ΕΠΙΜΕΤΡ<strong>Ο</strong>Μορφή, χαρακτήρας καί φυσικά χαρίσµατα τοῦ ΓέρονταΗ ἐξωτερική ἐµφάνιση τοῦ Γέροντα ἦταν ἑνός συνηθισµένου µοναχοῦ. Τόἀνάστηµά του µέτριο, περίπου 1,60 µ. ὕψος. ῏Ηταν πολύ λεπτός, σκελετωµένοςἀπό τήν πολυετῆ ἄσκηση, µέ ὡραῖα, ἁρµονικά καί λεπτά τά χαρακτηριστικά τοῦπροσώπου. Ἡ ὅλη ἐµφάνισή του ἀπέπνεε καλωσύνη καί συµπάθεια.Τό βλέµµα του ζωηρό, ἐκφραστικό (ἐκφραζόταν καί µιλοῦσε µέ τά µάτιατου), διεισδυτικό καί σπινθηροβόλο. Εἰρήνη, σιγουριά καί ἀρχοντιά συνώδευαντίς κινήσεις του. Τά γένια του µέτρια, πυκνά καί σχεδόν κατάλευκα πρίν ἀπότήν κοίµησή του. Τά µαλλιά του µιξοπόλια (ἀσπρόµαυρα) καί πολύ πυκνά, ἔφθανανὥς τούς ὤµους του. Συνήθως φοροῦσε πλεκτό µάλλινο σκοῦφο, χοντρό γιάτό κρύο. Σέ ἐξόδους φοροῦσε τόν συνηθισµένο ἁγιορείτικο.<strong>Ο</strong>ἱ παλάµες τῶν χεριῶν του µεγαλύτερες τοῦ κανονικοῦ, στιβαρές, ἔδειχνανἄνθρωπο πού εἶχε ἀσχοληθῆ µέ χειρωνακτικές ἐργασίες. Τά πέλµατα τῶν ποδιῶντου µεγάλα, δυσανάλογα πρός τό ἀνάστηµά του. Τά δόντια του ἔλειπανσχεδόν ὅλα, ἐκτός ἀπό δύο στήν ἄνω σιαγόνα καί λίγα µπροστινά στήν κάτω.Δέν θέλησε νά βάλη δόντια, ἄν καί τοῦ πρότειναν πνευµατικά του τέκνα. Συγκατατέθηκεὅµως καί ἔβαλε δύο «γκυλιέδες», ὅπως ὠνόµαζε τίς θῆκες. ῞<strong>Ο</strong>τανγελοῦσε, φαίνονταν χαρακτηριστικά. Παρά τήν ἔλλειψη τῶν δοντιῶν, µιλοῦσεκαθαρά, καί δέν φαινόταν αὐτό σάν σωµατικό µειονέκτηµα. Ἡ ἔκδηλη θείαχάρι σκέπαζε αὐτή τήν ἔλλειψη καί τόν ἔκανε νά φαίνεται «ὡραῖος κάλλει». Τόπρόσωπό του ἦταν φωτεινό καί χαριτωµένο. Ὁλόκληρος ἦταν «λαµπρόν τῆςχάριτος γνώρισµα».<strong>Ο</strong>ἱ αἰσθήσεις του παρέµειναν ὀξύτατες ὥς τήν κοίµησή του καί λειτουργοῦσανπολύ καλά. Μέ τήν ὄσφρησή του ἀπό ἕνα χιλιόµετρο µακρυά αἰσθανότανκάποιον πού κάπνιζε. Ἡ ἀκοή του πολύ εὐαίσθητη. Ἡ ὅρασή του καταπληκτική.Ἔβλεπε λεπτοµέρειες ἀπό πολύ µακρυά. Μέ γυαλιά πρεσβυωπίας ἔκανε ξυλόγλυπταµέ λεπτοµέρειες ὥς τά τέλη τῆς ζωῆς του.Φαινόταν ἕνας φυσιολογικός ἄνθρωπος, ἀλλά ἔκρυβε στόν «κρυπτόν τῆς καρδίαςἄνθρωπον, τόν κατά Θεόν κτισθέντα», τήν θεία χάρι πού ἦταν ἀδύνατο νάκρυφθῆ καί ἀσύλληπτο νά κατανοηθῆ.Ἄν καί γέρων λευκόθριξ, ἀσθενής καί χωρίς δόντια, ἦταν ὅµως λέων. Εἶχεκάτι τό δυνατό, τό ἀποφασιστικό, τό θεϊκό. Μέσα σέ αὐτό τό ἀσθενικό καί µικροκαµωµένοσῶµα κρυβόταν µιά ψυχή ἀνδρεία, µέ πολλή δύναµη καί θυµό.96Γέρων Παΐσιος ὁ Ἀγιορείτηò
Τόν θυµό οἱ ἅγιοι Πατέρες τόν ὀνοµάζουν νεῦρο τῆς ψυχῆς. Αὐτή τήνδύναµη (θυµό) τήν ἔστρεψε πρός τό καλό καί τήν ἀξιοποίησε γιά νάἐπιτύχη τίς ἀρετές. Δέν δίσταζε νά ἐλέγξη κάποιον, ὅταν ἔκανε κακόπού ὑπερέβαινε τά ὅρια, καί νά θυµώση ἀπαθῶς 38 -«ὀργίζεσθε καί µήἁµαρτάνετε»- χωρίς νά χάση τήν εἰρήνη του, πάντοτε ὅµως ὑπερασπίζονταςκάτι ἀνώτερο καί ὄχι τόν ἑαυτό του. Μιλοῦσε τότε, ὄχι κυριευ-µένος ἀπό τό πάθος τῆς ὀργῆς, ἀλλά µέ πόνο ψυχῆς.Ἦταν ἀπό φύσεως ἀνοικτός καί εὐχάριστος, φιλόξενος καί ἐλεή-µων, γνήσιος Ἀνατολίτης. Ἀγαποῦσε νά διηγῆται χαριτωµένες ἱστορίεςµέ πνευµατικό περιεχόµενο καί νά γελᾶ ἀπό τήν καρδιά του: «Δυστυχῶςσήµερα», ἔλεγε, «χάθηκε ἀπό τούς πολλούς τό φυσικό γέλιο».Μποροῦσε νά ξεσπάση σέ κλάµατα ἀπό συµπάθεια, νά ἀσπασθῆ ὡς ἀδελφότου κάποιον πονεµένο πού πρώτη φορά ἔβλεπε, καί νά κάνη κάθε θυσία γιάνά τόν ἀναπαύση καί νά τόν βοηθήση. Καί ὅλα αὐτά τά ἔκανε ἀπό τήν καρδιάτου φυσικά καί αὐθόρµητα.Θυσιαζόταν γιά τό πιστεύω του καί γιά τήν ἀγάπη πρός τόν πλησίον. Ἀπεχθάνετοτήν διπροσωπία, τήν χαµέρπεια καί τήν ἀσυνειδησία. Τιµοῦσε καί σεβόταντούς ἐναρέτους, τούς εὐλαβεῖς, ὅσους εἶχαν ἰδανικά καί ἐργάζονταν γιάτό καλό τῆς Ἐκκλησίας καί τοῦ Ἔθνους, τούς φιλότιµους πού εἶχαν πνεῦµα θυσίας.῎Ελεγε: «῎Εχω µέσα στήν καρδιά µου αὐτούς πού ἔχουν καλωσύνη, εὐλάβειακαί ἁπλότητα».Στόν πιό ἄσηµο ἄνθρωπο, ἄν µάλιστα ἦταν πονεµένη καί εὐαίσθητη ψυχή,ταπεινωνόταν ἀπεριόριστα, γινόταν χῶµα. Ἀλλά γινόταν βουνό πανύψηλο, βράχοςἀσάλευτος στίς ἀπειλές, στούς ἐκφοβισµούς, στίς κολακεῖες, στίς δωροδοκίεςτῶν δυνατῶν. ῏Ηταν ἀπτόητος µπροστά στίς ἀπειλές, τόν κίνδυνο καί τόνθάνατο. ῏Ηταν ἄτρωτος ἀπό συκοφαντίες, ἀκόµη καί στά κτυπήµατα «τῶν πολεµούντωναὐτόν ἀπό ὕψους» 39 (δηλαδή τῶν ἰσχυρῶν τῆς γῆς).῏Ηταν ἄνθρωπος µέ πλούσιο ἐσωτερικό περιεχόµενο. Εἶχε καρδιά µέ αἰσθήµαταἐξαγνισµένα (ἄσχετα µέ κάθε συναισθηµατισµό). ῏Ηταν ἄνθρωπος τέλειος,ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ. Μία θεότευκτη εἰκόνα µέ πολύτιµες ψηφίδες, τίς ἀρετές.῞Ενα «καθαρό καί ἀκηλίδωτο ἔσοπτρο», πού ἀντανακλοῦσε θεῖες ἰδιότητες. ὉΓέροντας ἦταν φύση ἀγαθή, µέ καλές καταβολές, προικισµένος µέ σπάνια χαρίσµατα.Ἀλλά ἀγωνίσθηκε πολύ, αὔξησε καί διπλασίασε τά τάλαντά του. ὉΘεός τοῦ ἔδωσε πολλά, καί ὁ Γέροντας τά ἀπέδωσε πολλαπλά.῏Ηταν φαινόµενο εὐφυΐας, εὐστροφίας, ἑτοιµότητος. Σπάνια καί ἀσυνήθηςπερίπτωση. Εἶχε καταπληκτική µνήµη. Θυµόταν κάποιον πού ἔβλεπε µιά φοράγιά δεκαετίες. Κάποτε στήν «Παναγούδα» τόν ἐπισκέφθηκε ἕνας ἡλικιωµένος.Ὁ Γέροντας τόν ρώτησε: «Εἶσαι ὁ Κοκκινέλης;». Πράγµατι ἦταν ὁ Κοκκινέλης,µέ τόν ὁποῖο εἶχαν συνυπηρετήσει γιά λίγο στρατιῶτες πρίν ἀπό µισόν αἰῶνα.Ἦταν µέσα σέ ὅλα, χωρίς νά ἀσχολῆται µέ ὅλα. Γνώριζε τά τοῦ κόσµου, δια-µένοντας στήν ἔρηµο. Ἦταν πνευµατικά µαζί µέ ὅλους, ἀγαποῦσε ὅλο τόν κόσµοκαί ἀπεῖχε ἀπό ὅλους.38«Ὁ δέ θυµός τότε πάλιν κινεῖται κατά φύσιν, ὅτε πάντας ἀνθρώπους ἀγαπᾷ καί πρός οὐδένα αὐτῶν ἤ λύπηνἤ µνησικακίαν κέκτηται», ἁγίου Ἰωάννου Δαµασκηνοῦ Λόγος ψυχωφελής, Φιλοκαλία τοµ. Β΄, σ. 236.39Ψαλµ. νε΄, 3.Γέρων Παΐσιος ὁ Ἀγιορείτηò97