Î ÎÎÎÎ ÎΣΤÎÎÎÎ Î ÎΤΡΩΠ- Nemertes
Î ÎÎÎÎ ÎΣΤÎÎÎÎ Î ÎΤΡΩΠ- Nemertes
Î ÎÎÎÎ ÎΣΤÎÎÎÎ Î ÎΤΡΩΠ- Nemertes
You also want an ePaper? Increase the reach of your titles
YUMPU automatically turns print PDFs into web optimized ePapers that Google loves.
Συνακόλουθα, η οργάνωση και διεξαγωγή της διδασκαλίας πρέπει να έχει τα<br />
ακόλουθα χαρακτηριστικά (ό. π., σ. 371-372):<br />
“-Να τοποθετεί το κέντρο βάρους της στο ίδιο το υποκείμενο, στην ουσιαστική και<br />
δυναμική συμμετοχή του στη διαδικασία της μάθησης.<br />
-Να στηρίζεται σε μαθησιακή κατάσταση που ευνοεί την ενόραση και η οποία<br />
ταυτόχρονα συνάδει με τις νοητικές και γνωστικές δυνατότητες του υποκειμένου.<br />
-Να βασίζεται στον πειραματισμό και την ανακάλυψη”.<br />
Αυτό σημαίνει πως η μάθηση δεν προκύπτει από απλή παράθεση και απομνημόνευση<br />
πληροφοριών. Το υποκείμενο δεν μπορεί να είναι θεατής και ακροατής κατά την<br />
πρόσκτηση της γνώσης. Αντίθετα, πρέπει να έχει τη δυνατότητα αυτόνομης,<br />
υπεύθυνης και σκόπιμης πνευματικής δραστηριοποίησης, δραστηριοποίησης η οποία<br />
επηρεάζει θετικά το συναίσθημα της αυτοϊδέας και την εσωτερική παρώθηση για<br />
δράση και ανάπτυξη πρωτοβουλίας.<br />
Η Μορφολογική Ψυχολογία παρά τη σαφή προσπάθεια να μεταφέρει τον πυρήνα του<br />
προβλήματος της μάθησης από το ζήτημα της δημιουργίας δεσμών μεταξύ<br />
ερεθίσματος και αντίδρασης σε αυτό των λειτουργιών της ανθρώπινης νόησης, δεν<br />
κατάφερε να πείσει για την επάρκεια του εγχειρήματος. Καθώς οι αντιληπτικοί<br />
μηχανισμοί ανάγονται σε φυσιολογικές εγκεφαλικές διαδικασίες, «κατηγορήθηκε»<br />
ότι επιστρέφει από άλλο δρόμο σε μια εμπειριστική θεώρηση, αντικαθιστώντας την<br />
έννοια του συνειρμού με αυτήν της οργανωμένης ολότητας που αποκαλεί «Μορφή».<br />
Η αιφνίδια, από την πλευρά του υποκειμένου, ανακάλυψη “…οφείλεται κυρίως στην<br />
ευνοϊκή ρύθμιση των στοιχείων μιας πειραματικής κατάστασης και στην ειδική<br />
χρήση της προηγούμενης εμπειρίας” (Ραβάνης 1991, σ. 20). Πρόκειται δηλαδή<br />
ουσιαστικά για μια καταχρηστική αναλογία ανάμεσα στην αντιληπτική δομή και στη<br />
νοημοσύνη, έννοιες οι οποίες παρά την αναμφισβήτητη συγγένειά τους δεν<br />
ταυτίζονται σε καμία περίπτωση (Piaget 1986, σ. 81-94). Επί πλέον “…αποκρύπτεται<br />
σιωπηρά η σταθερή αλληλεπίδραση της προγενέστερης με την παρούσα εμπειρία,<br />
αφού οι Μορφές θεωρούνται οντότητες χωρίς ιστορία, αμέσως αντιληπτές και όχι<br />
σταδιακά διαμορφωνόμενες” (Κρασανάκης 1987, σ. 117). Έτσι, οι απόπειρες για<br />
συνολικές τοποθετήσεις στο ζήτημα της εκπαιδευτικής διαδικασίας που είναι<br />
γνωστές ως «παιδαγωγική Gestalt», δεν κατάφεραν παρά να καταγραφούν ως μία<br />
συνιστώσα του ρεύματος που απεκλήθη «φιλελεύθερο-μεταρρυθμιστικό»<br />
(Κοντογιαννοπούλου 1983), με κύρια στόχευση την ανάπτυξη της ανθρώπινης<br />
υπόστασης, χωρίς όμως ιδιαίτερη επιστημολογική προοπτική, αλλά και με<br />
προβλήματα εφαρμογής (Νιτσόπουλος 1984).<br />
1.3.3. Η Γνωστική Ψυχολογία<br />
Η Γνωστική Ψυχολογία καθιερώνεται κατά τη δεκαετία του 1960, παρότι οι ιδέες που<br />
πρεσβεύει διακρίνονται στο χώρο της Ψυχολογίας από την εποχή της<br />
μπιχεβιοριστικής κυριαρχίας. Έχοντας έναν ανθρωποκεντρικό προσανατολισμό,<br />
επιχειρεί να αναλύσει και να μελετήσει τις εσωτερικές λειτουργικές διαδικασίες που<br />
διέπουν τις γνωστικές δραστηριότητες του ανθρώπου. Για τους υποστηρικτές της, η<br />
«γνωστική» κατεύθυνση δεν αποτελεί έναν από τους πολλούς κλάδους της<br />
Ψυχολογίας “…αλλά μια νέα θεωρητική προσέγγιση, η οποία έρχεται να ερμηνεύσει<br />
φαινόμενα ήδη γνωστά στην Ψυχολογία από πολλά χρόνια αλλά και φαινόμενα νέα,<br />
τα οποία δεν μπορούσαν να καλυφθούν από τις προϋπάρχουσες θεωρητικές τάσεις,<br />
καθώς το θεωρητικό πρότυπο που καθοδηγούσε την ψυχολογική σκέψη, το<br />
συνειρμικό πρότυπο δηλαδή, δεν επέτρεπε την επίκληση εννοιών, όπως η γνώση και<br />
οι γνωστικές διαδικασίες” (Κωσταρίδου 1992, σ. 1). Η ανάπτυξη της Γνωστικής<br />
Ψυχολογίας ήρθε σαν αποτέλεσμα τόσο των προβλημάτων που παρουσίασε η<br />
15