12.07.2015 Views

τευχος 59 - Xalkiadakis

τευχος 59 - Xalkiadakis

τευχος 59 - Xalkiadakis

SHOW MORE
SHOW LESS

Create successful ePaper yourself

Turn your PDF publications into a flip-book with our unique Google optimized e-Paper software.

| ΠΑΡΑΔΟΣΕΙΣγια τόπο ανάπαυσής του το χωριό τους.Αγγελόχτιστη, λοιπόν. Ένα από τα πολλά επίθετα που κοσμούν τηνορθόδοξη λατρεία, μια από τις πολλές ποιητικές λέξεις που οριοθετούντα ανθρώπινο μέτρο και το ξεχωρίζουν από το θεϊκό.Ο ναός βρίσκεται στην άκρη του οικισμού, δίπλα στον κεντρικόδρόμο, πάνω από ένα μικρό αναλημματικό τοιχίο. Με μια πρώτηματιά καταλαβαίνεις ότι δεν είναι μια συνηθισμένη εκκλησία, τααρχιτεκτονικά στοιχεία τη διαφοροποιούν αισθητά, φαίνεται χτισμένησε διαδοχικές φάσεις και είναι ασυνήθιστα πλατιά σεσχέση με την κόγχη του ιερού. Δεν μπορέσαμε να μπούμε μέσα.Δυστυχώς τα τελευταία χρόνια όλοι οι ωραίοι ναοί, τα διάσπαρταμνημεία της Κρήτης, παραμένουν κλειστά και κλειδαμπαρωμένα.Με τόσες κλοπές και λεηλασίες του πολιτισμού μας, οι παπάδεςφοβούνται. Δικαιολογημένα…Τόπος καταφυγής για τους ντόπιους η εκκλησιά της Αγγελόκτιστης.Τη θεωρούν θαυματουργή, έτσι καθώς την περιβάλλει ογοητευτικός θρύλος του Σελήμη. Δεν χρειάζεται και πολλή προσπάθειαγια να καταλάβεις ότι είναι αιτιολογικός. Ερμηνεύει τηνονομασία. Ωστόσο, δίπλα στον ένα θρύλο επωάστηκαν κι άλλοι,κι άλλοι. Δύσκολο να τους ανακαλύψεις σήμερα.Με μια πρώτη ματιά καταλαβαίνεις ότι ο ναός χρονολογείται απότην εποχή της Ενετοκρατίας (1204/11 – 1645/1669). Η τοπικήπαράδοση επιμένει: στα χρόνια της Τουρκιάς χτίστηκε. Η ιστορίακαι ο θρύλος μπερδεύονται γλυκά. Η αφήγηση είναι σαν τα νεράτου κοντινού Ιεροπόταμου: Ρέει σχεδόν τραγουδιστά…Η παράδοσηΉταν, λοιπόν, στα χρόνια της Τουρκιάς. Οι Χριστιανοί ήθελαν ναχτίσουν μια εκκλησία στο χωριό τους κι άρχισαν να δουλεύουνόλοι μαζί. Άλλος ξεπέτρωνε, άλλος κουβαλούσε πέτρες από τονταμάρι, άλλος δούλευε με το σφυρί. Οι Τούρκοι δεν ήξεραν τίποτα.Μα όταν είδαν το χτήρι να μεγαλώνει, κατάλαβαν. Τους πρόσταξαννα σταματήσουν αμέσως γιατί έτσι έγραφαν τα χαρτιάτους, δεν άφηναν τους Χριστιανούς να χτίζουν εκκλησίες.Για να μην αρχίζουν να χτίζουν κρυφά πήγε ο Χότζας και μέτρησετο ύψος των τοίχων. Η δουλειά σταμάτησε και οι άνθρωποι κλείστηκανστα σπίτια τους. Αφού πέρασαν κάμποσες ημέρες το ξανασκέφτηκαν,πήραν δώρα ακριβά και πεσκέσια και πήγαν στονΠασά. Του λένε: Πολυχρονεμένε, μια εκκλησία θέλομε κι εμείς ναπηγαίνομε, γιατί δεν μας αφήνεις; Δώσε μας την άδεια και εμείςδεν θα σ’ αφήσομε απλέρωτο.Του αράδιασαν ασκιά το λάδι και τσουβάλια το στάρι, αυτός εγλυκάθηκεκαι τους έδωσε την άδεια. Λέει τους:- Δεν είναι στο χέρι μου, δε μπορώ να χαλάσω το νόμο. Μπορώόμως να σας δώσω μια διορία. Αν τελειώσει η εκκλησία μέσαστη διορία, τότε όλα καλώς καμωμένα. Αν δεν τελειώσει, όμως,να κατέχετε πως θα τη γκρεμίσω. Κι αν δεν τη γκρεμίσω, θα τηδώσω στο Χότζα να την κάνει τζαμί.- Και πόση θα ν’είναι η διορία που μας-ε δίνεις, τον ρωτήξανε.- Εφτά μέρες, βδομάδα ολόκληρη.- Δεν γίνεται, Πασά μου. Κι ο Θεός να κατέβει, δεν γίνεται.- Ε, να ρθει ο Θεός σας να την τελειώσει.Με τα πολλά κατάφεραν να τον μεταπείσουν. Τους έδωσε δυομέρες ακόμη.- Εννιά. Εννιά μέρες και πολλές είναι. Ούτε μια παραπάνω. Και ναχτίζετε μόνο τη μέρα. Αμαρτία είναι να χτίζετε τη νύχτα και ναξυπνάτε όσους κοιμούνται. Αν μάθω ότι ακούστηκε σφυριάμετά το βασίλεμα του ήλιου, θα πάρω πίσω το λόγο μου.Είντα να κάμουν, γύρισαν σκεφτικοί στο χωριό, μαζεύτηκαν τοβράδυ στο χτήρι και έβαλαν μπροστά τους το σχέδιο. Άλλοι θακουβαλούσαν, άλλοι θα μάλασαν τον πηλό, άλλοι θα έψηναντον ασβέστη, άλλοι θα έχτιζαν. Ήξεραν πως ήταν δύσκολο πολύνα προλάβουν, αλλά έκαναν το σταυρό τους και… ο Θεός βοηθός.- Αν θέλει ο Θεός θα προλάβομε, είπε ο γέρο καλόγερος που ερχόταναπό το μοναστήρι του και λειτουργούσε στα ξωμονάστηρατου Γεροποτάμου.Την άλλη μέρα το πρωί όλο το χωριό ήταν στο πόδι. Ακόμη καιτα κοπέλια μαζώχτηκαν κι άρχισαν να δουλεύουν. Κάποιοι άρχισαννα φωνάζουν. Μεγάλη ήταν η εκκλησία που είχαν αρχίσεινα χτίζουν. Αν ήταν λίγο πιο μικρή, μπορεί και να προλάβαιναν.Αλλά τώρα;Πέρασαν δυο μέρες, πέρασαν τρεις, όλο και πιο δύσκολα γίνονταντα πράματα. Την τέταρτη μέρα το πρωί δεν πίστευαν σταμάτια τους. Σε άλλο ύψος είχαν αφήσει το χτήρι, σε άλλο το βρήκαν.Και τι τοίχοι, Θε μου; Καλοχτισμένοι. Αλφαδιά. Ούτε πόντοςδεν ξέφευγε. Δεν ήξεραν τι να κάμουν, ούτε τι να πιστέψουνκι άρχισαν να λοξοκοιτάζουν τον Πρωτομάστορα.- Αν σε δούνε, Μάστορα, θα μας κάψεις όλους. Εμείς κατέχομεπως έρχεσαι τη νύχτα, χωστά από τους άλλους, και δουλεύεις.Κάποια νύχτα, κάποιος Τούρκος…Ο Σελήμης!Ο μάστορας, που έβλεπε την πιτηδιοσύνη με την οποία ήταν χτισμένοιοι τοίχοι της εκκλησίας, δεν μιλούσε. Πίστευε ότι έναςάλλος χτίστης, καλύτερός του, ερχόταν τη νύχτα και έχτιζε. Καιέβανε στο νου του ποιος θα μπορούσε να είναι. Από ποιο χωριό,από ποιο σόι…Το άλλο πρωί τα ίδια. Πιο ψηλό ήταν πάλι το χτήρι. Το μυστήριο δενμπορούσε να λυθεί. Κόντευε πια να τελειώσει η εκκλησία και στοχωριό είχαν αρχίσει κιόλας να γιορτάζουν. Μόνο που οι Τούρκοιπαραμόνευαν. Ήθελαν να ανακαλύψουν τι λογής μπαγαποντιάείχαν κάνει οι Χριστιανοί, αλλά δεν μπορούσαν.Τρεις ημέρες πριν τελειώσει η διορία ένας Τούρκος από κοντινόχωριό, ο Σελήμης, κίνησε να πάει στα Βασιλικά Ανώγεια. Φτά-74

Hooray! Your file is uploaded and ready to be published.

Saved successfully!

Ooh no, something went wrong!