13.07.2015 Views

Επεξεργασία παραμυθιακών τύπων και παραλλαγών ΑΤ 560-590

Επεξεργασία παραμυθιακών τύπων και παραλλαγών ΑΤ 560-590

Επεξεργασία παραμυθιακών τύπων και παραλλαγών ΑΤ 560-590

SHOW MORE
SHOW LESS
  • No tags were found...

Create successful ePaper yourself

Turn your PDF publications into a flip-book with our unique Google optimized e-Paper software.

και μπήκε το βασιλόπουλο μέσα στη γης ως τους αστράγαλους. Πάει πάλι νατο πιάσει η Έμορφη το βασιλόπουλο και την πιάνει αυτό και την τινάζει, μπήκεως τη μέση' ύστερα κι αυτή χύνεται, τον πιάνει και τον χτυπά μια κατά γηςκαι μπαίνει κι αυτός ως τη μέση. Τότε φωνάζει το βασιλόπουλο: «Τώρα σεθέλω, μαχαιρούδι μου». Αυτό είπε κι ευθύς βρέθηκε έξω από τη γης' κι αρπάζειτην Όμορφη και την χτυπά κάτω και μπήκε ως τα βυζιά. Τότες είπε κείνη:«Ε, τώρα πια με νίκησες. Είμαι δική σου και συ δικός μου». Και πήγαν απάνωστον πύργο και φάγανε και χαρήκανε. Και τη νύχτα πλαγιάσανε μαζί. Τοβασιλόπουλο όμως έβαζε ανάμεσά τους ένα προσκέφαλο. Και ρώτησε η Έμορφη:«Εμ, γιατί το βάζεις αυτό; Τώρα είμαστε το ένα». «Έχουμε καιρό», είπετο βασιλόπουλο, «για να γίνουμε το ένα».Έμαθε ένας γέρος βασιλιάς πως την Έμορφη του Κόσμου την πήρε πια έναβασιλόπουλο και θέλησε να την πάρει αυτός απ' τα χέρια του βασιλόπουλου.Γιατί του είχε πει ένας μάγος ότι, άμα κοιμηθεί με αυτήν την Όμορφη, θα σηκωθείτο πουρνό είκοσι πέντε χρονών παλικάρι. Έστειλε στρατεύματα να τηνπάρει, δεν μπορέσανε' γιατί όσο είχε το μαχαιρούδι του το βασιλόπουλο, ήτανανίκητο. Τότε στέλνει ο βασιλιάς μια γριά για να μπορέσει να γελάσει τηνΈμορφη, να την πάρει να φύγουνε. Την πήγανε λοιπόν στρατεύματα τη γριάως εκείνο το μέρος, και κείνα κρυφτήκανε. Κι η γριά λοιπόν άρχισε να κλαίειέξω από τον πύργο κι έκανε πως είχε ένα γιο και πήγε εκεί να για να πάρειτην Έμορφη και τονέ σκότωσε. Τη νύχτα ακούσανε τα κλάματα της γριάς τοβασιλόπουλο και η Έμορφη και την παρηγορούσανε. Ήρθε η ώρα να πλαγιάσουνε'είπανε στη γριά να πάει σε μιαν άλλη κάμαρα να πλαγιάσει και είπε:«Όχι, παιδιά μου, το παιδί μου να 'ναι σκοτωμένο εδώ, κι εγώ να πλαγιάζωστα μαλακά, δεν το πάει η ψυχή μου. Να, εδώ που κάθομαι, θα ζαρώσω ωςτο πουρνό».Την αφήσανε λοιπόν κι έμεινε. Τη δεύτερη τη μέρα έμαθε από την Όμορφηπως η ανδρεία του ήτανε σε ένα μαχαιρούδι. Το βράδυ λοιπόν το βασιλόπουλο,όποτε ήθελε να πλαγιάσει, έβγαζε το μαχαιρούδι από το ζωνάρι του, καιτο έβαζε από κάτω από το προσκέφαλο του. Τα μεσάνυχτα σηκώνεται η μπαμπόγριακαι αγάλια αγάλια απλώνει, παίρνει το μαχαιρούδι και κατεβαίνεικάτω από τον πύργο και έδωσε είδηση στα στρατεύματα και πήγανε και πήρανετην Έμορφη και την πάνε στον βασιλιά. Και ο βασιλιάς θέλησε ευθύς να τηνστεφανωθεί, γιατί βιαζότανε να γίνει είκοσι πέντε χρονών παλικάρι. Η Έμορφηόμως γύρεψε σαράντα μέρες διορία, με την ελπίδα πως θα πάει το βασιλόπουλονα τη λευτερώσει.Η γριά, όταν πήρε το μαχαιρούδι, το έριξε μέσα στη θάλασσα. Τότε έσφιξετο δαχτυλίδι το δάχτυλο του σταυραδερφού του και το σπαθί έπεσε από κειπου ήτανε μπηγμένο. Ο πρώτος που 'χε το δαχτυλίδι πήρε αθάνατο νερό μαζίτου' και είχε την αξία να βάζει τ' αυτί του κατά γης, ν' ακούει τι γίνεται σ' όλητη γης την οικουμένη. Έβαλε λοιπόν τ' αυτί του κατά γης και άκουσε πως

Hooray! Your file is uploaded and ready to be published.

Saved successfully!

Ooh no, something went wrong!