Create successful ePaper yourself
Turn your PDF publications into a flip-book with our unique Google optimized e-Paper software.
καί τήν ἐπανένωσιν τῶν «Ἀξέχαστων πατρίδων», δηλαδή, τῆς Ἀνατολικῆς<br />
Θράκης, τῆς Ἰωνίας καί τοῦ Πόντου μέ τήν Ἑλλάδαν, ὁπότε<br />
θά κυριαρχοῦσαν τόσον εἰς τόν Εὔξεινον Πόντον, ὅσον καί εἰς τήν<br />
Μεσόγειον. Ὑπῆρχε καί ἡ συνεχής ὑποδαύλισις ἐκ μέρους τῶν αἰωνίων<br />
ἐχθρῶν τόσον τῆς Ἑλλάδος, ὅσον καί τῆς Ἀνθρωπότητος, τῶν<br />
σιωνιστῶν, αὐτῶν τῶν μοναδικῶν δολοπλόκων, τά μακάβρια σχέδια<br />
τῶν ὁποίων εἶναι πάντα μακρόχρονα καί ἐκ τῶν προτέρων ὑπάρχουν<br />
ἕτοιμες, «ἐναλλακτικές» παραλλαγές.<br />
Οὕτως, ἡ κραταιά τσαρική Ρωσία, δέν ἔπεσε θύμα οὐδεμίας «Μεγάλης<br />
Ὀκτωβριανῆς ἐπαναστάσεως», ὅπως εὐαγγελίζονται οἱ ἀνά τόν<br />
κόσμον κομμουνιστές καί ἀριστερούληδες, ἀλλά τοῦ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗ-<br />
ΜΑΤΟΣ τῆς συντριπτικῆς μειοψηφίας, πού αὐτεχρίσθη «πλειοψηφοῦντες»<br />
(μπολσεβίκοι), χρίζοντας δέ τήν συντριπτικήν πλειοψηφίαν<br />
εἰς: «μειοψηφοῦντες» (μενσεβίκοι).<br />
Ἀξίζει νά σημειωθῆ, ὅτι ἡ «σοσιαλιστική οἰκονομία» τῆς σοβιετικῆς<br />
ἐξουσίας ὁδήγησε τούς κατοίκους τῆς <strong>ΕΣΣΔ</strong>, ἀκόμα καί εἰς<br />
κανιβαλισμόν! Αὐτό τό γράφει καί ὁ ἀριστερῆς ἰδεολογίας, ἀλλά μεγάλος<br />
Ἕλλην συγγραφεύς Νίκος Καζαντζάκης, εἰς τό βιβλίον του: Τόντα<br />
Ράμπα.<br />
Παραθέτω τό σχετικόν ἀπόσπασμα, ἀπό τό ΙΕ΄ κεφάλαιον,<br />
σελίδες 183-185: «… Στὸ Σαράτωφ, πρὶν ἀπὸ λίγες μέρες, ὁ κακὸμοιρος<br />
ὁ Ἀμίτα ἐνιωσε βαθιὰ ταραχή… Ἡ πεῖνα! Φοβερὲς ἱστορίες…<br />
Παιδικὰ πτώματα στοιβαγμένα μέσα στούς δρόμους. Γονιοὶ πού<br />
ἀλλάζουν μέ ἄλλους γονιοὺς τὰ μικρὰ πτώματα τῶν παιδιῶν τους, γιά<br />
νά μὴν τρῶνε τὸ δικὸ τοὺς γόνο. Ὁ Ἀμίτα ἄγγισε μέ τὸ χέρι του,<br />
μέσα στό Μουσεῖο, τὸ ψωμὶ ἀπὸ σβουνιὰ καὶ ἄχερό πού τρώγαν οἱ<br />
Ρούσοι. Τρέκλισε ἀπὸ τρόμο κοιτώντας τίς φωτογραφίες. Κάποιος<br />
τοῦ δηγιέται: «Οἱ ἄνθρωποι πέφτανε μέσα στοὺς δρόμους. Κράταγα<br />
στὸ βάθος τῆς τσέπης μου ἕνα κόμματι ζάχαρι κι ἔνα κόμματι ἀλάτι<br />
προσεχτικὰ δεμένα στὴν ἄκρη τοῦ μαντιλιοῦ μου. Μιά μέρα ἔτρωγα<br />
μιά ῥέγγα· ρίχνω στὸ χῶμα τὸ κεφάλι, ἔνας χωριάτης ρίχνεται ἀπάνω<br />
του, τὸ μαζεύει καὶ τὸ γλείφει ἀχόρταγα. Ἡ ἀποστολὴ Νάνσεν ἔφτασε·<br />
μᾶς μοίρασαν τὰ φορέματα πού οἱ καλὲς ψυχὲς τῆς Δύσῃς μᾶς<br />
ἔστειλαν. Κατόρθωσα ν’ ἁρπάξω ἔνα φράκο κι ἕνα ψηλὸ καπέλο.<br />
Ἔτσι ντυμένος, μισοπεθαμένος ἀπὸ τὴν πεῖνα, ἔτρεξα νὰ πάρω μέρος<br />
σ’ ἔνα συλλαλητήριο καὶ νὰ μιλήσω: ἤθελα νὰ δώσω κουράγιο στὸν<br />
κοσμάκη πού τὰ ’χε χαμένα. Ὅλοι εἴχανε μεγάλες γενειάδες· ὅλοι<br />
279