13.07.2015 Views

Επεξεργασία παραμυθιακών τύπων και παραλλαγών ΑΤ 560-590

Επεξεργασία παραμυθιακών τύπων και παραλλαγών ΑΤ 560-590

Επεξεργασία παραμυθιακών τύπων και παραλλαγών ΑΤ 560-590

SHOW MORE
SHOW LESS
  • No tags were found...

You also want an ePaper? Increase the reach of your titles

YUMPU automatically turns print PDFs into web optimized ePapers that Google loves.

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ AT *613 DΤο ψέμα κι η αλήθειαAT: Δεν περιλαμβάνεταιATU: Δεν περιλαμβάνετα ιΆτιτλοΜια φορά ανταμώσανε σε ένα σταυροδρόμι το Ψέμα με την Αλήθεια, καιρετιστήκανε,και ρώτησε το Ψέμα την Αλήθεια πώς τα περνάει. «Πώς να ταπερνάω;» είπε η Αλήθεια, «κάθε πέρσι και καλύτερα». «Βλέπω τα χάλιασου», της είπε το Ψέμα και κοίταζε τα κουρελιάρικα ρούχα της. «Μα και ταχνώτα σου ακόμα βρωμάνε». «Έχω τρεις μέρες τώρα νηστικιά», είπε η Αλήθεια.«Όπου περάσω βρίσκω τον μπελά μου και κοντά σε μένα και οι λίγοιπου μ' αγαπάνε. Δεν είναι ζωή αυτή». «Θέλεις όμως και τα τραβάς, της είπετο Ψέμα. Έλα μαζί μου, να δεις Θεού πρόσωπο, να ντυθείς με ρούχα χρυσά,σαν τα δικά μου, και να χορτάσεις φαΐ, μόνο να μη γελάσεις σε ό,τι κάνω καιλέω».Η Αλήθεια δέχτηκε, για μια φορά μονάχα, να πάει να φάει μαζί με το Ψέμα,γιατί δεν μπορούσε να σταθεί στα πόδια της από την πείνα. Τράβηξαν καιέφτασαν σε μια μεγάλη πολιτεία, μπήκαν στο καλύτερο ξενοδοχείο, που ήτανγεμάτο από ανθρώπους, και κάθισαν κι έφαγαν από τα καλύτερα φαγιά. Σανπέρασε πολλή ώρα και οι μισοί άνθρωποι είχαν φύγει, χτύπησε το τραπέζι τοΨέμα με τα χέρια του και πήγε κοντά τους ο ίδιος ο ξενοδόχος να τους περιποιηθεί,γιατί το Ψέμα φαινότανε σαν μεγάλος αφέντης, και ρώτησε τι θέλουν.«Περιμένω τόση ώρα να μας δώσεις τα ρέστα από τη λίρα, που 'δωκαστο παιδί σου, που μας έστρωσε το τραπέζι», είπε το Ψέμα. Φώναξε ο ξενοδόχοςτο παιδί, εκείνο είπε πως δεν του δώκανε καμιά λίρα, θύμωσε τότε το Ψέμακι άρχισε να φωνάζει, πως δεν πίστευε ποτέ ότι ένα τέτοιο ξενοδοχείο έκλεβετον κόσμο που έμπαινε εκεί μέσα να φάει, μα αυτό είναι για γνώση για άλληφορά και πέταξε μια λίρα στον ξενοδόχο. «Να, του λέει, δώσε μου ρέστα».Ο ξενοδόχος για να μη γίνεται σούσουρο στο μαγαζί του, δεν πήρε τη λίρα,παρά έδωσε ρέστα από τη φιλονικούμενη λίρα, και άστραψε ένα μπάτσο τουπαιδιού του, που δεν θυμότανε πως πήρε τη λίρα. Εκείνο άρχισε να κλαίει, καινα επιμένει πως δεν του δώκανε λίρα, μα κανείς δεν το πίστεψε, βαριαναστέναξετότε το παιδί και είπε: «Αχ, πού είσαι καημένη Αλήθεια, χάθηκες;»

Hooray! Your file is uploaded and ready to be published.

Saved successfully!

Ooh no, something went wrong!