13.07.2015 Views

Επεξεργασία παραμυθιακών τύπων και παραλλαγών ΑΤ 560-590

Επεξεργασία παραμυθιακών τύπων και παραλλαγών ΑΤ 560-590

Επεξεργασία παραμυθιακών τύπων και παραλλαγών ΑΤ 560-590

SHOW MORE
SHOW LESS
  • No tags were found...

You also want an ePaper? Increase the reach of your titles

YUMPU automatically turns print PDFs into web optimized ePapers that Google loves.

το δίνει στο σταυραδερφό του και πίνει κι ύστερα πίνει και κείνος και το έδωσετο τάσι στη δούλα. Και κείνη το γέμισε και το πάει επάνω στην κοκκώνα της'και είπε πως κάτω στη βρύση είναι δυο παλικάρια και της γυρέψανε το τάσι ναπιούνε νερό και κείνη δεν το 'δωσε και τ' αρπάξανε απ' τα χέρια της και ήπιανε.Και τη μάλωσε η κοκκώνα της, γιατί να μην τους δώσει το τάσι να πιουννερό. Και την έστειλε και πήγε και τους είπε να πάνε επάνω στον πύργο. Καιόταν πήγανε, τους καλοδέχτηκε και τους έβαλε τραπέζι και φάγανε. Φάγανεδε φάγανε, βλέπουν κι ανεβαίνει στον πύργο ο ασκητής, ο ψυχοπατέρας τουβασιλόπουλου και βαστούσε μια κληματσίδα στο χέρι και πιάνει και στεφανώνειτο παλικάρι με τη βασιλοπούλα και κουμπάρος γίνηκε το βασιλόπουλο. Κιύστερα έφυγε ο ασκητής. Τη δεύτερη τη μέρα ετοιμάστηκε και το βασιλόπουλονα φύγει και βγάζει το δαχτυλίδι του και το δίνει στο σταυραδερφό του και τουλέει: «Βάλ' το αυτό στο χέρι σου και όποτε σε σφίξει, να ξέρεις πως πέθανα καινα έρθεις να με βρεις». Υστερα αποχαιρετηθήκανε και έφυγε το βασιλόπουλο.Στο δρόμο που πήγαινε, πήρε πάλι μια φουρτούνα μεγάλη κι έπεσε πάλιαπό τον ουρανό ένα παλικάρι, και χαιρετηθήκανε και γινήκανε ,σταυραδέρφιακαι πηγαίνανε. Και στο δρόμο που πηγαίνανε, βρήκανε ένα πύργο πάλι καιέναν τσεσμέ (βρύση), καθίσανε στον τσεσμέ και κατέβηκε η δούλα να πάρει νερόμε το τάσι. Γύρεψαν να πιούνε νερό, δεν τους έδωσε το τάσι η δούλα, το άρπαξετο βασιλόπουλο και ήπιανε' το είπε η δούλα της κοκκώνας της και τουςπροσκάλεσε επάνω στον πύργο και τους έβαλε τραπέζι και φάγανε. Πρόφτασεπάλι ο ασκητής με μια κληματσίδα στο χέρι και τη βάζει την κληματσίδα καιστεφανώνει το παλικάρι με την κοκκώνα του πύργου και κουμπάρος γίνηκε τοβασιλόπουλο. Κι ύστερα έφυγε ο ασκητής. Τη δεύτερη τη μέρα πάλι το βασιλόπουλοπιάνει και μπήγει το σπαθί του απ' τη μύτη στο ταβάνι και λέει στοσταυραδερφό του πως σαν πέσει μοναχό του το σπαθί, να ξέρει πως είναι πεθαμένοςκαι να πάει να τον βρει.Καβαλίκεψε πάλι το γοργονούδι του και πάει. Και περπατούσε μέσα σταβουνά. Εκεί βρήκε έναν πύργο' και σ' αυτόν τον πύργο καθότανε η Έμορφητου Κόσμου. Κι έδεσε κάτω στο αχούρι το γοργονούδι του κι αυτός πάει επάνω.Μόλις τον είδε η Έμορφη τον καλοδέχτηκε και τον ρώτησε πώς ήταν καιπήγαινε σ' εκείνα τα μέρη; Και το βασιλόπουλο είπε: «Για σένα ήρθα για νασε πάρω». «Καλά», είπε η Έμορφη, «κι εγώ σε παίρνω, αλλά βλέπεις εκείνοτον πύργο εκεί; Τον έχω φτιαγμένο όλον με ανθρώπινα κεφάλια και κόκαλα,γιατί πολλά βασιλόπουλα σαν εσένα ήρθανε για να με πάρουνε και δεν μπορέσανε'και τα έσφαζα κι έκανα αυτόν τον πύργο. Λοιπόν αύριο θα παλέψουμε.Κι αν με νικήσεις, θα με πάρεις, κι αν σε νικήσω, θα σε σφάξω και θα πάρωκαι το δικό σου το κεφάλι και τα κόκαλά σου να τα βάλω εκεί στον πύργο».«Γίνεται», είπε το βασιλόπουλο.Το πουρνό λοιπόν ήρθε η ώρα να παλέψουνε. Και πιαστήκανε στο πάλεμα.Πιάνει η Έμορφη το βασιλόπουλο και το σηκώνει και το χτυπά μία κατά γης

Hooray! Your file is uploaded and ready to be published.

Saved successfully!

Ooh no, something went wrong!