13.07.2015 Views

Επεξεργασία παραμυθιακών τύπων και παραλλαγών ΑΤ 560-590

Επεξεργασία παραμυθιακών τύπων και παραλλαγών ΑΤ 560-590

Επεξεργασία παραμυθιακών τύπων και παραλλαγών ΑΤ 560-590

SHOW MORE
SHOW LESS
  • No tags were found...

You also want an ePaper? Increase the reach of your titles

YUMPU automatically turns print PDFs into web optimized ePapers that Google loves.

από το τραπέζι. Ο δράκος εμπήκε μέσα στο σπήλαιο κι ήταν αποσταμένος.Έκατσε λίγη ώρα κι ύστερα έπιασε το τάσι του (κύπελλο) και λέει: «Τάσιμου, ασημοτάσι μου, φέρε μου πενήντα λογιώ φαγιά να φάω, γιατ' είμαι πεινασμένος».Το τάσι έβγαλε φαγιά κι ο αφέντης του έτρωε. «Φέρε μου και νερό!»Και το τάσι έβγαλε και νερό κι ήπιε, που εδίψα. Σαν απόφαε ο δράκος,έβαλε το τάσι σε μια γωνιά κι έπεσε κι αποκοιμήθη. Το πρωί σηκώνεται οδράκος κι εχάθη μέσα στο ρουμάνι.Ο μάντης από τη νύχτα δεν είχε κοιμηθεί από το φόβο του" ξετρυπώνει απότην τάβλα, που ήταν από κάτω, και πιάνει το τάσι. «Καλό πράμα είναι τούτο»,λέει και προστάζει το τάσι να του βγάλει φαί να φάει. Σαν έφαε κι εχόρτασε,ζήτησε και νερό. «Ας γυρίσω πίσω», λέει τότες ο μάντης, «κι έκαμα τηντύχη μου».Στη στράτα ήβρε ένα δερβίση και τον εχαιρέτησε. «Ώρα καλή, δερβίση-παπά».Ο δερβίσης του ζήτησε λίγο ψωμί. «Κάτσε», του λέει ο μάντης, «δερβίση-παπά,να φάμε κείνο που θα πέψει ο Θεός». Ο δερβίσης έκατσε διπλοπόδικι ο μάντης έβγαλε το τάσι από τον κόρφο του κι είπε: «Τάσι μου, ασημοτάσιμου, φέρε μας φαγιά να φάμε με το φίλο μου το δερβίση!» Το τάσι έφερε φαγιάκι ο μάντης με το δερβίση ετρώγανε. Σαν αποφάγανε, εζήτησε και νερόκαι το τάσι έβγαλε και νερό και ήπιανε. «Καλό πράμα είναι τούτο», είπε οδερβίσης με το νου του κι είπε στο μάντη να κάμουν αλλαξιά με τη σπάθα του.«Και τι ωφέλεια κάνει η σπάθα σου;» είπε ο μάντης στο δερβίση. «Όπου τηστείλεις, πάει και κόβει», είπε ο δερβίσης. «Αν θέλεις, δοκίμασέ την πάνω σεκείνο το κοπάδι τα βόδια». «Ας δούμε», είπε ο μάντης. Ο δερβίσης τότε είπε:«Σπάθα μου, κόψε όλο εκείνο το κοπάδι που βλέπω». Η σπάθα ευτύς, μια πάνωμια κάτω, έσφαξε όλο το κοπάδι. Άρεσε στο μάντη η σπάθα κι έκαμε αλλαξιάμε το δερβίση και του 'δωσε το τάσι.Σαν έκαμαν κάμποσο δρόμο με το δερβίση, ο μάντης επείνασε. «Πες στοτάσι σου να μας δώσει φαΐ», λέει του δερβίση. «Τι σου χρωστώ;» του λέει οδερβίσης. «Αν θέλεις φαΐ, δώσ' μου πίσω τη σπάθα μου και να σου δώσω ναφας». «Δε μου χρωστάς τίποτες;» λέει ο μάντης και τότες προστάζει τη σπάθατου να κόψει το δερβίση. Η σπάθα ευτύς έκοψε το δερβίση και ο μάντης πήρετο τάσι του κι έδωκε δρόμο.Στη στράτα που πήγαινε ήβρε έναν άλλο δερβίση. «Ώρα καλή, δερβίσηπαπά»,του είπε ο μάντης. «Καλώς το φίλο», του λέει ο δερβίσης. «Έχεις λίγοψωμί να μου δώσεις;» «Κάτσε, δερβίση-παπά», λέει ο μάντης, «κι έχει οΘεός». Ο δερβίσης έκατσε κι ο μάντης κατέβηκε από τη γαϊδούρα κι έβγαλετο τάσι από τον κόρφο του. «Τάσι μ' ασημοτάσι μου, βγάλε τριάντα λογιώφαΐ, να φάμε με το φίλο μου το δερβίση!» είπε ο μάντης και το τάσι έβγαλεφαγιά. Σαν εφάγανε καλά, εζήτησε και νερό και το τάσι έβγαλε και νερό καιήπιαν. «Καλό πράμα είναι τούτο», είπε ο δερβίσης με το νου του κι είπε στομάντη να κάμουν αλλαξιά με το σαρίκι του. «Και τι ωφέλεια κάνει το σαρίκι

Hooray! Your file is uploaded and ready to be published.

Saved successfully!

Ooh no, something went wrong!