exof 57 - μ. ÏιÏÏÎ¹Î»Î¹Î´Î·Ï Î±.ε.
exof 57 - μ. ÏιÏÏÎ¹Î»Î¹Î´Î·Ï Î±.ε.
exof 57 - μ. ÏιÏÏÎ¹Î»Î¹Î´Î·Ï Î±.ε.
You also want an ePaper? Increase the reach of your titles
YUMPU automatically turns print PDFs into web optimized ePapers that Google loves.
AIΣΘHTIKH<br />
ΔEPMATOΛOΓIA<br />
ΤΕΥΧOΣ <strong>57</strong> • ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ-ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2010<br />
> Βοτουλινική τοξίνη τύπου Α στην αντιμετώπιση<br />
των γραμμών του μεσόφρυου<br />
> Γενικευμένη ζυγομυκητίαση σηματοδοτούμενη<br />
από ένα ανεπαίσθητο δερματικό εύρημα<br />
> Αλλεργική δερματίτιδα εξ επαφής από γυαλιά<br />
> Οζώδης λεμφαγγειίτιδα: Αναφορά μιας περίπτωσης<br />
> Μετωπιαία ινωτική αλωπεκία: Ο ρόλος της δερματοσκόπησης<br />
στη διαφορική διάγνωση<br />
> Ροδόχρους πιτυρίαση σε μια γυναίκα και τον σύζυγό της<br />
> Χρήση και δυνατότητες της νανοτεχνολογίας στην αισθητική δερματολογία<br />
ΠΛΗΡΩΜΕΝΟ<br />
ΤΕΛΟΣ<br />
Ταχ. Γραφείο<br />
KEMΠA<br />
Αριθμός Άδειας<br />
385/1989<br />
(X+7)<br />
EKΔOTΩN<br />
EΦHMEPIΔEΣ ΠEPIOΔIKA<br />
EKΔOTHΣ: M. ΠITΣIΛIΔHΣ Α.Ε.<br />
ΑΓ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ 102, ΓΛΥΦΑΔΑ 166 74<br />
AΔ. ΣYΣK. 400/1991 KΔA<br />
Αγ. Νικολάου 102<br />
166 74 Γλυφάδα<br />
e-mail: pitsilid@otenet.gr
1 <br />
<br />
<br />
<br />
<br />
<br />
<br />
<br />
<br />
<br />
<br />
<br />
<br />
<br />
<br />
<br />
<br />
<br />
<br />
0,03%<br />
-<br />
<br />
<br />
-<br />
<br />
-<br />
<br />
<br />
<br />
-<br />
-<br />
-<br />
<br />
<br />
-<br />
-<br />
<br />
<br />
<br />
-<br />
<br />
-<br />
<br />
<br />
-<br />
<br />
-<br />
<br />
<br />
<br />
<br />
<br />
-<br />
-<br />
<br />
<br />
-<br />
<br />
-<br />
-<br />
-<br />
<br />
<br />
-<br />
<br />
-<br />
<br />
-<br />
-<br />
<br />
<br />
<br />
<br />
<br />
-<br />
<br />
<br />
<br />
-<br />
<br />
<br />
<br />
<br />
<br />
<br />
<br />
-<br />
<br />
<br />
-<br />
-<br />
<br />
<br />
-<br />
<br />
<br />
-<br />
-<br />
<br />
-<br />
<br />
<br />
<br />
<br />
<br />
-<br />
-<br />
<br />
<br />
-<br />
-<br />
-<br />
<br />
<br />
<br />
-<br />
<br />
-<br />
<br />
<br />
-<br />
<br />
-<br />
<br />
<br />
<br />
<br />
<br />
<br />
<br />
<br />
Astellas Pharmaceuticals A.E.B.E.
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ [ΕΤΟΣ 12ο, ΤΕΥΧΟΣ <strong>57</strong>, ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ-ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2010]<br />
AIΣΘHTIKH<br />
ΔEPMATOΛOΓIA<br />
ΙΔΙOΚΤΗΣΙΑ:<br />
Μ. ΠΙΤΣΙΛΙΔΗΣ Α.Ε.,<br />
Αγ. Νικολάου 102, 166 74 Γλυφάδα,<br />
Τηλ.: 210-8947.002 - Fax: 210-8941.551<br />
www.pitsilidis.gr, e-mail: info@pitsilidis.gr<br />
6 12<br />
ΚΩΔΙΚΟΣ: 5494<br />
ΕΚΔOΤΗΣ:<br />
Mιχάλης Πιτσιλίδης<br />
Λάμπρου Πορφύρα 11, 166 73 Βούλα<br />
ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ:<br />
Νινέττα Βατικιώτη<br />
OΙΚONOMΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ:<br />
Γιώργος Παναγόπουλος<br />
ART DIRECTOR:<br />
Βιργινία Κάππα<br />
ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΙΣ:<br />
Βεατρίκη Σαμπατάκου<br />
ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗΣ:<br />
Σπύρος Τζωρτζίνης<br />
ΥΠΟΔΟΧΗ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗΣ:<br />
Σοφία Κολοβού<br />
> Βοτουλινική τοξίνη τύπου Α στην<br />
αντιμετώπιση των γραμμών του μεσόφρυου ..........6<br />
> Γενικευμένη ζυγομυκητίαση<br />
σηματοδοτούμενη από ανεπαίσθητο<br />
δερματικό εύρημα ..................................................12<br />
> Αλλεργική δερματίτιδα εξ επαφής από γυαλιά ......16<br />
> Οζώδης λεμφαγγειίτιδα:<br />
Αναφορά μιας περίπτωσης με παρουσίαση<br />
ενός διαγνωστικού προτύπου ................................18<br />
ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ:<br />
Κοσσυβάκη Όλγα<br />
ΛΟΓΙΣΤΗΡΙΟ:<br />
Σταμάτης Κωνσταντάτος<br />
Aπαγορεύεται κάθε αναδημοσίευση ύλης<br />
του παρόντος περιοδικού χωρίς την έγγραφη<br />
άδεια του εκδότη.<br />
> Μετωπιαία ινωτική αλωπεκία: Ο ρόλος της<br />
δερματοσκόπησης στη διαφορική διάγνωση ........26<br />
> Ροδόχρους πιτυρίαση σε μια γυναίκα<br />
και τον σύζυγό της- παρουσίαση περιστατικού<br />
και ανασκόπηση της βιβλιογραφίας ......................30<br />
> Χρήση και δυνατότητες της νανοτεχνολογίας<br />
στην αισθητική δερματολογία ................................34<br />
4 ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ ΔΕΡΜΑΤΟΛΟΓΙΑ
Βοτουλινική τοξίνη τύπου Α<br />
στην αντιμετώπιση των γραμμών<br />
του μεσόφρυου<br />
Leslie Winter, Τμήμα Ωτορινολαρυγγολογίας, Ιατρικό Κέντρο Βοστώνης, Βοστώνη, ΗΠΑ<br />
Jeffrey Spiegel, Επικεφαλής, Τμήμα Πλαστικής Χειρουργικής Προσώπου, Ιατρικό Κέντρο Βοστώνης, Βοστώνη, ΗΠΑ<br />
Περίληψη: Έγινε ανασκόπηση της σύγχρονης βιβλιογραφίας και της τρέχουσας πρακτικής<br />
για τη χρήση της βοτουλινικής τοξίνης τύπου Α στην αντιμετώπιση των ρυτίδων του μεσόφρυου.<br />
Η βοτουλινική τοξίνη τύπου Α είναι ένας ασφαλής και αποτελεσματικός τρόπος<br />
διαχείρισης των ρυτίδων του μεσόφρυου. Η σε βάθος γνώση της ανατομίας της περιοχής<br />
του μεσόφρυου, η εξοικείωση με τα προϊόντα που είναι διαθέσιμα σήμερα στην αγορά και<br />
η συνετή δοσολογία έχει ως αποτέλεσμα εξαιρετικά αισθητικά αποτελέσματα με ελάχιστες<br />
ανεπιθύμητες ενέργειες.<br />
Λέξεις – κλειδιά: βοτουλινική τοξίνη, ρυτίδες του μεσόφρυου, αισθητική<br />
Ιστορικό<br />
Από τις αρχές του 1970, η βοτουλινική τοξίνη τύπου<br />
Α έχει χρησιμοποιηθεί για ιατρικές εφαρμογές. Το<br />
2002 ο Αμερικανικός Οργανισμός Τροφίμων και<br />
Φαρμάκων (FDA) έδωσε έγκριση για χρήση στην<br />
αισθητική της βοτουλινικής τοξίνης τύπου Α (ΒοΤο-<br />
Α) (Botox; Botox Cosmetic;Allergan, Irvine,CA, USA)<br />
για την αντιμετώπιση των ρυτίδων του μεσόφρυου.<br />
Το 2009 το FDA ενέκρινε την δεύτερη ΒοΤο-Α<br />
(Dysport; Ipsen Limited, Berkshire, UK) επίσης για<br />
χρήση στις γραμμές του μεσόφρυου. Η διαθεσιμότητα<br />
ενός νέου, παρόμοιου ανταγωνιστικού προϊόντος<br />
ενισχύει τη χρησιμότητα μιας σύγχρονης ανασκόπησης<br />
των εφαρμογών της βοτουλινικής τοξίνης<br />
τύπου Α στην περιοχή του μεσόφρυου. Υπάρχουν<br />
τουλάχιστον 7 υπότυποι της νευροτοξίνης, οι οποίοι<br />
παράγονται από το βακτήριο Clostridium botulinum,<br />
αλλά ο τύπος Α είναι ο πλέον συχνά χρησιμοποιούμενος<br />
και ο μοναδικός προς το παρόν εγκεκριμένος<br />
για χρήση στην αισθητική στις Ηνωμένες Πολιτείες.<br />
Η επιλογή του ως η κύρια θεραπευτική νευροτοξίνη<br />
οφείλεται στις πρώιμες μελέτες σε ζώα, οι<br />
οποίες απέδειξαν ότι ήταν ο ισχυρότερος και με τη<br />
μεγαλύτερη διάρκεια υπότυπος [1].<br />
Η ΒοΤο-Α, υπάρχει σε φυσική μορφή ως πρωτεϊνικό<br />
σύμπλοκο, για τη σταθεροποίηση του οποίου<br />
είναι απαραίτητο ένα όξινο περιβάλλον. Μέχρι τη στιγμή<br />
που θα εισέλθει σε ένα περιβάλλον ουδέτερου<br />
pH, το δραστικό τμήμα της τοξίνης δεν απελευθερώνεται.<br />
Ο μηχανισμός δράσης της, προκαλεί μη αναστρέψιμη<br />
αναστολή της προσυναπτικής απελευθέρωσης<br />
της ακετυλοχολίνης στη νευρομυϊκή σύναψη.<br />
Ο μέσος χρόνος έναρξης κλινικά εμφανούς δράσης<br />
είναι μερικές ημέρες και για το Botox και το Dysport.<br />
Αυτή η περίοδος έναρξης συσχετίζεται με την ανάγκη<br />
για τη διαδικασία της ενδοκύττωσης της τοξίνης<br />
στα κύτταρα των νευρικών απολήξεων με επακόλουθη<br />
διάσπαση της πρωτεΐνης SNAP-25 η οποία<br />
είναι υπεύθυνη για την απελευθέρωση της ακετυλοχολίνης<br />
στη νευρομυϊκή σύναψη. Η παράλυση προκύπτει<br />
συνεπώς από την αναστολή της μετατροπής<br />
6 ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ ΔΕΡΜΑΤΟΛΟΓΙΑ
x – 5 Botox Units<br />
+ – 2.5 Botox Units<br />
Εικόνα 1. Συστάσεις για τις ενέσεις (Botox).<br />
ενός ηλεκτρικού σήματος από τα νεύρα σε χημικό<br />
σήμα στη νευρομυϊκή σύναψη [1]. Πρόσφατες αναφορές<br />
έχουν έρθει στην επιφάνεια για ανεπιθύμητες<br />
ενέργειες σε απόσταση από το σημείο έγχυσης από<br />
την ΒοΤο Α, οι οποίες μπορεί να παρομοιάζουν με<br />
δηλητηρίαση από αλλαντίαση. Τα συμπτώματα που<br />
έχουν αναφερθεί περιλαμβάνουν δυσαρθρία, δυσφαγία,<br />
απώλεια ελέγχου της κύστης και δυσχέρεια της<br />
αναπνοής [2]. Είναι σημαντικό να σημειωθεί πάντως,<br />
ότι αυτός ο μικρός αριθμός αναφερθέντων ανεπιθύμητων<br />
ενεργειών ήταν σε ασθενείς οι οποίοι λάμβαναν<br />
πολύ μεγάλες δόσεις για παθήσεις όπως σπαστικότητα<br />
μεγάλων μυών σχετιζόμενη με εγκεφαλική<br />
παράλυση και τραχηλική δυστονία [3]. Δεν έχουν<br />
υπάρξει αναφορές για επιπλοκές σε απομακρυσμένες<br />
από το σημείο έγχυσης περιοχές σχετιζόμενες<br />
με την αισθητική χρήση της ΒοΤο-Α στο πρόσωπο.<br />
Προετοιμασία, φύλαξη και σύγκριση<br />
Και το Botox και το Dysport χρειάζονται ανασύσταση<br />
με ενέσιμο φυσιολογικό ορό. Το Botox είναι<br />
συσκευασμένο σε στείρες φιάλες των 100 μονάδων<br />
Botox. Μια μονάδα Botox (1U) είναι ισοδύναμη με<br />
την ποσότητα τοξίνης (μέση θανατηφόρος δόση-lethal<br />
dose LD50) η οποία θανατώνει το 50% ομάδας θήλεων<br />
ποντικών, όταν χορηγείται ενδοπεριτοναϊκά. To<br />
Dysport είναι συσκευασμένο σε φιαλίδια των 300 και<br />
500 μονάδων. Οι μονάδες μεταξύ Botox και Dysport<br />
δεν είναι ισοδύναμες και έχει προταθεί ότι ο λόγος<br />
ισοδυναμίας Botox προς Dysport κυμαίνεται από<br />
1:2,5 έως 1:5 [4]. Και οι δύο παρασκευάστριες εταιρείες<br />
συνιστούν τη χρήση φυσιολογικού ορού χωρίς<br />
συντηρητικά με ήπια ανασύσταση χρησιμοποιώντας<br />
το κενό που υπάρχει στο φιαλίδιο για την έγχυση του<br />
φυσιολογικού ορού. Η απότομη έγχυση του φυσιολογικού<br />
ορού με αποτέλεσμα τη δημιουργία αφρού,<br />
θεωρητικά θα μπορούσε να διαταράξει τη φύση του<br />
πρωτεϊνικού συμπλόκου της νευροτοξίνης. Για το<br />
Botox μόνο, με βάση τη δική μας εμπειρία, ένα διάλυμα<br />
4ml φυσιολογικού ορού το οποίο να έχει ως<br />
αποτέλεσμα 2,5 U ανά 0,1 ml ενέσιμου διαλύματος<br />
δίνει πολύ αξιόπιστα, και πολύ καλά αποτελέσματα τα<br />
οποία διαρκούν στη θεραπεία των ρυτίδων του μεσόφρυου.<br />
Οι παρασκευάστριες εταιρείες συνιστούν τη<br />
χρήση του ανασυσταθέντος προϊόντος εντός τεσσάρων<br />
ωρών παρότι το Botox έχει δειχθεί να είναι αποτελεσματικό<br />
εφόσον διατηρηθεί σε συνθήκες κατάψυξης<br />
μέχρι και 6 μήνες [5] και με βάση τη δική μας<br />
εμπειρία, για μέχρι ένα μήνα στην ψύξη.<br />
Αρχικές αναφορές με το Dysport υποδηλώνουν<br />
ότι, ενώ είναι εξίσου αποτελεσματικό και ασφαλές<br />
με το Botox, το κύριο πιθανό του πλεονέκτημα είναι<br />
ότι σε μια μικρή υποομάδα ασθενών μπορεί να έχει<br />
ιδιαίτερα παρατεταμένο αποτέλεσμα με την κανονική<br />
δοσολογία (δηλ., μεγαλύτερο των 6 μηνών) [6].<br />
Το βασικό πιθανό μειονέκτημα είναι μια αύξηση<br />
στη διασπορά του Dysport οφειλόμενη στο μικρότερο<br />
μέγεθός του (500-900kDa) συγκριτικά με το<br />
Botox (900kDa) [4].<br />
Χρήση στις ρυτίδες του μεσόφρυου<br />
Παρόλο που η BoTo-A χρησιμοποιείται «εκτός ενδείξεων»<br />
(δηλαδή, για εφαρμογές οι οποίες δεν έχουν<br />
εγκριθεί συγκεκριμένα από το FDA) σε πολλά ιατρεία,<br />
συμπεριλαμβανομένης της αντιμετώπισης των ρυτίδων<br />
του προσώπου γύρω από τα μάτια ή από τον<br />
μετωπιαίο μυ, η μόνη εγκεκριμένη αισθητική χρήση<br />
είτε του Botox είτε του Dysport είναι στην αντιμετώπιση<br />
των ρυτίδων του μεσόφρυου. Οι Carruthers<br />
και Carruthers [7] παρατήρησαν ότι ασθενείς οι οποίες<br />
ελάμβαναν θεραπεία με βουτυλινική τοξίνη για<br />
βλεφαρόσπασμο είχαν το επιπλέον όφελος της βελτίωσης<br />
της εμφάνισης. Αρκετές μελέτες από τότε έχουν<br />
δείξει επαναληψιμότητα στην ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα<br />
της ΒοΤο-Α για την αντιμετώπιση<br />
των ρυτίδων του μεσόφρυου.<br />
Η σε βάθος γνώση της ανατομίας του συμπλέγματος<br />
του μεσόφρυου είναι μεγίστης σημασίας για<br />
την αντιμετώπιση των ρυτίδων με ΒοΤο-Α. Το<br />
σύμπλεγμα περιλαμβάνει τους αμφοτερόπλευρους<br />
σφιγκτήρες μύες των βλεφάρων. Η δραστηριότητα<br />
αυτών των μυών έχει σαν αποτέλεσμα τον σχηματισμό<br />
κάθετων ρυτίδων του οφρυϊκού τόξου. Αυτές<br />
συχνά θυμίζουν τον αριθμό ‘11’ μεταξύ των έσω<br />
άκρων των οφρύων. Επιπλέον, στην περιοχή έχει<br />
ενεργό ρόλο ο πυραμοειδής μυς. Η κινητοποίηση<br />
8 ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ ΔΕΡΜΑΤΟΛΟΓΙΑ
του πυραμοειδούς έχει σαν αποτέλεσμα τη δημιουργία<br />
οριζόντιων ρυτίδων κατά πλάτος της βάσης<br />
της μύτης. Ανατομική μελέτη έχει αποδείξει ότι το<br />
παχύτερο τμήμα του σφιγκτήρα μυός βρίσκεται σταθερά<br />
στον έσω κανθό, αλλά με ένα σημαντικό μυϊκό<br />
όγκο στη μεσοκορική ευθεία. Το βάθος του σφιγκτήρα<br />
από την επιφάνεια του δέρματος είναι σταθερό<br />
από τον έσω κανθό ως το μέσο της κόρης. Δεν<br />
φαίνεται να υπάρχει κάθετο τμήμα του σφιγκτήρα<br />
(επισκύνιος) ούτε φαίνεται να υπάρχει ανατομικά<br />
διακριτός καθελκτήρας των βλεφάρων, όπως προτείνεται<br />
από άλλους συγγραφείς, ως σημαντικός<br />
παράγοντας συνεισφοράς [8,9].<br />
Η κατάλληλη θεραπευτική δοσολογία του Botox<br />
για την αντιμετώπιση των ρυτίδων του μεσόφρυου<br />
έχει αναφερθεί να κυμαίνεται από 20 έως 50 U κατανεμημένες<br />
σε αρκετές θέσεις ένεσης. Μελέτες εύρους<br />
δοσολογίας για άνδρες και γυναίκες στο Botox έχουν<br />
διεξαχθεί και δείχνουν ότι ένα σύνολο 40 U σε όλη<br />
στην περιοχή είναι αποτελεσματικό στις γυναίκες και<br />
αποτελεί την ελάχιστη συνιστώμενη αρχική δόση<br />
για τους άνδρες [10,11]. Η εμπειρία μας είναι ότι περίπου<br />
95% των ασθενών στο ιατρείο μας έχουν καλή<br />
ανταπόκριση και καμία σοβαρή επιπλοκή χρησιμοποιώντας<br />
μόνο 7,5 U για κάθε σφιγκτήρα, 5 U εσωτερικά,<br />
2,5 U στη μεσοκορική γραμμή και 2,5 U στον<br />
πυραμοειδή. Δεν υπάρχει ανάγκη να γίνει ένεση<br />
στον σφιγκτήρα του βλεφάρου είτε στο μέσο είτε<br />
πλευρικά για την επιτυχή αντιμετώπιση των ρυτίδων<br />
του μεσόφρυου όπως προτείνεται από άλλους συγγραφείς<br />
[7]. Συνεπώς οι συστάσεις για ενέσεις (Botox)<br />
έχουν ως ακολούθως (Εικόνα 1).<br />
Επιπλοκές<br />
Εφόσον παρουσιασθεί δυσμενής αισθητική έκβαση<br />
κατά τη χρήση του BoTo-A, μπορείτε να «παρηγορηθείτε»<br />
γνωρίζοντας ότι η δράση του είναι προσωρινή.<br />
Εάν ο ασθενής είναι ικανοποιημένος με το<br />
αποτέλεσμα, θα πρέπει να επαναλάβει τις ενέσεις για<br />
τη διατήρηση της δράσης. Από την άλλη, εάν ο ασθενής<br />
βιώσει επιπλοκές και αυτές είναι προσωρινές.<br />
Υπάρχουν εντούτοις, μερικές πιο σημαντικές πιθανές<br />
επιπλοκές οι οποίες σχετίζονται άμεσα με τις<br />
ενέσεις, για τις οποίες θα πρέπει να γίνει μια ανασκόπηση.<br />
Σοβαρές συστηματικές επιδράσεις όπως<br />
αυτές, περιγράφονται στις προειδοποιήσεις του «μαύρου<br />
κουτιού» του FDA, δεν έχουν αναφερθεί στην<br />
αισθητική χρήση του Botox ή του Dysport. Η πλέον<br />
συχνή αναφερόμενη ανεπιθύμητη ενέργεια είναι<br />
η βλεφαρόπτωση. Η βλεφαρόπτωση προκαλείται από<br />
την επίδραση της τοξίνης στον ανελκτήρα μυ του<br />
άνω βλεφάρου. Αυτό μπορεί να συμβεί εάν η τοξίνη<br />
ενεθεί απευθείας στον μυ ή αρκετά κοντά ώστε<br />
η τοξίνη να διασπαρεί στον ανελκτήρα. Προς το<br />
παρόν, η σύσταση είναι να μην γίνεται ένεση πάνω<br />
στο φρύδι ή κάτω από αυτό στην μεσοκορική γραμμή,<br />
καθώς αυτή είναι η περιοχή υψηλότερου κινδύνου.<br />
Μπορούν να χρησιμοποιηθούν α-αδρενεργικές<br />
οφθαλμικές σταγόνες (apraclonidine) ως<br />
παράγων μυδρίασης εάν συμβεί αυτή η επιπλοκή<br />
και μπορούν να παράσχουν προσωρινή βελτίωση<br />
της συμμετρίας των βλεφάρων. Τα α-αδρενεργικά<br />
φάρμακα προκαλούν σύσπαση του μυ του Mueller,<br />
ο οποίος βρίσκεται λίγο βαθύτερα από τον ανελκτήρα<br />
και έτσι μπορεί να βελτιώσει την πτώση κατά<br />
μερικά χιλιοστά. Η μελέτη της Allergan για την έγκριση<br />
του Botox από το FDA για αισθητική χρήση, ανέφερε<br />
συχνότητα εμφάνισης βλεφαρόπτωσης στο 5,4%,<br />
εντούτοις αυτό το ποσοστό μειώνεται σημαντικά με<br />
την αύξηση της εμπειρίας του ιατρού [12]. Με το παραπάνω<br />
αναφερθέν θεραπευτικό σχήμα η συχνότητα<br />
επιπλοκών βλεφαρόπτωσης στο κέντρο μας είναι<br />
0% κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας.<br />
Ήσσονος σημασίας επιπλοκές όπως πόνος, εκχύμωση<br />
και ερύθημα συνδέονται με τη χρήση της απαραίτητης<br />
για την ένεση βελόνας και συνήθως αποδράμουν<br />
μέσα σε λίγα λεπτά ή μερικές ημέρες (στην<br />
περίπτωση της εκχύμωσης).<br />
Τα προϊόντα BoTo-A δεν θα πρέπει ποτέ να χρησιμοποιούνται<br />
σε ασθενείς με διαταραχές της νευρομυϊκής<br />
σύναψης, όπως μυασθένεια gravis ή Lambert<br />
–Eaton, και δεν συνιστώνται σε εγκύους γυναίκες<br />
[13]. Υπερευαισθησία ή αλλεργικές αντιδράσεις δεν<br />
έχουν αναφερθεί, αλλά αντίσταση στη δράση του<br />
Botox λόγω ανοσολογικής αντίστασης οφειλόμενης<br />
σε εξουδετερωτικά αντισώματα στο σύμπλεγμα νευροτοξίνης<br />
–πρωτεΐνης έχει περιγραφεί. Παρ’ όλα αυτά,<br />
η συχνότητά του φαινομένου είναι κάτω από 5%, και<br />
φαίνεται να συσχετίζεται με τη συχνότητα θεραπείας<br />
και όχι με τη διάρκεια της αγωγής [14].<br />
Συμπέρασμα<br />
Η ΒοΤο-Α έχει αποδειχθεί ότι είναι ένας ασφαλής<br />
και αποτελεσματικός τρόπος για την αντιμετώπιση<br />
των ρυτίδων του μεσόφρυου. Η νέα προσθήκη του<br />
Dysport ως εναλλακτικής στο Botox απαιτεί επιπλέον<br />
εμπειρία στην εφαρμογή του, αλλά πρώιμες μελέτες<br />
υπόσχονται ότι πρόκειται για μια βιώσιμη εναλλακτική.<br />
Λίγες επίφοβες συστηματικές επιπλοκές έχουν<br />
αναφερθεί, μόνον όταν η τοξίνη χρησιμοποιείται για<br />
διαταραχές μεγάλων μυών και σε πολύ μεγαλύτερες<br />
δόσεις από αυτές που συνήθως χρησιμοποιούνται<br />
10 ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ ΔΕΡΜΑΤΟΛΟΓΙΑ
για ενδείξεις αισθητικής. Σοβαρές επιπλοκές, όπως η<br />
βλεφαρόπτωση, μπορούν να αποφευχθούν με συνετή<br />
επιλογή της δοσολογίας και σε βάθος γνώση την<br />
υποκείμενης μυϊκής ανατομίας.<br />
Γνωστοποίηση<br />
Οι συγγραφείς δηλώνουν ότι δεν υφίσταται σύγκρουση<br />
συμφερόντων.<br />
Βιβλιογραφικές αναφορές<br />
1. Rossetto O, Morbiato L, Caccin P, Rigoni M, Montecucco<br />
C. Presynaptic enzymatic neurotoxins. J Neurochem.<br />
2006;97:1534–1545.<br />
2. Kuehn B. Studies, Reports say botulinum toxins may have<br />
effects beyond injection site. JAMA. 2008;299:2261–2263.<br />
3. Kuehn B. FDA requires black box warnings on labeling<br />
for botulinum toxin products JAMA. 2009;301:2316.<br />
4. Klein A, Carruthers A, Fagien S, Lowe NJ. Comparisons<br />
among botulinum toxins: an evidence-based review.<br />
Plastic Reconstr Surg. 2008;121:413e.<br />
5. Parsa AA, Lye KD, Don Parsa F. Reconstituted botulinum<br />
type-A neurotoxin: clinical efficacy after long-term<br />
freezing before use.Aesth Plast Surg. 2007;31:188–191.<br />
6. Moy R, Maas C, Monheit G, Huber B. Long-term safety<br />
and efficacy of a new botulinum toxin type a in treating<br />
glabellar lines. Arch Facial Plast Surg. 2009;11:77–83.<br />
7. Carruthers J, Carruthers A.Treatment of glabellar frown<br />
lines with C. botulinum. Dermatol Surg. 1992;18:17–21.<br />
8. Macdonald MR, Spiegel JH, Raven RB, Kabaker SS, Maas<br />
CS. An anatomical approach to glabellar rhytids. Arch<br />
Otolaryngol Head Neck Surg. 1998;124:1315–1320.<br />
9. Cook BE, Lucarelli MJ, Lemke BN. Depressor supercilii<br />
muscle: anatomy, histology, and cosmetic implications.<br />
Ophthal Plast Reconstr Surg. 2001;17:404–411.<br />
10. Carruthers A, Carruthers J, Said S. Dose-ranging study<br />
of botulinum toxin type-A in the treatment of glabellar<br />
rhytids in females. Dermatol Surg. 2005;31:414–422.<br />
11. Carruthers A, Carruthers J, Said S. Dose-ranging study<br />
of botulinum toxin type-A in the treatment of glabellar<br />
rhytids in males. Dermatol Surg. 2005;31:1297–1303.<br />
12. Klein AW. Complications with the use of botulinum<br />
toxin. Dermatol Clin. 2004;22:197–205.<br />
13. Carruthers A, Carruthers J. Cosmetic uses of botulinum<br />
A exotoxin.Adv Dermatol. 1997;12:325–347.<br />
14. Klein A. Complications, adverse reactions, and insights<br />
with the use of botulinum toxin. Dermatol Surg.<br />
2003;29:1146–1147.<br />
Τεύχος <strong>57</strong><br />
11
Γενικευμένη ζυγομυκητίαση<br />
σηματοδοτούμενη από<br />
ανεπαίσθητο δερματικό εύρημα<br />
Thomas Lewis Hocker MD, David Akio Wada MD, Alina Bridges DO, Rokea el-Azhary MD PhD<br />
Mayo Clinic<br />
Περίληψη: ΙΣΤΟΡΙΚΟ: Ζυγομυκητίαση είναι το προτιμώμενο όνομα για την αγγειοτροπική<br />
λοίμωξη η οποία προέρχεται από την κλάση των ζυγομυκήτων. Παρόλο που υγιή<br />
άτομα μπορεί να προσβληθούν, η πλειονότητα των ασθενών που διαγιγνώσκονται με<br />
ζυγομυκητίαση έχουν διαβήτη, κακοήθεια ή έχουν υποβληθεί σε μεταμόσχευση συμπαγούς<br />
οργάνου ή μυελού των οστών. Αντίθετα με άλλους νηματοειδείς μύκητες οι οποίοι<br />
τείνουν να διασπείρονται αιματογενώς στο δέρμα, η δερματική ζυγομυκητίαση προκύπτει<br />
συχνά μέσω άμεσου ενοφθαλμισμού. Οι δερματικές βλάβες της ζυγομυκητίασης<br />
είναι χαρακτηριστικά αιμορραγικές, ελκωτικές ή νεκρωτικές πλάκες. Η ιστολογική εξέταση<br />
τυπικά δείχνει αγγειακή προσβολή με συσχετιζόμενη νέκρωση. ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ:<br />
Παρουσιάζουμε την περίπτωση ενός ουδετεροπενικού ασθενούς, ο οποίος προσήλθε με<br />
γενικευμένη ζυγομυκητίαση σηματοδοτούμενη από μια κλινικά μη ειδική ερυθηματώδη<br />
κηλίδα που έδειξε μη ειδικές, ήπιες αλλοιώσεις στην ιστολογική εξέταση. Κατά το χρόνο<br />
της αρχικής αξιολόγησης, έγινε καλλιέργεια ιστού και ήταν συμβατή με ζυγομυκητίαση.<br />
Στη συνέχεια επιβεβαιώθηκε μέσω PCR ότι επρόκειτο για το είδος Rhizomucor. Ο ασθενής<br />
διεγνώσθη με γενικευμένη ζυγομυκητίαση, έγινε αμέσως έναρξη θεραπείας και ο<br />
ασθενής αποθεραπεύθηκε πλήρως. Η περίπτωσή μας αντιπροσωπεύει μια άτυπη κλινική<br />
και ιστολογική εικόνα γενικευμένης ζυγομυκητίασης και υπογραμμίζει την αξία διεξαγωγής<br />
καλλιεργειών ιστού σε μη χαρακτηριστικές δερματικές βλάβες, ειδικά σε περιπτώσεις<br />
σοβαρής ανοσοανεπάρκειας.<br />
Ά<br />
νδρας 45 ετών με οξεία μυελογενή λευχαιμία<br />
(AML), ο οποίος πρόσφατα υπεβλήθη σε<br />
επαγωγική χημειοθεραπεία με 7+3 cytarabine<br />
και idarubicin, εισήχθη στις αιματολογικές υπηρεσίες<br />
για ουδετεροπενικό πυρετό. Διεγνώσθη να έχει<br />
βακτηριαιμία από S. epidermidis και εξήλθε του<br />
νοσοκομείου για την οικία του λαμβάνοντας<br />
levofloxacin, daptomycin, και rifampin. Παρέμεινε<br />
σε προφυλακτική χορήγηση acyclovir και voriconazole,<br />
τα οποία ελάμβανε προ της εισαγωγής του. Μετά<br />
από μια εβδομάδα, επανεισήχθη για ουδετεροπενικό<br />
πυρετό. Η αξονική τομογραφία έδειξε μια νέα<br />
πύκνωση στη γλωσσίδα μαζί με πλευριτική συλλογή.<br />
Στην εξέταση, ο ασθενής ήταν απύρετος και<br />
φαινόταν αρκετά καλά. Παρατηρήθηκε να έχει μια<br />
ήπιας ευαισθησίας ερυθηματώδη κηλίδα στο δεξιό<br />
τμήμα της κοιλιακής χώρας (Εικόνα 1) η οποία είχε<br />
εμφανισθεί πριν από 2-3 ημέρες. Αρνήθηκε οποιονδήποτε<br />
πρόσφατο τραυματισμό ή χειρισμό με<br />
όργανα σε εκείνη την περιοχή.<br />
12 ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ ΔΕΡΜΑΤΟΛΟΓΙΑ
Ελήφθησαν δύο γειτονικά δείγματα βιοψίας (punch<br />
biopsy) 4mm: ένα για ιστολογική εξέταση και ένα<br />
για καλλιέργεια ιστού. Η Η&Α χρώση έδειξε δερματικό<br />
οίδημα και μη ειδική δερματική φλεγμονή<br />
(Εικόνα 2). Οι Gram, GMS, και AFB χρώσεις ήταν<br />
όλες αρνητικές. Παρά τα μη ειδικά ιστολογικά ευρήματα,<br />
η καλλιέργεια ιστού είχε σαν αποτέλεσμα ανάπτυξη<br />
ζυγομυκητίασης μέσα σε 3 ημέρες (Εικόνες<br />
3 και 4). Μέσω PCR επιβεβαιώθηκε ότι επρόκειτο<br />
για Rhizomucor sp.<br />
Είναι αξιοσημείωτο, ότι καλλιέργειες οι οποίες<br />
ελήφθησαν από όλα τα άλλα μέρη του σώματος κατά<br />
τη διάρκεια της νοσηλείας ήταν αρνητικές, συμπεριλαμβανομένων:<br />
αίματος, μυελού οστών, βρογχοκυψελιδικής<br />
έκπλυσης και πλευριτικού υγρού. Ο<br />
ασθενής έλαβε θεραπεία με λιποσωμική amphotericin<br />
B και G-CSF. Διαδοχικές αξονικές τομογραφίες έδειξαν<br />
εξέλιξη της δερματικής βλάβης της κοιλιακής<br />
χώρας με εμπλοκή του μυϊκού συστήματος του κοιλιακού<br />
τοιχώματος. Επίσης, παρατηρήθηκαν νέα<br />
πνευμονικά οζίδια. Έγινε προσθήκη posaconazole<br />
και ζητήθηκε η γνώμη του χειρουργικού τμήματος.<br />
Η λοίμωξη σταθεροποιήθηκε με ιατρική αντιμετώπιση<br />
όσο ο ασθενής ανέμενε χειρουργική επέμβαση.<br />
Τελικά, διενεργήθηκαν μια σφηνοειδής εκτομή<br />
της γλωσσίδας και ευρεία εκτομή του ενδομυϊκού<br />
αποστήματος στο δεξιό κοιλιακό τοίχωμα. Επιχρίσματα<br />
ανίχνευσης μυκήτων από τα χειρουργικά<br />
παρασκευάσματα επιβεβαίωσαν τη διάγνωση γενικευμένης<br />
ζυγομυκητίασης. Ο ασθενής ανέρρωσε<br />
και, προς το παρόν, αναμένει μεταμόσχευση μυελού<br />
των οστών για την AML.<br />
Συζήτηση<br />
Ζυγομυκητίαση είναι το προτιμώμενο όνομα για την<br />
αγγειοτροπική λοίμωξη που προέρχεται από την κλάση<br />
των ζυγομυκήτων, η οποία περιλαμβάνει τρεις<br />
τάξεις: Mucorales, Entomophthorales, και Mortierellales.<br />
Ένα παλαιότερο εναλλακτικό όνομα, η Μουκορμυκητίαση,<br />
δεν προτιμάται πλέον, διότι αποτυγχάνει να<br />
εκπροσωπήσει την μεγάλη ποικιλία ανθρώπινων<br />
παθογόνων εντός της κλάσεως των ζυγομυκήτων.<br />
Η επίπτωση της ζυγομυκητίασης έχει αυξηθεί σταθερά<br />
από τη δεκαετία του 1940. Δυστυχώς, η συχνότητα<br />
της θνησιμότητας έχει παραμείνει μεταξύ του 47-<br />
<strong>57</strong>% από τη δεκαετία του 1960, οπότε και ξεκίνησε η<br />
ευρεία χρήση της amphotericin B. Παρόλο που υγιή<br />
άτομα μπορεί να προσβληθούν, η πλειονότητα των<br />
ασθενών που διαγιγνώσκονται με ζυγομυκητίαση<br />
έχουν διαβήτη ή κακοήθεια, ή έχουν υποβληθεί σε<br />
μεταμόσχευση συμπαγούς οργάνου ή μυελού των<br />
οστών [1]. Η ζυγομυκητίαση επηρεάζει πιο συχνά τους<br />
παραρρίνιους κόλπους και τους πνεύμονες.<br />
Αντίθετα από άλλους νηματοειδείς μύκητες, οι οποίοι<br />
τείνουν να εξαπλώνονται στο δέρμα αιματογενώς,<br />
η δερματική ζυγομυκητίαση σπάνια (3%) προκαλείται<br />
από διασπειρόμενη μόλυνση αλλά αντ΄ αυτού προκύπτει<br />
από άμεσο ενοφθαλμισμό [2]. Η πρωτογενής<br />
δερματική λοίμωξη μπορεί να αφορά τον ιστό ή το<br />
οστό και μπορεί να μεταπέσει σε γενικευμένη έως και<br />
στο 25% των περιπτώσεων. Οι δερματικές βλάβες χαρακτηριστικά<br />
παρουσιάζονται ως αιμορραγικές ή νεκρωτικές<br />
πλάκες και έλκη. Σε αντίθεση, ο ασθενής μας είχε<br />
σχετικά ανεπαίσθητα δερματικά ευρήματα και απου-<br />
Αναφορά περίπτωσης<br />
Εικόνα 1. Φωτογραφία του δεξιού τμήματος<br />
της κοιλιακής χώρας απεικονίζοντας μια ελαφρώς<br />
ερυθηματώδη κηλίδα<br />
Εικόνα 2. Η βιοψία έδειξε δερματικό οίδημα<br />
και μη ειδική δερματική φλεγμονή<br />
Τεύχος <strong>57</strong><br />
13
Εικόνα 3. Καλλιέργεια ιστού από βιοψία (punch biopsy) 4mm.<br />
O Rhizomucor συνήθως αναπτύσσεται ταχέως, φθάνοντας την<br />
ωρίμανση εντός 4 ημερών. Η υφή έχει παρομοιασθεί με το<br />
«μαλλί της γριάς» (βαμβακοειδής).<br />
σία ιστορικού τραυματισμού το οποίο να υποδηλώνει<br />
άμεσο ενοφθαλμισμό.<br />
Διάχυτη ζυγομυκητίαση μπορεί να παρουσιασθεί σε<br />
ασθενείς με σοβαρή ανοσοανεπάρκεια και συσχετίζεται<br />
με μια εξαιρετικά υψηλή συχνότητα θνησιμότητας [3].<br />
Για αυτό το λόγο, η πρώιμη αναγνώριση της δερματικής<br />
ζυγομυκητίασης είναι ουσιώδους σημασίας.Η ιστολογική<br />
εξέταση των δερματικών βλαβών συνήθως δείχνει<br />
αγγειακή προσβολή και νέκρωση, αλλά αυτά τα<br />
ευρήματα δεν ήταν παρόντα στη βιοψία του ασθενούς<br />
μας.Η καλλιέργεια ιστού μπορεί να χρησιμοποιηθεί για<br />
να διευκολύνει τη διάγνωση. Ο προσδιορισμός αλληλουχίας<br />
του DNA (DNA sequencing) βοηθά την ειδοταυτοποίηση<br />
αλλά δεν είναι ευρέως διαθέσιμη τεχνική.<br />
Η πρωταρχική θεραπεία συνίσταται σε χειρουργική<br />
εκτομή και αντιμυκητιασική θεραπεία με amphotericin<br />
B ή αζόλη δεύτερης γενεάς όπως η posaconazole [4].<br />
Επιπροσθέτως της χειρουργικής αντιμετώπισης και<br />
των αντιμυκητιασικών παραγόντων, το G-CSF έχει αναφερθεί<br />
ότι έχει κάποιο όφελος [5]. Οι αζόλες πρώτης<br />
γενεάς και η voriconazole – την οποία ελάμβανε ο<br />
ασθενής για προφύλαξη- έχουν ελάχιστη έως καμία<br />
δράση έναντι των ζυγομυκήτων. Μάλιστα, αρκετές αναφορές<br />
έχουν καταγράψει μια αύξηση ζυγομυκητίασης<br />
μεταξύ όσων έχουν υποβληθεί σε μεταμόσχευση βλαστικών<br />
κυττάρων ενώ ελάμβαναν voriconazole για<br />
θεραπεία ή προφύλαξη [6, 7].<br />
Στον ασθενή μας, η καλλιέργεια ιστού από μια ήπια<br />
δερματική βλάβη επέτρεψε την πρώιμη αναγνώριση<br />
γενικευμένης ζυγομυκητίασης. Η ταχεία έναρξη λιποσωμικής<br />
amphotericin B και posaconazole φάνηκε<br />
να βοηθούν στον περιορισμό της λοίμωξης καθώς ο<br />
ασθενής ανέμενε οριστική χειρουργική εκτομή. Αυτή<br />
Εικόνα 4. Καλλιέργεια ιστού από βιοψία (punch biopsy)<br />
4mm, δείχνει υφές με σπάνια διαφραγμάτια, ακανόνιστα<br />
διακλαδούμενα σποραγγειοφόρα, στρογγυλά, καφέ χρώματος<br />
σποραγγεία και ριζοειδή, τα οποία εντοπίζονται σε<br />
διακλαδώσεις μεταξύ των σποραγγειοφόρων. Η μορφολογία<br />
ήταν σύμφωνη με Rhizomucor.<br />
η περίπτωση αντιπροσωπεύει μια ήπια εμφάνιση της<br />
γενικευμένης ζυγομυκητίασης και υπογραμμίζει τη<br />
σημασία της διεξαγωγής καλλιεργειών ιστού σε ανοσοανεπαρκείς<br />
ασθενείς οι οποίοι προσέρχονται με μη<br />
ειδικά δερματικά ευρήματα.<br />
Βιβλιογραφικές αναφορές<br />
1. Lee FY, Mossad SB,Adal KA. Pulmonary mucormycosis:<br />
the last 30 years.Archives of internal medicine 1999;159(12):1301-<br />
9.<br />
2. Roden MM, Zaoutis TE, Buchanan WL, et al. Epidemiology<br />
and outcome of zygomycosis: a review of 929 reported<br />
cases. Clin Infect Dis 2005;41(5):634-53.<br />
3. Gonzalez CE,Couriel DR,Walsh TJ.Disseminated zygomycosis<br />
in a neutropenic patient: successful treatment with<br />
amphotericin B lipid complex and granulocyte colonystimulating<br />
factor. Clin Infect Dis 1997;24(2):192-6.<br />
4. Kauffman CA, Malani AN. Zygomycosis: an emerging<br />
fungal infection with new options for management.<br />
Current infectious disease reports 2007;9(6):435-40.<br />
5. Sahin B, Paydas S, Cosar E, Bicakci K, Hazar B. Role of<br />
granulocyte colony-stimulating factor in the treatment<br />
of mucormycosis. Eur J Clin Microbiol Infect Dis<br />
1996;15(11):866-9.<br />
6. Marty FM,Cosimi LA,Baden LR.Breakthrough zygomycosis<br />
after voriconazole treatment in recipients of hematopoietic<br />
stem-cell transplants.The New England journal of medicine<br />
2004;350(9):950-2.<br />
7. Kontoyiannis DP,Lionakis MS,Lewis RE,et al.Zygomycosis<br />
in a tertiary-care cancer center in the era of Aspergillusactive<br />
antifungal therapy: a case-control observational<br />
study of 27 recent cases.The Journal of infectious diseases<br />
2005;191(8):1350-60.<br />
14 ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ ΔΕΡΜΑΤΟΛΟΓΙΑ
Αλλεργική δερματίτιδα<br />
εξ επαφής από γυαλιά<br />
Kimberly Scott, Τμήμα Δερματολογίας<br />
Michelle M Levender MD, Τμήμα Δερματολογίας<br />
Steven R Feldman MD PhD, Τμήμα Δερματολογίας, Τμήμα Παθολογίας, Τμήμα Επιστημών Δημόσιας Υγείας<br />
Κέντρο Δερματολογικής Έρευνας, Σχολή Ιατρικής Πανεπιστημίου Wake Forest, Winston-Salem, Βόρεια<br />
Καρολίνα<br />
Περίληψη: Η αλλεργική δερματίτιδα εξ επαφής είναι ένα συχνό πρόβλημα. Η κατανομή<br />
του εξανθήματος με το οποίο παρουσιάζεται ένας ασθενής αποτελεί το κλειδί για την αναγνώριση<br />
του ενοχοποιητικού παράγοντα. Η ικανότητα ταχείας αναγνώρισης των χαρακτηριστικών<br />
εικόνων κοινών αλλεργιογόνων είναι σημαντική. Παρουσιάζουμε μια περίπτωση<br />
ερυθρών πλακών στο πρόσωπο. Η κατανομή αυτών των πλακών παρέπεμπε ξεκάθαρα ως<br />
αίτιο σε γυαλιά οράσεως. Οι σκελετοί των γυαλιών κατασκευάζονται από διάφορα υλικά,<br />
που έχουν τη δυνατότητα να δράσουν ως αλλεργιογόνα.<br />
Εισαγωγή<br />
Η δερματίτιδα εξ επαφής είναι ένα συχνό πρόβλημα.<br />
Σύμφωνα με το Εθνικό Ινστιτούτο Εργασιακής Ασφάλειας<br />
και Υγιεινής, η επαγγελματική δερματοπάθεια<br />
(occupational skin disease -OSD) είναι ο δεύτερος<br />
συχνότερος τύπος επαγγελματικού νοσήματος. Η δερματίτιδα<br />
εξ επαφής είναι η πιο συχνά αναφερόμενη<br />
OSD, αποτελώντας το 90 έως 95 τοις εκατό των OSD<br />
στις Ηνωμένες Πολιτείες, με ένα υπολογιζόμενο ετήσιο<br />
κόστος το οποίο ξεπερνά το ένα δισεκατομμύριο<br />
δολάρια. Περίπου 20 τοις εκατό των περιπτώσεων δερματίτιδας<br />
εξ επαφής είναι αλλεργικής αιτιολογίας [1].<br />
Αναρίθμητες ουσίες προκαλούν αλλεργική δερματίτιδα<br />
εξ επαφής, συμπεριλαμβανομένων μετάλλων, καλλυντικών,<br />
πλαστικών, διαλυτών και βαφών, κάποιες<br />
από τις οποίες μπορεί να υπάρχουν στους κοινούς<br />
σκελετούς των γυαλιών.<br />
Περίπτωση<br />
Μια 62χρονη γυναίκα προσήλθε στην κλινική με ένα<br />
ιστορικό διάρκειας τριών εβδομάδων, ερυθηματωδών,<br />
λεπιδωδών πλακών στα ζυγωματικά τόξα (Εικόνα 1).<br />
Η πλάκα της αριστερής πλευράς ήταν μεγαλύτερη από<br />
εκείνη της δεξιάς. Και οι δύο ήταν σε ένα βαθμό ευαίσθητες<br />
και κνησμώδεις. Η ασθενής ανέφερε ιστορικό<br />
ευαισθησίας σε φθηνά σκουλαρίκια. Έλεγχος των γυαλιών<br />
της ασθενούς απεκάλυψε σημαντική φθορά του<br />
σκελετού στο σημείο της επαφής με τα δύο ζυγωματικά<br />
τόξα, με μεγαλύτερη φθορά στην αριστερή πλευρά<br />
από ότι στη δεξιά (Εικόνα 2).<br />
Συζήτηση<br />
Σε αυτή την περίπτωση δεν έγινε επιδερμική δοκιμασία,<br />
για να προσδιορισθεί το ακριβές συστατικό στο<br />
οποίο ο ασθενής ενεφάνισε αντίδραση. Ένας πιθανός<br />
ενοχοποιητικός παράγοντας είναι το νικέλιο στο σκελετό.<br />
Σε ανταπόκριση στη συχνότητα της αλλεργίας<br />
στο νικέλιο στο γενικό πληθυσμό, κάποιες εταιρείες<br />
παραγωγής γυαλιών έχουν ξεκινήσει να παράγουν<br />
σκελετούς «ελεύθερους νικελίου». Εντούτοις, οι Glas<br />
και Egelrud ανακάλυψαν ότι το βερνίκι το οποίο εφαρμόζεται<br />
στους σκελετούς θα μπορούσε επίσης να είναι<br />
πηγή νικελίου. Ανέφεραν μια περίπτωση αλλεργικής<br />
δερματίτιδας εξ επαφής προκαλούμενης από νικέλιο<br />
σε ασθενή ο οποίος χρησιμοποιούσε γυαλιά «ελεύ-<br />
16 ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ ΔΕΡΜΑΤΟΛΟΓΙΑ
Εικόνα 1. Αμφοτερόπλευρες, ερυθρές, λεπιδώδεις πλάκες<br />
προσώπου, εντοπιζόμενες στα ζυγωματικά τόξα. Της αριστερής<br />
πλευράς ήταν μεγαλύτερη από της δεξιάς.<br />
Εικόνα 2. Εκτεθειμένο μέταλλο σε σκελετό γυαλιών<br />
ηλίου. Ο σκελετός γυαλιών ηλίου της ασθενούς ήταν<br />
φθαρμένος στα σημεία που έρχονται σε επαφή με τα ζυγωματικά<br />
τόξα. Τα βέλη υποδεικνύουν τα σημεία φθοράς.<br />
Μεγαλύτερη φθορά παρουσιάζεται στην αριστερή πλευρά<br />
σε σχέση με τη δεξιά.<br />
θερα νικελίου»[2]. Άλλες αιτίες αλλεργικής δερματίτιδας<br />
εξ επαφής από γυαλιά περιλαμβάνουν μέταλλα,<br />
ελαστικό, πλαστικά, πλαστικοποιητές, διαλύτες, σταθεροποιητές<br />
UV, αντιοξειδωτικά, βαφές και κεριά [3,4,5].<br />
Σκελετοί γυαλιών από παλλάδιο και τιτάνιο επίσης<br />
έχει αναφερθεί ότι προκαλούν αλλεργική δερματίτιδα<br />
εξ επαφής [4].<br />
Η αλλεργική δερματίτιδα εξ επαφής από γυαλιά μπορεί<br />
να παρουσιασθεί σε ποικιλία εντοπισμών και με<br />
διάφορες μορφές. Η εμπλοκή των ζυγωματικών, ειδικά<br />
όταν είναι μονόπλευρη, μπορεί να μιμείται την ακτινική<br />
κεράτωση ή το ακανθοκυτταρικό καρκίνωμα in<br />
situ. Η παρουσία δερματικών αλλοιώσεων στα ζυγωματικά<br />
τόξα είναι αρκετά χαρακτηριστική μιας αντίδρασης<br />
σε σκελετούς γυαλιών. Μια πρόσφατη αναφορά<br />
τεκμηρίωσε μια περίπτωση αλλεργικής δερματίτιδας<br />
εξ επαφής η οποία προσέβαλε τη ρινική γέφυρα και<br />
τις οπισθοωτιαίες περιοχές και η οποία αποδόθηκε<br />
στα επιρρίνια και τους βραχίονες του σκελετού των<br />
γυαλιών [6].<br />
Χαρακτηριστικοί τύποι εξανθήματος παρέχουν στοιχεία<br />
στους δερματολόγους για να αναζητήσουν το<br />
πιθανό ενοχοποιούμενο αλλεργιογόνο. Σε αυτήν την<br />
περίπτωση, η ασθενής μας δεν φορούσε γυαλιά όταν<br />
εξετάσθηκε. Επί ερωτήσεως, ενεφάνισε ένα ζεύγος γυαλιών<br />
τα οποία δεν είχαν φθαρμένες περιοχές στο σκελετό.<br />
Επειδή η μορφολογία του εξανθήματος υπεδείκνυε<br />
αλλεργική δερματίτιδα από γυαλιά, ο γιατρός της<br />
επέμεινε και υπέδειξε ότι το πρόβλημα μπορεί να<br />
σχετίζεται με άλλο ζεύγος γυαλιών. Όπως ήταν αναμενόμενο,<br />
η ασθενής προσκόμισε τα γυαλιά ηλίου<br />
από το σπίτι της, τα οποία αποδείχθηκε ότι ήταν ο ενοχοποιούμενος<br />
παράγοντας.<br />
Βιβλιογραφικές αναφορές<br />
1. Skin exposure and effects.National Institute of Occupational<br />
Health and Safety: Safety and Health Topic, National<br />
Institute of Occupational Health and Safety, 2009 Sept.<br />
2. Glas B, Egelrud T. Nickel in “nickel-free”spectacle frames.<br />
Contact Dermatitis. 1999 Apr;40(4):217.<br />
3. Nakada T, Maibach HI. Eyeglass allergic contact dermatitis.<br />
Contact Dermatitis. 1998 Jul;39(1):1-3. Review.<br />
4. Suhonen R, Kanerva L.Allergic contact dermatitis caused<br />
by palladium on titanium spectacle frames. Contact<br />
Dermatitis. 2001 Apr;44(4):2<strong>57</strong>-8.<br />
5. Leow YH, Ng SK, Goh CL. An unusual cause of postauricular<br />
dermatitis.Contact Dermatitis.2000 May;42(5):308.<br />
6. Nakada T, Iijima M, Maibach HI. Eyeglass frame allergic<br />
contact dermatitis:does tacrolimus prevent recurrences?<br />
Contact Dermatitis. 2005 Oct;53(4):219-21.<br />
Τεύχος <strong>57</strong><br />
17
Οζώδης λεμφαγγειίτιδα: Αναφορά<br />
μιας περίπτωσης με παρουσίαση<br />
ενός διαγνωστικού προτύπου<br />
Cerrene Nicole Giordano BS, Robert E Kalb MD, Corstiaan Brass MD, Lin Lin MD PhD, Thomas N Helm MD<br />
Σχολή Ιατρικής και Βιοϊατρικών Επιστημών Πανεπιστημίου Buffalo<br />
Περίληψη: Ένας άνδρας 54 ετών με άσθμα, πρόπτωση μιτροειδούς βαλβίδας και κάκωση<br />
ράχεως ανέπτυξε ερυθηματώδη οζίδια τα οποία αναπτύχθηκαν κατά μήκος της λεμφικής<br />
αποχέτευσης του δεξιού βραχίονα. Η βιοψία δέρματος αποκάλυψε κοκκιωματώδη<br />
φλεγμονή με σχηματισμό αποστηματίων. Η καλλιέργεια επιβεβαίωσε λοίμωξη από<br />
Mycobacterium marinum. Ο ασθενής αντιμετωπίσθηκε με clarithromycin, ethambutol,<br />
rifampin, και τοπική χορήγηση αργυρούχου sulfadiazine.Αργότερα προσετέθη και<br />
doxycycline hyclate λόγω βραδείας επούλωσης. Το Mycobacterium marinum ανήκει σε<br />
μια ομάδα λοιμογόνων παραγόντων οι οποίοι μπορούν να προκαλέσουν οζώδη λεφαγγειίτιδα.<br />
Οι βλάβες από σποροτρίχωση συχνότερα αναπτύσσονται μετά από ενοφθαλμισμό<br />
του δέρματος από Sporothrix schenckii, είδη Leishmania, είδη Nocardia, και<br />
Mycobacterium marinum. Ένα διεξοδικό κλινικό ιστορικό και η κλινική εξέταση μπορούν<br />
να περιορίσουν τις διαφορικές διαγνώσεις, αντλώντας πληροφορίες γύρω από το<br />
αιτιολογικό περιβάλλον, τον χρόνο ενοφθαλμισμού, την κλινική εικόνα των αλλοιώσεων<br />
και την παρουσία ή απουσία συστηματικής εμπλοκής για κάθε έναν από τους αιτιογενείς<br />
οργανισμούς. Βιοψία δέρματος και μικροβιολογικές καλλιέργειες ιστού είναι βασικές<br />
για την επιβεβαίωση της διάγνωσης. Θα γίνει ανασκόπηση της διαφορικής διάγνωσης<br />
και ενός προτεινόμενου διαγνωστικού προτύπου.<br />
Εισαγωγή<br />
Ο όρος οζώδης λεμφαγγειίτιδα περιγράφει μια χαρακτηριστική<br />
κλινική εικόνα στην οποία ερυθηματώδεις<br />
βλατίδες και οζίδια είναι εντοπισμένα κατά μήκος του<br />
λεμφικού αποχετευτικού δικτύου. Τα κλινικά ευρήματα,<br />
το ιστορικό και εστιασμένες διαγνωστικές εξετάσεις<br />
μπορούν συνήθως να οδηγήσουν σε ταχεία και<br />
ακριβή διάγνωση. Κάνουμε αναφορά μιας περίπτωσης<br />
και συζητούμε τις διαγνωστικές εξετάσεις και τις<br />
διαφορικές διαγνώσεις.<br />
Κλινική εικόνα<br />
Ένας άνδρας 54 ετών παρουσιάσθηκε με ένα οζίδιο<br />
στο δεξί χέρι. Είχε παρατηρήσει τραύμα στο<br />
τρίτο δάκτυλο του δεξιού χεριού, καθώς προσπαθούσε<br />
να ανακτήσει κάποιο αντικείμενο από ένα<br />
συρτάρι κοντά στο νιπτήρα του. Μια ακίδα εισήλθε<br />
στο δέρμα και ανέπτυξε ερύθημα κοντά στο<br />
τραύμα κατά τη διάρκεια των επόμενων πέντε ημερών.<br />
Κατά τη διάρκεια των επόμενων δύο εβδομάδων<br />
ανέπτυξε οζίδια. Τα οζίδια εκτείνονταν στον<br />
18 ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ ΔΕΡΜΑΤΟΛΟΓΙΑ
καρπό και το αντιβράχιο, ήταν ερυθηματώδη και<br />
παρουσίαζαν ευαισθησία. Παρατηρήθηκε τροχιλιακή<br />
λεμφαδενοπάθεια χωρίς άλλη συνυπάρχουσα<br />
αδενοπάθεια. Το προηγούμενο ιστορικό του περιελάμβανε,<br />
πρόπτωση μιτροειδούς βαλβίδος και άσθμα<br />
καθώς και αναπηρία προκληθείσα από παλαιότερη<br />
κάκωση ράχεως. Στο παρελθόν εργαζόταν ως<br />
θεραπευτής σε ένα ψυχιατρικό κέντρο. Οι ασχολίες<br />
του (hobbies) περιελάμβαναν τη συλλογή νομισμάτων<br />
και τη μελέτη σκύλων και τροπικών φυτών.<br />
Είχε στην κατοχή του ένα ενυδρείο με ψάρια. Δεν<br />
είχε γνωστές αλλεργίες.<br />
Η κλινική εξέταση απεκάλυψε ερύθημα και οζώδεις<br />
περιοχές στη ραχιαία επιφάνεια του τρίτου δακτύλου.<br />
Τα οζίδια παρουσιάζονταν με γραμμική κατανομή<br />
κατά μήκος του πήχεως και των λεμφικών<br />
καναλιών (Εικόνα 1). Οι ακτινολογικές εξετάσεις<br />
έδειξαν ήπια οστεοαρθρίτιδα, αλλά κατά τα άλλα δεν<br />
συνεισέφεραν σε κάτι.<br />
Διεξήχθη βιοψία δέρματος, η οποία απεκάλυψε κοκκιωματώδη<br />
φλεγμονή με σχηματισμό αποστηματίων<br />
(Εικόνα 2). Οξεάντοχη χρώση η οποία έγινε με την<br />
τεχνική Richard-Allen Chromaview δεν συνεισέφερε<br />
κάτι. Η προκαταρκτική καλλιέργεια απεκάλυψε οξεοάντοχους<br />
βάκιλλους. Η καλλιέργεια για μύκητες ήταν<br />
αρνητική. Τα αποτελέσματα της αρχικής καλλιέργειας<br />
καθοδήγησαν τη διαφορική διάγνωση προς τα είδη<br />
Mycobacterium, πιο ειδικά, είτε το Mycobacterium<br />
marinum ή το Mycobacterium avium-intracellulare<br />
complex (MAC), καθώς και τα δύο αυτά βρίσκονται<br />
στο τοπικό δίκτυο ύδρευσης. Δεδομένης της έκτασης<br />
της νόσου, μας απασχολούσε η ανοσολογική κατάσταση<br />
του ασθενούς. Συνεπώς, το MAC θεωρήθηκε<br />
πιο πιθανή αιτία από το M. Marinum. Το θεραπευτικό<br />
σχήμα ήταν επομένως επιθετικό και κατευθυνόμενο<br />
προς την αρχική υπόθεση του MAC. Η θεραπεία<br />
αποτελείτο από συνδυασμένη αντιβιοτική αγωγή<br />
η οποία περιελάμβανε clarithromycin (500 mg, ένα<br />
δισκίο κάθε 12 ώρες), ethambutol (400 mg, 3 δισκία<br />
ημερησίως), and rifampin (300 mg, 2 κάψουλες ημερησίως),καθώς<br />
και τοπική αργυρούχο κρέμα sulfadiazine<br />
(Silvadene® κρέμα) εφαρμοζόμενη δύο φορές ημερησίως<br />
στην πάσχουσα περιοχή [1].Τα τελικά αποτελέσματα<br />
της καλλιέργειας απεκάλυψαν Mycobacterium<br />
marinum. Δεδομένης της βραδείας διαδικασίας επούλωσης,<br />
στο σχήμα προσετέθη doxycycline hyclate<br />
από του στόματος (100mg, δις ημερησίως), μετά από<br />
2 ½ μήνες θεραπείας με τα παραπάνω φαρμακευτικά<br />
σκευάσματα. Η doxycycline διεκόπη μετά από τρεις<br />
ημέρες θεραπείας, λόγω επιμένουσας ναυτίας και εμέτου,<br />
καταφανώς προκαλούμενων από το φάρμακο. Ο<br />
ασθενής συνέχισε το αρχικό σχήμα για 6 μήνες κατά<br />
τη διάρκεια των οποίων τα οζίδια απέδραμαν. Θα έχει<br />
ολοκληρώσει θεραπεία σε ένα μήνα, με αποτέλεσμα<br />
συνολικό χρόνο αγωγής 7 μηνών. Ο ασθενής θα<br />
παρακολουθείται κάθε τρεις μήνες για ένα χρόνο,<br />
ώστε να διαπιστωθεί οριστική θεραπεία.<br />
Συζήτηση<br />
Ο όρος οζώδης λεμφαγγειίτιδα περιγράφει την εξάπλωση,<br />
κατά μήκος των λεμφικών καναλιών του δέρματος<br />
και του υποδορίου, επιφανειακών δερματικών<br />
αλλοιώσεων προερχόμενων από ένα αρχικό σημείο<br />
ενοφθαλμισμού. Η ύπαρξη οζώδους λεμφαγγειίτιδας<br />
υποδηλώνει μια περιορισμένη διαφορική διάγνωση,<br />
η οποία περιλαμβάνει ενοφθαλμισμό του δέρματος<br />
από Mycobacterium marinum, Sporothrix schenckii,<br />
Leishmania braziliensis, and Nocardia brasiliensis [2,<br />
3, 4, 5]. Ιστορικό ταξιδίων συχνά μπορεί να δώσει στοιχεία<br />
για το συγκεκριμένο αίτιο μόλυνσης. Για παράδειγμα,<br />
η Leishmania είναι ενδημική στις τροπικές και<br />
υποτροπικές χώρες. Οι υπαίτιοι για αυτές τις παθήσεις<br />
οργανισμοί, τυπικά ποικίλλουν ως προς τον χρόνο<br />
επώασης,από μερικές εβδομάδες έως μερικούς μήνες.<br />
Η παρουσία εξέλκωσης, διαπύησης και παροχέτευσης,<br />
τυπικά θα διαφέρει μεταξύ των υπαίτιων ειδών. Ένα<br />
λεπτομερές ιστορικό, συνοδευόμενο από εξοικείωση<br />
με την κλινική εικόνα της οζώδους λεμφαγγειίτιδας,<br />
επιτρέπει τη διεξαγωγή των κατάλληλων διαγνωστικών<br />
και εργαστηριακών εξετάσεων,ώστε να μπορεί να γίνει<br />
έναρξη στοχευμένης θεραπείας. Αυτή η ανασκόπηση<br />
θα εστιάσει στα τέσσερα κύρια αίτια της οζώδους λεμφαγγειίτιδας<br />
στις Ηνωμένες Πολιτείες. Παρόλο που<br />
αυτοί οι οργανισμοί είναι ταξινομικά διαφορετικοί,μοιράζονται<br />
κάποια κοινά χαρακτηριστικά. Κάθε μία από<br />
αυτές τις λοιμώξεις τυπικά απαντάται σε ανοσοεπαρκείς<br />
ξενιστές [3]. Ως αποτέλεσμα, η πλειονότητα ξεκινά<br />
από ένα προηγούμενο επεισόδιο τραυματισμού, ανεξάρτητα<br />
από την έκταση του τραύματος. Η συστηματική<br />
προσβολή είναι σπάνια στην οζώδη λεμφαγγειίτιδα<br />
[2, 3]. Οι λοιμώξεις τείνουν να συγκεντρώνονται<br />
γύρω από επιχώρια λεμφαγγεία χωρίς εν τω βάθει<br />
διείσδυση ή διασπορά σε απομακρυσμένα σημεία.<br />
Εξαιρέσεις μπορεί να υπάρξουν σε ανοσοκατεσταλμένους<br />
ξενιστές με τοπική προσβολή και διάχυτη εξάπλωση<br />
[7,8,9]. Κατάλληλες ιστολογικές εξετάσεις και<br />
ιστικές καλλιέργειες μπορούν να εδραιώσουν τη διάγνωση<br />
στους περισσότερους ασθενείς [2, 3, 10].<br />
Mycobacterium marinum<br />
Υπάρχουν αναφορές ότι διάφορα μη φυματιώδη<br />
είδη μυκοβακτηριδίων μπορεί να προκαλέσουν λεμ-<br />
Τεύχος <strong>57</strong><br />
19
Εικόνα 1. Οζώδεις και ερυθηματώδεις βλάβες στο δεξιό χέρι και βραχίονα οι οποίες ακολουθούν τη λεμφική αποχέτευση<br />
φοδερματική λοίμωξη. Εντούτοις, εξ αυτών, το M.<br />
Marinum είναι το είδος το οποίο συσχετίζεται πιο<br />
συχνά με οζώδη λεμφαγγειίτιδα [2, 3, 4, 5, 8]. Οι λοιμώξεις<br />
από Mycobacterium marinum γενικά έπονται<br />
ενός τοπικού τραυματισμού και ακόλουθης<br />
έκθεσης σε υδάτινο περιβάλλον. Όσοι χειρίζονται<br />
ψάρια και οι ασχολούμενοι με ενυδρεία έχουν τον<br />
υψηλότερο κίνδυνο να αναπτύξουν λοίμωξη, παρότι<br />
υπάρχουν τεκμηριωμένες εξάρσεις από πισίνες,<br />
λίμνες και ωκεανούς [2, 3, 5, 11]. Ο αρχικός ενοφθαλμισμός<br />
τυπικά αναπτύσσεται ως ευαίσθητα οζίδια<br />
ή φλύκταινες στα άνω άκρα, συχνά 2-3 εβδομάδες<br />
μετά τον αρχικό τραυματισμό. Οι βλατίδες<br />
συνήθως εξελκούνται, πυορροούν, και συχνά εκτείνονται<br />
κατά μήκος των εγγύς λεμφαγγείων. Οι βλάβες<br />
συχνά δεν συνοδεύονται από πόνο και μεγαλώνουν<br />
αργά. Συνοδός αδενοπάθεια γενικά δεν<br />
υπάρχει εκτός εάν είναι παρούσα δευτερογενής<br />
βακτηριακή λοίμωξη και συστηματικά συμπτώματα<br />
είναι σπάνια [3, 5]. Λιγότερο συχνά, μπορεί να παρουσιαστούν<br />
εν τω βάθει λοιμώξεις όπως τενοντοθυλακίτιδα,<br />
οστεομυελίτιδα, αρθρίτιδα και θυλακίτιδα<br />
[11]. Ο αριθμός των αλλοιώσεων, η έκταση της δερματικής<br />
εμπλοκής και η απουσία εσωτερικής ή συστηματικής<br />
εμπλοκής εξαρτάται από την ανοσολογική<br />
κατάσταση του ασθενούς [8]. Όπως είναι αναμενόμενο,<br />
οι ανοσοκατεσταλμένοι ασθενείς τείνουν να<br />
έχουν πιο σοβαρή εμφάνιση και πορεία της νόσου.<br />
Επειδή τα μυκοβακτηρίδια δεν αναπτύσσονται στις<br />
συνήθεις βακτηριακές καλλιέργειες, υψηλός βαθμός<br />
κλινικής υποψίας είναι απαραίτητος για να γίνει<br />
η διάγνωση [5]. Η κλινική εικόνα, ο κύριος εντοπισμός<br />
και το ιστορικό τραύματος με μεταγενέστερη<br />
έκθεση σε υδάτινο περιβάλλον είναι χρήσιμα από<br />
αυτή την άποψη [11].<br />
Η ορθή καλλιέργεια του ιστού απαιτεί εβδομάδες<br />
επώασης στους 32 ο C με ειδικά για τον οργανισμό<br />
θρεπτικά υλικά [3, 9]. Η ιστολογική εξέταση αποκαλύπτει<br />
κοκκιωματώδη φλεγμονή χωρίς νέκρωση<br />
τυροειδοποίησης [12]. Η ιστολογική εξέταση του<br />
ιστού είναι επίσης χρήσιμη, καθώς αυτοί οι οργανισμοί<br />
μπορούν να ταυτοποιηθούν με κλασικές<br />
οξεάντοχες χρώσεις [4, 9]. Αρκετοί διαφορετικοί<br />
τύποι χρώσεων για οξεάντοχους οργανισμούς μπορεί<br />
να αυξήσουν την πιθανότητα διάκρισης μικροοργανισμών<br />
σε συνήθεις ιστολογικές εξετάσεις.<br />
Εντούτοις, η απουσία μικροοργανισμών στις ιστολογικές<br />
δεν αποκλείει τη διάγνωση του M. Marinum.<br />
Η μέθοδος PCR, εφόσον είναι διαθέσιμη, μπορεί<br />
να οδηγήσει σε διάγνωση μέσα σε διάστημα ημερών<br />
[11]. Η θεραπεία σε κάθε ξεχωριστή περίπτωση<br />
πρέπει να στηριχθεί από τεστ ευαισθησίας εξαιτίας<br />
της σπανιότητας της λοίμωξης και της ένδειας<br />
κλινικών αποδείξεων [4, 5, 9]. Η clarithromycin αυτή<br />
τη στιγμή θεωρείται ως ο καλύτερος παράγοντας,<br />
παρότι εφάμιλλη επιτυχία έχει επιτευχθεί με τη χρήση<br />
minocycline και amikacin. Η Doxycycline, η<br />
trimethoprim-sulfamethoxazole, και ο συνδυασμός<br />
rifampin και ethambutol μπορεί να είναι αποτελεσματικά,<br />
αλλά συναντούν διάφορους βαθμούς αντί-<br />
20 ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ ΔΕΡΜΑΤΟΛΟΓΙΑ
Εικόνα 2. Λεμφοκύτταρα, ιστιοκύτταρα και γιγαντοκύτταρα<br />
(H&E, x20)<br />
στασης [2, 3, 4, 5, 9, 12]. Η μονοθεραπεία συνήθως<br />
χρησιμοποιείται για την ήπια δερματική νόσο χωρίς<br />
επιπλοκές [13]. Η συνδυασμένη θεραπεία είναι απαραίτητη<br />
για πιο σοβαρές δερματικές λοιμώξεις και<br />
/ ή διεσπαρμένη νόσο. Η τυπική διάρκεια θεραπείας<br />
συνεχίζεται για 2-3 μήνες μετά την αποδρομή<br />
των συμπτωμάτων. Μπορεί να απαιτηθεί χειρουργική<br />
αντιμετώπιση (από ήπιο χειρουργικό<br />
καθαρισμό έως ακρωτηριασμό άκρου) εφόσον ενέχονται<br />
εν τω βάθει ιστοί [12, 13].<br />
Sporothrix schenckii<br />
Το Sporothrix schenckii είναι η πλέον κοινή αιτία<br />
οζώδους λεμφαγγειίτιδας στις Ηνωμένες Πολιτείες<br />
και η «σποροτρίχωση» κάποιες φορές χρησιμοποιείται<br />
ως συνώνυμο της οζώδους λεμφαγγείτιδας [2,<br />
3, 10]. Αυτός ο διμορφικός μύκητας τυπικά εμφανίζει<br />
παγκόσμια κατανομή, αλλά απαντάται κυρίως<br />
στις τροπικές και υπο-τροπικές περιοχές [14, 15]. Οι<br />
περισσότεροι ασθενείς είναι υγιείς ενήλικες, κάτω<br />
από την ηλικία των 30 ετών και παρουσιάζονται με<br />
βλάβες στα άνω άκρα ή το πρόσωπο. Ο τραυματικός<br />
ενοφθαλμισμός του μύκητα είναι ιδιαίτερα συχνός<br />
και τυπικά συμβαίνει μετά από έκθεση σε ξύλα ή<br />
χώμα, παρότι έχει περιγραφεί και ζωονοτική μετάδοση<br />
[11, 15]. Αγρότες, κηπουροί και δασεργάτες<br />
είναι συνεπώς ένας πληθυσμός ο οποίος βρίσκεται<br />
σε κίνδυνο για λοίμωξη από S. Schenckii. Η πρωταρχική<br />
βλάβη συνήθως εμφανίζεται ως ανώδυνη,<br />
ερυθηματώδης, σκληρυμένη βλατίδα αναπτυσσόμενη<br />
7 έως 30 ημέρες μετά τον ενοφθαλμισμό. Μπορεί<br />
να εμφανίσει καθυστέρηση μέχρι και 6 μήνες.<br />
Η προοδευτική σκλήρυνση οδηγεί στο σχηματισμό<br />
ενός οζιδίου με μετέπειτα εξέλκωση [11, 14,<br />
15]. Η επακόλουθη πορεία συνήθως συνίσταται σε<br />
δευτερογενείς βλάβες οι οποίες ακολουθούν τη λεμφική<br />
αποχέτευση με ανιούσα φορά. Συχνά ανευρίσκεται<br />
περιοχική λεμφαδενοπάθεια. Μικρές ποσότητες<br />
ορώδους υγρού ή πυωδών υλικών μπορεί να<br />
αποβάλλεται από τις βλάβες. Διάχυτη ή συστηματική<br />
πορεία είναι σπάνια και είναι σχεδόν πάντα το<br />
αποτέλεσμα ανοσοκαταστολής. Αποικίες φυσιολογικά<br />
εμφανίζονται μετά από 3-5 ημέρες σε καλλιέργεια<br />
αλλά οι καλλιέργειες θα πρέπει να διατηρηθούν<br />
για τουλάχιστον 4 εβδομάδες.<br />
Η βιοψία δέρματος αποκαλύπτει σχηματισμό αποστηματίων<br />
με περιβάλλουσα κοκκιωματώδη διήθηση.<br />
Μικροοργανισμοί μπορεί να διακριθούν με<br />
χρώση Periodic Acid Schiff ή με χρώση Gomori<br />
Methanamine Silver. Η εύρεση αστεροειδών σωματίων,<br />
μυκωτικών κυττάρων περιβαλλόμενων από<br />
ακτινωτές, ηωσινοφιλικές δοκίδες, είναι χαρακτηριστική<br />
[11]. Η από του στόματος χορηγούμενη<br />
itraconazole για 3-6 μήνες αποτελεί τη θεραπεία<br />
εκλογής, παρότι το κεκορεσμένο διάλυμα ιωδιούχου<br />
καλίου παραμένει μια αποτελεσματική, χαμηλού<br />
κόστους εναλλακτική.<br />
Είδη Leishmania<br />
Η λεϊσμανίαση προκαλείται από τα πρωτόζωα του<br />
γένους Leishmania και αποτελεί ακόμη ένα σημαντικό<br />
πρόβλημα υγείας το οποίο αυξάνεται σε συχνότητα<br />
[6]. Η λοίμωξη είναι αποτέλεσμα δήγματος<br />
μολυσμένης θηλυκής φλεβοτόμου σκνίπας, με τα<br />
είδη – φορείς να διαφέρουν μεταξύ των δημογραφικών<br />
ζωνών του «Παλαιού Κόσμου» και του «Νέου<br />
Κόσμου». Η δερματική λεϊσμανίαση του Παλαιού<br />
Κόσμου τυπικά συναντάται στη Μέση Ανατολή και<br />
σε μεγάλα τμήματα της τροπικής και υπο-τροπικής<br />
Αφρικής και Ασίας [3]. Η λεϊσμανίαση του Νέου<br />
Κόσμου κυρίως μεταδίδεται στη Βραζιλία και το<br />
Περού, αλλά ενίοτε απαντάται και στην Κεντρική<br />
Αμερική και το Μεξικό [2, 3, 6]. Στις Ηνωμένες Πολιτείες<br />
, η δερματική λεϊσμανίαση πιο συχνά εμφανίζεται<br />
σε ταξιδιώτες οι οποίοι επιστρέφουν από<br />
ενδημικές περιοχές. Η λοίμωξη αναπτύσσεται 1-12<br />
εβδομάδες μετά το δήγμα της θηλυκής φλεβοτόμου<br />
σκνίπας. Η πρωταρχική αλλοίωση παρουσιάζεται<br />
ως μια ερυθηματώδης βλατίδα, η οποία μεγενθύνεται<br />
σε μια ελκώδη ή ακροχονδρονώδη βλάβη<br />
με εσκληρυμένα όρια και νεκρωτική βάση. Οι βλάβες<br />
είναι συχνά κνησμώδεις και όχι τόσο επώδυνες<br />
όσο εμφανίζονται [16]. Οι βλάβες μπορεί να<br />
καλύπτονται από ξηρό έκκριμα και παραμένουν<br />
ανώδυνες εκτός εάν παρουσιασθεί δευτερογενής<br />
βακτηριακή λοίμωξη, κάτι το οποίο συμβαίνει συχνά<br />
22 ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ ΔΕΡΜΑΤΟΛΟΓΙΑ
[3, 11, 17]. Οζώδης λεμφαγγειίτιδα (σποροτρίχωση)<br />
της πρωτογενούς βλάβης είναι κοινή και πιο συχνά<br />
συμβαίνει με το είδος Leishmania braziliensis από<br />
τον Νέο Κόσμο. Με αυτό το είδος ειδικότερα, η<br />
βλεννοδερματική εξάπλωση είναι άλλη μια συχνή<br />
εκδήλωση και απαιτείται ταχεία θεραπεία για να<br />
προληφθεί αυτή η επιπλοκή. Συστηματικά συμπτώματα<br />
γενικά απουσιάζουν, παρότι έχουν αναφερθεί<br />
λεμφαδενοπάθεια, πυρετός και ηπατομεγαλία [16].<br />
Η αρχική διάγνωση βασίζεται αυστηρά στην κλινική<br />
εικόνα και το ταξιδιωτικό ιστορικό του ασθενούς.<br />
Παρόλα αυτά, θα πρέπει να λαμβάνεται βιοψία<br />
δέρματος για τις συνήθεις ιστολογικές εξετάσεις<br />
και καλλιέργεια.<br />
Ιστολογική εξέταση με χρώση Giemsa αποκαλύπτει<br />
αμαστιγωτές μορφές. Εφόσον υπάρχει διαθέσιμος<br />
εξοπλισμός, μπορεί να χρησιμοποιηθεί αλυσιδωτή<br />
αντίδραση πολυμεράσης (PCR), αλλά δεν είναι<br />
σύνηθες στην καθημερινή πρακτική [11, 17]. Ενδημικές<br />
χώρες αναφέρουν τη χρήση δερματικών δοκιμασιών<br />
καθυστερημένης αντίδρασης υπερευαισθησίας<br />
όπως οι Montenegro και Leishman, παρόλο που<br />
αυτό δεν συνηθίζεται στις Ηνωμένες Πολιτείες [16,17].<br />
Η βέλτιστη θεραπεία για την δερματική λεϊσμανίαση<br />
δεν έχει ανακαλυφθεί, αλλά έχουν χρησιμοποιηθεί,<br />
η φυσικοθεραπεία, καθώς και τοπικές και<br />
συστηματικές θεραπείες. Η νόσος του Νέου Κόσμου<br />
τείνει να είναι πιο σοβαρή και μακροχρόνια συγκριτικά<br />
με τη νόσο του Παλαιού Κόσμου και απαιτεί<br />
μια θεραπευτική αγωγή κατ’ ελάχιστο 20 ημερών,<br />
με στιβογλυκονικό νάτριο, παρότι μη θεραπευόμενες<br />
βλάβες μπορεί να αποδράμουν, συνήθως μέσα<br />
σε 6 μήνες [6, 11, 17]. Το πεντασθενές αντιμόνιο<br />
συνιστάται ιδιαίτερα για την δερματική λεϊσμανίαση<br />
της Αμερικής, εξαιτίας του πιθανού κινδύνου βλεννοδερματικής<br />
διασποράς. Τα Pentamidine, miltefosine,<br />
amphotericin B, και αζολικά φάρμακα αποτελούν<br />
υποσχόμενες θεραπείες δεύτερης γραμμής, καθώς<br />
και η allopurinol σε συνδυασμό με πεντασθενές<br />
αντιμόνιο [16, 17]. Τοπικά αντιβιοτικά της κατηγορίας<br />
των αμινογλυκοσιδών, όπως το paromomycin,<br />
μπορούν επίσης να χρησιμοποιηθούν σε συνδυασμό<br />
με από του στόματος θεραπεία. Η μη φαρμακευτική<br />
αγωγή περιλαμβάνει καυτηριασμό, εκτομή,<br />
κρυοθεραπεία, θεραπεία με υπεριώδη ακτινοβολία<br />
και φωτοδυναμική θεραπεία. Οι βλάβες οι οποίες<br />
προκαλούνται από το L. brasiliensis συχνά δεν υποχωρούν<br />
χωρίς ιατρική παρέμβαση. Τα παράγωγα<br />
του πεντασθενούς αντιμονίου, ειδικότερα το στιβογλυκονικό<br />
νάτριο και η αντιμονιακή μεγλουμίνη<br />
έχουν αποδειχθεί ωφέλιμα με ελάχιστη διάρκεια<br />
θεραπείας 3 εβδομάδων [3, 11].<br />
Είδη Nocardia<br />
Τα είδη του γένους Nocardia είναι νηματοειδή,<br />
gram-θετικά βακτήρια τα οποία κυρίως προκαλούν<br />
πνευμονική και συστηματικά διασπειρόμενη νόσο<br />
[2, 3, 10, 18, 19]. Το Nocardia asteroides είναι η<br />
συχνότερη αιτία συστηματικής νοκαρδίωσης, ειδικά<br />
σε ανοσοκατεσταλμένους ασθενείς. Υπολογίζεται<br />
ότι αποτελεί σχεδόν το 90% των αναφερόμενων<br />
περιπτώσεων στις Ηνωμένες Πολιτείες [18].<br />
Η δερματική νοκαρδίωση, συχνά συσχετιζόμενη<br />
με οζώδη λεμφαγγειίτιδα, προκαλείται κυρίως από<br />
N. brasiliensis (παρότι μπορεί να προκληθεί επίσης<br />
και από N.Asteroides). Ενώ το N. brasiliensis<br />
ευθύνεται μόνο για το 7% των περιπτώσεων στις<br />
Ηνωμένες Πολιτείες, αποτελεί πιο συχνό εύρημα<br />
σε ανοσοεπαρκείς, παρά σε ανοσο-ανεπαρκείς ξενιστές<br />
[18]. Ο κύριος τρόπος ενοφθαλμισμού σε<br />
ανοσοεπαρκείς ασθενείς είναι μέσω διαδερμικού<br />
τραυματισμού, συχνά από ένα αγκάθι, τριβή, εκδορά<br />
από ζώο, ή δήγμα εντόμου. Κηπουροί, αγρότες<br />
και εργαζόμενοι σε φυτώρια βρίσκονται σε αυξημένο<br />
κίνδυνο για λοίμωξη από N. brasiliensis, διότι<br />
αυτό το είδος ανευρίσκεται στο χώμα [10,18,19].<br />
Η πρωταρχική βλάβη συνήθως εμφανίζεται μερικές<br />
ημέρες έως 6 εβδομάδες μετά τον τραυματισμό<br />
ως μονήρες, ερυθηματώδες υποδόριο οζίδιο ή<br />
απόστημα το οποίο μπορεί να εξελκωθεί [2, 3].<br />
Εκροή πυώδους υγρού και σχηματισμός κύστεων<br />
μπορεί να εμφανισθεί και οι επιπρόσθετες βλάβες<br />
θα αναπτυχθούν κατά μήκος των εγγύς λεμφαγγείων<br />
σύμφωνα με το πρότυπο της σποροτρίχωσης<br />
[2]. Τα άνω και κάτω άκρα είναι οι πλέον ευάλωτες<br />
περιοχές, διότι είναι συχνά εκτεθειμένα.<br />
Περιοχική αδενοπάθεια και ήπια συστηματικά<br />
συμπτώματα, όπως πυρετός, είναι συχνά [3].<br />
Η Gram χρώση και οι καλλιέργειες μπορούν<br />
να κάνουν διάκριση μεταξύ των ενοχοποιούμενων<br />
οργανισμών. Μικροσκοπικά, η gram χρώση<br />
θα αποκαλύψει Gram θετικά, λεπτά, διακλαδιζόμενα<br />
νηματοειδή βακτήρια, δηλωτικό του<br />
γένους Nocardia [18], τα οποία είναι ασθενώς<br />
οξεάντοχα. Οι σουλφοναμίδες, ειδικότερα η<br />
trimethoprim-sulfamethoxazole, αποτελούν την<br />
προτιμώμενη θεραπεία εκλογής [2, 3, 10, 18,<br />
19]. Μια αγωγή διάρκειας 1-4 μηνών είναι συνήθης<br />
και συχνά συνοδεύεται από χειρουργικό<br />
καθαρισμό και παροχέτευση [18]. Επιπλέον αντιμικροβιακοί<br />
παράγοντες έχει βρεθεί να είναι<br />
αποτελεσματικοί, συγκεκριμένα τα minocycline,<br />
tetracycline, amikacin, οι καρβαπενέμες και οι<br />
κινολόνες [2, 3, 18].<br />
Τεύχος <strong>57</strong><br />
23
Mycobacterium avium-intracellulare<br />
complex<br />
Το Mycobacterium avium-intracellulare complex<br />
(MAC) αποτελείται από άλλα είδη οξεάντοχων, άτυπων<br />
μυκοβακτηριδίων με την ικανότητα να προκαλέσουν<br />
δερματική λοίμωξη με κατανομή τύπου σποροτρίχωσης.<br />
Οι δερματικές λοιμώξεις από MAC,<br />
στοχεύουν ασθενείς με ανοσολογική ανεπάρκεια,<br />
κυρίως εκείνους με AIDS, και τείνουν να μην εμφανίζονται<br />
σε άτομα με άθικτο ανοσοποιητικό σύστημα<br />
[13]. Προηγούμενο ιστορικό τραυματισμού συνήθως<br />
απουσιάζει και οι ασθενείς προσέρχονται με<br />
δερματικά και υποδόρια οζίδια [9]. Σε αυτούς τους<br />
ασθενείς, η συστηματική εμπλοκή δεν είναι ασυνήθης<br />
και το δέρμα τυπικά μολύνεται ως αποτέλεσμα<br />
αιματογενούς διασποράς από μια απομακρυσμένη<br />
θέση, παρότι έχουν αναφερθεί εντοπισμένες<br />
δερματικές λοιμώξεις [8, 9]. Οι βλάβες εξελίσσονται<br />
με εξέλκωση και αποστημάτια πιο συχνά από ότι με<br />
το M. marinum, ενώ έχουν επίσης παρατηρηθεί,<br />
οίδημα μαλακών μορίων, φλύκταινες και διασπορά<br />
τύπου σποροτρίχωσης [8, 9]. Η διάγνωση είναι<br />
παρόμοια με του M. Marinum, καθιστώντας και εδώ<br />
απαραίτητο έναν υψηλό βαθμό κλινικής υποψίας,<br />
ώστε να εφαρμοσθούν τα κατάλληλα θρεπτικά υλικά<br />
καλλιέργειας [5].<br />
Αυτοί οι οργανισμοί, μαζί με άλλα είδη μυκοβακτηριδίων,<br />
μπορούν να ταυτοποιηθούν ιστοπαθολογικά<br />
με οξεάντοχες χρώσεις. Παρόλα αυτά, οι<br />
ιστολογικές μεταβολές δεν είναι ειδικές ως προς το<br />
είδος και η διάγνωση μη φυματιωδών μυκοβακτηρίων<br />
έγκειται κατά κύριο λόγο στα αποτελέσματα<br />
των καλλιεργειών [5, 7]. Η θεραπεία συνίσταται<br />
κυρίως σε αντιμικροβιακά. Η συνιστώμενη θεραπεία<br />
αποτελείται από ethambutol και clarithromycin,<br />
παρότι οι ριφαμυκίνες, η clofazimine, το ciprofloxacin,<br />
και οι αμινογλυκοσίδες αποτελούν εναλλακτικές<br />
θεραπείες [1, 9, 13]. Η βέλτιστη διάρκεια θεραπείας<br />
δεν έχει επίσημα καθιερωθεί, αλλά συνήθως διαρκεί<br />
για 6-12 μήνες αναλόγως της κλινικής ανταπόκρισης<br />
[9].<br />
Άλλα είδη<br />
Οζώδης λεμφαγγειίτιδα έχει αναφερθεί σχετιζόμενη<br />
με πολλούς διαφορετικούς οργανισμούς. Η<br />
συχνότητα συνήθως συνδέεται με τη συχνότητα δερματικών<br />
μολύνσεων από ένα συγκεκριμένο οργανισμό<br />
και την πιθανότητα ανάπτυξης οζώδους λεμφαγγειίτιδας<br />
μετά από δερματική λοίμωξη [3]. Ταχέως<br />
αναπτυσσόμενα άτυπα μυκοβακτήρια και Francisella<br />
tularensis αποτελούν και τα δύο πιθανά αίτια. Λιγότερο<br />
συχνά, οζώδης λεμφαγγειίτιδα μπορεί να αναπτυχθεί<br />
από λοίμωξη με διάφορα πυογενή βακτήρια<br />
(συμπεριλαμβανομένων των ειδών Staphylococcus<br />
and Streptococcus) και διάφορους μύκητες εκτός<br />
του Sporothrix (συμπεριλαμβανομένων των Coccidioides<br />
immitis, Blastomyces dermatitidis, Histoplasma<br />
capsulatum, και Cryptococcus neoformans) [3]. Οι<br />
αναφερόμενες εν τω βάθει μυκητιασικές λοιμώξεις<br />
είναι σπάνιες και συνήθως παρουσιάζονται σε επαγγελματίες<br />
υγείας οι οποίοι βρίσκονται σε στενή επαφή<br />
με αυτούς τους οργανισμούς, όπως οι παθολογοανατόμοι<br />
ή το εργαστηριακό προσωπικό μετά<br />
από ατυχήματα ενοφθαλμισμού.<br />
Συμπέρασμα<br />
Η διασπορά τύπου σποροτρίχωσης (επίσης γνωστή<br />
ως οζώδης λεμφαγγειίτιδα) περιγράφει ένα<br />
χαρακτηριστικό πρότυπο επιφανειακών δερματικών<br />
βλαβών οι οποίες εξελίσσονται κατά μήκος<br />
του λεμφικού αποχετευτικού συστήματος. Παρότι<br />
η φύση των υπεύθυνων οργανισμών διαφέρει, με<br />
το κατάλληλο ιστορικό έκθεσης, η διαφορική διάγνωση<br />
σχετικά περιορίζεται. Η γνώση του αιτιολογικού<br />
περιβάλλοντος, ο χρόνος επώασης, η κλινική<br />
εμφάνιση των βλαβών και η παρουσία ή<br />
απουσία συστηματικής εμπλοκής, μπορούν να βοηθήσουν<br />
στην εδραίωση μιας πιθανής διάγνωσης.<br />
Η βιοψία και οι μικροβιολογικές ιστικές καλλιέργειες<br />
μπορούν να πιστοποιήσουν τη διάγνωση<br />
στους περισσότερους ασθενείς.<br />
Βιβλιογραφικές αναφορές<br />
1. Mandell GL,Bennett JE,Dolin R,editors.Mandell,Douglas,<br />
and Bennett's principles and practice of infectious diseases.<br />
5th ed. New York: Elsevier/Churchill Livingstone; 2005.<br />
2.Tobin EH, Jih WW. Sporotrichoid lymphocutaneous<br />
infections: etiology, diagnosis and therapy. Am Fam<br />
Physician. 2001 Jan;63(2):326-32.<br />
3. Kostman JR,DiNubile MJ.Nodular lymphangitis:a distinctive<br />
but often unrecognized syndrome. Ann Int Med. 1993<br />
Jun;118(11):883-8.<br />
4.Tran H, Kamino H,Walters R. Mycobacterium marinum<br />
infection. Dermatol Online J. 2008 Oct;14(10):7.<br />
5. Elston D. Nontuberculous mycobacterial skin infections.<br />
Am J Clin Dermatol. 2009;10(5):281-5.<br />
6. Hepburn NC.Cutaneous leishmaniasis.Clin Exp Dermatol.<br />
2000 Jul;25(5):363-70.<br />
7. Bartralot R,Pujol R,Garcia-Patos V,Sitjas D,Martin-Casabona<br />
N, Coll P,Alomar A, Castells A. Cutaneous infections due<br />
to nontuberculous mycobacteria: histopathological review<br />
24 ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ ΔΕΡΜΑΤΟΛΟΓΙΑ
of 28 cases: comparative study between lesions observed<br />
in immunosuppressed patients and normal hosts. J Cutan<br />
Pathol. 2000 Mar;27(3):124-9.<br />
8. Bartralot R, Garcia-Patos V, Sitjas D, Rodriguez-Cano L,<br />
Mollet J, Martin-Casabona N, Coll P. Clinical patterns of<br />
cutaneous nontuberculous mycobacterial infections. Br<br />
J Dermatol. 2005 Apr;152(4):727-34.<br />
9. Palenque E. Skin disease and nontuberculous atypical<br />
mycobacteria. Int J Dermatol. 2000 Sep;39(9):659-66.<br />
10. Schwendiman MN,Johnson RP,Henning JS.Subcutaneous<br />
nodules with sporotrichoid spread. Dermatol Online J.<br />
2009 May;15(5):11.<br />
11. Zeegelaar JE, Faber WR. Imported tropical infectious<br />
ulcers in travelers.Am J Clin Dermatol.2008;9(4):219-32.<br />
12. Piersimoni C, Scarparo C. Extrapulmonary infections<br />
associated with nontuberculous mycobacteria in<br />
immunocompetent persons. Emerg Infect Dis. 2009<br />
Sep;15(9):1351-8.<br />
13. Esteban J, Ortiz-Perez A. Current treatment of atypical<br />
mycobacteriosis. Expert Opin Pharmacother. 2009<br />
Dec;10(17):2787-99.<br />
14. Ramos-e-Silva M, Vasconcelos C, Carneiro S, Cestari T.<br />
Sporotrichoisis. Clin Dermatol. 2007 Mar-Apr;25(2):181-7.<br />
15. Morris-Jones R. Sporotrichosis. Clin Exp Dermatol. 2002<br />
Sep;27(6):427-31.<br />
16. David CV, Craft N. Cutaneous and mucocutaneous<br />
leishmaniasis. Dermatol Ther. 2009 Nov-Dec;22(6):491-<br />
502.<br />
17. Patel S, Sethi A. Imported tropical diseases. Dermatol<br />
Ther. 2009 Nov-Dec;22(6):538-549.<br />
18. Maraki S, Scoulica E, Alpantaki K, Dialynas M,Tselentis<br />
Y.Lymphocutaneous nocardiosis due to Nocardia brasiliensis.<br />
Diagn Microbiol Infect Dis. 2003 Sep;47(1):341-4.<br />
19. Fukuda H, Saotome A, Usami N, Urushibata O, Mukai<br />
H. Lymphocutaneous type of nocardiosis caused by<br />
Nocardia brasiliensis:A case report and review of primary<br />
cutaneous nocardiosis caused by N. brasiliensis reported<br />
in Japan. J Dermatol. 2008 Jun;35(6):346-53.<br />
Τεύχος <strong>57</strong><br />
25
Μετωπιαία ινωτική αλωπεκία:<br />
Ο ρόλος της δερματοσκόπησης<br />
στη διαφορική διάγνωση<br />
P. Rubegni F. Mandato M. Fimiani<br />
Μονάδα Δερματολογίας, Τμήμα Κλινικής Ιατρικής και Επιστήμης της Ανοσολογίας, Πανεπιστήμιο της Σιένα,<br />
Ιταλία<br />
Περίληψη: Η μετωπιαία ινωτική αλωπεκία (frontal fibrosing alopecia-FFA) είναι πιο συχνή<br />
στις μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες, αλλά μπορεί να εμφανισθεί και σε νεότερες γυναίκες.<br />
Κάποιοι συγγραφείς θεωρούν ότι η FFA είναι μια διακριτή μετωπιαία παραλλαγή του θυλακικού<br />
λειχήνα (lichen planopilaris). Από την κλινική σκοπιά, αυτή η σχετικά ασυνήθης<br />
πάθηση χαρακτηρίζεται από προοδευτική υποχώρηση της μετωποκροταφικής γραμμής του<br />
τριχωτού, οφειλόμενη σε φλεγμονώδη καταστροφή των τριχοθυλακίων. Η δερματοσκόπηση<br />
μπορεί να είναι πολύ χρήσιμη, καθώς η διαφορική διάγνωση μεταξύ αλωπεκίας από<br />
έλξη, γυροειδούς αλωπεκίας, FFA και ουλώδους αλωπεκίας των ορίων του τριχωτού<br />
(marginal) μπορεί να είναι δύσκολη. Δεν είναι ξεκάθαρο το κατά πόσο η θεραπεία μεταβάλει<br />
ή όχι τη φυσική πορεία της νόσου – η νόσος σταθεροποιείται συν τω χρόνω στους<br />
περισσότερους ασθενείς, με ή χωρίς συνέχιση της θεραπείας. Εδώ γίνεται αναφορά της<br />
περίπτωσης μιας γυναίκας 50 ετών με FFA και συζητούμε την αξία της δερματοσκόπησης<br />
στη διαφορική διάγνωση αυτής της νόσου.<br />
Λέξεις –κλειδιά: Αλωπεκία, δερματοσκόπηση, μετεμμηνοπαυσιακές, θυλακικός λειχήνας<br />
Εισαγωγή<br />
Η χρήση της δερματοσκόπησης, αρχικά περιοριζόμενη<br />
σε μελαγχρωματικές βλάβες, έχει εξελιχθεί σε<br />
σημαντικό εργαλείο για τη διάγνωση μη μελαγχρωματικών<br />
βλαβών του δέρματος καθώς και των<br />
φλεγμονωδών και λοιμωδών νοσημάτων [1]. Εδώ<br />
κάνουμε αναφορά μιας περίπτωσης μετεμμηνοπαυσιακής<br />
μετωπιαίας ινιακής αλωπεκίας (FFA) για να<br />
επιβεβαιώσουμε το ρόλο της δερματοσκόπησης στη<br />
διαφορική διάγνωση των διαταραχών των μαλλιών<br />
και του τριχωτού της κεφαλής. Η FFA, η οποία περιεγράφη<br />
για πρώτη φορά από τον Kossard το 1994,<br />
είναι μια παραλλαγή της ουλώδους αλωπεκίας χαρακτηριζόμενη<br />
από επιλεκτική εμπλοκή των τριχών<br />
της μετωποβρεγματικής περιοχής του τριχωτού της<br />
κεφαλής [2].<br />
Οι ασθενείς προσέρχονται με υποχώρηση της μετωποκροταφικής<br />
γραμμής του τριχωτού και απώλεια<br />
των φρυδιών. Το προσβεβλημένο δέρμα της κεφαλής<br />
είναι ομοιομόρφως ωχρό με απώλεια των στομίων<br />
των τριχοθυλακίων και το προσβεβλημένο τριχωτό<br />
παρουσιάζει περιθυλακικό ερύθημα [3,4]. Η<br />
δερματοσκόπηση δείχνει απουσία θυλακικών στο-<br />
26 ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ ΔΕΡΜΑΤΟΛΟΓΙΑ
μίων και περιθυλακικούς λεπιδώδεις σχηματισμούς<br />
και ποικίλλο βαθμό περιθυλακικού ερυθήματος [5].<br />
Τυπικά ιστοπαθολογικά ευρήματα είναι η προεξάρχουσα<br />
περιθυλακική ίνωση και η λεμφοκυτταρική<br />
φλεγμονή με κατανομή τύπου λειχήνα πέριξ του επιπέδου<br />
του ισθμού, του σημείου εκβολής των σμηγματογόνων<br />
αδένων (infudibular) και του βολβού των<br />
τριχοθυλακίων [6]. Παρουσιάζεται μείωση του αριθμού<br />
των τριχοθυλακίων και αντικατάσταση από ινώδεις<br />
ταινίες. Αυτά τα ευρήματα δεν είναι δυνατόν να<br />
διακριθούν από εκείνα του θυλακικού λειχήνα και<br />
η FFA θεωρείται εξ αυτού ότι είναι μια διακριτή παραλλαγή<br />
του θυλακικού λειχήνα στις μετωπιαίες παρυφές<br />
του τριχωτού [6,7].<br />
α<br />
Παρουσίαση περιστατικού<br />
β<br />
γ<br />
Εικόνα1. α) Μετωπιαία υποχώρηση με ομοιόμορφα<br />
ωχρό δέρμα και απώλεια θυλακικών στομίων, β) κροταφική<br />
υποχώρηση και ελαφρό περιθυλακικό ερύθημα<br />
στην παρυφή των μαλλιών, γ) μείωση των θυλακικών<br />
στομίων και θυλακική υπερκεράτωση είναι εμφανείς<br />
στη δερματοσκοπική εξέταση – απουσία εκφύλισης τριχών<br />
και/ή κίτρινων στιγμάτων.<br />
Μια γυναίκα ετών 50, προσήλθε με υποχώρηση της<br />
μετωποκροταφικής γραμμής του τριχωτού και μερική<br />
απώλεια των φρυδιών επί ένα έτος. Η εμμηνόπαυση<br />
ενεφανίσθη στην ηλικία των 45 ετών. Προηγουμένως<br />
είχε λάβει διάγνωση ανδρογενετικής<br />
αλωπεκίας και είχε αντιμετωπισθεί με τοπική χορήγηση<br />
μινοξιδίλης 2-5% δις ημερησίως, χωρίς βελτίωση.<br />
Η ασθενής αυτοβούλως διέκοψε τη θεραπεία<br />
μετά από 3 εβδομάδες, περίπου 7 μήνες προ της<br />
επίσκεψης σε εμάς. Κατά την προσέλευση, δεν έλαβε<br />
καμία θεραπεία για τριχόπτωση. Από την ηλικία<br />
των 47 ετών ελάμβανε ραμιπρίλη (5mg από του<br />
στόματος ημερησίως) για την αντιμετώπιση της υπέρτασης.<br />
Το κλινικό ιστορικό της, συμπεριλαμβανομένων<br />
και γυναικολογικών δεδομένων ήταν κατά<br />
τα άλλα αρνητικό. Η κλινική εξέταση έδειξε υποχώρηση<br />
της μετωποκροταφικής γραμής του τριχωτού<br />
με ομοιόμορφα ωχρό δέρμα και εξαφάνιση των<br />
θυλακικών στομίων στα σημεία της υποχώρησης<br />
(εικόνα 1α, β). Υπήρχε περιθυλακικό ερύθημα στις<br />
παρυφές του τριχωτού και επίσης ενεφάνιζε μερική<br />
απώλεια και ερύθημα φρυδιών. Δεν υπήρχαν<br />
άλλες δερματικές ανωμαλίες ή ανωμαλίες του βλεννογόνου.<br />
Η ασθενής παρουσίαζε ήπια ευθραυστότητα<br />
στα νύχια μετά την έναρξη την εμμηνόπαυσης.<br />
Ο εργαστηριακός έλεγχος περιελάμβανε πλήρη αιματολογικό<br />
έλεγχο, ο οποίος ήταν φυσιολογικός και<br />
ορμονικές εξετάσεις: ωοθυλακιοτρόπο ορμόνη, ωχρινοποιητική<br />
ορμόνη, τεστοστερόνη, θυρεοειδοτρόπο<br />
ορμόνη, οι οποίες ήταν σύμφωνες με μετεμμηνοπαυσιακά<br />
επίπεδα. Αντιπυρηνικά αντισώματα δεν<br />
ανευρέθηκαν. Τα αρχικά κλινικά ευρήματα υποστήριζαν<br />
τη διάγνωση ουλώδους αλωπεκίας. Τα ανα-<br />
Πίνακας 1. Δερματοσκοπικά ευρήματα των πιο συχνών μορφών τριχόπτωσης<br />
Γυροειδής αλωπεκία<br />
Ανδρογενετική αλωπεκία<br />
Αλωπεκία από έλξη<br />
Μετωπιαία ινωτική αλωπεκία<br />
Ουλώδης αλωπεκία<br />
Κίτρινα στίγματα, δυστροφικές τρίχες, νεκρωμένες (μαύρα στίγματα) τρίχες, τρίχες δίκην<br />
θαυμαστικού<br />
Ποικιλία διαμέτρου τρίχας, εκφυλισμένες τρίχες<br />
Τρίχες θραυσμένες σε διαφορετικά μήκη, εκφυλισμένες τρίχες, λευκά στίγματα και<br />
θραυσμένα στελέχη τρίχας.<br />
Απουσία θυλακικών στομίων, περιθυλακική υπερκεράτωση και αμβληχρό περιθυλακικό<br />
ερύθημα<br />
Χαμηλή πυκνότητα μαλλιών και απώλεια θυλακικών στομίων με λέπτυνση του στελέχους<br />
στις εναπομείνασες τρίχες.<br />
Τεύχος <strong>57</strong><br />
27
Εικόνα 2. Ήπια χρόνια λεμφοκυτταρική φλεγμονώδης<br />
διήθηση πέριξ του ισθμού και του σημείου εκβολής των<br />
σμηγματογόνων αδένων (infundibular), μείωση του<br />
αριθμού των τριχοθυλακίων και αντικατάστασή τους<br />
από ινώδεις ταινίες ( χρώση αιματοξυλίνης-ηωσίνης, x 5)<br />
μνηστικά δεδομένα, με απουσία ιστορικού κομμωτικής<br />
φροντίδας μαλλιών η οποία να συσχετίζεται<br />
με έλξη του τριχωτού απέκλεισαν την πιθανότητα<br />
αλωπεκίας από έλξη.<br />
Διεξήχθη δερματοσκοπική εξέταση και έδειξε<br />
απουσία θυλακικών στομίων, περιθυλακική υπερκεράτωση<br />
και αμβληχρό περιθυλακικό ερύθημα<br />
(εικόνα 1γ). Ετέθη υποψία διάγνωσης μετεμμηνοπαυσιακής<br />
FFA. Διεξήχθη βιοψία (Punch biopsy)<br />
4 mm του τριχωτού της κεφαλής από την μετωπιαία<br />
παρυφή των μαλλιών εντός των ορίων της<br />
περιοχής που φέρει την τριχοφυΐα. Η ιστολογική<br />
έδειξε ήπια χρόνια λεμφοκυτταρική φλεγμονώδη<br />
διήθηση εντοπισμένη στο επίπεδο εκβολής των<br />
σμηγματογόνων αδένων και του ισθμού και πέριξ<br />
μικρών αγγείων, ενώ ήταν επίσης εμφανής μια μείωση<br />
του αριθμού των τριχοθυλακίων και αντικατάσταση<br />
από ινώδεις ταινίες (εικόνα 2). Υπήρχαν<br />
πολλά ενδιάμεσα και χνοώδη τριχοθυλάκια. Αυτά<br />
τα ευρήματα ήταν σύμφωνα με τη διάγνωση της<br />
FFA. Η ασθενής αντιμετωπίσθηκε με τοπικό στεροειδές<br />
(betamethasone dipropionate lotion μια<br />
φορά την ημέρα για 6 μήνες). Το περιθυλακικό<br />
ερύθημα στην κροταφική παρυφή των μαλλιών<br />
εξακολουθούσε, αλλά δεν είχε υπάρξει εξέλιξη στην<br />
μετωποκροταφική υποχώρηση 3 μήνες μετά την<br />
ολοκλήρωση της θεραπείας.<br />
Συζήτηση<br />
Σε ασθενείς οι οποίοι εμφανίζονται με αλωπεκία<br />
στις παρυφές του τριχωτού της κεφαλής, η δερματοσκόπηση<br />
μπορεί να είναι πολύ χρήσιμη, καθώς<br />
η διαφορική διάγνωση μεταξύ αλωπεκίας από έλξη,<br />
γυροειδούς αλωπεκίας, FFA και ουλώδους αλωπεκίας<br />
της κροταφικής γραμμής (CMA) μπορεί να<br />
είναι δύσκολη [8] (πίνακας 1). Στην περίπτωσή<br />
μας, υπήρχε απουσία κίτρινων στιγμάτων και<br />
δυστροφικών τριχών, τα οποία αποτελούν τα πιο<br />
χαρακτηριστικά δερματοσκοπικά ευρήματα της<br />
γυροειδούς αλωπεκίας. Τα αναμνηστικά δεδομένα<br />
απέκλεισαν την πιθανότητα αλωπεκίας από έλξη.<br />
Αυτό επιβεβαιώθηκε από την απουσία εκφυλισμένων<br />
(miniaturized) τριχών, λευκών στιγμάτων<br />
και θραυσμένων στελεχών της τρίχας στη δερματοσκοπική<br />
εξέταση [9]. Τα δερματοσκοπικά ευρήματα<br />
της CMA όπως πρόσφατα περιεγράφησαν από<br />
τον Goldberg, συμπεριλαμβανομένων της χαμηλής<br />
πυκνότητας τριχώματος και απώλεια των θυλακικών<br />
στομίων, με λέπτυνση του στελέχους των<br />
τριχών που εναπομένουν, ήταν παρόντα [10]. Εντούτοις,<br />
συνήθως η CMA εκδηλώνεται με απώλεια<br />
μαλλιών περιοριζόμενη στο σύνολο της περιφέρειας<br />
του τριχωτού, συμπεριλαμβανομένων των<br />
μετωπιαίων, κροταφικών και ινιακών ορίων. Στη<br />
δική μας περίπτωση, η απώλεια μαλλιών περιελάμβανε<br />
εκλεκτικά την μετωποβρεγματική περιοχή.<br />
Επιπλέον, στην περίπτωση που περιγράφουμε,<br />
περιθυλακική υπερκεράτωση και ποικίλου<br />
βαθμού περιθυλακικού ερυθήματος ήταν επίσης<br />
παρόντα στη δερματοσκόπηση, υποστηρίζοντας τη<br />
διάγνωση της FFA. Στη δική μας περίπτωση, τα<br />
ιστοπαθολογικά ευρήματα με την παρουσία ευδιάκριτης<br />
φλεγμονώδους διήθησης και τύπου-χνοωδών<br />
τριχοθυλακίων, απέκλεισε πλήρως την πιθανότητα<br />
για CMA. Η αιτιολογία της FFA είναι ακόμη<br />
άγνωστη, αλλά οι περισσότερες περιπτώσεις FFA<br />
οι οποίες αναφέρονται αφορούν μετεμμηνοπαυσιακές<br />
γυναίκες, υποστηρίζοντας την άποψη ότι<br />
ορμονικές μεταβολές μπορεί να παίζουν ένα ρόλο<br />
στην αιτιολογία [3,4,11,12]. Η FFA μπορεί να αποτελεί<br />
μια παραλλαγή του θυλακικού λειχήνα με<br />
επιλεκτική εμπλοκή κάποιων ανδρογονο-εξαρτώμενων<br />
περιοχών [3]. Τα προσβεβλημένα τριχοθυλάκια<br />
μπορεί επίσης να έχουν τυπικούς βιολογικούς<br />
δείκτες οι οποίοι θα μπορούσαν να εξηγήσουν<br />
τα κλινικά και ιστολογικά χαρακτηριστικά που απαντώνται<br />
στη νόσο. Το γεγονός ότι η FFA γίνεται<br />
όλο και πιο συχνή, μπορεί επίσης να υποδηλώνει<br />
ότι περιβαλλοντικοί παράγοντες θα μπορούσαν<br />
να εμπλέκονται στην αιτιολογία της [4].<br />
Δεν είναι εφικτή η επανέκφυση τριχών όπου<br />
έχουν καταστραφεί τα θυλάκια και στόχος της θεραπείας<br />
πρέπει να είναι η περαιτέρω αναστολή της<br />
τριχόπτωσης [13-15]. Η συνέχιση της υποχώρησης<br />
28 ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ ΔΕΡΜΑΤΟΛΟΓΙΑ
δεν είναι αναπόφευκτη και στις περισσότερες γυναίκες<br />
φαίνεται ότι η νόσος σταδιακά σταθεροποιείται.<br />
Αναφέρουμε αυτό το περιστατικό μας, όχι μόνο<br />
λόγω της σπανιότητας της νόσου, αλλά επειδή αποδεικνύει<br />
ότι η δερματοσκόπηση θα μπορούσε να<br />
βελτιώσει τη διαγνωστική ακρίβεια των διαταραχών<br />
του δέρματος και του τριχωτού της κεφαλής.<br />
Βιβλιογραφικές αναφορές<br />
1. Zalaudek I,Argenziano G,Di Stefani A,Ferrara G,Marghoob<br />
AA, Hofmann-Wellenhof R, Soyer HP, Braun R, Kerl H:<br />
Dermoscopy in general dermatology. Dermatology<br />
2006;212:7–18.<br />
2. Kossard S: Postmenopausal frontal fibrosing alopecia.<br />
Scarring alopecia in a pattern distribution.Arch Dermatol<br />
1994;130:770–774.<br />
3. Tosti A,Piraccini BM,Iorizzo M,Misciali C:Frontal fibrosing<br />
alopecia in postmenopausal women. J Am Acad Dermatol<br />
2005;52:55–60.<br />
4. Tan KT, Messenger AG: Frontal fibrosing alopecia: clinical<br />
presentation and prognosis. Br J Derm 2009;160:75–79.<br />
5. Inui S, Nakajima T, Shono F, Itami S: Dermoscopic findings<br />
in frontal fibrosing alopecia: report of four cases. Int J<br />
Dermatol 2008;47:796–799.<br />
6. Poblet E, Jiménez F, Pascual A, Piqué E: Frontal fibrosing<br />
alopecia versus lichen planopilaris: a clinicopathological<br />
study. Int J Dermatol 2006;45:375–380.<br />
7. Kossard S, Lee MS,Wilkinson B: Postmenopausal frontal<br />
fibrosing alopecia: a frontal variant of lichen planopilaris.<br />
J Am Acad Dermatol 1997;36:59–66.<br />
8. Tosti A, Whiting D, Iorizzo M, Pazzaglia M, Misciali C,<br />
Vincenzi C, Micali G:The role of scalp dermoscopy in<br />
the diagnosis of alopecia areata incognita. J Am Acad<br />
Dermatol 2008;59:64–67.<br />
9. Yang A, Iorizzo M,Vincenzi C,Tosti A: Hair extensions:<br />
a concerning cause of hair disorders. Br J Dermatol<br />
2009;160:207–209.<br />
10. Goldberg LJ:Cicatricial marginal alopecia:is it all traction?<br />
Br J Dermatol 2009;160:62–68.<br />
11. Moreno-Ramárez D,Camacho Martínez F:Frontal fibrosing<br />
alopecia: a survey in 16 patients. J Eur Acad Dermatol<br />
Venereol 2005;19:700–705.<br />
12. Olsen EA: Female pattern hair loss and its relationship<br />
to permanent/cicatricial alopecia: a new perspective. J<br />
Investig Dermatol Symp Proc 2005;10:217–221.<br />
13. Fiorucci MC, Cozzani E, Parodi A, Rebora A: Frontal<br />
fibrosing alopecia. Eur J Dermatol 2003;13:203–204.<br />
14. Georgala S,Katoulis AC,Befon A,Danopoulou I,Georgala<br />
C:Treatment of postmenopausal frontal fibrosing alopecia<br />
with oral dutasteride.J Am Acad Dermatol 2009;61:1<strong>57</strong>–158.<br />
15. Katoulis A,Georgala,Bozi E,Papadavid E,Kalogeromitros<br />
D, Stavrianeas N:Frontal fibrosing alopecia: treatment<br />
with oral dutasteride and topical pimecrolimus. J Eur<br />
Acad Dermatol Venereol 2009;23:580–582.<br />
Τεύχος <strong>57</strong><br />
29
Ροδόχρους πιτυρίαση σε μια<br />
γυναίκα και τον σύζυγό τηςπαρουσίαση<br />
περιστατικού<br />
και ανασκόπηση της βιβλιογραφίας<br />
Natalya Lemster Michal Neumark Arieh Ingber<br />
Τμήμα Δερματολογίας και Αφροδισιολογίας, Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Hadassah, Ιατρική Σχολή,<br />
Εβραϊκό Πανεπιστήμιο, Ιερουσαλήμ, Iσραήλ<br />
Περίληψη: Η ροδόχρους πιτυρίαση είναι μια οξεία, αυτοϊάσιμη βλατιδολεπιδώδης δερματοπάθεια<br />
του κορμού και των άκρων. Εχουν αναφερθεί πολλές άτυπες μορφές της ασθένειας<br />
στη βιβλιογραφία [Ahmed et al.: Clin Exp Dermatol 2000;25:624–626; Imamura et al.:<br />
Dermatologica 1985;171:474–477. Είναι σπάνιο να εντοπισθεί ροδόχρους πιτυρίαση σε<br />
πολλαπλά μέλη μιας οικογενείας (στο ίδιο σπίτι) ταυτόχρονα. Έχουν υπάρξει μόνο 4 αναφερθείσες<br />
περιπτώσεις όπου ένα ζευγάρι έχει μολυνθεί από ροδόχρου πιτυρίαση ταυτοχρόνως<br />
[Miller et al.: Arch Derm Syphilol 1941;44:66–68; Niles et al.: Arch Derm Syphilol<br />
1940;41:264].<br />
Λέξεις-κλειδιά: Ροδόχρους πιτυρίαση, οικογενής, ανθρώπινος ερπητοϊός, «μητρική πλάκα»<br />
Εισαγωγή<br />
Ο όρος ροδόχρους πιτυρίαση (pityriasis rosea -PR)<br />
χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από τον Gilbert το<br />
1860 [1]. Το όνομα PR επελέγη διότι οι βλάβες είναι<br />
ροδόχροες (rosea) πλάκες φέρουσες λέπια (pityriasis<br />
- από την ελληνική λέξη ‘πίτυρον’). Η PR είναι ένα<br />
συχνό οξύ, αυτοϊάσιμο δερματικό εξάνθημα το οποίο<br />
τυπικά ξεκινά ως μια μόνο, λεπτή, οβάλ, λεπιδώδης<br />
πλάκα στον κορμό («μητρική πλάκα») και συνήθως<br />
ασυμπτωματική. Εντός μερικών ημερών έως και τριών<br />
εβδομάδων, οι αρχικές βλάβες ακολουθούνται από<br />
την εμφάνιση πολυάριθμων μικρότερων βλαβών ίδιας<br />
μορφολογίας οι οποίες εντοπίζονται κυρίως στον κορμό<br />
ακολουθώντας τη φορά των μεσοπλεύριων νεύρων<br />
(σε διάταξη που αποκαλείται «Χριστουγεννιάτικο<br />
δένδρο»). Η πρωτογενής πλάκα της PR, ή μητρική πλάκα,<br />
απαντάται στο 59-90% των περιπτώσεων. Συνήθως<br />
είναι καλά περιγεγραμμένη, διαμέτρου 2-4 cm, σχήματος<br />
οβάλ ή στρογγυλού, χρώματος ερυθρορόδινου<br />
(«χρώμα σολωμού»), ερυθηματώδης ή υπερχρωσική<br />
(κυρίως σε άτομα με πιο σκούρο δέρμα) και φέρει<br />
μια λεπτή στεφάνη από λέπι ακριβώς μέσα στην περιφέρεια<br />
της πλάκας [2].Πολλές άτυπες μορφές της νόσου<br />
έχουν αναφερθεί στη βιβλιογραφία [3,4].<br />
Παρουσίαση περιστατικού<br />
Παρουσιάζουμε την περίπτωση μιας γυναίκας 28<br />
ετών διανύουσας την 38η εβδομάδα της πρώτης της<br />
εγκυμοσύνης, κατά τα άλλα υγιούς, η οποία προσήλθε<br />
στα εξωτερικά ιατρεία μας. Το ιατρικό ιστορικό<br />
της ασθενούς περιελάμβανε μια επέμβαση χολοκυστεκτομής<br />
το 1999. Η ασθενής ανέφερε ότι το<br />
30 ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ ΔΕΡΜΑΤΟΛΟΓΙΑ
Εικόνα1. Οβάλ σχήματος, ροδόχροες κηλίδες διαμέτρου<br />
έως 1,5 cm, περιβαλλόμενες από ελαφρά λευκά λέπια<br />
εντοπιζόμενες στο λαιμό της ασθενούς.<br />
Εικόνα 2. Παρόμοιο εξάνθημα, αποτελούμενο από ερυθρορόδινες<br />
πλάκες οβάλ σχήματος, περιβαλλόμενες από<br />
λεπτά λέπια εντοπισμένες στα άνω άκρα του συζύγου.<br />
Εικόνα 3. Βιοψία δέρματος του συζύγου, η οποία δείχνει<br />
ήπια σπογγίωση και επιφανειακή περιαγγειακή διήθηση από<br />
μονοπύρηνα με εστιακά εξαγγειωμένα ερυθροκύτταρα.<br />
εξάνθημα είχε εμφανισθεί προ 10 ημερών. Παραπονέθηκε<br />
για λεπιδώδεις κηλίδες με περιφερική<br />
στεφάνη από λέπια, κυρίως στο άνω τμήμα του κορμού<br />
και τους μηρούς, συνοδευόμενες από ελαφρό<br />
κνησμό. Η ασθενής αντιμετωπίσθηκε με κρέμα<br />
Aflumycin (πρεδνιζολόνη 0,5% , θειϊκή γενταμυκίνη<br />
0,1% ) χωρίς ανταπόκριση, πριν την προσέλευσή<br />
της στην κλινική μας. Μερικές ημέρες αργότερα,<br />
ένα παρόμοιο εξάνθημα εμφανίσθηκε στο δέρμα του<br />
συζύγου της. Στη συνέχεια ο ίδιος, προσήλθε στην<br />
κλινική μας μαζί με την σύζυγό του στην επόμενη<br />
επίσκεψή της. Κανείς εκ των δύο ασθενών δεν είχε<br />
πρόδρομα συμπτώματα. Έκθεση σε φάρμακα πριν<br />
το δερματικό εξάνθημα αποκλείσθηκε και στις δύο<br />
περιπτώσεις. Κατά την εξέταση της ασθενούς, παρατηρήθηκε<br />
ένα δερματικό εξάνθημα αποτελούμενο<br />
από οβάλ σχήματος, ροδόχροες κηλίδες και βλατίδες,<br />
διαμέτρου έως 1,5 cm, περιβαλλόμενες από ελαφρά<br />
λευκά λέπια εντοπισμένα στο λαιμό, το στήθος,<br />
τους μηρούς και τα άνω άκρα (εικόνα 1). Μια μεγαλύτερη<br />
βλάβη οβάλ σχήματος στον αριστερό μηρό<br />
(‘μητρική πλάκα’) είχε εμφανισθεί λίγες ημέρες προ<br />
της εμφάνισης του γενικευμένου εξανθήματος.<br />
Η εξέταση του συζύγου της απεκάλυψε ένα παρόμοιο<br />
εξάνθημα αποτελούμενο από ερυθρορόδινες<br />
πλάκες οβάλ σχήματος, περιβαλλόμενες από λεπτά<br />
λέπια και εντοπισμένες στον λαιμό του και τα άνω<br />
άκρα (εικόνα 2).<br />
Οι εργαστηριακές εξετάσεις, συμπεριλαμβανομένης<br />
γενικής αίματος και ηπατικής λειτουργίας, ήταν εντός<br />
φυσιολογικών τιμών. Οι εξετάσεις VDRL,TPHA, IgM-<br />
CMV και IgG rubella ήταν όλες αρνητικές. Δεν διεξήχθη<br />
βιοψία δέρματος της ασθενούς. Η κλινική παρακολούθηση<br />
και για τους δύο ασθενείς έδειξε ότι το<br />
εξάνθημα απέδραμε χωρίς αγωγή μετά από 4 εβδομάδες.<br />
Συζήτηση<br />
Η κλινική διάγνωση της PR και για τους δύο ασθενείς<br />
έγινε από δύο διαφορετικούς δερματολόγους. Η<br />
διάγνωση επιβεβαιώθηκε σύμφωνα με δημοσιευμένα<br />
διαγνωστικά κριτήρια: περιφερική πιτυρώδης απολέπιση<br />
με καθαρό κέντρο της βλάβης σε τουλάχιστον<br />
δύο βλάβες. Η βιοψία μιας τυπικής βλάβης του συζύγου<br />
ήταν συμβατή με PR.<br />
Το αίτιο της ροδόχρου πιτυρίασης είναι άγνωστο.<br />
Ένας συσχετισμός με τους ανθρώπινους ερπητοϊούς<br />
6 και 7 (HHV-6 και HHV-7) έχει αναφερθεί, αλλά<br />
παραμένει αμφιλεγόμενος. Πολυάριθμες μελέτες κατά<br />
τη διάρκεια των 50 προηγούμενων ετών έχουν διερευνήσει<br />
διάφορα παθογόνα ως πιθανές αιτίες της<br />
PR. Αυτά τα παθογόνα περιέλαβαν πολυάριθμα βακτήρια,<br />
μύκητες και κυρίως, ιούς. Σύμφωνα με μια μελέτη<br />
των Drago και συνεργατών [5,6] οι πλέον πρόσφατες<br />
αιτιολογικές και παθογενετικές μελέτες για την<br />
PR έχουν εστιασθεί σε δύο HHVs οι οποίοι απαντώνται<br />
παντού, τους HHV-7 και HHV-6. Άλλη μελέτη<br />
από τους Drago και συνεργάτες [7] εντόπισε τέτοια<br />
ιϊκά σωματίδια σε προσβεβλημένο δέρμα από ασθενείς<br />
με ροδόχρου πιτυρίαση. Σε αυτή τη μελέτη, σωματίδια<br />
ανθρώπινου ερπητοϊού σε διάφορα στάδια μορφογένεσης<br />
ανιχνεύθηκαν σε 15 ασθενείς (71%). Ο<br />
μολυσματικός παράγοντας της PR παραμένει ένα ανοικτό<br />
ερώτημα. Η συχνότητα εμφάνισης 2 ή περισσότερων<br />
περιστατικών στην ίδια στέγη είναι μικρή συγκρι-<br />
32 ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ ΔΕΡΜΑΤΟΛΟΓΙΑ
νόμενη με τον συνολικό αριθμό περιπτώσεων PR. Οι<br />
Niles και Klumpp [8], στη δική τους ανασκόπηση,<br />
ανέφεραν 35 περιπτώσεις PR σε διαφορετικά σπίτια,<br />
6 από αυτές ήταν ζευγάρια (3 περιπτώσεις). Άλλη αναφορά<br />
από τον Miller [9] παρουσίασε 3 περιπτώσεις<br />
PR σε μια οικογένεια και οι οποίες διεγνώσθησαν<br />
εντός 6 εβδομάδων.<br />
Συμπερασματικά, στην αναφορά μας περιγράφουμε<br />
μία επιπλέον περίπτωση ροδόχρου πιτυρίασης επισυμβαίνουσα<br />
ταυτοχρόνως σε ένα ζευγάρι. Αυτή η<br />
περίπτωση η οποία αφορά ένα ζευγάρι είναι σημαντική,<br />
καθώς υποστηρίζει την υπόθεση λοιμώδους<br />
αιτιολογίας της νόσου.<br />
Βιβλιογραφία<br />
1. Gibert CM:Traite Pratique des Maladies de la Peau et de<br />
la Syphilis, 3rd ed. Paris, Plon, 1860.<br />
2.Wolff K, Goldsmith L, Katz S, Gilchrest B, Paller A, Leffell<br />
D: Pityriasis rosea; in Fitzpatrick’s Dermatology in General<br />
Medicine, 7th ed., vol. 1, McGraw-Hill, 2008, pp 362–366.<br />
3.Ahmed I, Charles-Holmes R: Localized pityriasis rosea.<br />
Clin Exp Dermatol 2000;25:624–626.<br />
4. Imamura S, Ozaki M, Horiguchi Y:Atypical pityriasis rosea.<br />
Dermatologica1985;171:474–477.<br />
5. Drago F, Ranieri E, Malaguti F, Losi E, Rebora A: Human<br />
herpesvirus 7 in pityriasis rosea.Lancet 1997;349:1367–1368.<br />
6. Drago F, Ranieri E, Malaguti F, Battifoglio ML, Losi E,<br />
Rebora A: Human herpesvirus 7 in patients with pityriasis<br />
rosea. Electron microscopy investigations and polymerase<br />
chain reaction in mononuclear cells, plasma and skin.<br />
Dermatology 1997;195:374–378.<br />
7. Drago F, Malaguti F, Ranieri E, Losi E, Rebora A: Human<br />
herpes virus-like particles in pityriasis rosea lesions: an<br />
electron microscopy study.J Cutan Pathol 2002;29:359–361.<br />
8. Niles HD, Klumpp MM: Pityriasis rosea: Review of the<br />
literature and report of two hundred and nineteen cases.<br />
Arch Derm Syphilol 1940;41:264.<br />
9. Miller TH: Pityriasis rosea. Report of three cases in one<br />
family, with clinical variations in two of them.Arch Derm<br />
Syphilol 1941;44:66–68.<br />
ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ:<br />
ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ: TOPIDERM ®<br />
κρέμα 1% w/w. TOPIDERM ® δερματικό διάλυμα 1% w/v.<br />
ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ: Κρέμα: Κάθε g<br />
κρέμας TOPIDERM ® περιέχει 0,01 g (1% w/w) Flutrimazole.<br />
Δερματικό διάλυμα: Κάθε ml διαλύματος TOPIDERM ®<br />
περιέχει 10 mg Flutrimazole (1% w/v). ΦΑΡΜΑΚΟΤΕ-<br />
ΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ: 1.Κρέμα. 2.Δερματικό διάλυμα. ΚΛΙ-<br />
ΝΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Θεραπευτικές ενδείξεις: Σε δερματικές<br />
μυκητιάσεις όπως: -Tinea pedis -Tinea cruris -Tinea<br />
corporis -Tinea faciei και barbae -Tinea inguinalis οφειλόμενες<br />
στα στελέχη : -Trichophyton species (eg. T<br />
rubrum, T.mentagrophyton, T. tonsurans) -Microsporum<br />
species (eg. M. canis, M. gypseum) -Epidermophyton<br />
floccosum. Επιπλέον ενδείκνυται : -σε επιφανειακές<br />
καντιντιάσεις, που οφείλονται σε μύκητες του γένους<br />
Candida (eg. C.albicans, C.parapsilosis, C.guilermondii,<br />
C.tropicalis) -σε θεραπεία για Pityriasis versicolor (οφείλεται<br />
στο Malassezia furfur γνωστό σαν Pityrosporum<br />
ovale). Δοσολογία και τρόπος χορήγησης: Ενήλικες και<br />
παιδιά άνω των 10 ετών: Μία φορά την ημέρα. Η κρέμα<br />
ή το διάλυμα εφαρμόζεται τοπικά με επάλειψη, αφού<br />
προηγούμενα έχει καθαρισθεί η πάσχουσα και η γύρω<br />
από αυτή περιοχή. Η εφαρμογή στην πάσχουσα περιοχή<br />
επιτυγχάνεται με μικρές ποσότητες κρέμας ή διαλύματος<br />
προς αποφυγή λέπτυνσης του δέρματος. Η<br />
διάρκεια της θεραπείας εξαρτάται από το είδος της<br />
μόλυνσης, τον μικροοργανισμό και από την περιοχή<br />
που έχει μολυνθεί. Βελτίωση των κλινικών συμπτωμάτων<br />
και ανακούφιση από τον κνησμό εμφανίζεται από<br />
τις πρώτες ημέρες της θεραπείας, εν τούτοις η συνιστώμενη<br />
διάρκεια της θεραπείας για την πρόληψη υποτροπής<br />
είναι: - 4 εβδομάδες για Tinea pedis ή μεσοδακτύλια<br />
μυκητίαση, - 2-3 εβδομάδες για Tinea corporis,<br />
- 1-2 εβδομάδες για Pityriasis versicolor, - 2-4 εβδομάδες<br />
για δερματολογικές καντιντιάσεις. Η διάγνωση<br />
επανεκτιμάται εάν δεν έχει επέλθει κλινική βελτίωση<br />
μέσα σε 4 εβδομάδες θεραπείας. Αντενδείξεις: Αντενδείκνυται<br />
σε καταστάσεις γνωστής υπερευαισθησίας<br />
σε αντιμυκητιακά του τύπου της Imidazole ή σε κάποιο<br />
από τα συστατικά του προϊόντος. Ιδιαίτερες προειδοποιήσεις<br />
και προφυλάξεις κατά τη χρήση: Το συγκεκριμένο<br />
προϊόν προορίζεται μόνο για εξωτερική χρήση.<br />
Εάν παρατηρηθεί ερεθισμός ή ευαισθησία κατά τη<br />
διάρκεια της χρήσης του προϊόντος, διακόψτε τη θεραπεία<br />
και συμβουλευθείτε το γιατρό σας. Δεν υπάρχει<br />
επαρκής κλινική εμπειρία σε παιδιά κάτω των 10 ετών.<br />
Πρέπει να δίδεται μεγάλη σημασία στην προσωπική<br />
υγιεινή για την αποφυγή επιμόλυνσης. Αλληλεπιδράσεις<br />
με άλλα φάρμακα και άλλες μορφές αλληλεπιδράσεων:<br />
Καμία γνωστή μέχρι σήμερα. Χορήγηση κατά<br />
την κύηση και τη γαλουχία: Μελέτες σε πειραματόζωα<br />
δεν έδειξαν κίνδυνο για το έμβρυο, αλλά δεν υπάρχουν<br />
επαρκείς κλινικές μελέτες σε έγκυες γυναίκες.<br />
Η χρήση του φαρμάκου κατά την εγκυμοσύνη να γίνεται<br />
μόνο αν κρίνεται απολύτως απαραίτητο. Δεν έχει<br />
διευκρινιστεί πλήρως αν η flutrimazole απεκκρίνεται<br />
στο μητρικό γάλα και γι αυτό να αποφεύγεται η χρήση<br />
της στη διάρκεια του θηλασμού. Επίδραση στην ικανότητα<br />
οδήγησης και χειρισμού μηχανημάτων: Η χρήση<br />
TOPIDERM ® δεν επηρεάζει την ικανότητα οδήγησης<br />
και χειρισμού μηχανημάτων. Ανεπιθύμητες ενέργειες:<br />
Κρέμα: Ανεπιθύμητες ενέργειες από τη χρήση του<br />
TOPIDERM ® έχουν παρατηρηθεί στο 8% των ασθενών<br />
σε κλινικές μελέτες με το φάρμακο. Οι συνηθέστερες<br />
των ενεργειών αυτών ήταν ελαφρό αίσθημα καύσου,<br />
ερεθισμός, κνησμός και ερύθημα στην περιοχή επάλειψης.<br />
Δερματικό διάλυμα: Κατά τη διάρκεια κλινικών<br />
μελετών η εμφάνιση ανεπιθύμητων ενεργειών ήταν<br />
ανάλογη με την ποσότητα του προϊόντος που χρησιμοποιήθηκε<br />
για επάλειψη. Σε ποσοστό 35% των ασθενών<br />
με διάγνωση ποικιλόχρου πιτυρίαση και οι οποίοι<br />
ακολούθησαν το προτεινόμενο δοσολογικό σχήμα εμφανίσθηκαν<br />
ερύθημα της περιοχής επάλειψης και κνησμός<br />
τις πρώτες ημέρες της θεραπείας. Αντιθέτως<br />
μόνο το 5% των ασθενών με διάγνωση δερματοφύτωση<br />
και δερματική καντιτίαση εμφάνισαν ερύθημα και<br />
κνησμό στην περιοχή εφαρμογής. Υπερδοσολογία:<br />
Καμία γνωστή περίπτωση υπερδοσολογίας μέχρι σήμερα.<br />
Εάν από απροσεξία το προϊόν ληφθεί από το στόμα<br />
πρέπει να αντιμετωπισθεί συμπτωματικά. ΦΑΡΜΑ-<br />
ΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ: Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες:<br />
Μηχανισμός δράσης: Η flutrimazole είναι ένα τοπικό<br />
αντιμυκητιακό ιμιδαζολικού τύπου. Όπως και άλλα ιμιδαζολικά<br />
παράγωγα, η flutrimazole δρα τροποποιώντας<br />
την κυτταρική μεμβράνη του μύκητα παρεμβαίνοντας<br />
στη σύνθεση της εργοστερόλης με παρεμπόδιση της<br />
δράσης του ενζύμου lanosterol-14α-demethylase. Μικροβιολογία:<br />
In vitro η flutrimazole εμφανίζει αντιμυκητιακή<br />
δράση έναντι των ζυμομυκήτων, δερματοφύτων και<br />
των ευρωμυκήτων. Το φάσμα των ζυμομυκήτων που<br />
μελετήθηκαν περιλαμβάνει τους μύκητες Candida<br />
albicans, C.tropicalis, C.parapsilosis, C.guillermondii,<br />
C.krusei, και Τοrulopsis glabrata. Προσδιορίστηκε η ελάχιστη<br />
δραστική συγκέντρωση (ΕΔΣ) του φαρμάκου και<br />
για τα περισσότερα από τα μελετηθέντα στελέχη ήταν<br />
στην περιοχή από 0.5 έως 5.0 μg/ml. Μελετήθηκε η<br />
δραστικότητα διαφορετικών στελεχών διαφόρων δερματοφύτων<br />
συμπεριλαμβανομένων των Trichophyton<br />
mentagrophytes, T.rubrum, T.tonsurans, T.schoenleinii,<br />
Microsporum canis, M.gypseum και Epidermophyton<br />
floccosum. Οι τιμές της ΕΔΣ βρέθηκαν στη περιοχή<br />
μεταξύ 0.15 και 2.50 μg/ml. Μελετήθηκε η δραστικότητα<br />
στελεχών των ακολούθων ευρωμυκήτων: Aspergillus<br />
niger, A.fumigatus, A.nidulans, Scopulariopsis brevicaulis.<br />
Οι περισσότερες από τις τιμές ΕΔΣ των ειδών Aspergillus<br />
ήταν στην περιοχή μεταξύ 0.25 και 2.50 μg/ml. Οι αντίστοιχες<br />
τιμές για τα είδη Scopulariopsis ήταν στην<br />
περιοχή μεταξύ 0.15 και 0.60 μg/ml. Τα αποτελέσματα<br />
in vivo μελετών σε ζώα (κολπική καντιντίαση σε<br />
αρουραίους και δερματοφύτωση σε ινδικά χοιρίδια)<br />
που προσομοιάζουν με παθολογικές καταστάσεις σε<br />
ανθρώπους οι οποίες απαιτούν τοπική θεραπεία, επιβεβαιώνουν<br />
την αντιμυκητιακή δράση της flutrimazole.<br />
Φαρμακοκινητικές ιδιότητες: H διαδερμική απορρόφηση<br />
της flutrimazole in vivo είναι πολύ μικρή και μελέτες<br />
κατανομής του φαρμάκου στο δέρμα έδειξαν ότι<br />
η flutrimazole κατακρατείται κύρια στη στιβάδα των<br />
ακανθωτών κυττάρων (στιβάδα πολυεδρικών κυττάρων<br />
της βλαστικής στιβάδας της επιδερμίδας), στην<br />
κοκκώδη και στη βασική στιβάδα της επιδερμίδας η<br />
οποία λειτουργεί ως φραγμός και παρεμποδίζει τη διέλευση<br />
του φαρμάκου. Η περιορισμένη διαδερμική απορρόφηση<br />
του φαρμάκου επιβεβαιώνεται από τα αποτελέσματα<br />
φαρμακοκινητικής μελέτης που έγινε σε<br />
ανθρώπους. Στη μελέτη αυτή μετά από την τοπική εφαρμογή<br />
κρέμας που περιείχε 1% [ 14 C]-flutrimazole, δεν<br />
ανιχνεύτηκε ραδιενέργεια στο πλάσμα και τα κόπρανα,<br />
ενώ η ανάκτηση του φαρμάκου από τα ούρα δεν<br />
ήταν μεγαλύτερη του 0.65% της χορηγηθείσης δόσης.<br />
Από τις in vitro μελέτες του μεταβολισμού της flutrimazole<br />
φαίνεται ότι το φάρμακο δεν μεταβολίζεται από το κυττόχρωμα<br />
Ρ450 των μικροσωμάτων των κυττάρων του<br />
ανθρωπίνου δέρματος, αλλά από τα ηπατικά μικροσώματα<br />
τόσο στον άνθρωπο όσο και στο σκύλο. Προκλινικά<br />
δεδομένα σχετικά με την ασφάλεια:<br />
Η περιορισμένη διαδερμική απορρόφηση<br />
της flutrimazole είναι ενδεικτική<br />
της ύπαρξης ενός ελάχιστου<br />
κινδύνου εμφάνισης συστηματικής<br />
τοξικής δράσης από το φάρμακο.<br />
Παρά ταύτα, μελέτες τοξικότητας μετά από συστηματική<br />
χορήγηση flutrimazole έδειξαν πολύ μικρή οξεία<br />
τοξικότητα, και η μόνη δράση που παρατηρήθηκε σε<br />
μελέτες χορήγησης πολλαπλών δόσεων του φαρμάκου<br />
και σε μελέτες επίδρασης στην αναπαραγωγή,<br />
σχετίζεται με τη βιοσύνθεση των στεροειδών, δράση<br />
που είναι γνωστή για όλα τα ιμιδαζολικά αντιμυκητιακά.<br />
Δεν υπάρχουν ενδείξεις γενοτοξικότητας ή τερατογένεσης,<br />
και η φύση της ένωσης καθώς και η οδός<br />
και η διάρκεια χορήγησης στους ανθρώπους δείχνει<br />
ότι το φάρμακο δεν έχει καρκινογενετική δράση. Η τοπική<br />
εφαρμογή της flutrimazole δεν προκαλεί ευαισθητοποίηση<br />
ή αντιδράσεις φωτοτοξικότητας. ΦΑΡΜΑ-<br />
ΚΕΥΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ: Κατάλογος με τα έκδοχα: Κρέμα:<br />
Benzyl alcohol, macrogol cetostearyl ether 20-22,<br />
cetostearyl alcohol, glycerol monostearate 40-50,<br />
diisopropyl adipate, disodium phosphate (anhydrous),<br />
sodium dihydrogen phosphate (dihydrate), macrogol<br />
400, purified water. Δερματικό διάλυμα: Octyldodecanol,<br />
Macrogol 400, Ethanol, Trolamine. Ασυμβατότητες:<br />
Καμία γνωστή μέχρι σήμερα. Διάρκεια ζωής: Κρέμα: 5<br />
(πέντε) χρόνια, υπό την προϋπόθεση ότι το προϊόν<br />
φυλάσσεται κλειστό, στην αρχική του συσκευασία σύμφωνα<br />
με τις οδηγίες διατήρησης. Δερματικό διάλυμα:<br />
2 (δύο) χρόνια, υπό την προϋπόθεση ότι το προϊόν<br />
φυλάσσεται κλειστό, στην αρχική του συσκευασία σύμφωνα<br />
με τις οδηγίες διατήρησης. Ιδιαίτερες προφυλάξεις<br />
για τη διατήρηση του προϊόντος: Διατηρείται σε<br />
δροσερό και ξηρό μέρος, θερμοκρασία μικρότερη από<br />
25 Ο C. Φύση και συστατικά του περιέκτη: Κρέμα: Σωληνάριο<br />
από αλουμίνιο με βιδωτό πώμα από πολυαιθυλένιο,<br />
το οποίο περιέχει 30 g προϊόντος. Δερματικό<br />
διάλυμα: Χάρτινο κουτί συσκευασίας, το οποίο περιέχει<br />
γαλακτόχρωμο φιαλίδιο από πολυαιθυλένιο με αντλία<br />
για τη δημιουργία spray. Κάθε φιαλίδιο περιέχει 30 ml<br />
προϊόντος. Οδηγίες για τη χρήση: Το προϊόν προορίζεται<br />
μόνο για εξωτερική χρήση. Κάτοχος άδειας κυκλοφορίας:<br />
ΟLVOS SCIENCE A.E. Αχιλλέως 2, 104 37 Αθήνα<br />
Τηλ. 210 5281850. Αριθμός άδειας κυκλοφορίας:<br />
3856/21-1-2005. Τιμή: Κρέμα: 8,96 ευρώ. Δερματικό<br />
διάλυμα: 7,87 ευρώ.<br />
Bοηθήστε να γίνουν τα φάρμακα πιο ασφαλή:<br />
Συμπληρώστε την “ΚΙΤΡΙΝΗ ΚΑΡΤΑ”<br />
Aναφέρατε:<br />
• ΟΛΕΣ τις ανεπιθύμητες ενέργειες για τα Nέα φάρμακα N<br />
• Tις ΣOBAPEΣ ανεπιθύμητες ενέργειες για τα Γνωστά φάρμακα<br />
Τεύχος <strong>57</strong><br />
33
Χρήση και δυνατότητες<br />
της νανοτεχνολογίας<br />
στην αισθητική δερματολογία<br />
Pierfrancesco Morganti, Τμήμα Δερματολογίας και αφροδισίων Νόσων, ΙΙ Πανεπιστήμιο Νάπολης, Νάπολη,<br />
Ιταλία<br />
Περίληψη: Η βιοτεχνολογία και η νανοτεχνολογία είναι οι κύριες τεχνολογίες του 21ου<br />
αιώνα, έχοντας τεράστιες δυνατότητες για καινοτομία και ανάπτυξη. Οι στόχοι της ακαδημαϊκής<br />
κοινότητας και της βιομηχανίας για αυτές τις τεχνολογίες είναι η ανάπτυξη βιομοριακών<br />
ουσιών σε νανοκλίμακα και αναλυτικών οργάνων για τη διερεύνηση της βιολογίας<br />
του κυττάρου σε κυτταρικό και μοριακό επίπεδο. Οι εξελίξεις στη νανοτεχνολογία θα προσφέρουν<br />
ευκαιρίες για την αισθητική δερματολογία στην ανάπτυξη νέων βιοσυμβατών και<br />
βιοδιασπώμενων θεραπειών, συστημάτων χορήγησης και πιο δραστικών ενώσεων. Τα καλλυντικά<br />
έχουν την κύρια λειτουργία της διατήρησης μιας καλής εμφάνισης, της αλλαγής της<br />
εμφάνισης, ή της διόρθωσης των σωματικών οσμών, διατηρώντας παράλληλα το δέρμα σε<br />
καλή κατάσταση. Έτσι, η αισθητική δερματολογία, αναγνωρίζοντας τη νέα πραγματικότητα<br />
στα προϊόντα φροντίδας της επιδερμίδας, πρέπει να επικεντρωθεί στις λειτουργικές πλευρές<br />
των καλλυντικών μέσα από την κατανόηση της αποτελεσματικότητας και της ασφάλειας<br />
τους στην προαγωγή της καλής υγείας. Η νανοεπιστήμη μπορεί να βοηθήσει την επιστημονική<br />
κοινότητα να ανακαλύψει πιο καινοτόμα και αποτελεσματικά καλλυντικά προϊόντα.<br />
Η κατανόηση του φυσικού μοντέλου του κυττάρου ως μια μηχανή, είναι ουσιαστική για την<br />
κατανόηση του τρόπου με τον οποίο όλα τα συστατικά ενός κυττάρου εργάζονται μαζί για<br />
να ολοκληρώσουν ένα έργο. Η αποτελεσματικότητα και η ασφάλεια των νέων νανοϋλικών<br />
πρέπει να μελετηθεί σε βάθος με ex vivo tests και καινοτόμες εργαστηριακές τεχνικές. Νέα<br />
συστήματα χορήγησης και φυσικές νανοενώσεις, όπως οι νανοΐνες χιτίνης για την επούλωση<br />
τραυμάτων, χρησιμοποιούνται στην αισθητική δερματολογία με καλά αποτελέσματα,<br />
όπως τα νανοδομημένα αντηλιακά με TiO2 και ZnO. Η πρόκληση είναι ανοικτή.<br />
Λέξεις-κλειδιά: νανοτεχνολογία, νανοβιοτεχνολογία, συστήματα χορήγησης, νανοΐνες χιτίνης,<br />
TiO2, ZnO<br />
Η σημασία της νανοτεχνολογίας<br />
και της νανοβιοτεχνολογίας<br />
Η νανοτεχνολογία είναι ένας σχετικά νέος κλάδος.<br />
Σήμερα η νανοτεχνολογία δεν είναι μόνο ουσιαστικής<br />
σημασίας για τις χημικές βιομηχανίες που προσανατολίζονται<br />
στο marketing, αλλά είναι επίσης ένα<br />
εργαλείο ανάπτυξης επιστημονικών λύσεων για και-<br />
34 ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ ΔΕΡΜΑΤΟΛΟΓΙΑ
νοτόμες θεραπείες και καλλυντικά, τα οποία βελτιώνουν<br />
την ευεξία και αντιμετωπίζουν θέματα αντιγήρανσης<br />
[1]. Η νανοτεχνολογία ορίζεται ως η μελέτη<br />
της ύλης σε ατομική ή μοριακή κλίμακα [2-4]. Ένα<br />
νανόμετρο (nm) είναι ένα δισεκατομμυριοστό του<br />
μέτρου (δηλ 10 -9) και τα τυπικά άτομα είναι περίπου<br />
το ένα τρίτο ενός νανόμετρου. Συγκριτικά, το μέσο<br />
πάχος μιας ανθρώπινης τρίχας είναι περίπου 1000 nm<br />
και ένας ιός της γρίπης έχει διάμετρο 100 nm. Η νανοβιοτεχνολογία,<br />
η διεπαφή μεταξύ νανοτεχνολογίας και<br />
βιοτεχνολογίας, είναι ένας κλάδος της νανοτεχνολογίας<br />
ο οποίος ασχολείται με τις βιολογικές και βιοχημικές<br />
εφαρμογές και χρήσεις της.<br />
Η νανοτεχνολογία είναι επομένως το σύνολο των<br />
μεθόδων και τεχνικών για την επεξεργασία της ύλης<br />
σε ατομική και μοριακή κλίμακα με στόχο τη δημιουργία<br />
προϊόντων με ειδικά και βελτιωμένα χημικάφυσικά<br />
χαρακτηριστικά σε σύγκριση με τα συμβατικά<br />
προϊόντα [5]. Συνεπώς, ο στόχος της νανοβιοτεχνολογίας<br />
είναι η δημιουργία βιομοριακών συστατικών<br />
και αναλυτικών οργάνων σε νανοκλίμακα για τη διερεύνηση<br />
της βιολογίας του κυττάρου και σε κυτταρικό<br />
και σε μοριακό επίπεδο.<br />
Οι προσδοκίες<br />
Οι πιθανές χρήσεις και τα οφέλη μαζί με τις προσδοκίες<br />
από τις νανοεπιστήμες είναι τεράστιες. Συμφωνώντας<br />
με αυτή την άποψη, η Ευρωπαϊκή Ένωση<br />
(EE) υποστηρίζει τις νέες νανοτεχνολογίες μέσω<br />
του εβδόμου προγράμματος πλαισίου (Εικόνα 1).<br />
Έτσι, η χρήση των νανοϋλικών στην αισθητική δερματολογία<br />
αποτελεί θέμα έντονης διαμάχης στην EE,<br />
και οι προσπάθειες καθιέρωσης θεμελιωδών κανόνων<br />
για τη χρήση τους καθώς και εκτίμησης κινδύνου<br />
βρίσκονται σε εξέλιξη σε πανεπιστήμια, κυβερνητικά<br />
εργαστήρια και τη βιομηχανία. Η επένδυση<br />
δημόσιων πόρων στη βασική έρευνα γύρω από τη<br />
νανοτεχνολογία έχει αυξηθεί, κάτι το οποίο, έχει με<br />
τη σειρά του αυξήσει το ενδιαφέρον της ιδιωτικής<br />
βιομηχανίας στην ανάπτυξη κατοχυρωμένων προϊόντων<br />
[6]. Η παραγωγή σε νανοκλίμακα μιας πρώτης<br />
ύλης μπορεί όχι μόνο να μειώσει το κόστος,<br />
αλλά και να ενισχύσει τις ιδιότητές της. Στα πεδία της<br />
βιοϊατρικής και της αισθητικής, η νανοτεχνολογία<br />
έχει τεράστιες δυνατότητες και οι μέθοδοι της νανοτεχνολογίας<br />
ήδη χρησιμοποιούνται και στην ιατρική<br />
και στη φαρμακευτική βιομηχανία. Για όλους<br />
αυτούς τους λόγους, ο Διεθνής Οργανισμός Τυποποίησης<br />
(ISO) [7] αναπτύσσει ομοιογενή πρότυπα<br />
για την νανοτεχνολογία και υποστηρίζει την καινοτομία,<br />
έρευνα και ανάπτυξη, συμπεριλαμβανομένης<br />
και της δέουσας έρευνας εκτίμησης κινδύνου, σε<br />
αυτό το καινοτόμο πεδίο. Εντούτοις, για να αποκτηθούν<br />
υλικά σε νανοκλίμακα είναι απαραίτητος ο συνδυασμός<br />
τεχνολογιών φυσικής, μικρο-νανοηλεκτρονικής,<br />
χημείας και βιολογίας. Προς το παρόν, οι<br />
τρεις κύριες περιοχές ανάπτυξης, περιλαμβάνουν τα<br />
ακόλουθα [8]:<br />
Νανοϋλικά: η κατασκευή εξειδικευμένων δομών των<br />
οποίων οι διαστάσεις ελέγχονται σε νανοκλίμακα<br />
Νανοβιοτεχνολογία: Ο χειρισμός ζώντων συστημάτων<br />
με χρήση μηχανικής σε νανοκλίμακα<br />
Νανοηλεκτρονική: η ανάπτυξη της μικροηλεκτρονικής<br />
για συσκευές όπως αυτές αναγνώρισης ραδιοφωνικής<br />
συχνότητας<br />
Τα νανοϋλικά στην αισθητική δερματολογία<br />
Τα νανοϋλικά και η νανοβιοτεχνολογία έχουν τη δυνατότητα<br />
να αλλάξουν ριζικά τον τρόπο με τον οποίο<br />
τα καλλυντικά και τα φάρμακα επιφέρουν τα οφέλη<br />
τους. Ειδικότερα, τα νανοσωματίδια αναπτύσσονται<br />
ώστε να εμπεριέχουν μια ευρεία κλίμακα συστατικών<br />
τα οποία είναι ωφέλιμα για το δέρμα. Για να δημιουργηθούν<br />
νανοσωματίδια, χρησιμοποιούνται δύο<br />
κύριες προσεγγίσεις:<br />
α) η μέθοδος από κάτω προς τα πάνω (bottom- up)<br />
κατά την οποία συναρμολογούνται νανοσωματίδια από<br />
τη μοριακή διάσταση<br />
β) η προσέγγιση από πάνω προς τα κάτω (top-down),<br />
κατά την οποία μεγαλύτερα σωματίδια μειώνονται σε<br />
μέγεθος με τη χρήση φυσικο-χημικών μεθόδων.<br />
Στα καλλυντικά, η μέθοδος από πάνω προς τα κάτω<br />
χρησιμοποιείται πιο συχνά για την παραγωγή διαφορετικών<br />
ειδών δομών. Παραδείγματα τέτοιων<br />
δομών περιλαμβάνουν τα νανοσώματα, κυβικού σχήματος<br />
νανοσωματίδια (cubosomes), νιοσώματα και<br />
λιποσώματα.<br />
Αυτά τα ασταθή σωματίδια με διαμέτρους από 50-<br />
5000 nm χρησιμοποιούνται για την παραγωγή μικροή<br />
νανο-γαλακτωμάτων ικανών να μεταφέρουν και να<br />
προστατεύουν δραστικές ουσίες από οξείδωση, καθώς<br />
επίσης και να βελτιώνουν τη διείσδυσή τους δια μέσου<br />
των δερματικών στρωμάτων [9]. Ένας από τους κύριους<br />
παράγοντες οι οποίοι καθορίζουν την ικανότητα<br />
ουσιών να διαπερνούν το δέρμα είναι το μέγεθος<br />
του μορίου.<br />
Σύμφωνα με τον Johann Wiechers, ο ρόλος των<br />
συστημάτων χορήγησης είναι η διασφάλιση ότι η<br />
σωστή συγκέντρωση της σωστής χημικής ουσίας θα<br />
φθάσει στο σωστό σημείο του σώματος για την σωστή<br />
χρονική διάρκεια [10]. Εντούτοις, η αποδοτικότητα μιας<br />
δραστικής ένωσης εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη<br />
Τεύχος <strong>57</strong><br />
35
700<br />
Νανοεπιστήμες και Νανοτεχνολογίες,<br />
Υλικά και Νέες Τεχνολογίες Παραγωγής<br />
Χρηματοδότηση 2007-2013<br />
■ Αύξηση προϋπολογισμού σε περίπου 3,5 Δισεκατομμύρια Ευρώ<br />
■ Η αύξηση σε πραγματικούς αριθμούς<br />
600<br />
500<br />
400<br />
300<br />
200<br />
100<br />
0<br />
2007 2008 2009 2010 2011 2012<br />
Πηγή: O. Demuth<br />
Εικόνα 1. Προβλεπόμενη αύξηση της νανοτεχνολογίας<br />
βιοδιαθεσιμότητά της – είναι ζωτικής σημασίας να φθάσει<br />
στο σημείο δράσης και να απελευθερωθεί για μια<br />
παρατεταμένη χρονική περίοδο.<br />
Προς αυτή την κατεύθυνση, πρόσφατη εκτενής έρευνα<br />
έχει δημιουργήσει διαφορετικά, προσανατολισμένα<br />
στη νανοτεχνολογία, ελεγχόμενα συστήματα χορήγησης,<br />
από τα απλούστερα ως τα πλέον εξελιγμένα [10]<br />
(Εικόνα 2).<br />
Συνεπώς, νανοκυστίδια, ως συστήματα δερματικής<br />
χορήγησης και νανοσωματίδια στερεού λιπιδικού<br />
πυρήνα (solid lipid nanoparticles) ή νανοδομημένοι<br />
φορείς λιπιδίων (nanostructured lipid carriers) έχουν<br />
αναπτυχθεί για αισθητικές και φαρμακευτικές εφαρμογές<br />
[11].<br />
Τα κυστίδια είναι κοίλα κολλοειδή σωματίδια τα<br />
οποία αποτελούνται από αμφιφιλικά μόρια. Λόγω των<br />
αμφιφιλικών ιδιοτήτων τους, αυτά τα μόρια μπορούν,<br />
παρουσία νερού, να σχηματίσουν μονοστοιβαδικά ή<br />
πολυστοιβαδικά κυστίδια. Τόσο υδατοδιαλυτές όσο<br />
και μη υδατοδιαλυτές ενώσεις μπορούν να εγκλειστούν<br />
σε τέτοια κυστίδια και μια μεγάλη ποικιλία<br />
λιπιδίων και επιφανειοδραστικών παραγόντων μπορούν<br />
να χρησιμοποιηθούν για την παρασκευή τους.<br />
Αυτά τα κυστίδια μπορούν να δράσουν (α) ως<br />
φορείς για τη χορήγηση εγκυστωμένων μορίων στο<br />
δέρμα ή διαμέσου του δέρματος, (β) ως ενισχυτικά<br />
διείσδυσης, προκειμένου να τροποποιήσουν τις λιπιδικές<br />
στοιβάδες στο μεσοκυττάριο χώρο (γ) ως «αποθήκη»<br />
για σταθερή αποδέσμευση δραστικών ουσιών<br />
(δ) ως περιοριστικός μεμβρανώδης φραγμός για επίτευξη<br />
ελεγχόμενου δι-επιδερμικού ή διαδερμικού<br />
συστήματος χορήγησης.<br />
Σε αντίθεση με ένα σύστημα χορήγησης βασισμένο<br />
σε κυστίδια, τα SLN και NLC έχουν το τεράστιο πλεονέκτημα<br />
της υψηλής σταθερότητας. Επιπλέον, αυτοί<br />
οι φορείς λιπιδίων δημιουργούν μια στρώση λιπιδικής<br />
μεμβράνης της τάξεως του νανομέτρου στην επιφάνεια<br />
του δέρματος, αποφεύγοντας με αυτό τον τρό-<br />
36 ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ ΔΕΡΜΑΤΟΛΟΓΙΑ
πο την εξάτμιση του νερού και συνεπώς αυξάνοντας<br />
την ενυδάτωση του δέρματος.<br />
Επιπλέον, το μικρό μέγεθος όλων των νανοδομημένων<br />
ενώσεων διασφαλίζει στενότερη επαφή με την<br />
κερατίνη στοιβάδα, αυξάνοντας την ποσότητα των ενσωματωμένων<br />
δραστικών συστατικών που φθάνουν στο<br />
σημείο δράσης. Η εφύγρανση, η εξάπλωση και η διείσδυση<br />
επίσης μπορεί να ενισχυθούν σαν αποτέλεσμα<br />
της χαμηλής επιφανειακής τάσης του όλου συστήματος<br />
και της χαμηλής διεπιφανειακής τάσης των νανοσταγονιδίων<br />
ελαίου/ύδατος (O/W).<br />
Εντούτοις, όλα τα νανοσωματίδια τα προερχόμενα<br />
από διαφορετικά γαλακτώματα πρέπει να θεωρούνται<br />
ασταθείς μορφές, λόγω της πλήρους αποδόμησης των<br />
συστατικών τους μετά την εφαρμογή στην επιφάνεια<br />
του δέρματος. Επιπλέον, η μέση διάστασή τους σε<br />
αισθητικά γαλακτώματα είναι περίπου 100 nm.<br />
Άλλη μια ομάδα νανοσωματιδίων ευρέως χρησιμοποιούμενη<br />
στην αισθητική δερματολογία και πλήρως<br />
αδιάλυτη σε ύδωρ και έλαιο περιλαμβάνει τα<br />
ανόργανα φυσικά UV φίλτρα διοξείδιο του τιτανίου<br />
(TiO2) και οξείδιο του ψευδαργύρου (ZnO), τα οποία<br />
θεωρούνται αντηλιακά στις ΗΠΑ και την Ιαπωνία<br />
καθώς και μόνο στη Γερμανία μεταξύ των χωρών της<br />
Ε.Ε. Αυτές οι δύο ουσίες χρησιμοποιούνται σε σωματίδια<br />
των 60 έως 200 nm ώστε να δημιουργηθεί ένα<br />
διαφανές γαλάκτωμα, αυξάνοντας έτσι τη συμμόρφωση<br />
στο προϊόν (Εικόνα 3). Είναι αξιοσημείωτο ότι η<br />
ελαχιστοποίηση του μεγέθους αυτών των μετάλλων<br />
αυξάνει, όχι μόνο τη διαφάνειά τους, αλλά επιπλέον<br />
και την προστατευτική τους ικανότητα [12], λόγω του<br />
υψηλότερου δείκτη αντανάκλασης.<br />
Συνεπώς, αυτά τα μέταλλα μπορεί να θεωρηθούν<br />
ως ευρέως φάσματος UV αποκλειστές όταν χρησιμοποιούνται<br />
σε μικροκονιοποιημένη μορφή, και καθίστανται<br />
μη ορατά μετά την εφαρμογή τους στο δέρμα<br />
[13]. Επιπλέον, η επιφάνεια αυτών των νανοφίλτρων<br />
μπορεί να επικαλυφθεί με ένα ουδέτερο υλικό, όπως<br />
διοξείδιο του πυριτίου (silica), πολυμερείς ενώσεις<br />
πυριτίου, ύαλο, ή οξείδιο του αλουμινίου, για να βελτιωθεί<br />
ο βαθμός διασποράς τους, η φωτοσταθερότητα<br />
και η αποτελεσματικότητα, αποφεύγοντας την απευθείας<br />
επαφή με το δέρμα και αυξάνοντας τα περιθώρια<br />
ασφαλείας [14]. Καθώς το TiO2 δεν είναι μόνο UVA<br />
φίλτρο, αλλά επίσης ένα εξαιρετικά αποτελεσματικό<br />
UVB φίλτρο έχει μακράν τις περισσότερες εφαρμογές<br />
από οποιοδήποτε αντηλιακό προϊόν [15].<br />
Άλλη μια σημαντική ομάδα αδιάλυτων νανοσω-<br />
Φυσικοί<br />
συσχετισμοί<br />
Εγκύστωση (χωρίς<br />
απελευθέρωση)<br />
Εγκύστωση<br />
με απελευθέρωση<br />
(εφάπαξ)<br />
Ελεγχόμενη<br />
παρατεταμένη<br />
απελευθέρωση<br />
Διαδοχική<br />
απελευθέρωση<br />
Συνδυασμός<br />
συστατικών<br />
Προστασία<br />
δραστικών<br />
πριν και μετά<br />
την εφαρμογή<br />
Προστασία<br />
δραστικών πριν<br />
την εφαρμογή.<br />
Απελευθέρωση<br />
κατά την<br />
εφαρμογή<br />
Απελευθέρωση<br />
στο υπόστρωμα<br />
στον κατάλληλο<br />
χρόνο<br />
Πολλαπλές<br />
δραστικές οι οποίες<br />
χρειάζεται να<br />
απελευθερωθούν<br />
σε διαφορετικούς<br />
χρόνους<br />
● Φορείς<br />
● Γαλακτώματα<br />
● Γέλες<br />
● Συνέργειες<br />
● Επικάλυψη<br />
συστατικού<br />
● Κάψουλες<br />
● μ-κάψουλες<br />
● Πολυμερικά<br />
συστήματα<br />
● Μοριακά<br />
συστήματα<br />
● Κυστιδικά<br />
συστήματα<br />
● Πολυμερικά<br />
συστήματα<br />
● Μοριακά<br />
συστήματα<br />
● 3D αυτοκόλλητο<br />
Πολυμερικά<br />
ή κυστιδικά<br />
συστήματα<br />
πολλαπλών<br />
φάσεων<br />
Πηγή: Mayer P. (2008) Τεχνολογίες μικρο-εγκύστωσης<br />
Εικόνα 2. Συστήματα χορήγησης: Από τα απλούστερα στα πλέον πολύπλοκα. Αναπαραγωγή με την ευγενική άδεια της<br />
Pat Meyer, Lipo Chemicals.<br />
Τεύχος <strong>57</strong><br />
37
% Διαφάνεια<br />
80<br />
70<br />
60<br />
50<br />
40<br />
30<br />
20<br />
10<br />
0<br />
% Διαφάνεια σε τεστ<br />
αξιολόγησης καταναλωτών<br />
100 nm 20-50 nm<br />
Σύνθεση<br />
Εικόνα 3. Το επίπεδο διαφάνειας σε τεστ αξιολόγησης<br />
καταναλωτών, εξαρτώμενο από την διάσταση των σωματιδίων<br />
ZnO/TiO2. Ευγενική παραχώρηση Antaria Limited.<br />
ματιδίων η οποία χρησιμοποιείται στα καλλυντικά<br />
είναι οι νανοκάψουλες. Αυτές είναι μικρά σωματίδια<br />
τα οποία περιέχουν μια δραστική ουσία ή κεντρικό<br />
συστατικό, περιβαλλόμενο από ένα στρώμα επικάλυψης<br />
ή κέλυφος. Η διάμετρός τους μπορεί να ποικίλλει<br />
από 1 σε 1000 μm, και οι κάψουλες οι οποίες<br />
είναι μικρότερες από 1 μm ονομάζονται νανοκάψουλες,<br />
ενώ οι κάψουλες οι οποίες είναι μεγαλύτερες από<br />
1000 μm ονομάζονται μακροκάψουλες [16-18]. Οι<br />
μικροκάψουλες μπορεί να βοηθήσουν στην επίλυση<br />
προβλημάτων στην αισθητική δερματολογία, όπως<br />
η ασυμβατότητα διαφορετικών συστατικών και η προστασία<br />
ουσιών οι οποίες είναι ευάλωτες σε οξείδωση<br />
ή επηρεάζονται από την ατμοσφαιρική υγρασία.<br />
Η γενική κατάληξη των συζητήσεων στην ΕΕ για την<br />
ασφάλεια των νανοϋλικών στην αισθητική δερματολογία<br />
υποδεικνύει ότι κάποιοι κίνδυνοι είναι αναπόφευκτοι,<br />
παρότι οι συμβατικές τοξικολογικές μεθοδολογίες<br />
δεν είναι επαρκείς για να αξιολογήσουν<br />
την ασφάλειά τους.<br />
Προς το παρόν, αυτοί οι κίνδυνοι παραμένουν υποθετικοί,<br />
διότι αυτές οι δηλώσεις, ως προϊόν συζητήσεων<br />
δεν υποστηρίζονται από τεκμηριωμένα ερευνητικά<br />
αποτελέσματα [19-23]. Πρόσφατα, το Ευρωπαϊκό<br />
Κοινοβούλιο εξέδωσε ένα ψήφισμα σχετικά με την<br />
ρυθμιστική σκοπιά των νανοϋλικών [24], θεωρώντας<br />
τα απαραίτητα για τους Ευρωπαίους πολίτες, εφόσον<br />
παράγονται και διανέμονται με υπεύθυνο τρόπο.<br />
Η Ευρωβουλή έχει τονίσει την ανάγκη για νομοθεσία<br />
η οποία να περιλαμβάνει έναν πιο περιεκτικό, επιστημονικό<br />
ορισμό των νανοϋλικών, παράλληλα με<br />
έναν ξεκάθαρο προσδιορισμό ευθυνών σε παραγωγούς<br />
και εργοδότες, που προκύπτουν από τη χρήση<br />
των νανοϋλικών, για όλες τους οδούς έκθεσης (όπως<br />
η εισπνοή και το δέρμα).<br />
Πρόσφατες μελέτες σχετικά με την ασφάλεια των<br />
νανοϋλικών για την ανθρώπινη υγεία έχουν οδηγήσει,<br />
για παράδειγμα, σε ψευδώς θετικά ή ψευδώς αρνητικά<br />
αποτελέσματα εξαιτίας ελλείψεων στα εφαρμοσθέντα<br />
πρωτόκολλα (Πίνακας 1) [25-36]. Για αυτό τον<br />
λόγο, η Επιτροπή Νανοεπιστήμης έχει παράσχει έναν<br />
«Κώδικα Συμπεριφοράς για όλα τα άτομα και δημόσιους<br />
οργανισμούς οι οποίοι εμπλέκονται ή έχουν<br />
ενδιαφέρον για την έρευνα στις νανοεπιστήμες και τις<br />
νανοτεχνολογίες (Ν&Ν)» [37].<br />
Αυτός ο Κώδικας Συμπεριφοράς έχει ως στόχο την<br />
προαγωγή ολοκληρωμένης, ασφαλούς και υπεύθυνης<br />
έρευνας στα πεδία της νανοεπιστήμης και της νανοτεχνολογίας<br />
στην Ευρώπη για το όφελος της κοινωνίας<br />
ως συνόλου. Επιπλέον, ο Κώδικας πρέπει να<br />
θεωρείται συμπληρωματικός των υπαρχόντων κανονισμών.<br />
Μέχρι τώρα η νανοτεχνολογία δεν εμφανίζεται<br />
να επιφέρει κάποιους ιδιαίτερους κινδύνους για<br />
την ιατρική και τη φαρμακολογία [38,39].<br />
Εντούτοις, ο όρος νανοτεχνολογία είναι πολύ ευρύς<br />
και οι περισσότεροι φόβοι σχετικά με την ανθρώπινη<br />
υγεία εγείρονται ως αποτέλεσμα των συγκεκριμένων<br />
ιδιοτήτων των νανοσωματιδίων και νανοϋλικών,<br />
είτε είναι φυσικά είτε ανθρώπινης κατασκευής. Στην<br />
πραγματικότητα, φυσικά νανοσωματίδια απαντώνται<br />
στο περιβάλλον, για παράδειγμα στα απόβλητα, κάποια<br />
από τα οποία δεν είναι υλικά κατασκευασμένα από<br />
επιστήμονες [39,40].<br />
Ένας τύπος φυσικού νανοσωματιδίου, οι νανοΐνες<br />
χιτίνης, χρησιμοποιούνται τώρα από την ερευνητική<br />
μας ομάδα ως δραστική ουσία στην αισθητική δερματολογία.<br />
Τα μέχρι σήμερα διαθέσιμα ερευνητικά<br />
δεδομένα υποδηλώνουν ότι αυτό το σωματίδιο δεν<br />
δημιουργεί κινδύνους για τους καταναλωτές αλλά προσφέρει<br />
ένα μεγάλο αριθμό πλεονεκτημάτων [41,42].<br />
Νανοΐνα χιτίνης<br />
Μια νανοΐνα χιτίνης είναι ένας νανοκρύσταλλος ενός<br />
φυσικού πολυσακχαρίτη, ο οποίος προέρχεται από<br />
τον εξωσκελετό των οστρακόδερμων μετά από απο-<br />
38 ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ ΔΕΡΜΑΤΟΛΟΓΙΑ
Πίνακας 1. Ανασκόπηση αποτελεσμάτων μελετών απορρόφησης των TiO2 και ZnO<br />
Ελεγχόμενο υλικό Μέγεθος σωματιδίου Μοντέλο δέρματος/ Αποτελέσματα Βιβλιογραφική<br />
τεχνική<br />
αναφορά<br />
TiO2 και ZnO TiO2: 50 έως 100 nm Aνθρώπινο δέρμα/ Διείσδυση περιορισμένη 27<br />
(χωρίς πληροφορία ZnO: 20 έως 200 nm in vitro στα άνω στρώματα της<br />
για επικάλυψη)<br />
κερατίνης στοιβάδας<br />
TiO2AI2O3/στεαρικό 150 nm έως 170 nm Σε ανθρώπους Σωματίδια πάνω και μέσα 28<br />
οξύ με επικάλυψη (βιοψία) στα άνω στρώματα της<br />
κερατίνης στοιβάδας. Περίπου<br />
1% των σωματιδίων στο<br />
στόμιο του θύλακα. Απουσία<br />
διείσδυσης σε ζωντανό δέρμα<br />
Διάφορα 14 nm έως 200 nm Χοίρειο και ανθρώ- Καμία διείσδυση πέραν της 29<br />
επικαλυμμένα και μη πινο δέρμα in vitro, κερατίνης στοιβάδας σε<br />
υλικά TiO2 ανατάσης σε ανθρώπους (χει- καμία μελέτη<br />
και ρουτίλιο<br />
ρουργική αφαίρεση<br />
δέρματος ή βιοψία)<br />
TiO2 (SiO2 Al2O3 10 nm έως 100 nm Ανθρώπινο δέρμα, Διείσδυση σωματιδίων στα 30<br />
+ SiO2 με επικάλυψη) in vitro εξωτερικά στρώματα της<br />
κερατίνης στοιβάδας. Απουσία<br />
διείσδυσης σε ζωντανό δέρμα<br />
TiO2 (SiO2 - Al2O3 10 nm έως 100 nm Σε ανθρώπους Σωματίδια επί ή εντός της εξω- 31<br />
Al2O3/SiO2 (βιοψία) τερικής επιφανείας της κεραμε<br />
επικάλυψη)<br />
τίνης στοιβάδας. Απουσία<br />
διείσδυσης σε ζωντανό δέρμα<br />
TiO2 (χωρίς 20 nm Ανθρώπινο δέρμα, Διείσδυση περιοριζόμενη στα 32<br />
επικάλυψη) in vitro άνω 3-5 στρώματα κερατινοκυττάρων<br />
στη διάζευξη της<br />
κερατίνης στοιβάδας. Απουσία<br />
διείσδυσης σε ζωντανό δέρμα<br />
TiO2 σε διάφορες Ινες: 45 έως Χοίρειο δέρμα, Σωματίδια επί ή εντός της κερα- 33<br />
μορφές (χωρίς 150 nm x17 in vitro τίνης στοιβάδας. Ελάχιστη<br />
πληροφορίες για έως 35 διείσδυση στην κοκκιώδη<br />
επικάλυψη)<br />
στοιβάδα. Απουσία διείσδυσης<br />
σε ζωντανό δέρμα<br />
ZnO 15 nm έως 30 nm Ανθρώπινο δέρμα, Λιγότερο από 0.03% της εφα- 34<br />
in vitro<br />
ρμοσθείσας ποσότητας Zn<br />
ευρέθη στο διάλυμα υποδοχέα,<br />
ενώ δεν ανιχνεύθηκαν σωματίδια<br />
στην επιδερμίδα ή το χόριο<br />
TiO2 (SiO2 ή dime- TiO2: 30 έως 60 nm Χοίρειο δέρμα, Καμία διείσδυση πέραν της 35<br />
thicon με επικά- ZnO:
μάκρυνση του ανθρακικού και πρωτεϊνικού τμήματος.<br />
Έχοντας μια δομή παρόμοια με του υαλουρονικού<br />
οξέος, οι νανοΐνες χιτίνης μεταβολίζονται εύκολα<br />
από τα ενδογενή ένζυμα του οργανισμού και έτσι<br />
χρησιμοποιούνται στην αισθητική δερματολογία και<br />
τα βιοϋφάσματα (biotextiles). Ο κρύσταλλος λέγεται<br />
έτσι διότι το μέσο μέγεθός του είναι 240 x 7 x 5 nm<br />
(νανοκλίμακα) και διότι έχει σχήμα λεπτής βελόνης<br />
(ίνας). Επιπλέον, επειδή απαντάται στη φύση και θεωρείται<br />
μια ασφαλής πρώτη ύλη, είναι ασφαλές να χρησιμοποιηθεί.<br />
Καθώς μεταβολίζεται εύκολα από ένζυμα,<br />
είναι και βιο- και οικο-συμβατός. Καθώς η νανοΐνα<br />
έχει ένα μέσο μέγεθος όσο ένα τέταρτο ενός βακτηρίου,<br />
1 g του προϊόντος καλύπτει επιφάνεια 400 τ.μ.<br />
[43,44]. Πολλές μελέτες έχουν δείξει ότι οι νανοΐνες<br />
χιτίνης μπορούν να ενεργοποιήσουν τον πολλαπλασιασμό<br />
των κερατινοκυττάρων καθώς επίσης και ινοβλαστών,<br />
ρυθμίζοντας όχι μόνο την σύνθεση κολλαγόνου,<br />
αλλά επιπλέον την έκκριση κυτοκινών και τη<br />
δραστηριότητα των μακροφάγων [45,46].<br />
Η ομάδα μας βρήκε ενδιαφέροντα αποτελέσματα τα<br />
οποία δείχνουν πώς οι νανοΐνες χιτίνης μπορούν να<br />
βελτιώσουν όχι μόνο την εμφάνιση του φωτογηρασμένου<br />
δέρματος [47-51] αλλά να συμβάλουν επίσης<br />
στην επούλωση τραυμάτων μειώνοντας το σχηματισμό<br />
υπερτροφικής ουλής [52,53]. Μελέτες in vitro<br />
έχουν δείξει πώς οι νανοΐνες χιτίνης μπορούν να αυξήσουν<br />
την αναπαραγωγή ινοβλαστών με επακόλουθη<br />
αύξηση στη σύνθεση κολλαγόνου και την παραγωγή<br />
τριφωσφορικής αδενοσίνης.<br />
Σε μια in vivo διπλή -τυφλή μελέτη, η ενυδάτωση<br />
του δέρματος και τα επιφανειακά λιπίδια του δέρματος<br />
βελτιώθηκαν, με ταυτόχρονη μείωση στα υπεροξείδια<br />
των λιπιδίων και τη διαδερμική απώλεια ύδατος<br />
[49-51]. Χρησιμοποιώντας διαφορετικούς τύπους<br />
γαλακτωμάτων, οι νανοΐνες χιτίνης παρουσιάζουν μια<br />
ενδιαφέρουσα δραστηριότητα στην τραυματική επούλωση<br />
[52,53]. Βιο-υφάσματα με εφαρμογές στην υγεία<br />
έχουν επίσης παραχθεί [54].<br />
Οι ερευνητικές προσπάθειες στην αισθητική δερματολογία<br />
στοχεύουν τώρα στη δημιουργία νέων, φιλικών<br />
στο περιβάλλον, χημικών σε νανοκλίμακα και<br />
νέων νανο-σωματιδιακών συστημάτων για το δέρμα.<br />
Συνεπώς, κατά τη διάρκεια των πρόσφατων ετών<br />
έχουν αναπτυχθεί αρκετά συστήματα χορήγησης (ορατά<br />
δια γυμνού οφθαλμού σφαιρίδια- visible beads,<br />
μικροκάψουλες, νανοκάψουλες και λιποσώματα ή<br />
νανοσωματίδια στερεού λιπιδικού πυρήνα- SLN) για<br />
τη βιομηχανία των καλλυντικών και της δερματολογίας<br />
και έχουν στη συνέχεια εφαρμοσθεί σε πολλά<br />
προϊόντα της αγοράς. Πολλά διαφορετικά δραστικά<br />
συστατικά μπορούν να εγκυστωθούν σε αυτά τα συστήματα<br />
χορήγησης, όπως βιταμίνες, αρώματα, φυτικά<br />
εκχυλίσματα και φαρμακευτικές ουσίες, τα οποία<br />
έχουν ένα μεγάλο εύρος καλλυντικών ή δερματολογικών<br />
ιδιοτήτων.<br />
Κάποια από αυτά τα συστήματα χορήγησης, όπως τα<br />
SLN, είναι καινοτόμα συστήματα μεταφοράς φαρμάκων<br />
τα οποία σχεδιάσθηκαν για ενδοφλέβια χορήγηση<br />
και πιο πρόσφατα ερευνήθηκαν για από του στόματος<br />
και διαδερμικές εφαρμογές στην αισθητική<br />
δερματολογία. Με αυτόν τον τρόπο, χημικά ασταθείς<br />
ουσίες θα μπορούν να προστατεύονται από αποδόμηση<br />
και να μεταβάλλεται ο τρόπος απελευθέρωσης<br />
της ουσίας. Ο πολύ υψηλότερος λόγος επιφανείας<br />
προς μάζα των νανοϋλικών θα πρέπει να αυξήσει την<br />
αποτελεσματικότητα πολλών δραστικών ενώσεων.<br />
Συμπερασματικά, είναι απαραίτητο να κατανοήσουμε<br />
καλύτερα τις δυνατότητες αυτών των νέων τεχνολογιών,<br />
έτσι ώστε οι δυνητικές αρνητικές συνέπειες<br />
της χημείας τους στην ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον<br />
να ελαχιστοποιηθούν ή να αποφευχθούν.<br />
Η νανοεπιστήμη και η νανομηχανική θα μπορούσαν<br />
να βελτιώσουν σημαντικά την κατανόησή<br />
μας για τις διεργασίες νανοκλίμακας σε μοριακό επίπεδο,<br />
οι οποίες συμβαίνουν στο περιβάλλον. Στη<br />
συνέχεια θα πρέπει να είναι εφικτό να αναπτύξουμε<br />
νέες πράσινες τεχνολογίες οι οποίες να ελαχιστοποιούν<br />
την παραγωγή ανεπιθύμητων υποπροϊόντων<br />
τα οποία απελευθερώνονται στο περιβάλλον,<br />
για παράδειγμα σε δεξαμενές αποβλήτων και ρυάκια<br />
[55]. Ωστόσο, για να επιταχυνθεί η ανάπτυξη και<br />
της νανοτεχνολογίας και της νανοβιοτεχνολογίας, θα<br />
απαιτηθούν διεπιστημονικές ομάδες απαρτιζόμενες<br />
από εξαιρετικά εκπαιδευμένους ανθρώπους με υπόβαθρο<br />
σε βιολογία, ιατρική, εφαρμοσμένα και υπολογιστικά<br />
μαθηματικά, φυσική, χημεία καθώς και<br />
ηλεκτρική, χημική μηχανική και μηχανολογία. Παρά<br />
την τρέχουσα διεθνή οικονομική κρίση, η νανοτεχνολογία<br />
και η καινοτόμος αισθητική δερματολογία<br />
μπορεί να έχουν τη δυνατότητα να υποβοηθήσουν<br />
την αναζωογόνηση μιας εθνικής οικονομίας (Εικόνα<br />
3). Παρόλα αυτά, εκτός από το να βοηθήσει να<br />
υπερπηδηθούν κάποιες νέες προκλήσεις σε τεχνικές<br />
μοριακής απεικόνισης, εργαλεία ποσοτικής ανάλυσης,<br />
φυσικά κυτταρικά μηχανικά μοντέλα, καλύτερα<br />
in vivo tests, και καλύτερα συστήματα χορήγησης<br />
φαρμάκων/καλλυντικών, η νανοτεχνολογία θα μπορούσε<br />
να παίξει ένα σημαντικό ρόλο στη βιωσιμότητα<br />
όχι μόνο της αισθητικής δερματολογίας, αλλά<br />
επίσης της γεωργίας, των συστημάτων καθαρισμού<br />
ύδατος, των ενεργειακών υλικών και ενός καθαρού<br />
περιβάλλοντος.<br />
Συμπερασματικά, τα πλέον πολύπλοκα και εξαι-<br />
40 ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ ΔΕΡΜΑΤΟΛΟΓΙΑ
ρετικά λειτουργικά συστήματα σε νανοκλίμακα έχουν<br />
εφευρεθεί από τη φύση. Εμείς πρέπει να ανακαλύψουμε<br />
τρόπους για το πώς να τα χρησιμοποιήσουμε<br />
για τη βελτίωση της ευεξίας μας και του περιβάλλοντος.<br />
Συνεπώς, τα νανο-προϊόντα θα πρέπει<br />
να σχεδιάζονται και να πωλούνται με έναν τρόπο<br />
ο οποίος να σέβεται πλήρως την υγεία των καταναλωτών<br />
και το περιβάλλον. Και η νανοτεχνολογία και<br />
η βιοτεχνολογία έχουν τη δυνατότητα να φέρουν<br />
επανάσταση και στις βιομηχανίες και στον τρόπο<br />
ζωής μας. Αντιπροσωπεύουν τις καίριες τεχνολογίες<br />
του εικοστού πρώτου αιώνα, προσφέροντας<br />
εξαιρετικές ευκαιρίες και για έρευνα και για επιχειρηματικότητα.<br />
Γνωστοποίηση<br />
Ο συγγραφέας δηλώνει ότι δεν υφίσταται σύγκρουση<br />
συμφερόντων.<br />
Βιβλιογραφία<br />
1. Morganti P, Morganti G, Yuanhong Li. Nanostructured<br />
products:technology and future. J Appl Cosmetol.<br />
2007;25(4):161–178.<br />
2. Morganti P, Morganti G. Nanotechnology and wellness.<br />
SÖFW Journal. 2007;133(5):22–27.<br />
3. Morganti P,Morganti G,Muzzarelli R,et al.Chitin nanofibrils:<br />
a natural compound for innovative Cosmeceuticals.<br />
Cosmetics and Toiletries. 2007;122 (4):81–88.<br />
4. Morganti P, Morganti G. Fabricating a good treatment.<br />
Soap Perfumery and Cosmetics. 2007:85–86.<br />
5. Morganti P. Applied Nanotechnology in cosmetic and<br />
functional food. Eucocosmetics. 2007;2:12–15.<br />
6. Morganti P, Chen HD, Gao XH, Li Y, et al. Nanoscience<br />
the challenging cosmetics healthy food and biotextiles<br />
SÖFW Journal. 2009;135(4):2–7.<br />
7. Nanotechnology Commission.ISO/TC 229,2009,24 March.<br />
8. Schueller R, Romanowski P. Emerging Technologies and<br />
the future of cosmetic science.In:Schueller R,Romanowski<br />
P editors, Beginning Cosmetic Chemistry, 3rd ed. Coral<br />
Stream IL, USA:Allured Publ. Co; 2009:427–434.<br />
9. Mayer P.Microencapsulation technologies.PCHI,Proceedings,<br />
Shanghai, March 17–19, 2008:15–22.<br />
10.Wiechers JW. Science and Applications of Skin delivery<br />
Systems. Coral Stream, IL, USA Allured Publ. Co; 2008.<br />
11. Souto EB, Müller RH. Challenging Cosmetics-Solid Lipid<br />
Nanoparticles (SLN) and Nanostructured Lipid Carriers<br />
(NLC). In:Wiechers JW editor, Science and Application<br />
of Skin Delivery Systems. Allured Publ. Co: IL , USA,<br />
Coral Stream; 2008:227–250.<br />
12. Morganti P. Meccanismo d’azione dei prodotti cosmetici:<br />
miti e realta’. Presented at Giornata di studio: Prodotti<br />
Cosmetici.Approfondimenti e proposte su regolamentazione,<br />
sicurezza e mercato. Milano 2009, 29-Gennaio.<br />
13. Hides L,Trotter G.A new paradigm in mineral UVA and<br />
UVB protection. Presented at PCHI Shanghai meeting,<br />
2008, March 17–19.<br />
14. Nasu A,Otsubo Y.Rheology and UV protection properties<br />
of suspension of fine titanium dioxide in silicon oil. J<br />
Cabloid Interfacial Sci. 2006;296:558–564.<br />
15. Pflücker F, Bunger J, Hitzel S, Vitte J, et al. Complete<br />
Photoprotectiongoing beyond visible endpoints. SÖFW<br />
Journal. 2005;131(7):20–30.<br />
16.Vinetsky Y, Magdassi S. Microcapsules in cosmetics. In:<br />
Magdassi S,Touitou E. Novel Cosmetic Delivery Systems.<br />
New York: Marcel Dekker Inc; 1999:295–313.<br />
17. Royal Society and Royal Academy of Englneering<br />
nanoscience and nanotechnologies, opportunities and<br />
uncertainties, 2004. URL www.royalsoc.uk/policy/.2004<br />
18. Dreyler K. The future of nanotechnology: molecular<br />
manufacturing. 2003. URL www.eurekartet.org/context.<br />
p4p2.context=nano&slow=essays.<br />
19. SCCP Scientific Committee on Consumer Products.<br />
Preliminary opinion on safety of nanomaterials in<br />
cosmetic products; 2007.<br />
20. Ball P. Nanotechnology in the firing line. 2003. URL<br />
http://nanotechweb.org/cws/article/indepht/18804.<br />
21. Dreher K. Health risk assessment of manufactured<br />
nanomaterials: more than just size. Nanotechnology for<br />
Remediation Technical Workshop, National Health and<br />
Environmental Effects Laboratory, US Environmental<br />
Protection Agency, 2005;Washington, USA.<br />
22. Oberdoester G,Oberdoester E,Oberdoester J.Nanotoxicology:<br />
an emerging discipline evolving from studies of ultrafine<br />
particles. Environ Health Perspect. 2005;113(7):823–839.<br />
23. Colvin V. Physical properties of nanomaterials.Towards<br />
predictive assessments of risk, international nanomaterial<br />
environmental health and safety research needs assessment-<br />
Workshop 1: US national institute of health, 2007, USA.<br />
URL http://cohesion.rice.edu/CentersAndlnst//<br />
CON/emplibrary/ColvinRNADJan2007.pdf<br />
24. European Parliament resolution of 24 April 2009 on<br />
regulatory aspect of nanomaterials.Available from: URL<br />
http://www.europarl.europa.eu/sides/getDoc.do?pubRef=-<br />
//EP//TEXT+TA+P6-TA-2009–0328+0+DOC+XML+V0//EN<br />
25. Nohynek GJ, Lademann J, Ribaud C, et al. Grey goo on<br />
the skin? Nanotechnology,cosmetic and sunscreen safety,<br />
Crit Rev Toxicol. 2007;37(3):251–277.<br />
26. Stern ST, McNeil SE. Nanotechnology safety concerns<br />
revisited. Review Toxicol Sci. 2008;101:4–21.<br />
27. Dussert AS, Gooris E. Characterisation of the mineral<br />
content of a physical sunscreen emulsion and its distribution<br />
onto human stratum corneum.Int J Cosmet Sci.1997;19:119–129.<br />
28. Lademann J,Weigmann HJ,Rickmeier CH,et al.Penetration<br />
of titanium dioxide microparticles in a sunscreen<br />
formulation into the horny layer and the follicular orifice.<br />
Skin Pharmacol Appl Skin Physiol. 1999;2:247–256.<br />
29. SCCNFP.Opinion of the Scientific Committee on Cosmetic<br />
Products and Non-Food Products Intended for Consumers<br />
Concerning Titanium Dioxide, 2000. Brussels, Belgium:<br />
European Commission. URL http://ec.europa.eu/health/<br />
ph_risk/committees/04_scp/04_sccp_en.htm.<br />
Τεύχος <strong>57</strong><br />
41
30. Pluecker F, Wendel V, Hohenberg H, et al. The human<br />
stratum corneum layer: An effective barrier against<br />
dermal uptake of different forms of topically applied<br />
micronized titanium dioxide. Skin Pharmacol Appl Skin<br />
Physiol. 2001;14(Suppl 1):92–97.<br />
31. Schulz J, Hohenberg F, Pluecker F, et al. Distribution of<br />
sunscreens on skin.Adv Drug Deliv Rev. 2002;54(Suppl<br />
1):S1<strong>57</strong>–S163.<br />
32. Butz T Dermal penetration of nanoparticles: what we<br />
know and what we don’t. Cosmetic. Science Conference<br />
Proceedings, Munich. SÖFW Journal. 2009;135(4):8–10.<br />
33. Menzel F, Reinet T, Vogt J, Butz T. Investigations of<br />
percutaneous uptake of ultrafine TiO2 particles at the<br />
high energy ion nanoprobe LIPSION. Nucl Instrum<br />
Methods Phys Res B. 2004:219–220.<br />
34. Cross SE, Innes B, Roberts MS,Tsuzuki T, Robertson TA,<br />
McCormick P. Human skin penetration of sunscreen<br />
nanoparticles: In vitro assessment of a novel micronized<br />
zinc oxide formulation.Skin Pharmacol Physiol.2007;20:148–154.<br />
35. Gamer A, Leibold E, van Ravenzwaay B. The in vitro<br />
absorption of microfine ZnO and TiO2 through porcine<br />
skin.Toxicol In Vitro. 2006;20(3):301–307.<br />
36. Mavon A, Miquel C, Lejune O, Payre B, Moretto P. In vitro<br />
percutaneous absorption and in vivo stratum corneum<br />
distribution of an organic and a mineral sunscreen. Skin<br />
Pharmacol Physiol. 2007;20:10–20.<br />
37. Commission of the European Communities. Commission<br />
Recommendation on a Code of Conduct for responsible<br />
nanosciences and nanotechnologies research. Brussels.<br />
07/02/2008 C, 2008, 424 final.<br />
38. EMEA Reflection paper on nanotechnology-based<br />
products for human use,2006.EMEA/CHMP/79769/2006.<br />
39. Nohynek GJ. Nano-cosmetics. No health risk. Cossma.<br />
2007;3: 10–11.<br />
40. Starzyk E, Frydrych A, Solyga A. Nanotechnology: does<br />
it have a future in cosmetics? SÖFW Journal.2008;134(6):42–52.<br />
41. Morganti P, Muzzarelli RAA, Muzzarelli C. Multifunctional<br />
use of innovative chitin nanofibrils for skin care. J Appl<br />
Cosmetol. 2006;24:105–114.<br />
42. Morganti P, Morganti G. Chitin nanofibrils for advanced<br />
cosmeceutical. Clin Dermatol. 2008;26:334–340.<br />
43. Muzzarelli RAA, Chitin and its derivates: new trends off<br />
applied research. Carbohydr Polym. 1993;3:53–75.<br />
44. Percot A, Viton C, Domard A. Optimization of chitin<br />
extraction from shrimp shell. Biomacromolecules.<br />
2003;4:8–18.<br />
45. Muzzarelli RAA, Mattioli-Belmonte M, Pugnaloni A, et<br />
al. Biochemistry, histology and clinical uses of chitins<br />
and chitosans in wound healing. In: Jollés P, Muzzarelli<br />
RAA, editors. Chitin and Chitinases. Basel, Swizterland:<br />
Birkhaüser Verlag; 1999:251–264.<br />
46. Muzzarelli RAA, Muzzarelli C. Chitin nanofibrils. In: Dutta<br />
PK, editor. Chitin and Chitosan: Research Opportunities<br />
and Challenges.Contai,India:SSM International Publication;<br />
2005:129–146.<br />
47. Morganti P, Fabrizi G, Bruno C. Protective effects of oral<br />
antioxadants on skin and eye function. Skinmed.<br />
2004;3(6):310–316.<br />
48. Biagini G,Zizzi A,Giantomassi F,et al.Cutaneous absorption<br />
of nanostructured chitin associated with natural synergistic<br />
molecules (lutein). J Appl Cosmetol. 2008;26:69–80.<br />
49. Morganti P, Fabrizi G, Palombo P, et al. Chitin-nanofibrils:<br />
a new active cosmetic carrier. J Appl Cosmetol.<br />
2008;26:105–120.<br />
50. Morganti P, Morganti G, Fabrizi G, et al. A new sun to<br />
rejuvenate the skin. J Appl Cosmetol. 2008;26:159–166.<br />
51. Morganti P, Fabrizi G, Ruocco E, et al. Chitin nanofibrils<br />
improved photoprotection. Cosmetics and Toiletries.<br />
2009;124(9):66–73.<br />
52. Biagini G, Zizzi A,Tucci G, et al. Chitin nanofibrils linked<br />
to chitosan glycolate as spray,gel and gauze preparations<br />
for wound repair.J Bioact Compat Polym.2007;22:525–538.<br />
53. Mezzana P. Clinical efficacy of a new chitin-nanofibrils<br />
based gel in wound healing.Acta Chirurgiae Plasticae.<br />
2008;50(3):81–84.<br />
54. Morganti P.Leather and textile chemicals:chitin nanofibrils<br />
in textiles. Speciality Chemicals Magazine. 2008;28(9):26.<br />
55.Yzer C,Venkatesh MN.VFA and FBAE position papers<br />
on nanobiotechnology. 2009. URL www.FBAE.org and<br />
www.VFA.de<br />
42 ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ ΔΕΡΜΑΤΟΛΟΓΙΑ