13.07.2015 Views

Επεξεργασία παραμυθιακών τύπων και παραλλαγών ΑΤ 560-590

Επεξεργασία παραμυθιακών τύπων και παραλλαγών ΑΤ 560-590

Επεξεργασία παραμυθιακών τύπων και παραλλαγών ΑΤ 560-590

SHOW MORE
SHOW LESS
  • No tags were found...

You also want an ePaper? Increase the reach of your titles

YUMPU automatically turns print PDFs into web optimized ePapers that Google loves.

να να μην φοβάται. Και αφού κάθισε κοντά στον πατέρα του κανένα χρόνο,γύρεψε να φύγει πάλι να γυρίσει όλο το βασίλειο. Και πήγε μέσα στο βασιλικότο αχούρι για να διαλέξει ένα άλογο για να καβαλικέψει. Και τα τραβούσεαπό την ουρά να τα δοκιμάσει, να δει μπορούν να τον σηκώσουν; Και όσα άλογαήταν μέσα στο αχούρι, όλα τα τράβηξε από την ουρά κι όλα γονατίσανε.Και το λέει του πατέρα του ότι κανένα άλογο δεν υπάρχει που να μπορεί νατον σηκώσει και θάμαξε ο βασιλιάς. Μια μέρα λοιπόν, κει που σεριάνιζε μέσαστους παχτσέδες (κήπους) βλέπει έναν παχτσέ κι είχανε στο μαγγανοπήγαδοζεμένη μια παλιοφοράδα και κατά πόδι της πήγαινε ένα πουλάρι ως έξι μηνών.Πηγαίνει στον παχτσεβάνη (κηπουρό) και του λέει: «Δε μου το πουλάς εμένααυτό το πουλάρι;» «Σου του πουλώ», είπε ο παχτσεβάνης. Και κάνανε τησυμφωνία και το πήρε κείνο το πουλάρι το βασιλόπουλο, γιατί το γνώρισε πωςκείνο το πουλάρι ήτανε από γοργόνα. Είχε έρθει σε επαφή η παλαιοφοράδα μεγοργόνα αρσενικιά και δεν το 'ξερε ο παχτσεβάνης. Το βασιλόπουλο έβαλε καιέναν άνθρωπο για να προσέχει μόνο αυτό το πουλάρι όσο να μεγαλώσει, ναμπορεί να το καβαλικέψει.Έξω από το βασιλικό το παλάτι ήτανε μια μεγάλη πέτρα, που δεν μπορούσαννα την σηκώσουν εκατό νοματαίοι. Και κάθε πουρνό το βασιλόπουλο, γιανα γυμνάζεται, πήγαινε και τη σήκωνε και την έβαζε παρακάθι κι έλεγε: «Α,τώρα ίσιωσαν λίγο τα κόκαλά μου». Ο βασιλιάς την είδε μια μέρα την πέτραμετατοπισμένη αλλά δεν την περιεργάστηκε τόσο. Άλλη μέρα πάλι την είδε σεάλλο μέρος και ρώτησε τους δούλους και του είπε μια δούλα πως κάθε πουρνόσηκώνεται το βασιλόπουλο απ' τον ύπνο και αφού νιφτεί και χτενιστεί, πηγαίνεικαι τη σηκώνει αυτή την πέτρα και τη μετατοπίζει και λέει: «Α, τώραίσιωσαν κομμάτι τα κόκαλά μου». Παραφύλαξε λοιπόν ο βασιλιάς ένα πουρνόκαι τον είδε πως τη σήκωσε και θάμαξε και το 'νιωσε πως ο γιος του είναι δρακοφορεμένος.Όταν μεγάλωσε το πουλάρι, το καβαλίκεψε και πάει να γυρίσει το βασίλειονα δει κόσμο. Εκεί που πήγαινε, τον πιάνει μια φουρτούνα που ξερίζωνετα δέντρα" κι αυτή την ώρα πέφτει ένα παλικάρι από τον ουρανό και λέει στοβασιλόπουλο: «Ώρα καλή, αδερφέ». «Πολλά τα έτη», απολογήθηκε το βασιλόπουλο.«Πού πηγαίνεις;» το ρωτά. «Πηγαίνω να δω κόσμο», είπε το βασιλόπουλο.«Ας πάμε μαζί», είπε το παλικάρι. «Ας πάμε», είπε το βασιλόπουλοκαι γινήκανε σταυραδέρφια και πήρανε το δρόμο μαζί και πηγαίνανε. Καικει που πηγαίνανε, βρήκαν έναν πύργο κι έξω από τον πύργο μια βρύση. Καικαθίσανε εκεί στη βρύση να ξεκουραστούν, να φάνε και κομμάτι ψωμί. Και κειπου τρώγανε, κατέβηκε μια δούλα από τον πύργο να πάρει ένα τάσι νερό, ναπάει στην κοκκώνα της να πιει, και γυρέψανε το τάσι να πιούνε νερό κι η δούλαείπε: «Δεν ταιριάζουνε τα δικά σας τα χείλια να πιουν νερό με της κοκκώναςμου το τάσι». «Πρε!», είπε το βασιλόπουλο, «καλύτερη είναι η κοκκώνασου από μας;» Και πετιέται απάνω και αρπάζει το τάσι και το γεμίζει νερό και

Hooray! Your file is uploaded and ready to be published.

Saved successfully!

Ooh no, something went wrong!