04.06.2021 Views

Πατούχας του Ιωάννη Κονδυλάκη - Ευθυμογράφημα

Ο “Πατούχας” του Ιωάννη Κονδυλάκη (1861−1920), αν και παραμένει μέσα σε πλαίσια ηθογραφικά, προχωρεί σε βάθος ψυχολογικό με δυνατή περιγραφή χαρακτήρων.

Ο “Πατούχας” του Ιωάννη Κονδυλάκη (1861−1920), αν και παραμένει μέσα σε πλαίσια ηθογραφικά, προχωρεί σε βάθος ψυχολογικό με δυνατή περιγραφή χαρακτήρων.

SHOW MORE
SHOW LESS
  • No tags were found...

Create successful ePaper yourself

Turn your PDF publications into a flip-book with our unique Google optimized e-Paper software.

Η κλασσική βιβλιοθήκη του Ovi

δι’ αλυσίδων, διά να πίνουν οι διαβάται. Αλλ’ οι Χριστιανοί απέφευγον να

πίνουν με τα τάσια εκείνα των Τούρκων, «για να μη μαγαρίσουν».

Ο Σαϊτονικολής επληροφόρησε χαμηλοφώνως τον υιόν του ότι το τζαμί ήτον

άλλοτε ναός του Μιχαήλ Αρχαγγέλου, τον οποίον, όπως και πολλάς άλλας

εκκλησίας, κατέλαβον διά της βίας οι Τούρκοι, όταν εκυρίευσαν την Κρήτην.

Έπειτα του έδειξε τον Μουδίρην, όστις συνεκέντρωνεν εις εαυτόν όλην την

εξουσίαν διοικητικήν και δικαστικήν της επαρχίας και δι’ ολίγων ζαπτιέδων ή

γραμμένων, μωαμεθανών και χριστιανών, ετήρει την τάξιν. Ο Μουδίρης ήτο

Τουρκαλβανός εκ των απομεινάντων εν Κρήτη από της αιγυπτιακής κυριαρχίας

και διά των οποίων η σιδηρά διοίκησις του Μουσταφά πασά κατώρθωσε τότε

να δαμάση τους Τουρκοκρητικούς και αποκαταστήση την τάξιν εν Κρήτη. Και

κατ’ αρχάς μεν ήτο δίκαιος άνθρωπος· υπό την τουρκικήν κυβέρνησιν όμως

και εκ του συγχρωτισμού του μετά των Τούρκων της Κρήτης έγεινε φανατικός

και διώκτης των Χριστιανών. Αλλ’ εις τούτο εφαίνετο ακολουθών και την

πολιτικήν της κυβερνήσεώς του, ήτις, αφού ηναγκάσθη να δώση εις τους

Χριστιανούς προνόμια κατά το 1858, εφρόντιζε τώρα να τα εκμηδενίση.

Ο Μουδίρης εκάθητο εις την μικράν υπόστεγον αυλήν του τζαμιού μετά

του Ιμάμη κεκάπνιζον τα μακρά των τσιμπούκια, ομιλούντες εις γλώσσαν

ελληνικήν, την οποίαν εκαρύκευον με τουρκικάς λέξεις.

Από της θέσεως εκείνης ο Μουδίρης ηδύνατο να περιλάβη δι’ ενός βλέμματος

σχεδόν ολόκληρον το χωριό, το οποίον εκείθεν αρχόμενον και απλούμενον

εις το επίπεδον της αγοράς και της τουρκικής συνοικίας, εξετείνετο έπειτα

αμφιθεατρικώς επί των κλιτύων του βουνού, ευρύ και φαιδρόν, ως γελαστόν

πρόσωπον, εν μέσω πλαισίου εξ ελαιώνων και δασών καταρρύτων. Σειρά

δένδρων υψηλών, τα οποία εφαίνοντο ως αναβαίνοντα προς τα όρη, ηκολούθει

τον μαίανδρον τον οποίον διέγραφε καταρρέων διά του χωρίου ο «ποταμός»,

ρύαξ αστείρευτος, δίδων την κίνησιν εις πέντε νερομύλους. Επί των δωμάτων

εφαίνοντο όμιλοι ανδρών και γυναικών, φαιδροί εις το ιλαρόν φεγγοβόλημα

του εαρινού ηλίου, περιάγοντες το βλέμμα εις την ευδαίμονα κοιλάδα την

ανοιγομένην κάτω προ του χωριού, όπου τους συσκίους κήπους και τους

βαθείς ελαιώνας διεδέχετο σμαραγδίνη θάλασσα σπαρτών, σχηματιζομένη εις

άβακα θαυμάσιον υπό των διασταυρουμένων διωρύγων, δι’ ων έφευγον, ως

αργυροί όφεις διολισθαίνοντες εις την πρασινάδα, τα ύδατα των ρυάκων και

των αμετρήτων πηγών. Εκείθεν δε το βλέμμα, ακολουθούν σειράν διαδοχικήν

λόφων και κοιλάδων ορεινών, έφθανε κάτω μακράν, όπου παραπέτασμα βουνών

Hooray! Your file is uploaded and ready to be published.

Saved successfully!

Ooh no, something went wrong!