Attention! Your ePaper is waiting for publication!
By publishing your document, the content will be optimally indexed by Google via AI and sorted into the right category for over 500 million ePaper readers on YUMPU.
This will ensure high visibility and many readers!
και της κουλτούρας που τον διακρίνει. Είναι επομένως προφανές ότι από το 1917 και μετά η διδασκαλία της Μηχανικής (όπως και άλλων μαθημάτων) προσεγγίζει τα ευρωπαϊκά πρότυπα ενώ αρκετοί από τους διδάσκοντες τα σχετικά μαθήματα καταξιώνονται διεθνώς λόγω του ερευνητικού τους έργου. Η περίοδος αυτή πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο ανεξάρτητης μελέτης. 10. Μερικά αδιευκρίνιστα σημεία Η μη ύπαρξη συστηματικού αρχείου ειδικά για τις περιόδους Τσέντνερ και Καυταντζόγλου δημιουργεί πολλά προβλήματα στους μελετητές, οι οποίοι συχνά ευρίσκονται αντιμέτωποι με αντικρουόμενες πληροφορίες. Ειδικώς για τα μαθήματα της Μηχανικής έχουν εντοπισθεί τρεις περιπτώσεις καθηγητών που δεν είναι δυνατόν να λεχθεί με βεβαιότητα αν όντως εδίδαξαν σχετικά μαθήματα και ποια ακριβώς περίοδο. Η πρώτη περίπτωση είναι του Θεοδώρου Κομνηνού, αξιωματικού του Μηχανικού, ο οποίος γεννήθηκε το 1807 στην Κωνσταντινούπολη και στη συνέχεια, όταν οι Τούρκοι απαγχόνισαν τον πατέρα του (το 1821, ως μέλος της Φιλικής Εταιρείας), κατέφυγε με την οικογένειά του στην Πάδουα. Εσπούδασε Στρατιωτικά στο Παρίσι και το 1837, σύμφωνα με τον Κ. Μπίρη [4], διορίστηκε στο Πολυτεχνείο ως «… διδάσκαλος των Μαθηματικών και της Μηχανικής, διδάξας το 1840 και την Αρχιτεκτονικήν». Η πληροφορία αυτή δημιουργεί προβληματισμό δεδομένου ότι επισήμως ως μάθημα η Μηχανική αναφέρεται για πρώτη φορά ουσιαστκά μετά το 1840 (στην αναφορά 529/16-12-1840 στην οποία ο Τσέντνερ παρουσιάζει το Πρόγραμμα Σπουδών του 1841). Εξ άλλου από καμμία άλλη πηγή δεν προκύπτει ότι όντως ο Κομνηνός εδίδαξε Μηχανική. Στους υπάρχοντες καταλόγους διδασκόντων αναφέρεται ότι εδίδαξε Μαθηματικά και Γεωμετρία μέχρι το 1854. Λαμβάνοντας υπ’ όψιν ότι μετά το 1843 ως διδάσκων αναφέρεται ο Π. Δάρβαρης και στη συνέχεια ο Γ. Βούρης, οδηγούμαστε στο συμπέρασμα ότι μόνο την περίοδο μεταξύ 1841 και 1843 μπορεί να εδίδαξε Μηχανική, και αυτό με πολλές επιφυλάξεις, δεδομένης και της ενεργού διδακτικής παρουσίας του Τσέντνερ στη Μηχανική. Η δεύτερη περίπτωση είναι του Κωνσταντίνου Χ. Μαλτέζου, ο οποίος αναφέρεται, επίσης από τον Κ. Μπίρη [4], «… ως καθηγητής της Θεωρητικής Μηχανικής εις το Σχολείον των Βιομηχάνων Τεχνών» από το Νοέμβριο του 1906. Στην ίδια πηγή αναφέρεται ότι το Μάρτιο του 1916 του ανατέθηκε και η διδασκαλία της Πειραματικής Φυσικής την οποία εδίδαξε μέχρι το 1938. Όμως η Θεωρητική Μηχανική την περίοδο εκείνη διδάσκεται από τον Ι. Χατζιδάκη και όταν αυτός απομακρύνεται το 1914 αναλαμβάνει το μάθημα για μικρό χρονικό διάστημα ο Α. Κουσίδης (που κατείχε ήδη την έδρα της Εφηρμοσμένης Μηχανικής) και στη συνέχεια ο Ν. Γεννηματάς. Επίσης, στους καταλόγους διδασκόντων ο Κ. Μαλτέζος αναφέρεται ήδη από το 1909 ως Καθηγητής της Φυσικής. Συνεκτιμώντας τα ανωτέρω συνάγεται ότι η αναφορά σε διδασκαλία Μηχανικής από τον Κ. Μαλτέζο είτε είναι εσφαλμένη είτε πρόκειται περί συγχύσεως με τη διδασκαλία του κεφαλαίου της Φυσικής «Μηχανική», το οποίο πιθανότατα εδίδασκε ο Κ. Μαλτέζος στα πλαίσια του μαθήματος της Φυσικής (όπως συμβαίνει και σήμερα). Η θέση περί εσφαλμένης αναφοράς ενισχύεται και από τους καταλόγους εξεταστών του Σχολικού Έτους 1910-1911 στους οποίους ο Κ. Μαλτέζος εμφανίζεται να συμμετέχει στις τριμελείς επιτροπές των μαθημάτων Ηλεκτροτεχνίας, Φυσικής, Χημικής Τεχνολογίας, Χημείας, Ορυκτολογίας αλλά όχι και της Θεωρητικής Μηχανικής την οποία εξετάζει η τριάδα Χατζιδάκη, Στεφάνου, Λαζαρίμου. Εν τούτοις η ανάγκη παράθεσης του συνόλου των υπαρχόντων σχετικών δεδομένων απαιτεί να αναφερθεί ότι ο Κ. Μαλτέζος ασχολήθηκε ερευνητικά με θέματα του στενού πυρήνα της Αντοχής Υλικών, γεγονός που περιπλέκει έτι περαιτέρω το πρόβλημα. Το άρθρο που εδημοσίευσε στο Περιοδικό Αρχιμήδης «Περί του Κανόνος του Rondelet – Δια τας εκ ξύλου δοκούς πεφορτισμένας ορθίως» [Αρχιμήδης, Έτος 1, σσ. 29-30, 1899, Τύποις Καταστημάτων «Παλιγγενεσίας»] είναι αψευδής μάρτυς της θέσης αυτής (φωτ. Ε Ν Ο Τ Η Τ Α I : Α Π Ο Τ Η Ν Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α Τ Ο Υ Π Ο Λ Υ Τ Ε Χ Ν Ε Ι Ο Υ 49
60 59. Το άρθρο του Κ. Μαλτέζου «Περί του Κανόνος του Rondelet – Δια τας εκ ξύλου δοκούς πεφορτισμένας ορθίως» [Αρχιμήδης, Έτος 1, σσ. 29-30] 60. Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης 61. Το εξώφυλλο του συγγράμματος «Μαθήματα Μηχανικής» του Π. Ε. Πρωτοπαπαδάκη 62. Το εξώφυλλο της «Πρακτικής Μηχανικής» του Ν. Ι. Σολωμού 59 59). Μια τρίτη τέλος εκδοχή, να υπήρξε σύγχυση με τον Γ.Χ. Μαλτέζο (βλ. παράγραφο 7) ο οποίος εδίδασκε «Κινητική Μηχανική» από το 1896 δεν μπορεί να αποκλειστεί. Το τρίτο και τελευταίο αδιευκρίνιστο σημείο αφορά τον Πέτρο Ε. Πρωτοπαπαδάκη (φωτ. 60) που γεννήθηκε στη Νάξο το 1854 (κατ' άλλους το 1859 ή και το 1860) [24]. Υπήρξε πολιτικός μηχανικός και πολιτικός, βουλευτής, υπουργός και πρωθυπουργός. Χρεώθηκε την κατάρρευση του μετώπου στη Μικρά Ασία και τις κυβερνητικές επιλογές γύρω από τη συνέχιση της μικρασιατικής εκστρατείας και γι’ αυτό δικάστηκε και εκτελέστηκε στο Γουδί το 1922. Αποφοίτησε από το γυμνάσιο Σύρου και το 1879 εγκαταστάθηκε στο Παρίσι όπου σπούδασε Μαθηματικά, Μηχανική και Μεταλλουργία στην Πολυτεχνική Σχολή και στη Σχολή Μετάλλων. Επέστρεψε στην Ελλάδα το 1887 και διορίστηκε αμέσως καθηγητής της Στρατιωτικής Σχολής των Ευελπίδων και της Σχολής Ναυτικών Δοκίμων. Την περίοδο 1887-1889 διετέλεσε αρχιμηχανικός των Σιδηροδρόμων [25]. 50 Σ Τ Α Υ Ρ Ο Σ Κ. Κ Ο Υ Ρ Κ Ο Υ Λ Η Σ