13.07.2015 Views

Επεξεργασία παραμυθιακών τύπων και παραλλαγών ΑΤ 560-590

Επεξεργασία παραμυθιακών τύπων και παραλλαγών ΑΤ 560-590

Επεξεργασία παραμυθιακών τύπων και παραλλαγών ΑΤ 560-590

SHOW MORE
SHOW LESS
  • No tags were found...

Create successful ePaper yourself

Turn your PDF publications into a flip-book with our unique Google optimized e-Paper software.

Και το θεριό, καθώς ερχότανε ο αδερφός της, πήγε να τον φάει. Αυτός,μόλις το είδε από μακριά, ανέβηκε πάνω σε μια λεύκα και άρχισε να φωνάζειτα σκυλιά: «Ασελάνη, Καπλάνη και Ορφανό!», φρυ, φρυ, σφύριζε και ξαναφώναζε:«Ασελάνη, Καπλάνη και Ορφανό!». Τα κουτάβια τ' άκουγαν καιζουρλιστήκανε μες στο πηγάδι, κάπως έκανε το ορφανό κουτάβι και σηκώνειλίγο την πλάκα και βγάζει το κεφάλι του έξω από την πλάκα και της δίνει μιακαι την πέταξε, τρέξανε γρήγορα που τους φώναζε ο αφεντικός τους, έφτασανκοντά και ξέσκισαν το θεριό και γλίτωσαν το αφεντικό τους. «Γιατί αργήσατε;»τους είπε ο κυνηγός. «Μας είπε η αδερφή σου πως της έπεσε το δαχτυλίδιστο πηγάδι και μας είπε να το βγάλουμε», του είπαν. Βγάνει τα παρασήκωτακαι τα πήγε στο σπίτι του και λέει στην αδερφή του: «Βάλε ένα τηγάνιμε λάδι να τα τηγανίσουμε», αλλά εκείνος, καθώς το λάδι έκαιγε, της το 'ριξεστα μάτια και τη στράβωσε.Ο αδερφός της πήρε τα σκυλιά και έφυγε μακριά. Προχώρησε, προχώρησεκαι πάει σε μια βρύση κι έκατσε με τα σκυλιά, να πιουν νερό και να ξεκουραστούν.Εκεί ήτανε ένα θεριό που έτρωγε ένα κορίτσι τη μέρα, για να αφήνει ναπαίρνουν νερό. Τώρα ήτανε η σειρά της βασιλοπούλας. Ήρθε η βασιλοπούλακλαμένη και, μόλις τον είδε, τρόμαξε και του είπε: «Φύγε, ξένε, δεν ξέρειςπως εδώ κάθεται ένα θεριό και δεν μας αφήνει να πάρουμε νερό, αν δεν φάειένα κορίτσι την ημέρα; Σήμερα είναι η σειρά μου, φύγε, ξένε». Αυτός όμωςδεν το κουνούσε και της λέει: «Μη φοβάσαι και έλα να με ψειρίσεις». Πήγεαυτή και τον ψείριζε και καθώς τον ψείριζε άκουσαν ένα μουγκρητό και αμέσωςφάνηκε να έρχεται το φοβερό θεριό καταπάνω τους. «Σταμάτα λοιπόν νακλαις», λέει στη βασιλοπούλα ο κυνηγός κι αμέσως πήρε το ντουφέκι του καιφώναξε τα σκυλιά του. Τα δάκρυά της, καθώς τον ψείριζε, είχαν πέσει στα μάγουλάτου και τον έκαιγαν.Τραυμάτισε το θεριό και τα σκυλιά ορμήσανε και το κομματιάσανε. Αυτήευχαρίστησε τον κυνηγό, γέμισε τη στάμνα της και πήγε στο παλάτι. Τότε χαρέςπου είχανε, μόλις την είδανε και γύρισε πίσω! Της είπαν, πώς γλίτωσε;Και τους διηγήθηκε την ιστορία της. Ότι συνάντησε έναν κυνηγό και τον ψείρισεκαι αυτός με τα σκυλιά του κομματιάσανε το θεριό. Τότε ο βασιλιάς λέει:«Όταν δεις το σωτήρα σου και σωτήρα μας, θα τον γνωρίσεις;» «Ναι», λέει ηβασιλοπούλα. Τότε ο βασιλιάς διέταξε να έρθουν όλοι οι κάτοικοι της περιοχήςκαι όλου του τόπου, με τα σκυλιά τους και τα γατιά τους.Ο κυνηγός δεν είχε φύγει μακριά, αλλά είχε πάει σε μια γριά. Η γριά πήγεαπό το εξοχικό της, το μετόχι της, στο παλάτι, όπως είχε διατάξει ο βασιλιάς.Εκεί που έτρωγαν, ο βασιλιάς είδε τη γριά να κρύβει μια φέτα ψωμί καιένα μεγάλο μεζέ, πάει κοντά της και τη ρωτάει: «Γερόντισσα, γιατί πήρες τηφέτα το ψωμί και το κρέας;» Και αυτή του λέει: «Έχω ένα γατάκι στο σπίτιμου». «Να πας να το φέρεις, γερόντισσα», της λέει ο βασιλιάς και της δίνεικαι δύο υπηρέτες του να τη συνοδέψουνε και να φέρουνε το γατάκι. Αλλά όταν

Hooray! Your file is uploaded and ready to be published.

Saved successfully!

Ooh no, something went wrong!