13.07.2015 Views

Επεξεργασία παραμυθιακών τύπων και παραλλαγών ΑΤ 560-590

Επεξεργασία παραμυθιακών τύπων και παραλλαγών ΑΤ 560-590

Επεξεργασία παραμυθιακών τύπων και παραλλαγών ΑΤ 560-590

SHOW MORE
SHOW LESS
  • No tags were found...

Create successful ePaper yourself

Turn your PDF publications into a flip-book with our unique Google optimized e-Paper software.

τον είδαν τα γκαρσόνια, πέσαν στο κατόπι του και τον πήγαν εκεί που τρώγανοι πλούσιοι. Διέταξε λοιπόν πολλά φαγητά και του τα πήγαν στο τραπέζι του.Εκεί που κάθισε, φαινόταν και το περιβόλι του καταστήματος. Βλέπει λοιπόνμέσα στο περιβόλι το γιο του βεζίρη και πότιζε τα λουλούδια. Στενοχωρέθηκεμόλις τον είδε σ' αυτή τη θέση. Λέγει λοιπόν στα γκαρσόνια: «Πείτε σ' αυτό τοπαλικάρι ν' ανέβει επάνω». Τρέξαν τα γκαρσόνια και τον φωνάξαν. Ανέβηκεπάνω το βεζιρόπαιδο, αλλά δε γνώρισε το Νικολάκη, που του λέει: «Εσύ θαπεινάς, κάθισε να φας». Κάθισε κι έφαγε με την ψυχή του το βεζιρόπαιδο. ΟΝικολάκης φόραγε κι ένα ωραίο δαχτυλίδι που έβγαζε και σφραγίδες. Του λέειλοιπόν: «Δέχεσαι να σου δώσω εκατό λίρες και να δοκιμάσω τη σφραγίδαστο μπράτσο σου, να δω πώς είναι;» Πιάνει λοιπόν τις λίρες το βεζιρόπουλοκαι πηγαίνει ίσια στο καράβι για να φύγει για την πατρίδα του.Ο Νικολάκης γύρισε στο καράβι κι όταν τον είδε έτσι χάρηκε ο καλόγερας.Του λέει: «Τώρα φεύγουμε, πάμε για την πατρίδα». Έφυγαν κι ο καλόγεραςήταν πάντα στο τιμόνι με τη φουρτούνα. Του βεζίρη ο γιος έφτασε πιο μπροστάκαι πήγε στο σπίτι του. Ο βασιλιάς κι η βασίλισσα κλαίγανε και λέγανεότι χάσανε πια το παιδί τους κι ότι δεν θα το ξαναδούν.Κατά τις τέσσερις η ώρα που ξημέρωνε, φτάνει το καράβι και το άραξεστην προκυμαία ο καλόγερας. Έλαμψε όλος ο κόσμος και ρωτούσαν ποιός ξένοςήρθε κι έφερε ένα τέτοιο καράβι. Ο βεζίρης ήταν πονηρός, είδε που δεν ήρθεο Νικολάκης, κι έτρεξε να ετοιμάσει τις αραβώνες με την πλούσια κοπέλα.Όταν ξημέρωσε η μέρα, λέει ο καλόγερας στο παιδί: «Πήγαινε στον πατέρασου και στη μητέρα σου να τους δεις, αλλά να γυρίσεις πάλι στο καράβι». Οιγονείς του πέσαν επάνω του και κλαίγαν και δεν ήθελαν να τον αφήσουν απότα χέρια τους. Έτρεξε όλος ο κόσμος να δει τον Νικολάκη, έτρεξε κι ο πλούσιοςνα του προτείνει να τον κάμει γαμπρό. Ο Νικολάκης όμως δεν έδωσε τολόγο του, γιατί θέλησε πρώτα να συμβουλευτεί τον καλόγερα. Κι εκείνος τουείπε: «Πήγαινε, παιδί μου, με την ευχή μου, να ετοιμάσεις τους γάμους σου,να πάρεις τους γονείς σου και το βράδυ απόψε να γίνει ο γάμος, γιατί εγώ θέλωπια να φύγω». Του είπε ακόμη να πάει στο καράβι να του πει κάτι μετά τογάμο. Έγιναν λοιπόν όλα καθώς έπρεπε και το παιδί γύρισε πίσω στο καράβι.Του λέει τότε ο καλόγερας: «Πιάσε τις πέτρες που ήταν διαμάντια και βγάλετις έξω. Να τις μοιράσεις σε δύο μέρη, γιατί μαζί τα κερδίσαμε, μαζί θα ταμοιραστούμε».Ο Νικολάκης μ' ευχαρίστηση τα μοίρασε. Του λέει μετά ο καλόγερας:«Να μοιράσουμε τώρα και το καράβι στα δύο». Όμως ο Νικολάκης του απάντησε:«Πάρ' το εσύ κι ας μην το χαλάσουμε, εμένα μου φτάνουν αυτά πουμου 'δωκες». Μέχρι να συζητήσουν όμως, το καράβι είχε γίνει δυο κομάτια.Κατόπιν λέει ο καλόγερας: «Νικολάκη, θα μοιραστούμε και την κοπέλα, γιατίμαζί την κερδίσαμε».Ο Νικολάκης όμως του λέει: «Όχι, πάρ' την εσύ, δεν θέλω να δω να τη

Hooray! Your file is uploaded and ready to be published.

Saved successfully!

Ooh no, something went wrong!