ΛΟΓΟΥ ΧΑΡΙΝ Του Νικόλα Κυριάκου Είμαστε ακόμη ζωντανοί Eίμαστε η γενιά των 30-something. Λίγο πάνω, λίγο κάτω, κανείς δεν μετράει τους αριθμούς. Γεννηθήκαμε λίγο μετά την εισβολή και για το λόγο αυτό προτιμώ να μας αναλογίζομαι ως μια γενιά που ο ερχομός της σε αυτόν τον τόπο έκρυβε ένα μήνυμα αισιοδοξίας. Πως μέσα στην ήττα και την απώλεια, υπήρχε και ο σπόρος της νέας ζωής. Εκείνη η μυστηριώδης δύναμη που παρακινεί τους ανθρώπους από τον καιρό της ύπαρξης τους να σηκώνονται και προχωρούν μετά από κάθε κακό. Αυτή η γενιά μεγάλωσε σε ένα καταιγισμό εικόνων και διηγήσεων που αναφέρονταν σε μια εποχή και σε τόπους που δεν την αφορούσαν, υπό την έννοια ότι η καθημερινότητα της απείχε από όσα προσλάμβανε ως προφορική παράδοση της προηγούμενης γενιάς. Μάθαμε να κολυμπάμε στα απόνερα του ναυαγίου ενός πλοίου με το οποίο δεν ταξιδέψαμε ποτέ. Αναπόφευκτα, συνειδητοποιώ ότι είμαστε μια γενιά που εξαναγκάστηκε στη μελαγχολία, βαφτίστηκε στον πόνο και κλήθηκε να συμμετάσχει στο μοιρολόι για κάτι που δεν είχε και συνακόλουθα δεν έχασε ποτέ. Μια καταναγκαστικής φύσεως λύπη μας κατατρέχει από τότε. Πλέον, νιώθω, και το επιβεβαιώνω και από άλλους γύρω μου, τον εκφυλισμό να έχει φθάσει σε προχωρημένα στάδια. Οι πάσης φύσεως επετειακές εκδηλώσεις και αναφορές προκαλούν θυμηδία και βαρεμάρα. Τα διάφορα «ψευδό» που προστέθηκαν, με μια υφή υπεροψίας και ανταπόδοσης στους απέναντι, έχουν χάσει το νόημα τους και συναιρέθηκαν σε αλλότριες πραγματικότητες. Η ψυχολογία πολιορκίας και μειονεξίας μας καλλιεργήθηκε από το σχολείο. Η μικρή Κύπρος, αντικείμενο επιβουλής των ξένων, στόχος των σκοτεινών σχεδίων της ειμαρμένης, που τα κατάφερε να ορθοποδήσει. Κι ύστερα, αγώνες κι επιστροφή κι αντικατοχικές και “τα σύνορα μας είναι στην Κερύνεια” κι “η καρδιά κι αν σπάσει”, λόγια ωραία, θούριοι για εφηβικά μυαλά, πετροπόλεμοι ενάντια σε έναν αόρατο εχθρό, δονκιχωτικές εξεγέρσεις. Μα ο ξένος πόνος, πάντα εκεί να σε αναμένει φορτικά στο σπίτι. Κάποιοι λοξοδρόμησαν, όχι από συνειδητή επιλογή, τουλάχιστον αρχικά, αλλά γιατί στη στράτα μας ήρθαν νέοι άνθρωποι, κάτι τυχαία βιβλία και γιατί η Αμφισβήτηση πρέπει να κάγχασε με όσα μας προίκισαν οι Μοίρες την ώρα που γεννιόμασταν. Οι ακράδαντες αλήθειες μας ράγισαν, κάποιες από αυτές μάλιστα γκρεμίστηκαν με τρόπο που αποδείκνυε τη σαθρότητα και τη γελοιότητά τους, και ένα αίσθημα κοροϊδίας πλανήθηκε στην ατμόσφαιρα. Από αυτό το βούρκο θελήσαμε να εξέλθουμε, ποθήσαμε να διαρρήξουμε τους στενούς ουρανούς της πατρίδας μας. Τα ταξίδια, οι άλλοι άνθρωποι, η ομορφιά που μας φανερώθηκε μετουσιώθηκε καιρού προϊόντος, θεού βοηθούντος σε βλέμμα αγάπης και ανάγκη γυρισμού. Η ώρα της ανταπόδοσης έρχεται και το έντυπο που κρατάτε στα χέρια σας είναι για μένα μια χειρονομία χρέους κι αγάπης στον τόπο αυτό. Όχι για τα συννεφιασμένα χρόνια που μας χάρισε, αλλά για τις όμορφες μέρες που μας έκανε να προσδοκούμε... 98 ΡΕΥΜΑ
Πηγή: http://www.banksy.co.uk