Lexicon ΣΥΝΑΓΩΓΗ ΛΕΞΕΩΝ, ΣΥΛΛΕΓΕΙΣΑ ΕΚ ∆ΙΑΦΟΡΩΝ ...
Lexicon ΣΥΝΑΓΩΓΗ ΛΕΞΕΩΝ, ΣΥΛΛΕΓΕΙΣΑ ΕΚ ∆ΙΑΦΟΡΩΝ ...
Lexicon ΣΥΝΑΓΩΓΗ ΛΕΞΕΩΝ, ΣΥΛΛΕΓΕΙΣΑ ΕΚ ∆ΙΑΦΟΡΩΝ ...
Create successful ePaper yourself
Turn your PDF publications into a flip-book with our unique Google optimized e-Paper software.
̓Απογυιώσεισ. βλάψεις τὰ μέλη. γυῖα γὰρ τὰ μέλη. ̓Αποβλύζων. ἀπεμῶν. ̓Αποίσονται.<br />
κομίσουσιν. ̓Αποφαίνειν. ἀποδεικνύειν. ̓Αποφορτίσασθαι. ἀποῤῥίψασθαι. ̓Αποκναίω.<br />
τὸ λυπῶ. ̓Απόχρη. ἀρκεῖ. ̓Απόνασθαι. ἀπολαῦσαι. ̓Αποστυγοῦντεσ. μισοῦντες.<br />
̓Αποσεμνύνει. μεγαλύνει. ̓Αποσκυθίσαι. κυρίως τὸ ἀποτεμεῖν τὸ παρὰ τὴν κεφαλὴν<br />
δέρμα σὺν θριξί· καταχρηστικῶς δὲ, τὸ ἀποκεῖραι. ̓Αποφάσκει. ἀπαγορεύει. alpha.283<br />
̓Απομάττεται. ἀποτυποῖ. ̓Αποσοβεῖ. ἀπελαύνει, ἀποδιώκει. ̓Απολυσάμενοσ.<br />
ἀπολυτρωσάμενος. ̓Απότρεχε. ἀναχώρει. ̓Αποσκορακίζει. ἐξορίζει, ἀποδιώκει.<br />
̓Αποβουκολῆσαι. ἐκβαλεῖν, ἀπατῆσαι, ἀποδιῶξαι, ἀποπλανῆσαι. ̓Αποκριθῆναι.<br />
διαζυγῆναι, διαχωρισθῆναι. ̓Αποκοτταβίζειν. τὸ λειπόμενον πόμα τοῦ πόματος τοῦ<br />
ποτηρίου ἐκχεῖν ου τως, ω στε ψόφον ποιεῖν· κότταβος γὰρ ὁ η χος. ̓Αποσχεδιάσασ.<br />
ψευσάμενος. ̓Απάγου. ἀντὶ τοῦ, πρὸς αὐτὸν α παγε. ̓Αποδρύφω. ἐκδέρω. ̓Απόκριναι.<br />
ἀποκρίθητι. ἀπόκρινε δὲ ἀντὶ τοῦ διαχώρισον· ψιλόν. ̓Απαρκέσαι. ἀποσκευάσασθαι.<br />
̓Απινύσσω. τὸ ἀσυνετῶ. ̓Απῳκισμένοσ. μεμακρυσμένος. ̓Απῶσμαι. ἀπέῤῥιμμαι.<br />
̓Αποδρᾷν. φεύγειν· τὸ ε ξω τῆς ὑπηρεσίας γενέσθαι τοῦ δεσπότου. alpha.284<br />
̓Αποψύχειν. ̔Ησίοδος· μηδὲν ἀποψύχειν. σημαίνει δὲ τὸ ἀφοδεύειν η<br />
ἀποπνευματίζειν. ̓Αποθησαυρίζοντασ. ἀποτιθεμένους. ̓Απόστολος·<br />
ἀποθησαυρίζοντας ἑαυτοῖς–. ̓Απέχῃσ. ἀπολαύῃς. ἀποστολικὴ ἡ λέξις. ι να αἰώνιον<br />
αὐτὸν ἀπέχῃς. ( ̓Επίῤῥημα.) ̓Απαρτί. παρὰ τὸ ἀπηρτισμένον καὶ πλῆρες. Φερεκράτης.<br />
καὶ τοὺς σώφρονας ἀπαρτὶ πλουτῆσαι ποιήσω. ̓Απαταγί. α νευ ψόφου. ̓Απαλάμνωσ.<br />
ἀσθενῶς. ̓Απαρεμφάτωσ. α νευ δηλώσεως προσώπου. ̓Απαισίωσ. βλασφήμως,<br />
ἀπρεπῶς. ̓Απαρεμποδίστωσ. ἀνεμποδίστως. ̓Απάτερθεν. μακρὰν η χωρίς. ἀπὸ τοῦ<br />
α τερ, α τερθεν καὶ ἀπάτερθεν. ̓Απάνευθεν. ἀντὶ τοῦ χωρίς. ἀπὸ τοῦ α νευ, α νευθε<br />
καὶ ἀπάνευθεν. Απαξ. ἀντὶ τοῦ ο ντως καὶ βεβαίως. ὡς τό· α παξ ω μοσα ἐν τῷ ἁγίῳ<br />
μου. ̓Απαραγγέλτωσ. ἀκελεύστως. alpha.285 ̓Απαραιτήτωσ. ἀσυγχωρήτως.<br />
̓Απερισκέπτωσ. α νευ βουλῆς καὶ σκέψεως. ̓Απεχθῶσ. ἐχθρωδῶς, μισητῶς.<br />
̓Αποχρώντωσ. ἱκανῶς, ἀρκούντως. ̓Απηλεγέωσ. σκληρῶς, ἀποτόμως. παρὰ τὸ ἀλέγω<br />
τὸ φροντίζω, ἀλεγὴς καὶ ἀπηλεγὴς, καὶ ἀπηλεγέως καὶ ἀπηλεγῶς. ̓Αποσταδόν.<br />
πόῤῥωθεν, ἐκ διαστήματος. ἐκ τοῦ ι στημι τὸ παθητικὸν ι σταμαι, σταδὸν καὶ<br />
ἀποσταδόν. ̓Απόπροθι. χωρὶς, μακράν. ̔Απλῶσ. χωρὶς προσθήκης. ἀντὶ τοῦ ἐξ<br />
ἀνάγκης· η ὡς πρῶτον. ̓Απραγμόνωσ. ἐλευθέρως, α νευ τινὸς ἐξετάσεως. ̓Ιάμβλιχος·<br />
ει τα ἐάσατε ου τως ἀπραγμόνως ἀποθανεῖν. ̓Απροσδιορίστωσ. ἀορίστως.<br />
̓Απροόπτωσ. ἀπροοράτως. ̓Απρίξ. τὸ ἰσχυρῶς κρατεῖν ο λῃ δυνάμει. ε στι πρίζω,<br />
πρίσω καὶ δωρικῶς πρίξω, καὶ ἐξ αὐτοῦ ἐπίῤῥημα ἀπρίξ. ̓Απροτίοπτα. κρύφα, λάθρα.<br />
ἀπὸ τοῦ ο πτω τὸ βλέπω. * ̓Απαισίωσ. ἀπρεπῶς.* * ̓Απαπαί. συγκαταθετικὸν<br />
ἐπίῤῥημα.* ̓Απῳδόν. ἀναρμόστως, καὶ α ποθεν τῆς ᾠδῆς. ̔Απλῶσ. η κυρίως, η<br />
καθόλου, η μοναχῶς. alpha.286 Τὸ Α μετὰ τοῦ Ρ. ( ̓Αρσενικόν.) ̓Αράσιμοσ.<br />
καταράσιμος. ̓Αραχναῖος μῖτοσ. ὁ λεπτότατος. ̓Αράχνησ. τὸ ζωΰφιον. ἀράχνη δὲ<br />
θηλυκῶς τὸ υ φασμα. παρὰ τὸ ἀραιὰ ι χνη ε χειν λέγεται ἀράχνης. Αραινοσ. ο νομα<br />
ποταμοῦ. Αῤῥαιστοσ. α φθαρτος. ̓Αραφέλ. γνόφος, ὁμίχλη, η ο νομα στερεώματος.<br />
̓Αράξησ. ποταμός. παρὰ τὸ ἀράσσειν, ο τι ἀπὸ Καυκάσου καταῤῥήγνυται. ̓Αργαλέοσ.<br />
χαλεπὸς, δεινός. παρὰ τὸ τὸν α ρην, τὸν πόλεμον, ἀραλέος, καὶ πλεονασμῷ τοῦ ˉγ<br />
ἀργαλέος. η παρὰ τὸ α λγος, ὁ λύπας καὶ κακὰ ἐμποιῶν. παράγονται δὲ τὰ τοιαῦτα<br />
ὀνόματα ἀπὸ τριῶν μερῶν τοῦ λόγου· ἀπὸ ὀνόματος, ἀπὸ ῥήματος καὶ ἀπὸ<br />
ἐπιῤῥήματος. ἀπὸ ὀνόματος, ὡς τὸ δίψα, διψαλέος· ἀπὸ ῥήματος, ὡς τὸ θαρσῶ,<br />
θαρσαλέος· ἀπὸ ἐπιῤῥήματος, ὡς ῥίμφα, ῥιμφαλέος. τὸ δὲ ἀργαλέος παρὰ τὸ α λγος,<br />
μεταθέσει τοῦ ˉλ εἰς ˉρ. ο μοιον τὸ ὑδρηρὸς, ὑδρηλὸς, ὑψηρὸς, ὑψηλός. ̓Αργεόσ. ὁ<br />
λαμπρός. * ̓Αράμ. κύριον. ἑρμηνεύεται δὲ μετέωρος.* ̓Αργιόδοντεσ. λευκοὶ τοὺς<br />
ὀδόντας η μεγάλοι. Αῤῥαβεσ. ε θνος. alpha.287 Αραβοσ. κτύπος. κυρίως ἡ ἐν α ρει<br />
βοή. ἀράβοος καὶ α ραβος. ̓Αργόσ. λευκὸς καὶ ὁ ῥάθυμος. κατὰ ἀντίφρασιν καὶ ὁ<br />
Ερευνητικό έργο: ∆ΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΠΙΣΤΗΣ – ΨΗΦΙΑΚΗ ΠΑΤΡΟΛΟΓΙΑ.<br />
Εργαστήριο ∆ιαχείρισης Πολιτισµικής Κληρονοµιάς, www.aegean.gr/culturaltec/chmlab.<br />
Χρηµατοδότηση: ΚΠ Interreg ΙΙΙΑ (ETΠΑ 75%, Εθν. πόροι 25%). Πανεπιστήµιο Αιγαίου, Τµήµα Πολιτισµικής Τεχνολογίας και Επικοινωνίας, © 2006.<br />
Επιτρέπεται η ελεύθερη χρήση του υλικού µε αναφορά στην πηγή προέλευσής του.<br />
69