13.07.2015 Views

Επεξεργασία παραμυθιακών τύπων και παραλλαγών ΑΤ 560-590

Επεξεργασία παραμυθιακών τύπων και παραλλαγών ΑΤ 560-590

Επεξεργασία παραμυθιακών τύπων και παραλλαγών ΑΤ 560-590

SHOW MORE
SHOW LESS
  • No tags were found...

You also want an ePaper? Increase the reach of your titles

YUMPU automatically turns print PDFs into web optimized ePapers that Google loves.

καλιά μας, μη ντροπιαστούμε!» Ο ντρελός πού ν' ακούσει! Παίρνει το πιάτο μετα καφτά μακαρούνια και το αδειάζει στον πισινό τση νύφης. «Έλα», του φώναζεο αδερφός του. «Έλα, τι κάνεις εφτού;» «Έρχουμαι! Τώρα!» Σηκώνεταιλοιπό και πάει όξω. Αλλά κάνει να κλείσει την πόρτα κι εκείνος τη σηκώνειστον ώμο του. «Μωρέ, τι είναι εφτό που έκαμες!» λέει ο κουέτος. «Άσ' τηνετην πόρτα. Τι να την κάμουμε!» «Όχι», λέει, «θα την πάρω κοντά μου».Πηαίνανε, πηαίνανε. Απαντέχουνε ένα δέντρο ψηλά. Ανεβαίνουνε απάνουκι εκαθόντανε. Οπού εκεί που αναπαυόντανε στη δροσία, ακούνε κάτι πατήματααπό κάτου. Ήτουνα κάτι Οβραίοι, που επουλούσανε λιβάνια και διάφοραάλλα. «Εδώ», λέει, «θα κάτσουμε να φάμε». Στρώνουνε ένα τραπέζι κι είχανεουλουνού του κόσμου τα καλά. Και εκεί που τα δύο αδέρφια τσι γουστάρανε,λέει ο ντρελός: «Θέλω να κατουρήσω». «Στάσου, μωρέ!» λέει ο κουέτος.«Θα μας σκοτώσουνε!» Αλλά πού ν' ακούσει εκείνος! Και οι Οβραίοι δεν εκαταλάβανετίποτα. «Μωρέ, ωραία δροσία εδωπά ρίχνει το δέντρο!» λέανε.Εκεί που ήτανε στο αποφάωμα, λέει ο ντρελός: «Έχω», λέει, «να κάμω κάκαμου!» «Ω συφορά μου!» λέει ο άλλος αδερφός. «Τώρα είναι που θα μας χαλάσουνε!»« Τι», λέει, «θα σκάσω εγώ; Θα κάμω!» Οπού πραγματικώς, κάμνεικάκα του και πέφτει απάνου στο πιάτο του ενός Οβραίου. Κοιτάει εκείνος ψηλάκαι λέει:«Μέγας πούλαρος πέρασε,μέγαν κότσιλον (κουτσουλιά) έριξε!»«Καλά», λέει ο κουέτος, «τη γλιτώσαμε και τούτη». Σε λίγο λέει ο ντρελός:«Εκουράστηκα», λέει, «να βαστάω ετούτη την πόρτα. Θα την πετάξω».«Τώρα, μωρέ εχαθήκαμε!» λέει ο αδερφός του. «Θα μας σκοτώσουνε, μωρέ,οι Οβραίοι και με το δίκιο τους». Αλλά πού εκείνος! Γρρρ, ένα σαραβολητό,πέφτει η πόρτα κάτου. Οπού φύγει - φύγει οι Οβραίοι. Κατεβαίνουνε τότες ταδύο αδέρφια και φάγανε ούλα τα καλά του τραπεζιού. Έπειτα αρχίσανε τοτραγούδι. Το λοιπό εξέχασα να πω πως ευτός ο ντρελός ήτουνα και τραυλός.Οι Οβραίοι τον ακούανε που ετραγουδούσε έτσι ανακατωτά, τα εμπουρδούλιζεκαι λέανε: «Ποίος ξέρει τι γλώσσα είναι!» Πάνε κοντά. «Να σου δώσουμε»,λέει, «ό,τι-ό,τι, αλλά να μας μάθεις να μιλούμε έτσι!» «Εύκολο πράμα», λέειεκείνος. «Να μ' αφήσετε να σας κόψω τη γλώσσα». Οπού πραγματικώς στέκονταικαι τσου κόβει τη γλώσσα. Έπειτα λέει: «Τι να σου δώσουμε;» «Δεθέλω», λέει εκείνος, «παρά το λιβάνι σας. Θα πάω να λιβανίσω το Θεό».Το λοιπό παίρνει το λιβάνι και πάει απάνου στο βουνό και λιβάνιζε. Και κατεβαίνειο Θεός και του λέει: «Τί χάρη θέλεις να σου κάμω, που εσύ μου προσφέρειςτέτοια ευωδία;» «Θέλω», λέει, «Θε μου, μία σαρμόνικα, που έτσι τηνπαίζω, να χορεύουνε σαρτούμενα, πετούμενα κι όποιος κι αν την ακούει». Τολοιπόν ο Θεός του 'δωσε τη σαρμόνικα. Έτσι την είχε ο ντρελός στα χέρια του,λέει στον αδερφό του: «Να χωρίσουμε. Θα πάω υπερέτης σ' ένα παπά». Όπως

Hooray! Your file is uploaded and ready to be published.

Saved successfully!

Ooh no, something went wrong!