13.07.2015 Views

Επεξεργασία παραμυθιακών τύπων και παραλλαγών ΑΤ 560-590

Επεξεργασία παραμυθιακών τύπων και παραλλαγών ΑΤ 560-590

Επεξεργασία παραμυθιακών τύπων και παραλλαγών ΑΤ 560-590

SHOW MORE
SHOW LESS
  • No tags were found...

You also want an ePaper? Increase the reach of your titles

YUMPU automatically turns print PDFs into web optimized ePapers that Google loves.

αν, αρώτησέν τους για είντα εκάμαν τζείν' τομ πόλεμον. Είπαν του τζαι τζείνοιπως ο βασιλέας που κουβάλησεν τζείνον ούλλον το στρατόν, επαντρεύκετουμμε μιαγ κοπέλλαν,τζ'ύστερις 'πού σαράντα μέρες εποτζεφάλιζέν την τζ'έπαιρνεν άλλη. «Μέσ' το βασίλειόν του κανένας εν του διάγ' γεναίκαν, τζ' ήρτεντζ'εζήτησεντηναρφήν τους. Ότιτζ'είπαντου εν του τη διούν, ήρτεν νατημ πάρει με το ζόρι,τζ'έτσιαναγκαστήκαμεν να πολεμήσομεγ για να γλιτώσομεντην αρφήμ μας». Είπεν τους τζαι τζείνος πως εμ' πολλά καλά 'πού κάμαν,τζ'εποσαιρέτησέντουςτζ'έφυεν.Έφτασε σε μιαν άλλην πολιτείαν τζ' επέζεψε σ' έναχ χάνι. Κατά τα δειλινάθωρεί τογ κόσμον τζαι βουρά, άλλοι 'πό τζει, άλλοι 'πό δα, τζ'εσυλλοάτουνείντα 'πάθαν. Σαν εσυλλοάτουμ, πάει ο χαντζής κοντά του τζαι λαλείτου: «Χάτε, να φύομεν!» «Γιατί;» λαλεί του ο γιος τη λιοντάρενας. «Έρκεταιένα δράκος τζαι τρώει πλάσματα. Τωρά έν' ώρα του πο 'ν' νά 'ρτει». «Εμπάω πούποτε», λαλεί ο γιος της λιοντάρενας, «τζ' όποιος θέλ' ας έρτει».Έμεινεμ μανιχός του μέσ' το χάνι. Υστερις 'πού λλίην ώραν ακούει μιαμμουγκαρκάν, εσούστηκεν το χάνι. Θωρεί το δράκοντζ'έρκεται,ολόισια πάνωτου. Άματζ'εκόντεψέντου, ταβρά το σπαθίν του, δκιά του μιαν, έβαλέν τογκάτω. Παρατηρά, εν επέθανεν. Εγίνηκε μια όμορφη κοπέλλα τζ' εσηκώστηκεμπάνω τζ'εθώρεν τον καρρέ, καρρέ*. Λαλεί της: «Είνταμ πο 'ν' τούτο; Γιαδράκος, για κοπέλα;» Λαλεί του τζαί τζείνη: «Να 'ξερες τζ'εμέν'τα βάσανάμου! Ήμουβ βασιλοπούλατζ'άρπαξέμ με ένας δράκος τζ' εμάεψεμ με τζ'εΐνικαέτσι. Παντρεύτου με να γλιτώσω 'πού τα βάσανα». «Εν ημπορώ να κάμωέτσι πράμαν. Εποφάσισα να πάω νά 'βρω την αφίλητην, να τημ παντρευτώ.Άλλην εμ παίρνω». Ότι τζ' είπεν της έτσι, η κοπέλα εφόρησεν τημ πετσιάν τηςτζ'έϊνικεδράκος τζ'έφυεν.Υστερις που λλίην ώραν τζείνοι ούλοι που βουρούσαντζ'εφεύκαν,εστραφήκαν,τζ'άμαείδαντογ γιον της λιοντάρενας μέσ' το χάνιν, επήαν τζ'αρωτήσαντον είντα λο 'ς εγλίτωσεν. Είπεν τους τζαι τζείνος πως εσκότωσεν τοδράκον τζ' εγλίτωσεν. Ώστι να δεις τζαι να πεις, έμαθέν το ούλος ο κόσμοςπως ήρτεν έναμ παλικάριν τζαι με μια σπαθκιάν εσκότωσεν το δράκον. Έμαθέντο τζ'οβασιλέας τους,τζ'εκάλεσέντον να πάει να τοδ δει. Επήεν. Όσοντζ'είδεν τον ο βασιλέας επρότεινέν του να τομ παντρέψει με τηγ κόρην τοτζαι να του δώκει τζαι το βασίλειόν του. Είπεν του τζαι τζείνος έτσι πράμαν εγκάμνει, γιατί ο σκοπός του εν' άλλος, να πάει να 'βρει την αφίλητην, να τημπάρει στον τόπον του, να τημ παντρευτεί. Ο βασιλέας τζείνος είπεν του να παραιτήσει'πού έτσι σκοπό, γιατί έν' να χαθείτζ'έν'να μεν την εύρει την αφίλητην.Ο γιος τη λοντάρενας πού ν' ακούσει έτσι λόον.Εποσαιρέτησέν τους,τζ'εκαλλίτζεψεν τ' άλοβόν τουτζ'έφυε.Σαν επάαινεν,είδεμ 'πού μακριά έναμ παλάτιν, τζαι τζείν' το παλάτιν ήτουν τζείν' τηςκοπέλας, που ήτουμ πρώτα δράκοςτζ'ύστερα με τη σπαθκιάν του εΐνηγ κοπέλα,τζ'ύστεραπάλ'εΐνη δράκος. Η κοπέλα τζείνη είδεν τομ 'πού μακριά τζ'

Hooray! Your file is uploaded and ready to be published.

Saved successfully!

Ooh no, something went wrong!