17.11.2014 Views

Κατευθύνσεις Προοδευτικής Διακυβέρνησης - Science Stage

Κατευθύνσεις Προοδευτικής Διακυβέρνησης - Science Stage

Κατευθύνσεις Προοδευτικής Διακυβέρνησης - Science Stage

SHOW MORE
SHOW LESS

Create successful ePaper yourself

Turn your PDF publications into a flip-book with our unique Google optimized e-Paper software.

exofilo_olokliro.qxd 3/4/2009 12:53 Page 1<br />

cyan magenta yellow black<br />

Ç Ýêäïóç ôïõ ðáñüíôïò ôüìïõ âñßóêåé ôçí ÅëëÜäá áíôéìÝôùðç ìå ôåñÜóôéåò<br />

ïéêïíïìéêÝò, êïéíùíéêÝò ðñïêëÞóåéò, êñßóéìåò áíáðôõîéáêÝò<br />

êáé ðáñáãùãéêÝò õóôåñÞóåéò, óïâáñÝò áíåðÜñêåéåò óôç äçìüóéá<br />

óöáßñá êáé óôéò åîùôåñéêÝò ôçò äéáäñÜóåéò. Äéá÷ñïíéêÝò ðñïêëÞóåéò,<br />

üðùò ç ïéêïäüìçóç ìéáò áíôáãùíéóôéêÞò ïéêïíïìßáò, ïé äéáñèñùôéêÝò<br />

áëëáãÝò êáé ï áíáó÷åäéáóìüò ôùí ëåéôïõñãéþí ôïõ êñÜôïõò, áëëÜ êáé íÝåò,<br />

üðùò, ç õðÝñâáóç ôçò êëéìáêïýìåíçò ïéêïíïìéêÞò êñßóçò, ç «ðñÜóéíç<br />

áíÜðôõîç» êáé ï ôñüðïò ìå ôïí ïðïßï ç ÅëëÜäá áíôáðïêñßíåôáé óôéò<br />

äéåèíåßò ìåôáâïëÝò, êáôáäåéêíýïõí ôçí áíÜãêç ãéá óõãêñïôçìÝíåò ðïëéôéêÝò<br />

áëëáãÞò. Óôéò èåìáôéêÝò ôçò áíÜ ÷åßñáò ìåëÝôçò åíôïðßæïíôáé ôá<br />

åèíéêÜ åëëåßììáôá êáé áíáæçôïýíôáé ñåáëéóôéêÝò ëýóåéò óå ðñïïäåõôéêÝò<br />

êáôåõèýíóåéò. Ôá ðåäßá ìåôáññýèìéóçò ðïõ ðñïóåããßæïíôáé - áðü<br />

ôçí åëëçíéêÞ ïéêïíïìßá êáé ôçí ðáãêüóìéá êñßóç óôéò áðáñáßôçôåò ðñïóáñìïãÝò<br />

êáé ìåôáññõèìßóåéò ôïõ ðáñáãùãéêïý óõóôÞìáôïò, áðü ôçí<br />

êëéìáôéêÞ áëëáãÞ óôéò ðñïûðïèÝóåéò ôçò «ðñÜóéíçò» áíÜðôõîçò êáé áðü<br />

ôéò ðïëéôéêÝò áëëáãÞò óôç äçìüóéá óöáßñá óôçí áíáèåþñçóç ôçò åîùôåñéêÞò<br />

ðïëéôéêÞò êáé ôçò åèíéêÞò áóöÜëåéáò – äßíïõí óôç ìåëÝôç ôï ðñßóìá<br />

ìéáò óõíïëéêÞò ðáñÝìâáóçò ãéá íá áíôáðïêñéèïýìå óôéò áðáéôÞóåéò<br />

ôïõ áýñéï, ùò ÷þñá, ùò êïéíùíßá êáé ùò ðïëßôåò.<br />

ÄÇÌÇÔÑÇÓ Ê. ÎÅÍÁÊÇÓ<br />

ÅðéìÝëåéá - ÅéóáãùãÞ<br />

ÄÇÌÇÔÑÇÓ Ê. ÎÅÍÁÊÇÓ<br />

ÅðéìÝëåéá - ÅéóáãùãÞ<br />

Ì. ÁëìðÜíç, Ã.Â. Áõãåñéíüò, Ð. Êïñëßñáò,<br />

Ê.Ã. Êïýãéáò, ×. ÊïõôáëÜêçò, Ê.Á. ËÜâäáò,<br />

Ä. Ëáãüò, Ó. ËáäÞ, È. Ëáæáñßäçò, Í. ÌáñáâÝãéáò,<br />

Ì. Ìçôóüðïõëïò, Ä. Íåæåñßôçò, Ã. Íåïöþôéóôïò,<br />

È.Ð. Íôüêïò, Ä.Ê. ÎåíÜêçò, Í.Å. ÐáðáäÜêçò,<br />

Ã. Ðáðáíôùíßïõ, ×.É. Ðáñáóêåõüðïõëïò,<br />

È. Ðåëáãßäçò, Å. ÐåôñÜêçò, Â. ÑÜðáíïò,<br />

Ã. ÓôïõñíÜñáò, Ð.É. ÔóÜêùíáò, Ì.I. ÔóéíéóéæÝëçò,<br />

×.K. Ôóïýêáò, Ê. ×áôæçìðßñïò, Ä.Í. ×ñõóï÷üïõ<br />

http://www.papazisi.gr<br />

ÅÊÄÏÓÅÉÓ ÐÁÐÁÆÇÓÇ


kef00:kef00 06/03/2009 13:58 Page 1


kef00:kef00 06/03/2009 13:58 Page 2


kef00:kef00 06/03/2009 13:58 Page 3<br />

Κατευθύνσεις Προοδευτικής Διακυβέρνησης


kef00:kef00 06/03/2009 13:58 Page 4<br />

Áðáãïñåýåôáé ç ìåñéêÞ Þ ïëéêÞ áíáäçìïóßåõóç ôïõ Ýñãïõ áõôïý,<br />

êáèþò êáé ç áíáðáñáãùãÞ ôïõ ìå ïðïéïäÞðïôå ìÝóï<br />

÷ùñßò ó÷åôéêÞ Üäåéá ôïõ Åêäüôç.<br />

ISBN: 978-960-02-2304-0<br />

Copyright © 2009 Δ.Κ. ΞΕΝΑΚΗΣ για το Κέντρο Ερευνών Προοδευτικής Πολιτικής<br />

και<br />

Eêäüóåéò ÐÁÐÁÆÇÓÇ ÁÅÂÅ<br />

ÍéêçôáñÜ 2 & Åìì. ÌðåíÜêç, 106 78 ÁèÞíá<br />

Ôçë.: 210-3822.496, 210-3838.020, Fax: 210-3809.150<br />

www.papazisi.gr e-mail: papazisi@otenet.gr<br />

ÕðïêáôÜóôçìá:<br />

Âéâëéïðùëåßï 11 - ÓôïÜ Áñóáêåßïõ<br />

Ðåóìáæüãëïõ 5, 105 64 ÁèÞíá<br />

Ôçë.: 210-3816.148, Fax: 210-3313.074<br />

Öùôïóôïé÷åéïèåóßá: ÌðáêïãéÜííç Αθ. Áóðáóßá<br />

NéêçôáñÜ 3, 106 78 ÁèÞíá, Ôçë.: 210-38 26 502<br />

e-mail: aspampako@yahoo.gr


kef00:kef00 06/03/2009 13:58 Page 5<br />

Κατευθύνσεις Προοδευτικής<br />

Διακυβέρνησης<br />

Γράφουν οι:<br />

Μ. Αλμπάνη,<br />

Γ.Β. Αυγερινός,<br />

Π. Κορλίρας,<br />

Κ.Γ. Κούγιας,<br />

Χ. Κουταλάκης,<br />

Κ.Α. Λάβδας,<br />

Δ. Λαγός,<br />

Σ. Λαδή,<br />

Θ. Λαζαρίδης,<br />

Ν. Μαραβέγιας,<br />

Μ. Μητσόπουλος,<br />

Δ. Νεζερίτης,<br />

Γ. Νεοφώτιστος,<br />

Θ.Π. Ντόκος,<br />

Δ.Κ. Ξενάκης,<br />

Ν.Ε. Παπαδάκης,<br />

Γ. Παπαντωνίου,<br />

Χ.Ι. Παρασκευόπουλος,<br />

Θ. Πελαγίδης,<br />

Ε. Πετράκης,<br />

Β. Ράπανος,<br />

Γ. Στουρνάρας,<br />

Π.Ι. Τσάκωνας,<br />

Μ.I. Τσινισιζέλης,<br />

Χ.K. Τσούκας,<br />

Κ. Χατζημπίρος,<br />

Δ.Ν. Χρυσοχόου<br />

ΔΗΜΗΤΡΗΣ Κ . ΞΕΝΑΚΗΣ<br />

Εισαγωγή – Επιμέλεια<br />

ÅÊÄÏÓÅÉÓ ÐÁÐÁÆÇÓÇ<br />

ÁÈÇÍÁ 2009


kef00:kef00 06/03/2009 13:58 Page 6


kef00:kef00 06/03/2009 13:58 Page 7<br />

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ<br />

Εισαγωγή .......................................................................................................... 11<br />

Δ. Ξενάκης<br />

ΕΝΟΤΗΤΑ Ι<br />

Οικονομία:<br />

Προβλήματα και Προσαρμογή – Κρίση και Μεταρρύθμιση<br />

Διεθνές οικονομικό περιβάλλον και η θέση της ελληνικής οικονομίας .... 53<br />

Β. Ράπανος<br />

Προβλήματα της ελληνικής οικονομίας και προτάσεις<br />

για την επίλυσή τους ........................................................................................ 77<br />

Μ. Αλμπάνη και Γ. Στουρνάρας<br />

Ανατομία της διεθνούς χρηματοοικονομικής κρίσης με αναφορά<br />

στην ελληνική οικονομία ................................................................................ 93<br />

Θ. Πελαγίδης<br />

Η οικονομική κρίση και η «σύγκρουση ιδεών» ............................................ 111<br />

Π.Γ. Κορλίρας<br />

Ο «μαύρος κύκνος» και η μεταρρύθμιση της διεθνούς<br />

χρηματοπιστωτικής εποπτείας........................................................................ 117<br />

Γ.Β. Αυγερινός<br />

ΕΝΟΤΗΤΑ IΙ<br />

Κλιματική Αλλαγή και Βιώσιμη Ανάπτυξη<br />

Κλιματικές αλλαγές και επιπτώσεις στην οικονομία .................................. 143<br />

Μ. Πετράκης και Γ. Νεοφώτιστος<br />

Πράσινη ανάπτυξη .......................................................................................... 157<br />

Κ. Χατζημπίρος


kef00:kef00 06/03/2009 13:58 Page 8<br />

8 ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΕΙΣ ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ<br />

Από τον αγροτικό χώρο στην ύπαιθρο: νέα δεδομένα και προσεγγίσεις<br />

για την ανάπτυξη.............................................................................................. 177<br />

Ν. Μαραβέγιας<br />

Η ελληνική τουριστική πολιτική μπροστά στις νέες εξελίξεις .................... 191<br />

Δ. Λαγός<br />

ΕΝΟΤΗΤΑ IΙΙ<br />

Δημόσια Σφαίρα, Πολιτικές και Μεταρρυθμίσεις<br />

Αλληλεξάρτηση, ρευστότητα και δημιουργική προσαρμοστικότητα: Η<br />

πρό(σ)κληση της παγκοσμιοποίησης ............................................................ 205<br />

Χ.Κ. Τσούκας<br />

Πολιτική κουλτούρα, νόρμες και το έλλειμμα πραγματισμού .................... 213<br />

Κ. Α. Λάβδας<br />

Ευρωπακή πολιτική συνοχής και εσωτερική αλλαγή στην Ελλάδα .......... 241<br />

Χ. Ι. Παρασκευόπουλος<br />

Το Σύνταγμα ως βασικός ρυθμιστής της διαφθοράς.................................... 259<br />

Μ. Μητσόπουλος<br />

Το αίτημα για ισχυρό κράτος: επιστροφή στην ιεραρχία; .......................... 281<br />

Χ. Κουταλάκης<br />

Δημόσια διαβούλευση, συμμετοχικότητα και διοικητική μεταρρύθμιση .. 293<br />

Σ. Λαδή<br />

Δημόσια πολιτική και «οιονεί αγορές» ........................................................ 307<br />

Χ.Ι. Παρασκευόπουλος<br />

Αντιμετωπίζοντας την κρίση στο ελληνικό Πανεπιστήμιο .......................... 315<br />

Μ. Μητσόπουλος, Θ. Πελαγίδης<br />

Προτάσεις για τη μεταρρύθμιση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης .............. 329<br />

Θ. Λαζαρίδης<br />

«Πρόθυμη εκχώρηση» για μια αβέβαιη επιβίωση; Κοινωνία της γνώσης,<br />

γνωσιοκεντρική οικονομία, εκπαιδευτική πολιτική και μάθηση<br />

βασισμένη στις ικανότητες.............................................................................. 345<br />

Ν.Ε. Παπαδάκης<br />

Τα όρια της ευρωπακής συνδιάθεσης .......................................................... 359<br />

Μ.Ι. Τσινισιζέλης, Κ.Γ. Κούγιας και Δ.Ν. Χρυσοχόου


kef00:kef00 06/03/2009 13:58 Page 9<br />

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 9<br />

ΕΝΟΤΗΤΑ IV<br />

Εξωτερική Πολιτική και Ασφάλεια<br />

Η εξωτερική πολιτική, τα εθνικά θέματα και η διεθνής θέση της Ελλάδας:<br />

Μια κριτική αποτίμηση.................................................................................... 381<br />

Δ. Νεζερίτης<br />

Στρατηγικές αναβάθμισης του ελληνικού παράγοντα στη Μεσόγειο<br />

και τη νότια Ευρώπη........................................................................................ 399<br />

Δ. Κ. Ξενάκης<br />

Μεταρρυθμίζοντας το μηχανισμό εθνικής ασφάλειας ................................ 423<br />

Π.Ι. Τσάκωνας και Θ. Π. Ντόκος<br />

Αντί επιλόγου .................................................................................................. 455<br />

Γ. Παπαντωνίου


kef00:kef00 06/03/2009 13:58 Page 10


kef00:kef00 06/03/2009 13:58 Page 11<br />

Εισαγωγή 1<br />

Δημήτρης Κ. Ξενάκης<br />

Προλεγόμενα<br />

Η έκδοση του παρόντος τόμου βρίσκει τη διεθνή κοινότητα στη σκιά μιας<br />

οικονομικής κρίσης –που όμοια της έχει να βιώσει από την περίοδο του Μεσοπολέμου–<br />

και την Ελλάδα αντιμέτωπη με τις τεράστιες οικονομικές, κοινωνικές<br />

και γεωπολιτικές προκλήσεις που επιφέρει η παγκοσμιοποίηση, κρίσιμες αναπτυξιακές<br />

και παραγωγικές υστερήσεις, σοβαρές ανεπάρκειες στη δημόσια<br />

σφαίρα και σημαντικές αδυναμίες στις εξωτερικές της υποχρεώσεις. Παλαιές<br />

προκλήσεις, όπως η οικοδόμηση μιας ανταγωνιστικής οικονομίας, οι διαρθρωτικές<br />

αλλαγές και ο ανασχεδιασμός του κράτους και των λειτουργιών του, αλλά<br />

και νέες, όπως, η υπέρβαση της κλιμακούμενης οικονομικής κρίσης, η «πράσινη<br />

ανάπτυξη» και ο τρόπος με τον οποίο η Ελλάδα ανταποκρίνεται στις μεταβολές<br />

της παγκοσμιοποίησης και της διεθνούς οργάνωσης, καλούν την ελληνική<br />

προοδευτική σκέψη να αναμετρηθεί μαζί τους καταθέτοντας προτάσεις<br />

πολιτικής αλλαγής. Ανταποκρινόμενος σε αυτήν την πρόσκληση, ο ανά χείρας<br />

τόμος φιλοδοξεί να συμβάλει στην ανανέωση του διαλόγου για την αντιμετώπιση<br />

των κρίσιμων αυτών προκλήσεων, καταδεικνύοντας κατευθύνσεις προο-<br />

1 Ως επιμελητής της έκδοσης θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμά τους εκλεκτούς συναδέλφους<br />

για τα εξαιρετικά κείμενα που συνθέτουν το συλλογικό πόνημα. Ευχαριστώ<br />

ιδιαίτερα τους Σπύρο Τραυλό, Θοδωρή Πελαγίδη και Χαρίδημο Τσούκα για την πολύπλευρη<br />

βοήθεια που μου παρείχαν στην οργάνωση, επιμέλεια και τελική παρουσίαση<br />

του έργου. Ομοίως οφείλω πολλά στις συζητήσεις που είχα με τους Γιάννο Παπαντωνίου,<br />

Γιάννη Μεταξά, Γεώργο Κριμπά, Μιχάλη Τσινισιζέλη και Δημήτρη Χρυσοχόου.<br />

Τέλος, ευχαριστώ τον Στέφανο Βλάχο και τον εκδότη Αλέξανδρο Παπαζήση για την<br />

προσοχή και τη μεθοδικότητα που επέδειξαν στο τεχνικό κομμάτι της έκδοσης.


kef00:kef00 06/03/2009 13:58 Page 12<br />

12 ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΞΕΝΑΚΗΣ<br />

δευτικής διακυβέρνησης σε μια περίοδο εξαιρετικής αβεβαιότητας και ραγδαίων<br />

εξελίξεων παγκόσμιας κλίμακας.<br />

Πάνω από τριάντα χρόνια μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας, ο κύκλος<br />

της μεταπολίτευσης στην Ελλάδα φαίνεται να έχει οριστικά κλείσει. 2 Στην<br />

περίοδο αυτή το ελληνικό πολιτικό σύστημα γνώρισε σημαντικές αλλαγές. 3 Οι<br />

πιέσεις που ασκήθηκαν από τη διαδικασία του εξευρωπασμού, φυσική συνέπεια<br />

της ελληνικής ένταξης στο ευρωπακό ενοποιητικό εγχείρημα, όξυναν τις<br />

πολιτικές αντιπαραθέσεις και διαμόρφωσαν τις προποθέσεις για το εκσυγχρονιστικό<br />

πρόγραμμα, το οποίο συγκρούστηκε με παραδοσιακές πρακτικές<br />

και μεθόδους. 4 Από τα μέσα της δεκαετίας του 1990, η «σύγκλιση» με το κοινοτικό<br />

κεκτημένο και η «ένταξη» στην Οικονομική και Νομισματική Ένωση<br />

(ΟΝΕ) συμβόλισαν την πορεία που έπρεπε να ακολουθηθεί, για να αντιμετωπιστούν<br />

οι προκλήσεις του νέου περιβάλλοντος, υπό συνθήκες αντίστοιχες με<br />

εκείνες που ισχύουν στον ανεπτυγμένο πυρήνα της Ευρωπακής Ένωσης (ΕΕ).<br />

Ωστόσο, μετά τη διεξαγωγή των Ολυμπιακών Αγώνων το 2004, απουσιάζει μια<br />

συγκεκριμένη στοχοθεσία, ένα νέο στίγμα πορείας ή έστω ένα γενικό όραμα,<br />

προκειμένου να επιτευχθεί το επόμενο βήμα, από τον ημιτελή ευρωπακό εκσυγχρονισμό<br />

στον ανταγωνισμό της παγκόσμιας αρένας. Η πολυπόθητη «μεταρρύθμιση»,<br />

η οποία θα μπορούσε να αποτελέσει μια νέα σελίδα θεσμικού εκσυγχρονισμού,<br />

σύγκλισης με τον ανεπτυγμένο πυρήνα της Ευρώπης και ενίσχυσης<br />

της εθνικής ικανότητας ανταπόκρισης στις νέες προκλήσεις, ταλαιπωρή-<br />

2 Όπως παρατηρεί ο Γ. Βούλγαρης από «[τ]ο 1985 αναγγέλλεται το “τέλος της Μεταπολίτευσης”<br />

και, από τότε, η αναγγελία επαναλαμβάνεται τακτικά, διαψεύδοντας τις<br />

προηγούμενες. Και όμως, πράγματι, η “Ελλάδα της Μεταπολίτευσης” έχει τελειώσει<br />

αρκετές φορές από τότε», στο Η Ελλάδα από τη Μεταπολίτευση στην Παγκοσμιοποίηση,<br />

εκδόσεις Πόλις, Αθήνα, 2008.<br />

3 Για το ελληνικό πολιτικό σύστημα βλέπε αναλυτικά στο Γ. Κοντογιώργης κ.α.<br />

(επιμ.), Τριάντα Χρόνια Δημοκρατία: Το Πολιτικό Σύστημα της Τρίτης Ελληνικής Δημοκρατίας<br />

1974-2004, Τόμοι Α & Β, Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης Πανεπιστημίου Κρήτηςεκδόσεις<br />

Κριτική, Αθήνα, 2004.<br />

4 Για τις προκλήσεις που διαμόρφωσαν τη σύγχρονη πολιτική δυναμική της Ελλάδας,<br />

όπως ο βαθμός διείσδυσης της πολιτικής του εκσυγχρονισμού στην ελληνική κοινωνία,<br />

οι αλλαγές στο πολιτικό και κομματικό σύστημα, η διαμόρφωση μιας πολυπολιτισμικής<br />

κοινωνίας, η άμβλυνση των παλαιών πολιτικών ρήξεων και διχασμών, η εξωτερική<br />

πολιτική και οι σχέσεις της Ελλάδας με την ΕΕ, το ασφαλιστικό σύστημα, τα συνταγματικά<br />

δικαιώματα και το σύστημα υγείας, βλέπε αναλυτικότερα στο K. Feather -<br />

stone (επιμ.), Πολιτική στην Ελλάδα: Η Πρόκληση του Εκσυγχρονισμού, μετάφραση εκδόσεις,<br />

Οκτώ, Αθήνα, 2007.


kef00:kef00 06/03/2009 13:58 Page 13<br />

ΕΙΣΑΓΩΓΗ 13<br />

θηκε ιδεολογικά και εννοιολογικά, και τελικά εκφυλίστηκε σε άνευ αποτελέσματος<br />

επιφανειακές αλλαγές. 5<br />

Η πρόοδος που πραγματοποιήθηκε την περασμένη δεκαετία και η συνεχής<br />

σύγκριση με τα δεδομένα στην Ευρώπη και τον υπόλοιπο κόσμο έχουν οδηγήσει<br />

δυναμικά τμήματα της ελληνικής κοινωνίας να αναζητούν τον διαρκή εκσυγχρονισμό<br />

και τις συνακόλουθες μεταρρυθμίσεις, όχι πλέον ως γενική ιδέα<br />

και προβληματική, ούτε ως ένα ακόμη ιδεολογικό σύστημα, αλλά ως ένα συγκροτημένο<br />

πλαίσιο αξιών και εξειδικευμένων προοδευτικών πολιτικών. Το<br />

Κέντρο Ερευνών Προοδευτικής Πολιτικής, από την ίδρυση του το 2006, αποτελεί<br />

πόλο έλξης των ενεργών δυνάμεων της χώρας που μπορούν να συνεισφέρουν<br />

στην παραγωγή προοδευτικών ιδεών και πολιτικών παρέμβασης για την<br />

αντιμετώπιση των προβλημάτων και των προκλήσεων που αντιμετωπίζει η σύγχρονη<br />

Ελλάδα. Μετά την πρώτη μελέτη που εξέδωσε σε επιμέλεια του Χαρίδημου<br />

Τσούκα και τίτλο Για μια Προοδευτική Πολιτική, η ανά χείρας συλλογική<br />

μελέτη συγκεντρώνει τις σκέψεις και τις προτάσεις έγκριτων συγγραφέων με<br />

στόχο τη διαμόρφωση ενός κρίσιμου επιστημονικού υποβάθρου για την αποκρυστάλλωση<br />

των αναγκαίων αλλαγών.<br />

Ως πρόδρομος καίριων πολιτικών επιλογών για την Ελλάδα του αύριο,<br />

εντοπίζονται τα ελλείμματα και αναζητούνται λύσεις για να ανταποκριθεί αποτελεσματικά<br />

η Ελλάδα στις επιταγές του «μεταεθνικού αστερισμού» 6 που συνκαθορίζουν<br />

η παγκοσμιοποίηση και η υπερεθνική συνεργασία. Σήμερα για την<br />

αποτελεσματική διαχείριση του κράτους απαιτείται η υπερεθνική συνεργασία,<br />

καθώς η διαβρωτική επίδραση της παγκοσμοποίησης δε μπορεί να ελεγχθεί σε<br />

εθνικό επίπεδο. Άλλωστε σε διεθνές επίπεδο μπορεί να κριθούν καλύτερα οι<br />

επιδόσεις μιας χώρας και η ανταγωνιστικότητά της, αλλά και η ικανότητα της<br />

να υπερβαίνει εξωγενή εμπόδια και ανατροπές, όπως η σημερινή οικονομική<br />

κρίση. Υπό το πρίσμα αυτό, η βαθύτερη κατανόηση της κατεύθυνσης των κοινωνικο-οικονομικών,<br />

τεχνολογικών και πολιτιστικών αλλαγών, οι οποίες δημιουργούν<br />

νέες εστίες οικονομικής ανάπτυξης, πολιτικής εξουσίας, τεχνολογικής<br />

γνώσης και ικανότητας στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, καταδεικνύει την<br />

ανάγκη η Ελλάδα να προχωρήσει σε νέες κατευθύνσεις. Αποφεύγοντας τη συνήθη<br />

πρακτική των μονοδιάστατων προσεγγίσεων, ήταν απαραίτητη η διεύρυνση<br />

των πεδίων που προσεγγίζονται – από την ελληνική οικονομία και την<br />

παγκόσμια κρίση στις απαραίτητες προσαρμογές και μεταρρυθμίσεις του πα-<br />

5 Βλέπε στο Θ. Πελαγίδης (επιμ.), Η εμπλοκή των Μεταρρυθμίσεων στην Ελλάδα,<br />

εκδόσεις Παπαζήσης, Αθήνα, 2005<br />

6 J. Habermas, Ο Μεταεθνικός Αστερισμός, μετάφραση εκδόσεις Πόλις, Αθήνα, σελ.<br />

69-156.


kef00:kef00 06/03/2009 13:58 Page 14<br />

14 ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΞΕΝΑΚΗΣ<br />

ραγωγικού συστήματος, από την κλιματική αλλαγή στις προποθέσεις της<br />

«πράσινης» ανάπτυξης και στις πολιτικές συνοχής, από τις επιταγές της παγκοσμιοποίησης<br />

στις πολιτικές αλλαγής στη δημόσια σφαίρα και τέλος, από την<br />

αναθεώρηση της εξωτερικής πολιτικής και της εθνικής ασφάλειας στη στρατηγική<br />

αναβάθμιση του ελληνικού παράγοντα στο διεθνές και περιφερειακό περιβάλλον<br />

– ώστε να αποκτήσει η μελέτη το πρίσμα μιας συνολικής παρέμβασης.<br />

Οι προτάσεις πολιτικής που καταγράφονται στον ανά χείρας τόμο δεν είναι εύκολες,<br />

ούτε, σε πολλές περιπτώσεις, ευχάριστες. Αντανακλούν όμως τις ανεπάρκειες<br />

της σύγχρονης Ελλάδας και καταδεικνύουν μερικές από τις προοδευτικές<br />

επιλογές για να ανταποκριθούμε (καλύτερα) στις απαιτήσεις του αύριο,<br />

ως χώρα, ως κοινωνία και ως πολίτες.<br />

Ελληνική οικονομία: προβλήματα και προσαρμογή<br />

Μετά από μια μακρά περίοδο συνεχούς ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας,<br />

η αποτυχία της αγοράς ξεπέρασε τα όρια της στεγαστικής πίστης στις<br />

ΗΠΑ, επεκτεινόμενη στο σύνολο του χρηματοπιστωτικού συστήματος δημιουργώντας<br />

τις συνθήκες μιας γενικευμένης οικονομικής ύφεσης σε παγκόσμια κλίμακα.<br />

Έχοντας εισέλθει πρώτες σε τροχιά ύφεσης, οι κυβερνήσεις των αναπτυγμένων<br />

οικονομιών έχουν ήδη αναλάβει πρωτοβουλίες ισχυρής αντίδρασης,<br />

ενώ οι οικονομίες των ασθενέστερων χωρών, όπως η Ελλάδα, πιέζονται ακόμη<br />

περισσότερο. Αν και το ελληνικό χρηματοπιστωτικό σύστημα δεν φαίνεται ιδιαίτερα<br />

εκτεθειμένο στην παρούσα κρίση, εντούτοις, η ελληνική οικονομία<br />

απειλείται περισσότερο σε σύγκριση με άλλες χώρες λόγω των διαρθρωτικών<br />

προβλημάτων τα οποία τείνουν να επιδεινώνονται. Μακροχρόνιες υστερήσεις,<br />

στις αγορές αγαθών, υπηρεσιών και εργασίας και στην οργάνωση του δημόσιου<br />

τομέα μειώνουν την ικανότητα αντίδρασης, ενώ οι κατασκευαστικές δραστηριότητες<br />

και ο τουρισμός είναι τομείς εξαιρετικά ευπρόσβλητοι στη διεθνή<br />

οικονομική αναταραχή και στην ύφεση. 7<br />

7 Η φυγή ξένων κεφαλαίων από το χρηματιστήριο προκαλείται από το διεθνές<br />

κλίμα κι όχι από κάποια αρνητική επίδοση των ελληνικών επιχειρήσεων, Στον τομέα<br />

των εξαγωγών, εάν η διεθνής κρίση χειροτερέψει, τότε ο ρυθμός αύξησης δεν θα παραμείνει<br />

τόσο υψηλός, παρά την υποτίμηση του ευρώ. Σημαντική επιφύλαξη εδράζεται<br />

στον τομέα των υπηρεσιών. Η εισροή κεφαλαίων για αγορά ακινήτων έχει μειωθεί περίπου<br />

στο μισό, εξαιτίας της στασιμότητας των εισοδημάτων των αλλοδαπών, που τα<br />

προηγούμενα χρόνια προχώρησαν σε εκτεταμένες αγορές στην κτηματαγορά, με αποτέλεσμα<br />

η διάχυση της δαπάνης αυτής να επεκτείνεται στην υπόλοιπη οικονομία και να<br />

ενισχύει την απασχόληση, τα εισοδήματα, την κατανάλωση (και την παραοικονομία).


kef00:kef00 06/03/2009 13:58 Page 15<br />

ΕΙΣΑΓΩΓΗ 15<br />

Οι ραγδαίες διεθνείς εξελίξεις φέρνουν την ελληνική οικονομία αντιμέτωπη<br />

με την επερχόμενη οικονομική ύφεση με ιδιαίτερα αρνητικούς όρους. Το<br />

υψηλό δημόσιο χρέος, η ενεργειακή εξάρτηση, η χαμηλή παραγωγικότητα, το<br />

περιορισμένο τεχνολογικό δυναμικό και η υποχώρηση του ρυθμού ανάπτυξης<br />

αποτελούν στοιχεία που μπορεί να οδηγήσουν σε δυσμενέστερες κοινωνικο-οικονομικές<br />

συνθήκες. Ιδιαίτερα ανησυχητικές είναι οι εξελίξεις στο υπέρογκο<br />

δημόσιο χρέος, το οποίο από 170 δισ. ευρώ στο τέλος του 2003 έφτασε τα 260<br />

δισ. ευρώ το 2008, για την εξυπηρέτηση του οποίου η χώρα δανείζεται κάθε<br />

χρόνο άνω των 40 δις. ευρώ. Από τον Οκτώβριο του 2008, ο δανεισμός γίνεται<br />

πιο δυσβάστακτος λόγω της αύξησης στο επιτόκιο που επιβάλλεται να καταβάλει<br />

η χώρα μας για να βρει αγοραστές για τα ελληνικά ομόλογα, αντανακλώντας<br />

την αυξανόμενη αφερεγγυότητα της χώρας, που πλέον κατατάσσεται στις<br />

χώρες υψηλού κινδύνου χρεοκοπίας. 8 Εκτός από τη δυσκολία που δημιουργεί<br />

στην ενίσχυση της οικονομίας με παροχές και δημόσιες επενδύσεις, σύντομα,<br />

«όταν η κυβέρνηση θα στραφεί ξανά στις αγορές αναζητώντας χρηματοδοτικούς<br />

πόρους για το 2009, που υπολογίζεται να ξεπεράσουν τα 45 δισ. Ευρώ,<br />

τότε θα φανεί ίσως το εφιαλτικό βάθος του προβλήματος». 9<br />

Εξίσου ανησυχητικά φαινόμενα αποτελούν η αύξηση των ελλειμμάτων του<br />

ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, – ο σημαντικότερος δείκτης για τη θέση μιας<br />

χώρας στη διεθνή οικονομία. Όπως εξηγεί ο Βασίλης Ράπανος στην ανάλυση του<br />

για τη θέση της Ελλάδας στο διεθνές οικονομικό περιβάλλον, από το 1981 και<br />

παρά την κατάρρευση των προστατευτικών τειχών, το εμπόριο ως ποσοστό του<br />

ΑΕΠ δεν έχει ουσιαστικά αυξηθεί, οι εξαγωγικές επιδόσεις μειώθηκαν και η εισαγωγική<br />

διείσδυση δεν αυξήθηκε τελικά σημαντικά. Αν στη σημερινή κρίση δεν<br />

είχε υιοθετηθεί το ευρώ, προκειμένου να τονωθούν οι εξαγωγές θα ήταν επιβεβλημένη<br />

η υποτίμηση της δραχμής, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η διάβρωση της<br />

ανταγωνιστικότητας των προόντων και υπηρεσιών έχει εξαλειφθεί. Αντιθέτως,<br />

εκδηλώνεται με άλλους τρόπους και οι συνέπειές της στην πραγματική οικονομία<br />

θα εμφανιστούν υπό την μορφή αύξησης της ανεργίας, μείωσης των εισοδημάτων,<br />

επιβράδυνσης της σύγκλισης με τις άλλες χώρες της ΕΕ και περαιτέρω μεγέθυνσης<br />

του δημόσιου χρέους. Το πρόβλημα της ανταγωνιστικότητας είναι διαρ-<br />

Συγκράτηση στα εισοδήματα από τον τουρισμό πρέπει να αναμένεται, όπως και από τη<br />

ναυτιλία, καθώς τα ναύλα «προσαρμόζονται» στη διεθνή κρίση. Βλέπε αναλυτικά στο<br />

κεφάλαιο του Θοδωρή Πελαγίδη στον παρόντα τόμο.<br />

8 J. Perry & L. Rappaport, «Investors Raise Their Bets on Defaults in EU Countries»,<br />

The Wall Street Journal, 31/10/2008.<br />

9 Γ. Παγουλάτος και Π. Τσακλόγλου, «Οι παροχές είναι για τους ενάρετους», Καθημερινή,<br />

23/11/2008.


kef00:kef00 06/03/2009 13:58 Page 16<br />

16 ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΞΕΝΑΚΗΣ<br />

θρωτικό και γι’ αυτό δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο με μακροοικονομικά εργαλεία,<br />

αλλά με μέτρα πολιτικής στη διάρθρωση και τις κλαδικές επιδόσεις της<br />

οικονομίας. 10 Μικρές ανοιχτές οικονομίες, όπως η ελληνική, εφόσον επιθυμούν<br />

βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη πρέπει να δώσουν έμφαση στην αύξηση των εξαγωγών<br />

τους, βελτιώνοντας παράλληλα το τεχνολογικό και ποιοτικό περιεχόμενό<br />

τους. Χωρίς αναδιαρθρώσεις στον παραγωγικό ιστό και τη δημιουργία ανταγωνιστικών<br />

επιχειρήσεων δεν φαίνεται πιθανό να μπορέσει η ελληνική οικονομία<br />

να βελτιώσει τη διεθνή της θέση. Οι αλλαγές πρέπει να ξεκινήσουν από τις<br />

επιδόσεις του δημόσιου τομέα, όχι μόνο σε θέματα νομοθεσίας, αλλά και βαθύτερα<br />

στον τρόπο λειτουργίας του κράτους, στο πως δαπανώνται οι δημόσιοι πόροι<br />

11 , στη λογική και λειτουργία του φορολογικού συστήματος, στον εκσυγχρονισμό<br />

του εκπαιδευτικού συστήματος και στη λειτουργία της αγοράς εργασίας.<br />

12<br />

Από την πλευρά της ζήτησης, η μεγαλύτερη ίσως πρόκληση που αντιμετωπίζει<br />

η Ελλάδα σήμερα, όπως και πολλές ανεπτυγμένες κοινωνίες και οικονομίες,<br />

είναι το ασφαλιστικό. Όπως εξηγούν στη μελέτη τους η Μαρία Αλμπάνη<br />

και ο Γιάννης Στουρνάρας, η Ελλάδα ανήκει στις χώρες εκείνες όπου το συνταξιοδοτικό<br />

πρόβλημα τίθεται με οξύτητα και προκαλεί ερωτηματικά για τις μακροπρόθεσμες<br />

δημοσιονομικές εξελίξεις. Σύμφωνα με τους συγγραφείς, το<br />

ασφαλιστικό πρόβλημα είναι αποτέλεσμα του αυξημένου προσδόκιμου ζωής,<br />

10 Η Ελλάδα είναι χώρα πλέον υψηλού κατά κεφαλήν ΑΕΠ και σχετικά υψηλού κόστους<br />

εργασίας, εξακολουθεί να παράγει κυρίως προόντα που απαιτούν εργασία χαμηλής<br />

εξειδίκευσης και απλή εκμετάλλευση των φυσικών πόρων, δίνοντας μια «άνιση μάχη»<br />

απέναντι στις ανατρεπτικές εξελίξεις της τεχνολογικής επανάστασης και του απελευθερωμένου<br />

οικονομικού συστήματος. Η εξειδίκευση σε προόντα που για την παραγωγή<br />

τους απαιτείται εργασία χαμηλών δεξιοτήτων ίσως εξηγεί και το γεγονός ότι η ανεργία<br />

των νέων στη χώρα μας είναι πολύ μεγάλη, συγκριτικά με άλλες χώρες της ΕΕ, αλλά και<br />

το ότι έχει απορροφηθεί με επιτυχία μεγάλος αριθμός ανειδίκευτων μεταναστών.<br />

11 Μια ενδιαφέρουσα σχετικά πρόσφατη συλλογική μελέτη αποτελεί το Θ. Πελαγίδης<br />

(επιμ.), Πόροι για την Ανάπτυξη και την Κοινωνική Συνοχή, εκδόσεις Παπαζήσης,<br />

Αθήνα 2007. Τα ερωτήματα αφορούν το που βρίσκονται οι αναξιοποίητοι πόροι, πως<br />

μπορούμε να τους κινητοποιήσουμε, προς τα πού πρέπει και να κατευθύνουμε τους διαθέσιμους<br />

πόρους, εάν πρέπει να επενδύσουμε γενικά στους παραγωγικούς συντελεστές<br />

ή στα συγκριτικά σχετικά μας πλεονεκτήματα, ή μήπως πρέπει να στοχεύσουμε σε<br />

στρατηγικούς τομείς και «εθνικούς πρωταθλητές».<br />

12 Βλέπε αναλυτικά στο Σ. Τραυλός, «Διαρθρωτικές Αλλαγές και Ενίσχυση της<br />

Ανταγωνιστικότητας της Ελληνικής Οικονομίας», σε Γ. Στουρνάρας (επιμ.), Ελλάδα: Η<br />

Ένταξη στην ΟΝΕ και οι προκλήσεις του μέλλοντος, εκδόσεις Καστανιώτης, Αθήνα,<br />

2004, σελ. 137-158.


kef00:kef00 06/03/2009 13:58 Page 17<br />

ΕΙΣΑΓΩΓΗ 17<br />

της μείωσης του ποσοστού γονιμότητας, της επερχόμενης συνταξιοδότησης της<br />

γενιάς των λεγόμενων «baby boomers», των συνεχών παρεμβάσεων στο ασφαλιστικό<br />

σύστημα «κοινωνικού» χαρακτήρα που χαλαρώνουν τα ασφαλιστικά<br />

κίνητρα, και των οργανωτικών δυσλειτουργιών που οδηγούν σε εισφοροδιαφυγή.<br />

Όμως, προβλήματα εντοπίζονται και στην προσφορά αγαθών και υπηρεσιών,<br />

καθώς η Ελλάδα είναι η χώρα με τα μεγαλύτερα εμπόδια εισόδου στον<br />

ανταγωνισμό στις αγορές μεταξύ των ανεπτυγμένων χωρών, τα οποία αντανακλώνται<br />

κυρίως στα σχετικά υψηλά ποσοστά κέρδους των επιχειρήσεων σε βασικούς<br />

κλάδους της οικονομίας. Κλειστά επαγγέλματα, 13 ρυθμίσεις που στρεβλώνουν<br />

τον ανταγωνισμό, χρονοβόρες διαδικασίες έναρξης νέων επιχειρήσεων,<br />

χαμηλό ποσοστό ξένων επενδύσεων, αναποτελεσματικό φορολογικό σύστημα,<br />

συνθέτουν τις κύριες αιτίες της χαμηλής ανταγωνιστικότητας της χώρας<br />

μας και των σχετικά υψηλών τιμών. Από την πλευρά της προσφοράς, η σημαντικότερη<br />

ίσως πρόκληση για την ελληνική οικονομία έγκειται στο γεγονός ότι τα<br />

πεδία της εκπαίδευσης, της έρευνας και της τεχνολογίας παρουσιάζουν εξαιρετικά<br />

χαμηλές επιδόσεις.<br />

Η επιδίωξη ταχύτερων ρυθμών ανάπτυξης στηρίζεται στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας<br />

σε σταθερή βάση. Οι ετήσιες εκθέσεις του Διοικητή της Τράπεζας<br />

της Ελλά δος, η Ευρωπακή Επιτροπή, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ), και<br />

ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) έχουν υποδείξει<br />

επανειλημμένα τις υστερήσεις σε ζητήματα διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων<br />

και έχουν προτείνει –άλλοτε περισσότερο ή λιγότερο λεπτομερείς– αλλαγές και<br />

μεταρρυθμίσεις. 14 Σε όλες τις προτάσεις, η με γάλη πρόκληση συνίσταται στο να<br />

βρεθεί η χρυσή τομή ανάμεσα στην αποτελεσματικότητα και τη συνο χή. Ανάμεσα<br />

13 Σύμφωνα με έρευνα του Κέντρου Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών,<br />

τα περίπου 70 κλειστά επαγγέλματα και αγορές επιβαρύνουν το κόστος των εγχώριων<br />

υπηρεσιών πάνω από 10%, ποσοστό που αντιστοιχεί σε ετήσια επιβάρυνση περίπου<br />

1000 ευρώ για κάθε ελληνικό νοικοκυριό.<br />

14<br />

Ενδεικτικά μόνον ο πλέον πρόσφα τος κατάλογος της Τράπεζας της Ελλάδος, περιλαμβάνει:<br />

τη δημοσιονομική προσαρμογή με την ιεράρχηση και τον αυστηρό έλεγχο<br />

των τρεχουσών δαπανών, τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης και τον περιορισμό της<br />

φοροδιαφυγής, τη μεταρρύθμιση του συστήματος κοινωνικής ασφά λισης για να αντιμετωπισθούν<br />

οι σημερινές και οι προβλεπόμενες πιέσεις λόγω γή ρανσης του πληθυσμού<br />

και για να μη ανατραπεί η δημοσιονομική ισορροπία στο μέλλον, την ενίσχυση του<br />

ανταγωνισμού στις αγορές προόντων, τη μείωση των δυσκαμψιών στις αγορές εργασίας,<br />

την αναβάθμιση του ανθρώπινου κεφαλαίου με την αναδιάρθρωση του<br />

εκπαιδευτι κού συστήματος σε όλες τις βαθμίδες και τη – βελτίωση της αποτελεσματικότητας<br />

της δημόσιας διοίκησης. Τράπεζα της Ελλάδος, Έκθεση του Διοικητή για το έτος<br />

2006, Αθήνα, 2007, σελ. 87-89.


kef00:kef00 06/03/2009 13:58 Page 18<br />

18 ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΞΕΝΑΚΗΣ<br />

στις επιλογές προσαρμογής διακρίνονται πολλοί τρόποι, επιθυμητοί και ανεπιθύμητοι.<br />

Επιθυμητοί είναι από την πλευρά της ζήτησης η αύξηση της ιδιωτικής και<br />

δημόσιας αποταμίευσης και συνεπώς η μείωση της κατανάλωσης, η αύξηση των<br />

εξαγωγών και η μείωση των εισαγωγών, και από την πλευρά της προσφοράς, περισσότερο<br />

ανταγωνιστικά προόντα και υπηρεσίες. Η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας<br />

όμως είναι ένα εξαιρετικά σύνθετο εγχείρημα, καθώς απαιτείται ένα νέο<br />

αναπτυξιακό υπόδειγμα, βασισμένο σε αποτελεσματική και ανταγωνιστική δημόσια<br />

παιδεία, απελευθερωμένες αγορές, επιτελικό κοινωνικό και εποπτικό κράτος,<br />

δίκαιο και διαφανές φορολογικό σύστημα.<br />

Διεθνής οικονομία: κρίση και μεταρρύθμιση<br />

Το 1929, όταν το κραχ της Wall Street συγκλόνιζε τον κόσμο, πολλοί οικονομολόγοι,<br />

μεταξύ άλλων και ο Ξενοφών Ζολώτας, αναρωτιούνταν αν υπήρχε οικονομική<br />

κρίση στην Ελλάδα. Αργότερα, με την εγκατάλειψη του κανόνα χρυσού<br />

από τη Βρετανία το 1932, ο τότε διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Εμμανουήλ<br />

Τσουδερός, δήλωνε ότι η κρίση είχε εισέλθει σε μια νέα, «δυσοίωνη»<br />

φάση. Παρότι οι παρατηρητές της εποχής αντιλαμβάνονταν πως η κρίση του<br />

Μεσοπολέμου αποτελούσε καμπή για την οικονομία και το ρόλο του κράτους,<br />

ο Μάρκ Μαζάουερ, τους διέψευσε, καταδεικνύοντας πώς η οικονομική κρίση<br />

του 1929-1932 δημιούργησε παράλληλα ευκαιρίες για αυτάρκη οικονομική<br />

ανάπτυξη στην Ελλάδα. 15 Αν και η ιστορία σπάνια δεν επαναλαμβάνεται,<br />

ωστόσο, τίθεται το ερώτημα αν η παρούσα κρίση μπορεί να αποτελέσει σημείο<br />

μιας νέας εκκίνησης, μετά τις άλλοτε περισσότερο και άλλοτε λιγότερο επιτυχημένες<br />

προσπάθειες, εκσυγχρονισμού της ελληνικής οικονομίας.<br />

Η σημερινή όμως οικονομική κρίση δεν είναι όμοια με εκείνη του Μεσοπολέμου.<br />

Δεν αναμένεται να είναι τόσο βαθιά και τόσο καταστρεπτική όσο<br />

εκείνη του 1929-1932, διότι το κράτος σήμερα, σε σχέση με το προπολεμικό, είναι<br />

γιγαντιαίο, όπως και οι πόροι που αποσπά από την κοινωνία, ενώ οι γνώσεις<br />

για τον τρόπο χειρισμού της κρίσης είναι μεγαλύτερες και λόγω της ψη-<br />

15 Ως τότε η ελληνική οικονομία ήταν κυρίως προσανατολισμένη στο εξαγωγικό<br />

εμπόριο σταφίδας, καπνού και κάποιων αγροτικών προόντων. Λόγω της κρίσης αναγκάστηκε<br />

να πάψει πλέον να στηρίζεται στις αγροτικές εξαγωγές, τα εμβάσματα και τα<br />

δάνεια και να στραφεί προς μια πολιτική αυτάρκους ανάπτυξης. Η κατάρρευση της<br />

ανοιχτής διεθνούς οικονομίας την έφερε σε θέση μικρότερης οικονομικής εξάρτησης.<br />

Βλέπε στο Μ. Μαζάουερ, Η Ελλάδα και η οικονομική κρίση του Μεσοπολέμου, μετάφραση<br />

εκδόσεις ΜΙΕΤ, Αθήνα, 2002.


kef00:kef00 06/03/2009 13:58 Page 19<br />

ΕΙΣΑΓΩΓΗ 19<br />

φιακής επανάστασης η επικοινωνία μεταξύ των κυβερνήσεων είναι αστραπιαία.<br />

16 Προχωρώντας στη σύγκριση των δύο κρίσεων και των αντιδράσεων για<br />

την αντιμετώπισή της με αναφορά στην ελληνική οικονομία, ο Θοδωρής Πελαγίδης<br />

καταλήγει στο ότι όταν εκδηλώνεται μία οικονομική κρίση σε παγκόσμια<br />

έκταση, όπως η σημερινή, αλλά και βάθους που ίσως να ξεπεράσει αυτή του<br />

1929, για την αντιμετώπισή της χρειάζονται ενέσεις «αξιοπιστίας» και στήριξης<br />

του συστήματος. 17 Η αρχή που έγινε είναι εναρμονισμένη με την ευρωπακή<br />

πρακτική, όμως ο ελληνικός προπολογισμός πρέπει να ενισχύσει τη ζήτηση<br />

για επενδύσεις, με έμφαση τόσο σε σκληρές και ήπιες υποδομές, όσο και στις<br />

εναλλακτικές επενδύσεις της «πράσινης οικονομίας» (βλέπε στην επόμενη ενότητα).<br />

Η συζήτηση για την οικονομική κρίση, τόσο διεθνώς όσο και στην Ελλάδα,<br />

έχει εξελιχθεί σε μία νέα συζήτηση μεταξύ συντηρητικών και προοδευτικών,<br />

φιλελεύθερων και σοσιαλιστών, για το τέλος ή όχι του καπιταλισμού και για τη<br />

σκοπιμότητα και τα όρια της παρέμβασης του κράτους στις απελευθερωμένες<br />

αγορές του πλανήτη, στην οικονομία και στην κοινωνία. Υπάρχει μια κυρίαρχη<br />

μερίδα αναλυτών που υποστηρίζει ότι ενδεχομένως, η οικονομική κρίση πρέπει<br />

να οδηγήσει σε αλλαγή του παγκόσμιου συστήματος προς μια πιο παρεμβατική<br />

κατεύθυνση, σε ένα πιο αυστηρά ρυθμιζόμενο, πιο δίκαιο κοινωνικά και πιο οικολογικά<br />

υπεύθυνο καπιταλιστικό σύστημα. 18 Υπάρχουν όμως και κάποιοι που<br />

υπενθυμίζουν ότι στην ενδιάμεση κρίση της δεκαετίας του 1970, όταν οι δύο<br />

υποτιμήσεις του δολαρίου και η οριστική αποσύνδεσή του από το χρυσό οδήγησαν<br />

σε πλήρη αναταραχή στις ισοτιμίες των νομισμάτων, σε διψήφια νούμερα<br />

πληθωρισμού και ανεργίας και σε τεράστια ανοίγματα στα κρατικά ταμεία για<br />

σχεδόν δέκα χρόνια, ήταν η οικονομία της αγοράς που έδωσε τελικά τη λύση.<br />

Ενώ η συντηρητική διανόηση τηρεί, προς το παρόν, μία σχετική σιωπή, απεναντίας<br />

η αριστερή διανόηση σπεύδει να αναγγείλει (για πολλοστή φορά) την κατάρρευση<br />

του συστήματος της ελεύθερης οικονομίας, θέτοντας ερωτήματα για<br />

το αν θα υπάρξει μια ακόμη ιστορική αλλαγή σκυτάλης ανάμεσα στους ηγεμονικούς<br />

πόλους του καπιταλισμού ή αν βαδίζουμε σταδιακά σε μια «Τρίτη<br />

Εποχή της Παγκοσμιοποίησης» δίχως πόλους; 19<br />

16 Ν. Μουζέλης, «Ο κόσμος μετά την κρίση», Νέες Εποχές-Το Βήμα, 16/11/2008, σελ.<br />

Β20.<br />

17 G. Soros, «How to Capitalise the Banks and Save Finance», Financial Times,<br />

12/10/2008.<br />

18 Ν. Μουζέλης, «Έχουν Μέλλον οι Αγορές; Η Ευκαιρία της Σοσιαλδημοκρατίας»,<br />

Νέες Εποχές-Το Βήμα, 5/10/2008, Β18.<br />

19 Όπως παρατηρεί ο Μίμης Ανδρουλάκης σε πρόσφατο βιβλίο του, «οι «θεολόγοι»


kef00:kef00 06/03/2009 13:58 Page 20<br />

20 ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΞΕΝΑΚΗΣ<br />

Η τρέχουσα κρίση αποτελεί αφορμή για μια κριτική προσέγγιση του θεωρητικού<br />

πλαισίου, εντός του οποίου διαμορφώθηκε το πλέγμα οικονομικής πολιτικής<br />

που οδήγησε στην κρίση. Στο κεφάλαιο για την «σύγκρουση ιδεών» γύρω από την<br />

οικονομική κρίση, ο Παναγιώτης Κορλίρας καταδεικνύει ότι η σημερινή υποχώρηση<br />

του νεοφιλελεύθερου μοντέλου διαχείρισης της οικονομίας επαναφέρει στο<br />

προσκήνιο την αναγκαιότητα μεγαλύτερου παρεμβατικού και ρυθμιστικού ρόλου<br />

του κράτους, και προκαλεί αναφορές σε ένα νεο-κενσιανό θεωρητικό πλαίσιο.<br />

Στο παραδοσιακό δίπολο αγοράς-κράτους, η διαλεκτική σχέση θεωρίας και πολιτικής<br />

σηματοδοτεί μια «σύγκρουση ιδεών», σε αναζήτηση μιας νέας ισορροπίας<br />

στο σύγχρονο παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον. Ένα νέο σύστημα «ιδεών» βρίσκεται<br />

υπό διαμόρφωση, και ενδεχομένως θα έχουμε, κάποια στιγμή, και το νέο<br />

«επιστημονικό παράδειγμα» ως κατευθυντήρια γραμμή, στο πλαίσιο μιας σύγχρονης<br />

πολιτικής οικονομίας.<br />

Η οικονομική κρίση η οποία δεν γνωρίζουμε όχι μόνον πότε θα τελειώσει<br />

αλλά και που θα μας εκβάλλει θέτει επιτακτικά ερωτήματα για τα πραγματικά<br />

αίτιά της, αλλά και για το πως μπορεί να αντιμετωπιστεί. Σε όσους ασχολούνται<br />

με προβλήματα διεθνούς πολιτικής και οικονομίας έχει εμπεδωθεί η αντίληψη<br />

ότι δεν ήταν τα κρατικά «πακέτα διάσωσης» αυτά που οδήγησαν στην<br />

κρίση, αλλά ένας συνδυασμός επισφαλών δανείων (με την ενθάρρυνση του<br />

κράτους), πτώσης τιμών των ακινήτων, έλλειψης ρυθμιστικών ελέγχων, συσσωρευμένων<br />

χρεών, και διεφθαρμένων πρακτικών στο χρηματοοικονομικό τομέα.<br />

Θα ήταν λάθος να πιστέψουμε ότι για τη σημερινή κατάρρευση βασική αιτία<br />

ήταν η παρεμβατικότητα της απελθούσας κυβέρνησης των ΗΠΑ, η οποία μετά<br />

το σκάνδαλο της ENRON σταμάτησε τις προτάσεις για διαφάνεια και έλεγχο<br />

του χρηματοπιστωτικού συστήματος, αλλάζοντας την ατζέντα με τον πόλεμο<br />

του Ιράκ. Η διεφθαρμένη απορρύθμιση ακόμη και των ημι-κρατικών αμερικάνικων<br />

στεγαστικών ταμείων που λειτούργησαν όπως οι ιδιωτικές επενδυτικές<br />

τράπεζες, αποδεικνύουν του λόγου το αληθές. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι οι<br />

λειτουργίες των αγορών πρέπει να αντικατασταθούν με κάτι άλλο. Η ρύθμιση<br />

και οι φονταμενταλιστές των νεοκλασικών και των νεοκενσιανών αντιλήψεων αιφνιδιάζονται<br />

όταν οι μεταβαλλόμενες ανάγκες του καπιταλισμού εν μέσω της κρίσης τον<br />

υποχρεώνουν να «εγκαταλείψει» το ένα κυρίαρχο δόγμα για να υιοθετήσει το αντίθετό<br />

του. Ο πολιτικός και ιδεολογικός κύκλος ξεπερνά τις εναλλαγές των κομμάτων στην<br />

εξουσία και παρακολουθεί τους μεγάλους κύκλους του καπιταλισμού. Τουλάχιστον<br />

στην Αμερική κάθε είκοσι πέντε-τριάντα χρόνια έχουμε αλλαγή σκυτάλης ανάμεσα στη<br />

νεοκλασική και νέο-συντηρητική σχολή σκέψης και στην κενσιανή, προοδευτική ή δεξιά».<br />

Μ. Ανδρουλάκης, Λευκό Κοτσύφι, blue tree, Μαύρο Καράβι: Το κραχ και οι σεισμικές<br />

μετατοπίσεις στον νέο παγκόσμιο καπιταλισμό, εκδόσεις Καστανιώτης, Αθήνα,<br />

2008.


kef00:kef00 06/03/2009 13:58 Page 21<br />

ΕΙΣΑΓΩΓΗ 21<br />

συγκροτεί τις αγορές, οι οποίες είναι εύρυθμες όταν οι συμβαλλόμενοι είναι<br />

προστατευμένοι με αξιόπιστο θεσμικό πλαίσιο αλλά και, κυρίως, καλά πληροφορημένοι.<br />

Αυτό που συμβαίνει σήμερα δείχνει ότι δεν μπορεί να υπάρχουν<br />

αγορές-ζούγκλες 20 χωρίς εκλεπτυσμένες ρυθμίσεις και συμβόλαια, ενώ ταυτόχρονα<br />

αναδεικνύει τις ευθύνες των νομοθετών και των κυβερνήσεων για τη δημιουργία<br />

και εποπτεία πραγματικά λειτουργικών αγορών.<br />

Μέχρι σήμερα το πρόβλημα που εμφανίστηκε στο παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό<br />

σύστημα αποδίδεται στην έλλειψη επαρκών ρυθμίσεων που θα εκλογίκευαν<br />

τη φρενίτιδα στις διεθνείς χρηματαγορές και στην ατροφική πολιτική<br />

διάσταση της παγκοσμιοποίησης. Παρά την αποδυνάμωσή τους, τα έθνη-κράτη<br />

εξακολουθούν να παραμένουν οι σημαντικότεροι δρώντες στο παγκόσμιο σύστημα,<br />

ελέγχοντας τον εθνικό τους χώρο και διαμορφώνοντας σε μεγάλο<br />

βαθμό το νομικό-θεσμικό τους πλαίσιο. Κάποιοι πιστεύουν ότι το κράτος είναι<br />

η απάντηση στη σημερινή κρίση, συγχέοντας την έννοια της πολιτικής παρέμβασης<br />

με ρυθμιστικό πλαίσιο, με τις ατελέσφορες εθνικές πολιτικές. Εξαιτίας<br />

της ασυμμετρίας μεταξύ οικονομικής και πολιτικής παγκοσμιοποίησης, οι εθνικές<br />

κυβερνήσεις διαθέτουν ανεπαρκή εργαλεία, καθώς κάθε φορά που κάποια<br />

ρυθμίζει την αγορά της, το κεφάλαιο μεταναστεύει σε άλλους «αρύθμιστους<br />

παραδείσους». Γι’ αυτόν το λόγο τονίζεται η ανάγκη εγκαθίδρυσης, μιας παγκόσμιας<br />

εποπτικής αρχής που θα προσφέρει ενεργή αρωγή στη ροή πληροφοριών<br />

μεταξύ των εθνικών αρχών και εργαλεία συντονισμένης δράσης για την<br />

αντιμετώπιση των κρίσεων. Όπως εξηγεί στη μελέτη του ο Γιάννης Αυγερινός,<br />

ο πρόσφατος «μαύρος κύκνος» της χρηματοπιστωτικής κρίσης σηματοδοτεί το<br />

τέλος του μοντέλου της απορύθμισης και του κατακερματισμού της εποπτείας.<br />

Καλύτερες και αποτελεσματικότερες ρυθμιστικές και θεσμικές υποδομές πρέπει<br />

να εξασφαλίσουν ότι οι χρηματοπιστωτικές αγορές λειτουργούν με βάση<br />

τον καταμερισμό της αποτελεσματικότητας και του κινδύνου, και όχι ως φορείς<br />

νομιμοποίησης της κερδοσκοπίας και υποτίμησης του κινδύνου, με αποτέλεσμα<br />

την αποσταθεροποίηση των εθνικών οικονομιών. Όπως προτείνει ο συγγραφέας<br />

ένας παγκόσμιος επόπτης θα μπορούσε να αναλάβει κάποιες ή όλες τις<br />

αρμοδιότητες που είναι κατακερματισμένες μεταξύ εθνικών εποπτικών αρχών,<br />

διεθνών οργανισμών και άλλων φορέων παραγωγής διεθνών κανόνων και προ-<br />

20 Όπως αναφέρει ο Τσούκας, «οι αγορές δεν είναι φυσικά, αλλά ανεξαλείπτως<br />

κοινωνικά φαινόμενα: από μόνες τους δεν λειτουργούν πάντοτε ορθολογικά, αφού<br />

αφενός μεν υπάρχει πληροφοριακή ασυμμετρία, αφετέρου δε ανθρώπινες συμπεριφορές<br />

που στομώνουν την ορθολογική κρίση, όπως η απληστία, η ομαδοσκέψη, και η κοπαδική<br />

συμπεριφορά, διαπερνούν ενίοτε τη λειτουργία των οικονομικών δρώντων». Χ.<br />

Κ. Τσούκας, «Dogma über alles! Νεοφιλελεύθερες και παλαιοαριστερές ιδεοληψίες»,<br />

Το Κέρδος, 11/11/2008.


kef00:kef00 06/03/2009 13:58 Page 22<br />

22 ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΞΕΝΑΚΗΣ<br />

τύπων. Αντίστοιχες κινήσεις δημιουργίας ενός υπερεθνικού οργάνου εποπτείας<br />

είναι απαραίτητες και σε ευρωπακό επίπεδο, κυρίως εξαιτίας της σύγχυσης<br />

που επικρατεί στο διαχωρισμό των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών αλλά<br />

και της δημιουργίας της ενιαίας ευρωπακής χρηματοπιστωτικής αγοράς, η<br />

οποία ήδη αποτελεί πραγματικότητα. Σε χώρες, όπως η Ελλάδα, που έχουν παραμείνει<br />

πίσω από τις παραπάνω εξελίξεις και δεν έχουν επιλέξει την ενοποίηση<br />

της χρηματοπιστωτικής εποπτείας, το μοντέλο των δύο ή των τριών εποπτών<br />

δε μπορεί πια να λειτουργήσει αποτελεσματικά. Η καθιέρωση ενιαίας<br />

ρύθμισης και εποπτείας σε εθνικό επίπεδο είναι επιτακτική προπόθεση για<br />

την ομαλότερη μετάβαση στις υπερεθνικές λύσεις.<br />

Κλιματική αλλαγή και βιώσιμη ανάπτυξη<br />

Παρά τις τεράστιες δυνατότητες που διαθέτει πλέον η διεθνής κοινότητα,<br />

εντούτοις, αδυνατεί να αντιμετωπίσει ορθολογικά και δίκαια την πρόκληση της<br />

κλιματικής αλλαγής που απειλεί να στερήσει από την ανθρωπότητα σημαντικούς<br />

πόρους, οδηγώντας στην απερήμωση πολλές περιοχές του πλανήτη και μεγάλο<br />

μέρος της χώρας μας. Οι νέες κλιματολογικές συνθήκες που δημιουργεί<br />

το φαινόμενο του θερμοκηπίου και οι επιπτώσεις του σε όλες τις οικονομίες<br />

και τις κοινωνίες του πλανήτη αποτελούν μια από τις κεντρικές ανησυχίες του<br />

21 ου αιώνα. 21 Αν και το πρόβλημα της κλιματικής αλλαγής και η αντιμετώπιση<br />

του ξεπερνούν τα εθνικά όρια, σε όλες σχεδόν τις ανεπτυγμένες χώρες η οικονομική<br />

μεγέθυνση συνοδεύεται από συστηματική μέριμνα της κοινωνίας για το<br />

περιβάλλον, η οποία εκφράζεται με την εφαρμογή συγκροτημένης περιβαλλοντικής<br />

πολιτικής. Στην περίπτωση της Ελλάδας, η ακολουθία αυτή δεν έχει<br />

ισχύσει. Ενδεικτικά του συνολικού περιβαλλοντικού ελλείμματος είναι ότι ο<br />

ίδιος ο όρος «περιβάλλον» αναγράφεται μόνο μία φορά στο ελληνικό Σύνταγμα,<br />

δεν έχει συσταθεί ακόμη Υπουργείο Περιβάλλοντος ή σχετική ανεξάρτητη<br />

υπηρεσία, ενώ συνεχίζουμε να μην επενδύουμε στις εναλλακτικές μορφές<br />

ενέργειας.<br />

Πέραν της ανεπαρκούς συμβολής της Ελλάδας στην παγκόσμια προσπάθεια<br />

αντιστροφής της περιβαλλοντικής απειλής, είναι εξίσου σημαντικό να<br />

21 Χαρακτηριστικά αναφέρει ο Αλ Γκορ, «[η] ανθρωπότητα κάθεται πάνω σε μια<br />

ωρολογιακή βόμβα, (και)…αυτό που μας περιμένει στην άλλη πλευρά του δρόμου είναι<br />

μια απίστευτη σειρά επικών καταστροφών πέρα από κάθε ανθρώπινη εμπειρία…». Α.<br />

Γκορ, Μια ενοχλητική αλήθεια, μετάφραση εκδόσεις Η Καθημερινή, Αθήνα, 2007.


kef00:kef00 06/03/2009 13:58 Page 23<br />

ΕΙΣΑΓΩΓΗ 23<br />

αναδειχθεί η διασύνδεση της οικονομίας και της ανάπτυξης με το εν λόγω πρόβλημα.<br />

Άλλωστε οι επιπτώσεις των κλιματικών αλλαγών δεν είναι ομοιόμορφες<br />

στο χώρο και το χρόνο – δημιουργούν «κερδισμένους» και «χαμένους», τόσο<br />

σε παγκόσμιο όσο και σε περιφερειακό επίπεδο. Ο Μανώλης Πετράκης και ο<br />

Γιώργος Νεοφώτιστος αναλύουν τις οικονομικές επιπτώσεις των κλιματικών<br />

αλλαγών και στα δύο επίπεδα και αναδεικνύουν διαστάσεις των προβλημάτων<br />

που θα πρέπει ένα σύγχρονο προοδευτικό κράτος να λάβει υπόψη. Τονίζουν<br />

ότι στο πλαίσιο των εξελισσόμενων κλιματικών αλλαγών και για την αντιμετώπιση<br />

των αρνητικών εξωτερικοτήτων, είναι αναγκαίος ένας κρατικός παρεμβατισμός<br />

που δεν θα υπερασπίζεται το κεκτημένο παρελθόν, αλλά θα φροντίζει<br />

κυρίως για ένα βιώσιμο μέλλον, με κοινωνική συνοχή και χωρίς επικίνδυνες<br />

περιθωριοποιήσεις, παρέχοντας υψηλής ποιότητας κοινωνικά αγαθά και προωθώντας<br />

ενέργειες που συμβάλλουν στην οικονομική ευημερία και στην ποιότητα<br />

ζωής. Ωστόσο θα πρέπει να δοθεί προσοχή και στις αρνητικές εξωτερικότητες<br />

που είναι πιθανόν να δημιουργήσει ο κρατικός παρεμβατισμός, καθώς<br />

πολιτικές επιδοτήσεων συγκεκριμένων τεχνολογιών ή κλάδων είναι πολύ πιθανόν<br />

να δημιουργήσουν στρεβλώσεις (π.χ. βιοκαύσιμα). Η ενδεδειγμένη κρατική<br />

στάση και πολιτική δεν πρέπει να είναι η αναζήτηση της «άριστης» λύσης<br />

αλλά η δημιουργία ενός οικονομικού περιβάλλοντος που να υποστηρίζει την<br />

καινοτομία και την επιχειρηματικότητα και που θα προσφέρει ένα «ανοικτό»<br />

και «δίκαιο» χώρο για τον υγιή ανταγωνισμό μεταξύ των προτεινόμενων τεχνολογικών<br />

λύσεων, ώστε να αναδειχθεί η αποτελεσματικότερη, χωρίς τις στρεβλώσεις<br />

που προκαλούν οι επιλεκτικές επιδοτήσεις και οι θεσμικές παρεμβάσεις.<br />

Η περιβαλλοντική κατάσταση της Ελλάδας, παρά την απουσία βαριάς (βιομηχανικής)<br />

ρύπανσης, διεκδικεί μια από τις τελευταίες θέσεις στη σχετική κατάταξη<br />

της ΕΕ, με κυριότερη εξαίρεση την καταλληλότητα των θαλασσών για<br />

κολύμβηση. Συχνά αυτό παραβλέπεται, αφού γενικά το ελληνικό περιβάλλον<br />

μοιάζει να είναι σε καλή κατάσταση, με περιορισμένη ρύπανση και εκτεταμένες<br />

φυσικές περιοχές, γεγονός όμως που οφείλεται σχεδόν αποκλειστικά στην<br />

περιορισμένη βιομηχανία που διαθέτουμε. 22 Η οικονομική μεγέθυνση είναι,<br />

πολλές φορές, αναμενόμενο να συμβαδίζει με αύξηση της επιβάρυνσης στο περιβάλλον.<br />

Οι επιπλέον δραστηριότητες στις μεταφορές, τον τουρισμό κ.λπ. αυξάνουν<br />

μεν το ΑΕΠ, γενικώς όμως υποβαθμίζουν το περιβάλλον. Το εθνικό περιβαλλοντικό<br />

έλλειμμα ωστόσο δε δικαιολογείται από το μέγεθος των παραγω-<br />

22 Βλέπε αναλυτικότερα στο Κ. Χατζημπίρος, «Περιβαλλοντικό Έλλειμμα και Μεταρρυθμιστικό<br />

Αίτημα», στο Χ. Τσούκας (επιμ.) Για μια Προοδευτική Πολιτική, Κέντρο<br />

Ερευνών Προοδευτικής Πολιτικής - εκδόσεις Καστανιώτης, Αθήνα, 2007, σελ. 93-115.


kef00:kef00 06/03/2009 13:58 Page 24<br />

24 ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΞΕΝΑΚΗΣ<br />

γικών δραστηριοτήτων και η ποιότητα του περιβάλλοντος θα μπορούσε να είναι<br />

πολύ ανώτερη χωρίς μεγάλο οικονομικό κόστος, αν ήταν μικρότερο το έλλειμμα<br />

πολιτικής στο πεδίο αυτό. 23 Από την άλλη πλευρά, η αμφισβήτηση της<br />

οικονομικής ανάπτυξης λόγω περιβαλλοντικών προβλημάτων συνοδεύεται από<br />

τη σχετική με την αειφορία, περιβαλλοντική πολιτική, την επονομαζόμενη<br />

«πράσινη ανάπτυξη». Αν και η τελευταία δεν έχει ακόμα αποκτήσει διεθνώς<br />

μια σαφώς καθορισμένη σημασία, όπως εξηγεί ο Κίμων Χατζημπίρος, χαρακτηρίζεται<br />

από κάποιες αναγκαίες και αλληλένδετες προποθέσεις, όπως είναι<br />

η αποσύνδεση της περιβαλλοντικής επιβάρυνσης από την οικονομική μεγέθυνση,<br />

η αξιοποίηση νέων τεχνολογιών, η εξοικονόμηση ενέργειας, η δημιουργία<br />

απασχόλησης και η δημόσια παρέμβαση. Είναι αναγκαίο το «πρασίνισμα»<br />

της ανάπτυξης στην Ελλάδα με την επίτευξη μείωσης στην υπερκατανάλωση<br />

φυσικών πόρων, τον περιορισμό των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου και τη<br />

σταδιακή κυριαρχία των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. 24 Ο συγγραφέας αναλύει<br />

τον στόχο της «μηδενικής περιβαλλοντικής επιβάρυνσης», ο οποίος έστω<br />

και στο πλαίσιο ενός μόνο περιβαλλοντικού τομέα, έχει μεγάλη σημασία. Σε<br />

χώρες με δυνητικά υψηλή ποιότητα περιβάλλοντος, όπως η Ελλάδα, δημιουργούνται<br />

ιδιαίτερα ευνοκές προοπτικές για την ανταγωνιστικότητα σημαντικών<br />

παραγωγικών τομέων, π.χ. του τουρισμού. Η ανάπτυξη με μηδενική περιβαλλοντική<br />

επιβάρυνση είναι βεβαίως ακριβότερη, αλλά το επιπλέον κόστος μειώνεται<br />

με την μαζική παραγωγή των καινοτόμων τεχνικών, αλλά και λόγω του οφέλους<br />

από την αυξημένη ανταγωνιστικότητα. Τέλος, εξετάζονται άλλες όψεις<br />

23 Οπ.π., σελ. 114.<br />

24 Το ζήτημα αυτό συνδέεται πρωτίστως με την προστασία του περιβάλλοντος και<br />

τις προποθέσεις της βιώσιμης ανάπτυξης, αλλά και την ενεργειακή ασφάλεια και την<br />

εξωτερική πολιτική. Oι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας θα μπορούσαν να μειώσουν την<br />

εξάρτηση από τις εισαγωγές, ενώ δεν πρέπει να παραβλέπονται οι πιθανές επιπτώσεις<br />

από τον εντεινόμενο ανταγωνισμό μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας για τον έλεγχο των πηγών<br />

προμήθειας και των οδών μεταφοράς των ενεργειακών πρώτων υλών, στα ενεργειακά<br />

δεδομένα της Ελλάδας. Στο θέμα αυτό προτείνεται να συνεχιστεί η έντονη δραστηριοποίηση<br />

και προς άλλες χώρες πλούσιες σε υδρογονάνθρακες με τις οποίες η εξεύρεση<br />

κοινού παρονομαστή δεν αποτελεί απαγορευτικό στόχο. Σε ημερίδα για την ενέργεια<br />

και την εξωτερική πολιτική του Ινστιτούτου Ενέργειας Νοτιο-Ανατολικής Ευρώπης<br />

(10/11/2008), τονίστηκε η προοπτική απευθείας συνεννόησης-χωρίς μεσολαβητές-με<br />

κράτη που δυνητικά μπορούν να ευνοήσουν το σκοπό της ενεργειακής διαφοροποίησης<br />

της χώρας μας, αλλά και η επιδίωξη μεγαλύτερων εισαγωγών φυσικού αερίου από το<br />

Αζερμπατζάν και υγροποιημένου αερίου από την Αλγερία, μειώνοντας την εξάρτηση<br />

της Ελλάδας από τη Ρωσία, η οποία καλύπτει σήμερα το 77% των ενεργειακών της αναγκών.


kef00:kef00 06/03/2009 13:58 Page 25<br />

ΕΙΣΑΓΩΓΗ 25<br />

της πράσινης ανάπτυξης που αφορούν την γεωργία, την αλιεία, τα δάση, τις<br />

ακτές και τα τοπία της χώρας.<br />

Είναι γεγονός ότι η φύση ήταν μεν ιδιαίτερα γενναιόδωρη με την Ελλάδα,<br />

αλλά, όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται εμείς «πριονίζουμε το κλαδί πάνω στο<br />

οποίο μακαρίως καθόμαστε» 25 . Στη μελέτη του για την έννοια της «υπαίθρου»<br />

ο Ναπολέων Μαραβέγιας καταγράφει τα νέα δεδομένα που αλλάζουν ριζικά<br />

την παραδοσιακή εικόνα και αναδεικνύουν την ανάγκη ενός νέου στρατηγικού<br />

σχεδίου ανάπτυξής της. Η «ύπαιθρος» δεν είναι πλέον γεωργική, αλλά ένας γεωγραφικός<br />

χώρος, όπου συνυπάρχουν φυσικοί πόροι που χρειάζονται προστασία<br />

και πολίτες με συγκεκριμένες ανάγκες και διεκδικήσεις. Στο χώρο αυτό<br />

δεν υπάρχουν «χωρικοί» αλλά αγρότες και παραγωγοί, καθώς και πολλοί μισθωτοί<br />

του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα και βέβαια ελεύθεροι επαγγελματίες<br />

και επιχειρηματίες. Η «αποαγροτοποίηση» προχωρά σε βαθμό που<br />

ακόμη και στις παραδοσιακά αγροτικές χώρες η απασχόληση στη Γεωργία έχει<br />

μειωθεί τόσο που δεν κυριαρχεί πλέον στην ύπαιθρο. Μέσα στις νέες διαφοροποιήσεις<br />

των δεδομένων της αναπτυξιακής διαδικασίας χρειάζεται να αναπτυχθεί<br />

μια νέα στρατηγική με χωρικό-γεωγραφικό χαρακτήρα, η οποία αποσυνδεδεμένη<br />

από τα κλαδικά χαρακτηριστικά της αγροτικής πολιτικής θα αντιμετωπίζει<br />

την ύπαιθρο ως χώρο ανάπτυξης νέων οικονομικών δραστηριοτήτων,<br />

όπως, κατασκευής κατοικίας και τουριστικών υποδομών, τουριστικής δραστηριότητας,<br />

διαχείρισης φυσικού πλούτου και αγροτικής ή/και βιομηχανικής/βιοτεχνικής<br />

δραστηριότητας, δημιουργώντας νέα επαγγέλματα και νέα μεσαία<br />

στρώματα που θα συντηρούν το επίπεδο ανάπτυξης, παρά την υποχώρηση της<br />

παραδοσιακής αγροτικής δραστηριότητας. Δεδομένης της πολυπαραμετρικότητας<br />

του ζητήματος οι παραδοσιακές πολιτικές ανάπτυξης γενικού οριζόντιου<br />

χαρακτήρα σε εθνικό επίπεδο δεν μπορεί να έχουν καμιά ουσιαστική συμβολή.<br />

Δεν αρκεί μόνο να συνεργάζονται τα επιμέρους αρμόδια Υπουργεία, ώστε να<br />

συντονίζονται οι πολιτικές τους στην Ύπαιθρο, πρέπει να υπάρξει μεγάλος<br />

βαθμός αποκέντρωσης στο σχεδιασμό και στην υλοποίηση ολοκληρωμένων<br />

σχεδίων βιώσιμης ανάπτυξης και όχι απλή εφαρμογή αποσπασματικών μέτρων.<br />

Αν και ο τουρισμός έχει υποκαταστήσει τη (βαριά) βιομηχανία ως πυλώνας<br />

της ανάπτυξης και έχει ανάγκη από ποιοτικό περιβάλλον για να γίνει αποδοτικότερος,<br />

ελάχιστες είναι οι περιβαλλοντικές επενδύσεις, όπως για διαχείριση<br />

τοπίου και φύσης ή για αναβάθμιση δημόσιων χώρων. Ο τουρισμός αποτελεί τη<br />

δυναμικότερη και ταχύτερα αναπτυσσόμενη οικονομική δραστηριότητα της<br />

25 Ν. Μαραβέγιας, «Ποιος Φταίει για την υποβάθμιση του Περιβάλλοντος;», Ένθετο<br />

«Ανάπτυξη και Περιβάλλον», Ημερησία, 14/8/2008 2008.


kef00:kef00 06/03/2009 13:58 Page 26<br />

26 ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΞΕΝΑΚΗΣ<br />

χώρας. Μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004, το θέμα που απασχολεί<br />

όλους τους εμπλεκόμενους φορείς είναι οι δυνατότητες και οι περαιτέρω προοπτικές<br />

ανάπτυξής του τουρισμού. Στη μελέτη του Δημήτρη Λαγού αναδεικνύονται<br />

τα χρόνια διαρθρωτικά προβλήματα και οι περιοριστικοί παράγοντες,<br />

στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής τουριστικής βιομηχανίας.<br />

Η τουριστική ανάπτυξη πρέπει να επανεκτιμηθεί σε νέα βάση, με νέα κριτήρια<br />

διαχείρισης, αναβαθμιζόμενη στην εθνική κλίμακα προτεραιοτήτων. Στο<br />

πλαίσιο της ολοκληρωμένης ενδογενούς τουριστικής ανάπτυξης που είναι σκόπιμο<br />

να προωθηθεί με συστηματικότητα, οι στρατηγικοί στόχοι πρέπει να<br />

εστιάσουν στον εμπλουτισμό της τουριστικής προσφοράς, στη διαφοροποίηση<br />

του τουριστικού προόντος, στην προώθηση των ειδικών και εναλλακτικών<br />

μορφών τουρισμού, στην προστασία του περιβάλλοντος, στη βελτίωση της ποιότητας<br />

των τουριστικών υπηρεσιών, στην ενίσχυση της παραγωγικής βάσης της<br />

τοπικής οικονομίας, στην ισόρροπη τουριστική ανάπτυξη και στην εξυπηρέτηση<br />

του στόχου της ανταγωνιστικότητας μέσω της αύξησης της επιχειρηματικότητας.<br />

Οι στόχοι αυτοί πρέπει να εξειδικευθούν και να ιεραρχηθούν, ώστε<br />

να συγκροτήσουν επιμέρους διακριτές πολιτικές εντασσόμενες σε ένα ολοκληρωμένο<br />

μακροχρόνιο πρόγραμμα τουριστικής ανάπτυξης, που θα οριοθετεί το<br />

ρόλο και την έκταση του τουρισμού στη χώρα μας. Η κατάρτιση ενός τέτοιου<br />

προγράμματος ανάπτυξης το οποίο θα είναι ρεαλιστικό, υλοποιήσιμο και εναρμονισμένο<br />

με τους στόχους της ΕΕ θα πρέπει να κινείται στη λογική της αειφόρου<br />

τουριστικής ανάπτυξης, να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις που επιβάλλει<br />

ο διεθνής ανταγωνισμός, να βασίζεται σε μια στρατηγική για όλους τους τομείς<br />

της τουριστικής δραστηριότητας και να διέπεται από την περιφερειακή πολιτική<br />

του κεντρικού κράτους, η οποία ρυθμίζει την παραγωγή και διάθεση της<br />

τουριστικής κατανάλωσης.<br />

Δημόσια σφαίρα, πολιτικές και μεταρρυθμίσεις<br />

Η απελευθέρωση των εμπορικών συναλλαγών, η διευκόλυνση των μετακινήσεων<br />

και η επανάσταση στον τομέα των τηλεπικοινωνιών έχουν φέρει τους<br />

πολίτες της υφηλίου πιο κοντά. Δεδομένων των επιπτώσεων ντόμινο της κρίσης<br />

του χρηματοπιστωτικού τομέα και της αγοράς, που δεν γνωρίζουν πλέον σύνορα,<br />

αναμφισβήτητα η παγκοσμιοποίηση αποτελεί, πλέον, μια «βιωμένη<br />

εμπειρία» – γεγονός που σύμφωνα με τον Χαρίδημο Τσούκα την καθιστά ποιοτικά<br />

διαφορετική από προηγούμενες διαδικασίες διεθνοποίησης του παγκόσμιου<br />

οικονομικού συστήματος. Ποτέ οι οικονομίες δεν ήταν τόσο στενά διασυνδεδεμένες<br />

όσο σήμερα και ποτέ άλλοτε η ανθρωπότητα δεν ήταν τόσο αλληλεξαρτώμενη,<br />

ούτε είχε τέτοια επίγνωση της αλληλεξάρτησής της. Ποτέ άλ-


kef00:kef00 06/03/2009 13:58 Page 27<br />

ΕΙΣΑΓΩΓΗ 27<br />

λοτε στην ιστορία της ανθρωπότητας δεν είχαμε μια τέτοια συμπύκνωση του<br />

χρόνου και του χώρου. Η πρό(σ)κληση της παγκοσμιοποίησης είναι πρωτίστως<br />

πολιτισμική, καθώς οι εθνικές ταυτότητες τείνουν να υβριδοποιούνται και να<br />

καθορίζονται όλο και περισσότερο «διαλογικά». Σε συνθήκες παγκοσμιοποίησης<br />

συνειδητοποιούμε ότι η διευρυνόμενη και αναστοχαστική εμπειρία είναι ο<br />

αποφασιστικότερος παράγοντας για τη συγκρότηση της εθνικής συλλογικότητας.<br />

Σε έναν ολοένα και πιο αλληλεξαρτώμενο κόσμο κανείς δεν έχει πλεονέκτημα<br />

για πάντα, κανείς δεν μπορεί να εφησυχάζει, κανείς δεν πρέπει να θεωρεί<br />

την ταυτότητά του δεδομένη. Η δημιουργική προσαρμοστικότητα των θεσμών,<br />

δηλαδή να αποδέχονται και να δημιουργούν την αλλαγή καθώς και να<br />

ενσωματώνουν την αναθεωρησιμότητα προσφιλών ιδεών και συνηθειών σε όλα<br />

τα επίπεδα, αποτελούν το μοναδικό ασφαλή οδηγό στο λαβύρινθο της παγκοσμιοποίησης.<br />

Πρέπει να τονιστεί ότι η διεθνής κατάταξη της Ελλάδας αντιμετωπίζει δυσκολίες,<br />

τόσο λόγω της γεωγραφικής θέσης, όσο και λόγω κάποιων στερεοτυπικών<br />

προσδιορισμών οι οποίοι γεννούν διλήμματα σχετικά με τη σύγχρονη<br />

ταυτότητά της. Ο χαρακτηρισμός της Ελλάδας ως βαλκανική χώρα δημιουργεί<br />

κινδύνους εξίσωσης με κράτη που χαρακτηρίζονται από πολιτική αστάθεια,<br />

εσωστρέφεια και τραχύτητα στις εξωτερικές τους διαδράσεις. 26 Από την άλλη<br />

πλευρά, το ελληνοτουρκικό δίπολο και η προβολή του μεσογειακού χαρακτήρα<br />

της εμφανίζει αβέβαιη έκβαση, στο βαθμό που ο συσχετισμός με την ανεπτυγμένη<br />

Νότια Ευρώπη και όχι με τον υπανάπτυκτο Μεσογειακό Νότο, δεν μπορεί<br />

να διασφαλιστεί (υπενθυμίζεται ο πολλές φορές «τριτοκοσμικός» φιλοαραβισμός<br />

που έχει επιδείξει). Ταυτόχρονα, η νεοελληνική συνείδηση μοιάζει ακόμη<br />

να αμφιταλαντεύεται «μεταξύ Ανατολής και Δύσης, Διόνυσου και Απόλλωνα,<br />

μεσογειακού κλασικισμού και βυζαντινίζουσας Ορθοδοξίας, ή σε ένα πιο απτό<br />

και ιστορικά νωπό σχήμα μεταξύ Ευρώπης και Βαλκανίων». 27 Το γνωστό δίπολο<br />

«Έλληνας-Ρωμιός» και οι διάφορες παραλλαγές που συνδέονται άμεσα<br />

μαζί του (π.χ. Δύση-Ανατολή, Ευρώπη-Βαλκάνια κ.λπ.) έχουν επηρεάσει σημαντικά<br />

τη λειτουργία της σύγχρονης ελληνικής κοινωνίας και του πολιτικού της<br />

συστήματος. Ιδιαίτερο ρόλο διαδραμάτισε το δίπολο μεταρρυθμιστικής-παρω-<br />

26 Διάφοροι αναλυτές θεωρούσαν ότι η δεκαετία του 1990 θα σημάνει, για την Ελλάδα<br />

κατά πάσα πιθανότητα, την εκ νέου ανακάλυψη της ταυτότητάς της ως βαλκανικής<br />

χώρας και τη διαδικασία της μεγαλύτερης αποστασιοποίησής της από τη Βόρεια Ευρώπη.<br />

Βλέπε π.χ. J. Pettifer, The Greeks - Land and People Since the War, 1933, μετάφραση<br />

εκδόσεις Μαραθιάς, Αθήνα 1995.<br />

27 Δημήτρης Τζιόβας, «Πώς διαμορφώνεται η διεθνής εικόνα της χώρας», Το Βήμα-<br />

Νέες Εποχές, 04/04/1999.


kef00:kef00 06/03/2009 13:58 Page 28<br />

28 ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΞΕΝΑΚΗΣ<br />

χημένης πολιτιστικής κουλτούρας και του υπόβαθρου που το στηρίζει, δηλαδή<br />

«την αντιδιαστολή της πολιτιστικής παράδοσης που έχει τις ρίζες της στην Αναγέννηση,<br />

τη Μεταρρύθμιση και την Αντιμεταρρύθμιση, την Επιστημονική Επανάσταση<br />

και τον Διαφωτισμό με εκείνη που εδράζεται στις ιστορικές εμπειρίες<br />

του Βυζαντίου, της Ορθοδοξίας, της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και της<br />

Τουρκοκρατίας» 28 . Η έλλειψη ουσιαστικής πρόσδεσης σε ένα συγκεκριμένο<br />

όχημα σκέψης, με εξαίρεση την περίοδο του εξευρωπασμού/εκσυγχρονισμού<br />

και της σύγκλισης (1996-2003), δυσχεραίνει την υιοθέτηση μιας «ταυτότητας»<br />

στο εσωτερικό και την αποτελεσματική προβολή της στο εξωτερικό.<br />

Πολύ συχνά στον δημόσιο διάλογο, από τις υποθέσεις για τις πολιτισμικές<br />

επιπτώσεις της Οθωμανικής κυριαρχίας μέχρι τη συζήτηση για τον πολιτικό<br />

ρόλο της σύγχρονης διαφθοράς, η περίπτωση της Ελλάδας παρουσιάζεται ως<br />

ιδιαίτερη. Κάποιοι ερευνητές προσεγγίζουν την Ελλάδα ως «ένα έθνος τοποθετημένο<br />

για πάντα στη τομή μεταξύ Ανατολής-Δύσης και ιδεολογικά κατασκευασμένο<br />

από την αποικιοκρατική Ευρώπη χωρίς να έχει, ποτέ αποικιοποιηθεί,<br />

με τη στενή έννοια του όρου. Έτσι, αυτό που εκλαμβάνεται ως αποτυχία του<br />

εκσυγχρονισμού, αντανακλά την αδυναμία της χώρας να συν-πορευτεί με το<br />

πολιτισμικό πρότυπο που έχει διαμορφώσει, καθώς, «[η] σύγχρονη Ελλάδα βαρύνεται,<br />

ιδιαίτερα από τις συμβολικές απαιτήσεις του μετα-διαφωτιστικού πολιτισμού,<br />

ακόμα και πέραν του υποτιθέμενου τεχνοοικονομικού μειονεκτήματός<br />

της […]. Προτού ακόμα υπάρξει ως έθνος, η Ελλάδα θεωρήθηκε ως η έκφραση<br />

του πολιτισμού σε μια προκαθορισμένη σύγκρουση με την [οθωμανική]<br />

βαρβαρότητα». 29 Στο παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον, όπου τα εργαλεία και<br />

οι κατηγορίες ανάλυσης του παρελθόντος αποτελούν περισσότερο ανάχωμα<br />

κάθε προσπάθειας πολιτικού και κοινωνικού εκσυγχρονισμού παρά συγκριτικό<br />

πλεονέκτημα για την Ελλάδα, η (αυτό)κριτική σκέψη μπορεί να συμβάλει<br />

στη διαμόρφωση μιας πραγματικά ανοιχτής και πλουραλιστικής ταυτότητας.<br />

Μέχρι σήμερα, οι απόπειρες επιστημονικής ανάλυσης της πολιτικής κουλτούρας<br />

στην Ελλάδα έχουν αντλήσει ερωτήματα, τόσο από τον πυρήνα της πολιτικής<br />

επιστήμης, όσο και από τα δημόσια ερεθίσματα, παρότι οι ειδικές<br />

εμπειρικές έρευνες που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν είναι ελάχιστες. Στη<br />

μελέτη του ο Κώστας Λάβδας εστιάζει σε δυο διαφορετικές πηγές ερεθισμάτων<br />

που συμβάλλουν στην μετεξέλιξη της πολιτικής κουλτούρας στην Ελλάδα:<br />

τις βασικές ευρωπακές παραμέτρους και ορισμένα διλήμματα που τίθενται<br />

28 Ν. Διαμαντούρος, Πολιτισμικός Δυσμός και Πολιτική Αλλαγή στην Ελλάδα της<br />

Μεταπολίτευσης, εκδόσεις Αλεξάνδρεια, Αθήνα, 1994.<br />

29 Σ. Γουργουρής, Έθνος-όνειρο- Διαφωτισμός και θέσμιση της σύγχρονης Ελλάδας,<br />

εκδόσεις Κριτική, Αθήνα, 2007, σελ. 105.


kef00:kef00 06/03/2009 13:58 Page 29<br />

ΕΙΣΑΓΩΓΗ 29<br />

στους θεσμούς πολιτικής διαμεσολάβησης. Στρεφόμενος στην ανάλυση παραγόντων<br />

βαθύτερης αιτιότητας, διερευνά τις παραμέτρους που επηρεάζουν, διαμορφώνουν<br />

και εξελίσσουν σε ένα βαθύτερο επίπεδο τις πολιτικές και κοινωνικές<br />

νόρμες και εξετάζει μέσα από διαφορετικά επίπεδα αιτιότητας, συνθηκών<br />

και κατάδειξης το βασικό, ίσως, πρόβλημα της σύγχρονης πολιτικής κουλτούρας<br />

στην Ελλάδα: το έλλειμμα σε νόρμες κοινωνικής αυτοσυγκράτησης, εμπιστοσύνης<br />

στους θεσμούς και σε πρακτικές «διάχυτης αμοιβαιότητας», έλλειμμα<br />

τα οποία καταγράφονται στις καθημερινές διαστάσεις της πολιτικής διαδικασίας<br />

και των δημόσιων πολιτικών. Αν και η συμμετοχή στην ευρωπακή ενοποιητική<br />

διαδικασία αποτέλεσε το θετικότερο βήμα του ελληνικού πολιτικού συστήματος<br />

κατά τις τελευταίες δεκαετίες, ωστόσο, οι διαδικασίες εξευρωπασμού<br />

δεν κατόρθωσαν μέχρι σήμερα να διασπάσουν προηγούμενους κανονιστικούς<br />

πυρήνες και να προβάλλουν με επιτυχία νέες πολιτικές και ηθικές νόρμες.<br />

Παραμένει, βεβαίως, η καταλυτική επίδραση των κάθε είδους διαστάσεων<br />

της ΟΝΕ και η συνακόλουθη μετεξέλιξη των όρων της πολιτικής και κοινωνικής<br />

αναπαραγωγής. Επιφυλακτικό απέναντι στους θεσμούς και τη λειτουργία<br />

τους, εμποτισμένο με μια μετά-ριζοσπαστική και νέο-λακιστική πολιτική και<br />

πολιτισμική ιδεολογία, το τυπικό υποκείμενο της σημερινής ελληνικής πολιτικής<br />

κουλτούρας εντάσσεται, εντούτοις, στον πυρήνα της ύστερης νεωτερικότητας<br />

χάρη σε μια παράμετρο που κατεξοχήν το κάνει να δυσφορεί: την εξευρωπασμένη<br />

και –παρά τα προβλήματα της– εντυπωσιακά διεθνοποιημένη οικονομία.<br />

Η ένταξη της Ελλάδας στο ευρωπακό ενοποιητικό εγχείρημα σήμανε την<br />

έναρξη μιας μακράς διαδικασίας μετάλλαξης και προσαρμογής, ιδιαίτερα των<br />

δημόσιων πολιτικών και των πολιτικών συνοχής που εκτέθηκαν εντονότερα<br />

στις πιέσεις του εξευρωπασμού. Το γεγονός αυτό είχε σοβαρές επιπτώσεις,<br />

τόσο στην θεσμική υποδομή, όσο και στις δομές διαμόρφωσης πολιτικής, θέτοντας<br />

υπό αμφισβήτηση ιδιαίτερα την παραδοσιακά συγκεντρωτική διοικητική<br />

δομή της χώρας. Παρότι η διαδικασία εξευρωπασμού παίζει καίριο ρόλο στο<br />

μετασχηματισμό των συστημάτων εσωτερικής διακυβέρνησης γενικότερα και<br />

των δομών διαμόρφωσης δημόσιας πολιτικής ειδικότερα, οι εσωτερικοί θεσμοί<br />

παραμένουν σημαντικοί παράγοντες μεταξύ του εξευρωπασμού και της αλλαγής<br />

εσωτερικής πολιτικής. 30 Σ’ αυτό το πλαίσιο, ο Χρήστος Παρασκεύοπουλος<br />

εξετάζει την εξέλιξη των θεσμικών δομών, καθώς και του πλαισίου διαμόρφωσης<br />

πολιτικής στην περιφερειακή/διαρθρωτική πολιτική στην Ελλάδα ως αποτέλεσμα<br />

της διαδικασίας εσωτερικών αλλαγών που έχουν αναδειχθεί από τον<br />

30 M. Green Cowles, J. Caporaso and T. Risse (επιμ.), Transforming Europe:<br />

Europeanization and Domestic Change, Cornell University Press, Ithaca NY, 2001.


kef00:kef00 06/03/2009 13:58 Page 30<br />

30 ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΞΕΝΑΚΗΣ<br />

εξευρωπασμό. Εξετάζοντας κριτικά τις αλλαγές που σημειώθηκαν στη διαμόρφωση<br />

πολιτικής περιφερειακής ανάπτυξης στην πρώτη, τη δεύτερη και την<br />

τρίτη περίοδο του Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης (ΚΠΣ), επικεντρώνεται στις<br />

επιπτώσεις της αποκαλούμενης «Λισαβονοποίησης» της πολιτικής Συνοχής<br />

κατά την τέταρτη περίοδο ως προς τις διαδικασίες σχεδιασμού του Εθνικού<br />

Στρατηγικού Πλαισίου Αναφοράς και τον αναπροσανατολισμό στα τομεακά<br />

και περιφερειακά επιχειρησιακά προγράμματα. Η «Λισαβονοποίηση» επέφερε<br />

σημαντικές αλλαγές ως προς τις διαδικασίες προγραμματισμού για την<br />

κατάρτιση του ΕΣΠΑ 2007-2013, οι οποίες αντανακλώνται κυρίως στα τομεακά<br />

επιχειρησιακά προγράμματα και στην αναδιάρθρωση του περιφερειακού σκέλους.<br />

Μ’ αυτή την έννοια, η σχετική μείωση των πόρων εξαιτίας της διεύρυνσης<br />

δεν αποτελεί την κύρια επίπτωση. Αντίθετα, η διαδικασία οικοδόμησης θεσμών,<br />

η κρίσιμη παράμετρος για το σχεδιασμό και την εφαρμογή της πολιτικής<br />

συνοχής στην Ελλάδα στα προηγούμενα ΚΠΣ, αναμένεται να αποτελέσει την<br />

κρίσιμη πρόκληση και για την τρέχουσα περίοδο.<br />

Ενώ η ανάπτυξη των υποδομών αναμφίβολα αποτελεί επιτυχία της διαδικασίας<br />

εκσυγχρονισμού, η διαδικασία της οικοδόμησης θεσμών και η σημαντική<br />

μεταρρύθμιση των δομών της δημόσιας πολιτικής αποδείχθηκε πολύ δυσχερέστερη.<br />

Όπως υποστηρίζει ο συγγραφέας, παρά τις σοβαρές προσπάθειες καταπολέμησης<br />

πελατειακών πρακτικών και οικοδόμησης εμπιστοσύνης στους πολιτικούς<br />

θεσμούς, ο κρατισμός ή, πιο συγκεκριμένα, η συγκεντρωτική και ταυτόχρονα<br />

αδύναμη διοικητική δομή μαζί με την επικυριαρχία των πολιτικών πελατειακών<br />

σχέσεων εξακολουθούν να παραμένουν τα κύρια χαρακτηριστικά<br />

της θεσμικής υποδομής στη διαμόρφωση δημόσιας πολιτικής στην Ελλάδα. Η<br />

περιορισμένη επιτυχία στην οικοδόμηση θεσμών και στη μεταρρύθμιση των δομών<br />

διαμόρφωσης δημόσιας πολιτικής μπορεί σαφώς να ερμηνευτεί από το<br />

«βάρος» των βαθιά ριζωμένων προτύπων συμπεριφοράς και πρακτικών που<br />

έχουν κληροδοτήσει οι παρελθούσες δεκαετίες κρατισμού, πελατειακών σχέσεων<br />

και λακισμού με τις οποίες συγκρούστηκε η διαδικασία του εκσυγχρονισμού.<br />

Αποτελεί γενικότερη διαπίστωση ότι ο περιορισμός των υστερήσεων και<br />

των ελλειμμάτων απαιτεί διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, με χαρακτηριστικό<br />

παράδειγμα την αναδιάρθρωση του διοικητικού συστήματος της χώρας, όπου ο<br />

κατακερματισμός των δήμων, ο πολλαπλασιασμός των νομαρχιών και των περιφερειών<br />

ευνοεί τις πελατειακές σχέσεις και τη διαφθορά. Υπό το βάρος των<br />

χρόνιων και οξυμένων προβλημάτων οι δημόσιες υπηρεσίες (Κεντρική και Περιφερειακή<br />

Διοίκηση, Νομαρχιακή και Τοπική Αυτοδιοίκηση, Υγεία, Παιδεία<br />

κ.λπ.) αδυνατούν να παίξουν ουσιαστικό ρόλο στην ανάπτυξη της οικονομίας,<br />

αλλά και να ικανοποιήσουν με τη λειτουργία τους τις ανάγκες των πολιτών. Ο<br />

συγκεντρωτισμός, οι πελατειακές σχέσεις, οι παρεμβάσεις της εκτελεστικής


kef00:kef00 06/03/2009 13:58 Page 31<br />

ΕΙΣΑΓΩΓΗ 31<br />

εξουσίας και η έλλειψη υποδομών επιδρούν αρνητικά στη λειτουργία τους. Στο<br />

ζήτημα της ποιότητας των οργάνων της δημόσιας διοίκησης, προτεραιότητες<br />

αποτελούν, αφενός η διαμόρφωση ενός σταθερού θεσμικού πλαισίου οργάνωσης<br />

και λειτουργίας της δημόσιας διοίκησης πέρα από την πολυνομία και τη<br />

δαιδαλώδη οργάνωση, 31 και αφετέρου, η αξιοκρατική και επαρκής στελέχωση<br />

των ηγετικών βαθμίδων της. Στο ζήτημα της διαφθοράς σημαντικό ρόλο διαδραματίζει<br />

το ελληνικό Σύνταγμα, στο οποίο προκύπτει μια ασυνήθιστα μεγάλη,<br />

συγκριτικά με άλλες χώρες, ταύτιση της νομοθετικής και εκτελεστικής<br />

εξουσίας. Οι κυβερνήσεις που προκύπτουν με τις επιταγές αυτού του Συντάγματος,<br />

όπως παρατηρεί ο Μιχάλης Μητσόπουλος, –ανταποκρινόμενες ορθολογικά<br />

στο πλέγμα κινήτρων-αντικινήτρων που δημιουργεί η διασταύρωση της<br />

νομοθετικής και εκτελεστικής εξουσίας– είναι ορθολογικά αυταρχικές και<br />

επιρρεπείς στη διαφθορά. Τα χαρακτηριστικά ενός Συντάγματος που ενθαρρύνει<br />

τη λήψη αποφάσεων χωρίς επαρκή στάθμιση των προτιμήσεων της πλειοψηφίας<br />

αυξάνουν τα κίνητρα αναζήτησης εξωθεσμικής διακριτής μεταχείρισης<br />

και την ίδια στιγμή οδηγούν στην αδυναμία του πολιτικού συστήματος να αποτρέψει<br />

και να καταστείλει τη διαφθορά. Ο σχεδιασμός ενός συστήματος που θα<br />

μπορεί ταυτόχρονα να προκρίνει τις επιλογές της πλειοψηφίας, να προστατεύει<br />

επαρκώς τις μειοψηφίες και τελικά να είναι σε θέση να κυβερνήσει απαιτεί μια<br />

αναθεώρηση με στόχο να εισαχθούν ικανές «ισορροπίες και αντίβαρα» και χωριστές<br />

εντολές για την εκτελεστική και νομοθετική εξουσία. Η ισχύς της εκτελεστικής<br />

εξουσίας θα πρέπει να εξασφαλίζεται από την υιοθέτηση ενός εκλογικού<br />

μηχανισμού που προκρίνει πάντα ένα νικητή στις εκλογές, ενώ η εκπροσώπηση<br />

των μειοψηφιών θα εξασφαλίζεται μέσω της αναλογικής σύνθεσης του<br />

νομοθετικού σώματος. Το σύστημα αυτό για να καταστεί αποτελεσματικό θα<br />

πρέπει να εξασφαλίζει και τη λήψη αποφάσεων στην παραγωγή νομοθετικού<br />

έργου, η οποία λόγω της αναλογικότητας της εκπροσώπησης των διάφορων<br />

κομμάτων θα είναι περισσότερο επιρρεπής σε εκβιασμούς από μικρές μειοψηφίες.<br />

Η αντιμετώπιση του προβλήματος αυτού είναι προπόθεση για να εξασφαλιστεί<br />

η ικανότητα του συστήματος να κυβερνά. 32<br />

31 Α. Μακρυδημήτρης, «Προτάσεις για την ανόρθωση των θεσμών», Βήμα Ιδεών, Τ.<br />

19, Νοέμβριος 2008, σελ. 19, και αναλυτικότερα στο Π. Καρκατσούλης, Το Κράτος σε<br />

Μετάβαση. Από τη «διοικητική μεταρρύθμιση» και το «νέο δημόσιο μάνατζμέντ» στη<br />

«διακυβέρνηση», εκδόσεις Ι. Σιδέρης, Αθήνα, 2004.<br />

32 Ο σχεδιασμός του νέου συντάγματος πρέπει σε κάθε περίπτωση να αντικαθιστά<br />

την απαίτηση της κυβέρνησης να αποκτά τη ψήφο εμπιστοσύνης της βουλής με την ικανότητα<br />

του νομοθετικού σώματος να αποπέμπει, με πλειοψηφία τουλάχιστον 2/3, μέλη<br />

της εκτελεστικής εξουσίας και να εισάγει την ικανότητα της εκτελεστικής εξουσίας να<br />

αναπέμπει νομοσχέδια. Στην περίπτωση αυτή είναι σημαντικό το νομοθετικό σώμα να


kef00:kef00 06/03/2009 13:58 Page 32<br />

32 ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΞΕΝΑΚΗΣ<br />

Εκτός από τις συνταγματικές τους ρίζες, οι διαχρονικές αιτίες της διαφθοράς<br />

του κομματικού-πελατειακού συστήματος που διατηρεί ζωντανή την οθωμανική<br />

παράδοση στο νεοελληνικό βίο σχετίζονται, μεταξύ άλλων, με το οικονομικό<br />

κόστος της εκλογής, για κόμματα και υποψηφίους, την υποταγή στις<br />

σκοπιμότητες της επανεκλογής και την έλλειψη επαρκών εγγυήσεων αξιολόγησης,<br />

ελέγχου και λογοδοσίας. 33 Είναι επιτακτική ανάγκη να βρεθούν λύσεις<br />

που μπορούν να οδηγήσουν σε καλύτερη διακυβέρνηση, μειωμένες πολιτικές<br />

εξαρτήσεις, και ταυτόχρονα ένα Κοινοβούλιο με ουσιαστικό ελεγκτικό ρόλο.<br />

Στις παραπάνω προτάσεις προστίθεται και η συστηματική αξιολόγηση της κυβερνητικής<br />

αποτελεσματικότητας βάσει συγκεκριμένων δεικτών από ανεξάρτητη<br />

εθνική στατιστική υπηρεσία και τέλος, όπως έχει προταθεί, γερμανικό<br />

εκλογικό σύστημα, που περιορίζει αντικειμενικά τις δαπάνες και τις πελατειακές<br />

σχέσεις, με μικρές μονοεδρικές περιφέρειες και εκτεταμένη λίστα επικρατείας.<br />

34<br />

Καθώς η κλιμακούμενη χρηματοπιστωτική κρίση μετατρέπεται σε οικονομική,<br />

η ενδυνάμωση της ρυθμιστικής ικανότητας του κράτους εμφανίζεται ως το<br />

κυρίαρχο αίτημα της κοινωνίας, με ορατό πλέον τον κίνδυνο για την αναβίωση<br />

κρατικιστικών λογικών. Στο σύγχρονο παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον απαιτείται<br />

η δημιουργία σταθερών σχέσεων συνεργασίας του κράτους με μη κρατικούς<br />

φορείς που διαθέτουν τους απαραίτητους πόρους για την αποτελεσματική<br />

ρύθμιση των δημόσιων προβλημάτων. Άλλωστε το κράτος μεταβιβάζει σημαντικές<br />

ρυθμιστικές λειτουργίες σε μη κρατικούς φορείς όχι ως ιδεολογική επιλογή,<br />

αλλά ως στρατηγική ενδυνάμωσης της ρυθμιστικής του ικανότητας, ιδιαίτερα<br />

σε τομείς πολιτικής που χαρακτηρίζονται από πολυπλοκότητα και αβεβαιότητα.<br />

Η λειτουργία αυτή απαιτεί διαφορετικά ποιοτικά χαρακτηριστικά, αλλά<br />

προσδίδει στο κράτος μια ιδιαίτερη μορφή ισχύος, δίνοντας του τη δυνατότητα<br />

να διεισδύσει στην κοινωνία, να επεξεργαστεί συναινετικές λύσεις σε συγκρουσιακά<br />

προβλήματα και να προωθήσει θεσμούς συνεργασίας και εμπιστοσύνης<br />

στις σχέσεις του με την κοινωνία. Οι «μη ιεραρχικές» μορφές ρύθμισης<br />

αποτελούν μια πραγματικότητα που δεν μπορεί να παραγνωρισθεί, ούτε να<br />

αντιμετωπισθεί αφοριστικά, όπως συμβαίνει τελευταία. Ωστόσο, τόσο το εύρος<br />

μπορεί να επιβάλλει το νομοσχέδιο μετά την άρνηση αυτή, αλλά μόνο με μια αυξημένη<br />

πλειοψηφία.<br />

33 Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Χ. Τσούκας, «[τ]ο «μίζων» είναι να εκλεγεί<br />

βουλευτής, να γίνει υπουργός και να χειρισθεί με ευσυνειδησία τις μεγάλες υποθέσεις<br />

του κράτους, προκειμένου να υπηρετήσει –τι άλλο;– το δημόσιο συμφέρον». Χ. Τσούκας,<br />

«Η Κρίση ως Ευκαιρία», Καθημερινή, 20/7/2008. Βλέπε επίσης Ν. Μουζέλης,<br />

«Αποκλειστικός «χορηγός» το κράτος», Νέες Εποχές -Το Βήμα, 13/7/2008.<br />

34 Γ. Παγουλάτος, «Ο Οδυσσέας και το κατάρτι», Καθημερινή, 4/8/2008.


kef00:kef00 06/03/2009 13:58 Page 33<br />

ΕΙΣΑΓΩΓΗ 33<br />

της ρυθμιστικής ύλης που μεταβιβάζεται από το κράτος σε μη κρατικούς φορείς<br />

όσο και οι μηχανισμοί ελέγχου της αυτορρυθμιστικής λειτουργίας των ιδιωτικών<br />

φορέων αποτελούν βασικές θεσμικές επιλογές και προκλήσεις για μια<br />

σύγχρονη προοδευτική διακυβέρνηση. Στη μελέτη του ο Χαράλαμπος Κουταλάκης<br />

θέτει το ερώτημα «επιστροφής στην ιεραρχία» εξετάζοντας ποιες θεσμικές<br />

εγγυήσεις μπορούν να εξασφαλίσουν τη σύνδεση των αποτελεσμάτων της<br />

αυτορρυθμιστικής λειτουργίας ιδιωτικών φορέων με τις δημοκρατικές προτιμήσεις<br />

των πολιτών, τη λογοδοσία και το δημόσιο έλεγχο.<br />

Η έλλειψη εμπιστοσύνης στους δημοκρατικούς θεσμούς και στην αποτελεσματικότητα<br />

των κυβερνήσεων έχει σημάνει την αναζήτηση ενός νέου συμβολαίου<br />

μεταξύ κυβερνόντων και κυβερνωμένων με την ενδυνάμωση της κοινωνίας<br />

των πολιτών και την αύξηση της πολιτικής συμμετοχής. Στην Ελλάδα, η συμμετοχή<br />

των πολιτών στο σχεδιασμό και την εφαρμογή της δημόσιας πολιτικής είναι<br />

περιορισμένη και συνάδει με τη γενικότερη εικόνα μιας ατροφικής κοινωνίας<br />

πολιτών, ενός υπερδιογκωμένου κράτους και της κυριαρχίας των πολιτικών<br />

κομμάτων. 35 Η συζήτηση περί διαβούλευσης έχει αρχίσει να εντείνεται, αλλά οι<br />

πρακτικές είναι ακόμα περιορισμένες, παρά τη σημαντική ευκαιρία εδραίωσης<br />

που παρουσιάζεται στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Διοικητικής Μεταρρύθμισης,<br />

το οποίο προβλέπει «τη διοικητική και επιχειρησιακή ενίσχυση των δομών<br />

κοινωνικής διαβούλευσης». 36 Η Στέλλα Λαδή παρουσιάζει παραδείγματα κατοχύρωσης<br />

της δημόσιας επικοινωνίας και προώθησης του θεσμού στην Ελλάδα,<br />

καταλήγοντας σε συγκεκριμένες προτάσεις πολιτικής για το ρυθμιστικό πλαίσιο<br />

για τη διάχυση της δημόσιας πληροφορίας. Προτείνεται ο σχεδιασμός μιας πιο<br />

ολοκληρωμένης στρατηγικής, καθώς η σποραδική χρήση δεν είναι πιθανό να<br />

αποδώσει, τόσο στην επίτευξη του στόχου της καλής νομοθέτησης, όσο και για<br />

την πληρέστερη και ποιοτικότερη εφαρμογή των δημόσιων πολιτικών και αποφάσεων.<br />

Η διαβούλευση θα μπορούσε να εντατικοποιηθεί πιλοτικά εκεί όπου η<br />

νομοθεσία είναι ήδη προωθημένη (π.χ. Δήμους και Κοινότητες), έτσι ώστε να<br />

δημιουργηθούν οι συνθήκες για τη χρήση της και σε άλλα επίπεδα ή πολιτικές.<br />

Είναι εντούτοις σημαντικό η χρήση του θεσμού να είναι ειλικρινής και τα αποτελέσματα<br />

των διαβουλεύσεων να δημοσιοποιούνται και να λαμβάνονται υπόψη<br />

στις αποφάσεις της δημόσιας πολιτικής, έτσι ώστε να ενθαρρυνθεί η συμμετοχή<br />

και να βελτιωθεί η εμπιστοσύνη των πολιτών στους θεσμούς. Απαραίτητη, είναι<br />

η πολιτική βούληση για την ενίσχυση των πρωτοβουλιών των φορέων που επι-<br />

35 Ν. Μουζέλης και Γ. Παγουλάτος, «Κοινωνία Πολιτών και Ιδιότητα του Πολίτη<br />

στην Μεταπολεμική Ελλάδα», Ελληνική Επιθεώρηση Πολιτικής Επιστήμης, Νο. 22,<br />

2003, σελ. 5-29.<br />

36 http://www.gspa.gr/


kef00:kef00 06/03/2009 13:58 Page 34<br />

34 ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΞΕΝΑΚΗΣ<br />

χειρούν τη δημόσια διαβούλευση, γιατί αποτελούν καινοτόμες πρακτικές σε μια<br />

παραδοσιακά συγκρουσιακή κοινωνία.<br />

Όλα τα σύγχρονα ευρωπακά μοντέλα άσκησης δημόσιας πολιτικής συνοδεύονται<br />

από κατάλληλες πολιτικές με στόχο την αναδιανομή και την ισότητα<br />

για την εξασφάλιση της κοινωνικής συνοχής. Τα θέματα που σχετίζονται με την<br />

παροχή δημόσιων ή οιονεί δημόσιων αγαθών και υπηρεσιών, όπως π.χ. υγεία,<br />

εκπαίδευση κτλ., βρίσκονται σχεδόν καθημερινά στην επικαιρότητα, είναι<br />

εξαιρετικά περίπλοκα και δυσεπίλυτα, ενώ δεν υπάρχουν εύκολες απαντήσεις,<br />

ούτε θεωρητικές, ούτε και πρακτικές. Αν και η ελληνική περίπτωση με τις γνωστές<br />

παθογένειες και ιδιαιτερότητες που έχουν σημαντικές συνέπειες στην παροχή<br />

οιονεί δημόσιων αγαθών δεν μπορεί να θεωρηθεί ως αντιπροσωπευτική<br />

μιας ώριμης και σύγχρονης δημοκρατίας, είναι, ωστόσο, ενδεικτική των προβλημάτων<br />

που αντιμετωπίζουν και πολλές άλλες χώρες με διαφορετική, ίσως,<br />

ένταση. Δεδομένου του ρόλου της μεταφοράς ή υιοθέτησης παραδειγμάτων<br />

από άλλες χώρες στη δημόσια πολιτική, είναι χρήσιμη η μελέτη της εμπειρίας<br />

των προηγμένων χωρών και κυρίως των χωρών της βορειο-δυτικής Ευρώπης<br />

στην παροχή των οιονεί δημόσιων αγαθών. Ο Χρήστος Παρασκευόπουλος μελετά<br />

το παράδειγμα των «οιονεί αγορών», σε σύγκριση με τα τρία πιο κλασσικά<br />

μοντέλα στην παροχή δημοσίων υπηρεσιών, δηλαδή το «ιεραρχικό» ή<br />

«εντολών και ελέγχου», αυτό της «εμπιστοσύνης» ή «δικτύων» και αυτό της<br />

«φωνής». Παρά τα εγγενή προβλήματα που συνδέονται με την εφαρμογή του,<br />

το παράδειγμα επιλογής και ανταγωνισμού και «οιονεί αγορών» γενικά μπορεί<br />

πράγματι να προσφέρει καλύτερο συνδυασμό κινήτρων από την πλευρά των<br />

παρόχων με όρους ποιότητας, αποτελεσματικότητας, ανταπόκρισης/λογοδοσίας<br />

και κοινωνικής δικαιοσύνης σε κρίσιμους τομείς ημι-δημόσιων αγαθών.<br />

Μ’ αυτή την έννοια, μπορεί και πρέπει να αποτελεί κρίσιμο πυλώνα της δημόσιας<br />

πολιτικής γενικά, ιδιαίτερα στους τομείς οιονεί δημόσιων αγαθών και<br />

υπηρεσιών. Αυτό, ωστόσο, πρέπει να γίνεται σε συνδυασμό με τα άλλα παραδείγματα/μοντέλα,<br />

και ιδιαίτερα με αυτό των «εντολών και ελέγχου», δεδομένων<br />

των προβλημάτων που υπάρχουν σχετικά με κρίσιμα ζητήματα, όπως π.χ.<br />

το θέμα της επαρκούς πληροφόρησης και γνώσης από την πλευρά των χρηστών<br />

ή της επιλογής των καλύτερων χρηστών από την πλευρά των παρόχων.<br />

Αν και η παιδεία είναι ένα κατ’ εξοχήν δημόσιο αγαθό, το οποίο πρέπει να<br />

συμβάλλει στη δημιουργία κοινωνικών αξιών και ίσων ευκαιριών, εντούτοι, η<br />

λεγόμενη «δωρεάν παιδεία», όταν δεν συνοδεύεται από συμπληρωματικά κοινωνικά<br />

μέτρα, εντείνει αντί να αμβλύνει τις κοινωνικές ανισότητες. 37 Το θέμα<br />

37 Οι οικονομικά ασθενέστερες τάξεις, και κυρίως οι χαμηλόμισθοι, από τη μια μεριά<br />

έχουν λιγότερες πιθανότητες να στείλουν τα παιδιά τους στο Πανεπιστήμιο ενώ από


kef00:kef00 06/03/2009 13:58 Page 35<br />

ΕΙΣΑΓΩΓΗ 35<br />

της μεταρρύθμισης του εκπαιδευτικού συστήματος και ειδικότερα της τριτοβάθμιας<br />

εκπαίδευσης αποτελεί ένα από τα πλέον επιτακτικά και ταυτόχρονα<br />

συγκρουσιακά ζητήματα, με επίκεντρο την αναθεώρηση του «άρθρου 16» του<br />

Συντάγματος. 38 Παράλληλα μεγάλος αριθμός οικονομολόγων τονίζουν το ρόλο<br />

της εκπαίδευσης στους ρυθμούς οικονομικής μεγέθυνσης, ιδίως στις περιπτώσεις<br />

χωρών με σχετικά χαμηλό ή μέτριο επίπεδο ανάπτυξης, κυρίως γιατί το<br />

μορφωτικό επίπεδο των εργαζομένων δεν επιτρέπει υψηλές παραγωγικότητες.<br />

Εάν η Ελλάδα επιθυμεί να γίνει χώρα υποδοχής ξένων επενδύσεων, θα πρέπει<br />

να δημιουργήσει τις κατάλληλες συνθήκες υψηλής αποδοτικότητας του κεφαλαίου<br />

και η κυβερνητική πολιτική θα πρέπει να εστιάσει στην αποδοτική επένδυση<br />

στον ανθρώπινο παράγοντα. Βέβαια, το ζήτημα δεν αφορά μόνον την<br />

προσέλκυση ξένων επενδύσεων. Η ποιότητα του παραγωγικού συντελεστή εργασία<br />

εξαρτάται σχεδόν απολύτως από την εκπαίδευση που έχει λάβει. Στον δε<br />

σύγχρονο, διεθνοποιημένο κόσμο, καθοριστική είναι και η δυνατότητα κινητικότητας<br />

των εργαζομένων, γεγονός που εξαρτάται ειδικότερα από το κατά<br />

πόσο έχουν λάβει «κομβική» και «ολοκληρωμένη» εκπαίδευση. Η ανάλυση των<br />

Μιχάλη Μητσόπουλου και Θοδωρή Πελαγίδη καταδεικνύει ότι η αποκλειστικά<br />

κρατική χρηματοδότηση, η επιλογή και κατανομή των φοιτητών από το κράτος<br />

και η μισθοδοσία και εξέλιξη των καθηγητών σύμφωνα με τις επιταγές του<br />

κράτους, αντί για την επιλογή φοιτητών και διδακτικού προσωπικού (διορισμός)<br />

από τα ίδια τα πανεπιστήμια και την μισθοδοσία των Καθηγητών από<br />

αυτά, συνιστούν εξαιρετικά αρνητικά χαρακτηριστικά του ελληνικού πανεπιστημίου.<br />

Ως αποτέλεσμα, το σημερινό σύστημα παράγει άνεργους απόφοιτους<br />

με υψηλό κόστος, το οποίο προστίθεται βέβαια στο σημαντικό κόστος που συνεπάγεται<br />

η παρουσία άνω του 10% του φοιτητικού πληθυσμού σε ξένα πανεπιστήμια.<br />

Τη βαθιά θεσμική και ηθική κρίση που διέρχεται το ελληνικό πανεπιστήμιο<br />

εξετάζει ο Θέμης Λαζαρίδης καθώς και τα «δομικά» προβλήματα, όπως τα πελατειακά<br />

δίκτυα, η συναλλαγή, και η ευνοιοκρατία, συγκρίνοντας το θεσμικό<br />

πλαίσιο των ελληνικών πανεπιστημίων με αυτό πανεπιστημίων του εξωτερικού.<br />

την άλλη σηκώνουν αναλογικά μεγαλύτερα φορολογικά βάρη σε σχέση με τις εύπορες<br />

τάξεις που φοροδιαφεύγουν κατά συστηματικό τρόπο. Έχουμε ένα πανεπιστημιακό<br />

σύστημα όπου όλο και περισσότερο οι χαμηλόμισθοι –μέσω ενός εξοργιστικά άδικου<br />

φορολογικού συστήματος– χρηματοδοτούν τις σπουδές των παιδιών των μεγαλογιατρών,<br />

δικηγόρων, αρχιτεκτόνων κ.λπ. Ν. Μουζέλης, «Οι χαμηλόμισθοι χρηματοδοτούν<br />

τα παιδιά των εύπορων οικογενειών», Ελευθεροτυπία, 15/11/2008.<br />

38 Βλέπε π.χ. Ε. Βενιζέλος, Ατζέντα 16. Για το Ελληνικό Πανεπιστήμιο του 21 ου Αιώνα,<br />

εκδόσεις Πόλις, Αθήνα, 2007.


kef00:kef00 06/03/2009 13:58 Page 36<br />

36 ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΞΕΝΑΚΗΣ<br />

Ο συγγραφέας καταθέτει μια δέσμη προτάσεων για θεσμική μεταρρύθμιση που<br />

περιλαμβάνει την αλλαγή του διοικητικού μοντέλου, τη ριζική αναθεώρηση του<br />

«άρθρου 16», τη δημιουργία θεσμών που προάγουν την αξιοκρατία στις προσλήψεις,<br />

την αξιολόγηση, την υιοθέτηση πολιτικών που να προάγουν την αριστεία,<br />

την εγκαθίδρυση ανεξάρτητης αρχής για τα πανεπιστήμια και αξιόπιστων<br />

μηχανισμών κρίσης και διαχείρισης ερευνητικών προγραμμάτων, τη δραστική<br />

αντιμετώπιση των παρωχημένων ρυθμίσεων για το άσυλο, τα συγγράμματα<br />

τους φοιτητικούς συλλόγους και τον τρόπο εισαγωγής στο πανεπιστήμιο,<br />

την οργάνωση και αξιοποίηση του επιστημονικού δυναμικού της διασποράς και<br />

φυσικά την αναγκαία αλλαγή κουλτούρας. Ανεξάρτητα από το πόσο είναι εφικτές<br />

όλες ή κάποιες από τις παραπάνω προτάσεις, η μεταρρύθμιση που απαιτείται<br />

δεν νοείται χωρίς το άνοιγμα της πα νεπιστημιακής αγοράς και ένα ρυθμιστικό<br />

σύστημα που να διασφαλίζει την αξι ολόγηση και συνεπώς την ποιότητα<br />

και αναβάθμιση των παρεχομένων υπηρεσιών.<br />

Αποτελεί προπόθεση για την ποιοτική αναβάθμιση, κατά το πρότυπο της<br />

διεθνούς πρακτικής, η άμεση και ουσιαστική συγκριτική αξιολόγηση, και η συγκέντρωση<br />

πόρων στην έρευνα. 39 Εκτός από μοχλό υγιούς οικονομικής ανάπτυξης,<br />

η έρευνα αποτελεί προπόθεση προστασίας του περιβάλλοντος, αναγκαίο<br />

όρο για παροχή εξειδικευμένων υπηρεσιών υγείας, βάση για ανάπτυξη<br />

αμυντικής τεχνολογίας και απαραίτητο στοιχείο ουσιαστικής πανεπιστημιακής<br />

εκπαίδευσης και πολιτισμού. Ο ρόλος που διαδραματίζει στις νέες συνθήκες<br />

του παγκόσμιου ανταγωνισμού έχει γίνει τόσο σημαντικός, ώστε η ευημερία ή η<br />

περιθωριοποίηση μιας χώρας θα κριθεί σε μεγάλο βαθμό από την ικανότητά<br />

της να παράγει νέα γνώση, να αναπτύσσει τεχνολογία και να καινοτομεί. 40<br />

39 Κυριότερες αιτίες του ερευνητικού ελλείμματος της χώρας αποτελούν η ανεπαρκής<br />

συνειδητοποίηση της ανάγκης για βασική και εφαρμοσμένη έρευνα στη σημερινή<br />

κοινωνία της γνώσης, η εξαιρετικά χαμηλή κρατική και ιδιωτική χρηματοδότηση, η ελλιπής<br />

παράδοση αξιοκρατίας και αξιολόγησης στηριζόμενης σε διεθνώς αποδεκτά κριτήρια,<br />

η προβληματική λειτουργία των πανεπιστημίων, η κρατική μικροδιαχείριση και η<br />

συνακόλουθη γραφειοκρατία, η μετανάστευση σημαντικού ερευνητικού δυναμικού χωρίς<br />

προοπτική επαναπατρισμού (brain drain) και η μη προσέλκυση στην Ελλάδα ξένων<br />

ερευνητών. Για να προσεγγισθεί το 2013 στόχος του 1,5% του ΑΕΠ ως συνολική δαπάνη<br />

για την έρευνα, η κρατική συμμετοχή πρέπει να αυξάνεται κάθε χρόνο τουλάχιστον<br />

κατά ένα χιλιοστό του ΑΕΠ, ώστε να φθάσει τον ελάχιστο στόχο του 0,8% ως το<br />

2013. Παράλληλα χρειάζεται να δοθούν φορολογικά και άλλα κίνητρα, ώστε να αυξηθεί<br />

δραστικά η δαπάνη των επιχειρήσεων για Ερευνά και Ανάπτυξη. Βλέπε στο 22 Πανεπιστημιακοί,<br />

«SOS για την έρευνα», Το Βήμα, 6/6/2008.<br />

40 National Intelligence Council, Disruptive Civil Technologies: Six Technologies with<br />

Potential Impacts on US Interests out to 2025, Conference Report, Απρίλιος 2008.<br />

http://www.dni.gov/nic/confreports_disruptive_tech.html.


kef00:kef00 06/03/2009 13:58 Page 37<br />

ΕΙΣΑΓΩΓΗ 37<br />

Στο περιβάλλον που διαμορφώνεται οι νέοι πολίτες απαιτείται να εξοπλιστούν<br />

με γνώσεις και ικανότητες για να αντιμετωπίσουν μεγαλύτερες και δυσκολότερες<br />

προκλήσεις από εκείνες κάθε προηγούμενης γενιάς. Το ίδιο ισχύει<br />

και για την ελληνική οικονομία, η οποία μέσα στα επόμενα χρόνια πρέπει να<br />

μετασχηματιστεί αναπτυξιακά σε μια οικονομία που στηρίζεται σε ένα καλά<br />

καταρτισμένο ανθρώπινο δυναμικό, στην ευρεία διάχυση των νέων τεχνολογιών<br />

σε όλο τον παραγωγικό ιστό και στην παροχή σύγχρονων προόντων και<br />

υπηρεσιών έντασης γνώσης. 41 Πρέπει να τονιστεί ότι ήδη πολλές ευρωπακές<br />

χώρες έχουν στραφεί προς την οικονομία της γνώσης. Για παράδειγμα η Γαλλία,<br />

σε μια προσπάθεια αναγέννησης της ικανότητάς της για καινοτομίες διπλασίασε<br />

την χρηματοδότηση του Κέντρου για Βιομηχανική Καινοτομία κι αύξησε<br />

τα ποσά που επενδύει σε έρευνα και τεχνολογική ανάπτυξη περίπου 2%<br />

του ΑΕΠ - πολύ λιγότερα βέβαια από την Γερμανία και τις ΗΠΑ και θεαματικά<br />

λιγότερα από χώρες της Σκανδιναβίας. Από τα ποσά αυτά η συμμετοχή<br />

του ιδιωτικού τομέα είναι ελάχιστη, ενώ το ποσοστό ξεπερνά το 65% σε χώρες<br />

όπως η Ιαπωνία, η Σουηδία, και η Φινλανδία. 42 Αξίζει να σημειωθεί ότι η τελευταία,<br />

μέσα σε μια δεκαετία, έχει καταστεί πρωτοπόρος στους τομείς των<br />

νέων τεχνολογιών αναπτύσσοντας μια δραστική δημόσια πολιτική καινοτομιών<br />

που στηρίχθηκε σε υψηλό ρυθμό επενδύσεων σε έρευνα και ανάπτυξη (3,2%<br />

του ΑΕΠ) και σημαντική αύξηση της επένδυσης του ιδιωτικού τομέα υπό την<br />

καθοδήγηση ενός ανεξάρτητου Συμβουλίου. Επιπλέον δημιουργήθηκαν πανεπιστημιακά<br />

ιδρύματα με υψηλές προδιαγραφές, αυστηρές προποθέσεις εισαγωγής<br />

και δωρεάν φοίτηση για τα χαμηλά εισοδήματα. Το σύστημα δυστυχώς<br />

δεν αποδίδει με την υιοθέτηση ενός μόνο μέρους των παραπάνω επιλογών.<br />

Στην Φινλανδία υπήρξε μια συνολική προώθηση των παραπάνω αντιλήψεων<br />

και κινήσεων, με συνέπεια, επιμονή και σταθερότητα. 43 Στον αυξανόμενο παγκόσμιο<br />

οικονομικό ανταγωνισμό, και ακόμη περισσότερο στη σημερινή κρίσιμη<br />

οικονομική συγκυρία, εκτός από την απαιτούμενη στροφή του ελληνικού<br />

εκπαιδευτικού συστήματος σε μια περισσότερο αναπτυξιακή κατεύθυνση,<br />

χρειάζεται ο συνολικός προσανατολισμός της ελληνικής κοινωνίας στον κεντρικό<br />

στόχο μετάβασης σε μια ανταγωνιστική «οικονομία της γνώσης» και η<br />

41 Βλέπε αναλυτικότερα στο Τ. Γιαννίτσης (επιμ.), Σε Αναζήτηση Ελληνικού Μοντέλου<br />

Ανάπτυξης, Ινστιτούτο Μεσογειακών Μελετών, εκδόσεις Παπαζήσης, Αθήνα 2008.<br />

42 Στον τομέα της έρευνας στην Ελλάδα η συνολική (κρατική, ιδιωτική και κοινοτική)<br />

δαπάνη για την έρευνα φτάνει μόλις το 0,61% του ΑΕΠ, με κρατική συμμετοχή<br />

που δεν ξεπερνά το 0,3%, έναντι του 1,84% που είναι ο ευρωπακός μέσος όρος.<br />

43 Α. Ανδριανόπουλος, «Πολιτικές Έρευνας και Καινοτομίας», http://www.<br />

andrianopoulos.gr/0010000197 .


kef00:kef00 06/03/2009 13:58 Page 38<br />

38 ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΞΕΝΑΚΗΣ<br />

δημιουργία μιας βιώσιμης μελλοντικής δυναμικής. Η ιστορική συγκυρία που<br />

διαμορφώνεται από την παγκόσμια τεχνολογική επανάσταση και την επένδυση<br />

στη γνώση, δεν πρέπει να μείνει ανεκμετάλλευτη. Αυτή άλλωστε είναι και η<br />

Στρατηγική της Λισσαβόνας, η οποία δεν αποτελεί ένα στατικό θεωρητικό κείμενο<br />

αλλά μία ουσιαστική προσέγγιση του κοινού ευρωπακού μέλλοντος με<br />

δυναμική και ανταγωνιστική οικονομία, βασισμένη στη γνώση, στην έρευνα<br />

και την καινοτομία. Όπως παρατηρεί ο Νίκος Παπαδάκης, η Στρατηγική της<br />

Λισσαβόνας εδράστηκε ρητορικά σε μια τελολογική θεώρηση της παιδείας,<br />

ενόσω είχε μια σαφή επιχειρησιακή διάσταση: η «έξοδος από την κρίση», η<br />

αντιμετώπιση του προβλήματος της αναντιστοιχίας δεξιοτήτων μεταξύ αγοράς<br />

εργασίας και εκπαίδευσης και της ανελαστικότητας των παραδοσιακών συστημάτων<br />

μάθησης που «βάρυναν» τις ευρωπακές οικονομίες, χρειάζονταν ένα<br />

νέο υπόδειγμα παραγωγής πολιτικής. Ο συγγραφέας θέτει σημαντικά ερωτήματα<br />

όπως, τι απηχεί η εντεινόμενη αξιοποίηση ποσοτικών δεικτών σύγκρισης<br />

και προόδου σε σχέση με την προπάρχουσα κατάσταση; Πόσο η επικυριαρχία<br />

των ποσοτικών δεικτών απονευρώνει το «πολιτικό περιεχόμενο» της διαδικασίας<br />

λήψης αποφάσεων; Η είσοδος σε μια πολυεπίπεδη, οικονομική, κοινωνική<br />

και τελικά πολιτική κρίση, επιβάλλει την ψύχραιμη εκκίνηση μιας τέτοιας διαδικασίας,<br />

αλλά και την ψύχραιμη αποτίμηση των συνεπειών ενός επίμονου μετεωρισμού<br />

του κράτους μεταξύ μιας θεσμικής αμηχανίας και μια (δίκαιας) επιθυμίας<br />

για επιβίωση 44 στην οριστικά αναδιατασσόμενη διεθνή οικονομική<br />

αρένα, αλλά και της αγωνίας της ΕΕ για μια ολοκλήρωση που πλέον δείχνει να<br />

αποτελεί μάλλον μονόδρομο παρά επιλογή.<br />

Αναμφίβολα οι μεταβολές στην ευρωπακή οργάνωση και τα όρια του ενοποιητικού<br />

εγχειρήματος αποτελούν σημαντικούς παράγοντες για την Ελλάδα.<br />

Όπως εξηγούν οι Μιχάλης Τσινισιζέλης, Κώστας Κούγιας και Δημήτρης Χρυσοχόου<br />

το ατελέσφορο συνταγματικό εγχείρημα της Ευρώπης, σε συνδυασμό<br />

με το απορριπτικό δημοψήφισμα των Ιρλανδών, ανέδειξαν με τρόπο σαφή τα<br />

ίδια τα όρια της ενοποίησης. Αν και τα δύο αυτά γεγονότα αποτέλεσαν αφορμή<br />

για έναν γόνιμο δημόσιο προβληματισμό γύρω από τις προποθέσεις της κοινωνικής<br />

νομιμοποίησης της Ευρώπης, η «διάσωση» ενός μεγάλου αριθμού μεταρρυθμίσεων<br />

από τη Συνταγματική Συνθήκη στη Συνθήκη της Λισαβόνας<br />

προβάλλει, για πρώτη ίσως φορά, την εικόνα ενός πιθανού τελικού προόντος,<br />

με το γενικό σύστημα να κλείνει έναν μεγάλο κύκλο συστημικών μεταβολών.<br />

Πέραν των λόγων που οδήγησαν τα κράτη σε μια στρατηγική αναδίπλωσης, και<br />

44 Βλ. αναλυτικά N. Παπαδάκης, M. Murphy & Δ. Ροζάκη, «Πολιτικές Ανώτατης<br />

Εκπαίδευσης και Εκπαίδευση Ενηλίκων: Η περίπτωση του Βελγίου και της Ιρλανδίας»,<br />

Συγκριτική και Διεθνής Εκπαιδευτική Επιθεώρηση, Τ. 2, 2004, σ. 48.


kef00:kef00 06/03/2009 13:58 Page 39<br />

ΕΙΣΑΓΩΓΗ 39<br />

δεδομένης της έντονης πολιτικοποίησης της ενοποίησης την τελευταία δεκαετία<br />

και τη μεταβολή της άλλοτε επαρκούς «συγκαταβατικής συναίνεσης» των<br />

πολιτών σε νέες μορφές διεκδίκησης, το όραμα για μια συμμετοχική δημόσια<br />

σφαίρα αναδεικνύεται ως η πλέον κρίσιμη επιλογή για το μέλλον της ΕΕ. Είναι<br />

σαφές, ότι η ΕΕ θα πρέπει να αρχίσει να διαλέγεται, μετατρέποντας τη συμμετοχή<br />

των πολιτών σε πεδίο δημοκρατικής αμφισβήτησης και διεκδίκησης, προβάλλοντας<br />

έτσι το μετασχηματισμό της ΕΕ από μια συμπολιτειακής έμπνευσης<br />

νομικοπολιτική τάξη σε μια συντεταγμένη και αυτοδύναμη πολιτειακή συγκρότηση.<br />

Εξωτερική πολιτική και ασφάλεια<br />

Η κρίσιμη γεωπολιτική θέση της Ελλάδας οδήγησε στην εξαιρετικά γρήγορη<br />

ένταξη στο ευρωπακό ενοποιητικό εγχείρημα στο ξεκίνημα της δεκαετίας<br />

του 1980. Έκτοτε, η εξέλιξη των υπερεθνικών δομών επέδρασε δραστικά<br />

στην κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη της χώρας, γεγονός που θα περίμενε<br />

κάποιος να συμβεί και στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής. Εντούτοις, οι ελληνικές<br />

επιδιώξεις έχουν χαρακτηριστεί ως «μη ορθολογικές», «στενές», «ακατανόητες»,<br />

«επιθετικές» ακόμη και «παράλογες». Ομοίως, και η ακαδημακή κοινότητα<br />

ομόθυμα καταδίκαζε μέχρι το τέλος της δεκαετίας του ’90 την ελληνική<br />

εξωτερική πολιτική ως «αναποτελεσματική», «ασταθή» και «σπασμωδική». 45<br />

Με καθυστέρηση περίπου μίας δεκαετίας, από την «κρίση Οτσαλάν» το Φεβρουάριο<br />

του 1999, μέχρι το Συμβούλιο Κορυφής της ΕΕ στην Κοπεγχάγη το<br />

Δεκέμβριο του 2002, η ελληνική εξωτερική πολιτική γνώρισε τη δική της επανάσταση.<br />

46 Η αλλαγή αυτή αποτυπώθηκε στην ιδιαίτερα εποικοδομητική Ελληνική<br />

Προεδρία του Συμβουλίου της ΕΕ, 47 κατά τη διάρκεια της οποίας εκτός<br />

του ότι οριστικοποιήθηκε η διεύρυνση και κατέστη λειτουργική η Ευρωπακή<br />

Πολιτική Ασφάλειας και Άμυνας, αναδείχθηκαν και καίρια θέματα των περι-<br />

45 Βλέπε στο Π. Κ. Ιωακειμίδης, «Το Μοντέλο Σχεδιασμού Εξωτερικής Πολιτικής<br />

στην Ελλάδα: Πρόσωπα έναντι Θεσμών», στο Π. Τσάκωνας, Σύγχρονη Ελληνική Εξωτερική<br />

Πολιτική. Μια Συνολική Προσέγγιση, Τόμος Β’, εκδόσεις Ι. Σιδέρης, Αθήνα,<br />

2003, σελ. 91-92.<br />

46 Δ. Καιρίδης, «Η Εξωτερική Πολιτική του Εκσυγχρονισμού», σε Τσάκωνας<br />

(επιμ.), οπ. π., 2003, σελ. 298.<br />

47 Βλέπε αναλυτικά στο Γιώργος Παγουλάτος και Σπύρος Μπλαβούκος, Η Τελευταία<br />

Ελληνική Προεδρία. Η Ελλάδα στην Ευρωπακή Ολοκλήρωση και οι Τέσσερις Ελληνικές<br />

Προεδρίες της ΕΕ, εκδόσεις Παπαζήσης, Αθήνα, 2004.


kef00:kef00 06/03/2009 13:58 Page 40<br />

40 ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΞΕΝΑΚΗΣ<br />

φερειακών σχέσεών της και διευθετήθηκε επιδέξια η κρίση στο Ιράκ, ενισχύοντας<br />

σημαντικά τη διεθνή προβολή της χώρας. Σήμερα η ραγδαία εξελισσόμενη<br />

διαδικασία της παγκοσμιοποίησης θέτει υπό το πρίσμα συνολικής επανεξέτασης<br />

ολόκληρο το φάσμα της αναπτυξιακής πολιτικής, του στρατηγικού σχεδιασμού<br />

και των διεθνών σχέσεων κάθε χώρας. Στο πλαίσιο των αλλαγών που<br />

έχουν δρομολογηθεί σε διεθνές επίπεδο μετά το 1989, το τέταρτο μέρος του<br />

ανά χείρας τόμου εξετάζει ζητήματα σχετικά με την εξωτερική πολιτική και τις<br />

στρατηγικές επιλογές στο γεωπολιτικό της περιβάλλον, τη θέση και το ρόλο της<br />

στην εξελισσόμενη ΕΕ και το μεταβαλλόμενο διεθνές σύστημα.<br />

Είκοσι χρόνια μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, τα επονομαζόμενα<br />

«εθνικά θέματα» τείνουν να εκλείψουν με τη βαθμιαία διευθέτηση διαφόρων<br />

διεθνών εκκρεμοτήτων, διμερών ή πολυμερών, επιτρέποντας έτσι στα κράτη να<br />

ασκούν εξωτερική πολιτική όχι αυτοτελώς, αλλά ως ένα παρακλάδι της γενικής<br />

εθνικής πολιτικής τους, κυρίως για να προωθήσουν οικονομικά συμφέροντα,<br />

αξίες όπως η δημοκρατία και ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, να<br />

ενισχύσουν την πολιτιστική τους παρουσία σε τρίτες χώρες ή για να πάρουν<br />

θέση επί διαφόρων διεθνών προβλημάτων. Επειδή όμως η Ελλάδα, έχει αρκετά<br />

τέτοια θέματα εν εξελίξει (Τουρκία-Κυπριακό και Βαλκάνια), η χρήση<br />

της εξωτερικής πολιτικής για τους παραπάνω λόγους αποτελεί πολυτέλεια.<br />

Προχωρώντας σε μια κριτική αξιολόγηση της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής<br />

και του διαχρονικού χειρισμού των επονομαζόμενων «εθνικών θεμάτων» ο Δημήτρης<br />

Νεζερίτης τονίζει ότι, η ενασχόληση με τα θέματα αυτά έχει περιορίσει<br />

τις δυνατότητες της Ελλάδας να δραστηριοποιηθεί σε άλλα πεδία και θέματα<br />

της διεθνούς πολιτικής ώστε να ενισχύσει το κύρος της διεθνώς. Τονίζει ότι η<br />

επιτυχής εξωτερική πολιτική δεν ασκείται απλώς και μόνο με την προβολή επιχειρημάτων<br />

περί της ορθότητος των θέσεων.<br />

Η Ελλάδα έχει την ατυχία να βρίσκεται σε μια «δύσκολη» γεωγραφική περιοχή,<br />

που χαρακτηρίζεται από αστάθεια και ρευστότητα, ενώ αρκετοί γείτονές<br />

της βρίσκονται σε φάση μετάβασης, όσον αφορά στο πολιτικό, οικονομικό<br />

και κοινωνικό τους σύστημα. Συνορεύει δε με μια χώρα η οποία έχει θέσει μια<br />

σειρά από διεκδικήσεις, και η οποία θεωρεί τη στρατιωτική ισχύ ως αποδεκτό<br />

εργαλείο άσκησης εξωτερικής πολιτικής με αποτέλεσμα να αποτελεί εδώ και<br />

δεκαετίες το κυρίαρχο εθνικό θέμα, με σημαντικές επιπτώσεις στην αποδυνάμωση<br />

του αισθήματος ασφαλείας που θα έπρεπε να υφίσταται στην Ελλάδα<br />

λόγω της συμμετοχής στο ΝΑΤΟ. Το γεγονός ότι η πολιτική απέναντι στην<br />

Τουρκία μετεβλήθη από σχεδόν όλες τις ελληνικές κυβερνήσεις, έναντι της<br />

σταθερής συμπεριφοράς της άλλης πλευράς, δυσκόλεψε ακόμη περισσότερο τη<br />

διαπραγματευτική μας θέση. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, το 2004 - έτος κατά<br />

το οποίο η Ελλάδα πέτυχε την ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας, μεταβάλλοντας<br />

την ισορροπία δυνάμεων υπέρ των Ελληνοκυπρίων, συνοδεύτηκε από την


kef00:kef00 06/03/2009 13:58 Page 41<br />

ΕΙΣΑΓΩΓΗ 41<br />

απαξίωση της πάγιας πολιτικής των ελληνικών και κυπριακών κυβερνήσεων<br />

«διεθνοποίησης» του Κυπριακού. Οι προσπάθειες του Γ.Γ. του ΟΗΕ Κ. Ανάν<br />

για επίλυση του προβλήματος πριν την ένταξη στην ΕΕ, απέτυχαν όταν στα<br />

σχετικά δημοψηφίσματα, η ελληνοκυπριακή πλευρά τάχθηκε εναντίον του σχεδίου.<br />

Παράλληλα, το γεγονός ότι η Ελλάδα ουσιαστικά παραιτήθηκε από τα<br />

διαπραγματευτικά περιθώρια που της προσέφερε το Ελσίνκι για την έναρξη<br />

της ενταξιακής διαδικασίας της Τουρκίας, καταδεικνύει ότι οι βασικές συνισταμένες<br />

αυτής της τάσης έχουν ανατραπεί. 48<br />

Από την άλλη πλευρά, στο «βαλκανικό μέτωπο», το θέμα της ΠΓΔΜ είναι<br />

μεν πρωταρχικής σημασίας, αλλά σοβαρές επιπτώσεις έχει και η υπόθεση του<br />

Κοσσυφοπεδίου, η ανακήρυξη της ανεξαρτησίας του οποίου και η αναγνώρισή<br />

του από αρκετές χώρες αποτελεί ένα δυνάμει επικίνδυνο προηγούμενο. Το σύμπλεγμα<br />

των θεμάτων που ανέκυψαν στα μεταψυχροπολεμικά Βαλκάνια, αντιμετωπίστηκε<br />

κατά τρόπο ανεπαρκή. Αρχικά η άκριτη στήριξη στη Σερβία με<br />

την «ανακάλυψη» της θρησκευτικής συγγένειας και η παραγνώριση των αγριοτήτων,<br />

προκάλεσαν τεράστια ζημιά στο διεθνές προφίλ της χώρας, αλλά και<br />

όταν επετεύχθη η «ενδιάμεσος συμφωνία», επικράτησε ένας εφησυχασμός<br />

απέναντι στις στείρες συνομιλίες περί του ονόματος. 49 Όμως και η (επανα)-<br />

«σκοπιανοποίηση» της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής μετά το 2004, δεν απέτρεψε<br />

την αναγνώριση της ΠΓΔΜ από τις ΗΠΑ με τη συνταγματική τους ονομασία<br />

και την επιδείνωση της ελληνικής διαπραγματευτικής θέσης, με αποκορύφωμα<br />

τη Σύνοδο του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι.<br />

Εκτός από την αυτονόητη «συνέχεια», προκειμένου να καταστεί επιτυχής,<br />

είναι απαραίτητο η άσκηση της εξωτερικής πολιτικής να συνοδεύεται και από<br />

άλλους παράγοντες οι οποίοι θα ενισχύουν και προσδίδουν βαρύτητα στις ελ-<br />

48 Δ. Κώνστας, «Πρόλογος», σε Αρβανιτόπουλος & Κοππά οπ.π., 2005, σελ. 2 και P.<br />

J. Tsakonas, The Incomplete Breakthrough in Greek-Turkish Relations: Grasping Greece’s<br />

Socialization Strategy, Palgrave-MacMillan, New York, υπό έκδοση.<br />

49 Στην πολύχρονη διελκυστίνδα γύρω από την ονομασία της ΠΓΔΜ, η επιχειρηματολογία<br />

της ελληνικής διπλωματίας αρθρώνεται (και πάλι) πάνω στα ιστορικά «δίκαια»<br />

μας και λιγότερο γύρω από ζητήματα κρατικής και εδαφικής κυριαρχίας, όπως συνήθως<br />

πράττουν οι ορθολογικοί δρώντες στις διεθνείς σχέσεις. Η εξωτερική μας πολιτική<br />

δαπανά σημαντικό διπλωματικό κεφάλαιο για να κατανοήσει η διεθνής κοινότητα την<br />

ιδιαίτερη σημασία που έχει (για εμάς) ο όρος Μακεδονία. Πρόκειται για εγχείρημα<br />

μάλλον ανέφικτο καθώς, όσοι βρίσκονται πέρα από τον εθνοτικό εθνικισμό και την<br />

«εθνογραφική νόσο» των Βαλκανίων, αδυνατούν να αντιληφθούν τις υπόρρητες συνδηλώσεις<br />

της λέξης «Μακεδονία» για τους Έλληνες. Βλέπε R. Shannan Peckham, Εθνικές<br />

Ιστορίες, Φυσικά Κράτη- Εθνικισμός και Πολιτική του Τόπου στην Ελλάδα, εκδόσεις<br />

Ενάλιος, Αθήνα, 2008.


kef00:kef00 06/03/2009 13:58 Page 42<br />

42 ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΞΕΝΑΚΗΣ<br />

ληνικές θέσεις. Στη σύγχρονη διάταξη των διεθνών σχέσεων για χώρες όπως η<br />

Ελλάδα δεν αποδίδεται ιδιαίτερη σημασία στη στρατιωτική ισχύ, αλλά στην<br />

απόκτηση οικονομικής ισχύος και αξιοπιστίας. Πολύ συχνά τονίζεται ότι η<br />

ιδιότητα-μέλους της ΕΕ και του ΝΑΤΟ προσδίδει στην Ελλάδα ιδιαίτερες δυνατότητες<br />

στις περιφερειακές εξελίξεις στα Βαλκάνια και την ευρύτερη Μεσόγειο.<br />

50 Εντούτοις, ελάχιστα μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε την συμμετοχή<br />

μας στο ΝΑΤΟ σαν μέσο προώθησης των πολιτικών μας στόχων. Αναμφισβήτητα<br />

υπάρχουν και αντικειμενικές δυσχέρειες όπως η ανάγκη διατήρησης υψηλού<br />

επιπέδου άμυνας έναντι της Τουρκίας, η οποία περιορίζει τις δυνατότητές<br />

μας συμμετοχής –αν, βεβαίως, κάτι τέτοιο ήταν επιθυμητό– στις δυνάμεις του<br />

ΝΑΤΟ π.χ. στο Αφγανιστάν, ή στην διάθεση οπλικών συστημάτων τα οποία<br />

χρειάζονται εκεί οι συμμαχικές δυνάμεις. Από την άλλη πλευρά, παρά τις αδυναμίες<br />

της, η Ελλάδα έχει γίνει αποδεκτή ως ισότιμος εταίρος από τον σκληρό<br />

ηγετικό της πυρήνα, επίσημο ή ανεπίσημο, γεγονός που της προσδίδει ένα σημαντικό<br />

πλεονέκτημα στις εξωτερικές της διαδράσεις. 51<br />

Αποτελεί κοινή πεποίθηση, ότι η διεθνής θέση της Ελλάδος θα μπορούσε να<br />

είναι καλύτερη από αυτήν που αποτυπώνεται σήμερα στις εξωτερικές της σχέσεις.<br />

Αυτό όμως δεν είναι ένα θέμα που εξαρτάται αποκλειστικά από την επιτυχή<br />

άσκηση της εξωτερικής πολιτικής. Για την ακρίβεια, η τελευταία, αποτελεί την<br />

κορωνίδα μιας σειράς παραγόντων που αναφέρονται στη λειτουργία του κρά-<br />

50 Η αυτοαπονομή επαίνων και στρατηγικής σημασίας στο ρόλο που διαδραματίζει η<br />

Ελλάδα (π.χ. στη σταθεροποίηση και την ένταξη στην ΕΕ των Βαλκανίων), δεν έχουν την<br />

παραμικρή σημασία, αν οι ΗΠΑ, ή οι ευρωπαίοι δεν μας προσδίδουν τον χαρακτηρισμό<br />

αυτό και κυρίως, αν οι άλλες βαλκανικές και μεσογειακές χώρες δεν το αποδέχονται.<br />

51 Υπήρξε βεβαίως μία περίοδος στις αρχές της δεκαετίας του 1980, κατά την οποία<br />

η Ελλάδα ήταν το «μαύρο πρόβατο» της Ευρώπης. Το γεγονός ότι τα πρώτα χρόνια<br />

μετά την ένταξή της, η Ελλάδα δεν είχε κατάφερε να εκμεταλλευτεί την ιδιότητά-μέλους<br />

για να βελτιώσει τη θέση της σε σχέση με τα υπόλοιπα εννέα κράτη-μέλη, οφείλεται<br />

σε μεγάλο βαθμό στο ότι από τη δεκαετία του 1980 κατέχει τη δεύτερη θέση μεταξύ<br />

των ανεπτυγμένων χωρών με το υψηλότερο ποσοστό του ΑΕΠ που καταναλώνεται σε<br />

αμυντικές δαπάνες και εξοπλιστικά προγράμματα. Βλέπε μεταξύ άλλων σε J. P.<br />

Agarwal, U. Hiemenz, R. Langham mer & P. Nunnenkamp, «EC Economic Integration<br />

and its Impact on Foreign Direct Investment and Developing Countries», στο K. Ohno<br />

& Y. Okamoto (επιμ.), Regional Integration and Foreign Direct Investment For Developing<br />

Countries, Institute of Developing Economies, Tokyo, 1994, σελ. 346-358 και P. Hocke -<br />

nos, «Arms Bizarre», In These Times, No 18, 1994, σελ. 22. Η εικόνα αυτή άλλαξε από τα<br />

μέσα της δεκαετίας του 1990 με το πρόγραμμα οικονομικής προσαρμογής για την<br />

ένταξη στην Ευρωζώνη και από το 2001 με μια σημαντική μείωση και εξορθολογισμό<br />

των αμυντικών δαπανών. Βλέπε Θ. Ντόκος (επιμ.), Ελληνική Πολιτική Εθνικής Ασφάλειας<br />

στον 21 ο Αιώνα, ΕΛΙΑΜΕΠ, Αθήνα, 2007, σελ. 2.


kef00:kef00 06/03/2009 13:58 Page 43<br />

ΕΙΣΑΓΩΓΗ 43<br />

τους, στην αξιοπιστία του και στις δυνατότητές που διαθέτει στον παγκόσμιο<br />

ανταγωνισμό. Εδώ εγείρονται σημαντικά ζητήματα για την Ελλάδα και το εθνικό<br />

«brand name» 52 , το οποίο, μετά τη διεξαγωγή των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004<br />

κυριαρχεί ο φόβος κατακρήμνισης του. 53 Γεγονότα, όπως οι πυρκαγιές του Αυγούστου<br />

2007 και τα επεισόδια που έλαβαν χώρα το Δεκέμβριο του 2008 στην<br />

Αθήνα, αναμένεται όχι μόνο να επηρεάσουν προσωρινά την παγκόσμια κοινή<br />

γνώμη, αλλά και να σκιάσουν σε μόνιμη βάση το «brand Ελλάδα», καθιστώντας<br />

την ανικανότητα αντιμετώπισης κρίσιμων καταστάσεων σε κεντρικό χαρακτηριστικό<br />

της χώρας. Από τη σκοπιά της διεθνούς επικοινωνίας τα γεγονότα του περασμένου<br />

Δεκεμβρίου εντάσσουν την Ελλάδα σε μια κατηγορία ανεπτυγμένων<br />

χωρών με σοβαρά προβλήματα ανισοτήτων και ανοικτά ζητήματα διακυβέρνησης<br />

καθώς (για μια ακόμη φορά) τα περισσότερα διεθνή ΜΜΕ αναφέρονται με<br />

έμφαση στην ελληνική ιδιορρυθμία και την «ανικανότητα» των πολιτικών της φορέων<br />

να διατυπώσουν σαφή οράματα και πολιτικές. 54<br />

Υπό το πρίσμα αυτό, προτεραιότητα πρέπει να αποτελέσει η διόρθωση της<br />

«προβληματικής» και «αναξιόπιστης» ελληνικής οικονομίας στη νέα ευρωπακή<br />

πραγματικότητα. Πρέπει να τονιστεί ότι ένας σημαντικός κίνδυνος που<br />

ελλοχεύει μέσα από τη σημερινή χρηματοπιστωτική κρίση στο ευρωπακό οικοδόμημα,<br />

είναι πως η ΟΝΕ, έγινε νομισματική ένωση και όχι οικονομική. 55 Η<br />

52 Η προσέγγιση του «nation branding» συνίσταται στην απόδοση ανταγωνιστικής<br />

εμπορικής ταυτότητας στα κράτη και εδράζεται τόσο στην ευρεία διάχυση ήπιας<br />

ισχύος, όσο και στην αποτελεσματική άσκηση δημόσιας διπλωματίας. Μέσω της συνεκτικής<br />

και διαρκούς απεικόνισης των βασικών αξιών των χωρών στην εξωτερική τους<br />

επικοινωνία, καθώς και διά της εφαρμογής ολοκληρωμένων προγραμμάτων μάρκετινγκ<br />

και διεθνών δημοσίων σχέσεων, αποσκοπεί στη διαμόρφωση θετικής εθνικής εικόνας<br />

και επωφελούς παγκόσμιας φήμης. Βλέπε μεταξύ άλλων Ε. Παπαθάνου, «Η Ελλάδα<br />

ως “brand”: Η διαμόρφωση της εθνικής εμπορικής ταυτότητας», Τμήμα Στελεχών<br />

Επικοινωνίας, ΕΣΔΔ, Αθήνα, 2008, σελ. 2.<br />

53 Στο εισαγωγικό σημείωμα της Athens News υπογραμμίζεται ότι η κυριότερη αιτία<br />

της ανυπαρξίας της Ελλάδας στα ξένα ΜΜΕ εντοπίζεται στο γεγονός ότι μετά από τους<br />

Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004 «η Ελλάδα δεν φαίνεται να έχει κάποιο στόχο», o<br />

οποίος θα μπορούσε να προσελκύσει με θετικό τρόπο την προσοχή τους, ενώ η καθυστέρηση<br />

απαραίτητων μεταρρυθμίσεων οδηγεί τα ΜΜΕ να αναφέρονται στη χώρα μόνον<br />

με την ευκαιρία εγκλημάτων ή καταστροφών. J. Psaropoulos, «Editorial: Greece’s<br />

Image in the World», Athens News, 8/8/2008, σελ. Α99.<br />

54 Μ. Μητσός, «Πρόδρομος εξελίξεων», Tα Νέα, 11/12/2008 και Ν. Νενεδάκης, «Η<br />

Ελληνική Κοινωνία και η Διεθνής Εικόνα της» (11/12/2008), Forum Διεθνούς Επικοινωνιακής<br />

Πολιτικής, http://icp-forum.gr/.<br />

55 Όπως παρατηρεί ο Γ. Παγουλάτος, Η Ζώνη του Ευρώ φτιάχτηκε για την καταπολέμηση<br />

του πληθωρισμού, όχι για την αντιμετώπιση χρηματοοικονομικών κρίσεων. Έχει


kef00:kef00 06/03/2009 13:58 Page 44<br />

44 ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΞΕΝΑΚΗΣ<br />

Στρατηγική της Λισσαβόνας που χαράχτηκε μετά τη συνθήκη του Μάαστριχτ<br />

έμεινε ημιτελής, καθώς πολλές και μεγάλες χώρες υπονόμευσαν τους στόχους<br />

της για να προωθήσουν τις εθνικές τους προτεραιότητες. Σήμερα, σε συνθήκες<br />

οικονομικής επιβράδυνσης εντείνονται οι διαμαρτυρίες του πλούσιου Βορρά<br />

για το κόστος στήριξης των χωρών του φτωχού Νότου και ενισχύονται οι φυγόκεντρες<br />

δυνάμεις στο εσωτερικό της ΕΕ, επαναφέροντας τα σενάρια θεσμοθέτησης<br />

δύο ή και περισσοτέρων ταχυτήτων. Με αυτή την τάση η θέση της Ελλάδας<br />

στην ΕΕ καθίσταται επισφαλής, διότι είναι αμφίβολο εάν θα πληροί τις<br />

προποθέσεις τις οποίες θα τεθούν για να ενταχθεί στα ενοποιητικά εγχειρήματα<br />

του πυρήνα της ΕΕ. 56 Αν η Ελλάδα δεν συγκλίνει με ταχύτερο ρυθμό,<br />

διορθώνοντας τις ανισορροπίες της οικονομίας της, οι διαφοροποιημένες ταχύτητες<br />

στην ΕΕ μπορεί να αποτελέσουν ιδιαιτέρως αρνητική εξέλιξη ενδεχομένως<br />

ακυρώνοντας τις προσπάθειες που καταβλήθηκαν για τη σύγκλιση στο δεύτερο<br />

μισό της δεκαετίας του 1990. Άλλωστε δεν είναι λίγοι εκείνοι που επισημαίνουν<br />

ότι η Ελλάδα βρίσκεται ουσιαστικά εκτός ΟΝΕ, καθώς το ελληνικό<br />

Δημόσιο, τους τελευταίους μήνες έχει δει τα επιτόκια με τα οποία δανείζεται<br />

να εκτοξεύονται σε πρωτοφανή επίπεδα. 57<br />

Με αφορμή την κλιμακούμενη οικονομική κρίση έχει υποστηριχθεί από<br />

πολλούς ότι αν οι ΗΠΑ δεν είναι διατεθειμένες να αλλάξουν τη δομή του άναρχου<br />

καπιταλισμού που κυριαρχεί σήμερα παγκοσμίως, η αλλαγή μπορεί να έρθει<br />

από τις αναδυόμενες οικονομικές δυνάμεις της Κίνας, της Ινδίας, της Ρωσίας<br />

και της Βραζιλίας, οι οποίες ενισχύουν, με διαφορετικά μέσα, τη διεθνή<br />

τους παρουσία. 58 Η κάμψη της αμερικανικής ισχύος, και οι αποτυχίες που τη<br />

ένα νόμισμα, αλλά όχι και ενιαία πολιτική ηγεσία. Η Ευρώπη έχει μια αγορά χρηματοπιστωτικών<br />

υπηρεσιών, πολλούς πανευρωπακούς τραπεζικούς ομίλους και δεκάδες<br />

διαφορετικές εποπτικές αρχές. Γ. Παγουλάτος, «Η Ειρωνεία της Διεθνούς Κρίσης»,<br />

Καθημερινή, 26/20/2008.<br />

56 Κ. Σημίτης, Η Κρίση, εκδόσεις Πόλις, Αθήνα, 2008.<br />

57 Αύξηση 1.040% μέσα σε ένα μόνο χρόνο καταγράφει η διαφορά απόδοσης<br />

(spread) του ελληνικού 10ετούς ομολόγου με το αντίστοιχο γερμανικό Bund. Στις αρχές<br />

του 2008 το spread ήταν στις 20 μονάδες βάσης και στο τέλος του έτους διαμορφώνεται<br />

στις 228 μονάδες βάσης, καταγράφοντας νέο αρνητικό ρεκόρ εννέα χρόνων. Πλέον, οι<br />

επενδυτές αξιολογούν την Eλλάδα ολοένα και χαμηλότερα κάθε ημέρα που περνάει,<br />

ενώ κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει το ενδεχόμενο υποβάθμισης της ελληνικής οικονομίας,<br />

σε περίπτωση που δεν αναστραφεί η κατάσταση. Βλέπε «Διπλάσια η αύξηση<br />

του spread στην Ελλάδα σε σχέση με την Ε.Ε.», Καθημερινή, 17/12/2002, http://news.<br />

kathimerini.gr/ 4dcgi/_w_articles_economy_1_ 17/12/2008_296296<br />

58 Βλέπε μεταξύ άλλων σε National Intelligence Council, Global Trends 2025: A<br />

Transformed World, US Government Printing Office, Washington DC, 2008 και D.<br />

Drezner, «The New New World Order», Foreign Affairs, Vol. 68, No. 2, 2007, σελ. 34-57.


kef00:kef00 06/03/2009 13:58 Page 45<br />

ΕΙΣΑΓΩΓΗ 45<br />

συνοδεύουν, σε συνδυασμό με την αδυναμία κάλυψης του κενού από τις ανερχόμενες<br />

δυνάμεις, θέτουν εκ νέου το ερώτημα για το ρόλο της Ευρώπης στον<br />

κόσμο. Μπορεί, ή θέλει, η ΕΕ να συμμετάσχει αποφασιστικότερα στην οικοδόμηση<br />

μιας νέας παγκόσμιας τάξης που θα αντανακλά τους σύγχρονους συσχετισμούς;<br />

59 Μετά όμως την αποτυχία επικύρωσης της Συνταγματικής Συνθήκης το<br />

2005 και την κατάσταση που έχει οδηγήσει το Ιρλανδικό δημοψήφισμα, η ΕΕ<br />

βρίσκεται σε κομβικό σημείο, σχετικά, τόσο με την πολιτειακή/θεσμική της<br />

δομή, όσο και με τα γεωγραφικά της όρια και τον παγκόσμιο ρόλο της.<br />

Μολονότι, η συμμετοχή στα όργανα της ΕΕ και η ανάπτυξη των διμερών σχέσεων<br />

με τους ευρωπαίους εταίρους, τις ΗΠΑ και τους σημαντικούς διεθνείς παράγοντες<br />

αποτελούν θεμελιώδεις προτεραιότητες για τη διαχείριση των παραδοσιακών<br />

θεμάτων της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, δεν θα πρέπει να παραγνωρίζονται<br />

οι προκλήσεις και οι περιφερειακές εξελίξεις στο ζωτικό χώρο της<br />

Μεσογείου. Μια διόλου απίθανη αναζωπύρωση της διαμάχης στη Μέση Ανατολή<br />

θα μπορούσε να οδηγήσει σε αύξηση των φαινόμενων βίας και τρομοκρατίας<br />

στην περιοχή, επηρεάζοντας την τουριστική βιομηχανία, την ασφάλεια των<br />

θαλάσσιων μεταφορών και άλλες κρίσιμες οικονομικές δραστηριότητες. Ταυτόχρονα<br />

πρέπει να εκμεταλλευθεί καλύτερα το γεγονός ότι αποτελεί κεντρικό ναυτιλιακό<br />

δίαυλο της Μεσογείου για τη μεταφορά ενεργειακών πόρων στην Ευρώπη,<br />

αφού βρίσκεται σε μικρή θαλάσσια απόσταση από τις ασταθείς μεν αλλά<br />

και πλούσιες σε πετρέλαιο και φυσικό αέριο περιοχές της Βορείου Αφρικής, της<br />

Μέσης Ανατολής και της Μαύρης Θάλασσας. Η θέση της στο νοτιο-ανατολικό<br />

άκρο του ευρωπακού χώρου σταθερότητας και ανάπτυξης ταυτοποιεί τα συμφέροντα<br />

της με εκείνα των υπόλοιπων νότιων ευρωπακών χωρών και των πρωτοβουλιών<br />

συνεργασίας για τη σταθερότητα και την ανάπτυξη που προωθούνται<br />

στην περιοχή, μετά την κατάρρευση των διπολικών περιορισμών. Πιο πρόσφατα,<br />

η αμέριστη στήριξη της ελληνικής κυβέρνησης στη μεσογειακή πρωτοβουλία του<br />

Γάλλου Προέδρου Σαρκοζί, 60 εκτός από τη βοήθεια που παρείχε στο ζήτημα των<br />

Σκοπίων, αποτελεί και μια νέα ευκαιρία για την αναβάθμιση του ελληνικού παράγοντα<br />

στην περιοχή.<br />

Η πρωτοβουλία του Γάλλου Προέδρου για τη Μεσόγειο έχει μεν πολιτικούς<br />

στόχους, ακολουθεί όμως κυρίως την οικονομία και το γεγονός ότι εδώ και αρ-<br />

59 Δ. Κ. Ξενάκης & Μ. Ι. Τσινισιζέλης (επιμ.), Παγκόσμια Ευρώπη? Οι Διεθνείς Διαστάσεις<br />

της Ευρωπακής Ένωσης, Ελληνική Πανεπιστημιακή Ένωση Ευρωπακών<br />

Σπουδών - εκδόσεις Ι. Σιδέρης, Αθήνα 2006.<br />

60 St. C. Calleya & D. Κ. Xenakis, «France’s New Mediterranean Initiative: Lessons<br />

from Post-Cold War Regional Cooperation», Karamanlis Working Papers in Hellenic and<br />

European Studies, No. 4, Fletcher School of Law and Diplomacy, Tufts University, 2008.


kef00:kef00 06/03/2009 13:58 Page 46<br />

46 ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΞΕΝΑΚΗΣ<br />

κετά χρόνια οι ευρωπακές επιχειρήσεις επενδύουν μαζικά στις νότιες ευρωπακές<br />

χώρες της Μεσογείου στις οποίες κατασκευάζονται σύγχρονα λιμάνια.<br />

Ενώ όλοι προσπαθούν να εξασφαλίσουν μεγαλύτερο μερίδιο στις θαλάσσιες<br />

μεταφορές της Μεσογείου που αυξάνονται συνεχώς, στην Ελλάδα η κλίμακα<br />

των αντίστοιχων σχεδιασμών δεν ανταποκρίνεται στις φιλοδοξίες για ενίσχυση<br />

του διαμετακομιστικού ρόλου της χώρας. Εξετάζοντας την μεσογειακή προσέγγιση<br />

της Ελλάδας, ο συγγραφέας του παρόντος κειμένου, καταλήγει ότι για να<br />

αξιοποιηθεί η ξεχωριστή γεωγραφική θέση της Ελλάδας, ως συνδετικός κρίκος<br />

της Ευρώπης με την Ασία και την Αφρική και να αναβαθμιστεί ο ελληνικός παράγοντας<br />

στην περιοχή απαιτείται η ανάπτυξη της μεσογειακής διάστασης<br />

στην ελληνική εξωτερική πολιτική, με παράλληλη δέσμευση των απαραίτητων<br />

πόρων και αναβάθμιση των σχετικών υπηρεσιών, δεξαμενών σκέψης, ερευνητικών<br />

και πανεπιστημιακών τμημάτων κ.λπ. Κρίσιμη είναι και η ανάληψη πρωτοβουλιών<br />

για το συντονισμό και την ενίσχυση των νοτιο-ευρωπακών προσπαθειών<br />

εξισορρόπησης στην υπερ-διευρυμένη ΕΕ, αλλά και η αναζήτηση νέων<br />

στρατηγικών εταίρων, μέσω των προγραμμάτων ενισχυμένης συνεργασίας που<br />

θα λάβουν χώρα στο πλαίσιο της ευρύτερης «Διαδικασίας της Βαρκελώνης:<br />

Ένωση για τη Μεσόγειο», όπως διαμορφώθηκε μετά την ιδρυτική Σύνοδο στο<br />

Παρίσι και την υπουργική διάσκεψη στη Μασσαλία. Στο πλαίσιο αυτό, οι προτάσεις<br />

για μια Ευρω-Μεσογειακή Ακτοφυλακή και για ένα ολοκληρωμένο δίκτυο<br />

για την πρόληψη των συγκρούσεων στη Μεσόγειο, 61 αποτελούν πεδία των<br />

περιφερειακών σχέσεων στα οποία ο ελληνικός παράγοντας θα μπορούσε να<br />

αναβαθμιστεί σημαντικά οικοδομώντας νέες στρατηγικές σχέσεις με τις χώρες<br />

της ανατολικής Μεσογείου, αλλά και ενισχύοντας και επεκτείνοντας, παράλληλα,<br />

τα πεδία συνεργασίας με τις νότιες ευρωπακές χώρες.<br />

Μέσα στο ασταθές περιβάλλον της ανατολικής Μεσογείου και των Βαλκανίων,<br />

και δεδομένης της ευρωπακής αμφισημίας για το μέλλον της Τουρκίας<br />

θα πρέπει να αναμορφωθεί ο μηχανισμός εθνικής ασφάλειας σε μια πιο αποτελεσματική<br />

και σύγχρονη κατεύθυνση, θέμα το οποίο εξετάζουν οι Παναγιώτης<br />

Τσάκωνας και Θάνος Ντόκος. Στηριζόμενη σε μια ψύχραιμη θεώρηση και εκτίμηση<br />

του στρατηγικού περιβάλλοντος στην ευρύτερη περιοχή, η ελληνική απάντηση<br />

στις όποιες τουρκικές προκλήσεις θα πρέπει να συνίσταται σε προετοιμασία<br />

προσεκτικής διαχείρισης των «κραδασμών» από μελλοντικές κρίσεις –<br />

όπερ σημαίνει ουσιαστική αναβάθμιση του εθνικού συστήματος χειρισμού κρίσεων,<br />

το οποίο από θεσμικής και επιχειρησιακής πλευράς βρίσκεται σε επί-<br />

61 St. C. Calleya & Δ. Κ. Ξενάκης, «Ασφάλεια και Στρατηγική Συνεργασία στη Μεσόγειο:<br />

Οικοδόμηση Εμπιστοσύνης και Πρόληψη Συγκρούσεων», Κείμενα Πολιτικής,<br />

No. 11, ΕΛΙΑΜΕΠ, Αθήνα, 2008.


kef00:kef00 06/03/2009 13:58 Page 47<br />

ΕΙΣΑΓΩΓΗ 47<br />

πεδα «Ιμίων 1996»–, συνέχιση (αν και με μάλλον περιορισμένες προοπτικές<br />

επιτυχίας) της προσπάθειας «εξευρωπασμού» των ελληνοτουρκικών σχέσεων,<br />

συνεχή αξιολόγηση των διμερών σχέσεων και πιο ενεργητική και «τολμηρή»<br />

πολιτική στην κατεύθυνση της επίλυσης διμερών διαφορών, ενίσχυση του διεθνούς<br />

προφίλ της χώρας (τόσο στο πλαίσιο της ΕΕ και του ΝΑΤΟ, όσο και σε<br />

περιφερειακό επίπεδο), αποφυγή εμπλοκής σε ανταγωνισμό εξοπλισμών, αλλά<br />

παράλληλα και διατήρηση της αποτρεπτικής ικανότητας (με επιλεκτικές, καλά<br />

σχεδιασμένες αγορές των αναγκαίων οπλικών συστημάτων με έμφαση σε νέες<br />

τεχνολογίες και πολλαπλασιαστές ισχύος) σε αυτήν την εξαιρετικά ρευστή μεταβατική<br />

περίοδο.<br />

Το νέο διεθνές και περιφερειακό περιβάλλον ασφάλειας και η ανάγκη στενού<br />

συντονισμού και συνεργασίας επιβάλλει τη θεσμική μεταρρύθμιση και δομική<br />

αλλαγή του μηχανισμού εθνικής ασφαλείας (κατάργηση των τεχνητών διαχωριστικών<br />

γραμμών μεταξύ υπουργείων και υπηρεσιών, οργανωτικά σχήματα<br />

που θα διευκολύνουν τη συνεργασία, θεσμοθέτηση μικτών οργάνων). Ξεκάθαρες<br />

και συγκεκριμένες απαντήσεις («έτοιμες συνταγές») στις προκλήσεις αυτές<br />

δεν υπάρχουν, αφού είναι αρκετές οι άγνωστες μεταβλητές στην εξίσωση της<br />

εθνικής ασφαλείας (και αυτό δεν ισχύει μόνο για την Ελλάδα). Δεν χρειάζεται,<br />

βεβαίως, να εφεύρουμε ξανά τον τροχό. Όπως εξηγούν οι συγγραφείς μπορούμε<br />

να προσαρμόσουμε τα (επιτυχημένα) μοντέλα άλλων χωρών στις δικές<br />

μας ανάγκες και ιδιαιτερότητες. Ιδέες και λύσεις υπάρχουν, εφόσον αποφασίσουμε<br />

να αντιμετωπίσουμε το ζήτημα με την απαραίτητη σοβαρότητα. 62 Χρειάζεται<br />

όμως επειγόντως αλλαγή νοοτροπίας από όλους τους εμπλεκόμενους.<br />

Κατευθύνσεις Προοδευτικής Διακυβέρνησης<br />

Η σημερινή οικονομική κρίση καταδεικνύει τα αδιέξοδα μιας παγκοσμιοποιημένης<br />

αγοράς που λειτουργεί χωρίς εποπτεία, ενώ παράλληλα αποδεικνύει<br />

την ανάγκη για διορθωτικές ρυθμίσεις που πρέπει να αναλάβει το κράτος,<br />

υπηρετώντας αποτελεσματικά το δημόσιο συμφέρον και την κοινωνική συνοχή.<br />

Ταυτόχρονα η κρίση αναμένεται να οδηγήσει στην αποδυνάμωση της νεοφιλελεύθερης<br />

ιδεολογίας και στην πιο συστηματική ρύθμιση της παγκοσμιοποίησης<br />

και ενδεχομένως να έχει ως αποτέλεσμα «μια νεοσοσιαλδημοκρατική<br />

διακυβέρνηση σε παγκόσμιο επίπεδο, αλλά και στο επίπεδο του κράτουςέθνους,<br />

η οποία θα στοχεύει σε έναν λιγότερο βάρβαρο, πιο ανθρώπινο καπι-<br />

62 Θ. Ντόκος και Π. Τσάκωνας, Στρατηγική Εθνικής Ασφάλειας. Οικοδομώντας το<br />

Ελληνικό Μοντέλο στον Εικοστό Πρώτο Αιώνα, εκδόσεις Παπαζήσης, Αθήνα, 2005.


kef00:kef00 06/03/2009 13:58 Page 48<br />

48 ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΞΕΝΑΚΗΣ<br />

ταλισμό». 63 Η πρόκληση για τη σύγχρονη σοσιαλδημοκρατία που φαίνεται να<br />

επανέρχεται, ανανεωμένη είναι να καταθέσει μια αξιόπιστη πρόταση προοδευτικής<br />

διακυβέρνησης, προσανατολισμένη στην αντιμετώπιση των ανασφαλειών<br />

που χαρακτηρίζουν τη σημερινή εποχή.<br />

Όπως εξειδικεύει ο Γιάννος Παπαντωνίου, οι κατευθύνσεις προοδευτικής<br />

διακυβέρνησης για την Ελλάδα του αύριο αφορούν στο να μετατραπούν τα<br />

διαρθρωτικά προβλήματα της οικονομίας σε ευκαιρίες ανάπτυξης, να αποκατασταθεί<br />

η δημοσιονομική σταθερότητα, να ισορροπήσει το σύστημα κοινωνικής<br />

ασφάλισης, να αρθούν τα εμπόδια στην οικονομική ανάπτυξη και να δημιουργηθεί<br />

ένα ισχυρό θεσμικό πλαίσιο που θα ενισχύει την παιδεία, το κοινωνικό<br />

κράτος και τον ανταγωνισμό. Χρειάζονται σαφείς, κατανοητές και ελέγξιμες<br />

κατά την εφαρμογή τους μεταρρυθμίσεις, αποφεύγοντας την παγίδα μιας<br />

γενικευμένης θεώρησης που εγκαταλείπει τις αλλαγές στο «έλεος» της αγοράς.<br />

64 Είναι ιδιαίτερα σημαντική η διαμόρφωση ενός προοδευτικού κοινωνικού<br />

κράτους που δεν θα αντιλαμβάνεται τις δημόσιες πολιτικές ως πολιτικά<br />

εμπορεύσιμες παροχές προς τους πολίτες. Η οικοδόμηση του προποθέτει<br />

ανταγωνιστική οικονομική ανάπτυξη, συγκροτημένες μεταρρυθμίσεις και προσαρμογές<br />

ώστε να εξασφαλίζονται ποιοτικές κοινωνικές παροχές. Η ισχυρή<br />

δημόσια παρουσία σε στρατηγικούς τομείς της οικονομίας, η αντιμονοπωλιακή<br />

νομοθεσία, η αναβάθμιση των μηχανισμών εποπτείας των αγορών, η προστασία<br />

των εργασιακών δικαιωμάτων, η κατοχύρωση κατώτατου μισθού και ελάχιστου<br />

εισοδήματος καθώς και η προστασία του περιβάλλοντος, συνθέτουν ένα<br />

πλέγμα παρεμβάσεων για τον προοδευτικό συνδυασμό οικονομικής αποτελεσματικότητας<br />

και κοινωνικής δικαιοσύνης στην εποχή της παγκοσμιοποίησης.<br />

Σε μια εποχή ραγδαίων μεταβολών στην παγκόσμια οικονομία, η επανάπαυση<br />

είναι ο χειρότερος σύμβουλος. Μέχρι σήμερα η ελληνική οικονομία είχε<br />

τις δυνατότητες να εξακολουθεί να κινείται με υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης<br />

σε σύγκριση με τον μέσο όρο της Ευρώπης. Αναμφισβήτητα, η επίτευξη των<br />

κριτηρίων σύγκλισης και η υιοθέτηση του ευρώ έδωσαν αναπτυξιακή δυναμική<br />

σε μια οικονομία, η οποία υπέφερε από νομισματικές και συναλλαγματικές<br />

63 Ν. Μουζέλης, «Ο Κόσμος μετά την Κρίση», Νέες Εποχές-Το Βήμα, 16/11/2008,<br />

σελ. Β20.<br />

64 Αν και η οικονομία της αγοράς έχει αποδειχθεί, ιστορικά, ως το αποτελεσματικότερο<br />

πλαίσιο ανάπτυξης –δεν είναι σύμπτωση ότι χώρες με εξαιρετικά χαμηλό βιοτικό<br />

επίπεδο, ξέφυγαν από την υπανάπτυξη χάρη στο άνοιγμα των αγορών που συνδέθηκε<br />

με την παγκοσμιοποίηση–, εντούτοις, όταν λειτουργεί ανεξέλεγκτα χωρίς την δημόσια<br />

παρέμβαση, παράγει αρνητικά κοινωνικά αποτελέσματα στην κατανομή του εισοδήματος,<br />

της οικονομικής εξουσίας, των εργασιακών δικαιωμάτων και του περιβάλλοντος.


kef00:kef00 06/03/2009 13:58 Page 49<br />

ΕΙΣΑΓΩΓΗ 49<br />

διαταραχές. Την περασμένη δεκαετία, η ανάπτυξη στηρίχτηκε, τόσο στην κατανάλωση,<br />

όσο και στις επενδύσεις, που ενισχύθηκαν από τη μείωση των επιτοκίων<br />

λόγω σύγκλισης, την επέκταση του τραπεζικού δανεισμού, τη νομισματική<br />

και συναλλαγματική σταθερότητα που έφερε το κοινό νόμισμα, την αναδιάρθρωση<br />

και ιδιωτικοποίηση του τραπεζικού συστήματος και ορισμένων δημοσίων<br />

επιχειρήσεων, και την εισροή κοινοτικών πόρων. 65 Όμως αυτό το αναπτυξιακό<br />

πρότυπο έχει εξαντληθεί και η ελληνική οικονομία πρέπει να κινηθεί στη<br />

βάση ενός διαφορετικού υποδείγματος, προκειμένου να δημιουργηθεί ένα νέο<br />

μείγμα συνολικής ζήτησης και συνολικής προσφοράς. 66 Καθίσταται σαφές, ότι<br />

χρειάζονται σημαντικές δημόσιες επενδύσεις που θα δώσουν νέα αναπτυξιακή<br />

ώθηση στην οικονομία και μια αναθεώρηση του ρόλου του κράτους και της<br />

σχέσης του με την αγορά και τους πολίτες. Χρειάζεται ένα αποτελεσματικό<br />

«ανθρωποκεντρικό» κράτος που θα συνδυάζει τη δυναμική της παγκοσμιοποίησης<br />

με τις κοινωνικές, περιβαλλοντικές και δημοκρατικές αξίες.<br />

65 Για το αναπτυξιακό πρότυπο της σύγκλισης και της ένταξης στην ΟΝΕ βλέπε στο<br />

Γ. Παπαντωνίου, «Η ένταξη στην ΟΝΕ και ο εκσυγχρονισμός της ελληνικής οικονομίας,<br />

1994-2001» σε Στουρνάρας (επιμ.) οπ. π., σελ. 19-37.<br />

66 Γ. Παπαντωνίου, Το επόμενο βήμα, εκδόσεις Καστανιώτης, Αθήνα, 2006.


kef00:kef00 06/03/2009 13:58 Page 50


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 51<br />

ΕΝΟΤΗΤΑ Ι<br />

Οικονομία:<br />

Προβλήματα και Προσαρμογή –<br />

Κρίση και Μεταρρύθμιση


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 52


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 53<br />

1<br />

Διεθνές οικονομικό περιβάλλον<br />

και η θέση της ελληνικής οικονομίας<br />

Βασίλης Θ. Ράπανος<br />

Εισαγωγή<br />

Εδώ και δύο περίπου δεκαετίες ζούμε μια νέα εποχή παγκοσμιοποίησης,<br />

που χαρακτηρίζεται όχι μόνο από την τεχνολογική επανάσταση της πληροφορικής,<br />

την απελευθέρωση των αγορών και των διεθνών συναλλαγών και την ανάδυση<br />

νέων σημαντικών πρωταγωνιστών στη διεθνή οικονομική σκηνή, όπως<br />

Κίνα, Ινδία, Βραζιλία, κ.ά. Επιπλέον, η κατάρρευση του συστήματος του λεγόμενου<br />

«υπαρκτού σοσιαλισμού», έχει οδηγήσει όχι μόνο στην είσοδο στην παγκόσμια<br />

αγορά οικονομιών που, μέχρι το 1990, ήταν σχεδόν αποκλεισμένες<br />

από το διεθνές γίγνεσθαι, αλλά και στο να επικρατήσει πλέον, χωρίς αμφισβήτηση,<br />

το καπιταλιστικό σύστημα της αγοράς.<br />

Οι εξελίξεις αυτές έχουν αλλάξει το τοπίο μέσα στο οποίο λειτουργούσαν<br />

όλες οι οικονομίες και φυσικά η ελληνική. Μετά από μια δεκαετία σημαντικών<br />

αλλαγών, όπου η χώρα μας μπόρεσε να γίνει μέλος της Οικονομικής και Νομισματικής<br />

Ένωσης (ΟΝΕ), το ερώτημα που τίθεται είναι ποια είναι η θέση της<br />

Ελλάδας στη διεθνή οικονομική σκηνή. Ο καλύτερος δείκτης για την κατάταξη<br />

μιας χώρας στη διεθνή σκηνή είναι το ισοζύγιο πληρωμών και ειδικότερα το<br />

Ισοζυγίο Τρεχουσών Συναλλαγών (ΙΤΣ), το οποίο αντανακλά τις μεταβολές<br />

στις διεθνείς συναλλαγές της χώρας, όπως αυτές αποτυπώνονται στις εισαγωγές<br />

και εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών, αλλά και τις ξένες επενδύσεις προς<br />

τη χώρα και τις επενδύσεις της χώρας στο εξωτερικό.<br />

Η επιδείνωση του ισοζυγίου πληρωμών, η διατήρηση δηλαδή ελλειμμάτων<br />

για μακρό χρονικό διάστημα, αντανακλά συνήθως μείωση της ανταγωνιστικό-


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 54<br />

54 ΒΑΣΙΛΗΣ ΡΑΠΑΝΟΣ<br />

τητας των προόντων και υπηρεσιών μιας χώρας. Η διόρθωση της μειωμένης<br />

ανταγωνιστικότητας γίνεται συνήθως με υποτίμηση της ισοτιμίας του εθνικού<br />

νομίσματος σε σχέση με τα άλλα νομίσματα. Η υποτίμηση όμως είναι μέτρο που<br />

μπορεί να διορθώσει βραχυχρόνια κάποιες ανισορροπίες, αλλά δεν αντιμετωπίζει<br />

τις γενεσιουργές αιτίες της μειωμένης ανταγωνιστικότητας. Το γεγονός<br />

ότι μια χώρα, όπως η Ελλάδα, ανήκει στην ΟΝE και επομένως δεν υφίσταται<br />

πιέσεις για υποτίμηση της συναλλαγματικής ισοτιμίας του νομίσματος της δεν<br />

σημαίνει ότι δεν μεταβάλλεται και η ανταγωνιστικότητα των προόντων και<br />

υπηρεσιών της. Το έλλειμμα του ισοζυγίου εξωτερικών συναλλαγών εξακολουθεί<br />

να είναι ένας δείκτης μειωμένης ανταγωνιστικότητας, απλά η διόρθωση του<br />

δεν γίνεται με υποτίμηση. Αν το έλλειμμα δεν είναι προσωρινό, τότε η διόρθωση<br />

θα πρέπει να στραφεί προς τα γενεσιουργά αίτια του ελλείμματος και<br />

αυτό δεν μπορεί παρά να συνδέεται με τις δομές και τη διάρθρωση της οικονομικής<br />

δραστηριότητας.<br />

Στο κεφάλαιο αυτό εξετάζονται αρχικά οι εξελίξεις στο ισοζύγιο τρεχουσών<br />

συναλλαγών της Ελλάδας, καθώς και μια σειρά από διαρθρωτικά χαρακτηριστικά<br />

της ελληνικής οικονομίας και πως αυτά έχουν μεταβληθεί τα τελευταία<br />

χρόνια. Τέλος καταδεικνύονται άξονες δράσης για την οικονομική πολιτική.<br />

Εξελίξεις στο ΙΤΣ<br />

Είναι γνωστό σε όλους ότι ένα από τα μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζει<br />

η Ελληνική Οικονομία είναι η συνεχιζόμενη διεύρυνση του ισοζυγίου τρεχουσών<br />

συναλλαγών. Το πρόβλημα έχει αναλυθεί από πολλούς διεθνείς οργανισμούς<br />

στις εκθέσεις τους για την ελληνική οικονομία, αλλά και από την Τράπεζα<br />

της Ελλάδος, κ.ά. 1 Όλοι συμφωνούν στο ότι το ισοζύγιο πληρωμών αντανακλά<br />

τα προβλήματα ανταγωνιστικότητας που έχουν τα ελληνικά προόντα<br />

στις διεθνείς αγορές. Δεν πρέπει να περνά απαρατήρητο ότι η Ελλάδα, το<br />

2007, είχε το μεγαλύτερο έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών από όλες τις χώρες<br />

της Ευρωζώνης (πίνακας 1), αλλά και από όλες τις ανεπτυγμένες χώρες, με<br />

εξαίρεση την Ισλανδία. Το ανησυχητικό δεν είναι μόνο ότι το έλλειμμα επιδει-<br />

1 Βλέπε για παράδειγμα Τ. Αναστασάτος, «Η Επιδείνωση του Ελληνικού Ισοζυγίου<br />

Τρεχουσών Συναλλαγών: Αίτια, Επιπτώσεις και Σενάρια Προσαρμογής», Eurobank<br />

Research, Οικονομία & Αγορές, Τόμος ΙΙΙ, Τεύχος 6, Ιούνιος, 2008, IMF, Greece,<br />

Selected issues, Μάιος 2008 και Τράπεζα της Ελλάδος, Νομισματική Πολιτική, Ενδιάμεση<br />

Έκθεση, 2007.


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 55<br />

ΔΙΕΘΝEΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ 55<br />

Πίνακας 1. Ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών στην Ευρωζώνη (%ΑΕΠ)<br />

2000 2004 2005 2006 2007 2008 2009 2013<br />

Ευρωζώνη –0.6 1.1 0.2 –0.1 –0.2 –0.7 –0.9 –1.0<br />

Γερμανία –1.7 4.3 4.6 5.0 5.6 5.2 4.9 3.7<br />

Γαλλία 1.6 0.5 –0.9 –1.3 –1.3 –2.4 –2.5 –2.0<br />

Ιταλία –0.5 –0.9 –1.6 –2.6 –2.2 –2.4 –2.3 –2.0<br />

Ισπανία 4.0 –5.3 –7.4 –8.6 –10.1 –10.5 –10.3 –9.2<br />

Ολλανδία –1.9 7.5 7.2 8.3 6.6 5.9 5.6 5.1<br />

Βέλγιο 4.0 3.5 2.6 2.7 3.2 2.9 2.8 1.6<br />

Αυστρία –0.7 2.1 2.0 2.4 2.7 2.9 2.9 1.8<br />

Φιλανδία 8.1 6.5 3.6 4.6 4.6 3.8 3.9 3.5<br />

Ελλάδα –7.8 –5.8 –7.4 –11.0 –13.9 –13.9 –14.1 –12.4<br />

Πορτογαλία –10.2 –7.7 –9.7 –9.4 –9.4 –9.5 –9.5 –8.3<br />

Ιρλανδία –0.4 –0.6 –3.5 –4.2 –4.5 –3.2 –2.9 –2.0<br />

Λουξεμβούργο 13.2 11.6 10.9 10.3 9.5 8.2 7.3 5.8<br />

Σλοβενία –2.7 –2.7 –2.0 –2.8 –4.8 –4.8 –4.9 –4.1<br />

Κύπρος –5.3 –5.0 –5.6 –5.9 –7.1 –7.7 –7.1 –4.8<br />

Μάλτα –13.1 –6.0 –8.7 –6.7 –6.2 –6.1 –5.8 –4.1<br />

Πηγή: ΔΝΤ, World Economic Outlook, Απρίλιος 2008<br />

νώθηκε ραγδαία τα τελευταία χρόνια, αλλά και το ότι δεν προβλέπεται να μειωθεί<br />

τα επόμενα χρόνια. Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) στην τελευταία<br />

του έκθεση για την παγκόσμια οικονομία προβλέπει ότι και το 2013, το έλλειμμα<br />

θα παραμείνει σε επίπεδα πάνω από 12% του ΑΕΠ.<br />

Οι υποθέσεις πάνω στις οποίες στηρίζονται οι προβολές του ΔΝΤ, έχουν<br />

αλλάξει σημαντικά, μετά την επιδείνωση της χρηματοοικονομικής κρίσης στις<br />

ΗΠΑ και η οποία επεκτείνεται και στην Ευρώπη. Η διαβλεπόμενη επιβράδυνση<br />

της διεθνούς αλλά και της ελληνικής οικονομίας, θα επηρεάσει σίγουρα<br />

τις εξελίξεις τόσο στις εξαγωγές μας όσο και τις εισαγωγές μας και ίσως το έλλειμμα<br />

του ΙΤΣ να μειωθεί. τα επόμενα δύο χρόνια. Αυτό όμως δεν θα σημάνει<br />

και βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των προόντων και των υπηρεσιών μας.<br />

Ας δούμε όμως τις εξελίξεις του ΙΤΣ τα τελευταία πέντε χρόνια. Από τα<br />

στοιχεία του Πίνακα 2, είναι σαφές ότι το έλλειμμα από το 2003 στο 2007 αυξήθηκε<br />

κατά 192%. Μια πιο συστηματική ανάλυση όμως δεν θα έπρεπε να λάβει<br />

υπόψη της παράγοντες που είναι είτε συγκυριακοί είτε δεν εξαρτώνται από τις<br />

επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας. Γι’ αυτό και θα εξετάσουμε τα επιμέρους


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 56<br />

56 ΒΑΣΙΛΗΣ ΡΑΠΑΝΟΣ<br />

Πίνακας 2. Ισοζύγιο Εξωτερικών Συναλλαγών Της Ελλάδας ( εκατ. ευρώ)<br />

2003 2007<br />

%Μεταβολή<br />

(2007-2003)<br />

I<br />

ΙΣΟΖΥΓΙΟ ΤΡΕΧΟΥΣΩΝ ΣΥΝΑΛΛΑ-<br />

ΓΩΝ (Ι.Α +Ι .Β+ Ι.Γ + Ι.Δ)<br />

-11.044,1 -32.261,2 192%<br />

Ι,A ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΙΣΟΖΥΓΙΟ ( I,Α,1 – I,Α,2) -22.643,5 -41.499,2 83%<br />

ΙΣΟΖΥΓΙΟ καυσίμων -4.035.8 -9.219,6 128%<br />

ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΙΣΟΖΥΓΙΟ χωρίς καύσιμα -18.607.7 -32.279,6 73%<br />

ΙΣΟΖΥΓΙΟ πλοίων 136,3 -5.520,3 -4150%<br />

ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΙΣΟΖΥΓΙΟ χωρίς καύσιμα<br />

και πλοία<br />

-18.744,0 -26.759,3 43%<br />

I,A,1 Εξαγωγές αγαθών 11.113,6 17.445,5 57%<br />

Καύσιμα 1.280,7 3.037,3 137%<br />

Πλοία (εισπράξεις) 260,5 2.275,4 773%<br />

Λοιπά αγαθά 9.572,4 12.132,8 27%<br />

I,A,2 Εισαγωγές αγαθών 33.757,1 58.944,8 75%<br />

Καύσιμα 5.316,5 12.256,9 131%<br />

Πλοία (πληρωμές) 124,2 7.795,7 6177%<br />

Λοιπά αγαθά 28.316,4 38.892,2 37%<br />

Ι,Β ΙΣΟΖΥΓΙΟ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ( I,Β,1 - I,Β,2) 11.506,5 16.723,9 45%<br />

I,B,1 Εισπράξεις 21.430,3 31.425,3 47%<br />

Ταξιδιωτικό 9.495,3 11.407,2 20%<br />

Μεταφορές 9.569,8 16.939,3 77%<br />

Λοιπές υπηρεσίες 2.365,3 3.078,9 30%<br />

I,B,2 Πληρωμές 9.923,9 14.701,4 48%<br />

Ταξιδιωτικό 2.136,0 2.441,5 14%<br />

Μεταφορές 4.923,6 7.771,3 58%<br />

Λοιπές υπηρεσίες 2.864,3 4.488,6 57%<br />

Ι,Γ<br />

ΙΣΟΖΥΓΙΟ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΩΝ (I,Γ,1 -<br />

I,Γ,2)<br />

-3.755,8 -9.077,0 142%<br />

I,Γ,1 Εισπράξεις 2.256,8 4.625,7 105%<br />

Αμοιβές, μισθοί 337,2 366,9 9%<br />

Τόκοι, μερίσματα, κέρδη 1.919,6 4.258,9 122%<br />

I,Γ,2 Πληρωμές 6.012,6 13.702,7 128%<br />

Αμοιβές, μισθοί 169,9 332,6 96%<br />

Τόκοι, μερίσματα, κέρδη 5.842,7 13.370,1 129%<br />

Ι,Δ<br />

ΙΣΟΖΥΓΙΟ ΤΡΕΧΟΥΣΩΝ ΜΕΤΑΒΙΒΑ-<br />

ΣΕΩΝ (I,Δ,1 – I,Δ,2)<br />

3.848,7 1.591,1 -59%


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 57<br />

ΔΙΕΘΝEΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ 57<br />

Πίνακας 2. Συνέχεια<br />

2003 2007<br />

%Μεταβολή<br />

(2007-2003)<br />

I,Δ,1 Εισπράξεις 6.424,9 6.608,1 3%<br />

Γενική Κυβέρνηση (μεταβιβάσεις από ΕΕ) 4.147,6 4.361,2 5%<br />

Λοιποί τομείς (μεταναστευτικά εμβάσματα,<br />

κ.λπ.)<br />

2.277,3 2.246,9 -1%<br />

I,Δ,2 Πληρωμές 2.576,2 5.017,0 95%<br />

Γενική Κυβέρνηση (κυρίως πληρωμές προς<br />

ΕΕ)<br />

2.153,8 3.825,4 78%<br />

Λοιποί τομείς 422,4 1.191,6 182%<br />

Πηγή: Τράπεζα της Ελλάδος<br />

στοιχεία, χωρίς να λάβουμε υπόψη τα καύσιμα, οι τιμές των οποίων προσδιορίζονται<br />

εξωγενώς και αφορούν όλες τις χώρες και τα πλοία, τα οποία αφορούν<br />

δραστηριότητες που ασκούνται κατά βάση εκτός χώρας και προσδιορίζονται<br />

από κριτήρια που συνήθως δεν έχουν σχέση με την ασκούμενη οικονομική πολιτική.<br />

Ας δούμε επομένως πιο αναλυτικά τις εξελίξεις.<br />

Ισοζύγιο αγαθών και υπηρεσιών<br />

Το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου, χωρίς καύσιμα και πλοία, αυξήθηκε<br />

μεταξύ 2003 και 2007 κατά 43% και από e18744 εκατ. το 2003 έφτασε τα<br />

e26.759,3 εκατ. Οι εξαγωγές αυξήθηκαν κατά 27%, αλλά οι εισαγωγές κατά<br />

37% και με δεδομένη τη διαφορά βάσης, το έλλειμμα διευρύνθηκε κατά<br />

e8015,3 εκατ. Επομένως, το πρόβλημα του Ισοζυγίου Εξωτερικών Συναλλαγών<br />

επιδεινώθηκε ανεξάρτητα από συγκυριακούς παράγοντες.<br />

Αυτό εξηγείται εύκολα από το γεγονός ότι οι εξαγωγές καλύπτουν, χονδρικά,<br />

το 30% των εξαγωγών. Με βάση τα στοιχεία του πίνακα 3, παρατηρούμε<br />

ότι ακόμη και στα αγροτικά προόντα οι εξαγωγές μας καλύπτουν περί το 55%<br />

των εισαγωγών και μόνο στις ακατέργαστες ύλες η κάλυψη πλησιάζει το 75%-<br />

100%. Σε όλες τις άλλες κατηγορίες αγαθών η κάλυψη των εισαγωγών από τις<br />

εξαγωγές μόλις και καλύπτει το 40%-45%. Είναι απόλυτα φυσιολογικό μια<br />

χώρα να εξειδικεύεται σε κάποια αγαθά και να εισάγει άλλα. Η Ελλάδα όμως<br />

φαίνεται να είναι ελλειμματική σε όλα και να έχει κάλυψη εισαγωγών από εξαγωγές<br />

μόνο σε ακατέργαστες ύλες, χαρακτηριστικό των υπανάπτυκτων χωρών.


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 58<br />

58 ΒΑΣΙΛΗΣ ΡΑΠΑΝΟΣ<br />

Τα στοιχεία αυτά δείχνουν ότι η Ελλάδα δεν έχει μπορέσει να αναπτύξει προόντα<br />

που να έχουν συγκριτικά πλεονεκτήματα στις διεθνείς αγορές, με αποτέλεσμα<br />

να οδηγείται σε αυξημένες εισαγωγές για να καλύψει τις καταναλωτικές<br />

και επενδυτικές της ανάγκες. Πέρα όμως από το εμπορικό ισοζύγιο, τι συμβαίνει<br />

στο ισοζύγιο υπηρεσιών;<br />

Πίνακας 3. Ποσοστό κάλυψης εισαγωγών από εξαγωγές<br />

2002 2003 2004 2005 2006<br />

Σύνολο Αγαθών 0,33 0,30 0,29 0,32 0,33<br />

Αγροτικά προόντα 0,57 0,54 0,49 0,56 0,55<br />

Ακατέργαστες ύλες 0,75 0,92 0,71 0,82 1,02<br />

Ενέργεια 0,20 0,14 0,16 0,17 0,22<br />

Χημικά 0,29 0,29 0,29 0,32 0,32<br />

Μηχανές και μεταφορικά 0,13 0,11 0,11 0,14 0,15<br />

Λοιπά βιομηχανικά προόντα 0,48 0,47 0,43 0,44 0,42<br />

Πηγή: Eurostat<br />

Ισοζύγιο υπηρεσιών, εισοδημάτων και τρεχουσών μεταβιβάσεων<br />

Παραδοσιακά, το ισοζύγιο υπηρεσιών είναι πλεονασματικό και το πλεόνασμα<br />

αυτό αυξήθηκε κατά 45%, την περίοδο 2003-2007. Η αύξηση όμως αυτή<br />

δεν επαρκεί για να αντισταθμίσει το μεγάλο εμπορικό έλλειμμα. Από την άλλη<br />

πλευρά το ισοζύγιο εισοδημάτων, που το 2003 ήταν αρνητικό, επιδεινώθηκε<br />

από τις e-3.755,8 στα e9.077, κυρίως λόγω των τόκων, αφού ολοένα και μεγαλύτερο<br />

μέρος του δημόσιου χρέους της χώρας διακρατείται από κατοίκους του<br />

εξωτερικού και το ισοζύγιο τρεχουσών μεταβιβάσεων. Τέλος, το ισοζύγιο τρεχουσών<br />

μεταβιβάσεων παραμένει περίπου σταθερό και η μείωση το 2007 μπορεί<br />

να είναι συγκυριακή, αφού το μεγαλύτερο μέρος των μεταβιβάσεων αφορά<br />

πόρους από την Ευρωπακή Ένωση (ΕΕ). Με την επιδεινούμενη όμως διεθνή<br />

χρηματοοικονομική κρίση και τη διαφαινόμενη επιβράδυνση της οικονομικής<br />

δραστηριότητας στις ΗΠΑ και γενικότερα, αυτό αναμένεται να επιδεινώσει<br />

και τις εισπράξεις από τη δραστηριότητα της ναυτιλίας<br />

Για να αφαιρέσουμε από την ανάλυση μας τους, κυρίως, εξωγενείς παράγοντες<br />

θα περιοριστούμε στην εξέταση μιας σειράς παραγόντων, που εξαρτώνται<br />

από τα δομικά χαρακτηριστικά της ελληνικής οικονομίας και κυρίως από την<br />

οικονομική πολιτική.


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 59<br />

ΔΙΕΘΝEΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ 59<br />

Προβλήματα εμπορικού ισοζυγίου και ανταγωνιστικότητα<br />

Από τα παραπάνω γίνεται φανερό ότι το μεγάλο πρόβλημα του ΙΤΣ είναι το<br />

εμπορικό ισοζύγιο. Η συνεχής διεύρυνση του δείχνει ότι η εξέλιξη αυτή δεν είναι<br />

συγκυριακή, που οφείλεται σε μερικούς παράγοντες προσωρινού χαρακτήρα,<br />

αλλά μάλλον δομικού χαρακτήρα. Στη δεκαετία του 1970 και 1980 η<br />

αντιμετώπιση των προβλημάτων του ισοζυγίου ήταν μέσα από την υποτίμηση<br />

της δραχμής έναντι των άλλων νομισμάτων. Μετά την ένταξη της χώρας μας<br />

όμως στην ΟΝΕ, αυτή η δυνατότητα δεν υπάρχει και φαίνεται ότι η αυξημένη<br />

παραγωγικότητα, εργασίας και κεφαλαίου, κατά την τελευταία δεκαετία δεν<br />

ήταν αρκετή για να αντισταθμίσει την αύξηση του κόστους των ελληνικών προόντων.<br />

Τα στοιχεία του πίνακα 4 δείχνουν με σαφήνεια ότι με όλους τους δείκτες<br />

που χρησιμοποιούνται για την ανταγωνιστικότητα των τιμών των ελληνικών<br />

προόντων, η θέση της χώρας έχει επιδεινωθεί. Θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς<br />

ότι, μετά την καθιέρωση του ευρώ, και άλλες χώρες είχαν παρόμοια προβλήματα<br />

με την Ελλάδα. Παρ’ όλα αυτά οι χώρες που είχαν μεγάλη επιδείνωση<br />

Πίνακας 4. Δείκτες ονομαστικής και πραγματικής σταθμισμένης συναλλαγματικής<br />

ισοτιμίας (ΣΣΙ)<br />

Πραγματική ΣΣΙ, με βάση<br />

Ονομαστική<br />

ΣΣΙ<br />

Σχετικές τιμές<br />

καταναλωτή<br />

Σχετικό κόστος<br />

εργασίας ανά<br />

μονάδα προόντος<br />

στη μεταποίηση<br />

Σχετικό κόστος<br />

εργασίας ανά μονάδα<br />

προόντος<br />

στο σύνολο της<br />

οικονομίας<br />

2001 1,1 1,0 3,4 0,6<br />

2002 1,9 2,8 4,5 3,7<br />

2003 4,5 5,3 7,9 4,9<br />

2004 1,4 1,9 6,0 4,2<br />

2005 –0,7 0,3 4,9 –0,5<br />

2006 0,1 1,0 4,3 2,1<br />

2007 1,4 1,9 4,4 2,8<br />

Σωρευτική εκατοστιαία<br />

μεταβολή περιόδου<br />

2001-2007<br />

9,9 15,0 41,1 19,2<br />

Πηγή: Τράπεζα της Ελλάδος


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 60<br />

60 ΒΑΣΙΛΗΣ ΡΑΠΑΝΟΣ<br />

του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών ήταν οι χώρες του ευρωπακού Νότου,<br />

κυρίως Ισπανία, Πορτογαλία, με πρώτη την Ελλάδα. 2<br />

Στο παρελθόν η διόρθωση γινόταν μέσα από υποτίμηση, είτε εφ’ άπαξ είτε<br />

με τη μορφή διολίσθησης. Με το ενιαίο νόμισμα όμως αυτή η δυνατότητα έχει<br />

αποκλειστεί και γι’ αυτό η κάθε χώρα πρέπει να αναζητήσει άλλους τρόπους<br />

διόρθωσης της ανταγωνιστικότητας. Μια πρώτη προσέγγιση θα μπορούσε να<br />

είναι η μείωση του κόστους ανά μονάδα προόντος. Κάτι τέτοιο, ακόμη και αν<br />

ήταν πολιτικά εφικτό θα απαιτούσε πολύ χρόνο, αφού μια διόρθωση της τάξης<br />

του 19 % στο σύνολο της οικονομίας δεν μπορεί να γίνει σε ένα ή δύο χρόνια.<br />

Αλλά και αν γινόταν κάτι τέτοιο πάλι δεν θα ήταν λύση παρά προσωρινή, αφού<br />

και στο παρελθόν η πολιτική δεν απέδωσε. 3 Με απλά λόγια οι πιο πάνω δείκτες<br />

του πίνακα 4 που εκφράζουν τις συνέπειες των αδυναμιών της οικονομίας<br />

μας και όχι το αίτιο της χαμηλής ανταγωνιστικότητας των προόντων και υπηρεσιών.<br />

Το πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας φαίνεται να είναι δομικό, πράγμα<br />

που σημαίνει ότι και οι όποιες πολιτικές αντιμετώπισης του προβλήματος δεν<br />

μπορεί παρά να αποβλέπουν στην αντιμετώπιση των διαρθρωτικών αδυναμιών<br />

του παραγωγικού ιστού της οικονομίας. Επειδή το πρόβλημα δεν είναι μόνο ελληνικό,<br />

γι’ αυτό και υπάρχουν πολλές προσεγγίσεις στο θέμα και πολλοί αναλυτές<br />

και διεθνείς οργανισμοί έχουν ασχοληθεί με το θέμα. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό<br />

ότι οι περισσότεροι δείκτες διεθνούς ανταγωνιστικότητας που<br />

συντάσσονται από φορείς όπως το π.χ. το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ,<br />

αναφέρονται σε δείκτες διαρθρωτικής ανταγωνιστικότητας. Είναι χαρακτηριστικό<br />

ότι με βάση τους δείκτες που συντάσσει το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ,<br />

αλλά και άλλοι φορείς, η θέση της Ελλάδας είναι αρκετά χαμηλή. Με<br />

βάση τα στοιχεία του πίνακα 5, η Ελλάδα κατατάσσεται στην 65η θέση από τις<br />

131 χώρες που περιλαμβάνει το δείγμα της έρευνας. Είναι φανερό ότι και σε<br />

μια σειρά από υποδείκτες η χώρα μας υστερεί σημαντικά με κυριότερες υστερήσεις<br />

στη μακροοικονομική σταθερότητα και στην αγορά εργασίας.<br />

Στο σημείο αυτό αξίζει να κάνουμε δύο επισημάνσεις. Είναι αξιοπερίεργο<br />

η Ελλάδα, χώρα της Ευρωζώνης, να κατατάσσεται 106η από άποψη μακροοικονομικής<br />

σταθερότητας. Αυτό μάλλον οφείλεται στο υψηλό δημόσιο χρέος της<br />

χώρας μας, αλλά το να λαμβάνεται υπόψη μόνο το ύψος του χρέους και να<br />

2 Για μια ανάλυση των επιπτώσεων που είχε η υιοθέτηση του ευρώ στις χώρες του<br />

Ευρωπακού Νότου βλέπε, μεταξύ άλλων στο O. Blanchard και F. Giavazzi, «Current<br />

Account Deficits in the Euro Area: The end of the Feldstein-Horioka Puzzle», Brookings<br />

Papers on Economic Activity, Νο. 2, 2002, σελ. 147-186.<br />

3 Βλέπε Αναστασάτος, οπ.π., 2008.


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 61<br />

ΔΙΕΘΝEΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ 61<br />

Πίνακας 5. Δείκτης παγκόσμιας ανταγωνιστικότητας (2007-2008)<br />

Ταξινόμηση<br />

(από δείγμα<br />

131 χωρών)<br />

Σκορ<br />

(με άριστα<br />

το 7)<br />

Δείκτης παγκόσμιας ανταγωνιστικότητας 65 4,08<br />

Υποδείκτης Α: Βασικές προποθέσεις 48 4,7<br />

1ος πυλώνας: Θεσμοί 49 4,31<br />

2ος πυλώνας: Υποδομές 35 4,38<br />

3ος πυλώνας: Μακροοικονομική σταθερότητα 106 4,29<br />

4ος πυλώνας: Υγεία και πρωτοβάθμια εκπαίδευση 42 5,83<br />

Υποδείκτης B: Μεγεθυντές αποτελεσματικότητας 57 4,07<br />

5ος πυλώνας: Ανώτερη εκπαίδευση και κατάρτιση 39 4,44<br />

6ος πυλώνας: Αποτελεσματικότητα στην αγορά αγαθών 60 4,24<br />

7ος πυλώνας: Αποτελεσματικότητα στην αγορά εργασίας 120 3,69<br />

8ος πυλώνας: Βαθμός εξέλιξης χρηματοοικονομικών αγορών 60 4,41<br />

9ος πυλώνας: Τεχνολογική ετοιμότητα 58 3,29<br />

10ος πυλώνας: Μέγεθος αγοράς 39 4,33<br />

Υποδείκτης Γ: Παράγοντες καινοτομίας και εξέλιξης 59 3,68<br />

11ος πυλώνας: Τεχνολογική εξέλιξη επιχειρήσεων 62 4,13<br />

12ος πυλώνας: καινοτομία 63 3,23<br />

Πηγή: World Economic Forum, The Global Competitiveness Report 2007-2008, 2008<br />

αγνοείται το γεγονός ότι η Ελλάδα ανήκει στις ανεπτυγμένες χώρες και στην<br />

Ευρωζώνη είναι μάλλον απλοκό. Είναι δύσκολο να γίνει κατανοητό επίσης το<br />

πως η Ελλάδα κατατάσσεται 120η από 131 χώρες από άποψη αποτελεσματικότητας<br />

στην αγορά εργασίας και βρίσκεται πίσω από πολλές χώρες, όπως Νιγηρία,<br />

Κολομβία, κ.α. όπου δύσκολα λειτουργούν στοιχειώδεις θεσμοί αγοράς<br />

και κράτους δικαίου. Εν πάση περιπτώσει οι δείκτες αυτοί αν και καθαρά μηχανιστικοί,<br />

παίρνουν ευρεία δημοσιότητα και παρακολουθούνται απ’ όλους<br />

τους επενδυτές και αναλυτές.<br />

Πριν προχωρήσουμε όμως στην ανάλυση των αδυναμιών που της οικονομίας<br />

μας που αφορούν τη διάρθρωση της παραγωγής και την αποτελεσματική<br />

χρήση των συντελεστών παραγωγής, είναι σημαντικό να δούμε τους βασικούς<br />

μακροοικονομικούς παράγοντες που επηρεάζουν το ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών<br />

μιας χώρας.


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 62<br />

62 ΒΑΣΙΛΗΣ ΡΑΠΑΝΟΣ<br />

Αποταμίευση και ΙΤΣ<br />

Ένα θέμα που έχει απασχολήσει τους αναλυτές και διεθνείς οργανισμούς<br />

είναι η σύνδεση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων με το έλλειμμα του ισοζυγίου<br />

τρεχουσών συναλλαγών. Στην πρόσφατη μάλιστα αξιολόγηση που κάνει η<br />

Ευρωπακή Επιτροπή για το Πρόγραμμα Σταθερότητας και Ανάπτυξης 4 τονίζεται<br />

ότι τα προβλήματα με το ΙΤΣ επηρεάζονται αρνητικά από τη δημοσιονομική<br />

πολιτική. Για το θέμα αυτό που είναι γνωστό στην οικονομική ανάλυση ως<br />

πρόβλημα των δίδυμων ελλειμμάτων, η Επιτροπή αναφέρει:<br />

«Πίσω από το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών βρίσκεται<br />

σε μεγάλο βαθμό το έλλειμμα του δημόσιου τομέα. Η Ελλάδα παρουσίαζε<br />

παραδοσιακά δημοσιονομικά ελλείμματα πάνω από το 3% του ΑΕΠ. Είναι<br />

μια χώρα υψηλού δημόσιου χρέους που αντιμετωπίζει και τους κινδύνους<br />

γήρανσης του πληθυσμού, μέσα από το αυξημένο κόστος συντάξεων και του<br />

συστήματος δημόσιας υγείας. Αυτό το πρότυπο δημόσιων δαπανών δημιουργεί<br />

ανησυχίες όχι μόνο επειδή ο εξωτερικός δανεισμός δεν διοχετεύεται<br />

σε παραγωγικές επενδύσεις, αλλά και επειδή ο εξωτερικός δανεισμός<br />

εξαρτάται από την αξιοπιστία και τη διατηρησιμότητα των δημόσιων οικονομικών.»<br />

Το θέμα των δίδυμων ελλειμμάτων έχει απασχολήσει αρκετά τους οικονομολόγους,<br />

με αφορμή κυρίως τις ΗΠΑ και τα ελλείμματα που έχουν τόσο στον Προ-<br />

πολογισμό όσο και στο ΙΤΣ. Η σύνδεση του δημοσιονομικού ελλείμματος με το<br />

έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών γίνεται μέσα από τη σχέση αποταμίευσηςεπενδύσεων<br />

και εισαγωγών-εξαγωγών. Πολύ απλά η σχέση αυτή μπορεί να συναχθεί<br />

από την ταυτότητα του εθνικού εισοδήματος σε μια ανοιχτή οικονομία. Η<br />

βασική σχέση για το τι παράγει μια οικονομία μπορεί να αποτυπωθεί ως εξής:<br />

Y = C + I + G + X<br />

όπου Y είναι το εθνικό εισόδημα ή το ΑΕΠ, C είναι η εγχώρια κατανάλωση, I<br />

είναι η επένδυση, G είναι οι κρατικές δαπάνες και X είναι οι εξαγωγές. Η<br />

σχέση αυτή μας λέει απλά ότι το παραγόμενο ΑΕΠ (το αριστερό σκέλος της<br />

εξίσωσης) αποτελείται από παραγωγή για εγχώρια κατανάλωση, εγχώρια<br />

επένδυση, για κρατικές υπηρεσίες και το υπόλοιπο για εξαγωγές. Μια άλλη<br />

4 Για περισσότερες λεπτομέρειες βλέπε, «Greece: Macro Fiscal Assessment: An<br />

Analysis οf τhe December 2007 Update οf τhe Stability Programme», ECFIN/50384/08-<br />

EN, Brussels, 04.03.2008.


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 63<br />

ΔΙΕΘΝEΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ 63<br />

εξίσωση που ορίζει το ΑΕΠ με εναλλακτικό τρόπο, δηλαδή το πως δαπανάται<br />

το παραγόμενο ΑΕΠ είναι η ακόλουθη<br />

Y = C + S + T+Μ<br />

όπου Y είναι το ΑΕΠ και η οποία μας λέει ότι το εισόδημα της οικονομίας που<br />

είναι ίσο με το ΑΕΠ, δαπανάται για κατανάλωση (C), για πληρωμή φόρων (T)<br />

για αποταμίευση (S). και εισαγωγές (Μ). Από τις δύο αυτές σχέσεις, που είναι<br />

ίσες, έχουμε ότι,<br />

C + I + G + X = C + S + T+Μ<br />

Η οποία απλοποιείται στη σχέση<br />

G − T = (S − I) −(Χ-Μ),<br />

ή<br />

G − T = (S − I) − (X − M)<br />

ή<br />

(S − I) - (G − T) = (X-M)<br />

όπου G-T είναι το έλλειμμα του κρατικού προπολογισμού (κρατικές δαπάνες<br />

μείον κρατικά έσοδα). Η διαφορά αυτή μπορεί να καλυφθεί με δύο τρόπους.<br />

Το κράτος δανείζεται τις αποταμιεύσεις, οι οποίες, σε διαφορετική περίπτωση,<br />

θα ήταν διαθέσιμες για επενδύσεις. Κάτι τέτοιο έχει ως συνέπεια την «εκτόπιση»<br />

των ιδιωτικών επενδύσεων από τις δημόσιες δαπάνες, αφού τα διαθέσιμα<br />

κεφάλαια για ιδιωτικές επενδύσεις μειώνονται. Ο άλλος τρόπος για να<br />

διατηρηθεί η σχέση αυτή, με δεδομένο το δημοσιονομικό έλλειμμα είναι να μειωθούν<br />

οι καθαρές εξαγωγές, να επιδεινωθεί δηλαδή το ισοζύγιο.<br />

Με δεδομένο ότι οι αποταμιεύσεις των ιδιωτών στη χώρα μας έχουν μειωθεί<br />

σημαντικά τα τελευταία χρόνια, το Δημόσιο συνεχίζει να έχει ελλείμματα και<br />

υπήρξε αύξηση των επενδύσεων αυτό μεταφράζεται σε μεγαλύτερο έλλειμμα<br />

στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Στο Διάγραμμα 1, γίνεται μια προσπάθεια<br />

απεικόνισης των εξελίξεων στη σχέση αποταμίευσης-επενδύσεων, στο δημοσιονομικό<br />

έλλειμμα και στο ΙΤΣ, ως ποσοστά του ΑΕΠ. Από το διάγραμμα<br />

είναι σαφές ότι υπάρχει σαφής συσχέτιση μεταξύ της διαφοράς επενδύσεωναποταμίευσης<br />

και του ελλείμματος ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών. Η διασύνδεση<br />

μεταξύ δημοσιονομικών ελλειμμάτων και ΙΤΣ δεν είναι σαφής και<br />

επομένως η εντύπωση που δημιουργείται είναι ότι η θεωρία των δίδυμων ελλειμμάτων<br />

δεν επιβεβαιώνεται. Εκείνο που πρέπει να επισημανθεί όμως είναι<br />

ότι στον ορισμό της εθνικής αποταμίευσης περιλαμβάνεται και η αποταμίευση<br />

του Δημοσίου και γι΄ αυτό στη σχέση επενδύσεων-αποταμίευσης θα έπρεπε να<br />

πάρουμε μόνο τις ιδιωτικές επενδύσεις και την καθαρή αποταμίευση των νοι-


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 64<br />

64 ΒΑΣΙΛΗΣ ΡΑΠΑΝΟΣ<br />

Διάγραμμα 1. Ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών και αποταμίευση-επενδύσεις<br />

κοκυριών. Ενώ έχουμε στοιχεία για τις ιδιωτικές επενδύσεις για τις καθαρές<br />

αποταμιεύσεις των νοικοκυριών έχουμε στοιχεία μόνο για τα τελευταία χρόνια,<br />

με αποτέλεσμα να είναι δύσκολο να κάνουμε συγκρίσεις.<br />

Στην περίπτωση της Ελλάδας η μείωση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων<br />

έγινε σε μια περίοδο που η χώρα ετοιμαζόταν να γίνει μέλος της ΟΝΕ, με παράλληλη<br />

απελευθέρωση του πιστωτικού συστήματος. Την ίδια περίοδο είχαμε<br />

σημαντική ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας και αύξηση των εισοδημάτων,<br />

με παράλληλη σημαντική μείωση των επιτοκίων. Όλα αυτά σε συνδυασμό<br />

και με την απελευθέρωση του τραπεζικού συστήματος οδήγησαν σε σημαντική<br />

αύξηση της κατανάλωσης και κατά συνέπεια των εισαγωγών. Αξίζει να<br />

αναφερθεί ότι όλη την περασμένη δεκαετία ο δανεισμός των νοικοκυριών αυξήθηκε<br />

δραματικά, με αποτέλεσμα οι αποταμιεύσεις των νοικοκυριών να μειωθούν<br />

και όπως δείχνουν κάποια πρόσφατα στοιχεία του ΟΟΣΑ (πίνακας 6), η<br />

καθαρή αποταμίευση των ελληνικών νοικοκυριών είναι αρνητική και είναι μάλιστα<br />

η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα από τις 19 της ΕΕ που είναι και μέλος του<br />

ΟΟΣΑ, με αρνητική καθαρή αποταμίευση των νοικοκυριών.<br />

Αν αυτά τα στοιχεία είναι σωστά, τότε η προσαρμογή στα επόμενα χρόνια<br />

πρέπει να εκφραστεί είτε με αύξηση της αποταμίευσης του Δημοσίου, της μείωσης<br />

δηλαδή των δημοσιονομικών ελλειμμάτων, είτε/και με αύξηση της αποταμίευσης<br />

των νοικοκυριών. Η σημερινή κυβέρνηση έχει ανακοινώσει την πρόθεση<br />

της να μηδενίσει το δημοσιονομικό έλλειμμα τα επόμενα χρόνια. Η μείωση<br />

αυτή όμως δεν φαίνεται να είναι ποσοτικά επαρκής για την αποκατάσταση της


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 65<br />

ΔΙΕΘΝEΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ 65<br />

Πίνακας 6. Καθαρή αποταμίευση νοικοκυριών ως % του διαθέσιμου εισοδήματος<br />

τους<br />

1999 2001 2002 2003 2004 2005 2006<br />

Αυστρία 8,8 7,5 7,6 8,8 8,9 9,4 9,7<br />

Βέλγιο 12,8 12 11,2 9,7 8,3 7,1 7,6<br />

Τσεχία 3,4 2,2 3 2,4 -0,5 0,6 -<br />

Δανία -3,6 4,1 4,6 4,7 1,2 -2,7 »<br />

Φιλανδία 2,1 0,1 0,6 1,4 2,5 0,6 -2<br />

Γαλλία 11,9 12,5 13,7 12,5 12,4 11,8 12<br />

Γερμανία 9,5 9,5 10,1 10,4 10,5 10,7 10,6<br />

Ελλάδα » -7,5 -8 -7,3 -7,2 -8 -7,3<br />

Ουγγαρία » » » » 7 6,7 »<br />

Ιταλία 10,4 10,6 11,4 10,4 10,5 10,1 8,8<br />

Ολλανδία 9,9 10,5 9,4 8,4 8,1 6,9 7<br />

Πολωνία 10,6 9,9 6 5,2 4,7 4,7 »<br />

Πορτογαλία » 4,5 4 4,4 4 2,5 »<br />

Σλοβακία 6,3 3,9 3,6 1,4 0,7 1,8 1,2<br />

Ισπανία » 5,6 5,6 5,9 5 3,8 3,1<br />

Ην. Βασίλειο 0,5 2 0,5 0,7 -0,7 -0,1 »<br />

ΗΠΑ 2,5 1,8 2,5 2,4 2 0,6 0,5<br />

Σλοβενία » 9,4 10,7 7,8 8,6 8,7 »<br />

Ευρωζώνη 9,3 9,6 10 9,6 9,6 9,3 »<br />

Πηγή: ΟΟΣΑ<br />

ισορροπίας. Με δεδομένη την αρνητική καθαρή αποταμίευση των νοικοκυριών,<br />

η προσαρμογή θα επέλθει με μείωση της εγχώριας κατανάλωσης, αύξησης<br />

δηλαδή των αποταμιεύσεων των νοικοκυριών. Μια τέτοια εξέλιξη θα επηρεάσει<br />

φυσικά τις εισαγωγές, άρα θα βοηθήσει στη μείωση του ΙΤΣ, όπως θα<br />

βοηθήσει και μια μείωση των επενδύσεων. Μια μείωση όμως της κατανάλωσης<br />

και των επενδύσεων θα επηρεάσουν και την οικονομική δραστηριότητα στη<br />

χώρα, εκτός και αν η μείωση αυτή υποκατασταθεί με αύξηση των εξαγωγών. Οι<br />

εξαγωγικές μας επιδόσεις όμως, τα τελευταία χρόνια, δεν είναι ικανοποιητικές<br />

και όλα τα στοιχεία για την ανταγωνιστικότητα των προόντων μας δεν είναι<br />

ιδιαίτερα αισιόδοξα. Ίσως σε αυτό στηρίζονται και οι δυσμενείς προβλέψεις<br />

των διεθνών οργανισμών και της Ευρωπακής Επιτροπής για την εξέλιξη των<br />

μεγεθών του ΙΤΣ.


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 66<br />

66 ΒΑΣΙΛΗΣ ΡΑΠΑΝΟΣ<br />

Άνοιγμα της ελληνικής οικονομίας και εξαγωγικές επιδόσεις<br />

Όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, η χρόνια ελλειμματικότητα του ΙΤΣ αντανακλά<br />

τη μείωση ανταγωνιστικότητας των ελληνικών προόντων και υπηρεσιών.<br />

Το πρώτο στοιχείο που πρέπει να τονιστεί είναι ότι παρά το γεγονός ότι η Ελλάδα<br />

είναι μέλος της ΕΕ εδώ και 27 χρόνια, η οικονομία μας είναι η πιο κλειστή<br />

στην ΕΕ (Διάγραμμα 2).<br />

Διάγραμμα 2. Διεθνές εμπόριο ως ποσοστό του ΑΕΠ (2006)<br />

Ας σημειωθεί ότι ο ορισμός για το πόσο ανοιχτή είναι μια οικονομία είναι<br />

το άθροισμα των εισαγωγών και εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών διαιρεμένων<br />

από το ΑΕΠ. Αν και μπορεί να ισχυριστεί κανείς ότι η Ελλάδα είναι πολύ<br />

πιο ανοικτή σήμερα απ’ ότι πριν τριάντα ή είκοσι χρόνια σε θέματα κίνησης κεφαλαίων<br />

και ότι το διεθνές εμπόριο σήμερα είναι πολύ μεγαλύτερο από το παρελθόν,<br />

αυτό δεν είναι ασύμβατο με το δείκτη αυτό. Ο δείκτης μας λέει απλά<br />

ότι ανάλογα με το διεθνές εμπόριο αυξήθηκε και το ΑΕΠ και ο λόγος εισαγωγών<br />

και εξαγωγών ως προς το ΑΕΠ παρέμεινε σταθερός.<br />

Είναι επίσης ενδιαφέρον ότι από το 1981 που η Ελλάδα έγινε μέλος της ΕΕ<br />

και παρά την κατάρρευση των προστατευτικών τειχών, το εμπόριο ως ποσοστό<br />

του ΑΕΠ δεν έχει ουσιαστικά αυξηθεί (Διάγραμμα 3). Επιπλέον όλα αυτά τα<br />

χρόνια οι εξαγωγικές μας επιδόσεις μειώνονται (Διάγραμμα 4) και η εισαγωγική<br />

διείσδυση δεν έχει αυξηθεί τόσο πολύ, όπως φαίνεται να θεωρεί πολύς κό-


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 67<br />

ΔΙΕΘΝEΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ 67<br />

Διάγραμμα 3. Διεθνές εμπόριο ως ποσοστό του ΑΕΠ, 2006<br />

Διάγραμμα 4. Εξαγωγική επίδοση


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 68<br />

68 ΒΑΣΙΛΗΣ ΡΑΠΑΝΟΣ<br />

σμος (Διάγραμμα 5). Διευκρινιστικά σημειώνεται ότι ο δείκτης εξαγωγικών<br />

επιδόσεων υπολογίζεται ως εξής. Ο ρυθμός αύξησης των συνολικών εξαγωγών<br />

μιας συγκεκριμένης χώρας αφαιρείται από το ρυθμό αύξησης των εισαγωγών<br />

όλων των υπόλοιπων χωρών. Αν ο ρυθμός αύξησης των εξαγωγών της χώρας είναι<br />

μεγαλύτερος από το ρυθμό αύξησης των εισαγωγών των υπόλοιπων χωρών,<br />

τότε η εξαγωγική επίδοση της χώρας είναι μεγαλύτερη από τη μονάδα (1). Ο<br />

δείκτης εισαγωγικής διείσδυσης υπολογίζεται με τον τύπο M/D=M/(Y-X+M),<br />

όπου Μ = εισαγωγές, Χ = εξαγωγές D = εγχώρια ζήτηση και Υ =ΑΕΠ.<br />

Οι εξελίξεις αυτές επιβεβαιώνουν όσα αναφέραμε πιο πριν για τη χαμηλή<br />

θέση που έχει η ελληνική οικονομία σε όλες τις κατατάξεις διεθνούς ανταγωνιστικότητας.<br />

Η θέση αυτή φαίνεται να επιδεινώνεται σταδιακά εδώ και πολλά<br />

χρόνια, αλλά τα τελευταία το ΙΤΣ έχει πλέον προσλάβει ανησυχητικές διαστάσεις.<br />

Σύνθεση παραγωγής και διαρθρωτικές αδυναμίες<br />

Το πρόβλημα της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών αγαθών και υπηρεσιών<br />

δεν είναι συγκυριακό, αλλά διαρθρωτικό και γι’ αυτό δεν μπορεί να αντι-<br />

Διάγραμμα 5. Εισαγωγική διείσδυση


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 69<br />

ΔΙΕΘΝEΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ 69<br />

μετωπιστεί με μακροοικονομικά εργαλεία, αλλά με μέτρα πολιτικής που θα<br />

επηρεάσουν τη διάρθρωση και τις κλαδικές επιδόσεις της οικονομίας μας. Αν<br />

και δεν υπάρχουν εύκολες απαντήσεις, εντούτοις, με βάση κάποιους δείκτες,<br />

μπορούμε να συναγάγουμε κάποια συμπεράσματα. Σε μια εποχή έντονης διεθνοποίησης<br />

των αγορών και της εισόδου πολλών νέων χωρών που ανταγωνίζονται<br />

στο διεθνή στίβο, η Ελλάδα είναι χώρα πλέον υψηλού κατά κεφαλή ΑΕΠ<br />

και σχετικά υψηλού κόστους εργασίας, εξακολουθεί να εξειδικεύεται σε προόντα<br />

που απαιτούν εργασία χαμηλής εξειδίκευσης.<br />

Είναι χαρακτηριστικά τα στοιχεία του πίνακα 7, όπου φαίνεται η χώρα μας<br />

να έχει τη μεγαλύτερη εξειδίκευση σε προόντα με χαμηλές εργασιακές δεξιότητες<br />

και μάλιστα ο δείκτης αυτός είναι ο υψηλότερος σε όλη την ΕΕ των 24 (25<br />

εκτός Κύπρου). Από την άλλη πλευρά η κατάταξη της Ελλάδας με βάση την<br />

εξειδίκευση σε προόντα υψηλής τεχνολογίας είναι 17η και σε προόντα υψηλής-ενδιάμεσης<br />

τεχνολογίας είναι 23 η , στο ίδιο επίπεδο με την Πολωνία. Παρατηρούμε<br />

δηλαδή ότι η χώρα μας έχει μια διάρθρωση παραγωγής μάλλον ξεπερασμένη<br />

και μάλιστα σε μια περίοδο που η ανάδυση πολλών οικονομιών χαμηλού<br />

εργατικού κόστους εντείνει τον ανταγωνισμό στα προόντα που παράγουμε.<br />

Η εξειδίκευση σε προόντα που για την παραγωγή τους απαιτείται εργασίας<br />

χαμηλών δεξιοτήτων ίσως εξηγεί και το γεγονός ότι η ανεργία των νέων<br />

στη χώρα μας είναι πολύ μεγάλη, συγκριτικά με άλλες χώρες της ΕΕ, αλλά και<br />

το ότι έχει απορροφήσει με επιτυχία μεγάλο αριθμό μεταναστών, οι οποίοι<br />

απασχολούνται ακριβώς σε τομείς χαμηλής τεχνολογίας.<br />

Το ζήτημα γιατί η χώρα μας δεν μπόρεσε να προσαρμόσει την παραγωγή<br />

της στις νέες απαιτήσεις της τεχνολογίας και των τεχνολογικών αλλαγών απαιτεί<br />

συστηματική μελέτη και ανάλυση. Αν και στην περίοδο 1995-2005 έγιναν<br />

σημαντικές διαρθρωτικές αλλαγές στην οικονομία μας, κυρίως στο χρηματοοικονομικό<br />

τομέα και σε κάποιους τομείς του Δημοσίου, αλλά δεν φαίνεται να<br />

έγιναν σημαντικές αλλαγές που να αλλάζουν τη διάρθρωση σε τομείς του πρωτογενούς<br />

και δευτερογενούς τομέα της οικονομίας μας. Αποτέλεσμα είναι η<br />

Ελλάδα να βρίσκεται σε μειονεκτική θέση έναντι των εταίρων της να αντιμετωπίσει<br />

τις προκλήσεις της παγκοσμιοποίησης. 5<br />

Προχωρώντας στην περαιτέρω εξέταση της διάρθρωσης της παραγωγής θα<br />

δούμε ότι το 70% περίπου της παραγωγής μας προέρχεται από το χώρο των μικρομεσαίων<br />

επιχειρήσεων, ποσοστό που είναι από τα υψηλότερα στην ΕΕ (πίνακας<br />

8). Ακόμη το 82% των απασχολουμένων είναι στο χώρο αυτό. Έχει ση-<br />

5 Για μια ενδιαφέρουσα ανάλυση βλέπε D. Rae & M. Sollie, «Globalisation and the<br />

European Union: Which Countries are Best Placed to Cope?», Economics Department<br />

Working Paper, No. 586, OECD, 2007.


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 70<br />

70 ΒΑΣΙΛΗΣ ΡΑΠΑΝΟΣ<br />

Πίνακας 7. Δείκτης τομεακής εξειδίκευσης με βάση τις εργασιακές δεξιότητες<br />

Χώρα<br />

Υψηλή<br />

Υψηλή<br />

ενδιάμεση<br />

Χαμηλή<br />

ενδιάμεση<br />

Χαμηλή<br />

Αυστρία 0,87 0,89 1,22 1,07<br />

Βέλγιο 1,12 1,04 0,96 0,76<br />

Γαλλία 1,12 1,06 0,88 0,86<br />

Γερμανία 1,03 0,99 0,99 0,95<br />

Δανία 0,93 1,19 1,04 0,92<br />

Ελλάδα 0,86 0,79 1,06 1,41<br />

Εσθονία 0,81 1,12 1,13 1,13<br />

Ην. Βασίλειο 1,02 1,07 0,94 0,97<br />

Ιρλανδία 1,13 0,92 0,96 0,85<br />

Ισπανία 0,83 0,83 1,10 1,39<br />

Ιταλία 0,99 0,84 1,04 1,11<br />

Λετονία 0,80 1,13 1,26 0,94<br />

Λιθουανία 0,68 1,13 1,21 1,27<br />

Λουξεμβούργο 1,28 0,94 0,84 0,68<br />

Μάλτα 0,90 1,21 0,79 1,35<br />

Ολλανδία 1,02 1,05 1,00 0,91<br />

Ουγγαρία 1,00 0,93 0,99 1,08<br />

Πολωνία 0,77 0,79 1,33 1,20<br />

Πορτογαλία 0,90 1,01 1,03 1,16<br />

Σλοβακία 0,81 1,00 1,15 1,21<br />

Σλοβενία 0,91 0,84 1,15 1,12<br />

Σουηδία 0,95 1,30 1,03 0,81<br />

Τσεχία 0,73 1,00 1,24 1,25<br />

Φιλανδία 0,90 1,13 1,22 0,80<br />

Πηγή: Eurostat, EU industrial structure 2007, Challenges and opportunities, 2008<br />

μασία επομένως να εξετάσουμε σε πιο λεπτομερειακό επίπεδο τη σύνθεση των<br />

μικρομεσαίων επιχειρήσεων στη χώρα μας. Το πιο ενδιαφέρον στοιχείο είναι<br />

ότι στην Ελλάδα το μεγαλύτερο ποσοστό της απασχόλησης είναι στο χώρο των<br />

πολύ μικρών επιχειρήσεων, εκείνων δηλαδή που απασχολούν από 1-9 εργαζόμενους<br />

και το ποσοστό αυτό είναι το μεγαλύτερο στην ΕΕ (Διάγραμμα 6). από<br />

την άλλη πλευρά αν πάρουμε την απασχόληση στις μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις<br />

(απασχόληση από 50 έως 250), παρατηρούμε ότι στην Ελλάδα, η κατηγο-


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 71<br />

ΔΙΕΘΝEΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ 71<br />

Πίνακας 8. Βασικοί δείκτες για μικρομεσαίες επιχειρήσεις στο μη χρηματοοικονομικό<br />

τομέα, 2005<br />

(% ΜΜΕ στο εθνικό σύνολο)<br />

Αριθμός<br />

επιχειρήσεων<br />

(χιλιάδες)<br />

Αριθμός<br />

απασχολουμένων<br />

(χιλιάδες)<br />

Προστιθέμενη<br />

αξία<br />

(e εκατ.)<br />

Αριθμός<br />

επιχειρήσεων<br />

Αριθμός<br />

απασχολουμένων<br />

Προστιθέμενη<br />

αξία<br />

EΕ-27 19.602 85.000 3.090 99,8 67,1 57,6<br />

Αυστρία 272 1.589 76 99,7 67,4 60,0<br />

Βέλγιο 395 1.602 83 99,8 66,6 57,8<br />

Βουλγαρία 240 1.318 5 99,7 72,6 53,2<br />

Γαλλία 2.274 8.834 412 99,8 61,4 54,2<br />

Γερμανία 1.654 12.357 553 99,5 60,6 53,2<br />

Δανία 202 1.129 67 99,7 66,0 64,8<br />

Ελλάδα 820 2.031 44 99,9 81,9 69,6<br />

Εσθονία 38 305 4 99,6 78,1 75,1<br />

Ην. Βασίλειο 1.535 9.636 501 99,6 54,0 51,0<br />

Ιρλανδία 85 654 53 99,5 67,5 58,2<br />

Ισπανία 2.542 10.538 339 99,9 78,7 68,5<br />

Ιταλία 3.819 12.182 420 99,9 81,3 70,9<br />

Κύπρος 43 174 5 99,9 84,3 80,0<br />

Λετονία 62 469 5 99,7 75,6 71,1<br />

Λιθουανία 93 619 5 99,7 72,9 58,5<br />

Λουξ/ργο 21 120 7 99,6 70,8 58,5<br />

Μάλτα : : : : : :<br />

Ολλανδία 492 3.146 146 99,7 67,6 61,5<br />

Ουγγαρία 556 1.783 20 99,8 70,9 50,2<br />

Πολωνία 1.405 5.289 59 99,8 69,8 48,4<br />

Πορτογαλία 848 2.676 47 99,9 82,0 67,8<br />

Ρουμανία 410 2.463 13 99,5 60,8 48,4<br />

Σλοβακία 42 501 7 98,8 54,0 44,5<br />

Σλοβενία 88 371 8 99,7 66,4 60,6<br />

Σουηδία 523 1.667 83 99,8 63,2 55,6<br />

Τσεχία 878 2.461 30 99,8 68,9 56,7<br />

Φιλανδία 187 717 40 99,7 58,5 53,9<br />

Πηγή: Eurostat (SBS size class)


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 72<br />

72 ΒΑΣΙΛΗΣ ΡΑΠΑΝΟΣ<br />

Διάγραμμα 6. Απασχόληση στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, 2005<br />

ρία αυτή απασχολεί μόλις και μετά βίας το 10% των απασχολουμένων, ποσοστό<br />

που είναι το μικρότερο στην ΕΕ. Το ίδιο παρατηρείται και στις μικρές επιχειρήσεις<br />

(απασχόληση από 10-49 εργαζόμενοι). Με απλά λόγια αν οι μικρομεσαίες<br />

επιχειρήσεις απασχολούν το 82% περίπου του εργατικού δυναμικού,<br />

το 57% περίπου απασχολείται σε πολύ μικρές επιχειρήσεις.<br />

Η διάρθρωση αυτή δείχνει κάτι που είναι και κοινή πεποίθηση, ότι ο αριθμός<br />

των αυτοαπασχολουμένων στην Ελλάδα είναι ιδιαίτερα υψηλός, συγκριτικά<br />

με άλλες χώρες της ΕΕ (πίνακας 9). Αν και το ποσοστό των αυτοαπασχολουμένων<br />

μειώθηκε σημαντικά τα τελευταία 15 χρόνια, αυτό εξακολουθεί να<br />

είναι υπερδιπλάσιο από το μέσο όρο της ΕΕ-15 και του ΟΟΣΑ. Η αυτοαπασχόληση<br />

μπορεί από τη μια πλευρά να διευκολύνει την εξεύρεση εργασίας σε<br />

πολλά άτομα και να μειώνει την ανεργία, από την άλλη πλευρά όμως δεν επιτρέπει<br />

την εξειδίκευση και την απόκτηση δεξιοτήτων, οι οποίες εκδηλώνονται<br />

με την εκμετάλλευση οικονομιών κλίμακας, την υιοθέτηση νέων τεχνολογιών<br />

και την επίτευξη αυξημένης παραγωγικότητας μέσα στην επιχείρηση.<br />

Τα στοιχεία αυτά δείχνουν ότι πολλοί Έλληνες βρίσκουν καταφύγιο για<br />

απασχόληση στη δημιουργία πολύ μικρών επιχειρήσεων, οι οποίες στη μεγάλη<br />

τους πλειοψηφία είναι οικογενειακές. Ίσως αυτή η διάρθρωση να εξηγεί σε μεγάλο<br />

βαθμό και το γεγονός ότι η παραγωγή μας είναι σε προόντα και υπηρεσίες<br />

που απαιτούν χαμηλές δεξιότητες στο εργατικό δυναμικό. Αποτέλεσμα αυτών<br />

των χαρακτηριστικών είναι και η χαμηλή παραγωγικότητα της εργασίας στη<br />

χώρα μας. Αυτό είναι φανερό και από το γεγονός ότι η παραγωγικότητα του<br />

Έλληνα εργαζόμενου, ανά ώρα εργασίας, εξακολουθεί να είναι η μικρότερη,


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 73<br />

ΔΙΕΘΝEΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ 73<br />

Πίνακας 9. Αυτοαπασχολούμενοι ως % εργατικού δυναμικού<br />

1990 1995 2000 2005 2006<br />

Αυστρία 14,2 14,4 13,1 13,3 13,6<br />

Βέλγιο 18,1 18,8 14,8 14,7 14,7<br />

Γαλλία 13,2 10,8 9,2 9,0 9,0<br />

Γερμανία 10,9 10,7 11,0 12,4 12,2<br />

Δανία 11,7 9,6 8,7 8,7 8,9<br />

Ελλάδα 47,7 46,1 41,9 36,4 36,3<br />

Ην. Βασίλειο 15,1 15,6 12,8 13 13,2<br />

Ιρλανδία 24,9 22,2 18,9 17,4 16,5<br />

Ισπανία 25,9 25,2 20,2 18,2 17,9<br />

Ιταλία 28,7 29,3 28,5 27 26,7<br />

Λουξεμβούργο 9,1 8,4 7,4 6,6 6,4<br />

Ολλανδία 11,6 12,4 12,0 11 11,0<br />

Ουγγαρία .. 18,0 15,2 13,8 12,8<br />

Πολωνία 27,2 29,7 27,4 25,8 24,4<br />

Πορτογαλία 29,4 27,9 26,1 25,1 24,1<br />

Σλοβακία .. 6,5 7,9 12,6 12,6<br />

Σουηδία 9,2 11,2 10,3 9,8 10,0<br />

Τσεχία .. 12 15,2 16,1 16,2<br />

Φιλανδία 15,6 15,6 13,7 12,7 12,9<br />

Ε.Ε. (15) 18,0 17,2 15,8 15,6 14,2<br />

ΟΟΣΑ 19,4 19,4 17,6 16,9 16,0<br />

Πηγή: ΟΟΣΑ<br />

με εξαίρεση την Πορτογαλία, σε σχέση με τις άλλες χώρες της ΕΕ-15 (Διάγραμμα<br />

7). Αν και η ετήσια αύξηση της παραγωγικότητας εργασίας, σε όλη την<br />

περίοδο 1995-2005, ήταν η δεύτερη μεγαλύτερη στην ΕΕ-15, αυτή οφείλεται και<br />

στο γεγονός ότι ο μέσος Έλληνας εργάζεται περισσότερο από το μέσο Ευρωπαίο.<br />

Και αυτό φαίνεται από το γεγονός ότι η ανά ώρα εργασίας παραγωγικότητα<br />

στην Ελλάδα είναι η μικρότερη στην ΕΕ-15, με εξαίρεση την Πορτογαλία<br />

και υστερεί πολύ σε σύγκριση με άλλες χώρες, όπως π.χ. η Ισπανία και η Ιταλία.<br />

Με βάση άλλα στοιχεία της Eurostat (Europe in figures 2008), ο μέσος όρος,<br />

ωρών εργασίας εβδομαδιαία, στην Ελλάδα το 2005 ήταν ο μεγαλύτερος στην<br />

ΕΕ-27. Το ίδιο φαίνεται να επιβεβαιώνουν και στοιχεία του ΟΟΣΑ με βάση τα<br />

οποία, στην Ελλάδα αν ο μέσος εργασίας ετησίως είναι 100 ώρες, ο αντίστοι-


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 74<br />

74 ΒΑΣΙΛΗΣ ΡΑΠΑΝΟΣ<br />

Διάγραμμα 7. Παραγωγικότητα ανά ώρα εργασίας (2006)<br />

χος μέσος όρος ωρών εργασίας στις 19 χώρες της ΕΕ που είναι και χώρες-μέλη<br />

του ΟΟΣΑ είναι 84 ώρες. Αν και η παραγωγικότητα της εργασίας βελτιώθηκε,<br />

εντούτοις η παραγωγικότητα ανά ώρα εργασίας στην Ελλάδα εξακολουθεί να<br />

είναι, μετά την Πορτογαλία, η μικρότερη στην ΕΕ-15 (Διάγραμμα 7).<br />

Τέλος ίσως έχει σημασία να αναφέρουμε και το γνωστό πλέον δείκτη της<br />

Παγκόσμιας Τράπεζας για την ευκολία άσκησης επιχειρηματικής δραστηριότητα<br />

στις διάφορες χώρες. Με βάση τα στοιχεία που αφορούν το 2007 Ελλάδα<br />

κατέχει την τελευταία θέση μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ, κάτι που συνέβαινε<br />

και τα προηγούμενα χρόνια (πίνακας 8).<br />

Διαπιστώσεις και συμπεράσματα<br />

Από την πιο πάνω αποσπασματική παρουσίαση κάποιων δεικτών γίνεται<br />

σαφές ότι το πρόβλημα του ΙΤΣ της χώρας μας είναι βαθιά διαρθρωτικό και ο<br />

μόνος τρόπος αντιμετώπισης του είναι οι μεθοδευμένες διαρθρωτικές αλλαγές.<br />

Χωρίς αναδιαρθρώσεις στον παραγωγικό ιστό, χωρίς τη δημιουργία ανταγωνιστικών<br />

επιχειρήσεων δεν φαίνεται πιθανό να μπορέσει η Ελλάδα να βελτιώσει<br />

τις επιδόσεις της στις διεθνείς αγορές και να μειώσει το έλλειμμα του ΙΤΣ. Μέχρι<br />

πριν λίγα χρόνια, το εργαλείο που συνήθιζε να χρησιμοποιεί η χώρα μας<br />

ήταν η υποτίμηση της ισοτιμίας της δραχμής και η περιοριστική δημοσιονομική<br />

και νομισματική πολιτική. Σήμερα, με το ευρώ ως νόμισμα δεν υπάρχει η δυνα-


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 75<br />

ΔΙΕΘΝEΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ 75<br />

τότητα υποτίμησης, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι η διάβρωση της ανταγωνιστικότητας<br />

των προόντων και υπηρεσιών έχει εξαλειφθεί. Απλά αυτή εκδηλώνεται<br />

με άλλους τρόπους και οι συνέπειες της στην πραγματική οικονομία θα αρχίσουν<br />

να εκδηλώνονται με αυξημένη ανεργία, μείωση εισοδημάτων και επιβράδυνση<br />

της σύγκλισης με τις άλλες χώρες της ΕΕ.<br />

Γι’ αυτό και η ανάγκη για διαρθρωτικές αλλαγές γίνεται όλο και πιο επιτακτική.<br />

Οι αλλαγές πρέπει να ξεκινήσουν από το να βελτιωθούν οι επιδόσεις του<br />

δημόσιου τομέα, γιατί όλοι οι δείκτες ανταγωνιστικότητας και επιχειρηματικότητας<br />

δείχνουν ότι η αποτελεσματικότητα των κρατικών υπηρεσιών είναι πολύ<br />

χαμηλή. Αν αυτό δεν γίνει σχετικά σύντομα, τότε οι ρυθμοί αύξησης του ΑΕΠ<br />

θα μειωθούν και θα αυξηθεί ακόμη περισσότερο η ανεργία. Οι αλλαγές που<br />

απαιτούνται δεν αφορούν μόνο θέματα νομοθεσίας, αλλά και βαθύτερες αλλαγές<br />

στον τρόπο λειτουργίας του κράτους, στο πως δαπανώνται οι πόροι του Δημοσίου,<br />

στο πως λειτουργεί το φορολογικό μας, στο πως μπορεί να εκσυγχρονιστεί<br />

το εκπαιδευτικό μας σύστημα σε όλες του τις βαθμίδες και να βελτιωθεί η<br />

λειτουργία της αγοράς εργασίας.<br />

Η βελτίωση της λειτουργίας του κράτους και η θεσμοθέτηση απλών και<br />

αποτελεσματικά εφαρμοζόμενων κανόνων θα βοηθήσει και τις επιχειρήσεις να<br />

αξιοποιήσουν τα συγκριτικά τους πλεονεκτήματα και να αναπτύξουν νέα, κάτι<br />

που χρειάζεται η χώρα μας στο νέο παγκοσμιοποιημένο οικονομικό περιβάλλον.<br />

Σε μια εποχή που οι αλλαγές είναι συνεχείς και η ανάδυση νέων οικονομικών<br />

δυνάμεων στη διεθνή οικονομική σκηνή, η επανάπαυση είναι ο χειρότερος<br />

σύμβουλος. Η πείρα έχει δείξει ότι οι επιτυχημένες αλλαγές είναι εκείνες που<br />

γίνονται μεθοδικά και με κοινωνικές συναινέσεις. Σε όλες τις αλλαγές υπάρχουν<br />

ωφελημένοι και χαμένοι. Γι’ αυτό και χρέος της πολιτείας είναι να αντιμετωπίσει<br />

με αποτελεσματικότητα και ευαισθησία τις ευπαθείς ομάδες σε αυτές<br />

τις αλλαγές. Η εμπειρία άλλων χωρών είναι πολύτιμη και με βάση αυτή θα πρέπει<br />

η πολιτική μας ηγεσία να βρει τρόπο να προχωρήσει μεθοδικά και συστηματικά<br />

στις αλλαγές εκείνες που έχει ανάγκη η χώρα.


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 76


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 77<br />

2<br />

Προβλήματα της ελληνικής οικονομίας<br />

και προτάσεις για την επίλυσή τους<br />

Μαρία Αλμπάνη και Γιάννης Στουρνάρας<br />

Εισαγωγή<br />

Η επίδοση της ελληνικής οικονομίας από τα μέσα της δεκαετίας του 1990 έως<br />

σήμερα, δηλαδή την περίοδο που χαρακτηρίζεται από την προσπάθεια επίτευξης<br />

των κριτηρίων σύγκλισης και από τη συμμετοχή στην Ευρωζώνη, είναι ανώτερη<br />

από αυτή των δύο προηγούμενων δεκαετιών (1974-1994): Η οικονομική ανάπτυξη<br />

είναι υψηλότερη (4% κατά μέσο ετήσιο όρο), ο πληθωρισμός χαμηλότερος,<br />

ενώ το κατά κεφαλήν εισόδημα της Ελλάδας σε μονάδες ισοδύναμης αγοραστικής<br />

δύναμης έχει φτάσει στο 90% του αντίστοιχου εισοδήματος της Ευρωζώνης<br />

και στο 100% του εισοδήματος της Ευρωπακής Ένωσης (ΕΕ) των 27.<br />

Αναμφισβήτητα, η επίτευξη των κριτηρίων σύγκλισης και η υιοθέτηση του<br />

ευρώ έδωσαν αναπτυξιακή δυναμική σε μια οικονομία η οποία υπέφερε από νομισματικές<br />

και συναλλαγματικές διαταραχές από την εποχή της εθνικής ανεξαρτησίας<br />

(το 1830) μέχρι το 2000. Πράγματι, η ανάπτυξη στηρίζεται τόσο στην κατανάλωση<br />

(ιδιωτική και δημόσια) όσο και στις επενδύσεις (ιδιωτικές και δημόσιες)<br />

που ενισχύθηκαν από τη μείωση των επιτοκίων λόγω σύγκλισης και την επέκταση<br />

του τραπεζικού δανεισμού, τη νομισματική και συναλλαγματική σταθερότητα που<br />

έφερε το ευρώ, την αναδιάρθρωση και ιδιωτικοποίηση του τραπεζικού συστήματος<br />

και ορισμένων δημοσίων επιχειρήσεων, και την εισροή κοινοτικών πόρων.<br />

Αυτό όμως το αναπτυξιακό πρότυπο, που λειτούργησε θετικά όλα αυτά τα<br />

χρόνια, εξάντλησε τη δυναμική του. 1 Μία σαφή ένδειξη αποτελεί το ισοζύγιο<br />

τρεχουσών συναλλαγών. Η Ελλάδα έχει χρόνιο έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχου-<br />

1 Γ. Στουρνάρας και Μ. Αλμπάνη, Η Ελληνική Οικονομία μετά την Κρίση: Αναζητώντας<br />

ένα νέο αναπτυξιακό πρότυπο, ΙΟΒΕ, Αθήνα, 2008.


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 78<br />

78 ΜΑΡIΑ ΑΛΜΠAΝΗ – ΓΙAΝΝΗΣ ΣΤΟΥΡΝAΡΑΣ<br />

σών συναλλαγών της. Από τις αρχές της δεκαετίας του ’50 έως τη δεκαετία του<br />

’90 το μέσο έλλειμμα ήταν της τάξης του 3% του ΑΕΠ ετησίως. Από τα μέσα της<br />

δεκαετίας του 90 το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών αυξήθηκε<br />

ακόμα περισσότερο, και το 2007 ξεπέρασε το 14% του ΑΕΠ.<br />

Το πρόβλημα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών<br />

Το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών οφείλεται, μεταξύ άλλων,<br />

στη χρόνια υστέρηση μεταξύ των αποταμιεύσεων και των επενδύσεων.<br />

Συγκεκριμένα, και σύμφωνα με τα στοιχεία από τους εθνικούς λογαριασμούς,<br />

το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών το 2007 προέκυψε ως η διαφορά<br />

μεταξύ των συνολικών επενδύσεων της τάξης του 25% του ΑΕΠ (οι<br />

οποίες είναι από τις υψηλότερες στην ΕΕ) και των συνολικών αποταμιεύσεων,<br />

που κυμάνθηκαν στο 11% του ΑΕΠ (και οι οποίες είναι από τις χαμηλότερες<br />

στην ΕΕ).<br />

Το έλλειμμα αυτό ήταν το μεγαλύτερο μεταξύ των χωρών-μελών του ΟΟΣΑ<br />

(με εξαίρεση την Ισλανδία), ενώ άλλες δύο χώρες του ευρωπακού Νότου, η<br />

Πορτογαλία και (δευτερευόντως) η Ισπανία διακρίνονται και αυτές από πολύ<br />

υψηλά ελλείμματα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών τους. Παράλληλα, παρατηρείται<br />

αύξηση του πλεονάσματος του ισοζυγίου στις χώρες του ευρωπακού<br />

Βορρά κατά την ίδια περίοδο (από τα μέσα της δεκαετίας του 90), φαινόμενο<br />

που ερμηνεύεται από τη διαδικασία της οικονομικής σύγκλισης.<br />

Οι χαμηλές εθνικές αποταμιεύσεις αντανακλούν τα υψηλά ελλείμματα του<br />

δημόσιου τομέα (αρνητική αποταμίευση) και την υψηλή ροπή προς κατανάλωση<br />

του ιδιωτικού τομέα. Επιπλέον, η μείωση των επιτοκίων (των ασφαλίστρων<br />

κινδύνου), αποτέλεσμα της επιτυχούς οικονομικής σύγκλισης, οδήγησε<br />

σε αύξηση των ιδιωτικών επενδύσεων και σε μείωση των ιδιωτικών αποταμιεύσεων,<br />

ενώ οι επενδύσεις και οι αποταμιεύσεις του δημόσιου τομέα δεν κινήθηκαν<br />

επαρκώς προς την αντίθετη κατεύθυνση. Το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών<br />

συναλλαγών αντανακλά επίσης τη χρόνια υστέρηση ανταγωνιστικότητας<br />

αλλά και το εσωστρεφές πρότυπο της οικονομικής ανάπτυξης της χώρας, ιδιαίτερα<br />

εάν συγκριθεί με τις άλλες μικρές ανοιχτές οικονομίες στην Ευρωζώνη<br />

(π.χ. Ιρλανδία και Αυστρία). Οι εξαγωγές ως ποσοστό του ΑΕΠ είναι οι χαμηλότερες<br />

στην Ευρωζώνη (20% του ΑΕΠ- στην Ευρωζώνη οι εξαγωγές κυμαίνονται<br />

από 30% στην Πορτογαλία ως 90% στην Ιρλανδία), αντανακλώντας κυρίως<br />

τη χαμηλή ανταγωνιστικότητα των ελληνικών προόντων και υπηρεσιών. 2<br />

2<br />

T. Papadogonas και Y. Stournaras, «Financial Integration, National Savings and<br />

National Investment in the EU Member-States», Applied Economic Letters, 2006 και των


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 79<br />

ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ 79<br />

Ελλείμματα αυτών των διαστάσεων, εφόσον συνεχίζονται, συνεπάγονται τη<br />

χειροτέρευση της «διεθνούς καθαρής επενδυτικής θέσης της χώρας», ενός μεγέθους<br />

που σχετίζεται, αλλά δεν ταυτίζεται, με το καθαρό εξωτερικό χρέος.<br />

Εάν η Ελλάδα δεν ήταν μέλος της Ευρωζώνης, η πιθανότερη συνέπεια ενός ελλείμματος<br />

του ισοζυγίου αυτών των διαστάσεων, θα ήταν η σημαντική υποτίμηση<br />

της δραχμής, η αύξηση του πληθωρισμού, η μείωση των πραγματικών μισθών<br />

και της ιδιωτικής κατανάλωσης, η μείωση του ρυθμού οικονομικής ανάπτυξης,<br />

η ενδεχόμενη μείωση των εισαγωγών και η αύξηση των εξαγωγών. Η<br />

προσαρμογή σε χαμηλότερο έλλειμμα του ισοζυγίου θα ήταν βίαιη και τυφλή.<br />

Αυτό έχει συμβεί επανειλημμένα στο παρελθόν, πριν η Ελλάδα υιοθετήσει το<br />

ευρώ. Παρόλα αυτά και παρά το γεγονός ότι η συμμετοχή στο ευρώ έχει εξαλείψει<br />

το πρόβλημα του ισοζυγίου πληρωμών όπως το γνωρίζαμε μέχρι σήμερα,<br />

ελλείμματα του ισοζυγίου της τάξης του 14% του ΑΕΠ δημιουργούν προβλήματα<br />

που δεν μπορεί να αγνοηθούν.<br />

Καταρχάς πρέπει να τονιστεί ότι απαιτείται προσαρμογή. Η συμμετοχή της<br />

Ελλάδας στην Ευρωζώνη, όπως ήδη ελέχθη, μετριάζει την επιτακτική και<br />

άμεση ανάγκη για την προσαρμογή αυτή και δίνει την πολυτέλεια του τρόπου<br />

και του χρόνου. Η προσαρμογή αυτή κρίνεται απαραίτητη για τους ακόλουθους<br />

λόγους: Πρώτον, διότι ακόμα και κάτω από την «ομπρέλα προστασίας» του<br />

ευρώ, το μεγάλο έλλειμμα του ισοζυγίου συνεπάγεται εκροή εισοδήματος στο<br />

εξωτερικό (τόκοι, μερίσματα, ενοίκια κ.λπ.) που δεν μπορεί να αντισταθμιστεί<br />

επ’ άπειρον από την υψηλότερη ανάπτυξη που ο εξωτερικός δανεισμός μπορεί<br />

να εξασφαλίζει. Δεύτερον, διότι το έλλειμμα του ισοζυγίου αφενός οφείλεται<br />

και στην αρνητική καθαρή αποταμίευση του δημόσιου τομέα (δηλαδή στο τρέχον<br />

έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης, περίπου 2% του ΑΕΠ) και αφετέρου<br />

στην πολύ μικρή ιδιωτική αποταμίευση (περίπου 13% του ΑΕΠ), τόσο συγκριτικά<br />

με τις άλλες χώρες της Ευρωζώνης όσο και, κυρίως, σε σχέση με τις μελλοντικές<br />

ανάγκες που δημιουργεί η γήρανση του πληθυσμού. Τρίτον, διότι η τρέχουσα<br />

διεθνής κρίση έχει προκαλέσει τη διεύρυνση των επιτοκιακών περιθωρίων<br />

δανεισμού του δημοσίου, των τραπεζών, των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών,<br />

που επιβαρύνουν την εθνική ευημερία, αφού η Ελλάδα έχει σχετικά<br />

μεγάλο καθαρό εξωτερικό χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ. Τέταρτον, διότι η ΕΕ<br />

είναι μια πλήρης νομισματική ένωση, αλλά δεν είναι μία πλήρης οικονομική<br />

ένωση και στερείται επαρκών μέσων (διαθέτει μόνο τα αναγκαία) εξάλειψης<br />

των περιφερειακών ανισορροπιών αν παραστεί μείζων ανάγκη.<br />

ιδίων «Twin deficits and financial Integration in EU Member-States», Journal of Policy<br />

Modeling, 2006.


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 80<br />

80 ΜΑΡIΑ ΑΛΜΠAΝΗ – ΓΙAΝΝΗΣ ΣΤΟΥΡΝAΡΑΣ<br />

Γήρανση του πληθυσμού και κοινωνική ασφάλιση<br />

Η μεγαλύτερη ίσως πρόκληση που αντιμετωπίζει η Ελλάδα σήμερα, καθώς<br />

επίσης και οι περισσότερες σύγχρονες κοινωνίες και οικονομίες, από την<br />

πλευρά της ζήτησης είναι το ασφαλιστικό. Η Ελλάδα ανήκει στις χώρες εκείνες<br />

όπου το συνταξιοδοτικό πρόβλημα τίθεται με οξύτητα και προκαλεί ερωτηματικά<br />

για τις μακροπρόθεσμες δημοσιονομικές εξελίξεις.<br />

Το προσδόκιμο ζωής κατά τη γέννηση έχει αυξηθεί σημαντικά τα τελευταία<br />

χρόνια. Από το 1960 μέχρι το 2005 αυξήθηκε κατά μέσο όρο 10 περίπου χρόνια<br />

στις χώρες του ΟΟΣΑ, φθάνοντας τα 78.6 χρόνια. Είναι αξιοσημείωτο ότι από<br />

το 2003 μέχρι το 2005 αυξήθηκε κατά ένα χρόνο περίπου (από το 77.8 σε 78.6<br />

χρόνια). Στην Ελλάδα το προσδόκιμο ζωής κατά τη γέννηση ήταν 69.9 χρόνια<br />

το 1960, 78.1 χρόνια το 2003 και 79.3 χρόνια το 2005 (Πίνακας 1). Η αύξηση του<br />

προσδόκιμου ζωής αντανακλά τη μεγάλη μείωση των ποσοστών θνησιμότητας<br />

σε όλες τις ηλικίες, η οποία ερμηνεύεται από τη βελτίωση του επιπέδου ευημερίας,<br />

των συνθηκών υγείας, διατροφής, υγιεινής κ.λπ.<br />

Υπάρχει θετική και ισχυρή συσχέτιση μεταξύ του κατά κεφαλήν εισοδήματος<br />

και του αυξημένου προσδόκιμου ζωής, όπως και μεταξύ της κατά κεφαλήν<br />

δαπάνης υγείας και του αυξημένου προσδόκιμου ζωής στις χώρες του ΟΟΣΑ.<br />

Η Ελλάδα βρίσκεται επάνω από τη σχετική γραμμή παλινδρόμησης (Γράφημα<br />

1), που σημαίνει ότι έχει προσδόκιμο ζωής υψηλότερο από αυτό που «προβλέπεται»<br />

από το κατά κεφαλήν εισόδημα.<br />

Η αύξηση του προσδόκιμου ζωής είναι αναμφισβήτητα μια θετική εξέλιξη.<br />

Έχει όμως μια ανεπιθύμητη παρενέργεια που αφορά τα συστήματα κοινωνικής<br />

ασφάλισης διανεμητικού χαρακτήρα (pay-as-you go). Η παρενέργεια αυτή<br />

Πίνακας 1. Προσδόκιμο ζωής, 1960-2005<br />

Προσδόκιμο Ζωής 1960 2003 2005<br />

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 69.6 78.4 79<br />

ΕΛΛΑΔΑ 69.9 78.1 79.3<br />

ΙΣΠΑΝΙΑ 69.8 80.5 80.7<br />

ΓΑΛΛΙΑ 70.3 79.4 80.3<br />

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 70 77.8 79.5<br />

ΙΤΑΛΙΑ 69.8 79.9 80.4<br />

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 64 77.3 78.2<br />

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ 69 78.5 78.9<br />

ΠΟΛΩΝΙΑ 67.8 74.7 75.1<br />

ΟΟΣΑ 68.5 77.8 78.6<br />

Πηγή: OΟΣΑ, Health Statistics 2007


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 81<br />

ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ 81<br />

Γράφημα 1. Προσδόκιμο ζωής στη γέννηση και κατά κεφαλήν εισόδημα<br />

81<br />

80<br />

R 2 = 0,4168<br />

79<br />

78<br />

77<br />

76<br />

75<br />

74<br />

10000 15000 20000 25000 30000 35000<br />

Πηγή: Πίνακας 1 και OECD National Accounts<br />

οφείλεται στο γεγονός ότι τα όρια ηλικίας για συνταξιοδότηση καθορίστηκαν<br />

όταν το προσδόκιμο ζωής ήταν πολύ χαμηλότερο από ότι είναι σήμερα. Δηλαδή,<br />

ο αριθμός των ετών που ζει κάποιος ως συνταξιούχος έχει αυξηθεί, ενώ η<br />

χρονική περίοδος του εργασιακού βίου έχει παραμείνει περίπου η ίδια. Αυτό<br />

έχει συμβάλει στη δημιουργία ενός «ανοίγματος» μεταξύ των ροών εσόδων και<br />

των ροών δαπανών στα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης, το οποίο προβλέπεται<br />

να διευρυνθεί τα επόμενα χρόνια.<br />

Εξειδικεύοντας περισσότερο, μπορεί να λεχθεί ότι το ασφαλιστικό «πρόβλημα»<br />

είναι αποτέλεσμα πέντε κυρίως εξελίξεων: (α) του αυξημένου προσδόκιμου<br />

ζωής, (β) της μείωσης του ποσοστού γονιμότητας, (γ) της επερχόμενης συνταξιοδότησης<br />

της γενιάς που γεννήθηκε αμέσως μετά τον πόλεμο, δηλαδή των<br />

λεγόμενων «baby boomers», (δ) των συνεχών παρεμβάσεων στο ασφαλιστικό<br />

σύστημα «κοινωνικού» χαρακτήρα που χαλαρώνουν τα ασφαλιστικά κίνητρα,<br />

και (ε) των οργανωτικών δυσλειτουργιών που οδηγούν σε εισφοροδιαφυγή.<br />

Από τις εξελίξεις αυτές, οι τρεις πρώτες είναι κοινές στις περισσότερες χώρες<br />

του ΟΟΣΑ και της ΕΕ και οδηγούν σε αύξηση του ποσοστού εξάρτησης,<br />

δηλαδή, του λόγου των ηλικιωμένων (65+) προς τους οικονομικά ενεργούς πολίτες<br />

(15-65) (Πίνακας 2). Με τη σειρά της, η αύξηση του ποσοστού εξάρτησης<br />

οδηγεί, αν δεν υπάρξουν αντίρροπες τάσεις σε άλλες παραμέτρους του διανεμητικού<br />

συστήματος, σε διάσταση μεταξύ των εσόδων από εισφορές και των


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 82<br />

82 ΜΑΡIΑ ΑΛΜΠAΝΗ – ΓΙAΝΝΗΣ ΣΤΟΥΡΝAΡΑΣ<br />

Πίνακας 2. Ποσοστό εξάρτησης των ηλικιωμένων από τον ενεργό πληθυσμό και<br />

δημόσιες δαπάνες σχετιζόμενες με τη γήρανση του πληθυσμού.<br />

Χώρα<br />

Ποσοστό<br />

γονιμότητας 1<br />

Ποσοστό<br />

εξάρτησης 2<br />

Συντάξεις<br />

(% ΑΕΠ)<br />

Δημόσιες Δαπάνες<br />

Υγείας (% ΑΕΠ)<br />

2004 2050 2004 2050 2004 2050 2004 2050<br />

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 1.4 1.5 26.8 51.7 11.4 13.1 6 7.2<br />

ΕΛΛΑΔΑ* 1.3 1.5 26.4 60.4 12 24 5.1 6.8<br />

ΙΣΠΑΝΙΑ 1.3 1.4 24.6 65.6 8.6 15.7 6.1 8.3<br />

ΓΑΛΛΙΑ 1.9 1.9 25.2 46.4 12.8 14.8 7.7 9.5<br />

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2 1.8 16.4 45.2 4.71 1.1 5.3 7.3<br />

ΙΤΑΛΙΑ 1.3 1.4 28.9 62.2 14.2 14.7 5.8 7.1<br />

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 1.5 1.6 24.9 58.5 11.1 20.8 6.7 7.2<br />

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ 1.8 1.8 23.3 46.7 10.7 13.7 5.6 7<br />

ΚΥΠΡΟΣ 1.5 1.5 17.5 43.2 6.9 19.8 2.9 4<br />

ΠΟΛΩΝΙΑ 1.2 1.6 18.6 51 13.9 8 4.1 5.5<br />

ΕΕ-25 1.5 1.6 24.5 51.4 10.6 12.8 6.4 7.9<br />

ΖΩΝΗ ΕΥΡΩ 1.5 1.6 25.9 53.6 11.5 14.1 6.3 7.8<br />

1 Το ποσοστό γονιμότητας είναι ο αριθμός των παιδιών ανά γυναίκα γόνιμης ηλικίας<br />

2 Το ποσοστό εξάρτησης είναι ο λόγος του αριθμού των πολιτών ηλικίας 65 και άνω προς<br />

τον αριθμό των πολιτών στην ηλικιακή κατηγορία 15 – 64<br />

* Για την Ελλάδα τα στοιχεία για τις συντάξεις δεν είναι επικαιροποιημένα (δηλαδή του<br />

2005) αλλά προγενέστερα, από προβολές της Επιτροπής Οικονομικής Πολιτικής (EPC)<br />

Πηγή: R. Beetsma και H. Oksanen, «Pension Systems, Ageing and the Stability and Growth<br />

Pact», European Economy, Special Report, European Commission, 2007<br />

δαπανών για συντάξεις, σε αύξηση του ελλείμματος της γενικής κυβέρνησης<br />

και τελικά του δημόσιου χρέους. Σύμφωνα με εκτιμήσεις της ΕΕ, η αύξηση του<br />

δημόσιου χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ στην Ελλάδα θα είναι τόσο μεγάλη αν<br />

δεν ληφθούν μέτρα, ώστε το 2050 ο λόγος αυτός θα πλησιάσει το 400% και θα<br />

είναι ο μεγαλύτερος στη ΕΕ (Πίνακας 3).<br />

Γιατί όμως συμβαίνει αυτό ενώ η εξέλιξη του ποσοστού εξάρτησης είναι<br />

σχεδόν η ίδια με τις άλλες χώρες-μέλη της ΕΕ; Συμβαίνει διότι: Πρώτον οι άλλες<br />

χώρες-μέλη έχουν λάβει σημαντικά μέτρα εξισορρόπησης του συστήματος<br />

ενώ εμείς όχι (αν και δεν έχουν δοθεί μέχρι σήμερα αναλυτικά στοιχεία, από<br />

πρόχειρους υπολογισμούς που έχουμε κάνει, η πλήρης εφαρμογή του νόμου<br />

3655/2008 για το ασφαλιστικό βελτιώνει τα παραπάνω μεγέθη μόνο κατά 10%


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 83<br />

ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ 83<br />

Πίνακας 3. Προβολή του Δημόσιου Χρέους ως % του ΑΕΠ έως το 2050<br />

Πηγή: Public Finances in EMU, European Commission, 2005<br />

Σενάριο βάσης 1<br />

2004 2010 2030 2050<br />

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 65.5 62.2 39.6 23<br />

ΕΛΛΑΔA 110.5 94.7 139.5 403.3<br />

ΙΣΠΑΝΙΑ* 49 35.1 4.3 55.9<br />

ΓΑΛΛΙΑ 64.8 59 89.5 219.3<br />

ΙΡΛΑΝΔΙΑ* 21.7 12 12 62.6<br />

ΙΤΑΛΙΑ 106 90.7 31.2 -5.7<br />

ΚΥΠΡΟΣ* 73.8 46.9 36.6 83.2<br />

ΠΟΛΩΝΙΑ 45.9 44.9 -8.3 -68.8<br />

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ* 6.4 -4.5 -30.5 -13.7<br />

1 Το σενάριο βάσης στηρίζεται σε προβολές που έγιναν από τις υπηρεσίες της Ευρωπακής<br />

Επιτροπής λαμβάνοντας ως βάση τα προβλεπόμενα δημοσιονομικά αποτελέσματα<br />

και στοιχεία του έτους 2008, τα οποία περιέχονται στα Προγράμματα Σταθερότητας και<br />

Ανάπτυξης των χωρών – μελών.<br />

* Προσαρμοσμένο Ακαθάριστο Χρέος<br />

περίπου), δεύτερον ουδείς έχει εντρυφήσει στις υποθέσεις πίσω από τις εκτιμήσεις<br />

της ΕΕ οι οποίες αδικούν, είναι αλήθεια, την Ελλάδα και ευνοούν χώρες<br />

με παρόμοια ποσοστά εξάρτησης, όπως π.χ. η Ιταλία (το δημόσιο χρέος της ως<br />

ποσοστό του ΑΕΠ εμφανίζεται να μηδενίζεται (!) το 2050), τρίτον το ποσοστό<br />

αναπλήρωσης στην Ελλάδα είναι από τα υψηλότερα στην ΕΕ (το σύστημα θεωρείται<br />

γενναιόδωρο, όχι σε απόλυτους όρους αλλά σχετικά με τους μέσους μισθούς<br />

που επικρατούν).<br />

Τίθεται ένα βασικό ερώτημα, η απάντηση στο οποίο έχει καταλυτική σημασία:<br />

Το ασφαλιστικό πρόβλημα όπως περιγράφτηκε, είναι μόνο δημοσιονομικό<br />

πρόβλημα ή και πρόβλημα που προκαλεί αδιαμφισβήτητη μείωση των ρυθμών<br />

οικονομικής ανάπτυξης και άρα της οικονομικής ευημερίας μιας χώρας;<br />

Καταρχάς πρέπει να εντοπίσουμε ποιες από τις πέντε εξελίξεις που αναφέρθηκαν<br />

πριν δημιουργούν μόνιμο και ποιες παροδικό πρόβλημα στο σύστημα<br />

κοινωνικής ασφάλισης. Σε όρους επιβάρυνσης, οι σημαντικότερες είναι<br />

δύο: Η συνταξιοδότηση των λεγόμενων baby-boomers από το 2015 και μετά και<br />

το αυξημένο προσδόκιμο ζωής. Οι λοιπές αιτίες είτε δεν επιβαρύνουν υπέρμετρα<br />

το σύστημα είτε είναι αντιμετωπίσιμες με οργανωτικά μέτρα και για χάριν


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 84<br />

84 ΜΑΡIΑ ΑΛΜΠAΝΗ – ΓΙAΝΝΗΣ ΣΤΟΥΡΝAΡΑΣ<br />

συντόμευσης μπορούμε εδώ να επικεντρωθούμε στις πρώτες δύο.<br />

Το πρόβλημα των λεγόμενων baby-boomers είναι σημαντικό μεν αλλά παροδικό,<br />

δηλαδή επιβαρύνει το σύστημα για έναν αριθμό ετών και μετά εξαλείφεται.<br />

Δεν πρέπει επίσης να ξεχνάμε ότι το ασφαλιστικό σύστημα ωφελήθηκε<br />

από τους baby-boomers την περίοδο της εργασιακής ακμής τους, δηλαδή την<br />

περίοδο 1960-1995.<br />

Η αύξηση όμως του προσδόκιμου ζωής είναι μόνιμο φαινόμενο σύμφωνα με<br />

την ιατρική επιστήμη και τη βιολογία. Στο φιλοσοφικό ερώτημα εάν επιθυμούμε<br />

αυτή την κατάσταση, αν δηλαδή επιθυμούμε να ζούμε περισσότερο ή<br />

όχι, η απάντηση είναι θετική, αρκεί βέβαια να είμαστε υγιείς. Επομένως το αυξημένο<br />

προσδόκιμο ζωής είναι μια θετική εξέλιξη, όχι αρνητική. Το δημοσιονομικό<br />

πρόβλημα που δημιουργεί δεν φαίνεται να είναι, και δεν έχει αποδειχθεί<br />

ότι είναι, και πρόβλημα οικονομικής ευημερίας, επειδή, όπως ήδη αναφέρθηκε,<br />

το αυξημένο προσδόκιμο ζωής συσχετίζεται ισχυρά και θετικά με μεγαλύτερη<br />

παραγωγικότητα και κατά κεφαλήν εισόδημα. Αυτό σημαίνει ότι οι<br />

οικονομίες δημιουργούν πρόσθετους πόρους, όχι λιγότερους, αλλά και μεγαλύτερη<br />

ευημερία.<br />

Επομένως το πρόβλημα είναι καταρχήν αντιμετωπίσιμο και έχει να κάνει<br />

με την διατήρηση της ισορροπίας στο διανεμητικό σύστημα, δηλαδή μεταξύ συνόλου<br />

εισφορών και δαπάνης συντάξεων. Επειδή το σύνολο των εισφορών είναι<br />

άμεση συνάρτηση της δαπάνης μισθοδοσίας, (προκύπτει ως το γινόμενο του<br />

ποσοστού της εισφοράς εργαζόμενου και εργοδότη με την δαπάνη μισθοδοσίας)<br />

το πρόβλημα απλουστεύεται και η λύση του γίνεται ηπιότερη (δηλαδή οι<br />

απαιτούμενες «παραμετρικές» αλλαγές είναι οι μικρότερες δυνατές) εάν: (α) η<br />

αύξηση της παραγωγικότητας είναι τέτοια που μπορεί να στηρίζει βιώσιμες αυξήσεις<br />

του μέσου μισθού (δηλαδή αυξήσεις που δεν θίγουν την ανταγωνιστικότητα),<br />

(β) επιτυγχάνεται αύξηση της απασχόλησης, ιδιαίτερα σε χώρες όπως η<br />

Ελλάδα, όπου αφενός το ποσοστό ανεργίας είναι αρκετά υψηλό (8.3% το 2007)<br />

και αφετέρου το ποσοστό του εργατικού δυναμικού στο σύνολο του ενεργού<br />

πληθυσμού είναι μόνο 60%.<br />

Ο ακόλουθος συλλογισμός θέτει τα όρια και σκιαγραφεί τις λύσεις του προβλήματος:<br />

Στην περίπτωση της Ελλάδας, η μέση ετήσια επιδείνωση μέχρι το<br />

2050 του ποσοστού εξάρτησης (των ηλικιωμένων πολιτών από τους οικονομικά<br />

ενεργούς) είναι 1.9%. Αν δεν μεταβληθεί κάποια άλλη παράμετρος στο σύστημα,<br />

και αν επιπλέον δεν αυξηθεί το ποσοστό της ασφαλιστικής εισφοράς,<br />

τότε η διατήρηση της ισορροπίας στο διανεμητικό ασφαλιστικό σύστημα απαιτεί<br />

το ποσοστό αναπλήρωσης να μειώνεται κατά το ίδιο ποσοστό. Δηλαδή, ο<br />

μέσος μισθός να αυξάνεται κατά 1.9% περισσότερο από τη μέση σύνταξη. Η<br />

αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας στην ελληνική οικονομία, τόσο από<br />

το 1960 μέχρι σήμερα, (περίπου 3.5%) αλλά και τα τελευταία δέκα χρόνια που


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 85<br />

ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ 85<br />

είναι περισσότερο αντιπροσωπευτικά (περίπου 3%), δείχνει ότι το πρόβλημα<br />

δεν είναι δυσεπίλυτο, ιδιαίτερα αν επιτευχθεί περαιτέρω αύξηση της παραγωγικότητας.<br />

Αυτή βέβαια είναι μια παραμετρική λύση και ακολουθεί τη λογική του συστήματος.<br />

Δεν λέει ότι πρέπει να μειωθεί η μέση σύνταξη, αλλά ότι πρέπει να<br />

μειωθεί σε σχέση με το μέσο μισθό. Υπάρχουν βεβαίως και άλλες εναλλακτικές<br />

λύσεις, οι οποίες, εάν αποδώσουν, καθιστούν τις αναγκαίες «παραμετρικές»<br />

αλλαγές ακόμα ηπιότερες. Ποιες μπορεί να είναι οι λύσεις αυτές;<br />

Η αύξηση του ποσοστού απασχόλησης: Όπως ήδη αναφέρθηκε, στην Ελλάδα<br />

εργάζεται μόνο το 60% του οικονομικώς ενεργού πληθυσμού. Και αυτό<br />

συμβαίνει όχι μόνο επειδή η ανεργία είναι σχετικά υψηλή, αλλά και επειδή ένα<br />

μέρος του οικονομικώς ενεργού πληθυσμού είναι εκτός προσφοράς εργασίας,<br />

ιδιαίτερα γυναίκες. Επομένως απαιτείται η εφαρμογή μιας στρατηγικής για<br />

πλήρη απασχόληση.<br />

Η μείωση της εισφοροδιαφυγής: με καλύτερη οργάνωση, με τη θέσπιση<br />

ασφαλιστικού μητρώου, με την ενσωμάτωση των μεταναστών.<br />

Η περαιτέρω αύξηση της παραγωγικότητας: Ο στόχος αυτός θέτει επί τάπητος<br />

την αναπτυξιακή στρατηγική της χώρας, τόσο από την πλευρά της ζήτησης<br />

(μέτρα για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και των εξαγωγών, τη μείωση<br />

της εθνικής κατανάλωσης ως ποσοστό του ΑΕΠ και τη συνακόλουθη αύξηση<br />

της εθνικής αποταμίευσης ως ποσοστό του ΑΕΠ), όσο και από την πλευρά της<br />

προσφοράς (μεταρρυθμίσεις με έμφαση στην παιδεία, τον ανταγωνισμό και<br />

τους θεσμούς).<br />

Η εισαγωγή πυλώνων κεφαλοποιητικού χαρακτήρα: ως συμπλήρωμα (αλλά<br />

όχι ως λύση, αφού αυτό δεν είναι εφικτό) του υπάρχοντος διανεμητικού συστήματος.<br />

Η ενίσχυση του κεφαλοποιητικού πυλώνα του ασφαλιστικού συστήματος: με<br />

ένα ποσοστό των εσόδων από αποκρατικοποιήσεις.<br />

Η αύξηση των ορίων ηλικίας για συνταξιοδότηση: Αφού το προσδόκιμο ζωής<br />

έχει αυξηθεί κατά 10 περίπου χρόνια από το 1960 έως σήμερα θα μπορούσαν<br />

τα όρια της ηλικίας να απορροφήσουν μέρος της «πίεσης» για εξισορρόπηση.<br />

Δεν είναι όμως ούτε κοινωνικά επιθυμητό ούτε εφικτό, αλλά και ούτε αναγκαίο<br />

τα όρια ηλικίας να αυξηθούν όσο και το προσδόκιμο ζωής, αφού η αύξηση της<br />

παραγωγικότητας μπορεί να χρηματοδοτήσει μέρος της αύξησης του προσδόκιμου<br />

ζωής.<br />

Αυτή είναι μια πρόχειρη καταγραφή προτεινόμενων λύσεων και κατατίθεται<br />

μόνο για να δείξει ότι το πρόβλημα δεν είναι δυσεπίλυτο. Είναι όμως σοβαρό<br />

και αν δεν αντιμετωπιστεί έγκαιρα και αποτελεσματικά μπορεί να δημιουργήσει<br />

δημοσιονομική κρίση, όπως φαίνεται στην εξέλιξη του δημοσίου χρέους<br />

(Πίνακας 3).


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 86<br />

86 ΜΑΡIΑ ΑΛΜΠAΝΗ – ΓΙAΝΝΗΣ ΣΤΟΥΡΝAΡΑΣ<br />

Προβλήματα προσφοράς αγαθών και υπηρεσιών<br />

Ο ΟΟΣΑ θεωρεί την Ελλάδα ως τη χώρα με τα μεγαλύτερα εμπόδια στον<br />

ανταγωνισμό στις αγορές, τα οποία αντανακλώνται κυρίως στα σχετικά υψηλά<br />

ποσοστά κέρδους των επιχειρήσεων σε βασικούς κλάδους της οικονομίας.<br />

Κλειστά επαγγέλματα, ρυθμίσεις που περιορίζουν τον ανταγωνισμό στις αγορές,<br />

χρονοβόρες διαδικασίες έναρξης νέων επιχειρήσεων, χαμηλές ξένες επενδύσεις,<br />

αναποτελεσματικό φορολογικό σύστημα, συνθέτουν τις κύριες αιτίες<br />

της χαμηλής έντασης του ανταγωνισμού στη χώρα και των σχετικά υψηλών τιμών.<br />

Στην αγορά εργασίας, όπως έχει ήδη αναφερθεί στην προηγούμενη ενότητα,<br />

το ποσοστό ανεργίας είναι αρκετά υψηλό (8.3% το 2007). Στην Ελλάδα το<br />

2006 το ποσοστό απασχόλησης των γυναικών δεν υπερβαίνει το 50%, όταν ο<br />

αντίστοιχος μέσος όρος της ΕΕ-15 αγγίζει το 59%, 3 ενώ το ποσοστό συμμετοχής<br />

των γυναικών στην αγορά εργασίας είναι το χαμηλότερο στην ΕΕ. Είναι<br />

σχήμα οξύμωρο, στη χώρα που αντιμετωπίζει σοβαρό ασφαλιστικό πρόβλημα<br />

να παρατηρείται παράλληλα και τόσο χαμηλό ποσοστό συμμετοχής στην αγορά<br />

εργασίας.<br />

Παιδεία, έρευνα και τεχνολογία<br />

Από την πλευρά της προσφοράς η σημαντικότερη ίσως πρόκληση για την<br />

Ελλάδα είναι η παιδεία. Η εκπαίδευση, η έρευνα και η τεχνολογία, τομείς που<br />

αποτελούν καταλύτη για την ανάπτυξη της χώρας, παρουσιάζουν επιδόσεις που<br />

κατατάσσουν την Ελλάδα στις τελευταίες θέσεις του ΟΟΣΑ.<br />

Οι βασικοί στόχοι της παιδείας είναι τρεις: Πρώτον, η διαμόρφωση ελεύθερων<br />

και δημοκρατικών πολιτών. Δεύτερον, ο εφοδιασμός όλων ανεξαιρέτως<br />

των νέων με τις απαραίτητες δεξιότητες που θα τους βοηθήσει να κινηθούν<br />

αποτελεσματικά στην αγορά εργασίας και στο στίβο της ζωής. Τρίτον, η βελτίωση<br />

των παραγωγικών δυνατοτήτων της οικονομίας και η προσαρμογή της<br />

στις προκλήσεις της παγκοσμιοποίησης.<br />

Σε προσωπικό επίπεδο, ή σε μικροοικονομικούς όρους, η παιδεία και η εκπαίδευση,<br />

από ένα σημείο και μετά, είναι απόφαση επένδυσης σε ανθρώπινο<br />

κεφάλαιο, η οποία οδηγεί σε καλύτερες θέσεις εργασίας και άρα σε μεγαλύτερες<br />

αμοιβές για το υπόλοιπο του εργασιακού βίου. Η παιδεία υπό την ευρύτερη<br />

3 M. Albani, E. Papapetrou και Y. Stournaras, «Education Level and Gender Wage<br />

Differentials in Greece», mimeo, University of Athens, 2008.


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 87<br />

ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ 87<br />

έννοια οδηγεί, επιπλέον, σε αναβάθμιση το σύστημα των αξιών μιας κοινωνίας,<br />

μειώνει το επίπεδο διαφθοράς, βοηθά τους πολίτες να αντιλαμβάνονται καλύτερα<br />

τα όρια μεταξύ ατομικού οφέλους και κοινού συμφέροντος και ενισχύουν<br />

το αίσθημα της κοινωνικής ευθύνης και αλληλεξάρτησης. Οι αναπτυξιακές επιδόσεις<br />

χωρών όπου επικρατούν παρόμοιες αρχές είναι γενικά πολύ ικανοποιητικές,<br />

με τις Σκανδιναβικές χώρες να διεκδικούν σήμερα τα πρωτεία σε οικονομική<br />

ανάπτυξη, ανταγωνιστικότητα αλλά και κοινωνική δικαιοσύνη, καθώς<br />

και κοινωνική κινητικότητα. Επίσης, η παιδεία αντιστρατεύεται τον καταναλωτισμό<br />

και ενισχύει έτσι την αποταμίευση και τη συσσώρευση κεφαλαίου.<br />

Η διεθνής εμπειρία διδάσκει ότι η συμβολή της παιδείας στην οικονομική<br />

ανάπτυξη είναι εξίσου σημαντική με τη συμβολή του κεφαλαίου. Σύμφωνα με<br />

τα σύγχρονα οικονομικά υποδείγματα ενδογενούς ανάπτυξης, η συμβολή της<br />

παιδείας στην οικονομική ανάπτυξη αξιολογείται ως πολύ πιο σημαντική απ’<br />

ότι στο παρελθόν. Το συνολικό όφελος της παιδείας για την οικονομία και την<br />

κοινωνία είναι μεγαλύτερο από το άθροισμα του ατομικού οφέλους του καθενός<br />

χωριστά. Η παιδεία δηλαδή είναι κατ’ εξοχήν δημόσιο αγαθό. Οι περισσότεροι<br />

οικονομολόγοι, ανεξαρτήτως σχολής σκέψης, δέχονται σήμερα ότι η παιδεία<br />

και η γνώση είναι δημόσια αγαθά που η ελεύθερη ιδιωτική αγορά δεν δύναται<br />

να παράγει στην ποσότητα και ποιότητα που η κοινωνία απαιτεί. 4 Είναι<br />

δημόσια αγαθά διότι: Πρώτον, συμβάλλουν στη δημιουργία κοινωνικών αξιών,<br />

και σε μια κοινωνία ίσων ευκαιριών. Δεύτερον, η έρευνα και η τεχνολογία οδηγούν<br />

σε καινοτομίες και ανακαλύψεις, που, με τη σειρά τους, οδηγούν σε νέες<br />

καινοτομίες και νέες ανακαλύψεις προς όφελος είτε του τελικού καταναλωτή<br />

είτε του παραγωγού. Δηλαδή, μεγάλο μέρος της γνώσης δημιουργεί θετικές συνέργειες<br />

(μια πυραμίδα που όλο και μεγαλώνει) που οδηγεί σε σωρευτική βελτίωση<br />

της παραγωγικότητας και επομένως σε υψηλότερη οικονομική ανάπτυξη.<br />

Στην εποχή της γνώσης και της πληροφορίας, οι σχέσεις αυτές είναι ακόμα<br />

πιο ισχυρές. Στο πεδίο του διεθνούς ανταγωνισμού και μεταξύ αναπτυγμένων<br />

χωρών, κερδισμένες θα είναι οι χώρες που επενδύουν στον ανθρώπινο παράγοντα<br />

και παράγουν προόντα και υπηρεσίες που ενσωματώνουν τεχνογνωσία.<br />

Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, μικρές ανοιχτές οικονομίες, όπως η Ελλάδα,<br />

πρέπει να δώσουν έμφαση στην αύξηση των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών<br />

τους, βελτιώνοντας το τεχνολογικό και ποιοτικό περιεχόμενό τους, εφόσον<br />

επιθυμούν βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη. Διότι απλά δεν μπορούν πλέον<br />

να ανταγωνιστούν χώρες με φθηνό εργατικό δυναμικό όπως η Κίνα. Πρέπει να<br />

κινηθούν ανοδικά στην κλίμακα των συγκριτικών πλεονεκτημάτων και να ειδι-<br />

4 Δες, μεταξύ άλλων στο R. Barro και X. Sala-i-Martin, Economic Growth, MIT<br />

Press, 1999.


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 88<br />

88 ΜΑΡIΑ ΑΛΜΠAΝΗ – ΓΙAΝΝΗΣ ΣΤΟΥΡΝAΡΑΣ<br />

κευθούν σε προόντα και υπηρεσίες τεχνολογικά και ποιοτικά αναβαθμισμένα.<br />

Η οικονομική ανάπτυξη της Ελλάδας πρέπει να αποκτήσει εξωστρεφή χαρακτηριστικά.<br />

Για να γίνει όμως αυτό, πρέπει να βελτιωθεί η ανταγωνιστικότητα<br />

των προόντων και υπηρεσιών της, μέσω της αναβάθμισης της ποιότητάς τους,<br />

κυρίως όμως μέσω της ανοδικής κίνησης στην κλίμακα των συγκριτικών πλεονεκτημάτων.<br />

Μεταβαίνοντας τώρα από τη θεωρία στην εφαρμογή, είναι γνωστό ότι η<br />

εκτίμηση της λεγόμενης θεμελιώδους εξίσωσης οικονομικής ανάπτυξης που<br />

προκύπτει από μια συνάρτηση παραγωγής δείχνει ότι, σε γενικές γραμμές, η<br />

μεταβολή του εθνικού προόντος κατά κεφαλή ή αλλιώς η οικονομική ανάπτυξη,<br />

«εξηγείται» από τη μεταβολή του κεφαλαίου ανά μονάδα εργασίας, δηλαδή<br />

τις επενδύσεις, καθώς και από τη μεταβολή της λεγόμενης ολικής παραγωγικότητας<br />

(total factor productivity), αλλιώς γνωστής ως «υπόλοιπο του<br />

Solow» (Solow residual). Μία χώρα που αποταμιεύει και επενδύει, έχει, σε γενικές<br />

γραμμές, υψηλή ανάπτυξη. Εδώ μπορεί να λεχθούν πολλά, ιδιαίτερα για<br />

το πώς καθορίζονται οι αποταμιεύσεις ανάλογα με το βαθμό ανάπτυξης της<br />

κάθε χώρας, τη δημοσιονομική και νομισματική της σταθερότητα, τη σταθερότητα<br />

των θεσμών, τη φορολογία εισοδήματος και κεφαλαίου, τις εισροές κεφαλαίου<br />

από το εξωτερικό, κ.λπ. 5<br />

Εμπειρικές μελέτες δείχνουν ότι η μεταβολή του κεφαλαίου ανά μονάδα εργασίας<br />

(δηλαδή οι επενδύσεις και το εργατικό δυναμικό) μπορούν να ερμηνεύσουν<br />

μόνο το μισό, περίπου, της οικονομικής ανάπτυξης. Το άλλο μισό αποδίδεται<br />

στη μεταβολή της ολικής παραγωγικότητας, η οποία αντανακλά ουσιαστικά<br />

την τεχνολογία και τον τρόπο με τον οποίο οι συντελεστές της παραγωγής<br />

συνδυάζονται στην παραγωγική διαδικασία. Η ολική παραγωγικότητα<br />

εξαρτάται από πλήθος παράγοντες, μακροοικονομικούς, μικροοικονομικούς,<br />

κοινωνικούς, θεσμικούς, μεταξύ των οποίων πρωτεύοντα ρόλο διαδραματίζουν<br />

η εκπαίδευση, η επιχειρηματικότητα και η καινοτομία.<br />

Πιο συγκεκριμένα, πιθανές ερμηνείες για τη συνολική παραγωγικότητα είναι<br />

οι εξής:<br />

• Το επίπεδο της παιδείας, της εκπαίδευσης, της επαγγελματικής επιμόρφωσης,<br />

και της τεχνολογίας.<br />

• Η αποτελεσματικότητα του φορολογικού συστήματος.<br />

• Το επίπεδο των εργασιακών σχέσεων και ο τρόπος συμβιβασμού των διαφορών.<br />

• Η εξωστρεφής και καινοτόμος επιχειρηματική δραστηριότητα.<br />

5 Βλέπε μεταξύ άλλων στο Π. Καλατζιδάκης και Σ. Καλυβίτης, Οικονομική Μεγέθυνση:<br />

Θεωρία και Πολιτική, εκδόσεις Κριτική, Αθήνα, 2003.


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 89<br />

ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ 89<br />

• Η αποτελεσματικότητα της δημόσιας διοίκησης και το πλαίσιο εποπτείας<br />

των αγορών.<br />

• Το επίπεδο του ανταγωνισμού που επικρατεί στις αγορές και τα ενδεχόμενα<br />

εμπόδια ή τα κίνητρα στην ανάπτυξη της επιχειρηματικής δραστηριότητας.<br />

• Η σταθερότητα και η επάρκεια των θεσμών.<br />

• Ο πολιτισμός και η θρησκεία (βλ. π.χ. τον αντίθετο ρόλο του προτεσταντισμού<br />

και του καθολικισμού στην επιστήμη, την καινοτομία και την επιχειρηματικότητα,<br />

ή ακόμα περισσότερο, τη διαφορά του μουσουλμανικού και του<br />

χριστιανικού δόγματος στα θέματα αυτά ανά τους αιώνες).<br />

Ο οικονομικός ιστορικός Landes 6 αναλύει και παραθέτει πλήθος στοιχείων<br />

για την επίπτωση αυτών των παραγόντων στην οικονομική ανάπτυξη δια μέσου<br />

των αιώνων. Ιδιαίτερα τονίζει ότι τα έθνη εκείνα που απαρτίζονται από «ανοιχτές»<br />

κοινωνίες, χαρακτηρίζονται από εξωστρέφεια και, κυρίως, επενδύουν<br />

στον ανθρώπινο παράγοντα και φροντίζουν για την αναβάθμιση των δεξιοτήτων<br />

του ανθρώπινου δυναμικού είναι εκείνα που, ceteris paribus, παρουσιάζουν<br />

διαχρονικά τις υψηλότερες αναπτυξιακές επιδόσεις 7 .<br />

Η εκπαίδευση έχει άμεση επίδραση στην ανάπτυξη, αφενός μέσω της ποιότητας<br />

του συντελεστή εργασία και αφετέρου μέσω του τρόπου με τον οποίο<br />

συνδυάζονται οι συντελεστές της παραγωγής προκειμένου να παραχθεί αξία.<br />

Η ποιότητα της προσφερόμενης εργασίας εξαρτάται από τις δεξιότητες του<br />

ανθρώπινου δυναμικού. Πρόσφατες μελέτες του ΟΟΣΑ δείχνουν ότι σημασία<br />

για την ανάπτυξη δεν έχει μόνο η ποιότητα της πρωτοβάθμιας, δευτεροβάθμιας<br />

και τριτοβάθμιας εκπαίδευσης αλλά και η επαγγελματική κατάρτιση και η δια<br />

βίου μάθηση.<br />

Τις τελευταίες δύο δεκαετίες, κλάδοι οικονομικής δραστηριότητας αναπτύσσονται<br />

και φθίνουν με πολύ μεγαλύτερη ταχύτητα από ότι στο παρελθόν.<br />

Το συγκριτικό πλεονέκτημα αλλάζει, είτε λόγω των επιπτώσεων της παγκοσμιοποίησης,<br />

είτε λόγω της εξέλιξης της τεχνολογίας, είτε, τέλος λόγω των αλλαγών<br />

στις καταναλωτικές προτιμήσεις. Μέσα σε αυτό το διαρκώς μεταβαλλόμενο<br />

περιβάλλον απαιτείται οι εργαζόμενοι να αποκτούν συνεχώς νέες δεξιότητες<br />

και τα εκπαιδευτικά προγράμματα να αναπροσαρμόζονται διαρκώς προκειμένου<br />

να διευκολύνεται η μετακίνηση του εργατικού δυναμικού μεταξύ κλάδων<br />

και να αποφεύγεται έτσι η διαρθωτική ανεργία και η μείωση του ρυθμού<br />

οικονομικής ανάπτυξης.<br />

6 D. Landes, The Wealth and Poverty of Nations, Abacus, 1998.<br />

7 Δες επίσης, από την πλευρά των οικονομικών της ανάπτυξης A.P. Thirlwall,<br />

Growth and Development, MacMillan, 1999.


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 90<br />

90 ΜΑΡIΑ ΑΛΜΠAΝΗ – ΓΙAΝΝΗΣ ΣΤΟΥΡΝAΡΑΣ<br />

Ο δεύτερος σημαντικός άμεσος τρόπος με τον οποίο η εκπαίδευση μπορεί<br />

να επηρεάσει την οικονομική ανάπτυξη είναι μέσω της επιχειρηματικότητας,<br />

δηλαδή του τρόπου με τον οποίο συνδυάζονται οι συντελεστές της παραγωγής<br />

μαζί με τη διαθέσιμη γνώση και πληροφορία προκειμένου να παραχθούν νέες<br />

οικονομικές αξίες.<br />

Η εκπαίδευση είναι συνδεδεμένη με την επιχειρηματικότητα διότι επηρεάζει<br />

τον τρόπο που λαμβάνονται οι επιχειρηματικές αποφάσεις και δημιουργεί<br />

την υποδομή για καινοτομίες, δηλαδή για εφαρμογές της γνώσης σε συγκεκριμένους<br />

τομείς προκειμένου είτε να παραχθούν καινούργια προόντα και υπηρεσίες<br />

είτε να εφαρμοστούν διαδικασίες που οδηγούν σε μείωση του κόστους<br />

παραγωγής. Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι δεν σημαίνει, κατ’ ανάγκη, ότι όλες<br />

οι χώρες που διακρίνονται για τις επιδόσεις τους στη βασική επιστημονική<br />

έρευνα έχουν και υψηλή οικονομική ανάπτυξη. Διότι η εφαρμογή της επιστήμης<br />

στην οικονομία συναρτάται, μεταξύ άλλων, με ένα πλέγμα σχέσεων μεταξύ<br />

επιστημονικής έρευνας και επιχειρήσεων, όπου καταλυτικό ρόλο διαδραματίζει<br />

η επιχειρηματικότητα, η εκπαίδευση του εργατικού δυναμικού στις νέες τεχνολογίες,<br />

καθώς και η οργάνωση και διοίκηση. Αυτή η παρατήρηση εξηγεί<br />

επίσης και τη χρονική υστέρηση που συνήθως υπάρχει μεταξύ της εφαρμογής<br />

μιας καινοτομίας (π.χ. ενός νέου λογισμικού) και της μέτρησης της επίπτωσής<br />

της στην παραγωγικότητα, ιδιαίτερα σε μακροοικονομικό επίπεδο.<br />

Η ποιότητα της παιδείας δεν είναι μόνο θέμα χρηματοδότησης και πόρων,<br />

αλλά και οργάνωσης και διαχείρισης του συστήματος. Όπως έχουν δείξει τα<br />

αποτελέσματα συγκριτικών επιδόσεων των μαθητών σε διάφορες χώρες, στην<br />

Αμερική, π.χ., που δαπανά σχετικά μεγάλο ποσοστό του εθνικού εισοδήματος<br />

για την παιδεία, οι μέσες επιδόσεις των μαθητών της είναι χαμηλότερες σε σύγκριση<br />

με άλλες ανεπτυγμένες χώρες, και ιδιαίτερα τις Σκανδιναβικές.<br />

Συμπεράσματα και προτάσεις πολιτικής<br />

Είναι σαφές ότι η ελληνική οικονομία χρειάζεται προσαρμογή. Είναι επίσης<br />

σαφές ότι η προσαρμογή αυτή απαιτεί ένα διαφορετικό αναπτυξιακό πρότυπο<br />

από το σημερινό, προκειμένου να δημιουργηθεί ένα νέο μείγμα συνολικής<br />

ζήτησης και συνολικής προσφοράς.<br />

Με βάση τα όσα προαναφερθήκαν, η προσαρμογή που απαιτείται μπορεί<br />

να γίνει με πολλούς τρόπους, επιθυμητούς ή ανεπιθύμητους. Για παράδειγμα,<br />

μη επιθυμητοί τρόποι για τη μείωση του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών<br />

συναλλαγών είναι η οικονομική ύφεση ή η μείωση των ρυθμών οικονομικής<br />

ανάπτυξης σε σχέση με τα λοιπά κράτη-μέλη της ΕΕ. Επιθυμητοί τρόποι είναι:<br />

α) από την πλευρά της ζήτησης η αύξηση της ιδιωτικής και δημόσιας αποταμί-


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 91<br />

ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ 91<br />

ευσης (που ούτως ή άλλως απαιτείται λόγω της γήρανσης του πληθυσμού), και<br />

συνεπώς η μείωση του ποσοστού κατανάλωσης, η αύξηση των εξαγωγών και η<br />

μείωση των εισαγωγών, β) από την πλευρά της προσφοράς περισσότερο ανταγωνιστικά<br />

προόντα και υπηρεσίες.<br />

Τα κύρια μέσα για την επίτευξη της προσαρμογής είναι οι δημόσιες δαπάνες<br />

και τα δημόσια έσοδα για την αύξηση της δημόσιας αποταμίευσης, τα φορολογικά<br />

και τα ασφαλιστικά κίνητρα για την αύξηση της ιδιωτικής αποταμίευσης<br />

και η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας για την αύξηση των εξαγωγών και<br />

τη μείωση των εισαγωγών. Τα επιτόκια καθορίζονται από την Ευρωπακή Κεντρική<br />

Τράπεζα και τις διεθνείς αγορές και επομένως δεν αποτελούν εσωτερικό<br />

μέσο προσαρμογής.<br />

Η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας είναι καταλυτικό μέσο προσαρμογής<br />

και αποτελεί σύνθετο εγχείρημα. Ορισμένοι θεωρούν ότι αυτό θα γίνει μέσω<br />

της συμπίεσης των μισθών. Αυτή όμως είναι μια λανθασμένη και ξεπερασμένη<br />

άποψη και ως πρόταση πολιτικής είναι ανέφικτη και ανεπιθύμητη. Η ανταγωνιστικότητα<br />

είναι έννοια πολύ ευρύτερη από το σχετικό κόστος εργασίας, που<br />

ορισμένες φορές υπερτονίζεται, αν και εμπειρικά έχει αποδειχθεί ότι ο περιορισμός<br />

του δεν είναι ούτε αναγκαία ούτε επαρκής συνθήκη για τη βελτίωση του<br />

ισοζυγίου. Το πλέον κραυγαλέο παράδειγμα αποτελούν οι ΗΠΑ, που από το<br />

2000 μέχρι σήμερα το σχετικό κόστος εργασίας έχει μειωθεί κατά 30% και το<br />

έλλειμμα του ισοζυγίου έχει αυξηθεί κατά 2% του ΑΕΠ.<br />

Η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας απαιτεί νέο αναπτυξιακό υπόδειγμα<br />

για την Ελλάδα που θα αναδεικνύει τα δυναμικά συγκριτικά της πλεονεκτήματα,<br />

εξωστρεφές, ευέλικτο, με έμφαση στην αναβάθμιση της δημόσιας παιδείας<br />

σε όλες τις βαθμίδες της, την έρευνα και την καινοτομία, τη συνεχή επιμόρφωση<br />

του εργατικού δυναμικού, το αποτελεσματικό κοινωνικό κράτος, την<br />

κατάργηση των αναχρονιστικών και πελατειακών περιορισμών στη λειτουργία<br />

του ανταγωνισμού των αγορών αγαθών και υπηρεσιών, το άνοιγμα των κλειστών<br />

επαγγελμάτων, την κατάργηση των γραφειοκρατικών εμποδίων στην<br />

άσκηση επιχειρηματικότητας, την προσέλκυση ξένων επενδύσεων, και την<br />

αποτελεσματική λειτουργία ενός σύγχρονου κράτους. Το κράτος αυτό δεν θα<br />

είναι επιχειρηματίας, αλλά θα παρέχει υψηλής ποιότητας κοινωνικές υπηρεσίες<br />

παιδείας, υγείας, κοινωνικής ασφάλισης, πολιτισμού και περιβάλλοντος,<br />

προσβάσιμες σε όλους, εξασφαλίζοντας ίσες ευκαιρίες. Θα κατασκευάζει και<br />

θα συντηρεί υποδομές σε συνεργασία με τον ιδιωτικό τομέα, θα εποπτεύει τις<br />

αγορές, θα επιβάλλει κανόνες ανταγωνισμού και χρηστής εταιρικής διακυβέρνησης,<br />

θα σχεδιάσει και θα εφαρμόσει ένα αποτελεσματικό και δίκαιο φορολογικό<br />

σύστημα, κυρίως όμως θα θέτει μακροχρόνιους αναπτυξιακούς και κοινωνικούς<br />

στόχους και θα εξασφαλίζει τα μέσα επίτευξής τους.<br />

Αποτελεσματική και ανταγωνιστική δημόσια παιδεία, απελευθερωμένες


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 92<br />

92 ΜΑΡIΑ ΑΛΜΠAΝΗ – ΓΙAΝΝΗΣ ΣΤΟΥΡΝAΡΑΣ<br />

αγορές, αποτελεσματικό κοινωνικό και εποπτικό κράτος, δίκαιο και αποτελεσματικό<br />

φορολογικό σύστημα είναι οι τέσσερις βασικές κατευθύνσεις με στόχους<br />

τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας, την εξασφάλιση της συνέχισης υψηλών<br />

ρυθμών οικονομικής ανάπτυξης, την προσαρμογή του ισοζυγίου τρεχουσών<br />

συναλλαγών και τη δίκαιη διανομή των καρπών της οικονομικής ανάπτυξης.<br />

Η Ελλάδα, με μια μοναδική πολιτιστική κληρονομιά, έχει τη δυνατότητα να<br />

διαπρέψει στο κόσμο της παγκοσμιοποίησης. Η γεωγραφική της θέση είναι<br />

εξαιρετική και διαθέτει δυναμικό συγκριτικό πλεονέκτημα στον τουρισμό, τη<br />

ναυτιλία και τις υπηρεσίες. Το εργατικό δυναμικό της είναι αρκετά καταρτισμένο<br />

ενώ η χώρα δεν στερείται κεφαλαίου και επιχειρηματικότητας. Επιπλέον,<br />

γειτνιάζει με χώρες με μεγάλες δυνατότητες ανάπτυξης, που έχουν ήδη<br />

γίνει ή θα γίνουν μέλη της ΕΕ. Η Ελλάδα μπορεί να γίνει ενεργειακός κόμβος<br />

και επιχειρηματικό κέντρο για τη Νοτιο-Ανατολική Ευρώπη, ή και να χρησιμοποιηθεί<br />

ως βάση από πολυεθνικές εταιρίες που στοχεύουν στην εξάπλωση τους<br />

στην ευρύτερη περιοχή. Μπορεί επίσης να αποτελέσει τόπο διαμονής μετά τη<br />

συνταξιοδότηση για τους λεγόμενους baby boomers, δηλαδή της γενιάς που<br />

γεννήθηκε αμέσως μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.<br />

Η μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετωπίζει η Ελλάδα είναι να μετατρέψει<br />

τα προβλήματα που εντοπίστηκαν και αναλύθηκαν στις προηγούμενες ενότητες<br />

σε ευκαιρίες ανάπτυξης με βάση το αναπτυξιακό πρότυπο που, σε γενικές<br />

γραμμές, περιγράφτηκε. Η πρόκληση για το πολιτικό σύστημα της χώρας είναι<br />

να αποκαταστήσει τη δημοσιονομική σταθερότητα, να επιτύχει την ισορροπία<br />

στο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης, να άρει τα εμπόδια στην οικονομική ανάπτυξη<br />

και να δημιουργήσει ένα ισχυρό θεσμικό πλαίσιο που θα ενισχύει την<br />

παιδεία, το κοινωνικό κράτος και τον ανταγωνισμό.


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 93<br />

3<br />

Ανατομία της διεθνούς χρηματοοικονομικής κρίσης<br />

με αναφορά στην ελληνική Οικονομία<br />

Θοδωρής Πελαγίδης<br />

Η κρίση του ’29<br />

Στο χρηματιστήριο υπήρχε πάρτι. Οι τιμές χτυπούσαν οροφή. Ακόμη και οι<br />

εμπορικές τράπεζες δανειζόντουσαν με σκοπό να …αγοράσουν μετοχές.<br />

Εκείνη την Πέμπτη όμως, 24 Οκτωβρίου του ’29, επικρατούσε πανικός πωλήσεων.<br />

Οι μετοχές ξαφνικά και απροειδοποίητα είχαν πάρει την κατρακύλα. Το<br />

βράδυ της ίδιας μέρας, θορυβημένοι οι τραπεζίτες, συσκεπτόντουσαν να<br />

βρούνε λύση. Την επομένη, συμφωνήθηκε ν’ αγοραστούν μετοχές από τον ισχυρότερο<br />

εξ αυτών, τον τραπεζίτη Morgan, σε τιμή που υπερέβαινε εκείνην της<br />

αγοράς ώστε να ενισχύσουν τη ζήτηση. Όμως, το σύστημα ήθελε… «συστημική»<br />

αντί για «ατομική» λύση. Η Δευτέρα και η Τρίτη ήταν «μαύρες». Η<br />

πτώση συνεχίστηκε όπως ακριβώς έπεφταν αυτοί που έχαναν τα λεφτά τους<br />

από τις κορυφές των ουρανοξυστών. Όμως, λίγοι θυμούνται ότι μέχρι το τέλος<br />

του έτους η κατάσταση είχε μάλλον ομαλοποιηθεί και το χρηματιστήριο προσέγγιζε<br />

ξανά τις 300 μονάδες, από τις 385 που ήταν στο πικ. Τον Δεκέμβριο του<br />

1930, χρεοκοπεί ξαφνικά η «Τράπεζα της Αμερικής», μια ιδιωτική τράπεζα με<br />

την ατυχία όμως να έχει «δημόσιο» όνομα. Οι μικροκαταθέτες πανικόβλητοι<br />

έσπευσαν τότε να «σηκώσουν» τις καταθέσεις τους, η ρευστότητα περιορίστηκε<br />

δραστικά και η φυγή από το δολάριο έγινε μαζική. Η επιδημία εξαπλώθηκε και<br />

μια σειρά γεγονότων-ντόμινο οδήγησαν το χρηματιστήριο της Wall να χάσει<br />

89% (!) της αξίας του, καταλήγοντας περίπου στα τέλη του ’32, γύρω στις 41 μονάδες…<br />

Χρηματοοικονομική και πραγματική οικονομία χέρι-χέρι πήγαν στον<br />

πάτο του βαρελιού. Η καταβαράθρωση των μετοχών και η ανεργία είχαν συντρίψει<br />

τη δαπάνη των νοικοκυριών και οι επιχειρήσεις έκλειναν η μία μετά


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 94<br />

94 ΘΟΔΩΡΗΣ ΠΕΛΑΓΙΔΗΣ<br />

την άλλη από την πιστωτική ασφυξία και την συνεχώς μειούμενη καταναλωτική<br />

ζήτηση.<br />

Την περίοδο αυτή, συντελέστηκαν τα δύο μεγάλα «λάθη οικονομικού εγχειριδίου»<br />

της κυβέρνησης. Για να αντιμετωπιστεί η φυγή από το δολάριο, η Κεντρική<br />

Τράπεζα σήκωσε τα επιτόκια με την ελπίδα της αποτροπής της τάσης<br />

αυτής, και το χρήμα έγινε πιο ακριβό περιορίζοντας περαιτέρω τη ρευστότητα,<br />

τη στιγμή ακριβώς που το σύστημα χρειαζόταν χρήμα. Σα να μην έφτανε αυτό,<br />

ο Πρόεδρος Hoover προσπάθησε να …εξισορροπήσει τον προπολογισμό και<br />

να περιορίσει τις δαπάνες με αποτέλεσμα η διόρθωση στην πραγματική οικονομία<br />

να γίνει βίαιη, βαθιά και μακροχρόνια. Αυτός ο προάγγελος των …κανόνων<br />

της Ευρωπακής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) και της «Συνθήκης του Μάαστριχτ»<br />

οδήγησε την κατάσταση στα άκρα. Η οικονομία υπέστη και δεύτερο<br />

σοκ πέντε χρόνια μετά, με δεύτερη, ή μάλλον τρίτη χρηματιστηριακή κατάρρευση<br />

και επιδείνωση της πραγματικής οικονομίας και δεν ανέκαμψε παρά<br />

μόνο με τις ρυθμίσεις του F. Roosevelt και του New Deal στο διεθνές εμπόριο<br />

και τη χρηματοοικονομία κυρίως.<br />

Η κατάρρευση συνολικά της αγοράς τότε, δεν είναι μακριά από τη σημερινή<br />

κατάσταση, με τη διαφορά ότι η πιστωτική φούσκα (credit bubble) εκδηλώθηκε<br />

με την «υπερβολή» σε μια επιμέρους αγορά, την αμερικάνικη κτηματαγορά και<br />

κατέληξε σ’ αυτό που βιώνουμε σήμερα. Μια συνολική κρίση στην οποία η υποχώρηση<br />

των χρηματιστηρίων απλώς προεξοφλεί μια τουλάχιστον δυνατή ύφεση<br />

σε βραχυπρόθεσμο και μάλλον μεσοπρόθεσμο ορίζοντα. Τι έλλειπε τότε, και τι<br />

θα μπορούσε να γίνει για να αποφευχθεί η τραγωδία αυτή; Είναι ένα ερώτημα<br />

με εντελώς όμως επίκαιρη απάντηση, όσον αφορά την προσπάθεια που κάνουν<br />

σήμερα οι κυβερνήσεις να στηρίξουν τις αγορές για να ξεπεραστεί με το μικρότερο<br />

κόστος η σημερινή κρίση.<br />

Δεν υπήρχε κατ’ αρχάς ο συστημικός «δανειστής εσχάτης ανάγκης», που θα<br />

μπορούσε να στηρίξει τη ρευστότητα και να καταπολεμήσει την πιστωτική<br />

ασφυξία από τον πανικό. Τα δε επιτόκια, αντί να σηματοδοτήσουν μια διευκολυντική<br />

πολιτική φτηνού χρήματος, προσπάθησαν να αποτρέψουν τη φυγή από<br />

το δολάριο. Θα εξηγήσουμε παρακάτω πως τα διδάγματα αυτά από τα λάθη<br />

της πολιτικής του ’29 μπορούν να κατευθύνουν τις πολιτικές σήμερα.<br />

Η σημερινή κρίση<br />

Σήμερα, οι αμερικάνοι πολίτες, ή μάλλον οι φορολογούμενοι βρίσκονται<br />

ήδη, πολλοί από αυτούς ιδίως, στη δυσάρεστη θέση είτε να έχουν χάσει το σπίτι<br />

τους είτε οι περισσότεροι να δυσκολεύονται να πληρώσουν τις δόσεις του στεγαστικού<br />

τους αφού πληρώνουν υψηλά επιτόκια, ενώ αντιθέτως η αξία του σπι-


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 95<br />

ΑΝΑΤΟΜΙΑ ΤΗΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΡΙΣΗΣ 95<br />

τιού τους υποχωρεί συνεχώς. Τώρα, καλούνται να υπομένουν μελλοντικούς<br />

υψηλότερους φόρους εξαιτίας τόσο της κλεπτοκρατικής συμπεριφοράς ανωτάτων<br />

στελεχών (επενδυτικών) τραπεζών, όσο και της κυβερνητικής απραξίας<br />

και αδράνειας σχετικά με την επιβολή απαραίτητων ρυθμίσεων που θα προστάτευαν<br />

τον απληροφόρητο φορολογούμενο/δανειολήπτη.<br />

Πιο συγκεκριμένα, το πρόβλημα ξεκίνησε από έναν σπινθήρα στο κρίσιμο<br />

κομμάτι της πραγματικής οικονομίας, τη στεγαστική πίστη και την κτηματαγορά<br />

κυρίως. Tο χρηματοοικονομικό σύστημα με τα χαμηλά επιτόκια και την<br />

τεράστια ρευστότητα διεθνώς, έδωσε ταυτοχρόνως την ευκαιρία της στεγαστικής<br />

φούσκας αφού παρείχε τη δυνατότητα της «τιτλοποίησης» και της πώλησης<br />

στη συνέχεια των πακέτων στεγαστικών δανείων στις αγορές. Μάλιστα, για να<br />

χρηματοδοτήσουν τις αγορές αυτές, εσύναπταν και οι ίδιες οι επενδυτικές αυτές<br />

τράπεζες δάνεια, ώστε να χρηματοδοτήσουν τις αγορές πακέτων «τιτλοποιημένων<br />

δανείων/ομολόγων» (securitized bonds).<br />

Η μία διαδικασία ενέτεινε την άλλη μέχρι που η απόσταση από τα «πραγματικά<br />

μεγέθη» ήταν τέτοια που η κατάσταση έφτασε στα όρια της. Η συνειδητοποίησή<br />

της έστειλε τις τιμές των μετοχών στα τάρταρα. Τώρα, η κατάσταση<br />

απειλεί με τα απόνερά της περαιτέρω την πραγματική οικονομία, σε μεγαλύτερο<br />

μάλιστα εύρος. Εάν η πιστωτική βιομηχανία σταματήσει να δανείζει τους<br />

καταναλωτές, τότε η υποχώρηση της εθνικής δαπάνης θα χειροτερέψει άμεσα<br />

την κατάσταση. Ήδη, με τα σημερινά δεδομένα, στην Αμερική η ανεργία τον<br />

Σεπτέμβριο ανέβηκε στο 6.3% και η βιομηχανική παραγωγή υποχώρησε -2.8%<br />

σε μηνιαία βάση. Ομοίως, ο αριθμός κατοικιών που εισήλθαν στο στάδιο της<br />

κατασκευής σημείωσε νέα πτώση κατά -6.3%, ενώ η καταναλωτική εμπιστοσύνη<br />

κατρακύλησε στο 57.5% τον Οκτώβριο του 2008, σύμφωνα με τον σχετικό<br />

δείκτη Michigan. 1 Συνεπώς, οι εξαγωγές του υπόλοιπου κόσμου προς τις ΗΠΑ<br />

θα υποχωρήσουν δραστικά με αρνητικές επιπτώσεις και στην ανάπτυξη διεθνώς.<br />

Ήδη στην Ευρώπη, οι ατμομηχανές της Μ. Βρετανία, Ιταλία, Γαλλία,<br />

Γερμανία, Ισπανία, έχουν μπει σε ύφεση, με μηδενικά και αρνητικά πρόσημα<br />

ανάπτυξης στο προηγούμενο και στο τρέχον τελευταίο τρίμηνο του 2008.<br />

Το άγος της ανεξέλεγκτης δανειοδότησης με φτηνά επιτόκια σε καταναλωτές<br />

με σκοπό την απόκτηση κατοικίας αναφέρουν και αναλυτές όπως ο W.<br />

Fleckenstein 2 και κατηγορούν ευθέως τον πρώην διοικητή της αμερικάνικης<br />

FED για απανωτά λάθη στην επιτοκιακή πολιτική, αλλά και σοβαρές ελλείψεις<br />

στη ρυθμιστική πολιτική απέναντι στις επενδυτικές τράπεζες, γεγονός που με-<br />

1 Alpha Bank, Δελτίο Οικονομικών Εξελίξεων, 22/10/2008.<br />

2 W. Fleckenstein, Greenspan bubble’s, McGraw Hill, 2008.


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 96<br />

96 ΘΟΔΩΡΗΣ ΠΕΛΑΓΙΔΗΣ<br />

ρικώς αποδέχθηκε και ο ίδιος. 3 Πολύ χαμηλά όταν δεν έπρεπε, και μετά γρήγορα<br />

υψηλότερα μήπως και προλάβει τη φούσκα των ακινήτων, την οποία ο<br />

ίδιος –αλλά και η κυβέρνηση G.W. Bush με την ανεπαρκείς ρυθμιστικούς μηχανισμούς–<br />

δημιούργησε με αποτέλεσμα να οδηγηθούμε στη σημερινή κατάσταση.<br />

Η προεξόφληση από τις αγορές ότι οι δανειοδοτηθέντες θα συνέχιζαν<br />

ακάθεκτοι για δεκαετίες να αποπληρώνουν τα δάνεια που είχαν συνάψει χωρίς,<br />

όμως, επαρκείς ενυπόθηκες προποθέσεις, ήταν φανερό ότι από κάποιο<br />

σημείο και μετά δεν είχε βάση.<br />

Εν τω μεταξύ, το φθηνό χρήμα τροφοδοτούσε οικονομική υπερδραστηριότητα<br />

που όμως η εγχώρια οικονομία δεν μπορούσε να ανταποκριθεί, με αποτέλεσμα<br />

τα ελλείμματα στην εξωτερική οικονομική θέση των ΗΠΑ να χειροτερεύουν,<br />

ενώ τα δημοσιονομικά ελλείμματα της κυβέρνησης G. W. Bush ενέτειναν<br />

παράλληλα το φρενήρη ρυθμό δαπάνης («the sugar shock»). Πλέον, η μόνη<br />

εφικτή πορεία ήταν η συνεχής επέκταση της δαπάνης που, όμως, δημιουργούσε<br />

πια πληθωρισμό και ελλείμματα, με αποτέλεσμα την τελική εξασθένιση του δολαρίου.<br />

Η φυγή κεφαλαίων που ακολούθησε κατά συνέπεια δημιουργούσε<br />

σιγά-σιγά, μαζί με τις αυξημένες δαπάνες για πετρέλαιο (για τους γνωστούς κινέζικους<br />

λόγους…) πιστωτική ασφυξία, μαζί με επιβράδυνση της οικονομίας.<br />

Έτσι, άρχισαν να δυσκολεύονται οι καταναλωτές να αποπληρώσουν τα δάνεια<br />

που είχαν αφειδώς συνάψει καθώς μισθοί και θέσεις εργασίας «καθυστερούσαν»,<br />

ενώ η έλλειψη κεφαλαίων γινόταν όλο και χειρότερη. Οι δανειοδοτούμενοι<br />

άρχισαν να «βαράνε κανόνι», αλλά και τράπεζες και επενδυτικοί οίκοι, όλο<br />

και περισσότερο δυσκολεύονταν να βρούνε νέα κεφάλαια για να συνεχίσουν,<br />

είτε την αποπληρωμή των δανείων τους, είτε να καλύψουν τις ζημιές από τους<br />

δανειολήπτες που …κατέρρεαν.<br />

Και τώρα, τι έπεται; Το ντόμινο αναμένεται να συνεχιστεί και να «περνάει»<br />

όλο και περισσότερο στην πραγματική οικονομία. Το γεγονός αυτό, δηλαδή το<br />

χάσιμο θέσεων εργασίας και ο περιορισμός του εισοδήματος και της δαπάνης<br />

των «μέσων νοικοκυριών» θα συνεχίσει να επιδεινώνει τα κέρδη των εταιριών<br />

και θα δυσκολεύει περαιτέρω την αποπληρωμή δανείων, μέχρι…που να καταγραφεί<br />

και το τελευταίο επισφαλές δάνειο… Γι’ αυτό και ο Α. Greenspan έχει<br />

δηλώσει ότι προπόθεση εξόδου από την κρίση είναι να «σταθεροποιηθεί» η<br />

αγορά κατοικίας…<br />

Επιπρόσθετα, οι καταναλωτές βλέπουν μέσα στις εξελίξεις αυτές να περιορίζεται<br />

και το πιστωτικό όριο των καρτών, αλλά και να σφίγγουν, εξαιτίας της<br />

ανεπάρκειας στις αγορές διαθεσίμων κεφαλαίων, οι όροι δανειοδότησης αυ-<br />

3 Alan Beattie and James Politi, «‘I Made a Mistake’, admits Greenspan», Washin -<br />

gton Post, 13/10/2008.


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 97<br />

ΑΝΑΤΟΜΙΑ ΤΗΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΡΙΣΗΣ 97<br />

τών που δυσκολεύονται. Εν τω μεταξύ, τα σπίτια που αγόρασαν κάποιοι χρυσά,<br />

και για τα οποία πληρώνουν χρυσά επιτόκια, έχουν ήδη τη μισή ή και λιγότερη<br />

αξία…<br />

Απληστία και ασύμμετρη πληροφόρηση<br />

Το πρόβλημα της «ασύμμετρης πληροφόρησης» βρέθηκε στην καρδιά της<br />

αρχικής «λύσης H. Polson», με την έννοια ότι η κυβέρνηση-αγοραστής κινδυνεύει<br />

ν’ αγοράσει χαρτιά σε μια τιμή που μπορεί να μην είναι και η καλύτερη<br />

για τους φορολογούμενους. Αυτό βέβαια, είναι ένα γενικότερο πρόβλημα με τα<br />

δομημένα-τοξικά ομόλογα. Για τα προόντα αυτά δεν υπάρχει «λάκος αγοράς»<br />

που να πέφτουν όλα τα χαρτιά μέσα και να αξιολογούνται μέσω μιας διαδικασίας,<br />

ας πούμε, δημοπρατηρίου. Η κατ’ ουσία έλλειψη μιας λακής αγοράς που<br />

να είναι «mark to market» για την πιστωτική βιομηχανία, αποτρέπει τη δυνατότητα<br />

της αξιολόγησης του περιεχομένου των «securitised bonds» και κυρίως τη<br />

διαχείριση τους όταν οι απαιτήσεις καταπέσουν. Το παράδοξο είναι ότι ενώ<br />

αυτό αποτέλεσε πλεονέκτημα για τις επενδυτικές τράπεζες, με την έννοια ότι<br />

διατήρησε τα spreads και τα κέρδη τους υψηλά στους καλούς καιρούς, σήμερα<br />

αποτελεί την κορωνίδα της αναξιοπιστίας στην οποία έχουν περιπέσει.<br />

Μέχρι σήμερα, στην πράξη, οι συναλλαγές αυτές γίνονταν περίπου από<br />

χρηματιστή σε χρηματιστή, καταρρακώνοντας όχι μόνο κάθε έννοια ελεύθερης<br />

αγοράς αλλά και το υποτιθέμενο «κινέζικο τοίχος» που στην αγορά σημαίνει<br />

ότι είναι αθέμιτο να υπάρχει συνεννόηση αγοραστών-πωλητών. Πολλά τιτλοποιημένα<br />

χαρτιά σπρώχνονταν στα χαρτοφυλάκια σίγουρων και ανυποψίαστων<br />

πελάτων όπως τα ασφαλιστικά ταμεία, όπου οι επενδυτικές τράπεζες<br />

ήταν και σύμβουλοι (τους) αγοράς τίτλων, αλλά και …πωλητές των χαρτιών αυτών.<br />

Είχαν κάθε συμφέρον να σπρώξουν στα ταμεία, με αδιαφάνεια φυσικά,<br />

ότι χειρότερο χαρτί έπεφτε στα χέρια τους. Αυτό είναι και ασύμμετρη πληροφόρηση,<br />

και συμπαιγνία (collusion) και τελικά διαφθορά.<br />

Η αγορά, σήμερα από την κυβέρνηση, με μια διαδικασία «reverse auction»,<br />

των ομολόγων που περιέχουν τα γνωστά… στεγαστικά δάνεια, είναι, ήταν καταδικασμένη<br />

να περιπέσει σε μια διαδικασία «ηθικού κινδύνου», λόγω και της<br />

προφανούς ασύμμετρης πληροφόρησης ανάμεσα σε πωλητή (που τώρα ξέρει<br />

το πρόβλημα των χαρτιών που έχει) και αγοραστή, δηλαδή της κυβέρνησης.<br />

Πράγματι, ποια χαρτιά και σε τι τιμές θα αγοραστούν; Και οι μέτοχοι θα συνεχίσουν<br />

απρόσκοπτα να παίρνουν τα μερίσματά τους ανενόχλητοι χρησιμοποιώντας<br />

απλώς τα έσοδα από το ξεφόρτωμα των τοξικών χαρτιών, χρησιμοποιώντας<br />

τα κυβερνητικά λεφτά απλώς για να «κλείσουν» τις χρήσεις με ζημιές και<br />

να καθαρίσουν τα «balance sheets» τους;


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 98<br />

98 ΘΟΔΩΡΗΣ ΠΕΛΑΓΙΔΗΣ<br />

Βέβαια, η απόρριψη του πρώτου σχεδίου Η. Polson από το Κογκρέσο, δεν<br />

έγινε στη βάση τέτοιου τύπου τεχνικών λεπτομερειών, όμως ήρθε η ώρα φαίνεται<br />

η μεσαία τάξη που δυσκολεύεται, να ξεσπάσει, και να ξεσπάσει μάλλον ευθύβολα<br />

πάνω στους πραγματικούς υπεύθυνους: στη Wall Street αλλά και στους<br />

ίδιους τους νομοθέτες που θέλησαν για ακόμη μια φορά να τους ρίξουν περαιτέρω<br />

φορολογικά βάρη, ενώ θα έπρεπε από την αρχή να «ρυθμίσουν» την κατάσταση<br />

περισσότερο υπέρ των συμφερόντων των φορολογουμένων. Πραγματικά<br />

είναι εκπληκτικές οι εικόνες διαδηλωτών έξω από τη Wall Street να δηλώνουν:<br />

«Αυτόν τον καπιταλισμό θέλουν, ας πληρώσουν αυτοί το τίμημα». Απαιτούν,<br />

τουλάχιστον, να πληρώσουν τα σπασμένα οι μέτοχοι και οι «χρυσοί διευθυντές».<br />

Στην πραγματικότητα, η προσέγγιση Η. Polson ήταν top-down, κι αυτό, ανεξαρτήτως<br />

εάν είναι σωστό ή λάθος, έχει εξοργίσει ιδίως τους παραδοσιακούς<br />

ψηφοφόρους της τυπικής, μικρής αμερικάνικης πόλης. Βοηθά το σύστημα με<br />

ενέσεις αξιοπιστίας στην κορυφή του, αλλά δεν περιλαμβάνει καμία πρόνοια<br />

για τους χρεωμένους δανειολήπτες, οι οποίοι μάλιστα βλέπουν την αξία των<br />

σπιτιών τους να πέφτουν. Ως αποτέλεσμα, είναι σαν να τους λέει ότι «εσείς οι<br />

φορολογούμενοι φταίξατε»! Όμως, προηγουμένως οι regulators (νομοθέτες) είχαν<br />

επιτρέψει, με την –τραγικά απορυθμιστική– αδράνειά τους, στις επενδυτικές<br />

τράπεζες να αλωνίσουν χωρίς όρια. Τι μπορεί να ξέρει η νοικοκυρά όταν<br />

της δίνεις ένα επικίνδυνο δάνειο ή κυρίως όταν της πουλάς ένα προόν στο<br />

οποίο έχεις πετάξει μέσα τα «δομημένα» ή και κομμάτι αυτών; Στην περίπτωση<br />

αυτή έχουμε μια κραυγαλέα περίπτωση όπου ο πωλητής έχει την πληροφόρηση<br />

και ο αγοραστής έχει απλώς λεφτά για πέταμα και μάλιστα σε υψηλές τιμές. Σε<br />

περιπτώσεις μάλιστα όπου ο αγοραστής είναι μεγάλα, για παράδειγμα, ασφαλιστικά<br />

ταμεία τότε η κατάσταση μπορεί να θυμίζει τη δική μας υπόθεση των<br />

«κουμπάρων των δομημένων ομολόγων».<br />

Επομένως, το σχέδιο θα μπορούσε ίσως να συμπληρωθεί με κάποιου είδους<br />

διευκολύνσεις σε αυτούς που αρχικά έχουν το πρόβλημα, δηλαδή τους δανειολήπτες.<br />

Ύστερα, αναλυτές όπως ο G. Soros 4 υποστηρίζουν, θα μπορούσε, αντί<br />

για αγορά των τοξικών ομολόγων, να προκριθεί η αγορά από την κυβέρνηση<br />

καινούργιων μετατρέψιμων δανειακών ομολόγων «με πρώτη προτίμηση»<br />

(preferred convertible bonds) που θα ενίσχυαν την κεφαλαιοποίηση των «προβληματικών<br />

τραπεζών και ενδεχομένως να λειτουργούσαν και ως κίνητρο για<br />

την προσέλκυση και ιδιωτικών κεφαλαίων ενισχύοντας περαιτέρω την κεφαλαιοποίηση<br />

(recapitalization) των τραπεζών. Στην περίπτωση αυτή, η FED θα<br />

έλεγχε αυστηρά τα προόντα, οι μέτοχοι των προβληματικών θα «έπαιρναν» το<br />

4 Βλέπε στο http://www.pbs.org/moyers/journal/10102008/watch.html


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 99<br />

ΑΝΑΤΟΜΙΑ ΤΗΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΡΙΣΗΣ 99<br />

κόστος, ενώ οι φορολογούμενοι θα εξασφαλίζονταν περισσότερο αφού η κυβέρνηση<br />

θα ήταν «πρώτη στη σειρά» να πάρει πίσω τα λεφτά των φορολογούμενων<br />

από την πιθανή, ενδεχόμενη ανόρθωση των τιμών των προόντων αυτών,<br />

κάτι που σημειώνεται πως έχει γίνει με την στεγαστική πίστη από τον F.<br />

Rousvelt στις αρχές του ’30. Τελικώς, τόσο στις ΗΠΑ, όσο και στις χώρες της<br />

ευρωζώνης, επιλέχθηκε η λύση αυτή, αφού πολιτικά προωθήθηκε από τον σοβαρότερο<br />

ηγέτη που διαθέτει η ΕΕ σήμερα, τον Βρετανό G. Brown.<br />

Πέρα από τη φυγή κεφαλαίων από το χρηματιστήριο της Wall Street και την<br />

ανάλογη επιδείνωση της κατάστασης, υπάρχουν φόβοι και για φυγή από το<br />

ίδιο το δολάριο. Στο μεταξύ, οι τιμές της στέγης θα συνεχίζουν την πτώση τους,<br />

η ανεργία θα αυξάνει, δάνεια θα συνεχίσουν να καταπίπτουν με αποτέλεσμα<br />

να αυξάνουν οι μαύρες τρύπες στα βιβλία αυτών που κατέχουν τα τοξικά ομόλογα<br />

και/ή έστω κομμάτια δανείων από αυτά (collateralized debt obligations),<br />

ενώ η πίστωση θα γίνεται όλο και πιο ακριβή σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις. 5<br />

Και ένας κίνδυνος ακόμη: εκεί έξω υπάρχουν $62 τρις «δανείων μεταπώλησης»<br />

(credit default swaps) σε σχέση με το μόνο $1 τρις προβληματικών/επικίνδυνων<br />

στεγαστικών δανείων...<br />

Η Ευρώπη<br />

Στην άλλη πλευρά του ατλαντικού, η τράπεζα της Αγγλίας ζήτησε από τα<br />

τραπεζικά ιδρύματα να μάθει πόσο είναι εκτεθειμένες στη Lehman. Ήδη κατρακυλούν<br />

οι μετοχές της ΗΒΟ, επενδυτικής τράπεζας που κατέχει τον μεγαλύτερο<br />

δανειστή Halifax στεγαστικών στην Μ. Βρετανία. O αρνητικός κύκλος –οι<br />

καταναλωτές σταματούν να αγοράζουν, οι τράπεζες να δανείζουν, οι επιχειρήσεις<br />

περιορίζουν παραγωγή και θέσεις εργασίας και αυτό οδηγεί σε δάνεια<br />

που καταπίπτουν, σε τράπεζες και επενδυτικά ιδρύματα που φτάνουν να χρεοκοπούν<br />

κ.ο.κ.– θα συνεχιστεί μέχρι να καταγραφούν και οι τελευταίες ζημιές.<br />

Κανείς δεν ξέρει πότε θα γίνει αυτό.<br />

Στην Ευρώπη των διαφορετικών εθνικών νομικών συστημάτων, οι αγορές<br />

στεγαστικών δανείων λειτουργούν ακόμη με διαφορετικό τρόπο. Τα προόντα<br />

είναι διαφορετικά, με διαφορετικό βαθμό κινδύνου, με διαφορετικά ποσοστά<br />

5 Βλέπε Goldman Sachs Economic Website, US Daily Financial Market Comment,<br />

30/9/2008 για τα αναμενόμενα ποσοστά ανεργίας, η οποία υπολογίζεται ότι θα φτάσει<br />

το 7% στα τέλη του 2009. Οικονομικοί αναλυτές όπως ο St. Roach της Morgan Stanley<br />

στη στήλη της ιστοσελίδας της εν λόγω τράπεζας World Economic Forum, υπολογίζουν<br />

την ανεργία ακόμη υψηλότερα στο 8%.


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 100<br />

100 ΘΟΔΩΡΗΣ ΠΕΛΑΓΙΔΗΣ<br />

κάλυψης των δανείων, διαφορετικές τραπεζικές πολιτικές αναπροσαρμογής<br />

των επιτοκίων. Επομένως, ο βαθμός δυσκολίας «πακεταρίσματος» των δανείων<br />

και αγοραπωλησιών τους στην ευρωπακή αγορά είναι αισθητά μεγαλύτερος<br />

από εκείνον στις ΗΠΑ και γι’ αυτό, δύσκολα η όποια δυσμενής οικονομική<br />

εξέλιξη να πάρει τον χαρακτήρα της αμερικανικής χιονοστιβάδας στην<br />

ευρωζώνη. Έτσι, μόνον 8% για το πρώτο εξάμηνο του 2008 φαίνεται να είναι<br />

το ποσοστό κεφαλαίου των ευρωπακών τραπεζών που υπόκειται σε αυξημένο<br />

ρίσκο. Ωστόσο, τα έστω σχετικά μεμονωμένα περιστατικά αδυναμίας «τραπεζών»<br />

να ανταπεξέλθουν στις δύσκολες περιστάσεις υπάρχουν και είναι λίγοπολύ<br />

γνωστά αναγκάζοντας ακόμη και την Γερμανίδα Καγκελάριο A. Merkel<br />

να παρέμβει δραστικά τουλάχιστον δύο φορές. Αναλυτές περιμένουν μάλιστα<br />

να δουν το φως της δημοσιότητας κι άλλες τέτοιες περιπτώσεις στη Γερμανία<br />

μετά τη δεύτερη σε μέγεθος στεγαστική τράπεζα Hypo να ζητά 100 δις ευρώ<br />

για διάσωση, και ιδίως στη Γαλλία όπου υπολογίζεται να καταγραφούν επιπλέον<br />

ζημιές περίπου 20 δις ευρώ, πέρα από τα 7 δις ευρώ που ήδη έλαβε η<br />

Dexia. Πάντως, να μην ξεχνάμε, ότι τα περισσότερα ευρωπακά νοικοκυριά<br />

δεν έχουν και τόση μεγάλη εμμονή με την ιδιόκτητη κατοικία (π.χ. μόνο 40%<br />

των Γερμανών), απ’ όπου έχει ξεκινήσει και το πρόβλημα στην Αμερική.<br />

Αλλά και για τις ευρωπακές επιχειρήσεις τα πράγματα είναι προς το παρόν<br />

κάπως καλύτερα στην παρούσα συγκυρία απ’ ότι στην Αμερική. Εδώ οι επιχειρήσεις<br />

χρηματοδοτούνται κυρίως από το βαρύ τραπεζικό σύστημα κι όχι τόσο<br />

από την αύξηση του εταιρικού μετοχικού κεφαλαίου και την έκδοση εταιρικών<br />

ομολόγων, τα οποία αυτή την εποχή δεν περνάνε και τις καλύτερες μέρες. Από<br />

την άλλη, πέραν της διεθνούς πιστωτικής ασφυξίας, η αυξομείωση των ευρωπακών<br />

επιτοκίων επηρεάζει περισσότερο τις δανειοδοτούμενες από τις τράπεζες<br />

ευρωπακές επιχειρήσεις, σε αντίθεση με τις αμερικάνικες που έχουν περισσότερες<br />

δυνατότητες για προσφυγή στις βαθιές και καλά αναπτυγμένες κεφαλαιαγορές.<br />

Δηλαδή οι κίνδυνοι για τις ευρωπακές επιχειρήσεις έρχονται<br />

περισσότερο από την –απαράδεκτη στις συνθήκες αυτές– επιτοκιακή πολιτική<br />

της Ευρωπακής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ). Και δεν είναι δικαιολογία σε καμιά<br />

περίπτωση η εντολή που έχει η ΕΚΤ για πληθωρισμό κάτω του 2%. Οι περιστάσεις<br />

είναι ιστορικές και απειλούν το ίδιο το σύστημα, εκεί στην ΕΚΤ ενοχλούνται<br />

με λίγα δέκατα πληθωρισμού; Ως που θα φτάσει ο παραλογισμός του<br />

4.25%; Η μονεταριστική πολιτική της ΕΚΤ, με τα υψηλά επιτόκια σε περίοδο<br />

πραγματικής ύφεσης για Ιταλία, Γαλλία, Γερμανία, Αγγλία και Ισπανία, επιδεινώνει<br />

περαιτέρω δραματικά την ευρωπακή οικονομία.<br />

Τα προβλήματα για την Ευρώπη έρχονται λοιπόν από μια διαφορετική κατεύθυνση.<br />

Η πραγματική οικονομία η οποία ανέκαμψε τα προηγούμενα χρόνια<br />

μέσω εξαγωγών, τώρα εισέρχεται σε πραγματική ύφεση, την ίδια στιγμή που η<br />

αμερικανική και κατ’ επέκταση διεθνής κρίση, μειώνει δραματικά τη ζήτηση


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 101<br />

ΑΝΑΤΟΜΙΑ ΤΗΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΡΙΣΗΣ 101<br />

για τις ευρωπακές εξαγωγές. Στη Γαλλία υπάρχουν στοιχεία μείωσης της κατανάλωσης<br />

και μικρής υποχώρησης στις τιμές στη κτηματαγορά, όπως και στην<br />

Ισπανία. Στην Ιταλία, η μάλλον αναχρονιστική κατάσταση του τραπεζικού συστήματος<br />

που παραμένει προσανατολισμένη στο retail banking και στη δανειοδότηση<br />

της μεταποίησης, έχει παραδόξως σώσει την κατάσταση, αλλά κι εδώ ο<br />

εξαγωγικός προσανατολισμός της οικονομίας αναμένεται να οδηγήσει σε καθήλωση<br />

ακόμη και κάτω του 0% το ΑΕΠ με δεδομένο τον περιορισμό της διεθνούς<br />

ζήτησης. Η κατάσταση στην πραγματική οικονομία στις μεγάλες ευρωπακές<br />

χώρες μπορεί να χειροτερέψει περαιτέρω εάν οι πρόσφατες εξελίξεις<br />

στην Αμερική οδηγήσουν το δολάριο πιο χαμηλά και ανατιμήσουν έτσι το<br />

ευρώ. Τότε, μια περαιτέρω εξαγωγική καθήλωση θα πλήξει ακόμη περισσότερο<br />

τους μεγάλους εξαγωγείς Γαλλία, Γερμανία και Ιταλία, με αποτέλεσμα<br />

και αυτοί να μειώσουν τις δικές τους εισαγωγές και από άλλες χώρες, μεταξύ<br />

των οποίων και η Ελλάδα.<br />

Σε όλα αυτά, μπορεί κανείς να προσθέσει την ακριβή και σπάνια πίστωση<br />

που πλέον αποτελεί και γενικευμένο ευρωπακό φαινόμενο, ενώ το σχέδιο του<br />

Γάλλου Προέδρου N. Sarkozy για τη δημιουργία εγγυητικού αποθεματικού κεφαλαίου<br />

300 δις που θα βοηθούσε στην αποκατάσταση αξιοπιστίας στη διατραπεζική<br />

αγορά απορρίφθηκε. Προσθέστε και την, για ακόμη μια φορά, άρνηση<br />

του Διοικητή της ΕΚΤ να ρίξει επιτέλους λίγο τα επιτόκια και έρχετε ένα εξαιρετικά<br />

δυσμενές 2009 για την Ευρώπη.<br />

Τέλος, σημαντικό παράγοντα κινδύνου αποτελεί και η εγγενής ακαμψία<br />

των επιμέρους αγορών στην ευρωζώνη. Μια ενδεχόμενη ύφεση θα κρατήσει<br />

πολύ περισσότερο καιρό απ΄ ότι σε μια οικονομία με περισσότερο ευέλικτες<br />

αγορές προόντος και εργασίας. Το δε αρχακό Σύμφωνο Σταθερότητας με το<br />

απαγορευτικό όριο του 3% ελλείμματος στη δημοσιονομική πολιτική και τη<br />

συμφωνία για «μη-εξαγορά» (no-bail-out) χρέους ανάμεσα σε χώρες-μέλη (!),<br />

μπορούν ενδεχομένως σε μια δύσκολη στιγμή, στις παρούσες συνθήκες, να<br />

οδηγήσουν στην εγκαθίδρυση για πολύ καιρό συνθηκών ευρωπακής ύφεσης<br />

και οικονομικής στασιμότητας. 6<br />

Η «αποδανειοποίηση» και η αναδυόμενη Ευρώπη<br />

Η κρίση και ειδικότερα η καχυποψία μεταξύ των τραπεζών που παγώνει τη<br />

δανειοδότηση της πραγματικής οικονομίας έχει ήδη «μεταφερθεί» σε επίπεδο<br />

6 Βλέπε επίσης G. Soros, στο http://www.bloomberg.com/avp/avp.htm?N=av&T=<br />

Soros%20Calls%20Europe%20Plan%20to%20Support%20Banks%20%60Positive'%2<br />

0Step&clipSRC=mms://media2.bloomberg.com/cache/vqY9JXqRhatc.asf


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 102<br />

102 ΘΟΔΩΡΗΣ ΠΕΛΑΓΙΔΗΣ<br />

χωρών. Τον τελευταίο καιρό βιώνουμε ένα καθαρό deleveraging, μια έντονη,<br />

«αποδανειοποίηση» της διεθνούς οικονομίας. Σπάει για τα καλά η πιστωτική<br />

φούσκα. Αν ο σπινθήρας δόθηκε από την στεγαστική αγορά και τις φοβερές<br />

υπερβολές της, τώρα περνάμε στο ψητό. Η ιστορία των «τραπεζών στο χείλος<br />

του γκρεμού», έχει γίνει ιστορία «χωρών στο χείλος του γκρεμού». Η μια μετά<br />

την άλλη χώρες προηγουμένως πλημμυρισμένες με συνάλλαγμα, βλέπουν τους<br />

διαχειριστές των κεφαλαίων «αντισταθμιζόμενου ρίσκου» 7 (hedge funds) να<br />

πουλάνε απότομα (fire sales) τα χαρτιά των αναδυομένων που αγόρασαν οι<br />

ίδιοι με δανεικά και «yen carry trade», και γυρνάνε τα δανεικά προχωρώντας<br />

σε «αποδανειοποίηση». Οι δε επενδυτές που τους είχαν εμπιστευθεί για υψηλές<br />

αποδόσεις στις αγορές αυτές, έχουν ήδη αποσύρει μόνο μέσα στον Σεπτέμβριο<br />

43 δις $, ενώ το ποσό αυτό αναμένεται να έχει εκτιναχθεί σε τριψήφιο<br />

νούμερο μέχρι τις αρχές Νοεμβρίου. Το πανηγύρι να παίρνουν 10, να δανείζονται<br />

άλλα 100 φτηνά (π.χ. γιεν), και να τα στέλνουν στις αναδυόμενες για μεγάλα<br />

κέρδη τελείωσε άδοξα. Η πλημμυρίδα των πιστώσεων φούσκωσε και τις<br />

προσδοκίες για τις επιδόσεις των χωρών αυτών που τώρα εμφανίζουν διορθώσεις<br />

και χρεοκοπίες. Τώρα το ξεφούσκωμα της πιστωτικής φούσκας αγκαλιάζει<br />

τους πάντες. Το λέμε αυτό γιατί υπήρχε η θεωρία του decoupling, δηλαδή ότι<br />

ακόμη κι αν έχουμε κάποια σκασίματα φούσκας επιμέρους αγορών στις ανεπτυγμένες<br />

χώρες, αυτά δεν θα αγγίξουν τις αναπτυσσόμενες οικονομίες. Δυστυχώς,<br />

ούτε αυτό ισχύει. Χώρες της Ν.Α. Ασίας, και ιδίως της Βαλτικής και<br />

της Ανατολής Ευρώπης αντιμετωπίζουν ήδη σοβαρότητα προβλήματα cash<br />

flow, με αποτέλεσμα ο φαύλος κύκλος από τις υποχρεώσεις τους που καταπίπτουν<br />

σαν τα πέπλα της Σαλώμης, να επιστρέφει πίσω και να περιλαμβάνει και<br />

τις ανεπτυγμένες.<br />

Έτσι λοιπόν, άνθρακας και ο θησαυρός των «αναδυομένων οικονομιών»;<br />

Τον τελευταίο καιρό εντείνονται οι ανησυχίες για τις δευτερογενείς ντόμινοεπιπτώσεις<br />

που μπορεί να έχει μια πιθανή χρεοκοπία των οικονομιών των χωρών<br />

της Ανατ. Ευρώπης κυρίως, στον ανεπτυγμένο κόσμο. Η ανησυχία είναι<br />

ότι η χρεοκοπία της μικρής Ισλανδίας δείχνει τον δρόμο…και ότι ακολουθούν<br />

χώρες όπως η Ουγγαρία, ή οι βαλκανικές Ρουμανία και Βουλγαρία, αλλά και<br />

άλλες παραδίπλα όπως η Τουρκία, η Ουκρανία και οι χώρες της Βαλτικής.<br />

Τι έγινε στην Ισλανδία που μπορεί (;) να συμβεί και αλλού; Η κυβέρνηση<br />

της χώρας εκεί λειτούργησε ως κεφάλαιο αντισταθμιζόμενου κινδύνου (hedge<br />

7 Για μια ακριβή έννοια των επενδυτών «κεφαλαίων αντισταθμιζόμενου ρίσκου»<br />

και τη διαφορά της λειτουργίας των επενδυτικών αυτών κεφαλαίων από τους παραδοσιακούς<br />

«εμπόρους τίτλων» (όπως οι τράπεζες), βλέπε τη συνέντευξη του Γ. Μουταφίδη<br />

στην Κ.Ε. 9/12/04 http://www.enet.gr/online/online_hprint?q=%CC%EF%F5%F4%<br />

E1%F6%DF%E4%E7%F2&a=&id=75871084


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 103<br />

ΑΝΑΤΟΜΙΑ ΤΗΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΡΙΣΗΣ 103<br />

fund), αφού δανείστηκε μαζικά σε συνάλλαγμα στις διεθνείς αγορές και μετά<br />

δάνεισε με 15-16% (!) τους πολίτες της χώρας ενισχύοντας τεχνητά τη δαπάνη<br />

της οικονομίας. Η τελευταία έστειλε το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών<br />

(εμπορικό συν μεταβιβάσεις) στο -15% του ΑΕΠ. Όταν οι επενδυτές άρχισαν<br />

να αποσύρουν τα λεφτά τους πίσω για πιο ασφαλή λιμάνια, η κυβέρνηση έμεινε<br />

από συνάλλαγμα. Το πρόβλημα με την ιδιαίτερη, είναι αλήθεια, χώρα αυτή είναι<br />

ότι διαθέτει μια εξαιρετικά ρηχή εγχώρια οικονομική βάση, αφού 70% του<br />

εισοδήματος τροφοδοτείται από την αλιευτική οικονομία και δεν υπάρχει επομένως<br />

ευρύτερη εγχώρια οικονομική δραστηριότητα να «απορροφήσει» το συναλλαγματικό<br />

πρόβλημα του εξωτερικού τομέα της οικονομίας. Στο πλαίσιο<br />

αυτό η οικονομία δέχθηκε πρόσφατα διετή ένεση $ 2.1 δις. από το ΔΝΤ ($833<br />

εκατ. άμεσα) για να ανταπεξέλθει στις διεθνείς υποχρεώσεις της, αφού δεν<br />

διαθέτει συναλλαγματικά διαθέσιμα, και σήκωσε 6% επάνω, στο 18% τα επιτόκια<br />

της Κρόνα ώστε να προσελκύσει κάποια κεφάλαια και να περιορίσει τον<br />

πληθωρισμό που έφτασε στο 20% (!). Αυτό φυσικά θα τσακίσει την εσωτερική<br />

ζήτηση και η «λιτότητα» θα είναι βαριά και μακρόχρονη.<br />

Η κατάσταση των υπολοίπων χωρών δεν είναι προς το παρόν και τόσο<br />

απελπιστική, όμως παραμένει κρίσιμη για κάποιες από αυτές. Η Ουκρανία είναι<br />

η χώρα με τη χαμηλότερη πιστοληπτική ικανότητα, αφού το «κόστος των<br />

δανείων μεταπώλησης» (credit default swaps), δηλαδή το κόστος προστασίας<br />

των bondholders είναι ψηλά. Αντιμετωπίζει επίσης μεγάλο πρόβλημα στο εξωτερικό<br />

ισοζύγιο (έπεσε η διεθνής ζήτηση για τις εξαγωγές της) και το ΔΝΤ<br />

αποφάσισε την προηγούμενη εβδομάδα να της δώσει $ 16.5 δις για να καλύψει<br />

τις διεθνείς υποχρεώσεις της.<br />

$ 26.5 δις. είναι περίπου το δάνειο που έλαβε η Ουγγαρία συνολικά από<br />

ΔΝΤ (17.1), ΕΕ (8.1), Παγκόσμια Τράπεζα (1.3) για να αντιμετωπίσει κυρίως<br />

το πρόβλημα έλλειψης ρευστότητας που παρουσιάζουν κυρίως οι ξένες τράπεζες<br />

(80% της συνολικής εγχώριας τραπεζικής αγοράς). Η οικονομία πάντως<br />

βρίσκεται σε καλύτερη κατάσταση αφού το εξωτερικό έλλειμμα είναι 5-6% του<br />

ΑΕΠ και, σύμφωνα με τις δηλώσεις του κεντρικού τραπεζίτη, τα συναλλαγματικά<br />

διαθέσιμα είναι γύρω στα $17 δις. Το πρόβλημα εντοπίζεται περισσότερο<br />

σε εκείνες τις ομάδες του πληθυσμού που έλαβαν στεγαστικό δάνειο σε συνάλλαγμα,<br />

και τώρα, μετά την αποχώρηση των κεφαλαίων, πρέπει να πληρώσουν<br />

εξαιρετικά υψηλό κόστος εξυπηρέτησης, και μάλιστα σε γερμανικές, αυστριακές<br />

και ιταλικές τράπεζες που δάνεισαν σε ευρώ και ελβετικά φράγκα τους<br />

Ούγγρους.<br />

Από τις χώρες της Βαλτικής με τα παραδοσιακά υψηλά εξωτερικά ελλείμματα,<br />

η Λετονία φαίνεται να αντιμετωπίζει το μεγαλύτερο πρόβλημα. Το ΑΕΠ<br />

αναμένεται να συρρικνωθεί κατά -5%, ενώ οι δύο νορβηγικές τράπεζες που<br />

κυριαρχούν στο τραπεζικό σύστημα της χώρας μπορεί να κινδυνέψουν να


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 104<br />

104 ΘΟΔΩΡΗΣ ΠΕΛΑΓΙΔΗΣ<br />

«γράψουν απώλειες» εφόσον επιβεβαιωθεί η μεγάλη συρρίκνωση του διαθέσιμου<br />

εισοδήματος των Λετονών.<br />

Παρόμοια πρόβλημα με την κτηματαγορά, όπως και η Ουγγαρία, φαίνεται<br />

να αντιμετωπίζει και η γειτονική μας Βουλγαρία, με το κολοσσιαίο 24% του<br />

ΑΕΠ εξωτερικό έλλειμμα, το οποίο μέχρι σήμερα καλυπτόταν με εισροές κεφαλαίων<br />

από τις οποίες το 1/3 περίπου διοχετευόταν στην κτηματαγορά. Το<br />

ακριβό συνάλλαγμα πλέον αναγκάζει τους βούλγαρους να κινδυνεύουν να μην<br />

αποπληρώσουν τα δάνειά τους.<br />

Στη Ρουμανία, αν και η πιστοληπτική ικανότητα της χώρας υποβαθμίστηκε<br />

από την S&P, ο ρυθμός ανάπτυξης κοντά στο 5% βοηθά να συντηρείται η εγχώρια<br />

κατανάλωση στο +7%, αν και βρισκόταν σε διπλάσιο ποσοστό πριν. Είναι<br />

γεγονός, όσο πιο καθυστερημένη ήταν μια οικονομία (η Ρουμανία είναι η φτωχότερη<br />

στην ΕΕ), τόσο περισσότερο «προστατεύθηκε».<br />

Όσο για το θαύμα της Ιρλανδίας: Τα φώτα των Χριστουγέννων στο Δουβλίνο<br />

έχουν ήδη ανάψει, 3 βδομάδες νωρίτερα, για να τονώσουν τη ζήτηση που<br />

υστερεί όλο και περισσότερο, ενώ η κτηματαγορά έχει πάρει τον κατήφορο,<br />

όπως φαίνεται από το σχήμα. Καθώς οι καταναλωτές αντιμετωπίζουν τη ραγδαία<br />

επιδείνωση αυτή, μειώνουν τις δαπάνες τους και η ανεργία ανεβαίνει<br />

τόσο γρήγορα όσο κατεβαίνουν οι τιμές των σπιτιών. Η πτώση των τελευταίων<br />

προκαλεί περαιτέρω μειώσεις και στο λιανεμπόριο, κυρίως των κλάδων που<br />

σχετίζονται, όπως τα έπιπλα και οι ηλεκτρονικές συσκευές. -1% η πτώση φέτος<br />

η κατανάλωση, αντί για 6% ανόδου τα προηγούμενα 2 έτη σύμφωνα με το<br />

Bloomberg.<br />

Ιρλανδία: τιμές κτηματαγοράς<br />

Η απορία για την ισχύ του Δολαρίου<br />

Στην πραγματικότητα, όπως άλλωστε είδαμε και παραπάνω, βιώνουμε σήμερα<br />

ένα ξεφούσκωμα της υπερβολικής πίστωσης και των υπερβολικών προσδοκιών,<br />

που μαζί, χέρι-χέρι, χρηματική και πραγματική οικονομία έχουν δημι-


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 105<br />

ΑΝΑΤΟΜΙΑ ΤΗΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΡΙΣΗΣ 105<br />

ουργήσει. Ναι, η αγορά έχει «διαθέσεις» όπως αναφέρει και ο G. Soros, που<br />

μπορεί να οδηγήσουν σε υπερβολές προς τα πάνω και προς τα κάτω.<br />

Οι φοβισμένοι και οι αποστρεφόμενοι το ρίσκο τώρα επενδυτές γυρνάνε<br />

στο γιεν και το δολάριο, αγοράζοντας ποιότητα (flight to quality), δηλαδή επενδύοντας<br />

σε αμερικάνικα και ιαπωνικά ομόλογα και νομίσματα, ενώ ρευστοποιούν<br />

και κλείνουν τις θέσεις τους στις αναδυόμενες αγορές. Γιατί;<br />

Μα είπαμε, «πάμε στα σίγουρα». «Αλλά, η αμερικανική οικονομία έχει<br />

προβλήματα…ενώ στην Ιαπωνία δεν γίνεται και τίποτα το συγκλονιστικό», θα<br />

αντιτείνει κανείς. Κι όμως, οι επενδυτές πιστεύουν ότι οι αμερικανικές αρχές,<br />

που δημιούργησαν και το πρόβλημα, θα βγουν μπροστά πιο γρήγορα καθώς<br />

διαθέτουν δυναμικό Treasury, διατεθειμένο να επιτεθεί πιο δυνατά στο πρόβλημα,<br />

να ρίξει τα επιτόκια ακόμη και κάτω του 1% και να σχεδιάσει μια<br />

άμεση και μαζική δημοσιονομική επέκταση στους κατάλληλους τομείς, αλλά<br />

και προς φορολογούμενους που θα δαπανήσουν άμεσα, θα διατηρήσουν τη ζήτηση,<br />

και θα επαναφέρουν τον ασθενή. Από την άλλη, η Ιαπωνία, δεν αντιμετωπίζει<br />

σοβαρά προβλήματα στον τραπεζικό τομέα. Αυτόν τον καιρό της επιστρέφονται<br />

τα δανεικά από το «yen carry trade» και ενισχύουν την ισοτιμία του. Παραμένει<br />

δε πάντα μια ισχυρή οικονομία που γειτονεύει με Κίνα και Ινδία, οι<br />

οποίες αναμένεται να οδηγήσουν και πάλι την ανάπτυξη. Πότε; Όταν κάποτε<br />

θα κοιτάμε από μακριά την εκπληκτική αυτή ιστορία και, πιθανώς, θα λέμε:<br />

«μα πως δεν μπήκαμε τότε που ήταν τόσο χαμηλά»;<br />

Η διέξοδος και οι ευθύνες<br />

Οι μέχρι σήμερα κατευθύνσεις πολιτικής είναι προς τη σωστή κατεύθυνση<br />

αν και θα έπρεπε ίσως να είναι πιο επιθετικές και ίσως πιο εκλεπτυσμένες. Η<br />

πτώση των επιτοκίων πρέπει να συνεχιστεί, να είναι συντονισμένη αλλά και πιο<br />

επιθετική, ενώ ορθή είναι η αγορά προνομιούχων μετοχών και η ενίσχυση της<br />

κεφαλαιοποίησης των τραπεζών σε κίνδυνο (κι όχι η αγορά των «τοξικών ομολόγων»),<br />

όπως αποφάσισαν και οι ευρωπαίοι ηγέτες. 8 Ορθή είναι και η απόφαση<br />

για 5ετή εγγύηση των δανείων της διατραπεζικής αγοράς αλλά και για το<br />

Ταμείο Διάσωσης εφόσον συσταθεί τελικά και εφόσον τα χρήματα διοχετευθούν<br />

από τις χώρες της ευρωζώνης 9 . Παράλληλα, όμως, είναι ανάγκη να εκπο-<br />

8 G. Soros, «How to Capitalise the Banks and Save Finance», Financial Times,<br />

12/10/2008.<br />

9 Ενώ εκπνέει το 2008, οι χώρες της ευρωζώνης αποφάσισαν να διαθέσουν να διοχετεύσουν<br />

τα απαιτούμενα ποσά ενίσχυσης των οικονομιών τους, αναλόγως φυσικά με<br />

τη δημοσιονομική κατάσταση της κάθε επιμέρους .οικονομίας.


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 106<br />

106 ΘΟΔΩΡΗΣ ΠΕΛΑΓΙΔΗΣ<br />

νηθεί ένα ισχυρό κενσιανό σχέδιο τόνωσης της ζήτησης για επενδύσεις με έμφαση<br />

τόσο σε σκληρές και ήπιες υποδομές όσο και στις λεγόμενες «εναλλακτικές<br />

επενδύσεις» που θα βάλλουν μπρος την «πράσινη οικονομία». Είναι προτιμότερο<br />

κάτι τέτοιο στην ΕΕ από μια πρόσκαιρη ενίσχυση των νοικοκυριών, τα<br />

οποία, ευρισκόμενα σε κράτος πανικού, είναι αμφίβολο, όσα τουλάχιστον δεν<br />

έχουν άμεση ανάγκη, να ξοδέψουν ατομικά τα κρατικά χρήματα…<br />

Παράλληλα με όλα αυτά, αναπτύσσεται ένας διάλογος διεθνώς σχετικά με<br />

το μέλλον του καπιταλισμού και το ρόλο του κράτους. 10 Θα ήταν τραγικό λάθος<br />

να πιστέψει κανείς ότι έφταιξε η παρεμβατικότητα της κυβέρνησης για την κατάσταση<br />

που βρέθηκε η αμερικάνικη οικονομία. Η διεφθαρμένη απορρύθμιση<br />

ακόμη και των ημι-κρατικών αμερικάνικων στεγαστικών ταμείων τα οποία<br />

ωθήθηκαν να λειτουργήσουν όπως οι ιδιωτικές επενδυτικές τράπεζες, αποδεικνύουν<br />

του λόγου το αληθές. Ούτε σκέψη όμως ότι οι λειτουργίες των αγορών<br />

πρέπει να αντικατασταθούν με κάτι άλλο. Η ρύθμιση, δηλαδή οι θεσμοί οικονομικής<br />

οργάνωσης που ψηφίζουν οι νομοθέτες, συγκροτεί τις αγορές, οι<br />

οποίες είναι εύρυθμες όταν οι συμβαλλόμενοι είναι προστατευμένοι με καλό<br />

θεσμικό πλαίσιο αλλά και, κυρίως, καλά πληροφορημένοι. Όχι να μπαίνει ο<br />

ντοπαρισμένος πλασιέ στο σπίτι του καθένα και να πουλά δάνεια χωρίς υποθήκες<br />

στον κάθε φτωχό και ανίδεο. Ή ο επενδυτικός σύμβουλος τού κάθε ασφαλιστικού<br />

ταμείου να είναι και ο …εκδότης-πωλητής μετοχών και ομολόγων.<br />

Αυτό είναι συμπαιγνία, δεν είναι αγορά. Καλή ρύθμιση σημαίνει και καλορυθμισμένη<br />

αγορά. Αυτό που συμβαίνει σήμερα δείχνει ότι δεν μπορεί να υπάρχουν<br />

αγορές-ζούγκλες χωρίς εκλεπτυσμένες ρυθμίσεις και συμβόλαια, ενώ<br />

ταυτόχρονα αναδεικνύει τις ευθύνες των νομοθετών και της κυβέρνησης που<br />

άφησαν με τη διαφθορά στα σπλάχνα τους να αναπτυχθεί ένα τέρας συμφερόντων<br />

αντί πραγματικές, λειτουργικές αγορές. Επίσης, σε καμιά περίπτωση δεν<br />

πρέπει να ενοχοποιηθούν χρηματοοικονομικά εργαλεία που διαχέουν τα ρίσκα<br />

και χρηματοδοτούν το σύστημα εξαιτίας της κακής τους χρήσης.<br />

Η δημοσιονομική επέκταση ως ειδική διέξοδος<br />

Ενώ οι χρηματαγορές διεθνώς συνεχίζουν τις απότομες διακυμάνσεις, το<br />

ενδιαφέρον στρέφεται όλο και περισσότερο στον τρόπο συνέχισης της στήριξης<br />

της αμερικάνικης οικονομίας ώστε να συγκρατηθεί η πτώση, να σταθεροποιηθεί<br />

η κατάσταση και να περιοριστούν όσο γίνεται, οι επιπτώσεις στη λεγό-<br />

10 M. Hannam, «An Interview with G. Soros, M. Wolf, A. Kaletsky, J. Ford, J. Gieve,<br />

οn How to Stop the Next Bubble», Prospect Magazine, Νο. 148, Ιούλιος 2008.


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 107<br />

ΑΝΑΤΟΜΙΑ ΤΗΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΡΙΣΗΣ 107<br />

μενη πραγματική οικονομία. Εκτός από την δεδηλωμένη ανάγκη για κατάλληλη<br />

και εκλεπτυσμένη ρύθμιση, εάν είναι δυνατόν σε διεθνές επίπεδο, η δημοσιονομική<br />

επέκταση δείχνει σήμερα η βασική, εάν όχι η μόνο, διέξοδος αντιμετώπισης<br />

της κρίσης που διαθέτουν οι κυβερνήσεις.<br />

Ο αμερικανός Τreasurer H. Paulson, πραγματοποιώντας θεαματική στροφή<br />

από τις πρώτες του εισηγήσεις, ανακοίνωσε, και ανέλυσε σε συνέντευξή του<br />

στο CNBC, τους λόγους απόρριψης αγοράς subprime «τοξικών, δομημένων<br />

ομολόγων» και, αντιθέτως, κατεύθυνσης μεγάλου μέρους του δεύτερου μέρους<br />

του πακέτου των $ 700 δις. σε αγορά «προνομιούχων μετοχών» από τραπεζικά<br />

και μη ιδρύματα. Ο λόγος που ο Η. Paulson μετακινήθηκε από την αρχική του<br />

θέση είναι ότι διαπίστωσε…εκ των υστέρων, ότι το πρόβλημα βρίσκεται στην<br />

γενικότερη πιστωτική φούσκα και ότι εξαιτίας της έχει παγώσει η διατραπεζική<br />

αγορά συναλλαγματικών (commercial paper market) και ότι εξαιτίας του<br />

παγώματος αυτού κινδυνεύουν υγιείς επιχειρήσεις με κατάρρευση. Έτσι, χρησιμοποιώντας<br />

το Troubled Asset Relief Program, έχει ήδη ξεκινήσει να κάνει<br />

ενέσεις ρευστότητας στα τραπεζικά ιδρύματα, με σκοπό επίσης να βοηθήσει τις<br />

τιτλοποιήσεις καταναλωτικών και φοιτητικών δανείων, αλλά και δανείων αυτοκινήτων<br />

και πιστωτικών καρτών, ώστε να συνεχιστεί η δανειοδότηση προς την<br />

πραγματική οικονομία. Η προσέγγιση τώρα μοιάζει πιο ολοκληρωμένη, αλλά<br />

το κύρος του Η. Paulson έχει τρωθεί…<br />

Εν τω μεταξύ, οι πιο αδύναμοι κρίκοι στην πραγματική οικονομία έχουν αρχίσει<br />

να σπάνε. Οι αυτοκινητοβιομηχανίες του Ντιτρόιτ κινδυνεύουν αλλά το<br />

κυριότερο είναι ότι κινδυνεύουν οι χιλιάδες υπεργολάβοι τους. Αυτή τη στιγμή,<br />

κάθε θέση εργασίας που χάνεται είναι πλήγμα στη ζήτηση που πολλαπλασιάζεται<br />

και θίγει αρνητικά κάθε είδους οικονομική δραστηριότητα αφού περιορίζει<br />

την καταναλωτική δαπάνη!<br />

Oι φορολογικές ελαφρύνσεις της άνοιξης ($ 168 δις.) δεν φαίνεται να δούλεψαν<br />

καθώς οι δικαιούχοι φαίνεται να «χρησιμοποίησαν» τα χρήματα είτε<br />

πληρώνοντας την ακριβή βενζίνη, είτε φυλάσσοντάς τα για δυσκολότερους καιρούς!<br />

Πράγματι, τα στοιχεία δείχνουν ότι εκείνη την περίοδο διπλασιάστηκαν<br />

οι αποταμιεύσεις…<br />

Στο πλαίσιο αυτό, και με δεδομένες τις απανωτές δυσμενείς ειδήσεις που<br />

αφορούν την είσοδο των ΗΠΑ, της Ιαπωνίας, της Μ. Βρετανίας, της Ιταλίας<br />

και της Γερμανίας σε ύφεση (μείωση του ΑΕΠ για δύο συνεχή τρίμηνα), ακόμη<br />

και οι…Ρηγκανικοί υπερ-φιλελεύθεροι, όπως ο καθηγητής του Πανεπιστημίου<br />

του Χάρβαρντ M. Feldstein, προσχωρούν στην ιδέα της άμεσης δημοσιονομικής<br />

ένεσης, αντί μάλιστα για νέες φορολογικές απαλλαγές.<br />

Το ποσό και οι εκτιμήσεις ποικίλουν. Οι περισσότεροι μιλούν για ένα ποσό<br />

της τάξης των $ 300-400 δις., ενώ ο καθηγητής του Πανεπιστημίου του Μπέρκλε.<br />

B. Eichengreen, τονίζει ότι καθώς οι εκτιμήσεις μπορεί να στείλουν την


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 108<br />

108 ΘΟΔΩΡΗΣ ΠΕΛΑΓΙΔΗΣ<br />

ανεργία από το 6.5% σήμερα, στο 9.5% στο τέλος του έτους 2009, το ποσό που<br />

θα χρειαστεί μπορεί να είναι ακόμη και $ 500 δις.<br />

Ανεργία, ΗΠΑ, %<br />

Αν σημειώσουμε ότι οι εκτιμώμενες απώλειες των αμερικάνικων νοικοκυριών<br />

για φέτος από την υποχώρηση των τιμών της κτηματαγοράς και την πτώση<br />

των τιμών μετοχών φτάνουν φθάνουν τα $7 τρις, γεγονός που μειώνει δραστικά<br />

τις καταναλωτικές δαπάνες και ωθεί τις επιχειρήσεις σε παραγωγική συρρίκνωση,<br />

τότε μια άμεση δημοσιονομική ενίσχυση είναι πράγματι απαραίτητη.<br />

Μάλιστα, εκτιμάται από παράγοντες της αγοράς ότι ήδη οι λιανικές πωλήσεις<br />

βρίσκονται στο χαμηλότερο σημείο τους εδώ και τέσσερεις δεκαετίες και ότι οι<br />

εκτιμήσεις για αρνητική ανάπτυξη μπορούν να φθάσουν και το -2% (2009).<br />

Είναι ακριβώς γι αυτό που ο καθηγητής στο Μπέρκλε και στενός σύμβουλος<br />

του εκλεγμένου αμερικανού Προέδρου, R. Reich, αναφέρει ότι χρειάζεται<br />

ενίσχυση της αγοραστικής δύναμης των καταναλωτών και φυσικά συνηγορεί<br />

στη δήλωση του νεοεκλεγμένου Προέδρου Β. Obama για δημοσιονομική επέκταση<br />

που θα δημιουργήσει 2,5 εκατομμύρια νέες θέσεις εργασίας μέσα στα<br />

δύο επόμενα έτη. Αυτό, πέραν των $175 δις. που υποσχέθηκε τον Οκτώβριο ο<br />

Β. Obama να ρίξει στην οικονομία και για τα $3.000 φορολογικής απαλλαγής<br />

για την μικρομεσαία επιχείρηση που θα προσλάβει εργαζόμενο. Το ελάχιστο<br />

επιπρόσθετο ποσό υπολογίζεται τώρα στα $300 δις., ποσό που οι συνασπισμένοι<br />

ρεπουμπλικάνοι και ο G.W. Bush αρνούνται πεισματικά να δεχθούν, επιχειρώντας<br />

να «περάσουν» στον Β. Obama μια οικονομία στο χείλος τη καταστροφής<br />

που δεν θα ανακάμπτει με τίποτα. Όλα αυτά λοιπόν, με την ελπίδα ότι<br />

η δημοσιονομική επέκταση κενσιανού τύπου τελικά θα βοηθήσει στο να γίνει<br />

η προσγείωση …πιο ομαλή και να αποφευχθούν μεγάλης κλίμακας καταστροφές<br />

στην παραγωγική μηχανή. Σε διαφορετική περίπτωση, θα είμαστε εντελώς<br />

άοπλοι απέναντι στη διορθωτική μανία.


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 109<br />

ΑΝΑΤΟΜΙΑ ΤΗΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΡΙΣΗΣ 109<br />

H ελληνική οικονομία<br />

Όλο αυτό το χρηματο-οικονομικό υφεσιακό σκηνικό σε Αμερική και Ευρώπη,<br />

δημιουργεί ένα επίσης δυσμενές οικονομικό κλίμα και στη χώρα μας. Η<br />

φυγή των ξένων κεφαλαίων από το χρηματιστήριο, αν και προκαλείται από τη<br />

διεθνή χρηματοπιστωτική ασφυξία κι όχι από κάποια συνολική αρνητική επίδοση<br />

των ελληνικών επιχειρήσεων, θα δημιουργήσει προβλήματα χρηματοδότησης<br />

των επενδύσεων στο άμεσο μέλλον. Στον τομέα των εξαγωγών που στηρίζει<br />

τη φετινή ανάπτυξη του ΑΕΠ κατά 3.5% (όπως τα μέχρι στιγμής στοιχεία<br />

δείχνουν), παρά την καλή επίδοση μέχρι σήμερα με +4% περίπου από πέρσι,<br />

δυσκολεύομαι να πιστέψω ότι, εάν τα πράγματα διεθνώς χειροτερέψουν σε<br />

Αμερική και συνεπώς και στην ΕΕ, οι ρυθμοί αύξησης συνεχίσουν να είναι θετικοί<br />

ή έστω τόσο υψηλοί, αν και η υποτίμηση του Ευρώ έχει βοηθήσει τα μέγιστα<br />

μέχρι τώρα.<br />

Όμως, ίσως η πιο σημαντική επιφύλαξη να εδράζεται στον τομέα των υπηρεσιών,<br />

οι οποίες όχι μόνο καλύπτουν τα εμπορικά εξωτερικά μας ελλείμματα,<br />

αλλά κυρίως συμβάλουν κατά 73.3% στο ετήσιο ΑΕΠ. Η εισροή κεφαλαίων για<br />

αγορά γης και κατοικιών έχει πέσει στο μισό (από 168 εκ. ευρώ, α εξάμ. 2007,<br />

σε 76 εκ. το α εξάμ. 2008), 11 εξαιτίας της στασιμότητας των εισοδημάτων των<br />

αλλοδαπών, κυρίως των Ευρωπαίων που τα προηγούμενα χρόνια προχώρησαν<br />

σε εκτεταμένες αγορές στην κτηματαγορά, με αποτέλεσμα η διάχυση της δαπάνης<br />

αυτής να επεκτείνεται στην υπόλοιπη οικονομία και να ενισχύει την απασχόληση,<br />

τα εισοδήματα, την κατανάλωση (και την παραοικονομία).<br />

Συγκράτηση στα εισοδήματα από τον τουρισμό πρέπει κανονικά να αναμένονται<br />

αλλά και στα έσοδα από τη ναυτιλία, καθώς τα ναύλα «προσαρμόζονται»<br />

στη διεθνή κρίση. Στο πλαίσιο αυτό, η κυβέρνηση, αναλόγως και των διεθνών<br />

εξελίξεων και της πορείας της κρίσης βέβαια, πρέπει να είναι έτοιμη για<br />

ενέσεις «αξιοπιστίας» και στήριξης του συστήματος. Η αρχή που έγινε είναι<br />

συντονισμένη με την ευρωπακή πρακτική, όμως ο ελληνικός προπολογισμός<br />

πρέπει να περιλάβει περισσότερα χρήματα για την ενίσχυση της ζήτησης για<br />

επενδύσεις. Επίσης, θα πρέπει σταθερά να ζητά μείωση των επιτοκίων του<br />

Ευρώ από την ΕΚΤ, αλλά να είναι έτοιμη να τονώσει την κατανάλωση των εισοδημάτων<br />

με υψηλή ροπή για κατανάλωση, είτε με κίνητρα δαπανών είτε με<br />

μείωση του ΦΠΑ στα αγαθά πρώτης ανάγκης, ώστε η αύξηση της κατανάλωσης<br />

να γίνει άμεσα και γρήγορα αισθητή στην οικονομία. Όσον αφορά τη ζήτηση<br />

για επενδύσεις, ένας γρήγορος επανασχεδιασμούς τους θα πρέπει να δώσει<br />

ισχυρά κίνητρα για ένα μοντέλο «πράσινης ανάπτυξης».<br />

11 Alpha Bank, Δελτίο Οικονομικών Εξελίξεων, 17/9/2008.


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 110<br />

110 ΘΟΔΩΡΗΣ ΠΕΛΑΓΙΔΗΣ<br />

Ίσως μερικοί δυσανασχετούν με την κυβέρνηση να μπαίνει στα πόδια της<br />

αγοράς τόσο πολύ. Είτε μας αρέσει είτε όχι, μόνον ένας δανειστής εσχάτης<br />

ανάγκης που βαθμολογείται με ΑΑΑ μπορεί να βοηθήσει τούτη την ώρα: η κυβέρνηση.<br />

Το δυστύχημα είναι βέβαια, πως τούτη την κρίσιμη στιγμή, η χώρα<br />

βρίσκεται στο μέσο μιας πολιτικής δίνης που επιτείνει την αναξιοπιστία της πολιτικής<br />

ελίτ και του πολιτικού συστήματος, τη στιγμή μάλιστα που η αγορά χρειάζεται<br />

επειγόντως ενέσεις αξιοπιστίας από τις κυβερνητικές πολιτικές.


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 111<br />

4<br />

Η οικονομική κρίση και η «Σύγκρουση Ιδεών»<br />

Παναγιώτης Γ. Κορλίρας<br />

Όπως μας διδάσκει η οικονομική ιστορία, αλλά και η ιστορία των οικονομικών<br />

ιδεών που είναι συνυφασμένη μαζί της, όλες οι περίοδοι σοβαρών κρίσεων<br />

σημαδεύονται και από κάποια αναδιάταξη των αντιλήψεων για τον τρόπο διαχείρισης<br />

της οικονομίας. Πρόκειται για μια διαλεκτική σχέση μεταξύ πολιτικής<br />

και ιδεών, μεταξύ πρακτικής και θεωρίας, της οποίας ο εξελικτικός χαρακτήρας<br />

πυροδοτείται από φαινόμενα έξαρσης ή κρίσης, όταν διαπιστώνεται ότι η<br />

πολιτική-πρακτική που ακολουθείται, βασισμένη σ’ ένα συγκεκριμένο πλέγμα<br />

ιδεών-θεωρίας, δεν ανταποκρίνεται στα καίρια ζητήματα της κάθε εποχής.<br />

Τότε εμφανίζεται ένα νέο κυρίαρχο ρεύμα αντιλήψεων, ένα νέο πλέγμα ιδεώνθεωρίας,<br />

το οποίο εγκαθίσταται ως το νέο επικρατούν «παράδειγμα»<br />

(paradigm, με την έννοια του Th. S. Kuhn). Το πιο γνωστό τέτοιο επεισόδιο<br />

στον 20 ο αιώνα ήταν η εμφάνιση της γνωστής ως «κενσιανής επανάστασης»,<br />

όταν ο J. M. Keynes με τη «Γενική Θεωρία» του το 1936, πρόσφερε στους οικονομολόγους<br />

και τους πολιτικούς ένα ιδεολογικό και θεωρητικό πλαίσιο που<br />

ανταποκρίνονταν καλύτερα στα ζητήματα και στα προβλήματα που προκάλεσε<br />

η έντονη και παρατεταμένη οικονομική κρίση του 1929-1930, αλλά και στα θέματα<br />

της μεταπολεμικής ανασυγκρότησης των δυτικών χωρών. Έτσι, μέχρι τα<br />

τέλη της δεκαετίας του 1960, κυριάρχησε ένα είδος «κενσιανισμού» στις δύο<br />

όχθες του βόρειου Ατλαντικού, με επιλεκτική παρεμβατική και σταθεροποιητική<br />

μακροοικονομική πολιτική στις ΗΠΑ, και ενεργότερη κρατική παρέμβαση<br />

και έμφαση στις συμφωνίες των κοινωνικών εταίρων στη Δυτική Ευρώπη. Η<br />

συνεχής οικονομική άνοδος έδινε την πεποίθηση στους πολιτικούς (και την αυτοπεποίθηση<br />

στους οικονομολόγους), ότι είχαν πλέον στη διάθεσή τους την κατάλληλη<br />

θεωρία και τα κατάλληλα μέσα παρέμβασης ώστε να εξασφαλίζουν το<br />

επιθυμητό επίπεδο παραγωγής και απασχόλησης, και ταυτόχρονα τους μηχανισμούς<br />

ελέγχου τιμών και μισθών (τη λεγόμενη εισοδηματική πολιτική) ώστε τα


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 112<br />

112 ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΟΡΛΙΛΑΣ<br />

υψηλά επίπεδα απασχόλησης να μην συνδυάζονται με πληθωριστικές πιέσεις.<br />

Παραδόξως, το κύκνειο άσμα αυτής της περιόδου αισιοδοξίας είναι η ρήση του<br />

(συντηρητικού) Προέδρου Richard Nixon το 1971 «we are all keynesians now»,<br />

όταν ανήγγειλε το πρόγραμμα ελέγχου τιμών και μισθών για να προλάβει μια<br />

πληθωριστική έκρηξη.<br />

Η δεκαετία του 1970 ήταν η περίοδος των δύο «ενεργειακών κρίσεων», και<br />

του συνεπακόλουθου φαινόμενου του «στασιμοπληθωρισμού». Το μέχρι τότε<br />

επικρατούν «κενσιανό παράδειγμα» δεν ήταν ικανό να αντιμετωπίσει το νέο<br />

φαινόμενο, και όφειλε να προσαρμοστεί ή να αντικατασταθεί από άλλο «παράδειγμα»,<br />

πιο πρόσφορο για τα νέα δεδομένα. Είχαμε, συνεπώς, από τη δεκαετία<br />

του 1980 και μέχρι πρότινος, την κυριαρχία μιας άλλης θεώρησης του τρόπου<br />

διαχείρισης της οικονομίας, με έμφαση στην παντοδυναμία της απρόσκοπτης<br />

αυτορυθμιστικής λειτουργίας των αγορών, τον μειωμένο ρόλο του κράτους,<br />

και τον περιορισμό της οικονομικής πολιτικής στον (θεωρούμενο ως τον<br />

μόνο εφικτό) στόχο του ελέγχου του πληθωρισμού. Είναι η περίοδος του μονεταρισμού<br />

και του διαδόχου του νεοφιλελευθερισμού, και της επικράτησης του<br />

νέου «παραδείγματος» τόσο στο επίπεδο της ασκούμενης οικονομικής πολιτικής<br />

όσο και στο επίπεδο της ακαδημακά αποδεκτής θεωρίας. Σήμερα, η<br />

ένταση και το εύρος της οικονομικής κρίσης φέρνει στο προσκήνιο οιονεί διλημματικές<br />

επιλογές, διανθισμένες με ιδεολογικά ή και ιδεοληπτικά στοιχεία<br />

στον άξονα αγορά-κράτος, ενίοτε υπό τον μανδύα της θεωρητικής και πρακτικής<br />

διαπάλης μεταξύ νεοφιλελευθερισμού και κενσιανισμού. Τα πράγματα,<br />

βέβαια, δεν είναι τόσο απλά, στο μέτρο που η εμπειρική αποτύπωση των αιτίων<br />

που οδήγησαν σε κάποιο αποτέλεσμα, ελέγχει τόσο την καθαρά θεωρητική ή<br />

ιδεοληπτική θεμελίωση των πολιτικών που εφαρμόστηκαν, όσο και τις συγκεκριμένες<br />

πρακτικές που εδράζονται στην κάθε ιδεολογική θέση.<br />

Η τωρινή κρίση προσφέρεται για σοβαρές επισημάνσεις. Βασική αιτία της<br />

κρίσης είναι οι «φούσκες» που έσκασαν στις ΗΠΑ, και οι οποίες, λόγω παγκοσμιοποίησης,<br />

διαχέουν τις επιπτώσεις τους σε ολόκληρο τον κόσμο: είναι η<br />

χρηματιστηριακή φούσκα (stock bubble) στην αρχή της δεκαετίας του 1990, και<br />

η στεγαστική φούσκα (real estate bubble) στα μέσα της δεκαετίας του 2000. Οι<br />

δύο αυτές φούσκες συνδέονται μεταξύ τους διότι αφέθηκαν να δημιουργηθούν<br />

λόγω των αντιλήψεων που επικρατούσαν στην κυβέρνηση και στην κεντρική<br />

τράπεζα (Fed) των ΗΠΑ. Είναι εντελώς ενδεικτικά όσα αναφέρει ο Alan<br />

Greenspan, Πρόεδρος της Federal Reserve από το 1987 έως το 2006, όταν ανέλαβε<br />

αυτή τη θέση: «Η ανάληψη της θέσης συνοδεύτηκε από μια ευχάριστη έκπληξη.<br />

Ήξερα από τις επαφές μου με τα στελέχη της Fed, ιδίως την περίοδο<br />

προεδρίας Ford, ότι είχαν εξαιρετικά προσόντα. Αυτό που δεν ήξερα ήταν ότι<br />

τα στελέχη είχαν ένα προσανατολισμό προς τις ελεύθερες αγορές, ο οποίος,<br />

τότε ανακάλυψα, ίσχυε ακόμα και για τη Διεύθυνση Τραπεζικής Εποπτείας και


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 113<br />

Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΡΙΣΗ ΚΑΙ Η «ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΙΔΕΩΝ» 113<br />

Ρύθμισης…Έτσι, ενώ οι συστάσεις της κεντρικής τράπεζας είχαν ως κατεύθυνση<br />

την εφαρμογή των εντολών του Κογκρέσου, ήταν πάντοτε διατυπωμένες<br />

έτσι ώστε να προωθούν τον ανταγωνισμό και να αφήνουν τις αγορές να κάνουν<br />

τη δουλειά τους» 1 . Κοινός παρανομαστής αυτών των αντιλήψεων ήταν η<br />

άκρατη αισιοδοξία για την αυτορυθμιστική ικανότητα των αγορών, με ό,τι αυτό<br />

συνεπάγεται όχι μόνο στην μακροοικονομική διαχείριση αλλά και στην ελλιπή<br />

προληπτική εποπτεία του χρηματο-πιστωτικού συστήματος. Το βασικό εργαλείο<br />

της νομισματικής πολιτικής, τα επιτόκια, χρησιμοποιήθηκε με τον λάθος<br />

τρόπο στον λάθος χρόνο, χωρίς πρόνοιες για την «πιστωτική φούσκα» (credit<br />

bubble) που είναι η αιτία της κρίσης που βιώνουμε. 2 Τι συνέβη λοιπόν, ήταν η<br />

λανθασμένη εφαρμογή μιας σωστής θεωρίας, ή ήταν μια λάθος θεωρία που<br />

οδήγησε σε λάθη εφαρμογής της;<br />

Η χρηματοπιστωτική κρίση οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην τεράστια πιστωτική<br />

επέκταση που αφέθηκε να δημιουργηθεί στις ΗΠΑ, και στην «πιστωτική<br />

φούσκα» που «έσκασε». Με τα περίπλοκα παράγωγα προόντα που εδράζονταν<br />

σε τιτλοποιήσεις επισφαλών απαιτήσεων, κυρίως των subprime στεγαστικών<br />

δανείων, και λόγω της έλλειψης εποπτείας επί των δραστηριοτήτων των<br />

επενδυτικών τραπεζών, τα αρχικά προβληματικά δάνεια μετατράπηκαν σε μία<br />

πολλαπλάσια απειλή για τη φερεγγυότητα των τραπεζών και την ασφάλεια των<br />

καταθετών τους. Λόγω της διασύνδεσης των παγκοσμιοποιημένων κεφαλαιαγορών,<br />

το πρόβλημα ενέσκηψε όχι μόνο στις αμερικανικές τράπεζες, αλλά και<br />

τον υπόλοιπο κόσμο. Αν όμως η κρίση μπορεί να χαρακτηριστεί αναμενόμενη,<br />

το εύρος και το βάθος της αποδείχτηκαν απρόσμενα μεγάλα, και οι επιπτώσεις<br />

τους προκάλεσαν όχι μόνο τις γνωστές ζημιές από τις υποαξίες κάποιων στοιχείων<br />

του ενεργητικού των τραπεζών (τα γνωστά «τοξικά στοιχεία»), αλλά, και<br />

το σοβαρότερο, την κρίση εμπιστοσύνης προς το τραπεζικό σύστημα, όπως και<br />

μεταξύ των τραπεζών. Έτσι προέκυψε η πιστωτική ασφυξία και ο περιορισμός<br />

της ρευστότητας, ως μια πρωτοφανής για τα σύγχρονα δεδομένα απειλή για τη<br />

σταθερότητα του ίδιου του οικονομικού συστήματος. Η χρηματοπιστωτική<br />

κρίση μετατρέπεται σε κρίση της πραγματικής οικονομίας, γεγονός που αποτυπώνεται<br />

στα φαινόμενα επιβράδυνσης, στασιμότητας, αλλά και ύφεσης στις περισσότερες<br />

χώρες του κόσμου, με συνέπεια τη μείωση της απασχόλησης και<br />

των εισοδημάτων. Η έκρυθμη κατάσταση στις κεφαλαιαγορές δεν αναμένεται<br />

να εκτονωθεί σύντομα, ενώ ο καθοδικός κύκλος των οικονομιών εκτιμάται ότι<br />

θα διαρκέσει ολόκληρο το 2009.<br />

1 Alan Greenspan: The Age of Turbulence, Allen Lane, London, 2007, σελ. 373.<br />

2 Βλέπε το βιβλίο του William Fleckenstein, Greenspan’s Bubbles, McGraw Hill, NY,<br />

2008.


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 114<br />

114 ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΟΡΛΙΛΑΣ<br />

Οι παρεμβάσεις των κεντρικών τραπεζών στην Αμερική και στην Ευρώπη,<br />

με τις μειώσεις των επιτοκίων και την παροχή ρευστότητας, δεν είχαν μέχρι<br />

στιγμής τα αναμενόμενα αποτελέσματα, καθώς η παρεχόμενη ρευστότητα<br />

διακρατείται από τις τράπεζες για δική τους πρόνοια και δεν διαχέεται μέσω<br />

της διατραπεζικής αγοράς σε ολόκληρο το σύστημα. Η έλλειψη εμπιστοσύνης<br />

μεταξύ των τραπεζών και ο φόβος ενός πανικού των καταθετών λειτουργούν<br />

ανασταλτικά. Η χρεοκοπία της Lehman Brothers, την οποία απερίσκεπτα<br />

άφησε η αμερικανική κυβέρνηση να συμβεί, είχε μεγάλο ψυχολογικό αντίκτυπο,<br />

ενώ οι μερικές κρατικοποιήσεις και οι κεφαλαιακές ενισχύσεις πολλών<br />

τραπεζών που έγιναν και γίνονται είναι μάλλον αμυντικές κινήσεις,<br />

παρά κινήσεις που οδηγούν σε γρήγορο ξεπέρασμα της χρηματοπιστωτικής<br />

κρίσης. Με τις συνεχιζόμενες μειώσεις των παρεμβατικών επιτοκίων από τις<br />

κεντρικές τράπεζες και τη συνεχιζόμενη διακράτηση ρευστότητας, η κατάσταση<br />

έχει ομοιότητες με τη λεγόμενη «παγίδα ρευστότητας», κατάσταση<br />

κατά την οποία η νομισματική πολιτική δεν είναι αποτελεσματική για να προλάβει<br />

τα φαινόμενα οικονομικής ύφεσης. Είναι γνωστό στους οικονομολόγους<br />

το φαινόμενο της «ασυμμετρίας» ανάμεσα στην περίπτωση της αύξησης<br />

και στην περίπτωση της μείωσης της προσφοράς χρήματος ή ρευστότητας. Η<br />

μείωση της προσφοράς χρήματος οδηγεί σε ένα «αποτέλεσμα πίεσης ρευστότητας»<br />

(liquidity pressure effect), με συνέπεια την αύξηση των επιτοκίων και<br />

τον περιορισμό της οικονομικής δραστηριότητας. Αντίθετα, η αύξηση της<br />

προσφοράς χρήματος ενδέχεται να απορροφηθεί στα χαρτοφυλάκια των<br />

ιδιωτών και στα αποθεματικά των τραπεζών, ως επενδυτική επιλογή ή επιλογή<br />

πρόνοιας, και να μην έχει το αναμενόμενο επεκτατικό αποτέλεσμα στην<br />

οικονομική δραστηριότητα. Εύλογα λοιπόν, όλες σχεδόν οι κυβερνήσεις προσφεύγουν<br />

στον πυλώνα της δημοσιονομικής πολιτικής για να δοθεί μια επεκτατική<br />

ώθηση στις οικονομίες, με κύριο στόχο την ενίσχυση της ενεργού ζήτησης<br />

σε συνδυασμό, όπως φαίνεται και στο εξαγγελθέν οικονομικό πρόγραμμα<br />

του B. Obama, με εκτεταμένες δημόσιες επενδύσεις σε έργα υποδομής<br />

αλλά και κεφαλαιακής στήριξης βιομηχανιών. Είναι πάντως ενδιαφέρουσα<br />

η ευρύτατη αποδοχή ενός «κευνσιανού» μοντέλου οικονομικής πολιτικής,<br />

η επιβολή του οποίου κρίνεται αναγκαία για να αποφευχθούν φαινόμενα<br />

παρατεταμένης και έντονης οικονομικής ύφεσης, αφήνοντας λόγω περιστάσεων<br />

στο περιθώριο τη νεοφιλελεύθερη συνταγή περί αυτορυθμιζόμενων<br />

αγορών.<br />

Το νεοφιλελεύθερο μοντέλο διαχείρισης της οικονομίας βρίσκεται σήμερα<br />

σε υποχώρηση, και οι λύσεις που προτείνουν και εφαρμόζουν οι μεγάλες δυτικές<br />

χώρες για την αντιμετώπιση της κρίσης σηματοδοτούν μία επιστροφή στο<br />

πιο παρεμβατικό κράτος. Δεν είναι ασύνδετες με αυτή την εξέλιξη οι πολλαπλές<br />

αναφορές στην αναγκαιότητα άσκησης «κενσιανής» οικονομικής πολιτι-


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 115<br />

Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΡΙΣΗ ΚΑΙ Η «ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΙΔΕΩΝ» 115<br />

κής του συντηρητικού πλην έγκυρου περιοδικού The Economist, 3 ούτε και η<br />

απονομή φέτος του βραβείου Νόμπελ στα οικονομικά στον P. Krugman, πολέμιο<br />

του G. W. Bush και του νεοφιλελευθερισμού. Η συντηρητική διανόηση τηρεί,<br />

προς το παρόν, μία εύγλωττη σιωπή, ενώ η αριστερή διανόηση σπεύδει να<br />

αναγγείλει (για πολλοστή φορά) την κατάρρευση του συστήματος της ελεύθερης<br />

οικονομίας. Η επικρατούσα σήμερα άποψη για τη διαχείριση του οικονομικού<br />

συστήματος μπορεί να χαρακτηριστεί ως ένας «νεο-κενσιανισμός», που<br />

ενέχει στοιχεία από τη θεωρία και τη σκέψη του μεγάλου διανοητή, καθώς και<br />

κάποια επιστροφή σε παραδοσιακές σοσιαλδημοκρατικές αντιλήψεις και πρακτικές,<br />

πλην όμως βρισκόμαστε σ’ ένα οικονομικό και πολιτικό περιβάλλον που<br />

διαφέρει ουσιωδώς από την ταραγμένη δεκαετία του 1930. Η χρεοκοπία του<br />

«υπαρκτού νεοφιλελευθερισμού» δεν οδηγεί αυτομάτως στον οικονομικό κρατισμό<br />

(κάτι τέτοιο ούτε ο Keynes θα το ήθελε!), αλλά σε μία πραγματιστική θεώρηση<br />

της ανάγκης να παρεμβαίνει το κράτος στην οικονομία, με κεφαλαιακές<br />

ενισχύσεις, μερικές κρατικοποιήσεις, και κυρίως με αυξημένο ρυθμιστικό και<br />

εποπτικό ρόλο, μπροστά στην αναγκαιότητα να αποτραπεί το φαινόμενο του<br />

1930 με τις οδυνηρές οικονομικές και πολιτικές (Χίτλερ κ.ά.) συνέπειές του.<br />

Αυτό κάνουν όλες σχεδόν οι κυβερνήσεις των δυτικών χωρών, με διαφορές που<br />

οφείλονται στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και προβλήματα της κάθε χώρας.<br />

Το σημερινό παγκόσμιο οικονομικό σύστημα διαφέρει ουσιωδώς απ’ ό,τι<br />

ίσχυε στο παρελθόν, και τα αντανακλαστικά των διαφόρων κυβερνήσεων δεν<br />

έχουν καμία σχέση με τις αμήχανες και αμυντικές τακτικές του προηγούμενου<br />

αιώνα. Η παγκοσμιοποίηση απαιτεί συντονισμό και συγχρονισμό κινήσεων,<br />

πράγμα που βρίσκεται στην κορυφή της agenda στα διεθνή fora (π.χ. ΕΕ και<br />

G20). Οι μηχανισμοί, όμως, που έθρεψαν τις αιτίες της σημερινής κρίσης εξακολουθούν<br />

να υφίστανται, έστω με λανθάνουσα δραστηριότητα, έτσι ώστε πέραν<br />

των γνωστών παρεμβάσεων, να απομένει η διευκρίνηση των νέων «κανόνων<br />

του παιχνιδιού», δηλαδή το νέο θεσμικό και εποπτικό πλαίσιο. Αυτό είναι<br />

ένα μείζον ζήτημα, διότι στη συζήτηση για τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις, στον<br />

πραγματισμό θα αντιπροταθούν ιδεοληψίες υπέρ ή κατά της ελεύθερης οικονομίας,<br />

υπέρ ή κατά ενός συστήματος κρατισμού. Άλλοι επιτιθέμενοι και άλλοι<br />

αμυνόμενοι, θα επιδοθούν σε μια «σύγκρουση ιδεών» (clash of ideas, για να παραφράσουμε<br />

τον Huntington), αναμένοντας την εμπέδωση ενός νέου «παραδείγματος».<br />

Όπως είχε πει ο Keynes κλείνοντας τη «Γενική Θεωρία» του,<br />

«πέρα από αυτή τη σύγχρονη διάθεση, οι ιδέες των οικονομολόγων και των πολιτικών<br />

φιλοσόφων, τόσο όταν είναι ορθές όσο και όταν είναι εσφαλμένες,<br />

ασκούν ισχυρότερη επίδραση από ό,τι συνήθως πιστεύεται. Πραγματικά, ο κό-<br />

3 Βλέπε το κύριο άρθρο του τεύχους της 29ης Νοεμβρίου 2008.


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 116<br />

116 ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΟΡΛΙΛΑΣ<br />

σμος κυβερνάται από αυτές». Αυτή η ρήση δεν ίσχυε μόνον το 1936, αλλά<br />

ίσχυσε και μέχρι σήμερα, στο μέτρο που κάποιες κακές πολιτικές ή η έλλειψη<br />

πολιτικής, στο όνομα μιας νεοφιλελεύθερης «ιδέας», οδήγησαν στη σημερινή<br />

κρίση. Επειδή, όμως, η ρήση του Keynes μπορεί να ισχύει και αύριο, οι νέες<br />

ρυθμίσεις που επεξεργάζονται τα διεθνή think-tanks θα πρέπει να είναι ανάλογες<br />

με την τωρινή πραγματικότητα. Ο κόσμος έχει και άλλα σοβαρά προβλήματα<br />

(περιβάλλον, φτώχεια, τρομοκρατία, κλπ) ώστε να απαιτεί από τις κυβερνήσεις<br />

και τους οικονομικούς συμβούλους τους μια ισορροπημένη τοποθέτηση<br />

στο δίπολο αγορά-κράτος, και όχι μια επιστροφή σε αντιλήψεις και πρακτικές<br />

που ανήκουν σε άλλες εποχές. Ένα νέο σύστημα «ιδεών» βρίσκεται υπό διαμόρφωση,<br />

και ενδεχομένως θα έχουμε, κάποια στιγμή, και το νέο «επιστημονικό<br />

παράδειγμα» ως κατευθυντήρια γραμμή, στο πλαίσιο μιας σύγχρονης πολιτικής<br />

οικονομίας.


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 117<br />

5<br />

Ο «μαύρος κύκνος» και η μεταρρύθμιση της διεθνούς<br />

χρηματοπιστωτικής εποπτείας<br />

Γιάννης Β. Αυγερινός*<br />

Εισαγωγή<br />

Πριν την ανακάλυψη της Αυστραλίας, όλοι πίστευαν ότι οι κύκνοι είναι λευκοί,<br />

μία πίστη η οποία επιβεβαιωνόταν πλήρως από την έως τότε εμπειρική<br />

απόδειξη του λεγόμενου «παλαιού κόσμου». Η ανακάλυψη του πρώτου μαύρου<br />

κύκνου, πέρα από έκπληξη για ορισμένους ορνιθολόγους, αποτέλεσε και μια<br />

απεικόνιση των ορίων της μάθησης από παρατηρήσεις ή από την εμπειρία αλλά<br />

και της αδυναμίας της ίδιας της γνώσης μας. Στο βιβλίο του «Μαύρος Κύκνος»,<br />

1 ο Nassim Taleb παρομοιάζει το μαύρο κύκνο με ένα γεγονός το οποίο<br />

ενέχει τρία χαρακτηριστικά: πρώτον, είναι απρόβλεπτο, δηλαδή βρίσκεται έξω<br />

από τη σφαίρα του αναμενόμενου διότι τίποτα στο παρελθόν δε μπορεί να οδηγήσει<br />

στην πιθανολόγησή του. Δεύτερον, προκαλεί τεράστιο αντίκτυπο στο κοινωνικό<br />

σύνολο, και τρίτον, παρά του απροσδόκητου χαρακτήρα του, έχει μία<br />

ετεροχρονισμένη προβλεψιμότητα, δηλαδή η ανθρώπινη φύση έχει μία τάση να<br />

εξηγεί την εμφάνισή του, μετά όμως από αυτή.<br />

H πρόσφατη διεθνής χρηματοπιστωτική κρίση εμπίπτει στο παράδειγμα του<br />

«μαύρου κύκνου» - ένα ιδιαίτερο συμβάν που δεν μπορεί να εξηγηθεί βάσει<br />

* Ο συγγραφέας επιθυμεί να ευχαριστήσει τον Σπύρο Τραυλό για τις πολύ χρήσιμες<br />

παρατηρήσεις του.<br />

1 N. N. Taleb, Black Swan: The impact of the highly improbable, Allen Lane, London,<br />

2007.


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 118<br />

118 ΓΙAΝΝΗΣ ΑΥΓΕΡΙΝOΣ<br />

ιστορικών δεδομένων, και συνεπώς μπορεί να οδηγήσει σε απρόβλεπτες εξελίξεις<br />

στις αγορές. Ο συνδυασμός της μικρής προβλεψιμότητας με τον τεράστιο<br />

αντίκτυπο καθιστούν το μαύρο κύκνο ένα μυστήριο. Εάν προσθέσουμε και το<br />

φαινόμενο ότι όλοι (πολιτικοί, επιστήμονες, διοικητικές αρχές) συμπεριφερόμαστε<br />

σαν να μην υπάρχει ή σαν να μην επρόκειτο να εμφανιστεί ποτέ, τότε<br />

βρισκόμαστε μπροστά σε ένα μεγάλο πρόβλημα: πώς μπορούμε να τον αντιμετωπίσουμε<br />

εάν και εφόσον τελικά εμφανιστεί, όταν είμαστε ανίκανοι να τον<br />

προβλέψουμε, πόσο μάλλον όταν δεν (ανα)γνωρίζουμε την ανικανότητά μας<br />

αυτή;<br />

Ο «μαύρος κύκνος» 2008 - ...<br />

Το Σεπτέμβριο του 2008 συνέβησαν κοσμοστορικά γεγονότα στο παγκόσμιο<br />

χρηματοπιστωτικό σύστημα. Μέσα σε μια νύχτα, η αμερικανική επενδυτική<br />

τράπεζα Lehman Brothers, με ιστορία 158 ετών, η οποία είχε επιβιώσει στο<br />

κραχ του 1929 και στη μεγάλη ύφεση που ακολούθησε, κατέθεσε αίτηση υπαγωγής<br />

στο πτωχευτικό δίκαιο. Την ίδια εβδομάδα η μεγάλη αμερικανική επενδυτική<br />

τράπεζα Merrill Lynch εξαγοράστηκε από την Bank of America για να<br />

διασωθεί, ενώ η κορυφαία ασφαλιστική εταιρεία στον κόσμο, η αμερικανική<br />

AIG, στην οποία έχουν εναποθέσει τις αποταμιεύσεις και τις ελπίδες τους για<br />

μια αξιοπρεπή συνταξιοδότηση εκατομμύρια Αμερικανοί, βρέθηκε ένα βήμα<br />

πριν από τη χρεοκοπία. αλλά σώθηκε χάρη σε παρέμβαση της κεντρικής τράπεζας<br />

των ΗΠΑ (Fed), η οποία στην ουσία την κρατικοποίησε. 2 Ο αντίκτυπος αυτού<br />

του μαύρου κύκνου είναι τεράστιος, η επίδρασή του βρίσκεται σε εξέλιξη<br />

και η ζημία του είναι ανυπολόγιστη.<br />

Τις τελευταίες τρεις δεκαετίες το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα ζει εποχές<br />

μαύρων κύκνων. Η πρόσφατη κρίση φαίνεται να είναι η χειρότερη έως<br />

τώρα. Η κρίση εκπορεύθηκε από τον τομέα της κατοικίας, έναν τομέα με διασυνδέσεις<br />

τόσο στους παραγωγικούς ιστούς όσο και στο εισόδημα και στην<br />

αποταμίευση εκατομμυρίων νοικοκυριών. Η κρίση επικεντρώθηκε σε μεγάλες<br />

επενδυτικές τράπεζες παγκόσμιου βεληνεκούς που ως τώρα, σε όλες τις προηγούμενες<br />

κρίσεις, φάνταζαν ως ακλόνητοι και υπερήφανοι πυλώνες των αγο-<br />

2 Την ίδια στιγμή αμφίβολο είναι το μέλλον άλλων δύο μεγάλων επενδυτικών τραπεζών,<br />

της Morgan Stanley και της Goldman Sachs, οι οποίες αποδέχθηκαν τη μετατροπή<br />

τους σε εμπορικές τράπεζες. Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, μεγάλες στεγαστικές<br />

τράπεζες της Μ. Βρετανίας, της Γερμανίας και άλλων χωρών, χρεοκόπησαν ή εξαγοράστηκαν<br />

αντί πινακίου φακής.


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 119<br />

Ο «ΜΑΥΡΟΣ ΚΥΚΝΟΣ» ΚΑΙ Η ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ 119<br />

ρών κεφαλαίου. Τελικά η κρίση που ξεκίνησε από τις ΗΠΑ, τη μεγαλύτερη οικονομία<br />

του κόσμου, διαχύθηκε τόσο στον χρηματοπιστωτικό όσο και στον λεγόμενο<br />

«πραγματικό» τομέα της διεθνούς οικονομίας.<br />

Όλες οι πρόσφατες κρίσεις (από αυτή του δημοσίου χρέους (sovereign debt)<br />

της δεκαετίας του 1980 και το κραχ του 1987, την πτώχευση της BCCI το 1991 3<br />

και της Barings το 1995 4 έως την οικονομική κρίση της Ασίας του 1998 και την<br />

κατάρρευση των κεφαλαιαγορών το 1999-2003) μοιράζονται κοινά χαρακτηριστικά<br />

και αίτια. Πριν από κάθε κρίση εμφανιζόταν στις κεφαλαιαγορές μια<br />

άπληστη αισιοδοξία που συνδυαζόταν με μεγάλη υποτίμηση των κινδύνων.<br />

Πριν από κάθε κρίση οι υπερβολικοί κίνδυνοι καλύπτονταν εντέχνως από το<br />

πλέγμα των χρηματοπιστωτικών καινοτομιών, των νέων προόντων, και των<br />

νέων ιδεών που υπόσχονταν συνεχή άνοδο. Κάθε φορά η άνοδος έγινε τελικά<br />

ένας προθάλαμος της πτώσης. Κάθε φορά η πτώση δεν ήταν απλώς μια πτώση<br />

τιμών, αλλά έθετε σε κίνδυνο το οικονομικό οικοδόμημα με πτωχεύσεις επιχειρήσεων,<br />

απολύσεις και εξαθλίωση της κοινωνικής μάζας. Κάθε φορά ο μαύρος<br />

κύκνος μας προειδοποιούσε ότι θα υπάρξουν και άλλοι μαύροι κύκνοι στο μέλλον.<br />

Κάθε φορά όμως οι κυβερνήσεις και οι εποπτικές αρχές κώφευαν στις σειρήνες<br />

του κινδύνου, έδειχναν αδιαφορία και άγνοια, στέκονταν κάτω από το<br />

ύψος των περιστάσεων.<br />

Ο αντίκτυπος όλων των χρηματοπιστωτικών κρίσεων δεν ήταν και δε θα<br />

μπορούσε να είναι περιορισμένος σε μία αγορά ή σε μία συγκεκριμένη γεωγραφική<br />

περιοχή. Έτσι και στην παρούσα κρίση, περισσότερο από τις προηγούμενες<br />

φορές, ο κίνδυνος στο χρηματοπιστωτικό οικοδόμημα φαίνεται να<br />

ξεπερνά τις αγορές και τα σύνορα των κρατών, γεγονός το οποίο η παγκόσμια<br />

οικονομική ηγεσία δείχνει τώρα να αντιλαμβάνεται. Γι' αυτό και η συζήτηση<br />

και η ακολουθούμενη πολλές φορές παρέμβαση λαμβάνει χώρα σήμερα σε<br />

ιστορικά πρωτοφανή κλίμακα.<br />

3 Η Bank of Credit and Commerce International (BCCI), κάποτε ταχύτερα αναπτυσσόμενη<br />

τράπεζα στον κόσμο, υπήρξε θύμα μιας τεράστιας απάτης. Η λειτουργία της<br />

ενείχε σημαντικά ρυθμιστικά και εποπτικά προβλήματα, εφόσον οι δύο εταιρίες, μέσω<br />

των οποίων παρείχε διασυνοριακές τραπεζικές υπηρεσίες, ήταν εγκατεστημένες στο<br />

Λουξεμβούργο και στα Νησιά Κέιμαν, ενώ η κύρια δραστηριότητά της ήταν στο Abu<br />

Dhabi και η διοίκησή της στο Λονδίνο.<br />

4 Η κατάρρευση της τράπεζας Barings προήλθε από τις ριψοκίνδυνες συναλλαγές<br />

παραγώγων ενός μέλους του υποκαταστήματός της στη Σιγκαπούρη, σε συνάρτηση με<br />

την αποτυχία εποπτείας και συμμόρφωσης στους κανόνες σε κάθε επίπεδο της οργάνωσής<br />

της. Παρόλο που η εποπτεία της τράπεζας είχε ανατεθεί στην κεντρική Τράπεζα<br />

της Αγγλίας, η τελευταία φάνηκε ανίκανη να συνεργαστεί και να συντονιστεί με τις αλλοδαπές<br />

εποπτικές αρχές.


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 120<br />

120 ΓΙAΝΝΗΣ ΑΥΓΕΡΙΝOΣ<br />

Η συζήτηση και τα αίτια<br />

Η συζήτηση για τη χρηματοπιστωτική κρίση, τόσο στην Ελλάδα όσο και αλλού,<br />

έχει εξελιχθεί σε μία διαμάχη συντηρητικών και προοδευτικών, φιλελεύθερων<br />

και σοσιαλιστών, για το τέλος ή όχι του καπιταλισμού και για τη σκοπιμότητα<br />

και τα όρια της παρέμβασης του κράτους στις απελευθερωμένες αγορές<br />

του πλανήτη, στην οικονομία και στην κοινωνία. Συγκρίσεις γίνονται με το μεγάλο<br />

κραχ του 1929, το οποίο αποσάρθρωσε το ατελές, ούτως ή άλλως, θεσμικό<br />

και άτυπο σύστημα πολιτικών και οικονομικών ισορροπιών που διαμορφώθηκαν<br />

μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.<br />

Μετά τη λήξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, το κράτος παρέμεινε ο μοναδικός<br />

διαθέσιμος μοχλός για την υπαγωγή κάθε οικονομικής και κοινωνικής δράσης<br />

κάτω από τον κεντρικό σχεδιασμό του. Με παράδειγμα κυρίως τη Βρετανία,<br />

η κρατική αυτή παρέμβαση αποδείχθηκε πετυχημένη και, το κυριότερο,<br />

αποτελεσματική. Μετά όμως την ίδρυση των διεθνών οικονομικών οργανισμών<br />

του Bretton Woods, οι δυτικές κυβερνήσεις βρέθηκαν σε αναζήτηση νέων μοντέλων<br />

υπέρβασης του προτασσόμενου τότε αντιδημοκρατικού εξισωτισμού,<br />

δηλαδή της πολιτικής παρέμβασης που είχε ως σκοπό την εξασφάλιση της οικονομικής<br />

ισότητας. 5 Παρόλα αυτά, για δεκαετίες το μεγάλο κράτος συνέχισε να<br />

μονοπωλεί τη δημόσια πολιτική και οικονομία ολόκληρου σχεδόν του δυτικού<br />

λεγόμενου κόσμου. Η ευημερία και η σχετική κοινωνική ειρήνη της Δύσης χτίστηκε<br />

πάνω σε πολιτικές σημαντικού κρατικού παρεμβατισμού.<br />

Από τα μέσα της δεκαετίας του 1970 το μοντέλο του κρατικού παρεμβατισμού<br />

έδειξε να κλονίζεται. Ο μαύρος κύκνος του στασιμοπληθωρισμού χτύπησε<br />

τις οικονομίες της Δύσης προκαλώντας φαινόμενα, που ακόμα και οι οπαδοί<br />

του Keyns θεωρούσαν αδύνατον να συμβούν. Ο δημόσιος τομέας άρχισε να<br />

φαίνεται ως μέρος του προβλήματος αντί για μηχανισμός της λύσης, ενώ εμφανίστηκαν<br />

και τα πρώτα σημάδια σύγκλισης στη ρύθμιση του διεθνούς τραπεζικού<br />

συστήματος. 6 Οι ιδέες των νέων συντηρητικών ηγετών της Μ. Βρετανίας<br />

5 Για τις διαφορές εξισωτισμού και ισότητας, βλέπε στο Δ. Δημητράκος, «Ισότητα<br />

και εξισωτισμός», Τo Βήμα, 20/5/2001, σελ. Β60.<br />

6 Το 1975 θεωρείται έτος ορόσημο για τη δημιουργία του διεθνούς χρηματοπιστωτικού<br />

δικαίου. Μετά την κατάρευση της γερμανικής τράπεζας Bankhaus Herstatt, οι 10<br />

πλουσιότερες χώρες του κόσμου αποφάσισαν την ίδρυση της Επιτροπής για την Εποπτεία<br />

των Τραπεζών (Επιτροπή της Βασιλείας), η οποία στη συνέχεια εξέδωσε μία<br />

σειρά διεθνών ρυθμιστικών κανόνων για την κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών. Σήμερα,<br />

η Επιτροπή της Βασιλείας έχει καθιερωθεί ως ο σημαντικότερος φορέας δημιουργίας<br />

διεθνών κανόνων και προτύπων χρηματοπιστωτικής ρύθμισης και εποπτείας, ιδιαίτερα<br />

μετά την υιοθέτηση της νέας σειράς αρχών κάτω από την ονομασία «Βασιλεία ΙΙ».


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 121<br />

Ο «ΜΑΥΡΟΣ ΚΥΚΝΟΣ» ΚΑΙ Η ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ 121<br />

και των ΗΠΑ (νομισματικός έλεγχος, μείωση των δημοσίων δαπανών και της<br />

φορολογίας, ιδιωτικοποιήσεις, πρωτοβουλίες απελευθέρωσης και απορρύθμισης<br />

των αγορών, περικοπές στις οικονομικές και κοινωνικές παρεμβάσεις του<br />

δημόσιου τομέα) άλλαξαν το τοπίο οδηγώντας τις αγγλοσαξονικές κυρίως χώρες<br />

σε επίπεδα ταχύτατης οικονομικής ανάπτυξης. Μαζί με τις αλματώδεις εξελίξεις<br />

στην τεχνολογία των επικοινωνιών και της πληροφορικής, τα οικονομικά<br />

σύνορα κατέρρευσαν και οι αγορές όλου του κόσμου βρέθηκαν ασφυκτικά κοντά<br />

η μία στην άλλη. Η παγκοσμιοποίηση είχε θεαματικά οικονομικά αποτελέσματα,<br />

φέρνοντας στο προσκήνιο περιφερειακές οικονομίες και πλουτίζοντας<br />

πληθυσμούς εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων που ως τότε ζούσαν συντροφιά<br />

με την πείνα και την ανέχεια. 7<br />

Με την ευημερία όμως ήρθαν και οι χρηματοπιστωτικοί κίνδυνοι. Ο πρόσφατος<br />

μαύρος κύκνος μπορεί να μην είναι ο τελευταίος, ούτε αυτός που θα<br />

φέρει τη συντέλεια του κόσμου. Μας φέρνει όμως στη μνήμη την κατάρρευση<br />

πολλών επιχειρηματικών γιγάντων στο εγγύτερο παρελθόν (Enron, WorldCom,<br />

Digital Equipment Corp, Data General), οι οποίοι χρεοκόπησαν, ανασυντάχθηκαν<br />

ή εξαφανίστηκαν. Ο αυτορυθμιζόμενος σε πολλές περιπτώσεις καπιταλισμός<br />

μπορεί και επιλύει προβλήματα και στρεβλώσεις της αγοράς αφανίζοντας<br />

τις αδιέξοδες επιχειρήσεις και ανοίγοντας τον δρόμο για καινούριες που θα<br />

ικανοποιήσουν τις ανάγκες της αγοράς με νέες μεθόδους, τεχνολογίες και αντιλήψεις.<br />

8 Εντούτοις, όταν η κρίση αγγίξει το χρηματοπιστωτικό τομέα, τότε η<br />

κατάσταση μπορεί να καταστεί ανεξέλεγκτη, ακόμη και να αποβεί μοιραία για<br />

τις οικονομίες των κρατών.<br />

Ο πρόσφατος μαύρος κύκνος έχει δύο πολύ χαρακτηριστικά αίτια. Το<br />

πρώτο έχει ήδη αναλυθεί διεξοδικά. 9 Πρόκειται για την πολιτική φθηνού χρή-<br />

7 Για μια συστηματική ανάλυση των αιτίων της κρίσης, βλ. H. Minsky, «The financial<br />

instability hypothesis», The Jerome Levy Economics Institute Working Papers, No. 74, May<br />

1992.<br />

8 Αυτό είναι το νόημα της «δημιουργικής καταστροφής» (creative destruction) που,<br />

σύμφωνα με τον αυστριακό οικονομολόγο Joseph Schumpeter, Capitalism, Socialism<br />

and Democracy, Harper & Row, New York, 1942, σελ. 84, χαρακτηρίζει τη δυναμική καπιταλιστική<br />

εξέλιξη.<br />

9 Βλέπε για παράδειγμα, C. Borio, «The financial turmoil of 2007-?: a preliminary<br />

assessment and some policy considerations», Working Paper, No. 251, Bank for<br />

Internatio nal Settlements, March 2008, C. Calomiris, «The subprime turmoil: What’s<br />

old, what’s new, and what’s next», στο Maintaining stability in a changing financial system,<br />

Jackson Hole Symposium, Federal Reserve Bank of Kansas City, August 2008, R. Wade,<br />

The first-world debt crisis of 2007-2010 in global perspective, Challenge, Νο. 4, 2008, σελ.<br />

23-54. Βλέπε επίσης τη μελέτη του Θ. Πελαγίδη στον παρόντα τόμο, «Ανατομία της διεθνούς<br />

χρηματοοικονομικής κρίσης με αναφορά στην Ελληνική οικονομία».


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 122<br />

122 ΓΙAΝΝΗΣ ΑΥΓΕΡΙΝOΣ<br />

ματος, που ενθάρρυνε τη συνεχή μόχλευση (leverage) των αξιών με εύκολο δανεισμό.<br />

Έτσι, η εξάπλωση των στεγαστικών δανείων υψηλού κινδύνου<br />

(subprime), 10 με τις ευλογίες της αμερικανικής κυβέρνησης και των εποπτικών<br />

αρχών, σε συνδυασμό με τη δυνατότητα μεταφοράς κινδύνου από τους ισολογισμούς<br />

των τραπεζών σε τρίτους επενδυτές μέσω της τιτλοποίησης και την αλόγιστη<br />

προώθηση των δομημένων ομολόγων υψηλού κινδύνου, επέφερε τη γιγάντωση<br />

της κρίσης. 11 Όταν όμως κατέρρευσαν οι τιμές των κατοικιών, όταν άρχισε<br />

να ανεβαίνει το κόστος δανεισμού με τις αυξήσεις των αμερικανικών επιτοκίων<br />

και όταν οι επενδυτές κατάλαβαν ότι όλα αυτά τα επενδυτικά προόντα<br />

δεν παρείχαν καμία ασφάλεια, η ρευστότητα των προόντων αυτών σημείωσε<br />

κατακόρυφη κάμψη. Ως εκ τούτου, οι τράπεζες και τα άλλα χρηματοπιστωτικά<br />

ιδρύματα βρέθηκαν γεμάτα από τα λεγόμενα «τοξικά» χρεόγραφα και οδηγήθηκαν<br />

στην καταστροφή.<br />

Το δεύτερο χαρακτηριστικό, που λίγοι αναγνωρίζουν, είναι ο κατακερματισμός<br />

της χρηματοπιστωτικής εποπτείας μεταξύ των διαφόρων εποπτικών αρχών,<br />

τόσο σε εθνικό όσο και σε υπερεθνικό επίπεδο, ανάλογα με το είδος των<br />

εποπτευόμενων υπηρεσιών (τραπεζικές, επενδυτικές ή ασφαλιστικές), ανάλογα<br />

με τον τόπο στον οποίο εδρεύει το εποπτευόμενο χρηματοπιστωτικό<br />

ίδρυμα, ή ακόμη και ανάλογα με τους στόχους που θέτει η εκάστοτε αρχή. Η<br />

κρίση δεν ξέσπασε σε μη εποπτευόμενη περιοχή, 12 όπως θέλουν κάποιοι να πιστεύουν,<br />

παρόλο που μετά τη χρηματιστηριακή κρίση του 1999-2003 οι αρχές<br />

ανέχθηκαν τη δράση φορέων που δρούσαν στα όρια του εποπτικού ελέγχου<br />

(hedge funds, private equity funds, offshore μεσολαβητών κ.λπ). Η νέα όμως νομοθεσία<br />

των ΗΠΑ για τον αυστηρότερο έλεγχο των ενυπόθηκων δανείων του<br />

2008 13 προσέθεσε και την κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ (Fed) στη λίστα των ελε-<br />

10 Για την εξάπλωση των subprime δανείων, βλέπε στο Κ. Gerardi, A. Lehnert, S.<br />

Sherlund & P. Willen, «Making sense of the subprime crisis», Brooking Papers on<br />

Economic Activity, Autumn 2008.<br />

11 Τραπεζίτες και άλλοι παίκτες της αγοράς, εκμεταλλευόμενοι τον δανειστικό πυρετό<br />

που σάρωνε την αγορά κατοικίας των ΗΠΑ τα τελευταία χρόνια, όχι μόνο χορήγησαν<br />

τα ριψοκίνδυνα subprime δάνεια, αλλά εξέδωσαν δομημένα ομόλογα πάνω σε<br />

αυτά, τα οποία υπόσχονταν υψηλές αποδόσεις με μηδενικό ρίσκο.<br />

12 Οι οργανισμοί των ενυπόθηκων δανείων Fannie Mae (Federal National Mortgage<br />

Association) και Freddie Mac (Federal Home Loan Mortgage Corporation) λειτουργούσαν<br />

κάτω από ειδικό ρυθμιστικό καθεστώς και με έλεγχο της δράσης τους από εξειδικευμένο<br />

κρατικό οργανισμό, το Office of Federal Housing Enterprise Oversight (OFHFEO),<br />

καθώς και από το αμερικανικό Υπουργείο Στέγασης και Αγροτικής Ανάπτυξης (HUD).<br />

13 Ο νέος νόμος, Home Ownership and Equity Protection Act (15 U.S.C. § 1639), τέθηκε<br />

σε ισχύ τον Ιούλιο του 2008.


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 123<br />

Ο «ΜΑΥΡΟΣ ΚΥΚΝΟΣ» ΚΑΙ Η ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ 123<br />

γκτικών αρχών, δυσχεραίνοντας με τον τρόπο αυτό το συντονισμό των εποπτικών<br />

αρχών σε ομοσπονδιακό και πολιτειακό επίπεδο. 14<br />

Όπως προαναφέρθηκε, η εμφάνιση των μαύρων κύκνων είναι απρόβλεπτη<br />

αλλά και αναπόφευκτη. Παρόλο που οι οικονομολόγοι τις περιμένουν, εντούτοις<br />

δεν μπορούν να τις προβλέψουν, πόσο μάλλον να τις αντιμετωπίσουν. Το<br />

ίδιο ισχύει και για τις κυβερνήσεις και τις εποπτικές αρχές. Εντούτοις, τίθεται<br />

το ερώτημα: μήπως μπορούν να τις προλάβουν ή τουλάχιστο να τις περιορίσουν;<br />

Πριν από μερικά χρόνια, ανώτατοι αξιωματούχοι της Τράπεζας Διεθνών<br />

Διακανονισμών (BIS) 15 είχαν αρχίσει να κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου<br />

για το μέγεθος της μόχλευσης (leverage) που είχε αρχίσει να κυριαρχεί στο χρηματοπιστωτικό<br />

σύστημα. 16 Αντίστοιχες προειδοποιήσεις υπήρξαν για τη χαλιναγώγηση<br />

της ιλιγγιώδους ρευστότητας και του υπερδανεισμού, για τον κίνδυνο<br />

των «εκτός ισολογισμών» συναλλαγών και για την αποσταθεροποίηση του<br />

συστήματος από τη χαλάρωση των κανόνων στις επενδυτικές τράπεζες και τα<br />

κενά εποπτείας. 17 Κανείς όμως δεν έδινε σημασία στις προειδοποιήσεις αυτές.<br />

Αντίθετα, οι ρυθμιστικές και εποπτικές αρχές, παρασυρμένες από την ευφορία<br />

της ανόδου των κεφαλαιαγορών και του φθηνού χρήματος, επέτρεψαν στους<br />

φορείς παροχής χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών και στους επενδυτές την ανάληψη<br />

όλο και μεγαλύτερων κινδύνων. Μόλις όμως η ευφορία και η εμπιστοσύνη,<br />

πάνω στην οποία είχε κτιστεί το χρηματοπιστωτικό σύστημα, άρχισαν να<br />

καταρρέουν, τότε οι κεντρικές τράπεζες δε δίστασαν να παρέμβουν σκορπώντας<br />

τεράστια ποσά για να καλύψουν τις μαύρες τρύπες των χρηματοπιστωτικών<br />

ισολογισμών. Για άλλη μια φορά.<br />

Είναι αναγκαίο να παραδεχθούμε ότι η σημερινή κρίση είναι προόν αυτών<br />

των παρεμβάσεων διάσωσης των τελευταίων δύο δεκαετιών. Με τις μειώσεις<br />

επιτοκίων, τις πιστωτικές ενέσεις των κυβερνήσεων και τις κρατικοποιήσεις, η<br />

κρίση μπορεί να αποτρέπεται προσωρινά, όμως η αγορά στρεβλώνει περισσότερο,<br />

με συνέπεια η επόμενη κρίση να είναι μεγαλύτερη. Δυστυχώς η παρέμβαση,<br />

ιδιαίτερα αν συνεχισθεί, θα μεγαλώσει αντί να ελέγξει την κρίση. Αυτό<br />

14 Είχε προηγηθεί η νομοθετική παρέμβαση του Office of the Comptroller of the<br />

Currency (OCC) το 2004, μιας άλλης εποπτικής αρχής των τραπεζών που υπάγεται στο<br />

Υπουργείο Οικονομικών, σύμφωνα με την οποία τα πιστωτικά ιδρύματα που εποπτεύονται<br />

σε ομοσπονδιακό επίπεδο, εξαιρούνται από την υποχρέωση υπαγωγής τους στη νομοθεσία<br />

των πολιτειών ΗΠΑ, που σε πολλές περιπτώσεις είναι αυστηρότερη.<br />

15 Βλέπε στο Bank for International Settlements (BIS), 75 η Ετήσια Έκθεση Ιούνιος<br />

2005, 76 η Ετήσια Έκθεση, Ιούνιος 2006 και 77 η Ετήσια Έκθεση, Αύγουστος 2007.<br />

16 G. Tett, «Era of leverage is over but recapitalising will take time», Financial Times,<br />

23/9/2008.<br />

17 Γ. Παγουλάτος, «Οι ζωές των άλλων», Η Καθημερινή, 12/10/2008.


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 124<br />

124 ΓΙAΝΝΗΣ ΑΥΓΕΡΙΝOΣ<br />

όμως που συμβαίνει σήμερα στις διεθνείς κεφαλαιαγορές δεν είναι απλώς μια<br />

χρηματιστηριακή κρίση ή μια «φούσκα», όπως ήταν οι περισσότερες κρίσεις των<br />

τελευταίων δεκαετιών. Είναι μια δομική κρίση η οποία αποδεικνύει με μεγάλη<br />

σαφήνεια ότι το «καπιταλιστικό» σύστημα ή, όπως έχει επικρατήσει, το σύστημα<br />

της «ελεύθερης αγοράς» δεν λειτουργεί αποτελεσματικά σε περιόδους κρίσης.<br />

Η αντιμετώπιση<br />

Ένα από τα σημαντικότερα μηνύματα του πρόσφατου μαύρου κύκνου είναι<br />

ότι οι αγορές δεν αυτορυθμίζονται και τα προβλήματά τους δεν αυτοδιορθώνονται.<br />

Η προσδοκία ότι η αγορά θα ισορροπήσει από μόνη της εξανεμίστηκε.<br />

Όλοι προσδοκούν και προσκαλούν τη δημόσια παρέμβαση. Έτσι, με αφορμή<br />

την πρόσφατη χρηματοπιστωτική κρίση, διάφορες κυβερνήσεις –μεταξύ των<br />

οποίων και η ελληνική– βρήκαν την ευκαιρία να νοσταλγήσουν συνταγές του<br />

παρελθόντος και να προτείνουν, κατά έναν άδικο κατά τη γνώμη μου τρόπο, να<br />

επωμιστεί το σύνολο του φορολογούμενου κοινωνικού συνόλου το κόστος της<br />

ατομικής και εταιρικής ευθύνης (ή ανευθυνότητας).<br />

Το αμερικανικό κράτος, για παράδειγμα, με κινήσεις της κεντρικής τράπεζας<br />

και δράσεις του υπουργείου Οικονομικών, παραμερίζοντας κάθε ιδεολογική<br />

αναστολή, ενεργεί παρεμβάσεις της τάξεως του ενός τρισεκατομμυρίου<br />

δολαρίων, δημιουργώντας πιστωτικές διευκολύνσεις και σώζοντας χρηματοπιστωτικούς<br />

ομίλους που καταρρέουν. Έτσι, αποφασίστηκε η δημιουργία ενός<br />

γιγαντιαίου κρατικού επενδυτικού οχήματος, το οποίο θα αναλάβει όλα τα «τοξικά»<br />

επενδυτικά χρεόγραφα και τα άλλα επισφαλή δάνεια, τα οποία βαρύνουν<br />

τις οικονομικές καταστάσεις των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και<br />

έχουν παρασύρει στην καταστροφή επενδυτικές τράπεζες-κολοσσούς και στεγαστικούς<br />

γίγαντες. 18<br />

Στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού, ανάλογες κινήσεις συγκέντρωσης ρευστότητας<br />

πραγματοποιήθηκαν από τις ευρωπακές κυβερνήσεις και τις κεντρικές<br />

τράπεζες, χωρίς όμως την ύπαρξη ενός κοινού σχεδίου αντιμετώπισης της<br />

18 Το σχέδιο που εκπόνησαν ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ Χανκ Πόλσον και ο<br />

πρόεδρος της Κεντρικής Τράπεζας των ΗΠΑ (Fed) Μπεν Μπερνάνκι, ξεκίνησε με προ-<br />

πολογισμό ύψους 700 δισ. δολαρίων και ήδη αποτελεί τη μεγαλύτερη κρατική παρέμβαση<br />

μετά το κραχ του 1929. Το σχέδιο αυτό αποτελεί ελάχιστο μέρος του Resolution<br />

Trust Corporation, του σχεδίου που δημιουργήθηκε το 1989 από τον πρώην πρόεδρο της<br />

Fed Αλαν Γκρίνσπαν προκειμένου να αντιμετωπιστεί η κρίση των στεγαστικών τραπεζών<br />

(Savings and Loans). Και τότε, όπως και τώρα, η κρίση στην αγορά κατοικίας των<br />

ΗΠΑ είχε προκαλέσει την κατάρρευση περίπου 1.000 στεγαστικών τραπεζών.


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 125<br />

Ο «ΜΑΥΡΟΣ ΚΥΚΝΟΣ» ΚΑΙ Η ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ 125<br />

κρίσης. 19 Αντίστοιχα, κάποιες εποπτικές αρχές αποφάσισαν να περιορίσουν<br />

τους κερδοσκόπους απαγορεύοντας το «γυμνό σορτάρισμα» (naked short<br />

selling) των μετοχών σε τράπεζες και εταιρίες, 20 οι οποίες θεωρούνται καίριας<br />

σημασίας για το χρηματοπιστωτικό σύστημα των εθνικών αγορών τους. Όσον<br />

αφορά τις νομοθετικές πρωτοβουλίες για την εποπτεία του χρηματοπιστωτικού<br />

τομέα, το Ευρωπακό Κοινοβούλιο ζήτησε εγκαίρως (Σεπτέμβριο του 2008)<br />

από την Επιτροπή να υποβάλει έως το τέλος του 2008 νομοθετική πρόταση, που<br />

να καλύπτει όλους τους εμπλεκόμενους παράγοντες και συμμετέχοντες στη<br />

χρηματοπιστωτική αγορά, συμπεριλαμβανομένων των κερδοσκοπικών κεφαλαίων<br />

και των ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων. 21 Ταυτόχρονα, η Επιτροπή<br />

των Ευρωπακών Τραπεζικών Αρχών (CEBS) ανακοίνωσε ότι έχουν ενταθεί οι<br />

προσπάθειες συντονισμού για την καλύτερη αντιμετώπιση της κρίσης και ότι<br />

παρακολουθεί με ενδιαφέρον τις προτάσεις των αμερικανικών αρχών για τη<br />

ρύθμιση και εποπτεία των τραπεζών, ενώ κάλεσε τις ευρωπακές τράπεζες να<br />

επιδείξουν μεγαλύτερη διαφάνεια. Στις αρχές Οκτωβρίου 2008, οι ηγέτες των<br />

τεσσάρων μεγαλύτερων οικονομιών της Ευρώπης (Γαλλία, Μ. Βρετανία, Γερμανία,<br />

Ιταλία) συναντήθηκαν στο Παρίσι αναζητώντας τρόπους για την θωράκιση<br />

της οικονομίας και του χρηματοπιστωτικού συστήματος σε μια προσπάθεια<br />

να περιορίσουν τις αρνητικές επιπτώσεις, που προέρχονται από την άλλη<br />

άκρη του Ατλαντικού. 22 Στο ίδιο μήκος κύματος, το Ευρωπακό Συμβούλιο της<br />

19 Στην Ελλάδα για παράδειγμα, ανακοινώθηκε ότι το ύψος του σχεδίου στήριξης<br />

του τραπεζικού συστήματος ανέρχεται στα 28 δισ. ευρώ, όσο δηλαδή ο μισός Ελληνικός<br />

προπολογισμός. Τα 15 δισ. αφορούν εγγυήσεις του ελληνικού Δημοσίου για την κάλυψη<br />

αναγκών ρευστότητας, 8 δισ. ευρώ για την έκδοση ειδικών ομολόγων και 5 δισ. θα<br />

διατεθούν για την αγορά προνομιούχων μετοχών που θα εκδώσουν οι τράπεζες υπέρ<br />

του Δημοσίου<br />

20 Αυτό σημαίνει ότι οι επενδυτές θα πρέπει να αποδείξουν ότι έχουν δανειστεί τις<br />

μετοχές, τις οποίες θα σορτάρουν πριν από την έναρξη των συναλλαγών. Στόχος να γίνει<br />

βραδύτερο και περισσότερο ακριβό το κόστος της διεξαγωγής του short selling και<br />

έτσι να μειωθούν οι ανεξέλεγκτοι ρυθμοί του.<br />

21 Οι ευρωβουλευτές επεσήμαναν ότι για να επιτευχθεί καλύτερη ευθυγράμμιση<br />

συμφερόντων ανάμεσα στους επενδυτές και τις μεταβιβάζουσες οντότητες, οι τελευταίες<br />

πρέπει κατά κανόνα να διατηρούν μια έκθεση στον κίνδυνο των τιτλοποιημένων<br />

προόντων τους διακρατώντας μια αντιπροσωπευτική συμμετοχή σε αυτά. Επιπλέον, το<br />

επίπεδο των συμμετοχών που διατηρούνται από τις μεταβιβάζουσες οντότητες στα δανειακά<br />

προόντα πρέπει να γνωστοποιείται.<br />

22 Οι ηγέτες συζήτησαν μια σειρά μέτρων που περιλαμβάνει (α) ενιαίους κανόνες<br />

για τις εγγυήσεις των τραπεζικών καταθέσεων, (β) τροποποίηση των λογιστικών προτύπων,<br />

ώστε η τράπεζες να μην υποχρεούνται να δηλώνουν το σύνολο των ζημιών τους,


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 126<br />

126 ΓΙAΝΝΗΣ ΑΥΓΕΡΙΝOΣ<br />

15-16 Οκτωβρίου 2008 εξέφρασε τη βούλησή του να αναλάβει συντονισμένη<br />

και ολοκληρωμένη δράση για την αποκατάσταση της εύρυθμης λειτουργίας του<br />

χρηματοπιστωτικού συστήματος, την κατ’ αυτόν τον τρόπο εξασφάλιση της<br />

ομαλής και αποτελεσματικής χρηματοδότησης της οικονομίας και την επάνοδο<br />

στην ανάπτυξη και την απασχόληση, χωρίς εντούτοις να ανασταλούν οι θεσμοθετημένοι<br />

κανόνες για τον ανταγωνισμό και την ενιαία αγορά. 23 Προχωρώντας<br />

ένα βήμα παραπέρα, κάποιοι ηγέτες εξέφρασαν την ελπίδα για ένα «νέο σύνταγμα<br />

για το χρηματοοικονομικό κλάδο», για ένα «νέο καπιταλισμό» ή ακόμη<br />

και ένα «νέο Bretton Woods». Κάνοντας όμως και ένα βήμα παραπίσω, τα<br />

κράτη μέλη δεν κατάφεραν να συμφωνήσουν ως προς τις θεσμικές και ρυθμιστικές<br />

μεταβολές που κρίνονται απαραίτητες σε πανευρωπακό και παγκόσμιο<br />

επίπεδο για τη δημιουργία ελεγκτικών μηχανισμών του χρηματοπιστωτικού συστήματος<br />

ή μίας δομής διαχείρισης οικονομικών κρίσεων.<br />

Πολλοί έσπευσαν να πανηγυρίσουν για την ενότητα και αποφασιστικότητα<br />

της άλλοτε «πολυδιασπασμένης» και «αργοκίνητης» Ευρώπης στην αντιμετώπιση<br />

της κρίσης. Όμως, όλα τα παραπάνω μέτρα καταδεικνύουν για μία ακόμη<br />

φορά ότι οι εποπτικές αρχές και οι κυβερνήσεις ενδιαφέρονται περισσότερο<br />

για τη διάσωση παρά για την πρόληψη των χρηματοπιστωτικών κρίσεων.<br />

Ακόμη και η ίδια όμως η διάσωση που επιχειρείται παγκοσμίως δεν αποτελεί<br />

το φάρμακο της χρόνιας χρηματοπιστωτικής ασθένειας. Τα ευχολόγια περί<br />

«καλύτερου συντονισμού των εποπτικών αρχών» ή περί περισσότερης διαφά-<br />

(γ) αναστολή των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων, (δ) ενίσχυση της διασυνοριακής<br />

συνεργασίας μεταξύ των εποπτικών αρχών, (ε) περιορισμό στο 3% του ΑΕΠ της κρατικής<br />

παρέμβασης για τη διάσωση των κρατικών τραπεζών, και (στ) υποχρεωτική εποπτεία<br />

των οίκων πιστοληπτικής αξιολόγησης.<br />

23 Ευρωπακό Συμβούλιο, Συμπεράσματα της Προεδρίας (14368/08, 16 Οκτωβρίου<br />

2008). Στην ουσία, το Ευρωπακό Συμβούλιο επανέλαβε παλαιότερη δέσμευσή του ότι<br />

θα ληφθούν όλα τα μέτρα που χρειάζονται προκειμένου να διασφαλισθεί η σταθερότητα<br />

του χρηματοπιστωτικού συστήματος, να υποστηριχθούν τα σημαντικά χρηματοπιστωτικά<br />

ιδρύματα, να αποφευχθούν οι πτωχεύσεις και να εξασφαλισθεί η προστασία<br />

των καταθέσεων των αποταμιευτών. Τα μέτρα αυτά αποσκοπούν κυρίως, σε συνεργασία<br />

με τις κεντρικές τράπεζες και τις εποπτικές αρχές, να εξασφαλίσουν επαρκή ρευστότητα<br />

στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, να διευκολύνουν τη χρηματοδότησή τους και<br />

να τους εξασφαλίσουν τη διάθεση κεφαλαίων προκειμένου να συνεχίσουν την κατάλληλη<br />

χρηματοδότηση της οικονομίας. Επίσης, τα μέτρα στήριξης των χρηματοπιστωτικών<br />

ιδρυμάτων που αντιμετωπίζουν δυσχέρειες θα πρέπει να συνοδεύονται από μέτρα<br />

τα οποία εξασφαλίζουν την προστασία των φορολογούμενων, την υπευθυνότητα των διευθυντικών<br />

στελεχών και των μετόχων και την προστασία των έννομων συμφερόντων<br />

των λοιπών φορέων της αγοράς.


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 127<br />

Ο «ΜΑΥΡΟΣ ΚΥΚΝΟΣ» ΚΑΙ Η ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ 127<br />

νειας και ανάληψης μικρότερου κινδύνου δεν αγγίζουν καν το πρόβλημα. Η<br />

παρέμβαση του κράτους για τη διάσωση ειδικά των χρεοκοπημένων χρηματοπιστωτικών<br />

εταιριών ίσως να εμποδίζει τη μετάγγιση της κρίσης στην πραγματική<br />

οικονομία, δε συμβάλει όμως στην επίλυση προβλημάτων. Αντίθετα, δημιουργεί<br />

προβλήματα «ηθικού κινδύνου» (moral hazard) αφού όχι μόνο δεν τιμωρεί<br />

τους υπαίτιους, αλλά τους αποζημιώνει με υψηλά bonus. Ως εκ τούτου, τα<br />

ατιμώρητα, ασύδοτα και φιλάργυρα διοικητικά στελέχη των χρηματοπιστωτικών<br />

επιχειρήσεων δεν έχουν κανένα κίνητρο να αλλάξουν συμπεριφορά στο<br />

μέλλον. Έχουν όμως πολλά κίνητρα για να αναλάβουν μεγαλύτερο ρίσκο στο<br />

μέλλον.<br />

Η αναγκαία μεταρρύθμιση<br />

Υπάρχουν δύο τρόποι για να προσεγγίζει και να αντιμετωπίζει κανείς τα<br />

φαινόμενα. Ο πρώτος είναι να αποκλείει αυτά που φαντάζουν απίθανα και να<br />

επικεντρώνεται στο φυσιολογικό, στο προβλεπόμενο. Έτσι, ο μελετητής αφήνει<br />

έξω από την έρευνά του οτιδήποτε απίθανο συνέβη στο παρελθόν και μελετά<br />

συνηθισμένες περιπτώσεις. Η δεύτερη προσέγγιση είναι να αναλογιστεί<br />

κανείς ότι για να κατανοήσει ένα φαινόμενο, πρέπει πρώτα να μελετήσει τα<br />

ακραία παραδείγματα, ειδικά εάν, όπως ο μαύρος κύκνος, έχουν προκαλέσει<br />

ένα τεράστιο αντίκτυπο στην κοινωνία. Η μέχρι σήμερα αποσπασματική προσέγγιση<br />

και αντιμετώπιση των χρηματοπιστωτικών κρίσεων από τη διεθνή κοινότητα<br />

ακολούθησε τον πρώτο, τον εύκολο τρόπο. Δεν είναι όμως τυχαίο ότι η<br />

προσέγγιση αυτή ενεργοποίησε τα αντανακλαστικά του Διεθνούς Νομισματικού<br />

Ταμείου (ΔΝΤ), το οποίο ήδη από το 1998 δήλωνε ότι οι κρίσεις αυτές<br />

«αφήνουν ανοικτό το ερώτημα εάν τα επίσημα δίκτυα ασφαλείας και συστήματα<br />

εποπτείας έχουν προσαρμοστεί αποτελεσματικά στο νέο χρηματοπιστωτικό<br />

περιβάλλον». 24<br />

Οι χρηματοπιστωτικές αγορές πάντοτε βρίσκονται ένα ή δύο βήματα πιο<br />

μπροστά από τους ρυθμιστές τους. Οι χρηματοπιστωτικές καινοτομίες δημιουργούνται<br />

εν μέρει για την παράκαμψη των περιοριστικών ρυθμίσεων, 25 οι<br />

οποίες πολύ σύντομα καθίστανται αναχρονιστικές και αναποτελεσματικές.<br />

Ταυτόχρονα, η συστημική αστάθεια εξελίσσεται με αποτέλεσμα η επόμενη<br />

24 ΔΝΤ, International capital markets: developments, prospects and key policy issues,<br />

Washington, 1999.<br />

25 W. Silber, «The process of financial innovation», American Economic Review, Νο<br />

1, 1983, σελ. 89.


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 128<br />

128 ΓΙAΝΝΗΣ ΑΥΓΕΡΙΝOΣ<br />

κρίση να έχει διαφορετικές αιτίες από τη τρέχουσα. Ως εκ τούτου, η απάντηση<br />

στην κρίση και η αναγκαία μεταρρύθμιση του χρηματοπιστωτικού συστήματος<br />

δε μπορεί να είναι αποσπασματική. Λύσεις σε εθνικό επίπεδο δεν είναι ποτέ<br />

αρκετές. Επίσης, η παρέμβαση που γίνεται την ώρα της κρίσης δε μπορεί να είναι<br />

επαρκής. Η διασφάλιση της σταθερότητας δε μπορεί να πραγματοποιηθεί<br />

μόνο με μέτρα έσχατης σωτηρίας, ενώ δεν τίθεται και θέμα διαφοροποιημένης<br />

αντιμετώπισης σύμφωνα με κριτήρια «ηθικού κινδύνου», δηλαδή του φόβου ότι<br />

δεν υφίσταται πλέον η έννοια της κύρωσης, απαραίτητη για τη λειτουργία των<br />

αγορών. 26<br />

Της οποιασδήποτε παρέμβασης πρέπει να προηγείται η ενδελεχής μελέτη<br />

του ακραίου, του ασυνήθιστου φαινομένου, όπως αυτού που βιώνουμε σήμερα.<br />

Στη συνέχεια, η μελέτη αυτή θα πρέπει να οδηγήσει στην κατάρτιση ενός γενικού,<br />

ενός παγκοσμίου σχεδίου «μελλοντικής διάσωσης», πρόληψης και εξυγίανσης<br />

του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Το σχέδιο αυτό δε θα πρέπει να<br />

περιορίζεται, αλλά να κινείται πέρα από τις δεσμεύσεις των κυβερνήσεων για<br />

την προστασία των καταθετών και τη διάσωση των χρηματοπιστωτικών εταιριών<br />

που αντιμετωπίζουν κίνδυνο χρεοκοπίας. Πέρα από την επιστροφή του<br />

κέντρου βάρους των δραστηριοτήτων της αποταμίευσης και επένδυσης σε οργανωμένες<br />

δημόσιες και διαφανείς αγορές κεφαλαίου, ζητούμενη είναι επίσης<br />

και η αποκατάσταση των εποπτικών παρεμβάσεων σε εθνικό, κοινοτικό και<br />

διεθνές επίπεδο. Βασικά στοιχεία αυτής της πολιτικής θα πρέπει να είναι η<br />

επανεξέταση, επανολοκλήρωση και ενοποίηση του εποπτικού χώρου και η<br />

αναζήτηση δυνατοτήτων και μορφών μακροοικονομικού ελέγχου σε ολόκληρο<br />

το χρηματοπιστωτικό σύστημα.<br />

Όπως αποδείχθηκε, το υπάρχον σύστημα της ελεύθερης οικονομίας δε μπορεί<br />

να επιβιώσει χωρίς αυστηρούς κανονισμούς, χωρίς περιορισμούς και χωρίς<br />

κρατική παρέμβαση. Σήμερα, κινούνται προς τη σωστή κατεύθυνση οι προτάσεις<br />

για τη μεταρρύθμιση των συστημάτων εγγύησης καταθετών ή επενδυτών,<br />

για τη ρύθμιση και εποπτεία των οίκων πιστοληπτικής αξιολόγησης (credit<br />

rating agencies) ή την υιοθέτηση νέων κανόνων επάρκειας κεφαλαίων για τις<br />

τράπεζες και τις επενδυτικές εταιρίες πέρα από τη «Βασιλεία ΙΙ». 27 Σημαντικές<br />

είναι επίσης οι αποφάσεις για την υιοθέτηση αυστηρότερων κανόνων ρύθμισης<br />

και εποπτείας φορέων που λειτουργούσαν έως τώρα στο λιγότερο διαφανές<br />

και οργανωμένο σύστημα των χρηματοπιστωτικών αγορών, συμπεριλαμβανο-<br />

26 Βλέπε Γ. Παπαντωνίου, «Προσωρινή απόκλιση από τα δημοσιονομικά όρια του<br />

Μάαστριχτ», Ημερησία, 4/10/2008, σελ. 7.<br />

27 Βλέπε Γ. Ζαββό, «Στρατηγική ενίσχυσης και μεταρρύθμισης του ευρωπακού<br />

χρηματοπιστωτικού τομέα», Το Βήμα, 5/10/2008, σελ. Β7.


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 129<br />

Ο «ΜΑΥΡΟΣ ΚΥΚΝΟΣ» ΚΑΙ Η ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ 129<br />

μένων των κερδοσκοπικών κεφαλαίων (hedge funds) και των ιδιωτικών επενδυτικών<br />

κεφαλαίων (private equity funds). Πράγματι, το σύγχρονο χρηματοπιστωτικό<br />

σύστημα των οικονομικά ανεπτυγμένων και μη κρατών, αν και απελευθερωμένο<br />

σε όρους παραδοσιακής κρατικής παρέμβασης, μπορεί να υπαχθεί σε<br />

μία νέα ρυθμιστική παρέμβαση, η οποία θα έχει ως στόχο τη διασφάλιση κυρίως<br />

της διαφάνειας και της προστασίας αποταμιευτών και επενδυτών τόσο σε<br />

περιόδους ομαλότητας όσο και σε περιόδους κρίσης. 28 Όμως, η πρόσφατη<br />

κρίση και αναταραχή ανέδειξε και την ύπαρξη κενών στο υφιστάμενο εποπτικό<br />

πλαίσιο, στη σταθερότητα και την αποτελεσματικότητα του χρηματοπιστωτικού<br />

συστήματος, ιδίως σε επίπεδο πρόληψης, συντονισμού και συνεργασίας, γεγονός<br />

που έθεσε εύλογα σε αμφισβήτηση το μέγεθος της αποτελεσματικότητάς<br />

του και κατέστησε επιβεβλημένη την ανάγκη αναθεώρησής του.<br />

Όπως γράφει και ο Stephen Haggard, οι χειρότερες εποχές προσφέρουν τις<br />

καλύτερες ευκαιρίες σε αυτούς που αντιλαμβάνονται την ανάγκη για θεμελιώδεις<br />

οικονομικές αλλαγές. 29 Η παρούσα κρίση μας προσφέρει μία σημαντική<br />

ευκαιρία να επαναπροσδιορίσουμε τις απόψεις μας για την εποπτεία του χρηματοπιστωτικού<br />

συστήματος, τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπακό και διεθνές<br />

επίπεδο, παραμερίζοντας τις ξεπερασμένες πια πολιτικές προστατευτισμού και<br />

εθνικής υπερηφάνειας.<br />

Σε εθνικό επίπεδο, ήδη πολλά κράτη έχουν επιλέξει την ενοποίηση των εποπτικών<br />

χρηματοπιστωτικών αρχών, ως λογική απάντηση στη σύγχυση που επικρατεί<br />

ως προς τον προσδιορισμό και τη διάκριση των χρηματοπιστωτικών<br />

υπηρεσιών. 30 Ιδιαίτερα μετά την επικράτηση των ισχυρών επενδυτικών τραπεζών<br />

και τη διείσδυση των τραπεζοασφαλιστικών προόντων σε ένα και ολοένα<br />

αυξανόμενο μέρος του πληθυσμού, ο παραδοσιακός διαχωρισμός των χρηματοπιστωτικών<br />

φορέων και υπηρεσιών σε τραπεζικές, επενδυτικές και ασφαλιστικές<br />

έχει πια εκλείψει. Αντίστοιχες συγχωνεύσεις πραγματοποιήθηκαν και<br />

28 Χρ. Γκόρτσος, «Το μέτρο της παρέμβασης για την κρίση», Το Βήμα, 5/10/2008,<br />

σελ. Β6.<br />

29 J. Williamson (επιμ.), The political economy of policy reforms, Institute for<br />

International Economics, Washington, 1994.<br />

30 Για παράδειγμα, στη Μ. Βρετανία λειτουργεί η Financial Services Authority (FSA),<br />

στην Αυστρία η Finanzmarktaufsicht, στο Βέλγιο η Commission Bancaire, Financiere et<br />

des Assurances, στη Γερμανία η Bundesanstalt fur Finanzdienstleistungsaufsicht, στη Δανία<br />

η Finanstilsynet, στη Φινλανδία η Rahoitustarkastus, στην Ουγγαρία η Pénzügyi<br />

Szervezetek Állami Felügyelete, στην Ιρλανδία η Financial Regulator, στην Λετονία η<br />

Finansu un kapitala tirgus komisija, στο Λουξεμβρούργο η Commission Surveillance du<br />

Secteur Financier, στη Μάλτα η Malta Financial Services Authority, στη Σουηδία η<br />

Finansinspektionen και στην Εσθονία η Finantsinsektioon.


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 130<br />

130 ΓΙAΝΝΗΣ ΑΥΓΕΡΙΝOΣ<br />

σε επίπεδο φορέων παροχής υπηρεσιών. Η σύγκλιση αυτή, πέρα από οικονομίες<br />

κλίμακας δημιουργεί και τεράστια προβλήματα συνεργασίας και συντονισμού<br />

μεταξύ των εκάστοτε αρμοδίων εποπτικών αρχών. 31 Στην Ελλάδα, για<br />

παράδειγμα, η εποπτεία των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών παραμένει τριχοτομημένη.<br />

Το 2000 ο τότε Υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών Γιάννος Παπαντωνίου<br />

είχε προτείνει την ενοποίηση των χρηματοπιστωτικών εποπτικών<br />

αρχών στην Ελλάδα (Τράπεζα της Ελλάδος, Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και αρμόδια<br />

υπηρεσία του Υπουργείου Οικονομικών). 32 Η πρόταση αυτή δεν κατάφερε<br />

να ξεπεράσει τη δύσκολη τότε πολιτική συγκυρία αλλά και τις αγκυλώσεις<br />

των ίδιων των εποπτικών αρχών, οι οποίες δε βρήκαν κανένα λόγο να παραιτηθούν<br />

των αρμοδιοτήτων και εξουσιών τους, ιδιαίτερα σε μία περίοδο μη<br />

κρίσης. Το θέμα ξεχάστηκε, αλλά τα προβλήματα συντονισμού μεταξύ των ελληνικών<br />

εποπτικών αρχών παραμένουν και περιμένουν μία νέα χρηματοπιστωτική<br />

κρίση για να επανατεθούν στην ατζέντα του διαλόγου.<br />

Σε ευρωπακό επίπεδο, η συνεχιζόμενη ραγδαία τεχνολογική πρόοδος στον<br />

τομέα της πληροφορικής, η διεθνοποίηση των οικονομικών συναλλαγών και η<br />

εναρμόνιση ή ακόμη και ενοποίηση του κοινοτικού χρηματοπιστωτικού δικαίου<br />

οδηγούν σε ολοένα και μεγαλύτερη διασύνδεση των εθνικών χρηματοπιστωτικών<br />

αγορών. Η διασύνδεση αυτή αυξάνεται, πρώτον καθώς αναπτύσσεται η<br />

διασυνοριακή παροχή χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, δεύτερον καθώς οι τράπεζες<br />

επεκτείνονται εκτός συνόρων είτε με την εξαγορά υφιστάμενων τραπεζών<br />

σε άλλα κράτη μέλη είτε με την ίδρυση εκεί θυγατρικών ή υποκαταστημάτων<br />

και τρίτον καθώς ήδη οι ευρωπακές κεφαλαιαγορές χρησιμοποιούν κοινές<br />

πλατφόρμες ή έχουν συγχωνευθεί δημιουργώντας στην ουσία μία ενιαία<br />

ευρωπακή αγορά. Η συνεχής προσαρμογή του ρυθμιστικού πλαισίου της ΕΕ<br />

με στόχο την άρση εμποδίων και αντικινήτρων έχει προωθήσει σημαντικά τη<br />

δημιουργία μιας ενιαίας ευρωπακής αγοράς χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών.<br />

Σε μια διεθνοποιημένη τραπεζική αγορά είναι, συνεπώς, φανερό ότι η ύπαρξη<br />

αποτελεσματικών μηχανισμών για την ανταλλαγή πληροφοριών και, γενικότερα,<br />

για τη συνεργασία μεταξύ των αρμόδιων εθνικών αρχών είναι περισσότερο<br />

από αναγκαία για την έγκαιρη αναγνώριση και την επιτυχή αντιμετώπιση<br />

προβλημάτων με πανευρωπακές επιπτώσεις.<br />

31 Στα κράτη για παράδειγμα, που δεν έχουν επιλέξει τη λύση του ενιαίου επόπτη<br />

(single regulator), μία τράπεζα είναι δυνατό να εποπτεύεται από δύο τουλάχιστο διαφορετικές<br />

εποπτικές αρχές, άλλη για την παροχή τραπεζικών υπηρεσιών και άλλη για την<br />

παροχή επενδυτικών υπηρεσιών.<br />

32 Υπενθυμίζεται ότι τότε δεν είχε ακόμη συσταθεί η Επιτροπή Εποπτείας Ιδιωτικής<br />

Ασφάλισης (ΕΕΙΑ), η εποπτική αρχή των ασφαλιστικών υπηρεσιών, η οποία αποτέλεσε<br />

καινοτομία του ν. 3229/2004.


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 131<br />

Ο «ΜΑΥΡΟΣ ΚΥΚΝΟΣ» ΚΑΙ Η ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ 131<br />

Η αποσπασματική προσέγγιση των ευρωπακών κυβερνήσεων στην χρηματοπιστωτική<br />

κρίση υπογραμμίζει την έλλειψη κοινού πεδίου δράσης στην ΕΕ,<br />

από την εγγύηση καταθέσεων όσο και την εμφανή αδυναμία των κρατών μελών<br />

να συνεργαστούν προκειμένου να αντιμετωπίσουν από κοινού την κρίση στο<br />

χρηματοπιστωτικό τομέα. Η ΕΕ δε διαθέτει ενιαία οικονομική πολιτική και<br />

στην τρέχουσα χρηματοπιστωτική κρίση φαίνεται ότι αδυνατεί –ή ότι δεν επιθυμεί–<br />

να διατυπώσει μία κοινή θέση. Το ερώτημα είναι εάν θα έπρεπε, δεδομένης<br />

της εξάπλωσης της κρίσης πέραν του Ατλαντικού. Κι όμως, με τη επιφαινόμενη<br />

συρρίκνωση της αμερικανικής ισχύος στο οικονομικό πεδίο, η ΕΕ καλείται<br />

να παραμερίσει το εκάστοτε δυνητικό εθνικό «συμφέρον» και να επικεντρωθεί<br />

στο κοινοτικό όφελος προκειμένου να ανταποκριθεί με ενιαίες και<br />

ισχυρές θέσεις στον ηγετικό ρόλο που μπορεί και πρέπει να παίξει στη διεθνή<br />

οικονομική και πολιτική σκηνή.<br />

Ήδη από το 2003, είχαμε προτείνει και αναλύσει τους λόγους για τη δημιουργία<br />

μίας ενιαίας ευρωπακής εποπτικής αρχής, τόσο για τις επενδυτικές<br />

υπηρεσίες όσο και για το σύνολο των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών και τους<br />

φορείς παροχής τους. 33 Οι λόγοι τότε, όπως και σήμερα, πολλοί, σύνθετοι αλλά<br />

και αυταπόδεικτοι. Είναι πια φανερό ότι η Ευρώπη χρειάζεται ένα σύστημα<br />

εποπτείας και χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, που θα έχει ως κύριο στόχο<br />

την πρόβλεψη, την αποφυγή, τη διαχείριση και την επίλυση των συστημικών<br />

κρίσεων. 34 Μία εθνική εποπτική αρχή, ανεξαρτήτως του μεγέθους του κράτους<br />

που τη φιλοξενεί, δε θα είναι πάντα σε θέσει να προλάβει την κρίση και να διασώσει<br />

έναν πανευρωπακό χρηματοπιστωτικό όμιλο, ο οποίος διαθέτει θυγατρικές<br />

σε διαφορετικά κράτη-μέλη. Έτσι, η πανευρωπακή αυτή εποπτική<br />

ομπρέλα θα μπορούσε να προστατεύει, στην αρχή τουλάχιστον, μόνο σημαντικούς<br />

χρηματοπιστωτικούς ομίλους που παρέχουν υπηρεσίες σε περισσότερα<br />

από ένα κράτη μέλη. 35 Αντίστοιχα, οι εθνικές αρχές, σε πολλές από τις οποίες<br />

έχει ήδη αφαιρεθεί η νομισματική πολιτική, θα εποπτεύουν τις μικρομεσαίες<br />

τράπεζες και τους άλλους ανεξάρτητους χρηματοπιστωτικούς ομίλους, οι<br />

33 Y. Avgerinos, Regulating and supervising investment services in the European Union,<br />

Palgrave Macmillan, Basingstoke, 2003. Ανάλογες ιδέες έχουν εκφράσει και άλλοι συγγραφείς·<br />

βλέπε για παράδειγμα, E. Pan, «The case for a Single European Securities<br />

Regulator» στο M. Andenas & Y. Avgerinos, Financial Market Supervision in Europe:<br />

Towards a Single Regulator?, Kluwer, London, 2003, G. Thieffry, «Towards a European<br />

Securities Commission», International Financial Law Review 14, 10C, 1999, και<br />

Kellermann, Europe’s leverage in financial market regulation, Friedrich Ebert Stiftung,<br />

Bonn, September 2008.<br />

34 Γ. Ζαββός, ό.π.<br />

35 Ό.π.


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 132<br />

132 ΓΙAΝΝΗΣ ΑΥΓΕΡΙΝOΣ<br />

οποίοι είναι μικρότερης εμβέλειας που συνήθως δεν ξεπερνά τα σύνορα του<br />

κράτους όπου εδρεύουν.<br />

Το πανευρωπακό σύστημα εποπτείας θα μπορούσε να θεσπιστεί είτε με τη<br />

μεταφορά αρμοδιοτήτων στην Ευρωπακή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), είτε με τη<br />

δημιουργία μιας νέας αρχής η οποία θα βρίσκεται σε άμεση θεσμική και λειτουργική<br />

συνεργασία με αυτήν. Το «καλούπι» για τη νέα αρχή μπορεί να βρεθεί<br />

στους ήδη υπάρχοντες φορείς διασυνοριακής συνεργασίας, όπως είναι η Επιτροπή<br />

Ευρωπακών Αρχών Τραπεζικής Εποπτείας (CEBS) 36 ή η Ευρωπακή<br />

Επιτροπή των Ευρωπακών Εποπτικών Αρχών Κεφαλαιαγοράς (CESR). 37<br />

Η πρώτη λύση είναι ρυθμιστικά ευκολότερη και λιγότερο «επώδυνη» εφόσον<br />

δε θα απαιτήσει την τροποποίηση της υπάρχουσας Συνθήκης (Νίκαια), ακόμη<br />

και της νέας Συνθήκης της Λισαβόνας. Η νομική της βάση βρίσκεται στο άρθρο<br />

105 παρ. 6 ΣυνθΕΚ, το οποίο επιτρέπει τη μεταφορά εποπτικών αρμοδιοτήτων<br />

τραπεζικών και επενδυτικών (αλλά όχι ασφαλιστικών) υπηρεσιών στην ΕΚΤ. 38<br />

36 H CEBS ιδρύθηκε με την Απόφαση της 5ης Νοεμβρίου 2003 της Ευρωπακής Επιτροπής<br />

(2004/5/ΕC, ΕΕ L 3/28 της 07.01.2004) και αποτελείται από υψηλόβαθμους εκπροσώπους<br />

των τραπεζικών αρχών εποπτείας των πιστωτικών ιδρυμάτων και των κεντρικών<br />

τραπεζών των χωρών της ΕΕ. Τα κύρια καθήκοντά της είναι να συμβουλεύει<br />

την Ευρωπακή Επιτροπή σε θέματα που αφορούν τις τραπεζικές δραστηριότητες, να<br />

συνεισφέρει στην συνεπή εφαρμογή των Κοινοτικών οδηγιών και στην εναρμόνιση των<br />

εποπτικών πρακτικών και να ενισχύει την εποπτική συνεργασία.<br />

37 Η CESR ιδρύθηκε με την Απόφαση της 6ης Ιουνίου 2001 της Ευρωπακής Επιτροπής<br />

(2001/1501/ΕC, ΕΕ L 191 της 13.07.2001) και ο ρόλος της είναι (α) η βελτίωση του<br />

συντονισμού μεταξύ των Ευρωπακών Εποπτικών Αρχών Κεφαλαιαγοράς, (β) η δράση<br />

της ως συμβουλευτική ομάδα με σκοπό την επιβοήθηση της Ευρωπακής Επιτροπής, ιδιαίτερα<br />

στην προετοιμασία σχεδίων μέτρων υλοποίησης που αφορούν στον τομέα των<br />

κινητών αξιών, και (γ) η εργασία της για τη διασφάλιση της συνεπέστερης και έγκαιρης<br />

εφαρμογής της κοινοτικής νομοθεσίας στα κράτη-μέλη.<br />

38 Σύμφωνα με το άρθρο 105 παρ. 6 ΣυνθΕΚ, «Το Συμβούλιο, αποφασίζοντας ομόφωνα<br />

προτάσει της Επιτροπής, μετά από διαβούλευση με την ΕΚΤ και αφού λάβει τη<br />

σύμφωνη γνώμη του Ευρωπακού Κοινοβουλίου, μπορεί να αναθέσει στην ΕΚΤ ειδικά<br />

καθήκοντα σχετικά με τις πολιτικές που αφορούν την προληπτική εποπτεία των πιστωτικών<br />

ιδρυμάτων και των λοιπών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, εξαιρέσει των ασφαλιστικών<br />

επιχειρήσεων». Με τη νέα Συνθήκη της Λισαβόνας (άρθρο 127 παρ. 6) υιοθετήθηκαν<br />

ελάχιστες τροποποιήσεις που σχετίζονται με την αναβάθμιση του ρόλου του<br />

Κοινοβουλίου: «Το Συμβούλιο, αποφασίζοντας ομοφώνως, μέσω κανονισμών σύμφωνα<br />

με ειδική νομοθετική διαδικασία και μετά από διαβούλευση με το Ευρωπακό Κοινοβούλιο<br />

και την Ευρωπακή Κεντρική Τράπεζα, μπορεί να αναθέσει στην Ευρωπακή<br />

Κεντρική Τράπεζα ειδικά καθήκοντα σχετικά με τις πολιτικές που αφορούν την προληπτική<br />

εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων και των λοιπών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων,<br />

εξαιρέσει των ασφαλιστικών επιχειρήσεων».


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 133<br />

Ο «ΜΑΥΡΟΣ ΚΥΚΝΟΣ» ΚΑΙ Η ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ 133<br />

Η αιτιολογική της βάση έχει ήδη αναλυθεί διεξοδικά. 39 Ειδικότερα, το υπάρχον<br />

θεσμικό πλαίσιο δεν προσδιορίζει ποιός λειτουργεί στην ΕΕ ως δανειστής<br />

εσχάτης προσφυγής (lender of last resort). 40 Ο ρόλος αυτός δεν έχει ανατεθεί<br />

στην ΕΚΤ. Επιπλέον, η ΕΚΤ δεν έχει αρμοδιότητες προληπτικής εποπτείας<br />

ούτε επαρκή πληροφόρηση για την κατάσταση στον ευρωπακό χρηματοπιστωτικό<br />

τομέα, γεγονός που δυσκολεύει το έργο της. Από την άλλη όμως, έχουν πια<br />

βάση τα επιχειρήματα ότι η ΕΚΤ δε μπορεί να λειτουργεί ως ένας τεχνοκρατικός<br />

οργανισμός, απαθής μπροστά στα μεγάλα προβλήματα της Ευρώπης. Ίσως<br />

έχει έρθει η ώρα να αναλάβει τις ευθύνες της.<br />

Η δεύτερη λύση της δημιουργίας ανεξάρτητης αρχής θα μπορούσε να βασιστεί<br />

στο μοντέλο του Ευρωπακού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών (ΕΣΚΤ) ή<br />

ακόμη και σε αυτό της ομοσπονδιακής αμερικανικής επιτροπής κεφαλαιαγοράς<br />

(SEC). 41 Η υποδομή του δικτύου των χρηματοπιστωτικών αρχών υπάρχει<br />

και λειτουργεί ικανοποιητικά τα τελευταία πέντε χρόνια, τόσο στον επικουρικό<br />

νομοθετικό του ρόλο όσο και σε θέματα συντονισμού και ομοιόμορφης εφαρμογής<br />

των κοινοτικών κανόνων στη δικαιοδοσία των 27 κρατών μελών. Αντίστοιχα,<br />

το υπάρχον κοινοτικό ρυθμιστικό πλαίσιο είναι εξαιρετικά εναρμονισμένο<br />

στα κράτη μέλη και θα μπορούσε να υποστηρίξει (νομικά) την πανευρωπακή<br />

αρχή. 42 Μία ενιαία χρηματοπιστωτική εποπτική αρχή όμως θα πρέπει να<br />

έχει ισχυρές εκχωρημένες εξουσίες λήψης αποφάσεων, ιδιαίτερα σε περιόδους<br />

κρίσεων, καθώς και τη δύναμη να επιβάλει τους κανόνες της στους φορείς παροχής<br />

υπηρεσιών και στις ευρωπακές χρηματοπιστωτικές αγορές. Θα πρέπει<br />

να έχει μία ενιαία φωνή απέναντι στους ομολόγους της τρίτων χωρών έτσι ώστε<br />

να μπορεί να διαπραγματεύεται καλύτερα τη θέσπιση διεθνών κανόνων και<br />

προτύπων. Η ενιαία αυτή αρχή θα προσφέρει τεράστια οφέλη και οικονομίες<br />

39 Y. Avgerinos, ό.π. σελ. 196 επ.<br />

40 Γ. Στουρνάρας, «Εποπτική αρχή παγκόσμιας εμβέλειας», Ημερησία, 4/10/2008,<br />

σελ. 12.<br />

41 Y. Avgerinos, ό.π. σελ. 197 επ.<br />

42 Με το Σχέδιο Δράσης του 1999 (Financial Services: Implementing the Framework<br />

for Financial Markets: Action Plan (FSAP), COM(1999), 232 τελικό), η Ευρωπακή Επιτροπή<br />

πρότεινε και πέτυχε την υιοθέτηση από τα κράτη μέλη τουλάχιστον 42 νομοθετικών<br />

πρωτοβουλιών που αφορούσαν τις χρηματοπιστωτικές αγορές, εκμεταλλευόμενη<br />

τις ευκαιρίες που πρόσφεραν η ενιαία χρηματαγορά και το ενιαίο ευρωπακό νόμισμα.<br />

Για τους στόχους του προγράμματος, βλέπε M. Merlin, «Le Plan d’ action sur les<br />

services financiers», Revue trimestrielle de droit européen, 2, 2003. 236, M. Balling,<br />

«Objectives and theoretical foundations of the European Commission’s 1999 action plan<br />

concerning the framework for financial markets», Journal of International Banking<br />

Regulation, 3, 2004, 256.


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 134<br />

134 ΓΙAΝΝΗΣ ΑΥΓΕΡΙΝOΣ<br />

κλίμακας τόσο στα κράτη μέλη 43 όσο και στους εποπτευόμενους φορείς, εφόσον<br />

οι τελευταίοι δε θα είναι αναγκασμένοι να «πληρώνουν» τις εκάστοτε απαιτήσεις<br />

των διαφορετικών διοικητικών αρχών των κρατών μελών. 44 Σημαντικό κέρδος,<br />

τέλος, θα υπάρξει με τη μείωση του «νομικού κινδύνου», εφόσον θα είναι<br />

πια ξεκάθαρο στους εποπτευόμενους φορείς το θεσμικό και ρυθμιστικό πλαίσιο<br />

εποπτείας τους, η πληροφόρηση τους θα είναι ταχύτερη και φθηνότερη και το<br />

διοικητικό τους κόστος μικρότερο, ενώ μία ισχυρή κεντρική εποπτεία σε πανευρωπακό<br />

επίπεδο θα προσφέρει οφέλη και στη μείωση του «ηθικού κινδύνου».<br />

Μία νέα αρχιτεκτονική του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος είναι<br />

αναγκαία και σε παγκόσμια κλίμακα. Μονομερείς και αποσπασματικές πολιτικές,<br />

όπως υπήρξε η αντικατάσταση του αμερικανικού νόμου Glass-Steagall, που<br />

υπήρχε από την περίοδο της κρίσης του 1929, από το νόμο Gramm-Leach-<br />

Bliley 45 είναι ικανές να ταράξουν τη σταθερότητα του παγκοσμίου χρηματοπιστωτικού<br />

συστήματος και να αποτελέσουν αιτίες κρίσεων. Πράγματι, η διεθνής<br />

κοινότητα ανέλαβε μία σειρά πρωτοβουλιών για θεσμικές αλλαγές, ιδίως μετά<br />

την ασιατική κρίση του 1998. 46 Όλες όμως περιορίστηκαν στο συντονισμό της<br />

43 Με την ύπαρξη πολλαπλών εποπτικών αρχών, οι αρμοδιότητες των οποίων σε<br />

πολλές περιπτώσεις συγχέονται, δημιουργείται «θεσμικό κόστος» από τη μία αρχή στην<br />

άλλη, το οποίο δε μπορεί να υπολογιστεί σε αριθμούς· βλέπε Y. Avgerinos, ό.π. σελ. 158<br />

επ., F. Scharph, «The joint decision trap: lessons from German federalism and European<br />

integration», Public Administration, No 66, 1988.<br />

44 D. Schmidtchen & R. Cooter (επιμ.), Constitutional law and economics of the<br />

European Union, Edward Elgar, Cheltenham, 1999, σελ. 160.<br />

45 Μετά την υιοθέτηση του νόμου Gramm-Leach-Bliley το 1999, ο οποίος νομιμοποίησε<br />

την παροχή τραπεζικών και επενδυτικών υπηρεσιών από τον ίδιο χρηματοπιστωτικό<br />

φορέα, η εποπτεία των τραπεζών και των άλλων χρηματοπιστωτικών εταιριών, που<br />

παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες, μεταφέρθηκαν από την κεντρική τράπεζα στην αμερικανική<br />

επιτροπή κεφαλαιαγοράς (SEC). Για μία εκτενή ανάλυση του νόμου, βλέπε<br />

M. Malloy, «Banking in the twenty-first century», The Journal of Corporation Law, Νο.<br />

25, 2000, σελ. 789.<br />

46 Η ομάδα των ισχυρών κρατών G7 για παράδειγμα ίδρυσε τον Απρίλιο του 1999<br />

το Φόρουμ Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (Financial Stability Forum), το οποίο συγκέντρωσε<br />

τις εθνικές εποπτικές αρχές, τις κεντρικές τράπεζες και τα υπουργεία οικονομικών<br />

των κρατών μελών του για την αντιμετώπιση των διεθνών χρηματοπιστωτικών<br />

προβλημάτων σε μία συντονιστική βάση. Επίσης, το Μάιο του 1999 η Παγκόσμια Τράπεζα<br />

και το ΔΝΤ δημιούργησαν από κοινού ένα νέο Πρόγραμμα Αξιολόγησης του<br />

Χρηματοπιστωτικού Τομέα (Financial Sector Assessment Program - FSAP), το οποίο για<br />

πρώτη φορά έθετε τις βάσεις για την μικροοικονομική εκτίμηση και αξιολόγηση των<br />

χρηματοπιστωτικών αγορών και των εποπτευομένων φορέων σε επιλεγμένα κράτη από<br />

τους διεθνής αυτούς οργανισμούς.


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 135<br />

Ο «ΜΑΥΡΟΣ ΚΥΚΝΟΣ» ΚΑΙ Η ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ 135<br />

πολιτικής των ισχυρών οικονομιών του πλανήτη και βασίστηκαν στην καλή θέληση<br />

συνεργασίας των κυβερνήσεων που συμμετείχαν σε αυτές.<br />

Μετά και την τελευταία χρηματοπιστωτική κρίση, αποτελεί ultimum refugium<br />

η δημιουργία μιας εποπτικής αρχής με παγκόσμια εμβέλεια, που θα προσφέρει<br />

ενεργή αρωγή στη ροή πληροφοριών μεταξύ των εθνικών αρχών και θα προσφέρει<br />

«εργαλεία» συντονισμένης δράσης σε περιόδους διεθνών κρίσεων. Ήδη από<br />

το 1998, οι Eatwell και Taylor υπερθεμάτιζαν της προοπτικής δημιουργίας ενός<br />

παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού επόπτη (World Financial Regulator). 47 Ο παγκόσμιος<br />

επόπτης θα μπορούσε να αναλάβει κάποιες ή όλες τις αρμοδιότητες<br />

που είναι κατακερματισμένες μεταξύ εθνικών εποπτικών, διεθνών οργανισμών<br />

και άλλων φορέων παραγωγής διεθνών κανόνων και προτύπων. Για παράδειγμα,<br />

η παροχή άδειας λειτουργίας των χρηματοπιστωτικών εταιριών αποτελεί<br />

αυτή τη στιγμή αρμοδιότητα των εθνικών αρχών, ενώ η πρόσβασή τους σε αλλοδαπές<br />

αγορές εξαρτάται από τις τυχόν συμφωνίες αμοιβαίας αναγνώρισης με<br />

ξένα κράτη. 48 H παροχή και ανταλλαγή πληροφοριών πραγματοποιείται από τις<br />

εθνικές αρχές με την αρωγή διεθνών χρηματοπιστωτικών οργανισμών, όπως είναι<br />

η Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών (BIS) και η Διεθνής Επιτροπή Λογιστικών<br />

Προτύπων (International Accounting Standards Committee – IASC). Η εποπτεία,<br />

τέλος, και η εφαρμογή των κανόνων αποτελεί αρμοδιότητα των εθνικών<br />

αρχών, και συμπληρωματικά της Παγκόσμιας Τράπεζας και του ΔΝΤ, μέσω του<br />

προγράμματος FSAP, ενώ η γενική πολιτική ασκείται από τις επιτροπές της Τράπεζας<br />

Διεθνών Διακανονισμών (Επιτροπή Βασιλείας κ.λπ.), τον Διεθνή Οργανισμό<br />

Επιτροπών Κεφαλαιαγοράς (Interna tio nal Organization of Securities<br />

Commissions – IOSCO), τη Διεθνή Ένωση Ασφαλιστικών Εποπτικών Αρχών<br />

(International Association of Insurance Supervisors – IAIS), το Φόρουμ Χρηματοπιστωτικής<br />

Σταθερότητας, το ΔΝΤ και τις εθνικές αρχές.<br />

Ως βάση ή μοντέλο μίας διεθνούς χρηματοπιστωτικής εποπτικής αρχής θα<br />

μπορούσε να χρησιμεύσει το ΔΝΤ ή το Φόρουμ Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας,<br />

αν και το ΔΝΤ έχει το πλεονέκτημα της πολυμερούς συμμετοχής (185<br />

κράτη μέλη) και της μεγαλύτερης εμπειρίας στην οικονομική διπλωματία. Το<br />

άρθρο IV του καταστατικού του ΔΝΤ, για παράδειγμα, δίνει τη δυνατότητα στο<br />

Ταμείο να «εποπτεύει το διεθνές νομισματικό σύστημα έτσι ώστε να διασφαλί-<br />

47 J. Eatwell & L. Taylor, International capital markets and the future of economic<br />

policy, Center for Economic Policy Analysis, New York, 1998. Βλέπε επίσης στο J.<br />

Eatwell & L. Taylor, Global Finance at Risk: the case for International Regulation, Policy<br />

Press, New York, 2000.<br />

48 Για την έννοια και τη λειτουργία της αμοιβαίας αναγνώρισης (mutual recognition)<br />

των χρηματοπιστωτικών κανόνων από αλλοδαπές δικαιοδοσίες, βλ. Y. Avgerinos (επ.)<br />

ό.π., σελ. 36.


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 136<br />

136 ΓΙAΝΝΗΣ ΑΥΓΕΡΙΝOΣ<br />

ζει την αποτελεσματική λειτουργία του». Με την έννοια αυτή, η διάταξη ότι «το<br />

Ταμείο μπορεί να ασκεί εταιρική εποπτεία πάνω στις συναλλαγματικές πολιτικές<br />

των μελών» έχει ερμηνευτεί ότι καλύπτει τη γενική μακροοικονομική εποπτεία,<br />

ενώ και το νέο πρόγραμμα FSAP καλύπτει και τη μικροοικονομική εποπτεία<br />

της λειτουργίας του χρηματοπιστωτικού τομέα των κρατών μελών. Ο νέος<br />

αυτός ρόλος εποπτείας τέθηκε σε νέο θεσμικό πλαίσιο το 2001, όταν το ΔΝΤ<br />

ανακοίνωσε την ίδρυση της Διεύθυνσης Διεθνών Κεφαλαιαγορών, η αποστολή<br />

της οποίας είναι «η βελτίωση (…) των δραστηριοτήτων επίβλεψης, πρόληψης<br />

των κρίσεων και διαχείρισης κινδύνου», 49 ενώ το 2007 αναβαθμίστηκε περαιτέρω<br />

ο εποπτικός ρόλος του Ταμείου με την «Απόφαση για τη διμερή επίβλεψη<br />

της πολιτικής των μελών». 50 Από την άλλη, το Φόρουμ Χρηματοπιστωτικής<br />

Σταθερότητας, το οποίο δεν αποτελεί διεθνή οργανισμό, έχει λάβει την εντολή<br />

να (α) εντοπίζει και να εκτιμά τις αδυναμίες του διεθνούς χρηματοπιστωτικού<br />

συστήματος και να επιβλέπει τις δράσεις για την αντιμετώπισή τους, και (β) να<br />

βελτιώνει το συντονισμό και την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των διαφόρων<br />

αρχών, που είναι αρμόδιες για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα.<br />

Όποια και αν είναι η επιλογή της θεσμικής μορφής του (εθνικού ή υπερεθνικού)<br />

επόπτη, η μεταρρύθμιση της διεθνούς χρηματοπιστωτικής εποπτείας<br />

έχει δύο σημαντικές προποθέσεις: (α) ο επόπτης θα πρέπει να εξοπλισθεί με<br />

ισχύ αντίστοιχη του έργου που θα αναλάβει, και (β) θα πρέπει να υπάρξει συλλογική<br />

πολιτική βούληση για θεσμοθέτηση νέων διεθνών κανόνων και μεταφορά<br />

αρμοδιοτήτων σε υπερεθνικό επίπεδο. Δυστυχώς η μέχρι τώρα σύγκρουση<br />

μεταξύ των υποστηρικτών της παραδοσιακής ρύθμισης και αυτών της<br />

αυτορύθμισης, σε συνδυασμό με τον άκρατο προστατευτισμό του «εθνικού»<br />

συμφέροντος, δεν έχει επιτρέψει μία τέτοια προοπτική. Το εύρος όμως της σημερινής<br />

κρίσης δεν αφήνει άλλα περιθώρια για κοντόφθαλμες πολιτικές. Ήδη<br />

το θέμα έχει τεθεί στην ατζέντα πολλών, ανεπτυγμένων κυρίως, κρατών και η<br />

συγκυρία φαίνεται μοναδική για να σκεφτούμε τη δυνατότητα συγκρότησης<br />

ενός consensus σε διεθνές ρυθμιστικό και θεσμικό επίπεδο. 51 Για λόγους νομιμότητας,<br />

αλλά και αποτελεσματικότητας, το consensus αυτό δε θα πρέπει να πε-<br />

49 ΔΝΤ, «IMF Establishing International Capital Markets Department», News Brief,<br />

No. 01/24, 2001.<br />

50 ΔΝΤ, «Decision on Bilateral Surveillance over Members’ Policies», 15/06/2007.<br />

Με την απόφαση ξεκαθαρίστηκε ο τρόπος επίβλεψης του ΔΝΤ, κυρίως όσον αφορά<br />

στην προώθηση της σταθερότητας, ενώ δόθηκαν και κάποιες κατευθυντήριες γραμμές<br />

για συντονισμένη, δίκαιη και ειλικρινή εποπτεία.<br />

51 Βλ. την ομιλία του Γενικού Διευθυντή του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου<br />

Pascal Lamy στο Τρίτο Συνέδριο του Παγκόσμιου Δικτύου Πολιτικής, Πεκίνο,<br />

20/10/2008, ο οποίος, μεταξύ άλλων, χαιρετίζει τη δημιουργία ενός νέου Bretton Woods.


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 137<br />

Ο «ΜΑΥΡΟΣ ΚΥΚΝΟΣ» ΚΑΙ Η ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ 137<br />

ριοριστεί στις επτά ή οκτώ ισχυρότερες οικονομίες του πλανήτη, αλλά θα πρέπει<br />

να περιλαμβάνει όσο το δυνατόν περισσότερες αναπτυσσόμενες χώρες<br />

(τουλάχιστον το G20 αντί για το G7 ή το G8). 52 Επιπρόσθετα, θα πρέπει να επιδιωχθεί<br />

η συμμετοχή των φορέων παροχής χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, των<br />

κεντρικών τραπεζών και των άλλων εποπτικών αρχών στο διάλογο, ο οποίος<br />

θα είναι μακρύς και επίπονος. Με την κατάλληλη όμως θέληση και συνεργασία<br />

όλων των εμπλεκομένων φορέων, η δημιουργία του ενιαίου επόπτη και ενός<br />

πλέγματος ισχυρών διεθνών χρηματοπιστωτικών κανόνων, που θα τον στηρίζουν,<br />

μπορεί να γίνει πραγματικότητα, για ένα πιο ασφαλές και πιο αποτελεσματικό<br />

παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα.<br />

Συμπερασματικές παρατηρήσεις<br />

Ο πρόσφατος μαύρος κύκνος της χρηματοπιστωτικής κρίσης δεν είναι ούτε<br />

ο πρώτος ούτε ο τελευταίος. Η εμφάνισή του όμως και ο αντίκτυπός του στο παγκόσμιο<br />

χρηματοπιστωτικό σύστημα σηματοδοτεί το τέλος του μοντέλου της<br />

αυτορύθμισης ή της απορύθμισης και του κατακερματισμού της εποπτείας. Παράλληλα,<br />

μας διδάσκει ότι πρέπει να συνηθίσουμε να μαθαίνουμε από τα ιστορικά<br />

λάθη του παρελθόντος και να πράττουμε αναλόγως.<br />

Είναι φανερό ότι η ενιαία ρύθμιση και εποπτεία των χρηματοπιστωτικών<br />

αγορών αποτελεί την πλέον πιεστική προτεραιότητα για την παγκόσμια οικονομία<br />

και την πρόληψη χρηματοπιστωτικών κρίσεων. Η απορύθμιση δεν είναι<br />

συνώνυμο της ελευθερίας. Η ελευθερία εμπορίου σε παγκόσμιο επίπεδο δεν<br />

αντίκειται στην ύπαρξη αποτελεσματικών ρυθμίσεων και ενιαίας εποπτείας<br />

αλλά μάλλον τις προποθέτει. Όλοι παραδεχόμαστε ότι η πρόληψη είναι περισσότερο<br />

χρήσιμη από την θεραπεία ή τη διάσωση, όμως λίγοι αναγνωρίζουν<br />

και επιδοκιμάζουν τις αποφάσεις ή τις πράξεις πρόληψης. Αυτό συμβαίνει<br />

διότι η πρόληψη δε συνοδεύεται από εντυπωσιακές διακηρύξεις και τυμπανοκρουσίες,<br />

απαραίτητες στους πολιτικούς για το κέρδος του βραχυπρόθεσμου<br />

πολιτικού «οφέλους», όπως συμβαίνει, για παράδειγμα, όταν μία κυβέρνηση<br />

«σώζει» από την καταστροφή μια μεγάλη τράπεζα με τη χορήγηση δισεκατομμυρίων.<br />

Αντίθετα, η πρόληψη αποτελεί μία μακρά και επώδυνη διαδικασία συ-<br />

52 Ο άτυπος φορέας G20 δημιουργήθηκε το 1999 μετά την ασιατική κρίση και περιλαμβάνει<br />

τις οκτώ ισχυρές χώρες του κόσμου (ΗΠΑ, Ιαπωνία, Μ. Βρετανία, Γερμανία,<br />

Γαλλία, Ιταλία, Ρωσία και Καναδά) μαζί με τις αναπτυσσόμενες οικονομίες (Κίνα, Ινδία,<br />

Βραζιλία, Αργεντινή, Μεξικό, Αυστραλία, Νότια Αφρική, Νότια Κορέα, Ινδονησία,<br />

Σαουδική Αραβία, Τουρκία) και την ΕΕ.


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 138<br />

138 ΓΙAΝΝΗΣ ΑΥΓΕΡΙΝOΣ<br />

ντονισμού, διαλόγου και δύσκολων πολιτικών αποφάσεων, τα αποτελέσματα<br />

της οποίας δεν είναι σίγουρο ότι θα κεφαλαιοποιηθούν στα θετικά μιας κυβερνητικής<br />

πολιτικής.<br />

Εντούτοις, αποτελεί πια κοινή διαπίστωση ότι το υπάρχον θεσμικό πλαίσιο<br />

κρίνεται μη επαρκές για να αντιμετωπίσει το βαθμό της παγκοσμιοποίησης και<br />

αλληλεξάρτησης των αγορών αλλά και το μέγεθος και τη σημασία του διεθνούς<br />

χρηματοπιστωτικού συστήματος. Στο μέλλον, καλύτερες και αποτελεσματικότερες<br />

ρυθμιστικές και θεσμικές υποδομές πρέπει να εξασφαλίσουν ότι οι χρηματοπιστωτικές<br />

αγορές λειτουργούν με βάση τους στόχους τους, δηλαδή του<br />

καταμερισμού της αποτελεσματικότητας και του κινδύνου, και όχι ως φορείς<br />

νομιμοποίησης της κερδοσκοπίας και υποτίμησης του κινδύνου, το οποίο οδηγεί<br />

με μαθηματική ακρίβεια στην αποσταθεροποίηση ή ακόμη και την κατάρρευση<br />

των εθνικών οικονομιών.<br />

Για ασφαλή και αποτελεσματική ρύθμιση και εποπτεία των χρηματοπιστωτικών<br />

αγορών, είναι απαραίτητο η σφαίρα αρμοδιοτήτων και επιρροής του<br />

επόπτη να συμπίπτει με αυτή των φορέων και των αγορών που επιβλέπει (δίπτυχο<br />

εθνική αγορά – εθνικός επόπτης, διεθνής αγορά – διεθνής επόπτης). Καμία<br />

από τις συνήθεις αρμοδιότητες μιας χρηματοπιστωτικής εποπτικής αρχής –<br />

αδειοδότηση χρηματοπιστωτικών εταιριών, παροχή πληροφοριών, εποπτεία,<br />

εφαρμογή κανόνων και χάραξη πολιτικής– δεν ασκείται αυτή τη στιγμή με συνεκτικό<br />

τρόπο σε εθνικό, ευρωπακό ή διεθνές επίπεδο. Σε κάποιες περιπτώσεις<br />

μπορεί να μην ασκούνται καθόλου. Εξαιτίας της έλλειψης ενός ενιαίου<br />

επόπτη σε υπερεθνικό επίπεδο, η απελευθέρωση των διεθνών αγορών έχει<br />

οδηγήσει σε μία σημαντική αύξηση του συστημικού κινδύνου. Ακόμα και εάν<br />

δε δημιουργηθεί ποτέ ένας παγκόσμιος φορέας χρηματοπιστωτικής εποπτείας,<br />

οι παραπάνω αρμοδιότητες πρέπει να εκχωρηθούν και να ενοποιηθούν, προκειμένου<br />

να μην ξαναεμφανιστούν στο μέλλον οι καταστροφικοί μαύροι κύκνοι<br />

του παρελθόντος.<br />

«Σε μια κρίση σαν τη σημερινή, εθνική δράση δεν νοείται», δήλωσε πρόσφατα<br />

ο Γάλλος γενικός διευθυντής του ΔΝΤ, Dominique Strauss-Kahn, προτείνοντας<br />

τη ριζική αναβάθμιση του ρόλου που διαδραματίζει ο οργανισμός του<br />

οποίου ηγείται. 53 Από την πλευρά του, ο Αμερικανός πρόεδρος της Παγκόσμιας<br />

Τράπεζας, Robert Zoellick, έκανε ένα βήμα παραπέρα: Εκτιμώντας ότι<br />

«το G7 δεν λειτουργεί», ζητούσε την αντικατάστασή του από ένα «νέο πολυμερές<br />

δίκτυο, που θα ταιριάζει στην εποχή μας», με την προσθήκη εκπροσώπων<br />

53 Δήλωση κατά την Ετήσια Συνάντηση ΔΝΤ και Παγκόσμιας Τράπεζας,<br />

Washington, 13/10/2008 (www.imf.org).


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 139<br />

Ο «ΜΑΥΡΟΣ ΚΥΚΝΟΣ» ΚΑΙ Η ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ 139<br />

των ανερχόμενων δυνάμεων (G20). 54 Το νέο αυτό δίκτυο ή ο νέος επόπτης χρηματοπιστωτικής<br />

ρύθμισης και εποπτείας είναι δυνατό να θεμελιωθεί θεσμικά<br />

πάνω σε κάποιον από τους υπάρχοντες διεθνείς οργανισμούς ή fora. Ήδη σημαντικές<br />

αρμοδιότητες έχουν εκχωρηθεί σε διάφορους φορείς δημιουργίας<br />

διεθνών προτύπων και κανόνων, ακόμη και από κράτη που παραδοσιακά αντιδρούσαν<br />

σε μια τέτοια προοπτική (π.χ. ΗΠΑ). Αυτό που χρειάζεται είναι να γίνει<br />

ένα ακόμη βήμα προκειμένου οι φορείς αυτοί να αποκτήσουν θεσμική οντότητα<br />

και περισσότερη ισχύ έτσι ώστε να είναι σε θέση να ρυθμίζουν και να εποπτεύουν<br />

το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα και να προλαμβάνουν καταστάσεις<br />

κρίσεων. Αντίστοιχες κινήσεις δημιουργίας ενός υπερεθνικού οργάνου<br />

εποπτείας είναι απαραίτητες και σε ευρωπακό επίπεδο, κυρίως εξαιτίας<br />

της σύγχυσης που επικρατεί στο διαχωρισμό των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών<br />

αλλά και της δημιουργίας της ενιαίας ευρωπακής χρηματοπιστωτικής<br />

αγοράς, η οποία ήδη αποτελεί πραγματικότητα. Στις χώρες, τέλος, όπως η Ελλάδα,<br />

που έχουν παραμείνει πίσω από τις παραπάνω εξελίξεις και δεν έχουν<br />

επιλέξει την ενοποίηση της χρηματοπιστωτικής εποπτείας, το μοντέλο των δύο<br />

ή των τριών εποπτών δε μπορεί πια να λειτουργήσει. Η καθιέρωση ενιαίας<br />

ρύθμισης και εποπτείας σε εθνικό επίπεδο είναι όχι απλώς επιτακτική αλλά<br />

αποτελεί ενδεχομένως και προπόθεση για την ομαλότερη μετάβαση στις παραπάνω<br />

υπερεθνικές λύσεις.<br />

54 Σύμφωνα με τον Zoellick, το δίκτυο αυτό δε θα πρέπει να έχει μόνιμα μέλη, αλλά<br />

να είναι ελαστικό, να έχει συχνές συναντήσεις ακόμη και με τηλεδιάσκεψη, να γίνει το<br />

«facebook για την πολυμερή οικονομική διπλωματία», Washington, 6/10/2008, (www.<br />

worldbank.org).


kef01:kef01 06/03/2009 13:58 Page 140


kef02:kef02 06/03/2009 13:58 Page 141<br />

ΕΝΟΤΗΤΑ ΙI<br />

Κλιματική Αλλαγή και Βιώσιμη Ανάπτυξη


kef02:kef02 06/03/2009 13:58 Page 142


kef02:kef02 06/03/2009 13:58 Page 143<br />

6<br />

Κλιματικές αλλαγές και επιπτώσεις<br />

στην οικονομία<br />

Εμμανουήλ Πετράκης και Γιώργος Νεοφώτιστος<br />

Εισαγωγή<br />

Στο πρώτο εξάμηνο του 2007, η Διακυβερνητική Επιτροπή για την Κλιματική<br />

Αλλαγή (Intergovernmental Panel for Climate Change - IPCC) παρουσίασε<br />

τα αποτελέσματα της 4ης Έκθεσης Εκτίμησης της Αλλαγής του Κλίματος<br />

(4th Assessment Report – AR4), όπου καταγράφονται οι ήδη παρατηρηθείσες<br />

επιπτώσεις στο φυσικό περιβάλλον, αλλά και οι αναμενόμενες επιπτώσεις. 1 Η<br />

σύγκριση των συμπερασμάτων της 4ης Έκθεσης με τα αντίστοιχα της προηγούμενης<br />

3ης Έκθεσης της IPCC (που δημοσιεύθηκε το 2001), αναδεικνύει μια πιο<br />

απαισιόδοξη εκτίμηση των επιπτώσεων. Τα αναπτυσσόμενα και λιγότερο ανεπτυγμένα<br />

κράτη, όπως και οι κλιματικά ευαίσθητες περιοχές, θα είναι εκείνα<br />

που θα υποστούν τις σφοδρότερες και πρώτες συνέπειες – π.χ. έλλειψη νερού,<br />

μείωση της γεωργικής παραγωγής, καταστροφές από ακραία καιρικά φαινόμενα<br />

(κυρίως πλημμύρες), τήξη πάγων/χιονιού, και μετακίνηση πληθυσμών.<br />

Επιπρόσθετα, αν η αναμενόμενη αύξηση της μέσης θερμοκρασίας του πλανήτη<br />

ξεπεράσει τους 2 ο C, οι κίνδυνοι σε μοναδικά ή ευαίσθητα οικοσυστή-<br />

1 Η Έκθεση περιλαμβάνει τα πορίσματα τριών ομάδων εργασίας καθώς επίσης και<br />

την συνοπτική αναφορά που συνθέτει τα συμπεράσματα των πορισμάτων αυτών.<br />

Intergovernmental Panel on Climate Change. IPCC Fourth Assessment Report, Working<br />

Groups I, II, and III (http://www.ipcc.ch/), 2007.


kef02:kef02 06/03/2009 13:58 Page 144<br />

144 ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΠΕΤΡΑΚΗΣ – ΓΙΩΡΓΟΣ ΝΕΟΦΩΤΙΣΤΟΣ<br />

ματα, οι κίνδυνοι από ακραία καιρικά φαινόμενα, η διαφοροποίηση μεταξύ περιοχών<br />

τόσο στην εμφάνιση και ένταση των κινδύνων όσο και στις συνακόλουθες<br />

οικονομικές επιπτώσεις, και η εμφάνιση μη-αναστρέψιμων, απότομων καταστροφικών<br />

κλιματικών αλλαγών, είναι πολύ δύσκολο και οικονομικά ειδεχθές<br />

να αντιμετωπισθούν.<br />

Η αντιμετώπιση των κλιματικών αλλαγών μπορεί να επιτευχθεί με πολιτικές<br />

αφενός «μετριασμού» (mitigation) - που θα δράσουν κυρίως μακροπρόθεσμα<br />

και σε παγκόσμιο επίπεδο λόγω της φύσεως του προβλήματος - και αφ’ ετέρου<br />

«προσαρμογής» (adaptation) - που δρουν βραχυπρόθεσμα και σε τοπικό/περιφερειακό/εθνικό<br />

επίπεδο. Στην ανάλυση που ακολουθεί, παρουσιάζονται οι οικονομικές<br />

επιπτώσεις των κλιματικών αλλαγών τόσο σε παγκόσμιο επίπεδο<br />

όσο και σε τοπικό/περιφερειακό επίπεδο και αναδεικνύονται διαστάσεις των<br />

προβλημάτων που θα πρέπει ένα σύγχρονο κράτος πρόνοιας, με προοδευτική<br />

οικονομική πολιτική και πολιτικές αλλαγής να λάβει υπόψη.<br />

Οικονομικές επιπτώσεις των κλιματικών αλλαγών σε παγκόσμιο<br />

επίπεδο<br />

Η μελέτη του οικονομικού αντίκτυπου των κλιματικών αλλαγών εστιάζει κυρίως<br />

στις επιπτώσεις στην γεωργική παραγωγή και κτηνοτροφία, αλλά και στην<br />

μετανάστευση, στον τουρισμό, στους υδατικούς πόρους, στην αλιεία, στην<br />

ένταση και στη συχνότητα των ακραίων καιρικών φαινομένων. 2<br />

Οι επιπτώσεις των κλιματικών αλλαγών δεν είναι γεωγραφικά ομοιόμορφες<br />

και δεν επηρεάζουν όλες τις χώρες με τον ίδιο τρόπο. Η αγροτική παρα-<br />

2 Βλέπε στα O. Deschenes και M. Greenstone, «The Economic Impacts of Climate<br />

Change: Evidence from Agricultural Output and Random Fluctuations in Weather»,<br />

American Economic Review, Vol. 97, 2007, σσ. 354-385; D. J. Davidson T. Williamson και<br />

J. R. Perkins, «Understanding Climate Change Risk and Vulnerability in Northern Forest-<br />

Based Communities», Canadian Journal for Forest Research, Vol. 33, 2003, σσ. 2252-2261;<br />

K. L.Frank, T. L. Mader, J. A. Harrington Jr., G. L. Hahn, «Potential Climate Change<br />

Effects on Warm-Season Livestock Production in the Great Plains», Journal Series, Νo<br />

14462, Agricultural Research Division, University of Nebraska, 2004; H. Steinfeld, P.<br />

Gerber, T. Wassenaar, V. Castel, M. Rosales και C. de Haan, «Livestock’s Long Shadow -<br />

Environmental Issues and Options», Food and Agriculture Organization of the United<br />

Nations. In-depth Assessment Report, building on the work of the Livestock, Environment<br />

and Development (LEAD) Initiative, FAO’s Animal Production and Health Division,<br />

2006; και M. Tsigas, G. B. Frisvold και B. Kuhn, «Global Climate Change and<br />

Agriculture» σε Global Trade Analysis: Modeling and Applications, Cambridge University<br />

Press, Cambridge, 1997.


kef02:kef02 06/03/2009 13:58 Page 145<br />

ΚΛΙΜΑΤΙΚΕΣ ΑΛΛΑΓΕΣ ΚΑΙ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ 145<br />

γωγή εκτιμάται πως θα αυξηθεί σε περιοχές που βρίσκονται σε βορειότερα γεωγραφικά<br />

πλάτη ενώ θα μειωθεί σε περιοχές που βρίσκονται νοτιότερα. Επίσης,<br />

το επίπεδο ανάπτυξης των χωρών αυξάνει την ικανότητα προσαρμογής<br />

τους στις κλιματικές αλλαγές.<br />

Πρόσφατη μελέτη 3 που διερευνά τις κλιματικές επιπτώσεις στην οικονομική<br />

ανάπτυξη 136 χωρών (αναλύοντας δεδομένα χρονοσειρών θερμοκρασίας, βροχοπτώσεων<br />

και οικονομικής ανάπτυξης από το 1950 μέχρι και το 2003) αναδεικνύει<br />

μεγάλου μεγέθους αρνητικές επιπτώσεις των υψηλών θερμοκρασιών<br />

στην οικονομική ανάπτυξη των πτωχών χωρών στις οποίες 1 ο C άνοδος της θερμοκρασίας<br />

μειώνει την οικονομική ανάπτυξη κατά 1,1%. Αντίθετα, στις αναπτυγμένες<br />

χώρες οι μεταβολές της θερμοκρασίας δεν έχουν σημαντικές επιπτώσεις<br />

στην οικονομική ανάπτυξη, ενώ μεταβολές στην βροχόπτωση δεν επηρεάζουν<br />

την οικονομική ανάπτυξη ούτε στις αναπτυγμένες αλλά ούτε και στις<br />

αναπτυσσόμενες χώρες.<br />

Οι μελέτες που βασίζονται σε ιστορικά δεδομένα προσδιορίζουν σημαντικές<br />

διαστάσεις του προβλήματος όμως τα συμπεράσματά τους δεν θεωρούνται<br />

στατιστικά ασφαλή για να μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως γραμμικοί εκτιμητές<br />

πρόβλεψης του μέλλοντος. Η αύξηση των συγκεντρώσεων των αερίων του<br />

θερμοκηπίου από τις ανθρωπογενείς εκπομπές ρύπων έχει μη αμελητέα πιθανότητα<br />

να αλλάξει μη-γραμμικά το παγκόσμιο κλιματικό σύστημα με σημαντικά<br />

αρνητικές οικονομικές επιπτώσεις. Για τον λόγο αυτό πρέπει να συγκρατηθούν<br />

οι εκπομπές των αερίων του θερμοκηπίου, κυρίως του διοξειδίου του<br />

άνθρακα (CO2).<br />

Η συγκράτηση των εκπομπών των αερίων του θερμοκηπίου επηρεάζει όμως<br />

την οικονομική ανάπτυξη, για το λόγο αυτό και είναι πολύ δύσκολη η επίτευξη<br />

μιας παγκόσμιας συμφωνίας με συμμετοχή όλων των χωρών. Πολιτικές και<br />

προτάσεις δράσης για την συγκράτηση των εκπομπών των αερίων του θερμοκηπίου<br />

- που όμως απαιτούν άμεσα μεγάλες μειώσεις εκπομπών άρα και μείωση<br />

της οικονομικής ανάπτυξης- συναντούν σημαντική αντίδραση. Επιπλέον,<br />

το γεγονός πως τα «αρνητικά» αποτελέσματα των κλιματικών αλλαγών θα γίνουν<br />

αισθητά μετά από πολλές δεκαετίες θέτει το θέμα των οικονομικών «θυσιών»<br />

που πρέπει να κάνει η παρούσα γενεά για την βελτίωση του επιπέδου<br />

ζωής μελλοντικών γενεών: να κάνουμε σήμερα πολλά ή να κάνουμε λίγα;<br />

Μια απάντηση στο ερώτημα αυτό είναι να μην κάνουμε τίποτα (no controls<br />

policy, πολιτική μηδαμινών ελέγχων) σήμερα –και για τα επόμενα 250 χρόνια–<br />

σε επίπεδο κυβερνητικών ή διακυβερνητικών πολιτικών. Μπορούν όμως να γί-<br />

3 M. Dell, B. F. Jones και B. A. Olken, «Climate Change and Economic Growth: Evi -<br />

de nce from the Last Half Century», Working Papers, Νο. 14132, NBER, 2008.


kef02:kef02 06/03/2009 13:58 Page 146<br />

146 ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΠΕΤΡΑΚΗΣ – ΓΙΩΡΓΟΣ ΝΕΟΦΩΤΙΣΤΟΣ<br />

νονται ενέργειες αντιμετώπισης των κλιματικών επιπτώσεων, όπως π.χ. ενέργειες<br />

«προσαρμογής», από φορείς, επιχειρήσεις ή φυσικά πρόσωπα. Πρόσφατη<br />

οικονομική μελέτη, 4 με χρήση του μοντέλου DICE-2007 προσδιορίζει τις<br />

επιπτώσεις της πολιτικής αυτής. Μετά από 250 έτη η σημερινή αξία των ζημιών<br />

από τις ανεξέλεγκτες κλιματικές αλλαγές θα ανέλθουν σε 22,5 τρισεκατομμύρια<br />

δολάρια με τη μέση ετήσια θερμοκρασία το 2100 να έχει αυξηθεί κατά 3,1<br />

ο C (το 2200 κατά 5,3 ο C) ως προς τα επίπεδα θερμοκρασίας του 1900. Αν μειωθεί<br />

ο χρονικός ορίζοντας της μη-πολιτικής αυτής σε 50 έτη, οι ζημιές θα ανέλθουν<br />

σε 17,3 τρις δολάρια και η θερμοκρασία θα αυξηθεί κατά 2,7 ο C το 2100<br />

(3,5 ο C το 2200) σε σχέση με τα επίπεδα του 1900.<br />

Αντιθέτως, η μείωση που προβλέπει το Πρωτόκολλο του Κότο είναι 4,2%<br />

για την 5-ετία 2008-2012 (με επίπεδο μειώσεων μετά το 2012 που βρίσκεται<br />

τώρα υπό διαπραγμάτευση) για τις χώρες που συμμετέχουν στην σύμβαση<br />

αυτή. Οι κλιματικές ζημιές με την πολιτική αυτή (χωρίς συμμετοχή των ΗΠΑ)<br />

μειώνονται σε 21,4 τρις δολάρια, ενώ η θερμοκρασία θα αυξηθεί κατά 2,9 ο C<br />

το 2100 (5,2 ο C το 2200) σε σχέση με τα επίπεδα του 1900.<br />

Προτάσεις δράσης όπως αυτή που περιγράφεται στην πρόσφατα δημοσιευμένη<br />

Έκθεση Stern 5 ή αυτή που προτάθηκε από τον πρώην αντιπρόεδρο των<br />

ΗΠΑ Αλ Γκορ, απαιτούν βραχυπρόθεσμα μεγάλες μειώσεις των εκπομπών<br />

CO2 με επακόλουθη μείωση της οικονομικής ανάπτυξης. Το κόστος αυτό ανέρχεται<br />

σε 27,7 και 33,9 τρις δολάρια (παρούσα αξία), αντίστοιχα για την κάθε<br />

πρόταση, ενώ το κόστος των κλιματικών ζημιών –από την εφαρμογή αυτών των<br />

προτάσεων– ανέρχεται σε 9 και 10 τρις δολάρια, αντίστοιχα. Η θερμοκρασία<br />

θα μεταβληθεί κατά 1,5 ο C το 2100 (και για τις δύο προτάσεις) και κατά 1,3 και<br />

1,6 κατά το 2200, αντίστοιχα. Συνολικά, το κόστος για κάθε πρόταση (κλιματικές<br />

ζημίες + κόστος εφαρμογής) είναι 36,8 και 44 τρις δολάρια, αντίστοιχα.<br />

Εκτός από τις πολιτικές και τις προτάσεις μείωσης των εκπομπών CO2 στην<br />

ατμόσφαιρα, υπάρχει η πρόταση για εντατική έρευνα και ανάπτυξη (R&D) με<br />

στόχο τεχνολογικές λύσεις για να αντιμετωπισθούν οι κλιματικές αλλαγές (low<br />

cost backstop technology). Παράδειγμα τεχνολογικών λύσεων αποτελεί η αποτελεσματική<br />

και σε μεγάλη κλίμακα παραγωγή ενέργειας από εναλλακτικές<br />

πηγές ενέργειας (πλην δηλαδή της καύσης ορυκτών καυσίμων), η έκλυση διοξειδίου<br />

του θείου (SO2) στα ανώτερα στρώματα της ατμόσφαιρας (για την ανάκλαση<br />

της ηλιακής ακτινοβολίας), η συγκέντρωση CO2 από τους σταθμούς πα-<br />

4 W. Nordhaus, A Question of Balance: Weighing the Options on Global Warming<br />

Policies, Yale University Press, Yale, 2008<br />

5 N. Stern, The Economics of Climate Change: The Stern Review, Cambridge Unive -<br />

rsity Press, 2007.


kef02:kef02 06/03/2009 13:58 Page 147<br />

ΚΛΙΜΑΤΙΚΕΣ ΑΛΛΑΓΕΣ ΚΑΙ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ 147<br />

ραγωγής ενέργειας (μη-έκκληση του στην ατμόσφαιρα) και η υπόγεια αποθήκευσή<br />

του, τα γενετικά τροποποιημένα φυτά ή το πλαγκτόν που θα απορροφούν<br />

CO2 και θα το αποθηκεύουν, κ.ά.<br />

Όμως, η σημερινή αποτελεσματικότητα των μεθόδων αυτών υπολείπεται<br />

κατά μια τάξη μεγέθους της αποτελεσματικότητας που απαιτείται για την αντιμετώπιση<br />

των κλιματικών αλλαγών σε παγκόσμιο επίπεδο. Επιπλέον, υπάρχει<br />

ο κίνδυνος η εφαρμογή τεχνολογικών λύσεων σε παγκόσμιο επίπεδο, που δεν<br />

έχει συμβεί ξανά σε τέτοια έκταση, να επιδράσει στο κλίμα με τρόπο που να<br />

μην είναι δυνατόν να προβλεφθεί επακριβώς. Επιπρόσθετα, υπάρχει ο κίνδυνος<br />

δημιουργίας αρνητικών εξωτερικών επιδράσεων (negative externalities)<br />

από την προσπάθεια να επιδοτηθούν συγκεκριμένες λύσεις όπως αυτή της καλλιέργειας<br />

βιοκαυσίμων που οδήγησαν στην εκτόπιση των καλλιεργειών για<br />

βρώση με αποτέλεσμα την άνοδο των τιμών των τροφίμων.<br />

Η πολιτική όμως αυτή, των τεχνολογικών λύσεων, αποτελεί την πλέον «οικονομική»<br />

λύση. Οι κλιματικές ζημιές ανέρχονται μόνο σε 4,9 τρις δολάρια (με<br />

κόστος εφαρμογής 0,5 τρις), ενώ η θερμοκρασία θα αυξηθεί κατά 0,9 ο Cτο<br />

2100 (0,8 ο C το 2200) σε σχέση με τα επίπεδα του 1900.<br />

Στον Πίνακα 1 παρουσιάζονται –συγκεντρωτικά και συγκριτικά– τα αποτελέσματα<br />

της οικονομικής ανάλυσης των πολιτικών αντιμετώπισης των κλιματικών<br />

αλλαγών, σύμφωνα με το μοντέλο DICE-2007. Εξετάζονται οι ακόλουθες<br />

πολιτικές:<br />

1. Πολιτική Μηδαμινών Ελέγχων (No controls [“Baseline”] policy). Πολιτική<br />

κατά την οποία δεν λαμβάνονται κυβερνητικά ή διακυβερνητικά μέτρα για<br />

μειώσεις ρύπων για τα επόμενα 250 έτη (ή για τα επόμενα 50 έτη).<br />

2. Βέλτιστη Πολιτική (“Optimal” policy). Οι μειώσεις ρύπων και οι τιμές CO2<br />

μεταβάλλονται ώστε να απεικονίζουν (και να αντιμετωπίζουν) το κοινωνικό<br />

τους κόστος.<br />

3. Πολιτική Περιορισμών στις συγκεντρώσεις CO2 (Climatic constraints with<br />

CO2-concentration constraints). Πολιτική παρόμοια με την Βέλτιστη Πολιτική,<br />

όμως με ατμοσφαιρικές συγκεντρώσεις CO2 μικρότερες από τις ακόλουθες<br />

ανώτερες τιμές:<br />

Α. Συγκεντρώσεις CO2 < 1,5 x προβιομηχανικών συγκεντρώσεων CO2<br />

(420 ppm)<br />

Β. Συγκεντρώσεις CO2 < 2 x προβιομηχανικών συγκεντρώσεων CO2 (560<br />

ppm)<br />

Γ. Συγκεντρώσεις CO2 < 2,5 x προβιομηχανικών συγκεντρώσεων CO2 (700<br />

ppm)<br />

4. Πολιτική Περιορισμών στις τιμές των Θερμοκρασιών (Climatic constraints<br />

with temperature constraints). Πολιτική παρόμοια με την Βέλτιστη Πολιτική,<br />

όμως με μεταβολές των θερμοκρασιών –σε σχέση με την μέση τιμή της θερ-


kef02:kef02 06/03/2009 13:58 Page 148<br />

148 ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΠΕΤΡΑΚΗΣ – ΓΙΩΡΓΟΣ ΝΕΟΦΩΤΙΣΤΟΣ<br />

μοκρασίας το 1990- μικρότερες από τις ακόλουθες ανώτερες τιμές:<br />

Α. Μεταβολή Θερμοκρασίας < 1½ °C<br />

Β. Μεταβολή Θερμοκρασίας < 2 °C<br />

Γ. Μεταβολή Θερμοκρασίας < 2½ °C<br />

Δ. Μεταβολή Θερμοκρασίας < 3 °C<br />

5. Πολιτική Εφαρμογής Πρωτοκόλλου Κότο (Kyoto protocol).<br />

Α. Αρχική Σύμβαση Πρωτοκόλλου Κυότο, συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ.<br />

Εφαρμογή των μειώσεων ρύπων σύμφωνα με το Πρωτόκολλο του Κυότο<br />

για το χρονικό διάστημα 2008-2012, συμπεριλαμβανομένων όμως των<br />

ΗΠΑ.<br />

Β. Αρχική Σύμβαση Πρωτοκόλλου Κότο, χωρίς συμμετοχή των ΗΠΑ.<br />

Εφαρμογή των μειώσεων ρύπων σύμφωνα με το Πρωτόκολλο του Κυότο<br />

για το χρονικό διάστημα 2008-2012, χωρίς τις ΗΠΑ.<br />

Γ. «Ενισχυμένη» Σύμβαση Πρωτοκόλλου Κότο (μεγαλύτερη συμμετοχή χωρών,<br />

10% αρχική μείωση εκπομπών, πλέον 10% μείωση κάθε 25 έτη)<br />

6. Stern Review. Βραχυπρόθεσμες μεγάλες μειώσεις εκπομπών και χαμηλή τιμή<br />

συντελεστή προεξόφλησης (discount rate).<br />

7. Gore proposal. Πρόταση για μείωση των εκπομπών στις ΗΠΑ και στις αναπτυγμένες<br />

χώρες κατά 90% μέχρι το 2050 (και κατά 50% συνολικά, σε παγκόσμιο<br />

επίπεδο).<br />

8. Πολιτική για εφαρμογή τεχνολογικών λύσεων (Low-cost backstop techno -<br />

logy). Εντατική έρευνα και ανάπτυξη (R&D) με στόχο τεχνολογικές λύσεις<br />

για να αντιμετωπισθούν οι κλιματικές αλλαγές.<br />

Πιο συγκεκριμένα, στον Πίνακα 1, παρουσιάζονται για κάθε επιμέρους πολιτική:<br />

α) η παρούσα αξία των οικονομικών απωλειών λόγω των κλιματικών<br />

αλλαγών, β) η παρούσα αξία του κόστους εφαρμογής/δαπανών της κάθε πολιτικής,<br />

γ) το άθροισμα των οικονομικών απωλειών και του κόστους εφαρμογής<br />

της κάθε πολιτικής, δ) την μεταβολή της μέσης παγκόσμιας θερμοκρασίας για<br />

το έτος 2100 και για το έτος 2200 (ως προς τα επίπεδα θερμοκρασίας το 1900).<br />

Οι προαναφερθείσες πολιτικές και προτάσεις για δράση εστιάζουν στον<br />

«μετριασμό» των επιπτώσεων των κλιματικών αλλαγών σε χρονικό ορίζοντα<br />

πολλών δεκαετιών, οπότε και αναμένονται να γίνουν παγκοσμίως αισθητές.<br />

Όμως, σε τοπικό επίπεδο, οι κλιματικές αλλαγές έχουν ήδη αρχίσει να αλλάζουν<br />

το περιβάλλον, όπως στην περίπτωση της τήξης των πάγων της Αρκτικής<br />

(σε βαθμό που να καθιστά εφικτή τη ναυσιπλοα από τον Ατλαντικό προς τον<br />

Ειρηνικό, βόρεια του Καναδά και της Αλάσκας) αλλά και της αύξησης της θερμοκρασίας<br />

που επηρεάζει την χιονοκάλυψη στους ορεινούς όγκους των Ευρωπακών<br />

Άλπεων, ενός συστήματος με μεγάλη οικονομική σημασία (χειμερινός<br />

τουρισμός, διαχείριση φυσικών καταστροφών) για τις χώρες στις οποίες εκτείνεται<br />

το σύστημα αυτό. Στην ενότητα που ακολουθεί παρουσιάζονται οι κλιμα-


kef02:kef02 06/03/2009 13:58 Page 149<br />

ΚΛΙΜΑΤΙΚΕΣ ΑΛΛΑΓΕΣ ΚΑΙ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ 149<br />

Πίνακας 1. Αποτελέσματα εφαρμογής του μοντέλου DICE-2007 για τις οικονομικές<br />

και κλιματικές επιπτώσεις εναλλακτικών πολιτικών αντιμετώπισης των κλιματικών<br />

αλλαγών.<br />

Πολιτική<br />

Παρούσα<br />

Αξία των<br />

Οικονομικών<br />

Απωλειών<br />

λόγω Κλιματικών<br />

Αλλαγών<br />

Παρούσα<br />

Αξία Δαπανών<br />

για την<br />

Αντιμετώπιση<br />

των Κλιματικών<br />

Αλλαγών<br />

Καθαρή Παρούσα<br />

Αξία<br />

Απωλειών<br />

και<br />

Δαπανών<br />

Μεταβολή<br />

Μέσης Παγκόσμιας<br />

Θερμοκρασίας<br />

το 2100<br />

Μεταβολή<br />

Μέσης<br />

Παγκόσμιας<br />

Θερμοκρασίας<br />

το 2200<br />

(σε τρισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ 2005) (ως προς τα επίπεδα του 1900)<br />

Μηδαμινών<br />

Ελέγχων:<br />

για 250 έτη 22,55 0,04 22,59 3,06 5,30<br />

για 50 έτη 18,85 1,60 20,45 2,72 3,52<br />

Βέλτιστη 17,31 2,20 19,52 2,61 3,45<br />

Περιορισμού<br />

συγκεντρώσεων<br />

CO2:<br />

< 1,5 × CO2 9,95 27,24 37,10 1,61 1,78<br />

< 2 × CO2 15,97 3,95 19,92 2,48 2,84<br />

< 2,5 × CO2 17,31 2,20 19,51 2,61 3,45<br />

Περιορισμού<br />

αύξησης θερμοκρασίας:<br />

< 1,5 ο C 9,95 27,08 37,03 1,50 1,50<br />

< 2 ο C 13,09 11,30 24,39 2,00 2,00<br />

< 2,5 ο C 15,32 5,28 20,60 2,41 2,50<br />

< 3 ο C 16,67 2,90 19,57 2,57 2,99<br />

Εφαρμογή<br />

Πρωτοκόλλου<br />

Κότο:<br />

Με ΗΠΑ 21,38 0,58 21,96 2,94 5,23<br />

Χωρίς ΗΠΑ 22,43 0,07 22,49 3,05 5,29<br />

«Ενισχυμένο» 16,01 5,87 21,88 2,39 3,26<br />

Stern 9,02 27,74 36,77 1,52 1,27<br />

Gore 10,05 33,90 43,96 1,49 1,58<br />

Τεχνολογικών<br />

λύσεων<br />

4,92 0,48 5,40 0,90 0,83<br />

Πηγή: W. Nordhaus, A Question of Balance: Weighing the Options on Global Warming<br />

Policies, Yale University Press, Yale, 2008


kef02:kef02 06/03/2009 13:58 Page 150<br />

150 ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΠΕΤΡΑΚΗΣ – ΓΙΩΡΓΟΣ ΝΕΟΦΩΤΙΣΤΟΣ<br />

τικές αλλαγές και οι οικονομικές επιπτώσεις τους στο ευαίσθητο κλιματικά γεωγραφικό<br />

σύστημα των Ευρωπακών Άλπεων.<br />

Οικονομικές επιπτώσεις σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο:<br />

H περίπτωση του κλιματικά ευαίσθητου συστήματος των<br />

Ευρωπακών Άλπεων<br />

Σύμφωνα με τα πορίσματα της δεύτερης ομάδας εργασίας της AR4-IPCC<br />

(4ης Έκθεσης Εκτίμησης της Αλλαγής του Κλίματος), η αλλαγή του κλίματος<br />

έχει ήδη ισχυρές επιδράσεις στα ευαίσθητα κλιματικά γεωγραφικά συστήματα:<br />

στα οικοσυστήματα, στους υδατικούς πόρους και στις παράκτιες περιοχές. Η<br />

περίπτωση του κλιματικά ευαίσθητου συστήματος των Ευρωπακών Άλπεων<br />

αποτελεί υπόδειγμα καταγραφής και αποτίμησης τόσο των οικονομικών επιπτώσεων<br />

των κλιματικών αλλαγών όσο και των πρωτοβουλιών προσαρμογής<br />

στις τελευταίες (στο πεδίο του χειμερινού τουρισμού και στο πεδίο της διαχείρισης<br />

φυσικών κινδύνων). 6 Τα συμπεράσματα που προκύπτουν από τη μελέτη<br />

του συγκεκριμένου γεωγραφικού συστήματος αναδεικνύουν τις διαστάσεις<br />

στις οποίες πρέπει να δοθεί βάρος στα κλιματικά ευαίσθητα συστήματα που<br />

βρίσκονται σε άλλα γεωγραφικά σημεία στον πλανήτη.<br />

Οι Άλπεις αποτελούν γεωγραφικό σύστημα ιδιαίτερα ευαίσθητο στις κλιματικές<br />

αλλαγές και ο βαθμός υπερθέρμανσης τους είναι περί τις τρεις φορές μεγαλύτερος<br />

από τον παγκόσμιο μέσο όρο. Τα έτη 1994, 2000, 2002 και 2003 απετέλεσαν<br />

τα πιο θερμά έτη στη διάρκεια των τελευταίων 500 ετών. Οι Άλπεις<br />

εκτείνονται σε πέντε χώρες του ΟΟΣΑ (Γαλλία, Ελβετία, Ιταλία, Αυστρία,<br />

Γερμανία) καθώς και στο Μονακό, το Λίχνενσταν και τη Σλοβενία. Τα κλιματικά<br />

μοντέλα προβλέπουν μεγάλες μεταβολές κατά τις επόμενες δεκαετίες<br />

όπως μείωση της ποσότητας του χιονιού στα χαμηλά υψόμετρα, μείωση παγετώνων<br />

και αλλαγές στη θερμοκρασία και τη βροχόπτωση. Οι αλλαγές αυτές θα<br />

επηρεάσουν αρνητικά ένα σύστημα που δεν έχει μόνο οικονομική και οικολογική<br />

αξία (αποτελεί την Ευρωπακή δεξαμενή νερού ενώ η βιοποικιλότητά του<br />

περιλαμβάνει 30.000 είδη ζώων και 13.000 είδη φυτών) αλλά είναι ευάλωτο σε<br />

πληθώρα φυσικών κινδύνων και σε δημογραφικές και περιβαλλοντικές πιέσεις.<br />

Το γεωγραφικό σύστημα των Άλπεων έχει έκταση 190.000 τετραγωνικά<br />

χιλιόμετρα και 15.000.000 κατοίκους, ενώ 60-80.000.000 άτομα επισκέπτονται<br />

τις Άλπεις για τουρισμό, κάθε χρόνο. Οι τουριστικές δραστηριότητες (600 χιο-<br />

6 S. Agrawala (επιμ.), Climate Change in the European Alps – Adapting Winter<br />

Tourism and Natural Hazards Management, OECD, 2007.


kef02:kef02 06/03/2009 13:58 Page 151<br />

ΚΛΙΜΑΤΙΚΕΣ ΑΛΛΑΓΕΣ ΚΑΙ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ 151<br />

νοδρομικά συγκροτήματα και 10.000 χιονοδρομικές εγκαταστάσεις) παράγουν<br />

πλούτο περί τα 50 δις Ευρώ κάθε χρόνο και περιλαμβάνουν το 12% των θέσεων<br />

εργασίας στην περιοχή, αριθμοί που κατατάσσουν τον χειμερινό τουρισμό<br />

στην πιο σημαντική πηγή εισοδήματος στην περιοχή καθώς και στον πιο<br />

σημαντικό παράγοντα οικονομικής ανάπτυξης των ορεινών περιοχών (μόνο<br />

στην Αυστρία, ο χειμερινός τουρισμός αποτελεί το 4,5% του ΑΕΠ της χώρας<br />

καθώς και το ήμισυ των συνολικών εσόδων από τον τουρισμό). 7<br />

Η κλιματική αλλαγή στην περίπτωση των Ευρωπακών Άλπεων μεταβάλλει<br />

το υψόμετρο εμφάνισης του χιονιού (snowline), την ποιότητα και ποσότητα του<br />

(πάχος 30 cm θεωρείται ως ικανοποιητικό, 50 cm ως αρκετά καλό, 75 cm ως<br />

εξαιρετικό) καθώς και την διάρκειά του (τουλάχιστον 100+ μέρες τον χρόνο)<br />

για χειμερινό τουρισμό (κυρίως σκι). Πιο συγκεκριμένα, για περιοχές με υψόμετρο<br />

εμφάνισης χιονιού τα 1050 m, αύξηση της θερμοκρασίας κατά 1 ο C, 2 ο C,<br />

3 ο C, ανεβάζουν το υψόμετρο εμφάνισης χιονιού σε 1200 m, 1350 m, 1650 m,<br />

αντίστοιχα. 8<br />

Όπως παρουσιάζονται στον Πίνακα 2, με τις παρούσες κλιματικές συνθήκες,<br />

μόνο το 91% των χιονοδρομικών περιοχών (δηλαδή 609 από σύνολο 666)<br />

στις Άλπεις θεωρούνται «σταθερές» ως προς την ποιότητα και ποσότητα του<br />

χιονιού (snow-reliable). Το υπόλοιπο 9% λειτουργεί σε οριακές φυσικές συνθήκες.<br />

Αν η θερμοκρασία ανέβει μέχρι +1 ο C, οι χιονοδρομικές περιοχές θα<br />

περιορισθούν σε 500, αν ανέβει μέχρι 2 ο C ο αριθμός τους θα μειωθεί σε 404,<br />

αν ανέβει μέχρι 4 ο C ο αριθμός τους θα περιορισθεί σε 202. 9<br />

Οι επιπτώσεις των κλιματικών αλλαγών δεν είναι ομοιόμορφες, δεν έχουν<br />

δηλαδή τις ίδιες επιπτώσεις για κάθε χώρα. Η Γερμανία είναι η χώρα με την<br />

μεγαλύτερη επίπτωση: +1 ο C μεταβολή της θερμοκρασίας θα οδηγήσει σε μείωση<br />

κατά 60% του αριθμού των χιονοδρομικών περιοχών, ενώ η Ελβετία είναι<br />

η χώρα με την μικρότερη επίπτωση.<br />

Με τις κλιματικές αλλαγές να μεταβάλλουν τα δεδομένα της ποιότητας και<br />

ποσότητας χιονιού, οι τουριστικοί φορείς των Ευρωπακών Άλπεων αναζητούν<br />

λύσεις. Η εφαρμογή τεχνολογικών λύσεων αποτελεί την κύρια πολιτική προσαρμογής<br />

(adaptation) στις νέες συνθήκες – τεχνητή δημιουργία χιονιού, βελτιστοποίηση<br />

χιονοδρομικών πιστών (π.χ. με την αφαίρεση βράχων), μετακίνηση<br />

σε υψηλότερα υψόμετρα και βόρειες πλαγιές, και σκι στους παγετώνες. 10<br />

7 οπ.π.<br />

8 οπ.π.<br />

9 οπ.π.<br />

10 οπ.π.


kef02:kef02 06/03/2009 13:58 Page 152<br />

152 ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΠΕΤΡΑΚΗΣ – ΓΙΩΡΓΟΣ ΝΕΟΦΩΤΙΣΤΟΣ<br />

Πίνακας 2. Αριθμός «σταθερών» χιονοδρομικών περιοχών (snow reliable) ανά<br />

χώρα, τόσο στις παρούσες όσο και σε μελλοντικές κλιματικές συνθήκες.<br />

Χώρα<br />

Αριθμός<br />

χιονοδρομικών<br />

περιοχών (ski<br />

areas), σήμερα<br />

Αριθμός «σταθερών»<br />

χιονοδρομικών<br />

περιοχών (snow<br />

reliable), στις παρούσες<br />

κλιματικές συνθήκες<br />

Αριθμός «σταθερών»<br />

χιονοδρομικών περιοχών αν η<br />

θερμοκρασία μεταβληθεί κατά:<br />

+1 ο C +2 ο C +3 ο C<br />

Αυστρία 228 199 153 115 47<br />

Ελβετία 164 159 142 129 78<br />

Γερμανία 39 27 11 5 1<br />

Γαλλία 148 143 123 96 55<br />

Ιταλία 87 81 71 59 21<br />

ΣΥΝΟΛΟ 666 609 500 404 202<br />

Πηγή: Climate Change in the European Alps, OECD 2007<br />

Προοδευτικές πολιτικές για την αντιμετώπιση των κλιματικών<br />

αλλαγών<br />

Οι επιπτώσεις των κλιματικών αλλαγών δεν είναι ομοιόμορφες στο χώρο<br />

και το χρόνο - δημιουργούν «κερδισμένους» και «χαμένους», τόσο σε παγκόσμιο<br />

όσο και σε περιφερειακό επίπεδο. Με δεδομένο ότι οι αναμενόμενες κλιματικές<br />

αλλαγές αναμένεται να συμβούν όχι άμεσα αλλά σε σχετικά μακρινό<br />

χρονικό ορίζοντα, η αντιμετώπισή τους από τους κοινωνικούς φορείς συνήθως<br />

δεν θεωρείται επείγουσα, χρήζουσα δηλαδή άμεσων, δραστικών δομικών αλλαγών.<br />

Στις περιπτώσεις που οι κλιματικές επιπτώσεις επηρεάζουν άμεσα το<br />

περιβάλλον, λαμβάνουν χώρα «ατομικές» δραστηριότητες προσαρμογής από<br />

δυνάμεις της ελεύθερης αγοράς δημιουργώντας αρνητικές εξωτερικότητες. Σε<br />

παγκόσμιο επίπεδο, θα πρέπει να επιτευχθούν διεθνείς συμφωνίες και να επιλεχθούν<br />

κατάλληλες πολιτικές για την «αποφυγή» των χειρότερων εξελίξεων<br />

των κλιματικών αλλαγών.<br />

Από την θετική όμως πλευρά, οι κλιματικές αλλαγές θεωρούνται ως ο καταλύτης<br />

που θα υποστηρίξει δομικές αλλαγές σε οικονομικές και κοινωνικές δραστηριότητες<br />

11 αναδεικνύοντας ευκαιρίες και κινδύνους στην παρούσα αλλά<br />

11 T. L. Friedman, Hot, Flat and Crowded – Why the World Needs a Green Revolution<br />

and How We Can Renew Our Global Future, Penguin Books, 2008 και «Climate Business<br />

/ Business Climate», Special Report, Harvard Business Review, Oct. 2007, σσ. 22-44.


kef02:kef02 06/03/2009 13:58 Page 153<br />

ΚΛΙΜΑΤΙΚΕΣ ΑΛΛΑΓΕΣ ΚΑΙ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ 153<br />

και στην μελλοντική αναπτυξιακή προοπτική: θα είναι, εν τέλει, η ικανότητα<br />

προσαρμογής (και όχι οι κλιματικές αλλαγές καθαυτές) που θα καθορίσει το<br />

μέλλον της οικονομικής και κοινωνικής δραστηριότητας στις εξελισσόμενες<br />

κλιματικές συνθήκες. 12<br />

Οι συνθήκες αυτές δημιουργούν τρεις σημαντικές διαστάσεις για την παρέμβαση<br />

του κράτους, της οργανωμένης δηλαδή πολιτείας που διαθέτει παρεμβατικούς<br />

μηχανισμούς και τη δυνατότητα θεσμικών ρυθμίσεων. 13<br />

Η πρώτη διάσταση σχετίζεται με την έρευνα, την εκπαίδευση, την ενημέρωση<br />

και την καλλιέργεια πνεύματος αλλαγής σε θέματα περιβαλλοντικών<br />

στάσεων σε δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς, σε νομικά και φυσικά πρόσωπα.<br />

14 Ειδικότερα έμφαση θα πρέπει να δοθεί σε πρωτοβουλίες, όπως η καταγραφή<br />

των κλιματικών κινδύνων ανά περιοχή, η επιστημονική έρευνα, η καταγραφή<br />

της ικανότητας προσαρμογής των κοινωνιών και κοινοτήτων σε περιοχές<br />

που είναι ιδιαίτερα ευάλωτες στις κλιματικές αλλαγές (π.χ. ορεινές και<br />

παράκτιες κοινότητες), προγράμματα πρόληψης κινδύνων, η εισαγωγή μαθημάτων<br />

για το περιβάλλον και τις κλιματικές αλλαγές, η εκπαίδευση και επιμόρφωση<br />

σε θέματα διαχείρισης αλλαγών, και η εισαγωγή συστημάτων περιβαλλοντικής<br />

διαχείρισης στον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα.<br />

Η δεύτερη διάσταση σχετίζεται με την κρατική εποπτεία και παρέμβαση<br />

που απαιτείται σε ένα περιβάλλον που σε μεγάλο βαθμό λαμβάνουν χώρα<br />

«ατομικές» δραστηριότητες προσαρμογής από δυνάμεις της ελεύθερης αγοράς<br />

και οι οποίες δημιουργούν αρνητικές εξωτερικές επιδράσεις. Στην περίπτωση<br />

του κλιματικά ευαίσθητου συστήματος των Ευρωπακών Άλπεων αρνητικές<br />

εξωτερικότητες μπορούν να προκύψουν από την έντονη χρήση μηχανημάτων<br />

δημιουργίας τεχνητού χιονιού που απαιτεί μεγάλη κατανάλωση νερού και<br />

ενέργειας, τον σχεδιασμό χιονοδρομικών πιστών σε βάρος του τοπίου και της<br />

χλωρίδας, την δημιουργία χιονοδρομικών κέντρων σε μεγαλύτερα υψόμετρα<br />

που θα απειλήσουν ευαίσθητα οικοσυστήματα. Στις περιπτώσεις αυτές είναι<br />

πολύ πιθανόν η ελεύθερη αγορά να μην μπορεί από μόνη της να αντιμετωπίσει<br />

τέτοιες αρνητικές εξωτερικότητες (με τον υπολογισμό του συνολικού κοινωνικού<br />

κόστους ή της κοινωνικής ωφέλειας να μην αποτυπώνεται στις αμιγώς<br />

12 T. R. Carter (επιμ.), Assessing the Adaptive Capacity of the Finnish Environment and<br />

Society under a Climate Change, FINADAPT: Summary for Policy Makers, Finnish<br />

Environment Institute, 2007.<br />

13 Π. Κορλίρας, «Για μια προοδευτική οικονομική πολιτική» σε Χ. Τσούκας (επιμ.),<br />

Για μια Προοδευτική Πολιτική, εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα, 2007.<br />

14 K. Χατζημπίρος, «Περιβαλλοντικό έλλειμμα και μεταρρυθμιστικό αίτημα» σε<br />

Τσούκας (επιμ.), οπ.π., 2007.


kef02:kef02 06/03/2009 13:58 Page 154<br />

154 ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΠΕΤΡΑΚΗΣ – ΓΙΩΡΓΟΣ ΝΕΟΦΩΤΙΣΤΟΣ<br />

ιδιωτικο-οικονομικές αποφάσεις), με αποτέλεσμα το τελικό οικονομικό και<br />

κοινωνικό προόν να μην ανταποκρίνεται στην «άριστη» κατάσταση. Η κρατική<br />

εποπτεία και παρέμβαση θα κληθεί να αντιμετωπίσει, με τη θεσμοθέτηση κατάλληλων<br />

πλαισίων και μέτρων, τις αρνητικές εξωτερικότητες των επιμέρους<br />

«ατομικών» πρωτοβουλιών προσαρμογής στα εξελισσόμενα κλιματικά δεδομένα.<br />

Η τρίτη διάσταση σχετίζεται με πολιτικές που θα παρέχουν ένα επαρκές δίχτυ<br />

προστασίας στα «θύματα» των κλιματικών αλλαγών και των δραστηριοτήτων<br />

προσαρμογής. Στην περίπτωση του συστήματος των Ευρωπακών Άλπεων,<br />

τα μικρότερου μεγέθους χιονοδρομικά κέντρα βρίσκονται στα χαμηλότερα<br />

υψόμετρα και είναι περισσότερο ευάλωτα στις κλιματικές αλλαγές και χωρίς<br />

την οικονομική δυνατότητα να υιοθετήσουν υψηλού κόστους τεχνολογικές λύσεις.<br />

Τα μεγαλύτερα χιονοδρομικά κέντρα –πολλά από τα οποία λειτουργούν<br />

ως αλυσίδες εξασφαλίζοντας μεγαλύτερη διασπορά του κλιματικού κινδύνουέχουν<br />

περισσότερους οικονομικούς πόρους, εξασφαλίζουν καλύτερες τεχνολογικές<br />

λύσεις, και ανταπεξέρχονται πιο αποτελεσματικά τις αντιξοότητες αυξάνοντας<br />

το μερίδιό τους στην αγορά (αφού οι μικρότεροι ανταγωνιστές τους δεν<br />

καταφέρνουν να επιζήσουν). Θα πρέπει να δοθεί προσοχή ώστε τα μέτρα παρέμβασης<br />

να μην προσπαθήσουν να διατηρήσουν για όσο το δυνατόν περισσότερο<br />

την υπάρχουσα κατάσταση (status quo) αλλά να κινηθούν προς την κατεύθυνση<br />

υιοθέτησης αλλαγών που να είναι συμβατές με τις νέες πραγματικότητες<br />

του εξελισσόμενου κλίματος.<br />

Στο πλαίσιο των εξελισσόμενων κλιματικών αλλαγών και για την αντιμετώπιση<br />

των αρνητικών εξωτερικοτήτων, είναι αναγκαίος ένας κρατικός παρεμβατισμός<br />

που δεν υπερασπίζεται το κεκτημένο παρελθόν, αλλά φροντίζει κυρίως<br />

για ένα βιώσιμο μέλλον, με κοινωνική συνοχή και χωρίς επικίνδυνες περιθωριοποιήσεις,<br />

παρέχοντας υψηλής ποιότητας κοινωνικά αγαθά σε όλους τους<br />

πολίτες, και προωθώντας ενέργειες που συμβάλλουν στο καλύτερο μέλλον, είτε<br />

αυτό αναφέρεται στην οικονομική ευημερία είτε αφορά την ποιότητα ζωής σε<br />

βιώσιμες στη γη συνθήκες. 15<br />

Όμως είναι σημαντικό να δοθεί προσοχή και στις αρνητικές εξωτερικότητες<br />

που είναι πιθανόν να δημιουργήσει ένας «αγαθών» προθέσεων και πρωτοβουλιών<br />

κρατικός παρεμβατισμός. Πολιτικές επιδοτήσεων συγκεκριμένων τεχνολογιών<br />

ή κλάδων είναι πολύ πιθανόν να δημιουργήσουν αρνητικές εξωτερικότητες<br />

(όπως η καλλιέργεια βιοκαυσίμων που οδήγησαν στην εκτόπιση των<br />

καλλιεργειών για βρώση με αποτέλεσμα την άνοδο των τιμών των τροφίμων). 16<br />

15 Carter, οπ.π, 2007.


kef02:kef02 06/03/2009 13:58 Page 155<br />

ΚΛΙΜΑΤΙΚΕΣ ΑΛΛΑΓΕΣ ΚΑΙ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ 155<br />

Η ενδεδειγμένη κρατική στάση και πολιτική δεν πρέπει να είναι η αναζήτηση<br />

της «άριστης» λύσης (δηλαδή ενός «Manhattan Project» για συγκεκριμένες τεχνολογικές<br />

λύσεις) αλλά η δημιουργία οικονομικού περιβάλλοντος που να υποστηρίζει<br />

την καινοτομία και την επιχειρηματικότητα και που θα προσφέρει ένα<br />

«ανοικτό» και «δίκαιο» χώρο για τον υγιή ανταγωνισμό μεταξύ των προτεινόμενων<br />

τεχνολογικών λύσεων, χωρίς τις στρεβλώσεις ιδιαίτερων επιδοτήσεων<br />

και θεσμικών παρεμβάσεων, ώστε να αναδειχθεί η αποτελεσματικότερη<br />

λύση. 17<br />

16 N. Stern, «Markets and Climate Change», Letters Section of The Economist,<br />

November 22, 2008 και «Climate Change: Green, Easy and Wrong’, editorial. The<br />

Economist, November 8, 2008.<br />

xv W. Nordhaus, «The Question of Global Warming: An Exchange», The New York<br />

Review of Books. Vol. LV, No. 14, 25/9/2008.


kef02:kef02 06/03/2009 13:58 Page 156


kef02:kef02 06/03/2009 13:58 Page 157<br />

7<br />

Πράσινη Ανάπτυξη<br />

Κίμων Χατζημπίρος<br />

Προσδοκία προόδου<br />

Η πρόοδος είναι ιδέα που καλλιεργήθηκε από την φιλοσοφία του Διαφωτισμού.<br />

Διανοούμενοι της ανερχόμενης αστικής τάξης τον 17 ο και 18 ο αιώνα<br />

ονειρεύτηκαν την χειραφέτηση του ανθρώπου, ενώ ήδη από την Αναγέννηση η<br />

επιστήμη αναδύεται σταδιακά ως καθοριστικός παράγων της κοινωνικής εξέλιξης.<br />

Από τον 16 ο αιώνα εμφανίζονται οι πρώτες θεωρητικές εκτιμήσεις ότι ο<br />

άνθρωπος προοδεύει, παράλληλα με την επιβεβαίωση των ικανοτήτων του να<br />

τροποποιεί σε μεγάλη κλίμακα το περιβάλλον του, αλλά και να καταγράφει και<br />

να διαδίδει τους μηχανισμούς της προόδου, μέσω της τυπογραφίας.<br />

Η πρόοδος συνδέθηκε σταδιακά με την έννοια της καινοτομίας. Οι προβιομηχανικές<br />

τεχνικές βασίζονταν στις ενεργειακές δυνάμεις του ανέμου, των<br />

ζώων, του νερού και του ξύλου, οι δε χειριστές τους δεν αντιλαμβάνονταν την<br />

δυνητική πρόοδο της τεχνολογίας ως σημαντικό παράγοντα. Η πρόοδος ως έννοια<br />

οικονομική και επιστημονική συνδέεται κυρίως με την εμφάνιση της ενεργειακής<br />

δύναμης του κάρβουνου και του ατμού και την επεξεργασία του σιδήρου,<br />

κατά την πρώτη εκβιομηχάνιση. Με την ενεργειακή δύναμη του πετρελαίου<br />

και του ηλεκτρισμού, σε συνδυασμό με την μεταλλουργία των κραμάτων<br />

κατά την δεύτερη περίοδο εκβιομηχάνισης, επικυρώνεται η ταύτιση της προόδου<br />

με την δυνατότητα καινοτομίας. Στη σύγχρονη εποχή, η πρόοδος συνδέεται<br />

με την αλματώδη ανάπτυξη των παντοειδών υπηρεσιών κυρίως στον ανεπτυγμένο<br />

κόσμο και την επιταχυνόμενη εκβιομηχάνιση των αναπτυσσόμενων χωρών.<br />

Η έννοια της προόδου θεωρείται περίπου φυσική από τον 19 ο αιώνα.<br />

Ωστόσο, παράλληλα με τις εντυπωσιακές επιστημονικές και τεχνολογικές επιτυχίες,<br />

η μονοδιάστατη φύση της προκαλεί αμφισβητήσεις. Ισχυρές πεσιμιστι-


kef02:kef02 06/03/2009 13:58 Page 158<br />

158 ΚΙΜΩΝ ΧΑΤΖΗΜΠΙΡΟΣ<br />

κές στάσεις συνδέονται με τις μεγάλες απογοητεύσεις του δεύτερου μισού του<br />

20 ου αιώνα. Η τυφλή πίστη στα οράματα της επιστήμης, της προόδου ή της κοινωνικής<br />

δικαιοσύνης διαψεύδεται από τον τρόμο της Χιροσίμα, την περιβαλλοντική<br />

υποβάθμιση του πλανήτη και την τραγωδία του υπαρκτού σοσιαλισμού.<br />

Συνακόλουθα εμφανίζεται μια τάση καταγγελίας της προόδου, κυρίως στις χώρες<br />

της Δύσης, όπου κατ’ εξοχήν έχει ενοποιήσει και δομήσει την σημερινή κατάσταση<br />

των κοινωνιών.<br />

Μια κλασσική προσπάθεια υπεράσπισης της προόδου διατυπώνεται στην<br />

«Έκκληση της Χαδελβέργης» που δημοσιεύτηκε το 1992 με αφορμή την Διάσκεψη<br />

της Γης στο Ρίο ντε Τζανέρο. 1 Την έχουν υπογράψει περισσότεροι από<br />

4000 επιστήμονες και άλλοι διανοούμενοι από 106 χώρες, ανάμεσά τους 72 με<br />

βραβείο Νόμπελ. Εκφράζουν ανησυχία «διότι, στην αυγή του 21 ου αιώνα, αναδύεται<br />

μια ανορθολογική ιδεολογία που αντιτίθεται στην επιστημονική και βιομηχανική<br />

πρόοδο και εμποδίζει την οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη».<br />

Υπενθυμίζουν ότι «η ανθρωπότητα πάντοτε προόδευσε θέτοντας όλο και περισσότερο<br />

την φύση στην υπηρεσία των ανθρώπινων αναγκών και όχι το αντίστροφο».<br />

Προβάλλοντας την ύψιστη αναγκαιότητα του ορθολογισμού, υποστηρίζουν<br />

ότι η βλάβη στο περιβάλλον που προκαλείται από την επιστήμη «μπορεί<br />

να θεραπευτεί με περισσότερη και όχι με λιγότερη επιστήμη. Τα μεγαλύτερα<br />

δεινά που απειλούν την Γη είναι η άγνοια και η καταπίεση, όχι η επιστήμη, η<br />

τεχνολογία ή η βιομηχανία, οι δυνατότητες των οποίων, όταν χρησιμοποιούνται<br />

κατάλληλα, είναι απαραίτητα εργαλεία για να ξεπεραστούν τα μεγάλα προβλήματα,<br />

όπως ο υπερπληθυσμός, η πείνα και οι παγκόσμιες ασθένειες». Εκφράζουν<br />

την πεποίθηση ότι «η σύγχρονη κοινωνία είναι η καλύτερα εξοπλισμένη<br />

στην ιστορία για να αντιμετωπίσει τα δεινά του κόσμου, υπό τον όρο ότι<br />

δεν θα θυσιάζεται η επιστήμη, η πνευματική εντιμότητα και η κοινή λογική στον<br />

βωμό ανορθολογικών φόβων ή πολιτικού καιροσκοπισμού». Κατά τους<br />

εμπνευστές της, 2 η «Έκκληση της Χαδελβέργης» αποτελεί μια ήπια επίκληση<br />

της λογικής, με στόχο την αναγνώριση της επιστημονικής προόδου ως λύση και<br />

όχι αιτία των προβλημάτων υγείας και περιβάλλοντος που αντιμετωπίζει η ανθρωπότητα.<br />

Η δημοσιοποίηση όμως του κειμένου ξεσήκωσε ζωηρή συζήτηση<br />

και μεγάλες αντιδράσεις. Παρά την σημαντική υποστήριξη από την διεθνή επιστημονική<br />

κοινότητα, τα μέσα ενημέρωσης δεν έδωσαν ιδιαίτερη δημοσιότητα<br />

και σήμερα έχει ουσιαστικά ξεχαστεί.<br />

1 www.sepp.org/policy%20declarations/heidelberg_appeal.html<br />

2 R. Kaufman, «Rio Document Spurs Debate», The Scientist, Νο. 6, 1992, σελ. 15.


kef02:kef02 06/03/2009 13:58 Page 159<br />

ΠΡΑΣΙΝΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ 159<br />

Η ανάπτυξη και τα όρια της<br />

Το φαινόμενο της ανάπτυξης μπορεί να θεωρηθεί ότι ξεκίνησε όταν για<br />

πρώτη φορά ο άνθρωπος τροποποίησε το φυσικό περιβάλλον του. 3 Η εκτεταμένη<br />

αποδάσωση κατά τους προστορικούς χρόνους αποτελεί αναμφισβήτητη<br />

συνέπεια μιας αναπτυξιακής διαδικασίας. Η σύγχρονη ιδέα της ανάπτυξης διατυπώνεται<br />

στον λόγο του Προέδρου Τρούμαν για την κατάσταση της Ένωσης, 4<br />

την 20 η Ιανουαρίου 1949: «Πρέπει να ξεκινήσουμε ένα νέο τολμηρό πρόγραμμα<br />

που θα θέτει τα πλεονεκτήματα της επιστημονικής μας πρωτοπορίας<br />

και βιομηχανικής μας προόδου στην υπηρεσία της αναβάθμισης και οικονομικής<br />

μεγέθυνσης των υπανάπτυκτων περιοχών. Περισσότεροι από τους μισούς<br />

ανθρώπους του κόσμου ζουν στη μιζέρια. Η τροφή τους είναι ανεπαρκής, υποφέρουν<br />

από ασθένειες, η οικονομική τους ζωή είναι πρωτόγονη και στάσιμη. Η<br />

φτώχεια τους αποτελεί μειονέκτημα και απειλή, τόσο γι’ αυτούς όσο και για τις<br />

πιο ευημερούσες περιοχές. Για πρώτη φορά στην ιστορία, η ανθρωπότητα διαθέτει<br />

τις τεχνικές και πρακτικές γνώσεις που είναι ικανές να ανακουφίσουν την<br />

οδύνη αυτών των ανθρώπων».<br />

Η οικονομική ανάπτυξη αναφέρεται στο σύνολο των θετικών αλλαγών που<br />

επέρχονται σε ένα γεωγραφικό χώρο. Δεν ταυτίζεται με την οικονομική μεγέθυνση,<br />

η οποία όμως αποτελεί κυρίαρχη διάστασή της. Συνδέεται γενικά με την<br />

έννοια της προόδου, εφ’ όσον προκαλεί άνοδο του επιπέδου ζωής των ανθρώπων,<br />

δηλαδή βελτίωση, με την οικονομική έννοια, της κοινωνικής ευημερίας. Ο<br />

τεχνοκρατικός οπτιμισμός προβάλλει ότι τα πάντα είναι δυνατά, αν διατίθενται<br />

«αρκετή ενέργεια και τεχνολογία».<br />

Η πρόοδος είναι μια ιδέα που συνιστά πρόταση για κοινωνική αλλαγή.<br />

Προποθέτει αποδοχή καινοτομιών που γενικά είναι ασύμβατες με προπάρχουσες<br />

ισορροπίες. Η ανάπτυξη έχει επίσης ιδεολογικοποιηθεί, 5 με ασύμμετρα<br />

τονισμένη την οικονομική της διάσταση. Η οικονομική ανάπτυξη ανατρέπει<br />

κοινωνικές και οικολογικές ισορροπίες, ενώ οι αρνητικές περιβαλλοντικές ή<br />

άλλες κοινωνικές επιπτώσεις της δύσκολα αποτιμώνται.<br />

Ισχυρός κλονισμός στην αναπτυξιακή ιδεολογία επήλθε το 1972 με την μελέτη<br />

της Λέσχης της Ρώμης και «Τα όρια της ανάπτυξης». 6 Στο προσκήνιο της<br />

3 Κ. Χατζημπίρος, Οικολογία. Οικοσυστήματα και Προστασία του Περιβάλλοντος,<br />

Γ΄ Έκδοση, εκδόσεις Συμμετρία, Αθήνα, 2007.<br />

4 http://fr.wikipedia.org/wiki/<br />

5 Βλέπε στα A. Gorz, Adieux au proletariat, Galilee, Paris 1980 και Μ. Μοδινός, «Κρίση<br />

του καπιταλισμού ή κρίση της ανάπτυξης;», Νέα Οικολογία, Ν. 28, 1987, σελ. 20-26.<br />

6 D., J. Meadows Randers και W. Behrens, The Limits to Growth. Report of the Club<br />

of Rome, Universe Books, New York, 1972.


kef02:kef02 06/03/2009 13:58 Page 160<br />

160 ΚΙΜΩΝ ΧΑΤΖΗΜΠΙΡΟΣ<br />

διεθνούς κοινής γνώμης ήλθε το ερώτημα αν είναι δυνατή η συνεχής οικονομική<br />

μεγέθυνση σε έναν κόσμο, όπου οι φυσικοί πόροι είναι περιορισμένοι.<br />

Μεταξύ άλλων, έθετε εν αμφιβόλω τον βασικό στόχο της Ευρωπακής Κοινότητας<br />

για συνεχή μεγέθυνση της οικονομίας ως προπόθεση βελτίωσης της ευημερίας.<br />

Είναι βέβαια φανερό ότι το ερώτημα αποτελεί μια μοντέρνα έκδοση<br />

της κλασσικής μαλθουσιανής ιδέας ότι η αύξηση της ανθρωπότητας αναγκαστικά<br />

περιορίζεται από τους πόρους της φύσης. Η αντίληψη αυτή δεν λαμβάνει<br />

υπ’ όψη τις δυνατότητες της τεχνολογίας να διευρύνει το όρια των φυσικών συστημάτων,<br />

ούτε την προσαρμογή της αναπτυξιακής διαδικασίας στην αρνητική<br />

ανάδραση που προκαλείται από τις μαλθουσιανές ανησυχίες.<br />

Οι αστάθμητοι κίνδυνοι από τις παρενέργειες της τεχνολογίας εγείρουν<br />

επίσης το ζήτημα των ορίων της ανάπτυξης. Μία ολοκληρωμένη προσέγγισή<br />

τους συναρτάται και με την ανίχνευση των ορίων του ίδιου του ανθρώπου, ως<br />

ψυχολογική προσωπικότητα και ως κοινωνικό ον. Σήμερα, στον ανεπτυγμένο<br />

κόσμο εμφανίζονται ποικίλες επιθυμίες επιστροφής στο παρελθόν, αλλά η νοσταλγία<br />

προκαπιταλιστικών τρόπων ζωής και η απόρριψη της ανάπτυξης συνιστούν<br />

φονταμενταλιστικές θέσεις που δεν αγγίζουν μεγάλες πλειοψηφίες στον<br />

πλανήτη.<br />

Θεωρητική προσέγγιση της επιβάρυνσης από την ανάπτυξη δίνεται από την<br />

επιστημονική ανάλυση του εξωτερικού κόστους. Στο στενά οικονομικό κόστος<br />

προστίθεται μια ποσότητα που αντιστοιχεί σε δυσμενείς συνέπειες της ανάπτυξης,<br />

τώρα ή στο μέλλον, στο τοπικό ή στο παγκόσμιο περιβάλλον, σε κάποιες<br />

κοινωνικές ομάδες ή στο κοινωνικό σύνολο. Αν λοιπόν το εξωτερικό κόστος<br />

ενσωματωθεί στην αναπτυξιακή διαδικασία και στις τιμές, τότε δημιουργούνται<br />

οικονομικές προποθέσεις αντιμετώπισης των δυσμενών συνεπειών. Η<br />

ανάπτυξη γίνεται έτσι πιο ακριβή, αλλά και πιο δίκαιη. Ωστόσο, οι προωθητές<br />

της ανάπτυξης δεν είναι κατά κανόνα διατεθειμένοι να δεχτούν οικονομική<br />

επιβάρυνση από το εξωτερικό κόστος, ενώ οι αρνητές της ανάπτυξης δεν ικανοποιούνται<br />

με συμβιβασμούς που δίνουν πράσινο φως στην, έστω ακριβότερη,<br />

μεγέθυνση. 7 Και από τις δύο πλευρές προβάλλεται η ένσταση ότι οι εξωτερικές<br />

επιβαρύνσεις είναι πρακτικά αδύνατο να αποτιμηθούν. Έτσι, οι αναμφισβήτητες<br />

δυσκολίες για μια αξιόπιστη εκτίμηση του εξωτερικού κόστους χρησιμοποιούνται<br />

συνήθως ως επιχείρημα για την παράκαμψή του.<br />

7 N. Adger, «Environmental and ecological economics» σε Τ. O’Riordan, (επιμ.)<br />

Environmental <strong>Science</strong> for Environmental Management, Pearson, Prentice Hall, 2000, σσ.<br />

93-118 και Μ. Μοδινός, Η αρχαιολογία της ανάπτυξης, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις<br />

Κρήτης, 1996.


kef02:kef02 06/03/2009 13:58 Page 161<br />

ΠΡΑΣΙΝΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ 161<br />

Η αντιπαράθεση «ανάπτυξη ή περιβάλλον», μολονότι σχετική, αποτελεί τον<br />

σκληρό πυρήνα της αναπτυξιακής ιδεολογίας που επικρατεί στα στελέχη των<br />

επιχειρήσεων, στα μεγάλα Ευρωπακά Ταμεία και στις περισσότερες κυβερνήσεις<br />

του πλανήτη. Οι αντιλήψεις π.χ. για την περιφερειακή ανάπτυξη και τη<br />

μείωση των ανισοτήτων σπάνια είναι συμβατές με τις αρχές της περιβαλλοντικής<br />

πολιτικής. 8 Σύμφωνα με τις οικονομικές αντιλήψεις που κυριαρχούσαν μέχρι<br />

την δεκαετία του ’80, η εφαρμογή προχωρημένων περιβαλλοντικών μέτρων<br />

διογκώνει υπερβολικά το κόστος και αποτελεί τροχοπέδη για την ανάπτυξη. Τα<br />

τελευταία 20 χρόνια, ιδιαίτερα στον ευρωπακό χώρο, νέες προσεγγίσεις εκτιμούν<br />

ότι τα αυστηρά περιβαλλοντικά πρότυπα δημιουργούν κίνητρα για την<br />

επιχειρηματικότητα, επομένως η προστασία του περιβάλλοντος βελτιώνει την<br />

ανταγωνιστικότητα των δυναμικών τομέων της οικονομίας. Η αντιπαράθεση<br />

ανάμεσα στην προστασία του περιβάλλοντος και την ανάπτυξη παραμένει<br />

ενεργή, αλλάζοντας όμως μορφή. Κανείς πλέον δεν αμφισβητεί την αναγκαιότητα<br />

μιας περιβαλλοντικής πολιτικής, αν ενσωματώνεται όχι μόνο οικολογικός,<br />

αλλά και οικονομικός και κοινωνικός προβληματισμός. Έχει αναπτυχθεί μια<br />

ευρύτερη συζήτηση γύρω από ιδέες για λιγότερο κράτος, περισσότερη αγορά<br />

και κοινωνική συμμετοχή. Η πιο σύγχρονη κριτική προς την περιβαλλοντική<br />

πολιτική εστιάζεται στην περιορισμένη αποτελεσματικότητα των νομοθετικών<br />

παρεμβάσεων, στη μειωμένη συμμετοχή των ενδιαφερομένων και του κοινού<br />

στην λήψη των αποφάσεων και στην άνιση επιβάρυνση του κόστους από την<br />

ομοιόμορφη εφαρμογή της περιβαλλοντικής νομοθεσίας σε ανομοιόμορφες οικονομίες.<br />

Σε επίπεδο ιδεολογίας και πολιτικής, η αειφορία ή βιωσιμότητα (sustaina -<br />

bility) αποτελεί τη σύγχρονη απάντηση στις ενστάσεις για υπερβολική ή ανεπαρκή<br />

προστασία του περιβάλλοντος. 9 Πρακτικά ο όρος σημαίνει την εξισορρόπηση<br />

οικονομικής μεγέθυνσης και διατήρησης του περιβάλλοντος. Η ανάπτυξη,<br />

για να συνεχισθεί απρόσκοπτα, θα πρέπει να χρησιμοποιεί ορθολογικά<br />

τους φυσικούς πόρους. Η αειφορία έχει σημαντική κοινωνική διάσταση που<br />

βασίζεται στην αλληλεγγύη μεταξύ των σημερινών ανθρώπων αλλά και μεταξύ<br />

των γενεών. Η αειφόρος ανάπτυξη της Ευρώπης, στο πλαίσιο της στρατηγικής<br />

της Λισαβόνας ορίζεται κυρίως με οικονομικά και κοινωνικά κριτήρια, με<br />

8 Δ. Τσαντίλης. και Κ. Χατζημπίρος, «Η Περιβαλλοντική Πολιτική» σε Ν. Μαραβέγιας<br />

και Μ. Τσινισιζέλης (επιμ.), Νέα Ευρωπακή Ένωση. Οργάνωση και Πολιτικές. 50<br />

χρόνια, εκδόσεις Θεμέλιο, Αθήνα, 2007.<br />

9 T. O’Riordan, «The sustainability debate» σε O’Riordan (επιμ.) οπ.π., 2000, σσ. 29-<br />

62 και World Commission on Environment and Development, Our Common Future,<br />

Oxford University Press, Oxford, 1987.


kef02:kef02 06/03/2009 13:58 Page 162<br />

162 ΚΙΜΩΝ ΧΑΤΖΗΜΠΙΡΟΣ<br />

βάση την εδραιωμένη πεποίθηση ότι η οικονομική ανάπτυξη αποτελεί προπόθεση<br />

για τη μείωση της ανεργίας, των κοινωνικών ανισοτήτων και των περιβαλλοντικών<br />

πιέσεων. Πάντως, υπάρχει κάποια απόσταση μεταξύ αειφορίας και<br />

πράσινης ανάπτυξης. Χαρακτηριστικό είναι το ζήτημα της ενεργειακής στρατηγικής.<br />

Η αειφόρος ανάπτυξη θεωρείται συμβατή με κάθε πηγή ενέργειας που<br />

εξασφαλίζει περιβαλλοντική προστασία, όπως π.χ. η χρήση ορυκτών καυσίμων<br />

με αποθήκευση του παραγόμενου διοξειδίου του άνθρακα ή, ακόμα και η παραγωγή<br />

ηλεκτρισμού από πυρηνικά εργοστάσια αν είναι επαρκή τα μέτρα<br />

ασφαλείας. Αντίθετα, η πράσινη ανάπτυξη προωθεί κυρίως την παραγωγή από<br />

ανανεώσιμες πηγές και την εξοικονόμηση ενέργειας.<br />

Κύρια χαρακτηριστικά μιας πράσινης ανάπτυξης<br />

Η έννοια της πράσινης ανάπτυξης δεν έχει ακόμα αποκτήσει διεθνώς μια<br />

σαφώς καθορισμένη σημασία. Οπωσδήποτε όμως χαρακτηρίζεται από κάποιες<br />

αναγκαίες και αλληλένδετες προποθέσεις, όπως είναι η αποσύνδεση, η εξοικονόμηση,<br />

η αξιοποίηση της τεχνολογίας, η δημιουργία απασχόλησης και ο παρεμβατισμός.<br />

Αποσύνδεση<br />

Βασική επιδίωξη είναι η επίτευξη οικονομικής ανάπτυξης χωρίς επιδείνωση<br />

περιβαλλοντικών προβλημάτων. Αποσύνδεση (decoupling) επιτυγχάνεται<br />

όταν η ανάπτυξη απεξαρτάται από τις εισροές ενέργειας και πρώτων<br />

υλών. 10 Η αποσύνδεση θεωρείται ισχυρή όταν δεν επέρχεται καθόλου αύξηση<br />

της περιβαλλοντικής υποβάθμισης, πράγμα που έχει παρατηρηθεί σε χώρες του<br />

ΟΟΣΑ στις περιπτώσεις εκπομπών πολλών αέριων ρύπων. Η ασθενής αποσύνδεση<br />

είναι πιο συνήθης. Στις περισσότερες χώρες του ΟΟΣΑ η περιβαλλοντική<br />

υποβάθμιση συνεχίζεται μεν αλλά, τις τελευταίες δεκαετίες, έχει μερικά αποσυνδεθεί<br />

ο ρυθμός αύξησης της περιβαλλοντικής υποβάθμισης για την ενέργεια,<br />

το νερό και τους φυσικούς πόρους, από τον ρυθμό ανάπτυξης. Π.χ., η<br />

ολική τελική ενέργεια στις χώρες του ΟΟΣΑ αυξήθηκε κατά 17% μεταξύ 1980<br />

και 1998, αλλά ο λόγος της ολικής πρωτογενούς ενέργειας προς το ΑΕΠ μειώθηκε<br />

κατά 16% στην ίδια περίοδο. Όμως, για την παραγωγή στερεών αστικών<br />

αποβλήτων ή την χρήση αυτοκινήτων δεν έχει εμφανιστεί ακόμα ούτε ασθενής<br />

10 www.oecdobserver.org/news/fullstory.php/aid/453/Decoupling_environment_from<br />

_economic_growth .html


kef02:kef02 06/03/2009 13:58 Page 163<br />

ΠΡΑΣΙΝΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ 163<br />

αποσύνδεση στις περισσότερες χώρες του ΟΟΣΑ.<br />

Η αποσύνδεση προωθείται με την θέσπιση υποχρεώσεων για τους χρήστες<br />

ώστε να κάνουν λογική χρήση των πόρων, π.χ. πληρωμή του πλήρους κόστους<br />

για τη χρήση κάθε φυσικού πόρου, με αφαίρεση περιβαλλοντικά επιβλαβών<br />

επιδοτήσεων. Προωθείται επίσης με την καινοτομία που οδηγεί σε καθαρότερες<br />

τεχνολογίες παραγωγής. Η ανάγκη αντιμετώπισης της παγκόσμιας φτώχειας<br />

δεν επιτρέπει πάντοτε τη μείωση της κατανάλωσης αγαθών. Μπορούν<br />

όμως να βρεθούν τρόποι ώστε να μειωθεί η περιβαλλοντική βλάβη από την κατανάλωση,<br />

π.χ. με την υποκατάσταση των πιο βλαβερών προόντων.<br />

Η κατάλληλη περιβαλλοντική πολιτική μπορεί να φέρει αποσύνδεση. Προποθέτει<br />

αποτελεσματική κρατική παρέμβαση, κοινωνική συμμετοχή στις αποφάσεις,<br />

εταιρική κοινωνική ευθύνη, δραστηριοποίηση μη κυβερνητικών οργανώσεων,<br />

εθελοντισμό. Χρειάζεται να αξιοποιούνται εργαλεία όπως οι ήπιες τεχνολογίες,<br />

η εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων, η ανάλυση κύκλου ζωής,<br />

οι πιστοποιήσεις. Πολλά μέτρα βασίζονται στην λειτουργία της αγοράς, όπως η<br />

διόρθωση των τιμών με την επιβολή φορολογίας ή με εμπορεύσιμες άδειες,<br />

ώστε να ενσωματώνεται το εξωτερικό κόστος.<br />

Εξοικονόμηση<br />

Επιδίωξη αποτελεί η αλλαγή του σπάταλου τρόπου ζωής, με συγκράτηση<br />

της υπερβολικής κατανάλωσης πόρων. Είναι π.χ. απαραίτητη η μείωση της<br />

σπατάλης νερού και ενέργειας ή της αλόγιστης χρήσης του ιδιωτικού αυτοκινήτου.<br />

Αυτό απαιτεί ευαισθητοποίηση και εκπαίδευση των πολιτών, ώστε να αναπτύξουν<br />

περιβαλλοντική συνείδηση και να συμπεριφέρονται πιο ορθολογικά.<br />

Παρουσιάζονται όμως μεγάλες δυσκολίες και αντιστάσεις, ιδίως σε ομάδες με<br />

χαμηλό οικονομικό ή μορφωτικό επίπεδο και μη ανεπτυγμένη κοινωνική συνείδηση.<br />

Σε περιπτώσεις που οι άνθρωποι είχαν να επιλέξουν μεταξύ του προσωπικού<br />

οφέλους από την οικονομική αύξηση και της αποφυγής υποβάθμισης των<br />

φυσικών πόρων, συχνά προτίμησαν την λιγότερο βιώσιμη επιλογή. 11<br />

Πολύ αποτελεσματική εξοικονόμηση μπορεί να επιτευχθεί με τεχνολογικές<br />

βελτιώσεις και καινοτομίες. Στον αγροτικό τομέα, η άρδευση με κατάλληλα συστήματα<br />

μπορεί να μειώσει την σπατάλη νερού. Στα κτίρια, μεγάλη μείωση της<br />

ενεργειακής σπατάλης για θέρμανση και κλιματισμό επιτυγχάνεται με την<br />

εφαρμογή νέων τεχνολογιών. Παρόμοιες δυνατότητες υπάρχουν στον τομέα<br />

των μεταφορών, σε προόντα που γρήγορα μετατρέπονται σε απορρίμματα<br />

κ.λπ.<br />

11 EEA. The European Environment. State and Outlook, 2005. www.eea.europa.eu


kef02:kef02 06/03/2009 13:58 Page 164<br />

164 ΚΙΜΩΝ ΧΑΤΖΗΜΠΙΡΟΣ<br />

Στις ΗΠΑ υπήρξε μεγάλη επιτυχία στο να ενθαρρυνθούν οι πολίτες να ανακυκλώνουν<br />

τα απορρίμματα, αλλά αποτυχία στο να μειώσουν την οδήγηση αυτοκινήτου.<br />

Έρευνες έδειξαν ότι το πιο επίμονο ποσοστό πληθυσμού που οδηγεί<br />

αυτοκίνητο αποτελείται από εργαζόμενες γυναίκες που έχουν ανάγκη τα<br />

οχήματά τους για να προλαβαίνουν τις υποχρεώσεις σχετικά με την εργασία, τη<br />

φροντίδα του σπιτιού και των παιδιών. Η λύση βέβαια είναι να βρεθούν τρόποι<br />

για να διευκολυνθεί η κινητικότητά τους με χαμηλότερη κατανάλωση φυσικών<br />

πόρων. 12<br />

Αξιοποίηση της τεχνολογίας<br />

Η τεχνολογία μπορεί να μετατραπεί από σημαντικό μέρος του προβλήματος<br />

σε καθοριστικό στοιχείο της λύσης. 13 Η πράσινη ανάπτυξη δεν χρειάζεται λιγότερη<br />

ή πιο πρωτόγονη τεχνολογία. Οι περισσότερες από τις παλιές τεχνολογίες<br />

δεν είναι περιβαλλοντικά φιλικές, αφού υστερούν στην εξοικονόμηση πόρων<br />

και στην αποσύνδεση. Είναι αναγκαία σήμερα η άμεση τεχνολογική αντιμετώπιση<br />

παγκόσμιων περιβαλλοντικών προβλημάτων όπως η κλιματική αλλαγή, η<br />

ατμοσφαιρική ρύπανση, η οξίνιση και διάβρωση των εδαφών, η εξάντληση και<br />

ρύπανση των υδατικών πόρων, η αύξηση της ποσότητας και επικινδυνότητας<br />

των αποβλήτων. Χάρη στην χρήση βελτιωμένων και αποδοτικότερων τεχνολογιών<br />

μπορούν να επιτευχθούν χαμηλότερες εισροές υλικών και ενέργειας και<br />

χαμηλότερες εκροές ρύπων.<br />

Γενικά, ο τρόπος εκμετάλλευσης των φυσικών πόρων συνδέεται άμεσα με<br />

το είδος της χρησιμοποιούμενης τεχνολογίας. Ήπιες τεχνολογίες είναι όσες<br />

εξασφαλίζουν ανανεωσιμότητα των πόρων και προστασία του περιβάλλοντος,<br />

ενώ δεν δημιουργούν κοινωνικούς κινδύνους, όπως π.χ. καταστροφικά ατυχήματα.<br />

14 Το τελευταίο χαρακτηριστικό επιδέχεται διαφορετικές ερμηνείες, π.χ.<br />

η πλειοψηφία των οικολογικών κινημάτων θεωρεί ότι η υπερβολική συγκέντρωση<br />

εξουσίας από τους τεχνοκράτες αποτελεί κοινωνικό κίνδυνο. Η ορθολογική<br />

χρήση των φυσικών πόρων και η χρησιμοποίηση ηπιότερων τεχνολογιών<br />

είναι σε ένα βαθμό ζήτημα οικονομικό, διότι αυξάνεται σημαντικά το κό-<br />

12 www.oecdobserver.org/news/fullstory.php/aid/453/Decoupling_environment_from<br />

_econo micgrowth .html<br />

13 Κ. Χατζημπίρος, «Προοπτικές συμβολής νέων τεχνολογιών στη μείωση της περιβαλλοντικής<br />

υποβάθμισης» σε Δ. Ρόκος (επιμ.), Επιστήμες και περιβάλλον στα τέλη του<br />

αιώνα, Εναλλακτικές Εκδόσεις, Αθήνα, 1994.<br />

14 Χατζημπίρος, Οικολογία. Οικοσυστήματα και Προστασία του Περιβάλλοντος,<br />

οπ.π., 2007.


kef02:kef02 06/03/2009 13:58 Page 165<br />

ΠΡΑΣΙΝΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ 165<br />

στος εκμετάλλευσης, άρα και το κόστος του τελικού προόντος, καθιστώντας<br />

την ανάπτυξη πιο ακριβή. Η υλική βάση μιας τέτοιας εξέλιξης προκύπτει με<br />

επιταχυνόμενο ρυθμό, μέσω νέων προόντων που επιτρέπουν παραγωγή φιλικότερη<br />

προς το περιβάλλον. Παραδείγματα αποτελούν οι καθαρότερες τεχνολογίες<br />

παραγωγής ενέργειας, βιομηχανικών και αγροτικών προόντων, οι διάφορες<br />

αντιρρυπαντικές τεχνολογίες, η ανακύκλωση στερεών, υγρών και αέριων<br />

αποβλήτων, η εξοικονόμηση ενέργειας, νερού και άλλων φυσικών πόρων,<br />

η υποκατάσταση επικίνδυνων ή τοξικών προόντων, η υποκατάσταση μη αναγκαίων<br />

μεταφορών μέσω πληροφορικής και τηλεπικοινωνιών. Τεχνολογίες<br />

αιχμής, όπως η βιοτεχνολογία ή τα νέα υλικά μπορούν, με κατάλληλη πολιτική,<br />

να εξυπηρετήσουν το τρίπτυχο αειφορία-ανταγωνιστικότητα- απασχόληση. Σημαντικές<br />

περιβαλλοντικές βελτιώσεις των τελευταίων ετών προέκυψαν από τεχνικές<br />

λύσεις, όπως η υποκατάσταση ουσιών που καταστρέφουν το στρατοσφαιρικό<br />

όζον, η αμόλυβδη βενζίνη, οι καταλυτικοί μετατροπείς, η μετάβαση<br />

από κάρβουνο και πετρέλαιο σε φυσικό αέριο, χωρίς να επηρεαστούν αρνητικά<br />

τα επίπεδα ζωής.<br />

Δημιουργία απασχόλησης<br />

Πολλές δυνατότητες έχει η χρήση οικονομικών εργαλείων για την ταυτόχρονη<br />

επίτευξη περιβαλλοντικών και κοινωνικών στόχων. Ορόσημο αυτού του<br />

προβληματισμού ήταν το Λευκό Βιβλίο, που συντάχθηκε με πρωτοβουλία του<br />

προέδρου της Ευρωπακής Επιτροπής J. Delors, χωρίς τελικά να υιοθετηθεί.<br />

Κεντρική διαπίστωσή του ότι το αναπτυξιακό μοντέλο βασίζεται σε μη βέλτιστη<br />

χρήση των βασικότερων οικονομικών συντελεστών, δηλαδή της εργασίας και<br />

των φυσικών πόρων, με αποτέλεσμα αυξημένη ανεργία και υποβάθμιση του περιβάλλοντος.<br />

Η πρόκληση ήταν να αυξηθεί η απασχόληση και να μειωθεί η<br />

χρήση ενέργειας και άλλων φυσικών πόρων. Κύριο μέσο για την επίτευξη του<br />

διπλού στόχου θα ήταν μια πράσινη φορολογική μεταρρύθμιση που θα διόρθωνε<br />

τις τιμές, ώστε να εσωτερικευθεί το εξωτερικό οικολογικό και κοινωνικό<br />

κόστος, με μετάθεση της φορολογικής επιβάρυνσης από την εργασία στην κατανάλωση<br />

φυσικών πόρων. Οι διορθωμένες τιμές θα αποτελούσαν μόνιμο κίνητρο<br />

για να ανακοπεί η υποκατάσταση της εργασίας από ενεργοβόρα και σπάταλη<br />

τεχνολογία, θα προωθούσαν, δηλαδή, την απασχόληση και θα μείωναν<br />

την επιβάρυνση του περιβάλλοντος. 15<br />

15 Λ. Λουλούδης και Ν. Μπεόπουλος, «Η Περιβαλλοντική Πολιτική» σε Ν. Μαραβέγιας<br />

και Μ. Τσινισιζέλης (επιμ.), Η Ολοκλήρωση της Ευρωπακής Ένωσης, Θεμέλιο,<br />

Αθήνα, 1995, σσ. 616-644


kef02:kef02 06/03/2009 13:58 Page 166<br />

166 ΚΙΜΩΝ ΧΑΤΖΗΜΠΙΡΟΣ<br />

Οι δραστηριότητες προστασίας του περιβάλλοντος, όπως η εξοικονόμηση<br />

ενέργειας και άλλων πόρων, η αντιρρυπαντική τεχνολογία, η υποκατάσταση<br />

τοξικών υλικών, η ανακύκλωση αποβλήτων, η εφαρμογή νέων μεθόδων καθαρότερης<br />

παραγωγής, η οργάνωση και αξιοποίηση της προστασίας της φύσης<br />

κ.λπ. δημιουργούν πολλές θέσεις εργασίας. 16 Η αυξημένη απασχόληση δεν<br />

αποτελεί βέβαια αυτόματη συνέπεια όλων των περιβαλλοντικών δραστηριοτήτων<br />

και απαιτείται μια ενεργός στρατηγική προσανατολισμού των δαπανών<br />

προς επενδύσεις με υψηλή ένταση εργασίας. Ωστόσο, η πράσινη φορολογική<br />

πολιτική συναντά πολλές αντιδράσεις, διότι εκφράζονται φόβοι ότι θα αύξηθεί<br />

το κόστος και θα μειωθεί η ανταγωνιστικότητα, εφ’όσον δεν πραγματοποιηθούν<br />

παρόμοια βήματα από όλους τους ανταγωνιστές στο διεθνή χώρο.<br />

Παρεμβατισμός<br />

Η προώθηση της προστασίας του περιβάλλοντος με «πιλότο» τους μηχανισμούς<br />

της αγοράς είναι ουτοπία. Η διαμορφούμενη παγκοσμιοποιημένη αγορά<br />

παρουσιάζει διάφορες ανεπάρκειες και, ειδικότερα, αδυναμία να εξασφαλίσει<br />

ταυτόχρονα οικονομική ανάπτυξη, πλήρη απασχόληση και περιβαλλοντική<br />

προστασία. 17 Χρειάζονται λοιπόν διορθωτικές παρεμβάσεις, με δράσεις του<br />

δημόσιου τομέα. Η ολοκληρωμένη περιβαλλοντική πολιτική, με νομοθετική, διοικητική,<br />

επιστημονική/τεχνολογική, οικονομική και ιδεολογική διάσταση,<br />

απαιτεί δημόσια παρέμβαση, από το κράτος ή διακρατικούς οργανισμούς αλλά<br />

και από την κοινωνία των πολιτών. 18<br />

Ορισμένα περιβαλλοντικά προβλήματα χρειάζονται οργανωμένη διαχείριση<br />

του χώρου από την πολιτεία. Εργαλεία όπως το κτηματολόγιο, ο καθορισμός<br />

χρήσεων γης, ο σχεδιασμός των αστικών κέντρων προωθούν αποτελεσματικά<br />

την προστασία του περιβάλλοντος. Ειδικά η θέσπιση κανόνων για τις χρήσεις<br />

γης συμβάλλει στην βιωσιμότητα, αφού μειώνει την απώλεια πολύτιμων<br />

φυσικών και πολιτιστικών πόρων, όπως τα δάση, οι ακτές και τα τοπία, αποτρέποντας<br />

συγκρούσεις μεταξύ μη συμβατών χρήσεων.<br />

16 Βλέπε σε OECD, Environment and Employment: an Assessment, 2004, ENV/<br />

EPOC/WPNEP(2003)11/FIN και Δ. Τσαντίλης, Περιβάλλον και Απασχόληση, εκδόσεις<br />

Νεφέλη, Αθήνα, 1997.<br />

17 Η. Ευθυμιόπουλος και Μ. Μοδινός (επιμ.), Οι δρόμοι της αειφορίας, Διεπιστημονικό<br />

Iνστιτούτο Περιβαλλοντικών Eρευνών, εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα,<br />

2003.<br />

18 Κ. Χατζημπίρος, «Περιβαλλοντικό έλλειμμα και μεταρρυθμιστικό αίτημα» σε Χ.<br />

Τσούκας (επιμ.) Για μια Προοδευτική Πολιτική, ΚΕΠΠ, εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα,<br />

2007.


kef02:kef02 06/03/2009 13:58 Page 167<br />

ΠΡΑΣΙΝΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ 167<br />

Τα οικονομικά εργαλεία αποτελούν σημαντικό τρόπο παρέμβασης για την<br />

προώθηση της πράσινης ανάπτυξης αλλά και της απασχόλησης. Οι φόροι, οι<br />

επιδοτήσεις, τα δικαιώματα εκπομπών κ.λπ. είναι μερικές φορές αποτελεσματικότερα<br />

εργαλεία από τις παραδοσιακές νομικές ρυθμίσεις και την καταστολή.<br />

Ωστόσο έχουν εφαρμοσθεί μόνο σε ορισμένους τομείς (π.χ. γεωργία,<br />

ενέργεια, μεταφορές) και μικρή πρόοδος έχει σημειωθεί προς μια οικολογική<br />

αναθεώρηση των φόρων. Μια πιο ευέλικτη, αποκεντρωμένη, ανοικτή και συμμετοχική<br />

προσέγγιση προβάλλεται τα τελευταία χρόνια, θέτοντας ευρείς στόχους<br />

που μπορούν να επιτευχθούν με εθελοντικές ρυθμίσεις ή με μέτρα βασιζόμενα<br />

στους νόμους της αγοράς. Οι τάσεις αυτές ενισχύθηκαν μετά την Σύνοδο<br />

στο Γιοχάνεσμπουργκ 19 το 2002, όπου αμφισβητήθηκε, κυρίως από τις ΗΠΑ<br />

και τις αναπτυσσόμενες χώρες, η νομοθετική προσέγγιση των περιβαλλοντικών<br />

προβλημάτων, προς όφελος εργαλείων φιλελεύθερης λογικής, όπως είναι οι<br />

εθελοντικοί περιβαλλοντικοί έλεγχοι, η περιβαλλοντική σήμανση των προόντων<br />

και τα εμπορεύσιμα δικαιώματα εκπομπών. Απαραίτητη είναι βέβαια η<br />

ενσωμάτωση των απαιτήσεων της περιβαλλοντικής πολιτικής σε όλες τις άλλες<br />

αναπτυξιακές πολιτικές 20 και, παράλληλα, η ανάπτυξη κοινής ευθύνης με συναίνεση<br />

εμπλεκομένων κυβερνήσεων, βιομηχανίας και ευρύτερου κοινού γύρω<br />

από τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν. Προφανώς, η επιτυχία συναρτάται τόσο<br />

με τις νέες δυνατότητες της τεχνολογίας, όσο και με την ανάπτυξη της κοινωνικής<br />

συνείδησης και του γενικού μορφωτικού επιπέδου.<br />

Ο στόχος μηδενικής περιβαλλοντικής επιβάρυνσης<br />

Επιχειρηματίες, κρατικά στελέχη, μηχανικοί και γενικά οι παράγοντες που<br />

προωθούν την αναπτυξιακή διαδικασία πιστεύουν ότι κάθε ανθρώπινη αναπτυξιακή<br />

δραστηριότητα αναπόφευκτα έχει επιπτώσεις στο περιβάλλον. Πρόκειται<br />

για μια άποψη που έχει μεν ορθή επιστημονική βάση, αλλά εξελίσσεται σε ιδεολογία<br />

και τελικά οδηγεί σε ανοχή των επιπτώσεων της ανάπτυξης που δεν είναι<br />

αναπόφευκτες. Η διαπραγμάτευση της αναπτυξιακής διαδικασίας και η λήψη<br />

αποφάσεων σε συνάρτηση με τα συμφέροντα που συγκρούονται θέτουν κατά<br />

κανόνα την πλευρά της περιβαλλοντικής προστασίας σε αμυντική θέση. Ο οικολογικός<br />

χώρος αντιδρά με σφοδρότητα, υιοθετώντας συχνά ακραίες φονταμενταλιστικές<br />

θέσεις που στην ουσία τους υπονομεύουν την πράσινη ανάπτυξη. 21<br />

19 Ευθυμιόπουλος και Μοδινός (επιμ.), οπ.π., 2003.<br />

20 Τσαντίλης και Χατζημπίρος, οπ.π., 2007.<br />

21 Χατζημπίρος, «Περιβαλλοντικό έλλειμμα και μεταρρυθμιστικό αίτημα», οπ.π.,<br />

2007.


kef02:kef02 06/03/2009 13:58 Page 168<br />

168 ΚΙΜΩΝ ΧΑΤΖΗΜΠΙΡΟΣ<br />

Χαρακτηριστικά δείγματα η αντίθεση στην εγκατάσταση αιολικών πάρκων ή η<br />

άρνηση κάθε συζήτησης για την γενετική τροποποίηση οργανισμών. Ωστόσο, η<br />

σημερινή και, ακόμα περισσότερο, η μελλοντική τεχνολογία, δημιουργούν προοπτικές<br />

για οικονομικές δραστηριότητες με περιβαλλοντική επιβάρυνση που θα<br />

τείνει προς το μηδέν. Βέβαια, η ελαχιστοποίηση της επιβάρυνσης σε ένα περιβαλλοντικό<br />

τομέα, π.χ. στα αστικά απόβλητα, δεν σημαίνει ότι η συνολική επίπτωση<br />

στο παγκόσμιο περιβάλλον τείνει προς το μηδέν. Η πλήρης εκτίμηση της<br />

περιβαλλοντικής επιβάρυνσης με ανάλυση κύκλου ζωής της δραστηριότητας<br />

αποκαλύπτει ενδεχομένως πρόσθετες επιπτώσεις. Όταν π.χ. μια πόλη καταφέρνει<br />

να ανακυκλώσει όλα τα αστικά απόβλητα ή μια τουριστική δραστηριότητα<br />

καταφέρνει να ελαχιστοποιήσει την κατανάλωση νερού, οι περιβαλλοντικές<br />

επιπτώσεις από την ενέργεια που δαπανήθηκε για την ανακύκλωση ή για τις τεχνικές<br />

εξοικονόμησης παραμένουν. Εν πάσει περιπτώσει όμως, ανατρέπεται η<br />

ιδεολογική παραδοχή περί του αναπόφευκτου των περιβαλλοντικών επιπτώσεων<br />

και αυτό δημιουργεί πολύ ευνοκότερες προποθέσεις για την προώθηση<br />

πράσινης ανάπτυξης.<br />

Έστω και στο πλαίσιο ενός μόνο περιβαλλοντικού τομέα, η μηδενική επιβάρυνση<br />

έχει μεγάλη σημασία, διότι αποτελεί ένα αποδοτικό επί μέρους στόχο.<br />

Αναφέρονται κατωτέρω χαρακτηριστικές περιπτώσεις μεγάλων διεθνών ζητημάτων<br />

για τα οποία ο στόχος μηδενικής περιβαλλοντικής επιβάρυνσης είναι ενδιαφέρων.<br />

Σε χώρες με δυνητικά υψηλή ποιότητα περιβάλλοντος όπως η Ελλάδα,<br />

δημιουργούνται ιδιαίτερα ευνοκές προοπτικές για την ανταγωνιστικότητα<br />

σημαντικών παραγωγικών τομέων, π.χ. του τουρισμού. Η πράσινη ανάπτυξη<br />

με μηδενική περιβαλλοντική επιβάρυνση είναι βεβαίως ακριβότερη,<br />

αλλά το επιπλέον κόστος μειώνεται με την μαζική παραγωγή των καινοτόμων<br />

τεχνικών, αλλά και λόγω του οφέλους από την αυξημένη ανταγωνιστικότητα.<br />

Μηδενική επιβάρυνση από απόβλητα<br />

Η βιώσιμη διαχείριση των αστικών υγρών και στερεών αποβλήτων αποτελεί<br />

αναγκαιότητα για το περιβάλλον και, παράλληλα, οικονομικό τομέα που δημιουργεί<br />

απασχόληση. Οι δυνατότητες επιχειρηματικής, δημόσιας ή ιδιωτικής,<br />

δραστηριότητας είναι σημαντικές. Η τεχνολογία κάνει σήμερα εφικτή την ελαχιστοποίηση<br />

στερεών και υγρών αποβλήτων, με μακροπρόθεσμο στόχο μηδενικά<br />

απόβλητα (zero-waste) από τις πόλεις, τις τουριστικές εγκαταστάσεις κ.λπ.<br />

Στην περίπτωση των υγρών αποβλήτων, ο στόχος απαιτεί εξοικονόμηση στην<br />

κατανάλωση νερού, πλήρη επεξεργασία των λυμάτων και επαναχρησιμοποίησή<br />

τους ως αρδευτικό νερό. Για παράδειγμα, τουριστικές εγκαταστάσεις<br />

γκολφ σε άνυδρες περιοχές μπορούν να λειτουργήσουν χωρίς κατανάλωση τοπικών<br />

υδατικών πόρων.


kef02:kef02 06/03/2009 13:58 Page 169<br />

ΠΡΑΣΙΝΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ 169<br />

Στην περίπτωση των αστικών στερεών αποβλήτων, απώτερος στόχος είναι η<br />

αξιοποίησή τους, με κατάργηση της ταφής. Χρειάζεται μείωση των παραγόμενων<br />

άχρηστων στερεών, με περιορισμούς της μη αναγκαίας κατανάλωσης και<br />

με επαναχρησιμοποίηση ορισμένων αποβλήτων. Κύρια προσπάθεια είναι η<br />

πλήρης ανακύκλωση των πλαστικών, γυαλιών, χαρτιού, αλουμινίου και λοιπών<br />

μετάλλων, την οποία οι σημερινές τεχνολογικές δυνατότητες έχουν κάνει εφικτή.<br />

Τα υλικά πρέπει να διαχωρίζονται στην πηγή από τον καταναλωτή. Παράλληλα,<br />

είναι αναγκαία η ανακύκλωση των υλικών εκσκαφών, κατασκευών,<br />

κατεδαφίσεων, επισκευών κ.λπ. Οι δραστηριότητες διαλογής στην πηγή και<br />

ανακύκλωσης συνδυάζονται άριστα με συστήματα κομποστοποίησης και πλήρους<br />

αξιοποίησης των οργανικών στερεών αποβλήτων, που προέρχονται από<br />

υπολείμματα τροφής, κήπων και καλλιεργειών. Τέτοια συστήματα μπορούν να<br />

λειτουργούν είτε κεντρικά, ως εγκαταστάσεις επεξεργασίας είτε αποκεντρωμένα,<br />

με κάδους κομποστοποίησης στους κήπους των σπιτιών. Αντίθετα, αδιέξοδες<br />

και δαπανηρές τεχνικές, όπως η μηχανική επεξεργασία των απορριμμάτων<br />

πρέπει να αποφεύγονται. 22<br />

Στην περίπτωση ειδικών στερεών αποβλήτων, όπως αυτοκίνητα, ηλεκτρικές<br />

συσκευές, μπαταρίες, ορυκτέλαια, ελαστικά αυτοκινήτων, λαμπτήρες κ.λπ., οι<br />

τεχνολογικές δυνατότητες επίσης επιτρέπουν την ανακύκλωση των υλικών<br />

τους. Ορισμένα μολυσματικά ή τοξικά στερεά απόβλητα χρειάζεται να αποτεφρώνονται.<br />

Μηδενική επιβάρυνση υδατικών πόρων<br />

Η εξοικονόμηση, σε συνδυασμό με την ανακύκλωση του χρησιμοποιημένου<br />

νερού, μπορούν να μειώσουν σημαντικά την κατανάλωση υδατικών πόρων.<br />

Στόχος η μηδενική κατανάλωση όχι μόνο μη ανανεώσιμων αλλά και ανανεώσιμων<br />

υδατικών πόρων (zero-water). Ο φιλόδοξος αυτός στόχος δεν είναι ανέφικτος.<br />

Η εξοικονόμηση του νερού που καταναλώνεται για την βιομηχανία, την<br />

γεωργία, τον τουρισμό, τις πόλεις πρέπει να συνδυάζεται με παραγωγή του στο<br />

μέγιστο δυνατό ποσοστό, ώστε να ελαχιστοποιείται η απόληψη από υδατικούς<br />

πόρους. Παραγωγή νερού με υπάρχουσα τεχνολογία και αποδεκτό κόστος είναι<br />

σήμερα δυνατή μέσω της αφαλάτωσης θαλάσσιου ή υφάλμυρου νερού,<br />

κατά προτίμηση με ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές. Συμπληρωματικά, μπορεί<br />

να είναι σκόπιμη η κατασκευή ταμιευτήρων για την δέσμευση ορισμένων<br />

υδάτινων απορροών. Εξ άλλου, μια συνετή διαχείριση του νερού πρέπει πλέον<br />

22 Χατζημπίρος, Οικολογία. Οικοσυστήματα και Προστασία του Περιβάλλοντος,<br />

οπ.π., 2007.


kef02:kef02 06/03/2009 13:58 Page 170<br />

170 ΚΙΜΩΝ ΧΑΤΖΗΜΠΙΡΟΣ<br />

να τίθεται στο πλαίσιο πιθανής κλιματικής αλλαγής, η οποία μπορεί να επιφέρει<br />

δραστική μείωση των υπαρχόντων υδατικών πόρων κατά τις επόμενες δεκαετίες.<br />

Το νερό απαιτεί μια ιδιαίτερη μεταχείριση, 23 ακόμη και αν αυτό αντιβαίνει<br />

στους κανόνες της ελεύθερης αγοράς, επειδή έχει ένα ιδιαίτερο χαρακτήρα<br />

που οφείλεται στην σημασία του για τον άνθρωπο και για το σύνολο των έμβιων<br />

οργανισμών, στην ανισότητα της κατανομής και στην εξάρτηση της ποιότητας,<br />

δηλαδή των συγκεντρώσεων ρύπων από την ποσότητα των υδατικών πόρων.<br />

Είναι απαραίτητη η εφαρμογή των προδιαγραφών και απαιτήσεων της<br />

σημαντικής Οδηγίας Πλαίσιο 2000/60 για μείωση της υδατικής ρύπανσης, παρακολούθηση<br />

και αναβάθμιση της ποιότητας των υδάτινων σωμάτων, ολοκλήρωση<br />

και υποστήριξη των εγκαταστάσεων επεξεργασίας λυμάτων και ιλύων,<br />

επαναχρησιμοποίηση επεξεργασμένων λυμάτων στη γεωργία ή για τον<br />

εμπλουτισμό υδροφορέων.<br />

Μηδενική επιβάρυνση φαινομένου θερμοκηπίου<br />

Η συμφωνία του Κότο αντιπροσωπεύει μόνο ένα μέρος από τις συνολικές<br />

ανάγκες μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου. 24 Η βελτίωση του ισοζυγίου<br />

εκπομπής και δέσμευσης πρέπει, μακροπρόθεσμα, να καταλήξει σε μηδενική<br />

εκπομπή ανθρακούχων αερίων (zero-carbon), τόσο από παραγωγικές<br />

δραστηριότητες όσο και από πόλεις ή περιοχές. Ο στόχος αυτός απαιτεί τον μηδενισμό<br />

των εκπομπών μεθανίου, μέσω σωστής διαχείρισης του φυσικού αερίου<br />

και αποφυγής της ταφής απορριμμάτων, δεδομένου ότι οι κάθε είδους χωματερές<br />

εκπέμπουν μεθάνιο. Απαιτείται επίσης αυστηρή εφαρμογή των απαγορεύσεων<br />

εκπομπής χλωροφθορανθράκων. Το δυσκολότερο μέρος της προσπάθειας<br />

είναι ο περιορισμός των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, που<br />

προέρχονται από τις καύσεις. Η μείωση επιτυγχάνεται με καθαρές πηγές και<br />

με εξοικονόμηση ενέργειας. Ο περιορισμός της ενεργειακής κατανάλωσης από<br />

μεταφορές και βιομηχανίες πρέπει να συνδυαστεί με εξοικονόμηση ενέργειας<br />

στα κτήρια, με χρήση συστημάτων βιοκλιματικού σχεδιασμού και άλλων παθητικών<br />

και ενεργητικών συστημάτων που προσφέρει η σύγχρονη τεχνολογία.<br />

Μεγάλο ποσοστό της παραγωγής διοξειδίου του άνθρακα οφείλεται στις μεταφορές,<br />

κυρίως στις ανεπτυγμένες αλλά και στις άλλες χώρες του κόσμου που<br />

23 Κ. Hadjibiros, «Some important ecological aspects of the Directive 2000/60»,<br />

Global NEST Int. J., Vol. 7 No. 3, 2005.<br />

24 H. Ευθυμιόπουλος και Μ. Μοδινός (επιμ.), Από τον Προμηθέα στα Negawatts,<br />

Διεπιστημονικό Iνστιτούτο Περιβαλλοντικών Eρευνών, Εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα,<br />

Αθήνα, 2006.


kef02:kef02 06/03/2009 13:58 Page 171<br />

ΠΡΑΣΙΝΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ 171<br />

τείνουν να ακολουθήσουν τα ίδια βήματα. Παρά τους φόρους, το κόστος των<br />

καυσίμων παραμένει χαμηλό και οι ευρωπακές προσπάθειες να επιβαρύνει<br />

την κοινωνία το εξωτερικό κόστος δεν έχουν φέρει σημαντικό αποτέλεσμα.<br />

Ένα ισορροπημένο ισοζύγιο αερίων θερμοκηπίου απαιτεί την παραγωγή ηλεκτρισμού<br />

από ανανεώσιμες πηγές, κυρίως ανεμογεννήτριες, αλλά επίσης φωτοβολτακά,<br />

γεωθερμία, βιοκαύσιμα από γεωργικά απόβλητα κ.λπ. Χρειάζεται<br />

επομένως αποφασιστική προώθηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, ειδικά<br />

των αιολικών πάρκων, με άρση των ποικίλων εμποδίων που δεν επιτρέπουν την<br />

ταχεία εγκατάστασή τους. Συμπληρωματικά, οι αναδασώσεις ή άλλες φυτεύσεις<br />

αυξάνουν την φυτική βιομάζα, συμβάλλουν στην απορρόφηση διοξειδίου<br />

του άνθρακα και συντελούν επομένως στη μείωση του φαινομένου θερμοκηπίου.<br />

Άλλες όψεις μιας πράσινης ανάπτυξης<br />

Γεωργία-Αλιεία- Δάση-Ακτές-Τοπία<br />

Οι δραστηριότητες της πρωτογενούς παραγωγής 25 δεν είναι άμοιρες αρνητικών<br />

επιπτώσεων στο περιβάλλον. Ιδιαίτερα οι εντατικές τους μορφές, με<br />

αποκορύφωμα την σύγχρονη εντατική γεωργία, επιφέρουν μεγάλη περιβαλλοντική<br />

επιβάρυνση. Η πράσινη ανάπτυξη είναι δυνατή στην ύπαιθρο, ειδικότερα<br />

σε τμήματα του χώρου όπου επιβάλλονται μέτρα προστασίας για την διατήρηση<br />

διαφόρων αξιόλογων φυσικών ή και πολιτιστικών στοιχείων του περιβάλλοντος.<br />

Σε πολλές περιπτώσεις, η ανάπτυξη αυτή μπορεί να έχει και σημαντική<br />

κοινωνική διάσταση, στηρίζοντας την παραμονή των κατοίκων στον τόπο τους,<br />

δημιουργώντας θέσεις εργασίας, αναβιώνοντας αξιόλογα στοιχεία της τοπικής<br />

παράδοσης. Σε συνεργασία με τους τοπικούς πληθυσμούς είναι δυνατόν να<br />

αναδεικνύονται και να αξιοποιούνται τα προστατευτέα περιβαλλοντικά και<br />

πολιτιστικά αντικείμενα, αποτελώντας συγκριτικά πλεονεκτήματα και συμβάλλοντας<br />

σε παραγωγή με πιστοποιημένη ποιότητα.<br />

Ο μετασχηματισμός των αγροτικών κοινωνιών από προστατευόμενες σε<br />

ανταγωνιστικές είναι δύσκολο να γίνει με ταυτόχρονη ικανοποιητική προστασία<br />

του φυσικού περιβάλλοντος. Η εντατική γεωργία των μεγάλων εισροών νερού,<br />

χημικών ουσιών και ενέργειας είναι αποδοτική, αφού μάλιστα επιδοτείται,<br />

αλλά ταυτόχρονα είναι ιδιαίτερα επιβαρυντική για το περιβάλλον. H τή-<br />

25 Χατζημπίρος, Οικολογία. Οικοσυστήματα και Προστασία του Περιβάλλοντος,<br />

οπ.π., 2007.


kef02:kef02 06/03/2009 13:58 Page 172<br />

172 ΚΙΜΩΝ ΧΑΤΖΗΜΠΙΡΟΣ<br />

ρηση περιβαλλοντικών όρων από την αγροτική παραγωγή, όπως η χρήση περιβαλλοντικά<br />

συμβατών μεθόδων καλλιέργειας και κτηνοτροφίας, η μείωση των<br />

εισροών λιπασμάτων και φυτοφαρμάκων, η αγρανάπαυση, η βιολογική καταπολέμηση,<br />

η αποκατάσταση του τοπίου, αποτελεί μέρος της νέας κοινοτικής<br />

αγροτικής πολιτικής.<br />

Η εντατική αλιεία και ο εκσυγχρονισμός των μεθόδων της έχουν μειώσει<br />

σοβαρά τους ιχθυοπληθυσμούς και σε πολλές περιοχές έχουν ξεπεραστεί τα<br />

βιολογικά όρια ασφαλείας. Υπάρχει άμεση ανάγκη για διοικητικούς περιορισμούς,<br />

για χρήση οικονομικών εργαλείων και για κίνητρα εξόδου από την αλιευτική<br />

βιομηχανία, προκειμένου να μειωθούν οι οικολογικές και κοινωνικές<br />

επιπτώσεις. Παράλληλα οι ιχθυοκαλλιέργειες έχουν εντυπωσιακά αυξηθεί.<br />

Απαιτείται διαχείριση τόσο σε επίπεδο μονάδας όσο και σε επίπεδο τομέα για<br />

κάθε περιοχή, ώστε να μειωθούν οι επιπτώσεις στο θρεπτικό καθεστώς των<br />

γλυκών και θαλάσσιων νερών και στους φυσικούς πληθυσμούς.<br />

Τα δάση αυξάνονται συνολικά στην Ευρώπη, κυρίως λόγω εγκατάλειψης<br />

περιθωριακών καλλιεργειών. Αυτό δημιουργεί ευκαιρίες για ανακατανομή<br />

των λειτουργιών των δασών, με καλύτερη ισορροπία μεταξύ των περιβαλλοντικών<br />

και των κοινωνικοοικονομικών στόχων. Ετσι τα μεν μεγάλα δάση εξυπηρετούν<br />

κυρίως σκοπούς όπως η προστασία της βιοποικιλότητας και η συγκράτηση<br />

του νερού και του εδάφους, ενώ στα μικρότερα δάση δημιουργούνται ευκαιρίες<br />

για κοινωφελείς υπηρεσίες όπως αναψυχή και ανάπτυξη περιφερειακών<br />

ζωνών στις κατοικημένες περιοχές. Η ύπαρξη μιας ισχυρής και οργανωμένης<br />

δασικής υπηρεσίας είναι αναγκαία για την προστασία και διαχείριση των<br />

δασών.<br />

Η ευρωπακή πολιτική ολοκληρωμένης διαχείρισης των παράκτιων ζωνών<br />

απέχει πολύ από το επίπεδο εφαρμογής που χρειάζεται για την αποτροπή των<br />

ισχυρών πιέσεων, ιδιαίτερα στη νοτιοανατολική Μεσόγειο. Πέρα από την μεγάλη<br />

επιβάρυνση των ακτών λόγω τουρισμού και παραθεριστικής κατοικίας, ο<br />

κανόνας της ελεύθερης χρήσης παραβιάζεται στην ουσία του και από όσους<br />

δεν σέβονται το ευαίσθητο παράκτιο περιβάλλον, π.χ. αφήνοντας σκουπίδια,<br />

προκαλώντας υπερβολικό θόρυβο, κυκλοφορώντας πάνω στην άμμο με τζιπ ή<br />

μοτοσυκλέτες. Η πράσινη ανάπτυξη εμπεριέχει τον στόχο της ελεύθερης και<br />

δωρεάν απόλαυσης του δημόσιου αγαθού από τον χρήστη, αλλά με την υποχρέωση<br />

σεβασμού των αυστηρών κανόνων που είναι απαραίτητοι για την διατήρησή<br />

του.<br />

Η προστασία και σωστή διαχείριση των βιοτόπων, όπως του δικτύου Natura<br />

2000 και άλλων προστατευτέων περιοχών αποτελεί προτεραιότητα της πράσινης<br />

ανάπτυξης. Η οικονομική στήριξη, η οργάνωση και η εφαρμογή των κανόνων<br />

προστασίας παρουσιάζουν σημαντικές δυσκολίες που συνδέονται στενά με<br />

την ευρύτερη συζήτηση γύρω από την αναλογία κρατικής παρέμβασης, αγοράς


kef02:kef02 06/03/2009 13:58 Page 173<br />

ΠΡΑΣΙΝΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ 173<br />

και κοινωνικής συμμετοχής. Σχετικό με το πρόβλημα αυτό είναι το πείραμα των<br />

φορέων διαχείρισης προστατευομένων περιοχών, όπου έχει επιχειρηθεί η μεταφορά<br />

αρμοδιοτήτων διαχείρισης σε επίπεδο ενδιάμεσο μεταξύ της κεντρικής<br />

και της τοπικής διοίκησης. Βασικό κριτήριο ωστόσο για την προοπτική της πράσινης<br />

ανάπτυξης αποτελεί η αποτελεσματικότητα της προστασίας, η οποία δεν<br />

φαίνεται να επιτυγχάνεται στην περίπτωση των φορέων διαχείρισης.<br />

Τα πλεονεκτήματα της πράσινης ανάπτυξης είναι πολύ ελκυστικά για μικρούς<br />

και απομονωμένους τόπους, όπως τα νησιά και οι ορεινές περιοχές. Ο<br />

τουρισμός π.χ. είναι μια δραστηριότητα που οι προοπτικές της στηρίζονται<br />

κατά μεγάλο μέρος στην καλή κατάσταση του περιβάλλοντος. Ο ποιοτικός τουρισμός<br />

συνδέεται με το αξιόλογο τοπίο, το καθαρό περιβάλλον, η επαφή με τη<br />

φύση, η πεζοπορία ή άλλα εναλλακτικά αθλήματα. Μπορεί επίσης να συνδεθεί<br />

με τη Μεσογειακή διατροφή, καθώς και με διάφορες μορφές αειφορικής παραγωγής<br />

στον πρωτογενή τομέα, όπως η βιολογική γεωργία που έχει τη δυνατότητα<br />

να είναι ταυτόχρονα φιλική προς το περιβάλλον και ανταγωνιστική, παράγοντας<br />

προόντα καινοτομικά και υψηλής προστιθέμενης αξίας.<br />

Η διατήρηση του γενικότερου φυσικού και πολιτιστικού τοπίου και η αυστηρή<br />

προστασία των οικολογικά ευαίσθητων περιοχών και των τοπίων ιδιαιτέρου<br />

κάλλους δεν εμποδίζει την ανάπτυξη, αλλά αντίθετα ευνοεί τις πιο ποιοτικές<br />

διαστάσεις της. Χρειάζεται συγκροτημένη οικιστική πολιτική για την παραθεριστική<br />

κατοικία, η διασπορά της οποίας υποβαθμίζει το τοπίο. Η αναβάθμιση<br />

της οικολογικής ποιότητας υδατικών και γενικότερα φυσικών οικολογικών<br />

συστημάτων απαιτεί ολοκληρωμένη διαχείριση. Αυτή είναι προτιμότερο<br />

να γίνεται σε επίπεδο υδρολογικής λεκάνης, το οποίο συχνά είναι ασύμβατο με<br />

την σημερινή διοικητική διάρθρωση. Η ολοκληρωμένη διαχείριση συναρτάται<br />

με διαδικασίες διαβούλευσης που προποθέτουν την ανάπτυξη συστημάτων<br />

πρόσβασης του κοινού στις πληροφορίες για την διαχείριση και κοστολόγηση<br />

των υδατικών και άλλων φυσικών πόρων. Απαιτείται μια ανεπτυγμένη κοινωνία<br />

πολιτών, ικανή να πειραματίζεται με νέους θεσμούς, όπως η συμμετοχή των<br />

ενδιαφερομένων και του κοινού στις αποφάσεις. 26<br />

Ποιότητα ζωής στην πόλη-Υγεία-Κίνδυνοι<br />

Τα προβλήματα του αστικού περιβάλλοντος είναι σύνθετα και οξυμένα. 27<br />

Σημαντική διάσταση της πράσινης ανάπτυξης αποτελεί η προστασία της σωμα-<br />

26 Department of the Environment, Transport and the Regions, Public Participation<br />

in Making Local Environmental Decisions, London, 2000.<br />

27 M. Μοδινός και Η. Ευθυμιόπουλος (επιμ.), Η βιώσιμη πόλη, Διεπιστημονικό<br />

Iνστιτούτο Περιβαλλοντικών Eρευνών, εκδόσεις Στοχαστής, Αθήνα, 2000.


kef02:kef02 06/03/2009 13:58 Page 174<br />

174 ΚΙΜΩΝ ΧΑΤΖΗΜΠΙΡΟΣ<br />

τικής και ψυχικής υγείας και η αναβάθμιση της ποιότητας ζωής των κατοίκων<br />

των πόλεων. Προτεραιότητα πρέπει να δοθεί στη μείωση περιβαλλοντικών<br />

απειλών, ειδικότερα στην χημική, ηχητική και θερμική ρύπανση. Το ζήτημα<br />

αυτό συνδέεται στενά και με την ενεργειακή στρατηγική.<br />

Κεντρικός στόχος είναι η μείωση της χρήσης του αυτοκινήτου. Με την<br />

χρήση οικονομικών εργαλείων, όπως υψηλά τέλη στάθμευσης ή διόδια, μπορεί<br />

να αντισταθμίζεται το πλήρες κόστος της μετακίνησης, που περιλαμβάνει και<br />

το εξωτερικό κόστος, π.χ. του θορύβου, της χημικής ρύπανσης, της συμβολής<br />

στην κλιματική αλλαγή, της αλλοίωσης του τοπίου, της κοινωνικής επιβάρυνσης<br />

από τα οδικά ατυχήματα. Χρειάζονται προγράμματα για την κατάργηση της<br />

χρήσης του ΙΧ στις καθημερινές αστικές μετακινήσεις, καθώς και επενδύσεις<br />

υποδομής για ένα πολύμορφο δίκτυο μέσων μαζικής μεταφοράς, όπου ο αστικός<br />

και υπεραστικός σιδηρόδρομος θα κατέχουν ένα υψηλό ποσοστό. Συμπληρωματικά,<br />

μείωση της ρύπανσης μπορεί να επιτευχθεί με βελτιώσεις στους κινητήρες,<br />

καθώς και με προγράμματα αποφυγής των μη αναγκαίων μετακινήσεων.<br />

Η παροχή καλής συγκοινωνίας ικανοποιεί πρωταρχικές κοινωνικές ανάγκες<br />

και συνιστά κοινή ωφέλεια υψηλής προτεραιότητας. Η δυνατότητα ταχείας,<br />

ασφαλούς και περιβαλλοντικά αποδεκτής μετακίνησης συνεισφέρει καθοριστικά<br />

στην κοινωνική, οικονομική και πολιτιστική ανάπτυξη της πόλης. Η<br />

πράσινη ανάπτυξη περιλαμβάνει μέσα σταθερής τροχιάς στις μεγάλες πόλεις<br />

και ελαφρές συγκοινωνίες στις μικρότερες, καθώς και εκτεταμένες πεζοδρομήσεις,<br />

αστικά πάρκα, ποδηλατοδρόμους, πλήρη έλεγχο της στάθμευσης. Είτε<br />

δημόσιες είτε ιδιωτικές, οι υπηρεσίες συγκοινωνίας επιβάλλεται να επιδοτούνται,<br />

με κριτήριο την βέλτιστη λειτουργικότητα του έργου τους. Η δημόσια<br />

επένδυση σ’ αυτόν τον τομέα είναι αποδοτική και κοινωνικά δίκαιη.<br />

Ένα σημαντικό ποσοστό από τα προβλήματα υγείας αποδίδονται στο περιβάλλον.<br />

28 Η συσχέτισή τους με την κακή ποιότητα του αέρα και του νερού είναι<br />

καλύτερα τεκμηριωμένη απ’ ό,τι με το μικροκλίμα, την κλιματική αλλαγή ή τις<br />

χημικές ουσίες. Οι μεταφορές ευθύνονται σε μεγάλο ποσοστό για προβλήματα<br />

υγείας, λόγω χημικής ρύπανσης, ηχορρύπανσης, θερμικής ρύπανσης και ατυχημάτων.<br />

Έχει σημειωθεί κάποια μείωση στις εκπομπές βαριών μετάλλων, αλλά<br />

ανησυχίες υπάρχουν για διάφορες καρκινογόνες και άλλες οργανικές ουσίες.<br />

Λόγω έλλειψης επαρκούς γνώσης έχει αρχίσει να υιοθετείται η προσέγγιση της<br />

προφύλαξης, η οποία γενικά αποτελεί μια σημαντική συνιστώσα της πράσινης<br />

ανάπτυξης. Η εφαρμογή της όμως χωρίς μέτρο, δηλαδή η αποφυγή κάθε δράσης<br />

μέχρις ότου υπάρξει πλήρης βεβαιότητα ότι δεν θα προκληθεί βλάβη, μπο-<br />

28 EEA, The European Environment. State and Outlook, 2005 www.eea.europa.eu/


kef02:kef02 06/03/2009 13:58 Page 175<br />

ΠΡΑΣΙΝΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ 175<br />

ρεί να οδηγήσει σε παράλυση και στασιμότητα.. Κανείς δεν μπορεί να εγγυηθεί<br />

ζωή με πλήρη ασφάλεια. Η συμβολή πάντως της τεχνολογίας είναι σημαντική,<br />

αφού π.χ. με την ευρωπακή βάση δεδομένων REACH εκτιμάται ότι έως το<br />

2020 θα έχουν περιοριστεί στο ελάχιστο οι ανασφαλείς μέθοδοι για παραγωγή<br />

και χρήση χημικών ουσιών.<br />

Η κοινωνική ένταξη όλων των κοινωνικών ομάδων και η ικανοποιητική διαχείριση<br />

της μετανάστευσης αποτελούν σημαντικές διαστάσεις της πράσινης<br />

ανάπτυξης. Οι κατάλληλες εκπαιδευτικές δραστηριότητες, μεταξύ των οποίων<br />

τα προγράμματα εκπαίδευσης σε θέματα περιβάλλοντος και πολιτιστικής κληρονομιάς,<br />

συντελούν στην μέριμνα όλων για το περιβάλλον και ταυτόχρονα<br />

αποτελούν αξιόλογα εργαλεία για μια ουσιαστικότερη κοινωνική ένταξη των<br />

αλλοδαπών μεταναστών και των οικογενειών τους. Επίσης, προγράμματα περιβαλλοντικής<br />

ενημέρωσης, εκπαίδευσης και ευαισθητοποίησης, μαζί με συστηματικό<br />

διάλογο και συμμετοχικές διαδικασίες, μπορούν να αμβλύνουν τα προβλήματα<br />

αποδοχής που αντιμετωπίζουν πολλές αναπτυξιακές προτάσεις, αλλά<br />

και να συντελέσουν στην κοινωνική συνοχή, περιορίζοντας τις αντιπεριβαλλοντικές<br />

ή αντικοινωνικές συμπεριφορές διαφόρων ομάδων.<br />

Επίλογος<br />

Η πράσινη ανάπτυξη αποτελεί σήμερα ένα πρόταγμα με σημαντικές προοπτικές<br />

στον ανεπτυγμένο κόσμο και όχι μόνο. Στην Ελλάδα παρουσιάζεται έλλειμμα<br />

περιβαλλοντικής πολιτικής σε σχέση με ευρωπακές ή άλλες χώρες που<br />

έχουν παρόμοιο ή, μερικές φορές, και μικρότερο ΑΕΠ. Η καχεξία της κοινωνίας<br />

των πολιτών καθηλώνει το ενδιαφέρον για την περιβαλλοντική προστασία.<br />

Το περιβάλλον δεν συνιστούσε σημαντική διάσταση του σχεδίου του εκσυγχρονισμού<br />

ούτε, φυσικά, απασχολεί κυβερνήσεις απραξίας. Εξ άλλου, το ελληνικό<br />

οικολογικό κίνημα συχνά υιοθετεί μηδενιστικές θέσεις και δεν έχει αποκτήσει<br />

αξιόλογες κοινωνικές βάσεις. Η πολιτική παρουσία του και οι προοπτικές ανάπτυξης<br />

Πράσινων κομμάτων παραμένουν ισχνές, μετά από προσπάθειες άνω<br />

των δύο δεκαετιών. Τοιουτοτρόπως, ενώ οι οικονομικές προποθέσεις για<br />

πράσινη ανάπτυξη υπάρχουν ήδη, ορισμένες αποκλίσεις πολιτιστικού χαρακτήρα<br />

παράγουν σοβαρά εμπόδια σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο.


kef02:kef02 06/03/2009 13:58 Page 176


kef02:kef02 06/03/2009 13:58 Page 177<br />

8<br />

Από τον αγροτικό χώρο στην ύπαιθρο:<br />

Νέα δεδομένα και προσεγγίσεις για την ανάπτυξη<br />

Ναπολέων Μαραβέγιας<br />

Εισαγωγή<br />

Η παραδοσιακή εικόνα της Υπαίθρου στον Ευρωπακή Ένωση (ΕΕ) ως κατεξοχήν<br />

αγροτικού χώρου δεν ανταποκρίνεται πλέον στην πραγματικότητα. Η<br />

Ύπαιθρος αποτελεί σήμερα γεωγραφικό χώρο, όπου υπάρχουν πολύτιμοι φυσικοί<br />

πόροι που χρειάζονται προστασία, όπου κατοικούν πολίτες με συγκεκριμένες<br />

ανάγκες και διεκδικήσεις, όπου δεν υπάρχουν «χωρικοί» αλλά αγρότες<br />

καθώς και μισθωτοί του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα και βέβαια ελεύθεροι<br />

επαγγελματίες, επιχειρηματίες, καλλιτέχνες κ.ά.<br />

Για τους περισσότερους κατοίκους της η παραμονή στην Ύπαιθρο αποτελεί<br />

επιλογή και όχι καταναγκασμό όπως στο παρελθόν. Στην Ύπαιθρο εκτός από<br />

την αγροτική δραστηριότητα υπάρχουν ή συνυπάρχουν πολλές άλλες δραστηριότητες<br />

κυρίως κατασκευαστικές τουριστικές και βιομηχανικές/βιοτεχνικές<br />

αλλά και σύγχρονες υπηρεσίες. Σήμερα δηλαδή η Ύπαιθρος έχει αλλάξει<br />

μορφή, έχει αλλάξει λειτουργία. Συνεπώς πρέπει να αλλάξει και ο τρόπος που<br />

σκεφτόμαστε την Ύπαιθρο και την ανάπτυξή της, πρέπει να αλλάξει η πολιτική<br />

για την αντιμετώπιση των προβλημάτων που προκύπτουν στις σχέσεις μεταξύ<br />

των δραστηριοτήτων που αναπτύσσονται στην Ύπαιθρο και των προβλημάτων<br />

που δημιουργούνται στις σχέσεις μεταξύ Υπαίθρου και Πόλης, πρέπει να αφεθεί<br />

μεγαλύτερο περιθώριο για αναπτυξιακές πρωτοβουλίες στους ίδιους τους<br />

κατοίκους της Υπαίθρου.<br />

Στο κεφάλαιο αυτό θα γίνει προσπάθεια να εξεταστεί η ευρωπακή και βεβαίως<br />

η ελληνική Ύπαιθρος με μια νέα οπτική, προκειμένου να αναζητηθούν<br />

στοιχεία για μια διαφορετική πιο αποτελεσματική στρατηγική ανάπτυξης. Για


kef02:kef02 06/03/2009 13:58 Page 178<br />

178 ΝΑΠΟΛΕΩΝ ΜΑΡΑΒΕΓΙΑΣ<br />

το σκοπό αυτό θα γίνει κατ’ αρχήν μια καταγραφή της παραδοσιακής εικόνας<br />

και στρατηγικής ανάπτυξης της Υπαίθρου, στη συνέχεια θα εντοπιστούν τα νέα<br />

δεδομένα που αλλάζουν ριζικά την παραδοσιακή αυτή εικόνα της και αναδεικνύουν<br />

την ανάγκη μιας διαφορετικής στρατηγικής ανάπτυξης. 1 Τέλος θα γίνει<br />

προσπάθεια να διατυπωθούν ορισμένες βασικές κατευθύνσεις για την επεξεργασία<br />

ενός διαφορετικού στρατηγικού σχεδίου ανάπτυξης της Υπαίθρου.<br />

Η παραδοσιακή εικόνα της Υπαίθρου και η αντίστοιχη αναπτυξιακή<br />

στρατηγική<br />

Η Ύπαιθρος ανεξάρτητα από τον τρόπο ορισμού της 2 δημιουργεί στο μέσο<br />

πολίτη που κατοικεί και εργάζεται στον αστικό χώρο, ανάμικτα συναισθήματα<br />

και εικόνες. Από τη μια πλευρά θεωρείται μια αχανής γεωγραφική έκταση<br />

όπου υπάρχουν κυρίως αγροτικές δραστηριότητες και φυσικοί πόροι από την<br />

οποία οι πόλεις εξασφαλίζουν τρόφιμα και φυσικούς πόρους (νερό και ορυκτά)<br />

προκειμένου να λειτουργήσουν και να αναπτυχθούν. Από την άλλη<br />

πλευρά, συλλαμβάνεται ως ένας χώρος, όπου διατηρείται η πολιτιστική παράδοση,<br />

όπου οι σχέσεις των ανθρώπων παραμένουν κοινοτικές και όπου υπάρχει<br />

μια καλλίτερη ποιότητα της ζωής με ηρεμία, χωρίς άγχος και ρύπανση.<br />

Οι δύο εικόνες αντιστοιχούν σε μια πραγματικότητα ομοιογενή και προφανώς<br />

περιέχουν στοιχεία αλήθειας. Όμως η Ύπαιθρος πάνω απ’ όλα ενώ μοιάζει<br />

ομοιογενής δεν είναι πλέον. Οι εικόνες αυτές αντιστοιχούσαν σε παλαιότερες<br />

εποχές, ενώ σήμερα η κατάσταση έχει αλλάξει ριζικά. Όπως θα δούμε στη<br />

συνέχεια οι αναπαραστάσεις της πραγματικότητας της Υπαίθρου ακόμη και<br />

στους ειδικούς είναι δύσκολο να αλλάξουν. Η Ύπαιθρος ταυτίζεται με τις<br />

αγροτικές δραστηριότητες και συχνά η ταύτιση φθάνει μέχρι την απλούστευση,<br />

όπου η Ύπαιθρος εξομοιώνεται με τον Αγροτικό Τομέα. 3<br />

1 Η καταγραφή των εξελίξεων στην Ελληνική Ύπαιθρο δεν μπορεί να τεκμηριωθεί<br />

εμπειρικά λόγω έλλειψης στατιστικών στοιχείων στη χώρα μας σε επίπεδο επαρχίας.<br />

Υπάρχουν βέβαια ορισμένα στοιχεία σε επίπεδο νομού αλλά δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν,<br />

επειδή περιλαμβάνουν και τις πρωτεύουσες των νομών που είναι αστικά κέντρα.<br />

2 Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ κριτήριο κατάταξης μιας γεωγραφικής περιοχής ως Υπαίθρου<br />

είναι χαμηλή η πυκνότητα του πληθυσμού της.(150 κάτοικοι /km²).<br />

3 Ν. Μαραβέγιας (επιμ.), Στρατηγική για την Αγροτική Ανάπτυξη της Ελλάδας.<br />

Εθνικό Ίδρυμα Αγροτικής Έρευνας, εκδόσεις Παπαζήσης, Αθήνα, 2004.


kef02:kef02 06/03/2009 13:58 Page 179<br />

ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΓΡΟΤΙΚΟ ΧΩΡΟ ΣΤΗΝ ΥΠΑΙΘΡΟ 179<br />

Από αυτή την ταυτότητα προκύπτει και αντίστοιχη στρατηγική ανάπτυξης.<br />

Η ανάπτυξη δηλ. του αγροτικού τομέα ταυτίζεται με την ανάπτυξη της Υπαίθρου.<br />

Έτσι, μια τομεακή-κλαδική πολιτική, όπως είναι η αγροτική πολιτική<br />

υποκαθιστά μια οριζόντια ολοκληρωμένη χωρικά πολιτική όπως θα έπρεπε να<br />

είναι μια στρατηγική ανάπτυξης της Υπαίθρου. Ακόμη, κι όταν η αγροτική πολιτική<br />

μετονομάζεται σε πολιτική «Αγροτικής Ανάπτυξης» όπως π.χ. έγινε στην<br />

Ελλάδα με το Επιχειρησιακό Σχέδιο «Αγροτική Ανάπτυξη» του Γ΄ Κοινοτικού<br />

Πλαισίου Στήριξης η ουσία δεν αλλάζει. Τα μέτρα πολιτικής που περιλαμβάνονται<br />

σ’ αυτό το Σχέδιο είναι κατά 90% και πλέον μέτρα αγροτικής πολιτικής<br />

και όχι μέτρα ανάπτυξης της Υπαίθρου. 4<br />

Ο εκσυγχρονισμός των εκμεταλλεύσεων (σχέδια βελτίωσης των αγροτικών<br />

εκμεταλλεύσεων), η πρόωρη συνταξιοδότηση, η εξισωτική αποζημίωση κ.λπ.<br />

είναι μέτρα για την βελτίωση των δομών του αγροτικού τομέα ή την εισοδηματική<br />

στήριξη των αγροτών σε ορεινές περιοχές. Μόνο, η ενίσχυση του αγροτουρισμού<br />

και των βιομηχανιών επεξεργασίας αγροτικών προόντων θα μπορούσαν<br />

να θεωρηθούν μέτρα ευρύτερου χαρακτήρα που δεν αφορούν αποκλειστικά<br />

την πρωτογενή αγροτική δραστηριότητα. 5<br />

Βεβαίως, η αντίληψη αυτή που ταυτίζει την αγροτική δραστηριότητα με την<br />

Ύπαιθρο έχει μια σοβαρή βάση. Μέχρι και τη δεκαετία του ’80, η αγροτική<br />

δραστηριότητα εκτός ορισμένων εξαιρέσεων κυριαρχούσε σ’ ολόκληρη την Ελληνική<br />

Ύπαιθρο. 6 Ο βαθμός ομοιογένειας της ελληνικής Υπαίθρου ήταν αρκετά<br />

υψηλός με την έννοια ότι αν εξαιρούσε κανείς ελάχιστες έντονα τουριστικές<br />

περιοχές και ορισμένες περιαστικές αγροτικές ζώνες, στην υπόλοιπη<br />

Ύπαιθρο κυριαρχούσε η αγροτική δραστηριότητα ανεξαρτήτως από την διαμόρφωση<br />

του εδάφους (ορεινή-ημιορεινή-πεδινή). 7<br />

4 Η κοινοτική πρωτοβουλία Leader μπορεί να θεωρηθεί ότι ξεπερνά τα όρια της<br />

αγροτικής πολιτικής και αφορά την ενίσχυση μέτρων ανάπτυξης της Υπαίθρου αλλά οι<br />

πόροι που διαθέτει είναι περιορισμένοι. C. Ray, «The EU Leader Programme: Rural<br />

Development Laboratory», Sociologia Ruralis, Vol. 40 No. 2, 2000, σελ. 163-171.<br />

5 Ν. Μαραβέγιας, Δ. Κιούκιας, «Ολοκληρωμένη Ανάπτυξη του Αγροτικού Χώρου»,<br />

Έκθεση για την Προετοιμασία Γνώμης, Ο.Κ.Ε., Αθήνα, 1999.<br />

6 Θ. Ανθοπούλου, «Από τα Γεωργικά Συστήματα στις Νέες Λειτουργίες του Αγροτικού<br />

Χώρου. Τάσεις και Σύγχρονες Προσεγγίσεις της Αγροτικής Γεωγραφίας», στην<br />

ημερίδα Διαστάσεις της Σύγχρονης Γεωγραφίας, Πανεπιστήμιο Αιγαίου, Μυτιλήνη,<br />

2000.<br />

7 Δ. Γούσιος, «Χωρική Προσέγγιση της Οργάνωσης και Ανάπτυξης της Υπαίθρου.<br />

Χωρικά Συστήματα Μικρών Πόλεων», στην Ημερίδα Από τον Αγροτικό Χώρο στην<br />

Ύπαιθρο Χώρα. Μετασχηματισμοί και Σύγχρονα Δεδομένα του Αγροτικού Κόσμου στην<br />

Ελλάδα, Πάντειο Πανεπιστήμιο, Αθήνα, 2000.


kef02:kef02 06/03/2009 13:58 Page 180<br />

180 ΝΑΠΟΛΕΩΝ ΜΑΡΑΒΕΓΙΑΣ<br />

Εξάλλου και στο επίπεδο της ΕΕ δεν υπήρχε ουσιαστική διάκριση μεταξύ<br />

ανάπτυξης του Αγροτικού Τομέα και ανάπτυξης της Υπαίθρου. Η σημασία της<br />

Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ) ήταν, μέχρι και τα τέλη της δεκαετίας του<br />

’80, τόσο καταλυτική που δεν υπήρχαν περιθώρια για ανάπτυξη μιας διαφορετικής<br />

πολιτικής για την ανάπτυξη της Υπαίθρου. 8<br />

Ωστόσο, πολλές χώρες της ΕΕ είχαν ήδη από τότε αναπτύξει σημαντικές<br />

εθνικές πολιτικές για την ανάπτυξη της Υπαίθρου διαφορετικές από αυτές της<br />

ανάπτυξης του Αγροτικού Τομέα. 9 Στη χώρα μας τέτοια διαφοροποίηση δεν<br />

υπήρξε μέχρι και σήμερα, παρά τις σημαντικές αλλαγές στην εικόνα και στη<br />

φυσιογνωμία της ελληνικής Υπαίθρου τα τελευταία τουλάχιστον 15 χρόνια,<br />

όπως θα δούμε στη συνέχεια. 10<br />

Η νέα φυσιογνωμία της Υπαίθρου<br />

Σ’ ολόκληρη την ΕΕ, με σημαντικές διαφοροποιήσεις, η Ύπαιθρος από τη<br />

δεκαετία του ’80 τις αρχές της δεκαετίας του ’90 έχει εισέλθει σε μια διαδικασία<br />

σημαντικών αλλαγών στη φυσιογνωμία της. Βεβαίως, στις βορειότερες χώρες<br />

οι αλλαγές που θα εντοπίσουμε έχουν αρχίσει πολύ νωρίτερα. Ωστόσο, παρόμοιες<br />

εξελίξεις σημειώνονται και στις νοτιότερες χώρες και περιοχές της ΕΕ<br />

και προφανώς και στη χώρα μας με κάποια χρονική υστέρηση και υπό την<br />

πίεση εξωγενών κυρίως παραγόντων. Είναι γεγονός, κατ’ αρχήν, ότι από τις<br />

αρχές της δεκαετίας του ’90 και συγκεκριμένα από το 1992-93 άρχισαν οι σημαντικές<br />

αλλαγές στην ΚΑΠ. Η γενναιοδωρία της έπαψε να υπάρχει, άρχισαν<br />

να εφαρμόζονται περιορισμοί στις ποσότητες παραγωγής με εγγυημένη τιμή σε<br />

αρκετά προόντα. 11<br />

Ταυτόχρονα, η υπογραφή της Συνθήκης για την ΕΕ στο Maastricht το 1992,<br />

δημιούργησε σε χώρες με ασθενές νόμισμα (Ελλάδα, Πορτογαλία, Ιταλία,<br />

8 Λ. Λουλούδης, «Η Κ.Α.Π. «Ανακαλύπτει» την Ύπαιθρο. Ερμηνεία και Συμπεράσματα<br />

για την Ελληνική Γεωργία», Επιθεώρηση των Ευρωπακών Κοινοτήτων, 10-11,<br />

1991, σελ. 51-73.<br />

9 DATAR, Une Nouvelle Politique de Développement des Territoires pour la France,<br />

Paris, 2002.<br />

10 Σ. Ευστράτογλου, «Μελέτη – Έρευνα για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη του Αγροτικού<br />

Χώρου», Τελική Έκθεση, Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Περιβάλλον, ΥΠΕΧΩΔΕ, Αθήνα,<br />

1998.<br />

11 Ν. Μαραβέγιας, Γ. Μέρμηγκας, «Ευρωπακή Ολοκλήρωση της Ελληνικής Γεωργίας<br />

με Ορίζοντα το 2010», στο Ν. Μαραβέγιας (επιμ.), Η Ελληνική Γεωργία προς το<br />

2010, εκδόσεις Παπαζήσης, Αθήνα, 1999.


kef02:kef02 06/03/2009 13:58 Page 181<br />

ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΓΡΟΤΙΚΟ ΧΩΡΟ ΣΤΗΝ ΥΠΑΙΘΡΟ 181<br />

Ισπανία, Γαλλία) νέα δεδομένα. Οι χώρες αυτές και κυρίως η Ελλάδα, πριν την<br />

υπογραφή της Συνθήκης είχαν την δυνατότητα υποτίμησης του νομίσματός τους<br />

σε σχέση με ισχυρότερα νομίσματα κυρίως της Γερμανίας και Ολλανδίας με<br />

αποτέλεσμα να εισπράττουν μεγάλες ετήσιες αυξήσεις στις αγροτικές τιμές στα<br />

εθνικά νομίσματά τους, αν και σε ECU οι τιμές των αγροτικών προόντων παρέμεναν<br />

σχεδόν σταθερές. Μετά την υπογραφή της Συνθήκης, η δυνατότητα<br />

υποτίμησης περιορίσθηκε μέχρι εξαφάνισης και συνεπώς οι αγροτικές τιμές σε<br />

εθνικό νόμισμα αυξάνονταν ελάχιστα έως καθόλου, εφόσον ίσχυαν οι μηδαμινές<br />

αυξήσεις σε ECU και σ’ αυτές τις χώρες. 12<br />

Από το λόγο αυτό και μόνο οι αγρότες έχασαν το πλεονέκτημα των ετήσιων<br />

αυξήσεων των αγροτικών τιμών και συνεπώς και ένα μέρος της αύξησης του εισοδήματός<br />

τους. Αυτή η εξέλιξη προφανώς ώθησε ένα σημαντικό αριθμό οριακών<br />

(από πλευράς μεγέθους εκμετάλλευσης και ηλικίας του αρχηγού) να εγκαταλείψουν<br />

την αγροτική δραστηριότητα. Έτσι, τα τελευταία 15 χρόνια άρχισε<br />

να μειώνεται ταχύτατα το ποσοστό απασχολούμενων στη γεωργία στις χώρες<br />

αυτές. Ιδιαίτερα στην περίπτωση της Ελλάδας το ποσοστό του ενεργού πληθυσμού<br />

που απασχολείται με τη γεωργία από 20% το 1991, σήμερα δεν ξεπερνά<br />

σε επίπεδο χώρας το 10-12%. Στις ίδιες τις αγροτικές περιοχές δηλ. στην ελληνική<br />

Ύπαιθρο ο ενεργός πληθυσμός που ασχολείται με την αγροτική δραστηριότητα<br />

δεν ξεπερνά το 30% όταν πριν από 20 χρόνια έφθανε το 60%. 13<br />

Βεβαίως, η εξέλιξη αυτή δεν οφείλεται μόνο στην απώλεια της δυνατότητας<br />

υποτίμησης των εθνικών νομισμάτων και στους περιορισμούς της ΚΑΠ μετά το<br />

1992. Οφείλεται επίσης στους νέους περιορισμούς στις αγροτικές τιμές μετά το<br />

2000 λόγω της Συμφωνίας του Γύρου της Ουρουγουάης στον Παγκόσμιο Οργανισμό<br />

Εμπορίου. 14 Η μείωση της προστασίας προφανώς οδήγησε σε μείωση<br />

των εγχώριων αγροτικών τιμών λόγω της έντασης του ανταγωνισμού από Τρίτες<br />

Χώρες. Η μείωση του αγροτικού πληθυσμού οφείλεται επίσης και στην μεγάλη<br />

ηλικία των αγροτών στην Ελλάδα αλλά και σ’ άλλες Μεσογειακές χώρες<br />

της ΕΕ όπου η συνταξιοδότηση ή ανικανότητα ή ο θάνατος του αρχηγού της εκ-<br />

12 Ibit.<br />

13 Σύμφωνα με εκτιμήσεις του συγγραφέα με βάση τις απογραφές του 1991, 2001<br />

και τις ετήσιες έρευνες του εργατικού δυναμικού. Τα ποσοστά του ενεργού αγροτικού<br />

πληθυσμού στο σύνολο της Χώρας είναι πολύ μικρότερα από τα αντίστοιχα στην Ύπαιθρο,<br />

διότι στο σύνολο της Χώρας περιλαμβάνονται όλες οι πόλεις, όπου τα ποσοστά του<br />

ενεργού αγροτικού πληθυσμού είναι πολύ μικρότερα.<br />

14 Ν. Μαραβέγιας, Δ. Μουτσάτσος, Μ. Ντυκέν, Η Συμφωνία της GATT και οι Επιπτώσεις<br />

της στην Ελληνική Γεωργία, ΕΚΕΜ, εκδόσεις Σάκκουλας, Αθήνα, 1998.


kef02:kef02 06/03/2009 13:58 Page 182<br />

182 ΝΑΠΟΛΕΩΝ ΜΑΡΑΒΕΓΙΑΣ<br />

μετάλλευσης σημαίνει και εγκατάλειψη λόγω έλλειψης διαδόχου σε 2 στις 3 εκμεταλλεύσεις.<br />

15<br />

Η μείωση του ενεργού αγροτικού πληθυσμού στην Ύπαιθρο δεν έγινε με<br />

τον ίδιο τρόπο σ’ όλες τις περιοχές. Προφανώς, η μείωση συνδέεται και με τις<br />

δυνατότητες εναλλακτικής απασχόλησης στον ίδιο χώρο ή την τοπική παράδοση<br />

μετανάστευσης των νέων και βέβαια με την διαφορετικής έντασης επίπτωση<br />

των περιορισμών της ΚΑΠ ανάλογα με τις περιοχές και τα αγροτικά<br />

προόντα. Ξέρουμε ότι η ΚΑΠ δεν είχε την ίδια σημασία σ’ όλες τις περιοχές<br />

λόγω της διαφορετικής παραγωγικής κατεύθυνσής τους, δεδομένου ότι τα διάφορα<br />

αγροτικά προόντα δεν είχαν τον ίδιο βαθμό στήριξης και προστασίας. 16<br />

Έτσι, ορισμένες περιοχές υπέστησαν εντονότερα πιέσεις από τις αλλαγές στην<br />

ΚΑΠ.<br />

Όπως και να έχουν τα πράγματα η μείωση του αριθμού των απασχολουμένων<br />

στον αγροτικό τομέα αποτελεί μια πραγματικότητα, η οποία αλλάζει το χαρακτήρα<br />

της Υπαίθρου ενώ η διαφοροποίηση της μείωσης ανάλογα με τις περιοχές<br />

δημιουργεί μια νέα κατάσταση η οποία δεν μπορεί να αγνοηθεί πλέον<br />

και στην Ελλάδα. Παρά το γεγονός ότι υπάρχουν ακόμη περιοχές όπου η γεωργία<br />

κυριαρχεί δεν σημαίνει ότι το φαινόμενο της «αποαγροτοποίησης» της<br />

Υπαίθρου δεν παρατηρείται και στην Ελλάδα. 17 Ωστόσο, η εξέλιξη αυτή δεν είναι<br />

μοναδική. Συνυπάρχει με άλλες εξελίξεις εξίσου σημαντικές όπως:<br />

α) Ραγδαία αύξηση του αριθμού των νέων κατοικιών, όπου διαμένουν μόνιμα<br />

η ευκαιριακά κάτοικοι των πόλεων. Οι ανακαινίσεις αλλά κυρίως οι κατασκευές<br />

κατοικιών στην ελληνική Ύπαιθρο έχουν διαστάσεις ανάλογες μ’ αυτές<br />

σ’ άλλες ευρωπακές χώρες. 18 Βεβαίως, σ’ ορισμένες περιοχές το φαινόμενο είναι<br />

εντονότερο, κυρίως γύρω από τις πόλεις σε μια προσπάθεια των αστικών<br />

στρωμάτων για βελτίωση τρόπου ζωής τους διαμένοντας στην Ύπαιθρο έστω<br />

για μερικούς μήνες το χρόνο ή τα Σαββατοκύριακα ή αν είναι δυνατόν ολόκληρο<br />

το χρόνο. Το φαινόμενο αυτό έχει ενταθεί όχι μόνο λόγω της βελτίωσης<br />

της θέσης των μεσαίων στρωμάτων των πόλεων αλλά και λόγω της ανάγκης διε-<br />

15 Α. Μωυσίδης, «Μορφολογία της Απασχόλησης και της Πολυαπασχόλησης στον<br />

Αγροτικό Τομέα», Τετράδια του ΙΝΕ, Τ. 3, 1995.<br />

16 Ν. Μαραβέγιας, Η Διαδικασία της Ευρωπακής Ολοκλήρωσης και η Ελληνική Γεωργία<br />

στη Δεκαετία του ’90, ΕΚΕΜ, εκδόσεις Παπαζήσης, Αθήνα, 1992.<br />

17 Δ. Γούσιος, «Ύπαιθρος, Αγροτικός Χώρος και Μικρή Πόλη: Από τη Γεωργοποίηση<br />

στην Τοπική Ανάπτυξη», στο Δ. Οικονόμου, Γ. Πετράκος (επιμ.), Η Ανάπτυξη των<br />

Ελληνικών Πόλεων: Διεπιστημονικές Προσεγγίσεις στην Αστική και Πολιτική, εκδόσεις<br />

Gutenberg, Αθήνα, 1999.<br />

18 DATAR, Quelle France Rurale pour 2020? Contribution a une Nouvelle Politique de<br />

Développement Rural Durable, Paris, 2003.


kef02:kef02 06/03/2009 13:58 Page 183<br />

ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΓΡΟΤΙΚΟ ΧΩΡΟ ΣΤΗΝ ΥΠΑΙΘΡΟ 183<br />

ξόδου από τον τρόπο ζωής της Πόλης. Η εξέλιξη αυτή «διευκολύνεται» στην<br />

Ελλάδα λόγω της ανυπαρξίας ενός πλαισίου χρήσεων γης με αποτέλεσμα ολόκληρες<br />

αγροτικές περιοχές να είναι διάσπαρτες από νέες κατοικίες όπου διαμένουν<br />

μόνιμα ή λιγότερο μόνιμα κάτοικοι αστικών κέντρων. 19<br />

β) Αύξηση με αλματώδη ρυθμό του αριθμού των τουριστών στην ελληνική<br />

Ύπαιθρο και συνεπώς του αριθμού των τουριστικών καταλυμάτων (μικρών ή<br />

μεγάλων ξενοδοχείων, ενοικιαζόμενων δωματίων κ.λπ). Οι τουρίστες αυτοί είναι<br />

«καταναλωτές» του αγροτικού τοπίου και του αγροτικού πολιτισμού. Προέρχονται<br />

από όλες σχεδόν τις χώρες του κόσμου κυρίως όπως από Μ. Βρετανία,<br />

Γερμανία, Γαλλία και Ιταλία και συχνά επανέρχονται κάθε χρόνο ενώ μερικοί<br />

αγοράζουν κατοικίες για μονιμότερη διαβίωση. Προφανώς τέτοιες περιοχές<br />

της Υπαίθρου είναι κυρίως νησιωτικές, παράκτιες, ή ακόμη ορεινές και<br />

παρουσιάζουν ιδιαίτερο φυσικό ή πολιτιστικό πλούτο. 20<br />

γ) Αυξανόμενη ανάγκη διαχείρισης του φυσικού πλούτου επειδή την ελληνική<br />

Ύπαιθρο υπάρχουν πολλές περιοχές με ιδιαίτερο πλούτο φυσικών πόρων<br />

(δασών, υγροτόπων, λιμνών ποταμών, κ.λπ). Στις περιοχές αυτές, που τα τελευταία<br />

χρόνια προστατεύονται, δημιουργούνται νέα δεδομένα μεταξύ της γεωργικής<br />

χρήσης της γης και των αναγκών διαχείρισης του φυσικού πλούτου, γεγονός<br />

που προκαλεί συχνά σημαντικές τριβές. Ταυτόχρονα οι περιοχές αυτές<br />

αποτελούν πόλους τοπικής ανάπτυξης. 21<br />

Βεβαίως, όλες αυτές οι αλλαγές στην ύπαιθρο διαδραματίζονται «εις βάρος»<br />

της αγροτικής δραστηριότητας και δημιουργούν νέα δεδομένα. Σ’ ορισμένες περιπτώσεις<br />

υπάρχουν και παραδοσιακές βιομηχανικές/βιοτεχνικές δραστηριότητες,<br />

οι οποίες αφενός εξασφαλίζουν εργασία σε κατοίκους της Υπαίθρου, αφετέρου<br />

όμως δημιουργούν «οχλήσεις» στην οικιστική «ευδαιμονία» των κατοίκων<br />

των πόλεων που κατοικούν στην Ύπαιθρο, στην τουριστική δραστηριότητα<br />

αλλά και στην διαχείριση των περιοχών ιδιαίτερου φυσικού πλούτου.<br />

Ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό στην ελληνική Ύπαιθρο είναι ότι η «δεύτερη»<br />

κατοικία, η τουριστική δραστηριότητα, η βιομηχανική/ βιοτεχνική και η<br />

αγροτική παραγωγή συνυπάρχουν σε όλες σχεδόν τις πεδινές παράκτιες ζώνες<br />

19 Μαραβέγιας, οπ.π., 2004.<br />

20 Ο. Ιακωβίδου, Μ. Εμμανουηλίδου, Θ. Σταύρακας, Π. Συμεωνίδου, Δ. Χρυσοστομίδης,<br />

«Χαρακτηριστικά Ζήτησης των εν Δυνάμει Περιηγητών Αγροτουριστικών Προορισμών»<br />

στο Διεθνές Επιστημονικό Συνέδριο Τουρισμός σε Νησιωτικές Περιοχές και<br />

Ειδικούς Προορισμούς, Πανεπιστήμιο Αιγαίου, Χίος, 2000.<br />

21 Λ. Λουλούδης, Ν. Μπεόπουλος, «Κριτικές Προσεγγίσεις της Ανάπτυξης και της<br />

Προστασίας του Περιβάλλοντος της Υπαίθρου», Στοχαστής, Γεωπονικό Πανεπιστήμιο<br />

Αθηνών, Αθήνα, 1999.


kef02:kef02 06/03/2009 13:58 Page 184<br />

184 ΝΑΠΟΛΕΩΝ ΜΑΡΑΒΕΓΙΑΣ<br />

της ηπειρωτικής Ελλάδας αλλά και των νησιών και προφανώς προκαλούν αμοιβαίες<br />

τριβές που συχνά παίρνουν χαρακτήρα «ρήξεων» σε πολλές περιοχές. Η<br />

ανυπαρξία ρύθμισης από τις δημόσιες αρχές κρατικές, νομαρχιακές, δημοτικές<br />

όλων αυτών των δραστηριοτήτων στα πλαίσια ενός εθνικού χωροταξικού σχεδίου<br />

επιδεινώνει τα προβλήματα. Με βάση τις παραπάνω διαπιστώσεις ο χώρος<br />

της Υπαίθρου μπορεί να αναγνωρισθεί λειτουργικά ταυτόχρονα:<br />

• ως χώρος κατοικίας αστικών στρωμάτων<br />

• ως χώρος αναψυχής – τουρισμού – πολιτισμού<br />

• ως χώρος φυσικού πλούτου<br />

• ως χώρος παραγωγής (Γεωργία – Βιοτεχνία/Βιομηχανία)<br />

Η σημασία των τρίτων πρώτων χώρων – λειτουργιών ολοένα αυξάνεται καθώς<br />

αναπτύσσεται μια χώρα «εις βάρος» του τέταρτου, του χώρου δηλαδή της<br />

παραδοσιακής παραγωγής (Γεωργία – Βιομηχανία) ο οποίος ήταν παλαιότερα<br />

κυρίαρχος. 22 Οι εξελίξεις αυτές τείνουν να κυριαρχήσουν στη χώρα μας, ίσως<br />

μάλιστα με μεγαλύτερη ένταση επειδή ο χώρος της παραδοσιακής παραγωγής<br />

της Υπαίθρου δηλ. της Γεωργίας και δευτερευόντως της Βιοτεχνίας/Βιομηχανίας<br />

βρίσκεται σε κρίση εξαιτίας της εγγενούς αδυναμίας του να παράγει διεθνώς<br />

ανταγωνιστικά προόντα. 23<br />

Πόσο όμως οι άλλες λειτουργίες της Υπαίθρου που αναπτύσσονται ραγδαία<br />

(κατοικία, τουρισμός, διαχείριση φυσικών πόρων) μπορούν να δώσουν διέξοδο<br />

στην απασχόληση αλλά και γενικότερα στην τοπική ανάπτυξη είναι ένα ζήτημα<br />

προς διερεύνηση. Προφανώς εξαρτάται από την ένταση της ανάπτυξης των άλλων<br />

δραστηριοτήτων, η οποία εξαρτάται με τη σειρά της από την φυσική διαμόρφωση<br />

του εδάφους, τη γεωγραφική θέση, την απόσταση από τα αστικά κέντρα<br />

και την ιδιαίτερη φυσιογνωμία των διαφόρων περιοχών της χώρας μας.<br />

Μπορούμε έτσι να διακρίνουμε τουλάχιστον τρεις κατηγορίες περιοχών<br />

στην ελληνική Ύπαιθρο με διαφορετική ένταση ανάπτυξης των νέων δραστηριοτήτων<br />

– λειτουργιών:<br />

α) Αγροτικές περιοχές κυρίως πεδινές σχετικά απομακρυσμένες από την θάλασσα<br />

αλλά και ορεινές, χωρίς ιδιαίτερο φυσικό κάλος ή πλούτο, όπου κυριαρχεί<br />

η αγροτική παραγωγή.<br />

β) Περιαστικές περιοχές, κυρίως γύρω από μεγάλα ή μεσαία αστικά κέντρα<br />

όπου υπάρχει έντονη ανάπτυξη της δεύτερης κατοικίας, αλλά και βιοτεχνική<br />

/αγροτική παραγωγή.<br />

γ) Παράκτιες, μικρονησιωτικές και ορεινές περιοχές με ιδιαίτερο φυσικό κάλος<br />

ή πλούτο, όπου παρατηρείται έντονη ανάπτυξη και της δεύτερης κατοι-<br />

22 Μαραβέγιας οπ.π., 2004.<br />

23 Μαραβέγιας και Μέρμηγκας, οπ.π., 1999.


kef02:kef02 06/03/2009 13:58 Page 185<br />

ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΓΡΟΤΙΚΟ ΧΩΡΟ ΣΤΗΝ ΥΠΑΙΘΡΟ 185<br />

κίας και του τουρισμού.<br />

Είναι προφανές ότι σ’ ορισμένες περιοχές μπορεί να συνυπάρχουν χαρακτηριστικά<br />

από όλες τις πιο πάνω κατηγορίες. Ωστόσο η κατηγοριοποίηση<br />

αυτή είναι χρήσιμη για την χάραξη και εφαρμογή μιας κατάλληλης αναπτυξιακής<br />

στρατηγικής.<br />

Στοιχεία για μια νέα στρατηγική ανάπτυξης<br />

Όπως ήδη αναφέραμε, η κυρίαρχη αντίληψη ότι η Ύπαιθρος ταυτίζεται με<br />

τον αγροτικό τομέα οδηγούσε στην υιοθέτηση μιας στρατηγικής ανάπτυξης με<br />

τομεακό – κλαδικό χαρακτήρα και αντικειμενικό στόχο την ανάπτυξη της Γεωργίας.<br />

Τόσο στον ΟΟΣΑ όσο και στην ΕΕ η αγροτική πολιτική με στόχο την<br />

βελτίωση των επιδόσεων του αγροτικού τομέα και την ευημερία των αγροτών<br />

ήταν αν όχι η μοναδική τουλάχιστον η βασική πολιτική που αντιμετώπιζε τα<br />

προβλήματα ανάπτυξης της Υπαίθρου καθώς και της βελτίωσης των όρων διαβίωσης<br />

των κατοίκων της οι οποίοι σχεδόν ταυτίζονταν με τους αγρότες.<br />

Τα τελευταία 10-15 χρόνια έχει αναπτυχθεί αρκετά σημαντική βιβλιογραφία<br />

που αντιμετωπίζει τη γεωργία ως μια μόνο συνιστώσα (κυρίαρχη ή όχι αναλόγως<br />

των περιπτώσεων) της Υπαίθρου. Η αντίληψη που διαπερνά τη βιβλιογραφία<br />

αυτή είναι ότι η αγροτική πολιτική δεν είναι αρκετή για να αντιμετωπίσει<br />

τα προβλήματα ανάπτυξης της Υπαίθρου, επειδή η Ύπαιθρος έχει αλλάξει<br />

σημαντικά. 24 Τα φαινόμενα που ήδη αναλύθηκαν στην ελληνική αλλά και γενικότερα<br />

στην ευρωπακή Ύπαιθρο όπως η ανάπτυξη της δεύτερης κατοικίας, η<br />

τουριστική δραστηριότητα και η διαχείριση των φυσικών πόρων σε περιοχές με<br />

ιδιαίτερο φυσικό πλούτο, είναι τόσο σημαντικά που αλλάζουν τα δεδομένα. Η<br />

«αποαγροτοποίηση» προχωρά σε βαθμό που ακόμη και στις μεσογειακές παραδοσιακά<br />

αγροτικές χώρες, όπως η Ελλάδα, η απασχόληση στη Γεωργία να<br />

έχει μειωθεί τόσο που δεν κυριαρχεί πλέον στην Ύπαιθρο. 25<br />

Χρειάζεται συνεπώς, μια νέα πολιτική ή καλύτερα μια νέα δέσμη πολιτικών,<br />

μια νέα στρατηγική για την ανάπτυξη της Υπαίθρου που να αντιστοιχεί στα νέα<br />

δεδομένα που προαναφέρθηκαν. Προφανώς αυτή η στρατηγική θα είναι προσαρμοσμένη<br />

στις ιδιαιτερότητες κάθε περιοχής ιδιαίτερα σε χώρες με μεγάλες<br />

διαφοροποιήσεις, όπως είναι η Ελλάδα. Στοιχεία μιας τέτοιας στρατηγικής<br />

24 OECD, «OECD Rural Policy Reviews: The New Rural Paradigm: Policies and<br />

Governance», OECD Observer, Paris, 2006.<br />

25 K. Thompson, D. Psaltopoulos, «“Integrated” Rural Development Policy in the<br />

EU: A Term too Far?», Eurochoices, Vol. 3, σελ. 40-45.


kef02:kef02 06/03/2009 13:58 Page 186<br />

186 ΝΑΠΟΛΕΩΝ ΜΑΡΑΒΕΓΙΑΣ<br />

έχουν ήδη διατυπωθεί σε διάφορα κείμενα διεθνών οργανισμών όπως πχ ο<br />

ΟΟΣΑ. 26 Ταυτόχρονα στο επίπεδο της ΕΕ καταβάλλεται προσπάθεια να μεταστραφεί<br />

η ΚΑΠ σε μια πολιτική ανάπτυξης της Υπαίθρου με βάση τη Γεωργία<br />

και την προστασία του περιβάλλοντος. 27<br />

Όμως, το ζήτημα είναι να «ξεφύγουμε» από την αντίληψη ότι διευρύνοντας<br />

τα μέτρα πολιτικής και πέραν της πρωτογενούς αγροτικής παραγωγής η<br />

εμπλουτίζοντας την με μέτρα για την προστασία των φυσικών πόρων, μπορεί<br />

αυτόματα να προκύψει μια νέα πολιτική για την ανάπτυξη της Υπαίθρου. Θα<br />

ήταν προτιμότερο να αναπτυχθεί μια εξαρχής νέα στρατηγική με χωρικό – γεωγραφικό<br />

χαρακτήρα που θα αποσυνδεόταν από τα κλαδικά χαρακτηριστικά<br />

της αγροτικής πολιτικής και θα αντιμετώπιζε την Ύπαιθρο ως χώρο ανάπτυξης<br />

πολλών δραστηριοτήτων δηλ. κατασκευής κατοικίας και τουριστικών υποδομών,<br />

τουριστικής δραστηριότητας, διαχείρισης φυσικού πλούτου και βεβαίως<br />

αγροτικής ή/και βιομηχανικής/βιοτεχνικής δραστηριότητας. 28<br />

Η ανάπτυξη πολλών παράλληλων δραστηριοτήτων στην Ύπαιθρο δημιουργεί<br />

νέα δεδομένα για την απασχόληση των κατοίκων της, νέα επαγγέλματα και<br />

νέα μεσαία στρώματα που συντηρούν το επίπεδο ανάπτυξης παρά την υποχώρηση<br />

της παραδοσιακής αγροτικής δραστηριότητας. Προφανώς, αυτές οι νέες<br />

πηγές εισοδημάτων συμπληρώνονται και από τις μεταβιβάσεις που προκύπτουν<br />

από την εγκατάσταση συνταξιούχων Ελλήνων και ξένων στην Ύπαιθρο<br />

αλλά και από την ευκαιριακή διαμονή κατοίκων των πόλεων οι οποίοι δεν εργάζονται<br />

στην Ύπαιθρο. 29<br />

Παράλληλα η εισροή κεφαλαίων για κατασκευή κατοικιών και τουριστικών<br />

υποδομών, η οποία προέρχεται από τα αστικά κέντρα ή το εξωτερικό, οι εισροές<br />

πόρων από την ΕΕ για αγροτικές επιδοτήσεις (αν και σχετικά μειωμένες<br />

και άνισα κατανεμημένες γεωγραφικά) και βεβαίως οι κατασκευές έργων υποδομής<br />

στο πλαίσιο των Κοινοτικών Πλαισίων Στήριξης συμβάλλουν στην ανάπτυξη<br />

πολλών περιοχών της ελληνικής Υπαίθρου. 30 Ο ρυθμός της ανάπτυξης<br />

26 OECD, «Reinventing Rural Policy», OECD Observer, Paris, 2007.<br />

27 Ευρωπακό Συμβούλιο, «Απόφαση για τις Κοινοτικές Στρατηγικές Κατευθυντήριες<br />

Γραμμές για την Αγροτική Ανάπτυξη», L055, 25/2/2006.<br />

28 D. Van der Ploeg, H. Renting, G. Brunori, M. Knickel, J. Mannion, T. Marsden, K.<br />

de Roest, E. Seville-Guzman, F. Ventura, «Rural Development: From Practices and<br />

Policies Toward Theory», Sociologia Ruralis, Vol. 40 No. 2, 2000, σελ. 391-408.<br />

29 Είναι φανερό ότι χρειάζονται ειδικές επιτόπιες έρευνες για την ανάλυση της αναπτυξιακής<br />

δυναμικής στις διάφορες περιοχές της Ελληνικής Υπαίθρου.<br />

30 D. Psaltopoulos, E. Balamou, K. Thomson, «Rural – Urban Impacts of CAP<br />

Measures in Greece: An Inter-regional SAM Approach», Journal of Agricultural<br />

Economics, Vol. 57 No. 3, 2006, σελ. 441-458.


kef02:kef02 06/03/2009 13:58 Page 187<br />

ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΓΡΟΤΙΚΟ ΧΩΡΟ ΣΤΗΝ ΥΠΑΙΘΡΟ 187<br />

των διαφόρων περιοχών εξαρτάται από το βαθμό που οι νέες δραστηριότητες<br />

έχουν αναπτυχθεί εφόσον όπως ήδη αναφέρθηκε υπάρχουν τουλάχιστον τρεις<br />

διαφορετικοί τύποι Υπαίθρου με διαφορετικά χαρακτηριστικά.<br />

Στις αγροτικές περιοχές οι νέες δραστηριότητες έχουν σχετικά μικρή ανάπτυξη<br />

και η υποχώρηση της αγροτικής δραστηριότητας δημιουργεί σοβαρά<br />

προβλήματα (πεδινές, κυρίως αλλά και ορεινές χωρίς ιδιαίτερο φυσικό πλούτο<br />

ή κάλος). Στις περιαστικές περιοχές αναπτύσσεται κυρίως η δεύτερη κανονικά<br />

και οι συναφείς δραστηριότητες, ενώ η αγροτική δραστηριότητα επωφελείται<br />

από τη γειτνίαση με τα αστικά κέντρα. Στις παράκτιες, μικρονησιωτικές και<br />

ορεινές περιοχές εξαιρετικού φυσικού πλούτου ή κάλους αναπτύσσεται ραγδαία<br />

η τουριστική δραστηριότητα και οι κατασκευές δεύτερης κατοικίας τουριστικών<br />

υποδομών εγκαταλείπεται συχνά η αγροτική δραστηριότητα ως λιγότερο<br />

προσοδοφόρα.<br />

Ας σημειωθεί επίσης ότι οι τρεις κατηγορίες περιοχών που αναφέραμε δεν<br />

παρουσιάζουν ομοιογένεια στα χαρακτηριστικά τους δηλαδή πολύ συχνά στο<br />

εσωτερικό περιοχών ενός συγκεκριμένου τύπου συναντώνται ζώνες με χαρακτηριστικά<br />

άλλου τύπου παραδείγματος χάρη στην ευρύτερη πεδινή περιοχή<br />

της Θεσσαλίας συναντώνται μικρότερες ζώνες μεγάλης τουριστικής ανάπτυξης,<br />

όπως η ζώνη της λίμνης Πλαστήρα. Αυτή η πολυμορφία των περιοχών της<br />

Υπαίθρου δεν είναι αποκλειστικά ελληνικό φαινόμενο. Είναι όπως πολύ συχνότερο<br />

στη χώρα μας λόγω της γεωμορφολογίας του γεωγραφικού της χώρου<br />

και των τοπικών κλιματικών συνθηκών.<br />

Μέσα στις νέες αυτές εξελίξεις τις διαφοροποιήσεις και τις συνεχείς μεταβολές<br />

των δεδομένων της αναπτυξιακής διαδικασίας, οι παραδοσιακές πολιτικές<br />

ανάπτυξης γενικού οριζόντιου χαρακτήρα σε εθνικό επίπεδο δεν μπορεί να<br />

έχουν καμιά ουσιαστική συμβολή. Δεν αρκεί μόνο να συνεργάζονται τα επιμέρους<br />

αρμόδια Υπουργεία ώστε να συντονίζονται οι πολιτικές τους στην Ύπαιθρο,<br />

πρέπει να υπάρξει μεγάλος βαθμός αποκέντρωσης στο σχεδιασμό και<br />

στην υλοποίηση ολοκληρωμένων σχεδίων βιώσιμης ανάπτυξης και όχι απλή<br />

εφαρμογή μεμονωμένων αναπτυξιακών μέτρων. 31<br />

Μια πρώτη προσπάθεια συντονισμού των διαφόρων Υπουργείων για τον<br />

συντονισμό της πολιτικής τους στην Ύπαιθρο έμεινε στις προθέσεις πριν από<br />

μερικά χρόνια με τη σύσταση της «Διυπουργικής Επιτροπής για την Ανάπτυξη<br />

της Υπαίθρου». 32 Μια τέτοια επιτροπή θα μπορούσε να μετεξελιχθεί σε Γενική<br />

31 M. Pezzini, «Le Développement Rural Dans Les Pays de l’OECD», Options<br />

Méditerranéennes, 2006.<br />

32 Μαραβέγιας, οπ.π., 2004.


kef02:kef02 06/03/2009 13:58 Page 188<br />

188 ΝΑΠΟΛΕΩΝ ΜΑΡΑΒΕΓΙΑΣ<br />

Γραμματεία Ανάπτυξης της Υπαίθρου υπό την εποπτεία του Πρωθυπουργού<br />

της χώρας. Βασικός στόχος μιας τέτοιας Γραμματείας θα ήταν ο συντονισμός<br />

πολλών Υπουργείων σε κεντρικό επίπεδο προκειμένου να διευκολυνθεί η τοπική<br />

αυτοδιοίκηση να σχεδιάσει και να υλοποιήσει τα απαραίτητα σχέδια ανάπτυξης<br />

για κάθε περιοχή, πράγμα που προποθέτει την δημιουργία μιας στατιστικής<br />

βάσης δεδομένων για την ελληνική Ύπαιθρο που σήμερα δεν υπάρχει.<br />

Είναι προφανές ότι η ανάπτυξη πολλών δραστηριοτήτων στην Ύπαιθρο πέραν<br />

της παραδοσιακής αγροτικής παραγωγής περιπλέκει τα πράγματα καθώς<br />

εμπλέκει πολλούς φορείς στην αναπτυξιακή προσπάθεια. Δημιουργεί νέες<br />

υποχρεώσεις που προκύπτουν από τις εύλογες διεκδικήσεις των κατοίκων της<br />

Υπαίθρου (που δεν είναι μόνο αγρότες) αλλά και από τις συγκρούσεις συμφερόντων<br />

μεταξύ των δραστηριοτήτων που αναπτύσσονται στην ύπαιθρο. Είναι<br />

φανερό ότι τα συμφέροντα των αγροτών δεν ταυτίζονται κατ’ ανάγκη με τα<br />

συμφέροντα των άλλων επαγγελμάτων που δραστηριοποιούνται στην Ύπαιθρο.<br />

33<br />

Η ρύθμιση των επιμέρους δραστηριοτήτων και κυρίως η επιβολή κανόνων<br />

στο επίπεδο των χρήσεων γης αποτελεί ένα από τα πιο σημαντικά ζητήματα<br />

που απαιτούν αντιμετώπιση στην ελληνική Ύπαιθρο. Από το 1976 γίνονται<br />

προσπάθειες θεσμοθέτησης ενός εθνικού χωροταξικού πλαισίου χωρίς αποτέλεσμα<br />

λόγω των αντιστάσεων των επιμέρους συμφερόντων κυρίως κατόχων<br />

γης. Η διαχείριση των φυσικών πόρων όπως του νερού των βοσκοτόπων και<br />

των σπάνιων υγροτόπων και η προστασία τους με τρόπο που δεν αντιστρατεύεται<br />

αλλά ενισχύει την βιώσιμη ανάπτυξη είναι επίσης ένα κρίσιμο ζήτημα. Η<br />

στελέχωση των σχολικών μονάδων και των μονάδων υγείας και των άλλων δημόσιων<br />

υπηρεσιών αποτελεί ένα από τα χρόνια προβλήματα, μεγαλύτερο και<br />

από την κατασκευή τέτοιων κοινωνικών υποδομών. Η συμβουλευτική στήριξη<br />

και η ενθάρρυνση των τοπικών αναπτυξιακών ατομικών η/και συνεταιριστικών<br />

επιχειρηματικών πρωτοβουλιών παραμένει ακόμη ένα από τα ζητούμενα στην<br />

ελληνική Ύπαιθρο. Η κατασκευή δικτύων επικοινωνίας και τηλεπικοινωνίας<br />

ώστε να εξασφαλισθεί η προσβασιμότητα ακόμη και στις πιο απομακρυσμένες<br />

περιοχές και στα νησιά είναι επιτακτική ανάγκη.<br />

Αυτή η επιλεκτική αναφορά σε κρίσιμα ζητήματα ρύθμισης, σχεδιασμού και<br />

εφαρμογής δείχνει ότι χρειάζεται μια πολύ διαφορετική σύλληψη για την<br />

άσκηση πολιτικής στην Ύπαιθρο από την παραδοσιακή αγροτική πολιτική για<br />

την ανάπτυξη του αγροτικού τομέα. Όμως και η ίδια η αγροτική πολιτική χρειάζεται<br />

να αποκτήσει νέο περιεχόμενο προσαρμοσμένο στη νέα φυσιογνωμία<br />

33 T. Marsden, «New Rural Territories: Regulating the Differentiated Rural<br />

Spaces», Journal of Rural Studies, Vol. 14, 1998, σελ. 107-117.


kef02:kef02 06/03/2009 13:58 Page 189<br />

ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΓΡΟΤΙΚΟ ΧΩΡΟ ΣΤΗΝ ΥΠΑΙΘΡΟ 189<br />

της Υπαίθρου. Πρέπει να σχεδιάζεται και να ασκείται αποκεντρωμένα ώστε<br />

να ανταποκρίνεται στις ιδιαιτερότητες και τα χαρακτηριστικά κάθε περιοχής.<br />

Η ενδυνάμωση των εξουσιών της τοπικής αυτοδιοίκησης είναι αναγκαία αλλά<br />

όχι επαρκής προπόθεση για την επιτυχία κάθε αναπτυξιακού σχεδίου στην<br />

Ύπαιθρο. Χρειάζονται περισσότεροι πόροι αλλά και φαντασία και γνώση των<br />

στελεχών της κεντρικής διοίκησης και της τοπικής αυτοδιοίκησης ώστε η<br />

Ύπαιθρος σε όλες τις περιοχές της Χώρας μας να είναι ελκυστικός τόπος για<br />

οικονομικές δραστηριότητες και για ανθρώπους που αναζητούν καλύτερη ποιότητα<br />

ζωής. Τα παραδείγματα άλλων ευρωπακών χωρών μπορεί να φανούν<br />

ιδιαίτερα χρήσιμα. 34<br />

34 B. Hervieu, «Quelle Stratégie Nationale de Développement Rural Pour un Pays de<br />

l’ Union Européenne», Options Mediterraneennes, Νο. 54, 2006 και A. Arzeni, R. Esposti,<br />

F. Sotte, (eds.), European Policy Experiences with Rural Development, Vauk, Kiel, 2002.


kef02:kef02 06/03/2009 13:58 Page 190


kef02:kef02 06/03/2009 13:58 Page 191<br />

9<br />

Η ελληνική τουριστική πολιτική μπροστά<br />

στις νέες εξελίξεις<br />

Δημήτρης Λαγός<br />

Εισαγωγή<br />

Είναι γνωστό ότι η μεταπολεμική φιλελεύθερη αντίληψη για την οικονομική<br />

ανάπτυξη των εξαρτημένων χωρών ήταν η πολιτική τους εξάρτηση μέσα από το<br />

κυρίαρχο ιδεολογικό ρεύμα του νεοφιλελευθερισμού, με σκοπό να αναπροσανατολίσει<br />

τον διεθνή καταμερισμό της εργασίας σε δραστηριότητες και μορφές<br />

που θα εξυπηρετούσαν το καπιταλιστικό σύστημα και θα επέτειναν την ιμπεριαλιστική<br />

εξάρτηση. Στη βάση της κυρίαρχης αυτής αναπτυξιακής αντίληψης,<br />

η εκβιομηχάνιση των λιγότερο αναπτυγμένων χωρών εξυπηρετούσε τις ανάγκες<br />

συσσώρευσης του κεφαλαίου σε εθνική και διεθνή κλίμακα. Ετσι, για τις<br />

αναπτυγμένες χώρες, η προσπάθεια δημιουργίας ή διατήρησης μιας βαριάς<br />

βιομηχανίας κατέστησε αναγκαία την ανάπτυξη εξειδικευμένων τομέων της<br />

μεταποίησης και των υπηρεσιών, 1 ενώ για τις λιγότερο αναπτυγμένες χώρες, η<br />

προσπάθεια αξιοποίησης των φυσικών και πολιτιστικών πόρων, στη βάση του<br />

συγκριτικού τους πλεονεκτήματος, ήταν μια αναπτυξιακή πολιτική «έξωθεν<br />

επιβαλλόμενη» που υιοθετήθηκε σταδιακά και χρηματοδοτήθηκε, κατά περίπτωση<br />

από τις αναπτυγμένες χώρες του καπιταλιστικού συστήματος. 2 Σ’ αυτή<br />

την αναπτυξιακή λογική, η δραστηριότητα του τουρισμού, στο διεθνή καταμερισμό<br />

της εργασίας, ήταν σε δεύτερη προτεραιότητα, παρά τις προτροπές της<br />

1 Γ. Μηλιός, Ο Ελληνικός κοινωνικός σχηματισμός: Από τον επεκτατισμό στην καπιταλιστική<br />

ανάπτυξη, εκδόσεις Εξάντας, Αθήνα, 1988, σελ. 333-335.<br />

2 Δ. Λαγός, Θεωρίες περιφερειακής οικονομικής ανάπτυξης, εκδόσεις Κριτική,<br />

Αθήνα, 2007, σελ. 224.


kef02:kef02 06/03/2009 13:58 Page 192<br />

192 ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΛΑΓΟΣ<br />

Παγκόσμιας Τράπεζας και κυρίως του Παγκόσμιου Οργανισμού Τουρισμού<br />

(UNWTO) που δημιουργήθηκε για την συστηματική προώθησή του. 3<br />

Η μεταπολεμική εξέλιξη τόσο του τουρισμού όσο και των άλλων οικονομικών<br />

δραστηριοτήτων στην Ελλάδα έγινε κατά τρόπο αυθόρμητο και απρογραμμάτιστο.<br />

4 Σήμερα, ο τουρισμός στην Ελλάδα αποτελεί μια σημαντική οικονομική<br />

δραστηριότητα που καλύπτει περίπου το 29,29% των αδήλων πόρων σε<br />

συνάλλαγμα και το 32,26% του ελλείμματος του εμπορικού ισοζυγίου (στατιστικά<br />

δεδομένα του 2006). Προσφέρει 850.000 περίπου θέσεις εργασίας,<br />

άμεσα ή έμμεσα, και ενισχύει όλους τους κλάδους της οικονομίας. Συνεισφέρει<br />

το 18% του ΑΕΠ, με τη χρήση του 0,007% του τακτικού προπολογισμού και<br />

του 0,93% του Προπολογισμού Δημοσίων Επενδύσεων. Τα έσοδα από τον<br />

τουρισμό για την Ελλάδα ανέρχονται σε 11,5 δις. ευρώ το χρόνο. Οι αφίξεις ξένων<br />

τουριστών αυξήθηκαν κατά 9,64% το 2005, κατά 8,73% το 2006 και κατά<br />

5,49% το 2007. Η δυναμικότητα των ξενοδοχείων το 2006 ήταν 693.252 κλίνες.<br />

Η δε δαπάνη ανά διανυκτέρευση ήταν 332 $. Επίσης, η Ελλάδα κατατάσσεται<br />

στην 24 η θέση μεταξύ 124 χωρών ως προς την ανταγωνιστικότητα του τουριστικού<br />

τομέα, σύμφωνα με το νέο δείκτη Ταξιδιωτικής και Τουριστικής Ανταγωνιστικότητας.<br />

5<br />

Οι προοπτικές για την παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη παραμένουν αισιόδοξες.<br />

Ειδικότερα και σύμφωνα με τις προβλέψεις του Παγκόσμιου Οργανισμού<br />

Τουρισμού, ο τουρισμός στην Ευρώπη θα συνεχίσει να αναπτύσσεται με<br />

μικρότερους ρυθμούς από ότι αναπτύσσεται μέχρι σήμερα, με αποτέλεσμα να<br />

ενταθεί ο ανταγωνισμός ανάμεσα σε διάφορους προορισμούς. Αν οι εκτιμήσεις<br />

που γίνονται σε παγκόσμιο επίπεδο 6 επαληθευτούν και με δεδομένη την<br />

αύξηση των ταξιδιών από ευρωπαίους πολίτες (μεταβολή 2,8%), οι οποίοι αποτελούν<br />

την συντριπτική πλειοψηφία των τουριστών που επισκέπτεται την Ελλάδα,<br />

προβλέπεται (ΕΣΥΕ, ΕΟΤ) ότι μέχρι το 2014 ο ρυθμός αύξησης των αφίξεων<br />

των αλλοδαπών τουριστών θα είναι της τάξης του 5%.<br />

3 A. Holden, Κοινωνιολογικές προσεγγίσεις στον τουρισμό, μετάφραση επιμέλεια: Θ.<br />

Μαυροδόντης, Εκδόσεις Παπαζήση, 2008, σελ. 195.<br />

4 Δ. Σακκάς, «Το διαρθρωτικό πρόβλημα και ο οικονομικός προγραμματισμός στην<br />

μεταπολεμική Ελλάδα», Μελέτες Νο. 45, ΚΕΠΕ, Αθήνα, 1996, σελ. 23 και Π. Τσάρτας<br />

και Δ. Λαγός, «Η πολιτική του ελληνικού τουρισμού μέσα από τα αναπτυξιακά προγράμματα»,<br />

στο Β. Αγγελής και Λ. Μαρούδας (επιμ.), Οικονομικά συστήματα, αναπτυξιακές<br />

πολιτικές και στρατηγικές των επιχειρήσεων στην εποχή της παγκοσμιοποίησης,<br />

συλλογικός τόμος προς τιμήν του καθηγητή Στέργιου Μπαμπανάση, Τμήμα Διοίκησης<br />

Επιχειρήσεων Πανεπιστήμιο Αιγαίου, εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα, 2006, σελ.736.<br />

5 Τράπεζα Ελλάδος, Έκθεση του Διοικητή για το έτος 2006, Αθήνα, 2007, σελ.128.<br />

6 World Tourism Organization, Tourism Vision 2020, Vol. 1- 6, Madrid, 2000.


kef02:kef02 06/03/2009 13:58 Page 193<br />

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΙΣ ΝΕΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ 193<br />

Παρά τη γενικά ικανοποιητική στατιστική εικόνα που παρουσιάζει διαχρονικά<br />

ο ελληνικός τουρισμός, με βάση τις τουριστικές αφίξεις και διανυκτερεύσεις,<br />

αλλά και τη διαχρονική εξέλιξη της κατά κεφαλήν δαπάνης, σε σύγκριση<br />

με τα διεθνή δεδομένα, σήμερα η τουριστική βιομηχανία εμφανίζει συμπτώματα<br />

κόπωσης. Η Ελλάδα θεωρείται χώρα φιλοξενίας αλλοδαπών τουριστών<br />

χαμηλής και μεσαίας εισοδηματικής στάθμης. Το τουριστικό της προόν είναι<br />

μέτριας ποιότητας και έχει υψηλό συγκριτικό κόστος. Η τιμή του τουριστικού<br />

προόντος, που αποτελεί το κυριότερο στοιχείο προσέλκυσης αλλοδαπών τουριστών,<br />

λόγω σταθερότητας του ευρώ, αλλά και πληθωριστικών πιέσεων, αδυνατεί<br />

να προσαρμοστεί στα πλαίσια που θέτει ο διεθνής τουριστικός ανταγωνισμός.<br />

Εξάλλου, οι τουριστικές της υποδομές και ανωδομές δεν έχουν ποιοτικά<br />

χαρακτηριστικά, οι Ολυμπιακές εγκαταστάσεις δεν έχουν ακόμα αξιοποιηθεί,<br />

η τουριστική εποχικότητα εξακολουθεί να είναι αιτία δυσμενών εξελίξεων στη<br />

λειτουργία του ξενοδοχειακού κλάδου, ενώ η προώθηση των ειδικών και εναλλακτικών<br />

μορφών τουρισμού δεν πραγματοποιείται συγκροτημένα και δεν<br />

εντάσσεται (πλην λίγων περιπτώσεων) σε προγράμματα ή δράσεις που να ενισχύονται<br />

από δημόσιους πόρους. Το σύστημα κινήτρων προς τον τουρισμό δεν<br />

έχει αποδώσει ικανοποιητικά και δεν ενισχύει την ισόρροπη περιφερειακή<br />

ανάπτυξη. Η εκπαίδευση και η κατάρτιση δεν ανταποκρίνονται στις νέες απαιτήσεις<br />

της τουριστικής αγοράς. Παρότι, η χώρα μας είναι διεθνής τουριστικός<br />

προορισμός, μόλις πρόσφατα, ανακοινώθηκε η ίδρυση του πρώτου πανεπιστημιακού<br />

τμήματος «Οικονομίας και Διοίκησης του Τουρισμού», στο Πανεπιστήμιο<br />

Αιγαίου.<br />

Στο κεφάλαιο αυτό, επιχειρήται η κριτική αξιολόγηση της μέχρι σήμερα<br />

ακολουθούμενης αναπτυξιακής πορείας του τουρισμού, και του περιεχομένου<br />

της αναπτυξιακής ελληνικής τουριστικής στρατηγικής και πολιτικής, με σκοπό<br />

να εντοπιστούν οι διαρθρωτικές αδυναμίες, αλλά και να αναδειχθούν οι δυνατότητες<br />

του ελληνικού τουρισμού. Στη βάση των συμπερασμάτων που προκύπτουν<br />

προτείνεται ένα πλαίσιο τουριστικής στρατηγικής και πολιτικής που<br />

απαντά σε βασικά θέματα που κατατρύχουν τον ελληνικό τουρισμό, λαμβάνοντας<br />

υπόψη τις νέες εξελίξεις της διεθνούς οικονομικής και κοινωνικής συγκυρίας.<br />

Διαχρονική ανάλυση της ελληνικής τουριστικής πολιτικής<br />

Σε παγκόσμιο επίπεδο, ο τουρισμός μπορεί να χαρακτηριστεί ως μια δραστηριότητα<br />

η οποία διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην τοπική και περιφερειακή<br />

ανάπτυξη. Στην Ελλάδα, η σημασία του τουρισμού για την υποστήριξη των<br />

λιγότερων ανεπτυγμένων ή μειονεκτικών περιοχών ήταν και παραμένει αξιό-


kef02:kef02 06/03/2009 13:58 Page 194<br />

194 ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΛΑΓΟΣ<br />

λογη. Είναι χαρακτηριστικό ότι πολλές περιοχές της Ελλάδας μεταπολεμικά<br />

κατάφεραν μέσα από την τουριστική τους ανάπτυξη όχι μόνο να διατηρήσουν,<br />

αλλά και να αυξήσουν τον ενεργό πληθυσμό τους, βελτιώνοντας σημαντικά και<br />

τις συνθήκες διαβίωσής του. Παράλληλα, σε μερικές περιοχές όπου ο τουρισμός<br />

εξελίχθηκε, λανθασμένα, σε «μονοκαλλιέργεια», συνέβη να εξαρτάται<br />

από αυτόν ολόκληρη η οικονομική, παραγωγική και κοινωνική δομή των περιοχών<br />

αυτών. 7 Ωστόσο, η κατάσταση αυτή, σε περιόδους κρίσεις, δημιούργησε<br />

προβλήματα στην τουριστική βιομηχανία των περιοχών αυτών. Σήμερα, ο τουρισμός<br />

στην Ελλάδα αντιμετωπίζει σοβαρά διαρθρωτικά προβλήματα, τα<br />

οποία επιτείνονται λόγω της υφιστάμενης διεθνούς οικονομικής συγκυρίας.<br />

Προκειμένου να σχηματίσουμε μια ολοκληρωμένη εικόνα της υπάρχουσας<br />

κατάστασης της ελληνικής τουριστικής βιομηχανίας, είναι αναγκαία μια σύντομη<br />

ανασκόπηση της μεταπολεμικής πολιτικής προς εντοπισμό των διαρθρωτικών<br />

του προβλημάτων του τουρισμού, αλλά και των δυνατοτήτων ή των ευκαιριών<br />

που υπάρχουν, οι οποίες μπορούν να αξιοποιηθούν κατάλληλα, ενόψει<br />

της νέας προγραμματικής περιόδου. 8<br />

Η σύντομη ανασκόπηση της λογικής και του περιεχομένου της ελληνικής<br />

τουριστικής πολιτικής γίνεται στο πλαίσιο τριών χρονικών περιόδων: 9<br />

• του βιοτεχνικού τουρισμού (1950-1966).<br />

• του περάσματος στο βιομηχανικό τουρισμό (1967-1991)<br />

• της πολιτικής αναζήτησης για έξοδο από την κρίση (1991-σήμερα).<br />

Στην πρώτη χρονική περίοδο, από το περιεχόμενο των προγραμμάτων<br />

(1948-1966) διαπιστώνεται ότι αυτά είχαν ευκαιριακό χαρακτήρα και αποσκοπούσαν<br />

στην εξασφάλιση όσο το δυνατόν, μεγαλύτερων ποσών συναλλαγματικών<br />

πόρων υπό τη μορφή οικονομικής και τεχνικής βοήθειας 10 και όχι υπό τη<br />

μορφή ενίσχυσης της παραγωγικής βάσης της ελληνικής οικονομίας. Στο πλαίσιο<br />

αυτό, οι επιδιώξεις της τουριστικής πολιτικής ήταν γενικόλογες αναφορές,<br />

δεν συνοδεύονταν δηλαδή από συγκεκριμένα μέτρα, που η υλοποίησή τους θα<br />

προωθούσε την τουριστική ανάπτυξη σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο. Η<br />

δομή της τουριστικής δραστηριότητας αυτής της περιόδου μπορεί να χαρακτηριστεί<br />

ως βιοτεχνική, λόγω του μεγάλου αριθμού και του μεγέθους των τουρι-<br />

7 Δ. Λαγός, «Ο Τουρισμός ως Παράγοντας Προώθησης της Περιφερειακής Ανάπτυξης»,<br />

Επιθεώρηση Αστικών και Περιφερειακών Μελετών ΤΟΠΟΣ., Νο. 14, 1998.<br />

σελ. 53.<br />

8 ΕΣΠΑ 2007-2013.<br />

9 Τσάρτας και Λαγός, οπ. π., 2006, σελ. 750-756.<br />

10 Σακκάς, οπ. π., 1996, σελ. 72.


kef02:kef02 06/03/2009 13:58 Page 195<br />

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΙΣ ΝΕΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ 195<br />

στικών επιχειρήσεων και λόγω της μη καλής οργάνωσης της τουριστικής δραστηριότητας<br />

(μικρός αριθμός ανοργάνωτων ταξιδιωτών, απουσία προσόντων<br />

των εργαζόμενων, απουσία μεθόδων διοίκησης και προώθησης του προόντος).<br />

Στην δεύτερη χρονική περίοδο, διαπιστώνεται ότι ενώ στα αρχικά προγράμματα<br />

(1967–1970), επικρατούσε η ίδια αναπτυξιακή φιλοσοφία με αυτή της<br />

πρώτης χρονικής περιόδου, όμως η λογική τους στηριζόταν στην προώθηση του<br />

μαζικού οργανωμένου τουρισμού και την αξιοποίηση των φυσικών και πολιτιστικών<br />

πόρων της χώρας με συγκεκριμένα μέτρα πολιτικής που είχαν σαφείς<br />

στόχους και επιδιώξεις. Στα μετέπειτα προγράμματα, η τουριστική πολιτική<br />

που εφαρμόστηκε είχε καθοριστικό ρόλο στην έκταση και τον τρόπο ανάπτυξης<br />

της τουριστικής βιομηχανίας. Μέχρι το 1973, η τουριστική πολιτική απέβλεπε<br />

στην ταχεία τουριστική ανάπτυξη με στόχο τη μεγιστοποίηση των συναλλαγματικών<br />

εσόδων προς κάλυψη του εμπορικού ελλείμματος του ισοζυγίου<br />

τρεχουσών συναλλαγών. Γι’ αυτό και υπήρχε ευνοκότερη χρηματοδοτική πολιτική,<br />

χωρίς τραπεζικά κριτήρια, που επηρέασε την χωρική κατανομή των ξενοδοχειακών<br />

καταλυμάτων και την ανάπτυξη νέων τουριστικών προορισμών (π.χ.<br />

Χαλκιδική), όπου στον ξενοδοχειακό κλάδο εισήλθαν άτομα άσχετα με την<br />

τουριστική δραστηριότητα. 11<br />

Μέχρι το 1980, επιχειρήθηκε ορθολογική ανάπτυξη της τουριστικής δραστηριότητας<br />

μέσα από τους αναπτυξιακούς νόμους (Ν. 1313/72 και 1378/73) σε<br />

συνδυασμό με την επίτευξη στόχων περιφερειακής πολιτικής (Ν. 289/76) και<br />

την ενίσχυση των προβληματικών περιοχών (Ν. 849/780). Στα αναπτυξιακά<br />

προγράμματα της 10ετίας του 1980 υπάρχει η θέσπιση ενός συστήματος κινήτρων<br />

(Ν. 1116/81, Ν. 1262/82) που απέβλεπε στην αποκέντρωση και τη δημιουργία<br />

νέων μικρών ξενοδοχειακών μονάδων. Όμως, το επενδυτικό ενδιαφέρον<br />

επικεντρώθηκε και πάλι σε λιγοστές τουριστικά αναπτυγμένες περιοχές με<br />

αποτέλεσμα την υπερπροσφορά κλινών. Στις υπόλοιπες περιοχές δεν υπήρχε η<br />

κατάλληλη κοινωνικοοικονομική υποδομή και ανωδομή, λόγω της ανεπάρκειας<br />

διάθεσης των χρηματικών πόρων από το Πρόγραμμα Δημοσίων επενδύσεων<br />

(Π.Δ.Ε.). Έτσι, το ενδιαφέρον της ιδιωτικής πρωτοβουλίας στράφηκε<br />

προς την «παραξενοδοχεία». Η πολιτική των κίνητρων στις επενδύσεις συνεχίζεται<br />

με την ίδια ένταση μέχρι το 1990. Ο ρυθμός αύξησης του αριθμού των κλινών<br />

παραμένει ο ίδιος και η συγκέντρωση πολύ περιορισμένη παρόλη τη δια-<br />

11 Α. Μυλωνάς, «Ο Τουρισμός ως κινητήρια δύναμη της χώρας», πρακτικά συνεδρίου<br />

του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών με θέμα: «Το Παρόν και το μέλλον της<br />

Ελληνικής Οικονομίας», Τόμος Α, έκδοση Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αθήνα,<br />

1997, σελ. 12.


kef02:kef02 06/03/2009 13:58 Page 196<br />

196 ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΛΑΓΟΣ<br />

φοροποίηση των ποσοστών των επενδύσεων και των κατασκευαστικών προγραμμάτων<br />

προς όφελος των λιγότερο αναπτυγμένων περιοχών. Παράλληλα, η<br />

αυξημένη ζήτηση καταλυμάτων σε συνδυασμό με την ολοένα και αυξανόμενη<br />

τάση για κερδοσκοπία, συνέτειναν στην ραγδαία άνοδο των αυθαίρετων κατοικιών.<br />

Στην τρίτη χρονική περίοδο, οι στόχοι της τουριστικής πολιτικής που εκφράζονται<br />

μπορούν να συνοψιστούν στον εμπλουτισμό και τη διαφοροποίηση του<br />

τουριστικού προόντος, την ανάπτυξη νέων μορφών τουρισμού, τη βελτίωση της<br />

ποιότητας του προσφερομένου προόντος, το άνοιγμα προς νέες αγορές και την<br />

προώθηση της αειφόρου τουριστικής ανάπτυξης.<br />

Τα αναπτυξιακά προγράμματα της 10ετίας του 1990 [κυρίως τα Α΄ και Β΄<br />

Κοινοτικά Πλαίσια Στήρισκης (ΚΠΣ)], αντιμετώπισαν τον τουρισμό επιφανειακά,<br />

με αποτέλεσμα την έλλειψη ελκυστικών κινήτρων, αλλά και την ύπαρξη<br />

μιας σειράς αντικινήτρων για τη προσέλκυση επενδυτών. Επίσης, η εσφαλμένη<br />

κατανομή των χρηματικών πόρων από τα Μεσογειακά Ολοκληρωμένα Προγράμματα<br />

(ΜΟΠ) και το Α΄ ΚΠΣ, είχε ως αποτέλεσμα τη μεγέθυνση της παραοικονομίας<br />

και τη συσσώρευση προβλημάτων που περιόρισαν την τουριστική<br />

ανάπτυξη της χώρας. Ο αναπτυξιακός νόμος (1892/90), αν και βελτιώθηκε σημαντικά<br />

ως προς τα κίνητρα του προηγούμενου, δεν μπόρεσε από μόνος του να<br />

επηρεάσει την τουριστική ανάπτυξη, χωρίς το συνδυασμό μιας γενικότερης πολιτικής.<br />

Ο αναπτυξιακός νόμος 2234/94 που τροποποίησε και συμπλήρωσε άρθρα<br />

του 1892/90, υιοθέτησε μια πιο ρεαλιστική πολιτική κινήτρων για ελεγχόμενη<br />

και επιθυμητή ανάπτυξη.<br />

Στα αναπτυξιακά προγράμματα της 10ετίας του 2000 (Γ΄ ΚΠΣ 2000-2006),<br />

εξαιτίας της ευρωπακής ολοκλήρωσης, η τουριστική πολιτική της χώρας διαμορφώνεται<br />

σε νέα βάση, προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι νέες προκλήσεις<br />

της παγκοσμιοποίησης, να αξιοποιηθούν τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα και<br />

να βελτιωθεί η υποδομή της για την προσέλκυση τουριστών με υψηλότερο εισόδημα.<br />

Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, η πολιτεία μέσω της εταιρείας «Ελληνικά<br />

Τουριστικά Ακίνητα» (ΕΤΑ) αποδεσμεύεται από το ρόλο του παραγωγού,<br />

πουλώντας ή παραχωρώντας με συμβόλαια μεγάλης διάρκειας τις εγκαταστάσεις<br />

που είχε κατασκευάσει κατά τη διάρκεια της πρώτης φάσης της ανάπτυξης<br />

του τουρισμού. Χαρακτηριστικό αυτής της λογικής είναι και η προώθηση,<br />

μέσω του Ειδικού Χωροταξικού Σχεδίου για τον τουρισμό, της νέας λειτουργικής<br />

μορφής της «τουριστικής κατοικίας» που ωστόσο εκτιμάται ότι θα<br />

ευνοήσει σε πρώτη φάση ελάχιστους τουριστικούς επιχειρηματίες, που εν προκειμένω<br />

θα λειτουργήσουν απλά ως «οικοπεδούχοι», καθώς και ορισμένες μεγάλες<br />

κατασκευαστικές εταιρείες (developers) και τράπεζες ελληνικών και ξένων<br />

συμφερόντων που διαθέτουν θυγατρικές εταιρείες αγοροπωλησιών ακινή-


kef02:kef02 06/03/2009 13:58 Page 197<br />

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΙΣ ΝΕΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ 197<br />

των (real estate) και ενδιαφέρονται να προσφέρουν στην αγορά νέα δανειακά<br />

προόντα για την ανάπτυξη νέων πεδίων επιχειρηματικών δραστηριοτήτων<br />

μέσω τουρισμού.<br />

Κριτική αξιολόγηση<br />

Από τα παραπάνω διαπιστώνεται ότι η φιλοσοφία των πρώτων αναπτυξιακών<br />

προγραμμάτων ήταν η συστηματική παρέμβαση του κράτους στο μηχανισμό<br />

της αγοράς, με στόχο τη δημιουργία και επέκταση της βασικής υποδομής<br />

για να διευκολύνει τη διαδικασία ένταξης της εγχώριας παραγωγής στο διεθνή<br />

καταμερισμό εργασίας. Ο διεθνής τουρισμός, στο πλαίσιο αυτό, δεν ήταν στο<br />

επίκεντρο των αναπτυξιακών επιλογών της μεταπολεμικής οικονομικής πολιτικής.<br />

Όμως, η κοινωνικοοικονομική πραγματικότητα στις αναπτυσσόμενες χώρες<br />

ανέδειξε την προστιθέμενη αξία αυτής της δραστηριότητας.<br />

Στη χώρα μας, ο τουρισμός ως αναπτυξιακή παράμετρος, εκτιμάται θετικά,<br />

καθότι συνέβαλε ουσιαστικά στην παραγωγική ανασυγκρότηση ορισμένων περιοχών<br />

της και στη διαμόρφωση αναπτυξιακών συνθηκών. Όμως, αποτελεί<br />

ακόμα μέχρι και σήμερα μια οικονομική δραστηριότητα που ναι μεν προσφέρει<br />

στο ΑΕΠ, πάσχει όμως από έλλειψη συγκροτημένης στρατηγικής και μακροχρόνιου<br />

προγράμματος δράσης. Τα όποια θετικά οφέλη των Ολυμπιακών Αγώνων<br />

δεν έχουν ακόμα κεφαλαιοποιηθεί και με την υπάρχουσα αρνητική διεθνή<br />

οικονομική συγκυρία δεν προοιωνίζεται αίσια μελλοντική πορεία ανάπτυξης.<br />

Άλλωστε, όπως επισημαίνει στην τελευταία έκθεσή του και ο Διοικητής της<br />

Τράπεζας της Ελλάδας, σε καμιά χώρα όπου πραγματοποιήθηκαν Ολυμπιακοί<br />

Αγώνες δεν υπήρξε επιτάχυνση στην αύξηση του εθνικού εισοδήματος. Ο τουρισμός<br />

μας βαίνει μειούμενος από το 2004 με βάση την κατά κεφαλήν δαπάνη<br />

(από 854 ευρώ το 2004, μειώθηκε σε 808 ευρώ το 2005, δηλ. κατά 5,43%, σε 786<br />

ευρώ το 2006, δηλ. κατά 2,65% και κατά 4,78% το 2007). Η μείωση αυτή οφείλεται<br />

στη μικρότερη μέση διάρκεια παραμονής σε συνδυασμό με την πραγματικά<br />

μικρότερη δαπάνη των τουριστών. Ο προβληματισμός για την κατεύθυνση<br />

του τουρισμού μας και το ρόλο του στην ελληνική οικονομία βρίσκεται ήδη στο<br />

επίκεντρο των συζητήσεων από τους εμπλεκόμενους φορείς στο τουριστικό κύκλωμα,<br />

ενόψει μάλιστα της τελευταίας πετρελακής κρίσης που διαμορφώνει<br />

ένα κλίμα ανησυχίας και ανασφάλειας, η οποία καθηλώνει ακόμα περαιτέρω<br />

την τουριστική μας ανταγωνιστικότητα.<br />

Εξετάζοντας τη διαχρονική πορεία εξέλιξης του ελληνικού τουρισμού, καθίσταται<br />

εμφανές ότι υπάρχει αδυναμία συγκρότησης μιας σταθερής και μακροπρόθεσμης<br />

τουριστικής πολιτικής. Αυτό είναι φανερό και από τις ανολοκλήρωτες<br />

προσπάθειες σε ειδικότερα πεδία της τουριστικής ανάπτυξης, όπως


kef02:kef02 06/03/2009 13:58 Page 198<br />

198 ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΛΑΓΟΣ<br />

χωροταξία, περιβάλλον, αποκέντρωση, περιφερειακή ανάπτυξη, νομοθεσία κινήτρων,<br />

διαφήμιση κ.λπ. στα προγράμματα οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης<br />

της πρώτης και δεύτερης χρονικής περιόδου. 12 Αντίθετα, τα ΚΠΣ, 13<br />

υλοποιήθηκαν σε ικανοποιητικό βαθμό, ανεξάρτητα της κριτικής που δέχθηκαν<br />

για την ορθολογική ή μη κατανομή των διαθέσιμων χρηματικών πόρων και της<br />

ανικανότητάς τους να διαφοροποιήσουν την τουριστική προφορά, ώστε να<br />

αποκτήσει ανταγωνιστικό πλεονέκτημα το τουριστικό μας προόν. Η τουριστική<br />

πολιτική και στρατηγική εξακολουθεί να είναι ο απλοκός εμπειρισμός,<br />

με αποτέλεσμα η τουριστική μας ανάπτυξη να ακολουθεί ακόμα τον στρεβλό<br />

χωροταξικό και οικονομικό σχεδιασμό και να οδηγεί ακόμα περαιτέρω στην<br />

υπερσυγκέντρωση της τουριστικής προσφοράς σε ορισμένες περιοχές, στην<br />

αλόγιστη επιβάρυνση του φυσικού περιβάλλοντος, στον κορεσμό και την υποβάθμιση<br />

ορισμένων περιοχών. Αυτό επιτείνει τα υφιστάμενα διαρθρωτικά<br />

προβλήματα της τουριστικής μας δραστηριότητας και δυσχεραίνει ακόμα περαιτέρω<br />

την αποτελεσματικότητα των μέτρων της τουριστικής πολιτικής.<br />

Το Σχέδιο του Ειδικού Χωροταξικού Πλαισίου (ΕΧΠ) για τον τουρισμό,<br />

δεν έχει ακόμα προωθηθεί για ψήφιση στη Βουλή των Ελλήνων και σύμφωνα<br />

με τις πρώτες εκτιμήσεις δεν καλύπτει τις αναπτυξιακές ανάγκες της τουριστικής<br />

δραστηριότητας. Συγκεκριμένα, η ενασχόλησή του με την οργάνωση του<br />

χώρου είναι πιο περιορισμένη, γενική και ασαφής. Εξάλλου, παρατηρείται ότι<br />

σε εθνικό επίπεδο απουσιάζουν βασικοί κατευθυντήριοι άξονες ως προς τη<br />

σύλληψη του χωρικού προτύπου, τη μίξη των μορφών τουρισμού και την ένταση<br />

της επιθυμητής τουριστικής ανάπτυξης στο χώρο και στο χρόνο, καθώς επίσης<br />

και συγκεκριμένα κριτήρια για κάθε προτεινόμενη τουριστική κατηγορία. Επίσης,<br />

σε περιφερειακό επίπεδο το υπόψη ΕΧΠ δεν κάνει αναφορά σε θέματα<br />

συμπληρωματικότητας με τους άλλους τομείς και κλάδους της οικονομίας, σε<br />

θέματα φέρουσας τουριστικής ικανότητας και συμβολής του τουρισμού στη<br />

διατομεακή ισόρροπη ανάπτυξη. Κατά συνέπεια, το συνολικό περιεχόμενο του<br />

ΕΧΠ είναι αποσπασματικό, ασαφές και χωρίς προτεραιότητες και δεν πείθει<br />

ότι καταρτίστηκε για τον εμπλουτισμό και τη διαφοροποίηση του τουριστικού<br />

προόντος και για να διαδραματίσει τον αναπτυξιακό του ρόλο στο τουριστικό<br />

12 Π. Τσάρτας, «Κριτική αποτίμηση των παραμέτρων συγκρότησης των χαρακτηριστικών<br />

της μεταπολεμικής τουριστικής ανάπτυξης» στο Σ. Αυγερινού – Κολώνια, Γ. Ζαχαράτος<br />

Γερ. κ.ά. (επιμ. Π. Τσάρτα), Τουριστική ανάπτυξη: Πολυεπιστημονικές προσεγγίσεις,<br />

εκδόσεις Εξάντας, Αθήνα, 2000, σελ. 197.<br />

13 Ι. Ψυχάρης, Τα περιφερειακά προγράμματα των Κοινοτικών Πλαισίων Στήριξης,<br />

Επιστημονικές Μελέτες προς τιμή του καθηγητή Ν. Κόνσολα, Πάντειον Πανεπιστήμιο<br />

Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, Αθήνα, 2005, σελ. 467-469.


kef02:kef02 06/03/2009 13:58 Page 199<br />

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΙΣ ΝΕΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ 199<br />

γίγνεσθαι της χώρας. Αντίθετα, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι οι πολιτικές κατευθύνσεις<br />

που δίνονται σε κάθε κατηγορία τουριστικών περιοχών, είναι ασαφείς<br />

και αόριστες, χωρίς χρονοδιάγραμμα και δεν εκφράζουν στο σύνολό τους τη<br />

λογική της ενδογενούς ολοκληρωμένης τουριστικής ανάπτυξης, στη βάση των<br />

αρχών της αειφορίας και των κοινοτικών ρυθμίσεων για το περιβάλλον. Επίσης,<br />

εκτιμάται ότι η «τουριστική κατοικία» θα βλάψει την παραδοσιακή τουριστική<br />

προσφορά (ξενοδοχεία και άλλες μορφές καταλυμάτων) και τους μικρομεσαίους<br />

τουριστικούς επιχειρηματίες, διότι, εάν ο «θεσμός της τουριστικής<br />

κατοικίας» επιτύχει, τότε θα μειώσει σημαντικά την τουριστική ζήτηση, και το<br />

κυριότερο, θα βλάψει σημαντικά το περιβάλλον των τουριστικών περιοχών,<br />

που αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο της θετικής εικόνας των τουριστών για το<br />

ελληνικό τουριστικό προόν.<br />

Επιπλέον, η μακροχρόνια έλλειψη στρατηγικής του παρελθόντος, οδήγησε<br />

τον ελληνικό τουρισμό σε μία παρατεταμένη κρίση και σε μία πτωτική πορεία<br />

όλων των τουριστικών προορισμών της χώρας με ακόμη μεγαλύτερη πτώση των<br />

τουριστικών εσόδων. Η πρόκληση που αντιμετωπίζει η ελληνική τουριστική<br />

αγορά, τόσο σε ευρωπακό, όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο, είναι η διατήρηση<br />

της ανταγωνιστικότητας της που βελτιώνεται όταν η ποιότητα των παρεχόμενων<br />

υπηρεσιών αυξάνεται περισσότερο από το κόστος (value for money). Η<br />

βελτίωση της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών παίζει σημαντικό ρόλο<br />

στη διατήρηση του ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος. Η ποιοτική αναβάθμιση<br />

και η διαφοροποίηση του ελληνικού τουριστικού προόντος είναι πλέον επιτακτική<br />

ανάγκη και αποτελεί την μόνιμη επιδίωξη όλων όσων εμπλέκονται στο<br />

τουριστικό κύκλωμα.<br />

Η παραπάνω σύντομη ανασκόπηση των επιδιώξεων και στόχων της ελληνικής<br />

τουριστικής πολιτικής, ναι μεν τόνισε για άλλη μια φορά τη φιλοσοφία της<br />

αναπτυξιακής τουριστικής πολιτικής, ωστόσο κατέδειξε τις αστοχίες και τις ουσιαστικές<br />

ελλείψεις της πολιτικής αυτής. Αναμφισβήτητα, ο τουρισμός είναι<br />

μια σημαντική πλουτοπαραγωγική πηγή που είχε, έχει και θα έχει θετικές συμβολές<br />

στην κοινωνικοοικονομική ανάπτυξη της χώρας. Και αυτό λόγω των ιδιαίτερων<br />

ιστορικών, πολιτιστικών και φυσικών στοιχείων που διαθέτει η χώρα<br />

μας, τα οποία της προσδίνουν συγκριτικό πλεονέκτημα και της δημιουργούν<br />

μια καλή τουριστική εικόνα στις διεθνείς τουριστικές αγορές. Η αναπτυξιακή<br />

αυτή φιλοσοφία παραμένει διαχρονικά αμετάβλητη, καθότι η συνεχώς αυξανόμενη<br />

τουριστική ζήτηση των αλλοδαπών επιβεβαιώνεται στην πράξη με τις μέχρι<br />

σήμερα τουριστικές αφίξεις. Ωστόσο, η αναπτυξιακή αυτή φιλοσοφία στηρίζεται<br />

στο κυρίαρχο πρότυπο του μαζικού-οργανωμένου τουρισμού και<br />

αγνοεί τη μεγάλη συμβολή του εσωτερικού τουρισμού και τις νέες τάσεις (προώθηση<br />

ειδικών και εναλλακτικών μορφών τουρισμού, παγκοσμιοποίηση τουριστικής<br />

αγοράς, τα συνδυασμένα τουριστικά κίνητρα, τις νέες τεχνολογίες στον


kef02:kef02 06/03/2009 13:58 Page 200<br />

200 ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΛΑΓΟΣ<br />

τουρισμό κ.λπ.) που διαμορφώνουν το νέο πρότυπο ανάπτυξης του τουρισμού.<br />

Στο πλαίσιο αυτό, οι εκάστοτε πολιτικές ηγεσίες αρκούνται στο να υπογραμμίζουν<br />

το σημαντικό ρόλο του τουρισμού στην εθνική και περιφερειακή οικονομία,<br />

χωρίς να διαθέτουν μια ολοκληρωμένη τουριστική πολιτική με μακροχρόνια<br />

προοπτική που να είναι αρμονικά συνδεδεμένη με τους άλλους τομείς της<br />

οικονομικής και κοινωνικής δραστηριότητας και να αντιμετωπίζει ουσιαστικά<br />

τις διαρθρωτικές αδυναμίες της τουριστικής μας δραστηριότητας. 14<br />

Εξάλλου, οι στόχοι και οι επιδιώξεις των διαφόρων προγραμμάτων βασίζονται<br />

περισσότερο στην ιδιωτική πρωτοβουλία για τη προσαρμογή των επιχειρήσεων<br />

στις ανάγκες της αγοράς, για εκσυγχρονισμό του εξοπλισμού τους, για<br />

την εφαρμογή μεθόδων παραγωγής που θα εξασφαλίσουν την ποιότητα του<br />

προόντος και του περιβάλλοντος, για τη δημιουργία ειδικών εγκαταστάσεων<br />

(όπως μαρίνες, συνεδριακά κέντρα, γκολφ, κέντρα θαλασσοθεραπείας κ.λπ.),<br />

παρά στη συνολική και κοινή δράση από όλους τους εμπλεκόμενους φορείς της<br />

τουριστικής βιομηχανίας, προκειμένου να δημιουργήσουν διαφοροποιημένα<br />

και καλύτερης ποιότητας προόντα.<br />

Τέλος, η ανάπτυξη των ειδικών και εναλλακτικών μορφών τουρισμού, που<br />

αποτελούν το νέο πρότυπο τουριστικής ανάπτυξης, τον αντίποδα του οργανωμένου<br />

μαζικού τουρισμού, δηλαδή του κυρίαρχου αναπτυξιακού προτύπου της<br />

μεταπολεμικής εποχής, έχει άτυπα ανατεθεί στους ιδιώτες επενδυτές, οι οποίοι<br />

προωθούν τις πιο κερδοφόρες δραστηριότητες, χωρίς ωστόσο, τον απαραίτητο<br />

κρατικό συντονισμό και κατά συνέπεια χωρίς τον έλεγχο της ασφάλειας των<br />

τουριστών.<br />

Προτάσεις τουριστικής πολιτικής<br />

Η κριτική αξιολόγηση της τουριστικής πολιτικής, όπως αυτή διατυπώνεται<br />

μέσα από το περιεχόμενο των διαφόρων αναπτυξιακών προγραμμάτων, οδηγεί<br />

σε έναν γενικότερο προβληματισμό για την αποτελεσματικότητα των επιδιώξεων<br />

και στόχων, οι οποίοι έχουν σχέση και με την υλοποίηση των σχετικών<br />

τουριστικών προγραμμάτων, αλλά και με τη δυνατότητα της ιδιωτικής τουριστι-<br />

14 Β. Πατσουράτης, Η ανταγωνιστικότητα του Ελληνικού τουριστικού τομέα, ΙΤΕΠ,<br />

Αθήνα., 2002, σελ. 115, Π. Κούρτης, Στρατηγική και ανταγωνιστικότητα στον τουρισμό<br />

στο πλαίσιο της περιφερειακής ανάπτυξης, αδημοσίευτη διδακτορική διατριβή, Χαροκόπειο<br />

Πανεπιστήμιο Αθήνα, 2004, Δ. Λαγός, Τουριστική Οικονομική, εκδόσεις Κριτική,<br />

Αθήνα, 2005, σελ. 101 και Λ. Αθανασίου, Τουριστική ανάπτυξη και περιβαλλοντική<br />

προστασία, ΙΤΕΠ, Μελέτες, Νο. 21, Αθήνα, 2007, σελ. 142-145.


kef02:kef02 06/03/2009 13:58 Page 201<br />

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΙΣ ΝΕΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ 201<br />

κής επιχειρηματικότητας να ανασυγκροτήσει τις δυνάμεις της για την ποιοτική<br />

βελτίωση της τουριστικής βιομηχανίας.<br />

Στο πλαίσιο της ολοκληρωμένης ενδογενούς τουριστικής ανάπτυξης που<br />

προωθείται μέσω των ειδικών και εναλλακτικών μορφών τουρισμού, οι στρατηγικοί<br />

στόχοι της ελληνικής τουριστικής πολιτικής θα πρέπει να εστιάζονται στον<br />

εμπλουτισμό της τουριστικής προσφοράς, στη διαφοροποίηση του τουριστικού<br />

προόντος, στην ενίσχυση των ΜΜΕ του τουρισμού, στην προώθηση των ειδικών<br />

και εναλλακτικών μορφών τουρισμού, στην προστασία του περιβάλλοντος,<br />

στην ανάπτυξη του εσωτερικού τουρισμού, στη βελτίωση της ποιότητας των παρεχόμενων<br />

τουριστικών υπηρεσιών, στην άμβλυνση της εποχικότητας, στην ενίσχυση<br />

της παραγωγικής βάσης της τοπικής οικονομίας, στην ισόρροπη τουριστική<br />

ανάπτυξη, στην απεξάρτηση από τα μεγάλα ταξιδιωτικά γραφεία, στην υιοθέτηση<br />

των αρχών της αειφόρου τουριστικής ανάπτυξης, στην αναβάθμιση και<br />

δημιουργία νέων ειδικών τουριστικών υποδομών, στην εξυπηρέτηση του στόχου<br />

της ανταγωνιστικότητας μέσω της αύξησης της επιχειρηματικότητας κ.λπ.<br />

Οι παραπάνω στόχοι για να είναι εφικτοί και ρεαλιστικοί πρέπει να εξειδικευθούν,<br />

να ιεραρχηθούν, ώστε να συγκροτήσουν επιμέρους διακριτές πολιτικές<br />

(π.χ. τουριστικής έρευνας και σχεδιασμού, θεσμικών ρυθμίσεων, τιμών,<br />

επενδύσεων, εκπαίδευσης, διαφήμισης και προώθησης, μεταφορών, συγχώνευσης<br />

τουριστικών επιχειρήσεων, διεύρυνσης τουριστικής προσφοράς) συνδεόμενες<br />

με όλους τους κλάδους της οικονομικής δραστηριότητας και να ενταχθούν<br />

σε ένα ολοκληρωμένο μακροχρόνιο πρόγραμμα τουριστικής ανάπτυξης, που θα<br />

οριοθετεί το ρόλο και έκταση του τουρισμού, με στόχο την επίτευξη του μέγιστου<br />

δυνατού αποτελέσματος από τις δραστηριότητες των επιμέρους κλάδων<br />

που συσχετίζεται. Συνεπώς, το προτεινόμενο πλαίσιο μιας εθνικής τουριστικής<br />

πολιτικής για τη χώρα μας είναι η κατάρτιση ενός ολοκληρωμένου προγράμματος<br />

τουριστικής ανάπτυξης σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο, το οποίο να είναι<br />

ρεαλιστικό, υλοποιήσιμο και εναρμονισμένο με τους στόχους της ΕΕ, προκειμένου<br />

να λειτουργήσει η τουριστική μας βιομηχανία αποδοτικά και αποτελεσματικά<br />

στο πλαίσιο της αειφόρου τουριστικής ανάπτυξης και να ανταποκριθεί<br />

στην υψηλή διεθνή ανταγωνιστικότητα. Το πρόγραμμα αυτό θα πρέπει να βασίζεται<br />

σε μια στρατηγική για τον τουρισμό, η οποία θα καλύπτει όλους τους τομείς<br />

της τουριστικής δραστηριότητας και θα διέπεται από την περιφερειακή πολιτική<br />

του κεντρικού κράτους, η οποία αναντίρρητα ρυθμίζει την παραγωγή και<br />

διάθεση της τουριστικής κατανάλωσης. 15<br />

15 Θ. Αποστολόπουλος, «Μια νέα στρατηγική τουριστικής ανάπτυξης», Τουρισμός<br />

και Οικονομία, Νο. 144, 1990, Π. Κορλίρας, «Σκέψεις για μια μακροπρόθεσμη πολιτική<br />

στον τουρισμό», Οικονομικός Ταχυδρόμος, 9/3/1998, σελ. 18-19, Γ. Ζαχαράτος, «Το


kef02:kef02 06/03/2009 13:58 Page 202<br />

202 ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΛΑΓΟΣ<br />

Βασικό εργαλείο του υπόψη προγράμματος αποτελεί το ΕΧΣ για τον τουρισμό<br />

που, αν διαμορφωθεί κατάλληλα, μπορεί να αποτελέσει ένα πλαίσιο ισόρροπης<br />

τουριστικής ανάπτυξης και προστασίας του φυσικού και ανθρωπογενούς<br />

περιβάλλοντος. Ακόμα, μπορούν να αξιοποιηθούν και τα σχετικά εργαλεία,<br />

όπως της Τουριστική Φέρουσα Ικανότητα, τα Γεωγραφικά Συστήματα Πληροφοριών,<br />

το Κοινοτικό Σύστημα Οικολογικής Διαχείρισης και Ελέγχου<br />

(EMAS), η Agenta 21, κ.λπ. που υποστηρίζουν αποτελεσματικά το έργο της<br />

τουριστικής ανάπτυξης.<br />

Τέλος, το υπόψη πρόγραμμα, για να είναι ρεαλιστικό και κοινωνικά αποδεκτό,<br />

θα πρέπει να έχει προκύψει ως αποτέλεσμα της εφαρμογής δημοκρατικών<br />

διαδικασιών και συνεργατικού πνεύματος και να καλύπτει όλο το φάσμα των<br />

εμπλεκόμενων φορέων της τουριστικής βιομηχανίας.<br />

αναγκαίο σχήμα και θεωρητικό πλαίσιο άσκησης της τουριστικής πολιτικής στην Ελλάδα<br />

σήμερα» στο Σ. Αυγερινού – Κολώνια, Γ. Ζαχαράτος, κ.ά. (επιμ. Π. Τσάρτας),<br />

Τουριστική ανάπτυξη: Πολυεπιστημονικές προσεγγίσεις, εκδόσεις Εξάντας, Αθήνα,<br />

2000, σελ. 41-42 και του ιδίου «Ας δούμε επιτέλους τον τουρισμό ως βιομηχανία», Οικονομικός<br />

Ταχυδρόμος, 5/1/2002.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 203<br />

ΕΝΟΤΗΤΑ ΙII<br />

Δημόσια Σφαίρα,<br />

Πολιτικές και Μεταρρυθμίσεις


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 204


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 205<br />

10<br />

Αλληλεξάρτηση, ρευστότητα και δημιουργική<br />

προσαρμοστικότητα<br />

Η πρό(σ)κληση της παγκοσμιοποίησης<br />

Χαρίδημος Κ. Τσούκας<br />

Πριν από δεκαπέντε χρόνια, ελάχιστοι μιλούσαν για την «παγκοσμιοποίηση».<br />

Ο όρος χρησιμοποιούνταν κυρίως από μερικούς κοινωνικούς επιστήμονες<br />

και από δεξαμενές σκέψης. Σήμερα δεν υπάρχει πολιτικός, επιχειρηματίας<br />

ή συνδικαλιστής που να μην τον χρησιμοποιεί, κοινωνικό κίνημα που να μην<br />

τον επικαλείται. Ο όρος παγκοσμιοποίηση, παγκοσμιοποιήθηκε! Δεν πρόκειται<br />

πλέον για την ουτοπία κάποιου φιλόσοφου, ούτε για την κινητοποιό αρχή<br />

κάποιου ακτιβιστή, αλλά για απτή πραγματικότητα. Όπως έδειξε η πρωτοφανής<br />

οικονομική κρίση στο δεύτερο ήμισυ του 2008, η παγκοσμιοποίηση είναι,<br />

πλέον, μια βιωμένη εμπειρία και αυτό την καθιστά ένα ποιοτικώς διαφορετικό<br />

γεγονός από παρόμοιες διαδικασίες διεθνοποίησης του παγκόσμιου οικονομικού<br />

συστήματος, όπως λ.χ. στα τέλη του 19 ου αιώνα.<br />

Σήμερα, η παγκοσμιοποίηση είναι στο καθιστικό του σπιτιού μας, στην κουζίνα<br />

μας, στη δουλειά μας, στην ενημέρωσή μας, στη διασκέδασή μας – με δυο<br />

λόγια, στη ζωή μας. Σε μια βόλτα στο τοπικό σούπερ μάρκετ ή στη λακή αγορά<br />

της γειτονιάς θα βρείτε μήλα από τη Χιλή, μπανάνες Fair Trade από τον Ισημερινό,<br />

μπλουζάκια από την Κίνα. Κάθε μέρα πραγματοποιούνται ηλεκτρονικά<br />

συναλλαγές ύψους άνω των 1 τρις δολαρίων στις διεθνείς αγορές συναλλάγματος.<br />

Στη δεκαετία του 1990, στην εποχή ακόμη της δραχμής, διακινούνταν κάθε<br />

μέρα στην Ελλάδα 2.5 δις δολάρια, ποσό που αντιστοιχούσε στο 14% του συνολικού<br />

τραπεζικού αποθέματος της χώρας. Σήμερα τα μεγέθη έχουν αυξηθεί. Το<br />

ηλεκτρικό ρεύμα που μας παρέχει η ΔΕΗ χρηματοδοτείται σε μεγάλο βαθμό<br />

από διεθνείς θεσμικούς επενδυτές, όπως επίσης και οι τραπεζικές μας συναλ-


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 206<br />

206 ΧΑΡΙΔΗΜΟΣ ΤΣΟΥΚΑΣ<br />

λαγές με την Εθνική Τράπεζα. Το ατύχημα του Τσερνομπίλ πριν από είκοσι<br />

χρόνια είχε αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία των Ελλήνων (και όχι μόνον) πολιτών,<br />

παρά την τεράστια γεωγραφική απόσταση. Το φαινόμενο του θερμοκηπίου<br />

επηρεάζει την καθημερινότητά μας με τις κλιματικές αλλαγές που επιφέρει<br />

(μία απο τις οποίες είναι η υψηλή ξηρασία που αυξάνει σημαντικά την πιθανότητα<br />

δασικών πυρκαγιών), αν και οι κύριοι συντελεστές που το παράγουν<br />

είναι οι μεγάλες βιομηχανικές χώρες, κυρίως οι ΗΠΑ και η Κίνα.<br />

Με την τηλεόραση ο υπόλοιπος κόσμος είναι μέσα στα σπίτια μας, συχνά σε<br />

πραγματικό χρόνο. Τα κομμουνιστικά καθεστώτα κατέρρευσαν το 1989, το ένα<br />

μετά το άλλο, χάρις, σε μεγάλο βαθμό, στην τηλεοπτική κάλυψη και την παγκόσμια<br />

μετάδοση των εξεγέρσεων. Τη συντριβή του δεύτερου αεροπλάνου στο<br />

νότιο πύργο του Παγκόσμιου Κέντρου Εμπορίου, στις 11 Σεπτεμβρίου 2001,<br />

εκτιμάται ότι την παρακολούθησαν ζωντανά 1 δις άνθρωποι στον κόσμο! Με το<br />

κινητό τηλέφωνο, το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, τις τεχνολογίες κοινωνικής δικτύωσης<br />

(π.χ. Facebook, MySpace, κ.λπ.) και το Διαδίκτυο ο κόσμος έχει δραματικά<br />

συρρικνωθεί. Το θάνατο της πριγκίπισσας Νταάνα, τον Αύγουστο<br />

1997, τον θρήνησαν άνθρωποι σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης – η πρώτη μαζική<br />

εκδήλωση βιρτουαλικού πένθους! Τον εκλογικό θρίαμβο του B. Obama<br />

στην Αμερική γιόρτασαν, σε πραγματικό χρόνο, εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο<br />

τον πλανήτη.<br />

Κι αν, παρ’ όλα αυτά, χρειαζόταν ένα ακόμα δείγμα της παγκοσμιοποίησης,<br />

η κολοσσιαία χρηματοπιστωτική και, στη συνέχεια, οικονομική κρίση του 2008<br />

ήταν αρκετή. Με οδυνηρό τρόπο, οι κάτοικοι του πλανήτη είδαν τις εθνικές οικονομίες<br />

τους να κλονίζονται, εξατίας σειράς αποτυχιών αμερικανικών τραπεζών<br />

και ασφαλιστικών οργανισμών. Ενα φτάρνισμα της AIG και της Lehman<br />

Brothers, μεταξύ άλλων, ήταν αρκετό για να κρυολογήσει μέχρι πνευμονίας ο<br />

υπόλοιπος κόσμος! Ποτέ οι οικονομίες δεν ήταν τόσο στενά διασυνδεδεμένες<br />

όσο σήμερα.<br />

Τέλος, ακόμη και οι αντίπαλοι της παγκοσμιοποίησης την αντιμάχονται σε<br />

παγκόσμια κλίμακα – δίχως παγκοσμιοποιημένους τρόπους δράσης η παγκοσμιοποίηση<br />

δεν αντιμετωπίζεται! Οι διαδηλωτές του Κοινωνικού Φόρουμ το<br />

ξέρουν καλά.<br />

Ποτέ άλλοτε η ανθρωπότητα δεν ήταν τόσο αλληλεξαρτώμενη, ούτε είχε τέτοια<br />

επίγνωση της αλληλεξάρτησης. Ποτέ άλλοτε στην ιστορία της ανθρωπότητας<br />

δεν είχαμε έναν τέτοιο κολοσσιαίο μετασχηματισμό του χρόνου και του χώρου.<br />

Ποτέ άλλοτε η καθημερινή μας εμπειρία δεν διαμορφώνονταν σε τόσο μεγάλο<br />

βαθμό από χωρο-χρονικά αποστασιοποιημένες εξελίξεις. Το «εδώ και<br />

τώρα» αποκτά μια άλλη έννοια στην παγκοσμιοποιημένη κοινωνία – δυνητικά<br />

όλα είναι εδώ, εν δυνάμει όλα γίνονται τώρα.<br />

Ο μεγάλος θαυμαστής του καπιταλισμού, ο Κάρλ Μαρξ, είχε συλλάβει την


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 207<br />

ΑΛΛΗΛΕΞΑΡΤΗΣΗ, ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑ, ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΠΡΟΣΑΡΜΟΣΤΙΚΟΤΗΤΑ 207<br />

εγγενή τάση του καπιταλισμού για παγκόσμια εξάπλωση ήδη από το 1848. Στο<br />

Κομμουνιστικό Μανιφέστο ο Μαρξ εκθείασε την παγκοσμιοποιητική τάση του<br />

καπιταλισμού και το ελεύθερο εμπόριο, την τεχνολογικοποίηση της παραγωγής,<br />

την απίσχνανση του κράτους-έθνους. Για τον καπιταλιστή όλος ο κόσμος<br />

είναι μια εν δυνάμει αγορά για τα προόντα του – η παγκόσμια εξάπλωση είναι<br />

στο DΝΑ της αγοράς. Ο καπιταλισμός παραπέμπει, αναπόφευκτα, σε κάποια<br />

μορφή κοσμοπολιτισμού.<br />

Αν, όμως, χωρίς την οικονομία της αγοράς δεν υπάρχει το διαρκές κίνητρο<br />

της πλανητικής οικονομικής ενοποίησης, δίχως τα σύγχρονα μέσα επικοινωνίας<br />

και μεταφορών, η παγκοσμιοποίηση θα ήταν ανέφικτη. Χάρις στους τηλεπικοινωνιακούς<br />

δορυφόρους, τα διηπειρωτικά καλώδια, την τηλεόραση και το<br />

Διαδίκτυο (και τους ποικίλους και διαρκώς εξελισσόμενους μηχανισμούς επικοινωνίας<br />

που αναπτύσσονται χάρι σ’ αυτό) ο κόσμος ενοποιείται, τα σύνορα<br />

διαβρώνονται, και –πράγμα εξόχως σημαντικό– ο κόσμος αποκτά συνείδηση<br />

της αλληλεξάρτησής του.<br />

Σε έναν κόσμο που έχει αυξανόμενη επίγνωση των οικονομικών ευκαιριών<br />

που παρέχουν οι πλούσιες οικονομίες της αγοράς, της προστασίας των ανθρωπίνων<br />

δικαιωμάτων που θεσμοποιούν οι δημοκρατίες, και καθιστά πιο εύκολη<br />

τη μετακίνηση των ατόμων, είναι λογικό οι λιγότερο προνομιούχοι άνθρωποι<br />

να επιδιώκουν να μετακινηθούν σε πιο προνομιούχες περιοχές του πλανήτη. Η<br />

μετανάστευση, είτε στη νόμιμη είτε, κυρίως, στη λαθραία της μορφή, όχι μόνον<br />

δεν θα κοπάσει αλλά θα ενταθεί. Οι πλούσιες δημοκρατίες μεταβάλλονται<br />

βαθμιαία σε πολυ-πολιτισμικές κοινωνίες – δηλαδή, τηρουμένων των αναλογιών,<br />

σε μικρογραφίες του κόσμου.<br />

Η αλληλεξάρτηση που επιφέρει η παγκοσμιοποίηση δεν απαντά μόνο «εκεί<br />

έξω», αλλά «εδώ μέσα». Άλλωστε οι ίδιες οι έννοιες του τι είναι «έξω» και τι<br />

είναι «μέσα» είναι περισσότερο ρευστές από ποτέ, κι αυτή συνιστά την κυριότερη<br />

ίσως ειδοποιό διαφορά της τωρινής παγκοσμιοποιητικής διαδικασίας σε<br />

σχέση με αυτή των αρχών του 20ου αιώνα. Η εμπειρία της παγκοσμιοποίησης<br />

σήμερα δεν είναι μια αφηρημένη επίγνωση της αλληλεξάρτησης αλλά ένα συγκεκριμένο<br />

βίωμα· δεν αφορά τις ελίτ αλλά τις μάζες. Ο «Άλλος» (other) είναι<br />

ήδη «εδώ» και μας ωθεί να αναστοχαστούμε την ίδια μας την ταυτότητα. Η διαχείριση<br />

της αλληλεξάρτησης με τον «Άλλο», τόσο στον μικρόκοσμο της προσωπικής<br />

εμπειρίας όσο και στον μακρόκοσμο της υψηλής πολιτικής, συνιστά μια<br />

από τις κρισιμότερες προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε σήμερα.<br />

Τα παραπάνω δεν σημαίνουν ότι ο κόσμος έγινε «επίπεδος», όπως ισχυρίζεται<br />

ο Τ. Freadman, ότι δηλαδή τα κράτη και οι επιχειρήσεις λειτουργούν και<br />

ανταγωνίζονται σε ένα επίπεδο έδαφος επί ισοις όροις. Όσο αφελής είναι η<br />

αντίσταση στην παγκοσμιοποίηση, άλλο τόσο αφελής είναι η πεποίθηση ότι η<br />

παγκοσμιοποίηση συνιστά ένα φυσικό φαινόμενο που εξαλείφει τις διαφορές.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 208<br />

208 ΧΑΡΙΔΗΜΟΣ ΤΣΟΥΚΑΣ<br />

Αντιθέτως, η παγκοσμιοποίηση καθιστά τις πολιτισμικές και θεσμικές διαφορές<br />

μεταξύ χωρών και περιοχών πιο ορατές από ποτέ, και συχνά διευκολύνει<br />

την έκφραση των ιδιαιτεροτήτων. Περισσότερο απο ποτέ άλλοτε γνωρίζουμε<br />

σήμερα τις πολιτισμικές και θεσμικές ιδιομορφίες «απόμακρων» κατά τα άλλα<br />

χωρών. Δεν χρειάζεται π.χ. να έχεις επισκεφθεί τη Σαουδική Αραβία για να<br />

ξέρεις πως αντιμετωπίζονται οι γυναίκες εκεί· το βλέπεις στο CNN. Η τάση για<br />

παγκοσμιοποίηση αποδυναμώνει το έθνος-κράτος και ενθαρρύνει την ανάπτυξη<br />

τοπικών ταυτοτήτων. Η μεταφορά ισχύος και εθνικής κυριαρχίας σε<br />

υπερεθνικές οντότητες όπως η ΕΕ, π.χ., ενθαρρύνει την περιφερειακή συγκρότηση<br />

μιας χώρας, αφού, για μερικά θέματα, το κέντρο ισχύος μεταφέρεται από<br />

την εθνική σε μια υπερεθνική πρωτεύουσα.<br />

Η παγκοσμιοποίηση είναι η λογική απόληξη ενός πλέγματος αλληλεπιδρώντων<br />

παραγόντων, όπως είναι η θεαματική ανάπτυξη της επιστήμης και της τεχνολογίας,<br />

η οικονομία της αγοράς, και οι επικοινωνίες. Η ανάσχεση της παγκοσμιοποίησης<br />

θα σήμαινε την ανάσχεση της ανάπτυξης αυτών των παραγόντων,<br />

πράγμα ανέφικτο και, για μένα τουλάχιστον, ανεπιθύμητο. Δίχως το<br />

άνοιγμα των παγκόσμιων αγορών και τη συνακόλουθη οικονομική ανάπτυξη,<br />

οι χώρες της νοτιοανατολικής Ασίας θα ήταν ακόμα φτωχές, ο αριθμός των<br />

φτωχών στις αναπτυσσόμενες χώρες που ζουν με $1 την ημέρα θα ήταν διπλάσιος<br />

απ΄ ότι πριν από 20 χρόνια, και το προσδόκιμο ζωής θα ήταν το μισό αυτού<br />

πριν από ένα αιώνα. Η εκκολαπτόμενη οικουμενική συνείδηση, όπως φαίνεται<br />

μέσα από την αυξανόμενη δράση της παγκόσμιας κοινωνίας πολιτών και τη δημιουργία<br />

πλανητικών θεσμών (π.χ. Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο, η Διεθνής<br />

Επιτροπή Ατομικής Ενέργειας, το Διεθνές Πάνελ για τις Κλιματικές Αλλαγές,<br />

κ.λπ.), είναι όχι μόνο μη-αναστρέψιμη αλλά και ευπρόσδεκτη, στο μέτρο που<br />

δημιουργεί προποθέσεις για παγκόσμια δράση προκειμένου να αντιμετωπισθούν<br />

πλανητικές απειλές, όπως είναι οι κλιματικές αλλαγές, οι επιδημίες, η<br />

τρομοκρατία, και η παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.<br />

Από την άλλη πλευρά, βέβαια, ξέρουμε πολύ καλά ότι οι αγορές, εθνικές<br />

και μη, λειτουργούν με κανόνες και θεσμούς οι οποίοι είναι, αυστηρά μιλώντας,<br />

μη οικονομικής φύσεως. Το πώς θα ρυθμισθούν οι παγκόσμιες οικονομικές<br />

συναλλαγές και πως θα αντιμετωπιστούν τα ποικίλα, πλανητικής εκτάσεως,<br />

προβλήματα εξαρτάται από τη πολιτική μας σκέψη και δράση, σε εθνική και<br />

παγκόσμια κλίμακα. Η χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 προήλθε, εν μέρει<br />

τουλάχιστον, από τον τρόπο ρύθμισης (ακριβέστερα: μη ρύθμισης) των αγορών<br />

σύνθετων χρηματοοικονομικών προόντων στις ΗΠΑ (βλ. την ομολογία του<br />

πρών προέδρου της Αμερικανικής Ομοσπονδιακής Τράπεζας στο Κογκρέσο<br />

τον Οκτώβριο 2008). Η νεοφιλελεύθερη ιδεοληψία για τη δήθεν αυτορρύθμιση<br />

των αγορών συνέβαλε αποφασιστικά στη δημιουργία της κρίσης.<br />

Παρά την αποδυνάμωσή τους, τα έθνη-κράτη εξακολουθούν να είναι οι σο-


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 209<br />

ΑΛΛΗΛΕΞΑΡΤΗΣΗ, ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑ, ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΠΡΟΣΑΡΜΟΣΤΙΚΟΤΗΤΑ 209<br />

βαρότεροι παίκτες στην παγκόσμια σκηνή και τίποτα δεν δείχνει ότι αυτό θα<br />

αλλάξει στο προβλεπτό μέλλον: ελέγχουν τον εθνικό χώρο, διαμορφώνουν σε<br />

μεγάλο βαθμό το νομικό-θεσμικό πλαίσιο, και διαθέτουν την πιο ισχυρή στρατιωτική<br />

ισχύ. Συγχρόνως, ο αυξανόμενος ρόλος των διεθνών οργανισμών μεταφέρει<br />

εν μέρει το πολιτικό παιχνίδι σε πλανητικό επίπεδο. Σε κάθε περίπτωση,<br />

μπορεί η παγκοσμιοποίηση να είναι μια μη-αναστρέψιμη διαδικασία, η μορφή<br />

όμως που θα πάρει εξαρτάται ουσιωδώς από πολιτικές αποφάσεις, σε εθνικό<br />

και πλανητικό επίπεδο.<br />

Για ένα πράγμα, ωστόσο, μπορούμε να είμαστε βέβαιοι: η ριζική αλληλεξάρτηση<br />

που επιφέρει η παγκοσμιοποίηση σημαίνει ότι άτομα, επιχειρήσεις,<br />

και έθνη-κράτη είμαστε όλο και περισσότερο εκτεθειμένοι σε συχνότερες και<br />

εντονότερες αλλαγές και αναθεωρήσεις. Το αν θα έχουν δουλειά οι κλωστοφαντουργοί<br />

της Νάουσας εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις διεθνείς εξελίξεις<br />

της κλωστοφαντουργίας που διαμορφώνουν τους όρους της ανταγωνιστικότητας<br />

του κλάδου. Η εξέλιξη των τιμών στο Χρηματιστήριο Αθηνών εξαρτάται<br />

ουσιωδώς από τις παρεμβάσεις των διεθνών θεσμικών επενδυτών, οι<br />

οποίες, με τη σειρά τους, εξαρτώνται από το πώς αντιλαμβάνονται την εθνική<br />

μας οικονομία διεθνείς οικονομικοί παράγοντες. Η τιμή του πετρελαίου εξαρτάται<br />

από τις πολιτικές εξελίξεις στη Μέση Ανατολή και τις ενεργειακές ανάγκες<br />

των αναπτυσσόμενων χωρών, ιδιαίτερα της Κίνας και της Ινδίας. Οι δόσεις<br />

του στεγαστικού μας δανείου επηρεάζονται ουσιωδώς από τις διεθνείς<br />

χρηματοπιστωτικές εξελίξεις.<br />

Σε ένα περιβάλλον έντονης αλληλεξάρτησης, οι εθνικές ταυτότητες τείνουν<br />

να υβριδοποιούνται. Η εθνική ταυτότητα σήμερα καθορίζεται όλο και περισσότερο<br />

διαλογικά: αλλιώς αυτοκατανοείσαι ως Έλληνας σε μια μονο-πολιτισμική<br />

κοινωνία (όπως, εν πολλοίς, ήταν η Ελλάδα μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του<br />

1980) και αλλιώς σε μια πολυ-πολιτισμική (όπως, εν πολλοίς, είναι σήμερα). Σε<br />

συνθήκες παγκοσμιοποίησης συνειδητοποιούμε ότι δεν υπάρχουν αναλλοίωτες<br />

ουσίες – η διευρυνόμενη και αναστοχαζόμενη εμπειρία είναι ο αποφασιστικότερος<br />

παράγοντας για τη συγκρότηση της εθνικής συλλογικότητας. Ο άνθρωπος<br />

που διευρύνει τις γνώσεις και εμπειρίες του στην κοινωνία της παγκοσμιοποιημένης,<br />

διαμεσολαβημένης ενημέρωσης δεν είναι ο ίδιος άνθρωπος που<br />

αντλεί ενημέρωση και εμπειρία κυρίως από τις αδιαμεσολάβητες αισθήσεις<br />

του. Ο άνθρωπος που έχει ευκαιρίες να αναστοχάζεται την εμπειρία του (εν<br />

μέρει εξαιτίας του διευρυμένου χαρακτήρα της εμπειρίας που του δίνει τη δυνατότητα<br />

να συγκρίνει), είναι ένας αρκετά διαφορετικός άνθρωπος από τον<br />

άνθρωπο της παραδοσιακής, «κλειστής» κοινωνίας. Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης,<br />

η ταυτότητα είναι πρόταγμα, όχι ουσία.<br />

Σε έναν αλληλεξαρτώμενο κόσμο κανείς δεν έχει πλεονέκτημα για πάντα,<br />

κανείς δεν μπορεί να εφησυχάζει, κανείς δεν πρέπει να θεωρεί την ταυτότητά


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 210<br />

210 ΧΑΡΙΔΗΜΟΣ ΤΣΟΥΚΑΣ<br />

του δεδομένη. Ο οικονομικός ανταγωνισμός διευρύνεται και εκλεπτύνεται,<br />

αφού νέοι παίκτες, με νέες στρατηγικές, κάνουν την εμφάνισή τους στις διεθνείς<br />

αγορές. Η αβεβαιότητα εντείνεται, αφού σε ένα δικτυακό σύστημα έντονης<br />

αλληλεξάρτησης οι μεταβολές ενός παράγοντα ταχύτατα επιφέρουν αλυσιδωτές<br />

επιπτώσεις σε όλους τους άλλους. Σε τέτοιες συνθήκες, η πηγή για την<br />

εξασφάλιση ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος μετατοπίζεται, για τις ανεπτυγμένες<br />

οικονομίες τουλάχιστον, στην προσαρμοστικότητα και την καινοτομικότητα.<br />

Οι δύο αυτοί παράγοντες είναι πιθανότερο να διασφαλισθούν επί μακρόν<br />

σε συνθήκες που προάγουν την κοινωνική εμπιστοσύνη και συνοχή. Η παγκοσμιοποίηση<br />

καθιστά περισσότερο ορατές τόσο την ανθρωπολογική βάση<br />

της οικονομίας, όσο και τις θεσμικές συνθήκες υπό τις οποίες παράγεται και<br />

διανέμεται ο πλούτος. Κοινωνίες με χαμηλή εμπιστοσύνη στους θεσμούς και<br />

μειωμένη κοινωνική συνοχή αντιμετωπίζουν τις αλλαγές φοβικά – κυριαρχεί ο<br />

φόβος της απώλειας των «κεκτημένων», έστω κι αν αυτά είναι ψίχουλα. Το κόστος<br />

της ανάληψης κινδύνων που κάθε αλλαγή επιφέρει υπερτερεί του κόστους<br />

διατήρησης του αποδεδειγμένα μη διατηρήσιμου στάτους κβό.<br />

Επιπλέον, γνωρίζουμε καλά σήμερα ότι απαραίτητη προπόθεση της οικονομικής<br />

ανταγωνιστικότητας είναι το στρατηγικά σκεπτόμενο, ευέλικτο και<br />

αποτελεσματικό κράτος. Εδώ ακριβώς είναι το κρίσιμο σημείο: πως οι δημόσιες<br />

πολιτικές, και το πολιτικό σύστημα γενικότερα, θα προάγουν την προσαρμοστικότητα,<br />

την καινοτομικότητα, και την κοινωνική συνοχή της χώρας. Η<br />

ανταγωνιστικότητα της οικονομίας βελτιώνεται στο μέτρο που το πολιτικό σύστημα<br />

είναι σε θέση να αντιλαμβάνεται εγκαίρως την ανάγκη για θεσμικές αλλαγές<br />

και έχει την ικανότητα να τις υλοποιεί με τρόπο που μεγιστοποιεί το<br />

κοινό καλό. Αυτό καθίσταται περισσότερο σημαντικό στην οικονομία του<br />

Ευρώ, αφού οι κυβερνήσεις είναι πλέον υπεύθυνες κυρίως για μικρο-οικονομικές<br />

πολιτικές. Το ασφαλιστικό και, γενικότερα, η μεταρρύθμιση του κράτουςπρόνοιας,<br />

π.χ., είναι σημαντικό πρόβλημα σε όλη την Ευρώπη, όπως επίσης σημαντικό<br />

είναι η μεταρρύθμιση της παιδείας για τη διαμόρφωση πολιτών με<br />

γνώσεις, δημιουργικότητα και δεξιότητες που ζητά η αγορά. Στην Ελλάδα τα<br />

συστήματα που χρήζουν μεταρρύθμισης είναι κι άλλα πολλά, δεδομένων των<br />

ιστορικά διαμορφωμένων αγκυλώσεων και δυσλειτουργιών της δημόσιας διοίκησης<br />

(π.χ. κομματικοποίηση, διαφθορά, έλλειψη νοοτροπίας και συστημάτων<br />

σύγχρονου μάνατζμεντ, κ.λπ.).<br />

Η μεταρρύθμιση, βέβαια, εύκολα εξαγγέλλεται και δύσκολα υλοποιείται.<br />

Οι μεταρρυθμιστές απαιτείται να έχουν όραμα, στρατηγική, συνοχή, και επιμονή<br />

– δύσκολα πράγματα για κόμματα εξουσίας εθισμένα στη λαφυραγωγία<br />

του κράτους, και πολιτικούς με χρονικό ορίζοντα αναφοράς τις επόμενες εκλογές<br />

ή, ακόμη χειρότερα, την επόμενη δημοσκόπηση. Η ειρωνεία είναι ότι ενώ<br />

σε συνθήκες παγκοσμιοποίησης οι μεταρρυθμίσεις είναι επιτακτικές, καθίστα-


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 211<br />

ΑΛΛΗΛΕΞΑΡΤΗΣΗ, ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑ, ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΠΡΟΣΑΡΜΟΣΤΙΚΟΤΗΤΑ 211<br />

νται πιο δύσκολες. Τέσσερις λόγοι συνηγορούν σε αυτό, κι έχουν να κάνουν<br />

κυρίως με τις σύγχρονες τεχνολογίες άμεσης επικοινωνίας – τη σπονδυλική<br />

στήλη της παγκοσμιοποιητικής διαδικασίας.<br />

Πρώτον, όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, σε συνθήκες παγκοσμιοποίησης<br />

εντείνεται η αβεβαιότητα, με αποτέλεσμα να εμφανίζονται φαινόμενα γενικευμένης<br />

ανασφάλειας, τα οποία οδηγούν τους πολίτες σε φοβικές αντιδράσεις, οι<br />

οποίες με τη σειρά τους επηρεάζουν το πλαίσιο διαμόρφωσης δημόσιας πολιτικής.<br />

Δεύτερον, στο μέτρο που η πολιτική ασκείται όλο και περισσότερο σε πραγματικό<br />

χρόνο, συντμείται ο πολιτικός ορίζοντας και οι διαμορφωτές πολιτικής<br />

ωθούνται να σκέπτονται και να δρουν βραχυπρόθεσμα, υπό το άγχος της ικανοποίησης<br />

των απαιτήσεων της δημοσιότητας. Σε χώρες με χαμηλής ποιότητας<br />

κρατική γραφειοκρατία και ευτελών ΜΜΕ, αυτό είναι ένα ιδιαίτερα σημαντικό<br />

πρόβλημα, γιατί οι δράσεις της δημόσιας διοίκησης είναι περισσότερο<br />

(επικοινωνιακές) αντι-δράσεις και λιγότερο χάραξη μακροπρόθεσμων πολιτικών.<br />

Τρίτον, οι σύγχρονες τεχνολογίες δημοσκοπήσεων τείνουν να μετατρέπουν<br />

τους πολιτικούς περισσότερο σε ουραγούς και λιγότερο σε ηγέτες, αφού οι πολιτικοί<br />

τίνουν να χαράζουν τις πολιτικές τους με βάση αυτά που «θέλει ο λαός»<br />

κι όχι με βάση τα στρατηγικά συμφέροντα της χώρας. Σε χώρες με λακιστική<br />

πολιτική κουλτούρα, αυτό σημαίνει ότι οι ηγέτες έχουν κίνητρα να πλειοδοτούν<br />

σε υποσχέσεις για την ικανοποίηση «λακών αιτημάτων» παρά να ασκούν την<br />

παιδαγωγική λειτουργία που εκ του ρόλου τους οφείλουν να ασκούν ως ηγέτες.<br />

Τέταρτον, οι τεχνολογίες άμεσης επικοινωνίας διευκολύνουν την κινητοποίηση<br />

επιμέρους ομάδων για την αποτροπή μεταρρυθμίσεων που θίγουν τα συμφέροντά<br />

τους και, κατά συνέπεια, ανεβάζουν το πολιτικό κόστος που πρέπει να<br />

καταβάλλει ο μεταρρυθμιστής σε ένα ανταγωνιστικό πολιτικό σύστημα. Το πιο<br />

αναποτελεσματικό πολιτικό σύστημα είναι εκείνο στο οποίο η ανάγκη για δημιουργική<br />

προσαρμοστικότητα της οικονομίας, των θεσμών και αξιών αναβάλλεται<br />

στο διηνεκές ή προωθείται με λακιστικά κριτήρια.<br />

Εν κατακλείδι, η πρόκληση της παγκοσμιοποίησης είναι πρωτίστως πολιτισμική.<br />

Παγκοσμιοποίηση σημαίνει αλληλεξάρτηση, διαρκής αλλαγή, ρευστές<br />

ταυτότητες. Η παγκοσμιοποίηση προποθέτει και δημιουργεί έναν τύπο ανθρώπου<br />

που ο Ε. Gelner προσφυώς ονόμασε «σύνθετο άνθρωπο» (modular<br />

man) – έναν άνθρωπο που δεν αντιλαμβάνεται τον εαυτό του ουσιοκρατικά,<br />

αλλά έχει την ικανότητα να αλλάζει, να αναθεωρεί και να προσαρμόζεται. Αν,<br />

όπως τόνιζε ο Κ. Καστοριάδης, πολιτική είναι η έλλογη διαχείριση της συλλογικής<br />

αβεβαιότητας, η πολυσύνθετη διαδικασία της παγκοσμιοποίησης χρειάζεται<br />

κατ’ εξοχήν πολιτική αντιμετώπιση. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να οργανώσουμε<br />

τους θεσμούς μας έτσι ώστε να αποδέχονται και να δημιουργούν την αλ-


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 212<br />

212 ΧΑΡΙΔΗΜΟΣ ΤΣΟΥΚΑΣ<br />

λαγή, και να ενσωματώνουν την αναθεωρησιμότητα προσφιλών ιδεών και συνηθειών<br />

σε όλα τα επίπεδα. Η δημιουργική προσαρμοστικότητα για το κοινό<br />

καλό είναι ο καλύτερος τρόπος να «σερφάρουμε» στο κύμα της παγκοσμιοποίησης.<br />

Γι αυτό το σκοπό απαιτούνται αδιάφθορες και εμπνευσμένες ηγεσίες που<br />

βλέπουν μακριά και ένα ορθολογικό πολιτικό σύστημα που έχει την εμπιστοσύνη<br />

των πολιτών και είναι σε θέση να αναλάβει αποτελεσματική στρατηγική<br />

δράση. Δεν είμαι βέβαιος ότι διαθέτουμε ούτε το ένα, ούτε το άλλο.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 213<br />

11<br />

Πολιτική κουλτούρα, νόρμες και το έλλειμμα<br />

πραγματισμού<br />

Κώστας Α. Λάβδας<br />

Στη μνήμη του δασκάλου μου<br />

Lucian W. Pye<br />

1921-2008<br />

Εισαγωγή<br />

Παρά τις εντυπώσεις που κάποτε δημιουργούνται, η συζήτηση περί πολιτικής<br />

κουλτούρας περιστρέφεται, τελικά, γύρω από συγκεκριμένα και αρκετά<br />

εστιασμένα ερωτήματα. 1 Ποιες είναι οι αντιλήψεις και οι στάσεις των ατόμων<br />

απέναντι στα πολιτικά αντικείμενα; Πώς επηρεάζουν οι αξίες αλλά και οι νόρ-<br />

1 Για σημαντικές αναλύσεις που καθόρισαν το πεδίο διεθνώς βλ. L. W. Pye Politics,<br />

Personality, and Nation Building, Yale University Press, New Haven, 1962, G. Almond &<br />

S. Verba, The Civic Culture, Princeton University Press, Princeton, 1963, L. W. Pye & S.<br />

Verba, επιμ., Political Culture and Political Development, Princeton University Press,<br />

Princeton, 1965, L. W. Pye, Asian Power and Politics: The Cultural Dimensions of<br />

Authority, Harvard University Press, Cambridge, MA, 1985. Για μια εισαγωγή στην έννοια<br />

και τα εργαλεία της πολιτικής κουλτούρας βλ. A. Ball & B. G. Peters, Σύγχρονη<br />

Πολιτική και Διακυβέρνηση, εισαγωγή-επιμέλεια Κ. Α. Λάβδας, εκδόσεις Παπαζήση,<br />

Αθήνα, 2001, σελ. 121-152. Ειδικότερα για το ρόλο των συναισθημάτων (emotions) βλ.<br />

την μελέτη του P. Hoggett, Emotional Life and the Politics of Welfare, Palgrave<br />

Macmillan, London, 2000, η οποία συνδυάζει ερευνητικούς προβληματισμούς από τα<br />

πεδία της πολιτικής φιλοσοφίας, της πολιτικής επιστήμης, της κοινωνικής ψυχολογίας<br />

και της κοινωνικής πολιτικής.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 214<br />

214 ΚΏΣΤΑΣ ΛΑΒΔΑΣ<br />

μες τις πολιτικές προσλήψεις και την πολιτική συμπεριφορά; 2 Πόσο σημαντικός<br />

είναι ο ρόλος των ορθολογικών κρίσεων, των προδεάσεων, της συνειρμικής<br />

λογικής, αλλά και των συναισθημάτων (emotions) στη διαμόρφωση των πολιτικών<br />

υποκειμένων και των σχέσεων τόσο μεταξύ τους όσο και με τους πολιτικούς<br />

και κοινωνικούς θεσμούς. Από τεχνική άποψη, οι κύριες πηγές για τη<br />

μελέτη κάθε πολιτικής κουλτούρας εντοπίζονται σε δυο πεδία. Αφενός τα<br />

εμπειρικά δεδομένα, τα οποία συλλέγονται συνήθως με την μορφή των λεγόμενων<br />

ερευνών «κοινής γνώμης» και στη συνέχεια τυγχάνουν επεξεργασίας. 3<br />

Αφετέρου η διερεύνηση πολιτικών εννοιών, τόσο στην ιστορική τους διαμόρφωση<br />

όσο και στο συγκεκριμένο συγκείμενο (context), στο πλαίσιο μιας προσέγγισης<br />

που έλκει την καταγωγή τόσο από την πολιτική επιστήμη όσο και από<br />

την «συγκειμενική» (contextualist) σχολή της ιστορίας των πολιτικών ιδεών. 4<br />

Πράγματι, το «εννοιολογικό» ρεύμα στην ανάλυση πολιτικής κουλτούρας κερδίζει,<br />

τελευταία, έδαφος διεθνώς ως παράλληλη και εν πολλοίς συμπληρωματική<br />

προσέγγιση.<br />

Αλλά το βασικό ζήτημα είναι, τι είδους ερωτήματα θέτει ο ερευνητής. Και η<br />

συνακόλουθη απορία, πώς διαμορφώνονται τα ερωτήματα αυτά; Συνήθως η<br />

απάντηση κινείται σε έναν ενδιάμεσο χώρο, αναγνωρίζοντας ότι τα ερευνητικά<br />

ερωτήματα πηγάζουν τόσο από το corpus της πολιτικής επιστήμης (με τις θεωρίες,<br />

τις επιστημονικές και διεπιστημονικές υποθέσεις και τα όποια συμπεράσματα<br />

της) όσο και από τα ερεθίσματα της δημοσιότητας. Στην περίπτωση της<br />

Ελλάδας, οι απόπειρες επιστημονικής ανάλυσης της πολιτικής κουλτούρας<br />

2 Για τις νόρμες ως στοιχεία που συμβάλουν στον προσανατολισμό και τη ρύθμιση<br />

της ανθρώπινης συμπεριφοράς βλ., μεταξύ άλλων, D. Grimm, «Norm(en)», σε D.<br />

Nohlen & R.-O. Schultze, επιμ., Pipers Woerterbuch zur Politik, I: Politikwissenschaft, Piper<br />

Verlag, Muenchen, 1985, σελ. 607-609. Οι νόρμες αποτελούν στοιχεία που μπορεί να<br />

αναφέρονται σε πολλά και διάφορα πεδία της ανθρώπινης εμπειρίας (ηθικά, αισθητικά,<br />

τεχνικά, κοινωνικά, οικονομικά, κ.ά.). Έχουν, όμως, παράλληλα, ένα σημαντικό κοινό<br />

χαρακτηριστικό: την δυνατότητα να ρυθμίζουν τη δράση, προσανατολίζοντας τη σε γενικά<br />

ή ειδικά πρότυπα. Ιδιαίτερα σημαντική για τις κοινωνικές επιστήμες είναι η σχέση<br />

που αναπτύσσεται ανάμεσα στις νομικές και τις άλλες νόρμες, οι αλληλεπιδράσεις και οι<br />

μεταξύ τους οριοθετήσεις. Ωστόσο νόρμες και αξίες δεν ταυτίζονται: βλ. πιο κάτω.<br />

3 Βλ. π.χ. G. Almond & S. Verba, The Civic Culture Revisited, Sage, Los Angeles, 1989<br />

και H.-D. Klingemann & D. Fuchs, Citizens and the State, Oxford University Press,<br />

Oxford, 1995.<br />

4 Βλ. π.χ. M. Richter, The History of Political and Social Concepts: A Critical Intro -<br />

duction, Oxford University Press, Oxford, 1995 και K. Palonen, «The History of<br />

Concepts as a Style of Political Theorizing», European Journal of Political Theory, Vol. 1<br />

No 1, 2002, σελ. 91-106.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 215<br />

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΟΥΛΤΟΥΡΑ, ΝΟΡΜΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΕΛΛΕΙΜΜΑ ΠΡΑΓΜΑΤΙΣΜΟΥ 215<br />

έχουν αντλήσει ερωτήματα και από τις δυο πηγές, παρότι οι ειδικές εμπειρικές<br />

έρευνες που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν είναι ελάχιστες (υπάρχουν, βέβαια,<br />

τα αξιοποιήσιμα στοιχεία που μας παρέχουν αφενός το Ευρωβαρόμετρο<br />

και αφετέρου ορισμένες από τις πολλές και ποιοτικά άνισες μετρήσεις «κοινής<br />

γνώμης»). Οι ελλείψεις αυτές δεν εμπόδισαν την ανάπτυξη μιας σχετικά περιορισμένης<br />

αλλά σίγουρα υπαρκτής ελληνικής βιβλιογραφίας περί πολιτικής<br />

κουλτούρας. 5<br />

Στις σελίδες που ακολουθούν θα εστιαστούμε σε δυο εντελώς διαφορετικές<br />

πηγές ερεθισμάτων που συμβάλλουν στην μετεξέλιξη της πολιτικής κουλτούρας.<br />

Θα εξετάσουμε αρχικά τις βασικές ευρωπακές παραμέτρους που επηρεάζουν<br />

την ελληνική πολιτική κουλτούρα (ενότητα 2) καθώς επίσης και ορισμένα διλήμματα<br />

που τίθενται στους θεσμούς πολιτικής διαμεσολάβησης (ενότητα 3). Στη<br />

συνέχεια, στρεφόμενοι στην ανάλυση παραγόντων βαθύτερης αιτιότητας, θα<br />

διερευνήσουμε ορισμένες κοινωνιο-βιολογικές παραμέτρους που επηρεάζουν,<br />

διαμορφώνουν και εξελίσσουν σε ένα βαθύτερο επίπεδο τις πολιτικές και κοινωνικές<br />

νόρμες (ενότητα 4). Στο πλαίσιο αυτό, θα συζητήσουμε τέλος (στην ενότητα<br />

5) το βασικό, ίσως, πρόβλημα της σύγχρονης πολιτικής κουλτούρας στην<br />

Ελλάδα: την έλλειψη εμπιστοσύνης σε θεσμούς και θεσμικές διαδικασίες και το<br />

συνδεόμενο με αυτήν έλλειμμα αυτοσυγκράτησης στην κοινωνική δράση. Με<br />

άλλα λόγια, το παρόν κείμενο αποτελεί μια προσέγγιση στην πολιτική κουλτούρα<br />

και τους παράγοντες που την καθορίζουν, μια προσέγγιση, όμως, που<br />

διατρέχει διαφορετικά επίπεδα αιτιότητας, συνθηκών και κατάδειξης.<br />

Εξευρωπασμός και πολιτική κουλτούρα<br />

Οι διαδικασίες εξευρωπασμού αποτελούν σημαντικές παραμέτρους για<br />

μια εξηγητική προσέγγιση στη διαμόρφωση και την εξέλιξη συστημάτων από<br />

κανόνες και νόρμες. Πρέπει καταρχήν να καταστεί σαφές ότι η έννοια και η<br />

προσέγγιση του «εξευρωπασμού» έχουν αξία, εφόσον τοποθετηθούν σε κατάλληλα<br />

μεθοδολογικά πλαίσια. Ας δούμε συνοπτικά τρία μεθοδολογικά ζητή-<br />

5 Για μια επισκόπηση της ελληνικής βιβλιογραφίας βλ. Γ. Βούλγαρης, Η Ελλάδα<br />

από τη Μεταπολίτευση στην Παγκοσμιοποίηση, εκδόσεις Πόλις, Αθήνα, 2008, σελ. 326-<br />

364. Για μια διαφορετική προσέγγιση στις βασικές παραδοχές για τις πηγές, την υφή<br />

και τις επιπτώσεις της πολιτικής κουλτούρας στην Ελλάδα βλ. G. Contogeorgis,<br />

«Political <strong>Science</strong> in Greece», στον τόμο H.-D. Klingemann, επιμ., The State of Political<br />

<strong>Science</strong> in Western Europe, Budrich, Opladen, 2007, σελ. 187-229 και Γ. Κοντογιώργη,<br />

Πολίτης και Πόλις: Έννοια και Τυπολογία της Πολιτειότητας, εκδόσεις Παπαζήσης,<br />

Αθήνα, 2003.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 216<br />

216 ΚΏΣΤΑΣ ΛΑΒΔΑΣ<br />

ματα. Το πρώτο αφορά την ίδια την έννοια του εξευρωπασμού (Europeani -<br />

zation). Πρόκειται για μια έννοια την οποία όλο και περισσότεροι την χρησιμοποιούν<br />

(ειδικά κατά την τελευταία δεκαετία) αλλά λίγοι την εξειδικεύουν και<br />

ακόμη λιγότεροι την υποστηρίζουν συστηματικά. 6 Στην ελληνική, μάλιστα,<br />

χρήση του όρου έχει προκύψει μια ενδιαφέρουσα σύγχυση. Πώς μπορεί να<br />

«εξευρωπαστεί», διαμαρτύρονται κάποιοι, κάτι που είναι ήδη «ευρωπακό»;<br />

Πρόκειται για μια σύγχυση που πηγάζει κυρίως από την έλλειψη διάκρισης μεταξύ<br />

επιπέδων ανάλυσης: μεταξύ του επιπέδου ανάλυσης των «ειδικών γλωσσών»<br />

και του επιπέδου της «κοινής γλώσσας». Είναι χρήσιμο να θυμόμαστε την<br />

καταρχήν διάκριση μεταξύ χρήσης ορισμένων εννοιών στην κοινή γλώσσα<br />

αφενός και στις ειδικές γλώσσες αφετέρου. Τέτοιες ειδικές γλώσσες αποτελούν<br />

τους κορμούς των επιμέρους επιστημονικών πεδίων, των «λόγιων πειθαρχιών»<br />

(scholarly disciplines) και αφορούν τον τρόπο με τον οποίο αναφερόμαστε<br />

σε αντικείμενα μελέτης στο εσωτερικό της «Πολιτικής Επιστήμης», της<br />

«Κοινωνιολογίας», της «Οικονομικής», κ.λπ. Αναφερόμενος, κατά συνέπεια,<br />

σε αυτές τις ειδικές γλώσσες και όχι στην κοινή γλώσσα, θα έλεγα ότι προφανώς<br />

ο «εξευρωπασμός» είναι μια εξαιρετικά χρήσιμη έννοια γι' αυτό άλλωστε<br />

και χρησιμοποιείται διεθνώς, εφόσον θεωρούμε ότι σημαίνει αυτό και μόνο<br />

που στη συζήτηση στις ειδικές γλώσσες σηματοδοτεί.<br />

Το δεύτερο ζήτημα αφορά τη σχέση μεταξύ του κανονιστικού (normative)<br />

επιπέδου αφενός και του αναλυτικού (analytical) επιπέδου αφετέρου. Εδώ πια<br />

επιτείνεται η σύγχυση αναφορικά με την έννοια του εξευρωπασμού. Το κανονιστικό<br />

επίπεδο, με την έννοια του δέον γενέσθαι, συνδέει στην Ελλάδα την έννοια<br />

του εξευρωπασμού με την έννοια του εκσυγχρονισμού. Η σύνδεση είναι<br />

ευεξήγητη, καθότι η έννοια του εκσυγχρονισμού τουλάχιστον στο ελληνικό πεδίο<br />

έχει εισαχθεί στα πλαίσια μιας ευρωπακής πολιτικής στρατηγικής, μιας<br />

στρατηγικής μάλιστα που υπήρξε σε ένα βαθμό αποτελεσματική. Και κατά συνέπεια<br />

σκεφτόμαστε πάντα αλληθωρίζοντας προς τις ειδικές γλώσσες αφ’ ενός<br />

και προς την δημόσια πολιτική συζήτηση αφ’ ετέρου. Υπάρχουν, άλλωστε, οι<br />

«κοινωνικοποιητικές» διαστάσεις του εξευρωπασμού. Ίσως εδώ πρέπει κανείς<br />

να είναι κάπως σκεπτικιστής, διότι ναι μεν στο επίπεδο των ελίτ πραγματοποιείται<br />

μια συνεχής διαδικασία κοινωνικοποίησης, όμως στα άλλα επίπεδα<br />

6 Για έγκυρες απόπειρες ορισμού στη διεθνή βιβλιογραφία βλ. R. Ladrech,<br />

«Europeanization of Domestic Politics and Institutions: The Case of France», Journal of<br />

Common Market Studies, Vol. 32, 1994, Κ. Α. Lavdas, The Europeanization of Greece:<br />

Interest Politics and the Crises of Integration, Macmillan, London, 1997, L. Cram,<br />

«Governance to Go: Domestic Actors, Institutions and the Boundaries of the Possible»,<br />

Journal of Common Market Studies, Vol. 39, 2001 και K. Featherstone & C. Radaelli<br />

(επιμ.), The Politics of Europeanization, Oxford University Press, Oxford, 2003.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 217<br />

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΟΥΛΤΟΥΡΑ, ΝΟΡΜΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΕΛΛΕΙΜΜΑ ΠΡΑΓΜΑΤΙΣΜΟΥ 217<br />

ενδεχομένως η έννοια αυτή μπορεί να δημιουργήσει συγχύσεις με άλλες μορφές<br />

πολιτικής κοινωνικοποίησης στα δυτικά πρότυπα με την ευρεία έννοια. Ας<br />

μην ξεχνάμε ότι υπάρχει η έννοια της Westernization, μια διαφορετική έννοια<br />

με ένα ορισμένο ιστορικό βάθος. Στην ελληνική περίπτωση ξεκινάει στο 19ο<br />

αιώνα: ορισμένοι θύλακοι είχαν πολύ εμφανείς δυτικές και δυτικότροπες τάσεις,<br />

στη συνέχεια περνούν στην αφάνεια, αργότερα αναδύονται πάλι, κ.ο.κ.<br />

Πρόκειται για μια πορεία γεμάτη διακυμάνσεις, διακεκομμένη, σίγουρα όχι<br />

γραμμική. Όμως η Westernization και τα αποτελέσματα της είναι διαφορετικά<br />

από τη συγκεκριμένη έννοια του «εξευρωπασμού» την οποία χρησιμοποιούμε<br />

σε αυτή την ειδική γλώσσα της Πολιτικής Επιστήμης και η οποία, όπως θα διαπιστώσουμε,<br />

σημαίνει την επίδραση της ευρωπακής ενοποίησης αλλά και την<br />

αλληλεπίδραση με τους ευρωπακούς θεσμούς και δρώντες και τον διαδραστικό<br />

τρόπο με τον οποίο εξελίσσεται η ενοποιητική διαδικασία. Κατά συνέπεια,<br />

εάν επιθυμούμε να κρατήσουμε διακριτή την Westernization, θα πρέπει να<br />

θυμηθούμε ότι αναφορικά με τον εξευρωπασμό / Europeanization, ενώ στο επίπεδο<br />

των ελίτ υπάρχει μια προφανής προστιθέμενη αξία από τη χρήση αυτής<br />

της έννοιας, στα άλλα επίπεδα ενδέχεται στην ανάλυση της πολιτικής κουλτούρας<br />

να συγχέουμε τα αποτελέσματα εξευρωπασμού (με τη στενή αυτή έννοια<br />

που μόλις αναφέρθηκε) με ευρύτερα αποτελέσματα έκθεσης στην κουλτούρα<br />

της παγκοσμιοποίησης (Globalization), του εξαμερικανισμού (Americaniza -<br />

tion), κ.ο.κ.<br />

Το τρίτο και τελευταίο μεθοδολογικό ζήτημα αφορά τις σχέσεις μεταξύ<br />

εξευρωπασμού, εκσυγχρονισμού και παγκοσμιοποίησης. Είναι εδώ σκόπιμη<br />

μια διευκρινιστική παράθεση. Είναι προφανές ότι η ευρωπακή θεσμική κατασκευή<br />

δεν παίζει το ρόλο απλώς και μόνο της διαμεσολάβησης της παγκοσμιοποίησης.<br />

Αυτό προκύπτει εάν εξετάσουμε συγκεκριμένα πεδία πολιτικών και<br />

μπορούμε εκεί να δούμε διαφοροποιήσεις. Αλλά ακόμη και εκεί που ενδεχομένως<br />

παίζει το ρόλο διαμεσολάβησης της παγκοσμιοποίησης, το ζητούμενο είναι<br />

να δούμε από συγκριτική άποψη μεθοδολογικά πώς μπορούμε να διαφοροποιήσουμε<br />

τις επιπτώσεις του εξευρωπασμού από αυτές της παγκοσμιοποίησης.<br />

Το ερώτημα είναι εάν υπάρχει διαφορά σε σχέση με χώρες οι οποίες υφίστανται<br />

τις μεν διαδικασίες (παγκοσμιοποίησης) αλλά όχι τις δε (εξευρωπασμού),<br />

έχοντας ξεκινήσει από το ίδιο περίπου σημείο εκκίνησης.<br />

Ας στραφούμε τώρα στην πρώτη από τις δυο βασικές απόπειρες ορισμού<br />

του εξευρωπασμού. Πράγματι, όταν αναφερόμαστε σε εξευρωπασμό, αναφερόμαστε<br />

σε δύο βασικές εκδοχές, η πρώτη εκ των οποίων φαίνεται απλούστερη.<br />

Η εκδοχή αυτή αφορά τις επιπτώσεις (impact) των διαδικασιών ευρωπακής<br />

ενοποίησης στο εθνικό επίπεδο. Οι επιπτώσεις αυτές μπορεί να πάρουν<br />

πολλές μορφές και αφορούν (α) τις διαδικασίες, (β) τους δρώντες, (γ) τους θεσμούς<br />

και (δ) την πολιτική κουλτούρα. Παρότι για αναλυτικούς λόγους οι επι-


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 218<br />

218 ΚΏΣΤΑΣ ΛΑΒΔΑΣ<br />

πτώσεις στην πολιτική κουλτούρα εξετάζονται χωριστά, δεν πρέπει να ξεχνάμε<br />

ότι πρόκειται για ένα πεδίο στο οποίο καταγράφονται και όλες οι άλλες διεργασίες<br />

και επιδράσεις. Σε ό,τι αφορά τους δρώντες, αυτοί μπορεί να είναι διαφόρων<br />

ειδών. Μπορεί να είναι τα οργανωμένα συμφέροντα, τα πολιτικά κόμματα,<br />

οι μη-κυβερνητικές οργανώσεις, μπορεί βεβαίως να είναι θεσμικοί δρώντες<br />

στο εσωτερικό του συστήματος διακυβέρνησης. Οι επιπτώσεις ενδέχεται<br />

να αφορούν και μία σειρά από διεθνικούς (transnational) δρώντες (π.χ., πολυεθνικές<br />

επιχειρήσεις) οι οποίοι δραστηριοποιούνται και στο ελληνικό σύστημα.<br />

Όσον αφορά τις επιπτώσεις στις διαδικασίες, το πράγμα αρχίζει και γίνεται<br />

κάπως πιο σύνθετο. Διότι όταν αναφερόμαστε σε επιπτώσεις στις διαδικασίες,<br />

ουσιαστικά αναφερόμαστε σε επιπτώσεις σε σχέσεις. Με άλλα λόγια, οι διαδικασίες<br />

δεν είναι «αντικειμενικοποιημένες», αλλά κατασκευάζονται, αναδιαμορφώνονται<br />

συνεχώς και αναπαράγονται μέσω σχεσιακών διαστάσεων,<br />

έχουν δηλαδή να κάνουν με σχέσεις μεταξύ δρώντων. Αναφερόμαστε λοιπόν<br />

σε μία σειρά από μεταβλητές, οι οποίες έχουν επίδραση σε εν εξελίξει σχέσεις.<br />

Αυτή η συνθετότητα του ερευνητικού αντικειμένου πρέπει στις αναλύσεις μας<br />

πρέπει να φαίνεται με σαφήνεια και αυτό ενδεχομένως καθιστά και τη διάσταση<br />

αυτή περισσότερο ενδιαφέρουσα. 7<br />

Η τρίτη και τέταρτη διαστάσεις αφορούν τους θεσμούς και την πολιτική<br />

κουλτούρα. Αναφέρονται στις αλληλεπιδράσεις μεταξύ ευρωπακών και εσωτερικών<br />

προτύπων, κανόνων και πλεγμάτων από νόρμες. Ο Πίνακας 1 αποτυπώνει<br />

τις ποικίλες δυνατότητες επιπτώσεων (η πρώτη εκδοχή στην οποία αναφερόμαστε<br />

τώρα) αλλά και τις αντίστοιχες δυνατότητες διαδράσεων / αλληλεπιδράσεων<br />

(στις οποίες θα εστιαστούμε πιο κάτω), ανάλογα με τις διαστάσεις<br />

του εξευρωπασμού τις οποίες μελετάμε. Μπορούμε έτσι να διακρίνουμε τέσσερις<br />

βασικές διαστάσεις ως προς τις οποίες ανιχνεύομε φαινόμενα εξευρωπασμού:<br />

(α) δημόσιες πολιτικές (και εργαλεία πολιτικών), (β) δημόσιοι θεσμοί,<br />

(γ) πολιτικά κόμματα και ομάδες συμφερόντων, (δ) πολιτική κουλτούρα. 8<br />

Επισήμανα ήδη ότι οι βασικές διαστάσεις (θεσμοί, δρώντες, διαδικασίες,<br />

κουλτούρα) αφορούν την πρώτη εκδοχή του εξευρωπασμού, την οποία χαρακτήρισα<br />

κάπως απλούστερη. Αφορούν δηλαδή την επίπτωση (impact) της ευρωπακής<br />

ενοποίησης στα εσωτερικά πολιτικά και κοινωνικά πεδία. Αλλά πρέπει να<br />

σημειωθεί ότι η επίπτωση αυτή ξεκινά πριν την τυπική ένταξη. Με άλλα λόγια, θα<br />

ήταν πολύ απλουστευτικό να υποστηρίξουμε ότι η διαδικασία εξευρωπασμού,<br />

αφορά μόνο τα πλήρη μέλη και εστιάζεται στην περίοδο μετά την ένταξη.<br />

7 Βλ. K. A. Lavdas, The Europeanization of Greece, οπ. παρ.<br />

8 Βλ. Κ. Α. Λάβδας, Συμφέρονται και Πολιτική: Οργάνωση Συμφερόντων και Πρότυπα<br />

Διακυβέρνησης, εκδόσεις Παπαζήσης, Αθήνα, 2004, σελ. 239-270.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 219<br />

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΟΥΛΤΟΥΡΑ, ΝΟΡΜΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΕΛΛΕΙΜΜΑ ΠΡΑΓΜΑΤΙΣΜΟΥ 219<br />

Πίνακας 1. Οι Διαστάσεις των Διαδικασιών Εξευρωπασμού.<br />

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΔΙΑΔΡΑΣΗ<br />

ΔΗΜΟΣΙΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ<br />

ΚΑΙ ΕΡΓΑΛΕΙΑ ΠΟΛΙΤΙ-<br />

ΚΗΣ<br />

ΔΗΜΟΣΙΟΙ ΘΕΣΜΟΙ<br />

ΚΟΜΜΑΤΑ ΚΑΙ ΟΜΑΔΕΣ<br />

ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ<br />

Α. Προσαρμογή ή/και αλλαγή<br />

περιεχομένων, στόχων<br />

και εργαλείων πολιτικής<br />

Β. Νομιμοποίηση πολιτικών<br />

Γ. Εισαγωγή και νέων πολιτικών<br />

/εργαλείων<br />

Α. Νέο πεδίο νομιμοποίησης<br />

Β. Ταυτόχρονες διαπραγματεύσεις<br />

(two-level games)<br />

Γ. Περιορισμός της εμβέλειας<br />

/ δυνατοτήτων<br />

Δ. Ενδυνάμωση στο διεθνές<br />

πεδίο<br />

Α. Παγίωση πρόσθετου Επιπέδου<br />

Εξουσίας<br />

Β. Διαμόρφωση υπερ-εθνικών<br />

Συμμαχιών<br />

Γ. Πίεση στο εθνικό ή το<br />

υπερεθνικό επίπεδο<br />

Δ. Περιορισμός της εμβέλειας<br />

κομμάτων<br />

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΟΥΛΤΟΥΡΑ Α. Τροποποιήσεις στους κανόνες<br />

Β. Αλλαγές στις νόρμες<br />

Γ. Επιλεκτική ανα-διατύπωση<br />

παραδόσεων<br />

Δ. Αναπροσδιορισμός της<br />

πρόσληψης των ορίων του<br />

Πολιτικού<br />

Α. Χρήση ορισμένων εθνικών<br />

μοντέλων πολιτικής<br />

Β. Αποδοχή πλουραλισμού<br />

τρόπων (μέσω της «αμοιβαίας<br />

αναγνώρισης»)<br />

Γ. Ασύμμετρες επιδράσεις<br />

στο «Μοντέλο ΕΕ»<br />

Α. Συνύπαρξη διαφόρων μοντέλων<br />

Β. Τάσεις επικράτησης βασικών<br />

Κοινών Κριτηρίων<br />

Αξιολόγησης<br />

Γ. Τάσεις επικράτησης Βασικών<br />

Κοινών Αντιλήψεων<br />

περί Ορίων Δημόσιου-<br />

Ιδιωτικού<br />

Α. Διαμόρφωση Ευρωπακού<br />

Κομματικού Συστήματος<br />

Β. Αλληλεπιδράσεις στο σχεδιασμό<br />

κοινών στρατηγικών<br />

των συμφερόντων<br />

Α. Εξελικτική διαμόρφωση<br />

κοινών πλεγμάτων από<br />

νόρμες<br />

Β. Ενθάρρυνση αναστοχασμού<br />

περί τις αξίες<br />

Γ. Διαμόρφωση προτύπων<br />

«Μη-Ευρωπαίων»<br />

Δ. Νέες μορφές πολυφωνίας<br />

Αντίθετα, οι διαδικασίες εξευρωπασμού για τα κράτη-μέλη πέραν των<br />

πρώτων έξι (1957), αφορούν τόσο την προετοιμασία και τις περιόδους διαπραγματεύσεων<br />

όσο και την περίοδο ως πλήρες μέλος. Η διαδικασία εξευρωπασμού<br />

στην περίπτωση της Ελλάδος με τη συγκεκριμένη έννοια που τη χρησιμοποιούμε<br />

εδώ, ξεκινά τουλάχιστον απ’ τη συμφωνία σύνδεσης στις αρχές της


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 220<br />

220 ΚΏΣΤΑΣ ΛΑΒΔΑΣ<br />

δεκαετίας του 1960. Είναι προφανές ότι υπάρχει μία παρένθεση μεταξύ 1967-<br />

1974 και μετά συνεχίζει και βεβαίως κορυφώνεται στο πρώτο της στάδιο με την<br />

πλήρη ένταξη. Αυτό το βλέπουμε νομίζω καθαρά, αν σκεφτούμε τι γίνεται με<br />

τις νέες χώρες και με τον τρόπο με τον οποίο σταδιακά τα πολιτικά τους συστήματα<br />

και τα οικονομικά τους συστήματα έγινε προσπάθεια να ευθυγραμμιστούν<br />

με το ευρωπακό κεκτημένο και βεβαίως με το ευρωπακό (εν εξελίξει<br />

ευρισκόμενο) πολιτικό σύστημα. Π. χ. η Βουλγαρία και η Ρουμανία πριν καταστούν<br />

πλήρη μέλη το 2007, ή η Τουρκία σήμερα.<br />

Η δεύτερη εκδοχή του εξευρωπασμού είναι πιο σύνθετη, καθώς δεν έχει να<br />

κάνει μόνο με την επίπτωση. Εδώ ο εξευρωπασμός νοείται ως μία διαδραστική<br />

(interactive) διαδικασία (βλ. Πίνακα 1). Με άλλα λόγια, στη δεύτερη αυτή εκδοχή,<br />

η διαδικασία εξευρωπασμού δεν είναι απλώς η επίπτωση (impact) του<br />

ευρωπακού στο εθνικό ή του ευρωπακού στο εσωτερικό, ό,τι και αν αυτό συνεπάγεται.<br />

Εξηγήσαμε άλλωστε ότι πρόκειται για ένα πολυσχιδές αντικείμενο<br />

για ανάλυση. Εξευρωπασμός εδώ είναι επίσης και η συνεχής διάδραση<br />

(interaction) μεταξύ του ευρωπακού και του εθνικού/εσωτερικού, σε βαθμό<br />

στον οποίο πλέον αρχίζουμε και παρατηρούμε μια θεσμική διάχυση (institutio -<br />

nal fusion) και μία σύγχυση των ορίων μεταξύ ευρωπακού και εσωτερικού.<br />

Αυτή η θεσμική διάχυση και η σύγχυση των ορίων αποτελούν βασικές ενδείξεις<br />

εμβάθυνσης του εξευρωπασμού και, εν τέλει, της ευρωπακής ενοποίησης.<br />

Αλλά σε ορισμένες εθνικές περιπτώσεις αυτή η διάδραση και η αλληλεπίδραση<br />

είναι πιο προφανής από ό,τι σε άλλες. Αν εξετάσουμε διάφορα πεδία<br />

πολιτικής και προσπαθήσουμε να τα αναλύσουμε ένα προς ένα, θα διαπιστώσουμε<br />

ότι, σε χώρες όπως η Ελλάδα ή και χώρες όπως η Ιρλανδία στις αρχές<br />

της δεκαετίας του 1970 ή λίγο αργότερα η Ισπανία και η Πορτογαλία, σε μερικά<br />

απ’ αυτά τα πεδία πολιτικής η εισαγωγή θεσμών και προτύπων είναι προφανής<br />

και είναι πάρα πολύ έκδηλη, πολύ σημαντική. Άρα η επίπτωση είναι καταρχήν<br />

το κύριο στοιχείο και όχι τόσο η διάδραση. Με άλλα λόγια, εισάγονται<br />

πρότυπα απ’ το ευρωπακό κεκτημένο το οποίο βεβαίως δεν παύει να εξελίσσεται,<br />

στο εθνικό επίπεδο. Σε άλλες όμως περιπτώσεις, βλέπουμε ότι η διάδραση<br />

είναι εξαιρετικά σημαντική και οι επιρροές κινούνται αμφίδρομα, σε διπλή<br />

κατεύθυνση. Σε βαθμό που το ευρωπακό επίπεδο να ενστερνίζεται και να<br />

ενσωματώνει πρότυπα εθνικά. Ας αναλογιστούμε, για παράδειγμα, την πολιτική<br />

ανταγωνισμού, ως προς την οποία ισχύει πως σε πολλές πτυχές της, το ευρωπακό<br />

επίπεδο έχει ενστερνιστεί σε άλλες περιπτώσεις γερμανικά πρότυπα,<br />

σε σχέση π.χ. με το ομοσπονδιακό Kartelamt στο Βερολίνο το οποίο σε μεγάλο<br />

βαθμό αποτέλεσε πρότυπο για την ευρωπακή πολιτική ανταγωνισμού και την<br />

ευρωπακή νομοθεσία για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων και των καρτέλ. Σε<br />

άλλες πάλι περιπτώσεις, πρότυπα εισαχθέντα από τις ΗΠΑ οδήγησαν στη διαμόρφωση<br />

των ευρωπακών κανόνων.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 221<br />

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΟΥΛΤΟΥΡΑ, ΝΟΡΜΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΕΛΛΕΙΜΜΑ ΠΡΑΓΜΑΤΙΣΜΟΥ 221<br />

Κατά συνέπεια, σε αρκετές περιπτώσεις η διαδικασία εξευρωπασμού είναι<br />

τόσο διαδραστική, ώστε να καταλήγουμε στη διαπίστωση ότι το ευρωπακό επίπεδο<br />

ενστερνίζεται προπάρχοντα εθνικά πρότυπα, τα ενσωματώνει τροποποιώντας<br />

τα και τα καθιστά ευρωπακά. Στη συνέχεια προφανώς τα πρότυπα αυτά<br />

εισάγονται σε άλλα κράτη-μέλη ή αν θέλετε σε νέα κράτη-μέλη και εκεί η διαδικασία<br />

παίρνει κυρίως την μορφή της πρώτης εκδοχής του εξευρωπασμού,<br />

της επίπτωσης δηλαδή του ευρωπακού επιπέδου στο εθνικό επίπεδο.<br />

Η δεύτερη αυτή εκδοχή εξευρωπασμού είναι αρκετά σύνθετη και στην περίπτωση<br />

της Ελλάδος, καθώς δεν περιορίζεται μόνο στην αυτούσια ανταλλαγή<br />

προτύπων, όπου συνήθως το εθνικό επίπεδο είναι αυτό που έχει το «έλλειμμα»<br />

(εισάγει περισσότερα απ’ ότι εξάγει), αλλά εξελίσσεται καθημερινά μέσω της<br />

διάχυσης που προαναφέρθηκε και, τελικά, της σύγχυσης των ορίων. 9 Κάτι που<br />

παρατηρούμε πολύ χαρακτηριστικά όταν πρόκειται για εθνικές γραφειοκρατίες<br />

και τη σχέση τους με το επίπεδο των Βρυξελλών, όταν πρόκειται για διαδικασίες<br />

εφαρμογής πολιτικών, κάτι που είναι βέβαια από μόνο του ένα τεράστιο<br />

θέμα. Όταν, τέλος, βλέπουμε διαδικασίες σταδιακής αλλαγής και ανατοποθέτησης<br />

των στόχων της εξωτερικής πολιτικής. Για να μην μακρηγορήσουμε, θα<br />

ήθελα να προτείνω τρεις τρόπους με τους οποίους μπορεί κανείς να προσπαθήσει<br />

να εννοιολογήσει και στην περίπτωση της Ελλάδος αυτές τις σύνθετες διαδικασίες<br />

εξευρωπασμού.<br />

Ο πρώτος τρόπος είναι να προσεγγίσουμε τις διαδικασίες εξευρωπασμού<br />

ως μηχανισμούς αυτοπεριορισμού και αυτοδέσμευσης. Ας θυμηθούμε τον ομηρικό<br />

Οδυσσέα και τις Σειρήνες. Τι συμβαίνει εκεί; Ζητά ο ίδιος ο δρών από κάποιους<br />

με τους οποίους συνεργάζεται να τον περιορίσουν. Διότι ξέρει ότι εάν<br />

δεν τον περιορίσουν, τότε η πιθανή ανταπόκρισή του σε κάποιες προκλήσεις,<br />

ερεθίσματα, που θα ακολουθήσουν, θα είναι τέτοια που ο ίδιος δεν θα την ενέκρινε<br />

πριν εκτεθεί στις προκλήσεις και τα ερεθίσματα. 10 Με άλλα λόγια, είναι<br />

μια διαδικασία η οποία οδηγεί σε στρατηγικές επιλογές για τον αυτοπεριορισμό<br />

του πολιτικού και του οικονομικού συστήματος με κάποιο απώτερο, μελλο-<br />

9 Για μια συνολική επισκόπηση της ελληνικής περίπτωσης που αποτυπώνει τις οπτικές<br />

γωνίες πολλών ειδικών, βλ. τον σημαντικό συλλογικό τόμο K. Featherstone (επιμ.),<br />

The Challenge of Modernization: Politics and Policy in Greece, Routledge, London 2005<br />

και ελληνική μετάφραση: Πολιτική στην Ελλάδα: Η Πρόκληση του Εκσυγχρονισμού, εκδόσεις<br />

Οκτώ, Αθήνα, 2007.<br />

10 Ο σημερινός Οδυσσέας επιχειρεί να χειραγωγήσει τον αυριανό εαυτό του με<br />

σκοπό να μην επιτρέψει στον αυριανό εαυτό του να χειραγωγήσει τον μεθαυριανό<br />

Οδυσσέα και τον απώτερο στόχο του (την Ιθάκη). Για μια επεξεργασία του θέματος<br />

από τη σκοπιά της θεωρίας της ορθολογικής επιλογής βλ. J. Elster, Ulysses and the<br />

Sirens, Cambridge University Press, Cambridge 1979.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 222<br />

222 ΚΏΣΤΑΣ ΛΑΒΔΑΣ<br />

ντικό στόχο που η ενδιάμεση «ελευθερία επιλογών» δεν θα επέτρεπε την επίτευξη<br />

του. Εδώ οι ευρωπακοί θεσμοί παίζουν τον ρόλο αυτών που δένουν τον<br />

Οδυσσέα, ώστε όταν εκτεθεί σε ερεθίσματα που μπορεί να πάρουν την μορφή<br />

πιέσεων συμφερόντων, πιέσεων των διεθνικών παραγόντων, πιέσεων λακών<br />

απαιτήσεων, πιέσεων ποικίλων, κ.λπ., να μην αναγκαστεί να ενδώσει. Συχνά το<br />

στοιχείο αυτό χρησιμοποιείται απ’ τις εθνικές κυβερνήσεις με το πολύ γνώριμο<br />

σε όλους μας μοτίβο της Ευρωπακής Ένωσης ως «αποδιοπομπαίου τράγου».<br />

Γι’ αυτό φταίει η Ευρώπη, για εκείνο φταίει η Ευρώπη, για την εισοδηματική<br />

πολιτική φταίει η Ευρώπη, κ.ο.κ. Στη πραγματικότητα όμως, ανεξάρτητα του<br />

τρόπου νομιμοποίησης κάποιων πολιτικών, πρόκειται ουσιαστικά για μια διαδικασία<br />

αυτοπεριορισμού, μια εκδοχή του Οδυσσέα και των Σειρήνων.<br />

Ο δεύτερος τρόπος είναι να δούμε τον εξευρωπασμό ως παράθυρο ευκαιρίας.<br />

Μάλιστα θα έλεγα ως παράθυρο ευκαιρίας το οποίο από ένα σημείο και<br />

μετά είναι διαρκώς ανοιχτό. Δεν ανοίγει κάποια στιγμή και λέμε ότι βρήκαμε<br />

μια ευκαιρία για να κάνουμε κάποια αναδόμηση συμμαχιών ή ανασύνταξη δυνάμεων,<br />

αλλά παραμένει συνεχώς ανοιχτό. Είναι προφανές ότι οι διαδικασίες<br />

εξευρωπασμού ευνοούν την ενίσχυση τεχνοκρατικών λύσεων και των αντίστοιχων<br />

συμμαχιών δρώντων που τις προτείνουν και τις υποστηρίζουν. Είναι επίσης<br />

προφανές ότι οι διαδικασίες εξευρωπασμού ευνοούν την επίδραση αυτών που<br />

ονομάζουμε ιδέες πολιτικής, policy ideas: αναφέρομαι εδώ στο έργο αναλυτών<br />

που έχουν δείξει πώς οι ιδέες περί δημόσιων πολιτικών ενισχύονται όσο αυξάνει<br />

το τεχνοκρατικό στοιχείο στο μείγμα πολιτικής και αποφεύγονται οι λύσεις<br />

που είχαν την μορφή παιγνίων μηδενικού αθροίσματος. 11 Οι ευκαιρίες που δίνονται<br />

πηγαίνουν πολύ πέραν αυτών που είναι προφανή. Ισχύουν απολύτως και<br />

τα τετριμμένα, ότι βεβαίως και στην περίπτωση της Ελλάδος ο εξευρωπασμός<br />

έχει προσφέρει σταθερότητα, ειρήνη, προβλεψιμότητα, μια σειρά διαστάσεις<br />

που όντως ισχύουν και συγκαθορίζουν το παρόν και τις προοπτικές της χώρας.<br />

Πρέπει όμως να δούμε και το θέμα των ευκαιριών σε σχέση με διαφορετικούς<br />

κοινωνικούς και πολιτικούς δρώντες και τις στρατηγικές τους.<br />

Ο τρίτος τρόπος με τον οποίο μπορούμε να δούμε τον εξευρωπασμό είναι<br />

σε ένα επίπεδο δομικά επιβεβλημένων περιορισμών που δεν έχουν απαραιτήτως<br />

την έννοια των αυτοπεριορισμών. Εδώ αναφερόμαστε σε δομικούς περιορισμούς<br />

και περιχαρακώσεις που, επισημαίνουμε, δεν έχουν την έννοια των<br />

αυτοπεριορισμών. Εδώ εντάσσεται και η τεράστια συζήτηση για το ρόλο των<br />

κεντρικών τραπεζών, τη σταδιακή ιστορική μετατόπιση προς την αυξημένη αυτονομία<br />

των κεντρικών τραπεζών, ακόμη και σε χώρες όπως η Βρετανία, που<br />

11 Για μια επισκόπηση βλ. Κ. Α. Λάβδας, Συμφέροντα και Πολιτική, οπ. παρ., σελ.<br />

152-156 .


στην πραγματικότητα δεν ήταν παραδοσιακά τόσο αυτόνομη η Κεντρική Τράπεζα.<br />

Και την εξέλιξη προς ένα μοντέλο ευρωπακό Κεντρικής Τράπεζας στο<br />

οποίο απ’ τη σκοπιά των εθνικών κυβερνήσεων και τη σκοπιά των εθνικών συμφερόντων<br />

και των ποικίλων ομάδων συμφερόντων, δεν είναι καθόλου προφανές<br />

ότι πρόκειται μόνο για αυτοπεριορισμούς, αλλά ίσως και για γνήσιους περιορισμούς<br />

στις επιλογές και στην άσκηση πολιτικής. Ως γνωστόν, ένας απ’<br />

τους τρόπους με τους οποίους μπορεί κανείς να προσπαθήσει να προσεγγίσει<br />

τις πηγές των πολιτικών συγκρούσεων ή και των δυνάμει πολιτικών συγκρούσεων,<br />

είναι μέσα απ’ τις θεωρίες των λεγόμενων διαιρετικών τομών, των κοινωνικών<br />

σχισμάτων (social cleavages). 12 Σε κράτη-μέλη όπως η Βρετανία, η συζήτηση<br />

είναι ιδιαιτέρως ενδιαφέρουσα σε σχέση με το ερώτημα κατά πόσον<br />

αρχίζει και δημιουργείται μία προ- και αντί- ευρωπακή διαιρετική τομή στο<br />

πολιτικό σύστημα, ένα σχίσμα εστιαζόμενο σε διαφορές και συγκρούσεις σε<br />

ζητήματα ενοποίησης. Στην περίπτωση της Ελλάδας δεν φαίνεται να προκύπτει<br />

κάτι τέτοιο, με δεδομένο ότι –τουλάχιστον μέχρι στιγμής– οι διαφορές για τα<br />

ευρωπακά ζητήματα δεν διαμόρφωσαν ένα ευρωπακό σχίσμα ενσωματώνοντας<br />

σε αυτό άλλες διαφορές ως επιμέρους. Και αυτό παρά το γεγονός ότι στην<br />

Ελλάδα παραμένει εξαιρετικά ισχυρή μακροπρόθεσμα η βασική ταύτιση με το<br />

εθνικό κράτος. 13 Οφείλουμε σε κάθε περίπτωση να εξετάζουμε συνεχώς κατά<br />

πόσον οι ποιοτικές και ποσοτικές ενδείξεις που έχουμε ευνοούν το συμπέρασμα<br />

ότι δεν προκύπτει πράγματι ένδειξη δημιουργίας μιας ευρωπακής διαιρετικής<br />

τομής στην ελληνική πολιτική.<br />

Ας στραφούμε τώρα στο ζήτημα της ευρωπακής στρατηγικής, η οποία συνκαθορίζει<br />

την πορεία των διαδικασιών εξευρωπασμού. Μπορεί κανείς να προσεγγίσει<br />

τις ευρωπακές επιλογές μέσα από την έννοια μιας ευρείας κοινωνικής<br />

στρατηγικής, η οποία κατασκευάζει και διαμορφώνει ένα πεδίο πολιτικού λόγου.<br />

Στην Ελλάδα, η στρατηγική αυτή είχε επί δεκαετίες ως κεντρικό άξονα αναφοράς<br />

μία ιδιαίτερη μίξη των εννοιών του εξευρωπασμού και του εκσυγχρονισμού,<br />

σε βαθμό μάλιστα που όπως σωστά έχει επισημανθεί, στην ελληνική περίπτωση<br />

να υπάρχει και στους αναλυτές ακόμα σύγχυση των ορίων μεταξύ αφενός της<br />

αναλυτικής έννοιας του εξευρωπασμού και αφετέρου της περισσότερο πολιτικοποιημένης<br />

στην Ελλάδα έννοιας του εκσυγχρονισμού. Σε κάθε περίπτωση, διαkef03:kef03<br />

06/03/2009 13:59 Page 223<br />

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΟΥΛΤΟΥΡΑ, ΝΟΡΜΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΕΛΛΕΙΜΜΑ ΠΡΑΓΜΑΤΙΣΜΟΥ 223<br />

12 Βασικές διαιρετικές τομές έχουν θεωρηθεί η οικονομική-ταξική, η χωρική-περιφερειακή<br />

(Βορράς-Νότος), η θρησκευτική, κ.α. Για μια καλή διαπραγμάτευση αυτής<br />

της κλασικής προσέγγισης βλ. H. Kriesi, «The Transformation of Cleavage Politics»,<br />

European Journal of Political Research, Vol. 33, 1998, σελ. 165-185.<br />

13 Βλ. L. McLaren, Identity, Interests and Attitudes to European Integration, Palgrave<br />

Macmillan, London, 2006, σελ. 76-77.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 224<br />

224 ΚΏΣΤΑΣ ΛΑΒΔΑΣ<br />

μορφώθηκε μία ευρωπακή στρατηγική που έπαιξε ρόλο στην άρθρωση διαφορετικών<br />

πολιτικών λόγων, προσεγγίσεων, και συμφερόντων, σε ένα ευρύ πεδίο<br />

πολιτικού λόγου, το οποίο νοηματοδοτούσε μία πολύ ενδιαφέρουσα συνολική<br />

κατεύθυνση. 14 Η οποία κατεύθυνση αντανακλούσε την προσπάθεια ενσωμάτωσης<br />

του ελληνικού πολιτικού και οικονομικού συστήματος στην εξελισσόμενη ευρωπακή<br />

διαδικασία ενοποίησης την οποία ήδη χαρακτηρίσαμε βεβαίως κινούμενο<br />

στόχο. Στην Ελλάδα, οι αντιστάσεις στις διαδικασίες εξευρωπασμού καθόρισαν<br />

μια σειρά ενδιάμεσων λύσεων και αμφίρροπων εκβάσεων στα πεδία των<br />

δημόσιων πολιτικών, 15 ενώ παράλληλα δεν κατόρθωσαν –όπως θα επισημάνουμε<br />

και στη συνέχεια– να διαμορφώσουν τις συνθήκες εκείνες που θα επέτρεπαν<br />

ουσιαστικούς μετασχηματισμούς στο επίπεδο της πολιτικής κουλτούρας.<br />

Άλλωστε γενικότερα, ο εξευρωπασμός των εθνικών δομών, πεδίων πολιτικής,<br />

πρακτικών και δρώντων δεν είναι, τελικά, παρά μια σειρά αμφίδρομων διαδικασιών<br />

επανακαθορισμού των σχέσεων εθνικού και ευρωπακού, διαδικασιών<br />

οι οποίες εν πολλοίς οριοθετούνται από τις διαμεσολαβήσεις συγκεκριμένων<br />

θεσμικών αποκρυσταλλώσεων, μορφών οργάνωσης και διαπλοκής συμφερόντων<br />

και θεσμοποιημένων πρακτικών στο εθνικό επίπεδο. Το γεγονός ότι οι<br />

διαφορετικές διαδικασίες εξευρωπασμού σε γενικές γραμμές επεκτείνονται<br />

και βαθαίνουν –αν και με ασύμμετρους τρόπους– οφείλεται αφενός σε μακρόχρονες<br />

μεταβλητές και αφετέρου σε συγκεκριμένα, κρίσιμα σταυροδρόμια διακυβερνητικών<br />

αποφάσεων σε συγκεκριμένες ιστορικές συγκυρίες. Έτσι ώστε<br />

να μπορούμε να φανταστούμε μία πραγματικότητα στην οποία η εισαγωγή και<br />

εξαγωγή προτύπων πολιτικής στην πορεία του εξευρωπασμού αρχίζει και χάνει<br />

την ελλειμματική μορφή που ενδεχομένως έχει για τις νέες χώρες. Καθίσταται,<br />

με άλλα λόγια, πραγματικά διαδραστική, αναδεικνύοντας τη δυνατότητα<br />

ενός ευρωπακού μέλλοντος που διαμορφώνεται πραγματικά από κοινού.<br />

Διλήμματα και μετασχηματισμοί στους θεσμούς<br />

διαμεσολάβησης<br />

Τόσο ο εκσυγχρονισμός όσο και, ειδικότερα, οι διαδικασίες εξευρωπασμού<br />

οδηγούν σε νέες προκλήσεις και προβλήματα αλλά προσφέρουν και νέες<br />

δυνατότητες για την εσωτερική πολιτική ζωή και διαδικασία. Σε σχέση με τους<br />

14 Βλ. K. A. Lavdas, The Europeanization of Greece, οπ. παρ.<br />

15 Βλ. ενδεικτικά την πρόσφατη μελέτη των K. Featherstone & D. Papadimitriou,<br />

The Limits of Europeanization: Reform Capacity and Policy Conflict in Greece, Palgrave<br />

Macmillan, London, 2008.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 225<br />

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΟΥΛΤΟΥΡΑ, ΝΟΡΜΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΕΛΛΕΙΜΜΑ ΠΡΑΓΜΑΤΙΣΜΟΥ 225<br />

θεσμούς πολιτικής διαμεσολάβησης, βλέπουμε ότι παρατηρούνται ορισμένες<br />

προφανείς αλλαγές στο ρόλο των πολιτικών κομμάτων. Αφενός ανοίγονται νέα<br />

πεδία πολιτικής και πολιτικής διαβούλευσης (Ευρωπακό Κοινοβούλιο, ευρωπακή<br />

δημοσιότητα). Αφετέρου παρατηρούνται και αλλαγές που εγείρουν ερωτήματα<br />

για το μέλλον βασικών παραμέτρων της πολιτικής συμμετοχής και της<br />

πολιτικής νομιμοποίησης. Αρχίζουν μήπως να διαφαίνονται οι πιθανότητες<br />

διαμόρφωσης συστημάτων φιλελεύθερης διακυβέρνησης που λειτουργούν ουσιαστικά<br />

χωρίς κόμματα; 16 Μια σχετική προσέγγιση αναλύει τα πολιτικά κόμματα<br />

ως οργανισμούς οι οποίοι αφενός «κρατικοποιούνται» σε αυξανόμενο<br />

βαθμό και αφετέρου κλείνουν την πολιτική αγορά, επιβάλλοντας συνθήκες πολιτικού<br />

ολιγοπωλίου (θεωρία των «κομμάτων – καρτέλ»). 17 Ωστόσο κάθε μείωση<br />

του πολιτικού ανταγωνισμού εξασθενεί και τα ίδια τα κόμματα, καθώς (α)<br />

«το πολιτικό κόμμα είναι σύμφυτο φαινόμενο με τον πολιτικό ανταγωνισμό και<br />

κάθε μείωση του τελευταίου θέτει σε αμφισβήτηση το μέλλον των κομμάτων»<br />

και (β) ένα τέτοιο κόμμα πιθανότατα θα δεχτεί έντονη αμφισβήτηση από εναλλακτικές<br />

μορφές δράσης, όπως τα κοινωνικά κινήματα, ή και από παλαιότερες<br />

οργανώσεις (όπως τα συνδικάτα) που «επαναδραστηριοποιούνται πολιτικά σε<br />

πεδία που κατά παράδοση ανήκουν στα πολιτικά κόμματα». 18 Ίσως οι μετατοπίσεις<br />

και η υιοθέτηση ενός οργανωτικού εκλεκτικισμού να υποδηλώνουν, σε<br />

ορισμένες τουλάχιστον περιπτώσεις, την προσπάθεια διαμόρφωσης ενός νέου<br />

16 Βλ. μεταξύ άλλων, την ανάλυση του P. Mair, «Partyless democracy: solving the<br />

paradox of New Labour?», New Left Review, Vol. 2, 2000, σελ. 21-37. Σύμφωνα με τον<br />

Peter Mair, η ενδυνάμωση των αντι-κομματικών τάσεων στην πολιτική κουλτούρα ενδέχεται<br />

να οδηγήσει σε ένα ιδιότυπο δημοψηφισματικό καθεστώς, στο οποίο οι πολίτες<br />

καλούνται απλώς να εγκρίνουν ή να απορρίψουν τα σχέδια και τις προτάσεις των πολιτικών<br />

ηγετών. Το καθεστώς αυτό, σύμφωνα με τον Mair και άλλους, δεν είναι απαραίτητα<br />

αντίθετο προς τη δημοκρατία, αλλά δεν παύει να είναι αδιάφορο προς τις αξίες<br />

της πολιτικής συμμετοχής.<br />

17 Βλ. Katz & P. Mair, «Changing models of party organization and party democracy:<br />

the emergence of the Cartel Party», Party Politics, No 1, 1995, σελ. 5-28. Η προσέγγιση<br />

αυτή δίνει έμφαση σε στοιχεία όπως: επικράτηση διαχειριστικών λογικών, ενσωμάτωση<br />

στο σύστημα κρατικής εξουσίας, κρατική χρηματοδότηση, συρρίκνωση του πεδίου<br />

εναλλακτικών πολιτικών προτάσεων, σχεδόν απόλυτη προβλεψιμότητα στη νομοθετική<br />

λειτουργία του κοινοβουλίου ιδιαίτερα σε συστήματα με αυξημένη κομματική πειθαρχία,<br />

παγίωση ομάδων επαγγελματιών της πολιτικής, ενδυνάμωση των αυταρχικών τάσεων<br />

στο εσωτερικό των κομμάτων.<br />

18 Μ. Σπουρδαλάκης, «Το κομματικό φαινόμενο: Εξέλιξη και συγκυρία», σε Δ. Θ.<br />

Τσάτσος & Ξ. Ι. Κοντιάδης (επιμ.), Το Μέλλον των Πολιτικών Κομμάτων, εκδόσεις Παπαζήσης,<br />

Αθήνα, 2003, σελ. 63.


τύπου ανοιχτού και εξωστρεφούς κόμματος. 19 Σε κάθε περίπτωση, οι περισσότερες<br />

προσεγγίσεις, ενώ συμφωνούν με ορισμένα από τα σημεία της διάγνωσης<br />

για τις σημαντικές μεταβολές στο ρόλο των κομμάτων, θεωρούν ότι, στη βάση<br />

των σημερινών δεδομένων, όλα δείχνουν ότι τα κόμματα –με διάφορες μορφές–<br />

θα παραμείνουν στο προβλεπτό μέλλον θεσμοί-κλειδιά στα δημοκρατικά<br />

συστήματα διακυβέρνησης. 20<br />

Μεγάλο μέρος του προβλήματος σχετίζεται με τις συνθήκες περιορισμού<br />

αλλά και αυτοπεριορισμού στις ίδιες τις νόρμες που κυριαρχούν στο εσωτερικό<br />

των κομμάτων, ειδικά αναφορικά με το εύρος αναζήτησης διαφορετικών πολιτικών<br />

επιλογών. Σε ένα βαθμό αυτό αποτελεί συνέπεια της διεθνοποίησης των<br />

οικονομικών σχέσεων και της συνακόλουθης καχεξίας των δυνατοτήτων του<br />

πολιτικού συστήματος ως προς τις παραμέτρους επηρεασμού της οικονομικής<br />

διαχείρισης. Ωστόσο κατά την διάρκεια της δεκαετίας του 1990, σε αυτή τη διάσταση<br />

προστέθηκαν μια σειρά αυτοπεριορισμών που έτειναν, αθροιστικά, στην<br />

εμπέδωση ενός κλίματος αποδοχής ιδιαίτερα στενών ορίων για το πολιτικό πεδίο.<br />

Πιεζόμενες από την ανάγκη συμμόρφωσης στις προτιμήσεις των οικονομικά<br />

ισχυρών, παρασυρόμενες από την γοητεία των κάθε είδους σταρ και την<br />

ευγλωττία των trend-setters, οι ηγεσίες των εργατικών και σοσιαλιστικών/σοσιαλδημοκρατικών<br />

κομμάτων, την ανάγκη φιλοτιμία ποιούμενες, έκαναν σαφή<br />

βήματα προς την υιοθέτηση μιας επικοινωνιακής πολιτικής που αφαιρεί από<br />

την έννοια της πολιτικής στοιχεία που, στην πραγματικότητα, αναφέρονται<br />

στον πυρήνα της: την προσδοκία επίτευξης, μέσα από την ίδια, σημαντικών αλλαγών<br />

σε άλλα πεδία της συλλογικής ζωής.<br />

Με την υιοθέτηση αυτής της προοπτικής, απλοποιούνται και τα ερωτήματα<br />

που τίθενται διεθνώς αναφορικά με τις σχέσεις πολιτικής εξουσίας, οικονομικής<br />

ισχύος (συμφέροντα οργανωμένα ή και μεμονωμένων επιχειρήσεων) και<br />

επικοινωνιακής ισχύος (ΜΜΕ, ιδιοκτήτες, δημοσιογράφοι). Οι σχέσεις απλοποιούνται<br />

στο μέτρο που η πολιτική εξουσία απεκδύεται της ιδιαιτερότητας της<br />

σε σχέση με άλλες μορφές ισχύος: παύει να αποτελεί κομβικό σημείο αναφοράς<br />

των συλλογικών σκοποθεσιών. Οι σχέσεις μεταξύ της πολιτικής εξουσίας<br />

και των άλλων μορφών ισχύος ανάγονται, τότε, σε ζητήματα όσμωσης, επαφών,<br />

διασυνδέσεων και ανταλλαγών μεταξύ των μελών του πολιτικού προσωπικού<br />

και του προσωπικού που στελεχώνει τις άλλες θέσεις ισχύος. Η υιοθέτηση αυkef03:kef03<br />

06/03/2009 13:59 Page 226<br />

226 ΚΏΣΤΑΣ ΛΑΒΔΑΣ<br />

19 Ε. Βενιζέλος, «Το «ανοιχτό κόμμα» ως απάντηση στην κρίση του κομματικού φαινομένου»<br />

σε Δ.Θ. Τσάτσος & Ξ. Ι. Κοντιάδης (επιμ.), Το Μέλλον των Πολιτικών Κομμάτων,<br />

εκδόσεις Παπαζήσης, Αθήνα, 2003, σελ. 15-38.<br />

20 Βλ. H. Kitschelt, «Citizens, Politicians, and Party Cartellization», European Journal<br />

of Political Research, Vol. 37, 2000, σελ. 149-179.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 227<br />

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΟΥΛΤΟΥΡΑ, ΝΟΡΜΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΕΛΛΕΙΜΜΑ ΠΡΑΓΜΑΤΙΣΜΟΥ 227<br />

τής της κατεύθυνσης στην επικοινωνιακή πολιτική, τη διαχείριση του πολιτικού<br />

λόγου, αλλά και γενικότερα τις σχέσεις μεταξύ της πολιτικής εξουσίας, των οικονομικο-κοινωνικών<br />

συμφερόντων και της επικοινωνιακής ισχύος μοιάζει,<br />

καταρχήν, να δικαιώνει το μοντέλο πολιτικής ανάλυσης που βασίζεται εν πολλοίς<br />

στη θεωρία των ελίτ.<br />

Μια διαφορετική διάσταση του προβλήματος αφορά τη λειτουργία του κοινοβουλίου<br />

και την υποβάθμιση του ρόλου των μελών των νομοθετικών σωμάτων.<br />

Έχουμε ήδη συνομολογήσει ότι, σε ένα βαθμό, η έννοια της κρίσης του<br />

κοινοβουλίου είναι υπερβολική και βασίζεται σε συγκρίσεις με μια διαστρεβλωμένη<br />

εικόνα του δήθεν πανίσχυρου κοινοβουλίου της περιόδου ακμής του<br />

αστικού φιλελευθερισμού. 21 Ενδέχεται, επίσης, η έννοια αυτή να υποκρύπτει<br />

και μια διάσταση συντηρητικής – ελιτιστικής κριτικής στην ανανέωση των λειτουργιών<br />

των πολιτικών θεσμών και στην διαφοροποίηση των μεταξύ τους σχέσεων.<br />

Όμως αυτές οι διαστάσεις μόνον εν μέρει μπορούν να εξηγήσουν τις<br />

εξελίξεις. Αναφέρονται περισσότερο στις μετατοπίσεις στη δομική θέση των<br />

κοινοβουλίων και λιγότερο στα κριτήρια επιλογής και ανάδειξης του πολιτικού<br />

προσωπικού. Δεν εξηγούν, από μόνες τους, την εμφανή στροφή των διαδικασιών<br />

επιλογής μελών του κοινοβουλίου προς πρότυπα επιλογής που αντανακλούν<br />

τον κόσμο και τα κριτήρια των ΜΜΕ: τα άτομα που επιλέγονται ως υποψήφια<br />

μέλη των κοινοβουλίων τείνουν να είναι νεότερα, περισσότερο εμφανίσιμα,<br />

λιγότερο δοκιμασμένα σε τομείς σχετικούς με την πολιτική και τη συλλογική<br />

δράση και λιγότερο αναγνωρίσιμα από το όποιο πολιτικό τους στίγμα. Στο<br />

μέτρο που επεκταθεί, και δεν αντισταθμιστεί από ουσιαστική ισχυροποίηση<br />

του ρόλου των κοινοβουλευτικών επιτροπών, αυτή η εξέλιξη θα πρέπει να θεωρείται<br />

πραγματικά ανησυχητική. Καθώς ενδέχεται να σηματοδοτεί την έκλειψη<br />

του διαβουλευτικού προτάγματος της κοινοβουλευτικής λειτουργίας και την<br />

παγίωση μιας συντριπτικής ασυμμετρίας στις σχέσεις μεταξύ κοινοβουλίων,<br />

εκτελεστικών θεσμών και οργανωμένων συμφερόντων που, όπως έχουμε διαπιστώσει,<br />

ισχυροποιούνται και με την έννοια της επαγγελματοποίησης των<br />

υποστηρικτικών/γραμματειακών μηχανισμών τους. Στη λογική του απόληξη, σε<br />

ένα τέτοιο πρότυπο κοινοβουλευτικής λειτουργίας θα αρκούσε μια προσομοίωση<br />

«κοινοβουλίου», μια εντελώς συμβολική θεσμική κατασκευή στην οποία<br />

θα επιβίωνε μόνον ο όρος «κοινοβούλιο» ως ένδειξη αναγνώρισης και τιμής<br />

για την παραδοσιακή λειτουργία του. Τι στρατηγικές θα ακολουθούσαν και τι<br />

ρόλους θα έπαιζαν τα συμφέροντα σε μια τέτοια πολιτική κατασκευή; Θα<br />

εστιαζόταν αφενός στους μηχανισμούς της εκτελεστικής εξουσίας και αφετέρου<br />

στις κομματικές ηγεσίες ή/και (ανάλογα με τον τύπο και την εξέλιξη του<br />

21 Βλ. Κ. Α. Λάβδας, Συμφέρονται και Πολιτική, οπ. παρ.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 228<br />

228 ΚΏΣΤΑΣ ΛΑΒΔΑΣ<br />

κάθε κόμματος) στους κομματικούς μηχανισμούς. Θα αποτελούσαν κύριο (αν<br />

όχι τον κύριο) παράγοντα διαμεσολάβησης προτιμήσεων και κομβικό σημείο<br />

σύμπηξης και μορφοποίησης πολιτικών στρατηγικών. Η σημερινή εμπειρική<br />

πραγματικότητα προσεγγίζει, σε ορισμένα πεδία πολιτικής, την εικόνα αυτή,<br />

χωρίς αυτή τη στιγμή να ταυτίζεται μαζί της σε ότι αφορά το σύνολο του πολιτικού<br />

συστήματος.<br />

Μήπως η αρκετά συντονισμένη διεθνής απάντηση στην πρόσφατη χρηματοπιστωτική<br />

κρίση (Οκτώβριος 2008) αλλά και η υπερίσχυση των Δημοκρατικών<br />

του Obama στις ΗΠΑ (Νοέμβριος 2008) υποδεικνύουν την αναβίωση της πολιτικής<br />

ως υποσυστήματος πλοήγησης; Όχι απαραίτητα. Παρά την προφανή σημασία<br />

των προσπαθειών για έναν πολιτικό συντονισμό σε μια νέα βάση, το είδος<br />

των παρεμβάσεων εκφράζει κυρίως μια τεχνοκρατική και πραγματιστική<br />

αντίληψη περί δημόσιας πολιτικής, απαλλαγμένης τόσο από σοσιαλ-λακιστικές<br />

προδεάσεις περί Κράτους όσο και από την άλογη λατρεία του μύθου της<br />

Αγοράς. Πρόκειται για ένα «νέο πραγματισμό», 22 ο οποίος αναγνωρίζει ότι<br />

αξίες και νόρμες δεν ταυτίζονται και επιχειρεί να αναδείξει τη σημασία ενός<br />

νέου πλαισίου πολιτικής διαχείρισης και (υπό προποθέσεις) πολιτικής διαβούλευσης.<br />

Ο πραγματισμός αυτός επιβεβαιώθηκε με τις τολμηρές πρωτοβουλίες<br />

της κυβέρνησης του Gordon Brown τον Οκτώβριο του 2008. Σηματοδοτεί<br />

γενικότερα μια σημαντική εξέλιξη στο πλαίσιο της ευρω-ατλαντικής πολιτικής<br />

αναζήτησης, επισημαίνει την σχετική ενίσχυση ενός πλέγματος από πραγματιστικές<br />

νόρμες, αλλά δεν υποδηλώνει απαραίτητα μια επιστροφή του Πολιτικού<br />

ως επικυρίαρχου στοιχείου. Στην Ελλάδα, εν τω μεταξύ, το έλλειμμα σε πραγματιστικές<br />

νόρμες παραμένει σημαντικό και, όπως θα δούμε στη συνέχεια, σχετίζεται<br />

με τις ασθενείς επιδράσεις των διαδικασιών εξευρωπασμού στο επίπεδο<br />

της πολιτικής κουλτούρας. Την ίδια στιγμή που, μέσα στην εντεινόμενη<br />

απαξίωση του πολιτικού προσωπικού, ενισχύονται οι τάσεις ωραιοποίησης της<br />

αναλογικής εκπροσώπησης και της με αυτή συνδεόμενης ενίσχυσης των μικρών<br />

κομμάτων. Και όμως, η πλειοψηφική εκδοχή του κοινοβουλευτισμού (με ισχυρές<br />

κυβερνήσεις ενός κόμματος) υπερτερεί σε δυο κρίσιμα μέτωπα. Υπερτερεί,<br />

καταρχήν, από πλευράς εκλογικής λογοδοσίας της πολιτικής εξουσίας απέναντι<br />

στην κοινωνία, διάσταση που καθίσταται προβληματική με τη διάχυση ευθύνης<br />

που συνεπάγονται οι πολυκομματικές κυβερνήσεις. Υπερτερεί, κατά δεύτερο<br />

λόγο, και από πλευράς δυνατοτήτων αποτελεσματικής εφαρμογής των<br />

ρυθμιστικών κανόνων και απαίτησης σεβασμού σε νόρμες. Τόσο τα μικρά κόμ-<br />

22 Κ. Α. Λάβδας, «Ο Νέος Πραγματισμός και το Κοινωνικό Κέντρο», Κοινωνικό Κέντρο,<br />

No 1, 2007. σελ. 33-47 και Κ. Α. Λάβδας, «Ο «νέος πραγματισμός» στην Ευρωπακή<br />

Ένωση», Ο Κόσμος του Επενδυτή, 20-21/08/2005, σελ. 22.


Στην αρχή του κειμένου διατυπώσαμε την άποψη, ότι το βασικότερο ίσως<br />

ζήτημα στην ανάλυση της πολιτικής κουλτούρας αφορά τα ερωτήματα που θέτει<br />

ο ερευνητής και από πού αυτά πηγάζουν. Μπορούμε στο σημείο αυτό να<br />

στραφούμε σε ένα βαθύτερο επίπεδο διαμόρφωσης και άρθρωσης ερωτημάτων<br />

περί πολιτικής κουλτούρας. Πράγματι, κατά την τελευταία δεκαετία έχει αναζωπυρωθεί<br />

η συζήτηση για τις βιολογικές διαστάσεις των πολιτικών και κοινωνικών<br />

φαινομένων. Τόσο των μίκρο-παραμέτρων εκείνων που εξηγούν τις επιλογές<br />

των κοινωνικών δρώντων όσο και των μάκρο-εξελικτικών τάσεων των<br />

κοινωνικών συστημάτων. Εμφανίζονται σημαντικές μελέτες που βρίσκονται<br />

στο μεταίχμιο μεταξύ πολιτολογικών και βιολογικών παραμέτρων. 23 Οι σχέσεις<br />

μεταξύ των κοινωνικών επιστημών και των ερευνητικών κατευθύνσεων<br />

της βιολογίας και, ειδικότερα, της νευροεπιστήμης, είναι σχέσεις που αφορούν<br />

τόσο ζητήματα μεθόδου όσο και ζητήματα περιεχομένου. Γνωρίζουμε, άλλωστε,<br />

από τις μελέτες της πολιτικής κουλτούρας, ότι η ορθολογική συμπεριφορά<br />

(ορθολογική ως προς τους σκοπούς που κάθε φορά θέτει το υποκείμενο) είναι<br />

ένα μόνον από τα πρότυπα που ανιχνεύονται στην κοινωνική συμπεριφορά των<br />

ανθρώπων. Έχουμε, λοιπόν, να κάνουμε με ένα ευρύτατο πεδίο παραγόντων,<br />

περιλαμβανομένων των νευρο-ψυχολογικών και βιολογικών διαστάσεων της<br />

συμπεριφοράς αλλά και της διαμόρφωσης κανόνων. Οι κοινωνικές επιστήμες<br />

έχουν σωρεύσει ήδη από το δέκατο ένατο αιώνα δάνεια από τη βιολογία τόσο<br />

μεθοδολογικής όσο και περιεχομενικής υφής. Άλλωστε μέθοδος και περιεχόμενο<br />

(αντίληψη περί του γνωστικού αντικειμένου) δεν μπορούν παρά να συkef03:kef03<br />

06/03/2009 13:59 Page 229<br />

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΟΥΛΤΟΥΡΑ, ΝΟΡΜΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΕΛΛΕΙΜΜΑ ΠΡΑΓΜΑΤΙΣΜΟΥ 229<br />

ματα όσο και οι πολυκομματικές κυβερνήσεις είναι, κατά κανόνα, περισσότερο<br />

ευάλωτες απέναντι στα ισχυρά οικονομικά συμφέροντα.<br />

Το (προσωρινό) συμπέρασμα είναι ότι οι τύχες των θεσμών πολιτικής διαμεσολάβησης<br />

βρίσκονται σε στενή αλληλεξάρτηση με τις εξελίξεις και τους μετασχηματισμούς<br />

στο επίπεδο των κανόνων και των πλεγμάτων από νόρμες. Τα<br />

πλέγματα αυτά γίνονται συχνά αντιληπτά μέσα από τις διακυμάνσεις και τις<br />

κρίσεις, αλλά τόσο η εξελικτική διαμόρφωση τους όσο και οι εκδοχές των γενικών<br />

κανόνων που τείνουν να επικρατήσουν στις συγκεκριμένες, κάθε φορά,<br />

συνθήκες εξαρτώνται από ένα βαθύτερο επίπεδο κοινωνικής αιτιότητας.<br />

Στις πηγές της πολιτικής κουλτούρας: νόρμες, κανόνες και<br />

εξέλιξη<br />

23 Βλ. ενδεικτικά E. Diener & E. Suh (επιμ.), Culture and Subjective Well-Being, MIT<br />

Press, Cambridge, MA, 2000.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 230<br />

230 ΚΏΣΤΑΣ ΛΑΒΔΑΣ<br />

ναρτώνται. Και, για να θυμηθούμε τον Αριστοτέλη, η επιλογή της μεθόδου<br />

εξαρτάται από την υφή του γνωστικού αντικείμενου, όπως άλλωστε από την<br />

επίγνωση του είδους του αντικειμένου εξαρτάται ο βαθμός ακρίβειας που επιζητούμε<br />

στην ερευνητική μας αναζήτηση: «έστι γαρ απαιδευσία το μη γιγνώσκειν<br />

τίνων δεί ζητείν απόδειξιν και τίνων ου δεί». 24<br />

Η διαλεκτική συνέχειας και ασυνέχειας, που φαίνεται να χαρακτηρίζει<br />

κάθε σοβαρή ανθρώπινη ενασχόληση στα πεδία της επιστήμης και της έρευνας,<br />

είναι παρούσα και στην κοινωνιοβιολογική και νευροκοινωνιολογική έρευνα.<br />

Το γεγονός αυτό δημιουργεί ενίοτε την εντύπωση ότι κάποια πετάγματα της<br />

ανθρώπινης διάνοιας είναι πιο πρόσφατα απ’ ότι συμβαίνει στην πραγματικότητα.<br />

Παρόλο που στη δεκαετία του 1990 πήραν μεγάλη δημοσιότητα οι έρευνες<br />

για τις σχέσεις μεταξύ νου, εγκεφάλου και κοινωνίας, η διαμόρφωση διακριτών<br />

ερευνητικών θεματικών στο χώρο της λεγόμενης κοινωνιοβιολογίας<br />

(sociobiology) είναι, βέβαια, πολύ παλαιότερη υπόθεση. Πράγματι, ενώ η διαμόρφωση<br />

της νευροκοινωνιολογίας ως νέου συνθετικού τομέα μεταξύ νευροεπιστήμης<br />

και κοινωνικών επιστημών είναι σχετικά πρόσφατη ιστορία, οι προποθέσεις<br />

για την πολυπαραγοντική προσέγγιση των προτύπων συμπεριφοράς<br />

χτίστηκαν ήδη στις δεκαετίες του 1950 και του 1960 με την όσμωση ρευμάτων<br />

του συμπεριφορισμού και της κοινωνιοβιολογίας. 25<br />

Το ίδιο –mutatis mutandis– ισχύει για την ίδια τη νευροεπιστήμη. Παρόλο<br />

που στη δεκαετία του 1950 έγιναν κρίσιμα ερευνητικά και πειραματικά ξεκινήματα<br />

σε ότι αφορά στις κλινικές εφαρμογές της, οι απαρχές της σύγχρονης νευροεπιστημονικής<br />

έρευνας τοποθετούνται στο 19ο αιώνα, τόσο στη φυσιολογία<br />

όσο και στη μικροσκοπία. 26 Άλλωστε είναι αυτή η διαλεκτική συνέχειας και<br />

ασυνέχειας, η εναλλαγή εστιασμένων ερευνητικών προσπαθειών και νέων ξεκινημάτων,<br />

που δίνει κάποιες φορές την εντύπωση ότι μια νέα ανακάλυψη γίνεται<br />

«τυχαία». Δεν χρειάζεται να είναι κανείς υποστηρικτής της θεωρίας των<br />

«επιστημονικών επαναστάσεων» του Kuhn ή της δουλειάς του Lakatos για τα<br />

«ερευνητικά προγράμματα» για να αντιληφθεί ότι ορισμένα άλματα στην επιστημονική<br />

διερεύνηση εντοπίζονται στο μεταίχμιο εκείνο μεταξύ μιας κατεστη-<br />

24 Αριστοτέλους, Μετά τα Φυσικά, Γ 4.<br />

25 Βλ. την κριτική επισκόπηση του M. Ruse, Sociobiology: Sense or Nonsense?,<br />

Martinus Nijhof, Dordrecht, 1979 αλλά και την ήδη κλασική μελέτη του E. O. Wilson,<br />

Sociobiology: The New Synthesis, Harvard University Press, Cambridge MA, 1975.<br />

26 Στη βάση της διαμόρφωσης της κυτταρικής θεωρίας από τον Schwann (1839), κατέστη<br />

δυνατή σταδιακά η χαρτογράφηση του εγκεφάλου από κυτταρικής πλευράς, μια<br />

εργασία που πραγματοποίησε κατά κύριο λόγο ο Cajal στη δεκαετία του 1890 και τα<br />

πρώτα χρόνια του εικοστού αιώνα με εντυπωσιακή ακρίβεια. Βλ. S. R. y Cajal,<br />

Histologie du Système Nerveux de l'Homme et des Vertébrés, Maloine, Paris, 1911.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 231<br />

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΟΥΛΤΟΥΡΑ, ΝΟΡΜΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΕΛΛΕΙΜΜΑ ΠΡΑΓΜΑΤΙΣΜΟΥ 231<br />

μένης και μιας αναδυόμενης συστηματικής θεώρησης του αντικειμένου. Σε<br />

αυτό το interregnum, πολλοί θιασώτες της κατεστημένης επιστήμης δεν αναγνωρίζουν<br />

τις αναδυόμενες έννοιες ή/και τα νέα εργαλεία, ενώ αρκετοί οπαδοί του<br />

νέου δεν έχουν ακόμη κανονικοποιήσει πλήρως τις σχέσεις μεθόδων, εργαλείων<br />

και θεωρητικών εννοιών.<br />

Διατυπώσαμε πιο πάνω την άποψη ότι η σημερινή ενασχόληση με τη νευροκοινωνιολογία<br />

δεν μπορεί να γίνει αντιληπτή εάν την αντιμετωπίσουμε αποκομμένη<br />

από το ιστορικό υπόβαθρο της. Για να γίνουμε ακριβέστεροι, οι σχέσεις<br />

μεταξύ βιολογίας και νευροεπιστήμης, αφενός, και κοινωνικών επιστημών,<br />

αφετέρου, μπορεί να εξεταστούν αναφορικά με τρία επιμέρους πεδία, στα<br />

οποία διερευνώνται οι αλληλεπιδράσεις μεταξύ βιολογικών παραμέτρων και<br />

κοινωνικής συμπεριφοράς και οργάνωσης: (α) αναφορικά με τη σημασία της<br />

εξέλιξης και των εξελικτικών προσεγγίσεων, (β) αναφορικά με τη σημασία των<br />

γενετικών χαρακτηριστικών και διαφορών και (γ) αναφορικά με τη σημασία<br />

χαρακτηριστικών της ανθρώπινης φυσιολογίας, κυρίως αυτής του εγκεφάλου. 27<br />

Το τρίτο αυτό πεδίο, το οποίο επικεντρώνεται στην αλληλεπίδραση μεταξύ του<br />

εγκεφάλου και της κοινωνικής πραγματικότητας, τείνει να αξιοποιεί στοιχεία<br />

όχι μόνον από τις έρευνες της νευροεπιστήμης αλλά και από το γενικότερο διάλογο<br />

που διεξάγεται με την εξελικτική βιολογία και τη γενετική. 28<br />

Είναι γεγονός ότι όσοι εργάζονται στο interface κοινωνικών επιστημών, εξελικτικής<br />

νευροψυχολογίας και νευροεπιστήμης μας έχουν προσφέρει, κατά τις<br />

τελευταίες δεκαετίες, σημαντικά έργα για την κοινωνική συμπεριφορά και κρίσιμες<br />

πτυχές της όπως οι κοινωνικές συσσωματώσεις, οι συγκρούσεις, τα συναισθήματα<br />

29 και τα στάδια της ηθικής ανάπτυξης των κοινωνικών υποκειμένων.<br />

30 Στο πλαίσιο αυτό έχουν υπάρξει σημαντικές μελέτες και για την εξελι-<br />

27 Βλ. J. Freese, J.-C. Allen Li & L. D. Wade, «The potential relevances of biology to<br />

social inquiry», Annual Review of Sociology, 2003, σελ. 234-235.<br />

28 Βλ. M. Gazzaniga, The Social Brain, Basic Books, New York, 1985.<br />

29 Βλ. D. D. Franks, «The Neuroscience of Emotions», σε J. Stets & J. Turner (επιμ.),<br />

Handbook of the Sociology of Emotions, Springer, New York, 2006. Σημειωτέον ότι ο ρόλος<br />

των συναισθημάτων στην ρύθμιση των κοινωνικών σχέσεων αποτελεί από χρόνια<br />

σημαντικό ερευνητικό πεδίο κοινωνικών επιστημόνων που λαμβάνουν υπόψη την κοινωνιοβιολογική<br />

διάσταση αλλά δεν δεσμεύονται επιστημολογικά από αυτή. Βλ. χαρακτηριστικά<br />

την μελέτη του P. Hoggett, Emotional Life and the Politics of Welfare, οπ. παρ.<br />

30 Θεμελιώδους σημασίας είναι η εξελικτική νευροψυχολογία του Lawrence<br />

Kohlberg για τα στάδια της ηθικής ανάπτυξης. Βλ. π. χ. L. Kohlberg, Collected Papers on<br />

Moral Development and Moral Education, Harvard University Press, Cambridge MA,<br />

1973 καθώς επίσης και Essays on Moral Development, Vol. I: The Philosophy of Moral<br />

Deve lopment, Harper & Row, New York, 1981. Στις εργασίες του Kohlberg βασίζονται


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 232<br />

232 ΚΏΣΤΑΣ ΛΑΒΔΑΣ<br />

κτική διαμόρφωση της κουλτούρας, των κανόνων και των τρόπων ρύθμισης της<br />

συμπεριφοράς με τις νόρμες. 31 Η αναζήτηση της εξελικτικής διάστασης στη<br />

διαμόρφωση κανόνων αποτελεί κρίσιμο πεδίο για τις κοινωνικές επιστήμες γενικά<br />

και ιδιαίτερα για την πολιτική επιστήμη. Οι κανόνες, κυρίως οι εντελώς<br />

βασικοί κανόνες, παίζουν σε κάθε περίπτωση καθοριστικό ρόλο. Αυτό ισχύει<br />

και για κάθε προσέγγιση, αναλυτική ή και κανονιστική, που δουλεύει με ορθολογικούς<br />

δρώντες.<br />

Ποια είναι λοιπόν η βασική σχέση ανάμεσα σε κανόνες, νόρμες και συμπεριφορά;<br />

Ας υποθέσουμε, ακολουθώντας τον Brian Skyrms, ότι δυο δρώντες επιθυμούν<br />

να προβούν –πόσο τετριμμένο!– στο μοίρασμα μιας πίτας. 32 Αντί να<br />

αναλωθούν σε μια αβέβαιη και δυνητικά καταστροφική σύγκρουση, μπορούν<br />

να συμφωνήσουν στο εξής απλό σενάριο ενός παιγνίου με σαφείς βασικούς κανόνες:<br />

ο καθένας εξ αυτών δηλώνει ξεχωριστά (π.χ., σημειώνοντας μυστικά σε<br />

ένα χαρτάκι) προς έναν ουδέτερο διαιτητή την απαίτηση του για το ποσοστό<br />

της πίτας που αξιώνει, γνωρίζοντας όμως εκ των προτέρων ότι, εάν το άθροισμα<br />

των δυο αξιώσεων που κατατέθηκαν ξεχωριστά υπερβαίνει το 100%, κανείς<br />

από τους δυο δεν θα πάρει κομμάτι της πίτας. Εάν, από την άλλη πλευρά,<br />

το άθροισμα είναι μικρότερο του 100%, τότε ο καθένας λαμβάνει αυτό που ζήτησε.<br />

Μπορεί κανείς εύκολα να συμφωνήσει με τον Skyrms ότι, με την επίγνωση<br />

της εφαρμογής αυτού του απλού κανόνα, οι περισσότεροι δρώντες θα<br />

ζητούσαν 50%, το οποίο θα προέκυπτε ως σημείο ισορροπίας. Μπορεί βέβαια<br />

κανείς να συμφωνήσει επίσης, ότι αρκετές άλλες εκδοχές είναι λιγότερο πιθανές<br />

αλλά σίγουρα όχι αδύνατες.<br />

Εάν εισάγουμε την παράμετρο των ομάδων/πληθυσμών στην θέση των δρώντων,<br />

κάποιες από τις δυνατές (αλλά όχι απαραίτητα εξαιρετικά πιθανές) εκδοχές<br />

γίνονται περισσότερο ευδιάκριτες. Είναι, καταρχήν, προφανές ότι η<br />

«άπληστη» ομάδα έχει συμφέρον να έχει απέναντι της μια «μετριοπαθή»<br />

ομάδα (καθώς εάν οι απέναντι υιοθετήσουν και εκείνοι «άπληστη» στρατηγική,<br />

το αποτέλεσμα θα είναι μη διανομή). Το ίδιο δεν ισχύει για τους «μετριοπαθείς»,<br />

καθώς είτε με «άπληστη» απέναντι πλευρά έλθουν αντιμέτωποι είτε<br />

σε μεγάλο βαθμό οι γνωστές αναλύσεις του Jürgen Habermas για την ανάπτυξη της<br />

«μετα-συμβατικής ταυτότητας» στις σύγχρονες κοινωνίες. Βλ. π.χ. J. Habermas, «Kön-<br />

nen komplexe Gesellschaften eine vernünftige Identität ausbilden?», Zur Rekon struktion<br />

des historischen Materialismus, Suhrkamp, Frankfurt, 1976, σελ. 92-126.<br />

31 R. Axelrod, Η Εξέλιξη της Συνεργασίας, μετάφραση Σ. Στασινός, εκδόσεις Καστανιώτης,<br />

Αθήνα, 1998.<br />

32 Βλ. B. Skyrms, Evolution of the Social Contract, Cambridge University Press, New<br />

York, 1996.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 233<br />

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΟΥΛΤΟΥΡΑ, ΝΟΡΜΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΕΛΛΕΙΜΜΑ ΠΡΑΓΜΑΤΙΣΜΟΥ 233<br />

με «μετριοπαθή», το αποτέλεσμα θα είναι το ίδιο για το «μετριοπαθές» κομμάτι<br />

πίτας που θα λάβουν. Η ισορροπία αυτή θα διαταρασσόταν, σε συστημικό<br />

επίπεδο, εάν αυξανόταν οι «άπληστοι», καθώς θα αντιμετώπιζαν ολοένα συχνότερα<br />

ομοίους τους, με τα γνωστά αποτελέσματα (υπέρβαση του 100%, μη<br />

διανομή). Παράλληλα, όπως επισημαίνει ο Skyrms, τυχόν περιπτώσεις μεταλλαγμένων<br />

στρατηγικών «υπερ-άπληστων» θα έτειναν να εξαλειφθούν εξελικτικά,<br />

καθώς οι δικές τους αξιώσεις θα ήταν τέτοιες που και όταν αντιμετώπιζαν<br />

«μετριοπαθείς» το άθροισμα θα οδηγούσε σε υπέρβαση του 100% (π.χ.,<br />

80%-40%), με τα γνωστά αποτελέσματα.<br />

Αλλά, όπως ξεκαθαρίσαμε ήδη, το πραγματικά ενδιαφέρον ζήτημα αφορά<br />

στις αλληλεπιδράσεις ανάμεσα σε κανόνες, νόρμες και συμπεριφορές. Σε περίπτωση<br />

που επαναλαμβανόμενα παίγνια καταλήγουν σε αθροίσματα αξιώσεων<br />

που υπερβαίνουν το 100% (οπότε κανείς δεν έχει λαμβάνειν), εξελίσσονται<br />

νόρμες που αναδεικνύουν την αυτοσυγκράτηση ως αναγκαίο λειτουργικό στοιχείο.<br />

Από την άλλη πλευρά, στην περίπτωση που επαναλαμβανόμενα παίγνια<br />

καταλήγουν σε αθροίσματα αξιώσεων μικρότερα του 100% (οπότε η πίτα μοιράζεται<br />

και η κάθε πλευρά λαμβάνει αυτό που ζήτησε), ενώ μια ομάδα είναι<br />

αυτή που με συνέπεια ζητά και παίρνει τα περισσότερα (π.χ., 60%-40%, 50%-<br />

45% ή και 60%-20%, κ.λπ.), τότε εξελίσσονται νόρμες που αποτυπώνουν (και<br />

νομιμοποιούν) αυτή την διαμορφούμενη κατάσταση ως υπόδειγμα διανομής.<br />

Οι «μετριοπαθείς» (που ζητούν λιγότερα πιθανότατα επειδή φοβούνται ότι η<br />

απέναντι πλευρά θα αποδεικνύεται πάντα άπληστη και επιθυμούν να αποφύγουν<br />

τον κίνδυνο της υπέρβασης του 100% και της «μη μοιρασιάς») είτε αποδέχονται<br />

μια «φυσική» ανισοκατανομή είτε (ανάλογα με το πολιτισμικό-ιστορικό<br />

προφίλ της κάθε κοινωνίας) τείνουν να εκλεπτύνουν περαιτέρω τις ιδέες περί<br />

αυτοσυγκράτησης. Οι «άπληστοι» αναπτύσσουν ιδέες περί δίκαιης διανομής<br />

ανάλογα με την φυσική θέση και αξία του καθενός. Είναι ίσως πιθανό ότι ένας<br />

πληθυσμός «μετριοπαθών» που εκτίθεται εξελικτικά σε διευρυμένα πεδία κοινωνικής<br />

διάδρασης και εκπαιδευτικής-μαθησιακής εκλέπτυνσης θα τείνει να<br />

αναγνωρίσει ότι η λύση του 50% προκύπτει, στην πραγματικότητα, ως η μόνη<br />

λογική ενώ παράλληλα είναι και ηθικά περισσότερο υπερασπίσιμη. 33<br />

Εάν οι νόρμες διαμορφώνονται εξελικτικά, οπότε αποτελούν αντικείμενο<br />

μιας εξελικτικής μάκρο-κοινωνιοβιολογίας, παραμένει ζήτημα της νευροκοινωνιολογίας<br />

η περαιτέρω διερεύνηση των μίκρο-παραμέτρων εκείνων που εξηγούν<br />

τις επιλογές. Σε κάθε περίπτωση, είναι τεράστια η σημασία της αλληλεπίδρασης<br />

ανάμεσα στις νόρμες και τις κοινωνικές σχέσεις. Ακόμη και ελαφρές<br />

33 D. Ross, όπως αναφέρεται από τον D. C. Dennett, Freedom Evolves, Viking, New<br />

York, 2003, σελ. 263-264.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 234<br />

234 ΚΏΣΤΑΣ ΛΑΒΔΑΣ<br />

μετατοπίσεις στις νόρμες έχουν επιπτώσεις στους τρόπους με τους οποίους τα<br />

άτομα σκέφτονται και επιλέγουν, ένα στοιχείο που είναι ανάμεσα σε εκείνα<br />

που διακρίνουν την ανθρώπινη συμπεριφορά από τη συμπεριφορά άλλων<br />

προηγμένων θηλαστικών. 34 Η αλληλεπίδραση αυτή εκτείνεται, αν και με τρόπο<br />

περισσότερο σύνθετο, στα πεδίο των διεθνών σχέσεων και της διεθνούς οργάνωσης.<br />

35<br />

Για να αντιληφθούμε τη συνθετότητα των σχέσεων μεταξύ κανόνα (όπως<br />

αυτός που προαναφέρθηκε περί διανομής) και νόρμας, πρέπει να λάβουμε<br />

υπόψη μας ότι δεν μπορούμε πάντα να υπολογίζουμε σε ένα ευρέως αποδεκτό<br />

υπόστρωμα αξιών. Οι αξίες προποθέτουν την αναγνώριση ενός αγαθού σύμφωνα<br />

με το οποίο προβαίνω στις επιλογές μου και, γενικότερα, διάγω τον βίο.<br />

Από την άλλη πλευρά, τις νόρμες τις ακολουθώ (ή ευθυγραμμίζομαι μαζί τους)<br />

για διάφορους λόγους. Ένας από τους πολλούς και διαφόρους αυτούς λόγους<br />

ενδέχεται να είναι και η αντίληψη που έχω ότι η νόρμα αυτή εκφράζει κάτι που<br />

αποτελεί αξία για εμένα. Ωστόσο οι νόρμες λαμβάνουν μια «αντικειμενική»<br />

διάσταση με την εφαρμογή ή την απόρριψη τους στο κοινωνικό πεδίο, ενώ οι<br />

αξίες παραμένουν εγγενώς αφαιρετικές και (όπως θα πρόσθετε ο J. S. Mill)<br />

δυνάμει «πολυθεστικές». 36 Με αυτή την έννοια, νόρμα και αξία δεν ταυτίζονται.<br />

Οι νόρμες μπορούν να προσδιοριστούν ως στοιχεία που προσδίδουν μορφή<br />

34 Βλ. A. Gibbard, Wise Choices, Apt Feelings: A Theory of Normative Judgment,<br />

Harvard University Press, Cambridge MA, 1990).<br />

35 Βλ. Κ. Α. Λάβδας, «Νόρμες και διάχυτη αμοιβαιότητα στην πολιτική κουλτούρα<br />

των διεθνών σχέσεων: Μαθήματα από την ευρωπακή πολιτική», σε Δ. Κ. Ξενάκης &<br />

Μ. Ι. Τσινισιζέλης (επιμ.), Παγκόσμια Ευρώπη? Οι Διεθνείς Διαστάσεις της Ευρωπακής<br />

Ένωσης, ΕΠΕΕΣ - εκδόσεις Ι. Σιδέρης, Αθήνα 2006. Για μια εφαρμογή του πλαισίου<br />

του Axelrod στην ανάλυση της διαχρονίας του εξευρωπασμού βλ. K. A. Lavdas,<br />

The Europeanization of Greece, οπ. παρ.<br />

36 Έτσι ο «πολυθεσμός» των αξιών που επισημαίνει ο Max Weber (ακολουθώντας<br />

τον J. S. Mill) δυσχεραίνει την στάθμιση των διαφορετικών προσανατολισμών στη ζωή.<br />

Κύριο έργο της επιστήμης – σε ό,τι αφορά την ενασχόληση της με τις αξίες – καθίσταται<br />

η διερεύνηση των διαφορετικών «κρίσεων περί αξιών» (των διαφορετικών, δηλαδή,<br />

προσπαθειών χρήσης των αξιών για την υποστήριξη ανταγωνιστικών μεταξύ τους προσανατολισμών).<br />

Ίσως η σημαντικότερη απόπειρα του 20ου αιώνα να ξεπεραστεί με<br />

τρόπο αναλυτικό αυτή η αμηχανία οφείλεται στον Rawls, σύμφωνα με τον οποίο το βασικό<br />

ερώτημα είναι, «how is it possible for there to exist over time a just and stable<br />

society of free and equal citizens who still remain profoundly divided by reasonable<br />

religious, philosophical, and moral doctrines?» J. Rawls, Political Liberalism, Columbia<br />

University Press, New York, 1993, σελ. 47.


Από τις υποθέσεις για τις πολιτισμικές επιπτώσεις της Οθωμανικής κυριαρχίας<br />

μέχρι τη συζήτηση για τον πολιτικό ρόλο της σύγχρονης διαφθοράς, συχνά<br />

η περίπτωση της Ελλάδας παρουσιάζεται ως ιδιαίτερη. Αλλά όσοι επικαλούνται<br />

ιδιαιτερότητες και τάσεις που ανάγονται σε κάποια «εθνικά χαρακτηριστικά»<br />

παραβλέπουν τις βαθύτερες και συνάμα γενικότερες αιτίες που ευθύνονται<br />

τόσο για τη διαμόρφωση κανόνων όσο και για τα διαφορετικά πιθανά σενάρια<br />

εφαρμογής τους. Σενάρια τα οποία λαμβάνουν, βέβαια, τις ιδιαίτερες<br />

μορφές και τους ιδιαίτερους συνδυασμούς τους ως αποτέλεσμα της διαμεσολάkef03:kef03<br />

06/03/2009 13:59 Page 235<br />

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΟΥΛΤΟΥΡΑ, ΝΟΡΜΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΕΛΛΕΙΜΜΑ ΠΡΑΓΜΑΤΙΣΜΟΥ 235<br />

και περιεχόμενο σε κανονιστικά πλαίσια ή/και σε επιμέρους σημεία αναφοράς<br />

για τον προσανατολισμό και τη ρύθμιση της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Ως τέτοια,<br />

αποτελούν στοιχεία που μπορεί να αναφέρονται σε πολλά και διάφορα<br />

πεδία της ανθρώπινης εμπειρίας (ηθικά, αισθητικά, τεχνικά, κοινωνικά, οικονομικά,<br />

κ.ά.). Έχουν, όμως, παράλληλα, ένα σημαντικό κοινό χαρακτηριστικό:<br />

την δυνατότητα να ρυθμίζουν τη δράση, προσανατολίζοντας τη σε γενικά ή ειδικά<br />

πρότυπα. Ιδιαίτερα σημαντική για τις κοινωνικές επιστήμες είναι η σχέση<br />

που αναπτύσσεται ανάμεσα στις νομικές και τις άλλες νόρμες, οι αλληλεπιδράσεις<br />

και οι μεταξύ τους οριοθετήσεις. Η αξιακή ποιότητα, το εύρος εφαρμογής<br />

και η δυνατότητα ισχύος πέρα από καταναγκασμούς, είναι στοιχεία ανάλογα<br />

με τα οποία χαρακτηρίζονται οι νόρμες σε μια οργανωμένη συλλογικότητα.<br />

Μια χρηστή πολιτεία βασίζεται, καταρχήν, σε ένα πλέγμα από νόρμες που<br />

ισχύουν ανεξάρτητα από κάθε νομικό καταναγκασμό. 37 Οι νόρμες έχουν<br />

άμεσο αποτέλεσμα, ενώ η πρακτική επίπτωση των αξιών διαμεσολαβείται από<br />

πολλούς, ενδεχομένως αμέτρητους, παράγοντες.<br />

Η σημερινή συγκυρία, αμφίσημη και μετά-πολυθεστική, αναζητά ένα νέο<br />

πραγματισμό, θεσμικά ευαισθητοποιημένο και παράλληλα κοινωνό του ρόλου<br />

που παίζουν οι νόρμες και οι μετασχηματισμοί τους. Έναν πραγματισμό που<br />

προσεγγίζει γνώριμα προβλήματα με νέα ματιά, συνειδητοποιώντας παράλληλα<br />

τα όρια και της δικής του εφαρμογής. Καθώς ενστερνίζεται την άποψη ότι<br />

νόρμες και αξίες δεν ταυτίζονται, ο νέος αυτός πραγματισμός εργάζεται για<br />

την διαμόρφωση ενός θεσμικού πλαισίου με κανόνες που διευκολύνουν τη συλλογική<br />

ζωή και νόρμες που πείθουν χωρίς να προποθέτουν την καθολική αποδοχή<br />

ενός ισχυρού αξιολογικού προσανατολισμού.<br />

Τα ελλείμματα σε νόρμες και ο δυσεπίτευκτος πραγματισμός<br />

37 P. Pettit, Republicanism: A Theory of Freedom and Government, Oxford University<br />

Press, Oxford, 1997, σελ. 241-242.


βησης συγκεκριμένων, κάθε φορά, συνθηκών.<br />

Τι έχει να μας πει για την ελληνική περίπτωση μια προσέγγιση που εστιάζεται<br />

στις αλληλεπιδράσεις ανάμεσα σε κανόνες, νόρμες και συμπεριφορές; Δυο<br />

είναι τα βασικά στοιχεία συμβολής μιας τέτοιας προσέγγισης. Πρώτον, αφορά<br />

την δυσανεξία απέναντι σε νόρμες και θεσμούς που εμφανίζονται επείσακτοι<br />

ή/και ατελώς εσωτερικευμένοι. Και δεύτερον, εστιάζεται στην επισήμανση του<br />

είδους των κανόνων που η παρουσία ή απουσία τους επιδρά σε πολλαπλά επίπεδα<br />

κοινωνικής και πολιτικής αιτιότητας.<br />

Μια πρώτη σειρά πιθανών εξηγητικών μεταβλητών αναφορικά με τη δυσανεξία<br />

που προαναφέρθηκε παρέχουν οι πρώιμες μετα-επαναστατικές θεσμικές<br />

επιλογές. Όπως πολύ σωστά επισημαίνει ο Γεώργιος Κοντογιώργης, το πολιτικό<br />

σύστημα και τα Συντάγματα που υιοθετούν οι εκλεγμένες εθνοσυνελεύσεις<br />

των αρχών της τρίτης δεκαετίας του 19ου αιώνα, είναι «πολιτειακά»<br />

(republican) αλλά διακρίνονται παράλληλα και για την εξαιρετικά χαλαρή κεντρική<br />

εξουσία. 38 Ανεξάρτητα με το εάν είναι κανείς έτοιμος να αποδεχθεί<br />

στην ολότητα της την προσέγγιση του Κοντογιώργη, σύμφωνα με την οποία το<br />

νέο πολιτικό σύστημα ήταν «θεμελιωδώς συμπολιτειακό, με υπόβαθρο το σύστημα<br />

των “κοινών”», 39 γεγονός παραμένει ότι ο αναδυόμενος συνταγματικός<br />

πολιτισμός και η συνδεόμενη με αυτόν πολιτική κουλτούρα είχαν σημαντικά<br />

στοιχεία μιας χαρακτηριστικής πολιτικότητας, η οποία δεν ανταποκρίνεται<br />

πλήρως στο τελικώς ισχύσαν θεσμικό οικοδόμημα του ελληνικού κράτους. Στο<br />

πλαίσιο αυτό είναι χαρακτηριστική (στη νεότερη και σύγχρονη Ελλάδα) η καταχρηστική<br />

αξιοποίηση στον πολιτικό λόγο της έννοιας της Δημοκρατίας,<br />

ακόμη και όταν αυτό που καταφανώς σημαίνεται είναι η Πολιτεία (Republic).<br />

Η χρήση αυτή έχει σοβαρές συνέπειες στο επίπεδο τόσο του πολιτικού συμβολισμού<br />

όσο και της πολιτικής διαβούλευσης. 40<br />

Οι εξελίξεις αναφορικά με την πολιτική γεωγραφία του ελληνισμού παρέχουν<br />

μια ακόμη σειρά πιθανών εξηγητικών μεταβλητών αναφορικά με τη δυσανεξία<br />

που προαναφέρθηκε. Με τη δημιουργία του ελληνικού κράτους το 1830<br />

πλήττεται το φαντασιακό και εν μέρει και υλικό ενιαίο σώμα του ελληνισμού<br />

(που είχε ως θεμέλιο την Ορθοδοξία) και αναδύονται δυο πόλοι: η Κωνσταντιkef03:kef03<br />

06/03/2009 13:59 Page 236<br />

236 ΚΏΣΤΑΣ ΛΑΒΔΑΣ<br />

38 Γ. Κοντογιώργης, Το Αυταρχικό Φαινόμενο: 4 η Αυγούστου – 21 η Απριλίου, Ερμηνευτικές<br />

Προσεγγίσεις, εκδόσεις Παπαζήσης, Αθήνα, 2003, σελ. 121.<br />

39 Γ. Κοντογιώργης, οπ. παρ., σελ. 122. Σύμφωνα με τις αναλύσεις του Κοντογιώργη,<br />

πηγή των ρυθμίσεων των Συνταγμάτων αυτών ήταν το προγενέστερο κεκτημένο των ελληνικών<br />

κοινωνιών, ιδιαίτερα το σύστημα των «κοινών».<br />

40 Βλ. Κ. Α. Λάβδας, «Ο λόγος της Πολιτείας», Ο Κόσμος του Επενδυτή, 23-<br />

24/09/2006, σελ. 30.


νούπολη βέβαια αλλά τώρα και η Αθήνα. Η τελευταία θα επιχειρήσει, εν μέσω<br />

αλυτρωτικών και άλλων περιπετειών, να προωθήσει την πολιτική του «εθνικού<br />

κέντρου» του ελληνισμού, αντιμετωπίζοντας αργότερα με αμηχανία την δημιουργία<br />

του ανεξάρτητου κράτους της Κύπρου. 41 Η πολιτική του «εθνικού κέντρου»<br />

φτάνει βέβαια στην τραγική της κατάληξη με την κρίση του 1974, αλλά<br />

οι επιπτώσεις για την ελληνική πολιτική κουλτούρα είναι ποικίλες. Καταρχήν<br />

παγιώνεται βαθύτερα μια πρόσθετη διάσταση πολιτικών διαιρετικών τομών,<br />

πέραν αυτών της δεξιάς –αριστεράς και των προοδευτικών– συντηρητικών: η<br />

περισσότερο λανθάνουσα τομή μεταξύ ελλαδιτών και κοσμοπολιτών. Κατά<br />

δεύτερο λόγο, η οριστική απώλεια ενός ευρύτερου νομιμοποιητικού πλαισίου<br />

αναφοράς (οι «τύχες του ελληνισμού») ταυτόχρονα περιορίζει (στο πλαίσιο της<br />

ελλαδικής κρατικής οντότητας) και διευρύνει (ως προς τα πολιτικά, θεσμικά<br />

και ταξικά διακυβεύματα) τους όρους της πολιτικής διαμάχης.<br />

Αλλά η πολιτική διαμάχη αποκτά νέες διαστάσεις και διοχετεύεται μετασχηματιζόμενη<br />

μέσα από νέους αγωγούς κατά την τελευταία περίοδο του εικοστού<br />

αιώνα. Οι δομές των σύγχρονων κοινωνιών, βασισμένες στα μέσα και τα ψηφιακά<br />

δίκτυα, προσανατολίζονται ολοένα και περισσότερο σε μια «οικονομία<br />

της προσοχής», η οποία εστιάζεται στην επεξεργασία και τις μορφές πρόσληψης<br />

πληροφοριών μέσα σε σύνθετα περιβάλλοντα. 42 Στο πλαίσιο αυτό παίζει κατά τις<br />

τελευταίες δεκαετίες σημαντικό ρόλο και στην Ελλάδα η ικανότητα των ΜΜΕ να<br />

επηρεάζουν την πολιτική διαδικασία αυξάνοντας βέβαια το εύρος των πολιτικών<br />

παραστάσεων του κοινού αλλά παράλληλα προσανατολίζοντας ή αποπροσανατολίζοντας<br />

την προσοχή του. 43 Στην γενικής αξίας και εγκυρότητας παρατήρηση<br />

για τους κινδύνους που ελλοχεύουν όταν η αισθητική επιβολή δυσχεραίνει, αντί<br />

να διευκολύνει, την μετακίνηση της προσοχής του κοινού προς τα εξεταζόμενα<br />

αντικείμενα, 44 προστίθεται η ειδική βαρύτητα της γοητείας των ηλεκτρονικών μέσων<br />

που συχνά μεταθέτουν την προσοχή από το περιεχόμενο στην μορφή του μέσου,<br />

ευνοώντας την συνειρμική λογική όταν δεν ενθαρρύνουν, απλά, την μη-λοkef03:kef03<br />

06/03/2009 13:59 Page 237<br />

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΟΥΛΤΟΥΡΑ, ΝΟΡΜΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΕΛΛΕΙΜΜΑ ΠΡΑΓΜΑΤΙΣΜΟΥ 237<br />

41 Π. Κιτρομηλίδης, «Το ελληνικό κράτος ως εθνικό κέντρο», σε Δ. Γ. Τσαούση<br />

(επιμ.), Ελληνισμός – Ελληνικότητα, εκδόσεις Βιβλιοπωλείον της «Εστίας», Αθήνα,<br />

1983, σελ. 143-164.<br />

42 Π. Ζέρη, Ψηφιακά Δίκτυα, Γνώση και Δημόσια Πολιτική, Ι. Σιδέρης, Αθήνα,<br />

2006, σελ. 181-182.<br />

43 Σ. Παπαθανασόπουλος, «Τηλεόραση και Εκλογές στην Ελλάδα τη Δεκαετία<br />

1990-2000», σε Ν. Δεμερτζής, επιμ., Η Πολιτική Επικοινωνία στην Ελλάδα, εκδόσεις<br />

Παπαζήσης, Αθήνα, 2002, σελ. 42-44.<br />

44 Α.-Ι. Δ. Μεταξάς, Προεισαγωγικά για τον Πολιτικό Λόγο: Δεκατέσσερα Μαθήματα<br />

για το Στυλ, Τρίτη Έκδοση, εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλας, Αθήνα, 2001, σελ. 229-230.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 238<br />

238 ΚΏΣΤΑΣ ΛΑΒΔΑΣ<br />

γική. Στο πεδίο αυτό όπως και σε τόσα άλλα (ελλιπής ανταγωνισμός, λειτουργία<br />

εναρμονισμένων πρακτικών στον καθορισμό τιμών, κ.λπ.) οι επιπτώσεις του<br />

εξευρωπασμού δεν κατόρθωσαν να επεκταθούν στις ρυθμιστικές διαστάσεις<br />

του, με αποτέλεσμα ένα εν πολλοίς άναρχο τοπίο στα ηλεκτρονικά ΜΜΕ.<br />

Διαπιστώσαμε πιο πάνω ότι η σχετική απαξίωση της πολιτικής και του πολιτικού<br />

προσωπικού συνδυάζεται με μια τάση ωραιοποίησης της αναλογικής εκπροσώπησης<br />

και του ρόλου των μικρών κομμάτων. Κατά πόσο επεκτείνεται η<br />

τάση αυτή στην ανάδειξη και νέων ζητημάτων (issues) και –σε ένα βαθύτερο<br />

επίπεδο– την ανάδυση νέων διαιρετικών τομών (cleavages) στο πολιτικό σύστημα;<br />

Εν όψει των καταλυτικών επιδράσεων του εξευρωπασμού, αρχίζει μήπως<br />

να διαμορφώνεται μία νέα διαιρετική τομή στο πολιτικό σύστημα, μια προκαι<br />

αντί- ευρωπακή διαιρετική τομή, ένα νέο σχίσμα εστιαζόμενο σε διαφορές<br />

και συγκρούσεις σε ζητήματα ενοποίησης. Στην περίπτωση της Ελλάδας δεν<br />

φαίνεται να προκύπτει κάτι τέτοιο, με δεδομένο ότι –τουλάχιστον μέχρι στιγμής–<br />

οι διαφορές για τα ευρωπακά ζητήματα δεν διαμόρφωσαν ένα ευρωπακό<br />

σχίσμα ενσωματώνοντας σε αυτό άλλες διαφορές ως επιμέρους. Και<br />

αυτό παρά το γεγονός ότι, όπως διαπιστώσαμε, στην Ελλάδα παραμένει εξαιρετικά<br />

ισχυρή μακροπρόθεσμα η βασική ταύτιση με το εθνικό κράτος.<br />

Η σημασία δεικτών συνέχειας στην πολιτική κουλτούρα μας οδηγεί σε μια<br />

κρίσιμη διαπίστωση: οι διαδικασίες εξευρωπασμού δεν κατόρθωσαν να διασπάσουν<br />

προηγούμενους κανονιστικούς πυρήνες και να προβάλλουν με επιτυχία<br />

νέες πολιτικές και ηθικές νόρμες. Στο πλαίσιο αυτό εντοπίζεται και το θεμελιώδες<br />

έλλειμμα σε νόρμες κοινωνικής αυτοσυγκράτησης. Είναι χαρακτηριστικό<br />

ότι τον Οκτώβριο 2008, εν μέσω σφοδρότατης χρηματοπιστωτικής κρίσης<br />

αφενός και πραγματιστικών προσπαθειών κυβερνητικής αντιμετώπισής τους<br />

αφετέρου, τα συνδικάτα θεώρησαν ότι μια «γενική απεργία» θα είχε νόημα<br />

(στερώντας από το ΑΕΠ ένα σεβαστό κομμάτι και άρα μειώνοντας ακόμη περισσότερο<br />

τις όποιες δυνατότητες άμβλυνσης των συνεπειών της κρίσης). Γενικότερα,<br />

αυτό που θα αναμενόταν να συμβεί ως προς τις αλληλεπιδράσεις ανάμεσα<br />

σε κανόνες, νόρμες και συμπεριφορές, είναι ότι επειδή στην Ελλάδα επαναλαμβανόμενα<br />

παίγνια όντως καταλήγουν σε αθροίσματα αξιώσεων που<br />

υπερβαίνουν το 100%, θα προβλέπαμε να εξελιχθούν σταδιακά νόρμες που να<br />

αναδεικνύουν την αυτοσυγκράτηση ως αναγκαίο λειτουργικό στοιχείο. Ωστόσο<br />

η πρόβλεψη αυτή δεν επαληθεύεται στην ελληνική πραγματικότητα. Ο βασικός<br />

λόγος είναι η έλλειψη κάποιας μορφής κανόνων που θα όριζαν ότι, εφόσον<br />

έχουμε αθροίσματα αξιώσεων που υπερβαίνουν το 100% τότε κανείς δεν έχει<br />

λαμβάνειν. Όλοι θεωρούν ότι δεν υπάρχουν όρια και – δεδομένης της ανυπαρξίας<br />

εσωτερικευμένων κανόνων που να ορίζουν το πλαίσιο που προαναφέρθηκε<br />

– δεν προκύπτει λόγος για την ανάπτυξη πλεγμάτων από νόρμες αυτοσυγκράτησης.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 239<br />

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΟΥΛΤΟΥΡΑ, ΝΟΡΜΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΕΛΛΕΙΜΜΑ ΠΡΑΓΜΑΤΙΣΜΟΥ 239<br />

Τα ελλείμματα σε νόρμες κοινωνικής αυτοσυγκράτησης, θεσμικής εμπιστοσύνης<br />

και σε πρακτικές «διάχυτης αμοιβαιότητας» 45 καταγράφονται με τη<br />

μορφή ευρημάτων που συχνά αφορούν τις καθημερινές διαστάσεις της πολιτικής<br />

διαδικασίας και των δημόσιων πολιτικών. Γνωρίζουμε από το Ευρωβαρόμετρο<br />

την έλλειψη εμπιστοσύνης απέναντι σε πολιτικούς και κρατικούς θεσμούς<br />

και διαδικασίες. Έτσι π. χ. το 49% των πολιτών δεν εμπιστεύεται τις<br />

εθνικές αρχές για μεταρρυθμίσεις στην πανεπιστημιακή παιδεία (Ευρωβαρόμετρο,<br />

2007), ένα πεδίο που ούτως ή άλλως πάσχει από χαμηλή ανταγωνιστικότητα<br />

και από επικυριαρχία των πολιτικών σχέσεων και προτύπων απέναντι στις<br />

ασθενώς εσωτερικευμένες ακαδημακές νόρμες. Ο συνδυασμός του ελλείμματος<br />

εμπιστοσύνης στους θεσμούς και των ασθενέστατων στοιχείων πραγματισμού,<br />

οδηγεί τελικά σε μια χαμηλή ποιότητα δημοκρατικής λειτουργίας. Ως πολίτης,<br />

ο μέσος έλληνας του σήμερα μετέχει ενός γενικότερου κυνισμού στο επίπεδο<br />

των κοινωνικών αντιλήψεων. Ως φορέας δημόσιων ρόλων, π.χ. στο πλαίσιο<br />

μιας θέσης δημόσιας εξουσίας, ο μέσος έλληνας του σήμερα εκφράζει μια<br />

χαρακτηριστική διστακτικότητα στην εκπλήρωση των αρμοδιοτήτων του, μια<br />

αδιαφορία για τη λήψη μέτρων απέναντι στα πραγματικά ή υποτιθέμενα «κακώς<br />

κείμενα» που αποτελούν βασικό υπόβαθρο του κυνισμού. Και στις δυο εκφάνσεις,<br />

κοινή είναι η έλλειψη εμπιστοσύνης στους θεσμούς: αφενός στην ικανότητα<br />

τους να ρυθμίζουν συμπεριφορές, αφετέρου στη δυνατότητα τους να<br />

παράσχουν την απαραίτητη νομιμοποίηση σε πρωτοβουλιακές δράσεις των φορέων<br />

δημόσιας εξουσίας. Το δομικό υπόστρωμα σε αυτή την ελλειμματικά θεσμοποιημένη<br />

κυβερνησιμότητα παρέχει ένα σχετικά διογκωμένο αλλά (σε<br />

πλήρη αντίθεση με τα όσα υποστηρίζει μια ορισμένη σχολή ανάλυσης της ελληνικής<br />

περίπτωσης) και στρατηγικά ανίσχυρο και ασθενές κράτος, η ιστορική<br />

διαμόρφωση του οποίου οδήγησε σε έναν μηχανισμό πορώδη και διαπερατό<br />

από συμφέροντα. 46<br />

Από τον ημιτελή ευρωπακό εκσυγχρονισμό σε ένα δυσεπίτευκτο νέο πραγματισμό;<br />

Είναι γεγονός ότι η συμμετοχή στην ευρωπακή ενοποιητική διαδικασία<br />

αποτέλεσε μακράν το θετικότερο κοινωνικοποιητικό στοιχείο του ελληνικού<br />

πολιτικού συστήματος κατά τις τελευταίες δεκαετίες. Από την άλλη όμως<br />

45 Βλ. Κ. Α. Λάβδας, «Νόρμες και διάχυτη αμοιβαιότητα στην πολιτική κουλτούρα<br />

των διεθνών σχέσεων: Μαθήματα από την ευρωπακή πολιτική», οπ. παρ. και Κ. Α. Λάβδας,<br />

«Η εμπιστοσύνη ως διάχυτη αμοιβαιότητα», Ο Κόσμος του Επενδυτή, 8-9/09/2007,<br />

σελ. 30.<br />

46 Βλ. K. A. Lavdas, The Europeanization of Greece, οπ. παρ. και O. Lanza & K. A.<br />

Lavdas, «The Disentanglement of Interest Politics», European Journal of Political<br />

Research, Vol. 37 No 2, 2000.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 240<br />

240 ΚΏΣΤΑΣ ΛΑΒΔΑΣ<br />

πλευρά, η μερική μόνον επιτυχία του εκσυγχρονιστικού προτάγματος του εξευρωπασμού<br />

οφείλεται, τουλάχιστον εν μέρει, στην ελλειμματική εσωτερίκευση<br />

κανόνων που θα οδηγούσαν σε νόρμες κοινωνικής αυτοσυγκράτησης αφενός<br />

και θεσμικής εμπιστοσύνης αφετέρου. Παραμένει, βεβαίως, η καταλυτική επίδραση<br />

των κάθε είδους διαστάσεων της οικονομικής και νομισματικής ένωσης<br />

και η συνακόλουθη μετεξέλιξη των όρων της πολιτικής και κοινωνικής αναπαραγωγής.<br />

Επιφυλακτικό απέναντι στους θεσμούς και τη λειτουργία τους, εμποτισμένο<br />

με μια μετά-ριζοσπαστική και νέο-λακιστική πολιτική και πολιτισμική<br />

ιδεολογία, το τυπικό υποκείμενο της σημερινής ελληνικής πολιτικής κουλτούρας<br />

εντάσσεται εντούτοις στον πυρήνα της ύστερης νεωτερικότητας χάρη σε<br />

μια παράμετρο που κατεξοχήν το κάνει να δυσφορεί: χάρη στην εξευρωπασμένη<br />

και – παρά τα προβλήματα της – εντυπωσιακά διεθνοποιημένη οικονομία.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 241<br />

12<br />

Ευρωπακή πολιτική συνοχής<br />

και εσωτερική αλλαγή στην Ελλάδα<br />

Χρήστος Ι. Παρασκευόπουλος<br />

Εισαγωγή: το εθνικό και το ευρωπακό πλαίσιο<br />

Η ένταξη της Ελλάδος στις Ευρωπακές Κοινότητες (ΕΟΚ)/Ευρωπακή<br />

Ένωση (ΕΕ) το 1981 σήμανε την έναρξη μιας μακράς και περίπλοκης διαδικασίας<br />

μετάλλαξης και προσαρμογής. Η πολιτική συνοχής θεωρείται και είναι,<br />

ίσως, η περιοχή δημόσιας πολιτικής που εκτέθηκε εντονότερα στις πιέσεις της<br />

διαδικασίας εξευρωπασμού, δεδομένου ότι είχε αρχίσει να επηρεάζεται ήδη<br />

από την προ-ενταξιακή περίοδο. Το γεγονός αυτό είχε σοβαρές επιπτώσεις<br />

τόσο για την θεσμική υποδομή όσο και για τις δομές διαμόρφωσης πολιτικής,<br />

θέτοντας υπό αμφισβήτηση ιδιαίτερα την παραδοσιακά συγκεντρωτική διοικητική<br />

δομή της χώρας. Πράγματι, κατά την προ της ένταξης στην ΕΕ περίοδο, η<br />

συγκεντρωτική δομή του ελληνικού κράτους βασιζόταν κυρίως στις νομαρχίες<br />

ως αποκεντρωμένες διοικητικές μονάδες και στους διορισμένους από την κεντρική<br />

διοίκηση νομάρχες. 1 Από την άλλη πλευρά το κομματικο-κεντρικό διοικητικό<br />

σύστημα της χώρας απέτρεπε την ανάπτυξη διαχειριστικών και αποφασιστικών<br />

δυνατοτήτων σε τοπικό επίπεδο κυρίως από τους οργανισμούς τοπικής<br />

διοίκησης και ανάπτυξης. 2 Σε ότι αφορά την περιφερειακή/πολιτική συνοχής,<br />

ιδιαίτερα, κατά την προ-ενταξιακή περίοδο, αυτή βασιζόταν κυρίως σε<br />

1 Κ. Σπανού, Ελληνική Διοίκηση και Ευρωπακή Ολοκλήρωση, εκδόσεις Παπαζήσης,<br />

Αθήνα, 2001.<br />

2 D. Sotiropoulos, «A colossus with feet of clay. The state in post-authoritarian<br />

Greece», σε H. Psomiades και D. Thomadakis (επιμ.), Greece, the New Europe and the<br />

Changing International Order, Pella, New York, 1993.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 242<br />

242 ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ<br />

πρωτοβουλίες του κεντρικού κράτους με στόχο την αντιμετώπιση των σοβαρών<br />

προβλημάτων διαπεριφερειακών ανισοτήτων, το βασικό χαρακτηριστικό των<br />

οποίων ήταν η υπερσυγκέντρωση οικονομικών, κοινωνικών και πολιτιστικών<br />

δραστηριοτήτων κυρίως στην ευρύτερη περιοχή της Αθήνας και δευτερευόντως<br />

της Θεσσαλονίκης, διαμορφώνοντας έτσι τον αποκαλούμενο «ανατολικό αναπτυξιακό<br />

άξονα» της χώρας. Μ’ αυτή την έννοια, η εξέλιξη της εθνικής περιφερειακής<br />

πολιτικής κατά την μεταπολεμική περίοδο χαρακτηρίστηκε από σειρά<br />

δημοσιονομικών και άλλων κινήτρων για την προσέλκυση ιδιωτικών επενδύσεων<br />

στην περιφέρεια, την παροχή βασικών υποδομών μέσω της δημιουργίας<br />

ενός εκτεταμένου δικτύου Βιομηχανικών Περιοχών, και από τον πειραματισμό,<br />

ιδιαίτερα κατά την πρώτη μετα-δικτατορική περίοδο, με το μοντέλο της<br />

αποκαλούμενης «πολικής» (nodal, «growth-poles») ανάπτυξης/χωρικού σχεδιασμού,<br />

μέ έμφαση, δηλαδή, στη δημιουργία αναπτυξιακών πόλων/κέντρων,<br />

με στόχο τη μείωση των περιφερειακών ανισοτήτων μέσω της ανάπτυξης ενός<br />

δικτύου ανταγωνιστικών προς τη Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη πόλεων/κέντρων.<br />

Σ’ αυτό το πλαίσιο, η ένταξη στην ΕΕ και ο σταδιακός εξευρωπασμός της<br />

δημόσιας πολιτικής γενικά και της πολιτικής συνοχής ειδικότερα, με την εισαγωγή<br />

αρχικά των Ολοκληρωμένων Μεσογειακών Προγραμμάτων (ΜΟΠ)<br />

(1985-89) και των Κοινοτικών Πλαισίων Στήριξης (ΚΠΣ) (1989-2006) στη συνέχεια,<br />

συνέβαλε καθοριστικά στην αναδιάρθρωση τόσο του διοικητικού συστήματος<br />

όσο και των δομών διαμόρφωσης πολιτικής. Έτσι, η διοικητική αναδιάρθρωση<br />

της χώρας περιέλαβε τη δημιουργία 13 διοικητικών περιφερειών<br />

προγραμματισμού υπό την καθοδήγηση διορισμένων από την κεντρική διοίκηση<br />

Γενικών Γραμματέων με αρμοδιότητες κυρίως σχεδιασμού και εφαρμογής<br />

της ευρωπακής πολιτικής Συνοχής, την αναμόρφωση των 54 νομαρχιών με<br />

την καθιέρωση των άμεσα εκλεγμένων νομαρχών το 1994, και την ενίσχυση των<br />

θεσμών τοπικής αυτοδιοίκησης στο επίπεδο των δήμων και κοινοτήτων. Ως<br />

προς τις δομές διαμόρφωσης πολιτικής, ο εξευρωπασμός συνέβαλε καθοριστικά<br />

στην υιοθέτηση του συμμετοχικού και δημοκρατικού προγραμματισμού<br />

σε όλα τα επίπεδα διακυβέρνησης. Ωστόσο, δεδομένης της διατήρησης της ιεραρχικής<br />

και συγκεντρωτικής διοικητικής δομής με στόχο την εξασφάλιση της<br />

συνεκτικότητας και συμπληρωματικότητας των αναπτυξιακών σχεδίων, το κύριο<br />

χαρακτηριστικό του νέου συστήματος σχεδιασμού της αναπτυξιακής πολιτικής<br />

μπορεί να περιγραφεί από την συνύπαρξη διαδικασιών «εκ των κάτω»<br />

προσδιορισμού των προτεραιοτήτων και «εκ των άνω» ελέγχου. 3<br />

3 Ch. J. Paraskevopoulos, «Social Capital, Learning and EU Regional Policy Net -<br />

works: Evidence from Greece», Government and Opposition, Vol. 36 No. 2, 2001α, σελ.<br />

251-275.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 243<br />

ΕΥΡΩΠΑΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΥΝΟΧΗΣ ΚΑΙ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ 243<br />

Μ’ αυτή την έννοια, στην περιφερειακή πολιτική πιο συγκεκριμένα –και ιδιαίτερα<br />

στην περίπτωση της Ελλάδας και των άλλων χωρών Συνοχής γενικά– ο<br />

εξευρωπασμός θεωρείται ανεξάρτητη μεταβλητή η οποία επηρεάζει καίρια<br />

και αμφισβητεί καθιερωμένες δομές εντός των συστημάτων εσωτερικής διακυβέρνησης<br />

και παίζει σημαντικό ρόλο στις διαδικασίες διοικητικής αναδιάρθρωσης<br />

και εκχώρησης εξουσιών εντός των κρατών-μελών ενισχύοντας τη θεσμική<br />

παραγωγική τους ικανότητα στο υπο-εθνικό επίπεδο. Πιο συγκεκριμένα,<br />

η επίπτωσή του στο περιφερειακό και στο τοπικό πεδίο διαμόρφωσης πολιτικής<br />

θεωρείται διττή: άμεση, με την παροχή αυξημένων πόρων μέσω αναδιανομής<br />

και ενός νέου συνόλου κανόνων και διαδικασιών για τη διαμόρφωση και<br />

την εφαρμογή αναπτυξιακών πολιτικών· και έμμεση, με τη διαμόρφωση διαπεριφερειακής<br />

αλληλεπίδρασης και, κατά συνέπεια, την προώθηση της τοπικής<br />

θεσμικής παραγωγικής ικανότητας μέσω της δημιουργίας ενδο-εθνικών, διεθνικών<br />

και υπερ-εθνικών δικτύων που στηρίζουν τοπικές πρωτοβουλίες ανάπτυξης.<br />

Με δεδομένη, ωστόσο, την περιπλοκότητα των πολυεπίπεδων δομών διακυβέρνησης<br />

εντός των οποίων σημειώνεται η διαδικασία εναρμόνισης και τον ιδιαίτερο<br />

χαρακτήρα των δομών διαμόρφωσης πολιτικής στο κοινοτικό επίπεδο, 4<br />

ο βαθμός των πιέσεων για εναρμόνιση που αντιμετωπίζουν οι εσωτερικοί θεσμοί<br />

και οι δομές διαμόρφωσης πολιτικής προκειμένου να συμμορφωθούν με<br />

τους ευρωπακούς κανόνες και ρυθμίσεις στη δημόσια πολιτική γενικώς και<br />

στην περιφερειακή πολιτική ειδικότερα είναι ιδιαίτερα υψηλός σε διοικητικά<br />

συγκεντρωτικά κράτη όπως είναι η Ελλάδα. Παρόλα αυτά, η παρουσία ενός<br />

υψηλού βαθμού πίεσης για εναρμόνιση αποτελεί αναγκαία αλλά όχι επαρκή<br />

συνθήκη για εσωτερική θεσμική αλλαγή και αλλαγή πολιτικής. Υπάρχουν<br />

πράγματι ενδείξεις ότι η τελευταία εξαρτάται καίρια από την παρουσία συγκεκριμένων<br />

θεσμικών δομών στο επίπεδο εσωτερικής διακυβέρνησης οι οποίες<br />

μπορούν να διευκολύνουν ή να παρεμποδίσουν τη διαδικασία εναρμόνισης. 5<br />

4 Παρότι η σημαντική ποικιλότητα από τον έναν τομέα πολιτικής στον άλλο θεωρείται<br />

ως το κύριο χαρακτηριστικό των δομών και των πρακτικών διαμόρφωσης πολιτικής της<br />

ΕΕ, έχει υποστηριχθεί ότι η θεσμική δομή της ΕΕ είναι περισσότερο ομοσπονδιακή παρά<br />

συγκεντρωτική και ότι οι κοινοτικές διαδικασίες διαμόρφωσης πολιτικής είναι περισσότερο<br />

πλουραλιστικές παρά κρατιστικές. Βλ. V. A. Schmidt, «European Integration and<br />

Democracy: The Differences among Member States», Journal of European Public Policy,<br />

Vol. 4 No. 1, 1997, σελ. 128-145. Από αυτή την άποψη, έχει προβλεφθεί ότι τα περισσότερο<br />

συγκεντρωτικά και διοικητικά ενιαία κράτη-μέλη είναι πιθανό να αντιμετωπίσουν<br />

ισχυρότερες πιέσεις για εναρμόνιση από ό,τι τα αποκεντρωμένα και ομοσπονδιακά.<br />

5 T. Börzel και Th. Risse, «When Europe Hits Home: Europeanization and<br />

Domestic Change», EUI Working Paper, RSC, No 2000/56, 2000, Ch. J. Paraskevopoulos,


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 244<br />

244 ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ<br />

Με άλλα λόγια, παρότι η διαδικασία εξευρωπασμού παίζει καίριο ρόλο στον<br />

μετασχηματισμό των συστημάτων εσωτερικής διακυβέρνησης γενικώς και των<br />

δομών διαμόρφωσης δημόσιας/περιφερειακής πολιτικής ειδικότερα, οι εσωτερικοί<br />

θεσμοί και ιδιαίτερα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά της προπάρχουσας<br />

θεσμικής υποδομής σε εθνικό και υπο-εθνικό επίπεδο κυβέρνησης παίζουν<br />

ρόλο στην εναρμόνιση. 6 Επομένως, συγκεκριμένα χαρακτηριστικά της εσωτερικής<br />

θεσμικής υποδομής αποτελούν μια καίρια παρεμβαίνουσα μεταβλητή μεταξύ<br />

του εξευρωπασμού και της αλλαγής εσωτερικής πολιτικής και θεσμών η<br />

οποία μπορεί να ερμηνεύει τον ρυθμό της διαδικασίας εξευρωπασμού.<br />

Σ’ αυτό το θεωρητικό πλαίσιο, το κεφάλαιο αυτό εξετάζει την εξέλιξη των<br />

θεσμικών δομών και δομών διαμόρφωσης πολιτικής στην περιφερειακή πολιτική<br />

στην Ελλάδα ως αποτέλεσμα της διαδικασίας εσωτερικών αλλαγών που<br />

έχουν επηρεασθεί καθοριστικά από τον εξευρωπασμό και αναδεικνύει όψεις<br />

της διαδικασίας εκμάθησης ως μεταβλητής που μπορεί να εξηγήσει την διαδικασία<br />

αλλαγών. Έτσι, το επόμενο τμήμα εξετάζει κριτικά τις αλλαγές που σημειώθηκαν<br />

στη διαμόρφωση πολιτικής περιφερειακής ανάπτυξης από την<br />

πρώτη (1989-1993) ως τη δεύτερη (1994-1999) και την τρίτη (2000-2006) προγραμματική<br />

περίοδο του Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης (ΚΠΣ) της ΕΕ. Το<br />

τρίτο μέρος της ανάλυσης επικεντρώνεται στις επιπτώσεις της αποκαλούμενης<br />

«Λισαβονοποίησης» (Lisbonization) της πολιτικής Συνοχής κατά την τέταρτη<br />

«Social Capital, Institutional Learning and European Regional Policy: Evidence from<br />

Greece», Regional and Federal Studies, Vol. 8 No. 3, 1998, σελ. 31-64, Paraske vopoulos,<br />

οπ. π., 2001α και Ch. J. Paraskevopoulos,. Interpreting Convergence in the European<br />

Union: Patterns of Collective Action, Social Learning and Europeanization, London,<br />

Palgrave, 2001β.<br />

6 S. O.Garmise, «Economic Development Strategies in Emilia-Romagna» σε M.<br />

Rhodes (επιμ.), The Regions and the New Europe: Patterns in core and Periphery<br />

Development, MUP, Manchester, 1995, A. Lenschow, «Transformation in European<br />

Environmental Governance», EUI Working Papers, RSC No. 97/61, 1997, Ch. Jeffery,<br />

«Sub-national Mobilization and European Integration: Does it Make any Difference?»,<br />

Journal of Common Market Studies, Vol. 38 No. 1, 1-23, 2000, Paraskevopoulos, οπ. π.<br />

1998a, 2001a, 2001b, T. Risse, M. Green Cowles και J. Caporaso, «Europeanization and<br />

Domestic Change: Introduction» σε M. Green Cowles, J. Caporaso and Th. Risse<br />

(επιμ.), Transforming Europe: Europeanization and Domestic Change, Cornell University<br />

Press, Ithaca NY, 2001, T. Börzel, «Europeanization and Territorial Institutional<br />

Change: Toward Cooperative Regionalism?» σε M. Green Cowles, J. Caporaso και Th.<br />

Risse (επιμ.), Transforming Europe: Europeanization and Domestic Change, Cornell<br />

University Press, Ithaca NY, 2001 και M. Keating, J. Loughlin και K. Deschouwer K.<br />

(επιμ.), Culture, Institutions, and Development: A Study of Eight European Regions,<br />

Edward Elgar, Aldershot, 2003.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 245<br />

ΕΥΡΩΠΑΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΥΝΟΧΗΣ ΚΑΙ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ 245<br />

προγραμματική περίοδο (2007-2013) ως προς τις διαδικασίες σχεδιασμού του<br />

Εθνικού Στρατηγικού Πλαισίου Αναφοράς (ΕΣΠΑ) και εξετάζει κριτικά τον<br />

αναπροσανατολισμό της πολιτικής όπως αυτός εκφράζεται στα τομεακά και<br />

περιφερειακά επιχειρησιακά προγράμματα. Στη συνέχεια επιχειρείται μια περιληπτική<br />

αξιολόγηση βασικών ποιοτικών χαρακτηριστικών της μαθησιακής<br />

διαδικασίας, όπως ο ρόλος της προπάρχουσας θεσμικής υποδομής και η συμμετοχή<br />

μη κρατικών φορέων δράσης στις διαδικασίες διαμόρφωσης πολιτικής,<br />

που μπορεί να εξηγούν τις ιδιαιτερότητες των αλλαγών. Τέλος, παρουσιάζονται<br />

τα βασικά συμπεράσματα και για την εξέλιξη της πολιτικής Συνοχής στην<br />

Ελλάδα κατά τις τελευταίες δεκαετίες σαν άσκηση εξαγωγής συμπερασμάτων<br />

ως προς τις επιπτώσεις του εξευρωπασμού στη διαδικασία αλλαγών στο εσωτερικό<br />

των κρατών μελών της ΕΕ.<br />

Από το πρώτο, στο δεύτερο και το τρίτο ΚΠΣ<br />

Το τμήμα αυτό εξετάζει τον τρόπο με τον οποίο, μετά την ολοκλήρωση του<br />

πρώτου ΚΠΣ το 1993-1994, σημειώθηκε μια σημαντική μεταστροφή στους βασικούς<br />

στόχους και προτεραιότητες της αναπτυξιακής πολιτικής, κυρίως από<br />

τον εκτεταμένο πειραματισμό με τη δημοκρατική συμμετοχή στις διαδικασίες<br />

σχεδιασμού και εφαρμογής των πολιτικών –ιδιαίτερα στο υπο-εθνικό επίπεδο–<br />

προς μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα και ίσως διαφάνεια στη χρήση κοινοτικών<br />

πόρων με την εκμετάλλευση οικονομιών κλίμακας και την ανάπτυξη των<br />

υποδομών της χώρας μέσω μεγάλων/εθνικής κλίμακας έργων.<br />

Από τη δημοκρατική συμμετοχή στην αποτελεσματικότητα στη χρήση<br />

κοινοτικών πόρων<br />

Η είσοδος της Ελλάδας στην ΕΟΚ/ ΕΕ το 1981 συνέπεσε με μια σημαντική<br />

αλλαγή στην ελληνική πολιτική σκηνή: την άνοδο στην εξουσία της πρώτης κυβέρνησης<br />

του ΠΑΣΟΚ. Επομένως, η περίοδος ανταπόκρισης της Ελλάδας στην<br />

πρόκληση της προσαρμογής στο νέο ευρωπακό περιβάλλον κατά τη δεκαετία<br />

του 1980 χαρακτηρίστηκε από την παρουσία μιας νέας, σοσιαλιστικής κυβέρνησης<br />

η οποία ανήλθε στην εξουσία με έντονη δέσμευση σε ένα ευρέως δημοσιοποιημένο<br />

πρόγραμμα αποκέντρωσης, εκχώρησης εξουσιών και ενθάρρυνσης<br />

της συμμετοχής των πολιτών στη διαδικασία διαμόρφωσης πολιτικής. Έτσι, η<br />

καθιέρωση των Μεσογειακών Ολοκληρωμένων Προγραμμάτων (ΜΟΠ), 7 στα<br />

7 Υπενθυμίζεται ότι το «μνημόνιο» που υποβλήθηκε από την κυβέρνηση του ΠΑ-<br />

ΣΟΚ και επικεντρωνόταν στη βελτίωση όψεων της προσχώρησης της Ελλάδας στην ΕΚ/


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 246<br />

246 ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ<br />

μέσα της δεκαετίας του 1980, η οποία σηματοδότησε την αποστασιοποίηση από<br />

την προσανατολισμένη σε συγκεκριμένα έργα και τομεακή προσέγγιση προς<br />

μια πιο προγραμματική και ολοκληρωμένη προσέγγιση της ανάπτυξης και έτσι<br />

προς την έναρξη διαμόρφωσης μιας συνεκτικής κοινοτικής περιφερειακής πολιτικής,<br />

όχι μόνον συνέπεσε αλλά και έδωσε ώθηση στη μεταρρύθμιση του συστήματος<br />

των σχέσεων κέντρου-περιφέρειας, η οποία αφορούσε –τουλάχιστον<br />

επισήμως– την αποκέντρωση της εξουσίας, την εκτεταμένη οικοδόμηση θεσμών<br />

και τον πειραματισμό με νέες –για την Ελλάδα– μορφές συμμετοχής των<br />

πολιτών στη διαδικασία πολιτικής. 8 Με την εισαγωγή του πρώτου ΚΠΣ το 1989<br />

τα χαρακτηριστικά αυτά της συνεκτικότητας στην περιφερειακή πολιτική ενισχύθηκαν<br />

περαιτέρω με την υιοθέτηση μιας πολυετούς προγραμματικής προσέγγισης<br />

και την εισαγωγή των εννοιών της εταιρικότητας, της προσθετικότητας,<br />

της αναλογικότητας και της επικουρικότητας ως κυρίαρχων αρχών πολιτικής.<br />

9 Παρά την εμπειρία από τα ΜΟΠ, η καθιέρωση των ΚΠΣ δημιούργησε ένα<br />

σχεδόν εξ ολοκλήρου νέο περιβάλλον πολιτικής στην Ελλάδα, ιδιαίτερα στους<br />

τομείς σχεδιασμού και εφαρμογής πολιτικής που καλούνταν οι δρώντες να χειριστούν.<br />

Αυτό το νέο περιβάλλον χαρακτηριζόταν από ένα σύστημα πολυεπίπεδου<br />

σχεδιασμού στο οποίο εμπλέκονταν τομεακά προγράμματα εθνικής κλίμακας<br />

(η εθνική συνιστώσα) και Περιφερειακά Επιχειρησιακά Προγράμματα<br />

(ΠΕΠ) για κάθε μία από τις 13 περιφέρειες της Ελλάδας καθώς και από πρωτοποριακούς<br />

–για την Ελλάδα– θεσμούς συμμετοχής των δρώντων στη διαμόρφωση<br />

πολιτικής σε κάθε επίπεδο της κυβέρνησης, όπως οι Επιτροπές Διαχείρισης<br />

των Επιχειρησιακών Προγραμμάτων. Ωστόσο, παρότι τόσο τα ΜΟΠ όσο<br />

και το πρώτο ΚΠΣ λειτούργησαν αναμφίβολα ως καταλύτες για τη δημιουργία<br />

πληθώρας νέων θεσμών στο υπο-εθνικό επίπεδο, όπως οι αναπτυξιακοί φορείς,<br />

και/ ή για την αναβάθμιση των παλαιότερων, η αδυναμία της θεσμικής<br />

ΕΕ έπαιξε καίριο ρόλο στην καθιέρωση των ΜΟΠ. Είχε συνταχθεί από τον τότε Επίτροπο<br />

Γ. Βάρφη και τον υπεύθυνο του γραφείου του Δρ. Αχ. Μητσό. Ο τελευταίος<br />

έπαιξε σημαντικό ρόλο, σε μεταγενέστερο στάδιο, στη διαμόρφωση της περιφερειακής<br />

πολιτικής της ΕΕ στο DGXXII-συντονισμό Διαρθρωτικών Ταμείων.<br />

8 Στην οικοδόμηση θεσμών περιλαμβανόταν και η δημιουργία των 13 διοικητικών<br />

περιφερειών το 1986 και η εκλεγμένη δεύτερη βαθμίδα υπο-εθνικής κυβέρνησης [τοπικής<br />

αυτοδιοίκησης] σε επίπεδο νομαρχιών το 1994. Βλ. Α. Mitsos,, «The Community’s<br />

Redistributive and Development Role and the Southern European Countries» σε H. D.<br />

Gibson (επιμ.), Economic Transformation, Democratization and integration into the<br />

European Union: Southern Europe in Comparative Perspective, Palgrave, Basingstoke,<br />

2001 και Paraskevopoulos οπ.π., 1998a και 2001b.<br />

9 Βλ. Paraskevopoulos, οπ. π., 2001b.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 247<br />

ΕΥΡΩΠΑΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΥΝΟΧΗΣ ΚΑΙ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ 247<br />

υποδομής συνολικά, την οποία χαρακτηρίζει ο ρόλος των πελατειακών σχέσεων<br />

στη διαδικασία διαμόρφωσης πολιτικής, οδήγησε σε φτωχά αποτελέσματα<br />

πολιτικής. 10<br />

Εν μέσω του μη ευνοκού πολιτικού κλίματος των αρχών της δεκαετίας του<br />

1990, το οποίο συνόδευε η επιδείνωση της μακρο-οικονομικής κατάστασης της<br />

χώρας και η έντονη πίεση για ανταπόκριση στα κριτήρια του Μάαστριχτ προκειμένου<br />

να μπορέσει η χώρα να μετάσχει στην επικείμενη ΟΝΕ, φάνηκε να<br />

κερδίζει έδαφος στον δημόσιο διάλογο αναφορικά με την εσωτερική πολιτική<br />

ένας εντεινόμενος προβληματισμός αναφορικά με τη σημασία της επιτάχυνσης<br />

του ρυθμού ανάπτυξης προκειμένου να προλάβει η χώρα τα άλλα κράτη-μέλη.<br />

Η τάση αυτή υποστηρίχτηκε από επιχειρήματα για τη γενικώς κακή κατάσταση<br />

σχεδόν κάθε τομέα της υλικής υποδομής της χώρας, καθώς και από αναφορές<br />

στο τι είχαν ήδη κάνει ή έκαναν άλλες συγκρίσιμες χώρες Συνοχής, κυρίως δε η<br />

Πορτογαλία και η Ιρλανδία. Υπήρχε πράγματι μια διαδεδομένη αντίληψη ότι<br />

οι πόροι του πρώτου ΚΠΣ, καθώς είχαν διατεθεί σε αρκετά μικρής κλίμακας<br />

περιφερειακά έργα σε όλη τη χώρα είχαν πολύ μικρότερο αντίκτυπο από εκείνον<br />

που θα είχαν εάν είχαν επικεντρωθεί σε μεγάλης κλίμακας έργα υποδομής.<br />

Πρέπει, ωστόσο, να τονιστεί ότι τα επιχειρήματα αυτού του διαλόγου στηρίζονταν<br />

μάλλον σε κοινή γνώση παρά σε απόψεις ειδικών. Σε κάθε περίπτωση, με<br />

τον τρόπο αυτό η πολιτική Συνοχής αποτελούσε σημαντικό θέμα στην εσωτερική<br />

δημόσια συζήτηση και στον πολιτικό διάλογο κατά την δεκαετία του 1980<br />

και τις αρχές της δεκαετίας του 1990. Συγκεκριμένα, στην καρδιά του διαλόγου<br />

βρίσκονταν τα θέματα του συμμετοχικού και δημοκρατικού προγραμματισμού<br />

που είχαν αρχικά εισαχθεί από τις πρώτες κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ σε αντιδιαστολή<br />

υποτίθεται με τις αρχές αποτελεσματικότητας και διαφάνειας στη<br />

χρήση των πόρων. Σ’ αυτό το πλαίσιο, το βασικό επιχείρημα της κριτικής της<br />

τότε αντιπολίτευσης της ΝΔ ήταν ότι το ουσιαστικό αποτέλεσμα της διαδικασίας<br />

δημοκρατικού προγραμματισμού ήταν η διασπορά των πόρων της ΕΕ σε<br />

μικρής κυρίως κλίμακας έργα με βασικό σκοπό την ικανοποίηση πελατειακών<br />

δικτύων σε τοπικό επίπεδο, πράγμα που απέβαινε σε βάρος της αποτελεσματικότητας<br />

και διαφάνειας στη διαχείριση των πόρων. Μ’ αυτόν τον τρόπο,<br />

ωστόσο, το θέμα της ανάπτυξης των υποδομών σαν βασική προπόθεση για την<br />

ανάπτυξη των άλλων τομέων της οικονομίας και κοινωνίας ήρθε στην επιφάνεια<br />

και επηρέασε το σχεδιασμό του δεύτερου και του τρίτου ΚΠΣ από τις κυβερνήσεις<br />

του ΠΑΣΟΚ την δεκαετία του 1990.<br />

Πράγματι, παρότι η ανάπτυξη της βασικής υποδομής, παράλληλα με τους<br />

ανθρώπινους πόρους και το παραγωγικό περιβάλλον, αποτελούν κοινό χαρακτηριστικό<br />

των τομεακών/ εθνικών συνιστωσών/προγραμμάτων και των τριών<br />

10 οπ.π.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 248<br />

248 ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ<br />

ΚΠΣ, αντιπροσωπεύουν το –κατά πολύ– μεγαλύτερο μερίδιο των συνολικών<br />

εξόδων τόσο της δεύτερης (1994-1999), όσο και της τρίτης (2000-2006) προγραμματικής<br />

περιόδου των ΚΠΣ (46% και 43,2% αντιστοίχως) 11 και σαφώς μεγαλύτερο<br />

από ό,τι στο πρώτο ΚΠΣ (23,8%). 12 Επιπλέον, πρέπει κανείς να συνυπολογίσει<br />

τον διπλασιασμό των πόρων τόσο στη δεύτερη όσο και στην τρίτη<br />

προγραμματική περίοδο. Επιπροσθέτως, το γεγονός ότι η αύξηση στα έξοδα<br />

υποδομής χρηματοδοτείται μέσω της τομεακής συνιστώσας των προγραμμάτων,<br />

αυτό οδήγησε σε σημαντική αύξηση στο μερίδιο της εθνικής συνιστώσας<br />

(Επιχειρησιακά Προγράμματα) έναντι της περιφερειακής (ΠΕΠ) –παρότι η<br />

τελευταία παραμένει σημαντική– στο δεύτερο και το τρίτο ΚΠΣ, όπως φαίνεται<br />

στον Πίνακα 1.<br />

Πίνακας 1. Εθνική και περιφερειακή συνιστώσα των ΚΠΣ (εκατομμύρια ευρώ σε<br />

τρέχουσες τιμές) 13<br />

Εθνική συνιστώσα % Περιφερειακή συνιστώσα %<br />

1 ο ΚΠΣ 7.142 59,6 4.845 40,4<br />

2 ο ΚΠΣ 22.206 74,9 7.427 25,1<br />

3 ο ΚΠΣ 31.093 74,2 10.825 25,8<br />

Ενίσχυση του δυναμικού της κεντρικής διοίκησης<br />

Η μεταστροφή από τη συμμετοχή προς μεγαλύτερη διαφάνεια και αποτελεσματικότητα<br />

στη διαχείριση των πόρων συνοδεύτηκε, ωστόσο, από σημαντική<br />

θεσμική δημιουργία προκειμένου να ενισχυθεί το δυναμικό της διοικητικής δομής<br />

του κεντρικού κράτους και ιδιαίτερα του υπουργείου Οικονομίας. Επιπλέον,<br />

αυτή η τάση για βελτίωση του δυναμικού της κεντρικής διοίκησης αντικατόπτριζε<br />

τον εντεινόμενο προβληματισμό της Ευρωπακής Επιτροπής για<br />

τον ρόλο της κεντρικής διοίκησης στη διαχείριση των πόρων, όπως κατέστη σαφές<br />

με τη ρύθμιση των πόρων του 1999. Έτσι, η ανάγκη κατανομής αρμοδιοτήτων<br />

για σχεδιασμό, διαχείριση, πληρωμές και αξιολόγηση οδήγησε στην ενί-<br />

11 CEC, Unity, Solidarity, Diversity for Europe, its People and its Territory: Second<br />

Report an Economic and Social Cohesion, OOPEC, Luxembourg, 2001, σελ. 56.<br />

12 CEC, First CSF 1989-1993, Greece, OOPEC, Luxembourg, 1989.<br />

13 Πηγή: E. Andrikopoulou και G. Kafkalas, «Greek Regional Policy in the Context<br />

of Europeanization: 1961-2000» σε D. Dimitrakopoulos και A. Passas (επιμ.), Greece in<br />

the European Union, Routledge, London, 2003.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 249<br />

ΕΥΡΩΠΑΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΥΝΟΧΗΣ ΚΑΙ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ 249<br />

σχυση του ρόλου των σχετικών διοικητικών/πολιτικών θεσμών (κεντρική διοίκηση<br />

του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας, γενικός γραμματέας, υπουργός)<br />

καθώς και στη δημιουργία νέων θεσμών, όπως η Μονάδα Οργάνωσης της Διαχείρισης<br />

του ΚΠΣ (ΜΟΔ), οι Διαχειριστικές Αρχές των Επιχειρησιακών Προγραμμάτων,<br />

η Αρχή Πληρωμής του ΚΠΣ και η Επιτροπή Δημοσιονομικού<br />

Ελέγχου (ΕΔΕΛ). 14 Η τάση αυτή φαίνεται ότι οδήγησε σε κάποιο είδος απρόθυμης<br />

εμπλοκής τεχνοκρατών (ανεξάρτητοι σύμβουλοι, εμπειρογνώμονες) στη<br />

διαμόρφωση και την εφαρμογή πολιτικής τόσο στο εθνικό όσο και στο υποεθνικό<br />

επίπεδο διοίκησης. Η δημιουργία νέων δήμων μέσω της υποχρεωτικής<br />

συγχώνευσης κοινοτήτων (Σχέδιο Καποδίστριας) το 1997 πρέπει να θεωρηθεί<br />

ως ένα ακόμη βήμα στην ίδια κατεύθυνση, κυρίως για τη βελτίωση των επιπέδων<br />

αποτελεσματικότητας.<br />

Συνολικά, η μεταστροφή στη διαδικασία πολιτικής από την έμφαση στη συμμετοχή<br />

προς το να λαμβάνονται σοβαρά υπόψη οι οικονομίες κλίμακας και<br />

επομένως προς μεγάλης κλίμακας έργα υποδομής οδήγησε αναμφισβήτητα σε<br />

σημαντική βελτίωση της υποδομής σε καίριους τομείς όπου η χώρα υστερούσε.<br />

Φαίνεται, όμως, ότι αυτή η μεταστροφή συνοδεύτηκε από κάποιον εκ νέου συγκεντρωτισμό<br />

στη διαμόρφωση πολιτικής.<br />

Ο ρόλος του ιδιωτικού τομέα: υποδομή διεθνούς κλάσεως ή οι ΣΔΙΤ<br />

«πέντε αστέρων»<br />

Η έμφαση σε μεγάλης κλίμακας έργα υποδομής και η επακόλουθη αύξηση<br />

στην τομεακή /εθνική συνιστώσα του δεύτερου και του τρίτου ΚΠΣ, όπως καταδείχτηκε<br />

πιο πάνω, οδήγησε επίσης σε μια συνολική αύξηση στο μερίδιο της<br />

εμπλοκής του ιδιωτικού τομέα και της συνεισφοράς του στα έργα, ιδιαίτερα σε<br />

εθνικό επίπεδο (βλ. πίνακα 2). Αυτή η εμπλοκή ωστόσο, παρότι αναμφισβήτητα<br />

αποτελεί μέγιστη καινοτομία σε ό,τι αφορά τη διαμόρφωση δημόσιας πολιτικής<br />

στην Ελλάδα, πήρε τη μορφή είτε Συμπράξεις Δημοσίου Ιδιωτικού Τομέα<br />

(ΣΔΙΤ) είτε συμβάσεων παραχώρησης και επικεντρώθηκε κυρίως στα μεγάλης<br />

κλίμακας και ευρωπακών διαστάσεων έργα, δηλαδή το αεροδρόμιο<br />

Ελευθέριος Βενιζέλος, την Αττική Οδό, το Αττικό Μετρό, τη γέφυρα Ρίου-<br />

Αντιρρίου και την Εγνατία Οδό.<br />

14 P. Getimis και L. Demetropoulou L., «Towards New Forms of Regional Go -<br />

vernance in Greece: The Case of Southern Aegean Islands», Regional and Federal<br />

Studies, special issue, Ch. Paraskevopoulos και R. Leonardi (επιμ.), «Learning from<br />

Abroad (by Comparison): Regionalization and Local Institutional Infrastructure in<br />

Cohesion and CEE Countries», Vol. 14 No. 3, 2004, σελ. 353-376.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 250<br />

250 ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ<br />

Πίνακας 2: Μερίδιο του ιδιωτικού τομέα ως % επί των συνολικών εξόδων (δημοσίων<br />

και ιδιωτικών) και μερίδιο της κοινότητας ως % επί των δημοσίων εξόδων<br />

(κοινοτικών και εθνικών) στις εθνικές και περιφερειακές συνιστώσες των ΚΠΣ 15<br />

Μερίδιο ιδιωτικού τομέα ως %<br />

συνολικών εξόδων<br />

Μερίδιο κοινότητας ως % δημοσίων<br />

εξόδων<br />

εθνική<br />

συνιστώσα<br />

περιφερειακή<br />

συνιστώσα<br />

εθνική<br />

συνιστώσα<br />

περιφερειακή<br />

συνιστώσα<br />

1 ο ΚΠΣ (1989-1993) 9,1 7,1 47,1 62,9<br />

2 ο ΚΠΣ (1994-1999) 32,5 19,7 62,9 75,0<br />

3 ο ΚΠΣ (2000-2006) 28,0 13,6 63,5 75,3<br />

Ο ρόλος των εμπειρογνωμόνων<br />

Η δημιουργία της ΜΟΔ και της Μικτής Επιτροπής Καθοδήγησης είναι οι<br />

κύριες θεσμικές καινοτομίες που σχετίζονται με την εμπλοκή των εμπειρογνωμόνων<br />

στη διαδικασία πολιτικής. Η ΜΟΔ είναι ένας μηχανισμός στήριξης που<br />

λειτουργεί υπό την καθοδήγηση και τον έλεγχο του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας<br />

εκτός όμως της δημοσιοπαλληλικής του δομής. Ο ρόλος της είναι να<br />

υποστηρίζει τη δημόσια διοίκηση καλύπτοντας συγκεκριμένες ανάγκες σε υψηλής<br />

εξειδίκευσης ανθρώπινους πόρους και know-how για την επιτυχή εφαρμογή<br />

των επιχειρησιακών προγραμμάτων του ΚΠΣ, ανάγκες οι οποίες υπερέβαιναν<br />

τις τεχνικές και διοικητικές ικανότητες των αρχών εφαρμογής (οργάνωση<br />

των αρχών διαχείρισης, επιλογή και εκπαίδευση προσωπικού, μεταφορά<br />

τεχνογνωσίας και παροχή οργανωσιακών εργαλείων).<br />

Η Μικτή Επιτροπή Καθοδήγησης ιδρύθηκε τον Ιανουάριο του 1995 στο<br />

υπουργείο Εθνικής Οικονομίας ως υποεπιτροπή της Επιτροπής Παρακολούθησης<br />

του ΚΠΣ με στόχο τη βελτίωση του συστήματος για την παραγωγή δημοσίων<br />

έργων. Τόσο οι ελληνικές αρχές όσο και η Ευρωπακή Επιτροπή θεώρησαν<br />

αυτή τη βελτίωση ως προπόθεση για την αποτελεσματική πραγμάτωση<br />

των έργων υποδομής για το Β΄ ΚΠΣ και το Ταμείο Συνοχής. Η Επιτροπή<br />

εστίασε σε τρεις ευρείς τομείς που συνδέονταν με την παραγωγή δημοσίων έργων:<br />

μελέτες για δημόσια έργα και σχεδιασμός· σύστημα συμβολαίων, συμπεριλαμβανομένων<br />

και των προκηρύξεων· και κατασκευή δημοσίων έργων. Από<br />

15 Πηγή: Andrikopoulou και Kafkalas, οπ.π., 2003.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 251<br />

ΕΥΡΩΠΑΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΥΝΟΧΗΣ ΚΑΙ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ 251<br />

αυτή την άποψη, στις εργασίες της επιτροπής ενεπλάκη άμεσα ή έμμεσα ένα<br />

ευρύ φάσμα εμπειρογνωμόνων σχετικών με αυτά τα ζητήματα.<br />

Δύο ήταν τα σημαντικά ζητήματα που σχετίζονταν με το σύστημα παραγωγής<br />

δημοσίων έργων στην Ελλάδα τα οποία η Επιτροπή προσπάθησε να αντιμετωπίσει:<br />

το πρόβλημα των αποκαλούμενων «ασυνήθιστα χαμηλών/αφύσικων<br />

τιμών» των δημοσίων έργων και το πρόβλημα του ελέγχου ποιότητας. Σε ό,τι<br />

αφορά το πρώτο, διενεργήθηκε μια σημαντική συγκριτική μελέτη, που αφορούσε<br />

τη Γαλλία, τη Γερμανία, την Ισπανία, το Βέλγιο και τη Μ. Βρετανία, σε<br />

μια προσπάθεια να αντληθούν διδάγματα από την ευρωπακή εμπειρία. Μεγάλο<br />

μέρος αυτής της έρευνας επικεντρώθηκε στα υπέρ και στα κατά του περιβόητου<br />

πλέον «μαθηματικού τύπου» για την αντιμετώπιση του ζητήματος των<br />

αφύσικων τιμών. 16 Σε ό,τι αφορά τον έλεγχο ποιότητας, η Επιτροπή επικεντρώθηκε<br />

σε συστάσεις για τη βελτίωση της λειτουργίας του Εξειδικευμένου Συμβούλου<br />

Δειγματοληπτικών Ελέγχων Ποιότητας Έργων Υποδομής (ΕΣΔΕΛ) ο<br />

οποίος συστάθηκε το 1996. Κατά τα λοιπά, η επιτροπή δραστηριοποιήθηκε<br />

εντόνως αναφορικά με συμβάσεις παραχώρησης και τα συμβόλαια στο πλαίσιο<br />

των Πρωτοβουλιών Χρηματοδότησης από τον Ιδιωτικό Τομέα και των ΣΔΙΤ.<br />

Συνολικά, υπήρξαν πράγματι ορισμένες θετικές εξελίξεις αναφορικά με<br />

την εμπλοκή των μη κρατικών δρώντων (του ιδιωτικού τομέα και των εμπειρογνωμόνων)<br />

στη διαδικασία πολιτικής και στη μαθησιακή δυνατότητα του περιβάλλοντος<br />

εσωτερικής πολιτικής από τα μέσα της δεκαετίας του 1990. Ωστόσο,<br />

με δεδομένο ότι δεν υπάρχουν στοιχεία για εκτεταμένη εμπλοκή του ιδιωτικού<br />

τομέα αλλού στη διαδικασία πολιτικής, δηλαδή στα Περιφερειακά Επιχειρησιακά<br />

Προγράμματα, 17 αυτή μπορεί να είναι σποραδική και να περιορίζεται<br />

μόνον σε μεγάλης κλίμακας έργα υποδομής. Από την άλλη πλευρά, όποια και<br />

αν είναι η εμπλοκή των εμπειρογνωμόνων, παρότι σημαντική, δεν είναι της<br />

μορφής των ανεξάρτητων δεξαμενών σκέψης, αλλά μάλλον προσλήψεων στο<br />

πλαίσιο ή υπό την αιγίδα συγκεκριμένων υπουργείων. Επιπροσθέτως, η θεσμική<br />

υποδομή στην Ελλάδα χαρακτηρίζεται από χαμηλό γενικά επίπεδο κοινωνικού<br />

κεφαλαίου και αδύναμη κοινωνία πολιτών, πράγμα που γίνεται ιδιαίτερα<br />

εμφανές στο χαμηλό βαθμό κοινωνικής εμπιστοσύνης και εμπιστοσύνης<br />

στους θεσμούς. 18 Τα χαρακτηριστικά αυτά συνοδεύονται από περιορισμένα<br />

16 Παρότι η μέθοδος θεωρήθηκε ως σημαντική προσπάθεια για επίλυση του ζητήματος<br />

των αφύσικων τιμών, υπάρχει διαφωνία αναφορικά με την επιστημονική της ποιότητα<br />

(υπουργείο Εθνικής Οικονομίας, αναφορές στα πρακτικά της Μικτής Επιτροπής<br />

Καθοδήγησης).<br />

17 Βλ. Paraskevopoulos και Leonardi (επιμ.), οπ.π. 2004.<br />

18 Ch. J. Paraskevopoulos, «Social Capital and Public Policy in Greece», GreeSE Pa -<br />

pers No. 9, LSE Hellenic Observatory Papers on Greece and Southeast Europe, 2007.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 252<br />

252 ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ<br />

και προβληματικά /μη θεσμοποιημένα πλαίσια διαλόγου, χαμηλά επίπεδα συμπράξεων<br />

δημόσιων και ιδιωτικών φορέων δράσης, την κυριαρχία των πολιτικών<br />

κομμάτων και πελατειακών σχέσεων στις διαδικασίες διαμόρφωσης πολιτικής<br />

και από σχετικά ισχυρή αντίσταση στις αλλαγές που συνδέεται εν μέρει<br />

με το σύστημα διαμεσολάβησης συμφερόντων. Μ’ αυτή την έννοια, ο κρατισμός,<br />

δηλαδή η συγκεντρωτική και αδύναμη διοικητική δομή αποτελεί μάλλον<br />

τυπικό χαρακτηριστικό της συνολικής θεσμικής υποδομής στη δημόσια πολιτική<br />

γενικά και στην πολιτική Συνοχής ειδικότερα με σοβαρές επιπτώσεις για<br />

τη διαδικασία μάθησης. Εντούτοις, κάποιες από τις εξελίξεις που αναλύθηκαν<br />

παραπάνω, και ιδιαίτερα η αυξημένη συμμετοχή τεχνοκρατών στην πολιτική<br />

διαδικασία, έχει ισχυροποιήσει την τεχνοκρατική διάσταση στο σχεδιασμό και<br />

την εφαρμογή της πολιτικής Συνοχής, χαρακτηριστικό που είχε αρχίσει να γίνεται<br />

εμφανές από τις αρχές της δεκαετίας του 1990, όταν η πολιτική Συνοχής<br />

είχε αρχίσει σταδιακά να παραμένει εκτός του κομματικού ανταγωνισμού.<br />

Επιπτώσεις από τη «Λισαβονοποίηση» της πολιτικής συνοχής<br />

Η «Λισαβονοποίηση» της πολιτικής Συνοχής με τον αναπροσανατολισμό<br />

των βασικών στόχων προς την κατεύθυνση της οικονομικής ανάπτυξης μέσω<br />

της ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας και της περιβαλλοντικής βιωσιμότητας,<br />

ενθαρρύνοντας έτσι την καινοτομία, την επιχειρηματικότητα και την ανάπτυξη<br />

της οικονομίας της γνώσης η οποία αντανακλάται και στις Κοινοτικές Στρατηγικές<br />

Οδηγίες για την Συνοχή, επέφερε σημαντικές αλλαγές στις διαδικασίες<br />

προγραμματισμού για την κατάρτιση του Εθνικού Σχεδίου Αναπτυξιακής<br />

Στρατηγικής, όπως επίσης και στις προτεραιότητες πολιτικής και την δομή του<br />

ΕΣΠΑ για την Ελλάδα για την τέταρτη προγραμματική περίοδο 2007-2013. Μ’<br />

αυτή την έννοια, η σχετική μείωση των πόρων (e 20,4 δις περίπου) δεν αποτελεί<br />

το βασικό θέμα, δεδομένου ότι προτεραιότητες πολιτικής και χρήση των πόρων<br />

αποτελούσαν την κρίσιμη παράμετρο ως προς την εφαρμογή της πολιτικής Συνοχής<br />

στην Ελλάδα σχεδόν από την αρχική φάση της ευρωπακής περιφερειακής<br />

πολιτικής. Έτσι, παρόλο ότι η αρμοδιότητα για την κατάρτιση του ΕΣΠΑ<br />

ανήκει στο ΥΠΕΘΟ, η συνολική διαδικασία σχεδιασμού περιέλαβε εκτεταμένη<br />

διαβούλευση με κοινωνικούς και οικονομικούς φορείς. Ο αναπροσανατολισμός<br />

των βασικών αναπτυξιακών στόχων, ωστόσο, επηρεάστηκε καθοριστικά<br />

από τη νέα φάση ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας και ιδιαίτερα από<br />

την ανάγκη ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητάς της στο διεθνές περιβάλλον. Μ’<br />

αυτή την έννοια, οι θεμελιώδεις αναπτυξιακοί στόχοι της πολιτικής Συνοχής είναι<br />

η συνέχιση των διαρθρωτικών αλλαγών στο πλαίσιο της Ενιαίας Αγοράς, η<br />

οικονομική ολοκλήρωση της χώρας και η αναδιάρθρωση και εκσυγχρονισμός


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 253<br />

ΕΥΡΩΠΑΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΥΝΟΧΗΣ ΚΑΙ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ 253<br />

της δημόσιας διοίκησης σε όλα τα επίπεδα διακυβέρνησης. Σ’ αυτό το πλαίσιο,<br />

οι Κοινοτικές Στρατηγικές Οδηγίες για την Συνοχή και ιδιαίτερα η Τρίτη Περιοδική<br />

Έκθεση για τη Συνοχή αποτέλεσαν τις βάσεις για τους νέους αναπτυξιακούς<br />

άξονες της εθνικής στρατηγικής, που είναι η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας,<br />

η βελτίωση της προσβασιμότητας για την ανάπτυξη των υπηρεσιών,<br />

η αναβάθμιση και προστασία του περιβάλλοντος, η ανάπτυξη του ανθρώπινου<br />

δυναμικού και η προώθηση της απασχόλησης, η βελτίωση της διαχειριστικής<br />

ικανότητας της δημόσιας διοίκησης και η ενίσχυση της διασυνοριακής και διαπεριφερειακής<br />

συνεργασίας. Έτσι, σ’ αυτή τη βάση, και λαμβάνοντας υπόψη<br />

τις εγχώριες ιδιαιτερότητες και ιδιαίτερα την αδυναμία της Ελλάδας ως προς<br />

συγκεκριμένους δείκτες της στρατηγικής της Λισαβόνας, όπως αυτοί που σχετίζονται<br />

με την οικονομία της γνώσης, 19 τα βασικά χαρακτηριστικά του ΕΣΠΑ<br />

είναι ο αναπροσανατολισμός των στόχων πολιτικής που αντανακλάται κυρίως<br />

στα τομεακά επιχειρησιακά προγράμματα και η θεμελιώδης αναδιάρθρωση<br />

του περιφερειακού σκέλους (ΠΕΠ). Η τελευταία περιλαμβάνει την νέα κατηγοριοποίηση<br />

των περιφερειών, σε οκτώ περιφέρειες Συνοχής (Ανατ. Μακεδονία<br />

& Θράκη, Ήπειρος, Θεσσαλία, Δυτ. Ελλάδα, Ιόνια Νησιά, Πελοπόννησος,<br />

Κρήτη και Βόρειο Αιγαίο), τρεις περιφέρειες «Phasing-out» (Αττική, Κεντρ.<br />

Μακεδονία και Δυτ. Μακεδονία) και δυο «Phasing-in» (Στερεά Ελλάδα και<br />

Νότιο Αιγαίο) (βλέπε χάρτη 1), όπως επίσης και τη δημιουργία νέων μεγάλων<br />

χωρικών μονάδων με την ενοποίηση περιφερειών στο πλαίσιο των βασικών γεωγραφικών<br />

ενοτήτων της χώρας, δηλαδή Βόρεια Ελλάδα, Δυτική Ελλάδα, Νησιωτικές<br />

περιφέρειες κ.ο.κ, πράγμα που οδήγησε σε πέντε αντί για δεκατρία<br />

ΠΕΠ. Η απόφαση αυτή ελήφθη στη βάση γεωγραφικών κριτηρίων και κριτηρίων<br />

μεγέθους. Ωστόσο, με δεδομένη την λανθάνουσα τάση συγκεντροποίησης<br />

19 Η Ελλάδα υστερεί σε σχέση με τους περισσότερους από τους στόχους της Λισαβόνας,<br />

όπως η δημιουργία θέσεων εργασίας και το επίπεδο απασχόλησης, ιδιαίτερα<br />

για τις γυναίκες και τους μεγαλύτερους σε ηλικία εργαζομένους, ο βαθμός επικινδυνότητας<br />

για φτώχια μετά τις κοινωνικές μεταβιβάσεις, η μακροχρόνια ανεργία, οι εκπομπές<br />

αερίων του θερμοκηπίου και η ενεργειακή ένταση της οικονομίας. Ωστόσο, η πιο<br />

σημαντική υστέρηση, που συνδέεται άλλωστε και με τον βασικό στόχο για την επίτευξη<br />

της οικονομίας της γνώσης, είναι η περίπτωση της εγχώριας δαπάνης για Έρευνα και<br />

Ανάπτυξη, το τρέχον επίπεδο της οποίας είναι 0.57% του ΑΕΠ το 2006 με μέσο όρο για<br />

την ΕΕ27 στο 1.84% και ΕΕ στόχο για το 2010 στο 3%. Είναι απλά ενδεικτικό για την<br />

υστέρηση της Ελλάδας ότι η επίτευξη του στόχου (1.5% του ΑΕΠ) για την δαπάνη σε<br />

Ε&Α μετατέθηκε από το 2010 στο 2015. Βλ. CEC, «Implementing the Renewed Lisbon<br />

Strategy for Growth and Jobs», Communication from the Commission to the Spring<br />

European Council, Δεκ. 2006.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 254<br />

254 ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ<br />

και την υπάρχουσα σημαντική απόκλιση μεταξύ περιφερειών που έχουν υπαχθεί<br />

στις νέες μεγάλες χωρικές ενότητες, τα υποτιθέμενα οφέλη από άποψη<br />

αποτελεσματικότητας παραμένει να διαπιστωθούν στην πράξη κατά την εφαρμογή<br />

των προγραμμάτων.<br />

Έτσι, το ΕΣΠΑ 2007-2013 περιλαμβάνει 13 Επιχειρησιακά Προγράμματα:<br />

δέκα χρηματοδοτούνται από το Ευρωπακό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης<br />

(ΕΤΠΑ) και το Ταμείο Συνοχής, και τρία από το Ευρωπακό Κοινωνικό Ταμείο<br />

(ΕΚΤ). Συνολικά η Κοινοτική παρέμβαση ανέρχεται σε e 20.3 δις. Τα 10<br />

προγράμματα που υποστηρίζονται από το ΕΤΠΑ και το Ταμείο Συνοχής περιλαμβάνουν<br />

τέσσερα θεματικά/τομεακά προγράμματα, πέντε περιφερειακά και<br />

ένα τεχνικής βοήθειας και αντιπροσωπεύουν πόρους e 15.8 δις της Κοινοτικής<br />

παρέμβασης (πίνακας 3).<br />

Επιπροσθέτως, τα τρία προγράμματα που χρηματοδοτούνται από το ΕΚΤ<br />

(Ανάπτυξη ανθρώπινων πόρων, Εκπαίδευση και δια βίου μάθηση, Βελτίωση της


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 255<br />

ΕΥΡΩΠΑΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΥΝΟΧΗΣ ΚΑΙ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ 255<br />

Πίνακας 3. Επιχειρησιακά προγράμματα 2007-13 (εκατ. e) 20<br />

EU<br />

Contribution<br />

National Public Total<br />

Contribution Public Contribution<br />

1. Ανταγωνιστικότητα & Επιχειρηματικότητα 1,29b 228 1,519b<br />

2. Βελτίωση Προσβασιμότητας 3,7b 1,276b 4,976b<br />

3. Ψηφιακή Σύγκλιση 860 215 1,075b<br />

4. Περιβάλλον & Βιώσιμη Ανάπτυξη 1,8b 450 2,250b<br />

5. Κεντρ. Μακεδονία-Δυτ. Μακεδονία-Ανατ.<br />

Μακεδονία και Θράκη<br />

2,675b 589 3,264b<br />

6. Δυτ. Ελλάδα, Πελοπόννησος και Ιόνια Νησιά<br />

914 229 1,143b<br />

7. Αττική 2,438b 613 3,051b<br />

8. Θεσσαλία – Στερεά Ελλάδα – Ήπειρος 1,105b 368 1,473b<br />

9. Κρήτη & Νησιά Αιγαίου 871 322 1,193b<br />

10. Τεχνική Βοήθεια 192 33 225<br />

διοικητικής αποτελεσματικότητας) χρηματοδοτούνται με e 4.5 δις ευρωπακών<br />

πόρων. Αποσκοπούν στην προώθηση της οικονομίας της γνώσης, στη βελτίωση<br />

της ευελιξίας του εργατικού δυναμικού και στην ανάπτυξη πιο αποτελεσματικής<br />

δημόσιας διοίκησης. Τέλος, προβλέπονται ειδικές δράσεις για την αντιμετώπιση<br />

του προβλήματος της αδήλωτης εργασίας και την καταπολέμηση των<br />

διακρίσεων έναντι ευαίσθητων ομάδων του πληθυσμού.<br />

Θεσμική υποδομή, διαδικασία μάθησης και αλλαγή στην<br />

πολιτική συνοχής<br />

Η έννοια της διαδικασίας μάθησης και ιδιαίτερα «μάθησης από το εξωτερικό»<br />

αναδύθηκε στη δημόσια συζήτηση γύρω από την πολιτική Συνοχής στην<br />

Ελλάδα σε σχέση τόσο με το λεγόμενο «Ιρλανδικό μοντέλο» το οποίο θεωρήθηκε<br />

ένα παράδειγμα που θα έπρεπε να ακολουθηθεί, όσο και με το Πορτογαλικό,<br />

ιδιαίτερα ως προς τη διαχείριση των πόρων της ΕΕ. Συγκεκριμένα, η μετά-<br />

20 Πηγή: ΕΣΠΑ 2007-2013.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 256<br />

256 ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ<br />

βαση από τα έργα μικρής κλίμακας σε σημαντικά μεγάλα έργα υποδομής από τα<br />

μέσα της δεκαετίας του 1990 θεωρήθηκε ότι επηρεάστηκε σημαντικά από τη<br />

διαδικασία «μάθησης από το εξωτερικό» με αναφορά στις περιπτώσεις της Ιρλανδίας<br />

και Πορτογαλίας. Ωστόσο η αδυναμία της θεσμικής υποδομής αναγνωρίζεται<br />

ευρύτερα σαν ένα βασικό εμπόδιο που συντελεί στην επιβράδυνση της<br />

διαδικασίας μάθησης στην Ελλάδα. Αυτό γίνεται ιδιαίτερα εμφανές στην περίπτωση<br />

της Ιρλανδίας, η οποία χαρακτηρίζεται από μια σχετικά ισχυρή θεσμική<br />

υποδομή κυρίως στο επίπεδο του κεντρικού κράτους. 21 Παρόλο ότι απέχει από<br />

το να θεωρείται ιδεώδης, αυτή η θεσμική υποδομή πλεονεκτεί σαφώς σε σύγκριση<br />

με την αναποτελεσματική ελληνική δημόσια διοίκηση. 22<br />

Παρεμφερής είναι η εικόνα που αναδύεται από τη σύγκριση με την Πορτογαλία,<br />

παρόλο ότι αυτή θεωρείται αποτελεί μια πιο «συγγενή» περίπτωση προς<br />

την Ελλάδα. Συγκεκριμένα, η δημόσια πολιτική στην Πορτογαλία βασίζεται σε<br />

μια κεντρική διοίκηση προσομοιάζουσα μάλλον προς το Γαλλικό παράδειγμα<br />

που, ωστόσο, έχει αποδειχθεί πολύ πιο αποτελεσματική σε σύγκριση με την Ελληνική,<br />

ιδιαίτερα σε ότι αφορά στη διαχείριση των πόρων της ΕΕ.<br />

Συνολικά, υπάρχουν στοιχεία που υποδεικνύουν ότι, ενώ η ανάπτυξη της υλικής<br />

υποδομής μπορεί αναμφίβολα να χαρακτηριστεί ως σημαντική επιτυχία της διαδικασίας<br />

εκσυγχρονισμού στην Ελλάδα, η διαδικασία της οικοδόμησης θεσμών και<br />

η σημαντική μεταρρύθμιση των δομών της δημόσιας πολιτικής αποδείχθηκε πολύ<br />

δυσχερέστερη. Πράγματι, παρά τις σοβαρές προσπάθειες καταπολέμησης πελατειακών<br />

πρακτικών και οικοδόμησης εμπιστοσύνης στους πολιτικούς θεσμούς,<br />

όπως η ίδρυση του Ανώτατου Συμβούλιου Επιλογής Προσωπικού (ΑΣΕΠ), 23 ο<br />

κρατισμός ή, πιο συγκεκριμένα, η συγκεντρωτική και ταυτόχρονα αδύναμη διοικητική<br />

δομή μαζί με την επικυριαρχία των πολιτικών πελατειακών σχέσεων στη διαδικασία<br />

πολιτικής εξακολουθούν να παραμένουν τα κύρια χαρακτηριστικά της θε-<br />

21 N. Rees, B. Quinn και B. Connaughton, «Ireland’s Pragmatic Adaptation to<br />

Regionalization: the Mid West Region», Regional and Federal Studies, special issue,<br />

Paraskevopoulos και. Leonardi (επιμ.), οπ.π., 2004, σελ. 377-402, και Paraskevopoulos<br />

και Leonardi οπ.π, 2004.<br />

22 D. A. Sotiropoulos, «Southern European Public Bureaucracies in Comparative<br />

Perspective», West European Politics, Vol. 27, No. 3, 2004, σελ. 405-422.<br />

23 Το ΑΣΕΠ είναι ειδικό σώμα του δημόσιου τομέα για την πρόσληψη δημοσιοπαλληλικού<br />

προσωπικού μέσω διαγωνισμών. Πρέπει ωστόσο να τονιστεί ότι τέτοιες<br />

προσπάθειες για την ενίσχυση της εμπιστοσύνης στους πολιτικούς θεσμούς και, κατά<br />

συνέπεια, τη δημιουργία κοινωνικού κεφαλαίου, μπορεί να έχουν σημαντικές επιπτώσεις<br />

στην αποτελεσματικότητα της διαμόρφωσης δημόσιας πολιτικής σε βραχυ- /μεσοπρόθεσμο<br />

ορίζοντα, κυρίως με την αύξηση του συναλλακτικού κόστους (transaction<br />

costs) εντός της διαδικασίας πολιτικής.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 257<br />

ΕΥΡΩΠΑΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΥΝΟΧΗΣ ΚΑΙ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ 257<br />

σμικής υποδομής στη διαμόρφωση δημόσιας πολιτικής στην Ελλάδα. Αυτό δεν σημαίνει<br />

ότι παραγνωρίζονται σημαντικά αποτελέσματα/επιτεύγματα της διαδικασίας<br />

εκσυγχρονισμού, ιδιαίτερα στον τομέα διάκρισης των λειτουργιών μεταξύ του<br />

κράτους και των πολιτικών κομμάτων που διευκολύνθηκε σε σημαντικό βαθμό από<br />

τη σχεδόν καθολική τάση προς μείωση του ρόλου των πολιτικών κομμάτων τουλάχιστον<br />

στην καθημερινή εφαρμογή δημόσιων πολιτικών συνολικά. Ωστόσο, στην<br />

ελληνική περίπτωση, αυτό φαίνεται να έχει οδηγήσει σε ένα είδος διακομματικών<br />

πελατειακών σχέσεων, στις αποκαλούμενες πελατειακές «σχέσεις από κάτω» 24<br />

που συνοδεύονται από αυξημένα επίπεδα καθημερινής διαφθοράς (petit cor -<br />

ruption), ιδιαίτερα στο υπο-εθνικό επίπεδο διακυβέρνησης. Εκείνο ωστόσο που<br />

πρέπει να τονιστεί είναι ότι η περιορισμένη επιτυχία στην οικοδόμηση θεσμών και<br />

στη μεταρρύθμιση των δομών διαμόρφωσης δημόσιας πολιτικής μπορεί σαφώς να<br />

ερμηνευτεί από το «φορτίο /βάρος» των βαθιά ριζωμένων προτύπων συμπεριφοράς<br />

και πρακτικών που έχουν κληροδοτήσει οι παρελθούσες δεκαετίες κρατισμού,<br />

πελατειακών σχέσεων και λακισμού –ιδιαίτερα τη δεκαετία του 1980– και τις<br />

οποίες είχε να αντιμετωπίσει η διαδικασία του εκσυγχρονισμού. Και ακόμη περισσότερο<br />

εφόσον οι εκσυγχρονιστές είχαν να καταπολεμήσουν στάσεις και σχήματα<br />

συμπεριφοράς εντός του ίδιου του πολιτικού τους χώρου.<br />

Συμπεράσματα<br />

Η εξέλιξη της πολιτικής Συνοχής κατά τις τελευταίες δεκαετίες χαρακτηρίζεται<br />

από μια σημαντική μεταστροφή στην έμφαση της αναπτυξιακής πολιτικής,<br />

από τη συμμετοχή δρώντων και τις σχετικά μικρής κλίμακας παρεμβάσεις<br />

σε μεγάλης κλίμακας έργα υποδομής. Παρότι αυτή η τάση διευκολύνθηκε από<br />

τη διαθεσιμότητα αυξημένων οικονομικών πόρων λόγω του διπλασιασμού των<br />

κοινοτικών κονδυλίων τόσο για τη δεύτερη (Β΄ ΚΠΣ, 1994-1999) όσο και για<br />

την τρίτη (Γ΄ ΚΠΣ, 2000-2006) προγραμματική περίοδο, επηρεάστηκε θεμελιωδώς<br />

από τις διαδικασίες εξευρωπασμού και εκσυγχρονισμού και πραγματοποιήθηκε<br />

μέσω των διαδικασιών «μάθησης από προηγούμενες επιτυχίες και<br />

αποτυχίες» και «μάθησης από το εξωτερικό».<br />

Συγκεκριμένα, στις αρχές της δεκαετίας του 1990, μια εποχή ιδιαίτερων<br />

πιέσεων για την εναρμόνιση της Ελλάδας, η διαδικασία του εκσυγχρονισμού<br />

θεωρήθηκε ευρέως ως προπόθεση για την επιτυχή εναρμόνιση και προσαρμογή<br />

της χώρας στο ευρωπακό περιβάλλον. Έτσι τέθηκε στο προσκήνιο η σημασία<br />

της υποδομής για την ανάπτυξη. Σ’ αυτό το περιβάλλον πολιτικής, αντλή-<br />

24 Bλ. Sotiropoulos, οπ.π., 2004.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 258<br />

258 ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ<br />

θηκαν μαθήματα από το παρελθόν –στην ουσία από τα πενιχρά αποτελέσματα<br />

του Α΄ ΚΠΣ– καθώς και από το εξωτερικό, με αναφορές στο τι έκαναν άλλες<br />

συγκρίσιμες χώρες, κυρίως η Ιρλανδία και η Πορτογαλία. Αυτή η μαθησιακή<br />

διαδικασία, ωστόσο, χαρακτηρίζεται μάλλον από βραδείς ρυθμούς, γεγονός<br />

που οφείλεται στις αδυναμίες της Ελλάδας ως προς την εσωτερική θεσμική<br />

υποδομή και τις δομές διαμόρφωσης πολιτικής, όπως π.χ. κοινωνικές νόρμες<br />

που συμβάλλουν στη συνεργατική κουλτούρα, κυρίως κοινωνικό κεφάλαιο και<br />

δίκτυα πολιτικής, με έμφαση στην εμπλοκή μη κρατικών δρώντων στις διαδικασίες<br />

πολιτικής. Επιπλέον, αυτό φαίνεται να είναι μια καίρια μεταβλητή που<br />

διαφοροποιεί –σε σχετικούς όρους– την Ελλάδα από άλλες χώρες Συνοχής,<br />

όπως η Ιρλανδία και η Πορτογαλία.<br />

Σε σχέση με την τέταρτη προγραμματική περίοδο, η αποκαλούμενη «Λισαβονοποίηση»<br />

της πολιτικής Συνοχής επέφερε σημαντικές αλλαγές ως προς τις<br />

διαδικασίες προγραμματισμού για την κατάρτιση του ΕΣΠΑ 2007-2013. Επιπροσθέτως,<br />

ένας σημαντικός αναπροσανατολισμός των προτεραιοτήτων της<br />

πολιτικής προς την κατεύθυνση ανάπτυξης της οικονομίας της γνώσης που<br />

αντανακλάται κυρίως στα τομεακά επιχειρησιακά προγράμματα, όπως επίσης<br />

και μια σημαντική αναδιάρθρωση του περιφερειακού σκέλους έχει λάβει<br />

χώρα. Μ’ αυτή την έννοια, η σχετική μείωση των πόρων εξαιτίας της διεύρυνσης<br />

δεν αποτελεί την κύρια επίπτωση. Αντίθετα, η διαδικασία οικοδόμησης θεσμών,<br />

μια κρίσιμη παράμετρος για το σχεδιασμό και την εφαρμογή της πολιτικής<br />

συνοχής στην Ελλάδα κατά τις προηγούμενες προγραμματικές περιόδους,<br />

αναμένεται να αποτελέσει την κρίσιμη πρόκληση και για την τρέχουσα προγραμματική<br />

περίοδο.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 259<br />

13<br />

Το Σύνταγμα ως βασικός ρυθμιστής<br />

της διαφθοράς 1<br />

Μιχάλης Μητσόπουλος<br />

Ορισμός της διαφθοράς<br />

Η διαφθορά μπορεί να οριστεί με πολλούς τρόπους. 2 Σίγουρα πάντως συστατικό<br />

της στοιχείο είναι ο προσπορισμός ωφελημάτων με άμεσο ή έμμεσο<br />

τρόπο ο οποίος είναι, άμεσα ή έμμεσα, επιβλαβής για το κοινωνικό σύνολο. Η<br />

διαφθορά έχει κοινά στοιχεία με την κλοπή, καθώς και στις δύο περιπτώσεις<br />

κάποια μέλη της κοινωνίας επιβουλεύονται την περιουσία άλλων μελών της<br />

ίδιας κοινωνίας. Και τα δύο φαινόμενα επηρεάζουν το βαθμό στον οποίο τα<br />

μέλη μίας κοινωνίας πιστεύουν ότι η περιουσία τους θα προστατευθεί, ώστε να<br />

επενδύσουν στη διατήρηση και τη βελτίωσή της, 3 αλλά και να την αποδεχτούν<br />

ως αντικείμενο ιδιωτικής συναλλαγής.<br />

Όμως πέρα από την ομοιότητα αυτή, η κλοπή διαφέρει από τη διαφθορά σε<br />

ένα σημαντικό σημείο. Στην περίπτωση της κλοπής η πράξη πραγματοποιείται<br />

από έναν οποιοδήποτε ιδιώτη, ενώ στην περίπτωση της διαφθοράς η πράξη διενεργείται<br />

από άτομα τα οποία είναι εντολοδόχοι της κοινωνίας για την εφαρμογή,<br />

ή διαμόρφωση, ή τήρηση των κανόνων βάσει των οποίων λειτουργεί η κοινωνία.<br />

Αυτή η διαφορά ανάμεσα στην κλοπή και τη διαφθορά σημαίνει ότι η υπο-<br />

1 Ευχαριστώ τους Δημήτρη Μακρή και Θοδωρή Πελαγίδη για τις εποικοδομητικές<br />

παρατηρήσεις τους. Λάθη και παραλήψεις που παραμένουν είναι δικά μου.<br />

2 Σύνταγμα της Αμερικής, εισαγωγή.<br />

3 Adam Smith, Lectures on Jurisprudence. 1762-3.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 260<br />

260 ΜΙΧΑΛΗΣ ΜΗΤΣΟΠΟΥΛΟΣ<br />

νόμευση των κανόνων του παιχνιδιού, και η απώλεια της πίστης της κοινωνίας σε<br />

αυτούς, συμβαίνει σε πολύ μεγαλύτερη έκταση στην περίπτωση της διαφθοράς.<br />

Οι εντολοδόχοι και τα κίνητρα διαφθοράς<br />

Στις σύγχρονες δημοκρατίες οι εντολοδόχοι λαμβάνουν εντολή από τον λαό<br />

να διαμορφώσουν τους κανόνες, να επιβλέψουν την τήρηση τους και να διοικήσουν<br />

τις καθημερινές υποθέσεις της κοινωνίας, σύμφωνα με τους ισχύοντες νόμους<br />

και το σύνταγμα. Από τη στιγμή που λαμβάνουν την εντολή του λαού, οι<br />

εντολοδόχοι αποκτούν δυο χωριστές υποστάσεις. Στην ιδιωτική υπόσταση, η<br />

οποία προπάρχει, προστίθεται και η υπόσταση του δημόσιου λειτουργού. Ο<br />

εντολοδόχος, ως ορθολογικό ον, 4 ανταποκρίνεται στο πλέγμα κινήτρων και<br />

αντικινήτρων που διαμορφώνει η διττή πλέον υπόστασή του. 5 Ο προβληματισμός<br />

για τις επιπτώσεις που έχει αυτό το πλέγμα κινήτρων υπάρχει τόσο στις<br />

άμεσες δημοκρατίες, 6 όσο και στις σύγχρονές έμμεσες δημοκρατίες. Τίθεται<br />

4 Η σχετική ανάλυση κινήτρων γίνεται για τους δικαστές από τον Richard A. Posner,<br />

«What Do Judges and Justices Maximize? (The Same Thing Everyone Else Does)»,<br />

Supreme Court Economic Review, Vol. 3, 1993, σσ. 1-41. Επίσης, Josep M. Colomer,<br />

Political Institutions: Democracy and Social Choice, Oxford University Press, Oxford and<br />

New York, 2001, 2 η έκδοση, 2003.<br />

5 James Madison, «Objection That The Number of Members Will Not Be Augme -<br />

nted as the Progress of Population Demands Considered», Federalist paper no 58. The<br />

Independent Journal, February 20, 1788.<br />

6 James Madison, «The Particular Structure of the New Government and the<br />

Distribution of Power Among its Different Parts», Federalist Paper no 47, The<br />

Independent Journal, January 30, 1788. Επίσης Μ. Β. Σακελαρίου, «Σύγκριση Αθηνακής<br />

Δημοκρατίας και νέων Δημοκρατιών», Φιλόλογος, 127 , Μαλλιάρης Παιδεία, Ιανουάριος-Μάρτιος<br />

2007. Ο Μ. Β. Σακελάρίου περιγράφει πώς ίσχυε στην αθηνακή δημοκρατία<br />

η ελευθερία του λόγου και η δυνατότητα του κάθε Αθηναίου να ενεργήσει ως<br />

κατήγορος όταν έκρινε ότι κινδύνευε το δημόσιο συμφέρον ή η νομιμότητα. Επίσης, περιγράφει<br />

πώς παρά την απουσία της διάκρισης των εξουσιών όπως τις αντιλαμβανόμαστε<br />

σήμερα, λειτουργούσαν άλλοι μηχανισμοί που εισάγουν τη λογοδοσία των αρχόντων<br />

στους πολίτες, όπως ο τρόπος επιλογής των αρχόντων με κλήρο, η κρίση, ή «δοκιμασία»,<br />

τους πριν αναλάβουν εξουσία, η λογοδοσία τους σε επιτροπές κατά τη διάρκεια<br />

της θητείας και ο τελικός απολογισμός της διαχείρισης στο τέλος της θητείας. Ο Ε.<br />

Παναγόπουλος, Οι Ελληνικές Ρίζες του Αμερικάνικου Συντάγματος, Εκδόσεις Παπαζήση,<br />

Αθήνα 1996, περιγράφει επίσης πώς στην αρχαιότητα, και ειδικά στη Σπάρτη και<br />

την Αθήνα, λειτουργούσαν πολιτικά συστήματα τα οποία στην πράξη εξασφαλίζανε<br />

αποτελέσματα ισοδύναμα με αυτά που σήμερα επιδιώκει η διάκριση των εξουσιών.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 261<br />

ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΩΣ ΒΑΣΙΚΟΣ ΡΥΘΜΙΣΤΗΣ ΤΗΣ ΔΙΑΦΘΟΡΑΣ 261<br />

λοιπόν το ερώτημα πότε οι εντολοδόχοι γίνονται ιδιαίτερα επιρρεπείς στην υιοθέτηση<br />

τέτοιων πρακτικών, οι οποίες συχνά εξασφαλίζουν την προσωπική<br />

προώθηση της ευημερίας τους εις βάρος της ευημερίας του κοινωνικού συνόλου,<br />

αλλά και –κυρίως– σε βάρος της αξιοπιστίας των κανόνων που διαμορφώνουν<br />

τη δυναμική εξέλιξη της κοινωνίας. Τέτοιες πρακτικές ευνοούνται όταν τα<br />

κίνητρα ενθαρρύνουν τους εντολοδόχους και τους αιτούμενους σε μια ορθολογική<br />

υιοθέτηση τέτοιων πρακτικών, δηλαδή όταν τα οφέλη και για τους δύο από<br />

την υιοθέτηση τέτοιων πρακτικών είναι μεγάλα και το κόστος, ή το ενδεχόμενο<br />

κόστος, μικρό.<br />

Τα κίνητρα του εντολοδόχου διαμορφώνονται σε μεγάλο βαθμό από τη<br />

φύση και έκταση των εξουσιών που αυτός αναλαμβάνει μέσω της εντολής, ενώ<br />

σημαντικό ρόλο έχουν και τα χαρακτηριστικά του μηχανισμού βάσει του<br />

οποίου αυτός λαμβάνει και διατηρεί την εντολή του. Ακόμα και αν καταγραφούν<br />

άλλοι παράγοντες που διαμορφώνουν το πλέγμα κινήτρων και αντικινήτρων<br />

του εντολοδόχου, αυτοί τελικά μπορούν να αναχθούν, είτε έμμεσα είτε<br />

και άμεσα, σε αυτούς τους δύο παράγοντες. 7 Επίσης, με δεδομένο ότι η παρέκκλιση<br />

από την τήρηση των κανόνων μπορεί να είναι επικερδής για μεγάλο<br />

αριθμό ιδιωτών, πρέπει να θεωρείται δεδομένη η διάθεση κάποιων ιδιωτών να<br />

συμμετάσχουν σε συναλλαγές που εντάσσονται στο πλαίσιο της διαφθοράς ανά<br />

πάσα στιγμή.<br />

Συνεπώς, η έρευνα μας θα κινηθεί προς την ανάλυση των κινήτρων του<br />

εντολοδόχου, τα οποία καθορίζοντας τη στάση του διαμορφώνουν τελικά και<br />

τα κίνητρα του ιδιώτη, και έτσι ταυτίζεται με τον προβληματισμό που έχει ήδη<br />

αναπτυχθεί γύρω από την αναζήτηση λύσης για τη διαμόρφωση του τρόπου με<br />

τον οποίο οι εντολείς αναθέτουν εξουσίες στους εντολοδόχους και τον καθορισμό<br />

των εξουσιών αυτών.<br />

Δημοκρατία: η ισχύς της κυβέρνησης, τα δικαιώματα<br />

μειοψηφίας και ο διαχωρισμός των εξουσιών<br />

Στις σύγχρονες έμμεσες δημοκρατίες η συγκέντρωση της εντολής για την<br />

άσκηση της εκτελεστικής και της νομοθετικής εξουσίας σε ένα κοινό σώμα έχει<br />

καταγραφεί ως φαινόμενο ιδιαίτερα επικίνδυνο. 8 Για τον λόγο αυτό και έχει<br />

7 Torsten Persson, Guido Tabellini, Munich Lectures in Economics. The Economic<br />

Effects of Constitutions, MIT Press, Cambridge MA, 2003, κεφ. 2.<br />

8 Charles Louis de Secondat, Baron de Montesquieu. De l' esprit des lois, 1748. Alexis<br />

de Tocqueville. De la Démocratie en Amérique, 1835. James Madison, Federalist Papers.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 262<br />

262 ΜΙΧΑΛΗΣ ΜΗΤΣΟΠΟΥΛΟΣ<br />

υιοθετηθεί ο διαχωρισμός των εξουσιών αυτών σε όλες τις σύγχρονες κοινωνίες,<br />

έστω και θεωρητικά. Δυστυχώς όμως για τους εκάστοτε συντάκτες συνταγμάτων,<br />

ο πλήρης διαχωρισμός των εξουσιών, με την εκτελεστική εξουσία<br />

να μην έχει καμία επιρροή στη διαμόρφωση του νομοθετικού έργου και το αντίθετο,<br />

και τελικά τις δύο αυτές εξουσίες να μην έχουν καμία επιρροή στην<br />

άσκηση της δικαστικής εξουσίας, δεν είναι εφικτός, ούτε θεωρητικά ούτε πρακτικά.<br />

Θεωρητικά η, δημοκρατικά ιδανική και πλησιέστερη προς την άμεση δημοκρατία,<br />

απευθείας εκλογή των σωμάτων που αποτελούν την εκτελεστική και<br />

νομοθετική εξουσία από τον λαό, αυξάνει σημαντικά τις πιθανότητες και τα<br />

δύο σώματα να προέρχονται από την ίδια πλειοψηφία, με αποτέλεσμα οι δύο<br />

χωριστοί εντολοδόχοι να εκφράζουν τις ίδιες, αποδεκτές από την πλειοψηφία<br />

της στιγμής εκείνης, θέσεις. Οι θέσεις αυτές μπορεί να περιλαμβάνουν και την<br />

τυπική σύμπτυξη των δύο εξουσιών σε μια περίοδο κρίσης. Επιπλέον, η αυτόματη<br />

πρόκριση των επιλογών της πλειοψηφίας οδηγεί και στο φαινόμενο που ο<br />

de Tocqueville 9 αποκαλεί την «τυραννία της πλειοψηφίας», και που περιγράφει<br />

τον προβληματισμό κατά πόσο η κυβέρνηση της πλειοψηφίας μπορεί παράλληλα<br />

να προστατεύει αποτελεσματικά τα, πιθανόν δίκαια, συμφέροντα μιας<br />

μειοψηφίας, 10 η οποία αποτελεί μέρος της ίδιας κοινωνίας. Η προσπάθεια επίτευξης<br />

ενός διαχωρισμού των εξουσιών αντιμετωπίζει όμως και ένα άλλο πρακτικό<br />

πρόβλημα, καθώς όσο μειώνεται η αυτόματη πρόκριση των επιλογών της<br />

πλειοψηφίας αυξάνεται ο κίνδυνος οι εντολοδόχοι να καταστούν στην πράξη<br />

ανίκανοι να λάβουν αποφάσεις, όντας έρμαιο των ενστάσεων της κάθε μειοψηφίας,<br />

και έτσι να αποτύχουν να σχηματίσουν μια ισχυρή και λειτουργική κυβέρνηση.<br />

Οι προβληματισμοί αυτοί, αναφέρει ο Madison, 11 έχουν σαφώς επηρεάσει<br />

τον τρόπο με τον οποίο οι ισορροπίες και τα αντίβαρα που έχουν προβλεφθεί<br />

9 Alexis de Tocqueville, De la Démocratie en Amérique, 1835, κεφ. VII. De l'omni -<br />

potence de la majorité.<br />

10 Bill Clinton, June 14, 2004 «We are held together by this grand system of ours that<br />

permits us to debate and struggle and fight for what we believe is right. And because it's<br />

free, because it is a system of majority rule and minority rights, we're still around here<br />

after over 200 years. And most of the time, we get it right».<br />

11 Η έκταση του προβληματισμού για τη συγκεκριμένη περίπτωση σε ότι αφορά ειδικά<br />

το αμερικάνικο σύνταγμα από τον de Tocqueville είναι πιθανόν να προέρχεται<br />

από την άτυχη ακύρωση της επίσκεψης του στο κτήμα του Madison ο οποίος μάλλον θα<br />

ανέλυε περισσότερο μαζί του τους προβληματισμούς που παραθέτει στα ομοσπονδιακά<br />

του κείμενα. Hugh Brogan. Alexis de Tocqueville, βιογραφία, Profile Books,London,<br />

2006. Τονίζεται εδώ ότι ο de Tocqueville αναφέρει στο De la Démocratie en Amérique τα<br />

ομοσπονδιακά κείμενα του Madison, τα οποία συντάχθηκαν σε μια κοινή προσπάθεια


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 263<br />

ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΩΣ ΒΑΣΙΚΟΣ ΡΥΘΜΙΣΤΗΣ ΤΗΣ ΔΙΑΦΘΟΡΑΣ 263<br />

ανάμεσα στις τρεις εξουσίες στο αμερικάνικο σύνταγμα προσπαθούν να εξασφαλίσουν<br />

ακριβώς αυτή τη λεπτή ισορροπία ανάμεσα στην ταυτόχρονη εξασφάλιση<br />

της δημοκρατίας, δηλαδή της επικράτησης της επιθυμίας της πλειοψηφίας<br />

και τη διασφάλιση της δυνατότητας λήψης αποφάσεων, και την αποτελεσματική<br />

προστασία των συμφερόντων επιμέρους μειοψηφιών.<br />

Ενδέχεται η αποτελεσματική εξισορρόπηση των εξουσιών που επιτυγχάνεται<br />

στην αμερικάνικη ομοσπονδιακή δημοκρατία να προέρχεται και από την προσπάθεια<br />

να μην αποδοθούν στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση υπερβολικές εξουσίες,<br />

οι οποίες θα απέβαιναν σε βάρος των πολιτειακών κυβερνήσεων. 12 Σε κάθε<br />

περίπτωση όμως, δεν πρέπει να υποτιμηθεί και η ηθελημένη προσπάθεια των συντακτών<br />

του συντάγματος αυτού να σχεδιάσουν εξαρχής ένα πολιτικό σύστημα<br />

το οποίο θα έχει αφενός ισχυρούς εντολείς, ώστε να καλύπτεται η πρακτική ανάγκη<br />

δημιουργίας μιας αποτελεσματικής κυβέρνησης η οποία «θα μπορεί να πάρει<br />

τελικά μια απόφαση, ακόμα και αν αυτή δεν είναι τέλεια», όπως χαρακτηριστικά<br />

αναφέρει ο Madison, και παράλληλα θα περιορίζει την εν δυνάμει αυθαιρεσία<br />

των εντολοδόχων μέσω του διαχωρισμού των εξουσιών, και άρα στην<br />

πράξη θα εξασφαλίζει και την προστασία των δικαιωμάτων των μειοψηφιών.<br />

Ο Madison, 13 υιοθετώντας τις συστάσεις του de Montesquieu, 14 τονίζει ότι ο<br />

διαχωρισμός των εξουσιών πρέπει να αποσκοπεί σε μια ενδιάμεση λύση με την<br />

οποία δεν θα επιχειρείται ο πλήρης διαχωρισμός των εξουσιών, αλλά θα αποτρέπεται<br />

η συγκέντρωση σε υπερβολικό βαθμό των διαφορετικών εξουσιών<br />

στα ίδια χέρια. 15 Ο στόχος αυτός, κατά τον Madison, μπορεί να επιτευχθεί με<br />

μαζί με τους Hamilton και Jay για να υποστηρίζουν το νέο σύνταγμα πριν τα δημοψηφίσματα<br />

αποδοχής του στις επιμέρους πολιτείες (Ron Chernow. Alexander Hamilton,<br />

Penguin Books, New York, 2004). Συνεπώς προκύπτει ότι οι προβληματισμοί του παραμένουν<br />

παρόλο που είχε γνώση αυτών, και της αναλυτικής επιχειρηματολογίας τους.<br />

12 James Madison, «General View of the Powers Conferred by the Constitution»,<br />

Federalist Paper no 41, Independent Journal, January 19, 1788. Επίσης, σχετικό είναι το<br />

Federalist Paper 58, που περιγράφει τον μηχανισμό εξισορρόπησης της εκπροσώπησης<br />

των πολιτειών στο Κογκρέσο.<br />

13 James Madison, «The Particular Structure of the New Government and the<br />

Distribution of Power Among its Different Parts», οπ.π..<br />

14 Charles Louis de Secondat, Baron de Montesquieu. De l' esprit des lois, livre XI. 1748.<br />

15 Αναφέρει σαν πρακτικό παράδειγμα το σύνταγμα της Βρετανίας της εποχής εκείνης,<br />

στο οποίο η κάθε μια εξουσία ασκεί το έργο της υπό τον έλεγχο κάποιας άλλης, ή<br />

και των άλλων δύο, εξουσιών, ενώ και εκεί η νομοθετική εξουσία ασκείται από δύο χωριστά<br />

σώματα, εκπροσώπους διαφορετικών συμφερόντων. Αναφερόμενος στην συνέχεια<br />

στα συντάγματα των επιμέρους πολιτειών, καταγράφει ότι σε αρκετές περιπτώσεις<br />

αυτά είτε βάζουν ανέφικτους στόχους διαχωρισμού των εξουσιών είτε δεν καταφέρνουν<br />

να εξασφαλίσουν έναν ικανοποιητικό διαχωρισμό.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 264<br />

264 ΜΙΧΑΛΗΣ ΜΗΤΣΟΠΟΥΛΟΣ<br />

την εισαγωγή ειδικά σχεδιασμένων προστατευτικών μέτρων. Πρακτικά, τα<br />

προστατευτικά αυτά μέτρα δεν μπορεί να υλοποιηθούν 16 μέσω της απόλυτης<br />

εφαρμογής των δύο, σε μεγάλο βαθμό μεταξύ τους αντιφατικών, αρχών του<br />

απόλυτου διαχωρισμού των εξουσιών και της αποτελεσματικής επιβολής της<br />

επιθυμίας της πλειοψηφίας, αλλά απαιτούν την υιοθέτηση μιας ενδιάμεσης και<br />

προσεκτικά ισορροπημένης λύσης, 17 η οποία να συνδυάζει τις αρχές αυτές σε<br />

τέτοιο βαθμό ώστε να εξασφαλίζεται στην πράξη η δημοκρατία, δηλαδή η πρόκριση<br />

των αποφάσεων της πλειοψηφίας, η προστασία των μειοψηφιών, η διαχρονική<br />

διατήρηση ενός ικανοποιητικού βαθμού ανεξαρτησίας των τριών εξουσιών<br />

και ο συνδυασμός όλων των παραπάνω σε μια κυβέρνηση η οποία είναι<br />

ικανή να κυβερνάει.<br />

Ειδικότερα, ο Madison προτείνει 18 τη χορήγηση εντολών οι οποίες θα επιτρέπουν<br />

στους εντολοδόχους της κάθε εξουσίας να λειτουργήσουν αυτόνομα<br />

μέσα σε ένα ευρύ, αλλά όχι απεριόριστο, πλαίσιο αρμοδιοτήτων, και τη δημιουργία<br />

αμυντικών μηχανισμών, οι οποίοι θα επιτρέπουν στους εντολοδόχους<br />

να αντισταθούν στις ισχυρές επεκτατικές επιβουλές μιας άλλης εξουσίας.<br />

Έτσι, αναφέρει, θα πρέπει η κάθε εξουσία να έχει «τη δική της βούληση», και<br />

να μην εξαρτάται στον ορισμό της από τις άλλες εξουσίες. Η κύρια προστασία<br />

16 Ο Madison, στο Federalist Paper 49, έχει πρώτα απορρίψει την δογματική υιοθέτηση<br />

μιας απλοκής και στην πράξη μη εφαρμοστέας αρχής ότι οι κάθε δυο εξουσίες<br />

όταν συμφωνούν μπορούν να υπερισχύσουν της όποιας τρίτης, καθώς ανακύπτει και<br />

πάλι το πρόβλημα ότι οι δυο εξουσίες θα εκφράζουν την ίδιο πλειοψηφία ενώ η διαφορετική<br />

φύση των τριών εξουσιών περιπλέκει ακόμα περισσότερο το πρόβλημα, και έχει<br />

ήδη απορρίψει ως μη πρακτική την λύση της άμεσης δημοκρατίας μέσω της πραγματοποίησης<br />

συχνών δημοψηφισμάτων, η επιπλέον ενέχει και αυτή σημαντικούς κινδύνους<br />

για τις μειοψηφίες.<br />

17 James Madison, «The Departments Should Not be so Far Separated as to Have<br />

No Constitutional Control Over Each Other», Federalist Paper no 48, The New York<br />

Packet, February 1, 1788.<br />

Επίσης στο Federalist Paper 47 παρατίθεται το παράδειγμα του συντάγματος της<br />

Virginia, συνταγμένο με βάση την αρχή διαχωρισμού των εξουσιών με την επιρροή του<br />

Jefferson, το οποίο όμως δεν ήταν σε θέση να αποδειχθεί λειτουργικό στην πράξη. Τέλος,<br />

ο de Montesquieu στο de l' esprit des lois, livre XI, δίνει παραδείγματα ελληνικών<br />

δημοκρατικών στις οποίες η νομοθετική δύναμη του λαού σε κάθε στιγμή μπορούσε να<br />

ανατρέψει τον, πέρα από την απειλή αυτή, πανίσχυρο στην άσκηση της εκτελεστικής<br />

εξουσίας ηγεμόνα.<br />

18 James Madison, «The Structure of the Government Must Furnish the Proper<br />

Checks and Balances Between the Different Departments», Federalist Paper no 51, The<br />

Independent Journal, February 6, 1788.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 265<br />

ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΩΣ ΒΑΣΙΚΟΣ ΡΥΘΜΙΣΤΗΣ ΤΗΣ ΔΙΑΦΘΟΡΑΣ 265<br />

για την κάθε εξουσία θα πρέπει να παρέχεται από τη δυνατότητα της να αμυνθεί<br />

εναντίον της όποιας επιβουλής προέλθει από μια άλλη εξουσία κατά της<br />

αρμοδιότητας της να ασκεί τα καθήκοντα της, και η ισχύς αυτής της άμυνας θα<br />

πρέπει να είναι ανάλογη της ισχύος της επιβουλής. Η ακυβερνησία, τέλος, αποφεύγεται,<br />

καθώς τα καθήκοντα που περιγράφει για την κάθε εξουσία η εντολή<br />

που δίνεται, έχουν ένα ικανοποιητικό εύρος, χωρίς όμως να είναι απεριόριστα.<br />

Ο σχετικός προβληματισμός για την ανάγκη τέτοιων προσεκτικά σχεδιασμένων<br />

προστατευτικών μέτρων, έχει ιδιαίτερη σημασία στην περίπτωση της<br />

νομοθετικής εξουσίας. Για τη νομοθετική εξουσία ο de Tocqueville 19 αναφέρει<br />

ότι εάν υπάρχει πλήρης διαχωρισμός των εξουσιών, και άρα και η πλήρης ανεξαρτησία<br />

τους, θα επέλθει μια παντοδυναμία της νομοθετικής εξουσίας, η<br />

οποία θα οδηγήσει στον έλεγχο όλων των άλλων εξουσιών από αυτήν και στη<br />

συνέχεια αναπόφευκτα στην κατάρρευση της δημοκρατίας. Στην επικινδυνότητα<br />

της εν δυνάμει παντοδυναμίας μιας εντελώς ανεξάρτητης, και άρα ανεξέλεγκτης,<br />

νομοθετικής εξουσίας συμφωνεί και ο Madison, 20 αναφερόμενος καταρχήν<br />

στη λειτουργία ομοσπονδιακών κυβερνήσεων, αν και, όπως σημειώνει<br />

ο de Tocqueville, η γενίκευση των ανησυχιών αυτών ισχύει και για άλλα είδη<br />

κυβερνήσεων.<br />

Προκύπτει συνεπώς η ανάγκη να εισαχθεί η δυνατότητα, προσεκτικά υπολογισμένη<br />

ως προς την ισχύ της, της εκτελεστικής εξουσίας κυρίως, αλλά και<br />

της δικαστικής, να αμυνθεί κατά νομοθετικών πρωτοβουλιών οι οποίες απειλούν<br />

να περιορίσουν τις δικές της αρμοδιότητες, χωρίς βέβαια να ακυρώνεται<br />

η ικανότητα του νομοθετικού σώματος να ασκεί τα καθήκοντα του. Συγκεκριμένα,<br />

για το θέμα αυτό ο de Montesquieu 21 συνιστά η εκτελεστική εξουσία να<br />

μην συμμετέχει στο νομοπαρασκευαστικό έργο, αλλά να διατηρεί το δικαίωμα<br />

μιας πρώτης άρνησης και αναπομπής ακραίων νομοθετικών πρωτοβουλιών.<br />

Μια τέτοια δυνατότητα αναπομπής, προσθέτουμε, έχει πρακτική ισχύ μόνο<br />

όταν απαιτείται στη συνέχεια ενισχυμένη πλειοψηφία του νομοθετικού σώματος<br />

ώστε να επιβληθεί τελικά η νομοθετική πρωτοβουλία. Όταν απαιτείται<br />

ξανά μόνο απλή πλειοψηφία, το μόνο αποτέλεσμα είναι μια μικρή χρονική καθυστέρηση<br />

πριν τη λήψη της οριστικής απόφασης.<br />

19 Alexis de Tocqueville, De la Démocratie en Amérique, 1835. De l'omnipotence de la<br />

majorité. La Tyrannie de la Majorité, κεφ. vii.<br />

20 Madison, «The Structure of the Government Must Furnish the Proper Checks and<br />

Balances Between the Different Departments», οπ.π.<br />

21 Charles Louis de Secondat, Baron de Montesquieu. De l' esprit des lois, livre XI,<br />

1748.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 266<br />

266 ΜΙΧΑΛΗΣ ΜΗΤΣΟΠΟΥΛΟΣ<br />

Ο παραπάνω προβληματισμός επικεντρώνεται κυρίως στην περίπτωση της<br />

εκτελεστικής και νομοθετικής εξουσίας, καθώς στο δικαστικό σώμα, για τη<br />

συμμετοχή στο οποίο συχνά απαιτούνται αυξημένα προσόντα, δεν είναι απαραίτητο<br />

οι εντολοδόχοι να προέρχονται από άμεση εκλογή από τον λαό, υπό<br />

την προπόθεση, κατά τον Madison, ότι υπάρχει ένας μηχανισμός που εξουδετερώνει<br />

σύντομα κάθε αίσθηση εξάρτησης του λειτουργού από την εξουσία<br />

που προβαίνει στον διορισμό.<br />

Η επεξεργασία τέτοιων προστατευτικών μέτρων, τα οποία εξασφαλίζουν<br />

ότι ο κάθε εντολοδόχος έχει συγκεκριμένες και προσεκτικά οριοθετημένες<br />

εξουσίες οι οποίες ελέγχονται για ακραίες παρεκτροπές από άλλους εντολοδόχους,<br />

καθιστά και τις τρεις εξουσίες εξαρτώμενες από έναν ανεξάρτητο κριτή<br />

όχι μόνο κατά τη στιγμή που λαμβάνουν την εντολή, αλλά και κάθε στιγμή κατά<br />

την οποία ασκούν εξουσία. Το γεγονός αυτό στοχεύει στο να περιορίσει την<br />

όποια διάθεση τους να καταχραστούν την εξουσία τους ανατρέποντας με την<br />

κατάχρηση αυτή τις ισορροπίες που εισάγει ο μερικός διαχωρισμός των εξουσιών<br />

και θέτοντας έτσι προ τετελεσμένων γεγονότων το εκλογικό σώμα την<br />

ώρα των επομένων εκλογών. Τετελεσμένων γεγονότων, τα οποία θα δώσουν<br />

στους εντολοδόχους τη δυνατότητα σε βάθος χρόνου να αποκτήσουν δικτατορικές<br />

εξουσίες, οπότε κατά την προσφιλή έκφραση του de Montesquieu «όλα θα<br />

έχουν χαθεί». Τα μέτρα που προστατεύουν το σύστημα από μια τέτοια εξέλιξη<br />

και τα οποία εισάγουν για τις εξουσίες εξαρτήσεις πέρα από τη λακή εντολή,<br />

συνιστούν τον σχεδιασμό μιας κυβέρνησης η οποία, κατά τον Madison, είναι σε<br />

θέση να κυβερνάει όχι μόνο τους κυβερνώμενους, αλλά και τον εαυτό της. Τα<br />

προστατευτικά αυτά μέτρα, αν και παρεμβάλλονται της καθαρής λακής εντολής,<br />

και άρα πρέπει να είναι σχεδιασμένα με τέτοιο τρόπο ώστε να μην μειώνουν<br />

σε υπερβολικό βαθμό τη δημοκρατικότητα του συστήματος, είναι μια παρέμβαση<br />

στη λακή εντολή η οποία τελικά διασφαλίζει τη μακροχρόνια λειτουργία<br />

ενός δίκαιου και δημοκρατικού συστήματος, υπό την προπόθεση βέβαια<br />

ότι δεν υπεισέρχονται στο έργο της κάθε εξουσίας σε τέτοιο βαθμό ώστε<br />

αυτές να μην είναι σε θέση να κυβερνήσουν.<br />

Οι μειοψηφίες: εν δυνάμει διαφθορείς αλλά και προστάτες της<br />

δημοκρατίας<br />

Εξ ορισμού οι μειοψηφίες σπάνια έχουν ακριβώς τα ίδια συμφέροντα με<br />

την πλειοψηφία, καθώς στον βαθμό που αθροιζόμενες συνθέτουν την πλειοψηφία,<br />

διαφέρουν τελικά μεταξύ τους μόνο στον βαθμό, μικρότερο ή μεγαλύτερο<br />

για κάθε χωριστή μειοψηφία, στον οποία τα συμφέροντα κάθε μίας από αυτές<br />

διαφέρουν από αυτά της πλειοψηφίας. Η ύπαρξη μειοψηφιών είναι συνεπώς


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 267<br />

ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΩΣ ΒΑΣΙΚΟΣ ΡΥΘΜΙΣΤΗΣ ΤΗΣ ΔΙΑΦΘΟΡΑΣ 267<br />

δεδομένη σε κάθε κοινωνία 22 και με δεδομένους τους κανόνες που ισχύουν για<br />

το σύνολο της κοινωνίας και την πολιτική που ασκείται, η κάθε τέτοια μειοψηφία<br />

έχει κάθε στιγμή κίνητρο να ζητήσει κάποια ειδική μεταχείριση από τον<br />

εντολοδόχο.<br />

Το κίνητρο να ζητήσουν οι επιμέρους μειοψηφίες διακριτή μεταχείριση αυξάνεται<br />

όταν η απόκλιση των συμφερόντων τους από τις αποφάσεις της πλειοψηφίας<br />

μεγιστοποιείται, και αυτό συμβαίνει όταν οι πολιτικές επιλογές προκρίνονται<br />

βάση της επιλογής μιας απόλυτης πλειοψηφίας, δηλαδή όταν η πλειοψηφία<br />

προκρίνει εκτελεστικές και, κυρίως, νομοθετικές επιλογές πολιτικής,<br />

οι οποίες δεν είναι προσαρμοσμένες, τουλάχιστον σε κάποιο ικανό βαθμό, στις<br />

ανάγκες αρκετών επιμέρους μειοψηφιών.<br />

Αντίθετα, όταν οι αποφάσεις της πλειοψηφίας λαμβάνονται κατόπιν μιας<br />

στάθμισης των προτιμήσεων αρκετών μειοψηφικών ομάδων, τότε το καταρχήν<br />

κίνητρο πολλών ομάδων να ζητήσουν διακριτή μεταχείριση μειώνεται. Κατά<br />

τον Madison 23 πρέπει η λακή εντολή να κατακερματίζεται σε αρκετές επιμέρους<br />

εντολές, οι οποίες θα εκπροσωπούν η κάθε μια όσο το δυνατόν πιο διαφορετικούς<br />

πλειοψηφικούς συνασπισμούς μειοψηφιών. Με τον τρόπο αυτό, οι<br />

επιμέρους ομάδες που αποκτούν εκπροσώπηση στο σύστημα αυξάνονται, και<br />

στον βαθμό που οι επιμέρους εντολείς έχουν ικανές άμυνες απέναντι στους άλλους<br />

εντολείς, μειώνεται η πιθανότητα να προκριθεί από την πλειοψηφία μια<br />

επιλογή η οποία είναι υπερβολικά άδικη για κάποια μειοψηφία. Επιθυμητό συστατικό<br />

του συστήματος είναι η, στον βαθμό του εφικτού, ανάδειξη των επιμέρους<br />

εντολέων με διαφορετικό τρόπο, ώστε να αποφευχθεί ο κίνδυνος να εκπροσωπούν<br />

την ίδια πλειοψηφία – συνασπισμό των ίδιων συμφερόντων μειοψηφίας.<br />

Ένα τέτοιο σύστημα είναι σε θέση να ικανοποιήσει τα πιο πιεστικά αιτήματα<br />

των μειοψηφιών μέσω του πολιτικού συστήματος, καθώς οι συνολικές<br />

αποφάσεις της πλειοψηφίας λαμβάνονται σαν χωριστές αποφάσεις επί των μεμονωμένων<br />

διαστάσεων που συνθέτουν τις πολυδιάστατες επιλογές της κοινωνίας,<br />

και δεν αποτελούν απλά τη διάμεσο των προτιμήσεων της κοινωνίας επί<br />

μιας συνολικής πρότασης για όλες τις επιλογές, η οποία σταθμίζει χωριστές<br />

προτάσεις επί πολυδιάστατων επιλογών με ένα τρόπο που είναι αποδεκτός από<br />

την πλειοψηφία σε μια συγκεκριμένη εκλογική αναμέτρηση. 24<br />

22 Madison, «The Structure of the Government Must Furnish the Proper Checks and<br />

Balances Between the Different Departments», οπ.π. και Russell Hardin, Liberalism,<br />

Constitutionalism and Democracy. Oxford University Press, Oxford, 2003.<br />

23 Ibit.<br />

24 Για την εκτενή σύγκριση των επιλογών πολιτικής που προκρίνονται στις δύο περιπτώσεις<br />

βλέπε Colomer, οπ.π.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 268<br />

268 ΜΙΧΑΛΗΣ ΜΗΤΣΟΠΟΥΛΟΣ<br />

Άρα όχι μόνο μειώνεται το κίνητρό τους να ζητήσουν εξωθεσμικά διακριτή<br />

μεταχείριση, αλλά αυξάνεται και το κίνητρό τους να συμμετάσχουν στην πολιτική<br />

διαδικασία 25 και περιορίζεται το φαινόμενο αποχώρησης τους από το πολιτικό<br />

σύστημα. 26<br />

Αντίθετα, όταν η επιλογή της κοινωνίας στην ανάθεση της εντολής είναι μονοδιάστατη,<br />

τότε προκρίνονται επιλογές της απόλυτης πλειοψηφίας, μιας διάμεσου<br />

των προτιμήσεων της κοινωνίας, οι οποίες όμως δεν ελαχιστοποιούν τις<br />

διαφορές των πολιτικών που προκρίνονται από τις επιλογές που θα προτιμούσαν<br />

οι επιμέρους μειοψηφίες. Έτσι, το κίνητρο των μειοψηφιών αυτών να αναζητήσουν<br />

εξωθεσμική εξυπηρέτηση αυξάνεται. Σημειώνεται ότι η εκπροσώπηση<br />

των μειοψηφικών ομάδων συνδέεται άμεσα και με την προσωπική λογοδοσία<br />

των εντολοδόχων, καθώς, κατά τους Persson, Roland και Tabellini, 27 η<br />

εκλογή κυβερνήσεων βάσει μιας απόλυτης πλειοψηφίας δεν επιτρέπει στους<br />

ψηφοφόρους να διακρίνουν ανάμεσα στα επιμέρους στελέχη της κυβέρνησης,<br />

ενώ όταν οι κυβερνήσεις σχηματίζονται από αναλογική εκπροσώπηση αυτό είναι<br />

δυνατό σε μεγαλύτερο βαθμό.<br />

Τα κίνητρα των ομάδων μειοψηφίας για διακριτή μεταχείριση είναι όμως<br />

μόνο η μια παράμετρος των κινήτρων που καθορίζουν αυτές τις συναλλαγές,<br />

καθώς υπάρχει και η παράμετρος των ελέγχων που ασκούνται κατά αυτών των<br />

συναλλαγών. Όταν οι εξουσίες ελέγχονται αποτελεσματικά από άλλες εξου-<br />

25 Σε ένα τέτοιο σύστημα η, κατά Πελαγίδη, «διαφωνία ή αποχώρηση από το σύστημα»<br />

έχει σημασία σαν μορφή διαμαρτυρίας. Θοδωρής Πελαγίδης και Μιχάλης Μητσόπουλος,<br />

Ανάλυση της ελληνικής Οικονομίας- Η Προσοδοθηρία και οι Μεταρρυθμίσεις,<br />

Εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα, 2006, κεφ. 2 «Οι Βίκινγκς στην Ελλάδα».<br />

26 Κατά τον Madison παρατίθεται και πάλι η πρακτική ανάγκη το σύνταγμα της<br />

Αμερικής να δώσει στα ομοσπονδιακά νομοθετικά σώματα την εξουσία να δίνει πρακτικές<br />

λύσεις, ενώ τα συμφέροντα των πολιτειακών κυβερνήσεων εξασφαλίζουν, όπως<br />

χαρακτηριστικά αναφέρει στο Federalist Paper 44, «Restrictions on the Authority of the<br />

Several States», οπ.π., ότι σε περίπτωση κατάχρησης εξουσίας από τα ομοσπονδιακά<br />

σώματα οι πολιτειακές κυβερνήσεις θα εντοπίσουν τη νομοθετική επίβουλη πρωτοβουλία,<br />

και θα σπεύσουν να ενημερώσουν τον λαό για αυτήν, ώστε σύντομα να καταψηφίσει<br />

τους σφετεριστές και να διορθωθεί η εκτροπή. Η επιχειρηματολογία του Madison<br />

έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον διότι αναφέρει ρητά το κίνητρο ενημέρωσης του κοινωνικού<br />

συνόλου από τις επιμέρους ομάδες οι οποίες συμμετέχουν ενεργά στην πολιτική σκηνή,<br />

τις πολιτειακές κυβερνήσεις δηλαδή, για την υιοθέτηση μιας παράβασης, και όχι συγκάλυψης<br />

της ώστε αυτή να παραμείνει αφανής.<br />

27 Torsten Persson, Gérard Roland, Guido Tabellini, «How Do Electoral Rules<br />

Shape Party Structures, Government Coalitions, and Economic Policies?», CESifo<br />

Working Paper Series, No. 1115, 2004.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 269<br />

ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΩΣ ΒΑΣΙΚΟΣ ΡΥΘΜΙΣΤΗΣ ΤΗΣ ΔΙΑΦΘΟΡΑΣ 269<br />

σίες, η προσπάθεια της κάθε μιας να συναλλαχθεί με μια μειοψηφία, η οποία<br />

επιζητά τη συναλλαγή αυτή, μπορεί να εντοπιστεί και να αναχαιτιστεί από την<br />

ελέγχουσα εξουσία. Η προθυμία της άλλης εξουσίας να ασκήσει τον έλεγχο<br />

διασφαλίζεται, πέρα φυσικά από την ύπαρξη της, και από το γεγονός ότι οι<br />

εντολείς του εντολοδόχου αυτής της εξουσίας δεν έχουν τα ίδια ακριβώς συμφέροντα<br />

και επιθυμίες με τους εντολείς και εντολοδόχους της εξουσίας που<br />

βρίσκονται στον πειρασμό της διαφθοράς. Αυτό εξασφαλίζεται ακριβώς<br />

επειδή υπάρχουν τα προστατευτικά μέτρα που περιορίζουν την αμεσότητα της<br />

δημοκρατικής εκλογής των εντολοδόχων, και άρα εξασφαλίζουν τη, με τυχαίο<br />

συχνά τρόπο, διαφορετική σύνθεση των πλειοψηφιών που αναθέτουν την<br />

εντολή στους εντολοδόχους των διαφορετικών εξουσιών.<br />

Μοιράζοντας έτσι τη στήριξη των μειοψηφικών ομάδων της κοινωνίας ανάμεσα<br />

σε διαφορετικές αλληλοελεγχόμενες ομάδες εξουσίας, εξασφαλίζεται<br />

όχι μόνο ότι οι πολιτικές επιλογές πού προκρίνονται λαμβάνουν υπόψη τους σε<br />

μεγαλύτερο βαθμό τα συμφέροντα των επιμέρους μειοψηφιών, που απαρτίζουν<br />

άλλωστε την κάθε πλειοψηφία, αλλά και ότι τα διαφορετικά αυτά συμφέροντα,<br />

για χάρη της προστασίας των οποίων περιορίζεται η δημοκρατική αρχή της<br />

άμεσης πρόκρισης των επιθυμιών της πλειοψηφίας, εισάγουν ισορροπίες και<br />

αντίβαρα, που στελεχώνονται από τις επιμέρους μειοψηφίες, με τα οποία διατηρείται<br />

η ουσιαστική ανεξαρτησία των επιμέρους εξουσιών, και τελικά αποτρέπεται<br />

η μετάπτωση της δημοκρατίας σε δικτατορία.<br />

Συνεπώς αυξάνοντας τον αριθμό των ομάδων μειοψηφίας οι οποίες με διαφορετικούς<br />

συνδυασμούς στηρίζουν διαφορετικούς πόλους εξουσίας, και άρα<br />

και αυξάνοντας τους πόλους εξουσίας, μειώνεται στο σύστημα η πιθανότητα<br />

δημιουργίας μιας πλειοψηφίας η οποία να είναι καταχρηστική σε βάρος μιας ή<br />

πολλών μειοψηφιών. Ταυτόχρονα αυξάνεται η πιθανότητα οι αποφάσεις πολιτικής<br />

που λαμβάνονται να μην εκφράζουν απλά την απόλυτη πλειοψηφία, αλλά<br />

να σταθμίζονται και σε ικανό βαθμό από τις επιθυμίες αρκετών μειοψηφιών. 28<br />

Με βάση το συλλογισμό αυτό, ο Madison συνδέει πλέον οριστικά την εξασφάλιση<br />

της –μειωμένης σε έναν προσεκτικά υπολογισμένο βαθμό από τον έλεγχο<br />

άλλων εξουσιών– ανεξαρτησίας των τριών εξουσιών, με την προστασία των<br />

συμφερόντων των διάφορων ομάδων μειοψηφίας.<br />

Η παραπάνω ανάλυση μας δίνει, τέλος, τη δυνατότητα να προχωρήσουμε<br />

και στην περιγραφική διάκριση των διαφορετικών συστημάτων. Έχουμε λοι-<br />

28 Για μια περιγραφή του διαφορετικού μηχανισμού λήψης αποφάσεων από την κοινωνία,<br />

και την ικανοποίηση των συμφερόντων των επιμέρους ομάδων στην περίπτωση<br />

που η απόφαση δεν είναι μονοδιάστατη αλλά πολυδιάστατη βλέπε στο Colomer, οπ.π.,<br />

2006.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 270<br />

270 ΜΙΧΑΛΗΣ ΜΗΤΣΟΠΟΥΛΟΣ<br />

πόν από τη μία πλευρά συστήματα που εξασφαλίζουν την αύξηση του αριθμού<br />

των πόλων εξουσίας και που έτσι εξασφαλίζουν την εισαγωγή πιο αποτελεσματικών<br />

ελέγχων, την πρόκριση αποφάσεων πλειοψηφίας οι οποίες είναι σταθμισμένες<br />

για τα συμφέροντα των μειοψηφιών και άρα οδηγούν στην ανάδειξη μικρότερων<br />

διαφορών, και τελικά τη δημιουργία μικρότερων κινήτρων για αναζήτηση<br />

διαφθοράς. Από την άλλη πλευρά βρίσκονται συστήματα που λειτουργούν<br />

με λίγους πόλους εξουσίας, οι οποίοι αναδεικνύουν στην κοινωνία λίγες<br />

ισχυρές ομάδες με αντίθετες θέσεις και τα οποία προκρίνουν αποφάσεις μιας<br />

απόλυτης πλειοψηφίας χωρίς να σταθμίζουν τα συμφέροντα των επί μέρους<br />

μειοψηφιών. Το κίνητρο για την αναζήτηση εξωθεσμικής, εκ των υστέρων, προσαρμογής<br />

αυξάνεται σημαντικά στην περίπτωση αυτή. Παράλληλα, αυξάνεται<br />

η πιθανότητα, όταν μια τέτοια συναλλαγή εξωθεσμικής προσαρμογής συμβεί,<br />

αυτή να μην έχει ουσιαστικές συνέπειες για τους εμπλεκόμενους, καθώς εκλείπουν<br />

οι διαφορετικοί πόλοι εξουσίας που λόγω των αντικρουόμενων επιδιώξεών<br />

τους θα ασκούσαν τον έλεγχο. Τα τελευταία συστήματα έχουν όμως ένα<br />

σημαντικό πρακτικό πλεονέκτημα σε σχέση με τα πρώτα: λόγω του σχεδιασμού<br />

τους, στο τέλος η λήψη αποφάσεων είναι πολύ πιο εύκολη σε σχέση με τα συστήματα<br />

στα οποία οι αντιρρήσεις μειοψηφιών, και η ενδεχόμενη δυσανάλογη<br />

στρέβλωση των πολιτικών που υιοθετούνται υπέρ τους, μπορεί να θέσουν σε<br />

ομηρία την πλειοψηφία, οδηγώντας την κυβέρνηση σε αδυναμία λήψης αποφάσεων<br />

και ακυρώνοντας έτσι όλα τα άλλα πλεονεκτήματα τους.<br />

Η αντιμετώπιση του προβλήματος αυτού αφορά πλέον τις λεπτομέρειες βάσει<br />

των οποίων ρυθμίζεται το σύστημα. Συγκεκριμένα, οι Persson και<br />

Tabellini 29 αναφέρουν διερευνούν τις επιπτώσεις που έχουν οι λεπτομέρειες<br />

σχεδιασμού διαφορετικών εκλογικών συστημάτων.<br />

Στο σημείο αυτό πρέπει να εξειδικευτεί η αναφορά του Madison 30 στο πρόβλημα<br />

που δημιουργείται όταν το νομοθετικό σώμα νομοθετεί χωρίς έλεγχο<br />

υπέρ του ιδίου, καθώς σε ένα σύστημα με ανεπαρκείς ελέγχους είναι εύκολο<br />

να τροποποιηθεί το εκλογικό σύστημα στις λεπτομέρειες αυτές με έναν τρόπο<br />

που θα μειώνει τη λογοδοσία των εντολοδόχων, όπως άλλωστε παρατηρείται<br />

και στην πράξη καθώς συνήθως στις μεγάλες περιφέρειες η επιλογή των υποψηφίων<br />

γίνεται από κομματικές λίστες. Η συνοπτική περιγραφή των δύο εναλλακτικών<br />

συστημάτων είναι συνεπώς, για το πρώτο, «σύστημα κυβέρνησης<br />

πλειοψηφίας, αυξημένης λογοδοσίας και δικαιωμάτων μειοψηφίας με ανάγκη<br />

29 Persson, Tabellini, οπ. π., κεφ. 2 και 7.<br />

30 James Madison, «The Alleged Tendency of the New Plan to Elevate the Few at the<br />

Expense of the Many Considered in Connection with Representation», Federalist Paper<br />

57, The New York Packet, February 19, 1788.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 271<br />

ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΩΣ ΒΑΣΙΚΟΣ ΡΥΘΜΙΣΤΗΣ ΤΗΣ ΔΙΑΦΘΟΡΑΣ 271<br />

ειδικού σχεδιασμού στις λεπτομέρειες ώστε να είναι σε θέση να κυβερνά<br />

ισχυρά» και «δεσποτική και διεφθαρμένη, αλλά ισχυρή και σταθερή κυβέρνηση»<br />

για το δεύτερο.<br />

Παραδείγματα συνταγμάτων και η δημιουργία ισχυρών<br />

κυβερνήσεων στην πράξη<br />

Από την παραπάνω ανάλυση προκύπτουν κάποια βασικά συμπεράσματα<br />

για τη λειτουργία των πολιτικών συστημάτων. Πρώτον, η προσπάθεια ικανού<br />

διαχωρισμού ειδικά της νομοθετικής και εκτελεστικής εξουσίας είναι απολύτως<br />

απαραίτητη προπόθεση για τη δημιουργία ενός συστήματος που δεν θα<br />

υποφέρει από την «τυραννία της πλειοψηφίας» και που δεν θα λειτουργεί δεσποτικά<br />

εις βάρος των επί μέρους μειοψηφιών. Δεύτερον, ένα σύστημα το<br />

οποίο θα βασίζεται σε περισσότερους πόλους εξουσιών μπορεί να εξασφαλίζει<br />

στην πράξη έναν ικανό διαχωρισμό εξουσιών, αλλά κινδυνεύει σοβαρά να<br />

αναδείξει μια κυβέρνηση χωρίς την ισχύ που χρειάζεται ώστε αυτή να είναι σε<br />

θέση να κυβερνήσει αποτελεσματικά.<br />

Στην πράξη, όλα τα συστήματα που υπάρχουν αυτή την στιγμή προσπαθούν<br />

να συμβιβάσουν τις δύο αυτές αντιφατικές επιταγές, την ανάγκη εξασφάλισης<br />

ενός ικανού διαχωρισμού των εξουσιών από τη μία και την εξασφάλιση αρκετής<br />

ισχύος στην κυβέρνηση ώστε αυτή να μπορεί να κυβερνήσει αποτελεσματικά.<br />

Ενδεικτικό παράδειγμα είναι το Γαλλικό σύστημα. Στην Γαλλία το σύνταγμα<br />

31 θεωρητικά προβλέπει διαχωρισμό των εξουσιών και τρόπους λογοδοσίας<br />

των κυβερνώντων στους πολίτες. Το νομοθετικό σώμα αποτελείται από την<br />

Εθνική Συνέλευση, η οποία έχει τις ουσιαστικές νομοθετικές εξουσίες και η<br />

οποία εκλέγεται απευθείας από το λαό ανά πενταετία, και τη Γερουσία, που<br />

εκλέγεται από εκλεγμένους τοπικούς άρχοντες, και η οποία έχει στην πράξη<br />

πολύ περιορισμένες νομοθετικές εξουσίες. Στη Γερουσία η θητεία είναι εξαετής,<br />

αλλά το ήμισυ του σώματος ανανεώνεται κάθε τρία χρόνια. Το νομοθετικό<br />

σώμα έχει νομοθετική πρωτοβουλία και επιπλέον έχει τη δυνατότητα να ελέγξει<br />

την εκτελεστική εξουσία μέσω ερωτήσεων και μέσω της σύστασης ερευνητικών<br />

επιτροπών. Στο Γαλλικό σύστημα η εκτελεστική εξουσία μοιράζεται ανάμεσα<br />

στον πρόεδρο και τον πρωθυπουργό, καθώς ο πρωθυπουργός ορίζεται από τον<br />

πρόεδρο αλλά προέρχεται από το κόμμα που έχει την πλειοψηφία στην Εθνική<br />

Συνέλευση, από την οποία και λαμβάνει ψήφο εμπιστοσύνης. Ο πρόεδρος, ο<br />

οποίος εκλέγεται σε χωριστές εκλογές, διατηρεί τη δυνατότητα να διαλύσει την<br />

31 Γαλλικό σύνταγμα.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 272<br />

272 ΜΙΧΑΛΗΣ ΜΗΤΣΟΠΟΥΛΟΣ<br />

Εθνική Συνέλευση και να προκαλέσει εκλογές και μάλιστα χωρίς τη συγκατάθεση<br />

του πρωθυπουργού. Επιπλέον, αν και θεωρητικά δεν μπορεί να παύσει τον<br />

πρωθυπουργό, είθισται αυτός πριν από το διορισμό του να υποβάλλει στον πρόεδρο<br />

επιστολή παραίτησης με ανοιχτή ημερομηνία. Ο πρόεδρος προσυπογράφει<br />

τους νόμους αλλά έχει τη δυνατότητα, με τη σύμφωνη γνώμη του πρωθυπουργού<br />

(τον οποίο ελέγχει μέσω της επιστολής παραίτησης) να αναπέμψει<br />

έναν νόμο για μια δεύτερη επεξεργασία. Ωστόσο, είναι υποχρεωμένος, όταν ο<br />

νόμος του αποσταλεί εκ νέου από το νομοθετικά σώμα για προσυπογραφή, να<br />

τον αποδεχθεί. Ακόμα, ο πρόεδρος επιλέγει και τους υπουργούς, αν και ο πρωθυπουργός<br />

τυπικά προτείνει τη σύνθεση της κυβέρνησης – αλλά ο πρωθυπουργός<br />

όπως προαναφέραμε είναι ελεγχόμενος μέσω της απειλής διάλυσης της<br />

Εθνικής Συνέλευσης και της ανοιχτής επιστολής παραίτησης. Αυτό συμβαίνει<br />

κυρίως όταν το κόμμα στο οποίο ανήκει ο πρόεδρος είναι το ίδιο κόμμα με αυτό<br />

που έχει την πλειοψηφία στην Εθνική Συνέλευση. Τέλος, σημειώνεται ότι στη<br />

Γαλλία οι υπουργοί έχουν νομοθετική πρωτοβουλία, υπό τον όρο της έγκρισης<br />

των νόμων από την πλειοψηφία της Εθνικής Συνέλευσης. Στον βαθμό που η τελευταία<br />

ελέγχεται από το ίδιο κόμμα, η έγκριση αυτή συνήθως αποκτάται.<br />

Παρατηρούμε αμέσως ότι το Γαλλικό σύστημα έχει μια σημαντική ιδιαιτερότητα.<br />

Παρόλο που ο πρόεδρος και το κύριο νομοθετικό σώμα, η Εθνική Συνέλευση,<br />

εκλέγονται από χωριστές εκλογές απευθείας από τον λαό, γεγονός<br />

που δημιουργεί καταρχήν τις προποθέσεις για τον αποτελεσματικό διαχωρισμό<br />

εκτελεστικής και νομοθετικής εξουσίας, ο παραπέρα σχεδιασμός του συστήματος<br />

ακυρώνει στη συνέχεια το πλεονέκτημα και οδηγεί στη μη επιθυμητή<br />

32 ταύτιση εκτελεστικής και νομοθετικής εξουσίας. Αυτό συμβαίνει διότι<br />

αφενός ο πρωθυπουργός υποχρεωτικά προέρχεται από το κόμμα που έχει την<br />

πλειοψηφία στο νομοθετικό σώμα, καθώς υποχρεωτικά η κυβέρνηση λαμβάνει<br />

ψήφο εμπιστοσύνης από το νομοθετικό σώμα, και αφετέρου ο πρωθυπουργός<br />

ηγείται της εκτελεστικής εξουσίας από τη στιγμή που θα λάβει την εντολή του<br />

προέδρου. Έτσι το σύστημα οδηγεί στην ταύτιση της εκτελεστικής και της νομοθετικής<br />

εξουσίας, οι οποίες πλέον αναδεικνύονται υποχρεωτικά από την<br />

ίδια εκλογική πλειοψηφία, με αποτέλεσμα να επιβάλλεται στην κοινωνία η «τυραννία<br />

της πλειοψηφίας».<br />

Οι «έλεγχοι και ισορροπίες» που ισχύουν ώστε να αποφευχθεί αυτή είναι<br />

ανεπαρκείς. Ειδικότερα, η δυνατότητα του προέδρου, ο οποίος έχει εκλεγεί<br />

από μια διαφορετική πλειοψηφία, ή της Γερουσίας, να αναπέμψουν νομοθετικά<br />

κείμενα στην Εθνική Συνέλευση έχει μικρή πρακτική αξία, καθώς μετά<br />

32 Madison, «The Particular Structure of the New Government and the Distribution<br />

of Power Among its Different Parts», οπ.π.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 273<br />

ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΩΣ ΒΑΣΙΚΟΣ ΡΥΘΜΙΣΤΗΣ ΤΗΣ ΔΙΑΦΘΟΡΑΣ 273<br />

την αναπομπή απαιτείται και πάλι μόνο απλή πλειοψηφία, και όχι ενισχυμένη<br />

πλειοψηφία όπως συμβαίνει στις ΗΠΑ, για να τεθεί σε ισχύ το νομοθετικό κείμενο.<br />

Ενώ όμως η αναπομπή από τον πρόεδρο ενός νομοσχεδίου στην Εθνική<br />

Συνέλευση δεν απαιτεί την ψήφισή του με αυξημένη πλειοψηφία, ο πρόεδρος<br />

διατηρεί ανά πάσα στιγμή το δικαίωμα να διαλύσει την Εθνική Συνέλευση και<br />

να προκηρύξει νέες εκλογές. Με τον τρόπο αυτό προέκυπτε ένα σημαντικό<br />

πρακτικό πρόβλημα στις περιπτώσεις όπου η πλειοψηφία στο νομοθετικό σώμα<br />

δεν άνηκε στο ίδιο κόμμα με αυτό στο οποίο άνηκε ο πρόεδρος. Στην περίπτωση<br />

αυτή, ο πρόεδρος αναγκαστικά όριζε κυβέρνηση από το αντίπαλο<br />

κόμμα, και ενώ δεν είχε τρόπο ουσιαστικής παρέμβασης στις νομοθετικές επιλογές<br />

της κυβέρνησης, διατηρούσε το δικαίωμα να διαλύσει την Εθνική Συνέλευση<br />

και να προκηρύξει νέες εκλογές. Αυτός ο συνδυασμός, όπως φάνηκε<br />

στην πράξη, μείωνε σημαντικά την ισχύ της κυβέρνησης.<br />

Για τη λύση του προβλήματος που προέκυπτε από τη μειωμένη ισχύ της κυβέρνησης<br />

στις περιπτώσεις αυτές, προτιμήθηκε να μειωθεί ο χρόνος θητείας<br />

του προέδρου, από 7 σε 5 χρόνια, και επιπλέον συγχρονίστηκαν οι εκλογές για<br />

τον πρόεδρο και την Εθνική Συνέλευση, ώστε να μειωθούν οι πιθανότητες να<br />

συμβεί αυτή η αποκαλούμενη «συγκατοίκηση». Δηλαδή, τα μέτρα που λήφθηκαν<br />

ενισχύουν την ταύτιση εκτελεστικής και νομοθετικής εξουσίας, καθώς εφόσον<br />

οι εκλογές για τον πρόεδρο και την Εθνική Συνέλευση διεξάγονται σχεδόν<br />

ταυτόχρονα, μειώνεται η πιθανότητα χορήγησης των δύο εντολών από διαφορετικές<br />

πλειοψηφίες.<br />

Η ανάγκη της ταυτόχρονης εξασφάλισης ενός ικανού διαχωρισμού των<br />

εξουσιών και της δημιουργίας μιας ισχυρής κυβέρνησης συμβιβάζεται με διαφορετικό<br />

τρόπο στο αμερικάνικο σύνταγμα. Επισημαίνουμε αρχικά τον διαχωρισμό<br />

της νομοθετικής εξουσίας σε δύο χωριστά σώματα, τα οποία εκλέγονται με<br />

διαφορετικό τρόπο 33 και έχουν διαφορετική αποστολή, και άρα διαφοροποιούνται<br />

σε όσο το δυνατόν μεγαλύτερο βαθμό μεταξύ τους, παρόλο που λαμβάνουν<br />

εντολή από το ίδιο εκλογικό σώμα. Η νομοθετική εξουσία που θεσπίζει το αμερικάνικο<br />

σύνταγμα στα δύο ομοσπονδιακά νομοθετικά σώματα, τα οποία αποτελούν<br />

το Κογκρέσο, είναι γενική, υπερισχύει των πολιτειακών νομοθεσιών, και<br />

33 Η Βουλή των Αντιπροσώπων εκλέγεται απευθείας από τον λαό, και τα μέλη της<br />

Γερουσίας ορίζονται από τις πολιτειακές κυβερνήσεις, οι οποίες με την σειρά τους<br />

εκλέγονται από τον πληθυσμό της κάθε πολιτείας. Έτσι εξασφαλίζεται η ικανοποιητική<br />

διαφοροποίηση των πλειοψηφιών που επικρατούν σε κάθε περίπτωση, ενώ και οι χρόνοι<br />

εκλογής εισάγουν μια παραπέρα διάσταση διαφοροποίησης καθώς η ανανέωση των<br />

σωμάτων αυτών γίνεται με μεγάλη σχετικά ταχύτητα, με τις εκλογές για τη Βουλή των<br />

Αντιπροσώπων να πραγματοποιούνται κάθε δύο χρόνια και το 1/3 της Γερουσίας να<br />

ανανεώνεται κάθε δύο χρόνια.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 274<br />

274 ΜΙΧΑΛΗΣ ΜΗΤΣΟΠΟΥΛΟΣ<br />

αποτέλεσε ένα σημαντικό σημείο τριβής πριν την υιοθέτηση του συντάγματος.<br />

Συγκεκριμένα 34 οι αντίπαλοι του συντάγματος ήγειραν το ερώτημα της συνέπειας<br />

που θα έχει η κατάχρηση μιας τέτοιας γενικής και ισχυρής νομοθετικής<br />

εξουσίας σε βάρος των δικαιωμάτων των επιμέρους πολιτειών, 35 ενώ και ο ίδιος<br />

ο Madison παραδέχεται ότι τελικά μια ανεξέλεγκτη νομοθετική εξουσία μπορεί<br />

εύκολα να απορροφήσει όλες τις άλλες εξουσίες. 36 Στις βάσιμες αυτές επιφυλάξεις,<br />

οι οποίες όμως συχνά προτάσσονταν όχι μόνο σαν εύλογα ερωτήματα αλλά<br />

πολύ περισσότερο λόγω της εύλογης απροθυμίας 37 των πολιτειών να αποδώσουν<br />

σημαντικές εξουσίες σε ένα ομοσπονδιακό σώμα, απαντά αρχικά η<br />

ύπαρξη και ο σχεδιασμός των δύο νομοθετικών σωμάτων. Μέσω του διαχωρισμού<br />

των πολιτειών τόσο με κριτήριο τον αριθμό τους αλλά και, σε χωριστό<br />

σώμα, με βάση τον πληθυσμό, και την ανάγκη συναίνεσης και των δύο αυτών<br />

σωμάτων τα οποία εκλέγονται διαφορετικά, απαιτείται για την λήψη αποφάσεων<br />

η συναίνεση μιας πλειοψηφίας η οποία συντίθεται από μειοψηφούσες<br />

ομάδες που αναδεικνύονται με διαφορετικό τρόπο, στο κάθε ένα από τα δύο<br />

σώματα, και άρα δεν ταυτίζονται αυτόματα ούτε από την πλευρά των πολιτικών<br />

θέσεων και ούτε από την πλευρά των συμφερόντων που εκπροσωπούν. Προκύπτει<br />

λοιπόν ότι η ανάγκη σχεδιασμού ενός συστήματος που να καλύπτει τις ειδικές<br />

ανάγκες ενός ομοσπονδιακού συστήματος οδήγησε στη δημιουργία ενός νομοθετικού<br />

σώματος που εξασφαλίζει την αντιπροσώπευση των μειοψηφιών, που<br />

προέρχονται από διαφορετικές επιλογές της κοινωνίας, με πολλούς δυνατούς<br />

συνδυασμούς, και άρα κατ' αρχήν καλύπτει σε μεγάλο βαθμό την προπόθεση<br />

επιτυχούς ενσωμάτωσης των μειοψηφιών στο πολιτικό σύστημα.<br />

Το πλεονέκτημα ύπαρξης δύο νομοθετικών σωμάτων, που εκλέγονται με<br />

αρκετά διαφορετικό τρόπο και των οποίων η σύνθεση αλλάζει σε διακριτά<br />

χρονικά διαστήματα, πλαισιώνεται από μια εκτελεστική εξουσία η οποία εκλέγεται<br />

με άμεση καθολική ψηφοφορία. Η ψηφοφορία αυτή μπορεί να συμπίπτει<br />

χρονικά με τις εκλογές για τη Βουλή των Αντιπροσώπων και για το 1/3 της Γερουσίας,<br />

αλλά καθώς η σύνθεση των νομοθετικών αυτών σωμάτων αλλάζει<br />

ξανά στο ήμισυ της θητείας της εκτελεστικής εξουσίας, η ταύτιση παραμένει<br />

σχετικά περιορισμένη. Συνολικά, η ταύτιση της πλειοψηφίας που χορηγεί την<br />

34 Sean Wilentz, The Rise of American Democracy: Jefferson to Lincoln, W. W.<br />

Norton, New York, 2006.<br />

35 James Madison, «Restrictions on the Authority of the Several States», οπ.π..<br />

36 James Madison, «The Departments Should Not be so Far Separated as to Have<br />

No Constitutional Control Over Each Other», Federalist Paper no 48, The New York<br />

Packet, February 1, 1788.<br />

37 Sean Wilentz, The Rise of American Democracy: Jefferson to Lincoln, W. W.<br />

Norton, New York, 2006.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 275<br />

ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΩΣ ΒΑΣΙΚΟΣ ΡΥΘΜΙΣΤΗΣ ΤΗΣ ΔΙΑΦΘΟΡΑΣ 275<br />

εντολή στην εκτελεστική εξουσία με την πλειοψηφία που χορηγεί την εντολή<br />

στα δύο νομοθετικά σώματα είναι μικρή, κάτι που οφείλεται και στο γεγονός<br />

ότι η εκτελεστική εξουσία εκλέγεται από μια απόλυτη πλειοψηφία ενώ η χωριστή<br />

νομοθετική εξουσία προκύπτει μέσω μιας πιο αναλογικής εκπροσώπησης.<br />

Στις ΗΠΑ, το σύνταγμα προβλέπει ότι η εκτελεστική εξουσία δεν έχει καμία<br />

νομοθετική πρωτοβουλία, αν και, μέσω του προέδρου, έχει τη δυνατότητα να<br />

αναπέμψει νομοθετικά κείμενα. Όμως ο τελικός λόγος για το νομοθετικό έργο<br />

παραμένει στα νομοθετικά σώματα, που εφόσον εξασφαλίσουν, και τα δύο, μια<br />

ενισχυμένη πλειοψηφία, μπορούν να νομοθετήσουν παρά την πρώτη άρνηση<br />

της εκτελεστικής εξουσίας. Έτσι, σε ακραία περίπτωση, η νομοθετική εξουσία<br />

μπορεί να επιβληθεί της εκτελεστικής εξουσίας σε ότι αφορά το νομοθετικό<br />

έργο. Η σύγκριση με το Γαλλικό παράδειγμα αναδεικνύει τη σημαντική διαφορά<br />

της απαίτησης αυξημένης πλειοψηφίας μετά την αναπομπή του νομοθετήματος<br />

από την εκτελεστική εξουσία, ενώ παράλληλα απουσιάζει η δυνατότητα<br />

της εκτελεστικής εξουσίας να παύσει το νομοθετικό σώμα. Ο σχεδιασμός<br />

του αμερικάνικου συντάγματος στο σημείο αυτό είναι σκόπιμος, καθώς ο<br />

Madison τονίζει ότι μια δυνατότητα οριστικής άρνησης από την εκτελεστική<br />

εξουσία, όπως είναι η δυνατότητα διάλυσης του νομοθετικού σώματος στη Γαλλία,<br />

στο έργο του νομοθετικού σώματος, ακριβώς λόγω της ακραίας φύσης της,<br />

δεν θα λειτουργούσε αποτρεπτικά σε μικρές διαφωνίες, επιτρέποντας την εκκόλαψη<br />

μεγαλυτέρων διαφωνιών, και άρα και μεγάλων κρίσεων, στις οποίες<br />

μπορεί τελικά να μην λειτουργούσε ικανοποιητικά.<br />

Η ανάγκη της ταυτόχρονης εξασφάλισης ενός ικανού διαχωρισμού των<br />

εξουσιών και της δημιουργίας μιας ισχυρής κυβέρνησης η οποία θα μπορεί να<br />

κυβερνήσει αποτελεσματικά, συμπληρώνεται στο αμερικάνικο σύνταγμα με<br />

την ισχύ της εκτελεστικής εξουσίας, καθώς ο πρόεδρος ορίζει τα μέλη της κυβέρνησης<br />

χωρίς να απαιτείται ψήφος εμπιστοσύνης και από το νομοθετικό<br />

σώμα, ή άλλου είδους συναίνεση. Η συναίνεση αυτή όμως απαιτείται για τον<br />

ορισμό λοιπών αξιωματούχων, όπως για παράδειγμα οι δικαστών και οι πρεσβευτών.<br />

Επίσης, αν και το νομοθετικό σώμα μπορεί να αποπέμψει τον πρόεδρο,<br />

απαιτείται πρώτα η απόφαση της Βουλής των Αντιπροσώπων για την πρόταση<br />

αποπομπής και στη συνέχεια η εκδίκαση αυτής από τη Γερουσία, δηλαδή<br />

ένα άλλο σώμα. Ο σχεδιασμός αυτός σημειώνεται έχει υιοθετηθεί και σε ότι<br />

αφορά τη δικαστική εξουσία, καθώς και στην περίπτωση αυτή η αφαίρεση της<br />

ιδιότητας του δικαστή απαιτεί σύμφωνη γνώμη από τα δύο χωριστά νομοθετικά<br />

σώματα 38 τα οποία προκύπτουν από διαφορετικές εκλογές.<br />

38 Alexis de Tocqueville. De la Démocratie en Amérique. 1835. La Tyrannie de la<br />

Majorité, κεφ. viii.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 276<br />

276 ΜΙΧΑΛΗΣ ΜΗΤΣΟΠΟΥΛΟΣ<br />

Συνεπώς σκιαγραφείται ένα σύστημα στο οποίο εκλέγονται δημοκρατικά<br />

δύο χωριστά νομοθετικά σώματα και η εκτελεστική εξουσία, όπου η κάθε μια<br />

εξουσία ασκείται χωριστά από την άλλη, αλλά και η κάθε μια έχει ένα μηχανισμό<br />

με τον οποίο μπορεί να επιβληθεί στην άλλη, σε ακραίες περιπτώσεις. Στο<br />

σύστημα αυτό η εκλογή με απόλυτη πλειοψηφία αποδίδει σταθερότητα στην<br />

εκτελεστική εξουσία, ενώ η αναλογική εκπροσώπηση εισάγεται σκόπιμα στον<br />

τρόπο εκλογής του νομοθετικού σώματος επειδή αυτό δεν είναι αρμόδιο για τη<br />

διαχείριση των καθημερινών υποθέσεων της κοινωνίας, για την οποία η ισχύς<br />

και σταθερότητα είναι τόσο κρίσιμες.<br />

Η ομαλή λειτουργία του συστήματος για πάνω από 200 χρόνια, εν μέσω μάλιστα<br />

και σημαντικών κρίσεων που περιλαμβάνουν έναν εμφύλιο πόλεμο, μπορεί<br />

να στηρίζεται όμως, πέρα από τον προσεκτικό σχεδιασμό, και σε μια λεπτομέρεια<br />

του κανονισμού λειτουργίας του νομοθετικού σώματος. Έτσι, πριν από<br />

την αποστολή του νομοθετικού κειμένου στον πρόεδρο τα κίνητρα συνεργασίας<br />

ανάμεσα στις διάφορες ομάδες που απαρτίζουν τα δυο νομοθετικά σώματα<br />

ισχυροποιούνται από τον κανονισμό λειτουργίας της Γερουσίας, ο οποίος<br />

δίνει τη δυνατότητα σε ομιλητές να απαιτήσουν τη φυσική παρουσία γερουσιαστών<br />

για αόριστο χρόνο πριν από την έναρξη της ψηφοφορίας, και η συζήτηση<br />

μπορεί να διακοπεί μόνο εφόσον το απαιτήσουν τα 3/5 των γερουσιαστών.<br />

Μέσω αυτής της δυνατότητας εξάντλησης της υπομονής και αντοχής των νομοθετών,<br />

εισάγεται ένα μέσο πίεσης για την αναζήτηση συναινετικής λύσης και<br />

ελαχιστοποιείται η πιθανότητα δημιουργίας αδιεξόδου στην παραγωγή νομοθετικού<br />

έργου, παρά την αναλογική εκπροσώπηση των συμφερόντων στο νομοθετικό<br />

σώμα.<br />

Εξετάζοντας τα συντάγματα και άλλων χωρών, όπως της Αυστρίας, 39 παρατηρούμε<br />

ότι εκεί η ύπαρξη χωριστών εκλογών για τη νομοθετική εξουσία και<br />

την εκτελεστική εξουσία δεν αξιοποιείται και ότι πάλι επέρχεται η ταύτισή<br />

τους λόγω της αδυναμίας της εκτελεστικής εξουσίας να λειτουργήσει όταν δεν<br />

έχει τη στήριξη της πλειοψηφίας του Εθνικού Συμβουλίου, που είναι στην<br />

πράξη το σώμα που έχει τη νομοθετική εξουσία. Η περίπτωση της, ομοσπονδιακής,<br />

Αυστρίας έχει ομοιότητες με το Γαλλικό σύστημα, η οποία δεν είναι<br />

ομοσπονδιακό κράτος, με την έννοια ότι και τα δύο συστήματα εισάγουν δυο<br />

χωριστές άμεσες εκλογές, αλλά τελικά δεν αξιοποιούν το γεγονός αυτό για τον<br />

αποτελεσματικό διαχωρισμό των εξουσιών, ενώ επιπλέον και οι δύο χώρες<br />

39 Heinrich Neisser, Gerhard Loibelsberger, Helmut Strobel, Δημοκρατία της Αυστρίας.<br />

Πολιτικό Σύστημα- Ευρωπακή Πολιτική. Κοινωνία – Οικονομία, Εκδόσεις Παπαζήση,<br />

Αθήνα, 2006.


έχουν δύο νομοθετικά σώματα, από τα οποία όμως το δεύτερο είναι στην<br />

πράξη ανίσχυρο. 40<br />

Αντίθετα, το Γερμανικό σύστημα μπορεί να αναδεικνύει την εκτελεστική<br />

εξουσία μέσω του κύριου νομοθετικού σώματος, το οποίο προκύπτει από άμεσες<br />

εκλογές, και συνεπώς η εκτελεστική εξουσία να ταυτίζεται με την πλειοψηφία<br />

της Κάτω Βουλής, αλλά αξιοποιώντας την ομοσπονδιακή μορφή του κράτους<br />

και δίνοντας ουσιαστικές νομοθετικές εξουσίες 41 και στην Άνω Βουλή, η<br />

οποία στελεχώνεται μέσω των επιμέρους κρατιδίων, επέρχεται μια ουσιαστική<br />

αποδυνάμωση της ταύτισης της νομοθετικής με την εκτελεστική εξουσία. Συγκρίνοντας<br />

την περίπτωση αυτή με την Αυστρία ή τη Γαλλία, παρατηρούμε ότι<br />

ο διαχωρισμός αυτός επιτυγχάνεται χωρίς να απαιτούνται χωριστές εκλογές<br />

για την εκτελεστική εξουσία, η οποία αναδεικνύεται από την Κάτω Βουλή, καθώς<br />

η Άνω Βουλή στελεχώνεται από τις ανεξάρτητες εκλογές του κάθε κρατιδίου.<br />

Και στη Γερμανία υπάρχουν συγκεκριμένες προβλέψεις που εξασφαλίζουν<br />

τον διορισμό της εκτελεστικής εξουσίας με μεγάλη βεβαιότητα, και μάλιστα<br />

προβλέπεται ότι η απομάκρυνση του καγκελάριου μετά από ψήφο μη εμπιστοσύνης<br />

μπορεί να γίνει μόνο εφόσον έχει οριστεί ο διάδοχος του. 42<br />

Τέλος, στρεφόμαστε στην ανάλυση του ελληνικού συντάγματος. Το ελληνικό<br />

σύνταγμα, σύμφωνα με το άρθρο 26, προβλέπει καταρχήν έναν διαχωρισμό<br />

των εξουσιών και ορίζει ότι την εκτελεστική εξουσία ασκεί η κυβέρνηση<br />

και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας ενώ τη νομοθετική εξουσία ασκεί η Βουλή<br />

και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Στο άρθρο 82 καθορίζεται το περιεχόμενο<br />

της εκτελεστικής εξουσίας, η οποία, μέσω της κυβέρνησης, καθορίζει και κατευθύνει<br />

τη γενική πολιτική της χώρας σύμφωνα με τους ορισμούς του συντάγματος<br />

και των νόμων. Ο διαχωρισμός των εξουσιών όμως, ακυρώνεται στη συνέχεια<br />

με άλλα άρθρα του ιδίου συντάγματος. Έτσι, στο άρθρο 37 αναφέρεται<br />

ότι ορίζεται υποχρεωτικά ως πρωθυπουργός ο αρχηγός του κόμματος που έχει<br />

την πλειοψηφία στην Βουλή. Επίσης, η κυβέρνηση, κατά το άρθρο 81, ορίζεται<br />

με νόμο από την πλειοψηφία της Βουλής και οφείλει να έχει την εμπιστοσύνη<br />

της Βουλής, σύμφωνα με το άρθρο 84. Η ταύτιση εκτελεστικής και νομοθετικής<br />

εξουσίας είναι λοιπόν πλήρης, και ουσιαστικός ρυθμιστής του συστήματος αναkef03:kef03<br />

06/03/2009 13:59 Page 277<br />

ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΩΣ ΒΑΣΙΚΟΣ ΡΥΘΜΙΣΤΗΣ ΤΗΣ ΔΙΑΦΘΟΡΑΣ 277<br />

40 Συνεπώς υπάρχουν τα μειονεκτήματα που αναφέρει ο Πάνος Καζάκος, Αναθεώρηση<br />

του Συντάγματος και Οικονομία. Δοκίμια οικονομικής ανάλυσης των συνταγματικών<br />

θεσμών, Εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα, 2007, κεφ. 6, χωρίς αυτά να αντισταθμίζονται<br />

από κανένα πρακτικό πλεονέκτημα.<br />

41 Για τη ανάλυση της σημασίας που έχουν οι εξουσίες της Άνω Βουλής στη Γερμανία,<br />

βλέπε Colomer, οπ.π.<br />

42 Άρθρο 67 του Grundgesetz.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 278<br />

278 ΜΙΧΑΛΗΣ ΜΗΤΣΟΠΟΥΛΟΣ<br />

δεικνύεται ο πρωθυπουργός, 43 κάτι που επιβεβαιώνεται και τυπικά από το άρθρο<br />

73 που αναφέρει ότι και η κυβέρνηση μπορεί να λάβει νομοθετική πρωτοβουλία,<br />

γεγονός που υπονοεί και την έμμεση αποδοχή της συμμετοχής, στην<br />

πράξη, της εκτελεστικής εξουσίας στο νομοθετικό έργο. Συνεπώς, η σχετική<br />

προειδοποίηση του de Montesquieu, ότι η εκτελεστική εξουσία δεν πρέπει να<br />

συμμετέχει στην επεξεργασία του νομοθετικού έργου φαίνεται να μην έχει ληφθεί<br />

υπόψη. Οι εκτελεστικές και νομοθετικές εξουσίες του προέδρου είναι ουσιαστικά<br />

διαδικαστικές, και εξαντλούνται στην υποχρεωτική χορήγηση εντολής<br />

σχηματισμού κυβέρνησης στον αρχηγό του κόμματος πλειοψηφίας. Οι νομοθετικές<br />

του εξουσίες, πάλι ουσιαστικά διαδικαστικές, περιορίζονται στην<br />

αναπομπή νομοθετημάτων στη Βουλή, όπου με απλή πλειοψηφία πάλι προκρίνονται<br />

και υποχρεωτικά δημοσιεύονται, και στην, κατά το άρθρο 42, υποχρεωτική<br />

έκδοση διαταγμάτων που είναι αναγκαία για την εκτέλεση των νόμων.<br />

Ως πρακτικό αποτέλεσμα της διασταύρωσης των εξουσιών, ακολουθεί το περιεχόμενο<br />

του άρθρου 86, σύμφωνα με το οποίο μόνο η Βουλή, η πλειοψηφία<br />

της οποίας ταυτίζεται με την κυβέρνηση η οποία ελέγχει και το σχετικό νόμο,<br />

μπορεί να ασκήσει δίωξη κατά μέλους της κυβέρνησης. Και, κατά το άρθρο 51,<br />

το κόμμα που ελέγχει την πλειοψηφία της Βουλής, και το οποίο ελέγχει και την<br />

εκτελεστική εξουσία, αποφασίζει με απλή πλειοψηφία για τον τρόπο εκλογής<br />

των βουλευτών –και επομένως και της κυβέρνησης– μέσω του εκλογικού νόμου,<br />

γεγονός που έχει οδηγήσει στην αναμενόμενη χρήση της ενισχυμένης αναλογικής,<br />

η οποία μπορεί μεν να εξασφαλίζει στο σύστημα την πολυπόθητη σταθερότητα<br />

αλλά στερείται ουσιαστικά δημοκρατικότητας. Σημειώνεται εδώ ότι ο<br />

Hamilton 44 εξειδικεύει τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζεται στις ΗΠΑ το<br />

προφανές πρόβλημα που προκύπτει όταν το νομοθετικό σώμα κατά απλή πλειοψηφία<br />

αποφασίζει για τον τρόπο εκλογής του, αξιοποιώντας μια ιδιαίτερη δυνατότητα<br />

που παρέχει το ομοσπονδιακό σύστημα. Αντίστοιχα, το Συμβούλιο της<br />

Επικρατείας, το οποίο αποτελεί σήμερα το τελευταίο μεγάλο εμπόδιο απέναντι<br />

στην παντοδυναμία του πρωθυπουργού και της εκτελεστικής εξουσίας δέχεται<br />

τις, αναμενόμενες κατά τους de Tocqueville και de Montesquieu, πιέσεις. 45<br />

Παρατηρούμε λοιπόν στην Ελλάδα μια ασυνήθιστα μεγάλη, συγκριτικά με<br />

άλλες χώρες, 46 ταύτιση της νομοθετικής και εκτελεστικής εξουσίας, παρά την<br />

43 Στέφανος Μάνος, «Η Αναθεώρηση του Συντάγματος 04. Ισορροπίες και Αντίβαρα»,<br />

Καθημερινή, 23-5-2006.<br />

44 Alexander Hamilton, «Concerning the Power of Congress to Regulate the<br />

Election of its Members», Federalist Paper no 59, Τhe New York Packet, February 22,<br />

1788.<br />

45 Μάνος, οπ.π.<br />

46 Καζάκος, οπ.π., κεφ. 6.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 279<br />

ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΩΣ ΒΑΣΙΚΟΣ ΡΥΘΜΙΣΤΗΣ ΤΗΣ ΔΙΑΦΘΟΡΑΣ 279<br />

περί του αντιθέτου ισχυρή σύσταση των de Montesquieu, Madison, de Tocque -<br />

ville, και πολλών άλλων πολιτικών επιστημόνων. Οι κυβερνήσεις που προκύπτουν<br />

σύμφωνα με τις επιταγές αυτού του συντάγματος δεν εμφανίζουν τα προβλήματα<br />

αστάθειας που χαρακτήριζαν πολλές κυβερνήσεις της νεότερης ελληνικής<br />

ιστορίας, χάριν της εύκολης υιοθέτησης από το νομοθετικό σώμα της ενισχυμένης<br />

αναλογικής στους εκάστοτε εκλογικούς νόμους. Το τίμημα όμως είναι<br />

ότι προκύπτουν κυβερνήσεις οι οποίες, ανταποκρινόμενες ορθολογικά στο<br />

πλέγμα κινήτρων και αντικινήτρων που δημιουργεί η διασταύρωση της νομοθετικής<br />

και εκτελεστικής εξουσίας, και της πρόκρισης της εκλογής των βουλευτών<br />

από κομματικές λίστες και της διεύρυνσης του αριθμού των βουλευτών επικρατείας,<br />

είναι ορθολογικά αυταρχικές, χωρίς ιδιαίτερη ευαισθησία στις προτιμήσεις<br />

των επιμέρους μειοψηφιών, και μάλλον επιρρεπείς στη διαφθορά. 47<br />

Έχει σημασία ότι η ολοκλήρωση της ταύτισης της νομοθετικής και εκτελεστικής<br />

εξουσίας τόσο στην Ελλάδα, όσο και στη Γαλλία, συντελέστηκε όταν<br />

προέκυψαν προβλήματα στη συνεργασία πόλων εξουσίας που στην αρχή ήταν<br />

διαχωρισμένοι σε κάποιο βαθμό, και με πρωτοβουλία του νομοθετικού σώματος<br />

αφαιρέθηκε η δυνατότητα του άλλου πόλου εξουσίας να ελέγχει την, ενοποιημένη<br />

πλέον, νομοθετική και εκτελεστική εξουσία. Και στις δύο περιπτώσεις<br />

λοιπόν, οι αρχικές άμυνες του συστήματος ήταν ανεπαρκείς, οι κατά<br />

Madison φιλοδοξίες της μίας εξουσίας δεν βρήκαν απέναντι τους αντίθετες φιλοδοξίες<br />

με ισχύ ικανή να αποκρούσουν την επιβουλή, και η διασταύρωση των<br />

εξουσιών ακολούθησε φυσιολογικά ή, όπως λέει χαρακτηριστικά ο de<br />

Montesquieu, «όλα χάθηκαν».<br />

Συμπέρασμα<br />

Στο κεφάλαιο αυτό υποστηρίχθηκε ότι ο σχεδιασμός του συντάγματος μιας<br />

χώρας δεν επηρεάζει μόνο το βαθμό στον οποίο οι αποφάσεις που λαμβάνονται<br />

σε μια δημοκρατία, κυρίως νομοθετικές, εκτελεστικές αλλά και δικαστικές,<br />

ικανοποιούν τις δίκαιες προτιμήσεις του μεγαλύτερου μέρους των ψηφοφόρων.<br />

Υποστηρίχθηκε επιπλέον ότι τα χαρακτηριστικά ενός συντάγματος που<br />

ενθαρρύνει τη λήψη αποφάσεων που δεν σταθμίζουν επαρκώς τις προτιμήσεις<br />

του μεγαλύτερου μέρους των ψηφοφόρων αυξάνουν τα κίνητρα για τον καθένα<br />

47 Παρά την ισχύ της, οι πολιτικές επιλογές μιας τέτοιας κυβέρνησης απέχουν με βεβαιότητα<br />

από τις βέλτιστες για την κοινωνία επιλογές. Για τη σχετική επιχειρηματολογία<br />

βλέπε Josep M. Colomer, «Policy making in divided government: A pivotal actors<br />

model with party discipline», Public Choice, Vol. 125 Νο 3, 2005.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 280<br />

280 ΜΙΧΑΛΗΣ ΜΗΤΣΟΠΟΥΛΟΣ<br />

από αυτούς να αναζητήσουν εξωθεσμική διακριτή μεταχείριση, την οποία αποκαλούμε<br />

διαφθορά, και την ίδια στιγμή οδηγούν στην αδυναμία του πολιτικού<br />

συστήματος να αποτρέψει και να καταστείλει αυτές τις συμπεριφορές. Ο σχεδιασμός<br />

τέτοιων συνταγμάτων που ενθαρρύνουν τη διαφθορά είναι με τη σειρά<br />

του αποτέλεσμα της προσπάθειας να σχεδιαστούν συντάγματα τα οποία θα<br />

οδηγούν στην ανάδειξη ισχυρών, αλλά κατά βάση όχι δημοκρατικών, κυβερνήσεων,<br />

καθώς ο σχεδιασμός ενός συστήματος που μπορεί ταυτόχρονα να προκρίνει<br />

τις επιλογές της πλειοψηφίας, να προστατεύει επαρκώς τις μειοψηφίες<br />

και τελικά να είναι σε θέση να κυβερνήσει απαιτεί πιο προσεκτικό σχεδιασμό<br />

τόσο στις βασικές του παραμέτρους όσο και στις λεπτομέρειες.<br />

Η σύγκριση με τα συντάγματα άλλων χωρών αναδεικνύει ότι το ελληνικό<br />

σύνταγμα σήμερα εισάγει μια απόλυτη ταύτιση της εκτελεστικής με τη νομοθετική<br />

εξουσία. Αυτή η ταύτιση έχει περιγραφεί ως επικίνδυνη, ενώ το παρόν κείμενο<br />

τη σχετίζει επιπλέον με την αδυναμία των κυβερνήσεων να εξυπηρετήσουν<br />

με τον καλύτερο τρόπο την κοινωνία και να αντιμετωπίσουν τη διαδεδομένη<br />

διαφθορά που επικρατεί στη χώρα μας.<br />

Από την ανάλυση προκύπτει ότι μια αναθεώρηση με στόχο να εισάγει στο<br />

ελληνικό σύνταγμα ικανές «ισορροπίες και αντίβαρα» 48 θα πρέπει να βασίζεται<br />

σε χωριστές εντολές για την εκτελεστική και νομοθετική εξουσία. Η ισχύς<br />

της εκτελεστικής εξουσίας θα πρέπει να εξασφαλίζεται από την υιοθέτηση<br />

ενός εκλογικού μηχανισμού που προκρίνει πάντα ένα νικητή στις εκλογές, ενώ<br />

η εκπροσώπηση των μειοψηφιών θα εξασφαλίζεται μέσω της αναλογικής σύνθεσης<br />

του νομοθετικού σώματος. Το σύστημα αυτό για να καταστεί αποτελεσματικό<br />

θα πρέπει, πέρα από τη βέβαια ανάδειξη εκτελεστικής εξουσίας, να<br />

εξασφαλίζει και τη λήψη αποφάσεων στην παραγωγή νομοθετικού έργου, η<br />

οποία λόγω της αναλογικότητας της εκπροσώπησης των διάφορων κομμάτων<br />

θα είναι περισσότερο επιρρεπής σε εκβιασμούς από μικρές μειοψηφίες. Η<br />

αντιμετώπιση του προβλήματος αυτού είναι προπόθεση για να εξασφαλιστεί η<br />

ικανότητα του συστήματος να κυβερνά, και εξαρτάται από τις λεπτομέρειες του<br />

σχεδιασμού του συστήματος. Ο σχεδιασμός του νέου συντάγματος πρέπει σε<br />

κάθε περίπτωση να αντικαθιστά την απαίτηση της κυβέρνησης να αποκτά τη<br />

ψήφο εμπιστοσύνης της βουλής με την ικανότητα του νομοθετικού σώματος να<br />

αποπέμπει, με πλειοψηφία τουλάχιστον 2/3, μέλη της εκτελεστικής εξουσίας<br />

και να εισάγει την ικανότητα της εκτελεστικής εξουσίας να αναπέμπει νομοσχέδια.<br />

Στην περίπτωση αυτή είναι σημαντικό το νομοθετικό σώμα να πρέπει<br />

να επιβάλλει το νομοσχέδιο μετά την άρνηση αυτή, αλλά μόνο με μια αυξημένη<br />

πλειοψηφία.<br />

48 Μάνος, οπ.π.


Πρόσφατα, οι γνωστές εταιρείες διαδικτυακών υπηρεσιών Google, Yahoo<br />

και Microsoft σε συνεργασία με διεθνείς οργανώσεις προστασίας των ανθρωπίνων<br />

δικαιωμάτων ανακοίνωσαν τη συνεργασία τους για την αντιμετώπιση περιπτώσεων<br />

παραβίασης των προσωπικών δεδομένων των χρηστών τους από<br />

κρατικές υπηρεσίες ασφαλείας. Αντικείμενο της συνεργασίας είναι η διαμόρφωση<br />

ενός κοινού ρυθμιστικού πλαισίου που θα δεσμεύει τη λειτουργία τους σε<br />

χώρες που παραβιάζονται συστηματικά τα ανθρώπινα δικαιώματα. Η συμφωνία<br />

προβλέπει τον περιορισμό των στοιχείων που καλούνται να αποκαλύπτουν<br />

οι εταιρείες σε εθνικές ρυθμιστικές αρχές, καθώς και τη δημιουργία συγκεκριμένων<br />

δομών και διαδικασιών παρακολούθησης και επίβλεψης της συμμόρφωσης<br />

των επιμέρους πρακτικών κάθε εταιρείας με τους παραπάνω στόχους. 1 Η<br />

περίπτωση αυτή είναι ενδεικτική μια νέας πραγματικότητας στο σύγχρονο παγκοσμιοποιημένο<br />

περιβάλλον. Ανεξάρτητα από τα επιχειρηματικά κίνητρα<br />

μιας τέτοιας πρωτοβουλίας, ιδιωτικοί φορείς σε συνεργασία με μη κυβερνητικές<br />

οργανώσεις επιδιώκουν συχνά την ανάληψη δημόσιων λειτουργιών με<br />

σκοπό την αναπλήρωση της αδυναμίας των εθνικών διοικήσεων να διαμορφώσουν<br />

ένα αποτελεσματικό ρυθμιστικό πλαίσιο σε διεθνές ή εθνικό επίπεδο. Μη<br />

κυβερνητικές οργανώσεις, επιχειρήσεις και οι αντιπροσωπευτικές τους οργανώσεις<br />

εμφανίζονται πλέον όχι μόνο ως φορείς επηρεασμού των δημόσιων πολιτικών<br />

μέσω παραδοσιακών μορφών άσκησης πίεσης, αλλά ως ισότιμοι εταίkef03:kef03<br />

06/03/2009 13:59 Page 281<br />

14<br />

Το αίτημα για ισχυρό κράτος<br />

Eπιστροφή στην ιεραρχία;<br />

Χαράλαμπος Κουταλάκης<br />

Εισαγωγή<br />

1 Βλέπε news. yahoo.com, 20/10/2008.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 282<br />

282 ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΚΟΥΤΑΛΑΚΗΣ<br />

ροι του κράτους, είτε μέσω συμμετοχικών διαδικασιών διαβούλευσης και συναπόφασης,<br />

είτε μονομερώς μέσα από αυτορρυθμιστικές πρωτοβουλίες. Από τη<br />

διεθνή αναπτυξιακή συνεργασία, τη ρύθμιση των αγορών προόντων και υπηρεσιών,<br />

την έρευνα και την τεχνολογία, τις πολιτικές για την οικονομική και<br />

κοινωνική ανάπτυξη και το περιβάλλον, μη κυβερνητικοί φορείς συμμετέχουν<br />

πλέον ακόμη και σε πολιτικές που μέχρι πρόσφατα το κράτος διατηρούσε το<br />

μονοπώλιο παρέμβασης μέσω της δημόσιας διοίκησης ή διακρατικών μορφών<br />

συνεργασίας.<br />

Η ανάληψη οιονεί δημόσιων λειτουργιών από ιδιωτικούς φορείς αντιμετωπίζεται<br />

συνήθως με έντονο σκεπτικισμό. Η αυτορρύθμιση, δηλαδή η διαμόρφωση<br />

από ιδιωτικούς φορείς, χωρίς κρατική παρέμβαση, ενός κανονιστικού<br />

πλαισίου που επηρεάζει άμεσα ή έμμεσα το δημόσιο συμφέρον, θέτει επιτακτικά<br />

το ζήτημα της δημοκρατικής νομιμοποίησης και λογοδοσίας των αποφάσεων.<br />

Στο μέτρο που το αντικείμενο της αυτορρύθμισης υπερβαίνει την παραδοσιακή<br />

της λειτουργία που είναι η διευθέτηση των σχέσεων μεταξύ ιδιωτικών<br />

φορέων αλλά ρυθμίζει και τις αρνητικές εξωτερικότητες που προκύπτουν από<br />

τη δράση τους (ενδεχόμενη παραβίαση ατομικών δικαιωμάτων, περιβαλλοντική<br />

επιβάρυνση, συνθήκες και όροι εργασίας) οδηγεί στη σχετικοποίηση της<br />

έννοιας του δημόσιου συμφέροντος και της δυνατότητας των κυβερνήσεων να<br />

διαμορφώσουν αποτελεσματικές δημόσιες πολιτικές. Αντιθέτως, η φιλελεύθερη<br />

παράδοση αντιμετωπίζει την αυτορρύθμιση ως έκφραση συνταγματικά<br />

κατοχυρωμένων δικαιωμάτων συλλογικής αυτονομίας και ως πανάκεια στην<br />

εγγενή αδυναμία των υπαρχουσών μορφών περιφερειακής συνεργασίας να<br />

αντιμετωπίσουν παγκόσμιες προκλήσεις που υπερβαίνουν τα όρια ρυθμιστικής<br />

τους επιρροής.<br />

Οι δύο αυτές εκδοχές επισκιάζουν όμως θεμελιώδη ζητήματα για την κατανόηση<br />

της δυναμικής του φαινομένου. Η συστηματική ένταξη μη κυβερνητικών<br />

φορέων στις διαδικασίες διαμόρφωσης δημόσιων πολιτικών δεν αποτελεί νέο<br />

φαινόμενο που συνδέεται με την παγκοσμιοποίηση της οικονομίας. Στη συντριπτική<br />

πλειονότητα των περιπτώσεων δεν αποτελεί, ούτε πρωτοβουλία των συμβαλλόμενων,<br />

ούτε και ιδιαίτερη εκδήλωση της ηγεμονικής τους θέσης σε εθνικό<br />

ή διεθνές επίπεδο. Αντιθέτως, είναι το ίδιο το κράτος που μεταβιβάζει σημαντικές<br />

ρυθμιστικές λειτουργίες σε μη κρατικούς φορείς, όχι ως ιδεολογική επιλογή,<br />

αλλά ως στρατηγική ενδυνάμωσης της ρυθμιστικής του ικανότητας ιδιαίτερα σε<br />

τομείς πολιτικής που χαρακτηρίζονται από πολυπλοκότητα και αβεβαιότητα. 2<br />

2 R. Mayntz, «Politische Steuerung: Aufstieg, Niedergang und Transformation einer<br />

Theorie», σε K. von Beyme, C. Offe (επίμ.), Politische Theorien in der Ära der<br />

Transformation. PVS Sonderheft 26, Opladen, Westdeutscher Verlag, 1995, σελ. 148-168.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 283<br />

ΤΟ ΑΙΤΗΜΑ ΓΙΑ ΙΣΧΥΡΟ ΚΡΑΤΟΣ 283<br />

Οι μη ιεραρχικές μορφές ρύθμισης αποτελούν λοιπόν μια σύγχρονη πραγματικότητα<br />

στη λειτουργία των σύγχρονων κρατών που δεν μπορεί ούτε να παραγνωρισθεί,<br />

ούτε να αντιμετωπισθεί αφοριστικά, όπως γίνεται το τελευταίο διάστημα<br />

με αφορμή την κρίση του χρηματοπιστωτικού συστήματος που διανύουμε.<br />

Εντούτοις, τόσο το εύρος της ρυθμιστικής ύλης που μεταβιβάζεται από το κράτος<br />

σε μη κρατικούς φορείς, όσο και οι μηχανισμοί ελέγχου της αυτορρυθμιστικής<br />

λειτουργίας των ιδιωτικών φορέων, αποτελούν βασικές θεσμικές επιλογές<br />

και προκλήσεις για μια σύγχρονη προοδευτική διακυβέρνηση. Ποιες θεσμικές<br />

εγγυήσεις μπορούν να εξασφαλίσουν την σύνδεση των αποτελεσμάτων της αυτορρυθμιστικής<br />

λειτουργίας ιδιωτικών φορέων με τις δημοκρατικές προτιμήσεις<br />

των πολιτών, τη λογοδοσία και το δημόσιο έλεγχο;<br />

Κράτος και νέες μορφές (λειτουργικής) διακυβέρνησης<br />

Η ανάληψη οιονεί δημόσιων λειτουργιών από ιδιωτικούς φορείς δεν αποτελεί<br />

νέο φαινόμενο. Μη κυβερνητικοί φορείς συμμετέχουν ενεργά σε πληθώρα<br />

διαδικασιών συνδιαμόρφωσης του ρυθμιστικού πλαισίου που διέπει τη δράση<br />

τους, αναλαμβάνοντας την παρακολούθηση της συμμόρφωσης τω μελών τους<br />

μέσω διαδικασιών και πρακτικών που συχνά παραπέμπουν σε κορπορατιστικές<br />

μορφές συντονισμού της κοινωνικής δράσης. 3 Ωστόσο, η ειδοποιός διαφορά<br />

από την κορπορατιστική παράδοση είναι ότι η πρόσβαση κοινωνικών και<br />

οικονομικών φορέων στις διαδικασίες διαμόρφωσης των πολιτικών σε διεθνές<br />

επίπεδο δεν έχει ολιγοπωλιακά χαρακτηριστικά, αλλά είναι έντονα πλουραλιστική.<br />

Είναι δε κατακερματισμένη σε μεγάλο αριθμό τομεακών και υποτομεακών<br />

πολιτικών που διέπονται από διαφορετικές ρυθμιστικές λογικές και μορφές<br />

εκπροσώπησης. Οι μορφές συντονισμού που προκύπτουν δεν παρουσιάζουν<br />

σταθερότητα στο χρόνο αλλά μετασχηματίζονται με τρόπο που αντικατοπτρίζει<br />

τη συγκυριακή κατανομή των αναγκαίων πόρων μεταξύ των συμμετεχόντων.<br />

4 Εμφανίζονται δε συχνά ως εναλλακτικές επιλογές ρύθμισης σε συγκε-<br />

3 W. Streeck, P. Schmitter, «Community, Market, State - and Associations? The<br />

Prospective Contribution of Interest Governance to Social Order», σε W. Streeck, P.<br />

Schmitter (επίμ.), Private Interest Government. Beyond Market and State, London, Sage,<br />

1984, σελ. 1-29, G. Lehmbruch, «Der Beitrag der Korporatismusforschung zur Entwic -<br />

klung der Steuerungstheorie», Politische Vierteljahresschrift, Vol. 37 No 4, 1996, σελ. 735-<br />

51.<br />

4 W. W. Powell, «Neither Market Nor Hierarchy: Network Forms of Organization»,<br />

Research in Organizational Behavior, Vol. 12, 1990, σελ. 295-336.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 284<br />

284 ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΚΟΥΤΑΛΑΚΗΣ<br />

κριμένους τομείς πολιτικής που χαρακτηρίζονται από έντονο τεχνοκρατικό χαρακτήρα,<br />

και αβεβαιότητα ως προς την διαχείριση του ρίσκου.<br />

Κλασσικά παραδείγματα τέτοιων ρυθμιστικών πολιτικών είναι ο καθορισμός<br />

προδιαγραφών προόντων, η έγκριση φαρμακευτικών σκευασμάτων ή γενετικά<br />

μεταλλαγμένων προόντων. Στις περιπτώσεις αυτές η εξάρτηση των ρυθμιστικών<br />

αρχών από γνωστικούς, οικονομικούς, τεχνοκρατικούς ή άλλης μορφής<br />

υλικούς ή άυλους πόρους ιδιωτικών φορέων είναι έντονη και καθιστά την<br />

κλασσική ρύθμιση μέσω της νομοθετικής οδού αναποτελεσματική. Η συστηματική<br />

ένταξη των φορέων αυτών στις διαδικασίες διαμόρφωσης των δημόσιων<br />

πολιτικών αποτελεί στρατηγική η οποία ενδυναμώνει τη ρυθμιστική ικανότητα<br />

του κράτους.<br />

Η θεσμοποίηση δομών και διαδικασιών που επιτρέπουν τη συστηματική<br />

ένταξη των ρυθμιζόμενων στη διαδικασία καθορισμού του κανονιστικού πλαισίου<br />

στο οποίο καλούνται να συμμορφωθούν, μειώνει το κόστος της παρακολούθησης<br />

της συμμόρφωσης από το κράτος και αυξάνει την κοινωνική και τεχνοκρατική<br />

αποδοχή των δημόσιων πολιτικών. Όμως, τόσο η ικανότητα όσο<br />

και η θέληση ιδιωτικών φορέων να συνδράμουν πολύτιμους πόρους στην αντιμετώπιση<br />

δημόσιων προβλημάτων δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένη. Οι δυνατότητες<br />

άμεσου επηρεασμού του περιεχομένου των ρυθμίσεων που παρέχονται<br />

στους ενδιαφερόμενους ιδιωτικούς φορείς αξιολογούνται στη βάση επιχειρηματικών<br />

στρατηγικών που αναπτύσσονται στο πλαίσιο των συνθηκών ανταγωνιστικότητας<br />

κάθε κλάδου της οικονομίας. Πολλές φορές η συμμετοχή στις διαδικασίες<br />

λήψης αποφάσεων αλλά και παρακολούθησης της εφαρμογής τους<br />

επιφέρει σημαντικό κόστος στη λειτουργία μιας επιχείρησης. Η συμμετοχή επιχειρήσεων<br />

σε ρυθμιστικά δίκτυα πολιτικής προποθέτει την ανταλλαγή πληροφοριών<br />

με ανταγωνιστές σχετικά με τα συγκριτικά πλεονεκτήματα κάθε επιχείρησης<br />

ως προς τις διαδικασίες παραγωγής και τις προδιαγραφές των προόντων<br />

τους. Τα αντικίνητρα αυτά είναι σημαντικά στο βαθμό που η συμμετοχή<br />

δεν εξασφαλίζει και ανάλογες δυνατότητες επηρεασμού των πολιτικών, ιδιαίτερα<br />

σε περιπτώσεις που το κράτος διατηρεί το δικαίωμα αρνησικυρίας στις<br />

αποφάσεις.<br />

Η ικανότητα του κράτους να θεσμοθετήσει προτρεπτικά κίνητρα για την<br />

εξασφάλιση της συμμετοχής μη κρατικών φορέων στη διαδικασία λήψης των<br />

αποφάσεων είναι λοιπόν αποφασιστικής σημασίας για την εξασφάλιση των πόρων<br />

που απαιτούνται για την αποτελεσματική ρύθμιση. Το βασικότερο προτρεπτικό<br />

κίνητρο είναι η ίδια η ιεραρχική λειτουργία του κράτους. Ιδιωτικά συμφέροντα<br />

και κοινωνικοί φορείς αναλαμβάνουν όχι μόνο την υλοποίηση των<br />

συμφωνηθέντων αλλά και την παρακολούθηση και επιβολή της συμμόρφωσης<br />

με στόχο την αποφυγή δυσμενέστερων συνεπειών που επιφέρει η μονομερής<br />

προσφυγή του κράτους σε ιεραρχικά (νομικά) μέσα επιβολής τα οποία επιφέ-


ρουν συχνά δυσμενέστερο κόστος στα μέρη (σκιά ιεραρχίας). 5 Η ουδετερότητα<br />

των θεσμών και διαδικασιών λήψης απόφασης από πολιτικές λογικές και η<br />

απεξάρτησή της από τον εκλογικό κύκλο αποτελεί εξίσου ισχυρό προτρεπτικό<br />

κίνητρο και βασική εγγύηση σταθερότητας και συνέχειας στη λήψη ζωτικών<br />

ρυθμιστικών αποφάσεων. 6 Παράλληλα, η εισαγωγή μη πλειοψηφικών διαδικασιών<br />

λήψης των αποφάσεων προτάσσεται ως στρατηγική αποφυγής του παραπάνω<br />

κινδύνου μέσα από διαδικασίες που προωθούν, όχι τη διαπραγμάτευση,<br />

αλλά την πειθώ στη βάση τεκμηριωμένων επιχειρημάτων που οδηγούν στη αναπροσαρμογή<br />

των αρχικών προτιμήσεων των συμμετεχόντων. Η εισαγωγή μη<br />

πλειοψηφικών κανόνων λήψης αποφάσεων οδηγεί στη σταδιακή διαμόρφωση<br />

μιας συνεργατικής αντίληψης που ευνοεί τον επιμερισμό του κόστους υλοποίησης<br />

των πολιτικών και τη δημιουργία προσδοκιών για μελλοντικά κέρδη μεταξύ<br />

των εμπλεκόμενων φορέων. 7<br />

Η συστηματική λοιπόν ένταξη των μη κρατικών φορέων στην πολιτική διαδικασία<br />

προβάλλεται ως αποτέλεσμα δύο βασικών θεσμικών χαρακτηριστικών<br />

του κράτους που εν πολλοίς χαρακτηρίζουν και το βαθμό ισχύος του. Πρώτον,<br />

από την ικανότητα ανάληψης αυτόνομης δράσης από το κράτος μέσω της προσφυγής<br />

σε ιεραρχικά μέσα εξαναγκασμού. Δεύτερον, από την ικανότητα διείσδυσης<br />

του κράτους στην κοινωνία και άντλησης πόρων μέσω της θεσμοποίησης<br />

μη ιεραρχικών συμμετοχικών θεσμών. Το κράτος λοιπόν από primus solus στη<br />

διαδικασία διαμόρφωσης των πολιτικών μεταβάλλεται σε primus inter pares<br />

απεμπολώντας, τουλάχιστον σε συμβολικό επίπεδο, τη δυνατότητα μονομερούς<br />

προσφυγής σε μέσα εξαναγκασμού, ώστε να δημιουργήσει σχέσεις εμπιστοσύνης<br />

και συνεργατικό κλίμα στις σχέσεις του με τους φορείς που διαθέτουν τους<br />

κρίσιμους πόρους εκείνους πόρους για την αποτελεσματική αντιμετώπιση δημόσιων<br />

προβλημάτων. Το συγκεκριμένο μίγμα προτρεπτικών και αποτρεπτικών<br />

κινήτρων διαφέρουν ανάλογα με το πρόβλημα, αλλά και είδος των πόρων<br />

που απαιτούνται για την αποτελεσματική επίλυση του. Το ίδιο και η μορφολογία<br />

των θεσμών που προκύπτουν.<br />

Η ενδυνάμωση της δημοκρατικής νομιμοποίησης των εισροών και των<br />

εκροών της διαδικασίας λήψης αποφάσεων ευνοείται μέσω της εισαγωγής θεkef03:kef03<br />

06/03/2009 13:59 Page 285<br />

ΤΟ ΑΙΤΗΜΑ ΓΙΑ ΙΣΧΥΡΟ ΚΡΑΤΟΣ 285<br />

5 A. Heritier, D. Lehmkuhl, «The Shadow of Hierarchy and New Modes of<br />

Governance: Sectoral Governance and Democratic Government», Journal of Public<br />

Policy, Special Issue, Vol. 28, σελ. 1-17.<br />

6 Μεταξύ άλλων βλέπε στο D. Epstein and S. O’Halloran, Delegating Powers: A<br />

Transaction Cost Politics Approach to Policy Making under Separate Powers,<br />

Cambridge University Press, Cambridge, 2000.<br />

7 T. Risse, «Global Governance and Communicative Action», Government and<br />

Opposition, Vol. 39 No 2, 2004, σελ. 288-313.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 286<br />

286 ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΚΟΥΤΑΛΑΚΗΣ<br />

σμών διαβούλευσης και δημοψηφισμάτων. Αυτά αποτελούν συγκριτικά τις πιο<br />

ασθενείς μορφές ιδιωτικής συμμετοχής στις διαδικασίες λήψης των αποφάσεων,<br />

ιδιαίτερα όταν τα αποτελέσματά τους δεν είναι δεσμευτικά για τις τελικές<br />

κυβερνητικές επιλογές. Κλασσικά παραδείγματα είναι ο εθνικός διάλογος<br />

για την παιδεία στον οποίο η συμμετοχή κοινωνικών φορέων είναι ευρεία αλλά<br />

δεν παράγει δεσμευτικά αποτελέσματα για τις κυβερνητικές επιλογές.<br />

Η ισότιμη συμμετοχή κρατικών και μη κρατικών φορέων σε συμμετοχικά δίκτυα<br />

πολιτικής με σκοπό τη λήψη ρυθμιστικών αποφάσεων προσδίδει σαφώς<br />

μεγαλύτερο βαθμό ισχύος σε ιδιωτικούς φορείς. Οι φορείς διαχείρισης προστατευόμενων<br />

περιοχών που εντάσσονται στο δίκτυο «Φύση 2000», όπου έχουν<br />

λειτουργήσει, αποτελούν κλασσικό παράδειγμα συρρύθμισης. Οι δομές αυτές<br />

διαμορφώνουν μέρος του κανονιστικού πλαισίου που διέπουν την προστασία<br />

των περιοχών αυτών μέσω της εξειδίκευσης διαχειριστικών σχεδίων.<br />

Σε περιπτώσεις όπου βασική επιδίωξη του κράτους είναι η ενδυνάμωση των<br />

τεχνοκρατικών εισροών της διαδικασίας λήψης των αποφάσεων, ο βαθμός αυτονομίας<br />

των ιδιωτικών φορέων αυξάνεται. Η μεταβίβαση αρμοδιοτήτων σε<br />

ρυθμιστικές αρχές που διοικούνται από δομές στις οποίες συμμετέχουν ισότιμα<br />

κρατικοί και μη κρατικοί φορείς είναι η ποιο παγιωμένη πρακτική ρύθμισης.<br />

Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο Ευρωπακός Οργανισμός Τροφίμων ο<br />

οποίος λαμβάνει σημαντικές αποφάσεις για την διαχείριση του ρίσκου από γενετικά<br />

μεταλλαγμένους οργανισμούς, αλλά και επικίνδυνες διατροφικές ουσίες.<br />

Ο βαθμός αυτονομίας των ιδιωτικών φορέων διευρύνεται ακόμα περισσότερο<br />

μέσω της μεταβίβασης ρυθμιστικών αρμοδιοτήτων σε ιδιωτικούς οργανισμούς,<br />

χωρίς τη συμμετοχή δημόσιων φορέων στη διοίκησή τους. Κλασσικά παραδείγματα<br />

αποτελούν η πιστοποίηση προδιαγραφών προόντων από ιδιωτικά<br />

συστήματα σήμανσης και ελέγχου ή η αναγνώριση ευρεσιτεχνιών από τον αντίστοιχο<br />

Ευρωπακό Οργανισμό Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας (European Patent<br />

Office). Το ίδιο ισχύει και για τις εθελούσιες συμφωνίες οι οποίες προβλέπουν<br />

την αυτοδέσμευση των εταιρειών ενός κλάδου της οικονομίας για την επίτευξη<br />

συγκεκριμένων αποτελεσμάτων που συνήθως αποτελούν αντικείμενο κρατικής<br />

ρύθμισης. Τα συστήματα ανακύκλωσης απορριμμάτων σε πολλές χώρες της ΕΕ<br />

οργανώνονται στη βάση ιδιωτικών πολυμετοχικών σχημάτων που δεσμεύονται<br />

στην επίτευξη συγκεκριμένων στόχων. Το βασικό κίνητρο ανάληψης του επιχειρηματικού<br />

αυτού ρίσκου από τον ιδιωτικό τομέα είναι η αποφυγή θεσμοθέτησης<br />

από το κράτος δυσμενέστερων ρυθμίσεων σε περίπτωση που δεν επιτευχθούν<br />

οι στόχοι αυτοί. Σε άλλες πάλι περιπτώσεις το κράτος αναλαμβάνει μέρους<br />

του ρίσκου αυτού μέσω της συμβολικής αναγνώρισης με νόμο των αποτελεσμάτων<br />

της αυτορρυθμιστικής λειτουργίας ιδιωτικών φορέων. Η κίνηση αυτή<br />

συμβάλει στη μείωση των κινήτρων παραβατικής συμπεριφοράς των συμμετε-


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 287<br />

ΤΟ ΑΙΤΗΜΑ ΓΙΑ ΙΣΧΥΡΟ ΚΡΑΤΟΣ 287<br />

χόντων. Τέλος η αυτορρύθμιση στην αμιγή της μορφή, χωρίς δηλαδή καμία<br />

μορφή άμεσης ή έμμεσης κρατικής παρέμβασης αφορά κυρίως ρυθμίσεις στο<br />

πλαίσιο της οικονομικής λειτουργίας ιδιωτικών φορέων, οι οποίες καλύπτουν<br />

τις αρνητικές εξωτερικοτήτες της δράσης τους. Η αυτοδέσμευση μεγάλων πολυεθνικών<br />

εταιρειών να ελέγχουν τη συμμόρφωση των προμηθευτών τους με<br />

την περιβαλλοντική νομοθεσία ή τη νομοθεσία για την ασφάλεια και την υγιεινή<br />

στους χώρους εργασίας αποτελούν κλασσικές περιπτώσεις αυτορρύθμισης<br />

που δεν έχει όμως προκύψει ως αποτέλεσμα μεταβίβασης σχετικών ρυθμιστικών<br />

αρμοδιοτήτων από το κράτος.<br />

Τα ενδεικτικά αυτά παραδείγματα αναδεικνύουν, ότι η μεταβίβαση ρυθμιστικών<br />

αρμοδιοτήτων από το κράτος σε μη κρατικούς φορείς προκύπτει κυρίως<br />

ως αποτέλεσμα συγκεκριμένων λειτουργικών πιέσεων (έλλειψη πόρων) που<br />

αντιμετωπίζει το κράτος. Η θεωρία της ορθολογικής επιλογής προτείνει ότι<br />

όσο μεγαλύτερη ισχύ έχουν οι λειτουργικές αυτές πιέσεις, τόσο μεγαλύτερο θα<br />

είναι το εύρος της ρυθμιστικής ύλης που μεταβιβάζεται σε μη κρατικούς φορείς.<br />

Η ασυμμετρία βασικών πόρων, όπως η πληροφόρηση και η τεχνογνωσία<br />

που προκύπτει οδηγεί σταδιακά στη διεύρυνση της αυτονομίας του εντολοδόχου<br />

λόγω της ουσιαστικής αδυναμίας του κράτους να ελέγξει αποτελεσματικά<br />

τη δράση του, αλλά και της εγγενούς τάσης του να διευρύνει τον ρυθμιστικό του<br />

ρόλο, ώστε να ισχυροποιήσει την πολιτική και την διοικητική του ισχύ. Μια<br />

μορφή λοιπόν κρατικής αδυναμίας ανάληψης αυτόνομης δράσης είναι αναγκαία<br />

συνθήκη για τη μετάβαση σε μη ιεραρχικές, συμμετοχικές μορφές διακυβέρνησης<br />

σε συγκεκριμένα ρυθμιστικά πεδία. Είναι όμως και ικανή να οδηγήσει<br />

από μόνη της στην σταδιακή απώλεια σημαντικού μέρους των κυριαρχικών<br />

λειτουργιών του κράτους που καθιστούν την αντιμετώπιση δημόσιων προβλημάτων<br />

με κλασσικά νομοθετικά μέσα αναποτελεσματική; Αν ναι είναι αντιστρέψιμη<br />

η κατάσταση στην κατεύθυνση μιας προοδευτικής διακυβέρνησης με<br />

σκοπό την διασφάλιση του δημόσιου συμφέροντος μέσα από θεσμούς δημοκρατικής<br />

λογοδοσίας και ελέγχου;<br />

Το σόφισμα του σωρού και η κρατική ισχύς<br />

Η συγκριτική μελέτη του τρόπου ανταπόκρισης των σύγχρονων κρατών σε<br />

κοινές προκλήσεις από το περιβάλλον τους αναδεικνύει ότι διαφορετικά πολιτικά<br />

συστήματα ανταποκρίνονται με τελείως διαφορετικό τρόπο σε παρόμοιας<br />

ισχύος λειτουργικές πιέσεις. Οι διαφοροποιήσεις αυτές δύσκολα θα μπορούσαν<br />

να ερμηνευτούν μέσω της ποσοτικής και ποιοτικής διαφοροποίησης της<br />

κρατικής ισχύος, δηλαδή, του συνόλου των υλικών και άυλων πόρων που εξασφαλίζουν<br />

την αυτονομία δράσης σε ένα κράτος.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 288<br />

288 ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΚΟΥΤΑΛΑΚΗΣ<br />

Η αδυναμία του κράτους να ενεργοποιήσει με αξιοπιστία τα μέσα εξαναγκασμού<br />

που διαθέτει δημιουργεί ισχυρά αντικίνητρα συμμετοχής των μη κρατικών<br />

φορέων στη διαδικασία διαμόρφωσης και υλοποίησης πολιτικών. Με<br />

άλλα λόγια, ενώ η εξάρτηση του κράτους από πόρους μη κρατικών φορέων είναι<br />

αναγκαία συνθήκη για την θεσμοθέτηση συμμετοχικών δικτύων πολιτικής,<br />

εντούτοις δεν φαίνεται να είναι και ικανή για να τη μετάβαση σε μη ιεραρχικές<br />

μορφές συντονισμού της δράσης. Όπως απωτυπώνεται στο παρακάτω σχήμα,<br />

το κίνητρο συνεργασίας μη κρατικών φορέων με το κράτος αυξάνεται όσο αυξάνεται<br />

και η ικανότητα του κράτους να αναλάβει αυτόνομη δράση.<br />

Σχήμα 1. Κρατική ισχύς και κίνητρα συνεργασίας κρατικών και μη κρατικών φορέων<br />

Ισχυρό κράτος<br />

Κίνητρο<br />

συμμετοχής<br />

Μη κρατικοί<br />

φορείς<br />

Κρατικοί<br />

φορείς<br />

Αδύναμο κράτος<br />

Ισχυρό κράτος<br />

Αν όμως η δυνατότητα αυτή επαρκεί για την αποτελεσματική διαμόρφωση<br />

και υλοποίηση πολιτικών, οι κρατικοί φορείς δεν έχουν κανένα πλέον κίνητρο<br />

για τη θεσμοποίηση μη ιεραρχικών μορφών συντονισμού. Αντιθέτως αν η δυνατότητα<br />

αυτή είναι ανύπαρκτη, το κίνητρο των κρατικών φορέων για συνεργασία<br />

με μη κρατικούς φορείς μειώνεται λόγω της αδυναμίας του κράτους να<br />

ελέγξει τη δράση τους. Ανάλογα μειώνεται και το κίνητρο συμμετοχής των μη<br />

κρατικών φορέων, καθώς οι τελευταίοι δεν αντιμετωπίζουν το ενδεχόμενο δυσμενέστερων<br />

συνεπειών που επιφέρει η μονομερής προσφυγή του κράτους σε<br />

ιεραρχικά (νομικά) μέσα επιβολής. Κράτη που αντιμετωπίζουν σοβαρές ελλείψεις<br />

των αναγκαίων εκείνων πόρων για αποτελεσματική ρύθμιση αποδεικνύονται<br />

συχνά ως τα λιγότερο δεκτικά σε εναλλακτικές μορφές ρύθμισης. Η παραπάνω<br />

σχέση θα μπορούσε να προσομοιαστεί με το γνωστό σόφισμα του σωρού.<br />

Δεν είναι δυνατόν να ορίσει κανείς ένα ανώτατο ή κατώτατο όριο πόρων, πάνω<br />

(ή κάτω) από το οποίο το κράτος θεωρείται ότι αδυνατεί να αναλάβει αυτόνομη<br />

δράση για τη ρύθμιση των δημόσιων προβλημάτων.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 289<br />

ΤΟ ΑΙΤΗΜΑ ΓΙΑ ΙΣΧΥΡΟ ΚΡΑΤΟΣ 289<br />

Η θεσμοποίηση μη ιεραρχικών μορφών διακυβέρνησης σε διαφορετικούς<br />

τομείς κρατικών ρυθμίσεων στην Ελλάδα αναδεικνύει το εξής παράδοξο: η ελληνική<br />

διοίκηση σπάνια προσφεύγει στην συστηματική συνεργασία με μη κρατικούς<br />

φορείς με σκοπό την αναπλήρωση των ασθενών αυτών πόρων. Οι σποραδικές<br />

μορφές διαβουλευτικών κυρίως πρωτοβουλιών χαρακτηρίζονται από<br />

χαμηλό βαθμό θεσμοποίησης. Πόσο μάλλον η μεταβίβαση αρμοδιοτήτων υλοποίησης<br />

πολιτικών σε συμμετοχικά δίκτυα πολιτικής, πρακτική παγιωμένη σε<br />

άλλα κράτη μέλη της ΕΕ, αλλά εν πολλοίς άγνωστη στη χώρα μας. Ωστόσο, η<br />

αδυναμία διαμόρφωσης και υλοποίησης αποτελεσματικών πολιτικών παρεμβάσεων<br />

είναι έκδηλη. Βάση των στατιστικών στοιχείων, η ελληνική διοίκηση κατατάσσεται<br />

μεταξύ των πιο αδύναμων συγκριτικά με τα λοιπά κράτη μέλη της<br />

ΕΕ ως προς το επίπεδο παροχής δημόσιων υπηρεσιών στους πολίτες, την ποιότητα<br />

των ανθρώπινων πόρων και το βαθμό αυτονομίας της διοίκησης από πολιτικές<br />

πιέσεις, την πληρότητα και σαφήνεια του κανονιστικού πλαισίου και το<br />

βαθμό αξιοπιστίας στην υλοποίηση των περιβαλλοντικών πολιτικών. 8<br />

Από την ανάλυση ενός ικανού αριθμού περιπτώσεων αναδεικνύεται ότι οι<br />

βασικότεροι ανασταλτικοί παράγοντες στην ανάληψη ουσιαστικών θεσμικών<br />

πρωτοβουλιών για τη διεύρυνση των συμμετοχικών δομών, διαδικασιών και<br />

πρακτικών στη χώρα μας σχετίζονται, όχι με την ικανότητα (ή μη) ανάληψης<br />

αυτόνομης δράσης από τη διοίκηση, αλλά κυρίως με παγιωμένες αντιλήψεις,<br />

νοοτροπίες, αξίες και πεποιθήσεις σχετικά με το ρόλο του κράτους και τα όρια<br />

μεταξύ δημόσιας και ιδιωτικής σφαίρας. Η συμμετοχή μη κυβερνητικών φορέων<br />

σε δημόσιες λειτουργίες αντιμετωπίζεται με μεγάλη δυσπιστία ως προς τα<br />

κίνητρα, αλλά κυρίως ως προς το ενδεχόμενο απώλειας του δημόσιου ελέγχου<br />

υπό το βάρος πελατειακών λογικών.<br />

Το οξύμωρο είναι ότι ενώ οι βασικοί αυτοί θεσμοί άρθρωσης και ολοκλήρωσης<br />

των δημοκρατικών προτιμήσεων και συμφερόντων της κοινωνίας, όπως<br />

τα πολιτικά κόμματα και τα συνδικάτα φαίνεται ότι αμφισβητούνται έντονα<br />

από τους πολίτες, ο βαθμός εμπιστοσύνης των πολιτών σε πολιτικούς θεσμούς,<br />

όπως το κοινοβούλιο, η κυβέρνηση, και η τοπική αυτοδιοίκηση διατηρείται σε<br />

υψηλά επίπεδα. Το ίδιο ισχύει και για παραδοσιακά μέσα κρατικής παρέμβασης,<br />

όπως ο νόμος. Ενώ η Ελλάδα συγκεντρώνει υψηλά ποσοστά ελλειμματικής<br />

εφαρμογής των νόμων από τη διοίκηση, και παρά την πολυνομία που οδηγεί<br />

συχνά σε αναποτελεσματικότητα στη λειτουργία του κρατικού μηχανισμού, η<br />

υιοθέτηση αυστηρότερων νομικών ρυθμίσεων αποτελεί για τους πολίτες το<br />

προσφιλέστερο μέσο αντιμετώπισης των δημοσίων προβλημάτων.<br />

8<br />

DEMSTAR, «Conceptualizing State Capacity», Research Report, No 6, 2002,<br />

Aarhus: http://www.demstar.dk/papers/ConceptualizingStateCapacity.pdf.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 290<br />

290 ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΚΟΥΤΑΛΑΚΗΣ<br />

Το αίτημα για την ισχυροποίηση του κράτους μέσω της συγκρότησης μιας ορθολογικής,<br />

αποτελεσματικής διοίκησης στην βάση της αρχής της νομιμότητας<br />

παρουσιάζεται, λοιπόν, ως το βασικό αίτημα της κοινωνίας προς τους δημόσιους<br />

φορείς και τα πολιτικά κόμματα. Αιτήματα, όπως η αξιοκρατία, η ισότητα δικαιωμάτων,<br />

υποχρεώσεων και προσδοκιών των πολιτών απέναντι στο κράτος, αλλά<br />

και η αποτελεσματικότητα της διοίκησης έχουν εδώ και δεκαετίες ενταχθεί στη<br />

ρητορική των πολιτικών κομμάτων. Ωστόσο, η πραγμάτωση τους αποτελεί, δυστυχώς<br />

ακόμη, κεντρικό πολιτικό διακύβευμα. Είναι ενδεικτικό, ότι η εισαγωγή<br />

θεσμών που περιβάλλονται από υψηλό βαθμό λειτουργικής ανεξαρτησίας από<br />

κομματικές επιρροές, όπως ο Συνήγορος του Πολίτη, το ΑΣΕΠ, οι πανελλαδικές<br />

εξετάσεις εισαγωγής στην ανώτατη εκπαίδευση, έχουν παγιωθεί σε πολύ<br />

σύντομο χρονικό διάστημα στη συνείδηση των πολιτών ως επιτυχείς μεταρρυθμιστικές<br />

πρωτοβουλίες. Έχουν δε λειτουργήσει λυτρωτικά για τα πολιτικά κόμματα<br />

και τους πολιτευτές τους, μειώνοντας τις πελατειακές πιέσεις από τους ψηφοφόρους,<br />

συντελώντας έτσι στη μεταβολή της παγιωμένης αντίληψης περί<br />

αδιαφάνειας και διαφθοράς στην πολιτική ζωή του τόπου.<br />

Οι παραπάνω διαπιστώσεις θέτουν επιτακτικά τα διλήμματα που αντιμετωπίζει<br />

μια σύγχρονη προοδευτική διακυβέρνηση στη χώρα μας. Ποιες θεσμικές<br />

παρεμβάσεις μπορούν να εμπεδώσουν το αναγκαίο κλίμα εμπιστοσύνης στη<br />

κοινωνία σχετικά με την αποτελεσματικότητα, αποδοτικότητα και δημοκρατική<br />

νομιμοποίηση συμμετοχικών μορφών ρύθμισης που αναπληρώνουν την εγγενή<br />

αδυναμία του κράτους να αντιμετωπίσει συγκεκριμένες προκλήσεις;<br />

Το ζήτημα αυτό δεν έχει απασχολήσει εκτενώς τη βιβλιογραφία. Η τελευταία<br />

επικεντρώνεται στην αναζήτηση των θεσμικών παραγόντων που εξασφαλίζουν<br />

μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα και αποδοτικότητα στη διαμόρφωση,<br />

υλοποίηση, παρακολούθηση και έλεγχο των ρυθμιστικών πολιτικών. Είναι ενδεικτικό,<br />

ότι βασικοί θεσμοί άρθρωσης των δημοκρατικών προτιμήσεων, όπως<br />

τα πολιτικά κόμματα, αλλά και το κοινοβούλιο, σπάνια αναφέρονται ως παράγοντες<br />

στη διαδικασία λήψης των αποφάσεων. Το «δημοκρατικό έλλειμμα» στη<br />

βιβλιογραφία εμφανίζεται συχνά ως μεθοδολογική επιλογή που σχετίζεται με<br />

την επιλογή περιπτώσεων μελέτης, όπου οι διαδικασίες διαμόρφωσης και υλοποίησης<br />

των πολιτικών χαρακτηρίζονται από υψηλό βαθμό αλληλεξάρτησης<br />

του κράτους από ιδιωτικούς φορείς. Δεν μπορεί, όμως, να αγνοηθεί από καμία<br />

σύγχρονη πρόταση διακυβέρνησης της χώρας με προοδευτική κατεύθυνση.<br />

Η αναζήτηση θεσμικών διεξόδων αναστροφής της εγγενούς τάσης στεγανοποίησης<br />

από το δημόσιο έλεγχο περιοχών πολιτικής με τεχνοκρατικό χαρακτήρα<br />

πρέπει να αναζητηθεί στην ενδυνάμωση της ελεγκτικής λειτουργίας του<br />

κοινοβουλίου. Η ανάληψη συγκεκριμένων πρωτοβουλιών που προσδιορίζουν<br />

με σαφήνεια τα όρια αυτονομίας των ιδιωτικών φορέων, το εύρος της ρυθμιστικής<br />

ύλης που μεταβιβάζεται και τους μηχανισμούς λογοδοσίας και ελέγχου θα


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 291<br />

ΤΟ ΑΙΤΗΜΑ ΓΙΑ ΙΣΧΥΡΟ ΚΡΑΤΟΣ 291<br />

αμβλύνουν τις αρνητικές προσλαμβάνουσες της κοινωνίας και θα λειτουργήσουν<br />

ως ισχυρά προτρεπτικά κίνητρα για την ενεργοποίηση νέων μορφών συμμετοχικής<br />

διακυβέρνησης. Συγκεκριμένα:<br />

α) Η ανάληψη οιονεί δημόσιων λειτουργιών από μη κρατικούς φορείς, είτε<br />

στο πλαίσιο αυτορρύθμισης ή συρρύθμισης μέσω συμμετοχικών δικτύων θα<br />

πρέπει να έχει πάντα συγκεκριμένο νομοθετικό έρεισμα ως προς το αντικειμένου<br />

της ρύθμισης και τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα, καθώς και σαφείς προβλέψεις<br />

ότι σε περιπτώσεις αποτυχίας επίτευξης των στόχων το κράτος έχει<br />

υποχρέωση (όχι διακριτική ευχέρεια) ανάληψης νομοθετικής πρωτοβουλίας.<br />

β) Οι συμμετέχοντες θα πρέπει να έχουν συγκεκριμένες υποχρεώσεις ενημέρωσης<br />

του κοινοβουλίου για τις προτάσεις τους. Το δε ρυθμιστικό αποτέλεσμα<br />

θα πρέπει να τίθεται υπό την έγκριση του κοινοβουλίου.<br />

γ) Οι όροι συμμετοχής μη κρατικών φορέων θα πρέπει να ρυθμίζονται με<br />

τρόπο που να εξασφαλίζεται η ευρύτερη δυνατή εκπροσώπηση συλλογικών<br />

αντιπροσωπευτικών φορέων με σκοπό την αποφυγή της μονομερούς κυριαρχίας<br />

ισχυρών επιχειρηματικών συμφερόντων στην διαδικασία. 9<br />

Συμπερασματικές παρατηρήσεις<br />

Η ενδυνάμωση της ρυθμιστικής ικανότητας του κράτους εμφανίζεται ως το<br />

κυρίαρχο αίτημα της κοινωνίας προς τα πολιτικά κόμματα και τη διοίκηση. Το<br />

αίτημα, όμως, αυτό δεν θα πρέπει να οδηγεί στην εξιδανίκευση ή αναβίωση ξεπερασμένων<br />

πλέον κρατικιστικών λογικών, που οδήγησαν σε προφανείς στρεβλώσεις,<br />

τόσο στην οικονομική ανάπτυξη, όσο και στη λειτουργία των πολιτικών<br />

θεσμών. Στο σύγχρονο παγκοσιοποιημένο περιβάλλον βασικό συστατικό<br />

της ισχύος ενός σύγχρονου κράτους δεν αποτελεί πλέον αποκλειστικά η δυνατότητα<br />

προσφυγής σε μονομερή μέσα εξαναγκασμού. Η πολυπλοκότητα των<br />

προβλημάτων απαιτούν τη δημιουργία σταθερών σχέσεων συνεργασίας του<br />

κράτους με μη κρατικούς φορείς που διαθέτουν τους απαραίτητους εκείνους<br />

πόρους για την αποτελεσματική ρύθμιση των δημόσιων προβλημάτων. Η λειτουργία<br />

αυτή απαιτεί διαφορετικά ποιοτικά χαρακτηριστικά που προσδίδουν<br />

στο κράτος μια ιδιαίτερη μορφή ισχύος που είναι δύσκολο να αποτιμηθεί. Του<br />

παρέχει, όμως, τη δυνατότητα να διεισδύσει στην κοινωνία, να επεξεργαστεί<br />

συναινετικές λύσεις σε συγκρουσιακά προβλήματα και να προωθήσει θεσμούς<br />

συνεργασίας και εμπιστοσύνης στη σχέση του με την κοινωνία.<br />

9 Βλέπε επίσης Communication from the Commission, Action Plan «Simplifying and<br />

improving the regulatory environment», COM (2002) 278 τελικό.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 292


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 293<br />

15<br />

Δημόσια διαβούλευση, συμμετοχικότητα<br />

και διοικητική μεταρρύθμιση<br />

Στέλλα Λαδή<br />

Εισαγωγή<br />

Η έλλειψη εμπιστοσύνης στους δημοκρατικούς θεσμούς και στην αποτελεσματικότητα<br />

των κυβερνήσεων έχει σημάνει την αναζήτηση ενός νέου συμβολαίου<br />

μεταξύ κυβερνόντων και κυβερνωμένων. Η ενδυνάμωση της κοινωνίας<br />

των πολιτών και η αύξηση της συμμετοχικότητας θεωρούνται πλέον μονόδρομος.<br />

Συγκεκριμένα, η συμμετοχή των πολιτών στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων<br />

και στην εφαρμογή των δημοσίων πολιτικών μέσω μηχανισμών διαβούλευσης<br />

είναι τουλάχιστον στα σχέδια των περισσότερων αναπτυγμένων κρατών.<br />

Τις τελευταίες δύο δεκαετίες παρατηρείται διάχυση των διαδικασιών διαβούλευσης<br />

τόσο στις δυτικές κοινωνίες (π.χ. ΗΠΑ, Μ. Βρετανία, Καναδάς),<br />

όσο και στα πλαίσια διακρατικών και διεθνών οργανισμών (π.χ. ΟΟΣΑ, ΕΕ με<br />

COM, 2002/ 704).<br />

Στην Ελλάδα, η συζήτηση περί διαβούλευσης έχει αρχίσει να εντείνεται τα<br />

τελευταία χρόνια, αλλά οι πρακτικές είναι ακόμα περιορισμένες. Την παρούσα<br />

στιγμή, μια σημαντική ευκαιρία εδραίωσης του θεσμού της διαβούλευσης και<br />

στην Ελλάδα αποτελεί το Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Διοικητικής Μεταρρύθμισης<br />

του Υπουργείου Εσωτερικών το οποίο προβλέπει «τη διοικητική και επιχειρησιακή<br />

ενίσχυση των δομών κοινωνικής διαβούλευσης». 1 Στην πράξη όμως η<br />

εδραίωση μηχανισμών δημόσιας συμμετοχής αποτελεί μια πρόκληση καθώς το<br />

ελληνικό διοικητικό μοντέλο είναι ιεραρχικό ενώ οι συμμετοχικές διαδικασίες<br />

είναι χαρακτηριστικό διοικητικών μοντέλων που οργανώνονται με βάση τα δί-<br />

1 http://www.gspa.gr/


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 294<br />

294 ΣΤΕΛΛΑ ΛΑΔΗ<br />

κτυα. Θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι η ουσιαστική καθιέρωση της δημόσιας<br />

συμμετοχής ως αναπόσπαστου στοιχείου του κύκλου της δημόσιας πολιτικής,<br />

στην πραγματικότητα ισοδυναμεί με αλλαγή παραδείγματος για την Ελλάδα.<br />

Το κεφάλαιο αυτό χωρίζεται σε τέσσερα μέρη. Στο πρώτο μέρος εισάγονται,<br />

οι έννοιες της χρηστής διακυβέρνησης και της διαβούλευσης έτσι ώστε να<br />

υπογραμμισθούν οι λόγοι για τους οποίους οι κυβερνήσεις στρέφονται προς<br />

την ενίσχυση της συμμετοχής των πολιτών στη δημόσια πολιτική. Στο δεύτερο<br />

μέρος συγκρίνονται το μοντέλο της ιεραρχίας με αυτό των δικτύων σε σχέση με<br />

τη συμμετοχικότητα. Στο τρίτο μέρος, η δημόσια συμμετοχή, οι τύποι και οι αρχές<br />

της ορίζονται και αναλύονται σε μεγαλύτερο βάθος. Το τέταρτο μέρος παρουσιάζει<br />

μερικά από τα σημαντικότερα παραδείγματα κατοχύρωσης της δημόσιας<br />

επικοινωνίας και της προώθησης του θεσμού της δημόσιας διαβούλευσης<br />

στην Ελλάδα, καταλήγοντας σε κάποια θεωρητικά και εμπειρικά συμπεράσματα<br />

και σε κάποιες προτάσεις πολιτικής.<br />

Διακυβέρνηση, διοικητική μεταρρύθμιση και δημόσια<br />

διαβούλευση<br />

Η έννοια της διακυβέρνησης έχει χρησιμοποιηθεί με πολλούς διαφορετικούς<br />

τρόπους με αποτέλεσμα να είναι αρκετά ευρεία. Ο Cleveland που είναι ο<br />

πρώτος που χρησιμοποίησε την έννοια της διακυβέρνησης είπε χαρακτηριστικά<br />

για να τη διακρίνει από την κυβέρνηση: «Αυτό που θέλουν οι άνθρωποι<br />

είναι λιγότερη κυβέρνηση και περισσότερη διακυβέρνηση». 2 Οι βασικές παράμετροι<br />

της διακυβέρνησης σύμφωνα με τον Rhodes είναι:<br />

• το «Νέο Δημόσιο Μάνατζμεντ» (New Public Management),<br />

• η «χρηστή διακυβέρνηση» (good governance) (αποδοτικότητα, διαφάνεια,<br />

αξιοκρατία και ισοτιμία),<br />

• η διεθνής και η δια-τμηματική αλληλεξάρτηση,<br />

• η αύξηση της σημασίας των μη – κυβερνητικών μορφών διακυβέρνησης,<br />

• η νέα πολιτική οικονομία, που σπρώχνει το κράτος απλά στο να ρυθμίζει<br />

και όχι να παρέχει υπηρεσίες,<br />

• η ύπαρξη δικτύων πολιτικής. 3<br />

2 H. Cleveland, The Future Executive: A Guide for Tomorrow’s Managers, Harper &<br />

Row, New York, 1972.<br />

3 R. Rhodes, «Governance and Public Administration», σε J. Pierre (επιμ.), Debating<br />

Governance: Authority, Steering and Democracy, Oxford University Press, Oxford, 2000:<br />

54-90)


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 295<br />

ΔΗΜΟΣΙΑ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗ, ΣΥΜΜΕΤΟΧΙΚΟΤΗΤΑ 295<br />

Όλες οι παραπάνω παράμετροι παραπέμπουν σε ένα πιο ευέλικτο και αποτελεσματικό<br />

διοικητικό σύστημα που απομακρύνεται από τις αγκυλώσεις της<br />

κλασσικής δημόσιας διοίκησης. Στην πράξη, μεταρρυθμίσεις προς ένα σύστημα<br />

διακυβέρνησης παρατηρούμε καταρχάς στις Μ. Βρετανία, Ν. Ζηλανδία, Αυστραλία<br />

και ΗΠΑ, όπου έμφαση δίνεται στις δημόσιες αγορές και στον ανταγωνισμό,<br />

στη συμμετοχική διοίκηση, στην ευελιξία και στην απορύθμιση. 4<br />

Όσον αφορά τη χρηστή διακυβέρνηση, η Παγκόσμια Τράπεζα είναι ένας<br />

από τους οργανισμούς που έχουν ευρύτατα χρησιμοποιήσει την έννοια της χρηστής<br />

διακυβέρνησης. Σε κείμενο της υπογραμμίζει τρεις βασικές παραμέτρους<br />

της διακυβέρνησης: α) τον τύπο του πολιτικού καθεστώτος, β) το δημόσιο μάνατζμεντ<br />

των οικονομικών και κοινωνικών πόρων, και γ) την ικανότητα της κυβέρνησης<br />

να σχεδιάσει, να σχηματοποιήσει και να εφαρμόσει δημόσιες πολιτικές.<br />

5 Ο πρώην Γενικός Γραμματέας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ)<br />

σε ομιλία του περιγράφει τη χρηστή διακυβέρνηση ως μια επιρροή που ενισχύει<br />

το σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του νόμου, την ενδυνάμωση<br />

της δημοκρατίας, την προώθηση της διαφάνειας και τη βελτίωση της ικανότητας<br />

της δημόσιας διοίκησης. 6 Τα τελευταία χρόνια η έννοια της χρηστής<br />

διακυβέρνησης έχει επεκταθεί και περιλαμβάνει πολύ περισσότερα από πολυκομματικές<br />

εκλογές και ανεξάρτητη δικαστική και κοινοβουλευτική εξουσία.<br />

Το ενδιαφέρον έχει επεκταθεί σε περιοχές όπως: «η παγκόσμια προστασία<br />

των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, νόμοι που αποφεύγουν τις διακρίσεις, αποτελεσματικές,<br />

αμερόληπτες και ταχείες δικαστικές διαδικασίες, διαφάνεια των δημοσίων<br />

φορέων, λογοδοσία για τις πράξεις των στελεχών της δημόσιας διοίκησης,<br />

αποκέντρωση των πόρων και των αποφάσεων από την πρωτεύουσα στην<br />

περιφέρεια και εποικοδομητική συμμετοχή των πολιτών στις συζητήσεις περί<br />

δημοσίων πολιτικών και επιλογών». 7<br />

Η χρηστή διακυβέρνηση έχει επομένως εξελιχθεί σε έναν ελαστικό όρο, ο<br />

οποίος συνοψίζει και μεταφέρει ένα σύνολο μηνυμάτων της ίδιας λογικής. 8 Η<br />

μεγάλη αυτή ποσότητα στόχων που φιλοξενείται υπό τον όρο χρηστή διακυβέρνηση,<br />

οδήγησε στην εισαγωγή του όρου «αρκετά καλή διακυβέρνηση» (good<br />

4 B. Peters, The Future of Governing, University Press of Kansas, Lawrence, 2001.<br />

5 World Bank, Governance. The World Bank’s Experience, The World Bank,<br />

Washington DC, 1994.<br />

6 T. Weiss, «Governance, Good Governance and Global Governance: Conceptual<br />

and Actual Challenges», Third World Quarterly, Vol. 21 No. 5, 2000, σσ. 795-814.<br />

7 Weiss, oπ.π., σελ. 801.<br />

8 M. Doornbos, «“Good Governance”: The Rise and Decline of a Policy Metaphor?»,<br />

Journal of Development Studies, Vol. 37 No. 6, 2001, σελ. 93-108.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 296<br />

296 ΣΤΕΛΛΑ ΛΑΔΗ<br />

enough governance) που θεωρεί ότι δεν είναι δυνατόν να αντιμετωπισθούν όλα<br />

τα κυβερνητικά ελλείμματα ταυτόχρονα και για αυτό πρέπει να τίθενται προτεραιότητες.<br />

Η επίτευξη χρηστής διακυβέρνησης είναι και θέμα χρόνου και επομένως<br />

οι ιστορικές, πολιτικές και οικονομικές ιδιαιτερότητες της κάθε χώρας<br />

πρέπει να λαμβάνονται υπόψη. 9<br />

Η ανάμειξη των πολιτών κατά τις διαδικασίες σχεδιασμού δημόσιων πολιτικών,<br />

όπως προκύπτει από τη μέχρι τώρα συζήτηση, είναι μέρος της χρηστής<br />

διακυβέρνησης και άρα πρέπει να είναι στόχος των κυβερνήσεων. Οι λόγοι<br />

που έχει αυξηθεί η πίεση για διαφάνεια και για συμμετοχή των πολιτών είναι η<br />

μείωση της συμμετοχής στις εκλογές, η μείωση των μελών των πολιτικών κομμάτων<br />

και η έλλειψη εμπιστοσύνης στους κυβερνητικούς θεσμούς. Σύμφωνα με<br />

τον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), καθώς οι<br />

κυβερνήσεις διευκολύνονται στο να συλλέξουν περισσότερες πληροφορίες,<br />

απόψεις και πιθανές λύσεις έτσι ώστε να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν τις<br />

προκλήσεις του σχεδιασμού πολιτικής σε συνθήκες αυξανόμενης πολυπλοκότητας,<br />

αλληλεξάρτησης των πολιτικών και χρονικών πιέσεων, η βελτίωση της<br />

ποιότητας των πολιτικών συνίσταται στα:<br />

• αντιμετώπιση των προκλήσεων της κοινωνίας της πληροφορίας,<br />

• ενσωμάτωση των απόψεων των πολιτών κατά τις διαδικασίες σχεδιασμού<br />

δημόσιας πολιτικής,<br />

• επίτευξη των στόχων της διαφάνειας και της λογοδοσίας, και<br />

• ενίσχυση της δημόσιας εμπιστοσύνης στη κυβέρνηση. 10<br />

Ιεραρχίες, δίκτυα πολιτικής και δημόσια συμμετοχή<br />

Το ιεραρχικό μοντέλο καταρχάς χαρακτηρίζεται από σαφείς και αυστηρούς<br />

κανόνες δικαίου, οι οποίοι ορίζουν τις αρμοδιότητες της γραφειοκρατίας και<br />

τα ακριβή όρια της νομιμότητας του δημοσίου τομέα. Καθορίζεται, δηλαδή,<br />

ποιος είναι υπεύθυνος, σε ποια καθήκοντα και ποιες είναι οι διοικητικές διαδικασίες<br />

που πρέπει να ακολουθηθούν. Διευκρινίζονται τα βήματα των διαδικασιών<br />

και οι χρόνοι μέσα στους οποίους θα πρέπει να έχουν ολοκληρωθεί. Ο λόγος<br />

για τον οποίο υπάρχει αυτή η αυστηρότητα είναι για να αποφεύγεται η κατάχρηση<br />

της δημόσιας εξουσίας και να είναι δυνατός ο έλεγχος των πράξεων<br />

9 M. Grindl, «Good Enough Governance Revisited», Development Policy Review Vol.<br />

25 No. 5, 2007, σελ. 553-574.<br />

10 OECD, Citizens as Partners: Information, Consultation and Public Participation in<br />

Policy Making, OECD, Paris, 2001, σελ. 19-26.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 297<br />

ΔΗΜΟΣΙΑ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗ, ΣΥΜΜΕΤΟΧΙΚΟΤΗΤΑ 297<br />

και των παραλείψεων των δημοσίων λειτουργών. Ένα άλλο χαρακτηριστικό<br />

του μοντέλου αυτού είναι η διαφάνεια η οποία πρέπει να χαρακτηρίζει τις διοικητικές<br />

πράξεις έτσι ώστε ο πολίτης να μπορεί να πληροφορείται για οτιδήποτε<br />

τον απασχολεί και να μπορεί να καταθέτει τα παράπονα του εφόσον δεν είναι<br />

ικανοποιημένος. Όλες οι παραπάνω δραστηριότητες λαμβάνουν χώρα υπό τη<br />

σκιά του δημοσίου συμφέροντος το οποίο υποδηλώνει την ύπαρξη μιας συνεκτικής<br />

κοινωνίας όπου η εργασία στους δημόσιους οργανισμούς είναι λειτούργημα<br />

και ο απώτερος στόχος είναι η ικανοποίηση του δημοσίου αυτού συμφέροντος.<br />

11<br />

Όσον αφορά στον έλεγχο του δημοσίου τομέα, το ιεραρχικό μοντέλο, δίνει<br />

έμφαση στην επιτήρηση (oversight). Δεδομένου ότι υπάρχει σαφής διάκριση<br />

των αρμοδιοτήτων των δημοσίων λειτουργών και ένα συγκεκριμένο πλαίσιο<br />

κανόνων που πρέπει να ακολουθηθεί, είναι δυνατός ο έλεγχος των πράξεων<br />

τους μέσω της αυστηρής επιτήρησης. Κατά συνέπεια, όταν παρουσιάζονται<br />

προβλήματα κακοδιοίκησης, η απάντηση του ιεραρχικού μοντέλου είναι ότι<br />

χρειάζεται ακόμα μεγαλύτερη διευκρίνιση των κανόνων, των ορίων και των<br />

αρμοδιοτήτων και ότι η επιτήρηση πρέπει να ενταθεί μέσω της δημιουργίας περισσότερων<br />

μορφών παρακολούθησης και ελέγχου, μέσω της ενίσχυσης των<br />

αρμοδιοτήτων των δικαστηρίων ή μέσω της αύξησης των προστίμων για παραβατική<br />

συμπεριφορά. 12<br />

Μια θεωρία που βρίσκεται στον αντίποδα του ιεραρχικού μοντέλου, είναι<br />

αυτή της ισότητας και των δικτύων πολιτικής. Η προσέγγιση των δικτύων πολιτικής<br />

εστιάζει στις σχέσεις μεταξύ των φορέων πολιτικής, στις άτυπες διαστάσεις<br />

της δημιουργίας και άσκησης δημόσιας πολιτικής και στην εκμάθηση πολιτικής<br />

(policy learning), η οποία αναφέρεται στο πως οι οργανώσεις και τα<br />

κράτη μαθαίνουν το ένα από τις εμπειρίες και τα λάθη του άλλου. 13 Τα δίκτυα<br />

πολιτικής συνδέονται με την έννοια της διακυβέρνησης και της αυξημένης πολυπλοκότητας<br />

των διαδικασιών της δημόσιας διοίκησης και πολιτικής.<br />

Υποστηρίζεται ότι το μάνατζμεντ των δημοσίων υπηρεσιών έτσι όπως προτείνεται<br />

από το ιεραρχικό μοντέλο, δεν αποτελεί λύση τους προβλήματος αλλά<br />

μέρος του. Η λύση είναι να βρεθούν τρόποι «διοίκησης χωρίς διοικητές»<br />

(managing without managers). Προτεινόμενες κατευθύνσεις είναι ο «κοινοτισμός»<br />

(communitarianism) και η συμμετοχική οργάνωση με τη μορφή αποκε-<br />

11 J. E. Lane, The Public Sector, Sage Publications, London, 2000, σελ. 194-197.<br />

12 Σ. Λαδή και Β. Νταλάκου, Εισαγωγή στη Δημόσια Διοίκηση και Δημόσια Πολιτική,<br />

Ελληνικό Ανοιχτό Πανεπιστήμιο, Πάτρα, (υπό έκδοση, 2009)<br />

13 W. Parsons, Public Policy, Edward Elgar, Cheltenham and Lyme, 1995.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 298<br />

298 ΣΤΕΛΛΑ ΛΑΔΗ<br />

ντρωμένων αυτοδιοικούμενων διοικητικών μονάδων. 14 Ο κοινοτισμός εμφανίστηκε<br />

ως αντίδοτο στον ατομικισμό και αντιπροτείνει τις αξίες της συμμετοχής,<br />

της αφοσίωσης στην κοινότητα και της πρόταξης των συλλογικών αγαθών του<br />

πολιτισμού και της παράδοσης της εκάστοτε κοινότητας. 15 Οι ρίζες του ανομοιογενούς<br />

αυτού κινήματος βρίσκονται στην Αθηνακή δημοκρατία, στους ουτοπιστές<br />

σοσιαλιστές όπως ο Robert Owen (1817) και ο Charles Fourier, 16 στη<br />

Μαρξιστική σκέψη, αλλά και στις προτάσεις του οικολογικού και φεμινιστικού<br />

κινήματος.<br />

Μια βασική διάσταση αυτού του παραδείγματος είναι ότι η μέγιστη άμεση<br />

υπευθυνότητα (Maximum Face-to-Face Accountability) σύμφωνα με την οποία<br />

ο έλεγχος που προέρχεται από το εξωτερικό μιας οργάνωσης, όπως για παράδειγμα<br />

ο έλεγχος των πολιτών προς τους δημόσιους λειτουργούς συντελείται<br />

μέσω του όσο πιο άμεσου καταλογισμού ευθυνών. Το εναρκτήριο σημείο είναι<br />

ότι η ευθύνη βρίσκεται σε όλη την κοινότητα και όχι μόνο σε αυτούς που έχουν<br />

εκλεγεί ή διορισθεί για να ασκούν την εξουσία. Κατά συνέπεια όλοι οι δημόσιοι<br />

λειτουργοί βρίσκονται υπό συνεχή έλεγχο από την κοινότητα και μηχανισμοί<br />

ανάκλησης τους μέσω ψηφοφορίας βρίσκονται σε λειτουργία. Ο μεγαλύτερος<br />

δυνατός έλεγχος επιτυγχάνεται μέσω αποκεντρωμένων μονάδων έτσι<br />

ώστε οι πολίτες να βρίσκονται όσο το δυνατόν πιο κοντά στους δημόσιους λειτουργούς.<br />

17 Πρέπει να τονισθεί ότι οι διαδικασίες διαβούλευσης θεωρούνται<br />

πολύ συχνά σημαντικότερες από τα αποτελέσματα. 18 Άρα όποιες πιθανές χρονικές<br />

καθυστερήσεις λόγω χρονοβόρων συνδιασκέψεων ή άλλων διαδικασιών<br />

είναι προτιμότερες από λιγότερο δημοκρατικές διαδικασίες που θα οδηγούσαν<br />

σε γρηγορότερα αποτελέσματα, που αποξενώνουν τους πολίτες. Το επιχείρημα<br />

είναι υπέρ μιας κοινωνίας, η οποία αποτελείται από ορθολογικούς και υπεύθυνους<br />

πολίτες, που μέσω συμμετοχικών διαδικασιών και διαλόγου λαμβάνουν<br />

τις βέλτιστες αποφάσεις για την κοινότητα τους.<br />

Οι μεταρρυθμίσεις με κατεύθυνση την αύξηση της συμμετοχής δεν είναι<br />

άνευ κριτικής, με κυριότερο επιχείρημα τη μη γνησιότητα της συμμετοχής που<br />

σημαίνει ότι οι πολίτες και οι κατώτεροι υπάλληλοι θεωρούν ότι μπορούν να<br />

14 A. Etzioni, The Spirit of Community, Crown Publishers, New York, 1993.<br />

15 M. J. Sandel, Ο Φιλελευθερισμός και τα Όρια της Δικαιοσύνης, εκδόσεις Πόλις,<br />

Αθήνα, 2003.<br />

16 R. M. Kanter, Commitment and Continuity, Harvard University Press, Cambridge.<br />

Mass., 1972.<br />

17 C. Hood, The Art of the State, Clarendon Press, Oxford, 1998, σελ. 120-144.<br />

18 B. Barber, Ισχυρή Δημοκρατία: Συμμετοχική Πολιτική για μια Νέα Εποχή, εκδόσεις<br />

Παπαζήσης, Αθήνα, 2007.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 299<br />

ΔΗΜΟΣΙΑ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗ, ΣΥΜΜΕΤΟΧΙΚΟΤΗΤΑ 299<br />

διαμορφώσουν πολιτική ενώ αυτό δε συμβαίνει στην πραγματικότητα, καθώς<br />

συνεχίζουν και ισχύουν όλων των τύπων οι σχέσεις εξουσίας. Μια άλλη διάσταση<br />

της κριτικής αφορά στις συγκρούσεις που μπορεί να δημιουργηθούν και<br />

στις καθυστερήσεις που μπορεί να προκληθούν λόγω της συμμετοχής μεγάλου<br />

αριθμού φορέων κατά τις διαδικασίες σχεδιασμού και εφαρμογής των δημόσιων<br />

πολιτικών. 19 Στην επόμενη ενότητα τα χαρακτηριστικά της δημόσιας συμμετοχής<br />

αναλύονται περισσότερο.<br />

Ορισμός, αρχές και τύποι της δημόσιας συμμετοχής<br />

Ένας γενικά αποδεκτός ορισμός της δημόσιας συμμετοχής υποστηρίζει ότι<br />

πρόκειται για μια πρακτική που στοχεύει στην εμπλοκή των πολιτών κατά τις<br />

δράσεις διαμόρφωσης της ατζέντας, της λήψης αποφάσεων και του σχηματισμού<br />

των πολιτικών, των οργανισμών και των θεσμών που είναι υπεύθυνοι για<br />

την ανάπτυξη δημόσιων πολιτικών. Ανάλογα με τη ροή της πληροφορίας μπορούμε<br />

να διακρίνουμε τρεις τύπους δημόσιας συμμετοχής: τη δημόσια επικοινωνία,<br />

τη δημόσια διαβούλευση και την άμεση δημόσια συμμετοχή: 20<br />

• Δημόσια Επικοινωνία: Η ροή της επικοινωνίας είναι από την κυβέρνηση<br />

προς τους πολίτες και δεν υπάρχει άμεση συμμετοχή των πολιτών καθώς<br />

η αντίδραση στην πληροφορία δεν είναι το ζητούμενο και άρα δεν έχουν<br />

αναπτυχθεί οι ανάλογοι μηχανισμοί.<br />

• Δημόσια Διαβούλευση: Η ροή της επικοινωνίας είναι από τους πολίτες<br />

προς την κυβέρνηση μέσω της χρήσης μηχανισμών που έχει θέσει σε λειτουργία<br />

η ίδια η κυβέρνηση. Η δυνατότητα πραγματικού διαλόγου μεταξύ<br />

πολιτών και κυβέρνησης είναι περιορισμένη.<br />

• Άμεση Δημόσια Συμμετοχή: Η ροή της επικοινωνίας είναι διττή, δηλαδή<br />

και από την κυβέρνηση προς τους πολίτες, αλλά και από τους πολίτες<br />

προς την κυβέρνηση. Στην περίπτωση αυτή, υπάρχει δυνατότητα κάποιας<br />

μορφής διαλόγου.<br />

Η υιοθέτηση μηχανισμών δημόσιας επικοινωνίας από μια κυβέρνηση είναι<br />

το πιο απλό και σύνηθες και ακολουθεί η εγκαθίδρυση μηχανισμών δημόσιας<br />

διαβούλευσης και δημόσιας άμεσης συμμετοχής. Κάθε προσπάθεια εισαγωγής<br />

του θεσμού της διαβούλευσης σε εθνικό ή διακρατικό επίπεδο ξεκινάει από την<br />

19 Peters, οπ.π., 2001.<br />

20 G. Rowe και L. Frewer, «A Typology of Public Engagement Mechanisms» <strong>Science</strong>,<br />

Technology and Human Values, Vol. 30, No. 2, 2005, σελ. 251-290.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 300<br />

300 ΣΤΕΛΛΑ ΛΑΔΗ<br />

παράθεση των γενικών αρχών που οφείλουν να τη διέπουν. Οι αρχές αυτές περιλαμβάνουν:<br />

21<br />

• Συμμετοχή: Η ποιότητα των δημοσίων πολιτικών εξαρτάται από την εξασφάλιση<br />

ευρείας συμμετοχής σε όλα τα στάδια της πολιτικής: από τη χάραξη<br />

έως την εφαρμογή της. Άρα και η διαδικασία της διαβούλευσης<br />

πρέπει να χαρακτηρίζεται από ευρεία συμμετοχή.<br />

• Διαφάνεια και Λογοδοσία: Οι διαδικασίες διαβούλευσης πρέπει να χαρακτηρίζονται<br />

από διαφάνεια τόσο για αυτούς που συμμετέχουν όσο και για<br />

το ευρύ κοινό. Για να επιτευχθεί αυτό πρέπει να διευκρινίζονται σαφώς: τα<br />

θέματα που εξετάζονται, οι μηχανισμοί διαβούλευσης που χρησιμοποιούνται,<br />

με ποιόν πραγματοποιείται η διαβούλευση και γιατί, και τέλος, ποιοί<br />

παράγοντες επηρέασαν τις αποφάσεις κατά τη χάραξη της πολιτικής.<br />

Όσον αφορά στη λογοδοσία, οι φορείς που συμμετέχουν θα πρέπει<br />

να καθιστούν σαφές ποιά συμφέροντα εκπροσωπούν και σε ποιο βαθμό<br />

γίνεται η εν λόγω εκπροσώπηση.<br />

• Αποτελεσματικότητα: Η διαβούλευση πρέπει να είναι αποτελεσματική<br />

και αυτό σημαίνει ότι πρέπει να ξεκινήσει όσο το δυνατόν νωρίτερα.<br />

Υπάρχει περίπτωση να χρειαστεί να διεξαχθεί σε περισσότερα του ενός<br />

σταδίου. Στόχος της πρέπει να είναι η κατανόηση της μιας πλευράς από<br />

την άλλη. Τέλος, για να είναι αποτελεσματική πρέπει να ισχύει η αρχή<br />

της αναλογικότητας, δηλαδή η μέθοδος και το εύρος της πρέπει να είναι<br />

ανάλογα της επίπτωσης που θα έχει η πρόταση που αποτελεί αντικείμενο<br />

της διαβούλευσης.<br />

Στην επόμενη ενότητα ακολουθεί μια συζήτηση περί των προκλήσεων αλλά<br />

και των επιτυχιών της προσπάθειας εφαρμογής των παραπάνω διαδικασιών<br />

και αρχών συμμετοχής στην ελληνική περίπτωση.<br />

Συμμετοχικότητα και διοικητική μεταρρύθμιση στην Ελλάδα<br />

Η συμμετοχή των πολιτών στο σχεδιασμό και την εφαρμογή της δημόσιας<br />

πολιτικής στην Ελλάδα είναι περιορισμένη και συνάδει με τη γενικότερη εικόνα<br />

μιας ατροφικής κοινωνίας πολιτών, ενός υπερδιογκωμένου κράτους και<br />

της κυριαρχίας των πολιτικών κομμάτων. 22 Επιπροσθέτως, το επικρατές στην<br />

21 Π.χ. COM, 2002/704<br />

22 Π.χ. Ν. Μουζέλης, και Γ. Παγουλάτος, «Κοινωνία Πολιτών και Ιδιότητα του Πολίτη<br />

στην Μεταπολεμική Ελλάδα», Ελληνική Επιθεώρηση Πολιτικής Επιστήμης, No. 22,<br />

2003, 5-29.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 301<br />

ΔΗΜΟΣΙΑ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗ, ΣΥΜΜΕΤΟΧΙΚΟΤΗΤΑ 301<br />

Ελλάδα, ιεραρχικό μοντέλο διοίκησης δυσχαιρένει την υιοθέτηση πρακτικών<br />

που αποτελούν μηχανισμό ενός μοντέλου διοίκησης που βασίζεται στα δίκτυα<br />

πολιτικής. Σε κάθε περίπτωση πάντως, οι διεθνείς τάσεις, η συμμετοχή της Ελλάδας<br />

στην Ευρωπακή Ένωση (ΕΕ) και η ανάγκη συμμόρφωσης με τις αρχές<br />

της χρηστής διακυβέρνησης έχουν πλέον ανοίξει τη συζήτηση περί της σημασίας<br />

της συμμετοχικότητας για τη διοικητική μεταρρύθμιση. Από τους τρεις τύπους<br />

δημόσιας συμμετοχής, όπως αναλύεται στη συνέχεια, η δημόσια επικοινωνία<br />

είναι η πιο αναπτυγμένη, η δημόσια διαβούλευση έχει αρχίσει να κερδίζει<br />

έδαφος, ενώ η άμεση δημόσια συμμετοχή δεν έχει ακόμα απασχολήσει ιδιαίτερα,<br />

ούτε το δημόσιο τομέα, ούτε την κοινωνία των πολιτών.<br />

Πριν στραφούμε στην ανάλυση, των προσπαθειών εφαρμογής των πρακτικών<br />

δημόσιας συμμετοχής στην Ελλάδα, θα πρέπει να τονισθεί η σημασία του<br />

κυρίαρχου διοικητικού παραδείγματος, δηλαδή του ιεραρχικού μοντέλου. Υποστηρίζεται,<br />

ότι η αυστηρά ιεραρχική δομή της ελληνικής δημόσιας διοίκησης<br />

εμποδίζει την υιοθέτηση μηχανισμών αύξησης της συμμετοχικότητας, καθώς<br />

αυτοί βρίσκονται σε σύγκρουση με το κεντρικό σύστημα αξιών του ιεραρχικού<br />

μοντέλου. Η επιτυχημένη υιοθέτηση μηχανισμών συμμετοχικότητας θα σήμαινε,<br />

ότι έχει ξεκινήσει η αλλαγή διοικητικού παραδείγματος για την Ελλάδα<br />

και ότι βρισκόμαστε στη διαδικασία μετάβασης από την εποχή της κυβέρνησης<br />

και της ιεραρχίας στην εποχή της διακυβέρνησης και των δικτύων. Κάτι τέτοιο<br />

δε φαίνεται να ισχύει, καθώς η ελληνική δημόσια διοίκηση παραμένει ιεραρχική<br />

και συγκεντρωτική τόσο όσον αφορά την οργάνωση της, αλλά και τους<br />

ισχύοντες μηχανισμούς ελέγχου. Σημαντικό είναι δε να σημειωθεί ότι το ιεραρχικό<br />

αυτό μοντέλο δυσλειτουργεί, με αποτέλεσμα η οποιαδήποτε μετάλλαξη<br />

του να καθίσταται πραγματικά δυσχερής. 23 Παρακάτω, αναλύονται τα βήματα<br />

που έχουν γίνει στον τομέα της δημόσιας επικοινωνίας και της δημόσιας διαβούλευσης<br />

έτσι ώστε να αποτυπωθεί με σαφήνεια η παρούσα κατάσταση.<br />

Δημόσια Επικοινωνία<br />

Η δημόσια επικοινωνία συνίσταται κυρίως στη μετάδοση της πληροφορίας<br />

από την κυβέρνηση και τους δημόσιους οργανισμούς στους πολίτες. Έχει να<br />

κάνει δηλαδή με τη διαφάνεια των κυβερνητικών πράξεων και τη δυνατότητα<br />

πρόσβασης των πολιτών στη πληροφορία και ειδικότερα στα δημόσια έγγραφα.<br />

Αποτελεί χαρακτηριστικό του ιεραρχικού μοντέλου διοίκησης και προ-<br />

23 Π.χ. K. Σπανού, Ελληνική Διοίκηση και Ευρωπακή Ολοκλήρωση, εκδόσεις Παπαζήσης,<br />

Αθήνα, 2001 και Α. Μακρυδημήτρης, Δημόσια Διοίκηση, εκδόσεις Σάκκουλας,<br />

Αθήνα-Θεσσαλονίκη, 2006.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 302<br />

302 ΣΤΕΛΛΑ ΛΑΔΗ<br />

πόθεση για τη μετάβαση στη διοίκηση μέσω δικτύων.<br />

Το δικαίωμα στην πληροφορία κατ’ αρχάς προστατεύεται από το άρθρο 5 Α<br />

του Συντάγματος σύμφωνα με το οποίο:<br />

«1. Καθένας έχει δικαίωμα στην πληροφόρηση, όπως νόμος ορίζει. Περιορισμοί<br />

στο δικαίωμα αυτό είναι δυνατόν να επιβληθούν με νόμο μόνο<br />

εφόσον είναι απολύτως αναγκαίοι και δικαιολογούνται για λόγους εθνικής<br />

ασφάλειας, καταπολέμησης του εγκλήματος ή προστασίας δικαιωμάτων και<br />

συμφερόντων τρίτων.<br />

2. Καθένας έχει δικαίωμα συμμετοχής στην Κοινωνία της Πληροφορίας.<br />

Η διευκόλυνση της πρόσβασης στις πληροφορίες που διακινούνται ηλεκτρονικά,<br />

καθώς και της παραγωγής, ανταλλαγής και διάδοσης τους αποτελεί<br />

υποχρέωση του Κράτους, τηρουμένων πάντοτε των εγγυήσεων των άρθρων<br />

9. 9 Α και 19.»<br />

Ο Κώδικας Διοικητικής Διαδικασίας (Ν 2690/1999) είναι ο νόμος που σήμερα<br />

συμπληρώνει τη διάταξη του Συντάγματος και προβλέπει ότι οι ενδιαφερόμενοι<br />

πολίτες, και όχι μόνο όσοι έχουν συμφέρον, έχουν δικαίωμα πρόσβασης<br />

στα έγγραφα που παράγουν οι δημόσιες υπηρεσίες. Ο έλεγχος της εφαρμογής<br />

των διατάξεων περί πρόσβασης στην πληροφορία γίνεται είτε από τον<br />

Συνήγορο του Πολίτη που λαμβάνει τα παράπονα των πολιτών για άρνηση πρόσβασης,<br />

είτε από την Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων, εφόσον ζητηθεί<br />

η γνωμοδότηση της από δημόσια υπηρεσία ή από τον ενδιαφερόμενο.<br />

Στην πράξη, αν και έχουν γίνει κάποια βήματα για την εύκολη πρόσβαση<br />

στη δημόσια πληροφορία, οι ελλείψεις, οι καθυστερήσεις και τα προβλήματα<br />

είναι συχνά ο κανόνας και όχι η εξαίρεση. Στις θετικές εξελίξεις είναι η λειτουργία<br />

των Κέντρων Εξυπηρέτησης Πολιτών (ΚΕΠ) και της αντίστοιχης ιστοσελίδας<br />

τους 24 καθώς και τα διάφορα τηλεφωνικά κέντρα εξυπηρέτησης που<br />

λειτουργούν όλο το 24ώρο. Συνηθισμένη είναι και η επικοινωνία της κυβέρνησης<br />

με τους πολίτες μέσω διαφημίσεων στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, αλλά<br />

αυτή αφορά συνήθως μηνύματα που θέλει να μεταδώσει η κυβέρνηση και όχι<br />

λεπτομερή πληροφορία. Σε κάθε περίπτωση, σε συγκριτικό επίπεδο, η Ελλάδα<br />

έχει πλήρες ρυθμιστικό πλαίσιο, αλλά υστερεί στην πρακτική εφαρμογή. 25<br />

24 http://www.kep.gov.gr/portal/<br />

25 D. Banisar, Freedom of Information around the World 2006, Privacy International,<br />

2006.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 303<br />

ΔΗΜΟΣΙΑ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗ, ΣΥΜΜΕΤΟΧΙΚΟΤΗΤΑ 303<br />

Δημόσια Διαβούλευση<br />

Η χρήση του θεσμού της διαβούλευσης στην Ελλάδα είναι σποραδική και<br />

απαιτείται ενίσχυση του τόσο για την επίτευξη του στόχου της καλής νομοθέτησης<br />

όσο και για την πληρέστερη και ποιοτικότερη εφαρμογή των δημόσιων πολιτικών<br />

και αποφάσεων. Μέχρι τώρα έχουν γίνει βήματα όπως η ίδρυση της Οικονομικής<br />

και Κοινωνικής Επιτροπής (ΟΚΕ) με πρότυπο την αντίστοιχη επιτροπή<br />

της Ευρωπακής Ένωσης, η οργάνωση διαβουλεύσεων για επιμέρους<br />

θέματα όπως η Στρατηγική της Λισαβόνας και η επιλεκτική διαβούλευση από<br />

κάποιους δημόσιους οργανισμούς (π.χ. Δήμους, Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών<br />

και Ταχυδρομείων). Μια πιο συντονισμένη στρατηγική ακόμα υπολείπεται.<br />

Η ΟΚΕ ιδρύθηκε το 1994, είναι νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου και<br />

αποτελεί μια πλατφόρμα κοινωνικού διαλόγου κυρίως όσον αφορά θέματα οικονομικής<br />

και κοινωνικής πολιτικής. Από το 2001, με την αναθεώρηση του Συντάγματος<br />

αποτελεί και συνταγματικά αναγνωρισμένο θεσμό του ελληνικού<br />

κράτους. Σύμφωνα με τον Νόμο σύστασής της (Ν. 2232/1994), έργο της ΟΚΕ<br />

είναι η διατύπωση αιτιολογημένης γνώμης σε θέματα ιδιαίτερης σπουδαιότητας<br />

που σχετίζονται με τις εργασιακές σχέσεις, την κοινωνική ασφάλιση, τα φορολογικά<br />

μέτρα, καθώς και με τη γενικότερη κοινωνικοοικονομική πολιτική,<br />

ιδίως σε θέματα περιφερειακής ανάπτυξης, επενδύσεων, εξαγωγών, προστασίας<br />

καταναλωτή και ανταγωνισμού. Αξίζει να σημειωθεί ότι στα θέματα αυτά<br />

δεν περιλαμβάνεται ο προπολογισμός. Η σημασία της ΟΚΕ για την ωρίμανση<br />

του θεσμού της διαβούλευσης στην Ελλάδα γίνεται φανερή από το σκοπό της<br />

που είναι η προώθηση του κοινωνικού διαλόγου και μέσω αυτού η διαμόρφωση<br />

κοινά αποδεκτών θέσεων για θέματα που απασχολούν την κοινωνία<br />

Το 2006 η εγκύκλιος του Πρωθυπουργού σχετικά με την νομοθετική πολιτική<br />

και αξιολόγηση της ποιότητας και αποτελεσματικότητας των νομοθετικών<br />

και κανονιστικών ρυθμίσεων τόνισε ως βασική προπόθεση για την καλή νομοθέτηση<br />

την κατά το δυνατόν ευρύτερη κοινωνική συναίνεση και συμμετοχή. Συγκεκριμένα,<br />

υπογραμμίζει ότι για την επίτευξη της μεγαλύτερης δυνατής κοινωνικής<br />

συναίνεσης και συμμετοχής, είναι σκόπιμη η έγκαιρη ενημέρωση των<br />

ενδιαφερομένων ομάδων της κοινωνίας των πολιτών και η συμμετοχή των εκπροσώπων<br />

τους σε κοινωνικό διάλογο και διαβούλευση. Προβλέπεται ότι η<br />

διαβούλευση διεξάγεται με τη συμμετοχή των ενδιαφερομένων μερών που προσκαλούνται<br />

με πρωτοβουλία του προτείνοντος τη ρύθμιση, με την αξιοποίηση<br />

της σύγχρονης τεχνολογίας, καθώς και με κάθε άλλο πρόσφορο μέσο, ιδίως με<br />

τη χρήση του διαδίκτυο και των μέσων μαζικής ενημέρωσης.<br />

Ενδιαφέρον παρουσιάζει και ο Νέος Κώδικας Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ν.<br />

3463/2006) που δίνει την δυνατότητα συμμετοχής των πολιτών σε ειδική συνε-


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 304<br />

304 ΣΤΕΛΛΑ ΛΑΔΗ<br />

δρίαση του Δημοτικού Συμβουλίου σε ό,τι αφορά την οικονομική κατάσταση,<br />

τη διοίκηση του Δήμου και την εφαρμογή του προγράμματος διοικητικής δράσης<br />

(Αρ. 217). Κάθε φορέας δημότης, κάτοικος ή φορολογούμενος από τον<br />

Δήμο έχει δικαίωμα να διατυπώσει παρατηρήσεις σχετικές με τον απολογισμό<br />

στην συνεδρίαση αυτή (Αρ. 217§5). Ο νόμος είναι αρκετά πρόσφατος οπότε<br />

δεν έχει ακόμα ολοκληρωθεί η αξιολόγηση της πρακτικής του εφαρμογής. Τέλος,<br />

το Επιχειρησιακό Πρόγραμμα για τη Διοικητική Μεταρρύθμιση 2007-13<br />

περιλαμβάνει δράσεις προώθησης του θεσμού της διαβούλευσης και ενίσχυσης<br />

της κοινωνίας των πολιτών και εκκρεμεί η υλοποίηση τους.<br />

Πέρα από τις νομοθετικές ρυθμίσεις, η εδραίωση του θεσμού της διαβούλευσης<br />

στην Ελλάδα προποθέτει τη συνειδητοποίηση των οφελών της διάχυσης<br />

της πληροφορίας και της κοινωνικής συναίνεσης για την καλύτερη εφαρμογή<br />

των νόμων, αλλά και γενικότερα για την καλύτερη λειτουργία της διοίκησης<br />

στην εποχή της διακυβέρνησης. Απαιτεί επίσης, την πολιτική βούληση έτσι<br />

ώστε να ενισχυθούν οι πρωτοβουλίες των φορέων που επιχειρούν τη δημόσια<br />

διαβούλευση, γιατί αποτελούν καινοτόμες πρακτικές σε μια παραδοσιακά συγκρουσιακή<br />

κοινωνία. Παραδείγματα άμεσης δημόσιας συμμετοχής δεν υπάρχουν,<br />

καθώς αυτά θεωρούνται ακόμα πρώιμα για την Ελληνική κοινωνία.<br />

Συμπεράσματα<br />

Η ανάγκη για αύξηση της συμμετοχής των πολιτών στις διαδικασίες της δημόσιας<br />

πολιτικής είναι πλέον αποδεκτή τόσο στο διεθνές περιβάλλον όσο και<br />

στην Ελλάδα. Οι βασικοί λόγοι που οδήγησαν σε αυτήν την αποδοχή είναι η<br />

μείωση της εμπιστοσύνης των πολιτών στην κυβέρνηση και στα πολιτικά κόμματα,<br />

η ανάγκη βελτίωσης των δημοσίων πολιτικών και επομένως η αύξηση της<br />

δυνατότητας συγκέντρωσης πληροφοριών για τα πραγματικά προβλήματα και<br />

τέλος, η ενσωμάτωση των απόψεων των πολιτών κατά τις διαδικασίες σχεδιασμού<br />

δημοσίων πολιτικών έτσι ώστε να είναι ευκολότερο να επιτευχθεί συναίνεση.<br />

Τα βασικά εργαλεία που βρίσκονται στη διάθεση των κυβερνήσεων για<br />

την επίτευξη των στόχων αυτών είναι η καλύτερη διάχυση της δημόσιας πληροφορίας<br />

και η ενίσχυση του θεσμού της διαβούλευσης.<br />

Στην Ελλάδα, το κυρίαρχο διοικητικό παράδειγμα είναι αυτό της ιεραρχίας<br />

με αποτέλεσμα να ευνοείται η διαφάνεια μέσω μηχανισμών διάχυσης της πληροφορίας,<br />

αλλά να υπολείπεται ο θεσμός της διαβούλευσης, ο οποίος αποτελεί<br />

χαρακτηριστικό του διοικητικού παραδείγματος που βασίζεται στα δίκτυα πολιτικής.<br />

Είναι εμφανές ότι ακόμα και το ιεραρχικό παράδειγμα δυσλειτουργεί,<br />

καθώς ενώ το ρυθμιστικό πλαίσιο όσον αφορά τη διάχυση της δημόσιας πληροφορίας<br />

είναι πλήρες, στην πράξη συχνά παρατηρούνται προβλήματα και καθυ-


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 305<br />

ΔΗΜΟΣΙΑ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗ, ΣΥΜΜΕΤΟΧΙΚΟΤΗΤΑ 305<br />

στερήσεις στην αναζήτηση πληροφορίας. Η χρήση των νέων τεχνολογιών μπορεί<br />

να βοηθήσει τόσο στην καλύτερη αρχειοθέτηση των δημοσίων εγγράφων,<br />

όσο και στην ευκολότερη αναζήτηση και διάχυση της δημόσιας πληροφορίας.<br />

Βασική προπόθεση για την κατοχύρωση του θεσμού της διαβούλευσης είναι<br />

η ευκολία πρόσβασης στη δημόσια πληροφορία. Μια πιο ολοκληρωμένη<br />

στρατηγική για τη δημόσια διαβούλευση στην Ελλάδα είναι αναγκαία, καθώς η<br />

σποραδική χρήση του εργαλείου αυτού δεν είναι πιθανό να αποδώσει. Η διαβούλευση<br />

θα μπορούσε να εντατικοποιηθεί πιλοτικά εκεί που η νομοθεσία είναι<br />

ήδη προωθημένη (π.χ. Δήμους και Κοινότητες), έτσι ώστε να δημιουργηθούν<br />

οι συνθήκες για την περαιτέρω χρήση της και σε άλλα επίπεδα ή πολιτικές.<br />

Σημασία, πάντως έχει η χρήση του θεσμού να είναι ειλικρινής και τα αποτελέσματα<br />

των διαβουλεύσεων να δημοσιοποιούνται και να λαμβάνονται<br />

υπόψη στις αποφάσεις της δημόσιας πολιτικής, έτσι ώστε να ενθαρρυνθεί η<br />

συμμετοχικότητα. Κάτι διαφορετικό θα μπορούσε να οδηγήσει σε μεγαλύτερη<br />

έλλειψη εμπιστοσύνης και απάθεια.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 306


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 307<br />

16<br />

Δημόσια πολιτική και «οιονεί αγορές»<br />

(quasi-markets)<br />

Χρήστος Ι. Παρασκεύοπουλος<br />

Εισαγωγή<br />

Τα θέματα που σχετίζονται με την παροχή δημόσιων ή οιονεί δημόσιων<br />

αγαθών και υπηρεσιών, όπως π.χ. υγεία, εκπαίδευση, κοινωνική φροντίδα κτλ.,<br />

βρίσκονται σχεδόν καθημερινά στην επικαιρότητα. Επειδή άπτονται της ποιότητας<br />

ζωής των πολιτών, είναι αντικείμενα ενασχόλησης τόσο για τους πολίτες,<br />

όσο και για τους πολιτικούς ή διαμορφωτές πολιτικής. Για τους τελευταίους,<br />

μάλιστα, αποτελούν κυριολεκτικά «καυτή πατάτα» που διστάζουν να αγγίξουν.<br />

Κι’ αυτό γιατί, αν και δεν ομολογείται πολλές φορές ρητά, τα προβλήματα αυτά<br />

είναι εξαιρετικά περίπλοκα και δυσεπίλυτα, ενώ δεν υπάρχουν εύκολες απαντήσεις<br />

ούτε σε θεωρητικό ούτε σε πρακτικό επίπεδο. Αν και η ελληνική περίπτωση<br />

με τις γνωστές παθογένειες και ιδιαιτερότητες (θεσμική υστέρηση, κομματοκρατία,<br />

διαφθορά, προσοδοθηρία κτλ.) που έχουν σημαντικές συνέπειες<br />

στην παροχή οιονεί δημόσιων αγαθών δεν μπορεί να θεωρηθεί ως αντιπροσωπευτική<br />

μιας ώριμης και σύγχρονης δημοκρατίας, είναι, ωστόσο, ενδεικτική<br />

των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν και πολλές άλλες χώρες με διαφορετική,<br />

ίσως, ένταση. Κατά συνέπεια, δεδομένου του ρόλου της μεταφοράς ή υιοθέτησης<br />

παραδειγμάτων από άλλες χώρες στη δημόσια πολιτική, είναι χρήσιμη<br />

η μελέτη της εμπειρίας των προηγμένων χωρών και κυρίως των χωρών της βορειο-δυτικής<br />

Ευρώπης στην παροχή των οιονεί δημόσιων αγαθών.<br />

Σ’ αυτό το πλαίσιο, σε παλαιότερες δεκαετίες, και ιδιαίτερα κατά την πρώτη<br />

μεταπολεμική περίοδο, τα πράγματα στη δημόσια πολιτική ήταν ξεκάθαρα,<br />

τόσο σε θεωρητικό, όσο και σε πρακτικό επίπεδο. Κράτος και αγορά θεωρούνταν<br />

και ήταν στην πράξη τα δύο κυρίαρχα οργανωσιακά μοντέλα κατανομής<br />

και διαχείρισης των πόρων, ενώ ένα από τα αξιώματα του συναινετικού μοντέ-


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 308<br />

308 ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ<br />

λου ρύθμισης ήταν ο ενεργός ρόλος του κράτους στην οικονομία μέσω του λεγόμενου<br />

κρατικού παρεμβατισμού (το γνωστό και ως κενσιανό μοντέλο) και η<br />

αποκλειστικότητά του στην κοινωνική πολιτική. Ήταν η εποχή των ανεξάρτητων<br />

εθνών-κρατών, της σταθερής και μακροχρόνιας απασχόλησης, της περιορισμένης<br />

διεθνούς κινητικότητας των συντελεστών της παραγωγής, της σχετικά<br />

σταθερής και πυρηνικής οικογένειας και των σχεδών ισόβιων δεξιοτήτων και<br />

προσόντων. Σ’ αυτό το πλαίσιο, και ιδιαίτερα στη δυτική και βόρεια Ευρώπη,<br />

οι λεγόμενοι επαγγελματίες του δημοσίου –γιατροί, δάσκαλοι και καθηγητές<br />

κάθε βαθμίδας της δημόσιας εκπαίδευσης– θεωρούνταν και ήταν εν πολλοίς<br />

«ιππότες», δηλαδή αλτρουιστές δημόσιοι λειτουργοί, προσηλωμένοι στο καθήκον<br />

και στη δεοντολογία του λειτουργήματός τους, με στόχο την εξυπηρέτηση<br />

του δημοσίου συμφέροντος. Ήταν οι ειδήμονες, αυτοί που «ήξεραν καλύτερα».<br />

Κατά συνέπεια, για τους χρήστες των υπηρεσιών, ασθενείς, μαθητές ή φοιτητές<br />

κ.ο.κ., δεν έμενε παρά ο ρόλος του παθητικού αποδέκτη των προσφερόμενων<br />

υπηρεσιών, χωρίς δηλαδή δικαίωμα επιλογής. Μ’αυτή την έννοια, οι χρήστες<br />

των δημόσιων υπηρεσιών θεωρούνταν (και ήταν) άβουλα «πιόνια».<br />

Η ανάδυση του παραδείγματος των «οιονεί αγορών»<br />

Το παράδειγμα των «οιονεί αγορών» (quasi markets) και ιδιαίτερα το μοντέλο<br />

«επιλογής-και-ανταγωνισμού» (choice-and-competition) στη δημόσια<br />

πολιτική αναδύθηκε ουσιαστικά ως συστατικό στοιχείο ενός νέου consensus<br />

μετά την σαρωτική νίκη της Margaret Thatcher το 1979 που τερμάτισε τη μεταπολεμική<br />

συναίνεση στη Βρετανία αμφισβητώντας τα δύο βασικά συστατικά<br />

της, δηλαδή την κενσιανή οικονομική πολιτική και το κοινωνικό κράτος. Είχαν<br />

προηγηθεί η «αλλαγή παραδείγματος» σε θεωρητικό επίπεδο που εξασφάλισε<br />

την ηγεμονία στις συντηρητικές ιδέες και προετοίμασε το έδαφος για τη<br />

κυριαρχία των συντηρητικών κυβερνήσεων, αλλά και η εγκατάλειψη των αρχικών<br />

σχεδίων για ιδιωτικοποίηση βασικών θεσμών του κοινωνικού κράτους,<br />

όπως το NHS –Βρετανικό ΕΣΥ– και η δημόσια εκπαίδευση. ΄Ετσι, η θεσμοθέτηση<br />

«οιονεί αγορών» στους τομείς της δημόσιας υγείας και της δημόσιας εκπαίδευσης<br />

ήταν ουσιαστικά αποτέλεσμα της αντοχής που επέδειξαν οι θεσμοί<br />

του κοινωνικού κράτους στη Βρετανία απέναντι στα σχέδια της Margaret<br />

Thatcher. Μ’ αυτή την έννοια, το παράδειγμα των «οιονεί αγορών» δεν μπορεί<br />

και δεν πρέπει να συγχέεται με το μοντέλο της αγοράς, όπως άλλωστε γίνεται<br />

εμφανές από τη φιλοσοφία και τα βασικά συστατικά του: καθολικότητα ως<br />

προς τις παροχές, δηλαδή δωρεάν υπηρεσίες για όλους, δημόσια χρηματοδότηση<br />

στους παρόχους των υπηρεσιών, αλλά υπό τον όρο της επιλογής τους από<br />

τους χρήστες, δηλ. τους ασθενείς, τους μαθητές ή/και τους γονείς τους.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 309<br />

ΔΗΜΟΣΙΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ «ΟΙΟΝΕΙ ΑΓΟΡΕΣ» 309<br />

Η φιλοσοφία του παραδείγματος βασίζεται στην παραδοχή ότι δεν μπορεί ο<br />

πολίτης-χρήστης δημοσίων υπηρεσιών να βασίζεται στον «ιπποτισμό», δηλαδή<br />

τον αλτρουισμό, των δημοσίων υπαλλήλων. Οι τελευταίοι δεν είναι απαραίτητα<br />

ούτε αποκλειστικά «ιππότες» ούτε αποκλειστικά «κατεργάρηδες»-εγωιστές με<br />

τα δικά τους συμφέροντα και τη δική τους ατζέντα που μικρή σχέση μπορεί να<br />

έχει με την εξυπηρέτηση των συμφερόντων των πολιτών. Αυτό που έχει σημασία,<br />

συνεπώς, είναι η δομή των συγκεκριμένων κινήτρων που μπορούν να επηρεάσουν<br />

καθοριστικά τη συμπεριφορά των υπαλλήλων προς την ενθάρρυνση<br />

της «ιπποτικής» και αποθάρρυνση της εγωιστικής (καιροσκοπικής) συμπεριφοράς.<br />

Μ’ αυτή την έννοια, το παράδειγμα των «οιονεί αγορών» προποθέτει την<br />

κατάργηση των κρατικών μονοπωλίων στους χώρους της υγείας και της εκπαίδευσης,<br />

και την εισαγωγή συνθηκών ανταγωνισμού ως προς τους παρόχους και<br />

επιλογής ως προς τους χρήστες δημοσίων υπηρεσιών και έτσι την μετατροπή<br />

των πολιτών από «πιόνια» σε «βασίλισσες»-χρήστες δημοσίων υπηρεσιών. Με<br />

άλλα λόγια, οι χρηματοδοτικοί πόροι είναι διαθέσιμοι σε όλους, με τη διαφορά<br />

ότι αυτοί ακολουθούν τις επιλογές των χρηστών (money follows choice).<br />

Στη Μ. Βρετανία, οι Νέοι Εργατικοί, μετά την άνοδό τους στην εξουσία το<br />

1997, διατήρησαν αρκετές από τις καινοτομίες της προηγούμενης κυβέρνησης,<br />

κατήργησαν μερικές, αλλά εισήγαγαν και πολλές δικές τους. 1 Παραδείγματα<br />

τέτοιων μεταρρυθμίσεων υπάρχουν από διάφορους τομείς δημόσιων πολιτικών,<br />

όπως το σύστημα υγείας, η σχολική εκπαίδευση με εισαγωγή κουπονιών,<br />

το δημογραφικό επίδομα, η συνεταιρική αποταμίευση και τα «παιδικά ομόλογα»<br />

(baby bonds) που με κρατική χρηματοδότηση εφαρμόζονται ήδη.<br />

«Οιονεί αγορές» και «κλασσικά» μοντέλα στην παροχή<br />

δημοσίων υπηρεσιών<br />

Το παράδειγμα των «οιονεί αγορών», εξεταζόμενο σε σύγκριση με τα τρία<br />

πιο κλασσικά μοντέλα στην παροχή δημοσίων υπηρεσιών, δηλαδή το ιεραρχικό<br />

ή «εντολών και ελέγχου» (command and control), αυτό της «εμπιστοσύνης» ή «δικτύων»<br />

(trust and networks model) και αυτό της «φωνής» (voice), θεωρείται ότι<br />

υπερτερεί σημαντικά ως προς τα κριτήρια/στόχους της δημόσιας πολιτικής.<br />

Υπερέχει, δηλαδή, ως προς την ποιότητα, την αποτελεσματικότητα, την ανταπόκριση/λογοδοσία<br />

(responsiveness/accountability) και την κοινωνική δικαιο-<br />

1 Βλέπε στο J. Le Grand, Κίνητρα, Δράσεις και Δημόσια Πολιτική: «Ιππότες» και<br />

«Κατεργάρηδες», «Πιόνια» και «Βασίλισσες», ελληνική έκδοση, εκδ. Παπαζήση, Αθήνα,<br />

2007.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 310<br />

310 ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ<br />

σύνη, κι αυτό, επειδή παρέχει την κατάλληλη δέσμη κινήτρων, κυρίως στους<br />

παρόχους. Γι’ αυτό, άλλωστε, συστατικά του έχουν υιοθετηθεί ήδη και εφαρμόζονται<br />

και σε άλλες χώρες, όπως τις Σκανδιναβικές, την Ολλανδία, το Βέλγιο κτλ.<br />

Δεδομένου ότι στην παροχή δημοσίων αγαθών κατά κανόνα συνδυάζονται ή συνυπάρχουν<br />

δύο ή περισσότερα από τα παραπάνω μοντέλα και το ουσιαστικό<br />

θέμα είναι πού δίνεται κάθε φορά έμφαση και πώς επιτυγχάνεται η σχετική ισορροπία<br />

μεταξύ τους, έχει ιδιαίτερη σημασία η εξέταση των πλεονεκτημάτων και<br />

μειονεκτημάτων καθενός απο τα θεωρούμενα ως «κλασσικά» μοντέλα.<br />

Κατά το μοντέλο «εντολών και ελέγχου», η παροχή αγαθών ή υπηρεσιών γίνεται<br />

μέσω της διοικητικής ιεραρχίας του κράτους ή άλλου κρατικού φορέα.<br />

Στη Βρετανική εκδοχή του, το μοντέλο αυτό ονομάζεται «διαχείρισης στόχων<br />

και απόδοσης» (targets and performance management). Στα πλαίσια αυτού, τίθενται<br />

συγκεκριμένοι και μετρήσιμοι στόχοι για τους οργανισμούς που εμπλέκονται<br />

στην παροχή δημοσίων αγαθών (σχολεία, νοσοκομεία κ.ο.κ) και αξιολογείται<br />

η απόδοσή τους με βάση το βαθμό εκπλήρωσης των στόχων αυτών.<br />

Παρόλο ότι, όπως έχει δείξει η Βρετανική εμπειρία, το παράδειγμα «εντολών<br />

και ελέγχου» δείχνει να έχει σημαντικά πλεονεκτήματα και αποδίδει, κυρίως<br />

σε βραχυχρόνια βάση, υπάρχουν σημαντικά προβλήματα σχετιζόμενα με τα κίνητρα.<br />

Συγκεκριμένα, θεωρείται ότι αποθαρρύνει την διαρκή καινοτομία και<br />

βελτίωση μετά την επίτευξη των στόχων που είχαν τεθεί, ενώ το σύστημα μπορεί<br />

επίσης να ενθαρρύνει τη «δημιουργική λογιστική» ως προς τα στοιχεία και<br />

συνεπώς την πλασματική επίτευξη των στόχων. Τέλος, ο διαρκής βομβαρδισμός<br />

με οδηγίες και κατευθύνσεις εκ των άνω σχετικά με την επίτευξη των στόχων<br />

θεωρείται ότι έχει αρνητικές επιπτώσεις ως προς τα κίνητρα και το ηθικό<br />

των δημοσίων λειτουργών.<br />

Το μοντέλο της «εμπιστοσύνης» βασίζεται στην υπόθεση ότι οι επαγγελματίες<br />

και άλλοι εργαζόμενοι στις δημόσιες υπηρεσίες απολαμβάνουν την εμπιστοσύνη<br />

ότι θα παρέχουν υπηρεσίες ποιότητας χωρίς καμμία παρέμβαση από<br />

το κράτος (θεωρούνται δηλαδή «ιππότες»-αλτρουιστές). Παρόλο ότι το μοντέλο<br />

της εμπιστοσύνης θεωρείται ότι έχει σημαντικά πλεονεκτήματα και προτιμάται<br />

γενικά από τους επαγγελματίες του δημοσίου, εντούτοις πάσχει και<br />

αυτό ως προς την παροχή κινήτρων. Συγκεκριμένα, πρώτον, όπως έχει ήδη<br />

αναφερθεί, οι δημόσιοι λειτουργοί δεν είναι ούτε αποκλειστικά «ιππότες» ούτε<br />

αποκλειστικά «κατεργάρηδες», και άρα αυτό που έχει σημασία είναι η ύπαρξη<br />

συγκεκριμένων κινήτρων. Δεύτερον, συναφώς, δεν υπάρχουν επαρκή κίνητρα<br />

στο σύστημα σε σχέση με την ποιότητα και την αποτελεσματικότητα, ενώ υπάρχουν<br />

δυσκολίες ως προς τις λειτουργίες παρακολούθησης και ελέγχου. Τρίτον,<br />

μπορεί οι επαγγελματίες του χώρου να έχουν τις δικές τους προτεραιότητες ως<br />

προς τους στόχους, οι οποίες είναι πιθανόν να μη συμφωνούν απαραίτητα με<br />

αυτούς που έχουν τεθεί από την κυβέρνηση.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 311<br />

ΔΗΜΟΣΙΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ «ΟΙΟΝΕΙ ΑΓΟΡΕΣ» 311<br />

Τέλος, το μοντέλο της «φωνής» βασίζεται στην υπόθεση ότι οι χρήστες προσπαθούν<br />

να επιτύχουν καλή ποιότητα υπηρεσιών μέσω της επικοινωνίας των<br />

απόψεων/κριτικής τους, είτε άμεσα προς τους υπεύθυνους επαγγελματίες (π.χ.<br />

δασκάλους, γιατρούς), είτε έμμεσα μέσω υποβολής παραπόνων/διαμαρτυριών<br />

προς εκλεγμένους εκπροσώπους τους, ή προς ανεξάρτητες αρχές, όπως π.χ. ο<br />

Συνήγορος του Πολίτη κ.ο.κ. Παρ’ ότι και το μοντέλο της φωνής έχει σημαντικά<br />

πλεονεκτήματα σχετιζόμενα κυρίως με τη δυνατότητα των πολιτών-χρηστών να<br />

παρεμβαίνουν άμεσα με σκοπό τη βελτίωση της ποιότητας των υπηρεσιών<br />

μέσω ατομικών ή συλλογικών διαμαρτυριών και παραπόνων, εντούτοις θεωρείται<br />

ότι ευνοεί περισσότερο τις μεσαίες και ανώτερες κοινωνικές τάξεις, δεδομένου<br />

ότι αυτές διαθέτουν τους απαραίτητους πόρους (χρόνο, χρήμα, μορφωτικό<br />

επίπεδο κτλ.) και άρα είναι πιο εύκολο γι’ αυτούς να ασκήσουν επιρροή<br />

και να «ακουσθούν». Τέλος, το σημαντικότερο είναι ότι το σύστημα πάσχει<br />

ως προς το ότι δεν παρέχει επαρκή κίνητρα για βελτίωση-καινοτομία, δεδομένου<br />

ότι μπορεί κάλλιστα οι επαγγελματίες να αγνοήσουν τις υποδείξεις και τα<br />

παράπονα των χρηστών χωρίς κόστος.<br />

«Οιονεί αγορές» και οι κριτικές τους<br />

Παρότι το μοντέλο της «επιλογής και ανταγωνισμού» και των «οιονεί αγορών»<br />

γενικά φαίνεται να υπερτερεί ή/και να λειτουργεί συμπληρωματικά προς<br />

τα κλασσικά μοντέλα παροχής δημόσιων υπηρεσιών, έχει δεχθεί κριτική τόσο<br />

από τη νέα δεξιά (new right) όσο και από την παραδοσιακή σοσιαλδημοκρατική<br />

πτέρυγα των Νέων Εργατικών στη Βρετανία, τόσο σε θεωρητικό (βλ. π.χ.<br />

D. Marquand, A. Pollock, D. Harvey, M. Jacques κ.ά), όσο και σε πολιτικό (βλ.<br />

π.χ. R. Hattersley) επίπεδο. Από τη σκοπιά της νέας δεξιάς, η κριτική επικεντρώνεται<br />

γενικά στην άποψη υπέρ της –πλήρους/καθαρής– ιδιωτικοποίησης<br />

στην παροχή των δημοσίων υπηρεσιών. Η κριτική της παραδοσιακής σοσιαλδημοκρατίας,<br />

από την άλλη πλευρά, επικεντρώνεται σε προβλήματα σχετικά με<br />

τον κίνδυνο υπονόμευσης του ήθους των δημόσιων λειτουργών (public service<br />

ethos) από την εισαγωγή συνθηκών αγοράς και ανταγωνισμού, στο λεγόμενο<br />

παράδοξο της επιλογής (paradox of choice), σε θέματα έλλειψης επαρκούς<br />

πληροφόρησης και γνώσης από την πλευρά των χρηστών, σε θέματα κοινωνικής<br />

δικαιοσύνης (equity) και τέλος στα προβλήματα που σχετίζονται με την επιλογή<br />

των καλλίτερων χρηστών –«αφρόκρεμας» (cream-skimming)– από την<br />

πλευρά των παρόχων.<br />

Το επιχείρημα σχετικά με τον κίνδυνο υπονόμευσης του ήθους των δημόσιων<br />

λειτουργών από την εισαγωγή συνθηκών επιλογής και ανταγωνισμού στην<br />

παροχή δημόσιων υπηρεσιών βασίζεται στον παλαιό, κλασσικό ισχυρισμό ενός


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 312<br />

312 ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ<br />

από τους μεγάλους θεωρητικούς και θεμελιωτές του κράτους πρόνοιας, του<br />

Richard Titmuss, καθηγητή κοινωνικής πολιτικής στο London School of<br />

Economics, ότι ο δημόσιος τομέας κυριαρχείται σχεδόν αποκλειστικά από λειτουργούς<br />

με «ιπποτική» ή αλτουιστική συμπεριφορά, ενώ αντίθετα ο ιδιωτικός<br />

τομέας από καιροσκόπους-«κατεργάρηδες». Συνεπώς, υπάρχει ο κίνδυνος ότι<br />

η εισαγωγή κανόνων επιλογής και ανταγωνισμού στο δημόσιο τομέα μπορεί να<br />

διαβρώσει τους «ιππότες»-δημόσιους λειτουργούς και να τους μετατρέψει σε<br />

εγωιστές-«κατεργάρηδες». Ωστόσο, αν και τα αλτρουιστικά κίνητρα είναι<br />

υπαρκτά και σημαντικά, είναι προφανές ότι δεν μπορεί να θεωρούνται αποκλειστικότητα<br />

του δημόσιου τομέα. Στην πραγματικότητα, τόσο στο δημόσιο<br />

τομέα, όσο και στην αγορά απαντώνται και τα δύο, δηλαδή και «ιππότες» και<br />

«κατεργάρηδες», και άρα αυτό που έχει σημασία είναι η ύπαρξη των κατάλληλων<br />

κινήτρων που θα αποθαρρύνουν τους δεύτερους και θα ενθαρρύνουν τους<br />

πρώτους, και το παράδειγμα της επιλογής και ανταγωνισμού παρέχει επαρκή<br />

τέτοια κίνητρα.<br />

Το επιχείρημα του «παράδοξου της επιλογής», που φαίνεται να ενισχύεται<br />

και από πρόσφατη έρευνα του Barry Schwartz, 2 βασίζεται στην υπόθεση ότι η<br />

ύπαρξη ευρείας επιλογής από την πλευρά των χρηστών συνδέεται με το λεγόμενο<br />

κόστος ευκαιρίας (opportunity cost), και έτσι μπορεί να προκαλεί υπερβάλλον<br />

άγχος στους χρήστες σχετικά με το αν τελικά η κάθε επιλογή τους ήταν<br />

όντως η καλλίτερη. Κατά συνέπεια, το επιχείρημα είναι ότι αυτό που στην<br />

πραγματικότητα επιθυμεί η πλειονότητα των πολιτών-χρηστών δημοσίων υπηρεσιών<br />

δεν είναι η επιλογή καθεαυτή, αλλά μάλλον ένα καλό επίπεδο υπηρεσιών<br />

σε τοπικό επίπεδο (τοπικό σχολείο ή νοσοκομείο). Το επιχείρημα φαίνεται<br />

βάσιμο, ιδιαίτερα σε περιπτώσεις επείγουσας ανάγκης (π.χ. επείγον και<br />

ξαφνικό πρόβλημα υγείας) ή δυσκολίας μετακίνησης (π.χ. μετακίνηση για πρόσβαση<br />

σε καλύτερες υπηρεσίες εκπαίδευσης). Ωστόσο, με δεδομένες τις αδυναμίες<br />

των άλλων –κλασσικών– μοντέλων δημόσιας πολιτικής, ιδιαίτερα ως<br />

προς την παροχή κατάλληλων κινήτρων, δεν είναι προφανές με ποιο τρόπο είναι<br />

δυνατόν να εξασφαλισθεί επαρκής ποιότητα στους κρίσιμους τομείς<br />

υγείας, εκπαίδευσης κ.ο.κ., σε τοπικό επίπεδο. Αντιθέτως, το παράδειγμα επιλογής<br />

και ανταγωνισμού παρέχει τα κίνητρα αυτά.<br />

Η έλλειψη επαρκούς πληροφόρησης και γνώσης από την πλευρά των χρηστών<br />

είναι ένα υπαρκτό και πολύ σημαντικό ζήτημα στη δημόσια πολιτική γενικά<br />

που έχει άλλωστε αναδειχθεί από τη σχολή της δημόσιας επιλογής (public<br />

choice theory). Πράγματι, η ελλειπής γνώση και πληροφόρηση μπορεί να κάνει<br />

2 B. Schwartz, The Paradox of Choice: Why More is Less, HarperCollins, New York,<br />

2004.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 313<br />

ΔΗΜΟΣΙΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ «ΟΙΟΝΕΙ ΑΓΟΡΕΣ» 313<br />

δύσκολη την επιλογή σχολείου από τους γονείς ή νοσοκομείου/γιατρού από<br />

τους ασθενείς κτλ. Υπάρχει, ωστόσο, εμπειρία από επιτυχημένα παραδείγματα<br />

οργανωμένης πληροφόρησης για τους χρήστες, η οποία μπορεί να αναληφθεί<br />

από φορείς σε εθνικό ή τοπικό επίπεδο, π.χ. από οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης,<br />

για την ποιότητα των σχολείων ή από ανεξάρτητες οργανώσεις ειδικών<br />

για τον τομέα της υγείας. Τέτοια παραδείγματα προέρχονται κυρίως από<br />

την Βρετανία ή στις Σκανδιναβικές χώρες, και πείθουν ότι μπορούν να αντιμετωπίσουν<br />

το πρόβλημα σχετικά ικανοποιητικά.<br />

Τα προβλήματα σχετικά με την κοινωνική δικαιοσύνη και ισότητα (equality)<br />

σχετίζονται εν πολλοίς με το επιχείρημα ότι επιλογή και ανταγωνισμός είναι<br />

στην πραγματικότητα μια εμμονή των μεσαίων και ανώτερων κοινωνικών<br />

στρωμάτων. Κι αυτό γιατί είναι πιο εύκολο για τις μεσαίες και ανώτερες εισοδηματικά<br />

τάξεις να αλλάζουν π.χ. περιοχή κατοικίας –«ψηφίζοντας με τα πόδια<br />

τους» (voting by their feet) κατά το διάσημο στη βιβλιογραφία της δημόσιας<br />

επιλογής θεώρημα του Tiebout 1956– σε σύγκριση με τις κατώτερες τάξεις, με<br />

κριτήριο τις καλλίτερες παροχές εκπαίδευσης και υγείας. 3 Ωστόσο, με δεδομένα<br />

τα βασικά χαρακτηριστικά του μοντέλου των οιονεί αγορών, δηλαδή καθολικότητα<br />

στις παροχές και ελεύθερη πρόσβαση από τη μία και πόροι που<br />

ακολουθούν τις επιλογές των χρηστών από τη άλλη, είναι προφανές ότι το μοντέλο<br />

της «επιλογής και ανταγωνισμού» όχι μόνο δεν αντιστρατεύεται τον<br />

στόχο της κοινωνικής δικαιοσύνης και της ισότητας, αλλά μπορεί να τον εξυπηρετεί<br />

πληρέστερα, αφού παρέχει το δικαίωμα επιλογής σε όλους και όχι μόνο<br />

στις ανώτερες κονωνικά τάξεις. Επίσης, ως προς το συναφές επιχείρημα που<br />

τείνει να συνδέει την εισαγωγή του μοντέλου, κυρίως στη Βρετανία, με την<br />

υπαρκτή επιδείνωση κάποιων κοινωνικών ανισοτήτων, αυτό είναι ουσιαστικά<br />

αβάσιμο, δεδομένου ότι η επιδείνωση των κοινωνικών ανισοτήτων στις αγγλοσαξωνικές<br />

κυρίως χώρες και ιδιαίτερα στη Βρετανία συνδέεται με έλλειψη<br />

αποτελεσματικών πολιτικών αναδιανομής μάλλον, παρά με την εισαγωγή του<br />

μοντέλου των οιονεί αγορών στην παροχή δημόσιων υπηρεσιών που ουσιαστικά<br />

τείνει μάλλον να αμβλύνει τις κοινωνικές ανισότητες.<br />

Τέλος, τα προβλήματα που σχετίζονται με την επιλογή των «καλλίτερων<br />

χρηστών» αναφέρονται ουσιαστικά στις επιπτώσεις από τη μετάθεση του δικαιώματος<br />

επιλογής από τους χρήστες στους παρόχους δημόσιων υπηρεσιών,<br />

όπως π.χ. δημοφιλή σχολεία μπορούν ουσιαστικά να επιλέγουν τους καλλίτερους<br />

μαθητές ή φοιτητές στον τομέα της εκπαίδευσης, ή καλά νοσοκομεία να<br />

επιλέγουν ευκολότερες και πιο αποδοτικές περιπτώσεις ασθενών στον τομέα<br />

3 C. Tiebout, «A Pure Theory of Local Expenditure», Journal of Political Economy,<br />

64:5, 1956, σσ. 416-24.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 314<br />

314 ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ<br />

της υγείας κ.ο.κ. Αυτό είναι ένα υπαρκτό πρόβλημα του μοντέλου επιλογής και<br />

ανταγωνισμού που μπορεί να έχει σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις ως προς<br />

την ισότητα και την κοινωνική συνοχή, μέσω του διαχωρισμού και απομόνωσης<br />

(segregation) και συνεπώς υποβάθμισης που προκύπτει για τις μονάδες (π.χ.<br />

σχολεία, νοσοκομεία) που υστερούν ή αποτυγχάνουν σ’ αυτό το επίπεδο.<br />

Ωστόσο, έχουν μελετηθεί και εφαρμοσθεί διάφοροι εναλλακτικοί τρόποι αντιμετώπισης<br />

με ενεργοποίηση μηχανισμών από τα άλλα μοντέλα δημόσιας πολιτικής<br />

και ιδιαίτερα αυτό των «εντολών και ελέγχου». Έτσι, μπορεί π.χ. στο<br />

χώρο της εκπαίδευσης να περιορισθεί ή και να αφαιρεθεί από τα σχολεία η αρμοδιότητα<br />

για εισαγωγή μαθητών ή να υποχρεωθούν τα πανεπιστήμια σε τήρηση<br />

συγκεκριμένων ποσοστώσεων ως προς την εισαγωγή φοιτητών από κατώτερα<br />

κοινωνικά στρώματα. Στο χώρο της υγείας έχουν μελετηθεί διάφοροι τρόποι,<br />

όπως η αφαίρεση της αρμοδιότητας εισαγωγής ασθενών από τα νοσοκομεία<br />

ή η προσαρμογή των αμοιβών/τιμολογίου, ώστε για δυσκολότερες περιπτώσεις<br />

ασθενών τα νοσοκομεία να δικαιούνται αντίστοιχα υψηλότερες αμοιβές<br />

κ.ο.κ.<br />

Συμπεράσματα<br />

Συμπερασματικά, παρά τα εγγενή προβλήματα που συνδέονται με την<br />

εφαρμογή του, το παράδειγμα «επιλογής και ανταγωνισμού» και «οιονεί αγορών»,<br />

γενικά, μπορεί πράγματι να προσφέρει έναν καλύτερο συνδυασμό κινήτρων<br />

από την πλευρά των παρόχων με όρους ποιότητας, αποτελεσματικότητας,<br />

ανταπόκρισης/λογοδοσίας και κοινωνικής δικαιοσύνης σε κρίσιμους τομείς<br />

ημι-δημόσιων αγαθών. Μ’ αυτή την έννοια, μπορεί και πρέπει να αποτελεί<br />

έναν κρίσιμο πυλώνα στην άσκηση δημόσιας πολιτικής γενικά, και ιδιαίτερα<br />

στους τομείς οιονεί δημόσιων αγαθών και υπηρεσιών, όπως υγεία, εκπαίδευση<br />

κτλ. Αυτό, ωστόσο, πρέπει να γίνεται σε συνδυασμό με τα άλλα παραδείγματα/μοντέλα,<br />

και ιδιαίτερα με αυτό των «εντολών και ελέγχου», δεδομένων<br />

των προβλημάτων που υπάρχουν σχετικά με κρίσιμα ζητήματα, όπως π.χ. το<br />

θέμα της επαρκούς πληροφόρησης και γνώσης από την πλευρά των χρηστών ή<br />

της επιλογής των καλλίτερων χρηστών από την πλευρά των παρόχων. Επίσης,<br />

τα όποια μοντέλα άσκησης δημόσιας πολιτικής είναι απαραίτητο να συνοδεύονται<br />

από κατάλληλες πολιτικές με στόχο την αναδιανομή και την ισότητα. Η τελευταία<br />

άλλωστε αποτελεί κρίσιμη προπόθεση για την εξασφάλιση της κοινωνικής<br />

συνοχής, ενός δηλαδή από τους θεμελιώδεις στόχους όλων των ασκούμενων<br />

δημόσιων πολιτικών.


Ένας μεγάλος αριθμός άρθρων και βιβλίων τονίζουν το ρόλο της εκπαίδευσης<br />

στους ρυθμούς οικονομικής μεγέθυνσης, ιδίως στις περιπτώσεις χωρών ευρισκόμενων<br />

σε σχετικά χαμηλό ή μέτριο επίπεδο ανάπτυξης. Ο R. Lucas, κάτοχος<br />

βραβείου Nobel Οικονομίας, επισημαίνει ότι το κεφάλαιο δεν κινείται τελικώς<br />

προς τις περιοχές του πλανήτη όπου είναι σπάνιο και που θα έπρεπε λογικά<br />

να κινείται, δηλαδή προς τις φτωχές χώρες, ακριβώς γιατί το χαμηλό μορφωτικό<br />

επίπεδο των εργαζομένων δεν επιτρέπει υψηλές παραγωγικότητες. 2<br />

Επομένως, η υψηλής ποιότητας –ιδίως– τριτοβάθμια εκπαίδευση του εργατικού<br />

δυναμικού θα πρέπει να γίνει ο άμεσος στόχος της πολιτικής των χωρών αυτών.<br />

Σύμφωνα με τα παραπάνω, εάν η Ελλάδα επιθυμεί πράγματι να γίνει χώρα<br />

υποδοχής ξένων επενδύσεων, 3 θα πρέπει να δημιουργήσει τις κατάλληλες συνkef03:kef03<br />

06/03/2009 13:59 Page 315<br />

17<br />

Αντιμετωπίζοντας την κρίση<br />

στο ελληνικό πανεπιστήμιο 1<br />

Μιχάλης Μητσόπουλος και Θοδωρής Πελαγίδης<br />

Εισαγωγή: Το ανθρώπινο κεφάλαιο και η χρηματοδότηση στην<br />

πανεπιστημιακή εκπαίδευση<br />

1 Τα στατιστικά στοιχεία με τα διαγράμματα που παρουσιάζονται για τις επιδόσεις<br />

είναι από τη βάση δεδομένων του OECD, Average reading, mathematics, and science<br />

literacy scores. Τα υπόλοιπα από το OECD (2004), Education και employment outlook<br />

2004, και για χρονιές 1999 έως 2001 (δεν είναι πάντα διαθέσιμες όμοιες χρονιές).<br />

2 J. Lucas, «Why Doesn’t Capital Flow from Rich to Poor Countries?», American<br />

Economic Review, Vol 80, No 2, 1980, σελ. 93-96.<br />

3 T. Pelagidis και T. Mastroyiannis, “The Saving - Investment Correlation in Greece<br />

1960-1997: Implications for Capital Mobility», Journal of Policy Modeling, Vol 6, No 7,


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 316<br />

316 ΜΙΧΑΛΗΣ ΜΗΤΣΟΠΟΥΛΟΣ – ΘΟΔΩΡΗΣ ΠΕΛΑΓΙΔΗΣ<br />

θήκες υψηλής αποδοτικότητας του κεφαλαίου και η κυβερνητική πολιτική θα<br />

πρέπει να εστιάσει στην αποδοτική επένδυση στον ανθρώπινο παράγοντα. Βέβαια,<br />

το ζήτημα δεν αφορά μόνον την προσέλκυση ξένων επενδύσεων. Η ποιότητα<br />

του παραγωγικού συντελεστή εργασία εξαρτάται περίπου απολύτως από<br />

την εκπαίδευση που έχει λάβει. Στον δε σύγχρονο, διεθνοποιημένο κόσμο, καθοριστική<br />

είναι και η δυνατότητα κινητικότητας του εργαζομένου, γεγονός που<br />

εξαρτάται ειδικότερα από το κατά πόσο έχει λάβει «κομβική» και «ολοκληρωμένη»<br />

εκπαίδευση.<br />

Οι πανεπιστημιακοί στην Ελλάδα διαμαρτύρονται ότι οι δαπάνες-επενδύσεις<br />

για την πανεπιστημιακή εκπαίδευση είναι ανεπαρκείς και οι μισθοί τους<br />

πενιχροί. Σίγουρα υπάρχει μια καταρχήν βάση στην θέση αυτή, καθώς η ιδιωτική<br />

δαπάνη για την τριτοβάθμια παιδεία στην Ελλάδα είναι μηδαμινή, σε αντίθεση<br />

με άλλες χώρες, γεγονός που, σύμφωνα με στοιχεία του ΟΟΣΑ, περιορίζει<br />

το άθροισμα της συνολικής δαπάνης. 4 Αλλά παράλληλα τίθεται και το ερώτημα<br />

του πόσο αποδοτική είναι η κατανομή των υφιστάμενων πόρων στην πανεπιστημιακή<br />

εκπαίδευση, ώστε να επιτυγχάνεται το μέγιστο δυνατό αποτέλεσμα<br />

κι όχι απλώς να δίνονται αδιακρίτως όλο και περισσότερα χρήματα.<br />

Σε ότι αφορά την αποδοτική χρήση των πόρων, η υπάρχουσα διαμάχη στη<br />

διεθνή βιβλιογραφία αφορά κυρίως το είδος, και τη κατανομή ανά είδος, της<br />

χρηματοδότησης. 5 Μία από τις συνήθεις ερωτήσεις είναι εάν θα πρέπει τα<br />

άτομα-καταναλωτές της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης να μπορούν να δανειστούν<br />

από την αγορά για να χρηματοδοτήσουν τις σπουδές τους σταθμίζοντας<br />

το μελλοντικό κόστος και όφελος ή θα πρέπει οι κρατικές επιδοτήσεις να επικρατήσουν.<br />

Οι υποστηρικτές της πολιτικής των δανείων στους υποψήφιους φοιτητές<br />

(και της χρηματοδότησης εν μέρει με αυτό τον τρόπο των πανεπιστημίων)<br />

θεωρούν ότι με αυτόν τον τρόπο φτωχοί και πλούσιοι έχουν την ευκαιρία της<br />

πανεπιστημιακής εκπαίδευσης συγκρίνοντας προσωπικό κόστος και όφελος.<br />

Υποστηρίζουν ακόμη ότι, λόγω του ότι η αγορά έχει ατέλειες και δεν θα ήταν<br />

δυνατό να χρηματοδοτηθούν όλοι, και ιδιαιτέρως οι οικονομικά ασθενέστεροι,<br />

το κράτος θα πρέπει να δώσει εγγυήσεις για τα φοιτητικά δάνεια ή να επιδοτήσει<br />

τα επιτόκια των δανείων.<br />

Οι υποστηρικτές της πολιτικής των κρατικών επιχορηγήσεων θεωρούν ότι<br />

οι τελευταίες ευνοούν την κινητικότητα στην εκπαίδευση ενισχύοντας την ισότητα<br />

στην πρόσβαση, ενώ δεν μειώνουν την αποτελεσματικότητα (σύγκριση κό-<br />

2003 σελ. 1-8 και T. Pelagidis, «Capital Mobility in Greece before and after Financial<br />

Liberalization», Journal of Policy Modeling, Vol 30, No 6, 2008, σελ. 999-2003.<br />

4 OECD, Education and employment outlook 2004, OECD, Paris, 2004.<br />

5 J. Stiglitz, Οικονομική του Δημοσίου Τομέα, εκδόσεις Κριτική Αθήνα, 1992.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 317<br />

ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΖΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΚΡΙΣΗ ΣΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ 317<br />

στους - οφέλους), καθώς υποστηρίζουν ότι το κόστος της επιχορήγησης είναι<br />

σχετικά χαμηλό. Άλλοι, πάλι υποστηρίζουν ότι και οι δύο πολιτικές, ιδίως μάλιστα<br />

οι κρατικές επιχορηγήσεις στους φοιτητές (και μέσω αυτών στα Πανεπιστήμια),<br />

στην πραγματικότητα ευνοούν τις εύπορες τάξεις αφού η σχολική<br />

διαρροή έχει θέσει ήδη από τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση εκτός τους λιγότερο<br />

εύπορους και ικανούς. Εναντίον των κρατικών επιχορηγήσεων είναι και εκείνοι<br />

που πιστεύουν ότι με αυτό τον τρόπο υπάρχει «υπερβολική κατανάλωση»<br />

δημόσιας εκπαίδευσης, καθώς αναλογικά πολλοί φοιτητές φοιτούν, οι οποίοι<br />

αλλιώς δεν θα ενδιαφέρονταν να λάβουν πανεπιστημιακή εκπαίδευση, πράγμα<br />

που σημαίνει σπατάλη πόρων συνολικά για την κοινωνία Από την άλλη, όμως,<br />

υποστηρίζεται ότι ευνοείται η κοινωνική δικαιοσύνη (ισότητα στην εισροή),<br />

ενώ υπάρχουν και θετικές εξωτερικότητες, αφού σπουδάζοντας όλο και περισσότεροι<br />

φοιτητές, η συνολική ποιότητα του εργατικού δυναμικού μιας χώρας<br />

ανέρχεται.<br />

Σε κάθε περίπτωση πάντως, με οποιαδήποτε πολιτική, κατευθύνονται πόροι<br />

προς τα πανεπιστήμια, τα οποία αναλόγως με τις υποδομές και την ποιότητα<br />

του προσωπικού τους, απολαμβάνουν και υψηλότερη χρηματοδότηση. Ο τρόπος<br />

και το είδος χρηματοδότησης παίζει καθοριστικό ρόλο στη δομή, τη λειτουργία<br />

και την αξία και φήμη του πανεπιστημίου, καθώς και στις απολαβές<br />

των πανεπιστημιακών.<br />

Κράτος και δημόσια αγορά στην εκπαίδευση<br />

Στο ελληνικό πανεπιστήμιο καμιά από τις παραπάνω εναλλακτικές προτάσεις<br />

χρηματοδότησης δεν υπάρχει. Το γεγονός αυτό συνδέεται άρρηκτα με τον<br />

συνδυασμένο αποκλεισμό των πανεπιστημίων από την επιλογή των δύο πιο κρίσιμων<br />

παραμέτρων που καθορίζουν την λειτουργία τους, κάτι που τα καθιστά<br />

στην πράξη πλήρως εξαρτημένα από την κρατική χρηματοδότηση. Οι παράμετροι<br />

αυτοί είναι η επιλογή του διδακτικού προσωπικού και η επιλογή των φοιτητών.<br />

Συγκεκριμένα, οι καθηγητές είναι κρατικοί υπάλληλοι, γεγονός που συνεπάγεται<br />

την μεταφορά των αποφάσεων για την μισθοδοσία των καθηγητών, και<br />

των διοικητικών υπαλλήλων, από το Πανεπιστήμιο προς το Κράτος. Και επειδή<br />

δεν είναι απασχολούμενοι του κάθε πανεπιστημίου, αναλόγως των προσόντων<br />

και της προσφοράς τους, δεν είναι δυνατή η σοβαρή αύξηση των μισθών εκείνων<br />

που πραγματικά προσφέρουν και, κυρίως, εκείνων που έχουν τις δυνατότητες<br />

να προσφέρουν, αναλόγως βέβαια και της ποιότητας του Πανεπιστημίου<br />

που τους απασχολεί. Επίσης, το πανεπιστήμιο δεν είναι σε θέση να επιλέξει το<br />

ίδιο τους φοιτητές που αποδέχεται, αλλά αντιθέτως ο αριθμός των εισακτέων


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 318<br />

318 ΜΙΧΑΛΗΣ ΜΗΤΣΟΠΟΥΛΟΣ – ΘΟΔΩΡΗΣ ΠΕΛΑΓΙΔΗΣ<br />

είναι, στην πράξη, προκαθορισμένος από το Υπουργείο και η επιλογή τους γίνεται<br />

βάση κριτηρίων για τα οποία αποφασίζει το κράτος.<br />

Η επιλογή των δύο αυτών παραμέτρων από το κράτος, και όχι το Πανεπιστήμιο,<br />

αποκλείει στην πράξη την δημιουργία μας εσωτερικής δημόσιας αγορά πανεπιστημιακής<br />

εκπαίδευσης. Σε μια τέτοια αγορά οι καταναλωτές-υποψήφιοι φοιτητές<br />

θα διέθεταν επιλογή (choice) ανάμεσα σε καθηγητές και Ιδρύματα με αποτέλεσμα<br />

να ενισχύεται η αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας των Πανεπιστημίων<br />

από τους φοιτητές, οι οποίοι δεδομένου ότι αποφασίζουν για το μέλλον τους θα είναι<br />

οι πιο αυστηροί κριτές. Με την σειρά τους τα Πανεπιστήμια θα ανταγωνίζονται<br />

μεταξύ τους για προσέλκυση φοιτητών, οι οποίοι θα «φέρνουν» με τις επιλογές<br />

τους την ανάλογη πρόσθετη κρατική επιδότηση στο πανεπιστήμιο, καθώς και<br />

τα χρήματα του (επιδοτούμενου) δανείου που κάποιοι θα έχουν πάρει.<br />

Ο ανταγωνισμός αυτός θα πιέζει το κάθε πανεπιστήμιο να αποδέχεται τις<br />

αιτήσεις των καλύτερων υποψήφιων φοιτητών, καθώς η ελκυστικότητά του για<br />

τους φοιτητές θα καθορίζεται αποκλειστικά και μόνο από την φήμη που αυτό<br />

θα έχει αποκτήσει με βάση τις επιδόσεις των αποφοίτων του. Την ίδια στιγμή<br />

θα προσλαμβάνει, και θα αμοίβει ανάλογα με τις επιδόσεις τους, τους καλύτερους<br />

καθηγητές που θα μπορεί να αποκτήσει, προκειμένου να αυξήσει την ελκυστικότητά<br />

του απέναντι στους υποψήφιους φοιτητές. Το μίγμα αποδοχής αιτήσεων<br />

υποψήφιων φοιτητών και διδακτικού προσωπικού θα καθορίσει στην<br />

συνέχεια την πορεία των αποφοίτων στην αγορά εργασίας, αλλά και την κοινωνία<br />

γενικότερα, και άρα θα διαμορφώσει την φήμη του κάθε Πανεπιστημίου,<br />

καθώς όλοι οι φοιτητές θα προτιμούν ένα Πανεπιστήμιο, του οποίου οι απόφοιτοι,<br />

συνήθως, έχουν μια πετυχημένη επαγγελματική σταδιοδρομία στην συνέχεια,<br />

από ένα άλλο για το οποίο δεν ισχύει αυτό. Έτσι η φήμη αυτή εξασφαλίζει<br />

στο τέλος την ικανότητα του Πανεπιστημίου να προσελκύει πόρους πέρα<br />

από τον Κρατικό Προπολογισμό.<br />

Σήμερα στην Ελλάδα, τόσο οι καθηγητές, όσο και οι φοιτητές αρνούνται τα<br />

παραπάνω και οχυρώνονται πίσω από έναν λανθάνοντα «δημόσιο χαρακτήρα»,<br />

και αυτό γιατί βραχυπρόθεσμα όλοι βολεύονται με την υπάρχουσα κατάσταση.<br />

6 Οι φοιτητές, γιατί, στην συντριπτική τους πλειοψηφία, ιδίως στις λε-<br />

6 Επισημαίνεται στο σημείο αυτό ότι τα χαρακτηριστικά του δημόσιου αγαθού, δηλαδή<br />

η «αδιαιρετότητα» και η «αδυναμία αποκλεισμού», δεν εφαρμόζουν πλήρως στην<br />

περίπτωση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Μια διερεύνηση της κοινωνικής διαστρωμάτωσης<br />

των φοιτητών στα Πανεπιστήμια δείχνει ότι ο φοιτητικός πληθυσμός προέρχεται<br />

πλέον κατά συντριπτική πλειοψηφία από τη μεσαία τάξη, ενώ περιορίζονται και αποκλείονται<br />

όλο και περισσότερο φοιτητές και φοιτήτριες από τα λακά κοινωνικά στρώματα.<br />

Κατά την έννοια αυτή, η πανεπιστημιακή εκπαίδευση δεν μπορεί, με αυστηρά οικονομικούς<br />

όρους, να θεωρηθεί «δημόσιο αγαθό».


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 319<br />

ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΖΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΚΡΙΣΗ ΣΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ 319<br />

γόμενες «κοινωνικές επιστήμες», χωρίς παρακολουθήσεις και ουσιαστική ενσωμάτωση<br />

στην υποτυπώδη έστω ακαδημακή ζωή, με ήσσονα προσπάθεια<br />

ανταλλάσσουν τα 5-6 πιο παραγωγικά χρόνια της ζωής τους με ένα πτυχίο που<br />

συνήθως δεν έχει αντίκρισμα ούτε, πλέον, στην κοινωνία, ούτε, πολύ περισσότερο,<br />

στην αγορά εργασίας (ιδίως όσον αφορά στις κοινωνικές και ανθρωπιστικές<br />

επιστήμες), γεγονός που όμως φαντάζει μακρινό στα φοιτητικά χρόνια<br />

ενός φοιτητή που κατέληξε τυχαία σε ένα τμήμα σπουδών με αντικείμενο που<br />

δεν ήταν της επιλογής του, ενώ και η αγορά εργασίας αδιαφορεί για όλους τους<br />

αποφοίτους και άρα δεν τους δίνει κίνητρο να προσπαθήσουν για κάτι καλύτερο<br />

από το μέτριο. Για την «εξυπηρέτηση» των φοιτητών αυτών, οι θέσεις των<br />

οποίων δημιουργούνται διοικητικά, από το Κράτος, ιδρύονται συνεχώς πανεπιστημιακά<br />

τμήματα μη αποδεδειγμένης χρησιμότητας και με πολύ μεγάλο κόστος,<br />

ενώ οι δυνητικά διακεκριμένοι φοιτητές σε πολλές περιπτώσεις χάνονται<br />

στο κύμα του υπερπληθυσμού και της ισοπέδωσης των εκπαιδευτικών προγραμμάτων.<br />

Πραγματικά αφοσιωμένοι, ενεργητικοί και δραστήριοι φοιτητές,<br />

με ενδιαφέρον πρώτα από όλα για την επιστήμη που σπουδάζουν, σπανίζουν<br />

πλέον ή αναχωρούν μόλις τους δοθεί η ευκαιρία στο εξωτερικό. Οι περισσότεροι<br />

από αυτούς που μένουν πίσω θέλουν να «τελειώνουν» σύντομα με υψηλό<br />

βαθμό και με τον λιγότερο κόπο. Και έχοντας περίσσεια χρόνου, πολλοί φοιτητές<br />

απολαμβάνουν πλήρως τα προνόμια συνδιοίκησης του Πανεπιστημίου παγκόσμιας<br />

πρωτοτυπίας που έχουν, με αποκορύφωμα την αδικαιολόγητα υψηλή<br />

συμμετοχή τους στην εκλογή των πρυτανικών αρχών.<br />

Οι διοικητικοί, βεβαίως, ως μόνιμοι υπάλληλοι μιας ακόμη «υπηρεσίας» με<br />

εργασία εξασφαλισμένη ανεξάρτητα της προσπάθειας που καταβάλλουν και με<br />

μισθό δεδομένο και χαμηλό, αντιδρούν απολύτως ορθολογικά και μεγιστοποιούν<br />

την χρησιμότητα τους ελαχιστοποιώντας, μέχρι του πλήρους μηδενισμού, την<br />

προσπάθεια. Δεν έχουν λόγο και κίνητρα να αποδώσουν, εκτός από το σπάνιο<br />

πλέον φαινόμενο του φιλότιμου υπαλλήλου, ο οποίος για λόγους συνειδησιακούς<br />

συνήθως, αντιστέκεται. Οι δε καθηγητές αντιμετωπίζουν μια άνευ προηγουμένου<br />

συρρίκνωση, όχι μόνο του μισθού, αλλά και του κύρους τού επαγγέλματός τους.<br />

Όσοι δεν μπορούν να βρουν διέξοδο στην αγορά ή στη δημόσια διοίκηση και<br />

στις ακριβοπληρωμένες «πολιτικές» θέσεις, είναι καταδικασμένοι στη μίζερη –<br />

μόνον κατ’ όνομα πια– ακαδημακή ζωή με τους χαμηλούς ισοπεδωμένους μισθούς<br />

του δημοσίου. Τα όποια οφέλη από μία αλλαγή της κατάστασης φαίνονται<br />

όμως μακρινά, ενώ μετά από κάποια χρόνια στο σημερινό σύστημα το ανύπαρκτο<br />

ερευνητικό και διδακτικό έργο τους σημαίνει ότι εύκολα τους φοβίζει ο ανταγωνισμός<br />

και άρα εύκολα υιοθετούν την άποψη ότι η αξιολόγηση, ο ανταγωνισμός,<br />

το ύψος του μισθού αναλόγως των αντικειμενικών προσόντων κτλ, είναι<br />

«πράγματα» για τις αγορές κι όχι για τη δημόσια εκπαίδευση, η οποία δεν πρέπει<br />

να λογοδοτεί για τα χρήματα που λαμβάνει σε κανέναν και για τίποτα.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 320<br />

320 ΜΙΧΑΛΗΣ ΜΗΤΣΟΠΟΥΛΟΣ – ΘΟΔΩΡΗΣ ΠΕΛΑΓΙΔΗΣ<br />

Είναι μια ενδιαφέρουσα ομολογουμένως, άποψη για τον τρόπο λειτουργίας<br />

του Πανεπιστημίου σε ένα δημοκρατικό Πολίτευμα, ιδίως όταν την ίδια ώρα τα<br />

κρατικά πανεπιστήμια που προστατεύουν την εκπαίδευση από τα δεινά των<br />

αγορών, αναπτύσσουν μια αγορά στις μεταπτυχιακές σπουδές, στην οποία<br />

όμως απουσιάζει παντελώς η κρατική επικουρία, τουλάχιστον για τους φοιτητές<br />

ή τους υποψήφιους φοιτητές με χαμηλό εισόδημα! Εδώ πράγματι θα μπορούσε<br />

να αναπτυχθεί η αγορά των δανείων για σπουδές με κρατική εγγύηση,<br />

ώστε να ευνοηθούν οι κατάφωρα αδικούμενοι φοιτητές που αδυνατούν να συνεχίσουν<br />

τις σπουδές τους λόγω χαμηλού εισοδήματος.<br />

Πανεπιστημιακή εκπαίδευση και αγορά εργασίας<br />

Στην Ελλάδα σήμερα το κάθε Πανεπιστήμιο, με δεδομένη χρηματοδότηση<br />

από το Κράτος και τον αποκλεισμό του από τις κρίσιμες για την λειτουργία του<br />

αποφάσεις δεν έχει κίνητρο, αλλά ούτε και είναι σε θέση, να συντονιστεί με την<br />

κοινωνία και να αντιληφθεί τις ανάγκες αυτής, ώστε το μίγμα φοιτητών και καθηγητών<br />

που διαλέγει να αυξάνει τις πιθανότητες μιας καλής επαγγελματικής<br />

σταδιοδρομίας των αποφοίτων του. Προσοχή! Δεν αναφερόμαστε μόνο στις<br />

ανάγκες των επιχειρήσεων, αλλά και στις προτεραιότητες και τις ανάγκες του<br />

κοινωνικού συνόλου, μέρος του οποίου, βεβαίως, είναι και οι ανάγκες του παραγωγικού<br />

συστήματος της χώρας. Και δεν μπορεί να αμφισβητηθεί ότι η επαγγελματική<br />

αποκατάσταση είναι μια από τις πιο σημαντικές παραμέτρους που<br />

καθορίζουν την ψυχική ευημερία του ατόμου και άρα την δυνατότητα του να<br />

λειτουργεί σαν εποικοδομητικό μέλος του κοινωνικού συνόλου. 7<br />

Ο πρωταρχικός στόχος του εκπαιδευτικού συστήματος πρέπει να είναι η<br />

εξασφάλιση στους αποφοίτους εκείνων των γνώσεων και δεξιοτήτων που θα<br />

τους επιτρέψουν να απορροφηθούν εποικοδομητικά από την κοινωνία, γεγονός<br />

που σημαίνει ότι θα πρέπει να αποκτήσουν και μια ικανοποιητική έστω<br />

επαγγελματική ζωή. Σίγουρα μια απαραίτητη προπόθεση για την επίτευξη του<br />

στόχου αυτού είναι η απόκτηση εκ μέρους τους δεξιοτήτων, τις οποίες μπορεί<br />

να αξιοποιήσει επικερδώς η αγορά εργασίας, ώστε αυτή να έχει το κίνητρο να<br />

προσφέρει ικανοποιητικές αμοιβές στους απασχολούμενους εργαζόμενους. Η<br />

απόκτηση αξιοποιήσιμων από την αγορά δεξιοτήτων από τον εργαζόμενο εξασφαλίζει<br />

ότι η απασχόληση του εργαζόμενου είναι κερδοφόρα (και άρα επιθυ-<br />

7 L. Winkelmann, «Why are the Unemployed so Unhappy? Evidence from Panel<br />

Data», Economica, 64, 1998, σελ. 1-15 και A. Clark και A. Oswald, «Unhappiness and<br />

Unemployment», The Economic Journal, 104, 1994, σελ. 648-659.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 321<br />

ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΖΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΚΡΙΣΗ ΣΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ 321<br />

μητή) για τον εργοδότη. Εξίσου σημαντικό, όμως, είναι και το γεγονός ότι ένας<br />

εργαζόμενος που έχει τέτοιες, επιθυμητές, δεξιότητες είναι σε θέση να διαπραγματευτεί<br />

με τον εργοδότη του μια απολύτως ικανοποιητική αμοιβή για την<br />

εργασία, ακριβώς επειδή οι υπηρεσίες του είναι επιθυμητές.<br />

Ο βαθμός στον οποίο το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα επιτυγχάνει να εξασφαλίσει<br />

τους στόχους αυτούς, δηλαδή να εξοπλίζει τους μελλοντικούς εργαζόμενους<br />

με επιθυμητές από την αγορά εργασίας δεξιότητες, μπορεί να εκτιμηθεί,<br />

προσεγγιστικά, από την καταγραφή ορισμένων πραγματικοτήτων. Έτσι, αρχικά,<br />

αποτυπώνεται τις τελευταίες δεκαετίες η σημαντική βελτίωση της παραγωγής<br />

στις χαμηλότερες βαθμίδες της ελληνικής εκπαίδευσης. Είναι προφανές ότι η<br />

ύπαρξη μιας ικανοποιητικής εκπαίδευσης στις χαμηλότερες βαθμίδες αποτελεί<br />

την απαραίτητη προπόθεση για την επίτευξη κάθε επόμενου στόχου. Αλλά αποτυπώνεται,<br />

επίσης, η αδύναμη επίδοση της ανώτερης εκπαίδευσης, καθώς και η<br />

αδύναμη σύνδεση του εκπαιδευτικού συστήματος με την αγορά εργασίας. Η αδύναμη<br />

επίδοση της ανώτερης εκπαίδευσης είναι απολύτως λογικό να συνδέεται με<br />

την χαλαρότητα που έχουν οι δεσμοί αγοράς εργασίας και εκπαίδευσης.<br />

Αναλυτικότερα, παρατηρούμε τα ακόλουθα:


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 322<br />

322 ΜΙΧΑΛΗΣ ΜΗΤΣΟΠΟΥΛΟΣ – ΘΟΔΩΡΗΣ ΠΕΛΑΓΙΔΗΣ<br />

Τα στατιστικά δεδομένα που αναρτώνται από την ΕΣΥΕ για την εκπαίδευση,<br />

σύμφωνα με οδηγίες της EUROSTAT, ώστε να εξασφαλιστεί η συμβατότητα<br />

τους με τα στοιχεία άλλων χωρών, αποτυπώνουν την αδυναμία του συστήματος<br />

να εξασφαλίσει την παραγωγή γνώσης που βρίσκεται στην εμπροσθοφυλακή<br />

της έρευνας. Η παραγωγή καινοτόμας γνώσης δεν αποτελεί μόνον<br />

την κορωνίδα ενός συστήματος εκπαίδευσης, αλλά και έναν ικανοποιητικό<br />

εκτιμητή για τον βαθμό στον οποίο οι υπάρχουσες δομές της κοινωνίας και της<br />

οικονομίας έχουν αναπτύξει έναν ομοιογενή και υγιή ιστό παραγωγής και<br />

απορρόφησης της γνώσης. Έτσι και το έτος 2000, η Ελλάδα είχε παραγωγή<br />

γνώσης, όπως αυτή μετριέται από την κατάθεση διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας<br />

ανά 1 εκατ. κατοίκους, εξαιρετικά χαμηλότερη από τον μέσο όρο της Ευρωπακής<br />

Ένωσης (ΕΕ). Στην ανταγωνιστική αγορά εργασίας, η οποία αναπτύσσεται<br />

στην παγκόσμια κοινωνία και στην οποία η αξιοποίηση της συνεχώς εξελισσόμενης<br />

καινοτόμας γνώσης αποτελεί την κύρια πηγή παραγωγής πλούτου, η<br />

διά βίου ενημέρωση και επανεκπαίδευση του εργατικού δυναμικού αποτελεί,<br />

για πρώτη φορά στην ιστορία της ανθρωπότητας, αναγκαιότητα. Παρατηρούμε<br />

ότι και εδώ, σύμφωνα με τις τυποποιημένες μεθόδους μέτρησης της EUROSTAT,<br />

τα στοιχεία της ΕΣΥΕ δείχνουν την σημαντική υστέρηση της Ελλάδας σε σχέση<br />

με τον ευρωπακό μέσο όρο, ενώ και πάλι δεν παρατηρείται καμία τάση βελτίωσης<br />

το έτος 2001.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 323<br />

ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΖΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΚΡΙΣΗ ΣΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ 323<br />

Αντίθετα μια εξαρχής θετική εξέλιξη αποτελεί το γεγονός ότι η Ελλάδα δεν<br />

μειώνει τις δημόσιες δαπάνες της για εκπαίδευση ως ποσοστό του ΑΕΠ τα τελευταία<br />

χρόνια, παρά το γεγονός ότι αυτό υπολείπεται σαν ποσοστό του ΑΕΠ<br />

των υπόλοιπων χωρών του ΟΟΣΑ και της ΕΕ, σύμφωνα με στοιχεία της<br />

EUROSTAT. Αποτελεί επίσης αδιαμφισβήτητο γεγονός, ότι η Ελλάδα έχει<br />

πραγματοποιήσει μια πολύ σημαντική πρόοδο στον περιορισμό του αναλφαβητισμού<br />

τα τελευταία 30 χρόνια. Μάλιστα, η βελτίωση των σχετικών δεικτών της<br />

Ελλάδας στο διάστημα αυτό είναι από τις πλέον εμφανείς παγκοσμίως σύμφωνα<br />

με την πρόσφατη έρευνα του OΟΣΑ για την εκπαίδευση στην παγκόσμια<br />

κοινωνία. Έτσι ενώ το 1999 στις ηλικίες 55-64 ετών το 25% είχε ολοκληρώσει<br />

την δευτεροβάθμια εκπαίδευση (με μέσο όρο για τον ΟΟΣΑ 45%) το αντί-


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 324<br />

324 ΜΙΧΑΛΗΣ ΜΗΤΣΟΠΟΥΛΟΣ – ΘΟΔΩΡΗΣ ΠΕΛΑΓΙΔΗΣ<br />

στοιχο ποσοστό για τις ηλικίες 25-34 ετών είναι πια 71% με τον μέσο όρο του<br />

ΟΟΣΑ να βρίσκεται στο 72%. Επιπλέον στις ηλικίες 12-14 ετών, η Ελλάδα παρέχει<br />

651 ώρες παιδείας σε μαθηματικά και θετικές επιστήμες όταν ο αντίστοιχος<br />

μέσος όρος του ΟΟΣΑ για το 1999 είναι 665 ώρες (και συνεπώς βρίσκεται<br />

στον μέσο όρο). Λίγο χαμηλότερες από τον μέσο όρο είναι οι συνολικές ώρες<br />

που αφιερώνονται ετησίως στην εκπαίδευση στην πρώτη και δεύτερη βαθμίδα.<br />

Διαμορφώνεται, συνεπώς, μια εικόνα κατά την οποία με βάση ποσοτικά κριτήρια<br />

(που όμως δεν είναι ποιοτικά κριτήρια), η πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια<br />

εκπαίδευση σήμερα πια δεν υστερεί σημαντικά από τον μέσο όρο του<br />

ΟΟΣΑ, αντίθετα με ότι συνέβαινε πριν από 30 χρόνια.<br />

Από τα στοιχεία του OΟΣΑ προκύπτουν κάποια από τα αίτια για την διττή<br />

αυτή εικόνα- αρκετά ικανοποιητική στην βασική και αρκετά απογοητευτική<br />

στην υψηλότερη εκπαίδευση και στην παραγωγή γνώσης. Έτσι η Ελλάδα έχει<br />

καλή στελέχωση των κατώτερων και μεσαίων βαθμίδων της εκπαίδευσης. Αντίθετα<br />

η στελέχωση είναι πολύ χειρότερη από τον μέσο όρο στις ψηλότερες βαθμίδες<br />

της εκπαίδευσης. Επίσης, ενώ η δαπάνη ανά μαθητή στις δύο πρώτες<br />

βαθμίδες υπολείπεται, σε προσαρμοσμένα για την αγοραστική δύναμη δολάρια,<br />

του μέσου όρου του ΟΟΣΑ, κατά 40% περίπου, στην τριτοβάθμια εκπαίδευση<br />

η υστέρηση αυτή φτάνει το 65%.<br />

Η υστέρηση που παρουσιάζει η ανάπτυξη της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης<br />

και η παραγωγή καινοτόμας γνώσης πιθανότατα δεν σχετίζεται απλά με την<br />

ανεπαρκή στελέχωση και χρηματοδότηση ανά φοιτητή της εκπαίδευσης στις<br />

ανώτερες βαθμίδες της, καθώς η δαπάνη ως ποσοστό του ΑΕΠ υστερεί σημαντικά<br />

λιγότερο. Αντίθετα η κατάσταση αυτή μάλλον υποδεικνύει ότι δεν έχει<br />

αναπτυχθεί ο προαναφερόμενος ομοιογενής ιστός παραγωγής και απορρόφησης<br />

της γνώσης. Μέρος της ανομοιογένειας αυτής είναι ο υπερβολικά μεγάλος<br />

αριθμός φοιτητών στις πρώτες βαθμίδες της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και ο<br />

χαμηλός αριθμός φοιτητών της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που παραμένουν σε<br />

μεγαλύτερες ηλικίες σε πιο προχωρημένα ερευνητικά προγράμματα.<br />

Ένα σημαντικό συστατικό στοιχείο ενός τέτοιου ομοιογενή ιστού αποτελεί<br />

και η σύνδεση της αγοράς εργασίας με την εκπαίδευση, που εξετάζεται στη συνέχεια<br />

στα πλαίσια της απασχόλησης. Η σχέση αυτή αποτελεί τον προφανή<br />

συνδετικό κρίκο ανάμεσα στην παραγωγή της γνώσης και την παραγωγική<br />

απορρόφησή της από την οικονομία και την κοινωνία.<br />

Κρατική δαπάνη και πρόσβαση στην αγορά εργασίας<br />

Παρόλο που υπάρχουν αυτές οι ενδείξεις για μια σοβαρή οργανική δυσλειτουργία,<br />

νέα κρατικά πανεπιστήμια/Τμήματα και ΤΕΙ ιδρύονται συνεχώς και


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 325<br />

ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΖΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΚΡΙΣΗ ΣΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ 325<br />

σχεδόν παντού στις ελληνικές περιφέρειες. Παρόλα αυτά, φαίνεται ότι πολλοί<br />

υποψήφιοι φοιτητές και οι γονείς τους προτιμούν ένα δίπλωμα των παραρτημάτων<br />

ξένων πανεπιστημίων συνήθως σε σπουδές στα πρότυπα της αγοράς εργασίας,<br />

από ότι το κρατικά αναγνωρισμένο πτυχίο πολλών Τμημάτων ΑΕΙ και<br />

ΤΕΙ, ιδίως μάλιστα όταν αυτά βρίσκονται στην επαρχία, μακριά από τον τόπο<br />

διαμονής της οικογένειας. Μάλιστα η επιλογή αυτή υιοθετείται, παρόλο που<br />

στην Ελλάδα ένα ασυνήθιστα ψηλό με δεδομένα τα συγκριτικά στοιχεία του<br />

ΟΟΣΑ ποσοστό των φοιτητών, πάνω από 10% που φοιτητικού πληθυσμού, ήδη<br />

προτιμάει τις σπουδές στο εξωτερικό.<br />

Βέβαια, η ποιότητα σπουδών που παρέχουν τα «παραρτήματα» αυτά δεν<br />

έχει καμία σχέση με τα πρότυπα ποιότητας ενός κανονικού, μέσου πανεπιστημιακού<br />

τίτλου. Όμως, η ζήτηση για αυτά τα προγράμματα αποτελεί και ένα μέτρο<br />

για το πώς αντιλαμβάνονται οι γονείς και οι φοιτητές την ποιότητα πολλών<br />

κρατικών πανεπιστημίων. Η επιλογή τους αποκαλύπτει την εκτίμησή τους ότι<br />

αυτά τα κρατικά προγράμματα είναι, είτε ακόμα πιο χαμηλής ποιότητας, είτε<br />

δεν έχουν καμία απολύτως σχέση με την αγορά εργασίας, και γι’ αυτό ορθολογικά<br />

οι δεκάδες χιλιάδες υποψήφιοι φοιτητές, που δεν μπορούν να μεταβούν<br />

στο εξωτερικό για σπουδές, λόγω του δυσβάσταχτου πλέον οικονομικού κόστους,<br />

απευθύνονται στα «παραρτήματα» αυτά. Στην πραγματικότητα, λοιπόν,<br />

το στρεβλό και κακό σε πολλές περιπτώσεις κρατικό τριτοβάθμιο Τμήμα οδηγεί<br />

στην εμφάνιση των παραρτημάτων αυτών με αποτέλεσμα ο φορολογούμενος<br />

γονέας να πληρώνει και για το κρατικό πανεπιστήμιο που δεν χρησιμοποιεί<br />

και να πληρώνει εκ νέου το παράρτημα αυτό, με αποτέλεσμα την σπατάλη σημαντικών<br />

πόρων.<br />

Η γνώμη των γονέων και των φοιτητών, όπως την αποκαλύπτουν οι επιλογές<br />

τους, φαίνεται ότι δεν είναι αβάσιμη. Πράγματι, μικρό ποσοστό των αποφοίτων<br />

τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στην Ελλάδα βρίσκει εργασία, και μάλιστα το ποσοστό<br />

είναι αρκετά χαμηλό για να βρίσκεται, για την δεδομένη δαπάνη της Ελλάδας<br />

σε τριτοβάθμια παιδεία ως ποσοστό του ΑΕΠ, σε μια νοητή καμπύλη<br />

αναποτελεσματικότητας.<br />

Συνεπώς το ελληνικό Πανεπιστήμιο φαίνεται ότι, όχι μόνο δεν επιτελεί τον<br />

βασικό του προορισμό, να δημιουργεί δηλαδή ολοκληρωμένα χρήσιμα μέλη<br />

μιας κοινωνίας που να μπορούν να ζήσουν μια ευπρεπή ζωή, καθώς αδυνατεί να<br />

τους εξασφαλίσει επαγγελματική αποκατάσταση, και άρα στερεί από τους αποφοίτους<br />

την δυνατότητα για βιοπορισμό, αλλά επιπλέον η αποτυχία αυτή δεν ερμηνεύεται<br />

μόνο από το χαμηλό ποσοστό δαπάνης για την τριτοβάθμια παιδεία<br />

ως ποσοστό του ΑΕΠ. Συνεπώς ακόμα και οι λίγοι, σχετικά πόροι που διατίθενται<br />

για την τριτοβάθμια παιδεία δεν χρησιμοποιούνται αποτελεσματικά.<br />

Ορισμένοι θα έχουν την αντίρρηση, ότι η αγορά δεν πρέπει να καθορίζει τις<br />

σπουδές, καθώς δεν εγγυάται την παροχή «κομβικής» γνώσης στον φοιτητή,


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 326<br />

326 ΜΙΧΑΛΗΣ ΜΗΤΣΟΠΟΥΛΟΣ – ΘΟΔΩΡΗΣ ΠΕΛΑΓΙΔΗΣ<br />

ώστε να μπορεί ο τελευταίος να λαμβάνει «ολοκληρωμένη» παιδεία και, επιπροσθέτως,<br />

να μπορεί να αλλάζει θέσεις εργασίας και να προσαρμόζεται στις<br />

μεταβαλλόμενες καταστάσεις. Το χαμηλό ποσοστό των εργαζόμενων πτυχιούχων<br />

στη χώρα μας (μια προσέγγιση που λαμβάνει υπόψη και αυτούς που έχουν<br />

αποσυρθεί από την αγορά εργασίας και άρα ούτε εργάζονται και ούτε είναι<br />

άνεργοι) είναι ακριβώς η απόδειξη περί του αντιθέτου, ότι δηλαδή οι φοιτητές<br />

που αποφοιτούν από τα κρατικά Πανεπιστήμια και ΤΕΙ δεν είναι ικανοί να<br />

προσαρμοστούν στις απαιτήσεις της σύγχρονης ζωής, ακριβώς επειδή δεν αποκτούν<br />

κομβική, πολύπλευρη γνώση. Την κατάσταση συμπληρώνουν και επιβεβαιώνουν<br />

οι χαμηλές ερευνητικές επιδόσεις (δημοσιεύσεις σε διεθνή ακαδημακά<br />

περιοδικά) των κρατικών ιδρυμάτων, σταθερά στην τελευταία ή προτελευταία<br />

θέση στην ΕΕ. 8<br />

Συμπέρασμα<br />

Η ανάλυσή μας κατέγραψε, ότι η αποκλειστικά κρατική χρηματοδότηση, η<br />

επιλογή και κατανομή των φοιτητών από το κράτος και η μισθοδοσία και εξέλιξη<br />

των καθηγητών σύμφωνα με τις επιταγές του κράτους, σε αντίθεση με την<br />

χρηματοδότηση και από την αγορά, την επιλογή φοιτητών και διδακτικού προσωπικού<br />

από τα πανεπιστήμια και την μισθοδοσία των καθηγητών από αυτά,<br />

είναι χαρακτηριστικά του ελληνικού πανεπιστημίου που είναι άρρηκτα δεμένα<br />

μεταξύ τους. Δεν μπορεί να αλλάξει το ένα χωρίς να αλλάξουν τα άλλα.<br />

Την ίδια ώρα το σημερινό σύστημα καταφέρνει να παράγει άνεργους απόφοιτους,<br />

και άρα δυστυχισμένους και μη χρήσιμους για την κοινωνία, επιβάλλοντας<br />

έτσι ένα τεράστιο κόστος ευημερίας στο πιο νέο ηλικιακά κομμάτι της<br />

κοινωνίας, το οποίο δεν υποστηρίζεται στην προσπάθειά του να δημιουργήσει<br />

το πλαίσιο μιας αξιοπρεπούς ζωής. Το κόστος αυτό προστίθεται, βέβαια, στο<br />

σημαντικό κόστος διδάκτρων, διαβίωσης και μετάβασης που συνεπάγεται η<br />

παρουσία άνω του 10% του φοιτητικού πληθυσμού σε ξένα πανεπιστήμια.<br />

Αλλά ούτε και το διδακτικό προσωπικό είναι ευνοημένο από την παρούσα<br />

κατάσταση. Αν και πράγματι η πλειοψηφία του δεν μπορεί σήμερα να σταθεί<br />

σε μια διεθνή σύγκριση, σε ότι αφορά το ερευνητικό και διδακτικό έργο, η μεγάλη<br />

πλειοψηφία τελικά θα προσαρμοζόταν σε μια διαφορετική κατάσταση<br />

και θα κέρδιζε την πρόσβαση σε ευκαιρίες για πιο αξιοπρεπή αμοιβή και ταυτόχρονα<br />

μια πιο πλούσια ερευνητικά, και άρα πιο ενδιαφέρουσα, σταδιοδρομία.<br />

8 ΓΓΕΤ, Ερευνώντας, Ιούνιος, 2003.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 327<br />

ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΖΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΚΡΙΣΗ ΣΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ 327<br />

Σίγουρα υπάρχει σήμερα μια μειοψηφία μέτριων φοιτητών και καθηγητών<br />

που στο υπάρχον σύστημα έχουν καταφέρει, λόγω της μη ύπαρξης μέτρου σύγκρισης,<br />

να επιβληθούν και να εξασφαλίσουν απολαβές, τις οποίες θα έχαναν<br />

σε ένα πιο ελεύθερο σύστημα, και χωρίς να έχουν την δυνατότητα να προσαρμοστούν<br />

σε αυτό, ώστε να αντικαταστήσουν τις απώλειες τους. Ταυτόχρονα, η<br />

αβεβαιότητα της αλλαγής τρομάζει πολύ περισσότερους και τους αποθαρρύνει<br />

από την υποστήριξη των αλλαγών. Όμως το τεράστιο τίμημα που καταβάλλουν,<br />

τόσο οι φοιτητές όσο και η πλειοψηφία του διδακτικού προσωπικού δεν δικαιολογεί<br />

την διατήρηση της υπάρχουσας κατάστασης προς όφελος αυτών των λίγων.<br />

Τίθεται, λοιπόν, ξανά και επιτακτικά το ερώτημα: θα κάνουμε ποτέ κάτι<br />

για όλα αυτά εισάγοντας τον ανταγωνισμό, τη διαφάνεια, τη λογοδοσία και την<br />

αξιολόγηση ανάμεσα στα Ιδρύματα, εισάγοντας κίνητρα ερευνητικής αποδοτικότητας<br />

και χρηματοδότησης ή θα υπερασπιζόμαστε υποκριτικά το κατ’ όνομα<br />

«δημόσιο» πανεπιστήμιο παρατηρώντας, χωρίς να το ομολογούμε δημόσια, τη<br />

συνεχή του υποβάθμιση και, αντιστοίχως τον πολλαπλασιασμό των «παραρτημάτων»<br />

των ξένων Πανεπιστημίων και των «κέντρων» που στήνουν ανεξέλεγκτα<br />

διάφοροι επιτήδειοι;


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 328


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 329<br />

18<br />

Προτάσεις για τη μεταρρύθμιση<br />

της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης<br />

Θέμης Λαζαρίδης<br />

Εισαγωγή<br />

Παρά τις νησίδες αριστείας που αναμφισβήτητα υπάρχουν, το ελληνικό πανεπιστήμιο<br />

διέρχεται μια βαθιά θεσμική και ηθική κρίση. Τα απαράδεκτα φαινόμενα<br />

αυταρχισμού και βίας εκ μέρους μερίδας των φοιτητών δεν είναι παρά<br />

η κορυφή του παγόβουνου. «Δομικά» προβλήματα, όπως τα πελατειακά δίκτυα,<br />

η συναλλαγή, και η ευνοιοκρατία είναι πολύ πιο σοβαρά και δισεπίλυτα.<br />

Σε πρόσφατο βιβλίο του γράφοντος 1 τα προβλήματα αυτά καταγράφονται και<br />

αναλύονται διεξοδικά. Παράλληλα, γίνεται σύγκριση του θεσμικού πλαισίου<br />

των ελληνικών πανεπιστημίων με αυτό πανεπιστημίων του εξωτερικού και κατατίθεται<br />

μια δέσμη προτάσεων για θεσμική μεταρρύθμιση. Το παρόν κεφάλαιο<br />

αποτελεί μια σύνοψη των προτάσεων.<br />

Προβλήματα του ελληνικού πανεπιστημίου<br />

1. Απουσία σοβαρής και μακροπρόθεσμης εκπαιδευτικής πολιτικής<br />

Ο εκάστοτε Υπουργός Παιδείας λειτουργεί με ορίζοντα τετραετίας ή λιγότερο,<br />

τοποθετεί στελέχη και συμβούλους αμφισβητούμενων γνώσεων και ικανοτήτων<br />

και λαμβάνει αποφάσεις με κριτήριο τον προσπορισμό ψήφων στο κυ-<br />

1 Θ. Λαζαρίδης, Ο δρόμος για την αναγέννηση του ελληνικού πανεπιστημίου, εκδόσεις<br />

Κριτική, Αθήνα, 2008.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 330<br />

330 ΘEΜΗΣ ΛΑΖΑΡIΔΗΣ<br />

βερνών κόμμα, αντί για το δημόσιο συμφέρον. Η δημιουργία πανεπιστημίων<br />

διεσπαρμένων σε τρεις ή τέσσερις τοποθεσίες είναι μια παγκόσμια ελληνική<br />

πρωτοτυπία που καταδεικνύει με τον καθαρότερο τρόπο την υποταγή της εκπαιδευτικής<br />

πολιτικής στην ψηφοθηρία. Πολλές φορές νέα τμήματα δημιουργούνται<br />

για να ικανοποιήσουν τις ανάγκες κομματικά ευνοουμένων διδασκόντων<br />

και όχι τις εκπαιδευτικές ανάγκες της χώρας.<br />

Η ανασύσταση του ΕΣΥΠ (Εθνικό Συμβούλιο Παιδείας) είναι ένα θετικό<br />

βήμα, αλλά το θεσμικό πλαίσιο, η στελέχωσή του, και ο τρόπος λειτουργίας του<br />

απέχουν αρκετά από το ιδανικό.<br />

2. Αναξιοκρατία, ευνοιοκρατία, νεποτισμός, «ενδογαμία»<br />

Ο νόμος-πλαίσιο του 1982 εμπιστεύεται την εκλογή νέων μελών ΔΕΠ στα<br />

ίδια τα τμήματα. Αυτά όμως έχουν αποδειχθεί ανάξια της εμπιστοσύνης της πολιτείας.<br />

Σε πολλές περιπτώσεις υπερτερεί η ατομική ή οικογενειακή ιδιοτέλεια.<br />

Ένα τεράστιο πρόβλημα στο ελληνικό πανεπιστήμιο είναι η «ενδογαμία»<br />

(inbreeding), δηλαδή η πλήρωση θέσεων ΔΕΠ σε ένα τμήμα από άτομα που<br />

έκαναν το διδακτορικό τους εκεί. Αυτό οδηγεί σε σταδιακή υποβάθμιση του<br />

τμήματος, γιατί το στερεί από «νέο αίμα» και νέες ιδέες.<br />

3. Έλλειψη ακαδημακής δεοντολογίας, συναλλαγή, πελατειακά δίκτυα<br />

Η ευνοιοκρατία είναι μια μορφή αντιακαδημακής συμπεριφοράς. Υπάρχουν<br />

και άλλες. Η συναλλαγή στις ψηφοφορίες είναι συνηθισμένο φαινόμενο.<br />

Η λογοκλοπή σε επιστημονικές εργασίες ανθεί και μας έχει εκθέσει επανειλημμένα<br />

στο εξωτερικό.<br />

4. Αναποτελεσματική διοίκηση, ανομία, ατιμωρησία<br />

Στο ελληνικό πανεπιστήμιο, πρύτανης δεν γίνεται ο καλύτερος, αλλά ο πιο<br />

δικτυωμένος, και ιδίως αυτός που θα δώσει «γη και ύδωρ» στις κομματικές<br />

φοιτητικές παρατάξεις που στην ουσία διοικούν το πανεπιστήμιο. Η ομηρία<br />

των πρυτάνεων στις παρατάξεις τους καθιστά άτολμους και ασπόνδυλους διαχειριστές,<br />

όχι οραματιστές ηγέτες. Στο όνομα μιας κακώς νοούμενης συναδελφικότητας,<br />

οι παρανομίες και οι αντιδεοντολογικές συμπεριφορές συγκαλύπτονται.<br />

Αντίθετα, σε πειθαρχικό συμβούλιο παραπέμπονται αυτοί που αντιστρατεύονται<br />

το «σύστημα». Η εφαρμογή των νόμων του κράτους είναι εθελοντική<br />

στο ελληνικό πανεπιστήμιο. Τα παραδείγματα κακοδιοίκησης είναι<br />

πολλά.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 331<br />

ΠΡΟΤAΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΜΕΤΑΡΡYΘΜΙΣΗ ΤΗΣ ΤΡΙΤΟΒAΘΜΙΑΣ ΕΚΠΑIΔΕΥΣΗΣ 331<br />

5. Χαμηλές απαιτήσεις, εσωστρέφεια, ξενοφοβία<br />

Το επιστημονικό επίπεδο μερίδας των μελών ΔΕΠ στα ελληνικά πανεπιστήμια<br />

είναι χαμηλό. Σημαντικό ρόλο σε αυτό έπαιξαν οι μεταβατικές διατάξεις<br />

του νόμου-πλαισίου του 1982, σύμφωνα με τις οποίες χιλιάδες πρώην βοηθοί<br />

και επιμελητές καθηγητοποιήθηκαν με υποτυπώδεις διαδικασίες. 2 Το χαμηλό<br />

επίπεδο οδηγεί στην εσωστρέφεια και στην ξενοφοβία.<br />

6. Αθέμιτες πολιτικές παρεμβάσεις<br />

Οι κομματικές φοιτητικές παρατάξεις παίζουν καθοριστικό ρόλο στην<br />

εκλογή πρυτάνεων. Βουλευτικά και κομματικά γραφεία ανενδοίαστα τηλεφωνούν<br />

σε καθηγητές πανεπιστημίων με αίτημα να γίνει δεκτός ένας φοιτητής σε<br />

μεταπτυχιακό πρόγραμμα, να περάσει κάποιος φοιτητής ένα μάθημα, ή να υποστηριχθεί<br />

κάποιο υποψήφιο μέλος ΔΕΠ.<br />

7. Χαλαρότητα στις σπουδές<br />

Έλλειψη προαπαιτουμένων μαθημάτων, απεριόριστη δυνατότητα επανεξέτασης,<br />

αιώνια φοίτηση, ανοχή στην αντιγραφή, «δημοκρατικό 5» και άλλες τέτοιες<br />

διευκολύνσεις οδηγούν σε σημαντικό ποσοστό ημιμαθών πτυχιούχων.<br />

8. Ατελείς μηχανισμοί κρίσης και διαχείρισης ερευνητικών προγραμμάτων<br />

Η κατανομή των λιγοστών ερευνητικών κονδυλίων από τη Γενική Γραμματεία<br />

Έρευνας και Τεχνολογίας (ΓΓΕΤ) δεν είναι τόσο δίκαιη, αμερόληπτη και<br />

αξιοκρατική όσο θα έπρεπε. Δεν υπάρχουν μηχανισμοί αποφυγής σύγκρουσης<br />

συμφερόντων. Ο σχεδιασμός των προγραμμάτων από τη ΓΓΕΤ είναι ατελής<br />

έως κακός, σε βαθμό που να αναρωτιέται κανείς αν οι υπεύθυνοι έχουν την παραμικρή<br />

ιδέα από έρευνα. Πέρα από τα προβλήματα στην κατανομή, υπάρχει<br />

και ελλιπής λογοδοσία. Ούτε η Ελλάδα, ούτε η Ευρωπακή Ένωση (ΕΕ) είναι<br />

επαρκώς αυστηρές στον έλεγχο των αποτελεσμάτων των ερευνητικών προγραμμάτων.<br />

Η διαχείριση των ερευνητικών προγραμμάτων γίνεται σε κάθε πανεπιστήμιο<br />

από τους ΕΛΚΕ (Ειδικούς Λογαριασμούς Κονδυλίων Έρευνας).<br />

Ωστόσο, αυτή η διαχείριση δεν φαίνεται να είναι πάντα χρηστή. Ο έλεγχος των<br />

ΕΛΚΕ από ορκωτούς λογιστές δεν είναι επαρκής για να αποτρέψει τη διαφθορά.<br />

2 Γ. Λιάνης, Βήμα, 1/10/1989, Θ. Λουκάκης, Βήμα, 11/2/2007.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 332<br />

332 ΘEΜΗΣ ΛΑΖΑΡIΔΗΣ<br />

Προτάσεις Μεταρρύθμισης<br />

1. Αλλαγή του διοικητικού μοντέλου<br />

Στην Ελλάδα οι πρυτανικές αρχές εκλέγονται από τα μέλη ΔΕΠ (50%),<br />

τους φοιτητές (40%) και τους διοικητικούς υπαλλήλους (10%). Πολλά έχουν ειπωθεί<br />

για τη συναλλαγή μεταξύ φοιτητικών εκπροσώπων και υποψηφίων πρυτάνεων.<br />

Η πρόσφατη ρύθμιση για καθολική ψηφοφορία των φοιτητών έχει κατ’<br />

αρχήν θετικό πρόσημο, αλλά η διατήρηση του υπερβολικά μεγάλου ποσοστού<br />

βαρύτητας της φοιτητικής ψήφου, ανεξάρτητα από την προσέλευσή τους, ακυρώνει<br />

σε μεγάλο βαθμό την ωφέλεια που κανείς θα προσδοκούσε. Όμως,<br />

ακόμη και να μηδενιζόταν η φοιτητική συμμετοχή, τα προβλήματα δεν θα εξέλλιπαν<br />

εξαιτίας της υπάρχουσας συναλλαγής μεταξύ μελών ΔΕΠ και υποψηφίων<br />

πρυτάνεων. Πολλές φορές οι πρυτανικές αρχές συγκαλύπτουν ατασθαλίες<br />

μελών ΔΕΠ, επειδή ακριβώς εκλέγονται από αυτούς και λογοδοτούν σε<br />

αυτούς, και όχι στην κοινωνία, στην οποία θεωρητικά τα πανεπιστήμια ανήκουν.<br />

Κάθε είδους εξωτερική επιρροή στη διοίκηση του ελληνικού πανεπιστημίου<br />

απουσιάζει.<br />

Στην Αμερική όλα τα πανεπιστήμια, τόσο τα ιδιωτικά-μη κερδοσκοπικά όσο<br />

και τα δημόσια, διοικούνται από Συμβούλιο Επιτρόπων (Board of Trustees).<br />

Στα δημόσια πανεπιστήμια τα μέλη του Συμβουλίου συνήθως διορίζονται από<br />

τον Κυβερνήτη της Πολιτείας. Το Συμβούλιο επιλέγει τον πρόεδρο του πανεπιστημίου<br />

μετά από ανοιχτό διαγωνισμό και με γνωμοδότηση των διδασκόντων.<br />

Ο πρόεδρος διορίζει όλα τα ανώτερα διοικητικά στελέχη (Provost, αντιπροέδρους,<br />

και κοσμήτορες) και έχει τον τελικό λόγο στα περισσότερα ζητήματα.<br />

Οι πρόεδροι των τμημάτων αλλού εκλέγονται από τα μέλη ΔΕΠ και αλλού διορίζονται<br />

από τη διοίκηση. Τα διοικητικά στελέχη είναι ακαδημακοί που σε κάποια<br />

στιγμή της καριέρας τους πήραν το διοικητικό δρόμο (ξεκινά κανείς από<br />

πρόεδρος τμήματος, μετά αν θέλει επιδιώκει θέση κοσμήτορα, και μετά θέση<br />

Provost ή Προέδρου). Τα διοικητικά στελέχη, εφόσον αξιολογούνται θετικά<br />

από τους ανωτέρους τους, έχουν απεριόριστο χρόνο θητείας κι έτσι αποκτούν<br />

την απαιτούμενη πείρα και κρίνονται από το έργο που παράγουν. Η διοίκηση<br />

και τα μέλη ΔΕΠ είναι δύο διακριτές οντότητες, των οποίων η εξουσία εξισορροπείται.<br />

Τα Συμβούλια Επιτρόπων είναι μιά έξυπνη επινόηση για τη μείωση αθέμιτων<br />

πολιτικών παρεμβάσεων στα πανεπιστήμια και την αύξηση της ανεξαρτησίας<br />

του πανεπιστημίου από την πολιτική εξουσία. Συνήθως αποτελούνται από<br />

προσωπικότητες κύρους εκτός του πανεπιστημίου που δεν έχουν σύγκρουση<br />

συμφερόντων και είναι επομένως ανιδιοτελείς. Επειδή το έργο τους δεν είναι<br />

πλήρους απασχόλησης, είναι άμισθοι, και αυτό αποκλείει τη πελατειοκρατική


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 333<br />

ΠΡΟΤAΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΜΕΤΑΡΡYΘΜΙΣΗ ΤΗΣ ΤΡΙΤΟΒAΘΜΙΑΣ ΕΚΠΑIΔΕΥΣΗΣ 333<br />

μισθοθηρία που συχνά παρατηρεί κανείς στην Ελλάδα. Αν και οι Επίτροποι<br />

στα δημόσια πανεπιστήμια είναι διορισμένοι, η παρεμβολή τους μεταξύ της πολιτικής<br />

εξουσίας και του πανεπιστημίου μετριάζει και αμβλύνει τον κρατικό<br />

έλεγχο. Ο τρόπος σκέψης ενός επιτρόπου είναι πολύ διαφορετικός από αυτόν<br />

ενός πολιτικού. Όταν μάλιστα η θητεία του επιτρόπου είναι μακρύτερη από αυτήν<br />

του πολιτικού που τον διορίζει, διασφαλίζεται μιά συνέχεια στην εκπαιδευτική<br />

πολιτική, αποφεύγονται δηλαδή οι απότομες αλλαγές πλεύσης όταν ένα<br />

νέο κόμμα ή άτομο έρχεται στην εξουσία. Όλες οι αποφάσεις (προγράμματα<br />

σπουδών, προσλήψεις, προαγωγές κτλ) σταματούν στο Συμβούλιο. Η μόνη δικαιοδοσία<br />

που μένει στους πολιτικούς είναι να αποφασίσουν για το ύψος της<br />

χρηματοδότησης. Αυτό ενισχύει την ακαδημακή ελευθερία, π.χ. καθιστά πολύ<br />

πιό εύκολο για έναν πανεπιστημιακό να ασκήσει σκληρή κριτική στην πολιτική<br />

εξουσία.<br />

Αλλά και στις ευρωπακές χώρες τα πανεπιστήμια διοικούνται από συμβούλια<br />

στα οποία την πλειοψηφία έχουν τα εξωτερικά μέλη. 3 Π.χ. στη Σουηδία τα<br />

πανεπιστήμια διοικούνται από Συμβούλιο στο οποίο την πλειοψηφία έχουν τα<br />

μέλη που διορίζονται από την κυβέρνηση. Στη Δανία και στην Ιρλανδία ο πρύτανης<br />

εκλέγεται από το Συμβούλιο, στο οποίο την πλειοψηφία έχουν τα εξωτερικά<br />

μέλη. Στην Αυστρία το Συμβούλιο έχει αριθμό μελών 2ν+1, ν μέλη ορίζονται<br />

από την κυβέρνηση, ν από την Σύγκλητο (η οποία είναι αιρετή), και 1 μέλος<br />

είναι κοινής αποδοχής. Τα Βρετανικά πανεπιστήμια δεν έχουν κοινό τρόπο<br />

διοίκησης, αλλά γενικά και εκεί οι πρυτάνεις εκλέγονται από συμβούλιο στο<br />

οποίο την πλειοψηφία έχουν τα εξωτερικά μέλη. 4 Το εξαιρετικό ΕΤΗ της Ζυρίχης<br />

διοικείται από Συμβούλιο αποτελούμενο από τον Πρόεδρο, δύο αντιπροέδρους,<br />

και τον πρύτανη. Ο πρύτανης εκλέγεται από τα μέλη ΔΕΠ και ασχολείται<br />

με θέματα διδασκαλίας, ενώ ο πρόεδρος επιλέγεται από το ETH Board, τα<br />

μέλη του οποίου διορίζονται για 5 χρόνια από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση.<br />

Για τους παραπάνω λόγους προτείνεται η προσαρμογή του τρόπου διοίκησης<br />

των ελληνικών πανεπιστημίων σε αυτόν των πανεπιστημίων του εξωτερικού.<br />

Ναι, να αυξηθεί η αυτοδυναμία των πανεπιστημίων και η ανεξαρτησία<br />

τους από το Υπουργείο Παιδείας, αλλά με τρόπο που να μην οδηγήσει σε περισσότερη<br />

ασυδοσία και ατιμωρησία. Για να γίνει αυτό η διοίκηση του πανεπιστημίου<br />

θα πρέπει να είναι καθαιρέσιμη. Αν βρεθεί τρόπος να ανατεθεί η διοίκηση<br />

των πανεπιστημίων σε ανθρώπους με ικανότητες και πυγμή, αυτοί μετά<br />

θα αναλάβουν και τις απαραίτητες πρωτοβουλίες για την επίλυση των προβλημάτων<br />

που σχετίζονται με το επίπεδο των σπουδών.<br />

3 Προσχέδιο του πορίσματος της επιτροπής Βερέμη, GUR/paid170406.pdf<br />

4 π.χ. http://www.manchester.ac.uk/aboutus/structure/governance/


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 334<br />

334 ΘEΜΗΣ ΛΑΖΑΡIΔΗΣ<br />

2. Ριζική αναθεώρηση του άρθρου 16<br />

Η μεταρρύθμιση του ελληνικού πανεπιστημίου θα διευκολυνόταν από μια ριζική<br />

αναθεώρηση του άρθρου 16 του Συντάγματος. Πέρα από την αδιανόητη<br />

απαγόρευση των ιδιωτικών πανεπιστημίων, το άρθρο 16 επηρεάζει σημαντικά<br />

και τη λειτουργία των δημόσιων πανεπιστημίων. Υπάρχουν διατάξεις στο άρθρο<br />

αυτό που παρεμποδίζουν τις τομές που χρειάζονται για την αναβάθμισή τους.<br />

Π.χ., ο καθορισμός της νομικής υπόστασης των δημοσίων πανεπιστημίων ως Νομικά<br />

Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου (ΝΠΔΔ) είναι υπερβολικά περιοριστικός.<br />

Πολλά δημόσια ερευνητικά κέντρα είναι ΝΠΙΔ και λειτουργούν κατά γενική<br />

ομολογία πιο αποτελεσματικά από τα πανεπιστήμια. Το δημόσιο λογιστικό, το<br />

οποίο διέπει τα ΝΠΔΔ, με τους ξεχωριστούς κωδικούς για κάθε κατηγορία δαπανών,<br />

είναι δύσκαμπτο και οδηγεί σε σπατάλες. Επίσης, προβληματική είναι η<br />

επιταγή ότι η εκπαίδευση παρέχεται δωρεάν σε όλες τις βαθμίδες. Τα πλεονεκτήματα<br />

της δωρεάν παιδείας είναι γνωστά, όμως υπάρχουν και μειονεκτήματα:<br />

το «τζάμπα» μειώνει την προσωπική υπευθυνότητα και οδηγεί σε καταχρήσεις<br />

και σπατάλες. Ειδικά για τα πανεπιστήμια, το κόστος της εκπαίδευσης μοιράζεται<br />

από κοινού σε όλους, όμως το αγαθό της παιδείας το απολαμβάνει μόνο ένα<br />

μέρος του πληθυσμού. Δεν πρέπει κάποιος να συνεισφέρει οικονομικά στην εκπαίδευσή<br />

του όταν θα έχει ο ίδιος οικονομικό όφελος από την εκπαίδευση που<br />

θα λάβει; Ένα σύστημα διδάκτρων, σε συνδυασμό με υποτροφίες για τους οικονομικά<br />

ασθενέστερους, θα ήταν σημαντικά πιο ευεργετικό για τους τελευταίους.<br />

Σημειωτέον, ότι η επιταγή του Συντάγματος για δωρεάν παιδεία ήδη παραβιάζεται<br />

στην περίπτωση τοο Ανοικτού Πανεπιστημίου, του νεοσύστατου Διεθνούς<br />

Πανεπιστημίου, και των μεταπτυχιακών προγραμμάτων. Αν επιζητούμε ένα<br />

σύγχρονο σύστημα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, όπου καθένας θα σπουδάζει<br />

αυτό που θέλει, σε όποια ηλικία το θέλει, είναι αυτό εφικτό χωρίς κάποια οικονομική<br />

συνεισφορά από τους εκπαιδευόμενους; Μπορεί η Πολιτεία να προσφέρει<br />

υψηλής ποιότητας εκπαίδευση με ένα σύστημα όπου όλα είναι δωρεάν; Τέλος,<br />

η διακήρυξη ότι τα πανεπιστήμια είναι «πλήρως αυτοδιοικούμενα» είναι<br />

ασαφής και μπορεί να οδηγήσει σε περιπέτειες αν αποφασιστεί να αλλάξει ο<br />

τρόπος διοίκησης των πανεπιστημίων. Για τους λόγους αυτούς, η ριζική αναθεώρηση<br />

του άρθρου 16 θα βοηθούσε σημαντικά, όχι μόνο στην απελευθέρωση της<br />

ιδιωτικής πρωτοβουλίας στο χώρο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, αλλά και στην<br />

αναβάθμιση του δημοσίου πανεπιστημίου.<br />

3. Θεσμοί που προάγουν την αξιοκρατία στις προσλήψεις<br />

Η αξιοκρατία στις προσλήψεις αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο για την οικοδόμηση<br />

ενός ποιοτικού πανεπιστημίου. Ο καλύτερος τρόπος να προαχθεί η αξιο-


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 335<br />

ΠΡΟΤAΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΜΕΤΑΡΡYΘΜΙΣΗ ΤΗΣ ΤΡΙΤΟΒAΘΜΙΑΣ ΕΚΠΑIΔΕΥΣΗΣ 335<br />

κρατία είναι έμμεσα, με τη δημιουργία κινήτρων για την πρόσληψη του αξιότερου.<br />

Ένας βασικός τρόπος για τη δημιουργία τέτοιων κινήτρων είναι η (εξωτερική)<br />

αξιολόγηση. Αξιολογικές κατατάξεις ομοειδών τμημάτων, ακόμα κι όταν<br />

δεν συνοδεύονται από οικονομικές επιβραβεύσεις, ασκούν πίεση στα τμήματα<br />

να προσλάβουν τους καλύτερους. Ένας δεύτερος τρόπος είναι η αξιοκρατική<br />

χρηματοδότηση της έρευνας. Στις ΗΠΑ τα πανεπιστήμια έχουν ισχυρό κίνητρο<br />

να προσλαμβάνουν άξιους ερευνητές γιατί μόνο αυτοί έχουν τη δυνατότητα να<br />

φέρουν στο πανεπιστήμιο ερευνητικά προγράμματα, από τα οποία κερδίζει και<br />

το ίδιο το πανεπιστήμιο (μέσω του overhead, της προσαύξησης που πηγαίνει<br />

στο πανεπιστήμιο για τη στήριξη της ερευνητικής υποδομής).<br />

Μαζί με τους έμμεσους τρόπους, καλό είναι να υπάρχουν και άμεσοι μηχανισμοί<br />

ελέγχου. Η λεπτομερής περιγραφή των διαδικασιών στον νόμο Σουφλιά<br />

του 1992 δεν έχει λειτουργήσει. Προτείνεται η επίβλεψη και έγκριση των αποφάσεων<br />

του τμήματος από την κοσμητεία και το πρυτανικό συμβούλιο, όπως<br />

επίσης και από ένα ανεξάρτητο «γραφείο αξιοκρατίας και διαμεσολάβησης».<br />

Αν κάποιος υποψήφιος θεωρήσει ότι αδικήθηκε, δεν θα προσφύγει στο Συμβούλιο<br />

της Επικρατείας, όπως συμβαίνει σήμερα, αλλά στα αρμόδια όργανα<br />

του πανεπιστημίου, δηλαδή στο «γραφείο αξιοκρατίας», ή τον πρύτανη. Αν θεωρήσει<br />

ότι και ο πρύτανης δεν είναι αμερόληπτος, θα μπορεί να προσφύγει και<br />

στο Συμβούλιο Επιτρόπων. Το Συμβούλιο της Επικρατείας θα πάψει να ασχολείται<br />

με τέτοια ζητήματα. Ένα απλό αλλά σημαντικό μέτρο είναι η απαγόρευση<br />

πρόσληψης σε ένα τμήμα διδακτόρων του ίδιου τμήματος χωρίς κάποιο<br />

διάστημα απασχόλησης τους ως μέλη ΔΕΠ σε άλλο ίδρυμα. Αυτό το μέτρο θα<br />

καταπολεμήσει την ενδογαμία και θα μειώσει δραστικά την αναξιοκρατία,<br />

γιατί στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων η αναξιοκρατία υπάρχει<br />

λόγω εύνοιας προς τον «εσωτερικό υποψήφιο».<br />

4. Αξιολόγηση παντού<br />

Η εφαρμογή του νόμου 3374/2005 για την αξιολόγηση προχωρεί με πολύ<br />

αργούς ρυθμούς. Είναι επιτακτική ανάγκη να ολοκληρωθεί αυτή η διαδικασία<br />

το συντομότερο δυνατό. Ταυτόχρονα πρέπει να εφαρμοστεί συστηματικά και<br />

γενικευμένα η αξιολόγηση της διδακτικής επάρκειας των μελών ΔΕΠ. Στις<br />

ΗΠΑ η αξιολόγηση αυτή γίνεται με δύο τρόπους: α) από συναδέλφους, μέλη<br />

ΔΕΠ ανώτερων βαθμίδων, που μπαίνουν στην τάξη και παρατηρούν τον διδάσκοντα.<br />

Συμπληρώνουν ένα έντυπο με τις παρατηρήσεις τους, ενώ παράλληλα<br />

κάνουν και συστάσεις στον αξιολογούμενο, και β) με ερωτηματολόγια που συμπληρώνονται<br />

από φοιτητές στο τέλος του μαθήματος. Αυτή είναι και η πιο<br />

σκληρή αξιολόγηση. Τα αποτελέσματά της περιλαμβάνονται στον φάκελο του<br />

διδάσκοντα και παίζουν σημαντικό ρόλο στην προαγωγή και μονιμοποίησή


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 336<br />

336 ΘEΜΗΣ ΛΑΖΑΡIΔΗΣ<br />

του. Δεν είναι πάντως κακή ιδέα να δημοσιοποιούνται τα αποτελέσματα στο<br />

διαδίκτυο. Έτσι θα έπρεπε να εκτιμάται η διδακτική ικανότητα ενός μέλους<br />

ΔΕΠ και όχι μέσω μαρτυριών εκπροσώπων των κομματικών φοιτητικών παρατάξεων<br />

στις γενικές συνελεύσεις, ατόμων που συχνά έχουν αλλότριες σκοπιμότητες<br />

ή και εξαγοράζονται.<br />

Πέρα από τα ερωτηματολόγια των φοιτητών, η αξιολόγηση του εκπαιδευτικού<br />

έργου των πανεπιστημίων θα μπορούσε να γίνει και με πανελλήνιες εξετάσεις<br />

μετά την αποφοίτηση από το πανεπιστήμιο. Οι εξετάσεις αυτές, διαφορετικές<br />

σε κάθε κλάδο, θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν για διάφορους σκοπούς:<br />

θα μπορούσαν π.χ. να αντικαταστήσουν τις εξετάσεις του ΑΣΕΠ και να χρησιμοποιηθούν<br />

ως ένα επιπλέον κριτήριο για την αποδοχή σε μεταπτυχιακά προγράμματα.<br />

Στην περίπτωση των επαγγελματικών σχολών (Ιατρική, Πολυτεχνείο,<br />

Νομική) θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν για την απόκτηση άδειας<br />

άσκησης επαγγέλματος (οι σημερινές εξετάσεις του Τεχνικού Επιμελητήριου<br />

Ελλάδας είναι μια τυπική διαδικασία με υποτυπώδεις προφορικές ερωτήσεις<br />

πάνω στη διπλωματική εργασία). Η στατιστική επεξεργασία των αποτελεσμάτων<br />

των εξετάσεων αυτών θα μας επέτρεπε να αποτιμήσουμε και το εκπαιδευτικό<br />

έργο κάθε πανεπιστημιακού τμήματος σε σχέση με την ποιότητα των φοιτητών<br />

που εισήχθησαν. Αυτή η ανάλυση μπορεί να γίνει και σήμερα σε κάποιο<br />

βαθμό με τις εξετάσεις του ΑΣΕΠ. Οι συγκεντρωτικές επιδόσεις των αποφοίτων<br />

κάθε ιδρύματος θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την αξιολόγηση<br />

του εκπαιδευτικού τους έργου. Επίσης, οι επιτροπές εξωτερικής αξιολόγησης<br />

που (υποτίθεται) θα επισκεφτούν σύντομα τα τμήματα και θα εξετάσουν το<br />

πρόγραμμα σπουδών, τα χρησιμοποιούμενα συγγράμματα, το επίπεδο των εργαστηρίων<br />

κ.ά., θα μπορούσαν να ποσοτικοποιήσουν την αξιολόγησή τους, έτσι<br />

ώστε να μπορεί να γίνει σύγκριση και κατάταξη των ομοειδών τμημάτων. Σημειώνεται<br />

ότι ο ΟΟΣΑ προτείνει τη θέσπιση ενός προγράμματος σαν την PISA<br />

για τα πανεπιστήμια: δηλαδή δειγματοληπτικά επιλεγμένοι φοιτητές (ή απόφοιτοι)<br />

πανεπιστημίων θα δίνουν εξετάσεις για να διαπιστωθεί τι έχουν μάθει. 5<br />

5. Εκπαιδευτική πολιτική που να προάγει την αριστεία<br />

Πέρα από τη διάκριση ΑΕΙ-ΤΕΙ, δεν υπάρχει στη χώρα μας έντονη διαβάθμιση<br />

ποιότητας στα ιδρύματα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Όλα τα πανεπιστήμια<br />

είναι λίγο-πολύ παρόμοια. Εξαιρετικοί δάσκαλοι και ερευνητές είναι<br />

διεσπαρμένοι σε διάφορα ιδρύματα. Τα κεντρικά πανεπιστήμια προτιμούνται<br />

από τους φοιτητές για γεωγραφικούς λόγους, αλλά δεν είναι απαραιτήτως κα-<br />

5 Economist, 15/11/2007


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 337<br />

ΠΡΟΤAΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΜΕΤΑΡΡYΘΜΙΣΗ ΤΗΣ ΤΡΙΤΟΒAΘΜΙΑΣ ΕΚΠΑIΔΕΥΣΗΣ 337<br />

λύτερα από τα περιφερειακά. Η διαβάθμιση ποιότητας στην ανώτατη εκπαίδευση<br />

είναι επιθυμητή, ιδιαίτερα σήμερα που ο αριθμός των φοιτητών έχει αυξηθεί<br />

δραματικά. Μια κοινωνία πρέπει να δίνει ιδιαίτερη προσοχή στην εκπαίδευση<br />

της μερίδας εκείνης των νέων που έχει υψηλές επιδόσεις (δηλαδή των<br />

μαθητών του 18-20). Τα πλεονεκτήματα της διαβάθμισης ποιότητας είναι αρκετά:<br />

α) Εξαιρετικοί επιστήμονες θέλουν να έχουν εξαιρετικούς συναδέλφους<br />

και εξαιρετικούς φοιτητές. Έτσι δημιουργούνται οι προποθέσεις για συνεργασίες<br />

και μια γενικότερη ατμόσφαιρα αριστείας. β) Η δυνατότητα απόκτησης<br />

ενός πτυχίου με μεγαλύτερη αξία ανταμείβει τους ικανούς μαθητές και δημιουργεί<br />

κίνητρα σε όλους τους μαθητές για καλύτερες επιδόσεις, γ) Δημιουργείται<br />

άμιλλα μεταξύ των πανεπιστημίων για την κατάκτηση του ανώτατου επιπέδου<br />

(elite status).<br />

Κάποια ευρωπακά κράτη προσπαθούν ήδη να ενισχύσουν την υπάρχουσα<br />

διαβάθμιση ποιότητας. Η Γερμανία, για παράδειγμα, θορυβημένη από την<br />

απουσία των πανεπιστημίων της από τις υψηλές θέσεις στη διεθνή κατάταξη,<br />

ξεκίνησε ένα διαγωνισμό μεταξύ των πανεπιστημίων της (Exzellenzinitiativ)<br />

για να ξεχωρίσει και να ανταμείψει μερικά ελίτ ιδρύματα. Τα επιλεχθέντα<br />

ιδρύματα θα εισπράξουν 30 εκ. ευρώ το χρόνο για 5 χρόνια σε μια προσπάθεια<br />

να εξομοιωθούν με τα καλύτερα ιδρύματα της Αμερικής και της Αγγλίας. Στη<br />

Γαλλία ανέκαθεν υπήρχε διαχωρισμός μεταξύ των ελίτ ιδρυμάτων (των<br />

Grandes Ecoles) και των απλών πανεπιστημίων.<br />

Για τους ανωτέρω λόγους, η διαβάθμιση ποιότητας στα ελληνικά πανεπιστήμια<br />

φαίνεται να είναι ένας καλός στόχος. Ένας δραστικός τρόπος για να<br />

επιτευχθεί θα ήταν η μετακίνηση διδακτικού προσωπικού από το ένα πανεπιστήμιο<br />

στο άλλο. Μια τέτοια μετακίνηση δεν φαίνεται να έχει νομικό κώλυμα,<br />

αφού όλοι οι διδάσκοντες είναι υπάλληλοι του δημοσίου. Ως πρώτο βήμα θα<br />

μπορούσε να γίνει μια βιβλιομετρική αξιολόγηση όλων των μελών ΔΕΠ για να<br />

εκτιμηθεί η υπάρχουσα κατάσταση. Το επόμενο και πιο δύσκολο βήμα είναι η<br />

λήψη αποφάσεων για την αναδιοργάνωση, που επειδή είναι πολιτικά ευαίσθητη<br />

θα έπρεπε να ανατεθεί σε μια επιτροπή απαρτιζόμενη από τους πιο διακεκριμένους<br />

Έλληνες επιστήμονες από την Ελλάδα και το εξωτερικό.<br />

Αρχικά θα μπορούσε να επιδιωχθεί η δημιουργία ενός «ελίτ» πανεπιστημίου<br />

με τη συγκέντρωση εκεί των καλύτερων επιστημόνων σε κάθε τομέα. Ένα<br />

ποσοστό των θέσεων θα μπορούσε να διατεθεί για την προσέλκυση και επιστημόνων<br />

από το εξωτερικό. Η συγκέντρωση της ποιότητας δεν θα είναι απλώς<br />

μια ανακατανομή, αλλά η διαβάθμιση ποιότητας θα βοηθήσει μακροπρόθεσμα<br />

στη βελτίωση όλων των πανεπιστημίων. Βέβαια, για να πετύχει αυτό χρειάζονται<br />

προποθέσεις: ένα ελίτ πανεπιστήμιο χρειάζεται περισσότερους πόρους.<br />

Για να προσελκύσει τους καλύτερους επιστήμονες (ιδιαίτερα αν είναι στην<br />

επαρχία) ίσως χρειάζεται να προσφέρει και καλύτερους μισθούς. Θα μπο-


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 338<br />

338 ΘEΜΗΣ ΛΑΖΑΡIΔΗΣ<br />

ρούσε επίσης να υπόκειται σε ένα ιδιαίτερο νομικό πλαίσιο.<br />

Είναι η διαβάθμιση ποιότητας στην ανώτατη εκπαίδευση και η ύπαρξη ελίτ<br />

ιδρυμάτων κοινωνικά άδικη; Εδώ πρέπει να πούμε ότι κοινωνικές ανισότητες<br />

στην πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση αναμφισβήτητα υπάρχουν. 6<br />

Όμως αυτές πρέπει να αντιμετωπιστούν με την παροχή βοήθειας στους οικονομικά<br />

ασθενέστερους και με την αναβάθμιση του δημόσιου σχολείου, όχι με την<br />

ισοπέδωση προς τα κάτω, όχι με την εξίσωση του άξιου με τον μέτριο και όχι με<br />

το χαμήλωμα του πήχυ, όπως επιδιώκουν όσοι εναντιώνονται στη βάση του 10.<br />

Η υποβάθμιση του δημόσιου σχολείου τα τελευταία 20 χρόνια προήλθε περισσότερο<br />

από την έλλειψη αξιολόγησης των διδασκόντων, αλλά και των διοικητικών<br />

στελεχών του εκπαιδευτικού συστήματος παρά από την θρυλική «υποχρηματοδότηση».<br />

Το περίεργο είναι ότι αυτοί που θρηνούν για τις κοινωνικές ανισότητες,<br />

είναι ακριβώς αυτοί που υποστηρίζουν τις συντεχνίες των δασκάλων<br />

και των καθηγητών στην άρνησή τους να αξιολογηθούν. Είναι αυτοί ακριβώς<br />

που υποστηρίζουν τις μαθητικές καταλήψεις, μια μεγάλη πληγή που συντελεί<br />

στην περαιτέρω υποβάθμιση του δημόσιου σχολείου.<br />

6. Ανεξάρτητη αρχή για τα πανεπιστήμια<br />

Η τριτοβάθμια εκπαίδευση είναι ένα θέμα πολύπλοκο, που η διαχείρισή του<br />

απαιτεί προσεκτική μελέτη και ειδικές γνώσεις. Ποιος αποφασίζει για το ποια<br />

τμήματα χρειάζεται να δημιουργηθούν ή να κλείσουν; Ποιος αποφασίζει για το<br />

αν χρειάζονται νέα πανεπιστήμια; Ασφαλώς η πολιτική ηγεσία έχει τον τελικό<br />

λόγο, αλλά χρειάζεται λεπτομερής γνωμοδότηση. Η επεξεργασία αυτών των<br />

θεμάτων δεν μπορεί να γίνει από τον διοικητικό μηχανισμό του ΥΠΕΠΘ. Η<br />

ιδέα μιας ανεξάρτητης αρχής για τα πανεπιστήμια υποστηρίχθηκε από τον<br />

Νίκο Μουζέλη. 7 Υπήρχε στο αρχικό κείμενο της επιτροπής Βερέμη που εξεδόθη<br />

γύρω στα τέλη του 2005 8 αλλά απαλείφθηκε στο τελικό πόρισμα. Eίναι<br />

απαραίτητο να θεσμοθετηθεί ένα ανώτατο όργανο, ίσως με τη νομική μορφή<br />

της ανεξάρτητης αρχής, που να γνωμοδοτεί στο ΥΠΕΠΘ για θέματα εκπαιδευτικής<br />

πολιτικής. Κάτι σαν το ΕΣΥΠ, αλλά με περισσότερες εξουσίες και πληρέστερο<br />

θεσμικό πλαίσιο. Μπορούν να εκλέγονται με αυξημένη πλειοψηφία δύο<br />

τρίτων από τη Βουλή. Τα αμερικανικά Boards of Regents θα μπορούσαν να<br />

6 Βλέπε Ε. Σιάνου-Κύργιου, Εκπαίδευση και κοινωνικές ανισότητες, εκδόσεις Μεταίχμιο,<br />

Αθήνα 2005.<br />

7 Βήμα, 27/11/05<br />

8 GUR/porisma_epitropis_dec05.pdf


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 339<br />

ΠΡΟΤAΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΜΕΤΑΡΡYΘΜΙΣΗ ΤΗΣ ΤΡΙΤΟΒAΘΜΙΑΣ ΕΚΠΑIΔΕΥΣΗΣ 339<br />

αποτελέσουν ένα πρότυπο για την αρχή αυτή. 9 Το όργανο πρέπει να είναι ολιγομελές<br />

και όχι διακομματικό, αλλά ακομμάτιστο. Καίριας σημασίας εδώ είναι<br />

η αξιοκρατία. Πρέπει σε αυτό το όργανο να μετέχουν οι διαπρεπέστεροι Έλληνες<br />

επιστήμονες, όχι οι πολιτικά ευνοούμενοι. Η αξιοκρατία στο όργανο<br />

αυτό δεν μπορεί να διασφαλιστεί αποκλειστικά μέσω του θεσμικού πλαισίου.<br />

Σημαντικό ρόλο πρέπει να παίξουν και οι ενεργοί πολίτες μέσω της δημόσιας<br />

κριτικής.<br />

7. Αξιόπιστοι μηχανισμοί κρίσης και διαχείρισης ερευνητικών<br />

προγραμμάτων<br />

Χρειάζεται μια εκ βάθρων αναδιάρθρωση του συστήματος κρίσης και διαχείρισης<br />

ερευνητικών κονδυλίων. Όσον αφορά στην κρίση, έχει πρόσφατα νομοθετηθεί<br />

η σύσταση «Εθνικού Οργανισμού Έρευνας και Τεχνολογίας». Η<br />

αξιοκρατικότητα των κρίσεων που θα κάνει θα εξαρτηθεί από τον εσωτερικό<br />

κανονισμό του. Θα πρέπει να θεσπιστούν διαφανείς μηχανισμοί για την αμερόληπτη<br />

κρίση των ερευνητικών προτάσεων. Επειδή «μικρό χωριό–κακό χωριό»<br />

και για να αποφευχθούν οι «παρεούλες», θα ήταν καλό τα προγράμματα να<br />

γράφονται στα Αγγλικά και να χρησιμοποιούνται αποκλειστικά ξένοι κριτές<br />

(μια μικρή αμοιβή θα είναι επαρκές κίνητρο για να συμμετέχουν).<br />

Προτείνεται η κατάργηση των ΕΛΚΕ και η αντικατάστασή τους από μια κεντρική<br />

υπηρεσία διαχείρισης ερευνητικών κονδυλίων. Όλα τα ερευνητικά κονδύλια<br />

με τους προπολογισμούς τους θα αποδίδονται στην υπηρεσία αυτή. Οι<br />

ερευνητές θα καταθέτουν ηλεκτρονικά αιτήσεις πληρωμών. Η υπηρεσία θα<br />

ελέγχει τη νομιμότητα αυτών των εξόδων και θα εκδίδει τις επιταγές πληρωμής.<br />

Στο τέλος του προγράμματος η υπηρεσία θα καταθέτει σε κάποιο ελεγκτικό<br />

όργανο λεπτομερή αναφορά για τον τρόπο που αναλώθηκε η χορηγία.<br />

Το overhead από τις χορηγίες (δηλαδή το ποσό που προορίζεται για υποστήριξη<br />

της έρευνας από το πανεπιστήμιο) θα αποδίδεται στο πανεπιστήμιο και θα<br />

το χειρίζεται αυτό όπως κρίνει σωστό, μέσα σε λογικά πλαίσια (για υποδομές,<br />

βιβλιοθήκη, κτλ). Το ποσοστό του overhead πρέπει να αυξηθεί σε λογικά επίπεδα<br />

(50% επί του άμεσου κόστους).<br />

8. Θέσπιση πανεπιστημιακής αστυνομίας<br />

Για τα προβλήματα βίας αυτονόητη λύση είναι η δημιουργία πανεπιστημιακής<br />

αστυνομίας με βάση τα διεθνή πρότυπα, που θα συνεργάζεται με την πολι-<br />

9 Βλέπε http://www.regents.nysed.gov/


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 340<br />

340 ΘEΜΗΣ ΛΑΖΑΡIΔΗΣ<br />

τική αστυνομία για την τήρηση της τάξης. Τα στελέχη της πανεπιστημιακής<br />

αστυνομίας θα είναι ειδικά εκπαιδευμένα, ένστολα, αλλά άοπλα. Θα διαθέτουν<br />

ασύρματο τηλέφωνο για επικοινωνία μεταξύ τους. Θα επεμβαίνουν σε<br />

κάθε βίαιη πράξη και θα επιβάλουν την τάξη. Π.χ. θα εγγυώνται την πρόσβαση<br />

κάθε μέλους ΔΕΠ στο γραφείο του και κάθε φοιτητή στις αίθουσες διδασκαλίας<br />

(δηλαδή, ναι, θα λύουν τις απαράδεκτες και αντιδημοκρατικές καταλήψεις).<br />

Θα διαφυλάττουν την ελευθερία διακίνησης ιδεών όταν αυτή απειλείται<br />

από αυταρχικές ομάδες. Θα επεμβαίνουν όταν ομάδες φοιτητών εισβάλλουν<br />

παράνομα σε συνεδριάσεις, χτίζουν γραφεία καθηγητών, ή διαπληκτίζονται<br />

μεταξύ τους, κτλ. Θα προστατεύουν τη δημόσια περιουσία από κλοπές και βανδαλισμούς.<br />

Θα περιπολούν για την αποτροπή ποινικών αδικημάτων, όπως είναι<br />

η διακίνηση ναρκωτικών. Σε περίπτωση τέλεσης ποινικών αδικημάτων στους<br />

χώρους του πανεπιστημίου θα καλούν ή θα συνεργάζονται με την αστική αστυνομία<br />

για τη σύλληψη των δραστών.<br />

9. Κατάργηση της δωρεάν διανομής των πανεπιστημιακών συγγραμμάτων<br />

Ταυτόχρονα, να διατεθούν όλοι οι εξοικονομούμενοι πόροι σε υποτροφίες<br />

για οικονομικά ασθενέστερους φοιτητές. Να δημιουργηθούν πανεπιστημιακά<br />

βιβλιοπωλεία που να πωλούν νέα και μεταχειρισμένα πανεπιστημιακά συγγράμματα<br />

σε τιμή κόστους. Οι οικονομικά ασθενέστεροι θα πρέπει να ταυτοποιούνται<br />

με βάση όχι μόνο τη φορολογική δήλωση, αλλά και τα συνολικά περουσιακά<br />

στοιχεία μιας οικογένειας (έντυπα Ε2 και Ε9 της εφορίας).<br />

Ταυτόχρονα θα πρέπει να θεσπιστεί μηχανισμός αξιολόγησης όλων των πανεπιστημιακών<br />

συγγραμμάτων. Παρά την πρόοδο που έχει επιτευχθεί στην ποιότητα<br />

των πανεπιστημιακών συγγραμμάτων, ακόμα κυκλοφορούν βιβλία πρόχειρα<br />

και κακογραμμένα, που περιέχουν ακόμα και οφθαλμοφανή λάθη. Χρειάζεται<br />

συστηματική και αντικειμενική αξιολόγηση όλων των συγγραμμάτων.<br />

Κάθε βιβλίο θα μπορούσε να αξιολογηθεί από τριμελή επιτροπή επιστημόνων<br />

του συγκεκριμένου γνωστικού πεδίου που δεν έχουν σύγκρουση συμφερόντων<br />

ή προσωπική σχέση με κανένα συγγραφέα βιβλίου του αντικειμένου αυτού. Η<br />

αξιολόγηση θα μπορούσε να περιλαμβάνει ένα κείμενο που να περιγράφει τα<br />

προτερήματα και μειονεκτήματα του βιβλίου και βαθμό (π.χ. από το 1 ως το 5).<br />

Όλες οι αξιολογήσεις θα μπορούσαν να αναρτώνται σε κεντρική ιστοσελίδα<br />

και βιβλία για το ίδιο μάθημα θα μπορούσαν να κατατάσσονται αξιολογικά.<br />

Έτσι, θα είναι πιο δύσκολο για έναν διδάσκοντα να υιοθετήσει το δικό του<br />

σύγγραμμα αν είναι πραγματικά υποδεέστερο άλλων. Η αξιολόγηση των συγγραμμάτων<br />

είναι πολύ πιο αποτελεσματική δράση από το δικαίωμα επιλογής<br />

συγγράμματος που θεσπίστηκε στο νόμο 3549/2007. Οι φοιτητές πιθανότατα θα


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 341<br />

ΠΡΟΤAΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΜΕΤΑΡΡYΘΜΙΣΗ ΤΗΣ ΤΡΙΤΟΒAΘΜΙΑΣ ΕΚΠΑIΔΕΥΣΗΣ 341<br />

επιλέξουν το σύγγραμμα του διδάσκοντος προσδοκώντας ότι θα τους φανεί πιο<br />

χρήσιμο στις εξετάσεις.<br />

10. Αλλαγές στη λειτουργία των φοιτητικών συλλόγων<br />

Θεσπίζονται κανόνες για τη λειτουργία των φοιτητικών συλλόγων. Οι φοιτητές<br />

ενός τμήματος έχουν το δικαίωμα να συγκροτήσουν φοιτητικό σύλλογο.<br />

Μέλη του συλλόγου είναι αυτοδικαίως όλοι οι εγγεγραμμένοι φοιτητές του τμήματος<br />

εξαιρουμένων αυτών που έχουν υπερβεί το κανονικό όριο σπουδών<br />

κατά δύο έτη. Ο σύλλογος διαιρείται σε υποσυλλόγους που αντιστοιχούν σε<br />

κάθε έτος σπουδών. Οι φοιτητές που έχουν υπερβεί το κανονικό όριο σπουδών<br />

κατά λιγότερο από δύο έτη συγκροτούν ξεχωριστό υποσύλλογο (αυτό λύνει το<br />

πρόβλημα των «αιωνίων» φοιτητοσυνδικαλιστών).<br />

Για τη μείωση του κομματισμού και την εξασφάλιση ίσου δικαιώματος του<br />

εκλέγεσθαι μεταξύ κομματικά ενταγμένων και ανένταχτων, προτείνεται οι<br />

εκλογές να γίνονται με ενιαίο ψηφοδέλτιο. Οι ψηφοφόροι βάζουν σταυρούς και<br />

οι υποψήφιοι με τους περισσότερους σταυρούς αποτελούν το ΔΣ του έτους. Τα<br />

μέλη των ΔΣ των ετών εκλέγουν το προεδρείο του συλλόγου του τμήματος. Οι<br />

αποφάσεις των γενικών συνελεύσεων θεωρούνται έγκυρες μόνο όταν είναι παρόντα<br />

τουλάχιστον το 50% των μελών τους και οι ψηφοφορίες γίνονται με αδιάβλητο<br />

τρόπο (με έλεγχο ταυτότητας). Εννοείται ότι γενική συνέλευση ενός συλλόγου<br />

με χιλιάδες μέλη δεν είναι εφικτή για πρακτικούς λόγους. Στην περίπτωση<br />

αυτή, μπορούν να αναπτυχθούν διαδικασίες με χρήση του διαδικτύου.<br />

Τα τριμελή προεδρεία όλων των τμημάτων του ιδρύματος αποτελούν τη<br />

Φοιτητική Σύγκλητο, η οποία και εκλέγει το δικό της Πρόεδρο, Αντιπρόεδρο<br />

και Γραμματέα. Η Φοιτητική Σύγκλητος, επίσης, εκλέγει ένα μέλος της ως εκπρόσωπο<br />

των φοιτητών στο Πρυτανικό Συμβούλιο. Τα προεδρεία των Φοιτητικών<br />

Συγκλήτων όλων των ιδρυμάτων της χώρας συνιστούν την ΕΦΕΕ, η οποία<br />

συνέρχεται μετά τις φοιτητικές εκλογές και εκλέγει το δικό της προεδρείο και<br />

όποια άλλα όργανα επιθυμεί. Ανάλογα όργανα συγκροτούνται και για τους μεταπτυχιακούς<br />

φοιτητές.<br />

11. Αλλαγές στον τρόπο εισαγωγής στο πανεπιστήμιο<br />

Ο σημερινός τρόπος εισαγωγής στο πανεπιστήμιο έχει αρκετά προβλήματα.<br />

Βέβαια, δεν είναι αυτός υπεύθυνος για όλες τις κακοδαιμονίες της Παιδείας<br />

μας. Π.χ. η παραπαιδεία δεν οφείλεται τόσο στον τρόπο εισαγωγής, όσο στην<br />

υποβάθμιση του δημόσιου σχολείου λόγω, μεταξύ άλλων, της έλλειψης αξιολόγησης<br />

των εκπαιδευτικών, τον ελλιπή επαγγελματικό προσανατολισμό, και την<br />

υπερπροστατευτική νοοτροπία των ελληνικών οικογενειών. Η «παπαγαλία»


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 342<br />

342 ΘEΜΗΣ ΛΑΖΑΡIΔΗΣ<br />

φαίνεται να οφείλεται εν μέρει στα αναλυτικά προγράμματα, εν μέρει στην<br />

ανεπάρκεια των εκπαιδευτικών, εν μέρει στη νοοτροπία των ελληνικών οικογενειών<br />

που έχουν οδηγήσει τα παιδιά να απαιτούν από το σχολείο «μασημένη<br />

τροφή» και ενδεχομένως στα θέματα των πανελληνίων εξετάσεων και στον<br />

τρόπο βαθμολόγησης. Όμως υπάρχουν όντως προβλήματα στον τρόπο εισαγωγής,<br />

όπως η απουσία κινητικότητας μετά την εισαγωγή και η δυσκολία να σπουδάσει<br />

κάποιος σε μεγαλύτερη ηλικία.<br />

Όταν το μόνο που μετράει για εισαγωγή στο πανεπιστήμιο είναι η επίδοση<br />

ενός μαθητή στις πανελλήνιες εξετάσεις, είναι φυσικό να επικεντρώνει σε αυτές<br />

και να μη δίνει σημασία στο σχολείο. Έτσι το σχολείο υποβαθμίζεται. Σε<br />

όλες τις χώρες οι βαθμοί του Λυκείου αποτελούν βασικό κριτήριο για είσοδο<br />

στο πανεπιστήμιο. Και στην Ελλάδα τη δεκαετία του '80 οι βαθμοί του Λυκείου<br />

συνυπολογίζονταν με αυτούς των πανελληνίων εξετάσεων και το σύστημα λειτουργούσε<br />

ικανοποιητικά. Όμως στη δεκαετία του '90 ο αριθμός των «αριστούχων»<br />

αυξήθηκε δραματικά και οι βαθμοί του Λυκείου έχασαν την αξιοπιστία<br />

τους. Πέρα από την «κοινωνική πίεση», είναι φυσικό οι καθηγητές να έχουν<br />

διαφορετικές προδιαγραφές αυστηρότητας (το 15 του ενός μπορεί να ισοδυναμεί<br />

με το 19 του άλλου). Μία λύση στο πρόβλημα του «πληθωρισμού βαθμών»<br />

είναι να χρησιμοποιείται ως συμπληρωματικό στοιχείο η κατάταξη του<br />

μαθητή στην τάξη. Όμως αυτό αγνοεί διαφορές στο επίπεδο ενός σχολείου σε<br />

σχέση με κάποιο άλλο. Μια πιο συστηματική ιδέα είναι να γίνεται «κανονικοποίηση»<br />

των βαθμών του Λυκείου με βάση τον μέσο όρο της τάξης στις πανελλήνιες<br />

εξετάσεις, οι οποίες θα μπορούσαν να μετατραπούν σε εξετάσεις βασικών<br />

γνώσεων και δεξιοτήτων και να αποδεσμευτούν από την ύλη των μαθημάτων<br />

του Λυκείου. Ανάλογες ξένες εξετάσεις (SAT, κτλ) θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν<br />

ως πρότυπα.<br />

Ο αριθμός των εισακτέων θα αποφασίζεται από κάθε τμήμα σε συνεργασία<br />

με τη διοίκηση του πανεπιστημίου. Για να μη μειώσουν όμως υπέρ του δέοντος<br />

τον αριθμό εισακτέων τα τμήματα, θα πρέπει να υπάρχουν κίνητρα. Π.χ. ο αριθμός<br />

μελών ΔΕΠ του τμήματος και η χρηματοδότηση θα πρέπει να είναι συναρτήσεις<br />

του αριθμού των φοιτητών που εισάγονται και που αποφοιτούν από ένα<br />

τμήμα. Για τη διευκόλυνση της φοίτησης σε οποιαδήποτε ηλικία θα μπορούσε να<br />

οριστεί ένα ποσοστό εισακτέων μεγαλύτερης ηλικίας που θα εισάγεται με βάση<br />

μόνο τις πανελλήνιες εξετάσεις δεξιότητας και ίσως την επαγγελματική εμπειρία.<br />

Η δυνατότητα φοίτησης σε κάθε ηλικία θα μειώσει την ψυχολογική πίεση<br />

των μαθητών στο Λύκειο και την ανάγκη για φροντιστήριο. Για την διευκόλυνση<br />

της κινητικότητας και τη μείωση των ανενεργών και αδιάφορων φοιτητών προτείνεται<br />

ένας μαθητής να διατηρεί δια βίου το δικαίωμα να εγγραφεί σε οποιαδήποτε<br />

σχολή που του επιτρέπεται βάσει των μορίων του και των μαθημάτων στα<br />

οποία εξετάσθηκε κατά τη χρονιά που αποφοίτησε από το Λύκειο.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 343<br />

ΠΡΟΤAΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΜΕΤΑΡΡYΘΜΙΣΗ ΤΗΣ ΤΡΙΤΟΒAΘΜΙΑΣ ΕΚΠΑIΔΕΥΣΗΣ 343<br />

12. Οργάνωση και αξιοποίηση του επιστημονικού δυναμικού<br />

της διασποράς<br />

Οι απόδημοι Έλληνες επιστήμονες είναι μια δυναμική μερίδα του ελληνισμού<br />

που μένει αναξιοποίητη. Χιλιάδες Έλληνες με εξαιρετική μόρφωση και<br />

ικανότητες εργάζονται σε πανεπιστήμια και σε εταιρείες του εξωτερικού. Αυτή<br />

η «διαρροή εγκεφάλων» (brain drain) είναι ένα μεγάλο πρόβλημα για τη χώρα<br />

γιατί τη στερεί από το πιο δυναμικό της κομμάτι. Η πολιτεία αερολογεί για την<br />

επιστροφή των επιστημόνων, αλλά στην πράξη δεν κάνει τίποτα. Τα πανεπιστήμια<br />

αποτελούν εχθρικό χώρο για τους επαναπατριζόμενους επιστήμονες (αρκετοί<br />

δοκίμασαν να γυρίσουν και ετράπησαν μετά από λίγο σε φυγή) και βιομηχανία<br />

που θα χρειαζόταν και θα αξιοποιούσε τις γνώσεις τους δεν υπάρχει. Ίσως<br />

μάλιστα να υφίσταται και κάποια ανταγωνιστική διάθεση προς τους επιστήμονες<br />

της διασποράς από την κυρίαρχη εγχώρια επιστημονική και πολιτική μετριότητα.<br />

Πιθανότατα αισθάνονται ότι οι «καρέκλες» τους απειλούνται από ανθρώπους<br />

αξιότερους από τους ίδιους. Η κατάσταση αυτή δεν μπορεί να συνεχιστεί.<br />

Χρειάζεται αυτο-οργάνωση και ενεργοποίηση των επιστημόνων της διασποράς.<br />

Το Συμβούλιο Απόδημου Ελληνισμού είναι ένα εν πολλοίς διακοσμητικό<br />

όργανο που αναλώνει δημόσιους πόρους παράγοντας ελάχιστο έργο. Ένα<br />

πρώτο βήμα θα ήταν η δημιουργία ενός επίσημου συλλόγου των ελλήνων επιστημόνων<br />

της διασποράς με τους εξής σκοπούς:<br />

α. Την καταγραφή του ανά τον κόσμο ελληνικού επιστημονικού δυναμικού.<br />

Τέτοιες προσπάθειες έχουν γίνει στο παρελθόν από τη ΓΓΕΤ ή τις κατά τόπους<br />

πρεσβείες, αλλά όχι με συστηματικό και συντηρήσιμο τρόπο. Τα στοιχεία, η<br />

επιστημονική ειδίκευση και τα τυχόν ερευνητικά ενδιαφέροντα των μελών του<br />

συλλόγου θα πρέπει να καταγραφούν σε βάση δεδομένων, προσβάσιμη από<br />

όλα τα μέλη μέσω της ιστοσελίδας του φορέα.<br />

β. Την ενίσχυση των επιστημονικών και ερευνητικών συνεργασιών, την<br />

ανάπτυξη αίσθησης κοινότητας, την διασύνδεση και την αλληλοβοήθεια μεταξύ<br />

τους. Η ιστοσελίδα του συλλόγου θα αποτελεί κομβικό σημείο όπου θα αναρτούνται<br />

χρήσιμες πληροφορίες για θέματα που μας αφορούν, προκηρύξεις για<br />

θέσεις εργασίας, κτλ. Για παράδειγμα, όλες οι προκηρύξεις θέσεων σε Ελληνικά<br />

πανεπιστήμια ή ΤΕΙ θα μπορούσαν να αναγράφονται εδώ. Εταιρίες που<br />

χρειάζονται εξειδικευμένα στελέχη θα μπορούσαν να κάνουν το ίδιο, δωρεάν.<br />

Επίσης, θα μπορούσαν να αναρτώνται και ανακοινώσεις σχετικά με την<br />

έρευνα ή την ακαδημακή ζωή, επιτεύγματα Ελλήνων επιστημόνων και οποιαδήποτε<br />

ανακοίνωση που η ελληνική πολιτεία θα ήθελε να απευθύνει στους Έλληνες<br />

επιστήμονες σε παγκόσμια κλίμακα.<br />

γ. Την ενίσχυση της επικοινωνίας και μεταφοράς ιδεών μεταξύ αποδήμων<br />

Ελλήνων επιστημόνων και Ελλάδας με σκοπό την αύξηση της ποιότητας και πο-


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 344<br />

344 ΘEΜΗΣ ΛΑΖΑΡIΔΗΣ<br />

σότητας της ελληνικής επιστημονικής παραγωγής. Π.χ., η ΓΓΕΤ θα μπορούσε<br />

να χρησιμοποιήσει τη βάση δεδομένων του φορέα για την εύρεση κριτών ερευνητικών<br />

προγραμμάτων, και η κυβέρνηση ή ο τύπος για την εύρεση εμπειρογνωμόνων.<br />

δ. Την ενίσχυση της οικονομικής ανάπτυξης της Ελλάδας σε τομείς έντασης<br />

γνώσης. Για παράδειγμα, ο φορέας θα μπορούσε να διαθέτει συμβουλευτικές<br />

υπηρεσίες και τεχνογνωσία προς επενδυτές και επιχειρηματίες στην Ελλάδα<br />

που θα ήθελαν να δραστηριοποιηθούν στο χώρο της τεχνολογικής ανάπτυξης.<br />

ελληνικές εταιρείες θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν τη βάση δεδομένων<br />

του φορέα για στρατολόγηση ειδικευμένων στελεχών.<br />

ε. Την δραστηριοποίηση για την επίτευξη κοινών στόχων, όπως λόγου χάριν<br />

την προώθηση των εθνικών μας θεμάτων σε κυβερνήσεις και ΜΜΕ του εξωτερικού<br />

ή την άσκηση επιρροής στην ελληνική πολιτική ηγεσία για τον εκσυγχρονισμό<br />

της ελληνικής κοινωνίας.<br />

13. Αλλαγές κουλτούρας<br />

Πέρα από τις θεσμικές αλλαγές απαιτούνται αλλαγές και σε πολλές πτυχές<br />

της πανεπιστημιακής, και γενικότερα, κουλτούρας. Ένα σημαντικό πρόβλημα<br />

κουλτούρας στην ελληνική κοινωνία είναι η απροθυμία δημόσιας κριτικής,<br />

τόσο από τα ΜΜΕ, όσο και από την κοινωνία πολιτών. Η κριτική έχει φυσικά<br />

κόστος, αφού ο κρινόμενος μπορεί να προσπαθήσει να αντεκδικηθεί. Η απουσία<br />

της δημόσιας κριτικής είναι που έχει καταστήσει την Ελλάδα μια χώρα του<br />

«είσαι ό,τι δηλώσεις». Το Μάρτιο του 2006 τριάντα εννιά από τους πιο διακεκριμένους<br />

Ιταλούς επιστήμονες απέστειλαν ανοικτή επιστολή στον διευθυντή<br />

του Εθνικού Συμβουλίου Έρευνας Fabio Pistella διαμαρτυρόμενοι για τη ρηχή<br />

απάντησή του στην κατηγορία ότι στο βιογραφικό του ισχυρίστηκε ότι έχει 150<br />

δημοσιεύσεις ενώ στο Web of <strong>Science</strong> βρέθηκαν μόνο 3. 10 Πόσο συχνά το βλέπουμε<br />

αυτό στην Ελλάδα; Όταν η πολιτεία κάνει αναξιοκρατικές επιλογές και<br />

κανείς δεν αντιδρά, το μισό φταίξιμο είναι δικό μας. Κανένας νόμος και κανένα<br />

θεσμικό μέτρο δεν μπορεί να υποκαταστήσει τη δημόσια κριτική. Δεν βελτιωνόμαστε<br />

με την ανταλλαγή φιλοφρονήσεων, αλλά με την κριτική. Από το<br />

«μην κρίνεις ίνα μην κριθείς» πρέπει να πάμε στο «όλοι κρίνουμε και όλοι κρινόμαστε».<br />

Αλλαγή κουλτούρας στο σημείο αυτό μπορεί να επέλθει αν όλο και<br />

περισσότεροι πανεπιστημιακοί βρουν την τόλμη να εκφράζονται δημόσια, καθώς<br />

και από τη δημιουργία ενός δικτύου υποστήριξης μεταξύ αυτών που θα το<br />

κάνουν. Η ισχύς εν τη ενώσει.<br />

10 Nature, 30/3/06.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 345<br />

19<br />

«Πρόθυμη εκχώρηση» για μια αβέβαιη επιβίωση;<br />

Κοινωνία της γνώσης, γνωσιοκεντρική οικονομία,<br />

εκπαιδευτική πολιτική και μάθηση βασισμένη στις ικανότητες<br />

Νίκος Ε. Παπαδάκης<br />

Ευρωπακή Ολοκλήρωση και Κοινωνία της Γνώσης: η αναγγελία<br />

μιας (διακυβεύσιμης) συναίνεσης<br />

Tο 1995, η Ευρωπακή Επιτροπή ανήγγειλε μια νέα στρατηγική για την<br />

πλοήγηση της Ευρωπακής Ένωσης (ΕΕ) στην Κοινωνία της Γνώσης<br />

(knowledge-based economy), επισημαίνοντας ότι «η διεθνοποίηση του εμπορίου<br />

(και της οικονομίας), το παγκόσμιο περιεχόμενο της τεχνολογίας, και,<br />

πάνω από όλα, η κοινωνία της πληροφορίας, έχουν αυξήσει τις πιθανότητες<br />

προσέγγισης στην πληροφορία και τη γνώση για τους ανθρώπους, αλλά συγχρόνως<br />

σαν συνέπεια έχουν μεταβάλλει την οργάνωση της εργασίας και τις<br />

αναγκαίες «δεξιότητες». 1 Συγχρόνως στο ίδιο, εμβληματικό, κείμενο πολιτικής<br />

ανήγγειλε το «τέλος» της συζήτησης σε επίπεδο αρχών για την πορεία της εκπαίδευσης.<br />

2<br />

1 European Commission, Teaching and learning: Towards the learning society, Office<br />

for Official Publications of the European Communities, Luxembourg, 1995, σ. 23.<br />

2 Πρόκειται για μια κατ’ ουσίαν κανονιστική απόφανση της Ευρωπακής Επιτροπής<br />

αναφορικά με την «verita effettuale della cosa» (με όρους Nicolo Machiaveli), που μέσω<br />

της επίκλησης του «τέλους» έδειχνε να μετατρέπει μια αποσκοπούσα συναίνεση σε μια<br />

διαγνωσμένη πραγματικότητα. Βλέπε στα Ν. Papadakis, «European Educational Policy<br />

and the challenges of the post-industrial society» σε P. Alheit, H. S. Olesen & S. Papaioan -<br />

nou (επιμ.), Education, Modernization and Peripheral Community. RUC, Ro skilde, 1998,<br />

σσ. 11-51 και Ι. Πυργιωτάκης & N. Παπαδάκης, «Η φλεγμαίνουσα συναίνεση. Προ-


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 346<br />

346 ΝΙΚΟΣ ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ<br />

H διάγνωση της κρίσης στη μορφή της ανελαστικότητας και δυσκαμψίας<br />

των παραδοσιακών εκπαιδευτικών συστημάτων, τα οποία εθεωρούντο ότι έφεραν<br />

ευθύνες για την υστέρηση της Ευρώπης ως προς την απόκριση στις ανάγκες<br />

της τεχνολογικής επανάστασης και της Κοινωνίας της Πληροφορίας, καθώς<br />

θεωρούνται «δύσκαμπτα», «απομονωμένα» και διακρίνονται από «έλλειψη<br />

ευελιξίας….καθώς δεν λαμβάνουν υπόψη την πολυποίκιλση των ανθρώπινων<br />

απαιτήσεων» και όχι σπάνια καταγγέλλονται ως «ανίκανα να διασφαλίσουν<br />

την κοινωνική ενσωμάτωση και τις προοπτικές της απασχόλησης» 3 , διευκόλυναν<br />

την προαναφερθείσα συναίνεση. Η κατασκευή της τελευταίας εδράστηκε<br />

σε μια τελολογική- εσχατολογική θεώρηση της παιδείας και της πολιτικής,<br />

ενόσω είχε μια σαφή επιχειρησιακή διάσταση: επιχειρούσε να καταστήσει<br />

το επερχόμενο αναπόφευκτο και ως τέτοιο δυνητικά τετελεσμένο. Η «έξοδος<br />

από την κρίση», η αντιμετώπιση της απώλειας του ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος<br />

αλλά και του προβλήματος της αναντιστοιχίας δεξιοτήτων μεταξύ αγοράς<br />

εργασίας και εκπαίδευσης και της ανελαστικότητας των παραδοσιακών<br />

συστημάτων μάθησης που «βάρυναν» τις ευρωπακές οικονομίες (ζητήματα<br />

που θίγονται αναλυτικά στη «Λευκή Βίβλο» του 1995 και έκτοτε εκ περιτροπής<br />

σε όλα τα θεμελιώδη κοινοτικά κείμενα), χρειάζονταν ένα νέο εργαλείο πολιτικής.<br />

Στην πορεία η συναίνεση αυτή δεν κατέστη εφικτή, παρά μόνο ως ευχή.<br />

Ωστόσο, όσο κι αν οι επιμέρους αντιθέσεις, οι εναλλακτικές προτάσεις, οι ανασχέσεις<br />

και οι παλινωδίες που προκύπτουν από τη θεωρητικοποίηση της αμηχανίας<br />

μπροστά στα (προαναφερθέντα) νέα δεδομένα απονευρώνουν καταστασιακά<br />

την τελολογική απόφανση της Επιτροπής, η πολιτική πραγματικότητα<br />

της Λισαβόνας μάλλον επιβεβαίωσε τους όρους «κατασκευής» μιας, άλλου τύπου,<br />

συναίνεσης.<br />

Ανασυγκροτώντας το μεταρρυθμιστικό corpus της ΕΕ: η νέα<br />

στρατηγική για τη Δια Βίου Μάθηση<br />

Το τέλος της δεκαετίας του ’90, βρίσκει τα κράτη-μέλη<br />

• να έχουν εξέλθει από την δεκαετία της ύφεσης (’80),<br />

γραμματικός Λόγος και Πολιτική της Ευρωπακής Ένωσης για την Εκπαίδευση» σε<br />

Ίδρυμα Σάκη Καράγιωργα, Ιδεολογικά ρεύματα και τάσεις της διανόησης στη σημερινή<br />

Ελλάδα, Ίδρυμα Σάκη Καράγιωργα, Αθήνα, 2002, σ 209- 243.<br />

3 European Commission, Teaching and learning: οπ.π., 1995, κεφ. IV.B κι ειδικότερα<br />

σελ. 24.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 347<br />

«ΠΡΟΘΥΜΗ ΕΚΧΩΡΗΣΗ» ΓΙΑ ΜΙΑ ΑΒΕΒΑΙΗ ΕΠΙΒΙΩΣΗ; 347<br />

• να έχουν επανεκκινήσει με νέους όρους τη διαδικασία της πολιτικής και<br />

οικονομικής ολοκλήρωσης (Μάαστριχτ και εντεύθεν), και τελικά<br />

• να προετοιμάζουν τους όρους συγκρότησης μιας νέας στρατηγικής ολοκλήρωσης,<br />

μέσω ενός αποτελεσματικότερου συντονισμού πολιτικών (που<br />

θα απολήξει στη Στρατηγική της Λισαβόνας).<br />

Στην πραγματικότητα τα κράτη-μέλη αντιλαμβανόμενα ως αξιόπιστη<br />

απειλή τις πιέσεις στην οικονομική και πολιτική ισχύ της Ένωσης, 4 αναζητούσαν<br />

μια βιώσιμη και αποτελεσματική πολιτική επανάκτησης του ανταγωνιστικού<br />

πλεονεκτήματος και στη δημιουργία βιώσιμων οικονομιών κλίμακος. Μια<br />

κοινή στρατηγική για μια αξιόπιστη κινητοποίηση ανθρώπινων πόρων, «φιλική»<br />

στις οικονομίες κλίμακος και συγχρόνως «ανοικτή» στις ατζέντες της κοινωνικής<br />

ενσωμάτωσης, φαινόταν παραπάνω από αναγκαία. Η στροφή στη Δια<br />

Βίου Μάθηση έδειχνε πλέον απολύτως αναπόφευκτη. Κι αυτό γιατί η Δια Βίου<br />

Μάθηση θεωρείται, από πολλούς, ότι «μπορεί να εκπληρώσει ταυτόχρονα διάφορες<br />

λειτουργίες, λειτουργώντας ως εντολέας του κράτους, της αγοράς και<br />

της κοινωνίας των πολιτών» 5 . Εξίσου αναγκαία έδειχνε και η υπερεθνικοποίηση<br />

της σχετικής πολιτικής, σύστοιχη άλλωστε με την διεθνοποίηση της πολιτικής<br />

οικονομίας.<br />

Έχοντας θεμελιωθεί ως έννοια στη βάση μιας αναδιανεμητικής προοπτικής<br />

του δημόσιου αγαθού της παιδείας (έχοντας δηλαδή την παράδοση μιας από<br />

κάτω (bottom up) προσέγγισης στη μαθησιακή διαδικασία), η Διά Βίου Μάθηση<br />

προκρίθηκε για να ανασυγκροτήσει το μεταρρυθμιστικό corpus της ΕΕ<br />

και να λειτουργήσει ως πολιτική και επιχειρησιακή «ομπρέλα» των πολιτικών<br />

εκπαίδευσης και κατάρτισης. Το πρόταγμα ήταν πλέον μια εκ των άνω (top<br />

down) υπερεθνική στρατηγική, με τη σύστοιχη θεματοποίηση νέων κεντρικών<br />

ζητημάτων όπως η απασχολησιμότητα, η προσαρμοστικότητα και η ευελιξία<br />

και το «reskilling» μέσω μιας συνεκτικής διαδικασίας εμπράγματης δια βίου<br />

μάθησης, 6 διατυπωμένο μάλιστα με μελιοριστικούς όρους: «Εάν δοθεί μεγαλύ-<br />

4 Βλέπε M. Murphy, «Πετρέλαιο, ύφεση και η αναζήτηση της Ευρωπακής Πρωτοπορίας»<br />

σε Δ. Γράβαρης & Ν. Παπαδάκης (επιμ.), Εκπαίδευση και εκπαιδευτική πολιτική<br />

μεταξύ Κράτους και Αγοράς, Σαββάλας, Αθήνα, 2005, σσ. 112-134.<br />

5 Οπ.π.. Και ας μην ξεχνάμε ότι ήδη από το 1995, επισημαινόταν στο πλέον σημαντικό<br />

κοινοτικό policy document, ότι η σχέση μάθησης (learning relationship) και το<br />

γνωστικό κεφάλαιο αναμένεται να προσδιορίσει τη «θέση καθενός σε σχέση με τους<br />

συμπολίτες του στο πεδίο της γνώσης, των δεξιοτήτων και της απασχόλησης» στην Ευρώπη<br />

του μέλλοντος. European Commission, οπ.π, 1995, σ. 2.<br />

6 Βλέπε European Commission, European report on education and training in emp loy -<br />

ment policies. Vol. 1: Analysis of the 2000 National Action Plans for Employment, Luxembourg,<br />

2001. www.europa.eu.int/comm/ education/employment/employ_vol1_en.pdf.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 348<br />

348 ΝΙΚΟΣ ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ<br />

τερη έμφαση σε ευρωπακό και εθνικό επίπεδο στην απόκτηση δεξιοτήτων και<br />

στη δια βίου μάθηση, τα άτομα θα μπορούν να ευκολότερα να κινηθούν σε νέες<br />

θέσεις απασχόλησης» 7 .<br />

Η μελιοριστική πρόσληψη της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης, δεν αποτέλεσε<br />

μονάχα μια διαχρονική συγκροτησιακή συνιστώσα των πολιτικών για την<br />

εκπαίδευση, την κατάρτιση και τη δια βίου μάθηση, αλλά φάνηκε να συνιστά<br />

και το εστιακό σημείο της σύγχρονης, ταχύτατα υπερεθνικοποιούμενης, σχετικής<br />

πολιτικής στην Ευρώπη. Η διαδικασία της ευρωπακής ολοκλήρωσης έδειχνε,<br />

παρά τις όποιες παλινδρομήσεις, να λαμβάνει υπόψη το δυσβάστακτο κόστος<br />

της «μη-Ευρώπης», ενώ η μάθηση άρχισε να ανα-σημαίνεται ως όρος συγκρότησης<br />

της ευρωπακής ολοκλήρωσης, στρέφοντας ολοένα και περισσότερο<br />

το πολιτικό ενδιαφέρον σε αυτήν και τις εκροές της» 8 . Συγχρόνως η στροφή<br />

στην ποιότητα, στα μετρήσιμα αποτελέσματα και στην συγκρότηση υπολογίσιμων<br />

κανονικοτήτων (στις οποίες «οφείλουν» να εμβαπτιστούν τα εκπαιδευτικά<br />

συστήματα) έδειχνε όχι μόνο αναπόφευκτη, αλλά και απολύτως ευκταία.<br />

Οι δημόσιες πολιτικές εκπαίδευσης και κατάρτισης στην αυγή<br />

της Λισαβόνας<br />

Η εκκίνηση της Στρατηγικής της Λισαβόνας αποτέλεσε μια σαφή ένδειξη<br />

του, εν εξελίξει, μετασχηματισμού της στρατηγικής διαβούλευσης και διακυβέρνησης<br />

της ΕΕ σε όλα τα μείζονα πεδία δημόσιας πολιτικής, συμπεριλαμβανομένης<br />

της πολιτικής για την εκπαίδευση, κατάρτιση, δια βίου μάθηση και<br />

απασχόληση. Η ίδια η Στρατηγική της Λισαβόνας (2000-2010) και η εκκίνηση<br />

του εκπαιδευτικού της βραχίονα (Work Programme: Education & Training<br />

2010) το 2001-2, εδράστηκε ρητορικά σε μια τελολογική θεώρηση της παιδείας,<br />

ενόσω είχε μια σαφή επιχειρησιακή διάσταση. Η «έξοδος από την κρίση», η<br />

αντιμετώπιση του προβλήματος της αναντιστοιχίας δεξιοτήτων μεταξύ αγοράς<br />

εργασίας και εκπαίδευσης και της ανελαστικότητας των παραδοσιακών συστημάτων<br />

μάθησης που «βάρυναν» τις ευρωπακές οικονομίες, χρειάζονταν ένα<br />

νέο υπόδειγμα παραγωγής πολιτικής. Η ένθεση της υπερεθνικότητας σε μια<br />

πολιτική, την οποία κατεξοχήν διέπει η αρχή της επικουρικότητας, έδειχνε δύ-<br />

7 European Commission, Commission Staff Working Document: Annex to the<br />

Communication «Draft 2006 Joint Report on progress on implementing the Education<br />

and Training 2010 Work Programme», E.C. DG EAC, Brussels, 2005b, σ. 10.<br />

8 Μαθησιακά αποτελέσματα - learning outcomes.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 349<br />

«ΠΡΟΘΥΜΗ ΕΚΧΩΡΗΣΗ» ΓΙΑ ΜΙΑ ΑΒΕΒΑΙΗ ΕΠΙΒΙΩΣΗ; 349<br />

σκολη μεν απολύτως αναγκαία ωστόσο.<br />

Η επαναθεμελίωση του αξιακού πλέγματος της Λισαβόνας σε συνδυασμό<br />

με την οριστική αναδιάταξη των όρων της μάθησης, παραγωγής και οργάνωσης<br />

της εργασίας, οδήγησαν την ΕΕ να αναζητήσει νέους τρόπους διατήρησης της<br />

επιρροής και διασφάλισης της προόδου σε ένα εκτεταμένο «reskilling», όπως<br />

ήδη επισημάνθηκε. H ένταση της κινητικότητας του κεφαλαίου και η προούσα<br />

διεθνοποίηση του κράτους εξηγούν άλλωστε σε μεγάλο βαθμό την πολιτική σύγκλισης<br />

στην Ευρώπη και τελικά την «επακόλουθη επανέναρξη της ευρωπακής<br />

ολοκλήρωσης» 9 και τις εξελίξεις από το 2000 και εντεύθεν. Δε θα ήταν μάλιστα<br />

υπερβολή να επισημάνει κανείς ότι η πολυεπίπεδη ανάπτυξη της κατάρτισης<br />

(VET), η έμφαση στις βασικές ικανότητες και η συσχέτιση δεξιοτήτων<br />

που προκύπτουν από κάθε είδος μάθησης με την ανάπτυξη της απασχολησιμότητας<br />

αποτελούν την ύψιστη πολιτική προτεραιότητα στην ΕΕ σήμερα 10 . Μέσα<br />

σε αυτό το πλαίσιο, προωθείται ειδικά από τη γερμανική Προεδρία και εντεύθεν<br />

(2007-) το «Evidence Based Policy Making», το οποίο αναγγέλλεται ως καταστατική<br />

προπόθεση της επίτευξης όλων των μεγάλων στόχων της ΕΕ. Η αλλαγή<br />

υποδείγματος παραγωγής πολιτικής και οι μετασχηματισμοί του περιεχομένου<br />

της (με δεδομένη την υπερθνικοποίηση της), στην κατεύθυνση της κεντρόφυγης<br />

εντατικότητας της επιδιωκόμενης ευελιξίας, εκβάλλουν στο λειτουργικό<br />

πλέγμα των δημόσιων πολιτικών για το ανθρώπινο δυναμικό. 11<br />

9 O. Holman & K. Van der Pijl, «The capitalist crisis in the EU» σε G. Kourvetaris &<br />

A. Moschonas (επιμ.), The impact of European Integration: Political, sociological and<br />

economic changes, Praeger, Westport, 1996, σ. 58.<br />

10 Καθώς «το εγχείρημα διαμόρφωσης μιας ενιαίας και ομογενοποιημένης αγοράς<br />

εργασίας εντός της ΕΕ δείχνει να δυσχεραίνεται καθοριστικά από τις εθνικές θεσμικές-<br />

κανονιστικές οικονομικές και πολιτικές ασυμμετρίες, τις περιφερειακές και κοινωνικο-<br />

οικονομικές ανισότητες, η εκπαιδευτική πολιτική καλείται να λειάνει τις εν<br />

λόγω ασυμμετρίες και να συμβάλλει έμπρακτα στην ενδυνάμωση της απασχολησιμότητας»,<br />

δρώντας σύμφωνα με την Ευρωπακή Επιτροπή και ως «εργαλείο ενίσχυσης της».<br />

Ν. Παπαδάκης, «Αυτό ήταν λοιπόν….; Ευρωπακή εκπαιδευτική πολιτική, κατάρτιση<br />

και Στρατηγική της Λισαβόνας. Πέρα από την αρχή της επικουρικότητας» σε Μ. Τσινισιζέλης<br />

& Ν. Μαραβέγιας (επιμ.), Νέα Ε.Ε. Οργάνωση και Πολιτικές, Θεμέλιο, Αθήνα,<br />

2007, σ. 761 και European Commission, Education and Training in Europe: diverse<br />

systems, shared goals for 2010, Office for Official Publications of the European<br />

Communities, Luxembourg, 2002b σ. 9.<br />

11 Bλέπε N. Παπαδάκης, «Η πολιτική της ΕΕ για την εκπαίδευση και κατάρτιση<br />

στον αστερισμό μιας επίμονης ανταγωνιστικότητας», Economist (ελληνική έκδοση), T.<br />

53, 28 Ιουλίου 2008β.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 350<br />

350 ΝΙΚΟΣ ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ<br />

Μέσα σε αυτό το πολιτικό τοπίο, απολύτως ενδεικτική του εγχειρήματος<br />

ενιαιοποίησης των υπερεθνικών πλαισίων δράσης στην ΕΕ είναι η πολλαπλώς<br />

εντεινόμενη έμφαση, που δίνει η Επιτροπή, στα ζητήματα της διασφάλισης ποιότητας<br />

και αποτελεσματικότητας. 12 Τη στιγμή που η πορεία των μεταρρυθμίσεων<br />

σε εθνικό επίπεδο υπόκειται στον κανόνα της διεθνούς διαφάνειας και<br />

δημοσιότητας (με τις, ανά διετία, εκθέσεις για την πρόοδο των μεταρρυθμίσεων<br />

και πολιτικών για την εκπαίδευση στα πλαίσια της στρατηγικής της Λισαβόνας<br />

–Εθνικές Εκθέσεις– να κατακυριεύουν την τεχνοκρατική δημοσιότητα),<br />

η έμφαση πλέον αποδίδεται στην ενδυνάμωση της θεσμικής, πολιτικής και επιχειρησιακής<br />

διάστασης της Διά Βίου Μάθησης. Η νέα προσέγγιση στη Διά<br />

Βίου Μάθηση, ως συγκροτησιακής συνιστώσας της «γνωσιοκεντρικής οικονομίας»<br />

και τελικά κινητήριας δύναμης για την ανάπτυξη και διαχείριση ανθρωπίνων<br />

πόρων (HRD) 13 συνδυάστηκε με το πρόταγμα της ανάπτυξης «δεξιοτήτων<br />

για την ανταγωνιστικότητα». 14<br />

Πολιτικές προτεραιότητες και προκλήσεις στην τομή εκπαιδευτικής<br />

πολιτικής και στρατηγικής της ευρωπακής ολοκλήρωσης,<br />

μετά το 2000<br />

Όπως ήδη επιχειρήσαμε να τεκμηριώσουμε, ήταν πολλές εκείνες οι εξελίξεις<br />

και παράμετροι που οδήγησαν τα παλαιά έθνη της Ευρώπης να αναζητήσουν,<br />

ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του ΄90 τρόπους, προκειμένου «να συνεχίσουν<br />

να απολαμβάνουν οικονομική και κοινωνική πρόοδο και να διατηρήσουν<br />

την επιρροή τους στον κόσμο» 15 . Ο συνδυασμός υπερεθνικότητας (στη μέθοδο)<br />

και ανταγωνιστικότητας –στοχευμένης ανάπτυξης των ανθρώπινων πό-<br />

12 Bλέπε αναλυτικά N. Papadakis & Th. Tsakanika, «Towards the region? The<br />

Higher Education Policy Agenda and the stake of regionalisation: Aspects and Trends»,<br />

European Legacy, Vol. 11 No. 4, 2006 και N. Παπαδάκης, Προς την «Κοινωνία των Δεξιοτήτων»;<br />

Τα όρια της υπερεθνικότητας, το διακύβευμα της απασχολησιμότητας και οι<br />

πολιτικές κατάρτισης, Σάκκουλας & Κέντρο Ευρωπακού & Συνταγματικού Δικαίου,<br />

Αθήνα, 2006.<br />

13 Bλέπε European Council in Brussels 2003, παρ. 40.<br />

14 A. Green, «National policies and the Lisbon Agenda, Investment, LifeLong<br />

Learning. Preparation of the cross-country analysis, based on the national reports» σε<br />

European Commission. DG EAC, Meeting of National Coordinators. Preparation of the<br />

2006 Joint Report. Brussels, 12 September 2005.<br />

15 P. Fontaine, Europe in ten points, Office for the Official Publications of the<br />

European Communities, Luxembourg, 1995, σ. 8.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 351<br />

«ΠΡΟΘΥΜΗ ΕΚΧΩΡΗΣΗ» ΓΙΑ ΜΙΑ ΑΒΕΒΑΙΗ ΕΠΙΒΙΩΣΗ; 351<br />

ρων– 16 , κατέδειξε το μεταβιομηχανικό Αμετάθετο Όλο: τις Δεξιότητες. 17 και<br />

συγχρόνως ανέδειξε τις νέες πολιτικές προτεραιότητες, οι οποίες επένδυσαν<br />

τόσο νομιμοποιητικά όσο και πραγματολογικά τη Στρατηγική της Λισαβόνας.<br />

Κάποιες εξ αυτών και συγκεκριμένα μία ανά πεδίο εκπαίδευσης, αναλύονται<br />

συνοπτικά, παρακάτω:<br />

α) Βασική Εκπαίδευση και Βασικές Ικανότητες (key competences)<br />

Ένα από τα κομβικά σημεία της πολιτικής της ΕΕ για την εκπαίδευση και<br />

κατάρτιση (όπως αυτή κυρίως αποτυπώνεται στα πλαίσια του Work Program -<br />

me: Education & Training 2010) αποτελεί η ανάπτυξη των Βασικών Ικανοτήτων<br />

σε όλο το φάσμα της Δια Βίου Μάθησης, προκειμένου κάθε πολίτης στην<br />

ΕΕ να έχει τη δυνατότητα να αναπτύξει τις συγκεκριμένες ικανότητες. Πρόκειται<br />

για τις οκτώ μείζονες δέσμες δεξιοτήτων, των οποίων η ανάπτυξη θεωρείται<br />

conditio sine qua non για την εκπαιδευτική πολιτική στην ΕΕ. Με βάση την<br />

Κοινή Σύσταση Ευρωπακού Κοινοβουλίου & Συμβουλίου του Νοεμβρίου 2006<br />

για τις «Βασικές Ικανότητες – Ένα ευρωπακό πλαίσιο αναφοράς» (η οποία<br />

συγκεφαλαιώνει τα Συμπεράσματα του Ευρωπακού Συμβουλίου των Βρυξελλών<br />

του Μαρτίου 2005, αλλά τις σχετικές επισημάνσεις στα πλαίσια των ολοκληρωμένων<br />

κατευθυντήριων τραμμών για την ανάπτυξη και την απασχόληση<br />

2005-8, που εγκρίθηκαν από το Ευρωπακό Συμβούλιο του Ιουνίου του 2005)<br />

συνίσταται στα κράτη-μέλη να εξασφαλίσουν «ότι τα συστήματά τους αρχικής<br />

εκπαίδευσης και κατάρτισης προσφέρουν σε όλους τους νέους τα μέσα για να<br />

αναπτύξουν τις βασικές ικανότητες σε επίπεδο που να τους εξασφαλίζει τα<br />

προσόντα για την ενήλικη ζωή τους και (που) να αποτελεί τη βάση για την περαιτέρω<br />

μάθηση και την επαγγελματική ζωή». Στα πλαίσια αυτής της προτεραιότητας,<br />

αναπτύσσει πρωτοβουλίες το σχετικό Cluster της Ευρωπακής Επιτροπής<br />

18 , ενώ επιχειρείται η παραγωγή εμπειρικά θεμελιωμένης πολιτικής μέσα<br />

16 Βλέπε European Commission, Communication: Mobilizing the brainpower of<br />

Europe, COM (2005) 152 final, Brussels, 2005a.<br />

17 Βλέπε Ν. Παπαδάκης, «Μέλι στο ξυράφι. Σημειώσεις για τη διακυβεύσιμη ατζέντα<br />

των πολιτικών εκπαίδευσης, κατάρτισης και ανθρώπινων πόρων στην Ευρώπη και<br />

τις εστίες μιας ανέκκλητης κρίσης», Κοινωνικό Κέντρο, Τ. 2-3, 2008 α , σ. 175.<br />

18 Τα οκτώ Clusters της European Commission για την πολιτική σε εκπαίδευση, κατάρτιση<br />

και διά βίου μάθηση αντιστοιχούν στα μείζονα πεδία της κοινοτικής πολιτικής<br />

αλλά και των μεταρρυθμίσεων σε επίπεδο κρατών-μελών, τα οποία πρακτικά αποτυπώνουν<br />

τις πολιτικές προτεραιότητες στην ΕΕ: α. Εκσυγχρονισμός της Ανώτατης Εκπαίδευσης.<br />

β. Εκπαιδευτικοί και επιμορφωτές. γ. Βέλτιστη δυνατή χρήση πόρων. δ. Μαθηματικά,<br />

τεχνολογία και θετικές επιστήμες. ε. Πρόσβαση στη Διά Βίου Μάθηση και


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 352<br />

352 ΝΙΚΟΣ ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ<br />

από τις Αμοιβαίες Μαθησιακές Δραστηριότητες (Peer Learning Activity) οι<br />

οποίες αναπτύσσονται μεταξύ των κρατών-μελών.<br />

β) Ανώτατη Εκπαίδευση και διαμόρφωση του Ενιαίου Ευρωπακού Χώρου<br />

Με στόχο την «ενίσχυση του ρόλου των ΑΕΙ στην Ευρώπη της Γνώσης», η<br />

Διαδικασία της Bologna 19 αποτελεί βασικό εργαλείο πολιτικής της ευρωπακής<br />

ολοκλήρωσης, όντας ένα πολυσυζητημένο όσο και πολυδιάστατο μεταρρυθμιστικό<br />

επεισόδιο. Αν και υπερβαίνει τα πολιτικά και χωροταξικά όρια της ΕΕ<br />

(μετέχουν 46 χώρες), συνδέεται καταστατικά με το ενωσιακό εγχείρημα. 20 Σήμερα,<br />

δέκα και πλέον έτη μετά την εκκίνησή της Διαδικασίας «η έμφαση στα<br />

μαθησιακά αποτελέσματα, η ένθεση βαρύτητας στη σημασία του «workload»<br />

και του «time budgeting» για την οργάνωση και λειτουργία των ευρωπακών<br />

ΑΕΙ, η ανάδειξη καλών πρακτικών και η διάχυσή τους σε όλα τα ευρωπακά<br />

ΑΕΙ (ECTS και Tuning Project) 21 –, η ένταση της συμβολής των ΑΕΙ στην περιφερειακή<br />

ανάπτυξη και αειφορία, 22 οι προτάσεις για όλο και πιο εξελιγμένα<br />

εργαλεία Ελέγχου και Διασφάλισης Ποιότητας (QA), το ζητούμενο της κοινωνικής<br />

διάστασης, 23 αλλά και οι (συχνά έντονες) διαμαρτυρίες και αμφισβητήσεις<br />

για αρκετές από τις διαστάσεις και τα αποτελέσματα της Διαδικασίας της<br />

Bologna, τα προβλήματα εφαρμογής της και οι ίδιες οι ασυμμετρίες των εθνικοινωνική<br />

ενσωμάτωση (μέσω αυτής). στ. Βασικές Ικανότητες (key-competences) και<br />

μεταρρυθμίσεις στα προγράμματα σπουδών (curricular reform). ζ. ICTs. η. Αναγνώριση-πιστοποίηση<br />

των μαθησιακών αποτελεσμάτων σε όλο το φάσμα της Δια Βίου Μάθησης,<br />

σε πλήρη συνέργεια και με την αντίστοιχη διαδικασία της Bologna. Για τα πεδία<br />

αυτά βλ. αναλυτικότερα σε Παπαδάκης, οπ.π. 2007, σ. 755- 780 και Παπαδάκης, οπ.π.<br />

2008, σ. 179- 181.<br />

19 M. Klemencic, The Bologna Process and students expectations, in Bologna<br />

Handbook, Vol. 1, 2006, A.1.1-3, σ. 2 και Standing Group on Indicators and Benchmarks,<br />

The 2007 report progress towards the Lisbon Objectives in Education and Training, EC,<br />

Brussels, 2007, κεφ 4. A-7.<br />

20 Βλέπε P. Zgaga, General Report for the Bologna Seminar on Designing Policies for<br />

Mobile Students, Noordwijk, 10-12 Oct 2004. http://www.bologna-bergen2005.no/en/bolsem/seminars/041010-12<br />

Noordwijk/041010-12_report.pdf<br />

21 Bλέπε TUNING, Tuning Phase IV: Curricular Reform Taking Shape. Learning<br />

Outcomes and Competences in Higher Education. TUNING project, University of<br />

Groningen, 2006.<br />

22 OECD/ Institutional Management in Higher Education, Higher Education: The<br />

keys to sustainability, in IMHE Info, Νo. 2, 2003, σ. 1-2.<br />

23 D. Kladis, «The social dimension of the Bologna Process: principles and concepts»,<br />

Bologna Handbook, Vol. 1, Sept. 2006, B5.1-1, σ. 2.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 353<br />

«ΠΡΟΘΥΜΗ ΕΚΧΩΡΗΣΗ» ΓΙΑ ΜΙΑ ΑΒΕΒΑΙΗ ΕΠΙΒΙΩΣΗ; 353<br />

κών περιβαλλόντων χαρτογραφούν, τόσο τις εξελίξεις, όσο και τις δυνάμει και<br />

ενεργεία ανασχέσεις, υπενθυμίζοντας την διακυβεύσιμη φύση ενός τέτοιου εγχειρήματος<br />

24 .<br />

γ) Κατάρτιση και ενεργήματα ανάπτυξης της Επαγγελματικής Εκπαίδευσης<br />

& Κατάρτισης (VET)<br />

Μια σειρά από μέτρα και μεταρρυθμιστικές προτεραιότητες, που κυμαίνονται<br />

από την σχετικά πρόσφατη συνεργασία Ευρωπακής Επιτροπής και<br />

ΟΟΣΑ στα πλαίσια του προγράμματος PIAAC για την εμπράγματη ανάπτυξη<br />

και αξιολόγηση των Δεξιοτήτων, 25 την ανάπτυξη νέων πολυπαραμετρικών ποιοτικών<br />

δεικτών (composite indicators) όπως ο δείκτης «Learning to Learn», το<br />

«SurveyLang», το «TALIS» (που θεμελιώνονται πιλοτικά ειδικά μετά το 2006,<br />

προκειμένου να εξακολουθήσουν να λειτουργούν και μετά το 2010), μέχρι την<br />

υιοθέτηση του EQF το 2007 26 αποτελούν τις πρακτικές απολήξεις της σαφούς<br />

έμφασης στην επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση.<br />

Αξίζει να επιμείνει κανείς περισσότερο στην περίπτωση του EQF, το οποίο<br />

συνδέεται καταστατικά με την ανάπτυξη δεξιοτήτων, την ενδυνάμωση της ευελιξίας<br />

και της προσαρμοστικότητας και την απόκτηση αλλά και τη δυνατότητα<br />

διαρκούς πιστοποίησης των επαγγελματικών, επιχειρησιακών και κοινωνικών<br />

ικανοτήτων (competences), που απαιτούνται προκειμένου να καθίσταται ο εργαζόμενος<br />

ικανός να προσαρμόζεται στις εξελίξεις της αγοράς εργασίας. 27<br />

Όπως έχουμε υποστηρίξει σε πρόσφατη μελέτη μας «η ανάπτυξη πλαισίων<br />

αναφοράς και κοινών δεικτών για τα διαφορετικά συστήματα και βαθμίδεςεπίπεδα<br />

εκπαίδευσης και κατάρτισης, με εκείνον τον βαθμό συγκρισιμότητας<br />

24 Παπαδάκης, οπ.π., 2008b, σ. 175-176.<br />

25 European Commission, To assess adult skills: progress in PIAAC project, DG EAC,<br />

Brussels, 10 Nov. 2008, σ. 1-2.<br />

26 Με βάση την αρχική πρόταση της Commission για Κοινοτική Σύσταση του Ευρωπακού<br />

Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου αναφορικά με την δημιουργία του European<br />

Qualifications Framework- EQF και την επακόλουθη σχετική επεξεργασία τόσο σε επίπεδο<br />

κρατών-μελών όσο και σε επίπεδο κοινοτικών οργάνων (και κυρίως στα πλαίσια<br />

του ETCG) το Ευρωπακό Κοινοβούλιο ψήφισε στις 24/10/2007 την υιοθέτηση του<br />

EQF. Βλ. European Commission, Implementing the Community Lisbon Programme.<br />

Recommendation Of The European Parliament and of the Council on the establishment of<br />

the European Qualifications Framework for lifelong learning, COM (2006) 479 final.<br />

2006/0163 (COD).<br />

27 Επιτροπή των ΕΚ, Για μια Ευρώπη της Γνώσης, ΕΕ COM (1997) 563/12-11-1997,<br />

Βρυξέλλες, σ. 4.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 354<br />

354 ΝΙΚΟΣ ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ<br />

και συμβατότητας που θα καταστήσει εφικτή την επίτευξη ενός ολοκληρωμένου<br />

Ευρωπακού Πλαισίου Προσόντων-Τίτλων Σπουδών (που με τη σειρά του<br />

θα εδράζεται στα αντίστοιχα Εθνικά Πλαίσια Προσόντων (NQFs) - αποτελεί<br />

μια από τις μείζονες πολιτικές προτεραιότητες στην ΕΕ.<br />

Το EQF επιμερίζεται σε οκτώ επίπεδα, έκαστο εκ των οποίων απαρτίζεται<br />

από τρία υπο-επίπεδα. 28 Τα τελευταία, με δεδομένη την τεράστια ποικιλία προσόντων,<br />

τίτλων σπουδών και προγραμμάτων εκπαίδευσης, επαγγελματικής εκπαίδευσης<br />

και κατάρτισης στην Ευρώπη, επιτρέπουν την ποιοτική διάκριση μεταξύ<br />

διαφορετικών προγραμμάτων και των αποτελεσμάτων- εκροών τους. Στην<br />

ουσία κωδικοποιείται η συσχέτιση του πλαισίου των κοινών επιπέδων αναφοράς<br />

με τα επιμέρους χαρακτηριστικά των εθνικών αλλά και τομεακών συστημάτων<br />

εκπαίδευσης, επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης και πιο συγκεκριμένα<br />

με τα χαρακτηριστικά εκείνα που αφορούν τις παρεχόμενες γνώσεις<br />

και τις αναπτυσσόμενες δεξιότητες και ικανότητες, ώστε να περιλαμβάνονται<br />

και «συγκεκριμένοι ποιοτικοί δείκτες γνώσης, δεξιοτήτων και ικανοτήτων<br />

που συνδέονται με ευρύτερα επαγγελματικά προφίλ» 29 . Τελικά η συγκρότηση<br />

εθνικών πλαισίων επαγγελματικών προσόντων (national qualifi cation frame -<br />

work), 30 μέσω της ανάπτυξης κοινών στρατηγικών, μεθόδων και εργαλείων πιστοποίησης-<br />

αναγνώρισης δεξιοτήτων, απηχεί την πρόθεση αποτελεσματικής<br />

απόκρισης στην ανάγκη διαμόρφωσης ενός υπερεθνικού πλαισίου πιστοποίησης.<br />

31 Στην πραγματικότητα, τόσο το EQF όσο και παρόμοια ενεργήματα όπως<br />

το European Credit Transfer System for VET (ECVET 32 ), φέρνουν στο προσκήνιο<br />

μαζί με την πιστοποίηση και τα επαγγελματικά περιγράμματα (που στην<br />

ουσία αποτελούν ένα συνδυασμό προσόντων και δεξιοτήτων- ικανοτήτων) και<br />

μας επιτρέπουν να παρατηρήσουμε μια διακριτική μετατόπιση από τα πλαίσια<br />

προσόντων (qualification framework) στις δέσμες δεξιοτήτων (με ότι αυτό σημαίνει<br />

για τα επαγγελματικά δικαιώματα) 33 . Όλα τα προαναφερθέντα κατα-<br />

28 Βλέπε αναλυτικά Παπαδάκης, οπ.π. 2006, σ. 110-112.<br />

29 Βλέπε Παπαδάκης οπ.π., 2008α, σ. 176- 177.<br />

30 Ας μην ξεχνάμε ότι στόχος του EQF και των NQFs είναι η πλήρης διασαφήνιση<br />

(για κάθε ενδιαφερόμενο) της φύσης και του περιεχομένου ενός τίτλου- αποδεικτικού<br />

σπουδών, το οποίο αντιστοιχεί σε κάποιο από τα 8 επίπεδα αναφοράς, με βάση 3 ενδοσυστημικά<br />

κριτήρια που αναπτύσσονται: δυνατότητα ενός qualification να περιγραφεί<br />

με όρους «μαθησιακών αποτελεσμάτων»/ δυνατότητα του να αξιολογηθεί/ και διασφάλιση<br />

της ποιότητας του (that is quality assured).<br />

31 Βλέπε Παπαδάκης, οπ.π. 2006.<br />

32 Αμφότερα θεωρούνται πλέον και επισήμως «εργαλεία της ευρωπακής ολοκλήρωσης».<br />

Βλέπε Standing Committee on Benchmarks & Indicators, οπ.π. 2007.<br />

33 Τα επαγγελματικά δικαιώματα εμβαπτίζονται στην νεόδμητη πραγματικότητα την<br />

οποία συνιστούν η έμφαση στον έλεγχο ποιότητας, η τάση για διαρκή και αυστηρή πι-


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 355<br />

«ΠΡΟΘΥΜΗ ΕΚΧΩΡΗΣΗ» ΓΙΑ ΜΙΑ ΑΒΕΒΑΙΗ ΕΠΙΒΙΩΣΗ; 355<br />

δεικνύουν τόσο την σημασία του μείζονος πολιτικού και τεχνοκρατικού εγχειρήματος,<br />

που συνιστά το EQF, όσο και τις πολιτικές συνδηλώσεις του σε μια<br />

σειρά από ζητήματα που μετεωρίζονται μεταξύ διαχείρισης της μάθησης και<br />

οργάνωσης της εργασίας.<br />

Προς ένα σχεδίασμα κριτικού αναστοχασμού<br />

Όπως ήδη έχει (ελπίζουμε) τεκμηριωθεί η είσοδος στην Στρατηγική της Λισαβόνας<br />

και η συνακόλουθη εκκίνηση του «εκπαιδευτικού» της τμήματος, στη<br />

μορφή του Work Programme: Education & Training 2010, 34 σήμανε και την<br />

εδραίωση ενός νέου υποδείγματος σχεδιασμού και παραγωγής πολιτικής. Πιο<br />

συγκεκριμένα, εξαιτίας του, μια νέα μορφή εταιρικής σχέσης και (στοχευμένης)<br />

δράσης τείνει να αναπτυχθεί αναφορικά με την εκπόνηση και υλοποίηση<br />

πολιτικής για την εκπαίδευση και (κυρίως) την κατάρτιση και την ανάπτυξηαναβάθμιση<br />

δεξιοτήτων. Στo πλαίσιο αυτό, η Ευρωπακή Επιτροπή επιχείρησε<br />

να θεματοποιήσει ορθολογικότερα τα πεδία πολιτικής και κυρίως να αξιοποιήσει<br />

ακόμα αποτελεσματικότερα την ανοικτή μέθοδο συντονισμού (open<br />

coordination method), αφενός<br />

• δομώντας (με τη συνδρομή του ETCG, των Clusters και των αρμόδιων<br />

Task Forces και Επιτροπών –κι ειδικά του ολοένα αναβαθμιζόμενου<br />

Standing Committee on Indicators & Benchmarks–) ένα πλαίσιο ανάδειξης<br />

και αξιοποίησης των «καλών πρακτικών» και αφετέρου,<br />

• αποβλέποντας στον αποτελεσματικότερο συντονισμό της ανταλλαγής και<br />

διάχυσης τεχνογνωσίας στα μείζονα θεματικά πεδία της κοινοτικής εκπαιδευτικής<br />

πολιτικής<br />

Alterum dicum, τόσο η προαναφερθείσα νέα εταιρική σχέση όσο και η αξιοποιούμενη<br />

τεχνοκρατία συμβάλλει στην εγκαθίδρυση ενός νέου ισοζυγίου σχέσεων<br />

εξειδικευμένης γνώσης, συμφερόντων και πολιτικής εξουσίας, που αναμένεται<br />

να επιτρέψει την νομιμοποιημένη επίτευξη της επιδιωκόμενης αποτελεσματικότητας.<br />

Η τάση εξορθολογισμού αλλά και από-ιδεολογικοποίησης της<br />

στοποίηση και για μια ευελιξία στη δυνατότητα ανάπτυξης δεξιοτήτων και συνακόλουθα<br />

η μετακύλιση «της ευθύνης προσαρμογής στον δυνάμει ή ενεργεία εργαζόμενο<br />

και τελικά δεν μπορεί παρά να σημαίνει (πιθανόν νομιμοποιημένη) ελαστικότητα». Παπαδάκης,<br />

οπ.π. 2006, σ. 124.<br />

34 Το Work programme αποτέλεσε και συνεχίζει να αποτελεί από το 2001-2 το νέο<br />

πλαίσιο ανάπτυξης της ευρωπακής πολιτικής για την εκπαίδευση, κατάρτιση, διά βίου<br />

μάθηση και (σε μεγάλο βαθμό) για τη διαχείριση ανθρώπινων πόρων, στα πλαίσια της<br />

Στρατηγικής της Λισαβόνας.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 356<br />

356 ΝΙΚΟΣ ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ<br />

διαδικασίας υλοποίησης των, εδώ εξεταζόμενων, πολιτικών, είναι παραπάνω<br />

από προφανής. «Φαίνεται να δικαιώνεται έτσι το αναλυτικό-ερμηνευτικό πρότυπο<br />

που προτείνει ο Radaelli, 35 o οποίος με τη σειρά του αρδεύεται από την<br />

«τεχνοκρατική» προσέγγιση του G. Majone. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο αναδιάταξης<br />

προτεραιοτήτων και επαναπροσδιορισμού των προτύπων διαβούλευσης,<br />

τα κράτη-μέλη δείχνουν να επιλέγουν τα ‘ενωσιακά’ αναπόφευκτά τους» 36 .<br />

Τι συμβαίνει εδώ? Τι απηχεί η εντεινόμενη αξιοποίηση ποσοτικών δεικτών<br />

σύγκρισης και προόδου σε σχέση με την προπάρχουσα κατάσταση (compa -<br />

rison & improvement benchmarks); Πόσο η επικυριαρχία των ποσοτικών δεικτών<br />

απονευρώνει το «πολιτικό περιεχόμενο» της διαδικασίας λήψης απόφασης;<br />

Το νεόδμητο υπόδειγμα πολιτικής, απηχώντας την επικυρίαρχη τάση υπερεθνικοποίησης<br />

της πολιτικής (συνδυασμένης με την πρόθυμη εκχώρηση -<br />

«willing surrender» –πεδίων κυριαρχίας σε επίπεδο διαβούλευσης και λήψης<br />

αποφάσεων– 37 , νομιμοποιεί μια διαδικαστική δημοκρατία ή αποτελεί μια ουσιαστική<br />

τομή στους όρους συγκρότησης και τις περιεχομενικές συνιστώσες της<br />

πολιτικής για την εκπαίδευση και την κατάρτιση και στη σχέση τους με τις ενεργητικές<br />

πολιτικές απασχόλησης; Και τελικά πόσο, εν τοις πράγμασοι, πολιτικό<br />

είναι το νέο (προτεινόμενο) υπόδειγμα παραγωγής πολιτικής, ήτοι το «Evide -<br />

nce Based Policy Making»;<br />

Τα ερωτήματα αυτά δεν επιδέχονται μονοσήμαντες απαντήσεις. Είναι βαθιά<br />

πολιτικά και ως τέτοια υπόκεινται στη βάσανο μιας μακροσκοπικής ανάλυσης<br />

επιπτώσεων. Η είσοδος σε μια πολυεπίπεδη, οικονομική, κοινωνική και τελικά<br />

πολιτική κρίση, επιβάλλει την ψύχραιμη εκκίνηση μιας τέτοιας διαδικασίας.<br />

Αλλά και την ψύχραιμη αποτίμηση<br />

35 C. Radaelli, Technocracy in the European Union, Longman, London, 1999, σελ. 11-<br />

24 και 33-37.<br />

36 Παπαδάκης, οπ.π. 2008, σ. 183.<br />

37 Βλέπε D. Held & A. McGrew, «Globalization and the liberal democratic state»<br />

Government and Opposition, Vol. 28 Νo. 2, σ. 272. Πρέπει να τονιστεί ότι η σαφής τάση<br />

υπερεθνικοποίησης δεν συνιστά και την αναγγελία της οριστικής απόσυρσης του Κράτους.<br />

Όπως επισημάναμε σε πρόσφατη μελέτη μας «τίποτα ακόμα δεν τεκμαίρει ότι<br />

αυτό θα συμβεί, τίποτα δεν συνηγορεί στην ακύρωση της κρατικής κυριαρχίας και<br />

οπωσδήποτε τα Κ-Μ είναι πάντα κυρίαρχα και παρόντα, ενόσω το εύρος των ευρωπακών<br />

αρμοδιοτήτων (και στο πεδίο των δημόσιων πολιτικών εκπαίδευσης, κατάρτισης<br />

και δια βίου μάθησης) εξακολουθεί να αποτελεί συνάρτηση της δυνατότητας “των συστατικών<br />

μερών να ασκούν αποτελεσματικό έλεγχο». Κ. Λάβδας & Δ. Χρυσοχόου, «Η<br />

πρόκληση του ρεπουμπλικανισμού» σε Κ. Λάβδας & Δ. Χρυσοχόου (επιμ.), Ευρωπακή<br />

Ενοποίηση και Πολιτική Θεωρία, Σιδέρης, Αθήνα, σ. 13-38. Το Κράτος δεν έχει αποσυρθεί,<br />

χάριν της Ένωσης. Ωστόσο κάποια ατραπός καθηγεμονίας του «υπερεθνικού»<br />

φαίνεται να έχει ανοίξει …». Παπαδάκης, οπ.π. 2008α, σ. 184.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 357<br />

«ΠΡΟΘΥΜΗ ΕΚΧΩΡΗΣΗ» ΓΙΑ ΜΙΑ ΑΒΕΒΑΙΗ ΕΠΙΒΙΩΣΗ; 357<br />

• των συνεπειών ενός επίμονου μετεωρισμού του κράτους μεταξύ μιας θεσμικής<br />

αμηχανίας και μια (δίκαιας) επιθυμίας για επιβίωση 38 στην οριστικά<br />

αναδιατασσόμενη διεθνή οικονομική αρένα, αλλά και<br />

• της αγωνίας της ΕΕ για μια ολοκλήρωση που πλέον δείχνει να αποτελεί<br />

μάλλον μονόδρομο παρά επιλογή.<br />

Μέσα σε ένα πολιτικό «περιβάλλον» επίμονης ρευστότητας, η ψυχραιμία είναι<br />

ότι ακριβώς αξιώνει η επιστροφή στην πραγματική πολιτική. Μια επιστροφή<br />

τόσο, μα τόσο, απαραίτητη…<br />

38 Βλέπε αναλυτικά N. Παπαδάκης, M. Murphy & Δ. Ροζάκη, «Πολιτικές Ανώτατης<br />

Εκπαίδευσης και Εκπαίδευση Ενηλίκων: Η περίπτωση του Βελγίου και της Ιρλανδίας»,<br />

Συγκριτική και Διεθνής Εκπαιδευτική Επιθεώρηση, Τ. 2, 2004, σ. 48.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 358


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 359<br />

20<br />

Τα όρια της ευρωπακής συνδιάθεσης<br />

Μιχάλης Ι. Τσινισιζέλης, Δημήτρης Ν. Χρυσοχόου και<br />

Κωνσταντίνος Γ. Κούγιας<br />

Εισαγωγή<br />

Η εστίαση της δημόσιας συζήτησης γύρω από την πολιτική φύση και τη θεσμική<br />

εξέλιξη της Ευρωπακής Ένωσης (ΕΕ) περιλαμβάνει, εκτός από τα παραδοσιακά<br />

ζητήματα γύρω από την ανθεκτικότητα ή την υπέρβαση του εθνικού<br />

κράτους, και όλα εκείνα που απασχολούν την εθνική πολιτική ανάλυση, επιτρέποντας<br />

την πρόσληψη της ΕΕ ως σύνθετης πολιτείας. Αυτά τα ζητήματα αφορούν,<br />

μεταξύ άλλων, την κατανομή αξιών σε πολυεπίπεδα συστήματα, την κοινωνική<br />

συνοχή ως συστημική προκείμενη ενός νέου οργανωμένου όλου, την<br />

οργάνωση συμφερόντων, την ποιότητα ζωής, τη διαχείριση διαιρετικών τομών,<br />

τη μεταεθνική ιδιότητα του πολίτη, την κοινωνική νομιμοποίηση, το συνταγματισμό<br />

και την οικοδόμηση δημόσιας σφαίρας. 1 Μια τόσο διευρυμένη συζήτηση,<br />

η οποία στρέφει το ενδιαφέρον της από τις διεθνείς σχέσεις στη συγκριτική πολιτική<br />

επιστήμη και την κανονιστική πολιτική θεωρία δεν αφορά μόνον τη μελέτη<br />

της κρατικής συμπεριφοράς, αλλά κυρίως το γεγονός ότι ζητήματα πολιτείας<br />

αποτελούν αναπόσπαστο μέρος μιας νέας ερευνητικής διάταξης.<br />

Πέραν της ανάλυσης των μάλλον διαχειριστικού τύπου θεσμικών μεταβολών<br />

που επέφεραν διαφορετικές αναθεωρήσεις των Συνθηκών στα μέσα και τέλη<br />

της προηγούμενης δεκαετίας, το κρίσιμο ερώτημα παραμένει ως προς το πώς θα<br />

επικρατήσει μια πιο δημοκεντρική μορφή ένωσης, βασιζόμενη σε μια διαβουλευτική<br />

δημόσια σφαίρα και μια αίσθηση κοινού πολιτικού προορισμού. Με δε-<br />

1 Για μια συνολική εικόνα δες Ν. Μαραβέγιας και Μ. Ι. Τσινισιζέλης (επιμ.), Νέα<br />

Ευρωπακή Ένωση: Οργάνωση και Πολιτικές, Θεμέλιο, 2007.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 360<br />

360 ΜΙΧΑΛΗΣ ΤΣΙΝΙΣΙΖΕΛΗΣ – ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΡΥΣΟΧΟΟΥ – ΚΩΝ/ΝΟΣ ΚΟΥΓΙΑΣ<br />

δομένη, όμως, την έλλειψη ενός κοινού δημοκρατικού οράματος εκ μέρους τόσο<br />

των ηγεσιών όσο και των πληθυσμών της Ευρώπης, παρατηρούμε διαρκώς την<br />

περαιτέρω ενίσχυση και εμπέδωση του κρατοκεντρικού χαρακτήρα της ενοποίησης,<br />

τάση η οποία συνάδει με την αντιστροφή της ενοποιητικής λογικής του<br />

Mitrany, στη βάση ότι η λειτουργία είναι αυτή που ακολουθεί τη δομή, και όχι το<br />

αντίθετο. Αμφισβητώντας, με άλλα λόγια, ότι η ενοποίηση αποτελεί μια γραμμική<br />

διαδικασία, η σημερινή κατάσταση της ΕΕ αποτυπώνει την ευφάνταστη περιγραφή<br />

του Schmitter για την εδραίωση μιας νέας μορφής συγκυριαρχίας, η<br />

οποία θα βασίζεται σε «πολλαπλές ευέλικτες ισορροπίες». 2 Οι σκέψεις που<br />

ακολουθούν έχουν σκοπό να συμβάλλουν στη διερεύνηση αυτών των τάσεων,<br />

καθώς και σε μια συνολική –πανοραμική– απεικόνιση της σημερινής ΕΕ.<br />

Ένα αβέβαιο θεσμικό κεκτημένο<br />

Εν μέσω της σοβαρότερης μεταπολεμικής κρίσης του διεθνούς χρηματοπιστωτικού<br />

συστήματος, οι 27 ηγέτες της ΕΕ συναντήθηκαν στις Βρυξέλλες στις<br />

16 Οκτωβρίου του 2008 προκειμένου να αποφασίσουν τους άξονες για μια συντονισμένη<br />

ευρωπακή απάντηση στην πρωτόγνωρη παγκόσμια χρηματοπιστωτική<br />

κρίση. Πέραν, όμως, της δυσμενούς οικονομικής συγκυρίας, και ανεξάρτητα<br />

από το αν –και το πώς– το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και η Παγκόσμια<br />

Τράπεζα θα μετεξελιχθούν σε συστατικούς πυλώνες ενός «νέου» Bretton<br />

Woods, η ΕΕ έχει επίσης να ανησυχεί για τη συστημική συνοχή της: το βαθμό<br />

κατά τον οποίο το πολιτικό της σύστημα θα είναι σε θέση να συμφιλιώνει τις<br />

αντίρροπες τάσεις για αυτονομία των μερών (ή αυτοκυβέρνηση) και ενότητα<br />

του όλου (ή συνδιακυβέρνηση). Στο ερώτημα αυτό δεν υπάρχουν εύκολες απαντήσεις,<br />

καθώς σήμερα δοκιμάζεται συνολικά η ανθεκτικότητα του γενικού συστήματος<br />

συνδιάθεσης: η ικανότητά του να προάγει το κοινό συμφέρον και,<br />

κατ’ επέκταση, να επιφέρει βιώσιμες και δυναμικές εξισορροπήσεις.<br />

Πώς διαγράφεται, λοιπόν, η πορεία της ενοποίησης με αναφορά στη σημερινή<br />

συγκυρία; Ο λόγος εδώ αφορά μια σειρά ζητημάτων που συνδέονται, μεταξύ<br />

άλλων, με το μέλλον του ευρωπακού κοινωνικού προτύπου, την αποφασιστική<br />

ικανότητα της ΕΕ ως συλλογικού συστήματος διακυβέρνησης, τον εκδημοκρατισμό<br />

των δομών της κοινής διακυβέρνησης, τα δικαιώματα (αλλά και τις<br />

2 P. C. Schmitter, «Some alternative futures for the European polity and their<br />

implications for European public policy», στο Y. Mény et al. (επιμ.), Adjusting to Europe:<br />

The impact of the European Union on national institutions and policies, Routledge,<br />

London and New York, 1996, σελ. 31.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 361<br />

ΤΑ ΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΚΗΣ ΣΥΝΔΙΑΘΕΣΗΣ 361<br />

υποχρεώσεις) των πολιτών σε σχέση με την ευρύτερη πολιτεία που κυοφορείται,<br />

τη συνοχή των εξωτερικών δράσεων της ΕΕ (και όχι μόνον του διεθνούς<br />

πολιτικού λόγου της) και, σε όρους θεσμικής πολιτικής, τα ποιοτικά, δηλαδή<br />

ενισχυτικά της εμβάθυνσης, χαρακτηριστικά της Συνθήκης. Η εν λόγω Συνθήκη,<br />

η οποία υπεγράφη στις 13 Δεκεμβρίου 2007 στο ιστορικό Μοναστήρι των<br />

Ιερωνυμιτών και αναμενόταν –πριν το Ιρλανδικό δημοψήφισμα– να τεθεί σε<br />

ισχύ τον Ιανουάριο του 2009, δηλαδή πριν από τη νέα σύνθεση της Ευρωπακής<br />

Επιτροπής και του Ευρωπακού Κοινοβουλίου, έχει ως βασική αποστολή της<br />

την εύρυθμη θεσμική λειτουργία της ΕΕ των 27, ενισχύοντας, αν και με μάλλον<br />

φειδωλό τρόπο, τις αρμοδιότητες των κοινών θεσμών. Μια πρώτη γενική διαπίστωση<br />

γύρω από την πολιτική ταυτότητα της νέας Συνθήκης, η οποία τροποποιεί<br />

χωρίς να ενοποιεί τις ιδρυτικές Συνθήκες, και άρα χωρίς να καθιστά το<br />

περιεχόμενό τους περισσότερο εύληπτο, αναγνωρίσιμο ή προσιτό στους πολίτες,<br />

είναι ότι αποφεύγει τους συνταγματικούς συμβολισμούς της απορριφθείσας<br />

Συνταγματικής Συνθήκης, χωρίς όμως ουσιαστικά να μεταβάλλει την υπάρχουσα<br />

ισορροπία μεταξύ των κοινών θεσμών διακυβέρνησης, και μεταξύ της<br />

συλλογικότητας και των μερών.<br />

Στο επίπεδο των θεσμικών μεταρρυθμίσεων, η Συνθήκη καταργεί το σύστημα<br />

της «κυκλικής» προεδρίας ανά εξάμηνο και θεσμοθετεί τη θέση μονίμου Προέδρου<br />

του Ευρωπακού Συμβουλίου με θητεία 2,5 χρόνια (με δικαίωμα ανανέωσης<br />

άλλης μιας θητείας). Επίσης, εισάγει μια πιο απλουστευμένη –συγκριτικά με<br />

τις διατάξεις του δυσλειτουργικού συστήματος της «τριπλής πλειοψηφίας» που<br />

εισήγαγε η Νίκαια– διαδικασία συγκρότησης ειδικής πλειοψηφίας, η οποία<br />

απαιτεί το 55% των κρατών-μελών (15 από τα 27 κράτη-μέλη) με αντιστοιχία<br />

πληθυσμού στο 65% (αν και το νέο σύστημα ισχύσει πλήρως το 2017). Σχετικά με<br />

τη σύνθεση της Επιτροπής, μετά το 2014, ο αριθμός των Επιτρόπων μειώνεται<br />

στα 2/3 του αριθμού των κρατών (15 από 27), με την αρχή της εναλλαγής να καθορίζει<br />

τη μελλοντική σύνθεση του σώματος. Η Συνθήκη επαναπροσδιορίζει το<br />

ρόλο του Ύπατου Εκπροσώπου της ΕΕ για θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και<br />

Πολιτικής Ασφαλείας, θέση που συγχωνεύεται με αυτή του Επιτρόπου για τις<br />

Εξωτερικές Σχέσεις, αποφεύγοντας την προωθημένη εκδοχή της Συνταγματικής<br />

Συνθήκης περί Υπουργού Εξωτερικών της ΕΕ. Επίσης, καθιερώνει με σαφή<br />

τρόπο ρήτρα αμοιβαίας συνδρομής, ενώ θεσπίζει Υπηρεσία Ευρωπακής Εξωτερικής<br />

Δράσης για την υποστήριξη του Ύπατου Εκπροσώπου.<br />

Καταργείται η αρνησικυρία σε περίπου 40 περιπτώσεις, συμπεριλαμβανομένων<br />

των τομέων καταπολέμησης της τρομοκρατίας, του οργανωμένου εγκλήματος<br />

και της παράνομης μετανάστευσης (κρίσιμη εδώ είναι η σχετική επέκταση<br />

της δικαιοδοσίας του Ευρωπακού Δικαστηρίου, με πρόνοια για αναβολή<br />

απόφασης αν ένα κράτος-μέλος θεωρήσει ότι αυτή η απόφαση αντιβαίνει<br />

σε θεμελιώδεις αρχές του δικαστικού του συστήματος (και αυτόματη παραπο-


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 362<br />

362 ΜΙΧΑΛΗΣ ΤΣΙΝΙΣΙΖΕΛΗΣ – ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΡΥΣΟΧΟΟΥ – ΚΩΝ/ΝΟΣ ΚΟΥΓΙΑΣ<br />

μπή στο Ευρωπακό Συμβούλιο). Από αυτό το πλαίσιο εξαιρούνται η Βρετανία<br />

και η Ιρλανδία (μετανάστευση, σύνορα, αστυνομική και ποινική συνεργασία)<br />

μέσω μιας διαδικασίας προεπιλογής, βάσει της οποίας θα επιλέγουν τις πρωτοβουλίες<br />

στις οποίες επιθυμούν να συμμετάσχουν. Επίσης, αν και η Χάρτα των<br />

Θεμελιωδών Δικαιωμάτων αποκτά νομική ισχύ –αναγνωρίζοντας τα θεμελιώδη<br />

δικαιώματα ως μέρος των γενικών αρχών του δικαίου της ΕΕ– εντούτοις,<br />

δεν συμπεριλαμβάνεται στη Συνθήκη (όπως ορθά, για λόγους δημοκρατικής<br />

τάξης, προέβλεπε η Συνταγματική Συνθήκη), ενώ αναφορικά με την (αναβαθμισμένη<br />

πλέον) τήρηση της αρχής της επικουρικότητας, τα εθνικά κοινοβούλια<br />

αποκτούν για πρώτη φορά το δικαίωμα να προβάλλουν αντίρρηση σε πρόταση<br />

νομοθετικής πράξης μέσω αιτιολογημένης γνώμης (με απλή πλειοψηφία στο<br />

πλαίσιο της συνήθους νομοθετικής διαδικασίας), αναγκάζοντας την Επιτροπή<br />

να επανεξετάσει το σχετικό σχέδιο νόμου.<br />

Αναφορικά με τη διαδικασία της συναπόφασης, επεκτείνεται η εφαρμογή<br />

της, και μάλιστα σε κρίσιμους τομείς εσωτερικών υποθέσεων και δικαιοσύνης.<br />

Επίσης, η Συνθήκη προβαίνει στην απόδοση νομικής προσωπικότητας στην<br />

ΕΕ, θεσπίζει ρήτρα εξόδου αν ένα κράτος-μέλος επιθυμεί να αποχωρήσει από<br />

την ΕΕ, οργανώνει τις αρμοδιότητες της ΕΕ σε αποκλειστικές, συντρέχουσες<br />

και υποστηρικτικές, και απλοποιεί την ενεργοποίηση των ενισχυμένων συνεργασιών<br />

(στην οποία διατηρείται η ομοφωνία, ενώ σε περίπτωση μόνιμης διαρθρωμένης<br />

συνεργασίας προβλέπεται ειδική πλειοψηφία). Αναφορικά με τη<br />

διαδικασία επικύρωσης, μετά το απορριπτικό Ιρλανδικό δημοψήφισμα επικρατεί<br />

έντονος σκεπτικισμός ως προς τη φύση της πολιτικής ή θεσμικής διευθέτησης<br />

της κρίσης. Καταλυτικό ρόλο εδώ, όπως άλλωστε αναμενόταν, έπαιξαν τα<br />

απορριπτικά δημοψηφίσματα στη Γαλλία και την Ολλανδία τον Μάιο και τον<br />

Ιούνιο του 2005 αντιστοίχως, παρά το γεγονός ότι 18 κράτη-μέλη είχαν ήδη επικυρώσει<br />

τη Συνταγματική Συνθήκη. Πώς διαμορφώνεται το νέο τοπίο;<br />

Εμπειρικές συνιστώσες και στρατηγικές<br />

Μια από τις πλέον κρίσιμες συνιστώσες που θα επηρεάσουν την εσωτερική<br />

συνοχή της ΕΕ αφορά τον τρόπο με τον οποίο θα αξιοποιήσει το ρόλο της ως<br />

διαμορφωτή κοινωνικής πολιτικής και, εν γένει, ως φορέα επαναπροσδιορισμού<br />

όχι μόνον της αποτελεσματικότητας, αλλά και της ίδιας της φύσης του ευρωπακού<br />

προτύπου ανάπτυξης, με στόχο την κοινωνική ειρήνη, την κοινωνική<br />

ενσωμάτωση και, συνολικά, την κοινωνική συνοχή. Με άλλα λόγια, η ιδέα (και<br />

πράξη) του κοινωνικού κράτους, των προνοιακών συστημάτων και των εχεγγύων<br />

διασφάλισης μιας αξιοπρεπούς διαβίωσης, όχι μόνον δεν έχει ξεπεραστεί<br />

από τις διεθνείς εξελίξεις –ή τις επικρατούσες τάσεις των νεοφιλελεύθερων με-


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 363<br />

ΤΑ ΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΚΗΣ ΣΥΝΔΙΑΘΕΣΗΣ 363<br />

ταρρυθμιστικών αποδομήσεων– αλλά απαιτείται εκ μέρους της ΕΕ μια γενναία<br />

ενίσχυση της «κοινωνικής επένδυσης».<br />

Ο μετασχηματισμός της εργασίας και των δομών απασχόλησης, σε συνδυασμό<br />

με τις τεχνολογικές εξελίξεις και την αύξηση της παραγωγικότητας, οδηγεί<br />

όχι μόνον στη διεύρυνση των εξατομικευμένων και ευέλικτων μορφών απασχόλησης,<br />

αλλά και στην ανάγκη αναπροσανατολισμού των στρατηγικών επιλογών<br />

του ευρωπακού πρότυπου ανάπτυξης. Ενός προτύπου, το οποίο καλείται να<br />

προσαρμοστεί στις νέες προκλήσεις (καινοτομία, έρευνα, τεχνολογία), βελτιώνοντας,<br />

όμως, τις κοινωνικές συνθήκες στη βάση της σταθερής και πλήρους<br />

απασχόλησης και της ποιότητας στην εκπαίδευσης και την εργασία. Κεντρική<br />

θέση εδώ αποτελεί η πρόσληψη της κοινωνικής πολιτικής ως παραγωγικού συντελεστή,<br />

εμφορούμενου από τις αρχές της ισότητας και της αποτελεσματικότητας.<br />

Ως έννοια, συνδέεται με την ιδέα ότι όχι μόνον δεν υφίσταται αρνητική συσχέτιση<br />

μεταξύ υψηλού επιπέδου κοινωνικής πολιτικής και οικονομικής μεγέθυνσης,<br />

αλλά ότι το κόστος ευκαιρίας για την αποφυγή λήψης κοινωνικών μέτρων<br />

είναι ιδιαίτερα υψηλό για τις επιδόσεις της οικονομίας, επαναπροσδιορίζοντας,<br />

έτσι, την έννοια της κοινωνικής ανάπτυξης. 3<br />

Η μεγάλη πρόκληση για την ΕΕ δεν είναι να αντιγράψει ή να δημιουργήσει<br />

ex nihilo ένα ιδιότυπο, και πάντως υβριδικό, κοινωνικό πρότυπο, πολλώ μάλλον<br />

που η ιδέα του κοινωνικού κράτους δεν είναι καθόλου παρωχημένη. Αυτό που<br />

χρειάζεται είναι η αναδιοργάνωση της ευρωπακής κοινωνικής πολιτικής, γεγονός<br />

που αφενός θα επιτρέψει τη διάχυση των εθνικών ιδιαιτεροτήτων και<br />

προτιμήσεων, ενισχύοντας την ενωσιακή συνοχή, και αφετέρου θα διευκολύνει<br />

την εξεύρεση λύσεων στα κοινά προβλήματα των –δομικά πλέον– αλληλεξαρτούμενων<br />

ευρωπακών κοινωνιών. 4 Η εν λόγω προβληματική επαναπροσδιορίζει<br />

την όλη διαδικασία με πολιτικούς όρους και παραπέμπει σε μια διακριτή<br />

ευρωπακή εκδοχή περί φιλελευθερισμού. Σε αυτό το πλαίσιο, η ανάδυση ενός<br />

συνεκτικού ευρωπακού κοινωνικού και αναπτυξιακού προτύπου θα πρέπει να<br />

αξιολογηθεί υπό το πρίσμα τεσσάρων μεταβλητών: των κοινών προβλημάτων,<br />

3 Βλ. A. Sapir, «Globalization and the Reform of European Social Models», Journal<br />

of Common Market Studies, Vol. 44 Νο. 2, 2006, J. Heckman, «Flexibility, Job Creation<br />

and Globalization: Τhe Case of Italy», ανακοίνωση στο Third Μillennium Colloquia,<br />

Instituto di studi Economici, Venice, 2-3 Δεκεμβρίου 2002, και I. Begg et al. The Costs on<br />

Social Policy, Report for the European Commission, Brussels, 2004.<br />

4 Β Βλ. E. Andersen, D.Gallie, A. Hemmerijck και J. Myles, Why we Νeed a New<br />

Welfare State, Oxford University Press, Oxford, 2002, Α. Giddens, The Third Way: The<br />

Renewal of Social Democracy, Polity Press, Cambridge, 1998, και Μ. Ferrera, A.<br />

Hemerijck και M. Rhodes, The Future of European Welfare States: Recasting Welfare for a<br />

New Century, Oxford University Press, Oxford, 2004.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 364<br />

364 ΜΙΧΑΛΗΣ ΤΣΙΝΙΣΙΖΕΛΗΣ – ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΡΥΣΟΧΟΟΥ – ΚΩΝ/ΝΟΣ ΚΟΥΓΙΑΣ<br />

των κοινών αξιών, του βαθμού ενοποίησης της ενιαίας αγοράς και της νομισματικής<br />

ένωσης, και του ίδιου του ρυθμού της ευρωπακής ενοποίησης. 5<br />

Ξεκινώντας από τη διαλεκτική σχέση μεταξύ Ευρώπης και παγκοσμιοποίησης,<br />

ως σχέσης ανατροφοδοτούμενης και όχι στατικής ή προκαθορισμένης,<br />

αξίζει να σημειωθεί ότι ο περασμένος αιώνας κληροδότησε δύο έννοιες που<br />

καταλαμβάνουν κεντρική θέση στο διεθνή δημόσιο λόγο. Η πρώτη, αφορά την<br />

παγκοσμιοποίηση, που, αν και αφαιρετικά, ταυτίζεται με την έννοια (και δυναμική)<br />

της «νέας οικονομίας», ενώ προσδιορίζει και προσδιορίζεται από τη δυναμική<br />

νέων και ασύμμετρων οικονομικών και κοινωνικών διεργασιών. 6 Η<br />

δεύτερη αφορά το κράτος ως θεσμικό εγγυητή της πολιτικής σταθερότητας, της<br />

κοινωνικής δικαιοσύνης και της αναδιανομής του εισοδήματος εντός, όμως,<br />

ενός περιβάλλοντος που χαρακτηρίζεται από στοιχεία οικονομικού παρεμβατισμού<br />

προς όφελος της γενικής ευημερίας. 7 Δεν είναι παράδοξο, έτσι, που σήμερα,<br />

στην εποχή της ύστερης νεωτερικότητας, η ΕΕ, όπως και πλήθος άλλων<br />

εθνικών και διεθνικών δρώντων, ακροβατεί πάνω σε αυτές τις δύο τάσεις, προσπαθώντας<br />

να συμφιλιώσει αντίρροπες μεταξύ τους δυνάμεις προς όφελος<br />

μιας δυναμικής, αλλά από τη φύση της εν τέλει μεταβλητής, εξισορρόπησης.<br />

Από τη μια πλευρά έχουμε τη διεθνοποίηση των συναλλαγών, την απελευθέρωση<br />

των αγορών, τις ανέλεγκτες επενδυτικές και κεφαλαιακές ροές σε παγκόσμια<br />

κλίμακα, την εξίσου ανέλεγκτη πολυεθνική επιχειρηματικότητα, το<br />

διάτρητο των συνόρων σε συνδυασμό με την εξασθένιση των κρατικών ελέγχων,<br />

ακόμη και την υπέρβαση της κρατικής κυριαρχίας –των φυσικών και νομικών<br />

ορίων του εθνικού κράτους– και της ομοιογενοποίησης που ορίζει μια ιδεολογική<br />

ταυτότητα βάσει μιας «παγκόσμιας κουλτούρας». 8 Από την άλλη<br />

πλευρά, έχουμε τη «διάσωση» –ή προσαρμογή, ως ελεγχόμενη μεταβολή– του<br />

5 Sapir, «Globalization and the Reform of European Social Model», οπ.π. σελ. 375.<br />

Βλέπε επίσης Μ. Ferrera και Α. Hemmerijck, «Recalibrating Europe’s Welfare<br />

Regimes», στο J. Zeitlin και T. Trubek (επιμ.), Governing Work and Welfare in a New<br />

Economy: European and American Experiments, Oxford University Press, Oxford, 2003.<br />

6 P. Genschel, «Globalization and the Welfare State: a Retrospective», Journal of<br />

European Public Policy, Vol. 11 No. 4, 2004, σελ. 616. Βλέπε επίσης στα E. Huber και J.<br />

Stehens, State and Social Policy in Global Capitalism, στο T. Janosky et al. (επιμ.), The<br />

Ηandbook of Political Sociology: States , Civil Societies and Globalization , Cambridge<br />

University Press, Cambridge, 2005, σελ. 606-612.<br />

7 Βλέπε F. W. Scharpf και A. V. Schmidt, Welfare and Work in the Open Economy,<br />

Vols. I-II. Oxford University Press, Oxford, 2000.<br />

8 Ν. Μουζέλης, «Πρόκληση ή απειλή;», Βήμα Ιδεών, Αφιέρωμα Παγκοσμιοποίηση:<br />

Πρόκληση ή απειλή;, 12/3/2000.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 365<br />

ΤΑ ΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΚΗΣ ΣΥΝΔΙΑΘΕΣΗΣ 365<br />

εδαφικού κράτους, τη διαχρονία και ανθεκτικότητα του τοπικού στοιχείου, καθώς<br />

και τα υπαρκτά και άδηλα όρια της διεθνοποίησης. 9<br />

Σε αυτό το πλαίσιο, ο ρόλος του εθνικού κράτους δεν περιθωριοποιείται<br />

αλλά μετασχηματίζεται, όπως ακριβώς μεταλλάσσεται και η ίδια του η φύση.<br />

Ρυθμιστικές λειτουργίες που επιτελούσε κατά την πρώιμη μεταπολεμική περίοδο<br />

εξασθενούν, όπως αυτές της αναδιανομής του πλούτου, της εσωτερικής<br />

επιτήρησης στην κίνηση των κεφαλαίων και του ελέγχου των συνόρων, ενώ<br />

αποκτά νέες, σε διακρατικό και σε παγκόσμιο επίπεδο. Αυτό που σταδιακά<br />

εκλείπει δεν είναι το κράτος per se, αλλά ο κρατισμός, η ικανότητα των κρατικών<br />

ηγετικών ομάδων να ελέγχουν εντός των εθνικών συνόρων τις κινήσεις κεφαλαίων,<br />

την εγκληματικότητα, τις αυξανόμενες ανισότητες, κ.λπ. 10 Παράλληλα,<br />

οι διακρατικές σχέσεις μετακινούνται από μια γεωπολιτικού σε μια αναπτυξιακού<br />

τύπου προσέγγιση, όπου τα αναπτυξιακά προσανατολισμένα κράτη<br />

όχι μόνον δεν περιθωριοποιούνται, αλλά γίνονται σοβαροί δρώντες στην παγκόσμια<br />

σφαίρα. Ας μην ξεχνάμε, επίσης, ότι ο νεοφιλελεύθερος χαρακτήρας<br />

της παγκόσμιας οικονομίας δεν επήλθε τυχαία αλλά, όπως γράφει ο Bogdandy,<br />

αποτελεί συνειδητή επιλογή από έναν μικρό αριθμό ισχυρών πολιτικών φορέων.<br />

11 Ως άμεση συνέπεια προβάλλει η αδυναμία του κράτους να καλύψει τις<br />

ανάγκες του κοινωνικού τομέα, ο οποίος υφίσταται σε έντονο βαθμό τις επιπτώσεις<br />

της απελευθέρωσης των αγορών, της εντατικοποίησης της εργασίας,<br />

καθώς και του παγκόσμιου ανταγωνισμού. 12 Το κράτος καλείται να απαντήσει<br />

στο αίτημα για τη μείωση των ανισοτήτων και την ενίσχυση της κοινωνικής προστασίας,<br />

με κίνδυνο να υποσκάψει το «ευνοκό κλίμα» για την προσέλκυση ξένων<br />

επενδύσεων, κάτι που με τη σειρά του οδηγεί σε χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης<br />

και οικονομική επιβράδυνση. 13<br />

Η βασική αντινομία της παγκοσμιοποίησης αφορά την παραγωγή του πλούτου<br />

και το βαθμό δικαιοσύνης στην κατανομή του. Όπως επισημάνθηκε και στη<br />

9 Μ. Ferrera, «European Integration and National Social Citizenship: Changing<br />

Boundaries, New Structuring», Working Paper CIIP-3, University of Pavia, 2003.<br />

10 N. Μουζέλης, Παγκοσμιοποίηση, μύθοι και πραγματικότητες, Το Βήμα,<br />

14/10/2007.<br />

11 Βλέπε A. von Bogdandy, (2004), «Globalization and Europe: How to Square<br />

Democracy, Globalization and International Law», European Journal of International<br />

Law, Vol. 15 No 5, 2004.<br />

12 I. Begg, J. Draxler και J. Mortensen, Is Social Europe Fit for Globalisation? A Study<br />

of the Social Iimpact of Globalisation in the European Union, Report for the European<br />

Commission, 2008.<br />

13 Βλέπε V. Tanzi, «Globalization, Tax Competition and the Future of Tax Systems» στο<br />

G. Krause-Junck (επιμ.), Steuersysteme der Zukunft, Berlin: Dunker and Humboldt, 1998.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 366<br />

366 ΜΙΧΑΛΗΣ ΤΣΙΝΙΣΙΖΕΛΗΣ – ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΡΥΣΟΧΟΟΥ – ΚΩΝ/ΝΟΣ ΚΟΥΓΙΑΣ<br />

Διακήρυξη της Χιλιετίας του ΟΗΕ, «τα οφέλη από την παγκοσμιοποίηση είναι<br />

άνισα μοιρασμένα, όπως άνισα διανεμημένα είναι και τα κόστη». Η ένταση<br />

των ανισοτήτων και της περιθωριοποίησης βασίζεται εν μέρει στην αυξανόμενη<br />

ανισορροπία μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας. Το κεφάλαιο κινείται σε<br />

παγκόσμια κλίμακα, ενώ ο πόλος της εργασίας παραμένει ενταγμένος σε κρατικά<br />

θεσμοποιημένους χώρους. Σε αυτή την κατάσταση η ΕΕ προσπαθεί να<br />

βρει το δρόμο της ανάπτυξης με κοινωνική προστασία. Οι νέες προκλήσεις της<br />

ευρωπακής οικονομίας, οι οποίες δημιουργούν συνθήκες κοινωνικής, πολιτικής<br />

και παραγωγικής αβεβαιότητας συνίστανται: 14<br />

• Στη μεταφορά τμημάτων της ευρωπακής παραγωγής στις ασιατικές χώρες<br />

και στις χώρες φθηνού κόστους εργασίας της Κεντρικής και Ανατολικής<br />

Ευρώπης, με αποτέλεσμα τη διατήρηση της ανεργίας σε υψηλά επίπεδα.<br />

• Στην ανεξαρτητοποίηση της αυτοματοποιημένης παραγωγικής διαδικασίας<br />

(τεχνολογική εξέλιξη) από τις κοινωνικές συνιστώσες της, με αποτέλεσμα<br />

τη διεύρυνση εξατομικευμένων και ευέλικτων μορφών απασχόλησης<br />

σε βάρος της πλήρους και σταθερής μισθωτής εργασίας.<br />

• Στη δημογραφική γήρανση του πληθυσμού και στην ανάγκη για περιοριστικές<br />

δημοσιονομικές πολιτικές σε συνθήκες δημοσιονομικής εξυγίανσης.<br />

Συνολικά, η ΕΕ βρίσκεται αντιμέτωπη με δύο επιλογές: Από τη μια πλευρά,<br />

να μετατρέψει την παγκοσμιοποίηση σε ευκαιρία, μεταρρυθμίζοντας τις κοινωνικές<br />

πολιτικές και τις αγορές εργασίας, δίνοντας ώθηση στην ενιαία αγορά<br />

(μέσω της αναδιοργάνωσης των επιχειρήσεων, της ανάδειξης συγκριτικών πλεονεκτημάτων,<br />

της ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας, κ.ά.), προωθώντας παράλληλα<br />

την έρευνα και την καινοτομία, και αξιοποιώντας τα πλεονεκτήματα<br />

της νομισματικής ένωσης. Από την άλλη, να διατηρήσει τις υπάρχουσες δομές<br />

με αποτέλεσμα η παγκοσμιοποίηση, η ενιαία αγορά και το κοινό νόμισμα να<br />

θεωρούνται ως μακροπρόθεσμοι κίνδυνοι. 15 Η ένταση αυτής της προβληματικής<br />

αποτυπώθηκε στα απορριπτικά δημοψηφίσματα στη Γαλλία και την Ολλανδία,<br />

αφού η άρνηση δεν αφορούσε εν τέλει τη φύση της Συνταγματικής Συνθήκης,<br />

αλλά τον τρόπο με τον οποίο αυτή συνέβαλε σε μια φοβική αντίληψη περί<br />

παγκοσμιοποίησης, καθώς και την πολιτική-ηγετική ανεπάρκεια της ΕΕ να δώσει<br />

πειστικές λύσεις σε πιεστικά οικονομικά προβλήματα. Η ευρωπακή κοινή<br />

γνώμη τείνει να εκλαμβάνει την παγκοσμιοποίηση μέσα από τις επιπτώσεις<br />

της: τον αυξημένο ανταγωνισμό, τη μετεγκατάσταση επιχειρήσεων με όρους<br />

φτηνού εργατικού δυναμικού, την ανεπιθύμητη μετανάστευση, την ανασφά-<br />

14 Ινστιτούτο Επιμόρφωσης, Ετήσια Έκθεση, 2007, σελ. 29.<br />

15 Βλ. Sapir, «Globalization and the Reform of European Social Models».


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 367<br />

ΤΑ ΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΚΗΣ ΣΥΝΔΙΑΘΕΣΗΣ 367<br />

λεια, την απώλεια θέσεων εργασίας, κ.ά. 16 Η εγγενής αδυναμία του ιδιωτικού<br />

τομέα να δημιουργήσει νέες θέσεις πλήρους απασχόλησης στην Ευρώπη από<br />

τα τέλη της δεκαετίας του ’70, σε συνδυασμό με τα 20 εκατομμύρια ανέργων,<br />

αποτελούν πιεστικά προβλήματα που αναζητούν πρακτικές λύσεις. Σε έρευνα<br />

της γερμανικής εταιρείας CfK το 38% των Ιταλών ερωτηθέντων θεώρησαν την<br />

ανεργία ως το πιο πιεστικό κοινωνικό ζήτημα ενώ τα ποσοστά αυξάνονταν σε<br />

Γαλλία και Γερμανία με 58% και 81% αντίστοιχα. 17<br />

Η Ευρωπακή Στρατηγική για την Απασχόληση και η Στρατηγική για την<br />

Ανάπτυξη και την Απασχόληση αποτελούν τις βασικές πολιτικές με τις οποίες η<br />

ΕΕ επιχειρεί να επιλύσει τα προαναφερθέντα προβλήματα και να δώσει την<br />

απαραίτητη δυναμική στην ευρωπακή οικονομία. Ωστόσο, η διαλεκτική σχέση<br />

μεταξύ Ευρώπης και παγκοσμιοποίησης δεν εξαντλείται στην στατική αποτύπωση<br />

των συνεπειών που η δεύτερη επιφέρει στην πρώτη, αλλά έχει ένα δυναμικό<br />

χαρακτήρα, αφού η ίδια η ΕΕ είναι δυνατόν αν εκληφθεί ως μια μορφή<br />

«παγκοσμιοποίησης» σε μικρή κλίμακα. Πράγματι, η διευρυμένη ΕΕ αποτελεί<br />

την πλέον παγκοσμιοποιημένη περιφέρεια στον πλανήτη, αφού εντός της διακινείται<br />

το 18% του παγκόσμιου εμπορίου και το 25% των παγκόσμιου εμπορίου<br />

υπηρεσιών, ενώ παράλληλα διατηρεί πρωτεύουσα θέση στο σύνολο των ξένων<br />

άμεσων επενδύσεων. Οι παραπάνω αριθμοί έρχονται προς επίρρωση αυτού<br />

που αποτυπώνει η γεωγραφία, η ιστορία και η πραγματικότητα στην ευρωπακή<br />

ήπειρο. Το ενοποιητικό εγχείρημα αποτελεί προόν αλλά και συνέχεια<br />

μιας διαδικασίας, την οποία η Wallace εντοπίζει στη διαχείριση των διασυνοριακών<br />

επαφών, 18 καθιστώντας την Ευρώπη ως την πιο ιδιότυπη περιφέρεια.<br />

Αναπτύσσοντας πολυεπίπεδα συστήματα διακυβέρνησης και πολυλογικά σχήματα<br />

θεσμοθετημένης συνδιάθεσης, η ΕΕ αποτελεί μια νέα δομή διαχείρισης<br />

διασυνοριακών σχέσεων. 19<br />

Δεν είναι τυχαίο, έτσι, το γεγονός ότι η Ευρώπη αντιμετωπίζει το ζήτημα της<br />

απασχόλησης με έναν ιδιαίτερο τρόπο. Η «Κοινωνική Ευρώπη» και η οικονομία<br />

της κοινωνικής αγοράς βρήκαν πρόσφορο έδαφος στα δυτικοευρωπακά<br />

συστήματα τη δεκαετία του ’60, συνδυάζοντας την παραγωγικότητα, την ανταγωνιστικότητα,<br />

την κοινωνική συνοχή και την πολιτική δημοκρατία. Απορρίπτοντας,<br />

κατά συνέπεια, τον κοινωνικό δαρβινισμό, η Ευρώπη δεν μπορεί εύ-<br />

16<br />

J. P. Lehmann, Can Europe Age Gracefully?, Part II, στην ιστοσελίδα<br />

http://www.globalenvision.org/library/8/1523/<br />

17 H. C. Dalle, Challenges Facing Europe in a World of Globalization, στην ιστοσελίδα<br />

http://www.globalenvision.org/library/1/1167/<br />

18 H. Wallace, «Europeanization and Globalization: Complementary or Contra -<br />

dictory Trends?», New Political Economy, Vol. 5 No 3, 2000, σελ. 369.<br />

19 Ibid, σελ. 376.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 368<br />

368 ΜΙΧΑΛΗΣ ΤΣΙΝΙΣΙΖΕΛΗΣ – ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΡΥΣΟΧΟΟΥ – ΚΩΝ/ΝΟΣ ΚΟΥΓΙΑΣ<br />

κολα να παραδοθεί στις επιταγές των νέων αποδομητικών πρακτικών. Ο<br />

Stiglitz θεωρεί ότι η επιτυχία της οφείλεται στη προώθηση μιας δέσμης αξιών<br />

που ταυτόχρονα είναι και ευρωπακές και παγκόσμιες. Μια από αυτές είναι η<br />

κοινωνική δικαιοσύνη, η οποία δίνει τη δυνατότητα στους πολίτες να αναπτυχθούν<br />

σε ένα περιβάλλον κοινωνικής ευθύνης και συνοχής. Για να προσδιορίσουμε<br />

το πώς η Ευρώπη θα μπορέσει να συνδυάσει τις απαιτήσεις του νέου οικονομικού<br />

περιβάλλοντος με τις ανάγκες για κοινωνική προστασία θα πρέπει<br />

να κατανοήσουμε τη σχέση μεταξύ οικονομικής και της κοινωνικής πολιτικής:<br />

αυτό που καθορίζει την ισορροπία ανάμεσα στο άτομο, την αγορά και το κράτος.<br />

Υπό αυτή την έννοια, είναι ορθότερο να μιλάμε για τη διαμόρφωση μιας<br />

ευρωπακής κοινωνικής ταυτότητας που προσδιορίζεται βάσει συγκεκριμένων<br />

αξιών και αρχών. 20 Βάση της αποτελεί η ύπαρξη ενός «τριγώνου», στις κορυφές<br />

του οποίου τοποθετούνται το κράτος, ο πολίτης και η αγορά. Βασικές αρχές<br />

αυτής της τριαδικής σχέσης είναι η αποδοχή της λειτουργίας της οικονομίας<br />

της αγοράς, η ρυθμιστική παρέμβαση του κράτους για την άμβλυνση των δυσλειτουργιών<br />

της αγοράς, 21 και η επιλογή της διαπραγμάτευσης ως μέσου επίλυσης<br />

των διαφορών. 22 Το «τρίγωνο» εμφορείται από τις αξίες που διέπουν εν<br />

γένει τον ευρωπακό δημόσιο –νομικό και πολιτικό– πολιτισμό, και ιδιαίτερα<br />

αυτές που αντανακλούν την ανθρωποκεντρική του θεώρηση. Οι αρχές και οι<br />

αξίες της ισότητας, της μη διάκρισης, της ενσωμάτωσης, της πλήρους απασχόλησης,<br />

της κοινωνικής προστασίας, των συλλογικών διαπραγματεύσεων, της<br />

ισότητας ευκαιριών, του πλουραλισμού και του οργανωμένου κοινωνικού διαλόγου<br />

ενσωματώνονται σε ένα κοινό όραμα για μια βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη<br />

με κοινωνική συνοχή. Είναι ενδεικτικό ότι οι εν λόγω αξίες και αρχές<br />

διατρέχουν τις αποφάσεις της ΕΕ σε επίπεδο δεσμευτικών κειμένων και στρατηγικών<br />

επιλογών. 23<br />

20 G. Esping-Andersen, The Three Worlds of Welfare Capitalism, Princeton University<br />

Press, Princeton, 1990. Βλέπε επίσης F. G. Castles και D. Mitchell, «Worlds of Welfare<br />

and Families of Nations», στο F. G. Castles (επιμ.), Families of Nations: Patterns of Public<br />

Policy in Western Democracies, Dartmouth, Aldershot, 1993 και S. Leibfied, «Towards a<br />

European Welfare State? On Integrating Poverty Regimes into the European<br />

Community» στο Z. Ferge και J. E. Kolberg (επιμ.), Social Policy in a Changing Europe,<br />

Campus Verlag, Frankfurt am Main, 1992.<br />

21 Ν. Barr, The Welfare State as Piggy Bank: Information Risk, Uncertainty and the Role<br />

of the State, Oxford University Press, Oxford, 2001.<br />

22 W. Streeck, «Beneficial Constraints: on the Limits of Rational Voluntarism» στο J.<br />

R. Hollingsworth και R. Boyer (επιμ.), Contemporary Capitalism: The Embeddedness of<br />

Institutions, Cambridge University Press 1997, Cambridge, σελ. 197-219.<br />

23<br />

Βλ. επίσης European Commission, White Paper on «European Social Policy: A<br />

Way Forward for the Union», Luxembourg, 1994.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 369<br />

ΤΑ ΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΚΗΣ ΣΥΝΔΙΑΘΕΣΗΣ 369<br />

Στην λογική αυτού του «τριγώνου», τα ευρωπακά κράτη σχεδίασαν τα δικά<br />

τους διακριτά «τρίγωνα ανάπτυξης», τα οποία και αντιπροσωπεύουν τις διαφορετικές<br />

συνθήκες, προτιμήσεις και παραδόσεις. 24 Υπό αυτήν ακριβώς την έννοια<br />

αναδύεται η εικόνα μιας ευρωπακής κοινωνικής ταυτότητας, η οποία είναι<br />

μοναδική ως προς: 25<br />

• την ύπαρξη μιας κοινότητας αξιών και αρχών<br />

• τη συσχέτιση οικονομικής μεγέθυνσης και κοινωνικής συνοχής.<br />

• τον ποιοτικό ρόλο του κράτους, στη βάση ενός δημόσιου τομέα που παρέχει<br />

καθολικές υπηρεσίες κοινής ωφελείας (υγεία, εκπαίδευση, κοινωνική<br />

ασφάλιση), με έμφαση στη μακροοικονομική σταθερότητα και την άμβλυνση<br />

των αρνητικών εξωτερικοτήτων και δυσλειτουργιών της αγοράς.<br />

• τα διευρυμένα εργασιακά δικαιώματα σε συνδυασμό με τα δραστήρια εργατικά<br />

σωματεία.<br />

Η συνοπτική αυτή παρουσίαση κρίνεται απαραίτητη προκειμένου να αντιληφθούμε<br />

το βασικό πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι σημερινές ευρωπακές<br />

κοινωνίες και οικονομίες σε σχέση με τη νέα πραγματικότητα που επιφέρει η<br />

παγκοσμιοποίηση. Το βασικό δομικό πρόβλημα εντοπίζεται στο ότι έχει διαταραχθεί<br />

η ισορροπία του «τριγώνου ανάπτυξης», αφού τα νέα οικονομικά δεδομένα<br />

τείνουν αφενός να αποδομήσουν και να αναδιαρθρώσουν τις σχέσεις των<br />

τριών κορυφών του τριγώνου και αφετέρου να υποκαταστήσουν τις αρχές και<br />

τις αξίες που εμφορούνται στις μεταξύ τους σχέσεις. Η «διατάραξη» εντοπίζεται<br />

στα εξής σημεία: 26<br />

• στη σχέση μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας, αφού το παγκόσμιο άνοιγμα<br />

των (χρηματιστηριακών κυρίως) αγορών, σε συνδυασμό με τις νέες ηλεκτρονικές<br />

τεχνολογίες, δημιούργησαν ένα πλαίσιο όπου η αρχική ισορροπία<br />

μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας κατά την πρώιμη μεταπολεμική<br />

περίοδο ανατρέπεται σε βάρος της δεύτερης, 27<br />

• στην ισορροπία κράτους και κεφαλαίου, αφού το κράτος χάνει ρυθμιστι-<br />

24 B. Ebbinghaus, «Does a European Social Model Exist and Can it Survive?», στο G.<br />

Huemer, M. Mesch και F. Traxler (επιμ.), The Role of Employer Associations and Labour<br />

Union in the EU, Ashgate, Aldershot, 1999 και G. Esping-Andersen, Social Foundations<br />

of Post-industrial Economies, Oxford University Press, Oxford, 1999.<br />

25 Μ. Ferrera, A. Hemerijck και M. Rhodes, «The Future of European Welfare<br />

States: Recasting Welfare for a New Century», Report for the Portuguese Presidency,<br />

2004, σελ. 14.<br />

26 οπ.π., σελ. 5-14.<br />

27 N. Woods, «International Political Economy in an Age of Globalization», στο J.<br />

Baylis και S. Smith (επιμ.), The Globalization of World Politics, Oxford University Press,<br />

Oxford, 2001, σελ. 291.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 370<br />

370 ΜΙΧΑΛΗΣ ΤΣΙΝΙΣΙΖΕΛΗΣ – ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΡΥΣΟΧΟΟΥ – ΚΩΝ/ΝΟΣ ΚΟΥΓΙΑΣ<br />

κές λειτουργίες όπως ο έλεγχος κίνησης κεφαλαίων, 28 αλλά και την αποκλειστικότητα<br />

παροχής υπηρεσιών κοινής ωφελείας,<br />

• στην ασύμμετρη διασπορά εξουσίας σε εθνικό, τοπικό και υπερεθνικό<br />

επίπεδο, 29<br />

• στις αξίες της κοινωνικής συνοχής/δικαιοσύνης, οι οποίες θυσιάζονται<br />

στο βωμό του άκρατου ανταγωνισμού στην παγκόσμια οικονομία.<br />

Η επιτυχία του ευρωπακού προτύπου ανάπτυξης βασίστηκε επίσης στη διαθεσιμότητα<br />

του εργατικού δυναμικού και στον υψηλό βαθμό παραγωγικότητας.<br />

Οι δημογραφικές, όμως, αλλαγές που συντελούνται σήμερα στην Ευρώπη θέτουν<br />

σε αμφισβήτηση το υφιστάμενο πρότυπο ανάπτυξης. Αυτή τη στιγμή συντελούνται<br />

τρεις σχετικές διεργασίες. Οι δύο πρώτες αφορούν το φθίνοντα ρυθμό των<br />

γεννήσεων και την αύξηση του προσδόκιμου μέσου όρου ζωής, τάσεις που συνεπάγονται<br />

αυξημένες παροχές (συντάξεις και υπηρεσίες υγείας), υποστηριζόμενες<br />

όμως από ένα διαρκώς συρρικνούμενο εργατικό δυναμικό. Όλα αυτά υπονομεύουν<br />

και τους ρυθμούς παραγωγικότητας της Ευρώπης αφού, σύμφωνα με τις<br />

εκτιμήσεις της Ευρωπακής Επιτροπής, αν δεν αντισταθμιστούν οι τάσεις αυτές<br />

με την αύξηση της παραγωγικότητας, θα έχουμε μια πτώση στη δυναμικότητα της<br />

παραγωγής της τάξεως της μιας μονάδας μέχρι το 2040 (έναντι μιας αύξησης 3%<br />

στις ΗΠΑ που υποστηρίζεται από την πληθυσμιακή αύξηση). Η τρίτη σχετική<br />

διεργασία αφορά τη μετανάστευση. Κάθε χρόνο εισρέουν στην Ευρώπη περίπου<br />

800.000 μετανάστες από τους οποίους οι 600.000 βρίσκονται σε παραγωγική ηλικία.<br />

Στόχος της ΕΕ είναι να αυξήσει τα ποσοστά του εργατικού δυναμικού, γεγονός<br />

που συνεπάγεται αύξηση του μεταναστευτικού ρεύματος μέχρι το 2050. 30 Η<br />

είσοδος των μεταναστών όχι μόνον θα τονώσει τη ζήτηση αλλά, κυρίως μέσω της<br />

φορολογίας, θα υποστηρίξει της παροχές για την κοινωνική πρόνοια. Ωστόσο, θα<br />

πρέπει να τονιστεί η ανάγκη να υιοθετήσει η ΕΕ πολιτικές που θα ευνοούν την<br />

κοινωνική συμπερίληψη των μεταναστών.<br />

Ένας από τους βασικούς λόγους για τη χαμηλή επίδοση της Ευρώπης είναι<br />

ο σχετικά αργός ρυθμός των θεσμικών μεταρρυθμίσεων σε σχέση με την ταχύτητα<br />

των μεταβολών που επιφέρουν η παγκοσμιοποίηση και οι τεχνολογικές<br />

εξελίξεις. Πιο συγκεκριμένα, διαπιστώνονται τέσσερις εσωτερικές διεργασίες<br />

που οφείλουν είτε να επιταχυνθούν είτε να μεταρρυθμιστούν. Πρώτον, υπάρχει<br />

28 Ibid.<br />

29 P. Pierson, The New Politics of the Welfare State, Oxford University Press, Oxford,<br />

2001, F. Scharpf, Governing in Europe: Effective and Democratic?, Oxford University<br />

Press, Oxford, 1999, και M. Ferrera, The Boundaries of Welfare European Integration and<br />

the New Spatial Politics of Social Protection, Oxford University Press, Oxford, 2005.<br />

30 Europe’s demographic future: facts and figures, Commission staff working docu -<br />

ment, Brussels, 11.05.2007 SEC(2007) 638.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 371<br />

ΤΑ ΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΚΗΣ ΣΥΝΔΙΑΘΕΣΗΣ 371<br />

η ανάγκη επένδυσης στους τομείς της έρευνας και της τεχνολογίας. Η διαδικασία<br />

για την επανεξέταση των δαπανών και των πόρων του προπολογισμού<br />

2008-09 βάσει της Διοργανικής Συμφωνίας του 2006 αποτελεί ευκαιρία για την<br />

ΕΕ α) να κινηθεί προς αυτήν την κατεύθυνση, β) να προσδιορίσει τομείς πολιτικής<br />

στους οποίους δεν κρίνονται πλέον απαραίτητες οι ενωσιακές δαπάνες –<br />

ή στους οποίους η απόδοση είναι περιορισμένη– και γ) να εντοπιστούν νέες και<br />

οριζόντιες προτεραιότητες πολιτικής για τις οποίες απαιτούνται νέοι πόροι.<br />

Δεύτερον, το ισχύον δημοσιονομικό πλαίσιο επιχειρεί αφενός να ελέγξει και<br />

να εξασφαλίσει σταθερές δημοσιονομικές προοπτικές για τα κράτη-μέλη, αφετέρου<br />

όμως θα πρέπει να επιτρέπει έναν ικανό βαθμό απόκλισης αναφορικά<br />

με τις κρατικές δαπάνες στους τομείς της έρευνας και της καινοτομίας αφού<br />

εκεί διαπιστώνεται εθνικό έλλειμμα. 31 Τρίτον, τα κράτη-μέλη καθυστερούν τις<br />

αναγκαίες μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας και στον επανασχεδιασμό της<br />

κοινωνικής πολιτικής, με αποτέλεσμα τα πλεονεκτήματα της ενιαίας αγοράς<br />

και του κοινού νομίσματος να μην απελευθερώνουν το σύνολο της δυναμικής<br />

τους. Τέταρτον, η πλήρης ολοκλήρωση της ενιαίας αγοράς θα προσέφερε νέες<br />

ευκαιρίες σε όλους τους συμμετέχοντες, επιτρέποντας παράλληλα στις βιομηχανίες<br />

να αναδιαρθρωθούν σε πανευρωπακή κλίμακα να αναδείξουν τα συγκριτικά<br />

πλεονεκτήματα της Ευρώπης.<br />

Άμεση συνέπεια της μη ανταπόκρισης στις παραπάνω προκλήσεις είναι και<br />

η αστάθεια της νομισματικής ένωσης. Οι μη ευέλικτες αγορές δεν απορροφούν<br />

τις συντελούμενες αλλαγές και τις αναγκαίες μεταφορές πόρων. Αποτέλεσμα<br />

αυτής της ακαμψίας είναι να αναγκάζονται τα κράτη να προωθούν διαρθρωτικά<br />

μέτρα, τα οποία, στην περίπτωση των μελών της ευρωζώνης, και με δεδομένη<br />

την απουσία των συναλλαγματικών μηχανισμών, πρέπει να αναζητούν καταφύγιο<br />

στη δημοσιονομική πολιτική, η οποία όμως περιορίζεται από το Σύμφωνο<br />

Σταθερότητας. 32 Επίσης, αν τελικά η Συνθήκη της Λισσαβώνας τεθεί σε<br />

ισχύ, αναμένεται να δώσει στην ΕΕ την ικανότητα να προχωρήσει στις απαιτούμενες<br />

αλλαγές, προσφέροντας μεγαλύτερη ασφάλεια και ευημερία στους<br />

πολίτες. Αυτή η διατύπωση καταδεικνύει την πρόθεση της ΕΕ να συνδιαμορφώσει<br />

τις εξελίξεις στην παγκόσμια σφαίρα, ενισχύοντας τον «πρωτοβουλιακό»<br />

παρά τον «ανταποδοτικό» χαρακτήρα των ενεργειών της.<br />

Στο ιστορικό των σχέσεων Ευρώπης και παγκοσμιοποίησης, ο διακηρυγμένος<br />

στόχος του Ευρωπακού Συμβουλίου της Λισσαβώνας το 2000 –«η Ένωση<br />

να γίνει η ανταγωνιστικότερη και δυναμικότερη οικονομία της γνώσης ανά την<br />

31 Επισκόπηση των δραστηριοτήτων της ΕΕ, Έρευνα και Καινοτομία, στην ιστοσελίδα<br />

http://ec.europa.eu/invest-in-research/index_en.htm<br />

32 Wallace, «Europeanization and Globalization», σελ. 374-375.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 372<br />

372 ΜΙΧΑΛΗΣ ΤΣΙΝΙΣΙΖΕΛΗΣ – ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΡΥΣΟΧΟΟΥ – ΚΩΝ/ΝΟΣ ΚΟΥΓΙΑΣ<br />

υφήλιο μέχρι το 2010»– ανεξαρτήτως από τις πιθανότητες υλοποίησής του, κατέδειξε<br />

ότι η ΕΕ έχει αντιληφθεί ότι τα συστατικά οικονομικοκοινωνικά της συστήματα<br />

βρίσκονται σε μετασχηματισμό. Η αναθεωρημένη στρατηγική της<br />

Λισσαβώνας και η εμβάθυνσή της κατά την έναρξη του νέου κύκλου (2008-10)<br />

αποτελεί για τη θεμελιώδη απάντηση της ΕΕ στην πρόκληση της παγκοσμιοποίησης.<br />

Μια απάντηση, η οποία θα επιτρέψει την προώθηση των μεταρρυθμίσεων<br />

και τον εκσυγχρονισμό των συμμετεχόντων κοινωνικοοικονομικών συστημάτων<br />

με στόχο την ευημερία των πολιτών. Ως ενέργεια συμβολικού μάλλον<br />

χαρακτήρα, οι ευρωπαίοι ηγέτες κατέστησαν σαφές στην άτυπη σύνοδο κορυφής<br />

στο Hampton Court τον Οκτώβριο του 2005 ότι η ΕΕ θα πρέπει να αναζητήσει<br />

λύσεις στα προβλήματα που η παγκοσμιοποίηση θέτει στους τομείς της<br />

καινοτομίας, της ενέργειας, της μετανάστευσης, της εκπαίδευσης, και του δημογραφικού<br />

προβλήματος. 33 Ωστόσο το 2007, η ΕΕ έδειξε την αποφασιστικότητά<br />

της να ηγηθεί στην αντιμετώπιση των μεγάλων προκλήσεων. Στην κατεύθυνση<br />

αυτή, και περισσότερο ως «ανταποδοτικό» μέτρο, κινείται η σύσταση<br />

του Ευρωπακού Ταμείου Προσαρμογής στην Παγκοσμιοποίηση την 1η Ιανουαρίου<br />

2007, με στόχο την προσφορά μιας εξατομικευμένης και στοχευμένης<br />

βοήθειας στους εργαζόμενους «που πλήττονται προσωπικά και σοβαρά από τις<br />

απολύσεις που προκύπτουν από τους βαθείς μετασχηματισμούς στις διεθνείς<br />

εμπορικές ανταλλαγές». 34<br />

Με την υπογραφή της Συνθήκης της Λισσαβώνας, οι ηγέτες της ΕΕ έδειξαν<br />

να προσανατολίζονται στην ανάληψη συγκεκριμένων πρωτοβουλιών, συμφωνώντας<br />

στη σύσταση μιας ομάδας προβληματισμού με αντικείμενο το μέλλον<br />

της Ευρώπης. Το 2007-09 η ομάδα αυτή θα εξετάσει, μεταξύ άλλων, ζητήματα<br />

όπως το ευρωπακό οικονομικό και κοινωνικό πρότυπο, τη βιώσιμη ανάπτυξη,<br />

το κράτος δικαίου, την παγκόσμια ασφάλεια, τη μετανάστευση, το κλίμα, και<br />

την ενέργεια, προκειμένου να συμβάλει στην αντιμετώπιση των νέων προκλήσεων<br />

έως το 2030. 35 Τα κράτη-μέλη υπέγραψαν επίσης Δήλωση για την προσαρμογή<br />

της ΕΕ στην παγκοσμιοποίηση, 36 έπειτα από βρετανική κυρίως επιμονή,<br />

37 κίνηση που ερμηνεύεται με διττό τρόπο, αφού, σε συμβολικό επίπεδο, η<br />

ύπαρξη ξεχωριστής Δήλωσης αποτελεί έμμεση αναγνώριση της σπουδαιότητας<br />

33 Commission Communication, «European Values in a Globalized World»,<br />

COM(2005) 525, 20/10/2005.<br />

34 Κανονισμός αριθ. 1927/2006, Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπακών Κοινοτήτων<br />

L 406 της 30/12/2006.<br />

35 Συμπεράσματα Ευρωπακού Συμβουλίου 14/12/2007, 16616/07, CONCL 3 σελ. 3-4<br />

36 Ibid. σελ. 26.<br />

37 «Sarkozy and Brown offer starkly different futures for EU», International Herald<br />

Tribune, 14/12/2007.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 373<br />

ΤΑ ΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΚΗΣ ΣΥΝΔΙΑΘΕΣΗΣ 373<br />

του θέματος και της αναγνώρισης της σημασίας του ρόλου της ΕΕ στην όλη διαδικασία,<br />

ενώ σε ουσιαστικό επίπεδο, η ΕΕ διατυπώνει ρητώς την πρόθεσή της<br />

να ηγηθεί των εξελίξεων προκειμένου να καταστεί η παγκοσμιοποίηση προς το<br />

συμφέρον των πολιτών βάσει κοινών αξιών και αρχών. 38<br />

Με βασικό άξονα δράσης τη Στρατηγική της Λισσαβώνας, η ΕΕ θα πρέπει<br />

να αναπτύξει περαιτέρω τις τέσσερις ελευθερίες της εσωτερικής αγοράς, ενισχύοντας<br />

με τον τρόπο αυτό την ανταγωνιστικότητα των μελών της. Παράλληλα,<br />

η ΕΕ θα πρέπει<br />

• να ηγηθεί των προσπαθειών σε παγκόσμιο επίπεδο στο φαινόμενο των<br />

κλιματικών αλλαγών και στον τομέα της ενέργειας,<br />

• να ενισχύσει περισσότερο τα πλαίσια για την προληπτική εποπτεία και τη<br />

διαφάνεια των χρηματοοικονομικών αγορών,<br />

• να διατηρήσει τον ηγετικό ρόλο στην προώθηση των ελεύθερων συναλλαγών,<br />

• να μοιραστεί την ευθύνη για την παγκόσμια ασφάλεια και σταθερότητα,<br />

• να προωθήσει μια συνολική ευρωπακή πολιτική μετανάστευσης σε όφελος<br />

της ιδίας και των τρίτων χωρών.<br />

Οι παραπάνω ενέργειες μπορούν να ιδωθούν και ως προόν μιας θεωρητικής<br />

επεξεργασίας του φαινομένου της παγκοσμιοποίησης και των επιπτώσεων<br />

του εκ μέρους της Επιτροπής. Η τελευταία έχει συντάξει μια σειρά κειμένων<br />

που αποτελούν το υπόβαθρο πάνω στο οποίο το Ευρωπακό Συμβούλιο θεμελιώνει<br />

τις προτάσεις του. 39 Ανάμεσα στα κείμενα αυτά, το The European<br />

Interest: Succeeding in the Age of Globalization αποτέλεσε τη βάση της Δήλωσης<br />

του Ευρωπακού Συμβουλίου, αλλά και ένα βήμα ιδεών για την εαρινή σύνοδο<br />

κορυφής το 2008. 40 Με κεντρική ιδέα την εμβάθυνση της Στρατηγικής της Λισσαβώνας,<br />

η Επιτροπή επιδιώκει:<br />

• την αποτελεσματική επικοινωνία με τους πολίτες ώστε η ΕΕ να αποτελέσει<br />

το ενδεδειγμένο πεδίο διαχείρισης της παγκοσμιοποίησης,<br />

• τη συνοχή μεταξύ της εσωτερικής και της εξωτερικής πολιτικής, αφού το<br />

αλληλένδετο των στόχων επιβάλλει μια σύγχρονη και σφαιρική προο-<br />

38 Συμπεράσματα Ευρωπακού Συμβουλίου 14.12.2007, 16616/07, CONCL 3, σελ.<br />

26-28.<br />

39 Commission Communications, «European Values in a Globalised World»,<br />

COM(2005) 525, 20/10/2005, «Global Europe: competing in the world», COM(2006)<br />

567, 4.10.2006, «Reforming Europe for the 21st Century», COM(2007) 412, 10/7/2007,<br />

και «The European Interest: Succeeding in the age of Globalization», COM(2007) 581,<br />

3/10/2007.<br />

40 Commission Communication, «The European Interest», σελ. 9.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 374<br />

374 ΜΙΧΑΛΗΣ ΤΣΙΝΙΣΙΖΕΛΗΣ – ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΡΥΣΟΧΟΟΥ – ΚΩΝ/ΝΟΣ ΚΟΥΓΙΑΣ<br />

πτική σχετικά με τους τρόπους αποτελεσματικής προβολής, προώθησης<br />

και προστασίας των συμφερόντων και των αξιών της ΕΕ,<br />

• το συντονισμός των πολιτικών για βέλτιστα κοινωνικά αποτελέσματα.<br />

Στα Συμπεράσματα του Ευρωπακού Συμβουλίου στις 13-14 Μαρτίου 2008<br />

τονίζεται η ανάγκη να συνεχίσει η ΕΕ τις προσπάθειές της να συμμετέχει<br />

ενεργά στη διαμόρφωση των δομών και διαδικασιών της παγκοσμιοποίησης,<br />

ενισχύοντας όμως την εξωτερική διάσταση της ανανεωμένης Στρατηγικής της<br />

Λισσαβώνας, και καλώντας την Επιτροπή να προσδιορίσει χώρες και τομείς<br />

όπου εξακολουθούν να παρατηρούνται σημαντικοί φραγμοί πρόσβασης στην<br />

αγορά. 41 Η Στρατηγική ενθέτει την αύξηση στο 70% του ποσοστού απασχόλησης<br />

έως το 2010, και την ανάπτυξη νέων δομών διακυβέρνησης για την ενίσχυση<br />

της εταιρικής σχέσης και το σαφέστερο καταμερισμό έργου μεταξύ Επιτροπής<br />

και κρατών-μελών. Συνολικά, η Στρατηγική διαρθρώνεται σε 24 κατευθυντήριες<br />

γραμμές, με έμφαση σε τέσσερις προτεραιότητες όπως προσδιορίσθηκαν στο<br />

Ευρωπακό Συμβούλιο στις 23-24 Μαρτίου του 2006 και επιβεβαιώθηκαν από το<br />

ίδιο όργανο δύο χρόνια αργότερα: α) την επένδυση στη γνώση και στην καινοτομία,<br />

β) την απελευθέρωση του επιχειρηματικού δυναμικού, ιδίως στον τομέα<br />

των ΜΜΕ, και γ) τον εκσυγχρονισμό των αγορών εργασίας και την εστίαση στο<br />

ανθρώπινο δυναμικό, σε θέματα ενέργειας, και στις κλιματικές αλλαγές.<br />

Στο πλαίσιο αυτό, και μέσω της ανοιχτής μεθόδου συντονισμού, παράλληλα<br />

με τα πιο παραδοσιακά εργαλεία διαμόρφωσης πολιτικής, τα κράτη καλούνται<br />

να συγκροτήσουν μια σφαιρική και συνεκτική πολιτική, η οποία προβλέπει το<br />

ρόλο των επιμέρους ενδιαφερομένων και επαρκείς πόρους για την υλοποίησή<br />

της. Κάθε χώρα δεσμεύεται, από τον Οκτώβριο του 2005, να καταθέτει ένα<br />

Εθνικό Πρόγραμμα Μεταρρυθμίσεων για την υλοποίηση των στόχων της Λισσαβώνας<br />

στη βάση ενός τριετούς προγραμματισμού, ενώ προβλέπεται ένας<br />

ενεργός ρόλος της Επιτροπής, η οποία θα παρακολουθεί σε ετήσια βάση την<br />

πρόοδο της διαδικασίας, βασιζόμενη σε συμπεφωνημένους δείκτες σύγκρισης<br />

των επιδόσεων. Με το εαρινό Ευρωπακό Συμβούλιο του 2008 εγκαινιάστηκε ο<br />

δεύτερος τριετής κύκλος προγραμματισμού (2008-10) με στόχο η εν λόγω στρατηγική<br />

να συμβάλει εποικοδομητικά στην εξέλιξη της παγκοσμιοποίησης με<br />

βάση κοινές ευρωπακές αξίες αλλά και κοινά συμφέροντα.<br />

Αξιακές επιταγές για ένα κοινό μέλλον<br />

Αν και οι μεταρρυθμίσεις της Λισσαβώνας ενισχύουν, αν και δυνητικά, το<br />

ρόλο των εθνικών αντιπροσωπευτικών θεσμών στα ευρωπακά δρώμενα, κα-<br />

41 Συμπεράσματα Ευρωπακού Συμβουλίου 14/03/2008, 7652/08, CONCL 1, σελ. 8.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 375<br />

ΤΑ ΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΚΗΣ ΣΥΝΔΙΑΘΕΣΗΣ 375<br />

θώς επίσης και την αποτελεσματικότητα στη λήψη των αποφάσεων μέσω της –<br />

αν και καθυστερημένης– εφαρμογής του συστήματος της διπλής πλειοψηφίας,<br />

η ΕΕ απέχει πολύ από την άρθρωση ενός αξιόπιστου πολιτικού λόγου γύρω<br />

από τους όρους μετάβασής της «από δημοκρατίες σε δημοκρατία»: από μια θεσμοθετημένη<br />

συνέργεια δημοκρατιών σε μια μετακρατική πολιτεία με το δικό<br />

της πολιτικό υποκείμενο, στη μορφή ενός σύνθετου δήμου. Η συζήτηση συνδέεται<br />

με την ιδέα μιας κοινής ευρωπακής «πολιτικότητας», με τα μέλη του σύνθετου<br />

δήμου να είναι σε θέση να μεταβιβάζουν τα δημοκρατικά τους αιτήματα<br />

προς, και μέσω, των κεντρικών θεσμών. Λόγω του γεγονότος ότι η ΕΕ δεν μπορεί<br />

–και δεν θα πρέπει– να αποκοπεί από τις συστατικές ταυτότητες, η έννοια<br />

του δήμου δεν θα βασίζεται σε μια μορφή εθνοπολιτιστικής ενότητας, αλλά σε<br />

μια πλουραλιστική οντότητα, με στόχο την προσήλωση των μερών στις αρχές<br />

του ευρωπακού δημόσιου πολιτισμού: δημοκρατία, κράτος δικαίου, αλληλεγγύη.<br />

Βασική προπόθεση εδώ είναι η θεσμοθέτηση της ικανότητας των πολιτών,<br />

ως ελεύθερων και ίσων, να έχουν πρόσβαση στο χώρο της πολιτικής επιρροής,<br />

θέτοντας με τον τρόπο αυτό τα θεμέλια για ένα νέο, πολυεπίπεδο «δημοκρατικό<br />

συμβόλαιο».<br />

Για να προκύψει, όμως, μια κοινή ευρωπακή πολιτικότητα είναι επιτακτική<br />

η αποσύνδεση της ευρωπακής ιδιότητας του πολίτη από το εθνικό προαπαιτούμενο<br />

και η εναπόθεσή της σε μια ανεξάρτητη σφαίρα δικαιωμάτων, όπως είναι<br />

η επέκταση του δικαιώματος του εκλέγειν και του εκλέγεσθαι στις εθνικές<br />

εκλογές για τους πολίτες της ΕΕ που διαμένουν μόνιμα σε ένα κράτος-μέλος<br />

άλλο από το δικό τους, το δικαίωμα των ευρωπαίων πολιτών να διεκδικούν δημόσια<br />

αξιώματα στην ευρωπακή επικράτεια, η γενικευμένη εφαρμογή της<br />

Χάρτας των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, και η αναγνώριση πολιτικών δικαιωμάτων<br />

σε υπηκόους τρίτων χωρών που διαμένουν νόμιμα στην ΕΕ. Σε αυτά τα<br />

μέτρα θα μπορούσε να προστεθεί η θέσπιση ενός «βήματος διαλόγου» γύρω<br />

από τα ευρωπακά κοινά, στη μορφή ενδεχομένως μιας Μόνιμης Συνδιάσκεψης<br />

των Πολιτών για την Ευρώπη, ως απάντηση στους υποστηρικτές ενός εσωστρεφούς,<br />

δυσανεκτικού και, εν τέλει, φοβικού, «πατριωτικού συνταγματισμού».<br />

Στόχος εδώ είναι η ανάδυση μιας γνήσια ευρωπακής δημόσιας διαδικασίας,<br />

ενός δημόσιου βήματος έλλογης αντιπαράθεσης βάσει αρχών, το οποίο<br />

θα λειτουργεί ως ένα «δίκτυο πολλαπλών δικτύων». Με άλλα λόγια, ως σύμπραξη<br />

ενεργών πολιτών στη μορφή μιας «δημοκρατίας των ιδεών», 42 ή ως μια<br />

σύγχρονη εκδοχή ενός «Κοινού των Ευρωπαίων», 43 ώστε να αναπτυχτεί μια<br />

42 P. Pettit, «The Many Meanings of “Demos”?», mimeo, University of Crete, June<br />

2005.<br />

43 K. A. Lavdas και D. N. Chryssochoou, «A Republic of Europeans: Civic Unity in Po -<br />

ly cultural Diversity», στο L. Bekemans et al. (επιμ.), Intercultural Dialogue and Citizenship:


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 376<br />

376 ΜΙΧΑΛΗΣ ΤΣΙΝΙΣΙΖΕΛΗΣ – ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΡΥΣΟΧΟΟΥ – ΚΩΝ/ΝΟΣ ΚΟΥΓΙΑΣ<br />

διαδραστική σχέση μεταξύ ίσων και ελεύθερων πολιτών εντός ενός νέου δημοκρατικού<br />

συνόλου.<br />

Ως φορέας δημόσιου πολιτισμού, η ΕΕ θα πρέπει να επενδύσει στη θετική<br />

πρόσληψη των νέων θεσμικών μεταρρυθμίσεων από την ευρωπακή κοινή<br />

γνώμη. Αν και το σύστημα που θα προκύψει από αυτές τις διεργασίες δεν θα<br />

έχει αποκτήσει έναν αυτοτελή πυρήνα πολιτικής κυριαρχίας, σε σύγκριση έστω<br />

με αυτόν που συγκροτεί τη δημοκρατική ταυτότητα των εθνικών πολιτειών,<br />

οφείλει ωστόσο να συμβάλλει στην προσπάθεια για έναν συμμετοχικό ευρωπακό<br />

δημόσιο χώρο με σεβασμό στη δημοκρατική ετερότητα των μερών. Κι<br />

αυτό γιατί η εν λόγω στόχευση αναδεικνύεται, εν τέλει, σε ένα από τα κορυφαία<br />

ζητήματα ελευθερίας και, άρα, ποιοτικών δημόσιων επιλογών, για όσους<br />

επιθυμούν τη συνέχεια αυτής της μοναδικής, ενίοτε «ανήσυχης», μα αναντίρρητα<br />

συναρπαστικής περιπέτειας στην ιστορία των πολιτικών θεσμών.<br />

Αναφορικά τώρα με την προσπάθεια αποτύπωσης μιας συνολικής εικόνας<br />

του γενικού συστήματος στις αρχές του εικοστού πρώτου αιώνα, και μάλιστα με<br />

αναφορά στην προοπτική ανάδειξης ενός τελικού ενοποιητικού προόντος, είναι<br />

δυνατόν να υποστηριχτεί ότι, ακόμη και εάν η νέα Συνθήκη τεθεί τελικά σε<br />

ισχύ, η ευρωπακή συγκρότηση θα εξακολουθεί να αποτελεί ένα υβριδικό πολιτικό<br />

μόρφωμα, στη μορφή μιας συμπολιτειακής νομικοπολιτικής τάξης, αποδίδοντας<br />

συγκεκριμένο περιεχόμενο στην ιδέα της οργανωμένης συναρχίας: στη<br />

συγκρότηση, βάσει της αρχής της πολιτικής συνδιάθεσης, μιας ένωσης μεταξύ<br />

συγκυρίαρχων δρώντων. 44 Ειδικότερα, με την ΕΕ να μην εμφορείται –στο<br />

βαθμό έστω που θα όφειλε– από τη λογική της «φυγής προς τα εμπρός», προβάλλει<br />

η ανάγκη για τη διασφάλιση ενός συνεκτικού θεσμικού ιστού με αυξημένες,<br />

όμως, εγγυήσεις δημόσιας πολιτικής συμμετοχής. Αν στόχος μας είναι η<br />

ενεργή και αποφασιστική συμμετοχή των πολιτών στο δημόσιο βίο της ΕΕ, τότε<br />

προκύπτει ξεκάθαρα η ανάγκη για μια συζήτηση in tandem με τους ευρωπακούς<br />

λαούς, προκειμένου να αναδείξει νέες ποιοτικές επιλογές για το μέλλον<br />

της Ευρώπης ως κοινότητας αξιών και ως νέας (μετα)πολιτειολογικής κατηγορίας.<br />

Αυτό το ιδιότυπο πολιτικό σύστημα επιβεβαιώνει την ανανοηματοδότηση<br />

της ενοποίησης –ως διαδικασίας συνένωσης μεταξύ διακριτών οντοτήτων σε<br />

ένα σύνθετο σύστημα συνδιάθεσης– και τη σύνδεσή της με νέες κατηγορίες<br />

«διακυριαρχικής» οργάνωσης (και πολιτικής ορολογίας), γεφυρώνοντας την<br />

απόσταση ανάμεσα σε όσους προκρίνουν την «κρατική αναλογία» για τη με-<br />

Translating Values into Actions, Marsilio, Venice, 2007.<br />

44 Βλέπε D. N. Chryssochoou, Theorizing European Integration, 2 η έκδοση Routledge,<br />

London, 2009.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 377<br />

ΤΑ ΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΚΗΣ ΣΥΝΔΙΑΘΕΣΗΣ 377<br />

λέτη της ΕΕ και όσων ευνοούν τη μοναδικότητά της. Συνέπεια αυτής της γεφύρωσης<br />

είναι η διερεύνηση της υβριδικής φύσης της ΕΕ και η εστίαση της έρευνας<br />

στην ανάγκη υπέρβασης των συμβατικών πλαισίων ανάλυσης μέσω της εξέτασης<br />

νέων, ακόμη και μετακρατικών ιδιοτήτων. Η νέα αυτή οπτική αναπροσδιορίζει<br />

τον τρόπο με τον οποίο διαπλέκονται μεταξύ τους έννοιες και ερμηνείες<br />

του φαινομένου της διακυβέρνησης, προκειμένου να ανταποκριθούν στις<br />

νέες προκλήσεις γύρω από την κατανόηση, και όχι μόνον ερμηνεία, ενός διευρυμένου<br />

πολιτικού χώρου, ικανού να παράγει διαβούλευση και πολιτική παράλληλα<br />

με το εδαφικό κράτος, και όχι απαραίτητα πέραν αυτού.<br />

Ιδωμένη ως συναρχία, η ευρωπακή πολιτεία δεν συνιστά έναν νέο τύπο<br />

κράτους πέραν ή εις βάρος του εθνικού, ούτε συντείνει σε μια ενιαία, πολλώ<br />

μάλλον υπερκείμενη και ιεραρχικά δομημένη, δημόσια πολιτική εξουσία. Ούτε<br />

ταυτίζεται με μια νέα κυριαρχική συλλογικότητα, κατασκευάζοντας ένα νέο<br />

πολιτικό υποκείμενο αφοσιωμένο σε μια ευρύτερη κανονιστική καθολικότητα.<br />

Η έννοια της συναρχίας θεμελιώνεται σε μια διεθνή συνεργατική κουλτούρα<br />

μεταξύ πολιτειακά διακριτών και ήδη ιστορικά διαμορφωμένων οντοτήτων –<br />

κρατών και δήμων. Αναφέρεται σε μια συμβιωτική σχέση μεταξύ συνεργουσών<br />

πολιτειών με στόχο την ανάδειξη κοινών «τόπων», οι οποίοι θα επιτρέψουν στα<br />

συγκυρίαρχα μέρη να συνασκήσουν την κοινή τους κυριαρχία. Ως μετακρατική<br />

ή ακόμη και μετακυριαρχική εκδοχή, η ΕΕ αποτελεί μια κοινοπραξία κυριαρχιών<br />

ή μια σύμπραξη συγκυρίαρχων, η οποία χαρακτηρίζεται ως μια από τις<br />

πιο ενδιαφέρουσες «στιγμές» της συζήτησης γύρω από το δομικό μετασχηματισμό<br />

του εθνικού κράτους και της σύγχρονης κυριαρχικής κρατικότητας. Κι<br />

αυτό, γιατί η αναδυόμενη «πολιτεία» της ΕΕ έρχεται αντιμέτωπη με το κλασικό<br />

βεστφαλιανό παράδειγμα, αν όχι δόγμα, περί κρατικής κυριαρχίας στην ίδια τη<br />

γενέτειρα του, προτείνοντας μια νέα εκδοχή περί κυριαρχικής συνδιάθεσης. 45<br />

Συνολικά, η απεικόνιση της ΕΕ ως οργανωμένης συναρχίας μπορεί να ιδωθεί<br />

και ως μια νέα καταστατική αποστολή για μια «μετά-το-κράτος» θεώρηση της<br />

πολιτικής.<br />

Συμπερασματικά<br />

Αυτό που απουσιάζει σήμερα από την αισιόδοξη εκδοχή για το μέλλον της<br />

Ευρώπης είναι η κατάθεση συγκεκριμένων προτάσεων με στόχο τον ποιοτικό<br />

μετασχηματισμό της ΕΕ από μια ένωση συγκυρίαρχων κρατών σε μια δημοκρατικά<br />

οργανωμένη –συνεκτική, περιεκτική και πλειοψηφική– πολιτεία, μέσω<br />

45 Δ. Ν. Χρυσοχόου, Η Άδηλος Κυριαρχία, Παπαζήσης, Αθήνα, 2008.


kef03:kef03 06/03/2009 13:59 Page 378<br />

378 ΜΙΧΑΛΗΣ ΤΣΙΝΙΣΙΖΕΛΗΣ – ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΡΥΣΟΧΟΟΥ – ΚΩΝ/ΝΟΣ ΚΟΥΓΙΑΣ<br />

της συγκρότησης κοινών δημοκρατικών «τόπων» με επίκεντρο τον πολίτη και<br />

τον προσδοκώμενο ρόλο του στα ευρωπακά κοινά. Ποικίλες ερμηνείες της εν<br />

εξελίξει θεσμικοπολιτικής κρίσης της ΕΕ δεν συνέδεσαν τα δομικά, και όχι μόνον<br />

τα συγκυριακά, αίτια της γενικευμένης δυσαρέσκειας της ευρωπακής κοινής<br />

γνώμης για τους χειρισμούς των ευρωπακών ηγεσιών γύρω από την παραγωγή<br />

εναλλακτικών θέσεων για το μέλλον της Ευρώπης. Παραθέτοντας τη<br />

θέση του Μανιτάκη ότι «ο εθνικός συνταγματισμός αδυνατεί να παράξει συνταγματικό<br />

πατριωτισμό ή ευρωπακή συλλογική ταυτότητα, όταν δεν συνοδεύεται<br />

και από αντίστοιχες πρακτικές, γενεσιουργές μιας δημόσιας ευρωπακής<br />

σφαίρας», 46 είναι σαφές ότι το βαθύτερο μήνυμα της κρίσης είναι ότι η ΕΕ θα<br />

πρέπει να αρχίσει να διαλέγεται, μετατρέποντας τη συμμετοχή των πολιτών σε<br />

πεδίο δημοκρατικής αμφισβήτησης και διεκδίκησης. Έτσι μπορούμε να φανταστούμε<br />

το μετασχηματισμό της ΕΕ από μια συμπολιτειακής έμπνευσης νομικοπολιτική<br />

τάξη σε μια συντεταγμένη, αυτοδύναμη και πρωτίστως ελεύθερη πολιτειακή<br />

συγκρότηση.<br />

46 Α. Μανιτάκης, «Τα αδιέξοδα της συνταγματοποίησης της ΕΕ και η προοπτική της<br />

μετάβασης από τη “Συγκυριαρχία” των κρατών στη Συναρχία των λαών της Ευρώπης»,<br />

Διεθνής και Ευρωπακή Πολιτική, σελ. 114.


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 379<br />

ΕΝΟΤΗΤΑ ΙV<br />

Εξωτερική Πολιτική και Ασφάλεια


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 380


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 381<br />

21<br />

Η εξωτερική πολιτική, τα εθνικά Θέματα<br />

και η διεθνής θέση της Ελλάδας:<br />

Mια κριτική αποτίμηση*<br />

Δημήτριος Νεζερίτης<br />

Η Ελλάδα, καλώς ή κακώς, συμπεριλαμβάνεται στον συνεχώς μειούμενο<br />

αριθμό κρατών που είναι υποχρεωμένα να ασκούν εξωτερική πολιτική υπό την<br />

παραδοσιακή του όρου αυτού έννοια. Αυτό δεν αποτελεί παραδοξολογία αλλά<br />

αντανακλά την πραγματικότητα. Σήμερα, τα πλείστα κράτη ασκούν εξωτερική<br />

πολιτική όχι αυτοτελώς, αλλά ως ένα παρακλάδι της γενικής εθνικής πολιτικής<br />

τους, κυρίως γιά να προωθήσουν οικονομικά συμφέροντα, να επιπλήξουν αφ’<br />

υψηλού άλλους γιά ανεπάρκειες στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, να<br />

ενισχύσουν την πολιτιστική τους παρουσία σε τρίτες χώρες ή γιά να πάρουν<br />

θέση επί διαφόρων διεθνών προβλημάτων γιά τα οποία διατηρούν ένα ημιπλατωνικό<br />

ή απλώς πλατωνικό ενδιαφέρον. Πλέον ου, στις πλείστες των περιπτώσεων,<br />

η χρησιμοποίηση της εξωτερικής πολιτικής και του εκτελεστικού οργάνου<br />

αυτής, της διπλωματικής υπηρεσίας, για την προάσπιση των λεγομένων<br />

«εθνικών θεμάτων», δηλαδή η χρήση της εξωτερικής πολιτικής γιά τον σκοπό<br />

γιά τον οποίο αρχικά έχει προβλεφθή, αποτελεί privilegium odiosum όλο και<br />

ολιγωτέρων κρατών. Κι’ αυτό γιατί αυτά τούτα τα εθνικά θέματα τείνουν να<br />

εκλείψουν με την βαθμιαία διευθέτηση διαφόρων διεθνών εκκρεμοτήτων –δι-<br />

* Ωρισμένα από αυτά που θα ακολουθήσουν μπορεί να φανούν ότι είναι υπερβολικά<br />

απαισιόδοξα και ότι παρουσιάζουν μίαν υπεράγαν μελανή εικόνα της καταστάσεως<br />

σε ό,τι αφορά την Ελλάδα. Δεν βλάπτει. Συνηθίζουμε τόσο πολύ να ωραιοποιούμε<br />

τα πράγματα στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής, ώστε μία δόσις απαισιοδοξίας μάλλον<br />

ωφελεί. Τουλάχιστον εξισορροπεί τις συνήθεις μεγαλοστομίες που ακούγονται.


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 382<br />

382 ΔΗΜHΤΡΙΟΣ ΝΕΖΕΡIΤΗΣ<br />

μερών ή πολυμερών. Η Ελλάδα, όμως, έχει αρκετά τέτοια θέματα εν εξελίξει.<br />

Γι’ αυτό η εξωτερική πολιτική αποτελεί γιά την χώρα μας παράγοντα πρωταρχικής<br />

σημασίας.<br />

Ιστορικά, η εξωτερική πολιτική υπήρξε, κυρίως προκειμένου περί των μικροτέρων<br />

κρατών, βασικό όργανο προωθήσεως εθνικών επιδιώξεων ή εξασφαλίσεως<br />

προστασίας έναντι επιβουλών τρίτων. Η επιτυχής εφαρμογή μιάς<br />

εξωτερικής πολιτικής προποθέτει ότι το κράτος που την ασκεί έχει στην διάθεσή<br />

του ωρισμένα ισχυρά «χαρτιά». Η πολιτική αυτή δεν ασκείται –και μάλιστα<br />

με προοπτικές επιτυχίας– απλώς και μόνο με την προβολή επιχειρημάτων<br />

περί της ορθότητος των θέσεων εκατέρας των πλευρών. Δεν υπάρχει αντικειμενικός<br />

κριτής ο οποίος θα ακούσει δυο χώρες, δίκην διαδίκων, να ανταλάσσουν<br />

επιχειρήματα, γιά να επιδικάσει στο τέλος το αντικείμενο της διαφοράς στην<br />

μία ή την άλλη πλευρά. Ακόμη λιγώτερο όταν πρόκειται γιά ένα εγχείρημα στο<br />

οποίο η μία πλευρά πρόκειται να πείσει την άλλη υπέρ της ορθότητος των θέσεών<br />

της. Οι βασικές θέσεις δυο χωρών που διαπραγματεύονται γύρω από μία<br />

διαφορά δεν υπόκεινται σε αναθεώρηση μόνο και μόνο επειδή η ετέρα πλευρά<br />

προέβαλε ένα ισχυρό επιχείρημα. Ακόμη πιό περιωρισμένα περιθώρια επιτυχίας<br />

έχει μία πολιτική η οποία επαφίεται στην πεποίθηση ότι μιά και το «δίκαιο»<br />

είναι με το μέρος εκείνου που το επικαλείται, τούτο αρκεί γιά να συγκινήσει<br />

τους τρίτους και να τους κάνει δεκτικούς στο αίτημα ενός κράτους γιά<br />

υποστήριξη. Πρόκειται γιά την κλασσική διάκριση μεταξύ του ελληνικού και<br />

του τουρκικού τρόπου ασκήσεως εξωτερικής πολιτικής: Η Ελλάς προσεγγίζει<br />

τους τρίτους την βοήθεια των οποίων θέλει να εξασφαλίσει και επικαλείται, σε<br />

ό,τι αφορά τις διαφορές της με την Τουρκία, ότι το διεθνές δίκαιο είναι με το<br />

μέρος της –επιχειρηματολογία η οποία συνήθως προκαλεί μία ευγενώς παγερά<br />

αντίδραση. Η Τουρκία, αντιθέτως, αφήνει να εννοηθεί ότι είναι προς το συμφέρον<br />

του συνομιλητού της να την υποστηρίξει –άλλως ότι η μη υποστήριξη μπορεί<br />

να επιφέρει αρνητικές συνέπειες στις οικονομικές και άλλες σχέσεις τής<br />

κατά περίπτωσιν χώρας με την Τουρκία. Η αντίδραση της ετέρας πλευράς είναι,<br />

αναπόφευκτα, σαφώς διάφορος και προς όφελος της Τουρκίας.<br />

Γιά τον λόγο αυτό, προκειμένου να είναι επιτυχής, είναι απαραίτητο η<br />

άσκηση της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής να συνοδεύεται και από άλλους<br />

παράγοντες οι οποίοι την ενισχύουν την και προσδίδουν μείζονα βαρύτητα στις<br />

ελληνικές θέσεις. Η στρατιωτική ισχύς είναι, στην σημερινή μας εποχή, δευτερεύον<br />

στοιχείο, προκειμένου περί χωρών όπως η Ελλάς. Αυτά που έχουν ιδιαιτέρα<br />

βαρύτητα είναι η οικονομική ισχύς και η αξιοπιστία του κράτους, αυτό<br />

που μέ λίγα λόγια θα λέγαμε η σοβαρότης του κράτους. Και στην περίπτωση<br />

αυτή η αυτοαπονομή επαίνων και οι κομπασμοί δεν έχουν την παραμικρή σημασία.<br />

Δεν μετράει π.χ. άν εμείς οι ίδιοι λέμε ότι είμαστε παράγων σταθερότητος<br />

στα Βαλκάνια. Μετράει άν οι τρίτοι μας προσδίδουν τον χαρακτηρισμό


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 383<br />

ΕΞΩΤΕΡΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ Η ΔΙΕΘΝΗΣ ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ 383<br />

αυτό και κυρίως άν οι άλλες βαλκανικές χώρες αποδέχονται, έστω και ενδομύχως,<br />

αυτό.<br />

Μια ανάλυση της θέσεως της Ελλάδος στον κόσμο σήμερα δεν είναι δυνατόν<br />

να γίνει χωρίς μία σύντομη αναδρομή στο παρελθόν –το απώτερο αλλά και<br />

το σχετικά πιό εγγύς. Κι’ αυτό γιατί τα πλείστα των προβλημάτων που έχει σήμερα<br />

η Ελλάδα να αντιμετωπίσει, έχουν τις ρίζες τους στο παρελθόν.<br />

Όταν η χώρα απέκτησε την κρατική της υπόσταση το 1830, ήταν, χωρίς αμφιβολία,<br />

από τα ανεξάρτητα κράτη της Ευρώπης, το πιό φτωχό και το πιό καθυστερημένο.<br />

Η επιβίωσή της εξηρτάτο κυριολεκτικά από την φιλική έναντι αυτής<br />

διάθεση τρίτων κρατών. Δεν ήταν λοιπόν αξιοπερίεργο ότι τα πρώτα ελληνικά<br />

κόμματα, με μία αφοπλιστική ειλικρίνεια, βαπτίσθηκαν με τα ονόματα των<br />

ξένων δυνάμεων πρός τις οποίες έκαστο αυτών προσέκειτο.<br />

Η ύπαρξη κομμάτων με την επωνυμία αγγλικό-γαλλικό-ρωσσικό παρουσιάζεται<br />

συχνά στην Ελλάδα ως σημείο εσχάτου εθνικού ευτελισμού. Δεν νομίζω<br />

ότι η άποψη αυτή, διατυπωμένη εκ του ασφαλούς στο πλαίσιο μιάς Ελλάδος<br />

απείρως ισχυροτέρας εκείνης του πρώτου ημίσεως του δεκάτου ενάτου αιώνος,<br />

είναι δικαιολογημένη. Η Ελλάδα τότε ζούσε από τό επίδομα που της παρείχε ο<br />

πατέρας του Οθωνος, Βασιλεύς Λουδοβίκος της Βαυαρίας –επίδομα που συνέχισε<br />

να καταβάλλει και μετά την αποπομπή του γυιού του. Περιεστοιχίζετο από<br />

μία οθωμανική αυτοκρατορία, πανίσχυρο ακόμη κράτος, η οποία την έβλεπε με<br />

εχθρότητα. Η προσφυγή σε κάποιο τρίτο προστάτη ήταν όχι μόνον αναπόφευκτος<br />

αλλά και επιτακτική. Και βεβαίως, υπό τις συνθήκες αυτές, οι διακρατικές<br />

σχέσεις δεν μπορούσαν να διαμορφωθούν σε επίπεδο ισότητος.<br />

Έτσι, στην πρώτη φάση της ελληνικής παρουσίας στην διεθνή σκηνή, είναι<br />

ένα ελάσσονος σημασίας κράτος, με προσδοκίες όμως και επιδιώξεις επεκτάσεως<br />

στα εδάφη –κυρίως της οθωμανικής αυτοκρατορίας- όπου κατοικούσαν<br />

έλληνες. Η σημασία της διπλωματίας υπό τις συνθήκες αυτές ήταν αυτονόητη: η<br />

Ελλάδα έπρεπε να εξασφαλίσει την υποστήριξη τρίτων, ώστε αφ’ ενός μεν να<br />

μη κινδυνεύσει από την οθωμανική αυτοκρατορία, αφ’ ετέρου δε να μπορεί να<br />

στηρίζεται σ΄αυτούς γιά την προώθηση της δικής της ιρρεδεντιστικής πολιτικής.<br />

Στην πράξη, λόγω διαφορετικών αμέσων προτεραιοτήτων, αλλά και λόγω<br />

της δυναστικής μορφής που είχε τότε εν πολλοίς η άσκηση της εξωτερικής πολιτικής,<br />

περιωρισμένη σημασία δόθηκε στο βασικό όργανο αυτής, το Υπουργείο<br />

Εξωτερικών. Αποκορύφωμα της πολιτικής αυτής ήταν το κλείσιμο των τριών<br />

βασικών ελληνικών πρεσβειών στο εξωτερικό, ελλείψει χρημάτων, το 1862. Οι<br />

όποιες επιτυχίες είχε η Ελλάδα κατα τον δέκατο ένατο αιώνα, δεν ωφείλοντο<br />

τόσο στις δικές της δραστηριότητες, όσο στο ότι τα συμφέροντα της συνέπιπταν<br />

με τα συμφέροντα των ενδιαφερομένων μεγάλων ευρωπακών δυνάμεων. Η<br />

προσάρτηση των Επτανήσων και στη συνέχεια της Θεσσαλίας ήρθαν ως δώρο.<br />

Η αποτροπή της εφαρμογής της Συνθήκης του Αγίου Στεφάνου ωφείλετο στη


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 384<br />

384 ΔΗΜHΤΡΙΟΣ ΝΕΖΕΡIΤΗΣ<br />

άρνηση της Μεγ. Βρεταννίας να δεί την Ρωσσία, έστω και μέσω παρενθέτου<br />

κράτους, να εξέρχεται στην Μεσόγειο. Η ανώδυνος κατάληξη του καταστρεπτικού<br />

πολέμου του 1896 ωφείλετο και πάλι στην άρνηση των δυτικών να αποδεχθούν<br />

επανεπέκταση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.<br />

Αν θέλει κανείς να θέσει ένα ορόσημο γιά να εντοπίσει την στιγμή κατά την<br />

οποία η Ελλάδα παύει να είναι ένα ασήμαντο προβληματικό κράτος της νοτιοανατολικής<br />

Μεσογείου και εμφανίζεται σαν μία σοβαρή μεσαία Δύναμις, αυτό<br />

πρέπει να είναι οι Βαλκανικοί Πόλεμοι. Η εποχή αυτή είναι η κρίσιμη στιγμή<br />

κατά την οποία η Ελλάδα αναπτύσσει το πολύπτυχο που απαιτείται γιά την<br />

προώθηση της δικής της πολιτικής, σε αντιδιαστολή με την μοιρολατρική παρακολούθηση<br />

των εξελίξεων: ικανή στρατιωτική ισχύς – έντονη διπλωματική παρουσία<br />

και προώθηση συμμαχιών – πολιτικές προσωπικότητες με κύρος στο<br />

εξωτερικό που μπορούν να προωθήσουν πειστικά τις θέσεις της Ελλάδος. Και<br />

είναι γεγονός ότι η σημασία της παρουσίας και της δραστηριότητος του Ελευθερίου<br />

Βενιζέλου δεν μπορούν να υπερτιμηθούν. Ο Βενιζέλος άσκησε γιά<br />

πρώτη φορά ενεργό εξωτερική πολιτική και απέδωσε και μείζονα σημασία<br />

στην οργάνωση, την στελέχωση και την καλή λειτουργία του Υπουργείου Εξωτερικών.<br />

Είναι η εποχή που η Ελλάδα, γιά πρώτη φορά διαθέτει μία πολιτική προσωπικότητα<br />

με μείζον κύρος στο εξωτερικό. Αυτή η προσωπικότης, ενισχυμένη<br />

από μία καλά λειτουργούσα εξωτερική υπηρεσία, παρέσχε ανεκτίμητη ισχύ<br />

στις ελληνικές θέσεις. Αν συνυπολογίσει κανείς και την πτυχή της δυναστικής<br />

διπλωματίας –η αρχαιότης του Γεωργίου Α΄ μεταξύ των Ευρωπαίων Βασιλέων<br />

και οι εξ αγχιστείας δεσμοί του Διαδόχου Κωνσταντίνου με τον Γερμανό Αυτοκράτορα,<br />

που εξασφάλισαν στη Ελλάδα την Καβάλλα– βλέπουμε ότι η Ελλάδα<br />

την εποχή εκείνη ήταν διπλωματικώς ισχυροτάτη, μία ισχύς που παρέμεινε όχι<br />

μόνον αμείωτος αλλά και συνεχώς αυξανομένη μέχρι την εποχή της θνησιγενούς<br />

Συνθήκης των Σεβρών.<br />

Η Συνθήκη της Λωζάννης σημαίνει το τέλος των εθνικών προτεραιοτήτων<br />

της Ελλάδος όπως αυτές είχαν διαμορφωθεί από της καταβολής του ελληνικού<br />

κράτους. Έκτοτε, οι στόχοι της ελληνικής διπλωματίας μεταβάλλονται και δείχνουν<br />

να ομοιάζουν με εκείνους άλλων χωρών. Η προσέγγιση αυτή είναι όμως<br />

εν πολλοίς φαινομενική. Η Ελλάδα, στο διάστημα μέχρι του δευτέρου Παγκοσμίου<br />

Πολέμου, αντιμετωπίζει πρόβλημα ισορροπίας στις σχέσεις της με τις<br />

επεκτατικές δυνάμεις, Ιταλία και Γερμανία, αφ΄ενός και με τους παραδοσιακούς,<br />

παγίους συμμάχους της, Αγγλία και Γαλλία, αφ’ ετέρου, προσπαθώντας<br />

να μην ενοχλήσει τους μέν, χωρίς όμως και να αποξενωθεί από τους δε. Η ελληνική<br />

εξωτερική πολιτική καλείται επίσης να αντιμετωπίσει τις μεταπολεμικές<br />

ελληνοτουρκικές σχέσεις, με πλήρη συνείδηση του γεγονότος –από ελληνικής<br />

τουλάχιστον πλευράς– ότι ο φάκελλος «ελληνική επέκταση σε πατροπαράδοτα


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 385<br />

ΕΞΩΤΕΡΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ Η ΔΙΕΘΝΗΣ ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ 385<br />

ελληνικά εδάφη» έχει οριστικά κλείσει σε ό,τι αφορά την Τουρκία και ότι αυτό<br />

που προέχει είναι η ειρηνική συμβίωση με ένα γείτονα που αποδεικνύεται με<br />

την πάροδο του χρόνου όλο και ισχυρότερος και με αυξανομένη νοσταλγία γιά<br />

το αυτοκρατορικό του παρελθόν. Η βαθμιαία αναστροφή της διμερούς σχέσεως<br />

–να είναι πλέον δηλαδή η Τουρκία εκείνη που αισθάνεται ότι έχει λαμβάνειν<br />

από την Ελλάδα– μόλις έχει αρχίσει και συνεχίζεται με αύξουσα ένταση<br />

μέχρι και επί των ημερών μας.<br />

Ειπώθηκε στην αρχή ότι η Ελλάδα συμπεριλαμβάνεται μεταξύ των χωρών<br />

εκείνων που αντιμετωπίζουν προβλήματα εξωτερικής πολιτικής, υπό την παραδοσιακή<br />

του όρου έννοια. Θα μπορούσε να προβάλει κανείς ότι ή ένταξη της<br />

στο ΝΑΤΟ έλυσε μεταπολεμικά το πρόβλημα ασφαλείας της χώρας και συνεπώς<br />

δεν είχαμε πλέον να αντιμετωπίσουμε παρά προβλήματα οικονομικής αναπτύξεως<br />

και τα συναφή, έχοντας εξασφαλισμένα τα σύνορά μας. Αυτό βεβαίως<br />

μπορούσε να ισχύσει γιά χώρες όπως η Νορβηγία καί τό Βέλγιο, αλλά με την<br />

Ελλάδα τα πράγματα ήσαν διαφορετικά. Ιστορικοί, γεωγραφικοί και συναισθηματικοί<br />

παράγοντες ωδήγησαν ώστε σήμερα να αντιμετωπίζουμε ένα σύμπλεγμα<br />

τριών εθνικών θεμάτων, άλλα περισσότερο, άλλα λιγώτερο πιεστικά,<br />

όλα όμως των οποίων είναι δυνάμει επικίνδυνα και απασχολούν –ή πρέπει να<br />

απασχολούν– σοβαρά την εξωτερική πολιτική της χώρας.<br />

Η Ελλάδα, λίγα χρόνια μετά την λήξη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου<br />

και μετά το τέλος της καταστρεπτικής εσωτερικής διαμάχης και ενώ μόλις άρχιζε<br />

την βραδεία οδό της οικονομικής ανασυγκροτήσεως, βρέθηκε να αντιμετωπίζει<br />

ένα σοβαρώτατο πρόβλημα εξωτερικής πολιτικής, το Κυπριακό. Οι συνέπειες<br />

ήταν καταλυτικές. Δεν υπάρχει άλλο πρόβλημα τό οποίο να επηρέασε<br />

την ελληνική πολιτική ζωή και τις εξωτερικές σχέσεις της χώρας στο βαθμό<br />

στον οποίο τις επηρέασε το Κυπριακό<br />

΄Οπως ειπώθηκε ανωτέρω έχουμε την κακή συνήθεια να αξιολογούμε τα<br />

μείζονα θέματα που αντιμετωπίζουμε υπό το πρίσμα «δίκαιο-άδικο». Έχουμε<br />

δίκιο στο Κυπριακό; Αναμφιβόλως, έχουμε. Κατόπιν αυτού ξεκινούμε τον<br />

αγώνα τόν καλόν και μένουμε κατάπληκτοι όταν στον αγώνα αυτό βρισκόμαστε<br />

μόνοι. Ειδικώτερα γιά το Κυπριακό, κανείς δεν πρέπει να παραγνωρίζει το<br />

γεγονός ότι ο ίδιος ο Ελευθέριος Βενιζέλος, αν και στα παρασκήνια των Βερσαλλιών<br />

αγωνίσθηκε με κάθε τρόπο να εξασφαλίσει την Κύπρο, όταν είδε ότι<br />

τούτο ήταν ανέφικτο, εγκατέλειψε την προσπάθεια, θεωρώντας προφανώς ότι<br />

η συγκρουσιακή πολιτική με την αποικιακή δύναμη δεν θά απέδιδε τίποτε. Και<br />

όχι μονο αυτό, αλλά απέτρεψε και την εν συνεχεία έγερση του Κυπριακού θέματος.<br />

Αυτό δεν σημαίνει ότι η συγκρουσιακη πολιτική πρέπει οπωσδήποτε να<br />

αποφεύγεται. Σημαίνει όμως ότι δεν μπορούμε να ξεκινάμε μία επιθετική πολιτική<br />

όταν στερούμεθα σοβαρών συμμάχων. Και στο Κυπριακό, όχι μόνο εστε-


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 386<br />

386 ΔΗΜHΤΡΙΟΣ ΝΕΖΕΡIΤΗΣ<br />

ρούμεθα συμμάχων, όχι μόνο το θέμα ηγέρθη σε μιά εποχή που η Βρεταννία<br />

ήταν ακόμη ισχυρή και τα αποαποικιοποιηθέντα κράτη ελάχιστα, αλλά και οι<br />

πλείστοι εξ εκείνων που μας «υπεστήριζαν», όπως η Σοβιετική ΄Ενωσις, το έκαναν<br />

γιά τους δικούς τους λόγους και ειδικώτερα για να ενσπείρουν ζιζάνια<br />

στους κόλπους της Δυτικής Συμμαχίας.<br />

Η εξέλιξη του Κυπριακού και, κυρίως, η έλλειψη ενιαίας και σταθερής πανεθνικής<br />

γραμμής επ’ αυτού, είχε πολλαπλές αρνητικές συνέπειες. Διευκόλυνε<br />

την ΄Αγκυρα να επιταχύνει και να ολοκληρώσει τα πάγια σχέδιά της γιά πλήρη<br />

αποπομπή του ελληνισμού από την Τουρκία. Απεξένωσε μεγάλο τμήμα του ελληνικού<br />

λαού από τη Δύση, γιατί καλλιεργήθηκε –καλώς ή κακώς, δεν έχει σημασία–<br />

η εντύπωση ότι η Δύση είναι εναντίον μας και ότι μεταξύ Ελλάδος και<br />

Τουρκίας η Δύση θα επιλέξει πάντοτε την Τουρκία. Έτσι, είχαμε έκτοτε τα<br />

πρώτα σπέρματα του αντιαμερικανισμού τα οποία στη συνέχεια ανδρώθηκαν<br />

μέχρι σημείου ώστε η Ελλάδα να είναι σήμερα εκ των πλέον αντιαμερικανικών<br />

χωρών στην Ευρώπη.<br />

Τα ανωτέρω ίσως να μη είχαν την σημασία που απέκτησαν αν η υπόθεση<br />

της Κύπρου είχε αφεθεί να εξελιχθεί ομαλά και άν είχε δοθεί στις Συμφωνίες<br />

Ζυρίχης-Λονδίνου η ευκαιρία να αποδείξουν αν ήσαν σε θέση να λειτουργήσουν,<br />

παρά τα εγγενή σοβαρά μειονεκτήματά τους. Η μετατροπή όμως ενός μεγίστου<br />

θέματος εξωτερικής πολιτικής σε θέμα ελληνικής εσωτερικής πολιτικής,<br />

η συνεχής μεταβολή της ελληνικής γραμμής επί του Κυπριακού, ανάλογα με την<br />

Κυβέρνηση που ήταν στην εξουσία, η άκαιρος έγερση του θέματος της τροποποιήσεως<br />

του Κυπριακού Συντάγματος και, βεβαίως, οι πάγιες τουρκικές επιδιώξεις,<br />

πάντοτε εις άγραν ευκαιριών, απέτρεψαν τούτο. Παρέλκει να αναφέρει<br />

κανείς το ανεκδιήγητο προδοτικό πραξικόπημα, οι συνέπειες του οποίου<br />

είναι πάντα μαζί μας, το πραξικόπημα το οποίο προκάλεσε την σημερινή κατάσταση,<br />

την οποίαν ο κυπριακός ελληνισμός εξακολουθεί, εις πείσμα πολλών,<br />

να αγωνίζεται να αναστρέψει. ΄Ετσι, πενηνταπέντε χρόνια μετά την αρχική<br />

έγερσή του, το Κυπριακό εξακολουθεί να αποτελεί μείζον πρόβλημα που απασχολεί<br />

συνεχώς την Ελλάδα.<br />

Οι σχέσεις με την Τουρκία αποτελούν ένα ακόμη θέμα –εθνικό, γιατί αφορά<br />

θέματα εθνικής κυριαρχίας– που από δεκαετίες απασχολεί την Ελλάδα, χωρίς<br />

προοπτική επιλύσεως στο προβλεπτό μέλλον. Είναι ένα σύμπλεγμα προβλημάτων<br />

και τουρκικών αυθαιρέτων επιδιώξεων γιά την δημιουργία των οποίων η<br />

Ελλάς δεν φέρει ευθύνη. Αποτέλεσμα της μεταξύ των δύο χωρών υφισταμένης<br />

εντάσεως είναι ότι η κατάσταση αυτή αποδυνάμωσε το αίσθημα ασφαλείας που<br />

θά έπρεπε να υφίσταται στην Ελλάδα λόγω της εντάξεως στο ΝΑΤΟ.<br />

Το αδύνατό μας σημείο, σε σχέση με την τουρκική τακτική, είναι τό γεγονός<br />

ότι η πολιτική μας έναντι της Τουρκίας μετεβλήθη κατ΄επανάληψιν, αναλόγως<br />

της κυβερνήσεως η οποία ήτο εις την εξουσίαν. Το ευμετάβλητο των ελληνικών


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 387<br />

ΕΞΩΤΕΡΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ Η ΔΙΕΘΝΗΣ ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ 387<br />

θέσεων σε θέματα τακτικής έναντι της γρανιτώδους συμπεριφοράς των τούρκων,<br />

οπωσδήποτε δεν διηυκόλυνε την θέση μας. Για να διαπιστώσει κανείς του<br />

λόγου το αληθές δεν έχει παρά να διατρέξει τις, αναλόγως των εκάστοτε κυβερνήσεων,<br />

ή των εκάστοτε διαθέσεων, μεταβολές της πολιτικής μας έναντι της<br />

Τουρκίας από της αποκατάστασεως της δημοκρατίας και στην συνέχεια. Συγκεκριμένα:<br />

Μέχρι το 1981, ανεπιτυχείς προσπάθειες εξευρέσεως λύσεως στα προβλήματα<br />

μέσω συνομιλιών.<br />

Μεταξύ 1981-1987, καμμία απολύτως επαφή με την Τουρκία, σαν να μην<br />

υπήρχε αυτός ο γείτονας πλά μας.<br />

Την διετία 1987-1989, το Νταβός με προσπάθεια εξευρέσεως κοινών σημείων<br />

και εν συνεχεία το mea culpa.<br />

Μεταξύ 1990-1993, κάποιες διστακτικές επαφές και σχετική ύφεση στην<br />

ένταση.<br />

Στην συνέχεια, 1993-1995, πολύ περιωρισμένο ενδιαφέρον, μιά και η κυρία<br />

ενασχόληση μας ήταν με το Γιουγκοσλαυικό.<br />

Την τετραετία 1995-1999 έχουμε μία εποχή συνεχών κρίσεων και ως επακόλουθο,<br />

απόλυτη ελληνική άρνηση στην προώθηση της ευρωπαικής προοπτικής<br />

της Τουρκίας.<br />

Τέλος, από το 1999 μέχρι σήμερα, ανατροπή της πολιτικής μας, ύφεση και<br />

πλήρη υποστήριξη της ευρωπακής αυτής προοπτικής, μέχρι σημείου να θεωρούμεθα<br />

βασιλικώτεροι του Βασιλέως, με ωρισμένες μάλιστα εκρήξεις αφάτου<br />

φιλοτουρκισμού. Τα συμπεράσματα βγαίνουν από μόνα τους.<br />

Από τουρκικής πλευράς, η στάση της Αγκύρας παρέμεινε πάντα αμετακίνητος.<br />

Σε ωρισμένες περιπτώσεις, ανάλογα με την ιδιοσυγκρασία του συνομιλητού,<br />

οι τόνοι ήσαν ηπιώτεροι των συνήθων, αλλά η ουσία παρέμενε η ιδία. Η<br />

ετικέττα στο μπουκάλι μπορεί νά άλλαζε, αλλά το κρασί ήταν πάντοτε το ίδιο.<br />

Δεν είναι του παρόντος να αναπτυχθή –και είναι αμφίβολο άν χρειάζεται καν–<br />

γιατί και πώς η σταθερά πολιτική αυτή απέφερε σημαντικά διαπραγματευτικά<br />

οφέλη στην Τουρκία.<br />

Το τρίτο ζήτημα το οποίο μας απασχολεί είναι πολύ πιό πρόσφατο και<br />

αφορά την διάλυση της Γιουγκοσλαυίας και τις συνέπειες της. Βεβαίως το θέμα<br />

της ΠΓΔΜ είναι γιά μας πρωταρχικής σημασίας, αλλά σοβαρές επιπτώσεις γιά<br />

μας έχει και ή υπόθεση του Κοσσυφοπεδίου, η ανακήρυξη της ανεξαρτησίας<br />

του οποίου και η αναγνώρισή της από αρκετές –όχι ασήμαντες– χώρες αποτελεί<br />

γιά μάς ένα δυνάμει επικίνδυνο προηγούμενο. Για το σύμπλεγμα των θεμάτων<br />

που ανέκυψαν από την διάλυση της Γιουγκοσλαυίας, αρκεί να πεί κανείς<br />

ότι τα πρώτα χρόνια της κρίσεως στην Ελλάδα η πολιτική της ηγεσία, ο κλήρος<br />

και ο λαός έκαναν ό,τι μπορούσαν γιά να απομονώσουν διεθνώς την χώρα μας<br />

και να της στερήσουν τις όποιες συμπάθειες θα μπορούσε να αντλήσει. Η τυ-


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 388<br />

388 ΔΗΜHΤΡΙΟΣ ΝΕΖΕΡIΤΗΣ<br />

φλή και άκριτη υποστήριξή μας προς ο,τιδήποτε το σερβικό, η παραγνώριση<br />

των αγριοτήτων, η παράλογη ταύτισή μας με την πλευρά η οποία διεθνώς είχε<br />

θεωρηθεί υπεύθυνος γιά τις εξελίξεις, η «ανακάλυψη» του ό,τι η θρησκευτική<br />

ταυτότης πρέπει να σημαίνει και αμέριστη από εμάς υποστήριξη, όλα αυτά μας<br />

προκάλεσαν μεγάλη ζημιά στο διεθνές επίπεδο.<br />

Το θέμα που προέκυψε από την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας της «Δημοκρατίας<br />

της Μακεδονίας» αντιμετωπίσθηκε ευθύς εξ αρχής από εμάς κατά<br />

τρόπο ανεπαρκή. Υπήρξε μία προβολή και εμμονή στην συναισθηματική πτυχή<br />

του θέματος, αντί να συγκεντρωθούν οι προσπάθειές μας στην υπογράμμιση<br />

των επεκτατικών διαθέσεων του γείτονος και στις αποσταθεροποιητικές συνέπειες<br />

που είχε η απ’αυτόν χρήση του όρου «Μακεδονία». Ακόμη και η χρήση<br />

αφειδώς του όρου «αλυτρωτισμός», αντί του ορθού «επεκτατισμός», γιά την πολιτική<br />

των Σκοπίων ήταν –για να μη χρησιμοποιήσω βαρυτέρα έφραση– όλως<br />

εσφαλμένη, γιατί δημιουργούσε την εντύπωση ότι υπήρχε τμήμα του πληθυσμού<br />

της Ελλάδος πρός «απελευθέρωση». ΄Ολα αυτά, σε συνδυασμό με τις αρνητικές<br />

προδιαθέσεις που είχε προκαλέσει ο άκρατος και άκριτος φιλοσερβισμός<br />

μας, είχαν σαν αποτέλεσμα τα επιχειρήματα μας να πίπτουν εις ώτα μη<br />

ακουόντων. Και όταν επετεύχθη –δεν ξέρω αν αυτός όρος είναι σωστός– η ενδιάμεσος<br />

συμφωνία, επεκράτησε ένας εφησυχασμός, με όλη την προσπάθειά<br />

μας να περιορίζεται στις στείρες συνομιλίες περί του ονόματος, ενώ θά έπρεπε<br />

να συνεχίζονται παράλληλα αμείωτες οι ενέργειες για την αποτροπή των αναγνωρίσεων<br />

«με το συνταγματικό όνομα». Αντιθέτως, οι αρχές των Σκοπίων κυριολεκτικά<br />

«αλώνιζαν» διεθνώς και συνεκέντρωναν αναγνωρίσεις ως «Δημοκρατία<br />

της Μακεδονίας». Έτσι, καταλήξαμε στην σημερινή κατάσταση και<br />

χρειάσθηκε να γίνει χρήση του εσχάτου όπλου της αρνησηκυρίας ώστε να αποτραπούν<br />

τα χείριστα.<br />

Η εξωτερική πολιτική μιας σύγχρονης χώρας πρέπει να είναι ταυτόχρονα και<br />

επιθετική και αμυντική. Τι εννοούμε με τους όρους αυτούς; Επιθετική είναι όταν<br />

δρά και δεν περιορίζεται στο να αντιδρά. Είναι όταν είναι σε θέση να προβάλλει<br />

πρωτοβουλίες, ιδεωδώς γενικωτέρου και όχι στενά εθνικού ενδιαφέροντος. Παραδείγματος<br />

χάριν, μία χώρα-μέλος της Ευρωπακής Ενώσεως (ΕΕ) να προωθεί<br />

στο ευρωπαικό πλαίσιο, μόνη της ή σε συνεργασία με άλλα κράτη-μέλη, πρωτοβουλίες<br />

που αντανακλούν ένα γενικώτερο ενδιαφέρον για τα κοινά. Επιθετική<br />

είναι η εξωτερική πολιτική όταν είναι σε θέση να προτείνει και να συμβάλλει<br />

στην επίλυση διαφόρων διεθνών προβλημάτων. Προσοχή: να συμβάλλει πραγματικά,<br />

όχι απλώς να εκπέμπει πομφόλυγες για λόγους περιστασιακής αυτοπροβολής<br />

και εσωτερικής καταναλώσεως. ΄Οταν ο άλλοτε γερμανός Υπουργός Εξωτερικών<br />

Fischer είχε ερωτηθεί αν η Γερμανία σχεδίαζε να αναλάβει κάποια πρωτοβουλία<br />

γιά την επίλυση του Μεσανατολικού, είχε απαντήσει με υποδειγματική<br />

ειλικρίνεια ότι κάτι τέτοιο ήταν πέραν των δυνατοτήτων της.


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 389<br />

ΕΞΩΤΕΡΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ Η ΔΙΕΘΝΗΣ ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ 389<br />

Αμυντική είναι η εξωτερική πολιτική μιάς χώρας όταν χρειάζεται να αντιμετωπίζει<br />

στο διεθνές επίπεδο προβλήματα στα οποία εμπλέκεται η ίδια και τα<br />

οποία έχουν προκύψει από πρωτοβουλίες άλλων. Είναι δυστυχώς γεγονός ότι η<br />

Ελλάς έχει να αντιμετωπίσει, όπως αναφέρθηκε, πληθώρα τέτοιων προβλημάτων,<br />

με αναπόφευκτη συνέπεια η ενασχόληση με αυτά να περιορίζει τις δυνατότητες<br />

της να δραστηριοποιείται σε άλλα θέματα, η συμβολή μας στην επίλυση<br />

των οποίων θα μπορούσε να αυξήσει το κύρος της χώρας μας διεθνώς.<br />

Η Ελλάδα συχνά τονίζει ότι η ιδιότης της ως μέλους της ΕΕ και του ΝΑΤΟ<br />

της προσδίδει ιδιαίτερες δυνατότητες γιά να διαδραματίσει σημαίνοντα ρόλο<br />

στην περιοχή μας. ΄Αλλοτε εμμέναμε στο ότι είμαστε η μόνη χώρα των Βαλκανίων<br />

με την διπλή αυτή ιδιότητα. Τούτο δεν ισχύει πλέον, μιά και η Βουλγαρία<br />

και η Ρουμανία είναι και αυτές μέλη αμφοτέρων των Οργανισμών. Το ερώτημα<br />

είναι, αφ’ ενός μεν κατα πόσον η ιδιότης αυτή του μέλους μας προσδίδει όντως<br />

αυτές τις μείζονες δυνατότητες στην διαμόρφωση και την προώθηση της πολιτικής<br />

μας και, κατ’ επέκτασιν, του κύρους της χώρας διεθνώς, αφ’ ετέρου δε άν,<br />

σε καταφατική περίπτωση, μπορέσαμε ή μπορούμε να τις αξιοποιήσουμε.<br />

Σε ό,τι αφορά το ΝΑΤΟ, νομίζω ότι ελάχιστα μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε<br />

την συμμετοχή μας σαν μέσο προωθήσεως πολιτικών μας στόχων. Γιά<br />

πολλά χρόνια η παρουσία μας στην Συμμαχία εθεωρείτο, τουλάχιστον ενδομύχως,<br />

σαν ένα αναγκαίο κακό, δηλαδή ότι πρέπει να συμμετέχουμε, μιά και συμμετέχει<br />

η Τουρκία. Παράλληλα, η Ελλάδα επί σειράν ετών διαφωνούσε ριζικά<br />

–φραστικά τουλάχιστον- με ωρισμένες θέσεις της Συμμαχίας, εκφράζοντας την<br />

διαφωνία αυτή με αστερίσκους και υποσημειώσεις. Οι αστερίσκοι αυτοί καμμία<br />

πρακτική σημασία δεν είχαν σε ότι αφορούσε την ισχύ των αποφασιζομένων.<br />

Δημιουργούσαν όμως στούς τρίτους ασχολουμένους με το ΝΑΤΟ, την εικόνα<br />

μιάς Ελλάδος η οποία δεν συμμεριζόταν βασικούς στόχους της Συμμαχίας.<br />

Εξ ου και το κύρος ή το λέγειν μας εντός αυτής υπήρξε άκρως περιωρισμένο.<br />

Ακόμη και όταν η αρνητική πολιτική αυτή εξεμέτρησε το ζην και η Ελλάς<br />

άρχισε να συνεργάζεται ομαλά στο πλαίσιο της Συμμαχίας, ναι μεν σταμάτησε<br />

η βαθυτάτη ενόχληση έναντι μας, αλλά πάντοτε υπήρχε η ενδόμυχος εντύπωση<br />

ότι η Ελλάδα ήταν ένας σύμμαχος που συνεργαζόταν με μισή καρδιά.<br />

Ένα μέρος των ελληνικών επιφυλάξεων έναντι του ΝΑΤΟ ωφείλετο στην<br />

ευρύτατα διαδεδομένη αντίληψη ότι η Συμμαχία απέκλινε σοβαρά υπέρ των<br />

τουρκικών θέσεων. Παραλλήλως, το αντιδυτικό και κατ’ επέκτασιν το αντιαμερικανικό<br />

πνεύμα καλλιεργήθηκε συστηματικά και με μεγάλη επιτυχία στο εσωτερικό<br />

της χώρας. Όχι μόνον από εκείνους από τους οποίους κανείς ευλόγως<br />

θα ανέμενε μία τέτοια στάση, αλλά και από υποτιθεμένους υπευθύνους, οι<br />

οποίοι είτε, στην καλύτερη περίπτωση, ηνήχοντο εκδηλώσεις πρωτογόνου και<br />

χυδαίου αντιαμερικανισμού («δίκη» Clinton στο Σύνταγμα και ανοχή στην


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 390<br />

390 ΔΗΜHΤΡΙΟΣ ΝΕΖΕΡIΤΗΣ<br />

ανάρτηση πανώ στην Ακρόπολη εναντίον τής εν συνεχεία ματαιωθείσης επισκέψεως<br />

του Powell) είτε ασκούσαν οι ίδιοι βιαιοτάτη αντιαμερικανική κριτική,<br />

με την πρόφαση ότι αυτή ησκείτο υπό την κομματική και όχι την κυβερνητική<br />

τους ιδιότητα.<br />

Η αντινατοκή αυτή τοποθέτηση συνδυάσθηκε, όπως αναφέρθηκε, με την<br />

ευρύτατα διαδεδομένη στην Ελλάδα αντιαμερικανική διάθεση. Η αντίληψη ότι<br />

οι ΗΠΑ είναι ουσιαστικά η πηγή και η αιτία κάθε κακού, καλλιεργήθηκε τόσο<br />

έντεχνα ώστε π.χ. η αναγνώριση από την Ρωσία και την Σερβία της ΠΓΔΜ ως<br />

«Δημοκρατίας της Μακεδονίας» πέρασε χωρίς την παραμικρή αντίδραση ενώ<br />

η αντίστοιχη αναγνώριση από τις ΗΠΑ προκάλεσε θύελλα διαμαρτυριών. Αποτέλεσμα<br />

είναι ότι γιά οποιοδήποτε πρόβλημα, διεκδίκηση κ.λπ., έχουμε την πατροπαράδοτη,<br />

πλέον, πορεία προς την αμερικανική Πρεσβεία, με βαθμιαίως<br />

μειουμένη, ενδεχομένως, συμμετοχή κόσμου αλλά με το πολιτικό αντιαμερικανικό<br />

μήνυμα να διατυπώνεται πάντοτε ηχηρά. Ούτε είναι βάσιμο επιχείρημα το<br />

ότι αυτά δεν έχουν τόση σημασία, μιά και σε διακυβερνητικό επίπεδο οι σχέσεις<br />

εξελίσσονται πολύ καλά. Τούτο μπορεί να ισχύει, αλλά η εντύπωση που<br />

προκαλείται είναι ότι ενδέχεται μεν η οποιαδήποτε Κυβέρνηση να επιθυμεί την<br />

συνεργασία με τις ΗΠΑ, πλήν όμως ο ελληνικός λαός είναι εντόνως αντιαμερικανικός.<br />

Αυτό που δεν συνειδητοποιούμε πολλές φορές είναι η ισχύς των υπαλλήλων<br />

μεσαίου βαθμού, κυρίως προκειμένου περί μεγάλων χωρών, στις οποίες οι<br />

«υψηλά ιστάμενοι» ουδόλως ασχολούνται με λεπτομέρειες όπως η μελέτη των<br />

φακέλλων. Μπορεί σε υπουργικό π.χ. επίπεδο οι διακρατικές σχέσεις να είναι<br />

καλές. Αν όμως ο μέσος υπάλληλος βομβαρδίζει τους προσταμένους του με<br />

αρνητικές εκθέσεις γιά την Ελλάδα, υποκινούμενος, σε μεγάλο βαθμό, από δυσφορία<br />

γιά όσα ακούει καθημερινώς κατά της χώρας του, τότε και οι καλύτερες<br />

σχέσεις σε ανώτερο επίπεδο δεν αρκούν γιά να αντιμετωπίσουν την συστηματική<br />

εκ των κάτω υπονόμευση.<br />

Υπό τις συνθήκες αυτές είναι προφανές ότι η Ελλάδα έχει πολύ περιωρισμένα<br />

περιθώρια να αξιοποιήσει την συμμετοχή της στο ΝΑΤΟ γιά να ενισχύσει<br />

διεθνώς την θέση της. Είναι βέβαια αναμφισβήτητο ότι υπάρχουν και αντικειμενικές<br />

δυσχέρειες γιά μιά τέτοια αξιοποίηση. Η ανάγκη διατηρήσεως υψηλού<br />

επιπέδου αμύνης έναντι της Τουρκίας περιορίζει τις δυνατότητές μας συμμετοχής<br />

με μάχιμες μονάδες –αν, βεβαίως, κάτι τέτοιο ήταν επιθυμητό– στις δυνάμεις<br />

του ΝΑΤΟ π.χ. στο Αφγανιστάν, ή στην διάθεση οπλικών συστημάτων<br />

τα οποία χρειάζονται εκεί οι συμμαχικές δυνάμεις. Όλα αυτά περιορίζουν τις<br />

ενδοσυμμαχικές δυνατότητές μας. Και πάντως δεν μας αφήνουν πολλά περιθώρια<br />

αξιοποιήσεως της συμμετοχής μας.<br />

Τα πράγματα σε ότι αφορά την παρουσία μας στην ΕΕ είναι ευτυχώς διαφορετικά.<br />

Και εκεί υπήρξε μία περίοδος στις αρχές της δεκαετίας του ΄80, κατά


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 391<br />

ΕΞΩΤΕΡΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ Η ΔΙΕΘΝΗΣ ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ 391<br />

την οποία η Ελλάς ήταν κυριολεκτικά το «μαύρο πρόβατο» της τότε ΕΟΚ. Η<br />

διαφοροποίηση των ελληνικών θέσεων από τις κοινοτικές σε μείζονος σημασίας<br />

θέματα που αφορούσαν την διεθνή παγκόσμιο τάξη όπως η κατάρριψη του<br />

κορεατικού αεροπλάνου και η δικτατορία Jaruzelski στην Πολωνία δεν διευκόλυναν<br />

την συνεργασία ούτε προώθησαν την εμπιστοσύνη των Κοινοτικών εταίρων<br />

προς την Ελλάδα. Αντίθετα, καλλιέργησαν την εντύπωση ότι η Ελλάς ήταν,<br />

εν τινι μέτρω, ξένο σώμα που δεν συμμεριζόταν τις αξίες της Ευρώπης –και ως<br />

γνωστόν η ΕΟΚ και η εν συνεχεία ΕΕ είναι πρωτίστως μία κοινωνία αξιών.<br />

Όσοι έλληνες διπλωμάτες είχαν να ασχοληθούν την εποχή αυτή με την διαμόρφωση<br />

κοινών θέσεων στο πλαίσιο της ΕΟΚ θυμούνται καλά το πνεύμα δυσπιστίας<br />

που είχαν να αντιμετωπίσουν.<br />

Ευτυχώς η κατάσταση άλλαξε από τις αρχές της δεκαετίας του ΄90. Οι εν συνεχεία<br />

κυβερνήσεις συνεργάσθηκαν σοβαρά με την ΕΕ, όχι υπό την έννοιαν<br />

της παθητικής συμφωνίας με τη γνώμη της πλειοψηφίας, αλλά σαν ομόφρονα<br />

μέλη τα οποία δεν περιώριζαν την συμμετοχή τους στα θέματα ιδιαιτέρου ελληνικού<br />

ενδιαφέροντος –οπότε οι θετικές επιπτώσεις θα ήσαν κατ’ ανάγκην ελάχιστες–<br />

αλλά, αντιθέτως, συνηργάζοντο γιά να προωθήσουν αυτή ταύτη την έννοια<br />

της Ευρώπης. Αποκορύφωμα αυτής της πολιτικής της ενεργού συμμετοχής<br />

στα ευρωπακά κοινά, ήταν το μείζον επίτευγμα της εντάξεως της Ελλάδος<br />

στην ΟΝΕ.<br />

Δύο παρατηρήσεις εν προκειμένω: πρώτον, ότι η θέση της Ελλάδος εντός<br />

της ΕΕ θα μπορούσε να είναι πολύ ισχυρότερη αν είχαμε αξιοποιήσει καλύτερα<br />

τους πόρους που εισέρρευσαν στην χώρα μας από τις Βρυξέλλες. Το ότι<br />

γίνονται διάφορα δημόσια έργα –που διαφορετικά πιθανώτατα δεν θα επρόκειτο<br />

να γίνουν ποτέ- με κοινοτική συγχρηματοδότηση, δεν σημαίνει και πολλά<br />

πράγματα. Σημασία θα είχε αν δεν είχαμε κατασπαταλήσει τα πρώτα χρόνια<br />

της εντάξεώς μας τα κοινοτικά κονδύλια, αν είχαμε την δυνατότητα μείζονος<br />

απορροφήσεως των κοινοτικών πόρων και αν είχαμε αξιοποιήσει την συμμετοχή<br />

μας στην ΕΕ για να πραγματοποιηθούν οι απαραίτητες δομικές αλλαγές<br />

στην ελληνική οικονομία που θα μας επέτρεπαν να αποκτήσουμε σημαντικώτερη<br />

θέση εντός της Ενώσεως. Δυστυχώς, γιά λόγους που δεν είναι του παρόντος,<br />

αυτά δεν έγιναν και κατέχουμε το θλιβερό προνόμιο να μας προσπερνούν<br />

διαδοχικά στις επιδόσεις των διαφόρων οικονομικών δεικτών, κράτη τα οποία<br />

εισήλθαν μετά από εμάς, τα οποία έχουν όμως αξιοποιήσει αποτελεσματικά<br />

την βοήθεια των Βρυξελλών. Η κοντόφθαλμη πολιτική που έβλεπε την ΕΟΚ<br />

αποκλειστικά σαν πηγή αντλήσεως πόρων, αντί του ορθού, ότι δίνει δηλαδή το<br />

έναυσμα και τις δυνατότητες γιά να αυξήσουμε τις επιδόσεις μας, υπήρξε εξόχως<br />

βλαπτική γιά την Ελλάδα.<br />

Δεύτερον, ότι η Ελλάδα υπήρξε πολλές φορές υπεράγαν γενναιόδωρος.<br />

Κατά την διάρκεια της μείζονος διευρύνσεως με οκτώ κεντροευρωπακά και


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 392<br />

392 ΔΗΜHΤΡΙΟΣ ΝΕΖΕΡIΤΗΣ<br />

ανατολικοευρωπακά κράτη (δεν συζητώ γιά την Κύπρο και την Μάλτα), η Ελλάδα<br />

μοίραζε αφειδώς υποσχέσεις υποστηρίξεως χωρίς, όπως προκύπτει, να<br />

έχει προσπαθήσει να εξασφαλίσει κάτι έναντι. Συγκεκριμένα, χωρίς να υπάρχει<br />

βέβαια ένα ρητό do ut des, δεν φαίνεται να επιδιώξαμε –και πάντως δεν πετύχαμε–<br />

να εξασφαλίσουμε κάποια, αν όχι υποστήριξη, πάντως κατανόηση σε<br />

θέματα ιδιαιτέρου ενδιαφέροντος μας.<br />

Αναφέρομαι συγκεκριμένα στο θέμα της ΠΓΔΜ και τις συνέπειες του συναφούς<br />

ενδιαφέροντος της Ουάσιγκτων να ενταχθή η χώρα αυτή στο ΝΑΤΟ.<br />

Από ό,τι δημοσιεύθηκε, προέκυψε ότι οι κεντρο-ανατολικο-ευρωπακές χώρες<br />

στο σύνολό τους υπήρξαν όλως επικριτικές των ελληνικών θέσεων, όταν η Ελλάς<br />

στην Σύνοδο του Βουκουρεστίου απέτρεψε την ένταξη αυτή, εν αναμονή<br />

της επιλύσεως του θέματος του ονόματος. Η Ελλάδα είχε ενθουσιωδώς υποστηρίξει<br />

την ένταξη των χωρών αυτών τόσο στο ΝΑΤΟ όσο και στην ΕΕ. Αναρωτιέμαι<br />

αν έγιναν όσα έπρεπε και μπορούσαν να έχουν γίνει κατά την προενταξιακή<br />

πέριοδο, όταν οι ηγεσίες των χωρών αυτών επεσκέπτοντο την Ελλάδα,<br />

επισπεύδουσες προς υποστήριξη του αιτήματος εντάξεώς τους, ώστε να τους<br />

καταστεί σαφές ότι η Ελλάδα ευχαρίστως θα υποστηρίξει το αίτημά τους αυτό,<br />

αλλά θα πρέπει και οι ίδιοι να έχουν υπ’ όψιν τους ωρισμένες ελληνικές ευαισθησίες.<br />

Τοποθέτηση που δεν θα ετίθετο βεβαίως εκβιαστικά, διότι, ανεξαρτήτως<br />

οτιδήποτε άλλου, μιά τέτοια τακτική θα ήταν αυτοκαταστροφική. Αλλά γιά<br />

να καταστεί σαφές ότι η ΕΕ είναι όντως μία «Ένωσις», όπου τα κράτη-μέλη<br />

καλούνται να αλληλοστηρίζονται σε θέματα μείζονος ενδιαφέροντος. Αυτό δεν<br />

θα εξασφάλιζε βέβαια υποστήριξη των ελληνικών θέσεων, αλλά θά μπορούσε<br />

να εξαργυρωθή τουλάχιστον με μία αιδήμονα σιγήν. Παρενθετικά: Κατά την<br />

κρίση των Ιμίων, το τουρκικό Υπουργείο Εξωτερικών διεμαρτύρετο είς τον<br />

εγνωσμένως φιλότουρκο Ιταλό Πρέσβυ στην ΄Αγκυρα γιά την υποστήριξη της<br />

ΕΕ προς τις ελληνικές θέσεις. Για να δεχθή την απάντηση ότι η υποστήριξη<br />

αυτή ήταν φυσιολογική, μιά και η ΕΕ αποτελούσε μία οικογένεια, τα μέλη της<br />

οποίας αλληλοποστηρίζονται.<br />

Αυτά σε γενικές γραμμές είναι τα προβλήματα και οι δυνατότητες της Ελλάδος.<br />

Στην πράξη, από τα τρία μείζονα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε, ένα<br />

είναι αυτό το οποίο έχει αμεσότητα, το της ΠΓΔΜ. Το Κυπριακό είναι ένα<br />

θέμα όπου η Κυπριακή Κυβέρνηση έχει –και πρέπει να έχει– τον πρωτεύοντα<br />

ρόλο. Οι ιστορικές ευθύνες της Ελλάδος είναι τέτοιες που δεν επιτρέπουν βεβαίως<br />

μιά πολιτική αποστάσεων ή αδιαφορίας. Αλλά δεν επιτρέπουν, επίσης,<br />

μία δημοσία παρεμβατική πολιτική, από την στιγμή που η Κυπριακή Κυβέρνηση<br />

έχει τον πρωτεύοντα λόγο. Η τακτική που πρέπει να ακολουθήσει η Ελλάς<br />

δεν είναι εύκολη: Από την μία μεριά να υποστηρίζει διεθνώς σε διμερείς<br />

επαφές την υπόθεση της Κύπρου, αλλά από την άλλη να γίνεται αυτό με τρόπο<br />

που να μήν υπονομεύεται η διεθνής υπόστασις της Κυπριακής Δημοκρατίας.


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 393<br />

ΕΞΩΤΕΡΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ Η ΔΙΕΘΝΗΣ ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ 393<br />

Αυτό είναι ακόμη πιό επιτακτικό από την στιγμή που η Κύπρος έγινε μέλος της<br />

ΕΕ και δεν είναι πλέον ένα αδύναμο κρατίδιο χωρίς σοβαρά διεθνή ερείσματα.<br />

Οι σχέσεις μας με την Τουρκία διέρχονται την στιγμή αυτή μία περίοδο σχετικής<br />

υφέσεως, υπό την έννοιαν ότι δεν έχουμε μείζονες κρίσεις, αλλά μόνο τις<br />

πάγιες έμπρακτες αμφισβητήσεις εκ μέρους της Τουρκίας των θέσεών μας. Η<br />

πολιτική της υποστηρίξεως –ορθότερη θα ήταν μία πολιτική «ενεργού αποδοχής»-<br />

της τουρκικής πορείας προς την Ευρώπη είναι αναμφισβήτητα ορθή. Δεν<br />

χρειάζονται βέβαια οι περιστασιακά σημειούμενες υπερβολές, ούτε η επιμελής<br />

αποφυγή οποιασδήποτε αυστηρότητος στους σχολιασμούς μας διαφόρων παρανόμων<br />

τουρκικών ενεργειών. Η πιθανή εξέλιξη των τουρκο-ευρωπακών σχέσεων<br />

πρέπει να αντιμετωπίζεται με σοβαρότητα, με υποστήριξη των ελληνικών<br />

συμφερόντων, όταν αυτά επηρεάζονται από τις διαβουλεύσεις στις Βρυξέλλες<br />

και έχοντας πάντα υπ’ όψιν τα εξής: ότι η Τουρκία είναι σοβαρή χώρα και όταν<br />

λέει ότι δεν θα θυσιάσει αυτά που θεωρεί εθνικά της συμφέροντα για χάριν της<br />

Ευρώπης, το εννοεί. Συγκεκριμένα, δεν πρόκειται η Τουρκία να αποδεχθή δυσμενή<br />

–κατά την κρίσιν της– ρύθμιση των διαφορών της με την Ελλάδα, έναντι<br />

ενδεχομένης εντάξεώς της. Και, δεύτερον, ότι δεν εξαρτάται από την Ελλάδα αν<br />

η Τουρκία θα ενταχθή ή όχι. Την ένταξη δεν μπορούμε να την επιβάλουμε και<br />

την απόρριψη του τουρκικού αιτήματος δεν χρειάζεται να σπεύσουμε να κάνουμε<br />

εμείς. Υπάρχουν πολλοί άλλοι υποψήφιοι εν προκειμένω.<br />

Σε ότι αφορά το θέμα της ΠΓΔΜ, είναι προτιμώτερο να μή μπεί κανείς σε<br />

λεπτομέρειες, μιά και το όλο πρόβλημα είναι εν εξελίξει. Μία παρατήρηση<br />

μόνο: δεν είναι σκόπιμο να επαφιέμεθα αποκλειστικά στις πρωτοβουλίες και<br />

στις μεσολαβήσεις τρίτων, ευελπιστούντες ότι από αυτές θα προκύψει μία ανεκτή<br />

λύση. Επιβάλλεται να υπάρχει συνεχής δραστηριότης προς κάθε κατεύθυνση.<br />

Πιο συγκεκριμένα: οι αρχές των Σκοπίων δεν υπνώττουν και μας θέτουν<br />

συνεχώς ενώπιον αιφνδιασμών, είτε αυτές είναι η επωνυμία αεροδρομίων<br />

ή το όνομα με το οποίο θα περελάσουν στη τελετή ενάρξεως των Ολυμπιακών<br />

Αγώνων. Τα διαπραγματευτικά κέρδη από μιά τέτοια τακτική είναι προφανή.<br />

Καλό θά ήταν να επεδεικνύαμε και εμείς ανάλογη δραστηριότητα, ώστε να<br />

έχουμε και μείς κάποια πρωτοβουλία και να μήν αντιδρούμε απλώς.<br />

Πέρα όμως από τα ανωτέρω, που αφορούν αποκλειστικά την Ελλάδα,<br />

έχουμε να αντιμετωπίσουμε και άλλα θέματα, που δεν μας αφορούν ευθέως<br />

αλλά είναι απόρροια του γεγονότος ότι ζούμε στο πλαίσιο οργανωμένων ομάδων<br />

κρατών, τα οποία έχουν να αντιμετωπίσουν τα δικά τους προβλήματα. Ως<br />

ενεργό κράτος, είμαστε υποχρεωμένοι να λαμβάνουμε θέση επί προβλημάτων<br />

που ανακύπτουν μεταξύ τρίτων χωρών. Τούτο πρέπει να γίνεται με ένα τρόπο<br />

που εξυπηρετεί τα συμφέροντά μας, χωρίς να είναι όμως εξόφθαλμα ωφελιμιστικός,<br />

γιά να μην υπονομεύεται η αξιοπιστία μας.


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 394<br />

394 ΔΗΜHΤΡΙΟΣ ΝΕΖΕΡIΤΗΣ<br />

Οι εξελίξεις στο πλαίσιο της ΕΕ αποτελούν μία πρόκληση την οποία δεν<br />

μπορούμε αλλά και δεν πρέπει να αποφύγουμε. Ευτυχώς, η συμμετοχή μας<br />

στην ΕΕ αποτελεί το ισχυρότερο χαρτί στα χέρια μας. Αφ’ ης μάλιστα η Ελλάδα<br />

πραγματοποίησε ουσιαστική στροφή προς την ευρωπακή ιδέα και μάλιστα εν<br />

τοις πράγμασι και όχι απλώς με τα λόγια, το κύρος μας εντός της ΕΕ αυξήθηκε<br />

ουσιαστικά. Και αυξήθηκε, όχι επειδή υιοθετήθηκε μιά πολιτική τυφλής συμπαρατάξεως<br />

προς τις όποιες απόψεις της πλειοψηφίας –πολιτική που θα ήταν<br />

καταδικασμένη σε αποτυχία– αλλά επειδή η Ελλάδα άρχισε να λειτουργεί σαν<br />

ενεργό μέλος της ΕΕ, να υποβάλλει προτάσεις γιά το μέλλον της, να ενδιαφέρεται<br />

–για να χρησιμοποιήσω μιά ακραιφνώς ελληνική έκφραση–, να ενδιαφέρεται<br />

γιά τα κοινά.<br />

Το γεγονός ότι, παρά τις αδυναμίες της, η Ελλάδα συμπεριφέρεται εδώ και<br />

πάνω από δέκα χρόνια σαν ισότιμος εταίρος και –το κυριώτερο- ότι είναι αποδεκτή<br />

από τους υπολοίπους σαν κράτος-μέλος του σκληρού πυρήνα της ΕΕ,<br />

αποτελεί μείζον πλεονέκτημα. Σημασία έχει να διατηρήσει αυτή την περιζήτητη<br />

θέση. Και στην σημερινή περίοδο, κατά την οποία αυτή η ιδέα της ΕΕ αμφισβητείται<br />

από ωρισμένα μέλη της, είναι προφανές ότι η πίστη της Ελλάδος<br />

στην ιδέα αυτή και η συνεισφορά της στην προώθηση της, αποτελεί παράγοντα<br />

ιδιαίτερα ενισχυτικό γιά την ελληνική πολιτική.<br />

Αντιθέτως, η ουσιαστική βελτίωση των σχέσεων με τις ΗΠΑ και κατ’ επέκτασιν<br />

με το ΝΑΤΟ, φαίνεται τη στιγμή αυτή ανέφικτος. ΄Οχι λόγω εγγενών<br />

αντι-ελληνικών διαθέσεων στις ΗΠΑ, αλλά διότι σε διάφορα διεθνή θέματα<br />

ιδιαιτέρας σημασίας γιά μας, όπως οι σχέσεις με την Τουρκία, οι περαιτέρω<br />

σχέσεις με διάφορα βαλκανικά κράτη και η συνεργασία με την Ρωσσία σε θέματα<br />

αγωγών, η Ελλάδα βρίσκεται στην αντιπέρα όχθη από εκείνη στην οποία<br />

ευρίσκονται οι ΗΠΑ. Και αν γιά την Washington τα θέματα αυτά άπτονται των<br />

γενικωτέρων γεωπολιτικών συμφερόντων της και εντάσσονται σε ένα πλαίσιο<br />

παγκοσμίου σχεδιασμού, γιά την Ελλάδα πρόκειται γιά προβλήματα αμέσου<br />

εθνικού ενδιαφέροντος και συνεπώς τα περιθώρια ουσιαστικής μεταβολής της<br />

στάσεως είναι στην πράξη ανύπαρκτα. Αυτή η κατάσταση δεν πρόκειται να αλλάξει.<br />

Αυτό όμως που μπορεί και πρέπει να γίνει στο πλαίσιο των ελληνο-αμερικανικών<br />

σχέσεων, αν όχι γιά να βελτιωθούν, τουλάχιστον γιά να μη χειροτερεύουν,<br />

είναι η αποτροπή ή έστω η σοβαρή αποδοκιμασία όλων των ανοήτων<br />

αλλά απίστευτα εκνευριστικών αντιαμερικανικών εκδηλώσεων και δηλώσεων<br />

που απευθύνονται στην γαλαρία και κανένα πρακτικό σκοπό δεν εξυπηρετούν,<br />

εκτός από το να ενοχλούν τον αποδέκτη. Μιά τέτοια τακτική, ανεξάρτητα από<br />

το ότι θά έπρεπε να θεωρείται αυτονόητος, προσφέρει τουλάχιστον ότι δεν<br />

ενοχλείς ασκόπως, χωρίς να είσαι υποχρεωμένος να κάνεις παραχωρήσεις σε<br />

θέματα που είναι όντως ζωτικής σημασίας.<br />

Σε ότι αφορά τις σχέσεις της με τρίτες χώρες, η Ελλάδα έχει να επιδείξει


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 395<br />

ΕΞΩΤΕΡΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ Η ΔΙΕΘΝΗΣ ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ 395<br />

αξιοσημείωτη βελτίωσή τους με τη Ρωσία και την Κίνα. Η ιδιαίτερη σημασία<br />

που έχει η καλλιέργεια των σχέσεων αυτών είναι ότι, στο μέτρο που τουλάχιστον<br />

γνωρίζω, στηρίζονται σε στέρεες βάσεις, δηλαδή σε μία σύγκλιση συμφερόντων<br />

και όχι σε ανοητολογίες περί πατροπαραδότων δεσμών φιλίας, θρησκευτικής<br />

ταυτότητος και κοινών παναρχαίων πολιτισμών. Η πολιτική προωθήσεως<br />

των σχέσεων αυτών, αν μπορέσει να αποφύγει τους επικίνδυνους σκοπέλους,<br />

είναι ιδιαίτερα ευοίωνος.<br />

Οι σκόπελοι που ανέφερα είναι προφανείς: στις διμερείς σχέσεις με την<br />

Ρωσία και την Κίνα, η Ελλάδα, λόγω συντριπτικής διαφοράς μεγεθών, είναι η<br />

επισπεύδουσα πλευρά γιά την προώθησή τους. Με άλλα λόγια, γιά να το πούμε<br />

απλά, εμείς έχουμε κατά πολύ περισσότερο ανάγκη τη Ρωσία και την Κίνα από<br />

ότι εκείνες εμάς.<br />

Αυτό δεν θα είχε τόση σημασία αν δεν επρόκειτο περί δυο χωρών οι οποίες<br />

συχνά ευρίσκονται στο στόχαστρο της, εν ευρυτέρα εννοία, Δύσης γιά ενέργειες<br />

που παραβαίνουν ωρισμένους σήμερα γενικά ανεγνωρισμένους κανόνες<br />

συμπεριφοράς. Στην περίπτωση αυτή η Ελλάδα είναι υποχρεωμένη σε ένα εξισορροπιστικό<br />

παιχνίδι μεταξύ της συμπαρατάξεώς της με τούς εταίρους ή συμμάχους<br />

της και της διατηρήσεως καλών σχέσεων με μία μεγάλη δύναμη την<br />

οποία δε θέλει να ενοχλήσει υπεράγαν. Οι λόγοι είναι προφανείς: μία χώρα<br />

σαν π.χ. τη Γερμανία έχει, αν θέλει, την άνεση να ενοχλήσει με έντονη κριτική<br />

τη Ρωσία ή και να προχωρήσει σε μία προσωρινή αναστολή εμπορικο-οικονομικών<br />

δραστηριοτήτων, όπως ήταν η πρόταση προκειμένου περί της Κίνας μετά<br />

την σφαγή στην Πλατεία Τιέν Αν Μεν. Δεδομένου ότι οι διακρατικές σχέσεις<br />

μεταξύ των χωρών αυτών διεξάγονται λίγο-πολύ σε επίπεδο ίσων, όταν παρέλθουν<br />

οι στιγμές εντάσεως, είναι εύκολο να ξαναρχίσουν οι επαφές και η συνεργασία<br />

από το σημείο στο οποίο ήσαν όταν επήλθε η προσωρινή ρήξις, μιά και<br />

τα συμφέροντα είναι αμφίδρομα. Γιά την Ελλάδα τα πράγματα δεν είναι τόσο<br />

απλά. Δεν είναι εύκολο να παγώσεις ή να διακόψεις οικονομικές σχέσεις τις<br />

οποίες επάσχισες επί χρόνια να δημιουργήσεις. Δεν είναι επίσης εύκολο να<br />

καταγγέλλεις έντονα κάποιον όταν προσβλέπεις σε αποδοτική οικονομική συνεργασία<br />

με αυτόν. ΄Οταν εσύ είσαι ο επισπεύδων για την πρώθηση διμερών<br />

σχέσεων, πρέπει να κάνεις μερικές φορές τα στραβά μάτια άν είναι να μήν τις<br />

βλάψεις.<br />

Μέ βάση τα ανωτέρω, είναι σχετικά εύκολο να κάνει κανείς ένα ψύχραιμο<br />

απολογισμό της θέσεως της Ελλάδος στο σημερινό διεθνές περιβάλλον. Ένα<br />

περιβάλλον που έχει αλλάξει ριζικά τα τελευταία είκοσι περίπου χρόνια, δηλαδή<br />

από την κατάρρευση του ανατολικού μπλοκ και την ουσιαστική εξαφάνιση<br />

των κομμουνιστικών καθεστώτων. Και το αποτέλεσμα των αλλαγών δεν<br />

ήσαν πάντοτε προς όφελος μας.<br />

Η Ελλάδα, λόγω διαφόρων αντιαμερικανικών καταβολών, εθεωρείτο από


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 396<br />

396 ΔΗΜHΤΡΙΟΣ ΝΕΖΕΡIΤΗΣ<br />

ωρισμένους τρίτους λίγο-πολύ σαν ένα κράτος που θα μπορούσε να είναι αμφιβόλου<br />

εμμονής στην δυτική παράταξη και συνεπώς αξιοποιήσιμο γιά τις δικές<br />

τους επιδιώξεις. Η επαμφοτερίζουσα πολιτική της δεκαετίας του ’80, οι ερωτοτροπίες<br />

με το κίνημα των αδεσμεύτων, ενίσχυσαν την εικόνα αυτή της Ελλάδος,<br />

ανεξάρτητα από το αν αυτή ήταν δικαιολογημένη ή όχι. Το κέρδος από την κατάσταση<br />

αυτή ήταν ότι σε συγκεκριμένα θέματα, όπως το Κυπριακό ή διάφορες<br />

υποψηφιότητες στον ΟΗΕ, η Ελλάδα είχε εξασφαλισμένη την ψήφο σημαντικού<br />

αριθμού κρατών, είτε τριτοκοσμικών είτε του ανατολικού μπλόκ. Απόδειξις,<br />

η κατά πολύ καλύτερη επίδοση της Ελλάδος στις εκλογές για μέλος του<br />

Συμβουλίου Ασφαλείας το 1988 σε σύγκριση με εκείνη του 1998, παρά τα απείρως<br />

περισσότερα διατεθέντα την δεύτερη φορά μέσα. Η διεθνής όμως συγκυρία<br />

είχε μεταβληθεί και η μεταβολή ήταν εις βάρος της ελληνικής υποψηφιότητος.<br />

Η κατάρρευση του ανατολικού μπλόκ προσέθεσε στην διεθνή κοινότητα μία<br />

σειρά νεωστί ανεξαρτήτων κρατών, τα οποία, με βάση την θλιβερή εμπειρία<br />

των προηγουμένων δεκαετιών προσέβλεπαν αποκλειστικά και μόνον στις<br />

ΗΠΑ και ήσαν πλέον ή ευτυχή να ακολουθούν την πορεία που η Woshington<br />

θα τους υπεδείκνυε. Βεβαίως, η υποστήριξη των ελληνικών θέσεων δεν συμπεριελαμβάνετο<br />

μεταξύ των αμερικανικών αυτών προτροπών. Δεδομένου δε ότι<br />

οι βόρειοι γείτονες της Ελλάδος από εχθρικά και επικίνδυνα γιά την Δύση καθεστώτα,<br />

μετεβλήθησαν σε διαπρύσιους υποστηρικτές των ΗΠΑ, η γεωγραφική<br />

στρατηγική σημασία της Ελλάδος μειώθηκε σημαντικά.<br />

Παρενθετικά, τούτο δεν ισχύει προκειμένου περί της Τουρκίας. Η Άγκυρα<br />

συνέχισε να συνορεύει με περιοχές που αποτελούν ακόμη «θερμά σημεία»<br />

όπως ο Καύκασος, το Ιράκ, το Ιράν και, βεβαίως, η Μέση Ανατολή. Περιοχές<br />

όπου τα αμερικανικά συμφέροντα εξακολουθούσαν να έρχονται σε σύγκρουση<br />

με τα συμφέροντα άλλων χωρών, είτε εντός των εν λόγων περιοχών, είτε γειτονικών<br />

προς αυτές. Το θέμα των αγωγών πετρελαίου, που ετέθη ως μία νέα παράμετρος<br />

του αμερικανο – ρωσικού ανταγωνισμού στην περιοχή ενίσχυσε σημαντικά<br />

το ειδικό βάρος της Τουρκίας.<br />

Η Ελλάδα, βεβαίως, δεν έμεινε με σταυρωμένα χέρια και προσπάθησε να<br />

αξιοποιήσει τις δικές της δυνατότητες, τόσο σχετικά με τα βαλκανικά κράτη,<br />

όσο και με την Αρμενία και την Γεωργία στον Καύκασο. Δεν είναι του παρόντος<br />

να αξιολογηθούν τα αποτελέσματα της προσπάθειας αυτής. Αρκεί να ειπωθεί<br />

ότι αναμφισβήτητα υπήρξαν ωρισμένα θετικά αποτελέσματα, αν και ο<br />

δρόμος ήταν και παραμένει εξαιρετικά δύσκολος.<br />

Η σταθεροποίηση της καταστάσεως στα Βαλκάνια που μας απήλλαξε από<br />

το άγος τής χωρίς μέτρο υποστηρίξεως ο,τιδήποτε του σερβικού, επέτρεψε στην<br />

Ελλάδα να αξιοποιήσει στο μέτρο του δυνατού τις ικανότητές της, κυρίως υπό<br />

την μορφή επενδύσεων. Τα αποτελέσματα πρέπει να θεωρηθούν οπωσδήποτε


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 397<br />

ΕΞΩΤΕΡΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ Η ΔΙΕΘΝΗΣ ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ 397<br />

θετικά. Παράλληλα, η ανάπτυξη των σχέσεων με την Ρωσία υπήρξε πολλαπλά<br />

ωφέλιμος, πάντα υπό το φως όσων εξετέθησαν ανωτέρω.<br />

Η θέση της χώρας μας στην διεθνή σκηνή είναι ικανοποιητική στο μέτρο<br />

που η ΕΕ είναι ισχυρή και ο σκληρός ηγετικός της πυρήν, επίσημος ή ανεπίσημος,<br />

αισθάνεται ότι η Ελλάδα είναι μια χώρα που δικαιωματικά ανήκει εκεί.<br />

Γιά τον λόγο αυτό απαραίτητο στοιχείο της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής<br />

πρέπει να είναι η ενεργός συμμετοχή στις εξελίξεις της Ευρώπης, ώστε οι έννοιες<br />

Ελλάδα και Ευρώπη να είναι ταυτόσημες. Βεβαίως, θα ωφελούσε πολύ<br />

στο Ευρωπακό πλαίσιο άν η Ελλάδα μπορούσε να βελτιώσει την απόδοση της<br />

σε διάφορους τομείς, κυρίως οικονομικούς, ώστε να μην εμφανιζόμαστε σαν<br />

ένα προβληματικό μέλος.<br />

Το αξιόπιστο μιάς χώρας στην διεθνή κοινότητα εξαρτάται κατά πολύ από<br />

την σταθερότητα και την σοβαρότητα των θέσεών της. Στην Ελλάδα τις δύο<br />

σχεδόν τελευταίες δεκαετίες είχαμε την τύχη να υπάρχει ομοφωνία της συντριπτικής<br />

πλειοψηφίας τόσον των κομμάτων όσο και του ελληνικού λαού σε ό,τι<br />

αφορά τις μείζονες τοποθετήσεις της εξωτερικής μας πολιτικής. Οι όποιες διαφορές<br />

υπήρχαν αφορούσαν πολύ περισσότερο σημεία τακτικής παρά θέματα<br />

ουσίας. Γιά μιά χώρα που αντιμετωπίζει προβλήματα εξωτερικής πολιτικής,<br />

αυτό είναι μείζον κέρδος.<br />

Τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η Ελλάδα, όπως αναφέρθηκε πιό πριν,<br />

είναι σοβαρά. Δεν είναι του παρόντος να μπεί κανείς σε εκτιμήσεις ως προς τις<br />

προοπτικές ικανοποιητικής επιλύσεώς τους. Ένα πράγμα πρέπει να συνειδητοποιήσουμε:<br />

ότι δεν έχει έννοια να περιφερόμεθα ζητώντας την βοήθεια τρίτων<br />

γιά την επίλυση των προβλημάτων μας και μετά να διαμαρτυρόμεθα επειδή<br />

οι ιδέες που υποβάλλονται δεν κρίνονται από εμάς ικανοποιητικές. Όποιος είναι<br />

ο επισπεύδων, αυτός είναι ο οποίος συνήθως υφίσταται τις συνέπειες από<br />

την δραστηριότητα άλλων γιά αντιμετώπιση ενός προβλήματος, το οποίο μπορεί<br />

να είναι γι΄αυτόν μείζονος σημασίας, αλλά γιά τους τρίτους, αφ’ υψηλού<br />

ορώντες την κατάσταση, δεν είναι παρά μία ενοχλητική παρανυχίς. Δεν έχει<br />

έννοια να λέμε ότι ένα οποιοδήποτε πρόβλημα είναι ανύπαρκτο, μόνο και μόνο<br />

επειδή εμείς δεν θέλουμε να το συζητήσουμε, θεωρώντας ότι οι οποιεσδήποτε<br />

αξιώσεις και θέσεις της Τουρκίας ή της ΠΓΔΜ είναι αβάσιμες και αυθαίρετες.<br />

Η ύπαρξη ή μη ενός προβλήματος δεν εξαρτάται από την σύμφωνο γνώμη αμφοτέρων<br />

των πλευρών. Απλώς και μόνο με την προβολή ενός, αβασίμου έστω,<br />

μονομερούς ισχυρισμού το θέμα δημουργείται. Θα είναι πολύ πρακτικώτερο<br />

και αποτελεσματικώτερο, αντί να λέμε ότι ωρισμένες αξιώσεις γειτόνων μας<br />

είναι ανύπαρκτες και συνεπώς δεν τις συζητάμε, να ενημερώναμε τρίτους επί<br />

της πραγματικής υφής και προστορίας των θεμάτων αυτών. ΄Η, ακόμα καλύτερο,<br />

να εγείρουμε και από δικής μας πλευράς αντίστοιχα θέματα. Η συστηματική<br />

αποσιώπηση επί δεκαετίες από ελληνικής πλευράς του θέματος της ΄Ιμ-


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 398<br />

398 ΔΗΜHΤΡΙΟΣ ΝΕΖΕΡIΤΗΣ<br />

βρου και της Τενέδου αποτελεί, γιά μένα τουλάχιστον, μη αντιληπτή επιλογή.<br />

Η διεθνής θέση της Ελλάδος θα μπορούσε βεβαίως να είναι καλύτερη. Αυτό<br />

όμως δεν είναι ένα θέμα που εξαρτάται αποκλειστικά από την επιτυχή άσκηση<br />

της εξωτερικής πολιτικής. Γιά την ακρίβεια, η επιτυχής άσκηση εξωτερικής πολιτικής,<br />

αποτελεί την κορωνίδα μιάς ολοκλήρου σειράς παραγόντων που αναφέρονται<br />

στην όλη εικόνα του κράτους και στις δυνατότητές του. ΄Οπως αναφέρθηκε<br />

στην αρχή, η θέση μιάς χώρας είναι ισχυρή διεθνώς όταν η οικονομία<br />

της είναι σταθερή και ισχυρή, όταν η πολιτική της είναι συνεπής και αξιόπιστος<br />

και όταν οι κοινωνικές της δομές είναι σταθερές. Δεν μπορούμε να πούμε ότι<br />

όλα αυτά ισχύουν προκειμένου περί της Ελλάδος στο επιθυμητό επίπεδο. Αυτά<br />

είναι όμως θέματα που ξεφεύγουν από τα όρια του παρόντος, πρέπει όμως να<br />

αναφερθούν, έστω και σαν απλή απαρίθμηση, γιά να υπάρχει μιά κατά το δυνατόν<br />

ολοκληρωμένη εικόνα.<br />

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η βελτίωση της καταστάσεως εξαρτάται από<br />

εμάς. Όσο συγκεντρώνουμε την προσοχή μας στις αδιαμφισβήτητες δυνάμεις<br />

και δυνατότητές μας, αντί να ανησυχούμε ομφαλοσκοπούντες γιά τους κινδύνους<br />

και τις δυσκολίες που οπωσδήποτε αντιμετωπίζουμε, τόσο μεγαλύτερες<br />

πιθανότητες έχουμε να τους ξεπεράσουμε. Όπως οι επιτυχίες που σημειώνουμε<br />

πρέπει να πιστώνονται σε μας, έτσι και οι όποιες αποτυχίες μας, σε μας<br />

πρέπει να χρεώνονται και όχι σε άγνωστες σκοτεινές δυνάμεις.


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 399<br />

22<br />

Στρατηγικές αναβάθμισης του ελληνικού<br />

παράγοντα στη Μεσόγειο και τη Νότια Ευρώπη<br />

Δημήτρης K. Ξενάκης<br />

Μολονότι η συμμετοχή στα όργανα της Ευρωπακής Ένωσης (ΕΕ) και η<br />

ανάπτυξη των διμερών σχέσεων με τους ευρωπαίους εταίρους, τις ΗΠΑ και την<br />

αναβαθμισμένη Ρωσία αποτελούν θεμελιώδεις προτεραιότητες για τη διαχείριση<br />

των παραδοσιακών θεμάτων της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής (Τουρκία,<br />

Κυπριακό και Βαλκάνια), δεν θα πρέπει να παραγνωρίζονται οι προκλήσεις<br />

και οι περιφερειακές εξελίξεις στον ζωτικό χώρο της Μεσογείου. Μια<br />

διόλου απίθανη αναζωπύρωση της διαμάχης στη Μέση Ανατολή θα μπορούσε<br />

να οδηγήσει σε αύξηση των φαινόμενων βίας και τρομοκρατίας στην περιοχή,<br />

επηρεάζοντας την τουριστική βιομηχανία, την ασφάλεια των θαλάσσιων μεταφορών<br />

και άλλες κρίσιμες οικονομικές δραστηριότητες. Αναμφισβήτητα, η γεωπολιτική<br />

θέση της Ελλάδας στο νοτιο-ανατολικό άκρο του ευρωπακού χώρου<br />

σταθερότητας και ανάπτυξης επιτάσσει τα συμφέροντα της με εκείνα των υπόλοιπων<br />

νότιων ευρωπακών χωρών και των πρωτοβουλιών συνεργασίας για τη<br />

σταθερότητα και την ανάπτυξη που προωθούνται στην περιοχή μετά το τέλος<br />

του Ψυχρού πολέμου. Στη νέα περίοδο, αν και σε μικρότερο βαθμό από τις<br />

υπόλοιπες χώρες της νότιας Ευρώπης, η Ελλάδα ανέπτυξε τη μεσογειακή της<br />

πολιτική, κυρίως στο πολυμερές πλαίσιο της ΕΕ, με επιστέγασμα την τελευταία<br />

Ελληνική Προεδρία, το 2003. Πιο πρόσφατα, η αμέριστη στήριξη της ελληνικής<br />

κυβέρνησης στη μεσογειακή πρωτοβουλία του Γάλλου Προέδρου Σαρκοζί,<br />

εκτός από τη βοήθεια που παρείχε στο ζήτημα των Σκοπίων, αποτελεί και μια<br />

νέα ευκαιρία για την αναβάθμιση του ελληνικού παράγοντα στην περιοχή.<br />

Το κεφάλαιο αυτό εξετάζει το πλαίσιο στρατηγικής συνεργασίας στη Μεσόγειο<br />

και την πρωτοβουλία της Γαλλίας, αλλά και την εξέλιξη της μεσογειακής<br />

πολιτικής της Ελλάδας, καταλήγοντας στις προποθέσεις αναβάθμισης του ελληνικού<br />

στρατηγικού παράγοντα στο περιφερειακό πλαίσιο, όπως την ανά-


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 400<br />

400 ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΞΕΝΑΚΗΣ<br />

πτυξη της μεσογειακής διάστασης με τη δέσμευση των απαραίτητων πόρων και<br />

αναβάθμιση των σχετικών υπηρεσιών, δεξαμενών σκέψης, ερευνητικών και<br />

πανεπιστημιακών τμημάτων κ.λπ., την ανάληψη πρωτοβουλιών για το συντονισμό<br />

και την ενίσχυση των νοτιο-ευρωπακών προσπαθειών εξισορρόπησης<br />

στην υπερ-διευρυμένη ΕΕ και την αναζήτηση νέων στρατηγικών εταίρων, μέσω<br />

των προγραμμάτων ενισχυμένης συνεργασίας στο πλαίσιο της «Διαδικασίας<br />

της Βαρκελώνης: Ένωση για τη Μεσόγειο».<br />

Περιφερειακή ασφάλεια και συνεργασία<br />

Ο μεσογειακός περίγυρος της Ελλάδας αποτελεί ιστορικά ένα πεδίο βίαιων<br />

συγκρούσεων, ανισότητας, κυριαρχίας και περιχαράκωσης μεταξύ του ανεπτυγμένου<br />

χριστιανικού Βορρά και του αναπτυσσόμενου ισλαμικού Νότου.<br />

Μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, προβάλλεται ως η σημαντικότερη πηγή<br />

αποσταθεροποίηση της νέας Ευρώπης, με έντονα προβλήματα ασφάλειας, οικονομικής<br />

και δημογραφικής ασυμμετρίας και απειλητικών διχαστικών ρηγμάτων<br />

θρησκευτικού και πολιτισμικού χαρακτήρα. Η συστημική ένταση που παρατηρείται<br />

στην περιοχή μετά το 1989 αναμφίβολα επιδεινώθηκε με την αναβίωση<br />

και έξαρση του ριζοσπαστικού Ισλάμ, τις εξελίξεις που δρομολόγησαν<br />

τα γεγονότα της 11ης Σεπτεμβρίου και μία σειρά νέων διεθνικών αποσταθεροποιητικών<br />

προκλήσεων, όπως, τα μαζικά μεταναστευτικά ρεύματα, το διασυνοριακά<br />

οργανωμένο έγκλημα, η διασπορά όπλων μαζικής καταστροφής και βαλλιστικών<br />

πυραύλων και η εντεινόμενη περιβαλλοντική υποβάθμιση.<br />

Στη νέα περίοδο, παράλληλα με τις απειλές, έχει μεταβληθεί και ο προσανατολισμός<br />

των χωρών της περιοχής. Ενώ κάποιες αραβικές χώρες, ανήκουν<br />

στην ευρωπακή σφαίρα επιρροής, κάποιες άλλες, επηρεάζονται περισσότερο<br />

από εξω-περιφερειακές δυνάμεις. 1 Στην πλειοψηφία τους εξακολουθούν να είναι<br />

καχύποπτες απέναντι στις ευρωπακές προτάσεις συνεργασίας, αν και αρκετές<br />

από αυτές εμφανίζονται έτοιμες να προχωρήσουν σε μεταρρυθμίσεις των<br />

πολιτικο-οικονομικών τους συστημάτων, αλλά και της εξωτερικής τους πολιτικής.<br />

Κατάφορτες από πολιτικές, οικονομικές, κοινωνικές και θρησκευτικές<br />

εντάσεις που συχνά κλιμακώνονται σε βίαιες συγκρούσεις, οι περισσότερες<br />

αραβικές χώρες εμφανίζουν μια γενικότερη αντίσταση στην πολιτική αλλαγή,<br />

γεγονός που καθιστά δυσκολότερη την ενσωμάτωση τους στο παγκοσμιοποιημένο<br />

οικονομικό σύστημα. Ενώ οι προσπάθειες για να ενισχυθεί η οικονομική<br />

1 St. C. Calleya & Δ. Κ. Ξενάκης, «Εξω-περιφερειακή Παρέμβαση στη Μεσόγειο: Ο<br />

Ρόλος των ΗΠΑ και ΝΑΤΟ», Γεωστρατηγική, Τ. 13, Ιανουάριος-Απρίλιος 2008, υπό<br />

έκδοση.


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 401<br />

ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗΣ 401<br />

συνεργασία μεταξύ των αραβικών κρατών και η ανάπτυξη σταθερών διεθνικών<br />

δεσμών και θεσμοποιημένων διακυβερνητικών σχέσεων προσκρούουν στις παρατεταμένες<br />

περιφερειακές συγκρούσεις, αντιθέτως στην Ευρωπακή όχθη της<br />

Μεσογείου έχει παγιωθεί η οικονομική και στρατηγική συνεργασία με την<br />

εγκαθίδρυση της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης (ΟΝΕ) και της Κοινής<br />

Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας (ΚΕΠΠΑ). Παρά τη γεωγραφική<br />

εγγύτητα και την κοινή πολιτιστική κληρονομιά, σε μια περίοδο κατά<br />

την οποία η Ευρώπη εναρμονίζει τις πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές της<br />

διαδράσεις και ενισχύεται σε παγκόσμια κλίμακα, ο μεσογειακός της περίγυρος<br />

συνεχίζει να χαρακτηρίζεται από συγκρουσιακές σχέσεις, οι οποίες εμποδίζουν<br />

την περιφερειακή συνεργασία, σταθερότητα και ανάπτυξη.<br />

Για την Ελλάδα και τις υπόλοιπες νότιες ευρωπακές χώρες, το ζήτημα της<br />

αναβάθμισης της θέσης τους στο παγκοσμιοποιημένο οικονομικό περιβάλλον<br />

αποτελεί ένα πρόσθετο κίνητρο για να επιδιώξουν τη διευθέτηση των μακροχρόνιων<br />

περιφερειακών διενέξεων και την έγκαιρη αντιμετώπιση των νέων πηγών<br />

αστάθειας που ταλανίζουν τη Μεσόγειο. Παρά το γεγονός ότι έχουν αναπτύξει<br />

κοινούς πολιτικούς και οικονομικούς στόχους μέσα από τη συμμετοχή<br />

τους στην ΕΕ και στις μεταξύ τους αλληλεπιδράσεις κυριαρχεί μια αντίληψη<br />

μεσογειακής αλληλεγγύης, εντούτοις δεν έχουν καταφέρει να αναπτύξουν ούτε<br />

κοινές πολιτικές για την περιοχή, ούτε να συμφωνήσουν στις δομές περιφερειακής<br />

συνεργασίας. 2 Μετά το 1989 η Γαλλία, προκειμένου να ηγηθεί στις υποθέσεις<br />

της Μεσογείου και να ενισχύσει τη θέση της στην ΕΕ ως περιφερειακός<br />

πόλος σταθερότητας, ανέλαβε την πρωτοβουλία της σύστασης του Φόρουμ για<br />

τη Δυτική Μεσόγειο (πρωτοβουλία των 5+5). Βρέθηκε, εντούτοις, σε διαφωνία<br />

με την ισπανο-ιταλική πρωτοβουλία για μια «διευρυμένη» Διάσκεψη για την<br />

Ασφάλεια και τη Συνεργασία στη Μεσόγειο, με όλα τα κράτη της Μεσογείου<br />

και τις ΗΠΑ, θεωρώντας «ανώριμη» τη διεύρυνση της περιφερειακής συνεργασίας<br />

και δύσκολα συμβιβάσιμη με το περιορισμένο γεωγραφικά εγχείρημα της<br />

συνεργασίας στη δυτική Μεσόγειο. Αν και η μεσογειακή διάσταση στην εξωτερική<br />

πολιτική της Γαλλίας έχει γενικά περιοριστεί, εντούτοις, η συμμετοχή της<br />

σε οποιοδήποτε περιφερειακό ή άλλο σχήμα συνεργασίας είναι απαραίτητη<br />

προπόθεση για την επιτυχία που τυχόν μπορεί να έχει 3 , γεγονός που αποδει-<br />

2 R. Aliboni (επιμ.), Southern European Security, Pinter publishers, London, 1992,<br />

σελ. 2.<br />

3 Όπως η ιταλο-ισπανική πρωτοβουλία τελικώς δεν προχώρησε, έτσι και η πρωτοβουλία<br />

των 5+5, παρά την εντυπωσιακή της εκκίνηση, στη συνέχεια έχασε τη δυναμική<br />

της λόγω της απροθυμίας της Γαλλίας να παραμερίσει τους ισχυρισμούς που συνέδεαν<br />

τη Λιβύη με τρομοκρατικές ενέργειες. Η συμβολή της ήταν καθοριστική για την επανεκκίνηση<br />

της πρωτοβουλίας.


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 402<br />

402 ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΞΕΝΑΚΗΣ<br />

κνύεται και από το αυξημένο ενδιαφέρον που παρουσιάζεται για τη Μεσόγειο,<br />

μετά την ανακοίνωση της πρωτοβουλίας του Προέδρου Σαρκοζί.<br />

Η Ελλάδα και η Αίγυπτος που με εμφανή δυσφορία έβλεπαν τον αποκλεισμό<br />

τους από τη Γαλλική πρωτοβουλία, έστω και εάν αυτή αφορούσε τη Δυτική<br />

Μεσόγειο, ξεκίνησαν διαβουλεύσεις για την δημιουργία ενός αντίστοιχου<br />

Forum για την Ανατολική Μεσόγειο με τη συμμετοχή σε αρχικό στάδιο και της<br />

Ιταλίας. Μετά από δύο συναντήσεις, στη Ρώμη και στη Σαντορίνη, η προσπάθεια<br />

εγκαταλείφθηκε, λόγω των προβληματικών σχέσεων Συρίας-Ισραήλ και<br />

Τουρκίας-Κύπρου. Συνέχεια της προσπάθειας αυτής υπήρξε η πρωτοβουλία<br />

της Αιγύπτου με τη διάσκεψη που πραγματοποιήθηκε τον Ιούλιο του 1994 στην<br />

Αλεξάνδρεια για τη δημιουργία του Μεσογειακού Forum. 4 Η χρησιμότητα του<br />

Forum για την ανάπτυξη της συνεργασίας στον πολιτικό τομέα δεν μπορεί να<br />

αμφισβητηθεί, όμως ο αποκλεισμός αριθμού Μεσογειακών χωρών από το<br />

Forum αποτελεί σοβαρό μειονέκτημα.<br />

Παρά τις δυσκολίες συντονισμού, από τις αρχές της δεκαετίας του ‘90, τα<br />

μέλη της νότιας πτέρυγας της ΕΕ άρχισαν να αναβαθμίζουν τα θέματα της Μεσογείου<br />

στην εξωτερική τους πολιτική και να συντονίζονται εντός της ΕΕ, προσπαθώντας<br />

να εξισορροπήσουν τη μετατόπιση του ενδιαφέροντος της ΕΕ και<br />

της διεθνούς κοινότητας προς την Ανατολική Ευρώπη. Μέσα από τις διαδοχικές<br />

Ευρωπακές Προεδρίες, η Ελλάδα, η Γαλλία, η Ισπανία και η Ιταλία το 1994,<br />

1995 και 1996 αντίστοιχα, έδειξαν τη σπουδαιότητα που αποδίδουν στην αντιμετώπιση<br />

των προβλημάτων της περιοχής, ακόμη κι αν δεν υπήρχε συμφωνία για<br />

τη στρατηγική και τα μέσα που έπρεπε να χρησιμοποιηθούν. 5 Υπό το βάρος των<br />

μεταψυχροπολεμικών προκλήσεων, η αστάθεια και ο κατακερματισμός της Μεσογείου<br />

ενέτειναν την ανάγκη για μια πιο συνεκτική ευρωπακή προσέγγιση της<br />

περιοχής, ικανή να ενισχύσει την προβλεψιμότητα μέσω ενός συστήματος περιφερειακών<br />

αξιών και κανόνων στη βάση αμοιβαίως επωφελών διαδράσεων.<br />

Τελικά, η θεσμοποίηση ενός πολυμερούς πλαισίου για την οργανωτική και κανονιστική<br />

ρύθμιση των περιφερειακών σχέσεων ξεκίνησε με τη Διαδικασία της<br />

Βαρκελώνης, το Νοέμβριο του 1995, η οποία αντικατέστησε τις προηγούμενες<br />

μεσογειακές πολιτικές της ΕΕ και υπερκέρασε τις υπόλοιπες περιφερειακές<br />

πρωτοβουλίες, θέτοντας τρεις κεντρικούς στόχους: την ενίσχυση του πολιτικού<br />

διαλόγου και της περιφερειακής ασφάλειας, την απελευθέρωση των οικονομικών<br />

συναλλαγών με αμοιβαία οικονομικά και αναπτυξιακά οφέλη και την επα-<br />

4 Οι χώρες που μετέχουν είναι η Αλγερία, Αίγυπτος, Γαλλία, Ελλάδα, Ισπανία, Ιταλία,<br />

Μαρόκο, Πορτογαλία, Τουρκία, Τυνησία και Μάλτα.<br />

5 A. Vasconcelos, «The Shaping of a Sub-regional Identity», στο Aliboni, οπ. π.,<br />

1992, σελ. 23.


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 403<br />

ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗΣ 403<br />

νασύνδεση των κοινωνικο-πολιτιστικών σχέσεων των μεσογειακών λαών. Σχεδιασμένη<br />

κατά το πρότυπο της Διαδικασίας του Ελσίνκι, μέσω ενός συγκεκριμένου<br />

προγράμματος εργασίας που εξασφάλισε την εξελικτική της «συνέχεια»,<br />

κατέστη ο σταθερότερος μηχανισμός περιφερειακής συνεργασίας. 6<br />

Εντούτοις, δεκατρία χρόνια μετά, το όραμα της ΕΕ για τη δημιουργία ενός<br />

κλοιού ασφαλείας από σχετικά ευημερούσες και –κατά το δυνατόν– δημοκρατικές<br />

χώρες παραμένει μακρινό. Μετά τις επεμβάσεις στο Αφγανιστάν και το<br />

Ιράκ, επικρατεί ένα εντελώς διαφορετικό κλίμα στη Μέση Ανατολή από εκείνο<br />

που στα μέσα της δεκαετίας του ’90 είχε διευκολύνει τη συνολική προσέγγιση<br />

των περιφερειακών προκλήσεων. Η επιδείνωση των αραβο-ισραηλινών σχέσεων<br />

με επίκεντρο την Παλαιστίνη, η ανάδυση των ασύμμετρων απειλών και οι<br />

εξελίξεις που δρομολογήθηκαν σε παγκόσμια κλίμακα μετά την 11η Σεπτεμβρίου<br />

είχαν αρνητικές επιπτώσεις στην περιφερειακή διαδικασία, οδηγώντας<br />

μεταξύ άλλων, στην ενίσχυση των εθνικών πολιτικών ασφάλειας σε βάρος της<br />

διαδικασίας εκδημοκρατισμού και φιλελευθεροποίησης, στην αύξηση των περιορισμών<br />

στη διακίνηση αγαθών και προσώπων και στην αποξένωση των πληθυσμών<br />

που κατοικούν στις δύο όχθες της Μεσογείου και που πλέον διακατέχονται<br />

από αμοιβαία αισθήματα καχυποψίας.<br />

Η πολιτική συνεργασία προσέκρουσε, όπως ήταν αναμενόμενο, στις ιδιαιτερότητες<br />

της περιφερειακής πολυδιάσπασης 7 και το τεράστιο δημοκρατικό έλλειμμα<br />

που χαρακτηρίζει το Νότο της Μεσογείου. Όταν οι ευρωπαίοι σχεδίασαν<br />

τη μεσογειακή πολιτική τους στα μέσα της «χρυσής» δεκαετίας του 1990, η<br />

οικονομική συνεργασία και η αυξανόμενη οικονομική αλληλεξάρτηση που<br />

αυτή επιφέρει θεωρήθηκαν ικανές για την ανάπτυξη ισχυρών δεσμών που θα<br />

μπορούσαν να αποκτήσουν στο μέλλον και πολιτική βαρύτητα. Η παροχή οικονομικής<br />

βοήθειας κρίθηκε επαρκές κίνητρο για την προαγωγή των αναγκαίων<br />

6 Η ποιοτική αναβάθμιση της μεσογειακής προσέγγισης της ΕΕ, από ένα σύνολο μησυντονισμένων<br />

δράσεων, σε ένα συλλογικό σύστημα, βασισμένο σε θεσμοθετημένους<br />

κανόνες και πρότυπα συμπεριφοράς, δημιούργησε τις προποθέσεις για να οδηγήσει<br />

σε κάτι παραπάνω από μία απλή «σύμπραξη» (partnership) κρατών για την επίτευξη<br />

περιορισμένων στόχων, ακόμη και σε ένα περιφερειακό καθεστώς, ενέχοντας χαρακτηριστικά,<br />

όπως η ανάπτυξη κανόνων χρηστής διακυβέρνησης και μηχανισμών συλλογικής<br />

δράσης. D. Κ. Xenakis & D. N. Chryssochoou, The emerging Euro-Mediterranean<br />

system, MUP, New York, 2001.<br />

7 Η διεθνής ευρωπακή περιφέρεια ξεχωρίζει από εκείνη της Μέσης Ανατολής<br />

εξαιτίας του βάθους, της ποιότητας και της έντασης των διακυβερνητικών και διεθνικών<br />

αλληλεπιδράσεων μεταξύ των χωρών που τη συναπαρτίζουν. Βλέπε αναλυτικά στο<br />

St. C. Calleya, Navigating Regional Dynamics in the Post-Cold War World, Patterns of<br />

Relations in the Mediterranean Area, Aldershot, Dartmouth, 1997.


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 404<br />

404 ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΞΕΝΑΚΗΣ<br />

μεταρρυθμίσεων και τη μείωση των μεταναστευτικών ροών και των άλλων πηγών<br />

αποσταθεροποίησης στη Μεσόγειο. Είναι αυτονόητο, ότι δύσκολα μπορεί<br />

να αναπτυχθεί η οικονομική συνεργασία όταν επικρατεί σύγκρουση, όπως είναι<br />

και προφανές ότι η πολιτική σταθερότητα πρέπει να προηγηθεί ή τουλάχιστον<br />

να επιτευχθεί παράλληλα με οποιασδήποτε απόπειρα οικονομικής ή άλλης<br />

«βαθύτερης» συνεργασίας. Εκτός από την περίπτωση της Τουρκίας, όπου<br />

οι μεταρρυθμίσεις επιταχύνθηκαν εξαιτίας της ενταξιακής διαδικασίας, η Διαδικασία<br />

της Βαρκελώνης δεν οδήγησε σε απτά αποτελέσματα στις υπόλοιπες<br />

μεσογειακές χώρες. Οι περισσότερες παραμένουν σε γενικές γραμμές ημι-αυταρχικές,<br />

ενώ χρησιμοποιώντας την απειλή της ισλαμιστικής εξάπλωσης και<br />

της τρομοκρατίας, οι κυβερνητικές ελίτ συνεχίζουν να περιορίζουν τις ελευθερίες<br />

των πολιτών τους. Ταυτόχρονα, τα αποτελέσματα στο πεδίο της οικονομικής<br />

συνεργασίας και της ανάπτυξης είναι εξίσου απογοητευτικά. Οι ανισότητες<br />

μεταξύ των εταίρων αντί να μειωθούν, αυξήθηκαν. 8 Η ευρωπακή βοήθεια<br />

δεν απέφερε την προσέλκυση περισσότερων ξένων άμεσων επενδύσεων, η<br />

ζώνη ελευθέρων συναλλαγών αντιμετωπίζει κριτική, επειδή περιορίζεται μόνο<br />

στα βιομηχανικά προόντα, ενώ και οι εσωτερικές αγκυλώσεις μάλλον ενισχύθηκαν.<br />

9 Οι πιο οξείες εκδηλώσεις και ταυτόχρονα αίτια της περιφερειακής οικονομικής<br />

στασιμότητας είναι το χαμηλό επίπεδο ξένων άμεσων επενδύσεων<br />

8 Την περασμένη δεκαετία, το μέσο κατά κεφαλήν εισόδημα στην EE ανήλθε από<br />

20.000 σε 30.000 $, ενώ στις αραβικές χώρες της Μεσογείου παρέμεινε στάσιμο, στα<br />

5.000 $. Το γεγονός αυτό δεν οφείλεται στην έλλειψη ενδιαφέροντος εκ μέρους της ΕΕ,<br />

καθώς 8.785 εκατ. Ευρώ κατευθύνθηκαν στην περιοχή από το 1995 έως το 2006 μέσω<br />

των προγραμμάτων MEDA Ι και ΙΙ και των δανείων από το FEMIP της Ευρωπακής<br />

Τράπεζας Επενδύσεων. N. Alecu de Flers & E. Regelsberger, «The EU and Interregional<br />

Cooperation», στο C. Hill (επιμ.), International Relations and the European<br />

Union, OUP, Oxford, 2005, σελ. 317-342.<br />

9 Πρόσφατη μελέτη της Γαλλικής Υπηρεσίας Ανάπτυξης, διατυπώνει μια ρεαλιστική<br />

διάγνωση για τις προοπτικές των νότιων μεσογειακών οικονομιών: «Με τον τερματισμό<br />

των μακροοικονομικών προσαρμογών που πραγματοποιήθηκαν με την υποστήριξη διεθνών<br />

χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, τα συστήματα ανάπτυξής τους δεν ανέκαμψαν εξαιτίας<br />

των εσωτερικών αγκυλώσεων, οι οποίες είναι βαθιά ριζωμένες. Τα διάφορα στρατηγικά<br />

εισοδήματα από τα οποία έχουν “επωφεληθεί” συνέβαλαν σε μεγάλο βαθμό στο να<br />

σκληρύνουν οι συγκεκριμένες αγκυλώσεις. Ευρύτερα και μακροπρόθεσμα, αυτές οι χώρες<br />

δεν κατάφεραν να θέσουν σε κίνηση τη σύγκλιση των κατά κεφαλήν εισοδημάτων<br />

τους με τα κατά κεφαλήν εισοδήματα των χωρών της βόρειας όχθης της Μεσογείου. Ο<br />

ρυθμός της δραστηριότητας εκεί παραμένει σε μεγάλο βαθμό εξαρτημένος από εξωτερικές<br />

πηγές και η ανάπτυξη δεν προκύπτει από μία αυτοσυντηρούμενη διαδικασία.» J. Ould<br />

Aoudia, «Croissance et reformes dans les pays arabes méditerranéens», Agence française<br />

de développement, Paris, 2006, σελ. 16-17.


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 405<br />

ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗΣ 405<br />

και οι ισχνές εμπορικές συναλλαγές μεταξύ των μεσογειακών εταίρων, οι<br />

οποίες φτάνουν σε ποσοστό μόλις το 15% του συνολικού τους εμπορίου.<br />

Όμως και σε θεσμικό επίπεδο, η πρωτοβουλία της ΕΕ εξακολουθεί να μη<br />

διαθέτει τις κατάλληλες δομές και τους αναγκαίους πόρους για να επιτύχει<br />

τους ιδρυτικούς της στόχους. Σε αυτό συνέβαλαν, μεταξύ άλλων, η στροφή που<br />

πραγματοποιήθηκε στη εξωτερική πολιτική των νότιων ευρωπακών κρατών σε<br />

πιο οικουμενικούς στόχους, αλλά και η εσωτερική κρίση που επήλθε μετά την<br />

αποτυχία υιοθέτησης της ευρωπακής Συνταγματικής Συνθήκης και τις δυσκολίες<br />

που αντιμετωπίζει η «εμβάθυνση» της ΕΕ μετά τη μαζική διεύρυνση. Δεδομένης,<br />

δε, της έλλειψης κοινών αντιλήψεων για την περιφερειακή ασφάλεια,<br />

τόσο μεταξύ των εταίρων, όσο και με ισχυρούς εξω-περιφερειακούς δρώντες,<br />

το ήδη απαιτητικό έργο της Διαδικασίας της Βαρκελώνης στην περιοχή καθίσταται<br />

δυσχερέστερο. Πρέπει να τονιστεί ότι μια ανομολόγητη, αλλά εμφανής<br />

πλευρά της ευρωπακής πρωτοβουλίας στα μέσα της δεκαετίας του ’90 ήταν η<br />

προσπάθεια των μεσογειακών χωρών της ΕΕ να εξισορροπήσουν τη μετατόπιση<br />

του κέντρου βάρους λόγω της διεύρυνσης με ένα συμπληρωματικό πρόγραμμα<br />

συνεργασίας και αυξημένη χρηματοδοτική βοήθεια για τις γείτονες<br />

χώρες. Μετά τη διεύρυνση, όμως, παρουσιάζονται νέα δεδομένα, τόσο λόγω<br />

έλλειψης διαθέσιμων πόρων, αλλά κυρίως λόγω της έλλειψης κοινής αντίληψης<br />

για την αντιμετώπιση των περιφερειακών προκλήσεων. Αυτό κατέστη εμφανές<br />

στην κομβική, λόγω διεύρυνσης, Ευρω-Μεσογειακή Σύνοδο το Μάιο του 2003<br />

στο πλαίσιο της Ελληνικής Προεδρίας, όπου και πρωτοπαρουσιάστηκε η Ευρωπακή<br />

Πολιτική Γειτονίας. Παρότι τονίστηκε και στα συμπεράσματα πως «η<br />

διεύρυνση της ΕΕ πρέπει να ενδυναμώσει το δεσμό που αναπτύχθηκε στη Βαρκελώνη<br />

και να προσφέρει νέες ευκαιρίες συνεργασίας στις εμπορικές σχέσεις<br />

και τις οικονομικές μεταρρυθμίσεις των μεσογειακών εταίρων», εντούτοις,<br />

προκάλεσε αισθήματα αποκλεισμού στην πλειοψηφία των μεσογειακών χωρών,<br />

καθώς ερμηνεύτηκε, ως μετατόπιση του ενδιαφέροντος της ΕΕ προς όφελος<br />

των κρατών που πλέον συμμετέχουν ισότιμα στο ευρωπακό γίγνεσθαι. 10<br />

Η πρωτοβουλία Σαρκοζί<br />

Τα τελευταία χρόνια έχουν εμφανιστεί και άλλα ανταγωνιστικά ευρωπακά<br />

προγράμματα, όπως η πρωτοβουλία για μια «Ένωση για τη Μεσόγειο», η<br />

10 Βλέπε αναλυτικότερα στο «Η Ευρωπακή Ένωση και η Μεσόγειος: Η Διαδικασία<br />

της Βαρκελώνης και η Νέα Ευρωπακή Πολιτική Γειτονίας», στο Δ. Κ. Ξενάκης και<br />

Μ. Ι. Τσινισιζέλης (επιμ.), Παγκόσμια Ευρώπη; Οι Διεθνείς Διαστάσεις της Ευρωπακής<br />

Ένωσης, ΕΠΕΕΣ - εκδόσεις Ι. Σιδέρης, Αθήνα, 2006, σελ. 461-494.


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 406<br />

406 ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΞΕΝΑΚΗΣ<br />

οποία ξεκίνησε στο πλαίσιο της Γαλλικής Προεδρίας της ΕΕ (2008) και επέφερε<br />

έναν πρόσθετο βαθμό ανησυχίας, διακινδυνεύοντας τον όποιο βαθμό συνοχής<br />

είχε επιτύχει η κοινή ευρωπακή πρωτοβουλία με τη μορφή μιας οριζόντιας<br />

πολυμερούς συνεργασίας. Η πρωτοβουλία του Προέδρου Σαρκοζί ήγειρε<br />

σημαντικές αντιδράσεις σχετικά με τις συμμετέχουσες χώρες, τη σχέση της με<br />

τη Διαδικασία της Βαρκελώνης, το εύρος των αρμοδιοτήτων και την προστιθέμενη<br />

αξία που θα έχει στις περιφερειακές σχέσεις. Μέχρι την ιδρυτική σύνοδο<br />

στις 13 Ιουλίου στο Παρίσι, χρειάστηκε να ξεπεραστούν πολυάριθμα εμπόδια,<br />

και να γίνει αποδεκτός ένας συμβιβασμός ως προς τη μορφή, τη λειτουργία και<br />

το περιεχόμενο του αρχικού σχεδίου. Αν και το πώς θα λειτουργήσει το γαλλικό<br />

σχέδιο παραμένει ακόμα και σήμερα ασαφές, η διακήρυξη που υπεγράφη<br />

από 43 ηγέτες από 27 κράτη-μέλη της ΕΕ και όλα τα παράκτια κράτη της Μεσογείου,<br />

προβλέπει την υλοποίηση προγραμμάτων, στα οποία μπορούν να συμμετέχουν<br />

όσα κράτη το επιθυμούν με βάση την αρχή της μεταβλητής γεωμετρίας,<br />

όπως:<br />

• την απορρύπανση της Μεσογείου βάσει της πρωτοβουλίας «Horizon<br />

2020», συμπεριλαμβανομένων των παράκτιων και των προστατευόμενων<br />

θαλάσσιων περιοχών,<br />

• την ανάπτυξη χερσαίων και θαλάσσιων διαδρόμων, συμπεριλαμβανομένης<br />

της διασύνδεσης των λιμένων σε ολόκληρη τη Μεσόγειο, καθώς και<br />

την κατασκευή παράκτιων οδών που θα επιτρέψουν την αύξηση της ροής<br />

και την ελεύθερη κυκλοφορία αγαθών και προσώπων. Ιδιαίτερη προσοχή<br />

αποδίδεται στη συνεργασία στο πεδίο της θαλάσσιας ασφάλειας<br />

και της ναυσιπλοας, 11<br />

• την ανάπτυξη ενός κοινού προγράμματος πολιτικής προστασίας έναντι<br />

φυσικών καταστροφών και την πρόληψη και αντιμετώπισή τους σε συνεργασία<br />

με τον μηχανισμό πολιτικής προστασίας της ΕΕ,<br />

• την ανάπτυξη εναλλακτικών πηγών ενέργειας,<br />

• τη διαπανεπιστημιακή συνεργασία και τη δημιουργία ενός κοινού χώρου<br />

ανώτατης εκπαίδευσης, επιστημών και έρευνας,<br />

• την ανάπτυξη των επιχειρήσεων, ενισχύοντας τους φορείς των χωρών που<br />

τους παρέχουν βοήθεια στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.<br />

Ο Ντομινίκ Μοζί, σύμβου λος στο γαλλικό Ινστιτούτο Διε θνών Σχέσεων,<br />

ενός ανεξάρτη του ερευνητικού κέντρου, πι στεύει ότι η πρωτοβουλία Σαρκοζί<br />

11 Πρέπει να τονιστεί ότι η υιοθέτηση συγκεκριμένων δράσεων για την υλοποίηση<br />

θαλάσσιας πολιτικής από την ΕΕ αποτελεί βασική προτεραιότητα της Πορτογαλικής<br />

Προεδρίας το επόμενο εξάμηνο, προκειμένου να διαμορφωθεί ένα περισσότερο ισορροπημένο<br />

και βιώσιμο μοντέλο μεταφορών.


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 407<br />

ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗΣ 407<br />

«εί ναι μια καταπληκτική ενόρα ση, για να επεκταθεί η λογι κή της συμφιλίωσης<br />

στη Με σόγειο και τα προβλήματα να αντιμετωπίζονται στο ευρω πακό πλαίσιο.<br />

Ωστόσο, η δια χείρισή της και ο τρόπος που παρουσιάστηκε ήταν λάθος. Ως<br />

εκ τούτου μπορεί να μην οδηγήσει πουθενά». Καθώς τα εθνικά ΜΜΕ εγκωμιάζουν<br />

τον «φιλέλληνα» Πρόεδρο Σαρκοζί και τη μεσογειακή πρωτοβουλία του,<br />

στην οποία μετέχει εξ αρχής και ενθουσιωδώς η Ελλάδα, αξίζει, ίσως, να σημειωθούν<br />

και οι αντιδράσεις που προκάλεσε. Αρχικά, προβλήματα προκάλεσε<br />

σε αρκετούς Άραβες ηγέτες η πρόσκληση του Ισραήλ, όμως το ζήτημα διευθετήθηκε<br />

με τη διευκρίνιση ότι η συμμετοχή τους δεν θα τους εμποδίσει να καταδικάσουν<br />

τους εποικισμούς. Πέραν της αρνητικής στάσης της Λιβύης, της<br />

Τουρκίας και της Μ. Βρετανίας, η Ισπανία, αν και αρχικά συμφώνησε με την<br />

πρωτοβουλία Σαρκοζί, στη συνέχεια εξέφρασε τη δική της ιδέα για μια «Μεσογειακή<br />

Ένωση». Μολονότι η Γαλλία και η Ισπανία συμφωνούν στη γενική<br />

ιδέα, φαίνεται πως διαφωνούν στις λεπτομέρειες. Η Ισπανία, όπως και η Γερμανία,<br />

υποστήριξαν πως πρέπει να αποτελέσει προέκταση της ευρύτερης πολιτικής<br />

της ΕΕ στη Μεσόγειο. Η Καγκελάριος Μέρκελ είχε μάλιστα εκφράσει<br />

την αντίθεση της στη γαλλική πρωτοβουλία, κυρίως για το ότι θα χρηματοδοτούνταν<br />

μεν από πόρους της ΕΕ, αποκλείοντας την ίδια στιγμή μη-μεσογειακές<br />

χώρες, γεγονός που θα προκαλούσε διχασμό των ευρωπαίων και θα μείωνε την<br />

πραγματική επιρροή που μπορούν από κοινού να ασκήσουν στην περιοχή. 12<br />

Όταν ο κ. Σαρκοζί –μετά την εκλογική νίκη του, το Μάιο του 2007– περιέγραψε<br />

τα σχέδιά του, η ιδέα ήταν περισσότερο μεγα λεπήβολη. Πρότεινε μία<br />

«Με σογειακή Ένωση», η οποία θα απο τελούνταν αποκλειστικά από χώρες<br />

που «ακουμπούν» στη Με σόγειο. Αναφέρθηκε σε αυ τήν, ως έναν τρόπο «να<br />

δοθεί τέλος στα μίση και να στρω θεί ο δρόμος για το μεγάλο όνειρο της ειρήνης<br />

και του πολιτισμού». Ο πολιτικός του στόχος στην ου σία ήταν πιο έξυπνος.<br />

Πολέμιος της ένταξης της Τουρκίας στην ΕΕ, ο Σαρκοζί σκόπευε να προσφέρει<br />

στην Άγκυρα την εναλλακτική της «Μεσογειακής ΄Ενωσης». Οι αρχικές ανησυχίες<br />

που ήθελαν τη Γαλλία να διευρύνει τα στρατηγικά της συμφέροντα σε βάρος<br />

των ευρωπαίων εταίρων της, επιδιώκοντας παράλληλα να αυξήσει την περιφερειακή<br />

επιρροή της, τελικά κατευνάστηκαν μέσω της ενσωμάτωσης της<br />

νέας πρωτοβουλίας στην «ευρύτερη» ευρωπακή, αναδιατυπωμένη ως «Διαδικασία<br />

της Βαρκελώνης: Ένωση για τη Μεσόγειο». Η θεσμική δομή του νέου<br />

σχήματος συνεργασίας αποφασίστηκε να αποκρυσταλλωθεί στην επόμενη Σύνοδο<br />

των Υπουργών Εξωτερικών, όπως και η μεθοδολογία και τα κριτήρια<br />

αξιολόγησης, επιλεξιμότητας και έγκρισης των προγραμμάτων. Στοχεύοντας<br />

12 Β Benoit & John Thornhill, «Merkel Refuffs Sarkozy on Mediterranean Union<br />

plan», The Financial Times, 31-1-2008.


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 408<br />

408 ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΞΕΝΑΚΗΣ<br />

πλέον σε ένα συμπληρωματικό και όχι ανταγωνιστικό πλαίσιο, η γαλλική πρωτοβουλία<br />

οφείλει, έτσι, να μην θέσει σε κίνδυνο την υπάρχουσα θεσμική συνοχή<br />

και το κεκτημένο της Βαρκελώνης, τόσο σεβόμενη το επίπεδο διαδικαστικής<br />

συναίνεσης και κανονιστικών προσδοκιών, όσο και εστιάζοντας στις δυνατότητες<br />

(και όχι στα όρια) μιας περισσότερο στοχευμένης και λειτουργικά<br />

προσδιορισμένης συνεργασίας της ΕΕ στη Μεσόγειο.<br />

Η πιο πρόσφατη υπουργική διάσκεψη του ευρύτερου πλέον σχήματος που<br />

έλαβε χώρα στη Μασσαλία στις 3 και 4 Νοεμβρίου, υπό την Προεδρία των<br />

Υπουργών Εξωτερικών της Γαλλίας (Bernard Kouchner) και της Αλγερίας<br />

(Ahmed Aboul) καθορίσθηκε η δομή διακυβέρνησης της διαδικασίας, κυρίως<br />

αναφορικά με το ρόλο και τη λειτουργία της γραμματείας με καθήκον την<br />

εφαρμογή των προγραμμάτων στους τομείς που ορίσθηκαν στη ιδρυτική Σύνοδο<br />

στο Παρίσι, ακολουθώντας την τάση για μια πιο ισορροπημένη διαχείριση<br />

και συνεργασία στην περιοχή της Μεσογείου, ενισχύοντας υποτίθεται το<br />

αίσθημα «κοινοκτημοσύνης» σε όλα τα μέλη της διαδικασίας. Αποφασίστηκε,<br />

επίσης, η συμμετοχή της Αραβικής Λίγκας σε όλες τις συναντήσεις και σε όλα<br />

τα επίπεδα και ότι η έδρα της Ένωσης για τη Μεσόγειο θα βρίσκεται στη Βαρκελώνη<br />

13 και ότι ένας γενικός γραμματέας θα προεδρεύει της γραμματείας με<br />

πέντε αντιπροέδρους (από την Ελλάδα, την Ιταλία, τη Μάλτα, το Ισραήλ και<br />

την Παλαιστινιακή Αρχή). 14 Πρέπει να τονιστεί, ότι ακόμα και σήμερα σημαντικό<br />

μέρος της σχετικής ακαδημακής κοινότητας παραμένει επιφυλακτικό<br />

αναφορικά με την Ένωση για τη Μεσόγειο. 15<br />

13 Πέρα από τη Βαρκελώνη, και η Βαλέτα και η Τυνησία ήταν υποψήφιες πόλεις για<br />

την έδρα της Ένωσης για τη Μεσόγειο. Η Τυνησία απέσυρε την υποψήφια της ενώ η Βαλέτα<br />

δε συγκέντρωσε αρκετή στήριξη. Η Ελλάδα, παρά την πρόταση του Ευρωβουλευτή<br />

Σταύρου Αρναουτάκη (21/5/2008), και παρά το ιδιαίτερο ενδιαφέρον που υποτίθεται ότι<br />

επιδεικνύει για την πρωτοβουλία Σαρκοζί, τελικώς δεν υπέβαλε καμία υποψηφιότητα.<br />

14 Σύμφωνα με δηλώσεις του Bernard Kouchner ενδεχομένως να προστεθεί ένας<br />

έκτος αναπληρωματικός γραμματέας, ύστερα από αίτημα της Τουρκίας.<br />

15 Βλέπε μεταξύ άλλων το R. Aliboni, κ.ά., «Putting the Mediterranean Union in<br />

Perspective», EuroMeSCo Papers, No. 68, Euro-Mediterranean Study Commission, Ιούνιος<br />

2008 και Jean-Louis Reiffers et.al., Expert Group Report on the Mediterranean Union<br />

project, Institut de la Méditerranée, Paris, Οκτώβριος 2007. Πρέπει επίσης να τονιστεί<br />

ότι στο πρόσφατο συνέδριο που διοργανώθηκε στο πλαίσιο της «αραβικής εβδομάδας»<br />

του Ευρωπακού Κοινοβουλίου επισημάνθηκε ότι η «ισορροπία δυνάμεων» συνεχίζει<br />

να πάσχει, ενώ αν επιθυμούμε μια κοινή προεδρία θα πρέπει πραγματικά να πρόκειται<br />

για ένα κοινό σχέδιο, με διάλογο μεταξύ των δύο πλευρών και κοινή προετοιμασία,<br />

κάτι το οποίο δεν συνέβη στη νέα πρωτοβουλία. Επιπροσθέτως, όλοι οι συμμετέχοντες<br />

στο συνέδριο θεωρούν σημαντικό μειονέκτημα ότι η Ένωση για τη Μεσόγειο δεν περιλαμβάνει<br />

ρυθμίσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα τη στιγμή που οι ΜΚΟ αποτελούν


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 409<br />

ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗΣ 409<br />

Ελληνική εξωτερική πολιτική και Μεσόγειος<br />

Η Ελλάδα αποτελεί σημαντικό ναυτιλιακό δίαυλο της Μεσογείου για τη μεταφορά<br />

ενεργειακών πόρων στην Ευρώπη, αφού βρίσκεται σε μικρή θαλάσσια<br />

απόσταση από τις ασταθείς μεν, αλλά και πλούσιες σε πετρέλαιο και φυσικό<br />

αέριο περιοχές της Βορείου Αφρικής, της Μέσης Ανατολής και της Μαύρης<br />

Θάλασσας. Αντίθετα με τη Γαλλία, η οποία αντικειμενικά κατέχει τη μεγαλύτερη<br />

ισχύ στην περιοχή και τις Ισπανία και Ιταλία, οι οποίες έχουν επιδείξει<br />

αυξημένο ενδιαφέρον για να δημιουργήσουν ισχυρότερους δεσμούς με τις χώρες<br />

της περιοχής, οι εξωτερικές διαδράσεις της Ελλάδας είναι πιο σπασμωδικές<br />

και περιορισμένες, σε βαθμό που να έχει κατηγορηθεί για αδιαφορία στις<br />

μεσογειακές υποθέσεις της Ευρώπης, με εξαίρεση τα σχετικά με την Τουρκία<br />

και το Κυπριακό θέματα. 16<br />

Η γεωπολιτική θέση της Ελλάδας στην καρδιά της ανατολικής Μεσογείου<br />

οδήγησε στην εξαιρετικά γρήγορη ένταξή της στο ευρωπακό ενοποιητικό εγχείρημα.<br />

Έκτοτε, η εξέλιξη των υπερεθνικών δομών επέδρασε δραστικά στην<br />

κοινωνική και οικονομική της ανάπτυξη, όχι όμως στην εξωτερική της πολιτική.<br />

Οι επιδιώξεις της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής έχουν χαρακτηριστεί ως «μη<br />

ορθολογικές», «στενές», «ακατανόητες», «επιθετικές», ακόμη και «παράλογες».<br />

Ομοίως, και η ακαδημακή κοινότητα ομόθυμα καταδίκαζε μέχρι το τέλος<br />

της δεκαετίας του ’90 την ελληνική εξωτερική πολιτική ως «αναποτελεσματική»,<br />

«ασταθή» και «σπασμωδική». 17 Τέτοια παραδείγματα στην εξωτερική<br />

μας πολιτική αποτελούν η εισήγηση για εμπάργκο στα Σκόπια, στις αρχές της<br />

δεκαετίας του ‘90, η απειλή για βέτο στην Τελωνειακή Ένωση της Τουρκίας με<br />

την ΕΕ και πιο πρόσφατα στη Σύνοδο της Ατλαντικής Συμμαχίας στο Βουκουρέστι<br />

για την ένταξη των Σκοπίων με τη συνταγματική τους ονομασία. Προσπαθώντας<br />

να εξηγήσει τις εμμονές της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, η πλειονότητα<br />

των αναλύσεων τονίζει, ότι από την εποχή της συγκρότησης του νεοελληνικού<br />

κράτους στην ελληνική κοινωνία βρίσκεται βαθιά ριζωμένη μια διάχυτη<br />

πεποίθηση απειλής, η οποία αναμφίβολα ενισχύθηκε με την εισβολή της<br />

τον πιο σημαντικό σύμμαχο (από μέσα) στις αλλαγές που προωθεί εδώ και δεκατρία<br />

χρόνια η ΕΕ στην περιοχή.<br />

16 X. Ροζάκης, «Ελληνική Εξωτερική Πολιτική 1974-1985: Εκσυγχρονισμός και ο<br />

διεθνής ρόλος ενός μικρού κράτους», στο A. Μάνεσσης et al. (επιμ.), Η Ελλάδας σε Εξέλιξη,<br />

Εξάντας, Αθήνα, 1986.<br />

17 Βλέπε στο Π. Κ. Ιωακειμίδης, «Το Μοντέλο Σχεδιασμού Εξωτερικής Πολιτικής<br />

στην Ελλάδα: Πρόσωπα έναντι Θεσμών», στο Π. Τσάκωνας, Σύγχρονη Ελληνική Εξωτερική<br />

Πολιτική. Μια Συνολική Προσέγγιση, Τόμος Β’, εκδόσεις Ι. Σιδέρης, Αθήνα,<br />

2003, σελ. 91-92.


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 410<br />

410 ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΞΕΝΑΚΗΣ<br />

Τουρκίας στην Κύπρο το 1974 και την μετέπειτα αναθεωρητική της στάση στο<br />

Αιγαίο. Στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, η κυρίαρχη θέση των ΗΠΑ στην<br />

ανατολική Μεσόγειο και τα σχεδόν ανελαστικά συμφέροντά της στη Μέση<br />

Ανατολή, αναγόρευσαν τη διαχείριση των πιέσεων από το τρίγωνο Αθήνα-Ουάσιγκτον-Άγκυρα<br />

για την ασφάλεια και την πολιτική αυτονομία της χώρας σε<br />

αποκλειστικό σχεδόν πρόβλημα για την ελληνική εξωτερική πολιτική. 18 Από το<br />

1974 και μετά, η Αθήνα προσπαθεί να αμβλύνει τις πιέσεις ενός δυσμενούς<br />

στρατηγικού περιβάλλοντος στην ανατολική Μεσόγειο. 19<br />

Το Κυπριακό, αποτέλεσε άλλωστε και αιτία η Ελλάδα, ένα από τα ισχυρότερα<br />

αμερικανικά προπύργια, να αποχωρήσει από το στρατιωτικό σκέλος του<br />

ΝΑΤΟ. 20 Το ότι ο Κωνσταντίνος Καραμανλής θεωρούσε την Ελλάδα αναπόσπαστο<br />

κομμάτι της Δύσης, δε σήμαινε και τυφλή προσήλωση στις ατλαντικές<br />

δομές. Αντίθετα, θεωρούσε τη διαδικασία της ευρωπακής ενοποίησης σημαντικότερη<br />

για την οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη, αλλά και τη διατήρηση<br />

της εδαφικής ακεραιότητας της χώρας. 21 Προσπαθώντας να επιτύχει την απεξάρτηση<br />

από τις ΗΠΑ και καθώς η Γαλλία προέβαλε ως η πιο ένθερμη οπαδός<br />

της ελληνικής ένταξης, το σύνθημα «Ελλάς-Γαλλία, Συμμαχία» δεν αποτελούσε<br />

απλώς ένα ρητορικό σχήμα, αλλά αντανακλούσε τη βούληση της ελληνικής κυβέρνησης<br />

να συμπλεύσει με την πολιτικά ισχυρότερη χώρα της Δυτικής Ευρώ-<br />

18 Κ. Υφαντής, «Αναζητώντας Επιλογές: Στρατηγικές Εξισορρόπησης και Συστημική<br />

Πολικότητα», στο Κ. Αρβανιτόπουλος & Μ. Κοππά (επιμ.), 30 Χρόνια Ελληνικής<br />

Εξωτερικής Πολιτικής, 1974-2004, εκδόσεις Λιβάνη, Αθήνα, 2005, σελ. 431. Βλέπε επίσης<br />

στο D. Constas, «Systemic Influences on a Weak, Aligned State in the Post-1974<br />

Era» in D. Constas (ed.), The Greek Turkish Conflict in the 1990s: Domestic and<br />

External Influnces, MacMillan, Basingstoke, 1991, σελ. 129-139.<br />

19 Αντιθέτως, για τους σχεδιαστές της τουρκικής πολιτικής εθνικής ασφάλειας, η<br />

Ελλάδα αποτελεί απειλή, λόγω της πρόθεσης της να μετατρέψει το Αιγαίο σε «ελληνική<br />

λίμνη», ενώ θεωρεί ότι η στρατιωτικοποίηση των νησιών το ανατολικού Αιγαίου παραβίαση<br />

διαφόρων διεθνών συνθηκών. Εκτός από το Κυπριακό, σύμφωνα με την τουρκική<br />

πλευρά, πρόσθετα σημεία τριβής αποτελούν η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας, η αμφισβήτηση<br />

του εύρους του ελληνικού εναέριου χώρου και των χωρικών υδάτων στο Αιγαίο<br />

και η μουσουλμανική μειονότητα στη Θράκη. Βλέπε αναλυτικά στο Θ. Ντόκος, Ο<br />

Γεωστρατηγικός Ρόλος της Τουρκίας, εκδόσεις Τουρίκης, Αθήνα, 2001, σελ. 102.<br />

20 Η αποχώρηση της Ελλάδας από τη στρατιωτική δομή του ΝΑΤΟ ήταν περισσότερο<br />

«δοκιμαστικός χωρισμός παρά διαζύγιο», αφού η χώρα παρέμεινε στην πολιτική<br />

δομή της συμμαχίας. Θ. Βερέμης & Γ. Κολιόπουλος, Ελλάς. Η Σύγχρονη Συνέχεια. Από<br />

το 1821 Μέχρι Σήμερα, 3 η έκδοση, Εκδόσεις Καστανιώτης, Αθήνα, 2006, σ. 514.<br />

21 Ν. Διαμαντούρος, Πολιτισμικός Δυσμός και Πολιτική Αλλαγή στην Ελλάδα της<br />

Μεταπολίτευσης, εκδόσεις Αλεξάνδρεια, Αθήνα, σελ. 68-71.


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 411<br />

ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗΣ 411<br />

πης. 22 Όμως για μια μικρή χώρα, όπως η Ελλάδα, με έντονη την απειλή της<br />

Τουρκίας, το πρόβλημα της απεξάρτησης από τις ΗΠΑ παρέμεινε άλυτο παρά<br />

τις προσπάθειες, τόσο του K. Καραμανλή στη δεκαετία το ’70 και του A. Παπανδρέου<br />

στη δεκαετία του ’80. 23<br />

Η ελληνική πολιτική στη περιοχή κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου<br />

ήταν σταθερά φιλοαραβική –αν και παρουσιάζει κάποιες διαφοροποιήσεις,<br />

ανάλογα με την εναλλαγή των κυβερνήσεων– και ψυχρή ως προς το Ισραήλ, ως<br />

το 1990. 24 Μετά το 1974, τόσο οι κυβερνήσεις του Κωνσταντίνου Καραμανλή,<br />

όσο και του Ανδρέα Παπανδρέου δεν υπερέβησαν τους διπολικούς περιορισμούς<br />

στο περιφερειακό σύστημα, ούτε αμφισβήτησαν, παρά τη διαφορετική<br />

ρητορική της κάθε μιας, τις βασικές επιλογές των ΗΠΑ στην περιοχή. 25 Παρέμειναν<br />

επίσης σχετικά σταθερές ως προς τους στόχους τους, οι οποίοι, αν και<br />

με διαφορετική ιεράρχηση, συνοπτικά ήταν:<br />

• Η στήριξη από τις αραβικές χώρες στο Κυπριακό ζήτημα. 26<br />

• Η ενεργειακή εξάρτηση της χώρας στο αραβικό πετρέλαιο.<br />

• Η ανάπτυξη οικονομικών σχέσεων με τις αραβικές χώρες.<br />

• Η αναζήτηση περιφερειακών συμμάχων, ώστε να αντισταθμιστούν οι<br />

αμερικανικές πιέσεις σε εθνικά θέματα.<br />

• Η προσπάθεια απομόνωσης της Τουρκίας από τις αραβικές χώρες. 27<br />

22 Π. Τσακαλογιάννης, «Ελληνική Εξωτερική Πολιτική και Συστημική Αλλαγή», στο<br />

Αρβανιτόπουλος & Κοππά (επιμ.), οπ.π., 2005, σελ. 445.<br />

23 Δ. Καιρίδης, «Η Ελλάδα και η Ένταση στις Ευρω-Ατλαντικές Σχέσεις», στο Αρβανιτόπουλος<br />

& Κοππά (επιμ.), οπ.π., 2005, σελ. 76.<br />

24 Η Ελλάδα δεν είχε υπογράψει το 1948 στο πλαίσιο του ΟΗΕ για τη σύσταση του<br />

κράτους του Ισραήλ. Βλέπε αναλυτικότερα στο A. Nachmani, Israel, Turkey and Greece:<br />

Uneasy Relations in the Eastern Mediterranean, Frank Cass, London, 1987.<br />

25 Βλέπε αναλυτικότερα στο Σ. Ρούσσος, «Η Ελληνική Πολιτική στη Μέση Ανατολή:<br />

Μεταξύ “Επιχειρησιακής Νοοτροπίας”, “Εσωτερικής πολιτικής” και Νέων προκλήσεων»<br />

στο Αρβανιτόπουλος & Κοππά, οπ.π., 2005, σελ. 79-98.<br />

26 Στο Κυπριακό, η πιο σημαντική στιγμή κατά την οποία η Ελλάδα απεύθυνε έκκληση<br />

για την υποστήριξη των αραβικών κρατών ήταν το Νοέμβριο του 1983 με την<br />

ανακήρυξη του τουρκοκυπριακού ψευδοκράτους. «Βέβαια αποφασιστικό ρόλο στη μηαναγνώριση<br />

από μουσουλμανικά κράτη έπαιξε η σθεναρή αντίσταση των ΗΠΑ σε αυτή<br />

την κίνηση και γενικότερα στο status quo που είχε δημιουργήσει η τουρκική εισβολή».<br />

M. L. Evriviades, «The US and the Search for a Negotiated Solution in Cyprus» in R. C.<br />

Sharma and S. Epaminondas (eds.), Cyprus in Search of Peace and Justice, σελ. 104-5,<br />

όπως αναφέρεται στο Ρούσος, οπ.π., 2005, σελ. 89.<br />

27 Χ. Τσαρδανίδης, Η «Ανανεωμένη» Μεσογειακή Πολιτική της Ευρωπακής Κοινότητας<br />

και η Ελλάδα, ΕΚΕΜ, εκδόσεις Παπαζήσης, Αθήνα, 1992, σελ. 102.


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 412<br />

412 ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΞΕΝΑΚΗΣ<br />

• Η εξισορρόπηση της στρατηγικής συνεργασίας Τουρκίας-Ισραήλ.<br />

• Η προστασία των ελληνικών κοινοτήτων και των προνομίων των Ορθόδοξων<br />

Πατριαρχείων Αλεξανδρείας και Αντιοχείας, Ιεροσολύμων και της<br />

Μονής της Αγίας Αικατερίνης στο Σινά.<br />

• Η εξυπηρέτηση των συμφερόντων των πολυάριθμων ελληνικών παροικιών<br />

στην περιοχή για όσο διάστημα αυτές διατηρούνταν. 28<br />

Οι στόχοι αυτοί λίγο έως πολύ επιτεύχθηκαν, καθώς τα αραβικά κράτη συνέχισαν<br />

να τηρούν ευνοκή στάση όσον αφορά στο Κυπριακό, η Ελλάδα βγήκε σχεδόν<br />

αλώβητη από την έξαρση τρομοκρατικών ενεργειών των φονταμενταλιστικών<br />

οργανώσεων σε σχέση με άλλες ευρωπακές χώρες, οι οικονομικές συναλλαγές<br />

με τις χώρες της περιοχής διευρύνθηκαν την εικοσαετία ’60-’80, με αποκορύφωμα<br />

το 1981 όπου η αραβική αγορά απορροφούσε το 30% των ελληνικών<br />

εξαγωγών, ενώ το κύρος της χώρας στον αραβικό κόσμο αυξήθηκε ιδιαίτερα,<br />

όταν μετά την εισβολή του Ισραήλ στο Λίβανο το 1982, ο τότε πρωθυπουργός Ανδρέας<br />

Παπανδρέου, έστειλε ελληνικά πλοία στη Βηρυτό για να μεταφέρουν τον<br />

ηγέτη της Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης σε ασφαλές σημείο.<br />

29 Αν και ο Ανδρέας Παπανδρέου τοποθέτησε, τουλάχιστον στην αρχή της<br />

πρωθυπουργίας του, τις ελληνο-αραβικές σχέσεις στην κορυφή των προτεραιοτήτων<br />

της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, η γενικευμένη φιλοαραβική στάση, η<br />

οποία λανθασμένα αντιμετώπισε τον αραβικό κόσμο ως ένα ενιαίο σύνολο, πολλές<br />

φορές ενεπλάκη στις ενδο-αραβικές και ενδο-μουσουλμανικές διαμάχες. 30<br />

Σε μια πρόσφατη μελέτη για την εξωτερική πολιτική της Ελλάδας στην<br />

αραβο-ισραηλινή διαμάχη καταδεικνύονται οι «συζητήσεις» που τη διαμόρφωσαν:<br />

εκτός από την ιστορική διάσταση, όπου τονίζεται η ειδική σχέση/σύνδεση<br />

της Ελλάδας στην περιοχή, τη γεωπολιτική διάσταση, που συνδέεται με τον ευρύτερο<br />

προσανατολισμό της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, τη διάσταση της<br />

ασφάλειας, όπου η Μέση Ανατολή αποτελεί άλλο ένα πεδίο ανταγωνισμού με<br />

την Τουρκία υπάρχει και η διάσταση «δικαιοσύνης», στην οποία αποδίδεται έμφαση<br />

στην ηθική διάσταση της διαμάχης. Η αλληλεπίδραση ανάμεσα σε αυτές<br />

τις συζητήσεις οδήγησε σε μια φιλο-παλαιστινιακή τάση, η οποία παραμένει εμφανής<br />

ακόμη και σήμερα, παρά τις προσπάθειες που έχουν καταβληθεί στη μεταψυχροπολεμική<br />

περίοδο για μια πολιτική «ίσων αποστάσεων». 31 Μπορούμε<br />

28 Ibit.<br />

29 Β. Κεφαλά, «Η Ελληνική Εξωτερική Πολιτική στη Μέση Ανατολή: 1990-2002»,<br />

στο Τσάκωνας (επιμ.), οπ.π., 2003, σελ. 675.<br />

30 Ροζάκης, οπ.π., σελ. 186.<br />

31 A. Agnantopoulos, «Greece and the Palestinian-Israeli Conflict: A Discursive<br />

Constructivist Perspective», Mediterranean Politics, Vol. 12 No. 3, 2007, σελ. 359-379.


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 413<br />

ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗΣ 413<br />

μάλιστα να διακρίνουμε τρεις περιόδους φιλοαραβισμού: αυτή του συντηρητικού<br />

φιλοαραβισμού (1948-1967), του πολυδιάστατου φιλοαραβισμού της ΝΔ<br />

(1974-1981) και του ριζοσπαστικού φιλοαραβισμού του ΠΑΣΟΚ (1981-1989). 32<br />

Η φιλοαραβική εικόνα της Ελλάδας μετριάστηκε το 1990, όταν ο Κωνσταντίνος<br />

Μητσοτάκης, παράλληλα με τις προσπάθειες βελτίωσης των ελληνοαμερικανικών<br />

σχέσεων, αναγνώρισε το κράτος του Ισραήλ, αναβαθμίζοντας<br />

τις διπλωματικές σχέσεις από το επίπεδο των Αντιπροσωπειών σε εκείνο των<br />

Πρεσβειών. Αυτή η στάση συνεχίστηκε και από την επόμενη κυβέρνηση του<br />

Ανδρέα Παπανδρέου, υπογράφοντας μάλιστα το 1994 μια στρατιωτική συμφωνία<br />

για έρευνα και διάσωση, η οποία όμως, ουδέποτε ενεργοποιήθηκε. 33 Σταδιακά<br />

τη δεκαετία του ‘90 το Ισραήλ κατέστη ο σημαντικότερος εμπορικός μας<br />

εταίρος στη Μεσόγειο, γεγονός όμως που οφείλεται στις κακές επιδόσεις των<br />

αραβικών οικονομιών μετά τη δεκαετία του ’80. 34 Αν και το Ισραήλ είχε δείξει<br />

επανειλημμένα ενδιαφέρον για την ανάπτυξη στρατηγικής συνεργασίας με την<br />

Ελλάδα, εντούτοις, οι σχέσεις που είχαν αναπτυχθεί με τα ριζοσπαστικά καθεστώτα<br />

της περιοχής στη δεκαετία το ’80 και το σύνδρομο του «Τουρκο-ισραηλινού<br />

άξονα» της δεκαετίας του ‘90 σε συνδυασμό με το ζήτημα της εγκατάστασης<br />

των S300 στην Κύπρο καθυστέρησαν την εξισορρόπηση της μεταψυχροπολεμικής<br />

ελληνικής πολιτικής στο Μεσανατολικό, κάτι το οποίο επετεύχθη σε<br />

κάποιο βαθμό μετά την επίσημη επίσκεψη του τότε Προέδρου της Δημοκρατίας<br />

κ. Κωνσταντίνου Στεφανόπουλου, το Μάιο του 2000. 35 Έκτοτε, στο κρίσιμο ζήτημα<br />

της αραβο-ισραηλινής διαμάχης, η Ελλάδα υποστηρίζει την ειρηνευτική<br />

διαδικασία στο πλαίσιο του Οδικού Χάρτη, με στόχο την επίτευξη συμφωνημένης<br />

λύσεως στη βάση της αρχής των δύο κρατών και των σχετικών αποφάσεων<br />

των Ηνωμένων Εθνών. Τάσσεται υπέρ της εφαρμογής του σχεδίου απαγκιστρώσεως<br />

από τη Λωρίδα της Γάζας και το βόρειο τμήμα της Δυτικής Όχθης,<br />

υπό τις προποθέσεις που έθεσε το Ευρωπακό Συμβούλιο του Μαρτίου<br />

32 Βλέπε αναλυτικά στο Θ. Ντόκος & Φ. Πιέρρος, Η Μεσόγειος προς τον 21 ο Αιώνα.<br />

Η Θέση της Ελλάδας, εκδόσεις Παπαζήσης, Αθήνα 1995, σελ. 292-3.<br />

33<br />

Ibit, σελ. 676.<br />

34 Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΣΥΕ, η Ελλάδα εξήγαγε το 2005 στο Ισραήλ αγαθά<br />

αξίας 134,5 εκ. $ και αντίστοιχα το Ισραήλ στην Ελλάδα αγαθά αξίας 208,41 εκ. $. Το<br />

πρώτο εξάμηνο του 2006, οι εξαγωγές της Ελλάδος στο Ισραήλ έφθασαν τα 108,967 εκ.<br />

$ έναντι εισαγωγών 116,807 εκ. $. Σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία, το 2005 η Λιβύη αποτέλεσε<br />

τη δεύτερη εξαγωγική αγορά της Ελλάδας, καταλαμβάνοντας τη 17η θέση στο<br />

σύνολο των εξαγωγών μας φτάνοντας τα 196,6 εκ. $, ενώ οι εισαγωγές μας, σημείωσαν<br />

σημαντική άνοδο, φτάνοντας τα 762 εκ. $.<br />

35 Ρούσος, οπ.π., 2005, σελ. 91-96


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 414<br />

414 ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΞΕΝΑΚΗΣ<br />

2004. 36 Η Ελλάδα υποστηρίζει τη συνολική επίλυση του Μεσανατολικού, με τη<br />

συμπερίληψη και της συριο-λιβανικής πτυχής του, στο πλαίσιο επίσης των αποφάσεων<br />

των Ηνωμένων Εθνών και της αρχής «land for peace» από τη Διάσκεψη<br />

της Μαδρίτης.<br />

Από τα μέσα της δεκαετίας ’90 οικοδομήθηκε μια συνεκτική πολιτική διεύρυνσης<br />

των διεθνών ερεισμάτων για την αντιμετώπιση του βασικού προβλήματος<br />

ασφάλειας της χώρας, της τουρκικής επιθετικότητας και των εδαφικών της<br />

αξιώσεων, αλλά και επιμέρους προβλημάτων, όπως αυτό με την ονομασία των<br />

Σκοπίων. Η Ελλάδα εγκαινίασε μία πολιτική προσέγγισης με την Τουρκία, η<br />

οποία αναμφισβήτητα οδήγησε σε βελτίωση των σχέσεων στο Αιγαίο. Σε αυτό<br />

βοήθησε και η επιτάχυνση της ευρωπακής ενοποίησης με τη στρατιωτική αναβάθμιση<br />

της ΕΕ, η οποία κατέστησε, σχεδόν με ένα παράδοξο τρόπο, το ευρωπακό<br />

οπλοστάσιο της χώρας απέναντι στην Τουρκία περισσότερο αποτελεσματικό<br />

απ’ ότι στο παρελθόν, ιδιαίτερα από τη στιγμή που στις πλείστες των<br />

περιπτώσεων η πολιτική των ΗΠΑ απέναντι στην Ελλάδα εντάσσεται όλο και<br />

περισσότερο στο πλαίσιο της συνολικότερης ευρωπακής πολιτικής της Ουάσιγκτον.<br />

Ο μονόδρομος της ευρωπακής στρατηγικής της Τουρκίας και η ορθολογική<br />

χρήση των ευρωπακών στρατηγικών αναγκών και εξαρτήσεων της Τουρκίας<br />

από τις ελληνικές κυβερνήσεις κατάφερε να καταστήσει την ΕΕ σημαντικότατο<br />

παράγοντα στο δίπολο Ελλάδα-Τουρκία, αλλά και στο τρίγωνο Αθήνα-<br />

Ουάσιγκτον-Άγκυρα. 37<br />

Οι εξωτερικές σχέσεις της Ελλάδας με τις νότιες μεσογειακές χώρες έχουν<br />

αναπτυχθεί τόσο σε διμερές επίπεδο, όσο και στο πλαίσιο των πολυμερών σχέσεων<br />

που έχει αναπτύξει η ΕΕ στην περιοχή, αλλά και στο πλαίσιο του Μεσογειακού<br />

Φόρουμ, στο οποίο η Ελλάδα άσκησε την Προεδρία το 2002, καταλήγοντας<br />

στην «Διακήρυξη της Δήλου». Στη νέα περίοδο, η Ελλάδα, η οποία στο παρελθόν<br />

είχε κατηγορηθεί για αποχή από τις Μεσογειακές υποθέσεις της ΕΕ,<br />

κατάφερε να υπερνικήσει την εικόνα του «αδιάφορου» επαναφέροντας τα θέματα<br />

της Μεσογείου στο πλαίσιο της Ελληνικής Προεδρίας το 1994. 38 Στη Σύνοδο<br />

της Κέρκυρας, τα μέλη της ΕΕ αποφάσισαν να συγκαλέσουν την ιδρυτική<br />

Ευρω-Μεσογειακή Διάσκεψη στη Βαρκελώνη, τον Νοέμβριο του 1995. Η Ισπα-<br />

36<br />

Δηλαδή να υλοποιηθεί στο πλαίσιο του Οδικού Χάρτη και να αποτελεί βήμα προς<br />

την κατεύθυνση δημιουργίας δύο κρατών, ενώ δεν θα πρέπει έχει ως συνέπεια τη μεταφορά<br />

της εποικιστικής δραστηριότητας στη Δυτική Όχθη. Θα πρέπει επίσης να υπάρξει<br />

οργανωμένη και συμπεφωνημένη μεταβίβαση αρμοδιοτήτων στην Παλαιστινιακή Αρχή<br />

και ε) το Ισραήλ θα διευκολύνει την ανοικοδόμηση της Γάζας.<br />

37 Υφαντής, οπ.π., 2005, σελ. 436.<br />

38 Agence Europe, 26-6-1994, σελ. 4.


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 415<br />

ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗΣ 415<br />

νία –η οποία αντικειμενικά αποτελεί μια χώρα μεσαίων δυνατοτήτων– κατάφερε<br />

να παίξει σημαντικότατο ρόλο στην αναπροσαρμογή και ενίσχυση της μεσογειακής<br />

πολιτικής της ΕΕ. 39 Η αύξηση της επιρροής της Ισπανίας μπορεί να<br />

αποδοθεί στη μακρά περίοδο εσωτερικής πολιτικής σταθερότητας υπό την ηγεσία<br />

του Σοσιαλιστικού Κόμματος, στην επιτυχή οικονομική ανάπτυξη, στην υιοθέτηση<br />

μιας περισσότερο ενεργητικής πολιτικής στη Μεσόγειο και στην ύπαρξη<br />

μιας ευρείας εσωτερικής συνείδησης για το πολιτικό μέλλον της Ευρώπης. Αντίστοιχα,<br />

μετά από μια περίοδο σημαντικού εκσυγχρονισμού της ελληνικής οικονομίας,<br />

στη διάρκεια της οποίας η χώρα μετασχηματίσθηκε σε μέλος της Ευρωζώνης,<br />

η εξωτερική πολιτική άρχισε να φαίνεται ότι μπορεί να κερδίσει το στοίχημα<br />

του εκσυγχρονισμού και της μεταμόρφωσης από «μαύρο πρόβατο» της Ευρώπης,<br />

σε ισότιμο εταίρο στις συζητήσεις για το μέλλον της ΕΕ και σε παράγοντα<br />

σταθερότητας στα Βαλκάνια και την ανατολική Μεσόγειο. Με καθυστέρηση<br />

περίπου μίας δεκαετίας, από την κρίση που προκάλεσε η υπόθεση Οτσαλάν<br />

το Φεβρουάριο του 1999 (βλάπτοντας σημαντικά την φιλοαραβική εικόνα<br />

της χώρας), μέχρι το Συμβούλιο Κορυφής της ΕΕ στην Κοπεγχάγη το Δεκέμβριο<br />

του 2002, η ελληνική εξωτερική πολιτική γνώρισε τη δική της επανάσταση. 40 Η<br />

αλλαγή αυτή αποτυπώθηκε στην ιδιαίτερα εποικοδομητική Ελληνική Προεδρία<br />

του Συμβουλίου της ΕΕ, 41 κατά τη διάρκεια της οποίας, εκτός του ότι οριστικοποιήθηκε<br />

και η διεύρυνση και κατέστησε λειτουργική την Ευρωπακή Πολιτική<br />

Ασφάλειας και Άμυνας (ΕΠΑΑ), ανέδειξε και καίρια θέματα των περιφερειακών<br />

σχέσεών της και διαχειρίστηκε επιδέξια την κρίση στο Ιράκ, ενισχύοντας<br />

σημαντικά την προβολή της χώρας στους ευρωπαίους και μεσογειακούς εταίρους.<br />

Αξίζει να σημειωθεί, ότι σε μια περίοδο ιδιαιτέρως δύσκολη, κυρίως λόγω<br />

του πολέμου στο Ιράκ και της συνολικής επιδείνωσης της κατάστασης στη Μέση<br />

Ανατολή, η Ελληνική Προεδρία στα θέματα της ΕΠΑΑ –που διήρκεσε ένα<br />

12μηνο, λόγω της αποχής της Δανίας από αυτό το πεδίο– έθεσε ουσιαστικούς<br />

στόχους για την αναβάθμιση της συνεργασίας στη Μεσόγειο. 42<br />

39 H γεωγραφική εγγύτητα της Ισπανίας και η συνεχής προσπάθεια να αναμειχθεί<br />

στις περιφερειακές πολιτικές της Μεσογείου έκαναν τη χώρα να προβάλλεται ως τον<br />

απαραίτητο συνδετικό κρίκο μεταξύ του Βορρά και του Νότου, ως ένα «μπαλκόνι της<br />

ΕΟΚ» από το οποίο η Ευρώπη θα μπορούσε να παρατηρεί τον αραβικό κόσμο.<br />

40 Δ. Καιρίδης, «Η Εξωτερική Πολιτική του Εκσυγχρονισμού», στο Τσάκωνας<br />

(επιμ.), οπ.π., 2003, σελ. 298.<br />

41 Γιώργος Παγουλάτος και Σπύρος Μπλαβούκος, Η Τελευταία Ελληνική Προεδρία.<br />

Η Ελλάδα στην Ευρωπακή Ολοκλήρωση και οι Τέσσερις Ελληνικές Προεδρίες της ΕΕ,<br />

εκδόσεις Παπαζήσης, Αθήνα, 2004.<br />

42 Η ελληνική πρωτοβουλία για την αναζωπύρωση του ενδιαφέροντος και τη θεσμοθέτηση<br />

του πολιτικού διαλόγου σε θέματα ασφάλειας και άμυνας ήταν επιτακτική από


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 416<br />

416 ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΞΕΝΑΚΗΣ<br />

Το 2004, έτος κατά το οποίο η Ελλάδα πέτυχε την ένταξη της Κυπριακής<br />

Δημοκρατίας στην ΕΕ, μεταβάλλοντας την ισορροπία δυνάμεων υπέρ των Ελληνοκυπρίων,<br />

συνοδεύτηκε από την απαξίωση της πάγιας πολιτικής των ελληνικών<br />

και κυπριακών κυβερνήσεων «διεθνοποίησης» του Κυπριακού. Οι προσπάθειες<br />

του Γ.Γ. του ΟΗΕ κ. Κ. Ανάν για επίλυση του προβλήματος πριν την<br />

ένταξη στην ΕΕ, απέτυχαν όταν στα σχετικά δημοψηφίσματα, η ελληνοκυπριακή<br />

πλευρά τάχθηκε εναντίον του σχεδίου. Παράλληλα, το γεγονός ότι η<br />

Ελλάδα ουσιαστικά παραιτήθηκε από τα διαπραγματευτικά περιθώρια που της<br />

προσέφερε το Ελσίνκι για την ημερομηνία έναρξης της ενταξιακής διαδικασίας<br />

της Τουρκίας, καταδεικνύει ότι οι βασικές συνισταμένες αυτής της τάσης<br />

έχουν ανατραπεί. 43<br />

Είναι γεγονός πως μετά την αλλαγή σκυτάλης στην διακυβέρνηση της χώρας<br />

το 2004, υπάρχουν μεταβολές στην άσκηση της εξωτερικής πολιτικής, ειδικά<br />

στον τρόπο χειρισμού της Τουρκίας. 44 Σε ότι αφορά τη Μεσόγειο, οι υποσχέσεις<br />

για σημαντική αναβάθμιση των διμερών σχέσεων της Ελλάδας με τις χώρες της<br />

τις διαφορετικές αντιλήψεις για την περιφερειακή ασφάλεια και τη δυσπιστία μεταξύ<br />

των εταίρων, η οποία είχε αυξηθεί σημαντικά. Μία ισχυρή αμυντικά ΕΕ δεν συνεπάγεται<br />

τη δημιουργία μιας Ευρώπης «φρούριο», και επομένως, κρίθηκε σημαντικό να αναπτυχθεί<br />

ένας πρόσθετος δίαυλος επικοινωνίας για την ΕΠΑΑ. Χάριν της πρότασης της<br />

Ισπανικής Προεδρίας το Μάιο του 2002, την οποία η Ελλάδα ουσιαστικά υλοποίησε, με<br />

πρωτοβουλία του Ελληνικού Υπουργείου Εθνικής Άμυνας διοργανώθηκαν σεμινάρια,<br />

όπου διασαφηνίζοντας θέματα διαχείρισης κρίσεων και αμβλύνοντας πιθανές παρερμηνείες<br />

προήγαγαν την περιφερειακή συνεργασία, με τελικό στόχο την ευόδωση μιας συνεργατικής<br />

αντίληψης περί στρατηγικής διακυβέρνησης στη Μεσόγειο. Οι προτάσεις<br />

για τη θεσμική πλαισίωση του Ευρω-Μεσογειακού Στρατηγικού Διαλόγου έθεσαν τα θεμέλια<br />

για τη θεσμοθέτηση ενός τακτικού σεμιναρίου ως μέτρο οικοδόμησης εμπιστοσύνης<br />

στο πλαίσιο της ΕΠΑΑ. στο Μ. J. Tsinisizelis, D. Κ. Xenakis & D. N. Chryssochoou,<br />

«Promoting Security Dialogue in the Mediterranean: The Hellenic Presidency and<br />

Beyond», Hellenic Studies, Vol. 11, No. 2, 2003, σελ. 119-136. Για την ενδιάμεση Σύνοδο<br />

των Υπουργών Εξωτερικών της ΕΜΣ στην Κρήτη και την 3 η Διάσκεψη των Υπουργών<br />

ενέργειας στην Αθήνα βλέπε στο D. Κ. Xenakis, «The contribution of Greece to<br />

strengthening Euro-Mediterranean relations», Perceptions, Euro-Med Special Issue, Vol.<br />

5, No. 2, 2003, σελ. 173-208. Για τον τρίτο πυλώνα και την αναβάθμιση του ρόλου και της<br />

συνεισφοράς του Civil Forum και της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης βλέπε στο R. Pace,<br />

St. Stavrides & D. K. Xenakis, «Parliaments and Civil Society Cooperation in the Euro-<br />

Mediterranean Partnership», Mediterranean Quarterly, Vol, 15, No. 1, 2004, σελ. 75-92.<br />

43<br />

Δ. Κώνστας, «Πρόλογος», στο Αρβανιτόπουλος & Κοππά (επιμ.), οπ.π., 2005,<br />

σελ. 21.<br />

44 P. J. Tsakonas, The Incomplete Breakthrough in Greek-Turkish Relations: Grasping<br />

Greece’s Socialization Strategy, Palgrave – MacMillan, New York, υπό έκδοση.


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 417<br />

ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗΣ 417<br />

περιοχής, πέρα από μια επίσκεψη του πρωθυπουργού στην Αίγυπτο, χώρα για<br />

την οποία είχε επιδειχθεί ιδιαίτερο ενδιαφέρον πριν τις εκλογές του 2004, 45 μέχρι<br />

σήμερα δεν έχουν ευοδωθεί. Είναι γεγονός, ωστόσο, πως η κυβέρνηση και<br />

προσωπικά ο ίδιος ο πρωθυπουργός της Ελλάδας στήριξε την πρωτοβουλία<br />

Σαρκοζί για τη Μεσόγειο σε όλα τα στάδια που οδήγησαν στην ίδρυσή της, 46 θεωρώντας<br />

τη μια εξαιρετική ευκαιρία για την περαιτέρω ενδυνάμωση της συνεργασίας<br />

με τον Γάλλο Πρόεδρο, η οποία εξαργυρώθηκε με τη στήριξή του στο<br />

θέμα της ονομασίας των Σκοπίων. Πρόκειται για μια πρόσκαιρη επιλογή σκοπιμότητας,<br />

ή για την επίδειξη γνήσιου ενδιαφέροντος αναβάθμισης του ελληνικού<br />

παράγοντα στην περιοχή, μέσω της «σύμπλευσης» με τον ισχυρότερο περιφερειακό<br />

δρώντα και παραδοσιακό σύμμαχο στην Ευρώπη;<br />

Η ανάπτυξη των θαλάσσιων διαδρομών και η μετατροπή της Ελλάδας σε<br />

κόμβο για τις συνδυασμένες μεταφορές στην ευρύτερη περιοχή της ανατολικής<br />

Μεσογείου αποτελεί τον κυρίαρχο στόχο της συμμετοχής στην πρωτοβουλία<br />

Σαρκοζί. 47 Έντονο ενδιαφέρον εκφράζεται για τα προγράμματα που θα αφο-<br />

45 Κλειστή συνάντηση εργασίας «Greece-Egypt: Regional and Bilateral Issues», Ινστιτούτο<br />

Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Καραμανλής - Egyptian Council for Foreign<br />

Affairs, Αθήνα, 30-6-2003.<br />

46 Στην πράξη, το Υπουργείο Εξωτερικών κινητοποίησε τη Δημόσια Διοίκηση, με<br />

συσκέψεις σε επίπεδο Γενικών Γραμματέων, αλλά και την Επιχειρηματική Κοινότητα<br />

με τη διοργάνωση ειδικών Συνεδρίων. Παράλληλα, και οι υπηρεσίες του Υπουργείου<br />

Εξωτερικών, δραστηριοποιήθηκαν τόσο σε σχέση με κρατικούς, ημικρατικούς και ιδιωτικούς<br />

φορείς της χώρας, όσο και σε σχέση με τα Υπουργεία Εξωτερικών άλλων χωρών.<br />

Ομιλία της Υπουργού Εξωτερικών κ. Ν. Μπακογιάνη στις αρμόδιες επιτροπές της<br />

Βουλής για τη Μεσογειακή Ένωση, 23-7-2008. Ταυτόχρονα, το Υπουργείο Εξωτερικών<br />

εγκαινίασε δημόσιο διάλογο με φορείς από το δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, ώστε να<br />

συλλέξει προτάσεις, στο πλαίσιο των τομέων που υιοθετήθηκαν στην ιδρυτική σύνοδο<br />

στο Παρίσι, οι οποίες θα υποβληθούν στα υπό ίδρυση αρμόδια όργανα του νέου περιφερειακού<br />

σχήματος. http://www.aidfunding.mfa.gr/bpufm/form_gr.htm<br />

47 Ο κ. Καραμανλής στο πλαίσιο της Συνόδου στο Παρίσι ανέφερε: «Επιθυμούμε τη<br />

στενή συνεργασία με όσες χώρες ενδιαφέρονται ώστε μέσω της επέκτασης του οδικού<br />

διευρωπακού δικτύου και της διασύνδεσης λιμένων να διευκολυνθούν οι εμπορευματικές<br />

συναλλαγές και η μεταφορά προσώπων και αγαθών». Στο ίδιο πλαίσιο, κρίνουμε<br />

χρήσιμη την εγκατάσταση παρατηρητηρίου στην ανατολική Μεσόγειο για την παρακολούθηση<br />

των εξελίξεων στον τομέα των μεταφορών. Η Ελλάδα προτείνει την υπογραφή<br />

μνημονίου κατανόησης μεταξύ των ενδιαφερομένων χωρών και τη σύγκληση συνόδου<br />

σε υπουργικό επίπεδο, στην Αθήνα το 2009… Με την ίδρυση σήμερα της ‘Ένωσης για<br />

τη Μεσόγειο’, δίνεται μια εξαιρετική ευκαιρία για την ενδυνάμωση των σχέσεων μεταξύ<br />

των χωρών της και για την εκμετάλλευση των δυνατοτήτων που προσφέρονται για<br />

οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη.»


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 418<br />

418 ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΞΕΝΑΚΗΣ<br />

ρούν διευκόλυνση της μετακίνησης προσώπων και αγαθών μέσω της διασύνδεσης<br />

λιμανιών στη νοτιοανατολική Μεσόγειο, καθώς και την ανάπτυξη του τομέα<br />

της ηλιακής ενέργειας. Στόχος είναι να βρεθούν τρόποι υποβολής προτάσεων,<br />

η υλοποίηση των οποίων δεν θα επηρεάζεται από τα προβλήματα που<br />

υπάρχουν στις σχέσεις μεταξύ μεσογειακών χωρών (Τουρκία-Κύπρος, Ελλάδα-Τουρκία,<br />

Ισραήλ-Παλαιστινιακή Αρχή, κ.λπ). Η γαλλική πρωτοβουλία<br />

έχει μεν πολιτικούς στόχους, ακολουθεί όμως κυρίως την οικονομία και το γεγονός<br />

ότι εδώ και αρκετά χρόνια οι ευρωπακές επιχειρήσεις επενδύουν μαζικά<br />

στις νότιες ευρωπακές χώρες της Μεσογείου, στις οποίες κατασκευάζονται<br />

σύγχρονα λιμάνια. Ενώ όλοι ελπίζουν ότι θα εξασφαλίσουν μεγαλύτερο<br />

μερίδιο στις σύγχρονες θαλάσσιες μεταφορές που αυξάνονται συνεχώς, στην<br />

Ελλάδα η κλίμακα των αντίστοιχων σχεδιασμών δεν ανταποκρίνεται στις ελληνικές<br />

φιλοδοξίες για ενίσχυση του ρόλου της χώρας στις θαλάσσιες μεταφορές.<br />

48<br />

Συμπερασματικές Σκέψεις και Προτάσεις<br />

Η ξεχωριστή γεωγραφική θέση της Ελλάδας, ως συνδετικός κρίκος ανάμεσα<br />

στην Ευρώπη, την Ασία και την Αφρική, αποτέλεσε πηγή τόσο προβλημάτων,<br />

όσο και μεγάλων ευκαιριών. Η αναβάθμιση του ελληνικού παράγοντα στο<br />

πλαίσιο συνεργασίας που έχει διαμορφωθεί στη Μεσόγειο επιτάσσει α) την<br />

ανάπτυξη της μεσογειακής διάστασης στην ελληνική εξωτερική πολιτική με δέσμευση<br />

των απαραίτητων πόρων και αναβάθμιση των σχετικών υπηρεσιών, δεξαμενών<br />

σκέψης, ερευνητικών και πανεπιστημιακών τμημάτων κ.λπ., β) την<br />

ανάληψη πρωτοβουλιών για το συντονισμό και την ενίσχυση των νοτιο-ευρωπακών<br />

προσπαθειών εξισορρόπησης στην υπερ-διευρυμένη ΕΕ, και γ) την<br />

αναζήτηση νέων στρατηγικών εταίρων, μέσω των προγραμμάτων ενισχυμένης<br />

συνεργασίας που θα λάβουν χώρα στο πλαίσιο της ευρύτερης «Διαδικασίας της<br />

Βαρκελώνης: Ένωση για τη Μεσόγειο», όπως διαμορφώθηκε μετά την ιδρυτική<br />

Σύνοδο στο Παρίσι και την πρόσφατη υπουργική διάσκεψη στη Μασσαλία.<br />

Μέσα σ’ ένα εξαιρετικά ασταθές περιβάλλον στην καρδιά της ανατολικής<br />

Μεσογείου, η Ελλάδα βρίσκεται εκτεθειμένη σε μια σειρά από νέες απειλές<br />

όπως, τα μαζικά μεταναστευτικά και προσφυγικά ρεύματα, το διασυνοριακό<br />

έγκλημα, η διασπορά όπλων μαζικής καταστροφής και βαλλιστικών πυραύλων,<br />

48 Π. Καζάκος, «Όραμα, πρακτικά μέτρα, όρια», ΒΗΜΑ ΙΔΕΩΝ, ειδικό αφιέρωμα:<br />

«Ένωση για τη Μεσόγειο», Νοέμβριος 2008, σ. 25-26.


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 419<br />

ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗΣ 419<br />

οι ασύμμετρες απειλές και η εντεινόμενη περιβαλλοντική υποβάθμιση. Στα<br />

προσεχή έτη η Ελλάδα πρόκειται να αφιερώσει περισσότερους πόρους στις<br />

σχέσεις με την ΕΕ, τις ΗΠΑ και τη νέα Ρωσία για τα θέματα αυτά, τα οποία,<br />

ωστόσο, θα μπορούσαν να αποτελέσουν και το επίκεντρο νέων προσπαθειών<br />

συνεργασίας, τόσο με τις χώρες τις νότιας Ευρώπης που αντιμετωπίζουν τα ίδια<br />

προβλήματα, όσο και σε διμερές επίπεδο με χώρες-κλειδιά στην ανατολική<br />

Μεσόγειο, όπως η Τουρκία, το Ισραήλ, η Ιορδανία και η Αίγυπτος. 49<br />

Καθώς οι ορίζοντες της σύγχρονης Ελλάδας έχουν διευρυνθεί, θα μπορούσε<br />

να συμβάλλει περισσότερο ενεργά στις ευρωπακές προσπάθειες ενίσχυσης<br />

της συνεργασίας στη Μεσόγειο. Αξιοποιώντας τις παραδοσιακά καλές<br />

της σχέσεις με τις αραβικές χώρες και πλέον και το Ισραήλ, η Ελλάδα έχει τη<br />

δυνατότητα να αναδειχτεί σε «γέφυρα» μεταξύ Βορρά-Νότου, συμβάλλοντας<br />

στην προώθηση των ευρωπακών συνεργατικών και αναπτυξιακών δράσεων<br />

στην περιοχή. Η προσφορά βιώσιμης ανάπτυξης αποτελεί την καλύτερη εγγύηση<br />

για τη σταθερότητά στην περιοχή, ενώ μέσα από την ιδιαίτερα προνομιακή<br />

θέση που βρίσκεται από πλευράς οικονομικής και πολιτικής ανάπτυξης,<br />

ο ελληνικός παράγοντας στην περιοχή θα αναβαθμιστεί. Οι θαλάσσιες μεταφορές,<br />

ο τουρισμός, οι ενεργειακές υποδομές, οι τεχνολογίες πληροφορικής και<br />

επικοινωνιών, η βιομηχανική παραγωγή, το εμπόριο, η εκπαίδευση και ο πολιτισμός<br />

προσφέρουν σοβαρά περιθώρια ανάπτυξης, καθώς μπορεί να αναβαθμιστεί,<br />

ως περιφερειακός κόμβος συνδυασμένων μεταφορών, διαμετακομιστικού<br />

εμπορίου, ενεργειακών διασυνδέσεων, τουριστικών και πολιτιστικών συνεργασιών.<br />

Εξαιτίας του περιεχομένου, αλλά και του μεγέθους της –μετά τη Σύνοδο στη<br />

Λισαβόνα περιλαμβάνει συνολικά 39 μέλη (27 κράτη-μέλη της ΕΕ, 10 Μεσογειακά,<br />

την Μαυριτανία και την Αλβανία)– η Διαδικασία της Βαρκελώνης<br />

αποτελεί το σημαντικότερο περιφερειακό όχημα στη διαδικασία μεταψυχροπολεμικού<br />

μετασχηματισμού της Μεσογείου. Μια τέτοια μακρο-διαδικασία<br />

δεν μπορεί παρά να προχωρήσει με δοκιμασίες, λάθη και πισωγυρίσματα. Δεν<br />

θα πρέπει όμως και να παραβλέπουμε ότι ο σχεδιασμός, η λειτουργία και η<br />

αποτελεσματικότητα συστημάτων διεθνικής συνεργασίας και συλλογικής<br />

ασφάλειας απαιτούν μέγιστη ικανότητα διακυβέρνησης, η οποία στον μεν μεσογειακό<br />

Νότο δεν υφίσταται, ενώ στο Βορρά το πρόβλημα επικεντρώνεται<br />

στην έλλειψη πολιτικής διάθεσης για συν-διαχείριση των περιφερειακών προκλήσεων.<br />

Αν και η συνεργασία μεταξύ των νότιων ευρωπακών χωρών σε θέματα<br />

ασφαλείας δεν είναι εξίσου αγαστή με την οικονομική, εντούτοις, οι χώ-<br />

49 I. O. Lesser, F. S. Larrabee, M. Zanini & K. Vlachos-Dengler, Η Νέα Γεωπολιτική<br />

της Ελλάδας, μεταφ. εκδόσεις Ι. Σιδέρης, Αθήνα, 2003, σελ. 43-44.


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 420<br />

420 ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΞΕΝΑΚΗΣ<br />

ρες της νότιας Ευρώπης μοιράζονται κοινά προβλήματα και θεωρούν ότι πρέπει<br />

να δημιουργήσουν ισχυρότερους κοινωνικούς και οικονομικούς δεσμούς<br />

μεταξύ τους, ενώ σχεδόν πάντα προβάλλουν με έμφαση τα θέματα που αφορούν<br />

την περιοχή της Μεσογείου στα Ευρωπακά Συμβούλια. Επειδή η διεύρυνση<br />

της ΕΕ και η αυξανόμενη πολυμορφία έχουν δημιουργήσει προβλήματα<br />

στην αναγνώριση κοινών συμφερόντων στη Μεσόγειο, είναι κρίσιμο να διερευνηθούν<br />

τα εθνικά μας συμφέροντα σε σχέση με τις προσπάθειες των νότιων ευρωπακών<br />

κρατών για εξισορρόπηση εντός της ΕΕ, το κέντρο βάρους της<br />

οποίας απομακρύνεται σταθερά από τη Μεσόγειο.<br />

Η απελευθέρωση από τους περιορισμούς του διπολισμού επέτρεψε στις νότιες<br />

ευρωπακές χώρες να παίξουν μετά το 1989 έναν πιο άμεσο ρόλο στις περιφερειακές<br />

εξελίξεις. Η δυνατότητα που τους παρέχει η ΕΕ να θεσμοθετήσουν<br />

τη συνεργασία των ναυτικών τους δυνάμεων στην περιοχή, σχεδιάζοντας<br />

κοινές στρατιωτικές επιχειρήσεις αποτροπής, οδήγησαν τη Γαλλία, την Ιταλία,<br />

την Ισπανία και την Πορτογαλία να εγκαθιδρύσουν μια κοινή ναυτική δύναμη,<br />

την Ευρωπακή Ναυτική Δύναμη, γνωστή ως EuroMarFor, η οποία αντιστάθμισε<br />

μερικώς την κυρίαρχη θέση των ΗΠΑ στην περιοχή. Η Ελλάδα θα πρέπει<br />

να διερευνήσει τη συμμετοχή της σε αυτήν τη νοτιο-ευρωπακή ενισχυμένη συνεργασία,<br />

επεκτείνοντας τη δράση της στην ανατολική Μεσόγειο και ανοίγοντας<br />

ένα νέο μέτωπο συνεργασίας με την Τουρκία και ενδεχομένως το Ισραήλ.<br />

Απέχοντας για μεγάλο διάστημα από τις συζητήσεις στην ΕΕ, το ζήτημα της<br />

Μεσογείου, όπως επανήλθε μέσα από την πρόταση Σαρκοζί, κατέστη επίμαχο<br />

θέμα, καθώς θα μπορούσε να αποτελέσει λύση, τόσο για το «απομονωμένο» σε<br />

έναν ουσιαστικά Ευρω-αραβικό διάλογο Ισραήλ, όσο και για την Τουρκία στο<br />

πλαίσιο μιας ειδικής σχέσης με την ΕΕ, παράλληλα με τη διαδικασία απόκτησης<br />

της ιδιότητας μέλους. Δεδομένου ότι η γαλλική πρωτοβουλία πλέον ενσωματώθηκε<br />

και θα βασιστεί στο κεκτημένο της Βαρκελώνης, οι πρωτοβουλίες<br />

που θα αναληφθούν δεν θα πρέπει να διακινδυνεύσουν περαιτέρω τον όποιο<br />

βαθμό συνοχής έχει επιτευχθεί, τόσο σε επίπεδο διαδικαστικής συναίνεσης,<br />

όσο και σε επίπεδο συγκλινουσών προσδοκιών και προτιμήσεων. Συνεπώς, η<br />

έμφαση πρέπει να αποδοθεί στις δυνατότητες μιας περισσότερο στοχευμένης<br />

συνεργασίας, με επίκεντρο τη θέσπιση κοινών λειτουργικών προγραμμάτων<br />

μεταξύ των εταίρων.<br />

Σήμερα, οι πολιτικοί στόχοι της αρ χικής ιδέας για την «Ένωση της Μεσογείου»,<br />

η οποία προβλέ πει τη μεταμόρφωση των πε ριφερειακών κυβερνήσεων<br />

και τη βελτίωση των ανθρω πίνων δικαιωμάτων σε χώρες της Μεσογείου, έχουν<br />

κατά μεγάλο μέρος εγκαταλειφθεί. Ωστόσο, στον μεσογειακό Νότο, η ανησυχία<br />

ότι οι ευ ρωπακές επιδιώξεις ενδεχο μένως είναι περισσότερο εγω ιστικές<br />

παραμένει, εν μέρει δικαιολογημένα. Φοβού νται ότι τα κράτη-μέλη της ΕΕ θέλουν<br />

απλώς να βοηθήσουν τις νότιες χώρες της Μεσο γείου να κρατήσουν το


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 421<br />

ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗΣ 421<br />

φτω χό πληθυσμό τους στο εσω τερικό, να περιορίσουν τη λαθρομετανάστευση<br />

και να εξα σφαλίσουν τη συνεργασία τους στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας<br />

και του οργα νωμένου εγκλήματος. Η Ελλάδα, όσο και οι υπόλοιπες χώρες<br />

που συμμετέχουν στη νέα πρωτοβουλία στην περιοχή θα πρέπει να επενδύσουν<br />

εμπράκτως, και όχι μόνο διακηρυκτικά, σε έναν πλουραλισμό συμβίωσης, μέσα<br />

από ένα συμμετοχικό καθεστώς διαχείρισης των σύνθετων προβλημάτων<br />

ασφάλειας που χαρακτηρίζουν τη σύγχρονη Μεσόγειο. Μόνον έτσι θα είναι σε<br />

θέση να προσδώσει μια ποιότητα συστημικού πολυμερισμού, η οποία δεν θα<br />

αποσκοπεί στην «εξαγωγή» ενός αξιακού συστήματος ή προτύπου, αλλά σε μια<br />

αμοιβαία αποδεκτή δέσμη αρχών για έναν κοινό προορισμό, με πρώτο βήμα<br />

την αποτελεσματική συν-διαχείριση των κοινών περιφερειακών προκλήσεων. 50<br />

Το πλαίσιο στρατηγικής συνεργασίας που έχει διαμορφωθεί στη μεταψυχροπολεμική<br />

Μεσόγειο υπαγορεύει την καλλιέργεια μιας κοινής κουλτούρας<br />

σε θέματα ασφάλειας, την ανάπτυξη μηχανισμών έγκαιρης προειδοποίησης<br />

και την πρόληψη συγκρούσεων. Ενώ η ενίσχυση του πολιτικού διαλόγου παραμένει<br />

κεντρική προτεραιότητα, θα πρέπει, παράλληλα, να συνεχιστούν οι προσπάθειες<br />

οικοδόμησης εμπιστοσύνης και σχέσεων καλής γειτονίας, ενισχύοντας<br />

τη συνεργασία σε θέματα ασφάλειας και προληπτικής διπλωματίας. 51 Στο<br />

πλαίσιο αυτό, οι προτάσεις για μια Ευρω-Μεσογειακή Ακτοφυλακή και για<br />

ένα ολοκληρωμένο δίκτυο για την πρόληψη των συγκρούσεων στη Μεσόγειο, 52<br />

αποτελούν πεδία των περιφερειακών σχέσεων, στα οποία ο ελληνικός παράγοντας<br />

θα μπορούσε να αναβαθμιστεί σημαντικά, οικοδομώντας νέες στρατηγικές<br />

σχέσεις με τις χώρες της ανατολικής Μεσογείου, αλλά και ενισχύοντας και<br />

επεκτείνοντας, παράλληλα, το πεδίο στρατηγικής συνεργασίας με τις νότιες ευρωπακές<br />

χώρες.<br />

50 D. N. Chryssochoou & D. K. Xenakis, «Prospects for Euro-Mediterranean<br />

Governance», The Review of International Affairs, Vol. 2 No.4, 2003, σελ. 47-70.<br />

51 St. C. Calleya & D. Κ. Xenakis, «France’s New Mediterranean Initiative: Lessons<br />

from Post-Cold War Regional Cooperation», Karamanlis Working Papers in Hellenic and<br />

European Studies, No. 4, Fletcher School of Law and Diplomacy, Tufts University, 2008.<br />

52 St. C. Calleya & Δ. Κ. Ξενάκης, «Ασφάλεια και Στρατηγική Συνεργασία στη Μεσόγειο:<br />

Οικοδόμηση Εμπιστοσύνης και Πρόληψη Συγκρούσεων», Κείμενα Πολιτικής,<br />

No. 11, ΕΛΙΑΜΕΠ, Αθήνα, 2008.


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 422


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 423<br />

23<br />

Μεταρρυθμίζοντας το μηχανισμό<br />

εθνικής ασφαλείας<br />

Θάνος Π. Ντόκος και Παναγιώτης Ι. Τσάκωνας<br />

Εισαγωγικά<br />

Το τέλος των «σταθερών» και βεβαιοτήτων της διπολικής αντιπαράθεσης<br />

δεν κατέστησε απλώς ασαφές το περιεχόμενο της έννοιας της ασφάλειας αλλά,<br />

κυρίως, κατέστησε ανεπαρκείς τις «παραδοσιακές συνταγές» επίτευξής της<br />

από τα κράτη. Ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του ’80 είχε –σε ακαδημακό,<br />

αρχικά, επίπεδο– τεθεί το ζήτημα της ανάγκης διεύρυνσης του περιεχομένου<br />

της έννοιας της ασφάλειας. Με το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και τη διάλυση<br />

της Σοβιετικής Ένωσης το διεθνές κλίμα έγινε πιο επιδεκτικό σε ανάλογες<br />

διαπιστώσεις 1 και η συζήτηση –στην επιστημονική κυρίως κοινότητα– αφορούσε<br />

πλέον στο διαχωρισμό μεταξύ παραδοσιακών (και σε σημαντικό βαθμό<br />

περιοριστικών) και ευρύτερων ορισμών της έννοιας της ασφάλειας. Ο πρώτος<br />

επικέντρωνε την προσοχή στις υλικές δυνατότητες,στον έλεγχο και την χρήση<br />

της στρατιωτικής δύναμης από τα κράτη. Ο δεύτερος, διαχώριζε μεταξύ στρατιωτικών,<br />

πολιτικών, οικονομικών, κοινωνικών και περιβαλλοντικών απειλών<br />

ασφάλειας που επηρέαζαν όχι μόνο τα κράτη αλλά και ομάδες, άτομα ή/και άλλους<br />

μη κρατικούς δρώντες. Συνακόλουθα, παρά το γεγονός ότι είναι δυσκολότερο<br />

να κινητοποιηθεί η συνειδητοποιημένη κοινή γνώμη για ζητήματα μόλυν-<br />

1 Η παγκόσμια κοινότητα δεν άργησε να διαπιστώσει ότι «ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά<br />

του νέου γεωπολιτικού σκηνικού είναι η καθυστερημένη αναγνώριση της<br />

παγκόσμιας φύσης πολλών από τα σημερινά προβλήματα, τα οποία δεν μπορούν να επιλυθούν,<br />

ούτε να προσεγγισθούν από μεμονωμένες χώρες». Βλέπε Έκθεση της «Λέσχης<br />

της Ρώμης», των Αλεξάντερ Κινγκ και Μπερτράν Σνάιντερ, ΤΟ ΒΗΜΑ, 19 Μαου 1991.


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 424<br />

424 ΘΑΝΟΣ ΝΤΟΚΟΣ – ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΤΣΑΚΩΝΑΣ<br />

σης του περιβάλλοντος συγκριτικά με τις στρατιωτικές απειλές, τα ζητήματα<br />

περιβαλλοντικής ή/και οικονομικής ασφάλειας 2 απέκτησαν –και συνεχίζουν να<br />

αποκτούν όλο και υψηλότερη θέση– στην ημερησία διάταξη δράσης των κυβερνήσεων.<br />

Πράγματι οι πολίτες διαπιστώνουν ότι καθημερινά έρχονται αντιμέτωποι με<br />

νέες μορφές απειλών και κινδύνων που προέρχονται τόσο από το εξωτερικό<br />

όσο και από το εσωτερικό περιβάλλον του κράτους ενώ οι συγκρούσεις που<br />

διεξάγονται σε όλο και περισσότερα σημεία του πλανήτη είναι περισσότερο<br />

«ενδοκρατικές» (intra-state conflict) και λιγότερο «διακρατικές» (inter-state<br />

conflict). Σε τέτοιο μάλιστα βαθμό που οι διεθνείς αναλυτές δεν διστάζουν να<br />

αναφερθούν στο «τέλος των παλαιομοδίτικων πολέμων μεταξύ των κρατών». 3<br />

Παράλληλα, ιδιαίτερα σημαντικός αναδεικνύεται και ο ρόλος των μη-κρατικών<br />

οντοτήτων, με αποτέλεσμα να δυσχεραίνεται ακόμη περισσότερο η όποια κατηγοριοποίηση<br />

αλλά και η διαχείριση των αναφυόμενων κρίσεων και συγκρούσεων.<br />

4<br />

Αν οι παραπάνω επισημάνσεις καθιστούν μια μάλλον δύσκολη υπόθεση την<br />

επίτευξη ασφάλειας από ένα σύγχρονο ευρωπακό κράτος, είναι εύκολο να<br />

αντιληφθεί κάποιος γιατί για την Ελλάδα –μια «μικρή-μεσαία» χώρα, γεωγρα-<br />

2 Για τη σχέση οικονομίας και εθνικής ασφάλειας βλέπε Richard Rosecrance,<br />

«Economics and National Security: The Evolutionary Process» στο Richard Shultz, Roy<br />

Godson & George Quester (επιμ.), Security Studies for the 21 st Century, Brassey’s,<br />

Washington D.C., 1997, σελ. 209-225. Για τη σχέση οικονομίας και υψηλής στρατηγικής,<br />

βλέπε Donald Losman, Economic Security. A National Security Folly?, CATO Institute,<br />

Policy Analysis, No. 409, August 2001.<br />

3 Βλέπε Mary Kaldor, New and Old Wars: Organized Violence in a Global Era, Polity<br />

Press, Cambridge, 2001.<br />

4 Στη μεταψυχροπολεμική εποχή το έθνος-κράτος παραμένει ο κύριος πρωταγωνιστής<br />

στο παιγνίδι της διεθνούς πολιτικής, αλλά η επιρροή του μειώνεται, τόσο σε σχετικά<br />

όσο και σε απόλυτα μεγέθη (ειδικά στον τομέα της οικονομίας, λόγω παγκοσμιοποίησης<br />

και αλληλεξάρτησης). Δύσκολα μπορεί να αγνοηθεί η εμφάνιση στη διεθνή κονίστρα<br />

και η αυξανόμενη βαρύτητα μιας σειράς διεθνικών παραγόντων, όπως περιφερειακών<br />

ολοκληρώσεων/συσσωματώσεων, διεθνών οργανισμών, πολυεθνικών εταιριών,<br />

Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης παγκόσμιας εμβέλειας, μη-κυβερνητικών οργανώσεων,<br />

τρομοκρατικών οργανώσεων, παγκόσμιων «κινημάτων» και διεθνικών εγκληματικών<br />

οργανώσεων και φαινομένων όπως η παράνομη μετανάστευση, η παγκόσμια<br />

άνοδος της θερμοκρασίας, και η διεθνοποίηση της παραγωγής και της χρηματο-οικονομίας<br />

που διαβρώνουν την ικανότητα ενός κράτους να ελέγχει και να διαμορφώνει το<br />

μέλλον του. Βλέπε Peter Willetts, «Transnational actors and international organizations<br />

in global politics» σε John Baylis & Steve Smith (επιμ.), The Globalization of World<br />

Politics, Oxford University Press, Oxford, 2001, σ. 356-386.


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 425<br />

ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ 425<br />

φικά τοποθετημένη στην περισσότερο ασταθή γειτονιά της ευρωπακής περιφέρειας<br />

και με ένα ιδιαίτερα ασθενές θεσμικό σύστημα παραγωγής υψηλής<br />

στρατηγικής και διαχείρισης κρίσεων– η επίτευξή της αποτελεί μια εξαιρετικά<br />

δύσκολη υπόθεση. Δυστυχώς κατά το σχετικά πρόσφατο παρελθόν, ειδικότερα<br />

αυτό που αφορά στην πρώτη μεταψυχροπολεμική δεκαετία, η Ελλάδα έχει ένα<br />

μάλλον βεβαρημένο ιστορικό όσον αφορά στην αποτελεσματική αντιμετώπιση<br />

και διαχείριση των παραδοσιακών προκλήσεων και απειλών για την ασφάλειά<br />

της (η κρίση στα Ίμια, το Δόγμα του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου, η υπόθεση<br />

Οτζαλάν). 5 Παράλληλα, η Ελλάδα αποτελεί ήδη τον βασικό αποδέκτη του συνόλου<br />

σχεδόν των νέων απειλών και κινδύνων – που μετά την 11 η Σεπτεμβρίου<br />

αποκτούν ακόμη πιο σύνθετο περιεχόμενο – καλούμενη έτσι να διαχειριστεί<br />

αποτελεσματικά έναν ιδιαίτερα απαιτητικό συνδυασμό παραδοσιακών και, κυρίως,<br />

νέων/«σύγχρονων» απειλών και κινδύνων στα σύνορά της.<br />

Προκειμένου να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά τόσο τις «παραδοσιακές»<br />

απειλές και κινδύνους όσο και τις νέες «ασυμμετρικές» προκλήσεις, τα κράτη<br />

καλούνται να αναπτύξουν μια στρατηγική εθνικής ασφάλειας η οποία θα είναι<br />

ικανή να διαχειριστεί αυτό το εξαιρετικά ευρύ φάσμα απειλών, κινδύνων και<br />

προκλήσεων που απειλούν όχι μόνον την εδαφική ακεραιότητα και την οικονομική,<br />

πολιτική και περιβαλλοντική του ασφάλεια, αλλά και την ατομική ασφάλεια<br />

των πολιτών του. Η τελευταία αυτή παρατήρηση αναδεικνύει την έννοια<br />

της «ανθρώπινης ασφάλειας», η οποία –χωρίς να υποτιμά την συλλογική υποχρέωση<br />

και προσπάθεια των πολιτών ενός κράτους να διαφυλάξουν την ακεραιότητα<br />

της χώρας τους από οποιαδήποτε ξένη επιβουλή– τονίζει την ανάγκη<br />

κατοχύρωσης της προσωπικής τους ασφάλειας και ελευθερίας από άμεσες ή<br />

έμμεσες απειλές βίας, της ανάπτυξης και ευημερίας τους και του δικαιώματός<br />

τους να ζουν σε ένα κοινωνικό περιβάλλον που διασφαλίζει τα βασικά ανθρώπινα<br />

δικαιώματα.<br />

Συνακόλουθα, όπως αποτελεί υποχρέωση κάθε σύγχρονου και δημοκρατικού<br />

κράτους να προσφέρει στους πολίτες του τη δυνατότητα να ζουν και να ευημερούν<br />

ελεύθεροι από εσωτερικές ή/και εξωτερικές απειλές και κινδύνους,<br />

ταυτόχρονα, αποτελεί υποχρέωση των ίδιων των πολιτών να προασπίζουν τα<br />

συμφέροντα της πατρίδας τους σε ένα παγκοσμιοποιημένο και ανταγωνιστικό<br />

5 Για μια αναλυτική εξέταση τω συγκεκριμένων περιπτώσεων προκειμένου να εντοπιστούν<br />

τα προβλήματα (ύπαρξη στοιχείων ασυμβατότητας) που υφίστανται στη σχέση<br />

μεταξύ των βασικών πυλώνων της ελληνικής στρατηγικής εθνικής ασφάλειας και να<br />

αναδειχθούν τα κενά, οι αδυναμίες και οι ελλείψεις του υπάρχοντος θεσμικού συστήματος<br />

της ελληνικής στρατηγικής εθνικής ασφάλειας βλέπε Θ. Ντόκος και Παναγιώτης<br />

Τσάκωνας, Στρατηγική Εθνικής Ασφάλειας. Οικοδομώντας το Ελληνικό Μοντέλο στον<br />

Εικοστό Πρώτο Αιώνα, Παπαζήσης, Αθήνα, 2005, σελ. 223-293.


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 426<br />

426 ΘΑΝΟΣ ΝΤΟΚΟΣ – ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΤΣΑΚΩΝΑΣ<br />

διεθνές περιβάλλον. Υπό αυτή την έννοια, η «ανθρώπινη ασφάλεια» και η<br />

ασφάλεια του κράτους μπορούν να είναι έννοιες και δράσεις αλληλο-υποστηριζόμενες,<br />

προκειμένου να επιτευχθεί ο ευρύτερος στόχος της εθνικής ασφάλειας<br />

που στον εικοστό πρώτο αιώνα αφορά στην προστασία τόσο της εδαφικής<br />

ακεραιότητας του κράτους όσο και της οικονομικής και κοινωνικής ευημερίας<br />

των πολιτών του.<br />

Η επίτευξη του ευρύτερου αυτού στόχου προποθέτει βεβαίως την μετατόπιση<br />

από το παραδοσιακό υπόδειγμα του «κράτους εθνικής ασφάλειας» 6 στο<br />

«σύγχρονο κράτος εθνικής ασφάλειας»του εικοστού πρώτου αιώνα. Το τελευταίο,<br />

καλείται να αναπτύξει μια αποτελεσματική στρατηγική εθνικής ασφάλειας,<br />

θέτοντας τους μακροπρόθεσμους στόχους τους οποίους επιθυμεί να επιτύχει<br />

και σχεδιάζοντας τη βέλτιστη χρήση όλων των διαθέσιμων μέσων και πόρων<br />

της εθνικής ισχύος (οικονομικών, στρατιωτικών, διπλωματικών, πολιτιστικών<br />

κ.ά.) για την επίτευξη των συμφωνημένων μακροπρόθεσμων πολιτικών<br />

στόχων. Προσπάθεια μεγάλου βεληνεκούς και υψηλών απαιτήσεων, η στρατηγική<br />

εθνικής ασφάλειας αναφέρεται συγκεκριμένα στον τρόπο με τον οποίο<br />

ένα κράτος θα χρησιμοποιήσει την ισχύ του προκειμένου να επιτύχει τους στόχους<br />

του. Ενδιαφέρεται, όπως σχεδόν επιγραμματικά έχει σημειωθεί: «να κάνει<br />

την σωστή δουλειά» και όχι «να κάνει σωστά τη δουλειά». 7<br />

Πόσο μακριά βρίσκεται σήμερα η Ελλάδα από το να μπορεί να χαρακτηριστεί<br />

ως ένα «σύγχρονο κράτος εθνικής ασφάλειας», ικανό να διαχειρίζεται<br />

αποτελεσματικά τόσο τις «παραδοσιακές» απειλές και κινδύνους όσο και τις<br />

νέες «ασυμμετρικές» προκλήσεις που προέρχονται από ένα δραματικά συνθετότερο<br />

και ιδιαίτερα απρόβλεπτο διεθνές και περιφερειακό περιβάλλον; Αποτελεί<br />

ο σχεδιασμός και η παραγωγή στρατηγικής εθνικής ασφάλειας έναν τομέα<br />

όπου απαιτούνται δραστικές τομές και μεταρρυθμίσεις;<br />

Στο κεφάλαιο αυτό επιχειρείται, κατ’ αρχήν, ο εντοπισμός και η συνοπτική<br />

καταγραφή των αιτιών στις οποίες οφείλεται η παρατηρούμενη υστέρηση της<br />

6 Σχετικά με τη δημιουργία του «κράτους εθνικής ασφάλειας» (national security<br />

state), βλέπε Daniel Yergin, Shattered Peace: The Origins of the Cold War and the<br />

National Security State, Houghton Mifflin, Boston, 1977. Το παράδειγμα των Ηνωμένων<br />

Πολιτειών παραμένει χαρακτηριστικό όσον αφορά στη δημιουργία «κρατών εθνικής<br />

ασφάλειας» στον μεταπολεμικό κόσμο.<br />

7 Το τελευταίο αποτελεί αντικείμενο –και ζητούμενο– της στρατηγικής (στρατιωτικής,<br />

διπλωματικής, οικονομικής, κ.λπ.) και αφορά στον τρόπο με τον οποίο θα υλοποιηθεί<br />

η στρατηγική εθνικής ασφάλειας ή/και η «υψηλή στρατηγική». Βλ. Clark A.<br />

Murdock, Improving the Practice of National Security Strategy. A New Approach for the<br />

Post-Cold War, Center for Strategic and International Studies, Washington, D.C., 2004,<br />

σελ. 12-14.


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 427<br />

ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ 427<br />

Ελλάδας όσον αφορά στην ανάπτυξη μιας συγκροτημένης στρατηγικής εθνικής<br />

ασφάλειας και, συνακόλουθα, η ανάπτυξη ενός λειτουργικού θεσμικού μηχανισμού<br />

παραγωγής στρατηγικού σχεδιασμού και διαχείρισης κρίσεων. Στα πλαίσια<br />

αυτά επισημαίνονται, συνοπτικά, οι υφιστάμενες αδυναμίες και ελλείψεις<br />

του υπάρχοντος θεσμικού συστήματος παραγωγής στρατηγικού σχεδιασμού<br />

και χειρισμού κρίσεων. Τέλος, μέσω της ενδεικτικής καταγραφής των προποθέσεων<br />

που θα πρέπει να ικανοποιούνται προκειμένου ενδεχόμενες παρεμβάσεις<br />

στον τομέα του σχεδιασμού και της παραγωγής στρατηγικής εθνικής<br />

ασφάλειας να είναι όσο το δυνατόν αποτελεσματικότερες, οριοθετείται το<br />

πλαίσιο των τομών και μεταρρυθμίσεων στις οποίες επιβάλλεται να προχωρήσει<br />

άμεσα η Ελλάδα.<br />

Τα αιτία της υστέρησης: Η διαμόρφωση της «ελληνικής στρατηγικής<br />

κουλτούρας»<br />

Είναι χαρακτηριστικό ότι στην προσπάθεια ανάλυσης και εξήγησης της<br />

ανορθολογικής –και σε συγκεκριμένες περιπτώσεις «επιθετικής», «σπασμωδικής»<br />

ή/ και «παράλογης»– συμπεριφοράς της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής<br />

κατά τη μεταψυχροπολεμική περίοδο, η ακαδημακή και επιστημονική ανάλυση<br />

εντοπίζει τα αίτια σε συγκεκριμένα χαρακτηριστικά της «πολιτικής κουλτούρας»<br />

που παραδοσιακά έχει αναπτυχθεί στην Ελλάδα. Εκκινώντας από<br />

αυτή την παρατήρηση υποστηρίζουμε ότι η αδυναμία ανάπτυξης συγκροτημένης<br />

στρατηγικής εθνικής ασφάλειας –η οποία εμπεριέχει τόσο την εξωτερική<br />

όσο και την αμυντική πολιτική– από μέρους της Ελλάδας θα πρέπει να αποδοθεί<br />

στη διαμορφούμενη κατά τη τελευταία τριακονταετία «στρατηγική κουλτούρα».<br />

Κατ’ αρχήν πρέπει να επισημανθεί ότι –οικοδομώντας πάνω στην έννοια<br />

της «πολιτικής κουλτούρας»– η έννοια της «στρατηγικής κουλτούρας» ή «στρατηγικής<br />

αγωγής» αφορά στις παραδόσεις, αξίες, στάσεις, πρότυπα και υποδείγματα<br />

συμπεριφοράς ενός κράτους, στις συνήθειες, στους συμβολισμούς,<br />

στα κεκτημένα καθώς και στους ιδιαίτερους τρόπους προσαρμογής του στο διεθνές<br />

περιβάλλον καθώς και επίλυσης των διαφόρων ζητημάτων σε σχέση με τη<br />

χρήση ή την απειλή της χρήσης βίας. Οι πηγές της στρατηγικής κουλτούρας<br />

ενός κράτους είναι η ιστορία, η γεωγραφία και η πολιτική κουλτούρα και η έννοια<br />

της «στρατηγικής κουλτούρας» αντιπροσωπεύει –σωρευτικά– τις στάσεις<br />

και τα πρότυπα συμπεριφοράς των πλέον σημαντικών παραγόντων, όπως η πολιτική<br />

ελίτ, η κοινή γνώμη, οι Ένοπλες Δυνάμεις κ.ά. Όπως χαρακτηριστικά<br />

επισημαίνει ο Jack Snyder, θεμελιωτής της έννοιας της «στρατηγικής κουλτούρας»:<br />

«... αυτές οι στάσεις και τα πρότυπα συμπεριφοράς αποκτούν περισσό-


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 428<br />

428 ΘΑΝΟΣ ΝΤΟΚΟΣ – ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΤΣΑΚΩΝΑΣ<br />

τερο μόνιμα χαρακτηριστικά (a state of semi-permanence), εξέλιξη που τα τοποθετεί<br />

στο επίπεδο της «κουλτούρας» παρά στο επίπεδο της πολιτικής, με αποτέλεσμα<br />

τα όποια νέα προβλήματα να μην αξιολογούνται αντικειμενικά, αλλά<br />

μέσω των φακών αντίληψης της στρατηγικής κουλτούρας».<br />

Παρά το γεγονός ότι δεν υφίσταται συναίνεση στην επιστημονική κοινότητα<br />

σχετικά με το περιεχόμενο και –κυρίως– την ακριβή λειτουργία της «στρατηγικής<br />

κουλτούρας» 8 , το σύνολο των θεωρητικών και εμπειρικών μελετητών της<br />

συμφωνεί ότι η «στρατηγική κουλτούρα» διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στη<br />

διαμόρφωση της στρατηγικής συμπεριφοράς των κρατών, καθώς συνιστά το περιβάλλον<br />

όπου οι στρατηγικές ιδέες και αποφάσεις συζητούνται και αποφασίζονται.<br />

Στα πλαίσια αυτά, ο εντοπισμός και η ανάδειξη των χαρακτηριστικών<br />

της διαμορφούμενης στην Ελλάδα «στρατηγικής κουλτούρας» βοηθά σημαντικά<br />

στον εντοπισμό των λόγων στους οποίους οφείλεται η αδυναμία συνολικής<br />

και συστηματικής ανάπτυξης στρατηγικής εθνικής ασφάλειας μέχρι και σήμερα.<br />

Ως άμεσα συνδεόμενη με την έννοια της πολιτικής κουλτούρας, η ελληνική<br />

στρατηγική κουλτούρα χαρακτηρίζεται και αυτή από τα στοιχεία της απειλής,<br />

της εσωστρέφειας και της αμυντικότητας. Τα στοιχεία αυτά επιβαρύνουν<br />

ακόμη περισσότερο συγκεκριμένες εγγενείς αδυναμίες του ελληνικού συστήματος<br />

μακροπρόθεσμης χάραξης και σχεδιασμού πολιτικής και αφορούν στη<br />

πλήρη κατίσχυση του ρόλου των προσώπων, έναντι των θεσμών παραγωγής πολιτικής.<br />

Η κυριαρχία της απειλής<br />

Στην ελληνική κοινωνία είναι βαθιά ριζωμένη και διάχυτη η ισχυρότατη αίσθηση<br />

ότι η χώρα απειλείται από εξωτερικές δυνάμεις οι οποίες επιβουλεύονται<br />

είτε άμεσα είτε έμμεσα την εδαφική της κυριαρχία. Αν και η ισχυρή αντίληψη<br />

της εξωτερικής απειλής πηγάζει κυρίως από τραυματικές ιστορικές<br />

εμπειρίες που αφορούν πρωτίστως στη μακρά και ενίοτε επώδυνη (κυρίως<br />

κατά τη διάρκεια της Μικρασιατικής Εκστρατείας) διαδικασία εθνικής ολοκλήρωσης<br />

9 αναμφίβολα ενισχύθηκε από την σταθερή –και «εύλογη» 10 τουλάχι-<br />

8 Για μια αποτίμηση της συζήτησης, Colin Gray, «Strategic Culture as Context: The<br />

First Generation of Theory Strikes Back», Review of International Studies, Vol. 25, No. 1,<br />

January 1995, σελ. 61.<br />

9 Βλ. Thanos Veremis, «From the National State to the Stateless Nation: 1821-1910»<br />

σε Martin Blinkhorn & Thanos Veremis (επιμ.), Modern Greece: Nationalism and<br />

Nationality (Sage/ELIAMEP, Athens 1990).<br />

10 Για την αναφορά στην απειλή ως «εύλογη ως έναν μεγάλο βαθμό» βλέπε Χρήστος


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 429<br />

ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ 429<br />

στον όσον αφορά στην πρόσληψη του στοιχείου της απειλής– επίδειξη αναθεωρητικής<br />

συμπεριφοράς από μέρους της γειτονικής Τουρκίας από την τουρκική<br />

εισβολή στην Κύπρο το καλοκαίρι του 1974 και εντεύθεν.<br />

Η σχεδόν απόλυτη κυριαρχία του στοιχείου της απειλής σε επίπεδο κοινής<br />

γνώμης και ελληνικής κοινωνίας –με αντιστοιχία αναφορών στο επίπεδο της<br />

επιστημονικής προσέγγισης του φαινομένου της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής<br />

11 – συνδέεται στενά με το σύνολο σχεδόν των στοιχείων που περιλαμβάνονται<br />

στην έννοια της «κουλτούρας του αδυνάτου» (underdog culture), η οποία<br />

αποτέλεσε χαρακτηριστικό γνώρισμα της ελληνικής κοινωνίας επί τριάντα σχεδόν<br />

χρόνια. Ειδικότερα, η κουλτούρα αυτή περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, δεδηλωμένη<br />

εσωστρέφεια, ξενοφοβία, «νοοτροπία πολιορκίας» (siege mentality),<br />

προτίμηση σε συνωμοσιολογικού χαρακτήρα προσεγγίσεις και ερμηνείες των<br />

διεθνών εξελίξεων, ισχυρό κρατικό προσανατολισμό και συνακόλουθη προτίμηση<br />

σε μικρές και γνωστές δομές που είναι στενά συνδεδεμένες με πελατειακές<br />

σχέσεις και συμβατές με την άμεση άσκηση εξουσίας.<br />

Η εσωστρέφεια<br />

Ειδικότερα το στοιχείο της εσωστρέφειας φαίνεται να αποτελεί ισχυρό χαρακτηριστικό<br />

και συστατικό στοιχείο της ελληνικής πολιτικής κουλτούρας και κατά<br />

τα πρώτα χρόνια της μεταψυχροπολεμικής περιόδου. Όπως χαρακτηριστικά<br />

υποστηρίζουν πολλοί μελετητές της σύγχρονης ελληνικής πολιτικής κουλτούρας,<br />

στα πρώτα χρόνια της συγκεκριμένης περιόδου, η ελληνική εθνική ταυτότητα δεν<br />

βασίζεται στον ελληνισμό και την Ελλάδα των δύο τελευταίων αιώνων (παρά το<br />

γεγονός ότι τα επιτεύγματα της κάθε άλλο παρά ευκαταφρόνητα θα μπορούσαν<br />

να χαρακτηριστούν) αλλά στην κλασική αρχαιότητα και το Βυζάντιο, με αποτέλεσμα<br />

την ενίσχυση των στοιχείων της εσωστρέφειας και της ομφαλοσκόπησης.<br />

Η αμυντικότητα και η ακινησία<br />

Χαρακτηριστικά της ελληνικής πολιτικής κουλτούρας είναι τα στοιχεία της<br />

«αμυντικότητας» και της «ακινησίας» που συνιστούν και χαρακτηριστικά της<br />

Ροζάκης «Τα αδιέξοδα στερεότυπα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής» στο Σε Αναζήτηση<br />

Εξωτερικής Πολιτικής (Διήμερο του Τμήματος Εξωτερικής Πολιτικής του Συνασπισμού,<br />

12-13 Ιανουαρίου 1996, Αθήνα).<br />

11 Για τη χρήση των όρων «αδύνατο» και «απειλούμενο» κράτος, βλέπε Dimitri<br />

Constas, «Systemic Influences in a Weak, Aligned State in the Post-1974 Era», σε Dimitri<br />

Constas (επιμ..), The Greek-Turkish Conflict in the 1990s. Domestic and External Influences,<br />

Macmillan, London, 1991, σελ. 129-39.


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 430<br />

430 ΘΑΝΟΣ ΝΤΟΚΟΣ – ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΤΣΑΚΩΝΑΣ<br />

ελληνικής εξωτερικής πολιτικής τουλάχιστον μέχρι και τα μέσα της πρώτης μεταψυχροπολεμικής<br />

δεκαετίας. Σε σχέση μάλιστα με την Τουρκία, η οποία έχει<br />

καταγραφεί στο εθνικό συλλογικό υποσυνείδητο ως μακράν η σημαντικότερη<br />

υφιστάμενη απειλή, τόσο για την Ελλάδα όσο και ευρύτερα για τον Ελληνισμό,<br />

η ελληνική ταυτότητα οικοδομήθηκε στη βάση συγκεκριμένων αντιλήψεων για<br />

τον «εξ ανατολών» γείτονα, ως αναθεωρητικό, «εγγενώς επιθετικό», βίαιο, κάποτε<br />

και «αποτρόπαιο δαίμονα». 12 Οι αντιλήψεις αυτές της κοινής γνώμης που<br />

αφορούσαν στον φόβο και στην κυρίαρχη σε επίπεδο κοινής γνώμης αίσθησης<br />

απειλής αναπαρήχθησαν με περισσότερο επιστημονικό και συστηματικό τρόπο<br />

–μέσα από τα σχολικά βιβλία 13 αλλά και μέσω της παρέμβασης μιας ιδιότυπης<br />

πανεπιστημιακής αυθεντίας– και τελικώς νομιμοποιήθηκαν καταλαμβάνοντας<br />

σημαντική θέση και στο αξιολογικό σύστημα των διαμορφωτών αποφάσεων<br />

εξωτερικής πολιτικής στην Ελλάδα καθ’ όλη την διάρκεια της αντιπαράθεσης<br />

μεταξύ των δύο κρατών.<br />

Το αποτέλεσμα ήταν να κυριαρχήσει, τόσο σε επίπεδο κοινής γνώμης όσο<br />

και ανάμεσα στους διαμορφωτές αποφάσεων της ελληνικής εξωτερικής και<br />

αμυντικής πολιτικής, μια εθνοκεντρική προσέγγιση που απέκλειε –σχεδόν a<br />

priori– οποιαδήποτε εναλλακτική προσπάθεια αναζήτησης –και τελικά επίτευξης–<br />

μιας περισσότερο σταθερής σχέσης ανάμεσα στις δύο χώρες. Η οικοδόμηση<br />

ανάλογων «εικόνων-στερεοτύπων» για τον επιθετικό γείτονα, ανεπαρκώς<br />

βασισμένων σε – αποστασιοποιημένες από τα γεγονότα– επιστημονικές<br />

προσεγγίσεις, συνέτειναν στην ενίσχυση των στοιχείων της εσωστρέφειας και<br />

της ομφαλοσκόπησης και δεν άργησαν να προσλάβουν ακόμη και τα χαρακτηριστικά<br />

αίσθησης «εθνικής μειονεξίας» ή/και «θυματοποίησης», κυρίως ως<br />

αποτέλεσμα της αντίληψης ότι τον Ελληνισμό και τα δίκαιά του καταδιώκουν<br />

πότε οι ΗΠΑ, πότε η αγνώμων Ευρώπη και πότε η –πανταχού παρούσα– «παγκόσμια<br />

σιωνιστική συνωμοσία».<br />

Η ανακλαστική συμπεριφορά<br />

Ένα ακόμη χαρακτηριστικό της ιδιότυπης ανάπτυξης της ελληνικής στρατηγικής<br />

κουλτούρας συνιστά η «πυροσβεστική» και κατασταλτική αντιμετώπιση<br />

12 Βλέπε Αλέξης Ηρακλείδης, Η Ελλάδα και ο «Εξ Ανατολών Κίνδυνος». Αδιέξοδα<br />

και Διέξοδοι, Εκδόσεις Πόλις, Αθήνα 2001, σελ. 67.<br />

13 Βλέπε Hercules Millas, «History Textbooks in Greece and Turkey», History<br />

Workshop (Spring 1991) και Alexis Heraclides, «Socialization to Conflict: A Case Study<br />

of the National Historical Ingroup-Outgroup Images in the Educational System of<br />

Greece», The Greek Review of Social Research, No. 38, 1980.


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 431<br />

ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ 431<br />

των διεθνών εξελίξεων 14 και η επιμονή των διαφόρων ελληνικών κυβερνήσεων<br />

να αντιμετωπίζουν τον διεθνή περίγυρο περιπτωσιολογικά και περιστασιακά<br />

με χαρακτηριστικές συνέπειες τη ρευστότητα στις αντικειμενικές επιδιώξεις<br />

της χώρας, το ευμετάβλητο των σκοπών, την προχειρότητα των τακτικών κινήσεων,<br />

την ανυπαρξία εν τέλει βαρύτητας και αξιοπιστίας στην παρουσία της<br />

χώρας στο εξωτερικό. Ασφαλώς σε ένα ρευστό διεθνές περιβάλλον η εξωτερική<br />

πολιτική πρέπει να διαθέτει ευκαμψία και ικανότητα ελιγμών. Την αρετή,<br />

όμως, μιας αποτελεσματικής εξωτερικής πολιτικής τη χωρίζει μεγάλη απόσταση<br />

από τη σύγχυση, την αντιφατικότητα και την έλλειψη συντονισμού που<br />

χαρακτηρίζει, όχι λίγες φορές, τις εξωτερική συμπεριφορά της χώρας. Επακόλουθο<br />

όλων των παραπάνω χαρακτηριστικών της ελληνικής στρατηγικής κουλτούρας<br />

είναι η απουσία ιεράρχησης των («εθνικών» στην περίπτωση της Ελλάδας)<br />

στόχων.<br />

Η κατίσχυση «των προσώπων» και η συνακόλουθη απουσία θεσμικής δομής<br />

Είναι ενδιαφέρον ότι παρά τα σημάδια ωρίμανσης και αποτελεσματικότητας<br />

που παρουσιάζει η ελληνική εξωτερική πολιτική μετά τα μέσα της πρώτης μεταψυχροπολεμικής<br />

δεκαετίας, καθώς και την απόκτηση μιας σχετικής ικανότητας<br />

διαμόρφωσης της ατζέντας θεμάτων εξωτερικής πολιτικής στη βάση της παρακολούθησης<br />

των αλλαγών σε περιφερειακό και παγκόσμιο επίπεδο, ορισμένες<br />

εγγενείς αδυναμίες και χαρακτηριστικά του θεσμικού συστήματος μακροπρόθεσμης<br />

χάραξης και σχεδιασμού πολιτικής παραμένουν και αφορούν στην πλήρη<br />

κατίσχυση του ρόλου των προσώπων, έναντι των θεσμών παραγωγής πολιτικής.<br />

Όπως καταδεικνύεται από την μελέτη της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής κατά<br />

την τελευταία τριακονταετία όλες οι σημαντικές στρατηγικές αποφάσεις της<br />

εξωτερικής πολιτικής δεν ήταν το αποτέλεσμα θεσμικών διαδικασιών, αλλά το<br />

προόν προσωπικών εκτιμήσεων των διαμορφωτών αποφάσεων. 15<br />

Η σχεδόν ισοπεδωτική κυριαρχία των προσώπων στη χάραξη μακροπρόθεσμου<br />

στρατηγικού σχεδιασμού δεν αποτελούσε παρά την αντανάκλαση μιας<br />

14 Προφανώς το συγκεκριμένο χαρακτηριστικό δεν αποτελεί αποκλειστικά ελληνική<br />

ιδιαιτερότητα. Συνιστά όμως συνδυασμό γεωστρατηγικής θέσης, προκλήσεων<br />

ασφαλείας, προσπαθειών αντιμετώπισης των προβλημάτων και αντιλήψεων που συνθέτουν,<br />

χαρακτηρίζουν και διαμορφώνουν την ελληνική στρατηγική κουλτούρα.<br />

15 Για μια αναλυτική παρουσίαση της κυριαρχίας των προσώπων στην χάραξη και<br />

διαμόρφωση μακροπρόθεσμης πολιτικής βλέπε Παναγιώτης Ιωακειμίδης, «Το Μοντέλο<br />

Σχεδιασμού Εξωτερικής Πολιτικής στην Ελλάδα. Πρόσωπα Έναντι Θεσμών» σε<br />

Παναγιώτης Τσάκωνας (επιμ.), Σύγχρονη Ελληνική Εξωτερική Πολιτική. Μια Συνολική<br />

Προσέγγιση, Εκδόσεις Ι. Σιδέρης, Αθήνα, 2003, σελ. 91-136.


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 432<br />

432 ΘΑΝΟΣ ΝΤΟΚΟΣ – ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΤΣΑΚΩΝΑΣ<br />

«στρατηγικής κουλτούρας» που είχε όλα τα παραπάνω χαρακτηριστικά γνωρίσματα<br />

και στον πυρήνα της οποία διακρίνει κάποιος όχι μόνον τα στοιχεία της<br />

ανασφάλειας και της αίσθησης της απειλής, αλλά και της έλλειψης αυτοπεποίθησης<br />

και εμπιστοσύνης σε τρίτους. Το σχεδόν αυτονόητο αποτέλεσμα αυτής<br />

της πραγματικότητας ήταν –και σε μεγάλο βαθμό εξακολουθεί να είναι– ότι<br />

όταν οι αποφάσεις λαμβάνονται από πρόσωπα δεν μπορεί παρά, είτε να αντανακλούν<br />

τους πολιτιστικούς προβληματισμούς των ίδιων των προσώπων, είτε<br />

να καθοδηγούνται από το κριτήριο της μεγιστοποίησης της εκλογικής απήχησης<br />

των εμπλεκομένων προσώπων.<br />

Πραγματικότητα, η οποία αναδεικνύει με τη σειρά της την κοινωνία (και<br />

την κοινή γνώμη) σε πρωταρχικό παράγοντα χάραξης και διαμόρφωσης πολιτικής.<br />

Κατά συνέπεια, είναι όλα τα παραπάνω χαρακτηριστικά της ελληνικής<br />

«στρατηγικής κουλτούρας» που επηρεάζουν και διαμορφώνουν –πολλές φορές<br />

με τρόπο δραματικό– την ελληνική αντίληψη όσον αφορά στο περιεχόμενο της<br />

εθνικής ασφάλειας, καθώς και τις δυνατότητες –ή αδυναμίες– ανάπτυξης στρατηγικής<br />

εθνικής ασφάλειας από πλευράς της Ελλάδας. Η εξαιρετικά πρωτότυπη<br />

άλλωστε επιλογή της έννοιας «εθνικά θέματα», έναντι της χρησιμοποιούμενης<br />

στη γλώσσα της διεθνούς πολιτικής έννοιας του «εθνικού συμφέροντος»,<br />

δεν αντικατοπτρίζει μόνον τη σύνδεση αυτών των θεμάτων με την εσωτερική<br />

πολιτική και τη διεκδίκηση της εξουσίας αλλά, πολύ περισσότερο, καταδεικνύει<br />

την κυριαρχία των εσωτερικών προτεραιοτήτων και του πιθανού πολιτικού<br />

κόστους επί των αποφάσεων εξωτερικής πολιτικής και διαμόρφωσης συγκροτημένης<br />

στρατηγικής εθνικής ασφάλειας.<br />

Αδυναμίες και ελλείψεις του θεσμικού μηχανισμού εθνικής<br />

ασφαλείας<br />

Είναι ευρύτερα αποδεκτό ότι η εθνική ασφάλεια είναι έννοια ευρύτερη<br />

εκείνων της εξωτερικής πολιτικής και άμυνας, και, συνακόλουθα, κάθε προσπάθεια<br />

στρατηγικής σχεδίασης δεν μπορεί να περιορισθεί στην εξωτερική πολιτική<br />

και άμυνα μόνο, αλλά επιβάλλεται να επεκταθεί και στους χώρους της<br />

οικονομικής διπλωματίας, των στρατηγικών πληροφοριών, της κινητοποίησης<br />

της διεθνούς κοινής γνώμης και του ανά τον κόσμο Ελληνισμού καθώς και της<br />

ανάληψης πολιτιστικών πρωτοβουλιών. Όσον αφορά στο θεσμικό σύστημα παραγωγής<br />

στρατηγικής εθνικής ασφάλειας της Ελλάδας, είναι ενδιαφέρον ότι το<br />

τελευταίο όχι μόνον δεν περιλαμβάνει όλους τους παραπάνω χώρους αλλά μια<br />

σειρά από προβλήματα, αδυναμίες και ελλείψεις μπορούν να διαπιστωθούν<br />

ακόμη και αποκλειστικά σε σχέση με το θεσμικό σύστημα των δύο βασικών συνιστωσών<br />

της ελληνικής στρατηγικής εθνικής ασφάλειας, δηλαδή της εξωτερι-


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 433<br />

ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ 433<br />

κής και την αμυντική πολιτικής. Βεβαίως η σύνδεση ορισμένων χαρακτηριστικών<br />

της ελληνικής στρατηγικής κουλτούρας με την απουσία συστηματικής θεσμικής<br />

δομής στρατηγικής εθνικής ασφάλειας είναι επίσης άμεση και προφανής.<br />

Κατακερματισμός και ασάφεια σε επίπεδο «θεσμικής καταγραφής»<br />

Είναι οι δύο βασικές συνιστώσες της ελληνικής στρατηγικής εθνικής ασφάλειας,<br />

δηλαδή η εξωτερική και η αμυντική πολιτική, εκείνες που αναλαμβάνουν<br />

να καταγράψουν μέσω συγκεκριμένων κειμένων στα θεσμικά τους όργανα –<br />

Υπουργείο των Εξωτερικών (ΥΠΕΞ) και Υπουργείο Εθνικής Άμυνας (ΥΕΘΑ),<br />

αντίστοιχα– τους μακροπρόθεσμους και μεσοπρόθεσμους στόχους της ελληνικής<br />

στρατηγικής εθνικής ασφάλειας καθώς και τα μέσα υλοποίησής της. Δυστυχώς,<br />

όσον αφορά στο Υπουργείο των Εξωτερικών δεν υπάρχει μέχρι και<br />

σήμερα κάποιο επίσημο κείμενο το οποίο να αναφέρεται στους εθνικούς σκοπούς,<br />

στα ζωτικά συμφέροντα και, κυρίως, στην ιεράρχηση αυτών, αν και το<br />

ΥΠΕΞ άρχισε τα τελευταία χρόνια να έχει μια πιο ουσιαστική συμβολή στην<br />

ετοιμασία της Πολιτικής Εθνικής Άμυνας (ΠΕΑ).<br />

Στην τελευταία, η οποία εκδίδεται από το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας και<br />

αποτελεί την μοναδική προς το παρόν επίσημη/«θεσμική» προσέγγιση σε θέματα<br />

υψηλής στρατηγικής, παρατηρείται ένα σοβαρό έλλειμμα όσον αφορά<br />

στον σαφή ορισμό των εθνικών συμφερόντων και την ιεράρχησή τους (καθώς<br />

και στη χρήση των συντελεστών εθνικής ισχύος για την επίτευξη των στόχων<br />

που έχουν τεθεί). Με άλλα λόγια, από πλευράς «θεσμικής καταγραφής», μέσω<br />

δηλαδή της διατύπωσής της σε επίσημα κείμενα, η στρατηγική εθνικής ασφάλειας<br />

εμφανίζεται κατακερματισμένη και, κυρίως, ασαφής.<br />

Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται σε έκθεση ομάδας εργασίας ειδικών<br />

και εμπειρογνωμόνων που συνεστήθη και λειτούργησε ad hoc εντός του<br />

Υπουργείου των Εξωτερικών: «...δεν υπάρχουν επισήμως διατυπωμένες πάγιες<br />

αρχές και αξίες που θα κατηύθυναν τη διαμόρφωση και υλοποίηση της ελληνικής<br />

πολιτικής Εθνικής Ασφάλειας καθώς και σαφώς προσδιορισμένοι εθνικοί<br />

σκοποί, ούτε υπάρχει συγκεκριμένος κυβερνητικός φορέας που, με την υποστήριξη<br />

του πολιτικού κόσμου, θα εκπονούσε τέτοιους κοινά αποδεκτούς σκοπούς».<br />

16 Διαπιστώνεται ακόμη ότι «η υπάρχουσα Πολιτική Εθνικής Άμυνας<br />

δεν ανταποκρίνεται πλήρως στις σύγχρονες ανάγκες και απαιτήσεις, ενώ από<br />

16 Ελληνική Πολιτική Εθνικής Ασφάλειας. Προβλήματα και Προοπτικές (Έκθεση<br />

Επιτροπής για την αξιολόγηση της Πολιτικής Εθνικής Ασφάλειας (ΠΕΑ), Κέντρο Ανάλυσης<br />

και Σχεδιασμού, Υπουργείο των Εξωτερικών, Ιούνιος 2002).


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 434<br />

434 ΘΑΝΟΣ ΝΤΟΚΟΣ – ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΤΣΑΚΩΝΑΣ<br />

την πλευρά του Υπουργείου Εξωτερικών παρατηρείται πλήρης απουσία επίσημων<br />

κειμένων». Ειδικότερα, διαπιστώνεται «η απουσία κωδικοποιημένων γενικών<br />

παραδοχών σχετικά με την Πολιτική Εθνικής Ασφάλειας ενώ δεν προσδιορίζονται<br />

με σαφήνεια οι φορείς διαμόρφωσης της Πολιτικής Εθνικής Ασφάλειας.<br />

Θεσμικά κενά, ελλείψεις και αδυναμίες<br />

Μια συνοπτική αποτίμηση του υφιστάμενου θεσμικού πλαισίου στρατηγικού<br />

σχεδιασμού και διαχείρισης κρίσεων καταδεικνύει ότι το τελευταίο χαρακτηρίζεται<br />

από μια σειρά ελλείψεων και δυσλειτουργιών. Η δημιουργία του<br />

Κυβερνητικού Συμβουλίου Εξωτερικών και Άμυνας (ΚΥΣΕΑ) – του βασικού<br />

κυβερνητικού οργάνου καθορισμού της πολιτικής εθνικής ασφάλειας του ελληνικού<br />

κράτους – αναμφίβολα βελτίωσε, μέχρι ένα βαθμό, το συντονισμό των<br />

κυβερνητικών φορέων, αλλά σε καμία περίπτωση δεν κατάφερε να επιλύσει<br />

πραγματικά το πρόβλημα. 17<br />

Πιο συγκεκριμένα, τα μεγάλα χρονικά διαστήματα που μπορεί να μεσολαβήσουν<br />

μεταξύ συνεδριάσεων και η πλήρης απουσία υποστηρικτικού μηχανισμού<br />

δεν επιτρέπουν στο ΚΥΣΕΑ να διαδραματίσει ουσιαστικό ρόλο στη χάραξη<br />

στρατηγικής και στο χειρισμό κρίσεων. Επίσης, ο ρόλος του ΚΥΣΕΑ περιορίζεται<br />

–εάν δεν εξαντλείται– σε ζητήματα άμυνας και ασφάλειας και μάλιστα<br />

με την εξαιρετικά περιοριστική σημασία του όρου που δίδει ιδιαίτερη έμφαση<br />

στη στρατιωτική διάσταση. Όπως όμως καταδεικνύει και η γενικότερη<br />

έμφαση τόσο της ΕΕ όσο και της Ατλαντικής Συμμαχίας σε ζητήματα χειρισμού<br />

κρίσεων, είναι ιδιαίτερα πιθανόν να προκύψουν κρίσεις διαφόρων μορφών –<br />

και όχι αποκλειστικά στρατιωτικού χαρακτήρα– στο άμεσο μέλλον.<br />

Όσον αφορά στα δύο θεσμικά όργανα εντός του Υπουργείου Εξωτερικών –<br />

το Κέντρο Ανάλυσης και Σχεδιασμού (ΚΑΣ) και τη Μικτή Μονάδα Διαχείρισης<br />

Κρίσεων (ΜΜΔΚ), η σύσταση των οποίων προβλεπόταν από τον (νέο) Κανονισμό<br />

του ΥΠΕΞ το 1998– είναι σκόπιμο να επισημανθεί ότι από τα δύο αυτά<br />

θεσμικά όργανα σήμερα λειτουργεί μερικώς το πρώτο και θεωρητικώς μόνον<br />

το δεύτερο. Μάλιστα η αναφορά του νομοθέτη στην «...συγκέντρωση των αρμο-<br />

17 Από το έτος 2000 το Υπουργικό Συμβούλιο έχει, με απόφασή του, προχωρήσει<br />

στη διεύρυνση των αρμοδιοτήτων του ΚΥΣΕΑ καθιστώντας το τελευταίο και αναθέτοντας<br />

σε αυτό και τη νομοθετική εξουσιοδότηση να οργανώσει έναν αποτελεσματικό μηχανισμό<br />

διαχείρισης κρίσεων, ο οποίος πρέπει να έχει τόσο συμβουλευτικές όσο και<br />

συντονιστικές αρμοδιότητες.


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 435<br />

ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ 435<br />

δίων χειριστών σε περίπτωση κρίσης στον χώρο επιχειρήσεων του Υπουργείου<br />

Εξωτερικών» συγκρινόμενη με τις υφιστάμενες σήμερα συνθήκες μόνο ειρωνικά<br />

μειδιάματα μπορεί να προκαλέσει. Επιπρόσθετα, η Μικτή Μονάδα Διαχείρισης<br />

Κρίσεων (ΜΜΔΚ) –παρά τη σχετική επωνυμία που φέρει– δεν αποτελεί<br />

κατ’ ουσίαν όργανο χειρισμού κρίσεων του Υπουργείου Εξωτερικών, αλλά<br />

φορέα προετοιμασίας και σχεδιασμού της συμπεριφοράς του Υπουργείου<br />

Εξωτερικών για την επιτυχή και αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση ενδεχόμενης<br />

κρίσης. Επίσης, κατά την εξέλιξη μιας κρίσης η ΜΜΔΚ λειτουργεί, κατ’<br />

αρχήν, ως συμβουλευτικό επιτελείο του Υπουργού Εξωτερικών και ακολούθως,<br />

ως μηχανισμός υποστήριξης του βασικού κυβερνητικού οργάνου χειρισμού<br />

κρίσεων, δηλαδή του ΚΥΣΕΑ. 18<br />

Το ουσιαστικότερο όμως πρόβλημα αφορά στο γεγονός ότι και οι δύο υπηρεσίες<br />

δεν έχουν σαφώς οροθετημένους στόχους και –κυρίως– δεν έχουν σαφή<br />

αντίληψη του τρόπου λειτουργικής τους σύνδεσης με τους άλλους εμπλεκόμενους<br />

φορείς ανάπτυξης στρατηγικής εθνικής ασφάλειας, το Υπουργείο Εθνικής<br />

Άμυνας και το Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας. Συνακόλουθα, ιδιαίτερα<br />

σοβαρή έλλειψη συντονισμού παρατηρείται και στο επίπεδο του μακροπρόθεσμου<br />

στρατηγικού σχεδιασμού μεταξύ του Υπουργείου Εξωτερικών και του<br />

Υπουργείου Εθνικής Άμυνας. 19<br />

Είναι σκόπιμο στο σημείο αυτό να επισημανθεί ότι η παρατηρούμενη έλλειψη<br />

συντονισμού μεταξύ των θεσμικών πυλώνων της στρατηγικής εθνικής ασφάλειας<br />

δεν είναι πάντοτε το αποτέλεσμα της αδυναμίας των εμπλεκομένων φορέων να<br />

συνεργαστούν ή/και να συντονιστούν. Συχνά συνιστά το προόν μιας συνειδητής<br />

επιλογής εκ μέρους του ενός πυλώνα στρατηγικής εθνικής ασφάλειας να αποκτήσει<br />

συγκριτικό πλεονέκτημα έναντι του άλλου (π.χ. του Υπουργείου Εθνικής<br />

18 Για αυτές τις επισημάνσεις, βλέπε Βασίλης Γκίκας, Εθνική Ασφάλεια και Διαχείριση<br />

Κρίσεων. Η Θεσμική Προσέγγιση, op. cit., σελ. 52, καθώς και τις σχετικές παραπομπές.<br />

19 Είναι ενδιαφέρον, ότι με, ομολογουμένως, μεγάλη καθυστέρηση οι επικεφαλής<br />

των Υπουργείων Εξωτερικών και Άμυνας προέβησαν τον Φεβρουάριο 2002 στη δημιουργία<br />

«Μικτής Επιτροπής Συνεργασίας» επί θεμάτων πολιτικο-στρατιωτικού ενδιαφέροντος.<br />

Ο συγγραφέας του παρόντος κεφαλαίου είχε την ενδιαφέρουσα εμπειρία της<br />

συμμετοχής στην εν λόγω Επιτροπή ως σύμβουλος του υπουργού των εξωτερικών, από<br />

κοινού με τον Γενικό Γραμματέα του ΥΠΕΞ, τον Α/ΓΕΕΕΘΑ και τον Αναπληρωτή Γενικό<br />

Διευθυντή του Επιτελείου του ΥΕΘΑ και από όσο, είναι σε θέση να, γνωρίζει<br />

ακόμα και η αυτονόητη αυτή –ελάχιστη— συνεργασία των δύο υπουργείων για τρέχοντα<br />

ζητήματα –και όχι για την από κοινού εκπόνηση μακροπρόθεσμου στρατηγικού<br />

σχεδιασμού— διεκόπη μετά την αλλαγή των πολιτικών προσταμένων των δύο υπουργείων<br />

η οποία προέκυψε από τις εκλογές της 7 ης Μαρτίου 2004.


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 436<br />

436 ΘΑΝΟΣ ΝΤΟΚΟΣ – ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΤΣΑΚΩΝΑΣ<br />

Άμυνας έναντι του Υπουργείου των Εξωτερικών) με στόχο βραχυπρόθεσμα<br />

οφέλη για τον εκάστοτε πολιτικό του προστάμενο και αρνητικές μεσοπρόθεσμες<br />

συνέπειες για τον συντονισμό μεταξύ των εμπλεκομένων φορέων. 20<br />

Γενικότερα, θα μπορούσε να παρατηρηθεί ότι παρά το γεγονός ότι στο υφιστάμενο<br />

θεσμικό σύστημα στρατηγικής εθνικής ασφάλειας στη χώρα μας προβλέπονται<br />

συγκεκριμένα όργανα σχεδιασμού πολιτικής και διαχείρισης κρίσεων,<br />

το «επίπεδο θεσμοποίησης» με πρακτικούς/λειτουργικούς όρους είναι<br />

ασθενές και αναποτελεσματικό, καθώς ούτε στο γραφειοκρατικό, αλλά ούτε<br />

και στο πολιτικό (κυβερνητικό) επίπεδο υφίστανται τα συλλογικά εκείνα σώματα<br />

που θα συνιστούσαν την συγκρότηση ενός δομημένου θεσμικού συστήματος<br />

για την παραγωγή αποτελεσματικής στρατηγικής εθνικής ασφάλειας. Διαπιστώνεται<br />

έτσι ένα σοβαρό θεσμικό κενό στο επίπεδο της ανάπτυξης υψηλής<br />

στρατηγικής και στρατηγικής εθνικής ασφάλειας που σχετίζεται με την αδυναμία<br />

σαφούς καθορισμού των ζωτικών εθνικών συμφερόντων και ιεράρχησης<br />

μεταξύ πρωτευόντων και δευτερευόντων στόχων ενώ παρατηρείται μια αποσπασματική<br />

αντιμετώπιση των θεμάτων στρατηγικού σχεδιασμού και διαχείρισης<br />

κρίσεων, καθώς και μια δυσκολία συντονισμού τόσο ανάμεσα στα υπουργεία<br />

Εξωτερικών και Εθνικής Άμυνας, όσο και μεταξύ αυτών και άλλων εμπλεκομένων<br />

υπηρεσιών και φορέων.<br />

Σύμφωνα με ορισμένους μελετητές, οι λόγοι της θεσμικής αυτής ανεπάρκειας<br />

αφορούν στη σπανιότητα σύγκλησης αυτών των οργάνων, στις επεξηγηματικού<br />

και ρητορικού τύπου διακηρύξεις στις οποίες συχνά επιδίδονται και<br />

στην λειτουργία τους ως νομιμοποιητή των πολιτικών αποφάσεων που έχουν<br />

ήδη ληφθεί σε άλλα fora. 21 Ειδικότερα, όσον αφορά στον ένα από τους δύο σημαντικότερους<br />

θεσμικούς πυλώνες της ελληνικής στρατηγικής εθνικής ασφάλειας,<br />

δηλαδή το Υπουργείο των Εξωτερικών, διάφορες μελέτες καταδεικνύουν<br />

την αδυναμία του να διαδραματίσει –αν και ένα από τα καλύτερα οργανωμένα<br />

τμήματα του ελληνικού διοικητικού συστήματος– ουσιαστικό ρόλο στο<br />

σχεδιασμό στρατηγικής εθνικής ασφάλειας. Η σύντομη παρουσία και λειτουργία<br />

της «Υπηρεσίας Σχεδιασμού Πολιτικής» 22 (για μερικούς μόλις μήνες) στο<br />

Υπουργείο των Εξωτερικών δεν ανέδειξε μόνον τις εγγενείς αδυναμίες της<br />

20 Βλέπε την περίπτωση της δημιουργίας της «Μονάδας Πρόληψης και Διαχείρισης<br />

Κρίσεων» (ΟΠΔΚ) τον Μάιο 2001 εντός του Γραφείου του Υπουργού Εθνικής Άμυνας<br />

και όχι στα πλαίσια ανάπτυξης ενός συγκροτημένου εθνικού συστήματος διαχείρισης<br />

κρίσεων, στο Θ. Ντόκος και Π. Τσάκωνας, Στρατηγική Εθνικής Ασφάλειας, op. cit., 217-<br />

220.<br />

21 Π. Ιωακειμίδης, Το Μοντέλο Σχεδιασμού Εξωτερικής Πολιτικής στην Ελλάδα.<br />

Πρόσωπα έναντι Θεσμών, op. cit., σελ. 125.


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 437<br />

ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ 437<br />

γραφειοκρατίας του ΥΠΕΞ –όπως το φαινόμενο της αντίθεσης της διπλωματικής<br />

υπηρεσίας στη δημιουργία ενός νέου θεσμικού οργάνου– αλλά αποτέλεσε,<br />

ταυτόχρονα, χαρακτηριστικό παράδειγμα αδυναμίας σύστασης και λειτουργίας<br />

δομών στρατηγικού σχεδιασμού.<br />

Ελληνικά στρατηγικά διλήμματα<br />

Οι τρομοκρατικές επιθέσεις της 11 ης Σεπτεμβρίου, και αυτές που ακολούθησαν<br />

στο Μπαλί, τη Μαδρίτη, το Λονδίνο, την Κωνσταντινούπολη και, προσφάτως,<br />

στη Βομβάη και το ενδεχόμενο νέων επιθέσεων σε χώρες της Δύσης<br />

και του υπόλοιπου κόσμου, οι ολοένα και συχνότερες και ισχυρότερες φυσικές<br />

καταστροφές και η ανησυχία για τον ιό της άτυπης πνευμονίας (SARS) και της<br />

γρίπης των πτηνών επαναφέρουν στο ευρωπακό και εθνικό προσκήνιο το ζήτημα<br />

της ετοιμότητας του κρατικού μηχανισμού για την αντιμετώπιση νέων<br />

«ασύμμετρων» απειλών και προβλημάτων.<br />

Στην αρχή του 21ου αιώνα κατέστη εμφανής η τρωτότητα των δημοκρατικών<br />

και τεχνολογικά ανεπτυγμένων κοινωνιών. Δυστυχώς το πρόβλημα είναι πολύ<br />

μεγαλύτερο για την Ελλάδα, η οποία βρίσκεται γεωγραφικά στη διαχωριστική<br />

γραμμή Βορρά και Νότου, με «διάτρητα» σύνορα, λόγω γεωγραφικών ιδιαιτεροτήτων<br />

και η οποία αποτελεί τόσο διαμετακομιστικό κέντρο, όσο και τελικό<br />

προορισμό παράνομων αγαθών (ναρκωτικών, ανθρώπων, κ.λπ.). Το γεωπολιτικό<br />

περιβάλλον των αρχών του 21 ου αιώνα εγκυμονεί απειλές, προκλήσεις και<br />

ευκαιρίες για την Ελλάδα. Η χώρα μας έχει την ατυχία να βρίσκεται σε μια «δύσκολη»<br />

γεωγραφική περιοχή, που χαρακτηρίζεται από αστάθεια και ρευστότητα,<br />

ενώ αρκετοί γείτονές της βρίσκονται σε φάση μετάβασης όσον αφορά στο<br />

πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό τους σύστημα. Συνορεύει δε με μια χώρα η<br />

οποία έχει θέσει στο τραπέζι μια σειρά από διεκδικήσεις, και η οποία θεωρεί τη<br />

στρατιωτική ισχύ ως αποδεκτό εργαλείο άσκησης εξωτερικής πολιτικής.<br />

Η Ελλάδα καλείται να προετοιμαστεί, κάνοντας τις απαραίτητες και κατάλληλες<br />

στρατηγικές επιλογές, για το ρόλο της στη νέα διεθνή τάξη πραγμάτων και<br />

τη θέση της στον παγκόσμιο συσχετισμό δυνάμεων. Οι προκλήσεις –που άλλοτε<br />

εξελίσσονται σε προβλήματα ή απειλές και άλλοτε, αν και όλο και σπανιότερα,<br />

22 Για σχετικές αποτιμήσεις αναφορικά με την άνοδο και την πτώση της «Υπηρεσίας<br />

Σχεδιασμού Πολιτικής» στο Υπουργείο Εξωτερικών επί υπουργίας Α. Σαμαρά, βλέπε<br />

Α. Πλατιάς, Ο Σχεδιασμός της Ελληνικής Εξωτερικής Πολιτικής, op. cit., σελ. 156 και Π.<br />

Ιωακειμίδης, Το Μοντέλο Σχεδιασμού Εξωτερικής Πολιτικής στην Ελλάδα, op. cit., σελ.<br />

126.


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 438<br />

438 ΘΑΝΟΣ ΝΤΟΚΟΣ – ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΤΣΑΚΩΝΑΣ<br />

σε ευκαιρίες– είναι πολλές. Τα τελευταία χρόνια η Ελλάδα έχει κάνει μια σαφή<br />

γεωστρατηγική επιλογή στην κατεύθυνση της ενωμένης Ευρώπης, θεωρώντας<br />

ότι η ανάδυση μιας ομοσπονδιακής Ευρώπης αποτελεί την αποτελεσματικότερη<br />

διασφάλιση για τα στρατηγικά της συμφέροντα. Ταυτόχρονα, η Αθήνα προσπαθεί<br />

να διατηρήσει μια πολύ καλή σχέση με την Ουάσιγκτον, αναγνωρίζοντας ότι<br />

ο ρόλος και επιρροή των ΗΠΑ στην Ανατολική Μεσόγειο και τα Βαλκάνια παραμένουν<br />

πολύ σημαντικές, ενώ παράλληλα έχει βελτιώσει σημαντικά τις σχέσεις<br />

της με τη Ρωσία, με βασικό άξονα την ενεργειακή συνεργασία.<br />

Ειδικότερα για την Ελλάδα διαφαίνονται δύο επίπεδα γεωγραφικών προτεραιοτήτων:<br />

το πρώτο αφορά στα Βαλκάνια και το δεύτερο στις περιοχές της<br />

Μεσογείου, Μέσης Ανατολής και Μαύρης Θάλασσας, ενώ οικονομικό ενδιαφέρον<br />

φαίνεται ότι παρουσιάζουν και ορισμένες ασιατικές αγορές. Όσον<br />

αφορά στα λειτουργικά ζητήματα (διεθνικό οργανωμένο έγκλημα, ενεργειακά<br />

και άλλα δίκτυα, μετανάστευση, περιβάλλον, κ.λπ.), η Ελλάδα θα συνεχίσει να<br />

βρίσκεται γεωγραφικά στη διαχωριστική γραμμή Βορρά και Νότου, με «διάτρητα»<br />

σύνορα λόγω γεωγραφικών ιδιαιτεροτήτων και θα αποτελεί τόσο διαμετακομιστικό<br />

κέντρο, όσο και τελικό προορισμό παράνομων αγαθών (ναρκωτικών,<br />

ανθρώπων, κ.λπ.), αλλά και σε μια περιοχή όπου σχεδιάζονται και κατασκευάζονται<br />

επικοινωνιακά, ενεργειακά, μεταφορικά και άλλα δίκτυα. Η<br />

απουσία από τέτοια δίκτυα ισοδυναμεί με περιθωριοποίηση.<br />

Όσον αφορά στις σχέσεις με την Τουρκία, μετά από αρκετές δεκαετίες ιδιαίτερα<br />

κακών σχέσεων, έχουμε εισέλθει από το 1999 σε μια περίοδο χαμηλής έντασης<br />

και προσέγγισης, που χαρακτηρίστηκε από τη διπλωματία των σεισμών, την<br />

ελληνική συγκατάθεση στο Ελσίνκι για την ευρωπακή πορεία της Τουρκίας, την<br />

ανταλλαγή επισκέψεων από πολιτικούς και ανώτατους στρατιωτικούς αξιωματούχους<br />

των δυο χωρών, την υπογραφή αρκετών συμφωνιών «χαμηλής πολιτικής»<br />

καθώς και Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης, την εντονότατη «διπλωματία<br />

των πολιτών», την εντυπωσιακή ανάπτυξη των εμπορικών σχέσεων και την<br />

αύξηση των ελληνικών επενδύσεων στην Τουρκία, τη συμφωνία ενεργειακής συνεργασίας<br />

και, τέλος, την πραγματοποίηση σαράντα και πλέον γύρων «διερευνητικών<br />

συζητήσεων» σε επίπεδο Γενικών Γραμματέων των Υπουργείων Εξωτερικών<br />

Ελλάδας και Τουρκίας σχετικά με το ενδεχόμενο προσφυγής στο Διεθνές<br />

Δικαστήριο της Χάγης, χωρίς όμως αποτέλεσμα, τουλάχιστον μέχρι στιγμής.<br />

Βεβαίως, δεν έχουν εκλείψει οι περιοδικές εντάσεις και οι μίνι-κρίσεις,<br />

ούτε έχει μεταβληθεί η συμπεριφορά της Τουρκίας σε θέματα Αιγαίου και δεν<br />

έχει σημειωθεί ουσιαστική πρόοδος στα ζητήματα διαφωνίας μεταξύ των δύο<br />

χωρών. Σαφέστατα είναι κεφαλαιώδους σημασίας το ερώτημα αν ο γεωπολιτικός<br />

ρόλος και επιδιώξεις της Ελλάδας και της Τουρκίας έχουν συγκλίνουσες ή<br />

αποκλίνουσες πορείες, αν τα ζωτικά συμφέροντα των δύο χωρών είναι συμβατά<br />

ή όχι, εν τέλει αν υπάρχουν περιθώρια συνεννόησης και συνεργασίας ή


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 439<br />

ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ 439<br />

αν οι δύο χώρες είναι καταδικασμένες να ακολουθούν μια πολιτική ανταγωνισμού,<br />

ανάσχεσης και αλληλο-υπονόμευσης;<br />

Η απάντηση προφανώς δεν είναι ούτε εύκολη, ούτε απλή. Στα διμερή ζητήματα<br />

και το Κυπριακό δεν έχει σημειωθεί ουσιαστική πρόοδος και αυτό περιορίζει<br />

σε σημαντικό βαθμό τις δυνατότητες συνεννόησης με τη γειτονική χώρα.<br />

Έχοντας, ωστόσο, διαφορετικές γεωγραφικές προτεραιότητες όσον αφορά<br />

στις περιοχές πολιτικής και οικονομικής δραστηριοποίησης, αλλά και έχοντας<br />

συνείδηση ότι βρίσκονται σε μια περιοχή υψηλής αστάθειας και ρευστότητας<br />

και σε μια εποχή έντονης αβεβαιότητας όσον αφορά στις διεθνείς εξελίξεις, οι<br />

δύο χώρες αντιλαμβάνονται ότι θα ωφελούνταν αμοιβαία από τη συμμετοχή σε<br />

πολυμερείς προσπάθειες αντιμετώπισης κοινών απειλών ή, κατά περίπτωση,<br />

σε διμερείς πρωτοβουλίες.<br />

Σε αυτό το διαμορφούμενο περιφερειακό περιβάλλον ασφαλείας, η σημαντικότερη<br />

μεταβλητή που θα επηρεάσει καθοριστικά όχι μόνο τις ελληνοτουρκικές<br />

σχέσεις, αλλά και τη σταθερότητα της ευρύτερης περιοχής είναι ο εσωτερικός<br />

πολιτικός, οικονομικός και κοινωνικός μετασχηματισμός της γειτονικής<br />

μας χώρας. Η κατεύθυνση και ο ρυθμός των εσωτερικών αλλαγών στην Τουρκία<br />

θα καθορίσει και το μέλλον των ευρω-τουρκικών σχέσεων. Η πλήρης<br />

ένταξη της Τουρκίας σε βάθος χρόνου αποτελεί δυνητική εξέλιξη που θα μεταμόρφωνε<br />

ριζικά τις σχέσεις Αθήνας-Αγκύρας. Με βάση τα σημερινά δεδομένα,<br />

δεν αποτελεί, ωστόσο, το πιθανότερο σενάριο.<br />

Οι ευαίσθητες πολιτικές ισορροπίες στο εσωτερικό της Τουρκίας, το μέλλον<br />

των ευρω-τουρκικών και των αμερικανο-τουρκικών σχέσεων, το κουρδικό ζήτημα<br />

και η ανάγκη στρατηγικών επιλογών για το γεωστρατηγικό προσανατολισμό<br />

και ρόλο της Τουρκίας, καθώς και το ειδικό της βάρος στην περιφερειακή<br />

εξίσωση ασφαλείας αποτελούν μια αρκετά σύνθεση εξίσωση. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον<br />

παρουσιάζει η προσπάθεια αποκρυπτογράφησης των τουρκικών προθέσεων<br />

σε επίπεδο πολιτικής ηγεσίας: Συμπλέει ο κ. Ερντογάν ευκαιριακά με το «βαθύ<br />

κράτος», έχοντας άλλες προτεραιότητες και μη θέλοντας να ανοίξει άλλο ένα μέτωπο<br />

αντιπαράθεσης με το διπλωματικό-στρατιωτικό κατεστημένο; ‘Η συμμερίζεται<br />

τις πάγιες θέσεις και επιδιώξεις της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής όσον<br />

αφορά στις ελληνοτουρκικές σχέσεις; Ερωτήματα χωρίς εύκολη απάντηση.<br />

Θεσμικές μεταρρυθμίσεις<br />

Η σύνδεση συγκεκριμένων χαρακτηριστικών της ελληνικής στρατηγικής<br />

κουλτούρας με την αδυναμία ανάπτυξης ενός συνολικού και συγκροτημένου<br />

θεσμικού συστήματος παραγωγής στρατηγικής εθνικής ασφάλειας αναδεικνύουν<br />

την ανάγκη θεσμικών μεταρρυθμίσεων και αλλαγών που θα εξασφαλίζουν


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 440<br />

440 ΘΑΝΟΣ ΝΤΟΚΟΣ – ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΤΣΑΚΩΝΑΣ<br />

τη σαφήνεια των στόχων και την αποτελεσματική σύνδεση και συντονισμό των<br />

εμπλεκομένων στην παραγωγή στρατηγικής εθνικής ασφάλειας οργάνων.<br />

Καθώς το ενδεχόμενο «θερμού επεισοδίου» ή κάποιας μορφής κρίσης με<br />

την Τουρκία δεν θεωρείται πιθανό στο άμεσο μέλλον, εν τούτοις δεν μπορεί σε<br />

καμμία περίπτωση να αποκλειστεί. Σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο η Ελλάδα θα<br />

πρέπει να έχει τη δυνατότητα ελέγχου των εξελίξεων και αποκλιμάκωσης της<br />

κρίσης. Επίσης, όπως καταδεικνύει και η γενικότερη έμφαση του ΝΑΤΟ και<br />

της ΕΕ σε ζητήματα διαχείρισης κρίσεων, η θεματική ατζέντα των κρίσεων του<br />

μέλλοντος αφορά σε ένα εξαιρετικά ευρύ φάσμα πιθανών προβλημάτων που<br />

μπορεί να προέρχονται από πολιτική, οικονομική, κοινωνική –ακόμα και περιβαλλοντική-<br />

αστάθεια στο εγγύς της Ελλάδας περιβάλλον. Η δε σημαντική ελληνική<br />

παρουσία και ενεργός συμμετοχή σε πολυεθνικές επιχειρήσεις (υπό την<br />

αιγίδα του ΟΗΕ και στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ ή της ΕΕ) αυξάνουν σημαντικά το<br />

ενδεχόμενο άμεσης ή έμμεσης εμπλοκής της Ελλάδας σε ενδεχόμενη περιφερειακή<br />

κρίση. Επίσης, η ταχύτητα των εξελίξεων και η ανάγκη για άμεση αντίδραση<br />

σε περιπτώσεις κρίσεων καθιστούν αναγκαία την ύπαρξη και αποτελεσματική<br />

λειτουργία ενός κεντρικού –και ευέλικτου- μηχανισμού χειρισμού κρίσεων,<br />

με άμεση πρόσβαση σε όλους τους εμπλεκόμενους φορείς τόσο σε επίπεδο<br />

χειριστών όσο και σε επίπεδο πολιτικής ηγεσίας.<br />

Απέναντι σε ένα συνεχώς μεταλλασσόμενο παράδειγμα ασφαλείας, αυξανόμενη<br />

αλληλεξάρτηση σε θέματα οικονομίας και τρωτότητας σε νέες απειλές,<br />

προκλήσεις και κινδύνους καμία χώρα δεν μπορεί να παραμένει προσκολλημένη<br />

σε μια μονοδιάστατη (μονο-υπουργική ή μονο-υπηρεσιακή) αντιμετώπιση<br />

που αναπαράγει τη μονοσήμαντη σκέψη που έχει κυριαρχήσει σε διάφορες<br />

γραφειοκρατίες (συμβάλλοντας μεταξύ άλλων και στην εμφάνιση φαινομένων<br />

τύπου «ομαδικής αντίληψης». Αποτελεί αντίθετα επιτακτική ανάγκη η δημιουργία<br />

του κατάλληλου θεσμικού πλαισίου που θα επιτρέψει τη χάραξη υψηλής<br />

στρατηγικής και τη βέλτιστη αξιοποίηση των εθνικών συντελεστών ισχύος, με<br />

συντονιστικό ρόλο σε θέματα εξωτερικής πολιτικής, εθνικής άμυνας και διεθνών<br />

οικονομικών σχέσεων.<br />

Γενικότερα και στη βάση της ανάλυσης που προηγήθηκε, υφίσταται σήμερα<br />

άμεση ανάγκη ικανοποίησης δύο βασικών προποθέσεων ανάπτυξης επιτυχούς<br />

στρατηγικής εθνικής ασφάλειας από την πλευρά της Ελλάδας. Οι προποθέσεις<br />

αυτές αφορούν (α) στη λειτουργική σύνδεση των στόχων, δηλαδή στην<br />

παραγωγική σύνδεση βραχυπρόθεσμων και μεσοπρόθεσμων/μακροπρόθεσμων<br />

επιδιώξεων της στρατηγικής εθνικής ασφάλειας της Ελλάδας και (β) στο<br />

συντονισμό των επιμέρους πτυχών της ελληνικής στρατηγικής εθνικής ασφάλειας,<br />

δηλαδή στην καλύτερη δυνατή συνεργασία και συντονισμό δράσης των<br />

βασικών φορέων διαμόρφωσης και σχεδιασμού της ελληνικής στρατηγικής<br />

εθνικής ασφάλειας (ΥΠΕΞ, ΥΕΘΑ, ΥΠΕΘΟ κ.λπ.).


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 441<br />

ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ 441<br />

Σε αυτή την κατεύθυνση θα ήταν σκόπιμη η σύσταση ενός επιτελικού οργάνου<br />

(θα μπορούσε ενδεικτικά να λάβει την ονομασία: Συμβούλιο Εθνικής<br />

Ασφάλειας 23 ), το οποίο θα είναι ικανό να θέτει και να σχεδιάζει την ελληνική<br />

υψηλή στρατηγική καθώς και να συντονίζει και να ελέγχει –αναφέροντας σχετικά<br />

στην πολιτική ηγεσία: τον πρωθυπουργό και το υπουργικό συμβούλιο ή το<br />

ΚΥΣΕΑ– τους φορείς που, σύμφωνα με το Σύνταγμα, εμπλέκονται στη σχεδίαση<br />

και ανάπτυξή της. Το όργανο αυτό θα στελεχώνεται από, διπλωμάτες,<br />

στρατιωτικούς και στελέχη άλλων συναρμόδιων κυβερνητικών υπηρεσιών, και<br />

τεχνοκράτες-εμπειρογνώμονες, και θα έχει χαρακτήρα υποστηρικτικό προς το<br />

ΚΥΣΕΑ, ενώ το τλευταίο θα συνεχίσει να έχει κεντρικό και αποφασιστικό<br />

ρόλο στη λήψη αποφάσεων. Θα πρέπει επίσης να δίδει έμφαση στις δομές και<br />

τους θεσμούς και όχι στους ηγέτες ή/και τις προσωπικότητες, αν και ο ρόλος<br />

της προσωπικότητας του ηγέτη παραμένει πολύ σημαντικός (ιδιαίτερα στο<br />

πλαίσιο του ελληνικού πρωθυπουργο-κεντρικού συστήματος, όπου το κέντρο<br />

βαρύτητας λήψης αποφάσεων και ευθύνης είναι προφανές). Θα πρέπει ακόμη<br />

να εφαρμόζεται η αρχή της επικουρικότητας: κρίσεις και –ιδιαίτερα– φυσικές<br />

καταστροφές αντιμετωπίζονται στο χαμηλότερο δυνατό επίπεδο. Μόνο αν κριθεί<br />

απαραίτητο «αναβαθμίζεται» το επίπεδο «προσοχής» και διαχείρισης.<br />

Αντίστοιχα, θα πρέπει να αποφεύγεται η μικρο-διαχείριση (micro-manage -<br />

ment) των κρίσεων, τάση πολύ συχνή και στις περισσότερες περιπτώσεις βλαπτική<br />

για τη διαχείριση της κρίσης.<br />

Είναι πιθανόν η δημιουργία ενός νέου θεσμικού οργάνου που κατ’ ανάγκην<br />

θα αποσπάσει ορισμένες αρμοδιότητες και λειτουργίες των υπαρχόντων<br />

υπουργείων και υπηρεσιών (ενώ θα απαιτηθεί και η απόσπαση ορισμένων εκ<br />

των πλέον ικανών στελεχών τους στη νέα υπηρεσία) να προκαλέσει ορισμένες<br />

τριβές και αντιπαραθέσεις. Οι όποιες δυσκολίες και προσκόμματα ενδέχεται<br />

να προκύψουν όσον αφορά στην ομαλή συνεργασία 24 μπορούν να ξεπεραστούν<br />

με την ξεκάθαρη οριοθέτηση αρμοδιοτήτων, την καλή θέληση από την<br />

πλευρά των εμπλεκομένων φορέων, μια λογική πίστωση χρόνου και, τέλος, την<br />

παροχή πλήρους στήριξης στο νέο θεσμικό όργανο (το οποίο θα πρέπει να<br />

23 Για μια αναλυτική παρουσίαση της αποστολής, των αρχών λειτουργίας και των<br />

αρμοδιοτήτων, της διοικητικής δομής και οργάνωσης και σειράς άλλων λειτουργιών του<br />

Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας (ΣΕΑ), βλέπε Θ. Ντόκος και Π. Τσάκωνας, Στρατηγική<br />

Εθνικής Ασφάλειας, οπ.π., σελ. 332-365.<br />

24 Όταν προτάθηκε η δημιουργία μιας «Γραμματείας του ΚΥΣΕΑ» λίγο μετά την<br />

κρίση των Ιμίων, υπήρξαν αντιδράσεις των συναρμόδιων υπουργείων (ΥΠΕΞ, ΥΕΘΑ)<br />

λόγω ανησυχιών για ενδεχόμενη αφαίρεση αρμοδιοτήτων. Οι αντιδράσεις αυτές συνέβαλαν<br />

στη μη υλοποίηση της πρότασης.


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 442<br />

442 ΘΑΝΟΣ ΝΤΟΚΟΣ – ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΤΣΑΚΩΝΑΣ<br />

αντιμετωπιστεί από όλους τους εμπλεκόμενους ως ένας ισχυρότατος πολλαπλασιαστής<br />

ισχύος και το «πετράδι του στέμματος» του μηχανισμού εθνικής<br />

ασφαλείας) από τον πρωθυπουργό προκειμένου να ξεπεραστούν με επιτυχία<br />

οι αρχικές αντιδράσεις και αντιστάσεις του συστήματος.<br />

Βασικό στόχο ενός τέτοιου θεσμικού πλαισίου αποτελεί η δημιουργία ενός<br />

«κομβικού σημείου» όπου –τόσο σε καιρό ειρήνης, όσο και σε περίοδο κρίσης–<br />

θα διοχετεύεται η ροή πληροφοριών, θα διασταυρώνονται οι πληροφορίες και<br />

θα διευκολύνεται η κοινή εκτίμησή τους για να συναχθούν τα κατάλληλα συμπεράσματα,<br />

τα οποία στη συνέχεια θα κοινοποιούνται σε όλους τους εμπλεκόμενους<br />

φορείς. Επιδίωξη θα αποτελέσει η θεσμοθέτηση ενός συστήματος που<br />

θα καθιστά εύκολη και υποχρεωτική την αλληλο-ενημέρωση των φορέων και<br />

υπηρεσιών που δραστηριοποιούνται στο χώρο της εθνικής ασφάλειας. Πέραν<br />

της αντιμετώπισης του θεσμικού ελλείμματος σε θέματα στρατηγικού σχεδιασμού<br />

και χειρισμού κρίσεων, αυτονόητη είναι βεβαίως και η ανάγκη εθνικής<br />

διακομματικής συνεννόησης καθώς και η έναρξη ενός διαλόγου για την στρατηγική<br />

εθνικής ασφάλειας της χώρας στον εικοστό πρώτο αιώνα με ουσιαστική<br />

αξιοποίηση ή/και ενσωμάτωση του (άτυπου) Συμβουλίου Πολιτικών Αρχηγών,<br />

αλλά και του συνταγματικώς προβλεπομένου –και τυπικώς λειτουργούντος–<br />

Εθνικού Συμβουλίου Εξωτερικής Πολιτικής (ΕΣΕΠ).<br />

Μια θεσμική μεταρρύθμιση στα πλαίσια και τις κατευθύνσεις που περιγράφονται<br />

εδώ είναι επίσης απαραίτητο να συνοδεύεται από τομές και εκτεταμένες<br />

αλλαγές στην εκπαίδευση και συνεχή επιμόρφωση των στελεχών του δημοσίου<br />

τομέα. Θα πρέπει, επίσης, να ενθαρρυνθεί εμπράκτως η δι-επιστημονική<br />

έρευνα και ανάλυση (π.χ. περιβάλλον, δημογραφικό, θωράκιση κρίσιμων υποδομών,<br />

κλπ.). Τέλος, είναι σαφής η ανάγκη για επανεξέταση των προγραμμάτων<br />

σπουδών στα τμήματα διεθνών και ευρωπακών σπουδών στα ελληνικά πανεπιστήμια.<br />

Απαιτούνται νέες δεξιότητες στους αποφοίτους για την ομαλή και<br />

ταχεία ένταξή τους σε μια διευρυνόμενη και αυξανόμενα ανταγωνιστική (ευρωπακή<br />

και όχι πλέον στενά ελληνική) αγορά εργασίας που χρειάζεται εξειδικευμένα<br />

στελέχη. Τα πανεπιστημιακά εκπαιδευτικά ιδρύματα της χώρας μας<br />

καλούνται να παίξουν κεντρικό ρόλο τόσο στην αντιμετώπιση προβλημάτων<br />

επαγγελματικής αποκατάστασης, όσο και στη στήριξη της εθνικής προσπάθειας<br />

για προσαρμογή στα νέα παγκόσμια δεδομένα και την αντιμετώπιση<br />

προκλήσεων για την ελληνική εθνική ασφάλεια.<br />

Μια κρίσιμη παρατήρηση πρέπει σε κάθε περίπτωση να λαμβάνεται υπόψη<br />

στην προσπάθεια ανάπτυξης στρατηγικής εθνικής ασφάλειας: ότι το ενδιαφέρον<br />

πρέπει να εστιάζεται όχι τόσο στα ίδια τα σχέδια – τα οποία μπορούν πολύ<br />

γρήγορα να ξεπεραστούν από τις εξελίξεις– όσο στο θεσμικό πλαίσιο, τον μηχανισμό,<br />

τις διαδικασίες, και βεβαίως στη «συσσώρευση» μιας κρίσιμης μάζας<br />

ειδικευμένων και εκπαιδευμένων στελεχών που θα είναι ικανά –από κοινού με


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 443<br />

ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ 443<br />

τους φορείς εκείνους που είναι θεσμικά υπεύθυνοι να λειτουργούν στο υψηλότερο<br />

επίπεδο ως παραγωγοί μακροπρόθεσμης στρατηγικής– να σκέπτονται και<br />

να πράττουν ως «στρατηγικοί δρώντες». 25 Μόνον η ανάπτυξη και –κυρίως– η<br />

επαρκής υποστήριξη ενός αποτελεσματικού θεσμικού πλαισίου στρατηγικής<br />

εθνικής ασφάλειας μπορεί να επιτρέψει σε ένα μικρό/μεσαίο κράτος, όπως η<br />

Ελλάδα, να «δρα στρατηγικά» σε ένα ιδιαίτερα σύνθετο και άκρως ανταγωνιστικό<br />

περιφερειακό και παγκόσμιο περιβάλλον.<br />

Εκτιμήσεις και προτάσεις πολιτικής αναφορικά με συγκεκριμένους πυλώνες<br />

της στρατηγικής εθνικής ασφαλείας.<br />

Αμυντική Πολιτική<br />

Στον αμυντικό τομέα, η Ελλάδα βρίσκεται αντιμέτωπη με αρκετούς περιοριστικούς<br />

παράγοντες: δεν μπορεί να ξοδέψει περισσότερα από το στρατηγικό<br />

της αντίπαλο, τουλάχιστον όχι χωρίς σοβαρές συνέπειες για την εθνική της οικονομία,<br />

δεν έχει την ικανότητα να παράγει πιο εξελιγμένα συστήματα από τον<br />

αντίπαλο της, ούτε και μπορεί να προμηθευτεί τέτοια συστήματα μιας και οι<br />

δύο χώρες έχουν τους ίδιους προμηθευτές, οι οποίοι στις περισσότερες περιπτώσεις<br />

δεν επιθυμούν να ευνοήσουν ιδιαίτερα κάποια από τις δύο πλευρές.<br />

Η μόνη βιώσιμη επιλογή για μια χώρα σαν την Ελλάδα είναι να κάνει μια πιο<br />

αποτελεσματική χρήση των αμυντικών της δαπανών δίνοντας έμφαση στην αξιοποίηση<br />

πολλαπλασιαστών ισχύος και το ανθρώπινο δυναμικό και οργανώνοντας<br />

τις Ένοπλες Δυνάμεις της κατά τέτοιο τρόπο ώστε να μετατραπεί η χώρα σε ένα<br />

«δύσκολο στόχο». Κατ’ αυτόν τον τρόπο, θα επηρεάσει την ανάλυση κόστους,<br />

οφέλους (cost/benefit analysis) του αντιπάλου της και θα τον πείσει πως η οποιαδήποτε<br />

χρήση βίας ενάντια στην Ελλάδα θα είναι μια ενέργεια υψηλού κόστους<br />

το οποίο ξεκάθαρα θα υπερβαίνει τα οποιαδήποτε αναμενόμενα οφέλη.<br />

Ως δεδομένη, εξάλλου, θα πρέπει να θεωρηθεί η ανάγκη αξιοποίησης της<br />

εξελισσόμενης Επανάστασης στις Στρατιωτικές Υποθέσεις (Revolution in<br />

Military Affairs/RMA). Με βάση τη σημερινή δομή και οργάνωση των Ελληνικών<br />

Ένοπλων Δυνάμεων, θα πρέπει να αναλυθούν οι οργανωτικές και διαδικαστικές<br />

αλλαγές που απαιτούν οι νέες τεχνολογίες και οι επιχειρησιακές επιπτώσεις<br />

τους, και να διατυπωθούν συγκεκριμένες προτάσεις για τη βέλτιστη<br />

αξιοποίηση των τεχνολογιών αυτών με στόχο την ισχυροποίηση της ελληνικής<br />

αποτρεπτικής ικανότητας.<br />

25 Βλ. Clark A. Murdock, Improving the Practice of National Security Strategy. A New<br />

Approach for the Post-Cold War, The CSIS Press, Center for Strategic and International<br />

Studies, Washington, DC, 2004, σελ. 17-21.


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 444<br />

444 ΘΑΝΟΣ ΝΤΟΚΟΣ – ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΤΣΑΚΩΝΑΣ<br />

Αλλά και πέραν της αξιοποίησης των όποιων δυνατοτήτων προσφέρει η<br />

«Επανάσταση στις Στρατιωτικές Υποθέσεις», είναι, θεωρώ, επιτακτική η ανάγκη<br />

για μια συνολική επανεξέταση και, όπου χρειάζεται, αναθεώρηση της αμυντικής<br />

μας πολιτικής, καθώς και της πολιτικής εθνικής ασφάλειας γενικότερα.<br />

Τουλάχιστον από το 1974, η εθνική άμυνα αποτέλεσε ένα χώρο εκτενούς διακομματικής<br />

συναίνεσης (σε θέματα εκτίμησης απειλής και αμυντικών δαπανών).<br />

Αυτή η, σε γενικές γραμμές, ιδιαίτερα επιθυμητή συναινετική αντιμετώπιση<br />

ενός τόσο σημαντικού ζητήματος, είχε και μια αρνητική συνέπεια. Υπό<br />

τον φόβο ότι θα χαρακτηριστούν «ενδοτικοί» ή «μειωμένης εθνικής ευαισθησίας»,<br />

ελάχιστοι τόλμησαν να θέσουν κρίσιμα ερωτήματα για την αμυντική πολιτική<br />

της χώρας. Και όταν ασκήθηκε κριτική, αφορούσε σχεδόν αποκλειστικά<br />

ζητήματα προμηθειών (όχι πάντοτε άνευ ουσίας), με κύριο στόχο να πληγεί η<br />

απελθούσα κυβερνητική παράταξη. Πολύ λιγότερο ενδιέφερε, ή τουλάχιστον<br />

λίγα έγιναν για την εξυγίανση του συστήματος. Σε αυτή την κατεύθυνση, θα παραθέσουμε<br />

με αρκετά συνοπτικό τρόπο, ορισμένες σκέψεις.<br />

Είναι γνωστό ότι σε κάθε οργανωμένη γραφειοκρατία και μεγάλο οργανισμό<br />

η δύναμη της αδράνειας αποτελεί ένα πολύ σημαντικό παράγοντα αντίστασης<br />

σε κάθε προσπάθεια εκτενών μεταρρυθμίσεων, ακόμη και όταν οι προτεινόμενες<br />

αλλαγές θεωρούνται επιβεβλημένες. Οι ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις<br />

και ο γενικότερος χώρος της εθνικής άμυνας δεν αποτελούν εξαίρεση σε αυτό<br />

τον κανόνα. Ενώ (1) υπάρχει γενική συμφωνία ότι δεν έχει αλλάξει μεν η προέλευση<br />

της απειλής, αλλά έχει μεταβληθεί η μορφή που μια τυχόν επιθετική ενέργεια<br />

θα μπορούσε να πάρει (2) έχουν μεταβληθεί (προς το χειρότερο) οι οικονομικοί<br />

και δημογραφικοί παράμετροι σε εθνικό επίπεδο (3) στον αποτρεπτικό<br />

ρόλο των Ενόπλων Δυνάμεων έχει προστεθεί η συμμετοχή σε διεθνείς ειρηνευτικές<br />

επιχειρήσεις και σε πολυεθνικές μονάδες (4) και τέλος το περιφερειακό<br />

και διεθνές γεωστρατηγικό περιβάλλον χαρακτηρίζεται από ταχείες, συνεχείς<br />

και δυσκόλως προβλέψιμες μεταβολές, ο μηχανισμός εθνικής άμυνας, με ευθύνες<br />

κυρίως –αλλά όχι μόνο- των πολιτικών ηγεσιών, που χαρακτηρίζεται από<br />

αδυναμία μακροπρόθεσμου σχεδιασμού και έντονο φόβο για το πολιτικό κόστος,<br />

δυσκολεύεται να υλοποιήσει τις απαραίτητες αλλαγές και μεταρρυθμίσεις.<br />

Για μια χώρα που βρίσκεται σε μια «δύσκολη γειτονιά», οι Ένοπλες Δυνάμεις<br />

αποτελούν ένα από τα βασικότερα «εργαλεία» αντιμετώπισης απειλών και<br />

διαχείρισης κρίσεων. Για την εξασφάλιση, ωστόσο, του βέλτιστου αποτελέσματος<br />

επιβάλλεται η μελέτη των πολιτικών και τεχνολογικών τάσεων και εξελίξεων<br />

και η ευρεία αναδιάρθρωση των οργανωτικών και επιχειρησιακών δομών<br />

για την ταχύτερη δυνατή προσαρμογή στις νέες πραγματικότητες. Υπάρχουν<br />

μια σειρά από σοβαρά προβλήματα. Ενδεικτικά αναφέρουμε:<br />

• Αργή πρόοδος των προσπαθειών αύξησης διακλαδικής συνεργασίας και<br />

η συνεχιζόμενη κατανομή των διατιθέμενων πόρων με «κλαδική» λογική.


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 445<br />

ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ 445<br />

Η (μονο)κλαδική δομή, οργάνωση και πνεύμα λειτουργίας (υπαρκτό<br />

πρόβλημα στους περισσότερους στρατούς του κόσμου, αλλά ανεπίτρεπτη<br />

«πολυτέλεια» για τις Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις).<br />

• Σημαντικές προσπάθειες απόκτησης και αξιοποίησης νέων τεχνολογιών<br />

(RMA), αλλά με διαφαινόμενη έλλειψη «στρατηγικού οράματος».<br />

• Συνεχιζόμενη ύπαρξη κομματισμού και έλλειψη αξιοκρατικών επιλογών<br />

στο χώρο των μονίμων στελεχών.<br />

• Συνεχιζόμενη συστηματική αποχώρηση αριθμού στελεχών από τις τάξεις<br />

των ΕΔ, κυρίως λόγω μισθολογικών προβλημάτων.<br />

• Κακή κατάσταση της αμυντικής βιομηχανίας (με κάποιες εξαιρέσεις,<br />

όπως η ΕΑΒ), η περιορισμένη Έρευνα και Ανάπτυξη (R & D), αν και<br />

εσχάτως έγινε μια προσπάθεια να μπει κάποια τάξη στο χώρο αυτό και<br />

να εξορθολογιστεί το σύστημα προμηθειών.<br />

• Έλλειψη προσωπικού (χαμηλή επάνδρωση) του Στρατού Ξηράς λόγω δημογραφικού<br />

προβλήματος (που δεν εμπόδισε, όμως, και τα δυο μεγάλα<br />

κόμματα να ψηφοθηρούν μέσω της μείωσης της στρατιωτικής θητείας χωρίς<br />

να έχει ολοκληρωθεί το πρόγραμμα αύξησης των μονίμων στελεχών ή<br />

να έχει αλλάξει η δομή δυνάμεων, με αποτέλεσμα να έχουμε τάγματα<br />

προκάλυψης με δύναμη 30-40 ανδρών). Θα πρέπει να προσεχθούν ιδιαίτερα<br />

τα θέματα ανθρωπίνου δυναμικού (θητεία στρατευσίμων, σύστημα<br />

εφεδρειών, στελέχη πενταετούς θητείας).<br />

• Ανάγκη περαιτέρω βελτίωσης της διαδικασίας μακροχρόνιου προγραμματισμού.<br />

• Έλλειψη συντονισμού και θεσμικής συνεργασίας μεταξύ ΥΠΕΘΑ και<br />

ΥΠΕΞ σε θέματα πολιτικής εθνικής ασφάλειας.<br />

Πως θα αντιμετωπιστούν τα ανωτέρω προβλήματα; Ιδού ένας (απολύτως<br />

ενδεικτικός) «τηλεγραφικός» δεκάλογος προτεινόμενων αλλαγών:<br />

1. Αναδιάρθρωση του μηχανισμού εθνικής ασφάλειας, με προτεραιότητα στην<br />

αντιμετώπιση των θεσμικών αδυναμιών σε θέματα στρατηγικού σχεδιασμού<br />

και χειρισμού κρίσεων. Αλλαγή νοοτροπίας και κατάργηση τεχνητών<br />

διαχωριστικών γραμμών και στεγανών μεταξύ υπηρεσιών και φορέων, που<br />

μειώνουν την αποτελεσματικότητα του ευρύτερου μηχανισμού ασφαλείας.<br />

2. Ψύχραιμη και ρεαλιστική εκτίμηση απειλής και ανάλογο σχεδιασμό δυνάμεων,<br />

με στόχο τη διατήρηση της αποτρεπτικής ικανότητας (αύξηση κόστους<br />

για τον αντίπαλο) χωρίς την καταστροφή της ελληνικής οικονομίας.<br />

3. Αξιοποίηση νέων τεχνολογιών, επιχειρησιακών δογμάτων και τρόπων οργάνωσης.<br />

Απαιτείται το κατάλληλο οργανωτικό περιβάλλον που να ενθαρρύνει<br />

συζητήσεις σχετικά με το μέλλον των Ενόπλων Δυνάμεων και να επιτρέπει<br />

τον πειραματισμό με νέες ιδέες, ακόμη και αυτές που αμφισβητούν<br />

τις υπάρχουσες βασικές αρχές λειτουργίας.


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 446<br />

446 ΘΑΝΟΣ ΝΤΟΚΟΣ – ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΤΣΑΚΩΝΑΣ<br />

4. Κλείσιμο μη-απαραίτητων μονάδων και στρατοπέδων για εξοικονόμηση<br />

προσωπικού και πόρων. Μείωση του αριθμού των ανωτάτων αξιωματικών<br />

(όπως έχει ήδη εξαγγελθεί) και απλοποίηση (και συρρίκνωση) του ευρύτερου<br />

διοικητικού μηχανισμού.<br />

5. Αλλαγή συστήματος στράτευσης, έτσι ώστε να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα<br />

των κάθε κατηγορίας φυγόστρατων και να διατηρηθεί η επάνδρωση των<br />

μονάδων σε ικανοποιητικά επίπεδα. Εξέταση ενδεχόμενης στράτευσης μεταναστών<br />

που έχουν γεννηθεί στην Ελλάδα και στους οποίους θα πρέπει<br />

να δοθεί η ελληνική υπηκοότητα.<br />

6. Ουσιαστική αναβάθμιση της εκπαίδευσης. Η διακλαδικότητα –σημαντικό<br />

πρόβλημα- πρέπει να ξεκινά από τις Παραγωγικές Σχολές των Ενόπλων<br />

Δυνάμεων, οι οποίες ούτως ή άλλως χρήζουν άμεσης βελτίωσης, με στόχο<br />

τη δημιουργία μιας «κρίσιμης μάζας» στελεχών με σύγχρονες αντιλήψεις<br />

7. Όχι πλέον έμφαση αποκλειστικά στις «πλατφόρμες», αλλά στα έξυπνα<br />

όπλα και τους πολλαπλασιαστές ισχύος.<br />

8. Καλύτερη συνεργασία και υποστήριξη προς τις ελληνικές κρατικές και<br />

ιδιωτικές εταιρίες αμυντικού υλικού, υψηλότερες δαπάνες για Έρευνα και<br />

Ανάπτυξη, με τη συμμετοχή και συνεργασία ελληνικών πανεπιστημίων και<br />

κέντρων ερευνών, ενεργός συμμετοχή σε διεθνείς κοινοπραξίες, με στόχο<br />

την αποκομιδή πολιτικών, τεχνολογικών και οικονομικών οφελών.<br />

9. Μεγαλύτερη έμφαση στον τομέα της συλλογής και ανάλυσης στρατηγικών<br />

και τακτικών πληροφοριών.<br />

10. Ενίσχυση διεθνών ερεισμάτων, π.χ. αξιοποίηση του Κέντρου Εκπαίδευσης<br />

Πολυεθνικών Επιχειρήσεων (Κιλκίς) και του Maritime Interdiction Ope -<br />

rational Training Centre στη Σούδα.<br />

Όλα αυτά, βεβαίως, ελάχιστη αξία θα έχουν χωρίς απολύτως αξιοκρατική<br />

αξιοποίηση των στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων. Τα ικανά στελέχη υπάρχουν<br />

στις τάξεις των Ενόπλων Δυνάμεων. Με βάση την αξιοκρατική επιλογή,<br />

ας τους δοθεί η δυνατότητα να κάνουν τη δουλειά τους.<br />

Τέλος, κεντρικό άξονα της αναθεώρησης των Ενόπλων Δυνάμεων θα πρέπει<br />

να συνεχίσει να αποτελεί η προώθηση της διακλαδικότητας. Επιδίωξη θα<br />

πρέπει να αποτελέσει το «ενιαίο» της σχεδίασης, της οργάνωσης και του εξοπλισμού<br />

των Κλάδων, και όχι απλώς η αύξηση και βελτίωση της διακλαδικής<br />

συνεργασίας. Αναφέρουμε ενδεικτικά ορισμένες ιδέες: Διακλαδική Διοίκηση<br />

Μεταφορών, κοινή διοίκηση ελικοπτέρων (με πιθανή εξαίρεση όσα επιχειρούν<br />

από πλοία και τα SAR), κοινή εκπαίδευση: π.χ. ΠΝ-ΠΑ για πληρώματα ελικοπτέρων,<br />

ΠΑ-ΣΞ για Α/Α αεροδρομίων ή άλλων εγκαταστάσεων, Διακλαδικό<br />

κέντρο ιματισμού, Μικτή (Στρατού Ξηράς-Αεροπορίας) οργάνωση αεράμυνας,<br />

Διακλαδική Διοίκηση Διοικητικής Μέριμνας, Μικτό/Διακλαδικό Κέντρο Άμυνας<br />

(Joint Defence Centre) για την ανάπτυξη δογμάτων εκπαίδευσης και επι-


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 447<br />

ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ 447<br />

χειρήσεων, καθώς επίσης και μελλοντικών εξοπλιστικών απαιτήσεων. Το θετικό<br />

είναι ότι κάποιες από τις ανωτέρω ιδέες έχουν ήδη τεθεί ως στόχοι των Γενικών<br />

Επιτελείων, αν και η υλοποίηση θα είναι μια δύσκολη και μακρόχρονη<br />

διαδικασία.<br />

Υπηρεσίες Πληροφοριών<br />

Η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών έχει ένα αμφιλεγόμενο «όνομα» και αρνητική<br />

εικόνα στα μάτια της ελληνικής κοινωνίας, σε μεγάλο βαθμό δικαιολογημένα<br />

λόγω των πρακτικών του παρελθόντος. Ωστόσο, η σημασία των υπηρεσιών<br />

πληροφοριών έχει αυξηθεί κατακόρυφα. Σε μια εποχή όπου η γνώση και η πληροφορία<br />

θεωρούνται, σε παγκόσμια κλίμακα, ως ο βασικός οικονομικός πόρος, η<br />

έγκαιρη συλλογή και αξιοποίηση πολιτικών, στρατιωτικών και οικονομικών πληροφοριών,<br />

από «ανοιχτές» και «διαβαθμισμένες» πηγές αποτελεί πλέον σημαντική<br />

προτεραιότητα. Στο «παγκόσμιο χωριό» (global village) με την κατάργηση<br />

των τειχών και συνόρων κάθε είδους και μορφής, ο ανταγωνισμός μεταξύ κρατών<br />

είναι, στις περισσότερες περιπτώσεις, ειρηνικός μεν, ανελέητος δε. Ο χαμένος<br />

περιθωριοποιείται στο πλαίσιο του περιφερειακού και παγκόσμιου συσχετισμού<br />

ισχύος. Η γνώση/πληροφορία μπορεί να αποτελέσει έναν ιδιαίτερα σημαντικό<br />

πολλαπλασιαστή ισχύος. Αλλά και σε πιο παραδοσιακά ζητήματα, όπως οι<br />

διακρατικές κρίσεις (τύπου Ίμια ή Μαρτίου 1987), ο ρόλος των πληροφοριών είναι<br />

κεντρικός και καθοριστικός για την επιτυχημένη διαχείριση της κρίσης.<br />

Επιπλέον, η χώρα, μας όπως και οι υπόλοιπες ευρωπακές, αλλά και πολλές<br />

άλλες χώρες σε ολόκληρο τον πλανήτη αντιμετωπίζει νέες απειλές για την ασφάλειά<br />

της, όπως για παράδειγμα, τη διεθνή τρομοκρατία και το (διεθνικό) οργανωμένο<br />

έγκλημα, συμπεριλαμβανομένου και του κυβερνο-εγκλήματος. Είναι δυστυχώς<br />

εμφανής η τρωτότητα των δημοκρατικών –και τεχνολογικά ανεπτυγμένων–<br />

κοινωνιών. Ο αυξανόμενα τεχνολογικός πολιτισμός μας, η επικέντρωση<br />

των δραστηριοτήτων σε μεγάλα αστικά κέντρα με υψηλή συγκέντρωση πληθυσμού<br />

αυξάνουν και την τρωτότητα σε διάφορες επιβουλές και «καταστροφές».<br />

Ζούμε σε κοινωνίες που βασίζονται σε πολύ μεγάλο βαθμό στην ομαλή συνεργατική<br />

λειτουργία μεγάλου αριθμού συστημάτων και λειτουργιών (συγκοινωνίες,<br />

ενέργεια, επικοινωνίες, υδροδότηση, διατροφή, υγεία και περίθαλψη και διατήρηση<br />

της δημόσιας τάξης, οικονομία και εμπόριο, εθνική άμυνα, κλπ.). Η αποδυνάμωση<br />

μιας ή περισσοτέρων συνιστωσών ως αποτέλεσμα μιας καταστροφής μεγάλης<br />

έκτασης μπορεί να οδηγήσει στην (μικρής ή μεγαλύτερης διάρκειας) κατάρρευση<br />

του κρατικού μηχανισμού, με απρόβλεπτες συνέπειες.<br />

Όσον αφορά ειδικότερα στο θρησκευτικό εξτρεμισμό και την τρομοκρατία,<br />

η Ελλάδα παραμένει στόχος χαμηλής (αλλά όχι υποχρεωτικά μηδενικής, και<br />

λόγω ύπαρξης ξένων στόχων σε ελληνικό έδαφος, αλλά και της ενδεχόμενης


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 448<br />

448 ΘΑΝΟΣ ΝΤΟΚΟΣ – ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΤΣΑΚΩΝΑΣ<br />

επιλογής, από τους τρομοκράτες, στόχων χαμηλότερης σπουδαιότητας, αλλά<br />

υψηλότερης τρωτότητας) πιθανότητας. Όταν αντιμετωπίζει κανείς ανθρώπους<br />

έτοιμους να θυσιάσουν τη ζωή τους για την επίτευξη των σκοπών τους (όσο και<br />

αν διαφωνούμε πλήρως τόσο με τους σκοπούς, όσο και με τις μεθόδους), η καταστολή<br />

και η εκ των υστέρων «πυροσβεστικής μορφής» αντίδραση δεν είναι<br />

αποτελεσματικές. Η έγκαιρη συλλογή και αξιοποίηση πληροφοριών, από<br />

«ανοιχτές» και «διαβαθμισμένες» πηγές αποτελεί πλέον μονόδρομο. Η λειτουργία<br />

μιας καλά οργανωμένης και αποτελεσματικής υπηρεσίας πληροφοριών<br />

αποτελεί εκ των ουκ άνευ για κάθε σύγχρονο κράτος.<br />

Στη συζήτηση περί του ρόλου των υπηρεσιών πληροφοριών θα πρέπει να γίνει<br />

αναφορά και στις λεγόμενες ελληνικές ιδιαιτερότητες: έλλειψη κουλτούρας<br />

ασφαλείας, ωχαδερφισμός και έλλειψη επαγγελματισμού σε όλους τους χώρους,<br />

και η ύπαρξη εξαιρετικών στελεχών απλώς επιβεβαιώνει τη γενικότερη<br />

διαπίστωση, υποβαθμισμένη εκπαίδευση και επιμόρφωση, περιορισμένες οικονομικές<br />

(και τεχνολογικές;) δυνατότητες, μάλλον αρνητική παράδοση σε<br />

«γκρίζες» και «μαύρες» επιχειρήσεις (με κορυφαίο παράδειγμα την υπόθεση<br />

Οτζαλάν και σημαντικότερη εξαίρεση την επιχείρηση «Χρυσόμαλλο Δέρας»),<br />

δυσλειτουργίες δημοσίου τομέα, κομματικές παρεμβάσεις και έλλειψη αξιοκρατίας.<br />

Πιο συγκεκριμένα:<br />

• Η έλλειψη αξιοκρατίας και οι προαγωγές και τοποθετήσεις με κριτήριο<br />

την κομματική ταυτότητα ή άλλες μορφές πελατειακής σχέσης. Το αποτέλεσμα<br />

συνήθως είναι ότι οι (σχετικά ολίγοι) κομματικοί «αλεξιπτωτιστές»,<br />

κατά κανόνα περιορισμένων δυνατοτήτων, ανατρέπουν το έργο<br />

των ικανών στελεχών.<br />

• Η συστηματική αδιαφορία για θέματα ασφάλειας πληροφοριών (με αποκορύφωμα<br />

τη συστηματική διαρροή διαβαθμισμένων εγγράφων από διάφορα<br />

πολιτικά γραφεία προς τα ΜΜΕ).<br />

• Η απουσία κεντρικού συντονισμού σε θέματα πληροφοριών και ζητήματα<br />

εθνικής ασφάλειας και η συχνή έλλειψη συνεργασίας μεταξύ συναρμόδιων<br />

υπηρεσιών.<br />

Σε μια εποχή όπου η γνώση και η πληροφορία είναι, σε παγκόσμια κλίμακα,<br />

το σημαντικότερο αγαθό, η προσπάθεια αναβάθμισης της ΕΥΠ, αλλά και της<br />

Στρατιωτικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (σε επίπεδο Γενικού Επιτελείου Εθνικής<br />

Άμυνας, με παράλληλη συρρίκνωση των Δεύτερων Γραφείων των Γενικών<br />

Επιτελείων) θα πρέπει να προχωρήσει χωρίς καμία καθυστέρηση, κινούμενη<br />

στους ακόλουθους άξονες:<br />

• Πλήρης και άνευ όρων αξιοκρατία στη στελέχωση και οργάνωση των<br />

υπηρεσιών.<br />

• Στελέχωση με επιστημονικό προσωπικό. Έμφαση στην εκπαίδευση και<br />

τη συνεχή επιμόρφωση σε σχολές εντός και εκτός Ελλάδας. Εκπαίδευση


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 449<br />

ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ 449<br />

όχι μόνο των στελεχών των υπηρεσιών, αλλά πολιτικών, διπλωματών και<br />

δημοσιογράφων που εμπλέκονται, άμεσα ή έμμεσα σε θέματα πληροφοριών<br />

και εθνικής ασφάλειας.<br />

• Θεσμοθέτηση και αποτελεσματική λειτουργία Συμβουλίου Πληροφοριών<br />

για αποτελεσματικότερο συντονισμό όλων των φορέων που ασχολούνται<br />

με θέματα συλλογής και αξιολόγησης πληροφοριών για θέματα εθνικής<br />

ασφάλειας. Αξιοποίηση δοκιμασμένων διαδικασιών σε άλλες χώρες (π.χ.<br />

συνεργασία με επιστήμονες εκτός υπηρεσίας (Blue and Red Teams).<br />

• Αναβάθμιση συνεργασίας με άλλες υπηρεσίες ασφαλείας στο εσωτερικό<br />

και το εξωτερικό.<br />

• Εξασφάλιση συνέχειας –εφόσον το επιτρέπουν οι συνθήκες– στην ηγεσία<br />

της υπηρεσίας. Οι συχνές αλλαγές προφανώς δεν βοηθούν.<br />

• Ανάληψη ουσιαστικών πρωτοβουλιών (συμπεριλαμβανομένων και οικονομικών<br />

κινήτρων, όπου αυτό είναι αναγκαίο) με στόχο την ενίσχυση του<br />

«επαγγελματικού πνεύματος» (esprit de corps), έτσι ώστε να βοηθηθούν<br />

τα στελέχη της υπηρεσίας να ξεφύγουν από την -κακώς εννοούμενη- δημοσιοπαλληλική<br />

νοοτροπία. Προσπάθεια βελτίωσης της δημόσιας εικόνας<br />

της υπηρεσίας. Οι υπηρεσίες πληροφοριών και ασφαλείας θα πρέπει<br />

να γίνουν επιλογή καριέρας και όχι απλώς βιοποριστική λύση.<br />

• Αυξημένη διαφάνεια, μέσω κοινοβουλευτικού ελέγχου, με τρόπο που να<br />

μην επηρεάζει την αποτελεσματική λειτουργία των υπηρεσιών (σύμφωνα<br />

με το μοντέλο που εφαρμόζεται σε αρκετές ευρωπακές χώρες).<br />

• Αποφυγή ορισμένων υπερβολών και ακροτήτων του αμερικανικού συστήματος<br />

σε θέματα αντι-τρομοκρατικής πολιτικής και εσωτερικής ασφάλειας<br />

(homeland security). Οι προσπάθειες αντιμετώπισης της απειλής<br />

αυτής δεν θα πρέπει να γίνουν σε βάρος του σεβασμού των ατομικών<br />

ελευθεριών και δικαιωμάτων τόσο των Ελλήνων πολιτών, όσο και των<br />

μεταναστών και προσφύγων. Αντιθέτως, θα είναι πολύ πιο αποτελεσματικές<br />

αν υπάρχει η υποστήριξη και συνεργασία τόσο των Ελλήνων πολιτών,<br />

όσο και των κοινοτήτων μεταναστών.<br />

Αστυνομία<br />

Πιέζει χρονικά η αξιολόγηση της αντίδρασης του κρατικού μηχανισμού στα<br />

γεγονότα που ακολούθησαν τον τραγικό χαμό ενός νέου ανθρώπου και η αντιμετώπιση<br />

τυχόν αδυναμιών, διότι οι περισσότεροι προβλέπουν ότι ανάλογα γεγονότα<br />

θα επαναληφθούν, στην ίδια ή σε ελαφρώς διαφορετική μορφή ή κλίμακα.<br />

Επιπλέον δε, η εύρυθμη και αποτελεσματική λειτουργία της Ελληνικής<br />

Αστυνομίας και άλλων συναρμόδιων υπηρεσιών αποτελεί ζήτημα υψηλής προτεραιότητας<br />

αφού η Ελλάδα θα συνεχίσει να βρίσκεται γεωγραφικά στη δια-


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 450<br />

450 ΘΑΝΟΣ ΝΤΟΚΟΣ – ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΤΣΑΚΩΝΑΣ<br />

χωριστική γραμμή Βορρά και Νότου, με «διάτρητα» σύνορα λόγω γεωγραφικών<br />

ιδιαιτεροτήτων και θα αποτελεί τόσο διαμετακομιστικό κέντρο, όσο και<br />

τελικό προορισμό παράνομων αγαθών (ναρκωτικών, ανθρώπων, κ.λπ.). Η καταγραφείσα<br />

γενικότερη άνοδος της σκληρής εγκληματικότητας επιβεβαιώνει<br />

του λόγου του αληθές περί δράσης εγχωρίων και διεθνικών εγκληματικών κυκλωμάτων<br />

και οργανώσεων. Επίσης, ανησυχία προκαλεί και η αύξηση της λαθρομετανάστευσης<br />

και η αδυναμία διαχείρισης του ζητήματος λόγω ανεπάρκειας<br />

μέσων, υποδομών και πόρων, τόσο σε τοπικό όσο και σε εθνικό επίπεδο.<br />

Τα φαινόμενα αυτά αναμένεται να οξυνθούν στο μέλλον λόγω οικονομικών,<br />

πολιτικών και περιβαλλοντικών εξελίξεων.<br />

Ασφαλώς η αγανάκτηση για την ανθρωποκτονία του 15χρονου μαθητή ήταν<br />

δικαιολογημένη, και σε συνδυασμό με άλλα κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα,<br />

οδήγησε σε διαμαρτυρίες, κυρίως της νεολαίας, που –όταν δεν ξεφεύγουν<br />

από κάποια όρια- είναι καθόλα θεμιτές και αποδεκτές σε μια δημοκρατική<br />

χώρα. Παράλληλα, όμως, δεν νοείται ένα κράτος που θέλει να χαρακτηρίζεται<br />

αναπτυγμένο και ευρωπακό, να βρίσκεται για μερικά 24ωρα στο έλεος<br />

κουκουλοφόρων και άλλων κακοποιών στοιχείων.<br />

Δεν θα είχε όμως νόημα να ξεκινήσουμε τη συζήτηση από τις επιχειρησιακές<br />

αδυναμίες της Ελληνικής Αστυνομίας, που ασφαλώς υπάρχουν αλλά είναι<br />

μάλλον ήσσονος σημασίας συγκριτικά με την έλλειψη πολιτικού και (σύγχρονου)<br />

νομικού πλαισίου για τη διαχείριση των διαδηλώσεων, αλλά και άλλων ζητημάτων<br />

ασφαλείας. Πρώτα από όλα είναι απαραίτητο η ελληνική κοινωνία, τα<br />

μέσα μαζικής ενημέρωσης, αλλά και τμήμα του πολιτικού κόσμου να συνειδητοποιήσουν<br />

ότι η αστυνομία δεν αποτελεί πλέον ένα μηχανισμό καταστολής ή<br />

τη «σιδερένια γροθιά του κράτους», αλλά μια απαραίτητη υπηρεσία στην υπηρεσία<br />

του πολίτη, σε μια περίοδο μάλιστα που χαρακτηρίζεται από πολλαπλές<br />

προκλήσεις ασφαλείας. Μια υπηρεσία, βεβαίως, με αδυναμίες και παθογένειες<br />

τις οποίες οφείλουμε να αντιμετωπίσουμε.<br />

Άμεση προτεραιότητα θα πρέπει να αποτελέσει η αναζήτηση συναίνεσης<br />

από όλα τα κόμματα που εκπροσωπούνται στο Κοινοβούλιο (ή αν αυτό δεν είναι<br />

εφικτό, μιας ξεκάθαρης πλειοψηφίας) για τη διαμόρφωση ενός γενικότερου<br />

πλαισίου σχετικά με το ρόλο της Αστυνομίας. Χρειάζεται σε επίπεδο πολιτείας<br />

και κοινωνίας η οριοθέτηση των αρμοδιοτήτων της ΕΛΑΣ όσον αφορά:<br />

στην προστασία του δικαιώματος του συνέρχεσθαι και την προστασία της δημόσιας<br />

τάξης. Ο πολιτικός κόσμος και η ελληνική κοινωνία θα πρέπει να αντιμετωπίσουν,<br />

επίσης, δύο άλλα σημαντικά ζητήματα: το ονομαζόμενο «πανεπιστημιακό<br />

άσυλο» και την ανάγκη εξουδετέρωσης της ωρολογιακής βόμβας που<br />

αφορά στην περιθωριοποίηση των μεταναστών δεύτερης γενιάς.<br />

Η κοινωνική ένταση σε μεγάλο τμήμα της νεολαίας –προς το παρόν γηγενούς,<br />

οσονούπω και μεταναστών- αποτελεί σοβαρότατο πρόβλημα, οφείλεται


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 451<br />

ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ 451<br />

σε πλειάδα αιτίων και δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με κατασταλτικά μέσα. Η<br />

αποστολή της αστυνομίας είναι διαφορετική. Ενδεικτικά αναφέρουμε μια<br />

σειρά από χρόνιες παθογένειες και προτάσεις βελτίωσης της ΕΛΑΣ.<br />

(α) Το ότι υπάρχουν αρκετά στελέχη περιορισμένων ικανοτήτων είναι ίσως<br />

αναμενόμενο σε μια δύναμη πλέον των 50.000 ανδρών και γυναικών. Ανησυχία<br />

προκαλεί, όμως, η τοποθέτηση κάποιων από αυτούς σε θέσεις-κλειδιά και η<br />

αξιοποίηση πολλών ικανών αξιωματικών που διαθέτει η ΕΛΑΣ.<br />

(β) Φαινόμενα διαφθοράς, αυταρχικής συμπεριφοράς και υπέρβασης<br />

ορίων δεν αποτελούν αποκλειστικά ελληνικό φαινόμενο (ούτε περιορίζονται<br />

στο χώρο της αστυνομίας). Ανησυχία προκαλεί, όμως, η επιεικής αντιμετώπιση<br />

από τα αρμόδια πειθαρχικά όργανα.<br />

(γ) Απουσία κεντρικού συντονισμού και συχνή έλλειψη συνεργασίας μεταξύ<br />

συναρμόδιων υπηρεσιών ασφαλείας.<br />

Εδώ και αρκετό καιρό είναι διάχυτος ένας προβληματισμός σχετικά με την<br />

Ελληνική Αστυνομία. Οι περιπτώσεις «ερασιτεχνικής» συμπεριφοράς είναι περισσότερες<br />

απ’ ότι στατιστικά επιτρέπεται και πλήττουν τη δημόσια εικόνα της<br />

Αστυνομίας. Ακυρώνουν δε σε ένα βαθμό τη σημαντική πρόοδο που έχει επιτευχθεί<br />

τα τελευταία χρόνια, τόσο όσον αφορά την αποτελεσματικότητα των<br />

διωκτικών μηχανισμών, όσο και το σεβασμό των δικαιωμάτων των πολιτών. Είναι<br />

σαφές, όμως, ότι υπάρχουν μια σειρά από χρόνιες παθογένειες που επηρεάζουν<br />

με αποτελεσματική λειτουργία της.<br />

Εξηγήσεις ασφαλώς υπάρχουν. Σοβαρές δικαιολογίες όχι. Θα μπορούσε να<br />

μιλήσει κανείς για την ετήσια διμηνιαία (τουλάχιστον) «ομηρία» και ευθυνοφοβία<br />

λόγω του συστήματος τακτικών κρίσεων. Για το εισαγωγικό σύστημα στις<br />

αστυνομικές σχολές με πρωταρχικό κριτήριο επιλογής την εγγυημένη επαγγελματική<br />

αποκατάσταση, με αποτέλεσμα την εισαγωγή αρκετών μετρίων ή ακατάλληλων<br />

για το συγκεκριμένο επάγγελμα, το οποίο χαρακτηρίζεται από σημαντικές<br />

ιδιαιτερότητες. Για την κατασπατάληση προσωπικού σε υπηρεσίες γραφείου<br />

ή φύλαξη «υψηλών» προσώπων. Για το πρόβλημα νοοτροπίας και οργανωσιακής<br />

κουλτούρας. Για τις αδυναμίες του εκπαιδευτικού συστήματος. Για<br />

τον ιδιότυπο συνδικαλισμό που βλάπτει περισσότερο απ΄ότι ωφελεί. Για την έλλειψη<br />

κοινωνικής αναγνώρισης, που απασχολεί σοβαρά το μέσο -χαμηλόβαθμο<br />

και χαμηλόμισθο- αστυνομικό που καλείται σε πολλές περιπτώσεις να διακινδυνεύσει<br />

τη σωματική του ακεραιότητα ακόμη και τη ζωή του. Και αντίστοιχα η<br />

αμφιθυμία της ελληνικής κοινωνίας που ζητά καλύτερη αστυνόμευση, αλλά συχνά<br />

αντιμετωπίζει την αστυνομία ως αντίπαλο και αποφεύγει να αναλάβει τις<br />

ευθύνες της σε μια σειρά ζητημάτων (π.χ. πανεπιστημιακό άσυλο). Για την ανυπαρξία<br />

κουλτούρας ασφαλείας που χαρακτηρίζει γενικότερα την Ελλάδα και<br />

την οποία πιθανότατα θα πληρώσουμε ακριβά κάποια μέρα. Και, βεβαίως, για<br />

την έλλειψη αξιοκρατίας και τις προαγωγές και τοποθετήσεις με κριτήριο την


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 452<br />

452 ΘΑΝΟΣ ΝΤΟΚΟΣ – ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΤΣΑΚΩΝΑΣ<br />

κομματική ταυτότητα ή άλλες μορφές πελατειακής σχέσης, καθώς και την περιοδική<br />

εμφάνιση φαινομένων φατριασμού.<br />

Να σημειωθεί, επίσης, ότι οι δύο ένοπλες επιθέσεις κατά αστυνομικών αποτελούν<br />

μια εξαιρετικά σοβαρή και επικίνδυνη κλιμάκωση, αλλά ταυτόχρονα<br />

και μια μάλλον αναμενόμενη εξέλιξη. Δεν οφείλονται ασφαλώς, στη γενικότερη<br />

στοχοποίηση της αστυνομίας, που προκάλεσε σημαντική πτώση ηθικού<br />

στην ΕΛΑΣ, αλλά σαφώς διευκολύνθηκαν από τη μείωση της κοινωνικής εκτίμησης<br />

και στήριξης των σωμάτων ασφαλείας και την παράλληλη δημιουργία<br />

κλίματος κοινωνικής ανοχής για πράξεις βίας που στρέφονται άμεσα κατά της<br />

αστυνομίας και έμμεσα κατά του κοινωνικού συνόλου.<br />

Η εικαζόμενη εμφάνιση μιας νέας γενιάς τρομοκρατών (Οργάνωση Επαναστατικός<br />

Αγώνας) εγκυμονεί δύο σοβαρούς κινδύνους:<br />

(α) να διαμορφωθεί στα μάτια της διεθνούς κοινότητας (όπως είχε συμβεί<br />

και στο παρελθόν) μια εικόνα της Ελλάδας ως κράτους περιορισμένης αξιοπιστίας<br />

στον τομέα της ασφάλειας, όσον αφορά στην τρομοκρατία, το οργανωμένο<br />

έγκλημα, την παράνομη διακίνηση ανθρώπων και προόντων, την κοινή<br />

(σκληρή) εγκληματικότητα, αλλά και τη διαχείριση κοινωνικών εντάσεων.<br />

(β) την περαιτέρω απαξίωση της ΕΛΑΣ με την υιοθέτηση μιας μόνιμα παθητικής<br />

στάσης, που θα οδηγήσει σε ακόμη λιγότερο αποτελεσματικές επιδόσεις<br />

και θα αυξήσει την κοινωνική απαξίωση, προκαλώντας και τη μείωση ενδιαφέροντος<br />

ικανών υποψηφίων για είσοδο στις αστυνομικές σχολές και οδηγώντας<br />

σε μακροχρόνια υποβάθμιση της αστυνομίας. Αλλά εγκυμονεί και ο κίνδυνος<br />

υπερβολικής αντίδρασης, είτε από θυμό, είτε από φόβο, στελεχών της ΕΛΑΣ<br />

σε επόμενα περιστατικά, εξ ου και η προφανής ανάγκη για διατήρηση της ψυχραιμίας<br />

και επαγγελματική αντίδραση.<br />

Δυστυχώς πέρα από αφορισμούς και γενικότητες, δεν έχουν διατυπωθεί συγκεκριμένες<br />

προτάσεις και πρωτοβουλίες για την αντιμετώπιση των προβλημάτων<br />

ασφαλείας ούτε από την κυβέρνηση, που έχει βεβαίως και την κύρια ευθύνη,<br />

ούτε και από τον υπόλοιπο πολιτικό κόσμο. Θα τολμήσουμε να αναφέρουμε<br />

τηλεγραφικά επτά αυτονόητες προτάσεις μεσοπρόθεσμης απόδοσης:<br />

• Δημιουργία επιτροπής από πέντε έμπειρα και καταρτισμένα στελέχη της<br />

ΕΛΑΣ και, αν κριθεί απαραίτητο, με την προσθήκη τριών ξένων ειδικών<br />

για να ετοιμάσουν μέσα σε 6 μήνες μια έκθεση για τις απαραίτητες αλλαγές.<br />

Βεβαίως, το αν θα υλοποιηθούν οι προτάσεις είναι άλλο ζήτημα.<br />

• Από-κομματικοποίηση της ΕΛΑΣ. Υπάρχει ανάγκη για ένα εσωτερικό<br />

σύστημα ανάδειξης στελεχών, καθώς και ξεκάθαρα μνημόνια ενεργειών<br />

για κάθε είδους σενάρια και καταστάσεις.<br />

• Υιοθέτηση αυστηρότερου πειθαρχικού κώδικα.<br />

• Ουσιαστική αναβάθμιση του εκπαιδευτικού συστήματος και συστηματική<br />

αποστολή στελεχών στο εξωτερικό για εκπαίδευση/επιμόρφωση και


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 453<br />

ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ 453<br />

αξιοποίησή τους στη συνέχεια, με στόχο τη δημιουργία «εκπαιδευμένων<br />

πυρήνων» σε κάθε υπηρεσία που σταδιακά θα εκπαιδεύσουν μεγαλύτερο<br />

αριθμό στελεχών.<br />

• Μετατροπή της Σχολής Εθνικής Ασφαλείας σε εκπαιδευτικό κέντρο διαχείρισης<br />

κρίσεων και μελέτης νέων μορφών εγκληματικότητας και απειλών<br />

για την εθνική ασφάλεια.<br />

• Αξιοποίηση των μοντέλων διαχείρισης κρίσεων και επικοινωνιακής πολιτικής<br />

των Ολυμπιακών Αγώνων 2004.<br />

• Αντιμετώπιση ελλείψεων όσον αφορά στην υλικοτεχνική υποδομή (π.χ.<br />

σύγχρονα αλεξίσφαιρα γιλέκα, οχήματα ρίψης νερού για την αντιμετώπιση<br />

βίαιων διαδηλώσεων).<br />

Μεσο-μακροπρόθεσμη προτεραιότητα – και εδώ δεν υπάρχουν μαγικές λύσεις-<br />

πρέπει να αποτελέσει η ενίσχυση του esprit de corps –της αίσθησης του<br />

ανήκειν σε ένα τμήμα του κρατικού μηχανισμού, με αποστολή ευρείας κοινωνικής<br />

αποδοχής και με έντονο στοιχείο υπερηφάνειας και αυτοσεβασμού.<br />

Αλλά η ΕΛ.ΑΣ και οι υπόλοιπες υπηρεσίες ασφαλείας δεν μπορούν να αναμορφωθούν<br />

εν κενώ, με δεδομένες και τις αδυναμίες του δικαστικού και σωφρονιστικού<br />

συστήματος. Χρειάζονται, επίσης, και την αλλαγή νοοτροπίας και<br />

τη στήριξη της ελληνικής κοινωνίας που θα πρέπει να αντιληφθεί πόσο έχουν<br />

αλλάξει (από την εποχή του «αστυνομικού κράτους») και οφείλουν να συνεχίζουν<br />

να αλλάζουν, και πόσο σημαντικός είναι ο ρόλος τους στην αντιμετώπιση<br />

των σύγχρονων προκλήσεων ασφαλείας.<br />

Διαχείριση Φυσικών Καταστροφών<br />

Οι δασικές πυρκαγιές το καλοκαίρι του 2007 αποτέλεσαν μια άνευ προηγουμένου<br />

καταστροφή για την Ελλάδα. Μετά από μια τέτοια καταστροφή κάθε<br />

σοβαρή χώρα θα δημιουργούσε μια επιτροπή ειδικών με αποστολή την ταχεία<br />

ετοιμασία μιας έκθεσης με διαπιστώσεις και συγκεκριμένες προτάσεις, την<br />

υλοποίηση των οποίων τα πολιτικά κόμματα θα δεσμεύονταν να εφαρμόσουν,<br />

ή, σε αντίθετη περίπτωση, να εξηγήσουν στο ελληνικό λαό γιατί δεν προτίθενται<br />

να το πράξουν. Δεν φαίνεται να έγινε κάτι τέτοιο στη δική μας περίπτωση.<br />

Είναι γεγονός ότι παρόμοια προβλήματα πυρκαγιών αντιμετωπίζουν και<br />

άλλες ανεπτυγμένες χώρες και ότι η διεθνής κοινότητα και τα διάφορα κράτη<br />

θα κληθούν να αντιμετωπίσουν ένα ευρύ φάσμα πιθανών τεχνολογικών και φυσικών<br />

καταστροφών (που συνδέονται και με τις ευρείας έκτασης κλιματικές<br />

αλλαγές που αναπόφευκτα θα επηρεάσουν και τη χώρα μας). Με δεδομένο ότι<br />

οι δασικές πυρκαγιές, σε τέτοια έκταση και αριθμό, θα αποτελέσουν, δυστυχώς,<br />

ένα όχι ιδιαίτερα σπάνιο φαινόμενο στη χώρα μας, αποτελεί άμεση προτεραιότητα<br />

η ενίσχυση του θεσμικού μηχανισμού, ενδεχομένως με τη δημιουργία


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 454<br />

454 ΘΑΝΟΣ ΝΤΟΚΟΣ – ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΤΣΑΚΩΝΑΣ<br />

μιας Υπηρεσίας Αντιμετώπισης Φυσικών Καταστροφών που θα ενσωματώσει<br />

τη Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας και την Πυροσβεστική Υπηρεσία,<br />

και υπό την επιχειρησιακή διοίκηση της οποίας θα τίθενται σε περίοδο<br />

κρίσεων και η Ελληνική Αστυνομία, το Λιμενικό Σώμα, το ΕΚΑΒ, αλλά και<br />

τμήματα των Ενόπλων Δυνάμεων.<br />

Πέραν αυτού, είναι προφανές ότι υπάρχει ένα γενικότερο πρόβλημα διαχείρισης<br />

και αξιοποίησης ανθρώπινου δυναμικού στις εμπλεκόμενες υπηρεσίες,<br />

ενώ σημαντικό έλλειμμα καταγράφεται και στον τομέα του συντονισμού.<br />

Ελλείψεις υπάρχουν και σε εναέρια και επίγεια μέσα, αλλά και σε ανθρώπινο<br />

δυναμικό (την ίδια εποχή όπου ελήφθη η, για πολλούς ακατανόητη, απόφαση<br />

δημιουργίας Αγροφυλακής).<br />

Τις εξειδικευμένες λύσεις θα προτείνουν οι ειδικοί. Οι υπόλοιποι μπορούμε<br />

να προσπαθήσουμε να συνεισφέρουμε στη σχετική συζήτηση με ορισμένες<br />

ιδέες. Θα μπορούσε να εξετασθεί για παράδειγμα: (α) Η εκπαίδευση του συνόλου<br />

του (ενδιαφερόμενου) αγροτικού πληθυσμού σε μεθόδους δασοπυρόσβεσης<br />

για να συνδράμουν τους επαγγελματίες πυροσβέστες (β) Η μεγαλύτερη<br />

έμφαση στον τομέα της πρόληψης (καθαρισμός δασών, αντιπυρικές ζώνες, αισθητήρες<br />

και μη-επανδρωμένα αεροσκάφη για έγκαιρη προειδοποίηση, προγράμματα<br />

Η/Υ για πρόβλεψη πιθανότητας πυρκαγιών, κλπ.) (γ) Εφαρμογή αυστηρών<br />

νομοθετικών ρυθμίσεων για την εξάλειψη των κινήτρων εμπρησμού.<br />

Πάντως, με δεδομένη την τεράστια έκταση που πρέπει να προστατευθεί και<br />

την αυξανόμενη οξύτητα των φαινομένων, ο κρατικός μηχανισμός, όσο και αν<br />

βελτιωθεί, θα συνεχίσει να δυσκολεύεται να αντιμετωπίσει φυσικές καταστροφές<br />

αυτού του μεγέθους. Ως μοναδική απάντηση φαντάζει μια εκτενής αλλαγή<br />

νοοτροπίας από την ελληνική κοινωνία, μια επανεξέταση της ατομικής και συλλογικής<br />

μας συμπεριφοράς απέναντι στο περιβάλλον και η σημαντική αύξηση<br />

του εθελοντισμού.


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 455<br />

Αντί Επιλόγου<br />

Γιάννος Παπαντωνίου<br />

Το τέλος του περασμένου αιώνα υπήρξε μια περίοδος πολιτικής κυριαρχίας<br />

της σοσιαλδημοκρατίας στην Ευρώπη. Στις περισσότερες χώρες της Ένωσης<br />

κυβερνούσαν σοσιαλιστικά κόμματα. Παρά τις διαφορές ιδεολογικών καταβολών,<br />

καθώς και αντικειμενικών συνθηκών, η πολιτική που εφάρμοσαν μπορεί<br />

να περιγραφεί με τους ακόλουθους άξονες:<br />

• Η συγκρατημένη απελευθέρωση της οικονομίας με διατήρηση σημαντικού<br />

ρόλου του κράτους. Οι σοσιαλδημοκρατικές κυβερνήσεις της δεκαετίας<br />

του ’90 πλαισίωσαν τις λειτουργίες της αγοράς με ισχυρά συστήματα<br />

εποπτείας, καθώς και κοινωνικές ασφαλιστικές δικλείδες. Στόχος ήταν η<br />

δημιουργία συνθηκών ισχυρής ανάπτυξης, η διασφάλιση των θέσεων εργασίας<br />

και η προστασία των δικαιωμάτων των εργαζομένων.<br />

• Η κατοχύρωση του κοινωνικού κράτους και η ενίσχυση της κοινωνικής<br />

δικαιοσύνης. Ο διάλογος και η συναίνεση βρέθηκαν στο επίκεντρο της<br />

χάραξης και υλοποίησης των οικονομικών πολιτικών. Βασικό μέλημα<br />

των σοσιαλδημοκρατικών κυβερνήσεων ήταν ο δίκαιος επιμερισμός του<br />

κόστους και του οφέλους από την εφαρμογή συγκεκριμένων πολιτικών.<br />

Η ενίσχυση της θέσης των εργαζομένων και η προώθηση της κοινωνικής<br />

συνοχής είχαν κεντρική θέση στο συνολικό σχεδιασμό της πολιτικής.<br />

• Η προώθηση των ατομικών ελευθεριών και η αναβάθμιση των δικαιωμάτων<br />

του πολίτη, με την ισότητα των δύο φύλων, τα σύμφωνα ελεύθερης<br />

συμβίωσης, τη διεύρυνση των συνδικαλιστικών ελευθεριών και την αναγνώριση<br />

δικαιωμάτων που συνδέονται με την προστασία του περιβάλλοντος.<br />

Στο ξεκίνημα του νέου αιώνα τα περισσότερα σοσιαλιστικά κόμματα βρίσκονται<br />

στην αντιπολίτευση. Παράλληλα, η παγκόσμια οικονομία αντιμετωπίζει<br />

τη σοβαρότερη κρίση μετά το κραχ του 1929-31. Η επικράτηση άκρατου φιλελευθερισμού<br />

και η ασύδοτη, χωρίς κανόνες και ελέγχους, λειτουργία των<br />

αγορών οδήγησε το χρηματοπιστωτικό σύστημα στα πρόθυρα της κατάρρευσης<br />

προκαλώντας συνθήκες ύφεσης. Στις προηγμένες χώρες οι ρυθμοί ανάπτυξης


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 456<br />

456 ΓΙΑΝΝΟΣ ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ<br />

μειώνονται και, σε ορισμένες περιπτώσεις, γίνονται αρνητικοί, ενώ η ανεργία<br />

διογκώνεται. Η ίδια η παγκοσμιοποίηση αυξάνει την ανασφάλεια των πολιτών.<br />

Η είσοδος νέων παικτών στο οικονομικό σύστημα, ιδιαίτερα της Κίνας και της<br />

Ινδίας, που χαρακτηρίζονται από χαμηλό εργατικό κόστος, απειλεί τους παραδοσιακούς<br />

κλάδους των βιομηχανικών χωρών. Εξάλλου, η ενισχυμένη διασύνδεση<br />

των οικονομικών σε παγκόσμια κλίμακα, λόγω της τεράστιας προόδου<br />

στις τεχνολογίες επικοινωνιών, αυξάνει τη μεταδοτικότητα των κρίσεων. Η σημερινή<br />

κρίση, που ξεκίνησε στις ΗΠΑ, μετεξελίχθηκε σε παγκόσμια. Οι ραγδαίες<br />

αυτές εξελίξεις έχουν αυξήσει υπέρμετρα τις αβεβαιότητες σχετικά με<br />

τα εισοδήματα και την απασχόληση.<br />

Σε αυτές τις εστίες ανασφάλειας, που συνδέονται με την καθημερινότητα<br />

και το επίπεδο ζωής, προστίθενται αβεβαιότητες για σφαιρικότερα μεγέθη,<br />

όπως οι κλιματολογικές συνθήκες, η οικολογική ισορροπία, η εδραίωση συνθηκών<br />

σταθερότητας και ειρήνης σε κρίσιμους γεωπολιτικούς χώρους καθώς και<br />

οι μεταναστατευτικές ροές. Η απερίσκεπτη χρήση φυσικών πόρων, όπως το πετρέλαιο,<br />

θέτει σε κίνδυνο τη βιωσιμότητα του προτύπου ανάπτυξης των δύο τελευταίων<br />

αιώνων. Οι πρόσφατες μεγάλες διακυμάνσεις των τιμών του πετρελαίου,<br />

που συνδέονται σε μεγάλο βαθμό με την παγκοσμιοποίηση, υποδηλώνουν<br />

την ύπαρξη μεγάλων ανισορροπιών. Αν δεν αντιμετωπιστούν με επενδύσεις<br />

σε νέες τεχνολογίες που θα στοχεύουν στον εξορθολογισμό της χρήσης<br />

των πόρων, θα αυξηθεί η συχνότητα και η ένταση των οικονομικών κρίσεων, με<br />

σοβαρές επιπτώσεις στα γεωπολιτικά ισοζύγια και τις συνθήκες διεθνούς<br />

ασφάλειας. Παράλληλα, η υπερθέρμανση του πλανήτη, μέσα από το φαινόμενο<br />

του θερμοκηπίου, οδηγεί σε μεγάλες γεωοικονομικές ανατροπές που θα μεταβάλουν<br />

ριζικά τα παραγωγικά πρότυπα και τον τρόπο ζωής σε πολλές περιοχές<br />

του πλανήτη. Εξάλλου, η άνοδος της διεθνούς τρομοκρατίας σε συνδυασμό με<br />

τον κίνδυνο εξάπλωσης των πυρηνικών όπλων έχουν αυξήσει σημαντικά τις πιθανότητες<br />

αναφλέξεων στη Μέση Ανατολή και την ευρύτερη περιοχή όπου επικρατούν<br />

ακραία ισλαμιστικά στοιχεία. Τέλος, η ενίσχυση των μεταναστευτικών<br />

ροών έχει μεταβάλει ριζικά τις συνθήκες ζωής, ιδιαίτερα στα αστικά κέντρα,<br />

λόγω της επιδείνωσης κοινωνικών προβλημάτων, όπως η ανεργία και η εγκληματικότητα.<br />

Η σώρευση ανασφαλειών, αβεβαιοτήτων και κινδύνων εξηγεί τη στροφή<br />

της τελευταίας δεκαετίας προς συντηρητικές θέσεις. Όμως, η παγκόσμια οικονομική<br />

κρίση λειτούργησε ως καταλύτης. Ανέδειξε το ρόλο του κράτους ως εγγυητή<br />

της οικονομικής και κοινωνικής σταθερότητας. Το σχέδιο διάσωσης του<br />

χρηματοπιστωτικού συστήματος που πρότεινε ο Βρετανός Πρωθυπουργός G.<br />

Brown, και υιοθετήθηκε στη συνέχεια ακόμα και από συντηρητικές κυβερνήσεις,<br />

προβλέπει τη μερική κρατικοποίηση τραπεζών. Οι πολιτικές αναθέρμανσης<br />

των οικονομιών που έχουν τεθεί σε εφαρμογή είναι κενσιανής έμπνευσης


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 457<br />

ΑΝΤΙ ΕΠΙΛΟΓΟΥ 457<br />

και στηρίζονται στο δημόσιο δανεισμό. Η σοσιαλδημοκρατία επανήλθε στο<br />

προσκήνιο. Η θριαμβευτική εκλογή του B. Obama ως Προέδρου των Ηνωμένων<br />

Πολιτειών σηματοδοτεί ανάκαμψη των προοδευτικών δυνάμεων.<br />

Η πρόκληση για τη σύγχρονη σοσιαλδημοκρατία είναι μεγάλη. Οφείλει να<br />

προσφέρει αξιόπιστη εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης, προσανατολισμένη<br />

στην αντιμετώπιση των ανασφαλειών που χαρακτηρίζουν τη σημερινή<br />

εποχή.<br />

Κυρίαρχο είναι το ζήτημα της ανταγωνιστικότητας. Το πρόβλημα παρουσιάζεται<br />

με έντονο τρόπο στις οικονομίες που υστερούν σε σχέση με τις χώρες<br />

της Βόρειας Αμερικής και της Ευρώπης. Η καθυστέρηση μετάβασης στην οικονομία<br />

της γνώσης, σε νέες τεχνολογίες και προηγμένα σχήματα οργάνωσης, τις<br />

καθιστά ευάλωτες στον ανταγωνισμό των χωρών χαμηλού εργατικού κόστους.<br />

Επενδύσεις σε τομείς νέων τεχνολογιών προποθέτουν καλά εκπαιδευμένο και<br />

εξειδικευμένο ανθρώπινο δυναμικό, υψηλό επίπεδο ερευνητικής δραστηριότητας<br />

συνδεδεμένης με την παραγωγή, καθώς και ευέλικτο και αποτελεσματικό<br />

θεσμικό περιβάλλον, φιλικό στην επιχειρηματικότητα και την καινοτομία.<br />

Εκπαιδευτικές και διοικητικές μεταρρυθμίσεις δεν μπορούν να προκύψουν<br />

από ιδιωτική πρωτοβουλία. Χρειάζεται πολιτική βούληση και παρέμβαση στο<br />

δημόσιο χώρο. Τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα οφείλουν να εκπονήσουν συγκεκριμένα<br />

σχέδια για αυτούς τους τομείς κυβερνητικής δράσης και να εξασφαλίσουν<br />

την αναγκαία χρηματοδότηση.<br />

Εξίσου σημαντικό είναι το πρόβλημα της κοινωνικής συνοχής. Η ανάδειξη<br />

της ανταγωνιστικότητας σε μείζονα στόχο πολιτικής τείνει να διευρύνει τις ανισότητες,<br />

ανταμείβοντας τους δυνάμει ισχυρούς και αφήνοντας πίσω όσους δεν<br />

διαθέτουν τις προποθέσεις αξιοποίησης των νέων τεχνολογιών. Η κατηγορία<br />

αυτή περιλαμβάνει τους νέους με χαμηλό επίπεδο εκπαίδευσης και εξειδίκευσης,<br />

και τους ηλικιωμένους. Χρέος της δημοκρατικής πολιτείας είναι να συνδράμει<br />

τους πολίτες που ανήκουν σε μη προνομιούχες κοινωνικές ομάδες,<br />

μέσα από τις λειτουργίες του κοινωνικού κράτους. Εκπαίδευση, κατάρτιση, συστήματα<br />

υγείας, υπηρεσίες απασχόλησης, φροντίδα τρίτης ηλικίας, ανήκουν<br />

στη δημόσια σφαίρα. Οι υπηρεσίες αυτές πρέπει να προσφέρονται δωρεάν και<br />

με υψηλή ποιότητα. Οι σκανδιναβικές χώρες αποτελούν πρότυπο. Συνδυάζουν<br />

ισχυρή ανταγωνιστικότητα και συμπαγή κοινωνική συνοχή. Ασφαλώς, απαιτούν<br />

υψηλά επίπεδα φορολογίας, που δύσκολα είναι ανεκτά σε άλλες χώρες,<br />

όπως οι μεσογειακές. Δείχνουν, όμως, το δρόμο των μεταρρυθμίσεων. Εξάλλου,<br />

θα πρέπει να ληφθεί υπόψη και το υπόδειγμα της Βρετανίας, όπου οι Εργατικές<br />

κυβερνήσεις ανέπτυξαν τις υποδομές με τη συνδρομή ιδιωτικών κεφαλαίων.<br />

Στο ζήτημα του περιβάλλοντος, η εμπειρία της συντηρητικής διακυβέρνησης<br />

είναι αρνητική. Δέσμιες μεγάλων επιχειρηματικών συμφερόντων οι συντηρητι-


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 458<br />

458 ΓΙΑΝΝΟΣ ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ<br />

κές κυβερνήσεις δίστασαν να προωθήσουν αποτελεσματικά μέτρα και πολιτικές<br />

για τον περιορισμό των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα. Η άρνηση της<br />

κυβέρνησης G.W. Bush να κυρώσει τη Συνθήκη του Κυότο είναι ενδεικτική αυτών<br />

των αντιλήψεων. Οι σοσιαλδημοκρατικές δυνάμεις είναι απελευθερωμένες<br />

από παρόμοιες δεσμεύσεις και δουλείες. Πρέπει να προτείνουν ρεαλιστικές<br />

πολιτικές για την προώθηση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και την αντιμετώπιση<br />

του κινδύνου υπερθέρμανσης του πλανήτη, και να εξασφαλίσουν τις<br />

αναγκαίες διεθνείς συνεργασίες για την υλοποίησή τους.<br />

Το πρόβλημα της διεθνούς ασφάλειας είναι εξαιρετικά σύνθετο. Απαιτεί τη<br />

χρήση, τόσο σκληρών, όσο και ήπιων μορφών ισχύος. Η αποκλειστική χρησιμοποίηση<br />

στρατιωτικών μέσων είναι, όπως αποδείχθηκε στην περίπτωση του πολέμου<br />

του Ιράκ, ατελέσφορη. Η αντιμετώπιση της διεθνούς τρομοκρατίας καθώς<br />

και του κινδύνου εξάπλωσης πυρηνικών όπλων προποθέτει άσκηση ενεργούς<br />

διπλωματίας, δραστηριοποίηση των διεθνών οργανισμών, τήρηση της διεθνούς<br />

νομιμότητας και συγκρότηση ευρύτερων συμμαχιών με δυνάμεις που υιοθετούν<br />

κοινές αρχές και αξίες. Με τη διπλωματία κατορθώθηκε να ελεγχθεί<br />

το πρόγραμμα πυρηνικής ενέργειας της Βόρειας Κορέας. Αντίστροφα, η απουσία<br />

διπλωματικής παρέμβασης στη Μέση Ανατολή ενίσχυσε την αδιαλλαξία,<br />

αν όχι ασυδοσία του Ισραήλ επιδεινώνοντας τις προοπτικές επίλυσης του παλαιστινιακού<br />

προβλήματος και δημιουργώντας νέα ερείσματα για την ανάπτυξη<br />

της διεθνούς τρομοκρατίας.<br />

Η νίκη των Δημοκρατικών στις αμερικανικές εκλογές τον περασμένο Νοέμβριο<br />

θα συμβάλει αποφασιστικά στη διαμόρφωση νέων, περισσότερο ευνοκών<br />

συνθηκών για την εμπέδωση της διεθνούς ασφάλειας. Ανάλογη συμβολή θα<br />

μπορούσε να προέλθει από την ενίσχυση της εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής<br />

της ΕΕ, μέσα από την έγκριση της Συνταγματικής Συνθήκης και την υλοποίηση<br />

των ρυθμίσεων που αφορούν τη συγκρότηση Κοινής Πολιτικής σε αυτούς<br />

τους τομείς. Το σοσιαλιστικά κόμματα πρέπει να βρίσκονται στην πρωτοπορία<br />

των δυνάμεων για την προώθηση της ευρωπακής ενοποίησης.<br />

Η ενίσχυση των μεταναστευτικών ροών διαμορφώνει νέες κοινωνικές ισορροπίες<br />

σε πολλές χώρες και ιδιαίτερα στα μεγάλα αστικά κέντρα. Ανεργία και<br />

εγκληματικότητα είναι τα μείζονα προβλήματα που προκαλούνται στη διάρκεια<br />

της, συνήθως μακράς, περιόδου ενσωμάτωσης των μεταναστών στις τοπικές<br />

κοινωνίες. Η άσκηση ενεργούς πολιτικής, με έμφαση στην ενθάρρυνση και<br />

διευκόλυνση της ταχείας ενσωμάτωσης, είναι προπόθεση για την αποτελεσματική<br />

αντιμετώπιση των προβλημάτων που συνδέονται με τη μετανάστευση.<br />

Παράλληλα, όμως, δεδομένου ότι δεν είναι απεριόριστη η ικανότητα υποδοχής<br />

κάθε χώρας, είναι απαραίτητη η σαφής οριοθέτηση των προποθέσεων νόμιμης<br />

άσκησης του δικαιώματος για μετανάστευση, και η εφαρμογή σχετικών<br />

ελέγχων. Σε ευρωπακό επίπεδο προωθείται, με τη στήριξη και σοσιαλδημο-


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 459<br />

ΑΝΤΙ ΕΠΙΛΟΓΟΥ 459<br />

κρατικών κυβερνήσεων, μεταναστευτική πολιτική σε αυτό το πλαίσιο, ώστε να<br />

συγκεραστεί η ανθρωπιστική διάσταση με την τήρηση των αναγκαίων ισορροπιών.<br />

Όπως έχει δείξει η ιστορική εμπειρία, οι πολιτικές ατζέντες, συντηρητικές<br />

ή προοδευτικές, αποκτούν δυναμική όταν προωθούνται σε διεθνές επίπεδο, σε<br />

περισσότερες από μια χώρες. Ο νεοφιλελευθερισμός δημιούργησε κοινή πλατφόρμα<br />

για πολλές ευρωπακές συντηρητικές δυνάμεις. Ο διχασμός ανάμεσα<br />

στον «τρίτο δρόμο» του βρετανικού Εργατικού Κόμματος και τις πιο παραδοσιακές<br />

προσεγγίσεις άλλων σοσιαλιστικών κομμάτων, όπως το γαλλικό και το<br />

γερμανικό, ανέκοψαν την κεντροαριστερή δυναμική της προηγούμενης δεκαετίας.<br />

Η δημιουργία μιας νέας δυναμικής προποθέτει συντονισμό θέσεων και συνεργασία<br />

των προοδευτικών δυνάμεων. Οι προοδευτικές δυνάμεις της χώρας<br />

μας θα πρέπει να συντονίσουν το βηματισμό τους με τις σοσιαλδημοκρατικές<br />

ευρωπακές δυνάμεις. Πρέπει, παράλληλα, να λάβουν υπόψη τις συνθήκες που<br />

επικρατούν στην Ελλάδα, και τη διαφοροποιούν από άλλες ευρωπακές χώρες.<br />

H ένταξη στην ΟΝΕ το 2000 ισχυροποίησε την ελληνική οικονομία. Εδραίωσε<br />

συνθήκες σταθερότητας και ισχυρής ανάπτυξης δημιουργώντας κλίμα<br />

εμπιστοσύνης και θετικών προσδοκιών για το μέλλον. Χωρίς το ευρώ, η Ελλάδα<br />

θα αντιμετώπιζε συνεχείς υποτιμήσεις, εκτίναξη του πληθωρισμού και<br />

εξαιρετικά υψηλά επιτόκια. Σήμερα διαθέτει το πλεονέκτημα του ισχυρού νομίσματος,<br />

αλλά έχει χάσει αξιοπιστία και ανταγωνιστικότητα. Απώλεια ελέγχου<br />

στις τιμές, εκτροχιασμός του προπολογισμού, απουσία μεταρρυθμίσεων,<br />

απορρύθμιση των θεσμών, εξασθένισαν την οικονομία. Αν δεν εφαρμοστεί ένα<br />

τολμηρό και αποτελεσματικό σχέδιο ανόρθωσης της οικονομίας, οι συνέπειες<br />

της διεθνούς κρίσης θα είναι επώδυνες. Ο ιστός των μικρομεσαίων επιχειρήσεων<br />

δεν θα αντέξει, η ανεργία θα προσλάβει μαζικές διαστάσεις, τα φαινόμενα<br />

φτώχειας θα πολλαπλασιαστούν και σημαντικά τμήματα της μεσαίας τάξης<br />

θα περιθωριοποιηθούν.<br />

Χρειάζονται δράσεις σε πολλά επίπεδα:<br />

Τράπεζες-δανειοδότηση. Έχει κρίσιμη σημασία να εξασφαλιστεί η άνετη<br />

δανειοδότηση επιχειρήσεων και νοικοκυριών από τις τράπεζες. Η πιστωτική<br />

ασφυξία οδηγεί αναπόδραστα στην οικονομική κατάρρευση. Ορισμένες τράπεζες<br />

αντιμετωπίζουν πρόβλημα κεφαλαιακής επάρκειας. Πολλές τράπεζες<br />

έχουν έλλειψη ρευστότητας. Γενικά, υπάρχει πρόβλημα υψηλού κόστους δανεισμού.<br />

Πρέπει να εξασφαλιστεί εισροή δημοσίων κεφαλαίων στις προβληματικές<br />

τράπεζες – με μερική ή ολική κρατικοποίηση. Παράλληλα, το δημόσιο πρέπει<br />

να αυξήσει σημαντικά τη συμμετοχή του στις τράπεζες που ελέγχει, δηλαδή<br />

την Αγροτική Τράπεζα και το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο. Επίσης, να ενισχύσει<br />

δραστικά το Ταμείο Εγγυοδοσίας των ΜΜΕ και να διευρύνει το ρόλο του.


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 460<br />

460 ΓΙΑΝΝΟΣ ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ<br />

Δημοσιονομικά μέτρα. Τα δημοσιονομικά περιθώρια για τη χώρα μας είναι<br />

περιορισμένα – παρά τη χαλαρότερη εφαρμογή του Σύμφωνου Σταθερότητας –<br />

λόγω υψηλών ελλειμμάτων και χρέους, καθώς και μειωμένης αξιοπιστίας μετά<br />

την «απογραφή». Πρέπει να στηριχθούν οι αδύναμες κοινωνικές ομάδες, ιδιαίτερα<br />

οι χαμηλόμισθοι και οι χαμηλοσυνταξιούχοι, και να μειωθούν οι φόροι<br />

για τα μεσαία εισοδηματικά κλιμάκια.<br />

Τιμές - αγορά. Η απώλεια ελέγχου στις τιμές μειώνει την αγοραστική δύναμη<br />

των χαμηλών και μεσαίων εισοδηματικών στρωμάτων. Η ακρίβεια αντανακλά<br />

στρεβλώσεις του ανταγωνισμού. Τα κλειστά επαγγέλματα επιβαρύνουν<br />

τις τιμές. Οι υψηλές τιμές των τροφίμων οφείλονται στα κυκλώματα μεσαζόντων<br />

που επιβάλλουν «καπέλα» χωρίς ουσιαστική συμμετοχή στο σύστημα διανομής.<br />

Πρέπει να ενισχυθεί ο ανταγωνισμός με κατάργηση κλειστών επαγγελμάτων,<br />

εξάλειψη μεσαζόντων και αυστηρή εποπτεία.<br />

Ανταγωνιστικότητα. Η συμμετοχή της χώρας μας στην ανάκαμψη της παγκόσμιας<br />

οικονομίας, όταν λήξει η διεθνής κρίση, δεν είναι δεδομένη. Η αναπτυξιακή<br />

ώθηση που εξασφάλισε η ένταξη στην ΟΝΕ εξαντλείται. Ο ανταγωνισμός<br />

των χωρών χαμηλού εργατικού κόστους απειλεί την παραγωγική μας<br />

δομή, που κυριαρχείται από παραδοσιακές δραστηριότητες έντασης εργασίας.<br />

Αν δεν ενισχυθεί δραστικά η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας, η<br />

Ελλάδα θα παραμείνει καθηλωμένη σε χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, που συνδέονται<br />

με υψηλή ανεργία και χαμηλά εισοδήματα. Έχει κρίσιμη σημασία η<br />

μετάβαση στην οικονομία της γνώσης, σε νέες τεχνολογίες και προηγμένα σχήματα<br />

οργάνωσης. Καταρτισμένο και εξειδικευμένο ανθρώπινο δυναμικό, ανάπτυξη<br />

της έρευνας, προώθηση της καινοτομίας, θεσμικό και διοικητικό περιβάλλον<br />

που ευνοεί την επιχειρηματικότητα, αποτελούν προποθέσεις μιας<br />

νέας αναπτυξιακής πολιτικής. Οι δημόσιες επενδύσεις και τα κοινοτικά προγράμματα<br />

πρέπει να στραφούν σε δραστηριότητες υψηλής προστιθέμενης<br />

αξίας, που ενσωματώνουν νέες τεχνολογίες. Η πληροφορική και οι ανανεώσιμες<br />

πηγές ενέργειας πρέπει να έχουν υψηλή συμμετοχή. Παράλληλα, πρέπει να<br />

καταπολεμηθούν η γραφειοκρατία και η διαφθορά, που καταπνίγουν την επιχειρηματικότητα.<br />

Γενικότερα, πρέπει να αναβαθμιστεί το κράτος ως εργαλείο<br />

οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής, με εδραίωση συνθηκών αξιοκρατίας<br />

και ενίσχυση της θέσης και του κύρους των Ανεξάρτητων Αρχών. Το ζητούμενο<br />

δεν είναι μεγαλύτερο κράτος, αλλά καλύτερο κράτος.<br />

Κοινωνική συνοχή. Οι ανισότητες έχουν διευρυνθεί με σειρά ευνοκών ρυθμίσεων<br />

υπέρ των κερδών και του κεφαλαίου, καθώς και την υποβάθμιση της<br />

παιδείας και των υπηρεσιών του κοινωνικού κράτους. Η φορολογική μεταρρύθμιση<br />

πρέπει να συμβάλει στην αναδιανομή του εισοδήματος παράλληλα με<br />

την εξυπηρέτηση περιβαλλοντικών στόχων. Μεγάλο βάρος πρέπει να δοθεί<br />

στην καταπολέμηση της φοροδιαφυγής με την ανασυγκρότηση του ελεγκτικού


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 461<br />

ΑΝΤΙ ΕΠΙΛΟΓΟΥ 461<br />

μηχανισμού και την ηλεκτρονική διασταύρωση των στοιχείων. Μεταρρυθμίσεις<br />

είναι αναγκαίες σε όλο το φάσμα της εκπαίδευσης. Κεντρική επιδίωξη της αλλαγής<br />

στα δημόσια πανεπιστήμια πρέπει να είναι η εξασφάλιση πραγματικής<br />

διοικητικής αυτονομίας, ιδιαίτερα σε ότι αφορά τα προγράμματα σπουδών, τις<br />

προσλήψεις και αποδοχές του διδακτικού προσωπικού, και τον τρόπο επιλογής<br />

των φοιτητών. Η κατοχύρωση της αυτοτέλειας πρέπει να συνδυαστεί με την καθιέρωση<br />

αντικειμενικών συστημάτων αξιολόγησης και τη σύνδεσή τους με το<br />

επίπεδο χρηματοδότησης. Η Ανώτατη Εκπαίδευση στη χώρα μας χρειάζεται<br />

επαναστατική αλλαγή με στόχο τον απεγκλωβισμό των δημοσίων πανεπιστημίων<br />

από τον ασφυκτικό εναγκαλισμό του κράτους και τη δημιουργία κινήτρων<br />

για την αναβάθμιση της λειτουργίας τους. Παράλληλα, πρέπει να αναβαθμιστούν<br />

οι υπηρεσίες που προσφέρει το κοινωνικό κράτος, ιδιαίτερα στον τομέα<br />

της υγείας, ώστε να ενισχυθεί η κοινωνική συνοχή και αλληλεγγύη.<br />

Η υλοποίηση αυτού του προγράμματος επιβάλλεται για λόγους που συνδέονται<br />

με τη συνοχή της κοινωνίας μας και τη μακροχρόνια εθνική μας προοπτική.<br />

Το διακύβευμα είναι η εξασφάλιση συνθηκών ισχυρής ανάπτυξης και η<br />

διάχυση της ευημερίας μέσα από την αύξηση της απασχόλησης, την αναδιανομή<br />

του εισοδήματος και την αναβάθμιση των κοινωνικών υπηρεσιών. Είναι<br />

μεγάλη η ευθύνη των προοδευτικών δυνάμεων για να σχεδιάσουν και να υλοποιήσουν<br />

τις πολιτικές επίτευξης αυτών των εθνικών στόχων.


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 462


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 463<br />

Συγγραφείς<br />

Μαρία Αλμπάνη<br />

Σπούδασε Χρηματοοικονομικά στο Πανεπιστήμιο του Manchester. Απέκτησε μεταπτυχιακό<br />

δίπλωμα (MSc) στην Οικονομετρία και τα Μαθηματικά Οικονομικά από το<br />

London School of Economics και μεταπτυχιακό δίπλωμα (MPhil) από το Τμήμα Οικονομικών<br />

Επιστημών του Πανεπιστημίου Αθηνών, στο οποίο είναι και Υποψήφια Διδάκτωρ.<br />

Έχει εργαστεί στο Λονδίνο στον τομέα των τηλεπικοινωνιών και από το 2004 εργάζεται<br />

ως Οικονομολόγος στην Τράπεζα της Ελλάδος. Έχει συγγράψει διάφορες μελέτες<br />

για την ελληνική οικονομία, μεταξύ άλλων, το Η Ελληνική Οικονομία μετά την<br />

Κρίση: Αναζητώντας ένα νέο αναπτυξιακό πρότυπο (IOBE, 2008 με τον Γ. Στουρνάρα).<br />

Γιάννης Β. Αυγερινός<br />

Ειδικός Επιστήμονας στον Τομέα Διεθνών Σπουδών του Τμήματος Νομικής του Δημοκρίτειου<br />

Πανεπιστημίου Θράκης. Σπούδασε νομικά στα Πανεπιστήμια Αθηνών,<br />

Warwick, King’s College του Λονδίνου και Harvard. Κατέχει μεταπtυχιακό (LL.M) στο<br />

Διεθνές Οικονομικό Δίκαιο και είναι Διδάκτωρ του Πανεπιστημίου του Λονδίνου<br />

(Ph.D) στο Ευρωπακό Χρηματοπιστωτικό Δίκαιο. Είναι Επιστημονικός Συνεργάτης<br />

του Βρετανικού Ινστιτούτου Διεθνούς και Συγκριτικού Δικαίου (BIICL) και Μέλος του<br />

Δ.Σ. του Κέντρου Ερευνών Προοδευτικής Πολιτικής. Έχει δημοσιεύσει τα βιβλία<br />

Regulating and Supervising Investment Services in the European Union (Palgrave<br />

Macmillan, 2003), Financial Markets in Europe: Towards s Single Regulator (Kluwer Law<br />

International, 2003, επιμ. με M. Andenas), Ευρωπακή Κοινοτική Χρηματοπιστωτική<br />

Νομοθεσία (Αντ. Ν. Σάκκουλας, 2004), και Η πολιτική της ΕΕ για τις Τράπεζες & τα<br />

Χρηματιστήρια: νομικό πλαίσιο & εξελίξεις (Αντ. Σάκκουλας, 2007, επιμ. με Γ. Ζαββό),<br />

καθώς και δεκάδες άρθρα σε ελληνικά και ξένα περιοδικά. Έχει εργαστεί στη Ρυθμιστική<br />

Αρχή Χρηματοπιστωτικών Υπηρεσιών (FSA) της Μ. Βρετανίας και στην Ευρωπακή<br />

Επιτροπή. Είναι Δικηγόρος, Εταίρος της Δικηγορικής Εταιρίας «Αυγερινός &<br />

Συνεργάτες» και Μέλος του Δ.Σ.Α.<br />

Παναγιώτης Κορλίρας<br />

Καθηγητής στο Τμήμα Οικονομικής Επιστήμης του Οικονομικού Πανεπιστημίου<br />

Αθηνών. Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1946 και είναι πτυχιούχος της (τότε) ΑΣΟΕΕ και<br />

διδάκτωρ (Ph.D) του Πανεπιστημίου του Rochester (ΗΠΑ). Η εξειδίκευσή του ήταν<br />

στη μακροοικονομική και στη νομισματική θεωρία και πολιτική, ενώ κύρια συμβολή του<br />

στην επιστήμη υπήρξαν τα μακροοικονομικά υποδείγματα ανισορροπίας (disequilib -


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 464<br />

464 ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΗ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗ<br />

rium macroeconomics). Έχει διδάξει ως καθηγητής στα Πανεπιστήμια του Pittsburgh<br />

(ΗΠΑ) και Aix-Marseille (Γαλλία). Από το 1978 είναι καθηγητής στο Τμήμα Οικονομικής<br />

Επιστήμης του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών όπου τα τελευταία χρόνια διδάσκει<br />

Ιστορία Οικονομικών Θεωριών και Νομισματική Θεωρία. Έχει δημοσιεύσει<br />

άρθρα και μελέτες κυρίως στη μακροοικονομική, και βιβλία, με πιο πρόσφατα τα Νομισματική<br />

Θεωρία (Αθήνα, 2000), «Αναζήτηση της Οικονομικής Τάξης» (2003) και «Νομισματική<br />

Θεωρία και Πολιτική» (2006). Παράλληλα με την ακαδημακή δραστηριότητα,<br />

έχει επίσης διατελέσει: Υποδιοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Μέλος της Νομισματικής<br />

Επιτροπής των Ευρωπακών Κοινοτήτων (χειρίστηκε τη συμμετοχή της<br />

Δραχμής στην Ευρωπακή Νομισματική Μονάδα, την ECU), και επί επτά χρόνια Πρόεδρος<br />

και Διευθύνων Σύμβουλος της Ιονικής Τράπεζας.<br />

Κωνσταντίνος Γ. Κούγιας<br />

Υποψήφιος διδάκτορας του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου<br />

Κρήτης. Σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών και Δημόσιας<br />

Διοίκησης του Πανεπιστημίου Αθηνών και έκανε μεταπτυχιακές σπουδές με ειδίκευση<br />

στην Ευρωπακή Διοίκηση και Πολιτική (Πρόγραμμα Jean Monnet) στο Τμήμα<br />

Διεθνών και Ευρωπακών Σπουδών του Παντείου Πανεπιστημίου. Στο έργο του περιλαμβάνονται<br />

«Σκέψεις για μια Κοινωνική Ευρώπη» (Ευρωπακή Έκφραση, 2008), Η<br />

Ευρωπακή Στρατηγική Απασχόλησης στο Πλαίσιο της Ανανεωμένης Στρατηγικής της<br />

Λισαβόνας (2008-2010): Προοπτικές Ενδυνάμωσης στο Παγκοσμιοποιημένο Περιβάλλον<br />

(Ελληνικό Κέντρο Ευρωπακών Μελετών, 2008), και Η Ευρωπακή Ένωση στη Δυναμική<br />

της Παγκοσμιοποίησης (Ελληνικό Κέντρο Ευρωπακών Μελετών, 2008). Τα<br />

ερευνητικά του ενδιαφέροντα καλύπτουν θέματα ευρωπακής ενοποίησης, εξευρωπασμού,<br />

κοινωνικής πολιτικής και πολιτικής απασχόλησης.<br />

Χαράλαμπος Κουταλάκης<br />

Λέκτορας Διοικητικής Επιστήμης στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας<br />

Διοίκησης του Πανεπιστημίου Αθηνών. Είναι διδάκτορας του Τμήματος Πολιτικών και<br />

Κοινωνικών Επιστημών του Ευρωπακού Πανεπιστημιακού Ινστιτούτου της Φλωρεντίας.<br />

Έχει εργαστεί ως Λέκτορας στο Κέντρο Ευρωπακής Ολοκλήρωσης του Otto-<br />

Suhr Ινστιτούτου Πολιτικής Επιστήμης του Ελεύθερου Πανεπιστημίου του Βερολίνου,<br />

Marie Curie Fellow στο Ινστιτούτο Κοινωνικών Επιστημών του Πανεπιστημίου<br />

Humboldt του Βερολίνου και ερευνητής στο Robert Schuman Center for Advanced<br />

Studies της Φλωρεντίας. Στο συγγραφικό του έργο περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων:<br />

Cities and the Structural Funds. The Domestic Impact of EU Initiatives for Urban<br />

Development (Athens: Sakkoulas Publishers, 2003), «Environmental Compliance in Italy<br />

and Greece. The Role of Non-state Actors» (Environmental Politics, 13:4, 2004), «Smoo -<br />

thing Eastern Enlargement through New Modes of Governance?» (στο G. Folke Schup -<br />

pert (επιμ.) Europeanization of Governance - The Challenge of Accession, Baden-Baden,<br />

Schriften zur Governance-Forschung, 2008), «Regulatory Effects of Participatory Envi -<br />

ron mental Networks. The case of the Seville Process» (στο T. Conzelmann και R. Smith


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 465<br />

ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΗ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗ 465<br />

(επιμ.), What Future Shape for the EU? Reflections on Multi-level Governance (Cambridge<br />

University Press, 2008), «European agencies and input legitimacy: EFSA, EMeA and<br />

EPO in the post-delegation phase», Journal of European Integration, 29:5, 2007, με τους<br />

S. Borrás και F. Wendler).<br />

Κώστας Α. Λάβδας<br />

Καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης και Διευθυντής του Κέντρου Πολιτικής Έρευνας<br />

και Τεκμηρίωσης του Πανεπιστημίου Κρήτης. Διετέλεσε Καθηγητής στην Έδρα «Κωνσταντίνος<br />

Καραμανλής» στη Fletcher School of Law and Diplomacy της Μασσαχουσέττης,<br />

Αντιπρύτανης και Κοσμήτορας του Πανεπιστημίου Κρήτης και, πριν από την<br />

εκλογή του στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Κρήτης, δίδαξε πολιτική<br />

ανάλυση και ευρωπακή πολιτική σε βρετανικά και αμερικανικά πανεπιστήμια και<br />

στην Εθνική Σχολή Δημόσιας Διοίκησης της Αθήνας. Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1964<br />

και σπούδασε πολιτική επιστήμη, διοικητική επιστήμη και διεθνείς σχέσεις στην Ελλάδα,<br />

τη Βρετανία και τις ΗΠΑ. Έχει λάβει μέρος σε διεθνή συνέδρια στην Ευρώπη,<br />

την Αμερική και την Ασία και έχει κληθεί ως ερευνητής ή για δώσει διαλέξεις, μεταξύ<br />

άλλων, στο M.I.T., το Κέντρο Ευρωπακών Σπουδών του Harvard, το Πανεπιστήμιο της<br />

Catania και το Πανεπιστήμιο Humboldt του Βερολίνου. Είναι συγγραφέας των βιβλίων<br />

The Europeanization of Greece: Interest Politics and the Crises of Integration (Macmillan,<br />

1997), Politics, Subsidies and Competition (Edward Elgar, 1999), Δημιουργία και Εξέλιξη<br />

της Ευρωπακής Κοινότητας (Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, 2003), Συμφέροντα και<br />

Πολιτική (Παπαζήσης, 2004), πολλών κεφαλαίων σε διεθνείς και ελληνικούς συλλογικούς<br />

τόμους (π.χ., Verbandssysteme in Westeuropa, The Political Economy of Privatization,<br />

The New Balkans, Η Νέα Σοσιαλδημοκρατία, Εκπαιδευτική Πολιτική, κ.α.) καθώς επίσης<br />

και πλήθους δημοσιεύσεων σε επιστημονικά περιοδικά, όπως: European Journal of<br />

Political Research, West European Politics, Politics, Political Studies, Journal of Political<br />

and Military Sociology. Κριτής σε διεθνή επιστημονικά περιοδικά και ιδρύματα χρηματοδότησης<br />

της έρευνας. Είναι μέλος της Αμερικανικής Ακαδημίας Πολιτικής Επιστήμης<br />

και της Βρετανικής Εταιρείας Πολιτικών Επιστημών. Μέλος της συντακτικής επιτροπής<br />

του περιοδικού Τετράδια Πολιτικής Επιστήμης.<br />

Δημήτρης Λαγός<br />

Επίκουρος Καθηγητής Τουριστικής Οικονομικής και Διοίκησης Τουριστικών Επιχειρήσεων<br />

στο Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου Αιγαίου. Διδάσκει<br />

επίσης σε δύο Μεταπτυχιακά Προγράμματα Σπουδών με ειδίκευση στον τουρισμό (Πανεπιστήμιο<br />

Αιγαίου και Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο). Είναι συγγραφέας τριών<br />

επιστημονικών συγγραμμάτων (δύο σχετικών με τον τουρισμό και ένα με τις θεωρίες<br />

περιφερειακής ανάπτυξης). Έχει 100 περίπου δημοσιεύσεις σε βιβλία, επιστημονικά<br />

περιοδικά και πρακτικά συνεδρίων. Τα ερευνητικά του ενδιαφέροντα επικεντρώνονται<br />

σε θέματα τουρισμού και περιφερειακής ανάπτυξης, τουριστικής θεωρίας και πολιτικής,<br />

μεθόδων τουριστικής ανάλυσης, Τουριστικής Οικονομίας, Διοίκησης Τουριστικών<br />

Επιχειρήσεων και ειδικών μορφών τουρισμού.


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 466<br />

466 ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΗ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗ<br />

Στέλλα Λαδή<br />

Ειδική Επιστήμονας στη Γενική Γραμματεία Δημόσιας Διοίκησης και Ηλεκτρονικής<br />

Διακυβέρνησης του Υπουργείου Εσωτερικών. Προηγουμένως, εργάσθηκε ως ειδική<br />

επιστήμονας στο Υπουργείο Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής και ως λέκτορας<br />

Πολιτικής Επιστήμης στα Πανεπιστήμια του Sheffield και του Exeter. Το ακαδημακό<br />

έτος 2004-05 βρισκόταν με ερευνητική άδεια στο Institut Barcelona d’Estudis<br />

Internacionals. Έχει εργασθεί ως ερευνήτρια στο Policy Research Institute του Leeds<br />

Metropolitan University. Επίσης, έχει συνεργασθεί σε ερευνητικά προγράμματα και<br />

σεμινάρια με το Central European University στη Βουδαπέστη και με το ΕΛΙΑΜΕΠ<br />

στην Αθήνα. Ολοκλήρωσε το διδακτορικό της το 2002 στο Πανεπιστήμιο του York. Οι<br />

πιο πρόσφατες δημοσιεύσεις της περιλαμβάνουν τα Εισαγωγή στη Δημόσια Διοίκηση<br />

και Πολιτική (Ανοικτό Πανεπιστήμιο, 2009 με τη Β. Νταλάκου), Globalization, Policy<br />

Transfer and Policy Research Institutes (Edward Elgar, 2005), “Policy Learning and the<br />

Role of Expertise in the Reform Process in Greece» (West European Politics, 28:2, 2005),<br />

όπως και «The Role of Experts in Greek Foreign Policy» (Hellenic Studies, 15:1, 2007),<br />

«Εξευρωπασμός και Αλλαγές Δημοσίων Πολιτικών: Η Περίπτωση της Ελληνικής Περιβαλλοντικής<br />

Πολιτικής» (Ελληνική Επιθεώρηση Πολιτικής Επιστήμης, 29, 2007) και<br />

«Ευρωπακή Ταυτότητα και Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης: Η Περίπτωση της Ελλάδας<br />

και της Ισπανίας» (στο Μ. Κοντοχρήστου (επιμ.), ΜΜΕ και Ταυτότητα στην Ελλάδα,<br />

(εκδόσεις Παπαζήσης, 2007).<br />

Θέμης Λαζαρίδης<br />

Καθηγητής Χημείας του City College, ενός από τα 11 κολέγια τετραετούς φοιτήσεως<br />

του City University of New York. Γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη.<br />

Μαθήτευσε σε δημόσια σχολεία της Άνω Ηλιούπολης και του κέντρου. Σπούδασε Χημικός<br />

Μηχανικός στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο (1982-1987). Εκπόνησε τη διδακτορική<br />

του διατριβή στο τμήμα Χημικών Μηχανικών του Πανεπιστημίου του Delaware<br />

των ΗΠΑ (1987-1992) και έκανε μεταδιδακτορική έρευνα στο Τμήμα Χημείας του Πανεπιστημίου<br />

του Harvard (1992-1998). Ασχολείται ερευνητικά με τη θεωρητική και υπολογιστική<br />

Βιοφυσική και ειδικότερα με τη μοντελοποίηση πρωτενών και της αλληλεπίδρασής<br />

τους με βιολογικές μεμβράνες. Έχει δημοσιεύσει περί τα 50 άρθρα σε επιστημονικά<br />

περιοδικά. Από το 2006 διατηρεί δύο μπλογκ, το «Greek University Reform<br />

Forum» και το «Αξιολόγηση Βουλευτών». Πρόσφατα κυκλοφόρησε το βιβλίο του «Ο<br />

δρόμος για την αναγέννηση του ελληνικού πανεπιστημίου» από τις εκδόσεις Κριτική.<br />

Ναπολέων Μαραβέγιας<br />

Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και Μέλος της Αρχής Διασφάλισης Ποιότητας<br />

στην Ανώτατη Εκπαίδευση. Γεννήθηκε το 1955 στη Βουδαπέστη. Σπούδασε στο<br />

Πανεπιστήμιο Αθηνών Οικονομική Επιστήμη. Συνέχισε τις σπουδές του στη Γαλλία,<br />

στο Πανεπιστήμιο της Grenoble, απ’ όπου απέκτησε D.E.A. και Doctorat d’ Etat με<br />

Άριστα (1983) και με υποτροφίες της Αγροτικής Τράπεζας και του Ιδρύματος Α.Σ.<br />

Ωνάσης και δίδαξε δύο χρόνια στο ίδιο Πανεπιστήμιο. Εργάστηκε τέσσερα χρόνια ως


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 467<br />

ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΗ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗ 467<br />

Ερευνητής στο Ίδρυμα Μεσογειακών Μελετών (1985-1989) και στη συνέχεια εξελέγη<br />

Επίκουρος Καθηγητής (1989) Αναπληρωτής Καθηγητής (1993) και Καθηγητής στο Γεωπονικό<br />

Πανεπιστήμιο Αθηνών (1997). Από το 2000 είναι διδάσκει στο Τμήμα Πολιτικής<br />

Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης του Πανεπιστημίου Αθηνών, όπου από το 2006<br />

ως το 2008 ήταν Αναπληρωτής Πρόεδρος. Από το 1999 ως το 2004 διετέλεσε Πρόεδρος<br />

του Εθνικού Ιδρύματος Αγροτικής Έρευνας και το 2003-4 ήταν εκπρόσωπος της Ελλάδας<br />

στο Διεθνές Κέντρο Ανώτατων Αγρονομικών Σπουδών της Μεσογείου<br />

(CIHEAM). Το 2006 ήταν Πρόεδρος της Ελληνικής Πανεπιστημιακής Ένωσης Ευρωπακών<br />

Σπουδών. Έχει τιμηθεί με Παράσημο από τη Γαλλική Δημοκρατία (2001) και<br />

έχει διδάξει σε διάφορα Πανεπιστήμια Ευρωπακών χωρών. Έχει συγγράψει πολλά<br />

άρθρα, μελέτες και εκθέσεις ερευνητικών προγραμμάτων. Τα πιο πρόσφατα βιβλία που<br />

έχει συγγράψει ή επιμεληθεί μόνος ή με άλλους καθηγητές είναι τα ακόλουθα: Οι Διαπραγματεύσεις<br />

στον ΠΟΕ και τα Ελληνικά Αγροτικά Συμφέροντα (ΕΚΕΜ-Ι. Σιδέρης,<br />

2006), Ευρωπακή Ολοκλήρωση και Ελλάδα, (Διόνικος, 2006), Η Νέα Ευρωπακή<br />

Ένωση (Θεμέλιο, 2007) και Η Ελλάδα στην ΕΕ. Παρελθόν, Παρόν, Μέλλον, (Θεμέλιο,<br />

2008).<br />

Μιχάλης Μητσόπουλος<br />

Διδάκτωρ του Πανεπιστημίου της Βοστόνης, έχει διδάξει στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο<br />

Αθηνών και στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς. Έχει αρθρογραφήσει σε διεθνή επιστημονικά<br />

περιοδικά, όπως στο International Review of Law and Economics («Does<br />

Staffing Affect the Time to Serve Justice in Greek Courts?» με τον Θ. Πελαγίδη) και το<br />

The Journal of Economic Policy Reform Economics («Rent Seeking and ex post<br />

Acceptance of Reforms in Higher Education?» με τον Θ. Πελαγίδη) και σε Ελληνικά<br />

περιοδικά και εφημερίδες με θέμα τις μεταρρυθμίσεις, ενώ έχει εκδώσει και βιβλίο για<br />

το ίδιο θέμα με τον Θ. Πελαγίδη Ανάλυση της ελληνικής Οικονομίας- Η Προσοδοθηρία<br />

και οι Μεταρρυθμίσεις (Παπαζήσης, 2006). Είναι συντονιστής Έρευνας και Ανάλυσης<br />

στον ΣΕΒ - σύνδεσμο επιχειρήσεων και βιομηχανιών, ενώ στο παρελθόν έχει διατελέσει<br />

σύμβουλος στο Υπουργείο Ανάπτυξης και πιστοποιημένος αναλυτής στην Αγροτική<br />

Χρηματιστηριακή.<br />

Δημήτρης Νεζερίτης<br />

Πρέσβυς ε.τ.. Σπούδασε Νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Το 1966 εισήλθε στο<br />

Υπουργείο Εξωτερικών ως Ακόλουθος Πρεσβείας. Υπηρέτησε στο Νέο Δελχί, την<br />

Πρεσβεία Λευκωσίας και στη συνέχεια Αναπληρωτής Αντιπρόσωπος στις Διαπραγματεύσεις<br />

MBFR μεταξύ ΝΑΤΟ-Συμφώνου Βαρσοβίας για τη Μείωση των Συμβατικών<br />

Δυνάμεων στην Κεντρική Ευρώπη. Υπηρέτησε Σύμβουλος στην Πρεσβεία Βόννης,<br />

Τμηματάρχης Κυπριακού στην Κεντρική Υπηρεσία και Αναπληρωτής Μόνιμος Αντιπρόσωπος<br />

στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών. Ως Πρέσβυς υπηρέτησε στην Τυνησία,<br />

Διευθυντής του Διπλωματικού Γραφείου του Υπουργού Εξωτερικών και Μόνιμος Αντιπρόσωπος<br />

στην ΔΑΣΕ (σήμερα ΟΑΣΕ). Μεταξύ 1995-1999 διετέλεσε Πρέσβυς της Ελλάδος<br />

στην Άγκυρα και στη συνέχεια Πρέσβυς στο Βερολίνο. Μετά την αφυπηρέτησή


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 468<br />

468 ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΗ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗ<br />

του διετέλεσε μεταξύ 2002-2004 Αναπληρωτής Γενικός Διευθυντής του ΕΠΥΕΘΑ στο<br />

Υπουργείο Εθνικής Άμυνας.<br />

Γιώργος Νεοφώτιστος<br />

Εντεταλμένος Επίκουρος Καθηγητής του Τμήματος Φυσικής του Πανεπιστημίου<br />

Κρήτης. Σπούδασε Φυσική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και απέκτησε το διδακτορικό<br />

του δίπλωμα (Ph.D.) στη Φυσική, στο Πανεπιστήμιο Temple (Φιλαδέλφεια, ΗΠΑ).<br />

Ακολούθως, υπήρξε ερευνητής στο Τμήμα Ηλεκτρολόγων Μηχανικών στο Πανεπιστήμιο<br />

Purdue, επισκέπτης καθηγητής Φυσικής στο Πανεπιστήμιο Temple, και επίκουρος<br />

καθηγητής (assistant professor) Φυσικής και Επιστημών του Διαστήματος στο Πανεπιστήμιο<br />

Florida Institute of Technology. Το ερευνητικό του έργο εστιάζει στην αποτίμηση<br />

των επιπτώσεων του διεθνούς εμπορίου (global trade simulations με τη χρήση του<br />

μοντέλου GTAP) και των οικονομικών επιπτώσεων των παγκόσμιων κλιματικών αλλαγών,<br />

στην ανάλυση κλιματικών χρονοσειρών, στην ανάλυση πολύπλοκων δικτύων<br />

(complex networks), σε προσομοιώσεις διαχείρισης αλλαγών (change management),<br />

καθώς και σε σύγχρονες μεθοδολογίες αποτίμησης χρηματοοικονομικών παραγώγων<br />

και κινδύνων. Διδάσκει τα μαθήματα Παγκόσμιες Κλιματικές Αλλαγές, Στατιστική Μοντελοποίηση<br />

Πολυπλόκων Δικτύων, και Μαθηματικά της Χρηματοοικονομικής Ανάλυσης.<br />

Θάνος Π. Ντόκος<br />

Γενικός Διευθυντής στο Ελληνικό Ίδρυμα Ευρωπακής και Εξωτερικής Πολιτικής<br />

(ΕΛΙΑΜΕΠ). Είναι διδάκτωρ Διεθνών Σχέσεων και Στρατηγικών Σπουδών του Πανεπιστημίου<br />

Cambridge. Έχει διατελέσει ερευνητής στο Ινστιτούτο Έρευνας για την Ειρήνη<br />

της Φρανκφούρτης και το Κέντρο για την Επιστήμη και τις Διεθνείς Σχέσεις του<br />

Πανεπιστημίου Χάρβαρντ. Από το Μάρτιο 1996 έως τον Οκτώβριο 1998 εργάστηκε ως<br />

Επιστημονικός Υπεύθυνος της Διεύθυνσης Στρατηγικών Μελετών, στο Υπουργείο<br />

Εθνικής Άμυνας. Από τον Οκτώβριο 1998 έως το Μάιο 1999 συνεργάστηκε με το<br />

Υπουργείο Εξωτερικών σε θέματα ΝΑΤΟ. Από τον Αύγουστο 1999 έως τον Αύγουστο<br />

του 2006 ήταν Διευθυντής Ερευνών και από το Σεπτέμβριο 2006 είναι Γενικός Διευθυντής<br />

στο ΕΛΙΑΜΕΠ. Έχει διδάξει στα Πανεπιστήμια Πειραιώς και Αθηνών, καθώς<br />

και στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων, τη Σχολή Εθνικής Αμύνης, τη Σχολή Εθνικής<br />

Ασφάλειας και τη Ναυτική Σχολή Πολέμου. Στις δημοσιεύσεις του περιλαμβάνονται, Ο<br />

Γεωστρατηγικός Ρόλος της Τουρκίας στη Μεταψυχροπολεμική Εποχή (Τουρίκης, 2001),<br />

Η Αυριανή Τουρκία (επιμέλεια με Θάνο Βερέμη, Παπαζήσης, 2002), ΝΑΤΟ’s Medi -<br />

terranean Dialogue: Future Prospects and Policy Recommendations, (ELIAMEP Policy<br />

Papers, 2003), Η Ελληνική Πολιτική Εθνικής Ασφάλειας (με τον Παναγιώτη Τσάκωνα,<br />

Παπαζήσης, 2005), Security Sector Reform in Southeastern Europe, the Mediterranean and<br />

the Middle East (επιμ., Kluwer Academic, 2008) και The proliferation of Weapons of Mass<br />

Destruction in the Mediterranean. EU and NATO’s Options (Taylor & Francis, 2008).


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 469<br />

ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΗ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗ 469<br />

Δημήτρης Κ. Ξενάκης<br />

Λέκτορας Διεθνούς Πολιτικής στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου<br />

Κρήτης. Είναι, επίσης, Μέλος του Δ.Σ. του Κέντρου Ερευνών Προοδευτικής Πολιτικής,<br />

Επικεφαλής του Τμήματος Μεσογειακών και Μεσανατολικών Μελετών του Ινστιτούτου<br />

Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων, και Μέλος του Επιστημονικού Συμβουλίου του<br />

ΕΚΕΜ. Έχει διδάξει στην Εθνική Σχολή Δημόσιας Διοίκησης (2003-4), στο Τμήμα<br />

Διεθνών και Ευρωπακών Σπουδών του Παντείου Πανεπιστημίου (2005-6) και στο<br />

Τμήμα Μεσογειακών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αιγαίου (2006-7). Με τις ιδιότητες<br />

του Επιστημονικού Συνεργάτη στη Βουλή των Ελλήνων (2004-7), του Ειδικού Επιστήμονα<br />

στη ΓΓΟΣΑΕ του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας (2003-4) και του Στρατηγικού<br />

Αναλυτή στο Ινστιτούτο Αμυντικών Αναλύσεων (2002-3) έχει συμμετάσχει σε πλήθος<br />

διεθνών συνεδρίων και επιτροπών και σε επίσημες διασκέψεις των Υπουργών Εξωτερικών<br />

και Άμυνας της ΕΕ, της Ευρω-Μεσογειακής Συνεργασίας και του Μεσογειακού<br />

Φόρουμ. Στο συγγραφικό του έργο περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, τα The emerging<br />

Euro-Mediterranean system (MUP, 2001 με τον D. Chryssochoou), The Politics of Order-<br />

Building in Europe and the Mediterranean (DAI, 2004), Παγκόσμια Ευρώπη; Οι Διεθνείς<br />

Διαστάσεις της Ευρωπακής Ένωσης, (επιμ. με τον Μ. Τσινισιζέλη, ΕΠΕΕΣ - Ι. Σιδέρης,<br />

2006,), Οικοδόμηση Εμπιστοσύνης και Πρόληψη των Συγκρούσεων στη Μεσόγειο<br />

(Κείμενα Πολιτικής, ΕΛΙΑΜΕΠ, 2008, με τον St. Calleya), Η Ευρωπακή Πολιτεία (με<br />

τον Δ. Χρυσοχόου, κ.α., Σαββάλας, 2009), κεφαλαία σε συλλογικές εκδόσεις και άρθρα<br />

σε περιοδικά, όπως, The Review of International Affairs, Mediterranean Quarterly, Cam -<br />

bridge Review of International Affairs και Perceptions.<br />

Νίκος Ε. Παπαδάκης<br />

Αναπληρωτής Καθηγητής Δημόσιων Πολιτικών Εκπαίδευσης & Κατάρτισης στο<br />

Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Κρήτης. Προηγουμένως υπηρέτησε ως<br />

Επίκουρος Καθηγητής (2004- 2006) στο Τμήμα Κοινωνικής & Εκπαιδευτικής Πολιτικής<br />

του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου. Διδάσκει επίσης στο European Master on Life<br />

Long Learning των University of London/ IoE και University of Aarhus/ DPU<br />

(Copenhagen), ενώ διδάσκει επίσης στο Πρόγραμμα Επιμόρφωσης Διευθυντικών Στελεχών<br />

Δημόσιας Διοίκησης του ΕΚΔΔΑ. Διδάσκει «Μεθοδολογία της Έρευνας» στο<br />

Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα «Δημόσια Υγεία & Διοίκηση Μονάδων Υγείας» της Ιατρικής<br />

Σχολής του Πανεπιστημίου Κρήτης. Συνεργάζεται με το FCT (Foundacao para a<br />

Ciencia e a Tecnologia) του Υπουργείου Έρευνας & Τεχνολογίας της Πορτογαλίας. Είναι<br />

μέλος του Advisory Board του Κέντρου Διοικητικής Μεταρρύθμισης του ΟΗΕ για<br />

την Ευρώπη (UNDP/ RCPAR), ενώ είναι επίσης μέλος του International High Level<br />

Advisory Group για τη Διοικητική Μεταρρύθμιση της Ελλάδος. Παράλληλα είναι Μέλος<br />

της Μονάδας «Εκπαιδευτικής Πολιτικής» του Κέντρου Ευρωπακού Συνταγματικού<br />

Δικαίου. Είναι μέλος του ETCG (Education & Training Coordination Group) και<br />

του Cluster της Ευρωπακής Επιτροπής για τις Key Competences και μέλος της<br />

Standing Committee on Indicators & Benchmarks (SCIB). Έχει ακόμα εργαστεί ως<br />

εμπειρογνώμονας σε δραστηριότητες του Institutional Management in Higher Educa -


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 470<br />

470 ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΗ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗ<br />

tion του ΟΟΣΑ. Επιπρόσθετα έχει εργαστεί ως επιστημονικός συνεργάτης στο Ινστιτούτο<br />

Εργασίας της ΓΣΕΕ (Πρόγραμμα E-Quality) και στο Ινστιτούτο Τοπικής Αυτοδιοίκησης<br />

της ΚΕΔΚΕ. Συνεργάζεται επίσης ερευνητικά με το ESRC- Centre for<br />

Learning and Life Chances in Knowledge Economies and Societies του University of<br />

London. Πάνω από 80 μελέτες του έχουν δημοσιευτεί σε ξένα και ελληνικά επιστημονικά<br />

περιοδικά και συλλογικούς τόμους, στα αγγλικά, γαλλικά, ελληνικά και αραβικά.<br />

Επίσης έχει συγγράψει και 5 βιβλία, με πλέον πρόσφατο το «Προς την Κοινωνία των<br />

Δεξιοτήτων; Τα όρια της υπερεθνικότητας, το διακύβευμα της απασχολησιμότητας και<br />

οι πολιτικές κατάρτισης» (εκδ. Σάκουλα & Κέντρο Ευρωπακού και Συνταγματικού Δικαίου,<br />

2006) και επιμεληθεί άλλα 3.<br />

Γιάννος Παπαντωνίου<br />

Πρόεδρος του Κέντρου Ερευνών Προοδευτικής Πολιτικής. Διετέλεσε Υπουργός<br />

Εθνικής Οικονομίας από το 1994, Υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών<br />

από το 1996 έως τον Οκτώβριο του 2001, και Υπουργός Εθνικής Άμυνας από τον Οκτώβριο<br />

του 2001 έως το Μάρτιο του 2004. Γεννήθηκε το 1949 στην Αθήνα και σπούδασε<br />

οικονομικά στο Ουσκόνσιν, ιστορία στο Πανεπιστήμιο της Σορβόνης και απέκτησε διδακτορικό<br />

δίπλωμα στα οικονομικά από το Πανεπιστήμιο του Cambridge. Στη συνέχεια<br />

δίδαξε στο Οικονομικό Τμήμα του Πανεπιστημίου Αθηνών, ενώ εργαζόταν στο Κέντρο<br />

Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών. Διετέλεσε στέλεχος στον Οργανισμό<br />

Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης και σύμβουλος του Ανδρέα Παπανδρέου<br />

στην επεξεργασία του πρώτου Κυβερνητικού Προγράμματος του ΠΑΣΟK. Το 1981<br />

εξελέγη Ευρωβουλευτής, το 1985 ορίστηκε Υφυπουργός Εθνικής Οικονομίας και το<br />

1989 ανέλαβε το Υπουργείο Εμπορίου. Στη συνέχεια ως Υπουργός Οικονομίας συντόνισε<br />

το έργο της σύγκλισης της ελληνικής οικονομίας στην ΕΕ, με επιστέγασμα την<br />

ένταξη στην ΟΝΕ. Ως Υπουργός Εθνικής Άμυνας υλοποίησε ένα ευρύ σχέδιο δομικής<br />

ανασυγκρότησης και εκσυγχρονισμού των Ενόπλων Δυνάμεων. Στο πλούσιο συγγραφικό<br />

του έργο περιλαμβάνονται, Το Επόμενο Βήμα (Καστανιώτης, 2006), Σύγχρονο<br />

Κράτος για μια Ισχυρή Κοινωνία (Εξάντας, 2003), Ευρώπη και Εθνική Στρατηγική<br />

(Αιχμή, 1993), Διανομή του Εισοδήματος και Συσσώρευση του Κεφαλαίου. Η Ελληνική<br />

Εκβιομηχάνιση: 1958-1973 (Παπαζήσης, 1979).<br />

Χρήστος Ι. Παρασκευόπουλος<br />

Επίκουρος Καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης και Ευρωπακής Δημόσιας Πολιτικής<br />

στο Τμήμα Βαλκανικών, Σλαβικών και Ανατολικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Μακεδονίας,<br />

και επισκέπτης ερευνητικός εταίρος στο European Institute του London<br />

School of Economics and Political <strong>Science</strong> (LSE). Στα ερευνητικά του ενδιαφέροντα περιλαμβάνονται<br />

η Ευρωπακή δημόσια πολιτική, με έμφαση στην αναπτυξιακή και περιβαλλοντική<br />

πολιτική, οι θεσμοί και η θεσμική αλλαγή και το κοινωνικό κεφάλαιο. Οι<br />

δημοσιεύσεις του περιλαμβάνουν άρθρα σε σημαντικά επιστημονικά περιοδικά της<br />

Βρετανίας, των ΗΠΑ και της Ελλάδας και τα βιβλία: Interpreting Convergence in the<br />

European Union: Patterns of Collective Action, Social Learning and Europeanization


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 471<br />

ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΗ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗ 471<br />

(Palgrave, 2001); Learning from Abroad: Regionalization and Local Institutional Infrastru -<br />

cture in Cohesion and Accession Countries (2004), Special Issue of Regional and Federal<br />

Studies (συνεπιμέλεια με τον R. Leonardi) και Adapting to EU Multi-Level Governance:<br />

Regional and Environmental Policies in Cohesion (Greece, Ireland, Portugal) and CEE<br />

(Hungary, Poland) Countries, Ashgate, 2006 (συνεπιμέλεια με τους P. Getimis και N.<br />

Rees).<br />

Θοδωρής Πελαγίδης<br />

Kαθηγητής οικονομικής ανάλυσης στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς. Σπούδασε Οικονομικά<br />

στα Πανεπιστήμια Θεσσαλονίκης (Dipl.), Sussex (MPhil), Paris (Doct.) και<br />

Harvard (PhD). Έχει διατελέσει υπότροφος ΙΚΥ, ΕU (SPES), ΝΑΤΟ, Fulbright και<br />

Onassis. Έχει τουλάχιστον 40 δημοσιεύσεις σε διεθνείς επιστημονικές επιθεωρήσεις με<br />

κριτές μεταξύ των οποίων: The Journal of Economic Policy Reform, The Journal of Policy<br />

Modeling,Cambridge Journal of Economics, International Review of Law and Economics,<br />

Journal of Economic Studies, European Journal of Law and Economics, The Review of<br />

European Economic Policy (Intereconomics), The Journal of Post-Keynesian Economics,<br />

Challenge. The Magazine of Economic Affairs, Industrial Relations, Review of International<br />

Studies, Current Politics and Economics of Europe, Economy and Society, International<br />

Review of Economics and Business, Cahiers Economiques de Bruxelles, Actualite<br />

Economique, Review d’Analyse Economique, Ekonomia, Human Resources Development<br />

International, etc. Επιμελητής του βιβλίου Welfare State and Democracy in Crisis,<br />

Aldershot, Ashgate. Στην Ελλάδα έχει συγγράψει 10 μονογραφίες.<br />

Εμμανουήλ Πετράκης<br />

Καθηγητής Βιομηχανικής Οργάνωσης και Πολιτικής στο Τμήμα Οικονομικών Επιστημών,<br />

Διευθυντής του Εργαστηρίου Επιχειρηματικών Οικονομικών και Νέων Τεχνολογιών<br />

(BENETeC) και Αντιπρύτανης Οικονομικού Προγραμματισμού και Ανάπτυξης<br />

του Πανεπιστημίου Κρήτης. Έχει δίπλωμα Ναυπηγού Μηχανολόγου Μηχανικού από<br />

το Εθνικό Μετσόβειο Πολυτεχνείο, πτυχίο και Master Οικονομικών από το Οικονομικό<br />

Πανεπιστήμιο Αθηνών, και PhD στα Οικονομικά από το University of California<br />

Los Angeles (UCLA). Έχει διδάξει ως Επισκέπτης Καθηγητής επί σειρά ετών σε Πανεπιστήμια<br />

του εξωτερικού και της Ελλάδας (Erasmus University, Ολλανδία; Unive -<br />

ridad Carlos III de Madrid, Ισπανία; Πανεπιστήμιο Κύπρου; Οικονομικό Πανεπιστήμιο<br />

Αθηνών; Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών; Πολυτεχνείο Κρήτης). Έχει<br />

ένα μεγάλο αριθμό δημοσιεύσεων σε υψηλού κύρους διεθνή περιοδικά και συλλογικούς<br />

τόμους με κριτές, μεταξύ των οποίων στο Journal of Economic Theory, Rand<br />

Journal of Economics, International Economic Review, European Economic Review,<br />

Journal of International Economics, Journal of Public Economics, Economic Theory, όπως<br />

επίσης και πλήθος συνεισφορές σε διεθνή συνέδρια. Είναι Associate Editor στο υψηλού<br />

κύρους διεθνές περιοδικό European Economic Review, έχει διατελέσει κριτής σε ένα<br />

πλήθος διεθνών περιοδικών ως και οργανωτής ή συν-διοργανωτής ενός αριθμού μεγάλων<br />

διεθνών συνεδρίων. Στα κύρια ερευνητικά του ενδιαφέροντα περιλαμβάνονται θέ-


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 472<br />

472 ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΗ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗ<br />

ματα της Νέας Οικονομίας και του Ηλεκτρονικού Επιχειρείν, Βιομηχανικής Οργάνωσης<br />

και Πολιτικής, Κινήτρων για Έρευνα και Ανάπτυξη και Καινοτομίες, Περιβαλλοντικών<br />

Οικονομικών, Διεθνούς Εμπορίου και Θεσμών και Πολιτικής Οικονομίας της<br />

Αγοράς Εργασίας. Είναι αντιπρόεδρος της Ομοσπονδίας των Οικονομικών Τμημάτων<br />

των Πανεπιστημίων της Νότιας Ευρώπης (ASSET) και μέλος σε ένα αριθμό διεθνών<br />

ακαδημακών ενώσεων οικονομολόγων.<br />

Βασίλης Ράπανος<br />

Καθηγητής στο Τμήμα Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Αθηνών. Πήρε<br />

το πτυχίο του από την Ανωτάτη Σχολή Οικονομικών και Εμπορικών Επιστημών το 1975<br />

και το διδακτορικό του από το Πανεπιστήμιο Queen’s του Καναδά (1982). Εργάστηκε<br />

στο Κέντρο Προγραμματισμού (ΚΕΠΕ), αρχικά ως βοηθός ερευνών και αργότερα ως<br />

ερευνητής και από το 1992 διδάσκει στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, Οικονομική ανάλυση<br />

και Δημόσια Οικονομική. Τα ερευνητικά του ενδιαφέροντα είναι στο χώρο της φορολογίας,<br />

του ρόλου του κράτους στην οικονομία γενικότερα και τα οικονομικά της Ευρωπακής<br />

Ένωσης και του ευρώ. Εκτός από την ερευνητική και ακαδημακή του δραστηριότητα<br />

υπηρέτησε σε διάφορες θέσεις στο Ελληνικό Δημόσιο, όπως Σύμβουλος στο<br />

Υπουργείο Οικονομικών, Αναπληρωτής Μόνιμος Αντιπρόσωπος στην Αντιπροσωπεία<br />

της Ελλάδας στον ΟΟΣΑ, Πρόεδρος του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων,<br />

Διοικητής της Κτηματικής Τράπεζας και Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου του<br />

ΟΤΕ Έχει δημοσιεύσει πλήθος άρθρων σε ξένα επιστημονικά περιοδικά και στην Ελλάδα<br />

σε θέματα φορολογίας και διεθνούς οικονομικής.<br />

Γιάννης Στουρνάρας<br />

Καθηγητής στο Τμήμα Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Αθηνών. Αποφοίτησε<br />

από το Τμήμα Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Αθηνών το 1978<br />

και απέκτησε Master και Διδακτορικό (MPhil 1980, DPhil 1982) από το Πανεπιστήμιο<br />

της Οξφόρδης, στο οποίο και εργάστηκε από το 1981 έως το 1985 ως Research Fellow<br />

και Lecturer στο Κολλέγιο St. Catherine΄s και ως ερευνητής στο Ινστιτούτο Ενεργειακών<br />

Σπουδών. Την περίοδο 1986-1989 εργάστηκε ως ειδικός σύμβουλος του Υπουργείου<br />

Οικονομίας και Οικονομικών σε θέματα Δημοσίων Επιχειρήσεων και Εισοδηματικής<br />

Πολιτικής και στη συνέχεια της Τραπέζης της Ελλάδος (1989-1994) σε θέματα<br />

Νομισματικής Πολιτικής. Ως Πρόεδρος του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων<br />

του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών, από το 1994 έως τον Ιούλιο του<br />

2000, συμμετείχε στο σχεδιασμό της μακροοικονομικής και διαρθρωτικής πολιτικής εκπροσωπώντας<br />

το Υπουργείο στη Νομισματική Επιτροπή της Ευρωπακής Ένωσης.<br />

Συμμετείχε επίσης στις διαπραγματεύσεις για τη συμμετοχή της Ελλάδας στην ΟΝΕ και<br />

είχε την ευθύνη για τις ετήσιες διαβουλεύσεις με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, την<br />

Ευρωπακή Επιτροπή και τον ΟΟΣΑ. Από το 1994 έως το 1997 ήταν Αντιπρόεδρος της<br />

Δημόσιας Επιχείρησης Αερίου ενώ από το 1998 έως τον Ιούλιο του 2000 ήταν μέλος του<br />

Δ.Σ. του Οργανισμού Διαχείρισης Δημόσιου Χρέους. Από τον Ιούλιο του 2000 μέχρι<br />

τον Μάρτιο του 2004 ήταν Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος της Εμπορικής Τράπε-


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 473<br />

ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΗ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗ 473<br />

ζας και Αντιπρόεδρος της Ένωσης Ελληνικών Τραπεζών. Από το 2005 έως το 2008<br />

ήταν Διευθύνων Σύμβουλος στην ΚΑΠΠΑ Χρηματιστηριακή. Σήμερα είναι Επιστημονικός<br />

Διευθυντής στο ΙΟΒΕ.<br />

Παναγιώτης Ι. Τσάκωνας<br />

Αναπληρωτής καθηγητής διεθνών σχέσεων στο Τμήμα Μεσογειακών Σπουδών του<br />

Πανεπιστημίου Αιγαίου. Σπούδασε πολιτικές επιστήμες, διεθνείς σχέσεις και «σπουδές<br />

για την ασφάλεια» στα Πανεπιστήμια της Παντείου και του Reading. Διετέλεσε Υπότροφος-Ερευνητής<br />

στο Ινστιτούτο Διεθνών Σχέσεων και στο ΝΑΤΟ, μετα-διδακτορικός<br />

Υπότροφος-Ερευνητής στο Weatherhead Center for International Affairs του Πανεπιστημίου<br />

Harvard (1998-99) και Fulbright Visiting Scholar στο Center for Area<br />

Studies του Πανεπιστημίου Yale (2003). Εργάστηκε ως Επικεφαλής του Τμήματος Ανάλυσης<br />

Διεθνούς Πολιτικής στην εφημερίδα New Europe (1994-96), ως Επιστημονικός<br />

Σύμβουλος στη Διεύθυνση Στρατηγικών Μελετών του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας<br />

(1996-98), ως Ειδικός Επιστήμων στο Υπουργείο των Εξωτερικών και ως Σύμβουλος<br />

του Υπουργού των Εξωτερικών (1999-2003). Είναι μέλος του Επιστημονικού Συμβουλίου<br />

του ΕΚΕΜ, Διευθυντής της Σειράς: Βιβλιοθήκη Διεθνών και Ευρωπακών Σπουδών<br />

των εκδόσεων Gutenberg και συν-εκδότης της επιθεώρησης Hellenic Studies/Etudes<br />

Helleniques. Άρθρα του και συνεισφορές του σε συλλογικά έργα έχουν δημοσιευθεί<br />

στην Ελλάδα, σε πολλές ευρωπακές χώρες, στις ΗΠΑ, στον Καναδά στη Νέα Ζηλανδία<br />

καθώς και σε επιστημονικά περιοδικά, όπως: Journal of Turkish Studies, The Hague<br />

Journal of Diplomacy, Politics, Security Dialogue κ.ά. Στις πιο πρόσφατες δημοσιεύσεις<br />

του περιλαμβάνονται: Στρατηγική Εθνικής Ασφάλειας: Οικοδομώντας το Ελληνικό Μοντέλο<br />

στον Εικοστό Πρώτο Αιώνα (Παπαζήσης, 2005, με τον Θ. Ντόκο), Multilateralism<br />

and Security Institutions in the Era of Globalization (Routledge, 2008, συν-επιμέλεια) και<br />

A Breakthrough in Greek-Turkish Relations? Understanding Greece’s Socialization Strategy<br />

(Palgrave/Macmillan, υπό-έκδοση).<br />

Μιχάλης I. Τσινισιζέλης<br />

Καθηγητής στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης του Εθνικού<br />

και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών του οποίου έχει διατελέσει Πρόεδρος.<br />

Σπούδασε στην Ελλάδα και την Αγγλία και έλαβε το Διδακτορικό του Δίπλωμα από το<br />

Πανεπιστήμιο του Manchester το 1985. Έχει δημοσιεύσει εκτεταμένα στην Ελλάδα και<br />

το εξωτερικό σε θέματα Ευρωπακής Πολιτικής, Θεωρίας Ενοποίησης και Συγκριτικής<br />

Ευρωπακής Πολιτικής. Είναι μέλος πολλών επιστημονικών σωματείων στην Ελλάδα<br />

και το εξωτερικό καθώς και επιστημονικός κριτής σε πολλά επιστημονικά περιοδικά<br />

του εξωτερικού. Στις πιο πρόσφατες δημοσίευσεις του περιλαμβάνονται τα Quo Vadis<br />

Europa? (Σμυρνιωτάκης, 2001), Παγκόσμια Ευρώπη; Οι Διεθνείς Διαστάσεις της Ευρωπακής<br />

Ένωσης (ΕΠΕΕΣ-Ι. Σιδέρης, 2006, επιμ. με τον Δ. Κ. Ξενάκη) και Νέα Ευρωπακή<br />

Ένωση: Οργάνωση και Πολιτικές, (Θεμέλιο, 2007, επιμ. με τον Ν. Μαραβέγια).


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 474<br />

474 ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΗ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗ<br />

Χαρίδημος K. Τσούκας<br />

Καθηγητής Οργανωσιακής Θεωρίας στo ΑLΒΑ (στην ερευνητική θέση «Γεώργιος<br />

Δ. Μαύρος») και στο Πανεπιστήμιο Warwick (Βρετανία). Γεννήθηκε το 1961 στο Καρπενήσι.<br />

Σπούδασε στην Πολυτεχνική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης<br />

και, αργότερα, εκπόνησε τη διδακτορική του διατριβή στην κοινωνιολογία των<br />

οργανώσεων στο Πανεπιστήμιο του Manchester. Έχει εργασθεί στο Πανεπιστήμιο Κύπρου<br />

και στα Πανεπιστήμια Manchester, Essex και Strathclyde της Βρετανίας. Σήμερα<br />

είναι Μεταξύ 2003-2008 διετέλεσε Διευθυντής (Editor-in-Chief) του διεθνούς επιστημονικού<br />

περιοδικού Organization Studies. Δεκάδες εργασίες του έχουν δημοσιευθεί σε<br />

διακεκριμένα διεθνή ακαδημακά περιοδικά διοικητικών και κοινωνικών επιστημών.<br />

Έχει συγγράψει τα βιβλία Αν ο Αριστοτέλης Ήταν Διευθύνων Σύμβουλος (Καστανιώτης,<br />

2005, 2η έκδοση), Complex Knowledge: Studies in Organizational Epistemology<br />

(Oxford University Press, 2005, 2η έκδοση), και Κατευθύvσεις για τη Μεταρρύθμιση τoυ<br />

Κράτoυς (Κασταvιώτης, 1998) (με τον Δημήτρη Β. Παπούλια). Εχει συνεπιμεληθεί τα<br />

βιβλία The Oxford Handbook of Organization Theory: Meta-theoretical Perspectives<br />

(Oxford University Press, 2003, με τον Christian Knudsen), Organizations as Knowledge<br />

Systems (Palgrave Macmillan, 2004, με τον Νίκο Μυλωνόπουλο) και Managing the<br />

Future: Foresight in the Knowledge Economy (Blackwell, 2004, με τη Jill Shepherd).<br />

Κίμων Χατζημπίρος<br />

Σπούδασε Φυσική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, Πληροφορική και Οικολογία σε Πανεπιστήμια<br />

της Γαλλίας. Αναπληρωτής Καθηγητής στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο,<br />

συμμετέχει στη διδασκαλία 10 προπτυχιακών και μεταπτυχιακών μαθημάτων με αντικείμενα<br />

την Οικολογία, την Διαχείριση Περιβάλλοντος και την Περιβαλλοντική Πολιτική.<br />

Έχει εργαστεί ως ερευνητής σε γαλλικά επιστημονικά ινστιτούτα επί 5 χρόνια.<br />

Έχει συμμετάσχει σε 22 ερευνητικά προγράμματα, στα 8 από τα οποία ήταν επιστημονικός<br />

υπεύθυνος. Έχει εργαστεί ως ειδικός επιστήμων σε ελληνικές περιβαλλοντικές<br />

υπηρεσίες και ως ιδιώτης μελετητής περιβαλλοντικών προβλημάτων. Διετέλεσε μέλος<br />

επιτροπών διαχείρισης περιβαλλοντικών ερευνών της Ευρωπακής Επιτροπής. Είναι<br />

Πρόεδρος του Εθνικού Πάρκου Σχινιά Μαραθώνα. Έχει συγγράψει 2 επιστημονικά<br />

βιβλία, 15 κεφάλαια βιβλίων και περισσότερες από 150 δημοσιεύσεις, ανακοινώσεις<br />

σε συνέδρια, εκθέσεις ερευνητικών προγραμμάτων, εκλακευμένα άρθρα, περιβαλλοντικές<br />

ή χωροταξικές μελέτες. Έχει δώσει μεγάλο αριθμό μαθημάτων, σεμιναρίων και<br />

διαλέξεων για περιβαλλοντικά ζητήματα, έχει συμμετάσχει στη σύνταξη περιβαλλοντικών<br />

περιοδικών, αρθρογραφεί στον τύπο και αναπτύσσει πολλαπλές δραστηριότητες<br />

για την ενημέρωση της κοινής γνώμης σε θέματα περιβάλλοντος και παιδείας.<br />

Δημήτρης Ν. Χρυσοχόου<br />

Αναπληρωτής Καθηγητής της Διεθνούς Οργάνωσης στο Πανεπιστήμιο Κρήτης.<br />

Έχει διατελέσει Reader στο Πανεπιστήμιο Exeter, Επισκέπτης Καθηγητής στα Πανεπιστήμια<br />

Αθηνών και Παντείου, Επισκέπτης Ερευνητής στα Πανεπιστήμια LSE,


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 475<br />

ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΗ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗ 475<br />

Cambridge και Columbia, στο Ελληνικό Κέντρο Ευρωπακών Μελετών και στο Κέντρο<br />

Ευρωπακού Συνταγματικού Δικαίου. Επίσης, έχει διατελέσει Επιστημονικός Διευθυντής<br />

του Ινστιτούτου Αμυντικών Αναλύσεων του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας και<br />

Εθνικός Συντονιστής του Προγράμματος του Συμβουλίου της Ευρώπης «Παιδεία της<br />

Δημοκρατίας» στο Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων. Από το 2007 είναι<br />

Γενικός Γραμματέας της Ελληνικής Πανεπιστημιακής Ένωσης Ευρωπακών Σπουδών.<br />

Πρόσφατες δημοσιεύσεις του περιλαμβάνουν, Theorizing European Integration (2η<br />

έκδοση, London: Routledge, 2009), Η Άδηλος Κυριαρχία (Παπαζήσης, 2008), Προς μια<br />

Ευρωπακή Μεταπολιτειολογία (Αντ. Ν. Σάκκουλας, 2008), Σχεδίαση Μετακρατικής<br />

Πολιτείας (Παπαζήσης, 2007), Δοκίμιο για τη Διεθνή Θεωρία: Νέες Μορφές Κυριαρχίας<br />

και Συναρχίας (Παπαζήσης, 2006), Για μια ευρωπακή res publica (Παπαζήσης, 2005).


kef04:kef04 06/03/2009 13:59 Page 476

Hooray! Your file is uploaded and ready to be published.

Saved successfully!

Ooh no, something went wrong!