Το λάθος πάθος | ΛΑΚΗΣ ΦΟΥΡΟΥΚΛΑΣ - eBooks4Greeks.gr
Το λάθος πάθος | ΛΑΚΗΣ ΦΟΥΡΟΥΚΛΑΣ - eBooks4Greeks.gr
Το λάθος πάθος | ΛΑΚΗΣ ΦΟΥΡΟΥΚΛΑΣ - eBooks4Greeks.gr
Create successful ePaper yourself
Turn your PDF publications into a flip-book with our unique Google optimized e-Paper software.
Όταν οι ηδονές χαθούν και κρυώσει το αίμα<br />
- που τα χρόνια μας φεύγουν σαν κάποιο πουλί -<br />
η πιο λατρευτή ανάμνηση θα ’ναι η τελευταία<br />
το πιο γλυκό μνημείο μας στη γη<br />
το πρώτο της αγάπης φιλί.<br />
Μπάιρον<br />
Ακόμη μια μέρα φτάνει στο τέλος της. Για μια ακόμη φορά βρίσκομαι εδώ μαζί σου, για να<br />
μοιραστούμε τη μοναξιά κι ετούτης της νύχτας. Στο νεκροταφείο επικρατεί μια περίεργη σιωπή,<br />
αλλά από μακριά εξακολουθούν να φτάνουν στ’ αυτιά μου οι ήχοι της πόλης. <strong>Το</strong> αυγουστιάτικο<br />
αεράκι είναι λίγο θερμό, αλλά όσο πάει και δροσίζει. Ο ήλιος μας αποχαιρετά για μια ακόμη<br />
φορά με το ροδοκόκκινο χαμόγελό του. Τα χλωμά φώτα της πόλης σιγά σιγά ανάβουν… Πάρτε το<br />
φως! Με τυραννεί. μου αρνιέται την ψυχή μου.<br />
Ελένη μου, κάθομαι εδώ, πάνω από τον τάφο σου, και σκέφτομαι πως ο κόσμος όλος,<br />
αρχίζει και τελειώνει σ’ αυτό το σημείο. Αν έπρεπε να γυρίσω τον κόσμο όλο, το μόνο που θα<br />
χρειαζόταν να κάνω, θα ’ταν να περπατήσω γύρω από τούτο δω το χώμα που σε σκεπάζει, και να<br />
καθίσω ξανά στην ίδια θέση.<br />
Κλείνω τα μάτια. Ο νοητός κόσμος σκοτεινιάζει, μα μέσα απ’ το σκοτάδι αρχίζει να<br />
ξεπροβάλλει φωτεινή η μορφή σου. Χαμογελάς, κι ο αέρας γύρω μου αλλάζει μυρωδιά, παίρνει<br />
τη μυρωδιά τη δική σου. Τα λιγοστά πουλιά τα ακούγω να τραγουδούν με τη δικιά σου φωνή.<br />
Νιώθω μια ζεστή ανάσα στο σβέρκο μου, ανοίγω τα μάτια, και όλα χάνονται. Ω, ως πότε καλή<br />
μου θα στοιχειώνεις τη ζωή, την ψυχή και τα όνειρά μου;<br />
Πόσο λίγο σε ήξερα και πόσο πολύ! Διάβαζα το βλέμμα σου, αφουγκραζόμουν τις σιωπές<br />
σου, μάντευα τις σκέψεις σου, έλεγα εκείνα που εσύ ήθελες να πεις. Σε ήξερα Ελένη, καλύτερα κι<br />
απ’ τον ίδιο μου τον εαυτό. Σε καταλάβαινα. Καταλάβαινα γιατί επέμενες να μένεις με τον Μ., κι<br />
ας μην το έδειχνα. Ήξερα πως θα ήταν αδύνατο κάποτε εμείς οι δυο να ζήσουμε μαζί. Σε ήξερα<br />
πολύ, και σε ήξερα λίγο, μια και δεν περίμενα ότι κάποια δόλια μέρα θα αποφάσιζες να βάλεις<br />
τέρμα στη ζωή σου. “Η αυτοκτονία είναι λύση για τους δειλούς”, έλεγες, κι εγώ σε πίστευα…<br />
Ο κόσμος είναι ένα μεγάλο μυστήριο και δεν ξέρω αν υπάρχει κάποιος, που μπορεί στ’<br />
αλήθεια να το καταλάβει. Ποιος μπορεί να καταλάβει πως αλλάζει η ζωή απ’ τη μια στιγμή στην<br />
άλλη; πως τίποτα σ’ αυτό τον κόσμο δεν είναι δεδομένο; πως τα παιχνίδια της τύχης πολύ<br />
πιθανόν να φέρουν αναπάντεχα και τρομακτικά αποτελέσματα; πως το αύριο μπορεί να μην<br />
ξημερώσει ποτέ;<br />
Τώρα, νησάκι ερημικό, στης μοναξιάς σου τους τόπους τριγυρίζω, με τη θλίψη της δύσης<br />
να με συντροφεύει.<br />
Δε θα μπορούσα ποτέ να φανταστώ ότι επιστρέφοντας από το τελευταίο ταξίδι μου, δε θα<br />
ήσουν πια εδώ, και πως μαζί με σένα θα χάνονταν και όλοι μου οι φίλοι. Τώρα έχω μείνει χωρίς<br />
πατρίδα. Γιατί πατρίδα, θρησκεία και οικογένειά μου, ήσουν αγάπη μου εσύ. Σε σένα ήθελα<br />
πάντα να επιστρέφω.