13.07.2015 Views

Επεξεργασία παραμυθιακών τύπων και παραλλαγών ΑΤ 560-590

Επεξεργασία παραμυθιακών τύπων και παραλλαγών ΑΤ 560-590

Επεξεργασία παραμυθιακών τύπων και παραλλαγών ΑΤ 560-590

SHOW MORE
SHOW LESS
  • No tags were found...

You also want an ePaper? Increase the reach of your titles

YUMPU automatically turns print PDFs into web optimized ePapers that Google loves.

«Στη μπάντα να περάσουνε του βασιλιά οι λαγοί, να τσι πάω στο κονάκι». Πάειτσι το κοπέλι στο κονάκι και τσι μαντρίζει. Ήπαιρνέ τσι το κοπέλι κάθε μέρακαι τσι πήγαινε όξω και τσι βόσκιζε, και καθ' αργά πάλι τσι πήγαινε και τσιμάντριζε. Πάνω στι τριάντα μέρες λέει ο ξένος βασιλιάς: «Να μη μπάω 'γώ ναπολεμήσω, να του πάρω κεινουδά του κοπελιού κανένα λαγό, σε πεντέξε μέρεςπου θα τσι μετρήσ' ο βασιλιάς να ξελντίσουνε* 'πού το λογαριασμό, να τονέκουτσοκεφαλίσει;» Βάνει αυτός χωριάτικα ρούχα και παίρνει κι ένα φλασκίκρασί και παίρνει και ψωμί σ' ένα βουργίδι* και παίρνει και γρόσσα και κάνειτον αδιάφορο, πως επέρνα από τον τόπο που 'βλεπε το κοπέλι τσι λαγούς. Πάει,χαιρετά το κοπέλι (το κοπέλι κάνει δα πως δεν τονέ γνωρίζει) και του λέει:«Και πού πας, κουμπάρε;» Λέει: «Επαέ ποπέρα σε τουτονέ το χωριό 'χω δυοτρεις εδικούς και πάω να τσι δω. Μόνο άιντε να μου πουλήσεις ένα λαγό». Λέει:«Δεν τσι δίδω 'γώ τσι λαγούς, γιατ' είναι του βασιλιά, ταχτέρου την άλλημέρα που θα τσι μετρήσει, α δε βγούνε σωστά, θα με κουτσοκεφαλίσει». Λέει:«Μωρέ, δώ' μου ένα κι εγώ θα σου δώσω πεντακόσα φλουριά». «Για πεντακόσαφλουριά που θα μου δώσεις του λόγου σου δε χάνω 'γώ την κεφαλή μου. Δεσου τονέ δίδω». Λέει: «Δώσε μου τονε και χίλια φλουριά θα σου δώσω». Λέει:«Άιντε, να σου τονέ δώσω, να μου δώσεις τα χίλια φλουριά, μα να σταθείς ναπυρώσω κείνο το δαχτυλίδι να σε βουλώσω* στο κούτελο». Λέει αυτός: «Ναπονέσω θέλω, μα θα του πάρω το λαγό να ξιλντίσουνε 'πού το λογαριασμό, μαθα τονέ κουτσοκεφαλίσει ο βασιλιάς, και δεν μπειράζει». Πιάνει δ' αυτός το λαγό,σφάζει τονέ, και ψήνουν τονέ και τρών' τονέ και πίνουν και το κρασί. Κιαπόκειας πυρώνει το δαχτυλίδι στη φωτιά και το κάνει ολιοκόκκινο και του τοπατεί στο κούτελο, και του δίδει και τα χίλια φλουριά και κάνει πως θα πάειόθε* την μπάντα* κεινουδά του χωριού κι απόκει γιαγέρνει και πάει στη χώραμε τόση χαρά. Λέει αυτός του βασιλιά, λέει: «Δεν κάνει να μετρήσομε τσι λαγούς,τοτεσά μέρες που τσι βλέπει, μπα να 'χασε κανένα;» Λέει: «Ας είναι».Πάει αργά το κοπέλι τσι λαγούς, μετρούν τσι αυτοί, βγάνουν τσι τριανταεννιά.Λέει το κοπέλι: «Πώς να 'ν' αυτοί μόνον τριανταεννιά; Ντ' αυτοί 'σανε σωστοί.Για να τσι μετρήσω κι εγώ». Λέει τσι το κοπέλι: «Αραδιαστά να περνάτε. Στένεταιτο κοπέλι στη μια μπάντα, επερνούσαν αυτοί αραδιαστά και ήγγιζε 'νούς -'νούς στη γκεφαλή και τσι μετρά και τσι βγάνει σαράντα. Πάει το κοπέλι καιτσι μαντρίζει πάλι.Απάνω στσι τριανταέξε μέρες λέει και ο γιος κεινουδά του βασιλιά, λέει:«Να μην μπάω 'γώ να πολεμήσω να του πάρω κανένα λαγό, να ξιλντίσουνε'πού το λογαριασμό, ταχτέρου την άλλη μέρα που θα τσι μετρήσ' ο βασιλιάςνα μην είναι σωστοί, να τονέ κουτσοκεφαλίσει;» Βάνει κι αυτός σ' ένα φλασκίκρασί σ' ένα βουργίδι και παίρνει και ψωμί και βαίνει και γρόσσα. Και παίρνεικαι πάει, βρίσκει το κοπέλι. Κάνει δα το κοπέλι πως δεν τονέ γνωρίζει και τουλέει: «Και πού πας, κουμπάρε;» Λέει: «Επαέ 'πό πίσω σε τουτονέ το χωριόέχω εδικούς και πάω να τσι δω. Μόνο, ανέ θες, άιντε να μου πουλήσεις ένα

Hooray! Your file is uploaded and ready to be published.

Saved successfully!

Ooh no, something went wrong!