13.07.2015 Views

Επεξεργασία παραμυθιακών τύπων και παραλλαγών ΑΤ 560-590

Επεξεργασία παραμυθιακών τύπων και παραλλαγών ΑΤ 560-590

Επεξεργασία παραμυθιακών τύπων και παραλλαγών ΑΤ 560-590

SHOW MORE
SHOW LESS
  • No tags were found...

Create successful ePaper yourself

Turn your PDF publications into a flip-book with our unique Google optimized e-Paper software.

και πάει τση μάνας του, λέει: «Πάρε, μητέρα, του δεύτερου ψαριού τσι παράδες».Πάει πάλι στσι τρεις μέρες απάνω να το πει του βασιλιά, θωρούν τονέαυτές πάλι 'πού το παραθύρι, φωνιάζουν του να μπει μέσα. Μπαίνει, λέει:«Πόσο θες, κοπέλι, στο ύστερο ψάρι που μου επούλησες;» Λέει: «Χίλια πεντακόσαφλουριά». Δίδουν του τα φλουριά, παίρνει τα το κοπέλι, πάει τα τσημάνας του, λέει: «Πάρε, μητέρα, και του ύστερου ψαριού τσι παράδες». Κιαπόκειας παίρνει το κοπέλι και πάει στου βασιλιά και του λέει πως: «Έχει ηθυγατέρα σου μιαν χρουσήν ελιά στη μούρη, τρεις χρυσές τρίχες στο μπέτη καιένα χρυσό κότσι στο δεξό μπόδα. Λέει του ο βασιλιάς: «Ντα, πώς το κατέχειςεσύ;» Λέει: «Απού τη μπολλή μου σπουδή το κατέχω».Βασιλικός εδώ ορισμός δεν μπορεί να γυρίσει κι οπίσω, που 'χανε μιλημέναμ' έναν άλλο βασιλιά να γενούνε συμπεθέροι. Και μηνά του: «Νά 'ρθεις πόδε,γιατί ετσέ κι ετσέ, απατήθηκα κι ήβγαλα διαλαλημό πως έχει η θυγατέραμου τρία σημάδια, κι όποιος τα βρει να τηνέ παίρνει γυναίκα, και ηύρηκε ένακοπέλι είντα σημάδια είχενε και δεν μπορώ να γιαγύρ' οπίσω, γιατ' είναι βασιλικόςορισμός, και νά 'ρθεις να σκεφτούμε είντα λογιώ δα το διώξομε».Πάει ο βασιλιάς, σμίγουνε κι ανεμαζώνει τη Δωδεκάδα του κι εσυμβουλευτήκανενα του πούνε να μαζώξει σε τρεις μέρες σαράντα λαγούς, να τσι βλέπεισαράντα μέρες, να κάμομε το γάμον του. Λένε του κοπελιού πως: «Ένα ζήτημαθα σου πούμε, κι αν το κάμεις, θα σου δώσομε τη βασιλιοπούλα, αλλιώςκαι δεν το κάμεις, θα σε κουτσοκεφαλίσομε». Λέει το κοπέλι: «Είντα ζήτημα'ν' αυτό;» Λέει: «Να μαζώξεις σε τρεις μέρες σαράντα λαγούς, να τσι βλέπειςσαράντα μέρες, να τσι σφάξομε, να κάμομε το γάμο σου». Λέει: «Καλό ας είναι».Πάει λέει τση μάνας του το κοπέλι: «Ετσέ-ετσέ μου 'πεν ο βασιλιάς, να μαζώξωσαράντα λαγούς σε τρεις μέρες, να τσι βλέπω σαράντα μέρες. Και πώς θατσι μαζώξω 'γώ;» Λέει του η μάνα του, λέει: «Εγώ ήκουσα, παιδί μου, του κυρούσου και ήλεγε πως του παππού σου ο παππούς είχε ένα θιαμπόλι* και το'παίζε, κι έχνος κι ητόνε εκειά κοντά πήγαινε ομπρός του, κι εχόρευγε, και είχενεκαι μια βέργα και την ήπεμπε κι επήγαινε και τ' ανεμάζωνε αμοναχή τση.Και μου 'πενε πως ητόνε σε εκειονέ το παραθύρι, μα δεν επήγα να ξανοίξω*.Για να πα ξανοίξομε δα;» Πάνε και ξανοίγουνε και βρίσκουν το θιαμπόλι και τηβέργα. Παίρνει το κοπέλι το θιαμπόλι και πάει στα όρη. Και δακέρνει* κιήπαιζε το θιαμπόλι κι ανεμαζώνουντονε οι λαγοί κι επηαίνανε ομπρός του κιεχορεύγανε. Κι ανεμαζώνουνται σαράντα λαγοί. Και απείτις ανεμαζωχτήκανεσαράντα λαγοί, παίζει αυτός μια τση βέργας κι ανεμαζώνει τσι λαγούς ομπρόςτου και τσι κάνει 'να σωρό. Λαλεί τσι το κοπέλι, λέει: «Να μη δω 'γώ ανέ μερώσανε;»Θωρεί τσα ποπέρα μια μάντρα, λέει: «Να πάω θέλω 'γώ να τσι μαντρίσω,να δω ανέ μαντρίζουνε». Πάει τσι το κοπέλι, μαντρίζει τσι στη μάντρα.Ήβοσκέ τσι το κοπέλι κειδά, ώστε απού βράδιασε' κι απείτις εβράδιασε, τσιπαίρνει να τσι πάει στη χώρα. Απέιτις τσι 'βαλε στη χώρα, εφώνιαζε αυτός:

Hooray! Your file is uploaded and ready to be published.

Saved successfully!

Ooh no, something went wrong!