07.05.2013 Views

Diccionario Teológico del Nuevo Testamento - Compendio - Kittel

Diccionario Teológico del Nuevo Testamento - Compendio - Kittel

Diccionario Teológico del Nuevo Testamento - Compendio - Kittel

SHOW MORE
SHOW LESS

Create successful ePaper yourself

Turn your PDF publications into a flip-book with our unique Google optimized e-Paper software.

κολαφίζω 443<br />

κολλάω, προσκολλάω 444<br />

κολοβόω 444<br />

κόλπος 444<br />

κονιάω 445<br />

κόπος, κοπιάω 445<br />

κοπετός, κόπτω, ἀποκόπτω, ἐγκοπή, ἐγκόπτω,<br />

ἐκκόπτω 445<br />

κορβᾶν, κορβανᾶς 451<br />

κοσμέω, κόσμος, κόσμιος, κοσμικός 451<br />

κράζω, ἀνακράζω, κραυγή, κραυγάζω 456<br />

κράσπεδον 458<br />

κράτος, κρατέω, κραταιός, κραταιόω, κοσμοκράτωρ,<br />

παντοκράτωρ 458<br />

κρεμάννυμι, κρεμάω, κρέμαμαι, ἐκκρέμαμαι, 459<br />

κρίνω, κρίσις, κρίμα, κριτής, κριτήριον, κριτικός, ἀνακρίνω,<br />

ἀνάκρισις, ἀποκρίνω, ἀνταποκρίνομαι, ἀπόκριμα,<br />

ἀπόκρισις, διακρίνω, διάκρισις, ἀδιάκριτος, ἐγκρίνω,<br />

κατακρίνω, κατάκριμα, κατάκρισις, ἀκατάκριτος,<br />

αὐτοκατάκριτος, πρόκριμα, συγκρίνω 460<br />

κρούω 466<br />

κρύπτω, ἀποκρύπτω, κρυπτός, κρυφαῖος, κρυφῇ, κρύπτη,<br />

ἀπόκρυφος 467<br />

κτίζω, κτίσις, κτίσμα, κτίστης 472<br />

κυβέρνησις 476<br />

κύμβαλον 477<br />

κύριος, κυρία, κυριακός, κυριότης, κυριεύω,<br />

κατακυριεύω 477<br />

κυρόω, ἀκυρόω, προκυρόω, 484<br />

κύων, κυνάριον 484<br />

λαγχάνω 485<br />

λακτίζω 485<br />

καταλαλέω, καταλαλιά, κατάλαλος 485<br />

λαμβάνω, ἀναλαμβάνω, ἀνάλημψις, ἐπιλαμβάνω,<br />

ἀνεπίλημπτος, καταλαμβάνω, μεταλαμβάνω,<br />

1079<br />

μετάλημψις, παραλαμβάνω, προλαμβάνω,<br />

προσλαμβάνω, πρόσλημψις, ὑπολαμβάνω 486<br />

λάμπω, ἐκλάμπω, περιλάμπω, λαμπάς, λαμπρός 488<br />

λαός 489<br />

λάρυγξ 493<br />

λατρεύω, λατρεία 493<br />

λάχανον 495<br />

λεγιών 495<br />

λέλω, λόγος, ῥῆμα, λαλέω, λόγιος, λόγιον, ἄλογος, λογικός,<br />

λογομαχέω, λογομαχία, ἐκλέγομαι, ἐκλογή,<br />

ἐκλεκτός 495<br />

λεῖος 513<br />

λεῖμμα, ὑπόλειμμα, καταλείπω,κατά-., περί-,<br />

διάλειμμα 513<br />

λειτουργέω, λειτουργία, λειτουργός, λειτουργικός 516<br />

λεπίς 519<br />

λέπρα, λεπρός 519<br />

Λευ(ε)ί, Λευ(ε)ίς 519<br />

λευ(ε)ίτης 520<br />

λευκός, λευκαίνω 520<br />

λέων 521<br />

ληνός, ὑπολήνιον 521<br />

λῃστής 521<br />

λίβανος, λιβανωτός 522<br />

Λιβερτῖνοι 523<br />

λιθάζω, καταλιθάζω, λιθοβολέω 523<br />

λίθος, λίθινος 523<br />

λικμάω 525<br />

λογεία 525<br />

λογίζομαι, λογισμός 525<br />

λοιδορέω, λοιδορία, λοίδορος, ἀντιλοιδορέω 527<br />

λούω, ἀπολούω, λουτρόν 527<br />

λύκος 529

Hooray! Your file is uploaded and ready to be published.

Saved successfully!

Ooh no, something went wrong!