Παντζάμπ) θα ενσωματώνονταν στην<br />

Ινδία, ενώ τα πριγκιπικά κράτη (όπως το Κασμίρ) θα<br />

έπρεπε να επιλέξουν σε ποια χώρα θα ανήκαν.<br />

Ο Μοχάμεντ Αλί Τζίνα, ο ηγέτης του Πακιστάν, επιθυμούσε<br />

μια χώρα με γεωγραφική συνοχή, ωστόσο<br />

οι μουσουλμάνοι δεν ήταν πολυάριθμοι μόνο στη<br />

Βορειοδυτική Ινδία αλλά και στη βορειοανατολική<br />

περιοχή της Βεγγάλης, που θα μοιραζόταν στη μέση<br />

μεταξύ Ινδίας και Πακιστάν. Τα πράγματα ήταν ακόμα<br />

πιο περίπλοκα, μια που εκατομμύρια μουσουλμάνοι<br />

ζούσαν στις περιοχές της Κεντρικής Βόρειας Ινδίας,<br />

αλλά τους ξεπερνούσαν σε αριθμό οι ινδουιστές, ενώ<br />

εκατομμύρια ινδουιστές ζούσαν σε περιοχές όπως το<br />

Σιντ, η Βεγγάλη και το δυτικό Παντζάμπ, που θα ενσωματώνονταν<br />

στο μουσουλμανικό Πακιστάν. Τέλος, οι<br />

επιθυμίες και τα δικαιώματα των Σιχ, των Χριστιανών,<br />

των Ζωροαστριστών και άλλων, δεν έπαιξαν κανέναν<br />

ρόλο στη διαδικασία.<br />

Η διαδικασία διχοτόμησης της Ινδίας έφερε όλα τα<br />

χαρακτηριστικά μιας ανθρωπιστικής καταστροφής.<br />

Το καλοκαίρι του 1947 εκατομμύρια μουσουλμάνοι<br />

από τις περιοχές με πλειοψηφία ινδουιστών εγκατέλειψαν<br />

τα σπίτια τους με συνοπτικές διαδικασίες<br />

και μετανάστευσαν προς τις περιοχές που θα αποτελούσαν<br />

τμήμα του Πακιστάν. Εκατομμύρια ινδουιστές<br />

έκαναν το ίδιο πράγμα, προς την αντίθετη<br />

κατεύθυνση. Με τον εθνικιστικό ζήλο και τις εθνικές<br />

εντάσεις στην Ινδική Χερσόνησο να βρίσκονται σε<br />

κρίσιμο σημείο, οι δύο ομάδες συναντήθηκαν και η<br />

βία που ακολούθησε ήταν αναμενόμενη. Ολόκληροι<br />

σιδηροδρομικοί συρμοί με μετανάστες έγιναν παρανάλωμα.<br />

Γυναίκες βιάζονταν, παιδιά έπεφταν θύματα<br />

απαγωγής και συχνά ολόκληρες οικογένειες σφαγιάζονταν<br />

από τον εξαγριωμένο όχλο. Όσοι επέζησαν<br />

από το τρομερό ταξίδι έφτασαν σε πόλεις όπως<br />

το Δελχί, η Καλκούτα, το Καράτσι και η Ντάκα, σε<br />

ανεπαρκή στρατόπεδα προσφύγων. Οι Σιχ και όσοι<br />

άλλοι βρίσκονταν στη μέση έκλιναν προς την Ινδία,<br />

παρόλο που αρκετοί δεν μετακινήθηκαν.<br />

Στις 14 Αυγούστου 1947 οι Βρετανοί εγκατέλειψαν<br />

το Πακιστάν και την επόμενη μέρα, την Ινδία. Πάνω<br />

από 100.000 άτομα σκοτώθηκαν, παραπάνω από<br />

δύο εκατομμύρια μετακινήθηκαν, και το Πακιστάν<br />

ήταν πλέον ανεξάρτητο κράτος με πρωτεύουσα το<br />

Καράτσι.<br />

Ο ΠΑΤΕΡΑΣ ΤΟΥ ΕΘΝΟΥΣ<br />

Το επίτευγμα του Μοχάμεντ Αλί Τζίνα ως ιδρυτή του<br />

Πακιστάν επισκιάζει οτιδήποτε άλλο έκανε στην<br />

μακριά και πολυσχιδή δημόσια ζωή του που διήρκεσε<br />

περίπου 42 χρόνια. Είχε παίξει αρκετούς ρόλους στην<br />

εντέλεια: υπήρξε ένας από τους διαπρεπέστερους<br />

νομικούς της Ινδίας στο πρώτο μισό του εικοστού<br />

αιώνα, πρέσβης της ενότητας μεταξύ μουσουλμάνων<br />

και ινδουιστών, σημαντικός συνταγματολόγος,<br />

εξέχων βουλευτής, διακεκριμένος πολιτικός, ακούραστος<br />

μαχητής για την ελευθερία, δυναμικός μουσουλμάνος<br />

ηγέτης, γνώστης της πολιτικής στρατηγικής<br />

και, πάνω απ’ όλα, ένας από τους σπουδαιότερους<br />

θεμελιωτές έθνους της σύγχρονης εποχής.<br />

Αυτό, ωστόσο, που τον κάνει τόσο ξεχωριστό είναι το<br />

γεγονός ότι ενώ άλλοι ηγέτες ανέλαβαν να ηγηθούν<br />

ήδη σχηματισμένων εθνών και να παλέψουν για τα<br />

αιτήματά τους ή να τα οδηγήσουν στην ανεξαρτησία,<br />

εκείνος δημιούργησε ένα έθνος από μια υποτυπώδη<br />

και περιφρονημένη μειοψηφία και θεμελίωσε<br />

μια πολιτιστική και εθνική πατρίδα γι’ αυτήν. Και<br />

όλα αυτά μέσα σε μια δεκαετία. Για πάνω από τρεις<br />

δεκαετίες πριν από την επιτυχή κατάληξη του 1947,<br />

ο Τζίνα ήταν μέρος της πολιτικής ηγεσίας των Ινδών<br />

μουσουλμάνων: αρχικά ως ένας από τους ηγέτες,<br />

αλλά αργότερα, από το 1947, ως ο μοναδικός εξέχων<br />

ηγέτης. Για παραπάνω από τριάντα χρόνια καθοδηγούσε<br />

τις υποθέσεις τους, είχε δώσει έκφραση,<br />

συνοχή και κατεύθυνση στις δίκαιες αξιώσεις τους<br />

και τα όνειρά τους. Και τα είχε διατυπώσει ως συγκεκριμένες<br />

απαιτήσεις.<br />

Και, πάνω απ’ όλα, πάλευε όλο εκείνο το διάστημα για<br />

να επιβάλει την αποδοχή τους τόσο από τους Βρετανούς,<br />

που διοικούσαν, όσο και από τους ινδουιστές,<br />

την πλειοψηφία του λαού της Ινδίας. Και για πάνω<br />

από τριάντα χρόνια μαχόταν, αδιάκοπα και ακούραστα,<br />

για το δικαίωμα των μουσουλμάνων σε μια<br />

αξιοπρεπή ζωή στην Χερσόνησο. Πράγματι, η ιστορία<br />

της ζωής του αποτελεί την ιστορία της αναγέννησης<br />

των μουσουλμάνων στην Ινδική Χερσόνησο και τη<br />

θεαματική ανάδυσή τους σε έθνος.<br />

ΤΟ ΑΊΤΗΜΑ ΤΟΥ ΠΑΚΙΣΤΆΝ<br />

«Είμαστε ένα έθνος», δήλωσαν με τα πάντα ευφραδή<br />

λόγια του Τζίνα. «Είμαστε ένα έθνος με την ιδιαίτερη<br />

κουλτούρα μας και τον πολιτισμό μας, γλώσσα<br />

και λογοτεχνία, τέχνη και αρχιτεκτονική, λέξεις και<br />

ορολογία, αίσθηση αξιών και αναλογιών, νόμους και<br />

ηθικούς κανόνες, έθιμα και ημερολόγιο, ιστορία και<br />

παράδοση, ικανότητες και φιλοδοξίες. Με λίγα λόγια,<br />

έχουμε τη δική μας οπτική της ζωής και για τη ζωή.<br />

Σύμφωνα με κάθε κανόνα του Διεθνούς Δικαίου,<br />

είμαστε ένα έθνος».<br />

Χάρη στη δική του επιτυχημένη προάσπιση της<br />

υπόθεσης του Πακιστάν και την εκπληκτική στρατηγική<br />

του στις περίπλοκες διαπραγματεύσεις που<br />

ακολούθησαν τη διατύπωση του αιτήματος για<br />

ανεξάρτητο Πακιστάν, ειδικά στην μεταπολεμική<br />

περίοδο, το Πακιστάν έγινε πραγματικότητα.


ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΊΟ ΤΟΥ ΜΉΝΥΜΑ<br />

Ο Τζίνα απηύθυνε ένα τελευταίο μήνυμα προς το<br />

έθνος στις 14 Αυγούστου 1948, με ένα αίσθημα<br />

βαθιάς ικανοποίησης για την επιτυχία της αποστολής<br />

του: «Τα θεμέλια του Κράτους σας είναι έτοιμα και<br />

τώρα πρέπει εσείς να χτίσετε, και να χτίσετε όσο πιο<br />

γρήγορα και όσο καλύτερα μπορείτε».<br />

Προκειμένου να ολοκληρώσει την αποστολή που είχε<br />

αναλάβει την επαύριο της δημιουργίας του Πακιστάν,<br />

ο Τζίνα εργάστηκε μέχρι θανάτου, είχε όμως, κατά τον<br />

Ρίτσαρντ Σάιμονς, «συνεισφέρει περισσότερο από<br />

οποιονδήποτε άλλο στην επιβίωση του Πακιστάν».<br />

Πέθανε στις 11 Σεπτεμβρίου 1948.<br />

Για τα προσωπικά και πολιτικά του επιτεύγματα<br />

μίλησε στην κηδεία του, ο Σουράτ Τσάντρα Μπόσε,<br />

μέλος της ινδικής γερουσίας. «Ο κ. Τζίνα» είπε,<br />

«υπήρξε σπουδαίος δικηγόρος, σπουδαίος Γερουσιαστής,<br />

σπουδαίος ηγέτης των μουσουλμάνων, σπουδαίος<br />

πολιτικός παγκόσμιας ακτινοβολίας και διπλωμάτης,<br />

και ακόμα σπουδαιότερος ως άνθρωπος της<br />

δράσης.<br />

Με την αποδημία του κ. Τζίνα ο κόσμος χάνει έναν<br />

από τους σπουδαιότερους πολιτικούς και το Πακιστάν<br />

τον άνθρωπο που του έδωσε ζωή, τον φιλόσοφο<br />

και οδηγό του». Αυτός ήταν ο Μοχάμεντ Αλί Τζίνα, ο<br />

άνθρωπος και η αποστολή του, και τέτοιο το εύρος<br />

των επιτευγμάτων του.<br />

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ<br />

Καλάς: Οι Έλληνες Μακεδόνες των Ιμαλαΐων<br />

https://www.pentapostagma.gr/2012/08/blog-post_1373.<br />

html<br />

Πακιστάν: Οδοιπορώντας σε χρόνους και τόπους αρχαίους -<br />

Ευαγγελία Μίχου<br />

http://parallaximag.gr/taxidi/kosmos-taxidi/pakistan-odoiporontas-se-chronous-kai-topous-archaious<br />

Στα χνάρια του Μεγάλου Αλεξάνδρου – Σιμόνης<br />

Ζαφειροπούλου<br />

http://www.tovima.gr/travel/article/?aid=92832<br />

Ενας Μανιάτης στους Καλάς , Ευάγγελου Νικολούδη<br />

http://www.mani.org.gr/apopseis/kalas/kalas1.htm<br />

Experts from:<br />

Site of the Embassy of Pakistan in Washington<br />

Pakistan: The Essential Guide to Customs & Culture, Kuperard,<br />

by Safia Haleem<br />

Pakistan Traveller, Tim Blight<br />

Emerging Pakistan Gov Pk<br />

Visit Swat org.<br />

kalashpeople.com<br />

wikipedia


ΠΕΣΑΒΑΡ - ΜΕΘΟΡΙΑΚΗ ΠΟΛΗ<br />

Η Πεσαβάρ είναι η πρωτεύουσα της Νοτιοδυτικής<br />

επαρχίας Κιμπέρ Παχτούνκουα, που εκτείνεται σε<br />

πάνω από 1.100 χλμ. κατά μήκος των συνόρων με το<br />

Αφγανιστάν. Πήρε το όνομά της από την σανσκριτική<br />

λέξη «Pushpapura», που σημαίνει πόλη των<br />

λουλουδιών. Αυτά τα λουλούδια αναφέρονταν<br />

ακόμα και στα απομνημονεύματα του Αυτοκράτορα<br />

των Μογγόλων Μπαμπούρ. Εδώ βρισκόταν και<br />

το αρχαίο βασίλειο της Γκαντάρα, που έχει δώσει<br />

πλούσια αρχαιολογικά ευρήματα. Η πόλη βρίσκεται<br />

στην άκρη του ιστορικού περάσματος Κιμπέρ και<br />

είναι γνωστή για την ιστορική και πολιτισμική αξία<br />

της. Στην εύφορη και καλά αρδευόμενη από τους<br />

ποταμούς Καμπούλ και Σουάτ κοιλάδα γύρω από την<br />

Πεσαβάρ χτυπά η καρδιά της επαρχίας.<br />

Μέσα στους αιώνες πέρασαν από την πόλη<br />

αμέτρητοι εισβολείς και ταξιδευτές από όλο τον<br />

κόσμο. Στο πέρασμα Κιμπέρ και στην κοιλάδα θα<br />

έλεγε κανείς ότι αντηχούν ακόμη τα βήματα των<br />

στρατιωτών που προέλαυναν στο σταυροδρόμι της<br />

ιστορίας, στους δρόμους του εμπορίου, της μετανάστευσης<br />

και των εισβολών. Η νότια πτέρυγα του<br />

στρατού του Μεγάλου Αλεξάνδρου αποκλείστηκε<br />

εδώ για σαράντα μέρες το 327 π.Χ., σε ένα οχυρό<br />

που ανακαλύφθηκε πρόσφατα, 27 χλμ νοτιοανατολικά<br />

της Πεσαβάρ, στο Πουσκαλαβάτι (πόλη του<br />

λωτού), κοντά στην Τσαρσάντα. Ο μέγας Μπαμπούρ<br />

προέλασε από το ιστορικό πέρασμα Κιμπέρ για να<br />

κατακτήσει τη Νότια Ασία το 1526 και δημιούργησε<br />

εκεί την Αυτοκρατορία των Μογγόλων. Άριοι,<br />

Σκύθες, Πέρσες, Έλληνες, Βακτριανοί, Κουσάν,<br />

Ούνοι, Τούρκοι και Μογγόλοι διέσχισαν το πέρασμα<br />

και άφησαν τα ίχνη τους.<br />

Η πόλη είναι ο τόπος των Πατάν – μιας απολύτως<br />

ανδροκρατούμενης κοινωνίας – πιστών μουσουλμάνων.<br />

Είναι φημισμένοι για τον πολεμοχαρή και<br />

θρησκευτικό χαρακτήρα τους που έχει διαμορφωθεί<br />

από τους ήρωές τους, όπως ο Χουσάλ Χαν Χατάκ, ο<br />

πολεμιστής ποιητής και ο Ρέχμαν Μπάμπα, κήρυκας<br />

και ποιητής.<br />

Στις μέρες μας, φυλάσσουν τα σύνορα μεταξύ Πακιστάν<br />

και Αφγανιστάν στα μεγάλα περάσματα του<br />

Κιμπέρ, του Τότσι, του Γκομάλ και άλλων, στο έδαφος<br />

του Πακιστάν. Πριν την ανεξαρτησία είχαν αντιμετωπίσει<br />

επιτυχώς τρομερές αυτοκρατορίες, όπως τη<br />

βρετανική και τη μογγολική και άλλες ακόμα πριν<br />

από αυτές, διατηρώντας πάντα τα σύνορα σε κατάσταση<br />

αναβρασμού και τη φλόγα της ελευθερίας να<br />

καίει υπερήφανα.<br />

Η Πεσαβάρ είναι και σήμερα, όπως πάντα, μια συνοριακή<br />

πόλη. Οι ενδυματολογικοί και οι κανόνες<br />

συμπεριφοράς εδώ χαλαρώνουν, οι άντρες συναντιούνται<br />

με χειραψία και ένα ευθύ, μα φιλικό<br />

βλέμμα. Είναι όμορφοι και μεγαλόσωμοι, φορούν<br />

φαρδιά παντελόνια και μακριά, φαρδιά πουκάμισα<br />

και τα φυσεκλίκια μπροστά στο στήθος τους ή τα<br />

πιστόλια στη μέση τους αποτελούν μέρος της κανονικής<br />

ενδυμασίας τους. Σ’ αυτόν τον τόπο οι αρχαίες<br />

παραδόσεις συγκρούονται με τις σημερινές και το<br />

μόνο που έχει αλλάξει στο παζάρι της παλιάς πόλης<br />

μέσα στα τελευταία εκατό χρόνια είναι ότι απέκτησε<br />

για γείτονες ένα μοντέρνο πανεπιστήμιο, μερικά<br />

σύγχρονα ξενοδοχεία, αρκετές διεθνείς τράπεζες και<br />

ένα από τα καλύτερα μουσεία του Πακιστάν.<br />

Στις αρχές του 21 ου αιώνα η δραστηριότητα των Ταλιμπάν<br />

έγινε πιο έντονη στα σύνορα μεταξύ Αφγανιστάν<br />

και Πακιστάν και στη συνέχεια και στα ενδότερα<br />

του Πακιστάν. Το 2009, καθώς ο πακιστανικός<br />

στρατός προσπαθούσε να τους απωθήσει από την<br />

περιοχή, έγινε στόχος όλο και πιο συχνών επιθέσεων.<br />

ΣΗΜΑΝΤΙΚΑ ΑΞΙΟΘΕΑΤΑ ΣΤΗΝ ΠΑΛΙΑ ΠΟΛΗ:<br />

Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1950 η Πεσαβάρ<br />

περικλειόταν από τείχη με δεκαέξι πύλες, η διασημότερη<br />

των οποίων ήταν η Πύλη Καμπούλι, που<br />

οδηγούσε προς το πέρασμα Κιμπέρ και τον δρόμο<br />

προς την Καμπούλ. Μεγάλο μέρος των τειχών κατεδαφίστηκε<br />

καθώς ο πληθυσμός αυξανόταν και η<br />

πόλη επεκτεινόταν και τώρα πια διατηρείται μόνο<br />

ένα μικρό τμήμα τους. Ως σημαντική συνοριακή<br />

πόλη, η Πεσαβάρ διαθέτει τα πιο ενδιαφέροντα<br />

παζάρια, όπου πάντοτε κάτι συμβαίνει.<br />

ΠΑΖΑΡΙ ΚΙΣΣΑ ΧΑΟΥΑΝΙ<br />

(ΠΑΖΑΡΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΜΥΘΑΔΩΝ):<br />

Ο Βρετανός επίτροπος στην Πεσαβάρ στα μέσα του<br />

19ου αιώνα, ο Σερ Χέρμπερτ Έντουαρντς, περιέγραψε<br />

το παζάρι Κισσά Χαουάνι ως «το Πικαντίλι<br />

της Κεντρικής Ασίας». Δεξιά κι αριστερά στέκονται<br />

ψηλά, στενά κτήρια με περίτεχνα σκαλισμένα μπαλκόνια<br />

και παράθυρα. Πριν την έλευση του ραδιοφώνου<br />

και της τηλεόρασης η τέχνη της αφήγησης<br />

άνθιζε στα παραδοσιακά τεϊοποτεία του παζαριού.<br />

Ο παραμυθάς βασιζόταν στη γλώσσα του και στη<br />

φαντασία του για να εξασφαλίσει τα προς το ζην. Οι<br />

ιστορίες ήταν κατά ένα μέρος αφήγηση και κατά ένα<br />

μέρος τραγούδι και το κοινό αποτελείτο από εμπόρους<br />

και ταξιδευτές που έφταναν με τα καραβάνια<br />

τους από μακρινές γωνιές του κόσμου.<br />

ΠΑΖΑΡΙ ΚΙΜΠΕΡ:<br />

Ο κεντρικός δρόμος, γεμάτος γιατρούς, δικηγόρους<br />

και οδοντιάτρους, έχει παντού πινακίδες που απεικονίζουν<br />

μασέλες σε εφιαλτικές διαστάσεις. Εδώ<br />

βρίσκονται αρκετά από τα φθηνότερα ξενοδοχεία<br />

της Πεσαβάρ και το βραδάκι, στους υπαίθριους<br />

πάγκους βρίσκει κανείς εξαιρετικά κεμπάπ και τηγανιτά.<br />

Το κρέας πωλείται με το κιλό και στη συνέχεια<br />

μαγειρεύεται μπροστά στον πελάτη.


ΤΖΑΜΙ ΤΟΥ ΜΟΧΑΜΠΑΤ ΧΑΝ:<br />

Το μοναδικό σημαντικό μογγολικό τζαμί που διασώζεται<br />

στην Πεσαβάρ χτίστηκε από τον Μοχαμπάτ<br />

Χαν το 1670, όταν διετέλεσε για δύο φορές κυβερνήτης<br />

της πόλης υπό τους Μογγόλους Αυτοκράτορες<br />

Σα Τζεχάν και Αουρανγκτζέμπ. Το τζαμί σχεδόν καταστράφηκε<br />

από φωτιά το 1898 και σώθηκε μόνο χάρη<br />

στις υπεράνθρωπες προσπάθειες των πιστών.<br />

Η εκτεταμένη ανακαίνιση πραγματοποιήθηκε από<br />

παραδοσιακούς τεχνίτες. Το τζαμί αποτελεί εξαιρετικό<br />

δείγμα της μογγολικής αρχιτεκτονικής. Το<br />

εσωτερικό της αίθουσας προσευχής είναι πλούσια<br />

διακοσμημένο με καλλιγραφίες και εικόνες λουλουδιών.<br />

Σύμφωνα με αναφορές από τα τέλη του 19ου<br />

αιώνα, οι μιναρέδες χρησιμοποιούνταν συχνά κατά<br />

την περίοδο των Σιχ «ως υποκατάστατο αγχόνης».<br />

ΟΙΚΙΕΣ ΣΕΘΙ:<br />

Αυτές οι κατοικίες βρίσκονται στη γειτονιά των Σέθι,<br />

της παραδοσιακά επιχειρηματικής κοινότητας της<br />

Πεσαβάρ. Τα σπίτια είναι πλούσια διακοσμημένα με<br />

σκαλιστές ξύλινες πόρτες, χωρίσματα, μπαλκόνια<br />

και δωμάτια με ζωγραφιές και καθρέφτες. Το μεγαλύτερο<br />

σπίτι χτίστηκε το 1882 από τον Χατζή Αχμέντ<br />

Γκουλ, που μετανάστευσε από ένα κοντινό χωριό, έξι<br />

γενιές νωρίτερα.<br />

ΦΡΟΥΡΙΟ ΜΠΑΛΑ ΧΙΣΑΡ:<br />

Το τεράστιο φρούριο Μπάλα Χισάρ αποτελούσε<br />

μέρος των τειχών της πόλης. Πρόκειται για μια<br />

ογκώδη κατασκευή και ο νεοφερμένος που περνά<br />

κάτω από τη σκιά των τεράστιων πολεμίστρων<br />

και επάλξεων δεν μπορεί να μην εντυπωσιαστεί.<br />

Χτίστηκε αρχικά από τον Μπαμπούρ, τον πρώτο<br />

αυτοκράτορα των Μογγόλων, κατά το 1526-30, και<br />

ανακαινίστηκε από τον κυβερνήτη Σιχ της Πεσαβάρ,<br />

Χάρι Σινγκ Ναλβά, τη δεκαετία του 1830 υπό την<br />

καθοδήγηση Γάλλων μηχανικών. Στεγάζει πλέον<br />

κυβερνητικά γραφεία.<br />

ΜΟΥΣΕΙΟ ΤΗΣ ΠΕΣΑΒΑΡ:<br />

Το μουσείο της Πεσαβάρ στεγάζεται σε ένα επιβλητικό<br />

κτίριο της βρετανικής εποχής. Παλιότερα<br />

ονομαζόταν Μνημείο Βικτωρίας, και χτίστηκε το<br />

1905. Στη μεγάλη αίθουσα, τις πλαϊνές στοές και<br />

την ανυψωμένη πλατφόρμα, όπου κάποτε γίνονταν<br />

χοροί, εκτίθενται πλέον, με χρονολογική σειρά, τα<br />

ωραιότερα δείγματα γλυπτών της Γκαντάρα, καθώς<br />

και αντικείμενα από τη ζωή των φυλών, και την<br />

μουσουλμανική περίοδο.


QISSA-KHAWANI BAZAAR


MAHABAT KHAN MOSQUE


KHYBER BAZAAR


SETHI HOUSES


Η ΦΥΛΗ ΤΩΝ ΚΑΛΑΣ ΣΤΟ <strong>ΒΟΡΕΙΟ</strong> <strong>ΠΑΚΙΣΤΑΝ</strong><br />

Η αρχαία φυλή των Καλάς ζει στα απομονωμένα<br />

βουνά του Χίντου Κους (Ινδικού Καυκάσου - μιας<br />

προέκτασης των Ιμαλαΐων) στο Πακιστάν, βαθιά στις<br />

κοιλάδες του Μπουμπορέτ, του Ρουμπούρ και του<br />

Μπιρίρ, κοντά στα απροσπέλαστα ορεινά σύνορα με<br />

τις ελεγχόμενες από τους Ταλιμπάν ζώνες του Αφγανιστάν.<br />

Για αιώνες, αυτός ο ανοιχτόχρωμος λαός παγανιστών<br />

υποστήριζε ότι κατάγεται από τα στρατεύματα του<br />

Μεγάλου Αλέξανδρου, που κατέκτησαν την περιοχή<br />

τον 4ο π.Χ. αιώνα Το πώς κατάφεραν να επιβιώσουν<br />

αποτελεί ένα μυστήριο. Οι Καλάς είναι ένας λαός που<br />

έχει δεσμούς με την Ελλάδα σχεδόν στα πάντα παρά<br />

τη μεγάλη γεωγραφική απόσταση που τους χωρίζει.<br />

Χορεύουν γύρω από νυχτερινές φωτιές, φτιάχνουν<br />

κρασί και επιδίδονται σε αρχαία ολυμπιακά αθλήματα,<br />

όπως η πάλη και η σφαιροβολία. Με τα διαπεραστικά<br />

γαλαζοπράσινα μάτια τους και τα έντονα<br />

χαρακτηριστικά τους η σύνδεση γίνεται πιστευτή,<br />

ωστόσο από πρόσφατες γενετικές έρευνες δεν<br />

προκύπτει ελληνική καταγωγή.<br />

Κατά τον 19 ο αιώνα οι Καλάς κατακτήθηκαν βίαια από<br />

τους μουσουλμάνους του Αφγανιστάν. Οι αρχαίοι<br />

ναοί τους και τα ξύλινα ειδώλια καταστράφηκαν, οι<br />

γυναίκες τους αναγκάστηκαν να κάψουν τις πανέμορφες<br />

παραδοσιακές φορεσιές τους και να φορούν<br />

μπούρκα ή μαντίλα και όλος ο πληθυσμός αναγκάστηκε,<br />

υπό την απειλή όπλων, να ασπαστεί το Ισλάμ.<br />

Μόνο ελάχιστα μέλη αυτής της υπό εξαφάνιση φυλής<br />

επιβίωσαν σε τρεις απομονωμένες κοιλάδες στα<br />

βουνά της περιοχής που θα ανήκε αργότερα στο<br />

Πακιστάν.<br />

Πρόκειται για έναν από τους πιο αξιοπρόσεκτους<br />

πολιτισμούς του πλανήτη. Με πληθυσμό λίγο παραπάνω<br />

από 3.500 άτομα, αποτελούν τη μικρότερη<br />

μειονότητα του Πακιστάν, και μια όαση χρωμάτων<br />

και ζεστασιάς σε απόλυτη αντίθεση με τη φαινομενικά<br />

αφιλόξενη γη που τους περικυκλώνει.<br />

Οι κοιλάδες είναι ειδυλλιακές και μοιάζουν με παράδεισο<br />

σε σύγκριση με τη φασαρία και το στριμωξίδι<br />

των μεγάλων πακιστανικών πόλεων και των τουριστικών<br />

αξιοθέατων. Καρυδιές και τζιτζιφιές καλύπτουν<br />

τις χαμηλότερες πλαγιές, ενώ προσεκτικά<br />

καλλιεργημένα χωράφια με ζαχαροκάλαμα ευδοκιμούν<br />

κατά μήκος των ποταμών στο βάθος κάθε<br />

κοιλάδας.<br />

Εδώ, βαθιά μέσα στην οροσειρά του Ινδικού<br />

Καυκάσου, έρχονται οι ταξιδιώτες για να γευτούν μια<br />

άλλη ζωή, μια άλλη εποχή. Τα χωριά δεν είναι παρά<br />

μερικά σκόρπια ξύλινα σπιτάκια.<br />

Αν όμως το πρώτο πράγμα που κάνει εντύπωση σε<br />

όποιον συναντά τους Καλάς είναι η αφοπλιστική τους<br />

φιλοξενία, το δεύτερο είναι η εμφάνισή τους. Η λέξη<br />

«Καλάς» σημαίνει «μαύρο» και αναφέρεται στα ρούχα<br />

που φορούν οι γυναίκες και τα κορίτσια. Οι άντρες<br />

των Καλάς έχουν αντικαταστήσει τις παραδοσιακές<br />

φορεσιές τους από μαλλί γίδας με το φαρδύ παντελόνι<br />

και πουκάμισο που φορούν οι άντρες σε όλο το<br />

Πακιστάν και το Αφγανιστάν.<br />

Οι γυναίκες των Καλάς όμως φορούν ακόμα φαρδιά<br />

μαύρα βαμβακερά φορέματα με υπέροχα κεντήματα<br />

στο μπούστο, στις άκρες των μανικιών και τον<br />

ποδόγυρο. Γυάλινες χάντρες κατεβαίνουν σε λεπτούς<br />

λαιμούς. Τα καλύμματα της κεφαλής είναι διακοσμημένα<br />

με όστρακα και περίτεχνα κεντήματα με έντονα<br />

χρώματα, κόκκινο της φωτιάς, φούξια, μπλε, κίτρινο<br />

και σμαραγδί που μπλέκονται σε ένα υπέροχο καλειδοσκόπιο.<br />

Τα όστρακα που στολίζουν τα καλύμματα<br />

της κεφαλής προέρχονται από τις ινδικές ακτές και<br />

συμβολίζουν τη γονιμότητα. Σε αντίθεση με πολλούς<br />

μουσουλμάνους, οι γυναίκες των Καλάς δεν φορούν<br />

μαντίλες και είναι διάσημες για την ομορφιά τους.<br />

Τα μαλλιά τους είναι χτενισμένα σε πέντε κοτσίδες<br />

όπου η βασικά, στο κέντρο της κεφαλής, έχει πλεχτεί<br />

από νεαρής ηλικίας και δεν έχει κοπεί ποτέ. Στο<br />

κεφάλι φοράνε ένα ολοκέντητο καπέλο (Σουσούτ),<br />

που θυμίζει ελληνική περικεφαλαία.<br />

Λέγεται, πως ο Μ. Αλέξανδρος, την παραμονή<br />

κάποιας μάχης, εξέφρασε στους επιτελείς του, τις<br />

επιφυλάξεις τους, για την επιτυχή έκβασή της. Τελικά<br />

η μάχη κερδήθηκε, χάρη σε απρόβλεπτη πολεμική<br />

επέμβαση των γυναικών. Ικανοποιημένος ο Αλέξανδρος,<br />

αποφάσισε, να τιμήσει τις γυναίκες, για την<br />

αποτελεσματική βοήθειά τους. Κάλεσε γενική σύναξη<br />

των ανδρών του και μετά από εξιστόρηση της σημασίας<br />

της επέμβασης των γυναικών, τους ζήτησε να<br />

δώσουν τις περικεφαλαίες τους στις γυναίκες, που<br />

αποδείχτηκαν αξιότερες. Τότε, ένας Στρατηγός,<br />

έβγαλε την περικεφαλαία του και την φόρεσε στο<br />

κεφάλι της αρχηγού των γυναικών. Σε ανάμνηση του<br />

γεγονότος αυτού καθιερώθηκε το «Σουσούτ» και οι<br />

γυναίκες δεν το αποχωρίζονται ούτε μια στιγμή της<br />

ημέρας, τιμώντας έτσι την τιμή που τους έκανε ο<br />

Μεγάλος Βασιλιάς (Ισκαντέρ).<br />

Επειδή οι Καλάς είναι παγανιστές και λατρεύουν<br />

πολλούς και διαφορετικούς θεούς, όπως τον Ντεζάο,<br />

τον Δημιουργό, ή την Τζαστάκ, θεά της οικογένειας,<br />

του έρωτα, του γάμου και του τοκετού, αντί για τον<br />

Μωάμεθ, είναι απαλλαγμένοι από τις προσταγές του<br />

ισλαμικού νόμου. Τα έθιμά τους διαφέρουν πολύ από<br />

αυτά των γύρω κοινοτήτων.<br />

Ακολουθούν έναν αυστηρό κώδικα εθίμων και έχουν<br />

πολλές θρησκευτικές ιδιαιτερότητες, πράγμα που έχει<br />

δημιουργήσει τη φήμη τους μεταξύ ανθρωπολόγων,<br />

συγγραφέων (οι Καλάς είναι η μυθική φυλή που περιγράφει<br />

ο Κίπλινγκ στο βιβλίο του «Ο άνθρωπος που<br />

θα γινόταν βασιλιάς») και, πιο πρόσφατα, ταξιδευτών.<br />

Η σεξουαλική ελευθερία δεν ενθαρρύνεται καθόλου<br />

και τα ταμπού περί αιμομιξίας υπαγορεύουν ότι οι<br />

γάμοι πρέπει να γίνονται με ανθρώπους εκτός των<br />

κοιλάδων. Το κόστος της συμμόρφωσης με αυτή την<br />

πολιτιστική απαίτηση είναι υψηλό. Με έναν ήδη μειωμένο<br />

πληθυσμό, οι χωρικοί συχνά δεν έχουν πολλές<br />

επιλογές – πρέπει ή να παντρευτούν και να φύγουν<br />

είτε να φέρουν στον δικό τους τόπο ξένους, μουσουλμάνους.<br />

Η γλώσσα των Καλάς σήμερα είναι κυρίως ένα μείγμα<br />

περσικών, σανσκριτικών και αρχαίων ελληνικών και<br />

είναι προφορική. Δανοί ερευνητές που ασχολήθηκαν<br />

από το 1948 μαζί τους είχαν κατασκευάσει έναν τύπο<br />

αλφαβήτου που στηρίζεται στο φωνητικό.<br />

Σύμφωνα με την ανάλυση των έως τώρα στοιχείων<br />

της καθηγήτριας του Αγγλικού Τμήματος του ΑΠΘ,<br />

Ελισάβετ Μελά-Αθανασοπούλου, που βρέθηκε το<br />

2007 στην περιοχή, πιστοποίησε επιστημονικά την<br />

άμεση επαφή της ελληνικής γλώσσας με αυτή που<br />

χρησιμοποιεί η ορεσίβια αρχαία φυλή, στη γλώσσα


των Καλάς διαφαίνεται η επίδραση στο λεκτικό<br />

μέρος με αρχαιοελληνικές λέξεις που έχουν διασωθεί<br />

στη γλώσσα και διατηρούν έως σήμερα την αρχαία<br />

σημασία τους. Επίσης, στο συντακτικό μέρος υπάρχει<br />

ένα μεγάλο τμήμα με πολλαπλές ομοιότητες στην<br />

κλίση των ρημάτων και με γραμματικά φαινόμενα<br />

όπως η γενική απόλυτη.<br />

Ομοιότητες της καλασικής με την αρχαία ελληνική<br />

γλώσσα διαπιστώνονται επίσης στο γραμματικό<br />

και το συντακτικό μέρος. Χαρακτηριστικό είναι το<br />

παράδειγμα του αρχαιοελληνικού ρήματος «δίδωμι<br />

(δίνω)», που στην καλασική γλώσσα είναι dem, το<br />

οποίο και στις δύο περιπτώσεις συντάσσεται και<br />

χρησιμοποιείται με δοτική (δίδωμι τινί τι).<br />

Στην γλώσσα τους βρίσκουμε λέξεις που έχουν κοινές<br />

ρίζες με τη δική μας γλώσσα:<br />

ΝΟΜ=όνομα<br />

ΠΑΡΕΙΜ=πορεύομαι, διαβαίνω εκ του πάρειμι<br />

ΧΕΜΑΝ=χειμώνας<br />

ΙΛΑ=έλα<br />

ΔΟΝΤΟΥΓΙΑ=δόντια<br />

DI=δίδω<br />

ΙΣΠΑΤΑ=χαιρετισμός, εκ του ασπάζομαι. Γι’ αυτό<br />

φιλιούνται όταν συναντιούνται μετά από καιρό.<br />

Επίσης, «Tο όμορφο», το λένε «εις καλόν», τη γυναίκα<br />

«γυναίκ», τα καρύδια «γιουνάν αρύδ», τον Μακεδόνα<br />

«Μαχεντόν», τις Χάριτες «Χαρίτας», τους Ίωνες<br />

(Έλληνες) «Γιουνάν», τον δήμο «ντίμο», την Αφροδίτη<br />

«Αφροντάιν». Αλλά και στη γύρω περιοχή, που μέχρι<br />

τα τέλη του προηγούμενου αιώνα ανήκε στην αυτόνομη<br />

επικράτεια του Καφιριστάν (χώρα των απίστων<br />

κατά τους Μουσουλμάνους, που κατάφεραν να<br />

εξισλαμίσουν το μεγαλύτερο ποσοστό των Καφίρς),<br />

συναντά κανείς στους χαιρετισμούς τους λέξεις όπως<br />

«χάιρε, χαϊρέτα, γιάμασις».<br />

Από το 1994 η ομάδα εθελοντών που δημιουργήθηκε<br />

με πρωτοβουλία του δάσκαλου κ. Θ.Λερούνη<br />

προσπάθησε να βοηθήσει τους Καλάς να επιλύσουν<br />

κάποια απ’ τα προβλήματά τους. Με τις πρωτοβουλίες<br />

του και με χρήματα της Ελληνικής Κυβέρνησης, Ελληνικών<br />

εταιριών, αλλά και των εθελοντών, χτίστηκαν<br />

σχολεία, στα οποία, εκτός από τα άλλα μαθήματα,<br />

μαθαίνουν να γράφουν και να διαβάζουν τη γλώσσα<br />

τους, κατασκευάστηκαν λουτρά, βρύσες και περιφράχτηκαν<br />

πηγές, για να μη μολύνεται το νερό από<br />

τα ζώα. Αναστηλώθηκαν βωμοί κα διατηρήθηκαν<br />

παραδοσιακοί χώροι. Ανακαινίστηκαν τα σπίτια<br />

μητρότητας και περιορίστηκε η θνησιμότητα βρεφών<br />

και γυναικών. Κατασκευάστηκε πολιτιστικό κέντρο με<br />

ιατρεία. Δημιουργήθηκε λαογραφικό μουσείο για τη<br />

διάσωση παραδοσιακών αντικείμενων. Τον Θανάση<br />

Λερούνης απήγαγαν οι Ταλιμπάν το 2009 και έμεινε<br />

αιχμάλωτος για εφτά μήνες στο Αφγανιστάν.<br />

Τα σπίτια των Καλάς, που θυμίζουν μακεδονικό<br />

χαγιάτι, είναι αμφιθεατρικά χτισμένα στην πλαγιά του<br />

βουνού, με πέτρες που συμπλέκονται με χοντρούς<br />

κορμούς δέντρων και με συνδετικό υλικό λάσπη από<br />

το ποτάμι. Η σκεπή (χωμάτινη) του πρώτου σπιτιού,<br />

γίνεται αυτή του δεύτερου, από πάνω κ.ο.κ. Το είδος<br />

αυτός αρχιτεκτονικής προτιμάται για οικονομία<br />

καλλιεργήσιμης γης, που είναι λιγοστή και δεύτερον<br />

για λόγους ετοιμότητας συλλογικής άμυνας. Ο εσωτερικός<br />

χώρος αποτελείται από μία αίθουσα, που στο<br />

κέντρο υπάρχει η εστία και από πάνω της, στο ύψος<br />

της σκεπής, είναι μία τρύπα, για να βγαίνει ο καπνός.<br />

Για λόγους προστασίας από το κρύο υπάρχει μόνον<br />

ένα παράθυρο.<br />

Πρέπει να σημειώσουμε, ότι οι Καλάς είναι οι μόνοι<br />

στην περιοχή που χρησιμοποιούν καθίσματα, σε αντίθεση<br />

με τους Μουσουλμάνους που κάθονται σταυροπόδι.<br />

Μάλιστα, τα διακοσμούν με σκαλιστά ελληνικά<br />

σχέδια, όπως το αστέρι της Βεργίνας, το μαίανδρο<br />

κ.α. Είναι δε όμοια με τα σκαμνιά που βρέθηκαν στις<br />

ανασκαφές της Βεργίνας και εκτίθενται στο Μουσείο<br />

της Θεσ/νίκης.<br />

Το πιο αξιοσημείωτο έθιμό τους όμως είναι μάλλον<br />

το Μπασαλί, μια ξύλινη καλύβα σε κάθε χωριό όπου,<br />

κάθε μήνα, αποσύρονται οι γυναίκες κατά τη διάρκεια<br />

της περιόδου τους. Οι καλύβες αυτές δεν είναι<br />

για τις γυναίκες απλώς ένα μηνιαίο διάλειμμα από<br />

τις υποχρεώσεις τους, αλλά αποτελούν θεμελιώδες<br />

κομμάτι των θρησκευτικών πεποιθήσεων των Καλάς<br />

και αποδεικνύουν πως τα πάντα, από την τοποθεσία,<br />

τη συμπεριφορά, το φύλο και τα αντικείμενα, χωρίζεται<br />

σε σφαίρες αγνού (Onjesta) και ακάθαρτου<br />

(Pragata).<br />

Ο διαχωρισμός αυτός εξηγεί και το γιατί οι άντρες<br />

επιτρέπεται να προσέχουν τα κοπάδια στα ψηλότερα<br />

βοσκοτόπια ενώ οι οικιακές εργασίες παραμένουν<br />

αυστηρά τομέας των γυναικών στις κοιλάδες.<br />

Κεντρικό σημείο της ζωής των Καλάς αποτελούν τα<br />

πανηγύρια. Τα ακάθαρτα άτομα δεν γίνονται δεκτά<br />

στο πανηγύρι αν πρώτα δεν εξαγνιστούν. Στην<br />

τελετή εξαγνισμού χρησιμοποιείται η φωτιά και<br />

κουνούν κλαδιά κυπαρισσιού πάνω από το κεφάλι<br />

του αμύητου.<br />

Με το ετήσιο πανηγύρι Τζόσι, που πραγματοποιείται<br />

στο τέλος Μαΐου, οι Καλάς υποδέχονται την άνοιξη.<br />

Το γάλα παίζει σημαντικό ρόλο σ’ αυτό το πανηγύρι.<br />

Όχι όμως οποιοδήποτε γάλα, αλλά γάλα που έχει<br />

φυλαχτεί για δέκα μέρες, ειδικά για την περίσταση. Οι<br />

Καλάς το χρησιμοποιούν για να εξαγνίσουν νεογέννητα<br />

και σπίτια. Ταΐζουν το γάλα στα νεογέννητα,<br />

αλλά ραντίζουν επίσης μ’ αυτό σπίτια και αντικείμενα.<br />

Στο τέλος των εορτασμών ρίχνουν φύλλα στα<br />

κεφάλια των συμμετεχόντων για να δηλώσουν τον<br />

ερχομό της άνοιξης.<br />

Άλλο πανηγύρι των Καλάς είναι το Ουτσάου, που<br />

γιορτάζεται κάθε φθινόπωρο. Η πιο σημαντική γιορτή<br />

όμως είναι το Τσάουμος, στη μέση του σκληρού<br />

χειμώνα, τον Δεκέμβριο. Η γιορτή αυτή σηματοδοτεί<br />

και πανηγυρίζει το τέλος του θερισμού και εκείνη την<br />

περίοδο θυσιάζουν ζώα που θα τους εξασφαλίσουν<br />

τροφή για τον χειμώνα.<br />

Οι Καλάς ήταν πάντα υπερήφανοι για τον τρόπο<br />

ζωής τους και πλέον υπερηφανεύεται γι’ αυτούς και<br />

το υπόλοιπο Πακιστάν. Παλιότερα ήταν εξοστρακισμένοι<br />

από τους γείτονές τους και είχαν αναγκαστεί<br />

να καταφύγουν βαθιά στα βουνά λόγω των θρησκευτικών<br />

τους πεποιθήσεων, ενώ με δυσκολία τους<br />

ανέχονταν.<br />

Μόνο πολύ πρόσφατα, από τότε που βελτιώθηκαν<br />

οι επικοινωνίες και το τουριστικό ενδιαφέρον αυξήθηκε,<br />

επιχείρησαν οι πακιστανικές αρχές να κατανοήσουν<br />

αυτόν τον υπέροχο πολιτισμό.


ΚΟΙΛΑΔΑ ΤΟΥ ΤΣΙΤΡΑΛ: ΤΟ ΜΑΡΓΑΡΙΤΑΡΙ ΤΟΥ <strong>ΒΟΡΕΙΟ</strong>Υ <strong>ΠΑΚΙΣΤΑΝ</strong><br />

Το Τσιτράλ είναι μια κοιλάδα που βρίσκεται στη<br />

βορειοδυτική μεθόριο επαρχία του Πακιστάν,<br />

ανάμεσα στις οροσειρές του Καρακορούμ, του<br />

Ινδικού Καυκάσου και των επιβλητικών Ιμαλαΐων,<br />

τα οποία και αντικρίζει το Τσιτράλ. Η κοιλάδα αντικατοπτρίζει<br />

την ηρεμία, τη γαλήνη και τον μοναδικό<br />

πολιτισμό της περιοχής. Χωρίζεται σε μικρές<br />

κοιλάδες και είναι ένας ρομαντικός και μαγευτικός<br />

τόπος. Με υψόμετρο 1.128 μέτρα, έχει το Αφγανιστάν<br />

στα βόρεια, τα νότια και τα δυτικά. Τα 7.788<br />

μέτρα του Τίριχ Μιρ, της ψηλότερης κορυφής<br />

του Ινδικού Καυκάσου, δεσπόζουν στην εξωτική<br />

κοιλάδα των 322 χιλιομέτρων.<br />

Το Τσιτράλ μοιράζεται μεγάλο μέρος της ιστορίας<br />

και του πολιτισμού του με τα γειτονικά εδάφη του<br />

Γκιλγκίτ-Μπαλτιστάν στον Ινδικό Καύκασο, μια<br />

περιοχή που συχνά ονομάζεται «Περιστάν» λόγω<br />

της πεποίθησης ότι στα ψηλά βουνά ζουν ξωτικά<br />

(«πέρι»). Ήταν πάντοτε ένα σημαντικό πέρασμα για<br />

τους πολλούς εισβολείς προς τη νοτιοανατολική<br />

Ασία, συμπεριλαμβανομένων του Μεγάλου Αλέξανδρου,<br />

των Σκυθών, του Μογγόλου Τζένγκις Χαν και<br />

αμέτρητων άλλων.<br />

Το τοπίο του Τσιτράλ είναι μυστηριώδες, με<br />

απότομα άγρια βουνά, κατάφυτες καταπράσινες<br />

κοιλάδες, όμορφα λιβάδια και τεράστιους παγετώνες,<br />

που καθιστούν την περιοχή μία από τις πιο<br />

δύσκολα προσπελάσιμες στον κόσμο. Οι απομακρυσμένες<br />

ανθρώπινες κοινότητες ζουν σε στενές<br />

κοιλάδες περιτριγυρισμένες από βουνά, ποτάμια<br />

και αναρίθμητα προϊστορικά μνημεία. Η βιοποικιλότητα<br />

του Τσιτράλ είναι μοναδική, και πολλά<br />

από τα περάσματά του αποτελούν παραδοσιακούς<br />

δρόμους μετανάστευσης μεταξύ της Ασίας<br />

και της ινδικής χερσονήσου. Ένα εκατομμύριο<br />

πουλιά περνούν από κει κάθε χρόνο. Οι καιρικές<br />

συνθήκες είναι ιδιαιτέρως δύσκολες, με παγωμένους<br />

χειμώνες.<br />

Το Τσιτράλ βρίσκεται σε μια πολύ επικίνδυνη<br />

περιοχή. Κάθε χρόνο ζωές, ιδιοκτησίες και μέσα<br />

επιβίωσης που έχουν αποκτηθεί με δυσκολίες χάνονται<br />

εξαιτίας διαφόρων φυσικών ή ανθρωπογενών<br />

καταστροφών. Στιγμιαίες πλημμύρες, πλημμύρες<br />

από υπερχείλιση λιμνών, σεισμοί, χιονοστιβάδες,<br />

κατολισθήσεις, ροές απορριμμάτων, ξηρασίες,<br />

έντονες βροχοπτώσεις και χιονοπτώσεις, διάβρωση<br />

του εδάφους αποτελούν συνηθισμένους φυσικούς<br />

κινδύνους στην περιοχή.<br />

Ένα από τα βασικά αξιοθέατα της περιοχής είναι οι<br />

κοιλάδες της φυλής των Καλάς. Πάνω στο κεντρικό<br />

σταυροδρόμι της Κεντρικής Ασίας, το Τσιτράλ<br />

έχει μια μακραίωνη και συναρπαστική ιστορία.<br />

Μάλιστα, η στρατηγική του θέση σημαίνει ότι οι<br />

εισβολείς ένιωθαν πάντα την ανάγκη να το κατακτήσουν<br />

πριν από οποιοδήποτε άλλο σημείο στην<br />

περιοχή. Η καταγεγραμμένη ιστορία του Τσιτράλ<br />

ξεκινά με τους Θιβετιανούς να εισβάλουν στην<br />

κοιλάδα Γιασίν στις αρχές του 8ου π.Χ. αιώνα, ενώ<br />

τους ακολούθησαν οι Κινέζοι τον 7ο αιώνα π.Χ. και<br />

οι Βουδιστές το 900 μ.Χ.. Αργότερα οι Καλάς βασίλευαν<br />

στο Τσιτράλ για αιώνες. Το 1400 το Τσιτράλ<br />

έγινε ενωμένο ανεξάρτητο κράτος υπό τον Σάχη<br />

Νασίρ Ράις, ενώ το 1570 η δυναστεία των Ράις<br />

αντικαταστάθηκε από τη δυναστεία των Κατούρ.<br />

Ο διάσημος μεχτάρ Αμάν-ουλ-Μουλκ βασίλευε<br />

από το 1857 έως το 1892. Το 1895 η πολιορκία<br />

του Οχυρού Τσιτράλ διήρκεσε έναν μήνα, και μετά<br />

από αυτήν το Τσιτράλ ανακηρύχθηκε ανεξάρτητο<br />

πριγκιπικό κράτος υπό Βρετανική κυριαρχία. Μετά<br />

την Ανεξαρτησία της Ινδίας, ήταν το πρώτο κράτος<br />

που ζήτησε να ενταχθεί στο Πακιστάν. Το 1969<br />

αναγνωρίστηκε ως επαρχία του Πακιστάν και έγινε<br />

μέρος της περιφέρειας του Μάλακαντ.<br />

Σήμερα στο Τσιτράλ κατοικούν αρχαίες φυλές της<br />

περιοχής αλλά και νομάδες τους οποίους κάλεσαν<br />

οι μεχτάρ να εγκατασταθούν εκεί. Το αρχικό κράτος<br />

του Τσιτράλ κάλυπτε μια πολύ μεγαλύτερη περιοχή,<br />

τα σύνορα της οποίας έφταναν ως το Μπαντακσάν<br />

και το Μπασκάλ στα βορειοδυτικά & ως την κοιλάδα<br />

του Κουνάρ στα νότια. Επίσης, το κράτος έφτανε ως<br />

το Σερκίλα στα βορειοανατολικά του σύνορα, το<br />

οποίο σήμερα βρίσκεται στο Γκιλγκίτ.<br />

Ο πολιτισμός του Τσιτράλ φέρει τα ίχνη ελληνικών,<br />

τουρκικών, ταταρικών και ιρανικών επιρροών,<br />

εξαιτίας της μοναδικής του θέσης και των ιστορικών<br />

δεσμών του με την Κεντρική Ασία και την<br />

Ευρώπη. Οι κάτοικοι της περιοχής ονομάζουν τη<br />

γη τους «Χο» και η γλώσσα τους είναι η Χογουάρ.<br />

Τα περσικά μιλιούνται μόνο στην κοιλάδα Μανταγκλάστ.<br />

Οι γλώσσες πούστο και ούρντου απαντώνται<br />

επίσης στο Τσιτράλ. Άλλες γλώσσες που μιλιούνται<br />

στην περιοχή είναι τα καλάς, η γκουτζαρί,<br />

η νουριστάνι, τα νταμέλι, τα γουάχι, τα γίντγκα, τα<br />

Γκαουάρ-Μπατί και τα Φαλούρα.<br />

Η παράδοση της φιλοξενίας είναι αισθητή σε όλο το<br />

βόρειο Πακιστάν, σε λίγα μέρη όμως προσφέρεται<br />

τόσο απλόχερα όσο στο Τσιτράλ. Στην περιοχή<br />

υπάρχει επίσης έντονη μουσική παράδοση. Το<br />

σιτάρ του Τσιτράλ, ένα έγχορδο όργανο, ακούγεται<br />

συχνά, σε πολλά μέρη και σε οικογενειακές συγκεντρώσεις.<br />

Το πόλο είναι το πιο δημοφιλές άθλημα.<br />

Η πόλη του Τσιτράλ είναι η κύρια πόλη της περιφέρειας<br />

και λειτουργεί ως πρωτεύουσα. Βρίσκεται στη<br />

δυτική όχθη του ποταμού Τσιτράλ (γνωστού επίσης<br />

και ως Κουνάρ), στους πρόποδες του Τίριχ Μιρ.<br />

ΤΊΡΙΧ ΜΙΡ: Αυτή η αγέρωχη βουνοκορφή είναι η<br />

ψηλότερη της οροσειράς του Ινδικού Καυκάσου.<br />

Το Τίριχ Μιρ φαίνεται από τα ψηλότερα σημεία<br />

της πόλης του Τσιτράλ όταν ο καιρός είναι καλός.<br />

Φαίνεται επίσης από το παλάτι του Βασιλιά του<br />

Τσιτράλ. Το βουνό αυτό είναι το ψηλότερο μετά τις<br />

οροσειρές των Ιμαλαΐων και του Καρακορούμ.<br />

ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΉ ΕΓΓΡΑΦΉ ΚΑΙ ΦΎΛΑΞΗ: Όλοι οι<br />

ξένοι που επισκέπτονται την κοιλάδα του Τσιτράλ<br />

είναι υποχρεωμένοι να εγγραφούν κατά την άφιξή<br />

τους, και τους ορίζεται αυτομάτως ένας ένοπλος<br />

φρουρός από την τοπική αστυνομική δύναμη,<br />

δωρεάν. Η εγγραφή είναι απαραίτητη προκειμένου<br />

οι αρχές να ελέγχουν ποιος επισκέπτεται<br />

αυτή την ευαίσθητη συνοριακή περιοχή, όπου<br />

το Πακιστάν, το Αφγανιστάν, το Τατζικιστάν και η<br />

Κίνα βρίσκονται όλα σε απόσταση μερικών εκατοντάδων<br />

χιλιομέτρων μεταξύ τους. Πέρα από τα<br />

ζητήματα διεθνούς πολιτικής, οι δρόμοι προς το<br />

Βορρά πιστεύεται ότι λειτουργούν και ως δίαυλος<br />

για παράνομο εμπόριο ναρκωτικών από το Αφγανιστάν.


ΚΟΙΛΑΔΑ ΤΟΥ ΣΟΥΑΤ – Η ΓΗ ΤΗΣ ΜΑΓΕΥΤΙΚΗΣ ΟΜΟΡΦΙΑΣ<br />

Το Σουάτ είναι μια κοιλάδα και διοικητική περιφέρεια<br />

στην επαρχία Κιμπέρ Παχτούνκουα του<br />

Πακιστάν. Πρωτεύουσα του Σουάτ είναι η Σαϊντού<br />

Σαρίφ, ωστόσο η μεγαλύτερη πόλη, και κυριότερο<br />

εμπορικό κέντρο, είναι η κοντινή πόλη Μινγκόρα.<br />

Η περιοχή κατοικείται κυρίως από τη φυλή των<br />

Παστούν. Το όνομα «Σουάτ» προέρχεται από τα<br />

σανσκριτικά. Μία θεωρία είναι ότι προκύπτει από τη<br />

λέξη «Σουβαστού», το αρχαίο όνομα του ποταμού<br />

Σουάτ (Σουάστης στα ελληνικά),που σημαίνει<br />

«καθαρό γαλάζιο νερό» και συναντάται στο αρχαιότερο<br />

σανσκριτικό κείμενο, την Ριγκβέντα. Μια άλλη<br />

θεωρία υποστηρίζει ότι το όνομα προέρχεται από<br />

την σανσκριτική λέξη «Σβέτα» (λευκό), που επίσης<br />

χρησίμευε για να περιγράφει το διάφανο νερό του<br />

ποταμού Σουάτ.<br />

Το Σουάτ, η γη των άφθονων νερών, φυτών, μικρών<br />

και μεγάλων μυστηριωδών βουνών, έχει μια μακριά,<br />

πλούσια και αξιοσημείωτη ιστορία. Στον τόπο αυτό<br />

αναμίχθηκαν διάφοροι πολιτισμοί και κουλτούρες,<br />

όπως οι Άριοι, οι Έλληνες και οι βουδιστές και για<br />

το μεγαλύτερο μέρος της γνωστής ιστορίας του<br />

έχει διατηρήσει την ξεχωριστή του οντότητα. Η<br />

ιστορία των πρώτων οικισμών της περιοχής φτάνει<br />

ως το 3000 π.Χ. Ο Μέγας Αλέξανδρος βιαζόταν όταν<br />

πέρασε από δω και οι ντόπιοι ακόμα λένε ότι αν είχε<br />

τον χρόνο να χαλαρώσει στις όχθες του ποταμού<br />

Σουάτ, να νιώσει το δροσερό αεράκι να κατεβαίνει<br />

από το χιονοσκεπές βουνό Ούσου και να ακούσει<br />

τον ήχο από τις φλογέρες που φτάνει από το βουνό<br />

στην κοιλάδα, δεν θα είχε ποτέ του εγκαταλείψει<br />

αυτόν τον επίγειο παράδεισο και ο τάφος του θα<br />

βρισκόταν τώρα εδώ.<br />

Η όμορφη κοιλάδα του Σουάτ είναι γνωστή και ως<br />

Ελβετία της Ανατολής. Αποτελεί μέρος της Βορειοδυτικής<br />

Ομοσπονδιακά Διοικούμενης Φυλετικής<br />

Περιοχής και αποτελεί επίσης βασικό σημείο της<br />

στρατηγικής σημασίας περιοχής όπου τρία μέρη<br />

της Ασιατικής Ηπείρου – Νότια Ασία, Κεντρική Ασία<br />

και Κίνα – συναντιούνται.<br />

Το Σουάτ περιγράφεται ως «Ουντιάνα» (ο κήπος)<br />

στα αρχαία έπη. Ο Μέγας Αλέξανδρος διέσχισε τον<br />

ποταμό Σουάτ με ένα μέρος της στρατιάς του το 327<br />

π.Χ. Πολέμησε και κέρδισε κάποιες από τις σημαντικότερες<br />

μάχες του στις πόλεις Όρα και Μπαζίρα<br />

και κατέλαβε τα οχυρά τους προτού διασχίσει τις<br />

κοιλάδες των πέντε ποταμών. Μετά τον θάνατο του<br />

Αλέξανδρου οι Έλληνες έχασαν γρήγορα τον έλεγχο<br />

των μακρινών τους αποικιών και σύντομα το βόρειο<br />

τμήμα της χερσονήσου, που βρίσκεται δυτικά<br />

από τον ποταμό Ινδό, και περιλαμβάνει το Σουάτ,<br />

προσαρτήθηκε από τον Τσάντρα Γκούπτα. Από<br />

τον 2 ο αιώνα π.Χ. έως τον 9 ο αιώνα μ.Χ., το Σουάτ<br />

ήταν λίκνο του βουδισμού. Στην περιοχή χτίστηκαν<br />

περισσότερα από 1400 μοναστήρια. Ο ήχος από τις<br />

καμπάνες σε αυτούς τους τόπους λατρείας δημιουργούσε<br />

μια παράξενη, μυστηριώδη αίσθηση<br />

σε όλη την κοιλάδα. Εκείνη την περίοδο το Σουάτ<br />

έγινε γνωστό ως κέντρο της σχολής γλυπτικής της<br />

Γκαντάρα, που συνδύαζε το ελληνορωμαϊκό στιλ με<br />

την τοπική παραδοσιακή βουδιστική γλυπτική.<br />

Το Σουάτ είναι επίσης ο ιστορικός τόπος όπου οι<br />

μουσουλμάνοι κατακτητές, ο Μαχμούντ του Γκάζνι,<br />

ο Μογγόλος βασιλιάς Μπαμπούρ και ο Ακμπάρ<br />

πολέμησαν προτού κατακτήσουν τη χερσόνησο.<br />

Η ιστορία του σύγχρονου Σουάτ ξεκινά με την<br />

εμφάνιση του Σαχίμπ Σουάτ Ακούντ, χαρισματικού<br />

θρησκευτικού ηγέτη και μεταρρυθμιστή. Με<br />

τη βοήθεια και την υποστήριξή του ο Σάχης Σιέντ<br />

Ακμπάρ εγκαθίδρυσε τον νόμο της Σαρία στο Σουάτ<br />

από το 1849 έως το 1856. Το πριγκιπικό κράτος<br />

του Σουάτ ιδρύθηκε το 1917 από τον Μιανγκούλ<br />

Αμπντούλ Γουαντούντ, γνωστού και ως Σαχίμπ<br />

Μπαντσά. Το 1969 ενσωματώθηκε στο Πακιστάν,<br />

μαζί με τα γειτονικά κράτη Τσιτράλ και Ντιρ.<br />

Το Σουάτ ήταν μέχρι πριν από λίγα χρόνια<br />

προπύργιο των Πακιστανών Ταλιμπάν, που διοικούσαν<br />

με όπλα τον τρόμο, τους δημόσιους απαγχονισμούς<br />

και τις επιθέσεις αυτοκτονίας κατά των<br />

δυνάμεων ασφαλείας. Οι εξτρεμιστές και ο ηγέτης<br />

τους, ο μουλάς Φαζλουλά, εκδιώχθηκαν έπειτα<br />

από μια μεγάλη στρατιωτική εκστρατεία το 2009<br />

και από τότε η κοιλάδα έχει επιστρέψει σε μια πιο<br />

φυσιολογική ζωή. Αρχικά, οι Πακιστανοί Ταλιμπάν<br />

εισέβαλαν σε αυτό το συντηρητικό τμήμα<br />

του βορειοδυτικού Πακιστάν, σκοτώνοντας περισσότερους<br />

από 2.000 ανθρώπους. Για τα επόμενα<br />

δύο χρόνια απέκτησαν ουσιαστικά τον έλεγχο του<br />

μεγαλύτερου μέρους του Σουάτ. Απαγόρευσαν<br />

τον χορό, τις γιορτές και τα μουσικά καταστήματα<br />

και προειδοποιούσαν τους κουρείς να μην ξυρίζουν<br />

τις γενειάδες. Οι κάτοικοι που δεν υπάκουαν<br />

συχνά εκτελούνταν, όπως μια γυναίκα που κρεμάστηκε<br />

στη Μινγκόρα επειδή χόρευε. Οι Ταλιμπάν<br />

κατέστρεψαν επίσης πάνω από 400 σχολεία. Στη<br />

συνέχεια ο πακιστανικός στρατός εμφανίστηκε για<br />

να τους πολεμήσει, αναγκάζοντας ενάμιση εκατομμύριο<br />

κατοίκους να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους.<br />

Ακόμη και αφού οι στρατιώτες ανέκτησαν τον<br />

έλεγχο και οι κάτοικοι επέστρεψαν, η επίθεση,<br />

το 2012, ενάντια στη μαθήτρια Μαλάλα Γιουσαφζάι<br />

υπενθύμισε ότι η ζωή στην περιοχή παρέμενε<br />

σκληρή και απρόβλεπτη. Τώρα όμως, που<br />

η αίσθηση ασφάλειας επιτέλους ενισχύεται, οι<br />

κάτοικοι αρχίζουν να ηρεμούν. Οι κάτοικοι του<br />

Σουάτ ήταν πάντοτε πιο καλλιεργημένοι και πλούσιοι<br />

σε σχέση με άλλες επαρχίες.<br />

Ένας αρχαίος ανάγλυφος Βούδας στα βράχια, που<br />

κατέστρεψαν οι Ταλιμπάν το 2007, έχει αποκατασταθεί<br />

έπειτα από διεθνή συνεργασία. Καθισμένος<br />

γαλήνια στη στάση του λωτού πάνω από μια κατάφυτη<br />

κοιλάδα στους πρόποδες των Ιμαλαΐων, ο<br />

Βούδας του 7ου αιώνα έχει επιστρέψει στην προηγούμενη<br />

δόξα του καθώς σιγά σιγά επιστρέφει η<br />

ηρεμία στην περιοχή.<br />

ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΉ ΕΓΓΡΑΦΉ ΚΑΙ ΦΎΛΑΞΗ: Όλοι<br />

οι ξένοι είναι υποχρεωμένοι να εγγραφούν κατά<br />

την άφιξή τους, και τους ορίζεται αυτομάτως ένας<br />

ένοπλος φρουρός από την τοπική αστυνομική<br />

δύναμη, δωρεάν. Αυτό είναι απαραίτητο προκειμένου<br />

οι αρχές να ελέγχουν ποιος επισκέπτεται<br />

αυτή την ευαίσθητη συνοριακή περιοχή, όπου<br />

το Πακιστάν, το Αφγανιστάν, το Τατζικιστάν και η<br />

Κίνα βρίσκονται όλα σε απόσταση μερικών εκατοντάδων<br />

χιλιομέτρων μεταξύ τους. Πέρα από τα<br />

ζητήματα διεθνούς πολιτικής, οι δρόμοι προς το<br />

Βορρά πιστεύεται ότι λειτουργούν και ως δίαυλος<br />

για παράνομο εμπόριο ναρκωτικών από το Αφγανιστάν.


ΙΣΛΑΜΑΜΠΑΝΤ – Η ΠΡΩΤΕΥΟΥΣΑ ΤΟΥ <strong>ΠΑΚΙΣΤΑΝ</strong><br />

Το Ισλαμαμπάντ βρίσκεται στα βορειοδυτικά<br />

της χώρας, στο οροπέδιο Πότβαρ. Εδώ έχουν<br />

βρεθεί κάποιοι από τους πρώτους οικισμούς<br />

της Ασίας και κάποια από τα παλαιότερα ευρήματα<br />

της λίθινης εποχής, με ηλικία 1.000.000<br />

με 500.000 χρόνων. Σε αρκετές περιοχές έχουν<br />

βρεθεί κομμάτια αγγειοπλαστικής και εργαλεία.<br />

Το όνομα της πόλης προέρχεται από δύο λέξεις,<br />

Ισλάμ και αμπάντ, που σημαίνουν «Πόλη του<br />

Ισλάμ» ή «Κατοικία του Ισλάμ». «Ισλάμ» είναι<br />

μια αραβική λέξη που αναφέρεται στην Πίστη<br />

του Ισλάμ και απαντάται σε διάφορες παραλλαγές<br />

και «-αμπάντ» είναι μια περσική λέξη για<br />

έναν τόπο κατοικημένο ή μια πόλη. Η περιοχή<br />

ήταν πάντοτε σημαντική.<br />

Στο άκρο του πολιτισμού της κοιλάδας του<br />

Ινδού, η περιοχή ήταν από τους πρώτους<br />

οικισμούς της κοινότητας των Αρίων στην<br />

Κεντρική Ασία, ο πολιτισμός των οποίων άνθισε<br />

εδώ μεταξύ του 23 ου και 18 ου αιώνα π.Χ. Πολλές<br />

φοβερές στρατιές, όπως αυτές του Μεγάλου<br />

Αλεξάνδρου, του Τζένγκις Χαν, του Τιμούρ και<br />

του Σάχη Αχμάντ Ντουρρανί χρησιμοποίησαν<br />

τον διάδρομο που σχηματίζει η περιοχή κατευθυνόμενοι<br />

προς την κατάκτηση της Ινδικής<br />

Χερσονήσου. Κάποτε υπήρχε εδώ μια βουδιστική<br />

πόλη, όπως δείχνουν τα ερείπια μιας<br />

στούπα (χαρακτηριστικό βουδιστικό κτίσμα)<br />

που έχουν ανακαλυφθεί. Το σύγχρονο Ισλαμαμπάντ<br />

περιλαμβάνει επίσης τον παλιό οικισμό<br />

της Σαϊντπούρ. Οι Βρετανοί ανέλαβαν τον<br />

έλεγχο της περιοχής από τους Σιχ το 1849 και<br />

οικοδόμησαν το μεγαλύτερο στρατόπεδο της<br />

Ασίας στην περιοχή του Ραουαλπιντί.<br />

Μετά την ίδρυση του Πακιστάν το 1947, ήταν<br />

έντονη η ανάγκη για μία νέα και μόνιμη πρωτεύουσα<br />

που θα χτιζόταν έτσι ώστε να αντικατοπτρίζει<br />

την ποικιλομορφία του πακιστανικού<br />

έθνους. Θεωρήθηκε αρμόζον να χτιστεί η νέα<br />

πρωτεύουσα σε ένα σημείο όπου θα μπορούσε<br />

να είναι απομονωμένη από την εμπορική και<br />

επιχειρηματική δραστηριότητα του Καράτσι,<br />

και ωστόσο εύκολα προσβάσιμη και από το πιο<br />

απομακρυσμένο σημείο της χώρας.<br />

Κατά συνέπεια, το 1958 συστήθηκε μια<br />

επιτροπή που είχε το καθήκον να επιλέξει το<br />

κατάλληλο σημείο για τη νέα πρωτεύουσα με<br />

ιδιαίτερη έμφαση σε απαιτήσεις σχετικά με την<br />

τοποθεσία, το κλίμα, τις δυνατότητες εφοδιασμού<br />

και άμυνας, αισθητικής, και φυσικής<br />

ομορφιάς. Η νέα πόλη σχεδιάστηκε από τον<br />

Έλληνα αρχιτέκτονα Αλέξανδρο Δοξιάδη και<br />

οικοδομήθηκε το 1960. Λόγω της εγγύτητας<br />

του Ισλαμαμπάντ με το Ραουαλπιντί, θεωρούνται<br />

αδελφές-πόλεις.<br />

Σε σύγκριση με άλλες πόλεις της χώρας, το<br />

Ισλαμαμπάντ είναι μια πόλη καθαρή, ήσυχη,<br />

με άνεση χώρου και πολύ πράσινο. Οι λόφοι<br />

Μαργκάλα βρίσκονται στα βόρεια της πόλης.<br />

Ζεστά καλοκαίρια, βροχές την εποχή των<br />

μουσώνων και ψυχροί χειμώνες με σποραδικές<br />

χιονοπτώσεις στους λόφους συνθέτουν την<br />

εικόνα του κλίματος στην περιοχή. Το Ισλαμαμπάντ<br />

διαθέτει και πλούσια πανίδα, από αγριογούρουνα<br />

έως λεοπαρδάλεις.<br />

Παρόλο που η πλειοψηφία του πληθυσμού<br />

ήταν παραδοσιακά κυβερνητικοί υπάλληλοι,<br />

η πόλη έχει εξελιχθεί σε οικονομικό και επιχειρηματικό<br />

κέντρο. Κατά την τελευταία δεκαετία<br />

έχουν συμβεί πολλές αλλαγές, και από μια πόλη<br />

που ζούσε στο ρυθμό του ωραρίου 9 με 5, τώρα<br />

υπάρχει μεγαλύτερη ζωντάνια και έχουν ανοίξει<br />

πολλά καινούργια εστιατόρια και ξενοδοχεία<br />

που εξυπηρετούν τον νέο πλούτο.<br />

Ακόμη και τώρα, το Ισλαμαμπάντ παραμένει<br />

μια πόλη όπου έρχονται άνθρωποι από όλη τη<br />

χώρα για να απολαύσουν την ήρεμη, ήσυχη<br />

ατμόσφαιρά της με το άφθονο πράσινο και την<br />

όμορφη ύπαιθρο. Λειτουργεί επίσης ως βάση<br />

για τους ανθρώπους από τις νότιες και παραθαλάσσιες<br />

περιοχές όπως το Καράτσι, που επισκέπτονται<br />

τις κοιλάδες. Το Ισλαμαμπάντ φιλοξενεί<br />

κυρίως γραφεία της ομοσπονδιακής κυβέρνησης,<br />

το Κοινοβούλιο, την επίσημη κατοικία<br />

του Προέδρου και του Πρωθυπουργού, καθώς<br />

και τον Διπλωματικό Θύλακα, μια περιοχή<br />

δίπλα στο Κοινοβούλιο όπου βρίσκονται όλες<br />

οι ξένες πρεσβείες.<br />

ΜΟΥΣΕΊΟ ΛΟΚ ΒΙΡΣΆ: Το σημαντικότερο<br />

μουσείο του Ισλαμαμπάντ περιλαμβάνει πάνω<br />

από 25 μεγάλες αίθουσες σε τέσσερις πτέρυγες<br />

που συνδέονται με περάσματα και παρουσιάζουν<br />

τους πολιτιστικούς δεσμούς με το Ιράν, την<br />

Κεντρική Ασία και την Κίνα. Υπάρχουν μεγάλες<br />

αίθουσες αφιερωμένες στην αρχιτεκτονική,<br />

τη μουσική κληρονομιά, την υφαντουργία,<br />

τον έρωτα, τα ιερά των σούφι και πολλά άλλα<br />

πολιτιστικά θέματα. Διαθέτει μεγάλη συλλογή<br />

κεντητών ενδυμασιών, κοσμημάτων, ξυλόγλυπτων,<br />

μεταλλοτεχνίας, τυπογραφίας, και τεχνημάτων<br />

από κόκαλο και ελεφαντοστό. Η Βιβλιοθήκη<br />

Πολιτιστικής Κληρονομιάς του Μουσείου<br />

έχει μια μεγάλη συλλογή δεδομένων γύρω από<br />

την τέχνη, τη μουσική, την ιστορία και τη χειροτεχνία<br />

όλων των περιοχών του Πακιστάν.<br />

ΤΖΑΜΊ ΦΑΪΖΆΛ: Το πιο αναγνωρίσιμο αξιοθέατο<br />

του Ισλαμαμπάντ, ένα τεράστιο και πανέμορφο<br />

τζαμί, δωρεά του Βασιλιά Φαϊζάλ της<br />

Σαουδικής Αραβίας.<br />

ΙΕΡΌ ΓΚΌΛΡΑ ΣΑΡΊΦ: Ο Πιρ Μερ Αλί Σα είναι<br />

ένας άγιος των σούφι και το ιερό βρίσκεται σε<br />

ένα χωριό του Γκόλρα, ισλαμικού θρησκευτικού<br />

τόπου.


ΕΛΛΗΝΟΒΟΥΔΙΣΤΙΚΗ ΤΕΧΝΗ ΚΑΙ ΓΚΑΝΤΑΡΑ<br />

Η ελληνοβουδιστική τέχνη είναι η καλλιτεχνική<br />

έκφραση του ελληνοβουδισμού, της καλλιτεχνικής<br />

συμβίωσης του κλασικού ελληνικού πολιτισμού<br />

και του βουδισμού, που αναπτύχθηκε<br />

μέσα σε μια περίοδο χιλίων σχεδόν χρόνων στην<br />

Κεντρική Ασία, ανάμεσα στην εποχή των κατακτήσεων<br />

του Μεγάλου Αλεξάνδρου τον 4 ο π.Χ.<br />

αιώνα και τις ισλαμικές κατακτήσεις του 7 ου μ.Χ.<br />

αιώνα.<br />

Χαρακτηρίζεται από τον έντονο ιδεαλιστικό<br />

ρεαλισμό και τις αισθησιακές αναπαραστάσεις<br />

της ελληνιστικής τέχνης και τις πρώτες αναπαραστάσεις<br />

του Βούδα σε ανθρώπινη μορφή, που<br />

συνέβαλαν στη διαμόρφωση του καλλιτεχνικού<br />

και ιδιαίτερου γλυπτικού κανόνα της βουδιστικής<br />

τέχνης σε ολόκληρη την ασιατική ήπειρο<br />

έως τις μέρες μας.<br />

Οι καταβολές της ελληνοβουδιστικής τέχνης<br />

εντοπίζονται στο ελληνιστικό βασίλειο της<br />

Βακτριανής (250-130 π.Χ.) που βρίσκεται στο<br />

σημερινό Αφγανιστάν, από όπου ο ελληνιστικός<br />

πολιτισμός εξαπλώθηκε στην ινδική χερσόνησο<br />

με την εγκαθίδρυση του Ινδοελληνικού<br />

Βασιλείου (180-10 π.Χ.). Υπό τους Ινδοέλληνες<br />

αρχικά και τους Κουσάν αργότερα, η αλληλεπίδραση<br />

μεταξύ ελληνικού και βουδιστικού πολιτισμού<br />

άνθισε στην περιοχή της Γκαντάρα, στο<br />

σημερινό βόρειο Πακιστάν, προτού εξαπλωθεί<br />

ως την Ινδία, επηρεάζοντας την τέχνη της<br />

Μαθούρα, και στη συνέχεια την ινδουιστική<br />

τέχνη της αυτοκρατορίας των Γκούπτα, που θα<br />

εξαπλωνόταν και στην υπόλοιπη Νοτιοανατολική<br />

Ασία. Η επιρροή της ελληνοβουδιστικής<br />

τέχνης εξαπλώθηκε επίσης στο βορά προς την<br />

Κεντρική Ασία, επηρεάζοντας έντονα την τέχνη<br />

των Ταρίμ Μπασίν και τελικά την τέχνη της<br />

Κίνας, της Κορέας και της Ιαπωνίας.<br />

ΕΛΛΗΝΙΣΤΙΚΉ ΤΈΧΝΗ ΣΤΗ ΝΌΤΙΑ ΑΣΊΑ<br />

Ισχυρά ελληνιστικά κράτη είχαν ιδρυθεί στις<br />

περιοχές της Βακτριανής και της Σογδιανής, και<br />

αργότερα στη βόρεια Ινδία για τρεις αιώνες μετά<br />

τις κατακτήσεις του Μεγάλου Αλέξανδρου γύρω<br />

στο 330 π.Χ., η αυτοκρατορία των Σελευκιδών<br />

ως το 250 π.Χ., στη συνέχεια το ελληνιστικό<br />

βασίλειο της Βακτριανής μέχρι το 130 π.Χ. και<br />

το Ινδοελληνικό Βασίλειο από το 180 έως το 10<br />

περίπου π.Χ.<br />

Τα πιο ξεκάθαρα δείγματα ελληνιστικής τέχνης<br />

μπορεί να τα δει κανείς στα νομίσματα των<br />

βασιλέων της Βακτριανής εκείνης της περιόδου,<br />

όπως ο Δημήτριος ο Α΄. Έχουν ανακαλυφθεί<br />

πολλά νομίσματα των Βακτριανών βασιλέων,<br />

συμπεριλαμβανομένων των μεγαλύτερων<br />

ασημένιων και χρυσών νομισμάτων που έχουν<br />

κοπεί ποτέ στον ελληνιστικό κόσμο, και συγκαταλέγονται<br />

ανάμεσα στα καλύτερα από άποψη<br />

καλλιτεχνικής και τεχνικής αξίας: φανερώνουν<br />

έναν βαθμό ατομικότητας στον οποίο ποτέ<br />

δεν έφτασαν οι πιο τραχείς απεικονίσεις των<br />

συγχρόνων τους δυτικότερα.<br />

Τα ελληνιστικά βασίλεια ίδρυσαν πόλεις κατά το<br />

ελληνικό πρότυπο, που επιδεικνύουν καθαρά<br />

ελληνιστικά αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά,<br />

ελληνιστικά αγάλματα, πάπυρους και νομίσματα.<br />

Αυτά τα ελληνικά στοιχεία εισχώρησαν<br />

αρκετά νωρίς στην Ινδία όπως φαίνεται από την<br />

ελληνιστική πρωτεύουσα Παταλιπούτρα (3 ος<br />

αιώνας π.Χ.), η επίδραση όμως έγινε ιδιαιτέρως<br />

έντονη, ειδικά στη Βορειοδυτική Ινδία μετά<br />

την εισβολή των Βακτριανών το 180 π.Χ., όταν<br />

ίδρυσαν το Ινδοελληνικό Βασίλειο. Ιδρύθηκαν<br />

οχυρωμένες ελληνιστικές πόλεις, όπως η Σιρκάπ<br />

στο βόρειο Πακιστάν.<br />

Στην αρχιτεκτονική χρησιμοποιούσαν ελληνιστικά<br />

διακοσμητικά μοτίβα όπως τσαμπιά με<br />

σταφύλια και έλικες.<br />

Οι πέτρινοι δίσκοι για αρωματικά έλαια απεικόνιζαν<br />

καθαρά ελληνιστικά θέματα όπως μια<br />

Νηρηίδα να ιππεύει και θεότητες όπως ο Άτλας.<br />

Διονυσιακές σκηνές απεικονίζουν ανθρώπους<br />

στο κλασικό στιλ να πίνουν κρασί από αμφορείς<br />

και να παίζουν μουσική.<br />

ΠΡΏΙΜΕΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΊΕΣ ΤΗΣ ΓΚΑΝΤΆΡΑ<br />

Πέτρινοι δίσκοι (2 ος αι. π.Χ.-1 ος αι. π.Χ.): Η<br />

παρουσία των Ελλήνων στην Ασία είναι αρχαιολογικά<br />

αισθητή χάρη στους πέτρινους δίσκους,<br />

που ανακαλύπτονται συχνά σε περιοχές της<br />

Βακτριανής και της Γκαντάρα, και συνήθως<br />

απεικονίζουν ελληνικές μυθολογικές σκηνές. Οι<br />

πλέον πρώιμοι αποδίδονται στην ινδοελληνική<br />

περίοδο του 2 ου και 1ου αιώνα π.Χ.<br />

ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΙΚΌ ΠΡΌΤΥΠΟ<br />

Αργότερα, η ελληνοβουδιστική τέχνη απεικονίζει<br />

τη ζωή του Βούδα αναπαραστατικά, ενσωματώνοντας<br />

μοντέλα και ιδέες που προσφέρονται<br />

εκείνη την εποχή στους καλλιτέχνες από<br />

την αληθινή ζωή.<br />

Οι ΜΠΟΤΙΣΆΤΒΑ (ακόλουθοι του Βούδα) απεικονίζονται<br />

ως γυμνόστηθοι και γεμάτοι κοσμήματα<br />

Ινδοί πρίγκιπες, και οι Βούδες ως Έλληνες<br />

βασιλείς με ιμάτια. Τα κτίρια που απεικονίζονται<br />

ενσωματώνουν το ελληνικό στιλ, με τα<br />

πανταχού παρόντα ινδοκορινθιακά κιονόκρανα<br />

και τους ελληνικούς διακοσμητικούς έλικες. Οι<br />

υπόλοιπες θεότητες σχηματίζουν ένα πάνθεον<br />

ελληνικών (Άτλας, Ηρακλής) και ινδικών θεών<br />

(Ίντρα).<br />

ΣΤΙΛΙΣΤΙΚΉ ΕΞΈΛΙΞΗ<br />

Στιλιστικά, η ελληνοβουδιστική τέχνη ξεκίνησε<br />

με μεγάλη λεπτότητα και ρεαλισμό, όπως<br />

βλέπουμε από τους όρθιους Βούδες, με ρεαλιστική<br />

αντιμετώπιση των πτυχών των ρούχων και


κάποια έργα πετυχαίνουν ακόμα και το προσεγμένο<br />

σχήμα που χαρακτηρίζει τα καλύτερα ελληνικά<br />

έργα. Στη συνέχεια έχασε τον περίτεχνο<br />

ρεαλισμό της, και έγινε σταδιακά πιο συμβολική<br />

και διακοσμητική διαμέσου των αιώνων.<br />

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΉ<br />

Η παρουσία των στούπα στην ελληνική πόλη της<br />

Σιρκάπ, που χτίστηκε από τον Δημήτριο γύρω<br />

στο 180π.Χ. αφήνει ήδη να διαφανεί μια σύζευξη<br />

μεταξύ ελληνισμού και βουδιστικής πίστης, μαζί<br />

με άλλες θρησκείες, όπως ο ινδουισμός και ο<br />

ζωροαστρισμός. Το στιλ είναι ελληνικό, διακοσμημένο<br />

με κορινθιακούς κίονες σε εξαιρετική<br />

ελληνιστική εκτέλεση. Αργότερα στην πόλη<br />

Χάντα, η ελληνική θεότητα Άτλας απεικονίζεται<br />

να στηρίζει βουδιστικά μνημεία με διακοσμημένους<br />

ελληνικούς κίονες. Το μοτίβο υιοθετήθηκε<br />

εκτεταμένα σε όλη την Ινδική Χερσόνησο,<br />

ενώ τον Άτλαντα αντικαθιστά η ινδική θεότητα<br />

Γιάκσα στα μνημεία της αυτοκρατορίας των<br />

Σούνγκα τον 2 ο αι. π.Χ.<br />

ΒΟΎΔΑΣ<br />

Κάποια στιγμή, μεταξύ του 2ου αι. π.Χ. και του<br />

1ου αι. μ.Χ. αναπτύχθηκαν οι πρώτες ανθρωπομορφικές<br />

αναπαραστάσεις του Βούδα. Αυτές<br />

απουσίαζαν νωρίτερα από τη βουδιστική τέχνη,<br />

που προτιμούσε να αναπαριστά τον Βούδα με<br />

σύμβολα, όπως η στούπα, το δέντρο μπόντι, η<br />

άδεια καρέκλα, ο τροχός ή τα ίχνη.<br />

Η πρωτοποριακή ανθρωπομορφική απεικόνιση<br />

του Βούδα όμως έφτασε σε πολύ υψηλό επίπεδο<br />

γλυπτικής δεξιοτεχνίας, εμπνεόμενη με φυσικό<br />

τρόπο από τη γλυπτική της ελληνιστικής τέχνης.<br />

Πολλά από τα στιλιστικά στοιχεία στις αναπαραστάσεις<br />

του Βούδα υποδεικνύουν την ελληνική<br />

επιρροή: το ελληνικό ιμάτιο που καλύπτει και<br />

τους δύο ώμους (πριν από αυτή την καινοτομία<br />

οι βουδιστικοί χαρακτήρες απεικονίζονταν<br />

πάντα μόνο με ένα περίζωμα), το φωτοστέφανο,<br />

η στάση του σώματος στις όρθιες φιγούρες, τα<br />

στιλιζαρισμένα μεσογειακά χτενίσματα που<br />

φαίνεται να προκύπτουν από τον Απόλλωνα<br />

του Μπελβεντέρε (330 π.Χ.) και η μετρημένη<br />

έκφραση των προσώπων. Όλα αυτά αποδίδονται<br />

με έντονο καλλιτεχνικό ρεαλισμό.<br />

Κάποιοι από τους όρθιους Βούδες δημιουργήθηκαν<br />

με τη χρήση της συγκεκριμένης ελληνικής<br />

τεχνικής όπου τα χέρια, και κάποιες φορές<br />

τα πόδια, σκαλίζονται σε μάρμαρο ώστε να<br />

ενισχυθεί το ρεαλιστικό αποτέλεσμα, και το<br />

υπόλοιπο σώμα σε άλλο υλικό.<br />

Στην τέχνη της Γκαντάρα, ο Βούδας συχνά εμφανίζεται<br />

υπό την προστασία του Έλληνα Ηρακλή,<br />

που στέκεται με το ρόπαλό του (και αργότερα<br />

ένα διαμαντένιο ραβδί) να ακουμπά στο<br />

μπράτσο του. Αυτή η ασυνήθιστη απεικόνιση<br />

του Ηρακλή είναι ίδια με αυτήν που βρίσκουμε<br />

στο πίσω μέρος των νομισμάτων του Δημητρίου,<br />

συνδέεται αποκλειστικά μ’ αυτόν (και τον<br />

γιο του, Ευθύδημο Β΄), και συναντάται μόνο στα<br />

νομίσματά του.<br />

Σύντομα, η φιγούρα του Βούδα ενσωματώθηκε<br />

και σε αρχιτεκτονικά σχέδια, όπως οι κορινθιακοί<br />

κίονες και οι μετόπες. Σκηνές από τη ζωή<br />

του Βούδα απεικονίζονται συνήθως στο πλαίσιο<br />

ενός ελληνικού αρχιτεκτονικού περιβάλλοντος,<br />

και ο πρωταγωνιστής φέρει ελληνικά ρούχα.<br />

ΘΕΟΊ ΚΑΙ ΜΠΟΤΙΣΆΤΒΑ<br />

(ΑΚΌΛΟΥΘΟΙ ΤΟΥ ΒΟΎΔΑ)<br />

Θεότητες από το ελληνικό μυθολογικό πάνθεον<br />

επίσης ενσωματώνονται συχνά σε βουδιστικές<br />

αναπαραστάσεις, καταδεικνύοντας τη σύζευξη.<br />

Ιδιαίτερα ο Ηρακλής έχει χρησιμοποιηθεί<br />

αφειδώς ως απεικόνιση του Βαϊραπάνι, του<br />

προστάτη του Βούδα. Άλλες ελληνικές θεότητες<br />

που χρησιμοποιούνται συχνά στην ελληνοβουδιστική<br />

τέχνη είναι αναπαραστάσεις του<br />

Άτλαντα, και του ελληνικού θεού του ανέμου<br />

Βορέα. Ο Άτλας ειδικά εμφανίζεται συχνά να<br />

στηρίζει βουδιστικά αρχιτεκτονικά στοιχεία. Ο<br />

Βορέας μετατράπηκε στον ιαπωνικό θεό του<br />

ανέμου Φουτζίν μέσω του ελληνοβουδισμού. Η<br />

θεότητα της μητρότητας Χαρίτι εμπνέεται από<br />

τη θεά Τύχη.<br />

ΠΙΣΤΟΊ<br />

Κάποιες ελληνοβουδιστικές μετόπες απεικονίζουν<br />

ομάδες πιστών ή ανθρώπων που φέρνουν<br />

δώρα, δίνοντας ενδιαφέρουσες πληροφορίες<br />

για την πολιτιστική κληρονομιά όσων συμμετείχαν<br />

στη βουδιστική πίστη. Κάποιες από<br />

αυτές, που συχνά ονομάζονται τα «ανάγλυφα<br />

του Μπούνερ» και χρονολογούνται στον 1ο μ.Χ.<br />

αιώνα, απεικονίζουν Έλληνες με τέλειο ελληνιστικό<br />

στιλ, είτε στην στάση, την εκτέλεση ή τον<br />

ρουχισμό (φορούν τον ελληνικό χιτώνα). Καμιά<br />

φορά είναι δύσκολο να εντοπίσει κανείς ένα<br />

πραγματικό θρησκευτικό μήνυμα σε αυτές τις<br />

σκηνές.<br />

ΦΑΝΤΑΣΤΙΚΆ ΖΏΑ<br />

Διάφορες θεότητες ελληνιστικής προέλευσης<br />

που εμφανίζονται ως φανταστικά ζώα χρησιμοποιούνταν<br />

ως διακοσμητικά στοιχεία σε<br />

βουδιστικούς ναούς, πολύ συχνά σε τριγωνικές<br />

μετόπες σε σκάλες ή μπροστά από βουδιστικούς<br />

βωμούς. Η προέλευση αυτών των μοτίβων<br />

μπορεί να αναζητηθεί στην Ελλάδα του 5ου<br />

αιώνα π.Χ. Μεταξύ αυτών που εμφανίζονται<br />

συχνότερα είναι οι τρίτωνες, οι ιχθυοκένταυροι<br />

και τα κήτη-θαλάσσια τέρατα. Ως φανταστικά<br />

ζώα της θάλασσας, θεωρείτο, στον πρώιμο<br />

βουδισμό, ότι μετέφεραν με ασφάλεια τις ψυχές<br />

των νεκρών στον Παράδεισο πέρα από τα νερά.<br />

ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΉ ΣΗΜΑΣΊΑ<br />

Πέρα από τα στιλιστικά στοιχεία που εξαπλώθηκαν<br />

διαμέσου της Ασίας για μια χιλιετία


σχεδόν, η βασική συμβολή της ελληνοβουδιστικής<br />

τέχνης ίσως βρίσκεται στον ιδεαλιστικό<br />

ρεαλισμό που εμπνέεται από τους Έλληνες και<br />

βοήθησε στην περιγραφή, με οπτικό και άμεσα<br />

κατανοητό τρόπο, της κατάστασης προσωπικής<br />

ευτυχίας και επιφοίτησης που προτείνει ο βουδισμός.<br />

Η επικοινωνία της βαθιά ανθρωπιστικής<br />

προσέγγισης της βουδιστικής πίστης και η δυνατότητα<br />

πρόσβασης όλων σε αυτήν πιθανότατα<br />

ωφελήθηκε από τον συγκερασμό της ελληνοβουδιστικής<br />

τέχνης.<br />

ΤΑ ΜΟΥΣΕΙΑ<br />

ΜΟΥΣΕΙΟ ΤΑΞΙΛΑ<br />

Το Μουσείο των Τάξιλα βρίσκεται στα Τάξιλα της<br />

επαρχίας Παντζάμπ, στο Πακιστάν. Το μουσείο<br />

στεγάζει μια σημαντική και εκτενή συλλογή<br />

τέχνης της Γκαντάρα που χρονολογείται από<br />

τον 1ο π.Χ. έως τον 7ο αιώνα μ.Χ. Τα περισσότερα<br />

αντικείμενα της συλλογής βρέθηκαν σε<br />

ανασκαφές στα ερείπια των αρχαίων Τάξιλα.<br />

Εκτίθενται κάπου 4.000 αντικείμενα, κατασκευασμένα<br />

από πέτρα, μαρμαροκονίαμα, τερακότα,<br />

ασήμι, χρυσό, μέταλλο και ημιπολύτιμους<br />

λίθους. Τόσο ο βουδισμός, όσο και ο ινδουισμός<br />

και ο τζαϊνισμός εκπροσωπούνται μέσω αυτών<br />

των αντικειμένων που ανακαλύφθηκαν σε τρεις<br />

αρχαίες πόλεις και πάνω από είκοσι βουδιστικές<br />

στούπα, μοναστήρια και ελληνικούς ναούς της<br />

περιοχής. Το μουσείο των Τάξιλα διαθέτει επίσης<br />

μια από τις σημαντικότερες και πληρέστερες<br />

συλλογές πέτρινων αγαλμάτων του Βούδα από<br />

τον 1 ο έως τον 7 ο μ. Χ. αιώνα.<br />

ΜΟΥΣΕΙΟ ΣΟΥΑΤ<br />

Το Μουσείο Σουάτ βρίσκεται στη Μινγκόρα,<br />

στην επαρχία Κιμπέρ Παχτούνκουα, στο Πακιστάν.<br />

Το μουσείο δημιουργήθηκε το 1959<br />

υπό την αιγίδα της Ιταλικής Αρχαιολογικής<br />

Αποστολής στο Σουάτ και του Κυβερνήτη του<br />

Σουάτ για να στεγάσει την προσωπική του<br />

συλλογή τεχνουργημάτων. Αργότερα επεκτάθηκε<br />

με τη βοήθεια της Ιαπωνικής Κυβέρνησης,<br />

αλλά υπέστη σημαντικές καταστροφές στον<br />

σεισμό του Κασμίρ το 2005.<br />

Κατά τη διάρκεια του πολέμου της κυβέρνησης<br />

του Πακιστάν με τους Ταλιμπάν το 2007 το<br />

μουσείο ήταν κλειστό και τα εκθέματα μεταφέρθηκαν<br />

στα Τάξιλα, ευτυχώς, διότι τον Φεβρουάριο<br />

του 2008 μια βόμβα εξερράγη εκεί κοντά,<br />

σκοτώνοντας πολλούς ανθρώπους και προκαλώντας<br />

καταστροφές στο μουσείο. Τα 2.700<br />

αντικείμενα επέστρεψαν στο μουσείο τον Ιούλιο<br />

του 2011 και ένα νέο, αντισεισμικό κτίριο άνοιξε<br />

τις πόρτες του στις 11 Δεκεμβρίου 2014.<br />

ΜΟΥΣΕΙΟ ΠΕΣΑΒΑΡ<br />

Το Μουσείο της Πεσαβάρ είναι αξιομνημόνευτο<br />

για τη συλλογή βουδιστικής τέχνης που<br />

χρονολογείται από την αρχαία αυτοκρατορία<br />

της Γκαντάρα. Χτίστηκε το 1907 ως «Αίθουσα<br />

Βικτωρία», στη μνήμη της Βασίλισσας Βικτωρίας.<br />

Η τρέχουσα συλλογή περιλαμβάνει σχεδόν<br />

14.000 κομμάτια που προέρχονται από τον πολιτισμό<br />

της Γκαντάρα, των ελληνοβουδιστών, των<br />

Κουσάν, των Πάρθων και των Ινδο-Σκυθών.<br />

Περιλαμβάνουν γλυπτά, νομίσματα, χειρόγραφα,<br />

αρχαία βιβλία, πρώιμες εκδοχές του<br />

Κορανίου, όπλα, ενδυμασίες, κοσμήματα,<br />

είδωλα των Καλάς, επιγραφές, ζωγραφικά δείγματα<br />

από την εποχή των Μογγόλων και αργότερα,<br />

είδη οικιακής χρήσης και αγγειοπλαστικής,<br />

καθώς και τοπικά και περσικά τεχνουργήματα.<br />

Το Μουσείο της Πεσαβάρ διαθέτει μια από τις<br />

μεγαλύτερες συλλογές τέχνης της Γκαντάρα της<br />

βουδιστικής περιόδου και θεωρείται ότι κατέχει<br />

μια από τις μεγαλύτερες συλλογές βουδιστικών<br />

αντικειμένων του κόσμου. Διαθέτει επίσης τη<br />

μεγαλύτερη συλλογή γύρω από τον Γκαουτάμα<br />

Βούδα.<br />

Εκτίθενται επίσης βουδιστικά γλυπτά σε πέτρα,<br />

πήλινα ειδώλια, και άλλα βουδιστικά αντικείμενα.,<br />

και περιλαμβάνει ιστορίες από τη ζωή<br />

του Βούδα, θαύματα, θήκες για λείψανα και<br />

αυτόνομα αγάλματα όρθιου Βούδα. Το Μουσείο<br />

της Πεσαβάρ κατέχει 8.625 νομίσματα, εκ των<br />

οποίων 4.510 ανήκουν στην προ-ισλαμική<br />

εποχή.<br />

ΜΟΥΣΕΙΟ ΛΟΚ ΒΙΡΣΑ<br />

Το Μουσείο Λοκ Βιρσά, επίσης γνωστό ως<br />

Εθνικό Ινστιτούτο Λαϊκής και Παραδοσιακής<br />

Κληρονομιάς, τιμά τους «πραγματικούς φορείς<br />

των πολιτιστικών παραδόσεων».<br />

Βρίσκεται στους λόφους Σακαρπάριαν, στο<br />

Ισλαμαμπάντ και άνοιξε τις πύλες του το 1974.<br />

Το μουσείο αναδεικνύει την πολυπολιτισμική<br />

κοινωνία του Πακιστάν εκθέτοντας τις παλαιότερες<br />

αλλά και τις σύγχρονες παραδόσεις των<br />

διαφόρων εθνοτήτων του Πακιστάν από όλες τις<br />

γωνιές τις χώρας.<br />

Εδώ εκτίθεται ο τρόπος ζωής των διαφόρων<br />

περιοχών του Πακιστάν μέσω αγαλμάτων,<br />

ζωγραφικής, αγγειοπλαστικής, μουσικής και<br />

υφαντουργίας.<br />

Το Λοκ Βιρσά είναι το καλύτερο πολιτιστικό<br />

μουσείο του Πακιστάν. Διαθέτει μια μεγάλη<br />

συλλογή από κεντητές φορεσιές, κοσμήματα,<br />

ξυλόγλυπτα, μεταλλοτεχνία, τυπογραφία, τεχνήματα<br />

από κόκαλο και ελεφαντοστό, αλλά και<br />

παραδοσιακές προσόψεις κτιρίων που επιδεικνύουν<br />

τις ικανότητες των τεχνητών σε τεχνικές<br />

όπως το φρέσκο, οι καθρέφτες και τα μαρμάρινα<br />

ένθετα, καθώς επίσης και στα πλακάκια και τα<br />

μωσαϊκά.


SIRKAP


DHARMARAJIKA


TAXILA MUSEUM


MANGLAWAR BUDDHA


SWAT MUSEUM


LOK VIRSA MUSEUM


<strong>ΒΟΡΕΙΟ</strong> <strong>ΠΑΚΙΣΤΑΝ</strong>, Οκτώβριος 2018

Hooray! Your file is uploaded and ready to be published.

Saved successfully!

Ooh no, something went wrong!