O ÎκÏοÏιÏμÏÏ ÏÏην ÎÏÏÏο Îι Î£Ï Î½ÎÏÎµÎ¹ÎµÏ ÏÎ·Ï Î Î¿Î»Î¹ÏÎµÎ¹Î±ÎºÎ®Ï ÎºÎ±Î¹ ... - PRIO
O ÎκÏοÏιÏμÏÏ ÏÏην ÎÏÏÏο Îι Î£Ï Î½ÎÏÎµÎ¹ÎµÏ ÏÎ·Ï Î Î¿Î»Î¹ÏÎµÎ¹Î±ÎºÎ®Ï ÎºÎ±Î¹ ... - PRIO
O ÎκÏοÏιÏμÏÏ ÏÏην ÎÏÏÏο Îι Î£Ï Î½ÎÏÎµÎ¹ÎµÏ ÏÎ·Ï Î Î¿Î»Î¹ÏÎµÎ¹Î±ÎºÎ®Ï ÎºÎ±Î¹ ... - PRIO
You also want an ePaper? Increase the reach of your titles
YUMPU automatically turns print PDFs into web optimized ePapers that Google loves.
26 Βιωματικές Ιστορίες: Ελληνοκυπριακή Κοινότητα<br />
Η Αρπίκ θυμάται την αλλαγή της σύνθεσης της γειτονιάς από τα πρώιμα χρόνια της.<br />
«Μετά τη γενοκτονία των Αρμενίων σκέφτηκαν ότι ήταν φυσικό να εγκατασταθούν σε τουρκική<br />
περιοχή επειδή δεν μιλούσαν ελληνικά και [τα τουρκικά] ήταν η γλώσσα που μιλούσαν. Στις περιοχές<br />
μας υπήρχαν Αρμένιοι αλλά και Ελληνοκύπριοι («κυπραίοι»), είχε Έλληνα φούρναρη, αλευρόμυλο,<br />
μια επιχείρηση καπνού, μεγάλες εταιρείες κι όχι μικρά μαγαζιά. Μετά σταδιακά, οποιοσ δήποτε<br />
πουλούσε, οι Τούρκοι αγόραζαν. Μέχρι το 1963 δεν έμειναν σχεδόν καθόλου Ελληνοκύπριοι. Αλλά<br />
ο φούρνος παρέμεινε.»<br />
Η Αρπικ ανακαλεί στιγμές ευτυχίας που μετά τη φυγή τους, εκ των πραγμάτων, θα ήταν<br />
αδύνατο να επαναληφθούν.<br />
«Θυμάμαι καθόμασταν, στο σπίτι, γύρω από το τραπέζι για δείπνο και συζητούσαμε, η γιαγιά<br />
έλεγε ιστορίες από την ζωή στην Τουρκία, ο πατέρας από τη δουλειά του, και τώρα συνειδητοποιώ<br />
ότι είναι κάτι που δεν ξανακάναμε μετέπειτα. Δεν συζητούσαμε πια γιατί κυρίως δεν είχαμε χώρο.<br />
Τρώγαμε ένας ένας κάθε φορά, βιαστικά, για να πάρει σειρά ο επόμενος».<br />
Καθώς κλιμακωνόταν η διακοινοτική βία το 1963, οι γονείς της Αρπικ αποφάσισαν, αρχικά<br />
προσωρινά, να φύγουν από τη γειτονιά.<br />
«οι γονείς μου έφευγαν το πρωί, μαζί με τη γιαγιά μου σε αναζήτηση σπιτιού. Έφυγαν και<br />
επέστρεφαν χωρίς να βρίσκουν κάτι,επειδή ο πατέρας νόμιζε ότι πρόκειται για μια διευθέτηση ενός<br />
μηνός μέχρι να ξαναγυρίσουμε και δεν ήθελε να υπογράψει ένα [μακροπρόθεσμο] συμβόλαιο…<br />
φύγαμε στις 6 Ιανουαρίου, ήταν Χριστούγεννα θυμάμαι. Πήραμε ρούχα, χαλιά, κάποια έπιπλα<br />
αξίας, και ορισμένα πράγματα. Τα πουλήσαμε όλα. Ήταν αδύνατη οικονομικά η κατάσταση με το<br />
ενοίκιο και τα δίδακτρα. η μητέρα μου ανέλαβε ράψιμο ως πλήρη απασχόληση – μέχρι τότε το<br />
έκανε για την οικογένεια και φίλους. Όσο κατάφερνε να περάσει ο πατέρας, με άδεια των ηΕ,<br />
πήγαινε στο σπίτι και έφερνε πράγματα. Ένα πρωί που είπαν ότι δεν μπορεί να ξαναπάει. Έβγαλε<br />
όλα τα πράγματα από το σπίτι, τα έβαλε με σειρά στο γκαράζ, το οποίο είχε καθαρίσει καλά και το<br />
κλείδωσε. Δεν υπάρχει γκαράζ φυσικά τώρα. Αλλά έτσι εξηγείται γιατί δεν έχω τίποτα να δείξω από<br />
τη ζωή εκεί για παράδειγμα – να πω, αυτό είναι το παιχνίδι μου ή κάτι. Δεν έχω τίποτα. Ό,τι φέραμε<br />
πουλήθηκε.»<br />
Οι οικονομικές δυσκολίες που αντιμετώπισε η οικογένεια σημάδεψαν τα επόμενα εφηβικά<br />
χρόνια της Αρπίκ.<br />
«Είχαμε νοικιάσει παράγκες στο πίσω μέρος μιας αυλής («πισινά») και δεν χωρούσε πολλά.<br />
Ζούσαμε έξι άτομα σε δυο δωμάτια, με ένα διάδρομο στη μέση. Ήταν πολύ δύσκολο να τα<br />
βγάλουμε πέρα άλλα ο πατέρας μου μας έστειλε σε ιδιωτικό σχολείο για να μας δώσει επιλογές που<br />
εκείνος δεν είχε. Αλλά καταλαβαίνω τις συνθήκες που μας οδήγησαν εκεί και γιατί ήμασταν εκεί και<br />
τις κατανοώ.»<br />
Η Αρπικ νιώθει πικρία για την πενιχρή υποστήριξη που έλαβε η οικογένεια από το κράτος.<br />
«η μητέρα μου λάμβανε κάποιο βοήθημα για το ενοίκιο από κάποια δεδομένη στιγμή και μετά,<br />
αλλά δεν θυμάμαι πότε. Ήταν 50 λίρες κύπρου. Δεν ήταν αμέσως μετά, ήταν αργότερα…ίσως<br />
μετά το 1974… Δυστυχώς δεν θεωρηθήκαμε πρόσφυγες. Ήμασταν Τουρκόπληκτοι. Αυτοί από το<br />
1963 είναι Τουρκοπληκτοι, και του 1974 πρόσφυγες. και δεν λάβαμε κανένα από τα ωφελήματα<br />
που έχετε εσείς [Ελληνοκύπριοι]. Μερικές φορές ακούω Ελληνοκύπριους πρόσφυγες να μιλούν για