ÇÃÂÌνια - ΕθνικÃÂŒ ΜεÄÃÌβιο ΠολÃ…ÄεÇνείο
ÇÃÂÌνια - ΕθνικÃÂŒ ΜεÄÃÌβιο ΠολÃ…ÄεÇνείο
ÇÃÂÌνια - ΕθνικÃÂŒ ΜεÄÃÌβιο ΠολÃ…ÄεÇνείο
Create successful ePaper yourself
Turn your PDF publications into a flip-book with our unique Google optimized e-Paper software.
ανέδειξε το είδος και τις πυκνότητες των νεολογισμών κι έτσι έδειξε καθαρά τον<br />
γλωσσοπλαστικό οργασμό που έζησε η Ελλάδα κυρίως στα πρώτα εβδομήντα χρόνια<br />
της ανεξαρτησίας της. [21] Ο συγγραφέας δεν πρόλαβε να δει τυπωμένο το έργο του.<br />
Πέθανε το 1899, επεξεργαζόμενος τις τυπογραφικές διορθώσεις και χωρίς να έχει<br />
ακόμη αποφασίσει τον ολοκληρωμένο τίτλο του έργου. Ο γιος του, Πέτρος Κουμανούδης,<br />
του έδωσε τον ανακριβή τίτλο με τον οποίο κυκλοφορεί μέχρι σήμερα. [22]<br />
Πολύτιμη για ιστορικούς και γλωσσολόγους, η Συναγωγή ανατυπώθηκε το 1980 με<br />
τη φροντίδα του Κ.Θ. Δημαρά και με τον πρόλογό του, ένα πλουσιότατο κείμενο 46<br />
πυκνών σελίδων. [23]<br />
Πολύ γενικά, οι κανόνες που ακολουθεί ο Κουμανούδης προκειμένου να καταγράψει<br />
ή όχι έναν νεολογισμό είναι οι εξής. Κατ’ αρχάς, αντιπαθεί και συνήθως αποκλείει<br />
όρους που απλώς αντιγράφονται από ξένες γλώσσες χωρίς να εξελληνίζονται, π.χ.<br />
Μόδα, Μοδίστ(ρ)α, Μοδέρνος. Η λέξη μόδα υπάρχει από νωρίς, καθώς και η τάση<br />
της κοινωνίας να αποδέχεται τη μόδα ως κριτήριο· αλλά ο Κουμανούδης, ακόμη και<br />
αν την έχει συναντήσει κάπου, δεν την καταχωρίζει· περιμένει έως ότου συναντήσει<br />
τον ελληνικό νεολογισμό που θα πλάσει ένας λόγιος, π.χ., το 1874: Νεωτερόφιλος (για<br />
τους όρους αυτούς, βλ. Πίνακα 5).<br />
Επομένως, οι ενδείξεις που μας παρέχει ο Κουμανούδης με τη χρονολόγησή του<br />
δεν είναι ασφαλείς παρά μόνο αν κανείς προσέξει τις ιδιοτυπίες των επιλογών του.<br />
Γιατί η σχέση του Κουμανούδη με τις διάφορες μορφές της ελληνικής, παλαιές και<br />
νέες, είναι πολύπλοκη. Αγαπά τους νεολογισμούς που περιέχουν «την οξεία γεύση<br />
του λαϊκού λόγου», όπως το περιγράφει καίρια ο Κ.Θ. Δημαράς – παράδειγμα, η λέξη<br />
Πηδήστρα· αλλά καταγράφει κυρίως τους όρους που έχουν επινοήσει λόγιοι. Και ενώ<br />
αγαπά, βεβαίως, και τις αρχαιοελληνικές λέξεις, δεν τις καταγράφει (π.χ. Τέχνη), αφού<br />
δεν είναι νεολογισμοί. Δέχεται, όμως, τους νεολογισμούς που προέρχονται από τα<br />
αρχαία ελληνικά εμμέσως· κυρίως, δηλαδή, με σύνθεση αρχαιοελληνικών ριζών,<br />
καταλήξεων και μορφών, όπως π.χ. Πηδαλιούχος. [24] Παράδειγμα λεπτής διαφοράς:<br />
καταγράφει τη Διαφήμιση (1887), όχι όμως τη Ρεκλάμα – αλλά καταχωρίζει τον Ρεκλαμομανή<br />
(1893), που περιέχει τουλάχιστον το –μανής, ένα δεύτερο συνθετικό ελληνικό.<br />
Με την ίδια λογική δέχεται ή απορρίπτει όρους που οι νεοέλληνες εισάγουν από τη<br />
Δύση, αφού τους είχαν ήδη εμπνευσθεί ευρωπαίοι λόγιοι από την αρχαία ελληνική.<br />
Π.χ., ενώ δεν καταγράφει όπως είπαμε την Τέχνη, αφού δεν είναι νεολογισμός, δέχεται<br />
36 νεολογισμούς που την ενσωματώνουν, π.χ. Τεχνολάτρης.<br />
Τι μας δείχνουν άραγε αυτές οι πηγές για την τεχνική, την τεχνολογία και τη βιομηχανία;<br />
Πότε περνούν στην ελληνική γλώσσα όροι που μεταφράζουν τις μεγάλες<br />
[21] Ενδεικτικός του γλωσσοπλαστικού οργασμού είναι επίσης ο μεγάλος αριθμός λεξικών ειδικευμένων<br />
όρων, όπως τα λεξικά εμπορικών, επιστημονικών, νομοτεχνικών, ναυτικών και, βεβαίως,<br />
στρατιωτικών όρων (το «Λεξικόν των στρατιωτικών επιστημών και τεχνών» και το «Στρατιωτικόν<br />
σκευολόγιον»). Στη σελίδα 1147 της Συναγωγής, ο Πέτρος Στεφάνου Κουμανούδης παραθέτει κατάλογο<br />
των λεξικών που είχε χρησιμοποιήσει ο πατέρας του.<br />
[22] Ο τίτλος είναι ανακριβής επειδή η Συναγωγή δεν ξεκινά ουσιαστικώς «από της αλώσεως». Οι<br />
λόγοι της ανακρίβειας θα μας απομάκραιναν πολύ από το θέμα μας.<br />
[23] Κ.Θ. Δημαράς, Λεξικογραφία και ιδεολογία. Προλεγόμενα στη «Συναγωγή νέων λέξεων ...» του<br />
Στ. Κουμανούδη, σελ. ix-lxix. Αθήνα: 1980. Για τα ίδια θέματα βλ. επίσης Δήτσα, Μαριάννα, (1988 και<br />
2001)· και Μητσού, Μαριλίζα, (1998-1999 και 2005).<br />
[24] Τέτοια περίπτωση είναι και οι λέξεις Κομματάρχης και Κόμμα. Ο Κομματάρχης εμφανίζεται το<br />
1853. Ο Κουμανούδης δεν βρίσκει προγενεστέρως τη λέξη Κόμμα· την εντοπίζει για πρώτη φορά<br />
στον Άγγελο Σ. Βλάχο, το 1871· και παρατηρεί: «εν τη παλαιά γλώσση δεν ήτον η λέξις, ως φαίνεται, εν<br />
χρήσει τοιαύτη». Η λέξη Κόμμα (με την νεωτερική πολιτική έννοια) πρέπει να εμφανίστηκε νωρίτερα,<br />
κάπου μεταξύ 1830 και 1840, οι δε εννοιολογικές αποχρώσεις της προφανώς διαμορφώθηκαν εν<br />
συνεχεία στην Ελλάδα βαθμιαίως και παραλλήλως με την εξέλιξη που είχαν, στην πορεία τους προς<br />
τον κοινοβουλευτισμό, διάφορα λίγο-πολύ δημοκρατικά πολιτεύματα στην Ευρώπη, με βάση το<br />
κομματικό σύστημα που είχε ήδη αναπτυχθεί προ πολλού στη Μεγάλη Βρετανία.<br />
14 Γ . Β . Δ Ε ρ τ Ι Λ Η Σ