Dams_Book_Sachpazis_ALL_Lt
Create successful ePaper yourself
Turn your PDF publications into a flip-book with our unique Google optimized e-Paper software.
Ασκήσεις - Βιβλιογραφία - Παράρτημα - Γλωσσάριο (Ορολογία)<br />
Έξαλλο ή ελεύθερο τμήμα (Freeboard): - Εκείνο το έξαλλο τμήμα του σώματος του<br />
φράγματος επάνω από την μέγιστη στάθμη νερού σε ένα ταμιευτήρα.<br />
Στοά (Gallery): - Μία μακριά, στενή δίοδος (γαλαρία) μέσα στο σώμα ενός φράγματος<br />
που χρησιμοποιείται για την επιθεώρηση, την εκτέλεση σιμεντενέσεων, ή τον<br />
υπερχειλιστή.<br />
Πύλη ή θυρόφραγμα (Gate): - Μια κινητή εγκατάσταση ή κατασκευή που χρησιμοποιείται<br />
για τον έλεγχο της ροής του νερού επάνω από ένα φράγμα μέσω του υπερχειλιστή.<br />
Φράγμα βαρύτητας (Gravity Dam): - Ένα φράγμα που κατασκευάζεται από σκυρόδεμα<br />
ή/και δομημένη πέτρα (πετρότοιχος ή λιθοδομή) που βασίζεται στη μάζα (βάρος) του για<br />
τη εξασφάλιση της ευστάθειάς του.<br />
Σήραγγα βαρύτητας (Gravity tunnel): - Μια σήραγγα όπου το νερό ρέει χωρίς περιορισμό<br />
κάτω από τη δύναμη της βαρύτητας και μόνο.<br />
Ρευστοκονίαμα ή σιμεντένεμα ή τσιμεντένεμα (Grout): - Ένα μίγμα νερού και τσιμέντου<br />
ή μια χημική σύνθεση που εισπιέζεται με αντλίες εντός της βραχομάζας και των<br />
διακλάσεών της στην ζώνη θεμελίωσης ενός φράγματος για να αποτρέψει τη διήθηση<br />
του νερού και ταυτόχρονα να αυξήσει την αντοχή και φέρουσα ικανότητα του υπεδάφους<br />
έδρασης του φράγματος.<br />
Κάλυμμα ή τάπητας ή μεμβράνη ρευστοκονιάματος ή σιμεντενέματος (Grout blanket): -<br />
Μια εμποτισμένη ζώνη με σιμεντένεμα στο ρηχό (αβαθές) τμήμα μιας θεμελίωσης που<br />
έχει διαμορφωθεί για να βελτιώσει και να αυξήσει την αντοχή και φέρουσα ικανότητα<br />
του υπεδάφους έδρασης του φράγματος καθώς και να μειώσει τη διαπερατότητά του.<br />
Καπάκι ρευστοκονιάματος ή σιμεντενέματος (Grout cap): - Ένα καπάκι που συνήθως<br />
αποτελείται από σκυρόδεμα, μέσω του οποίου εκτελείται η διαδικασία της εισπίεσης και<br />
εμποτισμού με σιμεντένεμα της θεμελίωσης.<br />
Κουρτίνα ρευστοκονιάματος ή σιμεντενέματος (Grout curtain): - Μια ζώνη μέσα στο<br />
στρώμα της βραχομάζας ή του εδάφους κάτω από ένα φράγμα και που είναι παράλληλη<br />
προς το μήκος του φράγματος, η οποία έχει εισπιεσθεί με ρευστοκονίαμα ή σιμεντένεμα<br />
για να σταματήσει ή να μειώσει τη διήθηση νερού κάτω από ένα φράγμα.<br />
Τάφρος ρευστοκονιάματος ή σιμεντενέματος (Grout trench): - Μια τάφρος που<br />
εκσκάπτεται για να επιτρέψει την κατασκευή ενός καπακιού ρευστοκονιάματος ή<br />
σιμεντενέματος.<br />
Πέτασμα ρευστοκονιάματος ή σιμεντενέματος (Grout veil): - Όπως μια κουρτίνα<br />
ρευστοκονιάματος ή σιμεντενέματος.<br />
Σιμεντενέσεις ή τσιμεντενέσεις (Grouting): - Η διαδικασία με την οποία το ρευστοκονίαμα<br />
ή σιμεντένεμα εγχέεται δια πιέσεως (εισπιέζεται) εντός των ανοιγμάτων ή διακένων<br />
(ασυνεχειών, κενών, διακλάσεων, ρωγμών, ρηγμάτων, κλπ) ενός φράγματος ή της<br />
θεμελίωσής του.<br />
Καλωδιοδιάδρομος (Gut): - Ένας όρος που χρησιμοποιείται για τα σχοινιά ή καλώδια<br />
επάνω από ένα φράγμα που χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά των δομικών υλικών<br />
κατασκευής του φράγματος.<br />
11.82