03.04.2014 Views

exof 57 - μ. πιτσιλιδης α.ε.

exof 57 - μ. πιτσιλιδης α.ε.

exof 57 - μ. πιτσιλιδης α.ε.

SHOW MORE
SHOW LESS

You also want an ePaper? Increase the reach of your titles

YUMPU automatically turns print PDFs into web optimized ePapers that Google loves.

AIΣΘHTIKH<br />

ΔEPMATOΛOΓIA<br />

ΤΕΥΧOΣ <strong>57</strong> • ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ-ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2010<br />

> Βοτουλινική τοξίνη τύπου Α στην αντιμετώπιση<br />

των γραμμών του μεσόφρυου<br />

> Γενικευμένη ζυγομυκητίαση σηματοδοτούμενη<br />

από ένα ανεπαίσθητο δερματικό εύρημα<br />

> Αλλεργική δερματίτιδα εξ επαφής από γυαλιά<br />

> Οζώδης λεμφαγγειίτιδα: Αναφορά μιας περίπτωσης<br />

> Μετωπιαία ινωτική αλωπεκία: Ο ρόλος της δερματοσκόπησης<br />

στη διαφορική διάγνωση<br />

> Ροδόχρους πιτυρίαση σε μια γυναίκα και τον σύζυγό της<br />

> Χρήση και δυνατότητες της νανοτεχνολογίας στην αισθητική δερματολογία<br />

ΠΛΗΡΩΜΕΝΟ<br />

ΤΕΛΟΣ<br />

Ταχ. Γραφείο<br />

KEMΠA<br />

Αριθμός Άδειας<br />

385/1989<br />

(X+7)<br />

EKΔOTΩN<br />

EΦHMEPIΔEΣ ΠEPIOΔIKA<br />

EKΔOTHΣ: M. ΠITΣIΛIΔHΣ Α.Ε.<br />

ΑΓ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ 102, ΓΛΥΦΑΔΑ 166 74<br />

AΔ. ΣYΣK. 400/1991 KΔA<br />

Αγ. Νικολάου 102<br />

166 74 Γλυφάδα<br />

e-mail: pitsilid@otenet.gr


1 <br />

<br />

<br />

<br />

<br />

<br />

<br />

<br />

<br />

<br />

<br />

<br />

<br />

<br />

<br />

<br />

<br />

<br />

<br />

0,03%<br />

-<br />

<br />

<br />

-<br />

<br />

-<br />

<br />

<br />

<br />

-<br />

-<br />

-<br />

<br />

<br />

-<br />

-<br />

<br />

<br />

<br />

-<br />

<br />

-<br />

<br />

<br />

-<br />

<br />

-<br />

<br />

<br />

<br />

<br />

<br />

-<br />

-<br />

<br />

<br />

-<br />

<br />

-<br />

-<br />

-<br />

<br />

<br />

-<br />

<br />

-<br />

<br />

-<br />

-<br />

<br />

<br />

<br />

<br />

<br />

-<br />

<br />

<br />

<br />

-<br />

<br />

<br />

<br />

<br />

<br />

<br />

<br />

-<br />

<br />

<br />

-<br />

-<br />

<br />

<br />

-<br />

<br />

<br />

-<br />

-<br />

<br />

-<br />

<br />

<br />

<br />

<br />

<br />

-<br />

-<br />

<br />

<br />

-<br />

-<br />

-<br />

<br />

<br />

<br />

-<br />

<br />

-<br />

<br />

<br />

-<br />

<br />

-<br />

<br />

<br />

<br />

<br />

<br />

<br />

<br />

<br />

Astellas Pharmaceuticals A.E.B.E.


ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ [ΕΤΟΣ 12ο, ΤΕΥΧΟΣ <strong>57</strong>, ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ-ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2010]<br />

AIΣΘHTIKH<br />

ΔEPMATOΛOΓIA<br />

ΙΔΙOΚΤΗΣΙΑ:<br />

Μ. ΠΙΤΣΙΛΙΔΗΣ Α.Ε.,<br />

Αγ. Νικολάου 102, 166 74 Γλυφάδα,<br />

Τηλ.: 210-8947.002 - Fax: 210-8941.551<br />

www.pitsilidis.gr, e-mail: info@pitsilidis.gr<br />

6 12<br />

ΚΩΔΙΚΟΣ: 5494<br />

ΕΚΔOΤΗΣ:<br />

Mιχάλης Πιτσιλίδης<br />

Λάμπρου Πορφύρα 11, 166 73 Βούλα<br />

ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ:<br />

Νινέττα Βατικιώτη<br />

OΙΚONOMΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ:<br />

Γιώργος Παναγόπουλος<br />

ART DIRECTOR:<br />

Βιργινία Κάππα<br />

ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΙΣ:<br />

Βεατρίκη Σαμπατάκου<br />

ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗΣ:<br />

Σπύρος Τζωρτζίνης<br />

ΥΠΟΔΟΧΗ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗΣ:<br />

Σοφία Κολοβού<br />

> Βοτουλινική τοξίνη τύπου Α στην<br />

αντιμετώπιση των γραμμών του μεσόφρυου ..........6<br />

> Γενικευμένη ζυγομυκητίαση<br />

σηματοδοτούμενη από ανεπαίσθητο<br />

δερματικό εύρημα ..................................................12<br />

> Αλλεργική δερματίτιδα εξ επαφής από γυαλιά ......16<br />

> Οζώδης λεμφαγγειίτιδα:<br />

Αναφορά μιας περίπτωσης με παρουσίαση<br />

ενός διαγνωστικού προτύπου ................................18<br />

ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ:<br />

Κοσσυβάκη Όλγα<br />

ΛΟΓΙΣΤΗΡΙΟ:<br />

Σταμάτης Κωνσταντάτος<br />

Aπαγορεύεται κάθε αναδημοσίευση ύλης<br />

του παρόντος περιοδικού χωρίς την έγγραφη<br />

άδεια του εκδότη.<br />

> Μετωπιαία ινωτική αλωπεκία: Ο ρόλος της<br />

δερματοσκόπησης στη διαφορική διάγνωση ........26<br />

> Ροδόχρους πιτυρίαση σε μια γυναίκα<br />

και τον σύζυγό της- παρουσίαση περιστατικού<br />

και ανασκόπηση της βιβλιογραφίας ......................30<br />

> Χρήση και δυνατότητες της νανοτεχνολογίας<br />

στην αισθητική δερματολογία ................................34<br />

4 ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ ΔΕΡΜΑΤΟΛΟΓΙΑ


Βοτουλινική τοξίνη τύπου Α<br />

στην αντιμετώπιση των γραμμών<br />

του μεσόφρυου<br />

Leslie Winter, Τμήμα Ωτορινολαρυγγολογίας, Ιατρικό Κέντρο Βοστώνης, Βοστώνη, ΗΠΑ<br />

Jeffrey Spiegel, Επικεφαλής, Τμήμα Πλαστικής Χειρουργικής Προσώπου, Ιατρικό Κέντρο Βοστώνης, Βοστώνη, ΗΠΑ<br />

Περίληψη: Έγινε ανασκόπηση της σύγχρονης βιβλιογραφίας και της τρέχουσας πρακτικής<br />

για τη χρήση της βοτουλινικής τοξίνης τύπου Α στην αντιμετώπιση των ρυτίδων του μεσόφρυου.<br />

Η βοτουλινική τοξίνη τύπου Α είναι ένας ασφαλής και αποτελεσματικός τρόπος<br />

διαχείρισης των ρυτίδων του μεσόφρυου. Η σε βάθος γνώση της ανατομίας της περιοχής<br />

του μεσόφρυου, η εξοικείωση με τα προϊόντα που είναι διαθέσιμα σήμερα στην αγορά και<br />

η συνετή δοσολογία έχει ως αποτέλεσμα εξαιρετικά αισθητικά αποτελέσματα με ελάχιστες<br />

ανεπιθύμητες ενέργειες.<br />

Λέξεις – κλειδιά: βοτουλινική τοξίνη, ρυτίδες του μεσόφρυου, αισθητική<br />

Ιστορικό<br />

Από τις αρχές του 1970, η βοτουλινική τοξίνη τύπου<br />

Α έχει χρησιμοποιηθεί για ιατρικές εφαρμογές. Το<br />

2002 ο Αμερικανικός Οργανισμός Τροφίμων και<br />

Φαρμάκων (FDA) έδωσε έγκριση για χρήση στην<br />

αισθητική της βοτουλινικής τοξίνης τύπου Α (ΒοΤο-<br />

Α) (Botox; Botox Cosmetic;Allergan, Irvine,CA, USA)<br />

για την αντιμετώπιση των ρυτίδων του μεσόφρυου.<br />

Το 2009 το FDA ενέκρινε την δεύτερη ΒοΤο-Α<br />

(Dysport; Ipsen Limited, Berkshire, UK) επίσης για<br />

χρήση στις γραμμές του μεσόφρυου. Η διαθεσιμότητα<br />

ενός νέου, παρόμοιου ανταγωνιστικού προϊόντος<br />

ενισχύει τη χρησιμότητα μιας σύγχρονης ανασκόπησης<br />

των εφαρμογών της βοτουλινικής τοξίνης<br />

τύπου Α στην περιοχή του μεσόφρυου. Υπάρχουν<br />

τουλάχιστον 7 υπότυποι της νευροτοξίνης, οι οποίοι<br />

παράγονται από το βακτήριο Clostridium botulinum,<br />

αλλά ο τύπος Α είναι ο πλέον συχνά χρησιμοποιούμενος<br />

και ο μοναδικός προς το παρόν εγκεκριμένος<br />

για χρήση στην αισθητική στις Ηνωμένες Πολιτείες.<br />

Η επιλογή του ως η κύρια θεραπευτική νευροτοξίνη<br />

οφείλεται στις πρώιμες μελέτες σε ζώα, οι<br />

οποίες απέδειξαν ότι ήταν ο ισχυρότερος και με τη<br />

μεγαλύτερη διάρκεια υπότυπος [1].<br />

Η ΒοΤο-Α, υπάρχει σε φυσική μορφή ως πρωτεϊνικό<br />

σύμπλοκο, για τη σταθεροποίηση του οποίου<br />

είναι απαραίτητο ένα όξινο περιβάλλον. Μέχρι τη στιγμή<br />

που θα εισέλθει σε ένα περιβάλλον ουδέτερου<br />

pH, το δραστικό τμήμα της τοξίνης δεν απελευθερώνεται.<br />

Ο μηχανισμός δράσης της, προκαλεί μη αναστρέψιμη<br />

αναστολή της προσυναπτικής απελευθέρωσης<br />

της ακετυλοχολίνης στη νευρομυϊκή σύναψη.<br />

Ο μέσος χρόνος έναρξης κλινικά εμφανούς δράσης<br />

είναι μερικές ημέρες και για το Botox και το Dysport.<br />

Αυτή η περίοδος έναρξης συσχετίζεται με την ανάγκη<br />

για τη διαδικασία της ενδοκύττωσης της τοξίνης<br />

στα κύτταρα των νευρικών απολήξεων με επακόλουθη<br />

διάσπαση της πρωτεΐνης SNAP-25 η οποία<br />

είναι υπεύθυνη για την απελευθέρωση της ακετυλοχολίνης<br />

στη νευρομυϊκή σύναψη. Η παράλυση προκύπτει<br />

συνεπώς από την αναστολή της μετατροπής<br />

6 ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ ΔΕΡΜΑΤΟΛΟΓΙΑ


x – 5 Botox Units<br />

+ – 2.5 Botox Units<br />

Εικόνα 1. Συστάσεις για τις ενέσεις (Botox).<br />

ενός ηλεκτρικού σήματος από τα νεύρα σε χημικό<br />

σήμα στη νευρομυϊκή σύναψη [1]. Πρόσφατες αναφορές<br />

έχουν έρθει στην επιφάνεια για ανεπιθύμητες<br />

ενέργειες σε απόσταση από το σημείο έγχυσης από<br />

την ΒοΤο Α, οι οποίες μπορεί να παρομοιάζουν με<br />

δηλητηρίαση από αλλαντίαση. Τα συμπτώματα που<br />

έχουν αναφερθεί περιλαμβάνουν δυσαρθρία, δυσφαγία,<br />

απώλεια ελέγχου της κύστης και δυσχέρεια της<br />

αναπνοής [2]. Είναι σημαντικό να σημειωθεί πάντως,<br />

ότι αυτός ο μικρός αριθμός αναφερθέντων ανεπιθύμητων<br />

ενεργειών ήταν σε ασθενείς οι οποίοι λάμβαναν<br />

πολύ μεγάλες δόσεις για παθήσεις όπως σπαστικότητα<br />

μεγάλων μυών σχετιζόμενη με εγκεφαλική<br />

παράλυση και τραχηλική δυστονία [3]. Δεν έχουν<br />

υπάρξει αναφορές για επιπλοκές σε απομακρυσμένες<br />

από το σημείο έγχυσης περιοχές σχετιζόμενες<br />

με την αισθητική χρήση της ΒοΤο-Α στο πρόσωπο.<br />

Προετοιμασία, φύλαξη και σύγκριση<br />

Και το Botox και το Dysport χρειάζονται ανασύσταση<br />

με ενέσιμο φυσιολογικό ορό. Το Botox είναι<br />

συσκευασμένο σε στείρες φιάλες των 100 μονάδων<br />

Botox. Μια μονάδα Botox (1U) είναι ισοδύναμη με<br />

την ποσότητα τοξίνης (μέση θανατηφόρος δόση-lethal<br />

dose LD50) η οποία θανατώνει το 50% ομάδας θήλεων<br />

ποντικών, όταν χορηγείται ενδοπεριτοναϊκά. To<br />

Dysport είναι συσκευασμένο σε φιαλίδια των 300 και<br />

500 μονάδων. Οι μονάδες μεταξύ Botox και Dysport<br />

δεν είναι ισοδύναμες και έχει προταθεί ότι ο λόγος<br />

ισοδυναμίας Botox προς Dysport κυμαίνεται από<br />

1:2,5 έως 1:5 [4]. Και οι δύο παρασκευάστριες εταιρείες<br />

συνιστούν τη χρήση φυσιολογικού ορού χωρίς<br />

συντηρητικά με ήπια ανασύσταση χρησιμοποιώντας<br />

το κενό που υπάρχει στο φιαλίδιο για την έγχυση του<br />

φυσιολογικού ορού. Η απότομη έγχυση του φυσιολογικού<br />

ορού με αποτέλεσμα τη δημιουργία αφρού,<br />

θεωρητικά θα μπορούσε να διαταράξει τη φύση του<br />

πρωτεϊνικού συμπλόκου της νευροτοξίνης. Για το<br />

Botox μόνο, με βάση τη δική μας εμπειρία, ένα διάλυμα<br />

4ml φυσιολογικού ορού το οποίο να έχει ως<br />

αποτέλεσμα 2,5 U ανά 0,1 ml ενέσιμου διαλύματος<br />

δίνει πολύ αξιόπιστα, και πολύ καλά αποτελέσματα τα<br />

οποία διαρκούν στη θεραπεία των ρυτίδων του μεσόφρυου.<br />

Οι παρασκευάστριες εταιρείες συνιστούν τη<br />

χρήση του ανασυσταθέντος προϊόντος εντός τεσσάρων<br />

ωρών παρότι το Botox έχει δειχθεί να είναι αποτελεσματικό<br />

εφόσον διατηρηθεί σε συνθήκες κατάψυξης<br />

μέχρι και 6 μήνες [5] και με βάση τη δική μας<br />

εμπειρία, για μέχρι ένα μήνα στην ψύξη.<br />

Αρχικές αναφορές με το Dysport υποδηλώνουν<br />

ότι, ενώ είναι εξίσου αποτελεσματικό και ασφαλές<br />

με το Botox, το κύριο πιθανό του πλεονέκτημα είναι<br />

ότι σε μια μικρή υποομάδα ασθενών μπορεί να έχει<br />

ιδιαίτερα παρατεταμένο αποτέλεσμα με την κανονική<br />

δοσολογία (δηλ., μεγαλύτερο των 6 μηνών) [6].<br />

Το βασικό πιθανό μειονέκτημα είναι μια αύξηση<br />

στη διασπορά του Dysport οφειλόμενη στο μικρότερο<br />

μέγεθός του (500-900kDa) συγκριτικά με το<br />

Botox (900kDa) [4].<br />

Χρήση στις ρυτίδες του μεσόφρυου<br />

Παρόλο που η BoTo-A χρησιμοποιείται «εκτός ενδείξεων»<br />

(δηλαδή, για εφαρμογές οι οποίες δεν έχουν<br />

εγκριθεί συγκεκριμένα από το FDA) σε πολλά ιατρεία,<br />

συμπεριλαμβανομένης της αντιμετώπισης των ρυτίδων<br />

του προσώπου γύρω από τα μάτια ή από τον<br />

μετωπιαίο μυ, η μόνη εγκεκριμένη αισθητική χρήση<br />

είτε του Botox είτε του Dysport είναι στην αντιμετώπιση<br />

των ρυτίδων του μεσόφρυου. Οι Carruthers<br />

και Carruthers [7] παρατήρησαν ότι ασθενείς οι οποίες<br />

ελάμβαναν θεραπεία με βουτυλινική τοξίνη για<br />

βλεφαρόσπασμο είχαν το επιπλέον όφελος της βελτίωσης<br />

της εμφάνισης. Αρκετές μελέτες από τότε έχουν<br />

δείξει επαναληψιμότητα στην ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα<br />

της ΒοΤο-Α για την αντιμετώπιση<br />

των ρυτίδων του μεσόφρυου.<br />

Η σε βάθος γνώση της ανατομίας του συμπλέγματος<br />

του μεσόφρυου είναι μεγίστης σημασίας για<br />

την αντιμετώπιση των ρυτίδων με ΒοΤο-Α. Το<br />

σύμπλεγμα περιλαμβάνει τους αμφοτερόπλευρους<br />

σφιγκτήρες μύες των βλεφάρων. Η δραστηριότητα<br />

αυτών των μυών έχει σαν αποτέλεσμα τον σχηματισμό<br />

κάθετων ρυτίδων του οφρυϊκού τόξου. Αυτές<br />

συχνά θυμίζουν τον αριθμό ‘11’ μεταξύ των έσω<br />

άκρων των οφρύων. Επιπλέον, στην περιοχή έχει<br />

ενεργό ρόλο ο πυραμοειδής μυς. Η κινητοποίηση<br />

8 ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ ΔΕΡΜΑΤΟΛΟΓΙΑ


του πυραμοειδούς έχει σαν αποτέλεσμα τη δημιουργία<br />

οριζόντιων ρυτίδων κατά πλάτος της βάσης<br />

της μύτης. Ανατομική μελέτη έχει αποδείξει ότι το<br />

παχύτερο τμήμα του σφιγκτήρα μυός βρίσκεται σταθερά<br />

στον έσω κανθό, αλλά με ένα σημαντικό μυϊκό<br />

όγκο στη μεσοκορική ευθεία. Το βάθος του σφιγκτήρα<br />

από την επιφάνεια του δέρματος είναι σταθερό<br />

από τον έσω κανθό ως το μέσο της κόρης. Δεν<br />

φαίνεται να υπάρχει κάθετο τμήμα του σφιγκτήρα<br />

(επισκύνιος) ούτε φαίνεται να υπάρχει ανατομικά<br />

διακριτός καθελκτήρας των βλεφάρων, όπως προτείνεται<br />

από άλλους συγγραφείς, ως σημαντικός<br />

παράγοντας συνεισφοράς [8,9].<br />

Η κατάλληλη θεραπευτική δοσολογία του Botox<br />

για την αντιμετώπιση των ρυτίδων του μεσόφρυου<br />

έχει αναφερθεί να κυμαίνεται από 20 έως 50 U κατανεμημένες<br />

σε αρκετές θέσεις ένεσης. Μελέτες εύρους<br />

δοσολογίας για άνδρες και γυναίκες στο Botox έχουν<br />

διεξαχθεί και δείχνουν ότι ένα σύνολο 40 U σε όλη<br />

στην περιοχή είναι αποτελεσματικό στις γυναίκες και<br />

αποτελεί την ελάχιστη συνιστώμενη αρχική δόση<br />

για τους άνδρες [10,11]. Η εμπειρία μας είναι ότι περίπου<br />

95% των ασθενών στο ιατρείο μας έχουν καλή<br />

ανταπόκριση και καμία σοβαρή επιπλοκή χρησιμοποιώντας<br />

μόνο 7,5 U για κάθε σφιγκτήρα, 5 U εσωτερικά,<br />

2,5 U στη μεσοκορική γραμμή και 2,5 U στον<br />

πυραμοειδή. Δεν υπάρχει ανάγκη να γίνει ένεση<br />

στον σφιγκτήρα του βλεφάρου είτε στο μέσο είτε<br />

πλευρικά για την επιτυχή αντιμετώπιση των ρυτίδων<br />

του μεσόφρυου όπως προτείνεται από άλλους συγγραφείς<br />

[7]. Συνεπώς οι συστάσεις για ενέσεις (Botox)<br />

έχουν ως ακολούθως (Εικόνα 1).<br />

Επιπλοκές<br />

Εφόσον παρουσιασθεί δυσμενής αισθητική έκβαση<br />

κατά τη χρήση του BoTo-A, μπορείτε να «παρηγορηθείτε»<br />

γνωρίζοντας ότι η δράση του είναι προσωρινή.<br />

Εάν ο ασθενής είναι ικανοποιημένος με το<br />

αποτέλεσμα, θα πρέπει να επαναλάβει τις ενέσεις για<br />

τη διατήρηση της δράσης. Από την άλλη, εάν ο ασθενής<br />

βιώσει επιπλοκές και αυτές είναι προσωρινές.<br />

Υπάρχουν εντούτοις, μερικές πιο σημαντικές πιθανές<br />

επιπλοκές οι οποίες σχετίζονται άμεσα με τις<br />

ενέσεις, για τις οποίες θα πρέπει να γίνει μια ανασκόπηση.<br />

Σοβαρές συστηματικές επιδράσεις όπως<br />

αυτές, περιγράφονται στις προειδοποιήσεις του «μαύρου<br />

κουτιού» του FDA, δεν έχουν αναφερθεί στην<br />

αισθητική χρήση του Botox ή του Dysport. Η πλέον<br />

συχνή αναφερόμενη ανεπιθύμητη ενέργεια είναι<br />

η βλεφαρόπτωση. Η βλεφαρόπτωση προκαλείται από<br />

την επίδραση της τοξίνης στον ανελκτήρα μυ του<br />

άνω βλεφάρου. Αυτό μπορεί να συμβεί εάν η τοξίνη<br />

ενεθεί απευθείας στον μυ ή αρκετά κοντά ώστε<br />

η τοξίνη να διασπαρεί στον ανελκτήρα. Προς το<br />

παρόν, η σύσταση είναι να μην γίνεται ένεση πάνω<br />

στο φρύδι ή κάτω από αυτό στην μεσοκορική γραμμή,<br />

καθώς αυτή είναι η περιοχή υψηλότερου κινδύνου.<br />

Μπορούν να χρησιμοποιηθούν α-αδρενεργικές<br />

οφθαλμικές σταγόνες (apraclonidine) ως<br />

παράγων μυδρίασης εάν συμβεί αυτή η επιπλοκή<br />

και μπορούν να παράσχουν προσωρινή βελτίωση<br />

της συμμετρίας των βλεφάρων. Τα α-αδρενεργικά<br />

φάρμακα προκαλούν σύσπαση του μυ του Mueller,<br />

ο οποίος βρίσκεται λίγο βαθύτερα από τον ανελκτήρα<br />

και έτσι μπορεί να βελτιώσει την πτώση κατά<br />

μερικά χιλιοστά. Η μελέτη της Allergan για την έγκριση<br />

του Botox από το FDA για αισθητική χρήση, ανέφερε<br />

συχνότητα εμφάνισης βλεφαρόπτωσης στο 5,4%,<br />

εντούτοις αυτό το ποσοστό μειώνεται σημαντικά με<br />

την αύξηση της εμπειρίας του ιατρού [12]. Με το παραπάνω<br />

αναφερθέν θεραπευτικό σχήμα η συχνότητα<br />

επιπλοκών βλεφαρόπτωσης στο κέντρο μας είναι<br />

0% κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας.<br />

Ήσσονος σημασίας επιπλοκές όπως πόνος, εκχύμωση<br />

και ερύθημα συνδέονται με τη χρήση της απαραίτητης<br />

για την ένεση βελόνας και συνήθως αποδράμουν<br />

μέσα σε λίγα λεπτά ή μερικές ημέρες (στην<br />

περίπτωση της εκχύμωσης).<br />

Τα προϊόντα BoTo-A δεν θα πρέπει ποτέ να χρησιμοποιούνται<br />

σε ασθενείς με διαταραχές της νευρομυϊκής<br />

σύναψης, όπως μυασθένεια gravis ή Lambert<br />

–Eaton, και δεν συνιστώνται σε εγκύους γυναίκες<br />

[13]. Υπερευαισθησία ή αλλεργικές αντιδράσεις δεν<br />

έχουν αναφερθεί, αλλά αντίσταση στη δράση του<br />

Botox λόγω ανοσολογικής αντίστασης οφειλόμενης<br />

σε εξουδετερωτικά αντισώματα στο σύμπλεγμα νευροτοξίνης<br />

–πρωτεΐνης έχει περιγραφεί. Παρ’ όλα αυτά,<br />

η συχνότητά του φαινομένου είναι κάτω από 5%, και<br />

φαίνεται να συσχετίζεται με τη συχνότητα θεραπείας<br />

και όχι με τη διάρκεια της αγωγής [14].<br />

Συμπέρασμα<br />

Η ΒοΤο-Α έχει αποδειχθεί ότι είναι ένας ασφαλής<br />

και αποτελεσματικός τρόπος για την αντιμετώπιση<br />

των ρυτίδων του μεσόφρυου. Η νέα προσθήκη του<br />

Dysport ως εναλλακτικής στο Botox απαιτεί επιπλέον<br />

εμπειρία στην εφαρμογή του, αλλά πρώιμες μελέτες<br />

υπόσχονται ότι πρόκειται για μια βιώσιμη εναλλακτική.<br />

Λίγες επίφοβες συστηματικές επιπλοκές έχουν<br />

αναφερθεί, μόνον όταν η τοξίνη χρησιμοποιείται για<br />

διαταραχές μεγάλων μυών και σε πολύ μεγαλύτερες<br />

δόσεις από αυτές που συνήθως χρησιμοποιούνται<br />

10 ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ ΔΕΡΜΑΤΟΛΟΓΙΑ


για ενδείξεις αισθητικής. Σοβαρές επιπλοκές, όπως η<br />

βλεφαρόπτωση, μπορούν να αποφευχθούν με συνετή<br />

επιλογή της δοσολογίας και σε βάθος γνώση την<br />

υποκείμενης μυϊκής ανατομίας.<br />

Γνωστοποίηση<br />

Οι συγγραφείς δηλώνουν ότι δεν υφίσταται σύγκρουση<br />

συμφερόντων.<br />

Βιβλιογραφικές αναφορές<br />

1. Rossetto O, Morbiato L, Caccin P, Rigoni M, Montecucco<br />

C. Presynaptic enzymatic neurotoxins. J Neurochem.<br />

2006;97:1534–1545.<br />

2. Kuehn B. Studies, Reports say botulinum toxins may have<br />

effects beyond injection site. JAMA. 2008;299:2261–2263.<br />

3. Kuehn B. FDA requires black box warnings on labeling<br />

for botulinum toxin products JAMA. 2009;301:2316.<br />

4. Klein A, Carruthers A, Fagien S, Lowe NJ. Comparisons<br />

among botulinum toxins: an evidence-based review.<br />

Plastic Reconstr Surg. 2008;121:413e.<br />

5. Parsa AA, Lye KD, Don Parsa F. Reconstituted botulinum<br />

type-A neurotoxin: clinical efficacy after long-term<br />

freezing before use.Aesth Plast Surg. 2007;31:188–191.<br />

6. Moy R, Maas C, Monheit G, Huber B. Long-term safety<br />

and efficacy of a new botulinum toxin type a in treating<br />

glabellar lines. Arch Facial Plast Surg. 2009;11:77–83.<br />

7. Carruthers J, Carruthers A.Treatment of glabellar frown<br />

lines with C. botulinum. Dermatol Surg. 1992;18:17–21.<br />

8. Macdonald MR, Spiegel JH, Raven RB, Kabaker SS, Maas<br />

CS. An anatomical approach to glabellar rhytids. Arch<br />

Otolaryngol Head Neck Surg. 1998;124:1315–1320.<br />

9. Cook BE, Lucarelli MJ, Lemke BN. Depressor supercilii<br />

muscle: anatomy, histology, and cosmetic implications.<br />

Ophthal Plast Reconstr Surg. 2001;17:404–411.<br />

10. Carruthers A, Carruthers J, Said S. Dose-ranging study<br />

of botulinum toxin type-A in the treatment of glabellar<br />

rhytids in females. Dermatol Surg. 2005;31:414–422.<br />

11. Carruthers A, Carruthers J, Said S. Dose-ranging study<br />

of botulinum toxin type-A in the treatment of glabellar<br />

rhytids in males. Dermatol Surg. 2005;31:1297–1303.<br />

12. Klein AW. Complications with the use of botulinum<br />

toxin. Dermatol Clin. 2004;22:197–205.<br />

13. Carruthers A, Carruthers J. Cosmetic uses of botulinum<br />

A exotoxin.Adv Dermatol. 1997;12:325–347.<br />

14. Klein A. Complications, adverse reactions, and insights<br />

with the use of botulinum toxin. Dermatol Surg.<br />

2003;29:1146–1147.<br />

Τεύχος <strong>57</strong><br />

11


Γενικευμένη ζυγομυκητίαση<br />

σηματοδοτούμενη από<br />

ανεπαίσθητο δερματικό εύρημα<br />

Thomas Lewis Hocker MD, David Akio Wada MD, Alina Bridges DO, Rokea el-Azhary MD PhD<br />

Mayo Clinic<br />

Περίληψη: ΙΣΤΟΡΙΚΟ: Ζυγομυκητίαση είναι το προτιμώμενο όνομα για την αγγειοτροπική<br />

λοίμωξη η οποία προέρχεται από την κλάση των ζυγομυκήτων. Παρόλο που υγιή<br />

άτομα μπορεί να προσβληθούν, η πλειονότητα των ασθενών που διαγιγνώσκονται με<br />

ζυγομυκητίαση έχουν διαβήτη, κακοήθεια ή έχουν υποβληθεί σε μεταμόσχευση συμπαγούς<br />

οργάνου ή μυελού των οστών. Αντίθετα με άλλους νηματοειδείς μύκητες οι οποίοι<br />

τείνουν να διασπείρονται αιματογενώς στο δέρμα, η δερματική ζυγομυκητίαση προκύπτει<br />

συχνά μέσω άμεσου ενοφθαλμισμού. Οι δερματικές βλάβες της ζυγομυκητίασης<br />

είναι χαρακτηριστικά αιμορραγικές, ελκωτικές ή νεκρωτικές πλάκες. Η ιστολογική εξέταση<br />

τυπικά δείχνει αγγειακή προσβολή με συσχετιζόμενη νέκρωση. ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ:<br />

Παρουσιάζουμε την περίπτωση ενός ουδετεροπενικού ασθενούς, ο οποίος προσήλθε με<br />

γενικευμένη ζυγομυκητίαση σηματοδοτούμενη από μια κλινικά μη ειδική ερυθηματώδη<br />

κηλίδα που έδειξε μη ειδικές, ήπιες αλλοιώσεις στην ιστολογική εξέταση. Κατά το χρόνο<br />

της αρχικής αξιολόγησης, έγινε καλλιέργεια ιστού και ήταν συμβατή με ζυγομυκητίαση.<br />

Στη συνέχεια επιβεβαιώθηκε μέσω PCR ότι επρόκειτο για το είδος Rhizomucor. Ο ασθενής<br />

διεγνώσθη με γενικευμένη ζυγομυκητίαση, έγινε αμέσως έναρξη θεραπείας και ο<br />

ασθενής αποθεραπεύθηκε πλήρως. Η περίπτωσή μας αντιπροσωπεύει μια άτυπη κλινική<br />

και ιστολογική εικόνα γενικευμένης ζυγομυκητίασης και υπογραμμίζει την αξία διεξαγωγής<br />

καλλιεργειών ιστού σε μη χαρακτηριστικές δερματικές βλάβες, ειδικά σε περιπτώσεις<br />

σοβαρής ανοσοανεπάρκειας.<br />

Ά<br />

νδρας 45 ετών με οξεία μυελογενή λευχαιμία<br />

(AML), ο οποίος πρόσφατα υπεβλήθη σε<br />

επαγωγική χημειοθεραπεία με 7+3 cytarabine<br />

και idarubicin, εισήχθη στις αιματολογικές υπηρεσίες<br />

για ουδετεροπενικό πυρετό. Διεγνώσθη να έχει<br />

βακτηριαιμία από S. epidermidis και εξήλθε του<br />

νοσοκομείου για την οικία του λαμβάνοντας<br />

levofloxacin, daptomycin, και rifampin. Παρέμεινε<br />

σε προφυλακτική χορήγηση acyclovir και voriconazole,<br />

τα οποία ελάμβανε προ της εισαγωγής του. Μετά<br />

από μια εβδομάδα, επανεισήχθη για ουδετεροπενικό<br />

πυρετό. Η αξονική τομογραφία έδειξε μια νέα<br />

πύκνωση στη γλωσσίδα μαζί με πλευριτική συλλογή.<br />

Στην εξέταση, ο ασθενής ήταν απύρετος και<br />

φαινόταν αρκετά καλά. Παρατηρήθηκε να έχει μια<br />

ήπιας ευαισθησίας ερυθηματώδη κηλίδα στο δεξιό<br />

τμήμα της κοιλιακής χώρας (Εικόνα 1) η οποία είχε<br />

εμφανισθεί πριν από 2-3 ημέρες. Αρνήθηκε οποιονδήποτε<br />

πρόσφατο τραυματισμό ή χειρισμό με<br />

όργανα σε εκείνη την περιοχή.<br />

12 ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ ΔΕΡΜΑΤΟΛΟΓΙΑ


Ελήφθησαν δύο γειτονικά δείγματα βιοψίας (punch<br />

biopsy) 4mm: ένα για ιστολογική εξέταση και ένα<br />

για καλλιέργεια ιστού. Η Η&Α χρώση έδειξε δερματικό<br />

οίδημα και μη ειδική δερματική φλεγμονή<br />

(Εικόνα 2). Οι Gram, GMS, και AFB χρώσεις ήταν<br />

όλες αρνητικές. Παρά τα μη ειδικά ιστολογικά ευρήματα,<br />

η καλλιέργεια ιστού είχε σαν αποτέλεσμα ανάπτυξη<br />

ζυγομυκητίασης μέσα σε 3 ημέρες (Εικόνες<br />

3 και 4). Μέσω PCR επιβεβαιώθηκε ότι επρόκειτο<br />

για Rhizomucor sp.<br />

Είναι αξιοσημείωτο, ότι καλλιέργειες οι οποίες<br />

ελήφθησαν από όλα τα άλλα μέρη του σώματος κατά<br />

τη διάρκεια της νοσηλείας ήταν αρνητικές, συμπεριλαμβανομένων:<br />

αίματος, μυελού οστών, βρογχοκυψελιδικής<br />

έκπλυσης και πλευριτικού υγρού. Ο<br />

ασθενής έλαβε θεραπεία με λιποσωμική amphotericin<br />

B και G-CSF. Διαδοχικές αξονικές τομογραφίες έδειξαν<br />

εξέλιξη της δερματικής βλάβης της κοιλιακής<br />

χώρας με εμπλοκή του μυϊκού συστήματος του κοιλιακού<br />

τοιχώματος. Επίσης, παρατηρήθηκαν νέα<br />

πνευμονικά οζίδια. Έγινε προσθήκη posaconazole<br />

και ζητήθηκε η γνώμη του χειρουργικού τμήματος.<br />

Η λοίμωξη σταθεροποιήθηκε με ιατρική αντιμετώπιση<br />

όσο ο ασθενής ανέμενε χειρουργική επέμβαση.<br />

Τελικά, διενεργήθηκαν μια σφηνοειδής εκτομή<br />

της γλωσσίδας και ευρεία εκτομή του ενδομυϊκού<br />

αποστήματος στο δεξιό κοιλιακό τοίχωμα. Επιχρίσματα<br />

ανίχνευσης μυκήτων από τα χειρουργικά<br />

παρασκευάσματα επιβεβαίωσαν τη διάγνωση γενικευμένης<br />

ζυγομυκητίασης. Ο ασθενής ανέρρωσε<br />

και, προς το παρόν, αναμένει μεταμόσχευση μυελού<br />

των οστών για την AML.<br />

Συζήτηση<br />

Ζυγομυκητίαση είναι το προτιμώμενο όνομα για την<br />

αγγειοτροπική λοίμωξη που προέρχεται από την κλάση<br />

των ζυγομυκήτων, η οποία περιλαμβάνει τρεις<br />

τάξεις: Mucorales, Entomophthorales, και Mortierellales.<br />

Ένα παλαιότερο εναλλακτικό όνομα, η Μουκορμυκητίαση,<br />

δεν προτιμάται πλέον, διότι αποτυγχάνει να<br />

εκπροσωπήσει την μεγάλη ποικιλία ανθρώπινων<br />

παθογόνων εντός της κλάσεως των ζυγομυκήτων.<br />

Η επίπτωση της ζυγομυκητίασης έχει αυξηθεί σταθερά<br />

από τη δεκαετία του 1940. Δυστυχώς, η συχνότητα<br />

της θνησιμότητας έχει παραμείνει μεταξύ του 47-<br />

<strong>57</strong>% από τη δεκαετία του 1960, οπότε και ξεκίνησε η<br />

ευρεία χρήση της amphotericin B. Παρόλο που υγιή<br />

άτομα μπορεί να προσβληθούν, η πλειονότητα των<br />

ασθενών που διαγιγνώσκονται με ζυγομυκητίαση<br />

έχουν διαβήτη ή κακοήθεια, ή έχουν υποβληθεί σε<br />

μεταμόσχευση συμπαγούς οργάνου ή μυελού των<br />

οστών [1]. Η ζυγομυκητίαση επηρεάζει πιο συχνά τους<br />

παραρρίνιους κόλπους και τους πνεύμονες.<br />

Αντίθετα από άλλους νηματοειδείς μύκητες, οι οποίοι<br />

τείνουν να εξαπλώνονται στο δέρμα αιματογενώς,<br />

η δερματική ζυγομυκητίαση σπάνια (3%) προκαλείται<br />

από διασπειρόμενη μόλυνση αλλά αντ΄ αυτού προκύπτει<br />

από άμεσο ενοφθαλμισμό [2]. Η πρωτογενής<br />

δερματική λοίμωξη μπορεί να αφορά τον ιστό ή το<br />

οστό και μπορεί να μεταπέσει σε γενικευμένη έως και<br />

στο 25% των περιπτώσεων. Οι δερματικές βλάβες χαρακτηριστικά<br />

παρουσιάζονται ως αιμορραγικές ή νεκρωτικές<br />

πλάκες και έλκη. Σε αντίθεση, ο ασθενής μας είχε<br />

σχετικά ανεπαίσθητα δερματικά ευρήματα και απου-<br />

Αναφορά περίπτωσης<br />

Εικόνα 1. Φωτογραφία του δεξιού τμήματος<br />

της κοιλιακής χώρας απεικονίζοντας μια ελαφρώς<br />

ερυθηματώδη κηλίδα<br />

Εικόνα 2. Η βιοψία έδειξε δερματικό οίδημα<br />

και μη ειδική δερματική φλεγμονή<br />

Τεύχος <strong>57</strong><br />

13


Εικόνα 3. Καλλιέργεια ιστού από βιοψία (punch biopsy) 4mm.<br />

O Rhizomucor συνήθως αναπτύσσεται ταχέως, φθάνοντας την<br />

ωρίμανση εντός 4 ημερών. Η υφή έχει παρομοιασθεί με το<br />

«μαλλί της γριάς» (βαμβακοειδής).<br />

σία ιστορικού τραυματισμού το οποίο να υποδηλώνει<br />

άμεσο ενοφθαλμισμό.<br />

Διάχυτη ζυγομυκητίαση μπορεί να παρουσιασθεί σε<br />

ασθενείς με σοβαρή ανοσοανεπάρκεια και συσχετίζεται<br />

με μια εξαιρετικά υψηλή συχνότητα θνησιμότητας [3].<br />

Για αυτό το λόγο, η πρώιμη αναγνώριση της δερματικής<br />

ζυγομυκητίασης είναι ουσιώδους σημασίας.Η ιστολογική<br />

εξέταση των δερματικών βλαβών συνήθως δείχνει<br />

αγγειακή προσβολή και νέκρωση, αλλά αυτά τα<br />

ευρήματα δεν ήταν παρόντα στη βιοψία του ασθενούς<br />

μας.Η καλλιέργεια ιστού μπορεί να χρησιμοποιηθεί για<br />

να διευκολύνει τη διάγνωση. Ο προσδιορισμός αλληλουχίας<br />

του DNA (DNA sequencing) βοηθά την ειδοταυτοποίηση<br />

αλλά δεν είναι ευρέως διαθέσιμη τεχνική.<br />

Η πρωταρχική θεραπεία συνίσταται σε χειρουργική<br />

εκτομή και αντιμυκητιασική θεραπεία με amphotericin<br />

B ή αζόλη δεύτερης γενεάς όπως η posaconazole [4].<br />

Επιπροσθέτως της χειρουργικής αντιμετώπισης και<br />

των αντιμυκητιασικών παραγόντων, το G-CSF έχει αναφερθεί<br />

ότι έχει κάποιο όφελος [5]. Οι αζόλες πρώτης<br />

γενεάς και η voriconazole – την οποία ελάμβανε ο<br />

ασθενής για προφύλαξη- έχουν ελάχιστη έως καμία<br />

δράση έναντι των ζυγομυκήτων. Μάλιστα, αρκετές αναφορές<br />

έχουν καταγράψει μια αύξηση ζυγομυκητίασης<br />

μεταξύ όσων έχουν υποβληθεί σε μεταμόσχευση βλαστικών<br />

κυττάρων ενώ ελάμβαναν voriconazole για<br />

θεραπεία ή προφύλαξη [6, 7].<br />

Στον ασθενή μας, η καλλιέργεια ιστού από μια ήπια<br />

δερματική βλάβη επέτρεψε την πρώιμη αναγνώριση<br />

γενικευμένης ζυγομυκητίασης. Η ταχεία έναρξη λιποσωμικής<br />

amphotericin B και posaconazole φάνηκε<br />

να βοηθούν στον περιορισμό της λοίμωξης καθώς ο<br />

ασθενής ανέμενε οριστική χειρουργική εκτομή. Αυτή<br />

Εικόνα 4. Καλλιέργεια ιστού από βιοψία (punch biopsy)<br />

4mm, δείχνει υφές με σπάνια διαφραγμάτια, ακανόνιστα<br />

διακλαδούμενα σποραγγειοφόρα, στρογγυλά, καφέ χρώματος<br />

σποραγγεία και ριζοειδή, τα οποία εντοπίζονται σε<br />

διακλαδώσεις μεταξύ των σποραγγειοφόρων. Η μορφολογία<br />

ήταν σύμφωνη με Rhizomucor.<br />

η περίπτωση αντιπροσωπεύει μια ήπια εμφάνιση της<br />

γενικευμένης ζυγομυκητίασης και υπογραμμίζει τη<br />

σημασία της διεξαγωγής καλλιεργειών ιστού σε ανοσοανεπαρκείς<br />

ασθενείς οι οποίοι προσέρχονται με μη<br />

ειδικά δερματικά ευρήματα.<br />

Βιβλιογραφικές αναφορές<br />

1. Lee FY, Mossad SB,Adal KA. Pulmonary mucormycosis:<br />

the last 30 years.Archives of internal medicine 1999;159(12):1301-<br />

9.<br />

2. Roden MM, Zaoutis TE, Buchanan WL, et al. Epidemiology<br />

and outcome of zygomycosis: a review of 929 reported<br />

cases. Clin Infect Dis 2005;41(5):634-53.<br />

3. Gonzalez CE,Couriel DR,Walsh TJ.Disseminated zygomycosis<br />

in a neutropenic patient: successful treatment with<br />

amphotericin B lipid complex and granulocyte colonystimulating<br />

factor. Clin Infect Dis 1997;24(2):192-6.<br />

4. Kauffman CA, Malani AN. Zygomycosis: an emerging<br />

fungal infection with new options for management.<br />

Current infectious disease reports 2007;9(6):435-40.<br />

5. Sahin B, Paydas S, Cosar E, Bicakci K, Hazar B. Role of<br />

granulocyte colony-stimulating factor in the treatment<br />

of mucormycosis. Eur J Clin Microbiol Infect Dis<br />

1996;15(11):866-9.<br />

6. Marty FM,Cosimi LA,Baden LR.Breakthrough zygomycosis<br />

after voriconazole treatment in recipients of hematopoietic<br />

stem-cell transplants.The New England journal of medicine<br />

2004;350(9):950-2.<br />

7. Kontoyiannis DP,Lionakis MS,Lewis RE,et al.Zygomycosis<br />

in a tertiary-care cancer center in the era of Aspergillusactive<br />

antifungal therapy: a case-control observational<br />

study of 27 recent cases.The Journal of infectious diseases<br />

2005;191(8):1350-60.<br />

14 ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ ΔΕΡΜΑΤΟΛΟΓΙΑ


Αλλεργική δερματίτιδα<br />

εξ επαφής από γυαλιά<br />

Kimberly Scott, Τμήμα Δερματολογίας<br />

Michelle M Levender MD, Τμήμα Δερματολογίας<br />

Steven R Feldman MD PhD, Τμήμα Δερματολογίας, Τμήμα Παθολογίας, Τμήμα Επιστημών Δημόσιας Υγείας<br />

Κέντρο Δερματολογικής Έρευνας, Σχολή Ιατρικής Πανεπιστημίου Wake Forest, Winston-Salem, Βόρεια<br />

Καρολίνα<br />

Περίληψη: Η αλλεργική δερματίτιδα εξ επαφής είναι ένα συχνό πρόβλημα. Η κατανομή<br />

του εξανθήματος με το οποίο παρουσιάζεται ένας ασθενής αποτελεί το κλειδί για την αναγνώριση<br />

του ενοχοποιητικού παράγοντα. Η ικανότητα ταχείας αναγνώρισης των χαρακτηριστικών<br />

εικόνων κοινών αλλεργιογόνων είναι σημαντική. Παρουσιάζουμε μια περίπτωση<br />

ερυθρών πλακών στο πρόσωπο. Η κατανομή αυτών των πλακών παρέπεμπε ξεκάθαρα ως<br />

αίτιο σε γυαλιά οράσεως. Οι σκελετοί των γυαλιών κατασκευάζονται από διάφορα υλικά,<br />

που έχουν τη δυνατότητα να δράσουν ως αλλεργιογόνα.<br />

Εισαγωγή<br />

Η δερματίτιδα εξ επαφής είναι ένα συχνό πρόβλημα.<br />

Σύμφωνα με το Εθνικό Ινστιτούτο Εργασιακής Ασφάλειας<br />

και Υγιεινής, η επαγγελματική δερματοπάθεια<br />

(occupational skin disease -OSD) είναι ο δεύτερος<br />

συχνότερος τύπος επαγγελματικού νοσήματος. Η δερματίτιδα<br />

εξ επαφής είναι η πιο συχνά αναφερόμενη<br />

OSD, αποτελώντας το 90 έως 95 τοις εκατό των OSD<br />

στις Ηνωμένες Πολιτείες, με ένα υπολογιζόμενο ετήσιο<br />

κόστος το οποίο ξεπερνά το ένα δισεκατομμύριο<br />

δολάρια. Περίπου 20 τοις εκατό των περιπτώσεων δερματίτιδας<br />

εξ επαφής είναι αλλεργικής αιτιολογίας [1].<br />

Αναρίθμητες ουσίες προκαλούν αλλεργική δερματίτιδα<br />

εξ επαφής, συμπεριλαμβανομένων μετάλλων, καλλυντικών,<br />

πλαστικών, διαλυτών και βαφών, κάποιες<br />

από τις οποίες μπορεί να υπάρχουν στους κοινούς<br />

σκελετούς των γυαλιών.<br />

Περίπτωση<br />

Μια 62χρονη γυναίκα προσήλθε στην κλινική με ένα<br />

ιστορικό διάρκειας τριών εβδομάδων, ερυθηματωδών,<br />

λεπιδωδών πλακών στα ζυγωματικά τόξα (Εικόνα 1).<br />

Η πλάκα της αριστερής πλευράς ήταν μεγαλύτερη από<br />

εκείνη της δεξιάς. Και οι δύο ήταν σε ένα βαθμό ευαίσθητες<br />

και κνησμώδεις. Η ασθενής ανέφερε ιστορικό<br />

ευαισθησίας σε φθηνά σκουλαρίκια. Έλεγχος των γυαλιών<br />

της ασθενούς απεκάλυψε σημαντική φθορά του<br />

σκελετού στο σημείο της επαφής με τα δύο ζυγωματικά<br />

τόξα, με μεγαλύτερη φθορά στην αριστερή πλευρά<br />

από ότι στη δεξιά (Εικόνα 2).<br />

Συζήτηση<br />

Σε αυτή την περίπτωση δεν έγινε επιδερμική δοκιμασία,<br />

για να προσδιορισθεί το ακριβές συστατικό στο<br />

οποίο ο ασθενής ενεφάνισε αντίδραση. Ένας πιθανός<br />

ενοχοποιητικός παράγοντας είναι το νικέλιο στο σκελετό.<br />

Σε ανταπόκριση στη συχνότητα της αλλεργίας<br />

στο νικέλιο στο γενικό πληθυσμό, κάποιες εταιρείες<br />

παραγωγής γυαλιών έχουν ξεκινήσει να παράγουν<br />

σκελετούς «ελεύθερους νικελίου». Εντούτοις, οι Glas<br />

και Egelrud ανακάλυψαν ότι το βερνίκι το οποίο εφαρμόζεται<br />

στους σκελετούς θα μπορούσε επίσης να είναι<br />

πηγή νικελίου. Ανέφεραν μια περίπτωση αλλεργικής<br />

δερματίτιδας εξ επαφής προκαλούμενης από νικέλιο<br />

σε ασθενή ο οποίος χρησιμοποιούσε γυαλιά «ελεύ-<br />

16 ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ ΔΕΡΜΑΤΟΛΟΓΙΑ


Εικόνα 1. Αμφοτερόπλευρες, ερυθρές, λεπιδώδεις πλάκες<br />

προσώπου, εντοπιζόμενες στα ζυγωματικά τόξα. Της αριστερής<br />

πλευράς ήταν μεγαλύτερη από της δεξιάς.<br />

Εικόνα 2. Εκτεθειμένο μέταλλο σε σκελετό γυαλιών<br />

ηλίου. Ο σκελετός γυαλιών ηλίου της ασθενούς ήταν<br />

φθαρμένος στα σημεία που έρχονται σε επαφή με τα ζυγωματικά<br />

τόξα. Τα βέλη υποδεικνύουν τα σημεία φθοράς.<br />

Μεγαλύτερη φθορά παρουσιάζεται στην αριστερή πλευρά<br />

σε σχέση με τη δεξιά.<br />

θερα νικελίου»[2]. Άλλες αιτίες αλλεργικής δερματίτιδας<br />

εξ επαφής από γυαλιά περιλαμβάνουν μέταλλα,<br />

ελαστικό, πλαστικά, πλαστικοποιητές, διαλύτες, σταθεροποιητές<br />

UV, αντιοξειδωτικά, βαφές και κεριά [3,4,5].<br />

Σκελετοί γυαλιών από παλλάδιο και τιτάνιο επίσης<br />

έχει αναφερθεί ότι προκαλούν αλλεργική δερματίτιδα<br />

εξ επαφής [4].<br />

Η αλλεργική δερματίτιδα εξ επαφής από γυαλιά μπορεί<br />

να παρουσιασθεί σε ποικιλία εντοπισμών και με<br />

διάφορες μορφές. Η εμπλοκή των ζυγωματικών, ειδικά<br />

όταν είναι μονόπλευρη, μπορεί να μιμείται την ακτινική<br />

κεράτωση ή το ακανθοκυτταρικό καρκίνωμα in<br />

situ. Η παρουσία δερματικών αλλοιώσεων στα ζυγωματικά<br />

τόξα είναι αρκετά χαρακτηριστική μιας αντίδρασης<br />

σε σκελετούς γυαλιών. Μια πρόσφατη αναφορά<br />

τεκμηρίωσε μια περίπτωση αλλεργικής δερματίτιδας<br />

εξ επαφής η οποία προσέβαλε τη ρινική γέφυρα και<br />

τις οπισθοωτιαίες περιοχές και η οποία αποδόθηκε<br />

στα επιρρίνια και τους βραχίονες του σκελετού των<br />

γυαλιών [6].<br />

Χαρακτηριστικοί τύποι εξανθήματος παρέχουν στοιχεία<br />

στους δερματολόγους για να αναζητήσουν το<br />

πιθανό ενοχοποιούμενο αλλεργιογόνο. Σε αυτήν την<br />

περίπτωση, η ασθενής μας δεν φορούσε γυαλιά όταν<br />

εξετάσθηκε. Επί ερωτήσεως, ενεφάνισε ένα ζεύγος γυαλιών<br />

τα οποία δεν είχαν φθαρμένες περιοχές στο σκελετό.<br />

Επειδή η μορφολογία του εξανθήματος υπεδείκνυε<br />

αλλεργική δερματίτιδα από γυαλιά, ο γιατρός της<br />

επέμεινε και υπέδειξε ότι το πρόβλημα μπορεί να<br />

σχετίζεται με άλλο ζεύγος γυαλιών. Όπως ήταν αναμενόμενο,<br />

η ασθενής προσκόμισε τα γυαλιά ηλίου<br />

από το σπίτι της, τα οποία αποδείχθηκε ότι ήταν ο ενοχοποιούμενος<br />

παράγοντας.<br />

Βιβλιογραφικές αναφορές<br />

1. Skin exposure and effects.National Institute of Occupational<br />

Health and Safety: Safety and Health Topic, National<br />

Institute of Occupational Health and Safety, 2009 Sept.<br />

2. Glas B, Egelrud T. Nickel in “nickel-free”spectacle frames.<br />

Contact Dermatitis. 1999 Apr;40(4):217.<br />

3. Nakada T, Maibach HI. Eyeglass allergic contact dermatitis.<br />

Contact Dermatitis. 1998 Jul;39(1):1-3. Review.<br />

4. Suhonen R, Kanerva L.Allergic contact dermatitis caused<br />

by palladium on titanium spectacle frames. Contact<br />

Dermatitis. 2001 Apr;44(4):2<strong>57</strong>-8.<br />

5. Leow YH, Ng SK, Goh CL. An unusual cause of postauricular<br />

dermatitis.Contact Dermatitis.2000 May;42(5):308.<br />

6. Nakada T, Iijima M, Maibach HI. Eyeglass frame allergic<br />

contact dermatitis:does tacrolimus prevent recurrences?<br />

Contact Dermatitis. 2005 Oct;53(4):219-21.<br />

Τεύχος <strong>57</strong><br />

17


Οζώδης λεμφαγγειίτιδα: Αναφορά<br />

μιας περίπτωσης με παρουσίαση<br />

ενός διαγνωστικού προτύπου<br />

Cerrene Nicole Giordano BS, Robert E Kalb MD, Corstiaan Brass MD, Lin Lin MD PhD, Thomas N Helm MD<br />

Σχολή Ιατρικής και Βιοϊατρικών Επιστημών Πανεπιστημίου Buffalo<br />

Περίληψη: Ένας άνδρας 54 ετών με άσθμα, πρόπτωση μιτροειδούς βαλβίδας και κάκωση<br />

ράχεως ανέπτυξε ερυθηματώδη οζίδια τα οποία αναπτύχθηκαν κατά μήκος της λεμφικής<br />

αποχέτευσης του δεξιού βραχίονα. Η βιοψία δέρματος αποκάλυψε κοκκιωματώδη<br />

φλεγμονή με σχηματισμό αποστηματίων. Η καλλιέργεια επιβεβαίωσε λοίμωξη από<br />

Mycobacterium marinum. Ο ασθενής αντιμετωπίσθηκε με clarithromycin, ethambutol,<br />

rifampin, και τοπική χορήγηση αργυρούχου sulfadiazine.Αργότερα προσετέθη και<br />

doxycycline hyclate λόγω βραδείας επούλωσης. Το Mycobacterium marinum ανήκει σε<br />

μια ομάδα λοιμογόνων παραγόντων οι οποίοι μπορούν να προκαλέσουν οζώδη λεφαγγειίτιδα.<br />

Οι βλάβες από σποροτρίχωση συχνότερα αναπτύσσονται μετά από ενοφθαλμισμό<br />

του δέρματος από Sporothrix schenckii, είδη Leishmania, είδη Nocardia, και<br />

Mycobacterium marinum. Ένα διεξοδικό κλινικό ιστορικό και η κλινική εξέταση μπορούν<br />

να περιορίσουν τις διαφορικές διαγνώσεις, αντλώντας πληροφορίες γύρω από το<br />

αιτιολογικό περιβάλλον, τον χρόνο ενοφθαλμισμού, την κλινική εικόνα των αλλοιώσεων<br />

και την παρουσία ή απουσία συστηματικής εμπλοκής για κάθε έναν από τους αιτιογενείς<br />

οργανισμούς. Βιοψία δέρματος και μικροβιολογικές καλλιέργειες ιστού είναι βασικές<br />

για την επιβεβαίωση της διάγνωσης. Θα γίνει ανασκόπηση της διαφορικής διάγνωσης<br />

και ενός προτεινόμενου διαγνωστικού προτύπου.<br />

Εισαγωγή<br />

Ο όρος οζώδης λεμφαγγειίτιδα περιγράφει μια χαρακτηριστική<br />

κλινική εικόνα στην οποία ερυθηματώδεις<br />

βλατίδες και οζίδια είναι εντοπισμένα κατά μήκος του<br />

λεμφικού αποχετευτικού δικτύου. Τα κλινικά ευρήματα,<br />

το ιστορικό και εστιασμένες διαγνωστικές εξετάσεις<br />

μπορούν συνήθως να οδηγήσουν σε ταχεία και<br />

ακριβή διάγνωση. Κάνουμε αναφορά μιας περίπτωσης<br />

και συζητούμε τις διαγνωστικές εξετάσεις και τις<br />

διαφορικές διαγνώσεις.<br />

Κλινική εικόνα<br />

Ένας άνδρας 54 ετών παρουσιάσθηκε με ένα οζίδιο<br />

στο δεξί χέρι. Είχε παρατηρήσει τραύμα στο<br />

τρίτο δάκτυλο του δεξιού χεριού, καθώς προσπαθούσε<br />

να ανακτήσει κάποιο αντικείμενο από ένα<br />

συρτάρι κοντά στο νιπτήρα του. Μια ακίδα εισήλθε<br />

στο δέρμα και ανέπτυξε ερύθημα κοντά στο<br />

τραύμα κατά τη διάρκεια των επόμενων πέντε ημερών.<br />

Κατά τη διάρκεια των επόμενων δύο εβδομάδων<br />

ανέπτυξε οζίδια. Τα οζίδια εκτείνονταν στον<br />

18 ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ ΔΕΡΜΑΤΟΛΟΓΙΑ


καρπό και το αντιβράχιο, ήταν ερυθηματώδη και<br />

παρουσίαζαν ευαισθησία. Παρατηρήθηκε τροχιλιακή<br />

λεμφαδενοπάθεια χωρίς άλλη συνυπάρχουσα<br />

αδενοπάθεια. Το προηγούμενο ιστορικό του περιελάμβανε,<br />

πρόπτωση μιτροειδούς βαλβίδος και άσθμα<br />

καθώς και αναπηρία προκληθείσα από παλαιότερη<br />

κάκωση ράχεως. Στο παρελθόν εργαζόταν ως<br />

θεραπευτής σε ένα ψυχιατρικό κέντρο. Οι ασχολίες<br />

του (hobbies) περιελάμβαναν τη συλλογή νομισμάτων<br />

και τη μελέτη σκύλων και τροπικών φυτών.<br />

Είχε στην κατοχή του ένα ενυδρείο με ψάρια. Δεν<br />

είχε γνωστές αλλεργίες.<br />

Η κλινική εξέταση απεκάλυψε ερύθημα και οζώδεις<br />

περιοχές στη ραχιαία επιφάνεια του τρίτου δακτύλου.<br />

Τα οζίδια παρουσιάζονταν με γραμμική κατανομή<br />

κατά μήκος του πήχεως και των λεμφικών<br />

καναλιών (Εικόνα 1). Οι ακτινολογικές εξετάσεις<br />

έδειξαν ήπια οστεοαρθρίτιδα, αλλά κατά τα άλλα δεν<br />

συνεισέφεραν σε κάτι.<br />

Διεξήχθη βιοψία δέρματος, η οποία απεκάλυψε κοκκιωματώδη<br />

φλεγμονή με σχηματισμό αποστηματίων<br />

(Εικόνα 2). Οξεάντοχη χρώση η οποία έγινε με την<br />

τεχνική Richard-Allen Chromaview δεν συνεισέφερε<br />

κάτι. Η προκαταρκτική καλλιέργεια απεκάλυψε οξεοάντοχους<br />

βάκιλλους. Η καλλιέργεια για μύκητες ήταν<br />

αρνητική. Τα αποτελέσματα της αρχικής καλλιέργειας<br />

καθοδήγησαν τη διαφορική διάγνωση προς τα είδη<br />

Mycobacterium, πιο ειδικά, είτε το Mycobacterium<br />

marinum ή το Mycobacterium avium-intracellulare<br />

complex (MAC), καθώς και τα δύο αυτά βρίσκονται<br />

στο τοπικό δίκτυο ύδρευσης. Δεδομένης της έκτασης<br />

της νόσου, μας απασχολούσε η ανοσολογική κατάσταση<br />

του ασθενούς. Συνεπώς, το MAC θεωρήθηκε<br />

πιο πιθανή αιτία από το M. Marinum. Το θεραπευτικό<br />

σχήμα ήταν επομένως επιθετικό και κατευθυνόμενο<br />

προς την αρχική υπόθεση του MAC. Η θεραπεία<br />

αποτελείτο από συνδυασμένη αντιβιοτική αγωγή<br />

η οποία περιελάμβανε clarithromycin (500 mg, ένα<br />

δισκίο κάθε 12 ώρες), ethambutol (400 mg, 3 δισκία<br />

ημερησίως), and rifampin (300 mg, 2 κάψουλες ημερησίως),καθώς<br />

και τοπική αργυρούχο κρέμα sulfadiazine<br />

(Silvadene® κρέμα) εφαρμοζόμενη δύο φορές ημερησίως<br />

στην πάσχουσα περιοχή [1].Τα τελικά αποτελέσματα<br />

της καλλιέργειας απεκάλυψαν Mycobacterium<br />

marinum. Δεδομένης της βραδείας διαδικασίας επούλωσης,<br />

στο σχήμα προσετέθη doxycycline hyclate<br />

από του στόματος (100mg, δις ημερησίως), μετά από<br />

2 ½ μήνες θεραπείας με τα παραπάνω φαρμακευτικά<br />

σκευάσματα. Η doxycycline διεκόπη μετά από τρεις<br />

ημέρες θεραπείας, λόγω επιμένουσας ναυτίας και εμέτου,<br />

καταφανώς προκαλούμενων από το φάρμακο. Ο<br />

ασθενής συνέχισε το αρχικό σχήμα για 6 μήνες κατά<br />

τη διάρκεια των οποίων τα οζίδια απέδραμαν. Θα έχει<br />

ολοκληρώσει θεραπεία σε ένα μήνα, με αποτέλεσμα<br />

συνολικό χρόνο αγωγής 7 μηνών. Ο ασθενής θα<br />

παρακολουθείται κάθε τρεις μήνες για ένα χρόνο,<br />

ώστε να διαπιστωθεί οριστική θεραπεία.<br />

Συζήτηση<br />

Ο όρος οζώδης λεμφαγγειίτιδα περιγράφει την εξάπλωση,<br />

κατά μήκος των λεμφικών καναλιών του δέρματος<br />

και του υποδορίου, επιφανειακών δερματικών<br />

αλλοιώσεων προερχόμενων από ένα αρχικό σημείο<br />

ενοφθαλμισμού. Η ύπαρξη οζώδους λεμφαγγειίτιδας<br />

υποδηλώνει μια περιορισμένη διαφορική διάγνωση,<br />

η οποία περιλαμβάνει ενοφθαλμισμό του δέρματος<br />

από Mycobacterium marinum, Sporothrix schenckii,<br />

Leishmania braziliensis, and Nocardia brasiliensis [2,<br />

3, 4, 5]. Ιστορικό ταξιδίων συχνά μπορεί να δώσει στοιχεία<br />

για το συγκεκριμένο αίτιο μόλυνσης. Για παράδειγμα,<br />

η Leishmania είναι ενδημική στις τροπικές και<br />

υποτροπικές χώρες. Οι υπαίτιοι για αυτές τις παθήσεις<br />

οργανισμοί, τυπικά ποικίλλουν ως προς τον χρόνο<br />

επώασης,από μερικές εβδομάδες έως μερικούς μήνες.<br />

Η παρουσία εξέλκωσης, διαπύησης και παροχέτευσης,<br />

τυπικά θα διαφέρει μεταξύ των υπαίτιων ειδών. Ένα<br />

λεπτομερές ιστορικό, συνοδευόμενο από εξοικείωση<br />

με την κλινική εικόνα της οζώδους λεμφαγγειίτιδας,<br />

επιτρέπει τη διεξαγωγή των κατάλληλων διαγνωστικών<br />

και εργαστηριακών εξετάσεων,ώστε να μπορεί να γίνει<br />

έναρξη στοχευμένης θεραπείας. Αυτή η ανασκόπηση<br />

θα εστιάσει στα τέσσερα κύρια αίτια της οζώδους λεμφαγγειίτιδας<br />

στις Ηνωμένες Πολιτείες. Παρόλο που<br />

αυτοί οι οργανισμοί είναι ταξινομικά διαφορετικοί,μοιράζονται<br />

κάποια κοινά χαρακτηριστικά. Κάθε μία από<br />

αυτές τις λοιμώξεις τυπικά απαντάται σε ανοσοεπαρκείς<br />

ξενιστές [3]. Ως αποτέλεσμα, η πλειονότητα ξεκινά<br />

από ένα προηγούμενο επεισόδιο τραυματισμού, ανεξάρτητα<br />

από την έκταση του τραύματος. Η συστηματική<br />

προσβολή είναι σπάνια στην οζώδη λεμφαγγειίτιδα<br />

[2, 3]. Οι λοιμώξεις τείνουν να συγκεντρώνονται<br />

γύρω από επιχώρια λεμφαγγεία χωρίς εν τω βάθει<br />

διείσδυση ή διασπορά σε απομακρυσμένα σημεία.<br />

Εξαιρέσεις μπορεί να υπάρξουν σε ανοσοκατεσταλμένους<br />

ξενιστές με τοπική προσβολή και διάχυτη εξάπλωση<br />

[7,8,9]. Κατάλληλες ιστολογικές εξετάσεις και<br />

ιστικές καλλιέργειες μπορούν να εδραιώσουν τη διάγνωση<br />

στους περισσότερους ασθενείς [2, 3, 10].<br />

Mycobacterium marinum<br />

Υπάρχουν αναφορές ότι διάφορα μη φυματιώδη<br />

είδη μυκοβακτηριδίων μπορεί να προκαλέσουν λεμ-<br />

Τεύχος <strong>57</strong><br />

19


Εικόνα 1. Οζώδεις και ερυθηματώδεις βλάβες στο δεξιό χέρι και βραχίονα οι οποίες ακολουθούν τη λεμφική αποχέτευση<br />

φοδερματική λοίμωξη. Εντούτοις, εξ αυτών, το M.<br />

Marinum είναι το είδος το οποίο συσχετίζεται πιο<br />

συχνά με οζώδη λεμφαγγειίτιδα [2, 3, 4, 5, 8]. Οι λοιμώξεις<br />

από Mycobacterium marinum γενικά έπονται<br />

ενός τοπικού τραυματισμού και ακόλουθης<br />

έκθεσης σε υδάτινο περιβάλλον. Όσοι χειρίζονται<br />

ψάρια και οι ασχολούμενοι με ενυδρεία έχουν τον<br />

υψηλότερο κίνδυνο να αναπτύξουν λοίμωξη, παρότι<br />

υπάρχουν τεκμηριωμένες εξάρσεις από πισίνες,<br />

λίμνες και ωκεανούς [2, 3, 5, 11]. Ο αρχικός ενοφθαλμισμός<br />

τυπικά αναπτύσσεται ως ευαίσθητα οζίδια<br />

ή φλύκταινες στα άνω άκρα, συχνά 2-3 εβδομάδες<br />

μετά τον αρχικό τραυματισμό. Οι βλατίδες<br />

συνήθως εξελκούνται, πυορροούν, και συχνά εκτείνονται<br />

κατά μήκος των εγγύς λεμφαγγείων. Οι βλάβες<br />

συχνά δεν συνοδεύονται από πόνο και μεγαλώνουν<br />

αργά. Συνοδός αδενοπάθεια γενικά δεν<br />

υπάρχει εκτός εάν είναι παρούσα δευτερογενής<br />

βακτηριακή λοίμωξη και συστηματικά συμπτώματα<br />

είναι σπάνια [3, 5]. Λιγότερο συχνά, μπορεί να παρουσιαστούν<br />

εν τω βάθει λοιμώξεις όπως τενοντοθυλακίτιδα,<br />

οστεομυελίτιδα, αρθρίτιδα και θυλακίτιδα<br />

[11]. Ο αριθμός των αλλοιώσεων, η έκταση της δερματικής<br />

εμπλοκής και η απουσία εσωτερικής ή συστηματικής<br />

εμπλοκής εξαρτάται από την ανοσολογική<br />

κατάσταση του ασθενούς [8]. Όπως είναι αναμενόμενο,<br />

οι ανοσοκατεσταλμένοι ασθενείς τείνουν να<br />

έχουν πιο σοβαρή εμφάνιση και πορεία της νόσου.<br />

Επειδή τα μυκοβακτηρίδια δεν αναπτύσσονται στις<br />

συνήθεις βακτηριακές καλλιέργειες, υψηλός βαθμός<br />

κλινικής υποψίας είναι απαραίτητος για να γίνει<br />

η διάγνωση [5]. Η κλινική εικόνα, ο κύριος εντοπισμός<br />

και το ιστορικό τραύματος με μεταγενέστερη<br />

έκθεση σε υδάτινο περιβάλλον είναι χρήσιμα από<br />

αυτή την άποψη [11].<br />

Η ορθή καλλιέργεια του ιστού απαιτεί εβδομάδες<br />

επώασης στους 32 ο C με ειδικά για τον οργανισμό<br />

θρεπτικά υλικά [3, 9]. Η ιστολογική εξέταση αποκαλύπτει<br />

κοκκιωματώδη φλεγμονή χωρίς νέκρωση<br />

τυροειδοποίησης [12]. Η ιστολογική εξέταση του<br />

ιστού είναι επίσης χρήσιμη, καθώς αυτοί οι οργανισμοί<br />

μπορούν να ταυτοποιηθούν με κλασικές<br />

οξεάντοχες χρώσεις [4, 9]. Αρκετοί διαφορετικοί<br />

τύποι χρώσεων για οξεάντοχους οργανισμούς μπορεί<br />

να αυξήσουν την πιθανότητα διάκρισης μικροοργανισμών<br />

σε συνήθεις ιστολογικές εξετάσεις.<br />

Εντούτοις, η απουσία μικροοργανισμών στις ιστολογικές<br />

δεν αποκλείει τη διάγνωση του M. Marinum.<br />

Η μέθοδος PCR, εφόσον είναι διαθέσιμη, μπορεί<br />

να οδηγήσει σε διάγνωση μέσα σε διάστημα ημερών<br />

[11]. Η θεραπεία σε κάθε ξεχωριστή περίπτωση<br />

πρέπει να στηριχθεί από τεστ ευαισθησίας εξαιτίας<br />

της σπανιότητας της λοίμωξης και της ένδειας<br />

κλινικών αποδείξεων [4, 5, 9]. Η clarithromycin αυτή<br />

τη στιγμή θεωρείται ως ο καλύτερος παράγοντας,<br />

παρότι εφάμιλλη επιτυχία έχει επιτευχθεί με τη χρήση<br />

minocycline και amikacin. Η Doxycycline, η<br />

trimethoprim-sulfamethoxazole, και ο συνδυασμός<br />

rifampin και ethambutol μπορεί να είναι αποτελεσματικά,<br />

αλλά συναντούν διάφορους βαθμούς αντί-<br />

20 ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ ΔΕΡΜΑΤΟΛΟΓΙΑ


Εικόνα 2. Λεμφοκύτταρα, ιστιοκύτταρα και γιγαντοκύτταρα<br />

(H&E, x20)<br />

στασης [2, 3, 4, 5, 9, 12]. Η μονοθεραπεία συνήθως<br />

χρησιμοποιείται για την ήπια δερματική νόσο χωρίς<br />

επιπλοκές [13]. Η συνδυασμένη θεραπεία είναι απαραίτητη<br />

για πιο σοβαρές δερματικές λοιμώξεις και<br />

/ ή διεσπαρμένη νόσο. Η τυπική διάρκεια θεραπείας<br />

συνεχίζεται για 2-3 μήνες μετά την αποδρομή<br />

των συμπτωμάτων. Μπορεί να απαιτηθεί χειρουργική<br />

αντιμετώπιση (από ήπιο χειρουργικό<br />

καθαρισμό έως ακρωτηριασμό άκρου) εφόσον ενέχονται<br />

εν τω βάθει ιστοί [12, 13].<br />

Sporothrix schenckii<br />

Το Sporothrix schenckii είναι η πλέον κοινή αιτία<br />

οζώδους λεμφαγγειίτιδας στις Ηνωμένες Πολιτείες<br />

και η «σποροτρίχωση» κάποιες φορές χρησιμοποιείται<br />

ως συνώνυμο της οζώδους λεμφαγγείτιδας [2,<br />

3, 10]. Αυτός ο διμορφικός μύκητας τυπικά εμφανίζει<br />

παγκόσμια κατανομή, αλλά απαντάται κυρίως<br />

στις τροπικές και υπο-τροπικές περιοχές [14, 15]. Οι<br />

περισσότεροι ασθενείς είναι υγιείς ενήλικες, κάτω<br />

από την ηλικία των 30 ετών και παρουσιάζονται με<br />

βλάβες στα άνω άκρα ή το πρόσωπο. Ο τραυματικός<br />

ενοφθαλμισμός του μύκητα είναι ιδιαίτερα συχνός<br />

και τυπικά συμβαίνει μετά από έκθεση σε ξύλα ή<br />

χώμα, παρότι έχει περιγραφεί και ζωονοτική μετάδοση<br />

[11, 15]. Αγρότες, κηπουροί και δασεργάτες<br />

είναι συνεπώς ένας πληθυσμός ο οποίος βρίσκεται<br />

σε κίνδυνο για λοίμωξη από S. Schenckii. Η πρωταρχική<br />

βλάβη συνήθως εμφανίζεται ως ανώδυνη,<br />

ερυθηματώδης, σκληρυμένη βλατίδα αναπτυσσόμενη<br />

7 έως 30 ημέρες μετά τον ενοφθαλμισμό. Μπορεί<br />

να εμφανίσει καθυστέρηση μέχρι και 6 μήνες.<br />

Η προοδευτική σκλήρυνση οδηγεί στο σχηματισμό<br />

ενός οζιδίου με μετέπειτα εξέλκωση [11, 14,<br />

15]. Η επακόλουθη πορεία συνήθως συνίσταται σε<br />

δευτερογενείς βλάβες οι οποίες ακολουθούν τη λεμφική<br />

αποχέτευση με ανιούσα φορά. Συχνά ανευρίσκεται<br />

περιοχική λεμφαδενοπάθεια. Μικρές ποσότητες<br />

ορώδους υγρού ή πυωδών υλικών μπορεί να<br />

αποβάλλεται από τις βλάβες. Διάχυτη ή συστηματική<br />

πορεία είναι σπάνια και είναι σχεδόν πάντα το<br />

αποτέλεσμα ανοσοκαταστολής. Αποικίες φυσιολογικά<br />

εμφανίζονται μετά από 3-5 ημέρες σε καλλιέργεια<br />

αλλά οι καλλιέργειες θα πρέπει να διατηρηθούν<br />

για τουλάχιστον 4 εβδομάδες.<br />

Η βιοψία δέρματος αποκαλύπτει σχηματισμό αποστηματίων<br />

με περιβάλλουσα κοκκιωματώδη διήθηση.<br />

Μικροοργανισμοί μπορεί να διακριθούν με<br />

χρώση Periodic Acid Schiff ή με χρώση Gomori<br />

Methanamine Silver. Η εύρεση αστεροειδών σωματίων,<br />

μυκωτικών κυττάρων περιβαλλόμενων από<br />

ακτινωτές, ηωσινοφιλικές δοκίδες, είναι χαρακτηριστική<br />

[11]. Η από του στόματος χορηγούμενη<br />

itraconazole για 3-6 μήνες αποτελεί τη θεραπεία<br />

εκλογής, παρότι το κεκορεσμένο διάλυμα ιωδιούχου<br />

καλίου παραμένει μια αποτελεσματική, χαμηλού<br />

κόστους εναλλακτική.<br />

Είδη Leishmania<br />

Η λεϊσμανίαση προκαλείται από τα πρωτόζωα του<br />

γένους Leishmania και αποτελεί ακόμη ένα σημαντικό<br />

πρόβλημα υγείας το οποίο αυξάνεται σε συχνότητα<br />

[6]. Η λοίμωξη είναι αποτέλεσμα δήγματος<br />

μολυσμένης θηλυκής φλεβοτόμου σκνίπας, με τα<br />

είδη – φορείς να διαφέρουν μεταξύ των δημογραφικών<br />

ζωνών του «Παλαιού Κόσμου» και του «Νέου<br />

Κόσμου». Η δερματική λεϊσμανίαση του Παλαιού<br />

Κόσμου τυπικά συναντάται στη Μέση Ανατολή και<br />

σε μεγάλα τμήματα της τροπικής και υπο-τροπικής<br />

Αφρικής και Ασίας [3]. Η λεϊσμανίαση του Νέου<br />

Κόσμου κυρίως μεταδίδεται στη Βραζιλία και το<br />

Περού, αλλά ενίοτε απαντάται και στην Κεντρική<br />

Αμερική και το Μεξικό [2, 3, 6]. Στις Ηνωμένες Πολιτείες<br />

, η δερματική λεϊσμανίαση πιο συχνά εμφανίζεται<br />

σε ταξιδιώτες οι οποίοι επιστρέφουν από<br />

ενδημικές περιοχές. Η λοίμωξη αναπτύσσεται 1-12<br />

εβδομάδες μετά το δήγμα της θηλυκής φλεβοτόμου<br />

σκνίπας. Η πρωταρχική αλλοίωση παρουσιάζεται<br />

ως μια ερυθηματώδης βλατίδα, η οποία μεγενθύνεται<br />

σε μια ελκώδη ή ακροχονδρονώδη βλάβη<br />

με εσκληρυμένα όρια και νεκρωτική βάση. Οι βλάβες<br />

είναι συχνά κνησμώδεις και όχι τόσο επώδυνες<br />

όσο εμφανίζονται [16]. Οι βλάβες μπορεί να<br />

καλύπτονται από ξηρό έκκριμα και παραμένουν<br />

ανώδυνες εκτός εάν παρουσιασθεί δευτερογενής<br />

βακτηριακή λοίμωξη, κάτι το οποίο συμβαίνει συχνά<br />

22 ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ ΔΕΡΜΑΤΟΛΟΓΙΑ


[3, 11, 17]. Οζώδης λεμφαγγειίτιδα (σποροτρίχωση)<br />

της πρωτογενούς βλάβης είναι κοινή και πιο συχνά<br />

συμβαίνει με το είδος Leishmania braziliensis από<br />

τον Νέο Κόσμο. Με αυτό το είδος ειδικότερα, η<br />

βλεννοδερματική εξάπλωση είναι άλλη μια συχνή<br />

εκδήλωση και απαιτείται ταχεία θεραπεία για να<br />

προληφθεί αυτή η επιπλοκή. Συστηματικά συμπτώματα<br />

γενικά απουσιάζουν, παρότι έχουν αναφερθεί<br />

λεμφαδενοπάθεια, πυρετός και ηπατομεγαλία [16].<br />

Η αρχική διάγνωση βασίζεται αυστηρά στην κλινική<br />

εικόνα και το ταξιδιωτικό ιστορικό του ασθενούς.<br />

Παρόλα αυτά, θα πρέπει να λαμβάνεται βιοψία<br />

δέρματος για τις συνήθεις ιστολογικές εξετάσεις<br />

και καλλιέργεια.<br />

Ιστολογική εξέταση με χρώση Giemsa αποκαλύπτει<br />

αμαστιγωτές μορφές. Εφόσον υπάρχει διαθέσιμος<br />

εξοπλισμός, μπορεί να χρησιμοποιηθεί αλυσιδωτή<br />

αντίδραση πολυμεράσης (PCR), αλλά δεν είναι<br />

σύνηθες στην καθημερινή πρακτική [11, 17]. Ενδημικές<br />

χώρες αναφέρουν τη χρήση δερματικών δοκιμασιών<br />

καθυστερημένης αντίδρασης υπερευαισθησίας<br />

όπως οι Montenegro και Leishman, παρόλο που<br />

αυτό δεν συνηθίζεται στις Ηνωμένες Πολιτείες [16,17].<br />

Η βέλτιστη θεραπεία για την δερματική λεϊσμανίαση<br />

δεν έχει ανακαλυφθεί, αλλά έχουν χρησιμοποιηθεί,<br />

η φυσικοθεραπεία, καθώς και τοπικές και<br />

συστηματικές θεραπείες. Η νόσος του Νέου Κόσμου<br />

τείνει να είναι πιο σοβαρή και μακροχρόνια συγκριτικά<br />

με τη νόσο του Παλαιού Κόσμου και απαιτεί<br />

μια θεραπευτική αγωγή κατ’ ελάχιστο 20 ημερών,<br />

με στιβογλυκονικό νάτριο, παρότι μη θεραπευόμενες<br />

βλάβες μπορεί να αποδράμουν, συνήθως μέσα<br />

σε 6 μήνες [6, 11, 17]. Το πεντασθενές αντιμόνιο<br />

συνιστάται ιδιαίτερα για την δερματική λεϊσμανίαση<br />

της Αμερικής, εξαιτίας του πιθανού κινδύνου βλεννοδερματικής<br />

διασποράς. Τα Pentamidine, miltefosine,<br />

amphotericin B, και αζολικά φάρμακα αποτελούν<br />

υποσχόμενες θεραπείες δεύτερης γραμμής, καθώς<br />

και η allopurinol σε συνδυασμό με πεντασθενές<br />

αντιμόνιο [16, 17]. Τοπικά αντιβιοτικά της κατηγορίας<br />

των αμινογλυκοσιδών, όπως το paromomycin,<br />

μπορούν επίσης να χρησιμοποιηθούν σε συνδυασμό<br />

με από του στόματος θεραπεία. Η μη φαρμακευτική<br />

αγωγή περιλαμβάνει καυτηριασμό, εκτομή,<br />

κρυοθεραπεία, θεραπεία με υπεριώδη ακτινοβολία<br />

και φωτοδυναμική θεραπεία. Οι βλάβες οι οποίες<br />

προκαλούνται από το L. brasiliensis συχνά δεν υποχωρούν<br />

χωρίς ιατρική παρέμβαση. Τα παράγωγα<br />

του πεντασθενούς αντιμονίου, ειδικότερα το στιβογλυκονικό<br />

νάτριο και η αντιμονιακή μεγλουμίνη<br />

έχουν αποδειχθεί ωφέλιμα με ελάχιστη διάρκεια<br />

θεραπείας 3 εβδομάδων [3, 11].<br />

Είδη Nocardia<br />

Τα είδη του γένους Nocardia είναι νηματοειδή,<br />

gram-θετικά βακτήρια τα οποία κυρίως προκαλούν<br />

πνευμονική και συστηματικά διασπειρόμενη νόσο<br />

[2, 3, 10, 18, 19]. Το Nocardia asteroides είναι η<br />

συχνότερη αιτία συστηματικής νοκαρδίωσης, ειδικά<br />

σε ανοσοκατεσταλμένους ασθενείς. Υπολογίζεται<br />

ότι αποτελεί σχεδόν το 90% των αναφερόμενων<br />

περιπτώσεων στις Ηνωμένες Πολιτείες [18].<br />

Η δερματική νοκαρδίωση, συχνά συσχετιζόμενη<br />

με οζώδη λεμφαγγειίτιδα, προκαλείται κυρίως από<br />

N. brasiliensis (παρότι μπορεί να προκληθεί επίσης<br />

και από N.Asteroides). Ενώ το N. brasiliensis<br />

ευθύνεται μόνο για το 7% των περιπτώσεων στις<br />

Ηνωμένες Πολιτείες, αποτελεί πιο συχνό εύρημα<br />

σε ανοσοεπαρκείς, παρά σε ανοσο-ανεπαρκείς ξενιστές<br />

[18]. Ο κύριος τρόπος ενοφθαλμισμού σε<br />

ανοσοεπαρκείς ασθενείς είναι μέσω διαδερμικού<br />

τραυματισμού, συχνά από ένα αγκάθι, τριβή, εκδορά<br />

από ζώο, ή δήγμα εντόμου. Κηπουροί, αγρότες<br />

και εργαζόμενοι σε φυτώρια βρίσκονται σε αυξημένο<br />

κίνδυνο για λοίμωξη από N. brasiliensis, διότι<br />

αυτό το είδος ανευρίσκεται στο χώμα [10,18,19].<br />

Η πρωταρχική βλάβη συνήθως εμφανίζεται μερικές<br />

ημέρες έως 6 εβδομάδες μετά τον τραυματισμό<br />

ως μονήρες, ερυθηματώδες υποδόριο οζίδιο ή<br />

απόστημα το οποίο μπορεί να εξελκωθεί [2, 3].<br />

Εκροή πυώδους υγρού και σχηματισμός κύστεων<br />

μπορεί να εμφανισθεί και οι επιπρόσθετες βλάβες<br />

θα αναπτυχθούν κατά μήκος των εγγύς λεμφαγγείων<br />

σύμφωνα με το πρότυπο της σποροτρίχωσης<br />

[2]. Τα άνω και κάτω άκρα είναι οι πλέον ευάλωτες<br />

περιοχές, διότι είναι συχνά εκτεθειμένα.<br />

Περιοχική αδενοπάθεια και ήπια συστηματικά<br />

συμπτώματα, όπως πυρετός, είναι συχνά [3].<br />

Η Gram χρώση και οι καλλιέργειες μπορούν<br />

να κάνουν διάκριση μεταξύ των ενοχοποιούμενων<br />

οργανισμών. Μικροσκοπικά, η gram χρώση<br />

θα αποκαλύψει Gram θετικά, λεπτά, διακλαδιζόμενα<br />

νηματοειδή βακτήρια, δηλωτικό του<br />

γένους Nocardia [18], τα οποία είναι ασθενώς<br />

οξεάντοχα. Οι σουλφοναμίδες, ειδικότερα η<br />

trimethoprim-sulfamethoxazole, αποτελούν την<br />

προτιμώμενη θεραπεία εκλογής [2, 3, 10, 18,<br />

19]. Μια αγωγή διάρκειας 1-4 μηνών είναι συνήθης<br />

και συχνά συνοδεύεται από χειρουργικό<br />

καθαρισμό και παροχέτευση [18]. Επιπλέον αντιμικροβιακοί<br />

παράγοντες έχει βρεθεί να είναι<br />

αποτελεσματικοί, συγκεκριμένα τα minocycline,<br />

tetracycline, amikacin, οι καρβαπενέμες και οι<br />

κινολόνες [2, 3, 18].<br />

Τεύχος <strong>57</strong><br />

23


Mycobacterium avium-intracellulare<br />

complex<br />

Το Mycobacterium avium-intracellulare complex<br />

(MAC) αποτελείται από άλλα είδη οξεάντοχων, άτυπων<br />

μυκοβακτηριδίων με την ικανότητα να προκαλέσουν<br />

δερματική λοίμωξη με κατανομή τύπου σποροτρίχωσης.<br />

Οι δερματικές λοιμώξεις από MAC,<br />

στοχεύουν ασθενείς με ανοσολογική ανεπάρκεια,<br />

κυρίως εκείνους με AIDS, και τείνουν να μην εμφανίζονται<br />

σε άτομα με άθικτο ανοσοποιητικό σύστημα<br />

[13]. Προηγούμενο ιστορικό τραυματισμού συνήθως<br />

απουσιάζει και οι ασθενείς προσέρχονται με<br />

δερματικά και υποδόρια οζίδια [9]. Σε αυτούς τους<br />

ασθενείς, η συστηματική εμπλοκή δεν είναι ασυνήθης<br />

και το δέρμα τυπικά μολύνεται ως αποτέλεσμα<br />

αιματογενούς διασποράς από μια απομακρυσμένη<br />

θέση, παρότι έχουν αναφερθεί εντοπισμένες<br />

δερματικές λοιμώξεις [8, 9]. Οι βλάβες εξελίσσονται<br />

με εξέλκωση και αποστημάτια πιο συχνά από ότι με<br />

το M. marinum, ενώ έχουν επίσης παρατηρηθεί,<br />

οίδημα μαλακών μορίων, φλύκταινες και διασπορά<br />

τύπου σποροτρίχωσης [8, 9]. Η διάγνωση είναι<br />

παρόμοια με του M. Marinum, καθιστώντας και εδώ<br />

απαραίτητο έναν υψηλό βαθμό κλινικής υποψίας,<br />

ώστε να εφαρμοσθούν τα κατάλληλα θρεπτικά υλικά<br />

καλλιέργειας [5].<br />

Αυτοί οι οργανισμοί, μαζί με άλλα είδη μυκοβακτηριδίων,<br />

μπορούν να ταυτοποιηθούν ιστοπαθολογικά<br />

με οξεάντοχες χρώσεις. Παρόλα αυτά, οι<br />

ιστολογικές μεταβολές δεν είναι ειδικές ως προς το<br />

είδος και η διάγνωση μη φυματιωδών μυκοβακτηρίων<br />

έγκειται κατά κύριο λόγο στα αποτελέσματα<br />

των καλλιεργειών [5, 7]. Η θεραπεία συνίσταται<br />

κυρίως σε αντιμικροβιακά. Η συνιστώμενη θεραπεία<br />

αποτελείται από ethambutol και clarithromycin,<br />

παρότι οι ριφαμυκίνες, η clofazimine, το ciprofloxacin,<br />

και οι αμινογλυκοσίδες αποτελούν εναλλακτικές<br />

θεραπείες [1, 9, 13]. Η βέλτιστη διάρκεια θεραπείας<br />

δεν έχει επίσημα καθιερωθεί, αλλά συνήθως διαρκεί<br />

για 6-12 μήνες αναλόγως της κλινικής ανταπόκρισης<br />

[9].<br />

Άλλα είδη<br />

Οζώδης λεμφαγγειίτιδα έχει αναφερθεί σχετιζόμενη<br />

με πολλούς διαφορετικούς οργανισμούς. Η<br />

συχνότητα συνήθως συνδέεται με τη συχνότητα δερματικών<br />

μολύνσεων από ένα συγκεκριμένο οργανισμό<br />

και την πιθανότητα ανάπτυξης οζώδους λεμφαγγειίτιδας<br />

μετά από δερματική λοίμωξη [3]. Ταχέως<br />

αναπτυσσόμενα άτυπα μυκοβακτήρια και Francisella<br />

tularensis αποτελούν και τα δύο πιθανά αίτια. Λιγότερο<br />

συχνά, οζώδης λεμφαγγειίτιδα μπορεί να αναπτυχθεί<br />

από λοίμωξη με διάφορα πυογενή βακτήρια<br />

(συμπεριλαμβανομένων των ειδών Staphylococcus<br />

and Streptococcus) και διάφορους μύκητες εκτός<br />

του Sporothrix (συμπεριλαμβανομένων των Coccidioides<br />

immitis, Blastomyces dermatitidis, Histoplasma<br />

capsulatum, και Cryptococcus neoformans) [3]. Οι<br />

αναφερόμενες εν τω βάθει μυκητιασικές λοιμώξεις<br />

είναι σπάνιες και συνήθως παρουσιάζονται σε επαγγελματίες<br />

υγείας οι οποίοι βρίσκονται σε στενή επαφή<br />

με αυτούς τους οργανισμούς, όπως οι παθολογοανατόμοι<br />

ή το εργαστηριακό προσωπικό μετά<br />

από ατυχήματα ενοφθαλμισμού.<br />

Συμπέρασμα<br />

Η διασπορά τύπου σποροτρίχωσης (επίσης γνωστή<br />

ως οζώδης λεμφαγγειίτιδα) περιγράφει ένα<br />

χαρακτηριστικό πρότυπο επιφανειακών δερματικών<br />

βλαβών οι οποίες εξελίσσονται κατά μήκος<br />

του λεμφικού αποχετευτικού συστήματος. Παρότι<br />

η φύση των υπεύθυνων οργανισμών διαφέρει, με<br />

το κατάλληλο ιστορικό έκθεσης, η διαφορική διάγνωση<br />

σχετικά περιορίζεται. Η γνώση του αιτιολογικού<br />

περιβάλλοντος, ο χρόνος επώασης, η κλινική<br />

εμφάνιση των βλαβών και η παρουσία ή<br />

απουσία συστηματικής εμπλοκής, μπορούν να βοηθήσουν<br />

στην εδραίωση μιας πιθανής διάγνωσης.<br />

Η βιοψία και οι μικροβιολογικές ιστικές καλλιέργειες<br />

μπορούν να πιστοποιήσουν τη διάγνωση<br />

στους περισσότερους ασθενείς.<br />

Βιβλιογραφικές αναφορές<br />

1. Mandell GL,Bennett JE,Dolin R,editors.Mandell,Douglas,<br />

and Bennett's principles and practice of infectious diseases.<br />

5th ed. New York: Elsevier/Churchill Livingstone; 2005.<br />

2.Tobin EH, Jih WW. Sporotrichoid lymphocutaneous<br />

infections: etiology, diagnosis and therapy. Am Fam<br />

Physician. 2001 Jan;63(2):326-32.<br />

3. Kostman JR,DiNubile MJ.Nodular lymphangitis:a distinctive<br />

but often unrecognized syndrome. Ann Int Med. 1993<br />

Jun;118(11):883-8.<br />

4.Tran H, Kamino H,Walters R. Mycobacterium marinum<br />

infection. Dermatol Online J. 2008 Oct;14(10):7.<br />

5. Elston D. Nontuberculous mycobacterial skin infections.<br />

Am J Clin Dermatol. 2009;10(5):281-5.<br />

6. Hepburn NC.Cutaneous leishmaniasis.Clin Exp Dermatol.<br />

2000 Jul;25(5):363-70.<br />

7. Bartralot R,Pujol R,Garcia-Patos V,Sitjas D,Martin-Casabona<br />

N, Coll P,Alomar A, Castells A. Cutaneous infections due<br />

to nontuberculous mycobacteria: histopathological review<br />

24 ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ ΔΕΡΜΑΤΟΛΟΓΙΑ


of 28 cases: comparative study between lesions observed<br />

in immunosuppressed patients and normal hosts. J Cutan<br />

Pathol. 2000 Mar;27(3):124-9.<br />

8. Bartralot R, Garcia-Patos V, Sitjas D, Rodriguez-Cano L,<br />

Mollet J, Martin-Casabona N, Coll P. Clinical patterns of<br />

cutaneous nontuberculous mycobacterial infections. Br<br />

J Dermatol. 2005 Apr;152(4):727-34.<br />

9. Palenque E. Skin disease and nontuberculous atypical<br />

mycobacteria. Int J Dermatol. 2000 Sep;39(9):659-66.<br />

10. Schwendiman MN,Johnson RP,Henning JS.Subcutaneous<br />

nodules with sporotrichoid spread. Dermatol Online J.<br />

2009 May;15(5):11.<br />

11. Zeegelaar JE, Faber WR. Imported tropical infectious<br />

ulcers in travelers.Am J Clin Dermatol.2008;9(4):219-32.<br />

12. Piersimoni C, Scarparo C. Extrapulmonary infections<br />

associated with nontuberculous mycobacteria in<br />

immunocompetent persons. Emerg Infect Dis. 2009<br />

Sep;15(9):1351-8.<br />

13. Esteban J, Ortiz-Perez A. Current treatment of atypical<br />

mycobacteriosis. Expert Opin Pharmacother. 2009<br />

Dec;10(17):2787-99.<br />

14. Ramos-e-Silva M, Vasconcelos C, Carneiro S, Cestari T.<br />

Sporotrichoisis. Clin Dermatol. 2007 Mar-Apr;25(2):181-7.<br />

15. Morris-Jones R. Sporotrichosis. Clin Exp Dermatol. 2002<br />

Sep;27(6):427-31.<br />

16. David CV, Craft N. Cutaneous and mucocutaneous<br />

leishmaniasis. Dermatol Ther. 2009 Nov-Dec;22(6):491-<br />

502.<br />

17. Patel S, Sethi A. Imported tropical diseases. Dermatol<br />

Ther. 2009 Nov-Dec;22(6):538-549.<br />

18. Maraki S, Scoulica E, Alpantaki K, Dialynas M,Tselentis<br />

Y.Lymphocutaneous nocardiosis due to Nocardia brasiliensis.<br />

Diagn Microbiol Infect Dis. 2003 Sep;47(1):341-4.<br />

19. Fukuda H, Saotome A, Usami N, Urushibata O, Mukai<br />

H. Lymphocutaneous type of nocardiosis caused by<br />

Nocardia brasiliensis:A case report and review of primary<br />

cutaneous nocardiosis caused by N. brasiliensis reported<br />

in Japan. J Dermatol. 2008 Jun;35(6):346-53.<br />

Τεύχος <strong>57</strong><br />

25


Μετωπιαία ινωτική αλωπεκία:<br />

Ο ρόλος της δερματοσκόπησης<br />

στη διαφορική διάγνωση<br />

P. Rubegni F. Mandato M. Fimiani<br />

Μονάδα Δερματολογίας, Τμήμα Κλινικής Ιατρικής και Επιστήμης της Ανοσολογίας, Πανεπιστήμιο της Σιένα,<br />

Ιταλία<br />

Περίληψη: Η μετωπιαία ινωτική αλωπεκία (frontal fibrosing alopecia-FFA) είναι πιο συχνή<br />

στις μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες, αλλά μπορεί να εμφανισθεί και σε νεότερες γυναίκες.<br />

Κάποιοι συγγραφείς θεωρούν ότι η FFA είναι μια διακριτή μετωπιαία παραλλαγή του θυλακικού<br />

λειχήνα (lichen planopilaris). Από την κλινική σκοπιά, αυτή η σχετικά ασυνήθης<br />

πάθηση χαρακτηρίζεται από προοδευτική υποχώρηση της μετωποκροταφικής γραμμής του<br />

τριχωτού, οφειλόμενη σε φλεγμονώδη καταστροφή των τριχοθυλακίων. Η δερματοσκόπηση<br />

μπορεί να είναι πολύ χρήσιμη, καθώς η διαφορική διάγνωση μεταξύ αλωπεκίας από<br />

έλξη, γυροειδούς αλωπεκίας, FFA και ουλώδους αλωπεκίας των ορίων του τριχωτού<br />

(marginal) μπορεί να είναι δύσκολη. Δεν είναι ξεκάθαρο το κατά πόσο η θεραπεία μεταβάλει<br />

ή όχι τη φυσική πορεία της νόσου – η νόσος σταθεροποιείται συν τω χρόνω στους<br />

περισσότερους ασθενείς, με ή χωρίς συνέχιση της θεραπείας. Εδώ γίνεται αναφορά της<br />

περίπτωσης μιας γυναίκας 50 ετών με FFA και συζητούμε την αξία της δερματοσκόπησης<br />

στη διαφορική διάγνωση αυτής της νόσου.<br />

Λέξεις –κλειδιά: Αλωπεκία, δερματοσκόπηση, μετεμμηνοπαυσιακές, θυλακικός λειχήνας<br />

Εισαγωγή<br />

Η χρήση της δερματοσκόπησης, αρχικά περιοριζόμενη<br />

σε μελαγχρωματικές βλάβες, έχει εξελιχθεί σε<br />

σημαντικό εργαλείο για τη διάγνωση μη μελαγχρωματικών<br />

βλαβών του δέρματος καθώς και των<br />

φλεγμονωδών και λοιμωδών νοσημάτων [1]. Εδώ<br />

κάνουμε αναφορά μιας περίπτωσης μετεμμηνοπαυσιακής<br />

μετωπιαίας ινιακής αλωπεκίας (FFA) για να<br />

επιβεβαιώσουμε το ρόλο της δερματοσκόπησης στη<br />

διαφορική διάγνωση των διαταραχών των μαλλιών<br />

και του τριχωτού της κεφαλής. Η FFA, η οποία περιεγράφη<br />

για πρώτη φορά από τον Kossard το 1994,<br />

είναι μια παραλλαγή της ουλώδους αλωπεκίας χαρακτηριζόμενη<br />

από επιλεκτική εμπλοκή των τριχών<br />

της μετωποβρεγματικής περιοχής του τριχωτού της<br />

κεφαλής [2].<br />

Οι ασθενείς προσέρχονται με υποχώρηση της μετωποκροταφικής<br />

γραμμής του τριχωτού και απώλεια<br />

των φρυδιών. Το προσβεβλημένο δέρμα της κεφαλής<br />

είναι ομοιομόρφως ωχρό με απώλεια των στομίων<br />

των τριχοθυλακίων και το προσβεβλημένο τριχωτό<br />

παρουσιάζει περιθυλακικό ερύθημα [3,4]. Η<br />

δερματοσκόπηση δείχνει απουσία θυλακικών στο-<br />

26 ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ ΔΕΡΜΑΤΟΛΟΓΙΑ


μίων και περιθυλακικούς λεπιδώδεις σχηματισμούς<br />

και ποικίλλο βαθμό περιθυλακικού ερυθήματος [5].<br />

Τυπικά ιστοπαθολογικά ευρήματα είναι η προεξάρχουσα<br />

περιθυλακική ίνωση και η λεμφοκυτταρική<br />

φλεγμονή με κατανομή τύπου λειχήνα πέριξ του επιπέδου<br />

του ισθμού, του σημείου εκβολής των σμηγματογόνων<br />

αδένων (infudibular) και του βολβού των<br />

τριχοθυλακίων [6]. Παρουσιάζεται μείωση του αριθμού<br />

των τριχοθυλακίων και αντικατάσταση από ινώδεις<br />

ταινίες. Αυτά τα ευρήματα δεν είναι δυνατόν να<br />

διακριθούν από εκείνα του θυλακικού λειχήνα και<br />

η FFA θεωρείται εξ αυτού ότι είναι μια διακριτή παραλλαγή<br />

του θυλακικού λειχήνα στις μετωπιαίες παρυφές<br />

του τριχωτού [6,7].<br />

α<br />

Παρουσίαση περιστατικού<br />

β<br />

γ<br />

Εικόνα1. α) Μετωπιαία υποχώρηση με ομοιόμορφα<br />

ωχρό δέρμα και απώλεια θυλακικών στομίων, β) κροταφική<br />

υποχώρηση και ελαφρό περιθυλακικό ερύθημα<br />

στην παρυφή των μαλλιών, γ) μείωση των θυλακικών<br />

στομίων και θυλακική υπερκεράτωση είναι εμφανείς<br />

στη δερματοσκοπική εξέταση – απουσία εκφύλισης τριχών<br />

και/ή κίτρινων στιγμάτων.<br />

Μια γυναίκα ετών 50, προσήλθε με υποχώρηση της<br />

μετωποκροταφικής γραμμής του τριχωτού και μερική<br />

απώλεια των φρυδιών επί ένα έτος. Η εμμηνόπαυση<br />

ενεφανίσθη στην ηλικία των 45 ετών. Προηγουμένως<br />

είχε λάβει διάγνωση ανδρογενετικής<br />

αλωπεκίας και είχε αντιμετωπισθεί με τοπική χορήγηση<br />

μινοξιδίλης 2-5% δις ημερησίως, χωρίς βελτίωση.<br />

Η ασθενής αυτοβούλως διέκοψε τη θεραπεία<br />

μετά από 3 εβδομάδες, περίπου 7 μήνες προ της<br />

επίσκεψης σε εμάς. Κατά την προσέλευση, δεν έλαβε<br />

καμία θεραπεία για τριχόπτωση. Από την ηλικία<br />

των 47 ετών ελάμβανε ραμιπρίλη (5mg από του<br />

στόματος ημερησίως) για την αντιμετώπιση της υπέρτασης.<br />

Το κλινικό ιστορικό της, συμπεριλαμβανομένων<br />

και γυναικολογικών δεδομένων ήταν κατά<br />

τα άλλα αρνητικό. Η κλινική εξέταση έδειξε υποχώρηση<br />

της μετωποκροταφικής γραμής του τριχωτού<br />

με ομοιόμορφα ωχρό δέρμα και εξαφάνιση των<br />

θυλακικών στομίων στα σημεία της υποχώρησης<br />

(εικόνα 1α, β). Υπήρχε περιθυλακικό ερύθημα στις<br />

παρυφές του τριχωτού και επίσης ενεφάνιζε μερική<br />

απώλεια και ερύθημα φρυδιών. Δεν υπήρχαν<br />

άλλες δερματικές ανωμαλίες ή ανωμαλίες του βλεννογόνου.<br />

Η ασθενής παρουσίαζε ήπια ευθραυστότητα<br />

στα νύχια μετά την έναρξη την εμμηνόπαυσης.<br />

Ο εργαστηριακός έλεγχος περιελάμβανε πλήρη αιματολογικό<br />

έλεγχο, ο οποίος ήταν φυσιολογικός και<br />

ορμονικές εξετάσεις: ωοθυλακιοτρόπο ορμόνη, ωχρινοποιητική<br />

ορμόνη, τεστοστερόνη, θυρεοειδοτρόπο<br />

ορμόνη, οι οποίες ήταν σύμφωνες με μετεμμηνοπαυσιακά<br />

επίπεδα. Αντιπυρηνικά αντισώματα δεν<br />

ανευρέθηκαν. Τα αρχικά κλινικά ευρήματα υποστήριζαν<br />

τη διάγνωση ουλώδους αλωπεκίας. Τα ανα-<br />

Πίνακας 1. Δερματοσκοπικά ευρήματα των πιο συχνών μορφών τριχόπτωσης<br />

Γυροειδής αλωπεκία<br />

Ανδρογενετική αλωπεκία<br />

Αλωπεκία από έλξη<br />

Μετωπιαία ινωτική αλωπεκία<br />

Ουλώδης αλωπεκία<br />

Κίτρινα στίγματα, δυστροφικές τρίχες, νεκρωμένες (μαύρα στίγματα) τρίχες, τρίχες δίκην<br />

θαυμαστικού<br />

Ποικιλία διαμέτρου τρίχας, εκφυλισμένες τρίχες<br />

Τρίχες θραυσμένες σε διαφορετικά μήκη, εκφυλισμένες τρίχες, λευκά στίγματα και<br />

θραυσμένα στελέχη τρίχας.<br />

Απουσία θυλακικών στομίων, περιθυλακική υπερκεράτωση και αμβληχρό περιθυλακικό<br />

ερύθημα<br />

Χαμηλή πυκνότητα μαλλιών και απώλεια θυλακικών στομίων με λέπτυνση του στελέχους<br />

στις εναπομείνασες τρίχες.<br />

Τεύχος <strong>57</strong><br />

27


Εικόνα 2. Ήπια χρόνια λεμφοκυτταρική φλεγμονώδης<br />

διήθηση πέριξ του ισθμού και του σημείου εκβολής των<br />

σμηγματογόνων αδένων (infundibular), μείωση του<br />

αριθμού των τριχοθυλακίων και αντικατάστασή τους<br />

από ινώδεις ταινίες ( χρώση αιματοξυλίνης-ηωσίνης, x 5)<br />

μνηστικά δεδομένα, με απουσία ιστορικού κομμωτικής<br />

φροντίδας μαλλιών η οποία να συσχετίζεται<br />

με έλξη του τριχωτού απέκλεισαν την πιθανότητα<br />

αλωπεκίας από έλξη.<br />

Διεξήχθη δερματοσκοπική εξέταση και έδειξε<br />

απουσία θυλακικών στομίων, περιθυλακική υπερκεράτωση<br />

και αμβληχρό περιθυλακικό ερύθημα<br />

(εικόνα 1γ). Ετέθη υποψία διάγνωσης μετεμμηνοπαυσιακής<br />

FFA. Διεξήχθη βιοψία (Punch biopsy)<br />

4 mm του τριχωτού της κεφαλής από την μετωπιαία<br />

παρυφή των μαλλιών εντός των ορίων της<br />

περιοχής που φέρει την τριχοφυΐα. Η ιστολογική<br />

έδειξε ήπια χρόνια λεμφοκυτταρική φλεγμονώδη<br />

διήθηση εντοπισμένη στο επίπεδο εκβολής των<br />

σμηγματογόνων αδένων και του ισθμού και πέριξ<br />

μικρών αγγείων, ενώ ήταν επίσης εμφανής μια μείωση<br />

του αριθμού των τριχοθυλακίων και αντικατάσταση<br />

από ινώδεις ταινίες (εικόνα 2). Υπήρχαν<br />

πολλά ενδιάμεσα και χνοώδη τριχοθυλάκια. Αυτά<br />

τα ευρήματα ήταν σύμφωνα με τη διάγνωση της<br />

FFA. Η ασθενής αντιμετωπίσθηκε με τοπικό στεροειδές<br />

(betamethasone dipropionate lotion μια<br />

φορά την ημέρα για 6 μήνες). Το περιθυλακικό<br />

ερύθημα στην κροταφική παρυφή των μαλλιών<br />

εξακολουθούσε, αλλά δεν είχε υπάρξει εξέλιξη στην<br />

μετωποκροταφική υποχώρηση 3 μήνες μετά την<br />

ολοκλήρωση της θεραπείας.<br />

Συζήτηση<br />

Σε ασθενείς οι οποίοι εμφανίζονται με αλωπεκία<br />

στις παρυφές του τριχωτού της κεφαλής, η δερματοσκόπηση<br />

μπορεί να είναι πολύ χρήσιμη, καθώς<br />

η διαφορική διάγνωση μεταξύ αλωπεκίας από έλξη,<br />

γυροειδούς αλωπεκίας, FFA και ουλώδους αλωπεκίας<br />

της κροταφικής γραμμής (CMA) μπορεί να<br />

είναι δύσκολη [8] (πίνακας 1). Στην περίπτωσή<br />

μας, υπήρχε απουσία κίτρινων στιγμάτων και<br />

δυστροφικών τριχών, τα οποία αποτελούν τα πιο<br />

χαρακτηριστικά δερματοσκοπικά ευρήματα της<br />

γυροειδούς αλωπεκίας. Τα αναμνηστικά δεδομένα<br />

απέκλεισαν την πιθανότητα αλωπεκίας από έλξη.<br />

Αυτό επιβεβαιώθηκε από την απουσία εκφυλισμένων<br />

(miniaturized) τριχών, λευκών στιγμάτων<br />

και θραυσμένων στελεχών της τρίχας στη δερματοσκοπική<br />

εξέταση [9]. Τα δερματοσκοπικά ευρήματα<br />

της CMA όπως πρόσφατα περιεγράφησαν από<br />

τον Goldberg, συμπεριλαμβανομένων της χαμηλής<br />

πυκνότητας τριχώματος και απώλεια των θυλακικών<br />

στομίων, με λέπτυνση του στελέχους των<br />

τριχών που εναπομένουν, ήταν παρόντα [10]. Εντούτοις,<br />

συνήθως η CMA εκδηλώνεται με απώλεια<br />

μαλλιών περιοριζόμενη στο σύνολο της περιφέρειας<br />

του τριχωτού, συμπεριλαμβανομένων των<br />

μετωπιαίων, κροταφικών και ινιακών ορίων. Στη<br />

δική μας περίπτωση, η απώλεια μαλλιών περιελάμβανε<br />

εκλεκτικά την μετωποβρεγματική περιοχή.<br />

Επιπλέον, στην περίπτωση που περιγράφουμε,<br />

περιθυλακική υπερκεράτωση και ποικίλου<br />

βαθμού περιθυλακικού ερυθήματος ήταν επίσης<br />

παρόντα στη δερματοσκόπηση, υποστηρίζοντας τη<br />

διάγνωση της FFA. Στη δική μας περίπτωση, τα<br />

ιστοπαθολογικά ευρήματα με την παρουσία ευδιάκριτης<br />

φλεγμονώδους διήθησης και τύπου-χνοωδών<br />

τριχοθυλακίων, απέκλεισε πλήρως την πιθανότητα<br />

για CMA. Η αιτιολογία της FFA είναι ακόμη<br />

άγνωστη, αλλά οι περισσότερες περιπτώσεις FFA<br />

οι οποίες αναφέρονται αφορούν μετεμμηνοπαυσιακές<br />

γυναίκες, υποστηρίζοντας την άποψη ότι<br />

ορμονικές μεταβολές μπορεί να παίζουν ένα ρόλο<br />

στην αιτιολογία [3,4,11,12]. Η FFA μπορεί να αποτελεί<br />

μια παραλλαγή του θυλακικού λειχήνα με<br />

επιλεκτική εμπλοκή κάποιων ανδρογονο-εξαρτώμενων<br />

περιοχών [3]. Τα προσβεβλημένα τριχοθυλάκια<br />

μπορεί επίσης να έχουν τυπικούς βιολογικούς<br />

δείκτες οι οποίοι θα μπορούσαν να εξηγήσουν<br />

τα κλινικά και ιστολογικά χαρακτηριστικά που απαντώνται<br />

στη νόσο. Το γεγονός ότι η FFA γίνεται<br />

όλο και πιο συχνή, μπορεί επίσης να υποδηλώνει<br />

ότι περιβαλλοντικοί παράγοντες θα μπορούσαν<br />

να εμπλέκονται στην αιτιολογία της [4].<br />

Δεν είναι εφικτή η επανέκφυση τριχών όπου<br />

έχουν καταστραφεί τα θυλάκια και στόχος της θεραπείας<br />

πρέπει να είναι η περαιτέρω αναστολή της<br />

τριχόπτωσης [13-15]. Η συνέχιση της υποχώρησης<br />

28 ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ ΔΕΡΜΑΤΟΛΟΓΙΑ


δεν είναι αναπόφευκτη και στις περισσότερες γυναίκες<br />

φαίνεται ότι η νόσος σταδιακά σταθεροποιείται.<br />

Αναφέρουμε αυτό το περιστατικό μας, όχι μόνο<br />

λόγω της σπανιότητας της νόσου, αλλά επειδή αποδεικνύει<br />

ότι η δερματοσκόπηση θα μπορούσε να<br />

βελτιώσει τη διαγνωστική ακρίβεια των διαταραχών<br />

του δέρματος και του τριχωτού της κεφαλής.<br />

Βιβλιογραφικές αναφορές<br />

1. Zalaudek I,Argenziano G,Di Stefani A,Ferrara G,Marghoob<br />

AA, Hofmann-Wellenhof R, Soyer HP, Braun R, Kerl H:<br />

Dermoscopy in general dermatology. Dermatology<br />

2006;212:7–18.<br />

2. Kossard S: Postmenopausal frontal fibrosing alopecia.<br />

Scarring alopecia in a pattern distribution.Arch Dermatol<br />

1994;130:770–774.<br />

3. Tosti A,Piraccini BM,Iorizzo M,Misciali C:Frontal fibrosing<br />

alopecia in postmenopausal women. J Am Acad Dermatol<br />

2005;52:55–60.<br />

4. Tan KT, Messenger AG: Frontal fibrosing alopecia: clinical<br />

presentation and prognosis. Br J Derm 2009;160:75–79.<br />

5. Inui S, Nakajima T, Shono F, Itami S: Dermoscopic findings<br />

in frontal fibrosing alopecia: report of four cases. Int J<br />

Dermatol 2008;47:796–799.<br />

6. Poblet E, Jiménez F, Pascual A, Piqué E: Frontal fibrosing<br />

alopecia versus lichen planopilaris: a clinicopathological<br />

study. Int J Dermatol 2006;45:375–380.<br />

7. Kossard S, Lee MS,Wilkinson B: Postmenopausal frontal<br />

fibrosing alopecia: a frontal variant of lichen planopilaris.<br />

J Am Acad Dermatol 1997;36:59–66.<br />

8. Tosti A, Whiting D, Iorizzo M, Pazzaglia M, Misciali C,<br />

Vincenzi C, Micali G:The role of scalp dermoscopy in<br />

the diagnosis of alopecia areata incognita. J Am Acad<br />

Dermatol 2008;59:64–67.<br />

9. Yang A, Iorizzo M,Vincenzi C,Tosti A: Hair extensions:<br />

a concerning cause of hair disorders. Br J Dermatol<br />

2009;160:207–209.<br />

10. Goldberg LJ:Cicatricial marginal alopecia:is it all traction?<br />

Br J Dermatol 2009;160:62–68.<br />

11. Moreno-Ramárez D,Camacho Martínez F:Frontal fibrosing<br />

alopecia: a survey in 16 patients. J Eur Acad Dermatol<br />

Venereol 2005;19:700–705.<br />

12. Olsen EA: Female pattern hair loss and its relationship<br />

to permanent/cicatricial alopecia: a new perspective. J<br />

Investig Dermatol Symp Proc 2005;10:217–221.<br />

13. Fiorucci MC, Cozzani E, Parodi A, Rebora A: Frontal<br />

fibrosing alopecia. Eur J Dermatol 2003;13:203–204.<br />

14. Georgala S,Katoulis AC,Befon A,Danopoulou I,Georgala<br />

C:Treatment of postmenopausal frontal fibrosing alopecia<br />

with oral dutasteride.J Am Acad Dermatol 2009;61:1<strong>57</strong>–158.<br />

15. Katoulis A,Georgala,Bozi E,Papadavid E,Kalogeromitros<br />

D, Stavrianeas N:Frontal fibrosing alopecia: treatment<br />

with oral dutasteride and topical pimecrolimus. J Eur<br />

Acad Dermatol Venereol 2009;23:580–582.<br />

Τεύχος <strong>57</strong><br />

29


Ροδόχρους πιτυρίαση σε μια<br />

γυναίκα και τον σύζυγό τηςπαρουσίαση<br />

περιστατικού<br />

και ανασκόπηση της βιβλιογραφίας<br />

Natalya Lemster Michal Neumark Arieh Ingber<br />

Τμήμα Δερματολογίας και Αφροδισιολογίας, Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Hadassah, Ιατρική Σχολή,<br />

Εβραϊκό Πανεπιστήμιο, Ιερουσαλήμ, Iσραήλ<br />

Περίληψη: Η ροδόχρους πιτυρίαση είναι μια οξεία, αυτοϊάσιμη βλατιδολεπιδώδης δερματοπάθεια<br />

του κορμού και των άκρων. Εχουν αναφερθεί πολλές άτυπες μορφές της ασθένειας<br />

στη βιβλιογραφία [Ahmed et al.: Clin Exp Dermatol 2000;25:624–626; Imamura et al.:<br />

Dermatologica 1985;171:474–477. Είναι σπάνιο να εντοπισθεί ροδόχρους πιτυρίαση σε<br />

πολλαπλά μέλη μιας οικογενείας (στο ίδιο σπίτι) ταυτόχρονα. Έχουν υπάρξει μόνο 4 αναφερθείσες<br />

περιπτώσεις όπου ένα ζευγάρι έχει μολυνθεί από ροδόχρου πιτυρίαση ταυτοχρόνως<br />

[Miller et al.: Arch Derm Syphilol 1941;44:66–68; Niles et al.: Arch Derm Syphilol<br />

1940;41:264].<br />

Λέξεις-κλειδιά: Ροδόχρους πιτυρίαση, οικογενής, ανθρώπινος ερπητοϊός, «μητρική πλάκα»<br />

Εισαγωγή<br />

Ο όρος ροδόχρους πιτυρίαση (pityriasis rosea -PR)<br />

χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από τον Gilbert το<br />

1860 [1]. Το όνομα PR επελέγη διότι οι βλάβες είναι<br />

ροδόχροες (rosea) πλάκες φέρουσες λέπια (pityriasis<br />

- από την ελληνική λέξη ‘πίτυρον’). Η PR είναι ένα<br />

συχνό οξύ, αυτοϊάσιμο δερματικό εξάνθημα το οποίο<br />

τυπικά ξεκινά ως μια μόνο, λεπτή, οβάλ, λεπιδώδης<br />

πλάκα στον κορμό («μητρική πλάκα») και συνήθως<br />

ασυμπτωματική. Εντός μερικών ημερών έως και τριών<br />

εβδομάδων, οι αρχικές βλάβες ακολουθούνται από<br />

την εμφάνιση πολυάριθμων μικρότερων βλαβών ίδιας<br />

μορφολογίας οι οποίες εντοπίζονται κυρίως στον κορμό<br />

ακολουθώντας τη φορά των μεσοπλεύριων νεύρων<br />

(σε διάταξη που αποκαλείται «Χριστουγεννιάτικο<br />

δένδρο»). Η πρωτογενής πλάκα της PR, ή μητρική πλάκα,<br />

απαντάται στο 59-90% των περιπτώσεων. Συνήθως<br />

είναι καλά περιγεγραμμένη, διαμέτρου 2-4 cm, σχήματος<br />

οβάλ ή στρογγυλού, χρώματος ερυθρορόδινου<br />

(«χρώμα σολωμού»), ερυθηματώδης ή υπερχρωσική<br />

(κυρίως σε άτομα με πιο σκούρο δέρμα) και φέρει<br />

μια λεπτή στεφάνη από λέπι ακριβώς μέσα στην περιφέρεια<br />

της πλάκας [2].Πολλές άτυπες μορφές της νόσου<br />

έχουν αναφερθεί στη βιβλιογραφία [3,4].<br />

Παρουσίαση περιστατικού<br />

Παρουσιάζουμε την περίπτωση μιας γυναίκας 28<br />

ετών διανύουσας την 38η εβδομάδα της πρώτης της<br />

εγκυμοσύνης, κατά τα άλλα υγιούς, η οποία προσήλθε<br />

στα εξωτερικά ιατρεία μας. Το ιατρικό ιστορικό<br />

της ασθενούς περιελάμβανε μια επέμβαση χολοκυστεκτομής<br />

το 1999. Η ασθενής ανέφερε ότι το<br />

30 ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ ΔΕΡΜΑΤΟΛΟΓΙΑ


Εικόνα1. Οβάλ σχήματος, ροδόχροες κηλίδες διαμέτρου<br />

έως 1,5 cm, περιβαλλόμενες από ελαφρά λευκά λέπια<br />

εντοπιζόμενες στο λαιμό της ασθενούς.<br />

Εικόνα 2. Παρόμοιο εξάνθημα, αποτελούμενο από ερυθρορόδινες<br />

πλάκες οβάλ σχήματος, περιβαλλόμενες από<br />

λεπτά λέπια εντοπισμένες στα άνω άκρα του συζύγου.<br />

Εικόνα 3. Βιοψία δέρματος του συζύγου, η οποία δείχνει<br />

ήπια σπογγίωση και επιφανειακή περιαγγειακή διήθηση από<br />

μονοπύρηνα με εστιακά εξαγγειωμένα ερυθροκύτταρα.<br />

εξάνθημα είχε εμφανισθεί προ 10 ημερών. Παραπονέθηκε<br />

για λεπιδώδεις κηλίδες με περιφερική<br />

στεφάνη από λέπια, κυρίως στο άνω τμήμα του κορμού<br />

και τους μηρούς, συνοδευόμενες από ελαφρό<br />

κνησμό. Η ασθενής αντιμετωπίσθηκε με κρέμα<br />

Aflumycin (πρεδνιζολόνη 0,5% , θειϊκή γενταμυκίνη<br />

0,1% ) χωρίς ανταπόκριση, πριν την προσέλευσή<br />

της στην κλινική μας. Μερικές ημέρες αργότερα,<br />

ένα παρόμοιο εξάνθημα εμφανίσθηκε στο δέρμα του<br />

συζύγου της. Στη συνέχεια ο ίδιος, προσήλθε στην<br />

κλινική μας μαζί με την σύζυγό του στην επόμενη<br />

επίσκεψή της. Κανείς εκ των δύο ασθενών δεν είχε<br />

πρόδρομα συμπτώματα. Έκθεση σε φάρμακα πριν<br />

το δερματικό εξάνθημα αποκλείσθηκε και στις δύο<br />

περιπτώσεις. Κατά την εξέταση της ασθενούς, παρατηρήθηκε<br />

ένα δερματικό εξάνθημα αποτελούμενο<br />

από οβάλ σχήματος, ροδόχροες κηλίδες και βλατίδες,<br />

διαμέτρου έως 1,5 cm, περιβαλλόμενες από ελαφρά<br />

λευκά λέπια εντοπισμένα στο λαιμό, το στήθος,<br />

τους μηρούς και τα άνω άκρα (εικόνα 1). Μια μεγαλύτερη<br />

βλάβη οβάλ σχήματος στον αριστερό μηρό<br />

(‘μητρική πλάκα’) είχε εμφανισθεί λίγες ημέρες προ<br />

της εμφάνισης του γενικευμένου εξανθήματος.<br />

Η εξέταση του συζύγου της απεκάλυψε ένα παρόμοιο<br />

εξάνθημα αποτελούμενο από ερυθρορόδινες<br />

πλάκες οβάλ σχήματος, περιβαλλόμενες από λεπτά<br />

λέπια και εντοπισμένες στον λαιμό του και τα άνω<br />

άκρα (εικόνα 2).<br />

Οι εργαστηριακές εξετάσεις, συμπεριλαμβανομένης<br />

γενικής αίματος και ηπατικής λειτουργίας, ήταν εντός<br />

φυσιολογικών τιμών. Οι εξετάσεις VDRL,TPHA, IgM-<br />

CMV και IgG rubella ήταν όλες αρνητικές. Δεν διεξήχθη<br />

βιοψία δέρματος της ασθενούς. Η κλινική παρακολούθηση<br />

και για τους δύο ασθενείς έδειξε ότι το<br />

εξάνθημα απέδραμε χωρίς αγωγή μετά από 4 εβδομάδες.<br />

Συζήτηση<br />

Η κλινική διάγνωση της PR και για τους δύο ασθενείς<br />

έγινε από δύο διαφορετικούς δερματολόγους. Η<br />

διάγνωση επιβεβαιώθηκε σύμφωνα με δημοσιευμένα<br />

διαγνωστικά κριτήρια: περιφερική πιτυρώδης απολέπιση<br />

με καθαρό κέντρο της βλάβης σε τουλάχιστον<br />

δύο βλάβες. Η βιοψία μιας τυπικής βλάβης του συζύγου<br />

ήταν συμβατή με PR.<br />

Το αίτιο της ροδόχρου πιτυρίασης είναι άγνωστο.<br />

Ένας συσχετισμός με τους ανθρώπινους ερπητοϊούς<br />

6 και 7 (HHV-6 και HHV-7) έχει αναφερθεί, αλλά<br />

παραμένει αμφιλεγόμενος. Πολυάριθμες μελέτες κατά<br />

τη διάρκεια των 50 προηγούμενων ετών έχουν διερευνήσει<br />

διάφορα παθογόνα ως πιθανές αιτίες της<br />

PR. Αυτά τα παθογόνα περιέλαβαν πολυάριθμα βακτήρια,<br />

μύκητες και κυρίως, ιούς. Σύμφωνα με μια μελέτη<br />

των Drago και συνεργατών [5,6] οι πλέον πρόσφατες<br />

αιτιολογικές και παθογενετικές μελέτες για την<br />

PR έχουν εστιασθεί σε δύο HHVs οι οποίοι απαντώνται<br />

παντού, τους HHV-7 και HHV-6. Άλλη μελέτη<br />

από τους Drago και συνεργάτες [7] εντόπισε τέτοια<br />

ιϊκά σωματίδια σε προσβεβλημένο δέρμα από ασθενείς<br />

με ροδόχρου πιτυρίαση. Σε αυτή τη μελέτη, σωματίδια<br />

ανθρώπινου ερπητοϊού σε διάφορα στάδια μορφογένεσης<br />

ανιχνεύθηκαν σε 15 ασθενείς (71%). Ο<br />

μολυσματικός παράγοντας της PR παραμένει ένα ανοικτό<br />

ερώτημα. Η συχνότητα εμφάνισης 2 ή περισσότερων<br />

περιστατικών στην ίδια στέγη είναι μικρή συγκρι-<br />

32 ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ ΔΕΡΜΑΤΟΛΟΓΙΑ


νόμενη με τον συνολικό αριθμό περιπτώσεων PR. Οι<br />

Niles και Klumpp [8], στη δική τους ανασκόπηση,<br />

ανέφεραν 35 περιπτώσεις PR σε διαφορετικά σπίτια,<br />

6 από αυτές ήταν ζευγάρια (3 περιπτώσεις). Άλλη αναφορά<br />

από τον Miller [9] παρουσίασε 3 περιπτώσεις<br />

PR σε μια οικογένεια και οι οποίες διεγνώσθησαν<br />

εντός 6 εβδομάδων.<br />

Συμπερασματικά, στην αναφορά μας περιγράφουμε<br />

μία επιπλέον περίπτωση ροδόχρου πιτυρίασης επισυμβαίνουσα<br />

ταυτοχρόνως σε ένα ζευγάρι. Αυτή η<br />

περίπτωση η οποία αφορά ένα ζευγάρι είναι σημαντική,<br />

καθώς υποστηρίζει την υπόθεση λοιμώδους<br />

αιτιολογίας της νόσου.<br />

Βιβλιογραφία<br />

1. Gibert CM:Traite Pratique des Maladies de la Peau et de<br />

la Syphilis, 3rd ed. Paris, Plon, 1860.<br />

2.Wolff K, Goldsmith L, Katz S, Gilchrest B, Paller A, Leffell<br />

D: Pityriasis rosea; in Fitzpatrick’s Dermatology in General<br />

Medicine, 7th ed., vol. 1, McGraw-Hill, 2008, pp 362–366.<br />

3.Ahmed I, Charles-Holmes R: Localized pityriasis rosea.<br />

Clin Exp Dermatol 2000;25:624–626.<br />

4. Imamura S, Ozaki M, Horiguchi Y:Atypical pityriasis rosea.<br />

Dermatologica1985;171:474–477.<br />

5. Drago F, Ranieri E, Malaguti F, Losi E, Rebora A: Human<br />

herpesvirus 7 in pityriasis rosea.Lancet 1997;349:1367–1368.<br />

6. Drago F, Ranieri E, Malaguti F, Battifoglio ML, Losi E,<br />

Rebora A: Human herpesvirus 7 in patients with pityriasis<br />

rosea. Electron microscopy investigations and polymerase<br />

chain reaction in mononuclear cells, plasma and skin.<br />

Dermatology 1997;195:374–378.<br />

7. Drago F, Malaguti F, Ranieri E, Losi E, Rebora A: Human<br />

herpes virus-like particles in pityriasis rosea lesions: an<br />

electron microscopy study.J Cutan Pathol 2002;29:359–361.<br />

8. Niles HD, Klumpp MM: Pityriasis rosea: Review of the<br />

literature and report of two hundred and nineteen cases.<br />

Arch Derm Syphilol 1940;41:264.<br />

9. Miller TH: Pityriasis rosea. Report of three cases in one<br />

family, with clinical variations in two of them.Arch Derm<br />

Syphilol 1941;44:66–68.<br />

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ:<br />

ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ: TOPIDERM ®<br />

κρέμα 1% w/w. TOPIDERM ® δερματικό διάλυμα 1% w/v.<br />

ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ: Κρέμα: Κάθε g<br />

κρέμας TOPIDERM ® περιέχει 0,01 g (1% w/w) Flutrimazole.<br />

Δερματικό διάλυμα: Κάθε ml διαλύματος TOPIDERM ®<br />

περιέχει 10 mg Flutrimazole (1% w/v). ΦΑΡΜΑΚΟΤΕ-<br />

ΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ: 1.Κρέμα. 2.Δερματικό διάλυμα. ΚΛΙ-<br />

ΝΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Θεραπευτικές ενδείξεις: Σε δερματικές<br />

μυκητιάσεις όπως: -Tinea pedis -Tinea cruris -Tinea<br />

corporis -Tinea faciei και barbae -Tinea inguinalis οφειλόμενες<br />

στα στελέχη : -Trichophyton species (eg. T<br />

rubrum, T.mentagrophyton, T. tonsurans) -Microsporum<br />

species (eg. M. canis, M. gypseum) -Epidermophyton<br />

floccosum. Επιπλέον ενδείκνυται : -σε επιφανειακές<br />

καντιντιάσεις, που οφείλονται σε μύκητες του γένους<br />

Candida (eg. C.albicans, C.parapsilosis, C.guilermondii,<br />

C.tropicalis) -σε θεραπεία για Pityriasis versicolor (οφείλεται<br />

στο Malassezia furfur γνωστό σαν Pityrosporum<br />

ovale). Δοσολογία και τρόπος χορήγησης: Ενήλικες και<br />

παιδιά άνω των 10 ετών: Μία φορά την ημέρα. Η κρέμα<br />

ή το διάλυμα εφαρμόζεται τοπικά με επάλειψη, αφού<br />

προηγούμενα έχει καθαρισθεί η πάσχουσα και η γύρω<br />

από αυτή περιοχή. Η εφαρμογή στην πάσχουσα περιοχή<br />

επιτυγχάνεται με μικρές ποσότητες κρέμας ή διαλύματος<br />

προς αποφυγή λέπτυνσης του δέρματος. Η<br />

διάρκεια της θεραπείας εξαρτάται από το είδος της<br />

μόλυνσης, τον μικροοργανισμό και από την περιοχή<br />

που έχει μολυνθεί. Βελτίωση των κλινικών συμπτωμάτων<br />

και ανακούφιση από τον κνησμό εμφανίζεται από<br />

τις πρώτες ημέρες της θεραπείας, εν τούτοις η συνιστώμενη<br />

διάρκεια της θεραπείας για την πρόληψη υποτροπής<br />

είναι: - 4 εβδομάδες για Tinea pedis ή μεσοδακτύλια<br />

μυκητίαση, - 2-3 εβδομάδες για Tinea corporis,<br />

- 1-2 εβδομάδες για Pityriasis versicolor, - 2-4 εβδομάδες<br />

για δερματολογικές καντιντιάσεις. Η διάγνωση<br />

επανεκτιμάται εάν δεν έχει επέλθει κλινική βελτίωση<br />

μέσα σε 4 εβδομάδες θεραπείας. Αντενδείξεις: Αντενδείκνυται<br />

σε καταστάσεις γνωστής υπερευαισθησίας<br />

σε αντιμυκητιακά του τύπου της Imidazole ή σε κάποιο<br />

από τα συστατικά του προϊόντος. Ιδιαίτερες προειδοποιήσεις<br />

και προφυλάξεις κατά τη χρήση: Το συγκεκριμένο<br />

προϊόν προορίζεται μόνο για εξωτερική χρήση.<br />

Εάν παρατηρηθεί ερεθισμός ή ευαισθησία κατά τη<br />

διάρκεια της χρήσης του προϊόντος, διακόψτε τη θεραπεία<br />

και συμβουλευθείτε το γιατρό σας. Δεν υπάρχει<br />

επαρκής κλινική εμπειρία σε παιδιά κάτω των 10 ετών.<br />

Πρέπει να δίδεται μεγάλη σημασία στην προσωπική<br />

υγιεινή για την αποφυγή επιμόλυνσης. Αλληλεπιδράσεις<br />

με άλλα φάρμακα και άλλες μορφές αλληλεπιδράσεων:<br />

Καμία γνωστή μέχρι σήμερα. Χορήγηση κατά<br />

την κύηση και τη γαλουχία: Μελέτες σε πειραματόζωα<br />

δεν έδειξαν κίνδυνο για το έμβρυο, αλλά δεν υπάρχουν<br />

επαρκείς κλινικές μελέτες σε έγκυες γυναίκες.<br />

Η χρήση του φαρμάκου κατά την εγκυμοσύνη να γίνεται<br />

μόνο αν κρίνεται απολύτως απαραίτητο. Δεν έχει<br />

διευκρινιστεί πλήρως αν η flutrimazole απεκκρίνεται<br />

στο μητρικό γάλα και γι αυτό να αποφεύγεται η χρήση<br />

της στη διάρκεια του θηλασμού. Επίδραση στην ικανότητα<br />

οδήγησης και χειρισμού μηχανημάτων: Η χρήση<br />

TOPIDERM ® δεν επηρεάζει την ικανότητα οδήγησης<br />

και χειρισμού μηχανημάτων. Ανεπιθύμητες ενέργειες:<br />

Κρέμα: Ανεπιθύμητες ενέργειες από τη χρήση του<br />

TOPIDERM ® έχουν παρατηρηθεί στο 8% των ασθενών<br />

σε κλινικές μελέτες με το φάρμακο. Οι συνηθέστερες<br />

των ενεργειών αυτών ήταν ελαφρό αίσθημα καύσου,<br />

ερεθισμός, κνησμός και ερύθημα στην περιοχή επάλειψης.<br />

Δερματικό διάλυμα: Κατά τη διάρκεια κλινικών<br />

μελετών η εμφάνιση ανεπιθύμητων ενεργειών ήταν<br />

ανάλογη με την ποσότητα του προϊόντος που χρησιμοποιήθηκε<br />

για επάλειψη. Σε ποσοστό 35% των ασθενών<br />

με διάγνωση ποικιλόχρου πιτυρίαση και οι οποίοι<br />

ακολούθησαν το προτεινόμενο δοσολογικό σχήμα εμφανίσθηκαν<br />

ερύθημα της περιοχής επάλειψης και κνησμός<br />

τις πρώτες ημέρες της θεραπείας. Αντιθέτως<br />

μόνο το 5% των ασθενών με διάγνωση δερματοφύτωση<br />

και δερματική καντιτίαση εμφάνισαν ερύθημα και<br />

κνησμό στην περιοχή εφαρμογής. Υπερδοσολογία:<br />

Καμία γνωστή περίπτωση υπερδοσολογίας μέχρι σήμερα.<br />

Εάν από απροσεξία το προϊόν ληφθεί από το στόμα<br />

πρέπει να αντιμετωπισθεί συμπτωματικά. ΦΑΡΜΑ-<br />

ΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ: Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες:<br />

Μηχανισμός δράσης: Η flutrimazole είναι ένα τοπικό<br />

αντιμυκητιακό ιμιδαζολικού τύπου. Όπως και άλλα ιμιδαζολικά<br />

παράγωγα, η flutrimazole δρα τροποποιώντας<br />

την κυτταρική μεμβράνη του μύκητα παρεμβαίνοντας<br />

στη σύνθεση της εργοστερόλης με παρεμπόδιση της<br />

δράσης του ενζύμου lanosterol-14α-demethylase. Μικροβιολογία:<br />

In vitro η flutrimazole εμφανίζει αντιμυκητιακή<br />

δράση έναντι των ζυμομυκήτων, δερματοφύτων και<br />

των ευρωμυκήτων. Το φάσμα των ζυμομυκήτων που<br />

μελετήθηκαν περιλαμβάνει τους μύκητες Candida<br />

albicans, C.tropicalis, C.parapsilosis, C.guillermondii,<br />

C.krusei, και Τοrulopsis glabrata. Προσδιορίστηκε η ελάχιστη<br />

δραστική συγκέντρωση (ΕΔΣ) του φαρμάκου και<br />

για τα περισσότερα από τα μελετηθέντα στελέχη ήταν<br />

στην περιοχή από 0.5 έως 5.0 μg/ml. Μελετήθηκε η<br />

δραστικότητα διαφορετικών στελεχών διαφόρων δερματοφύτων<br />

συμπεριλαμβανομένων των Trichophyton<br />

mentagrophytes, T.rubrum, T.tonsurans, T.schoenleinii,<br />

Microsporum canis, M.gypseum και Epidermophyton<br />

floccosum. Οι τιμές της ΕΔΣ βρέθηκαν στη περιοχή<br />

μεταξύ 0.15 και 2.50 μg/ml. Μελετήθηκε η δραστικότητα<br />

στελεχών των ακολούθων ευρωμυκήτων: Aspergillus<br />

niger, A.fumigatus, A.nidulans, Scopulariopsis brevicaulis.<br />

Οι περισσότερες από τις τιμές ΕΔΣ των ειδών Aspergillus<br />

ήταν στην περιοχή μεταξύ 0.25 και 2.50 μg/ml. Οι αντίστοιχες<br />

τιμές για τα είδη Scopulariopsis ήταν στην<br />

περιοχή μεταξύ 0.15 και 0.60 μg/ml. Τα αποτελέσματα<br />

in vivo μελετών σε ζώα (κολπική καντιντίαση σε<br />

αρουραίους και δερματοφύτωση σε ινδικά χοιρίδια)<br />

που προσομοιάζουν με παθολογικές καταστάσεις σε<br />

ανθρώπους οι οποίες απαιτούν τοπική θεραπεία, επιβεβαιώνουν<br />

την αντιμυκητιακή δράση της flutrimazole.<br />

Φαρμακοκινητικές ιδιότητες: H διαδερμική απορρόφηση<br />

της flutrimazole in vivo είναι πολύ μικρή και μελέτες<br />

κατανομής του φαρμάκου στο δέρμα έδειξαν ότι<br />

η flutrimazole κατακρατείται κύρια στη στιβάδα των<br />

ακανθωτών κυττάρων (στιβάδα πολυεδρικών κυττάρων<br />

της βλαστικής στιβάδας της επιδερμίδας), στην<br />

κοκκώδη και στη βασική στιβάδα της επιδερμίδας η<br />

οποία λειτουργεί ως φραγμός και παρεμποδίζει τη διέλευση<br />

του φαρμάκου. Η περιορισμένη διαδερμική απορρόφηση<br />

του φαρμάκου επιβεβαιώνεται από τα αποτελέσματα<br />

φαρμακοκινητικής μελέτης που έγινε σε<br />

ανθρώπους. Στη μελέτη αυτή μετά από την τοπική εφαρμογή<br />

κρέμας που περιείχε 1% [ 14 C]-flutrimazole, δεν<br />

ανιχνεύτηκε ραδιενέργεια στο πλάσμα και τα κόπρανα,<br />

ενώ η ανάκτηση του φαρμάκου από τα ούρα δεν<br />

ήταν μεγαλύτερη του 0.65% της χορηγηθείσης δόσης.<br />

Από τις in vitro μελέτες του μεταβολισμού της flutrimazole<br />

φαίνεται ότι το φάρμακο δεν μεταβολίζεται από το κυττόχρωμα<br />

Ρ450 των μικροσωμάτων των κυττάρων του<br />

ανθρωπίνου δέρματος, αλλά από τα ηπατικά μικροσώματα<br />

τόσο στον άνθρωπο όσο και στο σκύλο. Προκλινικά<br />

δεδομένα σχετικά με την ασφάλεια:<br />

Η περιορισμένη διαδερμική απορρόφηση<br />

της flutrimazole είναι ενδεικτική<br />

της ύπαρξης ενός ελάχιστου<br />

κινδύνου εμφάνισης συστηματικής<br />

τοξικής δράσης από το φάρμακο.<br />

Παρά ταύτα, μελέτες τοξικότητας μετά από συστηματική<br />

χορήγηση flutrimazole έδειξαν πολύ μικρή οξεία<br />

τοξικότητα, και η μόνη δράση που παρατηρήθηκε σε<br />

μελέτες χορήγησης πολλαπλών δόσεων του φαρμάκου<br />

και σε μελέτες επίδρασης στην αναπαραγωγή,<br />

σχετίζεται με τη βιοσύνθεση των στεροειδών, δράση<br />

που είναι γνωστή για όλα τα ιμιδαζολικά αντιμυκητιακά.<br />

Δεν υπάρχουν ενδείξεις γενοτοξικότητας ή τερατογένεσης,<br />

και η φύση της ένωσης καθώς και η οδός<br />

και η διάρκεια χορήγησης στους ανθρώπους δείχνει<br />

ότι το φάρμακο δεν έχει καρκινογενετική δράση. Η τοπική<br />

εφαρμογή της flutrimazole δεν προκαλεί ευαισθητοποίηση<br />

ή αντιδράσεις φωτοτοξικότητας. ΦΑΡΜΑ-<br />

ΚΕΥΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Κατάλογος με τα έκδοχα: Κρέμα:<br />

Benzyl alcohol, macrogol cetostearyl ether 20-22,<br />

cetostearyl alcohol, glycerol monostearate 40-50,<br />

diisopropyl adipate, disodium phosphate (anhydrous),<br />

sodium dihydrogen phosphate (dihydrate), macrogol<br />

400, purified water. Δερματικό διάλυμα: Octyldodecanol,<br />

Macrogol 400, Ethanol, Trolamine. Ασυμβατότητες:<br />

Καμία γνωστή μέχρι σήμερα. Διάρκεια ζωής: Κρέμα: 5<br />

(πέντε) χρόνια, υπό την προϋπόθεση ότι το προϊόν<br />

φυλάσσεται κλειστό, στην αρχική του συσκευασία σύμφωνα<br />

με τις οδηγίες διατήρησης. Δερματικό διάλυμα:<br />

2 (δύο) χρόνια, υπό την προϋπόθεση ότι το προϊόν<br />

φυλάσσεται κλειστό, στην αρχική του συσκευασία σύμφωνα<br />

με τις οδηγίες διατήρησης. Ιδιαίτερες προφυλάξεις<br />

για τη διατήρηση του προϊόντος: Διατηρείται σε<br />

δροσερό και ξηρό μέρος, θερμοκρασία μικρότερη από<br />

25 Ο C. Φύση και συστατικά του περιέκτη: Κρέμα: Σωληνάριο<br />

από αλουμίνιο με βιδωτό πώμα από πολυαιθυλένιο,<br />

το οποίο περιέχει 30 g προϊόντος. Δερματικό<br />

διάλυμα: Χάρτινο κουτί συσκευασίας, το οποίο περιέχει<br />

γαλακτόχρωμο φιαλίδιο από πολυαιθυλένιο με αντλία<br />

για τη δημιουργία spray. Κάθε φιαλίδιο περιέχει 30 ml<br />

προϊόντος. Οδηγίες για τη χρήση: Το προϊόν προορίζεται<br />

μόνο για εξωτερική χρήση. Κάτοχος άδειας κυκλοφορίας:<br />

ΟLVOS SCIENCE A.E. Αχιλλέως 2, 104 37 Αθήνα<br />

Τηλ. 210 5281850. Αριθμός άδειας κυκλοφορίας:<br />

3856/21-1-2005. Τιμή: Κρέμα: 8,96 ευρώ. Δερματικό<br />

διάλυμα: 7,87 ευρώ.<br />

Bοηθήστε να γίνουν τα φάρμακα πιο ασφαλή:<br />

Συμπληρώστε την “ΚΙΤΡΙΝΗ ΚΑΡΤΑ”<br />

Aναφέρατε:<br />

• ΟΛΕΣ τις ανεπιθύμητες ενέργειες για τα Nέα φάρμακα N<br />

• Tις ΣOBAPEΣ ανεπιθύμητες ενέργειες για τα Γνωστά φάρμακα<br />

Τεύχος <strong>57</strong><br />

33


Χρήση και δυνατότητες<br />

της νανοτεχνολογίας<br />

στην αισθητική δερματολογία<br />

Pierfrancesco Morganti, Τμήμα Δερματολογίας και αφροδισίων Νόσων, ΙΙ Πανεπιστήμιο Νάπολης, Νάπολη,<br />

Ιταλία<br />

Περίληψη: Η βιοτεχνολογία και η νανοτεχνολογία είναι οι κύριες τεχνολογίες του 21ου<br />

αιώνα, έχοντας τεράστιες δυνατότητες για καινοτομία και ανάπτυξη. Οι στόχοι της ακαδημαϊκής<br />

κοινότητας και της βιομηχανίας για αυτές τις τεχνολογίες είναι η ανάπτυξη βιομοριακών<br />

ουσιών σε νανοκλίμακα και αναλυτικών οργάνων για τη διερεύνηση της βιολογίας<br />

του κυττάρου σε κυτταρικό και μοριακό επίπεδο. Οι εξελίξεις στη νανοτεχνολογία θα προσφέρουν<br />

ευκαιρίες για την αισθητική δερματολογία στην ανάπτυξη νέων βιοσυμβατών και<br />

βιοδιασπώμενων θεραπειών, συστημάτων χορήγησης και πιο δραστικών ενώσεων. Τα καλλυντικά<br />

έχουν την κύρια λειτουργία της διατήρησης μιας καλής εμφάνισης, της αλλαγής της<br />

εμφάνισης, ή της διόρθωσης των σωματικών οσμών, διατηρώντας παράλληλα το δέρμα σε<br />

καλή κατάσταση. Έτσι, η αισθητική δερματολογία, αναγνωρίζοντας τη νέα πραγματικότητα<br />

στα προϊόντα φροντίδας της επιδερμίδας, πρέπει να επικεντρωθεί στις λειτουργικές πλευρές<br />

των καλλυντικών μέσα από την κατανόηση της αποτελεσματικότητας και της ασφάλειας<br />

τους στην προαγωγή της καλής υγείας. Η νανοεπιστήμη μπορεί να βοηθήσει την επιστημονική<br />

κοινότητα να ανακαλύψει πιο καινοτόμα και αποτελεσματικά καλλυντικά προϊόντα.<br />

Η κατανόηση του φυσικού μοντέλου του κυττάρου ως μια μηχανή, είναι ουσιαστική για την<br />

κατανόηση του τρόπου με τον οποίο όλα τα συστατικά ενός κυττάρου εργάζονται μαζί για<br />

να ολοκληρώσουν ένα έργο. Η αποτελεσματικότητα και η ασφάλεια των νέων νανοϋλικών<br />

πρέπει να μελετηθεί σε βάθος με ex vivo tests και καινοτόμες εργαστηριακές τεχνικές. Νέα<br />

συστήματα χορήγησης και φυσικές νανοενώσεις, όπως οι νανοΐνες χιτίνης για την επούλωση<br />

τραυμάτων, χρησιμοποιούνται στην αισθητική δερματολογία με καλά αποτελέσματα,<br />

όπως τα νανοδομημένα αντηλιακά με TiO2 και ZnO. Η πρόκληση είναι ανοικτή.<br />

Λέξεις-κλειδιά: νανοτεχνολογία, νανοβιοτεχνολογία, συστήματα χορήγησης, νανοΐνες χιτίνης,<br />

TiO2, ZnO<br />

Η σημασία της νανοτεχνολογίας<br />

και της νανοβιοτεχνολογίας<br />

Η νανοτεχνολογία είναι ένας σχετικά νέος κλάδος.<br />

Σήμερα η νανοτεχνολογία δεν είναι μόνο ουσιαστικής<br />

σημασίας για τις χημικές βιομηχανίες που προσανατολίζονται<br />

στο marketing, αλλά είναι επίσης ένα<br />

εργαλείο ανάπτυξης επιστημονικών λύσεων για και-<br />

34 ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ ΔΕΡΜΑΤΟΛΟΓΙΑ


νοτόμες θεραπείες και καλλυντικά, τα οποία βελτιώνουν<br />

την ευεξία και αντιμετωπίζουν θέματα αντιγήρανσης<br />

[1]. Η νανοτεχνολογία ορίζεται ως η μελέτη<br />

της ύλης σε ατομική ή μοριακή κλίμακα [2-4]. Ένα<br />

νανόμετρο (nm) είναι ένα δισεκατομμυριοστό του<br />

μέτρου (δηλ 10 -9) και τα τυπικά άτομα είναι περίπου<br />

το ένα τρίτο ενός νανόμετρου. Συγκριτικά, το μέσο<br />

πάχος μιας ανθρώπινης τρίχας είναι περίπου 1000 nm<br />

και ένας ιός της γρίπης έχει διάμετρο 100 nm. Η νανοβιοτεχνολογία,<br />

η διεπαφή μεταξύ νανοτεχνολογίας και<br />

βιοτεχνολογίας, είναι ένας κλάδος της νανοτεχνολογίας<br />

ο οποίος ασχολείται με τις βιολογικές και βιοχημικές<br />

εφαρμογές και χρήσεις της.<br />

Η νανοτεχνολογία είναι επομένως το σύνολο των<br />

μεθόδων και τεχνικών για την επεξεργασία της ύλης<br />

σε ατομική και μοριακή κλίμακα με στόχο τη δημιουργία<br />

προϊόντων με ειδικά και βελτιωμένα χημικάφυσικά<br />

χαρακτηριστικά σε σύγκριση με τα συμβατικά<br />

προϊόντα [5]. Συνεπώς, ο στόχος της νανοβιοτεχνολογίας<br />

είναι η δημιουργία βιομοριακών συστατικών<br />

και αναλυτικών οργάνων σε νανοκλίμακα για τη διερεύνηση<br />

της βιολογίας του κυττάρου και σε κυτταρικό<br />

και σε μοριακό επίπεδο.<br />

Οι προσδοκίες<br />

Οι πιθανές χρήσεις και τα οφέλη μαζί με τις προσδοκίες<br />

από τις νανοεπιστήμες είναι τεράστιες. Συμφωνώντας<br />

με αυτή την άποψη, η Ευρωπαϊκή Ένωση<br />

(EE) υποστηρίζει τις νέες νανοτεχνολογίες μέσω<br />

του εβδόμου προγράμματος πλαισίου (Εικόνα 1).<br />

Έτσι, η χρήση των νανοϋλικών στην αισθητική δερματολογία<br />

αποτελεί θέμα έντονης διαμάχης στην EE,<br />

και οι προσπάθειες καθιέρωσης θεμελιωδών κανόνων<br />

για τη χρήση τους καθώς και εκτίμησης κινδύνου<br />

βρίσκονται σε εξέλιξη σε πανεπιστήμια, κυβερνητικά<br />

εργαστήρια και τη βιομηχανία. Η επένδυση<br />

δημόσιων πόρων στη βασική έρευνα γύρω από τη<br />

νανοτεχνολογία έχει αυξηθεί, κάτι το οποίο, έχει με<br />

τη σειρά του αυξήσει το ενδιαφέρον της ιδιωτικής<br />

βιομηχανίας στην ανάπτυξη κατοχυρωμένων προϊόντων<br />

[6]. Η παραγωγή σε νανοκλίμακα μιας πρώτης<br />

ύλης μπορεί όχι μόνο να μειώσει το κόστος,<br />

αλλά και να ενισχύσει τις ιδιότητές της. Στα πεδία της<br />

βιοϊατρικής και της αισθητικής, η νανοτεχνολογία<br />

έχει τεράστιες δυνατότητες και οι μέθοδοι της νανοτεχνολογίας<br />

ήδη χρησιμοποιούνται και στην ιατρική<br />

και στη φαρμακευτική βιομηχανία. Για όλους<br />

αυτούς τους λόγους, ο Διεθνής Οργανισμός Τυποποίησης<br />

(ISO) [7] αναπτύσσει ομοιογενή πρότυπα<br />

για την νανοτεχνολογία και υποστηρίζει την καινοτομία,<br />

έρευνα και ανάπτυξη, συμπεριλαμβανομένης<br />

και της δέουσας έρευνας εκτίμησης κινδύνου, σε<br />

αυτό το καινοτόμο πεδίο. Εντούτοις, για να αποκτηθούν<br />

υλικά σε νανοκλίμακα είναι απαραίτητος ο συνδυασμός<br />

τεχνολογιών φυσικής, μικρο-νανοηλεκτρονικής,<br />

χημείας και βιολογίας. Προς το παρόν, οι<br />

τρεις κύριες περιοχές ανάπτυξης, περιλαμβάνουν τα<br />

ακόλουθα [8]:<br />

Νανοϋλικά: η κατασκευή εξειδικευμένων δομών των<br />

οποίων οι διαστάσεις ελέγχονται σε νανοκλίμακα<br />

Νανοβιοτεχνολογία: Ο χειρισμός ζώντων συστημάτων<br />

με χρήση μηχανικής σε νανοκλίμακα<br />

Νανοηλεκτρονική: η ανάπτυξη της μικροηλεκτρονικής<br />

για συσκευές όπως αυτές αναγνώρισης ραδιοφωνικής<br />

συχνότητας<br />

Τα νανοϋλικά στην αισθητική δερματολογία<br />

Τα νανοϋλικά και η νανοβιοτεχνολογία έχουν τη δυνατότητα<br />

να αλλάξουν ριζικά τον τρόπο με τον οποίο<br />

τα καλλυντικά και τα φάρμακα επιφέρουν τα οφέλη<br />

τους. Ειδικότερα, τα νανοσωματίδια αναπτύσσονται<br />

ώστε να εμπεριέχουν μια ευρεία κλίμακα συστατικών<br />

τα οποία είναι ωφέλιμα για το δέρμα. Για να δημιουργηθούν<br />

νανοσωματίδια, χρησιμοποιούνται δύο<br />

κύριες προσεγγίσεις:<br />

α) η μέθοδος από κάτω προς τα πάνω (bottom- up)<br />

κατά την οποία συναρμολογούνται νανοσωματίδια από<br />

τη μοριακή διάσταση<br />

β) η προσέγγιση από πάνω προς τα κάτω (top-down),<br />

κατά την οποία μεγαλύτερα σωματίδια μειώνονται σε<br />

μέγεθος με τη χρήση φυσικο-χημικών μεθόδων.<br />

Στα καλλυντικά, η μέθοδος από πάνω προς τα κάτω<br />

χρησιμοποιείται πιο συχνά για την παραγωγή διαφορετικών<br />

ειδών δομών. Παραδείγματα τέτοιων<br />

δομών περιλαμβάνουν τα νανοσώματα, κυβικού σχήματος<br />

νανοσωματίδια (cubosomes), νιοσώματα και<br />

λιποσώματα.<br />

Αυτά τα ασταθή σωματίδια με διαμέτρους από 50-<br />

5000 nm χρησιμοποιούνται για την παραγωγή μικροή<br />

νανο-γαλακτωμάτων ικανών να μεταφέρουν και να<br />

προστατεύουν δραστικές ουσίες από οξείδωση, καθώς<br />

επίσης και να βελτιώνουν τη διείσδυσή τους δια μέσου<br />

των δερματικών στρωμάτων [9]. Ένας από τους κύριους<br />

παράγοντες οι οποίοι καθορίζουν την ικανότητα<br />

ουσιών να διαπερνούν το δέρμα είναι το μέγεθος<br />

του μορίου.<br />

Σύμφωνα με τον Johann Wiechers, ο ρόλος των<br />

συστημάτων χορήγησης είναι η διασφάλιση ότι η<br />

σωστή συγκέντρωση της σωστής χημικής ουσίας θα<br />

φθάσει στο σωστό σημείο του σώματος για την σωστή<br />

χρονική διάρκεια [10]. Εντούτοις, η αποδοτικότητα μιας<br />

δραστικής ένωσης εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη<br />

Τεύχος <strong>57</strong><br />

35


700<br />

Νανοεπιστήμες και Νανοτεχνολογίες,<br />

Υλικά και Νέες Τεχνολογίες Παραγωγής<br />

Χρηματοδότηση 2007-2013<br />

■ Αύξηση προϋπολογισμού σε περίπου 3,5 Δισεκατομμύρια Ευρώ<br />

■ Η αύξηση σε πραγματικούς αριθμούς<br />

600<br />

500<br />

400<br />

300<br />

200<br />

100<br />

0<br />

2007 2008 2009 2010 2011 2012<br />

Πηγή: O. Demuth<br />

Εικόνα 1. Προβλεπόμενη αύξηση της νανοτεχνολογίας<br />

βιοδιαθεσιμότητά της – είναι ζωτικής σημασίας να φθάσει<br />

στο σημείο δράσης και να απελευθερωθεί για μια<br />

παρατεταμένη χρονική περίοδο.<br />

Προς αυτή την κατεύθυνση, πρόσφατη εκτενής έρευνα<br />

έχει δημιουργήσει διαφορετικά, προσανατολισμένα<br />

στη νανοτεχνολογία, ελεγχόμενα συστήματα χορήγησης,<br />

από τα απλούστερα ως τα πλέον εξελιγμένα [10]<br />

(Εικόνα 2).<br />

Συνεπώς, νανοκυστίδια, ως συστήματα δερματικής<br />

χορήγησης και νανοσωματίδια στερεού λιπιδικού<br />

πυρήνα (solid lipid nanoparticles) ή νανοδομημένοι<br />

φορείς λιπιδίων (nanostructured lipid carriers) έχουν<br />

αναπτυχθεί για αισθητικές και φαρμακευτικές εφαρμογές<br />

[11].<br />

Τα κυστίδια είναι κοίλα κολλοειδή σωματίδια τα<br />

οποία αποτελούνται από αμφιφιλικά μόρια. Λόγω των<br />

αμφιφιλικών ιδιοτήτων τους, αυτά τα μόρια μπορούν,<br />

παρουσία νερού, να σχηματίσουν μονοστοιβαδικά ή<br />

πολυστοιβαδικά κυστίδια. Τόσο υδατοδιαλυτές όσο<br />

και μη υδατοδιαλυτές ενώσεις μπορούν να εγκλειστούν<br />

σε τέτοια κυστίδια και μια μεγάλη ποικιλία<br />

λιπιδίων και επιφανειοδραστικών παραγόντων μπορούν<br />

να χρησιμοποιηθούν για την παρασκευή τους.<br />

Αυτά τα κυστίδια μπορούν να δράσουν (α) ως<br />

φορείς για τη χορήγηση εγκυστωμένων μορίων στο<br />

δέρμα ή διαμέσου του δέρματος, (β) ως ενισχυτικά<br />

διείσδυσης, προκειμένου να τροποποιήσουν τις λιπιδικές<br />

στοιβάδες στο μεσοκυττάριο χώρο (γ) ως «αποθήκη»<br />

για σταθερή αποδέσμευση δραστικών ουσιών<br />

(δ) ως περιοριστικός μεμβρανώδης φραγμός για επίτευξη<br />

ελεγχόμενου δι-επιδερμικού ή διαδερμικού<br />

συστήματος χορήγησης.<br />

Σε αντίθεση με ένα σύστημα χορήγησης βασισμένο<br />

σε κυστίδια, τα SLN και NLC έχουν το τεράστιο πλεονέκτημα<br />

της υψηλής σταθερότητας. Επιπλέον, αυτοί<br />

οι φορείς λιπιδίων δημιουργούν μια στρώση λιπιδικής<br />

μεμβράνης της τάξεως του νανομέτρου στην επιφάνεια<br />

του δέρματος, αποφεύγοντας με αυτό τον τρό-<br />

36 ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ ΔΕΡΜΑΤΟΛΟΓΙΑ


πο την εξάτμιση του νερού και συνεπώς αυξάνοντας<br />

την ενυδάτωση του δέρματος.<br />

Επιπλέον, το μικρό μέγεθος όλων των νανοδομημένων<br />

ενώσεων διασφαλίζει στενότερη επαφή με την<br />

κερατίνη στοιβάδα, αυξάνοντας την ποσότητα των ενσωματωμένων<br />

δραστικών συστατικών που φθάνουν στο<br />

σημείο δράσης. Η εφύγρανση, η εξάπλωση και η διείσδυση<br />

επίσης μπορεί να ενισχυθούν σαν αποτέλεσμα<br />

της χαμηλής επιφανειακής τάσης του όλου συστήματος<br />

και της χαμηλής διεπιφανειακής τάσης των νανοσταγονιδίων<br />

ελαίου/ύδατος (O/W).<br />

Εντούτοις, όλα τα νανοσωματίδια τα προερχόμενα<br />

από διαφορετικά γαλακτώματα πρέπει να θεωρούνται<br />

ασταθείς μορφές, λόγω της πλήρους αποδόμησης των<br />

συστατικών τους μετά την εφαρμογή στην επιφάνεια<br />

του δέρματος. Επιπλέον, η μέση διάστασή τους σε<br />

αισθητικά γαλακτώματα είναι περίπου 100 nm.<br />

Άλλη μια ομάδα νανοσωματιδίων ευρέως χρησιμοποιούμενη<br />

στην αισθητική δερματολογία και πλήρως<br />

αδιάλυτη σε ύδωρ και έλαιο περιλαμβάνει τα<br />

ανόργανα φυσικά UV φίλτρα διοξείδιο του τιτανίου<br />

(TiO2) και οξείδιο του ψευδαργύρου (ZnO), τα οποία<br />

θεωρούνται αντηλιακά στις ΗΠΑ και την Ιαπωνία<br />

καθώς και μόνο στη Γερμανία μεταξύ των χωρών της<br />

Ε.Ε. Αυτές οι δύο ουσίες χρησιμοποιούνται σε σωματίδια<br />

των 60 έως 200 nm ώστε να δημιουργηθεί ένα<br />

διαφανές γαλάκτωμα, αυξάνοντας έτσι τη συμμόρφωση<br />

στο προϊόν (Εικόνα 3). Είναι αξιοσημείωτο ότι η<br />

ελαχιστοποίηση του μεγέθους αυτών των μετάλλων<br />

αυξάνει, όχι μόνο τη διαφάνειά τους, αλλά επιπλέον<br />

και την προστατευτική τους ικανότητα [12], λόγω του<br />

υψηλότερου δείκτη αντανάκλασης.<br />

Συνεπώς, αυτά τα μέταλλα μπορεί να θεωρηθούν<br />

ως ευρέως φάσματος UV αποκλειστές όταν χρησιμοποιούνται<br />

σε μικροκονιοποιημένη μορφή, και καθίστανται<br />

μη ορατά μετά την εφαρμογή τους στο δέρμα<br />

[13]. Επιπλέον, η επιφάνεια αυτών των νανοφίλτρων<br />

μπορεί να επικαλυφθεί με ένα ουδέτερο υλικό, όπως<br />

διοξείδιο του πυριτίου (silica), πολυμερείς ενώσεις<br />

πυριτίου, ύαλο, ή οξείδιο του αλουμινίου, για να βελτιωθεί<br />

ο βαθμός διασποράς τους, η φωτοσταθερότητα<br />

και η αποτελεσματικότητα, αποφεύγοντας την απευθείας<br />

επαφή με το δέρμα και αυξάνοντας τα περιθώρια<br />

ασφαλείας [14]. Καθώς το TiO2 δεν είναι μόνο UVA<br />

φίλτρο, αλλά επίσης ένα εξαιρετικά αποτελεσματικό<br />

UVB φίλτρο έχει μακράν τις περισσότερες εφαρμογές<br />

από οποιοδήποτε αντηλιακό προϊόν [15].<br />

Άλλη μια σημαντική ομάδα αδιάλυτων νανοσω-<br />

Φυσικοί<br />

συσχετισμοί<br />

Εγκύστωση (χωρίς<br />

απελευθέρωση)<br />

Εγκύστωση<br />

με απελευθέρωση<br />

(εφάπαξ)<br />

Ελεγχόμενη<br />

παρατεταμένη<br />

απελευθέρωση<br />

Διαδοχική<br />

απελευθέρωση<br />

Συνδυασμός<br />

συστατικών<br />

Προστασία<br />

δραστικών<br />

πριν και μετά<br />

την εφαρμογή<br />

Προστασία<br />

δραστικών πριν<br />

την εφαρμογή.<br />

Απελευθέρωση<br />

κατά την<br />

εφαρμογή<br />

Απελευθέρωση<br />

στο υπόστρωμα<br />

στον κατάλληλο<br />

χρόνο<br />

Πολλαπλές<br />

δραστικές οι οποίες<br />

χρειάζεται να<br />

απελευθερωθούν<br />

σε διαφορετικούς<br />

χρόνους<br />

● Φορείς<br />

● Γαλακτώματα<br />

● Γέλες<br />

● Συνέργειες<br />

● Επικάλυψη<br />

συστατικού<br />

● Κάψουλες<br />

● μ-κάψουλες<br />

● Πολυμερικά<br />

συστήματα<br />

● Μοριακά<br />

συστήματα<br />

● Κυστιδικά<br />

συστήματα<br />

● Πολυμερικά<br />

συστήματα<br />

● Μοριακά<br />

συστήματα<br />

● 3D αυτοκόλλητο<br />

Πολυμερικά<br />

ή κυστιδικά<br />

συστήματα<br />

πολλαπλών<br />

φάσεων<br />

Πηγή: Mayer P. (2008) Τεχνολογίες μικρο-εγκύστωσης<br />

Εικόνα 2. Συστήματα χορήγησης: Από τα απλούστερα στα πλέον πολύπλοκα. Αναπαραγωγή με την ευγενική άδεια της<br />

Pat Meyer, Lipo Chemicals.<br />

Τεύχος <strong>57</strong><br />

37


% Διαφάνεια<br />

80<br />

70<br />

60<br />

50<br />

40<br />

30<br />

20<br />

10<br />

0<br />

% Διαφάνεια σε τεστ<br />

αξιολόγησης καταναλωτών<br />

100 nm 20-50 nm<br />

Σύνθεση<br />

Εικόνα 3. Το επίπεδο διαφάνειας σε τεστ αξιολόγησης<br />

καταναλωτών, εξαρτώμενο από την διάσταση των σωματιδίων<br />

ZnO/TiO2. Ευγενική παραχώρηση Antaria Limited.<br />

ματιδίων η οποία χρησιμοποιείται στα καλλυντικά<br />

είναι οι νανοκάψουλες. Αυτές είναι μικρά σωματίδια<br />

τα οποία περιέχουν μια δραστική ουσία ή κεντρικό<br />

συστατικό, περιβαλλόμενο από ένα στρώμα επικάλυψης<br />

ή κέλυφος. Η διάμετρός τους μπορεί να ποικίλλει<br />

από 1 σε 1000 μm, και οι κάψουλες οι οποίες<br />

είναι μικρότερες από 1 μm ονομάζονται νανοκάψουλες,<br />

ενώ οι κάψουλες οι οποίες είναι μεγαλύτερες από<br />

1000 μm ονομάζονται μακροκάψουλες [16-18]. Οι<br />

μικροκάψουλες μπορεί να βοηθήσουν στην επίλυση<br />

προβλημάτων στην αισθητική δερματολογία, όπως<br />

η ασυμβατότητα διαφορετικών συστατικών και η προστασία<br />

ουσιών οι οποίες είναι ευάλωτες σε οξείδωση<br />

ή επηρεάζονται από την ατμοσφαιρική υγρασία.<br />

Η γενική κατάληξη των συζητήσεων στην ΕΕ για την<br />

ασφάλεια των νανοϋλικών στην αισθητική δερματολογία<br />

υποδεικνύει ότι κάποιοι κίνδυνοι είναι αναπόφευκτοι,<br />

παρότι οι συμβατικές τοξικολογικές μεθοδολογίες<br />

δεν είναι επαρκείς για να αξιολογήσουν<br />

την ασφάλειά τους.<br />

Προς το παρόν, αυτοί οι κίνδυνοι παραμένουν υποθετικοί,<br />

διότι αυτές οι δηλώσεις, ως προϊόν συζητήσεων<br />

δεν υποστηρίζονται από τεκμηριωμένα ερευνητικά<br />

αποτελέσματα [19-23]. Πρόσφατα, το Ευρωπαϊκό<br />

Κοινοβούλιο εξέδωσε ένα ψήφισμα σχετικά με την<br />

ρυθμιστική σκοπιά των νανοϋλικών [24], θεωρώντας<br />

τα απαραίτητα για τους Ευρωπαίους πολίτες, εφόσον<br />

παράγονται και διανέμονται με υπεύθυνο τρόπο.<br />

Η Ευρωβουλή έχει τονίσει την ανάγκη για νομοθεσία<br />

η οποία να περιλαμβάνει έναν πιο περιεκτικό, επιστημονικό<br />

ορισμό των νανοϋλικών, παράλληλα με<br />

έναν ξεκάθαρο προσδιορισμό ευθυνών σε παραγωγούς<br />

και εργοδότες, που προκύπτουν από τη χρήση<br />

των νανοϋλικών, για όλες τους οδούς έκθεσης (όπως<br />

η εισπνοή και το δέρμα).<br />

Πρόσφατες μελέτες σχετικά με την ασφάλεια των<br />

νανοϋλικών για την ανθρώπινη υγεία έχουν οδηγήσει,<br />

για παράδειγμα, σε ψευδώς θετικά ή ψευδώς αρνητικά<br />

αποτελέσματα εξαιτίας ελλείψεων στα εφαρμοσθέντα<br />

πρωτόκολλα (Πίνακας 1) [25-36]. Για αυτό τον<br />

λόγο, η Επιτροπή Νανοεπιστήμης έχει παράσχει έναν<br />

«Κώδικα Συμπεριφοράς για όλα τα άτομα και δημόσιους<br />

οργανισμούς οι οποίοι εμπλέκονται ή έχουν<br />

ενδιαφέρον για την έρευνα στις νανοεπιστήμες και τις<br />

νανοτεχνολογίες (Ν&Ν)» [37].<br />

Αυτός ο Κώδικας Συμπεριφοράς έχει ως στόχο την<br />

προαγωγή ολοκληρωμένης, ασφαλούς και υπεύθυνης<br />

έρευνας στα πεδία της νανοεπιστήμης και της νανοτεχνολογίας<br />

στην Ευρώπη για το όφελος της κοινωνίας<br />

ως συνόλου. Επιπλέον, ο Κώδικας πρέπει να<br />

θεωρείται συμπληρωματικός των υπαρχόντων κανονισμών.<br />

Μέχρι τώρα η νανοτεχνολογία δεν εμφανίζεται<br />

να επιφέρει κάποιους ιδιαίτερους κινδύνους για<br />

την ιατρική και τη φαρμακολογία [38,39].<br />

Εντούτοις, ο όρος νανοτεχνολογία είναι πολύ ευρύς<br />

και οι περισσότεροι φόβοι σχετικά με την ανθρώπινη<br />

υγεία εγείρονται ως αποτέλεσμα των συγκεκριμένων<br />

ιδιοτήτων των νανοσωματιδίων και νανοϋλικών,<br />

είτε είναι φυσικά είτε ανθρώπινης κατασκευής. Στην<br />

πραγματικότητα, φυσικά νανοσωματίδια απαντώνται<br />

στο περιβάλλον, για παράδειγμα στα απόβλητα, κάποια<br />

από τα οποία δεν είναι υλικά κατασκευασμένα από<br />

επιστήμονες [39,40].<br />

Ένας τύπος φυσικού νανοσωματιδίου, οι νανοΐνες<br />

χιτίνης, χρησιμοποιούνται τώρα από την ερευνητική<br />

μας ομάδα ως δραστική ουσία στην αισθητική δερματολογία.<br />

Τα μέχρι σήμερα διαθέσιμα ερευνητικά<br />

δεδομένα υποδηλώνουν ότι αυτό το σωματίδιο δεν<br />

δημιουργεί κινδύνους για τους καταναλωτές αλλά προσφέρει<br />

ένα μεγάλο αριθμό πλεονεκτημάτων [41,42].<br />

Νανοΐνα χιτίνης<br />

Μια νανοΐνα χιτίνης είναι ένας νανοκρύσταλλος ενός<br />

φυσικού πολυσακχαρίτη, ο οποίος προέρχεται από<br />

τον εξωσκελετό των οστρακόδερμων μετά από απο-<br />

38 ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ ΔΕΡΜΑΤΟΛΟΓΙΑ


Πίνακας 1. Ανασκόπηση αποτελεσμάτων μελετών απορρόφησης των TiO2 και ZnO<br />

Ελεγχόμενο υλικό Μέγεθος σωματιδίου Μοντέλο δέρματος/ Αποτελέσματα Βιβλιογραφική<br />

τεχνική<br />

αναφορά<br />

TiO2 και ZnO TiO2: 50 έως 100 nm Aνθρώπινο δέρμα/ Διείσδυση περιορισμένη 27<br />

(χωρίς πληροφορία ZnO: 20 έως 200 nm in vitro στα άνω στρώματα της<br />

για επικάλυψη)<br />

κερατίνης στοιβάδας<br />

TiO2AI2O3/στεαρικό 150 nm έως 170 nm Σε ανθρώπους Σωματίδια πάνω και μέσα 28<br />

οξύ με επικάλυψη (βιοψία) στα άνω στρώματα της<br />

κερατίνης στοιβάδας. Περίπου<br />

1% των σωματιδίων στο<br />

στόμιο του θύλακα. Απουσία<br />

διείσδυσης σε ζωντανό δέρμα<br />

Διάφορα 14 nm έως 200 nm Χοίρειο και ανθρώ- Καμία διείσδυση πέραν της 29<br />

επικαλυμμένα και μη πινο δέρμα in vitro, κερατίνης στοιβάδας σε<br />

υλικά TiO2 ανατάσης σε ανθρώπους (χει- καμία μελέτη<br />

και ρουτίλιο<br />

ρουργική αφαίρεση<br />

δέρματος ή βιοψία)<br />

TiO2 (SiO2 Al2O3 10 nm έως 100 nm Ανθρώπινο δέρμα, Διείσδυση σωματιδίων στα 30<br />

+ SiO2 με επικάλυψη) in vitro εξωτερικά στρώματα της<br />

κερατίνης στοιβάδας. Απουσία<br />

διείσδυσης σε ζωντανό δέρμα<br />

TiO2 (SiO2 - Al2O3 10 nm έως 100 nm Σε ανθρώπους Σωματίδια επί ή εντός της εξω- 31<br />

Al2O3/SiO2 (βιοψία) τερικής επιφανείας της κεραμε<br />

επικάλυψη)<br />

τίνης στοιβάδας. Απουσία<br />

διείσδυσης σε ζωντανό δέρμα<br />

TiO2 (χωρίς 20 nm Ανθρώπινο δέρμα, Διείσδυση περιοριζόμενη στα 32<br />

επικάλυψη) in vitro άνω 3-5 στρώματα κερατινοκυττάρων<br />

στη διάζευξη της<br />

κερατίνης στοιβάδας. Απουσία<br />

διείσδυσης σε ζωντανό δέρμα<br />

TiO2 σε διάφορες Ινες: 45 έως Χοίρειο δέρμα, Σωματίδια επί ή εντός της κερα- 33<br />

μορφές (χωρίς 150 nm x17 in vitro τίνης στοιβάδας. Ελάχιστη<br />

πληροφορίες για έως 35 διείσδυση στην κοκκιώδη<br />

επικάλυψη)<br />

στοιβάδα. Απουσία διείσδυσης<br />

σε ζωντανό δέρμα<br />

ZnO 15 nm έως 30 nm Ανθρώπινο δέρμα, Λιγότερο από 0.03% της εφα- 34<br />

in vitro<br />

ρμοσθείσας ποσότητας Zn<br />

ευρέθη στο διάλυμα υποδοχέα,<br />

ενώ δεν ανιχνεύθηκαν σωματίδια<br />

στην επιδερμίδα ή το χόριο<br />

TiO2 (SiO2 ή dime- TiO2: 30 έως 60 nm Χοίρειο δέρμα, Καμία διείσδυση πέραν της 35<br />

thicon με επικά- ZnO:


μάκρυνση του ανθρακικού και πρωτεϊνικού τμήματος.<br />

Έχοντας μια δομή παρόμοια με του υαλουρονικού<br />

οξέος, οι νανοΐνες χιτίνης μεταβολίζονται εύκολα<br />

από τα ενδογενή ένζυμα του οργανισμού και έτσι<br />

χρησιμοποιούνται στην αισθητική δερματολογία και<br />

τα βιοϋφάσματα (biotextiles). Ο κρύσταλλος λέγεται<br />

έτσι διότι το μέσο μέγεθός του είναι 240 x 7 x 5 nm<br />

(νανοκλίμακα) και διότι έχει σχήμα λεπτής βελόνης<br />

(ίνας). Επιπλέον, επειδή απαντάται στη φύση και θεωρείται<br />

μια ασφαλής πρώτη ύλη, είναι ασφαλές να χρησιμοποιηθεί.<br />

Καθώς μεταβολίζεται εύκολα από ένζυμα,<br />

είναι και βιο- και οικο-συμβατός. Καθώς η νανοΐνα<br />

έχει ένα μέσο μέγεθος όσο ένα τέταρτο ενός βακτηρίου,<br />

1 g του προϊόντος καλύπτει επιφάνεια 400 τ.μ.<br />

[43,44]. Πολλές μελέτες έχουν δείξει ότι οι νανοΐνες<br />

χιτίνης μπορούν να ενεργοποιήσουν τον πολλαπλασιασμό<br />

των κερατινοκυττάρων καθώς επίσης και ινοβλαστών,<br />

ρυθμίζοντας όχι μόνο την σύνθεση κολλαγόνου,<br />

αλλά επιπλέον την έκκριση κυτοκινών και τη<br />

δραστηριότητα των μακροφάγων [45,46].<br />

Η ομάδα μας βρήκε ενδιαφέροντα αποτελέσματα τα<br />

οποία δείχνουν πώς οι νανοΐνες χιτίνης μπορούν να<br />

βελτιώσουν όχι μόνο την εμφάνιση του φωτογηρασμένου<br />

δέρματος [47-51] αλλά να συμβάλουν επίσης<br />

στην επούλωση τραυμάτων μειώνοντας το σχηματισμό<br />

υπερτροφικής ουλής [52,53]. Μελέτες in vitro<br />

έχουν δείξει πώς οι νανοΐνες χιτίνης μπορούν να αυξήσουν<br />

την αναπαραγωγή ινοβλαστών με επακόλουθη<br />

αύξηση στη σύνθεση κολλαγόνου και την παραγωγή<br />

τριφωσφορικής αδενοσίνης.<br />

Σε μια in vivo διπλή -τυφλή μελέτη, η ενυδάτωση<br />

του δέρματος και τα επιφανειακά λιπίδια του δέρματος<br />

βελτιώθηκαν, με ταυτόχρονη μείωση στα υπεροξείδια<br />

των λιπιδίων και τη διαδερμική απώλεια ύδατος<br />

[49-51]. Χρησιμοποιώντας διαφορετικούς τύπους<br />

γαλακτωμάτων, οι νανοΐνες χιτίνης παρουσιάζουν μια<br />

ενδιαφέρουσα δραστηριότητα στην τραυματική επούλωση<br />

[52,53]. Βιο-υφάσματα με εφαρμογές στην υγεία<br />

έχουν επίσης παραχθεί [54].<br />

Οι ερευνητικές προσπάθειες στην αισθητική δερματολογία<br />

στοχεύουν τώρα στη δημιουργία νέων, φιλικών<br />

στο περιβάλλον, χημικών σε νανοκλίμακα και<br />

νέων νανο-σωματιδιακών συστημάτων για το δέρμα.<br />

Συνεπώς, κατά τη διάρκεια των πρόσφατων ετών<br />

έχουν αναπτυχθεί αρκετά συστήματα χορήγησης (ορατά<br />

δια γυμνού οφθαλμού σφαιρίδια- visible beads,<br />

μικροκάψουλες, νανοκάψουλες και λιποσώματα ή<br />

νανοσωματίδια στερεού λιπιδικού πυρήνα- SLN) για<br />

τη βιομηχανία των καλλυντικών και της δερματολογίας<br />

και έχουν στη συνέχεια εφαρμοσθεί σε πολλά<br />

προϊόντα της αγοράς. Πολλά διαφορετικά δραστικά<br />

συστατικά μπορούν να εγκυστωθούν σε αυτά τα συστήματα<br />

χορήγησης, όπως βιταμίνες, αρώματα, φυτικά<br />

εκχυλίσματα και φαρμακευτικές ουσίες, τα οποία<br />

έχουν ένα μεγάλο εύρος καλλυντικών ή δερματολογικών<br />

ιδιοτήτων.<br />

Κάποια από αυτά τα συστήματα χορήγησης, όπως τα<br />

SLN, είναι καινοτόμα συστήματα μεταφοράς φαρμάκων<br />

τα οποία σχεδιάσθηκαν για ενδοφλέβια χορήγηση<br />

και πιο πρόσφατα ερευνήθηκαν για από του στόματος<br />

και διαδερμικές εφαρμογές στην αισθητική<br />

δερματολογία. Με αυτόν τον τρόπο, χημικά ασταθείς<br />

ουσίες θα μπορούν να προστατεύονται από αποδόμηση<br />

και να μεταβάλλεται ο τρόπος απελευθέρωσης<br />

της ουσίας. Ο πολύ υψηλότερος λόγος επιφανείας<br />

προς μάζα των νανοϋλικών θα πρέπει να αυξήσει την<br />

αποτελεσματικότητα πολλών δραστικών ενώσεων.<br />

Συμπερασματικά, είναι απαραίτητο να κατανοήσουμε<br />

καλύτερα τις δυνατότητες αυτών των νέων τεχνολογιών,<br />

έτσι ώστε οι δυνητικές αρνητικές συνέπειες<br />

της χημείας τους στην ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον<br />

να ελαχιστοποιηθούν ή να αποφευχθούν.<br />

Η νανοεπιστήμη και η νανομηχανική θα μπορούσαν<br />

να βελτιώσουν σημαντικά την κατανόησή<br />

μας για τις διεργασίες νανοκλίμακας σε μοριακό επίπεδο,<br />

οι οποίες συμβαίνουν στο περιβάλλον. Στη<br />

συνέχεια θα πρέπει να είναι εφικτό να αναπτύξουμε<br />

νέες πράσινες τεχνολογίες οι οποίες να ελαχιστοποιούν<br />

την παραγωγή ανεπιθύμητων υποπροϊόντων<br />

τα οποία απελευθερώνονται στο περιβάλλον,<br />

για παράδειγμα σε δεξαμενές αποβλήτων και ρυάκια<br />

[55]. Ωστόσο, για να επιταχυνθεί η ανάπτυξη και<br />

της νανοτεχνολογίας και της νανοβιοτεχνολογίας, θα<br />

απαιτηθούν διεπιστημονικές ομάδες απαρτιζόμενες<br />

από εξαιρετικά εκπαιδευμένους ανθρώπους με υπόβαθρο<br />

σε βιολογία, ιατρική, εφαρμοσμένα και υπολογιστικά<br />

μαθηματικά, φυσική, χημεία καθώς και<br />

ηλεκτρική, χημική μηχανική και μηχανολογία. Παρά<br />

την τρέχουσα διεθνή οικονομική κρίση, η νανοτεχνολογία<br />

και η καινοτόμος αισθητική δερματολογία<br />

μπορεί να έχουν τη δυνατότητα να υποβοηθήσουν<br />

την αναζωογόνηση μιας εθνικής οικονομίας (Εικόνα<br />

3). Παρόλα αυτά, εκτός από το να βοηθήσει να<br />

υπερπηδηθούν κάποιες νέες προκλήσεις σε τεχνικές<br />

μοριακής απεικόνισης, εργαλεία ποσοτικής ανάλυσης,<br />

φυσικά κυτταρικά μηχανικά μοντέλα, καλύτερα<br />

in vivo tests, και καλύτερα συστήματα χορήγησης<br />

φαρμάκων/καλλυντικών, η νανοτεχνολογία θα μπορούσε<br />

να παίξει ένα σημαντικό ρόλο στη βιωσιμότητα<br />

όχι μόνο της αισθητικής δερματολογίας, αλλά<br />

επίσης της γεωργίας, των συστημάτων καθαρισμού<br />

ύδατος, των ενεργειακών υλικών και ενός καθαρού<br />

περιβάλλοντος.<br />

Συμπερασματικά, τα πλέον πολύπλοκα και εξαι-<br />

40 ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ ΔΕΡΜΑΤΟΛΟΓΙΑ


ρετικά λειτουργικά συστήματα σε νανοκλίμακα έχουν<br />

εφευρεθεί από τη φύση. Εμείς πρέπει να ανακαλύψουμε<br />

τρόπους για το πώς να τα χρησιμοποιήσουμε<br />

για τη βελτίωση της ευεξίας μας και του περιβάλλοντος.<br />

Συνεπώς, τα νανο-προϊόντα θα πρέπει<br />

να σχεδιάζονται και να πωλούνται με έναν τρόπο<br />

ο οποίος να σέβεται πλήρως την υγεία των καταναλωτών<br />

και το περιβάλλον. Και η νανοτεχνολογία και<br />

η βιοτεχνολογία έχουν τη δυνατότητα να φέρουν<br />

επανάσταση και στις βιομηχανίες και στον τρόπο<br />

ζωής μας. Αντιπροσωπεύουν τις καίριες τεχνολογίες<br />

του εικοστού πρώτου αιώνα, προσφέροντας<br />

εξαιρετικές ευκαιρίες και για έρευνα και για επιχειρηματικότητα.<br />

Γνωστοποίηση<br />

Ο συγγραφέας δηλώνει ότι δεν υφίσταται σύγκρουση<br />

συμφερόντων.<br />

Βιβλιογραφία<br />

1. Morganti P, Morganti G, Yuanhong Li. Nanostructured<br />

products:technology and future. J Appl Cosmetol.<br />

2007;25(4):161–178.<br />

2. Morganti P, Morganti G. Nanotechnology and wellness.<br />

SÖFW Journal. 2007;133(5):22–27.<br />

3. Morganti P,Morganti G,Muzzarelli R,et al.Chitin nanofibrils:<br />

a natural compound for innovative Cosmeceuticals.<br />

Cosmetics and Toiletries. 2007;122 (4):81–88.<br />

4. Morganti P, Morganti G. Fabricating a good treatment.<br />

Soap Perfumery and Cosmetics. 2007:85–86.<br />

5. Morganti P. Applied Nanotechnology in cosmetic and<br />

functional food. Eucocosmetics. 2007;2:12–15.<br />

6. Morganti P, Chen HD, Gao XH, Li Y, et al. Nanoscience<br />

the challenging cosmetics healthy food and biotextiles<br />

SÖFW Journal. 2009;135(4):2–7.<br />

7. Nanotechnology Commission.ISO/TC 229,2009,24 March.<br />

8. Schueller R, Romanowski P. Emerging Technologies and<br />

the future of cosmetic science.In:Schueller R,Romanowski<br />

P editors, Beginning Cosmetic Chemistry, 3rd ed. Coral<br />

Stream IL, USA:Allured Publ. Co; 2009:427–434.<br />

9. Mayer P.Microencapsulation technologies.PCHI,Proceedings,<br />

Shanghai, March 17–19, 2008:15–22.<br />

10.Wiechers JW. Science and Applications of Skin delivery<br />

Systems. Coral Stream, IL, USA Allured Publ. Co; 2008.<br />

11. Souto EB, Müller RH. Challenging Cosmetics-Solid Lipid<br />

Nanoparticles (SLN) and Nanostructured Lipid Carriers<br />

(NLC). In:Wiechers JW editor, Science and Application<br />

of Skin Delivery Systems. Allured Publ. Co: IL , USA,<br />

Coral Stream; 2008:227–250.<br />

12. Morganti P. Meccanismo d’azione dei prodotti cosmetici:<br />

miti e realta’. Presented at Giornata di studio: Prodotti<br />

Cosmetici.Approfondimenti e proposte su regolamentazione,<br />

sicurezza e mercato. Milano 2009, 29-Gennaio.<br />

13. Hides L,Trotter G.A new paradigm in mineral UVA and<br />

UVB protection. Presented at PCHI Shanghai meeting,<br />

2008, March 17–19.<br />

14. Nasu A,Otsubo Y.Rheology and UV protection properties<br />

of suspension of fine titanium dioxide in silicon oil. J<br />

Cabloid Interfacial Sci. 2006;296:558–564.<br />

15. Pflücker F, Bunger J, Hitzel S, Vitte J, et al. Complete<br />

Photoprotectiongoing beyond visible endpoints. SÖFW<br />

Journal. 2005;131(7):20–30.<br />

16.Vinetsky Y, Magdassi S. Microcapsules in cosmetics. In:<br />

Magdassi S,Touitou E. Novel Cosmetic Delivery Systems.<br />

New York: Marcel Dekker Inc; 1999:295–313.<br />

17. Royal Society and Royal Academy of Englneering<br />

nanoscience and nanotechnologies, opportunities and<br />

uncertainties, 2004. URL www.royalsoc.uk/policy/.2004<br />

18. Dreyler K. The future of nanotechnology: molecular<br />

manufacturing. 2003. URL www.eurekartet.org/context.<br />

p4p2.context=nano&slow=essays.<br />

19. SCCP Scientific Committee on Consumer Products.<br />

Preliminary opinion on safety of nanomaterials in<br />

cosmetic products; 2007.<br />

20. Ball P. Nanotechnology in the firing line. 2003. URL<br />

http://nanotechweb.org/cws/article/indepht/18804.<br />

21. Dreher K. Health risk assessment of manufactured<br />

nanomaterials: more than just size. Nanotechnology for<br />

Remediation Technical Workshop, National Health and<br />

Environmental Effects Laboratory, US Environmental<br />

Protection Agency, 2005;Washington, USA.<br />

22. Oberdoester G,Oberdoester E,Oberdoester J.Nanotoxicology:<br />

an emerging discipline evolving from studies of ultrafine<br />

particles. Environ Health Perspect. 2005;113(7):823–839.<br />

23. Colvin V. Physical properties of nanomaterials.Towards<br />

predictive assessments of risk, international nanomaterial<br />

environmental health and safety research needs assessment-<br />

Workshop 1: US national institute of health, 2007, USA.<br />

URL http://cohesion.rice.edu/CentersAndlnst//<br />

CON/emplibrary/ColvinRNADJan2007.pdf<br />

24. European Parliament resolution of 24 April 2009 on<br />

regulatory aspect of nanomaterials.Available from: URL<br />

http://www.europarl.europa.eu/sides/getDoc.do?pubRef=-<br />

//EP//TEXT+TA+P6-TA-2009–0328+0+DOC+XML+V0//EN<br />

25. Nohynek GJ, Lademann J, Ribaud C, et al. Grey goo on<br />

the skin? Nanotechnology,cosmetic and sunscreen safety,<br />

Crit Rev Toxicol. 2007;37(3):251–277.<br />

26. Stern ST, McNeil SE. Nanotechnology safety concerns<br />

revisited. Review Toxicol Sci. 2008;101:4–21.<br />

27. Dussert AS, Gooris E. Characterisation of the mineral<br />

content of a physical sunscreen emulsion and its distribution<br />

onto human stratum corneum.Int J Cosmet Sci.1997;19:119–129.<br />

28. Lademann J,Weigmann HJ,Rickmeier CH,et al.Penetration<br />

of titanium dioxide microparticles in a sunscreen<br />

formulation into the horny layer and the follicular orifice.<br />

Skin Pharmacol Appl Skin Physiol. 1999;2:247–256.<br />

29. SCCNFP.Opinion of the Scientific Committee on Cosmetic<br />

Products and Non-Food Products Intended for Consumers<br />

Concerning Titanium Dioxide, 2000. Brussels, Belgium:<br />

European Commission. URL http://ec.europa.eu/health/<br />

ph_risk/committees/04_scp/04_sccp_en.htm.<br />

Τεύχος <strong>57</strong><br />

41


30. Pluecker F, Wendel V, Hohenberg H, et al. The human<br />

stratum corneum layer: An effective barrier against<br />

dermal uptake of different forms of topically applied<br />

micronized titanium dioxide. Skin Pharmacol Appl Skin<br />

Physiol. 2001;14(Suppl 1):92–97.<br />

31. Schulz J, Hohenberg F, Pluecker F, et al. Distribution of<br />

sunscreens on skin.Adv Drug Deliv Rev. 2002;54(Suppl<br />

1):S1<strong>57</strong>–S163.<br />

32. Butz T Dermal penetration of nanoparticles: what we<br />

know and what we don’t. Cosmetic. Science Conference<br />

Proceedings, Munich. SÖFW Journal. 2009;135(4):8–10.<br />

33. Menzel F, Reinet T, Vogt J, Butz T. Investigations of<br />

percutaneous uptake of ultrafine TiO2 particles at the<br />

high energy ion nanoprobe LIPSION. Nucl Instrum<br />

Methods Phys Res B. 2004:219–220.<br />

34. Cross SE, Innes B, Roberts MS,Tsuzuki T, Robertson TA,<br />

McCormick P. Human skin penetration of sunscreen<br />

nanoparticles: In vitro assessment of a novel micronized<br />

zinc oxide formulation.Skin Pharmacol Physiol.2007;20:148–154.<br />

35. Gamer A, Leibold E, van Ravenzwaay B. The in vitro<br />

absorption of microfine ZnO and TiO2 through porcine<br />

skin.Toxicol In Vitro. 2006;20(3):301–307.<br />

36. Mavon A, Miquel C, Lejune O, Payre B, Moretto P. In vitro<br />

percutaneous absorption and in vivo stratum corneum<br />

distribution of an organic and a mineral sunscreen. Skin<br />

Pharmacol Physiol. 2007;20:10–20.<br />

37. Commission of the European Communities. Commission<br />

Recommendation on a Code of Conduct for responsible<br />

nanosciences and nanotechnologies research. Brussels.<br />

07/02/2008 C, 2008, 424 final.<br />

38. EMEA Reflection paper on nanotechnology-based<br />

products for human use,2006.EMEA/CHMP/79769/2006.<br />

39. Nohynek GJ. Nano-cosmetics. No health risk. Cossma.<br />

2007;3: 10–11.<br />

40. Starzyk E, Frydrych A, Solyga A. Nanotechnology: does<br />

it have a future in cosmetics? SÖFW Journal.2008;134(6):42–52.<br />

41. Morganti P, Muzzarelli RAA, Muzzarelli C. Multifunctional<br />

use of innovative chitin nanofibrils for skin care. J Appl<br />

Cosmetol. 2006;24:105–114.<br />

42. Morganti P, Morganti G. Chitin nanofibrils for advanced<br />

cosmeceutical. Clin Dermatol. 2008;26:334–340.<br />

43. Muzzarelli RAA, Chitin and its derivates: new trends off<br />

applied research. Carbohydr Polym. 1993;3:53–75.<br />

44. Percot A, Viton C, Domard A. Optimization of chitin<br />

extraction from shrimp shell. Biomacromolecules.<br />

2003;4:8–18.<br />

45. Muzzarelli RAA, Mattioli-Belmonte M, Pugnaloni A, et<br />

al. Biochemistry, histology and clinical uses of chitins<br />

and chitosans in wound healing. In: Jollés P, Muzzarelli<br />

RAA, editors. Chitin and Chitinases. Basel, Swizterland:<br />

Birkhaüser Verlag; 1999:251–264.<br />

46. Muzzarelli RAA, Muzzarelli C. Chitin nanofibrils. In: Dutta<br />

PK, editor. Chitin and Chitosan: Research Opportunities<br />

and Challenges.Contai,India:SSM International Publication;<br />

2005:129–146.<br />

47. Morganti P, Fabrizi G, Bruno C. Protective effects of oral<br />

antioxadants on skin and eye function. Skinmed.<br />

2004;3(6):310–316.<br />

48. Biagini G,Zizzi A,Giantomassi F,et al.Cutaneous absorption<br />

of nanostructured chitin associated with natural synergistic<br />

molecules (lutein). J Appl Cosmetol. 2008;26:69–80.<br />

49. Morganti P, Fabrizi G, Palombo P, et al. Chitin-nanofibrils:<br />

a new active cosmetic carrier. J Appl Cosmetol.<br />

2008;26:105–120.<br />

50. Morganti P, Morganti G, Fabrizi G, et al. A new sun to<br />

rejuvenate the skin. J Appl Cosmetol. 2008;26:159–166.<br />

51. Morganti P, Fabrizi G, Ruocco E, et al. Chitin nanofibrils<br />

improved photoprotection. Cosmetics and Toiletries.<br />

2009;124(9):66–73.<br />

52. Biagini G, Zizzi A,Tucci G, et al. Chitin nanofibrils linked<br />

to chitosan glycolate as spray,gel and gauze preparations<br />

for wound repair.J Bioact Compat Polym.2007;22:525–538.<br />

53. Mezzana P. Clinical efficacy of a new chitin-nanofibrils<br />

based gel in wound healing.Acta Chirurgiae Plasticae.<br />

2008;50(3):81–84.<br />

54. Morganti P.Leather and textile chemicals:chitin nanofibrils<br />

in textiles. Speciality Chemicals Magazine. 2008;28(9):26.<br />

55.Yzer C,Venkatesh MN.VFA and FBAE position papers<br />

on nanobiotechnology. 2009. URL www.FBAE.org and<br />

www.VFA.de<br />

42 ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ ΔΕΡΜΑΤΟΛΟΓΙΑ

Hooray! Your file is uploaded and ready to be published.

Saved successfully!

Ooh no, something went wrong!