13.07.2015 Views

Επεξεργασία παραμυθιακών τύπων και παραλλαγών ΑΤ 560-590

Επεξεργασία παραμυθιακών τύπων και παραλλαγών ΑΤ 560-590

Επεξεργασία παραμυθιακών τύπων και παραλλαγών ΑΤ 560-590

SHOW MORE
SHOW LESS
  • No tags were found...

Create successful ePaper yourself

Turn your PDF publications into a flip-book with our unique Google optimized e-Paper software.

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ AT *613 ΕΌχι τέτοιες αλήθειες!AT: Δεν περιλαμβάνεταιATU: Δεν περιλαμβάνετα ιΟ γούμενος κι η αλήθειαΣ' ένα χωριό, έναν άνθρωπο, γιατί έλεγε πάντα την αλήθεια, τον κυνήγαγεούλο το χωριό σαν το λυσσιάρικο σκυλί. Είδε κι απόειδε ο άνθρωπος, μούντζωσετο χωριό, αρατίστη* και πάει, όπου ιδούν τα μάτια του. Στο δρόμοπου πάγαιν' ο χωριάτης, απανταίν' ένα γούμενο καβάλα στ' άλογο, και δεντον χαιρετάει. Ο γούμενος που ήταν συνηθισμένος να τον χαιρετάνε πρώτα ούλοςο κόσμος, να βγάνουν τη σκούφια τους, να κάνουν μετάνοια και ναν του φιλούντο χέρι, εξαφνίστη, εκράτησε τ' άλογό του, και λέει του χωριάτη: «Βρετέκνο μου, γιατί δε χαιρετάς»; Ο χωριάτης έκαμε πως δεν άκουσε, και πάειτο δρόμο του. Ο γούμενος παραξενεύτηκε, βαρεί τ' άλογό του, φτάνει το χωριάτηκαι του λέει: «Βρε, ευλοημένε. Κουφός είσαι; Γιατί δε λές καλημέρα;»«Αι στο καλό γέροντα», του λέει ο χωριάτης. Τ' ανοίγει κουβέντα από περιέργειαο γούμενος για να μάθει τι άνθρωπος είναι. Απ' τα πολλά ο χωριάτης γιανα ξεφορτωθεί το γούμενο, του λέει: «Το και το, γούμενε. Λέω την αλήθεια,και το χωριό μου με κυνηγάει σα λυσσιάρικο σκυλί. Έφυγ' απ' το χωριό καιπά' όπου ιδούν τα μάτια μου». «Αν είναι κατά που λες», του λέει ο γούμενος,«έρχεσαι να σε πάρω στο μαναστήρι και να σε βάλω σκουτέρη*;» «Έρχουμαι»,του λέει ο χωριάτης, «μα να λέω πάντα την αλήθεια!» «Σύμφωνος»,γυρίζει και του λέει ο γούμενος. Ο γούμενος γύρισε στο μαναστήρι με το χωριάτηκι ο χωριάτης έγινε σκουτέρης. Τον ρώταγε καμιά φορά ο γούμενος ήκανένας καλόγερος πώς είν' τα πράματα* του μαναστηριού, τους έλεγε: «Καλά'ναι με τη βοήθεια του θεού». Μια φορά του λέει ο γούμενος κατά τη συνήθεια:«Πώς είναι τώρα, τέκνο μου, τα πράματα του μαναστηριού;» «Καλάείν', άγιε γούμενε. Μονάχα ένα βόιδι είν' ακαμάτικο, ένα μουλάρι κάθε δυομήνους κατεβάζει και βγάνει το καρακούσι*, κι έν' άλογο δε λέπ' απ' το δεξιότου». «Πάρτα, τέκνο μου», του λέ' ο γούμενος, «και σύρτα στο πανηγύρι ναντα πουλήσεις». Ο χωριάτης πήγε στο πανηγύρι με τα ζα, τους έβαλε κλαρί,έμεινε δυο τρεις ημέρες, πήρε πάλι τα ζα και γύρισε στο μαναστήρι. Είδ' ο

Hooray! Your file is uploaded and ready to be published.

Saved successfully!

Ooh no, something went wrong!