13.07.2015 Views

Επεξεργασία παραμυθιακών τύπων και παραλλαγών ΑΤ 560-590

Επεξεργασία παραμυθιακών τύπων και παραλλαγών ΑΤ 560-590

Επεξεργασία παραμυθιακών τύπων και παραλλαγών ΑΤ 560-590

SHOW MORE
SHOW LESS
  • No tags were found...

You also want an ePaper? Increase the reach of your titles

YUMPU automatically turns print PDFs into web optimized ePapers that Google loves.

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ AT/ATU 569Το μαγικό ραβδίAT: The Knapsack, the Hat and the HornATU: The Knapsack, the Hat and the HornDelarue-Tenèze : La giberne, le chapeau et la trompeGrimm no 54: Der Ranzen, das Hütlein und das HörnleinEberhard - Boratav no 169 III (4-13)To παραμύθι του μάντηΜια φορά είχε μια γριά κι είχε ένα γιο κι ήταν μάντης. Ήξερε όμως να παίζεικαι λίγο το βιολί. Τον προσκάλεσαν μια φορά να πάει σ' ένα γάμο να παίξειβιολί και δεν ήθελε να πάει. Η μάνα του τον εβίαζε να πάει, ίσως και μαζέψειπέντ' έξι ριάλια (λεφτά), ν' αγοράσουν αλεύρι. Ο γιος δεν ήθελε, αλλά ύστερ'από κάμποση ώρα εκαλοσύνεψε κι είπε της μάνας του να του κάμει εφτά πίτεςστο δισάκι και θα πάει. Εφανήκανε πολλές οι πίτες στη μάνα του και πάλε τονερώτησε: «Εφτά πίτες να σου κάμω, γιε μου;» «Ναι, εφτά πίτες», της λέει. Ηγριά έκαμε τις πίτες που της ζήτησε ο γιος της. Τότες σαμαρώνει τούτος τηγαϊδούρα του, βάνει πάνω το δισάκι με τις πίτες μέσα, καβαλικεύει, παίρνει τοβιολί του και πάει να κάμει το γάμο στο χωριό που τον καλέσανε.Πηγαίνοντας επείνασε κι έφαε τη μια πίτα. Έπειτα, σε κάμποσο δρόμο,έφαε και την άλλη και λίγο-λίγο έφαε και τις έξι και του 'μείνε η μία. «Ας κοιτάξω»,λέει, «αν φαίνεται χωριό, για να φάω και την άλλη». Έβαλε αντήλιομε τα χέρια του και του φάνηκε πως είδ' ένα χωρό. Τότε πήδησε από το ζώ'του, κατέβηκε κάτω, έκατσε διπλοπόδι κι έφαε και την άλλη πίτα. Υστεραπάλι εκαβαλίκεψε σιγά-σιγά κι έφτασε τη στράτα του χωριού. Ήβρε ένα δίστρατο,αλλά εκεί έχασε τη στράτα κι έπιασε μιαν άλλη. Ήβρε λοιπόν ένα μεγάλοσπήλαιο κι εκεί εκατέβηκε.Το σπήλαιο ήταν κατοικία μιανού μεγάλου δράκου. Είχε μέσα ένα τραπέζικι ένα πεύκι στρωμένο πάνω στο τραπέζι. «Ήβραμε το ραχάτι μας», είπε ομάντης κι εκαλοκάθισε. «Να 'χα και λίγο ψωμί, τι καλά που θα 'ταν!», είπεκι έψαχνε να βρει.Ενύχτωσ' ο Θεός κι ύστερ' από λίγη ώρα ακούει μια φωνή σα μουγκρισιά.«Παναγιά μου, τι κακό 'ναι τούτο!», είπε ο μάντης κι ευτύς ετρύπωσε κάτω

Hooray! Your file is uploaded and ready to be published.

Saved successfully!

Ooh no, something went wrong!