04.06.2021 Views

Πατούχας του Ιωάννη Κονδυλάκη - Ευθυμογράφημα

Ο “Πατούχας” του Ιωάννη Κονδυλάκη (1861−1920), αν και παραμένει μέσα σε πλαίσια ηθογραφικά, προχωρεί σε βάθος ψυχολογικό με δυνατή περιγραφή χαρακτήρων.

Ο “Πατούχας” του Ιωάννη Κονδυλάκη (1861−1920), αν και παραμένει μέσα σε πλαίσια ηθογραφικά, προχωρεί σε βάθος ψυχολογικό με δυνατή περιγραφή χαρακτήρων.

SHOW MORE
SHOW LESS
  • No tags were found...

Create successful ePaper yourself

Turn your PDF publications into a flip-book with our unique Google optimized e-Paper software.

Ιωάννου Κονδυλάκη - Πατούχας

“Διάλε τσ’ αποθαμένους μου οφέτος κιάν αφήσω,

Παρά να βρω να παντρευτώ να μην παραλοΐσω.”

Πανταχόθεν του απηυθύνοντο χαιρετισμοί από άνδρας και γυναίκας: «Καλώς

ώρισες, Μανωλιό!» Τινά δ’ εκ των παιδίων, τα οποία τον είδαν, προέτρεξαν να

δώσουν την καλήν είδησιν εις την μητέρα του. Αλλ’ ο Μανώλης, αντί να μεταβή

εις το πατρικόν ή άλλο συγγενικόν σπίτι, ενεφανίσθη εις την πλατείαν της

Αγίας Αικατερίνης, όπου οι νέοι έπαιζαν τον ποταμόν, ενώ τα παιδία έκρουαν

μανιωδώς και αδιακόπως σήμαντρον κρεμάμενον εις τον κορμόν γηραιάς

νερατζιάς. Ο ποταμός έκανε τον γύρον της εκκλησίας, ότε έξαφνα ηκούσθη η

φωνάρα του Μανώλη:

“Άντρες τα ‘ρίζουν τα Σφακιά κι’ άντρες τα πολεμούνε!”

Κι’ ορμήσας υπερεπήδα τον ένα μετά τον άλλον όλους τους παίζοντας, έπειτα

δε έσκυψε και στηρίξας τας χείρας επί των γονάτων του, ετάχθη εις το άκρον

της γραμμής. Εκείθεν στρέψας την κεφαλήν, χωρίς ν’ ανασηκωθή, εφώναξε

προς τους ηλικιώτας και φίλους:

“Είντα κάνετε, μωρέ κοπέλια; Καλά ‘στε;”

Εις τον ενθουσιασμόν του παιγνιδιού είς εκ των νέων επρότεινε να διατρέξουν

με τον ποταμόν το χωριό. Η πρότασίς του έγινε δεκτή και ο ποταμός ηκολούθησε

τας ανωμάλους και ανωφερικάς οδούς του χωριού. Βαθμηδόν δε επροστίθεντο

και άλλοι και η γραμμή του ποταμού έγινεν εκτενεστάτη.

Είχεν αρχίση να σκοτινιάζη όταν έφθασαν εις το άκρον του χωριού, όπου το

σπίτι της Ζερβούδαινας. Ο δε Πατούχας υπερεπήδα ανά δύο τους συμπαίζοντας

με κραυγάς ενθουσιασμού, διά να τον ίδη η Μαργή. Αλλ’ η Μαργή δεν είχεν

επιστρέψη ακόμη από το Πετρούνι. Μόνον η χήρα ενεφανίσθη και εύρε τρόπον

νανταλλάξη ολίγας λέξεις ταπεινοφώνως με τον Μανώλην.

Η Σαϊτονικολίνα είχεν εξέλθη προς αναζήτησίν του και μετ’ ολίγον τον

συνήντησε καθ’ οδόν αλλ’ εις μάτην επροσπάθησε να τον παραλάβη εις το

σπίτι, όπου θα συνηθροίζετο όλη η οικογένεια. Ο Μανώλης εδείπνησεν εις

του Αστρονόμου. Λαβών δε έπειτα το κλειδί του σπιτιού του διά να κοιμηθή

εκεί την νύκτα, εξήλθε και επανεύρε διαφόρους φίλους του και ήρχισαν να

περιέρχωνται τα σπίτια. Παντού εύρισκαν πλουσίας τραπέζας, τραγούδια

Hooray! Your file is uploaded and ready to be published.

Saved successfully!

Ooh no, something went wrong!